[39] Τάχ᾽ οὖν ἄν τις ἐνστῆναι τοῖς εἰρημένοις τολμήσειεν, λέγων ὡς ἐπιχειρῶ σε πείθειν ἀδυνάτοις ἐπιτίθεσθαι πράγμασιν· οὔτε γὰρ Ἀργείους φίλους ἄν ποτε γενέσθαι Λακεδαιμονίοις οὔτε Λακεδαιμονίους Θηβαίοις οὔθ᾽ ὅλως τοὺς εἰθισμένους ἅπαντα τὸν χρόνον πλεονεκτεῖν οὐδέποτ᾽ ἂν ἰσομοιρῆσαι πρὸς ἀλλήλους.
[40] Ἐγὼ δ᾽ ὅτε μὲν ἡ πόλις ἡμῶν ἐν τοῖς Ἕλλησιν ἐδυνάστευεν καὶ πάλιν ἡ Λακεδαιμονίων, οὐδὲν ἂν ἡγοῦμαι περανθῆναι τούτων· ῥᾳδίως γὰρ ἂν ἑκατέραν ἐμποδὼν γενέσθαι τοῖς πραττομένοις· νῦν δ᾽ οὐχ ὁμοίως ἔγνωκα περὶ αὐτῶν. Οἶδα γὰρ ἁπάσας ὡμαλισμένας ὑπὸ τῶν συμφορῶν, ὥσθ᾽ ἡγοῦμαι πολὺ μᾶλλον αὐτὰς αἱρήσεσθαι τὰς ἐκ τῆς ὁμονοίας ὠφελείας ἢ τὰς ἐκ τῶν τότε πραττομένων πλεονεξίας.
[41] Ἔπειτα τῶν μὲν ἄλλων ὁμολογῶ μηδέν᾽ ἂν δυνηθῆναι διαλλάξαι τὰς πόλεις ταύτας, σοὶ δ᾽ οὐδὲν τῶν τοιούτων ἐστὶν χαλεπόν. Ὁρῶ γάρ σε τῶν τοῖς ἄλλοις ἀνελπίστων δοκούντων εἶναι καὶ παραδόξων πολλὰ διαπεπραγμένον, ὥστ᾽ οὐδὲν ἄτοπον εἰ καὶ ταῦτα μόνος συστῆσαι δυνηθείης. Χρὴ δὲ τοὺς μέγα φρονοῦντας καὶ τοὺς διαφέροντας μὴ τοῖς τοιούτοις ἐπιχειρεῖν ἃ καὶ τῶν τυχόντων ἄν τις καταπράξειεν, ἀλλ᾽ ἐκείνοις οἷς μηδεὶς ἂν ἄλλος ἐπιχειρήσειε πλὴν τῶν ὁμοίαν σοὶ καὶ τὴν φύσιν καὶ τὴν δύναμιν ἐχόντων.
[42] Θαυμάζω δὲ τῶν ἡγουμένων ἀδύνατον εἶναι πραχθῆναί τι τούτων, εἰ μήτ᾽ αὐτοὶ τυγχάνουσιν εἰδότες μήθ᾽ ἑτέρων ἀκηκόασιν ὅτι πολλοὶ δὴ πόλεμοι καὶ δεινοὶ γεγόνασιν, οὓς οἱ διαλυσάμενοι μεγάλων ἀγαθῶν ἀλλήλοις αἴτιοι κατέστησαν. Τίς γὰρ ἂν ὑπερβολὴ γένοιτο τῆς ἔχθρας τῆς πρὸς Ξέρξην τοῖς Ἕλλησι γενομένης; Οὗ τὴν φιλίαν ἅπαντες ἴσασιν ἡμᾶς τε καὶ Λακεδαιμονίους μᾶλλον ἀγαπήσαντας ἢ τῶν συγκατασκευασάντων ἑκατέροις ἡμῶν τὴν ἀρχήν.
[43] Καὶ τί δεῖ λέγειν τὰ παλαιὰ καὶ τὰ πρὸς τοὺς βαρβάρους; Ἀλλ᾽ εἴ τις ἀθρήσειε καὶ σκέψαιτο τὰς τῶν Ἑλλήνων συμφορὰς, οὐδὲν ἂν μέρος οὖσαι φανεῖεν τῶν διὰ Θηβαίους καὶ Λακεδαιμονίους ἡμῖν γεγενημένων. Ἀλλ᾽ οὐδὲν ἧττον Λακεδαιμονίων τε στρατευσάντων ἐπὶ Θηβαίους καὶ βουλομένων λυμήνασθαι τὴν Βοιωτίαν καὶ διοικίσαι τὰς πόλεις βοηθήσαντες ἡμεῖς ἐμποδὼν ἐγενόμεθα ταῖς ἐκείνων ἐπιθυμίαις·
[44] καὶ πάλιν μεταπεσούσης τῆς τύχης καὶ Θηβαίων καὶ Πελοποννησίων ἁπάντων ἐπιχειρησάντων ἀνάστατον ποιῆσαι τὴν Σπάρτην, ἡμεῖς καὶ πρὸς ἐκείνους μόνοι τῶν Ἑλλήνων ποιησάμενοι συμμαχίαν συναίτιοι τῆς σωτηρίας αὐτοῖς κατέστημεν.
[45] Πολλῆς οὖν ἀνοίας ἂν εἴη μεστὸς, εἴ τις ὁρῶν τηλικαύτας μεταβολὰς γιγνομένας καὶ τὰς πόλεις μήτ᾽ ἔχθρας μήθ᾽ ὅρκων μήτ᾽ ἄλλου μηδενὸς φροντιζούσας πλὴν ὅ τι ἂν ὑπολάβωσιν ὠφέλιμον αὑταῖς εἶναι, τοῦτο δὲ στεργούσας μόνον καὶ πᾶσαν τὴν σπουδὴν περὶ τούτου ποιουμένας, μὴ καὶ νῦν νομίζοι τὴν αὐτὴν γνώμην ἕξειν αὐτὰς, ἄλλως τε καὶ σοῦ μὲν ἐπιστατοῦντος ταῖς διαλλαγαῖς, τοῦ δὲ συμφέροντος πείθοντος, τῶν δὲ παρόντων κακῶν ἀναγκαζόντων. Ἐγὼ μὲν γὰρ οἶμαι τούτων σοι συναγωνιζομένων ἅπαντα γενήσεσθαι κατὰ τρόπον.
***
Η ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΤΙΓΜΗ
Η περίπτωση του Φιλίππου. Η γενική κατάσταση των ελληνικών πόλεων.
[39] Ίσως κανείς να είχε την τόλμη να φέρει αντίρρηση σε όσα σου ανάφερα, λέγοντας ότι προσπαθώ να σε παρασύρω σε πράξεις ακατόρθωτες· γιατί ούτε οι Αργείοι θα ήταν δυνατό ποτέ να γίνουν φίλοι με τους Λακεδαιμονίους ούτε και αυτοί με τους Θηβαίους και γενικά αυτοί που είχαν συνηθίσει να κρατούν πάντα για τον εαυτό τους τα πρωτεία ποτέ δεν θα δέχονταν πραγματική ισοτιμία με τους άλλους.
[40] Εγώ βέβαια είμαι σίγουρος πως, τον καιρό που η πόλη μας και αργότερα η Σπάρτη ασκούσε κυριαρχία πάνω σ᾽ όλους τους Έλληνες, τίποτα από αυτά δεν ήταν δυνατό νά ᾽ρθει σε πέρας· τόσο η μια όσο και η άλλη πόλη πολύ εύκολα θα έφερναν εμπόδια σε μια τέτοια προσπάθεια. Τώρα όμως δεν έχω πια την ίδια γνώμη. Ξέρω ότι οι συμφορές έχουν φέρει όλες τις πόλεις σε ίση μοίρα και πιστεύω ότι θα προτιμήσουν τα καλά που φέρνει η ομόνοια από τα πλεονεχτήματα που ίσως να είχανε σ᾽ εκείνη την κατάσταση.
[41] Έπειτα είμαι βέβαιος ότι κανένας άλλος δεν θα ήταν σε θέση να συμβιβάσει αυτές τις πόλεις, ενώ για σένα τίποτα από αυτά δεν είναι δύσκολο: Παρατηρώ ότι κατόρθωσες πολλά, που για τους άλλους φαίνονται ανέλπιστα και εντελώς απίστευτα· γι᾽ αυτό δεν είναι απίθανο μόνο εσύ να δυνηθείς να φέρεις την ομόνοια και σ᾽ αυτές. Και είναι ανάγκη οι άνθρωποι που έχουν φρόνημα υψηλό και ξεχωρίζουν από τους άλλους να μην καταπιάνονται με έργα που ο καθένας μπορεί να τα πετύχει, αλλά με κατορθώματα που δεν θα τα επιχειρούσε άλλος κανείς, έξω από αυτούς που έχουν τη δικιά σου αξία και τη δικιά σου δύναμη.
[42] Απορώ μάλιστα και με όσους θεωρούν αδύνατη την πραγματοποίηση αυτών, αφού μήτε οι ίδιοι τυχαίνει να γνωρίζουν μήτε και από άλλους έχουν ακουστά ότι έγιναν βέβαια πολλοί πόλεμοι και φοβεροί, όμως οι άνθρωποι που τους διάλυσαν έγιναν πρόξενοι μεγάλων αγαθών. Ποιό μίσος τάχα θα μπορούσε να υπάρξει πιο φοβερό από αυτό που ένιωθαν οι Έλληνες για τον Ξέρξη; Και όμως, τη φιλία του Ξέρξη όλοι το ξέρουν πως την επιζητήσαμε και εμείς και οι Σπαρτιάτες με επιμονή μεγαλύτερη από ό,τι τη φιλία εκείνων που στήριξαν την εξουσία και στους δυο μας.
[43] Και τί να λέμε τώρα τα παλιά και όσα έχουν σχέση με τους βαρβάρους; Αν κάποιος μάζευε και λογάριαζε όλα τα βάσανα των Ελλήνων, θα τα έβρισκε ένα τίποτε μπροστά στις συμφορές που έφεραν σ᾽ εμάς οι Σπαρτιάτες και οι Θηβαίοι. Εντούτοις, όταν οι Σπαρτιάτες έκαμαν πόλεμο με τους Θηβαίους, θέλοντας να ερημώσουν τη Βοιωτία και να διαλύσουν τον συνασπισμό των πόλεών της, εμείς τρέξαμε σε βοήθεια και τους εμποδίσαμε να πραγματοποιήσουν τον σκοπό τους.
[44] Και όταν πάλι η τύχη άλλαξε και οι Θηβαίοι με όλους τους Πελοποννησίους επιχείρησαν να καταστρέψουν τη Σπάρτη, εμείς μόνο από τους Έλληνες συμμαχήσαμε με τους Σπαρτιάτες και τους βοηθήσαμε αποφασιστικά στη σωτηρία τους.
[45] Θα ήταν λοιπόν πολύ ανόητος ο άνθρωπος που θα έβλεπε να γίνονται τόσο σημαντικές μεταβολές, θα έβλεπε τις πόλεις να μη νοιάζονται ούτε για έχθρες ούτε για όρκους ούτε για τίποτε άλλο, παρά μονάχα για ό,τι θεωρούν ωφέλιμο γι᾽ αυτές, να προσηλώνονται σ᾽ αυτό και να το περιβάλλουν με όλο τους τον ζήλο, θα τα έβλεπε, λέω, αυτά και ωστόσο δεν θα παραδεχόταν ότι και αυτή τη στιγμή θα έχουν την ίδια γνώμη, ακόμα περισσότερο που εσύ θα αναλάβεις την ευθύνη για τη δικιά τους συμφιλίωση και το συμφέρο τους συνηγορεί και τους εξαναγκάζουν και οι παρούσες συμφορές! Εγώ αδίσταχτα πιστεύω ότι με τις λαμπρές αυτές προϋποθέσεις όλα θα πάνε μια χαρά.
[40] Ἐγὼ δ᾽ ὅτε μὲν ἡ πόλις ἡμῶν ἐν τοῖς Ἕλλησιν ἐδυνάστευεν καὶ πάλιν ἡ Λακεδαιμονίων, οὐδὲν ἂν ἡγοῦμαι περανθῆναι τούτων· ῥᾳδίως γὰρ ἂν ἑκατέραν ἐμποδὼν γενέσθαι τοῖς πραττομένοις· νῦν δ᾽ οὐχ ὁμοίως ἔγνωκα περὶ αὐτῶν. Οἶδα γὰρ ἁπάσας ὡμαλισμένας ὑπὸ τῶν συμφορῶν, ὥσθ᾽ ἡγοῦμαι πολὺ μᾶλλον αὐτὰς αἱρήσεσθαι τὰς ἐκ τῆς ὁμονοίας ὠφελείας ἢ τὰς ἐκ τῶν τότε πραττομένων πλεονεξίας.
[41] Ἔπειτα τῶν μὲν ἄλλων ὁμολογῶ μηδέν᾽ ἂν δυνηθῆναι διαλλάξαι τὰς πόλεις ταύτας, σοὶ δ᾽ οὐδὲν τῶν τοιούτων ἐστὶν χαλεπόν. Ὁρῶ γάρ σε τῶν τοῖς ἄλλοις ἀνελπίστων δοκούντων εἶναι καὶ παραδόξων πολλὰ διαπεπραγμένον, ὥστ᾽ οὐδὲν ἄτοπον εἰ καὶ ταῦτα μόνος συστῆσαι δυνηθείης. Χρὴ δὲ τοὺς μέγα φρονοῦντας καὶ τοὺς διαφέροντας μὴ τοῖς τοιούτοις ἐπιχειρεῖν ἃ καὶ τῶν τυχόντων ἄν τις καταπράξειεν, ἀλλ᾽ ἐκείνοις οἷς μηδεὶς ἂν ἄλλος ἐπιχειρήσειε πλὴν τῶν ὁμοίαν σοὶ καὶ τὴν φύσιν καὶ τὴν δύναμιν ἐχόντων.
[42] Θαυμάζω δὲ τῶν ἡγουμένων ἀδύνατον εἶναι πραχθῆναί τι τούτων, εἰ μήτ᾽ αὐτοὶ τυγχάνουσιν εἰδότες μήθ᾽ ἑτέρων ἀκηκόασιν ὅτι πολλοὶ δὴ πόλεμοι καὶ δεινοὶ γεγόνασιν, οὓς οἱ διαλυσάμενοι μεγάλων ἀγαθῶν ἀλλήλοις αἴτιοι κατέστησαν. Τίς γὰρ ἂν ὑπερβολὴ γένοιτο τῆς ἔχθρας τῆς πρὸς Ξέρξην τοῖς Ἕλλησι γενομένης; Οὗ τὴν φιλίαν ἅπαντες ἴσασιν ἡμᾶς τε καὶ Λακεδαιμονίους μᾶλλον ἀγαπήσαντας ἢ τῶν συγκατασκευασάντων ἑκατέροις ἡμῶν τὴν ἀρχήν.
[43] Καὶ τί δεῖ λέγειν τὰ παλαιὰ καὶ τὰ πρὸς τοὺς βαρβάρους; Ἀλλ᾽ εἴ τις ἀθρήσειε καὶ σκέψαιτο τὰς τῶν Ἑλλήνων συμφορὰς, οὐδὲν ἂν μέρος οὖσαι φανεῖεν τῶν διὰ Θηβαίους καὶ Λακεδαιμονίους ἡμῖν γεγενημένων. Ἀλλ᾽ οὐδὲν ἧττον Λακεδαιμονίων τε στρατευσάντων ἐπὶ Θηβαίους καὶ βουλομένων λυμήνασθαι τὴν Βοιωτίαν καὶ διοικίσαι τὰς πόλεις βοηθήσαντες ἡμεῖς ἐμποδὼν ἐγενόμεθα ταῖς ἐκείνων ἐπιθυμίαις·
[44] καὶ πάλιν μεταπεσούσης τῆς τύχης καὶ Θηβαίων καὶ Πελοποννησίων ἁπάντων ἐπιχειρησάντων ἀνάστατον ποιῆσαι τὴν Σπάρτην, ἡμεῖς καὶ πρὸς ἐκείνους μόνοι τῶν Ἑλλήνων ποιησάμενοι συμμαχίαν συναίτιοι τῆς σωτηρίας αὐτοῖς κατέστημεν.
[45] Πολλῆς οὖν ἀνοίας ἂν εἴη μεστὸς, εἴ τις ὁρῶν τηλικαύτας μεταβολὰς γιγνομένας καὶ τὰς πόλεις μήτ᾽ ἔχθρας μήθ᾽ ὅρκων μήτ᾽ ἄλλου μηδενὸς φροντιζούσας πλὴν ὅ τι ἂν ὑπολάβωσιν ὠφέλιμον αὑταῖς εἶναι, τοῦτο δὲ στεργούσας μόνον καὶ πᾶσαν τὴν σπουδὴν περὶ τούτου ποιουμένας, μὴ καὶ νῦν νομίζοι τὴν αὐτὴν γνώμην ἕξειν αὐτὰς, ἄλλως τε καὶ σοῦ μὲν ἐπιστατοῦντος ταῖς διαλλαγαῖς, τοῦ δὲ συμφέροντος πείθοντος, τῶν δὲ παρόντων κακῶν ἀναγκαζόντων. Ἐγὼ μὲν γὰρ οἶμαι τούτων σοι συναγωνιζομένων ἅπαντα γενήσεσθαι κατὰ τρόπον.
***
Η ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΤΙΓΜΗ
Η περίπτωση του Φιλίππου. Η γενική κατάσταση των ελληνικών πόλεων.
[39] Ίσως κανείς να είχε την τόλμη να φέρει αντίρρηση σε όσα σου ανάφερα, λέγοντας ότι προσπαθώ να σε παρασύρω σε πράξεις ακατόρθωτες· γιατί ούτε οι Αργείοι θα ήταν δυνατό ποτέ να γίνουν φίλοι με τους Λακεδαιμονίους ούτε και αυτοί με τους Θηβαίους και γενικά αυτοί που είχαν συνηθίσει να κρατούν πάντα για τον εαυτό τους τα πρωτεία ποτέ δεν θα δέχονταν πραγματική ισοτιμία με τους άλλους.
[40] Εγώ βέβαια είμαι σίγουρος πως, τον καιρό που η πόλη μας και αργότερα η Σπάρτη ασκούσε κυριαρχία πάνω σ᾽ όλους τους Έλληνες, τίποτα από αυτά δεν ήταν δυνατό νά ᾽ρθει σε πέρας· τόσο η μια όσο και η άλλη πόλη πολύ εύκολα θα έφερναν εμπόδια σε μια τέτοια προσπάθεια. Τώρα όμως δεν έχω πια την ίδια γνώμη. Ξέρω ότι οι συμφορές έχουν φέρει όλες τις πόλεις σε ίση μοίρα και πιστεύω ότι θα προτιμήσουν τα καλά που φέρνει η ομόνοια από τα πλεονεχτήματα που ίσως να είχανε σ᾽ εκείνη την κατάσταση.
[41] Έπειτα είμαι βέβαιος ότι κανένας άλλος δεν θα ήταν σε θέση να συμβιβάσει αυτές τις πόλεις, ενώ για σένα τίποτα από αυτά δεν είναι δύσκολο: Παρατηρώ ότι κατόρθωσες πολλά, που για τους άλλους φαίνονται ανέλπιστα και εντελώς απίστευτα· γι᾽ αυτό δεν είναι απίθανο μόνο εσύ να δυνηθείς να φέρεις την ομόνοια και σ᾽ αυτές. Και είναι ανάγκη οι άνθρωποι που έχουν φρόνημα υψηλό και ξεχωρίζουν από τους άλλους να μην καταπιάνονται με έργα που ο καθένας μπορεί να τα πετύχει, αλλά με κατορθώματα που δεν θα τα επιχειρούσε άλλος κανείς, έξω από αυτούς που έχουν τη δικιά σου αξία και τη δικιά σου δύναμη.
[42] Απορώ μάλιστα και με όσους θεωρούν αδύνατη την πραγματοποίηση αυτών, αφού μήτε οι ίδιοι τυχαίνει να γνωρίζουν μήτε και από άλλους έχουν ακουστά ότι έγιναν βέβαια πολλοί πόλεμοι και φοβεροί, όμως οι άνθρωποι που τους διάλυσαν έγιναν πρόξενοι μεγάλων αγαθών. Ποιό μίσος τάχα θα μπορούσε να υπάρξει πιο φοβερό από αυτό που ένιωθαν οι Έλληνες για τον Ξέρξη; Και όμως, τη φιλία του Ξέρξη όλοι το ξέρουν πως την επιζητήσαμε και εμείς και οι Σπαρτιάτες με επιμονή μεγαλύτερη από ό,τι τη φιλία εκείνων που στήριξαν την εξουσία και στους δυο μας.
[43] Και τί να λέμε τώρα τα παλιά και όσα έχουν σχέση με τους βαρβάρους; Αν κάποιος μάζευε και λογάριαζε όλα τα βάσανα των Ελλήνων, θα τα έβρισκε ένα τίποτε μπροστά στις συμφορές που έφεραν σ᾽ εμάς οι Σπαρτιάτες και οι Θηβαίοι. Εντούτοις, όταν οι Σπαρτιάτες έκαμαν πόλεμο με τους Θηβαίους, θέλοντας να ερημώσουν τη Βοιωτία και να διαλύσουν τον συνασπισμό των πόλεών της, εμείς τρέξαμε σε βοήθεια και τους εμποδίσαμε να πραγματοποιήσουν τον σκοπό τους.
[44] Και όταν πάλι η τύχη άλλαξε και οι Θηβαίοι με όλους τους Πελοποννησίους επιχείρησαν να καταστρέψουν τη Σπάρτη, εμείς μόνο από τους Έλληνες συμμαχήσαμε με τους Σπαρτιάτες και τους βοηθήσαμε αποφασιστικά στη σωτηρία τους.
[45] Θα ήταν λοιπόν πολύ ανόητος ο άνθρωπος που θα έβλεπε να γίνονται τόσο σημαντικές μεταβολές, θα έβλεπε τις πόλεις να μη νοιάζονται ούτε για έχθρες ούτε για όρκους ούτε για τίποτε άλλο, παρά μονάχα για ό,τι θεωρούν ωφέλιμο γι᾽ αυτές, να προσηλώνονται σ᾽ αυτό και να το περιβάλλουν με όλο τους τον ζήλο, θα τα έβλεπε, λέω, αυτά και ωστόσο δεν θα παραδεχόταν ότι και αυτή τη στιγμή θα έχουν την ίδια γνώμη, ακόμα περισσότερο που εσύ θα αναλάβεις την ευθύνη για τη δικιά τους συμφιλίωση και το συμφέρο τους συνηγορεί και τους εξαναγκάζουν και οι παρούσες συμφορές! Εγώ αδίσταχτα πιστεύω ότι με τις λαμπρές αυτές προϋποθέσεις όλα θα πάνε μια χαρά.