Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - Περὶ τοῦ στεφάνου (252-256)

Σχετική εικόνα[252] Πανταχόθεν μὲν τοίνυν ἄν τις ἴδοι τὴν ἀγνωμοσύνην αὐτοῦ καὶ τὴν βασκανίαν, οὐχ ἥκιστα δ᾽ ἀφ᾽ ὧν περὶ τῆς τύχης διελέχθη. ἐγὼ δ᾽ ὅλως μέν, ὅστις ἄνθρωπος ὢν ἀνθρώπῳ τύχην προφέρει, ἀνόητον ἡγοῦμαι· ἣν γὰρ ὁ βέλτιστα πράττειν νομίζων καὶ ἀρίστην ἔχειν οἰόμενος οὐκ οἶδεν εἰ μενεῖ τοιαύτη μέχρι τῆς ἑσπέρας, πῶς χρὴ περὶ ταύτης λέγειν ἢ πῶς ὀνειδίζειν ἑτέρῳ; ἐπειδὴ δ᾽ οὗτος πρὸς πολλοῖς ἄλλοις καὶ περὶ τούτων ὑπερηφάνως χρῆται τῷ λόγῳ, σκέψασθ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ θεωρήσατε ὅσῳ καὶ ἀληθέστερον καὶ ἀνθρωπινώτερον ἐγὼ περὶ τῆς τύχης τούτου διαλεχθήσομαι.

[253] ἐγὼ τὴν τῆς πόλεως τύχην ἀγαθὴν ἡγοῦμαι, καὶ ταῦθ᾽ ὁρῶ καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον ὑμῖν μαντευόμενον, τὴν μέντοι τῶν πάντων ἀνθρώπων, ἣ νῦν ἐπέχει, χαλεπὴν καὶ δεινήν· τίς γὰρ Ἑλλήνων ἢ τίς βαρβάρων οὐ πολλῶν κακῶν ἐν τῷ παρόντι πεπείραται;

[254] τὸ μὲν τοίνυν προελέσθαι τὰ κάλλιστα καὶ τὸ τῶν οἰηθέντων Ἑλλήνων, εἰ προοῖνθ᾽ ἡμᾶς, ἐν εὐδαιμονίᾳ διάξειν αὐτῶν ἄμεινον πράττειν, τῆς ἀγαθῆς τύχης τῆς πόλεως εἶναι τίθημι· τὸ δὲ προσκροῦσαι καὶ μὴ πάνθ᾽ ὡς ἐβουλόμεθ᾽ ἡμῖν συμβῆναι, τῆς τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τύχης τὸ ἐπιβάλλον ἐφ᾽ ἡμᾶς μέρος μετειληφέναι νομίζω τὴν πόλιν.

[255] τὴν δ᾽ ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν καὶ τὴν ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου ἐν τοῖς ἰδίοις ἐξετάζειν δίκαιον εἶναι νομίζω. ἐγὼ μὲν οὑτωσὶ περὶ τῆς τύχης ἀξιῶ, ὀρθῶς καὶ δικαίως, ὡς ἐμαυτῷ δοκῶ, νομίζω δὲ καὶ ὑμῖν· ὁ δὲ τὴν ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν τῆς κοινῆς τῆς πόλεως κυριωτέραν εἶναί φησι, τὴν μικρὰν καὶ φαύλην τῆς ἀγαθῆς καὶ μεγάλης. καὶ πῶς ἔνι τοῦτο γενέσθαι;

 [256] Καὶ μὴν εἴ γε τὴν ἐμὴν τύχην πάντως ἐξετάζειν, Αἰσχίνη, προαιρεῖ, πρὸς τὴν σεαυτοῦ σκόπει, κἂν εὕρῃς τὴν ἐμὴν βελτίω τῆς σῆς, παῦσαι λοιδορούμενος αὐτῇ. σκόπει τοίνυν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς. καί μου πρὸς Διὸς μηδεμίαν ψυχρότητα καταγνῷ μηδείς. ἐγὼ γὰρ οὔτ᾽ εἴ τις πενίαν προπηλακίζει, νοῦν ἔχειν ἡγοῦμαι, οὔτ᾽ εἴ τις ἐν ἀφθόνοις τραφεὶς ἐπὶ τούτῳ σεμνύνεται· ἀλλ᾽ ὑπὸ τῆς τουτουὶ τοῦ χαλεποῦ βλασφημίας καὶ συκοφαντίας εἰς τοιούτους λόγους ἐμπίπτειν ἀναγκάζομαι, οἷς ἐκ τῶν ἐνόντων ὡς ἂν δύνωμαι μετριώτατα χρήσομαι.

***
[252] Από κάθε σκοπιά λοιπόν θα μπορούσε να δει κανείς την αναισθησία και την κακεντρέχεια αυτού του ανθρώπου, όχι λιγότερο όμως από όσα ανέφερε για την τύχη μου. Εγώ θεωρώ γενικά ανόητο κάθε άνθρωπο που κατακρίνει τον συνάνθρωπό του για την τύχη του. Γιατί αφού, αυτός που πιστεύει ότι είναι πανευτυχής και φαντάζεται ότι έχει την καλύτερη τύχη, δεν είναι σίγουρος αν θα παραμείνει η ίδια ως το βράδυ, πως είναι σωστό να μιλάει κανείς γι᾽ αυτήν ή να εμπαίζει άλλον; Επειδή όμως, εκτός από πολλά άλλα, μίλησε αλαζονικά και γι᾽ αυτό το θέμα εξετάστε, Αθηναίοι, και παρατηρήστε πόσο και πιο κοντά στην αλήθεια και πιο κοντά στον άνθρωπο θα μιλήσω εγώ για τη δική του τύχη.

[253] Εγώ θεωρώ την τύχη της πόλης μας καλή και τον ίδιο χρησμό βλέπω ότι έδωσε σε σας και ο Δίας από το μαντείο της Δωδώνης· την τύχη όμως όλων των ανθρώπων, που τώρα τους επηρεάζει, τη θεωρώ σκληρή και φοβερή. Υπάρχει άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, που δεν έχει δοκιμάσει στη σημερινή εποχή πολλές συμφορές;

[254] Το ότι λοιπόν επέλεξε η πόλη μας την καλύτερη πολιτική και βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη μοίρα από τους Έλληνες εκείνους που φαντάζονταν ότι, αν εγκατέλειπαν εμάς στην τύχη μας, θα ζούσαν ευτυχισμένοι, νομίζω ότι οφείλεται στη δική της καλή τύχη. Το ότι όμως προσέκρουσε σε εμπόδια και δεν μας ήρθαν όλα όπως τα θέλαμε, νομίζω ότι αυτό είναι αποτέλεσμα της συμμετοχής της πόλης κατά το μερίδιο που της αναλογεί στη γενική κακή κατάσταση.

[255] Τη δική μου όμως τύχη και την τύχη του καθενός από μας νομίζω ότι είναι δίκαιο να την κρίνουμε στη βάση της ιδιωτικής ζωής. Αυτές τις απόψεις, σωστές και δίκαιες, υποθέτω, έχω εγώ για την τύχη· αλλά νομίζω ότι συμφωνείτε και εσείς. Αυτός όμως ισχυρίζεται ότι η δική μου προσωπική τύχη έπαιζε σημαντικότερο ρόλο από την τύχη της πόλης, η μικρή και ασήμαντη δηλαδή από την καλή και μεγάλη τύχη της πόλης. Μα πώς είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο;

[256] Αν βέβαια είσαι αποφασισμένος, Αισχίνη, να εξετάσεις με κάθε κόστος την τύχη μου, να την εξετάσεις συγκρίνοντάς την με τη δική σου και, αν διαπιστώσεις ότι η δική μου είναι καλύτερη από τη δική σου, πάψε να τη χλευάζεις. Άρχισε λοιπόν την έρευνά σου από την αρχή. Για όνομα του Δία, ας μη με κατηγορήσει κανείς για μικροψυχία. Γιατί εγώ δεν θεωρώ νουνεχή όποιον χλευάζει τη φτώχεια ούτε εκείνον που καυχιέται ότι ανατράφηκε μέσα σε άφθονα αγαθά.

Αρχαίο Ελληνικό και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό

Η επιστροφή στην αρχαία Ελλάδα και οι προβληματισμοί πάνω στην έννοια της δημοκρατίας
 
«Τι σημαίνει η συμμετοχή του φιλοσόφου στο παρόν, όχι τόσο ως συμμετοχή σ' ένα δόγμα ή σε μια φιλοσοφική παράδοση ούτε σε μια κοινότητα ανθρώπων εν γένει, αλλά σ' ένα συγκεκριμένο εμείς, που αναφέρεται σ' ένα πολιτιστικό σύνολο χαρακτηριστικό της δικής του επικαιρότητας;» Michel Foucault[1]
 
Εισαγωγικά
 
Αν και η διαμάχη Αρχαίων και Νεοτέρων ξεκίνησε από το 1687 κιόλας, ζητήματα που σχετίζονται με αυτήν, είναι τόσο σημαντικά που απασχόλησαν ακόμα και πρόσφατους φιλόσοφους όπως είναι για παράδειγμα, ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Η διαμάχη αυτή και η επιστροφή στους Αρχαίους, δεν επηρέασε μόνο καλλιτεχνικά ρεύματα (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Νεοκλασικισμός), αλλά και πολιτικές ιδέες που στοχάστηκαν πάνω στις έννοιες της δημοκρατίας, της δικαιότερης διακυβέρνησης και της ερμηνείας της Ιστορίας και του παρελθόντος σε αντιδιαστολή με το ιστορικό παρόν. Από την Ιστορία ως magistra vitae η οποία είναι εκεί για να δώσει μαθήματα για το παρόν, από την πίστη στην Νεοτερικότητα όπως την συναντάμε για παράδειγμα στον Βολτέρο, ο οποίος δεν βλέπει πουθενά ιστορική συνοχή, μέχρι την σκληρή επίθεση του Derrida απέναντι στην έννοια της «παραδειγματικότητας» - καθώς εντοπίζει σε αυτήν κάποιο είδος μεταφυσικής - η διαμάχη Αρχαίων και Νεοτέρων έρχεται να δείξει ότι η Ευρώπη ανέκαθεν επεξεργάστηκε εικόνες του παρελθόντος προκειμένου να κατανοήσει «την ιστορία της καταγωγής της και το νόημα του πεπρωμένου της». Το γεγονός ότι από «Αναγέννηση σε Αναγέννηση» υπήρχε και μια καινούρια επεξεργασία του ιστορικού παρελθόντος και της ταυτότητας, όπως θα έλεγε και ο Foucault, τονίζει την σημαντικότητας ύπαρξης ενός ιστορικού a priori που θα καθορίζει ταυτόχρονα και την διαδικασία παραγωγής του Λόγου[2].
 
Ο Καστοριάδης προσπαθώντας να εντοπίσει ποια είναι η αρχή και η αιτία της θέσμισης της κοινωνίας, αλλά κυρίως και ο λόγος ύπαρξής της, συγκρίνει την φαντασιακή θέσμιση της Αρχαίας Ελλάδας με αυτή των Νεοτέρων. Συγκεκριμένα τον ενδιαφέρει να εντοπίσει μια κοινωνία δημοκρατική που θα έχει ως βασικό χαρακτηριστικό της την αυτοσυνειδησία και θα αποτελέσει παραδειγματικό πρότυπο για τους Νεότερους. Στην ουσία, για τον Καστοριάδη μια κοινωνία μπορεί να είναι δημοκρατική, μόνο αν δημιουργεί μόνης της το φαντασιακό της, ενώ ταυτόχρονα είναι σε θέση να το αμφισβητεί. Το πέρασμα μιας κοινωνίας από την πρωτογενή κατάσταση της αλλοτρίωσης κι ετερονομίας, στην διαύγεια της αυτοσυνειδησίας είναι όμως, εξαιρετικά δυσχερής, γι' αυτό και σπάνια στην ιστορία. Παρουσιάζεται μονάχα στην αρχαία Ελλάδα. Ο Καστοριάδης επιλέγει ως μοντέλο την αρχαία δημοκρατία, καθώς στην Ευρώπη της Αναγέννησης μπορεί μεν να δημιουργήθηκε μέσα στην ίδια την κοινωνία κάποιο φαντασιακό, αλλά ο κυρίαρχος ρόλος της θρησκείας εμπόδιζε την αμφισβήτηση της παράδοσης, δηλαδή των κληροδοτημένων, θεσμοθετημένων αξιών.
 
Με την παρούσα εργασία λοιπόν, γίνεται προσπάθεια να κατανοηθεί ο ρόλος που διαδραματίζει η αρχαιότητα στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της θεωρίας του Καστοριάδη. Παράλληλα, παίρνοντας έναυσμα από τους λόγους που οδηγούν τον Καστοριάδη να στραφεί προς την αρχαιότητα και προς το «κλασικό ιδεώδες», θα αναζητηθούν οφέλη που προσφέρει η συζήτηση γύρω από τον αρχαίο κόσμο και η συνεχής μελέτη της σχέσης Νεοτέρων και Αρχαίων.
 
Η εργασία αποτελείται από τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύεται ο τρόπος που ο Καστοριάδης συνδέει την έννοια του συλλογικού φαντασιακού με την έννοια της δημοκρατίας. Η συγκεκριμένη ανάλυση είναι σημαντική να γίνει δεδομένου ότι η οντολογική απολυτοποίηση της έλλειψης υπερβατικού νοήματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση στην θεωρία του Καστοριάδη, για την εγκαθίδρυση δημοκρατικών πολιτευμάτων. Βασική προβληματική του δευτέρου κεφαλαίου αποτελούν οι λόγοι που ο Καστοριάδης στρέφεται συγκεκριμένα στην αθηναϊκή δημοκρατία, προβάλλοντας την ως ένα ιδανικό πρότυπο για το παρόν. Στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο εκφράζονται κάποιοι προβληματισμοί πάνω στο θεωρητικό μοντέλο που παρουσιάζει ο Καστοριάδης. Η πολιτική πρόταση του Καστοριάδη για την επίτευξη μιας άμεσης δημοκρατίας, στους αντίποδες του σημερινού κοινοβουλευτικού συστήματος, έχει αμφισβητηθεί κατά καιρούς ως ουτοπική και ανέφικτη πρακτικά στη σημερινή εποχή. Ωστόσο, αναμφίβολα συγκρίνοντας το νεότερο πολιτικό φαντασιακό με το αρχαίο στην θεωρία του, ο Καστοριάδης προσφέρει μια εύστοχη κριτική στον σύγχρονο τρόπο διακυβέρνησης. Εξάλλου, όπως γράφει και ο ίδιος «η ίδια η ιδέα μιας ολοκληρωμένης και οριστικής θεωρίας είναι χιμαιρική και φενακιστική»[3].
 
Συλλογικό Φαντασιακό και Δημοκρατία
 
Στην διάλεξη αυτή ο Καστοριάδης, προσπαθώντας να πλησιάσει ένα δημοκρατικό πολίτευμα που θα αποτελεί πρότυπο, στρέφεται στην αρχαία Ελλάδα. Συγκεκριμένα, συγκρίνει το αρχαίο ελληνικό φαντασιακό, με το νεότερο πολιτικό και καταλήγει στο να πλέξει ένα εγκώμιο για το δημοκρατικό πολίτευμα της αρχαίας Ελλάδας. Για ποιο λόγο όμως «φαντασιακό»; Γιατί ο Καστοριάδης δίνει τόση ιδιαίτερη σημασία στην «φαντασιακή θέσμιση» της κοινωνίας;
 
Για τον Καστοριάδη, ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία ορίζεται κατ' ουσία από την φαντασιακή δημιουργία. Στο συγκεκριμένο σημείο, είναι απαραίτητο να διερευνηθεί η έννοια του «φαντασιακού» στην θεωρία του Καστοριάδη που μιλώντας με όρους ψυχαναλυτικούς, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίζουμε ως ένα Συλλογικό Υπερεγώ. Όπως επισημαίνει και ο ίδιος, «φαντασιακό, δεν σημαίνει και φανταστικό»[4]. Αντίθετα, είναι μια πιο πολύπλοκη έννοια καθώς δηλώνει όλες εκείνες τις λειτουργίες που έχουν διοχετευτεί στην κοινωνία χωρίς κάποια λογική αιτιώδη εξήγηση. Οι κοινωνικές φαντασιακές σχέσεις που δημιουργούνται σε μια κοινωνία και ενσαρκώνονται από τους θεσμούς της, εντοπίζονται στις πρακτικές της θρησκείας, στον ρόλο που παίζουν οι πρόγονοι, στην ύπαρξη μιας κοινής γλώσσας, διαγωγής και παράδοσης που επιβάλλονται από την γέννηση ενός ατόμου μέσα σε μια κοινωνία. Η επιβολή αυτή όμως, δεν λαμβάνει χώρα ως ένας καταναγκασμός. Πολύ περισσότερο, οι φαντασιακές σχέσεις διαιωνίζονται μέσω των πρακτικών της καθημερινής ζωής, μέσω των κοινών ηθών και των εθίμων μιας κοινωνίας και στην ουσία, υπάρχουν για να εξασφαλιστεί ο έλεγχός της. Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες καθορίζουν τις αξίες μιας κοινωνίας, ορίζουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι αληθές και τι ψευδές, τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Μια κοινωνία δεν θα μπορούσε να υφίσταται χωρίς θέσμιση, χωρίς να υπάρχουν σε αυτήν σημασίες καθώς μόνο μέσω σημασιών διασφαλίζεται η συνοχή, η ενότητα και φυσικά δημιουργείται μια ενιαία ταυτότητα[5].
 
Έχοντας ως γνώμονα τον τρόπο που δημιουργούνται οι θεσμοί και οι σημασίες μέσα σε μια κοινωνία, ο Καστοριάδης διακρίνει δύο διαφορετικά ήδη κοινωνιών. Ως «ετερώνυμες κοινωνίες», οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία, ορίζονται οι κοινωνίες στις οποίες οι νόμοι και οι θεσμοί τους δίδονται από άλλη κοινωνία. Μια ετερώνυμη κοινωνία διακρίνεται από «κλείσιμο των σημασιών» (cloture) καθώς δεν διερωτάται πάνω στις κληροδοτημένες σημασίες, δεν αμφισβητεί το κοινωνικό φαντασιακό της και φαντάζει καταδικασμένη σε μια στασιμότητα. Στον αντίποδα βρίσκεται η «αυτόνομη κοινωνία» που όχι μόνο φτιάχνει μόνη της τους νόμους της, αλλά ταυτόχρονα τους επαναξιολογεί συνεχώς, εγκαθιδρύοντας μια καινούρια σχέση με το παρελθόν. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η αρχαία Ελλάδα και η δυτική Ευρώπη την περίοδο της Αναγέννησης, καθώς όχι μόνο και στις δύο περιπτώσεις πηγή του νόμου ήταν η ίδια η κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν αναστοχασμοί και προβληματισμοί πάνω στους ήδη θεσπισμένους νόμους. Παράλληλα, στις δύο αυτές περιπτώσεις ξεπροβάλλει για πρώτη φορά η ιδέα της κοινωνικής και ατομικής αυτονομίας. Προεκτείνοντας την έννοια της αυτονομίας και στον ιδιωτικό βίο, και μάλιστα ως απαραίτητο προαπαιτούμενο της δημοκρατίας, ο Καστοριάδης διαφοροποιείται αισθητά από παρεμφερείς θεωρητικούς της δημοκρατίας. Μια συνεπής υιοθέτηση του εν λόγω κριτηρίου, όπως το θέτει ο Καστοριάδης, θα απέκλειε τη μεταφυσική διάσταση και θα ασκούσε κριτική στη θεολογική σκέψη, ενώ ταυτόχρονα θα επέβαλλε εφεξής σε οποιαδήποτε πολιτεία αυτοπροσδιορίζεται ως «δημοκρατική» το καθήκον να εκπαιδεύσει τους αυριανούς πολίτες της.
 
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καστοριάδης λέγοντας «μεταφυσική» δεν εννοεί μόνο τον Θεό και την θρησκεία, αλλά όλες εκείνες τις σημασίες που ενέχουν κάποια υπερβατολογική χροιά και απορρέουν από εξωανθρώπινες ή εξωκοινωνικές νόρμες. Έτσι, αντίστοιχα αμφισβητεί ακόμα και τα παραδοσιακά προτάγματα του δυτικού Διαφωτισμού που οδηγούν στην «θέσμιση ενός μάγματος σημασιών»[6] οι οποίες εκτός από μεταφυσικές διακρίνονται και για κλειστότητα καθώς μιας και είναι υπερβατικές αποκλείουν κάθε πιθανότητα αμφισβήτησης.
 
Ο Καστοριάδης κάνει λόγο για ανοιχτότητα και κλειστότητα των σημασιών, γιατί η ίδια η δημοκρατία σχετίζεται άμεσα με αυτό. Μια κοινωνία είναι δημοκρατική όταν δεν σταματά σε μίαν σταθερή και συγκεκριμένη αντίληψη για το είναι δίκαιο, αλλά αντίθετα έχει θεσμιστεί με έναν τέτοιο τρόπο που επιτρέπει διαρκώς να επαναπροσδιορίζονται οι αξίες της ελευθερίας και της ισότητας μέσα στα «πλαίσια της φυσικής της λειτουργίας »[7]. Με την συγκεκριμένη πρακτική, το συλλογικό φαντασιακό συνδέεται άμεσα με την δημοκρατία, καθώς μόνο όταν μια κοινωνία είναι σε θέση να αντιληφθεί τις δομές της, και στη συνέχεια να τις αμφισβητήσει, μπορεί να επιτύχει ένα δημοκρατικό πολίτευμα και να εξελίσσεται. Με το να αμφισβητεί μια κοινωνία το μεταφυσικό, θεσμοθετημένο συλλογικό φαντασιακό της, οδηγούμαστε στην καρδιά της πολιτικής πρότασης του Καστοριάδη σχετικά με την δημοκρατία, καθώς στο επίκεντρο της προσοχής έρχεται η αναζήτηση του τρόπου που νομοθετούνται και δομούνται οι αρχές σε μια κοινωνία. Μια αναζήτηση που δεν λαμβάνει χώρα σε κάποιο μεταφυσικό ή υπερβατικό επίπεδο, αλλά μέσα στην ίδια την κοινωνική πραγματικότητα, τονίζοντας ότι για να είναι μια κοινωνία πραγματικά δημοκρατική, πρέπει πρωτίστως να είναι αυτοθεσμιμένη.
 
Γιατί η αναφορά στην αρχαία Ελλάδα
 
Όταν ο Καστοριάδης κάνει λόγο για την αρχαία Ελλάδα, δεν αναφέρεται μόνο στον 4ο αιώνα της κλασικής Αθήνας, πολύ περισσότερο τον ενδιαφέρει ο θεσμός της πόλης - κράτους όπως αυτός περιγράφεται στα κείμενα του Ηροδότου και του Θουκυδίδη[8], οι οποίοι είναι και οι πρώτοι ιστοριογράφοι. Έτσι, ο Καστοριάδης στηρίζει το μοντέλο της αρχαίας Ελλάδας καθώς με τον θεσμό των πόλεων - κρατών υπάρχει όχι μόνο πραγματική συμμετοχή της κοινότητας (collectivite) στην εξουσία, αλλά πηγή της πολιτικής θέσμισης αποτελεί η ίδια η κοινότητα. Στους αρχαίους Έλληνες, η αρχή της αντιπροσώπευσης δεν υπήρχε καν ως ιδέα. Για τον λόγο αυτό εκτός από τους αξιωματούχους, οι οποίοι επειδή είχαν γνώσεις γύρω από πολεμικά θέματα και γι' αυτό ήταν αιρετοί, οι υπόλοιποι που βρίσκονταν στα άλλα αξιώματα αναδεικνύονταν μέσω κλήρωσης και όχι εκλογών. Έτσι, ακόμα και η εκλογή των αξιωματούχων δεν ήταν αντιπροσωπευτική, αλλά «αριστοκρατική». Δηλαδή, διάλεγαν όσους πίστευαν ότι ήταν καλύτεροι, όσοι ήταν άριστοι γύρω από πολεμικά θέματα, όσοι κατείχαν καλύτερα μια τέχνη. Παράλληλα, υπήρχε πραγματική συμμετοχή στα κοινά καθώς κάθε Αθηναίος πολίτης τουλάχιστον δύο φορές στην ζωή του όφειλε να στελεχώσει σώμα ενόρκων, ενώ χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι κάθε πολίτης μπορούσε να σύρει δικαστικά κάποιον άλλο, όχι επειδή τον έβλαψε προσωπικά, αλλά επειδή παραβιάζει κάποιο νόμο της πόλης. Γίνεται έτσι, αντιληπτό ότι οι πολίτες είχαν πραγματική γνώση τόσο των δικαιωμάτων τους, όσο και των υποχρεώσουν στον χώρο της δημόσιας σφαίρας.
 
Από την άλλη, στην νεότερη περίοδο, οι πολίτες μέσω της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των εκλογών, εγκαταλείπουν την δημόσια σφαίρα στα χέρια λίγων. Ενώ στην αρχαία Ελλάδα, όσοι νόμοι ψηφίζονταν δημοσιεύονταν, στη σύγχρονη πραγματικότητα οι πολίτες εξαιτίας της πολύπλοκης γραφειοκρατίας δεν έχουν γνώση των νόμων και των δικαιωμάτων τους. Η πολιτική έτσι, επιστημονικοποιείται ενώ για τον Καστοριάδη, η πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο τομέας της γνώμης και κάθε πολίτης μπορεί να έχει άποψη και γνώμη για τα κοινά. Στις σύγχρονες μορφές διακυβέρνησης όμως, από την στιγμή που οι πολίτες ψηφίζουν, στη συνέχεια δεν έχουν απολύτως καμία συμμετοχή στην λήψη των αποφάσεων. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει ο Καστοριάδης τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Οι Η.Π.Α. εισέρχονται στον πόλεμο, χωρίς καν να τον κηρύξουν πρώτα. Ωστόσο, αν αναλογιστούμε θα μπορούσαμε να βρούμε πολλά τέτοια ιστορικά παραδείγματα. Πρώτα έγινε η ρήψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα, και ύστερα βγήκε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ο πρόεδρος Τρούμαν να κάνει την ανακοίνωση. Φαίνεται λοιπόν, ότι στην σύγχρονη εποχή το κράτος κυβερνάται μόνο από την μερίδα εκείνων που βρίσκονται στην εξουσία και συσχετίζονται επαγγελματικά με την πολιτική. Το νεότερο συλλογικό πολιτικό φαντασιακό επικαλύπτει έτσι την πράξη του κυβερνάν.
 
Έντονη κριτική ασκεί και στο Σύνταγμα ο Καστοριάδης καθώς το θεωρεί σημαντικό πρόβλημα στην φαντασιακή σημασιοδότηση. Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε Σύνταγμα και με τον τρόπο αυτό δεν υπήρχε ούτε «υπερβατική θεμελίωση του νόμου». Στην ουσία, αυτό που θέλει να πει ο Καστοριάδης είναι ότι οι νόμοι δεν επιβάλλονταν ως κάτι εκτός της κοινωνίας ούτε και προέρχονταν από νόρμες εξωκοινωνικές, αλλά αντίθετα διαμορφώνονταν ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες που παρατηρούνταν μέσα σ' αυτήν. Το φαντασιακό σχετίζεται άμεσα με το «επινοημένο»[9] που εμφανίζεται ως απόλυτη αρχή και δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Μια μορφή συμβολοποίησης αποτελεί το ίδιο το Σύνταγμα. Για τον λόγο αυτό, ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται το Σύνταγμα ως μια αυταπάτη, όπως αυταπάτη είναι και η διάκριση των εξουσιών που αυτό ορίζει. Αν ληφθεί υπόψη η σύγχρονη μορφή διακυβέρνησης, αμέσως γίνεται αντιληπτό ότι το κόμμα της πλειοψηφίας συγκεντρώνει και την νομοθετική και την κυβερνητική εξουσία. Έτσι, μπορεί από την μία να προβλέπεται διάκριση των εξουσιών, αλλά στην πράξη η πολιτική εξουσία αποτελείται από την νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία.
 
Ένα άλλο στοιχείο που είναι ιδιαίτερα σημαντικό, είναι ο ρόλος της θρησκείας. Οι Θεοί εμφανίζονται ως ένας τρόπος διαπραγμάτευσης της τυχαιότητας και της αναγκαιότητας. Για τους αρχαίους Έλληνες, ο άνθρωπος, βρίσκεται σ' ένα επίπεδο που δε διαχωρίζεται ριζικά απ' το επίπεδο των θεών καθώς οι θεοί παρουσίαζαν ίδια χαρακτηριστικά, ίδια πάθη, ίδιες αδυναμίες με τους ανθρώπους. Για τον λόγο αυτό η θρησκεία δεν επηρέαζε την πολιτική ή τις εκάστοτε πολεμικές δραστηριότητες. Αντίθετα, στα δυτικά θεοκρατικά κράτη η θρησκεία κατείχε καθοριστική σημασία. Πόσοι πόλεμοι έχουν γίνει στο όνομα κάποιας θρησκείας; Παράλληλα, η θρησκεία και γενικότερα η θεολογική σκέψη, όχι μόνο επηρέαζε άμεσα την πολιτική και την διαδικασία θέσπισης των νόμων, αλλά και την παιδεία. Οι Αρχαίοι πίστευαν ότι η κοινωνία διαμορφώνει το άτομο καθώς αυτό δεν είναι οντολογικά αύταρκες εκ φύσεως για να προχωρήσει σε κάποιο κοινωνικό συμβόλαιο. Η πόλη - κράτος αναλαμβάνει να διαπαιδαγωγήσει τους πολίτες στα πλαίσια της λειτουργίας και των συνόρων της, καθώς οι Αρχαίοι δραστηριοποιούνταν πολιτικά μόνο στην πόλη στην οποία αποτελούσαν μέρος της. Τόσο η θρησκεία, όσο και η ιδέα του εθνικού Κράτους διαιωνίζουν φαντασιακές πρακτικές και κληροδοτημένα ιδανικά που δύσκολα αμφισβητούνται και έτσι, αυτόματα απομακρύνουν την άσκηση της δημοκρατίας. Αυτή η απομάκρυνση από την δημοκρατία εντείνεται από το γεγονός ότι η θρησκεία αποτελεί «την ασθένεια τής βούλησης» μιας και βασικό χαρακτηριστικό της είναι η έννοια της αμαρτίας[10]. Σε αντίθεση με τις σύγχρονες μονοθεϊστικές θρησκείες, στους Αρχαίους δεν υπήρχε κάποια εσχατολογική ή μεσσιανική σημασιοδότηση, και επομένως ούτε η έννοια της αμαρτίας[11].  Οι πολίτες χαρακτηρίζονταν έτσι, από ελεύθερη βούληση και δεν εγκλωβίζονταν σε φαντασιακά μάγματα.
 
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί και η καταλυτική επιρροή της τραγωδίας. Όπως και Nietzsche, έτσι και ο Καστοριάδης βλέπει την τραγωδία ως μία εκδραμάτιση του αρχέγονου βιώματος της ύβρεως. Οι ύβρεις που διαπράττουν τα Υποκείμενα, η βαθιά συναίσθηση ευθύνης του ανθρώπου απέναντι στη φύση και στις κοσμικές δυνάμεις, καθώς και όρος της ανθρώπινης σκέψης που επιβιώνει καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας, αποκωδικοποιείται μέσα από την αρχαία τραγωδία. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι για τους Αρχαίους ύβρις, δεν σημαίνει αμαρτία όπως στην χριστιανική παράδοση, αλλά έλλειψη μέτρου. Παράλληλα, εκτός των άλλων, η αρχαία τραγωδία με τις αντιθέσεις χάος και κόσμος, φύση και νόμος, φέρνει στο προσκήνιο την περατότητα του ανθρώπου ενώ στους Νεότερους επικρατεί η φαντασίωση της αθανασίας. Γεγονός που όπως λέει χαρακτηριστικά ο Καστοριάδης σχετίζεται άμεσα με την φαντασίωση της διαρκούς προόδου[12]. Η Νεοτερικότητα, κατεξοχήν υβριστική μέσα στην καιριότητά της, αδυνατεί ν' αποκωδικοποιήσει την πραγματικότητα της ύβρεως. Έτσι, έρχεται στο προσκήνιο το γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος οφείλει να ξανασκεφθεί την ιστορία του, το αξιακό του σύστημα και τη σχέση του με την φύση και τους συνανθρώπους του. Για τον Καστοριάδη, η αρχαία τραγωδία είναι μια έκφανση της δημοκρατίας καθώς από την μία υπενθυμίζει τον θάνατο, και από την άλλη, αποτελεί μια διαρκή έκκληση για αυτοπεριορισμό της ανθρώπινης ύβρις - βασικό στοιχείο από το οποίο κινδυνεύει ένα δημοκρατικό πολίτευμα.
 
Επιστρέφοντας στην αρχαία Αθήνα ο Καστοριάδης αμφισβητεί τόσο την παράδοση που κληροδοτήθηκε στην Ευρώπη με τον Διαφωτισμό, όσο και την σύγχρονή του πολιτική πραγματικότητα. Για τον Καστοριάδη δεν υφίσταται δημοκρατία χωρίς άμεση συμμετοχή των πολιτών. Η συμμετοχή αυτή λαμβάνει χώρα με την δράση των πολιτών στην δημόσια σφαίρα. Με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία των Νεοτέρων, οι πολίτες δεν έχουν συμμετοχή στην λήψη των αποφάσεων. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η άποψη αυτή του Καστοριάδη παραπέμπει στον Rousseau όταν έλεγε για τους Άγγλους, ότι δεν ήταν ελεύθεροι παρά την ημέρα των εκλογών. Γιατί λοιπόν, η αναφορά στην αρχαία Ελλάδα; Επειδή μόνο σε αυτήν την περίπτωση ο Καστοριάδης εντοπίζει μια πραγματική δημοκρατία. Επειδή μόνο αυτή η κοινωνία ήταν ικανή να διαχειριστεί το συλλογικό φαντασιακό της.
 
Προβληματισμοί πάνω στην σχέση Αρχαίων - Νεοτέρων στη θεωρία του Καστοριάδη
 
Από τα παραπάνω έγινε αντιληπτό ότι ο Καστοριάδης θεωρεί την αθηναϊκή δημοκρατία ως ένα πρότυπο πολίτευμα και μορφή διακυβέρνησης καθώς οι πολίτες συμμετέχουν απόλυτα στην άσκηση της εξουσίας και στην λήψη των αποφάσεων. Με τον τρόπο αυτό έχουν πλήρη επίγνωση του συλλογικού φαντασιακού τους. Παρ' όλα αυτά, κάποιοι θα μπορούσαν να ισχυρισθούν ότι η αθηναϊκή δημοκρατία δεν ήταν τόσο δίκαιη και ίση όσο μας φαίνεται εξαρχής[13].
 
Ακόμα και αν στην αρχαία Αθήνα το 400 π. Χ. το ένα τέταρτο του συνόλου των πολιτών συμμετείχε στην Εκκλησία του Δήμου ενώ το πενήντα τοις εκατό στην τραγωδία[14] (γεγονός που δείχνει την συμμετοχή των πολιτών στα κοινά και στην δημόσια σφαίρα) τίθενται ερωτήματα για το πόσο «δημοκρατική» ήταν η ελληνική δημοκρατία. Στην αρχαία Αθήνα, υπήρχαν σημαντικές ταξικές διακρίσεις. Όπως φαίνεται και από τις τραγωδίες του Ευριπίδη, η οικογενειακή καταγωγή ήταν σημαντικό κριτήριο για την συμμετοχή στα κοινά ενώ η τάξη των πλουσιότερων αποτελούσε την πλειοψηφία στην Εκκλησία του Δήμου καθώς είχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο να παρίσταται στα κοινά. Δικαίωμα για συμμετοχή στην δημόσια σφαίρα και γνώμη στην λήψη των αποφάσεων είχαν μόνο οι γνήσιοι άνδρες αθηναίοι. Οι γυναίκες όπως επίσης, και οι δούλοι εξαιρούνταν αυστηρώς. Στο επιχείρημα αυτό ο Καστοριάδης απαντάει κάπως αφηρημένα λέγοντας ότι ακόμα και στη σύγχρονη περίοδο υπάρχουν πολλές αποκλείσεις, η χειραφέτηση της γυναίκας ήταν αποτέλεσμα πολλών αγώνων ενώ η πρώτη δικαιολόγηση της δουλείας εμφανίζεται στον Αριστοτέλη.
 
Λόγω αυτών των αδυναμιών η θεωρία του Καστοριάδη θεωρήθηκε κάπως ουτοπική και ανέφικτη στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ωστόσο, η τοποθέτησή του και ο τρόπος που αντιλαμβάνεται την δημοκρατία των Αρχαίων, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις μέρες μας και αποτελεί πρόκληση για την πολιτική σκέψη. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καστοριάδης εγκωμιάζοντας την αθηναϊκή δημοκρατία, δεν σημαίνει ότι προτείνει και επιστροφή σε μια τέτοια μορφή. Το παρελθόν πάντα διαπλάθει και επηρεάζει και αυτό που ουσιαστικά τονίζει ο Καστοριάδης είναι να χρησιμοποιηθεί το παρελθόν, προκειμένου να ξεπεραστεί. «Πρέπει να πάμε μακρύτερα από τους Αρχαίους και τους Νεότερους»[15] γράφει χαρακτηριστικά. Στην ουσία λοιπόν, χρησιμοποιεί την αρχαία Ελλάδα ως ένα ιδεατό παράδειγμα που όμως, δεν είναι αρκετό. Για την ακρίβεια ολόκληρη η προβληματική του Καστοριάδη χτίζεται στο γεγονός ότι τίποτα δεν είναι αρκετό, τίποτα δεν θα έπρεπε να είναι αρκετό προκειμένου να υπάρχει η διαρκής αναζήτηση για δικαιότερες και δημοκρατικότερες μορφές διακυβέρνησης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι μια κοινωνία μπορεί να  ζήσει μόνο  όσον δημιουργεί σημασίες,  το  αίτημα για διαρκή αυτοαμφισβήτηση και αυτοκριτική που προτείνει ο Καστοριάδης φαντάζεται πιο επίκαιρο από ποτέ. Μια κοινωνία προκειμένου να είναι δημοκρατική, οφείλει να προβαίνει διαρκώς σε αμφισβητήσεις, να ψάχνει και να ψάχνεται πάνω στις θεσμοθετημένες σημασίες της. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορεί να αποδομεί το φαντασιακό της και να μην διαιωνίζει πρακτικές που προκαλούν ανισότητες και αδικίες.
 
Καταλήγουμε έτσι στο συμπέρασμα ότι το μοντέλο της αμφισβήτησης του πολιτικού φαντασιακού μιας κοινωνίας ως το μοναδικό μέσο προσέγγισης της δημοκρατίας αν και ουτοπικό, φέρνει στο προσκήνιο τις πολύπλοκες δομές της εξουσίας. Όπως θα έλεγε ο Foucault οι σχέσεις εξουσίας -που σαφώς προκαλούν ανισότητες και αποκλεισμούς- είναι βαθιά κρυμμένες στο κοινωνικό σώμα[16]. Θα μπορούσε έτσι, να ειπωθεί ότι οι δομές και οι πρακτικές της εξουσίας διαιωνίζονται μέσω του κοινωνικό - πολιτικού φαντασιακού. Έχοντας οι πολίτες γνώση του τρόπου με τον οποίο δημιουργούνται οι σημασίες μέσα στην κοινωνία και αμφισβητώντας το φαντασιακό τους όχι μόνο κατανοούν τις πολύπλοκες δομές της πολιτικής πρακτικής, αλλά ταυτόχρονα συμμετέχοντας στα κοινά η δημοκρατική διακυβέρνηση φαντάζει πιο εφικτή και το αίτημα αυτό μοιάζει να είναι πιο επίκαιρο από ποτέ.
 
Συμπεράσματα
 
Ανακεφαλαιώνοντας, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η στροφή στην μελέτη των Αρχαίων και η σύγκρισή τους με τους Νεότερους (της εκάστοτε ιστορικής στιγμής) λαμβάνει χώρα κάθε φορά και με διαφορετικά αιτήματα. Η σύγκριση αυτή δεν προσφέρει μόνο την «επεξεργασία μεγάλων ζητημάτων» όπως είναι η ιδέα της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της σχέσης του ατόμου ως πολίτη πλέον, με το κοινωνικό σύνολο που τον περιστοιχίζει, αλλά ταυτόχρονα φέρνει στο προσκήνιο καίριες διαμάχες που έχουν καταλυτική σημασία για την ιστορία των Ιδεών ή την πολιτική φιλοσοφία[17]. Είτε πρόκειται για την αντίληψη της ιστορίας ως εξελεγκτική και προοδευτική ή ως κυκλική και επαναλαμβανόμενη η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, συγκαταλέγεται στην γενικότερη προσπάθεια του ανθρώπου να στραφεί προς το παρελθόν για να κατανοήσει το παρόν και να ορίσει το μέλλον.
 
Ο Καστοριάδης είναι ένας από τους πολλούς εκείνους φιλοσόφους που επιστρέφουν στο δημοκρατικό πρότυπο της αρχαίας Ελλάδας. Ο Καστοριάδης εντοπίζει στο θεσμό της πόλης κράτους το στοιχείο της αμφισβήτησης και της άμεσης συμμετοχής στα κοινά, το οποία θεωρεί απαραίτητα χαρακτηριστικά για την επίτευξη της δημοκρατίας. Για τον Καστοριάδη, η βασική διαφορά μεταξύ νεότερου και αρχαίου ελληνικού πολιτικού φαντασιακού, έγκειται στο γεγονός ότι το αρχαίο ελληνικό φαντασιακό μπορούσε να προβεί στην διαδικασία της αυτοαμφισβήτησης. Τονίζοντας την σημασία αποδόμησης κάθε μεταφυσικής, υπερβατικής θέσμισης προτείνει στην ουσία έναν τρόπο να κατανόησης του τρόπου και του σκοπού που εγκαθιδρύονται στην κοινωνία όσα παρουσιάζονται ως γενικές αντικειμενικές αλήθειες.
---------------------
[1] Foucault Michel, L' archeologie du Savoir, editions Gallimard, 1969, 169.
 
[2] Βέλτσος Γιώργος, Απάντηση στο ερώτημα: Τι ήταν ο Διαφωτισμός, στο βιβλίο Η Διαμάχη, κείμενα για την Νεοτερικότητα, εκδόσεις «Πλέθρον», Αθήνα 2004, 224. 

[3] Καστοριάδης Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1981, 107.

[4] Καστοριάδης Κορνήλιος, Αρχαίο Ελληνικό και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό, στο βιβλίο Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και εμείς: η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, μετάφραση: Κ. Κουρεμένος, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1992, σ. 280.

[5] Καστοριάδης Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1981, 499.

[6] Καστοριάδης Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1981, 512.

[7] Λέγοντας «φυσική λειτουργία» ο Καστοριάδης εννοεί την ομαλή επαναξιολόγηση των κληροδοτημένων αξιών. Από την άλλη πλευρά θα μπορούσε να ειπωθεί ότι διεκδίκηση στη μη «φυσική λειτουργία» αποτελούν οι επαναστάσεις ή οι βίαιες εξεγέρσεις.

[8] Καστοριάδης Κορνήλιος, Αρχαίο Ελληνικό και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό, στο βιβλίο Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και εμείς: η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, μετάφραση: Κ. Κουρεμένος, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1992, σ. 286.

[9] Καστοριάδης Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1981, 189

[10] Κστοριάδης Κορνήλιος, Θρησκεία: Η ασθένεια της βούλησης, διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο του «Ελληνικού Αρχαίου»

[11] Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε βέβαια το δίπολο ύβρις - νέμεσις, αλλά η έννοια ήταν διαφορετική από αυτής της αμαρτίας. Οι πολίτες έχουν μεν ελεύθερη βούληση, ωστόσο θα πρέπει ταυτόχρονα να έχουν εγκράτεια μην παραβλέποντας ποτέ την φθαρτότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Από την άλλη, στον χριστιανισμό η αμαρτία και στη συνέχεια η άφεση των αμαρτιών που έρχεται να προσφέρει αιώνια ζωή κινείται, σε μεταφυσικά και φαντασιακά πλαίσια.

[12] Καστοριάδης Κορνήλιος, Αρχαίο Ελληνικό και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό, στο βιβλίο Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και εμείς: η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, μετάφραση: Κ. Κουρεμένος, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1992, σ. 299.

[13] Αυτή ήταν μία από τις ενστάσεις που εκφράζει ο Ροζέ - Πολ - Ντρουά σχετικά με την δημοκρατία των Αρχαίων, όπως την εξέφρασε ο Καστοριάδης.

[14] Cartledge Paul, «Θεατρικά Έργα με βάθος;»: Το θέατρο ως διαδικασία στη ζωή των πολιτών της αρχαίας Ελλάδας, στο βιβλίο Οδηγός για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης», Ηράκλειο 2007, 23.

[15] Καστοριάδης Κορνήλιος, Αρχαίο Ελληνικό και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό, στο βιβλίο Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και εμείς: η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, μετάφραση: Κ. Κουρεμένος, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1992, σ. 301.

[16] Foucault Michel, Εξουσία, Γνώση και Ηθική, Ύψιλον / Βιβλία, Αθήνα 1987, 80.

[17] Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και εμείς: η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου, μετάφραση: Κ. Κουρεμένος, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 1992, 140

Διαλογισμός στην αρχαία Ελλάδα.

«Η φύσης και η αλήθεια δεν αποκαλύπτονται ποτέ γυμνές στα μάτια εκείνων των ανθρώπων που καρδιά των τρέφει ακόμη ίχνη κακίας και ο νους των γίνεται στίβος όπου στροβιλίζονται αντιφυσικοί διαλογισμοί και σκέψεις ταπεινές»
Πυθαγόρας

Ο διαλογισμός είναι μία μορφή πνευματικής συγκέντρωσης που επιτυγχάνεται με τη βαθιά χαλάρωση, την απομάκρυνση κάθε σκέψης και εξωτερικών ερεθισμάτων από τη συνειδητότητα του υποκειμένου. Σκοπός του διαλογισμού είναι η άντληση γνώσης ή και εμπειριών άμεσα, χωρίς τη χρήση των αισθητηρίων οργάνων του ανθρώπου ή οποιασδήποτε πηγής πληροφόρησης. Γενικότερα θεωρείται και μέσο ψυχικής χαλάρωσης και ευεξίας. Τον διαλογισμό οι περισσότεροι τον έχουμε ταυτίσει με αρχαίες Ανατολικές θρησκείες και πρακτικές. Είναι όμως έτσι; Ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες αναφορές από την αρχαία Ελλάδα, οι οποίες αποδεικνύουν πως ο διαλογισμός δεν ήταν κάτι «ξένο», στην αρχαία Ελλάδα. Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

Σε αποσπάσματα του Πλάτωνα (Συμπόσιο ) ο Σωκράτης, φέρεται να διαλογιζόταν συχνά. Στην αρχή του διαλόγου και ενώ οι συνδαιτυμόνες του τον περίμεναν να μπει μέσα, βλέποντας ότι αργεί έστειλαν έναν δούλο να τον φωνάξει :

Αγάθων: Φώναξε τον γρήγορα.
Αριστόδημος: Αφήστε τον. Έχει ξέρετε ένα τέτοιο συνήθειο. Παραμερίζει πότε-πότε όπου τύχει και στέκεται ακίνητος.
Πλάτων – Συμπόσιο 175B

Σε επόμενο σημείο του διαλόγου ο Αλκιβιάδης, εξιστορεί ένα γεγονός από την μάχη της Αμφίπολης, όπου φαίνεται πως ο Σωκράτης διαλογιζόταν για μια ολόκληρη ημέρα:

"Αλκιβιάδης: Αξίζει όμως να ακούσετε ακόμα και το τι έκαμε και τράβηξε πάλι ο γενναίος άντρας κάποτε εκεί στην εκστρατεία. Αφού βυθίστηκε λοιπόν, που λέτε, σε περισυλλογή, στεκότανε στον ίδιο τόπο, από την αυγή, και στοχαζότανε κάποιο ζήτημα....Και αυτός στεκόταν, ωσότου ξαναφώτισε η αυγή και βγήκε ο ήλιος. Έπειτα προσευχήθηκε στον Ήλιο και έφυγε».
Πλάτων – Συμπόσιο 220C

Στον Φαίδωνα (περί ψυχής), ο Σωκράτης αναφέρει σχετικά με τον διαλογισμό:

"Χωρίς αμφιβολία τότε ακριβώς συλλογίζεται άριστα η ψυχή όταν δεν ενοχλείται διόλου από πουθενά, ούτε από την ακοή, ούτε από την όραση, ούτε από κανένα πόνο, ούτε από κάποια ηδονή, αλλά απομονώνεται όσον το δυνατόν περισσότερο μέσα στον εαυτό της, αποχαιρετώντας το σώμα, και όταν αποφεύγουσα, όσο είναι δυνατόν, κάθε συνεργασία και κάθε επαφή μαζί του, ορέγεται αυτούσια την πραγματικότητα".
Πλάτων – Φαίδων 65c-d

Επίσης στον Φαίδων (περί ψυχής), ο Σωκράτης περιγράφει την γη από ψηλά. Αναφέρει συγκεκριμένα:

"Λέγεται λοιπόν, ω συνομιλητή, πως η γη είναι, αν την έβλεπε κανείς από ψηλά, σαν τις σφαίρες που είναι από δώδεκα κομμάτια διαφορετικού δέρματος Δηλαδή είναι πολύχρωμη σφαίρα και τα μέρη της ξεχωρίζουν από τα χρώματα που έχει το καθένα, ενώ τα χρώματα που χρησιμοποιούν οι ζωγράφοι μας εδώ, δεν είναι παρά απομιμήσεις εκείνων των χρωμάτων.

Εκεί λοιπόν όλη η γη είναι χρωματισμένη απ' αυτά τα χρώματα, που είναι πιο λαμπερά και καθαρά από τα εδώ. Κάποιο μέρος της είναι πορφυρό και καταπληκτικό στην ομορφιά, ενώ άλλο χρυσωπό, άλλο λευκότερο από το γύψο και το χιόνι, και έτσι είναι χρωματισμένη και με τα άλλα χρώματα, και ακόμα περισσότερα, και ωραιότερα από όσα εμείς έχουμε δει. Γιατί ακόμα και οι κοιλότητες της που είναι γεμάτες αέρα και νερό, παίρνουν μια απόχρωση λαμπερή μέσα στην ποικιλία των άλλων χρωμάτων, ώστε να δίνει την εντύπωση μιας ενιαίας εικόνας πολύχρωμης".

Μία άλλη μαρτυρία από τον Νέο Πυθαγόρειο Ιάμβλιχο , αναφέρει πως ο Πυθαγόρας , κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στην Αίγυπτο, φαίνεται ότι διαλογιζόταν καθ όλη την διάρκεια του ταξιδιού.

"Καθόλο το διάστημα του ταξιδιού έμεινε (ο Πυθαγόρας ) σε ένα και το αυτό σημείο επί δύο νύκτες και τρεις ημέρες, χωρίς να μετάσχει ούτε τροφής, ούτε ποτού, ούτε ύπνου. Και θα διέφευγε της προσοχής όλων, όπως καθόταν στη θέση του ακίνητος, αν δεν ταλαντευόταν για λίγο".
Ιάμβλιχος - Πυθαγορικός Βίος 16

Σύμφωνα δε με τον Ιεροκλέεα, το κλειδί της ευδαιμονίας για τους Πυθαγόρειους, ήταν η αυτογνωσία δια μέσου της αυτοκάθαρσης. Ιδού η ατραπός, όπως την δίδαξε ο Πυθαγόρας στους μαθητές του:

Μην επιτρέψεις στα μάτια σου ύπνο απαλό πριν εξετάσεις τρεις φορές τις πράξεις της ημέρας: "Τι παρέβην; Τι δ' έρεξα; Τι μοι δέον ουκ ετελέσθη;"

- Tι έπραξα που δεν έπρεπε;
- Τι έπραξα που έπρεπε;
- Τι δεν έπραξα που έπρεπε;


Ξεκινώντας από το πρώτο να προχωράς στη συνέχεια, και μετέπειτα προσεκτικά μεν, για τα κακώς πεπραγμένα σου να μέμφεσαι τον εαυτό σου, για τα χρηστά δε να ευχαριστιέσαι.

Γι’ αυτά να μοχθείς, να ασκείσαι, αυτά πρέπει να αγαπάς.Μ' αυτά ασχολήσου, αυτά μελέτα με προσοχή, αυτά είναι ανάγκη να αγαπήσεις με ζήλο.

Ιεροκλέους «Χρυσά Έπη» του Πυθαγόρα

«Διαλογισμός δεν είναι απόσυρση από τη ζωή. Ο διαλογισμός είναι μια διαδικασία κατανόησης του εαυτού μας, Και όταν κάποιος αρχίζει να κατανοεί τον εαυτό του, όχι μόνο τον συνειδητό αλλά και όλα τα κρυμμένα μέρη του εαυτού του, τότε έρχεται ησυχία. Αλλά ένας νους που γίνεται ήσυχος, που μένει ακίνητος με διαλογισμό ο οποίος είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού, συμμόρφωσης, δεν είναι ήσυχος, δεν μένει ακίνητος. Είναι ένας τελματωμένος νους.

Δεν είναι ένας νους ξύπνιος, ουδέτερος, ικανός για δημιουργική δεκτικότητα. Ο διαλογισμός απαιτεί αδιάκοπη επαγρύπνηση, αδιάκοπη επίγνωση της κάθε λέξης, της κάθε σκέψης και του κάθε συναισθήματος, που αποκαλύπτουν την κατάσταση της ίδιας μας της ύπαρξης, της κρυμμένης καθώς επίσης και της φανερής· και καθώς αυτό είναι επίπονο, καταφεύγουμε σε κάθε είδους παρηγορητικό ή απατηλό σύστημα και αυτό το ονομάζουμε διαλογισμό.

Η αυτογνωσία, λοιπόν, είναι η αρχή του διαλογισμού· χωρίς αυτογνωσία δεν υπάρχει διαλογισμός.

Και καθώς εμβαθύνει κανείς στο ζήτημα της αυτογνωσίας όχι μόνο ο επιφανειακός νους γίνεται γαλήνιος, ήσυχος, αλλά φανερώνονται και τα διάφορα κρυμμένα επίπεδά του. Όταν ο επιφανειακός νους είναι ήσυχος, τότε το ασυνείδητο, τα κρυμμένα επίπεδα της συνείδησης, εμφανίζονται· αποκαλύπτουν το περιεχόμενό τους, κάνουν τις νύξεις τους, έτσι ώστε να κατανοεί κανείς εντελώς όλη τη διαδικασία της ύπαρξής του.

Ο νους, λοιπόν, γίνεται εξαιρετικά ήσυχος – είναι ήσυχος. δεν τον κάνουμε ήσυχο, δεν εξαναγκάζεται να είναι ήσυχος για κάποια ανταμοιβή ή από φόβο. Τότε υπάρχει μια σιωπή όπου εμφανίζεται η «Πραγματικότητα». Αλλά αυτή η σιωπή δεν είναι η χριστιανική σιωπή, ή η ινδουιστική σιωπή, ή η βουδιστική σιωπή. Αυτή η σιωπή είναι σιωπή χωρίς όνομα. Αν ακολουθήσεις το μονοπάτι της χριστιανικής σιωπής, ή της ινδουιστικής ή της βουδιστικής, ποτέ δεν θα είσαι σιωπηλός.

Ο άνθρωπος που θα βρει την «Πραγματικότητα» πρέπει να εγκαταλείψει εντελώς τη διαμόρφωσή του – είτε είναι χριστιανός, είτε ινδουιστής, είτε βουδιστής, ή είναι από οποιοδήποτε άλλου είδους ομάδα. Το να δυναμώνεις απλώς τα διαμόρφωσή σου με τον διαλογισμό, με τη συμμόρφωση και την υπακοή, φέρνει αποτελμάτωση του νου, νωθρότητα του νου· και δεν είμαι καθόλου βέβαιός ότι δεν είναι αυτό που θέλουμε οι περισσότεροι από εμάς, γιατί είναι πολύ πιο εύκολο να δεχόμαστε ένα πρότυπο και να το ακολουθούμε.

Αλλά το να ελευθερωθούμε από τη διαμόρφωση απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση στις σχέσεις. Από τη στιγμή, λοιπόν, που υπάρχει αυτή η σιωπή, τότε υπάρχει μια εξαιρετικά δημιουργική κατάσταση — αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γράψεις ποιήματα, να ζωγραφίσεις πίνακες και λοιπά· μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Αλλά αυτή τη σιωπή δεν μπορείς να την επιδιώξεις, να την αντιγράψεις, να την μιμηθείς, γιατί τότε παύει να είναι σιωπή. Δεν μπορείς να φτάσεις σε αυτήν από κανένα μονοπάτι. Γεννιέται μόνο όταν κατανοηθούν οι τρόποι του «εγώ», και όταν το «εγώ» με όλες του τις δραστηριότητες και τις κατεργαριές, φτάνει σε ένα τέλος. Που σημαίνει ότι όταν ο νους παύει να δημιουργεί αυτός, τότε υπάρχει δημιουργία.

Οπότε ο νους πρέπει να γίνει απλός, πρέπει να γίνει ήσυχος. πρέπει να είναι ήσυχος… Όχι, το «πρέπει» είναι λάθος· το να πεις ότι ο νους πρέπει να είναι ήσυχος συνεπάγεται εξαναγκασμό – κάτι που το κάνει το «εγώ» – και ο νους είναι ήσυχος μόνο όταν έχει μπει τέλος σε όλη τη διαδικασία του «εγώ». Όταν κατανοηθούν όλοι οι τρόποι που χρησιμοποιεί το «εγώ», κι έτσι σταματήσουν οι δραστηριότητες του «εγώ», τότε μόνο υπάρχει σιωπή. Αυτή η σιωπή είναι ο αληθινός διαλογισμός. Και μέσα σε αυτή τη σιωπή εμφανίζεται το αιώνιο».

Ωριμότητα: με τον καιρό συνειδητοποιούμε ότι λιγότερα σημαίνει περισσότερα

Αντίθετα με τη δημοφιλή άποψη, ο χρόνος δεν μας φέρνει αναγκαστικά σοφία και ωριμότητα.

Ωριμότητα σημαίνει, πρώτα από όλα, απόκτηση επίγνωσης όλων όσων έχουμε κάνει και όλων των εμπειριών που έχουμε ζήσει έτσι ώστε να μπορέσουμε να μάθουμε από τα βιώματά μας.

Πρόκειται για κάτι που χαρακτηρίζει ένα άτομο με ταπεινοφροσύνη, καθώς αναλαμβάνει την ευθύνη κάθε λάθους που έκανε χωρίς να το μετανιώνει.

Αυτό επειδή όλα συμβαίνουν για κάποιον λόγο, για να μάθουμε να έχουμε ισορροπία στη ζωή.

Επίσης υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αρχίζουν να συνειδητοποιούν κάτι πολύ συγκεκριμένο: αυτό που μας κάνει ευτυχισμένους δεν είναι το να έχουμε πράγματα, το να συσσωρεύουμε υλικά αγαθά ή το να είμαστε επιτυχημένοι.

Η ευτυχία είναι κάτι τόσο απλό όσο το να αγαπάμε και να μας αγαπούν. Και κάτι τέτοιο έχει νόημα μονάχα μέσα σε μια πολύ μικρή ομάδα ανθρώπων.

Κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου εγωιστικό. Μάλιστα, πρέπει να το θεωρήσουμε μέρος της συναισθηματικής υγείας. Το να δίνουμε την αγάπη μας μόνο σε λίγους ανθρώπους θα μας προστατέψει από την απογοήτευση και τις ψευδαισθήσεις και θα μας εξασφαλίσει την προσωπική ισορροπία που όλοι επιθυμούμε.

Στο παρακάτω άρθρο θα σκεφτούμε πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Με τον καιρό μαθαίνετε και ανακαλύπτετε

Κατά την εφηβεία και την πρώτη μας νεότητα, κάθε είδους πράγματα και άνθρωποι μας προσεγγίζουν και πρόκειται για κάτι που δεχόμαστε.

Θέλουμε να βιώσουμε πράγματα, να γελάσουμε, να αγαπήσουμε, να ανακαλύψουμε και να νιώσουμε. Το να θέτουμε όρια και φραγμούς συχνά σημαίνει ότι δεν γινόμαστε αποδεκτοί ή ότι χάνουμε την ευκαιρία να γίνουμε μέρος της ομάδας.

Η αγάπη έρχεται με την ένταση μιας καταιγίδας. Επιτρέπουμε στον εαυτό μας να παρασυρθεί με την ανάγκη κάποιου που λαχταρά να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Το ίδιο ισχύει και για τις φιλίες.

Ωστόσο, με τον καιρό αποκτούμε πρόσβαση στη βαθύτερη ματιά μας, που μπορεί να βλέπει όσα μας περιβάλλουν πιο καθαρά, με καλύτερη προοπτική και με σοφία.

Μια κοινωνική ομάδα που όλο και διευρύνεται δεν σας κάνει ευτυχισμένους

Μπορούμε να παρηγορήσουμε τη μοναξιά μας με πολλούς τρόπους, όμως η συσσώρευση φίλων δεν αποτελεί τον καλύτερο τρόπο. Καταρχάς κάτι τέτοιο σημαίνει να βάλουμε στη ζωή μας ανθρώπους που δεν θα είναι πάντα ειλικρινείς ή συμβατοί με αυτό που είμαστε.

Η μοναξιά είναι ένα είδος εσωτερικού κενού που πρέπει να αισθανόμαστε καθώς ωριμάζουμε, προκειμένου να δημιουργήσουμε πιο ολοκληρωμένες και πιο αυθεντικές σχέσεις με τους άλλους.

Με τον καιρό τελικά χάνουμε πολλούς φίλους. Αυτό επειδή ο χρόνος είναι σοφός και μας δείχνει ποιοι άνθρωποι είναι κατάλληλοι για μας και ποιοι όχι.

Μόνο τότε συνειδητοποιούμε ότι η αυθεντικότητα και η ειλικρινής αγάπη είναι πράγματα που μπορούν να εμπλουτίσουν την ψυχή και την καρδιά μας.

Αξίες όπως ο σεβασμός, η αμοιβαιότητα, η συντροφικότητα και η κατανόηση των αναγκών των άλλων δεν βρίσκονται εύκολα.

Μόλις βρούμε αληθινούς φίλους ή συντρόφους με τους οποίους είμαστε απολύτως συμβατοί, αρνούμαστε να τους αφήσουμε να φύγουν, επειδή είναι εκείνοι που φωτίζουν την ύπαρξή μας.

Λιγότερα σημαίνει περισσότερα στις προσωπικές σχέσεις

Τα εξωστρεφή άτομα, που έχουν ανάγκη από κοινωνικά ερεθίσματα, δίνουν αξία σε αυτή τη συνεχή αλληλεπίδραση μέσα σε μεγάλες ομάδες ατόμων, όπου μιλάνε με τους γύρω τους και γελάνε.

Όσο περισσότερες αλληλεπιδράσεις έχουν αυτοί οι άνθρωποι, τόσο πιο ευτυχισμένοι είναι. Όσο περισσότερους φίλους έχουν, τόσο περισσότερες ευκαιρίες τους δίνονται για να βγουν, να διασκεδάσουν και να ξεκινήσουν νέα σχέδια.

Ωστόσο, με τον καιρό ακόμα και αυτός ο τύπος ανθρώπου ανακαλύπτει ότι είναι πάντα καλύτερα να έχει έναν μικρό αριθμό ανθρώπων γύρω του για να χαρεί μαζί τους τη φιλία.

Δεν πρόκειται για ρήξη δεσμών και για την αποφυγή ορισμένων ανθρώπων, συντρόφων και συγγενών. Αντίθετα, το ζήτημα είναι να σταματήσετε να ενισχύετε το δεσμό με ορισμένους ανθρώπους με το να αποστασιοποιηθείτε.

Επιπλέον, με τον καιρό αυτό που σκέφτονται οι άλλοι για μας δεν έχει σημασία για μας. Ξέρουμε ότι «λιγότερα σημαίνει περισσότερα» και ότι, αν τα μικρά πράγματα μας φέρνουν μεγάλη ευτυχία, τότε δεν χρειαζόμαστε τίποτε άλλο.

Συμβιβάζομαι με λιγότερα επειδή γνωρίζω ότι είναι τα ΚΑΛΥΤΕΡΑ

Αν έχετε δυο φίλους που είναι ειλικρινείς, ευγενείς και αυθεντικοί, δεν χρειάζεστε τίποτε άλλο: έχετε έναν θησαυρό.

Παρομοίως, αν έχετε με τον/τη σύντροφό σας μια αρμονική σχέση, μέσα στην οποία εξελίσσεστε και αισθάνεστε ότι μπορείτε να είστε ο εαυτός σας και να χαίρεστε την κάθε στιγμή, τότε έχετε τα πάντα.

Δεν είναι κατακριτέο το να περιορίσετε τον κύκλο σας σε ανθρώπους όπως ο/η σύντροφός σας, οι φίλοι σας και μερικοί συγγενείς σας. Αυτό επειδή όσοι γνωρίζουν τι έχουν, τι εκτιμούν και τι τους ενδιαφέρει, δεν χρειάζονται τίποτα περισσότερο από μια μικρή ομάδα φίλων και συγγενών.

Ωστόσο αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν όλοι να καταλάβουν. Μερικές φορές το πιο ωραίο πράγμα στη ζωή σας βρίσκεται πολύ κοντά σας.

Να είστε ταπεινόφρονες για να μπορέσετε να ανακαλύψετε πού βρίσκεται η πραγματική ευτυχία.

Η αγάπη είναι η κινητήρια δύναμη για να φτάσεις στο σύμπαν

Οι ανθρώπινες σχέσεις ολοένα και περισσότερο αναζητούν να βρουν μια διέξοδο λύτρωσης, σε μια εποχή που βάλλεται από συναισθηματικούς κλυδωνισμούς και παγιωμένες ανασφάλειες.

Σχέσεις σιωπής, σχέσεις οργής, σχέσεις στέρφες, σχέσεις που εγκαταλείπονται πριν καν δοκιμάσουν τις αντοχές τους. Μία νέα Βαβέλ το οικοδόμημα της συνύπαρξης, μόνο που στην εποχή μας τα κορμιά μιλούν την ίδια γλώσσα, αλλά οι καρδιές είναι αυτές που αδυνατούν να βρουν έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας.

Πολλά της μοναξιάς τα άλλοθι.
Πληγές που ακόμα αιμορραγούν, παιδιά που διεκδικούν τη δική τους πρωτιά στη ζωή σου, γενικεύσεις που βρίσκουν έμψυχο αντίκρισμα… Μια ζωή στερείται την πληρότητά της και ευθύνονται τόσοι άλλοι! Όταν εξοστρακίζεις, όμως, με τον τρόπο αυτό τις ανασφάλειες και τα απωθημένα σου από τη σφαίρα τη δικής σου υπαιτιότητας, επιλέγεις να κρατάς τα πόδια σου σταθερά καρφωμένα σ’ ότι ονοματίζεις «ασφάλεια» και επιλέγεις τη σιωπή εγκλωβισμένη σ’ αυτό που αποκαλείς «ασυμφωνία».

Τη στιγμή που η ανθρώπινη καρδιά σου έχει ανάγκη να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Αυτός είναι ο ρόλος της σε τούτη τη ζωή. Γι’ αυτό και πάλλεται αφηνιασμένα αναζητώντας εκείνη την καρδιά που θα σταθεί δίπλα της για να ξεδιπλώσει τα όνειρά της.

Τα συναισθηματικά εμπόδια που εσύ ο ίδιος θέτεις μπροστά της οδηγούν σε εσωτερική σύγκρουση κι αυτή η σύγκρουση κάνει με τη σειρά της την καθημερινότητα πιο δύσκολη, φέρνει αυτό το ακαθόριστο «κενό» που καμιά φορά το νιώθεις να σε πνίγει κι αναρωτιέσαι το γιατί. Μην αναρωτιέσαι. Στο λογικό μυαλό σου θα βρεις την απάντηση. Που κάνει κάθε είδους μαθηματική πράξη χρεώνοντας σε άλλους τις λάθος επιλογές, που πολλαπλασιάζει τις προσδοκίες σου για να οδηγήσουν στην απογοήτευση, που μοιράζει το συναίσθημά σου σε ποσοστά συμμετοχής κι εκπτώσεων.

Ευτυχώς που υπάρχει η ελπίδα. Η υπέροχη αυτή αίσθηση ότι διαθέτεις τη θέληση, αλλά και τον τρόπο να πετύχεις αυτό που θες. Και σιγοκαίει μέσα σου περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να ζήσει το θρίαμβό της. Το τέλος μια μοναξιάς που έχεις με πάθος σφιχταγκαλιάσει.

Η αγάπη είναι η κινητήρια δύναμη για να φτάσεις στο σύμπαν, αν την βρεις ή να χαθείς στα έγκατα της γης, αν την χάσεις. Αλλά και να ζεις μια ζωή χωρίς ταυτότητα αν δεν την ανακαλύψεις ποτέ. Γι’ αυτό μη νιώθεις κυνηγημένος από αυτό που δεν μπορείς να του ξεφύγεις, ούτε να το εξοντώσεις. Μπορεί αυτή τη στιγμή να θεωρείς ότι έχει καρφιτσωθεί μια ασφαλή πανοπλία στην καρδιά σου, αλλά η δύναμή σου ίσως και να βρίσκεται στην άρνησή σου να χάσεις τη ζωή σου στο ποτάμι της σιωπής.

Δεν έχεις παρά να ανακαλύψεις αυτήν τη δύναμη μέσα σου, ώστε να κολυμπάς αντίθετα στο ρεύμα για να φτάσεις εκεί που θες, παρά να αφεθείς να πλέεις στην επιφάνεια μιας συμβατικής και μοναχικής ζωής.

Γιατί οι ναρκισσιστές γονείς δεν μας προσφέρουν όσα χρειαζόμαστε

Αποτέλεσμα εικόνας για duane michals photography mirrorΈνα από τα παλαιότερα κλισέ για την ανατροφή των παιδιών είναι ότι αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε και να σεβόμαστε τους δικούς μας γονείς, μόνο όταν τελικά μεγαλώσουμε τα δικά μας παιδιά. Ωστόσο, αν έχετε επιλέξει να διαβάσετε αυτό το άρθρο, ίσως να είχατε μια λίγο διαφορετική εμπειρία. Πιθανότατα να είχατε ήδη την αίσθηση ότι οι γονείς σας ήταν περίεργοι -ασυνήθιστα απορροφημένοι στον εαυτό τους και απρόσεκτοι ως προς τις ανάγκες σας- αλλά αρχίσατε να αντιλαμβάνεστε ξεκάθαρα τις διαφορές τους, όταν κάνατε εσείς παιδιά. Εν συντομία, κάτι από την εμπειρία σας ως γονείς σας άνοιξε τα μάτια, ώστε να αποκαλύψετε την άρνηση και την εκλογίκευση που κάνατε για μια ενοχλητική αλήθεια· για το γεγονός ότι ήσασταν τα θύματα μιας καθαρά περίπτωσης παραμέλησης.

Κατά την τελευταία δεκαετία υπήρξε μια έκρηξη ερευνών πάνω στις αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις της παιδικής παραμέλησης, όπως επίσης και κακοποίησης, οι οποίες δημιουργούν προδιάθεση για ενήλικη κατάθλιψη, κατάχρηση αλκοόλ, άγχος, αυτοκτονία και επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά (Norman, et al., 2012). Οι ανάγκες του ψυχισμού των παιδιών μπορούν να παραμεληθούν για πολλούς λόγους, όπως ο εθισμός των γονιών, ένα άσχημο διαζύγιο, φτώχεια, βία και σοβαρές ψυχικές διαταραχές. Εντούτοις, οι επιδράσεις της συναισθηματικής παραμέλησης από ναρκισσιστές γονείς είναι ιδιαιτέρως επιζήμιες και δύσκολες να αναγνωριστούν, πόσο μάλλον να ξεπεραστούν. Αυτό συμβαίνει εν μέρει επειδή η παραμέληση συνήθως εκλογικεύεται και «κανονικοποιείται» από τον γονέα· με αυτό τον τρόπο, ένα παιδί μεγαλώνει πιστεύοντας ότι οι ανάγκες του δεν ήταν σημαντικές και ότι η μεταχείριση του γονέα ήταν τελικά σωστή και στοργική.

Ένα προσδιοριστικό στοιχείο του ναρκισσιστή είναι η αποκλειστική ενασχόληση και εστίαση στον εαυτό και στην αυτοβελτίωση για τα μάτια του κόσμου. Η ναρκισσιστική προσωπικότητα οργανώνεται γύρω από την ανάγκη να αποφύγουν, να αδρανοποιούν ή να αρνούνται το συναίσθημα του ντροπιαστικού υποβιβασμού (Zaslav, 2017). Όλοι γνωρίζουμε αυτό το οικουμενικό συναίσθημα της ντροπής. Σε αντίθεση με την ενοχή, κατά την οποία κάποιος μπορεί να κινητοποιηθεί για να επιχειρήσει να ζητήσει συγγνώμη ή να διορθώσει το κακό που έκανε σε κάποιον, η εμπειρία της ντροπής τείνει να είναι εσωτερική και μη κοινωνική. Οι μηχανισμοί άμυνας κατά της ντροπής, όπως ο θυμός, ο φθόνος ή η μετάθεση είναι κατά βάση αποξενωτικοί και εκφράζονται μέσω σύγκρουσης ή αποφυγής (Zaslav, 1998).

Για τον ναρκισσιστή, οι σχέσεις χαρακτηρίζονται από την ανάγκη επιβεβαίωσης. Οι ναρκισσιστές τείνουν να αναζητούν άτομα που θα τους παρέχουν προσοχή και θαυμασμό. Ως εκ τούτου, ο άλλος γονέας μπορεί να έχει προσαρμοστεί έτσι ώστε να θρέφει αυτή την ανάγκη επιβεβαίωσης με κολακείες, ενώ παράλληλα προστατεύει τον εαυτό του επινοώντας δικαιολογίες για την ναρκισσιστική συμπεριφορά του/της συντρόφου. Τα μικρά παιδιά δεν αποδεικνύονται ιδιαίτερα χρήσιμα για αυτή την ανάγκη του ναρκισσιστή γονέα. Είναι αβοήθητα και απαιτητικά και οι ανάγκες τους μπορεί να βιώνονται ως εμπόδιο. Ακόμα χειρότερα, οι ανάγκες ενός παιδιού μπορεί να πυροδοτούν αντιπάθεια, υπενθυμίζοντας στον ναρκισσιστή γονέα αυτό που δεν κατάφερε να λάβει από την δική του/της παιδική ηλικία.

Παρατηρώντας την αλληλεπίδραση γονέα-παιδιού, αντιλαμβανόμαστε πόσο επιτυχώς έχει η εξέλιξη διαμορφώσει την έμφυτη προσοχή και το ενδιαφέρον μας για τις ανάγκες των παιδιών μας. Ο Bowlby (1969) έδωσε έμφαση στην κρίσιμη σημασία των πρώιμων εμπειριών με τους φροντιστές μας στη διαμόρφωση της μελλοντικής ικανότητας εγκαθίδρυσης σχέσεων και μιας σταθερής, θετικής αίσθησης εαυτού-«ασφαλής δεσμός». Φυσικά, η εξέλιξη δεν απαιτεί το αδύνατο. Η επαρκής ανατροφή των παιδιών δεν απαιτεί τον τέλειο συγχρονισμό με τις ανάγκες των παιδιών. Για την ακρίβεια, είναι μέσω των περιοδικών αποτυχιών και των επακόλουθων διορθώσεων που το παιδί αναπτύσσει εσωτερικούς συναισθηματικούς μηχανισμούς αυτορρύθμισης. Όμως, η μητρότητα και η πατρότητα απαιτούν ένα κίνητρο ενδιαφέροντος για τα παιδιά, τις ανάγκες και τις αντιδράσεις τους.

Ο ναρκισσιστικός γονέας παρουσιάζει διάφορα χαρακτηριστικά, ασύμβατα με τα ασφαλή σενάρια δεσμού: αρχικά, υπάρχει μια έλλειψη κινήτρου ή ενδιαφέροντος να εμείνει στις ανάγκες του παιδιού. Γιατί εξ ορισμού οι ναρκισσιστές επιζητούν προσοχή, δεν δίνουν. Επιπροσθέτως, ένας ναρκισσιστής γονέας δε διαθέτει την ενσυναίσθηση και την απαραίτητη δεκτικότητα για την κατανόηση των αναγκών του παιδιού του. Το αποτέλεσμα θα είναι αδιαφορία αναμιγμένη με άγχος για την αίσθηση ανεπάρκειας. Αυτό το άγχος αργά ή γρήγορα θα προβληθεί στο παιδί, το οποίο θα γίνει αντιληπτό ως υπερβολικά απαιτητικό, δύσκολο και αχάριστο. Για το παιδί, οι συνεπαγόμενες ανεπαρκείς εμπειρίες δεσμού στα πρώτα χρόνια της ζωής του μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την ανάπτυξη των μηχανισμών αυτορρύθμισης.

Ο ανασφαλής δεσμός (π.χ. ο αποφευκτικός ή αποδιοργανωμένος) μπορεί από μόνος του να προδιαθέτει το άτομο με κάποιες από τις αρνητικές συνέπειες που σχετίζονται με την παραμέληση, έτσι όπως περιγράφηκαν παραπάνω. Ωστόσο, από την κλινική μου εμπειρία, οι ψυχολόγοι συχνά βρίσκουμε σταθερότερες και ισχυρότερες επιδράσεις σε ένα παιδί που έχει εκτεθεί σε ένα περιβάλλον που περιέχει ναρκισσιστικά δυναμικά. Το αναπτυσσόμενο παιδί θα καταλάβει σταδιακά ότι ο ναρκισσιστικά οργανωμένος ψυχισμός της οικογένειας ούτε θα κατανοήσει, αλλά ούτε και θα παραδεχτεί τη φανερή ασυνέπεια των αντιλήψεων και αντιδράσεων του με την αποδεκτή γονική αφήγηση. Η Linehan (1993) έχει αναφερθεί σε αυτή την περίπτωση, κατά την οποία οι εμπειρίες και τα συναισθήματα του παιδιού προσδιορίζονται ως λανθασμένα ή εκτός ορίων, σαν ένα «συναισθηματικά ακυρωτικό περιβάλλον».

Τα αρνητικά αποτελέσματα της ανατροφής μέσα σε ένα συναισθηματικά ακυρωτικό, ναρκισσιστικό οικογενειακό περιβάλλον είναι αναρίθμητα, ανάλογα με τη βιολογία, το αποτέλεσμα στον τύπο δεσμού, το φύλο και ορισμένες αναπτυξιακές εμπειρίες. Η συμπεριφορά ενός ναρκισσιστή γονέα μπορεί να ποικίλλει από υπερβολική παραμέληση και έλλειψη ενδιαφέροντος μέχρι διεισδυτικές προσπάθειες ελέγχου και συγχρονισμού με τις ανάγκες του. Ένα παράδειγμα του τελευταίου είναι το «φόρτωμα» των φόβων και των αντιπαθειών του γονέα στο παιδί. Αυτή η ακύρωση θα συνεχιστεί μέχρι και στην ενήλικη ζωή. Οι επιτυχίες του ενηλικιωμένου πια παιδιού θα αγνοηθούν ή θα υποτιμηθούν.

Από την εμπειρία, όταν ενήλικες από ένα τέτοιο οικογενειακό περιβάλλον ξεκινήσουν ψυχοθεραπεία, έχουν συνήθως προβλήματα με την αυτό- εικόνα τους. Δεν νιώθουν μια ολοκληρωμένη αίσθηση εαυτού και πιστεύουν ότι δεν αξίζουν. Αυτά συνυπάρχουν με εξαιρετικά φορτισμένα και αμφιθυμικά συναισθήματα προς τους γονείς. Ο αγώνας αυτών των ατόμων εστιάζεται κυρίως στο να βρουν και να διατηρήσουν ένα επίπεδο αυτοεκτίμησης και αξίας.

Αν επιζητάτε την επούλωση από την παραμέληση και το τραύμα που προέκυψε από την ανατροφή σας μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το πρώτο βήμα είναι η εξερεύνηση της πραγματικής σας αναπτυξιακής ιστορίας.

Είναι σημαντικό να σημειώσω ότι ακόμα και αν οι γονείς σας ζουν και είναι σχετικά μικροί σε ηλικία, δεν θα μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμοι ως προς αυτό. Λόγω του ναρκισσιστικού περιβάλλοντος, θα έχουν σίγουρα μια αρκετά διαστρεβλωμένη εικόνα των γεγονότων, ακόμα και αν τα θυμούνται. Ως εκ τούτου, εδώ είναι κρίσιμης σημασίας η στήριξη ενός ικανού, έμπειρου ψυχοθεραπευτή, καθώς εσείς θα βουτάτε βαθιά στην πραγματική ιστορία της τραυματικής σας παιδικής ηλικίας.

Και είναι απαραίτητο για εσάς να εγκαταλείψετε κάθε προσδοκία ότι οι γονείς σας θα αναγνωρίσουν το λάθος τους ή θα αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Εξαιτίας της ανάγκης τους να διαστρεβλώνουν κάθε αλήθεια που δεν τους συμφέρει, η δική τους εκδοχή των γεγονότων θα είναι δραματικά διαφορετική από τη δική σας. Με αυτό τον τρόπο, θα γίνετε ένας διαθέσιμος και τρυφερός γονιός, πρότυπο για τα δικά σας παιδιά

Πρώτη μέρα στο σχολείο

Η προετοιμασία των παιδιών για τη νέα σχολική χρονιά μπορεί να είναι μια περίοδος άγχους τόσο για τα παιδιά, όσο και για τους γονείς.  Για τα μεγαλύτερα παιδιά δεν αποτελεί πρόβλημα, μιας κι έχουν συνηθίσει στο νέο αυτό ξεκίνημα. Για ένα παιδί, όμως, που πηγαίνει πρώτη φορά σχολείο μπορεί να φέρει δυσκολίες, να το αγχώσει και να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τους γονείς αυτή η νέα κατάσταση.
 
Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να προλάβουμε ή να μειώσουμε μία τέτοια αντίδραση; Αν παρόλα αυτά, συμβεί τελικά, ποια είναι η καλύτερη στάση που θα μπορούσαμε να κρατήσουμε;
 
Πρώτα απ’ όλα, πριν πάει σχολείο το παιδί καλό θα ήταν να προετοιμαστεί γι’ αυτό. Αν δε γίνει η σωστή προετοιμασία, θα του φανεί πολύ ξαφνική η αλλαγή και το πιο πιθανό είναι ν’ αντιδράσει. Το άγχος του αποχωρισμού από τον γονιό είναι μεγάλο, όμως το ίδιο αισθάνεται και ο ίδιος ο γονιός μιας και είναι η πρώτη φορά που θα βρεθεί σε αυτήν τη θέση. Σ’ αυτό το σημείο, η αποφασιστικότητα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο, ενώ τα πισωγυρίσματα θα έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Πριν από αυτό όμως, ας δούμε κάποια βήματα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην προσαρμογή στη νέα αυτήν κατάσταση.
 
            – Η συζήτηση: Η συζήτηση με το παιδί για τη νέα κατάσταση, σίγουρα θα το βοηθήσει να καταλάβει τι πρόκειται να συμβεί. Θα μπορούσαμε να του περιγράψουμε τι θα κάνει στο σχολείο, ότι θα κάνει νέους φίλους και θα μάθει πολλά καινούρια πράγματα.
 
            – Επίσκεψη στο σχολείο: Όταν πάτε να γράψετε το παιδί στο σχολείο, πάρτε το μαζί σας, ξεναγήστε το στους χώρους του σχολείου, γνωρίστε του τη δασκάλα του και δείξτε του πού είναι κάποια βασικά μέρη, πχ. οι τουαλέτες, έτσι ώστε να γνωρίζει πού βρίσκεται κάτι τόσο αναγκαίο και να μην αισθανθεί ανασφάλεια ή ντροπή όταν θελήσει να το επισκεφθεί.
 
            – Νέες αγορές: Πηγαίνετε να αγοράσετε μαζί του όσα χρειάζονται για τη νέα σχολική χρονιά, πχ. μολύβια, μαρκαδόρους, σχολική τσάντα. Αφήστε το να επιλέξει εκείνο τα είδη που θέλει ν’ αγοράσει για να το διασκεδάσει και ό,τι κι αν πάρει να του αρέσει.
 
            – Η πρώτη μέρα: Μιλήστε του για την πρώτη μέρα, πριν ακόμα ξεκινήσει το σχολείο. Πείτε του ότι δε θα είστε μαζί του, αλλά θα περιμένετε με αγωνία να ακούσετε τις εντυπώσεις του και πώς πέρασε. Πείτε του, ότι όπως κι εσείς πηγαίνετε στην δουλειά, έτσι κι εκείνος θα πηγαίνει στο σχολείο.
 
Κι εδώ επιστρέφουμε στο κομμάτι της αποφασιστικότητας. Είναι πολύ πιθανό τις πρώτες μέρες το παιδί να δυσανασχετεί, να κλαίει και να σας ζητάει. Σε αυτό το σημείο, καλό θα ήταν να καταλάβει ότι με αυτή τη συμπεριφορά δε θα αλλάξει κάτι, δε θα γίνει αυτό που θέλει εκείνο. Το καλύτερο που θα μπορούσατε να κάνετε είναι να το καθησυχάσετε, να του πείτε ότι σε λίγες ώρες θα επιστρέψετε να το πάρετε και ύστερα να το αποχαιρετήσετε. Αν το κλάμα του παιδιού γίνει πιο έντονο, μην επιστρέψετε, καλύτερα ν’ απομακρυνθείτε.
 
Η πρώτη μέρα του παιδιού στο σχολείο είναι πολύ σημαντική για το πώς θα κυλήσει η υπόλοιπη χρονιά. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι ακόμα και μία άσχημα πρώτη μέρα θα καθορίσει τα πάντα. Εξάλλου, κάθε παιδί είναι διαφορετικό και αντιδρά διαφορετικά σε κάθε κατάσταση. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι ένα παιδί που είναι περισσότερο κοινωνικοποιημένο είναι πιθανό να προσαρμοστεί πιο εύκολα στο σχολείο και σε αυτό μπορούν να το βοηθήσουν οι γονείς.

Ας αποφασίσουμε να ζήσουμε μια μέρα, να ζήσουμε στ’ αλήθεια

Αποτέλεσμα εικόνας για προηγουμενη ζωηΕίμαστε σαν τους πυγμαίους που πολεμούν με τα λελέκια το ένα λάθος πάνω στο άλλο, το ένα πλήγμα μετά το άλλο. Ακόμα και οι υψηλότερες αρετές μας προέρχονται από μια άχρηστη και καθόλου αναπόφευκτη αθλιότητα. Οι ζωές μας χαραμίζονται στις λεπτομέρειες.

Ένας τίμιος άνθρωπος δε χρειάζεται να ξέρει να μετράει παραπάνω από τα δέκα του δάχτυλα. Άντε, σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να προσθέσει και τα δέκα δάχτυλα των ποδιών του, κι αυτό του φτάνει. Απλότητα, απλότητα, απλότητα! Φροντίστε, λέω, να είναι οι υποθέσεις σας δυο, το πολύ τρεις, και όχι εκατό ή χίλιες. Αντί για ένα εκατομμύριο μετρήστε μισή ντουζίνα και περιορίστε τους λογαριασμούς σας. Καταμεσής σ’ αυτό το φουρτουνιασμένο πέλαγο της πολιτισμένης ζωής, τόσα πολλά είναι τα σύννεφα και οι καταιγίδες, οι ξέρες και τα χίλια μύρια πράγματα που έχει να σκεφτεί ο άνθρωπος, ώστε πρέπει να ζει – αν δηλαδή δεν καταποντιστεί, αν δε βρεθεί στον πάτο χωρίς να καταφέρει να πιάσει λιμάνι – με διαρκείς υπολογισμούς κι εκείνος που τελικά θα τα καταφέρνει δεν μπορεί παρά να είναι δεινός λογιστής. Απλουστεύετε, απλουστεύετε. Αντί για τρία γεύματα την ημέρα, αν μπορείτε τρώτε μόνο ένα- αντί για εκατό πιάτα, πέντε- και μειώστε ανάλογα και όλα τα άλλα.

Γιατί θα πρέπει να ζούμε τις ζωές μας τόσο βιαστικά και τόσο σπάταλα; Είναι λες και είμαστε αποφασισμένοι να λιμοκτονήσουμε πριν καν πεινάσουμε. Ο λαός λέει πως μια βελονιά, αν γίνει έγκαιρα, κάνει για εννιά, κι έτσι κάνει χίλιες βελονιές σήμερα για να γλιτώσει εννιά αύριο.
«Σταματήστε! Κράτει! Γιατί κάνετε πως τρέχετε τόσο γρήγορα, ενώ στην πραγματικότητα σέρνεστε πιο αργά κι από τα σαλιγκάρια;»

Τα ψεύδη και οι αυταπάτες περνιούνται για τις πιο ατράνταχτες αλήθειες, ενώ η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται σαν παραμύθι. Αν οι άνθρωποι ασχολούνταν σταθερά με ό,τι είναι πραγματικό και δεν επέτρεπαν στους εαυτούς τους να παρασύρονται σε πλάνες, η ζωή, για να τη συγκρίνουμε με κάτι που γνωρίζουμε, θα έμοιαζε με παραμύθι, με διήγηση μέσα από τις Χίλιες και μια νύχτες. Αν δείχναμε σεβασμό μονάχα σε ό,τι είναι αναπόφευκτο και του αναγνωρίζαμε το δικαίωμα να υπάρχει, οι δρόμοι θ’ αντηχούσαν από μουσική και ποίηση. Σε στιγμές ανάπαυλας και σύνεσης αντιλαμβανόμαστε πως μονάχα τα μεγάλα και αξιέπαινα πράγματα έχουν μόνιμη και απόλυτη ταυτότητα – πως οι ασήμαντοι φόβοι και οι ασήμαντες ηδονές δεν είναι παρά σκιές της πραγματικότητας. Αυτή είναι μια συνειδητοποίηση που πάντοτε μας ενθουσιάζει και μας εξυψώνει. Κλείνοντας τα μάτια και βυθιζόμενοι στον ύπνο, και επιτρέποντας στους εαυτούς τους να ξεγελιούνται από τις εντυπώσεις, οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χτίζουν την καθημερινή, μονότονη ζωή τους πάνω σε θεμέλια ψευδαισθήσεων. Τα παιδιά, που στα παιχνίδια τους παίζουν τη ζωή, μπορούν και διακρίνουν τους αληθινούς νόμους και συσχετισμούς της πιο καθαρά από τους μεγάλους, οι οποίοι, ενώ αποτυγχάνουν να ζήσουν άξια τη ζωή τους, νομίζουν ότι τους κάνει πιο σοφούς η εμπειρία τους – δηλαδή η αποτυχία τους. Σ’ ένα ινδουιστικό βιβλίο διάβασα ότι «ήταν κάποτε ο γιος ενός βασιλιά, ο οποίος, έχοντας εκδιωχθεί σε βρεφική ηλικία από την πόλη του, ανατράφηκε από ένα δασοκόμο. Έως ότου ενηλικιώθηκε, πίστευε ότι ανήκε στη βάρβαρη φυλή με την οποία είχε περάσει όλα αυτά τα χρόνια της ζωής του. Όταν όμως ένας από τους υπουργούς του πατέρα του τον βρήκε και του αποκάλυψε την πραγματική του ταυτότητα, ο τρόπος που αντιλαμβανόταν τον εαυτό του άλλαξε και κατάλαβε ότι ήταν πρίγκιπας.

Έτσι και η ψυχή», συνεχίζει ο Ινδός φιλόσοφος, «εξαιτίας των περιστάσεων στις οποίες τυχαίνει να βρίσκεται, παρεξηγεί τον ίδιο της το χαρακτήρα, ώσπου κάποιος άγιος δάσκαλος της αποκαλύπτει την αλήθεια και τότε αντιλαμβάνεται πως είναι η ίδια Βράχμα».

Ας περάσουμε μια μέρα με τρόπο τόσο απλό και άμεσο όσο η ίδια η Φύση κι ας μην αφήσουμε το κάθε καρυδότσουφλο ή κουνούπι που έτυχε να βρεθεί μπροστά μας να μας βγάλει από την πορεία μας. Ας σηκωθούμε νωρίς και γρήγορα, ας πάρουμε το πρωινό μας ήρεμα, ατάραχα. Ας έρθουν παρέες κι ας φύγουν, ας χτυπήσουν οι καμπάνες κι ας κλάψουν τα παιδιά – ας αποφασίσουμε να ζήσουμε μια μέρα, να ζήσουμε στ’ αλήθεια. Γιατί δηλαδή θα πρέπει να αφεθούμε να μας παρασύρει το ρέμα; Ας μην πανικοβληθούμε, ας μην αφήσουμε να μας καταπιεί η τρομερή αυτή δίνη που ονομάζεται «γεύμα» και εντοπίζεται στις ξέρες του μεσημεριού. Προσπεράστε τον κίνδυνο αυτό και θα έχετε σωθεί, αφού η διαδρομή από εκεί και πέρα θα είναι κατηφορική. Πλεύστε γύρω από τον κίνδυνο, με τις αισθήσεις σας σε εγρήγορση, με τη ζωντάνια του πρωινού, κοιτάζοντας από την άλλη, καθώς είστε δεμένοι στο κατάρτι σαν τον Οδυσσέα. Αν σφυρίξει η μηχανή, αφήστε τη να σφυρίζει μέχρι να βραχνιάσει. Αν χτυπήσει η καμπάνα, γιατί πρέπει σώνει και καλά να τρέξουμε αμέσως; Ας καθίσουμε πρώτα να στοχαστούμε πάνω στη μουσική που βγάζει. Ας βρούμε πρώτα γερό πάτημα, ας βυθίσουμε τα πόδια μας μέσα στη λάσπη της κοινής γνώμης, της προκατάληψης, της παράδοσης, της ψευδαίσθησης και της επίφασης, μέσα σ’ αυτές τις προσχώσεις που σκεπάζουν ολόκληρο τον πλανήτη, από το Παρίσι και το Λονδίνο ως τη Νέα Υόρκη, τη Βοστόνη και το Κόνκορντ,που σκεπάζουν εκκλησία και κράτος, ποίηση, φιλοσοφία και θρησκεία, ώσπου να βρούμε το στέρεο πυθμένα, το πετρώδες έδαφος που θα μπορούμε να αποκαλέσουμε πραγματικότητα και να πούμε: αυτή είναι, δε χωράει καμία αμφιβολία. Κι έπειτα ας ξεκινήσουμε, αφού θα έχουμε ένα point d’ appui που θα βρίσκεται πέρα από πλημμύρα, παγετό ή φωτιά, έναν τόπο όπου θα μπορεί κανείς να χτίσει έναν τοίχο, να ιδρύσει ένα κράτος ή τουλάχιστον να στηρίξει με ασφάλεια το στύλο μιας λάμπας, ή ίσως ένα εργαλείο μέτρησης, όχι το νειλόμετρο των αρχαίων Αιγυπτίων αλλά ένα «πραγματικόμετρο», έτσι που οι μελλοντικές γενιές να μάθουν πόσο μεγάλες ήταν κάποιες εποχές οι πλημμύρες από ψεύδη και επιφάσεις. Αν σταθείτε μπροστά από ένα γεγονός και το κοιτάξετε καταπρόσωπο, θα δείτε τον ήλιο να αστράφτει και στις δύο του επιφάνειες, σαν να ‘ταν γιαταγάνι και θα νιώσετε τη γλυκιά του κόψη να σας διαπερνά την καρδιά και το μεδούλι, έτσι που θα μπορείτε να τελευτήσετε ευτυχισμένοι το θνητό σας βίο. Στη ζωή ή στο θάνατο, αυτό που λαχταράμε είναι μονάχα η πραγματικότητα. Αν στ’ αλήθεια πεθαίνουμε, ας ακούσουμε λοιπόν τον επιθανάτιο ρόγχο στα λαρύγγια μας κι ας νιώσουμε το κρύο να μουδιάζει τα άκρα μας. Αν ζούμε, ας κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε.

Ο χρόνος δεν είναι παρά ένα ρυάκι στο οποίο πηγαίνω να ψαρέψω. Πίνω το νερό του* καθώς όμως πίνω, βλέπω την άμμο στο βυθό και διαπιστώνω πόσο ρηχό είναι. Τα λιγοστά του νερά περνούν και φεύγουν, όμως η αιωνιότητα μένει. Θέλω να πιω κι άλλο- θέλω να ψαρέψω στον ουρανό, με το χαλικοστρωμένο του βυθό γεμάτο αστέρια. Δεν ξέρω να μετράω μέχρι το ένα. Δεν ξέρω ποιο είναι το πρώτο γράμμα του αλφάβητου. Όλη μου τη ζωή μετανιώνω που δεν ήμουν ποτέ τόσο σοφός όσο τη μέρα που γεννήθηκα. Η διάνοια μοιάζει με νυστέρι: ανοίγει δρόμο και φτάνει στην καρδιά των πραγμάτων. Δεν επιθυμώ να εργαστώ περισσότερο με τα χέρια μου απ’ όσο είναι απαραίτητο. Το κεφάλι μου είναι χέρια μαζί και πόδια. Νιώθω πως ό,τι καλύτερο έχω βρίσκεται συγκεντρωμένο εκεί. Το ένστικτο μου λέει πως το κεφάλι μου είναι ένα όργανο για να σκάβω λαγούμια, όπως κάποια πλάσματα χρησιμοποιούν το μουσούδι και τα μπροστινά τους πόδια. Έτσι κι εγώ με το κεφάλι μου θα σκάψω λαγούμι, θα ανοίξω δρόμο μέσα από αυτούς τους λόφους. Έχω την αίσθηση ότι η πιο πλούσια φλέβα βρίσκεται κάπου εδώ γύρω- σ’ αυτό το συμπέρασμα με οδηγεί το μαγικό μου ραβδί και οι αναθυμιάσεις που βλέπω να υψώνονται. Εδώ, λοιπόν, θα αρχίσω να σκάβω.

HENRY D. THOREAU, W A L D Ε Ν ή Η ζωή στο δάσος

Να Γιατί Τραβάς Όλους Τους Προβληματικούς…

Πόσες δεν έχουμε πει την περίφημη φράση «μα γιατί τραβάω όλους τους προβληματικούς;». Μάθετε λοιπόν τις βαθύτερες αιτίες των ερωτικών σας επιλογών.

Συνήθως οι λόγοι που επικαλούμαστε για να εξηγήσουμε γιατί ερωτευτήκαμε ή και παντρευτήκαμε τον άνθρωπο που είναι δίπλα μας είναι προφανείς και κατανοητοί από το κοινωνικό πλαίσιο: ο χαρακτήρας, η μόρφωση, η εξωτερική εμφάνιση, η σεξουαλική επαφή, λόγοι οικονομικοί ή και κοινωνικοί.

Οι βαθύτεροι όμως λόγοι είναι καλά κρυμμένοι μέσα μας «Η επιλογή συντρόφου την οποία εμείς οι ψυχαναλυτές ονομάζουμε ανακλητική είναι η ωριμότερη, αυτή που οδηγεί στο μικρό ποσοστό του 10 με 20% που είναι οι ευτυχισμένοι γάμοι», εξηγεί ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής

«Τι σημαίνει αυτό; Όταν έχουμε μια καλή μαμά και περάσουμε καλά, μαθαίνουμε να συγχωρούμε και τα ελαττώματά της, όπως ένας ώριμος άνθρωπος. Αποδεχόμαστε λοιπόν και τα ελαττώματα του συντρόφου μας και φτιάχνουμε μια καλή σχέση. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε περάσει ομαλά και το οιδιπόδειο, δεν έχουμε μεγάλο άγχος αποχωρισμού, προδοσίας. Αποδεχόμαστε, π.χ., ότι η μαμά έκανε κι άλλο παιδί. Ή ξέρω ως παιδί ότι μ’ αγαπάει, αλλά ανακάλυψα ότι αγαπά και τον μπαμπά, αλλά κι εγώ αγαπάω τον μπαμπά, άρα όλοι αγαπιόμαστε!

Οπότε θα κάνω κι εγώ το ίδιο όταν μεγαλώσω με το σύντροφό μου». Οι λόγοι λοιπόν της επιλογής του ερωτικού συντρόφου βασίζονται στη σχέση με τη μητέρα και τον πατέρα, τη δική τους σχέση και τη σχέση μας μαζί τους.

Αναζητώντας τη ρίζα του προβλήματος
«Οι περισσότεροι μεγαλώνουμε με μαμάδες που δεν είναι επαρκείς, με μαμάδες που δεν έχουν μάθει να προσφέρουν αγάπη, να καταλαβαίνουν τις ανάγκες του μωρού». Και το μωρό επικοινωνεί με μη λεκτική συμπεριφορά για να ζητήσει αυτά που του λείπουν, κλαίει, αρρωσταίνει, γρατσουνάει, κλοτσάει κ.λπ.

Στα ζευγάρια είναι πολύ έντονη αυτή η μεταβίβαση της πρώτης σχέσης, των πρώτων μη λεκτικών φόβων και συναισθημάτων. Γι’ αυτό και τα ζευγάρια μαλώνουν, ιδιαίτερα αν ο πρώτος χρόνος δεν ήταν καλός, αν ήταν στερημένος από ζεστασιά, χάδια, αγκαλιές. Ξέρετε ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να χαϊδέψουν τρυφερά ο ένας τον άλλο;». Η επιλογή λοιπόν σε αυτές τις περιπτώσεις κουβαλά πάρα πολλά πράγματα που δεν έχουν λυθεί μέσα μας.

Στόχος η επιθυμητή μητέρα
«Τα προβλήματα της πρώτης μας σχέσης με τη μητέρα δημιουργούν και τους προβληματικούς έρωτες». «Περιμένεις τότε όχι μόνο να βρεις μια κανονική γυναίκα, έναν κανονικό άντρα, αλλά ένα σύντροφο που θα την αντικαταστήσει σε καλύτερη έκδοση, θέλεις την επιθυμητή μητέρα. Αυτό δημιουργεί τον έρωτα, τον πιο παθιασμένο. Όχι όμως τον πραγματικό έρωτα.

Γιατί σε αυτή την περίπτωση ψάχνουμε ένα ιδανικό που θα μας αγαπήσει, θα μας εκτιμήσει γι αυτό που είμαστε, όπως έπρεπε να το κάνει η μαμά. Κι όσο πιο πολύ περιμένει κανείς την επιθυμητή μητέρα, τόσο πιο πολύ την εξιδανικεύει. Είναι μια ναρκισσιστική ανάγκη. Όταν ακούσετε: Μια μόνο γυναίκα με έχει καταλάβει, εσύ, οι άλλες ήταν όλες… να καταλάβετε ότι πρέπει να απομακρυνθείτε γρήγορα απ αυτόν τον άνθρωπο! Σας βάζει στοιχεία που πιθανώς δεν έχετε!».

Διαλέγουμε αυτόν που μας μοιάζει
Έχετε σκεφτεί γιατί παραπονιόμαστε ότι τραβάμε μόνο προβληματικές περιπτώσεις στην ερωτική μας ζωή; Μήπως δεν φταίνε μόνο οι άλλοι; «Γιατί δεν τράβηξες κανέναν άλλο; θα ρωτούσα εγώ». «Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να ταιριάξουμε με κάποιον ωριμότερο ψυχικά από εμάς. Δεν θα συντονιστούμε. Και δεν έχει να κάνει ούτε με την ευφυϊα ούτε με την ικανότητά μας σε άλλους τομείς όπως το εργασιακό. Εκεί μπορεί να διαπρέπουμε. Άλλο όμως είναι η συναισθηματική ωριμότητα».

Ο πραγματικός έρωτας!
«Ο έρωτας κρατάει το πολύ ένα χρόνο», «Ο ανακλητικός έρωτας, ο πρώτος για τον οποίο μιλήσαμε, που δεν είναι τόσο έντονος αρχικά, ωριμάζει σιγά σιγά. Αρχίζει ο ένας να ερωτεύεται τον άλλο με το χρόνο που του αφιερώνει και τον γνωρίζει. Αυτόν λέω εγώ πραγματικό έρωτα. Αντιλαμβάνομαι ότι ο άλλος είναι κάτι εξαιρετικό για μένα, γιατί με έπεισε και τον έπεισα γι αυτό».

Τα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης
«Για να έχεις μια καλή σχέση πρέπει να περάσεις τις ανάγκες του πρώτου έτους, τη μεγάλη εξάρτηση. Δεν πήρα πολλά από τη μάνα μου στον πρώτο χρόνο; Τότε ψάχνω μια γυναίκα – μαμά. Δεν δίνω και τόση σημασία στο σεξουαλικό. Κι αυτή η σχέση δεν πάει καλά γιατί διαλέγεις παρόμοιο τύπο συντρόφου. Στην αρχή φαίνεται ότι ο ένας θα φροντίσει τον άλλο και μετά και οι δυο περιμένουν τον άλλο να τους φροντίσει».

«Στο δεύτερο έτος, το πρωκτικό στάδιο, το παιδί μαθαίνει με τη μάνα την αυτονομία, είναι η περίοδος της εναντίωσης. Αν δεν πάει καλά, αργότερα στη σχέση ο ένας θα προσπαθεί να επιβληθεί στον άλλο! Το τρίτο στάδιο είναι το φαλλικό, όπου το σεξ πηγαίνει στα γεννητικά όργανα. Αν πάει κάτι στραβά, διαλέγεις μια γυναίκα που σου αρέσει σεξουαλικά, αλλά αυτό εξαντλείται γρήγορα. Κι από εκεί και πέρα έχεις άλλες ανάγκες που δεν σου τις καλύπτει.

Ο τέταρτος χρόνος που πάλι δεν πάει καλά είναι ο οιδιποδειακός, στάδιο που στην ανάπτυξη αντιστοιχεί γύρω στα 5 χρόνια του παιδιού. Εκεί υπάρχει πρόβλημα γιατί δεν θέλεις πολύ ερωτικά το σύντροφό σου. Αν καταφέρεις και πάρεις κάποιον που σου θυμίζει τη μαμά (ή τον μπαμπά), έχεις προβλήματα σεξουαλικά: στύσης, πρόωρης εκσπερμάτισης κ.λπ.».

Ζήτημα ισορροπίας
«Μια καλή σχέση προϋποθέτει ότι έχουμε περάσει σχετικά ομαλά αυτά τα στάδια: θέλεις να έχεις ένα μίνιμουμ εξάρτησης, να έχεις αυτονομία, αλλά δεν σου αρέσει να πατάς τον άλλο στο λαιμό. Θέλεις να κάνεις σεξ και να σου αρέσει, δεν ικανοποιείσαι όμως μόνο με αυτό. Τότε η σχέση εξελίσσεται σε αγάπη, σε έρωτα και μπορεί να κρατήσει. Δεν περιμένεις τόσο πολλά από τον άλλο, ενώνεις δυο ζωές, οι οποίες όμως δεν γίνονται ποτέ μια».

Και τώρα τι κάνουμε;
«Μπορεί να ακούγονται λίγο απαισιόδοξα όλα αυτά, αλλά είναι η πραγματικότητα». «Το πρώτο πράγμα που λέω είναι να βρεις μια καλή μαμά. Λέω επίσης κι έχω παρεξηγηθεί γι αυτό να μπορούν οι γυναίκες να είναι κοντά στο παιδί τους τον πρώτο χρόνο της ζωής του.

Προτείνω συχνά και κάτι που ακόμα μοιάζει ουτοπικό: να γίνονται μαθήματα ζωής από το δημοτικό στα σχολεία, υπό μορφή ομάδας με εκπαιδευμένους δασκάλους. Το άλλο βήμα είναι ο διάλογος, που είναι δύσκολο βέβαια. Πάντα είχαν οι άνθρωποι προβλήματα και πάντα έβρισκαν τρόπους να τα αντιμετωπίσουν. Πρέπει να είμαστε και λιγάκι αισιόδοξοι».

Άλλο έρωτας, άλλο αγάπη
«Δυο άνθρωποι είναι καθρέφτης ο ένας για τον άλλο. Οι ερωτευμένοι κοιτάζονται και θαυμάζονται αυτό δεν είναι αγάπη! Είναι ένα πολύ ευχάριστο αίσθημα, που οδηγεί σχεδόν πάντα σε φασαρίες. Γιατί την επόμενη μέρα που θα τον/τη δείτε θα έχετε ήδη μια μικρή απογοήτευση.

Στην πρώτη επαφή δεν ξέρουμε τίποτα για τον άλλο, όσο προχωρά η επαφή όμως αρχίζει η απο-εξιδανίκευση». Εκεί εμφανίζεται η εσωτερική παλινδρόμηση, που δηλώνει την τάση του ανθρώπου να υπαναχωρήσει φοβισμένος και να κλείσει τις πόρτες επικοινωνίας για τη νέα σχέση…

Αρχέγονες Μαύρες Τρύπες: Φυσικοί προτείνουν νέες θεωρίες για τις μαύρες τρύπες από το πολύ πρώιμο σύμπαν

Φυσικοί του UCLA πρότειναν νέες θεωρίες για το πώς μπορεί να έχουν διαμορφωθεί ο πρώτες μαύρες τρύπες του σύμπαντος και το ρόλο που μπορεί να έχουν παίξει στην παραγωγή βαρέων στοιχείων όπως χρυσός, πλατίνα και ουράνιο. Δυο μελέτες πάνω στις εργασίες τους δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Physical Review Letters.

Ένα για πολλά χρόνια υφιστάμενο ερώτημα στην αστροφυσική είναι εάν οι πρώτες-πρώτες μαύρες τρύπες του σύμπαντος εμφανίστηκαν σε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο μετά τη Μεγάλη Έκρηξη ή εάν αυτές διαμορφώθηκαν μόνο εκατομμύρια χρόνια αργότερα κατά τη διάρκεια των θανάτων των πρώτων άστρων. Ο Alexander Kusenko, καθηγητής φυσικής στο UCLA μαζί με τον μεταπτυχιακό σπουδαστή Eric Cotner, ανέπτυξαν μια συγκλονιστικά απλή νέα θεωρία υποστηρίζοντας ότι ο μαύρες τρύπες θα μπορούσε να έχουν διαμορφωθεί αμέσως μετά τη Μεγάλη Έκρηξη, πολύ πριν τα άστρα αρχίσουν να λάμπουν. Οι αστρονόμοι έχουν υποστηρίξει προηγουμένως ότι αυτές οι αποκαλούμενες Αρχέγονες Μαύρες Τρύπες(primordial black hole – PBH) θα μπορούσαν να εξηγήσουν όλη ή ορισμένη από τη μυστήρια σκοτεινή ύλη του σύμπαντος και ότι μπορεί να έχουν αποτελέσει το σπόρο για τη διαμόρφωση των τεράστιων μελανών οπών που υπάρχουν στα κέντρα των γαλαξιών. Η νέα θεωρία προτείνει ότι οι PBHs μπορεί να έχουν βοηθήσει να δημιουργηθούν πολλά από τα βαρύτερα στοιχεία που βρίσκονται στη φύση.

Ο ερευνητές ξεκίνησαν θεωρώντας ότι ένα ομογενές πεδίο ενέργειας διαπότισε το σύμπαν αμέσως μετά τη Μεγάλη Έκρηξη. Ο επιστήμονες αναμένουν ότι τέτοια πεδία υπήρχαν στο μακρινό παρελθόν. Μετά που το σύμπαν ταχύτατα επεκτάθηκε, τη ενεργειακό αυτό πεδίο θα είχε χωριστεί σε σβώλους. Η βαρύτητα θα προκαλούσε αυτούς τους σβώλους να έλκουν ο ένας τον άλλον και να συγχωνεύονται. Οι ερευνητές του UCLA πρότειναν ότι ορισμένα μικρά θραύσματα από αυτούς τους αναπτυσσόμενους σβώλους έγιναν αρκετά πυκνά για να γίνουν μαύρες τρύπες. Η υπόθεσή τους είναι αρκετά γενική, υποστηρίζει ο Kusenko και δεν βασίζεται σε αυτό που αποκάλεσε «απίθανες συμπτώσεις» που υποστηρίζουν άλλες θεωρίες εξηγώντας τις PBHs.

Η μελέτη υποστηρίζει ότι είναι δυνατό να αναζητήσουν αυτές τις PBHs χρησιμοποιώντας αστρονομικές παρατηρήσεις. Μια μέθοδος περιλαμβάνει μέτρηση των πάρα πολύ μικρών αλλαγών στη φωτεινότητα ενός άστρου που προκύπτει από τις βαρυτικές επιδράσεις μιας PBH (αρχέγονης μαύρης τρύπας) που πέρασε μεταξύ γης και αυτού του άστρου. Νωρίτερα αυτή τη χρονιά, αστρονόμοι από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία δημοσίευσαν μελέτη με την ανακάλυψή τους άστρου σε κοντινό γαλαξία που έλαμπε και εξασθένιζε η φωτεινότητά του ακριβώς όπως [θα συνέβαινε] αν μια PBH είχε περάσει από μπροστά του.

Σε μια ξεχωριστή μελέτη, ο Kusenko, ο Volodymyr Takhistov, μεταδιδακτορικός ερευνητής και ο George Fuller, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, San Diego, πρότειναν ότι οι PBHs μπορεί να έχουν έναν σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό βαρέων στοιχείων όπως ο χρυσός, η πλατίνα (λευκόχρυσος) και το ουράνιο, τα οποία θα μπορούσαν να εξελιχθούν στον δικό μας και σε άλλους γαλαξίες. Η προέλευση αυτών των βαρέων στοιχείων αποτελεί ένα μυστήριο για τους ερευνητές. «Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι αυτά τα βαρέα στοιχεία υπάρχουν, όμως δεν είναι σίγουροι που τα στοιχεία αυτά σχηματίστηκαν», αναφέρει ο Kusenko. «Αυτό είναι πραγματικά ενοχλητικό».

Η έρευνα του UCLA υποστηρίζει ότι μια PBH περιστασιακά συγκρούεται με ένα άστρο νετρονίων – το μεγέθους μιας μεγάλης πόλης περιστρεφόμενο υπόλειμμα ενός άστρου που έμεινε μετά από μια έκρηξη υπερκαινοφανούς (supernova) – και βυθίζεται στο εσωτερικό του. Όταν συμβαίνει αυτό, η αρχέγονη μαύρη τρύπα καταναλώνει το άστρο νετρονίων από μέσα, μια διαδικασία που παίρνει περίπου 10000 χρόνια. Καθώς το άστρο συρρικνώνεται, περιστρέφεται ακόμη γρηγορότερα, προκαλώντας τελικά θραύσματα που αποσπώνται και απομακρύνονται. Τα θραύσματα αυτά, με το πλούσιο σε νετρόνια υλικό, ίσως είναι οι χώροι στους οποίους συντήκονται σε όλο και περισσότερο βαρέα στοιχεία, σημειώνει ο Kusenko.

Ωστόσο, η πιθανότητα της σύλληψης ενός άστρου νετρονίων σε μια μαύρη τρύπα είναι μάλλον χαμηλή, ανέφερε ο Kusenko, πράγμα που είναι συνεπές με τις παρατηρήσεις των λίγων μόνο γαλαξιών που είναι εμπλουτισμένοι με βαρέα στοιχεία. Η θεωρία ότι οι PBHsσυγκρούονται με άστρα νετρονίων για να δημιουργήσουν βαρέα στοιχεία εξηγεί επίσης την παρατηρούμενη έλλειψη των άστρων νετρονίων στο κέντρο του Γαλαξία μας, ένα για πολλά χρόνια υφιστάμενο μυστήριο στην αστροφυσική.

Το ερχόμενο χειμώνα, ο Kusenko και οι συνεργάτες του θα συνεργαστούν με επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Princeton σε προσομοιώσεις παραγωγής βαρέων στοιχείων με αλληλεπίδραση ενός άστρου νετρονίων και μιας μαύρης τρύπας. Οι ερευνητές ελπίζουν, με σύγκριση των αποτελεσμάτων από αυτές τις προσομοιώσεις με τις παρατηρήσεις βαρέων στοιχείων σε κοντινούς γαλαξίες, να προσδιορίσουν εάν οι αρχέγονες μαύρες τρύπες είναι πράγματι υπεύθυνες για το χρυσό, την πλατίνα και το ουράνιο της Γης.

H ψυχολογία του να νιώθεις «Ξένος»

Με τις μετακινήσεις των ατόμων που γίνονται με μεγάλη ευκολία στις μέρες μας, η έννοια του ξένου είναι σπουδαίας σημασίας καθώς καλούμαστε να ζήσουμε σα ξένοι σε χώρες διαφορετικές από την πατρίδα μας, είτε να ζήσουμε μαζί με ξένους μέσα σ’αυτήν.

Τι είναι όμως ο «ξένος» στην πραγματικότητα;

Η λέξη ξένος, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα άτομο το οποίο προέρχεται από άλλο τόπο, άλλη χώρα, που δεν μας ταιριάζει ή δεν είμαστε εξοικειωμένοι μαζί του. Ξένο επίσης, είναι αυτό που δεν καταλαβαίνουμε και δεν μας καταλαβαίνει, δημιουργώντας μας συχνά συναισθήματα μίσους και φόβου. Σαν Έλληνες, είμαστε γαλουχημένοι για την επαφή με το ξένο. Στη σύγχρονη εποχή, η πλειοψηφία των Ελλήνων, καλείται να μάθει Αγγλικά, ή κι άλλες ξένες γλώσσες, ώστε να μπορεί να είναι ανοικτή προς τον υπόλοιπο κόσμο. Στην αρχαία Ελλάδα, υπήρχε ο Ξένιος Ζευς, ο οποίος ήταν ο προστάτης των ξένων, κι η έννοια της φιλοξενίας ήταν μείζονος σημασίας.

Από την άλλη μεριά, το ξένο, θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν ένα κοινό, βασικό γνώρισμα όλων μας, καθώς είμαστε ξένοι ως προς ένα μεγάλο τμήμα του εαυτού μας. Μέσα από τη διαδικασία των ονείρων, όλοι μας, επισκεπτόμαστε σαν πρώτη ξένη χώρα, το ασυνείδητο. Επίσης, σαν παιδιά, βιώσαμε την πρώτη μας εξορία, σε σχέση με το μητρικό σώμα, καθώς «ξεβραστήκαμε σε μία ακρογιαλιά», στην οποία σταδιακά καλούμαστε ν’ αναπλάσουμε την υποκειμενική ταυτότητά μας.

Στη συνέχεια, και καθώς τα χρόνια περνούν, αναζητώντας το «ποιοι είμαστε τελικά», ενσωματώνουμε στοιχεία τα οποία αναφέρονται και στην εθνική μας ταυτότητα. Η έννοια της εθνικής ταυτότητας, παραπέμπει στην επίγνωση ότι ανήκουμε σε μία συγκεκριμένη εθνοπολιτιστική ομάδα κι έτσι ο κόσμος μοιράζεται ανάμεσα στο «εμείς» και στο «εκείνοι».

Ο ξένος έτσι, με τον ερχομό του, δημιουργεί φόβο κι αποσταθεροποίηση μιας και θέτει σε εκ νέου αναζήτηση τα όρια του «μέσα» σ’ εμάς και του «έξω» από εμάς. Θέτει ερωτήματα διαφορετικά και μας υπενθυμίζει τη διαρκή αντίθεση μεταξύ του ξένου κι ακατανόητου μέσα μας και του Άλλου, του Ξένου, του διαφορετικού, της εξωτερικής πραγματικότητας.

Καλούμαστε λοιπόν, να ξεπεράσουμε τα προσωπικά τραύματα που η ανάμνησή τους αναβιώνει με τη θέα του ξένου και να κατανοήσουμε πως η όποια εθνική ταυτότητα, τελικά, συνίσταται στο μείγμα του εαυτού που ξέρουμε και του ξένου, του μέρους του εαυτού μας που δεν γνωρίζουμε ακόμα.

Παράξενα υλικά που δεν γνωρίζουμε την ύπαρξή τους!

Οι επιστήμονες είναι σαν τους σύγχρονους μάγους που βγαίνουν από τα εργαστήριά τους έχοντας ανακαλύψει κόλπα που φαινομενικά αψηφούν όλους τους νόμους της Φυσικής. Τα “έξυπνα” υλικά μπορούν να αλλάξουν το σχήμα τους ανάλογα με την επίδραση των εξωτερικών συνθηκών, να γίνουν από αέρια… σκληρά μέταλλα ή ακόμα να αυτοθεραπευτούν…

1. Υδρόφοβα υλικά
Έχουν μια διαρκή κόντρα με το νερό, αφού το απομακρύνουν από πάνω τους. Δημιουργήθηκαν με βάση τα νανοσωματίδια διοξειδίου του πυριτίου και του τιτανίου. Χρησιμοποιούνται σε υδρόφοβα σπρέι και σε ρούχα, υποδήματα, τραπεζομάντιλα, οικοδομικά υλικά, ακόμα και στον καθαρισμό των ωκεανών.

2. Αέριο όπου τα στερεά αντικείμενα επιπλέουν σαν να ήταν νερό
Το εξαφθοριούχο ή το αέριο SF6 είναι πέντε φορές βαρύτερο από τον αέρα. Δεν διαφεύγει από το δοχείο όπου βρίσκεται και μάλιστα στην “επιφάνειά” του επιπλέουν ελαφριά αντικείμενα σαν να είναι σε νερό.

3. Μέταλλο που λιώνει στα χέρια

Το γάλλιο λιώνει σε θερμοκρασία δωματίου ενώ τα υλικά που είναι φτιαγμένα από αυτά λιώνουν σε ζεστό νερό μπροστά στα μάτια σας. Κράμα γαλλίου χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας.
4. Μέταλλο με μνήμη

Αντικείμενα που κατασκευάζονται από νιτινόλη -τιτάνιο και κράμα νικελίου- είναι ικανά να “θυμούνται” την αρχική τους μορφή, επιστρέφοντας σε αυτήν όταν θερμαίνονται.
5. Ζεστός πάγος

Αυτή η ουσία ονομάζεται οξικό νάτριο και μετατρέπεται από υγρό σε κρυστάλλους όταν ασκείται επάνω της και η παραμικρή επίδραση. Εξωτερικά, δεν μπορεί να διακριθεί από τον συνηθισμένο πάγο – παράγει και παρόμοια σχέδια στην επιφάνειά του. Ωστόσο, είναι πραγματικά ζεστό υλικό.

6. Αυτο-επισκευαστικά υλικά

Αυτές οι θαυμάσιες ουσίες που είναι αδύνατον να βλάψουν χρησιμοποιούνται ήδη για την κατασκευή θηκών για smartphones, δομικών υλικών και για ιατρικούς σκοπούς. Το μυστικό τους έγκειται στις μικροκάψουλες που περιέχουν οι οποίες ενεργοποιούνται όταν καταστρέφεται το αντικείμενο που είναι φτιαγμένο από αυτές, γεμίζοντας τις ρωγμές. Μια μέρα, αναμένεται ότι αυτές οι ουσίες θα χρησιμοποιηθούν ακόμη και για να φτιάξουν την άσφαλτο στους δρόμους μας.

7. Υλικό 7,5 φορές ελαφρύτερο από τον αέρα

Το Airgel είναι ένα καινοτόμο υλικό που αναπτύσσεται με βάση το γραφένιο και διαθέτει ορισμένες μοναδικές ιδιότητες: είναι σκληρό, διαφανές, ανθεκτικό στη φλόγα και διατηρεί εξαιρετικά τη θερμότητα. Ταυτόχρονα, είναι μόνο 1,5 φορές πυκνότερο από τον αέρα και 500 φορές λιγότερο πυκνό από το νερό. Είναι επίσης μία από τις πιο ακριβές ουσίες που υπάρχουν: ένα κομμάτι στο μέγεθος της παλάμης κοστίζει περίπου $100.

8. Γραφένιο

Είναι ένα λεπτό στρώμα καθαρού άνθρακα που έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την ηλεκτρονική μηχανική όπως την ξέρουμε. Παράγει ηλεκτρική ενέργεια καλύτερα από τον χαλκό. Είναι 200 ​​φορές ισχυρότερο από τον χάλυβα αλλά και 6 φορές ελαφρύτερο. Είναι σχεδόν απόλυτα διαφανές, καθώς απορροφά μόνο το 2% του φωτός. Αυτό είναι πραγματικά ένα υλικό του μέλλοντος!

L. Wittgenstein: Tractatus Logico-Philosophicus

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

  1. Με την ερμηνεία ενός πρώτου μέρους του Tractatus Logico – Philosophicus εγκαινιάζεται μια προσπάθεια ερμηνευτικής παρουσίασης των βασικών μερών αυτού του τόσο σημαντικού έργου όχι μόνο του Βιτγκενστάιν, αλλά και ολόκληρης της φιλοσοφίας. Η ερμηνευτική παρουσίαση θα περιλαμβάνει συγκεκριμένες ενότητες του έργου και με συγκεκριμένες εκάστοτε αναρτήσεις.

2. Στο παρόν έργο, ο Βιτγκενστάιν επιχειρεί, με ρητό και σαφή λόγο, να προσδιορίσει τα όρια του νοήματος που μπορεί να αρθρώσει η γλώσσα. Πέραν αυτού του σαφώς διαρθρωμένου νοήματος δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά μόνο η ανοησία. Η θεμελιώδης αρχή αυτού του βιβλίου συμπυκνώνεται στην περιώνυμη πρότασή του (7): «για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, για αυτά πρέπει να σωπαίνει». 

Μετάφραση και ερμηνεία

Αυτό που συμβαίνει:

1. Ο κόσμος είναι το καθετί που συμβαίνει.

· Σχόλιο: η πρόταση αυτή στρέφεται άμεσα ενάντια στην πρώτη πρόταση από το έργο του Σοπενχάουερ ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση: «ο κόσμος είναι η παράστασή μου». Βλ. και Tractatus (5.64).

1.1 Ο κόσμος είναι η ολότητα των γεγονότων, όχι των πραγμάτων.

· Σχόλιο: ο κόσμος είναι μια συνεκτική πολλαπλότητα και όχι κάτι σαν αιτία ή σαν προέλευση, καταγωγή, πηγή, πρώτη αρχή. Άμεσος διαχωρισμός από την παραδοσιακή φιλοσοφία που κάνει λόγο για πρώτες αρχές. Αυτό που συμβαίνει λοιπόν είναι τα πολλά, τα γεγονότα, και ο κόσμος συνιστά την ολότητα των όσων συμβαίνουν, των γεγονότων, αρνητικών ή θετικών. Γιατί συνιστά την ολότητα των γεγονότων και όχι των πραγμάτων; Επειδή τα πράγματα απηχούν ονόματα, συστατικά μέρη της πρότασης και όχι, όπως τα γεγονότα, την ύπαρξη ή μη ύπαρξη της κατάστασης πραγμάτων (Sachverhalte). Η ουσία των γεγονότων ερευνάται, κρίνεται, υπόκειται σε σκέψη με βάση την ουσία, το ουσιώδες νόημα της πρότασης. Παρόμοια, το προς απεικόνιση, η πραγματικότητα, έρχεται προς σκέψη δυνάμει της ουσίας της λογικής εικόνας. Αυτό που υπάρχει είναι τα σημεία της πρότασης (Satzzeichen), οι προτάσεις και τα γεγονότα. Ακριβώς επειδή υπάρχουν αυτά, μπορούμε να σκεφτούμε τον κόσμο και τα πράγματα. Τα γεγονότα, ως εκ τούτου, συνέχουν τα πράγματα, αποτελούν την ενδοσυνάφειά τους, ακριβώς όπως η πρόταση συνέχει τα ονόματα.

1.11 Ο κόσμος καθορίζεται από τα γεγονότα και από το ότι αυτά είναι όλα τα γεγονότα.

· Σχόλιο: Ο κόσμος δεν είναι το συνεκτικό όλο, αυτός που συλ-λέγει τα γεγονότα, παρά η συμπερίληψη, η συγκεφαλαίωση των πολλαπλών συναφειών των πραγμάτων, των συναφειών δηλαδή που εκφράζουν τα γεγονότα. Με αυτό το νόημα, ο κόσμος προσδιορίζεται, καθορίζεται από τα γεγονότα, αποτελεί το συμπλήρωμα, το αλληλεξάρτημα ενός λογικού παραγώγου.

1.12 Γιατί η ολότητα των γεγονότων καθορίζει αυτό που συμβαίνει καθώς και καθετί που δεν συμβαίνει.

· Σχόλιο: Αυτή η πρόταση διατυπώνεται ως διασάφηση της προηγούμενης πρότασης (1.11). Ως νόημα ή νοηματική πρόταση επέχει θέση επιχειρήματος, συναφώς παραπέμπει στην επόμενη πρόταση, της οποίας το νόημα νομιμοποιείται ως το τρίτο στοιχείο σε σχέση με την πρόταση και το γεγονός.

1.13 Τα γεγονότα στο λογικό χώρο είναι ο κόσμος.

· Σχόλιο: τι είναι ο λογικός χώρος; Είναι το (λογικό) όριο των γεγονότων, αυτό που τα συγκροτεί και τα συνέχει υπό τη μορφή και το νοηματικό όλο του κόσμου. Το όλο, κατ’ αυτό το πνεύμα, είναι τα πολλά που οριοθετούνται ως αυτά που μπορούν ή δεν μπορούν να συμβούν. Ο λογικός χώρος, κατ’ επέκταση, κατανοείται ως το όριο, δυνάμει και εντός του οποίου το κάθε δυνατό εκδηλώνεται ή εκφράζεται ως δυνατότητα να συμβεί ή να μη συμβεί.

1.2 Ο κόσμος διαμελίζεται σε γεγονότα.

· Σχόλιο: Τα γεγονότα υπάρχουν μέσα στο χώρο για τον εαυτό τους, ήτοι το ένα έξω από το άλλο. Αυτό το εκτός αλλήλων συνιστά το κοινό όριο των γεγονότων και συγχρόνως τον κόσμο ως διαμελίζειν.

1.21 Το ένα μπορεί να είναι ή να μην είναι το συμβάν και όλα τα υπόλοιπα να μένουν τα ίδια.

· Σχόλιο: Εάν το ένα είναι αυτό που συμβαίνει ή δεν συμβαίνει, τότε είναι το συμβάν ή το μη συμβάν του κόσμου, που λαμβάνει χώρα μέσα στον κόσμο, αλλά δεν καθορίζεται απ’ αυτόν. Ο κόσμος διαμελίζεται μέσα σε αυτό που συμβαίνει: είναι τυχαίος.

Παρατηρήσεις

1. Τα φιλοσοφικά προβλήματα που πραγματεύεται το Tractatus Logico – Philosophicus κινούνται, υπό ένα γενικό πλαίσιο, γύρω από το τρίπτυχο: γλώσσα, λογική, κόσμος. Ό,τι βρίσκεται πέραν των ορίων της νοηματικής κίνησης της γλώσσας δεν συνιστά τίποτα περισσότερο από ανοησία. Κύριο μέλημα, κατά συνέπεια, του φιλοσόφου είναι να προσδιορίσει τις δυνατότητες ή μη δυνατότητες του λέγειν εντός της περιοχής της γλώσσας ή, πράγμα που είναι το ίδιο, μέσω της γλώσσας.

2. Το να προσπαθούμε να πούμε κάτι σημαίνει ότι σκεφτόμαστε να πούμε κάτι που αφορά στον κόσμο. Η σκέψη συνδέεται με τον κόσμο, με την πραγματικότητα μέσω της γλώσσας. Άρα ξεκινάμε κάθε φορά να σκεφτούμε και να πούμε κάτι μέσω της γλώσσας. Ξεκινάμε, με άλλα λόγια, από τη βασική προϋπόθεση ότι ανάμεσα στη γλώσσα και τον κόσμο υπάρχει ένας δεσμός, ένα κοινό στοιχείο που συγκροτεί τη δομή αμφοτέρων. Ποιο είναι αυτό; Η λογική. Η τελευταία τούτη είναι αποκαλυπτική για τη δομή της γλώσσας· ως εκ τούτου είναι και αποκαλυπτική για τη δομή του κόσμου, της πραγματικότητας.

3. Από εδώ προκύπτει ότι η κίνηση κατανόησης αυτής της δομής στο σύνολό της εκτυλίσσεται κατά την εξής φορά: από την λογική της γλώσσας προς τη δομή του κόσμου. Εδώ παρατηρούμε και τη διαφορά της σκέψης ανάμεσα στον Χέγκελ και τον Βιτγκενστάιν ως προς τη σχέση Λογικής [=κατά Λόγο σκέψης] και πραγματικότητας. Για τον Χέγκελ υπάρχει η διαλεκτική Λογικού και πραγματικού: το λογικό είναι πραγματικό σε ευθεία αναλογία με το ότι και το πραγματικό είναι λογικό. Για τον Βιτγκενστάιν η κατεύθυνση είναι μονοσήμαντη. Από τη λογική δομή της γλώσσας πορευόμαστε προς τη δομή του κόσμου. Κατά την πορεία τούτη, η λογική–εικονική μορφή εκφράζει τον δεσμό γλώσσας και κόσμου ή πραγματικότητας.

4. Χάρη σε αυτή τη μορφή, ο λόγος αποκτά νόημα καθορισμένο και σαφές, περιγράφει, με το νόημα που περιέχουν οι προτάσεις, ό,τι απηχεί άμεσα η εμπειρική πραγματικότητα. Ό,τι δεν δύναται να λεχθεί με αυτή τη σαφήνεια, ανήκει στη σφαίρα του ασαφούς, του ακαθόριστου νοήματος και επομένως κατηγοριοποιείται ως το ανείπωτο, το ανέκφραστο, ως η απαρχή του ανόητου. Ως δείχνεται, όλη η γλωσσική θεωρία του φιλοσόφου στο συγκεκριμένο έργο δεν εξαντλείται σε μια αφηρημένη εκφορά αξιωμάτων ή γενικών ρήσεων, αλλά αρχίζει και τελειώνει με τη θεώρηση, με την εξήγηση της φύσης της πρότασης. 

Μετάφραση και ερμηνεία

Ουσία
2 Αυτό που συνιστά την περίπτωση, αυτό που συμβαίνει, το γεγονός, είναι η ύπαρξη καταστάσεων πραγμάτων.

· Σχόλιο: Ποιος καταφάσκει ή αποφάσκει ένα γεγονός; Η πρόταση. Για να μπορεί όμως να λειτουργεί έτσι, πρέπει να συνυφαίνεται, κατά τη δομή της, με τη λογική δομή του γεγονότος. Υπό την προϋπόθεση τούτη, η πρόταση περιγράφει καταστάσεις πραγμάτων που υπάρχουν. Στη συνάφεια τούτη, ο κόσμος δεν είναι παρά το σύνολο των υπαρχόντων καταστάσεων πραγμάτων.

2.01 Η κατάσταση πραγμάτων είναι μια συνένωση ή σύνδεση αντικειμένων (πραγμάτων).

· Σχόλιο: Αυτό που αποτελεί εδώ το γεγονός (die Tatsache) είναι η ύπαρξη της κατάστασης πραγμάτων. Κατάσταση πραγμάτων (Sachverhalt) είναι ουσιαστικά μια ατομική κατάσταση, η οποία συνενώνει τα πράγματα ή τα αντικείμενα κατά έναν ορισμένο τρόπο, κατά μια ορισμένη διάταξη, ώστε αυτά να διέπονται από μια καθορισμένη σχέση μεταξύ τους. Π.χ. ένα δωμάτιο δεν είναι τα πράγματα ή τα αντικείμενα (καρέκλα, τραπέζι, κρεβάτι κ.α), έτσι απλά τοποθετημένα στο χώρο, αλλά το γεγονός, εκείνη η ατομική κατάσταση που δια της γλώσσας μας λέγει ότι όλα τούτα τα αντικείμενα τελούν υπό ένα καθορισμένο τρόπο, υπό μια αμοιβαία σχέση. Η ύπαρξη επομένως μιας κατάστασης πραγμάτων δεν είναι η ύπαρξη πραγμάτων, αλλά σχέσεων, δεσμών, συνενώσεων, συνδέσεων. Τα πράγματα απλώς είναι τα συνενωμένα μέρη της ύπαρξης της κατάστασης πραγμάτων ή της ατομικής κατάστασης. Αυτά δηλαδή είναι εκείνα που χορηγούν την ύπαρξη.