Και πάλι, όπως και στα προηγούμενα άρθρα μας καταθέτουμε άγνωστα στοιχεία που δημοσιεύονται για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι χώρες τις οποίες βρέχει το νότιο τμήμα της Ερυθράς Θάλασσας αποτελούν τμήμα της περίφημης «Χώρας των Αρωμάτων», η οποία ήταν ονομαστή τον καιρό της απώτατης αρχαιότητας δηλαδή πριν πενήντα ένα αιώνες. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι την ονόμαζαν «
Ουράνια Χώρα» εξαιτίας του μυθώδους πλούτου της.
Η ουράνια όμως αυτή χώρα δεν είναι σήμερα παρά μια χώρα με ακτές πετρώδεις, αμμώδεις, τελείως άγονες, τις οποίες κατακαίει ο ήλιος, η μεγάλη θερμότητα του οποίου παρεμποδίζει την άφθονη και γόνιμη βλάστηση. Έτσι και αυτή πια, μοιάζει πολύ με την υπόλοιπη ερημώδη Αραβική Χερσόνησο η οποία και γι’ αυτό ονομάζεται στους παλαιούς «λατινόφωνους» χάρτες Arabia Petraia. Φαίνεται όμως ότι στην βαθιά αρχαιότητα οι χώρες αυτές είχαν πολύ διαφορετικό κλίμα, διότι αλλιώς δεν είναι δυνατόν να εξηγηθούν οι πληροφορίες που αναφέρονται από τους αρχαίους σχετικά με τον μυθικό πλούτο τους.
Σύμφωνα, με πληροφορίες που έλαβα παλαιότερα κατά την έρευνά μου από τον πανέξυπνο μεγάλο μουφτή της βορείου Υεμένης, κ. Αχμέτ Αλ Ζαμπαράχ, όλα αυτά αληθεύουν και θρυλούνται στην Υεμένη, όπου υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με γαλάζια μάτια και ευγενέστατες φυσιογνωμίες, ενεργητικοί και δεινοί έμποροι οι οποίοι όπως φαίνεται πέρασαν κάποτε απέναντι στην Αφρική.
Για αυτούς οι υπόλοιποι λαοί και κυρίως οι Αιγύπτιοι, έπαιρναν πληροφορίες από τους Φοίνικες οι οποίοι άκμαζαν ταυτόχρονα με το κράτος του Σαβά (5.000 π.κ.ε.) εμπορεύονταν μαζί τους ναυσιπλοώντας μέσα από την μακρύτατη Ερυθρά Θάλασσα αλλά και με καραβάνια της ξηράς, διότι τότε υπήρχαν πιο πολλές και μεγαλύτερες οάσεις, επειδή δεν είχαν ακόμη καταστραφεί από τους σεισμούς που εξαφανίζουν τις πηγές ή την απερίσκεπτη και εντατική κοπή και ξύλευση των δέντρων. Έτσι, τα ταξίδια από την ξηρά ήταν ευκολότερα, καθώς και για τους ναυτικούς οι οποίοι ξεκουράζονταν σε κατοικημένες παραθαλάσσιες οάσεις που δεν υπάρχουν πια. Οι Σαβαίοι δεν επέτρεπαν στους Φοίνικες να προχωρήσουν πιο πέρα από το Μπαμπ-ελ Μαντεμπή ή Πόλη των Δακρύων.
Στο νότιο τμήμα της Ερυθράς Θάλασσας ήδη υπήρχαν επαρκείς θαλάσσιες επικοινωνίες μεταξύ των λαών της τότε Υεμένης και της Αβησσυνίας και ζωηρές εμπορικές ανταλλαγές. Οι Φοίνικες συνέβαλαν σε μια ήδη πολυάνθρωπη θάλασσα και αλληλοαναπτύσσονταν με τους Σαβαίους καθώς αγόραζαν από αυτούς, προϊόντα που τα μεταπωλούσαν σ’ όλη την Εγγύς Ανατολή, Φοινίκη, Χαναάν, Χώρα των Σημίτων και Σουμερία.
Προμηθεύονταν αρώματα, αρωματικά αποστάγματα, μπαχαρικά, πολύχρωμα πολύτιμα πετράδια και ημιπολύτιμους λίθους και κυρίως μαργαριτάρια, αρώματα, χρυσό και αφρικανική ξυλεία για έπιπλα. Ο χρυσός ερχόταν σ’ αυτούς από τη νότιο Αφρική, απ’ όπου μεταφέρθηκε έτοιμη και η συμπαγής από χρυσό, ολόχυτη κολώνα του Ιερού του Ηρακλή-Μελκάρτ στην Τύρο την οποία είδε ο Ηρόδοτος. Η άλλη ήταν καμωμένη από σμαράγδια. Το πράσινο χρώμα ήταν το επικρατούν από την Σουμερία έως την Φοινίκη, την ευδαίμονα Αραβία και την Αίγυπτο, όπως έχουμε παρατηρήσει από πολλά χρόνια, εννοούμε τα πετράδια, την αμφίεση και τα ψιμύθια των ιερειών.
Δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί η αξία των διαμαντιών που ήταν άχροα και γι’ αυτό όχι ελκυστικά. Με καμήλες ζεμένες δυο-δυο οι Φοίνικες έσερναν πάνω σε ικριώματα με τροχούς κέδρους του Λιβάνου έως την Υεμένη για ναυπηγήσεις πλοίων. Τότε, έχοντας πλάτος από τον Λίβανο έως την Γάζα, ένα πλατύ δάσος κέδρων ξεκινούσε και έφτανε στενεύοντας έως την Θυρούκ της Μεσοποταμίας και τον Ευφράτη. Έτσι πολύς πλούτος συσσωρεύτηκε σε όλους αυτούς. Αντίθετα στην Μεσόγειο βρήκαν μια έρημη θάλασσα, που την αναζωογόνησαν κάνοντας ανταλλαγές με τους αραιούς σχετικά κατοίκους και παράλιες φυλές ιδρύοντας άφθονους εμπορικούς σταθμούς.
Έως τότε υπήρχε μόνον παράλια αλιεία, μικρή και περιορισμένη επικοινωνία με βάρκες και βοσκοί που περνούσαν τα κοπάδια τους από την Μ. Ασία σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Στην περίπτωση της Μεσογείου οι εμπορικές ανταλλαγές όμως σιγά-σιγά προσέλκυσαν με το όραμα του κέρδους και προκάλεσαν μετακινήσεις πληθυσμών από την τεράστια ενδοχώρα της Ευρώπης προς την θάλασσα ή την ζώνη δασών της βορειοαφρικανικής ακτής ή την δυτική ακτή της Μ. Ασίας. Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές πόλεις (Κάδιξ, Αλικαρνασσός κ.ά.) που συνεχώς μεγάλωναν με την στήριξη του εμπορίου από τους Φοίνικες. Οι Φοίνικες ήσαν ο καταλύτης της ανάπτυξης της Μεσογείου. Και είναι γνωστόν ότι οι Μινώοι ή Κρήτες ήσαν φοινικικά φύλα.
Η Ιστορία μας διέσωσε πολύ λίγες πληροφορίες για το παρελθόν αυτών των εξωτικών χωρών των αρωμάτων και των δρόμων των μπαχαρικών των απομακρυσμένων μέσα στον μύθο. Και οι περισσότερες από τις πληροφορίες που διασώθηκαν στηρίζονται περισσότερο σε υποθέσεις και πιθανότητες παρά πάνω σε ακριβή και αληθινά γεγονότα. Αλλά εκείνο το οποίο δεν αμφισβητείται είναι ότι στα μέρη αυτά άνθισε άλλοτε ένας από τους αρχαιότερους πολιτισμούς και πολύ ζωντανός, που ίσως συναγωνίζεται σε παλαιότητα και τον παμπάλαιο πολιτισμό της Αιγύπτου, ο οποίος θεωρείται από πολλούς ως ο παλαιότερος από όλους τους γνωστούς πολιτισμούς, μια που ήταν σχεδόν και ο μόνος που τήρησε (και πέτρινα) αρχεία, δια της σταθερής παρουσίας του corpus ενός συστηματικού ιερατείου.
Πολλοί αρχαίοι και νεώτεροι συγγραφείς βεβαιούν ότι σε απομακρυσμένη εποχή ζούσαν γύρω στην νότια είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας διάφοροι λαοί, των οποίων ο πολιτισμός είχε φτάσει σε υψηλή ακμή. Σύμφωνα με αυτούς τους συγγραφείς, η αρχαιότερη περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας μπορεί να συμβολιστεί από ένα νοητό τρίγωνο, του οποίου η Βαβυλωνία και η Αίγυπτος αποτελούν δύο κορυφές πάνω στην αυτή πλευρά, μεταξύ δε των πλευρών των δύο γωνιών που σχηματίζονται συγκλίνοντας προς τον νότο αυτής της πλευράς, εκτείνεται η χώρα, που αργότερα ονομάσθηκε Ευδαίμων Αραβία.
Και οι Φοίνικες και η Αίγυπτος (με πρώτο βασιλιά της τον άτλαντα Περσέα και κατόπιν τον ημιάτλαντα Μέμνονα) και η χώρα των Σαβαίων ξεκινούν τον πολιτισμό τους γύρω στο 10.000 π.κ.ε. Η ακμή όλων τους όμως ξεκινάει γύρω στο 5.000 π.κ.ε. οπότε και έχουμε την ίδρυση της πρωτεύουσας του Σαβά, της σημερινής Σάναα της βόρειας Υεμένης (5.000 π.κ.ε.) καθώς και της Σιδώνας με τα περίφημα μεταξωτά της, τα αναφερόμενα από τον Όμηρο, γύρω στο 5.500 π.κ.ε. ενώ της Τύρου γύρω στο 4.500 π.κ.ε.
Και όλοι γνωρίζουμε ότι
εάν δεν είχαν αναφανεί στην Ιστορία οι Φοίνικες κανείς δεν θα τολμούσε να ανοιχθεί από νωρίς στην Μεσόγειο, η οποία ιδιαίτερα στο δυτικό της τμήμα ήταν ολιγοσύχναστη ακόμη και από τους ντόπιους κατοίκους. Αντίθετα πλήθος αεικίνητων εμπόρων της Σουμερίας, της Αραβίας και της Αφρικής ταξίδευαν δια ξηράς και δια της Ερυθράς Θάλασσας ακολουθώντας τις τρεις πλευρές αυτού του τριγώνου. Μέσα σ’ αυτό το «γεωγραφικό τρίγωνο» λάμβαναν χώρα οι πρώτες ζωηρές εμπορικές και πνευματικές επικοινωνίες καθώς και ανταλλαγές μέσα στους πρώτους χρόνους της ανθρώπινης ιστορίας, όσης περίπου γνωρίζουμε. Διότι προϋπήρχε ο πολιτισμός των Σουμερίων.
Η χώρα των Σαβαίων παρήγε τα πολυτιμότερα προϊόντα της τότε εποχής: θυμιάματα, αρώματα και αρωματικά φυτά, τα οποία κατά τους μετέπειτα αιώνες οι Ευρωπαίοι αναγκάσθηκαν να αναζητήσουν στην Ασία. Το κλίμα αυτής της χώρας επιδρούσε ευνοϊκά στην καλλιέργεια ευγενών φυτών. Συγχρόνως οι άνθρωποι είχαν κατασκευάσει πολλές δεξαμενές, υδραγωγεία και άλλα αρδευτικά έργα, των οποίων λείψανα και ίχνη σώζονται ακόμη και σήμερα στις μεγάλες ερημιές στα όρη της Αραβίας.
Τα έργα αυτά, επειδή οι πηγές και τα υπόγεια ύδατα χάθηκαν, καταστράφηκαν από την εγκατάλειψη και τον χρόνο, και οι κατοπινές γενεές, επειδή εκφυλίστηκαν λόγω εξαφάνισης των προοπτικών και υποδουλώθηκαν σε ξένους κατακτητές, δεν είχαν την δύναμη να τα αναδημιουργήσουν. Η αδυναμία αυτή υπήρξε η αιτία της παρακμής, μαζί με την μεταβολή των κλιματολογικών συνθηκών, της εξαφάνισης του αρχαίου πολιτισμού των Σαβαίων και της αντικατάστασης των αρχαίων γόνιμων εδαφών με τις πλούσιες φυτείες τους από αμμώδεις έρημους και ολόγυμνα βουνά.
Και σήμερα ακόμη στην Αβησσυνία και στα οροπέδια της Ευδαίμονος Αραβίας (Υεμένης) ο μεγάλος αριθμός των ποιμνίων και η μεγάλη έκταση των εδαφών που δύνανται να καλλιεργηθούν μας δίνουν μια ιδέα της παλαιάς ευημερίας, ενώ τα ηλιοκαμένα και καχεκτικά φυτά των χαμηλών πεδιάδων, οι οποίες ανάμεσα στα δυο αυτά ορεινά συγκροτήματα (Αβησσυνίας και Αραβίας) πλαισιώνουν την Ερυθρά Θάλασσα, δεν θυμίζουν τίποτε από την περίφημη χώρα των αρωμάτων.
Τα εμπορεύματα από τις Ινδίες και τανάπαλιν έρχονταν χέρι με χέρι (στην ουσία από πλεούμενο σε πλεούμενο) περιπλέοντας σαν αλυσίδα όλες τις ακτές της Ινδίας, της Γεδρωσίας και φυσικά τις Ακτές των Πειρατών και των Αλιέων Μαργαριτών με τις εννοούμενες απώλειες σε εμπορεύματα και ανθρώπους. Πριν μάλιστα τον Πτολεμαίο τον Αυλητή και την κόρη του την Κλεοπάτρα, επί του Πτολεμαίου του Ε΄, του Φύσκωνος (με την μεγάλη κοιλιά) συνέβη ένα αξιοπερίεργο γεγονός το οποίο αξίζει να αναφέρουμε. Ο Πτολεμαίος ο Φύσκων ήταν ένα είδος Κυανοπώγωνα, άνθρωπος πολύ καλλιεργημένος και εστέτ και μαζί σκληρός και αρπακτικός που οι πολίτες της Αλεξάνδρειας τον έτρεμαν.
Ήταν ο πιο μορφωμένος από τους Αλεξανδρινούς της εποχής του και υποστηρικτής των γραμμάτων. Στην διάρκεια της βασιλείας του σε κάποια ακτή της Αιγύπτου στην Ερυθρά Θάλασσα εξόκειλε ένα ταλαιπωρημένο ιστιοφόρο με έναν μόνο άνθρωπο μέσα του οποίου η γλώσσα ήταν άγνωστης εθνικότητας και ακατάληπτη. Μετά από πολλά κατάλαβαν ότι ήσαν Ινδός. Το πλοιάριο όμως ήταν γεμάτο από πολύτιμους λίθους τους οποίους αμέσως ο τρυφηλός Φύσκων σαν άπληστος Νέρων κατάσχεσε και ιδιοποιήθηκε. Αυτό το γεγονός καταδεικνύει ότι η Αίγυπτος δεν είχε έως τότε άμεση επικοινωνία με τις Ινδίες, η οποία άρχισε συστηματικά επί Ρωμαίων.
Ακόμη, το ότι ένας Ινδός, ίσως κλέφτης, έφθασε έως εκεί διαφεύγοντας την Ακτή των Πειρατών, την Χαντραμαούτ και τα στενά Μαμπ-ελ-Μαντέμπ (την Πύλη των Δακρύων) καταδείκνυε την σμίκρυνση και παρακμή της Χώρας του Σαβά καθώς συνεπακόλουθα και της ναυσιπλο@ας στο στενό του πορθμού του Μαμπ-ελ-Μαντέμπ με την φοβερή ζέστη και εξάτμιση της θάλασσας, σωστό βασανιστήριο, αποχαύνωση και δάκρυα των ναυτικών.
Συνέβη στο Μαμπ-ελ-Μαντέμπ και στο Τζιμπουτί να έχω για ένα διάστημα συγγενείς μου, τους Στεργίου, από αδελφό της γιαγιάς μου οι οποίοι διέμεναν συνεχώς στην Αντίς Αμπέμπα, την πρωτεύουσα της Αιθιοπίας και ο οποίος, όπως και μερικοί άλλοι Έλληνες, ασχολήθηκε και με την εμπορία μαργαριταριών. Η εξαδέλφη αυτή της μητέρας μου, της οποίας ο πατέρας είχε πάει εκεί (όρα τις ποιητικές συλλογές μου Σαμπάλα και Αλεξανδρινά Ποιήματα), θυμάμαι ότι αλληλογραφούσε με αυτήν έως τον θάνατο της μητέρας μου (1959).
Σήμερα η κίνηση της ακτοπλοΐας μεταξύ των λιμένων των δύο ακτών της Ερυθράς Θάλασσας, με τα διαυγή σμαραγδένια νερά και τα σπάνια, πολύχρωμα ψάρια σε κοπάδια, είναι ασήμαντη. Στην Ερυθρά Θάλασσα δεν υπάρχει κανένα μεγάλο λιμάνι, από το οποίο να αναχωρούν επίτηδες ατμόπλοια για τις Ινδίες ή τα άλλα απομακρυσμένα μέρη του κόσμου, όπως γινόταν τα παλαιά εκείνα χρόνια. Όλη η κίνηση της Ερυθράς Θάλασσας είναι κίνηση διαμετακομιστική. Τα μεγάλα δηλαδή ατμόπλοια ή κινούμενα με πετρέλαιο πλοία, τα τεράστια πετρελαιοφόρα, εισέρχονται από την διώρυγα του Σουέζ και εξέρχονται από το στενό του πορθμού του Μπαμπ-ελ-Μαντέμπ χωρίς να σταματούν στα ενδιάμεσα μικρά λιμάνια.
Άλλοτε στο απώτατο παρελθόν τα λιμάνια αυτά ήσαν από τα σημαντικότερα στον τότε κόσμο, ιδίως εκείνα του νότιου τμήματος της Ερυθράς Θάλασσας, όπου υπήρχαν μεγάλες πόλεις. Από τις πόλεις αυτές μάλιστα είχαν αναχωρήσει στην αρχαιότητα πολλοί γεωργοί, οι οποίοι πραγματοποίησαν τον αποικισμό της βόρειας κοιλάδας του Νείλου και όλης της χώρας γύρω στις εκβολές του μεγάλου ποταμού. Επίσης κοντά στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας υπήρχαν και τα περίφημα χρυσωρυχεία της Σοφάλα, τα οποία επιχείρησε να εκμεταλλευτεί δώδεκα ή δεκαπέντε αιώνες αργότερα ο Σολομών.
Τίποτα όμως δεν σώζεται σήμερα από τις πόλεις αυτές. Το μόνο που μας περιέσωσε η Ιστορία είναι η πληροφορία για την ύπαρξη του σπουδαίου βασιλιά Αμουραμπή, ενός κατακτητή και μεγάλου νομοθέτη, ο οποίος καταγόταν από την φυλή των Σαβαίων, έτσι θυμούνται οι ντόπιοι. Ο Αμουραμπή ή Χαμουραμπή από τις ακτές της Ερυθράς θάλασσας προχώρησε προς τις ακτές του Περσικού Κόλπου, κατέλαβε την Μεσοποταμία και έγινε κύριος της Βαβυλώνας.
Δέκα ή δώδεκα αιώνες αργότερα έζησε η περίφημη βασίλισσα του Σαβά (4000 π.κ.ε.). Σαβά ονομαζόταν η πρωτεύουσα του βασιλείου των Σαβαίων, οι οποίοι έλαβαν το όνομά τους από το όνομα της πρωτεύουσάς τους. Οι Σαβαίοι ονομάζονταν Ομιαρίται. Έτσι γίνεται πάντοτε. Ο ίδιος ο λαός στην αρχή δεν γνωρίζει το όνομά του αλλά του δίνουν κάποιο όνομα οι γύρω του λαοί.
Σήμερα ονομάζονται Σαβαίοι στην Αραβία, όσοι λατρεύουν τα άστρα, και πιστεύουν ότι ο ουρανός επιδρά στις τύχες των προσώπων και των πόλεων.
Έτσι, αγαπητοί, καταλαβαίνουμε πόση σπουδαία γνώση κατείχαν τα αρχαία ιερατεία και οι γνήσιοι αστρολόγοι-μάγοι οι οποίοι γνωρίζουν τις συμπαντικές δυνάμεις και τους συσχετισμούς τους που απορρέουν από τις πλανητικές σχέσεις, κινήσεις και εκλείψεις. Έτσι με σκεπτικισμό έβλεπαν ότι στο μέλλον ορισμένες πόλεις θα εξαλειφθούν για πάντα και αυτές μέσα στον ρου της Ιστορίας. Έτσι γίνονταν σοφοί καθώς αποδέχονταν την μοίρα και μαζί την πραγματικότητα, πάνω στην απώλεια και την ανανέωση του Κόσμου, γνωρίζοντας το αναπότρεπτο που επιφέρει το ίδιο το Σύμπαν, όπως είναι αναγκαστικά κατασκευασμένο.
Η αστρολογία των Σαβαίων αποτελούσε ιδιαίτερη επιστήμη την οποία οι έμποροι Ομιαρίτες διέδιδαν από λιμάνι σε λιμάνι, από όαση σε όαση και από χώρα σε χώρα, πράγμα το οποίο συνέβαλε στην επικράτηση της φήμης, στον τότε γνωστό κόσμο, ότι εκείνοι που κατοικούσαν στα παράλια της Ερυθράς Θάλασσας κατείχαν μεγάλη μαγική δύναμη.
Η βασίλισσα του Σαβά, η οποία ήταν μια ψηλή (1,70 μέτρα), γεμάτη κάπως γυναίκα εκτάκτου ωραιότητας, γοητευτική με μήλα στο πρόσωπο και μακριά μαλλιά και γνωστή στην Ανατολή (και μαζί αξέχαστη) με το όνομα Βαλκίς, είχε γεννηθεί στη χώρα αυτή σε μια από τις δύο όχθες της Ερυθράς Θάλασσας, την αφρικανική, σε εποχή κατά την οποία οι Σαβαίοι κατείχαν και τις δύο, έχοντας από πολύ παλαιά σχηματίσει την πρώτη μεγάλη αυτοκρατορία της Αφρικής μαζί με την Υεμένη πριν το 5.500 π.κ.ε.
Η γυναίκα αυτή φορούσε πολύτιμα περιδέραια, φυλακτά του αξιώματος της αρχιέρειας, βραχιόλια στα πόδια, σάνδαλα χωρίς κορδόνια και έξοχες βαφές στα μάτια. Όπως είναι γνωστό η βασίλισσα του Σαβά είχε επισκεφθεί τον Σολομώντα, βασιλιά ενός μικρού βασιλείου, όπως οι ίδιοι οι Εβραίοι εξομολογούνται, και σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη «υπέβαλεν εις αυτόν πολλά δύσκολα προβλήματα», ακόμη και φιλοσοφικά, τα οποία ο ευφυής και σοφός μονάρχης του ιουδαϊκού λαού κατόρθωσε να τα λύσει εύκολα.
Η βασίλισσα του Σαβά ευγνωμονώντας τον για την επίλυση των προβλημάτων αυτών, αν και τον αγάπησε δεν παραδόθηκε ερωτικά στον Σολομώντα, διότι ως ιέρεια έπρεπε να παραμείνει αγνή, αλλά επέστρεψε στην χώρα της αφού του άφησε ως δώρα «εκατόν είκοσι χρυσά τάλαντα, μεγάλη ποσότητα αρωματικών ουσιών και πλήθος πολυτίμων λίθων». Όπως φαίνεται, αν και η βασίλισσα του Σαβά ήταν καμωμένη από θηλυκή ουσία και σαν γνήσια γυναίκα ήταν φιλοπερίεργη, φιλάρεσκη και φιλοπαίγμων, ήταν συνάμα μία βασίλισσα έξυπνη, που αποφάσισε να λύσει προς όφελός της την επικίνδυνη απομόνωση και μοναξιά των μοναρχών, αποφασιστική και με μεγάλη προσωπικότητα, γι’ αυτό και δεν παρέμεινε δίπλα στον Σολομώντα, αυτή η αυτοκράτειρα μιας μεγάλης και πλούσιας αυτοκρατορίας. Ο βασικότερος όμως λόγος για τον οποίον επισκέφθηκε τον βασιλιά Σολομώντα ήταν μεταφυσικός.
Ήταν και αυτή μάγισσα και επισκέφθηκε τον μεγάλο μάγο Σολομώντα για να της αποκαλύψει ορισμένα δύσκολα μυστικά επάνω σ’ αυτήν την απόκρυφη γνώση. Ως γνωστόν, ο Σολομών έκανε φοβερές μαγείες και είναι αυτός που πραγματοποίησε τις μαγικές σφραγίδες με τις οποίες εξουσίαζε τους δαίμονες. Και βέβαια πρέπει τα μοναδικά και πανάκριβα αποστάγματα των αιθέρων ελαίων και των διαφόρων αρωματικών ουσιών της Χώρας των Αρωμάτων ή Ευδαίμονος Αραβίας να απέφεραν στη χώρα αυτή τεράστια κέρδη, έσοδα σε χρυσό διότι ο τότε αρχαίος κόσμος δεν τα χρησιμοποιούσε μόνον για κοσμητικούς σκοπούς του σώματος αλλά, όπως και τους πολύτιμους λίθους, για την τελετή τελετουργικών μαγείας, πρωτίστως τα παντοδύναμα ιερατεία, τότε και τώρα …τα οποία τα αγοράζουνε σε μεγάλες ποσότητες, κάτι το παρόμοιο με κρατικές συναλλαγές, αφού κάθε ιερατείο, όπως και σήμερα, είναι σωστό κράτος …
Η Βαλκίς ή Μακέδα, που είχε συνολικά δέκα ονόματα γεννήθηκε στην αρχαία Αξώμη της Αβησσυνίας σε ένα παλάτι χίλια χρόνια πιο παλιό από εκείνο του 3000 π.κ.ε. που απεικονίζεται σε ερείπια σε φωτογραφία του άρθρου μας. Οι πρόγονοί της είχαν εγκατασταθεί εκεί από την Υεμένη πριν τέσσερις μόνον γενεές. Είχε μυηθεί στο υψηλό λειτούργημα της ιέρειας από την ηλικία των 6 ετών και 14 ετών ανακηρύχθηκε βασίλισσα του Σαβά. Όταν πήγε στον Σολομώντα ήταν 22 ετών και ο Σολομών 30.
Στο δρόμο της πέρασε πρώτα από τον βασιλιά Χιράμ της Τύρου, πολύ πιο πλούσιο και σοφότερο μύστη από τον Σολομώντα. Ο Χιράμ τότε ήταν 40 ετών. Η Βαλκίς πέρασε από την Αφρική επάνω σ’ ένα μεγάλο πλοίο και δύο άλλα σκάφη συνοδείας στην Υεμένη μέσα σε δύο ημέρες και κάτι. Μετά διέσχισε με καραβάνι την έρημο κι έφθασε στο Σουέζ. Το ταξίδι αυτό δια ξηράς διάρκεσε ενάμιση μήνα. Στην ηλικία των 25 ετών υιοθέτησε ένα αγόρι δύο ετών που της το υπέδειξε το ιερατείο του Σαβά ως διάδοχό της.
Βασίλεψε σαράντα χρόνια και στα 54 της αποσύρθηκε παραδίνοντας την βασιλεία στο γιο της που τότε ήταν ήδη 31 ετών. Η ίδια πέθανε στα 74 της χρόνια. Μετά το ταξίδι της στον Σολομώντα πήγε και στις Ινδίες, δια της Ακτής των Πειρατών, οι οποίοι τη σεβάστηκαν και δεν την λήστεψαν. Έκανε δύο χρόνια να πάει και άλλα δύο να γυρίσει, όλα δια θαλάσσης. Σημειωτέον ότι το αβησσυνιακό τμήμα του βασιλείου του Σαβά υφίστατο πολλές επιδρομές από γειτονικές φυλές και τους «Υψηλούς Αιθίοπες».
Η επίσκεψη αυτή της Βαλκίδος προς τον Σολομώντα αναφέρεται ως γεγονός πραγματικό ακόμη και σήμερα από τους λαούς που κατοικούν την Αραβία και την Αβησσυνία, ενώ πολλές είναι οι οικογένειες που ανάγουν την καταγωγή τους στα αποτελέσματα των ερώτων της ωραίας Σαβαίας βασίλισσας με τον σοφό Σολομώντα. Μεταξύ των οικογενειών τούτων είναι και η τωρινή βασιλεύουσα (δυναστεία) οικογένεια της Αβησσυνίας
Έτσι από παλιά ήμασταν ενήμεροι για όλα αυτά τα εξωτικά μέρη και τα σχετικά με την Ευδαίμονα Αραβία, η οποία γονιμοποιείται από τους πνέοντες μουσώνες και την Αβησσυνία της οποίας η βασιλική οικογένεια και δυναστεία, η τόσο φιλελληνική, ήσαν απόγονοι της περίφημης βασίλισσας του Σαβά και του Σολομώντα. Διότι το άλλο μισό της αυτοκρατορίας των Υεμενιτών περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα της Αιθιοπίας και της Ερυθραίας με κύρια πόλη την αρχαία Αξώμη, το σημερινό Αξουμ. Πρέπει δε η Σάναα που τόσο αγάπησε και αποθανάτισε ο μεγάλος σκηνοθέτης Πιερ Πάολο Παζολίνι να έχει ύπαρξη από το 5.000 π.κ.ε.
Η βασίλισσα του Σαβά ονομαζόταν Μακέδα και ήταν η ιστορικά διαπιστωμένη βασίλισσα Βαλκίς της Αραβίας, μία από τις ωραιότερες γυναίκες της εποχής της.
Εκείνο που έχει σημασία είναι το ότι, ο τύπος των σπιτιών της Σάναα με τις επιζωγραφίσεις τους καθώς και των λευκότατων σπιτιών του τύπου της περίφημης παραθαλάσσιας πόλης Μόκας της Υεμένης αποτέλεσαν τα πρότυπα για τα σπίτια γύρω στην Μεσόγειο, ορισμένα σε χρώματα λουλακιά και ώχρας.
Οι άνθρωποι της Ευδαίμονος Αραβίας από χιλιάδες χρόνια είχαν καταλάβει ότι το λευκό χρώμα αντανακλά και απωθεί την φλογερή πνοή του ήλιου από τα σπίτια τους. Όλες αυτές οι κατοικίες της Σιδώνος, της Τύρου, της Καρχηδόνας, της μινωικής Κρήτης, του Αιγαίου ακόμη και ο περιστερώνες της Τήνου προέρχονται από εκεί και την διάδοσή τους σ’ όλα τα παράλια της Μεσογείου την οφείλουμε στους Φοίνικες και τους Μινώους προγόνους μας της Κρήτης, που ήσαν και αυτοί Φοίνικες.
Η βασιλική φυλή της Αιθιοπίας ευνοούσε τους Έλληνες, ως ορθοδόξους και γνωστούς τους από την αρχαιότητα. Είχε γιατρούς και ζωγράφους Έλληνες. Από εκεί πέρασαν και έζησαν ο Σωκράτης Προκοπίου, θείος του περίφημου τεχνοκρίτη και καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου Αθηνών, Άγγελου Προκοπίου, και ο αδελφός του, ζωγράφος Γεώργιος Προκοπίου, που καταγόταν από την Ερμιόνη της Ερμιονίδας. Ο Σωκράτης Προκοπίου υπήρξε εξέχουσα προσωπικότητα του Ελληνισμού και πέρασε στην Ιστορία γράφοντας το μοναδικό βιβλίο Οι Αλαουιτες (δηλαδή οι οπαδοί του Αλί, του γαμπρού του Μωάμεθ και της μυστικής δοξασίας τους).
Οι Αλαουιτες ως γνωστόν διοικούν αρκετά κράτη της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Ακόμη τα βιβλία: Οι Έλληνες στην Αβησσυνία και Εις το Βασίλειο του Μενελίκ. Ο αδελφός του πάλι, ο Γεώργιος Προκοπίου πατέρας του Άγγελου και παππούς του σημερινού καθηγητού του Πολυτεχνείου Γεώργιου Προκοπίου, υπήρξε ο επίσημος προσωπικός ζωγράφος του βασιλιά Μενελίκ του Β΄ και της συζύγου του, Ταϊτού, από το 1904-1908. Έλαβε την θέση αυτή στην αυλή κατόπιν διεθνούς διαγωνισμού. Τα πορτρέτα της Ταϊτού βρίσκονται δυστυχώς στα υπόγεια της Εθνικής Πινακοθήκης λόγω εμπάθειας γνωστού μεγαλοεκδότη προς τον δυνατό κριτικό τέχνης Άγγελο Προκοπίου και δεν εκτίθενται. Αυτό βέβαια δεν προωθεί το περίφημο παρελθόν των Ελλήνων που έλαμψαν εκτός Ελλάδος. Ζωγράφος του Χαϊλέ Σελασιέ υπήρξε αργότερα και ο Γερμενής από την Κοζάνη.
Ο εκάστοτε εξέχων πρίγκιπας ο προοριζόμενος να διαδεχθεί τον πατέρα του στον θρόνο σε αντιδιαστολή προς τους άλλους αδελφούς του είχε και αυτός την ονομασία Ρας Τάφαρι (=πρίγκιπας) αλλά και την ονομασία Νεγκούς (=εξέχων πρίγκιπας). Ο Χαϊλέ Σελασιέ, ο γιος που διαδέχθηκε τον Μενελίκ τον Β΄, ήταν λοιπόν από παλιά γνωστός ως Ρας Τάφαρι και Νεγκούς. Ως διάδοχος δε είχε και τον τίτλο του πρίγκιπα του Χαράρ από την ομώνυμη περιοχή της Αβησσυνίας. Απεκαλείτο λοιπόν, μετά την ενθρόνισή του και την μνήμη ενός τόσο αρχαίου μεγαλείου από την εποχή ακόμη του Σαβά, Χαϊλέ Σελασιέ ο Α΄, Εκλεκτός του Θεού, Βασιλεύς των Bασιλέων της Αιθιοπίας.
Η βασίλεία του υπήρξε μακροχρόνια, θυμίζοντας τις χιλιετίες που βρίσκονταν πίσω από την δυναστεία του, εκείνη της Ευδαίμονος Αραβίας ή χώρας του Πουντ και των Υψηλών Αιθιόπων που συνέτρωγαν στην Τράπεζα του Ηλίου κατά τον Ηρόδοτο. Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι τις βάσεις για πολλά πράγματα στην Μεσόγειο Θάλασσα τις έθεσε ο πολιτισμός αυτός με προαγωγούς του τους Φοίνικες. Διότι οι πρώτοι άποικοι της Τύρου ήλθαν πριν αρκετές χιλιετίες, φέρνοντας εκεί και την λατρεία της νύμφης Αβαρβαρέης, από την νήσο Μπαχρέιν με τους πλούσιους και εστέτ (και τότε και τώρα) κατοίκους τους μαζί με Ευδαίμονες Άραβες και Φοίνικες.
Αυτά τα τελευταία από τον ποιητή Νόννο τον Πανοπολίτη, που όλοι οι φανατικοί καταπιεστές της ελεύθερης σκέψης κόπτονται ότι τον διάβασαν αλλά κανείς δεν το πραγματοποίησε πλην ημών. Και εάν οι ίδιοι ενδιαφέρονται για χαρακτηρολογία και τους χαρακτήρες των ανθρώπων τότε θα έπρεπε να αντιληφθούν ότι αν και μισούν τους Φοίνικες εντούτοις κόπτονται για τους Κυπρίους, που οι περισσότεροι, όπως οι όμοιοί τους (και στο εμπόριο ακόμη), οι αεικίνητοι Λιβανέζοι, είναι Φοίνικες!