Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Η Γένεση της Φιλοσοφίας, Θεωρία και πράξη

Αποτελεί ένα από τα πιο αξιοσημείωτα και μυστηριώδη φαινό­μενα της παγκόσμιας πνευματικής ιστορίας το γεγονός ότι γύρω στο 500 π.Χ. σε τρεις διαφορετικές και απομακρυσμένες μεταξύ τους χώρες, στην Ελλάδα, την Ινδία και την Κίνα, εμφανίζον­ται για πρώτη φορά στοχαστές ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο, τους οποίους ονομάζουμε, χρησιμοποιώντας την ελληνική λέξη, φιλοσόφους. Όλοι τους προσπαθούν με συγγενικούς τρόπους να ξεπεράσουν τα δεδομένα των αισθήσεων με την προσωπική σκέ­ψη τους και να γνωρίσουν την πραγματική ουσία του κόσμου. Έτσι δημιουργείται μια πνευματική κίνηση η οποία προχωρεί παράλληλα και στις τρεις χώρες και μετασχηματίζει ουσιαστικά τον πολιτισμό.

Ακόμη πιο αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι αυτές οι τρεις μορφές φιλοσοφίας αποκλίνουν ή μια από την άλλη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται, ενώ ταυτόχρονα ανάμε­σα στις τρεις διαφορετικές αφετηρίες υφίσταται μια συστηματική σχέση. Στην περίπτωση αυτή γίνεται καίρια η αντίθεση θεωρίας-πράξης, κυρίως στην αφετηρία που ανακάλυψαν οι Έλληνες για τη φιλοσοφία τους. Αυτή η διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Ανατολή μου φαίνεται αρκετά σημαντική και ενδιαφέρου­σα, ώστε να ασχοληθώ μαζί της σύντομα, αν και οι γνώσεις μου για την Ανατολή προέρχονται υποχρεωτικά από δεύτερο χέρι. Πάντως αυτή η έμμεση πηγή, αν επιτρέπεται να προβάλω αυτό το υποκειμενικό επιχείρημα, είναι το έργο ενός άνθρωπου που εκτιμώ εξαιρετικά και που κοντά του έγραψα τη διατριβή μου στη Γοττίγγη και έμαθα πολλά: είναι το έργο του Georg Misch. Το σημαντικό έργο του ο δρόμος προς τη φιλοσοφία, ένα φι­λοσοφικό αλφαβητάρι μας διδάσκει τα έξης: Στην αρχή της κι­νεζικής φιλοσοφίας επικρατεί το πρακτικό ενδιαφέρον: «πώς δη­λαδή θα μπορέσει κάποιος να βοηθήσει τους ανθρώπους κατά τον καλύτερο τρόπο, ώστε να ζήσουν με ομόνοια και καλή τάξη».

Στην αρχή της ινδικής φιλοσοφίας προβάλλεται ο προβληματι­σμός για το αίνιγμα της ζωής και της ψυχής στην αρχή της ελ­ληνικής γεννιέται το ερώτημα για την ουσία του κόσμου και της φύσης.

Δεν είναι εδώ η κατάλληλη στιγμή να εκθέσουμε πώς αυτές οι διαφορετικές αφετηρίες προκύπτουν από τις διαφορετικές ιστο­ρικές συνθήκες: στην Κίνα από τη φροντίδα για την τεράστια αυ­τοκρατορία, στην Ινδία από τη θρησκευτική αμφιβολία του αν­θρώπου που έχει ενδοιασμούς για την αθανασία, και στην Ελλά­δα (όπου ήταν άγνωστη στους αποφασιστικούς αιώνες της αρχα­ϊκής εποχής η ιδέα ενός ισχυρού κράτους και μιας ενιαίας θρη­σκείας) από τη γεμάτη θαυμασμό θέαση της αρμονικής φύσης. (Οι Έλληνες είχαν συναίσθηση του πλεονεκτήματος που τους πρόσφερε το εύκρατο κλίμα. Σημαντική υπήρξε επίσης και η μορφολογία της χώρας: Όποιος αναζητήσει στο χάρτη ένα μέρος του κόσμου που να παρουσιάζει την πιο πλούσια διαμόρφωση, θα σταματήσει στην Ελλάδα η ισχυρή εντύπωση που αποκομίζει ο επισκέπτης του ελληνικού τοπίου είναι πώς τα στοιχεία γη, νε­ρό, αέρας, διεισδύουν παντού και όμως διακρίνονται με σαφήνεια το ένα από το άλλο.)

Όπως και να έχει το πράγμα, γεγονός είναι πάντως ότι ούτε στην Κίνα ούτε στην 'Ινδία δεν προέκυψε ή έντονη αντίθεση ανά­μεσα στη θεωρία και την πράξη. Στην Κίνα πρόδρομοι των φι­λοσόφων υπήρξαν οι σύμβουλοι του αυτοκράτορα, και έργο των φιλοσόφων ήταν να υποδεικνύουν τον σωστό δρόμο ο δρόμος που χάραξαν οι πρόγονοι χαρακτηρίζεται ως πρότυπο για τις μέλλου­σες γενεές, και από εδώ εξελίσσεται η ιστορική και ή φιλοσοφική γραμματεία. Αναμφισβήτητα υπάρχουν και στην Κίνα σοφοί που προτιμούν να αποσυρθούν στην απραξία, άλλα σκοπός τους είναι μάλλον να ζήσουν μια ηθικά άμεμπτη ζωή παρά να αφιερωθούν σε στοχασμούς. Εναντίον αυτής της στάσης στρέφεται ο Κομ­φούκιος με βαθυστόχαστα και φοβερά λόγια: «Όποιος έχει σκο­πό να ζήσει τη δική του ζωή άμεμπτα, διαταράσσει τις μεγάλες ανθρώπινες σχέσεις». Πρόκειται για μια σκέψη που δεν θα μπο­ρούσαν να την εκφράσουν ούτε οι Έλληνες ούτε οι Ινδοί. Όταν στο βιβλίο Τάο Tε Κινγκ υπάρχει η εντολή της απραξίας, αυτό δεν οφείλεται στην αγάπη για τη γνώση άλλα στο γεγονός ότι είναι ωφελιμότερο να αφήνουμε τα πράγματα να ωριμάζουν με ηρεμία.


Να θέλεις να κυριέψεις τον κόσμο με τη δράση:

Ή πείρα μου λέει ότι κάτι τέτοιο αποτυχαίνει.
Ο κόσμος είναι ένα πράγμα πνευματικό
που δεν επιτρέπεται να το μεταχειρίζεσαι.
Όποιος δρα καταστρέφει τον κόσμο,
οποίος τον κράτα γερά τον χάνει.

Στην Ινδία πρόδρομος του φιλοσόφου είναι ο ιερέας που βυθί­ζεται στα ανεξερεύνητα βάθη του εαυτού του. Στις Ουπανισάδες διαβάζουμε: «Ο δημιουργός άνοιξε τα παράθυρα του κόσμου προς τα έξω. Γι'; αυτό βλέπουμε προς τα έξω και όχι μέσα μας. Κάθε σοφός, αντίθετα, κοιτάζει τον ίδιο του τον εαυτό, στρέφον­τας τα μάτια προς τα μέσα, γιατί επιζητεί την αθανασία». Αυτό το «εσωτερικό βλέμμα» αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό της ινδικής φιλοσοφίας.

Οι Έλληνες, αντίθετα, βλέπουν προς τα έξω, άλλα πραγμα­τικός και ουσιαστικός στόχος τους δεν είναι, όπως στους Κινέ­ζους, η κοινωνική δραστηριότητα, η σωστή συμβίωση των αν­θρώπων, αλλά η δράση και η θέαση, η πράξη και η θεωρία (γιατί θεωρία σημαίνει στην κυριολεξία «θέαση»), οι οποίες συμπλέκον­ται μεταξύ τους με έναν ιδιότυπο τρόπο.

Οι πρόδρομοι των Ελλήνων φιλοσόφων είναι οι αοιδοί. Ήδη ο Όμηρος αντιπαραθέτει προγραμματικά στη δράση τη θέαση. Οι ήρωες που ψάλλει ο ποιητής είναι δραστήριοι την ποίηση του όμως τη χρωστά στις Μούσες, οι οποίες είναι «παντού παρούσες, τα έχουν δει όλα, και επομένως τα γνωρίζουν». Αυτή η γνώση δεν είναι ενδοσκοπική, όπως στους Ινδούς, αλλά στηρίζεται στο βλέμμα που τα μάτια στρέφουν δραστήρια προς τα έξω. Αυτή η γνώση δεν είναι επίσης η γεμάτη φροντίδα κατανόηση του κό­σμου, όπως στους Κινέζους ο Έλληνας βρίσκεται σε απόσταση από το γνωστικό αντικείμενο και από ό,τι αντικρίζουν τα μάτια του και μπορεί να το περιγράψει με ακρίβεια, γιατί είναι πραγ­ματικό. Αυτό το καθαρό βλέμμα προς τον εξωτερικό κόσμο δια­κρίνει τους αρχαϊκούς Έλληνες και σε άλλες περιπτώσεις. Οι θε­οί, καθετί μεγάλο και ωραίο, είναι για τον ομηρικό άνθρωπο κά­τι «αξιοθέατο», αξιοθαύμαστο.

Φυσικά ο ποιητής της αρχαϊκής εποχής δεν έχει γίνει ακόμη θεωρητικός πάντως η τέχνη του δεν είναι αποτέλεσμα ενός διά­χυτου συναισθήματος, αλλά της ευφυΐας του. Γι'; αυτό άλλωστε ονομάζεται «σοφός». Η ελληνική λέξη «σοφός» δεν σημαίνει βέβαια ότι ο άνθρωπος διαθέτει κάποια πλατιά γνώση παρόμοια με τη γνώση που αποδίδεται στις Μούσες, αλλά ότι είναι έμπειρος στην τέχνη του. Επομένως, η σημασία της λέξης δεν περιλαμ­βάνει μόνο θεωρητικές γνώσεις, άλλα και πρακτική δεξιότητα, όπως π.χ. αναφερόμαστε σε έναν σοφό τιμονιέρη ή έναν σοφό η­νίοχο. Οι άνθρωποι δρουν μες στη ζωή ο αοιδός είναι ένας τε­χνίτης, όπως ο τιμονιέρης ή ο ηνίοχος.

Στην αρχή της ιστορίας της ελληνικής φιλοσοφίας συναντού­με τους «επτά σοφούς». Και αυτοί ήταν στην ουσία άνθρωποι με πρακτική δράση, οι περισσότεροι ασχολήθηκαν με κρατικές υπο­θέσεις ως νομοθέτες, άρχοντες ή σύμβουλοι. Η σοφία τους έγ­κειται κυρίως στο γεγονός ότι μπορούν να συμβιβάσουν αντίθε­τες πολιτικές παρατάξεις και, πράγμα που κάποτε ήταν σίγουρα καινούριο, να κλείνουν συμφωνίες. Αλλά ήδη στην εποχή τους αρχίζει να διαχωρίζεται η θεωρητική από την πρακτική σοφία. Ωστόσο οι πολιτικοί δεν ανέπτυξαν, όπως θα υπέθετε κάποιος σε αναλογία προς τους Κινέζους, μια φιλοσοφία της κοινωνικής συμβίωσης ασφαλώς υπήρχαν ρητά και σοφές προτροπές, αλλά αυτά δεν είχαν καμιά σημασία για τη φιλοσοφία. Το θεωρητικό τους ενδιαφέρον στρέφεται, αντίθετα, στην αντικειμενική πραγ­ματικότητα που είναι δυνατό να παρατηρήσουν με ακρίβεια. Ο Θαλής αναπτύσσει για πρώτη φορά μέσα από τη χωρομετρική επιστήμη των Αιγυπτίων, που υπηρετούσε καθαρά ωφελιμιστι­κούς σκοπούς, γεωμετρικούς νόμους αποδεσμεύει τη βαβυλωνια­κή αστρολογία από τους θρησκευτικούς στόχους της και τη με­ταβάλλει σε ένα σύνολο καθαρά θεωρητικών διαπιστώσεων, οι οποίες μετασχημάτισαν τις μυθικές θεωρίες για την καταγωγή του κόσμου στην πρώτη φιλοσοφική θέση ότι το νερό είναι η αρ­χή όλων των όντων. Για τον Σόλωνα, που άνηκε επίσης στους επτά σοφούς, ο Ηρόδοτος λέει ότι αφού θέσπισε νόμους για τους Αθηναίους ταξίδεψε θεωρίης ένεκεν, που σημαίνει: για να γνω­ρίσει τον κόσμο. Έτσι ο Σόλων επιδίωξε για πρώτη φορά να πραγματοποιήσει το ιδεώδες της γνώσης που αντιπροσώπευαν οι Ομηρικές Μούσες.

Από αυτή την κλίση για τη θεωρία δημιουργήθηκε η αρχαϊκή επιστήμη, από τα πρακτικά εγχειρίδια θαλασσοπλοίας προέκυ­ψαν τα πρώτα γεωγραφικά και εθνογραφικά έργα, και από αυτά και τις μυθικές γενεαλογίες δημιουργήθηκε η ιστορική επιστήμη τέλος, από την πρακτική ιατρική προήλθε η διδασκαλία των στοιχείων και ορισμένα άλλα θεωρητικά σχήματα. Αυτή η εξέλιξη από την πράξη στη θεωρία δηλώνει ότι το ενδιαφέρον δεν στρέ­φεται σε «στόχους» (δηλαδή σε κάποιο τέλος, τον μελλοντικό σκοπό προς τον οποίο κατευθύνεται μια δραστηριότητα) αλλά στις «αρχές» (δηλαδή σε παρελθοντικά γεγονότα που τουλάχι­στον πρόσφεραν τη δυνατότητα να γίνουν αντικείμενο θεωρητικής σύλληψης). Αυτό δημιούργησε δυσκολίες.

Στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα εμφανίζεται μια πρώτη αν­τιπαράθεση ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη σε μια χαμένη για μας τραγωδία του Ευριπίδη, την Αντιόπη. Από τη μεγάλη συζήτηση που διεξάγουν τα δύο αδέρφια, ο πολεμιστής Ζήθος και ο τραγουδιστής Αμφίων, μας έχουν παραδοθεί αποσπάσμα­τα που μας επιτρέπουν να αναγνωρίσουμε με ποια επιχειρήματα υπερασπίζεται ο καθένας τον δικό του τρόπο ζωής. Πρόκειται για επιχειρήματα που προβάλλονται ακόμη και σήμερα, παρόλο που ο Ευριπίδης στην τραγωδία του δεν έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει έναν φιλόσοφο ή έναν επιστήμονα-ερευνητή ως εκ­πρόσωπο του θεωρητικού βίου πρέπει να μείνει πιστός στις μορ­φές του μύθου, και στην περίπτωση αυτή μόνο έναν ποιητή μπο­ρεί να παρουσιάσει. Ο Ζήθος μιλά όπως θα μιλούσε ακόμη και σήμερα ένας σοβαρός και ανήσυχος πατέρας, όταν ο γιος του πα­ρουσιάζει ύποπτες κλίσεις προς την τέχνη ή την επιστήμη. Μια τέτοια άχρηστη εκθηλυμμένη ζωή δεν έχει καμία αξία μες στη σκληρή πραγματικότητα οδηγεί σε αδράνεια και αταξία και δεν συμβάλλει στη δημιουργία μιας καλά θεμελιωμένης οικογένειας και, πολύ λιγότερο, ενός κράτους. Παρόμοιες κατηγορίες διατυ­πώνει συγχρόνως και ή κωμωδία γι'; αυτούς που εμπιστεύονται τους σοφιστές.

Ο Αμφίων αντεπιτίθεται με ένα διπλό επιχείρημα: ο μουσι­κός βίος είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο χρήσιμος και κά­νει τον άνθρωπο πολύ πιο ευτυχισμένο. Η μεγαλύτερη ωφέλεια έγκειται στο γεγονός ότι η λογική προσφέρει περισσότερες υπη­ρεσίες από ό,τι μια ισχυρή πυγμή, γιατί ωφελεί την οικογένεια και το κράτος ουσιαστικότερα ακόμη και στον πόλεμο αξίζει περισσότερο από την απλή μυϊκή δύναμη. Εδώ γίνεται ιδιαίτερα φανερό ότι ο Αμφίων δεν υπερασπίζεται μόνο την ποίηση και τη μουσική, αλλά την πνευματική συμπεριφορά στο σύνολο της. Η μεγαλύτερη ευτυχία πάντως συνίσταται στο γεγονός ότι η πνευ­ματική δραστηριότητα είναι απαλλαγμένη από τις ταραχές και τους κινδύνους της πολιτικής πάλης, και μπορεί να γευθεί μονι­μότερες και υψηλότερες απολαύσεις, επειδή περιορίζεται σε μια ασφαλή και μετρημένη ζωή.

Ο Πλάτων στον Γοργία του αναφέρεται σ'; αυτή τη συζήτηση ανάμεσα στον Ζήθο και τον Αμφίωνα - μας διασώζει μάλιστα ορισμένα παραθέματα από τη συζήτηση αυτή. Εδώ η αντίθεση απόκτα ένα νέο βάθος και για πρώτη φορά μια αφυπνιστική δύ­ναμη. Για τον Πλάτωνα αύτη η αντίθεση οδηγεί στις ρίζες της δικής του ζωής. Ως γόνος εκλεκτής οικογένειας ήταν αυτονόητο ότι έπρεπε να λάβει μέρος στην πολιτική ζωή της Αθήνας. Αλλά όταν ανδρώθηκε βρέθηκε, έπειτα από τα φοβερά χρόνια του πελοποννησιακού πολέμου, μπρος σε τέτοια αποτροπιαστική πο­λιτική κατάσταση, ώστε αποσύρθηκε αηδιασμένος από τον πολι­τικό στίβο, ιδιαίτερα γιατί ο Σωκράτης τον δίδαξε να έχει αυ­στηρά κριτήρια για τη σοβαρή δράση και την έντιμη σκέψη.

Στον Γοργία τα επιχειρήματα του Ζήθου τα υποστηρίζει ένας νεαρός ευπατρίδης από την Αττική. Αναγνωρίζει ότι οι νέοι της κοινωνικής τάξης του πρέπει να έχουν θεωρητική και φιλοσοφική κατάρτιση, την προσδοκά μάλιστα ως στοιχείο της παιδείας τους άλλα όποιος ανδρώνεται πρέπει να δράσει και να αποκτήσει δύ­ναμη. Το δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρότερου - έχοντας ως αφετηρία τέτοιες διδασκαλίες ο Nietzsche διαμόρφωσε τις αν­τιλήψεις του για τον υπεράνθρωπο. Η πολιτική ζωή της Αθή­νας, έτσι πιστεύει ο Πλάτων εδώ, επιτρέπει μόνο τη διάζευξη: ή να αδικείς ή να αδικείσαι. Αργότερα διατυπώνει την άποψη αύ­τη στην αυτοβιογραφία του (στην εβδόμη επιστολή) ως εξής: Όταν ο λόγος δεν τελεσφορεί και αυτός που εμμένει στο δίκαιο εί­ναι εκτεθειμένος στη θανατική ποινή, πρέπει να διατηρήσει την ψυχραιμία του και «να ευχηθεί κάθε καλό για τον εαυτό του και την πόλη». Ο Πλάτων αρνήθηκε κάθε βίαιη ανατροπή που συ­νοδεύεται από λουτρο αίματος.

Ακριβώς επειδή οι άνθρωποι δρουν ακολουθώντας ατελείς ή ακόμη και ευτελείς αρχές και δεν είναι εύκολο να τους πείσεις να πράττουν το δίκαιο και το πρέπον, για το λόγο αυτόν ο Πλά­των αναγκάστηκε να στρέψει τις σκέψεις του προς αυτό που εί­ναι αναμφισβήτητα σίγουρο και είναι δυνατό να γίνει αντικείμε­νο ακριβόλογης και σταθερής γνώσης. Τότε ανακαλύπτει το βα­σίλειο του αληθινού και καθαρού όντος, του θείου, στη γεμάτη θαυμασμό θέαση του οποίου βρίσκεται, κατά τη γνώμη του, ή υψηλή ευτυχία για τον άνθρωπο. Εδώ διαπιστώνουμε την επι­βίωση χαρακτηριστικών της ομηρικής θρησκείας. Ο Πλάτων ί­δρυσε την Ακαδημία, για να ζήσει εκεί αφιερωμένος απόλυτα στη θεωρία μαζί με τους μαθητές του. Αν υπάρχουν στον ευρω­παϊκό κόσμο θεσμοί που αποσκοπούν στην καλλιέργεια της ανε­πηρέαστης και της καθαρής σκέψης, οφείλουν την ύπαρξη τους στην πλατωνική Ακαδημία. Βέβαια, όταν ο Πλάτων επαινεί ε­πανειλημμένα τη θεωρητική ζωή σε σύγκριση με την πρακτική, στο βάθος κάνει μια υποχώρηση. Όπως είναι γνωστό, δεν απέ­κλεισε εντελώς την πράξη, όταν πίστεψε ότι μπορεί να μεταβά­λει τη θεωρία του σε πραγματικότητα. Όταν του φάνηκε ότι στη Σικελία ένας νεαρός άρχοντας θα κυβερνούσε σύμφωνα με τις ιδέες του, με βαριά καρδιά εγκατέλειψε την ευτυχία του κα­θαρά θεωρητικού βίου. Περιττεύει να υπενθυμίσουμε ότι τελι­κά ή απογοήτευση του ήταν πικρότατη.

Στην ιδανική πολιτεία του, όπου θέλει να δείξει πώς πρέπει να είναι η ζωή στην πραγματικότητα, προσφέρει στους φιλοσόφους το βασιλικό αξίωμα η πιο θεωρητική και η πιο πρακτική μορφή πρέπει να συνδυάζεται σε ένα πρόσωπο. Ωστόσο γνωρίζει ότι πρέπει να εξαναγκάσει τους φιλοσόφους να ασχοληθούν με τις υ­ποθέσεις του κράτους εκούσια δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν ποτέ τη σκέψη και την έρευνα, χάρη στην οποία ζουν στα νησιά των μακάρων. Ο Πλάτων δεν χάρισε στους φιλοσόφους - βασιλιάδες τη θεωρητική ζωή που ο ίδιος έζησε στην Ακαδημία. Στην Πολιτεία αιτιολογεί τη διαδικασία που επέλεξε με τη σκέψη ότι το κράτος εκπαιδεύει τους φιλοσόφους, και αυτοί είναι υποχρεω­μένοι με τη σειρά τους να πληρώσουν τα δίδακτρα υπηρετώντας το κράτος. Ο Πλάτων τονίζει με έμφαση ότι στα άλλα κράτη, δηλαδή σε ολόκληρο τον τότε ελληνικό κόσμο, όπου ζούσαν φι­λόσοφοι, κανείς δεν μπορεί να τους υποχρεώσει σε κάτι τέτοιο, γιατί δεν οφείλουν τίποτε στο κράτος. Αυτό το πρώτο κρατικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα επρόκειτο να γίνει πολύ επίκαιρο, όταν στον ευρωπαϊκό κόσμο το ίδιο το κράτος μετά από πολλούς αι­ώνες πήρε στα χέρια του την εκπαίδευση. Ο Πλάτων δεν χρεια­ζόταν να αφιερώσει σκέψεις στο θέμα αυτό, γιατί στην ιδανική πολιτεία, όπου κυβερνούσαν οι φιλόσοφοι, αποκλειόταν να δημι­ουργηθεί σύγκρουση ανάμεσα στην κρατική εξουσία και τη θεω­ρητική ερευνά.

Το γεγονός ότι ο Πλάτων απαιτούσε από τους φιλοσόφους της πολιτείας του να εγκαταλείψουν το αγαθό της ερευνάς μαρτυρεί ότι στη δική του ευτυχία που απολάμβανε στην Ακαδημία υπήρ­χε μια σταγόνα πικρού συμβιβασμού. Την περήφανη αγαλλίαση με την οποία ο Πλάτων επανειλημμένα αναφέρεται στην ευτυχία της γνώσης, την εκφράζουν ήδη οι αρχαιότεροι φιλόσοφοι και ε­ρευνητές, οι οποίοι με αυτοπεποίθηση διαχωρίζουν τη θέση τους από το πλήθος. Ο Πλάτων όμως κατέστησε για πρώτη φορά πραγματοποιήσιμη δυνατότητα τον θεωρητικό βίο ως προσωπι­κή μορφή ζωής χάρη σ'; ένα ίδρυμα που υπηρετούσε αυτόν το σκο­πό, την Ακαδημία, και για πρώτη φορά επίσης έκανε το κράτος και το σύνολο της πρακτικής ζωής αντικείμενο της θεωρητικής σκέψης. Ωστόσο ως αριστοκράτης είχε συνείδηση ότι ο πραγμα­τικός προορισμός του ήταν να γίνει πολιτικός που αναλαμβάνει προσωπικά τις διάφορες κρατικές υποθέσεις. Δεν πιέζει όμως τον εαυτό του, γιατί έχει καιρό και μπορεί να περιμένει με αριστο­κρατική άνεση. Γι'; αυτό και περιγράφει τον άρχοντα στον Γορ­γία (όσο μοιραία και αν στάθηκε η εμπειρία του) όχι χωρίς κα­τανόηση, θα λέγαμε μάλιστα με κάποια συμπάθεια. Ο Πλάτων δημιούργησε στην Ακαδημία μια κοινωνία που μπόρεσε να ανα­πτύξει μια δεσμευτική ταξική συνείδηση η οποία ήταν ανεξάρ­τητη από καταγωγή ή περιουσία και βασιζόταν μόνο στα πνευ­ματικά χαρίσματα. Εδώ βρήκε ένας κύκλος αξιόλογων ανθρώπων την ευκαιρία να επιδοθεί σε αυτό που θεωρούσε σημαντικό, χωρίς να πιέζεται από ευτελείς πρακτικές σκοπιμότητες.

Αυτή η ακαδημαϊκή περηφάνια άσκησε μακρόχρονη επίδραση, αν και σύντομα φάνηκαν οι κίνδυνοι της. Στον Πλάτωνα η θεω­ρία τρέφεται, θα λέγαμε, από το αίμα των πρακτικών ενδιαφε­ρόντων. Όχι μόνο το μεγαλείο του άνθρωπου, άλλα και καθετί αντικειμενικά σημαντικό στηρίζεται στη γνήσια ένταση ανάμεσα στην πρακτική και τη θεωρητική στάση. Ωστόσο, ήταν φυσικό ότι ή θεωρία θα υπογραμμιζόταν στη σχολή του Πλάτωνα κα­ταρχήν με μεγαλύτερη έμφαση. Ήδη στον Αριστοτέλη, οπότε η εξειδίκευση γίνεται υποχρεωτικά μεγαλύτερη, ο δεσμός ανάμε­σα στη θεωρία και την πράξη ατονεί ακόμη περισσότερο. Ο παν­τογνώστης επιστήμονας και ερευνητής ενδιαφέρεται κυρίως για τη συνταγματική ιστορία και τη συστηματική κατάταξη των κρατικών θεσμών. Ως δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου έρ­χεται σε επαφή με την υψηλή πολιτική, αλλά η επίδραση του πά­νω της είναι προφανώς μικρή. Ίσως γι'; αυτό επισκοπεί τον κόσμο σε όλο του το πλάτος με μεγαλύτερη άνεση. Στην περιπατη­τική σχολή όμως διακόπτεται η σχέση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη. Ο Θεόφραστος, ο πιο σημαντικός μαθητής του Αρι­στοτέλη, υποστηρίζει με αποφασιστικότητα, όπως ο δάσκαλος του, την προτεραιότητα της θεωρίας, ενώ ο Δικαίαρχος αναγνω­ρίζει την προτεραιότητα του πρακτικού βίου.

Από τότε η φιλοσοφία πήρε περισσότερο «πρακτικό χαρακτή­ρα»: δεν υπηρετούσε ούτε τη δική της συντήρηση ούτε το συμ­φέρον των επιμέρους επιστημών, οι όποιες πάντως επέζησαν χά­ρη σε ορισμένες διαμάχες ανάμεσα στους οπαδούς της θεωρίας και τους υποστηρικτές της πράξης. Ήδη ανάμεσα στους μαθη­τές του Σωκράτη είχε επικρατήσει μια πρακτική κατεύθυνση.

Τον Σωκράτη επικαλούνταν ιδιόρρυθμοι φιλόσοφοι όπως ο Διογένης, ο όποιος πρέσβευε ότι ο άνθρωπος δεν έχει καμιά α­νάγκη. Έλεγαν ότι από τον φτωχικό του πίθο κήρυξε μια συγκε­κριμένη πρακτική διδασκαλία, την οποία και διέδιδαν. Στην πε­ρίπτωση αυτή απαιτούνταν ελάχιστη θεωρητική κατάρτιση.

Τα μεγάλα συστήματα της ελληνιστικής φιλοσοφίας στρέφον­ται συνειδητά σε πρακτικούς σκοπούς. Πρόθεση τους είναι να προσφέρουν στον άνθρωπο ένα σταθερό στήριγμα στην κοινωνία και τον κόσμο. Η θεωρία περιορίζεται σε σκέψεις που καθορί­ζουν τη σχέση του άνθρωπου με το περιβάλλον του (π.χ. γνωσιοθεωρητικοί στοχασμοί για τη σχέση σκέψης και αίσθησης ή ο­ρατού και αοράτου κτλ,)· επειδή όμως δεν χρησιμοποιούν την πα­ρατήρηση ή το πείραμα σύντομα σχηματοποιούνται.

Τόσο στους επικούρειους όσο και στους στωικούς, για να ανα­φέρουμε τις δύο πιο σημαντικές σχολές, αυτό το πρακτικό ενδια­φέρον οδηγεί σε ηθικό δογματισμό. Η επίδραση των διδασκα­λιών τους μπορεί να ασκείται ως τις μέρες μας, γιατί πρόσφεραν ένα στήριγμα στους ανθρώπους που αρνήθηκαν την παλιά πίστη άλλα ή επιστήμη μάλλον δεινοπάθησε εξαιτίας τους, γιατί ασχο­λούνται με τα ερωτήματα για το «αγαθό», την «αληθινή ευτυ­χία», τη «σωτηρία της ψυχής», και δεν επιδιώκουν την κατανό­ηση του υποδεέστερου υλικού κόσμου.

Ότι ο Επίκουρος αντιμετωπίζει τη θεωρία για να καλύψει τα νώτα της πράξης αρκεί ίσως να το δείξει ή πρόταση (Αποφθέγ­ματα 12=Διογένης ό Λαέρτιος 10, 143): «Είναι αδύνατο να α­παλλαγεί ο άνθρωπος από το φόβο που τον κυριεύει όταν ρωτά για εσχατολογικά ζητήματα, αν δεν έχει γνώση της φύσης του σύμπαντος χωρίς αύτη τη γνώση υποχρεώνεται να υποψιάζεται ότι οι πληροφορίες των μύθων για τους θεούς ίσως περικλείουν κάποια αλήθεια. Επομένως, χωρίς γνώση της φύσης δεν μπο­ρούμε να απολαύσουμε καμιά απολύτως χαρά». Όποιος αναθέτει στη φυσική επιστήμη να ερευνήσει και την τελευταία γωνιά του κόσμου, για να διαπιστώσει μήπως ακόμη κρύβεται κάπου μια θεότητα που εμπνέει τρόμο, έχει εύκολα μια κατάλληλη θεωρία στη διάθεση του, χωρίς να χρειάζεται να διεξαγάγει μακροχρό­νιες έρευνες. Ο πρακτικός σκοπός που υπέδειξε ο Επίκουρος ή­ταν, όπως μαρτυρεί ο αφορισμός αυτός, η σιωπηλή ικανοποίηση και η εξασφαλισμένη χαρά. Τη γνήσια ενεργητική ζωή την αντι­μετωπίζει με μεγαλύτερο σκεπτικισμό από ό,τι την επιστημονι­κή προσπάθεια. Εξύμνησε την ειρηνική και αποτραβηγμένη ζωή η φιλία του εμπνέει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από την κοινότητα μέσα στο κράτος. Περισσότερο αποφασιστικά υποστηρίζουν οι στωικοί την άποψη ότι ο σοφός πρέπει να δραστηριοποιηθεί. Για αυτό π.χ. ο Χρύσιππος (3, 702 Arnim) είναι πολύ αυστηρός με τους επιστήμονες: «Όποιος πιστεύει ότι αρμόζει εξ ορισμού στους φιλοσόφους η ζωή του επιστήμονα, μου φαίνεται ότι σφάλ­λει, γιατί νομίζει ότι αυτό πρέπει να συμβαίνει για ευχαρίστηση τους ή για κάτι παραπλήσιο και ότι θα περάσουν κάπως έτσι ο­λόκληρη τη ζωή τους αυτό σημαίνει, αν το εξετάσουμε καλύτε­ρα, ότι θα περάσουν μια ηδονική ζωή. Αυτή την άποψη δεν πρέ­πει να την αφήσουμε αδιευκρίνιστη· πολλοί, βέβαια, την εκφρά­ζουν με σαφήνεια, αρκετοί όμως όχι και τόσο ξεκάθαρα». Η επί­θεση αφορά φυσικά στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και άλλους, και στρέφεται εναντίον του επάθλου της ευτυχισμένης ζωής του ερευνητή. Αλλά η αντίληψη αυτή καταπνίγει στη γένεση της τη γνήσια επιστημονική προσπάθεια για χάρη μιας ηθικής ακαμ­ψίας, ενώ για τη φύση δεν γίνεται καθόλου λόγος. Πραγματικά, οι στωικοί κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να οδηγή­σουν τους ανθρώπους σε μια πολιτισμένη και λογική συμβίωση. Οι αντιλήψεις μας για το φυσικό δίκαιο, για τα δικαιώματα του ανθρώπου, την ανθρώπινη αξία και ελευθερία ανάγονται κατευ­θείαν στους στωικούς. Αλλά η συμβολή τους στην επιστήμη, αν εξαιρέσουμε τον μεγάλο Ποσειδώνιο, ήταν ασήμαντη.

Αυτά τα λίγα παραδείγματα - η προσαγωγή περισσοτέρων θα μπορούσε να ενισχύσει την άποψη αυτή - δείχνουν ότι η ένταση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη είναι γόνιμη για τη σκέψη.

Η επικράτηση της θεωρίας προωθεί τις ειδικές επιστήμες, απει­λεί όμως να τις αποκόψει από τα ζωντανά συμφραζόμενα τους. Αντίθετα, ο υπερτονισμός της πράξης οδηγεί εύκολα σε ένα δογ­ματισμό που σχηματοποιεί την ελευθερία και το δυναμισμό της έρευνας.

Σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα υπάρχει η αντίθεση ανά­μεσα στη vita contemplativa και τη vita activa, τη θεωρητική και την πρακτική ζωή, κυρίως ως αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική στάση, που εκφράζει ο στοχασμός και η φροντίδα για το πνεύμα, και στην κοσμική στάση, όπου επικρατούν τα πρακτικά ενδιαφέροντα. Τον οπαδό της θεωρητικής ζωής και τον οπαδό της πρακτικής ζωής τους ενδιαφέρουν διαφορετικά πράγ­ματα: τον πρώτο τα επουράνια, τον δεύτερο τα επίγεια. Αυτή η αντίθεση γίνεται γόνιμη πάλι στην Αναγέννηση, και έτσι δημι­ουργείται ξανά μια ζωντανή επιστήμη.

Όταν το πνεύμα στράφηκε πάλι σε εγκόσμια ζητήματα οι ε­ρευνητές συνάντησαν ξανά τις αρχαίες θεωρίες, οι οποίες αντιπαρατίθενται στις εξ αποκαλύψεως αλήθειες της χριστιανικής πί­στης. Οι θεωρίες αυτές, όπως αρχικά σήμαινε και το όνομά τους, στηρίζονταν στη θέαση του πραγματικού κόσμου, επομένως ήταν δυνατό να ελεγχθούν εμπειρικά. Γι'; αυτό, οπότε έρχονταν σε αν­τίθεση με τις ισχύουσες αντιλήψεις, προκαλούσαν αυτό τον έλεγ­χο. Πραγματικά, η ερώτηση που έθετε κάποιος στις αρχαίες επι­στημονικές απόψεις και έμμεσα στις νεότερες ήταν: είναι δυνατό να αποδειχτούν; Η ερώτηση αυτή προώθησε σημαντικά τη σύγ­χρονη επιστήμη. Στις φυσικές επιστήμες εισάγεται το πείραμα (το μέσο δηλαδή για τον έλεγχο της φύσης), που είχε αναπτυχθεί ελάχιστα στην αρχαιότητα. Στις θεωρητικές επιστήμες συναν­τούμε την προτροπή redeamiis ad fontes (πίσω στις πηγές!) και αργότερα την ιστορική κριτική, και έτσι αναπτύσσεται όλο και περισσότερο ο έλεγχος των δεδομένων. Με αυτό τον τρόπο μέσα σε έναν ξένο κόσμο νέες μέθοδοι και αποδείξεις προσδίδουν πάλι κύρος σε ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής σκέψης - μόνο ο αδιάπτωτος παροξυσμός για έλεγχο δεν αρμόζει ολότελα στην ελληνική σκέψη. Έτσι, θεωρία και πράξη - οι όποιες στον Με­σαίωνα παρά τις όποιες διαμάχες προχώρησαν παράλληλα - σχε­τίζονται εκ νέου με μια δυναμική ένταση, γιατί αντικείμενο πα­ρατήρησης ήταν πάλι ο ίδιος ο κόσμος, μέσα στον οποίο δρούσε ο ενεργητικός άνθρωπος.

Η Γέννηση της Φιλοσοφίας από τον Μύθο στο Λόγο

Μύθος στη γλώσσα μας σημαίνει μια μη πραγματική ή αλληγορική διήγηση. Αυτή η διήγηση χαρακτηρίζεται από μια παντελή έλλειψη ελέγχου των παραστάσε­ων με την πραγματικότητα. Οι έννοιες που βρίσκονται στη βάση των μυθικών παραστάσεων δεν επαληθεύονται με την εμπειρία και δεν κατανοούνται.

Μυθικές παραστάσεις υπάρχουν, από τότε που υπάρχουν άνθρωποι. Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς χρονικά την εποχή που χαρακτηρίζεται μυθική. Οι πρώτες γραπτές μυθικές παραστάσεις, που έχουν διασωθεί, ανάγονται στον 'Ομη­ρο και τον Ησίοδο. Αυτοί δίδαξαν για την καταγωγή των θεών (θεογονίες) και τη γέ­νεση του κόσμου (κοσμογονίες), για τη ζωή και τους ανθρώπους. Σύμφωνα με τη μυθολογία, που περιέχεται στα έπη του Ομήρου (στο 800 π.Χ.) Ιλιάδα και Οδύσ­σεια, οι αιτίες για όλο το γίγνεσθαι βρί­σκονται στις θεότητες της θάλασσας Ωκε­ανό και Τηθύ, όπως και στο νερό. Και η ιστορία είναι, σύμφωνα με την παρουσίαση του Ομήρου, προϊόν της θεϊκής θέλη­σης. Όχι μόνο ένας θεός, αλλά ένας μεγά­λος αριθμός από θεούς λαμβάνει μέρος στην ιστορία. Η Μοίρα σημαίνει μυστικές δυνάμεις, που ενεργούν παρασκηνιακά. Όμως η τελευταία πρόθεση της Μοίρας δεν εξιχνιάζεται στον Όμηρο. Παραμένει κρυμμένη στο σκοτάδι.

Έτσι για τον Αγαμέμνονα ο Δίας και η Μοίρα είναι υπεύθυνοι για τη βίαιη συ­μπεριφορά του προς τον Αχιλλέα. Οι θεοί του Ομήρου είναι αδιάφοροι σε θέματα ηθικής. Η ίδια η Αθηνά, που αποτρέπει τον Αχιλλέα από το θανάσιμο χτύπημα, προωθεί με τον ετοιμοθάνατο 'Εκτορα ένα ύπουλο παιχνίδι παραπλάνησης. Ακόμη και οι θεοί συμπεριφέρονται άδικα. Οι πράξεις του ανθρώπου, μολονότι εξαρτώ­νται από τους θεούς και τη Μοίρα, καθορίζονται και από σύνεση και σκέψη. Η λέ­ξη «Λόγος» εμφανίζεται σε δυο θέσεις αλλά με το νόημα λέξη, ομιλία. Ο ομηρι­κός κόσμος των θεών είναι μια ποιοτικά αριστοκρατική συλλογή από το πάνθεον του πιστεύω του λαού, όπως μαρτυρούν οι ύμνοι στους παλαιούς θεούς.

Ανάλογα επικρατεί μια ευγενής-αρι­στοκρατική τάξη στην κοινωνία των θεών. Το δίκαιο βρίσκεται πάντοτε με το μέρος του πιο δυνατού. Η δικαιοσύνη βρί­σκεται σε στενή σχέση με την ευσέβεια που σημαίνει την προσπάθεια να αρέσεις στους θεούς.

Ο συνδυασμός της αρετής με βία είναι χαρακτηριστικό για την Ιλιάδα, όπως ο συνδυασμός της σκέψης με λογική για την Οδύσσεια. Ικανοί άνδρες μπορούν να κερ­δίσουν μια πλούσια γυναίκα. Αρετή γενι­κά σημαίνει αξιοσύνη.

Στην κοσμογονία του Ησιόδου γίνεται πρώτα το χάος, μετά η Γη και το σκοτάδι. Σε όλη τη διαδικασία ο «Έρως» παίζει ένα σημαντικό ρόλο .

Η παρουσίαση των θεών στον Ησίοδο είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη του Ομήρου. Ενώ στον Όμηρο, δυνάμεις όπως Μοίρα και Άτη έχουν μεγαλύτερη βαρύ­τητα από τους θεούς του Ολύμπου, στον Ησίοδο παρουσιάζονται οι θεοί ως κοσμι­κές και ηθικές δuνάμεις, των οποίων δημι­ούργημα είναι και ο ίδιος ο άνθρωπος, ο οποίος και αισθάνεται σαν δούλος τους. Στα ζώα επικρατεί η βία. Στους αν­θρώπους πρέπει να επικρατεί το δίκαιο. Τους βιασμούς μπορούν οι άνθρωποι να αποφύγουν μόνο με την εργασία.

Η αντίληψη της ζωής στον Ησίοδο δεν είναι καθόλου αισιόδοξη. Η δημιουργία του θηλυκού εκλαμβάνεται ως τιμωρία του Δία στους ανθρώπους πιθανόν για την κλοπή της φωτιάς από τον Προμηθέα. Έτσι ήρθε η δυστυχία στη γη.

Η έννοια της σοφίας έχει στον Όμηρο και τον Ησίοδο την ίδια σημασία. Σοφία είναι η ικανότητα σε μια τέχνη.

Kάτι παρόμοιο με το ησιόδειο χάος συ­ναντά κανείς στην κοσμογονία του Ορφέα. Ο Ορφέας ήταν ο ιερέας του θεού της Θράκης Διόνυσου. Ίδιο με το ησιόδειο Χάος είναι εδώ η Νύχτα. Μετά παρουσιά­ζονται η Γη και ο Ουρανός. Εδώ συναντά­ται επίσης η έννοια Χρόνος, για την αλλα­γή της Μέρας σε Νύχτα.

Οι μυθικές αντιλήψεις των Ορφικών εί­ναι δογματικές. Η δογματική τους όμως είναι κάτι το ιδιαίτερο είναι ένα σπάνιο ανακάτεμα απο άσκηση και μυστικισμό. Η ψυχή ήλθε από έναν άλλον κόσμο. Δέ­θηκε σε αυτή τη γη για τιμωρία, για μια παλιά ενοχή. Έxει φυλακιστεί στο σώμα και πρέπει με αυτό να κάνει ακόμη ένα ταξίδι μέχρι να απολυτρωθεί στην τρυφή. Στην κοσμογονία των Ορφικών η δι­καιοσύνη κάθεται δίπλα στο θρόνο του Δία και κοιτάζει όλες τις ανθρώπινες πρά­ξεις.

Ο Ισοκράτης κατηγορεί τον Όμηρο, τον Ησίοδο και τους Ορφικούς, ότι μίλησαν έτσι για τους θεούς τους, όπως δεν είχε κανένας ποτέ το θάρρος να μιλήσει για τους εχθρούς του. Έχουμε συνηθίσει να τοποθετούμε το τέλος της μυθικής εποχής στην εμφάνιση των πρώτων φιλοσόφων, δηλ. στο έτος 600 π.Χ. Ένα μέρος της μυ­θικής εποχής συμπίπτει με την κάθοδο των Δωριέων. Οι Δωριείς εγκατέλειψαν το έτος 1200 π.Χ. την περιοχή της Δαλματίας και μπήκαν στην Ελλάδα, στην περιοχή της Πελοποννήσου, από εδώ στην Κρήτη, στη νοτιοδυτική παραλία της Μικράς Ασίας, στη Νότια Ιταλία και στη Σικελία.

Η βάση τους όμως ήταν η Σπάρτη . Οι Δω­ριείς διέφεραν από τους άλλους 'Ελληνες για τον απλό τρόπο ζωής, την αυστηρότη­τα, την εργατικότητα και την πειθαρχία. Αυτό είχε μεγάλη επιρροή στους Σπαρ­τιάτες οι οποίοι συνεταιρίστηκαν σε μια μεγάλη στρατιωτική συμμαχία. Πολλοί από τους παλιούς κατοίκους αναγκάστη­καν κάτω από την πίεση να φύγουν ή να ασχοληθούν με τη γεωργία και την κτηνο­τροφία. Η κάθοδος των Δωριέων συνεχίστηκε με μια κίνηση, που ονομάζεται ελληνικός αποικισμός. Οι 'Ελληνες έμαθαν το αλφάβητο και την τέχνη της γρα­φής, με τα μέτρα, τα σταθμά και τα νο­μίσματα άρχισαν την τέχνη της αριθμητι­κής και της μετρήσεως και με την ακτοπλοΐα έγινε και η αστρονομία τελειότερη.

Οι Ίωνες, οι οποίοι μαζί με τους Αχαι­ούς ανήκουν στους παλαιότερους Έλληνες αποίκους, αποίκησαν κυρίως τα νησιά και το μέσο της δυτικής ακτής της Μικράς Ασίας. Στις Κυκλάδες επιβλήθηκαν με σκληρούς αγώνες και κέρδισαν στη συνέ­χεια τη Χίο και τη Σάμο και την πίσω εσωτερική ακτή. Ήταν πράγματι μια ανο­μοιογενής κοινωνία, η οποία στα 1000 π.Χ. επιχείρησε το ταξίδι της μεγάλης πε­ριπέτειας.

Τους Αιολείς αποτελούσαν όλες εκτός από τις δωρικές και τις ιωνικές φυλές των Ελλήνων. Αυτοί εγκαταστάθηκαν στα βό­ρεια νησιά του Αιγαίου Πελάγους και στη βορειοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας.

Η αρχή του αποικισμού συνέπεσε με την εποχή της αριστοκρατίας. Η κύρια εποχή του ήταν ανάμεσα στο 750-540 π.Χ. Αν κα­νείς συγκρίνει την αρχική κατάσταση με το αποτέλεσμα, συγκαταλέγεται στις μεγα­λύτερες επιτυχίες της ελληνικής ιστορίας. Ως αιτίες του αποικισμού θεωρείται η συ­νύπαρξη διαφορετικών παραγόντων, όπως το πρόβλημα του υπερπληθυσμού, το εμπορικό ενδιαφέρον κ.ά., οι οποίες ενι­σχύθηκαν από την κυκλοφορία του χρήμα­τος, από την αναγκαία πολιτική μετανά­στευση και από την αποτολμημένη επιθυ­μία για περιπέτεια, εξαιτίας των επιτυχιών και των εμπειριών.

Θεμελιωτής κάθε καινούργιας αποικίας ήταν ο «οικιστής». Αυτός έπρεπε να πά­ρει μαζί του στην καινούργια πόλη τον πολιτισμό, το ημερολόγιο και τη νομοθεσία της παλιάς του πατρίδας. Παρ' όλα αυτά η πολιτική επιρροή της μητρόπολης παρέμενε περιορισμένη. Ο οικιστής δεν ηταν αρχηγός ενός κόμματος, μιας κοινω­νικής ή θρησκευτικής ομάδας της πόλης του, αλλά ένα είδος μεγαλοεπιχειρηματία, ο οποίος ήξερε να χρησιμοποιεί τις ναυτι­κές γνώσεις και τα πλοία της πόλης του. «Από αυτή τη συγχώνευση των λαών», όπως γράφει ο Er. Bayer, «αναπτύχθηκαν οι πόλεις Μίλητος, Κολοφών, στις οποίες αρχικά ξεδιπλώθηκε η ιδιαιτερότητα του ελληνισμού, και με ισχυρότερους ανατολι­κούς συγκερασμούς η Έφεσος και η πόλη της νήσου Σάμου. Την ιδιομορφία τους ως Έλληνες δεν μπόρεσαν να τη συνειδητο­ποιήσουν στην αρχή. Αυτό συνέβηκε αργότερα από τις ομοιότητες, τις οποίες επέτυχε η εκπαίδευση, δηλ. μια κοινή διά­λεκτο και έναν κοινό τρόπο ζωής».

Με τις αποικίες είχαν οι Έλληνες τη δυ­νατότητα μιας ζωντανής επικοινωνίας με­ταξύ τους και με τους γείτονες τους. Έτσι αναπτύχθηκαν σε συσχετισμό με την αυξα­νόμενη ευημερία οι βάσεις μιας παιδείας, που «αυτή καθ' έαυτήν» και σε σχέση με την ιστορική επιρροή της είναι μοναδική.

Σε μερικές από αυτές τις αποικίες αντικαταστάθηκαν οι παλιές αριστοκρατίες με τυραννίες, σε άλλες παραμερίστηκαν από δημοκρατικές διευθετήσεις. Ακριβώς στις ιωνικές, στις ιταλικές-σικε­λικές πόλεις και στην Αθήνα αναπτύχθηκε στην πιο ελεύθερη μορφή της η αστική ζωή.

Στην εποχή του μύθου ίσχυαν παντού συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις. Αυτές αντιστοιχούσαν στις μυθικές παραστά­σεις, καθώς επίσης στις παραστάσεις σύμ­φωνα με τις οποίες ο ίδιος ο Δίας ήταν μονάρχης και δικτάτορας, και συχνά με τη θέλησή του μπορούσε ν' αλλάξει την τάξη του κόσμου, όπως π.χ. να εξαφανίσει τον ήλιο την ημέρα και να φέρει τη νύχτα. Την πτώση των βασιλέων και των τυ­ράννων ακολούθησαν ή ήπιες αριστοκρα­τικές νομοθεσίες ή ορισμένες νομοθεσίες από το «δήμο» (κοινωνία της πόλης), οι οποίες μπορούν να νοηθούν ως τα πρώτα στάδια της δημοκρατίας. Έτσι έγιναν αλλαγές, οι οποίες είχαν πολιτικό, κοινω­νικό, θρησκευτικό και όχι απλώς διανοητι­κό χαρακτήρα κι σήμαιναν μιαν απομάκρυνση από την κλειστή, παραδοσιακή κοινωνία. Η ανάπτυξη της πόλης-κράτους από παλαιότερες αριστοκρατικές δομές σε συσχετισμό με την επικοινωνία με ξέ­νους λαούς και την ανάπτυξη του νομισματικού συστήματος άλλαξε την ησιόδεια αντίληψη για την κοινωνία και οι πα­λιές θεϊκές και ηρωικές παραστάσεις ξε­περάστηκαν και έγιναν αοιάφορες. Η λατρεία των θεών της μυθικής εποχής είχε περάσει. Γενικά έγινε φανερό, ότι η τυ­ραννία δεν ήταν ο κατάλληλος τρόπος διακυβέρνησης για τους Έλληνες.

Μέχρι την εποχή της γεωργικής ζωής οι άνθρωποι προσωποποίησαν τη φύση και την θεοποίησαν. Η σκέψη τους βρισκόταν ακόμη σε λήθαργο. Ο σχηματισμός της πόλης-κράτους και η τεχνική ανάπτυξη βοήθησαν, στην απελευθέρωση της ανθρώπινης σκέψης. Στη ζωή της πόλης ζούσαν οι άνθρωποι ο ένας δίπλα στον άλλο. Δεν ήταν απομονωμένοι. Συζητούσαν, αντάλ­λαζαν γνώμες και ασκούσαν κριτική σε αυτές. Έτσι δημιουργήθηκαν οι κατάλλη­λες προϋποθέσεις για τη γέννηση της φι­λοσοφίας.

Μια άλλη αιτία γι' αυτό ήταν, ότι μετά τη μεγάλη μετακίνηση των λαών (το έτος 1200 π.Χ.) πέρασαν πολλοί αιώνες με ει­ρήνη, αν εξαιρέσει κανείς τους περσικούς πολέμους (546-479 π.Χ.). Και στην εσω­τερική πολιτική παρέμειναν οι Έλληνες ει­ρηνικά, με εξαίρεση τους Σπαρτιάτες στη Μεσσηνία. Οι άλλες πόλεις είχαν λύσει, με τον αποικισμό, τα προβλήματα του υπερ­πληθυσμού και της οικονομίας.

Εκτός από τους Ορφικούς ο πατριαρχι­κός τύπος κοινωνίας είχε διαλυθεί. Τα ιερατεία και η παλιά θρησκευτική παράδοση αντικαταστάθηκαν από δύο μαντεία, στους Δελφούς και στη Δωδώνη. Αυτό οδήγησε στο να εγκαταλειφθεί η ιε­ρατική γραφή. Τώρα υπάρχει μόνο ένα είδος γραφής. Επίσης η επιστημονική σκέψη δεν ήταν πια υπόθεση του ιερατείου. Παρ'; όλα αυτά επικρατούσαν στην Ασία ακόμη μοναρχικοί τύποι διακυβέρνησης. Στην Ελλάδα, αντίθετα, υπήρχε, με λίγες εξαιρέσεις, δημοκρατία μόνο για τους ελεύθερους πολίτες και όχι για τους σκλάβους. Αλλά αυτή ήταν ο πιο προχω­ρημένος δημοκρατικός τρόπος διακυβέρ­νησης, ο οποίος υπήρχε τότε σε ολόκληρο τον παλιό κόσμο.

Αυτές οι κοινονωνικοπολιτικές αλλαγές μαζί με τις τεχνολογικές αναπτύξεις, τη δυνατότητα της επικοινωνίας με άλλους πολιτισμούς, την περιέργεια, την ανάγκη για νέους προσανατολισμούς και πληρο­φόρηση, ήταν οι προϋποθέσεις για την ελεύθερη σκέψη και τη γέννηση της φιλο­σοφίας. Η απεριόριστη και σήμερα ακόμη ανεξήγητη δημιουργικότητα της ατομικής ανθρώπινης σκέψης, που σημαίνει της ανοιχτής στον κόσμο κριτικής σκέψης του ενεργητικού και δραστήριου ανθρώπου, μπορεί να είναι η αιτία για τον ερχομό της φιλοσοφίας. Το ελληνικό κοινωνικό περι­βάλλον την έκανε ανεκτική και την προώ­θησε. Έτσι η μυθολογική σκέψη των Eλλήνων αντικαταστάθηκε βήμα προς βήμα με την ορθολογική. Ο Μύθος, που ήταν συνδεμένος με τη θρησκεία και τους υπερφυσικούς τρόπους επίδρασης, στέκε­ται αντιμέτωπος στο Λόγο, που προσπα­θεί να εξηγήσει τις φυσικές αιτίες των πραγμάτων με σωστή ακολουθία αιτιολο­γικής σκέψης.

Στις κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες κάθε εποχής ανάλογη είναι η παιδεία. Στην Oμηρική Iλιάδα ο Αχιλλέας, μαθαίνει από τον παιδαγωγό του Φοίνικα, την τέ­χνη του ιππικού αγώνα, της ομιλίας και των αγώνων. Στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος μαθαίνει την πολεμική αλλά επίσης την κοιινωνική τέχνη του Μέντορα .

Στην Οδύσσεια διαφαίνεται ένας υψη­λός κοινωνικός πολιτισμός. Ο κόσμος των βασιλέων Φαιάκων είναι μια αυλή με όλες τις λεπτομέρειες της ετικέτας και της ιε­ραρχίας.

Το ουσιώδες της πόλης της Σπάρτης ήταν αυτό μιας πόλης-κράτους, η οποία εκπαίδευε τους νέους της γι' αυτή. Οι νέ­οι δεν γίνονταν πια αξιαγάπητοι νικητές με τους αγώνες, αλλά στρατιώτες. Ζού­σαν πάντα με το άγχος της τιμωρίας. Η μoυσική ήταν στρατιωτική. Η παιδευτική μέθοδος ήταν αυτή του ηρωικού προτύ­που. Η σπαρτιατική αγωγή ήταν αδιά­σπαστα δεμένη με την πολιτική ζωή της πόλης. Οι Σπαρτιάτες έπρεπε οπωσδήπο­τε να υπακούουν στους νόμους, διαφορε­τικά διέτρεχαν τον κίνδυνο να χάσουν τα πολιτικά τους δικαιώματα.

Στην Aθήνα οι προϋποθέσεις για μια δημοκρατική παιδεία ήταν ευνοϊκότερες. Εδώ άνθισε η φιλοσοφία μέσα από τη ζωή της μικρής πόλης-κράτους. Σε παλαιότε­ρες εποχές ήταν οι Αθηναίοι πολεμιστές, όμως επηρεάστηκαν από τις ιδέες της ιω­νικής φιλοσοφίας και έμαθαν να βλέπουν την πόλη και τον κόσμο, τον κόσμο και τον άνθρωπο ως μια «κοινωνία δικαίου». Δίπλα στη γυμναστική αγωγή (στο γυ­μνάσιο και στην παλαίστρα) ήταν και η μουσική αγωγή (με τους δασκάλους της μουσικής) σημαντική. Τα τραγούδια δεν εξυμνούν τον ηρωισμό, αλλά τη δικαιοσύ­νη. Στην κλασική εποχή έγιναν τα πρώτα σχολεία για διάβασμα, γράψιμο και λογα­ριασμούς. Ιδιαίτερη προώθηση απολάμβανε η ελληνική «παιδεία». Όροι όπως: παιδεία για παιδιά, παιδεία για αγόρια, μόρφωση για αγόρια, σήμαιναν γενικότε­ρα για τους Έλληνες τη σύμφωνη με τη φύση και αρμoνική προώθηση των σωμα­τικών και πνευματικών δυνάμεων παι­δεία, με σκοπό να διαθέσει στην πόλη και την κοινωνία τέλεια μορφωμένους και ικανούς πολίτες (καλοί καγαθοί). Ο «καλός καγαθός» κατείχε την αρετή, της οποίας τα κύρια στοιχεία ήταν η ανδρεία, η δικαιοσύνη και ιδιαίτερα η σωφροσύνη. Από τη γενική παρουσίαση συμπεραί­νεται, ότι η ανάπτυξη της σκέψης από το Μύθο στο Λόγο είναι στενά δεμένη με τις κoινωνικooικoνoμικές αλλαγές. Η οικονο­μική ευημερία, που προέκυψε από τον απoικισμό και το εμπόριο είχε ως επακόλουθο την αλλαγή του τρόπου διακυβέρ­νησης. Όταν όμως οι κοινωνίες έγιναν δη­μοκρατικότερες, άρχισε να αναπτύσσεται ένας ορθολογικός τρόπος παρατήρησης και εξήγησης του κόσμου και των ανθρώ­πων, ο οποίος από την πλευρά του επηρέ­ασε πολύ την παραπέρα ανάπτυξη και την παιδεία. Αυτό γίνεται αντιληπτό πά­νω απ' όλα στην αθηναϊκή δημοκρατία του ονομαζόμενου «χρυσού αιώνα».

· Από τις κοσμογονίες στην κοσμολογία

            Αν υπάρχει μια φιλοσοφία που βλέπει τον κόσμο ως πρόβλημά της κεντρικό και σχεδόν αποκλειστικό, είναι η αρχαία Ελληνική φιλοσοφία στην πρώτη περίοδο της ιστορίας της, πριν από το Σωκράτη. Ο φιλόσοφος της κλασσικής Αθήνας θεωρείται όριο, γιατί, όπως σημειώνει ο Αριστοτέλης "πw Σωκρqτους τοζτο μεν ηPξuθη (τy Aρwσασθαι τuν οPσwαν), τy δs ζητεΦν τq περw φ{σεως ληξε". Η φυσική πραγματικότητα γίνεται για τον Έλληνα των αρχαϊκών κυρίως χρόνων το πρώτο ερέθισμα που βάζει σε κίνηση το πνεύμα του και το οδηγεί στη γέννηση της φιλοσοφίας. Έτσι μπορούμε να πούμε από την αρχή ότι στην ιστορία του Ευρωπαϊκού ανθρώπου η συνειδητοποίηση του κοσμολογικού προβλήματος και η γέννηση της φιλοσοφίας συμπίπτουν. Η Ελληνική κοσμολογία που εγκαινιάζεται με την έννοια του «νερού» και ολοκληρώνεται με την έννοια του «ατόμου», σημαδεύεται από μια σειρά σταθμούς, που διαμορφώνουν συστήματα και σχολές στο χώρο του προβληματισμού της. Ο πρώτος από αυτούς τους σταθμούς είναι η σχολή της Μιλήτου, που διατύπωσε την υλοζωϊστική ερμηνεία του κόσμου.

Λέγοντας ότι η προσωκρατική φιλοσοφία έχει τον κόσμο ως πρόβλημά της κεντρικό και σχεδόν αποκλειστικό, δεν παραθεωρούμε το γεγονός ότι οι εκπρόσωποί της έχουν απόψεις και για τον άνθρωπο, την κοινωνία, το κράτος, τη γνώση και την πράξη. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να εξηγήσουμε ότι οι απόψεις αυτές αποτελούν προεκτάσεις της φυσικής φιλοσοφίας τους. Ο άνθρωπος και η συμπεριφορά του εδώ εξετάζονται ως άμεσα εξαρτήματα του φυσικού κόσμου. Δεν έχουν γίνει ακόμα αντικείμενα ειδικών κλάδων του επιστητού.

Με την απλή δήλωση ότι οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι προσπάθησαν πρώτοι να εξηγήσουν τη σύσταση του κόσμου ασφαλώς δεν γίνεται φανερό σε όλες του τις διαστάσεις το μέγεθος του εγχειρήματος. Όταν αυτοί οι στοχαστές ξεκινούν, ο δρόμος της επιστήμης δεν έχει ακόμα χαραχθεί, και πρέπει να τον ανοίξουν οι ίδιοι. Στην εποχή τους το μόνο δεδομένο είναι η διάχυτη απορία μπροστά στην ποικιλία των φυσικών φαινομένων, στην αδιάκοπη γένεση και φθορά, σε όλα όσα συμβαίνουν στη στεριά και στη θάλασσα, στον ουρανό ψηλά και μέσα στη ζωή των ζώων και των φυτών, απορία που έχει πηγή της την εφηβική ορμή για γνώση του αρχαίου Έλληνα. Αλλά το παραστατικό υλικό είναι φτωχό, τα όργανα λείπουν και η κριτική για το κύρος της γνώσης είναι ανύπαρκτη. Έτσι οι πρωτοπόροι της κοσμολογίας πρέπει μαζί με τη θεωρία να οικοδομήσουν τη γλώσσα της φιλοσοφίας, την ορολογία της επιστήμης και τον κριτικό λόγο. Η συνέχεια του Ελληνικού και του Ευρωπαϊκού πνεύματος έδειξε την επιτυχία αυτών των στοχαστών. Σήμερα όλοι ξέρουμε ότι οι βάσεις της φιλοσοφίας και της επιστήμης βρίσκονται στην προσωκρατική σκέψη και ότι από αυτήν διατυπώθηκαν οι κυριώτερες έννοιες όλων των κλάδων του επιστητού. Ειδικά για το πρόβλημά μας πρέπει να θυμηθούμε ότι οι αυτονόητες πια έννοιες κόσμος, φύση, άπειρο, χώρος, χρόνος, άτομο, κενό, ύλη, δύναμη, μέγεθος, κίνηση, αριθμός, συνεχές, μέρος, όλο, φθορά, ένωση, διάλυση και ένα πλήθος άλλες έννοιες της φυσικής πέρασαν στη γλώσσα της επιστήμης και καθιερώθηκαν, αφού τις εισηγήθηκαν οι Προσωκρατικοί.

Η κοσμολογία είναι ανάστημα της κοινωνίας του 6ου π.Χ. αιώνα. Τότε ο Έλληνας έχει αφήσει πίσω του τη γνωστή μας από την επική ποίηση παιδική ψυχολογία του, η συνείδησή του ευρύνεται και βαθαίνει, αιτήματα προσωπικά τον κατακλύζουν και τον χαρακτηρίζει πιο κριτική στάση απέναντι στη ζωή. Το ωρίμασμα αρχίζει όταν η ζωή στην Ελλάδα με τους αποικισμούς, τη ναυτιλία και το εμπόριο παίρνει μορφή αστική. Τότε στα λιμάνια της Μεσογείου διασταυρώνονται τα αγαθά της γης και οι ιδέες των ανθρώπων. Με τούτα οι Έλληνες πλουτίζουν τα σπίτια τους, μ'; εκείνες το μυαλό τους. Η ζωή προάγεται και εκλεπτύνεται. Οι δρόμοι της θάλασσας δείχνουν ακόμα στους φτωχούς πολίτες τον τρόπο να υψώσουν ανάστημα μπροστά στους κληρονομικούς κυρίους της γης τους. Έτσι σχηματίζεται μια ισχυρή μεσαία τάξη, που μπορεί ν'; αμφισβητεί στους ευγενείς το αποκλειστικό δικαίωμα στην εξουσία. Οι τελευταίες δεκαετίες του 7ου αιώνα και ολόκληρος ο 6ος χαρακτηρίζονται από σκληρούς πολιτικούς αγώνες και μεταπολιτεύσεις. Σ'; αυτή την περίοδο οι πιο πολλές και οι πιο σημαντικές Ελληνικές πόλεις περνούν από τη βασιλεία στη δημοκρατία, άλλες άμεσα, όπου οι λαϊκότερες τάξεις κατορθώνουν να επιβάλλουν ανόθευτη τη βούλησή τους, και άλλες έμμεσα, όπου ισχυρά πρόσωπα, οι τύραννοι, τις χειραγωγούν έναν καιρό, κρατώντας για προσωπική τους ωφέλεια τα προνόμια που αφαιρούν απ'; τους κληρονομικούς άρχοντες. Οπωσδήποτε όμως το φεουδαρχικό σύστημα παραχωρεί βαθμιαία τη θέση του στο κράτος του δικαίου. Το δίκαιο γίνεται ο νέος ανθρώπινος δεσμός. Η νέα μορφή του κράτους αφήνει στον πολίτη ολοένα πιο πλατιά περιθώρια ελευθερίας και ολοένα πιο πολλές δυνατότητες για συμμετοχή στα κοινά. Ακόμα και η θρησκεία την εποχή αυτή μπαίνει σε κάποιο κριτικό στάδιο. Τη δυναμωμένη συναισθηματική ζωή του Έλληνα δεν την ικανοποιούν πια οι παλιές ιεροτελεστίες, και γίνεται αισθητή η ανάγκη για πιο προσωπική σχέση με το Θεό. Την απομάκρυνση του Ελληνικού πνεύματος από το μυθικό κόσμο και τη στροφή του στο «εγώ», το «εδώ» και το «τώρα» την παρακολουθούμε κυρίως από τα κείμενα των λυρικών ποιητών, που εκφράζουν μια βαθμίδα πνευματικής ζωής μεταγενέστερη από τη επική ποίηση και προγενέστερη από την προσωκρατική φιλοσοφία. Στη λυρική ποίηση συναντούμε τα πρώτα προσωπικά ερωτήματα για τον κόσμο, το Θεό, τον άνθρωπο, την ψυχή, τη ζωή, τη γνώση και την πράξη, δηλαδή αυτά που οδηγούν στη φιλοσοφία.

Τελευταία στον κόσμο της έρευνας σημειώνεται ιδιαίτερος ζήλος στην προσπάθεια να εξηγηθεί η γέννηση της Ελληνικής κοσμολογίας μέσα από τον παραστατικό κύκλο των κοσμογονικών μύθων του Ελληνικού και του εξωελληνικού χώρου. Έτσι αναζητούν σ'; αυτούς τους μύθους τα σπέρματα των προβλημάτων και τα στοιχεία της μεθόδου της προσωκρατικής φιλοσοφίας. Η τάση αυτή δικαιώνεται βέβαια από την ανάγκη να αξιολογήσουμε το υπόστρωμα της φιλοσοφίας, να γνωρίσουμε την αφετηρία της, αλλά δεν ερμηνεύει καθεαυτό το φαινόμενο της μετάβασης από το μύθο στο λόγο. Εκείνο που συχνά παραθεωρείται από τους νεότερους ερευνητές είναι το γεγονός ότι οι ομοιότητες των Ελληνικών κοσμολογικών θεωριών με τις κοσμογονικές δοξασίες, ντόπιες και ξένες, είναι στην επιφάνεια, όχι στο βάθος : Οι δοξασίες έχουν να κάνουν με παραστάσεις, ενώ οι θεωρίες λειτουργούν με έννοιες, οι πρώτες αποτελούν μυθικές επινοήσεις, ενώ οι δεύτερες συνθέτουν λογικές εξηγήσεις. Αν το στοιχείο του μύθου μόνο ήταν ικανό να γεννήσει την επιστημονική σκέψη, θα έπρεπε όλοι οι λαοί του αρχαίου κόσμου, αφού είχαν μύθους, να φτάσουν και στη φιλοσοφία. Όμως είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι λαοί πριν από τους Έλληνες Δε μπόρεσαν να οδηγηθούν ποτέ σε αφαιρέσεις, γενικεύσεις και ανακαλύψεις φυσικών και ιστορικών νόμων. Έμεινα σε επιδόσεις πάνω σε ορισμένους πρακτικούς τομείς του επιστητού, μετρήσεις αθροίσεις και γενικά εμπειρικές γνώσεις. Οι Έλληνες πήραν βέβαια από τους λαούς της Μέσης Ανατολής και μυθολογικό υλικό και πρακτικές γνώσεις, άγνωστο όμως σε ποιο βαθμό, αφού Δε μπορούμε να υπολογίσουμε τι ανήκε άμεσα στον αιγαίο πολιτισμό. Σημασία πάντως έχει το γεγονός ότι τα στοιχεία, που πήραν οι Έλληνες από τους άλλους λαούς, τα επεξεργάστηκαν με το δικό τους πνεύμα, που βασικά γνωρίσματά του είναι η σαφήνεια και η οξυδέρκεια. Από αυτή τη διεργασία προέκυψε ο ορθός λόγος, που εκδηλώνεται ως αφαίρεση και θεώρηση του όλου, ως τάση για γενίκευση, ως μεταμόρφωση της εικόνας σε έννοια και ως η διατύπωση νόμων. Θα λέγαμε μαζί με το W. Guthrie ότι αν ο Έλληνας της αρχαϊκής περιόδου κατατριβόταν με μετρήσεις και παρατηρήσεις πάνω σε μεμονωμένα θέματα, όπως τότε ο ανατολίτης και όπως σήμερα ο ειδικός επιστήμων, η φιλοσοφία δε θα γεννιόταν ποτέ. Δεν ξέρει κανείς αν η σαφήνεια των γραμμών, η πλαστικότητα των σχημάτων, η διαφάνεια, η καθαρότητα και η εποπτικότητα, που είναι γνωρίσματα του Ελληνικού χώρου, δεν έγιναν με τον καιρό γνωρίσματα και του νου των κατοίκων του και δεν του έδωσαν την ευχέρεια σε κάποια στιγμή της ιστορίας του να αναστήσει από τις νεφελογεννημένες μυθικές μορφές τις πλαστικές έννοιες και από τις προσωποποιημένες φυσικές δυνάμεις τους τετράγωνους νόμους του πνεύματος.

Η ιστορική στιγμή που συντελέστηκε η γέννηση του ορθού λόγου είναι ο 6ος αιώνας π.Χ. Προηγήθηκε μακρόχρονη εξελικτική διαδικασία, που τα σημάδια της είναι φανερά και μέσα στην ίδια τη μυθολογία των Ελλήνων. Πολύ πριν εκδηλωθεί η επιστημονική σκέψη τους, οι Έλληνες βαθμιαία φορτίζουν με λόγο τους μύθους, που παίρνουν από τους άλλους λαούς, και με τη σαφήνεια και τη οξυδέρκεια του νου τους προσδίδουν σ'; αυτούς πλαστικότητα, άγνωστη στην εξωελληνική μορφή τους. Οι ιστορικοί όροι της διεργασίας που οδηγεί τους Έλληνες στην επιστήμη είναι μέσα στην ελευθερία, που γεννήθηκε στις ανθηρές πόλεις των αρχαϊκών χρόνων. Η σκέψη μέσα σ'; αυτές λειτουργεί χωρίς τους φραγμούς του δόγματος και η γνώση δεν φυλακίζεται πίσω από τα αδιαπέραστα τείχη ενός ιερατείου, αλλά προσφέρεται στο λαό ως θεία δωρεά και ανοίγει τη λεωφόρο της εθνικής του παιδείας. Η τάση για διαφωτισμό είναι περισσότερο αισθητή ακριβώς στους Έλληνες κοσμολόγους. Αυτοί αποτολμούν γενικότερα τόσο αμείλικτη κριτική του βασισμένου στο μύθο γνωσιακού, λατρευτικού, κοινωνικού και πολιτικού κατεστημένου της εποχής τους, ώστε ορισμένοι τουλάχιστο από αυτούς αντιμετώπισαν δυσμένειες και διώξεις. Στα κείμενά τους η απόσταση από το μύθο παρουσιάζεται συντελεσμένη και έχει αρχίσει ήδη η αντιμαχία επιστήμης και μύθου, που θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του Ευρωπαϊκού πολιτισμού ως αντίθεση της φαντασίας και της λογικής.

Αναμφίβολα η Ελληνική αντίληψη περί ανθρώπου και κόσμου προοδευτικά «εκκοσμικεύτηκε» ή «λαϊκοποιήθηκε» και το σύμπαν των Θεών εξαφανίστηκε σιγά - σιγά μπροστά στις πράξεις των ανθρώπων. Ενώ στους χρόνους που συμβατικά ονομάζουμε ομηρικούς η αφήγηση οργανώνεται γύρω από θεϊκά πρόσωπα, καθώς τα ίδια τα ανθρώπινα πρόσωπα έχουν καταντήσει ουσίες σε καθεστώς ημιεξάρτησης, στην κλασική εποχή - τον 5ο αιώνα π.Χ. - , ο άνθρωπος, ως πολίτης - πολεμιστής, που πάει και μάχεται, εμφανίζεται ως παράγοντας που επωμίζεται τη μοίρα του. Αυτή την εποχή τα πολιτισμικά είδη αλλάζουν νόημα και ύφος : η τραγωδία, από θεμελιακά θρησκευτική, γίνεται πολιτική τελετουργία‡ η κωμωδία περνάει από το παιχνίδι για το γέλιο στην πολιτική κριτική‡ άλλα είδη ενισχύονται, όπως η ιστορική γεωγραφία : τις θρυλικές περιγραφές και τις μυθικές γενεαλογίες διαδέχονται τοπία και ήθη που περιγράφονται και αναλύονται επακριβώς, τα γεγονότα καταγράφονται λεπτομερειακά‡ άλλα είδη γεννιούνται, όπως η ιατρική, που στο εξής επικαλείται περισσότερο την έρευνα των αιτιών της ασθένειας παρά τις αμφίβολες πηγές της μαντικής‡ ή όπως η «φυσική» που λίγο - λίγο μετατοπίζεται από τις μαγικές θεωρίες στη μελέτη των φαινόμενων σχέσεων‡ ή όπως η τέχνη του λόγου, που δεν είναι στο εξής κλήρος των ευγενών οικογενειών, αλλά γίνεται το μέσο που κάθε πολίτης διαθέτει, τυπικά τουλάχιστον, για να διακηρύξει τις γνώμες και τα ενδιαφέροντά του‡ ή όπως η «φιλοσοφία», που παύει να είναι μια επηρμένη και μυστηριώδης διακήρυξη για να διεκδικήσει, μέσα στο συντονισμένο παιχνίδι των ερωτήσεων και των απαντήσεων, το δικαίωμα της να καθορίσει, σε όλα τα πεδία, την υπέρτατη δικαιοδοσία.

ΞΕΡΕΤΕ ΓΙΑΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΟΙΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΕΙΔΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ;

Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό είδος του πλανήτη. Και ξέρετε γιατί; Γιατί διαθέτει νόηση ικανή να ερμηνεύει την πραγματικότητα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι η πραγματικότητα τον τρομοκρατεί, δεν του κάθεται όπως θα ήθελε. Και τότε προτιμά να αντικαθιστά την πραγματικότητα με μια πλασματική ψευδαίσθηση τέτοια που να καλύπτει τους φόβους του. Πλάθει έναν μύθο που όχι μόνο παραδείτε σε αυτόν αλλά πολεμά και για αυτόν μη τυχόν και κάποιος του τον εξανεμίσει και έρθει πάλι κατάματα πρόσωπο με πρόσωπο με τις φοβίες του.

Αυτό το τραγικό είδος ακόμα δεν έμαθε να αντικρίζει αυτό που είναι και ΦΟΒΑΤΑΙ. Δυο, είναι οι ποιο τρομεροί του φόβοι, ο ΘΑΝΑΤΟΣ και η ΜΟΝΑΞΙΑ.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ τον τρομάζει γιατί δεν μπορεί να αποδεχθεί την ιδέα ότι η νόησή του κάποτε θα σβήσει όπως σβήνει και η φωτιά όταν αναλώσει την καύσιμη ύλη της. Δεν μπορεί να αποδεχθεί την πραγματικότητα της μελλοντικής ανυπαρξίας του και έτσι την αντικαθιστά με πλασματικές ψευδαισθήσεις περί της τάχα αθάνατης ψυχής που είτε πηγαίνει σε έναν άλλο κόσμο ή τιμωρίας ή ανταπόδοσης είτε γεννιέται ξανά σε ένα νέο σώμα, ξανά και ξανά και ξανά . . .

Η ΜΟΝΑΞΙΑ τον τρομάζει ως προς το ότι είναι το μοναδικό είδος του πλανήτη, με τούτο το είδος της νόησης και ότι δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα να βρει κανένα άλλο είδος με λίγο ανώτερη νόηση από τη δική του ικανό να του προσφέρει συμβουλές, βοήθεια και ασφάλεια. Η πραγματικότητα τον κάνει να νιώθει ανασφαλής (σαν μικρό παιδί χωρίς γονείς για να στηριχτεί σε αυτούς) και έτσι την αντικαθιστά με πλασματικές ψευδαισθήσεις περί της ύπαρξης και παρουσίας άλλων ΕΝΣΥΝΕΙΔΗΤΩΝ, ενός ή περισσότερων ανώτερων όντων, ικανών να αντιλαμβάνονται την δική του παρουσία, τις πράξεις του και τις επιθυμίες του, να τον κρίνουν και να διαφεντεύουν την ζωή του.

Τραγικέ Δύστυχε Άνθρωπε. . .

Ο υπαρξισμός του ουμανισμού

Δεν υπάρχει κανένα άλλο σύμπαν εκτός από το ανθρώπινο σύμπαν, το σύμπαν της ανθρώπινης υποκειμενικότητας. Αυτή η σχέση της υπερβατικότητας ως συστατικού στοιχείου του ανθρώπου (όχι με την έννοια της υπερβατικότητας του θεού, αλλά με την έννοια της υπέρβασης εαυτού) με την υποκειμενικότητα (με την έννοια ότι ο άνθρωπος δεν είναι απομονωμένος στον εαυτό του, αλλά για πάντα παρών μέσα σε ένα ανθρώπινο σύμπαν) – είναι αυτό που ονομάζουμε υπαρξιακός ουμανισμός. Είναι ουμανισμός, γιατί υπενθυμίζουμε στον άνθρωπο ότι δεν υπάρχει κανένας νομοθέτης εκτός από τον ίδιο, και ότι ο ίδιος, καθώς είναι ‘εγκαταλελειμένος’, πρέπει να αποφασίσει για τον εαυτό του. Επίσης, επειδή δείχνουμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να συνειδητοποιήσει πλήρως τον εαυτό του ως άνθρωπο όχι εναντιονώμενος στον εαυτό του, αλλά αναζητώντας, πέρα από τον εαυτό του, έναν σκοπό ο οποίος δεν είναι άλλος από τη λύτρωση ή κάποια άλλη πραγμάτωση.

Είναι εμφανές από τους παραπάνω στοχασμούς ότι τίποτα δεν είναι πιο άδικο από τις αντιρρήσεις που ορισμένοι προβάλλουν εναντίον μας. Ο υπαρξισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια προσπάθεια να βγουν πλήρη συμπεράσματα μέσα από μια συνεπώς άθεϊστική αντίληψη. Ο υπαρξισμός δεν έχει σκοπό να ρίξει τον άνθρωπο σε απόγνωση. Και αν με τον όρο ‘απόγνωση’ εννοούμε αυτό που εννοούν οι χριστιανοί -δηλαδή οποιαδήποτε στάση έλλειψης πίστης, η απόγνωση που νιώθουν οι υπαρξιστές είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Ο υπαρξισμός δεν ασπάζεται την αθεϊα σαν αυτοσκοπό, εξαντλούμενος σε αποδείξεις της ανυπαρξίας του Θεού. Αντιθέτως, δηλώνει ότι και να υπήρχε θεός δεν θα άλλαζε τίποτα στην αντίληψη μας. Όχι ότι πιστεύουμε ότι υπάρχει θεός, αλλά θεωρούμε ότι το αληθινό πρόβλημα δεν είναι αυτό της ύπαρξης του θεού. Αυτό που χρειάζεται ο άνθρωπος είναι να βρει ξανά τον εαυτό του και να καταλάβει ότι τίποτα δεν πρόκειται να τον σώσει από τον εαυτό του – ούτε καν μια τεκμηριωμένη απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Υπό αυτήν την έννοια, ο υπαρξισμός είναι αισιόδοξος. Είναι μια ιδεολογία δράσης, και μόνο μέσω της αυταπάτης, συγκρίνοντας τη δική τους απόγνωση με τη δική μας, μπορούν οι χριστιανοί να μας χαρακτηρίσουν ως απαισιόδοξους.

Ομοιότητες Τολτέκων – Γνωστικών

«Τα ανθρώπινα όντα είναι σε ένα ταξίδι αφύπνισης, το οποίο έχει προς στιγμή παρεμποδιστεί από ξένες δυνάμεις»

«Υπάρχει ένα αρπακτικό που έρχεται από τα βάθη του κόσμου και πήρε στα χέρια του τον έλεγχο της ζωής μας. Το ανθρώπινο είδος είναι ο φυλακισμένος του. Αυτό το αρπακτικό είναι ο Κύριός μας και ο Άρχοντάς μας. Μας έχει κάνει υπάκουους και αβοήθητους. Αν θελήσουμε να διαμαρτυρηθούμε, τότε καταπιέζει τις φωνές μας. Αν θέλουμε να δράσουμε ανεξάρτητα, απαιτεί να μην το κάνουμε»

Τα βιβλία του Κάρλος Καστανέντα αφορούν την περίοδο της μαθητείας του κοντά στον Δον Χουάν, έναν Ινδιάνο Yaqui, ο οποίος θα λέγαμε ότι ήταν κάτι σαν σωκρατικός μέντορας για τον σκεπτικιστή ανθρωπολόγο. Για περισσότερο από είκοσι χρόνια, ο Καστανέντα διδάχθηκε τόσο θεωρία όσο και πρακτική σαν μαθητευόμενος από τον απαιτητικό και κατεργάρη δάσκαλό του. Η τέχνη των «νέων μάγων» αφορά την μελέτη των αρχαίων μυστικών της μαγείας των Τολτέκων που μεταδόθηκε στον Δον Χουάν μέσα από μία σειρά μάγων που ξεκινούσε από τον 18ο αιώνα.

Η λέξη «μαγεία» (sorcery) σε αυτή την περίπτωση σημαίνει αυτό το μονοπάτι ζωής που ξεχωρίζει εμφανώς από τις εμπειρικές συνήθειες που έχει η ανθρωπότητα [σημ. στα αγγλικά αποδίδεται με τη λέξη sorcery, από τα γαλλικό sortir, που σημαίνει «αναχωρώ, αποχωρώ»]

Οι αρχαίοι πολιτισμοί της εποχής του Χαλκού πέρασαν υπό τον έλεγχο εξελιγμένων, παρασιτικών υπερ-διαστατικών οντοτήτων που χειραγωγούν τον ανθρώπινο νου ακόμα και σήμερα για να πετύχουν τους δικούς τους κακούς σκοπούς; Γνωστικά κείμενα 2000 ετών πριν ίσως να δίνουν την απάντηση για τη μεγαλύτερη συνωμοσία στην ιστορία όλης της ανθρωπότητας! Γενικά οι συνομωσίες είναι πολύ γοητευτικές και μυστηριώδεις για να μας αφήνουν αδιάφορες, αλλά όταν τα στοιχεία μιας έρευνας αλλά και της παρατήρησης συγκλίνουν, τότε κάθε συνομωσία γίνεται πραγματικότητα.

Μέσα από μία μεγάλη περίοδο σημειώνοντας τόσο πρόοδο όσο και λάθη, ο Καστανέντα προσπαθεί να αλλάξει τις παραμέτρους του πώς αντιλαμβανόταν τον κόσμο και να ανακαλύψει άλλους κόσμους. Κατά τη διάρκεια αυτών των περιπετειών του ήρθε σε επαφή με συγκεκριμένες εξω-κοσμικές ανόργανες οντότητες που τις παρουσιάζει σαν ένα εμπόδιο ή δοκιμασία για τον σαμάνο.

Στο έργο του «Μαγικά Περάσματα» ο Καστανέντα σημειώνει: «Τα ανθρώπινα όντα είναι σε ένα ταξίδι αφύπνισης, το οποίο έχει προς στιγμή παρεμποδιστεί από ξένες δυνάμεις»

Στο τελευταίο βιβλίο του Καστανέντα, «Η Ενεργός Πλευρά του Απείρου» (1998), ο Δον Χουάν προκαλεί τον Καστανέντα να συμφιλιώσει τη νοημοσύνη του ανθρώπου, η οποία είναι εμφανής στα τόσο πολλά επιτεύγματά του, με την «ηλιθιότητα των πεποιθήσεών του—τα πιστεύω του– … την ηλιθιότητα της ίδιας της αντιφατικής συμπεριφοράς του.» Ο Δον Χουάν συνδέει αυτή την απροκάλυπτη αντίθεση στην ανθρώπινη νοημοσύνη με αυτό που αποκαλεί «το μεγαλύτερο ζήτημα από όλα τα ζητήματα, το πιο σημαντικό θέμα που υπάρχει στη μαγεία.» Αυτό το θέμα είναι η αρπαγή. Στον γεμάτο έκπληξη από τη φρίκη του θέματος νεαρό μαθητευόμενο Καστανέντα, ο γηραιός μάγος εξηγεί πώς εξωγήινη νοημοσύνη έχει διεισδύσει στον ανθρώπινο νου:
«Υπάρχει ένα αρπακτικό που έρχεται από τα βάθη του κόσμου και πήρε στα χέρια του τον έλεγχο της ζωής μας. Το ανθρώπινο είδος είναι ο φυλακισμένος του. Αυτό το αρπακτικό είναι ο Κύριός μας και ο Άρχοντάς μας. Μας έχει κάνει υπάκουους και αβοήθητους. Αν θελήσουμε να διαμαρτυρηθούμε, τότε καταπιέζει τις φωνές μας. Αν θέλουμε να δράσουμε ανεξάρτητα, απαιτεί να μην το κάνουμε»
Οι μάγοι θεωρούν ότι τα αρπακτικά αυτά μας έχουν επιβάλλει αυτά που πιστεύουμε σαν πραγματικά, τις ιδέες μας για το τι είναι καλό και τι κακό, την κοινωνική μας ηθική. Είναι αυτά στα οποία εναποθέτουμε τις ελπίδες και τις προσδοκίες μας, τα όνειρά μας για επιτυχία ή αποτυχία. Μας έχουν δώσει την απληστία και τη δειλία. Είναι τα αρπακτικά που μας κάνουν να εφησυχάζουμε, να ρουτινιάζουμε και να επικεντρωνόμαστε στο εγώ μας. Γιατί η διατήρηση και η ενίσχυση του ΕΓΩ είναι που τρέφει τα ίδια και τον Άρχοντα και συντηρεί το κοπάδι όπως είναι γι αυτούς αναγκαίο.

Οι μάγοι του αρχαίου Μεξικού ονόμαζαν αυτά τα αρπακτικά Βολαδόρες. Είναι σαν μαύρες σκιές που ίπτανται. Είναι μία αδιαπέραστη μαύρη σκιά που πηδάει μέσα στον αέρα. Η περιγραφή αυτή μοιάζει με αρκετές αναφορές που έχουμε για τις περίεργες κινήσεις αλμάτων, καμιά φορά και πλάγια που γίνονται από τους λεγόμενους Γκρίζους που συναντούν τυχαία ανθρώπους. Σαν ιπτάμενες μαύρες σκιές δεν αναφέρονται τόσο συχνά, αλλά παίζουν μεγάλο ρόλο στην μακριά και μεγάλη ιστορία των αναφορών εξωγήινης δραστηριότητας, όπως αναφέρει ο John Keel στο The Mothman Prophecies.

Η διδασκαλία των Γνωστικών περιέχει περιγραφές εξωγήινων αρπακτικών τους οποίους αποκαλεί Άρχοντες. Τα κείμενα από την περιοχή της Nag Hammadi τους αναφέρουν σαν βαριά, μυστηριώδη, σκιώδη πλάσματα. Μπορούμε να συγκρίνουμε τους Άρχοντες με τις «μαύρες σκιές» τους Βολαδόρες που αναφέρει ο Δον Χουάν; Αυτή η ερώτηση δημιουργεί ένα ζήτημα κατά πόσο υπάρχουν παράλληλες αναφορές στον σαμανισμό των Τολτέκων της Κεντρικής Αμερικής και του αντίστοιχου σαμανισμού των Μυστηριακών Σχολών της αρχαίας Ευρώπης. Ας δούμε, λοιπόν, μερικά παραδείγματα αυτών των ομοιοτήτων.

Αρχικά, υπάρχει το θέμα της επιρροής που έχουν οι Βολαδόρες ή αλλιώς τα αρπακτικά αυτά όντα πάνω στην ανθρωπότητα. Στο Η Ενεργός Πλευρά του Απείρου, ο Δον Χουάν λέει στον Καστανέντα ότι «τα αρπακτικά μας δίνουν τις δικές τους σκέψεις, οι οποίες γίνονται οι δικές μας σκέψεις»

Αυτή η αρκετά ανησυχητική διαπίστωση αποτελεί ένα άμεσο παραλληλισμό με τις διδασκαλίες των Γνωστικών. Οι Γνωστικοί στις Μυστηριακές Σχολές της Εγγύς Ανατολής στην αρχαιότητα δίδασκαν ότι:
Ο πραγματικός νους των ανθρώπων, ο νους αυθεντικός, είναι μέρος της κοσμικής γνώσης που ενυπάρχει στη φύση, αλλά εξαιτίας της παρεμβολής των Αρχόντων, αυτός ο «εγγενής νους» ή «η εγγενής διάνοια» μπορεί να ανατραπεί, ακόμα και να βρεθεί υπό την κατοχή ενός άλλου νου.
Προειδοποιούσαν ότι οι Άρχοντες επιτίθενται στην ανθρώπινη ψυχή, παρεμβαίνουν νοητικά και ψυχολογικά, αν και μπορούν να μας παρουσιαστούν και στο φυσικό πεδίο. Το σημείο όμως στο οποίο επιδρούν πάνω μας καίρια είναι η ψυχική μας σύνταξη, σε ό,τι αποτελεί για εμάς πρότυπο και πεποίθηση, ακριβώς όπως περιγράφει και ο Δον Χουάν για τους Βολαδόρες.
Ο Δον Χουάν λέει ότι ο νους του αρπακτικού είναι ένα «φθηνό μοντέλο»: ένα οικονομικό μοντέλο που ένα μέγεθος ταιριάζει σε όλα. Αυτή η περιγραφή ταιριάζει στο συλλογικό νου των Αρχόντων. Οι μάγοι ονομάζουν αυτό το ομοιόμορφο εξωγήινο μυαλό «ξένη εγκατάσταση,» που υπάρχει μέσα σου όπως και σε κάθε άλλο ανθρώπινο ον. Αυτή η ξένη εγκατάσταση μας βγάζει έξω από τη δική μας νοητική και ψυχική σύνταξη.
Βγάζει εκτός πορείας, εκτρέπει τις εγγενείς μας ικανότητες να παρατηρούμε και να οργανώνουμε τον κόσμο βάσει μίας γλώσσας που είναι η κατάλληλη για το είδος μας. Ο ρόλος της σωστής σύνταξης της πραγματικότητας μέσα στα πλαίσια της εκμάθησης της πρόθεσης του μάγου είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στις μετέπειτα διδασκαλίες του Δον Χουάν. Η μέριμνα του μάγου για την απόκλιση που συμβαίνει στη σύνταξη αυτή και τον επακόλουθο επαναπροσδιορισμό της πρόθεσης αποτελεί παράλληλο της σημασίας που έχει η γλώσσα και ο ορθός ορισμός όπως τονίζεται στη διδασκαλία των Γνωστικών.
Ο Δον Χουάν αναφέρεται πολλές φορές σε στρατηγικές κατάλληλες για να πολεμήσει κάποιος αυτές τις ξένες επιθέσεις. Αναφέρει ότι οι μάγοι της παλιάς εποχής

«ανακάλυψαν ότι αν ακολουθούσαν την εσωτερική σιωπή του νου τους, η ξένη αυτή εγκατάσταση θα έφευγε, παρέχοντας έτσι σε όποιον έκανε αυτή την άσκηση την καθολική και σίγουρη κυριαρχία πάνω στις δικές τους σκέψεις.»

Με άλλα λόγια, η διαπίστωση ότι ένας ξένος νους μπορεί να λειτουργήσει μέσα στο δικό μας νου γίνεται ολοκληρωτικά κατανοητή και σίγουρη όταν αυτός ο ξένος νους ξεσκεπάζεται και εξοστρακίζεται. Μόνο και μόνο τότε αντιλαμβανόμαστε πώς «ο πραγματικός νους— και ποιες πραγματικές σκέψεις—μας ανήκουν, τι αποτελεί δική μας εμπειρία, μετά από μία ζωή κάτω από κυριαρχία, μία ζωή ανασφαλή, πονηρή και καχεκτική. Ο «πραγματικός νους-οι πραγματικές σκέψεις» του Δον Χουάν μπορούν να εξισωθούν με τον «αυθεντικό νου» των Γνωστικών.

Η κύρια επίδραση των Βολαδόρων πάνω στο μυαλό μας είναι ορατή με την πλύση εγκεφάλου και τη διαμόρφωση της σκέψης. Αυτό ακριβώς αποτελεί και το κύριο χαρακτηριστικό της εισβολής των Αρχόντων στη ζωή μας, σύμφωνα με τις διδασκαλίες των Γνωστικών.

Με άλλα λόγια, τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε ποιές σκέψεις είναι δικές μας και ποιές όχι αυτό είναι και το μεγάλο μας παιχνίδι, το να απεγκλωβιστούμε από τους Βολαδόρες. Μια ολοκληρωμένη και σε βάθος ανακεφαλαίωση μας βοηθά να αποκτήσουμε συνείδηση του τί θέλουμε να αλλάξουμε, ακριβώς επειδή μας επιτρέπει να δούμε τη ζωή μας χωρίς αυταπάτες. Μας επιτρέπει να επιλέξουμε αν θέλουμε να αποδεχτούμε τη ζωή μας ως έχει ή να την αλλάξουμε ριζικά – πριν παγιδευτούμε οριστικά.

Για να αλλάξουμε χρειαζόμαστε τρείς συνθήκες: πρώτα, πρέπει να ανακοινώσουμε φωναχτά την πρόθεσή μας να αλλάξουμε. Κατά δεύτερο λόγο, οφείλουμε να δεσμεύσουμε τη συνειδητότητά μας, την αντίληψή μας για μια χρονική περίοδο. Δεν μπορούμε να αρχίζουμε κάτι και μετά να το παρατήσουμε μόλις βαρεθούμε. Τρίτον, πρέπει να δούμε το αποτέλεσμα των ενεργειών μας με αίσθημα απόσπασης. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να μπλεχτούμε με συναισθήματα επιτυχίας ή αποτυχίας.

Όταν οι θετικές και οι αρνητικές μας δυνάμεις ισορροπούν, τότε η καθεμιά αναιρεί την άλλη και αυτό σημαίνει ότι η αξία μας είναι μηδαμινή. Αυτό σημαίνει επίσης, ότι δεν μπορεί να μας αναστατώσει κάποιος που μας κριτικάρει, ούτε μπορεί να μας ευχαριστήσει κάποιος με φιλοφρονήσεις.

Μέσα από τη διαδικασία της ανακεφαλαίωσης μπορούμε να αδειάσουμε από σκέψεις και επιθυμίες και αυτό για τους αρχαίους οραματιστές σήμαινε ότι είναι δυνατόν να γίνουμε “ένα με την πρόθεση του δράκου”, επομένως αόρατοι.
Τα μάτια των ανθρώπων που έχουν πραγματώσει το πέρασμα αντανακλούν μια απερίγραπτη αδιαφορία γιατί δεν κοιτάζουν τον εξωτερικό κόσμο αλλά είναι στραμμένα εσωτερικά και κοιτάζουν αυτό που δεν είναι ακόμα παρόν. Το μάτι που κοιτάζει εσωτερικά είναι αμετακίνητο. Δεν αντανακλά ανθρώπινα ενδιαφέροντα ή φόβους. Αντανακλά την απεραντοσύνη. Οι οραματιστές που έχουν ατενίσει το άπειρο επιβεβαιώνουν ότι και το άπειρο, με τη σειρά του, κοιτάζει με ψυχρή και πεισματική αδιαφορία.
Ψυχική Αυτοάμυνα: Τα Γνωστικά κείμενα περιγράφουν σε πολλά παραδείγματα την άμεση και φυσική συνάντηση με τους Άρχοντες, οι οποίοι διαχωρίζονται σε δύο είδη: ένα εμβρυακό τύπο που συνδέεται με τη μυθολογία των Γκρίζων στα σύγχρονα περιστατικά των UFO και έναν ερπετοειδή τύπο. Η συνήθης τακτική των Γκρίζων είναι πρώτα να αναισθητοποιήσουν και μετά να εισχωρήσουν στο νου.

Στην Πρώτη Αποκάλυψη του Ιακώβου, ο Γνωστικός δάσκαλος διδάσκει το μαθητή πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους Άρχοντες. Αυτές οι αρπακτικές οντότητες λέγεται ότι «απαγάγουν τις ψυχές τη νύχτα,» μία πολύ ακριβής περιγραφή των σύγχρονων απαγωγών από τους εξωγήινους. Ο μυημένος στα Μυστήρια μαθαίνει πώς να απωθεί τους Άρχοντες με μαγικές φόρμουλες (μάντρας) και μαγικά περάσματα ή χειρονομίες δύναμης (μούντρας).

Σε μερικά κείμενα, η συνάντηση με τους Άρχοντες είναι δομημένη ακολουθώντας το σύστημα των «πλανητικών σφαιρών» Ο μυημένος που χρησιμοποιεί την αστρική προβολή, το ζωντανό ονείρεμα ή «τους χειρισμούς του διπλού» (όπως και στον Δον Χουάν ) λέγεται ότι έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τους Άρχοντες σε ένα λαβύρινθο επτά επιπέδων/στρωμάτων—σαν αυτούς που υπάρχουν σαν παιχνίδια υπολογιστών—κατά αναλογία των επτά πλανητών. Σε κάθε επίπεδο ο μυημένος είναι αδύνατο να συνεχίσει αν δεν αντιμετωπίσει τους «φύλακες των πυλών» χρησιμοποιώντας τα μαγικά περάσματα και τις λέξεις.

Η αρχετυπική μορφή αυτού του «ταξιδιού μέσα από τις πλανητικές σφαίρες» ήταν ευρέως γνωστή στην αρχαιότητα, κυρίως στις σχολές του Ερμητισμού και της Καμπάλα. Στο βιβλίο Tantra Vidya,  ο O. M. Hinze συγκρίνει τη Γνωστική ανοδική πορεία μέσω των επτά σφαιρών με την άνοδο της Κουνταλίνη μέσα από τα επτά τσάκρα, σύμφωνα με τις Ινδικές γιογκικές παραδόσεις. (Όμως η Κουνταλίνη είναι η ενέργεια που τρέφει τους Βολαδόρες – Άρχοντες, γιατί νομίζετε πως φροντίζουν να κάνουν το σεξ τόσο ελευθέριο; )

Ο Δον Χουάν δεν χρησιμοποιεί το σχήμα αυτό των επτά επιπέδων, αλλά η περιγραφή των Βολαδόρων ταιριάζει  σε αυτό. Η σχέση αυτή είναι εμφανής αν συσχετίσουμε  τη «λατρεία του φιδιού» που υπήρχε σε συγκεκριμένες Γνωστικές λατρείες που αφορούν την πρακτική της Κουνταλίνη γιόγκα, με τη «φλόγα που έρχεται από μέσα» και τον Φτερωτό Όφη που παρουσιάζεται σε πολλά λόγια  του Δον Χουάν.

Με λίγα λόγια, οι Τολτέκοι μάγοι ήταν επίσης ειδικοί στην Κουνταλίνη γιόγκα, καλλιεργώντας «την εσωτερική φλόγα.» Οι συναντήσεις τους με τους Βολαδόρες μπορεί να μην ήταν οργανωμένες γύρω από αυτό το «παιχνίδι των επτά επιπέδων,» αλλά φαίνεται πως και οι τρεις εμπειρίες—των Τολτέκων, της γιόγκα και των Γνωστικών—έχουν κοινά σημεία αναφοράς. Οι Γνωστικοί θεωρούσαν ότι η δύναμη της Κουνταλίνη ή το περιβάλλον πεδίο που δημιουργούταν από αυτή τη δύναμη ότι ήταν αυτό που τους προστάτευε από τους Άρχοντες.

Τα ανθρωποκεντρικά χαρακτηριστικά που αποδίδονται από τον Δον Χουάν για τις παρεκκλίσεις που εμφανίζονται  από την «ξένη εγκατάσταση» είναι πανομοιότυπα με εκείνα που αποδίδονται στους  Άρχοντες στα Γνωστικά κείμενα: φθόνος (απληστία) και αλαζονεία (εγωμανία) λέγεται ότι είναι τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ενώ η συμπεριφορά τους δείχνει ότι είναι ανεγκέφαλοι κηφήνες, άπληστοι για εξουσία πάνω μας, αλλά και πολύ δειλοί για να παρουσιαστούν ανοικτά και να αποκαλύψουν τον εαυτό τους.

Ωστόσο, θα ήταν παραπλανητικό να υποστηρίξουμε ότι τα λόγια του Δον Χουάν ακολουθούν πιστά και με αυστηρό τρόπο τις Γνωστικές διδασκαλίες, αλλά αυτές οι αρχικές ομοιότητες είναι εντυπωσιακές και υπάρχουν πολλές περισσότερες. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό παράδειγμα όπου οι σοφία των αυτοχθόνων της Αμερικής συμφωνεί με τις εσωτερικές διδασκαλίες μίας μακράς, χαμένης πνευματικής παράδοσης στην Εγγύς Ανατολή.

Οι ομοιότητες Τολτέκων-Γνωστικών

Οι ομοιότητες Τολτέκων-Γνωστικών μπορεί να φαίνονται μακρινές και απίθανες με μία πρώτη ματιά, αλλά αν υποθέσουμε ότι η εμπειρία των σαμάνων είναι συνεχής και εμπειρική (δηλ. κάποιος μπορεί να τη βιώσει μόνο αν τη δοκιμάσει) δεν θα ήταν έκπληξη να βρούμε συνεχείς αναφορές και σε άλλες ξεχωριστές παραδόσεις και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό.
«Οι μάγοι λένε ότι όπως ακριβώς εμείς εκτρέφουμε κοτόπουλα (gallinas στα ισπανικά) σε ορνιθώνες (gallineros), έτσι κάποιες οντότητες που προέρχονται από ένα διαφορετικό σύμπαν επίγνωσης μάς κρατάνε μέσα σε ανθρώπινα ορνιθοτροφεία. Οι μάγοι κάνουν ένα λογοπαίγνιο και λένε ότι αυτές οι οντότητες, που ονομάζονται βολαδόρες (voladores, ελλ. «ιπτάμενοι»), κρατάνε εμάς, τα ανθρώπινα όντα ή seres humanos, μέσα σε ανθρωποτροφεία (humaneros).
Οι βολαδόρες είναι μαύρες σκιές που ορισμένες φορές εμπίπτουν στην αντίληψή μας, αλλά ξεμπερδεύουμε με αυτές εξηγώντας τες ως ξένα σώματα πάνω στον αμφιβληστροειδή μας. Οι μάγοι, μέσω της ικανότητάς τους να βλέπουν άμεσα την ενέργεια, γνωρίζουν το γεγονός ότι αυτές οι σκιές είναι αρπακτικές και ότι μας κρατούν ζωντανούς για να καταβροχθίζουν την επίγνωσή μας. Οι μάγοι λένε ότι η επίγνωση εμφανίζεται σαν λάμψη ή σαν γυαλάδα πάνω σε ολόκληρο το ενεργειακό μας πεδίο, το οποίο αυτοί βλέπουν σαν μια φωτεινή σφαίρα. Για τους μάγους, αυτή η λάμψη της επίγνωσης μοιάζει με πλαστικό βερνίκι που θα έκανε τη φωτεινή σφαίρα να λάμπει ακόμη περισσότερο, αν δεν κατατρωγόταν μέχρι το τελευταίο ψίχουλο.
Εδώ βρίσκεται το σημείο όπου η περιγραφή των μάγων γίνεται πολύ ενοχλητική. Οι μάγοι λένε ότι η μόνη λάμψη επίγνωσης που αφήνουν σε μας αυτοί που μας κατατρώγουν είναι η επίγνωση της αυτοανάκλασης, που σε εμάς τους ανθρώπους εμφανίζεται ως αυτοεκτίμηση ή εγωκεντρισμός. Δηλαδή, το μόνο που μένει σε εμάς είναι το ενδιαφέρον που αναπτύσσουμε για το πρόσωπο μας, τον εαυτό μας και το εγώ μας.
Στην προσωπική μας ζωή έχουμε επιβεβαιώσει ότι η μόνη δύναμη που έχει απομείνει στον άμεσο κόσμο γύρω μας είναι η δύναμη της αυτο-σπουδαιότητας και της έπαρσης, που έρχεται μασκαρεμένη με τη μορφή της ταπεινότητας, της ευσπλαγχνίας, του αλτρουισμού, της καλοσύνης – πέστε την όπως θέλετε. Η περιγραφή αυτή των μάγων είναι βέβαια η ύστατη *Νέμεση  για μας- δεν θέλουμε να δεχτούμε (το εγώ) ότι κάποιοι μας μεγαλώνουν ως τροφή.  Don Juan Matus
Τα Γνωστικά κείμενα χρησιμοποιούν μυθολογική γλώσσα για να περιγράψουν πραγματικά γεγονότα σαν προϊστορία καθώς και μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην ανθρώπινη ψυχή. Σύμφωνα με τους αρχαίους μάντεις, οι Άρχοντες δεν έχουν πρόσβαση στο γενετικό μας υλικό, αλλά μπορούν να προσποιηθούν ότι παρεμβαίνουν.
Αν αναλογιστεί κανείς τη σύγχυση που διακατέχει την ανθρωπότητα σήμερα, μία ψεύτικη παρέμβαση μπορεί να παρουσιαστεί σαν πραγματική. Αυτό είναι τυπικό παράδειγμα της τακτικής των Αρχόντων (Βολαδόρες) να μας κάνουν να πιστεύουμε ότι υπάρχουν πράγματα που δεν υπάρχουν και να τα αποδεχθούμε σαν πραγματικά. Με αυτόν τον τρόπο, ανέφεραν οι Γνωστικοί, έχουν τη δυνατότητα να εξαπατήσουν το ανθρώπινο είδος από την αληθινή και σωστή πορεία της εξέλιξης του.
Ο άνθρωπος δυνητικά μπορεί να ζει χιλιάδες χρόνια, να έχει ικανότητες πέρα από κάθε φαντασία, αλλ’ αντί για ιδιότητες θεού, το ζωντόβολο της δημιουργίας, σέρνεται, αρρωσταίνει και πεθαίνει με αισχρό τρόπο και σε αυτή την περιορισμένη άθλια ζωή του ταΐζει τους Βολαδόρες. Τι κατάντια για ένα πλάσμα που διαθέτει θεϊκή φλόγα»
«Η ξένη εγκατάσταση»

Η ιδέα της ύπαρξης ενός ξένου λογισμικού είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική, καθώς φέρνει στη μνήμη τα μεταλλικά ή κρυσταλλικά εμφυτεύματα που λέγεται ότι χρησιμοποιούν οι Γκρίζοι (και οι άνθρωποι που συνεργάζονται μαζί τους) για να παρακολουθούν  τους ανθρώπους-αντικείμενα.

Από μία άλλη, όχι και τόσο τεχνολογική πτυχή δείχνει τα διανοητικά παράσιτα που εμφυτεύουν στο μυαλό μας αυτές οι μη ανθρώπινες οντότητες. Σύμφωνα με τη Γνωστική κριτική που ασκείται στον χριστιανισμό, η σωτηριολογική θεωρία στην Ιουδαϊκο-Χριστιανική της μορφή (δηλ. η πίστη σε έναν θείο σωτήρα και μία τελική αποκάλυψη) δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας διανοητικός ιός, μία παρασιτική σκέψη.

Είναι κάτι που έχει εμφυτευθεί στον ανθρώπινο νου από ξένες δυνάμεις. Η έμφαση των Γνωστικών στον Ιουδαϊσμό-Χριστιανισμό (που μπορεί να επεκταθεί και στο Ισλάμ) δίνει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα στον εντοπισμό αυτών των ξένων επιρροών γιατί οι πατριαρχικές / σωτηριολογικές θρησκείες έχουν κυριαρχήσει πάνω στις ιστορικές αφηγήσεις που αφορούν τον πλανήτη μας. Αυτή η κυριαρχία δεν είναι τίποτα άλλο από ένα από τα συμπτώματα της απόκλισης που παρουσιάζουν οι Άρχοντες, όπως αναφέρουν οι Γνωστικοί.

Ο ξένος αυτός νους έχει διεισδύσει στη διαδικασία του πώς αντιλαμβανόμαστε και αναπαράγουμε την ιστορική αφήγηση του κόσμου μας, μία αφηγηματική δύναμη τόσο σημαντική για την ανθρωπότητα και της πορείας της στον κόσμο. Αυτός είναι ένας από τους τρόπους ή ο πιο αποτελεσματικός τρόπο για να παρεκκλίνουμε από τον ορθό δρόμο της ανάπτυξής μας. Για το ανθρώπινο είδος η ικανότητα να αναπτύξει πρόθεση εξαρτάται από εκείνες τις ιστορίες, τις αφηγήσεις και τις «μυθολογίες» που μπορούν να μας οδηγήσουν από την πρωταρχική σύλληψη στον τελικό μας σκοπό.

Οι ανθρώπινοι στόχοι είναι πολλαπλοί και έτσι οι τρόποι που μας κάνουν να παρεκκλίνουμε είναι πιθανόν αντίστοιχα και αυτοί πολλαπλοί. Στην τεράστια αυτή πολυπλοκότητα αυτής της εισβολής αυτό που μπορούμε να αντιτάξουμε είναι η σαφήνεια και η συγκέντρωση της προσοχής μας, τα οποία αποτελούν απαραίτητες ενεργειακές πηγές.

Σε μία καταπληκτική παρατήρηση, ο Δον Χουάν σημειώνει ότι ο νους των Βολαδόρων δεν διακατέχεται με κανέναν τρόπο από αυτή την προσοχή-συγκέντρωση. Αυτό το σχόλιο θυμίζει την άποψη των Γνωστικών ότι οι Άρχοντες δεν έχουν «έννοια» δική τους θέληση ή πρόθεση.

Η συγκέντρωση της προσοχής μπορεί να προσδιοριστεί σαν την συνεργασία μεταξύ προσοχής και θέλησης. Η συγκέντρωση είναι να φθάσει κανείς σε τέτοιο βάθος προσοχής (βυθός) που οδηγεί στην πρόθεση (έννοια).
Στη Γνωστική διδασκαλία, ο Βυθός και η Έννοια είναι κοσμικές θεότητες ή αρχές του Πληρώματος, της Ολότητας και είναι επίσης χαρακτηριστικά του ανθρώπινου νου. Συμβολίζονται σαν δύο σφαίρες. Το να συγκεντρωθεί κανείς είναι να φέρει της δύο σφαίρες μαζί σε ένα, ενωμένο και κοινό κέντρο. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό συνεχώς όταν εστιάζουμε την προσοχή μας σε μία συγκεκριμένη πρόθεση ή σκοπό. Οι Άρχοντες δεν μπορούν καν να προσεγγίσουν αυτή τη λειτουργία γιατί δεν έχουν «προσοχή ή κάτι αντίστοιχο»
Δεν έχουν τη δύναμη της συγκέντρωσης, καμία εσωτερική λειτουργία που θα μπορούσε να συνδυάσει την πρόθεση με την προσοχή. Η ανθρώπινη αντίσταση σε κάθε επίθεσή τους εξαρτάται από την εσωτερική ηρεμία και την ψυχική πειθαρχία, την νηφαλιότητα του πολεμιστή. Οι συμβουλές του Δον Χουάν για τις δοκιμασίες που περνάει ο πολεμιστής όταν συναντά τους Βολαδόρες φαίνεται να είναι μία εκδοχή των Τολτέκων μάγων που αντιστοιχούν στις συμβουλές των Γνωστικών για την αντίσταση κατά των Αρχόντων. Ας δούμε τα κοινά τους σημεία.

Κάνοντας μία προσεκτική ανάγνωση των διδασκαλιών του Δον Χουάν, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στα βιβλία του Κ. Καστανέντα από το 1969 έως το 1998 βρίσκουμε αναρίθμητες και ξεχωριστές ομοιότητες με τη διδασκαλία των Γνωστικών. Η νέα μαγεία όπως παρουσιάστηκε από τον Καστανέντα είναι μία προέκταση και αναπροσαρμογή της παραδοσιακής γνώσης των «παλαιών μάγων» της παράδοσης των Τολτέκων του αρχαίου Μεξικού.

Διαφέρει από την παλιά μαγεία σε μεγάλο βαθμό αφού δεν εμπεριέχει κανένα ενδιαφέρον για τα περίπλοκα παιχνίδια εξουσίας, τις διαμάχες, τις απειλητικές συμφωνίες με μη-ανθρώπινες δυνάμεις, και τον έλεγχο σε σχέση με άλλες. Ο σκοπός της είναι η απελευθέρωση του πνευματικού πολεμιστή παρά ο έλεγχος πάνω σε άλλους ή σε άλλα πράγματα.

Τόσο στις ιδέες των Τολτέκων όσο και σε αυτές των Γνωστικών, η απόλυτη απελευθέρωση της ανθρωπότητας μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τη αντιμετώπιση αυτών των ξένων αρπακτικών δυνάμεων. Δεν βρίσκονται εδώ για να μας βοηθήσουν σε καμία περίπτωση ή να συμμαχήσουν μαζί μας, αλλά με το να τους αντιμετωπίσουμε και να τους ξεπεράσουμε μπορεί να μας βοηθήσει να κάνουμε ένα καίριο βήμα προς ένα άλλο επίπεδο συνείδησης.

Μερικά κοινά σημεία του Γνωστικισμού και των νέο-σαμανιστικών ιδεών των Τολτέκων όπως παρουσιάζονται από τον Καστανέντα είναι τα εξής:

1. Η αποκάλυψη των Τολτέκων σχετικά με την «ξένη εγκατάσταση» στο νου μας που μας κάνει λιγότερο ανθρώπους είναι σχετική με την άποψη των Γνωστικών των απάνθρωπων νοητικών παρασίτων που έχουν εμφυτευθεί στο μυαλό μας από τους Άρχοντες.

2. Η σημασία του ελέγχου της πρόθεσης του μάγου είναι αντίστοιχη στην έμφαση που δίνουν οι Γνωστικοί στην έννοια, στην πρόθεση που μας ευθυγραμμίζει με το θεό και μας ανυψώνει πάνω από τους Άρχοντες.

3. Η έμφαση του Δον Χουάν στην πνευματική σύνταξη, δηλ. στην σωστή απόδοση και χρήση των πνευματικών εντεταλμένων ερεθισμάτων, στην ικανότητα αντίληψης αφηρημένων εννοιών για τον προσανατολισμό της  πρόθεσης, έχει σχέση με την έννοια των Γνωστικών, δηλ. την πνευματική καθαρότητα και σωστή απόδοση των νοημάτων, τη σωστή χρήση των ορισμών.

4, Η ιδέα των Τολτέκων ότι το θέμα της αρπαγής «είναι το πιο σημαντικό από όλα τα θέματα» απηχεί στην έμφαση των Γνωστικών για τις επιθέσεις των Αρχόντων. Η αντιμετώπιση αυτών των επιθέσεων είναι ουσιαστική, γιατί αν δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πώς μας εξαπατούν, τότε δεν θα μπορέσουμε να βρούμε τον πραγματικό μας δρόμο σε αυτόν τον κόσμο.

5. Το ονείρεμα, το αστρικό ταξίδι και η προβολή του διπλού στους Γνωστικούς κύκλους και στις Μυστηριακές σχολές μπορεί να συγκριθεί με πολλά και ανάλογα επεισόδια που περιγράφονται στις διδαχές του Δον Χουάν.

6.Το μοντέλο περιγραφής των Τολτέκων σχετικά με τις ποικίλες εκφράσεις που διακατέχουν το σύμπαν συγκρίνεται με τις αντίστοιχες εκφράσεις ή ρεύματα του Πληρώματος, όπως αυτός περιγράφεται στα αποκαλυπτικά κείμενα των μυστηριακών σχολών.

7. Η διάκριση που κάνουν οι Τολτέκοι μεταξύ οργανικών και ανόργανων όντων αντιστοιχεί στον διαχωρισμών μεταξύ ανθρώπων και Αρχόντων στην Γνωστική κοσμολογία.

8. Η διερεύνηση άλλων κόσμων και διαστάσεων από τους Τολτέκους μέσα από την πρακτική της μη-κανονικής προσοχής βρίσκει αντίστοιχα παραδείγματα στις παλιές σαμανικές πρακτικές των Μυστηριακών Σχολών.

9. Η περιγραφή του Δον Χουάν του «φωτεινού αυγού» θυμίζει το οβάλ καθαρό φως των Γνωστικών αποκαλυπτικών κειμένων που το περιγράφει σαν «αυγοειδές ή σαν αύρα σε σχήμα αυγού».

10. Η εικόνα του Αετού στους Τολτέκους, που αποτελεί και μία βασική μεταφορά στον Δον Χουάν συγκρίνεται με την ίδια φιγούρα που εμφανίζεται στους κώδικες από τη Nag Hammadi, όπου η καθοδηγητική φωνή του ιερού νου—ίσως κάτι αντίστοιχο με τη «φωνή της όρασης» στον Καστανέντα—αναφωνεί:

«Εγώ παρουσιάζομαι με τη μορφή του Αετού στο Δέντρο της Γνώσης, της πρωταρχικής γνώσης που προέρχεται από το καθαρό φως και που μπορώ να τους διδάξω και να τους ξυπνήσω από τα βάθη του ύπνου. (Απόκρυφο του Ιωάννη 23.25-30).

11. Η οργάνωση της ομάδας των μάγων σε οκτώ ζευγάρια ανδρών και γυναικών απηχεί την αντίστοιχη οργάνωση στις Μυστηριακές ομάδες των δεκαέξι μελών, οκτώ μέλη από κάθε φύλο αντίστοιχα.

12. Η ανάπτυξη της φλόγας εκ των έσω, του Φτερωτού Φιδιού στους Τολτέκους είναι αντίστοιχη του θείου Διδασκάλου, του Φτερωτού Φιδιού στους Γνωστικούς.

13. Το Σημείο Συναρμογής: κανονικά θα χρειαζόμασταν ένα ολόκληρο βιβλίο για να αναλύσουμε αυτές τις αναλογίες σε βάθος. Τρεις παράγοντες είναι οι πιο σημαντικοί σε αυτό το σημείο: το φωτεινό αυγό, οι άπειρες εκφράσεις του σύμπαντος και ο ρόλος συγκεκριμένων ανόργανων όντων σαν σύμμαχοι.

Ανάμεσα στα πολλά ιδιαίτερα σημεία της διδασκαλίας του Δον Χουάν, είναι το θέμα του σημείου συναρμογής το οποίο είναι και ένα από τα πιο περίπλοκα. Σε πολλά βιβλία διαβάζουμε ότι ένα φωτεινό αυγό περικλείει το ανθρώπινο σώμα και αυτό συνδέεται με το φυσικό σώμα μέσω ενός περίεργου μηχανισμού που ονομάζεται Σημείο Συναρμογής.

Η θέση του σημείου αυτού είναι ψηλά και πίσω από το δεξί ώμο. Προφανώς, σε αυτό το σημείο το φωτεινό αυγό ασκεί ενός είδους πίεση σχηματίζοντας ένα βαθούλωμα ή υποχώρηση. Για όσο διάστημα η δύναμη του αυγού μένει μέσα σε αυτό το βαθούλωμα, το Σημείο Συναρμογής είναι σταθερό και ο ανθρώπινο ον αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με έναν προκαθορισμένο τρόπο. Μετακινώντας το Σημείο Συναρμογής, οι μάγοι ήταν σε θέση να αλλάξουν τον τρόπο που αντιλαμβάνονταν την πραγματικότητα ή στην πραγματικότητα να την αποδομήσουν και να την αναδομήσουν όπως ήθελαν εκείνοι.

Οι οδηγίες του Δον Χουάν σχετικά με το Σημείο Συναρμογής είναι τόσο συναρπαστικές όσο και δυσνόητες σε κάποια σημεία. Η δυναμική του ξεγλιστρήματος ή της μετακίνησης του σημείου είναι κάτι δύσκολο για κάποιον να το καταλάβει, πόσο μάλλον να το κάνει εικόνα. Επιπλέον, φαίνεται πως το Σημείο Συναρμογής είναι από μόνο του κάτι το ιδιαίτερο που δεν συγκρίνεται με κάτι αντίστοιχο σε άλλες πηγές. Υπάρχει ωστόσο μία μαρτυρία από τα Μυστήρια που περιγράφει το Σημείο Συναρμογής με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που περιγράφεται στα λόγια του Δον Χουάν.

Στο The Subtle Body in Western Tradition ο ερευνητής G. R. S. Mead παραθέτει αποσπάσματα από το χαμένο έργο του Ισιδώρου και ενός από τους τελευταίους Γνωστικούς που δίδαξαν στο Μουσείο (Μυστηριακή Σχολή) της Αλεξάνδρειας. Τα έργα του Ισίδωρου έχουν χαθεί σήμερα, αλλά έχουν παραφραστεί από έναν άλλο συγγραφέα, τον Δαμάσκιο, αν και δεν μπορούμε να έχουμε τίποτα άλλο παρά μία αμυδρή εικόνα για το περιεχόμενό τους. Ο Ισίδωρος φαίνεται πως είχε περιγράψει το «αυγοειδές», «την χρυσή αύρα» που αντιστοιχεί στο φωτεινό αυγό του Δον Χουάν.

Η φύση και η λειτουργία του αυγοειδούς, που ονομάζεται επίσης και αυγοειδής αύρα αποτελούσε ένα από τα βαθύτερα μυστικά των Μυστηρίων. Προφανώς, σε ένα από τα χαμένα έργα του Ισιδώρου γινόταν αναφορά στο αυγοειδές που περιβάλλει τον άνθρωπο σαν μία οβάλ μεμβράνη με τέτοιο τρόπο όπου το φυσικό σώμα επιπλέει / ίπταται μέσα στην οβάλ μορφή. Αυτός είναι ακριβώς και ο τρόπος που ο Δον Χουάν περιγράφει το φωτεινό αυγό.

Ο Γνωστικός διδάσκαλος αναφέρει επίσης ότι αυτό το φωτεινό οβάλ σχήμα είναι συνδεδεμένο ή κλειδωμένο πάνω στο φυσικό σώμα σε ένα σημείο από πίσω, ψηλά στη δεξιά ωμοπλάτη. Έτσι λοιπόν, το πιο παράξενο σημείο στα γραφόμενα του Καστανέντα επιβεβαιώνεται από έναν διδάσκαλο των Μυστηρίων που έζησε στην Αλεξάνδρεια τον 5ο αι. Κ.Ε.

Στην κλασική διάταξη του πλανητικού συστήματός μας υπάρχουν επτά πλανήτες χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η γη: ο Ήλιος, η Σελήνη, ο Ερμής, η Αφροδίτη, ο Άρης, ο Δίας και ο Κρόνος (ο Ήλιος δεν είναι φυσικά πλανήτης, αλλά αστέρι, το κεντρικό αστρικό σώμα στο πλανητικό σύστημα και η Σελήνη ο δορυφόρος της γης. Σε ορισμένα αρχαία συστήματα, αυτά τα δύο σώματα δεν ήταν μέρος των επτά και τη θέση τους έπαιρναν οι σεληνιακοί δεσμοί.)

Αυτό το γεγονός φέρνει στο μυαλό την περιγραφή του Δον Χουάν για την οργανική και ανόργανη οργάνωση των «μεγάλων στρωμάτων της δημιουργίας» που συνθέτουν το σύμπαν. Αν βγάλουμε τη Γη έξω από τους άλλους πλανήτες, «τα επτά ανόργανα στρώματα» μπορούν να συσχετιστούν κάλλιστα με τους «επτά πλανήτες» που είναι γνωστό ότι δεν υποστηρίζουν οργανική ζωή όπως γίνεται στη Γη.

Οι Γνωστικοί δίδασκαν ότι η Γη δεν ανήκει σε αυτό το πλανητικό σύστημα, αλλά έχει αιχμαλωτιστεί μέσα σε αυτό. Ονόμαζαν το πλανητικό σύστημα εκτός της Γης Επταπλό. Αυτή η ορολογία συσχετίζεται με την περιγραφή των Γνωστικών για τους Άρχοντες που είναι ανόργανα όντα. Τα «επτά ανόργανα στρώματα» στο σχήμα του Δον Χουάν περιγράφονται με διαφορετικές λέξης, αλλά περιγράφουν το ίδιο κοσμικό μοντέλο. (λέγοντας Γη εννοεί την ΓΑΙΑ των Γνωστικών)

Οι Γνωστικοί μάντεις τοποθετούσαν το χώρο των αρπακτικών Αρχόντων μέσα στο πλανητικό σύστημα εκτός της Γης. Η σφαίρα δράσης των Αρχόντων διαμορφωνόταν μέσα σε αυτά τα επτά ανόργανα στρώματα. Μέσα σε αυτή τη σφαίρα ήταν που διαμορφώθηκαν και αυτό μπορούν να αποκαλούν «γήπεδό τους».

Η παρουσία τους στον κόσμο που υπάρχει γύρω από εμάς, στη βιόσφαιρα που διέπεται από νόμους ανόργανης χημείας θα θεωρούταν εισβολή. Πουθενά στον Δον Χουάν δεν φαίνεται ότι αυτές οι αρπακτικές οντότητες έρχονται από αυτά τα επτά στρώματα, αλλά το να φθάσουμε σε αυτό το συμπέρασμα δεν είναι αυθαίρετο. Λέει αρκετά ξεκάθαρα ότι οι Βολαδόρες είναι ανόργανα όντα, έτσι το συμπέρασμα δεν είναι αυθαίρετο, αλλά σε συμφωνία με την περιγραφή και διάταξη του κόσμου που παρουσιάζει στο έργο του.

Ο Δον Χουάν γίνεται πιο συγκεκριμένος λέγοντας ότι οι μάγοι μπορούν και συχνά προκαλούν την επαφή με αυτά τα ανόργανα όντα. Το κάνουν μετακινώντας το Σημείο Συναρμογής τους και διασχίζοντας εκείνη την άγνωστη περιοχή των άλλων στρωμάτων ή ξεγλιστρώντας σε άγνωστες περιοχές του δικού μας κόσμου.

Αυτό που περιγράφεται στον Δον Χουάν, αφορά εισβολές σε άλλους κόσμους που είναι σε εξάρτηση με τον δικό μας. «Όταν διασχίζουν τα όρια, τα ανόργανα όντα αλλάζουν και γίνονται αυτό που ονομάζουν οι μάγοι, σύμμαχοι.» Αυτοί οι σύμμαχοι μπορεί να μας εξαπατήσουν, ακόμα και να επιφέρουν το θάνατο και για αυτό η χαλιναγώγησή τους είναι ένας από τους κύριους στόχους της νέας μαγείας.

Υπάρχουν αναρίθμητοι σύμμαχοι στον ευρύτερο κόσμο. Σύμφωνα με πολλές εγγενείς παραδόσεις, η Γη αποτελεί τον τόπο συνεύρεσης πολλών όντων διαφορετικών διαστάσεων που είναι σύμμαχοι και οδηγοί της ανθρωπότητας. Το σκιώδη και σκοτεινό αρπακτικό ανήκει σε μία ξεχωριστή κατηγορία ανόργανων όντων που πιθανόν δεν αποτελεί καθόλου σύμμαχο ή είναι εξαιρετικά δύσκολο να τον δαμάσει κανείς.

Ο Δον Χουάν τόνιζε την ανάγκη να έρθει κάποιος πρόσωπο με πρόσωπο με αυτό το ανόργανο ον, ώστε να αποκτήσει την εμπειρία «της ολοκληρωτικής διαβεβαίωσης ότι οι σκέψεις είναι προϊόν μίας ξένης πηγής.» Το «αρπακτικό που έρχεται από τα βάθη του κόσμου και αναλαμβάνει τον έλεγχο της ζωής μας,» μπορεί να εξισωθεί πλήρως με τους Άρχοντες των Γνωστικών διδασκαλιών.

Ο Δον Χουάν περιγράφει την επίθεση των Ξένων αυτών δυνάμεων και των επακόλουθων επιπτώσεών της σαν χειραγώγηση της συμπεριφοράς με τον πιο εμφανή τρόπο. Ο παλιός μάγος επίσης σχολιάζει με ιδιαίτερο τρόπο τι μπορεί να κερδίσει κάποιος αν έρθει σε επαφή με αυτές τις οντότητες.

«Οι Βολαδόρες είναι σημαντικό κομμάτι του σύμπαντος … και πρέπει να τους δούμε σαν αυτό που είναι στην πραγματικότητα—τρομακτικά τερατώδεις. Είναι το όργανο με το οποίο γινόμαστε το παιχνίδι στα χέρια του σύμπαντος.»

Οι ομοιότητες των Γνωστικών κειμένων και της νέας μαγείας των Τολτέκων όπως περιγράφονται στην διδασκαλία του Δον Χουάν, είναι ξεχωριστές και παρουσιάζουν αν μη τι άλλο σημαντικές πτυχές της ανθρώπινης κατάστασης. Τι μπορεί να κάνει κάποιος για αυτό που αποτελεί το πιο σημαντικό θέμα όλων, την αρπαγή;

«Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πειθαρχήσουμε τον εαυτό μας  στο σημείο που τίποτα δεν θα μπορεί να μας αγγίξει» μας συμβουλεύει ο Δον Χουάν. Επίσης αναφέρει ότι τα ξένα αυτά προς εμάς αρπακτικά είναι το μέσο με το οποίο το σύμπαν μάς δοκιμάζει και ότι αποτελεί την μεγαλύτερη άσκηση που μπορεί να κάνει κάποιος για να διαμορφώσει την πρόθεση που διακατέχει τη ζωή του και τις σκέψεις του έτσι ώστε οι Βολαδόρες – Άρχοντες να μην μπορούν να του κάνουν επίθεση. Αυτό αποτελεί και την πρωταρχική δοκιμασία στην εξέλιξη της ανθρωπότητας.