Μετά από μια δημόσια επίδειξη για τη διδασκαλία της μάχης με όπλα, δύο Αθηναίοι προσπαθούν να αποφασίσουν πώς να διαπαιδαγωγήσουν τους γιους τους. Όντας και οι δύο απόγονοι διάσημων πολιτών, οι ίδιοι είχαν στερηθεί τη μόρφωση που θα ήθελαν λόγω των δημόσιων υποχρεώσεων των γονιών τους, και τώρα ανησυχούν για τα παιδιά τους. Καλούν τον Νικία και τον Λάχη, τους διασημότερους στρατηγούς της εποχής, για να τους συμβουλέψουν. Παρών ήταν και ο Σωκράτης.
Ένας από τους γονείς ρωτάει: «Το να διδαχτεί κάποιος να μάχεται με όπλα είναι μάθημα κατάλληλο για εφήβους;»181c
Ο Νικίας απαντά ότι είναι ωφέλιμο, καθώς έτσι θα μάθουν πώς να πολεμούν καλύτερα στο μέτωπο, αλλά και σε μάχες ένας προς έναν καταδιώκοντας τον αμυνόμενο ή υπερασπίζοντας τον εαυτό του. Επίσης, θα φαίνεται φοβερότερος στους εχθρούς λόγω της σωματικής του διάπλασης, και θα μπορεί να ξεπεράσει τον εαυτό του σε θάρρος και γενναιότητα.
Ο Λάχης απαντάει λέγοντας ότι είναι βέβαια καλό να μαθαίνει κανείς τα πάντα, αλλά πρέπει να εξεταστεί αν πρέπει να διδαχτεί κάποιος τη μάχη με όπλα σε αντίθεση με κάτι άλλο. Αν αυτό το μάθημα ήταν όντως τόσο σημαντικό θα το δίδασκαν και οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι μόνο με αυτό ασχολούνται, το πώς θα γίνουν οι καλύτεροι στη μάχη. Και με την ίδια λογική που όποιος θέλει να κριθεί στις ικανότητές του στην τραγωδία πηγαίνει κατευθείαν στην Αθήνα, έτσι και οι ειδικοί στα όπλα αποφεύγουν τη Λακεδαιμόνα σαν απρόσιτο ιερό, γιατί ξέρουν ότι δεν υπερτερούν στη μάχη από εκείνους. Εξάλλου, κανένας δε διακρίθηκε στον πόλεμο με τη χρήση των όπλων. Είτε λοιπόν δεν είναι καν μάθημα η ειδίκευση στα όπλα, αφού δεν προσφέρει πλεονέκτημα στη μάχη, είτε είναι μεν μάθημα που σου χαρίζει κάποια ικανότητα αλλά προσφέρει πολύ λίγα, οπότε δεν αξίζει κάποιος να το διδαχτεί.
Ο Σωκράτης προτείνει πριν προχωρήσει η συζήτηση, να διευκρινιστεί ο ορισμός του αντικειμένου τους. Με τον ίδιο τρόπο που κάποιος, για να βρει αν πρέπει να βάλει χαλινάρι σε ένα άλογο, δεν θα σκέφτεται για το χαλινάρι αλλά για το άλογο, έτσι πρέπει αντί να μιλάνε για το μάθημα στα όπλα, να μιλάνε για το αντικείμενο του μαθήματος, την ανδρεία, στην οποία υποτίθεται ότι το μάθημα θα φέρει βελτίωση. «Γιατί, αν δε γνωρίζουμε καθόλου τι πράγμα είναι η αρετή, με ποιον τρόπο είναι δυνατό να γίνουμε σύμβουλοι οποιουδήποτε για το πώς θα μπορέσει να την αποκτήσει με τον ωραιότερο τρόπο;»190c
Στο ερώτημα λοιπόν τι είναι ανδρεία, ο Λάχης απαντάει «Αν κάποιος θέλει να παραμείνει στη θέση του αποκρούοντας τους εχθρούς και να μην υποχωρεί, ξέρεις σίγουρα ότι μπορεί να είναι ανδρείος»190e.
Ο Σωκράτης παρατηρεί ότι αυτή δεν είναι προσεκτική απάντηση, αφού μας δίνει μόνο ένα παράδειγμα, και όχι μια ιδιότητα που είναι μοναδική στην έννοια «ανδρεία». Μας ενδιαφέρει δηλαδή όχι μόνο ο παραπάνω πολεμιστής που δεν υποχωρεί, αλλά και αυτός που μάχεται ακόμα και στην υποχώρηση, αλλά και εκτός πολέμου κάποιος που λέμε ότι είναι ανδρείος όταν αντιμετωπίζει κινδύνους στη θάλασσα, τις αρρώστιες και την πενία, ή ανδρείος στην πολιτική, στις λύπες, στους φόβους και στις ηδονές, και σε όλα τα άλλα.
Ο δεύτερος, προσαρμοσμένος, ορισμός της ανδρείας από τον Λάχη, είναι «κάποιου είδους καρτερία της ψυχής»192b, δηλαδή ανδρεία έχει αυτός που επιδεικνύει υπομονή και επιμονή στην επιδίωξη κάποιου σκοπού. Σίγουρα όμως, λέει ο Σωκράτης, δεν είναι αρετή η κάθε είδους καρτερία. Η καρτερία με σύνεση είναι καλή κι ενάρετη, ενώ η ανδρεία με αφροσύνη είναι βλαβερή και κακή, και εφόσον η ανδρεία θεωρείται αρετή, μπορεί να περιλαμβάνει μόνο την καρτερία με σύνεση. Με άλλα λόγια, μπορεί η ανδρεία να συνεπάγεται καρτερία, αλλά η καρτερία δεν συνεπάγεται πάντα την ανδρεία. Ούτε αυτό είναι αρκετό όμως, αφού κάποιος μπορεί να ξοδεύει καρτερικά τα χρήματά του, με σύνεση και συγκεκριμένο καλό σκοπό, αλλά αυτόν δεν τον λέμε ανδρείο. Αντιθέτως, αν κάποιος κατά τη διάρκεια μιας μάχης, σκεφτεί συνετά ότι μάχεται δίπλα σε άλλους ικανούς πολεμιστές, ενάντια ενός μικρότερου ή πιο αδύναμου εχθρού, και το στράτευμά του βρίσκεται σε περισσότερο ευνοϊκή θέση στο πεδίο της μάχης από τον αντίπαλο, είναι όντως ανδρείος (γιατί όσο σίγουρος και να είναι κανείς ότι ο στρατός του θα βγει νικητής, είναι πιθανό ο ίδιος να πεθάνει στη μάχη). Κι όμως, αυτός που στις ίδιες περιστάσεις βρίσκεται στο αντίπαλο στρατόπεδο και δεν υποχωρεί, αλλά με καρτερία υπομένει και επιμένει ότι θα νικήσει, και μάχεται, σίγουρα αυτός είναι πιο ανδρείος από τον πρώτο. Η καρτερία του όμως είναι λιγότερο συνετή, αφού υπάρχουν αντικειμενικά εμπόδια στο να πετύχει τον σκοπό του. Περαιτέρω, αν κάποιος δεν είναι ιδιαίτερα ικανός σε κάτι, αλλά φέρεται με καρτερία, είναι ανδρειότερος από αυτόν που είναι περισσότερο ικανός. Για παράδειγμα, κάποιος που, χωρίς να είναι δεινός κολυμβητής, βουτάει σε βαθιά νερά, θεωρείται πιο ανδρείος από τον έμπειρο στο κολύμπι, που κάνει την ίδια πράξη. Τέλος, η πράξη η ίδια, όσο επικίνδυνη και να είναι, δεν δίνει από μόνη της αξία σε αυτόν που την κάνει, γιατί πρέπει να υπάρχει και ο ενάρετος σκοπός που θα επιτευχθεί με αυτήν.
Εφόσον δεν καταλήγουν πουθενά, τον λόγο παίρνει ο Νικίας, υπενθυμίζοντας κάτι που ο Σωκράτης έχει πει πολλές φορές, ότι ο καθένας είναι καλός σε όσα γνωρίζει και κακός σε όσα αγνοεί. Αφού το να είναι κάποιος ανδρείος είναι καλό, τότε αναγκαστικά πρέπει σε κάτι να είναι σοφός. Άρα η ανδρεία είναι μια κάποιου είδους σοφία. Το αντικείμενο αυτής της σοφίας, σύμφωνα με το Νικία, είναι η «γνώση όσων δημιουργούν φόβο ή θάρρος στον πόλεμο και σε όλα τα άλλα»195a.
Αυτό δεν μπορεί να συμπεριλαμβάνει όλες τις καταστάσεις, αφού, όπως παρατηρεί ο Λάχης, θα σήμαινε πως και ο γιατρός, που ξέρει ποια είναι τα φοβερά του επαγγέλματός του (δηλαδή οι αρρώστιες), θα έπρεπε να θεωρηθεί ανδρείος. Ο Νικίας επισημαίνει πως ο γιατρός ξέρει μόνο κάποια γεγονότα, όπως ποια είναι η εκάστοτε αρρώστια, ποιες οι πιθανότητες να πεθάνει ο ασθενής του, και ποιο φάρμακο θα έχει την καλύτερη επίδραση στο σώμα του ασθενή. Δεν μπορεί να ξέρει όμως κατά πόσο θα είναι καλύτερα για τον ασθενή να γιατρευτεί από μια αρρώστια ή να αφεθεί να πεθάνει. Το να συντηρηθεί κάποιος στη ζωή μπορεί να αποδειχτεί οδυνηρό ως προς την ποιότητα της ζωής του, είτε, για παράδειγμα, επειδή το φάρμακο απλά θα παρατείνει τη ζωή ενός υπερήλικα ασθενή αφαιρώντας του όμως την αξιοπρέπεια στην καθημερινότητά του είτε επειδή οι παρενέργειες του φαρμάκου μπορεί να είναι χειρότερες από τα συμπτώματα της αρρώστιας. Δεν είναι για όλους καλύτερο να ζουν, αλλά «για πολλούς είναι καλύτερο να πεθάνουν»195c. Εν τέλει ο γιατρός, δεν ξέρει ποιο είναι αυτό που προκαλεί μεγαλύτερο φόβο για τον ασθενή, άρα δεν ξέρει τι είναι καλύτερο γι’ αυτόν, και άρα δεν έχει αυτήν την γνώση που θα τον κάνει σοφό στο θέμα της ανδρείας.
Ο Νικίας ξεκαθαρίζει πως όταν μιλάει για γνώση του τι θα είναι αποβεί καλύτερο για κάποιον (να πεθάνει ή όχι), δεν αναφέρεται σε εκείνη την γνώση στην οποία έχουν πρόσβαση οι μάντεις. Ο μάντης, λέει, γνωρίζει μόνο τα σημεία που θα συμβούν˙ αν θα πεθάνει κάποιος και πώς, ή όχι. Δεν ξέρει όμως ποιο θα είναι το καλύτερο ενδεχόμενο για αυτόν, τουλάχιστον όχι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.
Από τη στιγμή που η ανδρεία ταυτίστηκε με τη σοφία, αυτό σημαίνει ότι τα ζώα που όλοι αναγνωρίζουν σαν ανδρεία ζώα, αλλά και τα παιδιά, που από άγνοια μόνο δεν φοβούνται, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ανδρεία. «Το άφοβο και το ανδρείο δεν είναι το ίδιο»197b. Είναι πολλοί αυτοί που εξαιτίας έλλειψης μέριμνας (ο Νικίας μιλάει για μέριμνα, ο Λάχης για καρτερία με σύνεση) φέρονται με αφοβία, τόλμη και θρασύτητα. Αυτούς ο Νικίας τους ονομάζει θαρραλέους. ‘’Ανδρείους’’ ονομάζει όσους είναι φρόνιμοι, αυτούς δηλαδή που έχουν και τόλμη και μέριμνα. Εξ άλλου, όπως είπαμε, μια πράξη που είναι μεν θαρραλέα, αφού περιλαμβάνει ανάληψη κινδύνου, αλλά είναι χωρίς άξιο σκοπό και με μικρό όφελος, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ανδρεία πράξη, αλλά μάλλον σαν ανόητη.
Εδώ παρεμβαίνει ο Σωκράτης, για να παρατηρήσει ότι η ανδρεία είναι ένα από τα μέρη της αρετής, όπως είναι και η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η σοφία. Ο Νικίας είχε πει ότι ανδρεία είναι η γνώση όσων σχετίζονται με τον φόβο (δηλαδή των δεινών) και με το θάρρος (δηλαδή των αγαθών). Δεινά είναι όσα γεννούν δέος και θαρραλέα όσα δεν γεννούν δέος. «Δέος άλλωστε είναι η προσδοκία μέλλοντος κακού»198b. Δεινά δηλαδή είναι οι μελλοντικές συμφορές, και θαρραλέα είναι τα μελλοντικά αγαθά. Γνώση όμως, για οτιδήποτε, δεν μπορεί να νοηθεί χωριστά για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Όσον αφορά την Ιατρική, για παράδειγμα, κάτι που ξέρουμε ότι είναι υγιεινό σήμερα, σίγουρα ήταν και στο παρελθόν, και θα είναι και στο μέλλον. Και η στρατηγική επίσης, μελετά αυτά που γίνονται τώρα και όσα έγιναν στο παρελθόν για να κάνει προβλέψεις του τι θα γίνει στο μέλλον, γι’ αυτό και δεν βασίζεται στους μάντεις. Η ίδια επιστήμη δηλαδή γνωρίζει όσα θα γίνουν, όσα γίνονται και όσα έγιναν. Τον ίδιο κανόνα πρέπει να υπακούει και η ανδρεία, αφού είναι γνώση. Άρα η ανδρεία δεν μπορεί να ταυτίζεται με τη γνώση των δεινών και των θαρραλέων, αφού αυτά αφορούν μόνο τα του μέλλοντος. Ο Νικίας δηλαδή απάντησε για την ανδρεία μόνο εν μέρει (κατά το ένα τρίτο, αφού παρέβλεψε το παρελθόν και το παρόν).
Αν επιμείνουμε να ορίσουμε την ανδρεία σαν γνώση, συνεχίζει ο Σωκράτης, πρέπει αυτή να αφορά και το παρόν και το παρελθόν, και αφού την ταυτίσαμε με τη γνώση των συμφορών και των αγαθών, πρέπει να της αποδώσουμε τη γνώση όλων των αγαθών και των κακών, όπως εκφράζονται πάντα. Έτσι όμως η ανδρεία θα ταυτιζόταν με το σύνολο της αρετής, κάτι που θα ήταν παράλογο, και που συμφώνησαν από πριν ότι δεν ισχύει, αφού θεώρησαν την ανδρεία μόνο σαν ένα μέρος της αρετής.
«Άρα, Νικία, δεν βρήκαμε τι είναι ανδρεία»199e καταλήγει ο Σωκράτης, ο οποίος αποδίδει στον εαυτό του όση άγνοια διακατέχει και τους υπόλοιπους. Εξ άλλου, καθ’ όλη την διάρκεια του διαλόγου, ο ίδιος δεν πρότεινε καμία δικιά του θέση, παρά μόνο ζητούσε διευκρινήσεις από τους υπόλοιπους για να τους δείξει ότι έσφαλαν, και κατεύθυνε την συζήτηση όπου θεωρούσε ότι έπρεπε, ώστε να καταλήξουν σε κάποια αλήθεια. Και πάντα ο Σωκράτης δήλωνε την άγνοιά του, υποστηρίζοντας ότι το μόνο που μπορούσε να κάνει είναι να βοηθάει τους συνομιλητές του να γεννούν ιδέες (σαν κάποιον μαιευτήρα). Για να αποδώσει όμως η μαιευτική μέθοδος, πρέπει ο συνομιλητής να είναι ικανός να παράγει ορθές ιδέες.
Ο Λάχης αποδεικνύεται επιφανειακός και επιπόλαιος, αφού πέρα από τις απαντήσεις του που περιορίστηκαν σε παραδείγματα και δεν αφορούσαν έννοιες για τις οποίες τον ρώτησε ο Σωκράτης, καθ’ όλη την διάρκεια της συζήτησης δεν αποφεύγει να αρπάζεται με τον Νικία, να τον αποπαίρνει και να τον προσβάλλει. Το μόνο που κατάφερε έτσι είναι να δείξει την δικιά του φιλοσοφική κατωτερότητα σε σχέση και με τον Σωκράτη αλλά και με τον Νικία.
Το λάθος που έκανε ο Νικίας από την άλλη, είναι να ταυτίσει την ανδρεία με τη γνώση των δεινών και αγαθών. Όταν ο Σωκράτης έλεγε ότι η αρετή είναι γνώση, δεν ταύτιζε τις δύο έννοιες. Εννοούσε ότι για να κάνουμε κάτι ενάρετο, πρέπει να γνωρίζουμε το αντικείμενο αυτής της αρετής, δηλαδή το τι είναι, αλλά και πώς να κάνουμε πράξη με τρόπο που θα προσφέρει ωφέλεια (όπως ο γιατρός για να ωφελήσει τον ασθενή πρέπει να ξέρει την επιστήμη της ιατρικής αλλά και το τι θα είναι ωφελιμότερο για τον εκάστοτε ασθενή – βλ. Χαρμίδης). Ο Νικίας θεωρεί σαν αντικείμενο αυτής της γνώσης τα μελλούμενα καλά και βλαβερά. Είχε δίκιο βέβαια όταν είπε ότι ένα παιδί που από άγνοια μόνο φέρεται με τόλμη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ανδρείο. Όταν για παράδειγμα ένα αγόρι προσπαθήσει άκριτα να ανεβεί έναν απόκρημνο βράχο, χωρίς να συνειδητοποιεί πόσο εύκολο είναι να κάνει ένα μοιραίο λάθος, ή όταν δεν ξέρει καν τι λάθη μπορεί να κάνει, και όταν αγνοεί τι μπορεί να πάθει πέφτοντας, όντως δεν μπορούμε να του αποδώσουμε τον χαρακτηρισμό του ανδρείου. Δεν είναι όμως η ίδια η άγνοια του κινδύνου που πρέπει να επισημάνουμε. Η άγνοια είναι μόνο αυτό που κάνει το αγόρι να μην φοβάται. Και είναι αυτή η έλλειψη φόβου που το αποκλείει από την ανδρεία. Γιατί αν έχει κάποιο νόημα η λέξη ανδρεία, είναι το ξεπέρασμα του φόβου. Αν δεν υπάρχει φόβος να ξεπεραστεί, ποια είναι η προσπάθεια του ήρωα και ποιο το επίτευγμά του, που θα προκαλέσει τον θαυμασμό μας;
Σίγουρα το να μπει κανείς σε έναν ανελκυστήρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τολμηρό εγχείρημα. Για κάποιον κλειστοφοβικό όμως; Όπως έλεγε ο Σωκράτης, καμία πράξη δεν είναι ενάρετη από μόνη της, αλλά εξαρτάται από το ποιος πράττει, και γιατί. Αυτός είναι και ο λόγος που τελικά στο παράδειγμα του Σωκράτη πιο ανδρείος αποδεικνύεται ο στρατιώτης του μικρού και αδύναμου στρατού, γιατί αυτός πράττει σχεδόν απελπισμένα (αλλά όχι ανέλπιδα), χωρίς να υπολογίσει λογιστικά ή πιθανολογικά το αποτέλεσμα της πράξης του˙ πράττει παράτολμα. Ξεπερνά τον εύλογο φόβο που προκύπτει από τα αντικειμενικά εμπόδια, ενεργεί ενάντια στη λογική (ασύνετα όπως είπαμε πριν), και έχει σαφή και ενάρετο σκοπό (να επιζήσει και να νικήσει τον αντίπαλο και άρα να σώσει όχι μόνο τη ζωή του, αλλά και των συμπολεμιστών του, της πόλης του…).
Η έλλειψη φόβου όμως δεν είναι επιλογή αυτού που δεν φοβάται, είναι εν τέλει αποτέλεσμα της άγνοιας των κινδύνων ή προϊόν της ιδιοσυγκρασίας του άφοβου. Κανένα από τα δύο δεν προκύπτουν από ελεύθερη επιλογή του. Το να φοβάται κάποιος και να επιλέξει να μην τον κερδίσει ο φόβος, αλλά να ενεργήσει παρά τον φόβο του˙ αυτό είναι που τον κάνει ανδρείο. Αυτή η επιλογή είναι που θα τον ορίσει, και κάθε επιλογή προϋποθέτει ελευθερία σκέψης και δράσης. Γι’ αυτό και μόνο ο ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να γίνει ενάρετος.
Πλάτων – Λάχης (ή περί ανδρείας)