Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

2.4.Β.iii.α. Πολεμική ελεγεία

Όταν γύρω στα 675 π.Χ. οι Ελληνικές αποικίες της Μικρασίας κινδύνευαν από τις επιδρομές των Κιμμερίων, ο Καλλίνος από την Έφεσο προσπάθησε, όπως βλέπουμε στη μία και μόνη ελεγεία του που μας σώθηκε, να ξεσηκώσει τους νέους να αντισταθούν με γενναιότητα. Σε ένα άλλο μικρό απόσπασμα (2 W.) ο ποιητής παρακαλεί τον Δία να βοηθήσει:

Λυπήσου τους Σμυρνιούς· […]
θυμήσου αν σου θυσίασαν κάποτε όμορφα
μεριά από βόδια


ΤΥΡΤΑΙΟΣ (περ. 660-600 π.Χ.)

Μερικές δεκαετίες μετά τον Καλλίνο και από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, στη Σπάρτη, ο Τυρταίος εμψύχωνε με τα ελεγειακά του τραγούδια τους Λάκωνες πολεμιστές του δεύτερου Μεσσηνιακού πολέμου. Αν ο ίδιος ήταν Δωριέας, το πιθανότερο, ή Ίωνας από την Αθήνα ή τη Μίλητο, όπως παραδίδεται, δεν έχει τόση σημασία, καθώς έγραφε στην επική γλώσσα, όπως το απαιτούσε η παράδοση του είδους - και είναι ολοφάνερες οι επιδράσεις που δέχτηκε ο εικονικός-ποιητικός του λόγος από τον Καλλίνο και τον Όμηρο.

Μας σώζονται τέσσερις ελεγείες, όλες πολεμικές - «θούρια», όπως θα τις ονομάζαμε σήμερα. Παραμερίζοντας ρητά μεγάλες και αναγνωρισμένες αξίες (τις αθλητικές επιδόσεις, την ομορφιά, τον πλούτο, την ευγλωττία, ακόμα και τη βασιλική εξουσία), ο Τυρταίος εξυμνεί την παλληκαριά στον πόλεμο ως ύψιστη αρετή για κάθε νέο - και βέβαια το προσέχουμε ότι οι οδηγίες που δίνει για τη σωστή συμπεριφορά στη μάχη αφορούν την καινούργια πολεμική τακτική, της φάλαγγας.

Ο Ξενοφώντας, ο λόγος του Κριτία και τα ξεκαθαρίσματα των δικτατόρων

Όσο πιο απροκάλυπτη γινόταν η εγκληματική δράση του καθεστώτος, τόσο περισσότερο βάθαινε το χάσμα με το Θηραμένη. Η οριστική ρήξη ήταν αναπόφευκτη: «οι Τριάντα έκριναν ότι ο Θηραμένης αποτελούσε εμπόδιο για τις αυθαιρεσίες τους κι αποφάσισαν να τον εξοντώσουν». (2,3,23).

Η εκτέλεση του Θηραμένη κρινόταν πλέον επιβεβλημένη όχι μόνο για να αποφευχθεί ο κίνδυνος των ταραχών, που θα μπορούσε να προκαλέσει η ρητορική του, αλλά και για να περάσει το μήνυμα της μηδενικής ανοχής απέναντι σε οποιαδήποτε υπονομευτική συμπεριφορά: «Άρχισαν λοιπόν να τον συκοφαντούν ο καθένας ξεχωριστά στους βουλευτές, λέγοντας σ’ έναν έναν ιδιαιτέρως ότι ο Θηραμένης ήταν επικίνδυνος για το καθεστώς». (2,3,23). Κι αμέσως πέρασαν στην πράξη: «Ύστερα κάλεσαν σε συνεδρίαση τη Βουλή, ειδοποιώντας κάμποσους νεαρούς – όσους θεωρούσαν πιο μαχητικούς – να βρίσκονται εκεί με μαχαίρια κάτω από τη μασχάλη». (2,3,23).

Αφού τοποθετήθηκαν οι μαχαιροβγάλτες, όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσει η «συνεδρίαση» της Βουλής. Παρακολουθούμε τον απόλυτο ευτελισμό των θεσμών, που καθιστά τη διαστρέβλωση πολιτική πρακτική. Η στημένη Βουλή παρουσιάζεται ως χώρος ανταλλαγής ιδεών (και λήψης αποφάσεων), οι εγκάθετοι ως πολίτες που ενδιαφέρονται (και συνήθως αγανακτούν), οι βουλευτές του καθεστώτος ως πρόσωπα που διαχειρίζονται το δημόσιο συμφέρον και η εξόντωση των προσωπικών εχθρών ως δικαιοσύνη.

Ο Κριτίας ανεβαίνει στο βήμα: «Όποιος από σας, βουλευτές, βρίσκει ότι γίνονται περισσότερες εκτελέσεις απ’ όσες θα ‘πρεπε, ας το καταλάβει ότι αυτά συμβαίνουν παντού, όπου γίνεται αλλαγή πολιτεύματος». (2,3,24).

Το ζήτημα τίθεται ευθέως από την αρχή· την ευθύνη των εκτελέσεων δεν την έχει το καθεστώς, αλλά η πολιτική πραγματικότητα που το εξαναγκάζει να τις χρησιμοποιεί. Υπό αυτούς τους όρους, όποιος αντιτίθεται σ’ αυτές τις μεθοδεύσεις, αντιτίθεται στο καθεστώς, που χωρίς αυτές δεν μπορεί να υπάρξει.

Ο Κριτίας, είτε εν αγνοία του είτε από καθαρό κυνισμό, είπε την πιο ξεκάθαρη αλήθεια. Η δικτατορία που δεν εγκληματεί δεν είναι δικτατορία. Η άποψη που θέλει να είναι κάποιος υπέρ της δικτατορίας, αλλά κατά των εγκλημάτων στερείται νοήματος. Και συνεχίζει: «Έπειτα είναι μοιραίο να βρίσκονται εδώ πάρα πολλοί αντίπαλοι της ολιγαρχικής μεταπολίτευσης – κι επειδή η πόλη μας είναι η πιο πολυάνθρωπη της Ελλάδας, αλλά κι επειδή ο λαός είχε συνηθίσει πάρα πολύν καιρό στην ελευθερία». (2,3,24).

Τα πράγματα είναι απλά. Ο πόλη είναι πολυάνθρωπη, η πλειοψηφία δε συμφωνεί με την «ολιγαρχική μεταπολίτευση», κατά συνέπεια ο φόβος και η τρομοκρατία είναι οι μοναδικές διέξοδοι για το πολίτευμα. Όσο περισσότεροι είναι οι αντιφρονούντες, τόσο θα αυξάνονται και τα μέτρα καταστολής. Ο Κριτίας δε φαίνεται να ενδιαφέρεται για την αποδοχή που μπορεί να έχει από τον κόσμο κι αυτή είναι η διαφορά του με το Θηραμένη. Πιστεύει ότι με τις εκτελέσεις και τη βοήθεια της Σπάρτης θα επιβληθεί οριστικά.

Ο Θηραμένης, σαφώς πιο διορατικός, αντιλαμβάνεται ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Η ξένη βοήθεια θα αναλάβει τη στήριξη του καθεστώτος μέχρις ενός σημείου. Αν ο λαός εξεγερθεί και το πράγμα γίνει ανεξέλεγκτο, δεν είναι σίγουρο ότι θα επωμιστεί τη φθορά των διαρκών συγκρούσεων. Πρέπει να έχει πολύ δυνατά συμφέροντα για να το κάνει. Αλλά, ακόμη και να επέμβει για την προστασία του καθεστώτος, θα είναι σαφώς δυσαρεστημένη από έναν δικτάτορα που φέρνει συνέχεια μπελάδες, γεγονός που θα επισπεύσει την αντικατάστασή του.

Σε τελική ανάλυση, αυτή είναι η βασική ευθύνη των δικτατόρων· να μη φτάσει η κατάσταση σ’ αυτό το σημείο. Και δε θα φτάσει, αν ο δικτάτορας ξέρει τα όρια που πρέπει να κινηθεί. Ο Κριτίας υπερεκτιμώντας τη σπαρτιατική συνεισφορά νιώθει ανίκητος. Γι’ αυτό και δεν έχει άλλη οπτική απ’ την αλαζονεία.

Το βέβαιο είναι ότι ο λαός δεν έχει κανένα λόγο να υποκύψει σ’ ένα παράνομο κι ανεπιθύμητο πολίτευμα, αν δεν είναι εξαναγκασμένος. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να υπάρξει δικτατορία χωρίς βοήθεια από ξένο δάκτυλο. Ο Κριτίας το λέει ξεκάθαρα: «Εμείς όμως ξέρουμε πόσο αφόρητο είναι το δημοκρατικό πολίτευμα γι’ ανθρώπους σαν κι εμάς και σαν εσάς· ξέρουμε ακόμη ότι ο λαός ποτέ δε θα γίνει φίλος των Λακεδαιμονίων που μας έσωσαν, ενώ οι εκλεκτοί θα τους είναι πάντα πιστοί: να γιατί, με τη σύμφωνη γνώμη των Λακεδαιμονίων, οργανώνουμε τούτο το πολίτευμα». (2,3,25).

Οι δικτατορίες, πριν απ’ όλα, υπηρετούν ξένα συμφέροντα. Γι’ αυτό και οι δικτάτορες, τις περισσότερες φορές, αποδεικνύονται αναλώσιμοι. Γιατί με το πέρας των συμφερόντων δεν έχουν καμιά χρησιμότητα. Ο Κριτίας φαίνεται να τα αγνοεί όλα αυτά. Ο Θηραμένης από την άλλη, δείχνει να τα γνωρίζει. Γι’ αυτό και επιλέγει το διπλό παιχνίδι: θέλει να τα έχει καλά και με το λαό και με τον ξένο δάκτυλο που επιβάλλεται. Και στην αρχή τα πήγαινε περίφημα.

Από την πλευρά του, ο Κριτίας, αφού ξεκαθάρισε το αναπόφευκτο των εκτελέσεων – προς διευκρίνιση της «ολιγαρχικής μεταρρύθμισης» που εκπροσωπούσε –, δεν είχε παρά να περάσει στο κυρίως θέμα: «Τώρα, λοιπόν, διαπιστώνουμε ότι τούτος δω ο Θηραμένης κάνει ό,τι είναι δυνατό για να καταστρέψει κι εσάς κι εμάς. Σκεφτείτε, και θα πεισθείτε: κανέναν δε θα βρείτε που να επικρίνει την τωρινή κατάσταση περισσότερο από τούτον δω το Θηραμένη, ούτε που ν’ αντιδρά πιο πολύ κάθε φορά που θέλουμε ν’ απαλλαγούμε από έναν δημαγωγό». (2,3,27).

Κι όχι μόνο αυτό: «Ενώ ο ίδιος πρωτοστάτησε στη συνεννόηση και στη φιλία με τους Λακεδαιμονίους, αλλά και στην κατάλυση της δημοκρατίας – αυτός ήταν που περισσότερο σας παρακινούσε να τιμωρήσετε τους πρώτους που σας έφεραν να δικάσετε –, τώρα πια που κι εσείς κι εμείς εκτεθήκαμε σαν εχθροί της δημοκρατίας, τώρα έπαψε να εγκρίνει την πολιτική μας, θέλοντας να κατοχυρώσει ξανά την προσωπική του ασφάλεια κι αφήνοντας εμάς να πληρώσουμε για ό,τι έχουμε κάνει!». (2,3,28).

Ο Κριτίας δεν αρκείται να καταδείξει ότι ο Θηραμένης έχει περάσει στο στρατόπεδο των αντιπάλων. Ούτε να επισημαίνει απλώς το επικίνδυνο της συμπεριφοράς του. Αυτά κρίνονται δεδομένα απ’ την αρχή. Το ζήτημα είναι να τον αμαυρώσει προσωπικά, ως ανάξιο άνθρωπο, ως εκ φύσεως αφερέγγυο τυχοδιώκτη, που άλλα λέει τη μια μέρα κι άλλα την άλλη. Με δυο λόγια, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να πείσει ότι εδώ δε γίνεται λόγος για κάποιον που «αντιδρά κάθε φορά που θέλουμε ν’ απαλλαγούμε από ένα δημαγωγό», αλλά έναν ακόμη δημαγωγό που πρέπει να εξοντωθεί άμεσα.

Το κακό είναι ότι αναφέρεται στο βασικότερο συνεργάτη του, στο θεμελιωτή, θα λέγαμε τον πρωτομάστορα της «μεταρρύθμισης». Υπάρχει κίνδυνος να θεωρηθεί αφερέγγυος κι ο ίδιος. Δεν είναι σώφρον να συνεργάζεται κανείς με τέτοιους δημαγωγούς. Γι’ αυτό τονίζει τις αρχικές του ενέργειες, τις συνεννοήσεις και την παράδοση της πόλης στους Σπαρτιάτες, την πρότερη εμμονή του για εκτελέσεις και τις ενέργειες που έκανε για να εγκαθιδρύσει την ολιγαρχία. Πώς θα μπορούσε ο Κριτίας να υποπτευτεί μια τέτοια προσωπικότητα; Δεν είναι η αδυναμία του Κριτία να κρίνει σωστά τους ανθρώπους, αλλά το μέγεθος της προδοσίας που οδήγησε σ’ αυτή την κατάσταση. Ο Θηραμένης είναι ένας αρρωστημένα διπρόσωπος συμφεροντολόγος, απολύτως επικίνδυνος, που δεν μπορεί να έχει άλλη κατάληξη από την εκτέλεση: «είναι από τη φύση του προδότης». (2,3,30).

Και βέβαια, το ακροατήριο οφείλει να πάρει το μέρος του Κριτία, αφού η προδοσία το αφορά άμεσα. Η χρήση του πρώτου και του δεύτερου προσώπου «τώρα που εσείς κι εμείς εκτεθήκαμε» δείχνει ακριβώς την ταύτιση των συμφερόντων. Δεν κινδυνεύει μόνο ο Κριτίας, κινδυνεύουν όλοι και γι’ αυτό πρέπει να πάρουν τις πρέπουσες αποφάσεις.

Εξάλλου, ο προδότης είναι πιο μισητός απ’ τον εχθρό: «Κι όσο πιο δύσκολο είναι να φυλαχτεί κανείς από την κρυφή επιβουλή παρά από τη φανερή, τόσο φοβερότερη είναι η προδοσία από τον ανοιχτό πόλεμο· είναι και πιο μισητή, αφού οι άνθρωποι και συνθήκες κάνουν με τους εχθρούς τους και ξανά τους εμπιστεύονται, ενώ όταν ανακαλύψουν κάποιον να προδίδει, κανένας δεν κάνει ποτέ πια συμφωνία μαζί του, ούτε του ‘χει κατόπιν εμπιστοσύνη». (2,3,29). Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία εμπιστοσύνη από δω και μπρος στο Θηραμένη.

Κι επειδή πρέπει να εξαλειφθεί και η ελάχιστη αμφιβολία σχετικά με τον εκ φύσεως προδοτικό χαρακτήρα του Θηραμένη, ο Κριτίας δε διστάζει να αναφερθεί στο παρελθόν: «Μ’ όλο που από την αρχή τον τίμησε η δημοκρατική παράταξη εξαιτίας του πατέρα του, του Άγνωνος, αυτός υποστήριξε μ’ ενθουσιασμό την ανατροπή της δημοκρατίας από τους Τετρακοσίους» (πρόκειται για το πραξικόπημα του 411 π. Χ.) «και στάθηκε ένα από τα σημαντικότερα στελέχη τους. Μόλις όμως κατάλαβε ότι οργανωνόταν κάποια κίνηση κατά της ολιγαρχίας, πάλι πρώτος βρέθηκε επικεφαλής των δημοκρατικών εναντίον της. Να γιατί, καθώς ξέρετε, του ‘χουν βγάλει το παρατσούκλι “κόθορνος” – γιατί κι ο κόθορνος μοιάζει να ταιριάζει και στα δυο πόδια, ενώ βγαίνει λειψός και στα δύο…». (2,3,30). (Ο Ρόδης Ρούφος σε υποσημείωση διευκρινίζει: «Ο κόθορνος ήταν είδος μπότας με χοντρή σόλα, που φορούσαν οι καβαλάρηδες, οι κυνηγοί και οι ηθοποιοί τραγωδίας»).

Και δε θα σταματήσει εδώ, αλλά θα βγάλει όλα τα άπλυτα στη φόρα υπενθυμίζοντας τη στάση του και στην περιβόητη δίκη των στρατηγών, που εκτελέστηκαν άδικα επειδή δήθεν εγκατέλειψαν τους ναυαγούς, πράξη για την οποία την ευθύνη είχε αποκλειστικά ο Θηραμένης. Ο Κριτίας χάνει κυριολεκτικά κάθε έλεγχο.

Η αναφορά στο παρελθόν τον διασύρει προσωπικά, αφού του επιρρίπτει ευθύνες για την επιλογή των συνεργατών του – ευθύνες, που, αρχικά τουλάχιστον, προσπάθησε να αποφύγει. Ουσιαστικά υπονομεύει το ίδιο το καθεστώς, καθώς καταδεικνύει την ποιότητα των πρωτεργατών του μέσα από την πολιτική τους σταδιοδρομία. Δηλαδή η «μεταρρύθμιση» είναι το προϊόν σεσημασμένων προδοτών, που λειτουργούν ως «κόθορνοι» για περισσότερο από δεκαετία; Αυτά θα έπρεπε να είναι λόγια αντιπάλων. Κι ο ίδιος πώς συνεργάστηκε μ’ έναν «κόθορνο»; Μήπως τελικά είναι κόθορνος και ο ίδιος, αφού όποτε τον βολεύει ένας «κόθορνος» συνεργάζεται μαζί του, κι όποτε όχι τον εξοντώνει;

Ο λόγος του Κριτία δεν έχει πλέον ούτε συνοχή ούτε ροή ούτε τη στοιχειώδη οργάνωση. Μιλάει σαν να μην έχει επίγνωση του ποιος είναι και σε ποιους απευθύνεται. Ο εκπρόσωπος του πολιτεύματος που ξεπέρασε κάθε όριο σε εκτελέσεις – μόλις πριν υπερασπίστηκε την αναγκαιότητά τους – και που κατηγορεί έναν πρώην συνεργάτη, επειδή δε συνεχίζει να τις συνυπογράφει, του προσάπτει επιπλέον ότι προκάλεσε πολλές εκτελέσεις. Σαν να επρόκειτο για φιλειρηνιστή ή για υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: «εσύ όμως,» (απευθύνεται εδώ στο Θηραμένη ευθέως) «που τόσο εύκολα αλλάζεις παράταξη, είσαι συνυπεύθυνος για πάρα πολλούς φόνους – φόνους ολιγαρχικών από το λαό, αλλά και δημοκρατικών από την αριστοκρατική τάξη». (2,3,32).

Το ότι ο Θηραμένης με τη στάση του έφερε την ευθύνη πολλών θανάτων είναι αλήθεια, αλλά αυτό είναι το τελευταίο που θα μπορούσε να επικαλεστεί ένας Κριτίας τη στιγμή που τον δικάζει γιατί θέλει ακόμη περισσότερους. Εδώ δε μιλάμε για έλλειψη επιχειρηματολογίας. Εδώ μιλάμε για σύγχυση ρόλων.

Η επισήμανση «προκαλούν, βέβαια, σκοτωμούς όλες οι πολιτειακές μεταβολές», που έκανε αμέσως πριν, είναι το επιστέγασμα της απόλυτης ασυναρτησίας, αφού οι πολιτειακές μεταβολές προκαλούν σκοτωμούς κι αυτό γίνεται από ανάγκη, αλλά ο Θηραμένης είναι κακός που τους προκαλεί και πρέπει να καταδικαστεί επειδή αρνείται να κάνει κι άλλους.

Όσο για την αναφορά που κάνει στο πρότυπο πολιτικό σύστημα των Σπαρτιατών, αγγίζει τα όρια του παραληρήματος: «είναι γνωστό ότι το πολίτευμα των Λακεδαιμονίων θεωρείται το τελειότερο απ’ όλα· αν λοιπόν ένας από τους εφόρους εκεί, αντί να συμμορφώνεται με τις απόψεις της πλειοψηφίας, δοκίμαζε να επικρίνει την κυβέρνηση και να εναντιώνεται στις πράξεις της, δε νομίζετε ότι και στα μάτια των ίδιων των εφόρων, αλλά κι ολόκληρης της πόλης, θ’ άξιζε την αυστηρότερη δυνατή τιμωρία;» (2,3,34).

Επικαλείται το πολίτευμα των Λακεδαιμονίων, και μάλιστα το ονομάζει «το τελειότερο απ’ όλα», χωρίς να εξηγήσει τι σχέση μπορεί να έχει με το καθεστώς που ο ίδιος πρεσβεύει. Σαν να υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στους εφόρους και στον τυραννικό συρφετό που δολοφονεί για να αρπάξει τις περιουσίες των άλλων ή σαν να είχαν οι Σπαρτιάτες τις εκτελέσεις στην ημερήσια διάταξη.

Από ένα σημείο και μετά δεν έχει νόημα να διερευνά κανείς την επιχειρηματολογία ενός τέτοιου λόγου. Εξάλλου, έχει ελάχιστη σημασία. Ο Κριτίας δε χρειάζεται να πείσει – αν και θα το ήθελε. Οι μαχαιροβγάλτες θα δώσουν την τελική λύση. Επί της ουσίας παρακολουθούμε ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών από ανθρώπους του υποκόσμου που παριστάνουν τους πολιτικούς. Οι όροι δε θα μπορούσαν να είναι διαφορετικοί…

Ξενοφώντος, Ελληνικά

Αγκαλιάζοντας τη μυστικιστική γαλήνη μέσα

Σε έναν κόσμο που βρίθει από αδιάκοπη κίνηση και αμείλικτο θόρυβο, η αναζήτηση της εσωτερικής γαλήνης μοιάζει συχνά σαν ένα μακρινό όνειρο, ένας άπιαστος ορίζοντας που δεν μπορούμε ποτέ να φτάσουμε. Ωστόσο, η βαθιά αλήθεια είναι ότι η ειρήνη δεν είναι κάτι που πρέπει να επιδιώκεται ή να συλλαμβάνεται, αλλά μάλλον κάτι που πρέπει να ανακαλύπτετε μέσα σας. Είναι μια διαχρονική κατάσταση ύπαρξης που ξεπερνά την εξωτερική κακοφωνία και κατοικεί στις ήσυχες αίθουσες της ψυχής μας.

Η τέχνη του να αφήνεις να φύγει

Η ειρήνη μέσα μας δεν προκύπτει μέσω της προσπάθειας, αλλά μέσω της ευγενικής τέχνης του να αφήνουμε να φύγει. Όταν απελευθερώνουμε τη λαβή μας από τις εξωτερικές ανησυχίες, τις επιθυμίες και τις μυριάδες περισπασμούς που μας τραβούν σε αμέτρητες κατευθύνσεις, αρχίζουμε να αποκαλύπτουμε την ακινησία που ήταν πάντα εκεί. Αυτή η διαδικασία μοιάζει με το ξεφλούδισμα των στρωμάτων ενός κρεμμυδιού, αποκαλύπτοντας την ουσία που βρίσκεται στον πυρήνα του.

Το ταξίδι προς τα μέσα απαιτεί να εγκαταλείψουμε την προσκόλληση μας στο επιφανειακό και το παροδικό. Κάνοντάς το αυτό, διαπιστώνουμε ότι το μυαλό, αφού γεμίσει με ατελείωτες σκέψεις και ανησυχίες, αρχίζει να εγκαθίσταται σε μια κατάσταση γαλήνιας διαύγειας. Με αυτή τη σαφήνεια, γνωρίζουμε την αρχή και το τέλος όλων των πραγμάτων, κατανοώντας ότι δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αυτή η γνώση μας χαρίζει μια ήσυχη εμπιστοσύνη, επιτρέποντάς μας να περπατήσουμε το μονοπάτι μας με χάρη και ηρεμία, ανέγγιχτοι από τις φευγαλέες επιθυμίες που αιχμαλωτίζουν τον κόσμο γύρω μας.

Η Σοφία της Ικανοποίησης

Στην κοινωνία μας, τα δόγματα, οι θρησκευτικές δραστηριότητες και οι αφελείς πεποιθήσεις συχνά προσελκύουν ανθρώπους, υποσχόμενα σωτηρία, φώτιση ή ευτυχία. Ωστόσο, οι σοφοί καταλαβαίνουν ότι η αληθινή ικανοποίηση προέρχεται από μέσα, όχι από εξωτερικές πηγές. Ο Σοφός, όπως δίδαξαν οι αρχαίοι σοφοί, είναι ικανοποιημένος με αυτά που έχει στα χέρια του. Δεν αναζητά περισσότερα, γιατί ξέρει ότι η αληθινή αφθονία δεν βρίσκεται στη συσσώρευση αλλά στη βαθιά εκτίμηση της παρούσας στιγμής.

Αυτή η ικανοποίηση δεν είναι παθητική παραίτηση αλλά μια ενεργή αγκαλιά της ζωής όπως είναι. Είναι η συνειδητοποίηση ότι κάθε στιγμή είναι τέλεια στην ατέλειά της, κάθε εμπειρία ένα νήμα στην πλούσια ταπισερί της ύπαρξης. Καλλιεργώντας αυτή τη νοοτροπία, ευθυγραμμιζόμαστε με τη φυσική ροή της ζωής, βιώνοντας μια βαθιά αίσθηση γαλήνης και πληρότητας.

Η άνευ όρων φύση της ειρήνης

Η βαθιά γαλήνη και η ανάπαυση είναι καταστάσεις ύπαρξης που δεν εξαρτώνται από εξωτερικές συνθήκες. Δεν συνδέονται με έναν συγκεκριμένο τόπο, χρόνο ή κατάσταση, αλλά έχουν τις ρίζες τους στην εσωτερική μας εμπειρία. Είτε βρισκόμαστε στην πολυσύχναστη καρδιά μιας πόλης είτε στην ήρεμη μοναξιά της φύσης, η ειρήνη παραμένει σταθερός σύντροφος, που φωτίζει απαλά τη διαδρομή μας.

Αυτή η εσωτερική γαλήνη είναι σαν ένα φως που φωτίζει γλυκά όλο τον τόπο, διώχνοντας τις σκιές της αμφιβολίας και του φόβου. Είναι ένα φως που πηγάζει από μέσα, ρίχνοντας μια απαλή λάμψη που μεταμορφώνει την αντίληψή μας για τον κόσμο. Υπό αυτό το πρίσμα, όλα είναι ήσυχα, και καταλαβαίνουμε ότι η αληθινή ειρήνη δεν είναι η απουσία σύγκρουσης αλλά η παρουσία μιας βαθιάς εσωτερικής ακινησίας.

Η Διαδρομή στον Φωτισμό

Ο δρόμος για την εσωτερική γαλήνη ανοίγει μπροστά μας όταν στρέφουμε το βλέμμα μας προς τα μέσα, αναζητώντας όχι την εξωτερική επικύρωση αλλά τον εσωτερικό φωτισμό. Αυτό το μονοπάτι είναι μοναδικό για κάθε άτομο, ωστόσο χαρακτηρίζεται από κοινά ορόσημα: την εγκατάλειψη των επιθυμιών, την καλλιέργεια της ικανοποίησης και την αναγνώριση της άνευ όρων φύσης της ειρήνης.

Καθώς περπατάμε αυτό το μονοπάτι, διαπιστώνουμε ότι το φως μέσα μας γίνεται πιο φωτεινό, φωτίζοντας όχι μόνο το δικό μας ταξίδι αλλά και τον κόσμο γύρω μας. Αυτό το φως μας οδηγεί, προσφέροντας παρηγοριά σε καιρούς σκότους και χαρά σε στιγμές διαύγειας. Είναι ένας φάρος που μας υπενθυμίζει ότι η ειρήνη είναι πάντα εφικτή, μια διαχρονική παρουσία που μπορούμε να αξιοποιήσουμε, ανεξάρτητα από τις εξωτερικές μας συνθήκες.

Αγκαλιάζοντας αυτή τη μυστικιστική γαλήνη, ερχόμαστε να ζήσουμε τη ζωή μας με μια βαθιά αίσθηση σκοπού και ηρεμίας. Γινόμαστε σαν την ακίνητη λιμνούλα, που αντικατοπτρίζει την ομορφιά του ουρανού από πάνω, ανενόχλητοι από τους κυματισμούς του κόσμου. Σε αυτή την κατάσταση, ανακαλύπτουμε ότι η ειρήνη δεν είναι προορισμός αλλά τρόπος ύπαρξης, ένα αιώνιο καταφύγιο μέσα σε όλους μας.

Το Ανέκφραστο της Αλήθειας: Μεταφυσική Θεωρία

Σύνοψη:

Αυτή η θεωρία διερευνά την έννοια ότι η Αλήθεια είναι μια ακατανόητη, ανέκφραστη εμπειρία που υπερβαίνει την ανθρώπινη αντίληψη και εξορθολογισμό. Υποστηρίζει ότι κάθε προσπάθεια άρθρωσης ή θεσμοθέτησης της Αλήθειας εγγενώς διαστρεβλώνει την ουσία της, μειώνοντάς την σε απλά σύμβολα και κατασκευές του ανθρώπινου νου. Η θεωρία υποστηρίζει ότι η Αλήθεια είναι ένα καθαρό, παγκόσμιο φαινόμενο που ανήκει σε όλους και βιώνεται άμεσα αντί να μεταφέρεται μέσω διδασκαλιών ή δογμάτων.

1. Η Φύση της Αλήθειας

1.1. Η οντολογία της αλήθειας:

Η αλήθεια, στην πιο αγνή της μορφή, είναι μια απόλυτη πραγματικότητα που υπάρχει ανεξάρτητα από την ανθρώπινη γνώση. Είναι μια οντολογική οντότητα που υπερβαίνει τις υποκειμενικές ερμηνείες και τους γλωσσικούς περιορισμούς. Σε αντίθεση με τα εμπειρικά γεγονότα ή τις λογικές προτάσεις, η Αλήθεια δεν εξαρτάται από την ανθρώπινη κατανόηση ή άρθρωση.

1.2. Η αλήθεια ως εμπειρία:

Η αλήθεια είναι ουσιαστικά ένα βιωματικό φαινόμενο. Είναι μια άμεση, κατευθείαν συνάντηση με την πραγματικότητα που διαφεύγει από την πνευματική σύλληψη. Αυτή η εμπειρία είναι πέρα ​​από την αντίληψη, τη σκέψη ή τη γλώσσα, τοποθετώντας την στη σφαίρα του άρρητου. Είναι παρόμοιο με μια βαθιά, εσωτερική γνώση που αψηφά την έκφραση.

2. Τα όρια της γλώσσας και του λόγου

2.1. Η αποτυχία των συμβόλων και των τύπων:

Τα σύμβολα, οι τύποι και οι γλωσσικές κατασκευές είναι εγγενώς περιορισμένες στην ικανότητά τους να μεταφέρουν την Αλήθεια. Αυτά τα εργαλεία επικοινωνίας είναι προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού, διαμορφωμένα από πολιτιστικούς, κοινωνικούς και γνωστικούς περιορισμούς. Κατά συνέπεια, μπορούν να προσφέρουν μόνο προσεγγίσεις ή αναπαραστάσεις της Αλήθειας, όχι της ίδιας της Αλήθειας.

2.2. Η εξαπάτηση του δόγματος:

Όταν άτομα ή ιδρύματα ισχυρίζονται ότι κατέχουν και διαδίδουν την Αλήθεια μέσω διδασκαλιών ή δογμάτων, διαπράττουν ένα θεμελιώδες λάθος. Τέτοιες διακηρύξεις όχι μόνο παραποιούν την Αλήθεια, αλλά και διαιωνίζουν τα ψέματα. Ανάγοντας την Αλήθεια σε δόγμα, περιορίζουν το άπειρο μέσα στο πεπερασμένο, οδηγώντας σε πνευματική και διανοητική εξαθλίωση.

3. Ο ρόλος του αναζητητή

3.1. Πέρα από την πνευματική κατανόηση:

Για να συλλάβει κανείς την Αλήθεια, πρέπει να ξεπεράσει τα όρια της λογικής και να αγκαλιάσει μια κατάσταση ανοιχτής, μη εννοιολογικής επίγνωσης. Αυτό συνεπάγεται την απαλλαγή από προκαταλήψεις, πεποιθήσεις και πνευματικές αναζητήσεις. Ο αναζητητής πρέπει να καλλιεργήσει μια διαισθητική, στοχαστική προσέγγιση, επιτρέποντας στην Αλήθεια να αποκαλυφθεί οργανικά.

3.2. Οι παγίδες της αλαζονείας:

Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι έχουν κατακτήσει την Αλήθεια και προσφέρονται να τη διδάξουν σε άλλους οδηγούνται συχνά από το εγώ και την αλαζονεία. Τέτοια άτομα, διεκδικώντας την κυριότητα της Αλήθειας, όχι μόνο εξαπατούν τον εαυτό τους αλλά και παραπλανούν τους άλλους. Η αληθινή σοφία βρίσκεται στο να αναγνωρίζει κανείς τους περιορισμούς της κατανόησής του και να παραμένει ταπεινός μπροστά στην απεραντοσύνη του αγνώστου.

4. Η Οικουμενικότητα και η Καθαρότητα της Αλήθειας

4.1. Η αλήθεια ως καθολική και περιεκτική:

Η αλήθεια είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, προσβάσιμο σε όλους ανεξάρτητα από το υπόβαθρο ή το καθεστώς. Δεν είναι αποκλειστική ιδιοκτησία οποιουδήποτε ατόμου, ομάδας ή ιδρύματος. Αυτή η καθολικότητα υπογραμμίζει την εγγενή ενότητα όλων των όντων, που συνδέονται μέσω μιας κοινής πραγματικότητας.

4.2. Η Καθαρότητα της Αλήθειας:

Η αλήθεια, στην ουσία της, είναι καθαρή και αμόλυντη από ανθρώπινα ελαττώματα. Παραμένει ανέγγιχτη από κοινωνική, οικονομική ή πνευματική διαφθορά. Οι προσπάθειες εκμετάλλευσης ή εμπορευματοποίησης της Αλήθειας υποβαθμίζουν την αγνότητά της και οδηγούν σε περαιτέρω αποξένωση από την αληθινή της φύση.

5. Η Ηθική Επιταγή

5.1. Σεβασμός στο ανέκφραστο της αλήθειας:

Μια ηθική προσέγγιση της Αλήθειας περιλαμβάνει το σεβασμό της ανέκφρασής της και την αποχή από τη διαστρέβλωσή της μέσω εσφαλμένων ερμηνειών ή διδασκαλιών. Αυτό απαιτεί δέσμευση για προσωπική ακεραιότητα και αναγνώριση των ορίων της γνώσης κάποιου.

5.2. Προώθηση μιας κουλτούρας ανοιχτότητας:

Η καλλιέργεια μιας κουλτούρας που εκτιμά τις άμεσες, προσωπικές συναντήσεις με την Αλήθεια έναντι της δογματικής διδασκαλίας προάγει την πνευματική και πνευματική ελευθερία. Η ενθάρρυνση των ατόμων να αναζητήσουν την Αλήθεια μέσω της προσωπικής εμπειρίας αντί να βασίζονται σε εξωτερικές αρχές ενθαρρύνει μια βαθύτερη, πιο αυθεντική σύνδεση με την πραγματικότητα.

Συμπέρασμα

Το ανέκφραστο της Αλήθειας υπογραμμίζει τη βαθιά, υπερβατική φύση της. Οποιαδήποτε προσπάθεια σύλληψης ή μετάδοσης της Αλήθειας μέσω ανθρώπινων κατασκευών αναπόφευκτα αποτυγχάνει, παραμορφώνοντας την ουσία της. Αγκαλιάζοντας μια ταπεινή, βιωματική προσέγγιση και αναγνωρίζοντας τους περιορισμούς της κατανόησής μας, τιμούμε την αγνότητα και την καθολικότητα της Αλήθειας. Αυτή η μεταφυσική προοπτική καλεί μια στροφή από τη δογματική προσκόλληση στην ανοιχτή, στοχαστική εξερεύνηση, ενισχύοντας μια βαθύτερη σύνδεση με την απόλυτη πραγματικότητα.

Η απόκλιση των μονοπατιών: Το πνευματικό ταξίδι και η ψευδαίσθηση του Εγώ

Στο λαβύρινθο της ύπαρξης, κάθε άτομο στέκεται σε ένα σταυροδρόμι μεταξύ δύο διαφορετικών μονοπατιών: του μονοπατιού του πνεύματος και του μονοπατιού του εγώ. Αυτά τα μονοπάτια, αν και φαινομενικά προσιτά σε όλους, είναι εγγενώς διακριτά και οδηγούν σε θεμελιωδώς διαφορετικούς προορισμούς. Το βαθύ λάθος που κάνουν πολλοί επίδοξοι αναζητητές είναι να προσπαθούν να διασχίσουν το πνευματικό μονοπάτι ενώ μένουν προσκολλημένοι στα απομεινάρια του εγώ τους—μια παράδοξη προσπάθεια καταδικασμένη στη ματαιότητα. Για να ξεκινήσει κανείς αληθινά το πνευματικό ταξίδι, πρέπει να αγκαλιάσει μια κατάσταση χωρίς εγωισμό, παραδομένος ολοκληρωτικά στην Συμπαντική Δύναμη, το Ρεύμα της Ζωής, σε μια πράξη απόλυτης ταπεινότητας.

Η Ψευδαίσθηση του Εγώ

Το εγώ είναι ο αρχιτέκτονας του χωρισμού. Κατασκευάζει μια ψεύτικη ταυτότητα, έναν ξεχωριστό εαυτό που απομονώνει κάποιον από την απεριόριστη ροή της ζωής, από τους άλλους και από την ίδια την ουσία της ύπαρξης. Όταν κάποιος λειτουργεί από το εγώ, κάθε δράση, σκέψη και φιλοδοξία φιλτράρεται μέσα από έναν φακό ατομικότητας, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση ελέγχου και προσωπικής επιτυχίας. Ωστόσο, αυτό το μονοπάτι, που χαρακτηρίζεται από προσωπική δράση, είναι γεμάτο με διαμάχες και συγκρούσεις, γιατί το εγώ ευδοκιμεί με τη διάκριση και τον ανταγωνισμό.

Η επιδίωξη του μονοπατιού του εγώ μπορεί να οδηγήσει σε απτές επιτυχίες και προσωπικά ορόσημα. Ωστόσο, αυτά τα επιτεύγματα δεν είναι παρά εφήμερα κατασκευάσματα μέσα στη μεγάλη ταπισερί του σύμπαντος, απλές φαντασιώσεις που υφαίνονται από την απάτη του εγώ. Τελικά, αυτό το μονοπάτι καταλήγει σε βαθιά αποτυχία, καθώς αποτυγχάνει να αναγνωρίσει τη διασύνδεση όλης της ζωής και την απατηλή φύση του ίδιου του εγώ.

Το μονοπάτι της μη δράσης

Σε έντονη αντίθεση με την πορεία του εγώ είναι το μονοπάτι της μη δράσης, ένα ταξίδι που χαρακτηρίζεται από παράδοση και ταπεινοφροσύνη. Το να περπατήσεις αυτό το μονοπάτι σημαίνει να εγκαταλείψεις τη λαβή του εγώ, να διαλύσεις την ψευδαίσθηση του ξεχωριστού εαυτού και να συγχωνευτείς αρμονικά με την Συμπαντική Δύναμη. Αυτή η παράδοση δεν είναι μια παθητική παραίτηση αλλά μια ενεργητική ευθυγράμμιση με το ρεύμα της ζωής, μια δυναμική ροή που υπερβαίνει τις ατομικές επιθυμίες και φιλοδοξίες.

Σε αυτό το μονοπάτι, γίνεται κανείς αγωγός για την καθολική βούληση, κινούμενος σε συγχρονισμό με τους ρυθμούς της ύπαρξης. Είναι ένα ταξίδι βαθιάς εμπιστοσύνης και πίστης, όπου οι πράξεις προκύπτουν αυθόρμητα από έναν τόπο βαθιάς εσωτερικής ακινησίας και σύνδεσης. Αυτή η κατάσταση χωρίς εγώ είναι η ουσία της αληθινής αρετής, μια κατάσταση όπου κανείς ζει σε αρμονία με τον κόσμο, απαλλαγμένος από τις συγκρούσεις και τις διαιρέσεις που προκαλεί το εγώ.

Η επιλογή μεταξύ αρετής και κακίας

Κάθε άτομο αντιμετωπίζει μια θεμελιώδη επιλογή μεταξύ αυτών των δύο οδών. Το Μονοπάτι της Αρετής, η κατάσταση χωρίς εγωισμό, παραπέμπει προς την ενότητα και την ειρήνη, προς μια ζωή εμποτισμένη με την ιερή ουσία του καθολικού. Αντίθετα, η προσωπική πορεία της κακίας, που οδηγείται από το εγώ, οδηγεί σε αέναο χωρισμό και διχόνοια. Το εγώ, στην αδυσώπητη επιδίωξή του για τη σημασία του εαυτού του, διαιωνίζει έναν κύκλο σύγκρουσης και δυσαρέσκειας, αποξενώνοντας για πάντα κάποιον από την αληθινή ουσία της ζωής.

Αυτά τα μονοπάτια δεν συγκλίνουν. αλληλοαποκλείονται. Δεν μπορεί κανείς να υπηρετήσει και το εγώ και το καθολικό. Το ταξίδι προς την πνευματική φώτιση απαιτεί μια πλήρη και αταλάντευτη παράδοση στο παγκόσμιο ρεύμα, μια απάρνηση των ψευδαισθήσεων του εγώ.

Αγκαλιάζοντας το Παγκόσμιο

Το να ξεκινήσεις το πνευματικό μονοπάτι σημαίνει να αγκαλιάζεις το καθολικό, να εγκαταλείπεις τις ψευδείς κατασκευές του εγώ και να ζεις σε μια κατάσταση βαθιάς ταπεινοφροσύνης και παράδοσης. Είναι να αναγνωρίσουμε ότι η αληθινή ολοκλήρωση και η ειρήνη δεν προκύπτουν από προσωπικά επιτεύγματα αλλά από μια βαθιά σύνδεση με την ουσία της ίδιας της ζωής. Αυτό το ταξίδι απαιτεί θάρρος και πίστη, προθυμία να εμπιστευτείς το αόρατο και να εγκαταλείψεις την επιθυμία του εγώ για έλεγχο.

Στο τέλος, το πνευματικό μονοπάτι είναι ένα κάλεσμα να επιστρέψουμε στην αληθινή μας φύση, να διαλύσουμε τα όρια του εγώ και να συγχωνευθούμε με το άπειρο. Είναι μια πρόσκληση να ζούμε σε αρμονία με το παγκόσμιο, να καθοδηγούμαστε από το ρεύμα της ζωής και να βιώσουμε τη βαθιά γαλήνη που προκύπτει από την κατάσταση χωρίς εγωισμό. Επιλέξτε με σύνεση, γιατί το μονοπάτι που ακολουθείτε καθορίζει την ουσία του ταξιδιού σας και την απόλυτη συνειδητοποίηση της ύπαρξής σας.

True crime

Προφανώς το πυρηνικό στοιχείο ενός αστυνομικού μυθιστορήματος είναι το έγκλημα. Γύρω από αυτό διαπλέκεται μια ιστορία η οποία συνθέτει τόσο τα υλικά που διατρέχουν την ιστορικότητά του, όσο κι αυτά που αφορούν τις ψυχικές διεργασίες.

Γύρω από το έγκλημα στην ουσία περιστρέφεται ολόκληρος ο κόσμος του εγκληματία και ο κόσμος του θύματος. Κι όλα αυτά διέρχονται από την αγωνιώδη αναζήτηση για την εξιχνίαση του εγκλήματος, ένα στοιχείο που εξάπτει τη φαντασία των αναγνωστών και δημιουργεί μια υπερδιέγερση (η οποία μοιάζει σχεδόν ερωτική).

Αυτή η ηδονική διάσταση της εξιχνίασης συναντάται αρκετές φορές και στην ίδια την φύση του εγκλήματος, αφού συχνά ένα έγκλημα διεγείρει το θυμικό του ανθρώπου και εκτονώνει τα ένστικτά του, δημιουργεί δηλαδή μια παράλογη, άγρια, βίαιη, ενστικτώδη ηδονή.

Ωστόσο εδώ δεν θα αναφερθώ στην ενστικτώδη επιθετική φύση του ανθρώπου αλλά θα εστιάσω στην διασύνδεση του εγκλήματος με τον ψυχισμό των ανθρώπων και με την δομή, την κουλτούρα και την ιδεολογία της κοινωνίας στην οποία διαπράττεται. Ξεκινώντας από την προφανή διαπίστωση πως η σχέση μεταξύ των ψυχικών διεργασιών ενός εγκλήματος και των κοινωνικών διεργασιών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη.

Το έγκλημα είναι μια αντανάκλαση του κοινωνικού στο ψυχικό και συνίσταται σε μια ανατροφοδοτούμενη αλληλουχία μεταξύ τους.

Εντούτοις τα εγκλήματα που συμβαίνουν στον ψυχισμό προηγούνται των εγκλημάτων που διαπράττει κάποιος σε βάρος των άλλων.

Ένας εγκληματίας πρώτα έχει σκοτώσει κάτι μέσα του και μετά εγκληματεί.

Αυτή η πιο βαθιά διάσταση του εγκλήματος είναι που κάνει μυστήρια την φύση του και συνάμα βεβαίως προκλητική είναι και η αίσθηση πως το έγκλημα διαταράσσει την τάξη, την αίσθηση της ασφάλειας και της ενότητας.

Αυτή η διασάλευση της τάξης είναι ασφαλώς ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη τον ικανό και μυστηριώδη ντετέκτιβ που θα εξιχνιάσει το έγκλημα, διότι επενδύουν επάνω του την ανάγκη αποκατάστασης της τάξης, την δικαίωση και εν τέλει την νίκη του καλού ενάντια στο κακό.

Σε αυτή την περίπτωση τα αστυνομικά μυθιστορήματα μοιάζουν λίγο με τα παραμύθια των παιδικών μας χρόνων τα οποία πραγματευόταν, με διαφορετικούς τρόπους βέβαια, την νίκη του καλού ενάντια στο κακό και την ψυχική διαδρομή των ηρώων μέχρι την αποκατάσταση της τάξης.

Ωστόσο αυτή η ξεκάθαρη και ίσως απλοϊκή εικόνα αναρωτιέμαι πόσο χωράει στον σημερινό χαοτικό κόσμο που ζούμε; Ίσως γι’ αυτό έχει αλλάξει ρότα και το αστυνομικό μυθιστόρημα προς την κατεύθυνση του μυστηρίου και της ασυνείδητης φύσης του ανθρώπινου ψυχισμού και παράλληλα των καταγραφών του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Αντανακλώντας φυσικά την χαοτική και συνάμα κατακερματισμένη εικόνα των σύγχρονων κοινωνιών. Σήμερα το έγκλημα δημιουργείται από επικίνδυνες απωθήσεις, είναι τυφλό, αποσυνδέεται από τις κοινωνικές του εκφάνσεις (όπως για παράδειγμα συνέβαινε με τα εγκλήματα τιμής) και διασυνδέεται όλο και περισσότερο με την εσωτερική σύγχυση, τη μοναξιά, την θυματοποίηση, την διαστροφή, κ.ο.κ.

Σε αυτές τις περιπτώσεις το έγκλημα και η εξιχνίασή του στις γραμμές ενός αστυνομικού μυθιστορήματος δεν έχει χαρακτήρα αποκατάστασης της τάξης, ούτε νοηματοδοτήσεις σχετικές με αυτή. Δεν αποσκοπεί να δώσει απαντήσεις, ούτε να δημιουργήσει ένα αίσθημα ασφάλειας. Δεν οδηγεί στην κάθαρση, ούτε με ψυχικούς, ούτε με κοινωνικούς όρους. Η αλήθεια αυτών των «λογοτεχνικών» εγκλημάτων διαπερνά την υποκειμενικότητα των πρωταγωνιστών, σαν να στήνεται μια πραγματεία που μελετά τον ψυχισμό και το ασυνείδητο όσων συμμετέχουν, του δράστη, του θύματος κι όσων το εξερευνούν και παράλληλα ακτινογραφεί το κοινωνικό σώμα.

Ομολογουμένως μια δύσκολη μελέτη είναι αυτή, να μελετάς τον ψυχισμό των ανθρώπων, τα σκοτεινά τους βάθη και τα ανεπεξέργαστα κομμάτια τους. Αυτό που με άλλους τρόπους εξερευνούμε και στο πεδίο της ψυχοθεραπευτικής πράξης.

Μιλώντας προσωπικά και αντιλαμβανόμενος την ανάγκη ύπαρξης αυτών των μυθιστορημάτων θεωρώ πως λειτουργούν σαν να κορφολογούν την εικόνα του ανθρώπου και της κοινωνίας και μέσα από αυτή τη διαδικασία κατά κάποιο τρόπο να βοηθούν στην ανάπτυξή τους.

Αναδεικνύοντας και προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουν τις εσωτερικές διεργασίες, μέσα από τις χαοτικές διαδρομές του ψυχισμού και συνάμα να τις τοποθετήσουν στον κατακερματισμένο χώρο του κοινωνικού, μας βοηθούν να καθρεφτίσουμε την εικόνα μας.

Στις σελίδες ενός αστυνομικού μυθιστορήματος, μέσα από την δυναμική των γεγονότων, των εμπειριών και των συναισθημάτων που εξελίσσονται, μπορούμε να αντικρύσουμε δικά μας κομμάτια, να ανιχνεύσουμε τις διεργασίες του ψυχισμού μας, να κατανοήσουμε το βάθος και το εύρος της ανθρώπινης συνείδησης. Παράλληλα θα έρθουμε αντιμέτωποι με τις κοινωνικές συνιστώσες, τους παράγοντες, τις επιταγές, τους περιορισμούς και τις γενικότερες συνθήκες που γεννούν ένα έγκλημα.

Η κουβέντα γύρω από το έγκλημα και η ανάγνωση ενός αστυνομικού μυθιστορήματος δεν δίνει βέβαια μόνο απαντήσεις, θέτει επίσης πολλά ερωτήματα, τα οποία βάζουν τον άνθρωπο σε μια αναστοχαστική διάθεση: Το έγκλημα είναι παράγωγο της ανθρώπινης φύσης; Συνιστά μια δράση που κορυφώνεται ενστικτωδώς; Είναι μια κοινωνική κατασκευή; Αφορά τους μύθους, τις πολιτισμικές προσλαμβάνουσες και την κουλτούρα κάθε κοινωνίας; Θα μπορούσαν να υπάρχουν κοινωνίες δίχως έγκλημα; Τι καθορίζει την δομή των εγκλημάτων και τις οριοθετήσεις του;

Αυτά κι άλλα πολλά είναι τα ερωτήματα που σαφώς έχουν δύσκολες, υποκειμενικές, διαπολιτισμικές, αλλά και πανανθρώπινες απαντήσεις.

Αυτό όμως που είναι σημαντικό και διαπλέκεται με το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων είναι πως το έγκλημα σήμερα τείνει να μην έχει πρόσωπο. Όπως τείνουν να ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι κι όπως εξελίσσονται οι ανθρώπινες σχέσεις. Απρόσωπα, ψηφιακά, δίχως συναισθήματα, από-αϋλοποιημένες και σχεδόν απανθρωποποιημένες.

Η δε πλοκή μιας ιστορίας γίνεται όλο και πιο ασαφής χάνει τις ιστορικές και τις γενεαλογικές της συνάφειες, όπως ακριβώς τις χάνουν και οι σημερινοί άνθρωποι.

Κάθε έγκλημα όμως ακόμη κι αν δεν το συνειδητοποιεί κανείς έχει μια γενεαλογία, ένα ιστορικό υπόβαθρο κι εξελίσσεται στο βιογραφικό συνεχές του ανθρώπου, έχει δηλαδή μια συγκεκριμένη πλοκή, η οποία υφαίνεται στον οριζόντιο και στον κάθετο άξονα της ζωής του ανθρώπου (στην γενεαλογία του, στα μοτίβα σχέσεων, στις προσδοκίες, στις πεποιθήσεις, στα αξιώματα, στις αξίες, στις αρχές, στην γενικότερη κουλτούρα ανατροφής του, κ.ο.κ.).

Επίσης, κάθε έγκλημα δομείται και ανασύρει παράλληλα κάποιες εσωτερικές αντιφάσεις και ανισορροπίες (όπως π.χ. σκοτώνω κάποιον επειδή τον αγαπάω, όπως συμβαίνει στα εγκλήματα πάθους) και λειτουργεί ως ένας εξ-ισορροπιστής, μέσα από την εκδραμάτιση (διότι το έγκλημα είναι συνήθως μια μορφή εκδραμάτισης, καθώς ανοίγει την πόρτα στο απωθημένο).

Θα πρόσθετα ακόμη πως δεδομένης της ανάγκης κάθε ψυχισμού να ποιεί τον εαυτό του, ο εαυτός έχει δηλαδή μια αυτό-ποιητική διάσταση, ένας τραυματισμένος ψυχισμός, ένας ψυχισμός που δεν καταφέρνει να επουλώσει τις εσωτερικές του πληγές, πιθανότατα να ποιεί εγκλήματα.

Αφήνω για το τέλος την αγάπη μου για τις λέξεις. Οι λέξεις είναι ο κόσμος με τον οποίο συναντιούνται οι άνθρωποι. Είναι επομένως κι ο κόσμος που συνθέτει και ανασυνθέτει στην δική μου οπτική και τον κόσμο της ψυχοθεραπείας. Ακούγοντας τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο κάθε θεραπευόμενος είναι σαν να ακούω κάτι από την ψυχή του, σαν να μου επιτρέπει να ταξιδέψω στο ασυνείδητο, να γνωριστώ με τις απωθήσεις του, να συγχρονιστώ με το είναι του.

Οι λέξεις προσδιορίζουν επίσης τα στερεότυπα και τις πεποιθήσεις που κουβαλούν οι άνθρωποι για τις ζωές τους και υφαίνουν το υπαρξιακό τους νόημα. Γι’ αυτό είναι σημαντικές οι λέξεις κι ο τρόπος με τον οποίο αρθρώνονται στον λόγο κάθε ανθρώπου.

Αυτές τις διαδρομές στον ανθρώπινο λόγο παρακολουθούμε και στην δομή κάθε αστυνομικού μυθιστορήματος. Ο λόγος είναι το βασικότερο τεκμήριο της αλήθειας, τουλάχιστον στην διαδικασία της ανάγνωσης, ακόμη και σήμερα που τα μέσα εξιχνίασης ενός εγκλήματος είναι πολλά κι έχουν συμμάχους την επιστήμη.

Αν έχουν επομένως κάτι ελπιδοφόρο τα αστυνομικά μυθιστορήματα αυτό συντίθεται όχι τόσο πολύ από την αίσθηση της αποκατάστασης της τάξης ή την γνωριμία με το ασυνείδητο, αλλά τη δυνατότητα που σου δίνουν να «ακούς», να αφουγκράζεσαι, να συμμετέχεις ενεργά κι ολόψυχα.

Θα είχε ίσως ενδιαφέρον να δούμε μια άλλη κατηγορία εγκλημάτων, αυτά που διαπράττουμε στον ύπνο μας. Συμβαίνει πολλές φορές να βλέπουμε στα όνειρά μας έναν φόνο. Γινόμαστε μάρτυρες ενός φονικού, διαπράττουμε εμείς οι ίδιοι ένα έγκλημα ή είμαστε τα θύματα. Τι γίνεται σε αυτή την περίπτωση, ποια είναι η δυναμική των ονείρων και πως αποκωδικοποιείται το μήνυμα που κουβαλούν. Τι μπορεί να ανασύρει από το ασυνείδητό μας ένα έγκλημα.

Ο Φρόιντ έκανε την πολύ σημαντική ανακάλυψη της έννοιας του ασυνειδήτου, όπου συνοπτικά υποστηρίζει την ύπαρξή του στη σύγκρουση ανάμεσα στο θέλω και το πρέπει. Οι επιθυμίες ενός ατόμου που δεν ικανοποιούνται από την ώρα που γεννιέται, αλλά και οι τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να έχει, από κακοποιήσεις σωματικές, ψυχικές κλπ. απωθούνται, καταγράφονται, φυλακίζονται στο απωθημένο, το ασυνείδητο.

Ο Φρόιντ έλεγε ότι ο καλύτερος τρόπος για να έρθει στην επιφάνεια το ασυνείδητο είναι τα όνειρα, που τα χαρακτήρισε ως τη βασιλική οδό, αλλά και με το χιούμορ, ή επίσης τις παραπραξίες και τα λεκτικά λάθη. Μέσα λοιπόν από τέτοιες ασυνείδητες πράξεις βγαίνει στην επιφάνεια το απωθημένο, η βαθύτερη ανάγκη, η επιθυμία. Όπως βεβαίως το ασυνείδητο έρχεται στην επιφάνεια με τα όνειρα μπορεί να έρθει και με την τέχνη, σε όλες τις μορφές της, κυρίως όταν αυτές έχουν διάρκεια.

Σε σχέση με τα όνειρα, ο Φρόιντ υποστήριζε ότι το όνειρο είναι αντι-τραυματικό. Δεν πληγώνει ακόμα και όταν είναι εφιάλτης. Όταν για παράδειγμα έπειτα από ένα καβγά βλέπει κάποιος στο όνειρό του πως σκοτώνει τον αντίδικο, αυτό σημαίνει πως το όνειρο έχει αναλάβει να αποφορτίσει το υποκείμενο ικανοποιώντας του αυτή την ασυνείδητη επιθυμία μου να τον τιμωρήσει. Ενώ λοιπόν το όνειρο είναι εφιαλτικό, στον ονειρευτή δίνει μια ανακούφιση.

Πολλές φορές επίσης βλέπουμε πως αγαπημένα μας πρόσωπα παθαίνουν κάτι, ένα ατύχημα, μια ασθένεια ή μια απρόκλητη επίθεση. Ωστόσο δεν είναι απαραίτητο ότι υπάρχει θυμός που εξελίσσεται στη διάρκεια εκείνης της μέρας ή εκείνης της ώρας πριν το όνειρο, αλλά μια παλιά απωθημένη ιστορία η οποία έρχεται από το ασυνείδητό μας, γιατί ενδεχομένως ως εκκρεμότητα δεν έχει λήξει ακόμη.

Έτσι λοιπόν μέσω του ονείρου εκπληρώνουμε μια βαθιά επιθυμία, η οποία παράλληλα μπορεί να είναι και ενοχική.

Σε οποιαδήποτε μορφή κι αν σας επισκεφτεί ένα όνειρο, ακόμα και αν είναι εφιάλτης, θα πρέπει να αναζητάτε σε αυτό τι επιχειρεί να ικανοποιήσει, ποια δηλαδή απωθημένη επιθυμία φέρνει στην επιφάνεια. Το γιατί βέβαια σε ονειρική μορφή γινόμαστε κάτι που δεν επιθυμούμε συνειδητά θα πρέπει να το αναζητήσουμε, μακριά από φόβους και ενοχές, στο γεγονός πως όλοι οι άνθρωποι έχουν επιθετικά συναισθήματα. Ανεξάρτητα από το ηθικό αξιακό πλέγμα του καθενός στον ανθρώπινο ψυχισμό συνυπάρχουν το ένστικτό της ζωής και το ένστικτο του θανάτου.

Το μεν ένα έχει σχέση με τον έρωτα, την παραγωγή ζωής και την οργανικότητα της, ενώ τα επιθετικά συναισθήματα ή το ένστικτο του θανάτου αποβλέπει στο πώς να καταστρέψει αυτή την οργανικότητα, με πολέμους, αυτοκτονίες, την αυτοκαταστροφική διάθεση, ή ακόμη και την εκδήλωση ενός αυτοάνοσου νοσήματος που επίσης είναι μια μορφή επιθετικότητας ενάντια στον εαυτό, κλπ.

Ίσως αυτή η ερμηνεία να εξηγεί την υποσυνείδητη ροπή των αναγνωστών προς τα αστυνομικά μυθιστορήματα, αφού έτσι κι αλλιώς γνωρίζουμε πως κάθε μορφή τέχνης έχει μια αντίστοιχη των ονείρων λειτουργία στις ψυχικές διεργασίες των ανθρώπων. Κάθε μορφή τέχνης μας φέρνει μπροστά στα υπαρξιακά ερωτήματα και τις βαθύτερες ανάγκες μας, ακόμη και σε μη συνειδητό επίπεδο. Κι αυτό γιατί η τέχνη με τις αφαιρετικές της σημασίες αφήνει το περιθώριο και βάζει το πλαίσιο για προσωπικούς αναστοχασμούς και νοηματοδοτήσεις.

Κλείνοντας θέλω να τονίσω ότι η σχέση του αστυνομικού μυθιστορήματος με την ψυχοθεραπεία είναι βαθιά και πολύπλοκη, καθώς και τα δύο πεδία ασχολούνται με την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, των κινήτρων και των συναισθημάτων.

Το προφίλ και τα χαρακτηριστικά του εγκληματία, η ανάλυση των κινήτρων που οδηγούν στο έγκλημα και η ανάδυση των περιβαλλοντικών παραγόντων που το παράγουν είναι μερικά από τα στοιχεία που διατρέχουν και την ψυχοθεραπευτική πράξη αρκεί βέβαια στη θέση της λέξης έγκλημα να τοποθετήσει κανείς ένα οποιοδήποτε ψυχοσωματικό σύμπτωμα, μια ψυχική δυσλειτουργία ή ασθένεια.

Προφανώς οι διαδρομές ανάλυσης στην μία και στην άλλη περίπτωση είναι διαφορετικές, ωστόσο πολλές φορές ένας ψυχοθεραπευτής λειτουργεί ως ντεντέκτιβ, αφού διερευνά, αναζητά και εξιχνιάζει τις ζωές των ανθρώπων κι από την άλλη ένας ντεντέκτιβ διαπερνά τις έρευνές του μέσα από ένα ψυχολογικό πρίσμα.

Έχω πολλές φορές αναρωτηθεί ποια είναι τα κίνητρα να γίνει κάποιος ψυχοθεραπευτής, έχω κάνει τις δικές μου ερμηνείες σε γενικό και ειδικό επίπεδο και κατ’ αυτή την έννοια αναρωτιέμαι τι κάνει έναν συγγραφέα να γράφει αστυνομικά μυθιστορήματα.

Σίγουρα πάντως βεβαιώνομαι ότι όσο περισσότερο ζεις συνειδητά, ωριμάζεις και εναρμονίζεται το μέσα με το έξω σου, τόσο περισσότερο απομακρύνεσαι από τον ενστικτώδη εαυτό και από το έγκλημα, ίσως και από την στείρα ανάγνωση των αστυνομικών μυθιστορημάτων.

Ο Χατζηδάκης διάβαζε αστυνομικά μυθιστορήματα στο αεροπλάνο, επειδή φοβότανε. Όταν σταμάτησε να φοβάται σταμάτησε να τα διαβάζει.

Ίσως διαβάζοντας ιστορίες εγκλημάτων έχουμε ανάγκη την συνάντηση με το κακό και φυσικά την ανάγκη της εξιχνίασης του, μιας κι όλοι εν δυνάμει μπορούμε να είμαστε εγκληματίες. Οπότε σε αυτή την περίπτωση η ανάγνωση λειτουργεί καθρεπτικά, ίσως και καθαρτικά.

Αυτού του είδους η κάθαρση μας παραπέμπει και στις κοινωνιολογικές αναλύσεις ενός εγκλήματος, καθόσον αυτό γνωρίζουμε πως παράγεται και αναπαράγεται μέσα σε συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες. Το έγκλημα συνήθως καθρεπτίζει τις διαταραγμένες σχέσεις μιας κατακερματισμένης κοινωνίας. Και δια μέσου του αρχαιότερου αμαρτήματος, δια χειρός Κάιν, δηλαδή του φόνου, οι λογοτέχνες αυτού του είδους, κάνοντας τον φόνο τέχνη καταφέρνουν να μορφοποιήσουν πολλές από τις ψυχικές και κοινωνικές διεργασίες που συνθέτουν τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες κοινωνίες. Οι πολλές διαστάσεις ενός φόνου αντικατοπτρίζουν με άλλα λόγια τις αντίστοιχες λειτουργίες ενός κοινωνικού συνόλου, σαν η εικόνα ενός εγκλήματος να απεικονίζει την ίδια την κοινωνία.

Η διάσταση εντούτοις του φόνου ως αμάρτημα, μέσα από την ανάγνωση εγκλημάτων που διαπράττουν οι άλλοι, τοποθετούν τον αναγνώστη στους καθαρούς. Το έγκλημα βάζει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ των καλών και των κακών. Ο άλλος (ο εγκληματίας) κάνει εμάς να φαινόμαστε καλοί. Το έγκλημα κατά κάποιο τρόπο συσπειρώνει και δίνει ταυτότητα στο καλό. Ωστόσο αυτού του είδους οι ταυτότητες έχουν πάντα μια πλάνη.

Αυτή την ασφάλεια ήρθε έτσι κι αλλιώς να διαταράξει η τυφλή βία των μεγαλουπόλεων, καθώς και η τρομακτική διάσταση των εγκλημάτων, οι μορφές των οποίων αφενός γίνονται όλο και πιο απρόσωπες κι αφετέρου χάνουν κάθε νοηματοδότηση με την οποία μπορεί να επενδυόταν παλιότερα.

Αυτή η τυφλή και βίαιη εικόνα των εγκλημάτων κάνει περισσότερο αναγκαία την στροφή και των αστυνομικών μυθιστορημάτων από το ποιος είναι ο δολοφόνος, στο ποιες συνθήκες κάνουν έναν δολοφόνο, ποια είναι τα κίνητρα και οι βαθύτερες αιτιάσεις ενός εγκλήματος και τι ακριβώς συμβαίνει στην ψυχοσύνθεση των δραστών.

Παρά ταύτα και παρά την πολυπλοκότητα της φύσης ενός εγκλήματος, αυτό που απομένει είναι πως ελλείψει άλλων πόρων, ψυχικών, κοινωνικών, οικονομικών, κ.α. ένα έγκλημα επιχειρεί να στήσει μια γέφυρα συνύπαρξης, όσο κι αν αυτό ακούγεται παράδοξο.

Το έγκλημα καθρεφτίζει συνήθως αυτές τις ορατές και αόρατες ελλείψεις και επιχειρεί σχεδόν αυτοκαταστροφικά να τις καλύψει. Εξάλλου πριν από κάθε έγκλημα έχει διαπραχθεί ένα εσωτερικό έγκλημα, κάτι έχει πληγεί αντίστοιχα μέσα στον ψυχισμό του δράστη, ίσως και θανάσιμα, κάτι δηλαδή έχει σκοτώσει ο ίδιος μέσα του, όπως προανάφερα. Επιπλέον επειδή η ταυτότητα δομείται από την ετερότητα, όταν σκοτώνω τον άλλο, σκοτώνω την δυνατότητα να δω, να αναγνωρίσω, να κατανοήσω τον εαυτό μου.

Αυτό συμβαίνει κυρίως στα εγκλήματα πάθους. Εκεί όπου η συγχώνευση της προσωπικότητας μέσα στη σχέση είναι κυρίαρχη.

Οι γυναικοκτόνοι παραδείγματος χάρη είναι συνήθως αδύναμοι και ανώριμοι άντρες οι οποίοι έχουν ταυτίσει την ύπαρξή τους με τη γυναίκα/τροφό, μέσα βεβαίως από το πρίσμα της πατριαρχίας, με το οποίο ενώ βλέπουν την γυναίκα ως αξιωματικά κατώτερη και προσωπικό τους κτήμα είναι απολύτως εξαρτημένοι από αυτή. Κι όταν απειλούνται πως θα τη χάσουν τότε μπορεί να φτάσουν ακόμη και στο έγκλημα.

Θα αναφερθώ τέλος σε μια κρυμμένη πτυχή των εγκλημάτων αυτή που παρουσιάζεται ως μια μορφή τέχνης, καθώς υπάρχουν πληθώρα βιβλία στην εγχώρια και στη διεθνή βιβλιογραφία που αναφέρονται σε αυτή την διάσταση.

Το έγκλημα πολλές φορές απαιτεί ευστροφία, όπως φυσικά και η εξιχνίασή του.

Η ικανότητα να είσαι εγκληματίας είναι μια έννοια που δημιουργεί αρνητικούς συνειρμούς, ωστόσο υπάρχουν εγκλήματα που τα διαπράττουν ευφυείς άνθρωποι, όπως συμβαίνει παραδείγματος χάρη στην αληθινή ιστορία πίσω από την ταινία «πιάσε με αν μπορείς» με τους Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Τομ Χανκς.

Κανένα έγκλημα βέβαια δεν είναι οργανωμένο στην εντέλεια, πάντα υπάρχει κάτι, όπως ακριβώς και στην ανθρώπινη φύση, που θα ξεφύγει και ίσως προδώσει τον εγκληματία. Εκεί εδράζεται αυτό το όμορφο και διαρκές μπρα-ντε-φερ μεταξύ του δράστη και του δαιμόνιου ντεντέκτιβ, σε μια διαδρομή που την ενώνει ένα έγκλημα.

Nietzsche: Η εύρεση ενός δρόμου προς την απόλυτη Ελευθερία

Ο Νίτσε έλεγε ότι για να γίνεις αυτό που είσαι, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μάθεις ποιος είσαι.

Το "γνώθι σαυτόν", όμως, ν' ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το να ξεχνά κανείς τον εαυτό του, να τον παρανοεί, να τον μειώνει, να περιορίζει τους ορίζοντες του και να τον καθιστά μέτριο θα ήταν η συνταγή για την καταστροφή του. Ενώ παράλληλα τονίζει ότι αγαπάει ό,τι μας κάνει μεγαλύτερους από αυτό που είμαστε.

Η φιλοσοφία του δεν είναι οδηγός που επιβάλλει τη σκέψη του, αλλά που ενθαρρύνει την ανεξάρτητη σκέψη.

Η επιρροή του έφερε χαλάρωση των παγιωμένων ιδεών και την ιδέα της απόλυτης ελευθερίας.

Θα 'ρθει μια εποχή που οι άνθρωποι θα πάψουν να φοβούνται τη γνώση, που δε θα μεταμφιέζουν την αδυναμία σε «ηθικό νόμο», που θα βρουν το θάρρος να σπάσουν τα δεσμά του «πρέπει».

Η υπέρβαση όλων των αξιών είναι η φόρμουλά μου, για την υπέρτατη επανεξέταση εκ μέρους της ανθρωπότητας.

Κάθε αληθινή πίστη είναι αλάνθαστη. Εκτελεί όσα ο πιστός ελπίζει να βρει σε αυτή, αλλά δεν προσφέρει τη βάση για την εδραίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας.

Αν θες να επιτύχεις ηρεμία και ευτυχία, έχε πίστη.

Αν θες να γίνεις οπαδός της αλήθειας... ψάξε!

Δεν είναι η αλήθεια ιερή, ιερή είναι η αναζήτηση της αλήθειας του καθενός μας! Μπορεί να υπάρχει πιο ιερή πράξη από την αυτοαναζήτηση;

Αυτός που αναζητάει την αλήθεια πρέπει να υποστεί μια προσωπική ψυχολογική ανάλυση - την ονομάζει «ηθική ανατομία»... Και για να το κάνει αυτό, πρέπει πρώτα ν΄ απομακρυνθεί από την εποχή του και τη χώρα του και τότε να εξετάσει τον εαυτό του από μακριά!

Ο ίδιος ο εαυτός σου είναι θέληση για δύναμη. Η αποστολή σου είναι να γνωρίσεις τον εαυτό σου. Ένα είδος αυτογνωσίας που δεν είναι απλά πνευματική ή αφηρημένη. Η γνώση έχει τις ρίζες της στο σώμα.

Η αυτογνωσία είναι η απόκτηση όσο το δυνατόν περισσότερης γνώσης σχετικά με το ανθρώπινο σώμα, το σώμα σου, ανατομία-ψυχολογία.

Η ανθρωπότητα είναι κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί και προτείνει το ιδανικό της υπέρβασης του εαυτού. Ένα ιδανικό που αποκαλεί «ο Υπεράνθρωπος». Όχι καταφεύγοντας σε ένα μεταφυσικό βασίλειο έξω από το ανθρώπινο, αλλά εντός των ανθρώπινων δυνατοτήτων.

Ο άνθρωπος βρίσκεται μεταξύ ζώου και υπεράνθρωπου. Η πρόκληση είναι να γίνεις υπεράνθρωπος, όχι να παραμείνεις άνθρωπος ή να εκπέσεις σε ζώο.

Καθήκον μας είναι να τελειοποιήσουμε τη φύση, να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, την κουλτούρα μας, την οικογένεια, τον σαρκικό πόθο μας, την ωμή κτηνώδη μας φύση, να γίνουμε αυτοί που είμαστε, να γίνουμε ό,τι είμαστε.

Οι μεγάλοι διανοητές πάντα επιλέγουν τη συντροφιά του εαυτού τους και σκέφτονται τις δικές τους σκέψεις, ανενόχλητοι από τον όχλο.

Αντιπαθώ τους άλλους που μου κλέβουν την μοναχικότητά μου χωρίς να μου προσφέρουν αληθινή συντροφιά.

Ξέρω τη μοίρα μου. Κάποια μέρα το όνομά μου θα συνδεθεί με κάτι φοβερό. Μια άνευ προηγουμένου κρίση στη γη. Την πιο βαθιά αλλαγή συνειδήσεων, ενάντια σε όσα πίστευαν μέχρι πρότινος. Ενώ εσείς βλέπετε ιδανικά, εγώ βλέπω τι είναι ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο.

Η μεγαλύτερη αρετή του σπουδαίου στοχαστή είναι η μεγαλοψυχία με την οποία, σαν γνώστης, χωρίς φόβο, συχνά με κάποια αμηχανία, συχνά εν μέσω χλευασμών, προσφέρει τον εαυτό του και τη ζωή του ως υπέρτατη θυσία.

Nietzsche, Θέληση για Δύναμη

Αναδύσου από το σκοτάδι προς το φως και βρες τον αληθινό εαυτό σου

Πάλεψα με Θεούς, δαίμονες και ανθρώπους.

Κοίταξα το τέρας κατάματα και από τότε με στοίχειωσε. Με πλημμύρισε απροκάλυπτα η άβυσσος του. Βρήκε τον τρόπο να κατοικήσει μέσα μου, αφού διάβασε τα μυστικά μου και τράφηκε από τις πιο βαθιές πληγές μου.

Το τέρας, το συνάντησα... στις σκοτεινές μου σκέψεις, όταν έψαχνα κάτι για να πιαστώ ώστε να μην νιώθω μόνος.

Το τέρας, το συνάντησα... σε λόγια άσχημα που σκόρπισα για άλλους σε κουβέντες, ίσως από ανάγκη κάπου να ταιριάξω.

Το τέρας το συνάντησα... σε σκιερά παιδικά βιώματα, από τα οποία δεν κατάφερα εύκολα να απελευθερωθώ.

Το τέρας το συνάντησα... σε αρνητικά συνήθεια, που η κοινωνία ασφυκτικά επιβάλλει και γίνονται ρουτίνα.

Το τέρας, το συνάντησα... σε πρόσωπα που αγάπησα, ανθρώπους στους οποίους ανοίχτηκα και έγινα ένα με αυτούς, παίρνοντας κομμάτια τους ενώ έδινα δικά μου.

Το τέρας το συνάντησα... στην κάθε μου μέρα, σε ποικίλες μορφές γύρω μου, σ´εσένα, σ´ εμένα, στον καθέναν…

Στον φθόνο, στην αλαζονεία, στην λαγνεία, στην απληστία, στην λαιμαργία και σε τόσα άλλα στοιχεία και όψεις των ανθρώπων.

Το κοίταξα κατάματα και όσο πιο πολύ καιρό πέρασα αντίκρυ του, τόσο περισσότερο άρχισα να του μοιάζω.

Και σαν δέρμα που αρνείται το σώμα να αποβάλλει, κατέληξε να υπάρχει πάνω μου όλο αυτό το σκοτάδι που μάζεψα στο διάβα μου. Αγνοώντας την ζοφερή μορφή του. Αγνοώντας την φθορά που θα μου έκανε.

Έντρομος από τότε κρύβομαι σε κάθε γωνιά του εαυτού μου και άλλοτε ανάμεσα στα πλήθη. Με την ελπίδα να γίνω διάφανος ανάμεσα στην μαύρη θάλασσα των ανθρώπων, στο απέραντο αυτό χάος. Ευελπιστώντας να μην με αναγνωρίσει το σκότος, που κάποτε άθελα μου του άνοιξα διάπλατα την πόρτα της ψυχής μου.

Και τώρα τρέχω να ξεφύγω από το σκοτάδι που αναπαύθηκε μέσα μου. Αυτό που αδίσταχτα έχτισε την οικία του στις πιο φωτεινές πεδιάδες του είναι μου, γεμίζοντας τις με σκιές. Επιβάλλοντας σταδιακά την παρουσία του. Κάνοντας με να το νιώθω πλέον οικείο, σαν κομμάτι του εαυτού μου, πλημμυρισμένος από την πλάνη πως δεν μπορώ δίχως του.

Μα δεν είναι μέσα μου το σπιτικό του.

Δεν είμαι εγώ το τέρας.

Δεν πρέπει να τρέφεται από τον πόνο μου, ωθώντας με εμμονικά να τον προκαλώ.

Θέλω να ζω στο φως της κάθε μέρας. Μακρυά από ότι λυγίζει την ψυχή μου.

Πώς όμως θα καταφέρω να λυτρωθώ εαυτέ μου; Πώς θα απελευθερωθώ από κομμάτια που αισθάνομαι τμήμα μου, αλλά με σπρώχνουν στην φθορά, στην διαστρέβλωση της ουσίας της ύπαρξης μου;

Ω εαυτέ μου! Κοιτά το φως ξάστερα και μην φοβηθείς λεπτό με όσα το σκότος σε απειλεί.

Οι απειλές είναι οι αδύναμες σκέψεις σου…

«Δεν μπορείς».

«Δεν ξέρεις».

«Δεν θα τα καταφέρεις».

«Τον χρειάζεσαι αυτόν».

«Θα είσαι μόνος».

«Δεν μπορείς την μοναξιά»

«Δεν πειράζει, για μια..δυο..τρεις φορές...» Μέχρι που χάνεσαι στον κάθε εθισμό…

Και ίσως να βρεθείς στιγμές μόνος στο ταξίδι αυτογνωσίας και κάθαρσης.

Ίσως η μοναξιά σε κλονίσει μέχρι να επιλέξεις την μοναχικότητα, όταν εσύ όμως το έχεις ανάγκη, ώστε να βρίσκεις το κέντρο σου, για να θυμάσε ποιος είσαι και τον σκοπό σου.

Αλλά να μην ξεχνάς πως για να ξεφύγεις από το τέρας, το σκοτάδι, πρέπει οι επιλογές σου να είναι σωστές!

Μην αλλοιώνεσαι σε φθηνές στιγμές, με φθηνούς ανθρώπους που μονάχα παίρνουν κομμάτια σου, δίχως τίποτα να δίνουν. Όπως ο αετός έτρωγε από τον Προμηθέα μέλη του και αυτά αναγεννιόντουσαν, μην επιτρέπεις σε κανέναν να κατασπαράζει την υπόσταση σου, όσο και να μπορεί να αναγεννηθεί μέσα σε μια νύχτα.

Όπως το παγώνι με τα πανέμορφα φτερά προσελκύει τον θαυμασμό και τρέφεται από αυτόν, ποτέ μην το κάνεις. Να εκτιμάς τα προτερήματα σου, αλλά να τα χρησιμοποιείς σαν όπλα σου, όχι για να τρέφεις το εγώ σου και να σε καταπατάνε οι επιτήδιοι.

Ό,τι αγγίζει την ψυχή σου μπορεί να δώσει νόημα στην ζωή σου. Όλα τα υπόλοιπα έρχονται και γλιστράνε, όπως το νερό του ποταμού, χάνεται στην απεραντοσύνη της θάλασσας.

Να θυμάσαι πως είμαστε παροδικοί, αλλά το φως μας, αν ζήσουμε με αγάπη, αξιοπρέπεια και αλήθεια, θα ζήσει για πάντα. Όπως η επίδραση κυματισμού σοφά μας διδάσκει. Όταν ρίχνουμε μια πέτρα σε ήρεμα νερά, η επιρροή που ασκεί η κίνηση αυτή, φαίνεται στους επαναλαμβανόμενους κύκλους που σκορπάνε γύρω της και εξαπλώνονται όλο και πιο πολύ, όλο και πιο μακριά.

Γίνε σαν την πέτρα, στιβαρή σε κάθε κίνηση σου, σκορπώντας την ενέργεια σου.

Γίνε σαν το παγώνι, χρησιμοποιώντας τα προτερήματα σου ως όπλα στο διάβα σου, για την ανάπτυξη σου, δίχως να επιτρέψεις να χρησιμοποιηθούν εναντίον σου.

Γίνε σαν το νερό, ικανός να προσαρμόζεσαι σε κάθε συνθήκη, αλλά να επιλέγεις που θα χαρίσεις την παρουσία σου.

Γίνε φως στο σκοτάδι…

Γίνε πηγή αστείρευτη για ό,τι έχει αξία!

Πλωτίνος: Η 'εσωτερική' όραση

«Ας φύγουμε για την αγαπημένη μας πατρίδα!», να η πιο σωστή συμβουλή.

-Ποιος είναι λοιπόν ο δρόμος της φυγής και πώς θα τον ακολουθήσουμε;-Θα ξανοιχτούμε, όπως -καθώς, αλληγορικά μου φαίνεται, λέει ο ποιητής- ο Οδυσσέας από τη μάγισσα Κίρκη ή την Καλυψώ, ο οποίος δεν αρκέστηκε να παραμείνει εκεί, παρ᾽ όλο που είχε ηδονές των ματιών και βρισκόταν ανάμεσα σε πολλή αισθητή ομορφιά. Η πατρίδα μας, απ᾽ όπου ήρθαμε, κι ο πατέρας μας είναι εκεί. - Ποια είναι λοιπόν η ρότα μας κι ο τρόπος για να φύγουμε; - Δεν χρειάζεται να περπατήσουμε· γιατί τα πόδια μάς πάνε μόνο στα διάφορα μέρη της γης, από χώρα σε χώρα. Ούτε χρειάζεται να φτιάξεις κανένα αμάξι με άλογα ή κάποιο θαλάσσιο μέσο, αλλά πρέπει να τα εγκαταλείψεις όλα αυτά και να μην τα βλέπεις· και «κλείνοντας τα μάτια» άλλαξε την όρασή σου και ξύπνα μιαν άλλη, που ενώ την έχουν όλοι, λίγοι τη χρησιμοποιούν.

Τι λοιπόν βλέπει η εσωτερική εκείνη όραση; -Μόλις ξυπνήσει, δεν μπορεί καθόλου ν᾽ αντικρίσει τα λαμπρά όντα. Πρέπει λοιπόν πρώτα η ψυχή αυτή να συνηθίσει να διακρίνει τους ωραίους τρόπους ζωής· κατόπιν τα ωραία, έργα, όχι εκείνα που κατασκευάζουν οι τέχνες, αλλά αυτά που κάνουν οι λεγόμενοι αγαθοί άνδρες·κοίταξε μετά την ψυχή αυτών που κάνουν τα ωραία έργα.

-Πώς θα δεις τώρα τι ομορφιά έχει μια καλή ψυχή;- Αποσύρσου στον εαυτό σου και κοίτα· και αν δεις τον εαυτό σου να μην είναι ακόμη ωραίος, όπως ο δημιουργός του αγάλματος που πρέπει να γίνει ωραίο αφαιρεί, λαξεύει, λειαίνει και καθαρίζει μέχρις ότου φανεί πάνω στο άγαλμα ένα ωραίο πρόσωπο, έτσι και συ αφαίρεσε τα περιττά και ίσιωσε τα στραβά, και όσα είναι σκοτεινά κάνε τα να γίνουν λαμπρά καθαρίζοντάς τα, και μην πάψεις να σμιλεύεις το άγαλμά σου, έως ότου λάμψει πάνω του η θεόμορφη λαμπρότητα της αρετής, ώσπου να δεις «τη σωφροσύνη σε ιερό βάθρο ανεβασμένη».

Αν έχει γίνει αυτό και το είδες, και ενώθηκες καθαρός με τον εαυτό σου, χωρίς ούτε τίποτα να σε εμποδίζει να γίνεις έτσι ενιαίος, ούτε να έχεις μαζί σου τίποτε άλλο αναμεμιγμένο μέσα σου, αλλά έχεις γίνει ο ίδιος ολόκληρος μόνο φως αληθινό, που ούτε σε μέγεθος μετριέται, ούτε σε κανένα σχήμα περικλείεται ώστε να ελαττωθεί, ούτε πάλι αυξάνει σε όγκο από έλλειψη ορίων, αλλά επεκτείνεται παντού απροσμέτρητο, ως κάτι μεγαλύτερο από κάθε μέτρο και ανώτερο από κάθε ποσό· αν δεις τον εαυτό σου να έχει γίνει αυτό, αφού θα έχεις γίνει πια όραση ο ίδιος, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, χωρίς να χρειάζεται να σου δείξει κανείς, εφόσον θα έχεις ήδη ανέβει, προσήλωσε το βλέμμα σου και κοίταξε.

Διότι μόνον αυτό το μάτι βλέπει τη μεγάλη Ομορφιά. Ενώ αν κανείς προσπαθήσει να φτάσει στη θέαση αυτή με μάτια θολωμένα από τις κακίες και χωρίς να έχει καθαρθεί, ή όντας αδύναμος, μη μπορώντας από δειλία του να δει αυτά που είναι πολύ λαμπρά, δεν βλέπει τίποτα, έστω και αν κάποιος άλλος του δείξει πως αυτό που θα μπορούσε να δει βρίσκεται πλάι του. Γιατί αυτό που βλέπει είναι συγγενικό με αυτό που βλέπεται, και πρέπει να στραφεί στη θέασή του αφού πρώτα έχει γίνει όμοιο μ᾽ εκείνο. Αφού ποτέ κανένα μάτι δεν θα μπορούσε να δει τον ήλιο αν δεν ήταν ηλιόμορφο, ούτε η ψυχή μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια.

Μια αρχή πρέπει να κάνει το σύμπαν ένα ενιαίο σύνθετο ζωντανό πλάσμα, ένα και μοναδικό, αποτελούμενο από τα πάντα, και όπως στο κάθε πλάσμα τα μέρη του έχουν αναλάβει το καθένα και ένα ξεχωριστό έργο, έτσι και τα μέρη του παντός, το καθένα ξεχωριστά από τα άλλα, έχουν να επιτελέσουν το ξεχωριστό τους έργο, και μάλιστα αυτό έχει για το όλον ακόμα περισσότερη εφαρμογή απ' ό,τι για τα μέρη, στον βαθμό που τα μέρη του δεν είναι απλώς μέρη αλλά σύνολα και σπουδαιότερα από τα μέρη του επί μέρους πράγματος'.

ΠΛΩΤΊΝΟΥ Εννεάδες, Περὶ τοῦ καλοῦ 1, 6, 8-9

Richard Dawkins: Το επιχείρημα για τη θρησκευτική πίστη διακεκριμένων επιστημόνων

Η συντριπτική πλειονότητα των διαπρεπών διανοητών δεν πιστεύει στη χριστιανική θρησκεία, αλλά αποφεύγουν να το αποκαλύψουν δημοσίως επειδή φοβούνται μήπως χάσουν το εισόδημά τους. -BERTRAND RUSSELL

«Ο Νεύτων ήταν θρήσκος. Ποιος είσαι εσύ που θα βάλεις τον εαυτό σου πάνω από τον Νεύτωνα, τον Γαλιλαίο, τον Kepler και τόσους άλλους; Αν άνθρωποι σαν αυτούς δεν είχαν πρόβλημα με τον Θεό, πώς τολμάς να έχεις εσύ;».

Μολονότι δεν αλλάζουν τίποτα σε ένα επιχείρημα τόσο σαθρό ήδη, μερικοί απολογητές της θρησκείας προσθέτουν στον κατάλογο ακόμη και το όνομα του Δαρβίνου, για τον οποίο ακούγονται επίμονες —αν και ολοφάνερα ψευδείς— φήμες ότι δήθεν μετανόησε στο νεκροκρέβατό του,* αφότου άρχισε να τις διαδίδει σκοπίμως κάποια «λαίδη Hope»** —η οποία σκάρωσε τη συγκινητική και απίθανη ιστορία με τον Δαρβίνο γερμένο στο προσκέφαλο να ξεφυλλίζει στο απογευματινό φως την Καινή Διαθήκη και να εξομολογείται ότι όλη η υπόθεση της εξέλιξης ήταν ένα λάθος. Σε αυτή την ενότητα θα επικεντρωθώ κυρίως στους επιστήμονες, διότι —για ευκόλως εννοούμενους λόγους— αυτούς συνήθως επιλέγουν όσοι κατονομάζουν με υπερηφάνεια διαπρεπείς ανθρώπους ως υποδείγματα θρησκευτικότητας.

Ο Νεύτων πράγματι δήλωνε θρησκευόμενος. Και έτσι έκαναν σχεδόν όλοι έως —πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό, κατά τη γνώμη μου— τον 19ο αιώνα, οπότε άρχισαν να υποχωρούν οι κοινωνικές και δικαστικές πιέσεις για την καθομολόγηση πίστης και να αυξάνονται τα επιστημονικά στοιχεία που υποστήριζαν την εγκατάλειψή της. Υπήρξαν φυσικά και εξαιρέσεις, προς αμφότερες τις κατευθύνσεις. Ακόμη και πριν από τον Δαρβίνο δεν ήταν όλοι θρήσκοι, όπως αποδεικνύει ο James Haught στο βιβλίο του 2000 Years of Disbelief: Famous People with the Courage to Doubt (Δυο χιλιάδες χρόνια σκεπτικισμού. Διάσημοι άνθρωποι με το θάρρος της αμφισβήτησης). Εξάλλου, κάποιοι διακεκριμένοι επιστήμονες συνέχισαν να πιστεύουν και μετά τον Δαρβίνο.

Δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε ότι ο Michael Faraday πίστευε βαθιά στο χριστιανισμό, ίσως ακόμη και αφού πληροφορήθηκε το έργο του Δαρβίνου. Ο Faraday ήταν μέλος της σαντεμανιανής αίρεσης,* οι οπαδοί της οποίας πίστευαν (παρατατικός χρόνος, αφού έχουν σχεδόν εκλείψει πλέον) στην κυριολεκτική ερμηνεία της Βίβλου, έπλεναν τελετουργικά τα πόδια των νέων προσηλύτων και τραβούσαν κλήρους για να μάθουν το θέλημα του Θεού. Ο Faraday έγινε πρεσβύτερος της αίρεσης το 1860, ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση της Καταγωγής των ειδών, και πέθανε ως σαντεμανιανός το 1867.

Ο James Clerk Maxwell, θεωρητικός ομόλογος του πειραματικού Faraday, ήταν επίσης ευσεβής χριστιανός, όπως και ο άλλος πυλώνας της βρετανικής φυσικής του 19ου αιώνα, ο William Thomson (λόρδος Kelvin), ο οποίος μάλιστα προσπάθησε να δείξει ότι η εξέλιξη αποκλειόταν ως ενδεχόμενο λόγω έλλειψης επαρκούς χρόνου. Οι λανθασμένες χρονολογήσεις του μεγάλου θεωρητικού της θερμοδυναμικής οφείλονταν στην παραδοχή ότι ο Ήλιος, ως ένα είδος φωτιάς, έκαιγε καύσιμα τα οποία λογικώς έπρεπε να εξαντληθούν σε δεκάδες —και όχι σε χιλιάδες— εκατομμύρια χρόνια.

Φυσικά, την εποχή του λόρδου Kelvin η πυρηνική ενέργεια ήταν άγνωστη. Ευτυχώς όμως, κατά τη συνάντηση της Βρετανικής Ένωσης το 1903, έλαχε στον σερ George Darwin, τον δεύτερο γιο του Δαρβίνου, να δικαιώσει τον πατέρα του —ο οποίος δεν είχε χριστεί ιππότης—, επικαλούμενος την ανακάλυψη του ραδίου από το ζεύγος Curie, και να ανατρέψει έτσι τους παλαιότερους υπολογισμούς τού εν ζωή ακόμα λόρδου Kelvin.

Καθώς προχωρούμε στον 20ό αιώνα, συναντιόνται όλο και πιο σπάνια μεγάλοι επιστήμονες οι οποίοι να δηλώνουν θρήσκοι. Έχω την υποψία ότι οι περισσότεροι από τους πλέον πρόσφατους κορυφαίους επιστήμονες είναι θρήσκοι μόνο με την αϊνσταΐνεια έννοια, και τούτο, όπως υποστήριξα στο Κεφάλαιο 1, αποτελεί κακή χρήση του όρου. Εντούτοις, υπάρχουν κάποιοι όντως καλοί επιστήμονες οι οποίοι είναι επίσης ειλικρινώς θρήσκοι, με την κυριολεκτική, παραδοσιακή έννοια της λέξης.

Μεταξύ των σύγχρονων βρετανών επιστημόνων, τρία ονόματα ακούγονται μονίμως: Peacocke, Stannard και Polkinghorne. Και οι τρεις τους είτε έχουν κερδίσει το βραβείο Templeton είτε ανήκουν στο διοικητικό συμβούλιο του Ιδρύματος Templeton. Ύστερα από φιλικές συζητήσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, που είχα με όλους τους, εξακολουθώ να απορώ, όχι τόσο για την πίστη τους στην ύπαρξη κάποιου είδους κοσμικού νομοθέτη, αλλά για την πίστη τους στις λεπτομέρειες της χριστιανικής θρησκείας: ανάσταση νεκρών, άφεση αμαρτιών και όλα τα σχετικά.

Αντίστοιχες περιπτώσεις υπάρχουν και στις ΗΠΑ, όπως για παράδειγμα ο Francis Collins, ο διοικητικός διευθυντής του αμερικανικού κλάδου του επίσημου Προγράμματος για τη Χαρτογράφηση του Ανθρώπινου Γονιδιώματος.* Εντούτοις, όπως συμβαίνει και στη Βρετανία, αποτελούν «σπάνιο είδος» και αρκετά συχνά προκαλούν τη θυμηδία των συναδέλφων τους στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Το 1996 πήρα συνέντευξη από το φίλο μου James Watson, τη μεγαλοφυΐα που έθεσε τα θεμέλια του Προγράμματος για τη Χαρτογράφηση του Ανθρώπινου Γονιδιώματος, στον κήπο του Κολεγίου Clare στο Καίμπριτζ, για τους σκοπούς ενός ντοκιμαντέρ τού BBC, με θέμα τον Gregor Mendel, τη μεγαλοφυΐα που θεμελίωσε την ίδια τη γενετική.

Ο Mendel, ως αυγουστινιανός μοναχός, ήταν φυσικά θρήσκος· ας μην ξεχνάμε όμως ότι έζησε τον 19ο αιώνα, όταν το μοναχικό σχήμα αποτελούσε τον ευκολότερο τρόπο για να εργαστεί κανείς στην επιστήμη του: ήταν το αντίστοιχο μιας σημερινής υποτροφίας για έρευνα. Ρώτησα τον Watson εάν γνώριζε πολλούς σύγχρονους επιστήμονες που είναι θρήσκοι. Απάντησε: «Ουσιαστικά κανέναν. Πότε πότε συναντώ κάποιον και αισθάνομαι λίγο αμήχανος (γελά), επειδή, ξέρεις, δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχουν άνθρωποι που αποδέχονται εξ αποκαλύψεως αλήθειες».

Ο Francis Crick, ο συνθεμελιωτής, μαζί με τον Watson, όλης της επανάστασης στη μοριακή γενετική, παραιτήθηκε από τη θέση του ως εταίρου του Κολεγίου Churchill στο Καίμπριτζ, λόγω της απόφασης του κολεγίου να χτίσει παρεκκλήσι (κατ’ εντολήν ενός από τους ευεργέτες). Στη συνέντευξη που πήρα από τον Watson στο Κολέγιο Clare, του επισήμανα ότι, σε αντίθεση προς τον ίδιο και τον Crick, μερικοί άνθρωποι δεν διαπιστώνουν καμιά αντίφαση μεταξύ θρησκείας και επιστήμης, διότι, όπως ισχυρίζονται, η επιστήμη ασχολείται με το πώς λειτουργούν τα πράγματα, ενώ η θρησκεία με το σκοπό για ποτέ σκοπό. Είμαστε απλώς προϊόντα της εξέλιξης. Ίσως κάποιος να μου έλεγε: “Πω πω, η ζωή σου πρέπει να είναι πολύ άχαρη αν δεν πιστεύεις ότι υπάρχει κάποιος σκοπός”. Εγώ όμως προσβλέπω σε ένα ωραίο μεσημεριανό». Και, όντως, απολαύσαμε μαζί ένα ωραίο γεύμα.

Οι απέλπιδες προσπάθειες των απολογητών της θρησκείας να ανακαλύψουν πραγματικά διακεκριμένους επιστήμονες οι οποίοι είναι επίσης θρήσκοι δίνουν ολοφάνερα την εντύπωση αναζήτησης «βελόνας στα άχυρα». Η μόνη σχετική ιστοσελίδα που κατάφερα να βρω ισχυριζόταν ότι περιείχε έναν κατάλογο «χριστιανών επιστημόνων κατόχων βραβείου Νόμπελ», αλλά τελικά περιείχε μόνο έξι ονόματα, από ένα σύνολο μερικών εκατοντάδων επιστημόνων βραβευμένων με Νόμπελ. Από αυτούς τους έξι μάλιστα, οι τέσσερις δεν είναι καν νομπελίστες· και γνωρίζω με απόλυτη βεβαιότητα ότι τουλάχιστον ο ένας από αυτούς δεν είναι γνήσιος πιστός, αλλά εκκλησιάζεται αποκλειστικά για κοινωνικούς λόγους. Μια πιο συστηματική μελέτη τού Benjamin Beit-Hallahmi βρήκε ότι «μεταξύ των κατόχων βραβείου Νόμπελ, τόσο για τις επιστήμες όσο και για τη λογοτεχνία, ο βαθμός θρησκευτικότητας ήταν αξιοσημείωτα μικρός, σε σύγκριση με τους πληθυσμούς της προέλευσής τους».

Μια μελέτη των Larson και Witham, δημοσιευμένη το 1998 στο κορυφαίο περιοδικό Nature, έδειξε ότι, από τους αμερικανούς επιστήμονες οι οποίοι θεωρούνται από τους ομοτίμους τους ως αρκετά διακεκριμένοι ώστε να εκλεγούν στην Εθνική Ακαδημία Επιστημών (NAS) των ΗΠΑ (το αντίστοιχο των εταίρων της Βασιλικής Εταιρείας της Βρετανίας), μόνο το 7% περίπου πιστεύει σε κάποιον προσωπικό Θεό.

Αυτή η σαρωτική επικράτηση των αθεϊστών αποτελεί το ακριβώς αντίθετο του προφίλ του ευρύτερου αμερικανικού πληθυσμού, ο οποίος σε ποσοστό 90% πιστεύει σε κάποιο είδος υπερφυσικού όντος. Το ποσοστό για τους λιγότερο διακεκριμένους επιστήμονες, οι οποίοι δεν έχουν εκλεγεί στη NAS, είναι ενδιάμεσο. Όπως και στο δείγμα των περισσότερο διαπρεπών, οι θρησκευόμενοι αποτελούν και εδώ μειονότητα —αλλά λιγότερο εντυπωσιακή, της τάξεως του 40%. Ακριβώς ό,τι περίμενα: οι αμερικανοί επιστήμονες είναι λιγότερο θρήσκοι από τον συνολικό αμερικανικό πληθυσμό, και οι πλέον διακεκριμένοι επιστήμονες είναι οι λιγότερο θρήσκοι απ’ όλους. Εντύπωση προκαλεί η εκ διαμέτρου αντίθεση μεταξύ θρησκευτικότητας του αμερικανικού πληθυσμού γενικότερα και αθεϊσμού της ελίτ των διανοουμένων.

Είναι κάπως αστείο το γεγονός ότι η βασική ιστοσελίδα των δημιουργιστών, με όνομα Answers in Genesis (Απαντήσεις στη Γένεση), αναφέρει τη μελέτη των Larson και Witham όχι ως ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά με τη θρησκεία, αλλά ως όπλο στην εσωτερική τους διαμάχη με αντίπαλους απολογητές της θρησκείας, οι οποίοι υποστηρίξουν ότι η εξέλιξη είναι συμβατή με τη θρησκεία. Υπό τον εκπληκτικό τίτλο «Η NAS είναι άθεη ως το κόκαλό», η εν λόγω ιστοσελίδα μνημονεύει ασμένως την καταληκτική παράγραφο της επιστολής των Larson και Witham προς τον επιμελητή τού Ναture:

Ενώ συγκεντρώναμε τα ευρήματα μας, η NAS εξέδωσε ένα φυλλάδιο με το οποίο ενθάρρυνε τη διδασκαλία της εξέλιξης στα δημόσια σχολεία, πράγμα που αποτελεί μόνιμο σημείο τριβής ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα και σε μερικούς συντηρητικούς χριστιανούς στις ΗΠΑ. Το φυλλάδιο διαβεβαιώνει τους αναγνώστες: «Η ύπαρξη ή μη του Θεού αποτελεί ερώτημα απέναντι στο οποίο η επιστήμη τηρεί ουδετερότητα». Επίσης, ο Bruce Alberts, πρόεδρος της NAS, δήλωσε: «Πολλά εξέχοντα μέλη αυτής της ακαδημίας είναι βαθιά θρησκευόμενοι άνθρωποι, άτομα που πιστεύουν στην εξέλιξη· πολλοί δε εξ αυτών είναι βιολόγοι». Η δική μας έρευνα υποστηρίξει το αντίθετο.

Έχει κανείς την αίσθηση ότι ο Alberts ενστερνίζεται τις ΝΟΜΑ, για τους λόγους που ανέλυσα στην ενότητα με επικεφαλίδα «Η σχολή εξελικτικών Neville Chamberlain.Aλλά η ιστοσελίδα Answers in Genesis έχει πολύ διαφορετικούς στόχους.

Αντίστοιχη της NAS των ΗΠΑ είναι για τη Βρετανία (και για την Κοινοπολιτεία, που περιλαμβάνει τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία την Ινδία, το Πακιστάν, την αγγλόφωνη Αφρική κ.λπ.) η Βασιλική Εταιρεία. Καθώς τούτο το βιβλίο όδευε προς το τυπογραφείο, οι συνάδελφοί R,Elisabeth Cornwell και Michael Stirrat συνέταξαν τη δική τους ανάλογη —αλλά περισσότερο διεξοδική— μελέτη σχετικά με τις θρησκευτικές απόψεις των εταίρων της Βασιλικής Εταιρείας.

Τα συμπεράσματα των συγγραφέων θα δημοσιευτούν συνολικά αλλού, αλλά μου παραχώρησαν ευγενικά την άδεια να αναφέρω μερικά πρώτα ενδεικτικά αποτελέσματα τους εδώ. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια τυπική τεχνική διαβάθμισης στάσεων, την κλίμακα τύπου Lickert με επτά σημεία. Τα ερωτηματολόγια εστάλησαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε όσους εκ των 1.074 εταίρων της Βασιλικής εταιρίας διέθεταν ηλεκτρονική διεύθυνση (δηλαδή στη μεγάλη πλειονότητα), και απάντησε περίπου το 23% (ένα σχετικώς καλό ποσοστό για τέτοιου είδους μελέτη). Το ερωτηματολόγιο περιείχε διάφορες προτάσεις, όπως: «Πιστεύω σε έναν προσωπικό Θεό, δηλαδή σε έναν Θεό ο οποίος ενδιαφέρεται ατομικά για τους ανθρώπους, εισακούει και απαντά σε προσευχές, ασχολείται με την αμαρτία και με τα ανομήματα και κρίνε τους ανθρώπους». Για κάθε πρόταση, έπρεπε να επιλέξουν έναν αριθμό από το 1 (για την έκφραση πλήρους διαφωνίας με την πρόταση) έως το 7 (για την έκφραση της πλήρους συμφωνίας τους).

Είναι κάπως δύσκολο να συγκρίνει κανείς ευθέως τα αποτελέσματά τους με εκείνα της έρευνας των Larson και Witham, καθώς οι Larson και Witham έδωσαν στους δικούς τους ακαδημαϊκούς μια κλίμακα με τρία μόνο σημεία και όχι επτά, αλλά η γενική τάση είναι η ίδια: Η συντριπτική πλειονότητα των εταίρων της Βασιλικής Εταιρείας, όπως και η συντριπτική πλειονότητα των ακαδημαϊκών στις ΗΠΑ, είναι άθεοι. Μόνο το 3,3% των εταίρων συμφώνησε με την πρόταση ότι υπάρχει ένας προσωπικός Θεός (δηλαδή επέλεξαν το 7 της κλίμακας), ενώ το 78,8% διαφώνησε πλήρως (δηλαδή επέλεξαν το 1). Αν ορίσει κανείς ως «πιστούς» όσους επέλεξαν το 6 ή το 7 και ως «μη πιστούς» εκείνους που επέλεξαν το 1 ή το 2, τότε διαπιστώνει τη συντριπτική διαφορά: 213 άθεοι έναντι 12 μόνο πιστών. Όπως είχαν διαπιστώσει οι Larson και Witham, αλλά και οι Beit-Hallahmi και Argyle, οι Cornwell και Stirrat βρήκαν επίσης ότι υπήρχε μια μικρή αλλά στατιστικώς σημαντική τάση των επιστημόνων των βιολογικών πεδίων να είναι ακόμη περισσότερο άθεοι απ’ ό,τι οι επιστήμονες των φυσικών επιστημών. Για περισσότερες λεπτομέρειες, και για όλα τα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματά τους, μπορείτε να αναζητήσετε το άρθρο τους μόλις δημοσιευτεί.

Προχωρώντας πέρα από την επιστημονική ελίτ της NAS και της Βασιλικής Εταιρείας, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν υπάρχουν καθόλου στοιχεία που να δείχνουν ότι και στον γενικό πληθυσμό οι άθεοι προέρχονται κυρίως από ομάδες με υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης και νοημοσύνης. Έχουν δημοσιευτεί αρκετές ερευνητικές εργασίες για τη στατιστική σχέση θρησκευτικού συναισθήματος και επιπέδου εκπαίδευσης, ή θρησκευτικού συναισθήματος και δείκτη νοημοσύνης.

Ο Michael Shermer, στο βιβλίο του How We Believe: The Search for God in an Age of Science (Πώς πιστεύουμε. Η αναζήτηση του Θεού σε μια εποχή επιστήμης), αναλύει τα αποτελέσματα μιας μεγάλης δημοσκόπησης σε τυχαίως επιλεγμένο δείγμα Αμερικανών την οποία διεξήγαγε μαζί με το συνεργάτη του Frank Sulloway. Ανάμεσα στα πολλά ενδιαφέροντα ευρήματά τους συγκαταλέγεται και η ανακάλυψη ότι η θρησκευτική πίστη έχει πράγματι αρνητική συσχέτιση με το επίπεδο εκπαίδευσης (οι περισσότερο μορφωμένοι άνθρωποι είναι λιγότερο πιθανό να πιστεύουν στον Θεό). Το θρησκευτικό συναίσθημα συσχετίζεται επίσης αρνητικά με το ενδιαφέρον για την επιστήμη και (ισχυρώς αρνητικά) με τις φιλελεύθερες πολιτικές πεποιθήσεις. Τίποτε από όλα αυτά δεν προκαλεί έκπληξη, ούτε και το γεγονός ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ της θρησκευτικής πίστης των ερωτώμενων και της θρησκευτικής πίστης των γονέων τους. Οι κοινωνιολόγοι που διεξάγουν μελέτες σε παιδιά Βρετανών έχουν βρει ότι μόνο 1 στα 12 παιδιά διαφοροποιείται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των γονέων του.

Όπως φαντάζεστε ίσως, οι διάφοροι ερευνητές διεξάγουν μετρήσεις με διαφορετικούς τρόπους, και επομένως είναι δύσκολο να συγκριθούν τα αποτελέσματα διαφορετικών μελετών. Η μεταανάλυση αποτελεί τεχνική με την οποία ο ερευνητής εξετάζει όλες τις ερευνητικές μελέτες που έχουν δημοσιευτεί σχετικά με κάποιο θέμα, και μετρά πόσες εργασίες έχουν καταλήξει στο ένα συμπέρασμα έναντι των εργασιών που έχουν συμπεράνει κάτι άλλο. Όσον αφορά το θέμα της θρησκείας και του δείκτη νοημοσύνης, η μόνη μεταανάλυση που γνωρίζω έχει δημοσιευτεί το 2002 από τον Paul Bell στο Mensa Magazine (η Mensa είναι η ένωση των ατόμων με υψηλό δείκτη νοημοσύνης, και το περιοδικό τους περιέχει σχετικά άρθρα). Ο Bell συμπέρανε: «Από σαράντα τρεις μελέτες που έχουν διεξαχθεί από το 1927 για τη σχέση μεταξύ θρησκευτικής πίστης και νοημοσύνης ή επιπέδου εκπαίδευσης, όλες, εκτός από τέσσερις, βρήκαν αρνητική συσχέτιση. Δηλαδή, όσο υψηλότερη είναι η νοημοσύνη ή το επίπεδο εκπαίδευσης κάποιου τόσο λιγότερες πιθανότητες υπάρχουν να είναι θρήσκος ή να διατηρεί “πίστεις” οποιοσδήποτε είδους».

Μια μετααναλυτική μελέτη είναι σχεδόν αναπόφευκτα λιγότερο συγκεκριμένη απ’ όσο οι μελέτες που αποτελούν αντικείμενό της. Θα έπρεπε να διεξάγονται περισσότερες έρευνες πάνω σε αυτό το θέμα, καθώς και περισσότερες έρευνες μεταξύ μελών κορυφαίων οργανισμών —όπως άλλων εθνικών ακαδημιών— και μεταξύ κατόχων σημαντικών βραβείων και μεταλλίων —όπως του Νόμπελ, του Crafoord, του Fields, του Kyoto, του Cosmos κ.ά. Ελπίζω οι μελλοντικές εκδόσεις τούτου του βιβλίου να περιλαμβάνουν και τέτοια δεδομένα.

Ένα λογικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις υπάρχουσες έρευνες είναι ότι οι απολογητές της θρησκείας, τουλάχιστον όσον αφορά τους επιστήμονες, καλά θα κάνουν να φωνασκούν λιγότερο απ’ όσο συνηθίζουν όταν τίθεται το θέμα των αξιοσέβαστων προτύπων μίμησης
---------------------------------
* Έως και εμένα έχουν τιμήσει με προφητείες ότι τάχα θα μετανοήσω στο νεκροκρέβατό μου. Επαναλαμβάνονται μάλιστα με μονότονη κανονικότητα (βλ., παραδείγματος χάριν, Steer 2003), και κάθε επανάληψη προσπαθεί να πείσει ότι είναι πνευματώδης και πρωτότυπη. Ίσως πρέπει να λάβω προληπτικά μέτρα για να προστατεύσω τη μεταθανάτια φήμη μου. Η Lalla Ward προσθέτει: «Γιατί να μπλέκει κανείς με νεκροκρέβατα; Αν πρόκειται να προδώσεις τις αρχές σου, κάνε το εγκαίρως για να κερδίσεις και το βραβείο Templeton, και ύστερα απόδωσέ το σε γεροντική άνοια».

** Πρόκειται για την αγγλίδα ευαγγελική Elizabeth Hope (1842-1922), η οποία το 1915 ισχυρίστηκε ότι είχε επισκεφθεί τον Δαρβίνο, λίγο πριν από το θάνατό του. Η οικογένεια του Δαρβίνου όμως διέψευσε τους ισχυρισμούς της.

* Οι σαντεμανιανοί (Sandemanians) είναι αίρεση που αποσχίστηκε από τον πρεσβυτεριανό κλάδο της Εκκλησίας της Σκωτίας τον 17ο αιώνα.

* Δεν πρέπει να συγχέεται με το ανεπίσημο πρόγραμμα για τη χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, του οποίου επί κεφαλής είναι αυτός ο λαμπρός (και μη θρήσκος) «κουρσάρος» της επιστήμης, ο Craig Venter.

Richard Dawkins, Η περί Θεού αυταπάτη

Η υπέρτατη αλήθεια

Σχετικά με την Υπέρτατη Αλήθεια θα παρατεθεί κατωτέρω απόσπασμα αρχαίου κειμένου σε σύγχρονη απόδοση:

– Η νύχτα σκόρπιζε τη γαλήνη της πάνω στην πόλη των Αθηνών. Μόνο ο νεαρός Διοκλής* αγρυπνούσε. Πλανιότανε ανήσυχος στους κήπους του Ακάδημου, στάθηκε μπρος στο άγαλμα της Παλλάδος Αθηνάς, και ψιθύρισε: Δέσποινά μου γνώρισε μου την ύπατη Αλήθεια, την αλήθεια των αλη­θειών, την ψυχή κάθε πράγματος για να προσφέρω σ' αυ­τήν θυσία την Ζωή μου. Απ' την ψυχή του σε κατάσταση έκ­στασης ανέβαινε η ικεσία του. Και ακούστηκε η απάντηση:

– Διοκλή, Διοκλή, θέλεις να γνωρίσεις την υπέρτατη αλή­θεια, την μόνη εκείνη που είναι η ψυχή του κόσμου και η ουσία όλων των πραγμάτων. Μάθε πως ως τώρα κανείς από τους απόγονους του Δευκαλίωνα δεν την είδε χωρίς τους πέπλους που την κρύβουν αιωνίως απ' τα μά­τια των ανθρώπων. Ίσως πληρώσεις ακριβά την παράτολμη επιθυμία σου. Είμαι πρόθυμη να σε βοηθήσω, αν χάριν της Αλή­θειας απαρνηθείς τα πάντα, κι αυτή τη δόξα που είναι το υπέρτατο δώρο των Θεών.

– Δέχομαι είπε ο Διοκλής.

– Όμως δεν θα την δεις αμέσως. Κάθε τόσο, μια νύχτα σαν την σημερινή θα σε φέρνω κοντά της. Σε κάθε εμφάνιση της θ' αφαιρείς έναν πέπλο της και θα το ρίχνεις πίσω σου.

– Έτσι κι' έγινε. Μια νύχτα πήρε η θεά της σοφίας τον Διοκλή και πέταξε πάνω σ' ένα άγνωστο βουνό που άγγιζε τον ουρανό. Στην κορυφή του διέκρινε ο Διοκλής μια μορφή σκεπασμένη με τόσο πολλούς και πυκνούς πέπλους ώστε δεν διακρινόταν καθόλου. Μόνο μια αλλό­κοτη και μυ­στηριώδης λάμψη ακτινοβολούσε ελαφρά γύρω της.

– Να η Αλήθεια, είπε η Αθηνά. Βλέπεις ότι οι ακτίνες της χύ­νουν φως και μέσα απ' τους πέπλους της. Την ασθενή αυτή λάμψη της ατενίζουν στη γη τα μάτια των σοφών…….

– Με την προτροπή της Θεάς ο Διοκλής τράβηξε ένα πέπλο και τον έριξε πίσω του. Περισσότερο φως ακτινοβόλησε στα μάτια του. Κι' άλλη μια τέτοια νύχτα, άλλος πέπλος ξέ­φυγε απ' τα χέρια του, ενώ η αλήθεια φωτίστηκε λαμπρό­τερη μπροστά του. Κι' άλλες φορές, άλλους πέπλους, ατενίζο­ντας την Αλήθεια, τράβηξε απ' το σώμα της. Ο Διοκλής γερνούσε και γινότανε όλο και σοφότερος. Τον θαύμαζαν οι συμπολίτες του. Του πρότειναν να γίνει στρατηγός τους να τους προστατεύει απ' τους εχθρούς τους. Δεν δέχθηκε και είπε: «ο πιο επίμονος εχθρός σας είναι ο εαυτός σας», (ο εγωισμός μας και οι πλάνες μας). Ήρθε τέλος η νύχτα που η Θεά τον πήρε για τελευ­ταία φορά στο βουνό και τον απόθεσε αντίκρυ στην Αλήθεια.

– Κοίταξε, του είπε, οι πέπλοι που πετούσες πίσω σου, ήταν οι πόθοι κι οι ελπίδες σου που φεύ­γανε.

– Πλησίασε ο Διοκλής την ακτινοβόλα μορφή. Η λάμψη της έκανε να τρέμουν τα βλέφαρα του. Με τα γεροντικά του χέρια τράβηξε τον τελευταίο πέπλο. Σαν από κεραυνό κτυπή­θηκαν τα μάτια του γέροντα.

– Αθηνά, Αθηνά. Τίποτα δεν είναι, κάτω απ' τον πέπλο και δεν βλέπω πια!

– Κι' η Θεά απάντησε:

– Η λάμψη της σου τύφλωσε τα μάτια και η τελευταία πλάνη σου ότι θνητός άνθρωπος μπορεί ν' ατε­νίσει την αλήθεια γυμνή πέταξε μακριά.

– Δέσποινα, αφού πια δεν θα μπορέσω να ατενίσω την υπέρτατη αλήθεια, στείλε μου τουλάχιστον τον ελευθερωτή θά­νατο.

– Τον ευσπλαχνίστηκε η Θεά και του είπε με γλυκύτητα.

– Σου τον στέλνω Διοκλή και μαζί του σου στέλνω μια τελευ­ταία ελπίδα. Όταν ο θάνατος σου φέρει την γαλήνη, θα μπορέσεις να ατενίσεις τη λάμψη εκείνη που τύφλωσε τα μάτια σου όταν ζούσες.

Το πιο πάνω θαυμάσιο κείμενο αποδεικνύει περίτρανα πως οι πέπλοι που σκοτίζουν την Αλή­θεια είναι οι πλάνες μας, δηλαδή οι ψευδείς δοξα­σίες και τα πάθη μας. Αυτά μας εμποδίζουν να μπούμε στο ιερό της Αληθείας και να αντικρίσουμε το άπλετο φως Της.

Είθε φίλοι μου να απαλλαγούμε από αυτά τα καλύμματα (τις πλάνες μας) και να αντικρί­σουμε το ΦΩΣ της υπέρτατης αληθείας!

Τα κείμενα των αρχαίων μας προγόνων είναι ένας αστείρευτος θησαυρός γνώσης που η ορθοδο­ξία κατέκαψε, για να απογυμνώσει την έγγραφη ελληνική παράδοση και να καταστήσει ως μοναδική πηγή «σοφίας» την εβραϊκή παράδοση και τα κεί­μενα του ιερατείου. Αν είχε διασωθεί η ελληνική γραμματεία, τα εβραιοχριστιανικά κείμενα θα ωχριούσαν μπροστά στην αλήθεια της. Βεβαίως θα αντιτείνει κανείς πως διασώθηκαν σχεδόν όλα τα έργα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα. Οι μεγάλοι διανοητές μέσα σε αυτά τα κείμενα αναφέρουν την λέξη «ο Θεός», εννοώντας το θείον. Οι χριστιανοί εξέλαβαν το σημείο αυτό ως ένδειξη μονοθεϊσμού των συγγραφέων. Ευτυχώς, εξαιτίας αυτής της πα­ρανόησης, τα θαυμάσια κείμενα γλίτωσαν την πυρά και σήμερα αποτελούν περίλαμπρο κτήμα της ανθρωπότητας. Ποιο άραγε θα ήταν το πνευματικό επίπεδο την ανθρωπότητας αν είχαν διασωθεί όλα τα φιλοσοφικά και τα επιστημονικά κείμενα της ελ­ληνικής γραμματείας;
--------------------
*ΔΙΟΚΛΗΣ, Περίφημος γιατρός από την Κάρυστο. Έζησε τον 4ο π.Χ. αιώνα και ήταν γιος του γιατρού Αρχίδαμου. Ο Πλίνιος τον αναφέρει ως έναν από τους θεμελιωτές της ιατρικής, αμέσως μετά τον Ιπποκράτη. Επηρεάστηκε από τη θεωρία της Σικελικής ιατρικής σχολής για την πνοή. Ο Διοκλής είναι ο πρώτος γιατρός που έγραψε στην αττική διάλεκτο, πράγμα που σημαίνει ότι με την μορφή των δημοσιευμάτων του είχε ανώτερες επιδιώξεις. Έγραψε πολλά συγγράμματα ανατομίας, δηλητηριάσεων, γυναικείων νόσων, πυρετών, πέψης, ιατρικών βοτάνων, επιδέσμων, πυρός και αέρος και για άλλα θεατρικά θέματα. Κύρια έργα του αναφέρονται τα «Υγιεινά προς Πλείσταρχον» και ένα θεραπευτικό έργο «Πάθος, αίτια, θεραπεία». Το «περί ανατομικής» βιβλίο του θεωρείται το παλιότερο ελληνικό έργο περί ανατομίας. Θεωρείται, επίσης εφευρέτης μηχανήματος, γνωστό ως «κυαθίσκος του Διοκλέους» κατάλληλο για την εξαγωγή βελών από το ανθρώπινο σώμα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

Θεωρείται σήμερα ασφαλές πόρισμα της έρευνας η είσοδος του Διο­νύσου ως ξένου στην Ελλάδα και η αναγνώρισή του μόνο κατόπιν της υπέρβασης σφοδρών αντιδράσεων. Ως πατρώα γη βλέπουν την Θράκη και την κατοικημένη από έναν συγγενή πληθυσμό Φρυγία. Αρχικώς είχαν την γνώμη ότι ο Διόνυσος μετοίκησε άμεσα από την Θράκη στην Ελλάδα. Εσχάτως όμως πιστεύουν ότι έχουν βρεθή πειστικοί λόγοι για την διά θαλάσσης έλευσή του από την Φρυγία ή την Λυδία. Τε­λευταία ο Nilsson συνέδεσε τις δύο αντιλήψεις (Η Μινωικο-μυκηναϊκή Θρησκεία. 1927, σ. 396 κ.ε.): τόσο από την Θράκη όσο και από την Φρυγία, λέει, πρέπει να εισήλθε ο Διόνυσος στην μητρική γη, τη μία κατά την αρχαιοθρακική την άλλη κατά την παρηλλαγμένη από την επίδραση μικρασιατικών γειτονικών θρησκειών μορφή του. Δεν αρκούνται όμως σ’ αυτό. Ως τρίτη εστία της διονυσιακής κίνησης χαρακτη­ρίζουν τώρα, αντίθετα από την έως τώρα κρατούσα άποψη, την ίδια την ελληνική μητρώα γη· γιατί η μεγάλη έξαρση που προκάλεσε η έλευση του θεού εδώ θεωρείται αναβίωση μιας πανάρχαιας λατρείας του θεού- πρέπει κανείς, κατά τον Nilsson να υποθέση ότι οι συνημ­μένες με το όνομα του Διονύσου ιδέες και τελετουργίες ανήκαν ήδη στον προελληνικό πληθυσμό.

Αν ρωτήσουμε για την χρονική στιγμή κατά την οποία φέρεται ο αλλοδαπός να εισέδυσε στους θεούς της Ελλάδος, ο Wilamowitz (Πί­στη των Ελλήνων II 61) εξηγεί ότι κατά τον 8ο αιώνα, το ενωρίτερο, πρέπει να έφθασε στην μητρώα γη και η νίκη του επί της αρχαίας πίστης δεν πρέπει να συντελέστηκε προ του έτους 700· οι έλληνες της Ασίας θα έπρεπε να τον γνώριζαν «αναλόγως νωρίτερα»· «όμως», συμπεραίνει, «η κοινωνία μέσα στην οποία και για την οποία συνέθετε την ποίηση του ο Όμηρος ήθελε να γνωρίζη τον Διόνυσο τόσο λίγο όσο η Ελλάδα έπειτα, μέχρις ότου υποχρεώθηκε να ενδώση σε μία αναθρώσκουσα δύναμη».

Όποια κρίση κι αν διατυπώνη κανείς για την καταγωγή και την πατρίδα της διονυσιακής θρησκείας, είναι αδιανόητο να την έχουν τόσο όψιμα γνωρίσει οι έλληνες. Γιατί πώς θα ήταν τότε δυνατό να μην έχη διατηρηθή κανένα αίσθημα αλλοτρίου και καμμία ανάμνηση βίαιης εισβολής. Γιατί ο τόσο συχνά επαναλαμβανόμενος ισχυρισμός ότι ωρισμένοι μύθοι και λατρείες μαρτυρούν μία τέτοια ανάμνηση στηρίζε­ται, όπως θα δούμε στην συνέχεια, σε μία σύγχυση λατρευτικής με­τανάστευσης και Επιφάνειας. Οι ίδιοι οι έλληνες θεωρούσαν την βάση της λατρείας τους του Διονύσου πανάρχαια. Το πόσο δίκιο είχαν μαρτυρείται από το γεγονός ότι τα «αρχαία Διονύσια» όπως ονομάζει ο Θουκυδίδης (2,15) τα Ανθεστήρια, ήταν κοινά στην ιωνική φυλή και ως διονυσιακή γιορτή — όπως σωστά παρατηρεί ο Deubner (Arch. Jahrb. 1927, 189. Αττ. Γιορτές 122 κ.ε.) — πρέπει να είναι αρχαιό­τερα του χωρισμού και της μετανάστευσης των Ιώνων. Στους Δελ­φούς μπορούσε κανείς να θεωρήση την λατρεία του Διονύσου αρχαιό­τερη από αυτήν του Απόλλωνα (βλ. κεφ. 18). Για την Σμύρνη όπου τα Ανθεστήρια εορτάζονταν με την είσοδο του Διονύσου πάνω σε ένα πλωτό άρμα (πβ. Deubner Αττ. Γιορτές σ. 122), μαρτυρείται μία διονυσιακή γιορτή ήδη για τα χρόνια που η πόλη ήταν ακόμη αιολική (Ηροδ. I, 150). Ως ο σημαντικώτερος μάρτυρας για την ύστερη αρ­χαιότητα του έλληνα Διονύσου πρέπει να θεωρήται το ομηρικό έπος που είναι εντελώς οικείο με την λατρεία και τους μύθους του θεού και μιλά γι’ αυτόν όπως για τις θεότητες που λατρεύονταν από αμνημονεύτων χρόνων, όποια κι αν ήταν τα αισθήματα του ποιητή και του ακροατηρίου του.

Στο επίκεντρο των διονυσιακών λατρειών και μύθων στέκει η μορ­φή του μαινομένου θεού και των συνεπαρμένων από την αγριότητά του γυναικών που υιοθέτησαν και ανέθρεψαν το νογέννητο και που γι’ αυτό ονομάζονται τροφοί του. Σε ωρισμένες γιορτές ήταν θεσπισμένες διώ­ξεις που μπορούσαν να λάβουν αιματηρή έκβαση και σε πλήθος πα­ραδόσεων και εθίμων προβάλλει σαφέστατα η ιδέα ενός τραγικού χα­μού. Το κεφαλαιώδες αυτό τμήμα της διονυσιακής θρησκείας είναι τόσο γνωστό στην Ιλιάδα ώστε μπορεί να παρουσιάζεται εκεί με κάθε λεπτομέρεια...

Διονυσιακή “Μανία” και Μαντική

H “Μανία” σχετίζεται με τη Μαντική, όπως, για μιαν άποψη, κ’ η ετυμολογική συγγένεια το μαρτυράει. Οι τύποι του σχετισμού μαντικής και μανίας, είναι δύο: ο εκστασιασμένος μεταφέρεται στον κόσμο των πνευμάτων και των νεκρών ή με το στόμα του μιλεί το πνεύμα που τον κυριεύει. Τον πρώτο τρόπο οι Έλληνες τον μαθαίνουν περαστικά˙ τον δεύτερο τον έχουνε κληρονομήσει από τους Αιγαίους...

Κορυφαία του παραδείγματα είναι η Κασσάνδρα στην ποίηση, η Σίβυλλα στον θρύλο, η Πυθία στην πράξη. Η βακχεία είναι κι αυτή μια “κατοχή” κ’ έτσι επιτήδεια στη μαντοσύνη. “Η βακχική και μανιακή κατάσταση έχει μέσα της” λέει ο Τειρεσίας στις “Βάκχες”, “και πολλή μαντική˙ γιατί όταν ο θεός πλημμυρίζει τα κορμιά, κάνει τους κρουσμένους από τη μανία του να προφητεύουνε τα παραπέρα”. Τον “Ρήσο”, που τα λείψανα του τα φέρνουν οι Αθηναίοι στην Αμφίπολη, ο ποιητής του ομώνυμου δράματος τόνε λέει προφήτην (διερμηνέα των χρησμών) του Βάκχου.

Ο Βάκχος αυτός είναι ένας θρακικός θεός, που η εκστασιακή λατρεία του τον ταυτίζει, για τους Έλληνες, με τον Διόνυσο, ή ένας Διόνυσος εκθρακισμένος. Το μαντείο του βρισκότανε στο ψηλότερο μέρος της βουνοσειράς του Παγγαίου. Ο Ηρόδοτος, που τον γνώρισε, λέει πως το ’χαν οι Σάτραι, πολεμική εθνότητα της Θράκης, μα τους χρησμούς του μαντείου, που τους δίναν οι “προφήτες” του Βησσοί, τους ξεστόμιζε, όπως και στους Δελφούς, μια γυναίκα. Οι Βησσοί “προφήτες” του μαντείου του Παγγαίου μαρτυρούν πως κ’ ένα περιλάλητο ιερό των Βησσών, εθνότητας της Ροδόπης, είταν κ’ ετούτο το μαντείο.

Μια πληροφορία για τη θράκισσα γυναίκα του Σπάρτακου, πως ήξερε από μαντική, όντας κρουσμένη από τη μανία των διονυσιακών οργιασμών, μαρτυρά πως οι Μαινάδες της Θράκης αξιώνανε την κατοχική μαντική, που σ’ επίσημο ιερατικό μαντείο την αντιπροσωπεύει η “Πυθία” του Παγγαίου. Ένα άλλο μαντείο μαρτυρά κάποιο άδυτο του Διόνυσου ανάμεσα στην άγνωστη απ’ αλλού εθνότητα των “Λιγυρίων” στη Θράκη (apud Ligyreos in Thracia), όπου ο χρησμολόγος ξεστόμιζε τους χρησμούς ύστερα από γερό κρασοπότι.

Ο Διόνυσος παρουσιάζεται γενικά σαν ο “μάντης των Θρακών”, και μια διονυσιακή μορφή, ο Ορφέας, είναι μάντης κ’ έχει μαντεία. Ο Διόνυσος βρίσκεται στους Δελφούς πριν ο Απόλλωνας να πάρει τον τόπο και το μαντείο του, και γνώριμη είναι η παράδοση πως ο μαντικός τρίποδας, πριν περάσει στην κατοχή του Απόλλωνα, είταν στα χέρια του Διόνυσου. Το πιθανότερο είναι πως η δελφική μαντική βγαίνει, όπως κ’ η θρακική, από εκστασιακές λατρείες γυναικών που συγγενεύουν ή ταυτίζονται με τη διονυσιακή μανία.

Ότι που να ’ναι, και μ’ όλο που φαίνεται πως, μπαίνοντας στη Ρώμη με τα Bacchanalia, οι βακχιασμοί σέρνουν κάποια μαντική, (viros velut mente capta cum jaetatione fanatica corporis vaticinari από την περιγραφή του Λίβιου: § 89) στη θρησκεία του ελλαδικού Διόνυσου η λειτουργία τούτη δεν έχει θέση. Μαντείο του Διόνυσου αναφέρεται μονάχα στην Αμφίκλεια κι από τα ρωμαϊκά μόνο χρόνια. Εδώ αναφέρουνται “όργια” κι “άδυτο” του θεού, όπου χρησμοδοτεί ο ιερέας κρουσμένος από το θεό του. Ο Διόνυσος όμως είναι εδώ και θεραπευτής και θεραπεύει με τον τρόπο της εγκοίμησης και των ονείρων. Η τέχνη ωστόσο τούτη δεν είναι τέχνη του και φαίνεται έτσι πως χωνεύει κάποια χθόνια λατρεία. Ο τρόπος που θεραπεύει ο Διόνυσος είναι άλλος.

ΣΧΟΛΗ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ - ΣΤΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΗΓΕΤΩΝ

Ο κάθε τόπος κρύβει και μια ιστορία, είτε μικρή είτε μεγάλη. Υπάρχουν όμως και τόποι "ιδιαίτεροι" στους οποίους διαδραματίστηκαν γεγονότα και βάδισαν επάνω άνθρωποι που άλλαξαν ολόκληρη την ιστορία! Το εντυπωσιακό όμως (συχνά) είναι το πως αυτές τις μεγάλες αυτές ιστορίες των τόπων (καθώς και τους ίδιους τους τόπους), έχει κατορθώσει να τα εξαφανίσει ο χρόνος... Η μήπως όχι μόνο ο χρόνος;

Ένας τέτοιος λοιπόν τόπος είναι και η Σχολή του Αριστοτέλη στην Νάουσα, το "περί Μίεζαν Νυμφαίον" το οποίο βρίσκεται έξω από το χωριό Κοπανός. Ναι, δεν μιλάμε για κάτι οτιδήποτε τυχαίο, μιλάμε για τον Αριστοτέλη και τον τόπο όπου διδάχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος και ένα πλήθος ακόμη νέων, που θα ακολουθούσαν αργότερα τον συμμαθητή τους στην μεγάλη εκστρατεία που θα άλλαζε και θα εκπολίτιζε ολόκληρο τον τότε γνωστό Κόσμο!

Στην Σχολή... 

Φτάνοντας ο επισκέπτης ,θα νιώσει σύντομα την ευεξία και την "ιδιαίτερη ενέργεια"του χώρου,που προσφέρουν απλόχερα η γύρω φύση και ο ποταμός που διασχίζει την Σχολή! Δυστυχώς τα πράγματα όμως που θα αντικρίσει είναι ελάχιστα. Τίποτα δεν παραπέμπει στο μεγαλείο την σχολής που υπήρξε εκεί.

Ελάχιστα μόνο χορταριασμένα σπαράγματα εδώ και εκεί,καθώς και το σπήλαιο που χρησιμοποιήθηκε από αρχαιοτάτων χρόνων σαν τόπος λατρείας. Μέσα μπορεί να ξεχωρίσει ακόμη κανείς την πανάρχαια ανθρώπινη παρέμβαση και διαμόρφωση του χώρου και τις κόγχες στους βράχους, όπου πιθανόν τοποθετούσαν τα λυχνάρια για τον φωτισμό του σπηλαίου κατά την διάρκεια των θρησκευτικών τελετών.

Θα σε ανταμείψει όμως τουλάχιστον η σκέψη ότι περπατάς στα ίδια μονοπάτια που περπάτησαν κάποτε ο έφηβος Αλέξανδρος μαζί με τον Αριστοτέλη, συζητώντας για τα φαινόμενα της ζωής, την πορεία των άστρων, τα μυστήρια της φύσης και ένα σωρό άλλα πράγματα που δεν μπορούμε να φανταστούμε...

Εδώ μια ολόκληρη γενιά νέων ανθρώπων καθοδηγήθηκαν και προετοιμάστηκαν από τον Αριστοτέλη, για την "Μεγάλη Αποστολή".

Ίσως και σε εκείνη την χορταριασμένη εξέδρα που ακουμπήσαμε και εμείς, να πήρε τα πρώτα μαθήματα του και να έμαθε για τους μακρινούς κόσμους και ο μικρός Πτολεμαίος. Αυτός που αργότερα θα καταφέρει να φτάσει και να γίνει Φαραώ της Αιγύπτου!

Ποιά είναι όμως η τύχη αυτού του παγκοσμίου -υποτίθεται- ενδιαφέροντος μνημείου;

Η σήμανση για να φτάσει κανείς από ελλιπής έως... ανύπαρκτη. Από τύχη σχεδόν βρήκαμε το μέρος!Στο Κέντρο Πληροφοριών απέναντι, μας υποδέχθηκε ένα λουκέτο. (Τι απαίτηση και αυτή, να θες να βρεις υπηρεσία ανοιχτή Σάββατο μέρα.)

Ακόμη και πρόσβαση στον χώρο, οφείλεται χάρη στην ιδιωτική και εθελοντική πρωτοβουλία! Ο κ. Αντώνης, ένας σεμνός και πρόσχαρος (αλλά καθόλου τυχαίος) άνθρωπος έχει αναλάβει με δικά του έξοδα τον καθαρισμό του χώρου με χορτοκοπτικό μηχάνημα.

Στάθηκε και μιλήσαμε μαζί για λίγο.
-Μας έχουν όλοι γραμμένους κανονικά, μας είπε. Δεν ασχολείται κανείς... μας το επανέλαβε αρκετές φορές με πίκρα.

Χωρίς την συνδρομή αυτού του ανθρώπου ο χώρος θα ήταν απροσπέλαστος. Πιθανόν να μην είχαμε καταφέρει να τον προσεγγίσουμε ούτε εμείς ούτε και κανείς άλλος επισκέπτης, λόγο της πυκνής βλάστησης και της εγκατάλειψης.

Δια ταύτα...
Ναι, δεν μιλάμε για κάτι οτιδήποτε τυχαίο, μιλάμε για τον Αριστοτέλη και τον τόπο όπου διδάχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος και ένα πλήθος ακόμη ηγετών όπως είπαμε στην αρχή. Και είναι πράγματι συγκλονιστικό, όχι τόσο μόνο η απουσία του κράτους, άλλα ότι η φροντίδα ενός μνημείου τέτοιας παγκόσμιας σημασίας, να έχει αφεθεί στην εθελοντική προσφορά απλών ανθρώπων.

Το αν φταίει ο Χρόνος τελικά, η κακοδαιμονία μας, ο αφελληνισμός που έχουμε υποστεί ή όλα μαζί για το κατάντημα τέτοιων μνημείων και γενικά της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, δεν ξέρω.

Σίγουρα όμως όσο θα υπάρχουν η ιδιωτική πρωτοβουλία, εθελοντική προσφορά και "κ. Αντώνηδες", υπάρχει και μια μικρή ελπίδα να σώσουμε ότι αρνείται να σώσει η επίσημη πολιτεία.