Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

ΑΡΧΑΪΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΒΑΚΧΥΛΙΔΗΣ - •Διθύραμβος III - Ἠίθεοι ἢ Θησεὺς ‹Κηΐοις εἰς Δῆλον› (3.1-3.66)

Αποτέλεσμα εικόνας για θησεασ και μινωταυροσΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ IΙI ΗΙΘΕΟΙ Ή ΘΗΣΕΥΣ ‹ΚΗΙΟΙΣ ΕΙΣ ΔΗΛΟΝ›


Κυανόπρῳρα μὲν ναῦς μενέκτυ[πον [στρ. α]
Θησέα δὶς ἑπτ[ά] τ᾽ ἀγλαοὺς ἄγουσα
κούρους Ἰαόνω[ν
Κρητικὸν τάμνε πέλαγος·
5 τηλαυγέϊ γὰρ [ἐν] φάρεϊ
βορήϊαι πίτνο[ν] αὖραι
κλυτᾶς ἕκατι π[ε]λεμαίγιδος Ἀθάν[ας·
κνίσεν τε Μίνωϊ κέαρ
ἱμεράμπυκος θεᾶς
10 Κύπριδος [ἁ]γνὰ δῶρα·
χεῖρα δ᾽ οὐ[κέτι] παρθενικᾶς
ἄτερθ᾽ ἐράτυεν, θίγεν
δὲ λευκᾶν παρηΐδων·
βόασέ τ᾽ Ἐρίβοια χαλκο-
15θώρα[κα Π]ανδίονος
ἔκγ[ο]νον· ἴδεν δὲ Θησεύς,
μέλαν δ᾽ ὑπ᾽ ὀφρύων
δίνα[σ]εν ὄμμα, καρδίαν τέ οἱ
σχέτλιον ἄμυξεν ἄλγος,
20 εἶρέν τε· «Διὸς υἱὲ φερτάτου,
ὅσιον οὐκέτι τεᾶν
ἔσω κυβερνᾷς φρενῶν
θυμ[όν]· ἴσχε μεγάλαυχον ἥρως βίαν.

ὅ τι μ[ὲ]ν ἐκ θεῶν μοῖρα παγκρατὴς [αντ. α]
25ἄμμι κατένευσε καὶ Δίκας ῥέπει τά-
λαντον, πεπρωμέν[α]ν
αἶσαν [ἐ]κπλήσομεν, ὅτ[α]ν
ἔλθῃ· [σ]ὺ δὲ βαρεῖαν κάτε-
χε μῆτιν. εἰ καί σε κεδνὰ
30τέκεν λέχει Διὸς ὑπὸ κρόταφον Ἴδας
μιγεῖσα Φοίνικος ἐρα-
τώνυμος κόρα βροτῶν
φέρτατον, ἀλλὰ κἀμὲ
Πιτθ[έ]ος θυγάτηρ ἀφνεοῦ
35πλαθεῖσα ποντίῳ τέκεν
Ποσειδᾶνι, χρύσεόν
τέ οἱ δόσαν ἰόπλοκοι κά-
λυμμα† Νηρηΐδες.
τῶ σε, πολέμαρχε Κνωσίων,
40κέλομαι πολύστονον
ἐρύκεν ὕβριν· οὐ γὰρ ἂν θέλοι-
μ᾽ ἀμβρότοι᾽ ἐραννὸν Ἀο[ῦς
ἰδεῖν φάος, ἐπεί τιν᾽ ἠϊθέ[ων
σὺ δαμάσειας ἀέκον-
45τα· πρόσθε χειρῶν βίαν
δε[ί]ξομεν· τὰ δ᾽ ἐπιόντα δα[ίμω]ν κρινεῖ.»

τόσ᾽ εἶπεν ἀρέταιχμος ἥρως· [επωδ. α]
τ]άφον δὲ ναυβάται
φ]ωτὸς ὑπεράφανον
50 θ]άρσος· Ἁλίου τε γαμβρῷ χόλωσεν ἦτορ,
ὕφαινέ τε ποταινίαν
μῆτιν, εἶπέν τε· «μεγαλοσθενὲς
Ζεῦ πάτερ, ἄκουσον· εἴ πέρ με νύμ[φα
Φοίνισσα λευκώλενος σοὶ τέκεν,
55 νῦν πρόπεμπ᾽ ἀπ᾽ οὐρανοῦ θοὰν
πυριέθειραν ἀστραπὰν
σᾶμ᾽ ἀρίγνωτον· εἰ
δὲ καὶ σὲ Τροιζηνία σεισίχθονι
φύτευσεν Αἴθρα Ποσει-
60δᾶνι τόνδε χρύσεον
χειρὸς ἀγλαὸν
ἔνεγκε κόσμον ἐκ βαθείας ἁλός,
δικὼν θράσει σῶμα πατρὸς ἐς δόμους.
εἴσεαι δ᾽ αἴκ᾽ ἐμᾶς κλύῃ
65Κρόνιος εὐχᾶς
ἀναξιβρέντας ὁ πάντω[ν με]δ[έω]ν.»

***

ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ III ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΝΕΕΣ Ή Ο ΘΗΣΕΑΣ


Έσκιζε ένα γαλαζόπλωρο καράβι [στρ. α]τα νερά του κρητικού πελάγου· μέσα,ήρωας άσκιαχτος σε αγώνες, ο Θησέας,και μαζί του αγόρια εφτά και εφτά κοπέλες·όλοι απ᾽ τη φυλή των Ιώνων·στο πανί, που λαμποκόπαε πέρα, εφύσαο βοριάς, για να χαρεί και η Αθηνά,η θεά που του πολέμου ορίζει ασπίδα.Μα του Μίνωα την καρδιά μια αψιά κεντιάκέντησε, σταλτή απ᾽ την Κύπρη,10τη θεά με το μαγνάδι των ερώτων·δε συγκράτησε το χέρι του, σε μιατ᾽ άπλωσε από τις κοπέλεςκαι της άγγιξε τα ολόασπρα μάγουλά της·τότες έμπηξε η Ερίβοια μια φωνή,του Πανδίονα για ν᾽ ακούσει ο εγγονόςο χαλκοθωρακισμένος· μόλις το ᾽δεο Θησέας, κάτω απ᾽ τα φρύδια σκοτεινέςάγριες παίξανε οι ματιές του· από τον πόνοσπάραξε η καρδιά του και είπε:20«Γιε του υπέρτατου του Δία, στα στήθια μέσατην καρδιά σου ευλαβικά δεν κυβερνάς·την αγέρωχη συγκράτησε, ήρωα, βία.
Κείνο που ᾽ναι απ᾽ τους θεούς, αυτό που η Μοίρα, [αντ. α]παντοδύναμη, έχει γράψει, και της Δίκηςόπου γέρνει η ζυγαριά, σα φτάσει η ώρα,θα το κάμουμε ώς την άκρη, εσύ όμως πάλιτη βαριά βουλή συγκράτα.Αν του Φοίνικα η τρισάξια, η παινεμένη30θυγατέρα σ᾽ έχει κάμει εσένα, αφούσε ψηλή πλαγιά της Ίδης είχε σμίξειμε το Δία, κι αν είσαι ασύγκριτος θνητός,μα κι εμένα είναι γονιός μουτου πελάγου ο Ποσειδώνας, κι έχω μάνατου Πιτθέα του πλούσιου κόρη, που χρυσόοι μενεξεδομαλλούσεςθυγατέρες του Νηρέα τής δώσαν πέπλο.Της Κνωσού πολέμαρχε, άκου με λοιπόν·τόσο αυθαίρετος μην είσαι· αυτό μπορεί40συμφορές πολλές να φέρει· κάλιο το ᾽χωτης αθάνατης Αυγής πια να μη δωτο γλυκό το φως ποτέ, παρά ν᾽ αφήσωένα νέο απ᾽ τους δικούς μουνα προσβάλεις άθελά του· πριν, θα δείξωτων χεριών μου εγώ τη δύναμη· ο θεόςπια θα κρίνει τί θα γίνει παραπέρα.»
Είπε ο Θησέας, ο δεινός [επωδ. α]κονταρομάχος, κι οι ναύτες ξαφνιάστηκανγια το περήφανο που έδειχνε θάρρος.50Χόλιασε του Ήλιου ο γαμπρός, και μια σκέψη βαθιά και πρωτάκουστηέβαλε αμέσως στο νου:«Μεγαλοδύναμε Δία και πατέρα μας,δέηση σου κάνω θερμή·αν μ᾽ έχεις γιο σου στ᾽ αλήθεια απ᾽ του Φοίνικατην κρουσταλλόκορφη κόρη,στείλε ολοφάνερο αμέσως σημάδιφλογομαλλούσα αστραπή· κι αν εσύ αληθινά,που η Τροιζηνιώτισσα σ᾽ έκαμε η Αίθρα, Θησέα,τον Ποσειδώνα έχεις κύρη σουτον κοσμοσείστη, μπρος, ρίξου στη θάλασσα,μες στο παλάτι του,60και το χρυσό δαχτυλίδι μου αυτό, που στολίζει το χέρι μου,φέρ᾽ το απ᾽ τα βάθη ξανά.Κι έτσι θα δειςαν ο τρανός γιος του Κρόνου μ᾽ ακούει, σαν του κάνω μια δέηση,που όλα τα ορίζει, κι αυτός κυβερνά τη βροντή.»

Πλάτωνος "Φαίδρος" (ή περί καλού ηθικός – περί του ωραίου ηθικός)

Αποτέλεσμα εικόνας για Πλάτωνος "Φαίδρος" 1.      ΕΙΣΑΓΩΓΗ ( επιλεγμένα αποσπάσματα) 
 
  • ·    Ο απώτερος σκοπός της πλατωνικής παιδείας, η θέα της ιδέας και η μετάληψη της ψυχής από αυτήν, αυτός είναι και το βαθύτερο θέμα του «Φαίδρου». Η ιδέα, το αίώνιο τούτο αγάπημα της ψυχής, με όλη της τη λαμπρότητα και η ψυχή  όλο τον αγωνιστικό της μόχθο που καταβάλλει για να ανέβει ως τη βαθμίδα της ιδέας, αυτά είναι και εδώ οι δυο πόλοι του μύθου και της διαλεκτικής. Ούτε καμιά απόκρυφη διδασκαλία, ούτε καμιά μυστικόπαθη έκσταση της ψυχής υπάρχει εδώ, αλλά το κατακάθαρο φέγγος της ιδέας και ο αυχμηρός έρως της ψυχής, κυβερνημένος όμως από την ένθεη νοημοσύνη, αυτή που φέρνει την ψυχή ενώπιον της ιδέας. 1
 
  • ·    Ως θεμέλιο της πολιτείας μπήκε τώρα η παιδεία. Γιατί τίποτε άλλο δε σώζει την αθηναϊκή πολιτεία από τη μέλλουσα καταστροφή της. Η παιδεία όμως βασίζεται επάνω στο αντικειμενικό αγαθό της αρχαίας επιστήμης. Κι αυτή τέλος έρχεται από την ιδέα του αγαθού. Είναι αμετακίνητη πίστη για τον Πλάτωνα ότι η αλήθεια και η έννοιά της δεν εξηγούνται, ούτε έχουν αξία δίχως την ιδέα του αγαθού. Αυτή είναι η γεννητική πηγή της αλήθειας και της ουσίας.1
 
  • ·    Η «Πολιτεία», γραμμένη με απόλυτο αυτοπεριορισμό και εσωτερική αυταπάρνηση του Πλάτωνος, ζητάει από τον άνθρωπο και τον πολίτη να παρατήσει κάθε τι που εναντιώνεται προς το γενικό καλό…Το πάθος, με όλα τα σκοτεινά του παραμορφώματα και αντικλασικά του αποβλάσταρα, δεν έχει καμιά θέση μέσα στην πολιτεία του μέτρου και της κλασικής ισορροπίας. Το ιερό όμως πάθος, εκείνο που ενεργεί πέρα από το σταθερό της οικοδόμημα, το ένθεο πάθος που αγγίζει την αιωνιότητα και φέρνει από τους θεούς είδηση προς τους ανθρώπους της πολιτείας για το τι είναι δικαιοσύνη και τι αδικία, τούτο το πάθος όχι μόνο δεν αποδιώχνεται, αλλά είναι και καλόδεχτο. .. Πρέπει να θεωρήσουμε βέβαιο ότι η Πολιτεία του Πλάτωνος όταν ήρθε στο φως θα εγέννησε την αντιπάθεια πολλών εναντίον του, αλλά και ελάχιστοι θα κατάλαβαν το νόημά της. Η Αθηναϊκή πολιτεία ήταν τόσο νοσούσα, ώστε δεν ημπορούσε πια να ξεγερέψει. Και οι πόνοι από την ενδεχόμενη πλατωνική επέμβαση της φαίνονταν αφόρητοι. Για τούτο και έμεινε με την αρρώστια της.2-3
 
  • ·    Αν μείνουμε στην εμπειρική εικόνα της ψυχής, τότε πρέπει να ειπούμε ότι η ψυχή είναι ένα θέατρο παθών, αντιθέσεων και συγχύσεων, όπως είναι περίπου και η πολιτεία στη συνηθισμένη εμπειρική της κατάσταση. Τούτο το γεγονός θέλει να παραστήσει ο Πλάτων στα πρώτα βιβλία της Πολιτείας, θέλει να εκφράσει με όσο γίνεται μεγαλύτερη λογική αυστηρότητα τη δυσαρμονία των δυνάμεων της ψυχής εφόσον αυτή απαίδευτη και βάναυση ξεχύνεται μέσα στο ευρύτατο πεδίο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. 6
 
  • ·    Το επιθυμητικό κατακερματίζει την ψυχή ενώ ο νους την ενώνει. Αλλά η ψυχή είναι και το επιθυμητικό και ο νους. Η αντίθεση αυτή είναι η ριζικώτερη αντινομία της ψυχής και φαίνεται ότι είναι αγεφύρωτη. Μόνον όταν ο νους ημερώσει το πάθος της επιθυμίας είναι δυνατή η γεφύρωση και τότε όμως δεν θα είναι απόλυτη, γιατί η επιθυμία είναι ακοίμητη και μπορεί σε οποιαδήποτε στιγμή όταν εύρει την ψυχή αφρούτητη από το νου να σπάσει την εξουσία του και να αρχίσει πάλι την πολυκίνητη και πολύμορφη ζωή της. .. Για τούτο και η πολιτεία που κινείται από την επιθυμία των ανθρώπων και συντίθεται από όλα τα παρακόλουθα πάθη της, δεν είναι ποτέ ένα οριστικά δεδομένο μόρφωμα, όπως είναι τα φυσικά όντα, αλλά γίνεται ακατάπαυστα με την αδιάκοπη προσπάθεια του νου να δαμάσει όλες τις φυγόκεντρες δυνάμεις και τάσεις της ψυχής των ανθρώπων. Η πολιτεία δεν είναι ποτέ έτοιμη, αλλά γίνεται πάντοτε. Και η τάση της προς το καλό είναι ατερμάτιστη και η πτώση της προς το κακό επίσης δεν έχει τέλος. 7
 
  • ·    Η οικονομική ζωή  που θεμελιώνεται από την επιθυμία δεν αποτελεί τη βάση της πολιτείας, ούτε πάλι εκείνοι που παράγουν και κερδίζουν είναι κανένα χωριστό, ανεξάρτητο σώμα. Κατά βάθος, η οικονομική ζωή δεν έχει δική της νομοτέλεια και κανόνα, αυτά πρέπει να αναζητηθούν στις γενικές αρχές της κοινωνικής ζωής. Η συμμετρία των δυνάμεων και τάσεων της ψυχής του ανθρώπου είναι το πρόβλημα της πολιτείας, με αυτήν στέκει ή πέφτει η πολιτεία. Δεν υπάρχει μονοσήμαντη ερμηνεία της πολιτείας, δηλαδή μόνο από την οικονομική πλευρά όπως γίνεται σήμερα.8
 
  • ·    Ο νους ημερώνει το πάθος δίχως να το καταδυναστεύει. Αυτή είναι η έννοια της κλασικής ηθικής των Ελλήνων και το νόημα της πολιτικής αρετής. Η μια δύναμη, το πάθος, είναι συνάλληλη με την άλλη, το νου. Δεν είναι απλώς το ένα δίπλα στο άλλο ανεξάρτητα, ούτε τίθεται το ένα βάναυσα και βίαια κάτω από το άλλο, αλλά το καθένα είναι συντελεστής για την οικοδόμηση της προσωπικότητας… Όχι να αφανίσει την επιθυμία αλλά να την εμφανίσει πειθαρχημένη έρχεται ο νους… Σωφροσύνη δεν είναι δυνατή παρά μόνο όταν αυτή υπάρχει και σε κείνο που άρχει και σε κείνο που άρχεται. Δηλαδή η σωφροσύνη είναι σύνθεση και όχι βία, ούτε επιβολή. Και μέσα στην απειροδύναμη ποικιλία της πολιτείας μέσα στην ατελεύτητη πολυειδία και πολλότητα της ζωής της πολιτείας, σωφροσύνη δεν σημαίνει να καταπνιγεί η πολυμορφία και η πολυφωνία, αλλά να αρμοστεί προς έναν ενιαίο σκοπό, προς μια αντικειμενική ιδέα, την ιδέα της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. 9
 
  • ·    Δεν είναι η πλατωνική πολιτεία απ’ αρχής αντι-ευδαιμονική, αλλά την κατέχει η πεποίθηση ότι η ευδαιμονία προέρχεται από τη δικαιοσύνη. .. Η γνώση του αγαθού και η συνακόλουθη πράξη, αυτές ασφαλίζουν και στον άνθρωπο τη μόνη δυνατή ευδαιμονία, αυτήν που η αξία της είναι σταθερή.10
 
  • ·     Η ηδονή, είτε είναι σωματική είτε ψυχική και πνευματική έχει χαρακτήρα ολότελα υποκειμενικό. Τούτο σημαίνει ότι είναι μέτρο του εαυτού της και δεν ημπορεί να γίνει μέτρο κανενός άλλου πράγματος. κατά βάθος όμως – και τούτο είναι απόκτημα της πλατωνικής διαλεκτικής- η ηδονή ούτε του εαυτού της δεν ημπορεί να γίνει μέτρο. Το μέτρο της έρχεται από την άλλη δύναμη της ψυχής, το λογιστικό. 11
 
  • ·    Τέχνη του λόγου και έρως είναι το διπλό θέμα του διαλόγου. Παιδεία , φιλοσοφία και φιλία μεταξύ του δασκάλου και του μαθητή αναπτύσσουν το θέμα τούτο… Η παλαιά πάλη της διαλεκτικής με τη ρητορική και τη σοφιστική που άρχισε κυρίως με το « Γοργία» με το άνοιγμα της Ακαδημίας, η πάλη δηλαδή της Ακαδημίας προς τη ρητορική και τη σοφιστική, αυτή είναι που κινεί ολόκληρο το διάλογο από την αρχή ως το τέλος. Η πρόοδος όμως από το  « Γοργία» ως το «Φαίδρο» είναι ότι  ο Πλάτων έχει κατακτήσει και την ψυχολογία, τη μελέτη της ψυχής. Ο δάσκαλος πρέπει να μελετήσει καλά την ψυχή του μαθητή, και ό,τι ειπεί να είναι ομόλογο με αυτήν. Πρέπει ο λόγος και η ψυχή να αρμόζεται το ένα με το άλλο. Αλλιώς ο λόγος είναι κενός και ρητορικός.  15
 
  • ·    Ο Σωκράτης που εξέρχεται με το Φαίδρο από την Αθήνα, δεν είναι άλλος παρά ο Πλάτων ο ίδιος, αυτός που τώρα εκεί κάτω στο άλσος της Ακαδημίας μαζί με άλλους σοφούς  παιδεύει τους έφηβους της  Αθήνας, όσοι βέβαια κατόρθωσαν να σωθούν από τη ρητορική και την κοινή λογογραφία, από αυτήν που και το θεό της Ακαδημίας, όχι μόνο το παιδευτικό της έργο, τον έρωτα, τον κατεβάζει στη στάθμη της βάναυσης ηδονής και κατά βάθος τον υβρίζει. 19
 
  • ·    Πολλοί νέοι που αγάπησαν στην αρχή τη φιλοσοφία, όταν είδαν πόσο τραχύς είναι ο μόχθος της διαλεκτικής και πόσο μακρόχρονη είναι η πλατωνική παιδεία, άλλαξαν γνώμη και άφησαν την Ακαδημία, έτρεξαν προς τους λογογράφους και τους μικροτεχνίτες της γλώσσας. 20
 
  • ·    Η βάναυση αττική παιδεραστία που τόσο έντονα καταδικάζεται από τον Πλάτωνα στο «Χαρμίδη», στο «Συμπόσιο» και στο «Φαίδρο», δεν έχει καμιά σχέση με τη δαιμόνια πλατωνική έλξη του ώριμου πνευματικού ανθρώπου προς τον ευέλπιδα νέο, αυτόν που λάμπει από ομορφιά και πνευματικότητα, αυτόν που θα παραλάβει τον καρπό του πνεύματος και θα τον καλλιεργήσει μέσα στην ψυχή του, που θα γίνει πνευματικός κληρονόμος του δασκάλου και θα τον ξεπεράσει, όπως έγινε από τον Πλάτωνα ως προς το Σωκράτη, από τον Αριστοτέλη ως προς τον Πλάτωνα. Οι Μούσες της Ακαδημίας δεν στέκουν δίχως τον ΄Ερωτα .21
 
  • ·    Ό, τι ονομάζει ο Πλάτων στο «Φαίδρο» «ψυχαγωγία» δηλαδή αγωγή της ψυχής, τούτο ακριβώς το κατόρθωνε ο φιλόσοφος με την ελκτική πειστικότητα των λόγων του και τον ένθερμο έρωτα προς τη νεότητα που συνόδευε το λόγο του. Και  η ποίηση του λόγου του μεγάλωνε από τη συναναστροφή του αυτή με τη νεότητα. 22
 
  • ·    Υπάρχει η γνώμη ότι ο Πλάτων μετά την έκδοση της «Πολιτείας» και την αδιάφορη ή και εχθρική υποδοχή που της έκαμε το κοινό της Αθήνας, παραιτήθηκε από την πρόθεση να αναμιχθεί στα πολιτικά και αφοσιώθηκε ακόμα περισσότερο στο καθαρά πνευματικό του έργο. Όμως ο Πλάτων ποτέ δεν εχώρισε το πολιτικό από το πνευματικό του έργο και αυτό είναι ακριβώς το κύριο γνώρισμα της πλατωνικής παιδείας, ότι το πνεύμα και η πολιτική είναι αχώριστα. Και η Ακαδημία του Πλάτωνος ήταν ακριβώς ο όμιλος όπου πνεύμα και πολιτική, επιστήμη και ζωή είναι αχώριστα. 23
 
  • ·    Στο «Φαίδρο» είναι ο Σωκράτης μόνος του , αυτός κρατάει όλο το βάρος του λόγου. Και κάτι περισσότερο, ο Σωκράτης ομολογεί εδώ, αντίθετα με το γνωστό του «ουκ οίδα», « πλήρες πως, ω δαιμόνιε, το στήθος έχων αισθάνομαι». Αυτός που τίποτε δεν κάτεχε και ολοένα ζητούσε τη γνώση, ομολογεί τώρα εδώ, ότι έχει το στήθος του γεμάτο. 25
 
  • ·    Όποιος θέλει να σπουδάσει φιλοσοφία και επιστήμη, αυτός πρέπει να αγαπήσει και να αγαπηθεί, να αγαπήσει το δάσκαλο και να αγαπηθεί από αυτόν. Η αγάπη όμως αυτή είναι πέρα από τη βάναυση επιδίωξη που βάζει ο λόγος του Λυσία, όπως είναι και πέρα από το χρηματικό κέρδος που συνόδευε το παιδευτικό έργο του Πρωταγόρα, η αγάπη αυτή ιδρύει ηθική σχέση μεταξύ διδασκάλου και μαθητή, ιδρύει την πνευματική φιλία, κι αυτήν εκφράζει η παλινωδία. 27
 
  • ·    Το συγκλονιστικό βίωμα της ψυχής του φιλοσόφου, όπου αυτός θεάζεται την ιδέα και συνυπάρχει με αυτήν, «θεάσθαι και συνείναι», τούτο παριστάνεται εδώ με όλα τα μέσα της μεγάλης τέχνης. Πέρα από την κάθε ορατή, απτή και αισθητή μορφή και εικόνα, που γίνεται όμως σύμβολο της αιώνιας μορφής, η ψυχή δεν έχει σχήμα, χρώμα , αφή που δεν έχει ό,τι έχουν τα άλλα και γι αυτό πεθαίνουν. Η ιδέα έχει την αθανασία. Κι αυτή είναι που με τον έρωτά της αποζητάει η ψυχή. 30
 
  • ·    Είναι πολλά τα κοινά σημεία του «Φαίδρου» με τον «Φάουστ». Όπως ο «Φαίδρος» είναι το σημείο της ακμής του αρχαίου κλασσικού λόγου, το ίδιο είναι και το έργο τούτο του Γκαίτε, το σημείο ακμής του νεώτερου ευρωπαϊκού λόγου. 30
 
  • ·    Είναι πλάνη να επιχειρεί κανείς να ερμηνεύσει την εικόνα της προσωπικότητας του Πλάτωνος μόνο από μια άποψη, έστω μόνο την ποιητική-καλλιτεχνική, όπως είναι ο τελευταίος συρμός, ή μόνο από την λογική-επιστημονική, όπως ήταν μια γενεά πριν. Το πλατωνικό κείμενο και φιλοσόφημα έχει ταυτόχρονα πολλές όψεις, αισθητική, διαλεκτική, μεταφυσική, θρησκευτική, πολιτική, μαθηματική, μυθική. Ο Πλάτων δεν είναι ούτε ένας ποιητής που έγινε απλώς φιλόσοφος, ούτε ένας φιλόσοφος που έγινε απλώς ποιητής. Είναι απ’ αρχής ως το τέλος πολυδύναμη προσωπικότητα. 33
 
  • ·    Αλλά εδώ έγκειται η μεγάλη γοητεία της γλώσσας του Πλάτωνος, ότι κατορθώνει με την πολυειδία του ύφους της δίχως να χάνει την πλαστική της ενότητα, να παρουσιάζει ανθρώπους και νοήματα τόσο ανάγλυφα ενώπιόν μας, ώστε να γεννάει μέσα μας την  αίσθηση ότι  ζούμε κι εμείς τώρα μαζί με τους ανθρώπους της εποχής του, ότι ακούμε την υψηλή τους γλώσσα και συνομιλούμε μ’αυτούς. 34
 
  • ·    Ποτέ όμως δεν πρέπει να λησμονούμε, όταν σπουδάζουμε πλατωνικά κείμενα, ότι ο Πλάτων είναι φιλόσοφος όχι με τη λόγια έννοια των μεσαιωνικών ή και των νεότερων φιλοσόφων, αλλά με την πρωταρχική  έννοια, την ελληνική, όπου ο φιλόσοφος συναναστρέφεται τους ανθρώπους άμεσα, όπως ο γιατρός τους ασθενείς του, και ταυτόχρονα είναι εγγύτατα προς τους θεούς. Για τούτο αυτός πρέπει να είναι ο νομοθέτης και κυβερνήτης της πολιτείας των ανθρώπων. Επίσης ο αρχαίος φιλόσοφος συναναστρέφεται με εσωτερικότητα και βαθύτατη φιλία την αιώνια φύση, θαυμάζει τη γόνιμη πλαστικότητά της και χαίρεται το αιώνιο κάλλος της. Μέσα όμως από όλα αυτά τα είδη των σχέσεων η άρχουσα ενέργεια του φιλοσόφου είναι η θέαση, η εσωτερική εποπτεία και όχι η τυπική λογική, που συχνά απομαραίνει και τα αντικείμενα και το υποκείμενο της γνώσης. 35
 
  • ·    Ο τέταρτος αιώνας συζητεί για την αρετή, ενώ ο πέμπτος την κάτεχε ακόμα. Απέναντι στο ανάστημα του πέμπτου αιώνα αισθάνονται τώρα οι άνθρωποι τη μικρότητά τους και την ένδειά τους, και ζητούν να την αναπληρώσουν με τη λογική. Κι εδώ όμως ο Πλάτων είναι πάνω από την εποχή του, γιατί διέγνωσε ότι μόνο με τη λογική δεν ιδρύεται η αρετή. Χρειάζεται και κάτι άλλο, ίσως μια θεία μοίρα, κι αυτήν προσπαθεί κι εδώ στο «Φαίδρο» να την αρμόσει με τη διαλεκτική. Δίχως αυτή τη συντυχιά της θείας μανίας και του λόγου δεν υπάρχει μεγάλη προσωπικότητα, ούτε αρετή, ούτε τίποτε άλλο μεγάλο. Και ο Σωκράτης, ο άνθρωπος του πέμπτου αιώνα, είναι ακριβώς ο εγγυητής αυτής της διπλής όψης που έχει η ψυχή του ανθρώπου, της μαντευτικής και της λογικής, της μυθικής και της διαλεκτικής, της ποιητικής και της διανοητικής. Οι δυο μεγάλοι φιλόσοφοι, Πλάτων και Αριστοτέλης, που ως ανδριάντες υψώνονται μέσα στον τέταρτον αιώνα, είναι πολύ πάνω από την εποχή τους και αισθάνονται πολύ μεγαλύτερη απόσταση από αυτήν παρά ό,τι έχει από την εποχή του οιοσδήποτε άλλος μεγάλος του πέμπτου και του έκτου αιώνα. Η ζωή γύρω τους είναι  διαλυμένη, η αρμογή των δυνάμεων δεν υπάρχει πια και η κλασικότητα είναι χάρισμα μόνο ολίγων εκλεκτών που ο πόνος τους είναι τόσο μεγάλος, ώστε είναι σα να γέρνουν κι αυτοί προς το λυκόφως, ωσάν μέσα τους να υπάρχει ο σπόρος για τη μετακλασική εποχή, που ακολουθεί ύστερα απ’αυτούς. Και πράγματι ο Αριστοτέλης είναι το κλασικό όριο που χωρίζει την κλασική από τη μετακλασική εποχή. 39
 
  • ·    Όλοι σχεδόν οι διάλογοι του Πλάτωνος δείχνουν αυτόν τον αγώνα. Η σοφιστική με τα ρητορικά της παρακλάδια από το ένα μέρος και η φιλοσοφία με τη διαλεκτική και τον έρωτά της από το άλλο αντιμάχονται πώς να κερδίσει η καθεμιά την ψυχή της νέας γενιάς. 40
 
  • ·    Έτσι φανερώνεται πώς γενικά η νεότητα της εποχής παράδινε την ψυχή της στη σοφιστική και τη ρητορική με την υπόσχεση που λάβαινε ότι θα παραλάβει την τέχνη του λόγου, δηλαδή την τέχνη να κυβερνάει ανθρώπους και προπαντός την πολιτεία. Αυτό το ιδανικό είχε υποσχεθεί πρώτα η σοφιστική και ύστερα το παρακλάδι της η ρητορική στη νεότητα. 47
 
  • ·    Ο Σωκράτης και ο Φαίδρος συμφωνούνε να πάνε κατά τον Ιλισσό, όπου με την ησυχία τους να καθίσουν να αναγνώσουν το λόγο. Και αποφασίζουν να πάνε κατά πώς πάει το νεράκι του Ιλισσού, για να δροσίσουν τα πόδια τους. Τυχαίνει να είναι και οι δυο ξυπόλυτοι, πράγμα συνηθέστατο για το Σωκράτη και σπάνιο για το Φαίδρο. Βλέπουν από μακριά μια πανύψηλη πλατάνα και αποφασίζουν να πάνε προς αυτήν , όπου θα εύρουν και ίσκιο και αεράκι και χλόη για να καθίσουν. Καθώς προχωρούν λοιπόν ο Φαίδρος θέτει στο Σωκράτη το ερώτημα σχετικό με τη μυθολογία του τοπίου: είναι εδώ το μέρους όπου ο Βορέας άρπαξε την Ωρείθυια; 48
 
  • ·    Εκείνο που κυρίως τον ξεχωρίζει από τους «σοφούς» αυτούς είναι τούτο: ότι προσπαθεί να γνωρίσει τον εαυτό του. Νοιάζεται κατά πως ορίζει το Δελφικό ρητό, να καταλάβει τι είναι ο άνθρωπος, ποια είναι η ουσία του. Η κατανόηση της ουσίας του ανθρώπου είναι αίτημα που μόνον από τους Δελφούς ήταν δυνατόν να προβληθεί. Και το έργο του Σωκράτη έχει ακριβώς δελφικό, απολλώνειο χαρακτήρα. 50
 
  • ·    Ο Σωκράτης και ο Φαίδρος φτάνουν τέλος στο μέρος που θέλουν. Ιδού η πλατάνα με τον πυκνό της ίσκιο και δίπλα της οι όμορφες λυγαριές με τον ανθό και την ευωδιά τους. Και κοντά εκεί η ολοκάθαρη πηγή με το δροσερό νεράκι. Και γύρω αγάλματα θεών και κόρες. Είναι  πραγματικά ιερός τόπος. Έπρεπε να είναι ιερός, γιατί εδώ τώρα μέλλει να γίνει μια μυσταγωγία, να υμνηθεί ένας θεός, και περισσότερο ακόμη, πρόκειται να υμνηθούν όλοι οι θεοί και ο υπερουράνιος τόπος, όπου εδρεύει το γένος τους, δηλαδή τώρα θα υμνηθούν οι ιδέες του Πλάτωνος. 51
 
  • ·     Ο δρόμος της ελληνικής φιλοσοφίας άρχισε από τη φύση. Αυτήν εζήτησαν πρώτα να καταλάβουν οι προσωκρατικοί. Η σοφιστική έπειτα και προ παντός ο Σωκράτης έφεραν τη φιλοσοφία προς τον άνθρωπο. Αυτόν ζητάει τώρα η φιλοσοφία να καταλάβει. Ο Πλάτων όμως συνδέει την ανθρωπογνωσία του Σωκράτη με την καινούργια θεώρηση του κόσμου που είναι ταυτόχρονα αισθητική και μεταφυσική. 52
 
  • ·     Η απάντηση που κατόρθωσε να δώσει ο πραγματικός Σωκράτης στο ερώτημα τι είναι δίκαιον, τι είναι αρετή, τι είναι άνθρωπος, ήταν η «έννοια». Και την ερώτηση και την απάντηση του Σωκράτη ο Πλάτων τα διατηρεί, αλλά θέτει ακόμα ένα πρόσθετο ερώτημα: τι σημαίνει να ρωτάει κανείς «τι εστιν;» Μ’ αυτή την δεύτερη ερώτηση έφθασε ο Πλάτων από τη μονοσήμαντη σωκρατική έννοια στην πολυσήμαντη ιδέα, στο αιώνιο αρχέτυπο των όντων. Από την ιδέα αυτή καταυγάζεται τώρα η ψυχή του Πλάτωνος και είναι σημαντικό ότι ο διάλογος που θα μας φανερώσει τόσο πανηγυρικά, ποιητικά και σχεδόν ιερατικά την ιδέα, γίνεται μέσα στον ανοιχτό ορίζοντα του αττικού τοπίου. Τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος και το πρόβλημά του δεν είναι δυνατόν να μείνουν εκεί  όπου τα άφησε ο πραγματικός Σωκράτης. Ο Σωκράτης εχώρισε κάπως τον  άνθρωπο από τη φύση και αδιαφόρησε για τη δεύτερη. Ο Πλάτων όμως ενώνει ξανά τον άνθρωπο με τη φύση, με τον κόσμο, από την υψηλή σκοπιά της ιδέας. Δεν γυρίζει ο Πλάτων στην απλή φυσιοκρατία, αλλά από τη νοητή σκοπιά που λέγεται ιδέα, ενώνει τον άνθρωπο με τη φύση. Ο δρόμος λοιπόν προς τη φύση περνάει τώρα μέσα από την ιδέα, γιατί μόνον από αυτήν ημπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος και τον εαυτό του και τη φύση, να ιδεί την αξία τους και να πλέξει το μύθο τους. 53
 
  • ·    Και στο «Φαίδρο» όπως και στο «Συμπόσιο», ο πραγματικός έρως, η βάση της παιδείας, που κατευθύνεται και κατευθύνει προς τα αντικειμενικά αγαθά, όπου δεν υπάρχει φθόνος, και αντιπροσωπεύεται από το Σωκράτη, αντιτίθεται προς το βάναυσο εγωιστικό και φθονερό έρωτα που αντιπροσωπεύουν ο Αλκιβιάδης και ο Λυσίας. 59
 
  • ·    Κατόρθωσε ο Λυσίας να αποκαλύψει την ουσία του θέματος  όπως το έβαλε; Και για να αμβλύνει κάπως την οξύτητα του ερωτήματος προσθέτει ο Σωκράτης με την αττική του ευγένεια, ότι αν πρέπει, θα το παραδεχτεί προς χάρη του Φαίδρου, δηλαδή για να μην τον πικράνει. Ίσως η μηδαμινότητά του, έτσι λέει, δεν τον άφησε να προσέξει ότι ο Λυσίας κατόρθωσε και στην ουσία του θέματος που έβαλε να φανεί πολύ δυνατός. 65
 
  • ·    Ποτέ άλλοτε και πουθενά αλλού δεν λατρεύθηκε ο λόγος τόσο, όσο στον τόπο και στον καιρό που γεννήθηκε, δηλαδή στην Ελλάδα την αρχαία εποχή. 68
 
  • ·    Ο «Φαίδρος» είναι πράγματι ολυμπιακό αγώνισμα του Πλάτωνος, είναι η νίκη των απολλωνείων δυνάμεων της ψυχής του, του φωτός και του νου, του ηνιόχου της ψυχής επάνω στις άλλες δαιμόνιες δυνάμεις, τις άκαμπτα διονυσιακές. 69
 
  • ·    Το  είναι να μάθει κανείς να σκέπτεται. Για κάθε πράγμα μία είναι η αρχή, αν θέλει κανείς να το σκεφτεί καλά. Πρέπει να γνωρίζει καλά τι πράγμα είναι αυτό που  έρχεται να εξετάσει με το νου του (237b-c) . Αν κανείς περιφρονήσει αυτή την αρχή και επιχειρήσει να μιλήσει ή να γράψει θα πέσει έξω, οτιδήποτε ζήτημα κι αν έχει να πραγματευθεί. 73
 
  • ·    Από το ένα μέρος υπάρχει ο λόγος, η τέχνη, η επιστήμη του Σωκράτη, από το άλλο υπάρχει η εμπειρία, η τριβή του σοφιστή. Το γνώρισμα της επιστήμης είναι να ορίσει τη φύση του αντικειμένου και να δύναται να δίνει λόγο για το αντικείμενό της, ενώ η εμπειρία δουλεύει με εικόνες και περιστρέφεται σε ό, τι συνήθως συμβαίνει. 74
 
  • ·    Πρέπει να καταλάβουμε ότι υπάρχουνε μέσα μας δυο δυνάμεις. Η μία είναι έμφυτη, η επιθυμία, που μας κατευθύνει προς την ηδονή και η άλλη είναι η επίκτητη, η ορθή γνώμη που ζητά να μας οδηγήσει σε ότι είναι σωστότερο και καλύτερο. (237 d)
 
  • ·    Όταν εξουσιάζει την ψυχή μας η σωστή γνώμη την επικράτηση αυτή την ονομάζουμε σωφροσύνη. Όταν μας κυριεύει η επιθυμία και μας σέρνει αλόγιστα προς την ηδονή, αυτό το λέμε ακολασία, «ύβριν». 75
 
  • ·    Η διαλεκτική είναι το δώρο των θεών προς τους ανθρώπους (Φιλ. 16c). Το αντίθετο της θείας αυτής τέχνης είναι η εριστική. 75
 
  • ·    Όταν λοιπόν η άλογη επιθυμία, που λέγεται εδώ έρως , υποτάξει τη σωστή γνώμη του ανθρώπoυ, αυτή που ζητάει το ορθό και παρασύρει την ψυχή στην απόλαυση της ομορφιάς που έχει το σώμα, τότε έχουμε ό,τι εδώ ονομάζεται έρως (238b,c). Ορίζεται δηλαδή εδώ καθαρά το αντικείμενο του λόγου του Λυσία. Είναι ο βάναυσος, πάνδημος έρως, που τόσο κατακρίθηκε στο «Συμπόσιο», είναι ο «παιδικός έρως»  σε όλη του την υβριστικότητα. Αυτόν τον  έρωτα ο Πλάτων τον αντικαθιστά στην παλινωδία, αλλά και σε όλο το διάλογο, με την ευγενική αγάπη ου δασκάλου προς τη νεότητα, προς την ψυχή της νεότητας. Η ρητορική μεταχειρίζεται αυτόν το βάναυσο έρωτα, όχι η φιλοσοφία. Δεν είναι ο φιλόσοφος έρως αλλά ο τύραννος (Πολ. 573b)
 
  • ·    Καταμεσήμερα θα  ειπωθεί η παλινωδία, την ώρα ακριβώς που όλα μέσα στην κάψα του καλοκαιριού σιωπούν, είναι σε λήθαργο και μόνο ο Πάνας αγρυπνεί. Αυτήν την ώρα είναι και ο Σωκράτης άγρυπνος, όπου το λιοπύρι και το δριμύ φως μεταβάλλει όλη την Αττική σε αληθινό ζώπυρο του πνεύματος, την ώρα όπου όλη η άλλη Αθήνα πέφτει σε λήθαργο της μεσημβρίας «ώσπερ τα πρόβατα». Τώρα είναι η μεσημβρία «η καλουμένη σταθερά», όχι μόνο της ημέρας , αλλά και της πλατωνικής φιλοσοφίας, είναι το σημείο της ακμής του Πλάτωνος, όπου θα φανερωθεί όλος ο πυρωμός της ψυχής του. 94
 
  • ·    Έτσι, λόγος και δαίμων, λογική και συναίσθηση συμπληρώνονται αμοιβαία, δεν εναντιώνονται η μια στην άλλη. Μαζί, και τα δυο, όπου υπάρχουν, απαρτίζουν την πλήρη προσωπικότητα, τη δαιμόνια, τη σωκρατική και πλατωνική. Τούτο είναι που δεν καταλαβαίνει πια η σύγχρονη, «διαφωτισμένη» παιδεία του καιρού μας, ότι η ψυχή έχει και βάθος εξωλογικό και ότι ίσως το βάθος αυτό αξίζει άλλο τόσο όσο και το λογικό της. Η ίδια δύναμη, αυτή είναι η γνώμη του Πλάτωνος, που είναι αρχή για όλα, η ψυχή, που έρχεται από τη μεγάλη ψυχή του παντός, του σύμπαντος, αυτή που ενώνεται με το σώμα και το διαμορφώνει και το ομορφαίνει, αυτή που ως εσωτερική κίνηση, ως διάνοια έχει τη γνώση , η ίδια είναι και μαντευτική, Μαντεύει πράγματα που ο λόγος ούτε να τα εικάσει δεν μπορεί. 98
 
  • ·    Απ’ αυτόν τον έρωτα η σχέση του εγώ και του εσύ, του ώριμου και του έφηβου, θα αποκτήσει το πραγματικό πλήρωμα του πνεύματος. Και τότε θα ανοιχθεί η κατεύθυνση προς την ιδέα, προς το αντικειμενικό αγάπημα της ψυχής των ανθρώπων που θέλουν να μορφώσουν ή να μορφωθούν… Κάλλος και καλοσύνη είναι για τον Έλληνα αχώριστα. Αυτός, ο φιλόσοφος, θα είναι ο μεγάλος εραστής της νεότητας. 99
 
  • ·    «Γενικά μαθαίνει κανείς μόνον απ’εκείνον που αγαπάει», λέγει ο Γκαίτε, ο οποίος κρατήθηκε πιστός, όπως σε τόσα άλλα, και σε αυτό το πλατωνικό θέμα. 100
 
  • ·    Έτσι έπραξαν και οι μεγάλοι μύθοι της «Πολιτείας», του «Φαίδωνος» και του «Συμποσίου». Αποκάλυψαν το βάθος των προβλημάτων. Παράστησαν ο πρώτος τη δικαιοσύνη και αδικία, ο δεύτερος τη ζωή και το θάνατο και ο τρίτος τον έρωτα. Το ίδιο θα γίνει τώρα με το μεγάλο μύθο περί ψυχής, έρωτος και ιδέας που θα ειπεί ο Σωκράτης. Θα αποκαλυφθούν πράγματα απίθανα για την τυπική λογική. «Δεινοίς « απίστευτα, «σοφοίς» όμως πιστευτά (245c) Είναι και ο μύθος ένα είδωλο της αλήθειας, δεν είναι η ίδια η αλήθεια. Αλλά ο πλατωνικός μύθος είναι τίμιο είδωλο της αλήθειας (εικός μύθος). 104
 
  • ·    Απέναντι στα πολλά είδη του αισθησιακού πάθους, απέναντι στα είδη της «ύβρεως» που αρίθμησε ο πρώτος λόγος, η παλινωδία αντιτάσσει τα γόνιμα είδη της μανίας, την προφητική, την καθαρτική, την ποιητική και την ερωτική. 118
 
  • ·    Και, όπως λέγει εδώ στο Φαίδρο, η γλώσσα κάνει τη γυμνή σκέψη που γυρίζει μέσα στο νου μας κάπως αόριστη, να γίνει οριστική και σαφής. Αλλά ήδη ο Παρμενίδης αντιτάχθηκε με σφοδρότητα στην τυφλή εμπιστοσύνη προς τα ονόματα και ο λόγος του ακούγεται τώρα από τον Πλάτωνα. « Για τούτο είναι απλά ονόματα ό,τι οι θνητοί έθεσαν πιστεύοντας πως είναι αληθινά». .. Το «όνομα», γενικά το ονομάζειν είναι όργανο. Και ο Πλάτων βλέπει το όργανο τούτο κατά το πρότυπο των οργάνων της χειρωνακτικής εργασίας. Ό,τι είναι η σαΐτα για τον υφαντή, το ίδιο είναι το όνομα για την ψυχή… Και εφόσον η δαιμονία φύσις , ο «δαίμων» είναι μεταξύ των ανθρώπων και του θεού, όπως ο έρως, το ίδιο είναι και η γλώσσα «μεταξύ» δηλαδή, ανήκει στην ενδιάμεση εκείνη σφαίρα της ζωής , όπου και όλα τα αγαθά του πολιτισμού.121
 
  • ·    Ο άνθρωπος είναι απ’αρχής καλλιτέχνης με την απλή του παρουσία, εφόσον αυτή φανερώνει μια εσωτερική αρμονία και τάξη της ψυχής που εικονίζεται στο σώμα, στην κίνηση, στην ομιλία, γενικά σε όλο το φέρεσθαι. Τούτο είναι άμεσο φανέρωμα αρετής. Άμεση λοιπόν παρουσίαση της εσωτερικής ουσίας και αρετής, αισθητή, ένυλη παράσταση του εσωτερικού, τούτο είναι κατά βάθος καλλιτεχνία. 127
 
  • ·    Γιατί το «αγαθόν» γεννιέται μόνον από την τάξη και την αρμονία μέσα μας, από τη συμφωνία των αντιθέτων δυνάμεων… Όταν κατορθώσει κανείς να υποτάξει μεμονωμένα και σκόρπια φαινόμενα σε μια άρχουσα ιδέα και να τα φανερώσει, τότε δεν ικανοποιεί μόνο τη διάνοιά του, η οποία φύσει ζητάει την ενότητα, αλλά ταυτόχρονα ικανοποιεί και ένα αισθητικό συναίσθημα, το συναίσθημα της μορφής. 129
 
  • ·    «Όποιος μπορέσει να αναμίξει τη μουσική με τη γυμναστική, την παιδεία με την υγεία και με πολύ μέτρο να τα προσφέρει στην ψυχή, αυτόν αξίζει να τον πούμε τέλειο καλλιτέχνη και μουσουργό, πολύ περισσότερο παρά εκείνον που γνωρίζει να συντονίζει τις χορδές τη μία με την άλλη» (Πολιτεία 412α). Αυτή είναι λοιπόν η αξία της ποιητικής τέχνης κατά τον Πλάτωνα και αυτή η τέχνη δεν γίνεται ποτέ δίχως τη μανία, δίχως τον ενθουσιασμό. 132
 
  • ·    Ό,τι κινείται αφ’εαυτού του και ες αεί, τούτο είναι οπωσδήποτε αθάνατο. Ενώ ό,τι κινεί κάτι άλλο και κινείται επίσης από άλλο, τούτο έχει τέλος στην κίνησή του και στη ζωή του. Ζωή και κίνηση είναι τα δυο κύρια γνωρίσματα της ψυχής.135
 
  • ·    Ορίζει λοιπόν ο Πλάτων την ψυχή ως κίνηση, ως αυτοδύναμη αρχή και κίνηση και απ’ αυτήν  ερμηνεύει το σύμπαν, προ παντός την κίνηση του σύμπαντος. Ζωή και ψυχή υπάρχουν εκεί όπου κάτι κινείται.137
 
  • ·     Η κίνηση λοιπόν που κινεί τον εαυτό της έχει τον ίδιο ορισμό με την ψυχή. Αρκεί αν πούμε ότι ο ορισμός της ψυχής είναι: η κίνηση που κινεί τον εαυτό της.138
 
  • ·    Όταν ο Πλάτων ύστερα από το «Φαίδρο» θα γράψει το «Σοφιστή» θα ορίσει εκεί τη νόηση ως «ψυχής προς εαυτήν διάλογον». Επίσης η μάθηση είναι σωτήρια κίνηση της ψυχής, δηλαδή εσωτερική κίνηση που παρακολουθεί τον εαυτό της και δεν αφήνει ποτέ τον εαυτό της.139
 
  • ·    Εδώ δηλαδή στην αυτενέργεια και αυτονομία της ψυχικής ζωής που δηλώνεται από τον Πλάτωνα ως αυτοκίνηση είναι η ρίζα της αριστοτελικής «εντελέχειας». Ό,τι κινεί τον εαυτό του είναι αδύνατο να είναι τίποτε άλλο εκτός από την ψυχή.139
 
  • ·    Ο γιος  του Σισύφου και της Μερόπης, ο Γλαύκος, βρέθηκε γύρω στην αθάνατη πηγή και «κατελθών εις αυτήν αθανασίας έτυχε». Αλλά επειδή δεν μπόρεσε να δείξει την πηγή αυτή σε άλλους, ρίχτηκε στη θάλασσα και η μοίρα του είναι να περιτρέχει τους αιγιαλούς όλους και τα νησιά μια φορά το χρόνο. Ο Γλαύκος ανακάλυψε την ουσία της ψυχής, την αιωνιότητά της και συνειδητοποίησε την αλήθεια της αλλά δεν μπόρεσε να φανερώσει την ουσία της και σ’ άλλους, έτσι έγινε θαλάσσιος δαίμων. 140
 
  • ·    Ψυχή και ιδέα, νους και ίδωμα είναι εδώ στενά συναρτημένα. Έτσι η έννοια της ψυχής η έννοια του υποκειμένου στον Πλάτωνα, φωτίζεται και καθαρίζεται από την αντικειμενικότητα της ιδέας… Η γνώση της ιδέας από την ψυχή είναι και αυτή κατακάθαρη, δηλαδή ολότελα νοερή. Τούτο πρέπει να το καταλάβουμε καλά, ψυχή και ιδέα αποτελούν μια γνωστική συνάρτηση. Η γνώση έτσι γίνεται το κεντρικό πρόβλημα της πλατωνικής φιλοσοφίας… Ο προορισμός της ψυχής είναι τώρα να μεταλάβει από τον πλούτο της ιδέας , να μελετήσει το βάθος της τόσο όσο είναι το νόημα της ιδέας. 142
 
  • ·    Έτσι ο κόσμος του εγώ από αυθαίρετος που φαινόταν πριν, εμφανίζεται τώρα ως απύθμενη αρχή νοερής ζωής και μυστικής αγάπης προς ό,τι είναι αληθινό και όμορφο. Έρχεται δηλαδή τώρα η ψυχή στην πραγματική της αυτοσυνείδηση, αποβάλλει την αβέβαια και ανυπεύθυνη «μυθικότητά « της, καθώς επίσης και την αστάθεια όπου την είχε οδηγήσει η σοφιστεία και η αντιλογική. .. Η ζωή της Αθήνας και η πολιτεία της είναι δυνατό να σωθούν μόνο όταν γίνει αυτή η επιστροφή στην πραγματική έννοια της ψυχής. ..Ο Πλάτων χρησιμοποιεί τώρα τα παλαιά σύμβολα της ορφικής μυστηριακής σοφίας, αλλά τους  δίνει καινούργιο ολωσδιόλου εσωτερικό περιεχόμενο. Όπως στην ορφική θρησκεία έτσι και στην πλατωνική φιλοσοφία η λαχτάρα του ανθρώπου, ο ίμερος, συγκεντρώνεται γύρω στην ψυχή και τη μοίρα της. Αλλά η ψυχή τώρα δεν είναι ουσία φυλακισμένη μέσα στο σώμα, όπως στους ορφικούς, είναι δαιμόνια και δημιουργική  δύναμη και δίνει ζωή και στο ίδιο το σώμα, είναι πλαστική αρχή του παντός. Και τώρα δηλαδή στην πλατωνική σύλληψη της ψυχής υπάρχει η αντινομία σώματος και ψυχής. Το βάρος του σώματος εναντιώνεται στην τάση της ψυχής να ομοιωθεί με τη θεότητα. Αλλά τώρα πρόκειται για ηθική αντινομία, όχι για θρησκευτική όσο κι αν ο Πλάτων χρησιμοποιεί τα σύμβολα της δεύτερης για να εκφράσει το νόημα της πρώτης. Τούτο γίνεται όμως μόνο στους μύθους του και ποτέ στη διαλεκτική του… Δεν υπάρχει εδώ σκοτεινός μυστικισμός. Ο παλαιός ορφικός λόγος ότι η ψυχή πρέπει να ελευθερωθεί από το σώμα, γίνεται δεκτός και από τον Πλάτωνα αλλά το νόημά του αλλάζει. Ο φιλόσοφος με την απελευθέρωση της ψυχής από το σώμα εννοεί ότι η ψυχή πρέπει να καταλάβει την εσωτερική της ενότητα και να στραφεί προς την κατανόηση των ιδεών. Απ’ αυτή τη λογική εσωτερίκευση της ψυχής είναι δυνατόν να αλλάξει και η ζωή της πολιτείας αν και πρέπει ο άνθρωπος να γνωρίζει ότι το κακό ως σταθερό αντίμαχο του καλού δεν μπορεί ποτέ να καταστραφεί, να λείψει… Η ιδέα λοιπόν του καθαρμού από θρησκευτική που ήταν στον ορφισμό γίνεται τώρα φιλοσοφική, γνωστική. 143-4
 
  • ·    Απέναντι σε αυτό που δείχνουν οι αισθήσεις και που απλώς «φαίνεται», έχει η ψυχή μέσα της εκείνο που νοεί και που πράγματι είναι.Το νοητό και αόρατο είναι τώρα το όντως όν. Η οικεία κίνηση της ψυχής, η κίνηση προς τα μέσα αρχίζει με την καθαρή γνώση, δηλαδή τη γνώση της ιδέας… Στο Φαίδρο μάλιστα η τέχνη του Πλάτωνος πανηγυρίζει την κατάκτηση αυτή και γονιμοποιεί όλα τα παλαιά σύμβολα, ορφικά, πυθαγόρεια και ολυμπιακά, για να εκφράσει παραστατικότατα το μεγάλο βίωμα της ψυχής και του έρωτος. 147
 
  • ·    Στο Φαίδρο γίνεται πραγματικά η αποκατάσταση της ψυχής, εδώ αναδύεται ο Γλαύκος από τη θάλασσα και εορτάζει την ανάστασή του, ξαναβρίσκει την «αρχαία φύσιν» του δηλαδή την παλαιά του ενότητα και πληρότητα.148
 
  • ·    «Λέμε λοιπόν πως μοιάζει (η ψυχή)με τη σύδετη δύναμη που έχουν ένα ζευγάρι φτερωτά άλογα μαζί με τον ηνίοχο» (Φαίδρος, 246α).. Ό,τι ονομάζουμε προσωπικότητα δηλαδή κέντρο νοημοσύνης, συνυφασμένο με βουλητικές και επιθυμητικές δυνάμεις που το αντιμάχονται, τούτο ακριβώς θέλει ο Πλάτων να παραστήσει με την εικόνα του φτερωτού συμπλέγματος. .. Τα στοιχεία που απαρτίζουν την προσωπικότητα είναι παρόντα σε όλη τους την πληρότητα και αποτελούν ενότητα πολυδιάστατη, αλλά κυβερνημένη από την ενιαία αρχή, από το θεοείκελο ηνίοχο, δηλαδή το νου. 151
 
  • ·    Ωφέλεια και βλάβη έχουν για τον Πλάτωνα εσωτερική σημασία. Ωφέλεια είναι ταυτόσημη με το οπωσδήποτε «αγαθόν» και βλάβη και το οπωσδήποτε «κακόν». Η 0μορφιά ωφελεί γιατί είναι η αισθητή παράσταση, η ένυλη παρουσία του αγαθού, του μέτρου, της ευγένειας. Όμορφο είναι το υγιές, το ανεπιτήδευτο, το απλό με όλη του την ποικιλία. Όμορφο είναι εκείνο που μορφώνει την ψυχή , άσχημο εκείνο που τη διαστρέφει. Η ομορφιά είναι κατά τον Πλάτωνα αισθητή έκφραση του αγαθού συνδυασμένη με την αλήθεια. Δεν είναι η απλή ηδύτητα ταυτόσημη με την ομορφιά, αλλά αυτή προκαλεί την εντύπωση μόνο της ομορφιάς. Το ηδύ και το αγαθό είναι διαφορετικά. Συχνά όμως το ηδύ μας ξεγελάει να το νομίζουμε αγαθό. Όταν όμως η ηδονή φύγει, τότε το ηδύ μεταβάλλεται στο αντίθετό του. 124
 
  • ·    Κατά την αρματοδρομία των ψυχών πρώτος πορεύεται ο Ζεύς, ελαύνοντας το φτερωτό του άρμα και διακοσμώντας τα πάντα. Ύστερα από αυτόν ακολουθεί ολόκληρη στρατιά από θεούς και δαίμονες, συνταγμένη σε ένδεκα μέρη (246e) Οι δαίμονες είναι οι ανθρώπινες ψυχές που ακολουθούν η καθεμία το δικό της θεό, αυτόν που είναι σύμφωνος με το χαρακτήρα της. Σημασία έχει εδώ ότι οι ιδέες, δηλαδή το αγαθόν, το σοφόν, το καλόν είναι υψηλότερα και από τα αθάνατα ζώα, τους θεούς. 156
 
  • ·    Ο Πλάτων κατασκευάζει την εικόνα της αρματοδρομίας, όπου οι θεοί πορεύονται εντός του ουρανού και θεάζονται τα τρισμάκαρα οράματα και περάσματα και τους ακολουθεί όποια ψυχή ανθρώπινη θέλει και όποια μπορεί γιατί ο θεός δεν κρατάει ποτέ κανέναν μακριά από την τρισμάκαρη αυτή θέα. Ο φθόνος δεν έχει καμιά θέση μέσα στη χορεία των θεών. «Φθόνος γαρ έξω θείου χορού ίσταται» (247α).159
 
  • ·    Όλες οι ψυχές έχουν τον έρωτα να ανέβουν εκεί ψηλά, «γλιχόμεναι μεν άπασαι του άνω». (248b). 163
 
  • ·    Είναι χαρακτηριστικό ότι τονίζεται στο «Φαίδρο» ότι η ψυχή μένει κάτω από την αψίδα του ουρανού εξ αιτίας του ηνιόχου, «κακία ηνιόχων» δηλαδή απο κακή οδηγία και παιδαγωγία… Όλος ο μύθος της ψυχής του «φαίδρου» και όλη η διαλεκτική πορεία της Πολιτείας στηρίζονται επάνω σε αυτή την προϋπόθεση, ότι μέσα στον άνθρωπο υπάρχουν δυο στοιχεία, ένα άγριο και ένα ήμερο, τα άλογα και ο ηνίοχος και η παιδεία έγκειται στην ημέρωση του πρώτου από το δεύτερο…» Η αιτία που πάνε με πολλή σπουδή να ιδούνε πού είναι το πεδίο της αλήθειας είναι πως από το λιβάδι εκεί πέρα βγαίνει η τροφή που αρμόζει στο καλύτερο μέρος της ψυχής, πως και των φτερών το φύτρωμα που φέρνουν ανάλαφρα ψηλά την ψυχή, τρέψεται με αυτή την τροφή»(248b)166
 
  • ·     Ο νόμος της Αδράστειας είναι: «όποια ψυχή γίνει συνοδίτισσα θεού και θωρήσει κάτι από τα αληθινά, αυτή να μένει απείραχτη από το κακό ως το άλλο κυκλογύρισμα. Αν πάντοτε μπορεί τούτο να το κάνει, πάντοτε να μένει άβλαφτη» (248c). 167
 
  • ·    Είναι νόμος όποια ψυχή είδε τα πιο πολλά, να φυτευτεί σε σπέρμα ενός που θα γίνει φιλόσοφος ή φίλος της ομορφιάς ή δουλευτής των Μουσών και του Έρωτος (248.d) Η δεύτερη κατά σειρά ψυχή είναι νόμος να φυτευτεί σε σπέρμα ενός που θα γίνει φιλόνομος βασιλιάς ή που θα είναι καλός στον πόλεμο ή που θα είναι ικανός να κατέχει εξουσία. Η Τρίτη κατά σειρά σε σπέρμα ενός που θα γίνει πολιτικός ή οργανωτής, ή που θα αποκτήσει πολλά. Η τέταρτη σε κανέναν που θα του αρέσει η γυμναστική ή γιατρός. Η Πέμπτη θα κάνει ζωή μαντευτική η ιεροτελεστική. Στην έκτη αρμόζει η ζωή ποιητή ή καλλιτέχνη. Η έβδομη θα κάνει ζωή τεχνίτη ή γεωργού, η όγδοη θα γίνει σοφιστής και δημοκόπος και η ένατη θα γίνει τύραννος (248 d-e). 168
 
  • ·    Ας πούμε το ίδιο νόημα λογικά και όχι μυθικά: ο βίος της ψυχής εξαρτάται από την παιδεία που θα λάβει και από την ικανότητά της να ανακαλύψει μέσα της την ιδέα… «Μονάχα η ψυχή εκείνου που φιλοσόφησε χωρίς δόλο ή εκείνου που αγάπησε τα παιδιά με φιλοσοφία κάνει φτερά και γυρίζει στην πηγή της μέσα σε τρις χιλιάδες χρόνια»  170
 
  • ·    Η ψυχή δεν θα γινόταν ποτέ άνθρωπος αν δεν είχε ιδεί την αλήθεια.( 249 b) Και εφόσον κάποτε την είδε, έχει τη δυνατότητα να την ξαναδεί. Με απλά λόγια: ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να βρει από μέσα του την έννοια των όντων. ΄Ανθρωπος είναι ακριβώς το όν που καταλαβαίνει ό,τι λέγεται με τη μορφή της έννοιας (249b). 171
 
  • ·    «Και τούτο είναι η ανάμνηση που έχουμε για κείνα που είδε κάποτε η ψυχή μας όταν πορεύθηκε μαζί με το θεό της κι όταν εσήκωσε τα μάτια πάνω από αυτά που λέμε πως υπάρχουνε κι ανυψώθηκε εκεί όπου είναι η αληθινή ουσία (249c)Αυτή τη θέα καθώς έρχεται στον κόσμο τη χάνει αλλά μέσα στο σκοτάδι της λήθης της η ψυχή μένει ό,τι είναι,, δηλαδή η ενότητα εκείνη του νου που δύναται να γυρίσει στη γνώση. Έτσι με την ανάμνηση ο Πλάτων εκφράζει ένα από τα βασικότερα προβλήματα του πνεύματος: τον εσωτερικό του σύνδεσμο του νου με την έννοια, τον αντικειμενικό σύνδεσμο της ψυχής με την ιδέα. 172
 
  • ·    Όρος κατά τον Πλάτωνα για να επικοινωνήσει κανείς με την αισθητή ομορφιά των σωμάτων και των ενύλων μορφών, είναι να έχει σεβασμό προς αυτήν. Τούτο είναι τόσο βασικό για τον Πλάτωνα ώστε όχι μόνο αποκλείει και απορρίπτει την αισθησιακή παιδεραστία, αλλά και την αγάπη προς το άλλο φύλο και την παιδογονία. 180
 
  • ·    Την ώρα που η ψυχή, ο εραστής έχει τα μάτια του ριγμένα επάνω στην ομορφιά του παιδιού, «μέρη» της ομορφιάς του έρχονται από κεί, «επιόντα» και «ρέοντα», μέσα της και γι αυτό δα τα μέρη αυτά τα είπανε «ίμερον». Κατασκευάζει έτσι τη λέξη «ίμερος» από συλλαβές των τριών λέξεων σε εισαγωγικά.182183
 
  • ·    Ακούγεται εδώ μέσα από τις γραμμές του Πλατωνικού λόγου ο έρως του φιλοσόφου προς  την «φιλόσοφον και ηγεμονικήν φύσιν» του Δίωνος. Ο Πλάτων μετέδωκε στον Δίωνα τον έρωτα για τη φιλοσοφία και η σχέση που γεννήθηκε μεταξύ τους ήταν όπως ακριβώς περιγράφεται εδώ. Ο Πλάτων ό,τι δέχτηκε από τον Σωκράτη το μετάδωσε στο Δίωνα….. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο μια φορά μεταχειρίζεται την ονομαστική «Ζευς». Όλες τις άλλες φορές μεταχειρίζεται το όνομα τούτο στη γενική. 185
 
  • ·    Ο αληθινός έρως είναι έρως παιδείας, παιδαγωγικός, μορφωτικός. ΄Εχει την τάση  και τον αντικειμενικό σκοπό να υψώσει τη μνήμη του αγαπημένου και να τον αναγκάσει να ενωθεί με το θεό της… Παιδεία είναι μόρφωση του αγαπημένου κατά την εικόνα του θεού που ακολούθησαν άλλοτε και οι δυο, εραστής και αγαπημένος, Σωκράτης και έφηβος. 186
 
  • ·    Μέτρο λοιπόν της παιδείας είναι όχι ο άνθρωπος, αλλά ο θεός, δηλαδή η αιώνια και σταθερή ιδέα. « Κατά τον θεόν ιόντες ζητούσι τον σφέτερον παίδα πεφυκέναι (253 b). 187
 
  • ·    Τα τρια μέρη της ψυχής, τα δυο ιππόχορφα και το ένα με τη μορφή του ηνιόχου,, πρέπει να τα κρατήσουμε καλά χωρισμένα στο νου μας, αν θέλουμε να καταλάβουμε τι θα πει ο Σωκράτης… Πρέπει να γυρίσουμε πάλι προς την «Πολιτεία», όπου ο Πλάτων έκαμε τη μεθοδική, διαλεκτική τριχοτόμηση της ψυχής σε επιθυμία, θυμό και νόηση.188
 
  • ·    ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗΝ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» ΕΊΝΑΙ ΌΤΙ ΚΑΙ Ο ΝΌΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΊΑΣ ΚΑΙ Η ΠΑΙΔΕΊΑ ΚΑΤΑΤΕΙΝΟΥΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΣΚΟΠΟ: ΝΑΙ ΜΗΝ ΑΦΗΝΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΥΣ ΕΩΣ ΟΤΟΥ ΒΑΛΟΥΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ , ΙΔΡΥΣΟΥΝ ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ ΜΙΑ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ», ΔΗΛΑΔΉ ΜΙΑ ΤΑΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΕΓΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΝ ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ ΕΝΑ ΦΥΛΑΚΑ ΚΑΙ ΑΡΧΟΝΤΑ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΟΝ ΗΝΙΟΧΟ, ΤΟ ΝΟΥ, ΤΟΤΕ ΠΙΑ ΝΑ ΑΦΗΝΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ. 189
 
  • ·    Πρέπει λέγει ο Σωκράτης, να ομολογηθεί ότι «μέσα στον καθένα μας υπάρχουν τα ίδια είδη, οι ίδιες δυνάμεις της ψυχής που υπάρχουν και μέσα στην πολιτεία». 190
 
  • ·    Ο συνδυασμός παιδείας και γυμναστικής, αυτός φέρνει σε αρμονία το λογιστικό και το βουλητικό. Ο νους δυναμώνει και τρέφεται με όμορφους λόγους και καλά μαθήματα, με τις επιστήμες, ο θυμός πάλι μετριάζεται και μερώνει με μουσική και γυμναστική.191
 
  • ·    Αυτός ο σκληρός αγώνας που ονομάζεται έρως, γιατί όπως γνωρίζουμε από το «Συμπόσιο»  ο έρως δεν είναι απαλός, αλλά σκληρός και αυχμηρός και ανυπόδητος. Είναι ανδρείος και σύντονος, επιθυμητής της σοφίας , δεν είναι σοφός, αλλά φιλόσοφος (Συμπόσιο, 203d). Είναι ό,τι είναι και ο ίδιος ο Σωκράτης. 192
 
  • ·    Έτσι γίνεται η πάλη μέσα στην προσωπικότητα . Κι αυτή η πάλη είναι ο έρως, η πάλη μεταξύ του ηνίοχου- καθώς αυτός ακολουθιέται από το κακό άλογο, το θυμό- και του κακού αλόγου. Γίνεται πάλη, ποια από τις δυο δυνάμεις να πάρει την εξουσία της ψυχής; Εκείνη που θεάζεται το κάλλος, το «ερωτικόν όμμα» και τρέφεται από αυτό και φέρνει από αυτό τη μνήμη της προς το αιώνιο κάλλος ή εκείνη που δεν έχει μνήμη αλλά όλο απληστία και αλαζονεία κατευθύνεται με ορμητικότητα προς την ηδονή.193
 
  • ·    Και συνεχίζει ο Αθηναίος των «Νόμων»: « Ο ένας όμως αυτός δεν έχει μέσα του δυο αντίθετους και άφρονες συμβούλους που τους ονομάζομε  ηδονή και λύπη; Και μαζί με αυτούς τους δυο έχει ακόμα και γνώμες για τα μέλλοντα που το γενικό τους όνομα είναι ελπίδα και αυτή χωρίζεται σε δυο, σε φόβο και θάρρος, ο φόβος ως προσδοκία της λύπης, το θάρρος ως προσδοκία του αντιθέτου. Και κοντά σε όλα αυτά είναι ο λογισμός που κρίνει τι από αυτά είναι καλύτερο ή χειρότερο. Αυτός ο λογισμός όταν γίνει απόφαση γενική της πολιτείας ονομάζεται νόμος». (Νόμοι, 643d).197
 
  • ·    «…Γιατί η όψη της ψυχής , «η της διανοίας όψις», αρχίζει να βλέπει με οξύτητα όταν πια παύει η ακμή των ματιών του σώματος» (Συμπόσιο, 219c). 200
 
  • ·    Κανείς άλλος αρχαίος φιλόσοφος δεν κατόρθωσε να γονιμοποιήσει τόσο τα παλαιά, θρησκευτικά βιώματα των ορφικών και των Πυθαγορείων όσο ο Πλάτων και ταυτόχρονα να μετατρέψει το νόημά τους από το θρησκευτικό, μυθικό προβληματισμό προς το διαλεκτικό, φιλοσοφικό, όπου με πραότητα και βαθύτητα οικοδομείται ο ψυχικός κόσμος και πληρούται με νοήματα αντικειμενικά.204
 
  • ·    Οι ψυχικές και πνευματικές δυνάμεις που εμφανίζονται και αναπτύσσονται μέσα στη συνειδητή ζωή του ανθρώπου, δεν δημιουργούνται κατά τον Πλάτωνα τη στιγμή που γεννιέται ο άνθρωπος, αλλά έρχονται από πολύ μακριά ή όπως εκφράζεται ο Φαίδων, πρέπει να ήταν πάντα… Ό,τι ονομάζουμε εδώ μέσα στη ζωή γνώση, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανάληψη της επιστήμης που είχαμε προτού έρθουμε στη ζωή… Η μάθηση γενικά δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανάμνηση. (Φαίδων, 75e-76a). .. Και όλη η αγωγή και παιδεία έχει σκοπό να αποκαταστήσει την ενότητα της προσωπικότητας, να την επαναφέρει στην αρχή της.207
 
  • ·    «Φύσις» εδώ είναι ό,τι ακριβώς ο Αριστοτέλης ονόμασε ύστερα εντελέχεια. Αυτό είναι η κύρια έννοια της ελληνικής φιλοσοφίας και παιδείας. Μορφώνεται και παιδεύεται κάτι που υπάρχει απ’ αρχής μέσα μας. Μ’ αυτό πλησιάζουμε πάλι την έννοια του έρωτος, γιατί έρως κατά βάθος είναι η τάση της ψυχής να επιστρέψει στην αρχή της, στην προαιώνια πνευματική καταβολή της…Για να παρουσιάσει ο Πλάτων αυτό το θεμελιακό νόμο της παιδείας μεταχειρίζεται την έννοια της παλαιάς παιδεραστίας του δωρικού έρωτος που όσο κι αν είχε καταπέσει στην εποχή του τέταρτου αιώνα σε βάναυσο ηδονισμό, όμως ήταν ένας ιστορικός μύθος με μεγάλο θρύλο, γιατί συμβόλιζε τη σχέση του νέου με τον ώριμο πολεμιστή για να μάθει την πολεμική τέχνη και να παιδευθεί σε όλη τη σκληρότητα του πολεμικού βίου.208
 
  • ·    «Να, λένε πως τα τζιτζίκια ήταν κάποτε άνθρωποι, προτού ακόμα να γεννηθούν οι Μούσες. όταν όμως γεννηθήκανε οι Μούσες και πρωτοφάνηκε το τραγούδι, τόσο πια μερικοί απ’αυτούς τους τότε ανθρώπους τα χάσανε από την τέρψη, ώστε τραγουδώντας αμέλησαν να φάνε και να πιούνε και σιγά σιγά, χωρίς να το νιώσουν, πεθάνανε. Απ’ αυτούς τότε γεννήθηκε το γένος των τζιτζικιών, παίρνοντας αυτό το βραβείο από τις Μούσες. Να μην έχει αφ’ ότου γεννηθεί καμιά ανάγκη για τροφή, αλλά χωρίς να τρώει και να πίνει να αρχίζει ευθύς να τραγουδάει ώσπου να πεθάνει» . « Τα τζιτζίκια πηγαίνουν ύστερα στις Μούσες και τους φέρνουν την είδηση ποιος από τους ανθρώπους εδώ κάτω και ποια απ’ αυτές όλες τιμάει».(Φαίδρος, 259 b,c) .225
 
  • ·    Το κυριότερο όργανο που διακρίνει το φιλόσοφο από τον εριστικό και ρητορικό είναι η διαλεκτική μέθοδος, η τέχνη να σχηματίζει έννοιες λογικώς ορθές και πρακτικώς χρήσιμες… Ώστε πάντοτε το έργο της διαλεκτικής είναι αμφίπλευρο, είναι συναίρεση και διαίρεση των εννοιών. Ορίζουμε κάτι μόνο όταν κατορθώσουμε να το υποτάξουμε σε μια γενική έννοια, δίχως όμως τούτο να χάσει την ατομικότητά του. Από το ορισμένο αντικείμενο πρέπει να προχωρήσουμε με το νου μας προς το είδος και από αυτό προς το γένος. Από το γένος πάλι πρέπει να έχουμε τη δύναμη να κατέβουμε λογικά ως τα τελευταία όρια του λογικού διαχωρισμού. Έτσι γεννιέται ένα σύστημα εννοιών όπου μέσα η έννοια που ζητούμε κατέχει ορισμένη θέση.  243-244.
 
  • ·    Το σύμπαν δεν είναι για τον Πλάτωνα υλικός μηχανισμός, όπως θεωρείται σήμερα. Ο κόσμος είναι για τον αρχαίο Έλληνα στον πυρήνα του πνευματικός, ενώ σήμερα τίποτε δεν είναι τόσο αντίθετο με την αυστηρή επιστημονική έρευνα, όσο να αναμίξει κανείς αισθητικές και ηθικές απόψεις με την επιστήμη. Η Αναγέννηση κατόρθωσε να ιδεί τον κόσμο ως καλλιτέχνημα, και αυτή είναι η υπεροχή της απέναντι της σημερινής, άψυχης θεωρίας του κόσμου. Η Αναγέννηση ήταν η τελευταία μεγάλη αναλαμπή του αρχαίου πνεύματος και κατάλαβε τον Πλάτωνα προς όλες τις διαστάσεις. Ο κόσμος είναι κατά τον Πλάτωνα νομοτέλεια. Η νομοτέλεια αυτή δεν είναι τυφλή, αλλά ρυθμίζεται από τον πνευματικό δεσμό της ιδέας. Ο κόσμος δεν είναι μόνο λογικός, αλλά και όμορφος (Τίμαιος, 29α). 259
 
  • ·    Και ο βασιλιάς Άμμων είπε στον εφευρέτη: Πολύτεχνε Θεύθ… τα γράμματα στις ψυχές εκείνων που θα τα μάθουν θα φέρουν λησμονιά, γιατί αυτοί θα παραμελήσουν να ασκούνε άμεσα τη μνήμη. Θα εμπιστεύονται στη γραφή και θα φέρνουν τα πράγματα απ’ έξω στη μνήμη τους με τα ξένα σημάδια, όχι από μέσα, από τον εαυτό τους τον ίδιο. Δεν ευρήκες λοιπόν το φάρμακο της μνήμης αλλά ένα άψυχο, εξωτερικό σημάδι που εξ αιτίας του θα ατροφήσει και η μνήμη. Κι ό,τι έφερες θα παρασύρει τους ανθρώπους και θα προτιμάνε τη δόκηση και όχι την αλήθεια. 277
 
  • ·    Η συγγραφική και διδακτική πείρα του Πλάτωνος συγκεντρώνεται μέσα σ’ αυτούς τους λόγους που πράγματι μόνο το στόμα του Σωκράτη θα μπορούσε να προφέρει με τόση κατηγορηματικότητα, γιατί μόνο αυτός περιφρόνησε τόσο το γραπτό λόγο, ώστε δεν καταδέχτηκε να γράψει ποτέ τίποτε… Αλλά και ως το τέλος του βίου το ο Πλάτων γράφει. «Τόσο όμως μπορώ να ειπώ για όλους όσοι γράφουν ή θα γράψουν και όσοι λένε πως γνωρίζουν καλά τα πράγματα που εγώ σπουδάζω είτε γιατί τα άκουσαν από μένα είτε γιατί τα βρήκαν μόνοι τους. ..Δικό μου τουλάχιστον σύγγραμμα δεν υπάρχει κανένα γι αυτό το πράγμα ούτε θα υπάρξει ποτέ, γιατί τούτο είναι όλως διόλου ανείπωτο και δεν είναι ωσάν τα θέματα των άλλων επιστημών, αλλά από την πολλήν επικοινωνία με το ίδιο το πράγμα και από τη συνάφεια μαζί του, έξαφνα σαν από μια σπίθα που ανασπίθισε, γεννιέται μέσα στην ψυχή ένα φως, που μόνο του πια θρέφει τον εαυτό του» (Πλάτωνος επιστολή, Ζ,341 cd). 279
 
  • ·    «γιατί , προσθέτει τώρα εδώ στο Φαίδρο ο Σωκράτης, αυτό δα το κακό έχει καλέ μου Φαίδρε, το γράψιμο και μοιάζει μα την αλήθεια με τη ζωγραφική. Κι αυτής τα έργα στέκονται μπροστά σου ωσάν να είναι ζωντανά, αλλά αν τα ρωτήσεις σιωπούνε με πολλή σπουδαιότητα» (275 d).. Ο γραπτός λόγος χρειάζεται ερμηνευτή γιατί ο πατέρας του , ο δημιουργός του, δεν είναι παρών. Κι όταν ο λόγος καταγραφεί κυλιέται παντού, όμοια και σε κείνους που τον νιώθουν και σε κείνους που δεν τους ταιριάζει καθόλου.280
 
  • ·    Ο Σωκράτης άνοιξε το δρόμο, που οδηγεί κατ ευθείαν με τον έμψυχο λόγο από ψυχή σε ψυχή. Τούτο μένει και τώρα εδώ το πρωταρχικό. Αλλά υπάρχει και η τέχνη του γραπτού λόγου, υπάρχει η παγκάλη παιδιά, κι αυτήν ο Πλάτων την ύψωσε όσο κανείς άλλος… Ο Πλάτων γράφει γιατί κινείται από μια θεία μανία, από βαθύτατο ερωτικό ενόρμημα είναι που κινείται ο γραπτός του λόγος.283
 
  • ·     Δύο λοιπόν είναι τα μεγάλα και συγκλονιστικά βιώματα της ψυχής του Πλάτωνος που τον αναγκάζουν να κρίνει με τόση αυστηρότητα όλη την πνευματική παραγωγή του λαού του, το ένα είναι αρνητικό, τραγικό, η αποσύνθεση του αιώνα του, η αρχή της παρακμής που τη ζει με ένταση προφητική, και το άλλο είναι θετικό, το βίωμα της αλήθειας, η φιλοσοφία, αυτή που ποτέ άλλοτε δεν βρέθηκε σε τόσο ύψος και σε τόση κλασικότητα όση τώρα. Η πολιτεία των Αθηναίων κατά τον αιώνα του Πλάτωνος και γενικά το ελληνικό γένος έχουν ανάγκη από αληθινή παιδεία για να μπορέσουν να σωθούν. Και δεν είναι τυχαίο ότι στον Πλάτωνα παρουσιάζεται πρώτα πρώτα η έννοια του ελληνικού γένους. 289
 
  • ·     Ο διάλογος δεν έγινε ποτέ, είναι έργο του Πλάτωνος και ο φιλόσοφος τον έγραψε όταν ήταν περίπου εξήντα ετών δηλαδή τριάντα χρόνια περίπου ύστερα από το θάνατο του Σωκράτη.Ο διάλογος είναι υψηλή πλατωνική ποίηση όπου μέσα πλέκεται το δράμα που άρχισε μεταξύ Σωκράτη και σοφιστικής στην Αθήνα και συνεχίζεται τώρα στον τέταρτο αιώνα μεταξύ Πλάτωνος και ρητορικής. 291
 
     2.    ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ  ΛΕΞΕΙΣ
 
Οδός= υπεραστική οδός #  δρόμος = τόπος όπου έτρεχαν οι νέοι
συγκοριβαντιώντα = συνενθουσιασιώντα
ιδιώτης = άμαθος, άσχετος
διάνοια= το νόημα, η έννοια 
 ρήματα = τα λεγόμενα, επιχειρήματα
χαριστέος = πρέπει να χαρίζεται
πνεύμα= αεράκι
Ωρείθυια και Φαρμακεία = νύμφες του Ιλισσού
φιλόλογος= φίλος, εραστής των (ρητορικών) λόγων
οστρακίνδα= παιχνίδι. τα παιδιά χωρίζονταν σε δυο ομαδες και εχάραζαν μια γραμμή που χώριζε τις δυο ομάδες. Ένα παιδί από τη μια ομάδα, πλησίαζε και πατούσε επάνω στη γραμμή με ένα όστρακο λευκό από τη μια και μαύρο από την άλλη. Ανάλογα με το χρώμα που είχε η κάθε ομάδα, αν το όστρακο έπεφτε με τη μαύρη ή τη λευκή πλευρά προς τα πάνω, τότε έπρεπε να φύγει η ομάδα που είχε το αντίστοιχο χρώμα και η άλλη να τρέξει να την πιάσει.
μυρρίνη= μυρτιά, δέντρο χθονίων θεών.
οιονοϊστική   ετυμολογικό παιχνίδι του Πλάτωνα για τη μαντική, από τις λέξεις: οίησις=γνώση και σκέψη, νους= γενική γνώση, ιστορία= πείρα
ακήρατος= καθαρός
δοξαστός= που νομίζει, δεν γνωρίζει
ίμερος=πόθος
σχολή= ελεύθερος χρόνος
τέττιγες= τζιτζίκια.  Το αρχαίο τραγούδι για τα τζιτζίκια λέει: «Μακαρίζομέν σε τέττιξ, ότι δενδρέων επ’ άκρων, ολίγην δρόσον πεπωκώς, βασιλεύς όπως αείδεις».
ψυχαγωγία= αγωγή της ψυχής. «Ψυχαγωγίαν δε λέγει το έλκειν την ψυχήν εις εαυτήν και πειθώ αυτή εντίκτειν».
διαλεκτικός= κατά τον Πλάτωνα ταυτόσημο με το φιλόσοφος
 
       3.    ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
 
·    ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Κι εμένα δα δε μου μένει καθόλου καιρός γι’ αυτά (τους μύθους). Και η αιτία φίλε μου γι αυτό είναι τούτη: δεν μπορώ ακόμα καθώς λέει το Δελφικό ρητό να γνωρίσω τον εαυτό μου. Μου φαίνεται λοιπόν πως είναι γελοίο εν όσο δεν ξέρω ακόμα τούτο να νοιάζομαι για τα ξένα πράγματα. Γι αυτό λοιπόν τα’ αφήνω αυτά όπως είναι και τα παραδέχομαι όπως όλος ο κόσμος και κάνω ό,τι τώρα δα έλεγα, νοιάζομαι όχι γ’ αυτά αλλά για τον εαυτό μου, να δω μην τυχόν είμαι κανένα θηρίο πιο μπερδεμένο και πιο φουσκωμένο κι από τον Τυφώνα ή κανένα πιο ήμερο και πιο απλό ζώο που του έχει τάξει η φύση να έχει μερδικό από κάποιο θεϊκό κι απλό κλήρο. 230 e
 
  • ·     Και ξέρω δα καλά,πως κανένα από αυτά που έχω μέσα μου δεν το βρήκα μόνος μου με το νου μου, γιατί έχω συνείδηση για την αμάθειά μου. Μένει λοιπόν ακόμα νομίζω να ειπώ από πού ακούγοντας γέμισα σα να ήμουνα πιθάρι με ξένα νάματα. Μα πάλι από νωθρότητα του νου μου και τούτο το λησμόνησα, δηλαδή πώς και από ποιους τα έχω ακουστά.235d
 
  • ·    «γένος μουσικόν το Λιγύων».( 237 e)Ο Ερμείας σχολιάζει ότι υπήρχε ένα έθνος στη Δύση, των Λιγύων, που ήταν τόσο πολύ μουσικόφιλο, ώστε ποτέ δεν πολεμούσαν όλοι μαζί, αλλά κάποιοι πολεμούσαν και οι υπόλοιποι τους τραγουδούσαν.
 
  • ·    Για όλα τα πράγματα παιδί μου μια είναι η αρχή για κείνους που θέλουν να σκεφθούνε καλά. Πρέπει να γνωρίζουν καλά αυτό που είναι να εξετάσουν με τη σκέψη τους, αλλιώς χωρίς άλλο θα σφάλλουνε σε κάθε τι. Μα οι πολλοί λησμονούνε ότι δεν ξέρουν την ουσία του καθενός. Έτσι λοιπόν σα να τους ήτανε γνωστή, δεν έρχονται σε συμφωνία αναμεταξύ των για τον ορισμό της, όταν αρχίσουν τη σκέψη των και άμα προχωρήσουν το πληρώνουν κατά πως πρέπει, γιατί ούτε με τον εαυτό τους, ούτε ο ένας με τον άλλο είναι σύμφωνοι. 237c
 
  • ·    Μέσα στον καθένα μας είναι δυο δυνάμεις που μας κυβερνάνε και μας τραβάνε και που τις ακολουθάμε όπου κι αν μας πάνε. Και η μία είναι έμφυτη, η επιθυμία για τις ηδονές, η άλλη πάλι είναι επίκτητη, η σωστή γνώμη που ζητάει να φθάσει το άριστο. Και αυτές οι δυο μέσα μας άλλοτε πάνε μαζί κι άλλοτε πάλι τα βάζει η μια με την άλλη και πότε παίρνει την εξουσία η μια και πότε η άλλη.238α
 
  • ·    Αισθάνθηκα κάποιο δέος, μην, όπως λέει ο Ίβυκος, « πάρω τιμή από τους ανθρώπους για μια αμαρτία στους θεούς». 242d
 
  • ·    Ο Στησίχορος, όταν έχασε τα μάτια του γιατί κακολόγησε την Ελένη, δεν έμεινε στην άγνοια όπως ο Όμηρος, αλλά επειδή ήταν σωστός δουλευτής των Μουσών, κατάλαβε την αιτία, και κάνει ευθύς το ποίημα:
 
            Δεν είναι αληθινός αυτός ο λόγος.
            Ούτε μπήκες στα καλοκαμωμένα πλοία
            ούτε πήγες στα φρούρια της Τροίας.
 
Και μόλις τέλειωσε το ποίημα που λέγεται παλινωδία, στη στιγμή του ήρθε    ξανά το φως του. 243b
 
  • ·    Όμως τούτο δα αξίζει να φέρουμε για μάρτυρα πως κι από τους παλιούς εκείνοι που έβαλαν τα ονόματα στα πράγματα δεν είχαν τη μανία για κάτι άσχημο, ούτε ντροπή. Γιατί αλλιώς δεν θα σμίγανε με την κατώτερη τέχνη, μ’ αυτήν που κρίνεται το μέλλον, το ίδιο τούτο όνομα και δεν θα την έλεγαν μανική. Μα επειδή ήταν κάτι καλό όταν έρχεται δοσμένη από το θεό της βάλανε το όνομα μ’αυτή τη γνώμη. Οι σημερινοί όμως ακαλαίσθητα έβαλαν μέσα στη λέξη το ταφ και την είπανε μαντική. Γιατί και την τέχνη που έχουνε οι φρόνιμοι, δηλαδή εκείνοι που  ζητάνε να ιδούνε το μέλλον από τα πουλιά κι από τα άλλα σημάδια, επειδή αυτοί προσπορίζουνε με το λογικό στην ανθρώπινη γνώμη νόημα και πείρα, την είπανε οι αρχαίοι οιονοϊστική, αυτήν που τώρα οι νεώτεροι τη μεγαλώνουν επιδεικτικά με το ω και τη λένε οιωνιστική. Όσο λοιπόν τελειότερο και σεβαστότερο είναι η μαντική από την οιωνιστική και το όνομα από το όνομα και το πράγμα από το πράγμα , τόσο ωραιότερη είναι κατά τη μαρτυρία των παλιών η μανία από τη φρονιμάδα, γιατί εκείνη έρχεται από το θεό, ενώ τούτη είναι ανθρώπινη (Στη συνέχεια ο Πλάτων προσδιορίζει τα είδη θεϊκής μανίας: τη μαντική, αυτή που φέρνει την κάθαρση, αυτή που προκαλούν οι Μούσες και τον έρωτα).244d
 
  • ·    «Ψυχή πάσα αθάνατος. Το γαρ αεικίνητον αθάνατον. Το δ’ άλλο κινούν και υπ’ άλλου κινούμενον, παύλαν έχον κινήσεως, παύλαν έχει ζωής. Μόνον δη το αυτό κινούν, άτε ουκ απολείπον εαυτό, ου ποτε λήγει κινούμενον, αλλά και τοις άλλοις όσα κινείται τούτο πηγή και αρχή κινήσεως. Αρχή δε αγένητον.»   Κάθε ψυχή είναι αθάνατη. Γιατί εκείνο που πάντα κινείται είναι αθάνατο, ενώ εκείνο που κινεί κάποιο άλλο και κινείται από κάποιο άλλο, μια που έχει τέλος στην κίνησή του, έχει τέλος και στη ζωή του. Μόνο εκείνο που κινείται  μοναχό του, επειδή δεν αφήνει ποτέ τον εαυτό του, δεν παύει ποτέ να κινείται, αλλά αυτό είναι η πηγή και η αρχή και για την κίνηση των άλλων όσα κινούνται. Η αρχή όμως είναι αγέννητη.245 c-d
 
  • ·    Όλη η ψυχή εξουσιάζει όλο το άψυχο και διατρέχει όλο τον ουρανό, πότε με τη μια πότε με την άλλη μορφή. Κι εκείνη που είναι τέλεια και φτερωτή περνοδιαβαίνει μέσα στον αέρα κι εξουσιάζει τον κόσμο όλο. Εκείνη που θα χάσει τα φτερά της φέρνεται με βία δώθε κείθε, ως που να πιαστεί από κάτι στέρεο. Εκεί μέσα πια μένει, παίρνει γήινο σώμα που μ’ εκεινής τη δύναμη νομίζει πως κινεί το ίδιο τον εαυτό του. Κι αυτό το όλο σύδετο ψυχή και σώμα, το είπανε ζώο και του έδωσαν το παρανόμι θνητό. 246c
 
  • ·    Εκεί μέσα στον ουρανό υπάρχουνε πολλά και τρισμάκαρα οράματα και περάσματα που τα περνοδιαβαίνει το ευτυχισμένο γένος των θεών και καθένας των φροντίζει ό,τι είναι ταγμένο σ’αυτόν. Κι ακολουθάει όποιος ολοένα θέλει και μπορεί γιατί ο φθόνος στέκει έξω από τη χορεία των θεών.247α
 
  • ·    Γιατί το άλογο που έχει την κακοτροπιά βαραίνει και ρέπει βαριά προς τη γη, αν δεν είναι καλά γυμνασμένο από τον ηνίοχο. Κι εδώ είναι ο μόχθος και ο έσχατος αγώνας της ψυχής. Εκείνες βέβαια οι ψυχές που τις λένε αθάνατες, όταν φθάσουνε στην άκρη τη αψίδας, περνάνε πέρα, στέκουν επάνω στο καταράχι του ουρανού και καθώς στέκουν τις πάει γύρω η περιφορά κι αυτές βλέπουνε τα όσα είναι πέρα από τον ουρανό. 247c
 
  • ·    Η άχρωμη και άμορφη κι ανέγγιχτη ουσία που αληθινά υπάρχει που είναι θωρητή μονάχα από τον κυβερνήτη της ψυχής, το νου, που τη ζητάει το γένος της αληθινής γνώσης, είναι σ’αυτόν εκεί τον τόπο. Η διάνοια λοιπόν του θεού επειδή τρέφεται με νου και με κατακάθαρη γνώση και η διάνοια κάθε ψυχής που της είναι γραφτό να δεχθεί εκείνο που της ταιριάζει, όταν ύστερα από μακροχρονιά ιδεί ξανά το  ον το αγαπάει, κι όταν θωρίσει τα αληθινά θρέφεται κι ευφραίνεται ως που η περιφορά να κάμει τον κύκλο της και νάρθει στο ίδιο σημείο.  Σ ‘ αυτό όμως το κυκλογύρισμα θωρεί και την ίδια τη δικαιοσύνη, θωρεί και τη σωφροσύνη, θωρεί και τη γνώση, όχι εκείνη που τη συνοδεύει η γένεση, ούτε εκείνη που είναι άλλη για κάθε πράγμα απ’ όσα τώρα εμείς λέμε πως υπάρχουνε, αλλά την αληθινή γνώση που είναι μέσα σ’εκείνο που αληθινά υπάρχει.247e
 
  • ·    Και οι άλλες (ψυχές) λαχταράνε δα όλες γι’απάνω κι ακολουθάνε μα τους λείπει η δύναμη κι έτσι κάνουν μαζί το γύρο μα κάτω από το θόλο του ουρανού και πατάει η μια την άλλη κι ορμούνε και βάζουνε τα δυνατά τους ποια να πρωτοπεράσει την άλλη. και γίνεται θόρυβος και άμιλλα και χύνεται ο έσχατος ιδρώτας . Κι εδώ από φταίξιμο του ηνίοχου πολλές ψυχές γίνονται ανάπηρες και πολλές σπάζουνε πολλά φτερά. Και όλες ύστερα από πολύ πόνο φεύγουνε αμύητες στη θέα του όντος κα άμα πια φύγουνε τρέφονται με παραστάσεις. 248b
 
  • ·    Όποια ψυχή είδε τα πιο πολλά να φυτευθεί σε σπέρμα ενός που θα γίνει φιλόσοφος ή φίλος της ομορφιάς ή δουλευτής των Μουσών και του Έρωτος. Η δεύτερη σ’ ενός βασιλιά φιλόνομου ή που είναι καλός στον πόλεμο και ικανός να έχει την αρχή. Η τρίτη σ’ενός πολιτικού ή οργανωτού ή κανενός που ποθεί να αποκτήσει πολλά. Η τέταρτη σ’ ενός  που του αρέσει ο μόχθος της γυμναστικής ή κανενός που θα καταγίνεται με τη γιατριά του σώματος. Η πέμπτη θα κάνει ζωή μαντευτική ή ιεροτελεστική, στην έκτη θα ταιριάζει ζωή ενός ποιητή ή κανενός άλλου εικαστικού. Στην έβδομη η ζωή κανενός τεχνίτη ή γεωργού στην όγδοη κανενός σοφιστή ή δημοκόπου, στην ένατη κανενός τυράννου. Κι από αυτούς όλους όποιος κάνει δίκαια ζωή βρίσκει καλύτερη τύχη, όποιος όμως κάνει άδικη ζωή, χειρότερη. Γιατί κάθε ψυχή δεν ξαναγυρίζει εκεί οπούθε έρχεται πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια, γιατί δεν φτερώνεται πριν περάσει τόσος καιρός. Εξαίρεση κάνει μονάχα η ψυχή εκείνου που φιλοσόφησε χωρίς δόλο ή εκείνου που με τη φιλοσοφία αγάπησε τα παιδιά. 249e
 
  • ·    Γιατί ο άνθρωπος πρέπει να καταλαβαίνει ό,τι λέγεται στη μορφή της έννοιας, που βγαίνει μέσα από τις πολλές αισθήσεις και συναιρείται με το λογισμό και γίνεται ένα. Και τούτο είναι η ανάμνηση που έχουμε για κείνα που είδε κάποτε η ψυχή μας, όταν πορεύθηκε μαζί με το θεό κι όταν εσήκωσε τα μάτια της πάνω από αυτά που λέμε τώρα πως υπάρχουνε και ανυψώθηκε εκεί όπου είναι η αληθινή ουσία. Γι αυτό δα, όπως της αξίζει φτερώνεται μονάχα η ψυχή του φιλοσόφου. Γιατί είναι πάντα με όλη τη δύναμη της μνήμης της κοντά σε κείνα  όπου είναι κι ο θεός γιαυτό δα είναι θεός. Όποιος λοιπόν άνθρωπος δουλεύει ορθά μ’αυτές τις θύμησες και προσδέχεται πάντα τέλεια τις μυσταγωγίες, αυτός μονάχα γίνεται πραγματικά τέλειος. Κι όταν παρατιέται από τα ανθρώπινα σπουδάγματα και πάει κοντά στο θείο τότε οι πολλοί κοιτάζουνε βέβαια να τον νουθετήσουνε σα να του είχανε σαλέψει και δεν βλέπουν οι πολλοί πως αυτός είναι γεμάτος από το θεό.  249d
 
  • ·    Αυτή η μανία είναι απ’ όλα τα θεϊκά δαιμονίσματα η πιο καλή, κι από την πιο καλή πηγή και για κείνον που την έχει μέσα του και για κείνον που γίνεται κοινωνός της. ΚΙ εκείνος που έχει αυτή τη μανία, αυτός που αγαπάει την ομορφιά λέγεται εραστής. 363e
 
  • ·    Η ομορφιά λαμποκοπούσε τότε στα μάτια μας όταν μαζί με τον πανεύτυχο χορό βλέπαμε το μακάριο όραμα και θέαμα κι ακολουθώντας εμείς το Δία κι άλλοι άλλους θεούς ετελετουργούσαμε τη μυσταγωγία που αξίζει να τη λέμε τρισμάκαρη, αυτή που τη γιορτάζαμε δα όντας εμείς ολάκεροι κι ανέπαφοι απ’όσα κακά μας περίμεναν ύστερα. Και μυηθήκαμε στ’ακέρια κι ολοκάθαρα κι ατρεμόφεγγα και πανεύτυχα οράματα και τα θωρούσαμε μέσα σε φωτοβολιά καθάρια, όντας καθαροί κι αμόλυντοι απ’ αυτό που το περιφέρνουμε τώρα μαζί μας και το λέμε σώμα κι είμαστε σαν το στρείδι με το’ όστρακό του δεμένοι. 250c
 
  • ·    Και καθώς νιώθει μέσα της ανακατωμένα και τα δυο, πόνο και χαρά, το παράξενο τούτο πάθημα την ανησυχάει τι να κάμει δεν ξέρει και ταράζεται ,μανιάζει, και ούτε τη νύχτα μπορεί να κοιμηθεί, ούτε την ημέρα να μείνει εκεί που είναι, μα τρέχει γεμάτη πόθο όπου νομίζει πως θα ιδεί εκείνον που έχει την ομορφιά. Κι άμα τον ιδεί και χυθεί μέσα της ίμερος, ελευθερώνει τους πόρους που ήταν πριν φραγμένοι , παίρνει αναπνοή και της περνάνε οι κεντιές και οι πόνοι και καρπώνεται στη στιγμή τούτη πάλι την πιο γλυκιά ηδονή. ΓΙ αυτό δε χωρίζεται αυτόθελά της από τον όμορφο, ούτε βάζει κανέναν άλλο πιο ψηλά απ’αυτόν αλλά και μητέρες και αδερφούς και φίλους, όλους τους λησμονάει και δεν τη νοιάζει καθόλου για την περιουσία που χάνεται από αμέλειά της, καταφρονάει όλα τα ήθη και όλους τους τρόπους τους καλούς, αυτά που πριν τα είχε καμάρι και είναι έτοιμη να γίνει δούλη σ’ εκείνον που ποθεί και να κοιμάται όσο θα την αφήνουν πιο κοντά του, γιατί εκτός που σέβεται εκείνον που έχει την ομορφιά, βρήκε και το μοναδικό γιαυτό για τους πιο μεγάλους πόνους. Κι αυτό το πάθος όμορφο παιδί, που για σένα δα λέω το λόγο, οι άνθρωπου το λένε έρωτα, μα πώς το λένε οι θεοί φυσικά άμα ακούσεις θα γελάσεις γιατί είσαι νέος. Λένε δα μερικοί από τους Ομηρίδες, νομίζω δύο έπη για τον Έρωτα από τα απόκρυφα και απ’αυτά το ένα είναι πολύ αλαζονικό κι όχι πολύ μετρημένο:
 
Κι αυτόν βέβαια οι θνητοί τον λένε Έρωτα πτερωτό
οι αθάνατοι όμως τον λένε Πτέρωτα, γιατί είναι
στη φύση του να βγάζει φτερά. (252b-c)
 
  • ·    Και το ίδιο κάνουν οι συνοδίτες του Απόλλωνα και καθενός από τους θεούς πάνε σύμφωνα με το θεό των και ζητάνε και ο αγαπημένος των να έχει την ίδια φύση. Κι όταν τον αποκτήσουν πάνε και οι ίδιοι με το παράδειγμα του θεού των κι εκείνον που αγαπάνε προσπαθούνε να τον πείσουν και να τον μορφώσουν και να τον οδηγήσουν με όση δύναμη έχει ο καθένας στην τέχνη και στη μορφή του θεού των. Κι αυτό το κάνουν χωρίς να πηγαίνουν ούτε με φθόνο, ούτε με ανελεύθερη κακοβουλιά προς τον αγαπημένο, αλλά με όλη τη δύναμή των προσπαθώντας να τον κάμουν να μοιάσει όσο γίνεται πιο πολύ μ’αυτούς και με το θεό που λατρεύουν.253c
 
  • ·    Όπως στην αρχή αυτού εδώ του μύθου εχωρίσαμε σε τρια μέρη κάθε ψυχή, στα δυο που έχουν μορφή αλόγου και στο τρίτο που έχει ηνίοχου μορφή, ας μείνουν και τώρα για μας έτσι χωρισμένα. Και από τα άλογα το ένα δα είπαμε είναι καλό, το άλλο όμως όχι…Το ένα λοιπόν απ’αυτά όντας στην καλύτερη θέση είναι και στην κορμοστασιά ίσιο και καλοδεμένο , με τον αυχένα ψηλά, τη μύτη γρυπή,χιονάτο στην όψη, με μάτια μαύρα , φιλότιμο, με φρονιμάδα και με αιδώ και της αληθινής γνώμης φίλος,  δεν έχει ανάγκη από το μαστίγι και το χαλινάρι του είναι μονάχα η διαταγή κι ο λόγος. Το άλλο πάλι είναι στραβόκορμο,παχύ, στην τύχη από πολλά αίματα ανακατωμένο, με χοντρό αυχένα, κοντόλαιμο, στραβομύτικο, μαυρουδερό, γαλανόμματο, με μάτια  που στάζουνε αίμα, της ακολασίας και της αλαζονείας φίλος, δασύτριχο γύρω από τα’αυτιά, βαράκουο και δύσκολα υποταχτικό στο μαστίγι και στα σπηρούνια.254α
 
  • ·    Κι όταν το κάνει τούτο πολύν καιρό και πλησιάζει και αγγίζει ο ένας τον άλλο στις γυμναστικές ασκήσεις  και στις άλλες συναντήσεις , τότε πια η πηγή εκείνου του ρεύματος που ο Ζεύς όταν αγαπούσε  το Γανυμήδη το είπε ίμερο, φέρνεται με πολλή ορμή προς τον εραστή κι ένα μέρος της χύνεται μέσα του. Ένα άλλο πάλι, σαν αυτός απογιομίσει χύνεται έξω. 255d
 
  • ·    Αν λοιπόν νικήσουν τα καλύτερα μέρη της ψυχής και τους οδηγήσουν σε ταχτική ζωή και σε φιλοσοφία, τότε περνάνε και τούτη εδώ τη ζωή ευτυχισμένη και μονιασμένη, γιατί όντας αυτοσυγκράτητοι και φρόνιμοι κατόρθωσαν να κρατήσουν υπόδουλο το μέρος εκείνο της ψυχής όπου γεννιόταν η κακοτροπιά και να ελευθερώσουν εκείνο όπου γεννιέται η αρετή. 256b
 
  • ·    Και στο τέλος της ζωής, χωρίς βέβαια φτερά, μα με την ορμή που είχανε να γίνουν φτερωτοί, βγαίνουν από το σώμα κι έτσι παίρνουν όχι μικρό έπαθλο για την ερωτική μανία. Γιατί στο σκοτάδι και στην πορεία κάτω από τη γη δεν είναι νόμος να πάνε πια εκείνοι που έχουν κι όλας αρχίσει την ουράνια πορεία, αλλά να ζούνε φωτεινή ζωή και να είναι ευτυχισμένοι, περπατώντας ο ένας σιμά στον άλλο και μαζί, χάρη στον έρωτά των, να γίνουν φτερωτοί, όταν έρθει ο καιρός να γίνουν. 256e
 
  • ·    Λένε πως τα τζιτζίκια ήταν άνθρωποι κάποτε, προτού ακόμα να γεννηθούν οι Μούσες. Όταν όμως γεννηθήκανε οι Μούσες και πρωτοφάνηκε το τραγούδι, τόσο πια μερικοί απ’ αυτούς τότε τους ανθρώπους τα χάσανε από την τέρψη που τραγουδώντας αμέλησαν να φάνε και να πιουν και χωρίς να το νιώσουν πεθάνανε. Απ’ αυτούς γεννήθηκε από τότε το γένος τα ων τζιτζικιών παίρνοντας τούτο το βραβείο από τις Μούσες, δηλαδή να μην έχει αφ’ότου γεννηθεί καμιά ανάγκη για τροφή, αλλά χωρίς να τρώει και να πίνει να αρχίζει ευθύς να τραγουδάει ως που να πεθάνει κι έπειτα πηγαίνοντας στις Μούσες να τους φέρνει είδηση ποιος από τους ανθρώπους εδώ κάτω ποιαν απ’αυτές τιμάει.258c
 
  • ·    Γιατί είπαμε πως ο έρως είναι μια μανία, δεν είναι έτσι; Και δυο είναι της μανίας τα είδη. Η μια έρχεται από ανθρώπινες αρρώστιες, μα η άλλη έρχεται όταν με τη βοήθεια των θεών αποτραβηχθούμε από τους συνηθισμένους θεσμούς.
 
  • «Μανίας δε γε είδη δύο, την μεν υπό νοσημάτων ανθρωπίνων, την δε υπό θείας εξαλλαγής των ειωθότων νομίμων γιγνομένην» 265α
 
  • ·    Και τη θεϊκή τη χωρίσαμε σε τέσσερα είδη κατά τέσσερις θεούς, τη μαντική έμπνευση την αποδώσαμε στον Απόλλωνα, την τελετουργική στο Διόνυσο, την ποιητική στις Μούσες και την τέταρτη στην Αφροδίτη και τον Ερωτα και είπαμε πως η ερωτική μανία είναι η πιο καλή. 265b
 
  • ·    Άκουσα λοιπόν πως γύρω εκεί στη Ναύκρατιν, στην Αίγυπτο, υπάρχει ένας από τους παλιούς θεούς του τόπου..και του ίδιου του θεού το όνομα είναι Θεύθ. Κι αυτός πρώτος βρήκε και τον αριθμό και την αρίθμηση και τη γεωμετρία και την αστρονομία, ακόμα και το παιχνίδι με τους πεσσούς και τους κύβους και ακόμα και τα γράμματα.Και τον καιρό εκείνο ήτανε βασιλιάς σε όλη την Αίγυπτο ο Θαμούς… Και ο βασιλιάς τον ρώτησε ποια ωφέλεια έχει κανείς από την καθεμιά.. Και όταν ήρθανε στα γράμματα: «Τούτο δα το μάθημα βασιλιά μου , είπε ο Θεύθ, θα κάνει τους  Αγύπτιους πιο σοφούς και το μνημονικό τους πιο καλό γιατί για τη μνήμη και για τη σοφία βρέθηκε το φάρμακο». Ο βασιλιάς όμως είπε: «Πολύτεχνε Θεύθ, άλλος έχει τη δύναμη να γεννάει τις τέχνες κι άλλος πάλι να κρίνει πόσο θε να βλάψουν και θε να ωφελήσουν εκείνους που μέλλουν να τις μεταχειριστούν…Γιατί τα γράμματα στις ψυχές εκείνων που θα τα μάθουν θα φέρουν λησμονιά, μια και αυτοί θα παραμελήσουν τη μνήμη τους γιατί από εμπιστοσύνη στη γραφή θα φέρνουν τα πράγματα στη μνήμη τους απ’ έξω με ξένα σημάδια, όχι από μέσα από τον εαυτό τους τον ίδιο. Ώστε δεν ευρήκες το φάρμακο για τη μνήμη την ίδια, αλλά για το να ξαναφέρνεις κάτι στη θύμηση. Κι από τη σοφία δίνεις στους μαθητές σου μια δόκηση, κι όχι την αλήθεια. Γιατί έχοντας πολλά ακούσει χωρίς να τα διδαχθούνε θάχουν τη γνώμη πως ξέρουνε πολλά, ενώ είναι ανίδεοι στα πιο πολλά και φορτικοί στη συντροφιά τους και θα έχουν γίνει αντίς σοφοί, δοκησίσοφοι.274d- 275b
 
  • ·    Στους ανθρώπους εκείνου του καιρού επειδή δεν ήτανε σοφοί όπως σεις οι νέοι, με την απλότητα που είχανε τους ήταν αρκετό να ακούνε τη δρυ και το βράχο, φθάνει μονάχα να λέγανε αληθινά πράγματα. Όμως εσένα σε ενδιαφέρει ίσως ποιος τα λέει και από ποιον τόπο είναι. 275c
 
  • ·    Όποιος λοιπόν νομίζει πως μέσα στα γραμμένα αφήνει για τους κατοπινούς καμμιά τέχνη, και όποιος πάλι παραδέχεται πως από τα γραμμένα θα βγει τίποτε καθαρό και βέβαιο, θα είναι πολύ απλοϊκός, και πραγματικά δε θα ξέρει εκείνο που προμάντευσε ο Άμμωνας, αφού νομίζει πως οι γραμμένοι λόγοι είναι κάτι πιο πολύ από το να ξαναθυμίζουν τα πράγματα που λένε τα γραφτά σε εκείνον που τα ξέρει.275d
 
  • ·     Γιατί αυτό το κακό έχει το γράψιμο, και μοιάζει μα την αλήθεια με τη ζωγραφική. Κι αυτής δα τα έργα στέκονται μπροστά σου σα να είναι ζωντανά, αν όμως τα ρωτήσεις σιωπούνε με πολλή σοβαροφάνεια. το ίδιο λοιπόν κάνουν και οι γραμμένοι λόγοι: πας να πιστέψεις πως αυτοί έχουνε νόηση και μιλάνε, αν όμως τους ρωτήσεις κάτι για κείνα που λένε, γιατί θέλεις να το καταλάβεις, δηλώνουν ένα μονάχα πράγμα, το ίδιο πάντοτε. Και όταν μια φορά γραφτεί, κυλιέται παντού κάθε λόγος, όμοια και σε κείνους που τον νιώθουν όπως και σε κείνους πάλι που καθόλου δεν τους ταιριάζει και δεν ξέρει ο ίδιος να λέγει για ποιους είναι και για ποιους δεν είναι. Και όταν τον κακομεταχειρίζονται και τον κακολογούν άδικα, πάντα έχει ανάγκη από τον πατέρα του για βοηθό. Γιατί ο ίδιος δεν μπορεί ούτε να αμυνθεί ούτε να βοηθήσει τον εαυτό του.275e
 
  • ·    Αλλά πιο όμορφος νομίζω γίνεται ο ζήλος γι αυτά όταν ένας χειριζόμενος τη διαλεκτική τέχνη παραλάβει καμιά ψυχή πρόσφορη και φυτέψει και σπείρει μέσα της λόγους με γνώση που νάχουν τη δύναμη να βοηθούνε και τον εαυτό τους και το φυτευτή τους και να μην είναι άκαρποι, αλλά να φέρνουν καρπούς, κι απ ‘ αυτούς να φυτρώνουν άλλοι μέσα σ’ άλλες πάλι ψυχές και νάχουν τη δύναμη να διατηρούν αθάνατο μέσα τους το σπέρμα και να φέρνουν ευδαιμονία σ’εκείνον που τους έχει όσο τούτο γίνεται στον άνθρωπο. 277α
 
(Η προσευχή του Σωκράτη κατά το κλείσιμο του διαλόγου)
 
«Ω φίλε Παν τε και άλλοι όσοι τήδε θεοί, δοίητέ μοι καλώ γενέσθαι τάνδοθεν. Έξωθεν δε όσα έχω τοις εντός είναι μοι φίλια. Πλούσιον δε νομίζοιμι τον σοφόν. Το δε χρυσού πλήθος είη μοι όσον μήτε φέρειν μήτε άγειν δύναιτ’ άλλος ή ο σώφρων» (279c)
 
«Αγαπημένε μου Πάνα, και σεις οι άλλοι θεοί αυτού εδώ του τόπου, δώστε μου να γίνω όμορφος μέσα μου. Και όσα έχω έξωθέ μου να είναι φιλιωμένα με όσα έχω μέσα μου. Δώστε θεοί μου, ώστε να μου φαίνεται πλούσιος ο σοφός, και χρυσού πλήθος να έχω όσο μήτε να σηκώσει, μήτε να βαστάξει επάνω του μπορεί άλλος παρά ο γνωστικός»