Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Βάκχαι (1-63)

Τι μπορεί να μάθει ένας πολιτικός από τις "Βάκχες" του Ευριπίδη;

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος σηματοδότησε την αρχή του τέλους για τον θεσμό της αρχαιοελληνικής πόλης. Σε αντίθεση με τους Περσικούς πολέμους, που όλοι μαζί αντιμετώπισαν με αξιοθαύμαστη γενναιότητα τον εξωτερικό εχθρό, τώρα στρέφονται η μία πόλη εναντίον της άλλης, διαλύοντας ό,τι είχε επιτύχει η ενότητα.

Η περιγραφή του Θουκυδίδη είναι αποκαλυπτική, όταν περιγράφει τη συμπεριφορά των Αθηναίων, από τον πρώτο κιόλας χρόνο του πολέμου, μετά το πρώτο κύμα του λοιμού: «οι περισσότεροι, βλέποντας πόσο εφήμερος είναι ο πλούτος και αβέβαιος ο βίος, έσπευδαν να ξοδέψουν τα χρήματά τους και να τα χαρούν. Κανείς δεν ήταν πρόθυμος να υποβληθεί σε οποιονδήποτε κόπο για κάτι που άλλοτε θα φάνταζε χρήσιμο, επειδή σκεφτόταν πως μπορούσε να πεθάνει πριν ολοκληρώσει αυτό για το οποίο θα κοπίαζε. Κατάντησε να θεωρείται καλό και ωφέλιμο, το άμεσο κέρδος και η ευχαρίστηση της στιγμής. Δεν τους συγκρατούσαν ούτε ο φόβος των θεών ούτε οι ανθρώπινοι νόμοι».

Μέσα στον εμφύλιο σπαραγμό, η πολιτική τάξη διασαλεύτηκε, καθώς οι πολιτικοί ηγέτες δεν ενδιαφέρονταν πλέον για το κοινό καλό. Δημοφιλείς γίνονταν όσοι ούρλιαζαν έξαλλα και ο κομματικός φανατισμός έγινε αξία ισχυρότερη από τους οικογενειακούς δεσμούς. «Οι αρχηγοί των κομμάτων πρόβαλλαν ωραία συνθήματα», γράφει ο Θουκυδίδης: Ισότητα των πολιτών ευαγγελιζόταν οι δημοκρατικοί, σωφροσύνη των αριστοκρατών έταζαν οι ολιγαρχικοί. Η κτηνώδης, όμως, συμπεριφορά της μίας παράταξης προς την άλλη, φανέρωνε πως ήταν μόνο συνθήματα. Κι έτσι, «το ήθος, που είναι το κύριο γνώρισμα της ευγενικής ψυχής, κατάντησε να είναι καταγέλαστο κι εξαφανίστηκε» (Ιστορία, ΙΙ και ΙΙΙ).

Δεν είναι παράξενο που η δεύτερη δημοκρατία, μετά το τέλος του πολέμου, ήταν προβληματική και ανίκανη να θεραπεύσει τις πληγές. Η μεγάλη στροφή από το «εμείς» στο «εγώ» είχε επιτευχθεί και εξελισσόταν γοργά, καθώς οι αξίες της πόλης, στην οποία τα πάντα μεταβάλλονται συνεχώς προκαλώντας ανασφάλεια και φόβο, εγκαταλείπονται.

Η αλλαγή αυτή αποτυπώθηκε έντονα και στη θρησκευτικότητα. Σιγά–σιγά οι μυστηριακές, φυσικές λατρείες που κάτω από την επίδραση του ορθολογισμού είχαν ενσωματωθεί στις αστικές τελετές, άρχισαν να αναβιώνουν. Οι ταλαιπωρημένοι Έλληνες αναζήτησαν την χαμένη ενότητα και ασφάλεια στις αρχέγονες, χαρούμενες και εκστατικές λατρείες, εισάγοντας νέες θεότητες από την Ανατολή.

Αυτό συνέβη και με τη λατρεία του Διονύσου, που αν και πανάρχαιος, επανεμφανίζεται, ταυτισμένος με τον Σαβάζιο, ως θεότητα της Λυδίας. Στην ελληνική παράδοση είναι γιος του Δία και της εγγονής του βασιλιά Κάδμου, του γενάρχη των Θηβαίων.

Πουθενά δεν ήταν εντονότερο το αίσθημα της συλλογικότητας της πόλης όσο στο θέατρο, μία καθαρά διονυσιακή έμπνευση. Η ταύτιση με τον ήρωα που αγωνίζεται προϋποθέτει την εκμηδένιση της ατομικότητας μέσα στο σύνολο. Ή όπως γράφει ο Νίτσε στη «Γέννηση της τραγωδίας»: «Ο ήρωας (της τραγωδίας) είναι ο Διόνυσος των Μυστηρίων που υποφέρει, ο θεός που νιώθει μέσα του τις οδύνες της εξατομίκευσης».

Και ο Διόνυσος ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή του θεάτρου στις Βάκχες του Ευριπίδη. Ως τότε, οι θεοί εμφανίζονται μόνο «από μηχανής», επάνω στο θεολογείο. Τώρα όμως, το 405 π.Χ, που διδάσκεται αυτό το δράμα, είναι η ώρα να διερευνηθούν αυτές οι οδύνες, του ανθρώπου που μαθαίνει να ζει μακριά από την ασφάλεια του συνόλου, αντιμετωπίζοντας τον εαυτό του ως μονάδα.

Η Υπόθεση


Ο Πενθέας, ο νεαρός βασιλιάς της Θήβας (εγγονός και αυτός του Κάδμου), είναι πραγματιστής, αντιπροσωπευτικό δείγμα του σκληροπυρηνικού ορθολογιστή του 5ου αιώνα, που καμαρώνει για την αδούλωτη στις δεισιδαιμονίες σκέψη του. Φυσικά, δεν δέχεται καν την ύπαρξη ούτε του Διονύσου ούτε κανενός άλλου θεού.

Αλλά ο Διόνυσος, έχει έρθει από την Ανατολή για να εδραιώσει στον τόπο αυτό την λατρεία του, η οποία έχει παραγκωνιστεί εξαιτίας των νέων ηθών. Στην αρχή είναι μεταμφιεσμένος, ώστε να μην καταλάβει κανείς πως είναι ο θεός.

Ο Πενθέας συνέλαβε όσες γυναίκες, πιστές του Διονύσου βρήκαν οι άνθρωποί του στο βουνό και χλευάζει τον παππού του και τον μάντη Τειρεσία που «βακχεύουν», μένοντας πιστοί στην αρχαία λατρεία. Ο Τειρεσίας προσπαθεί να τον συνετίσει: «δύο πρόσωπα είναι τα πιο σπουδαία στον κόσμο: το ένα είναι η θεά Δήμητρα –η γη, πες την εσύ με όποιο όνομα θέλεις – κι αυτή με τους ώριμους καρπούς τρέφει τους θνητούς· το άλλο αυτός ήρθε μετά· ο γιος της Σεμέλης βρήκε κι έφερε στους θνητούς το υγρό ποτό του σταφυλιού, που διώχνει τη λύπη απ’τους ταλαίπωρους ανθρώπους».


«Ο ίδιος αυτός ο θεός προσφέρεται ως σπονδή στον Δία για το καλό των ανθρώπων», συνεχίζει ο Τειρεσίας, αλλά ο Πενθέας είναι εξαγριωμένος! Ούτε στα λόγια του πατέρα του πείθεται , όταν τον παρακαλεί να είναι τουλάχιστον συγκαταβατικός κι ας μην πιστεύει ο ίδιος. Ο νεαρός βασιλιάς είναι αποφασισμένος να καταστρέψει ό,τι και όποιον σχετίζεται με τούτον τον θεό που παρασύρει τις γυναίκες στην ερωτική ακολασία και ανατρέπει την τάξη.

Συλλαμβάνει τον παράξενο ξένο (που δεν ξέρει ακόμα πως είναι ο Διόνυσος), μέχρι να μαζέψει από τον Κιθαιρώνα όλες τις γυναίκες που επιδίδονται στη λατρεία του (τις Βάκχες), αλλά εκείνος σπάει τα δεσμά και βγαίνει από τη φυλακή. Και δεν έφτανε αυτό, αλλά φτάνει και η είδηση πως ανάμεσα στις Βάκχες που εντόπισαν στο βουνό ήταν και η Αγαύη, η μητέρα του Πενθέα. Αυτός όμως, ούτε τώρα αλλάζει γνώμη.

Ο Διόνυσος θα οδηγήσει τον Πενθέα στην παράνοια. Θα τον ντύσει με ρούχα γυναικεία και θα τον οδηγήσει στον Κιθαιρώνα. Εκεί υπό την επήρεια της ιερής μανίας, η Αγαύη με τις αδερφές της θα τον διαμελίσουν. Η κατάληξη είναι δραματική τόσο για τον Πενθέα όσο και για την οικογένειά του, που εξορίζεται από την Θήβα (εκτός από τον Κάδμο και τη σύζυγό του, που λαμβάνουν την υπόσχεση πως, μετά από πολλά βάσανα, θα κατοικήσουν στη χώρα των Μακάρων).


Και ο χορός κλείνει το έργο με τα εξής λόγια: «πολλά τα τελειώνουν απροσδόκητα οι θεοί. Όσα απ’τον νου μας πέρασαν, δεν έγιναν και για εκείνα που δεν ελπίζαμε βρήκε τρόπο ο θεός».

Πίσω από τον μύθο


Ο Διόνυσος προσφέρει απλόχερα την ελευθερία από τα δεσμά του πολιτισμού σε όλους, ακόμα και στους δούλους. Δεν έχει ούτε ιερείς ούτε μάντεις. Είναι ανατρεπτικός, αχαλίνωτος και ανάλγητος, όπως η φύση. Είναι αυτό που πρόκειται να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος έξω από την ασφάλεια της πόλης. Σωστά είχε πει ο Αριστοτέλης πως αν κάποιος ζει εκτός της πόλης, δεν μπορεί να είναι άνθρωπος. Είναι είτε θηρίο είτε θεός.

Ο Πενθέας χειρίστηκε το ζήτημα επιπόλαια. Υπερεκτίμησε την δύναμη του ορθολογισμού και υποτίμησε τη δύναμη των άλογων δυνάμεων του ανθρώπινου πνεύματος, ακόμα και του δικού του. Γιατί ο Διόνυσος κατόρθωσε, χρησιμοποιώντας το υπερ-όπλο του ορθολογισμού, την πειθώ, να τον πείσει να υποκύψει στις δικές του άλογες ορμές. Και το διδάσκει αυτό ο «αρχιερέας» του ορθολογισμού, ο ποιητής του διαφωτισμού, ο Ευριπίδης!

Την ανάγκη να ξεκουράζεται το ανθρώπινο πνεύμα, εντρυφώντας στην Διονυσιακή εμπειρία, υποδήλωνε η λατρεία από κοινού στους Δελφούς του γλεντζέ Διονύσου και του ορθολογιστή Απόλλωνα. Ο άνθρωπος ως μονάδα, μέσα από τη φαντασία γνωρίζει τα μυστικά της ψυχής του, χαλαρώνει, ενδυναμώνεται και ύστερα είναι έτοιμος να δημιουργήσει και να μεγαλουργήσει για τη δική του πρόοδο, αλλά και της κοινότητας. Λατρεύει τον Διόνυσο για να προσεγγίσει και να κατανοήσει τον Απόλλωνα.

Αλλά πρέπει να το κάνει προσεκτικά, όπως επισημαίνει ο Νίτσε: «Από το διονυσιακό θεμέλιο δεν πρέπει να εισχωρήσει στη συνείδηση του ανθρώπου τίποτα παραπάνω απ΄ό,τι μπορεί να ξεπεράσει πάλι από την απολλώνια δύναμη της μεταμόρφωσης».

Μία σκέψη ακόμα...


Σε περιόδους έντονης ανησυχίας και δυστυχίας, οι άνθρωποι βιώνουν καταστάσεις τις οποίες δεν μπορούν να τιθασεύσουν με τη δύναμη της λογικής. Θυμώνουν, αρνούνται να σκεφτούν, να εξετάσουν. Εύκολα στρέφονται προς το παλιό, το γνωστό, το ασφαλές, οτιδήποτε τους κάνει να νιώθουν σημαντικοί και χαρούμενοι.

Ίσως, αυτό που θέλει να πει ο Ευριπίδης στους Αθηναίους είναι πως ο συνετός ηγέτης καλά θα κάνει να μην χλευάζει αυτή την επιλογή. Πως πουθενά δεν οδηγεί η επίδειξη ορθολογισμού, πως δεν μπορεί να νικήσει αυτό που δεν κατανοεί, πως δεν είναι σοφό να το υποτιμά. Τέτοιες ώρες, ο ικανός ηγέτης εντοπίζει το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην άλογη παρόρμηση και την ορθολογική σκέψη, τη μέση οδό που θα κατευνάσει τα πνεύματα, θα δώσει μιάν ανάσα και θα ανοίξει δρόμο για το μέλλον, με βήμα αργό και σταθερό. Ικανότητα που διέθεταν οι ηγέτες που οδήγησαν την Αθήνα στη μεγάλη της δόξα κατά τους Περσικούς πολέμους.


Αν δεν το κάνει, κι εκείνος θα καταστραφεί από το χέρι εκείνων που τον «γέννησαν», και οι γύρω του θα υποφέρουν εξαιτίας της δικής του αφροσύνης. Γιατί ο Διόνυσος, που είναι – όχι τυχαία – εξάδελφος του Πενθέα, θυμώνει πολύ όταν τον αγνοούν, οδηγεί τους πάντες στα άκρα και κερδίζει πάντα.


Το σοφόν δεν είναι σοφία
Ο Διόνυσος, ο γιος του Διός και της Σεμέλης, μιας από τις τέσσερις κόρες του ιδρυτή της Θήβας Κάδμου, ξεκινώντας από τη Λυδία, φθάνει μεταμορφωμένος σε θνητό ακόλουθό του στη Θήβα, αφού προηγουμένως οι πάντες στο πέρασμά του έχουν αναγνωρίσει τη θεότητά του. Στη Θήβα, τη γενέθλια πόλη του, όπου βασιλεύει ο Πενθέας, ο γιος μιας άλλης κόρης του Κάδμου, της Αγαύης, του αρνούνται αυτή την αναγνώριση -οι μόνοι που ασπάζονται τη νέα θρησκεία, που εκφράζεται προεχόντως με τον χορό, είναι οι γέροντες Κάδμος και Τειρεσίας, οι οποίοι μάταια προσπαθούν να πείσουν τον Πενθέα. Ο Διόνυσος εκδικείται: όλες οι γυναίκες της Θήβας, μαζί με τις τρεις κόρες του Κάδμου, καταλαμβάνονται από μανία, εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και τρέχουν πάνω στον Κιθαιρώνα τιμώντας τον Διόνυσο. Ο Πενθέας αντιδρά: όσες συλλαμβάνονται φυλακίζονται. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Διόνυσο: συλλαμβάνεται, χλευάζεται, φυλακίζεται. Και ο Διόνυσος και οι μαινάδες απελευθερώνονται με τρόπο που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, αλλά ο Πενθέας δεν διδάσκεται τίποτα από τα θαύματα που πληθαίνουν. Μόνο όταν ο Διόνυσος του προτείνει να τον οδηγήσει κρυφά στον Κιθαιρώνα, για να δει με τα ίδια του τα μάτια τις μαινάδες, δέχεται πρόθυμα. Μεταμφιεσμένος σε μαινάδα οδηγείται στον Κιθαιρώνα, όπου όμως εντοπίζεται από τις μαινάδες και σπαράζεται απ᾽ αυτές με κορυφαία την ίδια του τη μητέρα. Η Αγαύη καρφώνει το κεφάλι του γιου της πάνω στον θύρσο, νομίζοντας ότι είναι κεφάλι λιονταριού, και επιστρέφει θριαμβικά στη Θήβα. Με τη βοήθεια του Κάδμου συνειδητοποιεί τη φρικτή αλήθεια και, μετά τον θρήνο, παίρνουν και οι δύο το δρόμο της εξορίας, όπως απαιτεί ο Διόνυσος, που εμφανίζεται στο τέλος με το πραγματικό του πρόσωπο ως θεός από μηχανής.  
 -------------------------------
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ἥκω Διὸς παῖς τήνδε Θηβαίαν χθόνα
Διόνυσος, ὃν τίκτει ποθ᾽ ἡ Κάδμου κόρη
Σεμέλη λοχευθεῖσ᾽ ἀστραπηφόρωι πυρί·
μορφὴν δ᾽ ἀμείψας ἐκ θεοῦ βροτησίαν
5 πάρειμι Δίρκης νάμαθ᾽ Ἱσμηνοῦ θ᾽ ὕδωρ.
ὁρῶ δὲ μητρὸς μνῆμα τῆς κεραυνίας
τόδ᾽ ἐγγὺς οἴκων καὶ δόμων ἐρείπια
τυφόμενα Δίου πυρὸς ἔτι ζῶσαν φλόγα,
ἀθάνατον Ἥρας μητέρ᾽ εἰς ἐμὴν ὕβριν.
10 αἰνῶ δὲ Κάδμον, ἄβατον ὃς πέδον τόδε
τίθησι, θυγατρὸς σηκόν· ἀμπέλου δέ νιν
πέριξ ἐγὼ ᾽κάλυψα βοτρυώδει χλόηι.
λιπὼν δὲ Λυδῶν τοὺς πολυχρύσους γύας
Φρυγῶν τε, Περσῶν ἡλιοβλήτους πλάκας
15 Βάκτριά τε τείχη τήν τε δύσχιμον χθόνα
Μήδων ἐπελθὼν Ἀραβίαν τ᾽ εὐδαίμονα
Ἀσίαν τε πᾶσαν ἣ παρ᾽ ἁλμυρὰν ἅλα
κεῖται μιγάσιν Ἕλλησι βαρβάροις θ᾽ ὁμοῦ
πλήρεις ἔχουσα καλλιπυργώτους πόλεις,
20 ἐς τήνδε πρώτην ἦλθον Ἑλλήνων πόλιν,
τἀκεῖ χορεύσας καὶ καταστήσας ἐμὰς
τελετάς, ἵν᾽ εἴην ἐμφανὴς δαίμων βροτοῖς.
πρώτας δὲ Θήβας τάσδε γῆς Ἑλληνίδος
ἀνωλόλυξα, νεβρίδ᾽ ἐξάψας χροὸς
25 θύρσον τε δοὺς ἐς χεῖρα, κίσσινον βέλος·
ἐπεί μ᾽ ἀδελφαὶ μητρός, ἃς ἥκιστ᾽ ἐχρῆν,
Διόνυσον οὐκ ἔφασκον ἐκφῦναι Διός,
Σεμέλην δὲ νυμφευθεῖσαν ἐκ θνητοῦ τινος
ἐς Ζῆν᾽ ἀναφέρειν τὴν ἁμαρτίαν λέχους,
30 Κάδμου σοφίσμαθ᾽, ὧν νιν οὕνεκα κτανεῖν
Ζῆν᾽ ἐξεκαυχῶνθ᾽, ὅτι γάμους ἐψεύσατο.
τοιγάρ νιν αὐτὰς ἐκ δόμων ὤιστρησ᾽ ἐγὼ
μανίαις, ὄρος δ᾽ οἰκοῦσι παράκοποι φρενῶν,
σκευήν τ᾽ ἔχειν ἠνάγκασ᾽ ὀργίων ἐμῶν.
35 καὶ πᾶν τὸ θῆλυ σπέρμα Καδμείων, ὅσαι
γυναῖκες ἦσαν, ἐξέμηνα δωμάτων·
ὁμοῦ δὲ Κάδμου παισὶν ἀναμεμειγμέναι
χλωραῖς ὑπ᾽ ἐλάταις ἀνορόφους ἧνται πέτρας.
δεῖ γὰρ πόλιν τήνδ᾽ ἐκμαθεῖν, κεἰ μὴ θέλει,
40 ἀτέλεστον οὖσαν τῶν ἐμῶν βακχευμάτων,
Σεμέλης τε μητρὸς ἀπολογήσασθαί μ᾽ ὕπερ
φανέντα θνητοῖς δαίμον᾽ ὃν τίκτει Διί.
Κάδμος μὲν οὖν γέρας τε καὶ τυραννίδα
Πενθεῖ δίδωσι θυγατρὸς ἐκπεφυκότι,
45 ὃς θεομαχεῖ τὰ κατ᾽ ἐμὲ καὶ σπονδῶν ἄπο
ὠθεῖ μ᾽ ἐν εὐχαῖς τ᾽ οὐδαμοῦ μνείαν ἔχει.
ὧν οὕνεκ᾽ αὐτῶι θεὸς γεγὼς ἐνδείξομαι
πᾶσίν τε Θηβαίοισιν. ἐς δ᾽ ἄλλην χθόνα,
τἀνθένδε θέμενος εὖ, μεταστήσω πόδα,
50 δεικνὺς ἐμαυτόν· ἢν δὲ Θηβαίων πόλις
ὀργῆι σὺν ὅπλοις ἐξ ὄρους βάκχας ἄγειν
ζητῆι, ξυνάψω μαινάσι στρατηλατῶν.
ὧν οὕνεκ᾽ εἶδος θνητὸν ἀλλάξας ἔχω
μορφήν τ᾽ ἐμὴν μετέβαλον εἰς ἀνδρὸς φύσιν.
55ἀλλ᾽, ὦ λιποῦσαι Τμῶλον, ἔρυμα Λυδίας,
θίασος ἐμός, γυναῖκες ἃς ἐκ βαρβάρων
ἐκόμισα παρέδρους καὶ ξυνεμπόρους ἐμοί,
αἴρεσθε τἀπιχώρι᾽ ἐν Φρυγῶν πόλει
τύπανα, Ῥέας τε μητρὸς ἐμά θ᾽ εὑρήματα,
60 βασίλειά τ᾽ ἀμφὶ δώματ᾽ ἐλθοῦσαι τάδε
κτυπεῖτε Πενθέως, ὡς ὁρᾶι Κάδμου πόλις.
ἐγὼ δὲ βάκχαις, ἐς Κιθαιρῶνος πτυχὰς
ἐλθὼν ἵν᾽ εἰσί, συμμετασχήσω χορῶν.

***
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έφθασα εδώ
στη γη των Θηβαίων.
Είμαι ο Διόνυσος,
ο υιός του Διός.
Μ᾽ έφερε στον κόσμο η κόρη του Κάδμου η Σεμέλη,
τότε που την ξεγέννησε το λαμπερό πυρ της αστραπής.
Τη θεϊκή μορφή μου με μορφή θνητού την άλλαξα
5 και στέκω εδώ στα νάματα της Δίρκης και το νερό του Ισμηνού.
Βλέπω μπροστά μου, πλάι στο παλάτι, το μνήμα της μητρός μου,
που την επήρε ο κεραυνός.
Τα ερείπια του οίκου της καπνίζουν.
Η φλόγα του ιερού πυρός ζει ακόμη
—αθάνατη ύβρις της Ήρας προς τη μητέρα μου.
10 Επαινώ τον Κάδμο
που εκήρυξε άβατο αυτό το χώρο,
ιερό περίβολο της θυγατρός του.
Εγώ τον σκέπασα με χλωρό κλήμα πολυστάφυλο.

Άφησα τους πολύχρυσους κάμπους της Λυδίας και της Φρυγίας,
πέρασα τα ηλιοδαρμένα υψίπεδα των Περσών
και τα Βάκτρια τείχη
15 και την άγρια χώρα των Μήδων
και την ευλογημένη Αραβία
και τη Μικρά Ασία ολόκληρη,
που απλώνεται πλάι στο αλμυρό κύμα
με τους ωραίους πύργους της να στεφανώνουν πόλεις πολυάνθρωπες,
όπου Έλληνες και βάρβαροι ζουν αξεχώριστοι,
20 και ήρθα σ᾽ αυτή την πόλη των Ελλήνων,
αφού πρώτα εκεί τους έριξα στους χορούς και καθιέρωσα τις τελετές μου,
για να είμαι θεός φανερωμένος στους θνητούς.

Σε γη ελληνική, πρώτη την πόλη της Θήβας
την έντυσα με το δέρμα του ελαφιού,
25 της έβαλα στο χέρι τον θύρσο, το κισσοστόλιστο βέλος,
και την ανάγκασα να υψώσει τον ιερό αλαλαγμό,
επειδή οι αδελφές της μητρός μου,
οι τελευταίες που θα ᾽πρεπε,
δεν αναγνώριζαν ότι ο Διόνυσος είναι γιος του Διός·
η Σεμέλη, έλεγαν, κοιμήθηκε με κάποιο θνητό
και ύστερα φόρτωσε στον Δία το αμαρτωλό κρεβάτι της
30 —τεχνάσματα του Κάδμου.
Και διατυμπάνιζαν ότι αυτός ήταν ο λόγος που την σκότωσε ο Ζευς,
το ψέμα ότι πλάγιασε μαζί της.
Εγώ λοιπόν αυτές τις ίδιες τις κέντρισα με τη μανία.
Άφησαν τα σπίτια τους και αλλοπαρμένες κατοικούν στα όρη.
Τις ανάγκασα να φορέσουν τη στολή των οργίων μου.
35 Και όλο το γυναικείο γένος των Καδμείων,
όσες γυναίκες υπήρχαν,
από τα σπίτια τους τις σήκωσα με τη μανία.
Μαζί με τις κόρες του Κάδμου, όλες τους ένα,
κάθονται κάτω από χλωρά έλατα πάνω σε γυμνούς βράχους.
Η πόλη αυτή πρέπει κάποτε να μάθει, ακόμη και αν δεν θέλει,
40 τί θα πει να μένει αμύητη στις τελετές μου·
και πρέπει να υπερασπιστώ τη μητέρα μου τη Σεμέλη,
να φανερώσω στους θνητούς ότι είμαι θεός
που με γέννησε με τον Δία.

Ο Κάδμος, τώρα, παρέδωσε τιμή και βασιλεία στον γιο της θυγατρός του τον Πενθέα.
45 Εκείνος με πολεμά και γίνεται θεομάχος.
Από τις σπονδές με αποκλείει
και στις προσευχές του ποτέ δεν με θυμάται.
Σ᾽ αυτόν λοιπόν και σ᾽ όλους τους Θηβαίους
θα δείξω ότι είμαι θεός.
Και όταν εδώ βάλω τα πράγματα σε τάξη,
θα κατευθύνω σε άλλη γη τα βήματά μου,
φανερώνοντας ποιός είμαι.
50 Αν η πόλη των Θηβαίων ζητήσει οργισμένη
να διώξει από τα όρη τις βάκχες με τα όπλα,
θα οδηγήσω τον στρατό των μαινάδων και θα δώσω μάχη.
Γι᾽ αυτό έχω πάρει όψη θνητού και μεταμορφώθηκα σε άνδρα.

55 Θίασέ μου,
γυναίκες που αφήσατε τον Τμώλο, την ασπίδα της Λυδίας,
που σας φέρνω από χώρες βαρβάρων,
αχώριστες συντρόφισσές μου όπου σταθώ και όπου βρεθώ,
υψώστε τα φρυγικά τύμπανα,
εύρημα της μητέρας Ρέας και δικό μου,
60 ελάτε γύρω από τα βασιλικά δώματα του Πενθέα
και χτυπάτε, για να βλέπει η πόλη του Κάδμου.
Εγώ θα πάω στα φαράγγια του Κιθαιρώνα,
όπου βρίσκονται οι βάκχες,
και μαζί τους θα μοιραστώ τους χορούς.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΔΙΟΜΗΔΗ - ΔΩΡΙΕΙΣ / ΑΙΤΩΛΟΙ

ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΔΙΟΜΗΔΗ - ΔΩΡΙΕΙΣ / ΑΙΤΩΛΟΙ
(πουλιά)
 
Ο νόστος του Διομήδη, όπως και άλλων Ελλήνων αρχηγών μετά την άλωση της Τροίας, ήταν περιπετειώδης. Αρχικά επέστρεψε στο Άργος, όπου κατηγόρησε τη γυναίκα του Αιγιάλεια για απιστία. Με δυσκολία ξέφυγε από τις ενέδρες της. Αμέσως μετά πήγε στην Καλυδώνα, τον τόπο της καταγωγής του, όπου σκότωσε τον Άγριο και τα παιδιά του και έδωσε τη βασιλεία στον Οινέα. Στην επιστροφή του στο Άργος παρασύρθηκε από κακοκαιρία προς τη χώρα των Δαυνίων στην Ιταλία.
 
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές ο Διομήδης κατέφυγε ικέτης στο ιερό της Ήρας και από εκεί διέφυγε στην Ιταλία, στους Δαυνίους. Εκεί ο βασιλιάς Δαύνιος (ή Δαύνος) του ζήτησε να συμμαχήσει μαζί του στον πόλεμο κατά των Μεσσαπίων με αντάλλαγμα γαίες και τον γάμο με την κόρη του. Μετά την νίκη τους, ο Διομήδης μοίρασε τη γη που του δόθηκε στους Δωριείς που ήταν μαζί του, ενώ από την κόρη του Δαύνιου απέκτησε δυο γιους, τον Διομήδη και τον Αμφίνομο. Όταν πέθανε, οι Δωριείς τον έθαψαν στο νησί Διομήδεια της Αδριατικής (το σημερινό Isole de Tremiti). Οι ίδιοι παρέμειναν εκεί καλλιεργώντας τη γη που τους απέδιδε πολλούς καρπούς, καθώς ήταν έμπειροι στη γεωργία.
 
Όταν πέθανε ο Δαύνιος, οι Ιλλυριοί επιβουλεύτηκαν την εύφορη γη και σκότωσαν όλους τους Δωριείς που εκείνη την ώρα τελούσαν θυσία στο νησί όπου είχε ταφεί ο Διομήδης. Όμως ο Δίας όρισε τα σώματά τους να εξαφανιστούν και οι ψυχές τους να μεταμορφωθούν σε πουλιά που πλησιάζουν τα ελληνικά πλοία, ενώ αποφεύγουν τα ιλλυρικά. Τα πουλιά αυτά ήταν γνωστά ως Διομήδειες όρνιθες.
 
Αυτή είναι η εκδοχή που παραδίδει ο Αντωνίνος Λιβεράλις. Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Δαύνιος δεν έδωσε στον Διομήδη ό,τι του είχε υποσχεθεί και ο Διομήδης καταράστηκε τη χώρα να μένει άκαρπη, αν οι καλλιεργητές δεν ήταν Αιτωλοί συμπατριώτες του. Στη συνέχεια, εξασφάλισε την κατοχή της χώρας αλλά ο Δαύνιος υπερισχύει τελικά και σκοτώνει τον Διομήδη, ενώ οι σύντροφοί του μεταμορφώθηκαν σε πουλιά, ήμερα στη συνάντησή τους με Έλληνες, άγρια απέναντι σε άλλους.

Οι απαρχές της κοσμολογίας

H φιλοσοφική κοσμολογία των αρχαίων Ελλήνων δεν προέκυψε εκ του μηδενός. Οι πρώτοι κοσμολόγοι φιλόσοφοι που συνήθως μνημονεύονται ως Ίωνες ή Μιλήσιοι κοσμολόγοι επειδή έδρασαν στη Μίλητο της Ιωνίας – μπορούσαν να αντιδράσουν απέναντι σε λαϊκές αντιλήψεις που είχαν επικρατήσει στον αρχαιοελληνικό κόσμο για ένα μακρό χρονικό διάστημα ή μερικές φορές να στηριχθούν σ’ αυτές.

Ορισμένες από τις λαϊκές αυτές αντιλήψεις μπορούν να σταχυολογηθούν από την ποίηση του Ομήρου και του Ησιόδου (όγδοος αιώνας π.Χ.).

Στον Όμηρο ο κόσμος συλλαμβάνεται ως επίπεδη γη, την οποία περιβάλλει ο Ωκεανός, και πάνω από την οποία δεσπόζει ένας ημισφαιρικός ουράνιος θόλος, με τον ήλιο, τη σελήνη και τα αστέρια.

Οι σεληνιακοί μήνες χρησιμοποιούνταν για μικρής κλίμακας ημερολογιακούς υπολογισμούς και κάποια στιγμή – αν και δεν υπάρχουν ίχνη του στον Όμηρο και τον Ησίοδο – κάποια μορφή ηλιακο – σεληνιακού ημερολογίου ήταν καθιερωμένη.

Κατά παράδοση αυτού του τύπου οι κοσμικοί πρωταγωνιστές όπως η γη, ο ήλιος και η σελήνη θεωρούνται θεοί και λατρεύονταν ως θεοί, αν και η λατρεία τους στην αρχαία Ελλάδα δεν φαίνεται να απέκτησε ποτέ το κύρος της λατρείας των Ολύμπιων θεών, πασίγνωστης από τον μύθο και την ποίηση.

Αλλά ακόμη και στον Όμηρο, όταν ο Δίας συγκαλεί συνέλευση των θεών προσέρχονται σ’ αυτήν επίσης και ποταμοί, εκτός από τον Ωκεανό, και οι νύμφες.

Ο αρχαίος κόσμος μπορεί να επικαλείται σε προσευχές ή να καλεί ως μάρτυρες σε όρκους τον ήλιο, τη γη, τον ουρανό, τα ποτάμια και τους ανέμους.

Ορισμένοι Ολύμπιοι θεοί επίσης συνδέονταν – και σε κάποια συμφραζόμενα ακόμη και ταυτίζονταν – με συγκεκριμένα κοσμικά φαινόμενα (ο Δίας που μαζεύει τα σύννεφα ως θεός του ουρανού, ο Ποσειδώνας ως θεός της θάλασσας κ.ο.κ.)

Επιπλέον, τόσο στον αρχαιοελληνικό κόσμο όσο και στους γειτονικούς πολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής κυκλοφορούσαν μυθικές ιστορίες σχετικά με την προέλευση του κόσμου η οποία συλλαμβανόταν ως διαδοχική γέννηση τέτοιων κοσμογονικών θεοτήτων.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, όταν κανείς μιλούσε για τον κόσμο σήμαινε ότι μιλά για τους θεούς, και οι θεωρίες σχετικά με την προέλευση του κόσμου (κοσμογονίες) ήταν ακριβώς ιστορίες που αφηγούνταν τη γενεαλογία των θεών (θεογονίες). ΔΕΣ: ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ - ΘΕΟΓΟΝΙΑ (ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ)

Το πλέον αντιπροσωπευτικό αρχαιοελληνικό παράδειγμα της δεύτερης κατηγορίας είναι η Θεογονία του Ησίοδου (δεύτερο μισό του όγδοου αιώνα π.Χ.).

Σε αυτό το έργο τα πρώτα στάδια της ιστορίας του κόσμου αναπαριστώνται ως εξής (Θεογονία 116-33):

«Πρώτιστα έγινε το Χάος, μετά η Γη (Γαία) η ευρύστερνη,
βάθρο παντοτινό κι ασάλευτο όλων των αθανάτων που διαφεντεύουν
τις κορφές του χιονισμένου Ολύμπου˙ συνάμα ο
Έρωτας, κάλλιστος στους αθάνατους θεούς, λυσιμελής,
δαμάζοντας τα στήθη όλων, θεών κι ανθρώπων,
λυγίζοντας το νου τους και τη φρόνιμη βουλή τους.
Από το Χάος βγήκαν το Έρεβος κι η μαύρη Νύχτα. Από τη νύχτα πρόβαλε
η Ημέρα κι ο Αιθέρας – έστερξε στην αγάπη του, και
γκαστρωμένη από το Έρεβος τους έφερε στον κόσμο τη Νύχτα.
Γέννησε η Γη πρώτον, όμοιο κι ίσο της, τον έναστρο Ουρανό,
για να την σκέπει από παντού, θρόνο ασάλευτο των
μακαρίων θεών, για πάντα.
Έπειτα γέννησε και τα μεγάλα Όρη,
χαριτωμένους τόπους των Νυμφών, που κατοικούνε
στις κοιλάδες των βουνών.
Γέννησε ακόμη, ατρύγητο κι από κύμα φουσκωμένο πέλαγος.
Τον Πόντο – ανέραστη, δίχως να ζευγαρώσει. Ύστερα την κοιμήθηκε ο Ουρανός, κι έτσι γεννήθηκεν ο βαθυστρόβιλος Ωκεανός
….»

Με τον παρατακτικό τρόπο που χαρακτηρίζει τον αρχαιοελληνικό πολυθεϊσμό, αυτή η ιστορία απεικονίζει τον κόσμο ως μια πολλαπλότητα διακριτών θεϊκών οντοτήτων: κάθε θεός έχει τη δική του επικράτεια, και κάθε θεά τη δική της.

Οι οικείοι Ολύμπιοι θεοί προκύπτουν αργότερα στην εξέλιξη της ιστορίας και είναι ακόμη πιο ανθρωπομορφικοί στον χαρακτήρα.

Αλλά και οι πιο «αφηρημένες» θεότητες αυτών των πρώτων σταδίων, όπως η Νύχτα και η Γη, οι οποίες παίζουν τον ρόλο τους αμέσως μετά τις πρώτες απαρχές από το αρχέγονο Χάος, συμπεριφέρονται με τρόπο ανθρωπομορφικό: σμίγουν ερωτικά και γεννούν απογόνους.

Ως ιστορία (μύθος) μπορεί να είναι ελκυστική, πρόκειται όμως για μια εξήγηση των ειδών. Για ποιόν λόγο ο θεός Α συμβαίνει να ερωτευθεί θεό Β παραμένει ερώτημα τόσο σκοτεινό όσο σκοτεινή είναι και η φύση του έρωτα στον κόσμο των θνητών.

Οι αναγνώστες μπορεί να δεχθούν αυτά τα στοιχεία της ιστορίας ως αληθινά, αλλά από μια ευρύτερη οπτική στην ουσία δεν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει.

Επιπλέον, ο ερμηνευτικός μηχανισμός σύμφωνα με τον οποίο θεοί φέρνουν στη ζωή άλλους θεούς ύστερα από ερωτική ένωση, προφανώς επιτρέπει εξαιρέσεις.

Η θάλασσα, για παράδειγμα, προκύπτει από τη Γη, χωρίς αν προηγηθεί συνεύρεση.

Ούτε είναι σε όλες τις περιπτώσεις σαφές γιατί ο θεός Χ γεννιέται από τον θεό Ψ: τα διάφορα στάδια της ιστορίας δεν συνδέονται με απολύτως σαφή τρόπο. Πράγματι, σε πολλές περιπτώσεις μπορεί πίσω από τη γέννηση ενός θεού από κάποιον άλλον θεό να κρύβεται ένα είδος λογικής, αλλά αυτό είναι πάντοτε ζήτημα ερμηνείας, και οι συνδέσεις που μπορεί να φέρει στο φως μια τέτοια ερμηνεία να είναι αρκετά διαφορετικές.

Η νύχτα, για παράδειγμα, λέγεται πως γέννησε τη Μέρα, και μπορούμε να εικάσουμε ότι αυτό συμβαίνει επειδή η Μέρα ακολουθεί τη Νύχτα.

Οπουδήποτε αλλού όμως η Νύχτα είναι επίσης η μητέρα του Θανάτου (Θεογονία 212), ίσως επειδή η Νύχτα και ο Θάνατος μοιράζονται τα ίδια αρνητικά χαρακτηριστικά. Επίσης, σε άλλο σημείο (Θεογονία 224) η Νύχτα λέγεται ότι είναι η μητέρα της Απάτης, και ορισμένοι ερμηνευτές θεωρούν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι απάτες συμβαίνουν γενικά κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Αλλά τέτοιες συνδέσεις στην καλύτερη περίπτωση προκύπτουν από συσχετισμούς και είναι αφηρημένες, και δεν συμβάλλουν σε μια σαφή και συνεπή περιγραφή.

Είναι χρήσιμο να τα συγκρίνουμε όλα αυτά με την πρώτη φιλοσοφική κοσμογονία της οποίας τα κύρια σημεία είναι λίγο έως πολύ σαφή.

Επινοήθηκε από τον Αναξίμανδρο, ύστερα από έναν και πλέον αιώνα από το ποίημα του Ησιόδου.

Τα κύρια σημεία της πρέπει να ανασυντεθούν από διάφορα τμήματα έμμεσων μαρτυριών και οι απόψεις διαφέρουν σχετικά με το πλήθος των λεπτομερειών αυτής της ανασύνθεσης. Ωστόσο, τα κύρια γνωρίσματα της ακόλουθης περιγραφής δεν επιδέχονται καμία αμφισβήτηση.

Σύμφωνα με τον Αναξίμανδρο, ο κόσμος όπως τον γνωρίζουμε προήλθε από μια αιώνια, και αιωνίως κινούμενη, ποιοτικά και ποσοτικά απροσδιόριστη πρώτη ύλη, το άπειρον, μέσω μιας διαδικασίας διαδοχικών σταδίων…..

Στο πρώτο στάδιο ένα πεπερασμένο σπέρμα (γόνιμον), διαχωρίζεται από το άπειρον. Λέγεται ότι από το γόνιμον προέκυψαν η θερμότητα και η ψυχρότητα, πιθανώς επειδή κατά μια έννοια αυτά τα αντίθετα περιέχονταν ήδη στο άπειρον.

Σε ένα δεύτερο στάδιο, το θερμό (με τη μορφή της φλόγας) και το ψυχρό (με τη μορφή ενός είδους υγρασίας ή ομίχλης) πράγματι διαχωρίζονται, και η φλόγα αναπτύσσεται σαν ένα είδος πύρινου φλοιού γύρω από το υγρό κέντρο, μέρος του οποίου στεγνώνει και γίνεται γη.

Στο τρίτο στάδιο, η ένταση ανάμεσα στα αντίθετα «στοιχεία» γίνεται τόσο δυνατή, ώστε όλη η κατασκευή εκρήγνυται.

Ο πύρινος φλοιός ανοίγει και τα τμήματά του εκσφενδονίζονται, για να σχηματίσουν πύρινους δακτυλίους σε διάφορες αποστάσεις γύρω από το κέντρο, το οποίο συνίσταται από γη και ομίχλη.

Λίγη ομίχλη διαχέεται και περιβάλλει τους πύρινους ουράνιους κύκλους, αφήνοντας ανοιχτές μόνο μερικές οπές μέσω των οποίων λάμπει η φωτιά.

Το αποτέλεσμα είναι η βασική δομή του γνωστού μας κόσμου: γη, νερό και αέρας (τρεις εκφάνσεις του «ψυχρού») στο κέντρο, και «τροχοί» φωτιάς περιβαλλόμενοι από ομίχλη σε διάφορες αποστάσεις.

Η φωτιά που λάμπει μέσα από τις οπές είναι ό,τι αντιλαμβανόμαστε ως ουράνια σώματα.

Στους δακτυλίους των ουράνιων σωμάτων η μάχη μεταξύ της φωτιάς και ομίχλης εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο της: κάποτε οι οπές κλείνουν εν μέρει ή εντελώς από την ομίχλη, άλλοτε πάλι η φωτιά τις «ανακτά», γεγονός που εξηγεί διάφορα αστρονομικά φαινόμενα, όπως οι φάσεις της σελήνης και οι εκλείψεις τόσο οι ηλιακές όσο και οι σεληνιακές.

Στην πορεία της διαδικασίας κατά την οποία η γη στέγνωσε, έμβια όντα γεννήθηκαν αυθόρμητα από το βούρκο ή τη λάσπη.

Ως ψάρια ή ιχθυοφόρα όντα, γεννήθηκαν στα υγρά μέρη και περιβάλλονταν από ακανθώδεις φλοιούς.

Όταν έφτασαν στα ξηρότερα μέρη, οι φλοιοί άρχισαν να σπάζουν και τα όντα άρχισαν πλέον να ζουν για λίγο στην ξηρά.

Τέλος, υπάρχει μια παραστατική περιγραφή της γέννησης των πρώτων ανθρώπινων όντων.

Τα ανθρώπινα νήπια δεν μπορούν να έρθουν στον κόσμο με τον ίδιο τρόπο όπως τα άλλα όντα, γιατί είναι τελείως αβοήθητα κατά τα πρώτα έτη της ύπαρξής τους.

Έτσι, πληροφορούμαστε ότι ξεκίνησαν ως έμβρυα σε μεγάλο ψάρι, και ξεπρόβαλλαν από αυτά όταν ήταν αρκετά δυνατά ώστε να θρέψουν τον εαυτό τους.

Συγκριτικά με την περιγραφή του Ησιόδου έχουν αλλάξει πολλά.

Σε αντίθεση προς το συνολικό ησιόδειο φάσμα των ανεξάρτητων κοσμικών παραγόντων, συναντούμε τώρα μια πιο αναγωγική προσέγγιση: διάφορα στάδια της κοσμογονίας, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής της γέννησης των έμβιων όντων (ζωογονία), όπως και μερικά φαινόμενα στον κόσμο καθώς είναι στο παρόν, εξηγούνται με αναφορά στη διάδραση δυο μόνο παραγόντων (του θερμού και του ψυχρού), τα οποία από το ξεκίνημα ακόμα διαχωρίζονται από την άπειρη αρχή του παντός.

Επιπλέον, αυτοί οι βασικοί εξηγητικοί παράγοντες δεν είναι πια ανθρωπόμορφοι λίγο ως πολύ θεοί.

Αντίθετα, η γέννηση του κόσμου εξηγείται με όρους αναγνωρίσιμων στοιχείων της φύσης – με άλλα λόγια, η προσέγγιση είναι φυσιοκρατική.

Επιπλέον, μπορούμε τώρα να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται τα διάφορα στάδια της διαδικασίας.

Γνωρίζουμε πως το ψυχρό (με τη μορφή του υγρού) και το θερμό αλληλεπιδρούν και τείνουν να αφανίσουν το ένα το άλλο.

Στην κατανόηση της ιστορίας συμβάλλει, επίσης, η εισαγωγή της αναλογίας.

Το «σπέρμα» που το άπειρο παράγει στη αρχή και από το οποίο θα προκύψει ο κόσμος παρουσιάζεται ως μια σπερματόμορφη μάζα, και στο δεύτερο στάδιο η φωτιά λέγεται ότι περιβάλλει τον υγρό πυρήνα ως ένα είδος φλοιού.

Πράγματι, διακρίνουμε μια εντυπωσιακή ομοιότητα ανάμεσα στις περιγραφές της «γένεσης» του κόσμου και εκείνες της γένεσης των έμβιων όντων (και ανθρώπων που αρχικά «περικλείονται» σε ψάρι).

Δεν συνιστά ίσως τόλμημα να κάνουμε λόγο για την εφαρμογή ενός στοιχειώδους γενετικού βιολογικού προτύπου.

Υπάρχει μια επιπλέον διαφορά ανάμεσα στις μυθικές κοσμογονίες και τα φιλοσοφικά τους αντίστοιχα – μια διαφορά συμφραζομένων μάλλον παρά περιεχομένου, η οποία αντίστοιχα παραβλέπεται συχνά.

Η Θεογονία του Ησιόδου αυτοσυστήνεται ως ύμνος.

Το περιεχόμενο των ύμνων συνήθως δεν ήταν πρωτότυπο.

Είχαν την τάση αν διατυπώνουν και να εξωραΐζουν ότι ήταν δεδομένο από την παράδοση.

Έτσι άρμοζε ιδιαίτερα να απαγγελθούν στο πλαίσιο σημαντικών κοινωνικών και τελετουργικών γεγονότων.

Αυτό αφορά επίσης και τις θεογονίες, η κύρια λειτουργία των οποίων ήταν να συνδέουν το υπάρχον πάνθεον με μια υποτιθέμενη προέλευση του κόσμου, και έτσι συχνά συνδέονταν με την τελετουργία και τη λατρεία.

Δεν μαρτυρούνται παρόμοιες συνδέσεις με την παράδοση και την τελετουργία (ούτε είναι εύλογες) για τους πρώιμους Ίωνες κοσμολόγους.

Φαίνεται ότι αυτοί επιδόθηκαν στη θεωρητική αναζήτηση για χάρη της θεωρητικής αναζήτησης, αισθάνονταν ελεύθεροι να κάνουν υποθέσεις και δεν είχαν ενδοιασμούς να επινοήσουν θεωρίες που ήταν ριζικά διαφορετικές από εκείνες των προδρόμων τους.

Ο Μαρκήσιος ντε Σαντ και το πόσο έντιμοι είναι οι δικαστές

Υπάρχουν λοιπόν και παρανομούντες δικαστές, ακριβώς όμοιοι με τους παράνομους που δικάζουν. O παράνομος μπορεί να επικαλεστεί σαν ελαφρυντικό την ψυχολογική σύγχυση. Ο δικαστής που παρανομεί τι μπορεί να επικαλεστεί σαν ελαφρυντικό πέραν της ηθικής σύγχυσης, ή για να το πούμε πιο απλά, πέραν της πλήρους ανυπαρξίας ήθους;

"Του δημοκράτη, μόνος οδηγός είναι η αρετή και μόνο χαλινάρι η συνείδηση". Το λέει ο "θείος" Μαρκήσιος ντε Σαντ στο "Η φιλοσοφία στο μπουντουάρ", βιβλίο τόσο ακραία ενάρετο που θα ήταν παράδοξο αν γινόταν νοητό σαν τέτοιο από ανθρώπους για τους οποίους αρετή είναι η εφαρμογή ενός συνόλου κανόνων συμπεριφοράς, που επιβάλλονται καταναγκαστικά άνωθεν, με την απειλή της κύρωσης.

Στην πυρά, λοιπόν, ο Σαντ. Είναι πολύ ενοχλητικός. Αποδείχνει πως το αίσθημα της Δικαιοσύνης και οι Κανόνες του Δικαίου είναι συχνά πράγματα εντελώς άσχετα μεταξύ τους. Άλλωστε, σ’ όλη του τη ζωή τούτος ο σπαραχτικός και σπαραγμένος άνθρωπος δεν έκανε τίποτα περισσότερο απ’ το να σέβεται τη Δικαιοσύνη και να περιφρονεί επιδεικτικά το Δίκαιο. Βίωσε, ο δύστυχος, την επαγγελία των νικητών αστών της Γαλλικής Επανάστασης για μια "πλήρη απελευθέρωση του ατόμου" με τέτοια συνέπεια που καταστράφηκε: Αυτοί που έβαλαν στο κέντρο του σύμπαντος το άτομο, δηλαδή οι αστοί, ακόμα δεν μπόρεσαν να πιστέψουν πως υπήρξε κάποιος — ο Σαντ— που κατάφερε να οδηγήσει την αστική αντίληψη για την ελευθερία μέχρι τα ακρότατα όριά-της. Κι ωστόσο, το σαντικό όραμα, καλυμμένο και διαστρεβλωμένο υπάρχει πάντα σαν ο κρυφός πυρήνας του αστισμού.

"Καλό είναι ό,τι είναι καλό για μένα", έλεγε ο Σαντ. Το ίδιο δε λένε, πιο καλυμμένα και λιγότερο απροκάλυπτα, όλοι οι ευπρεπείς "καλοί νοικοκυραίοι" για τους οποίους το όριο του κόσμου καθορίζεται απ' το πέρας της μύτης-τους ή καλύτερα από την ακτίνα δράσης της αρπαχτικής χερούκλας τους;

Άλλωστε, όλοι ξέρουν πως το μόνο που χρειάζεται για να πραγματώσει κανείς τα σαντικά σεξουαλικά οράματα είναι πολύ χρήμα και άκρατος εγωισμός. Κάποιοι μεγαλοκαρχαρίες, διαθέτουν εν αφθονία και τα δυο. Το μόνο που δε διαθέτουν είναι η ειλικρίνεια και η εντιμότητα του Σαντ κι εκείνο το βαθύ και πλατύ αίσθημα Δικαιοσύνης που δεν αποκλείει κανέναν απολύτως από τη μεγάλη γιορτή της προσωπικής ευτυχίας.

Κάποιοι μισθοσυντήρητοι δικαστές έχουν καταλάβει πως η ευτυχία του φτωχού είναι σκέτη μεταφυσική και κενό σχήμα. Εφαρμόζοντας το σαντικό πρότυπο, αλλά δολίως και κρυφίως, αποφάσισαν να εξασφαλίσουν "το δικαίωμά-τους στην ηδονή", όπως θα έλεγε ο Σαντ, πουλώντας το Δίκαιο σε καλή τιμή. Κάποιοι άλλοι δικαστές, αυτοί που τις ίδιες μέρες δίκαζαν τον Σαντ με καθυστέρηση 180 χρόνων περίπου, βάλθηκαν ν’ αποδείξουν πως το "δικαίωμα στην ηδονή" είναι ολικά βλαπτική διεκδίκηση. Ανάμεσα στις δυο ομάδες δικαστών φαίνεται να υπάρχει ένα βαθύ χάσμα: Οι πρώτοι μοιάζουν κακοί, οι δεύτεροι μοιάζουν καλοί.

Ωστόσο, έχουμε να κάνουμε εδώ με τους "καλούς" και τους "κακούς" του ίδιου ιστορικού δράματος. Το πρόβλημα είναι πρόβλημα κατανομής ρόλων. Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στις δυο ομάδες δικαστών: ο ταρτουφισμός, η βαθιά και ίσως ανίατη υποκρισία και ο εγωισμός του μικροαστού που βαφτίζεται "δημόσιο συμφέρον". Δηλαδή όλα όσα καταμαρτυράει ο "θείος" Μαρκήσιος στους Γάλλους αστούς που τη στιγμή που έπρεπε —στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης— δεν έκαναν "άλλη μια προσπάθεια για να γίνουν δημοκράτες", όπως τους παρότρυνε ο Σαντ, ο μόνος που όπως είπαμε βίωσε μέχρις εσχάτων τις αρχές και τα δόγματα της "ολικής απελευθέρωσης του ατόμου", που εμφανίζονται στην Ιστορία για πρώτη φορά τότε και που συνεχίζουν να παραμένουν κενό γράμμα.

Ο Σαντ απαιτούσε "μια ισότητα απέναντι στη φύση", δηλαδή το δικαίωμα για τον καθένα να παραμένει ο εαυτός του. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε "αλλοτρίωση", δηλαδή αποξένωση απ' τον πραγματικό μας εαυτό, ξέκομμα από την πραγματική μας φύση, ο Σαντ το είχε προβλέψει και το είχε περιγράφει περίπου εκατό χρόνια πριν απ' το νεαρό Μαρξ των "Φιλοσοφικοοικονομικών τετραδίων" και κάπου εκατόν πενήντα χρόνια πριν απ' τον Μαρκούζε του "Μονοδιάστατου ανθρώπου" και του "Έρως και Πολιτισμός". Στο διάστημα που μεσολάβησε, διάστημα πλήρους εδραίωσης του αστικού καθεστώτος, η φύση υποκαταστάθηκα ολικά πια από το Νόμο: Τώρα όλοι είμαστε "ίσοι απέναντι στο Νόμο" και λίγοι αναρωτιούνται όπως ο Σαντ, μπας και τούτος ο Νόμος είναι κάτι "το παρά φύσιν", που εδραιώνει και νομιμοποιεί την ανισότητα.

Γιατί, λοιπόν, παρανομούν οι δικαστές; Γιατί λιγοστεύει σ’ αυτούς το αίσθημα της Δικαιοσύνης που, ωστόσο, το διαφυλάσσουν οι λαϊκοί δικαστές, όντας παντελώς άσχετοι με τον κυκεώνα των Νόμων και των διατάξεων; Γιατί ο ειδικός, και επί του προκειμένου ο νομομαθής, αποδεικνύεται ολοένα και περισσότερο ακατάλληλος για την απονομή Δικαιοσύνης, ενώ ο ανειδίκευτος και επί του προκειμένου ο λαϊκός δικαστής των μεικτών αστικών αλλά και των αμιγών λαϊκών δικαστηρίων, αποδεικνύεται ολοένα και περισσότερο κατάλληλος, για μια "δουλειά" που δεν την ξέρει;

Διότι, απλούστατα, ο δικαστής καλείται να εφαρμόσει Νόμους με τους οποίους δεν έχει καμιά ουσιαστική σχέση. Είναι ένας "τεχνικός", ένας διεκπεραιωτής, ένας μάνατζερ που επιτηρεί την εφαρμογή Νόμων φτιαγμένων από άλλους για λογαριασμό άλλων. Είναι κάτι σαν επιστάτης σε ξένο χωράφι, που επιτελεί έργο ανάλογης σημασίας μ' αυτό του αγροφύλακα και κυρίως του χωροφύλακα. (Η κύρια διαφορά ανάμεσα σ' ένα χωροφύλακα και σ’ ένα δικαστή έγκειται στο ότι ο τελευταίος έχει πάει στο Πανεπιστήμιο και ως εκ τούτου "χαίρει εκτιμήσεως" και "έχει κοινωνικό κύρος" —μέχρι που να οδηγηθεί στη θέση του κατηγορούμενου, όπως γίνεται στη "Σπασμένη στάμνα" του Κλάιστ και να τα χάσει τότε και τα δυο: και το κύρος και την εκτίμηση).

Τίνος υπάλληλος είναι ο δικαστής; Του κοινωνικού συνόλου, θα πουν οι πονηροί και οι αφελείς. Δηλαδή και των αστών και των μικροαστών και των προλετάριων και του πλούσιου και της κυρά - Κατίνας και του μεγαλοβιομήχανου και του ψιλικατζή της διπλανής γωνίας και του μεγαλοεργολάβου δημοσίων έργων και του μικροεργολάβου κηδειών. Όλοι αυτοί μπορεί να είναι εντελώς άνισοι μεταξύ-τους, το γεγονός όμως πως είναι ίσοι απέναντι στο Νόμο είναι μια σπουδαία παρηγοριά, ίσης αξίας και σημασίας με το γνωστό "καφέ της παρηγοριάς"!

Λοιπόν οι δικαστές, έχοντας στενές σχέσεις με το φάντασμα του Νόμου, καταλαβαίνουν σιγά σιγά μέσα από τη δουλειά πως πρόκειται, ακριβώς, για φάντασμα. Κι όταν πάψεις να φοβάσαι τα φαντάσματα, σεργιανίζεις σφυρίζοντας στα νεκροταφεία.

Είναι δύσκολο να υπηρετείς ανέντιμους και να μην μπεις στον πειρασμό να γίνεις όμοιός τους. (Θυμίζουμε με την ευκαιρία το λεχθέν υπό Μπέρναρντ Σω: "Τα πολλά λεφτά ή θα τα κλέψεις ή θα τα κληρονομήσεις από κάποιον που τα έχει κλέψει")

Βέβαια, εδώ οι κλέφτες δεν είναι ακριβώς όμοιοι με τους γνωστούς: Δεν κλέβουν "πράγματά δηλωμένης αξίας", κλέβουν την αδήλωτη υπεραξία. Και επειδή η υπεραξία δεν είναι πράγμα συγκεκριμένο, για να γίνει νοητή τούτη η έννοια απαιτείται υψηλός βαθμός αφαιρετικής ικανότητας την οποία μπορεί να αποχτήσει κανείς είτε ασκώντας το νου, είτε μέσα απ' την πολύχρονη τριβή με τα πράγματα. Και επειδή δε νομίζουμε πως η τόσο κοπιαστική δουλειά του δικαστή του αφήνει πολύ ελεύθερο χρόνο για την άσκηση του νου (για να διαβάσει κανείς καλά ολόκληρο τον Σαντ χρειάζεται τουλάχιστον δυο μήνες αποκλειστικής ενασχόλησης μαζί-του), πρέπει να άρχισε να καταλαβαίνει ο δικαστής σιγά σιγά, μέσα απ’ την πείρα, τί ακριβώς σημαίνει "κλέπτειν την υπεραξία με τρόπο καθόλα νομότυπο". Και ως γνωστόν, ο πιο καλός απατεώνας είναι αυτός που ξέρει να προφυλάγεται από το Νόμο.

Θεωρούμε όλα αυτά τα κρούσματα δικαστικής "ανηθικότητας" στο έπακρο θετικά και σημάδια εντελώς παρήγορα για το μέλλον του κόσμου. "Ρίξε το βλέμμα-σου σ' αυτούς που καταστρέφονται από τις ατιμίες που συντηρούν την ύπαρξή-σου", λέει ο μεγάλος Σαντ. Τούτη την έξοχη παραίνεση, που θα έπρεπε να καρφωθεί στον τοίχο πάνω από τις δικαστικές έδρες, σίγουρα δεν την έχουν υπ' όψιν-τους οι δικαστές, τουλάχιστον οι Έλληνες. Όμως, με τον καιρό, όσο θα συνειδητοποιούν σε τίνος την υπηρεσία βρίσκονται τόσο θα ρίχνουν το βλέμμα τους πάνω από την έδρα, σ' αυτούς που καταστρέφονται από τις ατιμίες που συντηρούν την ύπαρξή τους. Ο δικαστής που παρανομεί αποκαλύπτει τον κρυμμένο μηχανισμό της γενικευμένης παρανομίας.

Συμπέρασμα: εμείς, το αόρατο και αφανές λαϊκό δικαστήριο, πρέπει να αθωώσουμε τους δικαστές για όλα συλλήβδην τα αμαρτήματά τους. Κόσμος και κόσμος "αμάρτησε για το παιδί-του" ή για το ψωμί-του ή για το παντεσπάνι-του. Γιατί αυτοί πρέπει να είναι αναμάρτητοι; "Άλλωστε, καμιά "αμαρτία" δεν είναι προϊόν κακότητας ή ανηθικότητας. Είναι πάντα γέννημα ενός συγκεκριμένου κοινωνικού χώρου που την εκκολάπτει. Η δικαστική "ανηθικότητα" υπάρχει σαν σπόρος μέσα στην καπιταλιστική ανηθικότητα, απ’ όπου και εκπορεύεται, όπως το Άγιο Πνεύμα εκ του Πατρός. Επιτέλους, πρέπει να σταματήσουμε να χτυπούμε το σαμάρι και να περιαδράξουμε κάποτε το γάιδαρο.

Καταλάβατε, βέβαια, πως τα παραπάνω είναι γραμμένα υπό την επίδραση του Σαντ, σύμφωνα με το πνεύμα (και όχι το γράμμα) του κολοσσιαίου σαντικού έργου. Αν εκπλήττεσθε που δε βρήκατε σε τούτες τις γραμμές τίποτα το "πορνογραφικό" αλά Σαντ, σας πληροφορούμε πως αυτός ο στοχαστής χρησιμοποίησε τη σεξουαλικότητα μόνο σαν όχημα κάποιων ιδεών, που θα παρέμεναν αναποτελεσματικές αν δεν ντύνονταν το ρούχο του πιο κραυγαλέα εγωιστικού ενστίκτου, που φέρνει μόνιμα στην επικαιρότητα το αίτημα για την ολική χειραφέτηση του ατόμου.

Ο Σαντ δεν είναι πορνογράφος, αλλά πολιτικός στοχαστής ή πιο σωστά, ένας παθιασμένος προφήτης της λευτεριάς. Αυτής ακριβώς της λευτεριάς που λείπει από τους δούλους των αφεντάδων-τους που τους υπηρετούν μια ζωή "απονέμοντας δικαιοσύνη", χωρίς καν να υποπτεύονται πως είναι υπηρέτες, όχι βέβαια της Θέμιδας —αυτές είναι ιστορίες για άγριους και για νήπια— αλλά καταπιεστών συγκεκριμένων και ουδόλως μυθικών.

Το να πίνουμε με ακόρεστη δίψα από το ποτήρι της ζωής είναι η καλύτερη εγγύηση ότι δεν θα στερέψει ποτέ

«Ο έρωτας αγνοεί την ανταλλακτική σχέση. Αρκείται στον εαυτό του». «Άν ο έρωτας είναι τυφλός, ο λόγος είναι ότι δεν βλέπει τίποτα με τα μάτια της εξουσίας. Μην ελπίζετε να κρίνει και να κυβερνήσει, γιατί αγνοεί την ανταλλακτική σχέση. Αρκείται στον εαυτό του. Όντας το κέρας της Αμάλθειας της σεξουαλικότητας, εκφράζει καλύτερα απ' οτιδήποτε άλλο στον κόσμο του ευνουχισμού τη θέληση για ζωή και την υπέροχη αγριάδα της.

Αν πάντως, οι εραστές που χτες λατρευόταν, χωρίζουν ξαφνικά μέσα στο μίσος και στην περιφρόνηση, η αιτία δεν βρίσκεται σε κάποιον αναλλοίωτο νόμο της παρακμής, σε κάποια αδυσώπητη μοίρα της κούρασης. Προέρχεται από τη μέγγενη των ανταλλαγών, που μαραίνει τα πάθη, σβήνει τις φλόγες της καρδιάς, πνίγει τις παρορμήσεις.

Αντί να μείνουν άπληστοι για τα πάντα μέχρι την εσχατιά του κορεσμού, να που οι εραστές επικαλούνται το καθήκον, απαιτούν αποδείξεις, αναζητούν μια παραγωγικότητα της στοργής. Επιβάλλονται νόρμες συνοδευόμενες από την απαίτηση της αυστηρής τήρησής τους, δεν γίνεται πια ανεκτή η απερίσκεπτη λήθη, η αδεξιότητα, το ανάρμοστο, η φαντασιοκοπία, τα πάντα αποτελούν αφορμή επιπλήξεων και κυρώσεων. Επειδή τους λείπει η θέληση να δημιουργήσουν την αλλαγή όπου θα ξαναβρεθούν, δανείζονται τα δεκανίκια της κοινωνίας που τους ακρωτηριάζει από τη γενναιοδωρία τους.

Η ψυχρή λογική αποδιώχνει την τρέλα της αφθονίας και έρχεται να κάνει απολογισμό των πραγμάτων. Έφτασαν οι ύπουλοι καιροί του να ζητάς και να δίνεις λογαριασμό, των υποχρεώσεων που πληρώνουν εντόκως τα αναγνωριζόμενα δικαιώματα, των φιλιών έναντι φιλιών που προαναγγέλλουν το ''μία σου και μία μου'' του απελπισμένου γοήτρου.

Με το να ιδιοποιούνται ο ένας τον άλλο, με το να μετράνε την αμοιβαία στοργή, ο καθένας καταλήγει να πειστεί ότι τα προτερήματα του αλλού ήταν προϊόν της φαντασίας, ότι η γενναιοδωρία δεν ανταμείβεται όπως πρέπει κι ότι η έλξη δεν ήταν καθόλου δικαιολογημένη.

Ο έρωτας διαμαρτύρεται ότι εκχωρήθηκε σε αφερέγγυο οφειλέτη, οι απογοητεύσεις συντάσσουν ένα πιστοποιητικό χρεωκοπίας, το πάθος καταλήγει στη μικροπρέπεια, η στοργή στο παζάρεμα, η φιλία στη συκοφάντηση...

Πως να ζήσουμε σ' έναν κόσμο όπου τα πάντα πληρώνονται; Τις λίγες απολαύσεις που σας απέμειναν να προσφέρετε στους άλλους και στον εαυτό σας, έχετε βαλθεί να τις ανταλλάξετε, να τις λογαριάσετε, να τις ζυγίσετε, να ορίσετε ισοτιμίες.

Το να πίνουμε με ακόρεστη δίψα από το ποτήρι της ζωής είναι η καλύτερη εγγύηση ότι δεν θα στερέψει ποτέ. Αυτό το ξέρουν τα παιδιά, που παίρνουν τα πάντα για να τα προσφέρουν στην τύχη. Η αισθησιακή αφθονία ζωογονεί τις τοπιογραφίες τους πριν η οικονομική επιταγή αρχίσει την αντίστροφη μέτρηση του βιώματος. Πριν μάθουν την ανταποδοτικότητα, πριν μυηθούν στο να αξίζουν ένα δώρο, να απαιτούν τα οφειλόμενα, να ανταμείβουν για ένα κέρδος, να τιμωρούν για μια υποτίμηση, να ευχαριστούν εκείνους που τους αφαιρούν ένα προς ένα τα θέλγητρα μιας ύπαρξης δίχως αντάλλαγμα.

Το ίδιο ισχύει και για τους παθιασμένους, αυτά τα παιδιά που ξανα-ανακαλύφθηκαν μέσα στον εαυτό τους. Οι εραστές δίνουν τα πάντα και παίρνουν τα πάντα ανεπιφύλακτα. Σαν να συναγωνίζονται ποιος θα προσφέρει τα περισσότερα, δίχως να ζητά τίποτα σε ανταπόδοση. Κι αυτό δεν παύει να δίνει περισσότερη δύναμη στον έρωτα, που αντλεί νέες απολαύσεις ακόμα κι από τις ατονίες του και τις εξαντλήσεις του.

Αν η συγκυρία των συναντήσεων μου προσφέρει τον έρωτά σου και σου προσφέρει τον δικό μου, μην υποβιβάζεις την αρμονία των επιθυμιών μας σε ανταλλαγή... [Πρέπει να ζητώ ανταπόδοση] για να αγαπήσω; Τόσο λίγο αγαπώ τον εαυτό μου; Όποιος δεν είναι γεμάτος από τις δικές του επιθυμίες δεν μπορεί να δώσει τίποτα. Όποιος βαδίζει στον δρόμο του δούναι και λαβείν, προχωρά σιγά σιγά προς την ανία, την κούραση και τον θάνατο...

Όποιος ξέρει να αφουγκράζεται προσεκτικά την απόλαυση, αγνοεί πατρίδες και σύνορα, αφέντες και δούλους, κέρδος και ζημία. Η σεξουαλική πληθώρα είναι αυτάρκης, έχει στον χώρο της και στον χρόνο της αρκετή τόλμη για να συντρίψει ό,τι την εμποδίζει.

Αν μια ψυχή αποφασίσει να αλλάξει, θα αλλάξει γιατί η ίδια το θέλει

Όλοι είμαστε ενέργεια. Όλοι εκπέμπουμε προς τα έξω την ενέργεια που έχουμε μέσα μας. Κάθε στιγμή έχουμε επιλογή να επιλέξουμε ποιο δρόμο να ακολουθήσουμε. Αν θέλουμε να εκπέμπουμε αγάπη, φως, ηρεμία, τότε θα προσελκύσουμε ανθρώπους που βρίσκονται στην ίδια συχνότητα με μας. Ενωνόμαστε με ανθρώπους που είμαστε στα ίδια κύματα μαζί τους.

Με εκπληκτικό τρόπο, με συγχρονικότητες απίστευτες, οι άνθρωποι που επιλέγουν το φως και την αγάπη βρίσκει ο ένας τον άλλο και βοηθούνται. Είτε σαν σύντροφοι και ζουν από την καρδιά τους την αγάπη, είτε σαν συνεργάτες και βοηθά ο ένας τον άλλο, είτε σαν φίλοι και στηρίζουν ο ένας τον άλλον, είτε σε οποιαδήποτε μορφή έρθουν στη ζωή μας μόνο ευλογία μπορούν να είναι.

Στις περιπτώσεις που ελκύουμε ανθρώπους που δεν εκπέμπουν στα ίδια κύματα με μας είναι τα λεγόμενα ενεργειακά βαμπίρ. Αυτοί οι άνθρωποι ελκύονται από τη φωτεινή ενέργεια και θέλουν απλά να παίρνουν, να υποτιμούν, να σε ρίχνουν, να ζουν με τη δική σου ενέργεια, να σε ρουφούν και να σε αφήνουν στεγνό. Γι’ αυτό και πολλοί άνθρωποι νοιώθουν αφυδατωμένοι γιατί δεν αντέχουν άλλο να τρέφουν αυτούς τους ανθρώπους. Στεγνώνει το σώμα τους.

Αν όμως εμείς επιμένουμε να ζούμε στο φως και την αγάπη, τότε αυτά τα ενεργειακά βαμπίρ ή που θα φύγουν σε γρήγορο χρονικό διάστημα από τη ζωή μας είτε πολύ γρήγορα η ψυχή τους θα τους οδηγήσει μέσα τους, στο να επιλέξουμε κι αυτοί ποιοι θέλουν να είναι.

Απαραίτητη προϋπόθεση να μένουμε εμείς στην αλήθεια μας, στο δρόμο τον φωτεινό που διαλέξαμε, στο δρόμο της αγάπης και του φωτός. Αν τους αφήσουμε να μας παρασύρουν σε δρόμους που δεν συμφωνούν με την αλήθεια μας, τότε ξεκινά μέσα μας η ανισορροπία. Γιατί γνωρίζουμε πότε κάποιος που είναι δίπλα μας είναι ευλογία ή είναι απλά κοντά μας για να μας δυσκολεύει τον δρόμο.

Όταν νοιώθουμε ότι κάποιος απλά μας ρουφά ενέργεια, λέμε ξεκάθαρα την αλήθεια μας, με όμορφο τρόπο και ποτέ δεν περιμένουμε να αλλάξει ο άλλος για μας. Αν μια ψυχή αποφασίσει να αλλάξει, θα αλλάξει γιατί η ίδια το θέλει. Αν ένας άνθρωπος έχει βαρεθεί να ζει με τα ίδια μοτίβα της ζωής του και θέλει να αλλάξει θα το κάνει γιατί είναι επιλογή ψυχής. Μόνο τότε μπορεί να μείνει στο καινούριο δρόμο που έχει διαλέξει.

Γι’ αυτό δουλεύουμε με τον εαυτό μας, δίνουμε αγάπη και φως σε μας για να αλλάξουν οι καταστάσεις γύρω μας. Ό,τι θέλουμε να συναντήσουμε στη ζωή μας, γινόμαστε εμείς. Αλλάζουμε την ενέργειά μας για να προσελκύσουμε ανθρώπους που θα μείνουν στη ζωή μας σαν ευλογία. Οποιαδήποτε μορφή σχέσης κι αν έχουμε μαζί τους, απλά θα βαδίζουμε όλοι πιο κοντά στην αληθινή μας ύπαρξη, στην αγάπη, το φως και θα ζούμε σύμφωνα με τα θέλω της ψυχής μας.

Τα μαύρα φεγγάρια της υπομονής μας

«Δεν έχω πια την υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έχω γίνει υπερόπτης, αλλά επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο στην ζωή μου που δεν θέλω να σπαταλώ το χρόνο μου με πράγματα που με δυσαρεστούν και με πληγώνουν. Δεν έχω υπομονή με τον κυνισμό, την υπερβολική κριτική και τις παράλογες απαιτήσεις οποιασδήποτε μορφής. Δεν έχω καμιά διάθεση να ικανοποιώ αυτούς που δεν με συμπαθούν, να αγαπώ αυτούς που δεν με αγαπούν και να χαμογελάω σε αυτούς που δεν θέλουν να ανταποδίδουν.

Δεν θέλω να ξοδεύω ούτε λεπτό με ψεύτες και εκμεταλλευτές. Δεν θέλω να συνυπάρχω με τα προσχήματα και τα δήθεν , με την υποκρισία, την ανεντιμότητα και τον «φτωχό» έπαινο. Δεν αντέχω την επιλεκτική πολυμάθεια ούτε και την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Ούτε και συμβαδίζω με το δημοφιλές καθημερινό κουτσομπολιό. Δεν μου αρέσουν οι διαμάχες και οι συγκρίσεις. Πιστεύω σε ένα κόσμο των αντίθετων (στην διαφορετικότητα) και για αυτό αποφεύγω τους ξεροκέφαλους και όσους έχουν άκαμπτη προσωπικότητα. Στην φιλία μισώ την έλλειψη εμπιστοσύνης και την προδοσία.

Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν πώς να δώσουν μια λέξη ενθάρρυνσης ή ένα κομπλιμέντο. Οι υπερβολές με κουράζουν και δεν μπορώ να αποδεχτώ ανθρώπους που δεν αγαπούν τα ζώα, Και σαν επιστέγασμα δεν έχω υπομονή με αυτούς που δεν αξίζουν την υπομονή μου».

Είναι από εκείνα τα κείμενα ή ατάκες που γιατί εκφράζουν κάποια οργή σου ή κάποια επιθυμία που έχεις καταπιέσει. Ταυτίζεσαι, λες να, κάποιος εκεί έξω με καταλαβαίνει, δεν είμαι μόνος με όλους τους τρελούς και διαπιστώνεις πόσοι ακόμα άνθρωποι γύρω σου έχουν την ίδια οργή ή επιθυμία που έκρυβες κι εσύ. Κοίτα πως μοιάζουμε μερικές φορές οι άνθρωποι…

Η υπομονή σε γενικές γραμμές θεωρείται προτέρημα. Αποθεώνεται από φιλοσοφία και θρησκεία και συνήθως δικαιώνεται κοινωνικά και προσωπικά. Η υπομονή δεν είναι αναμονή όπως λανθασμένα τη μεταφράζουμε μερικές φορές. Δεν περιμένουμε, υπομένουμε. Είναι διαφορετικά πράγματα. Και είναι λάθος να υπομένουμε περιμένοντας κάτι. Η αναμονή κρύβει συχνά αναβολή και απραξία, ενώ η υπομονή πρέπει να περιλαμβάνει δράση, ή ενέργεια. Για αλλάξει αυτό που υπομένουμε. Ή μέχρι να αλλάξει αυτό που υπομένουμε.

Η υπομονή είναι βαθιά προσωπική υπόθεση. Είναι επιλογή. Υπομένεις για τον εαυτό σου, ακόμα και αν φαίνεται παροδικά πως γι’ αυτό ευθύνονται άλλοι. Υπομένουμε ένα παρανοϊκό αφεντικό, συναδέλφους που είναι δύσκολο να επικοινωνήσουμε, συνεργάτες που δημιουργούν μονίμως προβλήματα. Υπομένουμε την ανεργία, την οικονομική δυσχέρεια και τη θλίψη γύρω μας. Υπομένουμε το σύντροφό μας που μπορεί να αντιμετωπίζει προσωπικά θέματα ή και ολόκληρη την οικογένειά του που δεν συμπαθούμε. Τη σχέση μας την ίδια που μπορεί να περνάει κρίση. Το κυκλοφοριακό, τον κάθε τρελό που πήρε ένα αυτοκίνητο και βγήκε στο δρόμο, αυτόν που μας κλέβει τη σειρά οπουδήποτε, εκείνον που δεν μας σέβεται. Υπομένουμε ένα πρόβλημα υγείας δικό μας είτε αγαπημένου προσώπου. Σε κάθε έκφανση η ζωή μοιάζει να απαιτεί υπομονή. Δεν θα έβγαινε πέρα χωρίς αυτή!

Όταν φτάνει η συζήτηση στην υπομονή πάντα μου έρχεται στο μυαλό το βιβλίο «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα». Η πρωταγωνίστρια υπομένει απίστευτο κυνισμό, αλαζονεία και υποτίμηση από το σύντροφό της. Μέχρι που εκείνος μένει παράλυτος και ξαφνικά την έχει απόλυτη ανάγκη. Και τότε εκείνη του επιστρέφει πίσω όλα εκείνα που της έκανε. Από τη μία ο πρωταγωνιστής μοιάζει να πληρώνει την αλαζονεία του και η κοπέλα να δικαιώνεται για την υπομονή της. Στο τέλος όμως κι εκείνη με τη σειρά της πληρώνει αυτά που του κάνει. Ίσως γιατί εξαργύρωσε με λάθος τρόπο την υπομονή της.

Η υπομονή είναι βαθιά προσωπική υπόθεση. Είναι επιλογή. Είναι διδαχή, μάθημα ζωής. Πρέπει να περιλαμβάνει ενέργεια. Και αυτή η ενέργεια είναι συνήθως μια απλή εσωτερική αναζήτηση, μια εσωτερική πάλη, αν μπορεί αυτό να είναι απλό… Η υπομονή μου θυμίζει μαχαίρι. Αν το πιάσεις σωστά από τη λαβή μπορεί να αποδειχτεί το πιο χρήσιμο εργαλείο και να σε σώσει. Αν πάλι το πιάσεις ανάποδα, από τη λάμα μπορεί να σε σκοτώσει. Όπως την πρωταγωνίστρια του βιβλίου.

Βγαίνοντας από τα μαύρα φεγγάρια της υπομονής, όντας πλέον σοφότερος, τι δεν θέλω να υπομένω πια. Οι πρώτιστες υπομονές μάλλον θα είναι λυτρωτικές για το μέλλον. Έτσι πρέπει να είναι η υπομονή. Λύτρωση και θωράκιση για παρακάτω. Για την επόμενη. Γιατί η υπομονή δεν τελειώνει ποτέ. Απλώς θα ξέρουμε να την παρέχουμε σε εκείνους τους ανθρώπους και σε εκείνες τις καταστάσεις που το αξίζουν. Έτσι θα αναδεικνύεται πάντα μέσα μας και η αξία της υπομονής μας και τελικά θα φωτίζεται η βαθιά προσωπική μας αξία.

Τα μαύρα φεγγάρια της υπομονής μας κάποτε θα φωτίσουν το πραγματικό μας πρόσωπο… Ας έχουμε κάνει το καλύτερο γι’ αυτό…

Υπάρχουν δύο τρόποι αναπαραγωγής: η σωματική και η ψυχική

Ο πόθος της αναπαραγωγής είναι ένα ακόμη στοιχείο του έρωτα. Υπάρχουν δύο τρόποι αναπαραγωγής: η σωματική και η ψυχική. Οι ερωτευμένοι άνθρωποι ενώνουν τα σώματά τους για να αναπαραχθούν. Η συνουσία είναι θείο πράγμα, λέει η Διοτίμα, όμως ο ψυχικός τρόπος αναπαραγωγής είναι ανώτερος, γιατί η ψυχή γεννά σε μια άλλη άφθαρτες ιδέες και αισθήματα. Αυτοί που εγκυμονούν στην ψυχή συλλαμβάνουν μέσω της σκέψης.

Είναι οι ποιητές, οι καλλιτέχνες, οι σοφοί και, τέλος, οι νομοθέτες που διδάσκουν τη φρόνηση και τη δικαιοσύνη. Έτσι, ένας εραστής μπορεί να γεννήσει στην ψυχή του ερωμένου προσώπου τη γνώση, την αρετή, το σεβασμό για το ωραίο, το δίκαιο και το καλό. Το κάλλος, η αλήθεια και η αρετή είναι τρεις έννοιες και ταυτόχρονα μία.. Πρόκειται για όψεις της ίδιας πραγματικότητας. Ο έρωτας είναι «η οδός προς το πάλλον κάλλος». Αυτός είναι ο δρόμος της αθανασίας.

ΠΛΑΤΩΝΟΣ, ΣΥΜΠΟΣΙΟ

Θεωρείτε σωστή την πρόταση: “Έχω έναν πόνο”;

Στο έργο του Φιλοσοφικές Έρευνες, ο Βίτγκενσταϊν είχε κατά νου τη διαφορά μεταξύ πραγματικής και κίβδηλης ερώτησης. Μια γλωσσική διατύπωση μπορεί να έχει μορφή ερώτησης, αλλά να μην είναι ερώτηση. ‘Η μπορεί η γραμματική μας να μας μπερδέψει και να θεωρήσουμε μια πρόταση ως κάτι άλλο. Το “Λοιπόν, συμπατριώτες μου, υπάρχει κάτι που να μη μπορούμε να επιτύχουμε άπαξ και νικήσουμε τον εχθρό;”, ακούγεται σαν ερώτηση που περιμένει απάντηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι ρητορική, στην οποία μπορεί κάποιος να κάνει το λάθος να απαντήσει:

“Τίποτε”. Απλώς η δήλωση παίρνει ερωτηματική μορφή για να ενισχύσει τη δραματική της ισχύ. Το “Και τι έγινε;”, το “Δεν πας στο διάολο;” και το “Τι κοιτάς;” ακούγονται σαν ερωτήσεις, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Το “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκεται η ψυχή;” ακούγεται σαν λογική ερώτηση, αλλά μονάχα γιατί σκεφτόμαστε στη γραμμή του “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκονται τα νεφρά;” Το “Πού εδρεύει η ζήλεια μου;” έχει μορφή έγκυρης ερώτησης, μοναχά γιατί ασυναίσθητα την συσχετίζουμε με ερωτήσεις όπως, “Πού είναι η μασχάλη μου;”.

Ο Βίτγκενσταϊν κατέληξε ότι πάμπολλοι φιλοσοφικοί γρίφοι προκύπτουν από τη λανθασμένη αυτή χρήση της γλώσσας. Πάρτε για παράδειγμα τη δήλωση “έχω έναν πόνο”, που μοιάζει γραμματικώς με το “έχω ένα καπέλο”. Αυτή η ομοιότητα μπορεί να μας οδηγήσει στη λανθασμένη ιδέα ότι οι πόνοι, ή οι “εμπειρίες” εν γένει, είναι πράγματα που τα έχουμε, με τον ίδιο τρόπο που έχουμε καπέλα. Θα ήταν όμως παράξενο να πούμε “Ορίστε, πάρε τον πόνο μου”. Και ενώ θα ήταν λογικό να πεις “Δικό σου είναι αυτό το καπέλο, ή δικό μου;”, θα ακουγόταν περίεργο αν ρωτούσες “Δικός σου είναι αυτός ο πόνος, ή δικός μου;” Ίσως υπάρχουν κάμποσοι άνθρωποι μέσα σε ένα δωμάτιο και μαζί ένας περιφερόμενος πόνος και καθώς ένα-ένα τα άτομα διπλώνονται στα δύο από τον πόνο, εμείς αναφωνούμε: Α, τώρα τον έχει αυτός!”

Ακούγεται απλώς ανόητο’ προκύπτουν όμως από αυτό κάποιες βαρυσήμαντες συνέπειες. Ο Βίτγκενσταϊν είναι σε θέση να διαχωρίσει τη γραμματική των προτάσεων “Έχω ένα καπέλο” και “Έχω έναν πόνο” με τρόπο που όχι απλώς ρίχνει φως στη χρήση των προσωπικών αντωνυμιών όπως “εγώ” και “αυτός”, αλλά και υποσκάπτει την παραδοσιακή υπόθεση ότι οι εμπειρίες μου είναι προσωπική μου ιδιοκτησία. Στην πραγματικότητα μοιάζουν να είναι πιο προσωπική μου ιδιοκτησία από ό,τι το καπέλο μου, αφού μπορώ να δώσω σε κάποιον το καπέλο μου αλλά όχι τον πόνο μου. Ο Βίτγκενσταϊν μάς δείχνει πώς το συντακτικό μάς εξαπατά και μας κάνει να σκεφτόμαστε έτσι και το επιχείρημά του οδηγεί σε συμπεράσματα.

Σκοπός του φιλοσόφου, θεωρούσε ο Βίτγκενσταϊν, δεν ήταν τόσο να λύσει αυτά τα ζητήματα, όσο να τα διαλύσει -να καταδείξει ότι προκύπτουν από το ότι συγχέουμε το ένα είδος “γλωσσικού παιχνιδιού”, όπως το αποκαλούσε, με άλλο. Μας μαγεύει η δομή της γλώσσας μας, και δουλειά του φιλοσόφου είναι να διαλύσει αυτή τη μαγεία, απεμπλέκοντας τις διαφορετικές χρήσεις των λέξεων. Η γλώσσα, επειδή αναπόφευκτα έχει ένα βαθμό ομοιομορφίας, τείνει να κάνει διαφορετικές εκφράσεις να μοιάζουν πολύ μεταξύ τους. Έτσι ο Βίτγκενσταϊν φλέρταρε με την ιδέα να προσθέσει ως επίγραμμα στις Φιλοσοφικές Έρευνες μια φράση από τον Βασιλιά Ληρ: “Θα σου διδάξω διαφορές”.

Κ. Αξελός: Γιατί ο Ηράκλειτος;

Ο Ηράκλειτος στη σύγχρονη πλανητική εποχή

§1

Τι αναζητεί ο Κ. Αξελός στον Ηράκλειτο; Αναζητεί εκείνη τη δεσμευτική επικοινωνία που καθιστά τη σύγχρονη φιλοσοφία στοχαστική, ώστε η ίδια να γεννά εξ εαυτής και κατά τις επιταγές των καιρών όλο και πιο κεραυνοβόλα ερωτήματα, ικανά να αναζωογονούν την ανθρώπινη σκέψη της σύγχρονης πλανητικής εποχής. Πώς είναι δυνατή μια τέτοια αναζωογόνηση, όταν ξέρουμε πως ο Ηράκλειτος είναι παιδί μιας αρχαϊκής εποχής, τόσο απόμακρης και τόσο διαφορετικής από το σήμερα; Μελετώντας κανείς αυτόν τον ιδιό-τροπο αρχαϊκό στοχαστή, χωρίς να πνίγεται μέσα σε επιδερμικές περιγραφές, ψυχολογικής βασικά υφής, για τη ζωή και τη δράση του, συναντά έναν στοχασμό, που στρέφει συνειδητά τα νώτα του στις εξάψεις και τους αναβρασμούς των κοινών θνητών. Με σημερινούς όρους θα λέγαμε ότι ο Ηράκλειτος αποστρέφεται συνειδητά τους θορύβους και τους θορυβοποιούς της μαζικής κουλτούρας. Η βροντόφωνη σκέψη του ούτε μια στιγμή δεν ησυχάζει μπροστά στην ασκεψία, την α-νοησία και την υπνοβασία του υγιούς κοινού νου. Ο μέσος άνθρωπος, τότε και τώρα και πάντα, είτε μετατρέπεται σε μάζα, σε πολτό, και συγκροτεί τα οχλοκρατικά στίφη, είτε μάχεται ενάντια στη μαζική του αποβλάκωση και ανυψώνεται σε συστατικό στοιχείο της ιστορικότητας ενός λαού. Ο Ηράκλειτος, όπως μας λέει ο Αξελός, δεν συγχωρεί την ανθρώπινη βλακεία και ακριβώς γι’ αυτό επιχειρεί να ανακαλύψει τον Λόγο ως το πιο ζωτικό Είναι του ιστορικού ανθρώπου. Ζωτικό Είναι σημαίνει: το Είναι ως γίγνεσθαι. Να γιατί, διευκρινίζει περαιτέρω ο Αξελός, το κέντρο της σκέψης του Ηράκλειτου δεν είναι ούτε βασικά θεολογικό ούτε αποκλειστικά φυσιοκρατικό.

§2

Τι είναι; Διαλεκτικό. Η διαλεκτική προϋποθέτει τον Λόγο και τον πραγματοποιεί. Είναι λοιπόν μια οδός, μια μέθ-οδος. Αυτή η οδός δεν νοείται ως κάποιο εξωτερικό ποτάμι, μέσα στο οποίο κολυμπούν όλοι οι τυχοδιώκτες της πολιτικής βλακείας και οι στυγεροί διαφθορείς του δημόσιου βίου· απεναντίας είναι η διαρθρωμένη δομή του Λόγου, που συλλαμβάνει το ρυθμό του σύμπαντος κόσμου. Όταν ο άνθρωπος ιδιο-ποιείται, εγκολπώνεται την εν λόγω διαλεκτική, μπορεί να ανταποκρίνεται στη ρυθμική κίνηση του Λόγου και έτσι να αρχίζει να απεγκλωβίζεται από το μύθο και τους μύθους. Εάν ένας τέτοιος απεγκλωβισμός ιστορικά, στην εποχή ας πούμε του Ηράκλειτου, σήμαινε στην κυριολεκτική του σημασία το πέρασμα από το μύθο στον Λόγο, στην ευρύτερη σημασία του δήλωνε και δηλώνει την απαλλαγή, την κάθαρση της ανθρώπινης σκέψης από την επιφανειακή κουλτούρα των μύθων και των εικασιών. Και πώς καθίσταται δυνατή μια τέτοια κάθαρση; Ο Αξελός απαντά: με τον κατά Ηράκλειτο διαλεκτικό Λόγο. Γιατί με αυτό τον Λόγο; Επειδή δεν συμβιβάζει, δεν συμπιέζει, δεν εξολοθρεύει τη μια πλευρά για χάρη της άλλης, αλλά ενώνει: αντι-θέτει και συν-θέτει έριδα και αρμονία. Πρόκειται για μια εσωτερική, κατά τη λογική δομή [=ενδότερη φωνή] των πραγμάτων και των όντων, εναρμόνιση, η οποία ξεσπά πάντοτε ως πόλεμος και διατρέχει όλες τις πτυχές του ανθρώπινου Είναι: πολιτικές, μουσικές, φυσικές, ιατρικές. Κάθε συγκεκριμένη έκφανση του ανθρώπινου βίου, κάθε στιγμή του γίγνεσθαι είναι ζωντανή και σχετικά αυθύπαρκτη, στο βαθμό που είναι ενταγμένη μέσα στο ρυθμό της σκέψης και του κόσμου. Αυτός ο ρυθμός είναι το μόνο ανέσπερο φως που φωτίζει.

§3

Ο Ηράκλειτος μας μιλάει ως εξής γι’ αυτό το φως: «Τὸ μὴ δῦνόν ποτε πῶς ἄν τις λάθοι;» [=από το φως που δεν δύει ποτέ, πώς θα μπορούσε κάποιος να μείνει κρυμμένος, να διαφύγει της προσοχής του;] (απ. 16). Ενώ το φως είναι παρόν, ο άνθρωπος είναι απών, γιατί δεν το καταλαβαίνει. Και δεν το καταλαβαίνει, δεν το αισθάνεται, επειδή ο στοχασμός του δεν διανοίγεται εύκολα σε αυτό, προς το οποίο καλεί τον άνθρωπο. Τούτο σημαίνει πως το αυτό-νόητο, το απλό, δεν είναι δεδομένο, δεν χορηγείται ή δεν χαρίζεται αυτόχρημα, παρά μόνο εκκαλύπτεται. Μια τέτοια εκκάλυψη, φανέρωση, εκ-δήλωση στο φως και του φωτός δεν μπορεί να είναι μια εξωτερική σύνθεση ή ταυτότητα των αντιθέτων, μας λέει ο Ηράκλειτος κατά τον Αξελό, αλλά η ενότητά τους. Ετούτη η ενότητα, με όρους εγελιανούς, είναι αυτή τούτη η έννοια, που αυτό-αποκαλύπτεται ως καθαρή σκέψη. Ο Ηράκλειτος, ως εκ τούτου, δεν εννοεί τη διαλεκτική ούτε ως διαλεκτική ή λογική της ταυτότητας ούτε ως εκείνη της σύνθεσης, της σύγχυσης ή της συσσώρευσης λέξεων, μεταχειρισμένων εννοιών και φλύαρων γνωμών. Αντιθέτως τη συλλαμβάνει ως τη δημιουργική σκέψη, που εισχωρεί στο συμπαντικό κόσμο και συγκροτεί έννοιες, τον διαβάζει με έννοιες. Τον αποκρυπτογραφεί ως τον περιέχοντα Λόγο· ήτοι ως την περιεκτική σκέψη, που ρυθμικά και εναρμονισμένα αποκαλύπτει νοήματα του κόσμου. Με αυτό το νόημα είναι: τὸ μὴ δῦνόν ποτε. Ο περιέχων Λόγος και όχι λιγότερο λογισμός δεν δύει ποτέ, γιατί φέρει μέσα του τη Λογική αντίθεση σε ανταπόκριση με την πραγματική αντίθεση και αντίστροφα. Από εδώ προκύπτει πως ο διαλεκτικός Λόγος δεν είναι μονοσήμαντος: δεν προσκολλάται ούτε στην υλικότητα των πραγμάτων ούτε στην ιδεατή τους μετουσίωση, αλλά κινείται στο εννοιολογικό Μεταξύ και αποκαλύπτει τη θεμελιακή σύλληψη του υπάρχοντος. Και όλα τούτα σε αντίθεση με πολλούς στυγερούς δολοφόνους του σημερινού μας πολιτικού λέγειν και πράττειν, για τους οποίους τὸ μὴ δῦνόν ποτε είναι η απαιδευσία τους και η ανικανότητά τους.

Κύριλλος Αλεξανδρείας. Τον φονιάς της Υπατίας γιορτάζει ο χριστιανισμός στις 18 Ιανουαρίου και 9 Ιουνίου

Ο δε βασιλεύς Θεοδόσιος στους χρόνους αυτούς την μεγάλη εκκλησία εν Αλεξάνδρεια έκτισε η οποία μέχρι και νυν Θεοδοσίου λέγεται, εφίλει δε Κύριλλον τον επίσκοπον Αλεξανδρείας. Κατ’ εκείνον δε τον καιρόν παρρησίαν λαβόντες οι Αλεξανδρείς  φρυγάνοις έκαυσαν Υπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον» Ι. Μαλάλας ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ (Λόγος Δ΄) 359.8

1998: Έτος Κυρίλλου. Ο Φονιάς της Υπατίας… γιορτάζει!

 
Το 1998 ήταν έτος Εκκλησιαστικής δοκιμασίας για τα αποθέματα μνήμης στη χώρα των Ελλήνων! Τα αποτελέσματα του υπήρξαν άκρως εντυπωσιακά. Η μνήμη των Ελλήνων… πράγματι δεν λειτουργεί! Από δω και πέρα, τίποτε δεν αποκλείεται και όλα μπορούν να συμβούν εις βάρος της ιστορικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων…! Ο φύλακας της αξιοπρέπειας τους, ή μνήμη, ασθενεί, τους πρόδωσε ή κοιμάται!

Οι περί «σπαραγμάτων» ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν (όπως και το έκαναν ήδη) ακόμα και ένα κομμάτι… απ’ την Ακρόπολη! Αφού στο ιερότερο βράχο του πολιτισμού, στο σύμβολο της καθημαγμένης από τον θρησκευτικό φανατισμό αρχαιότητας, θα εορτασθεί η γέννηση του σφοδρότερου κατεδαφιστή του ελληνισμού.

Από ‘δω και πέρα, όλα τα αίσχη κατά του πολιτισμού μπορούν να συμβούν. Οι πολιτσμοκλέφτες μπορούν ελευθέρα να αποσπάσουν οτιδήποτε, ο φρουρός των διαχρονικών ελληνικών άξιων ή Μνημοσύνη, η μυθική μητέρα των μουσών, της έμπνευσης και των τεχνών, φαίνεται πως εγκατέλειψε την χώρα που την γέννησε, και ντροπιασμένη αποσύρθηκε στην σκοτεινότερη γωνιά της Λήθης!

Δυστυχώς, η θλιβερή αυτή διαπίστωση πρέπει σε μεγάλο βαθμό να αληθεύει, αφού ο σκαιότατος φονιάς της τρυφερότερης ηρωίδας πολιτισμού, της Ελληνίδας Υπατίας, μπορεί ακόμα να δέχεται ετήσιες τιμές αδιαμαρτύρητα, από μια ολόκληρη χώρα… την δική της χώρα!

Για να φανεί οριστικά ότι οι Έλληνες διατελούν υπό εκκλησιαστική δεσποτεία, η κρατική των Ελλήνων εκκλησία ανακήρυξε το 1998 έτος Κυρίλλου του Αλεξανδρέως! Σε τετραήμερο μάλιστα θεολογικό (ΙΘ΄) συνέδριο (11-14/11/98) υμνήθηκε τα μέγιστα, ως στυλοβάτης και υπεράγιος της θρησκείας των Ελλήνων!

«Κανένας» δε φαίνεται να απάντησε στους προκλητικότατους αυτούς ετήσιους πανηγυρισμούς. Πουθενά δεν είδαμε γραμμένη μια κριτική σκέψη, κατά του ορκισμένου ανθέλληνα Κύριλλου!

Ποιος είναι όμως επιτέλους αυτός ο υπεράγιος, που δικαιούται ετήσιες τιμές, και ποιές ήταν οι αντιπροσωπευτικότερες της πίστεως του σκέψεις, ας αφήσουμε τον ίδιο να μας το περιγράψει:

«Κύριλλου αγιότατου επισκόπου… Πάσα η γραφή (η εβραϊκή Βίβλος) είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος… και ότι ο θεός προείπε αυτό είναι πάντων σωτήριον… ο δια του πανσόφου Μωυσέως προσταχθείς νόμος παραγγέλνει «Μη έχεις άλλους θεούς πλην εμού» δια τούτο και ο θεσπέσιος Μωυσής στους εξ’ αίματος Ισραηλίτες παράγγειλε, να φυλάγουν τις εντολές αυτές και να αφανίζουν από προσώπου γης όλους τους τόπους στους οποίους λάτρευσαν εκεί τα έθνη τους θεούς τους. «Στα όρη τα ψηλά και στους λόφους και υποκάτω παντός δένδρου δασούς, κατασκάψτε τους βωμούς αυτών και συντρίψτε τις (λατρευτικές) στήλες αυτών. Κατακόψετε τα (ιερά) άλση τους και τα γλυπτά των θεών αυτών κατακάψτε με πυρ και αφανίστε το όνομα αυτών εκ του τόπου εκείνου» (Αυτά εντέλει η Βίβλος, τότε στο άγριο Ισραήλ που δεν ήξερε από αγάπη! Δείτε όμως και τη συνέχεια) Ακριβώς έτσι είναι πρέπον τον εξ απάτης Ελληνικής προς το της αληθείας να μετακινείτε φως (προσέξτε με πόση αγάπη θα γίνει αυτή ή προς την σωτηρία μετακίνηση!) δια Μωυσέως προστάζοντα είδωλα και ναούς μαζί να κατακάψετε ανασκάπτοντας τους βωμούς και κατακόβοντας τα άλση, ώστε καμιάς δικής τους βδελιρότητας να μην απομείνει λείψανο, κερδίζοντας έτσι μερίδιο στην δόξα». Πραγματικός άγιος… αυτός ο Κύριλλος!

Και συνεχίζει με απερίγραπτη… αγάπη: «Εμείς δε στις θεϊκές αυτές εντολές (της Παλαιάς Διαθήκης) εμπιστευόμενοι τον νουν μας, δεν θα αμελήσουμε και ούτε θα βραδύνουμε, αλλά με ακρίβεια μάλλον δε και φιλογρηγορούντες, της αληθείας το αξιοθαύμαστο κάλος με χαρά θα κυνηγούμε και όλο ένα περισσότερο θα σπουδάζουμε το πως ο θεός την ανατροπή της πλάνης και τον φωτισμό του σκότους δια του Μωσαϊκού νόμου μας παρέδωσε… για δε τους ακάθαρτους δαίμονες ο νόμος (του Μωυσέως) σκιά των μελλόντων είναι… διότι γεννούν οι σκιές την αλήθεια καθώς προείπε και ο θεσπέσιος Μωυσής»!!! Γ΄ ΣΥΝΟΔΟΥ ΚΑΤΑ ΝΕΣΤΟΡΙΟΥ – ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΠΡΟΣ ΑΚΑΚΙΟΝ (1,4,41)

Αυτός ήταν ο τιμώμενος ολόκληρο το 1998 Κύριλλος! Ή μάλλον ο άγιος Κύριλλος! Του οποίου το κατεδαφιστικό παραλήρημα κατά των Ελλήνων δεν έχει πραγματικά το όμοιο του!

Τελικά όμως να κάτι που ο άγριος Κύριλλος, μας το λέει καλύτερα απ’ όλες μας τις διατυπώσεις! Η Παλαιά Διαθήκη είναι παρακαταθήκη από πολλές χρήσιμες «σκιές»…!

Τι είναι οι «σκιές»;

Να σας εξηγήσω… όταν λοιπόν έχετε κουραστεί να μιλάτε για αγάπη και κανένας δεν σας δίνει σημασία και ούτε τη γη του σας παραχωρεί, ούτε τα προνόμια του σας παραδίδει… τότε και σεις (σύμφωνα με την χριστιανική οδηγία του Κυρίλλου), απ’ την Καινή Διαθήκη που βρισκόσαστε, απλώνετε το χέρι σας, έτσι, δίπλα προς τις σκιές (πληγές) της Παλαιάς Διαθήκης, αρπάζετε ότι «σκιά» βρεθεί μπροστά σας και χτυπώντας κατακέφαλα, ρίχνετε ανάσκελα οποίον αντιστέκεται στις ευγενικές σας προθέσεις!

Αμέσως μετά, δηλαδή τώρα που σας πρόσεξε και είναι όλος δικός σας, μπορείτε να τον μετακινήσετε (τραβώντας τον προσεκτικά και με αγάπη απ’ τα πόδια) προς το φως της αληθείας! Τώρα που όλα τακτοποιήθηκαν, με τον χριστιανικότερο τρόπο, μπορείτε να αφήσετε πάλι πίσω στην θέση τους τις χρήσιμες βαριές «σκιές» της Παλιάς Διαθήκης… και να συνεχίσετε να μιλάτε για νεοδιαθηκική αγάπη! Συγχαρητήρια, έχετε μετακινήσει επιτυχώς έναν δαιμονισμένο προς το φως της αληθείας!

Να λοιπόν που όλα χρειάζονται! Καλή είναι η Καινή Διαθήκη, αλλά ας είναι από κοντά και η Παλαιά, που έχει όλες τις «σκιές» του… αρχαιο-χαλδαιικού κόσμου. Μπόλικη λοιπόν βιτρινάτη αγάπη και στο βάθος… σκιές!

Φαίνεται λοιπόν ότι με μια βαριά παλαιοδιαθηκική «σκιά» στο χέρι, μπορούσες κάποτε να σπάσεις άνετα το κεφάλι των αλλοδόξων, φωνάζοντας «αγάπη», «φως», «σωτηρία» και μετά, όχι μόνο να μην αποβάλλεσαι από την θρησκεία της αγάπης, αλλά να αξιώνεσαι και ετήσιων τιμών! Ακριβώς έτσι έγινε με τον εν λόγω Κύριλλο!

Βλέπετε γιατί τελικά όλη η εβραϊκή γραφή είναι οπωσδήποτε θεόπνευστη και ωφέλιμη! Σκέφτεστε τι θα γλιτώναμε… αν δεν ήταν τόσο πολύ «ωφέλιμη» και τόσο χαριτωμένα ή μάλλον δυναμικά θεόπνευστη;!

Δεν εξηγείται λοιπόν φυσιολογικά, πως μπορούν οι Έλληνες σήμερα να θεωρούν άξιο ετήσιων τιμών, έναν άνθρωπο που με τέτοια κακόψυχη εντολή, παραγγέλνει την μαζική πυρπόληση, καταστροφή και κατασυντριβή των ναών και όλων των ιερών τόπων της αρχαίας Ελλάδος, που ας σημειωθεί, οι περισσότεροι είχαν ήδη μετατραπεί σε φυλακτήρια γνώσης, βιβλιοθήκες και ουσιαστικά θεραπευτήρια ψυχών και σωμάτων!

Ακούσαμε μάλιστα και τόσα απανωτά εγκώμια για την ζωή και το έργο του, που προς στιγμή μπερδευτήκαμε νομίζοντας ότι επρόκειτο πράγματι για κάποιον άλλον Κύριλλο… λίγο καλύτερο από δαύτον! Αναγκάσθηκα λοιπόν να πάω ο ίδιος μέχρι την μητρόπολη και να ζητήσω ο ίδιος να δω την εγκύκλιο, ώστε να βεβαιωθώ ότι πράγματι πρόκειται για τον συγκεκριμένο αγριάνθρωπο τον Κύριλλο Αλεξανδρείας!

Μα, γιατί τιμούν έναν άνθρωπο που από το θρησκευτικό του μένος και την καταδιωκτική μανία, κατά πασών των διαφωνούντων, ούτε καν οι δικοί του ομόθρησκοι δεν ήξεραν που να κρυφτούν;

Ακόμα και το βαρύ πυροβολικό της θρησκείας, ο άλλος ασυγκράτητος ανθέλληνας, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο παραγωγικότερος συγγραφέας χριστιανικού επεκτατισμού, δεινοπάθησε οικτρά κάτω από τον κυνηγετικό θρησκευτικό ίστρο, του καθ’ έξη κυνηγού διαφωνούντων Κύριλλου!

Όμως ας μη γελιόμαστε, αυτές ακριβώς οι καταδιωκτικές εξάρσεις του Κύριλλου, και του κάθε Κύριλλου, είναι που επέβαλαν την χριστιανική ιδεολογία και εδραίωσαν την ελέω θεού θεολογική δυναστεία! Δεν υπήρχε αίρεση η σκιά διαφωνίας λοιπόν, που με «το φως του Μωυσή» να μην υπέστη τον αφανιστικό εξαγνισμό απ’ το χέρι του κάθε Κυρίλλου.

Τελικά αυτό το φως του Μωυσή, από πνευματικής πλευράς πρέπει να ήταν κάτι σαν ατέλειωτα παχιά λόγια αγάπης, αλλά από υλικής άποψης, πρέπει να ήταν κάτι σαν δάδα χειρός, γιατί όπου «έφεγγε» λαμπάδιαζαν όλα με μια παράξενη εξαγνιστική φλόγα! Θέατρα, σταδία, ναοί, αγορές, βουλευτήρια, μουσεία, σχολές, άλση, πλατείες… οπουδήποτε υπήρχαν τα «βδελυρά» αγάλματα των αλλόθρησκων και κακόθρησκων Ελλήνων, που μπορεί: «εξωτερικά να ήταν εξαίσια αλλά, μόνο για να πλανεύουν τις αισθήσεις, ενώ εσωτερικά ήταν γεμάτα με δαίμονες και ποντίκια»!

Ο εραστής της Παλαιάς Διαθήκης Κύριλλος, με την αρρωστημένη μανία καταδίωξης, ένιωθε άπειρη ευδαιμονία και απέραντη ψυχική συγγένεια με τον δεσποτικότερο των προφητών Μωυσή. Τον συγκλόνιζε η ιδέα ότι αντιγράφοντας τις βαριές σκιές (εντολές-πληγών) του εβραϊκού παρελθόντος, στο μέλλον θα έμοιαζε κι’ αυτός λίγο με τον τρισένδοξο, αδίστακτο εκτελεστή αντιπάλων Μωυσή!

Ένιωθε απέραντη ψυχική ανάταση στο ενδεχόμενο να ξεπεράσει σε σωτηριοφανή βαρβαρότητα κι’ αυτόν τον συγγενή, θείο του και προκάτοχο του στον επισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρείας Θεόφιλο, που πριν από λίγο μόλις καιρό κατεδάφισε την βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας! Ο Κύριλλος ήθελε οπωσδήποτε να αφήσει εποχή, ενώνοντας την φωνή του στεντόρεια μ’ αυτήν του «θεσπέσιου Μωυσή», παραγγέλνοντας στους πνευματικούς πια ισραηλίτες, (χριστιανούς) ξεκάθαρα φωτιά και τσεκούρι σ’ όλους τους ιδεολογικούς εχθρούς… φυσικά στο όνομα και υπό το πρόσχημα της αγάπης!

Για φαντάσου… όλα αυτά τα πολύ σοφά και επωφελή, ο Κύριλλος τα ξεσηκώνει μέσα απ’ τις σελίδα της Παλαιάς Διαθήκης, κατ’ ευθείαν από το στόμα του μεγαλύτερου κατασκευαστή πληγών Μωυσέα! Γεννιέται όμως η δικαιολογημένη νομίζω απορία: Αφού λοιπόν η χριστιανική σκέψη του Κύριλλου, βρίσκεται απολύτως στα αχνάρια, στη σκιά, στην προέκταση και τα πρότυπα των βίαιων Μωυσιακών επεκτατισμών, δεν έπρεπε όλο αυτό το πράγμα να λέγεται Μωυσισμός και όχι Χριστιανισμός; Αφού αυτοί οι άγιοι του Χριστιανισμού, υιοθέτησαν τις βιαιότερες εντολές του επιθετικότατου παλαιοδιαθηκικού Ιουδαϊσμού, γιατί λοιπόν χρησιμοποιήθηκε το παραπλανητικό όνομα Χριστιανισμός και όχι το φυσικότερο Νέο-ιουδαϊσμός, ή και Χριστιανο-ΓιαχβισμόςΑπ’ την άλλη, αν ο χριστιανισμός δεν υιοθετεί τα πύρινα αυτά κηρύγματα μίσους και τις αφανιστικές μεθόδους του νέο-Μωυσέα Κύριλλου, αλλά την Νεοδιαθικηκή απέραντη και ανυπόκριτον αγάπη, ακόμα και προς τους εχθρούς… κλπ. κλπ… τότε γιατί όχι μόνο δεν καθαιρέθεισαν ποτέ για τις πράξεις τους αυτές, και τα ακατονόμαστα αυτά εγκλήματά τους κατά της ανθρωπότητας, αλλά σήμερα ο συγκεκριμένος «άγιος», ο αγριότερος των αγίων Κύριλλος, παραμένει άγιος και μάλιστα ετήσιας εορταστικής διάρκειας; Τελικά, αναρωτιέται κανείς: αν για την επικράτησή του ο χριστιανισμός, μπορούσε τόσο εύκολα να δανειστεί τις σκιές-πληγές της Παλαιάς Διαθήκης, την πυρπολητική δάδα του Αβραάμ και την κατεδαφιστική σφύρα του Μωυσή… τότε προς τι ο τόσος θόρυβος περί της χριστιανικής αγάπης;

Αλήθεια, μήπως επιτέλους μπορούμε να διακρίνουμε ότι η αγάπη είναι η παραπλανητική βιτρίνα, το δόλιο προσκλητήριο και το καταλληλότερο ιστορικό άλλοθι, για τον φόνο ενός πολιτισμού; Μήπως από την ιστορική πια αυτή απόσταση, μπορούμε να δούμε ότι αυτή ακριβώς η αγάπη, ήταν η ιδεώδης αρχή μιας απίστευτης σε έκταση και μανία κατασυντριβή του Ελληνικού πολιτισμού, που κανένα μίσος δεν θα πετύχαινε καλύτερα;

Ας δούμε όμως τι άλλο εντελώς χριστιανικό και αλησμόνητο έκανε ο περίφημος αυτός Κύριλλος (370-444 μ.Χ.) και γιατί τόσο μένος κατά των Ελλήνων: «Συνέβη δε ο επίσκοπος επί των αιρέσεων Κύριλλος, να περάσει (αστυνόμευε δηλαδή, εντελώς τυχαία…!) έξω από τον οίκο της Υπατίας, όπου είδε συνωστιζόμενους στις εξώθυρες άνδρες και γυναίκες ανθρώπους πολλούς που άλλοι έφευγαν άλλοι έρχοντο και άλλοι έστεκαν εκεί. Ερώτησε λοιπόν (ο Κύριλλος) τι είναι όλο αυτό το πλήθος και περί τινός όλος αυτός ο θόρυβος στην συγκεκριμένη οικία.. Κάποιος του εξήγησε ότι μέσα αγορεύει η φιλόσοφος Υπατία και δική της είναι η οικία.

«Μαθαίνοντας αυτά (
ο άγιος) δαγκώθηκε η ψυχή του ώστε τον φόνο αυτής ταχέως επιβουλεύετο, τον ανοσιότατον μάλιστα φόνο, που κατά την συνήθεια (του αγίου!) προήλθε από πολλούς μαζί θηριώδεις επιτιθέμενους ανθρώπους, ανθρώπους φαύλους που ούτε θεών ούτε ανθρώπων φόβο είχαν, και ξέκαναν έτσι την φιλόσοφο» Σουΐδας (ύψιλον 166) Βλέπετε «συνήθειες» ο άγιος;!

Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, μας διέσωσε επιπλέον φρικιαστικές λεπτομέρειες από το συμβόλαιο θανάτου του αλητάγιου Κύριλλου κατά της Υπατίας: «Συμφωνήσαντες δε οι άνδρες (το πόσο «άνδρες» ήταν θα το δείτε σε λίγο) με ένθερμο φρόνημα, (δηλαδή φανατικούς) στους οποίους ηγείτο κάποιος Πέτρος ο αναγνώστης (προφανώς εκκλησιαστικός αναγνώστης) και παραμόνευαν την επιστρέφουσα Υπατία στον οίκο της. Όρμησαν, την έβγαλαν έξω από το δίφρο (μεταφορικό μέσον την εποχής) την έσυραν μέχρι την εκκλησία, της εξέδυσαν την εσθήτα (ενδεικτικό ένδυμα διδασκάλου) και με όστρακα και θεια μανία την κατέκοψαν, την κατέσπασαν, (τις τσάκισαν τα μέλη!) και στην συνέχεια συνεργαζόμενοι αφού την καταδιαμέλισαν, κατέκαψαν τα μέλη της μέχρι καταναλώσεως (καταδιαμελίσθη!). Αυτό όλο το έγκλημα μεγάλη κατακραυγή ξεσήκωσε κατά του Κυρίλλου και της αλεξανδρινής Εκκλησίας…

Αυτά δε συνέβησαν το τέταρτο έτος της Κυρίλλου επισκοπής και το έκτο του («μεγάλου») Θεοδοσίου, τον μήνα Μάρτιο διαρκούντων των νηστειών»!!!
 Σωκράτους Σχολαστικού ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ – ΠΕΡΙ ΥΠΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ 7.15

Τι να πω! Μα, αυτοί, την διαμέλισαν, την έψησαν και μόνο που… δεν την αλάτισαν να τη φάνε! Ευτυχώς δηλαδή που ήταν κι αυτός ο μήνας των νηστειών, που όσο να ‘ναι έπρεπε να αποφεύγουν το κρέας..! Βλέπετε λοιπόν πόσο βοήθησαν οι νηστείες στην ειρήνη του κόσμου;! Φαντάζεστε τι θα της έκαναν της γυναίκας αν δεν ήταν… μήνας νηστειών, που κατευνάζει τα πνεύματα;!

Βλέπετε λοιπόν, με τι λεπτές διαδικασίες νικήσαν την φιλοσοφία των Ελλήνων; Απλά κάποιοι ομιχλώδους καταγωγής άγιοι, έφτασαν στην διαπίστωση, ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι… ψητοί αποδίδουν λιγότερο!

Δεν ξέρουμε αν ωφέλησε σε τίποτε η μεγάλη κατακραυγή κατά του πατριάρχη Κυρίλλου και της τοπικής εκκλησίας. Αυτό που ξέρουμε μετά βεβαιότητας είναι, ότι μετά απ’ το απολύτως μελετημένο, χυδαίο, ανατριχιαστικό, και απίστευτης αγριότητας τρομοκρατικό χτύπημα, σίγουρα σε όλη την ρωμαϊκή επικράτεια, δεν ξανατόλμησε άνθρωπος αυτό που αποτόλμησε η ελληνόψυχη Υπατία!

Η «δολομήχανος ελπίδα» αναμοχλεύοντας τα λαϊκά πάθη και ταΐζοντας τους πόθους των απαιδεύτων για δύναμη και εξουσία, έστρεψε κατά των Ελλήνων κάθε λογής βαρβάρων.

Ο σαδιστής αυτός «άγιος», που περισσότερο θυμίζει καλικάντζαρο παρά άνθρωπο θεού, δεν άφηνε τίποτε στην τύχη! Ασκήτεψε δήθεν τρομάρα του στην έρημο, όπου αντί να χάνει τον καιρό του σε αόριστες προσευχές, αυτός επαναδημιούργησε από μαινόμενους αναχωρητές, τον φανατικότερο στρατό ρασοφόρων της «σωτηρίας»! Το αδίστακτο αυτό σώμα καλογέρων, αφού προ καιρού υπηρετήσαν τον Θεόφιλο στην καταστροφή του Σεράπειου, ήταν έτοιμο να υπηρετήσει τον διάδοχο και ανεψιό του Κύριλλο!

Τους καθεστωτικούς στόχους του πνευματικού δικτάτορα Αλεξανδρείας Κύριλλου, υπηρετούσε και μια άλλη ομάδα αναρχικών στρατιωτών της σωτήριας οι ονομαστοί:«παραβολάνοι, μια άλλη τάξη 600 έως 800 δυνατών νέων ανδρών των οποίων η αρχική αιτία σύστασης ήταν η περίθαλψη των ασθενών ανάπηρων και άστεγων της πόλεως…(βλέπετε ότι σε κάθε αθλιότητα χρειάζεται μια αγαθή βιτρίνα) ενεργούσαν επίσης σαν ένα είδος στρατιωτικού σώματος του πατριάρχη Κυρίλλου που αναλάμβανε δράση εναντίων των αντίπαλων… άνθρωποι αμαθείς, ορμητικοί αμόρφωτοι παράφοροι, πειθαρχούμενοι στους εκκλησιαστικούς ηγέτες τους, ήταν πρόθυμοι να αντιδράσουν σε κάθε λαϊκή θέληση της πόλης… είναι βέβαιο ότι οι παραβολάνοι αυτοί διέπραξαν τον φόνο της Υπατίας» Maria Dyielski «Υπατία η Αλεξανδρινή» σελ.179-181

Τόσο «καυτή» ήταν θεοσέβεια τους, που δεν δίσταζαν να σκοτώσουν και να κάψουν κατά τα πρότυπα του Λευίτη Μωυσέα οτιδήποτε μη χριστιανικό!

Ο Σουΐδας συμπληρώνει: «και το σώμα της (της Υπατίας) καθυβριζόμενο διεσπάρη εις όλη την πόλη. Τούτο δε συνέβη δια την υπερβάλλουσα αυτής σοφία, και μάλιστα εις τα περί αστρονομίαν… υπό Κυρίλλου θράσος» Σουΐδας ύψιλον 166.

Η κύρια του Ελληνισμού η Υπατία, αδιαφορώντας για τους χριστιανο-βρυχηθμούς του Κυρίλλου, έβαζε την τήβεννο της και με παρρησία ανακοίνωνε σε δημόσιους χώρους, τα νέα της ναυσιπλοΐας των μαθηματικών και της αστρονομίας. Η Υπατία ακτινοβολούσε δημοσίως το άρωμα της ελληνικής παιδείας. Ο θαλερός ελληνισμός της, κατέθελγε τους πολίτες της ελληνοθρεμμένης Αλεξάνδρειας. Αυτό όμως δεν άρεσε καθόλου στον κουασιμόδο της ιεροσύνης Κύριλλο!

Αυτός λοιπόν ο καταχθόνιος ανθρωποκυνηγός, το αιμοβόρο θηρίο, ο αλάστωρ Κύριλλος Αλεξανδρείας, (τον οποίο ούτε ο Σουΐδας, αν και χριστιανός δεν διστάζει να φανερά να περιφρονήσει), δεν είχε να φοβηθεί τίποτε!

Μετά απ’ αυτόν τον κατά παραγγελία θάνατο της Υπατίας, όχι μόνο δεν ίδρωσε το αυτί του, αλλά επειδή στην θρησκευτική μεζούρα, οι αξιότιμοι προσμετρόνται ανάλογα με τα εγκλήματα πίστης, γνώρισε πραγματικές δόξες και τιμές, αφού μετά απ’ αυτή την θηριωδία του ανακηρύχθηκε: «σοφός», «ιερός», «θεσπέσιος», «νικηφόρος», «μακάριος», «θείος», «δάσκαλος», και… θερμός «εραστής της αλήθειας» και φυσικά «άγιος» Φώτιος ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ.
Χριστιανοκανίβαλο, είναι αλήθεια δεν πρέπει να τον είπε κανείς μέχρι σήμερα! Ας έχω εγώ αυτή την τιμή!

Αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα, πράγματι μόνο με ανατριχιαστικές ιστορίες κανιβάλων μπορεί να συγκριθεί! Μόνο που αν το δούμε εγκληματολογικά, είναι κατά πολύ ανώτερο σε αποτρόπαια κίνητρα και συγκρίσεις, αφού ο αλεξανδρινός αυτός ρασοφορεμένος κανίβαλος, έχει για θύμα του μια εντελώς αθώα, πάνσοφη και όμορφη γυναίκα, (κάτι που δεν τυχαίνει συχνά σε αφθεντικούς κανιβάλους). Ο δε οικτρός κανιβαλιστικός διαμελισμός της, γίνετε άκουσον-άκουσον, στο όνομα μια θεόσταλτης αγάπης! Μιας αγάπης, που ενίοτε πυρπολεί, διαμελίζει και σκοτώνει! Ειδικά αυτό το τελευταίο… την αγάπη δηλαδή που με τόσο μίσος σκοτώνει, ούτε και ο πιο διεστραμμένος κανίβαλος δεν θα μπορέσει ποτέ να την εξηγήσει!

Αυτός ήταν ο ψυχοπαθής δήμιος Αλεξανδρείας Κύριλλος! Δηλαδή, ευτυχώς που αυτός ο άνθρωπος ήταν άγιος, διότι αν δεν τον είχε ημερέψει η τόση χριστιανική του παιδεία και η αγιότητα του… αν δεν αγαπούσε έτσι τρυφερά, ακόμα και τους εχθρούς του… φαντάζεστε πόσο πιο κακός μπορούσε να γίνει;

Ποια ήταν όμως η Υπατία; Το θηλυκό αυτό «τέρας», που κατατρόμαξε τους ποιμένες της αλεξανδρινής εκκλησίας, και γιατί έπρεπε να το εξαφανίσουν τόσο μακάβρια από προσώπου γης; Τι το αποτρόπαιο έκανε, που δεν έδενε πουθενά με τον Ιουδαιο-χριστιανισμό, ώστε να δικαιούται τέτοιο φρικτό θάνατο;

Η Υπατία ήταν μια ψυχωμένη Ελληνίδα, που εκτός από εξαιρετικά όμορφη, υπήρξε και φαινόμενο επιστημονικής γνώσης και φιλοσοφίας.

Κόρη του γνωστού μαθηματικού Θέωνα. Μαθηματικός η ίδια, γεωμέτρης, φιλόσοφος και αστρονόμος, με γνώσεις που ξεπερνούσαν την εποχή της, με πρωτοποριακές μηχανο-κατασκευαστικές επιδώσεις.

Το συγγραφικό της έργο, που φυσικά δεν έφτασε ως εμάς περιλαμβάνει τίτλους όπως: «Υπόμνημα εις Διόφαντο», «Υπόμνημα εις τα Κυνικά του μαθηματικού Απολλώνιου Περγέου», «Αστρονομικός κανόν». Πιθανολογούνται και αλλά έργα δικά της που όλα ΧΑΘΗΚΑΝ οριστικά. Εξαιρετική γεωμέτρης είχε το παρατσούκλι Υπατία η Γεωμετρική.

Η Υπατία δεν είχε θρησκευτικές τοποθετήσεις. Δεν μισούσε τους χριστιανούς. Μάλλον(κατά την Τσιέλσκα Μαρία (στο βιλίο της Υπατία η Αλεξανδρινή) απέφευγε διακριτικά ακόμα και την πατρώα θρησκεία, και ο μόνος έρωτας της ζωής της, ήταν οι επιστήμες!

Με τις υποδείξεις της ανεξίθρησκης Υπατίας, ο χριστιανός μαθητής της Συνέσιος, κατασκεύασε το αστρονομικό όργανο αστρολάβο. Ένα όργανο, που μόνο οι λεπτότατες κατασκευαστικές του απαιτήσεις, προϋπέθεταν προχωρημένο ωρολογοποιό μηχανολογικό εξοπλισμό! Πράγμα που στην προέκταση του σημαίνει, ότι η Υπατία διέθετε ένα πλήρως εξοπλισμένο εργαστήριο, και ειδικευμένους τεχνίτες μικροκατασκευών!

Η λεπτομέρεια αυτή δεν είναι διόλου ασήμαντη, αφού καταληκτικά, είναι μάλλον η διαφωτιστικότερη για τον σημαντικότατο ρόλο της Υπατίας στην διεκδίκηση του κοινού της κοσμοπολίτικης Αλεξάνδρειας, απ’ την Ελληνόφωτη επιστήμη ή την σκοταδιστική θρησκεία!

Για να πάρουμε μια γεύση του αστρονομικο-μαθηματικού επιτεύγματος που εδώ ασαφώς και γενικόλογα αναφέρουμε ως «αστρολάβο» πρέπει να υπενθυμίσουμε την πολυπλοκότητα του αντίστοιχου ευρήματος των Αντικυθήρων που αν και κατά πέντε περίπου αιώνες αρχαιότερος αυτού της Υπατίας, αφήνει έκθαμβους τους σημερινούς μελετητές του με τις μαθηματικές και τεχνολογικές του προϋποθέσεις!

Το όργανο αυτό, ανεσύρθη το 1901 από αρχαίο ναυάγιο των Αντικυθήρων. Είναι ένας «αστρονομικός υπολογιστής μεγάλης ακρίβειας, του 80 π. Χ. χαρακτηρίσθηκε σαν το πιο περίπλοκο μηχανισμό που κατασκευαστικέ ποτέ στον κόσμο, τουλάχιστον έως τα 1200μ.Χ.» Χ. Λάζος «τεχνολογία στην Αρχαία Ελλάδα».

Με τους 27 του συνολικά γραναζοτούς δίσκους του, κατασκευασμένους πριν από 21 αιώνες η πρωτοχριστιανική Ελλάδα, αποστομώνει στους επικριτές της με τον καλύτερο τρόπο!

Η τεχνολογία και οι ευφυέστατες εφαρμογές των θεωρητικών επιτευγμάτων της ελληνικής διανόησης, απαντούν καλύτερα απ’ όλα τα επιχειρήματα, για το αν η Ελλάδα ήταν ή όχι βουτηγμένη στην δεισιδαιμονία και την ειδωλολατρική αποχαύνωση, απ’ την οποία έπρεπε επειγόντως να σωθεί! Κάποιοι άλλοι πρέπει σήμερα επειγόντως να καταλάβουν, το σχεδιασμένο έγκλημα που διεπράχθη κατά της ολοσέβαστης Ελλάδος, που στο πρόσωπο και στο τραγικό τέλος της Υπατίας, βρίσκει μια ανεπανάληπτη θλιβερή ταύτιση!

Ο «αστρολάβος» της Υπατίας, κατασκευασμένος πεντακόσια και πλέον χρόνια μετά, πρέπει να ήταν μια ανάλογη θεαματική μετεξέλιξη. Ένα τέτοιο αριστούργημα ακριβέστατης μικροκοπής, ωρολογοποιού συναρμογής και αστρονομικών συσχετισμών, βγαλμένο μέσα απ’ τα εργαστήρια της Υπατίας, επιδεικνυόμενο στις δημόσιες διαλέξεις της Αλεξανδρινής φιλόσοφου, μαζί με αλλά ίσως τεχνολογικά αριστουργήματα, πρέπει να άφηναν κατάπληκτο και τον τελευταίο αλεξανδρινό!

Εξ όλων αυτών λοιπόν διαφαίνεται, ότι η Υπατία αντιπροσώπευε την ουσιαστικότερη συνεχεία, της άγνωστης στους πολλούς προηγμένης «τεχνολογίας» των Ελλήνων! Η Υπατία λοιπόν πέρα απ’ το θάρρος της διαφωνίας προς την δικτατορία της σωτήριας, αντιπροσώπευε τον ισχυρότερο αντίπαλο της διεκδικητικής θεολογίας!

Η Υπατία, απέναντι στις θανατονικήτρες σειρήνες της θεολογίας, φαίνεται πως μεθοδικά αντεπιστράτευε την απτή και οφθαλμοφανή απελευθερωτική δύναμη της τεχνολογίας, την οποία μεθοδικά και με μεγάλη ως φαίνεται αποδοχή, επεδείκνυε στους δημόσιους χώρους της πόλης! Η μαζική αποδοχή της Υπατίας, απειλούσε να αχρηστεύσει το επιδιωκόμενο μονοπώλιο της προσοχής του όχλου, απ’ τους ελπιδέμπορους της θρησκείας!

Η τεχνολόγος Υπατία, με την τόλμη, την γοητεία και τις κατασκευές της, κέρδιζε μεγάλη μερίδα απ’ τον ενθουσιασμό και την υποστήριξη ακόμα και των απαίδευτων του όχλου! Αυτό όμως προβλημάτισε βαθιά τους θρησκευτικούς δέσποτες της εποχής της! Έτσι η απροκάλυπτη δολοφονία της, μπορεί να αφαιρούσε για λίγο απ’ τον πατριάρχη το χαμογελαστό προσωπείο του κοινωνικού αγαπητικού, αλλά ο παραδειγματικός της θάνατος, ήταν πράξη αναπότρεπτης ανάγκης!

Από την Αλεξάνδρεια, την πρωτεύουσα της γνώσης των βιβλίων και των τεχνολογικών θαυμάτων, η παντοειδής σοφία των Ελλήνων αν δεν ανεκόπτετο απ’ την θρησκευτική δεισιδαιμονία, σε χρόνο ρεκόρ θα ταξίδευε στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, εμπεδώνοντας την απόλυτη ελληνική πνευματική παντοκρατορία, με ανυπολόγιστες εξελίξεις παιδείας και πολιτισμού!

Αυτά ακριβώς όμως ήταν που ανησύχησαν τον Κύριλλο, τον τοποτηρητή της ιδεολογικής κατοχής στην Αλεξάνδρεια, στην συμπεριφορά της ανυπότακτης και ατρόμητης Υπατίας.

Η θαρραλέα αυτή Ελληνίδα, παρ’ ότι μικρή πρέπει να έζησε τις ταραχές και την καταστροφή του Σεραπείου επί Θεόφιλου, ξεπέρασε το θάρρος πολλών ανδρών, και αδιαφορώντας έμπρακτα με την δεδομένη εκκλησιαστική τρομοκρατία, με δημόσιες διαλέξεις αναπτέρωνε το ενδιαφέρων των επιστημών, διατηρώντας έναν χώρο σταθερής πνευματικής αντίστασης στη ογκούμενη θρησκευτική παντοδυναμία!

Η γυναίκα αυτή είχε λοιπόν τον ελληνικότατο «δαίμονα» του δημόσιου κήρυκα μέσα της, κι’ αυτό ήταν που ανάγκασε τον καταχθόνιο νου του ανθρωποκυνηγού Κύριλλου, να παραγγείλει τον χειρότερο παραδειγματικό χαμό της.

Η αγριότητα δεν ήταν τυχαία!

Ο θάνατος της έπρεπε να είναι συγκλονιστικός! Κάτι εξαιρετικά τρομακτικό, που θα καθήλωνε και τον τελευταίο Έλληνα, που θα είχαν ακόμα το θράσος, μετά την έλευση της ουρανοκατέβατης Εβραιο-Βιβλικής σοφίας στην Αλεξάνδρεια, να μιλάει για έρευνα και γνώσεις!

Να γιατί κατ’ εντολή του, έσυραν στους δρόμους την φιλόσοφο την κατέγδαραν με θραύσματα κεραμικών (όστρακα), τις κατέσπασαν τα μέλη, την καταδιαμέλισαν και στο τέλος… την έψησαν, ναι σκεφτείτε το… έψησαν τα μέλη της σε ανθρακιά… σαν να επρόκειτο για εκδρομή ξέγνοιαστων κανιβάλων!

Ναι, αυτήν την τελευταία εντελώς απίστευτη και τρομακτικά εντυπωσιακή λεπτομέρεια μας διέσωσε ο Ι. Μαλάλας: «Ο δε βασιλεύς Θεοδόσιος στους χρόνους αυτούς την μεγάλη εκκλησία εν Αλεξάνδρεια έκτισε η οποία μέχρι και νυν Θεοδοσίου λέγεται, εφίλει (συμπαθούσε) δε Κύριλλον τον επίσκοπον Αλεξανδρείας. (μα πως να μη τον συμπαθείς τέτοιων κύριο) Κατ’ εκείνον δε τον καιρόν παρρησίαν (εξουσία παρά Κυρίλλου) λαβόντες οι Αλεξανδρείς (παραβολάνοι) φρυγάνοις έκαυσαν (στα ξερόξυλα!) Υπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον» Ι. Μαλάλας ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ (Λόγος Δ΄) 359.8

Γι’ αυτό το έγκλημα της ελληνόψυχη Υπατίας, δεν λογοδότησε ποτέ κανείς. Απεναντίας, ο δήμιος της απολαμβάνει ακόμα τις υψηλότερες τιμές αγίου, με ετήσιες τιμές και πανηγύρια!

Αυτός ήταν ο θηριόψυχος Κύριλλος, που ενώ είναι να απορεί κανείς γιατί έγινε χριστιανός, αυτός ο παρανοϊκός ο από παντού καθυβριζόμενος… παραμένει ακόμα σούπερ άγιος, ανάμεσα στους πολύπαθους απόγονους των θυμάτων του, τους αμνήμονες Έλληνες!

Η Εκκλησία της Ελλάδος προκλητικότερη παρά ποτέ, όχι μόνο γιορτάζει δυο φορές ετησίως τον εν λόγω Κύριλλο (18/1 και 9/6) αλλά δεν δίστασε να δοκιμάσει τις ευαισθησίες των αφανισμένων Ελλήνων, κηρύττοντας το 1998 έτος Κυρίλλου! Το τεστ μνήμης ήταν βέβαια δικαιολογημένο, και απέδειξε περίτρανα στους εμπνευστές του, τον αξιοθαύμαστο βαθμό ιστορικής αμνησίας, της κατάμαυρης και αδιαπέραστης ιστορικής άγνοιας των Ελλήνων!

Καμιά ουσιαστική αντίδραση! Η ιερατειο-κρατούμενη εκκλησία, ο πνευματική δεσπότης των Ελλήνων, δεν έχει να φοβηθεί το παραμικρό. Οι Έλληνες κοιμούνται ή αργοπεθαίνουν, πάνω στις πληγές τους και στα δοξασμένα συντρίμμια των προγόνων τους! Κοιμούνται βαθιά, ληθαργικά, έχοντας καταναλώσει τεράστιες ποσότητες ναρκωτικής υποσχεσιακής εβραιοβιβλικής σωτηριολογία!

Ως πότε όμως;!