Σάββατο 12 Μαΐου 2018

ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἀγαμέμνων (587-635)

ΚΛ. ἀνωλόλυξα μὲν πάλαι χαρᾶς ὕπο,
ὅτ᾽ ἦλθ᾽ ὁ πρῶτος νύχιος ἄγγελος πυρός,
φράζων ἅλωσιν Ἰλίου τ᾽ ἀνάστασιν.
590 καί τίς μ᾽ ἐνίπτων εἶπε, «φρυκτωρῶν διὰ
πεισθεῖσα Τροίαν νῦν πεπορθῆσθαι δοκεῖς;
ἦ κάρτα πρὸς γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ.»
λόγοις τοιούτοις πλαγκτὸς οὖσ᾽ ἐφαινόμην.
ὅμως δ᾽ ἔθυον, καὶ γυναικείῳ νόμῳ
595 ὀλολυγμὸν ἄλλος ἄλλοθεν κατὰ πτόλιν
ἔλασκον εὐφημοῦντες ἐν θεῶν ἕδραις,
θυηφάγον κοιμῶντες εὐώδη φλόγα.
καὶ νῦν τὰ μάσσω μὲν τί δεῖ σέ μοι λέγειν;
ἄνακτος αὐτοῦ πάντα πεύσομαι λόγον.
600 ὅπως δ᾽ ἄριστα τὸν ἐμὸν αἰδοῖον πόσιν
σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαι — τί γὰρ
γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν,
ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ
πύλας ἀνοῖξαι; — ταῦτ᾽ ἀπάγγειλον πόσει·
605 ἥκειν ὅπως τάχιστ᾽ ἐράσμιον πόλει·
γυναῖκα πιστὴν δ᾽ ἐν δόμοις εὕροι μολὼν
οἵανπερ οὖν ἔλειπε, δωμάτων κύνα,
ἐσθλὴν ἐκείνῳ, πολεμίαν τοῖς δύσφροσιν,
καὶ τἄλλ᾽ ὁμοίαν πάντα, σημαντήριον
610 οὐδὲν διαφθείρασαν ἐν μήκει χρόνου.
οὐδ᾽ οἶδα τέρψιν οὐδ᾽ ἐπίψογον φάτιν
ἄλλου πρὸς ἀνδρὸς μᾶλλον ἢ χαλκοῦ βαφάς.
τοιόσδ᾽ ὁ κόμπος, τῆς ἀληθείας γέμων,
οὐκ αἰσχρὸς ὡς γυναικὶ γενναίᾳ λακεῖν.
615 ΧΟ. αὕτη μὲν οὕτως εἶπε μανθάνοντί σοι
† τοροῖσιν ἑρμηνεῦσιν εὐπρεπῶς λόγον.
σὺ δ᾽ εἰπέ, κῆρυξ, Μενέλεων δὲ πεύθομαι,
εἰ νόστιμός τε καὶ σεσῳμένος πάλιν
ἥξει σὺν ὑμῖν, τῆσδε γῆς φίλον κράτος.
620 ΚΗ. οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως λέξαιμι τὰ ψευδῆ καλὰ
ἐς τὸν πολὺν φίλοισι καρποῦσθαι χρόνον.
ΧΟ. πῶς δῆτ᾽ ἂν εἰπὼν κεδνὰ τἀληθῆ τύχοις;
σχισθέντα δ᾽ οὐκ εὔκρυπτα γίγνεται τάδε.
ΚΗ. ἁνὴρ ἄφαντος ἐξ Ἀχαιικοῦ στρατοῦ,
625 αὐτός τε καὶ τὸ πλοῖον. οὐ ψευδῆ λέγω.
ΧΟ. πότερον ἀναχθεὶς ἐμφανῶς ἐξ Ἰλίου,
ἢ χεῖμα, κοινὸν ἄχθος, ἥρπασε στρατοῦ;
ΚΗ. ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ·
μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω.
630 ΧΟ. πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος
φάτις πρὸς ἄλλων ναυτίλων ἐκλῄζετο;
ΚΗ. οὐκ οἶδεν οὐδεὶς ὥστ᾽ ἀπαγγεῖλαι τορῶς,
πλὴν τοῦ τρέφοντος Ἡλίου χθονὸς φύσιν.
ΧΟ. πῶς γὰρ λέγεις χειμῶνα ναυτικῷ στρατῷ
635 ἐλθεῖν τελευτῆσαί τε δαιμόνων κότῳ;

***
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Απ᾽ τη χαρά μου ερέκαξα και τότε αμέσως
που ήρθε το πρώτο μήνυμα της φλόγας, νύχτα,
κι είπε της Τροίας το πάρσιμο κι είπε το τέλος.
590 Και κάποιος με περίπαιξε: Σ᾽ αυτές τις φλόγες
δίνεις πίστη πως κιόλα πάρθηκ᾽ η Τρωάδα;
Ω πόσο το ᾽χει ο νους να πετά της γυναίκας!
Μ᾽ αυτά τα λόγια για λαφρόμυαλη με παίρναν,
μα εγώ θυσίες επρόσταξα κι όπως ορίζει
ο γυναίκειος νόμος, σήκωσαν στην πόλη ολούθε
ιερόν ολολυγμό μες στων θεών τις έδρες,
ενώ τις φάουσες κοίμιζαν μυριστές φλόγες.
Και τώρα τί τα πιότερα θέλω από σένα;
του ίδιου του βασιλιά θ᾽ ακούσω όλα τα πάντα
και θα βιαστώ να κάμω τα καλύτερά μου
600 για τα καλά του σεβαστού μου αντρός δεξίμια·
γιατί ποιό φως καλύτερο θα ιδεί γυναίκα
παρ᾽ απ᾽ τον πόλεμο ο θεός τον άντρα αν σώσει,
τις πόρτες να τ᾽ ανοίξει; — Πήγαινε και πε του
να ᾽ρθει το γρηγορότερο η χαρά της χώρας,
και νά ᾽βρει, όπως την άφησε, πιστή γυναίκα
μες στα παλάτια που τα φύλαγε σα σκύλα
για κείνον άγρυπνη και τρόμος στους εχθρούς του,
κι όμοια σ᾽ όλα τα πάντα, δίχως να του λύσω
610 καμιά σφραγίδα όσον καιρό τώρα που λείπει·
κι άνομη τέρψη, ή ξένου κακοφήμισμ᾽ άντρα
πιότερο απ᾽ του χαλκού το βάψιμο δε ξέρω.
Έτσι αν καυχιούμαι, οι λόγοι μου γιομάτοι αλήθεια
δεν είν᾽ αταίριαστοι για μια ευγενή γυναίκα.
ΧΟΡΟΣ
Άκουσες τώρα κι έμαθες, έτσι που σου είπε
σα ξάστερος εξηγητής, τα ωραία της λόγια·
μα εσύ — για το Μενέλαο θα σε ρωτήσω,
πες μου, έχει γλιτώσει, κήρυκα, και θά ᾽ρθει
μαζί με σας ο καλός άρχοντας της χώρας;
ΚΗΡΥΚΑΣ
620 Πώς να μπορέσω να το πω το έμορφο ψέμα,
και να το χαίρονται πολύν καιρόν οι φίλοι;
ΧΟΡΟΣ
Άμποτε να μας πεις καλά και να᾽ ν᾽ κι αλήθεια,
γιατί το ᾽να δεν κρύβεται χώρια ᾽πο τ᾽ άλλο.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Άφαντος μεσ᾽ από το στόλο των Αργείων
κι αυτός και το καράβι του· αυτή ᾽ν᾽ η αλήθεια.
ΧΟΡΟΣ
Μπροστά σας έκαμε πανιά απ᾽ την Τροία, ή τάχα
μπόρα σας βρήκε και τον χώρισε απ᾽ τους άλλους;
ΚΗΡΥΚΑΣ
Σαν άξιος πέτυχες τοξότης το σημάδι
και με δυο λόγια ιστόρησες κακό μεγάλο.
ΧΟΡΟΣ
630 Και δεν ακούστηκε απ᾽ τους άλλους μες στο στόλο,
αν ζωντανό τον είχανε, ή για χαμένο;
ΚΗΡΥΚΑΣ
Δεν ξέρει τίποτε σωστό να πει κανένας
έξω απ᾽ τον Ήλιο, που τον κόσμον όλο θρέφει.
ΧΟΡΟΣ
Πες μου λοιπόν, πώς βρήκε η τρικυμιά το στόλο
και πώς η θεϊκιά η οργή να πήρε τέλος;

Όταν μιλάμε για «καλή μητέρα» εννοούμε την «αυτό-θυσιαζόμενη μητέρα»;

Μητρότητα και μητρική αγάπη

Αδιαμφισβήτητα, η μητρότητα ως έννοια και ως ρόλος εμπεριέχει ή θα έπρεπε να εμπεριέχει όρους ανιδιοτελούς αγάπης, αφοσίωσης, προσφοράς, αποδοχής, ασφάλειας. Πολύ συχνά, η μητρική αγάπη ταυτίζεται με τη θυσία, η προσφορά στο παιδί με τη στέρηση των προσωπικών αναγκών της μητέρας και η αποδοχή του παιδιού με άρνηση του εαυτού της.

Σίγουρα, κατά τη διάρκεια της ανατροφής του παιδιού θα υπάρξουν πολλές στιγμές, όπου η μαμά θα βάλει μπροστά τις ανάγκες του παιδιού της, θα «θυσιάσει» δικές της επιθυμίες και «θέλω», προκειμένου να ανταποκριθεί καλύτερα στο ρόλο της ως μαμά. Πότε όμως αρχίζει το «πρόβλημα»;

Οι μορφές της μητρικής φιγούρας
 
Είναι χρήσιμο να διαφοροποιήσουμε τη μητέρα που, αναλόγως το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού, επιλέγει, «αναγκάζεται», προτιμά να μπει για ένα χρονικό διάστημα η ίδια σε δεύτερη θέση και να μπει μπροστά το παιδί και οι ανάγκες του από τη μαμά που μια ζωή παραγκωνίζει, αγνοεί, αρνείται τις δικές της προσωπικές ανάγκες και έχει αποφασίσει ότι αποστολή της στη ζωή είναι η απόλυτη ικανοποίηση των αναγκών του παιδιού της.

Η πρώτη μαμά μοιάζει να έχει επίγνωση των πραγματικών αναγκών του παιδιού της, αλλά και των δικών της, τις οποίες συνειδητά επιλέγει να αφήσει «για λίγο» πιο πίσω, ενώ η δεύτερη μαμά είναι μια μαμά που πιστεύει ότι ο ρόλος της είναι να υπηρετεί το παιδί και η ίδια να λειτουργεί σαν μάρτυρας. Η πρώτη μητέρα θα ξαναβρεί το ρόλο της ως γυναίκα και ως άνθρωπος, ενώ η δεύτερη μαμά μοιάζει σα να έχει απαρνηθεί τη γυναικεία και ανθρώπινη φύση της.

Στην τελευταία όμως περίπτωση, η αγάπη ταυτίζεται με τη θυσία ή ανάποδα η θυσία ταυτίζεται με την αγάπη.

Αυτού του είδους η αγάπη μοιάζει περισσότερο να εγκλωβίζει παρά να απελευθερώνει, να στενεύει παρά να ανοίγει, να δημιουργεί βαρίδια παρά να χτίζει φτερά για πέταγμα. Η μαμά που θυσιάζεται για να μεγαλώσει τα παιδιά της, η μαμά που στερεί από τον εαυτό της τη φροντίδα για να τη δώσει στα παιδιά της, η μαμά που απαγορεύει στον εαυτό της να έχει προσωπική ζωή για να μην στερήσει στα παιδιά της τον εαυτό της, η μαμά που καμαρώνει για αυτές τις θυσίες της, είναι μια μαμά που μαθαίνει στα παιδιά της με διαστρεβλωμένο τρόπο ότι αγάπη σημαίνει θυσία, ότι προηγούνται οι ανάγκες των άλλων από τις δικές σου, ότι πρέπει να στερηθείς για να είναι καλά οι άλλοι, ότι δε χωράνε κάτω από την ίδια ομπρέλα η χαρά και ευτυχία της μαμάς και η χαρά και ευτυχία του παιδιού. Μια τέτοια μαμά συνήθως είναι χαρούμενη μόνο μέσα από τα παιδιά της και άρα κατά συνέπεια τα παιδιά έχουν άθελά τους αναλάβει ένα βαρύ ρόλο, ένα μεγάλο χρέος απέναντι στην «αυτό-θυσιαζόμενη μητέρα».

Η "αυτοθυσιαζομενη" μητέρα μεγαλώνει παιδιά με ολοκληρωμένη προσωπικότητα
 
Πώς να τολμήσεις να θυμώσεις σε μια «αυτό-θυσιαζόμενη μαμά», πώς να σκεφτείς να την απογοητεύσεις, πώς να τολμήσεις να την αφήσεις για να ακολουθήσεις τα όνειρά σου; Πώς να μάθεις να αγαπάς τους άλλους χωρίς να χρειάζεται να «θυσιαστείς» με τη σειρά σου; Πώς να δεσμευτείς ουσιαστικά με άλλον άνθρωπο, όταν είσαι ήδη δέσμιος και δεσμευμένος; Πώς να μάθεις να φροντίζεις τον εαυτό σου χωρίς ενοχές, όταν η μαμά δεν αντέχει να φροντίζει η ίδια τον εαυτό της; Πώς να μην έχεις μια διαστρεβλωμένη εικόνα του τι είναι αγάπη;

Το παιδί έχει απόλυτη ανάγκη την αγάπη, την αποδοχή, την ασφάλεια, την ικανοποίηση των αναγκών του, αλλά συνάμα έχει ανάγκη μια μαμά ερωτική με την ίδια τη ζωή, μια μαμά που φροντίζει τον εαυτό της και τις ανάγκες της χωρίς ενοχές, μια μαμά που προσφέρει στο παιδί χωρίς να στερεί στον εαυτό της, μια μαμά που αγαπά αλλά δε δεσμεύει.

Μια τέτοια μαμά μεγαλώνει παιδιά γεμάτα, ελεύθερα, που μαθαίνουν να φροντίζουν τον εαυτό τους και κυρίως παιδιά χαρούμενα που χαράζουν τη δική τους διαδρομή, χωρίς να κουβαλούν τη μητέρα ως βάρος στις πλάτες τους, αλλά στην καρδιά τους ως δύναμη και σύμμαχο.

Το παιχνίδι της συναισθηματικής απόστασης στις ερωτικές σχέσεις

Στην ερωτική μας σχέση χρειαζόμαστε να νιώθουμε ασφαλείς. Να νιώθουμε ότι είμαστε σημαντικοί για το σύντροφό μας, ότι νοιάζεται για τις ανάγκες μας, ότι μας αποδέχεται όπως είμαστε. Επιθυμούμε να δεσμεύεται και να ναι δίπλα μας όχι μόνο στη χαρά αλλά και στις δυσκολίες της ζωής.
    
Τι γίνεται όμως όταν νιώθουμε ανασφάλεια; Όταν νιώθουμε ότι ο σύντροφός μας είναι κάτι άπιαστο; Κάποιος που προσπαθούμε να φτάσουμε αλλά συνεχώς μας ξεφεύγει. Χωρίς να σημαίνει ότι δεν μας θέλει, νιώθουμε ότι προτιμά να κρατά μια συναισθηματική απόσταση, ότι χρειάζεται την αυτονομία και την ανεξαρτησία του και αποφεύγει να αφεθεί πλήρως στη σχέση και να μοιραστεί τη ζωή του μαζί μας. Αυτό μπορεί να κρατά τον έρωτά μας σε εγρήγορση, αλλά μετά από λίγο καιρό μετατρέπεται σε πόνο, και δυσκολευόμαστε να βρούμε γαλήνη και ισορροπία στη σχέση.
 
Αν κάποια στιγμή κουραστούμε και απομακρυνθούμε συναισθηματικά, ανακαλύπτουμε ότι ο σύντροφός μας αλλάζει, κι αρχίζει να μας αναζητά. Όσο μας νιώθει πιο αυτόνομους, τόσο πιο πολύ ενδιαφέρον δείχνει. Αν εμείς ανταποκριθούμε, τότε εκείνος ξαναγίνεται πιο ψυχρός και απόμακρος. Έτσι παίζεται το παιχνίδι που κρατά τους συντρόφους στην ίδια συναισθηματική απόσταση.
 
Αν αυτή η απόσταση ανακουφίζει το ζευγάρι επειδή την θέλουν και οι δύο, τότε η σχέση είναι λειτουργική. Αν ο ένας σύντροφος δεν καλύπτεται συναισθηματικά, ίσως φύγει απ’ τη σχέση για ν’ αναζητήσει έναν άλλον σύντροφο που θα του καλύψει καλύτερα τις συναισθηματικές του ανάγκες. Αν όμως ο σύντροφος που δεν καλύπτεται, παραμένει στη σχέση ενώ πονάει, τότε αυτό δείχνει ότι ίσως να μην είναι και ο ίδιος έτοιμος για μια σχέση αγάπης και αφοσίωσης.
 
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι δεν επιλέγουμε τυχαία κάποιο σύντροφο. Μας ελκύει πάντα αυτό που μας μοιάζει. Επιλέγουμε δηλαδή συντρόφους που επιθυμούν και αντέχουν την ίδια συναισθηματική σύνδεση. Αν δηλαδή φοβόμαστε τη δέσμευση θα επιλέξουμε κάποιον ώστε να χορέψουμε τον ίδιο χορό… it takes two to tango, λένε οι αγγλοσάξονες εννοώντας ότι το παιχνίδι παίζεται από δύο παίκτες. Επιλέγουμε λοιπόν ασυνείδητα τον άνθρωπο που θα μας βοηθήσει ν’ αποφύγουμε τη βαθιά συναισθηματική επαφή.
 
Η έλλειψη της βαθιάς σύνδεσης και της αγάπης στη συντροφική σχέση και στη ζωή γενικότερα, μας δημιουργεί πόνο. Ο πόνος αυτός μπορεί να γίνει το όχημα προς την ωριμότητα. Εκτός κι αν τον καταχωνιάσουμε σ’ ένα κουτάκι και αρνηθούμε να έρθουμε σ’ επαφή μαζί του. Αυτός βέβαια θα βρίσκει διόδους διαφυγής και θα δηλώνει την παρουσία του με άγχος, κατάθλιψη… Θα σωματοποιείται με διάφορα συμπτώματα που ίσως προσπαθούμε να καταστείλουμε με ουσίες, όπως αλκοόλ, παυσίπονα, ψυχοφάρμακα και παντός είδους γιατρικά.
 
Είναι πολύ βασικό να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας ότι δεν φταίμε που δυσκολευόμαστε να δημιουργήσουμε συντροφικές σχέσεις που βασίζονται στην αγάπη. Τα βιώματά μας είναι αυτά που μας έχουν δημιουργήσει φόβο προς τη δέσμευση. Έχουμε πληγωθεί, προδοθεί και πονέσει από πολύ μικρή ηλικία. Έτσι έχουμε περιχαρακώσει την καρδιά μας για να την προστατεύσουμε.
 
Ούτε ο σύντροφός μας φταίει, διότι κι αυτός έχει ζήσει παρόμοιες καταστάσεις που τον οδήγησαν ν’ αποφεύγει την ουσιαστική συναισθηματική σύνδεση. Το να ρίχνουμε σ’ εκείνον το φταίξιμο, απλά αποφεύγουμε να δούμε τον εαυτό μας και να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί.
 
Όταν αναφερόμαστε στη συναισθηματική σύνδεση, μιλάμε για σχέσεις αγάπης. Αγάπη σημαίνει να προσφερόμαστε ο ένας στον άλλον χωρίς να προσμένουμε αντάλλαγμα, να νοιαζόμαστε για τις ανάγκες του άλλου, να ενωνόμαστε μπροστά στις δυσκολίες της ζωής, να νιώθουμε ότι ο πόνος του άλλου είναι και δικός μας πόνος, να αποδεχόμαστε ο ένας τον άλλον όπως είναι, με τα καλά και τα δύσκολά του.
 
Τότε ο σύντροφός μας γίνεται ο άνθρωπός μας, ο σύμμαχος, ο συνοδοιπόρος. Ξεπερνάμε την υπαρξιακή μοναξιά μας. Δίνουμε και παίρνουμε αγάπη. Κι όταν ζούμε μέσα στην αγάπη κλείνουν οι πληγές μας. Γαληνεύουμε, ισορροπούμε, γινόμαστε δημιουργικοί και εξελισσόμαστε σαν άνθρωποι, βάζοντας έτσι το λιθαράκι μας στην ψυχοπνευματική εξέλιξη της ανθρωπότητας.
 
Λίγοι άνθρωποι καταφέρνουν να φτάσουν σ’ αυτό το επίπεδο της συντροφικής σχέσης που βασίζεται στην αγάπη. Αν δεν είχαμε την τύχη να γεννηθούμε σε μια οικογένεια όπου βιώσαμε την αγάπη, τότε χρειάζεται κόπος, χρόνος και πόνος για να καταφέρουμε να την βρούμε, να την αντέξουμε και να την βιώσουμε. Όμως μπορούμε να τα καταφέρουμε μέσα απ’ ένα ταξίδι αυτογνωσίας και θεραπείας.
 
Άλλωστε η ίδια η αγάπη είναι αυτή που τελικά θα μας θεραπεύσει…

Ο θυμός προς τους άλλους είναι θυμός προς τον εαυτό μας

Κάθε φορά που νομίζουμε πως θυμώνουμε με τους άλλους, στην ουσία θυμώνουμε με τον εαυτό μας. Και αν αρχίσουμε να παρατηρούμε τι γίνεται μέσα μας, αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας να ψάξει βαθύτερα, θα το διαπιστώσουμε αυτό.

Ο θυμός μας προς τους άλλους είναι απλά η προβολή του δικού μας, κεκαλυμμένου εσωτερικού θυμού, για την απογοήτευση που νιώθουμε, για τις προσδοκίες που δεν επαληθεύτηκαν, για την έλλειψη ικανοτήτων ή σωστής κρίσης από μέρους μας ενδεχομένως…

Νομίζουμε πως θυμώνουμε γιατί κάποιος μας κορόιδεψε για παράδειγμα και στην ουσία ο θυμός μας είναι προς τον εαυτό μας που δεν κατάλαβε τι άνθρωπος ήταν, που του έδωσε περισσότερα από όσα έπρεπε να του δώσει, που εθελοτυφλούσε ίσως στα σημάδια του χαρακτήρα που δεν ήθελε να δει.

Νομίζουμε πως θυμώνουμε για το ψέμα και την προδοσία κάποιου και στην ουσία θυμώνουμε με τον εαυτό μας που επέτρεψε να έχει προσδοκίες μεγαλύτερες από αυτές που άξιζε ο συγκεκριμένος άνθρωπος. Προσδοκίες που πονούν, αφού δεν ικανοποιήθηκαν και προκαλούν θυμό προς εμάς που επιτρέψαμε αυτόν τον πόνο, τον οποίο μπορούσαμε να αποτρέψουμε, έχοντας λιγότερες προσδοκίες.

Νομίζουμε πως θυμώνουμε για την απαξίωση που μας δείχνει κάποιος ή την απόρριψή του και στην ουσία θυμώνουμε με τον εαυτό μας που δεν κατάφερε να τον κάνει να δει την αξία μας, τις ικανότητές μας, όλα όσα έχουμε να προσφέρουμε. Ή ίσως θυμώνουμε γιατί νιώθουμε και οι ίδιοι ανεπαρκείς, οπότε επαληθεύεται μέσω της συμπεριφοράς του, η άσχημη αυτοεικόνα μας κι αυτό μας θυμώνει πολύ.

Νομίζουμε πως θυμώνουμε γιατί δεν μας καταλαβαίνουν, αλλά βαθιά μέσα μας θυμώνουμε με εμάς που δεν γίναμε κατανοητοί. Νομίζουμε πως θυμώνουμε γιατί δεν μας φροντίζουν, στην ουσία όμως θυμώνουμε με τον εαυτό μας που δεν γίνεται πιο διεκδικητικός ή που νιώθει πως δεν αξίζει φροντίδα κι επιβεβαιώνεται.

Νομίζουμε πως θυμώνουμε με όσους μας κακοποιούν, αλλά θυμώνουμε με εμάς είτε γιατί δεν καταφέραμε να βάλουμε σαφή όρια απέναντί τους, είτε γιατί δεν καταφέραμε να τους κάνουμε να τα δουν και να τα σεβαστούν.

Θυμώνουμε ακόμη και απρόσωπα. Με την πολιτεία, το κράτος, τους θεσμούς που δεν τηρούνται, για παράδειγμα. Και πάλι όμως, θυμώνουμε με τον εαυτό μας που νιώθει τόσο μικρός απέναντί τους και τόσο αδύναμος να τους αντισταθεί και να τους νικήσει.

Κι επειδή – σύμφωνα και με τη φράση του Γκάντι – «Κανείς δεν μπορεί να σε πληγώσει αν δεν του το επιτρέψεις», την επόμενη φορά που θα νιώσεις τον θυμό σου να προβάλλεται στο πρόσωπο κάποιου άλλου, κοίταξε στον καθρέφτη σου και προσπάθησε να αναγνωρίσεις το θυμό προς τον εαυτό σου.

Κι αφού το κάνεις αυτό, συγχώρησε τις αδυναμίες που εντόπισες σε εσένα, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσεις να συγχωρήσεις κι εκείνον, που έγινε απλά ο καθρέφτης του δικού σου θυμού.

«Ευ ζην» και θεραπευτικός δρόμος – μια πολύ προσωπική υπόθεση

Τα τελευταία χρόνια και ειδικά τα χρόνια της κρίσης, βιώσαμε και ταυτόχρονα παρατηρήσαμε γύρω μας τον επαναπροσδιορισμό του «ευ ζην», σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο.

Τι σημαίνει άραγε «ευ ζην» και πόσο νόημα θα είχε ένας ακριβής ορισμός του; Δε μας λείπουν οι ορισμοί των λεξικών, οι ιστορικές αναφορές ή οι αμέτρητες εμφανίσεις του όρου αυτού σε μέσα ενημέρωσης και διαδίκτυο. Το «ευ ζην» ή “well being” (αγγλιστί) ίσως και ν’ αποτελεί τον πιο πολυφορεμένο επανεμφανιζόμενο όρο των τελευταίων δεκαετιών.. Και το “come back” του έχει, φυσικά, τη σημασία του.

Φαίνεται, ότι λίγο η ελληνική κρίση, λίγο οι παγκόσμιες εξελίξεις (οικολογία, ακτιβισμός, νέες διατροφικές τάσεις, νέες τεχνολογίες, διαδικτύωση κτλ.) αλλά και η μόδα του “new age”, μας έκαναν – σε κάποιον τουλάχιστον βαθμό – να ξανασκεφτούμε: τι έχει τελικά αξία στη ζωή, πώς θα ζήσουμε καλά ή καλύτερα; Και το σημαντικότερο ίσως: πώς και τι θα μπορούσε να είναι αυτό το «καλύτερα»;

Κάπως έτσι, όλοι άρχισαν σιγά σιγά να μιλάνε, όλο και περισσότερο, για μια «καλύτερη» ζωή, για μια αρμονικότερη, φυσικότερη, ομορφότερη και τα λοιπά, ζωή… Πολλοί άρχισαν ταυτόχρονα να προτείνουν νέους τρόπους ζωής, διατροφής και άσκησης, μεθόδους, συστήματα, θεωρήσεις και κοσμοθεωρίες, σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες και άλλα πολλά.

Σε όλο αυτό το «χάος», το ανακάτεμα και τη ζύμωση – που αναμφισβήτητα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και συνεχίζει να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη -, διακρίνονται κάποια χαρακτηριστικά, τα οποία θα θέλαμε να σχολιάσουμε:

– Η κοινή αντίληψη του «ευ ζην» μας, φαίνεται ότι μετατοπίστηκε σταδιακά από μια πιο καταναλωτική-υλική διάσταση (με αποκορύφωμα τα 90s και την προ-κρίσης περίοδο) σε μια πιο «άυλη» διάσταση – με βασικό καταλύτη, φυσικά, την οικονομική κρίση. Άλλη έννοια είχε το «να ζω καλά» πριν μόλις 15 χρόνια και άλλη έχει σήμερα. Το «ευ ζην» του σήμερα περιέχει αναμφισβήτητα μια πολύ μεγαλύτερη δόση άυλων και ποιοτικών παραγόντων, ενώ η υγεία (ο σημαντικότερος, ίσως, πυλώνας του «ευ ζην») αναγνωρίζεται πλέον ευρέως και συνειδητά, ως ψυχική και σωματική, ταυτόχρονα.

– Αυτό λοιπόν που φαίνεται να συμβαίνει, είναι μια γενικότερη και συλλογική συνειδησιακή μετατόπιση προς έναν ολιστικότερο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων. Το «ευ» της ζωής ξέφυγε από το επίπεδο του σώματος και μετακινήθηκε αρχικά σε ένα επίπεδο συναισθηματικό (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη μαζική εξάπλωση της ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης, ειδικά κατά τις προηγούμενες δεκαετίες).

Συνέχισε, έπειτα, να διευρύνεται, αναγνωρίζοντας τον άνθρωπο ως μια πολυεπίπεδη συνειδησιακή οντότητα που μπορεί να «κινείται» σε ένα ευρύτατο φάσμα, μεταξύ του σώματος, των συναισθημάτων, των σκέψεων και του πνεύματός του. Υπάρχουν πλέον – τουλάχιστον στην αντίληψή μας – πολλοί κόσμοι ή επίπεδα, στα οποία χρειάζεται ν’ αναζητήσουμε το «ευ» και μάλιστα ένα «ευ», που φαίνεται να έγκειται τελικά σε μια καλή δυναμική ισορροπία μεταξύ των παραπάνω.

– Η αναζήτηση του «ευ ζην» δεν είναι κάτι νέο για τον άνθρωπο – αλλά μάλλον κάτι πανάρχαιο. Εκείνο που μεταβάλλεται διαρκώς είναι η αντίληψή μας γι’ αυτό, φανερώνοντάς μας νέες μορφές και τρόπους επίτευξης. Σε τελική ανάλυση, η καλυτέρευση της ζωής αποτελούσε πάντα τον άμεσο πρακτικό σκοπό του ανθρώπου, σε όλα τα πλάτη και μήκη της Γης και σε όλες της εποχές.

Ωστόσο, εφόσον το «ζην» αποτελεί την απόλυτα υποκειμενική εμπειρία κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, καθένας μπορεί να αναζητά, να βιώνει (ή να μη βιώνει) και να αξιολογεί μόνο το δικό του «ευ». Κάθε άνθρωπος βιώνει τη ζωή – με το δικό του τρόπο. Ως εκ τούτου, οδεύει (ή δεν οδεύει) και κάποτε πλησιάζει (ή δεν πλησιάζει) το «ευ ζην» του, στο ένα ή το άλλο επίπεδο της ύπαρξης.

Αξίζει να σημειώσουμε επίσης, ότι η αναζήτηση του «ευ ζην» συγχέεται συχνά με την επίτευξη μιας κατάστασης μόνιμης θετικότητας ή ευδαιμονίας, κάτι το οποίο μπορεί να καταστεί παραπλανητικό και αντιπαραγωγικό.

«Η επιθυμία για μια περισσότερο θετική εμπειρία αποτελεί από μόνη της μια αρνητική εμπειρία, αφού προϋποθέτει ήδη την αίσθηση έλλειψής της. Και παραδόξως, η αποδοχή μιας αρνητικής εμπειρίας μπορεί να αποτελέσει μια θετική εμπειρία».

Ο θεραπευτικός και συνάμα εξελικτικός δρόμος του ανθρώπου είναι η ίδια η ζωή του και σίγουρα δεν είναι πάντα στρωμένος με ροδοπέταλα. Ευ ζην, βελτίωση της ζωής ή μια «καλή» ζωή δε σημαίνει την έλλειψη δυσκολιών ή μια παραδεισένια κατάσταση ύπαρξης. Όταν αντιλαμβανόμαστε το ευ ζην με τον τρόπο αυτό, τότε εκείνο παραμένει μια υπόσχεση κενή και ένας στόχος άνευ βαθύτερου νοήματος και ουσίας.

Το «ευ ζην» αποτελεί μια έννοια τόσο ευρεία, όσο και σχετική. Πότε μια δυναμική και πολυεπίπεδη κατάσταση ύπαρξης, όπως η ανθρώπινη ζωή, είναι καλή; Πότε βιώνεται ως καλή; Και τι συμβάλλει στο «ευ» της ζωής μας;; Ερωτήματα που καθένας μπορεί να απαντήσει μόνο για τον εαυτό του και που οφείλει ίσως να τα απαντά, ξανά και ξανά, καθώς προχωρά.

Η καλύτερη εκδίκηση είναι να απολαμβάνεις τη ζωή χωρίς αυτούς

Όταν η ψυχή μας είναι πληγωμένη και αισθάνεται πόνο και οργή, είναι πολύ πιθανό να αρχίσει να σκέφτεται να εκδικηθεί ο ίδιος τον άνθρωπο που τον έχει πικράνει. Η εκδίκηση εκείνη τη στιγμή φαντάζει ως ένας τρόπος, ο οποίος θα καταπραΰνει τον πληγωμένο του εγωισμό με το να επιφέρει πόνο στον άνθρωπο που θεωρεί ότι τον προκάλεσε.

Η εκδίκηση είναι μία πράξη, η οποία δεν έχει πραγματική δύναμη, η ικανοποίηση που δίνει είναι εντελώς πρόσκαιρη. Το κακό που μας έχει συμβεί, όσο δυσάρεστη αλήθεια κι αν είναι αυτή, υπάρχει στη ζωή μας και έχει συμβεί. Ό,τι και αν κάνουμε, δε θα μπορέσουμε ποτέ να γυρίσουμε το χρόνο πίσω, το κακό έγινε.

Η εκδίκηση βλάπτει και εμάς, διότι ο άνθρωπος που μας έχει βλάψει, θα αισθανθεί περισσότερο μίσος για εμάς και θα επιδιώξει να μας βλάψει με χειρότερο και πιο επίπονο τρόπο. Είναι σημαντικότερο, όσο και αν μας έχει πονέσει κάτι, να το αφήνουμε πίσω μας, παρά να ζούμε διαρκώς με το φόβο του τι κακό θα σκεφτεί ο άλλος για να πράξει σε εμάς.

Η εκδίκηση είναι μία μάταιη πράξη, διότι πρώτα από όλα βλάπτει εμάς και την ψυχή μας. Ουσιαστικά, λερώνεις την ψυχή σου και χάνεις τον εαυτό σου σε μία ατέρμονη προσπάθεια να βλάψεις έναν άλλον άνθρωπο.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να χάνεις τη ζωή σου, να ξοδεύεις τον πολύτιμο χρόνο σου και να γεμίζεις όλη σου την ψυχή με μίσος. Δεν αξίζει να χάνεις την πολύτιμη ζωή σου για ανθρώπους που δεν το αξίζουν. Με το να εκδικείσαι, δείχνεις στον άλλον πως η κακία του έχει νικήσει και αλλοίωσε τον δικό σου χαρακτήρα.

Η ίδια η ζωή κρύβει μέσα της δικαιοσύνη. Αργά ή γρήγορα, ο κάθε άνθρωπος θα κληθεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τις δικές του πράξεις και να λογοδοτήσει με αυτές με καλύτερο τρόπο από τα δικά μας σχέδια. Μπορούμε λοιπόν να αφήσουμε τη ζωή, το σύμπαν, το θεό, οπουδήποτε πιστεύει κάποιος, για να ανταποδώσει το κακό σε εκείνον που μας έχει βλάψει και να μη λερώσουμε εμείς τη δική μας ψυχή.

Η εκδίκηση δεν είναι μία πράξη που επιφέρει γαλήνη, δεν προσφέρει ανακούφιση και προάγει το μίσος. Ας εξασκηθούμε στο πολύτιμο δώρο της συγχώρεσης, το οποίος θα μας ευεργετήσει σωματικά και ψυχικά.

Διπρόσωπες ψυχές πίσω από καλά φορεμένες μάσκες

Ένας κόσμος γεμάτος από ανθρώπους που στην πλειοψηφία τους έχουν δύο πρόσωπα. Είμαι σίγουρος, πως βρέθηκε και στον δικό σου δρόμο αυτή η κατηγορία.

Είναι εκείνοι όλοι που μπροστά σου λένε τα καλά και από πίσω σου τα χειρότερα.
Σου μιλάω για αυτούς που θα διακρίνεις ένα μόνιμα ψεύτικο χαμόγελο στο πρόσωπό τους και μόλις γυρίσεις να φύγεις το βγάζουν και το πετάνε στα σκουπίδια.

Άνθρωποι – τενεκέδες.
Αυτοί που σε μαχαιρώνουν πισώπλατα και στην συνέχεια έχουν το θράσος να σε ρωτούν που ακριβώς χτύπησες και αν πονάς. Στρίβουν το μαχαίρι στις πληγές σου χωρίς κανέναν δισταγμό.

Φοράνε μάσκες ανάλογα με την περίσταση και απλά προσαρμόζονται στις εκάστοτε ανάγκες τους.

Αναπροσαρμόζουν την ζωή τους και τον περίγυρό τους ανάλογα με τους σκοπούς τους.
Φανατικοί υποστηρικτές του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Το συμφέρον τους είναι πάνω από όλους και όλα.
Και εκεί δεν υπολογίζουν ποτέ, τίποτα και κανέναν.
Ούτε και την ίδια τους την μάνα.

Για αυτό και θα τους δεις να συναναστρέφονται με όλους.

Με εκείνους που προσωρινά συμπαθούν.
Με εκείνους που πριν από λίγο σε εσένα έσκαβαν τον λάκκο.
Θα κάνουν στενή παρέα με εκείνους που συχνά έχουν στο στόχαστρο και κατηγορούν.

Ξεχασμένες οι αξίες τους, τα ιδανικά τους και οι αντιλήψεις τους.
Φυλαγμένα και κλειδαμπαρωμένα στο χρονοντούλαπο της ψυχής τους.

Τρόπος ζωής καθαρά συμφεροντολογικός.
Κουβαλούν πάνω τους, βαρίδια ψυχής.
Συμφέρον, παρέες και χρήμα.
Πολλά τα κίνητρα νομίζω για μια μπερδεμένη στάση ζωής.

Δήθεν σχέσεις, δήθεν φιλίες, δήθεν συμπάθειες.
Μια ζωή στο δήθεν.

Για την ακρίβεια σήμερα με αυτούς και αύριο με τους άλλους που μέχρι εχθές τους κατηγορούσαν για δήθεν ανθρώπους.

Μέσα στην ψυχή τους έχουν σαπίλα.
Μόνο με μάσκες μιλούν.
Επιθυμούν να καλύψουν την ασχήμια τους που κατά βάθος γνωρίζουν ότι έχουν.
Άνθρωποι άσχημοι και σου εύχομαι να μην σου τύχουν.

Προσποιούνται κάτι που δεν είναι για να γίνονται αρεστοί στο πλήθος.
Η ανειλικρίνεια σε όλο της το μεγαλείο.

Ανασφαλείς, άρρωστοι, αχάριστοι, αδύναμοι να αντικρύσουν το πρόσωπό τους χωρίς την μάσκα.

Επιθυμούν να κάνουν τους θηριοδαμαστές σε όλες τις ψυχές που δεν συμβιβάζονται με τους δικούς τους κανόνες.

Γλύφουν εκεί που φτύνουν και σε αηδιάζουν.

Μολυσματικές φυσιογνωμίες από όπου και αν περάσουν.

Σε ανακατεύει αυτή η γεύση της διπροσωπίας τους.

Η φωνή της άρνησης

Με λένε άρνηση, κι όσο κι αν παλεύεις να κάνεις αυτό που κάνω εγώ- να με αρνηθείς – τόσο πιο κοντά σου έρχομαι.

Σε ρώτησαν τι θα έλεγα αν είχα φωνή. Κι εσύ απάντησες πως θα ζήταγα να τα παρατήσω όλα και να φύγω, να βρω τον εαυτό μου. Χαίρομαι που σύντομα κατάλαβες, ναι εσύ, ότι αυτή ήταν η δική σου φωνή, η δική σου ανάγκη, και όχι η δική μου.

Χαίρομαι που αποφάσισες να ακούσεις και τη δική μου φωνή.
Είμαι η άρνηση και ζω δίπλα σου πολλά χρόνια, κυριεύω συναισθήματά σου, ελέγχω συμπεριφορές σου, είμαι πιστή σου φίλη ειδικά όταν με διώχνεις.

Είμαι η άρνηση και ξέρεις τι θα έλεγα λοιπόν; Δεν πρόκειται να φύγω από δίπλα σου. Θα μένω κολλημένη πάνω σου πεισματικά όσο εσύ με αγνοείς. Δε θα σε αφήνω να δεις καθαρά τα πράγματα, ή μάλλον θα τα βλέπεις, και με πλήρη διαύγεια και συνείδηση θα τα αγνοείς. Κι αυτό θα σε σκοτώνει. Θα ξέρεις τι νιώθεις, θα ξέρεις τι θέλεις, θα ξέρεις τι σκέφτεσαι κι όμως θα τα βάζεις όλα στην άκρη, κάνοντας με ανοιχτά μάτια ότι δεν υπάρχουν. Ναι, αυτό θα σου κάνω! Θα με φοράς πάνω σου μέρα και νύχτα, σαν ρούχο απαραίτητο που χωρίς αυτό αισθάνεσαι την άσχημη γύμνια αυτού του κόσμου να ξεριζώνει τα σωθικά σου.

Ξέρεις όμως κάτι; Θα είμαι εκεί και εκείνες τις κρύες νύχτες που όλα είναι μαύρα. Πιστή φίλη όπως σου είπα και πριν. Αρνούμαι- μα αυτό ξέρω να κάνω καλά!- να σε αφήσω, όσο εσύ αρνείσαι να δεις το ρόλο ύπαρξής μου.

Εγώ αρνούμαι, κι εσύ φοβάσαι. Κι έχω μάθει πως ο φόβος κρύβει πόνο. Κι εγώ δε θέλω να σε πονέσω. Το αντίθετο. Σε καλύπτω με ένα πέπλο για να μην πονέσεις. Φοβάσαι! Φοβάσαι να ρισκάρεις, φοβάσαι να είσαι εσύ, φοβάσαι να μην είσαι στα πελάγη τελειότητας, φοβάσαι μη σε απορρίψουν, φοβάσαι που υπάρχεις, όσο κι αν περίτρανα υπερασπίζεσαι έννοιες όπως ελευθερία, ρίσκο, αυθορμητισμός, παρόρμηση, πάθος. Έχεις καταφέρει πολλά, πάρα πολλά, δοκιμάζεις πολλά, βλέπεις πολλά, όμως τα προσπερνάς με τόσο μεγάλη ευκολία, που ακόμα κι αυτά, εγώ, η άρνηση, σε κάνω να μην τα βλέπεις εστιασμένα. Θα σε αφήσω να τα δεις, όταν πρώτα δεις βαθιά τι είσαι εσύ. Θα σε αφήσω να ενθουσιαστείς με όσα έχεις καταφέρει, όταν πρώτα ενθουσιαστείς με τον εαυτό σου. Γιατί μέχρι τότε, απλά τα μειώνεις, πρώτα εσένα και μετά εκείνα. Γιατί και που τα βλέπεις, δεν τα αναγνωρίζεις. Γι’ αυτό και εκεί υπάρχω εγώ πάλι.

Όσο ζεις με τη σκέψη του τι θα κάνεις και τι θα πεις για να μην πληγώσεις τους άλλους, να ξέρεις πως εγώ θα ζω δίπλα σου με την σκέψη του να μην πληγώσω εσένα. Κάποιος πρέπει να το κάνει και αυτό δε νομίζεις;

Θα φύγω όταν με αποδεχτείς. Νάτο, και μόνο που το γράφω είσαι σε πανικό. Άραγε πόσο φοβάσαι μη σε αφήσει κάποιος; Ακόμα και τα άσχημα, οι άνθρωποι που σε πονάνε, πόσο σε φοβίζει το να σε αφήσουν; Πόσα απορρίπτεις από εσένα για να μη σε απορρίψουν οι άλλοι; Μην ανησυχείς. Όταν θα φύγω, δε θα με έχεις πια ανάγκη, και σίγουρα θα είμαι πάλι εκεί δίπλα σου με μανία όταν εσύ θα με θες. Όταν ακούσεις τη φωνή μου, όταν συμφιλιωθείς μαζί μου, θα πάρω άλλη μορφή πάνω σου, δε θα χαθώ, θα μεταμορφωθώ σε κάτι γόνιμο πια για σένα.

Έχω και θυμό μαζί σου. Είναι απίστευτο το πως μπορείς να δέχεσαι τον κάθε άλλον, με το κάθε τι περίεργο πάνω του, και δε μπορείς να αγαπήσεις τα δικά σου περίεργα! Είναι απίστευτο το πόσο έντονα αγνοείς τα θετικά σου κομμάτια θεωρώντας τα δεδομένα σε σένα, αλλά επιτεύγματα στους άλλους. Γιατί κορίτσι μου; Ποιός στο καλό σου είπε ότι πρέπει να κάνεις ένα σωρό πράγματα για να είσαι άξια; Τι κατάλοιπα κουβαλάς; Και πόσα στο διάολο κοσμήματα, πτυχία, επιτυχίες πρέπει να κουβαλάς επάνω σου για να νιώθεις ότι είσαι ιδιαίτερη; Και που τα έχεις, το ίδιο μίζερα νιώθεις. Καλύπτεις απλά κάπως τα βαθύτερα κενά σου.

Μην κλαις. Κάποιος έπρεπε να σου τα χώσει κάποια στιγμή. Καλύτερα να το κάνω εγώ, που σου ανήκω. Ναι, κομμάτι σου είμαι! Κομμάτι που δε σου αρέσει, γι’ αυτό απωθείς συνεχώς, όπως κάνεις με όλα που δε σου αρέσουν σε σένα. Τα βάζεις τιμωρία στον τοίχο, τα κρίνεις, τα μαλώνεις, δεν τα δέχεσαι. Και εκεί έρχομαι κι εγώ σαν άρνηση ντυμένη να τα υπερασπιστώ. Στρέφω το βλέμμα σου αλλού. Γιατί κι αυτά κομμάτια σου είναι και πονάνε. Κι όσο πονάς εσύ όταν σε απορρίπτουν, άλλο τόσο ματώνει ο εαυτός σου όταν τον απορρίπτεις εσύ. Κι εγώ, η άρνηση, ΑΡΝΟΥΜΑΙ, να σε αφήσω να το κάνεις αυτό!

Είμαι η άρνηση και ξέρεις κάτι; Υπάρχω γιατί ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, επιτέλους όμως χρειάζεσαι λίγη ξεκούραση! Ψυχική, συναισθηματική, νοητική, σωματική. Και πρέπει κάποιος να στη δώσει. Αν δεν το κάνεις εσύ, θα το κάνω εγώ, έστω κι έτσι.

Στο χθες σου υπήρχα και σου εξήγησα γιατί. Στο τώρα σου… Τώρα είσαι τόσο μπερδεμένη, που αν σε αφήσω να στραφείς κάπου, θα πέσεις. Και έχεις πέσει αρκετά τελευταία. Και σου αξίζει και σένα να πέσεις πιο ομαλά σε κάτι. Κι αν θεωρείς ότι δε σου έχει συμβεί και τίποτα δύσκολο ώστε να νιώθεις τώρα έτσι, να ξέρεις πως ο κάθε άνθρωπος μοναδικά βιώνει την κάθε κατάσταση. Ξέρεις και ξέρω ανθρώπους που δεν έχουν περάσει τίποτα και γκρινιάζουν και άλλους που έχουν επιβιώσει από τραγικές καταστάσεις. Γιατί πρέπει να το ορίσεις; Γιατί δεν δικαιούσαι λίγη ηρεμία; Γιατί τόση ενοχή στην ύπαρξη ηρεμίας και χαράς; Όσο δεν αφήνεις τον εαυτό σου να ζήσει και να χαμογελάσει, να ξέρεις, πως εγώ αρνούμαι να φύγω από δίπλα σου, και έχω τους λόγους μου.

Αγάπησέ με, δε θέλω το κακό σου. Αγάπησέ με, είμαι μέρος σου. Εγώ σου έμαθα να αρνείσαι να βλέπεις συνειδητά, όμως μην αρνείσαι την άρνηση, μην αρνείσαι εμένα, μην αρνείσαι τον ίδιο σου τον εαυτό. Υπάρχω συνοδοιπόρος σου για να μάθεις να αρνείσαι άλλα πράγματα, όχι όμως εσένα. Αποδέξου με. Και τότε, θα χαμογελάμε μαζί με άρνηση σε ό,τι σε τρομάζει, σε ό,τι σε πονάει, σε ό,τι σε απορρίπτει. Σε αγαπάω.

ΜΗ δίνετε σημασία σε αυτούς που προσπαθούν να σας κάνουν τη ζωή δύσκολη

Προσπαθήστε να μη δίνετε σημασία σε αυτούς που προσπαθούν να σας κάνουν τη ζωή δύσκολη. Θα υπάρξουν πολλοί τέτοιοι- και με επίσημη ιδιότητα, και αυτόκλητοι. Να τους υποφέρετε αν δεν μπορείτε να τους αποφύγετε, αλλά με το που αποδράσετε, σταματήστε να μιλάτε γι' αυτούς.

Πάνω από όλα, αποφύγετε να λέτε ιστορίες για την άδικη μεταχείριση που λάβατε στα χέρια τους, όσο δεκτικό και να είναι το ακροατήριο. Οι ιστορίες αυτού του είδους, παρατείνουν τη διάρκεια ζωής των ανταγωνιστών σας.

Το πιο πιθανό, είναι να υπολογίζουν στην διάδοση των ιστοριών σας και στο μοίρασμα των εμπειριών σας με άλλους. Για τους ίδιους, κανένα άτομο δεν αξίζει μια δοκιμασία στην αδικία (ή στην δικαιοσύνη). Η αναλογία ένα προς ένα δεν δικαιολογεί την προσπάθεια, είναι η ηχώ που μετράει. Αυτή είναι η βασική αρχή του καταπιεστή, είτε λειτουργεί βάση του κράτους, είτε είναι αυτοδίδακτος. Γι' αυτό, κλέψτε ή σταματήστε την ηχώ, έτσι ώστε να μην επιτρέψετε σε κανένα συμβάν, όσο και δυσάρεστο ή βαρυσήμαντο, να πάρει περισσότερο χρόνο από ότι πήρε για να συμβεί.

Το τι κάνουν οι εχθροί σας, είναι παράγωγο της σημασίας ή των συνεπειών του τρόπου που αντιδράτε. Γι' αυτό, τρέξτε, ή περάστε γρήγορα σαν να ήταν πορτοκαλί, και όχι κόκκινο φανάρι. Μην γαντζωθείτε σε αυτούς, ψυχικά ή προφορικά. Μην υπερηφανεύεστε για το ότι τους συγχωρέσατε ή τους ξεχάσατε- το χειρότερο έρχεται στο χειρότερο, ξεχάστε τους πρώτα. Με αυτό τον τρόπο, απαλλάσσετε τα κύτταρα του μυαλού σας από πολύ άχρηστη ένταση.

Με αυτό τον τρόπο, μπορεί να σώσετε και αυτούς τους ηλίθιους από τος εαυτούς τους, αφού η προοπτική του να ξεχαστούν, είναι συντομότερη από το να συγχωρεθούν. Γι' αυτό αλλάξτε το ρεύμα. Δεν μπορείτε να βγάλετε αυτό το δίκτυο από την κυκλοφορία, αλλά μπορείτε να μειώσετε τις επιδράσεις του.

Αυτή η λύση, δεν θα ευχαριστήσει τους αγγέλους, αλλά πάλι, έχει να κάνει με το να βλάψετε τους δαίμονες, και για την ώρα αυτό είναι που έχει μόνο σημασία.

Το πεπρωμένο είναι στα χέρια σας

Το πεπρωμένο δεν είναι γραμμένο στα αστέρια, ούτε στους ανέμους της γης. Το μέλλον μας μπορεί μόνο να φυτευτεί, να ποτιστεί, να φροντιστεί και να θεριστεί από εμάς. Δεν μπορείτε πάντα να πηγαίνετε με το ρέμα και οι άνεμοι δεν μπορούν πάντα να σας καθοδηγούν. Είστε ο μόνος που μπορεί να σας καθοδηγήσει στο δρόμο του ταξιδιού σας.

Δε θα πρέπει να νομίζουμε πως το πεπρωμένο είναι κάτι αδρανές και ακίνητο. Δεν μπορούμε να είμαστε θύματα των παλιών μας πεποιθήσεων που κατηγορούν μεγάλα παντοδύναμα όντα για όσα μας συμβαίνουν. Δεν υπάρχει ον με τεράστια δύναμη να αποφασίζει τα πράγματα που θα μας συμβούν. Είναι η καρδιά μας που αποφασίζει ποιους δρόμους θα πάρουμε και τα πόδια μας προς τα πού θα κινηθούν.

Τι να κάνουμε με αυτά που έχουμε να αντιμετωπίσουμε

Είναι αλήθεια πως από την γέννηση μας όλοι έχουμε να αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένα πράγματα. Ίσως έχετε δει αυτούς που έχουν γεννηθεί σε μια άνετη και πλούσια οικογένεια. Είναι επίσης πιθανό πως εσείς έχετε έρθει σε αυτόν τον κόσμο σε χειρότερες συνθήκες. Ωστόσο αυτά τα γεγονότα, δε θα έπρεπε να είναι εμπόδιο ή ο λόγος για να προσαρμοστούμε και να παρασυρθούμε από τις περιστάσεις.

Ανεξάρτητα από το περιβάλλον στο οποίο έχετε μεγαλώσει και ζήσει, είστε ο μόνος κάτοχος του πεπρωμένου σας. Οι κάρτες οι οποίες έχουν πέσει στα χέρια σας έχουν μέσα τους άσους, βαλέδες και μπαλαντέρ. Ποτέ μην εγκαταλείψετε αυτό που πιστεύετε πως είναι αμετακίνητο επειδή θα καταλήξετε να ζείτε μια δύσκολη και δυστυχισμένη ζωή.

«Το πεπρωμένο είναι αυτό που ασχολείται με την τράπουλα αλλά εμείς είμαστε αυτοί που παίζουμε τα χαρτιά» – Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

Υπάρχει αρκετή δύναμη μέσα στην καρδιά μας και ικανότητες για να αρνηθούμε ένα πεπρωμένο που δεν μας αρέσει ή που δεν μας κάνει ευτυχισμένους. Όλοι μπορούμε να βρούμε την δύναμη μέσα μας για να το ξεπεράσουμε και να κοιτάξουμε το μέλλον με ελπίδα.

Αλλάζοντας το πεπρωμένο σας

Οι δρόμοι του πεπρωμένου δεν είναι πάντα εύκολοι. Ακόμα και αν έχετε γεννηθεί σε μια πλούσια οικογένεια, το να αντιμετωπίσετε τους γύρω σας δεν είναι ποτέ απλό. Αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να τα παρατήσετε.

«Οι άνθρωποι είναι οι κάτοχοι του πεπρωμένου τους. Η κατηγορία, Βρούτε, δεν βρίσκεται στα αστέρια αλλά στην κακία μας.» – Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

Είμαστε οι μόνοι κάτοχοι του πεπρωμένου μας. Αποφασίζουμε τι θέλουμε και τι θα κάνουμε με την ζωή, με τον κόσμο και με το περιβάλλον μας. Μόνο εσείς θα αποφασίσετε το αν θα προσαρμοστείτε με αυτά που σας έχουν δοθεί ή αν θα προσπαθήσετε να κάνετε κάτι καλό με τα εργαλεία που έχετε στη διάθεση σας.

Η ζωή είναι ένα όμορφο δώρο που μας έχει δοθεί. Και μόνο η ψυχή, η καρδιά και οι σκέψεις μας καθορίζουν τι θα κάνουμε με αυτή. Ο χρόνος που μας έχει δοθεί είναι κάτι πολύτιμο που πρέπει να σεβαστούμε και να αγαπήσουμε, κάνοντας τον κόσμο γύρω μας όμορφο, ωραίο και να λαμπερό.

Το πεπρωμένο είναι ζήτημα θέλησης. Και η θέληση είναι δύναμή. Η ανθρώπινη καρδιά είναι ένα ισχυρό όπλο που κάνει περισσότερα από το να στέλνει αίμα στο σώμα. Χρησιμοποιήστε τη σοφά για να βελτιώσετε τη ζωή σας και τη ζωή της οικογένειας σας. Απολαύστε τα καλά που έχετε μαζί με αυτούς που σας αγαπούν ειλικρινά.

Ποτέ μην μένετε εκεί που δεν θέλετε

Μερικές φορές είμαστε σαν τις καλαμιές στον άνεμο και αφήνουμε τον εαυτό μας να ταλαντεύεται επειδή πιστεύουμε πως είναι η καλύτερη επιλογή. Αλλά το να είμαστε δυστυχισμένοι δεν είναι ποτέ σοφή επιλογή. Το να σκεφτόμαστε πως οι άλλοι θα είναι καλύτεροι λόγω της μεγάλης θυσίας μας, της έλλειψης αυτοεκτίμησης μας και του αυτοσεβασμού ποτέ δε θα φέρει επιτυχία.

Πώς μπορείτε να ζητάτε από κάποιον να σας αγαπήσει αν δεν αγαπάτε εσείς τον εαυτό σας; Η ατυχία σας δεν θα κάνει κανένα χαρούμενο. Η αγάπη για τον εαυτό σας, από την άλλη, μπορεί να βελτιώσει την ζωή πολλών γύρω σας. Οπότε, μην παρασύρεστε από αυτό που πιστεύετε πως είναι το πεπρωμένο σας επειδή μόνο εσείς έχετε τη δύναμη να το γράψετε.

Δεν υπάρχει Θεός στον κόσμο ικανός να μας πει πως να είμαστε, πως να πράττουμε και να σκεφτόμαστε. Μόνο η καρδιά και το μυαλό μας είναι σοφά κι έχουν την ικανότητα να επικοινωνήσουν και να γράψουν το βιβλίο της ζωής μας. Να έχετε δυνατό πνεύμα, να πιστεύετε στον εαυτό σας και κοιτάξτε τον ορίζοντα με ελπίδα καθώς αποφασίζετε τον τελικό προορισμό σας.

Ο Κηπουρός

Ποιος είσαι, αναγνώστη,
που διαβάζεις τα ποιήματά μου
μετά από εκατό χρόνια;

Δεν μπορώ να σου στείλω ένα μόνο λουλούδι
από αυτόν τον πλούτο της άνοιξης,
μια μόνο χρυσή σπίθα από τα σύννεφα.
Άνοιξε τις πόρτες σου και κοίτα έξω.
Από τον ανθισμένο κήπο σου
μάζεψε αρωματισμένες αναμνήσεις
των χαμένων λουλουδιών
πριν από εκατό χρόνια.

Στη χαρά της καρδιάς σου
θα νιώσεις τη ζωντανή αγαλλίαση
που τραγουδούσε ένα ανοιξιάτικο πρωινό,
στέλνοντας τη χαρούμενη φωνή του
στα πέρατα.

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ

Η μετριοφροσύνη φέρνει την καταξίωση

Επειδή στην Οικουμένη:
η υποχώρηση φέρνει προώθηση·
το άδειασμα, πληρότητα·
το πάλιωμα, ανανέωση·
όταν επιζητάς λίγα, στο τέλος κερδίζεις πολλά·
όταν επιζητάς πολλά, χάνεις και τα λίγα…

Ο σοφός άνθρωπος αποδέχεται ανεπιφύλακτα
την ενότητα των αντιθέτων.

Έτσι στη ζωή του:
Δεν αυτοπροβάλλεται·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
αναδεικνύεται.

Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε του λόγος είναι δίκαιος·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
παινεύεται.

Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε πράξη του είναι σωστή·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
εκτιμάται.

Δεν έχει έπαρση·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
επιλέγεται για αρχηγός.

Δηλαδή φαίνεται ότι,
επειδή δεν διακατέχεται
από το πνεύμα του ανταγωνισμού,
κανείς μέσα στην κοινωνία
δεν μπορεί να τον ανταγωνιστεί.

Μήπως το παλιό ρητό:
«Η μετριοφροσύνη φέρνει την καταξίωση»
είναι λόγια κούφια;
– Δεν νομίζω.
– Αλήθεια !
Αν κρατάς τέτοια στάση,
καταξιώνεσαι…

ΛΑΟ ΤΣΕ, ΤΑΟ ΤΕ ΤΣΙΝΓΚ

Είναι απόλυτα αναγκαίο να αγαπάει κανείς τον εαυτό του, με υγιή αγάπη, για να μπορεί να τον υπομένει και να μην περιπλανιέται

Είναι απόλυτα αναγκαίο να αγαπάει κανείς τον εαυτό του, με υγιή αγάπη, για να μπορεί να τον υπομένει και να μην περιπλανιέται.

5 ΒΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ:

1. Ζήσε για σένα, όχι για τον κόσμο. Τα άτομα που δεν ξέρουν να αγαπούν τον εαυτό τους αναζητούν μονίμως την επιβεβαίωση στους άλλους και υποφέρουν στην ιδέα της απόρριψης . Για να σπάσουμε την εθιστική αυτή δυναμική, πρέπει να αποδεχτούμε ότι δε γίνεται να τους ικανοποιήσουμε όλους.

2. Απόφευγε τις συγκρίσεις. Είναι μια σημαντική πηγή δυστυχίας. Πολλοί άνθρωποι έχουν ιδιότητες και προτερήματα που λείπουν από εσένα, όμως κι εσύ έχεις αρετές που λείπουν από τους άλλους. Πάψε να κοιτάζεις πλάι, δεξιά κι αριστερά, και χάραξε ίσια μπροστά τη μοίρα σου.

3. Μην αναζητάς την τελειότητα. Μην την αναζητάς ούτε στους άλλους ούτε στον εαυτό σου, γιατί η τελειότητα δεν υπάρχει. Αυτό που όντως υπάρχει είναι ένα απέραντο περιθώριο για βελτίωση.

4. Συγχώρα στον εαυτό σου τα λάθη. Ειδικά τα λάθη του παρελθόντος, αφού πια δεν γίνεται να αλλάξουν ούτε έχουν κάποια χρησιμότητα. Απλώς μάθε από αυτά, ώστε να μην τα επαναλάβεις.

5. Σταμάτα να αναλύεις. Αντί να κοιτάς τι πήγε άσχημα, είναι πολύ καλύτερα να ενεργείς, αφού αυτό σου επιτρέπει να τελειοποιήσεις τις αρετές σου. Η κίνηση είναι ζωή και επομένως εξέλιξη.

Δεν πρέπει με τις καταστάσεις να θυμώνουμε· αυτές δεν νοιάζονται καθόλου

ΠΕΡΙ ΕΥΘΥΜΙΑΣ

Έτσι, όπως το υπόδημα προσαρμόζεται στο σχήμα του ποδιού και όχι το αντίστροφο, ομοίως και οι διαθέσεις των ανθρώπων κάνουν τις ζωές τους σαν τους ίδιους. Δεν κάνει, δηλαδή, η συνήθεια την άριστη ζωή ευχάριστη γι’ αυτούς που την έχουν επιλέξει, όπως έχει πει κάποιος, αλλά η φρόνηση κάνει την ίδια ζωή ταυτόχρονα και άριστη και ευχάριστη. Γι’ αυτό πρέπει να καθαρίζουμε την πηγή της ψυχικής γαλήνης που βρίσκεται μέσα μας, ώστε και τα εξωτερικά πράγματα, σαν να ήταν δικά μας και φιλικά, να μας είναι ευχάριστα όταν δεν τα χρησιμοποιούμε άσχημα:

Δεν πρέπει με τις καταστάσεις να θυμώνουμε·
αυτές δεν νοιάζονται καθόλου· εκείνος, όμως, που όσα του τυχαίνουν
σωστά θα χρησιμοποιήσει, θα ευτυχήσει. (ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ)

Ο Πλάτων, επί παραδείγματι, παρομοίασε τη ζωή με το παιχνίδι των κύβων, κατά το οποίο πρέπει όχι μόνο να φέρνουμε το συμφερότερο αποτέλεσμα στο ρίξιμο των κύβων, αλλά, αφού το φέρουμε, να χρησιμοποιούμε σωστά αυτό που μας έτυχε. Με τις περιστάσεις όμως, αν και δεν είναι στο χέρι μας να ρίξουμε και να φέρουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε, ωστόσο, έργο δικό μας είναι, αν είμαστε σώφρονες, να δεχτούμε με τον κατάλληλο τρόπο ότι φέρνει η τύχη και να δώσουμε στο κάθε γεγονός τη θέση στην οποία και κείνο που μας είναι επιθυμητό θα μας είναι ωφελιμότατο και κείνο που μας είναι ανεπιθύμητο θα μας βλάψει όσο λιγότερο γίνεται.

Ο Θεόδωρος, που επονομάστηκε άθεος, έλεγε ότι προσέφερε τις ομιλίες του με το δεξί του χέρι αλλά το ακροατήριό του τις δεχόταν με το αριστερό· έτσι και οι απαίδευτοι άνθρωποι, όταν η τύχη είναι στα δεξιά τους, αυτοί την πιάνουν από τα αριστερά, ενεργώντας έτσι κατά τρόπο απαράδεκτο. Οι φρόνιμοι, όμως, όπως οι μέλισσες παίρνουν μέλι από το θυμάρι, το πιο δριμύ και ξηρό φυτό, με παρόμοιο τρόπο πολλές φορές αντλούν από τις πιο δυσμενείς περιστάσεις κάτι που τους είναι ταιριαστό και χρήσιμο.

Είναι, δηλαδή, δυνατό ν’ αλλάξουμε την κατεύθυνση της τύχης όταν μας έχει δώσει πράγματα που δεν θέλουμε. Ο Διογένης εξορίστηκε· “δεν ήταν κι άσχημα τελικά!” γιατί μετά την εξόρισή του άρχισε να φιλοσοφεί.

Στον Ζήνωνα τον Κιτιέα είχε απομείνει μόνο ένα φορτηγό πλοίο· όταν έμαθε ότι το πλοίο βυθίστηκε μαζί με όλο του το φορτίο, φώναξε: “Ωραία τα έκανες, τύχη, που με σπρώχνεις στον τρίβωνα και στη στοά”.

Τι μας εμποδίζει λοιπόν να μιμηθούμε τους παραπάνω; Απέτυχες ως υποψήφιος για το αξίωμα; Θα μπορούσες να ζήσεις στην εξοχή και να φροντίσεις τις προσωπικές σου υποθέσεις.

Αποκρούστηκες όταν προσπαθούσες να κάνεις φίλο σου κάποιον άρχοντα; Η ζωή σου θα είναι απαλλαγμένη από κινδύνους και προβλήματα.

Μήπως από συκοφαντία ή φθόνο, σου έτυχε ημέρα κακή και σε περιφρόνησαν; Ούριος ο άνεμος θα σε φέρει στις Μούσες και στην Ακαδημία, όπως έγινε με τον Πλάτωνα που χειμάστηκε από τη φιλία του Διονύσιου.

Γι’ αυτό συμβάλλει πολύ στην ψυχική γαλήνη η παρατήρηση ότι ένδοξοι άνδρες δεν έπαθαν τίποτα απολύτως από δεινά όμοια με τα δικά σου.

Σε στεναχωρεί, για παράδειγμα, η ατεκνία; Σκέψου τους βασιλείς της Ρώμης, από τους οποίους κανείς δεν άφησε το βασίλειο σε γιο του.

Δυσφορείς για την τωρινή σου φτώχεια; Ποιος Βοιωτός θα προτιμούσες να είσαι άλλος από τον Επαμεινώνδα; Ποιος Ρωμαίος άλλος από τον Φαβρίκιο;

“Μα η γυναίκα μου ξελογιάστηκε”. Δεν έχεις διαβάσει, λοιπόν, την επιγραφή στους Δελφούς:
Ο κύριος στεριάς και θάλασσας, ο βασιλιάς Άγις, με αφιέρωσε, και δεν έχεις ακούσει πως ο Αλκιβιάδης ξελόγιασε τη γυναίκα του Άγιδος, την Τιμαία, και ότι εκείνη ονόμαζε το γιο της ψιθυριστά στις θεραπαινίδες της Αλκιβιάδη;

Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον Άγι να είναι ο ενδοξότερος και ο μέγιστος Έλληνας.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ

Μελέτη αλληλεπιδράσεων ιόντος-ατόμου σε υπερ-χαμηλές θερμοκρασίες με τη βοήθεια συμπυκνώματος Bose-Einstein

Οι ερευνητές συνήθως παγιδεύουν άτομα ή ιόντα σε υπερχαμηλές θερμοκρασίες για να ερευνήσουν εξωτικά κβαντικά φαινόμενα. Ωστόσο, τρέχοντα συστήματα για παγίδευση τόσο ιόντων όσο και ατόμων στο ίδιο πείραμα μπορούν να φθάσουν μόνο σε θερμοκρασίες στην περιοχή των χιλιοστών του Κέλβιν (millikelvin), ούτε κατά διάνοια αρκετά χαμηλά για να παρατηρήσουν πολλά κβαντικά φαινόμενα που αναδύονται από τις αλληλεπιδράσεις ιόντος-ατόμου. Η Kathrin Kleinbach στο Πανεπιστήμιο της Στουτγκάρδης, στη Γερμανία και οι συνεργάτες της έχουν επέδειξαν μια νέα προσέγγιση για τη μελέτη αλληλεπιδράσεων ενός ιόντος με ένα νέφος ατόμων σε θερμοκρασίες κάτω του 1 μK (ένα εκατομμυριοστό του Κέλβιν).

Η ιδέα των συγγραφέων ήταν να χρησιμοποιήσουν ένα ουδέτερο άτομο Rydberg – ένα άτομο του οποίου το εξώτατο ηλεκτρόνιο διεγέρθηκε σε ένα πολύ υψηλό [κύριο] κβαντικό αριθμό (n) – αντί για ένα συνηθισμένο ιόν. Οι ερευνητές παρασκεύασαν ένα σχήματος πούρου συμπύκνωμα Bose-Einstein (BEC) περίπου 65000 ατόμων ρουβιδίου και μετά διήγειραν το εξώτατο ηλεκτρόνιο ενός από αυτά τα άτομα σε μια κατάσταση με κβαντικό αριθμό μέχρι 190. Αυτό το διεγερμένο ηλεκτρόνιο περιφέρονταν με μια μέση ακτίνα περίπου 4 μm (εκατομμυριοστά του μέτρου), η οποία ήταν μεγαλύτερη από ότι ο κοντός άξονας του νέφους του BEC. Έτσι ο ιοντικός πυρήνας του ατόμου Rydberg δρούσε όπως ένα αντιδρόν ιόν με το BEC, ενώ το ηλεκτρόνιο Rydberg περιφέρονταν κυρίως εκτός του BEC. Επιπροσθέτως, το ηλεκτρόνιο Rydberg λειτουργούσε ως κλωβός Faraday που προστάτευε από εξωτερικά μη ελεγχόμενα ηλεκτρικά πεδία που θα μπορούσαν να προκαλέσουν παρεμβολές στα πειράματα.

Η ομάδα έδειξε ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ του ιοντικού πυρήνα και του BEC θα μπορούσε να ερευνηθεί με την παρακολούθηση του σχήματος των γραμμών απορρόφησης του ατόμου Rydberg. Ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσε να επιτρέψει τους ερευνητές να μελετήσουν κβαντικά φαινόμενα που συνδέοντα με συγκρούσεις, αλληλεπιδράσεις και χημικές αντιδράσεις μεταξύ ιόντων και ουδέτερων ατόμων.

Ο Αριστοτέλης και τα όρια του κωμικού

Για τον Αριστοτέλη η έννοια του κωμικού είναι συνυφασμένη με την ανάγκη του ανθρώπου να χαλαρώνει ξεφεύγοντας από αυτά που τον απασχολούν καθημερινά. Το γέλιο, ως στιγμιαία εκδήλωση ευτυχίας, έχει την τάση να λειτουργεί αυτόνομα, σαν εκτόνωση της ψυχής, ακόμη και μέσα σε συνθήκες απόλυτης δυστυχίας. Κι αυτός είναι ο λόγος που συνδέεται με την ανάπαυση, σαν απόδραση που προσφέρει αναψυχή. Το γέλιο, όταν είναι αυθόρμητο, δίνει ποιότητα στη ζωή κι αποτελεί ένδειξη ευτυχίας καταδεικνύοντας την ισορροπία της ψυχής.
 
Όμως, η σημασία του γέλιου στην ανθρώπινη ζωή δε συνεπάγεται την αποδοχή οτιδήποτε μπορεί να το προκαλέσει. Δεν αναιρεί δηλαδή την ανάγκη της ποιότητας του αστείου. Ο ελεύθερος άνθρωπος οφείλει να διαχωρίζει το αληθινά κωμικό από την ανοησία ή την κακοήθεια. Η φτήνια που παρουσιάζεται σαν χιούμορ είναι κατακριτέα, ακόμη κι αν προκαλεί το γέλιο στους περισσότερους.
 
Θα έλεγε κανείς ότι ο τρόπος που αντιλαμβάνεται κανείς το αστείο αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο της παιδείας του. Ο απαίδευτος άνθρωπος φαίνεται πρόθυμος να γελάσει ακόμη και με τη χυδαιότητα. Η ποιότητα σε συνδυασμό με την απήχηση που μπορεί να έχουν τα αστεία αποτελούν κριτήριο και της ποιότητας του λαού που τα υιοθετεί.
 
Ο Αριστοτέλης είναι ξεκάθαρος: «Δεδομένου ότι στη ζωή υπάρχει επίσης αναψυχή και ανάπαυση (στην οποία περιλαμβάνονται η σχόλη και η διασκέδαση), λέμε ότι και εδώ υπάρχουν κάποιοι κομψοί και καλαίσθητοι τρόποι επικοινωνίας με τους άλλους: να λέμε – αλλά και να ακούμε – αυτά που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει. Δεν είναι επίσης χωρίς σημασία το είδος των ανθρώπων στους οποίους λέμε αυτά που λέμε ή των ανθρώπων από τους οποίους ακούμε αυτά που ακούμε». (1127b 8, 39-40 και 1128a 8, 1-2).
 
Με αλλά λόγια, ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, καθώς τα αστεία υπόκεινται στη δική τους δεοντολογία που έχει να κάνει με «αυτά που πρέπει» και «με τον τρόπο που πρέπει» προκειμένου να αποτελούν «κομψούς και καλαίσθητους τρόπους επικοινωνίας με τους άλλους». Ο Αριστοτέλης παραμένει συνεπής στον τρόπο που είχε ορίσει τη μεσότητα στα συναισθήματα και τις πράξεις από το δεύτερο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων («τη στιγμή που πρέπει, σε σχέση με τα πράγματα που πρέπει, σε σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει, για το λόγο που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει» 1106b 6, 23-24), καθώς η αναφορά σε «αυτά που πρέπει» δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με το χρόνο, τους ανθρώπους και τους λόγους, που οφείλει να λαμβάνει υπόψη του το ποιοτικό αστείο.
 
Κι εδώ βρίσκονται τα κριτήρια που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο που αστειεύεται, ο οποίος εκπληρώνοντας όλα τα δεοντολογικά δεδομένα οφείλει να ακολουθήσει το δρόμο της μεσότητας, αποφεύγοντας (όπως σε όλες τις περιπτώσεις) την υπερβολή και την έλλειψη: «Αυτούς λοιπόν που ξεπερνούν το μέτρο στην προσπάθειά τους να κάνουν τους άλλους να γελάσουν, η κοινή αντίληψη τους θεωρεί “καραγκιόζηδες” («βωμολόχοι» στο πρωτότυπο): ανθρώπους απαίδευτους και κακόγουστους, ανθρώπους που θέλουν με κάθε τρόπο να προκαλέσουν το γέλιο, ανθρώπους, τέλος, που έχουν πιο πολύ για στόχο τους να προκαλέσουν το γέλιο παρά να πουν αυτά που θέλουν να πουν με τρόπο αρμόζοντα και ευπρεπή, χωρίς να στενοχωρήσουν τον άνθρωπο που είναι το αντικείμενο του σκώμματός τους». (1128a 8, 5-9).
 
Κι αν οι «καραγκιόζηδες» (βωμολόχοι) κινούνται προς την πλευρά της υπερβολής, οι «χωριάτες» στρέφονται κατάφωρα προς την έλλειψη: «Αντίθετα, αυτούς που ούτε οι ίδιοι είναι σε θέση να πουν κάτι το αστείο ούτε ανέχονται αυτούς που το κάνουν, η κοινή αντίληψη τους θεωρεί “χωριάτες” («αγροίκοι» στο πρωτότυπο) και τραχείς ανθρώπους». (1128a 8, 9-11).
 
Τη μεσότητα εκπροσωπούν οι ευτράπελοι, δηλαδή οι άνθρωποι που ξέρουν να συνδυάζουν το χιούμορ με τη λεπτότητα αποφεύγοντας οτιδήποτε άκομψο παραπέμπει στη χοντροκομμένη προσβολή: «Αυτούς, τέλος, που αστειεύονται με τρόπο κομψό και καλαίσθητο η γλώσσα μας τους λέει με τη λέξη ευτράπελοι, κάτι σαν “άνθρωποι που ‘τρέπονται’ εύκολα τη μια προς τα εδώ και την άλλη προς τα εκεί”· γιατί αυτού του είδους τα πράγματα λογαριάζονται κινήσεις του χαρακτήρα, και όπως κρίνουμε τα σώματα με βάση τις κινήσεις τους, έτσι και τους χαρακτήρες». (1128a 8, 11-17).
 
Η ταύτιση της αντίληψης του χιούμορ με το χαρακτήρα του ανθρώπου αποτελεί το αλληλένδετο της παιδείας σε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αφού η παιδεία δεν περιορίζεται μόνο στην απόκτηση της γνώσης, αλλά ενδιαφέρεται (θα λέγαμε πρωτίστως) και για τη διάπλαση του ηθικού χαρακτήρα μέσω των έξεων που θα καθορίσουν τα μόνιμα στοιχεία της προσωπικότητας. Και οι έξεις, για να είναι ορθές, δεν μπορούν παρά να διέπονται από την αρχή της μεσότητας. Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι ο κάτοχος της ηθικής αρετής, δηλαδή εκείνος που γνωρίζει τα όρια της έλλειψης και της υπερβολής που πρέπει να αποφύγει.
 
Κι ακριβώς αυτά τα όρια πρέπει να υπηρετηθούν και στην περίπτωση του αστείου: «Στη μεσότητα προσιδιάζει και η λεπτότητα και η διακριτικότητα. Του λεπτού και του διακριτικού ανθρώπου γνώρισμα είναι να λέει και να ακούει πράγματα που ταιριάζουν στον καλό άνθρωπο και σ’ αυτόν που έχει πάρει την αγωγή του ελεύθερου ανθρώπου· γιατί υπάρχουν κάποια πράγματα που ταιριάζει να τα λέει και να τα ακούει ένας τέτοιος άνθρωπος για διασκέδαση, και φυσικά η διασκέδαση ενός ελεύθερου ανθρώπου διαφέρει από τη διασκέδαση του κοινού και τυχαίου ανθρώπου, όπως διαφέρει και η διασκέδαση του καλλιεργημένου από τη διασκέδαση του ακαλλιέργητου ανθρώπου». (1128a 8, 19-25).
 
Ο Αριστοτέλης δεν εξηγεί τα επιμέρους χαρακτηριστικά της διασκέδασης και των αστείων που ταιριάζουν σε ελεύθερους ανθρώπους. Το βέβαιο είναι ότι απορρίπτει την αισχρολογία κι αυτός είναι και ο λόγος που δεν του αρέσουν οι παλιές κωμωδίες: «Μπορεί κανείς να το προσέξει αυτό συγκρίνοντας τις παλαιές κωμωδίες με τις καινούργιες: στους παλαιούς ποιητές το αστείο βασιζόταν στην αισχρολογία, ενώ στους καινούργιους στον υπαινιγμό και στο υπονοούμενο· αυτά όμως τα δύο παρουσιάζουν όχι μικρή μεταξύ τους διαφορά από την άποψη της ευπρέπειας». (1128a 8, 25-29).
 
Από την άλλη, για τον Αριστοτέλη αυτός που αστειεύεται με σωστό τρόπο δεν αποσκοπεί απλώς στο να ευχαριστήσει ή, έστω, να μη δυσαρεστήσει την ομήγυρη. Εξάλλου, κάτι τέτοιο θα ήταν σχεδόν αδύνατο «αφού άλλα είναι τα πράγματα που δυσαρεστούν ή ευχαριστούν τον έναν και άλλα τον άλλον». (1128a 8, 32-33).
 
Κι εδώ δε γίνεται λόγος για το κομμάτι της δεοντολογίας που αφορά τους ανθρώπους που απευθύνεται ένα αστείο, καθώς, η προσαρμογή της συμπεριφοράς σε σχέση με τα άτομα που συναναστρέφεται κανείς δε σημαίνει μετάλλαξη. Εκείνος που διασκεδάζει με χυδαιότητες είναι δύσκολο να παραστήσει τον εκλεπτυσμένο, αλλά, ακόμη κι αν το καταφέρει, δεν έχει καμία σχέση με την αριστοτελική οπτική, καθώς δεν προβάλλει τη λεπτότητα του χαρακτήρα, αλλά το χαμαιλεοντισμό μετατρέποντας τις ανθρώπινες σχέσεις σε πεδίο υποκρισίας.
 
Το ξεκαθάρισμα του Αριστοτέλη ότι το αστείο δε γίνεται απλώς για να γελάσει κάποιος έχει να κάνει με την οπτική της ποιότητας, που όχι μόνο θα προκαλέσει την ευθυμία, αλλά ταυτόχρονα, χωρίς να προσβάλλει, θα αποδώσει με ρεαλισμό την προβληματική μιας συμπεριφοράς ή μιας τρέχουσας κοινωνικής αντίληψης. Κι αυτό δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί τέχνη και ιδιαίτερα λεπτούς χειρισμούς, ώστε να μη γίνει χοντράδα ή κακοήθεια προκαλώντας αντιδράσεις. Ο ελεύθερος άνθρωπος γνωρίζει τις λεπτές ισορροπίες. Τα αστεία του, όσο αιχμηρά ή καυστικά κι αν είναι δε θα μπορέσουν ποτέ να χαρακτηριστούν κακόβουλα.
 
Απαλλαγμένος από κάθε μοχθηρότητα μπορεί να αποδώσει ακριβώς αυτό που πρέπει. Ούτε θα αρκεστεί στην ανώδυνη ρηχότητα της επιδερμικής σάχλας, ούτε θα υποπέσει στο ατόπημα του άκομψου – προσβλητικού χαρακτηρισμού. Θα επισημάνει αυτό που πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει, στον άνθρωπο που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει και για το λόγο που πρέπει. Κι αυτό δε σημαίνει ότι θα στερείται αιχμηρότητας, αφού, όταν κάτι δεν είναι αιχμηρό, είναι άνοστο, αλλά ότι η αιχμηρότητά του είναι τόσο καλά τροχισμένη, που θα χτυπήσει κατευθείαν στο ψαχνό, χωρίς όμως να γίνεται κακόβουλη.
 
Από κει και πέρα, τα αστεία που στερούνται προβληματισμού (όπως π.χ. κάποιος που σκοντάφτει και πέφτει) αρμόζουν περισσότερο στον «καραγκιόζη», αφού, όσο κι αν προσφέρουν ελαφρότητα ή ευθυμία, είναι αδύνατο να συγκριθούν με την ποιότητα της ακαριαίας ευστοχίας του «ευτράπελου» που διαβλέπει τα τρωτά κάποιου χαρακτήρα ή της κοινωνίας στο σύνολό της. Ο «ευτράπελος» είναι ο εκφραστής των αστείων που απευθύνονται στους ελεύθερους ανθρώπους. Κατά βάση το δυνατό χιούμορ αφορά τους σοβαρούς ανθρώπους.
 
Οι τυχαίοι θα προτιμήσουν κάτι πιο χοντροκομμένο, κάτι που τείνει περισσότερο στη σφαίρα του «καραγκιόζη». Γι’ αυτό και πολλοί συγχέουν τον καραγκιόζη με τον ευτράπελο: «επειδή το αστείο και το κωμικό έχει πολύ μεγάλη πέραση και οι πιο πολλοί άνθρωποι βρίσκουν στις διασκεδάσεις και στα σκώμματα περισσότερη απ’ ό,τι πρέπει ευχαρίστηση, ονομάζουν ευτράπελους και τους καραγκιόζηδες, θεωρώντας τους ευχάριστους και χαριτωμένους ανθρώπους· ότι όμως διαφέρουν οι μεν από τους δε, και μάλιστα όχι λίγο, έχει γίνει φανερό από αυτά που είπαμε». (1128a 8, 15-19).
 
Για τον Αριστοτέλη το μέτρο που θα μπορούσε να αποδώσει τα όρια του αστείου σε βάρος του άλλου είναι ο ίδιος ο εαυτός, καθώς αυτό που κάποιος δε θα ανεχόταν για τον εαυτό του δεν πρέπει να το απευθύνει σε άλλους: «το είδος των αστείων και των σκωμμάτων των οποίων ανέχεται να είναι αυτός το αντικείμενο είναι μάλλον το είδος των αστείων και των σκωμμάτων που ο ίδιος κάνει. Αυτό θα πει ότι υπάρχουν αστεία και σκώμματα που δε θα τα κάνει». (1128a 8, 33-34).
 
Το ότι ο καθένας προβαίνει μόνο στο είδος των αστείων που μπορεί να ανεχτεί κρίνεται μάλλον επισφαλές. Ο κακοήθης είναι πάντα πρόθυμος να πει για τους άλλους κακίες (δήθεν αστεία), χωρίς όμως να ανέχεται ποτέ τίποτα. Θα έλεγε κανείς ότι αυτό θα μπορούσε να εκληφθεί περισσότερο ως κανόνας χιουμοριστικής εντιμότητας. Δικαιούται κανείς να αστειεύεται μέχρι εκεί που επιτρέπει και τους άλλους να αστειεύονται μαζί του.
 
Όμως σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κριτήριο διαχωρισμού του «ευτράπελου» από τον «καραγκιόζη», καθώς ο «καραγκιόζης», που ξεπερνά τα όρια ακυρώνοντας κάθε έννοια ποιότητας, μπορεί να επιτρέπει και στους άλλους να ξεπερνούν τα όρια σε βάρος του.
 
Το βέβαιο είναι ότι τα όρια πρέπει να υπάρχουν «γιατί το σκώμμα είναι ένα είδος κακολογίας, και το να κακολογούμε κάποια πράγματα οι νομοθέτες μάς το απαγορεύουν – ίσως θα έπρεπε να μας απαγορεύουν και το να κάνουμε ορισμένου είδους σκώμματα». (1128a 8, 35-37).
 
Η νομοθετική λογοκρισία των αστείων αποτελεί περισσότερο προβληματισμό παρά πρόταση. Ο Αριστοτέλης θα συμπληρώσει αμέσως: «Ο κομψός λοιπόν και εκλεπτυσμένος άνθρωπος, ο άνθρωπος που πήρε την αγωγή του ελεύθερου ανθρώπου, θα συμπεριφερθεί με τον τρόπο που περιγράψαμε, ωσάν ο ίδιος να είναι νόμος για τον εαυτό του. Τέτοιος είναι λοιπόν ο άνθρωπος που βρίσκεται στο μέσον, είτε τον λέμε ευτράπελο είτε τον λέμε λεπτό και διακριτικό άνθρωπο». (1128a 8, 37-40).
 
Το αστείο δεν είναι ζήτημα νομοθεσίας, αλλά παιδείας. Η παρέμβαση του νομοθέτη για τον καθορισμό της θεματολογίας και του τρόπου του χιούμορ κρίνεται προφανώς προβληματική σε σχέση με την ποιότητα της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου. Τα όρια του χιούμορ και την ποιότητά του τα θέτει ο κόσμος. Κι αυτό έχει άμεση σχέση με την παιδεία του.
 
Το μόνο που μένει είναι το σχόλιο του Αριστοτέλη για τον «χωριάτη»: «Όσο για τον “χωριάτη”, αυτός είναι άχρηστος κι ακατάλληλος γι’ αυτού του είδους τις κοινωνικές διασκεδάσεις: μη μπορώντας να συνεισφέρει τίποτε αγανακτεί και γκρινιάζει για όλα». (1128b 8, 1-2).
 
Ο «χωριάτης» είναι μια ακόμη εκδοχή της ανοησίας. Αδυνατώντας να ανταποκριθεί στην εγρήγορση της χιουμοριστικής οξύτητας προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από την ακαμψία της δήθεν σοβαρότητας. Στην ουσία είναι άνθρωποι που δεν ανέχονται κανενός είδους κριτική. Αρέσκονται να κάνουν λόγο για θρασύτητα και για έλλειψη σεβασμού. Εκφράζουν την κακώς εννοούμενη ευπρέπεια που ταυτίζεται με την αποστείρωση. Η ευθιξία και η οργή που δείχνουν αποκαλύπτουν την αδυναμία να ανταποκριθούν στα πειράγματα. Γι’ αυτό «αγανακτούν και γκρινιάζουν για όλα». Κι αν επιχειρήσουν να αστειευθούν, αλίμονο στην ομήγυρη που θα τους ακούσει.
 
Το γέλιο, δηλαδή η έμπρακτη αποκρυστάλλωση της αίσθησης του χιούμορ, αφορά μόνο τους ανθρώπους. Τα ζώα μπορεί να χαίρονται, μπορεί να έχουν διάφορους τρόπους για να εκδηλώσουν τη χαρά τους, όμως δε γελούν. Η αίσθηση του κωμικού νοείται μόνο μέσα από την οπτική της λογικής, η οποία ανατρέπεται. Γι’ ο Αριστοτέλης ορίζει τους «ευτράπελους» ως ανθρώπους που «“τρέπονται” εύκολα τη μια προς τα εδώ και την άλλη προς τα εκεί». Από τη μια τρέπονται προς τη σοβαρότητα της λογικής κι από την άλλη προς την ελαφρότητα της ανατροπής της. Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, πράγμα που οι πραγματικά σοβαροί άνθρωποι γνωρίζουν καλά και οι «χωριάτες» δε θα μάθουν ποτέ.
 
Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια