Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Πλοῦτος (454-486)

ΠΕ. γρύζειν δὲ καὶ τολμᾶτον, ὦ καθάρματε,
455 ἐπ᾽ αὐτοφώρῳ δεινὰ δρῶντ᾽ εἰλημμένω;
ΧΡ. σὺ δ᾽, ὦ κάκιστ᾽ ἀπολουμένη, τί λοιδορεῖ
ἡμῖν προσελθοῦσ᾽ οὐδ᾽ ὁτιοῦν ἀδικουμένη;
ΠΕ. οὐδὲν γάρ, ὢ πρὸς τῶν θεῶν, νομίζετε
ἀδικεῖν με τὸν Πλοῦτον ποεῖν πειρωμένω
460 βλέψαι πάλιν; ΧΡ. τί οὖν ἀδικοῦμεν τοῦτό σε,
εἰ πᾶσιν ἀνθρώποισιν ἐκπορίζομεν
ἀγαθόν; ΠΕ. τί δ᾽ ἂν ὑμεῖς ἀγαθὸν ἐξεύροιθ᾽; ΧΡ. ὅ τι;
σὲ πρῶτον ἐκβαλόντες ἐκ τῆς Ἑλλάδος.
ΠΕ. ἔμ᾽ ἐκβαλόντες; καὶ τί ἂν νομίζετε
465 κακὸν ἐργάσασθαι μεῖζον ἀνθρώποις; ΧΡ. ὅ τι;
εἰ τοῦτο δρᾶν μέλλοντες ἐπιλαθοίμεθα.
ΠΕ. καὶ μὴν περὶ τούτου σφῷν ἐθέλω δοῦναι λόγον
τὸ πρῶτον αὐτοῦ· κἂν μὲν ἀποφήνω μόνην
ἀγαθῶν ἁπάντων οὖσαν αἰτίαν ἐμὲ
470 ὑμῖν δι᾽ ἐμέ τε ζῶντας ὑμᾶς... — εἰ δὲ μή,
ποεῖτον ἤδη τοῦθ᾽ ὅ τι ἂν ὑμῖν δοκῇ.
ΧΡ. ταυτὶ σὺ τολμᾷς, ὦ μιαρωτάτη, λέγειν;
ΠΕ. καὶ σύ γε διδάσκου· πάνυ γὰρ οἶμαι ῥᾳδίως
ἅπανθ᾽ ἁμαρτάνοντά σ᾽ ἀποδείξειν ἐγώ,
475 εἰ τοὺς δικαίους φῂς ποήσειν πλουσίους.
ΧΡ. ὦ τύμπανα καὶ κύφωνες, οὐκ ἀρήξετε;
ΠΕ. οὐ δεῖ σχετλιάζειν καὶ βοᾶν πρὶν ἂν μάθῃς.
ΧΡ. καὶ τίς δύναιτ᾽ ἂν μὴ βοᾶν ἰοὺ ἰοὺ
τοιαῦτ᾽ ἀκούων; ΠΕ. ὅστις ἐστὶν εὖ φρονῶν.
480 ΧΡ. τί δῆτά σοι τίμημ᾽ ἐπιγράψω τῇ δίκῃ,
ἐὰν ἁλῷς; ΠΕ. ὅ τι σοι δοκεῖ. ΧΡ. καλῶς λέγεις.
ΠΕ. τὸ γὰρ αὔτ᾽, ἐὰν ἡττᾶσθε, καὶ σφὼ δεῖ παθεῖν.
ΧΡ. ἱκανοὺς νομίζεις δῆτα θανάτους εἴκοσιν;
ΒΛ. ταύτῃ γε· νῷν δὲ δύ᾽ ἀποχρήσουσιν μόνω.
485 ΠΕ. οὐκ ἂν φθάνοιτε τοῦτο πράττοντες· τί γὰρ
ἔχοι τις ἂν δίκαιον ἀντειπεῖν ἔτι;

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΚΑΔΜΟΣ - ΑΡΜΟΝΙΑ

ΚΑΔΜΟΣ - ΑΡΜΟΝΙΑ
(ερπετά, φίδια)

Οι μύθοι παραδίδουν τις μετακινήσεις του Κάδμου σε πολλές περιοχές της Μεσογείου, προκειμένου να βρει την αδελφή του Ευρώπη την οποία είχε αρπάξει ο Δίας. Από την Τύρο της Φοινίκης στη Θράκη και τη Σαμοθράκη μαζί με τη μητέρα του Τηλέφασσα, από τη Φωκίδα στη Βοιωτία, μετά στην Ιλλυρία και στα Ηλύσια πεδία μαζί με τη γυναίκα του Αρμονία.

Καταγωγή

Πατέρας του ήταν ο Αγήνορας της Τύρου και μητέρα του η Τηλέφασσα (ή Αργιόπη). Τα αδέλφια του έγιναν οι επώνυμοι ήρωες διαφόρων περιοχών -ο Κίλικας της Κιλικίας, ο Φοίνικας της Φοινίκης, ο Θάσος της Θάσου, ενώ από την αδελφή τους Ευρώπη ονομάστηκε η ήπειρος.

Και επειδή ο Κάδμος ήταν ιδρυτής των Θηβών, μεταγενέστερη βοιωτική παράδοση τον κατέστησε γέννημα θρέμμα της γης, εντόπιο, γιο του αυτόχθονα Θηβαίου ήρωα Ώγυγου. Ο Κάδμος δεν ήταν πλέον ο ξένος ιδρυτής της πόλης τους.

Αιτία των περιπλανήσεων

Μετά την απαγωγή της αδελφής τους Ευρώπης από τον Δία, ο πατέρας τους Αγήνορας ζήτησε από τα αρσενικά παιδιά του να τη βρουν και να τη φέρουν πίσω. Τους ακολούθησε η μητέρα τους Τηλέφασσα. Οι αδελφοί του Κάδμου εγκατέλειψαν την προσπάθεια ανεύρεσης της κόρης και εγκαταστάθηκαν σε περιοχές ως οικιστές και επώνυμοι ήρωες. Ο Κάδμος και η Τηλέφασσα έγιναν ευνοϊκά δεκτοί από τους Θρακιώτες. Εκεί, στη Σαμοθράκη, τελέστηκε και ο γάμος του με την Αρμονία.

Ίδρυση των Θηβών

Μετά τον θάνατο της Τηλέφασσας ο Κάδμος ζήτησε χρησμό από το μαντείο των Δελφών για το τι έπρεπε να κάνει. Το μαντείο ζήτησε να εγκαταλείψει την αναζήτηση της Ευρώπης και να ιδρύσει πόλη. Με ποιον τρόπο όμως; Μυθολογική νομιμοποίηση και κύρος προσέδιδε η ίδρυση πόλεων με τη βοήθεια φυσικών στοιχείων, κυρίως ζώων ή πολεμώντας τα. Αγελάδες, κοράκια, σκυλιά, γλάροι, αετοί, αλεπούδες, αρουραίοι, φώκιες οδηγούν τους ιδρυτές αποικιών. Ο Κάδμος ακολούθησε μιαν αγελάδα, εξουδετέρωσε τον δράκο που φυλούσε την πηγή στη Βοιωτία και προκάλεσε τη γέννηση γηγενών κατοίκων στη Θήβα.

α) Ο Κάδμος, διασχίζοντας τη Φωκίδα, είδε στα κοπάδια του Πελάγοντα, γιου του Αμφιδάμαντα, μια αγελάδα που ξεχώριζε, και στα δυο πλευρά της υπήρχε ένας άσπρος δίσκος που έμοιαζε με ολόγιομο φεγγάρι. Και θυμίζουμε ότι και στις θυσίες τα ζώα που επιλέγονταν να προσφερθούν στους θεούς ήταν αυτά που ξεχώριζαν, είτε γιατί ήταν νεογέννητα είτε γιατί ξεχώριζαν για κάποιον άλλον λόγο, ένα σημάδι ξεχωριστό στο δέρμα, όμορφο μαλλί κτλ.· ποτέ δεν θυσιαζόταν το ασθενικό ή το μεγάλης ηλικίας και «άχρηστο» ζώο. Κυνήγησε το ζώο και εκεί που αυτό κουρασμένο έκατσε, ο Κάδμος ίδρυσε την πόλη των Θηβών και την ακρόπολή της Καδμεία, ενώ την περιοχή την ονόμασε Βοιωτία από την αγελάδα (βοῦς).

β) Το ζώο έπρεπε να θυσιαστεί. Για τη θυσία χρειαζόταν νερό για τον καθαρμό του ζώου και των συμμετεχόντων στη θυσία. Όμως το νερό της μοναδικής πηγής της περιοχής, που ονομαζόταν Πηγή του Άρη, το φυλούσε ένας δράκος από τη γενιά του Άρη, εξού και το όνομα της πηγής. Ο Κάδμος σκότωσε τον δράκοντα, που είχε στο μεταξύ εξοντώσει όλους τους απεσταλμένους του, και καθ' υπόδειξη της Αθηνάς, προς τιμή της οποίας θα θυσίαζε την αγελάδα, έσπειρε τα δόντια του δράκου από τα οποία προέκυψαν σπαρμένοι άνδρες, οι Σπαρτοί. Αυτά τα αυτόχθονα δημιουργήματα της γης των Θηβών ήταν απειλητικά. Όμως, και σε αυτή την περίπτωση απέναντι στη βία ορθώθηκε η ευφυΐα του Κάδμου. Έριξε πέτρες ανάμεσά τους κι εκείνοι, μη γνωρίζοντας τον υπαίτιο, αλληλοκατηγορήθηκαν και τελικά αλληλοσκοτώθηκαν εκτός από πέντε, τον Χθόνιο, τον Ουδαίο, τον Πέλωρο, τον Υπερήνορα και τον Εχίονα. Το γένος των Καδμείων, και των Λαβδακιδών μεταγενέστερα, προήλθαν από τους γάμους Σπαρτών ή απογόνων των Σπαρτών με απογόνους του Κάδμου· για παράδειγμα, η κόρη του Κάδμου Αγαύη παντρεύτηκε τον Σπαρτό Εχίονα, η εγγονή του Σπαρτού Χθόνιου Νυκτηίς τον Καδμείο Πολύδωρο.

γ) Ο Κάδμος έπρεπε να καθαρθεί για τον φόνο που είχε διαπράξει, και μάλιστα φόνο του απογόνου ενός θεού. Σε αυτόν τον θεό υπηρέτησε ως δούλος για οκτώ χρόνια και μετά ανέλαβε τη βασιλεία στη Θήβα έχοντας την εύνοια της Αθηνάς αλλά και του Δία που του έδωσε γυναίκα την κόρη του Άρη και της Αφροδίτης (θηβαϊκή παράδοση), ή του Δία και της Ηλεκτρυώνης/Ηλέκτρας, κόρης του Άτλαντα (παράδοση της Σαμοθράκης).

Γάμος - Απόγονοι

Κάδμῳ δ᾽ Ἁρμονίη, θυγάτηρ χρυσέης Ἀφροδιτης,
Ἰνὼ καὶ Σεμέλην καὶ Ἀγαυὴν καλλιπάρῃον
Αὐτονόην θ᾽, ἣν γῆμεν Ἀρισταῖος βαθυχαίτης,
γείνατο καὶ Πολύδωρον ἐυστεφάνῳ ἐνὶ Θήβῃ.

(Ησ., Θεογ. 975-978)

Τόσο στη θηβαϊκή παράδοση, που θέλει την Αρμονία κόρη του Άρη και της Αφροδίτης, όσο και στην παράδοση της Σαμοθράκης που τη θέλει κόρη του Δία και της Ηλεκτρυώνης/Ηλέκτρας, ο γάμος του Κάδμου και της Αρμονίας, στην ακρόπολη των Θηβών Καδμεία ή τη Σαμοθράκη, είναι ο πρώτος στον οποίο παρευρέθηκαν θεοί και άνθρωποι.

Στον γάμο αυτό [του Κάδμου και της Αρμονίας] παρακάθισαν για πρώτη φορά σε γαμήλιο γεύμα οι θεοί, και η Δήμητρα, που ερωτεύτηκε τον Ιασίονα, του χάρισε τον καρπό του σιταριού, ο Ερμής τη λύρα, η Αθηνά το περίφημο περιδέραιο και πέπλο και αυλούς και η Ηλέκτρα τα μυστήρια της λεγόμενης μεγάλης μητέρας των θεών που τελούνται με κύμβαλα* και τύμπανα και ό,τι άλλο ταιριάζει στις οργιαστικές τελετές· και ο Απόλλωνας έπαιξε κιθάρα και οι Μούσες τον αυλό και οι άλλοι θεοί με λέξεις ευοίωνες** συνεργούσαν για την ευγονία αυτού του γάμου. (Διόδ. Σ., 5.49.1)

Και όλοι οι θεοί άφησαν τον ουρανό και ευλόγησαν τον γάμο στην Καδμεία τρώγοντας και πίνοντας. Και ο Κάδμος της χάρισε πέπλο και περιδέραιο που το 'χε φτιάξει ο Ήφαιστος -κάποιοι λένε ότι ο Ήφαιστος το έδωσε στον Κάδμο· ο Φερεκύδης πάλι υποστηρίζει πως ήταν η Ευρώπη που κι αυτή το είχε πάρει από τον Δία. (Απολλόδωρος, 3.25-26)

Από τον γάμο προέκυψαν ένας γιος, ο Πολύδωρος, και τέσσερις κόρες, η Αγαύη, η Ινώ/Λευκοθέα, η Σεμέλη, η Αυτονόη, που συνδέθηκαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με τη λατρεία του Διόνυσου.

Στην Ιλλυρία - Θάνατος και αθανασία

Κάδμος και Αρμονία άφησαν τον θρόνο στον εγγονό τους Πενθέα και μετοίκησαν στην Ιλλυρία. Σύμφωνα με χρησμό οι Εγχελείς ή Εγχέλιοι θα μπορούσαν να νικήσουν τους Ιλλυριούς που τους είχαν επιτεθεί αν είχαν οδηγούς τον Κάδμο και την Αρμονία. Ο Κάδμος βασίλεψε στην Ιλλυρία, εκεί απέκτησε ένα γιο, τον Ιλλυριό και εκεί έδειχναν τον τάφο τους. Ωστόσο, με τον θάνατό τους το ζευγάρι απέκτησε την αθανασία. Μεταμορφωμένοι σε φίδια οδηγήθηκαν από τον Δία στα Ηλύσια Πεδία.
----------------------------
*Η λέξη παραπέμπει στην ονομασία της Κυ(μ)βέλης, Μεγάλης Μητέρας των θεών.

** Η λέξη «εὐφημῶ» σημαίνει μεταχειρίζομαι λέξεις ευοίωνες, αποφεύγω κάθε δυσοίωνη λέξη, κάτι που απαιτούνταν στις ιερές τελετές. Επειδή όμως η σιωπή ήταν το ασφαλέστερο μέσο για να αποφύγει κανείς τις δυσοίωνες λέξεις, η λέξη σημαίνει επίσης τηρώ θρησκευτική σιωπή. Η προστακτική «εὐφήμει», «εὐφημεῖτε», σημαίνει σιγάτε, σιωπή. Θα μπορούσαν δηλαδή οι θεοί εκείνη την ώρα να είχαν σιωπήσει. Επειδή όμως το όλο σκηνικό του γάμου χαρακτηρίζεται από κίνηση, με την ανταλλαγή των δώρων και τη μουσική, θεωρώ ότι η ιερή σιωπή στο επίπεδο των λόγων δεν συνάδει με τη θεϊκή μουσική. Γι' αυτό και απέδωσα τη λέξη με την πρώτη της σημασία.

Θουκυδίδης: Η μέθοδος της ιστορικής έρευνας

Η μέθοδος της ερεύνης
 
Εις τοιαύτα λοιπόν κατέληξε συμπεράσματα η έρευνά μου περί των παλαιών, ως προς τα οποία δεν ημπορεί κανείς να δώση πίστιν εις όλας τας υπαρχούσας παραδόσεις. Διότι οι ανθρώποι αποδέχονται εξ ίσου αβασανίστως όσα εξ ακοής μανθάνουν περί των παρελθόντων πραγμάτων, και όταν ακόμη αναφέρωνται εις την ιδικήν των χώραν. Ούτω, λόγου χάριν, οι περισσότεροι από τους Αθηναίους νομίζουν ότι ο Ίππαρχος ήτο πράγματι τύραννος, όταν εφονεύθη από τον Αρμόδιον και τον Αριστογείτονα, και αγνοούν ότι ο μεν Ιππίας, ως πρεσβύτερος των υιών του Πεσιστράτου, ήσκει την αρχήν, ενώ ο Ίππαρχος και ο Θεσσαλός ήσαν απλώς αδελφοί του, και ότι ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, υποπτεύσαντες κατ’ εκείνην την ημέραν και ακριβώς κατά την στιγμήν που επέκειτο η εκτέλεσις του σχεδίου των, ότι κάποιος από τους συνωμότας είχεν ειδοποιήσει τον Ιππίαν, παρήτησαν μεν αυτόν διά τούτο, θέλοντες όμως πριν συλληφθούν να κατορθώσουν κάτι άξιον λόγου, το οποίον να τους αποζημιώση διά τον κίνδυνον που διέτρεχαν, εφόνευσαν τον Ίππαρχον, τον οποίον συνήντησαν πλησίον του Λεωκορείου, ενώ διηυθέτει την Παναθηναϊκήν πομπήν. Υπάρχουν, άλλωστε, και άλλα πολλά γεγονότα, τα οποία δεν ελησμονήθησαν λόγω πολυκαιρίας, αλλ’ είναι σύγχρονα, ως προς τα οποία και οι άλλοι Έλληνες διατελούν εις πλάνην, ως λόγου χάριν, ότι οι βασιλείς της Σπάρτης δίδουν έκαστος όχι μίαν, αλλά δύο ψήφους, και ότι οι Λακεδαιμόνιοι έχουν εις τον στρατόν των τον Πιτανάτην λόχον, ο οποίος ουδέποτε πραγματικώς υπήρξε. Τόσον απρόθυμοι είναι οι περισσότεροι ανθρώποι να υποβάλλονται εις κόπον προς αναζήτησιν της αληθείας και τρέπονται μάλλον προς ό,τι ευρίσκουν έτοιμον.
 
Εν τούτοις, δεν θα επλανάτο κανείς, εάν επί τη βάσει των ανωτέρω τεκμηρίων έκρινεν ότι τα του παλαιού καιρού ήσαν κατά μεγάλην προσέγγισιν τοιαύτα, όπως τα εξέθεσα. Ούτε πρέπει να δώση μεγαλυτέραν πίστιν εις τας υπερβολάς της φαντασίας των ποιητών, ούτε εις τας διηγήσεις των χρονογράφων, τας οποίας ούτοι εσύνθεσαν μάλλον διά να ευχαριστήσουν τους ακροατάς των παρά διά να ειπούν την αλήθειαν. Αι διηγήσεις αυταί είναι ανεξέλεγκτοι και κατά το πλείστον περιήλθαν ένεκα της πολυκαιρίας εις την χώραν των μύθων, ώστε να καταστούν απίστευτοι. Προκειμένου, εν τούτοις, περί πραγμάτων τόσον παλαιών, πρέπει να θεωρήση κανείς ότι ταύτα εξηκριβώθησαν αποχρώντως, επί τη βάσει των πλέον αναμφισβήτητων τεκμηρίων. Και μολονότι οι άνθρωποι, εφόσον μεν διεξάγουν ένα πόλεμον, τον θεωρούν ως τον μέγιστον, ενώ όταν τελειώση θαυμάζουν περισσότερον τους παλαιούς, ο Πελοποννησιακός πόλεμος, διά τον κρίνοντα επί τη βάσει αυτών των γεγονότων, θέλει αποδειχθή ότι υπήρξε μεγαλύτερος από όλους τους προηγουμένους.
 
Και ως προς μεν τους λόγους, τους απαγγελθέντας από διαφόρους, είτε κατά τας παραμονάς του πολέμου, είτε κατά την διάρκειαν αυτού, η ακριβής απομνημόνευσις των λεχθέντων ήτο δύσκολος, ή μάλλον αδύνατος, και εις εμέ, δι’ όσους ο ίδιος ήκουσα, και εις τους άλλους, όσοι μου ανεκοίνωσαν αυτούς από τα διάφορα μέρη όπου τους ήκουσαν. Διά τούτο τους έγραψα όπως ενόμισα, ότι έκαστος των ρητόρων ηδύνατο να ομιλήση προσφορώτερον προς την εκάστοτε περίστασιν, προσηλούμενος συγχρόνως όσον το δυνατόν περισσότερον εις την γενικήν έννοιαν των πραγματικώς λεχθέντων. Τα γεγονότα, εξ άλλου, του πολέμου έκρινα καθήκον μου να γράψω, όχι λαμβάνων τας πληροφορίας μου από τον πρώτον τυχόντα, ούτε όπως τα εφανταζόμην, αλλ’ αφού υπέβαλα εις ακριβέστατον έλεγχον και εκείνα των οποίων υπήρξα αυτόπτης μάρτυς και όσα έμαθα από άλλους. Αλλ’ η εξακρίβωσίς των ήτο έργον δύσκολον, διότι οι αυτόπται μάρτυρες των διαφόρων γεγονότων δεν εξέθεταν τα ίδια πράγματα κατά τον ίδιον τρόπον, αλλ’ έκαστος αναλόγως της μνήμης του ή της ευνοίας, την οποίαν είχε προς τον ένα η τον άλλον αντίπαλον. Ο αποκλεισμός του μυθώδους από την ιστορίαν μου ίσως την καταστήση ολιγώτερον τερπνήν ως ακρόαμα, θα μου είναι όμως αρκετόν, εάν το έργον μου κρίνουν ωφέλιμον όσοι θελήσουν να έχουν ακριβή αντίληψιν των γεγονότων, όσα έχουν ήδη λάβει χώραν, και εκείνων τα οποία κατά την ανθρωπίνην φύσιν μέλλουν να συμβούν περίπου όμοια. Διότι την ιστορίαν μου έγραψα ως θησαυρόν παντοτεινόν και όχι ως έργον προωρισμένον να υποβληθή εις διαγωνισμόν και ν’ αναγνωσθή εις επήκοον των πολλών, διά να λησμονηθή μετ’ ολίγον.

Σύγκρισις του Πελοποννησιακού πολέμου προς τους παλαιοτέρους
 
Η σπουδαιοτέρα πολεμική επιχείρησις των προηγουμένων χρόνων είναι ο Περσικός πόλεμος, και του πολέμου όμως αυτού η έκβασις απεφασίσθη ταχέως με δυο πεζομαχίας και δύο ναυμαχίας. Ενώ ο παρών πόλεμος παρετάθη εις μέγα μήκος και συνωδεύθη από τοιαύτας συμφοράς, ομοίας των οποίων δεν είχε γνωρίσει η Ελλάς εις ίσον διάστημα χρόνου. Ουδέποτε άλλοτε τωόντι τόσαι πόλεις εκυριεύθησαν και ηρημώθησαν, άλλαι μέν από βαρβάρους, άλλαι δε από τους ιδίους τους Έλληνας, που επολέμουν οι μεν κατά των δε. Μερικαί μάλιστα από τας πόλεις αυτάς μετά την άλωσίν των και κατοίκους μετέβαλαν. Ουδέποτε εξορίαι και φόνοι υπήρξαν συχνότεροι, από όσους συνέβησαν είτε ως άμεσος συνέπεια του πολέμου, είτε ως αποτέλεσμα των εμφυλίων σπαραγμών. Και έτσι αι διηγήσεις των παρελθόντων χρόνων, αι οποίαι μας περιήλθαν διά της παραδόσεως, αλλ’ εβεβαιούντο σπανίως από γεγονότα, έπαυσαν να είναι απίστευτοι. Διότι και σεισμοί έγιναν μεγάλης εκτάσεως και συγχρόνως εντάσεως ισχυρότατης, και εκλείψεις ηλίου συχνότεραι από τας μνημονευομένας εις το παρελθόν, και ξηρασίαι μεγάλαι εις μερικά μέρη, από τας οποίας προεκλήθησαν λιμοί, και τέλος και η λοιμώδης νόσος, η οποία επροξένησε μεγίστην βλάβην και κατέστρεψε σημαντικόν αριθμόν ανθρώπων. Διότι όλαι αυταί αι συμφοραί ενέσκηψαν συγχρόνως με τον παρόντα πόλεμον, ο οποίος ήρχισεν, αφού οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι διέρρηξαν την Τριακονταετή ειρήνην, την οποίαν είχαν συνομολογήσει μετά την άλωσιν της Ευβοίας. Και έγραψα πρώτον τας αίτιας και τας διαφοράς, ένεκα των οποίων διέρρηξαν την ειρήνην, ώστε να μη ευρέθη κανείς εις το μέλλον εις την ανάγκην να εξετάση διά ποίον λόγον οι Έλληνες περιεπλέχθησαν εις τόσον μεγάλον πόλεμον.

Συναισθήματα που δεν εκφράστηκαν, δεν πεθαίνουν ποτέ. Ξεσπούν με άγριο τρόπο

Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη των ανθρώπων είναι η ατολμία και η δειλία τους στο να εκφράσουν αυτό που πραγματικά αισθάνονται.

Ταμπουρωμένοι μέσα στις ανασφάλειες, τις φοβίες και τους εγωισμούς τους, αφήνουν την ευτυχία να τους ξεγλιστρήσει μέσα από τα ίδια τους τα χέρια. Αφήνουμε την προοπτική του να γίνουμε ευτυχισμένοι να μας φύγει τόσο εύκολα εξαιτίας της επιπολαιότητας και του φόβου μας να μιλήσουμε ανοιχτά και να εκφράσουμε όλα αυτά που μας πνίγουν και όλα τα συναισθήματα που μας κατακλύζουν.

Για ποιους λόγους το πράττουμε αυτό; Είναι ο φόβος της απόρριψης και της άρνησης του άλλου, είναι το γεγονός πως έχουμε συνηθίσει στην καθημερινότητά μας και φοβόμαστε να ρισκάρουμε και να ανατρέψουμε αυτά που ζούμε; Είναι απλώς η καθημερινή συνήθεια που μας έχει παρασύρει σε μία δυσβάσταχτη ρουτίνα η οποία όμως έχει γίνει ασυναίσθητα η ζωή μας;

Είναι σημαντικό να μάθουμε να δείχνουμε αυτό που αισθανόμαστε, δίχως φόβους, απωθημένα και ενοχές. Να λέμε το “σε αγαπώ”, να ζητάμε τη βοήθεια όταν έχουμε ανάγκη, να μη φοβόμαστε να κλάψουμε, να διεκδικήσουμε κι ας λάβουμε το όχι σαν απάντηση. Είναι καλύτερο δηλαδή να ζήσουμε μία ζωή και να μην αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσε να είχε συμβεί.

Ο Σίγκμουντ Φρόυντ κάποτε είχε πει «συναισθήματα που δεν εκφράστηκαν, δεν πεθαίνουν ποτέ. Ξεσπούν με άγριο τρόπο”.

Ας λέμε αυτό που αισθανόμαστε. Ας πάρουμε τηλέφωνο και ας μην το σηκώσει ο άλλος. Ας ζητήσουμε μία συγγνώμη.

Μπορεί αυτό που θέλουμε να γίνει, να συμβεί αν το προσπαθήσουμε και το διεκδικήσουμε με όλη μας την πίστη και την καρδιά. Ακόμα κι αν δε συμβεί όμως, μέσα μας θα είμαστε καθαροί και θα μπορούμε να κοιτάμε τον εαυτό μας κατάματα γνωρίζοντας πως δεν παραδώσαμε τα όπλα και καταβάλλαμε προσπάθεια.

Η ζωή μας είναι μία και μοναδική. Και είναι σημαντικό να γίνουμε ευτυχισμένοι και όχι απλώς βολεμένοι. Μην περιμένεις. Δείξε αυτό που αισθάνεσαι. Μίλησε ανοιχτά.

Πιστεύω άρα δεν σκέφτομαι

Η δύναμη κάθε θρησκευτικού δόγματος είναι η παθητικότητά σου.

Το να αποδέχεσαι, πιστεύοντας την μυθολογία που πουλάνε, είναι καθαρά δικό σου θέμα. Το να θες να την αποδέχονται και όλοι οι άλλοι, είναι η επιβολή της παράνοιας σου, σε ανθρώπους που δεν έχουν καμία όρεξη να την δεχτούν.

Παθητικότητα και φανατισμός, μαζική υστερία και τρομοκρατία. Αυτά είναι τα όπλα των δογμάτων.

Πόσες φορές θέλατε να φωνάξετε:

ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ!

...αλλά φοβηθήκατε τις συνέπειες;

Αυτολογοκρισία, η νίκη του δόγματος.

Να μην χρειάζεται πλέον να στο απαγορέψουν, αλλά να το απαγορεύεις εσύ στον εαυτό σου.

Να λες: Καλύτερα να μην το πω, άστο να πάει στα κομμάτια, θα χάσω περισσότερα, θα με κατηγορήσουν.

Να βλέπεις κάποιον να δέχεται την επίθεση του φανατισμένου όχλου και να στέκεσαι παθητικός, άβουλος, άχρηστος και μπορεί το χειρότερο... να συμμετέχεις μέσα στον όχλο, ώστε να μην ξεχωρίσεις και ο όχλος στραφεί μετά σε σένα.

Μέσα στον όχλο είσαι προστατευμένος.

Η εκκλησία είναι η κολεκτίβα της παράνοιας.

Εκεί μέσα ο φόβος είναι κοινοκτημοσύνη.

Σε τι μυθολογία θες να πιστέψεις ;

Φτιάξε τον φανταστικό σου φίλο και λάτρεψέ τον.

Λούτρινο αρκουδάκι, Χριστός, Ροζ Μονόκερως, Αλλάχ, Δίας, Ιπτάμενη Μακαρονάδα... ελεύθερα, δεν υπάρχει περιορισμός στο σουρεαλισμό.

Τώρα πάρε τον φανταστικό σου φίλο και επέβαλε την λατρεία του στους άλλους.

Γίνε η κρατική θρησκεία, δίδαξε τα παιδιά, μέσω της κρατικής εκπαίδευσης, να πιστεύουν στο Χριστό ή στην Ιπτάμενη Μακαρονάδα και να έχουν εσένα ως τον εντολοδόχο της μοναδικής αλήθειας.

Δεν υπάρχει ομορφότερη δικτατορία.

«Η τρέλα μου είναι η μοναδική αλήθεια και αυτή η αλήθεια θα σας σώσει. Πιστέψτε, ακούστε τις τρέλες μου, που σας λέω ότι προέρχονται από τα μαγικά πλάσματα που πιστεύω και θα βρείτε τη λύτρωση στην επόμενη ζωή» (ναι στην επόμενη, σε αυτή κάντε την πάπια και δώστε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ – μετάφραση: πληρώστε το κράτος και εμένα ως υπηρεσία).

Βρισκόμαστε στη χώρα της πίστης.

Όπου το πιστεύω αντικατέστησε τη σκέψη.

Πιστεύω σε έναν θεό, σε ένα δόγμα, σε μια ιδεολογία, σε έναν μεσσία, σε ένα προλεταριάτο, σε μια επανάσταση...

Πιστεύω = ναρκώνομαι

Πιστεύω = χειραγωγούμαι

Πιστεύω = παραμυθιάζομαι

Στη χώρα της πίστης, η σκέψη έχει ταφεί και πάνω στη ταφόπλακα έχει χαραχτεί: «ΠΙΣΤΕΥΩ ΑΡΑ ΔΕΝ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ».

Μπορούμε να αλλάξουμε τη ζωή μας όταν κατανοήσουμε ότι δεν πρόκειται να το κάνει κανείς άλλος για μας

Είναι σαφές, ότι ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε περιστάσεις, o κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τη ζωή του. Οι επιλογές που κάνουμε διαμορφώνουν την καθημερινότητά μας αλλά και το πώς επιλέγουμε να βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας. Είναι αλήθεια ότι το περιβάλλον, η βιολογία και η γενετική επηρεάζουν τη ζωή μας, ωστόσο η δική μας ελεύθερη βούληση και το πρίσμα μέσω του οποίου επιλέγουμε να δούμε τον κόσμο, μας επηρεάζουν ακόμα περισσότερο.

Ένα πολύ συχνό φαινόμενο, τόσο στη θεραπεία όσο και στην καθημερινή ζωή, είναι η τάση να εστιάζουμε στους άλλους λες και εκείνοι είναι υπεύθυνοι για τη ζωή μας. Με άλλα λόγια, αισθανόμαστε ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε προκαλούνται από άλλους.

Το ταίρι μας συμπεριφέρεται εγωιστικά και είναι απρόθυμο να ακούσει ή να συμβιβαστεί, με αποτέλεσμα να τσακωνόμαστε συνέχεια. Τα παιδιά μας δεν μας ακούν ─ υπάρχει διαμάχη στην οικογένεια. Το αφεντικό είναι παράλογο. Οι φίλοι είναι αδιάφοροι. Με λίγα λόγια, οι άλλοι άνθρωποι είναι εκείνοι με το πρόβλημα ή η αιτία του προβλήματος.

Εμείς λοιπόν που μπαίνουμε σε θεραπεία πιστεύοντας κάτι τέτοιο, συχνά έχουμε την πεποίθηση πως στόχος της θεραπείας είναι απλώς να αλλάξουμε τους άλλους. Πώς μπορώ να κάνω τη γυναίκα μου να με ακούσει; Πώς μπορώ να κάνω το σύζυγό μου να ενδιαφερθεί;

Ωστόσο, το να κατηγορούμε τους άλλους για τα δικά μας θέματα συνήθως δεν αποφέρει αποτελέσματα. Γιατί; Πρώτον, κατηγορώντας τους άλλους, ενθαρρύνεται η αρνητικότητα και οι τοξικές συμπεριφορές που μπορούν να χειροτερέψουν την ψυχολογία μας. Εάν για παράδειγμα βλέπουμε το ταίρι μας ως υπεύθυνο για το πρόβλημα, ενδεχομένως να είμαστε αρνητικοί για αλλαγές σε προσωπικό επίπεδο ─ αν το ταίρι μου είναι παράλογο, γιατί να μπω στην διαδικασία να αλλάξω εγώ;

Ο δεύτερος λόγος είναι η δημιουργία πεποίθησης ότι δεν είμαστε εμείς υπεύθυνοι για τη ζωή μας. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε πραγματικά ή έστω να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε, αφού τελικά δεν είμαστε εμείς υπεύθυνοι για ό,τι μας συμβαίνει. Το περιβάλλον μας είναι. Με άλλα λόγια δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας ικανούς ή αρκετά ελεύθερους ώστε να αλλάξουμε τις περιστάσεις, αντ ‘αυτού, οι συνθήκες μας αλλάζουν.

Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε και που μας επηρεάζουν. Ένας κακοποιός μπορεί να μας βλάψει. Μια φυσική καταστροφή μπορεί να πάρει τα υπάρχοντά μας. Ωστόσο, στο τέλος, εξακολουθούμε να είμαστε υπεύθυνοι για όλα όσα επιλέγουμε να κάνουμε αλλά και γι αυτά που επιλεγούμε να νιώθουμε.

Εάν θέλουμε η ζωή μας να είναι καλύτερη, δεν μπορούμε να περιμένουμε από τους άλλους να την αλλάξουν ή να τη βελτιώσουν. Πρέπει να αναλάβουμε προσωπική ευθύνη και να εργαστούμε προς μια ζωή που μας ταιριάζει καλύτερα. Αυτή είναι η καλύτερη νοοτροπία για να μπει κανείς σε θεραπεία. Μπορεί ακόμη και να είναι στόχος θεραπείας.

Λαμβάνοντας προσωπική ευθύνη, έχουμε εμείς τον έλεγχο της ζωής μας. Δεν χρειάζεται να εξαρτόμαστε από τους άλλους. Δεν χρειάζεται να αισθανόμαστε άσχημα. Επιλέγουμε να είμαστε καλύτεροι και να νιώθουμε καλύτερα.

Τελικά, υπάρχει μόνο ένα άτομο που μπορούμε να αλλάξουμε, τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους άλλους, ούτε καν τα παιδιά μας και ακόμα λιγότερο το ταίρι, τους φίλους ή τους συναδέλφους μας.

Μπορούμε όμως να γίνουμε καλύτεροι. Μπορούμε να μάθουμε νέους τρόπους να αντιμετωπίζουμε την καθημερινότητά μας. Μπορούμε να κρατήσουμε σε απόσταση τις τοξικές σχέσεις και ταυτόχρονα να επηρεάσουμε θετικά τους γύρω μας με τις προσωπικές μας αλλαγές.

Μπορούμε να φέρουμε τις πραγματικές αλλαγές στη ζωή μας όταν κατανοήσουμε ότι δεν πρόκειται να το κάνει κανείς άλλος για μας. Η ζωή μας είναι προσωπική μας ευθύνη.

Τίποτα από όσα βιώνουμε δεν πάει χαμένο

Πόσες φορές σκεφτόμαστε όλα τα στραβά και τα ανάποδα που μας έχουν συμβεί κι ευχόμαστε να μην μας είχαν συμβεί; Νομίζω πολλές.

Σκεπτόμενοι όμως όλα αυτά, στην ουσία επιλέγουμε να αισθανθούμε πόνο, δυσαρέσκεια, απογοήτευση, απελπισία. Και ειλικρινά σε τι μας ωφελεί να σκεφτόμαστε κάτι το οποίο δεν μπορεί να αλλάξει και το οποίο μας κάνει να αισθανόμαστε άσχημα;

Σε τίποτα κι όλοι το ξέρουμε αυτό. Όμως να που δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτό που λέμε ανθρώπινη φύση. Έτσι λειτουργεί και πάντα έτσι θα λειτουργεί.

Η επικριτική φωνή μέσα στο κεφάλι μας, θα θελήσει να μας θυμίσει όλα μας τα λάθη, όλες μας τις αποτυχίες, όλους εκείνους που μας πλήγωσαν. «Αυτό που σου έκανε η τάδε ή ο δείνα τα ξέχασες; Πόσο σε πλήγωσε θυμάσαι; Να το θυμάσαι, να μην το ξεχάσεις ποτέ». Έτσι λειτουργεί αυτή η φωνή και δεν μας αφήνει να αγιάσουμε.

Όμως με αυτόν τον τρόπο τελικά επιλέγουμε τον πόνο και όχι κάποιο μάθημα που κρύβει μια εμπειρία. Αφήνουμε στο σήμερα να μας πονά και να μας ταλαιπωρεί κάτι από το χθες, ακόμη κι αν έχει περάσει πολύς καιρός. Στην ουσία δίνουμε στον άνθρωπο ή σε κάποιο γεγονός που μας πόνεσε την άδεια να συνεχίσει να μας πονά. Είναι σαν να του λέμε: «έλα συνέχισε να με πονάς. Δεν πειράζει που αυτό που έγινε, έγινε πριν πολύ καιρό. Εγώ θέλω να με πονάει και σήμερα».

Και το ‘αστείο’ της υπόθεσης είναι ότι αν ερχόταν κάποιος και μας έλεγε: κοίτα, θέλω να σε εγκλωβίσω, να σε ελέγχω, να σου λέω πώς θα σκέφτεσαι, να σε πονάω και να σε βασανίζω», θα ψάχναμε να του δείξουμε την πιο κοντινή πόρτα. Όμως επιτρέπουμε στις σκέψεις μας και στα συναισθήματά μας να παίξουν αυτόν τον ρόλο.

Επιτρέπουμε στον εαυτό μας να γίνει ο τύραννός μας. Γιατί εμείς τυραννάμε τελικά τον εαυτό μας. Δεν μας τυραννά για παράδειγμα ο τάδε ή η τάδε που κάποτε μας έκαναν κάτι. Εκείνοι ούτε που ξέρουν ότι ακόμη είναι μέρος της καθημερινότητάς μας και ότι μας ελέγχουν. Έφυγαν, αλλά είναι ακόμη εκεί. Μεγάλη τους τιμή! Ευτυχώς δεν το ξέρουν.

Είναι όμως μέρος της ανθρώπινής μας φύσης να τυραννάμε τον εαυτό μας με γεγονότα που μας τάραξαν και μας πλήγωσαν. Δεν υπάρχει τρόπος να κλείσουμε την πρόσβαση σε αναμνήσεις, εμπειρίες ή βιώματα. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε αντ’ αυτού, είναι να σταματήσουμε να νιώθουμε άσχημα για όλα εκείνα που έχουν γίνει και να δούμε ότι μέσα από όλα τα γεγονότα που μας σημάδεψαν, σμιλευτήκαμε.

Γίναμε αυτοί που είμαστε, μάθαμε όσα μάθαμε, είδαμε πώς πετυχαίνει κάτι και πώς δεν πετυχαίνει κάτι, μεγαλώσαμε, ωριμάσαμε, εξελιχθήκαμε. Και αν το δούμε πιο προσεκτικά, τελικά θα ανακαλύψουμε ότι κάθε μια από τις εμπειρίες μας, ακόνισε τις ικανότητές μας. Άρα, τίποτε δεν πήγε χαμένο!

Αν γυρνούσε πίσω ο χρόνος, θα το ξαναζούσες;

Είμαστε περίεργα πλάσματα οι άνθρωποι· για κάποιο λόγο, που δε γνωρίζω, μας ελκύει το ζόρικο όπως ο μαγνήτης το μέταλλο, αλλά αγνοούμε με επιδεικτική αδιαφορία καθετί που μας προσφέρεται στο πιάτο, καθώς σκεφτόμαστε πως για να μας ήρθε τόσο εύκολα, όλο και κάποια παγίδα θα κρύβει. Αυτή η καχυποψία μας, λοιπόν, μας ωθεί να παίρνουμε στο κατόπι έρωτες ανέφικτους και ταυτόχρονα να τρέχουμε να ξεφύγουμε από έρωτες εφικτούς, μην τύχει και μας απασχολήσουν απ’ το κυνήγι του μάταιου για μια πιθανότητα ουσίας.

Τώρα, θα με ρωτήσεις, ποιος βαφτίζει τι είναι εφικτό και τι ανέφικτο σε μία ανθρωπότητα που έχει καταφέρει να πάει στο φεγγάρι, αλλά δεν μπορεί να καταπολεμήσει την πείνα στην Αφρική και θα ‘χεις και δίκιο, καθώς ο καθένας μας ζει τη ζωή του με τα δικά του μέτρα και σταθμά, τα πάντα είναι σχετικά κι αν το σκαρφάλωμα ενός δέντρου είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας στο μυαλό ενός ελέφαντα, στη ζωή της μαϊμούς είναι κάτι φυσιολογικό και καθημερινό.

Κάπως έτσι, λοιπόν, πάει το πράγμα και στο δικό μας μυαλό, το ανθρώπινο· μπορεί στον περίγυρό σου να φαίνεται πως μένεις κολλημένος σε μια σχέση που δε σου προσφέρει τίποτα, να μη ζεις το σήμερα για χάρη ενός χθες που δε σου προσέφερε ποτέ καμία ελπίδα για ένα πιο φωτεινό αύριο και γενικά να νομίζουν όλοι πως ταλαιπωρείς τον εαυτούλη σου τζάμπα και βερεσέ, ενώ θα μπορούσες να φτιάξεις τη ζωή σου δίπλα σε έναν άνθρωπο που «σου αξίζει» κι είναι διατεθειμένος να σου δώσει όλα εκείνα που σου στέρησαν οι προηγούμενοι.

Βέβαια, κανείς απ’ τον περίγυρό σου δεν αναρωτιέται πώς θα το κάνεις αυτό ενώ ακόμα είσαι «εκεί», οπότε μη δίνεις σημασία, καθώς τα λόγια τους δεν έχουν ούτε βάση ούτε νόημα. Όπως δεν μπορείς να κατηγορήσεις έναν άνθρωπο που παιδεύεται να λύσει ένα σταυρόλεξο διαβολικής δυσκολίας, έτσι ακριβώς δε γίνεται να κατηγορήσεις κάποιον που αρνείται να παλέψει με τα συναισθήματά του για να λογικευτεί και να πάει ένα βήμα παραπέρα «για να ‘ναι καλά» ή «για να πάρει επιτέλους αυτό που του αξίζει». Επειδή ούτε καλά θα ‘ναι βάζοντας απλά ένα τικ στο κουτάκι που του επέβαλαν άλλοι ούτε πιστεύει πως ένα αδιάφορο μα βολικό συναίσθημα είναι αυτό που του αξίζει.

Ξέρεις, οι άνθρωποι που δίνουν εύκολα δεσποτικές κι απόλυτες συμβουλές, χωρίς να σου αναγνωρίζουν το δικαίωμα να διέπεσαι απ’ τη δική σου λογική και τις δικές σου εμπειρίες κόντρα σε όσα σου λένε πως θα έπρεπε να πιστεύεις για να γίνεις ένας από αυτούς, μάλλον ξέρουν λιγότερα από εσένα, οπότε μην τους ακούς, ακόμα κι αν βαθιά μέσα σου μια φωνούλα σου λέει πως έχουν δίκιο. Επειδή εκείνοι που δεν έζησαν μια σχέση που τους καταρράκωσε το «είναι» και τους κράτησε σε συναισθηματικό ανάπηρο για καιρό, δεν ξέρουν πώς είναι να φοβάσαι να ορθοποδήσεις, όταν γνωρίζεις πως όταν το κάνεις το πιθανότερο είναι να πέσεις, παρά να τρέξεις.

«Να ‘χεις το δικαίωμα να βιώνεις τον πόνο σου» είχε πει ο Kurt Cobain κι αυτό να ‘χεις πάντα στο μυαλό σου, όσο χρόνο κι αν σου πάρει, όση φαιά ουσία κι αν σπαταλήσεις, ακόμα κι αν ξέρεις πως παίρνεις το ρίσκο σου ο πόνος αυτός να μην περάσει ποτέ. Επειδή, ξέρεις, ούτε σε δήθεν έρωτες δε θα ξεχαστείς ούτε σε βράδια στημένης καλοπέρασης. Παυσίπονα είναι όλα αυτά κι όπως ξέρεις, όταν υπάρχει ιατρικό θέμα, ο πόνος επιστρέφει μόλις πάψει να δρα η όποια φαρμακευτική ουσία. Ορισμένοι πόνοι περνάνε μόνο με χειρουργική επέμβαση κι αν εσύ δεν είσαι έτοιμος για μια τέτοια διαδικασία, δεν έχει κανένας το δικαίωμα να υπογράψει στη θέση σου προκειμένου να γίνεις καλά.

Θα το μετανιώσεις; Μπορεί ναι, μπορεί κι όχι, αυτό δε γίνεται να το ξέρεις. Και πώς θα ξέρεις αν αξίζει όλο αυτό, όταν γνωρίζεις πως είσαι στη λάθος μεριά της τραμπάλας από καιρό; Αυτό γίνεται με τον εξής, απλό, τρόπο· φέρε στο μυαλό σου τον άνθρωπο που σε έφτασε στο σημείο που είσαι, να μην προχωράς και να μην πιστεύεις σε τίποτα. Θυμήσου όλα τα καλά κι όλα τα κακά χαρακτηριστικά του, ζύγισε τις όμορφες και τις άσχημες στιγμές που σου προσέφερε, μέτρησε και τον εαυτό σου και με άτεγκτη ειλικρίνεια κρίνε αν η όλη ιστορία σε εξέλιξε ως άνθρωπο, αν ωρίμασες ή αν βίωσες καταστάσεις που σε πήγαν ένα-δυο βήματα παραπέρα. Τέλος, αναρωτήσου με όση ψυχραιμία σου απέμεινε το εξής: Αν σου δινόταν η ευκαιρία να το ζήσεις όλο απ’ την αρχή, ακόμα κι αν γνώριζες πως η κατάληξη θα ήταν η ίδια, ακόμα κι αν γνώριζες πως δε θα μπορούσες να αλλάξεις ούτε ψίχουλο από όσα έγιναν, θα το ξαναέκανες;

Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε δε χρειάζεται να αναρωτιέσαι άλλο. Επειδή θέλει εξαιρετική ωριμότητα και ψυχικό σθένος να αναλαμβάνεις το βάρος των ευθυνών των επιλογών σου, αντί να παριστάνεις θρασύδειλα το θύμα των περιστάσεων σε κάθε πιθανή ευκαιρία. Επειδή, όπως λένε, δεν μπορείς να διαλέξεις να μη σε πληγώσουν, μπορείς όμως να κρίνεις ο ίδιος για ποιον άνθρωπο αξίζει να υποφέρεις κι αυτή είναι η δύναμή σου, μια δύναμη που απέκτησες μόνος σου κόντρα σε οποιονδήποτε επιβεβλημένο φόβο μοναξιάς που θα σε κρατούσε πίσω.

Βλέπεις; Η νίκη ήταν όλη δική σου.

Πρώτο βήμα για την επιλογή της ευτυχίας: αποφυγή της ακινητοποίησης

Να έχετε υπόψη σας τη λέξη ακινητοποίηση ως δείκτη των αρνητικών συναισθημάτων στη ζωή σας. Μπορεί να πιστεύετε ότι ο θυμός, η εχθρότητα, η ντροπαλότητα κι άλλα παρόμοια συναισθήματα αξίζει τον κόπο να τα νιώθουμε πότε πότε κι έτσι να θέλετε να προσκολληθείτε σ’ αυτά. Οδηγός σας θα έπρεπε να είναι ο βαθμός της όποιας ακινητοποίησής σας από ένα συναίσθημα.

Η ακινητοποίηση μπορεί να κυμαίνεται από την ολική αδράνεια ως την ήπια αναποφασιστικότητα και διστακτικότητα. Ο θυμός σας, σας συγκρατεί από το να λέτε, να νιώθετε ή να κάνετε κάτι; Αν ναι, τότε είστε ακινητοποιημένοι. Η ντροπαλότητά σας, σας εμποδίζει να γνωρίζετε ανθρώπους που θα θέλατε; Αν είναι έτσι, τότε είστε ακινητοποιημένοι και στερείσθε από εμπειρίες που θα σας ταίριαζαν. Το μίσος κι η ζήλια σας συντείνουν ώστε ν’ αναπτύξετε έλκη και ν’ ανεβεί η πίεσή σας; Σας εμποδίζουν να ασκείτε αποδοτικά το επάγγελμά σας; Είστε ανίκανοι να κοιμηθείτε ή να κάνετε έρωτα εξαιτίας κάποιου αρνητικού συναισθήματος της στιγμής; Όλα αυτά είναι σημάδια ακινητοποίησης.

Ακινητοποίηση είναι μια κατάσταση στην οποία, είτε ήπια είναι είτε σοβαρή, δεν μπορείτε να λειτουργήσετε στο επίπεδο που θα θέλατε. Αν τα συναισθήματά σας, σας οδηγούν σε μια τέτοια κατάσταση, δεν χρειάζεται ν’ αναζητήσετε άλλη δικαιολογία για ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτά.

Σας δίνω παρακάτω ένα σύντομο κατάλογο μερικών περιπτώσεων στις οποίες πιθανόν ακινητοποιείστε. Κυμαίνονται από μικρότερες σε μεγαλύτερες καταστάσεις ακινησίας.

Ακινητοποιήστε όταν….

– Δεν μπορείτε να μιλήσετε τρυφερά στο/στη σύζυγό σας ή και στα παιδιά σας, έστω κι αν το θέλετε.
– Δεν μπορείτε να επεξεργαστείτε κάτι που σας ενδιαφέρει πολύ.
– Δεν κάνετε έρωτα, ενώ θα θέλατε.
– Κάθεστε όλη μέρα στο σπίτι βυθισμένοι σε μελαγχολικές σκέψεις.
– Δεν ασχολείστε με σπορ, ή άλλες ευχάριστες δραστηριότητες, εξαιτίας κάποιων συναισθημάτων βαριεστημάρας.
– Δεν μπορείτε να συστηθείτε σε κάποιο πρόσωπο που σας γοητεύει.
– Αποφεύγετε να μιλήσετε σε κάποιον όταν συνειδητοποιείτε ότι μια απλή χειρονομία θα βελτίωνε τη σχέση σας.
– Δεν μπορείτε να κοιμηθείτε επειδή κάτι σας απασχολεί.
– Ο θυμός σας, σας εμποδίζει να σκεφτείτε καθαρά.
– Λέτε κάτι προσβλητικό σε κάποιον που αγαπάτε.
– Κάνετε γκριμάτσες ή είστε τόσο νευρικοί ώστε δεν ενεργείτε με τον τρόπο που θα προτιμούσατε.

Η ακινητοποίηση δημιουργεί ένα βαθύ αυλάκι. Κυριολεκτικά όλα τα’ αρνητικά συναισθήματα καταλήγουν σε κάποιο βαθμό αυτοακινητοποίησης κι αυτό από μόνο του αποτελεί μια γερή δικαιολογία για να τα εξαλείψετε ολότελα από τη ζωή σας.

Υπάρχουν δύο τρόποι αναπαραγωγής: η σωματική και η ψυχική

Ο πόθος της αναπαραγωγής είναι ένα ακόμη στοιχείο του έρωτα. Υπάρχουν δύο τρόποι αναπαραγωγής: η σωματική και η ψυχική.

Οι ερωτευμένοι άνθρωποι ενώνουν τα σώματά τους για να αναπαραχθούν. Η συνουσία είναι θείο πράγμα, λέει η Διοτίμα, όμως ο ψυχικός τρόπος αναπαραγωγής είναι ανώτερος, γιατί η ψυχή γεννά σε μια άλλη άφθαρτες ιδέες και αισθήματα. Αυτοί που εγκυμονούν στην ψυχή συλλαμβάνουν μέσω της σκέψης.

Είναι οι ποιητές, οι καλλιτέχνες, οι σοφοί και, τέλος, οι νομοθέτες που διδάσκουν τη φρόνηση και τη δικαιοσύνη. Έτσι, ένας εραστής μπορεί να γεννήσει στην ψυχή του ερωμένου προσώπου τη γνώση, την αρετή, το σεβασμό για το ωραίο, το δίκαιο και το καλό.

Το κάλλος, η αλήθεια και η αρετή είναι τρεις έννοιες και ταυτόχρονα μία... Πρόκειται για όψεις της ίδιας πραγματικότητας. Ο έρωτας είναι «η οδός προς το πάλλον κάλλος». Αυτός είναι ο δρόμος της αθανασίας.

ΠΛΑΤΩΝΟΣ, ΣΥΜΠΟΣΙΟ

“Εγώ δεν χρειάζομαι κανέναν, τα καταφέρνω μόνος μου”. Είστε βέβαιος;

Το να αρχίσουμε τις προσπάθειες για να πάψουμε να νιώθουμε τις ίδιες μας τις ανάγκες είναι μια στρατηγική για να ανακουφίσουμε τον πόνο της απογοήτευσης.

Θα εξασκήσουμε για χρόνια αυτό το σχέδιο επιβίωσης: να προσπαθούμε να μην καταγράφουμε τις ανάγκες μας. Και ίσως μια μέρα να φτάσουμε να ταυτιστούμε με αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. Τότε πια δεν θα πρόκειται για στρατηγική, αλλά για την προσωπικότητά μας. Εγώ δεν χρειάζομαι τίποτα· τα καταφέρνω μόνος μου. Θα μείνουμε κολλημένοι σ’ αυτήν τη σκέψη και θα ξεχάσουμε αυτό που πραγματικά είμαστε, αυτό που μας προκαλεί πραγματική χαρά, γαλήνη και απόλαυση.

Εκείνη τη στιγμή θα φανεί ίσως αυτό που ο Έριχ Φρομ εξηγεί στο βιβλίο του Να έχεις ή να είσαι: θα πιστέψουμε πως ένα καινούργιο αυτοκίνητο, ένα ακριβότερο σπίτι, το τελευταίο αποσμητικό ή ένας λογαριασμός με αρκετά λεφτά θα μας κάνουν ευτυχισμένους.

Η κοινωνία της κατανάλωσης μας πουλάει την ιδέα πως η ιδιοκτησία είναι η πόρτα· τα κλειδιά είναι να αγοράζουμε, να ξοδεύουμε και να αλλάζουμε. Όταν αυτές οι έννοιες γίνουν τμήμα των πεποιθήσεών μας, η χειραγώγηση της συμπεριφοράς μας θα είναι εύκολη υπόθεση. Ωστόσο, μόλις αποκτήσουμε αυτό που επιθυμούμε, θα συνειδητοποιήσουμε πως «αυτό» δεν μας αρκεί, και γρήγορα οι διαφημίσεις θα μας υποδείξουν κάτι άλλο, ώστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια από λάθος δρόμο.

Θα έπρεπε να έρθει κάποτε η μέρα που θα μπορέσουμε να σταματήσουμε και να καταλάβουμε πως δεν είναι αυτός ο σωστός δρόμος. Είναι ώρα να ψάξουμε μέσα μας- να ακούσουμε ξανά τους εαυτούς μας. Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο.

Έχουμε ξεχάσει πώς γίνεται, και πολλές φορές θα πρέπει να ζητήσουμε από κάποιον άλλον να μας βοηθήσει να μάθουμε ξανά ποιοι είμαστε και να μας παρακινήσει να επανακτήσουμε τη σοφία που είχαμε παιδιά, τότε που μπορούσαμε να γελάμε και να παίζουμε ασταμάτητα.

Ας μιλήσουμε για την πρόκληση να μάθουμε να ακούμε τον εαυτό μας, να τον λαμβάνουμε υπόψη, να τον δούμε όπως οι γονείς μας δεν ήξεραν να τον βλέπουν, στο πλάι του αγαπημένου μας προσώπου.

Είναι πολύ οδυνηρό να έχεις ανάγκη και να μην παίρνεις αυτό που χρειάζεσαι, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Κανείς δε θέλει να νιώσει τον πόνο τού να χρειάζεται κάτι και να μην το έχει. Αλλά αυτός ο πόνος είναι η μόνη διέξοδος για να μπορέσω να ανακαλύψω τις αληθινές μου ανάγκες και, μόνο αν τις ανακαλύψω, θα μπορέσω μετά (μετά!) να τις ικανοποιήσω. Γιατί, αν αντιστεκόμαστε στο να νιώσουμε ευάλωτοι, κάθε φορά θα σκληραίνουμε όλο και περισσότερο και θα απομακρυνόμαστε από την πιθανότητα να διαπιστώσουμε τι χρειαζόμαστε.

Και, επίσης, με αυτόν τον τρόπο μειώνουμε και τη δεκτική μας ικανότητα.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως, πιθανότατα, αυτή η στρατηγική τού να μην νιώθουμε, μας φάνηκε χρήσιμη κατά την παιδική ηλικία. Ίσως να ήταν ιδιαιτέρως έξυπνο να γίνουμε αναίσθητοι απέναντι σε μια ανάγκη μας που δεν μπορούσαμε να ικανοποιήσουμε.

Αλλά, ως ενήλικες, μπορούμε να δώσουμε σ’ εμάς τους ίδιους αυτό που χρειαζόμαστε, ή να βρούμε τα κατάλληλα πρόσωπα για να τους το ζητήσουμε. Δεν είμαστε πια εξαρτημένοι από τους γονείς μας.

Τα Αδιέξοδα του Θαυμαστού Νέου Κόσμου

Όταν ο Άλντους Χάξλεϋ έγραφε το «Θαυμαστό Νέο Κόσμο» δεν κοιτούσε απλώς το μέλλον, κοιτούσε την ανθρωπότητα με τρόπο απογυμνωτικό κι ανελέητο. Το ανθρώπινο είδος, σαν σε μικροσκόπιο εργαστηρίου, φαίνεται τόσο προβλέψιμο, τόσο χοντροκομμένο, που η πορεία του μοιάζει προδιαγεγραμμένη στο βαθμό του αυτονόητου. Το μεγαλείο του Χάξλεϋ δεν περιορίζεται στην επιτυχημένη, σε βαθμό προφητείας, μελλοντολογική τοποθέτηση της ανθρώπινης μοίρας, αλλά στη φυσικότητα που αποδίδεται.
 
Ο απόλυτος παραλογισμός του ανθρώπου ρέει τόσο ομαλά, τόσο ανεπιτήδευτα, τόσο αδιαπραγμάτευτα λογικά, σαν ανόθευτη αλήθεια, σαν απαρασάλευτη τάξη υπεράνω κάθε συζητήσεως. Σαν ιατρική γνωμάτευση σε μελλοθάνατο, με το απαράμιλλο κύρος των εργαστηριακών εγγυήσεων. Κάπως έτσι παίρνει διαστάσεις ντοκουμέντου που όμως εντελώς ανορθόδοξα δεν αφορά το παρελθόν αλλά το απώτερο μέλλον. Ο Χάξλεϋ δεν φαίνεται να μελετά τη ροή της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά την καθαυτό ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία που κινείται στα πλαίσια συγκεκριμένων συμπεριφορών που καθορίζονται από πανομοιότυπες επιθυμίες.
 
Η εκπλήρωση των επιταγών της ευτυχίας και το πάθος του ανθρώπου να βιώσει την προσωπική ελευθερία γυρίζουν εναντίον του, τον εγκλωβίζουν, τον απομονώνουν, τον οδηγούν στο απάνθρωπο. Η ανθρώπινη ελευθερία ορίζεται μόνο από κατά συνθήκη ελευθερίες, που έχουν συγκεκριμένες και χειροπιαστές σταθερές και που μοιραία γίνονται δεσμά κι αυτοαναιρούνται. Ο Χάξλεϋ μελετώντας τους ανθρώπους αντιλαμβάνεται ότι το από κοινού αίσθημα περί ελευθερίας εστιάζει στην ελευθερία της κατανάλωσης, στην ελευθερία της ανά πάσα στιγμής εκπλήρωσης της προσωπικής βούλησης, δηλαδή στην έλλειψη περιττών υποχρεώσεων, και την ελευθερία της προσωπικής ασφάλειας. Σ’ αυτό το τρίπτυχο εστιάζει ο Χάξλεϋ παρουσιάζοντας το μελλοντικό «Νέο Κόσμο» να χτίζεται ακριβώς πάνω σ’ αυτές τις δομές ευτυχίας με τρόπο ωμό κι αδυσώπητο.
 
Δείχνοντας τις διαθέσεις του από την αρχή επιλέγει ως πρώτη εικόνα το εργαστήριο που είναι υπεύθυνο για τις γεννήσεις. Σε καθεστώς πλήρους αποστείρωσης, παρακολουθούμε τους εργαζόμενους νοσηλευτές να φροντίζουν τα μωρά στις κοιτίδες τους που αναπτύσσονται με απαρασάλευτο, νοσηρό προγραμματισμό. Παρακολουθούμε τον απόλυτο έλεγχο γεννήσεων. Τα παιδιά είναι αποκλειστικά εργαστηριακή υπόθεση, οι εγκυμοσύνες απαγορεύονται δια νόμου – ως εκ τούτου οικογένειες δεν υπάρχουν – και φυσικά μόνο κατόπι παραγγελίας από τον υπεύθυνο κρατικό μηχανισμό. Από θέση αρχής χωρίζονται σε κατηγορίες.
 
Οι λιγότεροι σε αριθμό είναι οι προικισμένοι πνευματικά και οι περισσότεροι οι χειρώνακτες. Τα νούμερα καθορίζονται από τις ανάγκες της κοινωνίας. Τα μεγάφωνα παίζουν χαμηλόφωνα τραγουδάκια που υμνούν την κατανάλωση, του τύπου «την παλιά μου μπλούζα δεν τη θέλω, θέλω μόνο την καινούρια» ή «τα πράγματά μου τα πετάω για να πάρω άλλα» κτλ. Κάπως έτσι εξασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη, αφού δεν υπάρχει ούτε υπερπληθυσμός, ούτε ανεργία, ούτε η αδηφάγα ανταγωνιστικότητα που αλλοτριώνει τους ανθρώπους στα πλαίσια της επιβίωσης.
 
Εξάλλου, με τη μεθοδική πλύση εγκεφάλου αποφεύγεται και το συγκρουσιακό της διαφορετικότητας, αφού κάθε ομάδα νεογέννητων διαποτίζεται αλάθευτα από τα ιδανικά που πρέπει να υπηρετήσει. Όμοιοι άνθρωποι σε απόλυτη κοινωνική αρμονία με εξασφαλισμένη πληθώρα αγαθών σε ονειρική συμβίωση. Ένας καλοκουρδισμένος, επίγειος παράδεισος. Γιατί όμως οι άνθρωποι ασφυκτιούν; Γιατί καταπίνουν συνεχώς χαπάκια ευτυχίας; Γιατί και πάλι καταλήγουμε στη φρενίτιδα, τη νεύρωση και την τρέλα;
 
Εντελώς απροσδόκητα εμφανίζεται ο Άγριος επιβεβαιώνοντας τις φήμες για την ύπαρξη μιας άγριας φυλής που κατοικεί κάπου μακριά. Φήμες που κινούνταν πάντα κάτω από τα νέφη της απροσδιοριστίας και της ασάφειας του απόμακρου. Φήμες που μιλούσαν για μια κοινωνία ζούγκλας, με ανθρώπους αχαλίνωτους, που καυγάδιζαν και πολλές φορές εγκληματούσαν, που διατηρούσαν οικογένειες και καθορίζονταν από την τύχη, που εμφάνιζαν αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές, που παρέμεναν στο ζωώδες εκπροσωπώντας το από καιρό εξαφανισμένο απολίτιστο της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Άνθρωποι ακατέργαστοι, καθόλου εκλεπτυσμένοι, πραγματικά αγρίμια, ενδεχομένως επικίνδυνοι.
 
Κι εδώ ξεκινά η σύγκρουση του παλιού με το καινούριο. Ο Άγριος περιφέρεται από υπεύθυνο σε υπεύθυνο σαν αρκούδα σε τσίρκο. Πραγματικά μαινόμενος αδυνατεί να προσαρμοστεί επιμένοντας στο πρωτόγονο και το ενστικτώδες, που δεν μπαίνει σε καλούπια και παραμένει απρόβλεπτο, φαινόμενο εξωφρενικό μέσα στον αρτηριοσκληρωτικό μηχανισμό του απαρέγκλιτου. Μια πραγματική βόμβα. Παρά τις αδυναμίες της παρουσίασής του (αδυναμίες που αναγνωρίζει κι ο ίδιος ο Χάξλεϋ) δημιουργεί επαρκώς τον αντίθετο πόλο που βαραίνει το Νέο Κόσμο.
 
Το ανθρώπινο συναίσθημα και το απροσδιόριστο της ανθρώπινης φύσης που έχει ανάγκη τους συνανθρώπους και που είναι αδύνατο να βιώσει την ατομική ευτυχία γιατί πολύ απλά ευτυχία μεμονωμένη είναι ευτυχία ανύπαρκτη. Ακόμα κι οι ανεπιθύμητες επιθετικές συμπεριφορές είναι αναπόσπαστες από την ανθρώπινη φύση που είναι καταδικασμένη να συγκρούεται και να συνυπάρχει σ’ ένα αντιφατικό δίπολο που όμως καθορίζει επακριβώς όλο το βάθος της πολυπλοκότητας της. Η κατάργηση αυτού του διπόλου στα πλαίσια του πολιτισμού δεν είναι παρά ευνουχισμός, δηλαδή δυστυχία, δηλαδή η άλλη όψη της βαρβαρότητας.
 
Τελικά ποιος είναι πιο βάρβαρος; Ο Άγριος με την ασημαντότητα της οχλοβοής του ή οι άνθρωποι του Νέου Κόσμου με τον εκλεπτυσμένο ακρωτηριασμό που ομαλοποιεί τη συνύπαρξη;

Ο Άγριος απαγγέλλει Σαίξπηρ
 
Οι κάτοικοι του Νέου Κόσμου τον αγνοούν καθώς τα βιβλία που εκφράζουν τα ανθρώπινα πάθη κρίνονται απαγορευμένα. Παρά τη χοντροκομμένη υπερβολή κρύβεται άλλη μια αλήθεια. Η τέχνη είναι συνυφασμένη με τα ανθρώπινα πάθη κι αυτό την καθιστά αιώνιο σύντροφο. Η εξωραϊστική τέχνη δεν είναι τέχνη και γι’ αυτό είναι καταδικασμένη εξ’ αρχής. Ο Άγριος όταν πια χάνει τελείως τον εαυτό του, κυριολεκτικά ένα βήμα πριν από τη συντριβή, καταφεύγει στην τέχνη. Ο Σαίξπηρ λειτουργεί ως ύστατο καταφύγιο, ως τελική αναπνοή κι επαναδιαπραγμάτευση. Μετά απ’ αυτό έρχεται το τέλος, όπως ήταν προδιαγεγραμμένο απ’ την αρχή. Το τέλος του Αγρίου δεν είναι τίποτε άλλο από το τέλος της ανθρωπότητας που πλέον αλλάζει μορφή χάνοντας κάθε υπόσταση. Γίνεται Θαυμαστός Νέος Κόσμος.
 
Και κάπως έτσι τα πράγματα για τον αναγνώστη γίνονται απλά. Φυσικά και συμπαθούμε τον Άγριο, φυσικά κι απεχθανόμαστε το Νέο Κόσμο με την άκρατα τυποποιημένη ελευθερία του, που δεν είναι τίποτε άλλο από το απόλυτο ανελεύθερο. Όμως λίγο πριν το φινάλε ο Άγριος συζητά με το Συντονιστή του Νέου Κόσμου. Ο Συντονιστής εκπροσωπώντας τη σοφία του κυνισμού μιλάει για πολέμους, για κτηνωδίες, για την τραγικότητα της ιστορίας, για το ολοκληρωτικά απάνθρωπο του παρελθόντος. Ναι, ευνουχίζει τους πολίτες, ναι, τους χειραγωγεί πετσοκόβοντας κάθε ελευθερία σκέψης, ναι, υπάρχει μοναξιά, πλαστή ευτυχία, αποξένωση. Μπροστά στο μακελειό της ιστορίας ο Νέος Κόσμος προτείνει νιάτα κι αφθονία. Που είναι το κακό; «…καθώς περνά ο καιρός οι άνθρωποι θα βλέπουν πως η ανεξαρτησία δεν γίνηκε για το ανθρώπινο είδος»
 
Το χαξλεϋκό αμείλικτο στέκεται πάνω μας σαν καλογυαλισμένη λεπίδα, καταδεικνύοντας το αδιέξοδο, χωρίς όμως να το αποδίδει πουθενά αλλού πέρα από την ίδια την παραδοξότητα της ανθρώπινης φύσης. Της αυτοκαταστροφικής, αντιφατικής, αλλοπρόσαλλης ανθρώπινης φύσης. Ο Χάξλεϋ δεν ψάχνει για δεκανίκια. Ούτε πολιτικά συστήματα, ούτε ιστορικές συγκυρίες, ούτε η πάλη των τάξεων, ούτε συμφέροντα, ούτε τίποτε. Το κέντρο είναι μόνο ο άνθρωπος με την τραγικότητα της ύπαρξής του που είτε έτσι, είτε αλλιώς παραμένει εγκλωβισμένος.
 
Ο Θαυμαστός Νέος Κόσμος, γραμμένος μόλις το 1932, δεν καταστρέφει απλώς το μύθο της προόδου – που σήμερα, 80 χρόνια αργότερα, επιβεβαιώνεται σχεδόν κατά γράμμα – αλλά προχωρά ακόμη περισσότερο. Φέρνοντας τον άνθρωπο αντιμέτωπο με τον εαυτό του καταδεικνύει το ατελέσφορο της ύπαρξης που έχει καθαρά εσωτερικά αίτια. Ο άνθρωπος δεν έχει άλλη λύση από τον επαναπροσδιορισμό του εαυτού του και την αναζήτηση μιας άλλης οπτικής.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1122b-1123a)

Ἔστι δὲ τῶν δαπανημάτων οἷα λέγομεν τὰ τίμια, οἷον τὰ περὶ θεούς, ἀναθήματα καὶ κατασκευαὶ καὶ θυσίαι, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ πᾶν τὸ δαιμόνιον, καὶ ὅσα πρὸς τὸ κοινὸν εὐφιλοτίμητά ἐστιν, οἷον εἴ που χορηγεῖν οἴονται δεῖν λαμπρῶς ἢ τριηραρχεῖν ἢ καὶ ἑστιᾶν τὴν πόλιν. ἐν ἅπασι δ᾽ ὥσπερ εἴρηται, καὶ πρὸς τὸν πράττοντα ἀναφέρεται τὸ τίς ὢν καὶ τίνων ὑπαρχόντων· ἄξια γὰρ δεῖ τούτων εἶναι, καὶ μὴ μόνον τῷ ἔργῳ ἀλλὰ καὶ τῷ ποιοῦντι πρέπειν. διὸ πένης μὲν οὐκ ἂν εἴη μεγαλοπρεπής· οὐ γὰρ ἔστιν ἀφ᾽ ὧν πολλὰ δαπανήσει πρεπόντως· ὁ δ᾽ ἐπιχειρῶν ἠλίθιος· παρὰ τὴν ἀξίαν γὰρ καὶ τὸ δέον, κατ᾽ ἀρετὴν δὲ τὸ ὀρθῶς. πρέπει δὲ [καὶ] οἷς τοιαῦτα προϋπάρχει δι᾽ αὐτῶν ἢ τῶν προγόνων ἢ ὧν αὐτοῖς μέτεστιν, καὶ τοῖς εὐγενέσι καὶ τοῖς ἐνδόξοις καὶ ὅσα τοιαῦτα· πάντα γὰρ ταῦτα μέγεθος ἔχει καὶ ἀξίωμα. μάλιστα μὲν οὖν τοιοῦτος ὁ μεγαλοπρεπής, καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις δαπανήμασιν ἡ μεγαλοπρέπεια, ὥσπερ εἴρηται· μέγιστα γὰρ καὶ ἐντιμότατα· τῶν δὲ ἰδίων ὅσα

[1123a] εἰσάπαξ γίνεται, οἷον γάμος καὶ εἴ τι τοιοῦτον, καὶ εἰ περί τι ἡ πᾶσα πόλις σπουδάζει ἢ οἱ ἐν ἀξιώματι, καὶ περὶ ξένων δὲ ὑποδοχὰς καὶ ἀποστολάς, καὶ δωρεὰς καὶ ἀντιδωρεάς· οὐ γὰρ εἰς ἑαυτὸν δαπανηρὸς ὁ μεγαλοπρεπὴς ἀλλ᾽ εἰς τὰ κοινά, τὰ δὲ δῶρα τοῖς ἀναθήμασιν ἔχει τι ὅμοιον. μεγαλοπρεποῦς δὲ καὶ οἶκον κατασκευάσασθαι πρεπόντως τῷ πλούτῳ (κόσμος γάρ τις καὶ οὗτος), καὶ περὶ ταῦτα μᾶλλον δαπανᾶν ὅσα πολυχρόνια τῶν ἔργων (κάλλιστα γὰρ ταῦτα), καὶ ἐν ἑκάστοις τὸ πρέπον· οὐ γὰρ ταὐτὰ ἁρμόζει θεοῖς καὶ ἀνθρώποις, οὐδ᾽ ἐν ἱερῷ καὶ τάφῳ. καὶ ἐπεὶ τῶν δαπανημάτων ἕκαστον μέγα ἐν τῷ γένει, καὶ μεγαλοπρεπέστατον μὲν τὸ ἐν μεγάλῳ μέγα, ἐνταῦθα δὲ τὸ ἐν τούτοις μέγα, καὶ διαφέρει τὸ ἐν τῷ ἔργῳ μέγα τοῦ ἐν τῷ δαπανήματι· σφαῖρα μὲν γὰρ ἡ καλλίστη ἢ λήκυθος μεγαλοπρέπειαν ἔχει παιδικοῦ δώρου, ἡ δὲ τούτου τιμὴ μικρὸν καὶ ἀνελεύθερον· διὰ τοῦτό ἐστι τοῦ μεγαλοπρεποῦς, ἐν ᾧ ἂν ποιῇ γένει, μεγαλοπρεπῶς ποιεῖν (τὸ γὰρ τοιοῦτον οὐκ εὐπέρβλητον) καὶ ἔχον κατ᾽ ἀξίαν τοῦ δαπανήματος. τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ μεγαλοπρεπής· ὁ δ᾽ ὑπερβάλλων καὶ βάναυσος τῷ παρὰ τὸ δέον ἀναλίσκειν ὑπερβάλλει, ὥσπερ εἴρηται. ἐν γὰρ τοῖς μικροῖς τῶν δαπανημάτων πολλὰ ἀναλίσκει καὶ λαμπρύνεται παρὰ μέλος, οἷον ἐρανιστὰς γαμικῶς ἑστιῶν, καὶ κωμῳδοῖς χορηγῶν ἐν τῇ παρόδῳ πορφύραν εἰσφέρων, ὥσπερ οἱ Μεγαροῖ. καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ποιήσει οὐ τοῦ καλοῦ ἕνεκα, ἀλλὰ τὸν πλοῦτον ἐπιδεικνύμενος, καὶ διὰ ταῦτα οἰόμενος θαυμάζεσθαι, καὶ οὗ μὲν δεῖ πολλὰ ἀναλῶσαι, ὀλίγα δαπανῶν, οὗ δ᾽ ὀλίγα, πολλά. ὁ δὲ μικροπρεπὴς περὶ πάντα ἐλλείψει, καὶ τὰ μέγιστα ἀναλώσας ἐν μικρῷ τὸ καλὸν ἀπολεῖ, καὶ ὅ τι ἂν ποιῇ μέλλων καὶ σκοπῶν πῶς ἂν ἐλάχιστον ἀναλώσαι, καὶ ταῦτ᾽ ὀδυρόμενος, καὶ πάντ᾽ οἰόμενος μείζω ποιεῖν ἢ δεῖ. εἰσὶ μὲν οὖν αἱ ἕξεις αὗται κακίαι, οὐ μὴν ὀνείδη γ᾽ ἐπιφέρουσι διὰ τὸ μήτε βλαβεραὶ τῷ πέλας εἶναι μήτε λίαν ἀσχήμονες.

***
Η μεγαλοπρέπεια σχετίζεται με τις δαπάνες που τις λέμε «άξιες τιμής». Τέτοιες είναι π.χ. οι δαπάνες που σχετίζονται με τους θεούς (προσφορές, κτίσματα, θυσίες)· επίσης αυτές που σχετίζονται γενικά με τη θρησκευτική λατρεία, καθώς και αυτές που ικανοποιούν φιλοδοξίες ενσχέσει με την κοινή γνώμη, όπως π.χ. αν κάποιοι άνθρωποι θεωρούν ότι πρέπει να ετοιμάσουν με λαμπρότητα τον χορό μιας θεατρικής παράστασης, να εξοπλίσουν μια τριήρη ή να κάνουν το τραπέζι σε ολόκληρη την πόλη. Σε όλες όμως αυτές τις περιπτώσεις, όπως το έχουμε ήδη πει, οι δαπάνες εξετάζονται και ενσχέσει προς αυτόν που τις κάνει: ποιός είναι και ποιά είναι τα περιουσιακά του στοιχεία. Γιατί οι δαπάνες πρέπει να είναι άξιες των περιουσιακών στοιχείων, και να ταιριάζουν όχι μόνο με το έργο αλλά και με το πρόσωπο που το κάνει. Αυτός είναι ο λόγος που ο φτωχός άνθρωπος δεν μπορεί, λέω, να είναι μεγαλοπρεπής, αφού δεν έχει τα μέσα που θα του επιτρέψουν να δαπανήσει με πρέποντα τρόπο μεγάλα ποσά. Και όποιος το επιχειρεί, είναι ανόητος· γιατί ξοδεύει πέρα από τις δυνατότητες που του προσφέρουν τα οικονομικά του μέσα και πέρα από ό,τι είναι σωστό: σύμφωνο με την αρετή είναι μόνο ό,τι γίνεται σωστά. Οι μεγάλες δαπάνες αρμόζουν σε ανθρώπους που έχουν ήδη τα ανάλογα μέσα (είτε τα απόκτησαν οι ίδιοι είτε τα έχουν από τους προγόνους ή τους συγγενείς τους), σε ανθρώπους, επίσης, με υψηλή καταγωγή, με μεγάλη φήμη κλπ. κλπ.· γιατί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μέγεθος και κύρος.

Αυτά είναι λοιπόν, κατά κύριο λόγο, τα χαρακτηριστικά του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου, και σε τέτοιου είδους δαπάνες, όπως το έχουμε ήδη πει, γίνεται φανερή η μεγαλοπρέπεια· γιατί αυτές είναι οι πιο μεγάλες και οι πιο τιμημένες. Όσο για τον χώρο των ιδιωτικών δαπανών, τα χαρακτηριστικά της μεγαλοπρέπειας τα έχουν όσες

[1123a] γίνονται μία μόνο φορά, όπως είναι π.χ. ο γάμος και όλα τα παρόμοια· καθετί, επίσης, για το οποίο δείχνει ενδιαφέρον ολόκληρη η πόλη ή οι άνθρωποι της υψηλής κοινωνίας· επίσης, καθετί που σχετίζεται με την υποδοχή και τον αποχαιρετισμό φιλοξενούμενων προσωπικοτήτων, με την ανταλλαγή, τέλος, δώρων και αντίδωρων· γιατί ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος δεν κάνει δαπάνες για τον εαυτό του, αλλά για το κοινό καλό, και τα δώρα έχουν κάποια ομοιότητα με τις αφιερωματικές προσφορές στους θεούς.

Ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος θα χτίσει, επίσης, και θα εξοπλίσει το σπίτι του όπως ταιριάζει στον πλούτο του (γιατί και το σπίτι είναι ένα στολίδι). Γνώρισμα του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου είναι, επίσης, το να δαπανά κατά προτίμηση για έργα που θα ζήσουν για μεγάλο διάστημα χρόνου (γιατί αυτά είναι τα πιο όμορφα), και σε κάθε επιμέρους περίπτωση να δαπανά αυτό που είναι το πρέπον· γιατί δεν ταιριάζουν τα ίδια πράγματα σε θεούς και ανθρώπους, σ᾽ έναν ναό και σ᾽ έναν τάφο.

Δεδομένου ότι κάθε δαπάνη είναι μεγάλη στην κατηγορία της, και μεγαλοπρεπέστατη μεν είναι η μεγάλη δαπάνη που γίνεται για κάτι μεγάλο, σε μια συγκεκριμένη όμως περίπτωση (ενν. είναι μεγαλοπρεπές) αυτό που είναι μεγάλο στα συγκεκριμένα δεδομένα· δεδομένου επίσης ότι το μεγάλο στο έργο διαφέρει από το μεγάλο στη δαπάνη (και η πιο όμορφη, πράγματι, μπάλα ή η πιο όμορφη λήκυθος είναι πράγματα μεγαλοπρεπή ως δώρα για ένα παιδί, η αξία τους όμως είναι μικρή και «τσιγκούνικη», γι᾽ αυτό γνώρισμα του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου είναι, όποιας κατηγορίας έργο και αν κάνει, να το κάνει με μεγαλοπρεπή τρόπο (γιατί ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί εύκολα να ξεπερασθεί) και τέτοιο που να βρίσκεται σε σωστή αναλογική σχέση με τη δαπάνη.

Τέτοιος είναι ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος. Όσο γι᾽ αυτόν που φτάνει στην υπερβολή και είναι άξεστος, ξεπερνάει, όπως είπαμε, το μέτρο με το να ξοδεύει αντίθετα με ό,τι πρέπει: στις μικρές περιπτώσεις δαπάνης ξοδεύει πολλά και κάνει κακόγουστη και ακαλαίσθητη επίδειξη. Κάνει π.χ. τραπέζι γαμήλιου τύπου σε ερανιστές ή, κάνοντας τον χορηγό σε κωμική παράσταση, παρουσιάζει τον χορό να μπαίνει ντυμένος με πορφύρα, όπως κάνουν στα Μέγαρα. Και όλα αυτά τα κάνει όχι για χάρη του ωραίου, αλλά γιατί θέλει να επιδείξει τον πλούτο του και γιατί φαντάζεται ότι με όλα αυτά κερδίζει τον θαυμασμό του κόσμου, και εκεί που θα έπρεπε να ξοδέψει πολλά, ξοδεύει λίγα, ενώ εκεί που θα έπρεπε να ξοδέψει λίγα, ξοδεύει πολλά.

Ο μικροπρεπής από την άλλη, ελλείπει στα πάντα, και έχοντας ξοδέψει τεράστια ποσά, είναι έτοιμος να καταστρέψει την ομορφιά της πράξης του για ένα τίποτε, και σε ό,τι κι αν κάνει, είναι γεμάτος από δισταγμούς· μόνη του σκέψη είναι πώς θα ξοδέψει όσο γίνεται πιο λίγα, και αυτά μάλιστα τα λίγα τα «κλαίει», και όλο νομίζει ότι ξοδεύει πιο πολλά από όσα πρέπει.

Αυτές λοιπόν οι έξεις είναι κακίες, όμως δεν προκαλούν όνειδος, αφού ούτε βλαπτικές για τους άλλους είναι ούτε και πολύ επαίσχυντες.