Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΚΩΜΩΔΙΑ, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ἱππῆς

 
Η παράβαση των Ιππέων

Ο Αριστοφάνης αρχικά (427-425 π.Χ.) ανέθετε τη διδασκαλία των έργων του σε άλλους. Για πρώτη φορά ανέλαβε ο ίδιος τη διδασκαλία το 424 π.Χ. και ήρθε πρώτος με τους Ιππείς. Το έργο αποτελεί σφοδρή επίθεση εναντίον του πανίσχυρου δημαγωγού Κλέωνα, στην οποία πρωτοστατούν οι (συντηρητικοί) ιππείς, που συγκροτούν τον χορό. Ο Κλέων (Παφλαγόνας) εμφανίζεται στην αρχή ως ο ευνοούμενος δούλος του προσωποποιημένου Δήμου, στο τέλος όμως εξουδετερώνεται από τον Αλλαντοπώλη, σύμφωνα με ένα χρησμό που προέλεγε ότι ο φαύλος δούλος θα εξουδετερωθεί από κάποιον ακόμα πιο φαύλο.

Το απόσπασμα που ακολουθεί αποτελεί την παράβαση του έργου, που παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον και για τον λόγο ότι ο ποιητής κάνει συγκεκριμένες αναφορές στους σημαντικότερους παλαιότερους κωμικούς ποιητές. Η παράβαση (και ο αγώνας) είναι τα πιο χαρακτηριστικά δομικά στοιχεία της Αρχαίας κωμωδίας (περίπου: της κωμωδίας του πέμπτου αιώνα). Η παράβαση είναι το δραματικά πιο αποφορτισμένο τμήμα του έργου και εκφέρεται εξ ολοκλήρου από τον χορό, αφού προηγουμένως έχουν αποσυρθεί οι υποκριτές. Ο χορός, ως πρόσωπο του δράματος ή εξ ονόματος του ποιητή, απευθύνεται στο κοινό και μιλάει, μεταξύ άλλων, για θέματα της τέχνης του κωμικού ή της επικαιρότητας. Στην πλήρη μορφή της η παράβαση απαρτίζεται από επτά μέρη, που διαφοροποιούνται πρωτίστως ως προς το μέτρο και δευτερευόντως ως προς το περιεχόμενο και ενδεχομένως τον τρόπο εκφοράς. Τα επτά μέρη είναι τα εξής: 1) κατακελευσμός (προτροπή του χορού προς τον εαυτό του, προκειμένου να αρχίσει τους αναπαίστους), 2) κυρίως παράβαση ή ανάπαιστοι, 3) πνίγος (απνευστί εκφερόμενη αναπαιστική ενότητα), 4) ωδή, 5) επίρρημα (κατά γράμμα: αυτό που λέγεται μετά -εδώ μετά την ωδή), 6) αντωδή, 7) αντεπίρρημα. Μετρικά η αντωδή είναι απολύτως όμοια με την ωδή και το αντεπίρρημα με το επίρρημα. Η ωδή και η αντωδή είναι λυρικές συνθέσεις (συχνά ύμνοι προς θεούς), ενώ το επίρρημα και το αντεπίρρημα σχεδόν πάντα γράφονται σε συγκεκριμένο μέτρο και έχουν ορισμένο αριθμό στίχων. Στην (πλήρη) παράβαση των Ιππέων τα μέρη έχουν ως εξής: 1) κατακελευσμός (στ. 498-506), 2) κυρίως παράβαση ή ανάπαιστοι (στ. 507-546), 3) πνίγος (στ. 547-550), 4) ωδή (στ. 551-564), 5) επίρρημα (στ. 565-580), 6) αντωδή (στ. 581-594), 7) αντεπίρρημα (στ. 595-610).

Ἱππῆς 498-610

ΧΟΡΟΣ
ἀλλ᾽ ἴθι χαίρων, καὶ πράξειας
κατὰ νοῦν τὸν ἐμόν, καί σε φυλάττοι
500 Ζεὺς Ἀγοραῖος· καὶ νικήσας
αὖθις ἐκεῖθεν πάλιν ὡς ἡμᾶς
ἔλθοις στεφάνοις κατάπαστος.
ὑμεῖς δ᾽ ἡμῖν προσέχετε τὸν νοῦν
τοῖς ἀναπαίστοις,
505 ὦ παντοίας ἤδη μούσης
πειραθέντες καθ᾽ ἑαυτούς.
εἰ μέν τις ἀνὴρ τῶν ἀρχαίων κωμῳδοδιδάσκαλος ἡμᾶς
ἠνάγκαζεν λέξοντας ἔπη πρὸς τὸ θέατρον παραβῆναι,
οὐκ ἂν φαύλως ἔτυχεν τούτου· νῦν δ᾽ ἄξιός ἐσθ᾽ ὁ ποητής,
510 ὅτι τοὺς αὐτοὺς ἡμῖν μισεῖ τολμᾷ τε λέγειν τὰ δίκαια,
καὶ γενναίως πρὸς τὸν Τυφῶ χωρεῖ καὶ τὴν ἐριώλην.
ἃ δὲ θαυμάζειν ὑμῶν φησιν πολλοὺς αὐτῷ προσιόντας
καὶ βασανίζειν πῶς οὐχὶ πάλαι χορὸν αἰτοίη καθ᾽ ἑαυτόν,
ἡμᾶς ὑμῖν ἐκέλευε φράσαι περὶ τούτου. φησὶ γὰρ ἁνὴρ
515 οὐχ ὑπ᾽ ἀνοίας τοῦτο πεπονθὼς διατρίβειν, ἀλλὰ νομίζων
κωμῳδοδιδασκαλίαν εἶναι χαλεπώτατον ἔργον ἁπάντων·
πολλῶν γὰρ δὴ πειρασάντων αὐτὴν ὀλίγοις χαρίσασθαι·
ὑμᾶς τε πάλαι διαγιγνώσκων ἐπετείους τὴν φύσιν ὄντας
καὶ τοὺς προτέρους τῶν ποιητῶν ἅμα τῷ γήρᾳ προδιδόντας·
520 τοῦτο μὲν εἰδὼς ἅπαθε Μάγνης ἅμα ταῖς πολιαῖς κατιούσαις,
ὃς πλεῖστα χορῶν τῶν ἀντιπάλων νίκης ἔστησε τροπαῖα·
πάσας δ᾽ ὑμῖν φωνὰς ἱεὶς καὶ ψάλλων καὶ πτερυγίζων
καὶ λυδίζων καὶ ψηνίζων καὶ βαπτόμενος βατραχείοις
οὐκ ἐξήρκεσεν, ἀλλὰ τελευτῶν ἐπὶ γήρως, οὐ γὰρ ἐφ᾽ ἥβης,
525 ἐξεβλήθη πρεσβύτης ὤν, ὅτι τοῦ σκώπτειν ἀπελείφθη·
εἶτα Κρατίνου μεμνημένος, ὃς πολλῷ ῥεύσας ποτ᾽ ἐπαίνῳ
διὰ τῶν ἀφελῶν πεδίων ἔρρει, καὶ τῆς στάσεως παρασύρων
ἐφόρει τὰς δρῦς καὶ τὰς πλατάνους καὶ τοὺς ἐχθροὺς προθελύμνους·
ᾆσαι δ᾽ οὐκ ἦν ἐν συμποσίῳ πλήν· «Δωροῖ συκοπέδιλε»,
530 καὶ «τέκτονες εὐπαλάμων ὕμνων» οὕτως ἤνθησεν ἐκεῖνος.
νυνὶ δ᾽ ὑμεῖς αὐτὸν ὁρῶντες παραληροῦντ᾽ οὐκ ἐλεεῖτε,
ἐκπιπτουσῶν τῶν ἠλέκτρων καὶ τοῦ τόνου οὐκέτ᾽ ἐνόντος
τῶν θ᾽ ἁρμονιῶν διαχασκουσῶν· ἀλλὰ γέρων ὢν περιέρρει,
ὥσπερ Κοννᾶς, στέφανον μὲν ἔχων αὗον, δίψῃ δ᾽ ἀπολωλώς,
535 ὃν χρῆν διὰ τὰς προτέρας νίκας πίνειν ἐν τῷ πρυτανείῳ,
καὶ μὴ ληρεῖν, ἀλλὰ θεᾶσθαι λιπαρὸν παρὰ τῷ Διονύσῳ.
οἵας δὲ Κράτης ὀργὰς ὑμῶν ἠνέσχετο καὶ στυφελιγμούς,
ὃς ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμπεν,
ἀπὸ κραμβοτάτου στόματος μάττων ἀστειοτάτας ἐπινοίας·
χοὗτος μέντοι μόνος ἀντήρκει, τοτὲ μὲν πίπτων, τοτὲ δ᾽ οὐχί.
541 ταῦτ᾽ ὀρρωδῶν διέτριβεν ἀεί, καὶ πρὸς τούτοισιν ἔφασκεν
ἐρέτην χρῆναι πρῶτα γενέσθαι πρὶν πηδαλίοις ἐπιχειρεῖν,
κᾆτ᾽ ἐντεῦθεν πρῳρατεῦσαι καὶ τοὺς ἀνέμους διαθρῆσαι,
κᾆτα κυβερνᾶν αὐτὸν ἑαυτῷ. τούτων οὖν οὕνεκα πάντων,
545 ὅτι σωφρονικῶς κοὔκ ἀνοήτως εἰσπηδήσας ἐφλυάρει,
αἴρεσθ᾽ αὐτῷ πολὺ τὸ ῥόθιον, παραπέμψατ᾽ ἐφ᾽ ἕνδεκα κώπαις,
θόρυβον χρηστὸν ληναΐτην,
ἵν᾽ ὁ ποιητὴς ἀπίῃ χαίρων
κατὰ νοῦν πράξας,
550 φαιδρὸς λάμποντι μετώπῳ.
Ἵππι᾽ ἄναξ Πόσειδον, ᾧ
χαλκοκρότων ἵππων κτύπος
καὶ χρεμετισμὸς ἁνδάνει
καὶ κυανέμβολοι θοαὶ
555 μισθοφόροι τριήρεις,
μειρακίων θ᾽ ἅμιλλα λαμ-
πρυνομένων ἐν ἅρμασιν
καὶ βαρυδαιμονούντων,
δεῦρ᾽ ἔλθ᾽ εἰς χορόν, ὦ χρυσοτρίαιν᾽, ὦ
560 δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε,
ὦ Γεραίστιε παῖ Κρόνου,
Φορμίωνί τε φίλτατ᾽ ἐκ
τῶν ἄλλων τε θεῶν Ἀθη-
ναίοις πρὸς τὸ παρεστός.
565 εὐλογῆσαι βουλόμεσθα τοὺς πατέρας ἡμῶν, ὅτι
ἄνδρες ἦσαν τῆσδε τῆς γῆς ἄξιοι καὶ τοῦ πέπλου,
οἵτινες πεζαῖς μάχαισιν ἔν τε ναυφράκτῳ στρατῷ
πανταχοῦ νικῶντες ἀεὶ τήνδ᾽ ἐκόσμησαν πόλιν·
οὐ γὰρ οὐδεὶς πώποτ᾽ αὐτῶν τοὺς ἐναντίους ἰδὼν
570 ἠρίθμησεν, ἀλλ᾽ ὁ θυμὸς εὐθὺς ἦν ἀμυνίας·
εἰ δέ που πέσοιεν εἰς τὸν ὦμον ἐν μάχῃ τινί,
τοῦτ᾽ ἀπεψήσαντ᾽ ἄν, εἶτ᾽ ἠρνοῦντο μὴ πεπτωκέναι,
ἀλλὰ διεπάλαιον αὖθις. καὶ στρατηγὸς οὐδ᾽ ἂν εἷς
τῶν πρὸ τοῦ σίτησιν ᾔτησ᾽ ἐρόμενος Κλεαίνετον·
575 νῦν δ᾽ ἐὰν μὴ προεδρίαν φέρωσι καὶ τὰ σιτία,
οὐ μαχεῖσθαί φασιν. ἡμεῖς δ᾽ ἀξιοῦμεν τῇ πόλει
προῖκα γενναίως ἀμύνειν καὶ θεοῖς ἐγχωρίοις.
καὶ πρὸς οὐκ αἰτοῦμεν οὐδὲν πλὴν τοσουτονὶ μόνον·
ἤν ποτ᾽ εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα,
580 μὴ φθονεῖθ᾽ ἡμῖν κομῶσι μηδ᾽ ἀπεστλεγγισμένοις.
ὦ πολιοῦχε Παλλάς, ὦ
τῆς ἱερωτάτης ἁπα-
σῶν πολέμῳ τε καὶ ποη-
ταῖς δυνάμει θ᾽ ὑπερφερού-
585 σης μεδέουσα χώρας,
δεῦρ᾽ ἀφικοῦ λαβοῦσα τὴν
ἐν στρατιαῖς τε καὶ μάχαις
ἡμετέραν ξυνεργὸν
Νίκην, ἣ χορικῶν ἐστιν ἑταίρα
590 τοῖς τ᾽ ἐχθροῖσι μεθ᾽ ἡμῶν στασιάζει.
νῦν οὖν δεῦρο φάνηθι· δεῖ
γὰρ τοῖς ἀνδράσι τοῖσδε πά-
σῃ τέχνῃ πορίσαι σε νί-
κην εἴπερ ποτὲ καὶ νῦν.
595 ἃ ξύνισμεν τοῖσιν ἵπποις, βουλόμεσθ᾽ ἐπαινέσαι.
ἄξιοι δ᾽ εἴσ᾽ εὐλογεῖσθαι· πολλὰ γὰρ δὴ πράγματα
ξυνδιήνεγκαν μεθ᾽ ἡμῶν, εἰσβολάς τε καὶ μάχας.
ἀλλὰ τἀν τῇ γῇ μὲν αὐτῶν οὐκ ἄγαν θαυμάζομεν,
ὡς ὅτ᾽ εἰς τὰς ἱππαγωγοὺς εἰσεπήδων ἀνδρικῶς,
600 πριάμενοι κώθωνας, οἱ δὲ καὶ σκόροδα καὶ κρόμμυα·
εἶτα τὰς κώπας λαβόντες ὥσπερ ἡμεῖς οἱ βροτοὶ
ἐμβαλόντες ἀνεφρυάξανθ᾽· «ἱππαπαῖ, τίς ἐμβαλεῖ;
ληπτέον μᾶλλον. τί δρῶμεν; οὐκ ἐλᾷς, ὦ σαμφόρα;»
ἐξεπήδων τ᾽ εἰς Κόρινθον· εἶτα δ᾽ οἱ νεώτατοι
605 ταῖς ὁπλαῖς ὤρυττον εὐνὰς καὶ μετῇσαν βρώματα·
ἤσθιον δὲ τοὺς παγούρους ἀντὶ ποίας Μηδικῆς,
εἴ τις ἐξέρποι θύραζε κἀκ βυθοῦ θηρώμενοι·
ὥστ᾽ ἔφη Θέωρος εἰπεῖν καρκίνον Κορίνθιον·
«δεινά γ᾽, ὦ Πόσειδον, εἰ μηδ᾽ ἐν βυθῷ δυνήσομαι
610 μήτε γῇ μήτ᾽ ἐν θαλάττῃ διαφυγεῖν τοὺς ἱππέας.»

***
ΧΟΡΟΣ
Στο καλό, στο καλό, κι όλα νά ᾽ρθουν σ᾽ εσένα δεξιά,
η δική μου καρδιά όπως ποθεί·
ο Αγοραίος ο Δίας1 να σου γίνει βοηθός·500
κι αφού βγεις νικητής, να γυρίσεις σ᾽ εμάς
με πολλά στο κεφάλι στεφάνια.
Στους ανάπαιστους2 τώρα προσέξτε
που θα πούμε, ω εσείς505
που και μόνοι σας είδη της μούσας πολλά
δοκιμάσατε ως τώρα.

Απ᾽ τους γέρους δασκάλους Χορών κωμικών3
αν κανένας μας πίεζε να βγούμε
ν᾽ απαγγείλουμε στίχους μπροστά στους θεατές
σε παράβαση, εμείς τέτοια χάρη
δεν του κάναμε πρόθυμα· αλλά ο ποιητής
που μας έβαλε τώρα τ᾽ αξίζει,
γιατί εχθρεύεται αυτούς που μισούμε κι εμείς510
και τολμά να φωνάζει το δίκιο
και το Σίφουνα4 ορμά να χτυπήσει,χωρίς
να δειλιάσει, τον άγριο Κυκλώνα.
Όσο τώρα για κείνο που κάνουν πολλοί
από σας, που τον βρίσκουνε, λέει,
κι απορούν και ρωτούν γιατί τόσον καιρό
δε ζητούσε Χορό στ᾽ όνομά του,
την εξήγηση ανάθεσε τώρα σ᾽ εμάς
να σας δώσουμε. Λέει ο ποιητής μας
πως ο λόγος της άργητας τούτης, δεν είν᾽515
η αμυαλιά, μα πιστεύει πως είναι
η δουλειά του δασκάλου Χορών κωμικών
το πιο δύσκολο πράμα στον κόσμο·
της ριχτήκανε πάμπολλοι ως τώρα, μα αυτή
χαμογέλασε μόνο σε λίγους.
Ξέρει εκείνος εξάλλου, έχει δει από καιρό,
πως η γνώμη σας εύκολα αλλάζει
και ξεχνάτε, απαρνιέστε τους πρώτους ποιητές,
τα γεράματα μόλις τους βρούνε·
ξέρει πόσες το Μάγνη5 έχουν βρει συμφορές,520
μόλις άρχισε ο δόλιος ν᾽ ασπρίζει,
ενώ ενάντια σ᾽αντίπαλους είχε Χορούς
νίκης τρόπαια στημένα ένα πλήθος·
απ᾽ το στόμα του πόσες ακούατε φωνές,
φτεροθρόισμα και χτύπο κιθάρας,
πράσινο είχε βατράχι βαφτεί, και για σας
το Λυδό, το ζουζούνι είχε κάμει·
μα τι τ᾽ όφελος; αχ, όταν γέρασε πια,
-νιος σαν ήταν, αυτό δε γινόταν-
του ᾽πατε «έξω», γιατί των αστείων η πηγή525
στην ψυχή του είχε τώρα στερέψει.
Ο Κρατίνος6 -θυμάται κι αυτόν ο ποιητής-
σαν ποτάμι σε ολόστρωτους κάμπους
από επαίνους ζωσμένος εκύλαε γραμμή
και κατέβαζε μες στα νερά του
συγκλαδόκορμα δρυά και πλατάνια ψηλά,
μα κι αντίπαλους μ᾽ όλες τις ρίζες·
«Καλοδούλευτων ύμνων τεχνίτες», «Δωρώ530
συκοπέδιλη»·7 σ᾽ όλα τα γλέντια
μήπως άκουγες κι άλλο τραγούδι απ᾽ αυτά;
τόση δόξα είχε τότε ο Κρατίνος·
τώρα στάλα σπλαχνιά δεν αισθάνεστ᾽ εσείς,
σαν κοιτάτε ανοστιές ν᾽ αραδιάζει,
να μην έχει στη λύρα του μείνει χορδή,
να της πέφτουνε πια τα στριφτάρια
κι όλ᾽ οι αρμοί της να χάσκουν· κι αυτός, ο φτωχός,
τριγυρνά δω κι εκεί, ο γεροντάκος,
σαν κανένας Κοννάς,8 με στεφάνι ξερό
στο κεφάλι και ψόφιος της δίψας,
πρυτανείο ενώ του ᾽πρεπε, μέσα σ᾽ αυτό535
γιατί τις τόσες του νίκες να πίνει,9
κι αντί σάχλες να λέει, να κοιτά ως θεατής
πλάι στο Διόνυσο, με όψη γελάτη.
Μα κι ο Κράτης10 σαν πόσους θυμούς από σας
δε δοκίμασε, πόσα στραπάτσα,
που από στόμα ηχερό, σαν πιτούλες, για σας
εξεφούρνιζε τα έξυπνα αστεία,
και χορτάτοι από τέτοιο προσφάι, που πολύ
δε σας στοίχιζε, φεύγατε πίσω·
τούτος όμως, μια πέφτοντας, μια πάλι ορθός,540
είν᾽ ο μόνος που βάσταξε ωστόσο.
Να ποιοι λόγοι αναγκάζαν λοιπόν τον ποιητή
ν᾽ αναβάλλει· σκεφτότανε κιόλας
λαμνοκόπος να γίνει πως ταίριαζε, πριν
στο τιμόνι να βάλει το χέρι,
κι αφού μάθει τιμόνι, στην πλώρη να πάει,
τους καιρούς από κει ν᾽ αγναντεύει,
κυβερνήτης να γίνει αυτεξούσιος στερνά.
Για όλ᾽ αυτά, κι επειδή φέρθηκε έτσι
μετρημένα, επειδή δε σαλτάρισε εδώ545
μ᾽ αμυαλιά ν᾽ αραδιάζει παλάβρες,
βροντερά ας κυματίσουν τα ζήτω γι᾽ αυτόν,
για τιμή του ποιητή μας υψώστε
-στην ενδέκατη απάνω κουπιά11-
αχολόι των Ληναίων12 γιορτινό,
με αναγάλλια να φύγει από δω,
σαν του δώσετε αυτό που ποθεί,
κι η χαρά στη θωριά του να λάμψει.550

Ω Ποσειδώνα,13 θεέ των αλόγων εσύ, που σ᾽ ευφραίνουν
τα χλιμιντρίσματα,
ποδοβολές των ατιών βροντερές,
πολεμοκάραβα γρήγορα
με μαυρογάλαζα πάνω στις πλώρες τους έμβολα
και είναι πηγή πλουτοφόρα,14555
ξεσυνερίσματα
αρματοδρόμων νεαρών, οπού παν με καμάρι
κι όταν η τύχη βαριά τους χτυπά,
έλα σ᾽ εμάς, στο Χορό το δικό μας,
ω χρυσοτρίαινε, θεέ του Σουνίου πολυλάτρευτε,560
των δελφινιών βασιλιά,γιε του Κρόνου, Γεραίστιε·15
πάνω απ᾽ τους άλλους θεούς
τώρα ο Φορμίωνας16 εσέν᾽ αγαπά, μα κι οι άλλοι Αθηναίοι.
Να παινέσουμε ποθούμε τους πατέρες μας, γιατί565
άντρες ήταν, της πατρίδας και του πέπλου αντάξιοι· αυτοί
με καράβια του πολέμου και στις μάχες της στεριάς
πάντα και παντού νικώντας δόξασαν την πόλη μας·
απ᾽ αυτούς ποτέ κανένας, τους εχθρούς κοιτάζοντας,
δεν τους μέτρησε· η καρδιά του στην αντίσταση έμπαινε·570
αν στον ώμο απάνω, κάπου σε μια μάχη, πέφτανε,
τίναζαν το χώμα, αρνιόταν που είχαν πέσει, και ξανά
πιάναν τον αγώνα. Ούτ᾽ ένας στρατηγός απ᾽ τους παλιούς
με του Κλεαίνετου17 το μέσο δε ζητούσε διατροφή·
τώρα, η πρωτοκαθεδρία κι η τροφή18 αν δεν τους δοθούν,575
δεν πηγαίνουνε στη μάχη. Χάρισμα την πόλη εμείς
και τους ντόπιους θεούς, αντρεία, θα τους διαφεντέψουμε.
Ένα μόνο σας ζητούμε: ειρήνη αν γίνει κάποτε
κι ησυχάσουμε απ᾽ τους κόπους, να δεχτείτε να ́χουμε
μαλλιά πλούσια,19 και τριμμένα με την ξύστρα τα κορμιά.20580

Ω της Αθήνας φυλάχτρα, Παλλάδα κυρά μας αφέντρα
χώρας ιερότατης,
που όλες τις άλλες αυτή ξεπερνά
και στους ποιητές και στον πόλεμο
κι είναι στη δύναμη πρώτη, ω Παλλάδα μας, πρόβαλε·585
πάρε μαζί σου τη Νίκη,
συναγωνίστρια
πάντα δική μας σε κάθε εκστρατεία μας και μάχη,
πάρ᾽ τηνε κι έλα, Παλλάδα, σ᾽ εμάς
είν᾽ η συντρόφισσ᾽ αυτή των Χορών μας
στέκεται αυτή στο πλευρό μας αντίκρυ σε αντίπαλους.590
Τώρα, ω θεά, φανερώσου σ᾽ εμάς, έλα, πρόβαλε·
πιότερο απ᾽ άλλες φορές
τώρα να δώσεις τη νίκη, θεά, στη δική μας ομάδα.
Τ᾽ άλογά μας, για όσες χάρες έχουν, θα παινέσουμε.595
Και τ᾽ αξίζουν· γιατί πλήθος δύσκολες, βαριές δουλειές,
και πολέμους και γιουρούσια, τράβηξαν μαζί μ᾽ εμάς.
Δε θαυμάζουμε όμως τόσο τα έργα τους τα στεριανά,
όσο που κρεμμύδια, σκόρδα και παγούρια αγόρασαν600
και πηδήσανε σαν άντρες μες στ᾽ αλογοκάραβα·
όπως κάνουνε οι άνθρωποι, πιάσαν τότε τα κουπιά
και βαλθήκανε να λάμνουν χλιμιντρώντας: «κάργα μπρος·
φόρα δώστε, μην κοιμάστε· βρε αστεράτο, δεν τραβάς;»
Φτάσαμε στην Κόρινθο·21έξω πήδησαν, και τα πιο νια
νυχοσκάβανε γιατάκια κι έτρεχαν να βρουν τροφές·605
αντίς μηδικό γρασίδι,22 τους καβούρους τσάκωναν,
απ᾽ τη θάλασσα ή σα βγαίναν έξω, και τους έτρωγαν·
κι όπως λέει ο Θέωρος,23 κάποιος Τσαγανός Κορίνθιος
είπε: «Φρίκη, ω Ποσειδώνα· τούτοι οι καβαλάρηδες
με τσακώνουνε σε κύμα, σε βυθό και σε στεριά.»
------------------
1 Ο προστάτης της αγοράς, του χώρου και των συναθροίσεων. Υπήρχε βωμός του στην αγορά και στην Πνύκα.
2 Η κυρίως παράβαση (εδώ στ. 507-546), που σχεδόν πάντα είναι γραμμένη σε αναπαιστικό τετράμετρο, αποκαλείται και απλώς "οι ανάπαιστοι". Ο Σταύρου μεταφράζει σε (τονικούς) αναπαίστους.
3 Εννοεί τους κωμικούς ποιητές που ήσαν και οι χοροδιδάσκαλοι, εκτός και αν ανέθεταν τη διδασκαλία του χορού και τα σχετικά με την προετοιμασία της παράστασης σε άλλα πρόσωπα.
4 Σίφουνας (Τυφώς)· εκατοντακέφαλο τέρας, γιος της Γης και πατέρας των θυελλωδών ανέμων. Σίφουνας και Κυκλώνας (στ. 511) χαρακτηρίζεται ο Κλέων.
5 Αθηναίος κωμικός ποιητής που ανήκει στην πρώτη γενιά των κωμικών (χρονικά η δράση του καλύπτει το β᾽ τέταρτο του 5ου αι.). Πρέπει να ήταν εξαιρετικά δημοφιλής, αφού κατάφερε να κερδίσει 11 νίκες στα Μεγάλα Διονύσια, κάτι που κανένας άλλος ομότεχνός του δεν το πέτυχε. Από το έργο του δεν σώζεται σχεδόν τίποτα.
6 Ο Κρατίνος μαζί με τον Εύπολη και τον Αριστοφάνη αποτέλεσαν αργότερα τον κανόνα των τριών μεγάλων κωμικών. Συναγωνίζεται και με τον νεαρό Αριστοφάνη έως το 423 π.Χ., αλλά ουσιαστικά ανήκει στην προηγούμενη γενιά. Φαίνεται ότι αποφασιστική ήταν η συμβολή του στη διαμόρφωση της κωμωδίας, κυρίως της πολιτικής, στις δεκαετίες πριν από την εμφάνιση του Αριστοφάνη. Ο Κρατίνος, ο οποίος εδώ παρουσιάζεται περίπου ως ξοφλημένος, παρόλο που συμμετέχει στον ίδιο αγώνα, κατάφερε την επόμενη χρονιά (423 π.Χ.) με το έργο του Πυτίνη (φλασκί για κρασί) να καταλάβει την πρώτη θέση, ενώ ο Αριστοφάνης με τις Νεφέλες κατετάγη τρίτος. Από το έργο του σώζονται αρκετά αποσπάσματα, τα οποία επιβεβαιώνουν τη φήμη του ως μεγάλου κωμικού.
7 Σύμφωνα με τον αρχαίο σχολιαστή, το "Δωρώ συκοπέδιλη" (Δωροῖ συκοπέδιλε) είναι η αρχή ενός -προφανώς εξαιρετικά δημοφιλούς- άσματος, που περιλαμβανόταν στην κωμωδία του Ευμενίδες (απόσπ. 70). Από το ίδιο άσμα προέρχεται και το «καλοδούλευτων ύμνων τεχνίτες». Το Δωροῖ συκοπέδιλε σχηματίστηκε, φαίνεται, κατά το ομηρικό Ἥρη χρυσοπέδιλε, με σαφή την πρόθεση να παραπέμπει σε γνωστές αθηναϊκές πληγές, την δωροδοκία (η Δωρώ είναι επινόηση του Κρατίνου) και τη συκοφαντία (συκο-πέδιλε).
8 Η πλειονότητα των μελετητών, ακολουθώντας τα αρχαία σχόλια, δέχεται ότι ο Κοννάς είναι μειωτική παραφθορά του Κόννος. Ο Κόννος ήταν φημισμένος μουσικός, που δίδαξε τη μουσική, μεταξύ άλλων, και στον Σωκράτη. Ενώ είχε κερδίσει νίκες σε Ολυμπιακούς μουσικούς αγώνες, εθεωρείτο απλοϊκός και ζούσε σε ένδεια και παρακμή. Ένα χρόνο μετά τους Ιππείς, ο κωμικός ποιητής Αμειψίας ήρθε δεύτερος με την κωμωδία Κόννος. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο Κοννάς και ο Κόννος είναι διαφορετικά πρόσωπα.
9 Κανονικά η τιμητική διάκριση ήταν αίτηση στο πρυτανείο, αλλά ο Κρατίνος ήταν γνωστός πότης.
10 Κωμικός ποιητής της προηγούμενης γενιάς - η δράση του καλύπτει περίπου την εικοσαετία 450-430 π.Χ.. Αρχικά υπήρξε ηθοποιός του Κρατίνου. Κέρδισε τρεις νίκες στα Μεγάλα Διονύσια. Κατά τον Αριστοτέλη είναι ο πρώτος κωμικός που εγκατέλειψε την προσωπική σάτιρα και άρχισε να συνθέτει κωμωδίες με γενικότερες υποθέσεις που είχαν εσωτερική συνοχή.
11 Από τα συμφραζόμενα είναι σαφές ότι ο ποιητής ζητάει την καθολική επιδοκιμασία, αλλά δεν γνωρίζουμε τι σημαίνει ακριβώς η φράση (κατά λέξη) «με ένδεκα κουπιά» (ἐφ᾽ ἕνδεκα κώπαις). Σύμφωνα με μία άποψη, τα ένδεκα κουπιά είναι τα 10 δάχτυλα και η γλώσσα, οπότε το νόημα θα ήταν ίσως «με χειροκροτήματα και επευφημίες».
12 Μετά τα Μεγάλα Διονύσια (περίπου τέλη Μαρτίου), τα Λήναια (περίπου δύο μήνες νωρίτερα) είναι η δεύτερη σε σημασία διονυσιακή γιορτή, στο πλαίσιο της οποίας δίνοντανθεατρικές παραστάσεις. Εδώ η πρωτοκαθεδρία ανήκε στην κωμωδία: παίζονταν πέντε κωμωδίες (όσες και στα Μεγάλα Διονύσια) και μόνο 4 ή 6 τραγωδίες (έναντι 9 στα Μεγάλα Διονύσια), ενώ δεν φαίνεται να παίζονταν σατυρικά δράματα. Τα Λήναια γιορτάζονταν το μεσοχείμωνο, χωρίς την παρουσία ξένων, και θεωρείται ότι είχαν ένα εντονότερα αθηναϊκό χρώμα. Οι Ιππείς παίζονταν στα Λήναια.
13 Η ωδή και η αντωδή αναφέρονται στους δύο θεούς που διεκδίκησαν κάποτε την πόλη της Αθήνας, στον Ποσειδώνα και την Αθηνά. Ο χορός των ιππέων επικαλείται τον ίππιο Ποσειδώνα, τον προστάτη των ίππων και των ιππέων.
14 Τα πολεμικά πλοία ονομάζονται πλουτοφόρα (μισθοφόροι), ή γιατί εισέπρατταν τις εισφορές από τους συμμάχους ή γιατί έδιναν μισθό στα πληρώματα.
15 Στο Σούνιο, όπως και στη Γεραιστό (ΝΔ Εύβοια), υπήρχε ναός του Ποσειδώνα. Στη θάλασσα του Σουνίου κάθε τέσσερα χρόνια γίνονταν αγώνες πλοίων. Στη Γεραιστό γιορτάζονταν τα Γεραίστεια.
16 Αθηναίος ναύαρχος που αναφέρεται επανειλημμένα από τον Αριστοφάνη και εμφανιζόταν ως πρόσωπο στο έργο του Εύπολη Ταξίαρχοι. Στις αρχές του Πελοποννησιακού πολέμου ήταν ο ναύαρχος που είχε τις μεγαλύτερες επιτυχίες. Πιθανώς πέθανε το 429/428 π.Χ.
17 Ο Κλεαίνετος ήταν ο πατέρας του Κλέωνα.
18 προεδρία (θέση στην πρώτη σειρά στο θέατρο και άλλα δημόσια θεάματα) και σίτηση στο πρυτανείο ήταν τιμητικές διακρίσεις. Η εξασφάλισή τους, χωρίς την υποστήριξη ισχυρών πολιτικών, δεν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα εύκολη.
19 Οι (νεαροί) Αθηναίοι αριστοκράτες, από τους οποίους προέρχονταν οι ιππείς, έτρεφαν μακριά μαλλιά, αλλά αντιμετωπίζονταν με καχυποψία, επειδή τα μακριά μαλλιά θεωρούνταν ένδειξη φιλολακωνικών ή αντιδημοκρατικών φρονημάτων.
20 Την ξύστρα (ο αρχαίος όρος είναι στλεγγίς και αργότερα ξύστρα) τη χρησιμοποιούσαν στο λουτρό, για να απομακρύνουν από το σώμα τους το λάδι με το οποίο αλείφονταν για την άσκηση στην παλαίστρα. Δεν γνωρίζουμε γιατί η συγκεκριμένη ενέργεια μπορούσε να θεωρηθεί επίμεπτη.
21 Τον προηγούμενο χρόνο (425 π.Χ.) διακόσιοι ιππείς έλαβαν μέρος στην εκστρατεία στην Κόρινθο και συνέβαλαν αποφασιστικά στη νίκη των Αθηναίων στη μάχη που δόθηκε υπό την ηγεσία του Νικία αμέσως μετά την αποβίβαση.
22 Εξαιρετική τροφή για άλογα (κάτι σαν τριφύλλι) που έγινε γνωστή στην Ελλάδα μετά τους Περσικούς πολέμους.
23 Πιθανώς πρόκειται για τον παράσιτο και κόλακα του Κλέωνα. Κωμωδείται επανειλημμένα από τον Αριστοφάνη.
 

 

Η εταίρα στην αρχαιότητα – Η εταίρα και η μαγική ίυγγα

<Ίυγξ

Ο κότταβος μάς έδωσε την αρσενική, αριστοκρατικά δεξιοτεχνική και δημόσια εκφρασμένη, οπτική του ερωτικού καλέσματος στη συμποτική πρακτική. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, οι εταίρες όφειλαν απλώς να ακολουθούν. Όμως, για να ανανεώνουν την αναγνώρισή τους και να εξασφαλίζουν συντρόφους ή προστάτες επιθυμητούς, οι ίδιες εφάρμοζαν και κόλπα περισσότερο γυναικεία. Γιατί, πολλές φορές, μέσα στα συμποτικά περιβάλλοντα που ήταν εκ προοιμίου ανταγωνιστικά, δεν έφτανε η ομορφιά τους, σωματική ή πνευματική. Όπως το είχε εξηγήσει κι ο Σωκράτης στη νεαρή όμορφη γυναίκα την οποία είχε επισκεφτεί στα Απομνημονεύματα (Γ, 11. 18) του Ξενοφώντα, τα κάλλη δεν αρκούσαν. Μια εταίρα έπρεπε διαρκώς να πείθει γι” αυτά. Κι αυτή ήταν μια υπόθεση που δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς τέχνες μαγικές, τέχνες εξίσου ενεργητικές –και μάλιστα επιθετικές– που όμως δεν ξεδιπλώνονταν στην επιπολαιότητα της κοινής της θέας. Ήτανε τέχνες για κλειστά δωμάτια, τέχνες της της απομόνωσης, της μυστικότητας.

Σε μια υστερότερη φάση της αρχαιότητας, οι Εταιρικοί Διάλογοι του Λουκιανού επιβεβαιώνουν αυτή την πεποίθηση. Εδώ το πράγμα τίθεται, βεβαίως, σε πλαίσιο γελοιογραφικό, που απομυθοποιεί τις εταίρες στην καθημερινή ζωή τους, σε στιγμιότυπα που αφαιρούν κάτι απ” τη λάμψη τους όταν αυτές πιάνουν ψιλή κουβέντα, κάνουν εκμυστηρεύσεις ή διεκτραγωδούν τις αγωνίες και τις απογοητεύσεις τους. Μόνιμο άγχος είναι η εγκατάλειψη από κάποιον εραστή –συνήθως καλοπληρωτή– που τα λεφτά του, τώρα, τα “τρυγάει” άλλη.

Σε μια περίπτωση, η Γλυκέρα είναι βέβαιη ότι η Γοργόνα τής άρπαξε τον Ακαρνάνα, τρελλαίνοντάς τον με φάρμακα που παρασκεύασε η μάνα της, μια μάγισσα για την οποία “λένε ότι ξέρει τις θεσσαλικές ωδές, έτσι που ακόμα και τη σελήνη να μπορεί να κατεβάζει ή να κάνει πτήσεις”. Σε άλλη περίπτωση, η Μέλιττα δίνει όλα τα ρούχα της και τα χρυσαφικά της για να βρει Θεσσαλή γριά που να της φέρει πίσω τον Χαρίνο. Και η φίλη της Βακχίς έχει να της προτείνει “φαρμακίδα ωμή”, ειδική στο ξόρκι μίσους (μίσηθρον) που ακυρώνει όποια αντίζηλο, αυτό που τραγουδάει η ενδιαφερόμενη όταν ακολουθεί στο χώμα τα χνάρια απ” τα παπούτσια της άλλης για να τα “αμαυρώσει”, πατώντας πάνω τους με αντίστροφους βηματισμούς. Και, προκειμένου να καλέσει πίσω τον χαμένο εραστή, η φαρμακίδα ρίχνει αλάτι στη φωτιά και θυμιατίζει θειάφι και τραγουδάει επωδούς σε ό,τι του ανδρός έχει ξεμείνει πίσω, σαν ξέφτια από τα ρούχα του ή τα σανδάλια του ή τρίχες απ” την κεφαλή ή εκκρίσεις απ” το σώμα. Και –καταλήγει πειστικά η Βακχίς– βγάζει απ” τον κόρφο της το κρεμαστάρι με τον ρόμβο και το αφήνει να ταλαντώνεται και να κινείται σε κυκλική τροχιά, τραγουδώντας στον ρυθμό της περιστροφής με γλώσσα ακατάληπτη “επίτροχη βαρβαρική”.

Έχει ενδιαφέρον η τεχνική του ρόμβου, με την οποία κορυφώνουν οι Εταιρικοί Διάλογοι την εντυπωσιακή τους παράθεση ερωτικών γητεμάτων. Δεν ήταν άλλη από την ίυγγα, την οποία υποσχόταν να διδάξει στη νεαρή ευνοούμενή του ο Σωκράτης των Ξενοφώντειων Απομνημονευμάτων. Την εντοπίζουμε και στη Λυσιστράτη (1110) του Αριστοφάνη, όταν ο ανδρικός Χορός ετοιμάζεται να υποδεχτεί την γυναίκα την “μαλακήν”, την “φαύλην”, την “αγανήν”, την “πολύπειρον”, που “οι πρώτοι των Ελλήνων έχουν αιχμαλωτιστεί από την ίυγγά της”. Τα βυζαντινά λεξικά του Φώτιου και του Σουίδα, που τροφοδοτήθηκαν από πολλά περισσότερα έργα της αρχαίας γραμματείας σε σύγκριση με αυτά που διαθέτουμε σήμερα, συμπληρώνουν τη γνώση μας πάνω στο θέμα με μυθολογικές και τεχνικές λεπτομέρειες:

ἴυγξ: Κόρη της Ηχούς ή της Πειθούς, ιέρεια της Νίκης και της Αφροδίτης. Ήταν αυτή που έστρεψε γοητευμένο τον Δία προς την πλευρά της Ιούς και, γι” αυτό, απολιθώθηκε απ” την Ήρα. Άλλοι την ονομάζουνε κιναίδιον. Επίσης, όργανο που το κινούσαν περιστροφικά για να καλέσουν εραστές. Υπάρχει και πτηνό που έχει το ίδιο όνομα, για το οποίο πίστευαν πως έχει ίδια δύναμη, γι” αυτό και το έδεναν στους τροχίσκους τους. Η ίυγξ οδηγούσε τη σκέψη προς την επιθυμία και τον έρωτα.

ἰυγγαί: Οι κραυγές των γυναικών κι οι ολοφύρσεις, καθώς κι οι συριγμοί.

ἴυγγες: Οι λεπτοί πόροι και οι τέρψεις.

Η ίυγγα, λοιπόν, ήτανε κάτι παραπάνω από τρόπος ερωτικού καλέσματος. Ήτανε τέχνη μαγικού εφελκυσμού –εξάλλου, η σύνταξη η κατάλληλη γι” αυτήν ήτανε ἕλκω ἴυγγα ἐπί τινι, όπως είχε διαμειφθεί και στον σχετικό διάλογο με τον Σωκράτη. Πρακτικά μιλώντας, η ίυγγα, είτε ως χαιμαλί με μεταλλικό ρόμβο είτε ως δισκάριο (που μπορούσε να έχει και κρεμασμένα ελάσματα), όταν έμπαινε σε λειτουργία, παρήγαγε ήχο ρυθμικά μονότονο, κάτι σαν ακατάληπτο μουρμουρητό, μιμητικό της κλιμάκωσης προς την έκσταση της ερωτικής πράξης. Στο ίδιο συνέβαλε κι η επαναλαμβανόμενη κυκλική της κίνηση, που εστίαζε την προσοχή κι απέτρεπε την απόσπαση της επιθυμίας. Στην εκπληκτική απλότητα του μηχανισμού της και στην ευκολία του χειρισμού της, προκαλούσε συνειρμούς, αναλογίες μεταξύ των πιο ετερόκλητων στοιχείων, πράγμα που αναπότρεπτα παγίδευε στον μονισμό του ενοποιημένες τις αισθήσεις.

Μαγεία ως ολιστικό μοντέλο αντίληψης του κόσμου –εκλογικεύουμε σήμερα εμείς. Κι αλλιώς, λέμε την ίυγγα “σουσουράδα” ή “ονειροπαγίδα”.

Πώς καταλαβαίνεις αν ένα στήθος είναι ψεύτικο ή αληθινό: Οι διαφορές

Πόσες φορές κάθεσαι κάπου και βλέπεις μια «προικισμένη» γυναίκα που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν το στήθος της είναι αληθινό ή αν το χει «ενισχύσει» η επιστήμη. Αφού δεν μπορείς να το πιάσεις και αφού δεν την ξέρεις τόσο καλά (όσο πρέπει) για να τη ρωτήσεις ευθέως, μάθε πως μπορεί να σου λυθεί η απορία.

Αφύσικο σχήμα

Τα περισσότερα στήθη δεν είναι μορφολογικά τέλεια και συνήθως διαφέρουν στο μέγεθος. Προσπάθησε να παρατηρήσεις αν στέκονται την ώρα που η γυναίκα κινείται (ιδιαίτερα όταν κουνά τα χέρια της). Κοίτα διακριτικά και παρατήρησέ τα την ώρα που σκύβει. Δες αν παραμένουν στητά ή πέφτουν, αφού τα φυσικά στήθη πάντα ακολουθούν την κίνηση και το βάρος.
Αν φοράει σουτιέν που συγκρατεί το στήθος ψηλά και έχει κάνει επέμβαση τότε το συνολικό σχήμα του θα φαίνεται κάπως αφύσικο.

Κρυφή ματιά


Στο θέμα των παράξενων μορφών στήθους, το πάνω μέρος του ψεύτικου στήθους θα ξεχειλίζει, όπως είναι οι φούσκες. Τα ψεύτικα στήθη αψηφούν την βαρύτητα και φαίνονται σαν να αιωρούνται προς τα πάνω, σε αντίθεση με τα φυσικά που ακολουθούν μια πορεία από πάνω προς τα κάτω.

Υπερβολή

Τα πραγματικά μεγάλα στήθη είναι συνήθως χοντρά, πράγμα που τους δίνει τη φυσική ποιότητα. Αν μοιάζουν περισσότερο με έναν μυ τότε έχει κάνει προσθετική. Αν μοιάζουν περισσότερο με μπαλόνια που είναι έτοιμα να σκάσουν, τότε είναι σχεδόν σίγουρο ότι είναι ψεύτικα. Το αληθινό στήθος μεγαλώνει με την αύξηση του σωματικού βάρους αλλά το δέρμα έχει το χρόνο να αναπτυχθεί με το λίπος.

Αν δεν φοράει σουτιέν

Το στήθος θα πρέπει να είναι στο ύψος της μασχάλης. Ομως ορισμένοι κακοί γιατροί επιλέγουν να τα ξεκινούν από πιο ψηλά δίνοντας έτσι η γυναίκα την εντύπωση ότι την πνίγουν αφού φτάνουν μέχρι το σαγόνι…
Αν μια γυναίκα δεν φοράει σουτιέν και το μέγεθος της φτάνει το C τότε είναι εύκολο να το καταλάβεις, γιατί το στήθος αν και μεγάλο θα είναι παράξενα στητό. Η δυσκολία έρχεται όταν φοράει Β. Τότε μπορεί να μπερδευτείς γιατί αυτό το νούμερο παραπέμπει σε κανονικό μέγεθος. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να ψάξεις με το χέρι (αν σου δωθεί η ευκαιρία) για να δεις αν είναι πραγματικό στήθος.

Δες κάποιες έξτρα συμβουλές που θα σε βοηθήσουν να καταλάβεις το ψεύτικο στήθος.


To χώρισμα

Αν κάνεις το χέρι σου μπουνιά και χωρέσει ανάμεσα στο στήθος της, τότε είναι πιθανότατα ψεύτικα (δες την Tori Spelling). Ο γιατρός θα πρέπει να έχει ξύσει τους θωρακικούς τένοντες για να κάνει μια πιο φυσική τοποθέτηση, αλλά για δικούς του λόγους δεν το έκανε...

Ασύμμετρες θηλές

Η αλήθεια είναι ότι δεν βλέπεις συχνά την διαγραφή των θηλών μέσα από τα ρούχα αλλά αν φοράει ένα διαφανές ρούχο, ένα στενό μπλουζάκι ή αν απλά κάνει λίγο κρύο έξω, τότε πρόσεξέ τις. Οι θηλές σπάνια είναι αψεγάδιαστες αλλά μια κακή πλαστική στήθους μπορεί να τις τοποθετήσει είτε πολύ ψηλά, είτε πολύ χαμηλά είτε να μην είναι καν στην ίδια ευθεία.

Ραγάδες

Αυτό συνήθως οφείλεται στο χειρουργείο. Το δέρμα τεζάρει με την αύξηση στήθους, αλλά μπορεί πάντα να μείνουν ραγάδες που συνήθως είναι σαν λεπτές κόκκινες γραμμές. Αν τα έκανε πολύ μεγάλα ή ο γιατρός της δεν ήταν και ο καλύτερος μπορεί να τις εντοπίσεις. Έλα όμως που αν η γυναίκα κάνει δίαιτα οι ραγάδες είναι το φυσικό αποτέλεσμα και στα φυσικά βυζιά.

Δυσανάλογο σώμα

Μπορείς πάντα να καταλάβεις αν το στήθος είναι αληθινό ή ψεύτικο με το να το συγκρίνεις με το υπόλοιπο σώμα. Είναι κάπως σπάνιο μια γυναίκα με πολύ αδύνατο κορμί να έχει εξαιρετικά μεγάλα φυσικά στήθη. Υπάρχουν αρκετές μικροκαμωμένες γυναίκες που κάνουν το λάθος και μεγαλώσουν εξαιρετικά πολύ το στήθος τους με αποτέλεσμα να κάνει μπαμ από μακριά ότι είναι ψεύτικο.
Αν έχει το σώμα χορεύτριας και στήθη πορνοστάρ, αυτή είναι μια σοβαρή ένδειξη. Σε περίπτωση που έχεις αμφιβολίες μπορείς να το τσεκάρεις και να την παρατηρήσεις όταν περπατήσει. Αν είναι ψεύτικα δεν θα ακολουθούν τις κινήσεις της. Για παράδειγμα, αν σηκώσει το χέρι της, το ψεύτικο στήθος δεν θα ακολουθήσει την κίνηση των χεριών.

Έχε το νου σου για τον εχθρό του ανιχνευτή...

Το ενισχυμένο σουτιέν: Ένα ενισχυμένο σουτιέν κάνει δύο πράγματα που κάνουν τα ψεύτικα στήθη. Αφενός φουσκώνει το στήθος και αφετέρου το κάνει να αψηφά τη βαρύτητα.
Στην περίπτωση ενός τέτοιου σουτιέν, ένα εκπαιδευμένο μάτι μπορεί να διαπιστώσει τη διαφορά. Αν το στήθος φαίνεται τελείως συμπληρωμένο και πολύ σταθερό τότε μάλλον είναι ενισχυμένο.
Τι συμβαίνει όμως αν η γυναίκα φοράει μικρότερο μέγεθος σουτιέν; Το ψεύτικο στήθος ακόμα κι αν το σουτιέν είναι μικρότερο, θα διατηρήσει ένα ωραίο σχήμα σε αντίθεση με το αληθινό που θα μοιάζει ξεχυλισμένο.

Το σουτιέν με επιθέματα: Εδώ είναι ίδια περίπτωση με τον άντρα που βάζει μια κάλτσα στο παντελόνι του. Δίνουν ωραίο σχήμα στο στήθος, αλλά υπάρχει απογοήτευση στο γδύσιμο...

Επιθεωρητής γυναικείου σώματος

Ενώ έχει πλάκα να αναρωτιέσαι για το αν είναι αληθινό ή όχι ένα στήθος, το να διοχετεύεις όλο σου το χρόνο παρατηρώντας βυζιά, είναι μια μάλλον κακή ιδέα. Και στην τελική πόση σημασία έχει; Βρες μια γυναίκα που να σου αρέσει, πες της την καλύτερη σου ατάκα και διαπίστωσε με το χέρι σου την γνησιότητα τους.

Η Δύναμη του “Δέχομαι”!

ΔΕΧΟΜΑΙ: ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΜΑΓΙΚΗ

Μια λέξη -δώρο. Κάνει το νου να ησυχάζει από την αδιάκοπη φλυαρία της αυτοεπίκρισης φέρνοντας ειρήνη εντός.

«Τι καιρό κάνει μέσα σου;» Ίσως δεν το έχεις σκεφτεί ποτέ έτσι, αλλά η διάθεσή μας μοιάζει πολύ με τις μεταβολές του καιρού, με τα χαμηλά και υψηλά βαρομετρικά του, την ομίχλη, τους θυελλώδεις ανέμους και τα διαστήματα με ήλιο. Αντίθετα από τα καιρικά φαινόμενα όμως, εμείς δεν εκδηλώνουμε πάντα την εσωτερική μας κατάσταση. Μπορεί να μαίνονται μέσα μας οι θύελλες ενώ έξω να δείχνουμε διάθεση…αιθρία , άντε με κατά τόπους νεφώσεις. Υπάρχει άραγε κάποιος τρόπος να φέρουμε περισσότερη λιακάδα μέσα μας; Η απάντηση είναι η αποδοχή. Είναι η μαγική κατάσταση που μας ησυχάζει , μας τρέφει και μας γαληνεύει. Η αποδοχή όμως είναι μεγάλη λέξη. Πριν από τον ερχομό της χρειάζεται να αναγνωρίσουμε και να παραδεχθούμε ό,τι συνέβη και ό,τι είπαμε ή κάναμε .

Συχνά βέβαια, είμαστε απρόθυμες να πάρουμε την ευθύνη για τα λόγια και τα έργα μας, προτιμάμε να φταίνε οι άλλοι. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και ένας πιο έξυπνος τρόπος για να αντέξουμε την ευθύνη μας : να δούμε τις αρνητικές αντιδράσεις μας όχι σαν βαριά σφάλματα αλλά σαν «σωματοφύλακες». Ας πάρουμε τα αρνητικά συναισθήματα για παράδειγμα. Ο θυμός είναι ένα είδος φύλακα που μάς σπρώχνει να διεκδικήσουμε, να βάλουμε όρια, να υψώσουμε το ανάστημά μας. Η ζήλια είναι ένας άλλος φύλακας ο οποίος μας δείχνει τι ακριβώς νομίζουμε ότι θέλουμε: αυτό που έχει ή είναι ο άλλος. Ο φόβος είναι ο κατεξοχήν φύλακας ο οποίος μας υποδεικνύει από τι να προφυλαχθούμε. Αν εξετάσουμε λοιπόν όλα τα αρνητικά συναισθήματα θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για απόπειρες προφύλαξης. Θέλουν να μας προσφέρουν υπηρεσία και γι αυτό είναι μονίμως σε επιφυλακή, σπεύδουν αστραπιαία με κάθε μικρή αφορμή, αγρυπνούν –και συχνά μας ξενυχτάνε κι εμάς-. Αυτοί οι φύλακες μπορούν να παραλληλιστούν με προγράμματα υπολογιστών που «τρέχουν» νύχτα μέρα. Δεν είναι «κακοί» , δεν είναι «αμαρτωλοί». Είναι απλώς λειτουργίες. Εκφράσεις ενός νου σε πλάνη.

Η δύναμη του «δέχομαι»

Η ανάγκη μας για αυτού του τύπου τους φύλακες, πηγάζει από την πεποίθηση μας ότι είμαστε ανεπαρκείς, ελλιπείς , τρωτοί ή μόνοι. Όμως, υπάρχει κι ένα άλλο κομμάτι μέσα μας, δίκαια περήφανο, επαρκές, μεγαλειώδες, ευφυές και γεμάτο καλοσύνη που για να συνδεθούμε μαζί του θα χρειαστεί πρώτα να κάνουμε ειρήνη μέσα μας. Να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας. Όσο το εγώ μάς κρατά σε εσωτερική σύγκρουση προσπαθώντας από τη μια να μας πείσει ότι είμαστε ανεπαρκείς και ελλιπείς κι από την άλλη επικρίνοντάς μας γι αυτά ακριβώς, κρατά το νου μας απασχολημένο σε μια διαμάχη χωρίς τέλος. Φροντίζει να αποσπά την προσοχή μας και να τη στρέφει εκεί ώστε ποτέ να μην ησυχάσουμε και ποτέ να μην αναρωτηθούμε « μήπως τελικά είμαι και κάτι άλλο ;». Έτσι αναζητώντας τον Αληθινό Εαυτό μας είναι αναγκαίο να σταματήσουμε την εσωτερική διαμάχη. Η θεραπεία του «δέχομαι» είναι το πρώτο βήμα. Πρόκειται για την πρώτη αποταύτιση από την αγαπημένη ασχολία του εγώ: την επίκριση. Με ένα παράξενο τρόπο αυτό το «δέχομαι» δεν θα μας καταδικάσει σε αιώνια ανεπάρκεια αλλά θα μας ελευθερώσει εντελώς από αυτήν. Η αποδοχή του σκιώδους, ανεπαρκούς, ελλιπούς εαυτού μας είναι το ξεκίνημα για την διαδικασία της συγχώρεσης. Στην αρχή αυτή θα πάρει τη μορφή της αποδοχής και της συγχώρεσης του εαυτού μας για την ατέλεια και την ανεπάρκειά του. Ύστερα, θα πάρει τη μορφή της συγχώρεσης του εαυτού μας που πίστεψε ότι είναι ατελής και ανεπαρκής. Τότε, θα έχει ανοίξει η πύλη για να αναγνωρίσουμε τον Αληθινό Εαυτό μας.

Μια προσωπική εμπειρία

Στην τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης» υπάρχει μια φράση που κρύβει μέσα της τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο μέσα κι έξω μας. Είναι η στιγμή που έχουν φτάσει οι Ωκεανίδες για να συμπαρασταθούν στον τιμωρημένο από το Δία Προμηθέα ο οποίος είναι δεμένος στο βράχο επειδή έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς και την έδωσε στους ανθρώπους. Τον μαλώνουν τρυφερά που έκανε τόσο μεγάλο τόλμημα και τον συμπονούν για την κακοτυχία του . Και τότε εκείνος τους απαντά με μνημειώδη απλότητα και γενναιότητα : «Ότι θα πάθω το ήξερα, και τα όρια πέρασα, ξέροντας. Δέχομαι».

Αυτό το απλό και συνάμα συγκλονιστικό «δέχομαι» είναι σαν ένα σύνθημα για κατάπαυση του πυρός, μέσα μας. Φέρνει ειρήνη και την μεγάλη ευκαιρία στο νου να κοιτάξει πέρα από το εγώ. Το «δέχομαι» σταματά ακαριαία όλη τη φλυαρία του νου , και δεν μας αφήνει πια να αναλωνόμαστε σε προσπάθεια αποποίησης των ευθυνών μας, σε παζαρέματα για αποφυγή των συνεπειών , σε υπεκφυγές και εκλογικεύσεις προκειμένου να γλιτώσουμε από το σφυροκόπημα του εγώ, αλλά αντίθετα μας ωθεί να δεχθούμε να αναλάβουμε την ευθύνη για τις επιλογές μας. Αυτός που αναλαμβάνει την ευθύνη συνειδητοποιεί όχι ότι είναι ο ένοχος, αλλά ότι είναι ο επιλογέας. Αυτός μόνο μπορεί να κάνει άλλη επιλογή. Εκείνος που έχει την αιτία στα χέρια του, αυτός μπορεί και να την αλλάξει. Επειδή όσο αρνούμαστε μια πραγματικότητα δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σ’ αυτήν.

Την εποχή που επεξεργαζόμουν τις ιδέες γύρω από το «δέχομαι» του Προμηθέα χρειάστηκε να επισκεφθώ ένα νοσοκομείο. Το περιβάλλον ήταν δυσάρεστο και ένιωθα δυσφορία. Είχε εφημερία και υπήρχαν ασθενείς σε φορεία, ο αέρας μύριζε αντισηπτικό και στον τοίχο το καλοριφέρ ήταν σκουριασμένο. Περπατώντας στο διάδρομο συνειδητοποίησα ότι είχα σφίξει όλο μου το σώμα. Σχεδόν κρατούσα την αναπνοή μου, βάδιζα πολύ βιαστικά και απέφευγα να κοιτάζω γύρω μου . Ένιωθα το περιβάλλον σαν μια απειλή και μια επίθεση εναντίον μου. Και τότε θυμήθηκα εκείνο το Προμηθεϊκό «δέχομαι». Και αποφάσισα να βυθιστώ ολόκληρη μέσα σ’ αυτό. Ακαριαία το σώμα μου χαλάρωσε και η ανάσα μου επανήλθε στο κανονικό. Έβλεπα τους ασθενείς κι έλεγα «δέχομαι», άκουγα τους ήχους του χώρου κι έλεγα «δέχομαι», μύριζα τη φαρμακίλα στον αέρα και έλεγα «δέχομαι», κοίταξα τη σκουριά του καλοριφέρ που σούρωνε στον τοίχο κι είπα «δέχομαι». Ένιωσα το φόβο και τη δυσφορία μου και είπα «δέχομαι» και σ’ αυτά. Δεν εξαίρεσα τίποτα. Και τότε με ένα παράξενο τρόπο απλώθηκε μέσα μου ένα απαλό κύμα γαλήνης και ησυχίας μαζί με μια αίσθηση εσωτερικής ισχύος. Εκείνες τις στιγμές διδάχθηκα τη συγκλονιστική δύναμη αυτού τού χωρίς εξαιρέσεις «δέχομαι». Ήταν σαν να ξαναγύριζα στον εαυτό μου.

Μέσα μου κάνει λιακάδα

Υπάρχει ένα παιχνίδι στημένο από το εγώ. Πρώτα μας φοβίζει και μας απειλεί ή μας κάνει να θυμώνουμε και μετά μας επιπλήττει για αυτά ακριβώς τα συναισθήματα. Μας σπρώχνει να κάνουμε λάθη και ύστερα ντύνεται με το ένδυμα του αυστηρού κριτή και μάς καταδικάζει. Μάς σπρώχνει σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές και αμέσως μάς μέμφεται και μάς επιτίθεται με δριμύτητα. Αλλά το είπαμε ήδη , μέσα μας υπάρχει επίσης εκείνη η κατάσταση του νου, η οποία κάνει τις επιλογές. Ο εσωτερικός Επιλογέας όμως έχει ένα χαρακτηριστικό: όπου κοιτάξει ταυτίζεται. Το εγώ προσπαθεί λοιπόν να αποσπάσει την προσοχή του με τις συνεχείς επιθέσεις, μομφές και επικρίσεις, με τους φόβους, τους θυμούς και τα παράπονα που εγείρει. Έτσι ο νους μας είναι συνεχώς απασχολημένος με αυτά και δεν καταφέρνει να αποστασιοποιηθεί λίγο για να θυμηθεί ότι είναι και κάτι άλλο. Όσο η εσωτερική διαμάχη συνεχίζεται ,ο επιλογέας έχει ξεχάσει τον εαυτό του και τη λειτουργία του. Γι αυτό η καθολική αποδοχή των αρνητικών εκδηλώσεών μας, είναι μια έξοχη αντιμετώπιση στο παιχνίδι του εγώ. Τη στιγμή κατά την οποία λέμε «δέχομαι, αυτό είναι έτσι » χωρίς να θελήσουμε να αρνηθούμε, να υπεκφύγουμε ή να βάλουμε σε λειτουργία άλλους μηχανισμούς άμυνας, αποκαθίσταται η εσωτερική ενότητά μας, η αρχική μας αθωότητα και η επίγνωση ότι είμαστε πολύ περισσότερα από έναν φοβισμένο, θυμωμένο ή ανεπαρκή εαυτό. Η εσωτερική συμφιλίωση έρχεται σαν το ουράνιο τόξο μετά τη βροχή. Και τότε μια ζεστασιά απλώνεται μέσα μας. Ο καιρός αλλάζει και μπορούμε πραγματικά να πούμε «Για δες! Κάνει επιτέλους λιακάδα μέσα μου.»

Η σχέση μας με τον χρόνο

Με ποιον τρόπο μπορούμε να κάνουμε το χρόνο φίλο μας και όχι απειλή;

Ο χρόνος… Ο χρόνος κυλά πολύ γρήγορα ή κάποιες φορές βασανιστικά αργά. Η αίσθηση που έχει ο καθένας μας για αυτόν είναι σχετική, όπως συμβαίνει άλλωστε και με πολλές άλλες σταθερές της ζωής μας (η προσωπική αίσθηση του βάρους, του ύψους και άλλα). Είναι γνωστή η παρακίνηση «Μην αφήνεις για αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα». Αλλά και «Έχεις όλο το χρόνο μπροστά σου». Αντιφατικά μηνύματα; Ακούγεται παράξενο, όμως εν μέρει η αξία των σταθερών της ζωής μας είναι ακριβώς αυτό, ότι μας επιτρέπουν να αναπτύσσουμε ελεύθεροι τη σχέση μας μαζί τους.

«Αναρωτιέμαι πώς κάποιοι άνθρωποι συμπεριφέρονται λες και έχουν όλο το χρόνο μπροστά τους, λες και ο χρόνος για αυτούς δε θα τελειώσει ποτέ, σα να έχουν μια ειδική συμφωνία με το Θεό, το Βούδα, με την τύχη τους!». Είναι τα λόγια μιας νεαρής γυναίκας με ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας.
«Αισθάνομαι ότι αν είχα ξανά μια ευκαιρία θα την άρπαζα από τα μαλλιά. Θα έκανα ξανά τη νέα αρχή (γελάει)… νέα και εγώ δεν πάνε μαζί, ε; Αν με άκουγε κανένας…». Έτσι περιγράφει τη δική της σχέση με το χρόνο που έχει περάσει μια ηλικιωμένη γυναίκα.

Ο χρόνος λοιπόν. Εκτός από την υποκειμενική αίσθηση που ο καθένας μας έχει για εκείνον, καθορίζει και με αντικειμενικό τρόπο τη ζωή μας. Για παράδειγμα, ο χρόνος που ξεκινάει ένα παιδί το σχολείο, η διάρκεια των σχολικών ετών και στη συνέχεια η συνήθης διάρκεια των σπουδών. Τα χρονικά διαστήματα αυτά είναι τόσο ισχυρά προσδιορισμένα που τελικά η ζωή μας για πολλά χρόνια οργανώνεται γύρω τους. «Μετά τις σπουδές», λένε συχνά γονείς και παιδιά για διάφορα μεγαλεπίβολα σχέδια. Άλλοι κοινοί χρόνοι είναι οι ηλικίες που κοινωνικά αναμένεται κάποιος να έχει εκπληρώσει οριμένους στόχους. Εκτός από τα στάδια ανάπτυξης και εξέλιξης του ψυχισμού (Craig&Baucum, 2007), υπάρχουν επίσης και άλλοι στόχοι, περισσότερο κοινωνικά προσδιορισμένοι. Για παράδειγμα, μπορεί στα 20 χρόνια του κάποιος να νιώθει και πράγματι να έχει όλο το χρόνο μπροστά του για να επιλέξει τρόπο ζωής, κάτι που γίνεται λιγότερο ευέλικτο στα 35. Τότε αναμένεται να έχει λάβει κανείς ορισμένες σημαντικές αποφάσεις για το πώς θέλει να ζήσει που θα τον βοηθήσουν να παλέψει προς την κατεύθυνση που προτιμά. Εάν επιθυμεί να γίνει γονιός, είναι μια περίοδος που το ερώτημα «πότε;» μπαίνει ισχυρότερο μπροστά του. Εάν πάλι νιώθει αβέβαιος για την επαγγελματική του επιλογή, τα περιθώρια αλλαγών στενεύουν σε σχέση με την περίοδο που την πρωτοέκανε (θεωρητικά στα 18). Ας σημειώσουμε εδώ ότι το περιθώριο διόρθωσης ή αλλαγής είναι βέβαια πάντα εν ενεργεία στη ζωή μας.

Με ποιον τρόπο μπορούμε να κάνουμε το χρόνο φίλο μας και όχι απειλή; Καταρχήν βάζοντας προτεραιότητες. Σε κάθε περίοδο της ζωής μας ανοίγουν νέα κεφάλαια προς εξερεύνηση και νέοι στόχοι μπορούν να μπαίνουν. Παρά την πίεση που το κάθε άτομο δέχεται από το οικείο περιβάλλον και από τον ευρύτερο περίγυρο, οι ατομικές προτεραιότητες δεν (πρέπει να) υπαγορεύονται από αυτά. Σε κάθε περίπτωση, βοηθά τη σχέση μας με τον χρόνο το βίωμα ότι έχουμε ικανοποιήσει ή ότι είμαστε στο δρόμο προς εκπλήρωση των επιθυμιών που σε κάθε περίοδο ζωής μας είναι σημαντικότερες για εμάς. Μπορεί ορισμένες φορές όλη η ζωή να στρέφεται γύρω από έναν μεγάλο στόχο. Η αφιέρωση της ζωής σε έναν προσωπικό σκοπό μπορεί να μοιάζει σε κάποιους χάσιμο χρόνου, όμως για άλλους είναι η ουσία της ζωής τους (δείτε το σχετικό video εδώ).

Πολλές φορές τα εσωτερικά ταξίδια στο παρελθόν ή στο μέλλον απαλύνουν τον ψυχισμό και τα έχουμε ανάγκη για να ηρεμήσουμε σε μια περίοδο θλίψης, στρες, ή για να αντέξουμε κάποιες ιδιαίτερα επίπονες καταστάσεις. Ο αμυντικός μηχανισμός της παλινδρόμησης συνδέεται με την ανακούφιση που βιώνει ο ψυχισμός επιστρέφοντας σε μια παρελθούσα φάση ζωής, όταν το παρόν βιώνεται ως τραυματικό (Anna Freud, 1936- εκδ. 2007). Η διαρκής μετάθεση μιας επιθυμίας μας χρονικά στο μέλλον ή η «λατρεία» μας για μια περίοδο που έχει περάσει (καθήλωση), λειτουργούν αρνητικά στη σχέση μας με τον χρόνο. Στην πρώτη περίπτωση το άτομο νιώθει να βρίσκεται διαρκώς σε μια κατάσταση αναμονής, με αποτέλεσμα να χάνει το παρόν και τελικά να χάνει την ευκαρία να ζήσει αυτή τη μοναδική ζωή που έχει. Στη δεύτερη περίπτωση μοιάζει σαν κάποιος, ενώ είναι ζωντανός, να έχει «πεθάνει» μετά το τέλος της «χρυσής του περιόδου». Και πάλι το παρόν χάνεται και η ζωή του κυλά χωρίς τη δική του συμμετοχή.

Οι «ανοιχτοί λογαριασμοί» στη ζωή κάποιου, ενισχύουν την αίσθηση ότι ο χρόνος κυλά ανισόρροπα, δηλαδή είτε πολύ γρήγορα, είτε όμως και ότι είναι άπλετος (οπότε ότι μπορούν να λύσουν τις εκκρεμότητές τους εν καιρώ). Συνήθως αφορούν θέματα που φοβόμαστε να αγγίξουμε για τον ένα ή τον άλλο λόγο, θέματα που μας γεννούν βαθιά συναισθήματα και αγγίζουν τραυματισμένες πλευρές της ψυχής μας. Επίσης μπορεί να αφορούν θέματα που αν ανοίξουν ίσως σημάνουν το τέλος μιας κατάστασης όπως έχει ως τώρα και την ανάγκη για μια νέα μορφή στη σχέση, τη δουλειά και τη ζωή μας γενικότερα. Να μην ξεχνάμε ακόμη πως η υψηλή libido (Freud) δημιουργεί στο άτομο μια διαρκή επιθυμία που ψάχνει διάφορους τρόπους εκτόνωσης, έκφρασης και τελικά ικανοποίησης. Ακόμη και μια ζωή ολόκληρη μπορεί να μη φτάνει σε κάποιον για να βιώσει την ικανοποίηση της Επιθυμίας του!

Το «timing» που ακούμε συχνά αφορά ακριβώς τη σύμπτωση χρονικής στιγμής και της επιθυμίας. Πολλές φορές δεν μπορούμε να το επιτύχουμε με αποτέλεσμα την αίσθηση της έλλειψης χρόνου, της ζωής φανταστικούς χρόνους (παρελθοντικούς ή μελλοντικούς) και πάντως την ανάγκη να ξεπηδήσουμε από το παρόν σε άλλους χωροχρόνους. Τα φανταστικά ταξίδια στο χρόνο είναι ανακουφιστικά και απαραίτητα για τον ψυχισμό μας. Άλλωστε μας βοηθούν να παλέψουμε για ένα παρόν που θα συμβάλλει στο πώς θέλουμε να είμαστε και στο μέλλον. Παρελθόν – παρόν – μέλλον… Είναι οι διαστάσεις του δικού μας προσωπικού χρόνου και ορίζουν τη μοναδική ζωή που έχουμε να ζήσουμε. Ανεξάρτητα από το πώς ο καθένας διαλέγει να διαχειρίζεται την πραγματική και συμβολική διάσταση του χρόνου του, ένα είναι το σημαντικό: Σε κάθε χρόνο της ζωής μας να είμαστε παρόντες.

Πόσο διαρκεί το «τώρα»;

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το αίσθημα του «τώρα» διαρκεί γύρω στα τρία δευτερόλεπτα.

Μια συνηθισμένη αγκαλιά διαρκεί περίπου τρία δευτερόλεπτα, σύμφωνα με έρευνα Βρετανών ψυχολόγων, που βασίστηκε στην μελέτη των εναγκαλισμών που ανταλλάσσουν οι αθλητές στους Ολυμπιακούς αγώνες.

Η τυπική αγκαλιά κρατά όσο περίπου και μια σειρά από πολλές άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες και φυσιολογικές νευρολογικές διαδικασίες (από το κούνημα του χεριού όταν λέμε αντίο, μέχρι τη διάρκεια της χαλαρής αναπνοής), πράγμα που ενισχύει την επιστημονική θεωρία ότι περνάμε τη ζωή μας, χωρίς φυσικά να το συνειδητοποιούμε, αντιλαμβανόμενοι το παρόν (το «τώρα») σε διαδοχικά διαστήματα των τριών δευτερολέπτων.

Κάτι ανάλογο, σύμφωνα με μελέτες ζωολόγων, συμβαίνει και σε πολλά άλλα ζώα, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι πολλές ενέργειές τους, από το μάσημα μέχρι την αφόδευση, διαρκεί γύρω στα τρία δευτερόλεπτα.

Η αναπτυξιακή ψυχολόγος Έμες Νάγκι, του Πανεπιστημίου του Νταντί, που δημοσίευσε τη σχετική μελέτη στο επιστημονικό έντυπο Journal of Ethology, ανέλυσε καρέ-καρέ μια σειρά από βίντεο, από τελικούς 21 ολυμπιακών αθλημάτων στους αγώνες του 2008, καταγράφοντας εκατοντάδες αγκαλιές ανάμεσα σε αθλητές, συναθλητές και ανταγωνιστές, προπονητές, συγγενείς και φίλους. Ανεξάρτητα από το φύλο και την χώρα προέλευσης του αθλητή, οι αγκαλιές διαρκούσαν κατά μέσο όρο τρία δευτερόλεπτα.

Όπως μάλλον αναμενόταν, οι αθλητές αγκάλιαζαν λίγο περισσότερο τους προπονητές τους σε σχέση με τους συναθλητές τους στην ίδια ομάδα, ενώ αγκάλιαζαν λιγότερο τους ανταγωνιστές τους από άλλη ομάδα.

Το εύρημα ενισχύει την πεποίθηση μερικών ψυχολόγων, ότι η περίοδος των τριών δευτερολέπτων αποτελεί τη βασική χρονική μονάδα που καθορίζει την αντίληψη των ανθρώπων για την (εκάστοτε) παρούσα στιγμή. Με άλλα λόγια, το αίσθημα του «τώρα» διαρκεί γύρω στα τρία δευτερόλεπτα.

Η χρονική αυτή διάρκεια των τριών δευτερολέπτων έχει διαμορφώσει θεμελιακά την ανθρώπινη βιολογική και κοινωνική εξέλιξη, σύμφωνα με τον νευρο-ηθολόγο Τζιόφρι Γκέστνερ, του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στο Αν Αρμπορ.

Αν η χρονική αντίληψη του «τώρα» ήταν πολύ μικρότερή, για παράδειγμα λίγα χιλιοστά του δευτερολέπτου, τότε θα αντιδρούσαμε υπερβολικά γρήγορα στα εξωτερικά ερεθίσματα, π.χ. στις απειλές του περιβάλλοντος, αντιλαμβανόμενοι ως απειλητικά -χωρίς λόγο- πράγματα που δεν θα έπρεπε, όπως το πέταγμα μιας μπάλας προς εμάς.

Από την άλλη, αν το «τώρα» κρατούσε περισσότερο, π.χ. ένα λεπτό, πολλά πράγματα μπορεί να συνέβαιναν στο φυσικό περιβάλλον σε αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα, στα οποία δεν θα προλαβαίναμε να αντιδράσουμε.

Με άλλα λόγια, το χρονικό διάστημα των τριών δευτερολέπτων αποτελεί μια «χρυσή τομή» που διευκολύνει την επιβίωσή μας.

Ο ψυχοβιολόγος Κόλιν Τρεβάρτεν, του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, συμφωνεί ότι το χρονικό διάστημα των τριών δευτερολέπτων έχει καθοριστική σημασία και αποτελεί το (χρονικό) θεμέλιο της συνειδητής εμπειρίας μας, σε συνδυασμό όμως με άλλους ρυθμούς, όπως τα άμεσα αντανακλαστικά, που δείχνουμε σε κλάσματα του δευτερολέπτου, και συμβάλλουν για να διαμορφώνει ένας άνθρωπος την συνολική φυσική αίσθηση του χρόνου, η οποία δεν είναι άκαμπτη, αλλά «εύκαμπτη» και «νοητική».

Αυτό φαίνεται και από μια νέα βρετανική έρευνα, η οποία διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που ζουν έντονη ζωή, μπορεί να μην ζουν όντως περισσότερα χρόνια, όμως αισθάνονται σαν να ζουν, κάτι που έρχεται να επιβεβαιώσει τον υποκειμενικό χαρακτήρα της αντίληψης του χρόνου.

Ο εγκέφαλός μας «μετρά» το χρόνο χρησιμοποιώντας ένα είδος «εσωτερικού ρολογιού» και όσα περισσότερα γεγονότα πρέπει να καταγράψει, ανάλογα με το πόσο δραστήριος είναι κανείς, τόσο περισσότερο ο άνθρωπος αυτός έχει το υποκειμενικό αίσθημα ότι ο χρόνος κυλάει πιο αργά, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Οι επιστήμονες Μίσα Αρενς και Μάνις Σαχάνι, του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, που δημοσίευσαν τη μελέτη στο επιστημονικό έντυπο Current Biology, έκαναν πειράματα με 20 εθελοντές, στους οποίους, για μια καθορισμένη χρονική περίοδο, έδειξαν δύο βίντεο: ένα με μια στατική εικόνα όπου δεν υπήρχε καμία δράση και ένα που περιλάμβανε μια τυχαία εναλλαγή διαφόρων ερεθισμάτων.

Όταν οι εθελοντές κλήθηκαν να αξιολογήσουν πόσο χρόνο διήρκεσε το βίντεο, όσοι είχαν δει αυτό με τη δράση, ήταν πολύ πιο ακριβείς. Οι εθελοντές είδαν επίσης το βίντεο σε δύο διαφορετικές ταχύτητες και, όταν πάλι κλήθηκαν να πουν πόσο αυτό κράτησε, είπαν ότι η χρονική διάρκειά και των δύο βίντεο ήταν ίδια, ενώ στην πραγματικότητα το βίντεο που είχε παιχτεί με μεγαλύτερη ταχύτητα, κράτησε λιγότερο.

Οικονομική κρίση: μια ευκαιρία κατανόησης του εαυτού σας

Μία από τις λέξεις που χρησιμοποιείται περισσότερο από κάθε άλλη το τελευταίο χρονικό διάστημα, είναι η λέξη «κρίση». Ακούγεται από τα στόματα όλων των ηλικιών, των φύλων, των κοινωνικών στρωμάτων, των επαγγελμάτων. Τι σημαίνει όμως κρίση;

Σύμφωνα με τον Caplan (1964), η κρίση είναι μια «ψυχολογική αποσταθεροποίηση του ατόμου που έρχεται αντιμέτωπο με μια επικίνδυνη περίσταση, η οποία αποτελεί για το ίδιο το άτομο ένα σημαντικό πρόβλημα, το οποίο, προς το παρόν, αδυνατεί τόσο να αποφύγει όσο και να επιλύσει, χρησιμοποιώντας τις συνήθεις στρατηγικές επίλυσης προβλημάτων».

Πρόκειται δηλαδή για μια συνθήκη διαταραχής της ομοιόστασης του ανθρώπου, όπου το άτομο χάνει την ψυχική του ισορροπία και έρχεται αντιμέτωπο με δύο επιλογές, είτε να οδηγηθεί στην ψυχολογική ανάπτυξη είτε στην ψυχολογική αποδιοργάνωση.

Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που θα καθορίσουν το τελικό αποτέλεσμα;

Την προσαρμογή ή μη δηλαδή του ατόμου στα νέα δεδομένα; Καταρχήν έχει κανείς να γνωρίζει ότι η αντίδραση στην κρίση αποτελεί μια φυσιολογική αντίδραση σε μια μη φυσιολογική κατάσταση. Δεν αποτελεί λοιπόν είδηση, κατά την διάρκεια μιας κρίσης, η εμφάνιση αισθημάτων άγχους, φόβου, αγωνίας, απογοήτευσης, μοναξιάς και μάλιστα κατά την εμφάνιση των απροσδόκητων αλλαγών το άτομο μπορεί να χάσει προσωρινά την ψυχραιμία του αλλά και την ικανότητά του να λάβει αποφάσεις.

Επίσης, είναι πολύ πιθανό να εμφανιστούν ενοχλήσεις ψυχοσωματικής φύσεως, όπως για παράδειγμα πονοκέφαλοι, ημικρανίες, στομαχικές ενοχλήσεις, στηθαγχικό άλγος, διαταραχές ύπνου, οι οποίες αντικατοπτρίζουν την δυσφορία και την πίεση που βιώνει το άτομο. Ξαφνικά λοιπόν, το παρελθόν εξιδανικεύεται και το μέλλον διαγράφεται ανύπαρκτο ή ολέθριο. Η έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, αποτέλεσε για τον ελληνικό πληθυσμό ένα εξαιρετικά καταστροφικό αλλά και απειλητικό γεγονός, το οποίο ο καθένας ξεχωριστά καλείται να αντιμετωπίσει αξιοποιώντας όλες τις πρακτικές αλλά και ψυχικές του δυνάμεις.

Η ύπαρξη και το μέγεθος των ψυχικών αυτών δυνάμεων εξαρτώνται αρχικά από ανάλογες προηγούμενες εμπειρίες του ατόμου. Ένα άτομο το οποίο έχει έρθει αντιμέτωπο στο παρελθόν με δυσκολίες που διακίνησαν ανάλογα συναισθήματα και απαιτούσαν συναισθηματική προσαρμογή, έχει την ιδιότητα να ανακαλεί τους τρόπους με τους οποίους κατάφερε να επιβιώσει εκείνη την χρονική στιγμή και να τους εφαρμόσει ξανά.

Επίσης, η διατήρηση της προσωπικής αίσθησης για τα πράγματα και τις εξελίξεις αποτελεί ένα σημαντικό προστατευτικό παράγοντα απέναντι στις ψυχολογικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης.

Σύμφωνα επιπλέον με έρευνες, η σύσφιξη των διαπροσωπικών σχέσεων αποτελεί σημαντική πηγή στήριξης καθώς τα άτομα που έρχονται σε επαφή με το κοινωνικό τους περιβάλλον, οικογενειακό και φιλικό, ανταπεξέρχονται με μεγαλύτερη ευκολία στις δυσκολίες. Η έμφαση επίσης στα θετικά χαρακτηριστικά και στα μέχρι τώρα «καλά» που έχει ο καθένας επιτύχει στη ζωή του, αποτελούν έναν επιπλέον τρόπο ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης και της υποκειμενικής αίσθησης και αντίληψης των πραγμάτων.

Αντίθετα, οι αρνητικές σκέψεις, η καταστροφολογία, οι τύψεις, η έμφαση στο τι θα έπρεπε να έχει κάνει κανείς διαφορετικά, δεν βοηθούν το άτομο να βρει την ισορροπία του μέσα στη δύσκολη αυτή κατάσταση. Τα θετικά χαρακτηριστικά που έχει κάθε άνθρωπος αλλά και οι ευχάριστες αναμνήσεις και εμπειρίες, όπως επίσης και η έμφυτη τάση του ανθρώπου για προχώρημα, εξέλιξη και ζωή δεν μπορούν να χαθούν και να καταστραφούν από εξωτερικές συνθήκες, όσο αντίξοες και αν είναι αυτές.

Αλίμονο βέβαια και εάν κανείς υποστηρίξει ότι η περίοδος που διανύουμε είναι εύκολη και το ότι θα έπρεπε όλοι οι άνθρωποι να μπορούν ανταπεξέλθουν εύκολα στις δυσκολίες που έχουν προκύψει. Αλίμονο και εάν κανείς πίστευε ότι η ψυχική ανάκαμψη θα εξαλείψει τις καθημερινές οικονομικές δυσκολίες του «εδώ και τώρα». Αλίμονο όμως και εάν στην «κρίση» απαντάει κανείς με επιπλέον στέρηση στον τρόπο που στέκεται απέναντι στη ζωή. Τότε είναι που σίγουρα οι ίδιοι θα έχουμε σπρώξει τον εαυτό μας στον γκρεμό.

Αν μείνει κανείς στο ότι «φταίνε οι καιροί» που δεν μπορεί να χαρεί, τότε στερεί από τον εαυτό του την δυνατότητα να αλλάξει και να ζήσει την ζωή του με βάση τις δικές του επιθυμίες, ανάγκες και λαχτάρες. Τότε είναι που η κρίση γίνεται το «μοιραίο» και κανείς δεν μπορεί να σωθεί από αυτήν.

Ο άνθρωπος λοιπόν καλείται να αναθεωρήσει τις αξίες του, το σύστημα που αξιολογεί το περιβάλλον του αλλά και τον εαυτό του. Πρέπει να βρει νέες πηγές για να αντλεί ευχαρίστηση. Η ικανότητα προσαρμογής μας διέσωζε πάντα στο πέρασμα των αιώνων και αυτήν έχει να αναζητήσει ο καθένας. Δεν είναι βέβαια αυτονόητο ότι όλοι οι άνθρωποι είναι σε θέση να ελιχθούν άμεσα και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτή τη νέα κατάσταση, αρκεί όμως να υπερασπιστούν την επιθυμία τους για ζωή.

Σκοπός δεν είναι να μην υπάρχουν τα «δύσκολα» στη ζωή μας, αλλά να μπορούμε να τα αντιμετωπίζουμε και να μην στιγματίζουν αυτά όλη μας την πορεία. Αρκεί να παλέψει κανείς να μην μετατρέψει τα δύσκολα σε «άσχημα και μη αναστρέψιμα».

Οι επιπτώσεις της έλλειψης μητρικής αγάπης στην κόρη

Ο μύθος θέλει όλες τις μαμάδες του κόσμου να αποτελούν προσωποποίηση της απόλυτης, ανεξάντλητης αγάπης, της τρυφερότητας, της προστασίας και της στήριξης. Δεν είναι, όμως, πάντα έτσι. Υπάρχουν παιδιά που μεγαλώνουν με μαμάδες που δε μπορούν ή δεν ξέρουν πώς να τα αγαπήσουν. Και, ειδικά αν πρόκειται για κορίτσια που θα γίνουν με τη σειρά τους και αυτά κάποτε μαμάδες, οι πληγές που αφήνει μία τέτοια προβληματική σχέση μπορεί να είναι τεράστιες και αθεράπευτες.

Η Peg Streep, ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου Mean Mothers (Κακές Μητέρες), «θύμα» και η ίδια μιας τέτοιας σχέσης χωρίς τρυφερότητα από τη μητέρα της, μίλησε με δεκάδες γυναίκες για τις ανάγκες του βιβλίου. Σε αυτό παραθέτει τις μεγαλύτερες πληγές που μπορεί να αφήσει μία «κακή μητέρα» στην κόρη της, οι οποίες, όπως η ίδια λέει, δεν έχουν επιστημονική αλλά εντελώς εμπειρική βάση.

Με την ιδιότητα της ψυχοθεραπεύτριας, η Streep εξηγεί ότι οι πληγές αυτές έχουν να κάνουν με την θεωρία της προσκόλλησης, κατά την οποία στην βρεφική και νηπιακή ηλικία, η κόρη βλέπει για πρώτη φορά το είδωλό της στο πρόσωπό της μητέρας της: Αν, δηλαδή, η μητέρα της χαρίζει απλόχερα αγάπη και τρυφερότητα, το μωρό δένεται μαζί της με ασφάλεια. Μαθαίνει ότι το λατρεύουν και ότι είναι αξιαγάπητο και αυτό γίνεται αναπόσπαστο μέρος τη συνείδησής του, προσφέροντάς του ενέργεια και στέρεες βάσεις για να αναπτυχθεί.

Αντίθετα, η κόρη μιας μητέρας που δεν την αγαπά -ή που είναι συναισθηματικά απόμακρη, συγκρατημένη, ασυνεπής, υπερβολικά επικριτική ή σκληρή- μαθαίνει διαφορετικά πράγματα για τον κόσμο και τον εαυτό της. Μαθαίνει πως ο κόσμος είναι ανάξιος εμπιστοσύνης και ότι κανείς δε μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της. Αυτά και άλλα «μαθήματα» για τον κόσμο, αφήνουν στο παιδί που στη συνέχεια γίνεται γυναίκα, πληγές, οι οποίες συχνά μόνο με ψυχοθεραπεία μπορούν να γιατρευτούν. Το πρώτο βήμα, όμως, λέει η Streep, είναι να τις αναγνωρίσει και να τις συνειδητοποιήσει κανείς.

Οι 7 πληγές της έλλειψης τρυφερότητας

Έλλειψη αυτοπεποίθησης
Η κόρη που δεν έχει αγαπηθεί δεν ξέρει ότι είναι άξια αγάπης και τρυφερότητας. Μπορεί να έχει μεγαλώσει νιώθοντας παραμελημένη, έχοντας εισπράξει κριτική ή αδιαφορία. Στο κεφάλι της ακούει μόνο μία φωνή, αυτή της μητέρας της, που της λέει όλα αυτά που δεν είναι (έξυπνη, όμορφη, καλή, άξια). Οι επιτυχίες και τα ταλέντα της θα συνεχίσουν να υπονομεύονται από τη φωνή αυτή, αν δεν υπάρξει κάποια παρέμβαση. Γυναίκες με τέτοια βιώματα λένε ότι νιώθουν να κοροϊδεύουν τους ανθρώπους γύρω τους και φοβούνται πως θα τις «ανακαλύψουν» αν απολαύσουν ποτέ οποιαδήποτε επιτυχία.

Έλλειψη εμπιστοσύνης
«Αναρωτιέμαι πάντα γιατί να θέλει κάποιος να γίνει φίλος μου», λέει μία γυναίκα που μεγάλωσε με μαμά που δεν την αγαπούσε. «Πάντα φοβάμαι πως όλοι κάτι μου κρύβουν και έμαθα στην ψυχοθεραπεία πως αυτό έχει να κάνει με τη μητέρα μου». Αυτά τα ζητήματα εμπιστοσύνης προέρχονται από την πεποίθηση πως όλες οι σχέσεις (φιλικές ή ερωτικές) είναι επί της αρχής αναξιόπιστες. Οι ψυχολόγοι λένε ότι κορίτσια που έχουν μεγαλώσει με αυτόν τον τρόπο «βιώνουν την αγάπη ως εμμονή, μία επιθυμία για ανταπόδοση και ένωση, με συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα, υπερβολική σεξουαλική έλξη και ζήλια».

Δυσκολία να θέσουν όρια
Πολλές κόρες, εγκλωβισμένες στην ανάγκη τους για τη μητρική φροντίδα και στην απουσία αυτής, αναφέρουν είτε ότι προσπαθούν πάντα να ευχαριστήσουν τους άλλους στις σχέσεις τους είτε ότι τους είναι αδύνατο να θέσουν όρια ώστε να δημιουργήσουν υγιείς και συναισθηματικά σταθερές σχέσεις. Πολλές τέτοιες κόρες, λοιπόν, δυσκολεύονται να δημιουργήσουν φιλικές σχέσεις με άλλες γυναίκες γιατί δεν τις εμπιστεύονται, δυσκολεύονται να πουν «όχι» στους άλλους ή αναζητούν τόσο έντονες σχέσεις, που ο άλλος τρομάζει και κάνει πίσω.

Δυσκολεύονται να δουν τον εαυτό τους όπως πραγματικά είναι
Μία γυναίκα αναφέρει αυτό που έμαθε από την ψυχοθεραπεία: «Όταν ήμουν μικρή, η μητέρα μου με κρατούσε πίσω με το να επικεντρώνεται στα ελαττώματά μου, ποτέ με τα επιτεύγματά μου. Μετά το κολλέγιο βρήκα διάφορες δουλειές, αλλά κάθε φορά τα αφεντικά μου είχαν παράπονο ότι δεν προσπαθώ αρκετά να αναπτυχθώ. Τότε κατάλαβα ότι είχα υιοθετήσει τον τρόπο με τον οποίον η μητέρα μου με ανάγκαζε να βλέπω τον κόσμο». Η αντίληψη αυτή έχει να κάνει με όσα έχουν πει στην κόρη αυτή καθώς μεγάλωνε, αναφορικά με τις ικανότητες και την εμφάνισή της. Και δεν έχει να κάνει απλά με έλλειψη αυτοπεποίθησης. Το πρόβλημα είναι πολύ πιο βαθύ.

Εξ ορισμού θέση η αποφυγή
Η έλλειψη αυτοπεποίθησης ή ο φόβος για καθετί καινούργιο θέτει, κάποιες φορές, τις γυναίκες αυτές σε αμυντική θέση, ώστε να αποφύγουν να πληγωθούν από κάποια κακή σχέση, αντί να κινητοποιούνται και να αναζητούν σταθερότητα. Οι γυναίκες αυτές, λένε οι ψυχολόγοι, μπορεί να δείχνουν ότι θέλουν να δημιουργούν σχέσεις, αλλά σε βαθύτερο επίπεδο μάλλον τις αποφεύγουν. Με τον τρόπο αυτόν, όμως, δεν θα καταφέρουν ποτέ να βρουν την αγάπη και την στοργή που πάντα αναζητούν.

Υπερβολική ευαισθησία
Μία κόρη που δεν έχει αγαπηθεί από τη μητέρα της μπορεί να είναι ευαίσθητη στην παραμέληση από τους άλλους, την πραγματική και τη φανταστική, ενώ ένα απλό σχόλιο μπορεί να επαναφέρει την επίπονη εμπειρία που είχε ως παιδί, χωρίς καν η ίδια να το συνειδητοποιήσει. Χρειάζεται τρομερή προσπάθεια από μία τέτοια γυναίκα για να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει οποιοδήποτε σχόλιο, χωρίς να πληγωθεί βαθιά από αυτό.

Αντιγράφοντας τον δεσμό της Μητέρας στις σχέσεις
Οι ψυχολόγοι λένε ότι είναι στη φύση των ανθρώπων να έλκονται από αυτό που γνωρίζουν –από καταστάσεις που, παρόλο που στο τέλος τους κάνουν δυστυχείς, τους είναι τουλάχιστον οικείες. Έτσι, είναι σύνηθες, κόρες που έχουν μεγαλώσει χωρίς αγάπη από τη μητέρα τους να αναζητούν ανθρώπους με αντίστοιχο ιστορικό. Όπως χαρακτηριστικά λέει μία γυναίκα «Παντρεύτηκα τη μητέρα μου. Ενώ ο άνδρας μου επιφανειακά ήταν εντελώς διαφορετικός από εκείνη, στο τέλος μου φερόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ήταν αδιάφορος και καθόλου τρυφερός, τρομερά επικριτικός και σπάνια υποστηρικτικός». Κατέληξε να πάρει διαζύγιο και από τον άνδρα της και από τη μητέρα της.

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ Η ΘΑΡΡΑΛΕΑ ΤΙΜΟΚΛΕΙΑ

<Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ Η ΤΙΜΟΚΛΕΙΑ του Domenico Zampieri, 1615 ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΟΥΒΡΟΥ.
Σε ηλικία 18 χρονών ο Αλέξανδρος πήρε μέρος στην πρώτη μεγάλη μάχη του, στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ,. στο πλευρό του πατέρα του Φιλίππου Β', βασιλιά του μακεδονικού βασιλείου.

Η μάχη ήταν καθοριστική και η νίκη των Μακεδόνων θα διαμόρφωνε την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος πολέμησε επικεφαλής του Θεσσαλικού ιππικού.

Η Τιμόκλεια ήταν μια Θηβαία αρχοντοπούλα, αδελφή του στρατηγού Θεαγένη, αρχηγού του στρατού της Θήβας στη μάχη της Χαιρώνειας.

Μετά τη νίκη του στρατηλάτη, η πόλη ισοπεδώθηκε, χιλιάδες σκοτώθηκαν και πουλήθηκαν ως δούλοι.

Ο Αλέξανδρος διατάσσοντας να μείνει ανέπαφη μόνο η οικία του ποιητή Πινδάρου, παράδωσε, ως τρόπαιο, την τιμή και την περιουσία όλων των Θηβαίων στο στρατό του.

Η Τιμόκλεια συλλαμβάνεται και οδηγείται στον Αλέξανδρο , γιατί σκότωσε ένα αξιωματικό από τη Θράκη.

Ο Αλέξανδρος την ρώτησε τι περίμενε να της συμβεί μετά από την πράξη της.

Εκείνη στάθηκε με γενναιότητα απέναντί του, δηλώνοντας ότι, αν δεν την κρατούσαν τα δεσμά της, θα τον κατασπάρασσε με τα ίδια της τα νύχια.

Ο Αλέξανδρος, εντυπωσιασμένος από το θάρρος της και δίκαιος, έδωσε εντολή ν’ αφεθεί η Τιμόκλεια ελεύθερη και οι στρατιώτες του να την προστατεύσουν και να την οδηγήσουν με ασφάλεια στο σπίτι του Πινδάρου.

Ιστορία της φιλοσοφίας της επιστήμης

 Οι αρχαίοι Έλληνες τεχνίτες, συμπεριλαμβανομένων των ναυτικών, αγροτών, αρχιτεκτόνων, εμπόρων, σιδηρουργών, ναυπηγών, γιατρών και χρονικογράφων, ήταν εξοικειωμένοι με μια μεγάλη ποικιλία υλικών, φυτών, ζώων, ανθρώπων, γεγονότων. Έσκαψαν σήραγγες, βρήκαν τρόπους να μεταφέρουν και να αποθηκεύσουν ευαίσθητα αγαθά, και μπορούσαν να ταυτοποιήσουν και να ανακουφίσουν σωματικούς και ψυχικούς πόνους. Διέσχισαν εθνικά σύνορα και αφομοίωσαν ξένες ιδέες και τεχνικές. Αρχαιολογικές ανακαλύψεις δείχνουν πόσα πολλά ήταν γνωστά, για παράδειγμα, σχετικά με τις ιδιότητες των μετάλλων, τις ενώσεις και τα κράματά τους, και με πόση επιδεξιότητα χρησιμοποιείτο αυτή η γνώση. Μια τεράστια ποσότητα πληροφορίας είχε κατασταλάξει στα έθιμα, τις μεθόδους παραγωγής και την κοινή λογική της εποχής.

Οι περισσότεροι Έλληνες θεωρούσαν τούτη την αφθονία δεδομένη. Δεν εντυπωσιάζονταν όλοι απ' αυτήν. Σκοπεύοντας σε κάτι βαθύτερο, ορισμένοι πρώιμοι στοχαστές άρχισαν το έργο της γνώσης ξανά από την αρχή, αυτή τη φορά χωρίς λεπτομέρειες αλλά με μεγαλύτερη σαφήνεια και ακρίβεια. Ήταν φιλόσοφοι γιατί προτιμούσαν τις λέξεις απ' τα πράγματα, τον συλλογισμό από την εμπειρία, τις αρχές από τους πρακτικούς κανόνες και δεν τους πείραζε αν οι ιδέες τους συγκρούονταν με παραδόσεις και φαινόμενα του προφανέστερου είδους. Ήταν επίσης θρησκευτικοί και κοινωνικοί μεταρρυθμιστές· χλεύαζαν τα λαϊκά έθιμα και δοξασίες, περιφρονούσαν τους θεούς της παράδοσης και τους αντικατέστησαν με τέρατα (παράδειγμα: ο Θεός του Ξενοφάνη, που είναι πλήρης σκέψεως και ισχύος αλλά του λείπει η συμπόνια). Ήταν επιπλέον επιστήμονες για τα πάντα. Δεν μίλαγαν από καθέδρας, συζητούσαν τις απόψεις τους και ορισμένες από τις ιδέες τους έχουν επιβιώσει ως σήμερα.

Έτσι ο Παρμενίδης ισχυρίστηκε ότι ο κόσμος είναι ένας, ότι δεν υπάρχει αλλαγή και διαίρεση και ότι οι ζωές των ανθρωπίνων υπάρξεων που περιείχαν και τα δύο ήταν μια χίμαιρα. Η απόδειξη (που την παρουσιάζει σαν αποκάλυψη από κάποια θεότητα) στηρίζεται σε τρεις υποθέσεις προφανείς όπως είπε: ότι το Ον υπάρχει (εστίν), ότι το μη-Ον δεν υπάρχει (ουκ εστίν) και ότι τίποτα δεν είναι πιο θεμελιώδες από το Ον.

Ο συλλογισμός στη συνέχεια προχωράει ως εξής: αν υπάρχει αλλαγή και διαφορά τότε υπάρχει μια μεταβολή από το Ον στο μη-Ον (που είναι η μόνη εναλλακτική δυνατότητα)· το μη-Ον δεν υπάρχει και συνεπώς ούτε η αλλαγή και η διαφορά υπάρχουν. Εδώ έχουμε ένα πρώιμο παράδειγμα της εις άτοπον απαγωγής (reductio ad absurdum) - έναν τύπο συλλογισμού που επέκτεινε το πεδίο των αποδεικτών αληθειών και το διαχώρισε από την διαίσθηση.

Η συλλογιστική βάση, εστίν, είναι ο πρώτος ρητά διατυπωμένος νόμος της διατήρησης - υποστηρίζει την διατήρηση του Όντος. Διατυπωμένος στην μορφή ότι τίποτα δεν προέρχεται από το τίποτα, υπεδείκνυε κι άλλους νόμους της διατήρησης όπως την διατήρηση της ύλης (Antoine Lavoisier) ή την διατήρηση της ενέργειας (Robert von Mayer, ο οποίος άρχιζε ένα αποφασιστικό άρθρο μ' αυτήν την αρχή). Η ομοιομορφία του Όντος επιβίωσε σαν ιδέα ότι οι βασικοί νόμοι πρέπει να είναι ανεξάρτητοι από το χώρο, το χρόνο και τις περιστάσεις. 'Για μας τους φυσικούς', έγραψε ο Αϊνστάιν, επαναλαμβάνοντας σχεδόν τον Παρμενίδη, 'η διάκριση ανάμεσα σε παρελθόν, παρόν και μέλλον δεν έχει άλλη έννοια από αυτή μιας ψευδαίσθησης, έστω και επίμονης'.

Μια τρίτη ομάδα που επηρέασε την Δυτική επιστήμη και την φιλοσοφία της ήταν οι ίδιοι οι πρώιμοι επιστήμονες. Διέφεραν από τους φιλόσοφους στο ότι προτιμούσαν τα συγκεκριμένα πράγματα και από τους τεχνίτες στην θεωρητική τους κλίση. Με εξαίρεση τους γιατρούς όπως τον Αλκμαίονα τον Κροτωνιάτη, που έγραψε ένα ιατρικό σύγγραμμα, και που έζησε, το πιθανότερο, στις αρχές του 5ου αιώνα πΧ, έγιναν επαγγελματίες μόνο την εποχή των Σοφιστών.

Κατά τα μέσα του 5ου αιώνα πΧ η αριθμητική, η γεωμετρία, η αστρονομία και η αρμονία ήταν ήδη φοβερά αντικείμενα διδασκαλίας (Πλάτων, Πρωταγόρας 318d-f). Ήταν επίσης κέντρα πνευματικής δραστηριότητας και δημόσιου ενδιαφέροντος· ακόμα κι ο Αριστοφάνης περιγελούσε του μαθηματικούς.

Οι συζητήσεις μεταξύ επιστημόνων, φιλοσόφων και αυτών των τεχνιτών που εξηγούσαν και υποστήριζαν τα εγχειρήματά τους με το γράψιμο, καθώς επίσης και οι πιο ειδικές συζητήσεις μεταξύ επιστημονικών, φιλοσοφικών και πρακτικών σχολών, σχηματίζουν μια πρώιμη, μάλλον ανομοιογενή και όχι πάντα πλήρως τεκμηριωμένη, φιλοσοφία της επιστήμης.

Έτσι μπορούμε να εικάσουμε ότι η μετάβαση από μια θεωρία της γεωμετρίας και των αριθμών που οι προτάσεις τους μπορούσαν να επαληθευθούν, μία προς μία, από διαισθητικά προφανείς διατάξεις (παραστάσεις με βότσαλα, σχήματα) σε συστήματα προτάσεων βασισμένων σε αρχές και αποδείξεις συνοδεύτηκε από ζωηρές αντιδικίες - αλλά είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τα στάδια και τα πρόσωπα. Σε πολλά αντικείμενα οι 'επιστημονικές' υποθέσεις ήταν στενά αναμεμιγμένες με μαγικές και θρησκευτικές ιδέες.

Αυτό ενοχλεί τους ιστορικούς που θέλουν να περιγράψουν το παρελθόν ακριβώς όπως ήταν αλλά χωρίς να αποδώσουν τιμές σ' αυτό που οι ίδιοι θεωρούν δεισιδαίμονες ανοησίες. Αυτό δεν ενοχλούσε τον συγγραφέα του Περί της Ιερής Νόσου, που περιγελούσε την ιατρική του ναού και θεωρούσε την υγεία και την αρρώστια καθαρά φυσικά φαινόμενα ή τον συγγραφέα του Περί Αρχαίας Ιατρικής που απέρριπτε την φιλοσοφία επειδή ήταν πολύ απόμακρη για ιατρική χρήση. Οι πραγματείες του Γαληνού για την φύση της επιστήμης σκιαγραφούν την διαμάχη μεταξύ εμπειρικών και θεωρητικών τον 2ο αιώνα μΧ.

Σε αντίθεση με αυτές τις τοπικές φιλονικίες, ο Πλάτων προσπάθησε να χτίσει μια φιλοσοφία που συνδύαζε την τεχνική υπεροχή με την θρησκεία και μια συστηματοποιημένη πολιτική. Τον βοήθησαν διαπρεπείς επιστήμονες.

Ξεκινώντας από τις θεϊκές ιδιότητες της κρίσης, της σύνεσης και της σοφίας (Νόμοι 892b2 κε.), ο Πλάτων πρόβαλε ως αξίωμα ότι οι βασικοί νόμοι του σύμπαντος πρέπει να είναι απλοί και διαχρονικοί. Οι κανονικότητες που παρατηρούνται, είπε, δεν αποκαλύπτουν βασικούς νόμους. Εξαρτώνται από την ύλη που είναι ένας παράγοντας αλλαγής. Ακόμα και τα πιο καλά εδραιωμένα αστρονομικά γεγονότα δεν διαρκούν για πάντα (Πολιτεία 530a8 κε.) Συνεπώς για να βρούμε τις αρχές, ας πούμε, της κίνησης των πλανητών είναι αναγκαίο να αναπτύξουμε μαθηματικά μοντέλα 'και να αφήσουμε τα φαινόμενα των ουρανών κατά μέρος' (Πολιτεία530b7 κε.).

Όλως παραδόξως, αυτό το απόσπασμα διασύρθηκε από επιστήμονες, οι οποίοι, έχοντας πλήρη επίγνωση των πολλών παρεκκλίσεων που κρύβουν την 'καθαρή περίπτωση' (διαταραχές, επιδράσεις της παλιρροιακής τριβής, μετάπτωση, ατμοσφαιρική διάθλαση, αστοχία οργάνων, υποκειμενικά σφάλματα, κλπ, στη περίπτωση της κίνησης των πλανητών), συχνά ξεκινούσαν με θεωρίες και λάβαιναν υπόψη τους τις παρατηρήσεις μόνο αργότερα. Η θεωρία είναι που μας διδάσκει τι είναι οι παρατηρήσεις και τι σημαίνουν, είπε ο Αϊνστάιν. Σημαντικές ανακαλύψεις (η σταθερότητα του πλανητικού συστήματος, οι λεπτομέρειες της κίνησης Μπράουν, ο σωματιδιακός χαρακτήρας του φωτός, οι σχέσεις αβεβαιότητας) έγιναν προχωρώντας με αυτόν τον τρόπο.

Εντούτοις δεν ήταν αυτή η διαδικασία που πρόκρινε ο Αριστοτέλης. Παίρνοντας την εμπειρία στην ονομαστική της αξία, προσπάθησε να συμφιλιώσει τις παρατηρήσεις, την κοινή λογική και την αφηρημένη σκέψη. Ήταν ο πρώτος συστηματικός φιλόσοφος της επιστήμης στην Δύση. Έθεσε πολλά από τα προβλήματα που συνθέτουν σήμερα το αντικείμενο και πρότεινε λύσεις που παραμένουν έγκυρες. Περιέγραψε τον τρόπο που τα γεγονότα μετατρέπονται σε έννοιες, και ακόμα παραπέρα, σε αρχές (Αναλυτικά ύστερα 99b35 κε.) και τον τρόπο που τα αντικείμενα προκαλούν τις αντιλήψεις (Περί Ψυχής 418a4 κε., 424a17 κε.).

Για τον Αριστοτέλη αυτές ήταν φυσικές διαδικασίες που υπάκουαν στους γενικούς του νόμους για την κίνηση και εξασφάλιζαν την συνοχή του εμπειρισμού του. Η συμπερασματική δομή που πρότεινε για τις εξηγήσεις εξυπηρετούσε την παρουσίαση, όχι την ανακάλυψη, της γνώσης: ο Αριστοτέλης δεν είχε σαφή θεωρία για την έρευνα. Εντούτοις μας άφησε παραδείγματα που δείχνουν τι έκανε.

Άρχιζε με τα 'φαινόμενα'. Αυτά μπορούσαν να είναι παρατηρήσεις, κοινές αντιλήψεις, παραδοσιακές δοξασίες, εννοιολογικές σχέσεις ή οι απόψεις προηγούμενων στοχαστών. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιούσε ειδικές ομάδες για να τα συγκεντρώνει· ίδρυσε ένα μουσείο φυσικής ιστορίας και μια βιβλιοθήκη χαρτών και χειρογράφων και έθεσε τα θεμέλια όλων των ιστοριών της Ελληνικής φιλοσοφίας, των μαθηματικών, της αστρονομίας, της ιατρικής και των μορφών διακυβέρνησης.

Στη συνέχεια ανέλυε τα φαινόμενα σε ένα συγκεκριμένο τομέα· έβγαζε συμπεράσματα και αφαιρούσε τις αντιφάσεις, μένοντας πιστός στην παρατήρηση όταν ο τομέας ήταν εμπειρικός ή στην γλωσσική χρήση όταν ήταν αφηρημένος. Η αντίληψή του για τον χώρο, για παράδειγμα, διατηρεί την ιδέα ότι ο χώρος είναι κάτι που περιλαμβάνει είδη, αλλά με την έννοια του 'είναι εντός' απαλλαγμένη από παράδοξα. Τελικά, σχημάτιζε ορισμούς για να συγκεφαλαιώνει όσα είχε αποκομίσει.

Μια γενική θεωρία της αλλαγής και της αλληλεπίδρασης, οι εννοιολογικές δυνατότητες που εξετάζονται, για παράδειγμα, στα Μετά τα φυσικά του, και μια θεωρία των μαθηματικών που εξηγούσε το πώς οι μαθηματικές έννοιες λειτουργούσαν στο κατά μεγάλο μέρος ποιοτικό του σύμπαν έπαιξαν τον ρόλο του πλαισίου εργασίας. Ο Αριστοτέλης επίσης ξεκίνησε και προχώρησε σημαντικά την σπουδή των κοινωνικών, βιολογικών και ψυχολογικών φαινομένων. 'Κανείς πριν από τον Δαρβίνο δεν είχε μεγαλύτερη συμβολή στην κατανόηση μας για τον ζώντα κόσμο από τον Αριστοτέλη', έγραψε ο E. Mayr, ένας κορυφαίος σύγχρονος βιολόγος.

Η απαρχή της μοντέρνας επιστήμης υπονόμευσε σημαντικά μέρη του Αριστοτέλειου εγχειρήματος. Ήταν μια σύνθετη διαδικασία η οποία ακόμα δεν έχει κατανοηθεί πλήρως. Κάποιοι πρώιμοι ιστορικοί και φιλόσοφοι την έχουν περιγράψει με έναν απλό και μεροληπτικό τρόπο. Δεν αποτελεί έκπληξη. Οι ίδιοι οι συμμετέχοντες τους παραπλάνησαν.

Έτσι ο Νεύτωνας ισχυρίστηκε ότι οι φυσικοί νόμοι θα μπορούσαν να αποκαλυφθούν συλλέγοντας 'φαινόμενα' (τα οποία γι' αυτόν ήταν είτε επί μέρους πειραματικά ευρήματα είτε παρατηρήσιμες κανονικότητες σαν τους νόμους του Κέπλερ), συνάγοντας συμπεράσματα, γενικεύοντάς τα 'εξ επαγωγής' και ελέγχοντας το αποτέλεσμα συγκρίνοντάς το με περισσότερα γεγονότα.

Πίστευε ότι η βαρύτητα, οι νόμοι της κίνησης και οι βασικές ιδιότητες του φωτός είχαν ανακαλυφθεί και θεμελιωθεί με αυτήν ακριβώς την μέθοδο. Πρόσθεσε ότι οι γνωστοί νόμοι μπορούσαν να εξηγηθούν με 'υποθέσεις' και πρότεινε μια ποικιλία μοντέλων για να δώσει λογική στις ιδιότητες του φωτός και της ύλης.
Αυτή η εξήγηση προτείνει μια ιεραρχία που οδηγεί από παρατηρήσεις, μετρήσεις, χαμηλού επιπέδου γενικεύσεις και θεωρίες σε ολόκληρες επιστήμες και γενικευμένα θεωρητικά σχήματα.

Πράγματι, μια τέτοια ιεραρχία για πολύ καιρό αποτελούσε το υπόβαθρο των συζητήσεων γύρω από την υποστήριξη, τις επιπτώσεις, την επεξηγηματική (αναγωγική) δύναμη και την σημασία των επιστημονικών δηλώσεων. Επιστήμονες σαν τον Herschel και τον Whewell, και φιλόσοφοι σαν τον Μιλ, τον Carnap, τον Hempel, τον Ernest Nagel, τον Πόπερ, επαγωγιστές και παραγωγιστές ομοίως, χρησιμοποίησαν το σχήμα, συγκαταλέγοντας ό,τι ρωγμές αντιλήφθηκαν, σε 'μαρτυρίες', 'αρχικές συνθήκες', 'βοηθητικές υποθέσεις', 'προσεγγίσεις', 'νόμους αντιστοιχίας' και σε προτάσεις 'ceteris paribus' (αν όλα τ' άλλα μείνουν σταθερά). Με έναν καθαρά φορμαλιστικό τρόπο προφύλαξαν την συνάφεια της γνώσης 'στην κορυφή' και της συνέχειάς της με ό,τι συνέβαινε 'από κάτω'.

Η κωδικοποίηση από τον Καντ της Νευτώνειας επιστήμης, η προσπάθεια των λογικών εμπειριστών να 'επανασκευάσουν' ή 'επεξηγήσουν' την επιστήμη μεταφράζοντας την σε μια ομοιόμορφη γλώσσα και η ιδέα μιας ομοιόμορφης επιστημονικής μεθόδου με κέντρο την φυσική αύξησαν ακόμα παραπέρα την εντύπωση του συμπαγούς. Οι εναπομείναντες ρωγμές σκεπάστηκαν κάνοντας διάκριση, κατά τον Herschel, ανάμεσα στο γενικό πλαίσιο της ανακάλυψης και το γενικό πλαίσιο τής επαλήθευσης: το να ανακαλύπτεις νέους νόμους, γεγονότα, θεωρίες μπορεί να είναι μια τελείως ανορθολογική διαδικασία - αλλά το να θεμελιώνεις και να παρουσιάζεις τι έχει ανακαλυφθεί υπόκειται σε αυστηρούς και ορθολογικούς κανόνες. Αυτή η υπέροχα αρμονική και μάλλον καταπιεστική μυθιστοριογραφία εξαρθρώθηκε βαθμηδόν από μια σειρά εξελίξεων στην φιλοσοφία, την ιστορία και την κοινωνιολογία της επιστήμης καθώς επίσης και στις ίδιες τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες.

Προβλήματα συναντώνται ήδη στον Νεύτωνα. Συζητώντας την εξαγωγή του νόμου του για τη βαρύτητα, παραδέχεται ότι οι νόμοι τού Κέπλερ δεν είναι αυστηρώς ορθοί αλλά αποφασίζει να αγνοήσει 'αυτά τα μικρά και ανάξια λόγου σφάλματα' (Principia, αγγλική μτφρ Andrew Motte (1729), 401) που σημαίνει ότι οι εμπειρικές προκείμενές του είναι εξιδανικεύσεις. Ξεκινώντας από αυτό το σημείο, ο Duhem υποστήριξε ότι όλες οι πειραματικές αναφορές και οι χαμηλού επιπέδου νόμοι είναι εξιδανικεύσεις και ότι οι αντίστοιχες θεωρίες δεν περιγράφουν τίποτα, ενώ ο Cartwright έδειξε ότι τέτοιες θεωρίες είναι σχεδόν πάντα λανθασμένες.

Ο Νεύτωνας επίσης έδωσε διαφορετική βαρύτητα σε διαφορετικά φαινόμενα. Όντας αντιμέτωπος με γεγονότα που αντέφασκαν στις απόψεις του (για το φως), ξεκαθάρισε ότι τα δικά του αποτελέσματα είχαν ήδη αποφανθεί για το πρόβλημα. Ξανά παραδέχτηκε στην πράξη ό,τι είχε αρνηθεί στην φιλοσοφία, συγκεκριμένα ότι η συγκέντρωση δεδομένων εμπλέκει προσωπικές εκτιμήσεις. Πιο πρόσφατες έρευνες (Pickering, Galison, Rudwick και άλλοι), έχουν προσθέσει ότι τα επιστημονικά γεγονότα συνίστανται σε αψιμαχίες και συμβιβασμούς, ότι παγιώνονται καθώς απομακρύνονται από την αρχή προέλευσής τους, ότι κατασκευάζονται μάλλον παρά αποτελούν αναγνώσεις της φύσης, και ότι οι δραστηριότητες που τα παράγουν ή/και τα ταυτοποιούν σχηματίζουν σύνθετες και, όσον αφορά τη θεωρία, σχετικά αυτοδύναμες κουλτούρες. Ακόμα και νόμοι και θεωρίες που ανήκουν στο ίδιο γενικό πεδίο μπορούν να διαιρεθούν σε διαφορετικά πεδία με διαφορετικά κριτήρια. Υπάρχουν πολλές ασυνέχειες στην δήθεν ιεραρχία από το γεγονός στην θεωρία.

Εν τω μεταξύ ιστορικοί και κοινωνιολόγοι ρίχνουν μια νέα ματιά στα κέντρα εξουσίας, τα ινστιτούτα και τις κοινωνικές ομάδες· επισημαίνουν ότι οι επιστήμονες συχνά εξαρτώνται από το πατρονάρισμα και ότι διαλέγουν τα προβλήματά τους και τις μεθόδους τους σύμφωνα με αυτό· ερευνούν το πώς όργανα σαν το τηλεσκόπιο, το μικροσκόπιο, την αντλία αέρα, ή τα πειράματα σταγόνας ελαίου του Millikan μπορούσαν να παράγουν γεγονότα και να αλλάξουν απόψεις πολύ πριν εξηγηθούν θεωρητικά· καταγράφουν την πορεία των μεταβαλλόμενων σχέσεων μεταξύ φιλοσόφων (που είχαν ορίσει την πραγματικότητα), μαθηματικών (που είχαν ταξινομήσει τα συμβάντα σ' αυτήν) και τεχνιτών (που τους είχε αναγνωριστεί η επιδεξιότητα αλλά τους είχε απορριφθεί η κατανόηση).

Σε ένα πιο θεωρητικό επίπεδο εξερευνούν τον ρόλο όρων που δεν σχετίζονται άμεσα με την παρατήρηση και που περιγράφουν το πώς ακόμα και σχετικά απλές ενέργειες αντίληψης (όπως το να δεις μια μύγα) βαθμηδόν διαχωρίστηκαν σε διαδικασίες (μετάδοση του φυσικού φωτός· φυσιολογική αντίδραση του ματιού και του εγκέφαλου· ‘νοητικά’ φαινόμενα) των οποίων η αμοιβαία συνοχή αποτελεί ακόμα πρόβλημα.

Ο ρόλος της εμπειρίας αναδεικνύεται τεραστίως πιο σύνθετος από ότι είχαν υποθέσει οι εμπειριστές μέχρι και συμπεριλαμβανομένων των μελών του Κύκλου της Βιέννης. Η κοινή λογική και επιστήμες σαν την βιολογία, την μετεωρολογία, τη γεωλογία, την ιατρική παρέχουν άφθονες μαρτυρίες για κανονικότητες και εξαιρέσεις. Φύση είναι ό,τι συμβαίνει πάντα, ή σχεδόν πάντα, είπε ο Αριστοτέλης (Περί ζώων μορίων [De partibus animalium] 663b27 κε.).

Έτσι η πίστη σε άκαμπτους νόμους της φύσης που ενέπνευσε τον Γαλιλαίο, τον Ντεκάρτ και τους συνεχιστές τους, που έδωσε αφορμή σε σπουδαίες θεωρητικές αναπτύξεις και έγινε αποφασιστικό συστατικό τής μοντέρνας φυσικής, όχι μόνο δεν βασίστηκε στην εμπειρία αλλά συγκρούστηκε μαζί της σε πολλά πεδία. Αυτό διεύρυνε ακόμα περισσότερο το χάσμα μεταξύ κοινής λογικής, ποιοτικής γνώσης και το βαθμιαίως αναδυόμενο οικοδόμημα της μοντέρνας επιστήμης.

Το οικοδόμημα άρχισε να καταρρέει στον εικοστό αιώνα. Τα Μαθηματικά, φαινομενικά η πιο ασφαλής και καλά θεμελιωμένη επιστήμη, χωρίστηκε σε σχολές με διαφορετικές φιλοσοφίες και διαφορετικές συνθήκες για τα αποδεκτά αποτελέσματα.

Οι λογικοί υποστήριζαν ότι τα μαθηματικά ήταν μέρος της λογικής και συνεπώς τόσο αναμφισβήτητα και ακαταμάχητα όσο κι αυτός ο κλάδος. Οι ενορατιστές ερμήνευσαν τα μαθηματικά σαν ανθρώπινο εγχείρημα και συμπέραναν, για παράδειγμα, ότι ορισμένα θεωρήματα και μέθοδοι του Cantor δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά.

Προσπαθώντας να σώσει αυτόν αλλά και άλλους τομείς των κλασσικών μαθηματικών, ο Χίλμπερτ και οι συνεργάτες του τυποποίησαν τις σχετικές αποδείξεις και εξέτασαν τις προκύπτουσες δομές με έναν τρόπο που ικανοποιούσε τα κριτήρια των ενορατιστών.

Το πρόγραμμα κατάρρευσε όταν ο Γκαίντελ έδειξε ότι η ιδέα των μαθηματικών σαν περιεκτικό και αποδεικτικά συνεπές σύστημα ήταν ασυμβίβαστη. Ακολουθώντας τον Αϊνστάιν οι Reichenbach, Grünbaum, και Michael Friedmann ανέπτυξαν νέες φιλοσοφίες πάνω στον χώρο, το χρόνο και την επιβεβαίωση, ενώ η κβαντομηχανική άνοιξε μια άβυσσο μεταξύ του χωροχρόνου και της ύλης και έκλεισε την παραδοσιακή άβυσσο μεταξύ παρατηρητή και πραγματικότητας με τρόπο που προβληματίζει τους επιστήμονες και προκαλεί στους φιλόσοφους ταραχή.

Ο Wittgenstein και ο Quine αποκάλυψαν τους ευσεβείς πόθους που είναι συνυφασμένοι στον λογικό εμπειρισμό· βιολόγοι, χημικοί, ιστορικοί, κοινωνικοί επιστήμονες με την βοήθεια φιλοσόφων επαναξίωσαν μια ανεξαρτησία που κατείχαν κατά τον 19ο αιώνα, ενώ η 'Νέα Ιστορία' κατέκτησε επίπεδα συμπαγότητας που πριν ήταν αδιανόητα. Περιστοιχισμένος από τα ερείπια άλλοτε καλών θεμελιωμένων προτύπων γνώσης, ο Kuhn, στα 1962, πρότεινε μια νέα και, για τους περισσότερους φιλοσόφους, μάλλον ανατρεπτική αφήγηση της επιστημονικής αλλαγής. Σαν τον Αριστοτέλη, ο Kuhn έδωσε έμφαση στον συνεργατικό χαρακτήρα της επιστήμης και τον ρόλο των από κοινού χρησιμοποιούμενων γεγονότων, εννοιών, διαδικασιών.

Αλλά υποστήριξε επίσης ότι η αλλαγή (η 'εξέλιξη' στις παλαιότερες φιλοσοφικές εκδοχές) θα μπορούσε να διαρρήξει όλους τους λογικούς δεσμούς με το παρελθόν. Υιοθετώντας τις απόψεις του, κάποιος δεν θα μπορούσε πλέον να υποθέτει ότι η επιστήμη επισωρεύει γεγονότα ή ότι οι θεωρίες μπορούν να αναχθούν, κατά προσέγγιση, στις πιο ακριβόλογες και πιο περιεκτικές διάδοχές τους.

Το βιβλίο του Kuhn, Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων, ήταν η τελευταία μεγάλη απόπειρα μέχρι τώρα να υποταχθεί μια περίπλοκη πρακτική, η επιστήμη, στην αφηρημένη σκέψη. Συγκρούστηκε με σημαντικά συστατικά του ρασιοναλισμού. Μετά το 1962 οι φιλόσοφοι προσπάθησαν ή να ενισχύσουν αυτά τα συστατικά είτε να αποδείξουν ότι δεν βρίσκονταν σε κίνδυνο, ή εισήγαγαν λιγότερο δεσμευτικούς κανόνες ή διαφορετικά εστιάστηκαν σε προβλήματα φαινομενικά ανέγγιχτα από τον Kuhn. Παλαιότερες προσεγγίσεις παράγουν ακόμα ενδιαφέροντα αποτελέσματα (παράδειγμα η κατά Bayes αναβίωση από τον Achinstein των συζητήσεων του 19ου αιώνα για το φως και την ύλη, που φαινόταν να απαιτεί μια λιγότερο συστηματική αφήγηση).

Η συζήτηση μεταξύ ρεαλισμού και εμπειρισμού, που άλλαξε με την άφιξη της κβαντομηχανικής και οξύνθηκε με τις παρεμβάσεις των G. Maxwell, Richard Boyd, Ernan McMullin, Putnam, van Fraassen, Cartwright και άλλων, είναι ζωντανή όσο ποτέ. Ήδη πριν τον Kuhn ορισμένοι συγγραφείς είχαν επιλέξει γνωστικά μοντέλα επιστημονικής γνώσης που είναι νατουραλιστικά - δεν κάνουν διαχωρισμό ανάμεσα σε λογικούς και εμπειρικούς 'νόμους της σκέψης' - και βασίζονται σε επιμέρους μόνο ορθολογικά πρότυπα προσαρμογής. Άλλοι είχαν δώσει έμφαση σε λεπτομέρειες και εναντιώθηκαν σε πρόωρες γενικεύσεις.

Αυτοί οι ερευνητές εκτιμούν όσα έκανε ο Kuhn αλλά πιστεύουν ότι η προσέγγισή του είναι ακόμα πάρα πολύ αφηρημένη. Μελετούν συγκεκριμένα γεγονότα, παίρνουν συνεντεύξεις, εισβάλουν σε εργαστήρια, προκαλούν επιστήμονες, εξετάζουν τις τεχνολογίες τους, την εικόνα τους προς τα έξω, τις αντιλήψεις τους και εξερευνούν τους συχνά άγριους ανταγωνισμούς μεταξύ απόψεων, σχολών και μεμονωμένων ερευνητικών ομάδων. Ανακεφαλαιώνοντας τα συμπεράσματά τους μπορούμε να πούμε ότι το πρόβλημα δεν είναι πλέον πώς να αρθρωθεί ο μονόλιθος της επιστήμης αλλά τι να γίνει με την διασπαρμένη συλλογή από προσπάθειες που την έχουν αντικαταστήσει.

Ένα ζήτημα που συχνά έχει αγνοηθεί ή έχει αντιμετωπιστεί με έναν δογματικό τρόπο είναι η αυθεντία της επιστήμης. Είναι η επιστήμη η καλύτερη μορφή γνώσης που κατέχουμε ή είναι απλώς αυτή που έχει την μεγαλύτερη επιρροή;

Αυτός ο τρόπος να τίθεται το ερώτημα έχει καταντήσει τώρα απηρχαιωμένος. Η επιστήμη δεν είναι ένα πράγμα, είναι πολλά· δεν είναι κλειστή αλλά ανοιχτή σε νέες προσεγγίσεις. Αντιρρήσεις στην καινοτομία και στις εναλλακτικές λύσεις προέρχονται από συγκεκριμένες ομάδες με κατοχυρωμένα συμφέροντα κι όχι από την επιστήμη σαν σύνολο. Είναι συνεπώς δυνατό να κερδηθεί η κατανόηση και να λυθούν προβλήματα συνδυάζοντας κομμάτια και θρύψαλα της 'επιστήμης' με εκ πρώτης όψεως 'μη επιστημονικές' γνώμες και διαδικασίες.

Η αρχιτεκτονική, η τεχνολογία, η δουλειά στην τεχνητή νοημοσύνη, την επιστήμη της διοίκησης, την οικολογία, τη δημόσια υγεία και την κοινωνική ανάπτυξη αποτελούν τέτοια παραδείγματα. Καθαρά θεωρητικά αντικείμενα έχουν επωφεληθεί από ξένες επεμβάσεις. Κάποιος μπορεί να πετύχει ακόμα και μένοντας τελείως εκτός 'επιστήμης'. Πολλοί μη επιστημονικοί πολιτισμοί υποστήριξαν τα μέλη τους υλικά και πνευματικά. Βέβαια αντιμετώπισαν δυσκολίες - αλλά το ίδιο έπαθε και ο βασισμένος στην επιστήμη Δυτικός πολιτισμός μας. Ο παλιός ανταγωνισμός ανάμεσα σε πρακτική και θεωρία και ο σχετιζόμενος ανταγωνισμός ανάμεσα σε 'επιστημονικές' και 'μη επιστημονικές' προσεγγίσεις μπορεί να επιβιώνει ακόμα στην πράξη, ή σύμφωνα με κάποια αρχαϊκά σλόγκαν· εντούτοις έχει χάσει την περισσότερη από την φιλοσοφική του δηκτικότητα.

Εγωκεντρικοί Άνθρωποι

Οι εγωκεντρικοί Άνθρωποι, θεωρούν τον εαυτό τους το κέντρο του κόσμου .

Οι εγωκεντρικοί άνθρωποι έχουν παρόμοια ψυχολογικά χαρακτηριστικά με τους νάρκισσους, αλλά οι νάρκισσοι έχουν μια διαταραχή της προσωπικότητας σύμφωνα με ψυχιατρικούς όρους, ενώ οι εγωκεντρικοί έχουν μια πιο λάιτ εκδοχή.

Οι εγωκεντρικοί άνθρωποι:

 Το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι: Θεωρούν ότι μόνο οι δικές τους ανάγκες είναι σημαντικές
 Αγαπούν τους άλλους
 Μπορεί να μην αγαπούν ιδιαίτερα τον εαυτό τους/ συχνά έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση
 Θεωρούν ότι είναι πολύ σημαντικοί, το κέντρο του σύμπαντος
 Δεν ξέρουν πώς να καταλάβουν τους άλλους
 Το πρόβλημά τους είναι αυτή της αντίληψης, βλέπουν τον κόσμο όπως θέλουν και όχι όπως είναι (ανικανότητα)

Οι νάρκισσοι:

 Το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι: Θεωρούν σε υπερβολικό βαθμό ότι οι ίδιοι αξίζουν περισσότερο από όλους
 Αγαπούν αποκλειστικά τον εαυτό τους
 Θεωρούν ότι είναι οι καλύτεροι (και οι υπόλοιποι χειρότεροι/κατώτεροι)
 Έχουν υπερβολική αυτοπεποίθηση και αίσθηση προσωπικής αξίας
 Δε νοιάζονται για τους άλλους (έλλειψη επιθυμίας)

Πώς διαφέρει ο εγωκεντρισμός από τον ναρκισσισμό;

Ο εγωκεντρισμός είναι ένα ελάττωμα του χαρακτήρα, ενώ ο ναρκισσισμός προκύπτει από τον υπερβολικό εγωκεντρισμό, πιθανόν τραυματικές παιδικές εμπειρίες και αποτελεί ψυχιατρική διαταραχή (διαταραχή της προσωπικότητας).

Τα παιδιά είναι εγωκεντρικά!

Σύμφωνα με τον Πιαζέ, στην παιδική ηλικία ο άνθρωπος περνάει ένα στάδιο φυσιολογικού εγωκεντρισμού, που είναι μέρος της διανοητικής και ψυχολογικής του ανάπτυξης. Έτσι, τα παιδιά σε μικρή ηλικία βλέπουν και καταλαβαίνουν τα πράγματα μόνο μέσα από τη δικής τους οπτική γωνία, αντίληψη και εμπειρία, και δε μπορούν να καταλάβουν την οπτική γωνία του άλλου (γι’ αυτό και το μικρό παιδί γνωστικά δε μπορεί να ξεχωρίσει ότι το δεξί και το αριστερό χέρι του ανθρώπου που στέκεται απέναντί του δεν είναι στο ίδιο σημείο με το δικό του δεξί και αριστερό χέρι). Βέβαια, καθώς το παιδί μεγαλώνει βγαίνει από αυτό το εγωκεντρικό στάδιο εξέλιξης και μπορεί να καταλάβει ότι κάθε άνθρωπος έχει άλλες εμπειρίες, ανάγκες, επιθυμίες και ότι υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να αντιληφθεί κανείς το τι συμβαίνει γύρω του (πχ δεν είναι όλοι ή πολύ καλοί ή πολύ κακοί, υπάρχουν και ενδιάμεσες διαβαθμίσεις).

Εγωκεντρικοί Ενήλικες

Ο εγωκεντρισμός στους ενήλικες εκδηλώνεται ως μια αδυναμία να καταλάβει κανείς και να διαχειριστεί τις διαφορετικές απόψεις, πεποιθήσεις, αξίες και αντιλήψεις του άλλου. Το γεγονός ότι η πραγματικότητα μπορεί να είναι διαφορετική από αυτή που αντιλαμβάνεται το εγωκεντρικό άτομο μπορεί να του δημιουργήσει ένταση, στρες, άγχος και επίσης να δημιουργήσει δυσάρεστη ατμόσφαιρα γύρω του.
Συχνά έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση, που προέρχεται από το γεγονός ότι δυσκολεύονται στις κοινωνικές τους επαφές, οι άλλοι τους βλέπουν ως απόλυτους, δογματικούς, μονοκόμματους, άδικους..

Πώς ένας ενήλικας γίνεται εγωκεντρικός;

Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες θεωρίες, ένας άνθρωπος γίνεται εγωκεντρικός όταν στην παιδική του ηλικία οι γονείς του είναι υπερβολικά μαλακοί στην ανατροφή του, δεν του βάζουν όρια και τον επαινούν υπερβολικά.

Είδη εγωκεντρισμού

1. Εγωκεντρική Τύφλωση - η τάση να παραβλέπει κανείς δεδομένα ή αποδείξεις που δε συμβαδίζουν ή έρχονται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις και αξίες του ατόμου αυτού. 

Παράδειγμα: Αυτή είναι η κόρη μου. Είναι καταπληκτικό παιδί. Αποκλείεται να χτύπησε τη φίλη της και να της άνοιξε τη μύτη. Είναι ψέματα. Είναι πολύ καλό παιδί για να φερθεί έτσι.

2. Εγωκεντρική μνήμη – η τάση να ‘ξεχνάμε’ αποδείξεις και πληροφορίες που δε συμβαδίζουν με τις πεποιθήσεις μας και να ‘θυμόμαστε’ αποκλειστικά αυτές που μας συμφέρουν.

Παράδειγμα: Εγώ θυμάμαι ότι τα πήγα πολύ καλά στη συνάντηση που είχα με τον προϊστάμενό μου. Του είπα για τα σχέδια μου και τις φιλοδοξίες μου και μου έδωσε συγχαρητήρια για την ποιότητα της δουλειάς μου. Έτσι, ελπίζω ότι θα πάρω προαγωγή και θα έχω κι εγώ τη δική μου ομάδα (δεν ‘άκουσα’ επιλεκτικά όμως που με επέπληξε επειδή δε συνεργάζομαι με τους συναδέλφους και ότι είμαι οξύθυμος και δύσκολος στις επαγγελματικές σχέσεις και ακατάλληλος να γίνω project manager).

3. Εγωκεντρική μυωπία – διανοητική μυωπία βασισμένη σε δόγματα, σε άκαμπτες πεποιθήσεις και σε θεώρηση του κόσμου με παρωπίδες.

Παράδειγμα: Είμαι Έλληνας. Δε χρειάζεται να μάθω ξένες γλώσσες ή να καταλάβω τον πολιτισμό άλλων λαών επειδή ο ελληνικός πολιτισμός είναι ο καλύτερος. 

4. Εγωκεντρική αίσθηση υπεροχής έναντι των άλλων και ότι έχω αναντίρρητα τη σωστή άποψη – και η τάση να πιστεύουμε ότι οι απόψεις μας είναι σωστές επειδή τις πιστεύουμε εμείς.

Παράδειγμα: Είμαι ο καλύτερος γονιός. Σε χτυπάω για το καλό σου, γιατί μόνο έτσι θα γίνεις άνθρωπος. 

5. Εγωκεντρική υποκρισία – η τάση να ‘ξεχνάμε’ ή να παραβλέπουμε μεγάλες διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε αυτό που πιστεύουμε και αυτό που δείχνει η συμπεριφορά μας, ή το να έχουμε διπλά μέτρα και σταθμά, οπότε για το ίδιο πράγμα κρίνουμε χαλαρά τον εαυτό μας, ενώ καταδικάζουμε τους άλλους.

Παράδειγμα: Εγώ είμαι καλή πεθερά, καλός άνθρωπος, άνθρωπος της εκκλησίας. Θα ανακατεύομαι στο σπιτικό του γιού μου και εγώ θα τους λέω τι πρέπει να κάνουν και πώς να διαχειρίζονται το νοικοκυριό τους για να το αποδείξω.

6. Εγωκεντρική υπεραπλούστευση – η τάση να αγνοούμε πραγματικές και σύνθετες καταστάσεις στον κόσμο και να δίνουμε απλοϊκές εξηγήσεις γιατί αλλιώς θα έπρεπε να αλλάξουμε τις πεποιθήσεις ή τις αξίες μας.

Παράδειγμα: Είμαι άνεργος. Δε θέλω να εργαστώ σε χαμηλή θέση/με λίγα χρήματα/μακριά από το σπίτι μου/να ζοριστώ. Το ζώδιό μου λέει ότι τα άστρα δεν είναι σε ευνοϊκή θέση γι’ αυτό δε βρίσκω δουλειά.

7. Εγωκεντρική αμεσότητα – η τάση να υπερ-γενικεύουμε τα άμεσα συναισθήματα ή εμπειρίες μας, ανάλογα με το αν κάποιο γεγονός στη ζωή μας είναι πολύ καλό ή πολύ κακό, και να κρίνουμε ότι όλη μας η ζωή είναι καλή ή άσχημη ανάλογα με αυτή τη γενίκευση.

Παράδειγμα: Βλέπω την αγαπημένη μου ομάδα στο ποδόσφαιρο και χάνει το πρωτάθλημα. Νιώθω ότι είναι ολική καταστροφή, το τέλος, έχω χάσει την περηφάνειά μου, την τιμή μου και ντρέπομαι. Είμαι τόσο θυμωμένος που τσακώνομαι με όλο τον κόσμο και μου ΄ρχεται να τους σκοτώσω όλους.

8. Εγωκεντρικός παραλογισμός – η τάση να αγνοούμε τρόπο σκέψης που έχεις παράλογες ή γελοίες συνέπειες, ενώ αν έπρεπε να τις παρατηρήσουμε θα έπρεπε να αλλάξουμε τη στάση μας.

Παράδειγμα: Η γυναίκα μου είναι ο χειρότερος άνθρωπος στον κόσμο, δεν κάνει τίποτα από αυτά που εγώ θέλω και είναι υπεύθυνη για τη δυστυχία και το θυμό μου. Αν δεν ήταν αυτή θα ήμουν πολύ χαρούμενος, θα ήμουν άλλος άνθρωπος.

Διαλέξτε Αγάπη, Ηρεμία, Χαρά!