Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἀντιγόνη (1033-1063)

ΚΡ. ὦ πρέσβυ, πάντες ὥστε τοξόται σκοποῦ
τοξεύετ᾽ ἀνδρὸς τοῦδε, κοὐδὲ μαντικῆς
1035 ἄπρακτος ὑμῖν εἰμι· τῶν δ᾽ ὑπαὶ γένους
ἐξημπόλημαι κἀκπεφόρτισμαι πάλαι.
κερδαίνετ᾽, ἐμπολᾶτε τἀπὸ Σάρδεων
ἤλεκτρον, εἰ βούλεσθε, καὶ τὸν Ἰνδικὸν
χρυσόν· τάφῳ δ᾽ ἐκεῖνον οὐχὶ κρύψετε,
1040 οὐδ᾽ ἢν θέλωσ᾽ οἱ Ζηνὸς αἰετοὶ βορὰν
φέρειν νιν ἁρπάζοντες ἐς Διὸς θρόνους·
οὐδ᾽ ὣς μίασμα τοῦτο μὴ τρέσας ἐγὼ
θάπτειν παρήσω κεῖνον· εὖ γὰρ οἶδ᾽ ὅτι
θεοὺς μιαίνειν οὔτις ἀνθρώπων σθένει.
1045 πίπτουσι δ᾽, ὦ γεραιὲ Τειρεσία, βροτῶν
χοἱ πολλὰ δεινοὶ πτώματ᾽ αἴσχρ᾽, ὅταν λόγους
αἰσχροὺς καλῶς λέγωσι τοῦ κέρδους χάριν.
ΤΕ. φεῦ·
ἆρ᾽ οἶδεν ἀνθρώπων τις, ἆρα φράζεται,
ΚΡ. τί χρῆμα; ποῖον τοῦτο πάγκοινον λέγεις;
1050 ΤΕ. ὅσῳ κράτιστον κτημάτων εὐβουλία;
ΚΡ. ὅσῳπερ, οἶμαι, μὴ φρονεῖν πλείστη βλάβη.
ΤΕ. ταύτης σὺ μέντοι τῆς νόσου πλήρης ἔφυς.
ΚΡ. οὐ βούλομαι τὸν μάντιν ἀντειπεῖν κακῶς.
ΤΕ. καὶ μὴν λέγεις, ψευδῆ με θεσπίζειν λέγων.
1055 ΚΡ. τὸ μαντικὸν γὰρ πᾶν φιλάργυρον γένος.
ΤΕ. τὸ δέ γε τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ.
ΚΡ. ἆρ᾽ οἶσθα ταγοὺς ὄντας ἃν λέγῃς λέγων;
ΤΕ. οἶδ᾽· ἐξ ἐμοῦ γὰρ τήνδ᾽ ἔχεις σώσας πόλιν.
ΚΡ. σοφὸς σὺ μάντις, ἀλλὰ τἀδικεῖν φιλῶν.
1060 ΤΕ. ὄρσεις με τἀκίνητα διὰ φρενῶν φράσαι.
ΚΡ. κίνει, μόνον δὲ μὴ ᾽πὶ κέρδεσιν λέγων.
ΤΕ. οὕτω γὰρ ἤδη καὶ δοκῶ τὸ σὸν μέρος;
ΚΡ. ὡς μὴ ᾽μπολήσων ἴσθι τὴν ἐμὴν φρένα.

***
ΚΡΕ. Γέροντα, βλέπω κι όλοι σαν τοξότες
με βάλατε σημάδι εμένα κι ούτε
κι η μαντική σας άγγιχτο μ᾽ αφήνει·
όσο γι᾽ αυτούς απ᾽ τη γενιά μας, είναι
τώρα καιρός που μ᾽ έχουνε πουλήσει
και με φορτώσει για έξω. Καλά κέρδη
λοιπόν, εμπορευτείτε κι αγοράστε
αν θέλετε το ήλεκτρο απ᾽ τις Σάρδεις
και το χρυσάφι το ινδικό, μα εκείνον
σε τάφο δε θα θάψετε, ουδέ αν θέλουν
1040 του Δία οι αετοί ν᾽ αρπάξουν και να πάνε
τις σάρκες του στους θρόνους του, και πάλι
μη βάλει ο νους σας πως εγώ από φόβο
για ένα μόλυσμα τέτοιο θα επιτρέψω
εκείνος να ταφεί, γιατί το ξέρω
πολύ καλά πως άνθρωπος κανένας
τους θεούς δε μπορεί να τους μολύνει·
μα πέφτουνε, γέροντα Τειρεσία,
πολύ άσκημα κι οι πιο πονηρεμένοι,
όταν με λόγους όμορφους στολίζουν
τα κακά σχέδιά τους για το κέρδος.
ΤΕΙ. Αλίμονο,
να ξέρει τάχα, νιώθει τάχα κάποιος —
ΚΡΕ. Τί πράμα; Τί τα λες αόριστα έτσι;
1050 ΤΕΙ. Πόσο είναι η γνώση το πιο πρώτο απ᾽ όλα.
ΚΡΕ. Όσο, φαντάζομαι, η ανεμυαλιά
το πιο χειρότερο είναι. ΤΕΙ. Κι όμως είσαι
απ᾽ αυτή την αρρώστια εσύ γεμάτος.
ΚΡΕ. Δε θέλω σ᾽ ένα μάντη ν᾽ απαντήσω
κι εγώ μ᾽ άσκημη γλώσσα. ΤΕΙ. Όμως το κάνεις
όταν μου λες πως ψέματα μαντεύω.
ΚΡΕ. Γιατ᾽ είναι φιλοχρήματη όλη η φάρα
των μάντηδων. ΤΕΙ. Μα και των βασιλιάδων
τ᾽ αδιάντροπα αγαπά τα κέρδη. ΚΡΕ. Ξέρεις
πως όσα λες τα λες σε βασιλιάδες;
ΤΕΙ. Το ξέρω, αφού την πόλη έχεις σώσει
χάρη σε μένα. ΚΡΕ. Σοφός μάντης είσαι
μα τ᾽ άδικ᾽ αγαπάς. ΤΕΙ. Θα μ᾽ αναγκάσεις
1060 να βγάλω όσα στο νου φυλάω κλεισμένα.
ΚΡΕ. Βγάλε τα, φτάνει μην τα λες για κέρδος.
ΤΕΙ. Ώστε εγώ τέτοιος φαίνομαι για σένα;
ΚΡΕ. Μάθε πως την ιδέα μου δε θ᾽ αλλάξεις.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία: 3. Κλασική εποχή (508-323 π.Χ.)

3.6.Γ. Επιστήμες


Την επιστήμη, δηλαδή τη γνώση,[1] αρχικά την κατείχαν και τη φανέρωναν οι ποιητές, όπως τους την υπαγόρευαν οι Μούσες· παράλληλα, την αποκτούσαν με εμπειρία και σκέψη και την εδίδασκαν οι φιλόσοφοι, που τη θεωρούσαν μία και ενιαία. Οι φυσικοί φιλόσοφοι, θυμίζουμε, δεν περιορίζονταν σε ένα μονάχα γνωστικό πεδίο: όλοι τους λίγο πολύ ασχολήθηκαν και με την κοσμολογία και με τα μαθηματικά και με τη φυσική και με τις επιστήμες του ανθρώπου, μερικοί και με την ιατρική.

Την Κλασική εποχή οι διάφορες επιστήμες, όπως τις γνωρίζουμε σήμερα, άρχισαν σιγά σιγά να ξεχωρίζουν, και οι εργάτες τους να ειδικεύονται. Οι σοφιστές και ο Σωκράτης ασχολήθηκαν εντατικά με τα καθαυτό φιλοσοφικά, ηθικά, κοινωνικά και άλλα ανθρώπινα προβλήματα, οι ιστορικοί υιοθέτησαν τα γεωγραφικά και εθνολογικά ενδιαφέροντα των λογογράφων, άλλοι συνέχισαν να καλλιεργούν τα μαθηματικά, τη φυσική, την αστρονομία κλπ. Τα συγγράμματά τους, αν εξαιρέσουμε τα ιατρικά, έχουν όλα χαθεί, και δε μένει παρά να συνθέσουμε έναν κατάλογο με τα ονόματα, την ειδικότητα και ορισμένες πληροφορίες για τους σπουδαιότερους ειδικούς ας τους πούμε επιστήμονες των κλασικών χρόνων:

Ο πυθαγορικός Μενέστορας από τη Σύβαρη ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με τη βοτανική.

Ο Ιππόδαμος από τη Μίλητο ήταν αρχιτέκτονας και πολεοδόμος, με προτίμηση στα ορθογώνια οικοδομικά τετράγωνα και στους κάθετους μεταξύ τους δρόμους. Δικά του ήταν τα σχέδια του Πειραιά, της αποικίας των Θουρίων και της Ρόδου. Ο Αριστοτέλης σημειώνει ότι «θεωρούσε τον εαυτό του γνώστη ολόκληρης της φύσης», αλλά και ότι «από όσους δεν πολιτεύονται, πρώτος αυτός επιχείρησε να μιλήσει για το καλύτερο πολίτευμα» (Πολιτικά 1267b).

Ο πυθαγορικός Ίππασος από το Μεταπόντιο της Κάτω Ιταλίας ως φυσικός συμφώνησε με τον Ηράκλειτο ότι η φωτιά ήταν το πρωταρχικό στοιχείο του σύμπαντος, και ως μαθηματικός απόδειξε ότι η τετραγωνική ρίζα του 2 είναι αριθμός ασύμμετρος.

Ο πυθαγορικός Ικέτας, αστρονόμος από τις Συρακούσες, υποστήριξε ότι η γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της, ενώ τα άλλα ουράνια σώματα μένουν ακίνητα.

Ο Φιλόλαος από τον Κρότωνα λέγαν πως πρώτος κατάγραψε τις θεωρίες των Πυθαγορικών σε ένα βιβλίο, που αργότερα ο Πλάτωνας το αγόρασε πανάκριβα από τους συγγενείς του. Ως γεωμέτρης και αστρονόμος ήταν ο πρώτος που υποστήριξε πως η γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου, αλλά πως περιστρέφεται, μαζί με άλλα ουράνια σώματα, γύρω από μιαν εστία (φωτιά).

Ο πυθαγορικός Θεόδωρος από την Κυρήνη μαθήτεψε στον Πρωταγόρα, αφοσιώθηκε στα μαθηματικά, και συνέχισε τις έρευνες του Ιππάσου στους ασύμμετρους αριθμούς. Σε ένα του διάλογο ο Πλάτωνας τον παρουσιάζει ως δάσκαλο της γεωμετρίας, της αστρονομίας, της αριθμητικής και της αρμονίας[2] (Θεαίτητος 145c).

Ο Φιλέας από την Αθήνα ήταν γεωγράφος, συγγραφέας μιας παγκόσμιας γεωγραφίας με τίτλο Γῆς περίοδος.

Ο Ιπποκράτης από τη Χίο μελέτησε ως μαθηματικός και γεωμέτρης τους μηνίσκους· ως αστρονόμος υποστήριξε ότι οι κομήτες δεν έχουν ουρά και πως ό,τι βλέπουμε είναι η υγρασία που μαζεύουν καθώς περιφέρονται στο διάστημα. Ο Αριστοτέλης εκθέτει στα Μετεωρολογικά τη θεωρία του αλλά διαφωνεί (343a).

Ο Οινοπίδης, αστρονόμος, φυσικός και γεωμέτρης από τη Χίο, μελέτησε τον ζωδιακό, δηλαδή την τροχιά που διαγράφει σε ένα χρόνο ο ήλιος περνώντας ανάμεσα στα ζώδια, βελτίωσε το ημερολόγιο και πρότεινε τις γεωμετρικές κατασκευές με τον κανόνα και τον διαβήτη.

Ο Μέτων από την Αθήνα ήταν αστρονόμος και γεωμέτρης. Συσχετίζοντας τις ηλιακές περιόδους με τους σεληνιακούς μήνες πρότεινε ένα σημαντικά βελτιωμένο ημερολόγιο, που όμως δεν ξέρουμε αν ποτέ εφαρμόστηκε. Στην κωμωδία του Ὄρνιθες ο Αριστοφάνης τον παρουσίασε ως ξιπασμένο πολεοδόμο να δίνει «γεωμετρώντας τον αέρα» λύση στο πολυσυζητημένο πρόβλημα του τετραγωνισμού του κύκλου.

Ο Ευκτήμων από την Αθήνα (5ος/4ος π.Χ. αι.), συνεργάτης του Μέτωνα, αστρονόμος και μετεωρολόγος, μελέτησε τη σχέση ανάμεσα στις τροπές του ήλιου και τις καιρικές αλλαγές.

Μαθητής του πυθαγορικού Θεόδωρου και μέλος της πλατωνικής Ακαδημίας ήταν ο μαθηματικός Θεαίτητος (414-369 π.Χ.), που ειδικεύτηκε στη στερεομετρία και μελέτησε τα πέντε κανονικά σχήματα των πολυέδρων.

Ο πυθαγορικός Αρχύτας από τον Τάραντα (5ος/4ος π.Χ. αι.) ήταν επιτυχημένος πολιτικός, φυσικομαθηματικός, μηχανικός και φίλος του Πλάτωνα. Ως φυσικομαθηματικός μελέτησε τις τονικές κλίμακες και δημοσίευσε διατριβή με τον τίτλο Ἁρμονικός· ως μηχανικός παραδίδεται ότι ἐποίησε περιστερὰν ξυλίνην πετομένην!

Μαθητής του Αρχύτα ήταν ο Εύδοξος από την Κνίδο (390-340 π.Χ.), ιδιοφυής μαθηματικός, αστρονόμος και γεωγράφος. Μετά τις σπουδές του στη Μεγάλη Ελλάδα, στην Αθήνα και στην Αίγυπτο, ο Εύδοξος ίδρυσε πρώτα δική του σχολή στην Κύζικο, αλλά τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου για ένα διάστημα ανάλαβε τη διδασκαλία των θετικών επιστημών στην πλατωνική Ακαδημία.

Στους γεωγράφους ανήκει ο Πυθέας από τη Μασσαλία, που περίπου στα χρόνια του Μεγαλέξανδρου ταξίδεψε έξω από τις στήλες του Ηρακλή, έφτασε ακτοπλοϊκά ως ψηλά στην Αγγλία και την «παγωμένη θάλασσα», και έγραψε Τὰ περὶ τοῦ Ὠκεανοῦ, απ᾽ όπου μας σώζονται μερικά αποσπάσματα.

Στα κλασικά χρόνια ανήκουν και μια σειρά από καλλιτέχνες που θέλησαν, πέρα από τη συγκεκριμένη παραγωγή τους, να καταγράψουν και θεωρητικά τους κανόνες και τα μυστικά της τέχνης τους. Έτσι, ο Σοφοκλής έγραψε τη διατριβή Περὶ Χοροῦ, ο γλύπτης Πολύκλειτος από το Άργος δημοσίευσε τον Κανόνα, ο αρχιτέκτονας Ικτίνος σχολίασε σε ένα έργο του τον Παρθενώνα, έργο δικό του και του Καλλικράτη, και ο σκηνογράφος Αγάθαρχος από τη Σάμο, που είχε διακοσμήσει το σπίτι του Αλκιβιάδη, έγραψε ένα υπόμνημα για τη ζωγραφική τέχνη της προοπτικής - όλα εξαιρετικά πολύτιμα αλλά χαμένα.

ΑΡΙΣΤΟΞΕΝΟΣ (περ. 370; π.Χ.)

Ο Αριστόξενος από τον Τάραντα προερχόταν από την πυθαγορική παράδοση, αλλά μαθήτεψε και στον Αριστοτέλη. Οι πολλές και σημαντικές μουσικολογικές πραγματείες του αποτελούν αφετηρία και βάση όσων γνωρίζουμε για την αρχαιοελληνική μουσική θεωρία.

Μας σώζονται τρία σχεδόν ολόκληρα βιβλία από τα Ἁρμονικά, που ίσως να αποτελούν νεότερη σύνθεση από δύο διαφορετικά του έργα, ένα μεγάλο τμήμα από τα Ρυθμικὰ στοιχεῖα και αρκετά μικρότερα αποσπάσματα από τα έργα του Περὶ μουσικῆς, Περὶ μελοποιίας, Περὶ ὀργάνων, Περὶ χορῶν, Περὶ τόνων κ.ά. Γενική του τάση, και συνηθισμένο φαινόμενο στην ιστορία της μουσικής, ήταν να εκθειάζει τις παλαιότερες πειθαρχημένες μουσικές μορφές και να κατηγορεί τους τολμηρούς νεωτερισμούς των συγχρόνων του.

Ο Αριστόξενος έγραψε πολλά: 453 βιβλία (!) καταμετρά η παράδοση, σχετικά με πᾶν εἶδος παιδείας, ανάμεσά τους μια σειρά από βιογραφίες, του Πυθαγόρα και των Πυθαγορικών, αλλά και του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κ.ά.

Ξεχωριστή θέση στις επιστήμες κατείχε και κατέχει πάντα η ιατρική. Χαρακτηριστικό της η διπλή σύνδεση, από τη μια με τη θρησκεία, από την άλλη με την εμπειρική γνώση και πράξη. Κιόλας οι δύο πρώτοι επώνυμοι γιατροί του τρωικού μυθολογικού κύκλου ήταν παιδιά του Ασκληπιού ἰατῆρος, γιου του Απόλλωνα παιήωνος (γιατρευτή), αλλά και ειδικευμένοι: διαγνωστικός παθολόγος ο Ποδαλείριος, χειρούργος ο Μαχάων. Γιατρός με χειρουργικές ικανότητες ήταν στον μύθο και ο κένταυρος Χείρων. Μαθητές του ήταν ο Ασκληπιός, που ως θεός γρήγορα ξεπέρασε τον δάσκαλό του, και ο Αχιλλέας, που σε μια κύλικα εικονίζεται να γιατροπορεύει τον πληγωμένο Πάτροκλο.

Στα ιστορικά χρόνια οι πρώτοι που ξέρουμε να έχουν πραγματευτεί ιατρικά θέματα ανήκουν στους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Παλαιότερος ο Αλκμαίων από τον Κρότωνα, που μελέτησε ανατομικά το νευρικό σύστημα των ζώων και διαπίστωσε τη σύνδεση των αισθήσεων με τον εγκέφαλο. Ως γιατρός παραδίδεται ότι τολμούσε επεμβάσεις στα μάτια. Επιδράσεις από τον Αλκμαίωνα δέχτηκαν ο Εμπεδοκλής, ἰατρῶν ἄριστος (Βίος), ο Διογένης από την Απολλωνία και οι Ιπποκρατικοί που ακολούθησαν.

Η χειρόγραφη παράδοση μας έχει διασώσει ένα σώμα από 58 ιατρικές πραγματείες (73 συνολικά βιβλία) που αποδίδονται στον Ιπποκράτη, αλλά βέβαια δεν είναι όλες δικές του. Χρονολογικά το ιπποκρατικό σώμα καλύπτει την περίοδο από το 450 ως το 300[3] π.Χ., και περιέχει έργα που προέρχονται τόσο από το διάσημο ιατρικό κέντρο (ή σχολή) της Κω, τους Ασκληπιάδες,[4] όσο και από το εξίσου σημαντικό ιατρικό κέντρο (ή σχολή) της Κνίδου, απέναντι από την Κω, στη Μικρασία - πραγματείες που αφορούν τη διαγνωστική, τη χειρουργική, τη διαιτητική, την υγιεινή, τη γυναικολογία, τη φαρμακολογία και άλλα γενικότερα ή ειδικότερα ιατρικά θέματα. Συνεχίζοντας την παράδοση των ιώνων φυσικών φιλοσόφων, που πρώτοι διαμόρφωσαν επιστημονικό λόγο, οι πραγματείες είναι γραμμένες όλες στην ιωνική διάλεκτο, χωρίς ρητορικές ή άλλες λογοτεχνικές επιδράσεις.

ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ (περ. 460-370 π.Χ.)

Ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν.[5]

Ἐπιδημίαι 1.11

Γεννήθηκε στην Κω από ιατρική οικογένεια, εκπαιδεύτηκε ως Ασκληπιάδης, διακρίθηκε στην ιατρική θεωρία και πράξη, απόχτησε μεγάλη φήμη και ταξίδεψε πολύ. Ο θάνατος τον βρήκε σε μεγάλη ηλικία στη Λάρισα, όπου ο τάφος του σωζόταν ως και τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

Η συζήτηση για το ποια από τα έργα που παραδίδονται με το όνομά του του ανήκουν πραγματικά ξεκίνησε ήδη στην αρχαιότητα και συνεχίζεται χωρίς να έχει καταλήξει σε αναντίρρητα αποτελέσματα. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου π.Χ. αιώνα ο Ιπποκράτης έγραψε (α) Περὶ ἀέρων, ὑδάτων, τόπων:[6] πραγματεία για το πώς το φυσικό περιβάλλον επηρεάζει την υγεία των ανθρώπων, με αντιπαράθεση των σχετικών ευρωπαϊκών και ασιατικών δεδομένων, (β) Περὶ ἱερῆς νούσου: έργο σταθμό στην ιατρική σκέψη, καθώς ο Ιπποκράτης ερμηνεύει φυσιολογικά την επιληψία, αρρώστια που τη θεωρούσαν ιερή και διάφοροι τσαρλατάνοι (μάγοι τε καὶ καθαρταὶ καὶ ἀγύρται καὶ ἀλαζόνες) επιχειρούσαν να τη γιατρέψουν με καθαρμούς, με ξόρκια, με νηστείες κ.τ.ό., και (γ) ορισμένα βιβλία των Ἐπιδημιῶν:[7] κλινικές σημειώσεις για την πορεία μιας ασθένειας από τα πρώτα συμπτώματα ως την ανάρρωση, ή τον θάνατο, του συγκεκριμένου αρρώστου.

Αρκετές πιθανότητες να είναι γνήσια έργα του Ιπποκράτη έχουν ακόμα (δ) το Προγνωστικόν, στοιχεία που επιτρέπουν στον γιατρό να προβλέψει τα συμπτώματα και την πορεία της ασθένειας για να προγραμματίσει την κατάλληλη θεραπεία, (ε) το Περὶ διαίτης ὀξέων («Οδηγίες για βαριές αρρώστιες»), όπου ο συγγραφέας διαφωνεί με τις αντίστοιχες απόψεις των γιατρών της σχολής της Κνίδου, και δύο χειρουργικά έργα: (Ϛ) Περὶ ἀγμῶν («Για τα κατάγματα»), και (ζ) Περὶ ἄρθρων ἐμβολῆς («Για την αποκατάσταση των εξαρθρωμάτων»).

Τα παραπάνω συγγράμματα και ορισμένες μεταγενέστερες μαρτυρίες μάς οδηγούν να πιστέψουμε ότι ο Ιπποκράτης πέτυχε να συνδυάσει τη θεωρητική καθολική αντιμετώπιση των ανθρώπινων φαινομένων και την αναζήτηση των αιτίων με την πρακτική εμπειρική γνώση. Η διδασκαλία και η δράση του θεμελίωσαν την επιστήμη της ιατρικής, που πια για αιώνες ακολούθησε, ως ένα σημείο και ακολουθεί ακόμα, δικούς του δρόμους.

Στο ιπποκρατικό σώμα ξεχωρίζουν ορισμένα πρώιμα σημαντικά έργα που όμως δεν ανήκουν στον Ιπποκράτη: (α) το Περὶ ἀρχαίης ἰητρικῆς, όπου ο συγγραφέας απορρίπτει τις φιλοσοφικές θεωρίες που επιχειρούσαν να υποτάξουν την ιατρική σε γενικές αρχές και αξιώματα, και επαινεί την πατροπαράδοτη θεραπευτική μέθοδο με αφετηρία την παρατήρηση και τη συσσωρευμένη εμπειρία· (β) το Περὶ φύσιος ἀνθρώπου, έργο θεωρητικό, γραμμένο γύρω στα 400 π.Χ. από τον Πόλυβο, που είχε παντρευτεί την κόρη του Ιπποκράτη.

Γύρω στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα έζησε και έδρασε στην Αθήνα ο Διοκλής από την Κάρυστο, διάσημος γιατρός που συνδύασε την ιπποκρατική με τη σικελική ιατρική παράδοση του Εμπεδοκλή. Ο ίδιος έδωσε μεγάλη σημασία στην προσωπικότητα των αρρώστων, υποστηρίζοντας ότι η ίδια θεραπεία δεν έχει τα ίδια σε όλους αποτελέσματα. Τα έργα του (Ὑγιεινὰ πρὸς Πλείσταρχον· Πάθος, αἰτία, θεραπεία· Ἀνατομή), γραμμένα σε αττική διάλεκτο (!), έχουν για μας χαθεί· όμως η επίδρασή τους στους μεταγενέστερους ήταν μεγάλη.

Τον 4ο π.Χ. αιώνα χρονολογούνται πολλά ακόμα έργα από τη σχολή της Κω που απηχούν, όπως θα το περιμέναμε, και προεκτείνουν τις ιδέες και τη μέθοδο του Ιπποκράτη. Σημαντικότερα ανάμεσά τους: (α) οι Ἀφορισμοί, όπου κατά καιρούς συγκεντρώθηκαν επιγραμματικά διατυπωμένες ιατρικές επιταγές και γνώμες, όπως το γνωστό ὁ βίος βραχὺς ἡ δὲ τέχνη μακρά, (β) τα υπόλοιπα πέντε βιβλία των Ἐπιδημιῶν, και (γ) ο Ὅρκος.

Ο ιπποκρατικός όρκος διατυπώθηκε το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα· το περιεχόμενό του όμως συμπυκνώνει ολόκληρη την πρώιμη ιατρική δεοντολογία, όπως θα ονομάζαμε σήμερα τους κανόνες της ορθής συμπεριφοράς των γιατρών: την εχεμύθεια, την υποχρέωση να ωφελούν όσο μπορούν περισσότερο τους ασθενείς όλους, τη δέσμευση να μη χορηγούν θανάσιμα φάρμακα κλπ. Τον ίδιο όρκο, με ορισμένες αναπροσαρμογές, δίνουν και σήμερα σε όλο τον κόσμο, πριν ασκήσουν το επάγγελμά τους, οι απόφοιτοι των ιατρικών σχολών.

Ο ιπποκρατικός όρκος όριζε μάρτυρες τους θεούς, και θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι η επιστήμη της ιατρικής, όπως αναπτύχτηκε στα κλασικά χρόνια, αποδεσμεύτηκε τελείως από τη θρησκεία. Είναι αλήθεια ότι ο Ιπποκράτης διάψευσε τον ιερό τάχα χαρακτήρα της επιληψίας και κατάγγειλε τις απόκρυφες παραϊατρικές πρακτικές· είναι αλήθεια ότι στα κλασικά χρόνια το ιατρικό επάγγελμα αποσυνδέθηκε από το ιερατικό λειτούργημα· ωστόσο, αν όχι και από την πλευρά των γιατρών, σίγουρα από την πλευρά των αρρώστων, η θρησκευτική πίστη ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί σημαντικό θεραπευτικό παράγοντα. Το πιο σωστό θα ήταν να μιλήσουμε για ένα συμβιβασμό της ιατρικής με τη θρησκεία, καθώς από τη μια οι γιατροί καλλιεργούσαν τη σύνδεσή τους με τον Απόλλωνα, τον Ασκληπιό, την Υγεία κλπ., από την άλλη οι ιερείς στα Ασκληπιεία και στα άλλα θρησκευτικά-ιαματικά κέντρα ενημερώνονταν για τα πορίσματα της επιστημονικής θεραπευτικής και ακολουθούσαν τις επιταγές της.
-------------------------
1. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ἐπίσταμαι, που σημαίνει «γνωρίζω».

2. Η μελέτη της μουσικής αρμονίας σχετίζεται στενά με τα μαθηματικά.

3. Αυτό δεν αποκλείει το σώμα να περιλαμβάνει και έργα νεότερα, π.χ. το Παραγγελίαι, που είναι επηρεασμένο από την επικούρεια φιλοσοφία και πρέπει να γράφτηκε τον 2ο π.Χ. αιώνα, αν όχι αργότερα.

4. Ἀσκληπιάδαι αυτονομάζονταν τα μέλη της ιατρικής συντεχνίας στην Κω, γιατί ήταν, όπως ισχυρίζονταν, απόγονοι του Ποδαλείριου, γιου του Ασκληπιού. Εξαρχής όμως ο ίδιος όρος χρησιμοποιήθηκε και για τους γιατρούς γενικά.

5. Ο γιατρός πρέπει «να ωφελεί, ή (τουλάχιστο) να μη βλάφτει».

6. Το θέμα του έργου είναι και ενιαίο και συγκεκριμένο· όμως στα νεοελληνικά επικράτησε να χρησιμοποιούμε την έκφραση «περί ανέμων και υδάτων» όταν αναφερόμαστε σε μεγάλη και ακαθόριστη ποικιλία θεμάτων.

7.Ο όρος ἐπιδημίαι σημαίνει «επισκέψεις σε ξένους τόπους», όπου ο γιατρός παρακολούθησε τις περιπτώσεις που καταγράφει. Διαφορετικό είναι το νόημα της λέξης ἐπιδημία όταν δηλώνει, όπως και σήμερα, ότι μια αρρώστια «επισκέπτεται» ένα συγκεκριμένο τόπο.

Πώς να μην έχεις κανένα σύμπτωμα

Γιατί δεν είμαι καλά; Τι είναι αυτό που έχω; Μήπως σπάει το φράγμα του φυσιολογικού; Πώς μου προέκυψε; Γιατί να το παθαίνω; Θα μπορέσω να το διαχειριστώ; Η αλήθεια είναι ότι ο πόνος στη ζωή είναι ένα μέρος της ψυχής από τον οποίο γινόμαστε σοφότεροι.

Δεν θα ήταν άλλωστε φυσιολογικό εάν η πορεία της ζωής μας κατέγραφε στο ιστορικό της μόνο τις ηδονές, την μακροχρόνια ευτυχία, τις διαθέσιμες λύσεις στα προβλήματα, τους κατάλληλους ανθρώπους, τις επιτυχίες ή ακόμη και την εξασφαλισμένη σωματική υγεία.

Όσα γνωρίζουν το συνειδητό και το ασυνείδητο

Kαμία σκέψη, συναίσθημα ή ανάμνηση δεν μπορεί να ξεχαστεί όσο η συνείδηση τη γνωρίζει. Και από την άλλη όσα μας φυλάει το ασυνείδητο τα σπρώχνει προς το παρόν με μια ορμή που δεν καταλαβαίνουμε, ωστόσο επιδρούν στο «εδώ και τώρα».

Μπορεί να συμβαίνει με ενοχές, επιθετικότητα, θυμό, παρορμητικότητα, φόβους και επιθυμίες που ορισμένοι είναι ανθεκτικοί στο να τις διαχειριστούν, αλλά κάποιοι άλλοι το περνούν πιο δύσκολα αυτό το κομμάτι.

Η εμφάνιση ενός δυσάρεστου ψυχολογικού συναισθήματος εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες στον καθένα. Είναι όμως κρίσιμο να αντιληφθεί το άτομο πότε αυτό το αίσθημα που βιώνει αρχίζει να γίνεται προβληματικό. Να εξελίσσεται σε μια δυσλειτουργική κατάσταση ώστε να θεωρηθεί σύμπτωμα.

Τι είναι το σύμπτωμα;

Το σύμπτωμα είναι επί της ουσίας η απόκλιση από μια κανονική λειτουργία ή αίσθηση που αντανακλά την παρουσία μιας ασυνήθιστης κατάστασης. Μπορεί να είναι υποκειμενικό και αντικειμενικό.

Σύμπτωμα δε μπορούμε να θεωρήσουμε μια περίοδο μελαγχολίας λόγω ενός σοβαρού γεγονότος, (ανεργία, απώλεια), ούτε μια περίοδο έντονου στρες που προσπαθούμε να προλάβουμε όλες μας τις καθημερινές υποχρεώσεις.

Η διάρκεια και η ένταση ενός δυσάρεστου συναισθήματος είναι οι κύριοι μεσάζοντες στο να επιτρέψουν ορισμένα δυσάρεστα συναισθήματα να παγιωθούν ή να επιδεινωθούν και εν τέλει να γίνουν συμπτώματα.

Μια δύσκολη συναισθηματική κατάσταση δεν σημαίνει σύμπτωμα, αλλά μια προσωπική ανάγκη.

Εσωτερικές δοκιμασίες και ανάγκες

Πολλές φορές εκεί που είμαστε καλά, ξαφνικά λέμε στον εαυτό μας «δεν θέλω να μιλάω σε κανέναν», αναζητώντας τη μοναχικότητα και την απομόνωση. Ένα αναπάντεχο περιστατικό μας κάνει να λέμε «γιατί σε μένα;» κατακλυσμένοι από καταστροφικές σκέψεις, απόγνωση και αδικία.

Ακόμη και διάφορες άλλες προκλήσεις, όπως ο ερχομός ενός παιδιού στη ζωή του ζευγαριού, ένα φιλόδοξο επαγγελματικό βήμα, οι εμπειρίες που σηματοδότησαν κάποια στιγμή την απόρριψη μπορεί να δημιουργούν ανησυχίες, άγχος ακόμη και αντιφατικά συναισθήματα, πότε φόβο και πότε ενθουσιασμό, και πότε μας θολώνουν με αναποφασιστικότητα και πότε μας μπολιάζουν με πείσμα να προχωρήσουμε όμως αυτά δεν είναι συμπτώματα, γιατί δεν είναι ασυνήθιστα.

Είναι δοκιμασίες φυσιολογικές.

Πολλές φορές χρειάζεται να μείνουμε και μόνοι, και απομονωμένοι, έχουμε δικαίωμα να αισθανθούμε αδικημένοι, να τα βάλουμε με τον εαυτό μας, να μελαγχολήσουμε, να εκτονωθούμε γιατί κάπως αυτές οι εσωτερικές ανάγκες έχουν κάποιον ενδότερο σκοπό που εκδηλώνονται. Μπορεί να μας ταλαιπωρούν αλλά μας δίνουν την ευκαιρία για να κινητοποιηθούμε, να έρθουμε σε αυθεντική σύνδεση με τον αυτό μας και τα θέλω του.

Αυτό που μας ενοχλεί είτε είναι ψυχικό είτε σωματικό υποδηλώνει ότι ίσως έχουμε ξεφύγει από την φυσιολογική μας πορεία ή έχουμε παραμελήσει κάποιες βασικές ανάγκες του εαυτού μας.

Όταν οι ανάγκες γίνονται συμπτώματα

Πολλοί καπνίζουν. Πολλοί εθίζονται στο σεξ, τις ουσίες, τον τζόγο, τις αγορές. Εκατοντάδες άτομα εμφανίζονται με κατάθλιψη, τώρα τελευταία και οι νέοι μεταξύ άλλων, και άλλοι οδηγούνται σε αυτοτραυματικές συμπεριφορές. Ορισμένοι τρώνε υπερβολικά και άλλοι αναφέρουν κρίσεις πανικού.

Υπάρχουν και άνθρωποι που οι ψυχικές τους ανάγκες εκδηλώνονται μέσα από ψυχοσωματικά προβλήματα πχ πονοκέφαλοι, μυικοί πόνοι, δερματικές παθήσεις, αλλά και ασθένειες που σε μερικές περιπτώσεις τα αίτια δεν είναι ιατρικά αλλά ψυχογενή, όπως η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, η υπογονιμότητα, ο καρκίνος.

Παντού ακούμε για συμπτώματα. Συμπτώματα, συμπτώματα, συμπτώματα, όλα τα συναισθήματα βαφτίζονται με μια λέξη, σε μια κλινική διάσταση. Τι γίνεται όμως;

Διαφορετικοί λοιπόν άνθρωποι, με ξεχωριστές εμπειρίες, με μοναδική ιδιοσυγκρασία ο καθένας, εκφράζει τις ανάγκες του με διαφορετικά συμπτώματα. Τα συμπτώματα αυτά όμως ίσως ακτινοβολούν μια οικουμενική ανθρώπινη ανάγκη. Μια ανάγκη που όταν κανείς την απωθεί, την αγνοεί, την «κουκουλώνει», ή του μαθαίνουν από παιδί να μην την έχει, αρχίζει και ριζώνει ένα κενό, δημιουργείται πρόβλημα με το πώς να παλέψει να την αντιμετωπίσει.

Ανεκπλήρωτες ανάγκες και συμπτώματα

Το σύμπτωμα είναι η φανερή απόδειξη ότι οι ανάγκες σου δεν έχουν εκπληρωθεί.

Για παράδειγμα, οι καταχρηστικές ιδίως συμπεριφορές, τύπου εθισμού, συνιστούν συμπεριφορές που προσπαθεί κανείς ασυνείδητα να επαναρυθμίσει ένα σύστημα μέσα του που έχει διαταραχθεί. Να επαναφέρει δηλαδή ένα σύστημα ικανοποίησης, ηρεμίας-γαλήνης.

Αν ρωτήσεις έναν χρήστη ουσιών, θα σου πει πως όλα πάνε καλά. Πότε; Τώρα για αυτόν όλα πάνε τέλεια. Είναι πολύ χαρούμενος. Γιατί; Γιατί τώρα είναι χαρούμενος; Γιατί τώρα, μέσα από την επήρεια, είναι απόλυτα συνδεδεμένος με τον εαυτό του, με το σώμα του, τις αισθήσεις, τα συναισθήματα, τις σκέψεις που είναι μόνο ειρηνικές. Αλλά μόνο για αυτή τη στιγμή.

Η βασική έλλειψη είναι το συναισθηματικό κενό, που γίνεται μετά ανάγκη για να γεμίσει, να νιώσει ό,τι έχει στερηθεί, γινόμενο σύμπτωμα.

Συνεπώς, το άτομο επιλέγει ένα μέσο αυτορρύθμισης των δικών του εσωτερικών αναγκών. Ορισμένοι επιλέγουν να αυτορρυθμίσουν τη διάθεσή τους με αγχολυτικά ή ηρεμιστικά φάρμακα, ολοκληρώνοντας την ανάγκη τους για ηρεμία και χαλάρωση από τα νεύρα και την ευερεθιστότητα, κάτι που δεν ανακουφίζει την ανάγκη απλώς την αποσιωπά.

Από πού ξεκινούν οι ανάγκες μας;

Η αλήθεια είναι ότι από την στιγμή που γεννιόμαστε η μεγαλύτερη ανάγκη και επιθυμία όλων είναι να αισθανόμαστε ζωντανοί. Όχι να είμαστε, αλλά να νιώθουμε ζωντανοί ψυχικά και σωματικά, με κάθε αίσθηση. Για αυτό ο φόβος του θανάτου είναι από τα πιο δυνατά και πρωταρχικά συναισθήματα που νιώθαμε ως βρέφη όταν κλαίγαμε και η μητέρα δεν ανταποκρινόταν.

Όταν πεινούσαμε. Όταν ζητούσαμε μέσω του κλάματος το χάδι και την αγκαλιά. Γιατί στο πρώτο σημαντικό έτος ζωής το χάδι και η αγκαλιά είναι ορόσημα της ύπαρξής μας, της ταυτότητάς μας.

«Με αγκαλιάζει άρα υπάρχω, είμαι εδώ, είμαι επιθυμητός, έχω ταυτότητα, νιώθω πλήρης. Δηλαδή οι ανάγκες μου εκπληρώνονται, δεν αγχώνομαι, νιώθω επαρκής, ζωντανός μέσα από όλες τις αισθήσεις.»

Για αυτό είναι βαρυσήμαντη η σωματική επαφή με την μητρική φιγούρα. Γιατί νοηματοδοτεί την ύπαρξη, τη ζωή.

Υποσυνείδητο και έλλειψη ζωτικότητας

Σε γενικές γραμμές, ιδιαίτερα στο προ-λεκτικό στάδιο, (1-2 έτος), όλα τα βιώματα που καταπίνει το υποσυνείδητο είναι και οι μνήμες-ανάγκες που μετέπειτα δεν μπορούν να ανακληθούν με λέξεις, ακριβώς επειδή όλα βιώνονται μέσω του σώματος και εκτονώνονται στις αντιδράσεις, τις συμπεριφορές και τα συναισθήματα του παιδιού.

Η κατάθλιψη, η επιθετικότητα, οι αυτοκαταστροφικές τάσεις, όπως αποτελούν οι εθισμοί, δύνανται να έχουν τη βάση τους σε ελλείψεις στα δύο πρώτα χρόνια ζωής.

Γιατί τότε, μέσα στην αναζήτηση της ταυτότητάς μας, της νοηματοδότησης της ύπαρξής μας, δεν καταφέραμε να συνδέσουμε τον εαυτό μας με τις πρωταρχικές ανάγκες για ψυχική και σωματική επιβίωση (ικανοποίηση, γαλήνη, στοργή) και όλο αυτό το κενό εδραιώνεται και στην πορεία καταφεύγουμε σε υποκατάστατα ηρεμίας, τα οποία και γίνονται συμπτώματα.

Πώς ελέγχω τη ζωή μου εάν δεν ελέγχω τον εαυτό μου;

Βέβαια δεν ήταν στο χέρι μας να ελέγχουμε τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Δεν μπορούμε επίσης να ελέγχουμε απόλυτα τραυματικές εμπειρίες που συμβαίνουν στη οικογένεια όπως η κακοποίηση, ένα δυστύχημα, μια απώλεια ή την παραμέληση. Είναι φορές που γινόμαστε αποδέκτες μιας κατάστασης ως παθητικοί θεατές όμως δυστυχώς βιώνουμε τις ψυχολογικές επιπτώσεις.

Πολλές φορές νιώθουμε κενοί μέσα από επιλογές που εμείς οι ίδιοι κάνουμε, έναν συμβατικό γάμο, μια καριέρα με πολλά λεφτά αλλά με καθόλου μεράκι, ακολουθώντας τα θέλω των άλλων.

Όσο υπομένουμε καταστάσεις που δεν εκφράζουν τον αληθινό εαυτό μας τόσο απομακρυνόμαστε από το να συνδεθούμε με τις πραγματικές μας ανάγκες. Είναι ο φόβος, μπορεί να είναι μια κατάσταση που μας προσφέρει ασφάλεια και όχι ρίσκο, μπορεί να είναι το αίσθημα αβοηθησίας, μπορεί να υπάρχουν πολλά εμπόδια. Πολλά άτομα μαθαίνουν και θάβουν το θυμό μέσα τους.

Μπορείς να κρύψεις το θυμό μια, δυο, τρεις μέρες, δεν μπορείς να είσαι όμως θυμωμένος για χρόνια. Αυτός ο θυμός κάποια στιγμή θα σου χτυπήσει την πόρτα. «Θα κάνω σαν να μη συνέβη ποτέ, δεν πειράζει», αυτό το σαν όμως κοστίζει χρυσάφι για την ψυχή. «Θα κάνω την καρδιά μου πέτρα», και πόσα μπορεί αυτή η καρδιά να αντέξει; Πόσα βάρη μπορεί να σηκώσει η συνείδηση;

Όλη η αυτοκαταπίεση του εσωτερικού εαυτού μεταφράζεται σε συμπτώματα άγχους, κρίσεις φόβου-πανικού, εξάρσεις θυμού, υπερδιέγερση, ψυχοσωματικά προβλήματα, ψυχώσεις και πολλά άλλα.

Όλα αυτά υπονομεύουν την ζωτικότητα μέσα μας, αυτήν την εσωτερική ενέργεια και την αίσθηση της συνοχής που βιώνουμε όταν γίνεται η επανένωση με όλα τα συστήματα του σώματος, του νου, του εγκεφάλου.

Επανένωση με τον εαυτό μου. Ποιες είναι οι ευκαιρίες;

Κάθε βαθιά συγκίνηση συνιστά μια ευκαιρία επανένωσης με τον εαυτό, μια δόση κάθαρσης, που ξεπερνά κάθε σύμπτωμα. «Όταν κάνω έρωτα με τον σύντροφο που αγαπώ», «όταν ενώ νιώθω άρρωστος και πάω στη δουλειά που λατρεύω μου φεύγει ο πυρετός», «όταν χορεύω κάθε αίσθημα απαισιοδοξίας διαλύεται», «όταν κάνω προσευχή αυτός ο πόνος στο στήθος υποχωρεί». Και δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει μόνο η θετική συγκίνηση ή η αρνητική.

Ας σκεφτούμε μια τυχαία συνάντηση με έναν άνθρωπο που στο παρελθόν μας πλήγωσε ή ένα δυσάρεστο όνειρο. Ακόμη και αυτές οι συγκινήσεις που φαίνονται δυσάρεστες αποτελούν ένα έναυσμα για να ξυπνήσουν μέσα μας όσα απωθούσαμε από τον εαυτό μας. Όσα αποφεύγαμε να αγγίξουμε γιατί ξέραμε πως θα μας πονέσουν. Χωρίς οδύνη όμως δεν υπάρχει και ηδονή. Όλες οι συγκινήσεις είναι αυθεντικές και σημαίνουν κάτι το μοναδικό για τον καθένα από μας.

Η ζωτικότητα χάνει το «ζουμί» της μέσα μας όταν λοξοδρομούμε από τις αυθεντικές μας ανάγκες, με συνέπεια να χάνουμε πολλές φορές το νόημα των πράξεών μας, της ζωής μας, να νιώθουμε κάπως άδειοι και φτωχοί ψυχικά και σωματικά. Έχουμε τη δυνατότητα να ζούμε με όσα μας βοηθούν να ερχόμαστε σε επαφή με τον εαυτό μας, στο εδώ και το τώρα.

Πώς επιτυγχάνουμε να ζούμε με ζωτικότητα;

Το «γιατί δεν είμαι καλά», μπορεί να ερμηνεύεται ως ένα ψυχικό τραύμα, μια ανάγκη για προσοχή και αγάπη, μια ανάγκη για απελευθέρωση, μια ανάγκη για απομόνωση, οτιδήποτε που μπλοκάρει το άτομο από το να είναι ο εαυτός του και πλήρης.

Χρειάζεται να προβεί το άτομο σε μια αποδοχή του «δεν είμαι καλά», να αναζητήσει τις αιτίες με ειλικρίνεια και να κινητοποιηθεί να αλλάξει όσα τον βαραίνουν ή τον επηρεάζουν. Είναι φορές που το άτομο βρίσκει από μόνο του τη λύση και είναι φορές που χρειάζεται μια βοήθεια από έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας για να νοηματοδοτήσει τα συμπτώματα που τον καταβάλλουν.

Πρέπει να σκεφτούμε λοιπόν πώς κερδίζουμε τη ζωτικότητα όταν κάνουμε κάτι που η ψυχή και το σώμα είναι διεγερμένα και νιώθουμε ολοκληρωμένοι μέσα από αυτό.

Όταν είμαι ικανός/η να αυτοεκφράζομαι, μπορώ να λέω στον άλλον αυτό ακριβώς που θέλω να πω, χωρίς να κρύβομαι, χωρίς να παραποιώ την αλήθεια, χωρίς να φοβάμαι.

Η ζωτικότητα κερδίζεται όταν είμαι ικανός να αποχωρίζομαι κάποιον όταν χρειάζεται, (γονείς-σύντροφοι-παιδιά), τρέφοντας την εξατομίκευση.

Η ζωτικότητα κερδίζεται, επίσης, όταν γνωρίζω πότε πρέπει να φεύγω από απειλητικές καταστάσεις ή πότε πρέπει να παλέψω σε αυτές και γιατί, καθώς και όταν αναγνωρίζω όσα πράγματα ή ανθρώπους με αποδιοργανώνουν, με γεμίζουν με τοξίνες και δεν με σέβονται.

Ζωτικότητα επιτυγχάνουμε φυσικά με το πάθος και τη σεξουαλικότητα που μέσα από αυτά μοιραζόμαστε την ψυχή, το σώμα μας, τα βιώματά μας και δαμάζεται η σχέση με τον εαυτό μου σε σχέση με τον σημαντικό άλλο.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς δεν μπορεί να έχει μια ουτοπική σχέση με τον εαυτό του και τις σχέσεις του με τους άλλους. Είμαστε άνθρωποι που έχουμε επιρροές, γεννητικές, οικογενειακές αλλά και εμείς αποφασίζουμε πόσο χώρο θα τους δώσουμε στη ζωή μας.

Τα συμπτώματα σηματοδούν ανάγκες

Οποιοδήποτε σύμπτωμα σηματοδοτεί μια ανάγκη μας. Ο θυμός και οι κρίσεις πανικού είναι ανάμεσα στα κοινά συμπτώματα των κακοποιημένων παιδιών.

Η ανάγκη τους ήταν μια επαρκή φροντίδα από τους γονείς που δεν δόθηκε όταν ήταν απαραίτητο. Η τελειομανία και το άγχος είναι συμπτώματα όσων έχουν μάθει ότι εκείνοι φταίνε για όλα. Η ανάγκη είναι η ενίσχυση της πίστης στον εαυτό και της αυτοεκτίμησης που δεν τράφηκαν όσο έπρεπε.

Η αποστροφή από το φαγητό είναι κοινό σύμπτωμα ατόμων που πάσχουν από διαταραχές πρόσληψης τροφής. Η ανάγκη που κρύβεται είναι η απόκτηση αυτοέλεγχου που μπορεί να έχει διαταραχθεί και η διατήρηση μιας αξίας για τον εαυτό.

Κανένα σύμπτωμα δεν έρχεται τυχαία και από μόνο του. Έρχεται μαζί με μας. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το πώς ορίζουμε τη ζωή μας δεν ανήκει σε κανέναν άλλον πέρα από μας. Δεν μας χρωστάει κανείς ούτε εμείς σε κανέναν, ούτε καν στα παιδιά μας. Ο καθένας έρχεται μόνος στη ζωή και φεύγει μόνος. Αν αντιληφθούμε τη σημασία αυτού του πράγματος τότε μπορούμε να οραματιζόμαστε μια ζωή που να μας αξίζει.

Τοξικές σχέσεις: Υπάρχει λύση;

Κάποιες φορές η μόνη λύση είναι να κόψουμε κάποιους από τους δεσμούς του παρελθόντος. Όχι, αυτό δεν είναι απόρριψη. Ούτε από την πλευρά μας, ούτε από την άλλη πλευρά. Είναι αυτοσεβασμός. Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να μας απορρίψει, εκτός κι αν τον αφήσουμε. Απλώς δεν επέλεξε να συμπλεύσουμε, γιατί προφανώς εμείς δεν επιλέξαμε να γίνουμε αυτός που ήθελε. Ευτυχώς, γιατί αυτό σημαίνει ότι επιλέξαμε να είμαστε ο εαυτός μας.

Ας ξεκινήσουμε από την ιδέα ότι ο όρος «τοξικός άνθρωπος» είναι συχνά υπερβολικός και αποτελεί μια επικριτική γενίκευση, ένας καθολικός αφορισμός. Γι’ αυτό και προτιμώ να μην αναφέρομαι σε «τοξικούς ανθρώπους» αλλά σε «τοξικές συμπεριφορές». Ή αν προτιμάτε, μπορεί ένας άνθρωπος να είναι τοξικός για εμάς και όχι γενικά. Συνήθως αυτό συμβαίνει όταν δεν συνάδουν οι αλήθειες μας, όταν τα θεμέλιά μας είναι φτιαγμένα από άλλο υλικό, όταν δεν μοιραζόμαστε κοινό αξιακό σύστημα (ένας φιλειρηνιστής με μια ρατσίστρια δεν θα έκαναν ποτέ χωριό).

Σε πρώτο επίπεδο, αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι ίσως και κάποιες δικές μας συμπεριφορές μπορεί να είναι τοξικές για άλλους ανθρώπους. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, κάνοντας την αυτοκριτική μας και ας αναρωτηθούμε τι από τη δική μας συμπεριφορά μπορεί να δυσκολεύει πολύ τους γύρω μας. Αλλιώς πώς θα το αλλάξουμε;

Πότε τώρα μια συμπεριφορά είναι για εμάς τοξική; Αν κάποιος μας θυμώνει συνεχώς, μας στενοχωρεί, μας κάνει να αισθανόμαστε ότι δεν είμαστε ο εαυτός μας, αυτό είναι ένα καλό δείγμα ότι πιθανότατα κάτι δεν πάει καλά σε αυτή τη σχέση.

Σε επόμενο επίπεδο καλούμαστε να διαχειριστούμε την συγκεκριμένη κατάσταση. Να επικοινωνήσουμε στον άνθρωπο απέναντί μας αυτό που μας ενοχλεί. Κι αυτό να το κάνουμε όχι με αφοριστική διάθεση και άκαρπες γενικεύσεις (είσαι απαράδεκτος, αρνητικός, προβληματικός) αλλά με διάθεση να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας, περιγράφοντας την συμπεριφορά που μας ενοχλεί χωρίς επίκριση (με στεναχωρεί και με προσβάλλει όταν συνέχεια μου λες ότι ο σύντροφός μου, δεν μου αξίζει. Θέλω σε παρακαλώ να το σταματήσεις).

Συνήθως, ο λόγος που χαλάνε οι άνθρωποι τις σχέσεις τους, δεν είναι γιατί έκαναν κάτι πολύ κακό ο ένας στον άλλο, αλλά γιατί όσα έκαναν δεν εκφράστηκαν τη σωστή στιγμή και με τον σωστό τρόπο.

Αν, ενώ επανειλημμένα έχουμε επικοινωνήσει το πρόβλημα, τίποτα δεν αλλάζει, τότε η λύση είναι η προσωρινή ή ακόμα και η οριστική απομάκρυνση. Μπορεί να μην έχουμε τη δύναμη να νικήσουμε ένα λιοντάρι, αλλά σίγουρα μπορούμε να επιλέξουμε να μη βρεθούμε στο ίδιο κλουβί με τον βασιλιά των ζώων.

Προσωπική ανάπτυξη δεν σημαίνει «Τα ανέχομαι όλα καρτερικά γιατί έχω τη δύναμη να το κάνω». Ίσα ίσα, όταν ένας άνθρωπος έχει ενδυναμωθεί, δεν αφήνει κανέναν να τον αμφισβητήσει, να τον εκμεταλλευτεί ή να του φερθεί άσχημα. Προσωπική ανάπτυξη, επίσης, δεν σημαίνει ψεύτικη ευγένεια και ψευδαίσθηση ότι όλα πάνε καλά.

Συχνά διστάζουμε να θέσουμε τα όριά μας γιατί έχουμε μάθει να ετεροπροσδιοριζόμαστε. Να ορίζουμε δηλαδή τη δική μας αξία μέσα από τους συνανθρώπους μας. Μα μονάχα ένας αυτόφωτος άνθρωπος μπορεί να βιώσει πραγματική ευτυχία. Στην προσπάθειά μας να λουστούμε με το φως που πηγάζει από τους άλλους και να νιώσουμε σημαντικοί, τους παραδίδουμε τα σκήπτρα της ύπαρξής μας. Τους διορίζουμε δυνάστες του συναισθηματικού μας κόσμου.

Αυτοπροσδιοριζόμαστε όταν τα συναισθήματά μας πηγάζουν από τις δικές μας πράξεις και σκέψεις και όχι από τον τρόπο που μας φέρεται κάποιος. Ο άνθρωπος που αυτοπροσδιορίζεται αντιδρά εκεί που πρέπει να αντιδράσει. Δεν παραδίδει τον εαυτό του έρμαιο στις κακές διαθέσεις του καθένα, πέφτοντας έτσι στην παγίδα του. Δεν μεταμορφώνεται σε αυτόν που δεν αντέχει. Δεν αφήνει τον άνθρωπο που πάσχει από βαριάς μορφής έλλειψη αγάπης να τον σύρει στον βούρκο του.

Παραμένει ο εαυτός του ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κόψει κάποιους από τους δεσμούς του παρελθόντος. Όχι, αυτό δεν είναι απόρριψη. Ούτε από την πλευρά μας, ούτε από την άλλη πλευρά. Είναι αυτοσεβασμός. Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να μας απορρίψει, εκτός κι αν τον αφήσουμε. Απλώς δεν επέλεξε να συμπλεύσουμε, γιατί προφανώς εμείς δεν επιλέξαμε να γίνουμε αυτός που ήθελε.

Ευτυχώς, γιατί αυτό σημαίνει ότι επιλέξαμε να είμαστε ο εαυτός μας.

Να επιζητείς την τελειότητα σημαίνει να ψάχνεις αφορμές για απόγνωση

Η ομορφιά του μη τέλειου...

Σημάδια στην ψυχή μας δεν αφήνουν μόνο τα σκαμπανεβάσματα της ζωής. Συχνά τα προκαλούμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας με τις επικρίσεις μας, επειδή έχουμε την αίσθηση ότι δεν ανταποκρινόμαστε επαρκώς στις προσδοκίες των άλλων. Δεν είμαστε αρκετά ελκυστικοί, αρκετά έξυπνοι, αρκετά λεπτοί, αρκετά ευφραδείς, αρκετά εύποροι, αρκετά επιτυχημένοι, αρκετά γυμνασμένοι, αρκετά πρωτότυποι, αρκετά εξωστρεφείς, αρκετά δημιουργικοί – και πάει λέγοντας.

Ορισμένοι άνθρωποι, χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες της ζωής τους, έχουν τόσο ισχυρή αυτοπεποίθηση, ώστε δεν υποφέρουν από τις παραπάνω σκέψεις, όμως οι περισσότεροι πιθανότατα επικρίνουμε διαρκώς τον εαυτό μας, καθώς αυτή η συμπεριφορά ευνοείται αφάνταστα και από τη νοοτροπία της εποχής μας. Το πνεύμα της «βελτιστοποίησης» που ορίζει τον κόσμο μας δεν υποχωρεί όταν πρόκειται για εμάς τους ίδιους. Κάθε άλλο. Διότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι σε θέση να αποδεχτούν ότι δεν έχουμε απεριόριστες δυνατότητες να επηρεάσουμε τη ζωή μας – αλλά τον εαυτό μας; Α, εκεί μπορούμε να του δώσουμε να καταλάβει· νομίζουμε, μάλιστα, πως είμαστε και υποχρεωμένοι να το κάνουμε.

«Κάτι πραγματικά δύσκολο, και πραγματικά μεγαλειώδες, είναι να πάψεις να είσαι τέλειος
και να προσπαθήσεις να γίνεις ο εαυτός σου»

Η αιτία της λαχτάρας μας να ανταποκρινόμαστε στις επιθυμίες των άλλων είναι η έντονη, και αφάνταστα σημαντική, ανάγκη μας να ανήκουμε κάπου. Ο καθένας από εμάς χρειά­­ζεται την αίσθηση πως είναι συνδεδεμένος με τους άλλους και αποτελεί τμήμα ενός μεγαλύτερου συνόλου. Προκειμένου, μάλιστα, να το πετύχουμε, είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε θυσίες ή να απέχουμε από πράγματα που απολαμβάνουμε. Στο κάτω κάτω της γραφής πρόκειται για ένα από τα σημαντικά θεμέλια μιας λειτουργικής κοινωνίας, καθώς οι ομάδες που αποτελούνται μόνο από μοναχικούς ομφαλοσκόπους διαλύονται κατά κανόνα πολύ γρήγορα, εφόσον δεν υπάρχει κάποιος κοινός σκοπός που να τις κρατάει ενωμένες.

Σ’ αυτό το πλαίσιο αποκτούν νόημα ακόμα και συναισθήματα όπως η ντροπή και η ενοχή, διότι έχουν την αναγκαία αποτρεπτική επίδραση, προκειμένου να μη συμπεριφερόμαστε με τρόπο που πληγώνει ή βλάπτει τους άλλους. Τα πράγματα, ωστόσο, δυσκολεύουν όταν ο πήχης ανεβαίνει όλο και πιο ψηλά και οι άνθρωποι νιώθουν ντροπή επειδή δεν αισθάνονται ότι ξεχωρίζουν από τον μέσο όρο. Διότι η κοινωνία μας επιβάλλει να είμαστε άνω του μετρίου, ξεχωριστοί, τέλειοι.

Η Μπρενέ Μπράουν, Αμερικανίδα καθηγήτρια ψυχολογίας, έχει αφιερώσει όλη την ερευνητική σταδιοδρομία της στα θέματα της ευαισθησίας, της ντροπής, του θάρρους και του ψυχικού σθένους. Θεωρεί πως είμαστε μια «κοινωνία επιρρεπής στην ντροπή», όπου οι διαρκείς συγκρίσεις έχουν ριζώσει τόσο βαθιά, ώστε να σκεφτόμαστε διαρκώς με όρους ελαττωμάτων. Όταν οι άνθρωποι μιας κοινωνίας αφιερώνουν υπερβολικά πολύ χρόνο υπολογίζοντας πόσα έχει, πόσα θέλει να αποκτήσει ή πόσα δεν έχει κάποιος σε σύγκριση με τους άλλους, δημιουργείται μια αίσθηση ανεπάρκειας ικανή να ορίσει τη σκέψη, τα συναισθήματα και τη δράση τους.

Υπάρχουν ιστορίες μοντέλων που έπαθαν κατάθλιψη εξαιτίας υποτιθέμενων ψεγαδιών στην εμφάνισή τους. Ένας επενδυτικός τραπεζίτης μου μίλησε κάποτε για έναν δισεκατομμυριούχο που ξόδεψε εκατό εκατομμύρια φράγκα για να χτίσει ένα μεγαλειώδες σαλέ σε μια πανάκριβη περιοχή της Ελβετίας, αλλά έπαψε να το απολαμβάνει όταν κάποιος άλλος έχτισε στην ίδια γειτονιά ένα ακόμα πιο εντυπωσιακό σαλέ με ακόμα περισσότερα εκατομμύρια. Μπορεί εμείς οι κοινοί θνητοί να τρίβουμε τα μάτια μας όταν βλέπουμε τέτοια αγνωμοσύνη, αλλά τηρουμένων των αναλογιών νιώθουμε το ίδιο όταν αρχίζουμε τις συγκρίσεις. Ποτέ δεν νιώθουμε πως έχουμε αρκετά – τουλάχιστον όχι μακροπρόθεσμα.

«Να επιζητείς την τελειότητα σημαίνει να ψάχνεις αφορμές για απόγνωση»

Το διεστραμμένο σε όλη αυτή την προσπάθεια να αρέσουμε στους άλλους και να ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες τους είναι ότι οι κόποι μας δεν πρόκειται να καρποφορήσουν και για έναν επιπρόσθετο λόγο: Ακόμα κι αν καταφέρουμε να εντυπωσιάσουμε τους άλλους με τις επιδόσεις μας για κάποιο διάστημα, η λαχτάρα μας να ανήκουμε κάπου δεν ικανοποιείται ούτε στο ελάχιστο – έτσι έδειξαν οι έρευνες της Μπρενέ Μπράουν. Διότι μόνο η αποδοχή της ευαλωτότητάς μας επιτρέπει τη βαθιά σύνδεση με τους γύρω μας. Όσο περισσότερες πανοπλίες κατασκευάζουμε για να κρύψουμε τα ελαττώματά μας, τόσο περισσότερα εμπόδια θέτουμε στη ζωή μας και άρα και στις σχέσεις μας.

Οι άνθρωποι που δεν είναι πάντα ευδιάθετοι, αλλά τολμούν πότε πότε να δείχνουν και καταβεβλημένοι ή απαισιόδοξοι, μας χαλαρώνουν, διότι είναι αυθεντικοί και μας επιτρέπουν να είμαστε κι εμείς το ίδιο. Δεν πρόκειται να βρούμε πιο αξιαγάπητο άνθρωπο από κείνον που μας αποδέχεται και μας αγαπάει όπως είμαστε, ακόμα κι αν εκείνη τη στιγμή δεν βρισκόμαστε και στην καλύτερη κατάσταση. Το ίδιο νιώθουν και οι άλλοι όταν συναναστρέφονται εμάς. Είναι το είδος των σχέσεων που δημιουργεί μια στιβαρή αίσθηση του ανήκειν.

Να βλέπεις τον εαυτό σου με το βλέμμα του ουάμπι-σάμπι σημαίνει να βλέπεις τον εαυτό σου όπως βλέπεις τον κολλητό σου ή την κολλητή σου. Δεν χρειάζεται να αλλάξουμε· αρκεί να ανοίξουμε την καρδιά μας, ώστε να αποδεχτεί και τα ψεγάδια μας. Θα αγαπούσαμε λιγότερο τον καλύτερό μας φίλο επειδή όταν ταράζεται κοκκινίζει και μπερδεύει τα λόγια του; Ή τον σκύλο μας, που είναι τόσο φοβητσιάρης, ώστε να τρέμει μέχρι και τα ποντίκια; Όχι, και το θεότρελο είναι ότι ακριβώς γι’ αυτό τους αγαπάμε ακόμα περισσότερο. Διότι χάρη στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά είναι τα ιδιαίτερα, μοναδικά και απολύτως αναντικατάστατα πλάσματα, χωρίς τα οποία δεν μπορούμε να διανοηθούμε τη ζωή μας. Γι’ αυτό και στην τελευταία ενότητα του κεφαλαίου θα ασχοληθούμε με το δεύτερο, πολύ σημαντικό εργαλείο από το εργαστήρι του κιντσούγκι: τη φιλία με τον εαυτό μας ή αυτοσυμπόνια.

«Για να καταφέρουμε να δούμε ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια, από πού ερχόμαστε, τι πιστεύουμε και πόσο ατελής είναι η ζωή μας, πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι να κοντοσταθούμε και να αποδεχτούμε την ομορφιά που έχουν οι αμυχές, τα σημάδια και οι ρωγμές μας – με δυο λόγια, τα ψεγάδια μας»

Προηγουμένως, όμως, θα ήθελα να πω λίγα λόγια για την ευκαιρία που κρύβεται σε κάθε ελάττωμα. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα μικρά, αξιολάτρευτα ψεγάδια, τις ατέλειες που θεωρούνται «ανώδυνες». Ακόμα και οι σοβαρές αναπηρίες μπορεί να κυοφορούν τον σπόρο μιας εντυπωσιακής εξέλιξης. Πριν από λίγα χρόνια συνεργάστηκα για τις ανάγκες ενός βιβλίου με τη Βερένα Μπέντελε, αθλήτρια του διάθλου και του ορειβατικού σκι, η οποία –αν και εκ γενετής τυφλή– είχε κερδίσει δώδεκα παραολυμπιακά μετάλλια και τέσσερα χρυσά μετάλλια σε παγκόσμια πρωταθλήματα.

Όταν σταμάτησε τον αθλητισμό, έγινε σύμβουλος σε θέματα πολιτικής και οικονομίας, ενώ στη συνέχεια έγινε η πρώτη ΑμεΑ εντεταλμένη της γερμανικής κυβέρνησης για άτομα με αναπηρία και επί τέσσερα χρόνια αγωνιζόταν από αυτή τη θέση για την κοινωνική ένταξη των ΑμεΑ. Θα είχε άραγε ακολουθήσει εξίσου εντυπωσιακή πορεία στη ζωή της αν δεν έπασχε από τη συγκεκριμένη αναπηρία; Ίσως. Αλλά, όπως με διαβεβαίωσε προσωπικά, δεν ένιωσε ποτέ να περιορίζεται από την τυφλότητά της· ίσα ίσα, την παρακινούσε διαρκώς να ξεπεράσει και άλλα όρια.

Διαδραματίστηκε μπροστά στα μάτια ολόκληρης της ανθρωπότητας μια απίστευτη ιστορία, που δεν θα μπορούσε να είχε ξεπηδήσει ούτε από τη φαντασία της Άστριντ Λίντγκρεν, που έγραψε την Πίπη τη Φακιδομύτη: Το καλοκαίρι του 2018 ένα μικροκαμωμένο δεκαεξάχρονο κορίτσι με σύνδρομο Άσπεργκερ κάθεται ολομόναχο μπροστά στο σουηδικό κοινοβούλιο κρατώντας ένα πλακάτ που γράφει: «Σχολική απεργία για το κλίμα». Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η Γκρέτα Τούνμπεργκ κινητοποιεί χιλιάδες παιδιά και νέους σε πολλές χώρες να συμμετάσχουν στο κίνημα «Παρασκευές για το μέλλον» και να βγουν στον δρόμο για να διαδηλώσουν με αίτημα τη διάσωση του πλανήτη μας, αναπτύσσοντας μια δυναμική που οι ακτιβιστές οικολόγοι δεν την είχαν δει ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα.

Στην τελετή έναρξης της διάσκεψης του ΟΗΕ για το κλίμα στη Νέα Υόρκη, η Γκρέτα δίνει μια συγκλονιστική ομιλία, όπου ρωτάει τους αρχηγούς των κρατών πώς τολμούν να κλέβουν το μέλλον από εκείνη και τη γενιά της. «How dare you!» ήταν η φράση που προβλήθηκε απ’ όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς του κόσμου. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι αυτό που επιτρέπει στην Γκρέτα Τούνμπεργκ να αγωνίζεται τόσο πεισματικά για τον σκοπό της είναι ακριβώς το αδύναμο σημείο της: το σύνδρομο Άσπεργκερ. Αυτό το κορίτσι είναι αδύνατον να χειραγωγηθεί, έχει ανοσία στους πειρασμούς της διασημότητας και γι’ αυτό είναι τόσο πειστική. Όπως κι αν συνεχιστεί η ιστορία της, έχει ήδη καταφέρει να αλλάξει τον κόσμο.

«Ελευθερία σημαίνει να μη φοβάσαι το ατελές»

Ένα κεφάλαιο για το ουάμπι-σάμπι δεν θα ήταν πλήρες εάν δεν αναφερόμουν στο «ελάττωμα» με το οποίο θα έρθουμε όλοι αντιμέτωποι κάποτε: τα γηρατειά. Μπορούμε να πούμε απολύτως δικαιολογημένα ότι σήμερα ζουν στον πλανήτη μας οι πιο εύρωστοι, υγιείς και ακμαίοι «ηλικιωμένοι» σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη εποχή της ανθρώπινης ιστορίας, γεγονός που οφείλεται στη ραγδαία πρόοδο της Ιατρικής και στο διαρκώς αυξανόμενο επίπεδο ευημερίας στα βιομηχανικά κράτη. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου παράδοξο που και αυτή η πληθυσμιακή ομάδα κυνηγάει το ιδεώδες της αυτοβελτίωσης, πράγμα επίσης πρωτοφανές στα χρονικά.

Δεδομένου ότι τα γεράματα έρχονται σε εγγενή αντίθεση με την τελειομανία που χαρακτηρίζει το πνεύμα των καιρών μας, πολύ συχνά οι άνθρωποι που φτάνουν σε ηλικία συνταξιοδότησης νιώθουν την πίεση να παραμείνουν νέοι όσο περισσότερο καιρό γίνεται.

Ο γιατρός και ψυχοθεραπευτής Κρίστιαν Ντογκς –που έχει πατήσει και ο ίδιος τα εβδομήντα και έρχεται συχνά αντιμέτωπος με αυτό το φαινόμενο στην κλινική του– γράφει εντελώς απερίφραστα στο βιβλίο του Gefühle sind keine Krankheit (Τα συναισθήματα δεν είναι νόσος): «Μα γιατί δεν καταλαβαίνουν πόσο ανακουφιστική είναι η αίσθηση να μη χρειάζεται να είσαι πια ο καλύτερος στα πάντα; Το μόνο που καταφέρνουμε μ’ αυτή την τρέλα της αυτοβελτίωσης στα γεράματα είναι να μας βρίσκει η άνοια χωρίς ρυτίδες και ταϊσμένους με υγιεινές τροφές».

Όπως θα περίμενε κανείς, το ουάμπι-σάμπι αγκαλιάζει και τα γηρατειά με την ίδια στοργή που δείχνει στα πάντα. Σε ένα νεανικό, λείο πρόσωπο βλέπει την ίδια ομορφιά όπως και σε ένα ρυτιδιασμένο. Θεωρεί τη νεότητα εξίσου γοητευτική με την ωριμότητα. Το σθένος εξίσου ελκυστικό με την αδυναμία. Επειδή το ένα δεν υπάρχει χωρίς το άλλο· και επειδή το ένα προϋποθέτει το άλλο.

Όσο νωρίτερα ασκηθούμε στην αποδοχή, τόσο πιο συνειδητά μπορούμε να πούμε «ναι» και στα γηρατειά. Η καλή είδηση είναι ότι, όπως έχει προκύψει από επιστημονικές έρευνες, η ανθεκτικότητά μας, δηλαδή η ικανότητά μας να αντιστεκόμαστε στις κρίσεις, αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο καθώς γερνάμε. Ο λόγος είναι ότι ενισχύεται η ικανότητα της αποδοχής, πράγμα που με τη σειρά του δείχνει πως η ζωή είναι ο καλύτερος δάσκαλός μας.

Η δύναμη της αυτοσυμπόνιας

Όλοι χρειαζόμαστε μια γενναία δόση αυτοεκτίμησης προκειμένου να πορευτούμε αλώβητοι στη ζωή μας, ιδίως στους δύσκολους καιρούς. Και μάλιστα αυτοεκτίμησης που καλό είναι να μην εξαρτάται από τη «βαθμολογία» που μας βάζουν οι άλλοι· με δυο λόγια, αυτή η αυτοεκτίμηση πρέπει να αντέχει και να επιβιώνει όταν τα κάνουμε θάλασσα στη ζωή μας, όταν βιώνουμε την απόρριψη, την ταπείνωση ή την απογοήτευση, και πρέπει να μας στηρίζει όταν δεχόμαστε ένα χτύπημα της μοίρας ή περνάμε μια σοβαρή κρίση στη ζωή μας.

Η «αγάπη για τον εαυτό μας» είναι ο όρος με τον οποίο περιγράφουμε συνήθως αυτό το είδος αυτοεκτίμησης. Ο φιλόσοφος Βίλχελμ Σμιντ μας συμβουλεύει να τον χρησιμοποιούμε με πολλή φειδώ, καθώς είναι εύκολο να μπερδευτεί με τη ναρκισσιστική φιλαυτία, και προτείνει αντ’ αυτού τη χρήση του όρου «φιλία με τον εαυτό μας». Στο ομώνυμο βιβλίο του περιγράφει και κατακρίνει σφόδρα την έντονη ναρκισσιστική αυτο-αποθέωση που χαρακτηρίζει τη σημερινή εποχή της αυτοβελτίωσης. Σύμφωνα με τον Σμιντ, η ατομοκρατία –που χαίρει ιδιαίτερης υπόληψης στη Δύση– έχει αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχει καταστροφικές επιπτώσεις σε όλα τα επίπεδα. Και δεν είναι ο μόνος που υιοθετεί αυτή τη στάση. Έρευνες αποδεικνύουν ότι ο ναρκισσισμός έχει απογειωθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια· μάλιστα στις ΗΠΑ θεωρείται σχεδόν «επιδημία».

Όπως είπαμε και παραπάνω, μια στάση υπερβολικής φιλαυτίας μπορεί να μετατραπεί πολύ γρήγορα σε μομφή, απαξίωση, μέχρι και μίσος για τον εαυτό μας, όταν στις δύσκολες στιγμές ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα ψεγάδια και τις αδυναμίες μας. Η φιλία με τον εαυτό μας, αντιθέτως, είναι μια σταθερή και πολύ πιο αξιόπιστη στάση, που μας βοηθάει να πορευτούμε στη ζωή μας.

Αλλά καμιά φορά, στα δύσκολα, χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από αυτό, και συγκεκριμένα την ενεργητική στοργή προς τον εαυτό μας, δηλαδή την αυτοσυμπόνια. Αντί να επικρίνουμε τον εαυτό μας για τα σφάλματα και τις αποτυχίες μας, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε την επώδυνη εμπειρία για να μαλακώσουμε την καρδιά μας…

«Για να το κατορθώσουμε, θα πρέπει να δείξουμε στον εαυτό μας τη συμπόνια που χρειάζεται»

Αριστοτέλης: Η ευτυχία δε βρίσκεται στα πλούτη αλλά στην ηρεμία της ψυχής

Κάποτε, ο κορυφαίος φιλόσοφος Αριστοτέλης είχε πει:

‘’ Η ευτυχία δεν βρίσκεται στα πλούτη αλλά στην ηρεμία της ψυχής…’’

Μια φράση με βαθιά μηνύματα και προειδοποιήσεις.

Πόση αλήθεια άραγε να κρύβει; Μεγάλη και αλλόκοτη από τις άλλες έχω να σας πω. Διότι, η ευτυχία δεν έχει να κάνει με τα χρήματα αλλά με την ουσία της ψυχής. Εκεί λοιπόν βρίσκεται.

Μέσα μας. Στα βάθη του μυαλού και της καρδιάς μας.
Στο σπίτι μας.
Το κακό παντού υπάρχει. Σε κάθε γωνιά. Όμως, το καλό μόνο σε ένα σημείο.
Ποιο είναι; ΕΣΥ είσαι.

Όσο περίεργο και αν σου φαίνεται, δίπλα σου είναι. Εσύ ο ίδιος είσαι κυρίαρχος, δημιουργός αλλά και παραλήπτης των δικών σου αποφάσεων και επιθυμιών. Στα χέρια σου λοιπόν άνθρωπε βρίσκεται η ευδαιμονία, η ηθική αρετή. Τα πλούτη δεν δηλώνουν κανέναν τίτλο. Δεν αμφιβάλλω ότι έχουν αξία αλλά δεν σε κάνουν ευτυχισμένο. Μπορεί να έχεις όλα τα πλούτη του κόσμου αλλά μέσα σου να είσαι φτωχός.

Τι είδους ευτυχία μπορεί να είναι αυτή; Θα σου πω εγώ. Ανεπαρκής και αναλφάβητη δίχως συναισθήματα και παιδεία. Μια μίζερη, ζοφερή και επίπονη προσπάθεια επιβεβαίωσης και επιβίωσης. Με μόνη κάλυψη το σώμα για ομορφιά και επίδειξη. Με αυτάρκεια, ζήλεια και μιμητισμό.

Ο σαρκασμός βασικός πλέον συνοδός της. Γιατί άραγε να μην υιοθετούμε την άλλη ευτυχία; Αυτή λοιπόν που κατάλαβες. Ναι, Για εκείνη μιλώ που φωτίζει τα μάτια των ανθρώπων από αλήθεια και ειλικρίνεια. Που δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις και δεν ζητά ανταλλάγματα για να αποκαλυφθεί.

Δεν κρύβεται από το έρεβος σαν τους δεσμώτες στο σπήλαιο αλλά προβάλλεται από ψιλά με το φως του ήλιου. Δεν βρίσκεται ούτε στην υπερβολή ούτε στην στέρηση. Μόνο στην μεσότητα. Στο πρέπει και στο είναι. Βρες την λοιπόν, στην μέση της κλωστής. Στα αισθήματα, στις καταστάσεις. Τα πλούτη δεν είναι τίποτα παρά μόνο ένα παρείσακτο αγαθό δωροδοκίας και μυθοπλασίας.

Η ευτυχία βρίσκεται στην έκλυση της ψυχής σου. Στην δικαιοσύνη, στο χαρακτήρα και στις πράξεις. Στην ελευθερία επιλογών και αποφάσεών σου.

Στην αγαστή συνεργασία του πνεύματος και σώματός σου και όχι στον σκοταδισμό των αδυσώπητων και επίπλαστων Ερινυών των σκέψεων και των επιρροών σου. Η ευτυχία λοιπόν σχετίζεται με την πληρότητα, την αγάπη, την χαρά, την δύναμη για την νίκη της ψυχής και όχι την αμετροέπεια του μυαλού. Μπορείς λοιπόν να συνδυάσεις αυτήν την ευτυχία, την πραγματική με το χρυσό χρώμα των χρημάτων; Αντέχεις να ζεις σε μια ουτοπία ή αλήθεια που μόνη σου κρηπίδα είναι ένας ανεύθυνος και τιποτένιος εαυτός; Σου αρέσει να υπάρχεις από τα χρήματα και για τα χρήματα και μόνο; Δεν θα αντέξεις για πολύ. Είναι το μόνο σίγουρο. Διότι, η έκρηξή σου θα πλησιάζει… Και πίστεψέ με…Θα είναι ανυπόφορη…

«Τα πλούτη δεν σε κάνουν βασιλιά της ευτυχίας της ψυχής, αλλά αντιθέτως, η ευτυχία της ψυχής σε κάνει βασιλιά όλου του πλούτου». Μην το ξεχνάς ποτέ!

Νιώθω ευτυχισμένος χωρίς να ξέρω γιατί, και το σπουδαιότερο, χωρίς καμία ιδιαίτερη διάθεση να το μάθω

Η άμαξά μου, τα άλογα, ο αμαξάς κι εγώ (όπως έμαθα να αποκαλώ τον επιβάτη), καταβάλλοντας αρκετή προσπάθεια, καταφέραμε να περάσουμε το πρώτο τμήμα του δρόμου. Όσο προχωρούσαμε, το περιβάλλον άλλαζε: άλλοτε άγονο και καταθλιπτικό, κι άλλοτε ανθόσπαρτο – μια γλυκιά ανακούφιση. Μεταβάλλονταν οι κλιματικές συνθήκες και ο βαθμός δυσκολίας του δρόμου: πότε ομαλός και πεδινός, πότε ανώμαλος και απόκρημνος, πότε ολισθηρός και ανηφορικός. Άλλαζε, τέλος, η ψυχική μου κατάσταση: εδώ ήρεμος και αισιόδοξος, εκεί θλιμμένος και κουρασμένος, μετά δύσθυμος και οργισμένος.
Σήμερα, έχοντας ολοκληρώσει αυτό το κομμάτι της διαδρομής, έχω την αίσθηση ότι, στην πραγματικότητα, οι μόνες σημαντικές αλλαγές ήταν αυτές οι τελευταίες, οι εσωτερικές, λες και οι άλλες, οι εξωτερικές, καθορίζονταν από τις προηγούμενες, ή απλώς δεν υπήρχαν.
Σταματώ μια στιγμή, αναπολώ τα ίχνη που άφησα πίσω μου, και αισθάνομαι ικανοποιημένος και υπερήφανος. Καλώς ή κακώς, οι επιτυχίες και οι απογοητεύσεις μου μου ανήκουν.
Ξέρω πως με περιμένει μια καινούργια φάση, όμως, δεν αγνοώ πως Θα μπορούσα να αφήσω τη φάση αυτή να με περιμένει εσαεί, χωρίς να νιώθω καθόλου ένοχος. Τίποτα δεν με υποχρεώνει να προχωρήσω, τίποτ’ άλλο εκτός από την προσωπική μου επιθυμία να συνεχίσω τον δρόμο μου.
Κοιτάζω μπροστά. Το μονοπάτι μού φαίνεται πολύ ελκυστικό. Με βάζει σε πειρασμό. Από την αρχή βλέπω πως είναι γεμάτο με άπειρα χρώματα και καινούργια σχήματα που ερεθίζουν την περιέργειά μου. Η διαίσθησή μου μου λέει ότι πρέπει να είναι επίσης γεμάτο με κινδύνους και δυσκολίες, όμως αυτό δεν με σταματά- τώρα ξέρω ότι μπορώ να υπολογίζω στα βοηθήματα που διαθέτω. Αυτά θα με βοηθήσουν να αντιμετωπίσω κάθε κίνδυνο και κάθε δυσκολία. Εξάλλου, κατέληξα να μάθω πως είμαι ευάλωτος αλλά όχι εύθραυστος.
Βυθισμένος στον εσωτερικό μου διάλογο, ούτε που κατάλαβα πως άρχισα ήδη να πορεύομαι αυτόν τον δρόμο.
Απολαμβάνω με ηρεμία και γαλήνη το τοπίο… κι αυτό θα έλεγε κανείς ότι απολαμβάνει το βήμα μου, αν κρίνουμε από την απόφασή του να γίνεται όλο και ωραιότερο.
Ξάφνου, διακρίνω στ’ αριστερά μου, σ’ ένα μονοπάτι παράλληλο με το δικό μου, μια σκιά που κινείται πίσω από μια συστάδα θάμνων. Κοιτάζω με προσοχή. Λίγο πιο μπροστά, σ’ ένα ξέφωτο, βλέπω πως υπάρχει μια άλλη άμαξα που τραβάει τον δικό της δρόμο, αλλά ακολουθώντας την ίδια κατεύθυνση μ’ εμένα.
Με ξαφνιάζει η ομορφιά της: το σκούρο ξύλο, τα αστραφτερά μπρούντζινα στολίδια της, οι υπέροχοι τροχοί, η απαλότητα και η αρμονία στα τορνευτά της σχήματα…
Καταλαβαίνω πως με έχει εντυπωσιάσει. Ζητώ από τον αμαξά να πάει πιο γρήγορα για να βρεθούμε δίπλα της. Τα άλογα τινάζονται μπροστά και καλπάζουν ξέφρενα. Χωρίς να τα καθοδηγεί κανείς, πλησιάζουν μόνα τους όλο και περισσότερο την άμαξα από την αριστερή πλευρά, σαν να θέλουν να μειώσουν την απόσταση που μας χωρίζει.
Τη διπλανή άμαξα τη σέρνουν κι αυτήν δύο άλογα κι έχει, κι αυτή, έναν αμαξά για να κρατάει τα γκέμια και να την οδηγεί. Τα άλογά της και τα δικά μου συντονίζουν αυθόρμητα τον τροχασμό τους και πηγαίνουν τώρα πλάι πλάι, σαν να αποτελούν μια μονάδα, ένα τέθριππο. Οι αμαξάδες μοιάζουν να έχουν βρει μια καλή στιγμή για να ξεκουραστούν, καθώς και οι δύο βολεύονται στη θέση τους, και με το βλέμμα χαμένο κρατούν τα γκέμια χαλαρά αφήνοντας τον δρόμο να μας πηγαίνει.
Τόσο πολύ με έχει συνεπάρει η κατάσταση, που περνάει αρκετή ώρα ώσπου να αντιληφθώ ότι η άλλη άμαξα έχει κι αυτή έναν επιβάτη. Δεν είναι ότι πίστευα πως δεν θα είχε επιβάτη, απλώς, δεν τον είχα προσέξει.
Μόλις τώρα τον ανακαλύπτω και τον παρατηρώ. Βλέπω ότι κι εκείνος με κοιτάζει. Για να του δείξω τη χαρά μου του χαμογελώ, κι εκείνος, μέσα από το παράθυρο της άμαξας, με χαιρετάει κουνώντας μου ζωηρά το χέρι.
Ανταποδίδω τον χαιρετισμό και παίρνω το θάρρος να ψιθυρίσω ένα δειλό «Γεια…». Κατά έναν μυστήριο τρόπο, ή ίσως όχι και τόσο μυστήριο, με ακούει και μου απαντάει:
«Γεια σου! Πας προς τα εκεί;»
«Ναι!» απαντώ με πρωτοφανή (για μένα τον ίδιο) χαρά.
«Πάμε μαζί;»
«Σύμφωνοι…» μου λέει, «πάμε».
Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Αισθάνομαι ευχαριστημένος.
Πέρασα όλο τον δρόμο χωρίς ποτέ να συναντήσω έναν συνταξιδιώτη.
Νιώθω ευτυχισμένος χωρίς να ξέρω γιατί, και το σπουδαιότερο, χωρίς καμία ιδιαίτερη διάθεση να το μάθω.

Οι ανήσυχες μάζες πρέπει να διώξουν την μονοτονία με ανόητη διασκέδαση

Ο 20ος αιώνας ανακάλυψε δύο μείζονες μορφές που κινητοποιούν τον κόσμο: τον επαγγελματία επαναστάτη και τον επαγγελματία ψυχαγωγό. Ο πρώτος έπαψε να συγκινεί τα πλήθη αφότου οι υποσχέσεις του περί δικαιοσύνης κατέληξαν σε εφιάλτη. Όμως ο δεύτερος είναι προορισμένος για μια απεριόριστη βασιλεία.

Από τους προγραμματιστές της εξέγερσης στους διοργανωτές της διασκέδασης: ολόκληρη η ιστορία του αιώνα εκτυλίσσεται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους. Να πώς πορεύεται ο δημοκρατικός μύθος: όταν οι φτωχοί πλουτίζουν και γίνονται μεσαία τάξη, δεν αφιερώνουν τον ελεύθερο χρόνο τους μήτε στην πολιτική μήτε στην κουλτούρα, αλλά πρώτα απ’ όλα στη διασκέδαση.

Η Δημοκρατία είχε ευγενείς στόχους: να απελευθερώσει τον λαό από τη μέγγενη της ανάγκης και να τον ανυψώσει στην αξιοπρέπεια του πολίτη με την πολιτικοποίηση και τη μόρφωση. Η έξοδος από την αθλιότητα και την απαιδευσιά θα μας επανέδιδε την ολοκλήρωσή μας ως ανθρώπων.

Αυτή η ελπίδα δεν τελεσφόρησε: για την πλειονότητα των ανθρώπων η γλυκειά αποβλάκωση της ψυχαγωγίας εξουδετερώνει κάθε διάθεση για ατομική εξέλιξη και καθώς σε λίγο θα έχουμε περισσότερους άνεργους παρά εργαζόμενους θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να καθηλωθούν οι ανήσυχες, ταραγμένες μάζες, θα πρέπει να γεμίσουν τον κενό χρόνο, να διώξουν την μονοτονία, να αποτραπεί η βία και η αυτοκαταστροφικότητα. Έτσι, είναι πιθανόν η απεριόριστη επέκταση της ψυχαγωγίας να αποτελέσει το μοναδικό μέσο διατήρησης μιάς κάποιας κοινωνικής συνοχής.

Η διασκέδαση είναι ένα αποτελεσματικό παυσίπονο, γιατί μιμείται την ευτυχία

Στην “πλάκα” που είναι η αγαπημένη ενασχόληση του σύγχρονου κόσμου, επικρατεί μια μεγάλη παρανόηση που μας απομακρύνει από την ευτυχία που ψάχνουμε: Συχνά, κάτι που μοιάζει με ευτυχία, στην πραγματικότητα δεν είναι!

Μπορούμε να παραβλέψουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ευτυχία και στη διασκέδαση. Ανταλλάσσουμε την πραγματική ευτυχία με όπλα μαζικού περισπασμού: πάρτι, ποτό, φαγητό, ψώνια ή σεξ.

Βιολογικά μιλώντας, το να νιώθουμε καλά παίζει σημαντικό ρόλο στον μηχανισμό επιβίωσής μας. Τα μυαλά μας το χρησιμοποιούν σε συμπεριφορές επιβίωσης που δεν σχετίζονται με άμεσες απειλές. Για να το πετύχουμε αυτό, οι εγκέφαλοί μας πλημμυρίζουν τα σώματά μας με σεροτονίνη, ωκυτοκίνη και άλλα χημικά που μας κάνουν να νιώθουμε όμορφα στη διάρκεια δραστηριοτήτων που θέλουν να μας ενθαρρύνουν να τις κάνουμε συχνότερα. Η αναπαραγωγή, ας πούμε, είναι θεμελιώδης για το είδος μας, αλλά το να ζεις χωρίς παιδιά δεν αποτελεί άμεσα κίνδυνο για τους μελλοντικούς γονείς. Χωρίς την απόλαυση που σχετίζεται μι το σεξ μια τόσο σημαντική λειτουργία επιβίωσης θα περνούσε απαρατήρητη. Το ζευγάρωμα μας δίνει απόλαυση – και αυτό κάνει το είδος μας να αναπαράγεται και να πολλαπλασιάζεται.

Η διασκέδαση, λοιπόν, είναι χρήσιμη, αλλά κάποιοι άνθρωποι την αποζητούν απεγνωσμένα, για να ξεφύγουν, γιατί φοβούνται τις δύσκολες σκέψεις τους. Υπ’ αυτήν την έννοια, η διασκέδαση που επιδιώκουν είναι σαν ένα παυσίπονο, για να απαλύνουν πόνο. Η διασκέδαση είναι ένα αποτελεσματικό παυσίπονο, γιατί μιμείται την ευτυχία, διακόπτοντας την αδιάκοπη σκέψη που πλημμυρίζει τους εγκεφάλους μας – για λίγο.

Μόλις η προσωρινή χαρά μας, όμως, εξασθενήσει, οι αρνητικές σκέψεις επιστρέφουν και μας κάνουν πάλι να υποφέρουμε. Έτσι, συνεχίζουμε, λοιπόν, να ζητάμε κι άλλη.

Ακριβώς όπως και με τα παυσίπονα, όταν η επήρεια του πρώτου πέφτει, πίνουμε ακόμα ένα, μέχρι, τελικά, η απλή λήψη παυσίπονων να μην μπορεί πια να αντιμετωπίσει τον πόνο. Τότε προσπαθούμε να βάλουμε πιο υπερβολικές απολαύσεις στη ζωή μας: εξτρίμ σπορ, πιο άγρια πάρτι και κάθε είδους διασκέδαση. Όσο περισσότερη η αδρεναλίνη, τόσο πιο γρήγορα εξασθενούν τα αποτελέσματα και τόσο πιο βαθιά βυθιζόμαστε στον πόνο. Όταν αυτός ο κύκλος γίνεται ανυπόφορος, κάποιοι καταφεύγουν σε μέτρα απελπισίας και αντιμετωπίζουν τον πόνο τους χημικά, χρησιμοποιώντας πραγματικά φάρμακα ή αλκοόλ, σε μια ύστατη προσπάθεια να βρουν γαλήνη στο μυαλό τους.

Καταφεύγοντας σε αυτή τη διασκέδαση για να ξεφύγουμε, αφήνουμε άλυτη την Εξίσωση της Ευτυχίας μας και αγνοούμε τα θεμελιώδη ζητήματα που μας κάνουν δυστυχισμένους. Η διασκέδαση, τότε, παρά τη βραχυπρόθεσμη χαρά που μας δίνει, ουσιαστικά μετατρέπεται σε εμπόδιο για την αυθεντική ευτυχία μας.

Η διασκέδαση, ωστόσο, δεν είναι μόνο κάτι κακό. Για την ακρίβεια, η διασκέδαση δεν είναι καθόλου κακή.

Μια συνετή χρήση της ευχαρίστησης είναι ένας διακόπτης έκτακτης ανάγκης που μας χαρίζει προσωρινά διαλείμματα γαλήνης, ώστε να μπορούμε να κάνουμε τη φωνή στο κεφάλι μας να χαλαρώσει. Όποτε νιώθετε τις σκέψεις στο κεφάλι σας να γίνονται αρνητικές, απολαύστε μια υγιή διασκέδαση – γυμναστείτε, ακούστε μουσική ή κάντε ένα μασάζ. Αυτό πάντα θα κλείσει για λίγο τον διακόπτη.

Μια ακόμα πιο συνετή χρήση της διασκέδασης είναι όταν προγραμματίζετε σταθερές δόσεις υγιών απολαύσεων, τις οποίες εγώ ορίζω ως απολαύσεις που δεν πληγώνουν τους άλλους ή τον ίδιο μας τον εαυτό. Η διασκέδαση, τότε, δεν είναι απλώς ένα παυσίπονο, είναι περισσότερο ένα συμπλήρωμα ευτυχίας που παίρνετε συστηματικά για να παραμείνετε υγιείς. Ως επιχειρηματίας, έμαθα ότι μπορούμε να βελτιώσουμε μονάχα ό,τι μπορούμε να μετρήσουμε. Έτσι, θέστε ως στόχο ένα ποσοστό διασκέδασης. Εγώ το κάνω! Έχω έναν καθημερινό στόχο ως προς τη μουσική κι έναν εβδομαδιαίο στόχο για τη γυμναστική μα και για άλλες ευχάριστες δραστηριότητες. Με αρκετή ευχαρίστηση στη ζωή σας, τα παρατεταμένα διαλείμματα γαλήνης εμποδίζουν το μυαλό σας να κυριεύει τις μέρες σας με αδιάκοπες αρνητικές σκέψεις.

Μην ξεχνάτε, όμως: Η διασκέδαση και οι απολαύσεις κάθε είδους είναι μια προσωρινή υπεκφυγή – μια κατάσταση άγνοιας. Μη μένετε ποτέ εκεί για μεγάλο διάστημα. Περάστε, όσο πιο γρήγορα γίνεται, στην πορεία σας για την αυθεντική, μακροχρόνια ευτυχία.

ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡ: Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΚΠΛΗΞΗ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ

Ήταν 44 π.Χ. ο Καίσαρας είχε πετύχει πολλά. Είχε δημιουργήσει εξαρχής την περιουσία της οικογένειάς του και η σταδιοδρομία του τον είχε βοηθήσει να παγιώσει την προσωπική του φήμη. Είχε ακολουθήσει ένα διαφορετικό μονοπάτι και είχε εισαγάγει έναν νέο τρόπο ηγεσίας. Αντί να χρησιμοποιεί τη βία και τον εκφοβισμό, ο Καίσαρας χρησιμοποιούσε την παρακίνηση για να βρει τρόπο να αγγίξει την καρδιά και το μυαλό του ρωμαϊκού λαού και να ανατρέψει το παλιό καθεστώς.

Μετά το τέλος του Εμφυλίου, ο Καίσαρας επέστρεψε στη Ρώμη όπου πλέον επικρατούσε ειρήνη. Οι εχθροί του είχαν πολεμήσει και είχαν ηττηθεί. Σε όσους δεν σκοτώθηκαν στις μάχες, είχε δώσει χάρη. Είχε φέρει τάξη στον κόσμο. Ο Καίσαρας βρισκόταν μόνος στην κορυφή του πολιτικού κόσμου, στο απόγειο της δύναμής του. Παρότι η Σύγκλητος δυσανασχετούσε ακόμη με την εξουσία και το κύρος που είχε συγκεντρώσει στο πρόσωπό του, ψήφισε και τον διόρισε ισόβιο δικτάτορα. Στις μέρες μας, η λέξη δικτάτορας σημαίνει «αδίστακτος δυνάστης». Στο ρωμαϊκό πολιτικό σύστημα, ο δικτάτορας ήταν θέση στην οποία διοριζόταν κανείς σε πολύ ταραγμένες εποχές για να σταθεροποιήσει το πολίτευμα μέσω φωτισμένης και αποφασιστικής διοίκησης.

Η επόμενη σημαντική κίνηση του Καίσαρα ήταν να σχεδιάσει πόλεμο κατά των Πάρθων, ξένης αυτοκρατορίας στα ανατολικά, που είχαν νικήσει πολλές φορές τα ρωμαϊκά στρατεύματα. Καθώς το σχέδιό του έφτανε στην κλιμάκωσή του, μια ομάδα απελπισμένων συγκλητικών άρχισε να συνωμοτεί. Η συγκέντρωση όλης της εξουσίας στο πρόσωπό του τους είχε εξοργίσει τόσο πολύ που σκέφτονταν τη δολοφονία του. Όντας πολιτικά αδύναμοι, στράφηκαν στη βία και μερικές ημέρες προτού φύγει για την εκστρατεία στην Παρθία, μια κλίκα συγκλητικών αποφάσισε να του επιτεθεί.

Στις Ειδούς του Μαρτίου, η Σύγκλητος συνεδρίασε στο θέατρο του Πομπήιου. Ο πρώην σύμμαχος του Καίσαρα που τώρα είχε γίνει εχθρός του, είχε χτίσει αυτό το μεγαλοπρεπές πέτρινο θέατρο -το πρώτο της πόλης- ως μνημείο της δόξας του. Εκείνο το πρωί, η σύζυγος του Καίσαρα ξύπνησε από έναν εφιάλτη που είδε. Στο όνειρο, ο άντρας της είχε δολοφονηθεί. Τον ικέτευσε να μην πάει στη Σύγκλητο εκείνη τη μέρα και αυτός έλαβε υπόψη την προειδοποίησή της γιατί η υστερική της συμπεριφορά ήταν ασυνήθιστη για εκείνη. Ετοιμάστηκε να στείλει μήνυμα στη Σύγκλητο ότι δεν μπορούσε να παρευρεθεί για λόγους υγείας, όμως, εκείνη τη στιγμή, ένας από τους συνωμότες, ο Βρούτος, έφτασε στο σπίτι του για να βεβαιωθεί ότι θα πήγαινε στη μοιραία συνάντηση. Έπεισε τον Καίσαρα να παραστεί και τον συνόδευσε στο θέατρο. Ενώ βρισκόταν στον δρόμο, ένας από τους συμμάχους του, που είχε μάθει για τη συνωμοσία των συγκλητικών, έστειλε μήνυμα για να τον προειδοποιήσει. Καθώς ο Καίσαρας έφτανε στο θέατρο, πήρε το μήνυμα στα χέρια του, αλλά λόγω του συνωστισμού που επικρατούσε από τους συγκλητικούς που συνέρρεαν για τη συνεδρίαση, δεν είχε την ευκαιρία να το ανοίξει.

Μόλις ξεκίνησε η συνεδρίαση, οι συνωμότες συγκλητικοί δεν έχασαν χρόνο. Περικύκλωσαν τον καθισμένο Καίσαρα και άρχισαν να τον μαχαιρώνουν. Σοκαρισμένος, σηκώθηκε και προσπάθησε να τους αντισταθεί. Αλλά τα χτυπήματα έρχονταν απ’ όλες τις κατευθύνσεις και σε λίγο ο Καίσαρας έπεφτε νεκρός. Πέθανε μέσα σε μια λίμνη αίματος, σωριασμένος στο πάτωμα, κάτω από το στωικό, ασυγκίνητο και διαπεραστικό βλέμμα ενός μαρμάρινου αγάλματος του πιο πανούργου από τους εχθρούς του που είχε αποβιώσει πριν από καιρό, του Πομπήιου του Μέγα.

Με την αποστολή του ολοκληρωμένη πλέον, ο ανοργάνωτος όχλος των συγκλητικών ένιωσε σαν να είχε απελευθερώσει τον ρωμαϊκό λαό από έναν τύραννο.Έτσι είχαν παρουσιάσει τα πράγματα όσοι συνωμότησαν για να τον δολοφονήσουν. Στο μυαλό τους, ο Καίσαρας είχε φτάσει να αντιπροσωπεύει την καταπίεση, την καταπάτηση των αρχαίων προνομίων.

Όμως, τι πέτυχαν πραγματικά; Είχαν σκοτώσει τον ισχυρότερο άνθρωπο του κόσμου τους, που λόγω της φύσης της ισχύος του, αμέτρητοι άνθρωποι τον είχαν ακολουθήσει με τη βούλησή τους. Και αυτή η αφοσίωση ήταν δύσκολο να μεταφερθεί σε άλλο πρόσωπο. Ο θάνατος του Καίσαρα δεν σήμαινε πως οι συγκλητικοί μπορούσαν να μοιραστούν τη δύναμή του όπως έκαναν με τα εδάφη ενός κατακτημένου εχθρού. Είχαν καταφύγει στη χρήση βίας για να δολοφονήσουν έναν άνθρωπο τον οποίο φθονούσαν, αλλά η ισχύς δεν εξαφανίζεται έτσι απλά, πρέπει να μεταφερθεί κάπου αλλού. Όταν οι συνωμότες θεώρησαν ότι είχαν πια την πρωτοβουλία των κινήσεων, τα γεγονότα θα τους αποδείκνυαν ότι στην πραγματικότητα είχαν απολέσει τον έλεγχο.

Οι συγκλητικοί δεν είχαν εκτιμήσει σωστά την κατάσταση. Αδυνατούσαν να κατανοήσουν την έννοια του κενού εξουσίας. Ο Καίσαρας είχε πασχίσει να συγκεντρώσει τη διαμοιρασμένη ισχύ και εξουσία του ρωμαϊκού κόσμου στα χέρια του. Όταν πέθανε, η ισχύς του όχι μόνο εξανεμίστηκε, αλλά ανατράπηκε και ολόκληρο το σύστημα, και αυτό δεν το είχαν λάβει υπόψη τους οι συγκλητικοί όταν μαχαίρωσαν τον Καίσαρα στις Ειδούς του Μαρτίου.

Η χρήση βίας από πλευράς Συγκλήτου στέρησε τη ζωή του Καίσαρα, αλλά δεν εξάλειψε τη δύναμή του. Στο άκουσμα του θανάτου του, ο ρωμαϊκός λαός ξεσηκώθηκε υπέρ του, αναγκάζοντας τους συνωμότες να τραπούν σε φυγή για να σωθούν. Η ισχύς υπερισχύει πάντα της βίας και δημιουργεί μια προσωπική κληρονομιά. Οι συνωμότες δεν κατανοούσαν τη διαφορά μεταξύ ισχύος και βίας. Θα πρέπει να αντιληφθούμε τον φόνο του Καίσαρα ως αυτό που ήταν πραγματικά: η απόλυτη αποτυχία της βίας. Η Σύγκλητος, βουτηγμένη στην ευγενή ρητορική περί ελευθερίας και τυραννίας, έδρασε με τον πιο τυραννικό τρόπο, δολοφονώντας κάποιον λόγω των ιδεολογικών διαφορών που είχε μαζί του.
Θεώρησαν ότι παίρνοντας με τη βία τη ζωή του Καίσαρα, θα μπορούσαν να ιδιοποιηθούν την ισχύ του. Έκαναν λάθος. Μάλιστα, οι πράξεις τους τελικά τους κόστισαν την όποια, ελάχιστη, δύναμη και αίγλη είχε απομείνει.

Αν και νεκρός, ο Καίσαρας έμελλε να κάνει άλλη μια τελευταία κίνηση που θα μεγάλωνε την αφοσίωση που του είχε ο λαός. Μετά θάνατον, αποδείχθηκε ότι η προσήλωση που έδειχνε στον λαό ήταν αυθεντική. Νοιαζόταν για εκείνους και τους αντάμειψε για την εμπιστοσύνη και την αγάπη που του είχαν δείξει.Όταν ανοίχτηκε διαθήκη του, αποκαλύφθηκε πως είχε αφήσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του στον ρωμαϊκό λαό. Έχοντας αποπληρώσει το τεράστιο χρέος που τον βάραινε στα πρώτα βήματα της σταδιοδρομίας του, ο Καίσαρας ήταν πάμπλουτος όταν πέθανε, και η γενναιόδωρη πράξη του αποδείχθηκε θείο δώρο για πολλούς Ρωμαίους. Μετρητά θα δίνονταν σε όλους τους Ρωμαίους πολίτες. Οι κήποι και οι συλλογές του με έργα τέχνης θα παραχωρούνταν στον λαό προς όφελος και τέρψη του.

Η Σύγκλητος είχε πει στον λαό ότι ο Καίσαρας ήταν τύραννος, ένας αδίστακτος δυνάστης που καταπατούσε τα δικαιώματα και τα προνόμιά τους και είχε υποστηρίξει ότι ο θάνατός του τους είχε απελευθερώσει. Ωστόσο, ακόμη και μετά θάνατον, ο Καίσαρας επέδειξε την πίστη και την αφοσίωση που είχε στους ανθρώπους της Ρώμης. Νικημένος στη ζωή, θριάμβευσε στον θάνατο.Ο δεσμός του με τον λαό είχε διασφαλιστεί. Η Σύγκλητος δεν θα ξαναγινόταν ποτέ ο βασικός πόλος ισχύος στη ρωμαϊκή πολιτική ζωή. Όταν οι Ρωμαίοι έλαβαν το θείο δώρο που τους είχε αφήσει ο Καίσαρας άρχισαν να σκέφτονται την αγάπη που έτρεφαν γι’ αυτόν τον σπουδαίο άντρα που είχε ενεργήσει ως πιστός τους υπηρέτης.

Όμως, πέρα από την κληροδοσία στον λαό, η διαθήκη του Καίσαρα περιείχε κάτι ακόμη πιο σοκαριστικό. Υιοθέτησε μετά θάνατον τον γιο του ανιψιού του, τον Οκταβιανό, και άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του σε αυτόν τον μέχρι πρότινος άγνωστο νεαρό.

Η επιλογή του Οκταβιανού, που σε πολλούς φάνηκε παράξενη, μας δίνει την ευκαιρία να εξετάσουμε το ζήτημα της διαδοχής. Ο Οκταβιανός δεν φαινόταν να είναι άξιος διάδοχος του Καίσαρα. Ενώ ο Καίσαρας ήταν τολμηρός, χαρισματικός και θαρραλέος, εκείνος ήταν εσωστρεφής, υπολογιστικός και αινιγματικός. Δεν θεωρούνταν καν στενός συγγενής του. Ήταν γιος του ανιψιού του Καίσαρα από την πλευρά της μητέρας του και η συγγένειά τους ήταν τόσο μακρινή που θα μπορούσε να θεωρηθεί ανύπαρκτη. Το χειρότερο ήταν πως ο Οκταβιανός ήταν ακόμη έφηβος! Ο Καίσαρας είχε ενήλικους συγγενείς ή συνεργάτες που είχαν μεγάλη εμπειρία και ωριμότητα. Γιατί επέλεξε τον Οκταβιανό;

Παρότι αποτελούσε ριψοκίνδυνη επιλογή λόγω του νεαρού της ηλικίας του, για τον Καίσαρα ο Οκταβιανός είχε ορισμένα προτερήματα. Είχε μια υποφώσκουσα ευφυΐα, ήταν εύστροφος και έδειχνε να κατανοεί άριστα την πολυπλοκότητα της ρωμαϊκής πολιτικής. Ο Καίσαρας γνώριζε ότι τα έμφυτα χαρίσματα υπερισχύουν της αίγλης. Αναζητώντας τον διάδοχό του, ο ευφυέστατος Καίσαρας εκτίμησε κάποιον που είχε ίδιες διανοητικές ικανότητες με τον εαυτό του. Ο Καίσαρας δεν έδινε σημασία ούτε στις κοινωνικές προσδοκίες. Το τι σκέφτονταν οι άλλοι δεν είχε σημασία- σημασία είχε ποιος θα τιμούσε περισσότερο και θα διατηρούσε ζωντανή την κληρονομιά του. Κανένας άλλος υποψήφιος δεν θα μπορούσε να τα καταφέρει.

Επίσης, ο Οκταβιανός είχε γύρω του έναν πιστό κύκλο φίλων, ανάμεσά τους ο εξαιρετικά ικανός Μάρκος Αγρίππας και ο ευφυής και καλλιεργημένος Γάιος Μαικήνας. Ο Καίσαρας ήξερε πως ο Οκταβιανός είχε γύρω του μια ομάδα ανθρώπων που θα τον στήριζαν πιστά, Θα μετρίαζαν τις νεανικές του παρορμήσεις και θα τον βοηθούσαν να πάρει καλύτερες, πιο σταθμισμένες αποφάσεις. Ο Καίσαρας έδειξε ότι ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια διαδοχής, εκτός από το ποιόν του υποψηφίου, είναι τα άτομα με τα οποία συναναστρέφεται.

Όσο αντισυμβατική και αν ήταν, η επιλογή του Καίσαρα αποδείχθηκε πραγματικά εμπνευσμένη. Διεύρυνε τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία λαμβάνονται οι αποφάσεις διαδοχής, τότε αλλά και τώρα. Κατάφερε να δειπέρα από συμβάσεις όπως η ηλικία, το κοινωνικό πλαίσιο του Οκταβιανού και ο βαθμός συγγένειας που είχε μαζί του. Και παρότι ο Οκταβιανός ήταν νέος, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καίσαρας ήταν ακόμη στα πενήντα του και θα είχε αρκετό χρόνο να τον διαπαιδαγωγήσει αν δεν είχε δολοφονηθεί από τον όχλο των συγκλητικών.

Την ημέρα της κηδείας του, ο λαός της Ρώμης ήταν ταραγμένος. Κατά την εκφώνηση του επικήδειου λόγου, η οργή που ένιωθαν για τη δολοφονία του, σε συνδυασμό με την αγάπη που έτρεφαν στο πρόσωπό του, ξεχείλισε. Ο κόσμος άρχισε να πετά ξύλα, έπιπλα και ό,τι άλλη καύσιμη ύλη έβρισκε στην πυρά του Καίσαρα, τυλίγοντας έτσι την Αγορά στις φλόγες. Μεγάλο μέρος της Ρώμης κάηκε από την πυρκαγιά, η οποία συμβόλιζε τον αιώνιο δεσμό μεταξύ του Καίσαρα και του ρωμαϊκού λαού. Πράγματι, αυτή η τελευταία πράξη λαϊκής εξέγερσης παγίωσε για πάντα με τη δύναμη της φωτιάς τη σχέση τους με τον πολυαγαπημένο τους ηγέτη.

Οι δολοφόνοι συνταράχθηκαν. Πίστευαν ότι είχαν απελευθερώσει τον λαό και τώρα ο ίδιος ο λαός αναζητούσε εκδίκηση. Οι δολοφόνοι τράπηκαν σε φυγή. Πολλοί ταμπουρώθηκαν στα σπίτια τους ενώ ο όχλος τα πολιορκούσε και κατέστρεφε την πόλη.

Ο ρωμαϊκός λαός πραγματικά λάτρευε τον Καίσαρα. Σύμφωνα με τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής, ο Καίσαρας θα έπρεπε να νιώθει περιφρόνηση για τους κοινούς ανθρώπους και αυτοί για εκείνον. Προερχόταν από μία εκ των παλαιοτέρων οικογενειών γαλαζοαίματων της ρωμαϊκής κοινωνίας. Ο ελιτισμός ήταν κληρονομικό του δικαίωμα: είχε γεννηθεί στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, σε μια κοινωνία όπου η κοινωνική τάξη ήταν το παν. Όταν γεννιέσαι στην κορυφή, πόσο σκέφτεσαι όσους βρίσκονται από κάτω σου;

Το σώμα: μια φυλακή για την ψυχή

Η δυαδικότητα της ψυχής και του σώματος συμπεραίνεται εύκολα από τον ορισμό του θανάτου που προτείνει ο Σωκράτης στον Φαίδωνα: «Μπορεί (ο θάνατος) να είναι κάτι άλλο από το χωρισμό της ψυχής από το σώμα; Γιατί αυτό είναι το να έχεις πεθάνει: το σώμα αφού χωρισθεί από την ψυχή καταλήγει να είναι αυτό καθ’ αυτό, ενώ η ψυχή αφού χωρισθεί από το σώμα είναι αυτή καθ’ αυτήν. Μπορεί ο θάνατος να είναι κάτι άλλο από αυτό;» (64c). Η ψυχή και το σώμα δεν είναι μόνο δύο διαφορετικές και διακριτές ουσίες, ικανές ως τέτοιες να υπάρχουν η καθεμιά χωριστά από την άλλη, είναι επίσης αντίθετες η μία με την άλλη, για να μην πούμε ανταγωνίστριες. Και ο ανταγωνισμός τους εκδηλώνεται διττώς, και από την άποψη της γνώσης και από την άποψη της δράσης, διότι η ψυχή είναι συγχρόνως η αρχή της νόησης και της βούλησης.

Όταν η ψυχή «προσπαθεί μαζί με το σώμα», γράφει ο Πλάτων, «να εξετάσει κάτι, είναι φανερό ότι εξαπατάται εντελώς από αυτό» (Φαίδων, 65b)· όταν το σώμα αναλαμβάνει να καθορίσει την ανθρώπινη συμπεριφορά, είναι φανερό, συνεχίζει, ότι ο άνθρωπος γίνεται «δούλος της φροντίδας που αυτό [το σώμα] απαιτεί» (Φαίδων, 66c). Γι’ αυτόν τον λόγο κατά τον Πλάτωνα, για να καταλάβει ο άνθρωπος τις «πραγματικές αιτίες» των ανθρώπινων πράξεων πρέπει να εξετάσει τη δυνατότητα να αποχωριστεί το σώμα του και να ενεργήσει βάσει της επιλογής του βέλτιστου: «Δεν είναι λοιπόν κατά τη διαδικασία της σκέψης και πουθενά αλλού που φανερώνεται σε αυτή [στην ψυχή] το πραγματικό θέμα που εξετάζει; Υποθέτω ότι η ψυχή σκέπτεται πιο τέλεια όταν δεν την ενοχλούν ούτε ακοή ούτε όραση ούτε πόνος ή κάποια ηδονή αλλά αντιθέτως όταν συγκεντρώνεται όσο είναι δυνατόν στον εαυτό της αδιαφορώντας ευγενικά για το σώμα» (Φαίδων, 65c).

Κατά τον φιλόσοφο, η ψυχή μπορεί να ανακαλύψει «κάτι πραγματικό» μόνο δια μέσου της σκέψης, δηλαδή μόνο εφόσον δεν βασανίζεται πλέον από το σώμα και τις επιθυμίες του. Έτσι η ψυχή δεν είναι μόνο αρχή της ζωής αλλά επίσης και κυρίως η έδρα της σκέψης και της νόησης, γεγονός που επιτρέπει στους ανθρώπους να διαφοροποιούνται από τα ζώα.

Ο πλατωνικός άνθρωπος, αν και φυλακισμένος στο σώμα (Κρατύλος, 400c· Γοργίας, 493a· Φαίδων, 62b, 82e), είναι ο άνθρωπος της ψυχής του (Αλκιβιάδης, 129e, 130c-131e· Πολιτεία, 413d, 589a-b· Νόμοι, 956b-c). Γι’ αυτό ζει πραγματικά μόνο μετά το θάνατο, όταν η ψυχή του είναι επιτέλους ελεύθερη να ατενίζει την αλήθεια ολόκληρη, χωρίς να ενοχλείται από τις αισθήσεις (Κρίτων, 118a· Νόμοι, XII, 959b). Έτσι στην ομολογία πίστεως των «αληθινών φιλοσόφων» (Φαίδων, 66b-67b), το σώμα παρουσιάζεται ως ένας τόπος παθημάτων και ασθενειών, παθών και ψευδαισθήσεων, ενώ η φιλοσοφία γίνεται ένα είδος εξαγνισμού και κάθαρσης της ψυχής και «άσκηση θανάτου».

Η ψυχή και το σώμα είναι αντιθετικές ιδέες. Η ένωσή τους είναι τυχαία. Η ψυχή είναι ένα αιώνιο και θεϊκό στοιχείο που είχε τη δυνατότητα να ατενίζει την ομορφιά του κόσμου των Ιδεών, ενώ το σώμα είναι ότι πιο υλικό. Η ψυχή μπορεί να κατακτήσει την αλήθεια· το σώμα μπορεί μόνο να την κρύψει. Η ψυχή μπορεί να κατακτήσει την τελειότητα, ενώ το σώμα είναι μια τροχοπέδη, τόσο στο επίπεδο της γνώσης όσο και στο επίπεδο της ηθικής συμπεριφοράς.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (1.29.5-1.29.6)

[1.29.5] Τὸ δὲ Γόρδιον ἔστι μὲν τῆς Φρυγίας τῆς ἐφ᾽ Ἑλλησπόντου, κεῖται δὲ ἐπὶ τοῦ Σαγγαρίου ποταμοῦ· τοῦ δὲ Σαγγαρίου αἱ μὲν πηγαὶ ἐκ Φρυγίας εἰσίν, αὐτὸς δὲ διὰ τῆς Θρᾳκῶν τῶν Βιθυνῶν χώρας ἐξίησιν ἐς τὸν Εὔξεινον πόντον. ἐνταῦθα καὶ Ἀθηναίων πρεσβεία παρ᾽ Ἀλέξανδρον ἀφίκετο, δεόμενοι Ἀλεξάνδρου ἀφεῖναί σφισι τοὺς αἰχμαλώτους, οἳ ἐπὶ Γρανίκῳ ποταμῷ ἐλήφθησαν Ἀθηναίων ξυστρατευόμενοι τοῖς Πέρσαις καὶ τότε ἐν Μακεδονίᾳ ξὺν τοῖς δισχιλίοις δεδεμένοι ἦσαν· 
[1.29.6] καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἄπρακτοι ἐν τῷ τότε ἀπῆλθον. οὐ γὰρ ἐδόκει ἀσφαλὲς εἶναι Ἀλεξάνδρῳ ἔτι ξυνεστῶτος τοῦ πρὸς τὸν Πέρσην πολέμου ἀνεῖναί τι τοῦ φόβου τοῖς Ἕλλησιν, ὅσοι ἐναντία τῇ Ἑλλάδι στρατεύεσθαι ὑπὲρ τῶν βαρβάρων οὐκ ἀπηξίωσαν· ἀλλ᾽ ἀποκρίνεται, ἐπειδὰν τὰ παρόντα καλῶς γένηται, τότε ἥκειν ὑπὲρ τῶν αὐτῶν πρεσβευομένους.

***
[1.29.5] Το Γόρδιο είναι πόλη της Ελλησποντιακής Φρυγίας και είναι χτισμένο στις όχθες του Σαγγάριου ποταμού. Ο Σαγγάριος, που οι πηγές του βρίσκονται στη Μεγάλη Φρυγία, διασχίζει τη χώρα των Βιθυνών Θρακών και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο. Στο Γόρδιο παρουσιάστηκαν στον Αλέξανδρο πρέσβεις των Αθηναίων και τον παρακάλεσαν να τους κάμει τη χάρη να απελευθερώσει τους συμπολίτες τους αιχμαλώτους· αυτοί είχαν αιχμαλωτιστεί στη μάχη του Γρανικού πολεμώντας στο πλευρό των Περσών και τότε κρατούνταν δέσμιοι στη Μακεδονία μαζί με τους δύο χιλιάδες αιχμαλώτους· 
[1.29.6] αλλά οι Αθηναίοι πρέσβεις αναχώρησαν τότε χωρίς να γίνει δεκτό το αίτημά τους. Γιατί ο Αλέξανδρος έκρινε ότι δεν ήταν ασφαλές, ενώ συνεχιζόταν ακόμη ο πόλεμος εναντίον των Περσών, να μετριάσει κατά κάποιον τρόπο τον φόβο των Ελλήνων εκείνων που δεν δίστασαν να συμπολεμήσουν με τους βαρβάρους εναντίον της Ελλάδος· αποκρίθηκε λοιπόν στους Αθηναίους να του ξαναστείλουν πρέσβεις για το ίδιο θέμα, όταν η τωρινή εκστρατεία θα έχει λήξει ευνοϊκά.