Σταύρος Κωτσόπουλος
Bεύη (Μπάνιτσα) Φλώρινας: Η Ιστορία του γενναίου Οπλαρχηγού του Μακεδονικού Αγώνος Καπετάν Σταύρου Δάφου Κωτσόπουλου .
Ό Kαπετάν Σταύρος Δάφου Κωτσιόπουλος, η Kαπετάν Σταύρος Μπανιτσιώτης όπως ελέγετο κατά τον Μακεδονικόν Άγωνα, είναι ένας από τους σκληρούς αγωνιστές του Μακεδονικού Άγωvoς.
Προσενεγκών τας υπηρεσίας του εις την Πατρίδα όλίγον πρό του 1905 και μέχρι του θανάτου του εις όλους τους εθνικούς αγωνας όπως εκτίθεται εις την παρούσαν ίστορίαν της εθνικής του δράσεως .
Ό Καπεταν Σταυρός ήτο μετρίου αναστήματος , μελαχρινός με μάτια κάστανα και βλέμμα ζωηρόν και διαπεραστικόν, πλούσια μαύρα φρύδια και πυκνά κατάµαυρα μαλλιά, τα οποία διετηρήθησαν μέχρι του θανάτου του, ολόλευκα βεβαίως κατά την γεροντικήν του ήλικίαν, με µύτην έλληνικης κατατομής, και εν γένει πρόσωπον με αρρενωπήν εμφάνισιν.
Ευσταλής, εύθυτενης ως κυπάρισσος, με καλοδεμένον σώµα, ισχυρόν και νευρώδες, και βάδισμα υπερήφανον.
Ητο ευθύς και ειλικρινής τον χαρακτήρα και παροιμιώδης εις την καθαριότητα και την τάξιν, σοβαρός και, αξιοπρεπής και με επιβλητικην εμφάνισιν.
Είχε τεραστίαν μνήμην και μεγάλην προαίσθησιν η όποία επεσφραγίζετο με την επαλήθευσιν των γεγονότων.
Όταν είδε κάποτε τον εκ Κλειδίου απαίσιον Ράλκον ο οποίος προσεποιείτο τον καλον πατριώτην, να διέρχηται με το πολυβόλov εις την προ της Άστυνομίας Aμυvταίoυ όδόν, εξεμάνη και ηρχισε να κραυγάζει διαμαρτυρόμενος και λέγων:
«Σε ποιόν εδωσαν πολυβόλον, αυτός είναι εκείvoς που θα προδώση την Πατρίδα».
Και όπως πράγματι συνέβη, διότι δεν παρήλθον όλίγαι ήμέραι και συνελήφθη ο Ράλκος ως προδότης και κατεδικάσθη, ως γνωστόν.
Ητο όμως και εις το έπακρον νευρικός και ευέξαπτος και απότομος.
Αλλα όλα αύτά ησαν προσωρινά, διότι την ίδίαν στιγμην τα έλησμόνει και εκαμνε συνντροφιάν με εκείνους που διεφώνει.
Δεν ήτο μνησίκακος.
Έγεννήθη εν Βεύη το 1878 όπου εδιδάχθη τα πρώτα γράμματα εις το Ελληνικόν Σχολείον.
|
Η οικογένεια του μακεδονομάχου Σταύρου
Κωτσόπουλου από τη Βεύη Φλώρινας. |
Eνυμφεύθη τον Οκτωβριον του 1904, την Μαρίαν Μέλιου Χρυσάφη.
Το 1905 ο άρχιβοεβόδας Τζόλε Γκέργκεφ, καθώς και ο εκ Κέλλης βοεβόδας Τάνε Κάντζεφ και όλοι οι κομιτατζήδες αμείλικτον διωγμόν εναντίον του, διότι δεν συνεφώνει με τους σκοπους του βουλγαρικού κομιτάτου προς βουλγαροποίησιν της Μακεδονίας.
Δια τούτο συνεχώς τον είχον υπό παρακολούθησιν, ώστε εις περίπτωσιν εύκαιρίας, να τον φονεύσουν.
Ό Καπετάν Σταύρος άντιληφθείς τα σχέδια και τους σκοπούς των, ήναγκάσθη να άναχωρήση εις 'Αμερικήν κατά τας αρχάς του 1905 όπου μετέβη εις την πόλιν GRANΙΤΙ CITY FAST ST, LUIS Mis.
Εκεί είργάζετο ώς εργάτης κατασκευής σιδήρου.
Το βουλγαρικόν κομιτάτον άμα τη άναχωρήσει του, κατέφυγεν εις το έξης τέχνασμα δια να πληροφορηθεί την διεύθυνσίν του και φροντίση δια την εξόντωσιν του.
Κατόπιν εντολής του βουλγαρικού κομιτάτου έκ των βουλγαροφρόνων κατοίκων Βεύης ο Κύρε Αλούσωφ και ο Βάσιλ Κάλτσουνο, επλησίασαν την σύζυγόν του Μαρίαν και έζήτησαν την διεύθυνσίν του με την δήλωσιν ότι πηγαίνουν εις την 'Αμερικήν και συγχρόνως να του δώση και ότι δώρα ηθελε να του στείλη.
Σκοπός των ήτο να μάθουν την διεύθυνσιν και μεταβαίνοντας να τον εξοντώσουν .
Αύτή ήτο η έντολή δια την έκτέλεσιν της οποίας έπληρώθησαν άδρά από το βουλγαρικόν κομιτάτον.
Η σύζυγος του Καπεταν Σταύρου έδωσεν εις αυτούς και την διεύθυνσιν και δώρα, μη υποπτευθεισα τους σατανικούς σκοπούς των. Ευτυχώς όμως άνεκοίνωσε το τοιούτον εις τους συγγενείς της.
Ούτοι έθορυβήθησαν, διότι είχον πληροφορηθή ότι αυτοί είχον πληρωθή από το βουλγαρικόν κομιτάτον δια να μεταβούν εις Αμερικήν πρός εξόντωσιν του Καπεταν Σταύρου.
Άμέσως δε απέστειλαν έπιστολήν εις τον Σταύρον και έγνωστοποίησαν τα ανωτέρω δια να λάβη τα μέτρα του.
Όταν έφθασαν οι δύο κομιτατζήδες εις Γκρανίτι Σίτυ της 'Αμερικής, έπληροφορήθησαν εις ποίον καφενεϊον εσύχναζεν ούτος και μετέβησαν εις αυτό, όπου τον συνήντησαν με τον φίλον του Άπόστολον Τσορλίνην.
'Εκεί αφού είπον εις αύτον ότι του φέρουν τους χαιρετισμούς και δώρα από την σύζυγόν του, ήρχισαν την πολιτικήν δια τα πράγματα της Μακεδονίας.
Ό Σταύρος γνωρίζων τους σκοπούς των και εξοργισθεις από τας άνθελληνικάς των ύβρεις , συνεπλάκη με αύτούς, κτυπων με τις καρέκλες και κατώρθωσε με τον φίλον του Τσορλίνην να τους έπιβληθή, να τους εξουδετερώσει τελείως και να τους ρίψη καταγής εις κατάστασιν λιποθυμίας, νομίζων ότι είχον εκπνεύσει.
Άμέσως δε με τον φίλον τον άνεχώρησαν εις Νέαν 'Υόρκην και εκείθεν έπέστρεφαν άτμοπλοϊκώς μέχρι της Γαλλίας.
Άπο την Γαλλίαν σιδηροδρομικώς εφθάσαν εις Θεσσαλονίκην και έκεϊθεν εις 'Αμύνταιον, το οποίον τότε ελέγετο Σόροβιτς.
Δεν ήτο όμως δυνατον να μεταδή εις Βεύην πλησίον της οίκογενείας του, διότι έγνώριζε τί τον ανέμενε.
Οι κομιτατζήδες της Βεύης πληροφορηθέντες την αφιξίν του, τον ειδοποίησαν με τον κουμπάρον του Γκέλε Γιόφτσεφ ότι τον περιμένουν εις Βεύην.
Αυτος τους απήντησεν ότι δήθεν περιμένει τα ρούχα του από την 'Αμερικήν, τα όποία δεν παρέλαβε κατά την άναχώρησίν του και ότι μόλις τα παραλάβη θα ύπάγη εις την Βεύην.
Δια του κουμπάρου του όμως άκρως έμπιστευτικώς παρήγγειλε εις την σύζυγόν του πάση θυσία να κατορθώση να διαφύγη και να έλθη εις 'Αμύνταιον.
Τούτο ήτο τέχνασμα δια να τους έξαπατήση, διότι μόλις ήλθεν παρουσιάσθη εις τους άδελφούς Χρήστου Χατζή, οι όποίοι ήσαν πρόκτορες του εν Moναστηρίω Έλληνικού Κομιτάτου, τους οποίους παρεκάλεσε να έπικοινωνήσουν μετ' αυτού και να τον πληροφορήσουν εις ποίον έλληνικόν άνταρτικόν σώμα δύναται να μεταβή πρός κατάταξιν.
Οι κομιτατζήδες καθημερινώς έπήγαινον εις την οικογένειάν του, την οποίαν επίεζον να είδοποιήση τον Σταύρον να έλθη εις Βεύην και συγχρόνως κάθε βράδυ να εχουν δεμένα τα σκυλια του σπιτιού δια να είναι ελεύθεροι οίανδήποτε ώραν να εις έρχωνται εις το σπίτι, συγχρόνως δε κάθε δράδυ περιεκύκλωνον ώπλισμένοι το σπίτι δια να μη δραπετεύση η σύζυγός του.
Βλέποντες δε ότι δεν έρχεται ο Σταύρος ήρχισαν να πιέζουν την γυναίκα του να την ύπανδρεύσουν με βούλγαρον προύχοντα εις το Μοναστήρι.
Αύτή όμως εύθαρσώς ώς πραγματική Έλληνις τους άπήντησε:
«εγώ μια φορά υπανδρεύθην σείς έχετε άδελφές και γυναίκες και μπορείτε να τας υπανδρεύσητε όπως θέλετε εις το Μοναστήρι».
Κατόπιν της άρνήσεως της γυναικός του κατηγανάκτησαν και με τον κήρυκα του χωριού διεκήρυξαν τα έξης:
«Αύριον είναι Δευτέρα, όποιος πάει εις το Αμύνταιον εις την άγοράν και όμιλήση μ' εκείνο το σκυλί το γκραικομάνο τον Σταύρον, θα πληρώση 80 λίρες πρόστιμον και θα κρεμασθή εις την πλατείαν του χωριού, επίσης όποιος ίδη την γυναίκα του να πηγαίνη εις το Αμύνταιον, να γυρίση οπίσω άμέσως και να μας είδοποιήση».
Ή γυναίκα του όμως το ίδιο βράδυ πριν άκόμη περικυκλώσουν το σπίτι της, ένεδύθη με ρούχα γραίας χωρικής και μ' ένα δρεπάνι στα χέρια και με μια τριχιά εξεκίνησε, έφθασε εις την σήραγγα της σιδηροδρομικής γραμμής του Κλειδιού, όπου ήτο τουρκικόν φυλάκιον και το πρωί παρουσιάσθη εις αύτό και κατόπιν παρακλήσεως ενας φρουρός την συνώδευσεν εις το Αμύνταιον.
Οι κομιτατζήδες πληροφορηθέντες την δραπέτευσίν της την αλλην ήμέραν διήρπασαν όλην την προίκα της, ένω συγχρόνως διέταξαν τους χωρικούς όλα τα ζωα του χωριού να βοσκήσουν εις τα χωράφια και τα αμπέλια της οικογενείας της και τα κατέστρεψαν.
Επιστροφή της συζύγου του Καπετάν Σταύρου εις Βεύην και κίνδυνος συλλήψεώς της
Μετά 3 ήμέρας υπό την προστασίαν 15 τούρκων αστυνομικών η σύζυγος του Σταύρου και οι γονείς του Άποστόλου Τσορλίνη μετέδησαν εις Βεύην δια να παραλάβουν τον ρουχισμόν των, δυστυχώς όμως ούτος είχε διαρπαγή απο τους κομιτατζήδες.
Ή γυναίκα του Σταύρου διέπραξε το σφάλμα να άφήση τους συνοδους άστυνομικούς εις την οίκίαν του Τσορλίνη και μετέδη μόνη της εις την οίκίας της και κατά την έπιστροφήν ενω είχε νυκτώσει (κατά το λυκόφως) έγινεν άντιληπτή και κατεδιώχθη να συληφθή από τους κομιτατζήδες Ήλίαν Κοτόρκην, Κύρε Κατσόρωφ και άλλoυς.
Ευτυχώς τρέχουσα, συνήντησε καθ' όδόν τόν θείον της Νικόλαν Γιάννην, τον όποιον εξέλαβον οι κομιτατζήδες ως άστυνομικόν και απεμακρύνθησαν, ο δε θείος της ην ωδήγησε εις την οίκίαν, όπου ησαν οι Άστυνομικοί.
Πριν όμως είσέλθη, έλιποθύμησεν εις την αυλήν.
Κατόπιν έπέστρεψε με τους Αστυνομικούς εις το Αμύνταιον.
Κατάταξις του Σταύρου και του Αποστόλου Τσορλίνη εις το σώμα και έναρξις δράσεώς του
|
Καπετάν Σταύρος Κωτσόπουλος |
Μετ όλίγας ήμέραις ο ανδρας της Σταύρος με τον Άπόστολον Τσορλίνην μετέβησαν εις Λέχοδον κατά τας αρχας Σ/μβρίου 1907 και κατετάγησαν εις το σώμα του άρχηγού Άνδρεανάκη.
Την γυναίκα του την ένεπιστεύθη εις τηv οίκογένειαν του εν 'Αμυνταίω έλληνοδιδασκάλου και ' Ιερέως Παπαθανασίου Χασιώτη, όστις ητο απο τα δρώντα πρόσωπα του 'Ελληνικού Κομιτάτου.
Ο Σταύροις έσκέφθη να κτυπήση και εξοντώση πρώτα τους κομιτατζήδες της Βεύης, οι όποιοι κατεδίωκον την οικογένειαν του και τους συγγενείς του ήτοι το ελληνικόν στοιχείον αυτής.
Ένας δε εξ αυτων ητο και ο αίμοβόρος Νάτσε Κούρτεφ ο όποιος ητο έπίτροπος του βουλγαρικού κομιτάτου και δεξιός βραχίων του αρχιβοεβόδα Τζόλε Γκέργκεφ έντός της Βεύης, και κρεοπώλης το επάγγελμα.
Προς τον σκοπόν αυτόν ο άρχηγός Άνδρεανάκης του έδωσε ολίγα παλληκάρια και επλησίασεν εις τα πέριξ της Βεύης, όπυ συνήντησε τον Κούρτεφ και 15 άλλους κατοίκους της Βεύης.
Τον συνέλαβε και τον ήρώτησε που μένει ο άρχηγός Τζόλε. Αυτός όμως δεν ήθελε με κανένα τρόπον να καταδώση τον άρχηγόν του και ως να μη ήρκει τούτο, ήρχισε να έκδηλώνη έπιθετικάς διαθέσεις κατά του Σταύρου, διότι ένόμιζεν ότι οι 15 σύντροφοί του τον σuνέτρεχoν.
Ό Σταύρος τότε διατάσσει τα παλληκάρια του να τον δέσουν και επειδή εκείνος άντεστάθη τον έφόνευσε.
Τούς συντρόφους του, οι όποιοι δεν ήσαν από τα δυναμικά κομιτατζήδικα στελέχη τους άφησεν έλευθέρους.
Με την εξόντωσιν του Νάτσε Κούρτεφ εξέλιπε ενα από τα σημαίνοντα βουλγαρίζοντα στελέχη της Βεύης.
Ο Κούρτεφ ήτο απο τους άσπόνδους έχθρούς του έλληνισμού, ο όποιος συνετέλεσεν εις την δολοφονίαν των καλλιτέρων ελλήνων της Βεύης και εις τον έμπρησμόν τον έλληνικών έκκλησιαστικών βιβλίων, της 'Εκκλησίας της Άγίας Άννης και του έλληνικού Σχολείου.
Κατόπιν της εξοντώσεως του Κούρτεφ, ο άδελφός του Καπετάν Σταύρου Φίλιππος ο όποίος ητο καλού χαρακτήρος άνθρωπος, αξιοσέβαστος και εκ των καλών προκρίτων της Βεύης πρεσβύτερος την ήλικίαν του άδελφοθύ του Καπετάν Σταύρου, εγκαταλείπει την Βεύην και εγκαθίσταται εις 'Αμύνταιον.
Ολα τότε τα κτήματα της οικογενείας των έγιναν βοσκαί των ζώων της Βεύης.
Ο βοεβόδας Τζόλε δεν ήδύνατο άνευ έκδικήσεως να άφήση τον φόνον του Κούρτεφ.
Διέταξε μερικά παλληκάρια του να μεταβούν εις 'Αμύνταιον δια να απαγάγουν την γυναίκα του Καπετάν Σταύρου, Μαρίαν. Μετέβησαν και έπλησίασαν το σπίτι του Παπαθανασίου Χασιώτη και άρχισαν την νύκτα να ανοίγουν τρύπα να εις έλθουν και να την απαγάγουν. ο Παπαθανάσης όμως άντελήφθη και έπυροβόλησε έναντίον των. Προσέτρεξεν εις τους πυροβολισμούς τουρκικός στρατός και οικομιτατζήδες άπεχώρησαν άπρακτοι.
Κατόπιν των ως άνω οι 'Αδελφοί Χατζη έθεώρησαν καλόν να ζητήσουν από το' Ελληνομακεδονικόν Κομιτάτον να ένισχυθεί τοΣώμα του Άνδρεανάκη και η μικρα Ομάς του Καπετάν Σταύρου δια να πραγματοποιηθή μία έντατικωτέρα δράσις. η είσήγησις είσηκούσθη και το σώμα ' Ανδρεανάκη ένισχύθη και προέδη εις τας έξης επιχειρήσεις .
Το χωρίον Πεδινόν (τέως Λoυμπέτινα) περιφερείας Άμυνταίου, ήτο από τα φανατικώτερα βουλγαρίζοντα, εις το οποίον δεν ήδύνατονα είσέλθη έλλην.
Ητο πραγματική φωλεά των βουλγάρων κομιτατζήδων και ένα από τα προπύργια των βουλγαριζόντων.
Διά τούτο άπεφασίσθη η πυρπόλησίς του και τον Δεκέμβριον του 1907 το σώμα του 'Ανδρεανάκη, υπό τας διαταγάς του οποίου έτέλει και συμμετείχε και ο Καπετάν Σταύρος, έπετέθη και μετέβαλε το χωρίον εις πυροτέχνημα, σαν την αρμάδα του Καραλή εις τον λιμένα της Χίου.
Κατά την σοβαρωτάτην ταύτην έπιχείρησιν διεκρίθη ο Σταύρος με την όρμητικότητα τον ηρωισμόν και την αυτοθυσίαν του.
Ο 'Αρχηγός Άνδρεανάκης έκτιμήσας την έξαιρετικήν ταύτην δράσιν του, έπρότεινεν αυτόν εις το έλληνομακεδονικόν Κομιτάτον και τον προήγαγεν εις Όπλαρχηγόν.
Ετερον χωρίον το όποίον ήτο επικίνδυνον εις τας κινήσεις των ελληνικών σωμάτων ήτο το Ίζκλιπ, άπέχον 4 ώρας δυτικώς της Καστοριάς. ΄Ητο από τα καλά κέντρα των κομιτατζήδων.
Όσάκις οι ίδικοί μας έπιαναν τους χωρικούς του, δεν άπεκάλυπτον ότι περιέλθαπον τους κομιτατζήδες.
Ό Άνδρεανάκης με το σώμα του και τον Καπετάν Σταύρον έπετέθη κατά του χωρίου, κατά τον μήνα Μάϊον του 1908.
Οι κομιτατζήδες εις την έφοδον τών ίδικών μας έτράπησαν εις φυγήν ο δε 'Ανδρεανάκης διατάσσει να καή το χωρίον.
'Αλλ' οι χωρικοί έπρόφθασαν και ειδοποίησαν εν τουρκικόν άπόσπασμα, το όποίον κατέφθασε και έπηκολούθησε συμπλοκή καθ' ήν έφονεύθη ένας νεαρός αντάρτης 20 ετών και δύο τοΰρκοι στρατιώται.
Κατόπιν της ώς άνω έπιχειρήσεως το σώμα 'Ανδρεανάκη άνήλθεν εις το βουνό Βίτσι, το όποΐον είναι ένα από τα ωραιότερα βουνά της Πατρίδας μας.
Ή όροσειρά του Βίτσι χωρίζει τώρα τον Νομόν Φλωρίνης από τον Νομόν Καστορίας και είναι συνέχεια του βουνού Βαρνούς η Περιστέρι πού αρχίζει από το Μοναστήριον.
Είναι κατάφυτον και πηγάζουν απ' αυτό πολλά ρυάκια με δροσερά νερά. το φυσικόν περιβάλλον του είναι πραγματικώς μαγευτικόν. Νοτιανατολικώς από τους πρόποδάς του εκτείνεται ένα μακράν όροπέδιον έπί του οποίου το καλοκαίρι στήνουν τας σκηνάς των οι νομάδες κτηνοτρόφοι, πού λέγονται Σαρακατσανέοι. το Βίτσι έχρησίμευσεν ώς καταφύγιον τών ανταρτών μας κατά τον Μακεδονικόν 'Αγώνα.
Εκεί η λεβεντιά η καμαρωτή, οι θρυλικοί αντάρται μας είχαν τα λημέρια των. το Βίτσι κατέστη κατά τον τελευταίον πόλεμον έναντίον του σλαβοκομμουνισμού ίστορικόν και ιερόν όρος.
Τό είχον καταλάβει οι συμμορίται και άνεκατελήφθη κατόπιν σκληρού άγώνος υπό του γενναίου στρατού μας.
Έπί της κορυφής του άνηγέρθη ύψηλόν και έπιβλητικόν Μνημείον εις μνήμην τών πεσόντων και κυματίζει η γαλανόλευκος.
Αυτοκινητόδρομοι άπό Καστορίας και Φλωρίνης καταλήγουν εις την κορυφήν του και άποτελεί μίαν καλήν τουριστικήν τοποθεσίαν.
Είναι πλέον ιερόν όρος της Πατρίδας μας, πού θα μάς ύπενθυμίζη την υπέροχον νίκην του εθνικού μας στρατού κατά του σλαυοκομμουνισμού και την διάσωσιν της ελευθερίας μας και τών αρχών και αξιών του 'Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας, με τας οποίας επιθυμούν και άξιούν να ζήσουν οι ελεύθεροι άνθρωποι.
Είς το Βίτσι λοιπόν, τώρα πού ήταν καλοκαίρι, το σώμα του 'Ανδρεανάκη παρέμενεν, έπρομηθεύετο τρόφιμα, κρέας, ψωμί, γαλακτερά άπό τους Σαρακατσανέους και άπό την ύψηλήν αυτήν σκοπιάν έκανόνιζε την πορείαν και την δράσιν του.
|
Ο 'Αρχηγός Άνδρεανάκης |
Ο 'Αρχηγός Άνδρεανάκης έπληροφορήθη εκεί μίαν ημέραν ότι εις το χωρίον Λεπτοκαρυά (τέως Λέσκοβετς), Φλωρίνης, ήτο ένα μεγάλο σώμα κομιτατζήδων.
Συγκροτεί αμέσως σύσκεψιν εις την οποίαν παρέστησαν ο Καπετάν Γεώργιος Δικώνυμος Μακρής, ένα ύψηλόν και μελαχροινό παλληκάρι, ατρόμητος 'Αρχηγός εις την περιφέρειαν Μεγαρόβου.
Επίσης ο Καπετάν Περδίκκας, άπό την Σιάτισταν, Αρχηγός Μοριχόβου, ο έν Φλαμπούρω διδάσκαλος Δημήτριος Λαμπράκης, γενναίο παλληκάρι έκ Κρήτης, ο ήδη Διευθυντής της έν Άθήναις εφημερίδας «Τό Βήμα» και άπεφάσισαν να ενεργήσουν νυκτερινόν αιφνιδιασμόν κατά της Λεπτοκαρυάς και εις περίπτωσιν αντί στάσεως να κάψουν το χωρίον.
Πρωτοπόροι εις την έπίθεσιν ταύτην ώρίσθησαν ο Καπετάν Σταύρος Μπανιτσιώτης, ο θρυλικός οδηγός άνταρτικών σωμάτων Γεώργιος Σκανδάλης, έκ Φλάμπουρου, και ο Κώστας Σερίδης άντάρτης έκ Φλάμπουρου, αδελφός του Καπετάν Γεώργη Σερίδη.
Δυστυχώς οι κομιτατζήδες έπληροφορήθησαν τα άποφασισθέντα εις το ώς άνω συνέδριον και έσπευσαν να ακόμακρυνθούν άπό την Λεπτοκαρυάν.
Αν και πάντοτε πολυαριθμότεροι άπό τους έλληνας άντάρτας, θρασύδειλοι και δολοφόνοι καθώς ήσαν, ουδέποτε έτόλμησαν να άντιπαραταχθούν εις μάχην κατά μέτωπον με τα ελληνικά σώματα καί να πολεμήσουν έν ανάγκη στήθος με στήθος, όπως κάμνουν τα αληθινά παλληκάρια, την ανδρείαν των έπεδείκνυον με τας άγριας σφαγάς γερόντων, γυναικών και παιδιών, με τας δολοφονίας, με τους εμπρησμούς, με τους βιασμούς γυναικών και άλλα άκατονόμαστα όργια.
Οι έπιτεθέντες αφού δεν εύραν τους κομιτατζήδες, περιωρίσθησαν να πυρπολήσουν την Λεπτοκαρυάν.
Συλληψις του Καπετάν Σταύρου υπό των τουρκικών αρχών, φυλάκισις εις Μοναστήριον, καταδίκη του επί έσχατη προδοσία και δραπέτευσίς του.
Τον Αύγουστον του 1908 μετά το Τουρκικόν Σύνταγμα ο Καπετάν Σταύρος έκλήθη εις το Άμύνταιον παρά του τούρκου Μουδίρη και Μουλιαζίμη.
Ο Καπετάνιος δια να μη γέννηση υπόνοιαν εις τας τουρκικάς άρχάς ότι συνεχίζει την δράσιν του κατά των βουλγάρων και ότι επομένως πολλάκις έρχεται εις σύγκρουσιν και με τα τουρκικά αποσπάσματα , σπεύδει να παρουσιασθή εις 'Αμύνταιον.
Οί Τούρκος έχοντες στοιχεία ενοχής έναντίον του, τον συλλαμβάνουν και τον στέλλουν συνοδεία εις Φλώριναν. Έκ Φλωρίνης μεταφέρεται εις Μοναστήριον, όπου έδικάσθη και κατεδικάσθη επί έσχατη προδοσία εις θάνατον.
ο Καπετάν Σταύρος αντιλαμβάνεται ότι συντόμως θα άντιμετωπίση την αγχόνην και ότι η μόνη σωτηρία του είναι η δραπέτευσις.
Γνωρίζων την φιλοχρηματίαν των Τούρκων, έδωροδόκησε με 5 χρυσάς τουρκικάς λίρας τους σκοπούς της φρουράς των φυλακών και δραπετεύει και αφού ήσύχασεν όλίγας ώρας εις το έπι της οδού και της σιδηροδρομικής γραμμής Βεύης παράπηγμα, όπου έμενε η πρώτη έξαδέλφη του Πασχαλινή Κουΐτση, συνέχισε την πορείαν του και δια νυκτός καταφθάνει εις 'Αμύνταιον.
Την ιδίαν νύκτα αποχαιρετά άμέσως την οίκογένειάν του και παρουσιάζεται εις τους αδελφούς Χατζή, πράκτορας του Ελληνικού Κομιτάτου, οι όποιοι διέθεσαν ένα αμάξι (λαντόνι) δια να άναχωρήση άμέσως δια Κοζάνην.
Ό Καπετάν Σταύρος μετημφιεσμένος με τα ρούχα του άμαξα, αυτός μέν οδηγεί ως άμαξας, ο δέ άμαξας έλαβε την θέσιν έπιβάτου και έφθασεν εις Κοζάνην. Έκείθεν δια Καλαμπάκας κατήλθεν εις Αθήνας, όπου παρουσιάσθη εις το Κέντρον του Ελληνικού Κομιτάτου, εις τον Έξαδάκτυλον και Βάρδαν.
Άναχώρησις του Καπετάν Σταύρου εις Αμερικήν
Κατόπιν συνεννοήσεως μετ' αυτών άναχωρεί εις 'Αμερικήν. 'Όταν έφθασεν εις Νέαν Ύόρκην, άπέστειλεν έπιστολήν εις τον τούρκον Μουδίρην εις 'Αμύνταιον και εις τον Καϊμακάμην ('Έπαρχον) εις Φλώριναν δια να πεισθούν ότι ευρίσκέται είς ’Αμερικήν και παυσουν να καταπιέζουν την οίκογένειάν του.
'Αλλά και εις την Αμερικήν δεν παραμένει ήσυχος.
Μισεί και τους Τούρκους, άλλά και περισσότερον τους βουλγάρους.
Πόσον ήθελε να καθαρίση την Πατρίδα του από τα τέρατα αυτά. Και εκεί εις την 'Αμερικήν υπήρχε παράρτημα του Ελληνικού Κομιτάτου.
Συνεννοείται με αυτό και αποφασίζει να ξαναγυρίση εις τα χώματα, πού τον γνωρίζουν, εις τις λαγκαδιές, πού τον άπεκοίμιζαν, εις τα κρύα νερά, πού τον έδρόσιζαν. Να ξαναγυρίση να ξαναύρη τα λημέρια τών άλλων παλληκαριών, να άντιλαλή και πάλιν έκδικητικόν και απελευθερωτικόν το όπλον του σαν το καριοφίλι του 21.
Επάνοδος του Καπετάν Σταύρου έξ ’Αμερικής εις τας ’Αθήνας και έκείθεν εις την Μακεδονίαν
Εγκαταλείπει λοιπόν την 'Αμερικήν, υστέρα άπό τρίμηνον μόνον παραμονήν εις αυτήν, και αναχωρεί και φθάνει εις τον Πειραιά.
Ανεβαίνει εις τας 'Αθήνας και καλεί την οίκογένειάν του, η όποια και μεταβαίνει εις 'Αθήνας, δια να έργάζηται έλεύθερος πλέον δια την έθνικήν ιδέαν, έφ' όσον η αίκογένειά του θα ήτα έξησφαλισμένη.
Έγκαταλείψας την οίκογένειάν του εις τας 'Αθήνας επανήλθε κατά μήνα Αύγουστον του 1909 εις Μακεδονίαν και κατέφυγεν εις το Βίτσι συνοδευόμενος άπό 6 παλληκάρια έκ Κρήτης.
Είς την πατρίδα του Βεύην δεν δύναται να πατήση την ημέραν. Εκεί εύρίσκονται οι άσπονδότεροι έχθροί του. 'Αποφασίζει να έξοντώση τον Στάτε Στόγιανν Τάσεφ και τον Βοεβόδαν Ριστό Πέο Γιόφτσεφ.
Toν πρώτον, Στάτε Στ. Τάσεφ, δια το ποιόν και την δράσιν του οποίου ωμιλήσαμεν έκτενώς εις την ιστορίαν του Μακεδονάμάχου Γκόνου τον έφόνευσεν ο Γκόνος εντός της Βεύης τον Μάϊον του 1911 με τον φίλον του Σταύρον Γ. Κωτσόπουλον.
Τον δέ περιβόηταν βοεβόδαν Ρίστο (Χρήστο) Πέο Γιόφτσεφ παλαιόν κομιτατζήν προ έπταετίας και πλέον με σωρείαν έγκλημάτων κατά του ελληνικού στοιχείου, δια τον οποίον γίνεται λόγος εις τα γεγονότα του 1910, τον έφόνευσαν εις την θέσιν Ντελούπι, πλησίον του λιγνιτωρυχείου Βεύης, ο Δημήτριος Α. Κωτσόπουλος και 'Αντώνιος Παυλίδης, τους όποιους έστειλεν ο Καπετάν Σταύρος άπό την Ομάδα του πού ήτο εκεί πλησίον τον Iούνιον του 1910.
Μετ' όλίγας ημέρας καταφθάνει εις Αετόν, όστις κείται δυτικώς του 'Αμυνταίου άπέχων δύο και πλέον ώρας, όπου συνεπλάκη με συμμορίαν κομιτατζήδων, τους όποιους ετρεψεν εις φυγήν και κατώρθωσεν να συλλαβή αιχμάλωτον ένα τούρκον, οστις συνέττραττε με τους βουλγάρους και τον έξετέλεσε.
Ανέρχεται και πάλιν εις το Βίτσι.
Εκεί ευρίσκει έναν βοσκόν από την Βεύην και τον ερωτά να μάθη που είναι ο Ηλο Κοτόρκην, διότι είχε μάθει ότι κάπου εκεί έσυχναζε. O βοσκός του είπεν ότι συχνάζει εις το Ντελούπι, Βεύης. Και πράγματι εκεί ήταν.
Ο Καπετάν Σταύρος κατεβαίνει από το Βίτσι με τα παλληκάρια του. Οταν έπλησίασεν εις την θέσιν «Ντελούπι» συνέλαβε δύο σκοπούς, τους οποίους, είχεν έγκαταστήσει ο βοεβόδας Ηλο Κοτόρκην, τον Ντίνε Νίτσωφ και Τζόλε Λιουμάνην, οι οποίοι έπρόφθασαν να δώσουν το σύνθημα εις τον βοεβόδαν Κοτόρκην.Ο βοεβόδας πυροβολών τρέπεται εις φυγήν με τους συντρόφους του, έγκαταλείπων κάπες και φυσέκια και κατέφυγε πρός σωτηρίαν του εις Βεύην. ο Καπετάν Σταύρος έμαθε απ' αυτούς ότι τους είχε ορίσει ο Κοτόρκην να παρακολουθούν τας κινήσεις του και να του αναφέρουν σχετικώς.
Επειδή προ 10 ήμερων ο άρχιβοεβόδας Τζόλε Γκέργκεφ και ο βοεβόδας Ήλο Κοτόρκην με τας συμμορίας των είχον εισβάλει εις τις Πέτρες πρός την οικογένειαν τών αδελφών Μάνου Χατζή Κωνσταντίνου και έφόνευσαν τον Δημήτριον Χατζηκωνσταντίνου και έθεσαν πυρ εις την οικίαν του, ο Καπετάν Σταύρος εκδικούμενος τον θάνατον του Δημητριού Μάνου Χατζή Kωνσταντίνου σφάζει τους συλληφθέντας ως άνω Ντίνε Νίτσωφ και Τζόλε Λιουμάνην, κόβει τ' αυτιά τους και τα στέλλει εις την οικογένειαν του εθνομάρτυρος Δημητρίου Μάνου.
Έν συνεχεία ο Καπετάν Σταύρος πληροφορείται ότι τουρκαλβανικόν χωρίον Κολχικήν (τέως Πλεσέβιτσαν) ύπέθαλπε τον βοεβόδα Τζόλε Γκέργκεφ από την Βεύην.
Πλησιάζει με τα παλληκάρια του έξω από το χωριό, όπου ήσαν περί τους 10 τουρκοι συγκεντρωμένοι και τους έρωτα:
«Δέν μου λέτε ρέ πατριώτες, τί καλά είδατε από το Τζόλε πού τόσον τον υποστηρίζετε;»
Οί τουρκοι θρασείς όπως ήσαν τότε, τον ήπείλησαν και του έζήτησαν και ρέστα.
Τον ήπείλησαν δε ότι, άν δεν φύγουν, θα τους πιάσουν, θα τους δέσουν και Θα τους παραδώσουν εις τον Τζόλε. Οί τουρκοι όμιλουντες έτσι ήσαν οπλισμένοι, και εντός ολίγων στιγμών οι ίδικοί μας συνεπλάκησαν με αυτούς, με άποτέλεσμα νά σκοτωθούν δύο τουρκαλβανοί από τον Καπετάν Σταύρον.
'Από την Κολχικήν πηγαίνει εις την Τριανταφυλλιάν (τέως Λάγενην) κατ' ευθείαν εις τον σπίτι του Έλληνος Ίερέως Παπαδάφου.
Μαθαίνει απ' αυτόν ότι ο βοεβόδας Λιόντεφ από το Νεοχωράκι είχεν απειλήσει τους χωρικούς ότι θα τους κόψη τα χέρια και θα τους βγάλη τα μάτια εάν τολμήσουν να πατήσουν εις την ελληνικήν Εκκλησίαν.
Οι 'Έλληνες όμως με την έμφάνισιν του Καπετάν Σταύρου έλαβον θάρρος και μερικοί απ' αυτούς ήθέλησαν να ταχθούν εις το σώμα του Καπετάνιου.
Κατά το έτος 1910 – 1911 παρετηρείτο μεγάλη κομιτατζηδική δράσις εις το Μορίχοβον.
Ό ιερεύς Παπαπέτρος Παπαναστασίου από την Κέλλην, ένας υψηλός και ρασοφόρεμένος Καπετάνιος με τον σταυρόν της ελευθερίας στο χέρι γράφει εις τον Καπετάν Σταύρον να πάη εις την Κέλλην, δια να συνεννοηθουν πώς θα μπορέσουν να απαλλάξουν το Μορίχοβο από τους απαίσιους Κομιτατζήδες, πού μόνον την φυγήν και την άνανδρον δολοφονίαν έγνώριζον έως τώρα.
Έσπευσε λοιπόν ο Καπετάν Σταύρος είς την Κέλλην με 6 παλληκάρια και απ' εκεί μαζύ με τον Παπαπέτρον μετέβησαν εις Μορίχοβον, όπου η εμφάνισίς των ένεθάρρυνε τους Ελληνας.
Κάθοδος του Καπετάν Σταύρου εις τας Άθήνας και επάνοδός του κατά την κήρυξιν του πολέμου το 1912
Ό Καπετάν Σταύρος συνέχισε την έθνικήν του δράσιν εις την περιφέρειαν Φλωρίνης.
Τον Αύγουστον του 1912 κατήλθεν εις 'Αθήνας, όπου παρέμείνε μέχρι της 28ης Σεπτεμβρίου, κατά την όποιον έλαβε το ύπ' άριθ. 67) 28-9-1 912 φύλλον πορείας του Προέδρου της Επιτροπής Εξοπλισμού μετά τών 'Οπλαρχηγών Γ. Σούλιου και Γρούντα επίκεφαλής 37 οπλιτών και άνεχώρησαν.
Οταν έφθασαν εις την Καλαμπάκαν, παρουσιάσθησαν εις τον 'Αστυνόμον παρά του όποιου έλαβον οδηγίας που θα συναντήσωσι τον έν Μακεδονία 'Αρχηγόν αντάρτικών σωμάτων στρατηγόν I. Κατεχάκην δια να ταχθώσιν υπό τας διαταγάς του.
Τούτο και έπραξαν ο δέ στρατηγός Κατεχάκης άνέθεσεν εις αυτούς την καταδίωξιν του Μπεκήρ 'Αγά, 'Αξιωματικού της Τουρκικής χωροφυλακής εις την περιφέρειαν Γρεβενών.
Ό Καπετάν Σταύρος δια την υπηρεσίαν του εις τον Μακεδονικόν Αγώνα κατέχει τα εξής επίσημα έγγραφα:
1) Το υπό ημερομηνίαν 10-2-1939 δίπλωμα απονομής αναμνηστικού μεταλλίου Μακεδονικού1 'Αγώνας και εγγραφής του εις την Επετηρίδα των Μακεδονομάχων 1903-1909 εις την κατηγορίαν των ‘Ομαδαρχών υπ΄ αυξ, άριθ. Πίνακος 83 δια τας έξαιρετικάς υπηρεσίας του εις τον Άγώνα
2) Τό υπό ημερομηνίαν 1.4.1925 πιστοποιητικόν του Αρχηγού κατά τον Μακεδονικόν Αγώνα Γ. Δικονίμου Μακρή δια την δράσιν του.
Εθελούσια κατάταξις του Καπετάν Σταύρου εις τον Ιερόν Λόχον Βεύης.
Συμπλοκή με την συμμορίαν του βοεβόδα Τσακαλάρωφ
Κατά το θέρος του 1913 έκηρύχθη υπό της ‘Ελλάδος και της Σερβίας πόλεμος ενάντιον της Bουλγαρίας, διότι αυτή έδημιούργει επεισόδια και έπεδίωκε να καταλάβη όλα τα εδάφη της Μακεδονίας, τα όποια είχεν απελευθερώσει η Έλλάς και η Σερβία από τους Τούρκους κατά τον πόλεμον του 1912.
Ή Βουλγαρία άπεστειλε τότε μίαν συμμορίαν με δύναμιν 80 κομιτατζήδων υπό τον περιβόητον άρχιβοεβόδαν Τσακαλάρωφ δια να έξεγείρη τους πληθυσμούς τών Κορεστίων, Καστoριάς, εις έπανάστασιν και δημιουργήση ταραχάς και αντιπερισπασμόν, ώστε να άποσπασθή στρατός εκ του μετώπου προς καταστολήν της έξεγέρσεως και έξασθενίση η δύναμις αυτού.
Πρός άντιμετώπισιν τότε πάσης επικινδύνου καταστάσεως ώργανώθησαν Ιεροί Λόχοι εις τας πόλεις και τα χωρία.
Ιδρύθη τότε Ιερός Λόχος και εν Βεύη υπό τον έκ Θεσσαλίας Άνθυπολοχαγόν Κ. Βάρφην.
Οταν ο Τσακαλάρωφ μετά την συμπλοκήν με τους Φαρμακαίους εις Καϊμακτσαλάν είχε σταματήσει εις την χαράδραν, η ποία καταλήγει εις την γέφυραν της σιδηροδρομικης γραμμής, η οποία είναι παρά την διασταύρωσιν της δια της Βεύης διερχομένης οδού με την σιδηροδρομικήν γραμμήν πρός το Κλειδί, ο Ιερός Λόχος είχε διαιρεθή εις τρία τμήματα έκ πρατιωτών και ιερολοχιτών και είχε καταλάβει τρεις επικαίρους θέσεις.
Το πρώτον τμήμα ετέλει υπό τας διαταγάς του Ανθυπολοχαγού Κ. Βάρψη με δύναμην 20 άνδρών, το δεύτερον υπό τον Γκόνον Χολέρην με δύναμιν 15 άνδρών και τό τρίτον υπό τον Καπετάν Σταύρον με δύναμιν 5 άνδρών.
Έπηκολούθησε τότε συμπλοκή καθ' ήν έφονευθη εις στρατιώτης της Όμάδος του Γκόνου, ο Γκόνος έφόνευσε τον υπασπιστήν του Τσακαλάρωφ, επλήγωσε τον ίππον του, έπλήγωσε σοβαρώς τον Τσακαλάρωφ και άλλους Κομιτατζήδες.
Έτραυματίσθη όμως και αυτός υπό του Τσακαλάρωφ και έλαβε και τρία άλλα τραύματα υπό κομιτατζή και έξέπνευσε την έπομένην της συμπλοκής.
Τά της παρατάξεως και συμπλοκής εκτίθενται λεπτομερώς εις την Ιστορίαν του Μακεδονομάχου Γκόνου.
Τον τραυματισμόν του Τσακαλάρωφ έπηκολούθησε η διάλυσις της συμμορίας του. ο ίδιος με λίγους κομιτατζήδες περί τους δώδεκα είσελθών εις το δάσος Φλαμπούρου, κατεδιώχθη υπό του Ιερού Λόχου αυτού και έφονευθη εις μίαν χαράδραν εις το βουνόν Νοτίως της Ανω Ύδρούσης. Έφονευθη δέ υπ΄ αυτού έκ του Ιερού Λόχου Φλαμπούρου ο Ιωάννης Σκανδάλης και έτραυματίσθη ο Δ. Πινόπουλος.
Οι συμμορΐται της υπολοίπου δυνάμεως έτράπησαν πρός διαφόρους κατευθύνσεις.
Ό Καπετάν Σταύρος μετά την ως άνω συμπλοκήν με τους Ίερολοχίτας της Όμάδος μετέβη εις τον βάλτον του Πεδινού, ο όποιος απέχει περί τας τρεις ώρας από το Άμύνταιον. Πλησίον του Λιμνοχωρίου ευρίσκει 4 κομιτατζήδες, λείψανα του σώματος του Τσακαλάρωφ, τους οποίους συνέλαβε και παρέδωσεν εις τας έλληνικάς και στρατιωτικάς άρχάς.
Διά την υπηρεσίαν του εις τον Ίερόν Λόχον Βεύης έλαβε το ύπ΄ άριθ. 787 έγγραφον έπαίνου της Α.Β.Υ. του Πρίγκηπος Νικολάου, 'Αρχηγού του Αρχηγείου Στρατού Κατοχής.
Επίσης έχει το υπό την ημερομηνίαν 25.4.1 91 3 έγγραφον του Νομαρχοΰντος Φλωρίνης περί διορισμού του ως πολιτοφύλακος της ιδιαιτέρας του πατρίδος Βευης, και το ύπ΄ άριθμ. 2857)9.9.1913 συγχαρητήριον έγγραφον του Στρατιωτικού Διοικητοΰ Δυτ. Μακεδονίας, Ν. Ζαγοραίου, Ταγματάρχου Μηχανικού.
Συμμετοχή του Καπετάν Σταύρου εις τον Βορειοηπειρωτικόν Αγώνα
Έν συνεχεία ο Καπετάν Σταύρος έλαβε μέρος και εις τον Ήπειρωτικόν Αγώνα, ως έμφαίνεται εις την υπό ημερομηνίαν 18 Οκτωβρίου 1914 Ευχαριστήριον Εγκύκλιον του τότε ’Αρχηγού Κορυτσάς Γεωργίου Τσόντου Βάρδα, την οποίαν άπηύθυνε με τον τίτλον «Αυτόνομος 'Ήπειρος-προς τους κατοίκους Επαρχίας Γρεβενών, Σιατίστης καί Φλωρίνης» και την οποίαν ιδιαιτέρως απέστειλεν εις τον Καπετάν Σταύρον.
Συμμετοχή του Καπετάν Σταύρου εις δίωξιν και έξόντωσιν μεγάλης Τουρκικής ληστοσυμμορίας
Κατά το έτος 1922 μία δεκαμελής ληστρική συμμορία τούρκων υπό την αρχηγίαν του Καρά 'Αλή έλυμαίνετο την περιφέρειαν Πτολεμαΐδος και είχε καταστή άληθινή μάστιγξ με τας ληστρικός πράξεις της. Ήθελε να παραστήση την Ελλάδα ως άνίκανον να έπιβάλη την τάξιν και να έξασφαλίση την άσφάλείαν των πολιτών κατά την εποχήν έκείνην κατά την όποίαν διεξήγετο ο πόλεμος αυτής εις την Μ. Ασίαν εναντίον των Τούρκων.
Και πρός τούτοις εις έκ των σκοπών αυτής ήτο να άπασχολή έστω και μικράς στρατιωτικάς δυνάμεις πρός δίωξίν της, αι οποίαι θα ήτο δυνατόν να διατεθούν εις στρατιωτικάς επιχειρήσεις.
Ή ληστρική αυτή Όμάς περιεφέρετο εις τα βουνά, ένήδρευε εις τα σταυροδρόμια,, έλήστευεν, έφόνευεν, έκαιε και έσκόρπιζε παντού τον πανικόν.
Εις την καταδίωξιν του Καρά 'Αλή διετέθησαν αρκετά στρατιωτικά αποσπάσματα , αλλά το οΐκτρόν του τούρκου τέλος έπήλθε άμα ως έζητήθη η συνδρομή του Καπετάν Σταύρου.
Ό Καπετάν Σταύρος με τον Καπετάν Δημήτριον Μίζαν και Καπετάν Αλέξανδρον Γεωργιάδην, άμφοτέρους Μακεδονομάχους και λαμπρά παλληκάρια έκ Κλεισούρας, έμαθον ότι τα λημέρια της ως άνω ληστρικής συμμορίας τα γνωρίζουν οί τούρκοι των Κοτσάνων και του Κελεμέ, χωρίων τουρκικών εις την νοτιοανατολικήν όχθην της λίμνης Όστρόβου. Κατορθώνουν λοιπόν να μάθουν από τους τουρκους τα λημέρια του Καρά—'Αλή κατόπιν πολύμηνων και συστηματικών ενεργειών από της 15ης Φεβρουάριου 1922 μέχρι της 21ης Αύγουστου 1922, οπότε έξώντωσαν κατόπιν σκληράς μάχης εις τα υψώματα του χωρίου Κελεμέ την συμμορίαν, από την όποίαν 9 έφονεύθησαν μεταξύ των οποίων και ο 'Αρχηγός της Καρά 'Αλής και εις συνελήφθη αιχμάλωτος.
Διά την ως άνω υπηρεσίαν του έλαβε το υπό ήμερομηνίαν 15-2-1922 έγγραφον της Άνωτέρας Διοικήσεως Χωροφυλακής Μακεδονίας.
Ύπηρεσίαι του Καπετάν Σταύρου από του 1930 μέχρι του 1948, ότε άπεβίωσε.
Κατά τον πόλεμον 1940
Κατά το βορειοηπειρωτικόν έπος του ήρωϊκού στρατού μας, το 1940 μη δυνάμενος να παραμένη άπλούς θεατής του υπέρ πάντων άγώνος, έζητησε να καταταγή εθελοντής. Αι άρχαί όμως, αφού τον ηυχαρίστησαν δια την προθυμίαν του και τον συνεχάρησαν δια τα φλογερά πατριωτικά αίοθήματά του, είπον εις αυτόν ότι δεν ευσταθεί εις τόσον μεγάλην ηλικίαν να πολεμήση ο ίδιος, και ότι είναι άρκετή η πολεμική δράσις των δύο ένηλίκων παιδιών, του Ίωάννου και Δημητρίου, τα όποία ευρίσκονται εις το μέτωπον.
Άναχώρησίς του εις Αθήνας κατά την εισβολήν των Γερμανών
Κατά την εισβολήν τών Γερμανών τον 'Απρίλιον του 1941, φοβούμενος μήπως έπακολουθήση βουλγαρική κατοχή, οπότε θα ήτο βεβαία η εξόντωσις ολοκλήρου της οϊκογενείας του, έγκατέλειψε το σπίτι και ακολουθών τον συμπτυσσόμενον στρατόν, κατήλθεν οίκογενειακώς εις τας 'Αθήνας.
Προσεπάθησεν εκεί να διαφύγη εις την Μέσην 'Ανατολήν και να ένταχθή εις τον έλεύθερον έλληνικόν στρατόν, αλλά δεν έπρόφθασε.
Τον 'Ιούλιον του 1941, αφού έπληροφορήθη ότι δεν είσήλθε Βουλγαρικός στρατός εις τον Νομόν Φλωρίνης, όπως είσήλθεν εις Α. Μακεδονίαν, έπέστρεψεν οίκογενειακώς εις το Άμύνταιον.
Κατά την συγκρότησιν των αντάρτικών 'Ομάδων κατοχής
Άπεφάσισε να καταταγή εις αυτάς δια να άγωνισθή δια την άπελευθέρωσιν της Πατρίδος.
Οταν όμως άντελήφθη ότι αυταί αγωνίζονται υπέρ της επικρατήσεως του κομμουνισμού, άνέκρουσε πρύμναν και έλαβε σταθεράν στάσιν έναντίον των.
Μετά φρίκης άλλωστε έβλεπε την έξόντωσιν τών έθνικοφρόνων και τών συμπολεμιστών του Μακεδονομάχων, όπως του Καπετάν Στέφου, του Καπετάν Κούνδουρα κ.λ.π.
Φυλάκισις αύτού και των τέκνων του υπό των Έαμακομμουνιστών
Μετά την άπαχώρησιν τών Γερμανών το 1944 συνελήφθησαν υπό τών Έαμοκομμουνιστών τα τέκνα του Ιωάννης και Ελένη, ο γαμβρός του 'Εμμανουήλ Δαμουλάκης και κατόπιν και αυτός ο ίδιος.
Ύπηρεσίαι του κατά τον αγώνα ένιαντίον της κομμουνιστικής επιβολής
Μετά την συνθήκην της Βάρκιζας και μόλις ήλθεν ο στρατός εις το Άμύνταιον, έτέθη εις την διάθεσίν του πρός άποκατάστασιν της τάξεως.
Έζήτησε να του έπιτραπή να όπλισθή ώς εθελοντής, άλλ΄ έλαβε την άπάντησιν ότι είναι άρκετή η δύναμις του στρατού και της Χωροφυλακής πρός επιβολήν του κράτους του νόμου.
Όταν όμως η κομμουνιστική πανώλης έπανήρχισε την όργάνωσιν και δράσιν της, με επίμονον παράκλησιν έπεισε τας άρχάς και έξωπλίσθη και έπρωτοστάτησε εις την ΐδρυσιν τών Μονάδων Άσφαλείας Υπαίθρου (Μ.Α.Υ.) και ήτο όλος χαρά και υπερηφάνεια, διότι περιεβλήθη και πάλιν την τιμημένην στρατιωτικήν στολήν και συνεκρότησεν με πολλούς άλλους τά Μ.Α.Υ. Αμυνταίου.
Εις την Όμάδα του συνυπηρέτουν και οί έκ Κλεισούρας καταφυγόντες εις Άμύνταιον πατριώται Γεώργιος Παπαντουλας, Πέτρος Στασινόπουλος η Μίζας και ο υιός του Τάκης, Θεόδωρος Λιγανάρης, Πέτρος Νότας, Κώστας Κάτσιος, Γεώργ. Μάρκος, Άχιλλευς Λούπας, Κώστας Κάλας, Σίμος Γιαννι κώστας, Άργύριος Μπαντσούλης και Βασίλειος Βούκας.
Ελαβε μέρος εις ολας τας έπιχειρήσεις του Στρατού κατά τών διαβόλων του κομμουνιστοσυμμοριτισμού. Εις μίαν επιχείρησην του 571 Τάγματος Αμυνταίου κατά τών συμμοριτών εις το χωρίον Μπόβουνο την 25ην Ιουλίου 1947, έπολέμησε και η Όμάς του, ήτις συνετέλεσεν εις την αποφυγήν σοβαρών απωλειών του στρατού από τους ενεδρεύοντας πολυαρίθμους συμμορίτας.
Εις την σοβαράν ταύτην έπιχείρησιν έφονεύθη γενναίως μαχόμενος ο συμπολεμιστής του Γεώργιος Παπαντούλας εις την θέσιν «Μπρόμορ» ώς και ο εθελοντής στρατιώτης Μιχαήλ Γ. Κωνσταντινίδης από τον Ροδώνα.
Το σπίτι του Καπετάν Σταύρου απόρθητον φρούριον
Κατά την αυτήν ώς άνω ημέραν μεγάλη δύναμις συμμοριτών μετά λύσσης έπετέθη και έπληττε το Άμύνταιον και επειδή δεν υπήρχε στρατιωτική δύναμις έκτος ολίγων γραφέων, στρατιωτών και ολίγων άνδρών της Χωροφυλακής, διότι απουσίαζεν εις επιχείρησες οί κομμουνισταί κατόρθωσαν να εισβάλουν εις την πόλιν και να αρχίσουν κατά την γνωστήν τακτικήν των το θεοκατάρατον έργον της σφαγής, απαγωγής, λεηλασίας, πυρπολήσεων, έρημώσεως και άφανισμου.
Μία μεγάλη όμάς συμμοριτών περιεκύκλωσε το σπίτι του Καπετάν Σταύρου κραυγάζουσα έν χορώ:
«Παραδοθήτε μοναρχοφασίσται Κωτσοπουλαίοι».
Όλόκληρον σχεδόν την νύκτα οί κομμουνισται έβαλαν με παντοειδή πυρά κατά της οικίας, η οποία όμως ήτο απόρθητος και δεν παρέδιδε τα κλειδιά όπως αυτοί έπίστευον.
Έδώ δεν ήτο άπλώς ένα σπίτι, ένα τυχαίον σπίτι, αλλά σπίτι Καπετάνιου, όπλοστάσιον, προπύργιον άληθινόν.
Η ήρωΐς σύζυγος του Καπετάνιου, Μαρία, τα ήρωικά παιδιά του, Ιωάννης, Κωνσταντίνος, Νίκη και Ελένη αντάξια του πατριωτικού αναστήματος του πατρός των με την έλληνικήν γενναιοψυχίαν των άπέκρουσν την μίαν μετά την άλλην τας λυσσαλέας επιθέσεις των κομμουνιστών νικηφόρως.
Τό μεγαλύτερο παιδί του, ο Γιάννης που ήτο και αυτός εθελοντής Μ.Α.Υ. όταν εφυγε από το σπίτι δια το φυλάκιον, άντελήφθη την έπίθεσιν τών συμμοριτών, οι οποίοι έπλησίαζαν πρός το σπίτι και ήκουσε την κραυγήν των «παραδοθήτε Κωτσοπουλαίοι».
Έπέστρεψεν άμέσως δια να συμπολεμή με την έθνικήν οικογένειαν και σώση την κατάστασιν.
Αλλά περί ώραν 1ην του μεσονυκτίου, τραύματίζεται βαρέως εις το άριστερόν πόδι και καταπίπτει αίμόφυρτος εις την αυλήν του σπιτιού του.
Ή κατάστασις ήτο κρίσιμος, διότι δεν επρεπε να σιγήση έστω και ένα όπλον δια να εξασθένηση η άμυνα και άντιληφθουν άδυναμίαν οι έπιτιθέμενοι.
Ή απέραντος, αυλή του σπιτιού είχε μεταβληθή εις θέατρον πολέμου. Από την μίαν άκρη έως την άλλην τα παιδιά έτρεχον και έβαλλον από διάφορα ώς επίκαιρα σημεία δια να νομίζουν οί επιτιθέμενοι ότι οι άμυνόμενοι είναι πολλοί και δια να μη τολμήσουν δια κλιμάκων να πηδήσουν εντός αυτής.
Ή γενναία μήτηρ του και οί άλλοι αδελφοί του με άμείωτον το ήθικόν και ψυχραιμίαν, έπέδεσαν προχείρως το τραύμα του και συνέχισαν την σθεναράν άντίστασιν, προ της οποίας έλύγισαν οί κομμουνισταί και δεν κατόρθωσαν να κυριεύσουν το σπίτι του Καπετάν Σταύρου, το οποίον παρέμεινεν «άπόρθητον έλληνικόν προπύργιον και φρουριον» με την επ’ αύτου υπερηφάνως κυματίζουσαν κυανόλευκον σημαίαν μας.
Αλλά και όχι μόνον τούτο, προσέφερεν ακόμη σπουδαίαν συμβολήν με τους συνεχείς πυροβολισμούς εις την άμυνομένην Χωρρφυλακήν Αμυνταίου εις τα εκεί πλησίον γραφεία της.
Οί συμμορίται δεν κατόρθωσαν έν τέλει να εξουδετερώσουν την άμυναν της Χωροφυλακής και να γίνουν κύριοι της καταστάσεως.
Ό Καπετάν Σταύρος αυτήν την βραδυάν, έλειπε δυστυχώς διότι ήτο εις άλλας επιχειρήσεις.
Οί κομμουνισταί έπετέθησαν διότι έγνώριζον ότι άπουσίαζεν ο στρατός και τα Μ.Α.Υ. εις επιχειρήσεις.
Έπιτέλους έρόδισεν η αυγή και οι συμμορίται κατησχυμένοι απεχώρησαν, άφήνοντες όπίσω των τα αθώα και άοπλα θύματά των, την έρήμωσιν και την απανθρωπιάν των.
Τό σπίτι του Καπετάνιου και το κτίριον της Χωροφυλακής έστάθησσν άπόρθητα φρούρια η κατ’ αυτούς «άπαρτα κάστρα».
Τό Ύπουργείον Δημοσίας Τάξεως, λαβόν γνώσιν των ανωτέρω, άπένειμεν εις τα δύο ηρωικά παιδιά του Καπετάν Σταύρου, Ίωάννην και Κων/τίνον, όστις ήτα και "Αρχηγός Προσκόπων, ευαρέσκειαν και χρηματικήν άμοιβήν 500.000 δρχ. εις έκαστον.
Τον τρσυματισθέντα υιόν του, οπλίτην Μ.Α.Υ. Ίωάννην Κωτσόπουλον, αί στρατιωτικοί άρχαί μετέφερον αεροπορικώς εις το Νοσοκομείον Ρίμινι, 'Αθηνών, όπου παρέμεινεν νοσηλευόμενος επί 7 μήνας και ήδη τυγχάνει άνάπηρος συνταξιούχος.
Ό θάνατος του ήρωος Καπετάν Σταύρου
Αί ταλαιπωρίαι και κακουχίαι του γηραιού Μακεδονομάχου Καπετάν Σταύρου ήτο φυσικόν να υποσκάψουν την υγείαν του και τον χαλύβδινον οργανισμόν του και να επιταχύνουν τα βήματά του πρός το μοιραίον.
Τον έκάλουν πλέον αί ψυχαί τών προαπελθόντων του προσκαίρου τούτου κόσμου συναδέλφων του Μακεδονομάχων πλησίον του.
Ήσθένησε και αφού δεν έτελεσφόρησαν οι στοργικαί περιποιήσεις τών προσφιλών οικείων του και τών θεραπόντων της ιατρικής επιστήμης, παρέδωσε το πνεύμα εις τον 'Ύψιστόν την 17ην Νοεμβρίου 1948, εις ήλικίαν 70 ετών, φέρων την στρατιωτικήν στολήν και κρατών το όπλον εις το χέρι του, αφού αφιέρωσε ολόκληρον την ζωήν του εις τους αγώνας δια το μεγαλείον της Πατρίδος.
Ή κηδεία του έγένετο πάνδημος και επιβλητική μετά της στρατιωτικής μουσικής.
Παρέστησαν είς αυτήν ο κ.Δήμαρχος και το Δημοτικόν Συμβούλιον Αμυνταίου και άπασαι αί πολιτικαί και στρατιωτικάι άρχαί και ’Οργανώσεις.
Έξεφωνήθησαν λόγοι πρός εξαρσιν της πολλαπλής εθνικής δράσεώς του, κατετέθησαν πολλοί στέφανοι και έξεφράσθησσν τα συλλυπητήρια πρός την έθνικήν οικογένειαν του.
Τοιαυτή υπήρξεν η σταδιοδρομία του γενναίου 'Οπλαρχηγού Καπετάν Σταύρου Κωτσοπούλου, δια την οποίον θα αναγραφή το ονομά του εις την Ιστορίαν του Μακεδονικού Άγώνος.
Ας αναπαυή την ψυχήν του εις το Πάνθεον τών ενδόξων Μακεδονομάχων.