Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΓΟΡΓΙΑΣ - Ὑπὲρ Παλαμήδους ἀπολογία (1-10)

Αποτέλεσμα εικόνας για παλαμήδης[1] Ἡ μὲν κατηγορία καὶ ἡ ἀπολογία ‹καὶ ἡ› κρίσις οὐ περὶ θανάτου γίγνεται· θάνατον μὲν γὰρ ἡ φύσις φανερᾷ τῇ ψήφῳ πάντων κατεψηφίσατο τῶν θνητῶν, ᾗπερ ἡμέρᾳ ἐγένετο· περὶ δὲ τῆς ἀτιμίας καὶ τῆς τιμῆς ὁ κίνδυνός ἐστι, πότερά με χρὴ δικαίως ἀποθανεῖν ἢ μετ᾽ ὀνειδῶν μεγίστων καὶ τῆς αἰσχίστης αἰτίας βιαίως ἀποθανεῖν.

[2] δισσῶν δὲ τούτων ὄντων τοῦ μὲν ὅλου ὑμεῖς κρατεῖτε, τοῦ δ᾽ ἐγώ, τῆς μὲν δίκης ἐγώ, τῆς δὲ βίας ὑμεῖς. ἀποκτεῖναι γάρ με δυνήσεσθε βουλόμενοι ῥᾳδίως· κρατεῖτε γὰρ καὶ τούτων, ὧν οὐδὲν ἐγὼ τυγχάνω κρατῶν.

[3] εἰ μὲν οὖν ὁ κατήγορος Ὀδυσσεὺς ἢ σαφῶς ἐπιστάμενος προδιδόντα με τὴν Ἑλλάδα τοῖς βαρβάροις ἢ δοξάζων γ᾽ ἁμῆ οὕτω ταῦτα ἔχειν ἐποιεῖτο τὴν κατηγορίαν δι᾽ εὔνοιαν τῆς Ἑλλάδος, ἄριστος ἂν ἦν ὁ ἀνήρ· πῶς γὰρ ‹οὔχ›, ὅς γε σῴζει πατρίδα, τοκέας, τὴν πᾶσαν Ἑλλάδα, ἔτι δὲ πρὸς τούτοις τὸν ἀδικοῦντα τιμωρούμενος; εἰ δὲ φθόνῳ ἢ κακοτεχνίᾳ ἢ πανουργίᾳ συνέθηκε ταύτην τὴν αἰτίαν, ὥσπερ δι᾽ ἐκεῖνα κράτιστος ἂν ἦν ἀνήρ, οὕτω διὰ ταῦτα κάκιστος ἂν εἴη.

[4] περὶ τούτων λέγων δὲ πόθεν ἄρξωμαι; τί δὲ πρῶτον εἴπω; ποῖ δὲ τῆς ἀπολογίας τράπωμαι; αἰτία γὰρ ἀνεπίδεικτος ἔκπληξιν ἐμφανῆ ἐμποιεῖ, διὰ δὲ τὴν ἔκπληξιν ἀπορεῖν ἀνάγκη τῷ λόγῳ, ἂν μή τι παρ᾽ αὐτῆς τῆς ἀληθείας καὶ τῆς παρούσης ἀνάγκης μάθω, διδασκάλων ἐπικινδυνοτέρων ἢ ποριμωτέρων τυχών.

[5] ὅτι μὲν οὖν οὐ σαφῶς ‹εἰδὼς› ὁ κατήγορος κατηγορεῖ μου, σαφῶς οἶδα· σύνοιδα γὰρ ἐμαυτῷ σαφῶς οὐδὲν τοιοῦτον πεποιηκὼς οὐδ᾽ ἔοιχ᾽ ὅπως ἂν εἰδείη τις ὂν τὸ μὴ γενόμενον. εἰ δὲ οἰόμενος οὕτω ταῦτα ἔχειν ἐποιεῖτο τὴν κατηγορίαν, οὐκ ἀληθῆ λέγειν διὰ δισσῶν ὑμῖν ἐπιδείξω τρόπων· οὔτε γὰρ βουληθεὶς ἐδυνάμην ἂν οὔτε δυνάμενος ἐβουλήθην ἔργοις ἐπιχειρεῖν τοιούτοις.

[6] ἐπὶ τοῦτον δὲ τὸν λόγον εἶμι πρῶτον, ὡς ἀδύνατός εἰμι τοῦτο πράττειν. ἔδει γάρ τινα πρῶτον ἀρχὴν γενέσθαι τῆς προδοσίας, ἡ δὲ ἀρχὴ λόγος ἂν εἴη· πρὸ γὰρ τῶν μελλόντων ἔργων ἀνάγκη λόγους γίνεσθαι πρότερον. λόγοι δὲ πῶς ἂν γένοιντο μὴ συνουσίας τινὸς γενομένης; συνουσία δὲ τίνα τρόπον γένοιτ᾽ ἂν μήτ᾽ ἐκείνου πρὸς ἐμὲ πέμψαντος μήτε ἐμοῦ πρὸς ἐκεῖνον ἐλθόντος; οὐδὲ παραγγελία διὰ γραμμάτων ἀφῖκται ἄνευ τοῦ φέροντος.

[7] ἀλλὰ δὴ τοῦτο τῷ λόγῳ δυνατὸν γενέσθαι. καὶ δὴ τοίνυν σύνειμι καὶ σύνεστι κἀκεῖνος ἐμοὶ κἀκείνῳ ἐγώ — τίνα τρόπον; τίνι τίς ὤν; Ἕλλην βαρβάρῳ. πῶς ἀκούων καὶ λέγων; πότερα μόνος μόνῳ; ἀλλ᾽ ἀγνοήσομεν τοὺς ἀλλήλων λόγους. ἀλλὰ μεθ᾽ ἑρμηνέως; τρίτος ἄρα μάρτυς γίνεται τῶν κρύπτεσθαι δεομένων.

[8] ἀλλὰ δὴ καὶ τοῦτο γενέσθω, καίπερ οὐ γενόμενον. ἔδει δὲ μετὰ τούτους πίστιν δοῦναι καὶ δέξασθαι. τίς οὖν ἂν ἦν ἡ πίστις; πότερον ὅρκος; τίς οὖν ἐμοὶ τῷ προδότῃ πιστεύειν ἔμελλεν; ἀλλ᾽ ὅμηροι; τίνες; οἷον ἐγὼ τὸν ἀδελφὸν ἔδωκ᾽ ἄν (οὐ γὰρ εἶχον ἄλλον), ὁ δὲ βάρβαρος τῶν υἱέων τινά· πιστότατα γὰρ ἂν ἦν οὕτως ἐμοί τε παρ᾽ ἐκείνου ἐκείνῳ τε παρ᾽ ἐμοῦ. ταῦτα δὲ γινόμενα πᾶσιν ὑμῖν ἂν ἦν φανερά.

[9] φήσει τις ὡς χρήμασι τὴν πίστιν ἐποιούμεθα, ἐκεῖνος μὲν διδούς, ἐγὼ δὲ λαμβάνων. πότερον οὖν ὀλίγοις; ἀλλ᾽ οὐκ εἰκὸς ἀντὶ μεγάλων ὑπουργημάτων ὀλίγα χρήματα λαμβάνειν. ἀλλὰ πολλοῖς; τίς οὖν ἦν ἡ κομιδή; πῶς δ᾽ ἂν ‹εἷς› ἐκόμισεν; ἢ πολλοί; πολλῶν γὰρ κομιζόντων πολλοὶ ἂν ἦσαν μάρτυρες τῆς ἐπιβουλῆς, ἑνὸς δὲ κομίζοντος οὐκ ἂν πολύ τι τὸ φερόμενον ἦν.

[10] πότερα δὲ ἐκόμισαν ἡμέρας ἢ νυκτός; ἀλλὰ ‹νυκτὸς› πολλαὶ καὶ πυκναὶ φυλακαί, δι᾽ ὧν οὐκ ἔστι λαθεῖν. ἀλλ᾽ ἡμέρας; ἀλλά γε τὸ φῶς πολεμεῖ τοῖς τοιούτοις. εἶεν. ἐγὼ δ᾽ ἐξελθὼν ἐδεξάμην, ἢ ἐκεῖνος ὁ φέρων εἰσῆλθεν; ἀμφότερα γὰρ ἄπορα. λαβὼν δὲ δὴ πῶς ἂν ἔκρυψα καὶ τοὺς ἔνδον καὶ τοὺς ἔξω; ποῦ δ᾽ ἂν ἔθηκα; πῶς δ᾽ ἂν ἐφύλαξα; χρώμενος δ᾽ ἂν φανερὸς ἐγενόμην, μὴ χρώμενος δὲ τί ἂν ὠφελούμην ἀπ᾽ αὐτῶν;

***
[1] Η κατηγορία και η υπεράσπιση και η απόφαση δεν αφορούν εδώ μια καταδίκη σε θάνατο· γιατί η φύση έχει φανερά καταδικάσει σε θάνατο όλους τους θνητούς από την ημέρα που γεννήθηκαν· αλλά πρόκειται για ζήτημα ατίμωσης ή τιμής, αν πρέπει να πεθάνω ως άνθρωπος δίκαιος ή να πεθάνω βίαια μέσα στη μεγαλύτερη καταισχύνη και κάτω από την απεχθέστερη κατηγορία.

[2] Από τα δύο λοιπόν αυτά, εσείς υπερισχύετε ολοκληρωτικά ως προς το ένα, ενώ εγώ ως προς το άλλο: εγώ ως προς το δίκιο, εσείς ως προς τη βία· γιατί εύκολα θα μπορέσετε να με σκοτώσετε, αν το θελήσετε· αφού εσείς εξουσιάζετε και εκείνα στα οποία δεν έχω καμιάν εξουσία.

[3] Λοιπόν: αν ο κατήγορος μου Οδυσσέας με κατηγορούσε —από αγάπη για την Ελλάδα— είτε με σαφή γνώση ότι εγώ πρόδωσα την Ελλάδα στους βαρβάρους, είτε έχοντας κάπως σχηματίσει τη γνώμη ότι έτσι έχουν τα πράγματα, ο άνθρωπος θα ήταν έξοχος· τί άλλο να πει κανείς για κάποιον που σώζει την πατρίδα του, τους προγόνους και την Ελλάδα ολόκληρη, και επιπλέον τιμωρεί αυτόν που προξένησε κακό; Αν όμως κατασκεύασε την κατηγορία αυτή από φθόνο, δολιότητα ή πανουργία, τότε όπως στην πρώτη περίπτωση θα ήταν ο πιο σπουδαίος άνθρωπος, έτσι σε τούτη θα είναι ο χειρότερος.
 
[4] Από πού να αρχίσω να μιλώ γι᾽ αυτά; Και τί να πω πρώτα; Ποιά κατεύθυνση να δώσω στην υπεράσπισή μου; Γιατί μια κατηγορία χωρίς αποδείξεις προκαλεί προφανή κατάπληξη, και η κατάπληξη το να μην ξέρει κανείς τί να πει· εκτός αν το μάθω από την ίδια την αλήθεια και την τωρινή ανάγκη, δασκάλους πιο επικίνδυνους παρά επινοητικούς.

[5] Ότι ο κατήγορος με κατηγορεί χωρίς να έχει σαφή γνώση, το γνωρίζω σαφώς· γιατί έχω σαφή συνείδηση ότι δεν έχω κάνει τίποτα τέτοιο· ούτε καταλαβαίνω πώς μπορεί κανείς να γνωρίζει ως γεγονός κάτι που δεν έχει γίνει. Αν όμως διατύπωσε την κατηγορία νομίζοντας πως έτσι έχουν τα πράγματα, θα σας αποδείξω με δύο τρόπους ότι δεν λέει την αλήθεια· γιατί ούτε αν ήθελα θα μπορούσα, ούτε αν μπορούσα θα ήθελα να κάνω τέτοιες πράξεις.
 
[6] Θα στραφώ πρώτα στο ακόλουθο επιχείρημα: ότι δεν ήταν για μένα δυνατόν να κάνω την πράξη αυτή. Γιατί έπρεπε πρώτα να υπάρξει μια αρχή της προδοσίας, και η αρχή αυτή θα ήταν λόγος, αφού πριν από τις μελλούμενες πράξεις πρέπει να προηγηθούν λόγοι. Πώς όμως θα μπορούσαν να υπάρξουν λόγοι αν δεν υπήρξε κάποια συνάντηση; Και με ποιόν τρόπο θα μπορούσε να υπάρξει συνάντηση αν ούτε εκείνος έστειλε αγγελιαφόρους σ᾽ εμένα ούτε εγώ πήγα σ᾽ εκείνον; Ούτε φτάνει παραγγελία με γράμμα χωρίς κάποιος να το μεταφέρει.

[7] Αλλά θεωρητικά μπορεί τούτο να έγινε. Έστω λοιπόν ότι εκείνος συναντά εμένα και εγώ συναντώ εκείνον — με ποιόν τρόπο; Όντας τί ο καθένας για τον άλλον; Έλληνας ο ένας, βάρβαρος ο άλλος. Πώς θα ακούει ή θα μιλάει ο καθένας; Μόνοι μας μήπως; Μα τότε δεν θα ξέρει ο ένας τί λέει ο άλλος. Μήπως με διερμηνέα; Μα έτσι, τότε, θα υπάρχει ένας τρίτος, μάρτυρας γι᾽ αυτά που πρέπει να μένουν κρυφά.

[8] Αλλά ας δεχτούμε ότι και αυτό συνέβη, παρόλο που δεν έχει συμβεί. Θα έπρεπε, κατόπιν, αυτοί οι δυο να δώσουν και να πάρουν εγγυήσεις. Ποιά λοιπόν θα ήταν η εγγύηση; Μήπως ο όρκος; Μα ποιός επρόκειτο να εμπιστευτεί εμένα τον προδότη; Μήπως όμηροι; Ποιοί; Εγώ λ.χ. θα μπορούσα να παραδώσω ως όμηρο τον αδερφό μου —αφού δεν είχα και άλλον— και ο βάρβαρος κάποιον από τους γιους του· γιατί με αυτόν τον τρόπο θα είχαμε ασφαλέστερες εγγυήσεις και εγώ από εκείνον και εκείνος από μένα. Μα αν είχαν συμβεί αυτά θα ήσαν φανερά σε όλους σας.

[9] Θα πει ίσως κάποιος ότι η εγγύηση ήσαν χρήματα που εκείνος έδωσε και εγώ πήρα. Τί λοιπόν, λίγα; Μα δεν είναι εύλογο για μεγάλες υπηρεσίες να πάρει κανείς λίγα χρήματα. Μήπως πολλά; Πώς λοιπόν έγινε η μεταφορά τους; Πώς τα μετέφερε ένας άνθρωπος μόνος του; Ή μήπως ήσαν πολλοί; Μα αν ήσαν πολλοί που έκαναν τη μεταφορά, θα υπήρχαν πολλοί μάρτυρες της συνομωσίας, ενώ αν ήταν ένας, αυτό που μετέφερε δεν θα μπορούσε να είναι πολύ.

[10] Άλλωστε πότε τα μετέφεραν, μέρα ή νύχτα; Μα τη νύχτα υπάρχουν πολλές και πυκνές φρουρές, από τις οποίες δεν μπορεί κανείς να ξεφύγει. Μήπως λοιπόν την ημέρα; Μα το φως αποτελεί βέβαια εχθρό για τέτοιες πράξεις. Ας είναι. Όμως τί, εγώ βγήκα και πήρα τα χρήματα ή ήρθε μέσα εκείνος που τα έφερε; Και τα δύο αυτά δεν στέκουν. Και αν τα πήρα, πώς θα τα έκρυβα και από τους μέσα και από τους έξω; Και πού τα έβαλα; Και πώς τα φύλαξα; Αν τα χρησιμοποιούσα θα φανερωνόμουν, αν όμως δεν τα χρησιμοποιούσα ποιό όφελος θα είχα απ᾽ αυτά;

Η αρμονία στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία

Από τα πρώτα στάδια εξέλιξής του, ο ελληνικός στοχασμός ασχολήθηκε με τις αρχές της νόησης, αλλά και του ερμηνευτικού προσδιορισμού κοσμολογικών συμβάντων. Στην προσπάθειά του αυτή, πίστεψε στη λειτουργικότητα μιας αρμονικής διαμορφωτικής διεργασίας. Αυτή τη συνέλαβε, είτε ως παράγοντα με ακατάλυτη ορμή στο σύμπαν, είτε ως ενοποιητικό στοιχείο εν μέσω διανοητικών διαδικασιών, είτε ως συνισταμένη που προκύπτει από τη θεραπεία αξιών και αρετών, με ευεργετικά για τον άνθρωπο αποτελέσματα.

Στις γραμμές που ακολουθούν, θα δούμε με συντομία πώς η αρμονία πλαστουργείται στη διανόηση των κυριότερων εκπροσώπων της αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής γραμματείας· ξεκινώντας με τις αντιλήψεις που προηγήθηκαν πριν από την εμφάνιση του Σωκράτη και τελειώνοντας με τη χαραυγή της χριστιανικής εποχής. Έτσι ο αναγνώστης αποκτά πρόσβαση σε μια, κατά το δυνατόν, ανάγλυφη σχετική θεώρηση, για να έχει ο ίδιος την ευχέρεια της δικής του αξιολογικής αποτίμησης.

Έτσι, αρχής γενομένης κιόλας από τους προσωκρατικούς, υποστηρίχθηκε η παρουσία και η αναγκαιότητα της αρμονίας. Οι πυθαγόρειοι, μάλιστα, τη θεωρούσαν ως συνεκτικό δεσμό μιας σύνθεσης από άνισα και αντίθετα στοιχεία. Οπως γι' αυτούς η σιγή και η εχεμύθεια ήταν απαραίτητος όρος για την ανάπτυξη του πνεύματος, έτσι και η αρμονία ισοδυναμούσε με φυσικό, κοσμικό νόμο. Πεποίθησή τους ήταν, άλλωστε, και η ύπαρξη μουσικών σφαιρών στο σύμπαν. Εναρμόνια, δηλαδή, συμφωνία ήχων, που παράγεται από τα ουράνια σώματα. Ομοίως και κατά τον Ηράκλειτο, τον «σκοτεινό» φιλόσοφο της Εφέσου, το Σύμπαν είναι δομημένο από αντίρροπες και αντίθετες δυνάμεις («παλίντροπος» [πάλιν+τρέπω] ή «παλίντονος» [πάλιν+τείνω] «αρμονία»). Ισχυριζόταν μάλιστα ότι η «αφανής αρμονία είναι ανώτερη από τη φανερή» (Απόσπασμα 54). Η ιδέα της κανονικής αυτής διαφωνίας, αναγόμενη στο ανθρώπινο σώμα, σημαίνει πως η ίδια μας η υγεία εξαρτάται από την αγαστή συνύπαρξη δύο εναντίων δυνάμεων: της θερμότητας και του θρεπτικού ύδατος.

Με τους σοφιστές, περνάμε στην περίοδο (5-4ος αι. π.Χ.) αποκρυστάλλωσης των πρώτων φιλοσοφικών εννοιών. Από αυτούς ο πιο ξακουστός ήταν ο Πρωταγόρας. Η αποφθεγματική του φράση «Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» («Κριτήριο για όλα τα πράγματα είναι ο άνθρωπος»), επιχειρεί να καταστήσει την έλλογη γνώση μοχλό ερμηνείας των κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων. Η θετική και η εμπειρική σκέψη, κερδίζουν το πρώτο έδαφος στο προσκήνιο των ιδεών. Ακόμη πιο μετριοπαθής φανερώνεται ο στοχασμός των σοφιστών σε θέματα μεταφυσικής. Επόμενο ήταν ο κόσμος και οι όψεις του να μελετώνται χωρίς την προσφυγή στους θεούς. Την ύπαρξη των τελευταίων, ούτε την αρνούνταν, ούτε όμως και την αποδεχόταν.

Το αρμονικώς ζην, υπήρξε και σωκρατική επιδίωξη. Κάτι τέτοιο είναι ολοφάνερο προπαντός στις απόψεις του Αθηναίου στοχαστή για την πολιτική φιλοσοφία. Προσπαθώντας, λοιπόν, ν' απαντήσει στο ερώτημα ποιος θα έπρεπε να κυβερνά μια πολιτεία, προτείνει τον φιλόσοφο. Μόνον αυτός, διδάσκει, μπορεί ν' ασκεί εξουσία, επειδή ως εκπαιδευμένος διανοητής γνωρίζει το αληθές και το αγαθό. Το κύρος, κατ' επέκταση, της εξουσίας επαφίεται σε μια στάση ζωής, της οποίας η ευστάθεια έχει απόλυτη σχέση με τη χρηστή καλλιέργεια του ήθους.

Κατά τον Πλάτωνα, ο φιλόσοφος οφείλει, ενώ διαβιώνει στην ευνομούμενη πολιτεία, ταυτόχρονα «να φεύγη εντεύθεν» τουτέστιν να είναι αποτραβηγμένος. Ο διανοούμενος, προκειμένου να διατηρεί την πνευματική του ισορροπία, καλόν είναι να συνδυάζει τον ορθολογισμό και τη νομομάθεια με τη μυστική θεωρία και την απορία του πνεύματος. Ευκαιρίας πάλι δοθείσης (Τίμαιος, Νόμοι), ο Πλάτων εδραιώνει την αντίληψη ότι η εύρυθμη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού διαταράσσεται, όταν διεργασίες, όπως η αναπνοή, ο μεταβολισμός κ.λπ., δεν συνάπτονται με άλλες ηθικού περιεχομένου. Ευνόητο είναι πως, όταν η ικανοποίηση των ηδονών δεν γίνεται με μέτρο, τότε τα μέρη της ψυχής («λογιστικόν», «θυμοειδές», «επιθυμητικόν») τελούν εν δυσαρμονία.

Στον Αριστοτέλη το νόημα της αρμονίας απαντάται με τις λέξεις «εντελέχεια» και «μεσότης». Ως εντελέχεια (εν+τέλος έχειν) εννοεί τη δύναμη εκείνη που μορφοποιεί και τελειοποιεί τα όντα. Στις ημέρες μας θα την ταυτίζαμε με την κληρονομικότητα που βασίζεται στο γενετικό κώδικα. Η ύλη λοιπόν δεν δρα αυθόρμητα, αλλά πραγματώνεται στο πλαίσιο κάποιου σκοπού. Η μεσότητα με τη σειρά της, απηχεί τη μετριοπάθεια που επιβάλλεται να επικρατεί ανάμεσα σε ακραίες θέσεις. Ο Αριστοτέλης αποδέχεται ότι μια τέτοια στάση συμπεριφοράς δεν είναι καθόλου εύκολη, μιας και απαιτεί νοητική επάρκεια και συγκράτηση ορμών. Ετσι η αποφυγή της υπερβολής και της έλλειψης βρίσκει απτή εφαρμογή στην καθημερινότητα όπως π.χ. στη διαιτητική, την προσφορά προς τον άλλον, την απόκτηση της αρετής κ.ά.

Στην ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο (3ος αι. π.Χ.) ανήκουν οι κυνικοί (Διογένης ο Σινωπεύς, Αντισθένης, Κράτης, κ.λπ.). Αυτοί πιστεύουν ότι ο άνθρωπος προστατεύει την εσωτερική του αρμονία, απομακρυνόμενος τελείως από θεσμούς, πάτριους δεσμούς και κάθε είδους κομφορμισμό. Οι κυνικοί, γνήσιοι μαθητές του Σωκράτη, αισθάνονται πολίτες όλου του κόσμου και κηρύσσουν την ολιγάρκεια και την αποστροφή στα πολιτισμικά αγαθά. Φιλικά διακείμενοι στην ακτημοσύνη και τη δημόσια παρέκκλιση, πρεσβεύουν πως η ψυχή ιάται απ' τα πάθη της, όταν η κοινωνική ανελευθερία αντικατασταθεί από την ακοινωνική ελευθερία.

Εξίσου σημαντική είναι και η συμβολή των στωικών στο θέμα μας. Γι' αυτούς, το να ζεις σύμφωνα με τη φύση («ομολογουμένως τη φύσει ζην»), δηλαδή με τη λογική, είναι το ύπατο ζωτικό αξίωμα. Με αυτόν τον τρόπο, ο ορθός συλλογισμός αποτελεί γνώμονα βίου, πράγμα που μας βοηθά στην παράκαμψη των συγκινήσεων και των επιθυμιών, οι οποίες φθείρουν την ακέραιη ανάπτυξή μας. Στους στωικούς η σύγχρονη εποχή οφείλει την κληροδότηση των ηθικών υποχρεώσεων, γνωστών ως «καθηκόντων». Την εκπλήρωσή τους τη θεωρούν μάλιστα απαραίτητη προϋπόθεση για να αναγνωρίσουμε τη συμπαντική τάξη, της οποίας η αρμονία στον ανθρώπινο ψυχισμό μεταφράζεται με τον όρο «απάθεια».

Εκείνο που στη συνέχεια προέχει για την επικούρεια σκέψη είναι η καταπολέμηση της αμάθειας, των προκαταλήψεων και των φιλοδοξιών· ενοχλήσεων που προξενούν φόβο. Η «αταραξία», η αταλάντευτη αυτή εσωτερική μας γαλήνη, επιτυγχάνεται με την προσκόλλησή μας στις πνευματικές και όχι στις σωματικές ηδονές. Απατώμαστε, υπογραμμίζει ο Επίκουρος, εάν νομίζουμε ότι η πολυφαγία και η ασωτία οδηγούν στον ορθό βίο. Κάτι τέτοιο διασφαλίζεται μόνο με τη φρόνηση και το νηφάλιο λογισμό. Παροιμιώδες, εξάλλου, έχει παραμείνει το σόφισμά του για την καταπολέμηση του άγχους του θανάτου: «Ενώ ζούμε, ο θάνατος απουσιάζει. Οταν επέρχεται, εμείς έχουμε φύγει».

Ο σκεπτικισμός, από την άλλη, πρεσβεύει (Πύρρων ο Ηλείος, Αρκεσίλαος, Καρνεάδης, Αινεσίδημος, Σέξτος ο Εμπειρικός κ.ά.) ότι η αναστολή κάθε απόφανσης («εποχή») προσδίδει στο πνεύμα τη ζητούμενη ειρήνευση. Σε κάθε αναφυόμενο ζήτημα, στη θέση μιας κατάφασης, προτείνουν το ίδιο το ερώτημα, το οποίο λειτουργεί και ως θεραπευτική αγωγή του νου. Αντιτιθέμενος στο δογματισμό, ο σκεπτικισμός είναι της γνώμης πως αυτός κινείται στο φαύλο κύκλο της στείρας γνώσης. Εκείνο που πράγματι μας λυτρώνει, είναι η παραίτηση από κάθε θεωρητική αναζήτηση. Η ποικιλία, άλλωστε, των απόψεων σχετικά με τις πρώτες αρχές και τις πρώτες αιτίες, δεν μας αφήνει ν' αντιληφθούμε με καθολικότητα τα φαινόμενα. Για το λόγο αυτό, ο σκεπτικισμός θεωρεί έωλη κάθε αποδεικτική διαδικασία και προκρίνει αντί για τη βεβαιότητα, την πιθανότητα. Καθοριστικό, τέλος, στοιχείο για την ευτυχία μας, δεν είναι τα πράγματα -μιας και καθ' εαυτά παραμένουν αδιάφορα- αλλά η ομόνοια των διαθέσεών μας απέναντί τους.

Στα ιδεολογικά ρεύματα του λεγόμενου μέσου στωικισμού (1ος αι. π.Χ.), κυρίαρχη είναι η φυσιογνωμία του Ποσειδώνιου του Απαμέως. Νους πολυμερής και ακαταπόνητος, συνέγραψε σχεδόν για όλους τους κλάδους του επιστητού (από φιλοσοφία μέχρι και μετεωρολογία). Τάσσεται υπέρ της άρρηκτης συνοχής που διέπει το σύμπαν με σοφία και ευταξία. Ο Θεός εκλαμβάνεται ως νοούσα πνοή, πανταχού παρούσα στη φύση, ως είδος ζώντος οργανισμού («συγκίνησις»). Ο Ποσειδώνιος αναφέρεται ξεχωριστά στη μαντική. Εξηγώντας τη, γράφει ότι πρόκειται περί προνομιούχου συνειδησιακής ικανότητας που εκδηλώνεται στον ύπνο ή σε καταστάσεις έκστασης και διαβλέπει την πορεία των γεγονότων. Στο σημείο αυτό, η θέση της αρμονίας είναι βαρυσήμαντη. Η μαντική σχετίζεται ευθέως με τη «συμπάθεια», τους άφθαρτους, με άλλα λόγια, δεσμούς που μορφοποιούν τον κόσμο ως ενιαίο αρμονικό κύκλο.

Κατά τη διάρκεια των πρώτων χριστιανικών αιώνων (της νεότερης στοάς) θα σταθούμε σε δύο φυσιογνωμίες που ξεχώρισαν με την ποιότητα του στοχασμού τους. Τον Επίκτητο και τον Μάρκο Αυρήλιο. Ο πρώτος, στο γνωστό έργο του «Εγχειρίδιον», καλεί τους ανθρώπους να λάβουν επίγνωση των ορίων τους και να δρουν στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους. Ο άνθρωπος, διαμηνύει, βιώνει την έμμετρη ανάπτυξη των ικανοτήτων του τότε μόνον, όταν μαθαίνει να μην εξουσιάζεται από τη φαντασία του. Ως εκ τούτου, η περιφρόνηση σε οποιαδήποτε περίσταση που δε βρίσκεται υπό τον έλεγχό μας, αποτελεί αξιόλογο παράγοντα απόκτησης εσωτερικής γαλήνης και ελευθερίας. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος, στην τελευταία δεκαετία της ζωής του, έγραψε στα ελληνικά το έργο «Τα εις εαυτόν». Εδώ τονίζεται ότι η αφοβία στα εξωτερικά συμβάντα περισώζει την ηθική μας ακεραιότητα. Αναφορικά με την παγκόσμια φύση, τη δέχεται μεν ως πεπερασμένη, πιστεύοντας ότι όλα όσα φαίνονται φθαρτά και γηρασμένα, στο βάθος αναδημιουργούνται και επαναπαράγονται μέσα σ' αυτήν. Αυτό συνιστά, εξάλλου, την αρμονική της ιδιότητα.

Στο νεοπλατωνισμό, το τελευταίο και συνεπέστερο σύστημα του αρχαίου κόσμου (που ξεκινά από τον 3ο μ.Χ. αιώνα), κυριαρχεί το ανάστημα του Πλωτίνου. Διατεινόταν ότι ο κόσμος δεν είναι αποτέλεσμα, αλλά απορροή από το Ενα, την απόλυτη αυτοαρχή. Επειδή όμως η αρχή αυτή είναι γνωστικά ασύλληπτη, η ένωσή της με τον άνθρωπο κατορθώνεται μόνο μέσω της ασκητικής κάθαρσης της ψυχής. Απαραίτητος όρος για κάτι τέτοιο είναι η απαλλαγή της από τα υλικά συνοδευτικά. Ο κόσμος, κατά τον Πλωτίνο, είναι καλαίσθητος και σωστά διατεταγμένος, σύμφωνα με τους αιώνιους νόμους (Εννεάδες, ΙΙ, 9, 16). Προσθέτει, ότι είναι αδύνατον να υπάρξει μουσικός που να μη συγκινείται από το άκουσμα της αρμονίας των αισθητών φθόγγων, τη στιγμή που γνωρίζει τη συμμετρία των αντίστοιχων νοητών. Με το αυτό σκεπτικό, συνεχίζει, κάποιος που ξέρει καλά γεωμετρία και αριθμητική, είναι εύλογο να ευχαριστιέται βλέποντας ιδίοις όμμασι την κρατούσα γήινη τάξη και αναλογία.

Τόσο οι επιμέρους συμπτώσεις όσο και οι διαφοροποιήσεις των απόψεων που προηγήθηκαν αναφορικά με την αποτύπωση της ταυτότητας της «αρμονίας», είναι ενδεικτικές της ελευθερίας στην οποία κινήθηκε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Είναι παράλληλα φανερό πως όταν ο φιλοσοφικός λόγος στο εγχείρημά του αυτό, προβάλλει κατηγορίες με μεγάλη γενικότητα περιεχομένου, στην πραγματικότητα δημιουργεί κανόνες στη θέση της αρχικής ακαταστασίας. Η ιδέα, λ.χ., της φυσικής, διαδοχικής τάξης των όντων, αντικαθιστώντας τη μυθική κοσμογονία, ξεκίνησε με τη φυσιοκρατία της Μιλήτου, συνεχίσθηκε με τον Ξενοφάνη και τους Ελεάτες, και «νομιμοποιήθηκε», λίγο πριν από την άνθηση του σοφιστικού κινήματος: με τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο.

Η ατομική μάλιστα θεωρία προχώρησε ακόμη παραπέρα διαμορφώνοντας ένα παράδοξο, για το νόημα της αρμονίας, θεώρημα. Εξέφρασε την πιθανότητα ότι αυτή προκύπτει όχι ως αποτέλεσμα κάποιας δημιουργικής σκοπιμότητας στο Σύμπαν, αλλά ανάλογα με το δείκτη προσαρμοστικότητας κάθε όντος στο περιβάλλον. Η παραστατική, εξάλλου, βιωσιμότητα μιας τέτοιας επιχειρηματολογίας επιβεβαιώνεται, σε μεγάλο βαθμό, στον τρόπο επικράτησης των εκάστοτε επιστημολογικών θεωριών, από το 17ο αιώνα και μετά.

Εάν τελικά αληθεύει ο ισχυρισμός ορισμένων, ότι υπάρχει περίπτωση η αρχαία ελληνική σκέψη να επηρεάστηκε από δόξες της Ανατολής (σύμφωνα με τις οποίες και ο σκεπτικιστής Πύρρων από Ινδούς σοφούς), κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να μας πτοεί. Ισα ίσα όφειλε να μας προβληματίζει θετικά για το μέγεθος της ιδεολογικής ευρυχωρίας της πνευματικής μας παρακαταθήκης. Η τελευταία, κατά κανόνα, αποδεικνύεται λυσιτελής, όταν η νόηση συνυφαίνεται ιδίως με δογματικές αντιπαραθέσεις και προσηλώνεται στη μονομέρεια.

Δεν υπάρχει δεν μπορώ... υπάρχει δεν θέλω

Κι όλο θέλεις να ρίχνεις το φταίξιμο αλλού. Κι όλο λες πως κάποιος άλλος φταίει για ό,τι σου συμβαίνει. Κι όλο λες πως οι συγκυρίες σε έφεραν εδώ που είσαι. Και δεν βλέπεις πως ο μόνος «φταίχτης», είσαι εσύ.

Ο μόνος που ορίζεις τη ζωή σου, είσαι εσύ. Ο μόνος που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στην ζωή σου, είσαι εσύ. Κανείς άλλος δεν έχει αυτή τη δύναμη. Μόνο αν του τη δώσεις.

Ένας από τους πιο αγαπημένους ανθρώπους μου σε τούτη τη ζωή, μου έλεγε πάντα από μικρή: «Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω». Και όσο μεγαλώνω τόσο περισσότερο καταλαβαίνω πόση δύναμη μπορεί να έχει μια φράση, που στα παιδικά αυτιά μου φαινόταν απλώς μια ακόμη αδιάφορη διδαχή.

Όταν λες «δεν μπορώ», δεν αφήνεις κανένα περιθώριο βελτίωσης της κατάστασης. Αφήνεις τους άλλους ή τις καταστάσεις να σε εξουσιάζουν. Το να πιστεύεις πως είσαι ανίκανος να κάνεις κάτι -λέγοντας δεν μπορώ- είναι ο καλύτερος τρόπος για να πληγώσεις την αυτοπεποίθησή σου. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να παρατήσεις τα όνειρά σου και τον σκοπό για τον οποίο έχεις έρθει εδώ.

Μην πιστέψεις ποτέ πως δεν μπορείς. Η αλήθεια είναι πως απλώς δεν θέλεις.

Και αφού λοιπόν συμφωνούμε πως δεν θέλεις, βρες τι είναι αυτό που θέλεις!

Κυνήγα το! Αγάπα το! Πίστεψέ το και κάν΄το πραγματικότητα.

Δεν υπάρχει δεν μπορώ. Υπάρχει δεν θέλω. Και αυτή είναι η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ. Και σου την δίνω και εγώ με όλη μου την αγάπη. Βγες εκεί έξω και ανακάλυψε αυτό που θέλεις. Άπλωσε το χέρι σου και πάρ’το! Κάνε τον κόσμο καλύτερο και την ψυχή σου ισορροπημένη. Μπορείς. Αλλά το θέμα είναι… θέλεις;

Ατενίζοντας το φόβο της απεξάρτησης

Ενώ από μικράς ηλικίας προετοιμαζόμαστε, όταν ενηλικιωθούμε, να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, εντούτοις μόλις έρθει η ώρα, διστάζουμε.

Ο δισταγμός σιγά- σιγά μετατρέπεται σε φόβο, ο φόβος σε συνήθεια, η συνήθεια σε στάση ζωής και τελικά ''περιφερόμαστε'' μες στις ώρες μας, και ψάχνουμε εναγωνίως να βρούμε ένα ''χέρι'' να στηριχτούμε, γιατί δεν μπορούμε μόνοι μας.

Αυτή η (ψευδ)αίσθηση γεννά την εξάρτηση ή μάλλον πολλές εξαρτήσεις. Για να αισθανόμαστε και λίγο υποφερτά, δώσαμε κι ονόματα.

Ας πούμε τις βαπτίσαμε: «Αγάπη», «συντροφικότητα»,«τρυφερότητα»,«φιλία», «πάθος», «έρωτα», κ.λ.π.

Τι καταφέραμε; Απλούστατα, δημιουργήσαμε ''φοβισμένες'' κι αδύναμες ψυχές, που με κτητικό και εγωπαθή τρόπο, αναζητούν το νόημα της ύπαρξής τους, υπολογίζοντας κατά κόρον στην ''αρωγή'' των άλλων.

Επί της ουσίας όμως, είναι τόσο μόνες…

Είναι να τις λυπάται κανείς. Η ''ευσπλαχνία'' από μόνη της, στην περίπτωση αυτή δεν βοηθάει.

Αυτό ίσως που θα είναι χρήσιμο, για το καλό όλων μας, είναι να αποτινάξουμε από μέσα μας το αίσθημα της ανημπόριας και να τολμήσουμε αυτό που φοβόμαστε.

Μόνο έτσι, ''απομυθοποιείται'' ο 'φόβος', μόνο έτσι μπορούμε να γίνουμε αυτάρκεις και αυτεξούσιοι, μόνο έτσι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις να απεξαρτηθούμε απ' όλους κι απ' όλα και να γίνουμε ''αυτοεξαρτώμενοι''.

Γιατί μόνο έτσι θα πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και θ' αναλάβουμε τις ευθύνες μας.

Ο δρόμος αυτός, αν και δύσκολος, δεν είναι ''απάτητος''.

Αν το δοκιμάσουμε, πιθανότατα θα μας δώσει τη δυνατότητα να γίνουμε ολοκληρωμένα ''πρόσωπα'', που γνωρίζουν ότι στη ζωή, όλα είναι επιλογές κι όχι ''πρέπει'', και σε ότι αφορά την Αγάπη, την διεκδικείς και δε σου τη χρωστά κανείς.

Κι ένα τελευταίο: Για να απολαύσεις τη θέα της κορυφής, πρέπει να ανέβεις το ύψωμα, μόνος/η σου.

Κάτι αντίστοιχο δηλαδή, που συμβαίνει.... και στην πραγματική ζωή.

ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥΣτο Θέατρο της Ζωής
Αν θέλαμε να δώσουμε ένα πραγματικό ορισμό της Ζωής, που να μπορεί να συμπεριλάβει «κάθε μορφή ζωής», θα έπρεπε να ορίσουμε την Ζωή σαν Κίνηση Μεταβολή, Εξέλιξη και Επιστροφή (Θα εξηγήσουμε πιο κάτω γιατί συμπεριλαμβάνουμε σε αυτό τον ορισμό την «επιστροφή»). Αυτό δεν είναι ένας γενικός ορισμός, τόσο ευρύς που μπορεί να τα χωρέσει όλα. Αντίθετα, από την άλλη μεριά μπορεί να είναι περιοριστικός αφού αποκλείει από την ζωή ό,τι δεν αλλάζει: Αυτό σημαίνει πολύ απλά τρία πράγματα:
 
Πρώτον η Ζωή είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, συνδυασμός στοιχείων και συνεχής αλλαγή των σχέσεών τους που εμφανίζεται σαν εξέλιξη.
 
Δεύτερον η Ζωή είναι μια Διαρκής Αλλαγή (τουλάχιστον όπως εμφανίζεται).
 
Τρίτον Ολόκληρη η Ύπαρξη (αόρατη και ορατή) είναι ζωντανή. Το ορατό σύμπαν είναι όλο (σχεδόν) ζωντανό.
 
Η Ζωή είναι Μια Διαρκής Αλλαγή χωρίς τίποτα σταθερό: Θα έπρεπε να μιλάμε για Ρεύμα Ζωής κι όχι για φαινόμενο ζωής, όντα, για ζωντανά πλάσματα, κλπ. (γιατί είναι ανακριβείς όροι).
 
Που όμως Ξεκινάει το Ρεύμα της Ζωής; Κι υπάρχουν πραγματικά στεγανά χωρίσματα ανάμεσα στις διάφορες μορφές της Ζωής; Μεταβολή υπάρχει στην Ίδια την Επίγνωση. Αλλαγή υπάρχει στην Σκέψη. Διαφοροποίηση υπάρχει στην Δύναμη της ζωής. Και συνεχής ροή και εξέλιξη υπάρχει στα φαινόμενα της αντίληψης και των κόσμο των αισθήσεων: Υπάρχουν πολλοί Κόσμοι κι Επικοινωνούν μεταξύ τους κι αλληλοπεριέχονται κι αλληλοεπιδρούν.
 
Αν και οι θρησκευτικές παραδόσεις μιλούν, εδώ και χιλιάδες χρόνια, για Αόρατους Κόσμους, εντούτοις κανένας δεν μπορεί να αποδείξει ή να πείσει κάποιον (παρεκτός με την λογική των επιχειρημάτων) ότι υπάρχουν αυτοί οι Κόσμοι, ο Κόσμος της Ενότητας της Κοσμικής Συνείδησης, ο Νοητικός Κόσμος του Πλάτωνα, ο Αστρικός Κόσμος των Αποκρυφιστών. Ακόμα ακόμα και η Υπερφύση κάποιων επιστημόνων που βλέπουν ότι η ζωή δεν μπορεί να κλειστεί μέσα στα στενά βιολογικά όρια.
 
Πως Εκδηλώνεται στην πραγματικότητα η Ζωή; Μέσα σε ένα Ομοιογενές Ενεργό Περιβάλλον υπάρχει ένας συνδυασμός στοιχείων σε ένα μέρος του περιβάλλοντος κι ένας πρώτος διαχωρισμός από το περιβάλλον, ένα «κέντρο ζωής», μια ατομική μορφή που διαχωρίζεται από το περιβάλλον και αλληλοεπιδρά με το περιβάλλον. Αυτή είναι η Βασική Αρχή της Ζωής πάνω στην οποία θα σχεδιάσει η Ζωή ξανά και ξανά όλες τις ατομικές μορφές και θα δημιουργήσει όλα τα ατομικά όντα. Αυτό συμβαίνει τόσο στους Ανώτερους Αόρατους Κόσμους κι αυτό συμβαίνει και στο υλικό σύμπαν, τόσο σε μακροσκοπικό επίπεδο όσο και στον μικρόκοσμο.
 
Στο υλικό σύμπαν θεωρητικά (άρα λογικά, άρα πιθανά) υπάρχουν αμέτρητες μορφές ζωής. Ολόκληρο το σύμπαν είναι σε κίνηση και σε εξέλιξη. Το Ιδανικό Περιβάλλον που θα επέτρεπε την ανάδυση των ατομικών μορφών ζωής δεν είναι κατ’ ανάγκη το ίδιο με αυτό της γης. Η υλική, η ενεργειακή ή βιολογική βάση και ζωή κάλλιστα μπορεί να είναι διαφορετική από αυτή της γήινης ζωής. Υπάρχουν «εξωτικές» μορφές ζωής. Ίσως όντα από ενέργεια ή φτιαγμένα από διαφορετικά στοιχεία από αυτά της γης και που ζουν σε τελείως διαφορετικό περιβάλλον… Και αν η Επίγνωση (η Συνείδηση) έχει εξωυλική προέλευση γιατί δεν θα μπορούσε η Συνείδηση να εκδηλωθεί μέσα σε τέτοια όντα;…
 
Ακόμα ακόμα υπάρχουν εκατομμύρια πλανήτες στους αμέτρητους γαλαξίες που έχουν συνθήκες παρόμοιες με αυτές της γης. Γιατί λοιπόν η γήινη ζωή (όπως την ορίζουμε) να αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στο σύμπαν; Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι ζωή ανάλογη με την γήινη έχει αναπτυχθεί σε εκατομμύρια πλανήτες. Το γεγονός ότι το μέγεθος του σύμπαντος είναι πολύ μεγάλο και οι δυνατότητες των όντων πολύ περιορισμένες και δεν επιτρέπουν την επικοινωνία δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν όλοι αυτοί οι «πολιτισμοί».
 
Έτσι, φαντάζει, το λιγότερο ηλίθιο να ισχυρίζεται κάποιος ότι ο άνθρωπος είναι το μοναδικό δημιούργημα Κάποιου Θεού, ότι η ανθρώπινη ιστορία είναι ανεπανάληπτη, ότι τέλος πάντων όλα αυτά που συμβαίνουν εδώ στη γη δεν συμβαίνουν πουθενά αλλού. Τι φαντασία!
 
Επίσης το να λένε οι οπαδοί των θρησκειών ότι η γη είναι ο μοναδικός ζωντανός πλανήτης κι ότι εδώ ήρθε Κάποια Ενσάρκωση του Θεού, ο Βούδας, ο Χριστός για να σώσουν το (μοναδικό υποτίθεται) ανθρώπινο είδος είναι επίσης η μεγαλύτερη ανοησία που διατυπώθηκε ποτέ από άνθρωπο. Αυτό δεν έχει να κάνει τίποτα, βεβαίως, με τους Μεγάλους Διδασκάλους της Ανθρωπότητας, τους Οποίους (όλους ανεξαιρέτως) Σεβόμαστε, Τιμούμε, κι Ακολουθούμε (σε Ό,τι Δίδαξαν). Αναφερόμαστε σε αυτούς που εκμεταλλεύονται το Όνομα των Διδασκάλων, που θεωρούν το Θεό Ιδιοκτησία τους και αυτοχαρακτηρίζονται σαν αντιπρόσωποί του στη γη. Σιγά, Αυτός που Είναι Πανταχού Παρών, να μην χρειάζεται «μεσολαβητές». Τι θράσος!
 
Άραγε ο Κρίσνα, ο Βούδας, επισκέφτηκαν και τα εκατομμύρια πλανήτες που κατοικούνται στο σύμπαν; Ή μήπως πρόκειται να τους επισκεφτούν στο μέλλον; Ή μήπως όλοι αυτοί οι πλανήτες δεν έχουν σημασία για τον Θεό και μόνο η γη έχει σημασία;… Για όνομα του Θεού, δεν ασεβούμε απέναντι στους Διδασκάλους, απλά ειρωνευόμαστε τους επιχειρηματίες της θρησκείας που το μόνο που υπερασπίζονται είναι όχι η Αλήθεια αλλά τα προνόμιά τους… Καλά υπάρχει σοβαρός άνθρωπος που να πιστεύει ότι ο Δαλάι Λάμα ή ο Πάπας η οποιοσδήποτε άλλος  θρησκευτικός ηγέτης εκπροσωπεί κάτι περισσότερο από το μικρό εγώ του; Η δράση τους αποδεικνύει τι είναι αυτοί οι άνθρωποι.
 
Καθίστε, αγαπητοί φίλοι, κι αναλογιστείτε, όλοι αυτοί οι θεματοφύλακες της «Γνώσης» στα πανεπιστήμια και στα σχολεία και στην κοινωνία τι ανοησίες κάθονται και διδάσκουν τους νέους ανθρώπους που έρχονται στη ζωή… Αναλογιστείτε, ποια Φυσική Ιστορία διδάσκουν, ποια Ιστορία Πολιτισμού, ποια Πολιτική Ιστορία, Ποια Δικαιοσύνη, ποια Θρησκεία… Με τα πανεπιστήμια και τα σχολεία, με τα μέσα μαζικής αποβλάκωσης, με την παραπληροφόρηση και την κοινωνική προπαγάνδα κατασκευάζουν πειθήνιους ηλίθιους… Όχι ότι αυτοί που μετέχουν της εξουσίας και του πλούτου έχουν περισσότερη νοημοσύνη, αλλά σίγουρα ζουν καλύτερα από τις εξαθλιωμένες μάζες, που αυτοί εξαθλιώνουν, ακριβώς για να ζουν αυτοί καλύτερα. Όμορφη κοινωνία, Έννομη, Δημοκρατική, Ειρηνική και Ήσυχη! Σαν τα μαντριά στην επαρχία!
 
Ασφαλώς ο Άνθρωπος Έχει Ένα Βάθος Ύπαρξης Απροσμέτρητο (που Οφείλει να Διερευνήσει για να Συνειδητοποιήσει την Αληθινή Ουσία του, την Πραγματική Φύση του)…
 
Ασφαλώς ο Άνθρωπος Πρέπει να Ακολουθήσει το Μονοπάτι της Αυτογνωσίας για να μάθει όχι μόνο τι Είναι Αυτός ο Ίδιος αλλά και τι είναι ο εξωτερικός κόσμος…
 
Ασφαλώς ο Άνθρωπος και Όντα ανάλογα στα εκατομμύρια κατοικημένους πλανήτες του σύμπαντος μαθαίνουν και εξελίσσονται, άλλοι πιο μπροστά, άλλοι πιο μετά…
 
Αλλά το να περιορίζουμε την Ζωή την ιστορία, τον πολιτισμό μόνο στον ασήμαντο πλανήτη της γης αυτό δεν είναι απλά ηθελημένη άγνοια, καταντά πραγματικά πρόκληση στη νοημοσύνη μας, ένα χονδροειδές αστείο. Μόνο που δεν γελάμε!

Διέξοδος στο ΑΔΙΕΞΟΔΟ του νου

Αποτέλεσμα εικόνας για Διέξοδος στο ΑΔΙΕΞΟΔΟ του νουΗ ΦΥΣΗ, η Πραγματικότητα, η Ύπαρξη, η Ζωή, Είναι Αντίληψη, Αντίληψη Ελεύθερη Απεριόριστη Αιώνια… που Εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, τρόπους που «παράγουν» όλα τα φαινόμενα της ύπαρξης… Λειτουργεί πάντα στο επίπεδο του είναι, του συμβαίνειν. Σε αυτή την περίπτωση η Αντίληψη Είναι Ελεύθερη ή είναι περιορισμένη – αυτά είναι απλά φυσικά περιστατικά, συμβάντα…

Όταν η Αντίληψη Αντιλαμβάνεται την Φύση της και την Λειτουργία της, διαχειρίζεται όλες τις καταστάσεις – και της Ελευθερίας και των περιορισμών – με τον ίδιο τρόπο, σαν συμβάντα. Λειτουργεί Ελεύθερα, χωρίς εμπόδιο, σκέφτεται, συναισθάνεται, αισθάνεται, δρα, χωρίς εμπόδιο… μέσα στην Αντίληψη της Ελευθερίας και της Ενότητας της Ύπαρξης…
.
Όταν Αυτή η Ίδια (η Απόλυτη) Αντίληψη «γίνεται» σκέψη, τότε δημιουργείται αυτόματα ένας παρατηρητής που καθίσταται υποκείμενο διακρίνοντας τον εαυτό από το άλλο, το αντικειμενικό και παγιώνεται σε ένα εγώ μέσα και απέναντι στον κόσμο. Σε αυτή την περίπτωση η Αντίληψη είναι περιορισμένη μέσα σε αυτή την διαδικασία κι αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα μέσα από ένα «κέντρο» παρουσίας κι ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από αυτή την οπτική.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση (είτε μιλάμε απλά για ένα ον στον χώρο της ύπαρξης, είτε για ένα ενσωματωμένο ον, έναν άνθρωπο στη γη, είναι το ίδιο) η Αντίληψη είναι εγκλωβισμένη μέσα στον παρατηρητή, μέσα στο εγώ κι αντιλαμβάνεται μέσα από την διαδικασία της σκέψης την πραγματικότητα – έχει μια εικόνα της πραγματικότητας – ή αλλιώς μεταφέρει τα υπάρχοντα, τα συμβαίνοντα, σε ένα θεωρητικό-λογικό-συμβολικό επίπεδο και γλώσσα. Δεν αντιλαμβάνεται άμεσα την Πραγματικότητα, τα συμβαίνοντα, αλλά τα «σκέφτεται».

Το Πρόβλημα λοιπόν που έχει το ον στην συγκεκριμένη περίπτωση (που είναι παρατηρητής, υποκείμενο, εγώ) δεν είναι πρόβλημα της Φύσης του (που έτσι κι αλλιώς Είναι Πάντα Αναλλοίωτη Και Παρούσα – σαν Αντίληψη), είναι πρόβλημα «λειτουργίας». Η Αντίληψη (η Παρούσα Αντίληψη) λειτουργεί μέσα από την περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία της σκέψης κι αντιλαμβάνεται (σε θεωρητικό-λογικό-συμβολικό-λεκτικό επίπεδο) ότι είναι εγκλωβισμένη στην διαδικασία της σκέψης (στον παρατηρητή, στο υποκείμενο, στο εγώ).

Αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει ένα Πέραν, Ένας Ελεύθερος Χώρος, ο Χώρος της Πραγματικότητας, της Αλήθειας, της Φώτισης, που δεν μπορεί να προσεγγίσει μέσα από προσπάθειες. Κι αντιλαμβάνεται ακόμα ότι όντας μέσα στην διαδικασία της σκέψης, όσα προσπαθεί και κάνει οδηγούν στην δημιουργία παρατηρητή, υποκειμένου, εγώ. Ό,τι κι αν κάνει στην πραγματικότητα είναι σκέψη. Η Αντίληψη ενός Πέραν της σκέψης, είναι επίσης σκέψη. Η προσπάθεια διαφυγής είναι επίσης σκέψη, η παραίτηση είναι επίσης σκέψη, ό,τι κι αν συμβαίνει είναι σκέψη (κι εδώ «τρελαίνεσαι»…).

Στην πραγματικότητα, τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτό το ον (που μπορεί να είναι ο καθένας μας); Δηλαδή τι συμβαίνει στα όντα, στους ανθρώπους; – γιατί όλα τα όντα σχεδόν είναι σε αυτή την κατάσταση.

Το πρόβλημα που έχει το ον δεν είναι Πρόβλημα Φύσης: να είναι, να γίνει κάτι, να πραγματοποιήσει κάτι.

Πρόκειται καθαρά για ένα πρόβλημα θεωρητικό, πρόβλημα της ίδιας της σκέψης που οφείλεται στην «φύση της σκέψης», η οποία είναι μια περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία. Από την στιγμή που τίθεται το κέντρο παρατήρησης, το υποκείμενο, το εγώ, αυτό το εγώ διαχωρίζεται από το Απεριόριστο. Ο ίδιος ο παρατηρητής νοιώθει διαχωρισμένος. Αντιλαμβάνεται και τοποθετεί την Πραγματικότητα Πέραν τον ορίων του (σαν Ελευθερία, Φώτιση, κλπ.), αλλά αυτό είναι μια «σκεπτοσύλληψη». Όσες προσπάθειες κι αν κάνει να ξεπεράσει τα όριά του - επειδή ακριβώς οι προσπάθειες γίνονται από τον παρατηρητή – αποτυγχάνουν, παραμένει μέσα στα όρια του παρατηρητή.

Πως λοιπόν ο παρατηρητής μπορεί να ελευθερωθεί; Πως μπορεί να ξεπεράσει τα όριά του; τον εαυτό του; πως μπορεί να πάει Πέραν του εγώ; Πρόκειται για ένα καθαρά (όχι Φυσικό αλλά) λογικό πρόβλημα. Απλά επειδή ο παρατηρητής είναι ο περιορισμός δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό του, να γίνει Απεριόριστος: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.

Εφόσον ο παρατηρητής τοποθετεί την Πραγματικότητα, την Φώτιση, Πέραν του παρατηρητή – στο Άγνωστο , το Ελεύθερο, το Απεριόριστο – δεν μπορεί να το Φτάσει: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.
Αλλά αυτό ακριβώς δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Ο παρατηρητής δεν μπορεί να αυτοκαταργηθεί, γιατί και πάλι θα είναι ο παρατηρητής που «καταργείται» - πάλι ο παρατηρητής (καταλαβαίνετε σε τι φαύλο κύκλο είμαστε «μπλεγμένοι»;).

Άρα το πρόβλημα να ελευθερωθεί ο παρατηρητής είναι ένα λογικό πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που δεν λύνεται, που δεν χρειάζεται να λυθεί: ένα ψευτοπρόβλημα: ο παρατηρητής δεν μπορεί να ελευθερωθεί γιατί αυτός ο ίδιος είναι ο περιορισμός, η μη-ελευθερία. Σε ένα ψεύτικο πρόβλημα δεν μπορείς να δώσεις λύση. Απλά αναγνωρίζεις ότι πρόκειται για ένα ψεύτικο πρόβλημα. Η λύση δεν μπορεί να δοθεί στα πλαίσια του παρατηρητή, της σκέψης, γιατί όλα είναι σκέψη – παρατηρητής.

Η Λύση που Πρέπει να Δοθεί στο Πρόβλημα του Όντος είναι Φυσική, όχι λογική (στα πλαίσια της σκέψης): Απλά πρέπει να πάψει να υπάρχει ο παρατηρητής – αλλά αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Αυτό πρέπει να γίνει στο Φυσικό Πεδίο, όχι στο χώρο της σκέψης, της δραστηριότητας, του χρόνου.
.
Η Αντίληψη Είναι Αυτή που Είναι, Ελεύθερη Απεριόριστη Αιώνια – η Αίσθηση Παρουσίας.
Η σκέψη (η διαδικασία δημιουργίας του παρατηρητή) δεν είναι παρά μια φυσική λειτουργία όπως η συναίσθηση, η εξωτερική αίσθηση ή η σωματική δραστηριότητα. Η σκέψη ελέγχεται με την Βούληση, δημιουργείται ή αποδομείται κατά βούληση.

Και στην περίπτωση που είμαστε εγκλωβισμένοι στην σκέψη, πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει διέξοδος μέσα στην σκέψη. Πρέπει να «σταματήσουμε», να «απαγκιστρωθούμε» από όλο αυτό, να Παρατηρήσουμε Ήρεμα, τι συμβαίνει πραγματικά, την ίδια την διαδικασία της σκέψης, πως αναδύεται, πως οικοδομείται, πως οδηγεί στο αδιέξοδο… να πάρουμε τον έλεγχο, να μάθουμε να χειριζόμαστε την λειτουργία: Να μπορούμε κατά βούληση να παραμένουμε Ήρεμοι σε μια Αντίληψη χωρίς παρατηρητή ή να γινόμαστε σκέψη, παρατηρητής, κατά βούληση. Στην πραγματικότητα είναι – ή θα έπρεπε να είναι – τόσο εύκολο όσο το να κλείνουμε την παλάμη μας σε γροθιά ή να την ανοίγουμε και χάνεται η γροθιά. Η σκέψη είναι μια διαδικασία –μια κίνηση – όπως το σφίξιμο της γροθιάς. Η σκέψη δεν είναι μια μόνιμη ή σταθερή ή τρομερή διαδικασία που δεν μπορούμε να ελέγξουμε με φυσικό τρόπο (να δομείται ή να διαλύεται), είναι σαν την κίνηση του χεριού μας, τόσο απλά, τόσο εύκολα.
.
Η Αντίληψη (που στην πραγματικότητα τα Αγκαλιάζει Όλα) Είναι Φυσικό Γεγονός (που Βιώνουμε). Ζούμε Πραγματικά στο Χώρο του Είναι, των Αληθινών Συμβάντων. Είμαστε Ελεύθεροι (με Αντίληψη Ελεύθερη Απεριόριστη Ανοιχτή Χωρίς Εμπόδια) ή είμαστε περιορισμένοι – σκεφτόμαστε, εικονοποιούμε την Πραγματικότητα, ονειρευόμαστε. Αυτά είναι Φυσικά Περιστατικά (και το ένα και το άλλο).

Όταν «εισερχόμαστε» στο χώρο της σκέψης φανταζόμαστε ό,τι θέλουμε, Θεούς, Φωτισμούς, σκλαβιές, προσπάθειες, θρησκευτικές δραστηριότητες – όλο αυτό το «θέατρο», το διανοητικό σκουπιδαριό. Όλα αυτά όμως είναι στο χώρο της σκέψης, είναι φαντασία κι είναι αδιέξοδα και μέσα από εκεί δεν υπάρχει διέξοδος, γιατί το περιορισμένο δεν έχει διέξοδο, δεν μπορεί να γίνει Απεριόριστο.

Πρέπει να πάψει να υπάρχει το περιορισμένο – η σκέψη, ο παρατηρητής – για να Υπάρξει το Απεριόριστο. Αυτή Είναι η Μόνη Φυσική Δράση. Διαλύεται το περιορισμένο (με φυσικό τρόπο, με την Βούληση) επειδή ακριβώς αναγνωρίζεται η «φύση» του κι Αναδύεται το Απεριόριστο, το Ελεύθερο, η Αλήθεια της Πραγματικότητας.

Δεν μπορούμε να ψάχνουμε για τη χαρά όπως ψάχνουμε για ένα χαμένο ρούχο

Μόνο ανόητοι άνθρωποι είναι δυνατό να πιστεύουν ότι θα έχουν αδιάκοπα την ευτυχία, ή ότι θα τη διαφυλάξουν πάντα από τη στιγμή που θα την ανακαλύψουν. Η ευτυχία ήταν και είναι πάντοτε ένα παράγωγο κάποιου συναισθήματος ή κάποιας πράξης. Αλλά, παρόλο που το ξέρουμε αυτό, πάρα πολλοί άνθρωποι σπαταλούν τη ζωή τους σε μια εναγώνια αναζήτηση της ευτυχίας, σ’ ένα αδιάκοπο κυνηγητό της χαράς. Παραπονούμαστε ότι οι σχέσεις μας είναι ανιαρές. Ενεργούμε σαν να πρόκειται αυτά τα πράγματα να βρίσκονται κάπου εκεί έξω. Σπάνια συμβιβαζόμαστε με την ιδέα ότι η ευτυχία είναι μέσα σε μας.

Ο Δανός φιλόσοφος Σόρεν Κίρκεργκωρ αναγνώριζε ότι όταν «ένας άνθρωπος, που σαν φυσική ύπαρξη στρέφεται πάντα προς τα έξω, πιστεύοντας ότι η ευτυχία του βρίσκεται έξω απ’ αυτόν, τελικά στραφεί προς τα μέσα και, ανακαλύψει ότι η πηγή είναι εντός του», τότε βρίσκεται μπροστά σε μια από τις μεγάλες ενοράσεις της ζωής.

Δεν μπορούμε να ψάχνουμε για τη χαρά όπως ψάχνουμε για ένα χαμένο ρούχο. Την ευτυχία μας τη δημιουργούμε εμείς. Την προσδιορίζουμε για τον εαυτό μας και τη βιώνουμε με το δικό μας μοναδικό τρόπο. Κανένας δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος για λογαριασμό μας, ούτε να μας πει τι θα μας έκανε ευτυχισμένους- παρόλο που οι συνάνθρωποί μας αυτό προσπαθούν πάντα να κάνουν.

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι πέφτουμε στις παγίδες των φωτεινών δρόμων που μας πείθουν ότι η ευτυχία μας βρίσκεται στο κατάλληλο ποτό, στο αστραφτερό αυτοκίνητο, στο αρωματισμένο αποσμητικό, στα υγιεινά δημητριακά, στα πρόχειρα φαγητά. Ακόμα και οι πιο έξυπνοι και γνωστικοί ανάμεσά μας δελεάζονται από τις φανταχτερές τηλεοπτικές διαφημίσεις και είναι έτοιμοι να πιστέψουν ότι μπορεί και η δική τους ζωή ν’ αλλάξει, αρκεί ν’ αλλάξουν μάρκα οδοντόκρεμας.

Νομίζουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που θα μπορούσε να μας φέρει την ευτυχία, αν εμείς δεν αποφασίζαμε ποιο πράγμα θα μας έκανε ευτυχισμένους. Στην πραγματικότητα, όμως, οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο θα εξακολουθούσαν να παραμένουν ευτυχισμένοι ακόμα κι αν δεν τους έμεινε τίποτε άλλο εκτός από τη ζωή.

Επιβεβαιώθηκε από μια νέα μελέτη η κοσμολογική σταθερά του Αϊνστάιν

Αποτέλεσμα εικόνας για Επιβεβαιώθηκε από μια νέα μελέτη η κοσμολογική σταθερά του ΑϊνστάινΤα αποτελέσματα που προέκυψαν από παρατηρήσεις που πραγματοποιήθηκαν με το Τηλεσκόπιο των 10 μέτρων του Νότιου Πόλου (SPT), φαίνεται να επιβεβαιώνουν τη φύση της σκοτεινής ενέργειας, ότι δηλαδή η κοσμολογική σταθερά του Αϊνστάιν είναι πραγματική, και ότι επίσης βρίσκονται κοντά στον υπολογισμό της ακριβούς μάζας όλων των τύπων των νετρίνων .

Αυτά τα στοιχεία είναι ακόμη πιο εντυπωσιακά αν λάβουμε υπόψη ότι ο όγκος των δεδομένων του SPT σε αυτή τη μελέτη είναι ένα κλάσμα μόνο του συνόλου των δεδομένων που λήφθηκαν από το τηλεσκόπιο μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η έρευνα έλαβε υπόψη τις πληροφορίες σχετικά από 100 μόνο από τα 500 σμήνη των γαλαξιών, που ανέλυσε το Παρατηρητήριο.

Οι επιστήμονες, που ανήκουν στο Κέντρο για την Αστροφυσική του Χάρβαρντ (CfA), λένε ότι τα νέα αποτελέσματα είναι πολύ σημαντικά, επειδή φαίνεται να επιβεβαιώνουν ότι η σκοτεινή ενέργεια είναι πράγματι αληθινή και ότι οφείλεται στην ενέργεια του κενού. Οι αστροφυσικοί πιστεύουν ότι η σκοτεινή ενέργεια είναι η αιτία που της ολοένα και πιο γρήγορης διαστολής του Σύμπαντος.

Αν αυτή η επιτάχυνση δεν υπήρχε, τότε το Σύμπαν θα έπρεπε να είχε αρχίσει να καταρρέει πάλι στον εαυτό του – κάτω από τη δύναμη της βαρύτητας – πολύ καιρό πριν. Αντί όμως η διαστολή να επιβραδύνεται, αυτή έχει έναν επιταχυνόμενο ρυθμό, γεγονός που είναι αδύνατο κάτω από το πρίσμα όσων γνωρίζουμε σήμερα για τους νόμους της φυσικής (εκτός κι εάν υπάρχει μια άλλη άγνωστη δύναμη που συμμετέχει σε αυτή την επιταχυνόμενη διαστολή).

"Όταν θα έχουμε τα πλήρη στοιχεία του SPT θα είμαστε σε θέση να βάλουμε εξαιρετικά αυστηρούς περιορισμούς για τη σκοτεινή ενέργεια και, ενδεχομένως, να καθορίσουμε τη μάζα των νετρίνων," ανέφερε ο Bradford Benson από το Ινστιτούτο Kavli για την κοσμολογική φυσική στο Σικάγο.

Ο Bradford Benson παρουσίασε τα αποτελέσματα του SPT κατά τη συνάντηση της Αμερικανικής Ένωσης Φυσικής στην Ατλάντα. Ο ίδιος εξήγησε ότι τα δεδομένα από το τηλεσκόπιο του Νότιου Πόλου έχουν αυξηθεί με μετρήσεις ακτίνων Χ από δορυφόρους που βρίσκονται σε τροχιά της Γης.

«Αυτή τη στιγμή, η εμπροσθοφυλακή της παρατηρησιακής φυσικής είναι η κοσμολογία. Παρατηρούμε σημάδια της σκοτεινής ενέργειας, της σκοτεινής ύλης, και τον πληθωρισμό στο νεαρό σύμπαν, αλλά δεν καταλαβαίνουμε κάποια από αυτά. Η αποστολή του τηλεσκόπιου του Νότιου Πόλου έχει σκοπό να δώσει ορισμένες απαντήσεις» πρόσθεσε ο Antony Stark του ίδιου Κέντρου για την Αστροφυσική.

Μεταξύ των άλλων η σκοτεινή ενέργεια θα μπορούσε να είναι μια εκδήλωση της κοσμολογικής σταθεράς του Αϊνστάιν, ένας παράγοντας που ο Αϊνστάιν εισήγαγε στη γενική σχετικότητα για να μπορέσει να την συμβιβάσει με την άποψη του για ένα στατικό Σύμπαν.

Μια διαφορετική εξήγηση για την επιταχυνόμενη διαστολή του Σύμπαντος θα μπορούσε να είναι η ιδέα ότι η δύναμη της βαρύτητας δρα κατά αντίθετο τρόπο σε μεγάλες αποστάσεις. Δηλαδή, αντί να έλκει οδηγεί στην απώθηση των μεγάλης κλίμακας κοσμικών δομών.

«Τα σμήνη των γαλαξιών είναι τα ασύλληπτης μεγάλης μάζας αντικείμενα στο σύμπαν, και επομένως μπορεί να είναι οι “αποτελεσματικοί ανιχνευτές” για τη μελέτη της φυσικής στις μεγαλύτερες κλίμακες του σύμπαντος», καταλήγει ο επικεφαλής της έρευνας John Carlstrom.

Η απαράμιλλη ευαισθησία και η ανάλυση των χαρτών της Μικροκυματικής Ακτινοβολίας Υποβάθρου (CMB) από το τηλεσκόπιο του Νότιου Πόλου μας προσφέρει την πιο λεπτομερή εικόνα του νεαρού σύμπαντος, ενώ συγχρόνως μας επιτρέπει να βρούμε όλα τα μεγάλα σμήνη στο μακρινό σύμπαν, εξηγούν οι επιστήμονες.

Ο αριθμός των σμηνών που διαμορφώθηκαν κατά τη διάρκεια της ιστορίας του σύμπαντος εξαρτάται από τη μάζα των νετρίνων αλλά και την επίδραση της σκοτεινής ενέργειας για την αύξηση αυτών των κοσμικών δομών.

Τα νετρίνα είναι από τα πιο άφθονα σωματίδια στο σύμπαν. Για παράδειγμα περίπου ένα τρισεκατομμύριο νετρίνα περνούν μέσα από το σώμα μας κάθε δευτερόλεπτο, αν και δεν είναι εύκολο να τα παρατηρήσουμε, επειδή αλληλεπιδρούν σπάνια με την «κανονική» ύλη.

Η ύπαρξη των νετρίνων είχε προταθεί το 1930 και εντοπίστηκαν για πρώτη φορά 25 χρόνια αργότερα, αλλά η ακριβής μάζα τους παραμένει άγνωστη. Αν είναι πολύ μεγάλη θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τον σχηματισμό των γαλαξιών και των γαλαξιακών σμηνών.

Η ομάδα του SPT έχει τοποθετήσει τώρα αυστηρά όρια για τις μάζες των νετρίνων, και μάλιστα αυτές προσεγγίζουν τις προβλέψεις που προκύπτουν από τις μετρήσεις της σωματιδιακής φυσικής. Κάτι που μας δείχνει ότι πρέπει να είναι σωστές.

Ψάχνοντας για τα πρώτα άστρα

early-universe
Πρόσφατα, αστρονόμοι βρήκαν δύο τεράστια νέφη παρθένου αερίου, σχεδόν 12 δισεκατομμύρια έτη φωτός μακριά – νέφη που οι αστρονόμοι υποψιάζονται ότι είναι η ουσία από την οποία γεννήθηκαν τα πρώτα αστέρια. Τρεις εξέχοντες ερευνητές μίλησαν γι ‘αυτό και άλλα συναρπαστικά ευρήματα που φέρνουν τους επιστήμονες πιο κοντά στην κατανόηση του πώς σχηματίστηκαν τα πρώτα αστέρια και οι γαλαξίες. Διαπιστώνουν λοιπόν ότι στις απαρχές του χρόνου, υπήρχαν πολλοί μικροί, αδύναμοι γαλαξίες κι όχι μεγάλοι και φωτεινοί.

Καλλιτεχνική εικόνα που δείχνει πώς μπορεί να έμοιαζε το πολύ πρώιμο σύμπαν, αμέσως μετά την εμφάνιση των πρώτων άστρων

«Εάν επρόκειτο να πάρετε ένα διαστημόπλοιο και να πάτε πίσω σε εκείνο το σημείο της κοσμικής εποχής, τότε θα διαπιστώνατε ότι ο ουρανός θα ήταν πραγματικά πολύ φωτεινός», δήλωσε ο Richard Ellis, καθηγητής Αστρονομίας στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια. "Αυτά τα πρώιμα αντικείμενα στην πραγματικότητα είναι πολύ, πολύ μικρά – περίπου το ένα δέκατο της διαμέτρου του Γαλαξία μας. Και όμως, αυτοί οι γαλαξίες σχημάτιζαν αστέρια πιο θαυμαστά από ότι υπάρχουν σήμερα στον γαλαξία στον οποίο ζούμε”.

Ανακαλύψεις όπως αυτές έρχονται τη στιγμή που οι επιστήμονες επικεντρώνονται στη μελέτη των αέριων "δακτυλικών αποτυπωμάτων" των νεαρών γαλαξιών που έμειναν στον περιβάλλοντα χώρο τους – αυτό που ονομάζουμε διαγαλαξιακό μέσο (IGM). "Γνωρίζουμε από τις παρατηρήσεις ότι μετά από περίπου ένα δισεκατομμύριο χρόνια όλο αυτό το αέριο ήταν ιονισμένο, και γι αυτό υπεύθυνοι είναι οι γαλαξίες", δήλωσε ο George Becker, συνεργάτης στο Ινστιτούτο Kavli για την Κοσμολογία του Πανεπιστημίου του Cambridge. “Το ερώτημα που προσπαθούμε να απαντήσουμε είναι πώς και πότε συνέβη αυτό και πώς έμοιαζαν οι πρώτοι γαλαξίες."

Ο Avi Loeb, πρόεδρος του Τμήματος Αστρονομίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Θεωρητικής και Υπολογιστικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, λέει «Αν μπορούσε να χαρτογραφηθεί η κατανομή των γαλαξιών και του αερίου υδρογόνου μεταξύ τους, στο διαγαλαξιακό μέσο, μπορούμε τότε να δούμε τη σχέση μεταξύ των χώρων όπου είναι οι γαλαξίες και των περιοχών που ήταν ιονισμένοι. Αυτό θα μας δώσει έμμεσες ενδείξεις για τους πρώτους γαλαξίες. Τούτη η νέα τεχνική θα μας επιτρέψει να μελετήσουμε άμεσα τους γαλαξίες που ιόνισαν το αέριο υδρογόνο. "

Και τι τελικά ελπίζουν να αποκαλύψουν οι ερευνητές;

"Εμείς θα θέλαμε να καταλάβουμε πώς άρχισαν να λειτουργούν οι γαλαξίες που βλέπουμε γύρω μας, συμπεριλαμβανομένου και του Γαλαξία μας,", δήλωσε ο Loeb. "Πρόκειται να πάμε πίσω στον χρόνο, κατά μία έννοια στις ρίζες μας. Θρησκευτικά κείμενα προσπαθούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις ερωτήσεις, αλλά τώρα είμαστε σε θέση να καταλήξουμε σε μια επιστημονική εκδοχή της ιστορίας της Γένεσης."

“Έξυπνα” ρούχα με υφασμάτινους τεχνητούς μύες

Ετοιμαστείτε να φορέσετε ρούχα πολύ διαφορετικά από αυτά που έχετε σήμερα στην γκαρνταρόμπα σας. Η νέα τεχνολογία και τα νέα υλικά θα μεταμορφώσουν την κλωστοϋφαντουργία-ένδυση και τη μόδα.

Ερευνητές, στη Σουηδία, επένδυσαν ένα κανονικό ύφασμα με ένα πολυμερές υλικό που είναι ηλεκτροενεργό (αντιδρά δηλαδή στον ηλεκτρισμό), προσδίδοντάς του έτσι την ικανότητα να δρα όπως οι μυϊκές ίνες. Πρόκειται στην ουσία για ένα είδος μαλακού και αθόρυβου ρομποτικού εξωσκελετού, που χρησιμοποιεί συσκευές (actuators), οι οποίες μετατρέπουν την ενέργεια σε κίνηση.

Η εν λόγω τεχνολογία ανοίγει νέες δυνατότητες για τον σχεδιασμό «υφασμάτινων μυών» (textuators), που θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε ρούχα, έτσι ώστε να διευκολύνουν την κίνηση ανθρώπων με κινητικές δυσκολίες.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή Έντγουιν Γιάγκερ του Πανεπιστημίου του Λινκέπινγκ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Science Advances”. Το χρησιμοποιούμενο αγώγιμο πολυμερές υλικό είναι η πολυπυρρόλη, η οποία αλλάζει μέγεθος, όταν διαπερνάται από ηλεκτρικό ρεύμα, με αποτέλεσμα να συστέλλεται ή να διαστέλλεται ανάλογα με το βολτάζ.

Οι εξελίξεις στη «σκληρή» ρομποτική τεχνολογία και στην νευροπροσθετική έχουν ήδη επιτρέψει την ανάπτυξη διαφόρων εξωσκελετών, που π.χ. επιτρέπουν σε παράλυτους να κινήσουν ξανά τα άκρα τους.

Όμως η νέα τεχνολογία «μαλακής» ρομποτικής αποσκοπεί στη δημιουργία ενός είδους υφασμάτινων εξωσκελετών, που δεν θα είναι άκαμπτοι και ογκώδεις και τους οποίους θα μπορεί κανείς να φορά κάτω από τα κανονικά ρούχα του. Τέτοια «ρομποτικά» ρούχα θα μπορούσε μελλοντικά να τα φορά κάθε ηλικιωμένος, έτσι ώστε να κινείται πιο εύκολα και να σηκώνει μικρά βάρη.

Ανάλογα με τον τρόπο ύφανσης του ηλεκτροενεργού υλικού, το πάχος του νήματος και την επικάλυψη από το πολυμερές υλικό, θα είναι δυνατό να ποικίλει η «μυϊκή» δύναμή του ρούχου ή η ικανότητά του να τεντώνεται.

Όμως χρειάζεται να ξεπερασθούν διάφορα τεχνικά προβλήματα, καθώς προς το παρόν το υλικό αντιδρά πολύ πιο αργά από έναν πραγματικό μυ ζώου (χρειάζεται μερικά λεπτά για να συσταλεί ή να διασταλεί). Ήδη οι ερευνητές εργάζονται για τη βελτίωση της τεχνολογίας τους, τόσο για να γίνει το νήμα πιο γρήγορο στις αντιδράσεις του, όσο και πιο λεπτό, ενώ πειραματίζονται παράλληλα με άλλα υλικά πέρα από την πολυπυρρόλη.

Το πρώτο ρούχο από γραφένιο

Οι πειραματισμοί με τα «έξυπνα» ρούχα δεν έχουν τελειωμό. Βρετανοί ερευνητές παρουσίασαν στο Μάντσεστερ το πρώτο στον κόσμο ρούχο από το υλικό-θαύμα γραφένιο.

Το μαύρο φόρεμα μετατρέπει τους χτύπους της καρδιάς σε ηλεκτρικό ρεύμα που τροφοδοτεί τα ενσωματωμένα λαμπάκια LED, με αποτέλεσμα αυτό το ρούχο να λάμπει (στην κυριολεξία!).

Μάλιστα, τα λαμπάκια του φορέματος αλλάζουν χρώμα, σε συγχρονισμό με την αναπνοή, καθώς το ρούχο διαθέτει έναν αισθητήρα επίσης από γραφένιο, που παρακολουθεί την αναπνοή.

Το γραφένιο, που ανακαλύφθηκε το 2004 στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ από τους κατοπινούς νομπελίστες Κονσταντίν Νοβοσέλοφ και Αντρέ Γκάιμ, αποτελείται από ένα φύλλο άνθρακα πάχους μόνο ενός ατόμου και είναι ένα εκατομμύριο φορές πιο λεπτό από μια ανθρώπινη τρίχα. Μεταξύ άλλων, είναι 200 φορές πιο ισχυρό από τον χάλυβα, καθώς και θαυμάσιος αγωγός του ηλεκτρισμού, πράγμα που αυξάνει τη γκάμα των πιθανών πρακτικών εφαρμογών του.

Το «λαμπερό» ρούχο είναι δημιουργία της ομάδας Cute Circuit, που εισάγει έτσι το γραφένιο στον κόσμο της διεθνούς μόδας. Οι σχεδιαστές του ελπίζουν ότι μελλοντικά η τεχνολογία θα τους επιτρέψει να δημιουργήσουν φορέματα που θα προγραμματίζονται να λάμπουν με οποιοδήποτε χρώμα ή σχέδιο.

Τροφώνιο Αντρο – Μαντείο Διός

Η Λιβαδειά είναι η αρχαία πρωτεύουσα της Βοιωτίας και δεν ονομάζεται έτσι επειδή υπάρχουν εκεί λιβάδια. Στην βαθιά αρχαιότητα, όπως γράφει ο Παυσανίας υπήρχε εκεί μία πόλη με την ονομασία Μήδεια και ήταν χτισμένη στον «πράσινο λόφο». Αργότερα, σύμφωνα με την μυθολογική παράδοση, ο Αθηναίος Λέβαδος ίδρυσε μία πόλη στην πεδιάδα, η οποία πήρε το όνομα της από τον κτήτορα της και ονομάστηκε Λιβαδεία και πολύ αργότερα το τοπωνύμιο παραφράστηκε και έγινε «Λιβαδειά».

Στους ιστορικούς χρόνους η πόλη έγινε ευρύτερα γνωστή στον Ελλαδικό χώρο λόγω του μυστηριακού μαντείου του Τροφωνίου. Στο αρχαίο Τροφώνιο Άντρο ταξίδευαν από παντού και ζητούσαν μελλοντολογικούς χρησμούς πάρα πολλοί άνθρωποι και εκεί είχαν προσφύγει ζητώντας βοήθεια πολύ σπουδαίοι άντρες (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι εκεί ζήτησε χρησμό ο πάμπλουτος βασιλιάς Κροίσος, ο αρχηγός του περσικού στρατού Μαρδόνιος, ο Ρωμαίος στρατηγός Αιμίλιος-Παύλος, κ.α.).

Κατά την αρχαιότητα ή πόλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε δύο φορές (395 π.κ.ε.- 86 π.κ.ε.) αλλά τον 2ο αι. μ.κ.ε. η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή και στο Τροφώνιο Άντρο κατέφτασαν για χρησμό άνθρωποι από τις τέσσερις γωνίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, (ανάμεσα τους και ο Παυσανίας, που στις Περιηγήσεις του περιγράφει με όλες τις λεπτομέρειες τα παράξενα που συνέβαιναν εκεί). Στο ιερό άλσος, το μαντείο του Τροφώνιου λειτουργούσε μέχρι την πλήρη εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού και την απαγόρευση δια νόμου, από τον Θεοδόσιο ‘Α, των τελετουργιών, των αρχαίων θρησκειών και μυστηρίων.

Το όνομα Λιβαδειά έγινε ταυτόσημο με τη παγανιστική χθόνια μαγεία και την μυστηριακή μαγεία. Συχνά το μέρος αναφερόταν ως Λεβάδις, από το Λέβις (αρχ. Λέβητας, καζάνι) και Άδης, δηλαδή η Λιβαδειά θεωρούταν πλέον «το καζάνι του Άδη» δηλαδή η είσοδος προς τα καζάνια της κόλασης, τα λεγόμενα κεκολαστήρια, επειδή εκεί οι άνθρωποι έμπαιναν σε πειρασμό να αμαρτήσουν αναβιώνοντας τα αρχαία παγανιστικά μυστήρια λόγω της ύπαρξης του Τροφωνίου Άντρου στην περιοχή.

Επιστρέφοντας από τον κάτω κόσμο ο Λουκιανός οδηγήθηκε και εκείνος στην Λιβαδειά. Είχε καταλήξει να επισκεφθεί τον Άδη για να ζητήσει μία απάντηση στην ερώτηση: «Ποια είναι καλύτερη ζωή που πρέπει κάθε μυαλωμένος άνθρωπος να εκλέγει;» Αυτή ήταν πάντα ή αγωνία που επιζητούσε χρησμό από τους Θεούς και σε συμβουλή από τους σοφούς. Αυτή ήταν και η ερώτηση που βασάνιζε το Λουκιανό στις σελίδες του εξαίσιου έργου του Μένιππος η Νεκυομαντεία.

Διηγείται στους φίλους του ότι κανένας φιλόσοφος δεν μπόρεσε να του προτείνει τον τρόπο για μια καλύτερη ζωή, όσους και αν επισκέφτηκε κι έτσι αποφάσισε να φτάσει για να μάθει τα πάντα για το μυστήριο της ζωής: «Δεν επιτρέπεται όμως να ανακοινώνονται σε όλους αυτά και ούτε να λέγονται τα όσα είναι μυστικά γιατί υπάρχει φόβος να με καταγγείλει κανείς για ασέβεια στο Ραδάμανθυ» «Μην φοβάσαι Μένιππε, για το Θεό, δεν υπάρχει τέτοιος φόβος από μένα. Σε παρακαλώ λοιπόν, μην το κρύβεις από τους φίλους σου. Θα μιλήσεις σε άνθρωπο που ξέρει να κρατά τα μυστικά και σε μεμυημένο»

«Κάποια νύχτα δεν με έπαιρνε ο ύπνος κάνοντας αυτές τις σκέψεις, πήρα την απόφαση να πάω στη Βαβυλώνα και να παρακαλέσω κάποιον από τους μάγους εκείνους, που είναι μαθητές και διάδοχοι του Ζωροάστρη, για τους οποίους είχα ακούσει ότι με κάποιες τελετές μπορούσαν να ανοίξουν και τις κρυφές πόρτες του Άδη και να κατεβάσουν σ’ αυτόν στα σίγουρα όποιον θέλουν και να τον ανεβάσουν πάλι επάνω, να με βοηθήσουν αυτοί να βρω την αλήθεια.

Νόμιζα, λοιπόν, πως το καλύτερο που είχα να κάνω με την βοήθεια από αυτούς τους μάγους, να κατεβώ στον Άδη και να πάω να βρω τον Τειρεσία τον Βοιωτό για να μάθω από αυτόν, που ήταν μάντης και σοφός, ποια είναι η καλύτερη ζωή που πρέπει ο κάθε μυαλωμένος άνθρωπος να εκλέγει. Πετάχτηκα λοιπόν αμέσως από το κρεβάτι μου και πήγα στη Βαβυλώνα. Όταν έφτασα εκεί, βρήκα ένα Χαλδαίο, που ήταν σοφός και θαυμάσιος στην δουλειά του, με κάτασπρα μαλλιά και σεβάσμια γενειάδα, που τον έλεγα Μυθροβαρζάνη και ύστερα από χίλιες ικεσίες και όρκους, τον κατάφερα να μου δείξει τον δρόμο για τον Άδη.

Τότε ο Χαλδαίος με πήρε κοντά του και πρώτα άρχισε να με λούζει 29 μέρες κατά σειρά κάνοντας αρχή από το νέο φεγγάρι. Με κατέβαζε κάθε πρωί ξημερώματα στον Ευφράτη και όταν έβγαινε ο ήλιος απάγγελνε σ’ αυτόν μια μεγάλη προσευχή, που απ’ αυτήν ούτε λέξη δεν καταλάβαινα, φαινόταν ωστόσο πως επικαλούσε κάποιους θεούς. Ύστερα από την μαγική του προσευχή και αφού με έφτυνε 3 φορές στο πρόσωπο, γυρίζαμε πίσω στο σπίτι του, χωρίς όμως να βλέπω κανέναν από τους ανθρώπους που έβρισκα στο δρόμο.

Ή τροφή μας ήταν τα ακροβλάσταρα, ποτό μας το γάλα και το υδρόμελι, καθώς και το νερό του Χοάσπου και κρεβάτι μας ή ύπαιθρος, πάνω στα χορτάρια. Όταν έγινε ή προετοιμασία που έπρεπε με έφερε κατά τα μεσάνυχτα στον Τίγρητα ποταμό, όπου με έπλενε, με σπόγγιζε, με εξάγνιζε με δαδιά και σκοινιά και με άλλα τέτοια πολλά μουρμουρίζοντας και την μαγική του προσευχή, και ύστερα αφού έκανε μάγια σε όλο του το σώμα και έκανε διάφορους κύκλους ολόγυρά μου για να μην πάθω κανένα κακό από τα πνεύματα με ξανάφερε πάλι στο σπίτι μου έτσι όπως ήμουν, βαδίζοντας όμως πισώπατα.

Ως το πρωί ετοιμαζόμασταν για το ταξίδι και μου έδινε οδηγίες: Μου έφερε τούτο το καπέλο την προβιά του λιονταριού, και μου ‘δωσε να κρατώ τη λύρα, και με πρόσταξε, αν με ρωτήσει κανείς στο δρόμο για το όνομα μου, να μην πω ότι με λένε Μένιππο, αλλά Ηρακλή η Οδυσσέα, η Ορφέα, αφού περάσαμε και την λίμνη, φτάσαμε σε ένα μέρος έρημο, που ήταν γεμάτο από δέντρα, που δεν το έβλεπε ο ήλιος, στο τέλος ο Μυθροβαρζάνης κρατώντας δαυλό αναμμένο και με δυνατή φωνή, επικαλούνταν φωνάζοντας όλα τα δαιμόνια μαζί, και τις Τιμωρίες και τις Ερινύες, και τη μαύρη Εκάτη και τη φοβερή Περσεφόνη ανακατεύοντας μαζί με τα ονόματα αυτά και μερικές άλλες βαρβαρικές, άγνωστες μου, θεότητες που τα ονόματα τους ήταν δύσλεξα και μακρόλεξα.

Αμέσως τότε, όλος ο τόπος τραντάχτηκε, και όταν ειπώθηκε η μαγική προσευχή η γη σχίστηκε και ακούστηκε από μακριά η κραυγή του Κέρβερου και με κατάκλυσε φόβος και τρόμος, «και ο βασιλιάς τον νεκρών κάτω από την γη φοβήθη». Γιατί φαίνονταν τα πιο πολλά, μέρη του Άδη και λίμνη και ο πυριφλεγέθων ποταμός και του Πλούτωνα τα ανάκτορα»

Έπειτα από πολλές παράξενες περιηγήσεις στον κάτω κόσμο και συναντήσεις με πνεύματα στο βασίλειο των σκιών, ο Μένιππος διηγείται το τέλος της περιπέτειας του: «Ήταν πια αργά, και τότε εγώ είπα στον Μυθροβαρζάνη εμπρός, γιατί αργοπορούμε και δεν γυρίζουμε στην επάνω ζωή;»

Αυτός μου απάντησε: «Μην ανησυχείς Μένιππε θα σου δείξω ένα μονοπάτι που θα σε βγάλει γρήγορα και εύκολα» «Και αμέσως με έφερε σε ένα μέρος πιο σκοτεινό από τον άλλο Άδη που ήταν ημιφωτισμένος, και μου έδειξε από μακριά ένα φωτάκι που μόλις ζάριζε και φαινόταν σαν να έβγαινε από κλειδαρότρυπα. Εκεί, μου είπε είναι το ιερό του Τροφώνιου, και από εκεί κατεβαίνουν εδώ όσοι έρχονται από την Βοιωτία. Πάρε λοιπόν αυτό το μονοπάτι και σε λίγο θα είσαι στην Ελλάδα. Τα λόγια του αυτά με γέμισαν χαρά, και αφού χαιρέτησα τον μάγο, σερνάμενος και με πολύ κόπο βρέθηκα χωρίς να καταλάβω πως, στην Λιβαδειά»

Ακολουθώ αντίστροφα την Ερκύνα (τον αρχαίο ποταμό Έρκυνα) το μικρό ποτάμι που διασχίζει την πόλη της Λιβαδειάς. Κάτω από τα πλατάνια, οδηγούμαι στις αρχαίες πηγές της Κρύας, της Λήθης και της Μνημοσύνης, κοιτώ ψηλά το μεσαιωνικό κάστρο στο λόφο, στους πρόποδες του οποίου βρίσκονται τα ερείπια για τα οποία πιστεύεται ότι αποτελούν, ό,τι απέμεινε από το Τροφώνιο Άντρο, στο ιερό άλσος της αριστερής όχθης του ποταμού, προς τον προφήτη Ηλία (το κάστρο το έχτισαν εκεί οι Φράγκοι και οι Καταλανοί και κρύβει ερείπια από το ιερό του Διός Βασιλέως).

Κοιτώ γύρω μου: τα παιδάκια ταΐζουν τις πάπιες, οι παρέες γελούν και διασκεδάζουν στις καφετέριες και στα αναψυκτήρια που περικυκλώνουν τον χώρο, παντού ακούγεται χορευτική μουσική, βρίσκομαι στο κέντρο αναψυχής της Λιβαδειάς, κανείς απ’ όλους αυτούς δεν ξέρει ότι εδώ βρισκόταν ένα από τα πιο μυστηριώδη μέρη της αρχαιότητας, κανείς τους δεν ξέρει πόσο παράξενα ήταν αυτά τα νερά, σχεδόν κανείς του δεν προσέχει ούτε κανείς τις αρχαίες αναθηματικές κόγχες και τις εισόδους από τις σπηλαιώδεις στοές στην απέναντι όχθη, που παλιά χανόντουσαν στα βάθη της γης ενώ τώρα μετά τα είκοσι μέτρα σταματούν, έχουν στραγγιστεί και λένε ότι το έκανε ο δήμος γιατί εκεί μέσα χάθηκε ένα ζευγάρι νέων που δεν βρέθηκε ποτέ, πριν από αρκετά χρόνια.

Πίσω στον χρόνο, όλοι αυτοί οι χώροι ολόγυρα μου ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του Αγαθού Δαίμονα, της Αγαθής Τύχης, του Ερμή, του Διόνυσου, της Άρτεμης και της Ειλυθείας, και άλλων πολύ παράξενων θεοτήτων, που σήμερα -για κάποιον ανεξήγητο λόγο- θεωρούμε κλασικές και οικείες και εκεί, πέρα, στο Τροφώνιο, υπήρχε ένα μέρος μυστηρίου, τρόμου, δέους, ψυχεδέλειας.

Ο Τροφώνιος ήταν ένας μυθολογικός ήρωας

Πιστευόταν ότι έχτισε το μαντείο και το ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Ο μύθος λέει ότι όταν τελείωσε την κατασκευή, συμβουλεύτηκε ο ίδιος το μαντείο των Δελφών και όταν ρωτήθηκε τι θα ήθελε ως ανταμοιβή για την υπηρεσία του στο Θεό, εκείνος απάντησε: «Θέλω αυτό που είναι καλύτερο για τον άνθρωπο» (χωρίς να ξέρει ότι μια παρόμοια επιθυμία θα οδηγούσε αιώνες αργότερα τον Λουκιανό στον Άδη και έπειτα στη Λιβαδειά).

Το μαντείο απάντησε ότι την Τρίτη μέρα ή επιθυμία του θα πραγματοποιούνταν και θα είχε αυτό που ήταν καλύτερο για τον άνθρωπο. Και έπειτα από τρεις ημέρες, την αυγή, ο Τροφώνιος βρέθηκε νεκρός. Το καλύτερο, λοιπόν, για τον άνθρωπο είναι να πεθάνει ή αν δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι ο χρησμός ήταν πέραν του δέοντος κυνικός, το καλύτερο βρίσκεται στα πεδία πέρα από το θάνατο ή στον Άδη, ένας άλλος θρύλος λέει ότι τον Τροφώνιο τον «τον κατάπιε η γη στην Λιβαδειά».

Όπως και να ‘χει το μαντείο των Δελφών έπειτα πρόσταξε να εγκαθιδρυθεί ή λατρεία του Τροφώνιου στη Λιβαδειά και να χτιστεί εκεί ένα μαντείο αφιερωμένο σε αυτόν και ήταν ένα υπόγειο μαντείο (αντίστοιχο ίσως με τα νεκρομαντεία που ήταν διάσπαρτα σε όλο τον αρχαίο κόσμο). Ο Τροφώνιος ξεκίνησε να ιστορείται ως ήρωας (οι λεπτομέρειες της ιστορίας του δεν έφτασαν μέχρι εμάς), έπειτα να λατρεύεται ως ημίθεος και έπειτα ως Θεός (πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι αντικατέστησε την λατρεία του Ερμή και κατά κάποιον τρόπο ταυτιζόταν με τον «υπόγειο Ερμή»).

Πάλι ο Λουκιανός, στους Νεκρικούς διαλόγους του (10:338-40), διηγείται τον διάλογο του νεκρού Τροφώνιου μαζί με ένα άλλο φάντασμα στον Άδη. Ο συνομιλητής του τον ρωτά γιατί, ενώ ο ίδιος δεν είναι παρά ακόμη ένα φάντασμα, πιστεύει ότι είναι άξιος για ένα δικό του ναό και για λατρεία. Ο Τροφώνιος απαντά: «Είμαι Ήρωας, και είμαι και προφήτης για κάποιον που θα έλθει εδώ κάτω για μένα. Αλλά, δεν νομίζω ότι έχεις επισκεφτεί τη Λιβαδειά, αλλιώς δεν θα ήσουν τόσο σκεπτικιστής»

Το άλλο φάντασμα απαντά: «Τι λες; Πρέπει άραγε να πάω στη Λιβαδειά, να φορέσω λινά ρούχα και να κρατώ μια μελόπιτα στα χέρια, και να συρθώ μέσα στη σπηλιά σου μέσα από εκείνο το πέρασμα που είναι τόσο στενό, για να μπορώ να πω ότι είσαι νεκρός σαν κι εμάς κι ότι μας ξεπερνάς μόνο στα ψέματα που λες; Αλλά, στο όνομα της προφητείας, τι είναι ένας ήρωας; Εγώ δεν το γνωρίζω» κι ο Τροφώνιος απαντά: «Ένας συνδυασμός θεού και ανθρώπου, μισός άνθρωπος και μισός θεός» Το άλλο φάντασμα γελά και τον ρωτά: «Και, πού είναι αυτή τη στιγμή το θεϊκό άλλο σου μισό;» κι ο Τροφώνιος απαντά ότι είναι πίσω στη Λιβαδειά και προφητεύει.

Τι ακριβώς συνέβαινε στο μυστηριώδες Τροφώνιο Άνδρο;

Ο Παυσανίας -που συμβουλεύτηκε και ο ίδιος το μαντείο- μας διηγείται τα πάντα γι αυτό, ή τέλος πάντων όσα δεν ήταν απαγορευμένα να συζητηθούν: «Στο μαντείο γίνονται τα εξής: όταν κάποιος αποφασίσει να κατεβεί στον Τροφώνιο, πρώτα ζει καθορισμένες ημέρες σε οίκημα, το οποίο είναι αφιερωμένο στον αγαθό Δαίμονα και στην αγαθή Τύχη. Όσο ζει εκεί και κατά τα άλλα μένει καθαρός και απέχει από θερμά λουτρά, λούζεται στον ποταμό Έρκυνα.

Κρέατα έχει άφθονα από τις θυσίες, γιατί όποιος κατεβαίνει θυσιάζει και στον ίδιο τον Τροφώνιο, στα παιδιά του, καθώς και στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στον επονομαζόμενο Βασιλιά Δία, στην Ηνίοχη Ήρα και στη Δήμητρα, που την ονομάζουν Ευρώπη και λένε πως ήταν η τροφός του Τροφωνίου. Σε κάθε θυσία παρευρίσκεται μάντης, που εξετάζει τα σπλάχνα του σφαγίου και προλέγει σ’ εκείνον που πρόκειται να κατέβει, αν ο Τροφώνιος θα τον δεχθεί με ευμένεια και καλοσύνη.

Τη νύχτα που πρόκειται να κατέβει κανείς, θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη. Αν όλα τα σφάγια είναι ευνοϊκά και δείξουν όλα το ίδιο, τότε καθένας κατεβαίνει με καλές ελπίδες. Κάποιος, κατεβαίνει ως εξής: Τον οδηγούν πρώτα τη νύχτα στον ποταμό Έρκυνα, τον αλείφουν με λάδι και τον λούζουν δύο παιδιά των πολιτών, δεκατριών περίπου χρονών, που επονομάζονται Ερμές. Αυτά πλένουν όποιον θα κατέβει και τον βοηθούν σε ό,τι χρειάζεται. Κατόπιν οδηγείται τους ιερείς όχι αμέσως στο μαντείο, αλλά σε πηγές νερού που είναι πολύ κοντά η μία στην άλλη.

Εδώ αυτός πρέπει να πιει το λεγόμενο Νερό της Λήθης, για να λησμονήσει όλα όσα σκεφτόταν προηγουμένως, έπειτα να πιει και το άλλο Νερό της Μνημοσύνης για να θυμάται όσο θα δει όταν κατέβει. Βλέπει το άγαλμα, πού λένε ότι είναι έργο του Δαιδάλου, που οι ιερείς δεν το παρουσιάζουν παρά μόνο σ’ όσους πρόκειται να πάνε στον Τροφώνιο. Αφού δει το άγαλμα αυτό και το λατρεύσει και προσευχηθεί, έρχεται προς το μαντείο φορώντας λινό χιτώνα, ζωσμένο με ταινίες και φορώντας ντόπια υποδήματα.

Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος.

Περιβάλλεται από κυκλικό κρηπίδωμα από λευκό μάρμαρο, η περιφέρεια του είναι όσο ένα μικρό αλώνι και το ύψος του λιγότερο από δύο πήχεις. Πάνω στο κρηπίδωμα είναι στημένοι πάσσαλοι, χάλκινοι και αυτοί και οι ζώνες που τους συνδέουν, και διαμέσου αυτών υπάρχει πόρτα. Μέσα στον περίβολο υπάρχει άνοιγμα γης, όχι φυσικό, αλλά χτισμένο με μεγάλη τέχνη και αρμονία. Το οικοδόμημα αυτό έχει σχήμα φούρνου. Για να κατέβει κανείς στο βάθος δεν έχει χτιστή σκάλα, αλλά όταν κανείς έρχεται στον Τροφώνιο του φέρνουν μια σκάλα στενή κι ελαφριά.

Στο βάθος υπάρχει τρύπα ανάμεσα στο δάπεδο και στο οικοδόμημα. “Αυτός λοιπόν που κατεβαίνει, ξαπλώνει ανάσκελα στο έδαφος κρατώντας γλυκά ζυμωμένα με μέλι (μελόπιτες) και βάζει πρώτα μέσα στην τρύπα τα πόδια του για να μπει μετά και ο ίδιος. Αν τα γόνατα του βρεθούν μέσα στην τρύπα, το υπόλοιπο σώμα τραβιέται αμέσως ακολουθώντας τα γόνατα, όπως ο μεγαλύτερος και γρηγορότερος ποταμός μπορεί να ρουφήξει τον άνθρωπο που τον άρπαξε με τη δίνη του. (!!) Έπειτα, για όσους βρεθούν στο άδυτο, δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να μάθουν το μέλλον, αλλά άλλος βλέπει και άλλος ακούει.

Όσοι κατεβαίνουν γυρίζουν πίσω από το ίδιο στόμιο και βγάζοντας πρώτα τα πόδια, ξεβράζονται έξω. Λένε πως κανένας απ’ όσους κατέβηκαν δεν πέθανε, εκτός από κάποιον δορυφόρο του Δημητρίου. Αυτός δεν έκανε όσα προβλέπουν οι κανονισμοί του ιερού, ούτε κατέβηκε για μαντεία, αλλά πήγε με την ελπίδα να πάρει ασήμι και χρυσάφι από το άδυτο. Λέγεται ότι το πτώμα του φάνηκε σε άλλο μέρος και δεν βγήκε από το ιερό στόμιο. Λένε κι άλλα για τον άνθρωπο αυτόν, αλλά ανέφερα τα πιο αξιόλογα.

Όποιον ανεβαίνει από τον Τροφώνιο τον παίρνουν πάλι οι ιερείς και τον καθίζουν στον λεγόμενο θρόνο της Μνημοσύνης, που βρίσκεται κοντά στο άδυτο. Αφού καθίσει τον ρωτούν για όσα είδε και έμαθε κι αφού τα πληροφορηθούν τον παραδίδουν στους δικούς του, που τον παίρνουν και τον μεταφέρουν στο οίκημα όπου έμενε προηγουμένως, κοντά στην αγαθή Τύχη και στον αγαθό Δαίμονα, ενώ αυτός έχει χάσει το γέλιο του και κατέχεται ακόμη από μεγάλο φόβο και δεν γνωρίζει ούτε τον εαυτό του ούτε τους γύρω του. Αργότερα όμως, ανακτά και άλλα και τη φρόνηση στον βάθρο που την είχε και πριν και επανέρχεται το γέλιο του. Γράφω αυτά, όχι επειδή τα άκουσα, αλλά και άλλους είδα και εγώ ο ίδιος έκανα χρήση του Τροφωνίου. Όσοι κατεβαίνουν στο Τροφώνιο είναι ανάγκη να αφιερώσουν, γραμμένα σε πινακίδα, όσα άκουσε ή είδε ο καθένας»

Φαντάζομαι μια ολόκληρη βιβλιοθήκη από πινακίδες, στις οποίες είναι καταγεγραμμένες ατελείωτες ιστορίες παράξενων εμπειριών και αποκαλύψεων για το μέλλον, μια βιβλιοθήκη που -φυσικά- αγνοείται η τύχη της, ούτε την έχει αναζητήσει ποτέ κανείς. Ο Φιλόστρατος, επίσης, μας διηγείται πολλά για το Τροφώνιο Άνδρο, και μεταξύ άλλων μας λέει ότι η υπόγεια εμπειρία του επισκέπτη συμπεριλάμβανε και επαφές με «ερπετά»

«Το σπήλαιο στη Λιβαδειά είναι αφιερωμένο στον Τροφώνιο, τον γιο του Απόλλωνα κι εκεί μπορούν να εισέλθουν μόνο όσοι μείνουν εκεί για να πάρουν χρησμό, και το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει λίγο πιο πάνω απ’ αυτόν, στον λόφο, και είναι κλεισμένο από σιδερένια κάγκελα που το περικυκλώνουν. Για να κατέβεις σε αυτό, πρέπει να καθίσει κάτω και να τραβηχτείς απότομα εκεί μέσα. Εκείνοι που εισέρχονται εκεί, είναι ντυμένοι με λευκά ρούχα και κρατούν μελόπιτες στα χέρια τους, για να εξευμενίσουν τα ερπετά που συναντούν κατά την κάθοδο τους»

Η αληθινή μαντική σπηλιά του Τροφώνιου στη Λιβαδειά, δεν έχει ανακαλυφθεί, παρόλο που οι ιερές πηγές αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο και τα ερείπια ενός ναού στέκουν λίγο πιο πέρα. Οι ερευνητές και οι αρχαιολόγοι δεν φαίνονται να γνωρίζουν την αναφορά του Φιλόστρατου που δηλώνει με ακρίβεια ότι «το μαντείο δεν είναι ορατό από τον ναό, αλλά στέκει στον λόφο», ούτε την αντίστοιχη αναφορά του Παυσανία που συμφωνεί με αυτήν του Φιλόστρατου: «Το μαντείο είναι στο βουνό, πάνω από το άλσος» (Ανεβαίνοντας προς τη Ζωοδόχο Πηγή, στον δρόμο μπορείς να ακούσεις νερό να τρέχει μέσα από τους βράχους, υπάρχει ακόμη ένα υπόγειο σύστημα από σπήλαια μέσα στο βουνό).

Ο Φιλόστρατος, επίσης, αναφέρει την ύπαρξη ενός μεγάλου συστήματος σπηλαίων στη Λιβαδειά και λέει για εκείνους που το επισκέπτονται ότι «η γη τους φέρνει και πάλι στην επιφάνεια, σε μερικές περιπτώσεις εκεί κοντά, αλλά σε άλλες περιπτώσεις πολύ μακριά από εκεί» (εννοώντας ότι υπάρχουν στοές και ανοίγματα όχι μόνο στην περιοχή αλλά και άλλα που σε βγάζουν πολύ μακριά από εκεί), ένα δίκτυο συνδεόμενων σπηλαίων και μυστικών εσόδων και εξόδων, στοές μεγάλης απόστασης. Μάλιστα, οι αρχαίοι θρύλοι υποστήριζαν ότι όχι μόνο υπήρχαν τέτοιας έκτασης σπηλαιώδεις διάδρομοι, αλλά και ότι οδηγούσαν μέχρι τους Δελφούς κι αυτή ήταν η μυστική «συγγένεια» των δύο μαντείων.

Ο Δικαίαρχος, ένας από τους αγαπημένους μαθητές του Αριστοτέλη, ένας πολύ φημισμένος ιστορικός κατά την εποχή του, ασχολήθηκε με το ζήτημα. Τα έργα του δεν «διασώθηκαν» μέχρι τις μέρες μας, αλλά υπήρχαν ακόμη και την εποχή του Κικέρωνα (50 π.κ.ε.) ο οποίος αναφέρει σε μία επιστολή προς τον φίλο του Αττικό: «Στηρίζομαι στους χάρτες του Δικαίαρχου, ενός συγγραφέα μεγάλου κύρους. Στην περιγραφή του για το σπήλαιο του Τροφώνιου, την οποία βάζει στο στόμα του Χάρωνα, κατηγορεί τους Έλληνες για το γεγονός ότι έμειναν προσκολλημένοι στις σκιές της θάλασσας»

Έτσι, πληροφορούμαστε έμμεσα από τον Κικέρωνα ότι αυτός ο μεγάλος λόγιος του Λυκείου του Αριστοτέλη είχε συγγράψει μία περιγραφή για το «σπήλαιο του Τροφώνιου», την οποία δεν νομίζω ότι θα έμπαινε στον κόπο να συγγράψει αν δεν υπήρχε κάποιο αξιόλογο σπήλαιο εκεί.

Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι η παράξενη τρύπα της γης που «σε ρουφάει σαν ηλεκτρική σκούπα» (όπως θα περιέγραφε κανείς τις διηγήσεις των αρχαίων για την είσοδο εκεί κάτω, όπου κανείς δεν ξέρει τι συνέβαινε) κι έπειτα σε ξεβράζει πίσω (έπειτα από πολλές ώρες ή και μέρες), δηλαδή το υπόγειο μαντείο του Τροφώνιου, βρίσκεται επάνω στον Προφήτη Ηλία, στον απόκρημνο λόφο. Άλλοι μελετητές (με τους οποίους μάλλον συμφωνώ) υποστηρίζουν ότι ο λάκκος όπου κατέβαινε ο επισκέπτης πριν εισχωρήσει στην παράξενη τρύπα, μετατράπηκε σε υπόγειο χριστιανικό ναό της Αγίας Βαρβάρας, και πάνω του χτίστηκε και δεύτερος υπέργειος ναός της Αγίας Σοφίας.

Εκεί που σήμερα βρίσκεται αυτός ο παράξενος διπλός διώροφος ναός, κατά τη γνώμη μου και όχι μόνο, ήταν ο «λάκκος του Αγαμήδη» (π.χ. βλέπε στον Παυσανία: «θυσιάζουν σε βόθρο επικαλούμενοι τον Αγαμήδη») κι αυτό σημαίνει ότι κάπου εκεί ήταν και η παράξενη τρύπα, η είσοδος του υπόγειου μαντείου. Στον υπόγειο ναό της Αγίας Βαρβάρας, το ιερό που έχει χτιστεί έτσι ώστε να φράζει ακριβώς τη δίοδο που οδηγούσε στην τρομακτική τρύπα, φαινόμενο που επαναλαμβάνεται σε εκατοντάδες ναούς της Ελληνικής υπαίθρου, που το ιερό σφραγίζει στοές ή εισόδους σπηλαίων.

Ο Αριστοφάνης αναφέρεται στο Τροφώνιο και στον Σωκράτη (για το ένθερμο ενδιαφέρον του Σωκράτη για το Τροφώνιο, θα μιλήσουμε παρακάτω) στο σατιρικό έργο του Νεφέλες (423 π.κ.ε.} σε έναν χαρακτηριστικό διάλογο: «Στρεψιάδης: Α! Συμφορά μου! θα γίνω μισοπεθαμένος. Σωκράτης: Άσε τα λόγια κι ακολούθησε με και κούνα τα πόδια σου. Στρεψιάδης: Δώσε μου πρώτα να βαστάω μια μελόπιτα, γιατί τρομάζω σαν να κατεβαίνω στο Τροφώνιο Άνδρο. Σωκράτης: Εμπρός! Τι στέκεσαι στην πόρτα και σκύβεις και κοιτάς; Προχώρα!»

Αυτή η παράξενη είσοδος που βρισκόταν στο έδαφος, μια στενή σκοτεινή τρύπα μπροστά στην οποία καθόσουν στο έδαφος, έβαζες τα πόδια σου μέχρι τα γόνατα μέσα σου, κι εκείνη σε τραβούσε απότομα μέσα, στην λεγόμενη «απαγωγός οπή» (ένας αγωγός που έκανε απαγωγή). Χανόσουν από την επιφάνεια της γης, κανείς δεν ήξερε πού πηγαίνεις, εσύ ταξίδευες μέσα στο μαντείο (!) ήταν σαν να πήγαινες σε έναν άλλον κόσμο, έβλεπες οράματα, συναντούσες ερπετά και φαντάσματα, σκιές και οπτασίες, άκουγες φωνές και ιστορίες, διδασκαλίες και Χρησμούς, έλειπες για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα πολλών ωρών και ακόμη και ημερών, ώσπου να σε ξεβράσει έξω η ίδια τρύπα, να σε πετάξει έξω και να εμφανιστεί πρώτα με τα πόδια κι έπειτα με το υπόλοιπο σώμα, ακριβώς όπως σε ρούφηξε, αντίστροφα αυτή τη φορά.

Έβγαινες συγκλονισμένος, δεν θυμόσουν ούτε καν πώς σε λένε, ήσουν σαν χαμένος, ακόμη «έχανες το χαμόγελο και το γέλιο σου», κι έπρεπε να σε περιλάβουν οι ιερείς, να σε πάνε σε έναν ειδικό χώρο για να σε συνεφέρουν. Μόλις ανακτούσες την ομιλία σου και την πρόσφατη μνήμη σου, σε ανέκριναν για να τους διηγηθείς τα πάντα που είδες ή άκουσες εκεί κάτω, όλα αυτά που σου συνέβησαν.

Κατέγραφαν την εμπειρία σου στο ιερό αρχείο τους κι έπειτα σε παρέδιδαν στους δικούς σου ανθρώπους, τελικά έβρισκες τον εαυτό σου κι έπειτα από λίγο καιρό «επανερχόταν το γέλιο σου», πράγμα που σημαίνει ότι τότε βρισκόσουν σε κατάθλιψη ή μελαγχολία. Είχες πάρει τον χρησμό που ζητούσες, αλλά απαγορευόταν αυστηρά να μιλήσεις σε οποιονδήποτε άλλον γι’ αυτόν, ούτε έπρεπε να διηγηθείς ποτέ σε κανέναν αυτά που σου συνέβησαν στο υπόγειο ταξίδι σου μέσα από εκείνη την τρύπα-ρουφήχτρα.

Όποιος παρέβαινε αυτόν τον άγραφο νόμο, πέθαινε με ανεξήγητο τρόπο. Όλα αυτά τα τρομακτικά πράγματα, πάνω-κάτω, τα ήξεραν οι άνθρωποι που επισκέπτονταν το Τροφώνιο, κι όμως χιλιάδες απ’ αυτούς πήγαιναν εκεί ανά τους αιώνες -τουλάχιστον από το 500 π.κ.ε. ως την απαγόρευση λειτουργίας από τον Θεοδόσιο Α’ -για να ζητήσουν χρησμό, κι αυτό το γεγονός δείχνει πόσο σημαντική θεωρούνταν η περιπέτεια αυτή και πόσο έγκυρο: ήταν οι μελλοντολογικοί χρησμοί που δίνονταν εκεί.

Τις ιδιότητες αυτής της ιερής τρύπας στο Τροφώνιο, φαίνεται ότι είχαν και άλλες τρύπες και σχισμές σε άλλα μέρη της αρχαιότητας. Για παράδειγμα, όπως ανακαλύπτω στα γραπτά του Φιλόστρατου, μια τέτοια σχισμή υπάρχει στον πρόδομο του Παρθενώνα, πάνω στον βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών, «μια σχισμή η οποία τραβά μέσα της όλα τα πουλιά που πετούν από πάνω της».

Πνευματική Συγκοινωνία

Με αυτό σχετίζεται η λεγόμενη «άορνος πέτρα» – ο βράχος που δεν πετούν τα όρνια από πάνω του. Την πληροφορία γι’ αυτή τη σχισμή στην Ακρόπολη που ρουφάει τα πουλιά -που είναι και η αιτία για την παλιά δοξασία που λέει ότι ποτέ δεν θα δεις πουλιά να πετούν ακριβώς πάνω από την Ακρόπολη -κάποιοι μελετητές την παραφράσανε και την παρουσίασαν ως πληροφορία για κάποιο υποτιθέμενο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο της Ακρόπολης που απωθεί τα πουλιά, που εξαιτίας του αποπροσανατολίζονται και δεν πετούν πάνω από τον βράχο.

Ο τρόπος εισόδου και εξόδου στο μαντείο, καθώς και το υπόγειο ταξίδι του τολμηρού επισκέπτη του Τροφώνιου, “μου υποδεικνύουν ένα είδος ιερατικής Πνευματικής Συγκοινωνίας της αρχαιότητας. Ο όρος «Πνευματική» -αλλά και το πνεύμα- προέρχεται από τη λέξη πνοή, πνέω, κλπ, δηλαδή φύσημα, φυσώ ή εμφυσώ και υπονοεί τη ροή του αέρα που χρησιμοποιείται ως προωθητική δύναμη για τη συγκοινωνία αυτή.

Η επινόηση της Πνευματικής Συγκοινωνίας, δηλαδή της μεταφοράς ανθρώπων ή αντικειμένων με το μέσον του πεπιεσμένου σέρα μέσα σε ένα δίκτυο σωληνώσεων ή «Pneumatics» ή «Pneumatic Transit» στην νεότερη Ιστορία παρουσιάστηκε γιά πρώτη φορά στο Λονδίνο από τον George Medhurst, γύρω στο 1810. Ο Medhurst και οι συνεργάτες του προσπαθούσαν να στήσουν ένα υπόγειο δίκτυο από Pneumatics σε όλο το Λονδίνο, για να μεταφέρει με τον πεπιεσμένο αέρα του επιστολές και δέματα, για λογαριασμό της ταχυδρομικής υπηρεσίας, με σωλήνες μικρής διαμέτρου.

Ένα ολόκληρο Institute of Pneumatic Research είχε δημιουργηθεί για να ερευνηθούν οι προδιαγραφές και οι δυνατότητες που θα οδηγούσαν στην επίτευξη αυτού του παράξενου σχεδίου. Τελικά, κατασκευάστηκε ένα τμήμα πειραματικού δικτύου το οποίο όμως έπεσε σε αχρηστία εξαιτίας κάποιων τεχνικών προβλημάτων, κυρίως διότι εκείνη την εποχή ο Medhurst δεν μπορούσε να κατασκευάσει μία αεραντλία αρκετά ισχυρή ώστε να παράγει την απαιτούμενη πίεση αέρα για το δίκτυο.

Παρ’ όλα αυτά, το ζήτημα έγινε έμμονη ιδέα για πολλούς εφευρέτες και μηχανικούς, που συνέχισαν να πειραματίζονται με σκοπό την εγκαθίδρυση ενός τέτοιου ταχυδρομικού δικτύου. Ο Αμερικανός εφευρέτης και επιχειρηματίας Alfred Ely Beach (1826-1896) μεταξύ άλλων αρθρογράφος και ιδρυτής, εκδότης, ιδιοκτήτης του γνωστού επιστημονικού περιοδικού Scientific American, ενημερώθηκε –στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1860- για παλαιότερες προσπάθειες των Άγγλων εφευρετών και του ήρθε μία φαεινή ιδέα: να κατασκευάσει ένα τεράστιο υπόγειο σύστημα με Pneumatics κάτω από τη Νέα Υόρκη, το οποίο θα μεταφέρει ανθρώπους, λύνοντας έτσι το αυξανόμενο κυκλοφοριακό πρόβλημα της μεγαλούπολης. Στην αρχή ήθελε να εκτοξεύει με τη ροή του αέρα ανθρώπους μέσα σε σωλήνες κάτω από την πόλη!

Ο Beach οραματίστηκε τελικά ένα κλειστό βαγονέτο με επιβάτες, σαν κάψουλα, που θα κινείται μέσα σε ένα σωλήνα (γι’ αυτό και λέγεται «tube-way») με την ισχυρή ροή του αέρα που δημιουργεί ένας τεράστιος ανεμιστήρας, σε ένα υπόγειο δίκτυο στο υπέδαφος της Νέας Υόρκης. Τελικά, έπειτα από χρόνια αγώνων, ο Beach κατάφερε να πραγματοποιήσει το σχέδιο του για το Pneumatics. Το Φεβρουάριο του 1870 παρουσίασε στο κοινό της Νέας Υόρκης το πρώτο Πνευματικό Τούνελ: ξεκινούσε από τη Warren Street κάτω από το Broadway και το διέσχιζε προς το νότο, μέχρι τη Murray Street.

Ηταν καθαρό, χωρίς ρύπους, λαμπρά φωτισμένο, αθόρυβο και χωρίς δονήσεις, προσφέροντας ένα πολύ άνετο και πολύ γρήγορο ταξίδι. Ο υπόγειος σταθμός ήταν φωτισμένος από τεράστιους πολυέλαιους, υπήρχε ένα πιάνο με ουρά που έπαιζε μουσική κι ένα σιντριβάνι γεμάτο χρυσόψαρα. Τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας του, τετρακόσιες χιλιάδες επιβάτες το επισκέφτηκαν, πληρώνοντας είκοσι πέντε σεντς για να κάνουν τη βόλια.

Ο Beach αγωνιζόταν πλέον για την έγκριση της διεύθυνσης του Πνευματικού δικτύου σε όλο το υπέδαφος της Νέας Υόρκης. Τελικά, για άγνωστους λόγους, το Πνευματικό Τούνελ έκλεισε και στο τέλος σφραγίστηκε. Μέσα σε λίγα χρόνια είχε ξεχαστεί τελείως. Η Πνευματική Συγκοινωνία του Beach αποτέλεσε το πρώτο «μετρό». Η ιδέα των Pneumatics υποτίθεται ότι δεν καρποφόρησε διότι σύντομα αντικαταστάθηκε από την ιδέα των ηλεκτροκίνητων υπόγειων τραίνων.

Το παράξενο σύστημα των Pneumatics, τελικά, χρησιμοποιήθηκε με μικρά δίκτυα σωληνώσεων μέσα σε γραφειακά κτίρια, στα οποία μέσω πεπιεσμένου αέρα γινόταν η ταχύτατη μεταφορά επιστολών και γραφειοκρατικών χαρτιών μέσα σε κάψουλες, από γραφείο σε γραφείο και από όροφο σε όροφο, η Πνευματική Συγκοινωνία του Beach σε μικροσκοπική κλίμακα.

Η Πνευματική Συγκοινωνία και το Πνευματικό Τούνελ είχε ξεχαστεί από τους περισσότερους κατοίκους της Νέας Υόρκης, όταν το 1912, δεκάξι χρόνια μετά το θάνατο του Alfred Ely Beach, οι εργάτες της BMT Subway που έκαναν εκσκαφές για ένα νέο παρακλάδι της υπόγειας γραμμής Μπρούκλιν-Μανχάταν, έπεσαν επάνω σε ένα χτισμένο και ερμητικά σφραγισμένο τούνελ, το οποίο φιλοξενούσε σχεδόν ανέπαφο ένα παράξενο βαγόνι. Ήταν το Πνευματικό Τούνελ. Βρήκαν ακόμη και τον σταθμό, με το πιάνο του και το σιντριβάνι του. Πήραν την εντολή καταστρέψουν τα πάντα. (Για περισσότερα περί Πνευματικής Συγκοινωνίας και για παράξενες ιστορίες σε σχέση με όλα αυτά, βλέπε στο κεφάλαιο Όταν Ήμουν Αόρατος του βιβλίου μου Megapolisomancy: Τα Μυστήρια των Πόλεων).

Άραγε υπήρχε ένα είδος ιερατικής Πνευματικής Συγκοινωνίας της αρχαιότητας, σε ενέργεια στο Τροφώνιο Άντρο και αλλού; Ίσως να χρησιμοποιούσε φυσικά ρεύματα ισχυρού σέρα που διέτρεχε τις υπόγειες στοές, αλλά ίσως και να ήταν ένα τεχνητό δίκτυο, η αρχαία τεχνολογία που ξέρουμε πως είχαν στη διάθεση τους οι αρχαίοι Έλληνες, αρκούσε για να κατασκευαστεί κάτι ανάλογο. Το θεωρώ πολύ πιθανό, αν και είναι μια τολμηρή, σκέψη, φυσικά. Να μία ακόμη πιο τολμηρή σκέψη: Μήπως οι ιερείς είχαν κατασκευάσει εκεί κάτω μία υπόγεια ιερατική «Disneyland; Σου έδιναν να πιεις ψυχοτροπικές ουσίες μαζί με τα νερά της Λήθης και της Μνημοσύνης, σε ρουφούσε η τρύπα, κι έπειτα ταξίδευες με τρόπο πνευματικό και παρακολουθούσες έντρομος το Grotesque υπόγειο ιερό σώου που είχαν στημένο εκεί κάτω.

Όπως είπα, αυτά που είδαν, άκουσαν και έμαθαν μέσα στο Τροφώνιο οι επισκέπτες, δεν επιτρεπόταν να τα διηγηθούν σε τρίτους. Ούτε ο Παυσανίας μάς διηγείται τι συνέβη εκεί μέσα στον ίδιο. Απ’ όσο ξέρουμε, στον ιερό νόμο που απαγόρευε να διηγηθεί κανείς την εμπειρία του στους άλλους, υπήρξε τουλάχιστον μία εξαίρεση: ένας Αθηναίος, ο Τίμαρχος, συγκλονισμένος απ’ αυτά που του συνέβησαν μέσα στο Τροφώνιο, τα διηγήθηκε όλα λεπτομερώς στους φίλους του, με αποτέλεσμα να πεθάνει ανεξήγητα λίγο αργότερα.

Οι φίλοι του αυτοί, μετέφεραν τη διήγηση του Τίμαρχου στον Σωκράτη κι εκείνος οργίστηκε και τους μάλωσε, λέγοντας τους ότι έπρεπε να είχαν φέρει αμέσως τον Τίμαρχο σ’ αυτόν, για να ακούσει από τον ίδιο τη διήγηση των συμβάντων. Σημειώστε ότι ο Σωκράτης ήταν εξαιρετικά σκεπτικιστής και κυνικός απέναντι στα θρησκευτικά δρώμενα, κι όμως ενδιαφερόταν πολύ για το τι συνέβαινε στο Τροφώνιο. Τόσο σπουδαία τα θεώρησε όλα αυτά ο Σωκράτης, ώστε οργίστηκε που μπόρεσε να μιλήσει με τον ίδιο τον Τίμαρχο εξαιτίας αυτής της απερισκεψίας των φίλων του, αλλά μόνο άκουσε τη διήγηση από δεύτερο ή τρίτο χέρι κι έτσι γνώριζε πως κάποιες ίσως σημαντικές λεπτομέρειες είχαν αλλοιωθεί.

Η κάθοδος του Τίμαρχου στο Τροφώνιο

Ο Πλούταρχος παραθέτει με πολλές λεπτομέρειες τη διήγηση του Τίμαρχου για την επίσκεψη του στο Τροφώνιο, και, ως αρχιερέας του γειτονικού Μαντείου των Δελφών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατείχε πολλές ειδικές γνώσεις πάνω στο ζήτημα. Η αναφορά του Πλουτάρχου είναι αρκετά σκοτεινή και δυσνόητη, πολύ μεγάλη για να την παραθέσω εδώ, αλλά τα αποσπάσματα που τελικά θα παραθέσω είναι ιδιαιτέρως διαφωτιστικά:

«Κατήλθε στην κρύπτη του Τροφώνιου, αφού πρώτα τέλεσε όλες τις τελετουργίες που συνηθίζοντας στο μαντείο. Έμεινε κάτω από το έδαφος για δύο νύχτες και μία μέρα, οι περισσότεροι είχαν ήδη αφήσει κάθε ελπίδα να τον ξαναδούν και η οικογένεια του τον θρηνούσε για νεκρό, όταν το πρωί εκείνος βγήκε έξω με λαμπερό παρουσιαστικό. Λάτρευσε τον Θεό, και, αμέσως μόλις ξεγλίστρησε από το πλήθος, άρχισε να μας διηγείται τα πολλά θαύματα που είδε και άκουσε εκεί μέσα»

Το υπόγειο σύστημα πρέπει να ήταν τόσο μεγάλο σε έκταση για να δικαιολογεί την περιπλάνηση κάποιου εκεί μέσα για μέρες ολόκληρες, κι αυτό υποδεικνύει έναν λαβύρινθο από στοές, ίσως και κάποια μέσα για να του δοθεί φαγητό και νερό, ίσως ακόμη και αίθουσες όπου μπορούσε να φιλοξενηθεί. Ο σοφός Απολλώνιος Τυανέας, λέγεται ότι έμεινε εκεί μέσα για δύο ολόκληρες εβδομάδες (σίγουρα σπάζοντας κάποιο ρεκόρ) όπως αναφέρει ο Φιλόστρατος.

Ο Πλούταρχος συνεχίζει τη διήγηση του: «Ο Τίμαρχος είπε ότι, στην κάθοδο του στη μαντική κρύπτη, η πρώτη του εμπειρία ήταν αυτή της πτήσης σε απόλυτο σκοτάδι, κι έπειτα από μια προσευχή, έμεινε να κείτεται για πολύ ώρα χωρίς να έχει συνείδηση για το αν ήταν ξυπνητός ή αν ονειρευόταν. Παρ’ όλα αυτά, την ίδια ώρα τού φάνηκε ότι άκουσε έναν κρότο και ότι χτύπησε στο κεφάλι, κι ότι χτύπησε στο κεφάλι, κι ότι οι ραφές του κρανίου του χωρίστηκαν και απελευθέρωσαν την ψυχή του».

Έπειτα είχε μια πολύ μεγάλη και πολύπλοκη μυστικιστική εμπειρία, βλέπονται οράματα που χρειάζονται πολλές σελίδες για να περιγραφούν και όταν έπειτα από απροσδιόριστο χρονικό διάστημα αναδύθηκε από τα οράματα, άκουσε μια φωνή στο σκοτάδι (ένας ιερέας; κάποια οντότητα;) να του μιλά:«Τίμαρχε, τι θέλεις να σου εξηγήσω;» «Τα πάντα», απάντησε εκείνος, «γιατί, τι υπάρχει εδώ κάτω που να μην είναι θαυμαστό;» «Όχι», είπε η φωνή, «στα υψηλότερα πεδία εμείς οι άλλοι λαμβάνουμε ελάχιστο μέρος, διότι ανήκουν στους Θεούς.

Αλλά, μπορείς αν θέλεις να ρωτήσεις για το πεδίο της Περσεφόνης, που διοικείται από εμάς, είναι μια από τις τέσσερις χώρες και σημαδεύεται από την πορεία της Στυγός.» «Τι είναι η Στύγα;» ρώτησε εκείνος. «Είναι το μονοπάτι που οδηγεί στον Κάτω Κόσμο, στον Άδη», ήρθε η απάντηση, «περνά δίπλα σου απ’ εδώ… εκτείνεται προς τα πάνω, όπως βλέπεις, ερχόμενη από τον Άδη από κάτω μας. Καθώς η Στύγα πλησιάζει, οι ψυχές φωνάζουν από τρόμο, γιατί πολλοί είναι εκείνοι που γλιστρούν και μεταφέρονται μακριά από τον Άδη…» «Μα, δεν βλέπω τίποτε», είπε ο Τίμαρχος, «μονάχα βλέπω πολλά άστρα να τρεμοφέγγουν πάνω από την Άβυσσο, άλλα να βυθίζονται μέσα σ’ αυτήν, και άλλα να εξακοντίζονται από εκεί κάτω προς τα πάνω…» «Τότε», αποκρίθηκε η φωνή, «χωρίς να το συνειδητοποιείς βλέπεις τους δαίμονες.»

«Όταν ο Τίμαρχος θέλησε να αντικρίσει τον ομιλούντα, (η φωνή ακουγόταν από πίσω του), δεν μπορούσε να γυρίσει το κεφάλι του (είχε πάθει κάτι σαν αγκύλωση). Έπειτα ένιωσε πάλι έναν οξύ πόνο στο κεφάλι, σαν να το πίεζε μια δύναμη μεγάλη για να το συμπιέσει, κι έχασε κάθε συνείδηση και αίσθηση του τι συνέβαινε. Όταν αργότερα συνήλθε, βρήκε τον εαυτό του στην είσοδο του μαντείου, εκείνη που τον είχε τραβήξει κάτω εκεί. Όταν αργότερα ήρθε στην Αθήνα και πέθανε στον τρίτο μήνα, όπως το είχε προφητέψει το μαντείο, θαυμάσαμε και είπαμε στον Σωκράτη όλη την ιστορία»

Ο Πλούταρχος, λοιπόν, στο έργο του Περί του Σωκράτους Δαιμονίου (590Β) καταγράφει ένα μέρος της διδασκαλίας που εκπέμπεται από την Θεία φωνή προς τον Τίμαρχο (ίσως αντίστοιχη με εκείνη τη φωνή που άκουγε ο Ιωάννης στο Σπήλαιο της Αποκάλυψης να του υπαγορεύει τι να γράψει). Να ένα απόσπασμα του διδακτικού χρησμού που δίδεται στον Τίμαρχο:

«Η ανθρώπινη Ψυχή προήλθε από τον Θείο Νου. Ένα μέρος της, καθώς αναμιγνύεται με τα πάθη της ύλης αλλοιώνεται, αλλά ένα άλλο θαυμάσιο μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό. Το μέρος εκείνο που βρίσκεται στο υποβρύχιο σώμα ονομάζεται Ψυχή. Ενώ γι’ αυτό που δεν αλλοιώνεται, οι πολλοί, βλέποντάς το ως ανταύγεια επί εσόπτρου, πιστεύουν ότι βρίσκεται μέσα τους. Όσοι όμως διαισθάνονται σωστά, γνωρίζουν ότι αυτό βρίσκεται έξω από αυτούς και το αποκαλούν Δαίμονα»

Μελετώντας διάφορα βιβλία, ανακάλυψα ένα αξιόλογο σχόλιο για την παραπάνω παράγραφο. Σχολιάζοντας αυτό το απόσπασμα, ο Δημ. Δημόπουλος, στο εξαιρετικό έργο του περί των ελληνικών μαντείων, γράφει:«Εδώ γίνεται για πρώτη φορά η διάκριση της Ψυχής σε δύο τμήματα, αυτά που αργότερα η φιλοσοφία δια του Πλάτωνος θα ονόμαζε Επιθυμητικόν και Θυμοειδές, και, επί το φιλοσοφικότερον, Μεριστή και Αμέριστη Ουσία.

Η Ψυχή-Νέκυς, διακρίνεται από την ψυχή-θυμόν: αυτή η δεύτερη είναι η θεία αιτία της ζωής, είναι αυτή που μπορεί να διασυνδέει τον άνθρωπο, σαν αεραγωγός με σκάφανδρο δύτου, προς τον Θείον Δαίμονα, προς την Αμέριστη Ουσία του Κόσμου. Τι είναι όμως άραγε αυτός ο Δαίμων, που ευρίσκεται επάνω από τον άνθρωπο και τον οποίο αυτός είναι σε ψυχική συνάρτηση;

Οι Δαίμονες, γράφει ο Πλούταρχος, είναι ‘ψυχές αποχωρισθείσες του σώματος ή ουδέποτε ενσωματωθείσες, οι οποίες, κατά τον θείον Ησίοδο, είναι αγνοί επιχθόνιοι φύλακες θνητών ανθρώπων’ Ο Κέλσος ονομάζει “ήρωες” και “αγγέλους” αυτά τα δύο είδη δαιμόνων. Οι Δαίμονες είναι γενικώς ανώτερες υπάρξεις, πνευματικές, οι οποίες συμπαρίστανται αθέατες στους ενάρετους ανθρώπους. Για τον πολύν κόσμο, που δεν είχε τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε ένθεο Μαντείο (σ’ αυτά προηγούνταν οι εκπρόσωποι των πόλεων), λειτουργούσαν τα Νεκρομαντεία και τα Ηρωομαντεία.

Εκεί ερχόταν κανείς σε επαφή με ψυχές νεκρών ή με σχετικώς κατώτερα πνεύματα, με ψυχές δηλαδή αποχωρισθείσες του σώματος. Αυτά τα Μαντεία μπορεί να μην είχαν τις δυνατότητες των μεγάλων ένθεων Μαντείων, αλλά προσέφεραν σοβαρές υπηρεσίες στους απλούς ανθρώπους και γι’ αυτό μέχρι και τη βίαιη καταστροφή τους δεν έπαψαν να λειτουργούν. Η ύπαρξη βεβαίως ανωτέρων και κατωτέρων δαιμόνων, δεν σημαίνει ότι υπάρχουν και “πονηροί δαίμονες” είτε (πολλώ μάλλον) και δαίμονες “του Κακού”. Απαξιούμε δε τελείως να σχολιάσουμε τη βλάσφημη διαφθορά που έχει γίνει στη λέξη “δαίμων”.

Λέγοντας όμως “δαίμονα” ο χρησμός του Τροφωνίου εννοούσε τις ‘ψυχές τις ουδέποτε ενσωματωθείσες’: το Θείον! Με αυτό ευρίσκεται η ανθρώπινη ψυχή σε πλήρη εξάρτηση, είτε το έχει συνειδητοποιήσει είτε όχι. Όταν όμως εκείνη το συνειδητοποιεί αυτό, τότε της ανοίγονται τεράστιοι ορίζοντες γνώσεως και χάριτος» (Δημ. Δημόπουλος, Στο Άδυτο των Ελληνικών Μαντείων, εκδ. Ελεύθερη Σκέψις).

«Οι πολλοί, βλέποντας το ως ανταύγεια επί εσόπτρου, πιστεύουν ότι βρίσκεται μέσα τους. Όσοι όμως διαισθάνονται σωστά, γνωρίζουν ότι αυτό βρίσκεται έξω από αυτούς, και το αποκαλούν Δαίμονα» Αυτό το σημείο της διήγησης του Πλούταρχου, δεν μπορεί παρά να μου φέρει στον νου ένα θρυλικό αινιγματικό εδάφιο από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου (Προ3 Κορινθίους Α ‘, ιγ’: 12): «Βλέπομεν γαρ άρτι δι εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον, άρτι γιγνώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην»

(Τώρα βλέπουμε μέσα σ’ έναν εσωτερικό καθρέφτη, αινιγματικά, σκοτεινά, τότε όμως θα δούμε πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτό που τώρα γνωρίζω μόνο εν μέρει, τότε θα το γνωρίσω όπως γνωρίζομαι» (Αναφέρεται είτε στη θέαση της Θεότητας, είτε στον τρόπο που θεώμεθα τα πάντα).

Ο Leon Bloy (Le mendiant Ingrant, 1894), σχολιάζει εξίσου αινιγματικά: «Η φράση του Αποστόλου Παύλου: Videmus nunc per speculum in aenigmate , ίσως να είναι ο φωταγωγός, απ’ όπου μπορούμε να καταδυθούμε στην αληθινή Άβυσσο: την ψυχή του ανθρώπου. Η τρομακτική απεραντοσύνη των αβύσσων του στερεώματος είναι μια ψευδαίσθηση, ένα εξωτερικό είδωλο των δικών μας αβύσσων που “καθρεφτίζονται”. Πρέπει να στρέψουμε τα μάτια, να αφιερωθούμε σε μια ανυπέρβλητη αστρονομία προς το άπειρο της καρδιάς μας, για την οποία θυσιάστηκε ο Θεός. Αν βλέπουμε τον Γαλαξία, είναι γιατί υπάρχει αληθινά μέσα στην ψυχή μας».

Κρυφακούγοντας τα λόγια της φωνής μέσα στο σκοτάδι, που λέει: «ένα άλλο θαυμαστό μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό», σκέφτομαι ότι η κατάδυση στο εσωτερικό της γης είναι ταυτόχρονα και μία κατάδυση στο εσωτερικό της ψυχής και είναι ξεκάθαρο ότι αυτό υπονοούνταν στις εμπειρίες των «καταδύσεων» στο Τροφώνιο Άνδρο.

Μια υπόγεια ονειροπόληση

Αυτό προϋποθέτει μία «ψυχαγωγία» και μία «φωταγωγία». (Για τις δύο αυτές μυστικές καταστάσεις, βλέπε υπό έκδοση βιβλίο μου Ονειροπόλος, στο κεφαλαίο Καβάλα στον Άνεμο, απ’ όπου και προέρχονται οι παρακάτω παράγραφοι) Ναι, μέσα μας έχουμε ένα ψιχίο του Σύμπαντος, ένα ψιχίο από το Όλον, ένα ψίχουλο. Αυτό είναι η ψυχή: ένα κομμάτι του σύμπαντος, όχι του υλικού σύμπαντος αλλά του πνευματικού, ένα ψίχουλο από την ψίχα (που είναι το εσωτερικό μέρος του ψωμιού, κρυμμένο μέσα από την κόρα του. Κι αυτό είναι ένα σπάνιο ψωμί του οποίου ο φούρναρης μας είναι άγνωστος).

Αυτή είναι μία σπίθα μιας φλόγας, που προέρχεται από τη μεγάλη φωτιά, που στέλνει το φως της παντού, διαφωτίζοντας τα πιο βαθιά σκοτάδια, κανόνισε μία φωτεινή διάνοιξη στο σκότος, ένα φως που μπαίνει μέσα στο σκοτεινό υπόγειο από τον φωταγωγό: μία φωταγωγία.

Λοιπόν, πλέον δεν υπάρχει λόγος να το κρατάμε μυστικό (αρκετά κρατήθηκε τόσο ζηλότυπα μέσα στους καιρούς) η ονειροπόληση είναι ψυχαγωγία. Αυτό το διαφωτιστικό γεγονός μας αποκρύπτεται εξαιτίας του πέπλου που σκεπάζει την καθημερινή μας αντίληψη κι επιπλέον υπάρχουν άνθρωποι που νομίζουν ότι ψυχαγωγία σημαίνει απλά διασκέδαση και άλλοι που με στόμφο λένε ότι σημαίνει την αγωγή της ψυχής (έχοντας κατά νου την αμφιλεγόμενη διαγωγή μας).

Ψυχαγωγός είναι ο αγωγός μέσα στο μεταλλείο, στο υπόγειο και σκοτεινό εκείνο μέρος όπου εργάζονται οι μεταλλωρύχοι, ο αγωγός από τον οποίο εισχωρεί ο αέρας και φέρνει δροσιά και οξυγόνο για τους ανθρώπους εκεί κάτω. Ο αγωγός του ψύχους. Υπάρχουν μέρη και άνθρωποι εκεί κάτω, στο βαθύτερο σκοτάδι, που έχουν ψυχαγωγία. Ψυχαγωγός είναι ο κρυφός αγωγός μέσα στη σπηλιά στην οποία είμαστε κλεισμένοι, φυλακισμένοι και ξεχασμένοι, από τον οποίο εισχωρεί ο άνεμος στη φυλακή μας και ανεμίζει την ψυχή μας.

Καθόμαστε εκεί, μέσα στο σκοτάδι, στη δυσωδία, στη δύσπνοια και στην αφόρητη ζέστη και ξαφνικά εισχωρεί από τον ψυχαγωγό ένας άνεμος από έξω, ένας άνεμος από αλλού, που φέρνει -μέσα από ένα άνοιγμα, άνοιξη- ευωδιές λουλουδιών, ανοιξιάτικη αύρα, δρόσο, αναπνοή, έμπνευση, ελπίδα ελευθερίας. Και από την ίδια δίοδο εισχωρεί το φως: η φωταγωγία.

Αν περιπλανιέσαι μέσα στο σκοτάδι και αναζητάς το φως, να θυμάσαι ότι η φωταγωγία δεν φαίνεται από μακριά στη σκοτεινιά, σε αντίθεση με αυτό που σου είπαν, πως αν υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ θα το δεις. Πρέπει να ψυχανεμιστείς τον τόπο, να περιπλανηθείς μέχρι να νιώσεις ένα ρίγος, να αισθανθείς τη δροσιά, να ακολουθήσει το αιθέριο ίχνος της, κι έπειτα να βρεθείς εκεί που φυσάει ο άνεμος. Εκεί, αν αφήσεις την ψυχή σου να παρασυρθεί από τον άνεμο και περιέλθει σε κατάσταση ψυχαγωγίας, θα δεις τη φωταγωγία. Ο άνεμος είναι καλός αγωγός της ψυχής, αφού η ψυχή είναι η ανάσα μας και ο άνεμος είναι η ανάσα του κόσμου.

Ο Παυσανίας διηγείται τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύφθηκε η τρύπα του Τροφώνιου Μαντείου. Ένα μεγάλο σμήνος από άγριες μέλισσες [αναζήτησε το άρθρο: Φαινόμενο της Αντιβαρύτητας] εμφανίστηκε στη Λιβαδειά, κάποιοι το ακολούθησαν ως την τεράστια κυψέλη του κάτω από τη γη κι αυτό τους οδήγησε στην ανακάλυψη του Μαντείου (που σημαίνει ότι κάτι «έπαθαν» εκεί).

Γι’ αυτόν τον λόγο ο Τροφώνιος συχνά απεικονίζεται να κρατά μία κυψέλη μελισσών. Αυτή η διήγηση της ανακάλυψης μοιάζει αλληγορική, ο Παυσανίας μιλάει σε κώδικα το ίδιο και όλοι οι άλλοι που το διηγούνται αυτό ως δοξασία, αφού η «κυψέλη κάτω από τη γη» υπονοεί το υπόγειο δίκτυο στοών που κρύβεται στο Τροφώνιο. Οι μέλισσες, επίσης, ως σύμβολο συνδεόταν με τους Δελφούς, και το σμήνος που ακολουθείται ως το Μαντείο του Τροφώνιου υπονοεί την εντολή του Μαντείου των Δελφών για να ιδρυθεί ένας τόπος λατρείας του Τροφώνιου στη Λιβαδειά.

Ένας από τους πιο αινιγματικούς μυστικιστές του 13ου αιώνα, ο Michael Scott, έγραφε ότι το μέλι πλανάται στον αέρα και πέφτει από τον ουρανό στα λουλούδια, απ’ όπου και το συλλέγουν οι μέλισσες. Μπορεί σε κάποιους η ιδέα αυτή να ακούγεται παράδοξη, μονάχα όμως επειδή δεν καταλαβαίνουν ότι είναι η δήλωση ενός ανθρώπου που έχει εντρυφήσει στις μυστικιστικές τέχνες. Ο Scott ήξερε ότι η μέλισσα είναι ένα αρχαιότατο σύμβολο για την ανθρώπινη ψυχή, ενώ το μέλι συμβόλιζε την ουσία εκείνη που είναι η τροφή της ψυχής. Κανόνισε αυτή τη δήλωση στα αινιγματικά γραπτά του, ο Scott έγραφε στη μυστικιστική γλώσσα των πουλιών.

Οι ουρανοί δίνουν μυστικά τη γνώση σε αυτούς που την αναζητούν, «Ubi mel ibi apes» (Όπου υπάρχει μέλι, εκεί υπάρχουν και μέλισσες). Οι μέλισσες παίρνουν το μέλι από τα ρόδα και το συγκεντρώνουν στην κυψέλη και ή κυψέλη (από το κυώ /κύηση και ψάλλω) είναι το σύμβολο για το ανθρώπινο σώμα, στο οποίο ενοικεί η μέλισσα, η ψυχή. Το ρόδο είναι το σύμβολο του Μυστικού. Η λέξη Μυστικό σημαίνει την απόκρυφη πνευματική γνώση που προέρχεται από τους Μύστες.

“Dat rosa mel apibus” (Το Ρόδο δίνει στις μέλισσες το μέλι), μια παλιά ροδοσταυρική ρήση που στη μυστική γλώσσα σημαίνει: «Η πνευματική γνώση χαρίζει παρηγοριά στις ψυχές». (Αυτό το ροδοσταυρικό σύμβολο χρησιμοποιήθηκε πρώτα στο αλχημιστικό έργο Summum Bonum -Υπέρτατο Αγαθό- του Joachim Frizious, και ύστερα υιοθετήθηκε από τον Robert Fludd, γι’ αυτό είναι γνωστό και ως το «Κλειδί του Fludd»). Η μέλισσα και το μέλι της, επίσης, χρησιμοποιούνται και ως κωδικές λέξεις για το μέλλον.

Κατά τη γνώμη μου, είναι φανερό ότι το Τροφώνιο Άνδρο ήταν μία κρύπτη Ψυχεδέλειας (η λέξη σημαίνει φανέρωση της ψυχής) κι εκείνοι που κατέβαιναν εκεί (δια της απαγωγής) έκαναν μία εξομοίωση της κατάβασης στον Άδη, περνούσαν από μυητικό θάνατο της προσωπικότητάς τους (την οποία δεν θυμόντουσαν όταν ανέρχονταν), ταξίδευαν στο εσωτερικό της γης ταξιδεύοντας στο εσωτερικό της ψυχής τους και βλέποντας «δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» την ψυχή τους να φανερώνεται θριαμβικά σε αυτούς με οράματα και διοράματα, στη φαντασμαγορία του γκροτέσκου περιβάλλοντος, συνομιλούσαν με τους Δαίμονες (με την αρχαία ελληνική σημασία του όρου), έπαιρναν χρησμούς, μιλούσαν με το μέλλον (έπαιρναν το μέλι από την κυψέλη του Τροφώνιου), εξιστορούσαν την περιπέτεια τους στους επόπτες ιερείς, εκείνοι κατέγραφαν τη διήγηση, είχαν λεπτομερές αρχείο με τις ψυχές όλων των επισκεπτών, μία υπόγεια ψυχολογία, έκαναν ένα είδος μυστικής ψυχανάλυσης.

Τα μυστικά γνωστικά αντικείμενα των αρχαίων ελληνικών τόπων, όπως αυτά που βρισκόντουσαν στο Τροφώνιο στη Λιβαδειά, χάθηκαν όχι επειδή ξεχάστηκαν ή καταστράφηκαν, αλλά επειδή τα μελέτησαν και τα έκλεψαν -ή έστω τα διέσωσαν μυστικά- ξένοι περιηγητές οι οποίοι ήταν μυημένοι σε μυστικές αδελφότητες της Ευρώπης, οι οποίοι ερχόντουσαν στην Ελλάδα για να ανακαλύψουν τις ρίζες των πραγμάτων που διδάσκονταν στις αδελφότητες τους.

Στη Λιβαδειά υπάρχει ακόμη το ρολόι που δώρισε ο Βρετανός διαβόητος αρχαιοκάπηλος λόρδος Έλγιν. Το δώρο αυτό δόθηκε στην πόλη για να καλοπιάσει τους Τούρκους αγάδες για της ανασκαφές που έκανε το 1803 στον χώρο του Τροφωνίου (και, όπως καταλαβαίνετε, έφυγε με πολύ περισσότερα πράγματα από τα «Ελγίνεια» του Παρθενώνα, αφού στο Τροφώνιο έκανε τόσες μελέτες και έρευνες όσες δεν έκανε πουθενά αλλού. Αλλά κανείς δεν συζητάει για όλα αυτά, ακόμη κι εγώ το αναφέρω εδώ εκ παραδρομής)

Ή αρχετυπική εντύπωση ότι μια κατάβαση μέσα στη Γη είναι μια βουτιά στον κόσμο των ονείρων, αλλά και η ανησυχητική αίσθηση και ο αποπροσανατολισμός που οι περισσότεροι από εμάς νιώθουν στα σκοτεινά κλειστά μέρη, έχει εμπνεύσει πολλές δραματικές χρήσεις σπηλαίων και υπόγειων θαλάμων για πολλές χιλιάδες χρόνια. Όταν χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικές τελετές και για συναντήσει μυστικών αδελφοτήτων, οι υπόγειοι ναοί και στοές υπενθύμιζαν στους μυημένους την ανάγκη για μυστικότητα.

Επίσης, μετέφεραν ένα ισχυρό συναίσθημα της στενής σύνδεσης μεταξύ θανάτου και γέννησης, η παλιά πεποίθηση πολλών αιρετικών ότι τίποτε απ’ όσα μπορούν να γίνουν σε υπόγεια μέρη δεν ήταν αμαρτία και ότι κάτω από τη γη κανένας νόμος δεν ισχύει, οδήγησε πολλές μυστικές αδελφότητες σε οργιαστικές δραστηριότητες σε υπόγεια μυστηριακά μέρη που ήταν, γνωστά από την αρχαιότητα και λίγοι γνώριζαν που βρίσκονταν.

Για παράδειγμα, ο χρονικογράφος Καισάριος αναφέρει «για αιρετικούς στη Βερόνα, γύρω στα 1175, οι οποίοι συγκεντρώνονταν σε μια τεράστια υποχθόνια αίθουσα, παρακολουθούσαν μια βλάσφημη τελετή, έσβηναν όλα τα κεριά και έκαναν όργια σε απόλυτο σκοτάδι, χωρίς να βλέπουν ποιον έχουν κοντά τους. Έλεγαν ότι έτσι γνώριζαν τον αληθινό τους εαυτό, ενώ κανείς άλλος δεν μπορούσε να τους δει.

Αλλά τα πιο δραματικά τελετουργικά ταξίδια στον αρχετυπικό κόσμο της γέννησης και του θανάτου, πολύ μακριά από τον επιφανειακό κόσμο του συνειδητού και της λογικής, γίνονταν από τα μυστικά θρησκευτικά τάγματα πολλών πολιτισμών, με τις τελετές μύησής τους, η του «μικρού θανάτου», η της «δεύτερης γέννησης». Αυτές οι τελετές ήταν πολύ εντυπωσιακές, τρομαχτικές, συχνά βίαιες, σαν ένα «shock treatment», όπως λέει ο Joseph Cambell για τις παλαιολιθικές τελετές του 30.000-10.000 π.κ.ε.

Αυτές οι τελετουργίες «μεταμόρφωναν μωρά σε άντρες, ικανούς κυνηγούς, γενναίους υπερασπιστές της φυλής» Εκεί, μόνο όταν ο έφηβος περνούσε με επιτυχία από δύσκολες τελετουργικές δοκιμασίες, μπορούσε να γίνει άντρας και να του εμπιστευθούν τα μεγαλύτερα μυστικά της φυλής. Για να γίνει ενήλικος το παιδί έπρεπε να ξαναγεννηθεί, και σε πολλές κοινωνίες αυτή ή μυητική αναγέννηση η σε υπόγεια Άνδρα, σε στενά σκοτεινά μέρη που θύμιζαν ταυτόχρονα τον τάφο και τη μήτρα. (Μυστικιστικά, ο αμύητος συμβολίζεται με το «μωρό», ο μυούμενος με το «παιδί», ο νεόφυτος με τον «νεαρό» και ο μυημένος με τον «ενήλικο»).

Ο Joseph Cambell περιγράφει τις παλαιολιθικές και νεολιθικές τελετουργικές σπηλιές και στοές της νότιας Γαλλίας και της βόρειας Ισπανίας, σαν μέρη αληθινά τρομερά και πλημμυρισμένα από το δέος του Άγνώστου:

«Μια τρομακτική αίσθηση κλειστοφοβίας, αλλά ταυτόχρονα και μια αίσθηση λύτρωσης από κάθε στοιχείο του επάνω κόσμου, επιτίθεται στο μυαλό που ήταν έγκλειστο σ’ αυτές τις κατασκότεινες αβύσσους, όπου το σκοτάδι δεν είναι απλώς μία απουσία φωτός, αλλά μία χθόνια δύναμη που μπορείς να τη βιώσεις βαθιά μέσα σου. Έπειτα ερχόταν το αναπάντεχο φως. Κατά τη διάρκεια των τελετών, όλα γινόντουσαν για να εμπνεύσουν στο νεαρό μια πνευματική αναγέννηση, τον σκότωναν συμβολικά με το ενεργοποιούν το φόβο της παιδικής ηλικίας για το σκοτάδι. Το σκοτάδι που επιφέρει την τυφλότητα που είναι το σύμβολο της άγνοιας, είναι το πεδίο του Αγνώστου και το φως στο σκοτάδι είναι ή γνώση που έρχεται να φωτίσει το Άγνωστο»

Τα μυστηριακά υπόγεια μέρη λειτουργούσαν ως αναπαραστάσεις του Άδη (όπως συνέβαινε στο τρομερό υπόγειο δίκτυο στοών και σπηλαίων στο νεκρομαντείο της Βιαία στην Ιταλία, όπου οι ιερείς είχαν στήσει μία ολόκληρη γεωγραφική αναπαράσταση του Άδη) το ταξίδι της μύησης σε αυτά, νοούνταν ως ένα ταξίδι πέρα από τον θάνατο.

Ή γνώση του μέλλοντος είτε δινόταν από ιερείς που έπαιζαν τον ρόλο των θείων δαιμόνων, των πνευματικών μεσολαβητών ανάμεσα στους ανθρώπους και τους Θεούς, είτε δινόταν από αληθινούς δαίμονες που έμοιαζαν σαν άστρα μέσα σε μια υπόγεια νύχτα, στον ουρανό της Αβύσσου, όπως διηγείται και ο Τίμαρχος.

Εξέρχομαι τώρα από αυτό το σκοτεινό και μυστηριώδες άρθρο, διαβάζοντας την τελευταία στροφή της «Κόλασης» στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη (Dante):

«Ο οδηγός μου και εγώ, στον κρύφιο τούτο δρόμο μπήκαμε για να βρούμε του φωτός τον κόσμο,
και δίχως να ζητούμε ανάπαυση καμιά, ανεβήκαμε πρώτος αυτός και εγώ ξωπίσω του,
μέχρι που είδα εγώ τα πράγματα τα ωραία που’ χει ο ουρανός, από ένα στρόγγυλο φωταγωγό,
κι εβγήκαμε απ’ αυτόν να ξαναδούμε τ’ άστρα!”