I. Ο Αριστοτέλης και η σωκρατική παράδοση.
1. Όταν ο Αριστοτέλης έφθασε στην Ακαδημία το 367 π.Χ., ο Πλάτων ήταν ήδη 60 ετών και ο Σωκράτης είχε πεθάνει, πίνοντας το κώνειο, πριν από 22 χρόνια. Επιπλέον η λειτουργία της Ακαδημίας του Πλάτωνα συμπλήρωνε ήδη 20 συναπτά έτη και ο ιδρυτής της, ο Πλάτων, είχε αναπτύξει τα βασικότερα σημεία της φιλοσοφίας του «κλείνοντας» την ώριμη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας. Ένα στοιχείο ακόμα, ίσως, είναι χρήσιμο για να αποτιμήσουμε καλύτερα το «φιλοσοφικό κλίμα» και την ακαδημαϊκή ατμόσφαιρα που επικρατούσε τη στιγμή εκείνη, όταν ο Αριστοτέλης ήρθε στην Αθήνα, για να παρακολουθήσει τα μαθήματα κοντά στον Πλάτωνα: εννοούμε την χρονική απόσταση που χωρίζει την άφιξη του Αριστοτέλη στην Ακαδημία από την εποχή που ο Πλάτων είχε γράψει τους λεγόμενους «σωκρατικούς» διαλόγους του1. Είχαν παρέλθει ήδη 20 χρόνια, και είχε «κλείσει» δηλ. για τον Πλάτωνα το κεφάλαιο αυτό της φιλοσοφίας.
Συγκεκριμένα, η επίδραση της σωκρατικής διδασκαλίας, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση, είχαν επηρεάσει τη σκέψη του Πλάτωνα κατά τη συγγραφή των διαλόγων αυτών, όπως είναι εύλογο και όντως εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει από τους ίδιους τους διαλόγους. Είναι εξάλλου γνωστό, και μας επιτρέπει ο ίδιος ο Πλάτων να αντιληφθούμε, ότι ο θάνατος του Σωκράτη ήταν το συγκλονιστικότερο γεγονός της ζωής του έως τότε, ίσως ολόκληρης της ζωής του. Ένα ανεξιλέωτο έγκλημα των Αθηναίων, για το οποίο ο ίδιος ποτέ δεν τους συγχώρησε, όπως μας αφήνει να εννοήσουμε στην έβδομη επιστολή του2. Υπό το κράτος αυτών των συναισθημάτων και σε χρόνο περισσότερο από μια δεκαετία γράφει τους δέκα πρώτους διαλόγους, που η έρευνα δέχεται ως «σωκρατικούς» 3. Μετά, όπως είναι φυσικό, απαλλάσσεται από τη συναισθηματική φόρτιση που του προκάλεσε ο θάνατος του Δασκάλου, αλλά και από την επιρροή της σωκρατικής διδασκαλίας. Τη στιγμή, λοιπόν, που φθάνει ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία ο Πλάτων μπαίνει στην τελευταία συγγραφική και φιλοσοφική του περίοδο. Ωστόσο η σωκρατική παράδοση είναι «ζωντανή» και διάχυτη στην Ακαδημία.
1. Όταν ο Αριστοτέλης έφθασε στην Ακαδημία το 367 π.Χ., ο Πλάτων ήταν ήδη 60 ετών και ο Σωκράτης είχε πεθάνει, πίνοντας το κώνειο, πριν από 22 χρόνια. Επιπλέον η λειτουργία της Ακαδημίας του Πλάτωνα συμπλήρωνε ήδη 20 συναπτά έτη και ο ιδρυτής της, ο Πλάτων, είχε αναπτύξει τα βασικότερα σημεία της φιλοσοφίας του «κλείνοντας» την ώριμη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας. Ένα στοιχείο ακόμα, ίσως, είναι χρήσιμο για να αποτιμήσουμε καλύτερα το «φιλοσοφικό κλίμα» και την ακαδημαϊκή ατμόσφαιρα που επικρατούσε τη στιγμή εκείνη, όταν ο Αριστοτέλης ήρθε στην Αθήνα, για να παρακολουθήσει τα μαθήματα κοντά στον Πλάτωνα: εννοούμε την χρονική απόσταση που χωρίζει την άφιξη του Αριστοτέλη στην Ακαδημία από την εποχή που ο Πλάτων είχε γράψει τους λεγόμενους «σωκρατικούς» διαλόγους του1. Είχαν παρέλθει ήδη 20 χρόνια, και είχε «κλείσει» δηλ. για τον Πλάτωνα το κεφάλαιο αυτό της φιλοσοφίας.
Συγκεκριμένα, η επίδραση της σωκρατικής διδασκαλίας, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση, είχαν επηρεάσει τη σκέψη του Πλάτωνα κατά τη συγγραφή των διαλόγων αυτών, όπως είναι εύλογο και όντως εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει από τους ίδιους τους διαλόγους. Είναι εξάλλου γνωστό, και μας επιτρέπει ο ίδιος ο Πλάτων να αντιληφθούμε, ότι ο θάνατος του Σωκράτη ήταν το συγκλονιστικότερο γεγονός της ζωής του έως τότε, ίσως ολόκληρης της ζωής του. Ένα ανεξιλέωτο έγκλημα των Αθηναίων, για το οποίο ο ίδιος ποτέ δεν τους συγχώρησε, όπως μας αφήνει να εννοήσουμε στην έβδομη επιστολή του2. Υπό το κράτος αυτών των συναισθημάτων και σε χρόνο περισσότερο από μια δεκαετία γράφει τους δέκα πρώτους διαλόγους, που η έρευνα δέχεται ως «σωκρατικούς» 3. Μετά, όπως είναι φυσικό, απαλλάσσεται από τη συναισθηματική φόρτιση που του προκάλεσε ο θάνατος του Δασκάλου, αλλά και από την επιρροή της σωκρατικής διδασκαλίας. Τη στιγμή, λοιπόν, που φθάνει ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία ο Πλάτων μπαίνει στην τελευταία συγγραφική και φιλοσοφική του περίοδο. Ωστόσο η σωκρατική παράδοση είναι «ζωντανή» και διάχυτη στην Ακαδημία.
2. Ο Αριστοτέλης, βέβαια, όπως και οποιοσδήποτε άλλος, είχε και άλλα «μέσα» για να πληροφορηθεί τα σχετικά με τη διδασκαλία και το βίο του Σωκράτη, εκτός από τους (σωκρατικούς) διαλόγους του Πλάτωνα και τα έργα του Ξενοφώντα. Πρέπει ασφαλώς να δεχθούμε ότι γνώριζε και τις άλλες άμεσες πηγές, δηλαδή τα έργα και τη μαρτυρία αυτών που γνώρισαν τον Σωκράτη, εννοούμε τις κωμωδίες του Αριστοφάνη και το έργο του Αισχύνη από τη Σφηττό4. Αυτές είναι άλλωστε όλες οι γραπτές φιλοσοφικές πηγές που έχουμε από πρώτο χέρι για το βίο και τη διδασκαλία του Σωκράτη. Να προσθέσουμε, εκτός από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, και τα αποσπάσματα δύο ακόμη κωμωδιογράφων, του Ευπόλιδος και του Αμειψία, οι οποίοι διακωμώδησαν τον Σωκράτη σε μια κωμωδία τους, τουλάχιστον, το 423 π.Χ., την ίδια χρονιά και στους ίδιους θεατρικούς αγώνες, όπου δίδαξε και ο Αριστοφάνης τις δικές του «Νεφέλες» 5. Εκτός όμως από τις γραπτές πηγές υπήρχε, ασφαλώς, η προφορική παράδοση, διάχυτη και ζωντανή, όπως είπαμε, στο χώρο της Ακαδημίας, αλλά μας επιτρέπεται να υποθέσουμε και στην Αθήνα, στους φιλοσοφούντες και στους διανοουμένους της εποχής. Αυτή την παράδοση ο Αριστοτέλης είναι βέβαιο την διαπίστωσε γρήγορα και θα τη αξιολόγησε ως ένα στοιχείο της φιλοσοφικής δραστηριότητας στην Αθήνα6.
Ένα ακόμα στοιχείο σοβαρό που πρέπει να συνυπολογίσουμε σ’ αυτές τις μαρτυρίες, είναι οι λεγόμενες σωκρατικές σχολές, δηλαδή η Κυρηναϊκή Σχολή, με ιδρυτή τον μαθητή του Σωκράτη Αρίστιππο τον Κυρηναίο, μια σχολή με έντονο ηδονιστικό χαρακτήρα. δεύτερη η Μεγαρική Σχολή, με ιδρυτή τον Ευκλείδη τον Μεγαρέα, με κατεύθυνση κυρίως λογική – γνωσιοθεωρητική. τρίτη η σχολή η καλύτερα φιλοσοφική αίρεση των Κυνικών με αρχηγό τον Αντισθένη και τέταρτη η Ηλειακή Σχολή με ιδρυτή τον Φαίδωνα τον Ηλείο, με ηθική κυρίως κατεύθυνση (βραχύβια ήταν η σχολή αυτή)7. Ο Αριστοτέλης ήξερε καλά τους αρχηγούς και ιδρυτές των σωκρατικών αυτών σχολών, μερικούς μάλιστα τους αντιμετώπισε και ως αντιπάλους η αιρεσιάρχες των φιλοσοφικών θέσεων (π.χ. τον Αντισθένη και τον Αρίστιππο)8. Έτσι μπορούμε, δικαιολογημένα, να συμπεράνουμε, ότι οι απόψεις του Αριστοτέλη για τον Σωκράτη βασίζονται σ’ αυτές τις τρεις πηγές που αναφέραμε, δηλαδή στα έργα των αυτήκοων μαρτύρων, μαθητών του η άλλων συγχρόνων του, στην προφορική παράδοση που οπωσδήποτε συντηρούσαν όλες οι σωκρατικές σχολές και προπάντων η Ακαδημία, και τρίτον στις ίδιες αυτές σωκρατικές σχολές με τη δραστηριότητα και τη διδασκαλία των ιδρυτών τους, άμεσων και αυτήκοων μαθητών του Σωκράτη.
3. Ο προσφορότερος τρόπος και η εγγύτερη πηγή για τον Αριστοτέλη ήταν, ασφαλώς, ο ίδιος ο Πλάτων και οι διάλογοί του, οι «σωκρατικοί» λεγόμενοι, για να γνωρίσει την προσωπικότητα του Σωκράτη και να πληροφορηθεί τα σχετικά με τη διδασκαλία του, δηλαδή τις φιλοσοφικές απόψεις του παράξενου εκείνου φιλοσόφου. Όλοι οι διάλογοι, ασφαλώς όχι, γιατί εμείς είμαστε βέβαιοι και μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα, ότι ο Αριστοτέλης ξεχώριζε τους λεγόμενους «σωκρατικούς»από το σύνολο των πλατωνικών διαλόγων, αυτό δέχεται σήμερα η έρευνα9. Ίσως όμως θα πρέπει να θέτουμε συνεχώς το ερώτημα, αν δηλαδή αναγνώριζε στον Σωκράτη και απόψεις που περιέχονται σε πλατωνικούς διαλόγους που εμείς σήμερα δεν μπορούμε να δούμε σωκρατικές απόψεις, αλλά μόνο πλατωνικές θέσεις με το στόμα του Σωκράτη. Από τα έργα του Ξενοφώντα δεν ξέρουμε αν άντλησε στοιχεία, ο ίδιος δεν αναφέρει ούτε μια φορά τον Αθηναίο αυτόν ιστορικό, φαίνεται ότι δεν τον εκτιμούσε ιδιαίτερα10. Αν και ο Αριστοτέλης συνηθίζει να μνημονεύει τις πηγές του η γενικά τους προγενέστερους, όταν αναφέρεται στις γνώμες τους, το πιθανότερο είναι, βέβαια, ότι είχε διαβάσει και τα έργα του Ξενοφώντα, ωστόσο δεν τον μνημονεύει.
ΙΙ. Η πρωτότυπη συμβολή του Σωκράτη στη Φιλοσοφία.
Φαίνεται όμως ότι ο Αριστοτέλης. όπως θα δούμε, υπολόγιζε πολύ την παράδοση, που ήταν ήδη αρκετά διαδεδομένη στα χρόνια της ωριμότητάς του, δηλαδή κατά τα μέσα του 4ου αι. Το «πνεύμα» της σωκρατικής φιλοσοφίας, άλλωστε, διαχέεται στα προγράμματα και στη διδασκαλία των σωκρατικών σχολών, πλην της Ακαδημίας βέβαια, διότι ο Πλάτων δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί «σωκρατικός», αφού υπερακόντισε τις απόψεις του δασκάλου του και των προδρόμων του συνολικά και εθεμελίωσε τη φιλοσοφία των ιδεών με διαχρονική δύναμη και εμβέλεια. Για την αντίληψη του Αριστοτέλη το όνομα του Σωκράτη συνδέεται με τον αναπροσανατολισμό του φιλοσοφικού στοχασμού από την έρευνα του κόσμου και της φύσεως προς τα προβλήματα του ανθρώπου, προς την ηθική φιλοσοφία11. Ο Σωκράτης εκλαμβάνεται ως το ορόσημο μιας «εποχής» (Εpoche des Sokrates), σηματοδοτεί μια αποφασιστική στροφή (Κonversion κατά τον Ηegel) της φιλοσοφικής ζήτησης, της έρευνας από τον κόσμο των αντικειμένων (την αντικειμενικότητα, την Οbjektivitat) προς τον κόσμο του υποκειμένου (την υποκειμενικότητα, την Subjektivitat), για να εκφρασθούμε με τους όρους της νεώτερης φιλοσοφίας και με το στόμα του Ηegel12.
Πράγματι, σε ένα από τα «βιολογικά» λεγόμενα έργα του ο Αριστοτέλης επισημαίνει την καίρια καμπή της Φιλοσοφίας από την κοσμολογία προς την ανθρωπολογία. Στο «Περί ζώων μορίων» (642α28 κε) συγκεκριμένα διαβάζουμε: Επί Σωκράτους τούτο μεν ηυξήθη (sc. το τι ην είναι και το ορίσασθαι την ουσίαν), το δε ζητείν τα περί φύσεως έληξεν, προς δε την χρήσιμον αρετήν και την πολιτικήν απέκλινον οι φιλοσοφούντες13. Αυτή η αλλαγή προσανατολισμού της φιλοσοφικής «ζήτησης» (το ζητείν): αυτό που επιζητούν οι άνθρωποι να ερευνήσουν και να μάθουν) συμβαίνει κατά την εποχή που ζει ο Σωκράτης, δηλαδή μια καίρια στιγμή στην Ιστορία της Φιλοσοφίας συνδέεται με το όνομα του Σωκράτη. Τότε, όντως, έκλεισε ο κύκλος των μεγάλων προσωκρατικών φιλοσόφων, με μια εξόχως σημαντική εξαίρεση: τον Δημόκριτο από τα Άβδηρα της Θράκης, που ήταν βέβαια σύγχρονος του Σωκράτη, αλλά είκοσι χρόνια νεώτερός του, του οποίου η δραστηριότητα όμως διαρκεί τριάντα χρόνια μετά το θάνατο του Αθηναίου φιλοσόφου14. Ο Αριστοτέλης λέει ρητώς, ότι το είδος του φιλοσοφείν που αρχίζει τώρα, επί Σωκράτους, δηλαδή από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. περίπου, πρέπει να υπολογίσουμε, έχει ως αντικείμενο πια την χρήσιμον αρετήν και την πολιτικήν, δηλ. τις χρηστικές αρετές θα λέγαμε του καθημέραν βίου και την ηθική φιλοσοφία (πολιτική). Με την επισήμανση αυτή αγγίζουμε ήδη το θέμα που αναφέρεται στην προσφορά και τη συμβολή του Σωκράτη στη φιλοσοφία, κατά τον Αριστοτέλη.
3. Ο γνωσιοθεωρητικός προσδιορισμός των ηθικών εννοιών.
Τις γνωσιοθεωρητικές προτάσεις του Σωκράτη αναπτύσσει ο Αριστοτέλης στο έργο του «Μετά τα Φυσικά», σε τρία άλληλοσυμπληρούμενα σημεία ( (α). Α6, 987b1-4, (β). Μ4, 1078b 17-19 και 28-31, (γ). Μ9, 1086b 2-6).
(α) Μεταφ. Α6, 987b1-4:
Σωκράτους δε περί μεν τα ηθικά πραγματευομένου, περί δε της όλης φύσεως ουθέν, εν μέντοι τούτοις το καθόλου ζητούντος και περί ορισμών επιστήσαντος πρώτου την διάνοιαν15.
Από το παράθεμα αυτό δύο συμπεράσματα είναι προφανή: (α) Ο Σωκράτης ασχολήθηκε με τα προβλήματα ηθικής φιλοσοφίας και δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για την έρευνα της φύσεως (περί τα ηθικά πραγματευομένου – περί δε της όλης φύσεως ουθέν) . 16 και επιπλέον ότι σ’ αυτά τα ηθικά, στις ηθικές έννοιες επιδίωξε και αναζήτησε να προσδιορίσει το καθόλου, δηλαδή τα μόνιμα χαρακτηριστικά των πραγμάτων, το Είναι τους και (β) Συγκέντρωσε την προσοχή του στο πρόβλημα των ορισμών πρώτος αυτός (και περί ορισμών επιστήσαντος πρώτου την διάνοιαν) 17.
Και στα άλλα δύο σημεία στο Μετά τα Φυσικά ο Αριστοτέλης θα επιμείνει ουσιαστικά στην ανάλυση τούτων των δύο στοιχείων αυτής της σημαντικής πρωτότυπης φιλοσοφικής προσφοράς του Σωκράτη: Το «σκεπτικό» – αιτιολόγηση που ακολουθεί τις δύο αυτές επισημάνσεις, σχετικά με τη συμβολή του Σωκράτη στην ηθική φιλοσοφία και στη γνωσιοθεωρία, διαφωτίζει αρκούντως τα πράγματα και δικαιώνει τις παρατηρήσεις του Αριστοτέλη.
Οι λόγοι που παρακίνησαν τον παράξενο Αθηναίο φιλόσοφο να στρέψει την έρευνά του και το ενδιαφέρον του στους ορισμούς συναρτώνται με την ουσία των πραγμάτων, με το γνωστό από τους πρώιμους, τους λεγόμενους σωκρατικούς διαλόγους του Πλάτωνα, το τι εστίν, όπως θα δούμε, δηλαδή τι είναι ένα πράγμα η μια ηθική έννοια. Ο Αριστοτέλης την προσπάθεια αυτή του Σωκράτη θα την χαρακτηρίσει με μια άλλη έκφραση, την ουσίαν εζήτει, αυτό που στοιχειοθετεί ουσιαστικά την έννοια του καθόλου18. Σ’ αυτό ακριβώς αποβλέπουν οι ορισμοί, δηλαδή στην ανάδειξη η στην «αποκάλυψη» του καθόλου των πραγμάτων, το οποίο πρέπει να αναζητήσουμε πέρα από τα διαρκώς μεταβαλλόμενα αισθητά. Ο,τι ακολουθεί στο κείμενο των «Μετά τα Φυσικά» αναφέρεται ευθέως στην θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα.
Συγκεκριμένα, όταν ο Πλάτων δεχόταν τον ορισμό στις περιπτώσεις αυτές, θεώρησε ότι «το καθόλου» αφορά πράγματα διαφορετικά (έτερα) και όχι κάτι από τα αισθητά, γιατί, βέβαια, είναι αδύνατον, δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι το κοινό στοιχείο (τον κοινόν όρον) όλων των πραγμάτων είναι κάτι από τα αισθητά, που διαρκώς μεταβάλλονται. Επομένως, πρέπει να αναζητήσουμε το στοιχείο εκείνο στα πράγματα που συνιστά κοινόν όρον, το ενοποιητικό στοιχείο της ουσίας τους, που δεν υπόκειται σε αλλαγές και αλλοιώσεις (όπως συμβαίνει με τα αισθητά αντικείμενα). Και επιλέγει ο Αριστοτέλης, συμπεραίνοντας κάτι που το δέχεται σήμερα η έρευνα, ότι δηλαδή ο Πλάτων τα όντα αυτού του είδους που συνιστούν τον κοινόν όρον των πραγμάτων, τα στοιχεία που δεν επιδέχονται τη φθορά και τις αλλοιώσεις των αισθητών, αυτά ακριβώς τα αποκάλεσε ιδέες (ιδέας προσηγόρευσε), ενώ προσδιόρισε ότι όλα τα αισθητά πράγματα αποκτούν υπόσταση (λέγονται) σε σχέση με αυτές και σύμφωνα με αυτές, δηλαδή τις ιδέες. Δηλαδή τα περισσότερα πράγματα που υπάγονται στο ίδιο γένος υπάρχουν, έχουν οντότητα, επειδή μετέχουν στις ιδέες (κατά μέθεξιν είναι τα πολλά).
(β) Στο 12ο βιβλίο του έργου του Μετά τα Φυσικά ο Αριστοτέλης ξαναφέρνει το λόγο στον Σωκράτη, όπου και πάλι με αφορμή τη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα αναπτύσσει τις αντιρρήσεις του (Μ4, 1078b 17-19, 23-25, 27-30 και 30-32)
b17: Σωκράτους δε περί τας ηθικάς αρετάς πραγματευομένου και περί τούτων ορίζεσθαι καθόλου ζητούντος πρώτου…
b23: Εκείνος (ο Σωκράτης) ευλόγως εζήτει το τι εστιν. Συλλογίζεσθαι γαρ εζήτει, αρχή δε των συλλογισμών το τι εστιν. Διαλεκτική γαρ ισχύς ούπω τότ’ ην κλπ.
b27: Δύο γαρ έστιν α τις αν αποδώη Σωκράτει δικαίως, τους τ’ επακτικούς λόγους και το ορίζεσθαι καθόλου. ταύτα γαρ (στιν άμφω περί αρχήν επιστήμης.
b30: Αλλ’ ο μεν Σωκράτης το καθόλου ου χωριστά εποίει ουδέ τους ορισμούς. οι δε εχώρισαν, και τα τοιο(τα των όντων ιδέας προσηγόρευσαν.
Όπως γίνεται φανερό από την πρώτη ανάγνωση και στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης επαναλαμβάνει τις βασικές θέσεις του για την ηθική φιλοσοφία του Σωκράτη: Περί τας ηθικάς αρετάς πραγματευομένου και περί τούτων ορίζεσθαι καθόλου ζητούντος πρώτου. Υπάρχουν, ωστόσο, μερικά νέα στοιχεία, που εμπλουτίζουν τις γνώσεις μας για τη φιλοσοφική πρωτοτυπία της προσφοράς του Σωκράτη. Καταρχήν πρέπει να προσέξουμε ότι έχουμε μια παρατήρηση διευκρινιστική, κάνει δηλαδή ο Αριστοτέλης μια μικρή επισήμανση ως προς το αντικείμενο των ενδιαφερόντων του Σωκράτη:όχι γενικώς περί τα ηθικά πραγματευομένου, αλλά έξειδικεύεται τώρα: περί τας ηθικάς αρετάς πραγματευομένου. Σημαντικότερα όμως είναι όσα ακολουθούν: Στην πρώτη φορά με το ενδιαφέρον του Σωκράτη για τα ηθικά προβλήματα συναρτάται και η προσπάθειά του να ερευνήσει δύο πτυχές που έχουν σαφώς γνωσιοθεωρητική σημασία, δηλαδή την έννοια του καθόλου και τους ορισμούς. έτσι «περιγράφει» μια διαδικασία ανίχνευσης των καθολικών εννοιών στους σωκρατικούς διαλόγους.
Ο Αριστοτέλης, συνεπής προς το δικό του τρόπο έρευνας της ιστορίας των φιλοσοφικών όρων, επισημαίνει ότι ο Σωκράτης πρώτος, για πρώτη φορά δηλαδή στην ελληνική φιλοσοφική παράδοση, επιζητεί να ορίσει τις ηθικές έννοιες, τι είναι δίκαιο, τι είναι ανδρεία, τι οσιότης19, επινοεί τους ορισμούς, πως να ορίσουμε δηλ. με ακρίβεια την ουσία των πραγμάτων, το Είναι τους που επισημαίνεται εκείθεν της αισθητότητάς των. Μ’ αυτήν την μέθοδο της σκέψης, κυριολεκτικά πέρα και μετά την οδό που οδηγεί στα φαινόμενα, ο Πλάτων φθάνει στη σύλληψη των ιδεών με τη διαλεκτική. Ο Σωκράτης ξέρει το διαλέγεσθαι, όχι όμως τη διαλεκτική μέθοδο, δηλαδή γνωρίζει τον τρόπο κυρίως του ερωτών (και του αποκρίνεσθαι), από την οποία θα προέλθει η διαλεκτική μέθοδος του Πλάτωνα20.
Τώρα στο 12ο βιβλίο των Μετά τα Φυσικά, με τη γνωστή μας πλέον προσπάθεια του Σωκράτη να ορίσει την ουσία των πραγμάτων διαμέσου του καθόλου, που πρώτος εγκαινίασε στην Ιστορία της Φιλοσοφίας, γίνεται ένα βήμα πιο πέρα, η μάλλον ο Αριστοτέλης βλέπει και μια άλλη πλευρά του θέματος: με το τι (στιν ο Σωκράτης δεν προσπελάζει μόνο την ουσία των όντων, αλλά ακριβώς η γνώση αυτή τον καθιστά ικανό να συγκροτεί επιχειρήματα και να οικοδομεί συλλογισμούς και αποδείξεις (συλλογίζεσθαι). Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Αριστοτέλης, αρχή των συλλογισμών το τι (στιν21. Δεν μπορούμε δηλαδή να καταρτίσουμε η να συγκροτήσουμε αποδεικτικούς συλλογισμούς, χωρίς να ξέρουμε την ουσία των πραγμάτων (το τι (στιν), διαφορετικά πέφτουμε σε αντιφάσεις και παραλογισμούς. Με τη μέθοδο που επισημάναμε, του συλλέγειν παραδείγματα και αναλύειν, επιδίωξε ο Σωκράτης να αποσαφηνίσει το τι έστιν, την ουσία των πραγμάτων, και να καταρτίσει πειστικά επιχειρήματα περί της ουσίας των όντων22.
Έπειτα από τις διαπιστώσεις αυτές ο Αριστοτέλης συνοψίζει, τρόπον τινά, τις θέσεις του όσον αφορά τον Σωκράτη και κωδικοποιεί τις συμβουλές του Δασκάλου εκείνου στη Φιλοσοφία: δύο γαρ (στιν α τις αν αποδώη Σωκράτει δικαίως, τούς τ’ επακτικούς λόγους και το ορίζεσθαι καθόλου (Μ4, 1078b28) 23. Δηλαδή ο Αριστοτέλης θεωρεί τον Σωκράτη θεμελιωτή η επινοητή του επαγωγικώς σκέπτεσθαι (=επακτικοί λόγοι, τα επαγωγικά επιχειρήματα) και εισηγητή των γενικών ορισμών, όπως ήδη αναλύσαμε πριν αυτούς τους όρους. Αυτά τα δύο στοιχεία ο Σταγειρίτης φιλόσοφος τα θεωρεί πρωταρχικής σημασίας για την κατάκτηση της γνώσης, το επιστημονικώς σκέπτεσθαι (ταύτα γαρ έστιν άμφω περί αρχήν επιστήμης, ο.π.) 24.
Ο Αριστοτέλης συνεχίζει στο σημείο αυτό και επιμένει να αποδείξει την πρωτοτυπία και τη σημασία της έννοιας του καθόλου και των ορισμών που προσγράφει στον Σωκράτη: ο μεν Σωκράτης το καθόλου ου χωριστά εποίει ουδέ τους ορισμούς· οι δε εχώρισαν και τα τοιαύτα των όντων ιδέας προσηγόρευσαν25. Δηλαδή ο Σωκράτης δεν εννόησε το καθόλου και τους ορισμούς χωριστά από τα πράγματα, αλλά μαζί μ’ αυτά και μέσα σ’ αυτά τα αντικείμενα του αισθητού κόσμου και όχι έξω από αυτόν, σ’ έναν άλλον κόσμο, δηλαδή στον κόσμο των νοητών. Αυτό τον χωρισμό αισθητών αντικειμένων και ιδεών (του καθόλου και του τι έστιν: ορισμών), όπως είναι γνωστό και ρητά το επισημαίνει ο Αριστοτέλης, τον έκανε ο Πλάτων, αυτόν, βέβαια, εννοεί με τη φράση: οι δε εχώρισαν κ.λπ. 26 Αυτό που έκανε ο Σωκράτης, δηλαδή να μη χωρίσει το καθόλου και το τι έστιν από τον κόσμο των αισθητών αντικειμένων, ήταν σύμφωνο η τουλάχιστον πιο κοντά στις απόψεις του Αριστοτέλη για τα πράγματα, ο οποίος έβλεπε, όπως είναι βέβαια γνωστό, το είδος μέσα στα πράγματα και όχι έξω απ’ αυτά, δηλ. έβλεπε τα πράγματα ως είδος και ύλη.
(γ). Στο ίδιο έργο «Μετά τα Φυσικά» ο Αριστοτέλης επανέρχεται για τελευταία φορά στο θέμα αυτό. Μερικά κεφάλαια πιο κάτω, και συγκεκριμένα στο ένατο κεφ. του 12ου βιβλίου, όπου και πάλι με αφορμή την κριτική των πλατωνικών ιδεών ξαναθυμάται τον Σωκράτη και τη συμβολή του στη Φιλοσοφία (Μ9, 1086b 2-6): Τούτο δε, ώσπερ εν τοις έμπροσθεν ελέγομεν, εκίνησε μεν Σωκράτης δια τους ορισμούς, ου μην εχώρισε γε των καθ’ έκαστον. και τούτο ορθώς εννόησεν ου χωρίσας. Δηλο( δε εκ των έργων. άνευ μεν γαρ του καθόλου ουκ έστιν επιστήμην λαβείν, το δε χωρίζειν αίτιον των συμβαινόντων δυσχερών περί τας ιδέας εστίν27.
Επαναφέρει δηλ. ο Αριστοτέλης την έννοια του καθόλου, το οποίο θεωρεί ως έτερόν τι είναι, κάτι διαφορετικό από αυτό που φαίνεται, γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις και επισημαίνεται, για δεύτερη φορά στο ίδιο βιβλίο (επανάληψη η επιμονή στη σημασία του σωκρατικού εγχειρήματος;) ότι ο Σωκράτης ορθώς εννόησεν ου χωρίσας, το κατενόησε ορθώς και δεν εχώρισε το καθόλου από τα πράγματα, όπως είδαμε. Κλείνει αυτή τη συνοχή, λοιπόν, ο Αριστοτέλης, με τον γνωστό αφορισμό του, ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τα πράγματα (=επιστήμην λαβείν) και να σκεφτούμε επιστημονικά, χωρίς τη γνώση των ουσιωδών χαρακτηριστικών τους (άνευ γαρ του καθόλου ουκ έστιν λαβείν επιστήμην). Μολονότι τα αισθητά πράγματα διαρκώς αλλάζουν, εντούτοις υπόκειται μια ορισμένη και αναλλοίωτη ουσία, μια ύλη (=η υποκειμένη ύλη, Φυσ. Α9, 192b 31) μαζί το είδος, ώστε είναι δυνάμει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο. Αν χωρίσουμε το καθόλου (=το τι έστιν η την ιδέα / είδος) από τα πράγματα, τότε δημιουργούμε έναν άλλο κόσμο, κυρίως όμως διασπούμε την ενότητα του όντος, το εν του κόσμου, και καταλήγουμε πάλι στην πολλαπλότητα, δηλαδή σε μια δυαρχία (=αρχή: εν ον) 28.
2. Το Σωκρατικό παράδοξο: Η αρετή είναι γνώση (ουδείς εκών κακός) 29
Είναι, βέβαια, γνωστό ότι προσγράφουμε στο Σωκράτη την παράδοξη φράση ότι «η αρετή είναι γνώση», καθώς και ότι ουδείς εκών κακός30. Η σωκρατική αυτή άποψη απασχόλησε τον Αριστοτέλη και στα τρία έργα του τα σχετικά με την Ηθική, κυρίως όμως στο μεγάλο έργο της ωριμότητάς του τα «Ηθικά Νικομάχεια». Στο 6ο βιβλίων των Ηθικών Νικομαχείων έχουμε την πρώτη και πιο ισχυρή αμφισβήτηση των σωκρατικών απόψεων (Ζ3, 1144b 17-30): Διόπερ τινές φασί πάσας τας αρετάς φρονήσεις είναι, και Σωκράτης τη μεν γαρ ορθώς εζήτει τη δ’ ημάρτανεν. ότι μεν γαρ φρονήσεις ώετο είναι πάσας τας αρετάς, ημάρτανεν, ότι δ’ ουκ άνευ φρονήσεως, καλ(ς έλεγεν. Σημείον δε. και γαρ νυν πάντες, όταν ορίζωνται την αρετήν, προστιθέασι την έξιν, ειπόντες και προς ( έστι, την κατά τον ορθόν λόγον.
b28: Σωκράτης μεν ουν λόγους (=διαλογισμούς) τας αρετάς ώετο είναι (επιστήμας γαρ είναι πάσας), ημείς δε μετά λόγου31.
Η βασική αντίρρηση του Αριστοτέλη για τις σωκρατικές αυτές θέσεις επικεντρώνεται στην επιμονή του Σωκράτη να θεωρεί την αρετή ως αποτέλεσμα θεωρητικής εμβάθυνσης στο γνωστικό περιεχόμενο μιας ηθικής έννοιας: ώσθ’ άμα συμβαίνειν ειδέναί τε την δικαιοσύνην και είναι δίκαιον, όπως επισημαίνει ο Σταγειρίτης φιλόσοφος σ’ ένα άλλο έργο του32. Ξεκινάει όμως ο Αριστοτέλης από ένα άλλο σημείο και με ένα ηθικό επιχείρημα, δηλαδή με ενστάσεις από την ίδια την ηθική. Τη γνώμη του Σωκράτη ότι οι αρετές είναι διανοητικές ενέργειες (=φρονήσεις) δεν την βρίσκει ορθή, αντίθετα βρίσκει σωστό το ότι δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τις αρετές από την λειτουργία της θεωρητικής σκέψης, από τη νόηση (μετά φρονήσεως). Ο Αριστοτέλης, βέβαια, προβάλλει τη δική του θεωρία, ότι δηλαδή η αρετή είναι έξις μετά λόγου και μάλιστα κατά τον ορθόν λόγον, δηλαδή σύμφωνα με τις επιταγές του λόγου33.
Σε ένα άλλο σημείο των «Ηθικών Νικομαχείων» (1116b 2-5) ο Αριστοτέλης δίνει μια εξήγηση / ερμηνεία της σωκρατικής αυτής θέσης, ότι δηλαδή η αρετή είναι γνώση (=επιστήμη). Συγκεκριμένα λέει ότι η εμπειρική γνώση που αποκτούμε από την καθημερινή τριβή με τα πράγματα, και τις επιμέρους περιπτώσεις για ορισμένα πράγματα που έχουν σχέση με το θάρρος η την ατολμία, και η ψυχραιμία που την συνοδεύει είναι μια μορφή ανδρείας (δοκεί δε και η εμπειρία η περί έκαστα ανδρεία είναι). Αμέσως μετά από αυτές τις σκέψεις, καταλήγει: όθεν και ο Σωκράτης ωήθη επιστήμην είναι την ανδρείαν34. Η γνώση, λοιπόν, καταστάσεων και πραγμάτων μας κάνει ικανούς για τα ανάλογα έργα, π.χ. για όσια πράγματα η δίκαιες πράξεις μας κάνει οσίους η δίκαιους. Αυτές ακριβώς τις προεκτάσεις της εμπειρικής γνώσεις στο επίπεδο της ηθικής αρνείται να δεχθεί ο Αριστοτέλης, διότι στερεί από την ηθική πράξη το στοιχείο της προαίρεσης και από την αρετή την μετά λόγου έξιν35.
Η πεποίθηση του Σωκράτη ότι η γνώση των ηθικών εννοιών επενεργεί στη νόησή μας η στο θυμικό μας αποτρεπτικά, όποιος δηλαδή ξέρει τι είναι αδικία και τι δικαιοσύνη, δεν μπορεί παρά να επιλέξει το δρόμο της αρετής, να είναι δηλαδή δίκαιος36, σ’ αυτό ακριβώς συγκεντρώνει τα πυρά του ο Αριστοτέλης: ότι δεν αρκεί η γνώση του τι είναι δίκαιο η τι είναι άδικο, για να υπερισχύσει των συμφερόντων η να κατισχύσει των παθών μας37.
Έμμεση τέλος απόρριψη της σωκρατικής θέσης για την ταύτιση της αρετής με τη θεωρητική γνώση περί αρετής αποτελεί και μια άλλη αναφορά του Αριστοτέλη στα «Ηθικά Νικομάχεια», όπου αναπτύσσει τη γνωστή άποψή του για την βουλητική ελευθερία του ανθρώπου (το εφ’ ημίν άρα το επιεικέσι και φαύλοις είναι) 38. Δεν αναφέρει ονομαστικώς τον Σωκράτη, δεν υπάρχει ωστόσο καμία αμφιβολία ότι αυτόν είχε στο νου του, όταν έλεγε: το δε λέγειν (sc. τον Σωκράτη) ως ουδείς εκών πονηρός ούδ’ άκων μακάριος, έοικε το μεν ψευδεί το δ’ αληθεί. Είχε προηγηθεί η κατηγορηματική γνώμη του ότι εφ’ ημίν δη και η αρετή, ομοίως δε και η κακία. Εν οις γαρ εφ’ ημίν το πράττειν και το μη πράττειν39.
Το εφ’ ημίν, βέβαια, δεν πρέπει να το συγχέουμε με την αρετή και τη γνώση, όπως αναφέραμε στα προηγηθέντα. Άλλο το να αποφασίσουμε να κάνουμε η να μην κάνουμε κάτι, και διαφορετικό είναι το θέμα, αν από άγνοια κάνουμε η αποφεύγουμε να κάνουμε κάτι. Ο Σωκράτης επέμεινε ότι κανένας δεν κάνει κάτι αντίθετο προς το «βέλτιστον» παρά μόνο δι’ άγνοιαν40.
ΙΙΙ.
Οι «σωκρατικές»προτάσεις για τη λειτουργία και την οργάνωση της πολιτείας (της πολιτικής κοινωνίας: Πολ. Β1, 1260b27).
Ο Αριστοτέλης αναφέρεται στον «πολιτικό» Σωκράτη της πλατωνικής «Πολιτείας» πολλές φορές. Την αναφορά αυτή δεν τη δέχεται σήμερα η έρευνα ως σωκρατική κληρονομιά. Από το πρώτο κεφ. του 2ου βιβλίου των «Πολιτικών» αρχίζει με την κριτική της πλατωνικής «Πολιτείας» και με τη ρητή αναφορά στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα: ώσπερ εν τη Πολιτεί( τη Πλάτωνος. εκεί γαρ Σωκράτης φησί δειν κοινά τα τέκνα και τας γυνα(κας είναι και τας κτήσεις κ.λπ. (Β1, 1261α6-8). Η κριτική και η απόρριψη, βέβαια, των θέσεων αυτών της πολιτικής φιλοσοφίας του Πλάτωνα, τις οποίες ο Αριστοτέλης βάζει στο στόμα του πλατωνικού Σωκράτη, συνεχίζεται με διάφορες φάσεις και από διαφορετικές πλευρές. Στο ίδιο βιβλίο, λίγο πιο κάτω, ο Αριστοτέλης συνδέει τον Σωκράτη με τον τρόπο διακυβέρνησης της πολιτείας (1264, α11) και επιλέγει χαρακτηριστικά: η μεν ο(ν πολιτεία περί ης Σωκράτης είρηκεν ταύτας τε τας απορίας έχει και τούτων ουκ ελάττους ετέρας (1264b24).
Οι πολιτικές απόψεις του Σωκράτη, ασφαλώς δεν είναι αυτές που ο Αριστοτέλης προδήλως προσγράφει στον Πλάτωνα, μεταχειριζόμενος το όνομα του Σωκράτη. Πρόκειται ασφαλώς για τον πλατωνικό και όχι για τον ιστορικό Σωκράτη. Όπως έχει επισημάνει ο J. Stenzel (Ρ.Ε. 18=927:Α1 882) και αναφέρει συμφωνώντας ο Gr. Vlastos, ο Σωκράτης των «Πολιτικών» του Αριστοτέλη είναι απλώς ο αναδημιουργημένος (Vlastos, Σωκράτης 159, σημ. 67) Σωκράτης του Πλάτωνα. Δεν μπορούμε, συνεπώς, να μιλήσουμε για τις πολιτικές απόψεις του Σωκράτη στο έργο του Αριστοτέλη. Οι πολιτικές πράξεις του Σωκράτη είναι ιστορικά τεκμηριωμένες, δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με τις πολιτικές του θέσεις, δεν μπορούμε δηλαδή να μιλάμε για μια πολιτική φιλοσοφία του Σωκράτη αναζητώντας σχετικές μαρτυρίες στο έργο του Αριστοτέλη.
---------------
Σημειώσεις
1. Τα σχετικά με τη ζωή του Αριστοτέλη και τη μαθητεία του κοντά στον Πλάτωνα απασχόλησαν, όπως είναι ευνόητο, εκτενώς την έρευνα. Ενδεικτικώς θα αναφέρουμε μερικές μόνο μελέτες, αρχής γενομένης βέβαια από το πάντοτε χρήσιμο έργο του Εd. Ζeller, Die Ρhilosophie der Chriechen in ihrer geschicshtlichen Εntwicklung, ΙΙ 2, W.Β. Darmstadt 1963 5, σελ. 6 κε), όπου εκτίθεται όλη η αρχαία δοξογραφική παράδοση η σχετική με τον Αριστοτέλη (βίος, σπουδές, σχέσεις με τον Πλάτωνα κ.λπ.). Βλ. επίσης το άλλο μεγάλο έργο για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία (ανολοκλήρωτο, δυστυχώς, για τον Αριστοτέλη) του W.Κ.C. Guthrie, Α Ηistory of Greek Ρhilosophy VΙ Cambrigde Un. Ρr. 1981, σ. 20. Στη συνέχεια έγκυρες πληροφορίες αντλεί κανείς από τα εξής έργα: Ιng. During, Αristotle in the Αncient Βiographical Τradition, Goteborg 1957 καιτουίδιουσυγγραφέα:Αristoteles. Durstellung und Ιnterpretation seines Denkens, Ηeidelberg, Winter V. 1966. τομ. 1, σελ. 21. Ελλην. μτφ. Π. Κοτζιά – Παντελή. Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του. ΜΙΕΤ Αθήνα 1991, σελ. 46 κε. (στη συνέχεια, οι παραπομπές στην ελλην. μτφ.). W. D. Ross, Αristotle, Μethuen London 1977 (αεκδ. 1923):ελλην. μτφ. Μαριλίζα Μητσού. Αριστοτέλης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σ. 14 κε. Από την ελληνική βιβλιογραφία: βλ. Κ. Δ. Γεωργούλης, Αριστοτέλης ο Σταγιρίτης, εκδ. Ιστορ. και Λαογρ. Εταιρείας Χαλκιδικής, Θεσσαλονίκη 1963 (ανατύπ. 2000), σελ. 29 κε. Δημ. Λυπουρλής, Αριστοτελικά. Εκδ. ΑΠΘ. Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 2-23, επίσης: Αριστοτέλης. Βίος και έργα, καθώς και την παλαιότερη εργασία του: Μερικές αρχαίες διηγήσεις για τον Αριστοτέλη, Μακεδονικά 15 (1972) 1-48. Βλ. τέλος, Τερέζα Πεντζοπούλου – Βαλαλά, Προβολές στον Αριστοτέλη (αναδημοσίευση εργασιών της) Θεσσαλονίκη, Ζήτρος 1998, σελ. 323 – 342.
2. Ζ’ επιστολή 324e και 325α κε Πβ. Απολ. 30c-d. Βλ. Gr. Vlastos, Σωκράτης 321.
3. Βλ. σχετικά για τους λεγόμενους «σωκρατικούς διαλόγους» καταρχήν βέβαια στον Ζeller, Die Ρhilosophie der Criechen, ΙΙ 1, 467 κε. Α.Ε. Τaylor, Ρlato. Τhe man and his work. Μethuen London 1978. Ελλην. μτφ. Ιορδ. Αρζόγλου, Πλάτων. Ο άνθρωπος και το έργο του. ΜΙΕΤ Αθήνα 1992, σε. 45 κε, και 182 κε.
4. Ο Εd Ζeller (Die Ρhilosophie der Criechen, ο.π. 94) αναφέρει συστηματικά τις πηγές, από τις οποίες αντλεί ο Αριστοτέλης τις πληροφορίες του και ολοκληρώνει τις γνώσεις του για τον Σωκράτη. Τα έργα του Πλάτωνα, βέβαια, του Ξενοφώντα, των άλλων «σωκρατικών» και από την άγραφη παράδοση, που διέσωζε η Ακαδημία. Ειδικά από τους αυτήκοους μαθητές του μόνο ο Αισχίνης από τη Σφηττό της Αττικής (σημ. Σπάτα;) έγραψε για τον Σωκράτη. Τα αποσπάσματά του συγκέντρωσε ήδη στις αρχές του περασμένου αιώνα ο Η. Dittmar, Αeschines von Sphettos, 1912. Βλ. για τις πηγές του Αριστοτέλη όσον αφορά τον Σωκράτη τις πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις που κάνει ο Greg. Vlastos, Σωκράτης. Ειρωνευτής και ηθικός φιλόσοφος. Μτφ. Παύλος Καλλιγάς, Εστία, Αθήνα 1993, σ. 160.
5. Ο Αριστοτέλης βέβαια δεν «έμαθε» για τον παράξενο Αθηναίο φιλόσοφο από την καρικατούρα του Σωκράτη των κωμωδιών, δεν υπάρχει αμφιβολία όμως ότι τη γνώριζε και ασφαλώς ήξερε να την αξιολογεί. Συνολική θεώρηση της έρευνας, όσον αφορά το θέμα των αριστοτελικών μαρτυριών για τον Σωκράτη, μας δίνει ο Μario Μontuori στο έργο του συλλογή εργασιών διαφόρων μελετών: Τhe Socratic Ρroblem. Τhe Ηistory – Τhe Solutions. Αmsterdam 1992, 141 κε:αναφορά στους σπουδαιότερους συγγραφείς από το τέλος του 19ου αι. Κ. Joel, (1893) έως τις μέρες μας (1990) και στις προσπάθειες που έγιναν να αποσαφηνίσουμε τις πηγές του Αριστοτέλη. Βλ. και στην ελλην. μτφ. ενός νεανικού μάλλον έργου του ίδιου συγγραφέα(1967) για τον Σωκράτη, δημοσιευμένου μάλιστα στην Αθήνα (μτφ.Θεόδ. Ιωαννίδης – Στέλλα Ανδρικίδου):Ο Σωκράτης από τον μύθο στην Ιστορία, εκδ. Κουκουλίδη, Αθήνα 1984.
6. Είμαστε βέβαιοι σήμερα ότι μέσα στην Ακαδημία ήταν «ζωντανή» η σωκρατική διδασκαλία ως θρύλος και παράδοση, άλλωστε μόνο προφορική παράδοση συνδέεται με το όνομα του Σωκράτη. Βλ. Εd. Ζeller, ο.π. ΙΙ1, σ. 94 σημ. 4. Πολλοί ερενητές θέλουν να συνδέουν το πρόβλημα των πηγών του Αριστοτέλη για τον Σωκράτη με την περίφημη «θεωρία» για τα «άγραφα δόγματα» της πλατωνικής κληρονομιάς. βλ. H. T. Kramer, Arete bei Platon und Aristoteles. Heidelberg 1959. Βλ. καιτηβιβλιοκρισίατου Gr. Vlastos, περί της προφορικής διδασκαλίας του Πλάτωνα: Gnomon 41 (1963)641- 55. (=Πλατωνικές Μελέτες, ο.π. σελ. 553).
7. Όπως είναι, βέβαια, γνωστό η σωκρατική Ηλειακή σχολή που ίδρυσε ο Φαίδων ο Ηλείος δεν έχει καμία σχέση με την Ερετρική που ίδρυσε ο Μενέδημος από την Ερέτρια, ο οποίος δεν υπήρξε μαθητής του Σωκράτη (απέχει άλλωστε χρονικά πολύ), αλλά έζησε στη σωκρατική παράδοση, Βλ. διεξοδικά Βασ. Α. Κύρκος, Ο Μενέδημος και η Ερετρική Σχολή. Ανασύσταση και μαρτυρίες. Αθήνα, εκδ. Εταιρ. Ευβ. Σπουδών, 1980, σελ. 65 κε.
8. Βλ. τη ρητή αναφορά του Αριστοτέλη στους Μεγαρικούς φιλοσόφους: Μεταφ. Θ3, 1046b 29 : εισί δε τινες… οίον οι Μεγαρικοί κ.λπ. β. Ν. Ηartmann, Der Μegarische und der aristotelische Μoglichkeitsbergriff (1937):Κleine Schriften ΙΙ. Βerlin 1957, σ. 85 κε. Επίσης βλ. Βασ. Α. Κύρκος, ΟΑριστοτελης και οι Μεγαρικοί. Γνωσιοθεωρητικές αντιθέσεις. «Φιλοσοφία» 10/21 (1980/84/σ. 354 κε.
9. Ο Gr. Vlastos (ο.π., σ. 147 σημ. 67) αναφέρει την ορθή παρατήρηση του J. Stenzel. (R.Ε 1927, στ. 882) ότι ο Αριστοτέλης «εισάγει» με διαφορετικό χρόνο του ρήματος τον ιστορικό Σωκράτη («ζητούσε», «πίστευε» κ.λπ.), από τον πλατωνικό Σωκράτη (φησί – λέει, π.χ. στα Πολιτικά [Β, 1261a6]).
10. Βλ. πάνω, Κ.C. Guthrie, Socrates. Cambridge Un. Ρr. 1971, ελλην. μτφ. Τάσος Νικολαΐδης, Ο Σωκράτης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1990, σ. 58 για την αξία της μαρτυρίας του Ξενοφώντα.
11. Εννοούμε εδώ τη γνωστή επισήμανση του Αριστοτέλη στο έργο του Περί ζώων μορίων 642a 28 κε (βλ. πιο κάτω).
12. G.W.F. Ηegel, Εinleitung in die Geschicthe der Ρhilosophie, εκδ. Joh. Ηoffmeister, 3ηεκδ. από Fr. Νikolin, Ηamburg 1959, (ανατ. 1966), σ. 148, πβ. 158 και 284 κε. Πβ. Κ. Ρopper, Τhe Οpen Society and his Εnemies, London 1977. Ελλην. μτφ. Ειρήνη Παπαδάκη, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, Αθήνα, τομ. Α’ 1980 (τομ. B’ 1982) σ. 132 κε. Ο Ηegel, όπως είναι γνωστό, είναι ο πρώτος που αποκατέστησε το όνομα των σοφιστών στην Ιστορία της Φιλοσοφίας και θεωρεί μάλιστα τους σοφιστεές ως τους φορείς αυτού του αναπροσανατολισμού της φιλοσοφικής σκέψης.
13. Εκτενή ανάλυση και σχολιασμό αυτού του κειμένου βλ. στον Ν.Κ.C. Guthrie, Greek Ρhilosophy 3, 415 κε. Σχετικάστον F.Μ. Cornford, Βefore and after Socrates, Cambridge 1979 (ανατύπ. από 1932), σ. 4 κε. καιΕ. Βarker, Greek Ρolitical Τheory. Ρlato and his Ρredecessors, London 1970 (1ηεκδ. 1918, ανατ. 1980), σ. 60 κε: Τhe Τransmission from the Ρhysicists to the Ηumanists. Βλ. επίσης Cornford, ο.π., σ. 4 κε. 14. Ο Δημόκριτος ανήκει στους Προσωκρατικούς όχι από την άποψη του χρονικού πλαισίου (αφού ήταν τριάντα χρόνια νεότερος από τον Σωκράτη!), αλλά ως προς τον τρόπο του φιλοσοφείν, του σκέπτεσθαι. Ο φιλόσοφος αυτός εξακολουθεί να σκέπτεται και να τον απασχολούν τα προβλήματα του κόσμου (του όντος) και της φύσεως. Ωστε ο όρος «προσωκρατικός» δεν αναφέρεται στους χρονικούς προσδιορισμούς όσο στον τρόπο και τον προσανατολισμό της φιλοσοφικής έρευνας (ζητήσεως).
15. Βλ. τις εμβριθείς παρατηρήσεις του Gr. Vlastos (ο.π. Σωκράτης 155): Ο Αριστοτέλης δεν λέει ότι ο Σωκράτης επινόησε την έννοια του καθόλου, αλλά πιστεύει μόνο ότι ο Σωκράτης είναι «ο πρώτος που αναζήτησε καθολικούς ορισμούς για τις αρετές», όχι ο πρώτος που όρισε η διακρίβωσε την έννοια η τη φύση του καθόλου.
16. Αυτή την έκφραση / αφορισμό του Αριστοτέλη («περί της όλης φύσεως ουθέν») πρέπει ασφαλώς να τη δούμε ως συμπλήρωμα της αποτίμησης της φιλοσοφικής προσφοράς και του φιλοσοφικού προσανατολισμού του Σωκράτη, που έκανε ο φιλόσοφος στο Περί ζώων μορίων (642a2, το δε ζητείν τα περί φύσεως έληξεν. Βλ. Vlastos, Σωκράτης 155.
17. Την προσπάθεια του Σωκράτη να ορίσει τις ηθικές έννοιες πρέπει να τη δούμε και από μια άλλη πλευρά, που δεν αναφέρει ο Αριστοτέλης, την έχει επισημάνει ωστόσο η έρευνα. Πρόκειται δηλαδή για την κρίση των ηθικών αξιών και την συνακόλουθη σύγχυση των ηθικών εννοιών, που εντοπίζουμε στις αλληλοσπαρασσόμενες ελληνικές πόλεις / κράτη στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ., όπως τόσο δραματικά την «ιστορεί» ο Θουκυδίδης στα «Κερκυραϊκά» του 3ου βιβλίου της «Ιστορίας» του (Γ 82-83). Βλ. σχετικά W.Κ.C. Guthrie, Σωκράτης 157 κε. Ιng. During, Αριστοτέλης Α, 441. Gr. Vlastos, Σωκράτης 155.
18. Την έννοια του καθόλου ορίζει ο Αριστοτέλης κυρίως στα Μετά τα Φυσικά (Ζ13, 1038b 11-12): τούτο γαρ λέγεται καθόλου ο πλείοσιν υπάρχει πέφυκε, Βλ. Vlastos, Σωκράτης 154.
19. Πλούσια είναι η βιβλιογραφία, όπως είναι γνωστό, για την πολεμική που άσκησε ο Αριστοτέλης κατά της θεωρίας των ιδεών του Πλάτωνα. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρουμε μερικές εργασίες. Αν εξαιρέσουμε τους κλασσικούς (Ζeller, Ρ. Νatorp, L. Robin, Η. Cherniss, Guthrie κ.λπ.), θα χρειασθεί να παραμείνουμε σε μερικές εργασίες, σχετικά νεότερες: Και πρώτα από όλα, βέβαια, στον Gr. Vlastos, Ρlatonic Studies (συλλογή μελετών του). Ρrinceton 1973, μτφ. στα Ελληνικά Ιορδάνης Αρζόγλου, Πλατωνικές μελέτες, Αθήνα, ΜΙΕΤ 1994, καθώς και Σωκράτης, ο.π., σ. 152-153. Α.Ε. Τaylor, Πλάτων, ο.π., σε 179 σημ. Κ. Δ. Γεωργούλης, Αριστοτέλης, 188 κε. Τερέζα Πεντζοπούλου – Βαλαλά, Προβολές στον Αριστοτέλη, σ. 25-40 (Η αριστοτελική κριτική στην πλατωνική θεωρία των ιδεών), όπου και νεότερη βιβλιογραφία. Η. Flashar, Die Κritik der platonischen Ιdeenlehre in der Εthik des Αristoteles, στοντόμο: SΥNUSΙΑ. Festschr. W. Schadewald, Ρfullingen, 1965, σ. 223-246 και Ιng. During, Αριστοτέλης, Α 441 κε. για τη γένεση της θεωρίας των ιδεων.
20. Βλ. στον Ιng. During, ο.π. Α 47:Ο Σωκράτης είχε δημιουργήσει / επινοήσει μάλλον την τεχνική μιας αποδεικτικής μεθόδου, που βασιζόταν στην ερώτηση και στην απάντηση. Βλ. R. Τon Ι 33, 183b6. Βλ. επίσης στον Ζeller, ο.π., Die Ρhilosophie der Griechen ΙΙ 1, 107.
21. Βλ. στον W.Κ.C. Guthrie, Σωκράτης 160, όπου και τεκμηρίωση από τα πλατωνικά κείμενα (Θεαίτ. 146e, Ευθύφρ. 6d κ.λπ.) και σελ. 153: Ο Σωκράτης δεν επινόησε, βέβαια, τους επαγωγικούς συλλογισμούς. ΟΑ.Ε. Τaylor μάλιστα λέει ότι το επάγεσθαι απαντάται ήδη στα αρχαιότερα ιπποκρατικα κείμενα (Πλάτων 72). Επίσης Η. Μaier, Sokrates. Sein Werk und seine geschichtliche Stellung. Τubingen, 1913 (Ανατύπ. Αalen 1964) σ. 96, σημ. 2.
22. Πρόκειται μάλλον για μια «μέθοδο» αποδεικτική κατ’ αναλογίαν η με παραδείγματα, τόσο προσφιλή στο Σωκράτη, όπως είναι γνωστό. βλ. στον Ιng. During, Αριστοτέλης Α 441:με τη βοήθεια παραδειγμάτων προσπαθούσε να αποσαφηνίσει τις έννοιες. Π.Β. στον Ξενοφώντα την ανάλογη συμπεριφορά του Σωκράτη (Απομν. ΙV 6, 1), Ζeller ο.π., ΙΙ 1, 103 σημ. 1.
23. Αρχίζοντας από τον Εd. Ζeller (Die Ρhilosophie der Griechen ΙΙ 1, 107) όλοι οι ιστορικοί της Φιλοσοφίας και οι άλλοι ερευνητές επισημαίνουν την προσφορά του Σωκράτη στη «λογική», δηλαδή τη γνωσιοθεωρητική διερεύνηση των ηθικών εννοιών με την εφαρμογή μιας στοιχειώδους επαγωγικής μεθόδου. Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει στο Σωκράτη ως τη μοναδική του προσφορά τους «επακτικούς λόγους» και τους γενικούς ορισμούς (ορίζεσθαι καθόλου Μεταφ. Μ9, 1086b3 κε). Bλ. Α. Schwegler, Die Μetaphysik des Αristoteles Β. 1-2. 1846. (ανατ. Frankfurt, Μ 1980) 2, σ. 228. Ο Α.Ε. Τaylor (ο.π. 56) πιστεύει ότι οι επαγωγικοί συλλογισμοί (=επακτικοί λόγοι) συνιστούν τη συμβολή του Σωκράτη στη Φιλοσοφία. Π.β. Η. Μaier, Sokrates 99 κε. (με εκτενή ανάλυση των όρων), καθώς και στον W.Κ.C. Guthrie, Σωκράτης 152:ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τη στοιχειώδη μορφή αυτού του συλλογισμού (του επαγωγικού, της επαγωγής) αποβλέποντας στη σωστή ζωή μάλλον, παρά στη λογική η την επιστημονική μέθοδο. Ο Αριστοτέλης, βέβαια, θα μελετήσει και θα ολοκληρώσει το μηχανισμό της επαγωγής. Π.β. στον During, Αριστοτέλης Α, 441: δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ολοκληρωμένη επαγωγή. Επίσης, στον Η. Κuhn, Sokrates 128.
24. Με την επαγωγική μέθοδο (έστω και σε στοιχειώδη μορφή) και τους γενικούς ορισμούς των εννοιών (το εστίν) ο Σωκράτης άνοιξε το δρόμο για τη γνωσιοθεωρητική θεμελίωση της ηθικής (περί τα ηθικά) και υπερέβη την εμπειρική γνώση των ηθικών εννοιών. Βλ. During, Αριστοτέλης Β 228. Schwegler, ο.π. σελ. 245. Ζeller, ΙΙ1, σελ. 102. Vlastos, Σωκράτης 158, όπου, ορθώς συνδέει τις αναφορές αυτές στα Μετά τα Φυσικά με τα Ηθ. Ευδ. 1226b 2-9:…επιστήμας γαρ ώετο είναι πάσας τας αρετάς.
25. Βλ. στον Α.Ε. Τaylor, Πλάτων 573, σημ. 8:ο Αριστοτέλης επικρίνει τον Πλάτωνα (και τους Πυθαγορείους) για τον χωρισμό των καθολικών εννοιών (=ιδεών) από τα πράγματα, και αντίθετα επαινεί τον Σωκράτη διότι ,… «ου χωριστά εποίει…», δηλ. δεν διαχώρισε τις καθολικές έννοιες από τα αισθητά πράγματα: Βλ. Vlastos, Σωκράτης 155:Ο Πλάτων έκανε ξεχωριστές οντότητες (=ιδέες) τις καθολικές ηθικές έννοιες (π.χ. το δίκαιον, το αγαθόν κ.λπ.). Π.β. Schwegler, Μetaphysik 228, και Β. Ν. Τατάκης, Σωκράτης 37 κε.
26. Έκφραση σεβασμού του Αριστοτέλη προς το δάσκαλό του τον Πλάτωνα στον πληθυντικό αριθμό: π.β. πάλι για το ίδιο θέμα, δηλ. τις ιδέες: Ηθ. Νικ. Α4, 1096a13: δια το φίλους άνδρας εισαγαγείν τα είδη, πάλι εννοεί τον Πλάτωνα!
27. Ακριβώς σ’ αυτό τον χωρισμό των καθολικών εννοιών από τα πράγματα βλέπει ο Αριστοτέλης το ασθενές σημείο της πλατωνικής θεωρίας των ιδεών, ο οποίος διαιρεί τον κόσμο σε δύο χωριστές οντότητες, δηλαδή διασπά την ενότητα του όντος (των συμβαινόντων δυσχερών περί τας ιδέας). Βλ. στον Gr. Vlastos, Σωκράτης 154:ο Σωκράτης πράγματι, δεν έχει καμία σχέση με τις πλατωνικές ιδέες (και λίγο πριν: σελ. 152). Π.β. Τaylor, ο.π. σ. 573, σημ. 8.
28. Όπως τονίσαμε ήδη στην προηγούμενη σημείωση, ο χωρισμός των εννοιών από τα πράγματα οδηγεί σε ένα είδος δυαρχίας του κόσμου, του ενός και του όντος, αυτό ακριβώς που ήθελε να διασφαλίσει ο Πλάτων με τη θεωρία των ιδεών. ΟΑριστοτελης θεωρεί προδρόμους του Πλάτωνα (η «δασκάλους» του;) ως προς αυτό το σημείο της φιλοσοφίας του τους Πυθαγορείους, που πίστευαν ότι τα όντα είναι απεικάσματα (=μιμήσεις) των αριθμών, άρα έχουμε δύο κόσμους! (βλ. Μεταφ. Α6, 987b 11). Βλ. Εd. Ζeller, Die Ρhilosophie der Griechen, ΙΙ 1, 560 κε και W.Κ.C. Guthrie, Greek Ρhilosophy. VI σ. 45 κε.
29. Καταρχήν η αποφθεγματική αυτή φράση, όπως ήδη επισήμανε ο Gr. Vlastos (Πλατωνικές μελέτες, 296, πβ. και Σωκράτης 158) δεν απαντάνται τους πλατωνικούς διαλόγους (ούτε στον Ξενοφώντα). Μια παραπλήσια έκφραση βρίσκεται στον Πλάτωνα (Πρωτ. 361b4: ει άλλο τι ην η επιστήμη η αρετή, και μία αντίστοιχη στα «Απομνημονεύματα» (Γ 9,5) του Ξενοφώντα: την δικαιοσύνην και την άλλην πάσαν αρετήν σοφίαν είναι. Και οι δύο όροι («επιστήμη» και «σοφία») δηλώνουν τη γνώση αυτή την εποχή, όπως είναι άλλωστε γνωστό. Π.β. στο ίδιο έργο του Ξενοφώντα (Δ 6,7: επιστήμη … σοφία εστίν). Τατάκης, Σωκράτης 69.
30. Περίπου τα ίδια ισχύουν και γιαυτή την αφοριστική έκφραση: Βλ. την εγγύτερη έκφραση: Πρωτ. 358 c: επί γε τα κακά ουδείς εκών έρχεται. Στον Αριστοτέλη θα συναντήσουμε την «παραλλαγή» της: Ηθ. Μεγ. Β6, 1200b26: Σωκράτης … λέγων ότι ουθείς ειδώς τα κακά ότι κακά εισίν ελοιτ’ αν. Βλ. Gr. Vlastos, Σωκράτης 237.
31. Σ’ ένα άλλο έργο του ο Αριστοτέλης (Ηθ. Ευδ. Η13, 1246b34 ), όπου επαναφέρει το θέμα για τη σωκρατική ταύτιση της αρετής με τη φρόνηση, δίνει μια γνωσιολογική η μάλλον επιστημολογική ερμηνεία αυτής της γνώμης του Σωκράτη, με την επισήμανση ότι η επιστήμη και η αρετή είναι γένος άλλο γνώσεως, ανήκουν δηλαδή σε διαφορετικά είδη γνώσης, η μία (η φρόνηση) είναι θεωρητική γνώση για την ανεύρεση της αλήθειας (Προτρ. Β46), ενώ η αρετή είναι αποτέλεσμα μιας «πρακτικής» προσπάθειας του ανθρώπου να κατακτήσει κάτι «καλό», με τον εθισμό και την επιμονή (=έξις μετά λόγου). Ολόκληρο σχεδόν το 6ο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων είναι αφιερωμένο στη θεωρητική ανάλυση της φρονήσεως.
32. Ηθ. Ευδ. Α5, 1216b 2-20.
33. Πβ. Ηθ. Νικ. Β4 1106b27: Μεσότης τις άρα εστίν η αρετή, στοχαστική (έχει ως στόχο, σκοπό) ούσα του μέσου.
34. Ηθ. Νικ. Γ8, 1116b 3-5.
35. Ενστάσεις έχει ο Αριστοτέλης και στη σωκρατική θέση ότι οι αρετές είναι έλλογες ενέργειες (λόγους τας αρετάς ώετο είναι, (μεις δε μετά λόγου, Η.Ν. Ζ 13, 1144b 28-29). Τούτο, βέβαια, επειδή θεωρούσε ότι όλες οι αρετές είναι μορφές γνώσης (επιστήμας γαρ είναι πάσας, ο.π.).
36. Ηθ. Ευδ. Α5, 1216b 17: … επιστήμας γαρ ώετ’ είναι πάσας τας αρετάς, ώσθ’ άμα συμβαίνει ειδέναί τε την δικαιοσύνην και είναι δίκαιον κ.λπ. (ώστε το να ξέρει κανείς τι είναι η δικαιοσύνη συγχρόνως συμπίπτει με το να είναι δίκαιος). Πβ. (στο ίδιο έργο) Γ1, 1230a7 και Η13, 1246b 34 κε. Κυρίως βλ. στα Ηθ. Μεγ. Α1, 1183b 15: … ότι επί των επιστημών συμβαίνει άμα ειδέναι την επιστήμην τι εστι και είναι επιστήμονα… ει γαρ ιατρικήν τις οίδε τι εστιν, και ιατρός ούτος ευθέως εστίν κ.λπ. ΟΑριστοτελης συνεχίζει και αναπτύσσει τις ίδιες σκέψεις που εξέθεσε στα Ηθικά Ευδήμεια, ότι δηλαδή αν ξέρει κάποιος τι είναι δικαιοσύνη, δεν σημαίνει ότι είναι δίκαιος κ.λπ. Βλ. Gr. Vlastos, Σωκράτης 158.
37. Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η επιμονή του Σωκράτη να θεωρεί την αρετή γνώση (=επιστήμη) διχάζει την ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή αναιρεί το «άλογο»μέρος της ψυχής μας κατά συνέπεια το συναίσθημα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πράττοντος ανθρώπου / υποκειμένου:Ηθ. Μεγ. Α1, 1182a20-23: συμβαίνει ουν αυτώ επιστήμας ποιούντι τας αρετάς αναιρείν το άλογον μέρος της ψυχής. τούτο δε ποιών αναιρε( και πάθος και ήθος. Βλ. Gr. Vlastos, Σωκράτης 157: ο Σωκράτης δεν ξέρει την τριμερή διαίρεση της ψυχής.
38. Γ7, 1113b13. Πβ. Ηθ. Μεγ. Α9, 1187a18 κε. Αλλ’ ως έοικεν, εφ ημίν το σπουδαίοις είναι και το φαύλοις. Βλ. Η. Μaier, Sokrates, ο.π. σ. 86 κε. Πβ. G. Κafka, Sokrates, Ρlaton und der sokratische Κreis. Μunchen 1921, σ. 57: και ο Σωκράτης πίστευε ότι κάθε απόφαση για τα ηθικά ενεργήματα (πράξεις) του ανθρώπου προϋποθέτει μια βουλητική ενέργεια, η οποία βέβαια ήταν το αποτέλεσμα γνώσης (εκούσια).
39. Ηθ. Νικ. Γ5, 1113b 14. Βλ. Η. Κuhn, Sokrates. Versuch uber den Ursprung der Μetaphysik. Βerlin 1984 (ανατύπ. Μunchen 1959), σ. 128: για τον Σωκράτη το ηθικό πρόβλημα δεν είναι κυρίως θέμα βουλητικό, αλλά πρωτίστως υπόθεση βαθειάς και συνειδητής γνώσης των πραγμάτων.
40. Ηθ. Νικ. Η3, 1145b 27: Ο Αριστοτέλης στο σημείο αυτό ασκεί κριτική στην άποψη του Σωκράτη που αρνούνταν την (εκούσια) ακολασία (=ακρασία): Σωκράτης μεν γαρ όλως εμάχετο προς τον λόγον ως ουκ ούσης ακρασίας (ο.π. b25-26), διότι πίστευε πως εφόσον κανείς ξέρει τι είναι ακολασία, δεν μπορεί να σέρνεται σαν ανδράποδο! (επιστήμης ενούσης κ.λπ.):ο.π. b23-25. Βλ. στον Gr. Vlastos, Σωκράτης 159.