σαφὴς μὲν αὐτῶν, ἐμφανὴς δὲ τοῦ ξένου;
μή τις Διὸς κεραυνός, ἤ τις ὀμβρία
χάλαζ᾽ ἐπιρράξασα; πάντα γὰρ θεοῦ
τοιαῦτα χειμάζοντος εἰκάσαι πάρα.
1505 ΟΙ. ἄναξ, ποθοῦντι προυφάνης, καί σοι θεῶν
τύχην τις ἐσθλὴν τῆσδ᾽ ἔθηκε τῆς ὁδοῦ.
ΘΗ. τί δ᾽ ἐστίν, ὦ παῖ Λαΐου, νέορτον αὖ;
ΟΙ. ῥοπὴ βίου μοι· καί σ᾽ ἅπερ ξυνῄνεσα
θέλω πόλιν τε τήνδε μὴ ψεύσας θανεῖν.
1510 ΘΗ. ἐν τῷ δὲ κεῖσαι τοῦ μόρου τεκμηρίῳ;
ΟΙ. αὐτοὶ θεοὶ κήρυκες ἀγγέλλουσί μοι,
ψεύδοντες οὐδὲν σημάτων προκειμένων.
ΘΗ. πῶς εἶπας, ὦ γεραιέ, δηλοῦσθαι τάδε;
ΟΙ. αἱ πολλὰ βρονταὶ διατελεῖς τὰ πολλά τε
1515 στράψαντα χειρὸς τῆς ἀνικήτου βέλη.
ΘΗ. πείθεις με· πολλὰ γάρ σε θεσπίζονθ᾽ ὁρῶ
κοὐ ψευδόφημα· χὤ τι χρὴ ποεῖν λέγε.
ΟΙ. ἐγὼ διδάξω, τέκνον Αἰγέως, ἅ σοι
γήρως ἄλυπα τῇδε κείσεται πόλει.
1520 χῶρον μὲν αὐτὸς αὐτίκ᾽ ἐξηγήσομαι,
ἄθικτος ἡγητῆρος, οὗ με χρὴ θανεῖν.
τοῦτον δὲ φράζε μή ποτ᾽ ἀνθρώπων τινί,
μήθ᾽ οὗ κέκευθε μήτ᾽ ἐν οἷς κεῖται τόποις·
ὥς σοι πρὸ πολλῶν ἀσπίδων ἀλκὴν ὅδε
1525 δορός τ᾽ ἐπακτοῦ γειτόνων ἀεὶ τιθῇ.
ἃ δ᾽ ἐξάγιστα μηδὲ κινεῖται λόγῳ
αὐτὸς μαθήσῃ, κεῖσ᾽ ὅταν μόλῃς μόνος·
ὡς οὔτ᾽ ἂν ἀστῶν τῶνδ᾽ ἂν ἐξείποιμί τῳ
οὔτ᾽ ἂν τέκνοισι τοῖς ἐμοῖς, στέργων ὅμως.
1530 ἀλλ᾽ αὐτὸς αἰεὶ σῷζε, χὤταν εἰς τέλος
τοῦ ζῆν ἀφικνῇ, τῷ προφερτάτῳ μόνῳ
σήμαιν᾽, ὃ δ᾽ αἰεὶ τὠπιόντι δεικνύτω.
χοὔτως ἀδῇον τήνδ᾽ ἐνοικήσεις πόλιν
σπαρτῶν ὑπ᾽ ἀνδρῶν· αἱ δὲ μυρίαι πόλεις,
1535 κἂν εὖ τις οἰκῇ, ῥᾳδίως καθύβρισαν.
θεοὶ γὰρ εὖ μέν, ὀψὲ δ᾽ εἰσορῶσ᾽, ὅταν
τὰ θεῖ᾽ ἀφείς τις εἰς τὸ μαίνεσθαι τραπῇ·
ὃ μὴ σύ, τέκνον Αἰγέως, βούλου παθεῖν.
τὰ μὲν τοιαῦτ᾽ οὖν εἰδότ᾽ ἐκδιδάσκομεν.
1540 χῶρον δ᾽, ἐπείγει γάρ με τοὐκ θεοῦ παρόν,
στείχωμεν ἤδη, μηδ᾽ ἔτ᾽ ἐντρεπώμεθα.
ὦ παῖδες, ὧδ᾽ ἕπεσθ᾽. ἐγὼ γὰρ ἡγεμὼν
σφῷν αὖ πέφασμαι καινός, ὥσπερ σφὼ πατρί.
χωρεῖτε, καὶ μὴ ψαύετ᾽, ἀλλ᾽ ἐᾶτέ με
1545 αὐτὸν τὸν ἱερὸν τύμβον ἐξευρεῖν, ἵνα
μοῖρ᾽ ἀνδρὶ τῷδε τῇδε κρυφθῆναι χθονί.
τῇδ᾽, ὧδε, τῇδε βᾶτε· τῇδε γάρ μ᾽ ἄγει
Ἑρμῆς ὁ πομπὸς ἥ τε νερτέρα θεός.
ὦ φῶς ἀφεγγές, πρόσθε πού ποτ᾽ ἦσθ᾽ ἐμόν,
1550 νῦν δ᾽ ἔσχατόν σου τοὐμὸν ἅπτεται δέμας.
ἤδη γὰρ ἕρπω τὸν τελευταῖον βίον
κρύψων παρ᾽ Ἅιδην. ἀλλά, φίλτατε ξένων,
αὐτός τε χώρα θ᾽ ἥδε πρόσπολοί τε σοὶ
εὐδαίμονες γένοισθε, κἀπ᾽ εὐπραξίᾳ
1555 μεμνῇσθέ μου θανόντος εὐτυχεῖς ἀεί.
***
1500 ΘΗ. Τί είναι πάλι αυτός ο αντίχτυπος από τη δίδυμη φωνή σας;
ξεκάθαρη η δική σας, του ξένου επίσης φανερή.
Μήπως του Δία ο κεραυνός, χαλάζι και νεροποντή
σας τρόμαξαν; Όλα τους είναι πιθανά, όταν σηκώνει
ο θεός μια τέτοια καταιγίδα.
1505 ΟΙ. Φάνηκες, βασιλιά, πάνω στην ώρα που σε πόθησα·
τύχη καλή κι ένας θεός θα σ᾽ έβαλαν σ᾽ αυτόν τον δρόμο.
ΘΗ. Ποιό είναι, του Λάιου γιε, πάλι το τελευταίο νέο σου;
ΟΙ. Γέρνει η ζωή μου. Κι ήθελα, προτού πεθάνω,
οι υποσχέσεις μου σ᾽ εσένα και σ᾽ αυτήν την πόλη
να μη με βγάλουν ψεύτη.
1510 ΘΗ. Ποιά όμως η απόδειξη πως φτάνει ο θάνατός σου;
ΟΙ. Μόνοι τους οι θεοί έγιναν κήρυκες, μου το αναγγέλλουν,
δίχως να παραλείψουν κανένα απ᾽ τα σημάδια που όρισαν.
ΘΗ. Πώς είπες, γέροντα; Πώς φανερώθηκαν τα σήματα;
ΟΙ. Οι αλλεπάλληλες πολλές βροντές, και τα πολλά
1515 αστροπελέκια έφυγαν από χέρι ανίκητο.
ΘΗ. Τώρα σε πίστεψα. Το βλέπω, αληθινά
όσα προφήτεψες, κανένα τους δεν φάνηκε ψευδόφημο.
Λέγε λοιπόν τί πρέπει εμείς να κάνουμε.
ΟΙ. Θα μάθεις από μένα, του Αιγέα γιε, όσα θα μείνουν
άλυπα κι αγέραστα στην πόλη σου.
1520 Τον χώρο θα σου δείξω πάραυτα και μόνος μου,
δίχως κανέναν οδηγό, εκεί που πρέπει να πεθάνω.
Αλλά ποτέ και σε κανέναν μην τον φανερώσεις,
πού κρύβεται, ποιός είναι ο τόπος του.
Έτσι θα έχεις φύλαξη παντοτινή, καλύτερη από πολλές ασπίδες
και δορυφόρους γείτονες που θα μπορούσαν
1525 στον κίνδυνό σου να προστρέξουν.
Όσα ωστόσο είναι μυστικά και δεν ομολογούνται,
μόνον εσύ θα τα γνωρίσεις, όταν βρεθείς εκεί μαζί μου.
Στο μεταξύ δεν πρέπει να τα φανερώσω σε κανέναν,
μήτε σ᾽ αυτής της πόλης τους πολίτες, μήτε στις δυο μου
θυγατέρες, όσο και αν τις αγαπώ.
1530 Αλλά μόνος εσύ, όσο θα ζεις, κράτησε αυτό το μυστικό,
κι όταν πια φτάσεις στο τέλος της ζωής σου, τότε φανέρωσέ το,
σ᾽ όποιον εσύ θα κρίνεις άξιο διάδοχό σου, κι αυτός μετά
με τη σειρά του στον επόμενο.
Έτσι την πόλη αυτή για πάντα θα την κατοικείς
απόρθητη απ᾽ τους σπαρτούς της γης.
Πόσες και πόσες πόλεις, ακόμη κι όταν κάποιος τις κυβερνά
1535 σωστά, εύκολα στην αλαζονεία γλιστρούν.
Γιατί οι θεοί, έστω κι αργά, βλέπουν με τ᾽ άγρυπνό τους μάτι
όποιον καταφρονεί τα θεία και παρασύρεται
στην αλαζονική παραφορά.
Αυτό εσύ, του Αιγέα γιε, κοίτα να μην το πάθεις.
Τέλος ωστόσο με τις συμβουλές σ᾽ άνθρωπο που καλά τις ξέρει.
1540 Τώρα στον χώρο γρήγορα. Το σήμα του θεού αμέσως με καλεί.
Ας προχωρήσουμε, ας μη λοξοδρομήσουμε.
Ελάτε, θυγατέρες μου, εμένα ακολουθείτε. Παράξενο,
έγινα εγώ ο νέος οδηγός σας, όπως εσείς ώς τώρα του πατέρα σας.
Μαζί μου προχωρείτε, αλλά δεν πρέπει να μ᾽ αγγίζετε. Αφήστε με
1545 μόνος να βρω τον τάφο μου, όπου της μοίρας μου είναι γραφτό
σ᾽ αυτή τη χώρα να με θάψουν.
Σιγά, εδώ, τώρα αποδώ. Γιατί σ᾽ αυτό το μέρος μ᾽ οδηγεί
ο Ερμής ψυχοπομπός, του κάτω κόσμου η θεά.
Άφεγγο φως, ήσουνα κάποτε κι εσύ δικό μου,
1550 τώρα αγγίζεις το κορμί μου τελευταία φορά.
Σέρνω κιόλας το βήμα μου, στον Άδη πάω,
την έσχατη μέρα του βίου μου να κρύψω.
Αλλά κι εσύ, ο πιο αγαπητός από τους ξένους,
εσύ κι η χώρα σου, οι ακόλουθοί σου,
εύχομαι ευδαίμονες να μείνετε,
και στην ευδαιμονία σας εμένα και νεκρό
1555 να με θυμάστε, για πάντα ευτυχισμένοι.
1500 ΘΗ. Τί είναι πάλι αυτός ο αντίχτυπος από τη δίδυμη φωνή σας;
ξεκάθαρη η δική σας, του ξένου επίσης φανερή.
Μήπως του Δία ο κεραυνός, χαλάζι και νεροποντή
σας τρόμαξαν; Όλα τους είναι πιθανά, όταν σηκώνει
ο θεός μια τέτοια καταιγίδα.
1505 ΟΙ. Φάνηκες, βασιλιά, πάνω στην ώρα που σε πόθησα·
τύχη καλή κι ένας θεός θα σ᾽ έβαλαν σ᾽ αυτόν τον δρόμο.
ΘΗ. Ποιό είναι, του Λάιου γιε, πάλι το τελευταίο νέο σου;
ΟΙ. Γέρνει η ζωή μου. Κι ήθελα, προτού πεθάνω,
οι υποσχέσεις μου σ᾽ εσένα και σ᾽ αυτήν την πόλη
να μη με βγάλουν ψεύτη.
1510 ΘΗ. Ποιά όμως η απόδειξη πως φτάνει ο θάνατός σου;
ΟΙ. Μόνοι τους οι θεοί έγιναν κήρυκες, μου το αναγγέλλουν,
δίχως να παραλείψουν κανένα απ᾽ τα σημάδια που όρισαν.
ΘΗ. Πώς είπες, γέροντα; Πώς φανερώθηκαν τα σήματα;
ΟΙ. Οι αλλεπάλληλες πολλές βροντές, και τα πολλά
1515 αστροπελέκια έφυγαν από χέρι ανίκητο.
ΘΗ. Τώρα σε πίστεψα. Το βλέπω, αληθινά
όσα προφήτεψες, κανένα τους δεν φάνηκε ψευδόφημο.
Λέγε λοιπόν τί πρέπει εμείς να κάνουμε.
ΟΙ. Θα μάθεις από μένα, του Αιγέα γιε, όσα θα μείνουν
άλυπα κι αγέραστα στην πόλη σου.
1520 Τον χώρο θα σου δείξω πάραυτα και μόνος μου,
δίχως κανέναν οδηγό, εκεί που πρέπει να πεθάνω.
Αλλά ποτέ και σε κανέναν μην τον φανερώσεις,
πού κρύβεται, ποιός είναι ο τόπος του.
Έτσι θα έχεις φύλαξη παντοτινή, καλύτερη από πολλές ασπίδες
και δορυφόρους γείτονες που θα μπορούσαν
1525 στον κίνδυνό σου να προστρέξουν.
Όσα ωστόσο είναι μυστικά και δεν ομολογούνται,
μόνον εσύ θα τα γνωρίσεις, όταν βρεθείς εκεί μαζί μου.
Στο μεταξύ δεν πρέπει να τα φανερώσω σε κανέναν,
μήτε σ᾽ αυτής της πόλης τους πολίτες, μήτε στις δυο μου
θυγατέρες, όσο και αν τις αγαπώ.
1530 Αλλά μόνος εσύ, όσο θα ζεις, κράτησε αυτό το μυστικό,
κι όταν πια φτάσεις στο τέλος της ζωής σου, τότε φανέρωσέ το,
σ᾽ όποιον εσύ θα κρίνεις άξιο διάδοχό σου, κι αυτός μετά
με τη σειρά του στον επόμενο.
Έτσι την πόλη αυτή για πάντα θα την κατοικείς
απόρθητη απ᾽ τους σπαρτούς της γης.
Πόσες και πόσες πόλεις, ακόμη κι όταν κάποιος τις κυβερνά
1535 σωστά, εύκολα στην αλαζονεία γλιστρούν.
Γιατί οι θεοί, έστω κι αργά, βλέπουν με τ᾽ άγρυπνό τους μάτι
όποιον καταφρονεί τα θεία και παρασύρεται
στην αλαζονική παραφορά.
Αυτό εσύ, του Αιγέα γιε, κοίτα να μην το πάθεις.
Τέλος ωστόσο με τις συμβουλές σ᾽ άνθρωπο που καλά τις ξέρει.
1540 Τώρα στον χώρο γρήγορα. Το σήμα του θεού αμέσως με καλεί.
Ας προχωρήσουμε, ας μη λοξοδρομήσουμε.
Ελάτε, θυγατέρες μου, εμένα ακολουθείτε. Παράξενο,
έγινα εγώ ο νέος οδηγός σας, όπως εσείς ώς τώρα του πατέρα σας.
Μαζί μου προχωρείτε, αλλά δεν πρέπει να μ᾽ αγγίζετε. Αφήστε με
1545 μόνος να βρω τον τάφο μου, όπου της μοίρας μου είναι γραφτό
σ᾽ αυτή τη χώρα να με θάψουν.
Σιγά, εδώ, τώρα αποδώ. Γιατί σ᾽ αυτό το μέρος μ᾽ οδηγεί
ο Ερμής ψυχοπομπός, του κάτω κόσμου η θεά.
Άφεγγο φως, ήσουνα κάποτε κι εσύ δικό μου,
1550 τώρα αγγίζεις το κορμί μου τελευταία φορά.
Σέρνω κιόλας το βήμα μου, στον Άδη πάω,
την έσχατη μέρα του βίου μου να κρύψω.
Αλλά κι εσύ, ο πιο αγαπητός από τους ξένους,
εσύ κι η χώρα σου, οι ακόλουθοί σου,
εύχομαι ευδαίμονες να μείνετε,
και στην ευδαιμονία σας εμένα και νεκρό
1555 να με θυμάστε, για πάντα ευτυχισμένοι.