Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια (663-718)

ΑΙΓΕΥΣ
Μήδεια, χαῖρε· τοῦδε γὰρ προοίμιον
κάλλιον οὐδεὶς οἶδε προσφωνεῖν φίλους.
665 ΜΗ. ὦ χαῖρε καὶ σύ, παῖ σοφοῦ Πανδίονος,
Αἰγεῦ. πόθεν γῆς τῆσδ᾽ ἐπιστρωφᾷ πέδον;
ΑΙ. Φοίβου παλαιὸν ἐκλιπὼν χρηστήριον.
ΜΗ. τί δ᾽ ὀμφαλὸν γῆς θεσπιῳδὸν ἐστάλης;
ΑΙ. παίδων ἐρευνῶν σπέρμ᾽ ὅπως γένοιτό μοι.
670 ΜΗ. πρὸς θεῶν, ἄπαις γὰρ δεῦρ᾽ ἀεὶ τείνεις βίον;
ΑΙ. ἄπαιδές ἐσμεν δαίμονός τινος τύχῃ.
ΜΗ. δάμαρτος οὔσης ἢ λέχους ἄπειρος ὤν;
ΑΙ. οὐκ ἐσμὲν εὐνῆς ἄζυγες γαμηλίου.
ΜΗ. τί δῆτα Φοῖβος εἶπέ σοι παίδων πέρι;
675 ΑΙ. σοφώτερ᾽ ἢ κατ᾽ ἄνδρα συμβαλεῖν ἔπη.
ΜΗ. θέμις μὲν ἡμᾶς χρησμὸν εἰδέναι θεοῦ;
ΑΙ. μάλιστ᾽, ἐπεί τοι καὶ σοφῆς δεῖται φρενός.
ΜΗ. τί δῆτ᾽ ἔχρησε; λέξον, εἰ θέμις κλύειν.
ΑΙ. ἀσκοῦ με τὸν προύχοντα μὴ λῦσαι πόδα…
680 ΜΗ. πρὶν ἂν τί δράσῃς ἢ τίν᾽ ἐξίκῃ χθόνα;
ΑΙ. πρὶν ἂν πατρῴαν αὖθις ἑστίαν μόλω.
ΜΗ. σὺ δ᾽ ὡς τί χρῄζων τήνδε ναυστολεῖς χθόνα;
ΑΙ. Πιτθεύς τις ἔστι, γῆς ἄναξ Τροζηνίας.
ΜΗ. παῖς, ὡς λέγουσι, Πέλοπος, εὐσεβέστατος.
685 ΑΙ. τούτῳ θεοῦ μάντευμα κοινῶσαι θέλω.
ΜΗ. σοφὸς γὰρ ἁνὴρ καὶ τρίβων τὰ τοιάδε.
ΑΙ. κἀμοί γε πάντων φίλτατος δορυξένων.
ΜΗ. ἀλλ᾽ εὐτυχοίης καὶ τύχοις ὅσων ἐρᾷς.
ΑΙ. τί γὰρ σὸν ὄμμα χρώς τε συντέτηχ᾽ ὅδε;
690 ΜΗ. Αἰγεῦ, κάκιστός ἐστί μοι πάντων πόσις.
ΑΙ. τί φῄς; σαφῶς μοι σὰς φράσον δυσθυμίας.
ΜΗ. ἀδικεῖ μ᾽ Ἰάσων οὐδὲν ἐξ ἐμοῦ παθών.
ΑΙ. τί χρῆμα δράσας; φράζε μοι σαφέστερον.
ΜΗ. γυναῖκ᾽ ἐφ᾽ ἡμῖν δεσπότιν δόμων ἔχει.
695 ΑΙ. οὔ που τετόλμηκ᾽ ἔργον αἴσχιστον τόδε;
ΜΗ. σάφ᾽ ἴσθ᾽· ἄτιμοι δ᾽ ἐσμὲν οἱ πρὸ τοῦ φίλοι.
ΑΙ. πότερον ἐρασθεὶς ἢ σὸν ἐχθαίρων λέχος;
ΜΗ. μέγαν γ᾽ ἔρωτα· πιστὸς οὐκ ἔφυ φίλοις.
ΑΙ. ἴτω νυν, εἴπερ, ὡς λέγεις, ἐστὶν κακός.
700 ΜΗ. ἀνδρῶν τυράννων κῆδος ἠράσθη λαβεῖν.
ΑΙ. δίδωσι δ᾽ αὐτῷ τίς; πέραινέ μοι λόγον.
ΜΗ. Κρέων, ὃς ἄρχει τῆσδε γῆς Κορινθίας.
ΑΙ. συγγνωστὰ μέν τἄρ᾽ ἦν σε λυπεῖσθαι, γύναι.
ΜΗ. ὄλωλα· καὶ πρός γ᾽ ἐξελαύνομαι χθονός.
705 ΑΙ. πρὸς τοῦ; τόδ᾽ ἄλλο καινὸν αὖ λέγεις κακόν.
ΜΗ. Κρέων μ᾽ ἐλαύνει φυγάδα γῆς Κορινθίας.
ΑΙ. ἐᾷ δ᾽ Ἰάσων; οὐδὲ ταῦτ᾽ ἐπῄνεσα.
ΜΗ. λόγῳ μὲν οὐχί, καρτερεῖν δὲ βούλεται.
ἀλλ᾽ ἄντομαί σε τῆσδε πρὸς γενειάδος
710 γονάτων τε τῶν σῶν ἱκεσία τε γίνομαι,
οἴκτιρον οἴκτιρόν με τὴν δυσδαίμονα
καὶ μή μ᾽ ἔρημον ἐκπεσοῦσαν εἰσίδῃς,
δέξαι δὲ χώρᾳ καὶ δόμοις ἐφέστιον.
οὕτως ἔρως σοι πρὸς θεῶν τελεσφόρος
715 γένοιτο παίδων καὐτὸς ὄλβιος θάνοις.
εὕρημα δ᾽ οὐκ οἶσθ᾽ οἷον ηὕρηκας τόδε·
παύσω γέ σ᾽ ὄντ᾽ ἄπαιδα καὶ παίδων γονὰς
σπεῖραί σε θήσω· τοιάδ᾽ οἶδα φάρμακα.

***
(Εισέρχεται ο Αιγέας από την πάροδο που οδηγεί
έξω από την πόλη και σε άλλους τόπους
.)

ΑΙΓΕΑΣ
Χαίρε, Μήδεια. Κανείς δεν ξέρει αρχή ωραιότερη από το «χαίρε»
για να μιλήσει σε ανθρώπους που αγαπά.
665 ΜΗ. Χαίρε και εσύ, Αιγέα, γιε του σοφού Πανδίονα.
Πώς βρέθηκες σ᾽ αυτά τα μέρη; Από πού έρχεσαι;
ΑΙ. Έρχομαι από το πανάρχαιο μαντείο του Φοίβου.
ΜΗ. Τί σ᾽ έφερε στον ομφαλό της γης, όπου μελωδούνται οι χρησμοί;
ΑΙ. Ήθελα να μάθω πώς θα βλαστήσουν από μένα παιδιά.
670 ΜΗ. Για όνομα των θεών, πέρασες τη ζωή σου ώς τώρα χωρίς παιδιά;
ΑΙ. Είμαι χωρίς παιδιά — κάποιος θεός την όρισε τη μοίρα μου.
ΜΗ. Έχεις γυναίκα ή δεν εγνώρισες τον γάμο;
ΑΙ. Ο ζυγός του γάμου δεν μου είναι άγνωστος.
ΜΗ. Και τί σου είπε ο Φοίβος για τα παιδιά;
675 ΑΙ. Ρήματα σοφά, που αδυνατεί να τα εννοήσει ένας θνητός.
ΜΗ. Επιτρέπεται άραγε να γνωρίζω εγώ τον χρησμό του θεού;
ΑΙ. Και βέβαια — χρειάζεται άλλωστε νους σοφός.
ΜΗ. Τί έλεγε λοιπόν ο χρησμός; Αν επιτρέπεται ν᾽ ακούσω, πες μου.
ΑΙ. Του ασκού το πόδι που εξέχει να μην το λύσω...
680 ΜΗ. Προτού πράξεις τί ή φτάσεις πού; 
ΑΙ. προτού επιστρέψω στην εστία των πατέρων μου.
ΜΗ. Και ποιός ο λόγος που έπλευσες ώς εδώ;
ΑΙ. Υπάρχει κάποιος Πιτθέας, βασιλιάς στη χώρα της Τροιζήνας.
ΜΗ. Γιος, λένε, του Πέλοπα, άνδρας ευσεβέστατος.
685 ΑΙ. Θέλω να μοιραστώ μαζί του τον χρησμό του θεού.
ΜΗ. Είναι άνθρωπος σοφός και κατέχει τα μαντικά.
ΑΙ. Είναι για μένα και ο πιο ακριβός μου σύμμαχος και φίλος.
ΜΗ. Καλή τύχη να έχεις και να πετύχεις όσα επόθησες.
ΑΙ. Όμως γιατί βασίλεψε το βλέμμα και η όψη σου;
690 ΜΗ. Αιγέα, ο άντρας μου είναι ο ελεεινότερος όλων.
ΑΙ. Τί λες; Άνοιξέ μου την καρδιά σου. Μίλα μου καθαρά.
ΜΗ. Με αδικεί ο Ιάσων, ενώ εγώ δεν τον έβλαψα ποτέ.
ΑΙ. Κάνοντας τί; Μίλησέ μου πιο καθαρά.
ΜΗ. Έβαλε πάνω από μένα δέσποινα του σπιτιού άλλη γυναίκα.
695 ΑΙ. Μη μου πεις πως τόλμησε την αισχρότατη τούτη πράξη;
ΜΗ. Τόλμησε. Εμείς, που μας αγάπαε πριν, ατιμαζόμαστε.
ΑΙ. Γιατί; Ερωτεύτηκε ή δεν τον έθελγε το κρεβάτι σου;
ΜΗ. Παράφορος έρωτας! Δεν φάνηκε πιστός σ᾽ αυτούς που τον αγάπησαν.
ΑΙ. Αν είναι, όπως λες, ένας αχρείος, ώρα καλή.
700 ΜΗ. Ερωτεύτηκε τη δόξα του βασιλικού γαμπρού.
ΑΙ. Και του έδωσε τη γυναίκα ποιός; Απόσωσε τον λόγο σου.
ΜΗ. Ο Κρέων, που βασιλεύει εδώ στη γη της Κορίνθου.
ΑΙ. Έχεις κάθε λόγο, γυναίκα, να νιώθεις πληγωμένη.
ΜΗ. Χάθηκα. Και αποπάνω εξορίζομαι από τη χώρα.
705 ΑΙ. Από ποιόν; Τώρα μιλάς για άλλο, καινούργιο κακό.
ΜΗ. Από τον Κρέοντα. Με πετάει εξόριστη έξω από τη γη της Κορίνθου.
ΑΙ. Και το δέχεται ο Ιάσων; Δεν θα τον επαινέσω ούτε γι᾽ αυτό.
ΜΗ. Με τα λόγια βέβαια όχι, είναι όμως πρόθυμος να το «αντέξει».
Σε εξορκίζω λοιπόν σε τούτα τα γένια,
710 αγγίζω ικετεύοντας τα γόνατά σου,
λυπήσου με τη δύσμοιρη, λυπήσου με
και μην αφήσεις να βρεθώ στην εξορία πανέρημη,
δέξου να έρθω στη χώρα σου και στην εστία του σπιτιού σου.
Και είθε να δώσουν οι θεοί
να εκπληρωθεί ο πόθος σου για παιδιά
715 και να σε βρει όταν έρθει ο θάνατος ευτυχισμένο.
Δεν ξέρεις τί εύρημα είναι αυτό που ηύρες.
Εγώ θα σε λυτρώσω από την ατεκνία
και θα σε αξιώσω να σπείρεις παιδιά. Τέτοια βοτάνια κατέχω.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η Eλληνική γλώσσα και το αλφάβητο

5.6 Οι επαφές φέρνουν το αλφάβητο στην Ελλάδα

Αλλά πώς έγινε αυτός ο δανεισμός; Όπως λέγαμε, οι Φοίνικες όργωναν από πολύ νωρίς τη Μεσόγειο για τις εμπορικές τους δραστηριότητες. 

Σε έναν τάφο της Κρήτης που χρονολογείται τον 9ο αιώνα π.Χ. βρέθηκε ένα μεταλλικό αγγείο (φιάλη) με χαραγμένη πάνω του μια φοινικική επιγραφή. 

Στην Κύπρο υπήρχαν πλάι στους Έλληνες φοινικικές πόλεις-βασίλεια. Στη Ρόδο (αλλά και στην Κω) υπάρχουν σημάδια φοινικικών εγκαταστάσεων. 

Στην Εύβοια, επίσης, βρίσκουμε πολύ νωρίς σημάδια (αγγεία κλπ.) φοινικικής παρουσίας. Αλλά και οι Έλληνες μετακινούνται. Ήδη από τον 9ο αιώνα π.Χ. οι Ευβοείς κινούνται προς τα δυτικά σε αναζήτηση μετάλλων. 

Σε ένα μικρό νησί στην Τυρρηνική Θάλασσα, που στην αρχαιότητα λεγόταν Πιθηκούσες και σήμερα Ischia, βρέθηκαν μερικές από τις πρωιμότερες Ελληνικές επιγραφές μαζί με φοινικικές. 

Αλλά οι Έλληνες μετακινούνται και προς τα ανατολικά σε ένα μεγάλο κύμα αποικισμού. Ήδη από πολύ νωρίς δημιουργούν εμπορικούς σταθμούς στα παράλια της Συρίας (Αλ Μίνα) και έρχονται σε επαφή με τους Φοίνικες. Μέσα σε ένα τέτοιο πλέγμα επαφών και σχέσεων θα πρέπει να τοποθετηθεί ο δανεισμός του φοινικικού αλφαβήτου από τους Έλληνες

Η αγκαλιά είναι ο πιο καλοσχηματισμένος κύκλος

Τα σχήματα είναι πολλά, διαφορετικά και μοναδικά. Οι γραμμές νοερές στο μυαλό των ονειροπόλων, παράλληλες στων ερωτευμένων και τέμνουσες στων παντοτινών. Τα τετράγωνα που δημιουργούν τις οικογένειες, τα τρίγωνα που τις διαλύουν, τα πολύγωνα που τις μπερδεύουν. Κι αν όλα είναι κύκλος στη ζωή όπως λένε, τότε αρχίζουν και τελειώνουν στη γραμμή που τραβά ο διαβήτης, ή σε μια αγκαλιά.

Είναι διαφορετικό σχήμα ο κύκλος, φαίνεται αμοιβαίος και είναι στ’ αλήθεια. Ξεκινά μεν από ένα συγκεκριμένο σημείο αλλά αργότερα δεν μπορείς να το διακρίνεις με σιγουριά. Δεν αφήνει στίγματα ή αποδείξεις καθώς σχηματίζεται. Επαναλαμβάνεται όσες φορές χρειάζεται, δεν αφήνει όμως κανένα περιθώριο για παρεκκλίσεις, αφού αν κάνεις το λάθος να μην προσέξεις χαλά αμέσως.

Η πιο όμορφη αναπαράστασή του είναι η αγκαλιά. Η σωστή αγκαλιά. Αυτή που αρχίζει και τελειώνει στο ίδιο σώμα, για τον ίδιο λόγο και με κίνητρο το συναίσθημα. Αυτή που όσο περνά ο καιρός δε χαλαρώνει αλλά γίνεται ακόμη πιο σφιχτή, που μπορεί να χωρά μέσα της στιγμές, λάθη, πάθη και να μην τα κρίνει αλλά να τα αγαπά σαν και πρώτα. Αυτή που ξέρει να συγχωρεί, που δεν έχει μάθει να προδίδει, που εκτιμά την ασφάλεια όσο τίποτα και την προσφέρει απλόχερα.

Ξεκινά απ’ την καρδιά, στηρίζεται απ’ τους αγκώνες και τελειώνει στα δάχτυλα. Όσο πιο μπλεγμένα τόσο πιο σωστός ο κύκλος, τόσο πιο σταθερός, τόσο πιο συναισθηματικός. Μπορείς να τη διαβάσεις την αγκαλιά. Μπορείς να δεις μέσα της τους λόγους, τις αιτίες και τις αφορμές της. Μπορείς να δεις ποιος την έχει αποφασίσει, αν την έχει κάποιος ζητήσει ή αν την έχει αρνηθεί. Μπορείς να καταλάβεις αν έχει συμβεί ύστερα από τσακωμό ή για να ειπωθεί μ’ έναν διαφορετικό τρόπο το ευχαριστώ. Τη διαβάζεις.

Αν ο κύκλος και η τελειότητα με την οποία έχει σχηματιστεί χαλάσει, πρέπει ν’ αρχίσει να δημιουργείται πάλι με τον ίδιο τρόπο ακριβώς, πατώντας στα ίδια σημεία και προσέχοντας τη δύναμη που θα ασκηθεί. Κανείς δε σου εγγυάται πως θα έχεις το ίδιο ακριβώς σχήμα με την πρώτη φορά, αλλά χωρίς να θεωρείται αυτό απίθανο. Κι ίσως να μη θέλει κόπο, δε θα σου πω όμως τι θέλει, κατάλαβες. Δε μ’ αρέσει να επιμένω στα κλισέ όσο σωστά κι αν αποδεικνύονται στο τέλος. Ο τρόπος που θα αγκαλιάσεις, ο τρόπος που θα επιλέξεις να σχηματίσεις το δικό σου κύκλο γύρω απ’ τον άνθρωπό σου φανερώνει ουσιαστικά εσένα.

Γι’ αυτό είναι έκθεση η αγκαλιά. Γιατί έχει ως στόχο να συνδέσει καρδιές και η καρδιά δε ρωτά τον καθέναν πόση δύναμη να βάλει ή ποια ώρα της ημέρας να χτυπήσει εντονότερα. Γιατί προϋποθέτει να πάρει κάποιος την πρωτοβουλία, δεν αγκαλιάζεις επειδή έτυχε σχεδόν ποτέ. Είναι στιγμή ολόκληρη, συμβαίνει, χρειάζεται χρόνο και βαθιά αναπνοή στην κατάληξή της. Έχει μυρωδιά. Τη θυμάσαι.

Μιλάμε για την αγκαλιά την άλλη, ξέρεις, όχι τη γρήγορη, όχι αυτή του «γεια» ούτε εκείνη του «τα λέμε» τη βιαστική, τη μισή. Μιλάμε για την ιεροτελεστία του κύκλου που σχηματίζεται όταν προσπαθούμε να φέρουμε τον άλλον άνθρωπο όσο πιο κοντά μας γίνεται, όταν του ζητάμε να μη φοβάται, όταν μας λέει πως είναι εδώ και είναι πραγματικά. Μιλάμε για την αγκαλιά που θέλει ώρα για να λυθεί, που αδιαφορεί για το τι συμβαίνει τριγύρω και αφοσιώνεται στον κύκλο που θέλει να σχηματίσει.

Η ανατομία της αγκαλιάς δείχνει τις καρδιές να έρχονται αντικριστά, τις αντίθετες πλευρές να ταιριάζουν -όπως πάλι λένε ότι γίνεται. Λένε πάρα πολλά ρε παιδί μου, άλλες φορές σωστά κι ευγενικά κι άλλες λανθασμένα και με περίσσιο θράσος. Ξέρεις γιατί οι αγκαλιές μας αρέσουν πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο; Γιατί δε ζητάνε να μιλάμε. Είναι πράξη, είναι απόδειξη μετά από πολλές υποσχέσεις και κατεβατά από λόγια. Κι αν αναρωτιέσαι αν υπάρχει λέξη που να περιγράφει αυτό το πράγμα το οποίο δε βασίζεται σε λέξεις η απάντηση είναι ναι, υπάρχει.

Τα σκωτικά γαελικά ανήκουν στην οικογένεια των Κελτικών γλωσσών και με πηγή τους τα αρχαία Ιρλανδικά ονομάζουν «Caim» τον κύκλο που σχηματίζουμε με τα χέρια μας όταν αγκαλιάζουμε κάποιον. Ένα παρακλάδι της Σκωτικής γλώσσας η οποία αναπτύχθηκε τον 12ο αιώνα και αργότερα ξαναχάθηκε, έπαψε να χρησιμοποιείται. Σαν μια διάλεκτο τοπική που μεταφέρθηκε μέσα στα χρόνια για να μπορέσει να χωρέσει στα σημαντικά της κάτι τόσο ξεχωριστό.

Η λέξη «αγκαλιά» δεν αρκεί όταν τα συναισθήματα κατά την εκτέλεσή της είναι αμέτρητα. Καλύτερα όμως. Έτσι δε θα χρειάζεται να μιλάμε. Και όταν δε μιλάς είτε νιώθεις πολύ, είτε πνίγεσαι. Εμείς αν είναι να πνιγούμε ας είναι απ’ όσα όμορφα αισθανόμαστε, αλλιώς ας νιώσουμε απλώς πολύ, μέσα στον πιο όμορφα καλοσχηματισμένο και ταυτόχρονα μπλεγμένο κύκλο.

Ο τρόπος που δημιουργείται μια ασθένεια, σε ψυχολογικό επίπεδο

Η προσκόλληση σε αρνητικά γεγονότα του παρελθόντος μας έχει κόστος — απαγορευτικό κόστος. Είναι σαν να προσπαθεί κανείς να ζωντανέψει τους νεκρούς, και απαιτεί τεράστιο όγκο ενέργειας.

Όταν βιώνουμε μια τραυματική εμπειρία, η φύση μάς δίνει κάτι παραπάνω για να μας προστατέψει την άνυδρη περίοδο της κρίσης, αλλά αυτό το “δάνειο” έχει συ­γκεκριμένη χρονική διάρκεια. Κανένα δάνειο δεν διαρκεί για πάντα, και καταλαβαίνουμε ότι η προθεσμία πλησιάζει όταν αρ­χίζουμε να νιώθουμε ότι ο χρόνος έχει παγώσει κι ότι η ζωή μας δεν προχωράει.

Όταν αρνούμαστε να αποβάλουμε τον πόνο από το σύστημά μας, παθαίνουμε κατάθλιψη. Η τοξική ενέργεια της κατάθλιψης τροφοδοτεί την αρνητική μας στάση απέναντι στους άλλους και αποστραγγίζει ακόμη περισσότερο τα αποθέματά μας. Σύντομα αρχίζουμε να προβάλλουμε πάνω στους άλλους τα αίτια της αποτυχίας μας και να τους κατηγορούμε για τη θλιβερή μας κατάσταση.

Αυτή η ανεύθυνη αντιμετώπιση των προβλημάτων μας γίνεται ένα συνηθισμένο, καθημερινό φαινόμενο. Αρπαζόμαστε από τα δυσάρεστα γεγονότα και τις σχέσεις του παρελθόντος, όπως και του παρόντος, επειδή μας επιτρέπουν να βλέπουμε εμάς ως θύματα και όλους τους άλ­λους ως πηγή της δυστυχίας μας.

Ο μόνος τρόπος να απελευθερωθούμε από αυτό το μοτίβο στο οποίο μόνοι μας εγκλωβιστήκαμε είναι να απελευθερωθού­με από το βάρος του παρελθόντος — να ξεπληρώσουμε το ενεργειακό χρέος που δεν αντέχουμε πια να κουβαλάμε. Η συγχώρεση είναι ένας βέβαιος τρόπος απόσβεσης του χρέους.

Συγχώρεση δεν σημαίνει να πείτε ότι αυτά που σας συνέβησαν δεν έχουν σημασία ή ότι δεν πειράζει που κάποιος σας κακομε­ταχειρίστηκε. Σημαίνει απλά να απελευθερωθείτε από τα αρνη­τικά συναισθήματα που τρέφετε γι’ αυτό το γεγονός και τα πρόσωπα που αναμείχθηκαν.

Η συγχώρεση είναι οπωσδήποτε πολύτιμη, αλλά δεν είναι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης ενέργειας. Μερικά από τα γεγονότα του παρελθόντος που πρέπει να ξεπεράσουμε δεν είναι δυσάρεστα αλλά ευχάριστα. Μπορεί να μην έχετε τη δύ­ναμη να ξεπεράσετε το γεγονός ότι δεν είστε πια είκοσι χρό­νων – είστε πενήντα, ογδόντα. Μπορεί να μην έχετε τη δύναμη να ξεπεράσετε τη νεανική εμφάνιση που είχατε κάποτε ή τις αθλητικές σας ικανότητες, ή την ευστροφία του μυα­λού σας. Αυτή η ανικανότητα είναι άλλος ένας τρόπος να χάνετε ενέργεια ξοδεύοντάς τη στο παρελθόν.

Πολλές γυναίκες πενήντα και εξήντα χρόνων έχουν κολλήσει στα τριάντα τους, υιοθετώντας νεανικό στυλ ενώ θα έπρεπε να αναγνωρίζουν ότι βρίσκονται στο πιο σο­φό, συνετό και ώριμο στάδιο της ζωής τους. Οι μεσήλικες άντρες κάνουν το ίδιο, αγοράζοντας ένα κόκκινο διθέσιο και κυνηγώντας εικοσάρες. Όλες αυτές είναι τοξικές συμπεριφορές και μπορεί να φανούν τόσο φονικές για την υγεία όσο και η άρνηση να ξεπεράσουμε τα δυσάρεστα γεγονότα του παρελθόντος.

Πρέπει να αποδέχεστε το στάδιο της ζωής όπου βρίσκεστε και να το βιώνετε συνειδητά. Αν βρίσκεστε στην περίοδο της ωριμότητας, δεν είναι ανάγκη να δεχτείτε ότι αυτό το στάδιο της ζωής είναι συνώνυμο της φθοράς και της παρακμής, αλλά ούτε μπορείτε να ζείτε υποφέροντας για τα χαμένα σας νιάτα.

Όταν αρνείστε να ξεπεράσετε τα γεγονότα του παρελθόντος, είτε ευχάριστα είναι αυτά είτε δυσάρεστα, αναγκάζεστε να καταναλώνετε ένα μέρος του καθημερινού σας ενεργειακού προϋπολογισμού. Αν αρχίσετε να χάνετε ενέργεια και δεν κά­νετε τίποτα γι’ αυτό, η σωματική αδυναμία θα είναι αναπόφευ­κτη.

Το πρόβλημα μπορεί να πρωτοεμφανιστεί σε απλή μορφή, όταν αρχίσετε να νιώθετε ατονία ή προσέξετε ότι τα ενεργεια­κά σας επίπεδα είναι χαμηλά. Αν δεν δώσετε σημασία, αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση μολυσματικής ασθένειας, γρίπης, πονοκεφάλων, ημικρανιών ή και τάσης προς εμετό. Αν συνεχίσετε να χάνετε ενέργεια χωρίς να αναλάβετε δράση, αυ­τές οι μικρές ενοχλήσεις μπορεί να εξελιχθούν σε σοβαρές ασθένειες. Και, αν και δεν είναι πολύ διαδεδομένη ιδέα, πι­στεύω ότι κι η τάση για ατυχήματα θα μπορούσε να ενταχθεί εδώ.

Όποιος είναι επιρρεπής στα ατυχήματα έχει, στην πραγματικότητα, ενεργειακές ελλείψεις. Βρίσκεται εκτός ισορροπίας και μπορεί να υποπέσει στα πάντα, από μικρές αδεξιότητες μέ­χρι λάθη που θα απειλήσουν τη ζωή του. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να ξεχωρίζουν ποιες είναι αυτές οι μέρες ή περίοδοι της ζωής τους —όπως ακριβώς εμείς νιώθουμε “να μας γυροφέρνει το συνάχι” και προσπαθούμε να ξεκουραζόμα­στε περισσότερο, ή παίρνουμε συμπληρώματα διατροφής- επειδή δεν είναι οι κατάλληλες στιγμές για να περάσουν από συνέντευξη για δουλειά ή να πάρουν σημαντικές αποφάσεις.

Η ζωή είναι ένας πόλεμος, με τον εαυτό μας να είναι ο πιο συχνός εχθρός

Η ζωή μπορεί να παρομοιαστεί σαν ένας πόλεμος. Ένας πόλεμος με πολλές μάχες, μικρές και μεγάλες με καταστάσεις κι ανθρώπους. Από κάποιες μάχες βγαίνουμε νικητές κι από άλλες χαμένοι και χρειάζεται ανασυγκρότηση για να προχωρήσουμε.

Οι εχθροί πολλοί, τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο. Ξετρυπώνουν από παντού, σε ανύποπτο χρόνο για να μας ρίξουν κάτω, χρησιμοποιώντας τα όπλα τους. Ψέμα, υποκρισία, προδοσία, κοροϊδία κι ό,τι άλλο βρεθεί στο διάβα τους για να τη βγάλουν καθαροί ή για να πάρουν τη θέση μας. Κάποιοι στ’ αλήθεια καταφέρνουν να μας ξαφνιάσουν και κάποιοι είναι τόσο προβλέψιμοι όσο κι η γκρίνια της μάνας μας όταν αφήνουμε τα ρούχα στο πάτωμα.

Υπάρχει, όμως, ένας εχθρός που πρέπει να αντιμετωπίζουμε απ’ την αρχή της ζωής μας μέχρι και την τελευταία μας ανάσα. Ένας εχθρός, πιο δυνατός απ’ όλους τους άλλους, πιο απρόβλεπτος, πιο κοντά σε μας από οποιονδήποτε άλλο. Αυτός καθορίζει το μέλλον μας, αυτός μας οδηγεί στην επιτυχία ή στην καταστροφή. Όλοι οι άλλοι είναι ασήμαντοι μπροστά του.

Κι αν αυτόν τον εχθρό τον κατανοήσουμε και καταφέρουμε να τον φιλέψουμε, τότε γινόμαστε αήττητοι κι ευτυχείς. Με αυτόν τον εχθρό παλεύουμε, όταν μένουμε μόνοι, όταν δε μιλάμε πολύ χαμένοι στις σκέψεις μας. Αυτός ο αιώνιος εχθρός είναι ο εαυτός μας.

Τις μεγαλύτερες μάχες τις δίνουμε μαζί του. Κάποτε νικά και κάποτε τον νικάμε. Κάποτε μας ξαφνιάζει με τις σούπερ δυνάμεις του και κάποτε μας απογοητεύει. Γι’ αυτό τα βάζουμε μαζί του. Για κάθε λάθος επιλογή, για κάθε αδυναμία που μοιάζει να είναι σωστή, για κάθε τεμπελιά κι οπισθοχώρηση, για όλες τις φορές που εμπιστεύτηκε τους λάθους ανθρώπους.

Για να βγούμε νικητές της ζωής και να μπορούμε να τα βάλουμε με άλλους, πρώτα πρέπει να μάθουμε να ελέγχουμε τις πράξεις μας και το μυαλό μας. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει απεριόριστες ικανότητες και μόνο δαμάζοντάς τον, γινόμαστε παντοδύναμοι ψυχικά. Αν καταφέρουμε να νικήσουμε τον «κακό» μας εαυτό, τότε μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα.

Όταν δίνουμε μάχες με τον εαυτό μας, λοιπόν, παλεύουμε για να ξεπεράσουμε τις αδυναμίες μας. Έναν έρωτα που μας πλήγωσε, ένα φίλο που μας πρόδωσε, ένα συνάδελφο που μας πούλησε, αλλά πάνω απ’ όλα τον εαυτό μας που καταρρακώθηκε εξαιτίας κάποιων άλλων.

Οι συζητήσεις που κάνουμε με τον εαυτό μας είναι οι πιο εποικοδομητικές. Λογομαχούμε μαζί του συνεχώς για πολλούς λόγους. Για να τηρήσει τη δίαιτα, να μη στείλει εκείνο το μήνυμα στον πρώην, να μην ανάψει το τσιγαριλίκι, να μην είναι τόσο μαλάκας με τους ανθρώπους γύρω του.

Οι μάχες με τον εαυτό μας δεν τελειώνουν ποτέ. Είναι αιματηρές και δίνονται στα σκοτάδια, στις πιο μοναχικές μας στιγμές, ακόμη κι ανάμεσα σε άλλους. Αν σταματήσουμε να πολεμάμε, σημαίνει ότι απλώς παραδοθήκαμε στην πιο κακή εκδοχή του είναι μας.

Αφεθήκαμε στην ευκολία των πραγμάτων που είναι καταστροφική και δυστυχής. Σημαίνει ότι χάσαμε τη μάχη με το μεγαλύτερό μας αντίπαλο, αυτόν που τελικά καθορίζει το μέλλον και τη ζωή μας.

Όταν μας βλέπετε χαμένους, λοιπόν, στις σκέψεις μας, όταν δε μιλάμε πολύ, μη μας ενοχλείτε και μη μας παρεξηγείτε. Εκείνη τη στιγμή μπορεί να δίνουμε μέσα μας, μία απ’ τις πιο σημαντικές μάχες τις ζωές μας. Και πρέπει να βγούμε νικητές.

Η ομορφιά μας γεμίζει με δύναμη για ζωή

Πρόκειται για μια εμπειρία που βιώνουμε τακτικά. Περπατάμε στην εξοχή και ξαφνικά μας παρασύρει η ομορφιά ενός τοπίου. Χανόμαστε κοιτάζοντας τον ουρανό, που είναι παράξενα λαμπερός. Ακούμε στο ραδιόφωνο ένα τραγούδι που μας συγκινεί βαθιά. Κι όλα αυτά τα βρίσκουμε όμορφα. Δεν λέμε ότι “μας ευχαριστούν”, αλλά ότι “είναι όμορφα”, σαν να πρέπει όλοι να συμφωνήσουν ότι είναι.

Επομένως πόση αυτοπεποίθηση έχουμε για να τολμήσουμε να ξεστομίσουμε μια τόσο γενική αλήθεια;

Έχουμε τόση εμπιστοσύνη στην κρίση μας, που δεν νιώθουμε καν την ανάγκη να επιχειρηματολογήσουμε. Κρίνουμε ελεύθερα, χωρίς να μας εμποδίζει οποιοδήποτε κριτήριο. Είναι όμορφο, έτσι απλά. Δεν είναι όμορφο γιατί. Είναι όμορφο επειδή δεν υπάρχει γιατί. Εμείς που αμφιβάλλουμε τόσο συχνά για τον ίδιο μας τον εαυτό να που τελικά δεν αμφιβάλλουμε: η παρατήρηση της ομορφιάς μάς επιτρέπει ν’ ακούσουμε επιτέλους τον εαυτό μας.

Θυμάμαι μια καλοκαιρινή βραδιά. Περπατώ σε μια παραλία στην Κορσική και σκέφτομαι τη ζωή που φεύγει. Αμφιβάλλω σχεδόν για τα πάντα. Πρέπει να ξαναπιάσω τα ηνία, όμως δεν ξέρω πώς. Πρέπει να πάρω μια απόφαση, όμως δεν τα καταφέρνω. Ξαφνικά βλέπω αυτό το φως στη θάλασσα, αυτό το ασημένιο λαμπύρισμα. Το φως αρχίζει να χάνεται, κι όμως μοιάζει πιο έντονο. Ξαφνικά όλα γίνονται πιο πραγματικά, πιο παρόντα. Μπροστά σ’ αυτό το τόσο σαγηνευτικό θέαμα όλα δημιουργούν, παραδόξως, την αίσθηση της αιωνιότητας. Δεν αμφιβάλλω ούτε μία στιγμή: αυτό που βλέπω είναι όμορφο.

«Είναι όμορφο»: μια τόσο απλή φράση, γεμάτη από δύναμη.

Αυτή τη δύναμη την έχει ίσως γιατί το αισθητικό συναίσθημα περιλαμβάνει το σύνολο του εαυτού μας. Όταν κρίνω όμορφο το τοπίο στην Κορσική, δεν σημαίνει ότι είμαι απλώς ευαίσθητος. Φυσικά ευαισθητοποιούνται οι αισθήσεις μου, όμως η αισθητική ευχαρίστησή μου δεν περιορίζεται σε μια αισθησιακή ευχαρίστηση, σε μια απόλαυση για τα μάτια και τα αφτιά. Αυτό το τοπίο έχει αξίες, έχει σημασία. Με κάνει να σκέφτομαι το άπειρο, τον Θεό, την ελευθερία… Επομένως η ευχαρίστησή μου έχει, πέρα από μια αισθησιακή, και μια διανοητική διάσταση. Με τον ίδιο τρόπο έχω συνείδηση ότι μου αρέσει αυτό το τοπίο, όμως με σαγηνεύει, επίσης, και για λόγους που σχετίζονται με το ασυνείδητο και αφυπνίζουν το πιο κρυφό μέρος του εαυτού μου. Όταν είμαστε ευαίσθητοι απέναντι στην ομορφιά, δεν ακούμε, λοιπόν, μόνο ένα μέρος του εαυτού μας, αλλά εμπιστευόμαστε την αρμονία όλων των ιδιοτήτων μας: ευαισθησία, ευφυΐα ασυνείδητο, φαντασία… Αυτή η αρμονία μάς επιτρέπει να μιλάμε για αυτοπεποίθηση κι όχι απλώς για εμπιστοσύνη στην ευαισθησία ή στη λογική μας.

Παρατηρώντας το έργο ενός καλλιτέχνη μπαίνουμε μερικές φορές στον πειρασμό ν’ αναρωτηθούμε «τι εννοεί». Η σκέψη ενδέχεται να μας παρασύρει και να μας στερήσει την εσωτερική αρμονία που προσφέρουν τόσο απλά τα όμορφα τοπία: προσπαθώντας να βρούμε τι εννοεί ο καλλιτέχνης, δεν καταφέρνουμε να αισθανθούμε αυτό που προκαλεί το έργο του σ’ εμάς τους ίδιους. Σημαίνει όμως και να παρατηρήσουμε ένα έργο τέχνης ακριβώς όπως ένα τοπίο της φύσης, χωρίς να θέσουμε το ερώτημα της σκοπιμότητας που κρύβεται πίσω του. Τότε μας αρκεί να το κοιτάζουμε ή να το ακούμε, γιατί μας γεμίζει με βαθιά χαρά και μας βοηθάει ν’ ανακαλύψουμε αυτό που αισθανόμαστε. Πόσοι έφηβοι που αμφέβαλλαν για τον εαυτό τους ανακάλυψαν για πρώτη φορά, ακούγοντας τον Ντέιβιντ Μπόουι ή τον Τζον Λένον, ότι μπορούσαν να νιώσουν ασφάλεια και να εμπιστευτούν την κρίση τους; Σίγουρα αυτό είναι όμορφο. Το να βρίσκεται κανείς κοντά στην ομορφιά σημαίνει ότι έρχεται κοντά στον εαυτό του. Δεν θέλει να «ξεφύγει», αλλά να βυθιστεί στον εαυτό του και να συναντήσει το ενδεχόμενο της αυτοπεποίθησης.

Γι’ αυτό ευγνωμονούμε τους καλλιτέχνες που μας συγκινούν. Νιώθουμε την ανάγκη να τους ευχαριστήσουμε για τη δύναμη που μας δίνουν.

Όταν δηλώνουμε ότι κάτι «είναι όμορφο», τελικά ίσως μιλάμε τόσο για ένα τοπίο ή ένα τραγούδι όσο και για την ακαταμάχητη αυτοπεποίθηση που νιώθουμε ξαφνικά. Κάθε φορά που η ομορφιά μάς αγγίζει, μας δίνει τη δύναμη να τολμήσουμε να γίνουμε ο εαυτός μας.

Θυμάμαι πώς ένιωσα την πρώτη φορά που βρέθηκα μπροστά σ’ ένα έργο. Ένας τεράστιος καμβάς με πορτοκαλί και κίτρινο. Βρέθηκε ξαφνικά εκεί, μπροστά μου. Η απόλυτη αγνότητα. Η ομορφιά είναι μια παρουσία που καλεί μια άλλη. Κοιτούσα ένα έργο κι ένιωθα όπως τότε που κοιτούσα τη θάλασσα: σίγουρα ήταν όμορφο, υπήρχε μέσα σ’ αυτή τη δόνηση του φωτός κάτι αιώνιο, κάτι αληθινό. Μια ανήκουστη πυκνότητα πνεύματος στην καρδιά της ύλης. Κι όμως δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτό, δεν ήξερα καν ποιος ήταν ο καλλιτέχνης. Ωστόσο δεν είχα καμία αμφιβολία. Ένιωσα απόλυτη εμπιστοσύνη στο συναίσθημά μου, στην κρίση μου, σ’ εμένα και ταυτόχρονα σ’ αυτόν τον καλλιτέχνη που δεν ήξερα, στην τέχνη, στην ομορφιά, στη ζωή.

Όμως η ομορφιά μάς προσφέρει κάτι ακόμα. Μας γεμίζει με δύναμη για ζωή, μας βοηθάει ν’ αποκτήσουμε ξανά θάρρος. Το έχουμε ήδη ζήσει όλοι, ίσως σε μουσεία, ίσως ακούγοντας μουσική, σίγουρα κοντά στη φύση. Εξαντλημένοι από τις έννοιες, δύσθυμοι από τις αμφιβολίες μας, πεπεισμένοι ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρουμε, θα περπατήσουμε στην εξοχή, θα δούμε τις χιονισμένες βουνοκορφές ή απλώς τις ακτίνες του ήλιου να χορεύουν ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων και τότε, ξαφνικά, θα νιώσουμε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατον.

Κάπως έτσι έμοιαζε η εμπειρία που είχα στην θάλασσα, κάτι τέτοιο περιγράφει και ο Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, στενός φίλος του Έμερσον, στο αριστούργημά του Walden ή Η Ζωή στο Δάσος: “Αυτός που ζει κοντά στη φύση και νιώθει τις αισθήσεις του ζωντανές δεν θα είναι ποτέ μελαγχολικός. Δεν υπήρξε ποτέ καταιγίδα που να μη συνοδεύεται από αιολική μουσική για τα αθώα αφτιά ενός αγνού πλάσματος. Όσο οι εποχές είναι φίλες μου, τίποτα δεν μπορεί να κάνει τη ζωή βάρος”· ,

Εδώ η ομορφιά της φύσης κάνει κάτι περισσότερο από το να μας επιτρέψει να την κρίνουμε. Μας πλημμυρίζει από την ουσία της σε τέτοιο βαθμό, που μας δίνει δύναμη να πιστέψουμε στον εαυτό μας. Είναι αρκετά δύσκολο να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Τι είναι αυτό που στην απλή παρατήρηση της ομορφιάς της φύσης μάς κάνει να νιώθουμε εμπιστοσύνη; Όπως και να’ χει, αυτές οι όμορφες εικόνες είναι εξ ορισμού επιφανειακές. Τότε γιατί μας αγγίζουν τόσο βαθιά, μας ηρεμούν και τρέφουν την εμπιστοσύνη μας;

Η παρατήρηση μας επιτρέπει να σχετικοποιούμε, να αλλάζουμε οπτική γωνία, προοπτική. Μπροστά σε τόση ομορφιά, μπροστά στο θαύμα της μέρας που ξημερώνει, του κόσμου που μοιάζει να γεννιέται μπροστά στα μάτια μας, παίρνουμε απόσταση από τα προβλήματά μας. Μπροστά στο μυστήριο του φωτός, ξαφνικά οι προβληματισμοί μάς βαραίνουν λιγότερο.

Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα. Νιώθουμε ότι στην καρδιά αυτής της ομορφιάς υπάρχει μια δύναμη που μας ξεπερνά και την οποία εμπιστευόμαστε. Δεν παρατηρούμε απλώς την εξωτερική ομορφιά, νιώθουμε ταυτόχρονα μια δύναμη να μας διαπερνά τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Έτσι δεν είμαστε πια απλώς θεατές της ομορφιάς του κόσμου. Βρισκόμαστε μέσα στον κόσμο, κάτι που είχαμε ξεχάσει και μας το θυμίζει η ομορφιά. Ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν είναι κάτι που πρέπει να εκμεταλλευτούμε ή κάτι στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε. Είναι το σπίτι μας. Είναι πιο εύκολο να έχουμε αυτοπεποίθηση όταν νιώθουμε ότι ο κόσμος είναι το σπίτι μας.

Το επόμενο κύμα αυτοματοποίησης θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων επαγγελμάτων;

H απώλεια πολλών παραδοσιακών επαγγελμάτων εξαιτίας της αυτοματοποίησης θα αντισταθμιστεί εν μέρει από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους. Οι γενικοί γιατροί που ασχολούνται κυρίως με τη διάγνωση γνωστών ασθενειών και τη χορήγηση γνωστών θεραπειών θα αντικατασταθούν μάλλον από ιατρικές τεχνητές νοημοσύνες. Ακριβώς όμως γι’ αυτό, θα υπάρχουν πολύ περισσότερα χρήματα για τους γιατρούς και τους βοηθούς εργαστηρίου που κάνουν πρωτοποριακές έρευνες και σχεδιάζουν καινούργια φάρμακα ή χειρουργικές μεθόδους.

Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους| και κάπως· αλλιώς. Αντί οι άνθρωποι να ανταγωνίζονται την τεχνητή νοημοσύνη, θα μπορούσαν να εστιάσουν στη χρήση και την αξιοποίησή της. Για παράδειγμα, η αντικατάσταση των πιλότων από drone έχει καταργήσει κάποιες θέσεις εργασίας, αλλά έχει δημιουργήσει πολλές νέες ευκαιρίες στη συντήρηση, τον τηλεχειρισμό, την ανάλυση δεδομένων και την κυβερνοασφάλεια.

Αν είναι έτσι, η αγορά εργασίας το 2050 θα χαρακτηρίζεται πιθανότατα από τη συνεργασία ανθρώπων και τεχνητής νοημοσύνης, και όχι από τον ανταγωνισμό τους. Σε πεδία από την αστυνόμευση μέχρι τις τράπεζες, ομάδες ανθρώπων τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τόσο τους ανθρώπους όσο και τους υπολογιστές. Όταν το πρόγραμμα Deep Blue της ΙΒΜ νίκησε τον Κασπάροφ το 1997, οι άνθρωποι δεν σταμάτησαν να παίζουν σκάκι. Αντίθετα, χάρη σε εκπαιδευτικές τεχνητές νοημοσύνες, πολλοί μετρ σκακιστές έγιναν καλύτεροι από ποτέ και τουλάχιστον για κάποιο διάστημα μια ομάδα ανθρώπων-τεχνητής νοημοσύνης που λεγόταν «οι Κένταυροι» ξεπέρασε σε σκακιστικές επιδόσεις τόσο τους ανθρώπους όσο και τους υπολογιστές. Με τον ίδιο τρόπο, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στην εκπαίδευση των καλύτερων αστυνομικών, ή τραπεζιτών.

Το πρόβλημα με όλες αυτές τις νέες δουλειές, ωστόσο, είναι ότι μάλλον θα απαιτούν πολύ υψηλό επίπεδο ειδίκευσης κι έτσι δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα της ανεργίας των ανειδίκευτων εργατών. Το να δημιουργηθούν νέες δουλειές για ανθρώπους μπορεί να αποδειχτεί ευκολότερο από το να επανεκπαιδευτούν οι άνθρωποι για να καλύψουν αυτές τις θέσεις. Στα προηγούμενα κύματα αυτοματοποίησης, οι άνθρωποι μπορούσαν συνήθως να περάσουν από τη μία χαμηλών απαιτήσεων τυποποιημένη δουλειά στην άλλη. Το 1920, ένας αγροτικός εργάτης που είχε απολυθεί εξαιτίας της μηχανοποίησης της γεωργίας μπορούσε να βρει δουλειά σε ένα εργοστάσιο που έφτιαχνε τρακτέρ. Το 1980, ένας άνεργος βιομηχανικός εργάτης μπορούσε να πιάσει δουλειά ως ταμίας σε σουπερμάρκετ. Αυτές οι αλλαγές επαγγέλματος ήταν εφικτές επειδή η μετάβαση από το αγρόκτημα στο εργοστάσιο και από το εργοστάσιο στο σουπερμάρκετ απαιτούσε περιορισμένη εκπαίδευση.

Όμως το 2050, ένας ταμίας ή μια· εργάτρια υφαντουργίας που θα χάσουν τη δουλειά τους από ένα ρομπότ δεν θα μπορούν να γίνουν ερευνητές για τον καρκίνο, χειριστές drone ή μέλη μιας τραπεζικής ομάδας ανθρώπων-τεχνητής νοημοσύνης. Δεν θα έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες.

Συνεπώς, παρά την εμφάνιση πολλών νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους, το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί μια νέα «άχρηστη» τάξη παραμένει πιθανό. Μπορεί μάλιστα να επικρατήσει η χειρότερη εκδοχή και να μαστιζόμαστε από ανεργία και από έλλειψη ειδικευμένων εργατών μαζί. Πολλοί άνθρωποι μπορεί να μην έχουν τη μοίρα των αμαξάδων του 19ου αιώνα -που έγιναν οδηγοί ταξί- αλλά των αλόγων τους, που σταδιακά εξορίστηκαν εντελώς από την αγορά εργασίας.

Επιπλέον, καμία από τις δουλειές για ανθρώπους που θα απομένουν δεν θα είναι ποτέ ασφαλής από τον κίνδυνο της μελλοντικής της αυτοματοποίησης, γιατί η μηχανική εκμάθηση και η ρομποτική θα συνεχίσουν να βελτιώνονται. Μια σαραντάχρονη άνεργη ταμίας σουπερμάρκετ που καταβάλλοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες κατάφερε να γίνει χειρίστρια drone, μπορεί να χρειαστεί να κάνει το ίδιο δέκα χρόνια αργότερα, γιατί μέχρι τότε μπορεί να έχει αυτοματοποιηθεί και ο χειρισμός drone. Αυτή η αστάθεια θα κάνει επίσης δυσκολότερη τη συγκρότηση σωματείων και τη διασφάλιση δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους.

Αντίστοιχα, και οι ομάδες ανθρώπων-υπολογιστών όπως οι «Κένταυροι» θα χαρακτηρίζονται μάλλον από μια μόνιμη διελκυστίνδα ανάμεσα στους ανθρώπους και τους υπολογιστές, και όχι από την παγίωση μιας ισόβιας συνεργασίας. Στις ομάδες που αποτελούνται αποκλειστικά από ανθρώπους -όπως ο Σέρλοκ Χολμς κι ο Γουότσον- συνήθως αναπτύσσονται μόνιμες ιεραρχίες και συνήθειες που κρατάνε για δεκαετίες. Όμως ένας άνθρωπος ντετέκτιβ που συνεργάζεται με το υπολογιστικό σύστημα Γουότσον της IBM (το οποίο έγινε γνωστό όταν κέρδισε στο διάσημο τηλεπαιχνίδι Jeopardy! στις ΗΠΑ το 2011) θα διαπιστώσει ότι κάθε συνήθεια υπάρχει απλώς για να διαταράσσεται και κάθε ιεραρχία για να ανατρέπεται. Ο χτεσινός βοηθός μπορεί να μεταμορφωθεί στον αυριανό προϊστάμενο κι όλα τα πρωτόκολλα και τα εγχειρίδια θα πρέπει να ξαναγράφονται κάθε χρόνο.

Μια πιο κοντινή ματιά στον κόσμο του σκακιού μπορεί να μας δείξει προς τα πού πηγαίνουν μακροπρόθεσμα τα πράγματα. Είναι αλήθεια ότι για αρκετά χρόνια μετά τη νίκη του Deep Blue επί του Κασπάροφ η συνεργασία ανθρώπου-υπολογιστή στο σκάκι άκμασε. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια οι υπολογιστές έχουν γίνει τόσο καλοί, που οι ανθρώπινοι συμπαίκτες τους έχασαν την αξία τους και σύντομα μπορεί να γίνουν εντελώς περιττοί.

Στις 7 Δεκεμβρίου 2017 φτάσαμε σε ένα σημαντικό ορόσημο, το οποίο δεν ήταν ότι ένας υπολογιστής νίκησε έναν άνθρωπο στο σκάκι -μπαγιάτικα νέα-, αλλά ότι το πρόγραμμα AlphaZero της Google νίκησε το πρόγραμμα Stockfish 8. To Stockfish 8 ήταν ο πρωταθλητής σκακιού υπολογιστών για το 2016. Είχε στη διάθεσή του αιώνες συσσωρευμένης ανθρώπινης σκακιστικής εμπειρίας, καθώς και δεκαετίες εμπειρίας στον προγραμματισμό. Ήταν σε θέση να υπολογίσει 70 εκατομμύρια θέσεις ανά δευτερόλεπτο. Αντίθετα, το AlphaZero εκτελούσε μόλις 80.000 τέτοιους υπολογισμούς ανά δευτερόλεπτο και οι άνθρωποι που το δημιούργησαν δεν του έμαθαν καμία σκακιστική στρατηγική, ούτε καν τα κλασικά ανοίγματα. To AlphaZero χρησιμοποιούσε τις τελευταίες αρχές της μηχανικής εκμάθησης για να μάθει μόνο του σκάκι, παίζοντας με τον εαυτό του. Παρ’ όλα αυτά, από τα εκατό παιχνίδια που έπαιξε το αρχάριο AlphaZero με το Stockfish 8, κέρδισε είκοσι οχτώ και έφερε ισοπαλία σε εβδομήντα δύο. Δεν έχασε ούτε μία παρτίδα. Καθώς το AlphaZero δεν είχε διδαχτεί τίποτα από ανθρώπους, πολλές από τις κινήσεις και τις στρατηγικές που του χάρισαν τη νίκη φαίνονταν αντισυμβατικές στο ανθρώπινο μάτι. Θα μπορούσαν κάλλιστα να θεωρηθούν δημιουργικές ή και απερίφραστα ιδιοφυείς.

Μπορείτε μήπως να μαντέψετε πόσο χρόνο χρειάστηκε το AlphaZero για να μάθει σκάκι από το μηδέν, να προετοιμαστεί για τον αγώνα με το Stockfish 8 και να αναπτύξει τα ιδιοφυή ένστικτά του; Τέσσερις ώρες. Δεν πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Για αιώνες, το σκάκι θεωρείται μία από τις δοξασμένες κορωνίδες της ανθρώπινης ευφυΐας. To AlphaZero πέρασε από την απόλυτη άγνοια στη δημιουργική αριστοτεχνία σε τέσσερις ώρες, χωρίς τη βοήθεια ανθρώπινης καθοδήγησης.

To AlphaZero δεν είναι το μοναδικό πρόγραμμα με φαντασία που υπάρχει. Τώρα πια πολλά προγράμματα ξεπερνούν συστηματικά τους σκακιστές, όχι μόνο στην ωμή υπολογιστική δύναμη, αλλά ακόμα και στη «δημιουργικότητα». Σε σκακιστικά τουρνουά αποκλειστικά για ανθρώπους, οι διαιτητές προσέχουν διαρκώς μήπως κάποιος παίχτης προσπαθήσει να κλέψει παίρνοντας κρυφά βοήθεια από υπολογιστές. Ένας από τους τρόπους για να αποκαλυφθούν οι απάτες είναι η παρακολούθηση του επιπέδου πρωτοτυπίας των παιχτών. Αν κάποιος κάνει μια εξαιρετικά δημιουργική κίνηση, οι διαιτητές θα υποπτευτούν συχνά ότι η κίνηση αυτή δεν θα μπορούσε να είναι ανθρώπινη – πρέπει να έγινε από υπολογιστή. Τουλάχιστον στο σκάκι, η δημιουργικότητα είναι πλέον το σήμα κατατεθέν των υπολογιστών, και όχι των ανθρώπων. Επομένως, αν το σκάκι είναι το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο μας, έχουμε την προειδοποίηση που θέλαμε γιατί το καναρίνι πεθαίνει. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στις σκακιστικές ομάδες ανθρώπων-υπολογιστών μπορεί στην πορεία να συμβεί και στις αντίστοιχες ομάδες στην αστυνομία, την ιατρική ή τις τράπεζες.

Συνεπώς, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η επανεκπαίδευση των ανθρώπων που θα τις καταλάβουν δεν θα γίνει μια κι έξω. Η επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης δεν θα είναι ένα και μόνο καθοριστικό συμβάν μετά από το οποίο η αγορά εργασίας θα βρει μια καινούργια ισορροπία. Αντίθετα, θα είναι μια κατολίσθηση από ολοένα και μεγαλύτερες αναταράξεις. Ήδη σήμερα, πολύ λίγοι υπάλληλοι περιμένουν ότι θα κάνουν την ίδια δουλειά σε όλη τους τη ζωή. Το 2050, όχι μόνο η ιδέα «ίδια δουλειά για όλη τη ζωή» αλλά ακόμα και «το ίδιο επάγγελμα για όλη τη ζωή» μπορεί να ακούγεται απαρχαιωμένη.

Ακόμα κι αν μπορούσαμε να επινοούμε διαρκώς νέες δουλειές και να επανεκπαιδεύουμε το εργατικό δυναμικό, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν ο μέσος άνθρωπος έχει την απαραίτητη συναισθηματική αντοχή για μια ζωή γεμάτη ατέλειωτες αναστατώσεις. Η αλλαγή προκαλεί πάντα άγχος και ο πυρετώδης κόσμος του 21ου αιώνα έχει δημιουργήσει μια παγκόσμια επιδημία στρες. Θα μπορέσουν οι άνθρωποι να ανταπεξέλθουν όσο θα αυξάνεται η αστάθεια της αγοράς εργασίας και της ατομικής σταδιοδρομίας; Θα χρειαστούμε μάλλον πολύ πιο αποτελεσματικές τεχνικές μείωσης του άγχους- από φάρμακα, νευροανάδραση μέχρι διαλογισμό- για να μη χάσει ο σάπιενς το μυαλό του. Η “άχρηστη” τάξη μπορεί να έχει εμφανιστεί μέχρι το 2050 όχι μόνο εξαιτίας της απόλυτης έλλειψης κατάλληλων επαγγελμάτων ή σχετικής εκπαίδευσης, αλλά επίσης εξαιτίας ανεπαρκούς πνευματικής αντοχής.

Είναι φανερό ότι τα περισσότερα από τα παραπάνω είναι απλώς εικασίες. Τη στιγμή που γράφονται- το 2021-, η αυτοματοποίηση έχει προκαλέσει κλυδωνισμούς σε διάφορα επαγγέλματα, αλλά δεν έχει οδηγήσει ακόμα σε μαζική ανεργία. Στην πραγματικότητα, σε πολλές χώρες, όπως στις ΗΠΑ, η ανεργία βρίσκεται στο ιστορικά χαμηλότερο σημείο της. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα τι αντίκτυπο θα έχουν σε διάφορα επαγγέλματα στο μέλλον η μηχανική εκμάθηση και η αυτοματοποίηση.

Γιατί η ανωριμότητα είναι καταστροφική

Αν τοποθετήσετε μια πέτρα κάτω από ένα μικροσκόπιο και την παρατηρήσετε προσεκτικά, θα δείτε ότι ποτέ δεν αλλάζει. Αλλά, αν τοποθετήσετε ένα κοράλλι κάτω απ’ το ίδιο μικροσκόπιο, θα διαπιστώσετε ότι μεγαλώνει κι αλλάζει. Συμπέρασμα: το κοράλλι είναι ζωντανό, η πέτρα είναι νεκρή. Πώς θα ξεχωρίσετε ένα ζωντανό λουλούδι από ένα νεκρό; Ζωντανό θα είναι αυτό που ωριμάζει κα μεγαλώνει.

Η μοναδική απόδειξη ζωής είναι η ωρίμανση! Το ίδιο ισχύει και στον ψυχολογικό κόσμο. Αν ωριμάζετε, είστε ζωντανοί. Αν δεν ωριμάζετε, είναι πολύ πιθανόν να είστε νεκροί. Μπορεί να έχετε ως κινητήρια δύναμη περισσότερο την επιθυμία να ωριμάσετε παρά την ανάγκη να διορθώσετε τα ελαττώματά σας. Αν δέχεστε ότι μπορείτε πάντα να ωριμάζετε, να βελτιώνεστε, να γίνεστε όλο και μεγαλύτεροι, τότε αυτό είναι αρκετό. Όταν αποφασίσετε ν’ ακινητοποιηθείτε ή να νιώσετε επώδυνα συναισθήματα, έχετε αποφασίσει να μην ωριμάσετε. Η κινητήρια δύναμη ωρίμανσης σημαίνει μάλλον να χρησιμοποιείτε την ενέργεια της ζωής για μεγαλύτερη ευτυχία παρά να πρέπει να βελτιώνεστε επειδή αμαρτήσατε ή επειδή είστε ελλιπείς.

Αποκορύφωμα της επιλογής της ωρίμανσης, ως κινητήριας δύναμης, είναι η προσωπική κυριαρχία σε κάθε τωρινή στιγμή της ζωής σας. Κι αυτή η κυριαρχία σημαίνει να είστε εσείς που θ’ αποφασίζετε για τη μοίρα σας· δεν είστε απλά κάποιος που τα βγάζει πέρα, αγωνίζεται ή προσαρμόζεται στον κόσμο. Αντί γι’ αυτό, διαλέξτε ποιος θα είναι για σας ο κόσμος. Ο Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω το διατυπώνει αυτό στο έργο του Το επάγγελμα της κ. Γουώρρεν: «Οι άνθρωποι πάντα κατηγορούν τις συνθήκες ζωής τους γι’ αυτό που οι ίδιοι είναι. Δεν πιστεύω στις περιστάσεις και τις συνθήκες. Οι άνθρωποι που πετυχαίνουν σ’ αυτό τον κόσμο είναι αυτοί που προχωρούν, διαλέγουν τις συνθήκες και τις περιστάσεις που θέλουν κι όταν δεν τις βρίσκουν τις δημιουργούν».

Όμως να θυμάστε, η αλλαγή του τρόπου που σκέφτεστε, νιώθετε ή ζείτε είναι πιθανή, αλλά ποτέ εύκολη.

Αν στ’ αλήθεια θέλετε να ζείτε ολοκληρωμένα και να ελέγχετε τις προσωπικές σας επιλογές, αν στ’ αλήθεια θέλετε να φτάσετε στην ευτυχία της τωρινής στιγμής, θα πρέπει να είστε το ίδιο αυστηρά προσηλωμένοι και στην προσπάθεια να αποβάλετε τον ηττοπαθή τρόπο σκέψης και στην εκμάθηση οποιουδήποτε δύσκολου εγχειρήματος.

ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θέλει να εικονίσει την αλήθεια. Κι αντάμα να σύρει φωνή δυνατή, να κουβεντιάσει με την ανθρωπότητα για την αδικία

Στα είκοσι πέντε του χρόνια τούτο τον καιρό ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος*. Σαν τον κοιτάς, μοιάζει δειλός, κίτρινος, μαραζιάρης. Όμως, όταν σου μιλάει, θαρρείς πως έχεις μπροστά σου ένα γίγαντα. Έμαθε τη ζωγραφική και την αγιογραφία στη γη του από παιδί. Κοντά σε τεχνίτες άξιους. Μαστόρους της βυζαντινής και της κρητικής τέχνης, που του φύσηξαν της ζωής αλήθειες και καλλιτεχνικά μυστικά. Κι από τα πολυτιμότερα, την αγάπη στα χρώματα και την κοινωνική συντροφικότητα. Ζει μέσα του ο χριστιανικότερος χριστιανός, αλλά κι ο πιο λεύτερος από τους σκλάβους ολάκερης, πες, της Ρωμιοσύνης. Ένα πάθος τον κατέχει. Να υψωθεί με την τέχνη του, κι ο λόγος του ν’ αστράψει και να βροντήξει μέσα στον καιρό του. Αγωνίζεται να δώσει μια νέα φόρμα στις δημιουργίες του. Στο χώρο τον ίσκιο της δουλοσύνης και στα πρόσωπα τον πόνο τ’ ανθρώπου όσο γίνεται πιο γνήσιο. Αυτό. Τον προβληματίζουν και τον τρομάζουν οι ανθρώπινες σχέσεις. Με την ευκολία της μεταλλαγής από το άσπρο στο μαύρο. Με τους τόσους καθημερινούς υποκριτές, τους έτοιμους να προσχωρήσουν στο κατεστημένο – και τι σλαβικό κατεστημένο! … – για το συμφεροντάκι τους, αδιαφορώντας για τη γύρω τους δυστυχία…

Αποτραβιέται μόνος στη μικρή σπηλιά, που ‘χει διαλέξει για τόπο δουλειάς του τώρα την άνοιξη και το καλοκαίρι, και ζωγραφίζει ασταμάτητα. Συνθέτει, χαίρεται, απογοητεύεται, σβήνει και ξανατραβάει πινελιές. Δε γυρεύει να ομορφύνει τη ζωή με τη ζωγραφική του, που’ναι πιότερο θρησκευόμενη. Ούτε να καλυτερέψει την αγιοσύνη με παχουλές αρχοντοπαναγιές και καλοθρεμμένα Χριστόπουλα, που ζωγραφίζουν στη Δύση. Θέλει να εικονίσει την αλήθεια. Κι αντάμα να σύρει φωνή δυνατή, να κουβεντιάσει με την ανθρωπότητα για την αδικία. Να ξοδέψει τη δύναμή του στη μάχη της τέχνης και της λευτεριάς, όπως ο Ηρακλής στον αγώνα της αρετής. Ζητάει και τη μάθηση. Να γνωρίσει την παλιά και την καινούργια στόχαση του κόσμου. Γι’ αυτό, πέρα από τη ζωγραφική, εκεί ψηλά στη μοναξιά της σπηλιάς, ξεχνιέται ώρες πολλές και στο διάβασμα. Απάνω στο τραπέζι του, στο δωμάτιο του Χάντακα, βρίσκονται όχι και λίγοι συγγραφείς του γένους του. Σ’ εκδόσεις παλιές του Γουτεμβέργιου, τυπωμένες με χοντρά ξύλινα γράμματα. Πλάτωνας, Δημοσθένης, Αριστοτέλης, ακόμα κι αυτός ο Ιπποκράτης, που συχνά μεταχειρίζεται τις συνταγές του και για τις μικροαρρώστιες του.
----------------------
*Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (Ηράκλειο Κρήτης, 1 Οκτωβρίου 1541 – Τολέδο, 7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo ισπανικό προσωνύμιο El Greco, δηλαδή Ο Έλληνας, ήταν Κρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της ισπανικής Αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την Ελλάδα, δημιουργώντας τα περισσότερα έργα του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως Αγιογράφος στο Ηράκλειο, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε στη Βενετία. Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέττο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.

Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής Σχολής και του μανιερισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους. Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν ευμενώς το ύφος του και είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους αιώνες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε, διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.

Βιογραφία

Νεανικά χρόνια

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στον Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης, την εποχή της Βενετοκρατίας. Η ημερομηνία γέννησης του προκύπτει όχι από κάποιο επίσημο έγγραφο της εποχής αλλά με βάση μία ιδιόχειρη σημείωση του, σύμφωνα με την οποία το 1606 ήταν 65 ετών. Ο πατέρας του, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος, ήταν φοροσυλλέκτης και έμπορος. Για τη μητέρα του δεν υπάρχουν πληροφορίες, ενώ άγνωστη παραμένει και η ταυτότητα μίας ενδεχόμενης πρώτης, Ελληνίδας συζύγου του. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Μανούσο Θεοτοκόπουλο (1531-1604), ο οποίος ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα τους.

Ο Θεοτοκόπουλος εκπαιδεύτηκε ως Αγιογράφος, γεγονός που πιστοποιείται από ένα δημόσιο έγγραφο του 1563, ενώ θα πρέπει να μελέτησε από νεαρή ηλικία την αρχαία ελληνική και κλασική γραμματεία, κρίνοντας από την πλούσια βιβλιοθήκη που κληροδότησε μετά το θάνατό του, ο υιός του. To όνομα του πρώτου δασκάλου του δεν είναι γνωστό, αν και το όνομα του Ιωάννη Γριπιώτη (1516-1569) έχει προταθεί. Στην Κρήτη, που από το 1211 αποτελούσε μέρος της ενετικής επικράτειας, οι ζωγράφοι και οι αγιογράφοι συνδύαζαν το βυζαντινό ιδίωμα με τις Δυτικές επιρροές, φιλοτεχνώντας φορητές κυρίως εικόνες και διαμορφώνοντας τη λεγόμενη Κρητική Σχολή. Στο Χάνδακα εργάζονταν κατά το 16ο αιώνα περίπου διακόσιοι ζωγράφοι, οργανωμένοι σε συντεχνίες σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Ο Θεοτοκόπουλος εξοικειώθηκε από νωρίς με έργα καλλιτεχνών της Αναγέννησης που κυκλοφορούσαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη και από το 1563 εξασκούσε επίσημα το επάγγελμα του ζωγράφου. Η πληροφορία αυτή εκμαιεύεται από μία αναφορά στο όνομά του σε επίσημο έγγραφο της εποχής, στην οποία περιγράφεται ως δάσκαλος (maestro Domenigo). Μία από τις πρώτες πληροφορίες που διαθέτουμε για κάποιο έργο του προέρχεται επίσης από άλλο έγγραφο του 1566, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε στον Θεοτοκόπουλο άδεια για να πουλήσει με λαχνό μία εικόνα που εκτιμήθηκε στα 70 δουκάτα, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή και ειδικότερα για έναν νέο καλλιτέχνη.

Με δεδομένο πως στην εποχή του συνυπήρχαν στην Κρήτη Ορθόδοξοι και Καθολικοί, παραμένει αμφιλεγόμενο σε ποιο από τα δόγματα αυτά ανήκε η οικογένειά του. Θεωρείται πιθανότερο πως ήταν ορθόδοξη, εκδοχή που στηρίζεται σε μελέτες αρχειακών και νομικών εγγράφων, σύμφωνα με τις οποίες ένας θείος του ήταν ορθόδοξος ιερέας, ενώ το όνομα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου δεν καταγράφεται στα αρχεία των βαφτίσεων της Καθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη. Διαφορετικές πηγές κάνουν επίσης λόγο για πιθανή καταγωγή του από καθολική οικογένεια. Ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως ο Θεοτοκόπουλος ασπάστηκε αργότερα το καθολικό δόγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθήκη του, στην οποία ανέφερε πως υπήρξε «πιστός Καθολικός». Η διαθήκη αυτή έχει αμφισβητηθεί, συνυπολογίζοντας την υποχρέωσή του να τη συντάξει σύμφωνα με τις επιταγές της Ιεράς Εξέτασης.

Ιταλία

Με δεδομένο πως η Κρήτη ανήκε στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας, ήταν φυσιολογική η εγκατάστασή του στη Βενετία για τη συνέχιση των σπουδών του. Η ακριβής χρονολογία άφιξής του δεν είναι γνωστή, ωστόσο εκτιμάται πως εγκατέλειψε την Κρήτη το 1567. Έζησε στη Βενετία περίπου μέχρι το 1570 επιχειρώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα των καλλιτεχνών που κυριαρχούσαν στη καλλιτεχνική ζωή της πόλης, μεταξύ αυτών ο Τιτσιάνο και ο Τιντορέττο. Την ίδια περίοδο υιοθέτησε την τεχνική της ελαιογραφίας, ζωγραφίζοντας πλέον σε μουσαμά και εγκαταλείποντας το ξύλο. Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν τη μετάβαση του Θεοτοκόπουλου από το Βυζαντινό στο Δυτικό ιδίωμα είναι το Τρίπτυχο της Μοντένα (π. 1560-1565), το οποίο περιλαμβάνει στοιχεία εμφανώς εμπνευσμένα από τα πρότυπα που κυριαρχούσαν στην Ιταλία, συνυφασμένα με θέματα επηρεασμένα από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.

Το 1570 βρέθηκε στη Ρώμη, γεγονός που μας αποκαλύπτεται από σχετική επιστολή του ζωγράφου Τζούλιο Κλόβιο, μέσα από την οποία συστήνει τον Θεοτoκόπουλο στον προστάτη του, καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, περιγράφοντάς τον ως έναν «νεαρό από τον Χάνδακα, μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική». Πιθανά προκειμένου να ανταποδώσει την εξυπηρέτηση, ο Ελ Γκρέκο δημιούργησε μία ημίσωμη προσωπογραφία του Κλόβιο, η οποία αποτελεί και την παλαιότερη προσωπογραφία του που διασώζεται μέχρι σήμερα. Στη Ρώμη, ο Θεοτοκόπουλος, όπως και άλλοι διακεκριμένοι ζωγράφοι, ήρθε αντιμέτωπος με τον σκληρό ανταγωνισμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη, την ίδια στιγμή που δέσποζε η παρουσία του Τιτσιάνο και εξακολουθούσε να ασκεί επίδραση το έργο του Μιχαήλ Άγγελου, έξι χρόνια μετά το θάνατό του. Η σχέση τού Γκρέκο με το έργο του τελευταίου παραμένει αμφιλεγόμενη. Σύμφωνα με μία ανεκδοτολογική αναφορά που δεν επιβεβαιώνεται, πρότεινε στον πάπα Πίο Ε' να φιλοτεχνήσει πάνω στην Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου, έργο με το οποίο είχε διακοσμήσει την Καπέλα Σιξτίνα. Όταν αργότερα του ζητήθηκε να εκφέρει την άποψή του για τον Μιχαήλ Άγγελο, ο Θεοτοκόπουλος απάντησε πως τον θεωρούσε έναν καλό άνθρωπο, ο οποίος όμως δεν γνώριζε να ζωγραφίζει. Ο Φρανθίσκο Πατσέκο επίσης αναφέρει δυσμενή σχόλια του Γκρέκο για τον Μιχαήλ Άγγελο, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Τολέδο, λίγο πριν το θάνατο του. Από την άλλη πλευρά, η επίδραση που του άσκησε θεωρείται δεδομένη. Οι προσωπογραφίες των Τιτσιάνο, Μιχαήλ Άγγελου, Κλόβιο και Ραφαήλ που φιλοτέχνησε στο έργο Η εκδίωξη των εμπόρων, έχουν ερμηνευτεί ως επιθυμία του να αποδώσει ένα φόρο τιμής σε αυτούς, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξία τους. Φαίνεται ωστόσο πως ο Γκρέκο έδειξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο δυναμισμό του Κορέτζιο και την κομψότητα των έργων του Παρμιτζανίνο.

Στο Παλάτσο Φαρνέζε γνώρισε τον ουμανιστή βιβλιοθηκάριο του Φαρνέζε, Φούλβιο Ορσίνι, ο οποίος υπήρξε υποστηρικτής του Γκρέκο και στη συλλογή του βρέθηκαν αργότερα επτά έργα του. Δουλεύοντας στην υπηρεσία του Αλεσάντρο Φαρνέζε, δεν είχε σημαντικές ευκαιρίες να αναδείξει το ταλέντο του και ανέλαβε τελικά λίγες παραγγελίες. Το 1572 αποπέμφθηκε τελικά από το Παλάτσο Φαρνέζε, γεγονός που πιστοποιείται από μία επιστολή του Θεοτοκόπουλου, με ημερομηνία 6 Ιουλίου 1572, στην οποία διαμαρτύρεται για την άδικη εκδίωξή του από το παλάτι. Στις 18 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, κατέθεσε αίτηση για να γίνει μέλος της συντεχνίας ζωγράφων του Αγίου Λουκά, με το όνομα Domenico Greco, αποφασίζοντας προφανώς να ακολουθήσει σταδιοδρομία ανεξάρτητου και αυτόνομου καλλιτέχνη. Συνολικά, οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα στη Βενετία, ειδικότερα σε ότι αφορά την απόδοση του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας μία διαφορετική τεχνική και στοιχεία του μανιερισμού.

Ισπανία

Το 1577 καταγράφεται η παρουσία του Γκρέκο στην Ισπανία, χωρίς να διαθέτουμε πολλές πληροφορίες για τις δραστηριότητές του την περίοδο 1572-76 στην Ιταλία. Αρχικά εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη που αποτελούσε τότε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας, με περίπου 62.000 κατοίκους το 1571. Εκεί δημιούργησε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα της ώριμης περιόδου του και γνώρισε την καθιέρωση. Στις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε ανήκαν τρία ρετάμπλ για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου και ο πίνακας Ο Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού (1577-79) που μεταφέρθηκε στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης. Συμμετείχε επίσης στο εικονογραφικό πρόγραμμα για το Ανάκτορο του Εσκοριάλ, το οποίο υπήρξε ενδεχομένως και ο κύριος λόγος για τον οποίο εγκαταστάθηκε στην Ισπανία, επιδιώκοντας να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά. Ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας επέλεξε αρχικά το ζωγράφο Χουάν Φερνάντες δε Ναβαρέτε να διακοσμήσει την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, ωστόσο μετά το θάνατό του, ανέθεσε το έργο στον Θεοτοκόπουλο. Εκείνος ολοκλήρωσε το έργο Το Μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου (1580-82), το οποίο όμως δεν ικανοποίησε το βασιλιά, με αποτέλεσμα να μην τοποθετηθεί στην εκκλησία του Εσκοριάλ, πιθανώς γιατί δεν ήταν συμβατός με το πνεύμα που επιζητούσε ο ίδιος να κυριαρχεί. Το γεγονός πως δεν κατάφερε να αποτελέσει μέλος τής βασιλικής αυλής, οδήγησε τελικά στη σύσφιξη των σχέσεών του με την πόλη του Τολέδου. Ο Παραβιθίνο τόνισε τη στενή σχέση του με την ισπανική πόλη, σε ένα σονέτο που συνέθεσε το 1614 προς τιμή τού Θεοτοκόπουλου, όπου αναφέρει πως «ζωή πήρε από την Κρήτη και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ' όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει διά του θανάτου». Εκεί απέκτησε ένα γιο, τον Χόρχε Μανουέλ (Γεώργιος Εμμανουήλ), με την Χερόνιμα ντε λας Κουέβας (Doña Jerónima de Las Cuevas). Συνεργάστηκε με αρκετούς παραγγελιοδότες, όπως τον μοναχό και καθηγητή ρητορικής Ορτένσιο Φέλιξ Παραβιθίνιο (1580-1633), το νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (1562-1644) ή τον φίλο του και λόγιο της εποχής Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (1524-1602).

To 1586, ο ιερέας της ενορίας του Αγίου Θωμά, τού ανέθεσε την παραγγελία για τον πίνακα Η Ταφή του Κόμη Οργκάθ, που συνιστά μέχρι σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Στις σημαντικότερες παραγγελίες που ανέλαβε στο Τολέδο ανήκει επίσης ένα ρετάμπλ που φιλοτέχνησε για το Ίδρυμα της Doña María de Aragon στη Μαδρίτη, καθώς και η διακόσμηση του παρεκκλησίου του Αγίου Ιωσήφ (Capilla de San Jose), που προέβλεπε δύο θρησκευτικές συνθέσεις και δύο γλυπτά των Δαβίδ και Σολομώντα. Το εργαστήριο του γνώρισε μέγιστη ακμή κατά την περίοδο 1600-1607, ενώ συνεργάτης του υπήρξε από το 1597 και ο γιος του, το όνομα του οποίου αναφέρεται σε αρκετά έγγραφα της εποχής. Την περίοδο 1603-07, ο Χόρχε Μανουέλ ανέλαβε να φιλοτεχνήσει ορισμένα έργα που προορίζονταν για το νοσοκομείο Καριδάδ στο Ιγιέσκας, παραγγελία που οδήγησε τελικά σε μία οικονομική διαμάχη, καθώς οι παραγγελιοδότες δεν έμειναν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Η τελευταία παραγγελία που ανέλαβε ο Θεοτοκόπουλος ήταν για το νοσοκομείο Ταβέρα του Τολέδου, για την οποία συνεργάστηκε με το γιο του. Πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614, πριν ολοκληρώσει το έργο και αρχικά θάφτηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο. Το 1619, ο γιος του μετέφερε το λείψανό του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα κατεδαφίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί το φέρετρό του. Στην απογραφή που συνέταξε ο γιος του μετά το θάνατο τού Γκρέκο, αναφέρονταν 143 ολοκληρωμένοι πίνακες, 45 γύψινα ή πήλινα προπλάσματα, 150 σχέδια, 30 σχέδια για ρετάμπλ καθώς και 200 χαρακτικά έργα.

Έργο

Κρήτη και Ιταλία

Το τρίπτυχο περιείχε στην κύρια όψη τρεις σκηνές, τη Στέψη του χριστιανού ιππότη, την Προσκύνηση των ποιμένων και τη Βάπτιση του Χριστού. Στην πίσω όψη ο Γκρέκο φιλοτέχνησε μία Άποψη του Όρους Σινά (παραλλαγή χαρακτικού τού Giovanni Battista Fontana), τον Ευαγγελισμό και την Επίπληξη προς τον Αδάμ και την Εύα. Τα τοπία που ζωγράφισε πάνω στο ξύλο με φωτεινά χρώματα παραπέμπουν σε έργα των Βενετσιάνων Δασκάλων.

Στην πρώιμη δημιουργική περίοδο του Γκρέκο ανήκουν τα έργα που φιλοτέχνησε στην Κρήτη και στη Βενετία, για πολλά από τα οποία είναι δύσκολο να καθοριστεί αν ολοκληρώθηκαν στον Χάνδακα ή στην ιταλική πόλη. Η Κοίμηση της Θεοτόκου (π. 1567, Εκκλησία της Παναγίας των Ψαριανών), που ανακαλύφθηκε το 1983 στη Σύρο έχοντας μεταφερθεί εκεί πιθανότατα από Ψαριανούς εποίκους μετά την καταστροφή των Ψαρών, αποτελεί το πρώτο σωζόμενο έργο του με την υπογραφή του. Μαζί με τη φορητή εικόνα Ο ευαγγελιστής Λουκάς ζωγραφίζοντας την Παναγία (1560-67, Μουσείο Μπενάκη), αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για την τεχνοτροπία του νεαρού Θεοτοκόπουλου. Η τεχνική και το ύφος των εικόνων διαπνέονται από μεταβυζαντινά στοιχεία, χωρίς όμως να απουσιάζουν και πρωτότυπα χαρακτηριστικά, όπως η υποτυπώδης απόδοση της τρίτης διάστασης ή του προοπτικού βάθους και τα έντονα χρώματα. Τα μοτίβα της δυτικής τέχνης είναι περισσότερο εμφανή σε άλλα έργα της ίδιας περιόδου, όπως στην Προσκύνηση των Μάγων (1565-67, Μουσείο Μπενάκη) και κυρίως στο Τρίπτυχο της Μόντενα (1560-65, Galleria Estense).

Στα τελευταία χρόνια παραμονής του στη Βενετία, ανήκει ο πίνακας Θεραπεία του Τυφλού (περ. 1565, Πινακοθήκη της Δρέσδης), έργο που χαρακτηρίζεται από την επίδραση του Τιντορέττο, ως προς τη διάταξη των μορφών αλλά και την απόδοση των κτιρίων που φαίνονται στο βάθος. Σε άλλα έργα, όπως ο Μυστικός Δείπνος (περ. 1568, Εθνική Πινακοθήκη Μπολόνια) είναι εμφανής η διάθεσή του να αναπαραστήσει με φυσικό τρόπο την κίνηση των σωμάτων και τη θέση τους στο χώρο.

Την περίοδο της παραμονής του στη Ρώμη, ο Γκρέκο εξασφάλισε την αναγνώρισή του κυρίως μέσα από το είδος της προσωπογραφίας, στο οποίο ξεχωρίζουν τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε για τον Τζούλιο Κλόβιο (Εθνικό Μουσείο Καποντιμόντε, Νάπολη) και τον στρατιωτικό Βιτσέντζο Αναστάζι (Συλλογή Frick, Νέα Υόρκη). Ο πρώτος απεικονίζεται σε μία ημίσωμη σύνθεση, ενώ ο δεύτερος σε όρθια στάση, ντυμένος με την πανοπλία του, σε μία σύνθεση που προαναγγέλλει τα μεταγενέστερα έργα του Βελάσκεθ. Παράλληλα, ο Γκρέκο στράφηκε σε πιο φιλόδοξες συνθέσεις, με χαρακτηριστικό δείγμα την Εκδίωξη των εμπόρων από το ναό (1570-75, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών Μινεάπολης). Πιθανότατα την ίδια περίοδο χρονολογείται και το έργο El soplón (Αγόρι που ανάβει κερί, π. 1570, Μουσείο Καποντιμόντε), που διακρίνεται για το πρωτότυπο θέμα του, το οποίο υπήρξε μάλλον ασυνήθιστο την εποχή εκείνη. Πιθανότατα, ο Θεοτοκόπουλος εμπνεύστηκε το έργο διαβάζοντας μία αναφορά στη Φυσική Ιστορία τού Πλίνιου, σύμφωνα με την οποία ο ζωγράφος Αντίφιλος είχε επεξεργαστεί το ίδιο θέμα.

Τολέδο

Μετά την άφιξή του στο Τολέδο, οι πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε αφορούσαν τρία ρετάμπλ για τη μοναστηριακή εκκλησία του Αγίου Δομήνικου του Παλαιού (Santo Domingo el Antiguo) και μία ελαιογραφία με θέμα τον διαμερισμό των ιματίων του Χριστού, γνωστή ως El Espolio, για τον καθεδρικό ναό της πόλης. Τα ρετάμπλ υπήρξαν παραγγελία του Ισπανού αρχιδιάκου του καθεδρικού ναού τού Τολέδου, Διέγο δε Καστίγια, ο οποίος ανήκε στον κύκλο γνωριμιών τού Φαρνέζε. Για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου, ο Γκρέκο φιλοτέχνησε την Ανάληψη της Παναγίας (π. 1577, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών, Σικάγο), έργο που πλαισιωνόταν από τις απεικονίσεις του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή (1577-79, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή (1577-79, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Βερνάρδου και του Αγίου Βενέδικτου. Το πρόγραμμα της εικονογράφησης περιλάμβανε ακόμα συνθέσεις με θέμα την Αγία Τριάδα (1577-79, Μουσείο Πράδο), την Προσκύνηση των Ποιμένων, τον Άγιο Ιερώνυμο, την Ανάληψη του Χριστού και τον Άγιο Ιλδεφόνσο. Η Ανάληψη της Παναγίας, που τοποθετήθηκε στο κεντρικό ρετάμπλ της αγίας τράπεζας, όπως και η Αγία Τριάδα, αναδεικνύουν την ικανότητα τού Γκρέκο να συνδυάζει στοιχεία από τον Τιτσιάνο και τον Μιχαήλ Άγγελο, παραδίδοντας τελικά μία πρωτότυπη σύνθεση. Εκτός από τα έργα ζωγραφικής, ανέλαβε επίσης το αρχιτεκτονικό σχέδιο των ρετάμπλ και άλλα διακοσμητικά στοιχεία τους.

O Διαμερισμός των ιματίων του Χριστού υπήρξε το δεύτερο σημαντικό έργο που φιλοτέχνησε στο Τολέδο, για το οποίο οι εκπρόσωποι του καθεδρικού ναού εξέφρασαν αντιρρήσεις ως προς το περιεχόμενο του, που οδήγησαν σε περαιτέρω οικονομική διαφωνία με τον Γκρέκο, σχετικά με την αμοιβή του. Έχοντας ήδη αποκτήσει αναγνώριση, φιλοτέχνησε τον πίνακα Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου (1580-82), έργο που χαρακτηρίζεται από μία αλλαγή ύφους, ειδικότερα σε ότι αφορά τον περιορισμό των ρεαλιστικών στοιχείων και την έμφαση στην πνευματική διάσταση της σκηνής. Ο Άγιος Σεβαστιανός (1577-78, Μουσείο Καθεδρικού Ναού τής Παλένθια), φιλοτεχνήθηκε περίπου το 1577-8 και αποτέλεσε το πρώτο γυμνό σε φυσικό μέγεθος που ζωγράφισε, πιθανώς εμπνευσμένος από τον Λαοκόοντα, γλυπτική σύνθεση της Ελληνιστικής περιόδου, στο Βατικανό. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Θεοτοκόπουλος φιλοτέχνησε ένα ομώνυμο έργο (Λαοκόων, 1610-14, Εθνική Πινακοθήκη Ουάσιγκτον), που αποτελεί τον μοναδικό πίνακά του με θέμα από τη μυθολογία. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1580, ο Γκρέκο υιοθέτησε συχνά υπερβολικά χαρακτηριστικά στα έργα του, προκειμένου να αποδώσει υπερφυσικά στοιχεία, απομακρυνόμενος από τα αναγεννησιακά πρότυπα. Η Ταφή του κόμη Οργκάθ (1586-88, Άγιος Θωμάς Τολέδου) μαρτυρά την τάση αυτή και αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά έργα του Γκρέκο, κατά πολλούς το σπουδαιότερο, που εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την μανιεριστική μέθοδο που ακολουθούσε ο Γκρέκο. Στα τέλη του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου, ανέλαβε πολυάριθμες παραγγελίες, με σημαντικότερες εκείνες για το Ίδρυμα της Doña María de Aragon στη Μαδρίτη (1596-1600) και τo παρεκκλήσιο του Αγίου Θωμά στο Τολέδο (1597-9). Σε αυτή την περίοδο ανήκει και ο πίνακας Έκσταση του Αγίου Φραγκίσκου που εντοπίστηκε για πρώτη φορά από Πολωνούς ειδικούς το 1974 και η αυθεντικότητά του επιβεβαιώθηκε το 2009.Εντάσσεται σε μία σειρά συνθέσεων με κεντρικό πρόσωπο τον Άγιο Φραγκίσκο σε διάφορες σκηνές και παραλλαγές, αρκετές από τις οποίες, ωστόσο, αποδόθηκαν στο εργαστήριο και σε μαθητές του.

O πίνακας έχει συντεθεί σε δύο επίπεδα. Στο κάτω μέρος της σύνθεσης απεικονίζεται η κηδεία του κόμη, ενώ στο άνω μέρος, που συμβολίζει τον παράδεισο, η ψυχή του, που έχει πάρει τη μορφή ενός παιδιού, μεταφέρεται από έναν άγγελο. Σύμφωνα με ένα θρύλο, τη στιγμή της ταφής τού κόμη εμφανίστηκαν Άγιος Στέφανος και ο Άγιος Αυγουστίνος. Έχει υποστηριχθεί πως ορισμένες μορφές του πίνακα απεικονίζουν επιφανείς προσωπικότητες του Τολέδου. Ειδικότερα, μία από τις μορφές στη δεξιά πλευρά του πίνακα ταυτίζεται με τον Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας, αν συγκριθεί η μορφή αυτή με την προσωπογραφία του τελευταίου, την οποία φιλοτέχνησε ο Γκρέκο το 1600.

Ο Θεοτοκόπουλος διακρίθηκε τόσο σε θρησκευτικές συνθέσεις όσο και σε προσωπογραφίες. Διασώζεται ένας μεγάλος αριθμός προσωπογραφιών του, προσωπικοτήτων κυρίως του στενού περιβάλλοντός του, όπως του λόγιου Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (π. 1600, Μουσείο του Λούβρου), του μοναχού Φέλιξ Ορτένθιο Παραβιθίνο (π. 1610, Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης), του ιατρού Ροδρίγο δε λα Φουέντε (π. 1585, Πράδο) και του δημοτικού συμβούλου και νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (π. 1610, Πράδο). Σπανιότερα είναι τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε για προσωπικότητες που κατείχαν δημόσια αξιώματα. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει η Προσωπογραφία του Καρδινάλιου (π. 1600, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης), που απεικονίζει πιθανότατα τον καρδινάλιο Φερνάνδο Νίνιο δε Γκεβάρα, Μέγα Ιεροεξεταστή την περίοδο 1599-62. Ο Θεοτοκόπουλος είχε σημαντική συνεισφορά στην ισπανική προσωπογραφία, αποτελώντας πρότυπο για τον Ντιέγκο Βελάσκεθ.

Διασώζονται μόλις τρεις τοπιογραφίες του Γκρέκο, οι δύο από τις οποίες απεικονίζουν το Τολέδο. Ο πίνακας Άποψη του Τολέδου (1595-99, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης) φανερώνει την χαρακτηριστική τάση του να μην εστιάζει τόσο στην ακρίβεια της τοπιογραφίας όσο στη δραματοποίησή της. Ο Γκρέκο επέλεξε να απεικονίσει μόνο το ανατολικό τμήμα της πόλης, ενώ δεν δίστασε να τροποποιήσει τη θέση κτιρίων της, προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες του στη σύνθεση. Το έργο Άποψη και χάρτης του Τολέδου (1610-14, Σπίτι και Μουσείο Γκρέκο) χαρακτηρίζεται επίσης ως μία περισσότερο συμβολική παρά πιστή απεικόνιση της ισπανικής πόλης. Σύμφωνα με μία επιγραφή που χάραξε ο ίδιος στον πίνακα, ζωγράφισε το νοσοκομείο του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή πάνω σε ένα σύννεφο, σε πρώτο πλάνο, προκειμένου να φαίνεται καλύτερα.

Κριτική θεώρηση

Μεταθανάτια φήμη

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, το έργο του εκτιμήθηκε και προωθήθηκε περισσότερο από τους λόγιους, ουμανιστές και διανοούμενους και λιγότερο από το καλλιτεχνικό κατεστημένο. Αργότερα, αγνοήθηκε για μία περίοδο περίπου τετρακοσίων ετών. Δεν υπήρξαν μιμητές του, καθώς μόνο ο γιος του φρόντισε για την αναπαραγωγή ορισμένων από τις πιο γνωστές συνθέσεις του. Στη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, ο Γκρέκο τοποθετείτο στην Ιταλική σχολή, έχοντας τη φήμη ενός ζωγράφου με τάσεις εκκεντρικότητας, στην προσπάθειά του να πρωτοτυπήσει, αλλά και με περιφρόνηση απέναντι στους καθιερωμένους κανόνες. Για αρκετούς ιστορικούς, η τέχνη του Γκρέκο συνδέθηκε με το πνεύμα της Αντιμεταρρύθμισης, θεώρηση που συγκρούεται ή συμπληρώνεται με άλλες ερμηνείες, κυρίως Ελλήνων μελετητών του, που τονίζουν τη σημασία των βυζαντινών στοιχείων στην τέχνη του. Άλλοι ερευνητές, με βάση τις γραπτές σημειώσεις του Γκρέκο, τονίζουν περισσότερο την εικόνα ενός ζωγράφου με φιλοσοφικές αναζητήσεις (συνδεόμενο ειδικότερα με τις νεοπλατωνικές ιδέες), αποκομμένος από τα θρησκευτικά ζητήματα της εποχής και απασχολούμενος κυρίως με αισθητικά προβλήματα, σε σχέση με την διερεύνηση και απόδοση του φυσικού κόσμου μέσα από τη ζωγραφική.

Η τέχνη του Θεοτοκόπουλου ήταν αρκετά προσωπική και αυτόνομη, έτσι ώστε να μην ευνοηθεί η «συνέχειά» της, ενώ καθοριστικό ρόλο σε αυτό διαδραμάτισε και η νέα μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό του 16ου αιώνα, με αποτέλεσμα το έργο του Γκρέκο να είναι ελάχιστα γνωστό κατά την περίοδο του μπαρόκ. Στη διάρκεια του 17ου αιώνα, υπό την άνθιση του κλασικισμού, και στις αρχές του 18ου, οι πίνακές του θεωρούνταν «υπερβολικοί» και «επιτηδευμένοι», ενώ η εκκεντρικότητά του συχνά ταυτίστηκε με ενδεχόμενη «παραφροσύνη». Αργότερα, κατά την περίοδο του ρομαντισμού, τα έργα του επανεξετάστηκαν. Για τον Γάλλο ποιητή Θεόφιλο Γκωτιέ – έναν από τους πρώτους που εξέφρασαν θαυμασμό για το ύστερο έργο του Γκρέκο – θεωρήθηκε πρόγονος του ρομαντικού κινήματος στην αναζήτηση του παράδοξου ή του ακραίου. Οι κριτικοί τέχνης Zacharie Astruc και Paul Lefort, συνέβαλαν επίσης στην προώθηση ενός νέου ενδιαφέροντος για τον Θεοτοκόπουλο, την ίδια στιγμή που Ισπανοί ζωγράφοι στο Παρίσι υιοθετούσαν την τεχνοτροπία του. Από τους πρωταγωνιστές αυτής της τάσης υπήρξε ο Ιγνάσιο Θουλοάγα (1870-1945), καλλιτέχνης βασκικής καταγωγής, ο οποίος αντέγραφε έργα του Γκρέκο που βρίσκονταν στο Πράδο. Στην Ισπανία, εκπρόσωποι του ιμπρεσιονισμού και του συμβολισμού, ανανέωσαν το ενδιαφέρον για το έργο τού Γκρέκο, το οποίο ερμήνευσαν ως προδρομικό εκείνου τού Βελάσκεθ.

Το 1908 ολοκληρώθηκε ο πρώτος αναλυτικός κατάλογος έργων του, από τον Ισπανό ιστορικό τέχνης Manuel Bartolomé Cossío. Με την άνθιση του εξπρεσιονισμού κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, το έργο του Γκρέκο θεωρήθηκε προδρομικό τού ρεύματος αυτού και σταδιακά επανεξετάστηκε αποκτώντας τελικά την εξέχουσα θέση που διατηρεί ως σήμερα στην ιστορία της τέχνης. Ο ιστορικός και κριτικός τέχνης Ιούλιος Μάγιερ-Γκρέφε, κατέγραψε τις εντυπώσεις του από το έργο τού Γκρέκο, κατά την επίσκεψή του στην Ισπανία το 1909, αναγνωρίζοντας σε αυτό μοντέρνα στοιχεία. Την ίδια αντίληψη εξέφρασε και ο κριτικός Roger Fry, θεωρώντας τον Γκρέκο «όχι μόνο μοντέρνο, αλλά αρκετά βήματα μπροστά». Στις αρχές του 20ου αιώνα, υποστηρίχθηκε πως το ύφος που χαρακτηρίζει τα έργα της ύστερης περιόδου του ήταν αποτέλεσμα αστιγματισμού από τον οποίο έπασχε, άποψη που είναι μάλλον εσφαλμένη.

Επίδραση στον 20ό αιώνα

Ο Γκρέκο δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τον πίνακα, που προοριζόταν για το νοσοκομείο Ταβέρα. Μοτίβα του έργου χρησιμοποιήθηκαν αργότερα από τον Πικάσο για τον πίνακα Δεσποινίδες της Αβινιόν.

Εκτός από τους ιστορικούς της τέχνης και τους μελετητές τού έργου του, σημαντικό ρόλο στην επανεξέταση του διαδραμάτισαν επίσης ζωγράφοι του 20ου αιώνα, μέσα από το έργο τους. Ο Πωλ Σεζάν, πρόδρομος του κυβισμού, υπήρξε ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που υιοθέτησε κοινά στοιχεία με τον Θεοτοκόπουλο, όπως η επιμήκυνση των μορφών. To έργο του Πάμπλο Πικάσο χαρακτηρίζεται επίσης από αρκετές αναφορές στον Γκρέκο, τον «πατέρα του» στη ζωγραφική όπως ο ίδιος τόνιζε. Ορισμένα σχέδια και πίνακες της πρώιμης περιόδου του, μιμούνται το ιδίωμα του Θεοτοκόπουλου, ενώ ιδιαίτερα εμφανής είναι η επίδραση του κατά την «μπλε περίοδο» τού Πικάσο. Ο πίνακας Η ταφή του Κασαχέμας (1901, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Παρισιού) τού Ισπανού ζωγράφου είναι εμπνευσμένος από την Ταφή του Κόμη Οργκάθ, ενώ και οι Δεσποινίδες της Αβινιόν (1907, MoMA) αντλούν μοτίβα από τον πίνακα Η Πέμπτη Σφραγίδα της Αποκαλύψεως τού Γκρέκο. Κατά τη δεκαετία του 1940, όταν ο Πικάσο ολοκλήρωσε μία σειρά πινάκων που αποτελούσαν παραλλαγές γνωστών έργων, φιλοτέχνησε επίσης την Προσωπογραφία ζωγράφου (1950, Συλλογή Angela Rosengart), έργο που αποτελεί τη δική του εκδοχή για την Προσωπογραφία του Χόρχε Μανουέλ Θεοτοκόπουλου (1600-05) τού Γκρέκο.

Για τους εξπρεσιονιστές, σημείο επαφής με τον Γκρέκο αποτέλεσαν οι επιμήκεις μορφές του, ενώ ο Φραντς Μαρκ έγραψε για το «μεγαλείο αυτού τού μεγάλου δασκάλου», το οποίο θεωρούσε συνδεδεμένο με τις ιδέες της ομάδας του Γαλάζιου Καβαλάρη. Επίδραση από τον Γκρέκο δέχθηκε επίσης ο Τζάκσον Πόλοκ (1912-56), ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, κυρίως στα πρώιμα έργα του. Μέχρι το 1943, ο Πόλοκ είχε ολοκληρώσει περισσότερα από 60 σχέδια ζωγραφικής βασισμένα σε συνθέσεις του Γκρέκο, ενώ γνωρίζουμε πως διέθετε στη συλλογή του αναπαραγωγές έργων του, καθώς και τρία βιβλία για τον Έλληνα ζωγράφο. H προσωπικότητα και το έργο τού Θεοτοκόπουλο ενέπνευσαν επίσης φυσιογνωμίες της λογοτεχνίας. O ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε ήρθε σε επαφή με το έργο του κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ισπανία το 1912, ενώ τα ποιήματά του Himmelfahrt Mariae I-II θεωρούνται βασισμένα στην Άμωμη Σύλληψη (1607-13, Μουσείο Σάντα Κρουθ) του Γκρέκο. Ο Νίκος Καζαντζάκης, στο αυτοβιογραφικό του έργο Αναφορά στον Γκρέκο, επίσης εξέφρασε με το δικό του τρόπο το θαυμασμό που έτρεφε για το έργο του.

Το 2014 ανακηρύχθηκε έτος Ελ Γκρέκο στην Ισπανία. Ο Χάρης Φεραίος στο κείμενό του 2014-΄Ετος Ελ Γκρέκο, στο Φιλελεύθερο (4 Ιανουαρίου 2014) ασχολείται με το θέμα και ειδικά με τη «γλώσσα» των χεριών αναφερόμενος σε πίνακες του ζωγράφου.

Η Ελλάδα τον τίμησε και αυτή, κηρύσσοντας το 2014 έτος Ελ Γκρέκο και παρουσιάστηκαν τρεις εκθέσεις στην Αθήνα: Τέχνη και κοινωνία στην Κρήτη, τα χρόνια του Θεοτοκόπουλου στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, Η ναυμαχία της Ναυπάκτου και ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και Ο φιλικός κύκλος του Γκρέκο στο Τολέδο στο Μουσείο Μπενάκη.

Σκεπτικισμός και Αγνωστικισμός

Η δυνατότητά μας να γνωρίζουμε την πραγματικότητα προέρχεται από αυτήν την ίδια, στην οποία είμαστε σαν ένα από τα μέρη της και η γνώση μας έχει αρχίσει -με την πρώτη αντίληψή μας- πριν αναρωτηθούμε αν την έχουμε

Όπως δεν είναι αναγκαίο να διανοηθούμε ποιο είναι γενικά το Σύμπαν για να μπορούμε να διαπιστώνουμε ποια από εκείνα που αντιλαμβανόμαστε υπάρχουν πραγματικά. Η ίδια η αντίληψη είναι ένας τρόπος εννόησης δημιουργημένη έμμεσα από τα ίδια τα πράγματα και γι’ αυτό είναι απ΄ όλους αυτονόητη και χρησιμεύει στις δραστηριότητές μας σαν βάσιμη, υπο­λογίσιμη και αξιόπιστη αλήθεια.

Τα πράγματα έχουν κοινά και σταθερά στοιχεία, δεν είναι τελείως άσχετα, διαφορετικά ή απροσδιόριστα το ένα από το άλλο και εμείς μπορούμε να τα αντιλαμ­βανόμαστε, με πρώτα αφηρημένα γνωστικά στοιχεία τα αισθήματα. Από τους συνδυασμούς των αισθημάτων προσέχουμε, ξεχωρίζουμε και διαμορφώνουμε τις έννοιες του λόγου. Η αντίληψη πρέπει να αρχίζει από κάποια αφαίρεση, που γίνεται μόνη της (απρόσεκτα), γιατί αν όχι, τότε δε θα υπήρχαν μη αντιληπτά μέρη της πραγμα­τικότητας.

Θα ήταν όλα αμέσως αντιληπτά. Αν ο προ­σδιορισμός της αντίληψης γινόταν μόνο από τα εξωτερικά πράγματα, τότε αυτή θα έπρεπε να μας δείχνει πολύ περισσότερα, αν όχι το σύνολο τους. Εξαρτάται από τους δυνατούς τρόπους, με τους οποίους μπορεί να επηρεάζεται η ελλιπής πραγ­ματικότητα του εαυτού μας. Δηλαδή δεν είμαστε τα πάντα και δεν επη­ρεαζόμαστε ταυτόχρονα με όλους τους δυνατούς τρόπους.

Χωρίς την ύπαρξή μας, βεβαίως θα ήταν αδύνατο να έχουμε κάποια αντίληψη ή εμπειρία και επομένως, αυτή δεν μπορεί ποτέ να είναι ανεξάρτητη από την ποιότητα και τις δυνατότητες της ύπαρξής μας. Η ποιότητα της αντί­ληψης δεν είναι ανεξάρτητη από τον εαυτό μας στο σύνολό του. Αυτό μπορούμε να το πούμε, χωρίς να χρειάζεται να ανα­φερθούμε ειδικότερα σε κάποια από τα μέρη του εαυτού μας ή για μερικές ιδιότητές του. Όπως λ.χ. στον εγκέφαλο, στο νευρικό σύστημα, στα αισθητήρια όργανα.

Ο επηρεασμός ή η αλλαγή στην ποιότητα, στις δυνατότητες και στις σχέσεις του εαυτού μας με τα εξωτερικά πράγματα επηρεάζει (άμεσα ή πιο έμμεσα) ποια πράγματα, που και πότε τα αντιλαμβανόμαστε, όπως και τη δυνατότητα της αντίληψης. Για τον ίδιο λόγο, ένας άλλος, ο οποίος δεν είναι με την ίδια ποιότητα, δυνατό­τητες και σχέσεις δεν αντιλαμβάνεται τα ίδια πράγματα ή στην ίδια στιγμή.

Η αντίληψη των εξωτερικών πραγμάτων είναι πάντοτε ένα αποτέλεσμα από τη σχέση ανάμεσα σ’ εκείνα και στον εαυτό μας. Αυτή η σχέση μας με τα πράγματα (η θέση, η στιγμή, η κατεύθυνση, η απόσταση, η γωνία, η βιολογική και η ψυχική κατάσταση κ.λπ.) αλλάζει με διάφορους τρόπους και δείχνει πάντοτε ένα μέρος από την πραγματικότητα, ποτέ το σύνολό της.

Η αντίληψη του συνόλου δε θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί. Έτσι, η ίδια η αντίληψη (η πληροφορία μας, εάν προτιμάτε) είναι απο­σπασματική γνώση της πραγμα­τικότητας, όπως είναι οι έννοιες του λόγου και δεν δείχνει τα πράγματα, όπως ακριβώς είναι μόνα τους (και με όλους τους δυνατούς τρόπους). Το ότι η αντίληψη δεν είναι άμεσα τα πράγματα και δεν μας τα δείχνει ακριβώς όπως είναι (δηλαδή ανεξάρτητα από τον εαυτό μας), αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα δεν υπάρχουν. Αντιθέτως σημαίνει, ότι εκείνα δεν είναι τελείως διαφορετικά από εμάς και ακόμα, ότι τα πράγματα δεν είναι χωρίς σχέσεις, αλληλεπιδράσεις και κοινά στοιχεία.

Δεν είναι δυνατό ν’ αντιλαμβανόμαστε όλα τα πράγματα στην ίδια στιγμή (ή όλα τα μέρη τους) και η αντίληψη πρέπει ν’ αποτελείται από μερικά σταθερά γνωρίσματα, ανεξάρτητα από το αν αντιστοιχούν σε κάποια στοιχεία των πραγμάτων. Αυτά τα «ασύνθετα» γνωρίσματα στη σύσταση μιας πολυσήμαντης αντίληψης, τα οποία ονομάζουμε «αισθήματα», είναι και αυτά έννοιες, δηλαδή κοινά και σταθερά γνωρίσματα με αφηρημένη σημασία.

Τα αισθήματα, όπως λ.χ. ένα χρώμα ή το αίσθημα της θερμοκρασίας είναι έννοιες υπό την αισθητικότητα (με εξωτερική επίδραση), διότι είναι κοινά και σταθερά γνωρίσματα. Γνωρίσματα από κάποια αφαίρεση, η οποία γίνεται μόνη της και μας δείχνουν χωρίς διαφορές (και λεπτομέρειες) ακόμα και όταν τα πράγματα δεν είναι διαρκώς τα ίδια.

Η “παρανόηση” αρχίζει άμεσα από την αντίληψη, όπως και η εννόηση, από την οποία αφαιρούνται αναγκαία κάποια γνωρίσματα των πραγμάτων και τα ίδια τα αισθήματα συνταυτίζονται με ανύπαρκτα πράγματα ή ουσίες. Έτσι εξηγείται, γιατί η αντίληψη δε μας δείχνει ακριβώς όπως είναι τα πράγματα. Εάν η αφαιρετική δυνατότητα ονομάζεται διάνοια ή είναι μια διανοητική δραστηριότητα, τότε το ίδιο πρέπει να πούμε και για τη δυνατότητα της αντίληψης.

Η αισθητικότητα και η νοητικότητα δεν είναι δύο αντίθετες ιδιότητες και η μία δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την άλλη. Η διαφορά τους είναι, ότι η πρώτη πραγμα­τοποιείται έμμεσα, από έξω, ενώ η άλλη άμεσα, από το έσω. Στην ίδια την αντίληψη μπορούμε να προσθέτουμε ή να αφαιρούμε γνωρίσματα (όπως κάνουμε στις γλωσσικά εξω­τερικευμένες έννοιες) και τότε λέμε, ότι στρέφουμε την προσοχή μας ή ότι συγκεν­τρωνόμαστε.

Μία αντίληψη, την οποία συν­ταυτίζουμε με μία ή περισσότερες άλλες, όταν δεν δια­πιστώνουμε ή δεν προσέχουμε τις διαφορές τους, μπορεί να θεωρηθεί σαν έννοια. Η ανα­σύνθεση μίας αντίληψης μέσα στην αυτο­συγκέντρωση δεν έχει τη σαφήνεια και τη λεπτομέρεια, που διαπιστώνουμε σ’ εκείνη. Δηλαδή, μερικά από τα γνωρίσματά της δεν υπάρχουν στην εσωτερική ανα­σύνθεσή της και επο­μένως μπορούμε να τη θεωρήσουμε σαν έννοια, αντί για ασαφή και ανακριβή αντίληψη.

Σκεπτικισμός

“Σκεπτικισμός είναι η ικανότητα να βρίσκει κανείς, με οποιοδήποτε τρόπο, αντιθέσεις ανάμεσα στα φαινόμενα και στις κρίσεις μας με τον σκεπτικισμό, εξαιτίας της ισοσθένειας που χαρακτηρίζει τα αντίθετα μεταξύ τους πράγματα και επιχειρήματα, φτάνουμε πρώτα στην εποχή και μετά στη αταραξία”. Έτσι περιγράφει τον σκεπτικισμό ο Σέξτος Εμπειρικός στις αρχές του 3ου αιώνα μ.κ.ε, όταν δηλαδή έχει από καιρό τελειώσει η περίοδος της ελληνιστικής φιλοσοφίας και οι Σκεπτικοί έχουν εκθέσει και αναπτύξει τις απόψεις τους για τουλάχιστον 5 αιώνες.

Μπορεί λοιπόν το απόσπασμα αυτό να συνοψίζει σε γενικές γραμμές τα βασικά χαρακτηριστικά των σκεπτικών, αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο σκεπτικισμός, όπως ακριβώς και στην περίπτωση της επικούρειας και στωικής φιλοσοφίας, αλλάζει από την μία γενιά Σκεπτικών στην άλλη σε σημαντικό βαθμό.

Πιο συγκεκριμένα, ο σκεπτικισμός στην αρχαιότητα παρουσιάζει κυρίως δύο κατευθύνσεις, οι εκπρόσωποι των οποίων θεωρούν ότι ανήκουν σε διαφορετικές παραδόσεις. Οι δύο κατευθύνσεις του αρχαίου σκεπτικισμού είναι ο ακαδημεικός και ο πυρρώνειος σκεπτικισμός.

Οι γνωσιολογικές προσεγγίσεις των Σκεπτικών τοποθετούνται στους αντίποδες των χαρακτηριζομένων ως δογματικών προσεγγίσεων, σύμφωνα με τις οποίες η γνώση ως θεωρητική κατάκτηση του εξωτερικού κόσμου ανήκει στην περιοχή των ανθρώπινων δυνατοτήτων και βρίσκεται σε διηνεκή εξέλιξη. Οι αισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις είναι διάχυτες στον αρχαίο ελληνικό στοχασμό.

Οι Σκεπτικοί διατυπώνουν αμφιβολίες, άλλοτε μετριοπαθείς και άλλοτε ακραίες, για την αντικειμενική ισχύ των γνώσεων. Ως βασικό κριτήριό τους έχουν το ότι η γνώση είναι ένα αυστηρά υποκειμενικό γεγονός τελούμενο υπό τους όρους της ανθρώπινης προσληπτικότητας και κατά συνέπεια οι αισθήσεις και η νόηση είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν στην απάτη.

Η προέκταση είναι προφανής. Η αλήθεια δεν ανήκει στον ορίζοντα των ανθρώπινων δυνατοτήτων, διότι απουσιάζει το κύριο εχέγγυό της που είναι η αντικειμενικότητα ή η αμεσότητα της προδηλότητας των μέσων με τα οποία προσεγγίζεται.

Οι αρχαιότεροι των Σκεπτικών, ο Πύρρων και ο Τίμων δεν είναι γνωσιολογικά νόμιμο να αναφερόμαστε σε «είναι» των όντων αλλά στο «φαίνεσθαί» τους, υποστηρίζουν ότι όχι δηλαδή στο οντολογικό υπόστρωμά τους αλλά στον τρόπο με τον οποίο υποπίπτουν στην ανθρώπινη αντιληπτικότητα ως παρουσίες. Αυτός ο περιορισμός είναι δεσμευτικός. Εφόσον δεν έχουμε τις προϋποθέσεις να κατακτήσουμε γνωστικά με εδραία βεβαιότητα τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου, γι’ αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να μην εκφέρουμε κρίσεις για το περιεχόμενό τους.

Στους μεταγενέστερους Σκεπτικούς ανήκουν ο Αινησίδημος, ο Αγρίππας και ο Σέξτος ο Εμπειρικός, οι οποίοι μάλιστα αποπειρώνται να στηρίξουν συστηματικά τις απόψεις τους. Υποστηρίζουν και αυτοί ότι καμιά γνώση δεν έχει κύρος, διότι οι υποκειμενικοί και οι αντικειμενικοί παράγοντες που συμμετέχουν στη διαδικασία της διαφοροποιούνται τόσο καθεαυτοί όσο και μεταξύ τους.

Από τη μια πλευρά, το κάθε γνωστικό υποκείμενο στηρίζεται στις ιδιαιτερότητές του, ενώ επίσης δεν διαθέτει μια γνωστική ενότητα, αλλά προσεγγίζει τα αντικείμενά του με μια ποικιλία γνωστικών μέσων, όπως είναι ο νους και οι αισθήσεις. Παράλληλα, δεν πρέπει να παραθεωρείται ότι το ίδιο το υποκείμενο δεν είναι σταθερό, αλλά λόγω ειδικών περιστάσεων αλλάζει καταστατική θέση, ερμηνείες και αξιολογήσεις και άρα ερευνητικά κριτήρια.

Από την άλλη πλευρά, ο άνθρωπος δεν έχει μια κατευθείαν και μονοσήμαντη επικοινωνία με τα αντικείμενα, αλλά τα κατανοεί στη σχέση τους με το περιβάλλον τους, το οποίο υπόκειται σε μεταβολές. Η σχετικιστική ή δυναμική λειτουργική παρουσία τους αποτελεί εμπόδιο στο να εξασφαλίζεται και η αυθεντική σε βάθος γνώση τους.

Στα γνωσιολογικά επίσης εμπόδια τοποθετούνται η διαφορά συγκρότησης των αντικειμένων από χωρο–χρονική σε χωρο-χρονική συνθήκη, καθώς και η συχνότητα της εμφάνισής τους.

Τέλος, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κοινωνικούς και ιστορικούς παράγοντες, το χαρακτηριστικό των οποίων είναι η εξέλιξη. Κάθε κοινωνία έχει τα οικεία της κριτήρια, τα οποία μάλιστα διαφοροποιούνται από εποχή σε εποχή, υπόκειται δηλαδή και η ίδια σ’ έναν εσωτερικό σχετικισμό.

Ο όρος “σκεπτικισμός” χρησιμοποιείται ευρύτερα, σε κάθε περίπτωση που είναι δύσκολο να παρθεί μια απόφαση και να βρεθεί η λύση στο πρόβλημα που έχει τεθεί και συζητιέται. Σε αντίθεση με τον “δογματισμό” χαρακτηρίζει ακόμα, την τάση αμφισβήτησης της αξιοπιστίας και την απαίτηση να δοθούν περισσότερες αποδείξεις και εξηγήσεις προκειμένου να χαρακτηριστεί η γνώση.

Ο σκεπτικισμός είναι μία σημαντική και αξιοπρόσεκτη τάση στην Φιλοσοφία, που ασχολείται κυρίως με την γνώση και την πηγή της αντίστοιχα. Αμφισβητεί την πιστότητα και την ορθότητα της γνώσης, πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι μερικώς ανίκανος στο να αποκτήσει έγκυρη και σωστή γνώση, γιατί γίνεται ασυνείδητα θύμα των αισθήσεών του. Δηλαδή ο άνθρωπος, κατά τον Σκεπτικισμό, σχηματίζει μια ψευδή αντίληψη για τον κόσμο που τον περιβάλλει και δημιουργεί γνώσεις που δεν μπορούν να έχουν γερά θεμέλεια.

Σκεπτικιστικές αμφιβολίες είχαν εκφραστεί ήδη από την εποχή των προσωκρατικών σοφιστών αλλά κι από τον ίδιο το Σωκράτη. Ωστόσο ο σκεπτικισμός, ως συστηματική φιλοσοφική στάση εκφράστηκε κυρίως από τους “πυρρώνειους” (οπαδοί του Πύρρωνα από την Ηλεία) και είχε πρακτικό χαρακτήρα. “Στην Χορεία Των Στωικών”


Αγνωστικισμός

Ο “αγνωστικισμός” είναι ένας νεότερος όρος που η επινόησή του αποδίδεται στον ένθερμο υποστηρικτή της θεωρίας της εξέλιξης του Κάρολου Δαρβίνου, στον Άγγλο φυσιοδίφη Τόμας Χάξλεϋ (Thomas Henry Huxley 1825-1895). Ο τελευταίος χρησιμοποίησε αυτό τον όρο για να συνοψίσει τις απόψεις απέναντι στα μεταφυσικά και θρησκευτικά ζητήματα, που εκείνη την εποχή δέχονταν ακόμα ένα πλήγμα από την επιστημονική θεωρία της φυσικής επιλογής.

Όπως προδίδει η ετυμολογία της λέξης αγνωστικισμός, πρόκειται για μία φιλοσοφική θεώρηση και κατεύθυνση που αποκλείει τη δυνατότητα να γνωρίσουμε σωστά τον κόσμο και την αλήθεια, υποβαθμίζοντας τη γνώση σε απλή πληροφορία που λαμβάνουν οι άνθρωποι από τα αισθητήρια όργανά τους με σκοπό να σκεφτούν και να δράσουν όπως εκείνοι νομίζουν και βολεύονται. Ο αγνωστικισμός δεν χαρακτηρίζει (μόνο) τις φιλοσοφικές απόψεις και τα επιχειρήματα που καλλιεργούν την αμφιβολία ή αξιώνουν αποδείξεις, αφού αυτές τις απόψεις πρέπει να τις εντάξουμε κάτω από τον όρο “σκεπτικισμός”.

Πηγαίνει ένα βήμα πίσω και καταλήγει στις απόψεις που αποκλείουν τη γνώση και ενισχύουν την άποψη ότι είμαστε θύματα αυταπάτης και ανίκανοι από τη φύση να κατανοήσουμε τους φυσικούς νόμους. Έτσι, αφήνει το πεδίο ανοιχτό για να συζητηθούν και για να αντιμετωπιστούν το ίδιο σοβαρά οι πιο απίθανες και παράλογες απόψεις… Τη φιλοσοφική θεώρηση του Αγνωστικισμού ενίσχυσαν οι απόψεις νεότερων στοχαστών και επιστημόνων, ιδιαίτερα με αφορμή την αναστάτωση που προκάλεσαν στις αρχές του 20ου αιώνα στη φυσική, οι νέες επιστημονικές θεωρίες της κβαντομηχανικής.

Από τους αρχαίους φιλόσοφους, ο Πύρρων ο Ηλείος (360-270 π.κ.ε.), ο ιδρυτής της Σκεπτικής Φιλοσοφικής Σχολής, θεωρείται βασικός εκφραστής αυτής της φιλοσοφικής κατεύθυνσης προς τον Αγνωστικισμό. Σύμφωνα με τον Πύρρωνα, ούτε οι αισθήσεις ούτε ο νους δίνουν ασφαλή γνώση. Οι αισθήσεις πληροφορούν διαφορετικά τον κάθε άνθρωπο και οι απόψεις (γνώμες, δόξες) που σχηματίζουμε με τη σκέψη μας μπορούν να είναι αντίθετες και αντικρουόμενες, χωρίς να αναιρούν η μια την άλλη.

Έτσι, όπως ο Σωκράτης υποστήριζε τη δυνατότητα να βασιστεί η Ηθική στη λογική γνώση, που ήταν επίσης εφικτή, ο Πύρρων αμφισβητούσε την αξιοπιστία όλων των απόψεων που σχημάτιζαν οι άνθρωποι περί του καλού και του κακού, αφού οι απόψεις τους εκφράζουν τις προσωπικές επιθυμίες τους και τι αρέσει στον καθένα και όχι τους νόμους του κόσμου.

Το ίδιο πράγμα μπορεί να είναι ευχάριστο ή δυσάρεστο, καλό ή κακό και να είναι διαφορετικό μεταξύ των ανθρώπων και μεταξύ των λαών. Η μόνη ηθική είναι να σταματήσουμε να κάνουμε γενικές κρίσεις για το καλό και το κακό και αντί να προσπαθούμε μάταια και διχαστικά, να επιδιώκουμε την αταραξία και την ψυχική ηρεμία. “Σωκρατική θεώρηση για τον άνθρωπο”.

Η διάσημη ρήση που αποδίδεται στον Σωκράτη “εν οίδα ότι ουδέν οίδα” και η φιλοσοφική διδασκαλία του που εισαγάγει λογικά την αμφιβολία στη σκέψη με σκοπό τη γνώση και τη βεβαιότητα, ήδη αποτελούν μία αφετηρία για τον αγνωστικισμό. Αλλά, ο Σωκράτης (470~399 π.κ.ε.) θεωρούσε δυνατή την απόκτηση της γνώσης. Με τη διδασκαλία του, όπως περιγράφεται από τον Πλάτωνα, περισσότερο ενδιαφερόταν να βοηθήσει τον άνθρωπο να σκέφτεται και να μην πέφτει θύμα πλάνης, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Ο Σωκράτης παρατηρούσε τους κανόνες με τους οποίους η ανθρώπινη σκέψη επιτυγχάνει λογικά τη γνώση και είχε εφεύρει το διάλογο (επικουνωνία) σαν απαραίτητο εργαλείο της λογικής σκέψης. Ο Σωκράτης είδε πιο μακριά και συνέδεσε την ικανότητα της γνώσης και τη λογική του ανθρώπου με την προοπτική του ελέγχου της συμπεριφοράς και αντιλήφθηκε την ανάγκη να βασιστεί η Ηθική επάνω στη Λογική, ανεξάρτητα από τις προσωπικές απόψεις, που μπορούσαν να είναι διαφορετικές.

Αντιθέτως, ο Πρωταγόρας από τα Άβδηρα της Θράκης (490 ~ 411π.κ.ε.) πέρα από τη διαπίστωση των ελλιπών στοιχείων για να αποφανθεί σχετικά με ορισμένα ζητήματα, δίδασκε και την αδυναμία του ανθρώπου να γνωρίσει ουσιαστικά τον κόσμο, αφού συμφωνούσε με τη βασική παρατήρηση του Ηράκλειτου για την αέναη μεταβολή όλων των πραγμάτων. Από αυτή την παρατήρηση έβγαζε το συμπέρασμα, ότι δεν μπορούμε να πούμε για τα πράγματα τι είναι ή δεν είναι, αλλά μόνο πως μας φαίνονται.

Ο κόσμος είναι αυτός που φαίνεται από τις αισθήσεις μας, διαφορετικός για τον καθένα και η αλήθεια σχετική, όπως και εκείνος είναι ρευστός. Αυτή τη φιλοσοφική θεώρηση του Πρωταγόρα συνοψίζει το γνωστό απόφθεγμά του “Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έστιν, των δε ουκ όντων, ως ουκ έστιν”. Δηλαδή: ” Όλων των πραγμάτων κριτήριο είναι ο άνθρωπος ο ίδιος, για τα όσα μεν υπάρχουν, ότι υπάρχουν, για όσα δεν υπάρχουν, ότι δεν υπάρχουν”.

Όταν του ζήτησαν να τοποθετηθεί σχετικά με την ύπαρξη των θεών, έδωσε την παρακάτω απάντηση όπως αποδίδεται σε σύγχρονα ελληνικά: “Για τους θεούς δεν μπορώ να γνωρίζω τίποτα: ούτε ότι υπάρχουν, ούτε ότι δεν υπάρχουν, ούτε τι λογής μορφή έχουν. Γιατί είναι πολλά όσα μας εμποδίζουν να γνωρίζουμε. Από τη μία το άδηλο του ζητήματος και από την άλλη η συντομία της ανθρώπινης ζωής” (Απόσπ. 4 ). Για αυτή τη δήλωση ο Πρωταγόρας καταδικάστηκε για αθεϊα και τα βιβλία του ρίχτηκαν στη φωτιά. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και το πλοίο που τον μετέφερε στη Σικελία ναυάγησε και ο ίδιος πνίγηκε. Ο Πρωταγόρας ήταν διάσημος σοφιστής και παιδαγωγός και άσκησε μεγάλη επίδραση στην εποχή του και σε πολλούς από τους μεταγενέστερούς του, αναζήτησε τα άρθρα: Πρωταγόρας: Πάνσοφος Αηδόνα των Μουσών και Σοφιστές: Αρχαίοι Έλληνες Διαφωτιστές.

Στην Ινδική μυθολογία και στις αρχαίες θρησκευτικές διδασκαλίες του Ινδοϊσμού, αποτελεί κεντρική ιδέα υψίστης σημασίας για τον προορισμό του ανθρώπου, να καταλάβει ή να αναγνωρίσει πως ο κόσμος των αισθήσεων είναι απατηλές εικόνες και μεταμορφώσεις μιας και της ίδιας πραγματικότητας, την οποία τελικά μπορούμε να γνωρίσουμε με ορισμένους ιδιαίτερους τρόπους ζωής και όχι με τη σκέψη ούτε από τις αισθήσεις. Κοντά σε αυτή την κεντρική ιδέα της πλούσιας Ινδικής μυθολογίας, πολλούς αιώνες αργότερα πλησίασε με λογικά επιχειρήματα και με καθαρές φιλοσοφικές σκέψεις, ο επίσκοπος Τζωρτζ Μπέρκλεϋ (Georg Berkeley 1685-1753).

Η αδυνατότητα να επιλυθούν τα κοσμολογικά προβλήματα, να επαληθευτούν οι θεωρίες στην εμπειρία και οι δυσκολίες να βρεθούν οι απαντήσεις μέσα από τις εξειδικευμένες επιστήμες, συντηρούσαν το γνωσιολογικό πρόβλημα, σχετικά με το οποίο οι φιλόσοφοι ήταν εξίσου διχασμένοι και τροφοδοτούν ακόμα τις αγνωστικιστικές θέσεις.

Στην καθημερινή ζωή όλοι οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν και πράττουν επηρεασμένοι από τη γνώση, ενώ συγχρόνως αγνοούν, γιατί κανένας δεν είναι παντογνώστης. Όταν η προσοχή και η αναζήτηση της αλήθειας συγκεντρώνεται στα βασικά κοσμολογικά ζητήματα, τότε η αμφιβολία, η δυσπιστία, η διαφωνία και το λάθος είναι συνηθισμένα και οι πιο ψύχραιμοι γίνονται επιθετικοί.

Οι φιλόσοφοι αιτιολογούσαν την αρνητική θέση τους για τη δυνατότητα της βέβαιης γνώσης με τις γνωστές θεωρίες και διαπιστώσεις τους όπως λ.χ. ο Ντέιβιντ Χιούμ (David Hume 1711-1776), ο οποίος αμφισβήτησε την αρχή της αιτιότητας, βασισμένος σε μία εμπειρική προσέγγιση του κόσμου με τρόπο υπερβολικό, αφού υποβάθμισε το ρόλο των ομοιοτήτων και των κοινών γνωρισμάτων στο πλήθος των διαφορετικών πραγμάτων και δεν εξήγησε την ύπαρξή τους.

Στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι βασικές σκέψεις και τα επιχειρήματα για τη δυσκολία του ανθρώπου να γνωρίσει το κόσμο έχουν εκφραστεί στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία. Πολλούς αιώνες μετά, σημαντική συμβολή για την επιστημονική έρευνα της λογικής και της σκέψης υπήρξε το φιλοσοφικό έργο του Τζων Λοκ (John Locke 1632 -1704).

Το δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση του Λοκ είναι ένας αληθινός θησαυρός για κάθε άνθρωπο που θα ήθελε να γίνει προσεκτικός στις σκέψεις του και απαραίτητος σταθμός για κάθε στοχαστή που διατυπώνει σκέψεις και απόψεις σχετικά με τα φιλοσοφικά ζητήματα. Και φυσικά, όταν σκεφθούμε ότι αυτό το μεγάλο δοκίμιο είναι γραμμένο σαν ένα σύγχρονο επιστημονικό σύγγραμμα -με την παρατήρηση των ιδεών που αντιλαμβάνεται όλος ο κόσμος, – με την ακρίβεια των νοημάτων, – με συγκρατημένο λεξιλόγιο, – με την εύστοχη σειρά των σκέψεων, – χωρίς να χρησιμοποιήσει αμφισβητήσιμες σκέψεις για την ανάπτυξη του θέματός του, – συμπεριλαμβάνει το σύνολο των δεξιοτήτων και λειτουργιών του ανθρώπινου πνεύματος, – και με την προοπτική να συμπεριλάβει τα ψυχικά φαινόμενα, – και όλα αυτά στον 17ο αιώνα με ένα πνευματικό χάσμα προς το παρελθόν τότε δεν θα φανεί υπερβολική η εκτίμηση, ότι το δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση του Τζων Λοκ είναι ένα από τα λίγα κορυφαία πνευματικά έργα για την ανθρώπινη έρευνα, από την εποχή του Αριστοτέλη μέχρι τον 17ο αιώνα.

Όμως τελικά, η άμεση χρησιμότητα της γνώσης για μία κοινή για όλους και σταθερή πραγματικότητα (η ανάγκη να πατήσουμε σε σταθερά πράγματα για να επιβιώσουμε, να σκεφτούμε με προοπτική και με συνέπεια, να προδιαγράψουμε το μέλλον, να βασιστούμε στη βέβαιη γνώση και να συνεργαστούμε κ.λπ.) σε τελική ανάλυση, η ανάγκη αυτής της γνώσης για την αξιοποίηση και τον προσανατολισμό της ζωής παρασύρει όλους τους ανθρώπους να πιστέψουν, να συμφωνήσουν και να εκφράσουν απόψεις σχετικά με τα ζητήματα, για τα οποία έχουν διαβεβαιώσει ότι οι απαντήσεις είναι αδύνατες.

Αυτή τη φυσική ανάγκη και το αδιέξοδο του Αγνωστικισμού, οι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται από την ασυνέπεια μεταξύ σκέψης και πράξης, αφού στην πραγματικότητα χρειάζεται να συμπεριφερθούμε με λιγότερες αμφιβολίες, με πρόνοια, με περισσότερη και γρηγορότερη συνέπεια και με σταθερές αξίες. “Όχι μόνο υπάρχει αλήθεια και σταθερή γνώση, αλλά και είναι αξιοθαύμαστη στιγμή της ζωής να πράττουμε σύμφωνα με την αλήθεια, ενώ γνωρίζουμε ότι έτσι θα χάσουμε μια ευκαιρία ή θα πληγώσουμε τον εαυτό μας”.

Ξεχωριστή προσοχή χρειάζεται η πρωτότυπη θεωρία του Καντ (Immanuel Kant 1724-1804), η οποία αν και περιγράφει λεπτομερώς και εξαντλητικά τον τρόπο δημιουργίας της γνώσης μας, από μία αβάσιμη άποψη – ότι η εμπειρία δεν προσφέρει έννοιες, με τις οποίες μπορούν να γίνουν οι πιο γενικές διαπιστώσεις- προσέφερε στον αγνωστικισμό σημαντικά και δυσύλληπτα θεωρητικά στηρίγματα. Η γενική δυσπιστία, ο λεγόμενος σκεπτικισμός και η ειδικότερη άρνηση έχουν τη θετική χρησιμότητα ενός δοκιμαστικού μέσου ν’ αναδεικνύει την αβασιμότητα, την ασάφεια, τα λάθη και την ανεπάρκεια στη γνώση μας.

Με τα προβλήματα που δημιουργεί μας κάνει πιο προσεκτικούς, γελοιοποιεί τις παράλογες και εξωπραγματικές θεωρίες, τη φαντασιοκοπία και προτρέπει να στοχαστούμε, για να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις γνωστικές ατέλειες.

Η δυνατότητά μας να γνωρίζουμε την πραγματικότητα προέρχεται από αυτήν την ίδια, στην οποία είμαστε σαν ένα από τα μέρη της και η διαμάχη για την αρχή της γνώσης δε χρησιμεύει, για να γνωρίσουμε αν την έχουμε. Γιατί, απ’ όπου και να προερχόταν, όπως και να την εξηγήσουμε, δε θα μπορούσαμε να είμαστε βέβαιοι για την ορθότητά της γνώσης παρά μόνο από την αντιστοιχία της με την εμπειρική (μέσα κι έξω) πραγματικότητα και από τη διαπίστωση των συνεπειών της στην τελευταία.

Το πρόβλημα να γνωρίσουμε αν υπάρχει θεός, τι είναι η ζωή και αν η ζωή τελειώνει θα ήταν οριστικά άλυτο και άσκοπο να το θέτουμε, αν ο θεός και η αρχή της ζωής ήταν έξω από την πραγματικότητα, μέρος της οποίας είμαστε, αντιλαμβανόμαστε και γνωρίζουμε ή αν η πραγματικότητα ήταν κάτι απροσδιόριστο: Θέση, η οποία ήταν δεδομένη αλήθεια για τον Καντ, όπως ήταν για πολλούς φιλόσοφους και είναι μέχρι το δικό μας αιώνα και πέρα των φιλοσόφων.

Εξάλλου, έχουμε απαντήσει σχετικά με αυτό το ζήτημα ότι η αισθητικότητα είναι στην ουσία η περιορισμένη -σε εξωτερικές επιδράσεις- διανοητικότητα και όχι το αντίθετό της, είναι άμεσες και ταυτόχρονες διαπιστώσεις σταθερών ή κοινών στοιχείων στα πράγματα που μας επηρεάζουν πιο έμμεσα, με πρώτα αφηρημένα γνωστικά στοιχεία τα αισθήματα. Η αφαίρεση γνωρισμάτων και η περιληπτική άποψη των πραγμάτων ξεκινάνε από τα ίδια τα αισθητηριακά δεδομένα και αυτό δείχνει, ότι οι αισθήσεις είναι νοητικές ενέργειες με “πρώτη ύλη” από έξω της διάνοιας.

Τα πρώτα δεδομένα των αισθήσεών μας ήδη είναι αποσπασμένα γνωρίσματα και “σύντομες” απόψεις των πραγμάτων. Από την άλλη, η διανοητικότητα είναι μία σύνθετη δυνατότητα που δημιουργείται και εξελίσσεται σαν εσωτερική από τα εξωτερικά πράγματα, όταν εκείνα συνδυαστούν με ορισμένους τρόπους και αποτελέσουν ένα οργανικό σύνολο. Γι’ αυτό, η διάνοια επηρεάζεται διαρκώς από τα υλικά πράγματα και μπορεί να “αντανακλάει” μερικά από τα στοιχεία τους, αφού τα υλικά πράγματα αφήνουν κατά κάποιο πολύπλοκο τρόπο τα αποτυπώματά τους με επίδραση στο οργανικό σύνολο της ύλης που απόκτησε διανοητική αυτενέργεια.

Κάθε γνώση και δυνατότητα αντίληψης, η οποία δεν προήλθε από τη δική μας εμπειρία, προήλθε από την εμπειρία των άλλων έμβιων υπάρξεων, και από εκείνες τις οποίες εμείς προήλθαμε -άμεσα και πιο έμμεσα, με τη φυσική διαδικασία της γέννησης, όπου αποκτάμε την υλική και την ψυχολογική ύπαρξή μας μαζί. Έπειτα, επειδή υπάρχουν κοινά και σταθερά στοιχεία σε μία ενιαία πραγματικότητα, η ίδια η εμπειρία επιτρέπει τη διατήρησή της και ν’ ανακαλύπτουμε κοινά στοιχεία και εμπειρίες σε πράγματα άλλου χώρου και χρόνου και τα πιο έμμεσα αποτελέσματά τους.

Μπορούμε να μιλάμε για κάποια εμπειρία την οποία δεν έχουμε και αυτή η δυνατότητά μας προέρχεται από την εμπειρία, με το διάμεσο ορισμένων εννοιών, οι οποίες μπορεί να προήλθαν από έναν ελάχιστο αριθμό αντιλήψεων, αλλά να αναλογούν και να βρίσκονται σε πολύ μεγαλύτερο. Διάνοια χωρίς εμπειρία δεν υπάρχει, αλλά ούτε καμία εμπειρία χωρίς τη διάνοια. Επομένως, ο ορθολογισμός (ή νοησιαρχία και ρασιοναλισμός) και ο εμπειρισμός (ή αισθησιαρχία) είναι σχετικά δύο μονόπλευρες θεωρήσεις, και καμία άμεση αυθόρμητη νοητική σύλληψη δε θα μπορούσε να γίνει χωρίς καμία προηγούμενη σκέψη και χωρίς τις πληροφορίες των αισθήσεων, που η νόηση επεξεργάζεται ακόμα και χωρίς τη δική μας σκόπιμη προσπάθεια.

Το πρόβλημα για την αρχή της γνώσης και η θέση, που υποστήριξαν οι φιλόσοφοι, δεν ήταν πάντοτε καθοριστική για τη θέση τους στα βασικά κοσμολογικά ζητήματα (ή αντιστρόφως) ούτε πάντοτε μονομερής. Έτσι υπήρξαν εμπειριστές και ορθολογιστές φιλόσοφοι στη μία και στην άλλη κατεύθυνση. Επίσης να μη ξεχνάμε, η διαίρεση σε σχολές και σε ρεύματα δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, αφού οι φιλοσοφικές θεωρίες αρχίζουν και τελειώνουν με προσωπικές επιλογές των θεμάτων, δεν περιλαμβάνουν μόνο τις συνεπείς σκέψεις, δεν διατυπώνονται με κοινά πρότυπα και δεν χαρακτηρίζονται από τη σαφήνεια τους.

Σε γενικές γραμμές, βρίσκουμε ακραίους εμπειριστές, όπως είναι ο Πύρρωνας, ο Πρωταγόρας, ο Λοκ, ο Μπέρκλεϋ, ο Ντιντερό, ο Χόλμπαχ (1723-1789), ο Χιουμ, ορθολογιστές, όπως ο Παρμενίδης, ο Πλάτων, ο Ντεκάρτ, ο Σπινόζα, ο Σέλλινγκ, ο Χέγκελ, και πιο περιορισμένους ή συνδυαστικούς, όπως ο Αριστοτέλης, ο Φράνσις Μπέικον (Bacon 1561-1626), ο Χομπς (Hobbes 1588-1679), ο Λάιμπνιτς.

Ο ιδεαλισμός του Καντ, ο ονομαζόμενος -από τον ίδιο- υπερβατικός, παρά την ίση απόστασή του στις δύο μονόπλευρες θεωρήσεις για την αρχή της γνώσης, δεν αποκάλυψε την άμεση και εσωτερική σύνδεση ανάμεσα στην αίσθηση και στη διάνοια. Διατήρησε το διχασμό τους, δεν εξήγησε εκ των πραγμάτων τη δυνατότητα της διάνοιας να διασυνδέει και να διαπιστώνει σχέσεις ή κοινά στοιχεία και μετά από τέτοια απόσπασή της από την πραγματικότητα έφθασε ν’ απλουστεύσει την ποιότητά της και να περιορίσει τις δυνατότητές της σε κάτι, το οποίο θεωρούσε μόνο εξωτερικά προς αυτήν.

Τονίζεται, αυτός είναι ένας γρήγορος και ενδεικτικός διαχωρισμός μερικών φιλοσοφικών θεωριών σύμφωνα με τον προσανατολισμό της σκέψης για την παρατήρηση και την περιγραφή των πραγμάτων όπως αυτά φαίνονται (εμπειρισμός) ή για την παρατήρηση της ίδιας της σκέψης και της εξαγωγής συμπερασμάτων που δεν περιορίζονται στα συγκεκριμένα πράγματα όπως αυτά παρατηρήθηκαν (ορθολογισμός). Υπάρχει και μια τρίτη διαδεδομένη άποψη σε όλους τους ανθρώπους, για τη δυνατότητα να γνωρίσουμε διαισθητικά, με αυτοσυγκέντρωση ή με αιφνίδιο τρόπο, κάτω από ανεπανάληπτες ψυχολογικές καταστάσεις.

Σύμφωνα, όμως, με τη θεωρία που υποστηρίζουμε, ακόμα και τα πρώτα αισθήματα, τα οποία μπορούμε να ανιχνεύσουμε στις απλούστερες μορφές ζωής, είναι τρόποι με τους οποίους γνωρίζει η νόηση και θεωρούμε ότι η ψυχή δεν είναι κάτι διαφορετικό από τη διανοητική δραστηριότητα. Στον άνθρωπο ιδιαίτερα, η ψυχή είναι διαμορφωμένη με την επεξεργασία που έχει κάνει η σκέψη στο πλήθος των παρατηρήσεων και των πληροφοριών και η γνώση δεν βρίσκεται πάντα μέσα στην επίγνωσή μας ή μέσα στις λέξεις της γλώσσαςΚυνισμός

Συνήθως, χρησιμοποιούμε την απλή λέξη “μνήμη” για να θυμόμαστε σύντομα, ότι υπάρχουν πληροφορίες, σκέψεις, παρατηρήσεις, γνώσεις μέσα στο κεφάλι μας που πολλές φορές δεν τα βρίσκουμε καθόλου και που πολλές άλλες φορές τα βρίσκουμε μετά από δική μας διανοητική προσπάθεια ή μετά από τυχαίες παρατηρήσεις, ακόμα και στον ύπνο μας, κάπως πιο απρόσμενα.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτή τη θεώρηση για τη σχέση της ψυχής με το πνεύμα και τη νόηση σαν ένα και το ίδιο πράγμα με ουσία την πληροφορία, δεν θα δεχτούμε ότι υπάρχει η δυνατότητα γνώσης από κάποια διαφορετική πηγή, ή από μια άγνωστη εγκεφαλική λειτουργία ή από την άυλη μεσολάβηση ενός θεού και γενικά από οποιαδήποτε άλλη πηγή που δεν βρίσκεται μέσα στη διαμορφωμένη εμπειρία μας και χωρίς τις δικές μας σκέψεις.

«Δογματισμός και σκεπτικισμός είναι και οι δυο, από μια άποψη, απόλυτες φιλοσοφίες» έλεγε ο Μπέρτραντ Ράσσελ στα «αντιδημοφιλή δοκίμιά» του. «Ο οπαδός του πρώτου είναι βέβαιος ότι γνωρίζει και ο οπαδός του δεύτερου ότι δεν γνωρίζει. Εκείνο ακριβώς που πρέπει να εξαλείψει η φιλοσοφία είναι η βεβαιότητα, η βεβαιότητα είτε της γνώσης είτε της άγνοιας».

“Με τα φιλοσοφικά τερτίπια, όχι τόσο του σκεπτικισμού όσο του αγνωστικισμού, ο άνθρωπος κατάφερε να φρενάρει τη δυνατότητά του να γνωρίσει τον κόσμο και με πρόσχημα την αδυναμία του αυτή, φτωχαίνει ο ίδιος, πλουτίζοντας αυτούς που υποτίθεται ότι πολεμά”. Ηράκλειτος ο Μέγας

Μην ξεχνάμε πως Αγνωστικ-ισμός, Σκεπτικ-ισμός, Θε-ϊσμός αμφότερα είναι -ισμοί δηλ. παγιωμένες-παγωμένες καταστάσεις του Νου δηλ. ΝΕΚΡΕΣ. Τι γνώση και τι αποτέλεσμα ή αιτία, μπορεί να εξαχθεί από την νέκρα …παρά μονάχα ο θάνατος.