Όπως είναι γνωστό ο Σωκράτης στην πλατωνική «Πολιτεία» κάνει λόγο για τρείς τάξεις, για τρία γένη, για «τὸ φυλακικὸν τὸ ἐπικουρητικὸν τὸ θητικόν» (για τους φύλακες, τους επίκουρους και τους εργάτες). Ενώ ο αιγύπτιος Ιερέας στον πλατωνικό «Τίμαιο» κάνει λόγο για έξη τάξεις, για το «ἱερατικὸν τὸ μάχιμον τὸ δημιουργικὸν τὸ γεωργικὸν τὸ νομευτικὸν τὸ θηρατικόν» (για τους ιερείς, τους μαχητές, τους κατασκευαστές τους γεωργούς του ς βοσκούς και τους κυνηγούς).
Θα αντιγράψουμε λοιπόν ένα μικρό απόσπασμα από τον πλατωνικό «Τίμαιο, 17.c.6 – 18.b.7», παραβλέποντας ταυτόχρονα στην «Πολιτεία, 369.d, 374.e, 375.b – c, 376.c, 394.e, 401.a, 415.d, 416.d» όπου εκεί ο Σωκράτης πραγματεύεται εξηγεί με πιο πολλές λεπτομέρειες το ίδιο θέμα, έπειτα θα εξηγήσουμε, λέγει λοιπόν ο Σωκράτης του πλατωνικού «Τίμαιου» :
«
ΣΩΚΡΑΤΗΣ : Δεν θα ξεχωρίσουμε λοιπόν κατ’ αρχάς την τάξη των γεωργών και όλων γενικώς των άλλως τεχνιτών από την τάξη εκείνων που πρόκειται να υπερασπισθούν την πόλη ;
ΤΙΜΑΙΟΣ : Ναι .
ΣΩ. : Και αφού επιστρέψαμε στο καθένα μία μόνον απασχόληση, μια μόνο τέχνη ανάλογη προς τις φυσικές του επιτηδειότητες, δια εκείνους οι οποίοι έπρεπε να υπερασπίζονται όλους τους άλλους, είπαμε ότι αυτοί θα έπρεπε να είναι μόνον οι φύλακες της πόλεως, αν κανείς εξωτερικός ή εσωτερικός εχθρός θελήσει να την καταστρέψει, δικάζοντας με επιείκεια τους υφιστάμενους τους, που είναι και οι φυσικοί φίλοι τους, αλλά φαινόμενοι σκληροί κατά τις μάχες προς τους εχθρούς που θα αντιμετωπίσουν.
ΤΙ. : Μάλιστα.
ΣΩ. : Και για την εκπαίδευση τους τι υποστηρίζουμε ;; Δεν είπαμε ότι πρέπει με την γυμναστική, μουσική και με όλα τα άλλα να ανατραφούν, όσα ταιριάζουν σε τέτοιους άνδρες ;;
ΤΙ. : Βεβαίως.
ΣΩ. : Διότι η φύση της ψυχής των φυλάκων, έτσι νομίζω λέγαμε, πρέπει να είναι αφενός μεν ορμητική, αφετέρου δε εξαιρετικά φιλόσοφος, για να μπορούν αυτοί να φαίνονται όπως πρέπει προς τους άλλους δύο, δηλαδή τους φίλους και τους εχθρούς, μαλακοί και σκληροί.
ΤΙ. : Ναι.
ΣΩ. : Είπαμε νομίζω ότι, όσοι θα ανατραφούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν πρέπει να θεωρούν ποτέ ως ιδικόν τους κτήμα ούτε χρυσόν ούτε άργυρο ούτε τίποτε άλλο, αλλά μισθοδοτούμενοι από εκείνους που προφυλάγουν, δια την παρεχόμενη σε αυτούς ασφάλεια, με τόσον μισθό όσος είναι αρκετός σε φρόνιμους ανθρώπους, και ζώντες όλοι μαζί, να ξοδεύουν τον μισθό τους από κοινού και να φροντίζουν με κάθε μέσο μόνο δια την αρετή, χωρίς να απασχολούνται σε τίποτα άλλο απολύτως. –
{
ΣΩ.} Ἆρ᾽ οὖν οὐ τὸ τῶν γεωργῶν ὅσαι τε ἄλλαι τέχναι πρῶτον ἐν αὐτῇ χωρὶς διειλόμεθα ἀπὸ τοῦ γένους τοῦ τῶν προπολεμησόντων;
{
ΤΙ.} Ναί.
{
ΣΩ.} Καὶ κατὰ φύσιν δὴ δόντες τὸ καθ᾽ αὑτὸν ἑκάστῳ πρόσφορον ἓν μόνον ἐπιτήδευμα, μίαν ἑκάστῳ τέχνην, τούτους οὓς πρὸ πάντων ἔδει πολεμεῖν, εἴπομεν ὡς ἄρ᾽ αὐτοὺς δέοι φύλακας εἶναι μόνον τῆς πόλεως, εἴτε τις ἔξωθεν ἢ καὶ τῶν ἔνδοθεν ἴοι κακουργήσων, δικάζοντας μὲν πρᾴως τοῖς ἀρχομένοις ὑπ᾽ αὐτῶν καὶ φύσει φίλοις οὖσιν, χαλεποὺς δὲ ἐν ταῖς μάχαις τοῖς ἐντυγχάνουσιν τῶν ἐχθρῶν γιγνομένους. {ΤΙ.} Παντάπασι μὲν οὖν.
{
ΣΩ.} Φύσιν γὰρ οἶμαί τινα τῶν φυλάκων τῆς ψυχῆς ἐλέγομεν ἅμα μὲν θυμοειδῆ, ἅμα δὲ φιλόσοφον δεῖν εἶναι διαφερόντως, ἵνα πρὸς ἑκατέρους δύναιντο ὀρθῶς πρᾷοι καὶ χαλεποὶ γίγνεσθαι.
{
ΤΙ.} Ναί.
{
ΣΩ.} Τί δὲ τροφήν; ἆρ᾽ οὐ γυμναστικῇ καὶ μουσικῇ μαθήμασίν τε ὅσα προσήκει τούτοις, ἐν ἅπασι τεθράφθαι;
{
ΤΙ.} Πάνυ μὲν οὖν.
{
ΣΩ.} Τοὺς δέ γε οὕτω τραφέντας ἐλέχθη που μήτε χρυσὸν μήτε ἄργυρον μήτε ἄλλο ποτὲ μηδὲν κτῆμα ἑαυτῶν ἴδιον νομίζειν δεῖν, ἀλλ᾽ ὡς ἐπικούρους μισθὸν λαμβάνοντας τῆς φυλακῆς παρὰ τῶν σῳζομένων ὑπ᾽ αὐτῶν, ὅσος σώφροσιν μέτριος, ἀναλίσκειν τε δὴ κοινῇ καὶ συνδιαιτωμένους μετὰ ἀλλήλων ζῆν, ἐπιμέλειαν ἔχοντας ἀρετῆς διὰ παντός, τῶν ἄλλων ἐπιτηδευμάτων ἄγοντας σχολήν».
Όπως μας λέγει ο Πρόκλος, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος, βιβλίο Α’, 33.4 – 45.27», η συζήτηση για την πολιτεία και η συγκεντρωτική και σύντομη ανακεφαλαίωση των τάξεών της συντελεί στην καθολική παρουσίαση της κοσμικής δημιουργίας. Γιατί είναι δυνατόν από αυτά σαν από εικόνες να αναχθούμε στα καθολικά. Πράγματι, και οι πυθαγόρειοι αυτό ακριβώς εφήρμοσαν ιδιαιτέρως, ανιχνεύοντας τις ομοιότητες των όντων από τις αναλογίες και μεταβαίνοντας στα υποδείγματα από τις εικόνες. Αυτό, λοιπόν, κάνει και τώρα ο Πλάτων, υποδεικνύοντας μας προκαταβολικά μέσα στις ανθρώπινες ζωές όσα υπάρχουν στο σύμπαν και επιτρέποντας μας να παρατηρήσουμε. Και δεν είναι περίεργο. Γιατί και οι πολιτείες τω ενάρετων ανθρώπων εξομοιώνονται με την ουράνια τάξη.
Πρέπει, λοιπόν, κι εμείς να αναγάγουμε στα καθολικά τις εικόνες που εκφράζονται εδώ και πρώτα το μέρος που αφορά τη διαίρεση των τάξεων. Γιατί αυτός ο χωρισμός των τάξεων μιμείται τη διαίρεση που εφήρμοσε ο δημιουργός στον Κόσμο, με βάση την οποία ούτε τα ασώματα είναι δυνατόν να μεταβληθούν στην φύση των σωμάτων ούτε τα σώματα φεύγουν από την ουσία τους μεταβαίνοντας στην υπόσταση των ασωμάτων. Με βάση την ίδια, επίσης, διαίρεση τα θνητά μένουν θνητά και τα αθάνατα παραμένουν αιωνίως ανεξάλειπτα και οι διάφορες τάξεις τους έχουν τις υποδειγματικές ους να προ-υπάρχουν μέσα στα καθολικά.Αν, θέλεις, λοιπόν, ολόκληρη την πολιτεία να τη διευθετήσεις ανάλογα με τον συμπαντικό Κόσμο – γιατί δεν γίνεται ο άνθρωπος να είναι ένα μικρός κόσμος και η πόλη να μην είναι και αυτή ένας μικρός κόσμος – και να τη χωρίσεις στα δύο, στην άνω πολιτεία και στην κάτω πολιτεία, και να συνδέσεις την πρώτη με τον ουρανό και τη δεύτερη με την γένεση, σίγουρα θα βρεις τη σύνδεση πρέπουσα. Και με τον χωρισμό της πολιτείας στα τρία θα λάβεις : στην πολιτεία «τὸ θητικόν, τὸ πολεμικόν, τὸ φυλακικόν» (η τάξη των εργατών, η τάξη των πολεμιστών και η τάξη των φυλάκων). Στην ψυχή το επιθυμητικό μέρος, το οποίο υπηρετεί τις ανάγκες του σώματος, το θυμικό, το οποίο έχει ταχθεί να αναστέλλει καθετί που καταστρέφει τον οργανισμό και φρουρεί το ηγεμονικό μας μέρος, και το λογικό, το οποίο είναι στην ουσία του φιλοσοφικό και κυβερνητικό ολόκληρης της ζωής μας. Σε ολόκληρο το πλήθος των ψυχών θα βρεις το ένα μέρος του να θητεύει «περί την γένεσιν» , το άλλο μέρος να υπουργεί τις εγκόσμιες πρόνοιες των θεών και το τρίτο μέρος να ανάγεται στο νοητό. Και σε όλα γενικά τα εγκόσμια υα βρεις το γένος των θνητών, το φύλο των δαιμόνων και την τάξη των ουράνιων θεών. Γιατί αυτοί είναι οι όντως φύλακες και σωτήρες των πάντων, ενώ οι δαίμονες προπέμπουν τη δημιουργία των θεών και καταστέλλουν πάσα την εντός του Κόσμου πλημμέλεια. Υπάρχει, όμως, και μία πρόνοια της φύσης για τα θνητά, η οποία τα γεννά και τα συνέχει κατά (σύμφωνα) τον θείο Νου.
Επιπλέον, σύμφωνα με μία άλλη διαίρεση, η γεωργική τάξη της όλης είναι ανάλογη με την Σελήνη η οποία περιέχει τους θεσμούς της γενεσιουργού φύσεως, Η έφορος των κοινών γάμων είναι η Αφροδίτη που είναι η αιτίας πάσης αρμονίας και ενώσεως άρρενος προς θήλυ και είδους προς ύλη. Η πρόνοια «τῶν κλήρων τῶν κεκομψευμένων» αντιστοιχεί στον Ερμή λόγω των κλήρων, τους οποίους εποπτεύει ο θεός αυτό, και λόγω του δόλου που υπάρχει σε αυτούς. Η παιδευτική και δικαστική αντιστοιχεί στον Ήλιο, παρά του οποίου βρίσκεται η εγκόσμιος Δίκη, ο Αναγωγεύς και ο Επτάκτινος, σύμφωνα με τους θεολόγους. Η τάξη των πολεμιστών αντιστοιχεί στην τάξη του Άρη η οποία πρυτανεύει σε όλες τις εναντιώσεις του Κόσμου και στη ετερότητα του σύμπαντος. Η βασιλική τάξη στο Δία, τον χορηγό «φρονήσεως ἡγεμονικῆς καὶ νοῦ πρακτικοῦ καὶ διακοσμητικοῦ». Η τάξη των φιλοσόφων στον Κρόνο, εφόσον είναι νοητική και «ἄνεισι καὶ μέχρι τῆς πρωτίστης αἰτίας».
Αυτά, λοιπόν, μπορούμε να λάβουμε μέσω των αναλογιών. Φαίνεται όμως ότι ο Πλάτων χωρίζει την πολιτεία στα δύο και θεωρεί μια τάξη αυτή των γεωργών και αυτή των τεχνιτών, η οποία αποκαλείται τάξη των δημιουργών, και μία τάξη αυτή των πολεμιστών, η οποία αντιστοιχεί στην πάνω πολιτεία. Και κάνει αυτό τον χωρισμό όχι επειδή εδώ ανακεφαλαιώνει την πολεμική ζωή της πολιτείας, όπως λέγει ο Λογγίνος, αλλά επειδή στους πολεμιστές συμπεριέλαβε τους επίκουρους και τους φύλακες. Γιατί οι πρώτοι πολεμούν με τα χέρια και οι δεύτεροι με τις γνώμες. Όπως ακριβώς και μεταξύ των Ελλήνων, πολεμούσε και ο Αίαντας, «τὸ ἕρκος τῶν Ἀχαιῶν», πολεμούσε και ο Νέστωρας, «ὁ οὖρος τῶν Ἀχαιῶν», ενώ ο δεύτερος αποκρούοντας τους εχθρούς με τις συμβουλές του σαν φύλακας, και ο πρώτος χρησιμοποιώντας τα χέρια του εναντίον τους. Σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να πούμε ότι έχει αναφέρει εδώ ξεχωριστά τους πολεμιστές, επειδή θέλει να εξιστορήσει τις πολεμικές πράξεις αυτής της πολιτείας.
Πιο συγκεκριμένα στο χωρίο 17.c-d, λέγει ο Πρόκλος, μπορούμε να το διαβάσουμε με δύο τρόπους : ή ότι κατά φύση δώσαμε σε κάθε πολίτη ένα επιτήδευμα (ενασχόληση), για να μπορεί ο καθένας να πράττει τα οικία έργα, ή ότι δώσαμε σε καθέναν να ασκεί το κατά φύση επιτήδευμα για να επιτηδεύειν. Έπειτα πρέπει να ερευνήσουμε για ποια αιτία ο Σωκράτης τα καθόρισε έτσι ή τα είπε ο ίδιος έτσι. Γιατί κάθε επιτηδειότητα ασκείται ορθά «ὑπό τε τοῦ πεφυκότος καὶ τοῦ ἐπιμελῶς ἁπτομένου τῆς ἐπιτηδεύσεως» (από όποιον έχει φυσική κλίση προς αυτήν και ασχολείται με επιμέλεια με αυτή). Γιατί ούτε η επιμέλεια, αν στερηθεί από την φυσική κλίση, μπορεί να επιτύχει κάτι τέλειο ούτε η ικανότητα χωρίς την επιμέλεια προκόβει σε αποτελεσματικότητα. Και από τις δύο, λοιπόν, προκύπτει η ολοκλήρωση. Αν, όμως, ισχύει αυτό, κάποιος ο οποίος ασκεί περισσότερες εργασίες δεν μπορεί να έχει την ίδια φυσική κλίση προς όλες ή να επιδεικνύει την ίδια επιμέλεια σε όλες, καθώς μοιράζεται από τη φροντίδα του πολλά. Να όμως η φυσική κλίση και η επιμέλεια μειώνονται, είναι ανάγκη και οι επιτηδειότητες των πολιτών να εμφανίζονται χειρότερες. Αν, όμως, αυτό δεν είναι ορθό, τότε πρέπει να απονέμουμε σε κάθε πολίτη μια επιτηδειότητα, προς την οποία έχει φυσική κλίση, και να τον βάλουμε να συγκεντρώνει όλη την επιμέλεια του σε ένα επιτήδευμα. Γιατί αυτό ο οποίος είναι εκ φύσεως ικανός σε ένα συγκεκριμένο είδος ζωής και ασκεί τη φυσική του κλίση με επιμέλεια, είναι φυσικό να γίνει άριστος στην εργασία του.
Στην περίπτωση, λοιπόν, των ανθρώπινων πολιτειών είναι εύκολο να παρατηρήσουμε αυτού του είδους τη διαίρεση. Γιατί η φύση μας είναι διαιρετή. Στην περίπτωση, όμως, των θεών πως είναι αυτό αληθινό ;; Γιατί το θείο είναι παντοδύναμο και παν-τέλειο. Στην πραγματικότητα, πρέπει να πούμε για τους θεούς ότι όλα υπάρχουν μέσα σε όλα, όμως καθένας είναι τα πάντα και έχει την αιτία των πάντων σύμφωνα με την ιδιαιτερότητα του, ένας με τον τρόπο του Ήλιου, άλλος με τον τρόπο του Ερμή. Γιατί η ιδιαιτερότητα ξεκινά από τις θεϊκές ενάδες και απλώνεται στις νοητικές ουσίες, στις θεϊκές ψυχές και στα σώματα τους, και για αυτό ανάμεσα τους άλλα έχουν λάβει δημιουργική δύναμη, άλλα γεννητική, άλλα συνδετική και άλλα διαιρετική και έτσι ενεργούν περί την γένεσιν. Στα ίδια, λοιπόν, τα θεία προϋπάρχει η ιδιαιτερότητα καθορίζοντας τις ενάδες με βάση το εκεί άπειρο και τη θεϊκή δυάδα. Στους νόες η διαφορετικότητα η οποία διακρίνει τα καθολικά και τα μέρη, διανέμοντας τις νοητικές δυνάμεις και παρέχοντας στον καθένα την ιδιαίτερή του τάξη, με βάση την οποία δεν συγχέεται η καθαρότητα των νοών. Στις ψυχές η πρόοδος και η διαίρεση σε διαφορετική ζωή, με βάση την οποία άλλες έλαβαν θεϊκή, άλλες αγγελική, άλλες δαιμονκή και άλλες άλλη ύπαρξη. Στα σώματα η τοπική διαίρεση η οποία προκαλεί στο καθένα διαφορετικές δυνάμεις. Γιατί και στα σώματα υπάρχουν οι τελευταίες εικόνες των νοητών, με βάση τις οποίες το τάδε δημιουργεί το τάδε, το άλλο δημιουργεί το άλλο, και το τάδε είναι ομοιοπαθές με το άλλο. Όπως, λοιπόν, στο σύμπαν καθετί προκαλεί σύμφωνα με τη φύση του αυτό στο οποίο έχει τοποθετηθεί από την δημιουργία, έτσι και στην πολιτεία έχουν διαιρεθεί τα επιτηδεύματα καθενός και καθένας έχει τοποθετηθεί σε αυτό στο οποίο έχει φυσική κλίση. Ποια είναι, λοιπόν, τα έργα των (προ)πολεμούντων τα διασαφηνίζει ο ίδιος λέγοντας τα στους στο χωρίο «17.d – 18.a» .
Στο αυτό χωρίο ο Σωκράτης θέλει οι φύλακες και οι επίκουροι να είναι οι δικαστές των εσωτερικών εχθρών που βλάπτουν την πολιτεία, και αγωνιστές εναντίων των εξωτερικών εχθρών, με διαφορετικό τρόπο οι επίκουροι και δε διαφορετικό τρόπο οι φύλακες, όπως έχει ειπωθεί.
Το «να είναι μόνον φύλακες της πόλεως», που λέγεται, δεν είναι μείωση της δύναμής τους. Γιατί, και όταν λέμε για το πρώτο αίτιο ότι «ἓν μόνον ἐστίν», δεν το μειώνουμε και δεν το περιορίζουμε σε απολύτως στενά όρια. Γιατί ούτε και αυτό που είναι μόνο άριστο έχει μειωθεί για αυτόν τον λόγο, αλλά αντιθέτως κάθε πρόσθεση σε ένα τέτοιο πράγμα είναι μείωση. Επομένως, στις περιπτώσεις αυτές το σύνολο μειώνεται από το «όχι μόνο» και όχι από το «μόνο». Γιατί όσα περισσότερα προσθέσεις, τόσο περισσότερο μειώνεις το αρχικό
Πρέπει πάλι να κοιτάξουμε και να διακρίνουμε στο σύμπαν αυτά που λέγονται τώρα. Τι είναι, λοιπόν, το εξωτερικό στο σύμπαν ;; Μιας και περιέχει τα πάντα το σύμπαν. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κακό έχει λάβει διπλή υπόσταση στον Κόσμο, καθώς υπάρχει μέσα στις ψυχές και μέσα στα σώματα, και πρέπει όσοι εξαλείφουν το σφάλμα και την αταξία από το σύμπαν να επιβάλουν την δίκη (δικαιοσύνη) και το μέτρο στις ψυχές και να αγωνιστούν ενάντια στην αστάθεια της ύλης. Γιατί οι ψυχές ταιριάζουν από τη φύση τους στο νοητό, για αυτό και μπορεί να πει κανείς ότι «ἔνδοθεν καὶ ἐκ τοῦ παντὸς εἶναι τοῦ νοη τοῦ πλάτους» (είναι εσωτερικές και ότι ανήκουν στο νοητό πλάτος), ενώ τα «ἔνυλα ὄντα» που είναι απομακρυσμένα από τους θεούς, είναι κατά κάποιο τρόπο αλλότρια, ξένα και εξωτερικά. Για αυτό και όσοι αποκαθιστούν/(από)πληρούν τη δικαιοσύνη χρησιμοποιούν τις ψυχές με πραότητα σαν εκ φύσεως φιλικές τους, ενώ είναι σκληροί απέναντι στα σώματα που κινούνται εσφαλμένα και άτακτα, επειδή είναι άσχετοι με αυτά και εξαλείφουν εντελώς την αταξία τους και αποκόπτουν την πλεονεξία της ύλης. Γιατί άλλα από τα σώματα δεν υπομένουν καν αυτού του είδους την διευθέτηση, αλλά αμέσως κινούνται με βιασύνη προς την ανυπαρξία, και άλλα, τα οποία κινήθηκαν εσφαλμένα, καταστέλλονται από την Δίκη/Δικαιοσύνη στο σύμπαν και από την ασυναγώνιστη ισχύ των φρουρητικών δυνάμεων της τάξης. Για αυτό και τώρα ο Πλάτων είπε ότι όσοι πολεμούν για την πολιτεία είναι σκληροί απέναντι σε όσους συναντούν. Γιατί υπάρχουν μερικοί που δεν μπορούν να υπομείνουν ούτε καν την θέα τους.
Γιατί, πάντως, αναφορικά με τις ίδιες τις ψυχές υπάρχουν ανυψωτικές και καθαρτικές δυνάμεις, έφοροι (επόπτριες) της κρίσης και της δικαιοσύνης, και προφανώς οι πρώτες αντιστοιχούν στους φύλακες και οι δεύτερες στους επίκουρους. Αλλά αναφορικά με τα σώματα υπάρχουν δυνάμεις συνδετικές και δυνάμεις διαλυτικές και είναι φανερό ότι οι πρώτες αντιστοιχούν στους φύλακες και οι δεύτερες στους πολεμιστές. Γιατί αυτά που δεν μπορούν να παραμείνουν στην τάξη τους τα διαλύουν στο σύμπαν, προκειμένου όλα να είναι τακτοποιημένα και τίποτα αόριστο/ακαθόριστο ή πλημμελές.
Αν, όμως, στρέψεις την προσοχή σου στο ίδιο τον όλον/καθολικό δημιουργό και στους άτρεπτους/άκαμπτους και αμείλικτους θεούς τους οποίους και η θεόπνευστη ποίηση ονόμασε «φύλακας τοῦ Διός», μπορείς να έχεις τη αιτία των δυο αυτών γενών η οποία προϋπάρχει στον πατέρα. Γιατί χάρη στο δημιουργικό Ον τα πάντα έχουν τακτοποιηθεί, και χάρη στην άτρεπτη/άκαμπτη φρουρά του μένει όλη η διακόσμηση αιώνια, καθώς εξαλείφεται εκ θεμελίων κάθε αταξία. Μπορείς να δεις εκεί «τὴν Δίκην τὴν μετὰ τοῦ Διὸς τὰ πάντα κατευθύνουσαν» – για «ἕπεται αὐτῷ πρὸ τοῦ θείου νόμου τιμωρός» – αλλά «καὶ τὴν ἐνόπλιον τάξιν», με την οποία διατάσσει/διευθετεί το σύμπαν, όπως ακριβώς λένε όσοι έγραψαν για τιτανομαχίες και γιγαντομαχίες.
Το «ἔξωθεν καὶ ἔνδοθεν» που λέγει ο Πλάτων, λέγει ο Πρόκλος, μπορεί κανείς να το αντιληφθεί και ως εξής : η πλημμελής και άτακτη κίνηση των σωμάτων άλλοτε οφείλεται στην αδυναμία των Λόγων (λογικών αιτιών) και άλλοτε στην πλεονεξία της ύλης. Είναι, μάλιστα, οι Λόγοι (λογικά αίτια) συγγενικοί με τα ποιητικά (δημιουργικά) αίτια, ενώ η ύλη λόγω της αοριστίας της και της απομακρυσμένης υπόστασης της είναι ξένη προς όσους την τακτοποιούν. Η ασυναγώνιστη, λοιπόν, ισχύ των θεών, η άτρεπτη τάξη και η φρουρά της δημιουργίας η οποία αναιρεί με κάθε τρόπο την πλημμέλεια, από την μία ανανεώνει τους Λόγους και θεραπεύει την αδυναμία τους, και από την άλλη πολεμά την πλεονεξία της ύλης, όχι επειδή η ύλη αντιστέκεται στους θεούς που την παράγουν, αλλά επειδή λόγω της αοριστίας της αποφεύγει την τάξη και κυβερνάται από τα Είδη χάρη στην φρουρά του δημιουργού, προς την οποία τίποτα δεν μπορεί να αντισταθεί, αλλά πρέπει όλα να την υπακούουν, προκειμένου να παραμείνουν αιωνίως όλα τα εγκόσμια και να είναι ο δημιουργός πατέρας όλων των αιωνίων, επειδή «ἀκίνητος ὢν καὶ ἐν αἰῶνι χωριστῶς ἱδρυμένος».
Στην συνέχει ο Πρόκλος, σχολιάζοντας το χωρίο «18.a» μας λέγει πως το θυμοειδές και το φιλόσοφο περιέχουν τις δύο τάξεις, την τάξη δηλ. των επίκουρων και την ειδική τάξη των φυλάκων, όπως ακριβώς και το επιθυμητικό θα ταιριάζει στην τρίτη τάξη των εργατών. Γιατί, αφού αντιδιέστειλε την άνω πολιτεία προς την κάτω, με τα δύο αυτά επίθετα δήλωσε τις διαφορές των τάξεων στην άνω πολιτεία, όπως αν κανείς διαιρούσε τον Κόσμο σε ουρανό και γένεση και έλεγε ότι στον ουρανό υπάρχουν δαιμονικές και θεϊκές τάξεις και αποκαλούσε και τις δύο φρουρητικές της γενέσεως (υποσελήνια περιοχή) και του σύμπαντος. Γιατί και το σύμπαν φρουρείται από τους θεούς, φρουρείται και από τους δαίμονες, από τους πρώτους καθολικά, ενιαία και εξηρημένα, και από τους δεύτερους μερικώς/διαιρεμένα, πεπληθυσμένα και προσεχέστερα προς τα φρουρούμενα τους. Γιατί γύρω από κάθε θεό έχει τοποθετηθεί ένα πλήθος δαιμόνων που μοιράζονται τη μια και καθολική πρόνοια του. Ταιριάζει, λοιπόν, το φιλοσοφικό στους θεούς, εφόσον είναι ενωμένοι με το νοητό και εφόσον είναι γεμάτοι από την ουσία, ενώ το θυμοειδές ταιριάζει στους δαίμονες, εφόσον αναστέλλουν πάσα πλημμέλεια από το σύμπαν και δορυφορούν τους θεούς, όπως ακριβώς το θυμοειδές μέρος της ψυχής φρουρεί το λογικό μέρος της, και εφόσον είναι σωτήρες των θεϊκών νόμων και των θεσμών της Αδράστειας. Για αυτούς τους λόγους είναι επιεικείς προς τα οικεία τους, θεραπεύοντας αρμονικά την ασθένεια τους ως εκ φύσεως συγγενικά τους, και είναι σκληροί με τα έξω, επειδή με τρόπο εξηρημένο και με την κορυφαία τους υπρβολή/υπεροχή αφανίζουν την αοριστία των έξω.
Όλα αυτά που έχουν ειπωθεί μέχρι εδώ ήταν κάποιες γενικές αρχές που ισχύουν από κοινού για όλους και με πρότυπο την «δημιουργικὴν διακλήρωσιν καὶ τὴν ἑτερότητα τὴν θείαν» προσδιορίζουν τις ασχολίες που ταιριάζουν στον καθένα και κατανέμουν τις δυνάμεις με τρόπο κατάλληλο για αυτούς που τις υποδέχονται. Από εδώ και πέρα εξυφαίνεται η ζωή των πολιτών, η οποία μέσω της ανατροφής, των επιτηδευμάτων, «καὶ κοινωνίας καὶ παιδοποιίας» (του γάμου και της τεκνοποιίας) προχωρά από την αρχή ως το τέλος όπως πρέπει.
Ποια είναι λοιπόν η ανατροφή και πως έχει εξομοιωθεί με το σύμπαν ;; Ότι στην σωκρατική πολιτεία υπάρχει μια εκπαίδευση της ψυχής, εκπαίδευση η οποία από τη μια ρυθμίζει το άλογο στοιχείο μέσω της μουσικής και της γυμναστικής – εκ των οποίων η μουσική χαλαρώνει την ένταση του θυμικού και η δεύτερη διεγείρει την επιθυμία και την κάνει αρμονική, θα λέγαμε, και σύμμετρη με το θυμικό, καθώς η επιθυμία είναι υπερβολικά παραλυμένη λόγω της καθόδου της στο υλικό στοιχείο και γεμάτη από την εκεί έλλειψη ζωής – και από την άλλη ρυθμίζει το λογικό μέσω των μαθημάτων που έχουν κάτι το οποίο έλκει προς το όντως ΟΝ και υπενθυμίζει το όντως ΌΝ και αναγάγει το εν ημίν νοητικό στοιχείο στο πιο λαμπρό μέρος του όντως Όντος, είναι φανερό σε όσους δεν έχουν ξεχάσει εντελώς αυτά που έχουν διατυπωθεί στην «Πολιτεία». Δικό μας έργο πλέον είναι να ερευνήσουμε ποια είναι η ανατροφή στο σύμπαν, ποια η μουσική και η γυμναστική και ποια τα μαθήματα των φυλάκων του σύμπαντος.
Αν, λοιπόν, λέμε ανατροφή την τελειότητα την αποπληρούσα καθένα τους με τα αγαθά που του ταιριάζουν και τον κάνει αυτάρκη ως προς τις νοήσεις και την πρόνοια, μουσική αυτή που κάνει αρμονικές τις ζωές τους και γυμναστική αυτή που «ἔνρυθμον καὶ ἐμμελῆ τὴν θείαν κίνησιν» εργάζεται, αεί το αυτό τηρούσα είδος και την αυτή κατάσταση των θείων οχημάτων άτρεπτη – για αυτό και ο Πλάτων στην «Πολιτεία, 617.b-c» «προσεῖπε τὰς θείας ψυχὰς» και χαρακτήρισε «ἔνρυθμον τὴν οὐρανίαν κίνησιν». Γιατί σε εκείνα τα όντα ταιριάζει η γυμναστική, ενώ στα υποσελήνια όντα, που επιδέχονται και το αντίθετο από την φύση, ταιριάζει η ιατρική – αν, λοιπόν, υποστηρίξουμε αυτά θα μιλήσουμε ορθά. Γιατί εξ άνωθεν, από τα νοητά, φτάνουν δυνάμεις σε ολόκληρο τον ουρανό, οι οποίες λάμπουν στις ζωές την αρμονία και «ἄτρεπτον ῥώμην τοῖς ὀχήμασιν αὐτῶν» (στα σχήματά τους την τέλεια και αμετάβλητη ισχύ), επειδή και τα μαθήματα είναι «νοήσεις τῶν ψυχῶν τῶν οὐρανίων», με βάση τις οποίες αυτές αναβιβάζονται προς το νοητό, ακολουθώντας τον μεγάλο Δία και «θεώμεναι τόν τε ἑνιαῖον ἀριθμὸν καὶ τὸν ὡς ἀληθῶς οὐρανὸν καὶ τὸ νοερὸν σχῆμα»
[1]. Για αυτό, λοιπόν, μπορείς να πεις ότι σε αυτές υπάρχει η αληθέστατη αριθμητική, αστρονομία και γεωμετρία. Γιατί «τὸ αὐτοτάχος ὁρῶσι καὶ τὴν αὐτο βραδυτῆτα» [την καθαυτό ταχύτητα και βραδύτητα], «τὰ παραδείγματα τῶν κατ᾽ οὐρανὸν περιόδων», και γενικά «τὴν πρωτουργὸν καὶ νοερὰν περιφορὰν καὶ τὸν θεῖον ἀριθμὸν καὶ τὰ σχήματα τὰ νοερὰ καὶ πρό γε τούτων τὴν διαλεκτικήν», με βάση την οποία όλο «τὸ νοητὸν νοοῦσι καὶ ἑνίζονται πρὸς τὴν μίαν τῶν ἑνάδων ἁπασῶν αἰτίαν» (και ενώνονται με την μία αιτία όλων των ενάδων).
Και αν πρέπει να μιλήσουμε κάνοντας έναν διαχωρισμό, μέσω αυτού του είδους των μαθημάτων ενεργούν γύρω από τα πρώτα, μέσω της γυμναστικής προΐστανται των κατώτερων κατά τρόπο άχραντο και μέσω της μουσικής συγκρατούν με τρόπο αρμονικό τον σύνδεσμο του σύμπαντος.
Βέβαια όσα έχουν οριστεί για την πλέον ευνομούμενη πολιτεία, έχουν φανερή την αιτία τους και έχουν ειπωθεί από τον Σωκράτη στο χωρίο “18.b” του Πλατωνικού «Τίμαιου». Πώς όμως αυτά θα μεταφερθούν και στον ουρανό ;; Μα διακρίνοντας για ποια αιτία οι άνθρωποι κυνηγούν το χρυσάφι και το ασήμι και τι έχοντας στον νου τους αισθάνονται αυτό το απέραντο έρωτα. Είναι φανερό ότι το κάνουν επειδή θέλουν να ικανοποιήσουν με κάθε τρόπο τις ανάγκες τους και επιθυμούν να εξασφαλίσουν στον όσα συμβάλουν στην απόλαυση. Για αυτούς τους λόγους, λοιπόν, εκπλήσσονται από τον πολυπόθητο πλούτο. «γιατί λένε ότι οι πλούσιοι έχουν πολλά να τους παρηγορούν», σύμφωνα με τον Κέφαλο του πλατωνικού «Πολιτικού, 329.c». Αν, λοιπόν, αυτά έχουν έτσι, η τελειότητα των ουράνιων θεών που είναι αυτάρκης και στραμμένη προς το Καλό (Ωραίο) και το Αγαθό δεν χρειάζεται καθόλου αυτή την παρείσακτη και φαινομενική αυτάρκεια ούτε στρέφει το βλέμμα της στην ανάγκη ή αποσκοπεί στην ικανοποίηση της ανάγκης, αλλά είναι εδραιωμένη μακριά από κάθε έλλειψη και υλική ανάγκη και όντας γεμάτη από τα αγαθά κατέχει την ηγεμονική θέση μέσα στο σύμπαν. Επιπλέον, δεν επιδέχεται το μερικό και διαιρεμένο αγαθό, αλλά επιδιώκει το κοινό αγαθό, το οποίο απλώνεται σε όλα και είναι αδιαίρετο, και από αυτό χαρακτηρίζεται ιδιαιτέρως. Θα ταιριάξει λοιπόν και σε αυτούς το «δεν θεωρούν ούτε τον χρυσό ούτε τον άργυρο ούτε οποιοδήποτε άλλο απόκτημα ατομικά δικό τους» που λέει ο Σωκράτης.
Μπορεί, όμως, να εξηγηθεί και με τον παρακάτω τρόπο αναφορικά με την φύση : ο χρυσός, το ασήμι και κάθε μέταλλο, όπως ακριβώς και τα υπόλοιπα πράγματα, γεννιούνται στην γη από τους ουράνιους θεούς και την απορροή από εκεί. Αποδίδεται, για παράδειγμα, στον Ήλιο ο χρυσός, στην Σελήνη ο άργυρος, στον Κρόνο ο μόλυβδος, στον Άρη ο σίδηρος. Αυτά, λοιπόν, γεννιούνται από εκεί και λαμβάνουν υπόσταση στη γη και όχι μέσα σε εκείνα που στέλνουν τις απορροές τους. Γιατί εκείνα δεν επιδέχονται τίποτα υλικό. Και προέρχονται όλα από όλα, επικρατεί όμως διαφορετική ιδιότητα στο καθένα, σε άλλα η ιδιότητα του Κρόνου και σε άλλα η ιδιότητα του Ήλιου, στην οποία επικεντρώνουν την προσοχή τους οι παρατηρητές αυτών των πραγμάτων και αποδίδουν το ένα στη μία και το άλλο στην άλλη δύναμη. Αυτά, λοιπόν, δεν ανήκουν ατομικά στους θεούς αλλά από κοινού – γιατί είναι γεννήματα όλων τους – ούτε υπάρχουν σε εκείνους – γιατί οι δημιουργοί τους δεν τα χρειάζονται -, αλλά «ἐνταῦθα συμπήγνυται» με βάση τις απορροές από εκείνους. Γιατί, λοιπόν, αυτά επιδιώκονται από τους ανθρώπους με τρόπο χωριστό ;; Επειδή οι άνθρωποι «ζωὴν ἔχουσιν ἔνυλον» και τείνουν προς το μερικό απομακρυσμένοι από το καθολικό. Για αυτό, λοιπόν, τον λόγο μεταξύ των ανθρώπων υπάρχει σε μεγάλο βαθμό το δικό μου και όχι το δικό μου, και έχει εκλείψει η ένωση και η κοινωνία της ζωής.
Όπως λέγει ο Πρόκλος, σχετικά με τα όσα λέγονται περί μισθών των φυλάκων, δεν είναι καθόλου θαυμαστό να υπάρχει στις ανθρώπινες ζωές προσφορά, ανταπόδοση και μισθός για την ευποιίας (ευεργεσία). Γιατί κατά το έχει πει ο Σωκράτης στην πλατωνική «Πολιτεία, 420.b», ότι δηλαδή σκοπός μας είναι να κάνουμε ευδαίμονα ολόκληρη την πολιτεία και όχι μόνο ένα της γένος/τάξη, όπως για παράδειγμα την τάξη των φυλάκων. Θα πρέπει άλλοι με την πρόνοια και τη φρόνηση τους να διασώζουν την πολιτεία και άλλοι με την υπουργία τους (υπηρεσία τους) την θητεία τους (εργασία τους) να αποπληρούν «τὰς τοῦ βίου χρείας» των σωτήρων της πολιτείας, όπως ακριβώς «ἡ ἐν ἡμῖν φύσις πλάττουσα καὶ συνέχουσα τὸ ὄργανον γαλήνην παρασκευάζει τῷ φρονοῦντι πρὸς τὰς αὐτῷ πρεπούσας ἐνεργείας».
Στον Κόσμο, τώρα, ποια ανταπόδοση η ποιος μισθός θα ισχυριστεί ο λόγος μας ότι μπορεί να δοθεί από τα θνητά προς τους ουράνιους θεούς ;; Μήπως όλα αυτά, λοιπόν, είναι χαρακτηριστικά της ανθρώπινης αδυναμίας η οποία δεν έχει την αυτάρκεια, ενώ κάθε θεός είναι αυτάρκης και, επειδή εκτός από την αυτάρκεια έχει την υπερπληρότητα μαζί με την αυτάρκεια, συμπληρώνει τα υποδεέστερα με αγαθά, χωρίς να δέχεται τίποτα από αυτά. Ίσως, όμως, ακόμα και αν το θείο δεν επιδέχεται τίποτα, επειδή είναι αυτάρκες και πλήρες, απαιτεί από εμάς για την ευποιία (ευεργεσία) κάποιους μισθούς και αμοιβές, δηλ. «τὴν ὁμολογίαν τῆς χάριτος καὶ τὴν εὐγνωμοσύνην», λόγω της οποίας στρεφόμαστε προς τους θεούς και πληρούμεθα με μεγαλύτερα αγαθά. Γιατί το θείο, επειδή είναι αγαθό, θέλει τα πάντα να κοιτάζουν προς εκείνο και να θυμούνται εκείνο, επειδή τα πάντα υπάρχουν από εκείνο και εξαιτίας εκείνου. Γιατί τούτο, η εξάρτηση δηλαδή κάθε όντος από την θεϊκή αιτία, σώζει και όσα έπονται του θείου.
Αν, όμως, τούτα τα ερμηνεύσουμε κατά αυτόν τον τρόπο, ανάγοντας τους μισθούς σε επιστροφές και ομολογίες της χάρητος προς το θείο, πως πλέον θα κάνουμε να συμφωνήσει το ότι οι θεοί «συνδιαιτᾶσθαι» (συγκατοικούν) και αναλίσκουν από κοινού αυτό τον μισθό ;; Είναι, λοιπόν, καλύτερο να ερμηνεύσουμε τον μισθό από μία πιο φυσική σκοπιά. Επειδή, δηλ., κάποιες απορροές φτάνουν στον θνητό τόπο από εκεί, ενώ κάποιες αναθυμιάσεις κινούνται από εδώ προς τα εκεί, αι επειδή μέσω αυτών συντελείται η περί τα θνητά δημιουργία, αυτές τις μεταβολές και τις μεταβάσεις των γήινων τις χαρακτήρισε μισθό που τελείται/πληρώνεται από ολόκληρη τη γη προς τον ουρανό, προκειμένου η γέννηση ναι είναι αδιάκοπη. Χαρακτήρισε επίσης «κοινὴν δίαιταν» τη μια σύμπνοια της θεϊκής δημιουργίας και την ομονοητική προμήθεια των εν ουρανό θεών, λόγω της οποίας καταναλώνεται καθετί το εκ γης μεταβάλλον και η γένεσις αλλάζει με ποικίλους τρόπους δια μέσω της χορείας των ουρανίων. Έχοντας και ο Σωκράτης τον νου του σε αυτά θα πει στον πλατωνικό «Τίμαιο, 34.b» ότι ολόκληρο ο Κόσμος είναι «στον εαυτό του φίλος και γνώριμος λόγω της αρετής» και στον «Τίμαιο, 34.b» ότι προφέρει «τη φθορά του εαυτού του σαν τροφή στον εαυτό του».
Ποιος είναι, λοιπόν, ο τελικός σκοπός αυτής της μιας και κοινής ζωής των πολιτών ;; Η αρετή, λέει ο ίδιος, η αρετή, και προφανώς η θεϊκή. Γιατί η αρετή υπάρχει πρώτα στους θεούς και έπειτα από εκείνους κατεβαίνει κάποιο μερίδιο της στα ανώτερα από εμάς γένη και σε εμάς. Ζώντας, λοιπόν, σύμφωνα με αυτήν οι φύλακες του Κόσμου και αμελώντας όλες τις άλλα επιτηδεύματα – γιατί δεν έχουν τον νου τους σε ανάγκες ούτε έχουν στραμμένη την προσοχή τους προς τα έξω. Γιατί τα πάντα υπάρχουν μέσα τους – διασώζουν τα πάντα και τα συμπληρώνουν με τα ωραία και τα αγαθά, υπηρετώντας με τα ωραία και βοηθώντας τον ένα πατέρα και δημιουργό των πάντων. Επειδή, όμως, αυτοί αφορίζουν (καθορίζουν) το μέτρο στις μεταβολές τις γη, δίχως «ἐξιστάμενοι ἑαυτῶν», αλλά στραμμένοι προς τον εαυτό τους και παραμένοντας στον εαυτό τους, για τον λόγο αυτό έχει χαρακτηρίσει και τον μισθό «μέτριο κατά τους σώφρονες». Γιατί είναι σώφρονες με το να ανήκουν στον εαυτό τους και έτσι βάζουν μέτρο στα κατώτερα, περιέχοντας τις κάθε λογής μεταβολές τους μέσα στη δική τους απλότητα.
Ας δούμε όμως και τι λέει ο αιγύπτιο Ιερέας και τι είναι οι τάξεις αυτές και γιατί άλλες αναφέρει ο Σωκράτης και άλλα ο αιγύπτιος Ιερέας.
Λέγει ο Ιερέας : «Πρώτα θα δεις ότι η τάξη των ιερέων ήταν ξεχωριστή από τις άλλες. Μετά από αυτή είναι η τάξη των δημιουργών/κατασκευαστών, επειδή καθεμία μόνη της δημιουργεί χωρίς να ανακατεύεται με άλλη, η τάξη των βοσκών και η τάξη των κυνηγών και η τάξη των γεωργών. Ακόμη η τάξη των μαχητών εδώ είναι ξεχωριστή από τις άλλες, όπως έχεις ίσως αντιληφθεί, αφού από τον νόμο της επιβλήθηκε να μη νοιάζεται για τίποτα άλλο παρά για τα πολεμικά έργα. – πρῶτον μὲν τὸ τῶν ἱερέων γένος ἀπὸ τῶν ἄλλων χωρὶς ἀφωρισμένον, μετὰ δὲ τοῦτο τὸ τῶν δημιουργῶν, ὅτι καθ᾽ αὑτὸ ἕκαστον ἄλλῳ δὲ οὐκ ἐπιμειγνύμενον δημιουργεῖ, τό τε τῶν νομέων καὶ τὸ τῶν θηρευτῶν τό τε τῶν γεωργῶν. καὶ δὴ καὶ τὸ μάχιμον γένος ᾔσθησαί που τῇδε ἀπὸ πάντων τῶν γενῶν κεχωρισμένον, οἷς οὐδὲν ἄλλο πλὴν τὰ περὶ τὸν πόλεμον ὑπὸ τοῦ νόμου προσετάχθη μέλειν». (Τίμαιος, 24. a.4 – b.3).
Όπως μας λέγει ο Πρόκλος, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος, βιβλίο Α’, 150.20 – 156.11», ότι η διακόσμηση/οργάνωση που παραθέτει ο ιερέας είναι μερικότερη από την διακόσμηση/οργάνωση της πολιτείας του Σωκράτη και κυρίως πιο διηρημένη από εκείνη, επειδή μιμείται την μέση/ενδιάμεση δημιουργία. Αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις από το πλήθος και την ποιότητα των τάξεων της πόλης. Γιατί στην πολιτεία του Σωκράτη υπάρχουν τρείς τάξεις, οι φύλακες, οι επίκουροι και οι εργάτες – γιατί η μονάδα ταιριάζει στην δημιουργική τριάδα -, ενώ οι τάξεις που αναφέρει ο ιερέας είναι διπλάσιες, οι ιερείς, οι μαχητές, οι κατασκευαστές, οι γεωργοί, οι βοσκοί και οι κυνηγοί. Γιατί οι ενδιάμεση δημιουργία έχει μαζί το δυαδικό και το τριαδικό στοιχείο. Και οι δύο αριθμοί είναι ταιριαστοί με την Αθηνά, αλλά ο ένας άμεσα στην συγκεκριμένη περίπτωση, σαν τριάδα, ενώ ο άλλος μέσω μιας γένεσης. Με το τρίγωνο, λοιπόν, και με την προέλευση από την τριάδα υποδεικνύει ταυτόχρονα και την υποβάθμιση και τη συγγένεια με τη θεά. Γιατί, μολονότι ολόκληρη η δημιουργία συμμετέχει στην Αθηνά, όμως γεμίζουν περισσότερο από αυτήν τα πρώτα και κορυφαία μέρη του σύμπαντος, η πρώτη δημιουργία και ο πρώτος πατέρας. Έτσι, λοιπόν, αν πάρεις μόνο αυτές τις τάξεις, θα βρεις τον αριθμό συγγενικό με την θεά. Αν, όμως, προσθέσεις και την επιμέλεια της φρόνησης, οπωσδήποτε θα βρεις της επτάδα να ανήκει στην Αθηνά. Γιατί και αυτό είναι πασίγνωστο και η έλλειψη θηλυκότητας της επτάδας έχει εξυμνηθεί και το ότι αποτελείται μόνο από τη μονάδα και ότι η τριάδα και η επτάδα αποτελούν εικόνα κυρίως της Αθηνάς. Η πρώτη επειδή είναι νοητική και στραμμένη προς τον εαυτό της και τα μονάδα, και η δεύτερη επειδή προήλθε μόνο από τον πατέρα. Αυτή, λοιπόν, την ερμηνεία μπορεί να δώσει κάποιος για τους αριθμούς. Πρέπει, όμως, και από την ίδια την ποιότητα των τάξεων να δεις την κατωτερότητα των μεν και την υπεροχή των δε. Γιατί η ιερατική τάξη είναι κατώτερη από την τάξη των φυλάκων, η οποία ανεβαίνει μέχρι την πρωταρχική αιτία, όπως ακριβώς και ο ίδιος ο Πλάτωνας στον «Πολιτικό 290.d-e» υπήγαγε τους ιερείς στον πολιτικό και δεν τους απέδωσε πολιτική δύναμη. Και η τάξη των μαχητών είναι κατώτερη από την τάξη των επίκουρων. Γιατί η δεύτερη τακτοποιεί τα πράγματα μέσα στην ίδια την πόλη, ενώ η πρώτη επιδιώκει μόνο τους πολέμους και τα πολεμικά έργα και συμμετέχει μόνο σε αυτή την άσκηση. Η τάξη των εργατών έχει διαιρεθεί στις υπόλοιπες τάξεις. Υπερτερεί, λοιπόν, επειδή είναι περιεκτικότερη και επειδή κατά κάποιο τρόπο είναι συνδεδεμένη με τις ανώτερες της τάξεις. Επομένως και από τον αριθμό και από την ποιότητα των τάξεων έχει γίνει σε εμάς φανερό ότι αυτά που παρουσιάζονται εδώ είναι κατώτερα από την σωκρατική πολιτεία και πρέπει να έχουν κατώτερη θέση από εκείνη. Αλλά και στην περίπτωση της σωκρατικής πολιτείας υποθέσαμε τις ανάλογες προς το σύμπαν ως εξής : η τάξη των φυλάκων σε αντιστοιχία με τους ουράνιους θεούς, η τάξη των επίκουρων με τα ανώτερα όντα που είναι οπαδοί/ακόλουθοι των ουράνιων θεών και φρουρούν του σύμπαν, και η τάξη των εργατών με τα όντα που συνέχουν/συγκρατούν την ένυλη φύση και τις μερικές/επιμέρους ψυχές. Και «τὸ μὲν τοῖς ἀπλανέσι, τὸ δὲ τοῖς πλανω μένοις, τὸ δὲ τοῖς ἐνύλοις» (η πρώτη τοποθετείται στην σφαίρα των απλανών, η δεύτερη στην σφαίρα των πλανητών και η τρίτη στα ένυλα). Αξίζει, όμως, και εδώ να δούμε πως και με ποιόν τρόπο πρέπει τούτες οι τάξεις να νοηθούν μέσα στο σύμπαν. Ο φιλόσοφος Πορφύριος, λοιπόν, τις ταξινομεί ως εξής. Λέει ότι οι ιερείς αναλογούν στους αρχαγγέλους που είναι στραμμένοι προς τους θεούς των οποίων είναι αγγελιοφόροι. Οι μαχητές στους δαίμονες που κατεβαίνουν στα σώματα. Οι βοσκοί στους δαίμονες που είναι τοποθετημένοι στις αγέλες των ζώων και για τους οποίους τα απόρρητα λένε ότι είναι ψυχές που έχασαν τον ανθρώπινο νου και έχουν μια διάθεση προς τα ζώα. Γιατί και στην αγέλη των ανθρώπων υπάρχει ένα κοινός επόπτης και κάποιοι άλλοι επιμέρους, εκ των οποίων άλλοι εποπτεύουν έθνη, άλλοι πόλεις και άλλοι άτομα. Οι κυνηγοί αναλογούν στους δαίμονες που κυνηγούν ψυχές και τις κλείνουν στα σώματα. Αλλά υπάρχουν και μερικοί που χαίρονται με τη κυνήγι των ζώων, όπως παρουσιάζουν την Άρτεμη και ένα πλήθος κυνηγετικών δαιμόνων μαζί της. Οι γεωργοί αναλογούν στους δαίμονες που είναι τοποθετημένοι σαν επόπτες των καρπών. Ολόκληρο αυτό, λοιπόν, το σώμα των υποσελήνιων δαιμόνων που είναι κατανεμημένοι σε πολλά πράγματα έχει ονομαστεί από τον Πλάτωνα «δημιουργικό» επειδή αποβλέπει σε ένα έργο που είτε ήδη υπάρχει ούτε πραγματοποιείται. Ο θεϊκός Ιάμβλιχος, όμως, αφού τα καταδίκασε αυτά ως αντι-πλατωνικά και αναληθή – γιατί ούτε οι αρχάγγελοι έτυχαν πουθενά μνείας από τον Πλάτωνα ούτε οι μαχητές είναι οι ψυχές που κατεβαίνουν στα σώματα. Γιατί δεν πρέπει αυτές να τις θεωρούμε ξεχωριστή τάξη πλάι στους θεούς ή στους δαίμονες. Γιατί είναι παράλογο να τις τοποθετήσουμε στην μεσαία θέση και να τοποθετήσουμε τους θεούς και τους δαίμονες στις τελευταίες δημιουργικές θέσεις. Ούτε οι βοσκοί είναι εκείνοι που έχασαν τον ανθρώπινο νου και απέκτησαν κάποια συγγένεια με τα ζώα. Γιατί δεν προέρχεται από τους ανθρώπους η ουσία των δαιμόνων που εποπτεύουν τη θνητή φύση. Ούτε είναι κυνηγοί αυτοί που κλείνουν την ψυχή στο σώμα σαν σε κλουβί. Γιατί η ψυχή δεν συνδέεται έτσι με το σώμα ούτε είναι φιλοσοφικός αυτός ο τρόπος ερμηνείας, αλλά γεμάτος από βαρβαρική απάτη. Ούτε τους γεωργούς πρέπει να τους αναγάγουμε στην Δήμητρα. Γιατί οι θεοί είναι εξηρημένοι (υπερβατικοί) από τα άμεσα αίτια της φύσης -, αφού, λοιπόν, τα καταδίκασε αυτά, μέσω της ομοιότητας αντιστοιχίζει τους ιερείς με όλες τις δεύτερες ουσίες και δυνάμεις, οι οποίες τιμούν και λατρεύουν τις προηγούμενές τους αιτίες, και τους νομοίς/βοσκούς με όλα τα ανώτερα όντα που μέσα στον Κόσμο έχουν λάβει της εποπτεία της στο σώμα ρεπούσης ζωής και των άλογων δυνάμεων και τις κατανέμουν με τάξη. αντιστοιχίζει τους θηρευτές/κυνηγούς με τις καθολικές δυνάμεις, οι οποίες βάζουν σε τάξη τα κατώτερα μέσω της θήρας (κυνηγιού) του όντως Όντος, και τους γεωργούς με όσα παρασκευάζουν/προετοιμάζουν την τελεσιουργία (αποτελεσματικότητα) των από τον ουρανό φερόμενων επί γη σπερμάτων. Τους μαχητές με όσους ανατρέπουν καθετί άθεο και ενισχύουν το θεϊκό. Αυτά λοιπόν λέει ο θεϊκός Ιάμβλιχος. Κοινό και στους δύο είναι ότι διαιρούν τους δημιουργούς στους βοσκούς, στους κυνηγούς και στους γεωργούς, αλλά δεν παράγουν αι τις τέσσερεις τάξεις απ μία. Γιατί σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να τοποθετήσει κανείς τους νομοίς/βοσκούς ή τους θηρευτές/κυνηγούς κάτω από την τάξη των δημιουργών, αν εξετάσει σωστά τα πράγματα. Είναι, λοιπόν, καλύτερο να κάνουμε την ερμηνεία, όπως ακριβώς έκανε τις διαιρέσεις ο Συριανός, θεωρώντας μια δυάδα των ιερέων και των μαχητών, άλλη δυάδα την τάξη των δημιουργών και των γεωργών, και τρίτη δυάδα την τάξη των βοσκών και των κυνηγών, και αφού υποθέσουμε μια τέτοια διάταξη, να αναζητήσουμε τα υποδείγματά τους. Γιατί η τάξη των ιερέων υπάρχει στους ανάγωγους θεούς (σε αυτούς που ανυψώνουν την ψυχή), η τάξη των μαχητών στους φρουρητικούς θεούς, η τάξη των δημιουργών στους θεούς που διακρίνουν όλα τα Είδη και τους Λόγους (λογικές αρχές) των εγκόσμιων, η τάξητων γεωργών στους θεούς που εξ άνωθεν κινούν την φύση και που τις ψεχές διασπείρουν περί την γένεσιν. Γιατί και ο Πλάτων , στον «Τίμαιο, 41.e & 42.d», ονομάζει σπορά «τὴν εἰς γένεσιν πτῶσιν τῆς ψυχῆς» και η σπορά είναι πάρα πολύ γνώριμη στους γεωργούς, όπως ακριβώς και η σύλληψη είναι πάρα πολύ γνώριμη στα γεννήματα της Φύσης. Η τάξη των βοσκών βρίσκεται μέσα στους θεούς που εποπτεύουν διαιρεμένα όλα τα είδη της ζωής «τὰ ἐν τῇ γενέσει φερόμενα». Γιατί και στον «Πολιτικό, 271.d» ο ίδιος ο Πλάτων μας έχει διδάξει για κάποιους θεϊκούς νομοίς/βοσκούς. Και η τάξη των θηρευτών/κυνηγών στους θεούς που «τὰ ἔνυλα πάντα πνεύματα διατάττουσι». Γιατί και εκείνα «θηρία» συνηθίζουν να τα αποκαλούν οι θεολόγοι. Και όλες αυτές οι τάξεις ταιριάζουν στην μεσαία δημιουργία, «τὸ ἐπιστρεπτικόν, τὸ φρουρητικόν, τὸ τὰς ψυχικὰς λήξεις διέπον, τὸ τὰ εἴδη τῆς ζωῆς διακυβερνῶν τὰ γενεσιουργά, τὸ δημιουργικὸν πᾶν καὶ τῶν ἐνύλων εἰδοποιόν, τὸ τῶν ἐσχάτων πνευμάτων τακτικόν» (η φρουρητική, αυτή που καθορίζει την μοίρα των ψυχών, αυτή που κυβερνά τα γενεσιουργά είδη της ζωής, ολόκληρη η τάξη που δημιουργεί και δίνει είδος στα υλικά, η τάξη που τακτοποιεί τα τελευταία πνεύματα). Από όλες αυτές τις τάξεις πρέπει να θεωρήσουμε διαφορετικό «τὸ τῆς φρονήσεως ἐπιμελούμενον καὶ θεωρητικόν» (αυτή που επιμελείται την φρόνηση και είναι θεωρητική), το οποία και ο ίδιος ο αιγύπτιος ιερέας μετά από όλες θα την εξυμνήσει, αφού ανέφερε πρώτη την τάξη των ιερέων σαν ιερέας. Επτά είναι, λοιπόν, όλες οι τάξεις, και η μονάδα είναι ξεχωριστοί από την εξάδα, και η πρώτη αντιστοιχεί στον ένα Νου ο οποίος συνέχει την δημιουργία των γεννητών όντων, ενώ η δεύτερη αντιστοιχεί «τοῖς ὑπ᾽ αὐτὸν μερικωτέροις ἔθνεσιν» [στις πιο επιμέρους τάξεις που υπάρχουν κάτων από αυτών], στις ανυψωτικές (ἀναγωγοῖς), «φρουρητικοῖς, εἰδοποιοῖς, ζῳοποιοῖς, ἀγελάρχαις τῆς ἡμέρου ζωῆς, κρατητικοῖς τῆς θηριώδους φύσεως» (στις φρουρητικές, στις ειδοποιούς, στης ζωοποιές, στους αγελάρχες της ήμερης ζωής και στους κυρίαρχους της θηριώδους φύσης) που και στο σύμπαν έχουν διακριθεί από τις απλές οντότητες. Και στους ανθρώπους, λοιπόν, μπορεί να τα δει κανείς αυτά, πρωταρχικά στους Αθηναίους και ακολούθους στους Σαϊτες, αφού καθένας πραγματοποιεί ξεχωριστά το δικό του έργο σύμφωνα με τη διαίρεση των τάξεων. Γιατί αυτά δηλώνει το «ξεχωριστή από τις άλλες», που λέγεται, προκειμένου να εννοήσουμε ότι η αμιγής καθαρότητα των τάξεων προχωρά μέσω της υφέσεως από ψηλά μέχρις της τελευταίες βαθμίδες. Ολόκληρη λοιπόν αυτή η τετράδα, λέει ο Πρόκλος, έχει την τρίτη θέση στην τριμερή χωρισμό των γενών (τάξεων), αλλά τώρα έχει απαριθμηθεί δεύτερη από τον Πλάτωνα, προκειμένου και με αυτή την αναφορά η αφήγηση να μιμηθεί το σύμπαν, στο οποίο το τελευταίο βρίσκεται στη μέση και περιέχεται ολόγυρα από θεϊκότερα όντα. Γιατί τα υλικότερα και πυκνότερα σώματα έχουν τοποθετηθεί στη μέση από τη δημιουργία. Γιατί με δυσκολία έτσι μπορούν να σωθούν διευθετούμενα ολόκληρα και φρουρούμενα από όλα όσα τα περικλείουν. Και εδώ βέβαια προστίθεται ότι η τάξη των δημιουργών δεν ανακατεύεται με τις υπόλοιπες ούτε παρομοίως κι εκείνες με τους κατασκευαστές, αλλά καθεμία μένει στον εαυτό της και στην καθαρότητά της. Γιατί αυτό όχι μόνο επιφέρει την ακρίβεια στις εργασίες τους και την επιτυχία στα έργα τους, αλλά και την συνεργασία μεταξύ των πολιτών. Γιατί οι πάντες θα χρειάζονται τους πάντες, επειδή καθένας δεν ασκεί πολλές τέχνες. Γιατί θα χρειαστεί ο δημιουργός τον γεωργό, ο γεωργός τον βοσκό, ο βοσκός τον θηρευτή/κυνηγό, ο θηρευτής/κυνηγός τον δημιουργό, και επειδή έτσι ο καθένας θα χρειάζεται τον άλλον, δεν θα είναι άσχετος από αυτούς. Υπάρχει λοιπόν η ταυτότητα μαζί με την διαφορετικότητα και η διάκριση μαζί με την ένωση. Βέβαια, και προ πάντων στην περίπτωση της τάξης των μαχητών είναι κατάλληλη η καθαρότητα και η διάκριση. Γιατί είναι συγγενική με την άχραντη τάξη η οποία αποκόπτει καθετί υλικό και εξαφανίζει τα ελαττώματα. Δικαιολογημένα, λοιπόν, και αυτή η τάξη ασχολείται με τον πόλεμο. Γιατί χάρη σε αυτήν η πόλη μένει ασφαλής από όσους προσπαθούν από έξω και από μέσα να τη βλάψουν, και αυτή περιβάλλει την πόλη με τη φρουρά της, μιμούμενη τη φρουρητική τάξη. Γιατί, όπως μαζί με τον πρώτο δημιουργό, έτσι και μαζί με τον μεσαίο υπάρχει η φρουρητική θεότητα. Αυτό, λοιπόν, μπορούμε να το εξάγουμε από την θεολογία. Ως νόμο βέβαια μέσα στο σύμπαν πρέπει να εννοήσουμε τον θεσμό που πηγάζει από την μια δημιουργική νόηση. Γιατί και πριν από τους εγκόσμιους νόμους υπάρχει ο δημιουργικός νόμος που εδρεύει πλάι στον Δια και τακτοποιεί μαζί του ολόκληρη την πρόνοια μέσα στο σύμπαν.
------------------------------
[1] Τα τρία αυτά είναι οι τρείς βαθμίδες των νοητών-νοητικών θεών που ενώ χαρακτηρίζονται νοητικά είναι νοητά. Πρόκειται για το νοητό σχήμα και τη νοητή περιφορά που αποτελούν την ιδέα των ορατών σχηματισμών των αστερισμών και των ορατών περιόδων του ορατού ουρανού.