Τι κάνει ο ποιητής όταν θέλει να μιλήσει για το αιδοίο και να μη δώσει δικαιώματα να τον χαρακτηρίσεις χυδαίο, πρόστυχο, αισχρό, ό,τι άλλο σχετικό και παραπλήσιο. Κάπως πρέπει να το πει το γυναικείο σεξουαλικό όργανο. Ξενέρωτο, εντελώς αντικουλτουριάρικο θα το πει το αιδοίο, αν το αποκαλεί όπως ο γιατρός.
Κάποιος το είπε Κογχύλι. Τι σκέφθηκε ο άνθρωπος. Ένας άλλος το απόλυτο ερωτικό στόχο ενός άνδρα το είπε Σχισμούλα. Ο Μάϊκλ Ντάγκλας, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, πριν την διείσδυση, αρέσκοταν να φιλάει με το στόμα, να αρμέγει το κογχύλι της γυναίκας. Να σπατουλάρει τη Σχισμούλα.
Κάποιος το είπε Κογχύλι. Τι σκέφθηκε ο άνθρωπος. Ένας άλλος το απόλυτο ερωτικό στόχο ενός άνδρα το είπε Σχισμούλα. Ο Μάϊκλ Ντάγκλας, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, πριν την διείσδυση, αρέσκοταν να φιλάει με το στόμα, να αρμέγει το κογχύλι της γυναίκας. Να σπατουλάρει τη Σχισμούλα.
Ο αθάνατος Μέγας Παν κοιτάζει την Άνοιξη την ώρα που ανοίγει!
Ο πίνακας από:
Pal Szinyei Merse [Hungarian Politician and Painter 1845-1920]
Ο πίνακας από:
Pal Szinyei Merse [Hungarian Politician and Painter 1845-1920]
Το μουνί, το αιδοίο όπως παλαιότερα το έλεγαν, είναι ένα εντελώς αθώο όργανο του γυναικείου σώματος.
Είναι η είσοδος και η έξοδος της αναπαραγωγής των θηλαστικών, μεταξύ των οποίων τυγχάνει και το ανθρώπινο είδος. Αιδοίον, δηλαδή σεβαστόν ονομάστηκε από την ελληνική μεριά της ανθρώπινης ποικιλίας. Οι Έλληνες σχεδόν το θεοποίησαν. Θα μου πείτε άφησαν και κανένα φυσικό πράγμα αυτοί οι άνθρωποι που να μην το σεβαστούν.
Και «ξαφνικά», ήρθαν οι ανώμαλοι Πατέρες της χριστιανικής συμφοράς, μετά και οι ανάλογοι Ισλαμιστές, και τα φέρανε οι κακούργοι τα πάνω κάτω, απέναντι στα κακόμοιρα γυναικεία αιδοία, χυδαϊστί (;;;) μουνιά, που κακό ψόφο να έχουν γι’ αυτήν τους την εμπάθεια, τα ανθρώπινα αυτά κτήνη. Έφτασαν οι βρωμερές αυτές ψυχές να αποκαλέσουν τα αιδοία, άκουσον- άκουσον, πύλες της κολάσεως! Επίσης να αποκαλούν έτσι τον άνδρα προς τον οποίον θέλουν να εκδηλώσουν τα βαθύτερα αισθήματα περιφρόνησης!
Αυτή η αδικία, απέναντι όχι μόνο σ’ ένα εντελώς αθώο μέλος του σώματος αλλά προπαντός σ’ ένα που παρέχει μια από τις μέγιστες ηδονές και εκ του οποίου εξέρχεται η ίδια η ανθρώπινη ζωή, επομένως μέλος άξιο σεβασμού από κάθε άποψη, με πίεζε, από αίσθημα αφόρητης αδικίας, πάντοτε και θα με πιέζει μέχρι να ψοφήσω. Θέλησα να βγω και να διαμαρτυρηθώ υπέρ του, πολλές φορές. Πότε τα κατάφερνα κάπως, πότε- πότε τα έκανα μαντάρα.
Τώρα σκέφτηκα έναν άλλον τρόπο. Να παρουσιάσω δηλαδή κάποιες άγιες εικόνες τους, και να περιμένω να δω, αν αντιδράσει η ανωμαλία. Επί πλέον, ισχυρίζομαι ότι, είναι μια ευκαιρία, για κάθε μάτι που τυχόν ξινιστεί, να πάει να μετρήσει στο οφθαλμιατρείο της Αφροδίτης, την ποσότητα της σιχαμερής ψευδοηθικής τσίμπλας που του προσέθεσε η σκοταδιστική χριστιανική του απαιδεία.
Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΜΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, ΑΝΕΥΘΥΝΗ ΟΠΩΣ ΟΛΕΣ
Η ομάδα περιλαμβάνει κυρίως τις λέξεις μυστήριο, μύστης, μύηση, αμύητος μυστικό, μυστηριώδης κ. ά.
Άνευ ουδεμιάς αμφιβολίας όλες αυτές οι λέξεις προέρχονται από το μυέω που σημαίνει εισάγω στα μυστήρια, κατηχώ, διδάσκω, παιδεύω.
Το μυέω κατάγεται από το μύω. Μύω πάει να πει είμαι κλειστός, κλείνω, κλείνω τα μάτια ή το στόμα ή οποιοδήποτε άνοιγμα, και μεταφορικά ησυχάζω, πραΰνομαι. Πράγματι ο ήχος μου… παράγεται με κλειστό το στόμα και πάλση των φωνητικών χορδών.
Εάν προσέξουμε δε τους μεμυημένους, σ’ οποιουδήποτε είδους μυστήρια, πράγματι οι άνθρωποι αυτοί διακατέχονται από μαύρη τύφλα (μύω = κλείνω τα μάτια, και μάλιστα τα κλείνουν ανακλαστικά μπροστά σε κάθε αλήθεια). Επίσης δεν μιλούν εύκολα. Όταν δε ανοίγουν το στόμα τους, τότε μόνο ανοησίες μπορεί ν’ ακούσει κανείς απ’ αυτούς.
Η κάθε είδους μύηση (μάθημα για πνευματικώς τεμπέληδες) τελείται εντός κλειστού χώρου (μυέω), ο δε μύστης έπρεπε να κρατάει μυστικά τα όσα γνώρισε δια της μυήσεως.
«Διονύσιος ο τύραννος εκάλει τας των μυών (ποντικών) οπάς ή φωλεάς μυστήρια (μυς τηρείν)», Αθήναιος, 98 D. Εις το ιερό των χριστιανικών ναών δεν επιτρέπεται η είσοδος στον καθένα (στις κυρίες απαγορεύεται παντελώς), παρά μόνο στους μύστες και σε παιδιά, διότι εκεί συντελούνται μυστήρια φρικτά. Το φρικτά έχει να κάνει με την θεοφαγία.
Τώρα θα μου πείτε τι σχέση έχει η λέξη μουνί με το μυστήριο. Εδώ δεν πρόκειται για κανένα μυστήριο. Το πράμα αυτό κλείνει όλο αυτό το εσωτερικό που είναι το γεννητικό σύστημα της γυναίκας. Κι αφού το μύω από το μου… προέρχεται, το ζήτημα είναι ακόμα πιο απλό. Εξάλλου τα ο, ου, υ και ω εναλλάσσονται συνεχώς.
Το μουνί ενώ δεν σχετίζεται με κανένα μυστήριο είναι το μόνο πράγμα το οποίο σχετίζεται με μια κάποια μύηση. Πρόκειται ασφαλώς για την μύηση των εφήβων εις τα αφροδίσια. Τόσο απλά.
Επίσης, όπως μπορεί να δει κανείς στο προαναφερθέν ετυμολογικό λεξικό, από την ίδια ρίζα προέρχονται οι λέξεις βυζαίνω, μουντός, μύωψ, μυελός, μύγα, μύρος, μύλη, μυς, μωρός, μύξα, βους, φώκη και πολλές άλλες.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΑΝΔΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ
Αιδοιολειξία ή αιδοιολειχία είναι το είδος στοματικού σεξ κατά το οποίο γίνεται ερεθισμός τηςκλειτορίδας, των χειλιών του αιδοίου αλλά και της εισόδου του κόλπου της γυναίκας με τη χρήση του στόματος και της γλώσσας. Η αιδοιολειχία είναι ένας από τους τρόπους για να ερεθιστεί μια γυναίκα. Μπορεί να συμβεί πριν από τη συνουσία, ως προκαταρκτικό παιχνίδι, αλλά και αυτόνομα, μιας και μπορεί να οδηγήσει σε οργασμό.
Παρατιλμός (μάδημα) του αιδοίου
Εκείνο που άρεσε στους αρχαίους Έλληνες, ήταν να βλέπουν και ν’ απολαμβάνουν τα ξυρισμένα ή μαδημένα αιδοία των γυναικών, καθαρά και λάμποντα, όπως το συνηθίζουν οι σύγχρονες ανατολίτισσες και μερικές της Αφρικής, γιατί οι Έλληνες θεωρούσαν πως ήταν δουλόπρεπο να έχουν οι γυναίκες τον χ ο ί ρ ο ν (το αιδοίον) σαν μαλλιαρό πρόβατο, όπως το είχαν υποχρεωτικά οι δούλες, το συμπεραίνομε δε αυτό από τους ακόλουθους στίχους του αθάνατου Αριστοφάνη που αναφέρει στους «Βατράχους», ότι οι ορχηστρίδες παρουσιάζοντο άμα χόρευαν «ηβυλλιώσαι γ’ άρτι παρατετιλμέναι».
«Στο άνθος της ηλικίας των και με φρεσκομαδημένο το αιδοίον των», όπως λέει η Θεράπαινα.
Επίσης στις «Εκκλησιάζουσες η Πραξαγόρα λέει:
«Και τας γε δούλας ουχί δει κοσμουμένας
την των ελευθέρων υφαρπάζειν Κύπριν,
αλλά παρά τοις δούλοισι κοιμάσθαι μόνον,
κατωνάκην τον χοίρον αποτετιλμένας».
Δηλ. «κι οι δούλες πάλι δεν πάει να φοράν στολίδια
κι από τις ελεύθερες εμάς να κλέβουν τις ηδονές,
μα θα κοιμώνται μόνον με τους δούλους
μαδώντας το «γουρουνάκι» τους για μια παλιοπροβιά».
(Αριστοφάνους, Εκκλησιάζουσαι, στ. 721)
Το ίδιο στην «Ειρήνη» στ. 1351 λέει:
«Του μεν μέγα και παχύ, της δ’ ηδύ το σύκον».
(αυτουνού είναι μεγάλο και χοντρό (το πέος) κεινής δε γλυκό το σύκο (αιδοίο).
Και στους «Αχαρνής», στ. 781:
Μ. «αύτα εστί χοίρος;»
Δ. «νυν γε χοίρος φαίνεται• ατάρ εκτραφείς γε κύσθος έσται».
( Μ. «αυτά είναι χοίρος;»
Δ. «τώρα τουλάχιστον χοίρος (μικρό αιδοίο) φαίνεται•
όμως όταν μεγαλώσει θα γίνει αιδοίον κανονικό).
Και στο στίχο 791:
«Αίκα δε παχυνθή καναχνοασθή τριχί,
κάλλιστος έσται χοίρος Αφροδίτη θύειν»
(εάν όμως παχύνει και γεμίσει τρίχες
θαυμάσιο αιδοίο θα γίνει για να θυσιάζει στην Αφροδίτη).
Γεμάτους χάρη κι εξυπνάδα βρίσκομε στη Λυσιστράτη και πάλιν του Αριστοφάνη τους παρακάτω στίχους, στους οποίους χρησιμοποιεί τη λέξη υν αντί γουρούνι – χοίρος, όταν μαλώνουν οι άντρες με τις γυναίκες λέγοντας:
«Ει νη τω θεώ με ζωπυρήσεις
Λύσω την εμαυτής υν εγώ δη και ποιήσω
Τήμερον τους δημότας βωστρείν σ’ εγώ πεκτούμενον».
(Εάν μα τη θεά μ’ εξερεθίσεις
θα λύσω τον χοίρο μου (θα βγάλω έξω το αιδοίον μου
και κυνηγώντας σε θα σε κάνω να φωνάζεις στους δημότες βοήθεια).
(Αριστοφάνους, Λυσιστράτη, στ. 682)
Ο Φερεκράτης πάλι χρησιμοποίησε αντί αιδοίον τη λέξη ρ ό δ ο ν:
«Κόραι αρτίως ηβυλλιώσαι και τα ρόδα κεκαρμέναι».
(Κόρες μόλις στο άνθος της ηλικίας τους που είχαν κουρεμένα τα αιδοία τους).
Ο αθάνατος πατέρας της Ιατρικής Ιπποκράτης μεταχειρίσθηκε την λέξη φ ύ σ ι ν που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα:
«Ων αι μήτραι προΐωσιν εξωτέρω της φύσιος».
(Αν η μήτρα προπέσει και βγει έξω από το αιδοίον)
(Ιπποκράτους, Αφορισμοί § 27, σελ. 643)
Ο Λουκιανός περιγράφοντας πώς πιάστηκε επ’ αυτοφώρω ένας μοιχός λέει:
«Και μοιχός εάλω ποτέ, ως ο Άξων φησίν, άρθρα εν άρθροις έχων».
(Κάποτε πιάστηκε ένας μοιχός, που είχε τα αιδοία του μέσα στα αιδοία της γυναίκας).
Ο Αθήναιος χρησιμοποίησε τη λέξη κ ο ί λ ο ν Ά ρ γ ο ς αντί αιδοίον:
«Η δ’ είπε• μήτερ, πώς, έφη, μέλλω φιλείν τον μηδέν ωφέλημα, τον υπό τας στέγας το κοίλον Άργος θέλοντ’ έχειν;»
(Η κόρη είπε, πώς καλέ μητέρα θ’ αγαπήσω αυτόν, από τον οποίον δεν έχω καμμιά ωφέλεια, που κάτω από τη στέγη μας θέλει να’ χει δωρεάν το αιδοίο μου;)
(Αθήναιος, Βιβλ. ΙΓ΄, 582 α΄)
Μεταγενέστερα στους Μαγικούς Παπύρους αναφέρεται:
«Ορκίζω σε, νεκύδαιμον, – ίνα μοι άξης την δείνα και κεφαλήν κεφαλή κολλήση και χείλεα χείλεσι συνάψη και γαστέρα γαστρί κολλήση και μηρόν μηρώ πελάση και το μ έ λ α ν τω μ έ λ α ν ι (το μαυρότριχον αιδοίον συναρμόσει με το μαυρότριχο ανδρικό) και τα αφροδισιακά εαυτής εκτελέση μετ’ εμού».
Ο της Κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης Φώτιος, σε διάφορα μέρη του Λεξικού του, πριν την άλωση, αναφέροντας για τα γεννητικά όργανα, λέει:
«Σ ά ρ α β ο ν• το γυναικείο οι κωμικοί το ονομάζουν και σ ά κ α ν και σ ά β υ τ τ ο ν και σ έ λ ι ν ο και τ α ύ ρ ο και έτερα πολλά».
(Ευίου Ληναίου, Απόρρητα, Θεσσαλονίκη, 1935)
Αλλά και ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος, σε μερικά μέρη των «Εις Όμηρον Παρεκβολών», γράφει τα ακόλουθα:
«Ότι δε πολυώνυμον (ον) το γυναικείον αιδοίον, ά μ β ω ν τε γαρ λέγεται και
χ ο ί ρ ο ς και ε σ χ ά ρ α και δ έ λ τ α, το αυτό και κ έ λ η ς κλπ.»
ΟΝΟΜΑΣΙΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ
Παραθέτομεν για τον περίεργον πλούτον των ονομασιών, τα πιο κάτω:
1) Αγγείον
2) Αηδονιεύς
3) Αιδοίον
4) Αιδώς
5) Αισχύνη
6) Άμβων
7) Αναγκαίον
8) Απόκρυφον
9) Απόρρητα
10) Άρθρα
11) Ασχημοσύνη
12) Βασιλείδης
13) Βληχώ
14) Βύττος
15) Γείτον
16) Γέρρα
17) Γίγαρτον
18) Γυία
19) Δέλτα
20) Δελφάκιον
21) Δορίαλλος
22) Επίσειον
23) Εσχάρα
24) Ευδίαιον
25) Εύστρα
26) Ηδονοθήκη
27) Ίακχος
28) Ιπποκλείδης
29) Κέλης
30) Κένταυρος
31) Κήπος
32) Κοίλον Άργος
33) Κόκκος
34) Κολεός
35) Κτεις
36) Κύνειρα
37) Κύσθος
38) Κυσολαμπίς
39) Κυσός
40) Κύων
41) Λάκκος
42) Λειμών
43) Μέλαθρον
44) Μέλαν
45) Μισγκάγκειον
46) Μόριον
47) Μύρτον
48) Μύσχος
49) Μύτος
50) Νάπος
51) Οστάνιον
52) Πεδίον
53) Πελλάνα
54) Πράγμα
55) Ρόδον
56) Ροδωνιά
57) Σάβυττος
58) Σαβαρίχη
59) Σάκανδρος
60) Σάκας
61) Σάκος
62) Σαλάμβη
63) Σάραβος
64) Σάρων
65) Σέλινον
66) Σκάφιον
67) Σύκον
68) Ταύρον
69) Τιτίς
70) Τρήμα
71) Τρυβλίον
72) Τρυμαλίη
73) Τρύπημα
74) Υς
75) Ύσσακος
76) Ύσσαξ
77) Φορμίσιος
78) Φύσις
79) Χοιρίλος
80) Χοιρίον
81) Χοίρος
82) Ψίμαρον
Και τα νεώτερα:
Α χ ι ν ό ς, α χ α ΐ ρ ε υ τ ο (Καρύστου), α μ ε λ έ τ η τ ο, ο π ω ρ ι κ ό (Λευκάδος),
ν ε ρ ό μ υ λ ο ς, π ο υ λ ί, π ο υ λ ά κ ι, π ο υ τ ί, π ρ ά μ α, ρ η μ α δ ι α κ ό,
σ χ ι σ τ ό και το ηπειρώτικο κ λ ε ι δ ω ν ι ά.
Στη συλλογή Αραβαστινού (σελ. 223, 373) υπάρχει το παραστατικώτατο δημοτικό αλληγορικό τραγούδι για την κλειδωνιά:
Απόψε κυρά νύφη
Θα παίξη ο μάνταλος
Τα δυο κουπιά του Μπάρκα
Και ο παρασάνταλος
Απόψε κυρά Νύφη
Της πεθεράς σου ο γιος
Θα μπη ξεσπαθωμένος
Σαν φίλος σαν οχτρός
Απόψε η κλειδωνιά σου
Με μια θα τσακιστεί
Και η πόρτα της αυλής σου
Θα στέκετ’ ανοιχτή.
Ο Κουκουλές επίσης αναφέρει ότι οι Πόντιοι και σήμερα εξακολουθούν να ονομάζουν το αιδοίον της γυναίκας γ ε ί τ ο ν
Η Σούλα το ΣΔΟΕ και η λίστα…!!!
Είναι η είσοδος και η έξοδος της αναπαραγωγής των θηλαστικών, μεταξύ των οποίων τυγχάνει και το ανθρώπινο είδος. Αιδοίον, δηλαδή σεβαστόν ονομάστηκε από την ελληνική μεριά της ανθρώπινης ποικιλίας. Οι Έλληνες σχεδόν το θεοποίησαν. Θα μου πείτε άφησαν και κανένα φυσικό πράγμα αυτοί οι άνθρωποι που να μην το σεβαστούν.
Και «ξαφνικά», ήρθαν οι ανώμαλοι Πατέρες της χριστιανικής συμφοράς, μετά και οι ανάλογοι Ισλαμιστές, και τα φέρανε οι κακούργοι τα πάνω κάτω, απέναντι στα κακόμοιρα γυναικεία αιδοία, χυδαϊστί (;;;) μουνιά, που κακό ψόφο να έχουν γι’ αυτήν τους την εμπάθεια, τα ανθρώπινα αυτά κτήνη. Έφτασαν οι βρωμερές αυτές ψυχές να αποκαλέσουν τα αιδοία, άκουσον- άκουσον, πύλες της κολάσεως! Επίσης να αποκαλούν έτσι τον άνδρα προς τον οποίον θέλουν να εκδηλώσουν τα βαθύτερα αισθήματα περιφρόνησης!
Αυτή η αδικία, απέναντι όχι μόνο σ’ ένα εντελώς αθώο μέλος του σώματος αλλά προπαντός σ’ ένα που παρέχει μια από τις μέγιστες ηδονές και εκ του οποίου εξέρχεται η ίδια η ανθρώπινη ζωή, επομένως μέλος άξιο σεβασμού από κάθε άποψη, με πίεζε, από αίσθημα αφόρητης αδικίας, πάντοτε και θα με πιέζει μέχρι να ψοφήσω. Θέλησα να βγω και να διαμαρτυρηθώ υπέρ του, πολλές φορές. Πότε τα κατάφερνα κάπως, πότε- πότε τα έκανα μαντάρα.
Τώρα σκέφτηκα έναν άλλον τρόπο. Να παρουσιάσω δηλαδή κάποιες άγιες εικόνες τους, και να περιμένω να δω, αν αντιδράσει η ανωμαλία. Επί πλέον, ισχυρίζομαι ότι, είναι μια ευκαιρία, για κάθε μάτι που τυχόν ξινιστεί, να πάει να μετρήσει στο οφθαλμιατρείο της Αφροδίτης, την ποσότητα της σιχαμερής ψευδοηθικής τσίμπλας που του προσέθεσε η σκοταδιστική χριστιανική του απαιδεία.
Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΜΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, ΑΝΕΥΘΥΝΗ ΟΠΩΣ ΟΛΕΣ
Η ομάδα περιλαμβάνει κυρίως τις λέξεις μυστήριο, μύστης, μύηση, αμύητος μυστικό, μυστηριώδης κ. ά.
Άνευ ουδεμιάς αμφιβολίας όλες αυτές οι λέξεις προέρχονται από το μυέω που σημαίνει εισάγω στα μυστήρια, κατηχώ, διδάσκω, παιδεύω.
Το μυέω κατάγεται από το μύω. Μύω πάει να πει είμαι κλειστός, κλείνω, κλείνω τα μάτια ή το στόμα ή οποιοδήποτε άνοιγμα, και μεταφορικά ησυχάζω, πραΰνομαι. Πράγματι ο ήχος μου… παράγεται με κλειστό το στόμα και πάλση των φωνητικών χορδών.
Εάν προσέξουμε δε τους μεμυημένους, σ’ οποιουδήποτε είδους μυστήρια, πράγματι οι άνθρωποι αυτοί διακατέχονται από μαύρη τύφλα (μύω = κλείνω τα μάτια, και μάλιστα τα κλείνουν ανακλαστικά μπροστά σε κάθε αλήθεια). Επίσης δεν μιλούν εύκολα. Όταν δε ανοίγουν το στόμα τους, τότε μόνο ανοησίες μπορεί ν’ ακούσει κανείς απ’ αυτούς.
Η κάθε είδους μύηση (μάθημα για πνευματικώς τεμπέληδες) τελείται εντός κλειστού χώρου (μυέω), ο δε μύστης έπρεπε να κρατάει μυστικά τα όσα γνώρισε δια της μυήσεως.
«Διονύσιος ο τύραννος εκάλει τας των μυών (ποντικών) οπάς ή φωλεάς μυστήρια (μυς τηρείν)», Αθήναιος, 98 D. Εις το ιερό των χριστιανικών ναών δεν επιτρέπεται η είσοδος στον καθένα (στις κυρίες απαγορεύεται παντελώς), παρά μόνο στους μύστες και σε παιδιά, διότι εκεί συντελούνται μυστήρια φρικτά. Το φρικτά έχει να κάνει με την θεοφαγία.
Τώρα θα μου πείτε τι σχέση έχει η λέξη μουνί με το μυστήριο. Εδώ δεν πρόκειται για κανένα μυστήριο. Το πράμα αυτό κλείνει όλο αυτό το εσωτερικό που είναι το γεννητικό σύστημα της γυναίκας. Κι αφού το μύω από το μου… προέρχεται, το ζήτημα είναι ακόμα πιο απλό. Εξάλλου τα ο, ου, υ και ω εναλλάσσονται συνεχώς.
Το μουνί ενώ δεν σχετίζεται με κανένα μυστήριο είναι το μόνο πράγμα το οποίο σχετίζεται με μια κάποια μύηση. Πρόκειται ασφαλώς για την μύηση των εφήβων εις τα αφροδίσια. Τόσο απλά.
Επίσης, όπως μπορεί να δει κανείς στο προαναφερθέν ετυμολογικό λεξικό, από την ίδια ρίζα προέρχονται οι λέξεις βυζαίνω, μουντός, μύωψ, μυελός, μύγα, μύρος, μύλη, μυς, μωρός, μύξα, βους, φώκη και πολλές άλλες.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΑΝΔΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ
Αιδοιολειξία ή αιδοιολειχία είναι το είδος στοματικού σεξ κατά το οποίο γίνεται ερεθισμός τηςκλειτορίδας, των χειλιών του αιδοίου αλλά και της εισόδου του κόλπου της γυναίκας με τη χρήση του στόματος και της γλώσσας. Η αιδοιολειχία είναι ένας από τους τρόπους για να ερεθιστεί μια γυναίκα. Μπορεί να συμβεί πριν από τη συνουσία, ως προκαταρκτικό παιχνίδι, αλλά και αυτόνομα, μιας και μπορεί να οδηγήσει σε οργασμό.
Παρατιλμός (μάδημα) του αιδοίου
Εκείνο που άρεσε στους αρχαίους Έλληνες, ήταν να βλέπουν και ν’ απολαμβάνουν τα ξυρισμένα ή μαδημένα αιδοία των γυναικών, καθαρά και λάμποντα, όπως το συνηθίζουν οι σύγχρονες ανατολίτισσες και μερικές της Αφρικής, γιατί οι Έλληνες θεωρούσαν πως ήταν δουλόπρεπο να έχουν οι γυναίκες τον χ ο ί ρ ο ν (το αιδοίον) σαν μαλλιαρό πρόβατο, όπως το είχαν υποχρεωτικά οι δούλες, το συμπεραίνομε δε αυτό από τους ακόλουθους στίχους του αθάνατου Αριστοφάνη που αναφέρει στους «Βατράχους», ότι οι ορχηστρίδες παρουσιάζοντο άμα χόρευαν «ηβυλλιώσαι γ’ άρτι παρατετιλμέναι».
«Στο άνθος της ηλικίας των και με φρεσκομαδημένο το αιδοίον των», όπως λέει η Θεράπαινα.
Επίσης στις «Εκκλησιάζουσες η Πραξαγόρα λέει:
«Και τας γε δούλας ουχί δει κοσμουμένας
την των ελευθέρων υφαρπάζειν Κύπριν,
αλλά παρά τοις δούλοισι κοιμάσθαι μόνον,
κατωνάκην τον χοίρον αποτετιλμένας».
Δηλ. «κι οι δούλες πάλι δεν πάει να φοράν στολίδια
κι από τις ελεύθερες εμάς να κλέβουν τις ηδονές,
μα θα κοιμώνται μόνον με τους δούλους
μαδώντας το «γουρουνάκι» τους για μια παλιοπροβιά».
(Αριστοφάνους, Εκκλησιάζουσαι, στ. 721)
Το ίδιο στην «Ειρήνη» στ. 1351 λέει:
«Του μεν μέγα και παχύ, της δ’ ηδύ το σύκον».
(αυτουνού είναι μεγάλο και χοντρό (το πέος) κεινής δε γλυκό το σύκο (αιδοίο).
Και στους «Αχαρνής», στ. 781:
Μ. «αύτα εστί χοίρος;»
Δ. «νυν γε χοίρος φαίνεται• ατάρ εκτραφείς γε κύσθος έσται».
( Μ. «αυτά είναι χοίρος;»
Δ. «τώρα τουλάχιστον χοίρος (μικρό αιδοίο) φαίνεται•
όμως όταν μεγαλώσει θα γίνει αιδοίον κανονικό).
Και στο στίχο 791:
«Αίκα δε παχυνθή καναχνοασθή τριχί,
κάλλιστος έσται χοίρος Αφροδίτη θύειν»
(εάν όμως παχύνει και γεμίσει τρίχες
θαυμάσιο αιδοίο θα γίνει για να θυσιάζει στην Αφροδίτη).
Γεμάτους χάρη κι εξυπνάδα βρίσκομε στη Λυσιστράτη και πάλιν του Αριστοφάνη τους παρακάτω στίχους, στους οποίους χρησιμοποιεί τη λέξη υν αντί γουρούνι – χοίρος, όταν μαλώνουν οι άντρες με τις γυναίκες λέγοντας:
«Ει νη τω θεώ με ζωπυρήσεις
Λύσω την εμαυτής υν εγώ δη και ποιήσω
Τήμερον τους δημότας βωστρείν σ’ εγώ πεκτούμενον».
(Εάν μα τη θεά μ’ εξερεθίσεις
θα λύσω τον χοίρο μου (θα βγάλω έξω το αιδοίον μου
και κυνηγώντας σε θα σε κάνω να φωνάζεις στους δημότες βοήθεια).
(Αριστοφάνους, Λυσιστράτη, στ. 682)
Ο Φερεκράτης πάλι χρησιμοποίησε αντί αιδοίον τη λέξη ρ ό δ ο ν:
«Κόραι αρτίως ηβυλλιώσαι και τα ρόδα κεκαρμέναι».
(Κόρες μόλις στο άνθος της ηλικίας τους που είχαν κουρεμένα τα αιδοία τους).
Ο αθάνατος πατέρας της Ιατρικής Ιπποκράτης μεταχειρίσθηκε την λέξη φ ύ σ ι ν που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα:
«Ων αι μήτραι προΐωσιν εξωτέρω της φύσιος».
(Αν η μήτρα προπέσει και βγει έξω από το αιδοίον)
(Ιπποκράτους, Αφορισμοί § 27, σελ. 643)
Ο Λουκιανός περιγράφοντας πώς πιάστηκε επ’ αυτοφώρω ένας μοιχός λέει:
«Και μοιχός εάλω ποτέ, ως ο Άξων φησίν, άρθρα εν άρθροις έχων».
(Κάποτε πιάστηκε ένας μοιχός, που είχε τα αιδοία του μέσα στα αιδοία της γυναίκας).
Ο Αθήναιος χρησιμοποίησε τη λέξη κ ο ί λ ο ν Ά ρ γ ο ς αντί αιδοίον:
«Η δ’ είπε• μήτερ, πώς, έφη, μέλλω φιλείν τον μηδέν ωφέλημα, τον υπό τας στέγας το κοίλον Άργος θέλοντ’ έχειν;»
(Η κόρη είπε, πώς καλέ μητέρα θ’ αγαπήσω αυτόν, από τον οποίον δεν έχω καμμιά ωφέλεια, που κάτω από τη στέγη μας θέλει να’ χει δωρεάν το αιδοίο μου;)
(Αθήναιος, Βιβλ. ΙΓ΄, 582 α΄)
Μεταγενέστερα στους Μαγικούς Παπύρους αναφέρεται:
«Ορκίζω σε, νεκύδαιμον, – ίνα μοι άξης την δείνα και κεφαλήν κεφαλή κολλήση και χείλεα χείλεσι συνάψη και γαστέρα γαστρί κολλήση και μηρόν μηρώ πελάση και το μ έ λ α ν τω μ έ λ α ν ι (το μαυρότριχον αιδοίον συναρμόσει με το μαυρότριχο ανδρικό) και τα αφροδισιακά εαυτής εκτελέση μετ’ εμού».
Ο της Κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης Φώτιος, σε διάφορα μέρη του Λεξικού του, πριν την άλωση, αναφέροντας για τα γεννητικά όργανα, λέει:
«Σ ά ρ α β ο ν• το γυναικείο οι κωμικοί το ονομάζουν και σ ά κ α ν και σ ά β υ τ τ ο ν και σ έ λ ι ν ο και τ α ύ ρ ο και έτερα πολλά».
(Ευίου Ληναίου, Απόρρητα, Θεσσαλονίκη, 1935)
Αλλά και ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος, σε μερικά μέρη των «Εις Όμηρον Παρεκβολών», γράφει τα ακόλουθα:
«Ότι δε πολυώνυμον (ον) το γυναικείον αιδοίον, ά μ β ω ν τε γαρ λέγεται και
χ ο ί ρ ο ς και ε σ χ ά ρ α και δ έ λ τ α, το αυτό και κ έ λ η ς κλπ.»
ΟΝΟΜΑΣΙΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ
Παραθέτομεν για τον περίεργον πλούτον των ονομασιών, τα πιο κάτω:
1) Αγγείον
2) Αηδονιεύς
3) Αιδοίον
4) Αιδώς
5) Αισχύνη
6) Άμβων
7) Αναγκαίον
8) Απόκρυφον
9) Απόρρητα
10) Άρθρα
11) Ασχημοσύνη
12) Βασιλείδης
13) Βληχώ
14) Βύττος
15) Γείτον
16) Γέρρα
17) Γίγαρτον
18) Γυία
19) Δέλτα
20) Δελφάκιον
21) Δορίαλλος
22) Επίσειον
23) Εσχάρα
24) Ευδίαιον
25) Εύστρα
26) Ηδονοθήκη
27) Ίακχος
28) Ιπποκλείδης
29) Κέλης
30) Κένταυρος
31) Κήπος
32) Κοίλον Άργος
33) Κόκκος
34) Κολεός
35) Κτεις
36) Κύνειρα
37) Κύσθος
38) Κυσολαμπίς
39) Κυσός
40) Κύων
41) Λάκκος
42) Λειμών
43) Μέλαθρον
44) Μέλαν
45) Μισγκάγκειον
46) Μόριον
47) Μύρτον
48) Μύσχος
49) Μύτος
50) Νάπος
51) Οστάνιον
52) Πεδίον
53) Πελλάνα
54) Πράγμα
55) Ρόδον
56) Ροδωνιά
57) Σάβυττος
58) Σαβαρίχη
59) Σάκανδρος
60) Σάκας
61) Σάκος
62) Σαλάμβη
63) Σάραβος
64) Σάρων
65) Σέλινον
66) Σκάφιον
67) Σύκον
68) Ταύρον
69) Τιτίς
70) Τρήμα
71) Τρυβλίον
72) Τρυμαλίη
73) Τρύπημα
74) Υς
75) Ύσσακος
76) Ύσσαξ
77) Φορμίσιος
78) Φύσις
79) Χοιρίλος
80) Χοιρίον
81) Χοίρος
82) Ψίμαρον
Και τα νεώτερα:
Α χ ι ν ό ς, α χ α ΐ ρ ε υ τ ο (Καρύστου), α μ ε λ έ τ η τ ο, ο π ω ρ ι κ ό (Λευκάδος),
ν ε ρ ό μ υ λ ο ς, π ο υ λ ί, π ο υ λ ά κ ι, π ο υ τ ί, π ρ ά μ α, ρ η μ α δ ι α κ ό,
σ χ ι σ τ ό και το ηπειρώτικο κ λ ε ι δ ω ν ι ά.
Στη συλλογή Αραβαστινού (σελ. 223, 373) υπάρχει το παραστατικώτατο δημοτικό αλληγορικό τραγούδι για την κλειδωνιά:
Απόψε κυρά νύφη
Θα παίξη ο μάνταλος
Τα δυο κουπιά του Μπάρκα
Και ο παρασάνταλος
Απόψε κυρά Νύφη
Της πεθεράς σου ο γιος
Θα μπη ξεσπαθωμένος
Σαν φίλος σαν οχτρός
Απόψε η κλειδωνιά σου
Με μια θα τσακιστεί
Και η πόρτα της αυλής σου
Θα στέκετ’ ανοιχτή.
Ο Κουκουλές επίσης αναφέρει ότι οι Πόντιοι και σήμερα εξακολουθούν να ονομάζουν το αιδοίον της γυναίκας γ ε ί τ ο ν
Η Σούλα το ΣΔΟΕ και η λίστα…!!!
τι …βγάζει…; και γιατί… ; η Σούλα στην φωτοτυπία…;
Όλα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα…
Όλα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα…
»- Εμπρός… Η δεσποινίς Σούλα;
- Μάλιστα, λέγετε.
- Δεσποινίς Σούλα, εδώ ο Ευάγγελος, ο λογιστής σας.
Σας παίρνω για να σας πληροφορήσω ότι το όνομα σας συμπεριελήφθη στη
λίστα του ΣΔΟΕ λόγω… ασυμβατότητας της περιουσίας σας και του δηλωθέντος μισθού σας ως γραμματέα υπουργού.
- Παναγίτσα μου, και τώρα;
- Κάντε το εξής:
Στείλτε μου αντίγραφο της κυρίας πηγής εσόδων σας και θα δω τι μπορώ
να κάνω.
- Τώρα αμέσως κύριε Βαγγέλη…
βγάζω ήδη φωτοτυπία και τη διαβιβάζω με φαξ!!!»