Ἔστι δὲ τῶν δαπανημάτων οἷα λέγομεν τὰ τίμια, οἷον τὰ περὶ θεούς, ἀναθήματα καὶ κατασκευαὶ καὶ θυσίαι, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ πᾶν τὸ δαιμόνιον, καὶ ὅσα πρὸς τὸ κοινὸν εὐφιλοτίμητά ἐστιν, οἷον εἴ που χορηγεῖν οἴονται δεῖν λαμπρῶς ἢ τριηραρχεῖν ἢ καὶ ἑστιᾶν τὴν πόλιν. ἐν ἅπασι δ᾽ ὥσπερ εἴρηται, καὶ πρὸς τὸν πράττοντα ἀναφέρεται τὸ τίς ὢν καὶ τίνων ὑπαρχόντων· ἄξια γὰρ δεῖ τούτων εἶναι, καὶ μὴ μόνον τῷ ἔργῳ ἀλλὰ καὶ τῷ ποιοῦντι πρέπειν. διὸ πένης μὲν οὐκ ἂν εἴη μεγαλοπρεπής· οὐ γὰρ ἔστιν ἀφ᾽ ὧν πολλὰ δαπανήσει πρεπόντως· ὁ δ᾽ ἐπιχειρῶν ἠλίθιος· παρὰ τὴν ἀξίαν γὰρ καὶ τὸ δέον, κατ᾽ ἀρετὴν δὲ τὸ ὀρθῶς. πρέπει δὲ [καὶ] οἷς τοιαῦτα προϋπάρχει δι᾽ αὐτῶν ἢ τῶν προγόνων ἢ ὧν αὐτοῖς μέτεστιν, καὶ τοῖς εὐγενέσι καὶ τοῖς ἐνδόξοις καὶ ὅσα τοιαῦτα· πάντα γὰρ ταῦτα μέγεθος ἔχει καὶ ἀξίωμα. μάλιστα μὲν οὖν τοιοῦτος ὁ μεγαλοπρεπής, καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις δαπανήμασιν ἡ μεγαλοπρέπεια, ὥσπερ εἴρηται· μέγιστα γὰρ καὶ ἐντιμότατα· τῶν δὲ ἰδίων ὅσα
[1123a] εἰσάπαξ γίνεται, οἷον γάμος καὶ εἴ τι τοιοῦτον, καὶ εἰ περί τι ἡ πᾶσα πόλις σπουδάζει ἢ οἱ ἐν ἀξιώματι, καὶ περὶ ξένων δὲ ὑποδοχὰς καὶ ἀποστολάς, καὶ δωρεὰς καὶ ἀντιδωρεάς· οὐ γὰρ εἰς ἑαυτὸν δαπανηρὸς ὁ μεγαλοπρεπὴς ἀλλ᾽ εἰς τὰ κοινά, τὰ δὲ δῶρα τοῖς ἀναθήμασιν ἔχει τι ὅμοιον. μεγαλοπρεποῦς δὲ καὶ οἶκον κατασκευάσασθαι πρεπόντως τῷ πλούτῳ (κόσμος γάρ τις καὶ οὗτος), καὶ περὶ ταῦτα μᾶλλον δαπανᾶν ὅσα πολυχρόνια τῶν ἔργων (κάλλιστα γὰρ ταῦτα), καὶ ἐν ἑκάστοις τὸ πρέπον· οὐ γὰρ ταὐτὰ ἁρμόζει θεοῖς καὶ ἀνθρώποις, οὐδ᾽ ἐν ἱερῷ καὶ τάφῳ. καὶ ἐπεὶ τῶν δαπανημάτων ἕκαστον μέγα ἐν τῷ γένει, καὶ μεγαλοπρεπέστατον μὲν τὸ ἐν μεγάλῳ μέγα, ἐνταῦθα δὲ τὸ ἐν τούτοις μέγα, καὶ διαφέρει τὸ ἐν τῷ ἔργῳ μέγα τοῦ ἐν τῷ δαπανήματι· σφαῖρα μὲν γὰρ ἡ καλλίστη ἢ λήκυθος μεγαλοπρέπειαν ἔχει παιδικοῦ δώρου, ἡ δὲ τούτου τιμὴ μικρὸν καὶ ἀνελεύθερον· διὰ τοῦτό ἐστι τοῦ μεγαλοπρεποῦς, ἐν ᾧ ἂν ποιῇ γένει, μεγαλοπρεπῶς ποιεῖν (τὸ γὰρ τοιοῦτον οὐκ εὐπέρβλητον) καὶ ἔχον κατ᾽ ἀξίαν τοῦ δαπανήματος. τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ μεγαλοπρεπής· ὁ δ᾽ ὑπερβάλλων καὶ βάναυσος τῷ παρὰ τὸ δέον ἀναλίσκειν ὑπερβάλλει, ὥσπερ εἴρηται. ἐν γὰρ τοῖς μικροῖς τῶν δαπανημάτων πολλὰ ἀναλίσκει καὶ λαμπρύνεται παρὰ μέλος, οἷον ἐρανιστὰς γαμικῶς ἑστιῶν, καὶ κωμῳδοῖς χορηγῶν ἐν τῇ παρόδῳ πορφύραν εἰσφέρων, ὥσπερ οἱ Μεγαροῖ. καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ποιήσει οὐ τοῦ καλοῦ ἕνεκα, ἀλλὰ τὸν πλοῦτον ἐπιδεικνύμενος, καὶ διὰ ταῦτα οἰόμενος θαυμάζεσθαι, καὶ οὗ μὲν δεῖ πολλὰ ἀναλῶσαι, ὀλίγα δαπανῶν, οὗ δ᾽ ὀλίγα, πολλά. ὁ δὲ μικροπρεπὴς περὶ πάντα ἐλλείψει, καὶ τὰ μέγιστα ἀναλώσας ἐν μικρῷ τὸ καλὸν ἀπολεῖ, καὶ ὅ τι ἂν ποιῇ μέλλων καὶ σκοπῶν πῶς ἂν ἐλάχιστον ἀναλώσαι, καὶ ταῦτ᾽ ὀδυρόμενος, καὶ πάντ᾽ οἰόμενος μείζω ποιεῖν ἢ δεῖ. εἰσὶ μὲν οὖν αἱ ἕξεις αὗται κακίαι, οὐ μὴν ὀνείδη γ᾽ ἐπιφέρουσι διὰ τὸ μήτε βλαβεραὶ τῷ πέλας εἶναι μήτε λίαν ἀσχήμονες.
***
Η μεγαλοπρέπεια σχετίζεται με τις δαπάνες που τις λέμε «άξιες τιμής». Τέτοιες είναι π.χ. οι δαπάνες που σχετίζονται με τους θεούς (προσφορές, κτίσματα, θυσίες)· επίσης αυτές που σχετίζονται γενικά με τη θρησκευτική λατρεία, καθώς και αυτές που ικανοποιούν φιλοδοξίες ενσχέσει με την κοινή γνώμη, όπως π.χ. αν κάποιοι άνθρωποι θεωρούν ότι πρέπει να ετοιμάσουν με λαμπρότητα τον χορό μιας θεατρικής παράστασης, να εξοπλίσουν μια τριήρη ή να κάνουν το τραπέζι σε ολόκληρη την πόλη. Σε όλες όμως αυτές τις περιπτώσεις, όπως το έχουμε ήδη πει, οι δαπάνες εξετάζονται και ενσχέσει προς αυτόν που τις κάνει: ποιός είναι και ποιά είναι τα περιουσιακά του στοιχεία. Γιατί οι δαπάνες πρέπει να είναι άξιες των περιουσιακών στοιχείων, και να ταιριάζουν όχι μόνο με το έργο αλλά και με το πρόσωπο που το κάνει. Αυτός είναι ο λόγος που ο φτωχός άνθρωπος δεν μπορεί, λέω, να είναι μεγαλοπρεπής, αφού δεν έχει τα μέσα που θα του επιτρέψουν να δαπανήσει με πρέποντα τρόπο μεγάλα ποσά. Και όποιος το επιχειρεί, είναι ανόητος· γιατί ξοδεύει πέρα από τις δυνατότητες που του προσφέρουν τα οικονομικά του μέσα και πέρα από ό,τι είναι σωστό: σύμφωνο με την αρετή είναι μόνο ό,τι γίνεται σωστά. Οι μεγάλες δαπάνες αρμόζουν σε ανθρώπους που έχουν ήδη τα ανάλογα μέσα (είτε τα απόκτησαν οι ίδιοι είτε τα έχουν από τους προγόνους ή τους συγγενείς τους), σε ανθρώπους, επίσης, με υψηλή καταγωγή, με μεγάλη φήμη κλπ. κλπ.· γιατί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μέγεθος και κύρος.
Αυτά είναι λοιπόν, κατά κύριο λόγο, τα χαρακτηριστικά του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου, και σε τέτοιου είδους δαπάνες, όπως το έχουμε ήδη πει, γίνεται φανερή η μεγαλοπρέπεια· γιατί αυτές είναι οι πιο μεγάλες και οι πιο τιμημένες. Όσο για τον χώρο των ιδιωτικών δαπανών, τα χαρακτηριστικά της μεγαλοπρέπειας τα έχουν όσες
[1123a] γίνονται μία μόνο φορά, όπως είναι π.χ. ο γάμος και όλα τα παρόμοια· καθετί, επίσης, για το οποίο δείχνει ενδιαφέρον ολόκληρη η πόλη ή οι άνθρωποι της υψηλής κοινωνίας· επίσης, καθετί που σχετίζεται με την υποδοχή και τον αποχαιρετισμό φιλοξενούμενων προσωπικοτήτων, με την ανταλλαγή, τέλος, δώρων και αντίδωρων· γιατί ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος δεν κάνει δαπάνες για τον εαυτό του, αλλά για το κοινό καλό, και τα δώρα έχουν κάποια ομοιότητα με τις αφιερωματικές προσφορές στους θεούς.
Ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος θα χτίσει, επίσης, και θα εξοπλίσει το σπίτι του όπως ταιριάζει στον πλούτο του (γιατί και το σπίτι είναι ένα στολίδι). Γνώρισμα του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου είναι, επίσης, το να δαπανά κατά προτίμηση για έργα που θα ζήσουν για μεγάλο διάστημα χρόνου (γιατί αυτά είναι τα πιο όμορφα), και σε κάθε επιμέρους περίπτωση να δαπανά αυτό που είναι το πρέπον· γιατί δεν ταιριάζουν τα ίδια πράγματα σε θεούς και ανθρώπους, σ᾽ έναν ναό και σ᾽ έναν τάφο.
Δεδομένου ότι κάθε δαπάνη είναι μεγάλη στην κατηγορία της, και μεγαλοπρεπέστατη μεν είναι η μεγάλη δαπάνη που γίνεται για κάτι μεγάλο, σε μια συγκεκριμένη όμως περίπτωση (ενν. είναι μεγαλοπρεπές) αυτό που είναι μεγάλο στα συγκεκριμένα δεδομένα· δεδομένου επίσης ότι το μεγάλο στο έργο διαφέρει από το μεγάλο στη δαπάνη (και η πιο όμορφη, πράγματι, μπάλα ή η πιο όμορφη λήκυθος είναι πράγματα μεγαλοπρεπή ως δώρα για ένα παιδί, η αξία τους όμως είναι μικρή και «τσιγκούνικη», γι᾽ αυτό γνώρισμα του μεγαλοπρεπούς ανθρώπου είναι, όποιας κατηγορίας έργο και αν κάνει, να το κάνει με μεγαλοπρεπή τρόπο (γιατί ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί εύκολα να ξεπερασθεί) και τέτοιο που να βρίσκεται σε σωστή αναλογική σχέση με τη δαπάνη.
Τέτοιος είναι ο μεγαλοπρεπής άνθρωπος. Όσο γι᾽ αυτόν που φτάνει στην υπερβολή και είναι άξεστος, ξεπερνάει, όπως είπαμε, το μέτρο με το να ξοδεύει αντίθετα με ό,τι πρέπει: στις μικρές περιπτώσεις δαπάνης ξοδεύει πολλά και κάνει κακόγουστη και ακαλαίσθητη επίδειξη. Κάνει π.χ. τραπέζι γαμήλιου τύπου σε ερανιστές ή, κάνοντας τον χορηγό σε κωμική παράσταση, παρουσιάζει τον χορό να μπαίνει ντυμένος με πορφύρα, όπως κάνουν στα Μέγαρα. Και όλα αυτά τα κάνει όχι για χάρη του ωραίου, αλλά γιατί θέλει να επιδείξει τον πλούτο του και γιατί φαντάζεται ότι με όλα αυτά κερδίζει τον θαυμασμό του κόσμου, και εκεί που θα έπρεπε να ξοδέψει πολλά, ξοδεύει λίγα, ενώ εκεί που θα έπρεπε να ξοδέψει λίγα, ξοδεύει πολλά.
Ο
μικροπρεπής από την άλλη, ελλείπει στα πάντα, και έχοντας ξοδέψει τεράστια ποσά, είναι έτοιμος να καταστρέψει την ομορφιά της πράξης του για ένα τίποτε, και σε ό,τι κι αν κάνει, είναι γεμάτος από δισταγμούς· μόνη του σκέψη είναι πώς θα ξοδέψει όσο γίνεται πιο λίγα, και αυτά μάλιστα τα λίγα τα «κλαίει», και όλο νομίζει ότι ξοδεύει πιο πολλά από όσα πρέπει.
Αυτές λοιπόν οι
έξεις είναι κακίες, όμως δεν προκαλούν όνειδος, αφού ούτε βλαπτικές για τους άλλους είναι ούτε και πολύ επαίσχυντες.