Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (691-749)

ΓΟ. βούλει τι, Κνήμων; εἰπέ μοι. (ΚΝ.) τί 
φαύλως ἔχω. (ΓΟ.) θάρρει. (ΚΝ.) τεθάρ[ρηκ᾽. οὐκέτι
ὑμῖν ἐνοχλήσει τὸν ἐπίλοιπον γὰ̣[ρ χρόνον
Κνήμων. (ΓΟ.) τοιοῦτόν ἐστ᾽ ἐρημία κακόν,
695 ὁρᾷς; ἀκαρὴς νῦν παραπόλωλας ἀρτίως.
τηρούμενον δὴ τηλικοῦτον τῷ βίῳ
ἤδη καταζῆν δεῖ. (ΚΝ.) χαλεπῶς μὲν οἶδ᾽ ὅτι
ἔχω, κάλεσον δέ, Γοργία, τὴν μητέρα.
‹ΓΟ.› ὡς ἔνι μάλιστα. τὰ κακὰ παιδεύειν μόνα
700 ἐπίσταθ᾽ ἡμᾶς ὡς ἔοικε. ‹ΚΝ.› θυγάτριον,
βούλει μ᾽ ἀναστῆσαι λαβοῦσα; ΣΩ. μακάριε
ἄνθρωπε. (ΚΝ.) τί παρέστηκας ἐνταῦθ᾽, ἄθλι[ε;]
708 [. . .]εσοις ἐβουλόμην
[. . . .Μυρ]ρίνη καὶ Γοργία,
710 ε.[. . .]ον προειλόμην
οὐκ ἴσως [. . .]ι κ[.]ι̣[.]ν οὐδ᾽ ἂν εἷς δύναιτό με
τοῦτο μεταπεῖσαί τις ὑμῶν, ἀλλὰ συγχωρήσετε.
ἓν δ᾽ ἴσως ἥμαρτον ὅστις τῶν ἁπάντων ᾠόμην
αὐτὸς αὐτάρκης τις εἶναι καὶ δεήσεσθ᾽ οὐδενός.
715 νῦν δ᾽ ἰδὼν ὀξεῖαν οὖσαν ἄσκοπόν τε τοῦ βίου
τὴν τελευτήν, εὗρον οὐκ εὖ τοῦτο γινώσκων τότε.
δεῖ γὰρ εἶναι —καὶ παρεῖναι— τὸν ἐπικουρήσοντ᾽ ἀεί.
ἀλλὰ μὰ τὸν Ἥφαιστον —οὕτω σφόδρα ‹δι›εφθάρμην ἐγὼ
τοὺς βίους ὁρῶν ἑκάστους τοὺς λογισμούς ‹θ᾽› ὃν τρόπον
720 πρὸς τὸ κερδαίνειν ἔχουσιν— οὐδέν᾽ εὔνουν ᾠόμην
ἕτερον ἑτέρῳ τῶν ἁπάντων ἂν γενέσθαι. τοῦτο δὴ
ἐμποδὼν ἦν μοι. μόλις δὲ πεῖραν εἷς δέδωκε νῦν
Γοργίας, ἔργον ποήσας ἀνδρὸς εὐγενεστάτου·
725 τὸν γὰρ οὐκ ἐῶντά ‹τ᾽ α›ὐτὸν προσιέναι ‹καὶ› τῇ θύρᾳ
οὐ βοηθήσαντά ‹τ᾽ α›ὐτῷ πώποτ᾽ εἰς οὐδὲν μέρος,
οὐ προσειπόντ᾽, οὐ λαλήσανθ᾽ ἡδέως, σέσωχ᾽ ὅμως.
ὅπερ ἂν ἄλλος καὶ δικαίως· «οὐκ ἐᾷς με προσιέναι·
οὐ προσέρχομ᾽· οὐδὲν ἡμῖν γέγονας αὐτὸς χρήσιμος·
οὐδ᾽ ἐγὼ σοὶ νῦν.» τί δ᾽ ἐστί, μειράκιον; ἐάν ‹τ᾽› ἐγὼ
730 ἀποθάνω νῦν —οἴομαι δέ, καὶ κακῶς ἴσως ἔχω—
ἄν τε περι‹σωθ›ῶ, ποοῦμαί σ᾽ ὑόν, ἅ τ᾽ ἔχων τυγχάνω
πάντα σαυτοῦ νόμισον εἶναι. τήνδε σοι παρεγγυῶ·
ἄνδρα δ᾽ αὐτῇ πόρισον. εἰ γὰρ καὶ σφόδρ᾽ ὑγιαίνοιμ᾽ ἐγώ,
αὐτὸς οὐ δυνήσομ᾽ εὑρεῖν· οὐ γὰρ ἀρέσει μοί ποτε
735 οὐδὲ εἷς. ἀλλ᾽ ἐμὲ μέν, ‹ἂν ζῶ›, ζῆν ἐᾶθ᾽ ὡς βούλομαι,
τἆλλα πρᾶττ᾽ αὐτὸς παραλαβών. νοῦν ἔχεις σὺν τοῖς θεοῖς,
κηδεμὼν εἶ τῆς ἀδελφῆς εἰκότως. τοῦ κτήματος
ἐπιδίδου ‹σὺ› προῖκα τοὐμοῦ διαμετρήσας ‹θ›ἤμισυ,
τὸ δ᾽ ἕτερον λαβὼν διοίκει κἀμὲ καὶ τὴν μητέρα.
740 ἀλλὰ κα]τάκλινόν με, θύγατερ. τῶν δ᾽ ἀναγκαίων λέγειν
πλείον᾽] οὐκ ἀνδρὸς νομίζω· πλὴν ἐκεῖνό γ᾽ ἴσθι, παῖ—
ὑπὲρ ἐ]μ̣οῦ γὰρ βούλομ᾽ εἰπεῖν ὀλίγα σοι καὶ τοῦ τρόπου—
εἰ τοιοῦτ]οι πάντες ἦσαν, οὔτε τὰ δικαστήρια
ἦν ἄν, οὔθ᾽ αὑτοὺς ἀπῆγον εἰς τὰ δεσμωτήρια,
745 οὔτε πόλεμος ἦν, ἔχων δ᾽ ἂν μέτρι᾽ ἕκαστος ἠγάπα.
ἀλλ᾽ ἴσως ταῦτ᾽ ἐστ᾽ ἀρεστὰ μᾶλλον· οὕτω πράττετε.
ἐκποδὼν ὑμῖν ‹ὁ› χαλεπὸς δύσκολός τ᾽ ἔσται γέρων.
(ΓΟ.) ἀλλὰ δέχομαι ταῦτα πάντα. δεῖ δὲ μετὰ σοῦ νυμφίον
ὡς τάχισθ᾽ εὑρεῖν ‹τιν᾽› ἡμᾶς τῇ κόρῃ, σοὶ συνδοκοῦν.

***
ΓΟΡ. Κνήμωνα, θέλεις τίποτα; έλα πες μου.
ΚΝΗ. Τί να σου πω; Πολύ άσκημα είμαι. ΓΟΡ. Θάρρος.
ΚΝΗ. Έχω θάρρος· ο Κνήμωνας εμπόδιο
σ᾽ εσάς δε θα ᾽ναι πια από δω και πέρα.
ΓΟΡ. Κακό μεγάλο η μοναξιά· το βλέπεις;
Λίγο ακόμα και θα ᾽σουνα χαμένος.
Στην ηλικία που βρίσκεσαι είν᾽ ανάγκη,
όσο θα ζεις, πολύ να σε προσέχουν.
ΚΝΗ. Ναι, σε καλή κατάσταση δεν είμαι.
Μα φώναξε τη μάνα σου, Γοργία.
ΓΟΡ. Θα τρέξω αμέσως. (Μέσα του) Φαίνεται πως μόνο
σαν πάθεις το κακό, μπορείς να μάθεις.
Φεύγει.
700 ΚΝΗ. Κορούλα μου, έλα κάμε μου τη χάρη,
πιάσε με κι ανασήκωσέ με λίγο.
ΣΩΣ. Καλότυχε…
ΚΝΗ., στο Σώστρατο, που μόλις τώρα τον παρατήρησε
Τί στέκεσαι μπροστά μου;
Ο Σώστρατος αναγκάζεται να παραμερίσει, αλλά δε φεύγει
πολύ μακριά· ο Γοργίας έρχεται πίσω μαζί με τη Μυρρίνη,
τη μητέρα του· ο Κνήμωνας γνέφει σ᾽ αυτούς καθώς
και στην κόρη του να πλησιάσουν.

Για σταθείτε εδώ κοντά μου. Πρέπει αυτά που έχω στο νου
να τ᾽ ακούσετε κι οι τρεις σας. Κόρη μου, Μυρρίνη εσύ,
710 και Γοργία, για τη ζωή μου τι σκεφτόμουν θα σας πω.
Άδικο είχα; Δεν το ξέρω· μια φορά, είν᾽ αδύνατο
γνώμη εγώ ν᾽ αλλάξω· πρέπει εσείς να συμφωνήσετε.
Ένα ήταν το λάθος μου ίσως· νόμιζα πως σε όλα εγώ
είχα αυτάρκεια, πως δεν είχα την ανάγκη κανενός.
Τώρα που είδα πως το τέλος της ζωής είναι γοργό
κι αναπάντεχο, το νιώθω πως γελιόμουνα σ᾽ αυτό.
Πρέπει ο άνθρωπος κοντά του πάντα να ᾽χει ένα βοηθό.
Αλλά βλέποντας τον κόσμο, πώς περνά κι έχει το νου
όλο στο άτιμο το κέρδος, τόσο μου είχε το μυαλό
πια θολώσει, που έλεγα ότι, μά τον Ήφαιστο, ποτέ
720 άνθρωπος του ανθρώπου τού άλλου δε θα θέλει το καλό.
Νά πού σκόνταφτα. Μα τώρα μ᾽ έκαμε να δω το φως
ο Γοργίας, με το να κάμει πράξη ανθρώπου ευγενικού.
Άνθρωπο που να ζυγώσει δεν τον άφηνε ποτέ
ως την πόρτα του σπιτιού του, που ούτε την παραμικρή
του ᾽δωσε ποτέ βοήθεια, που ποτέ δεν του είπε μια
καλημέρα, μια κουβέντα, πρόθυμα τον γλίτωσε.
Ένας άλλος θα ᾽λεγε ίσως, θα είχε δίκιο να το πει:
«Δε μ᾽ αφήνεις να ζυγώσω; Ε, δεν έρχομαι κι εγώ.
Δε με βόηθησες ποτέ σου; Ε, δε σε βοηθώ κι εγώ».
Όμως τώρα… Αγόρι μου, είτε τώρα ξεψυχήσω ευθύς
730 —και παράξενο δεν είναι, δεν αισθάνομαι καλά—
είτε ζήσω, εγώ σε κάνω γιο μου, κι όλο μου το βιος
να το ξέρεις για δικό σου. Και της κόρης μου πια εσύ
θα ᾽σαι ο κηδεμόνας, και άντρα γνοιάσου, γιε μου, να της βρεις.
Και γερός ακόμα αν θα ᾽μαι, θα ᾽ναι αδύνατο σ᾽ εμέ
να φροντίσω, γιατί ούτ᾽ ένας δε μ᾽ αρέσει· ναι, κανείς.
Κάντε υπομονή κι αφήστε σαν που θέλω εγώ να ζω·
για όλα τ᾽ άλλα, ανάλαβέ τα και κυβέρνα εσύ. Ευτυχώς
έχεις νου· της αδερφής σου φυσικό είν᾽ εξάλλου εσύ
ο προστάτης να είσαι. Πιάσε, χώρισε το χτήμα μου,
δώσ᾽ της το μισό για προίκα, και με τ᾽ άλλο το μισό
κοίταξε να πορευτούμε, η μάνα σου κι εσύ κι εγώ.
740 Τώρα βόηθα να πλαγιάσω, κόρη μου. Σε στόμα αντρός
δεν ταιριάζουν άλλα λόγια πέρ᾽ απ᾽ τ᾽ απαραίτητα.
Μόνο κάτι ακόμα, γιε μου· λίγα λόγια θα σου πω
γύρω στη ζωή του κόσμου και τη συμπεριφορά.
Αν καλόβουλοι ήταν όλοι κι ήθελ᾽ ο ένας το καλό
τ᾽ αλλουνού, ούτε δικαστήρια δε θα υπήρχαν ούτε και
ο ένας θα ᾽βαζε τον άλλον φυλακή· και πόλεμοι
δε θα υπήρχαν· ο καθένας θα ᾽χε μέτριο μερδικό
και μ᾽ αυτό ευχαριστημένος θα περνούσε. Μα μπορεί
αρεστό να μη σας είναι τέτοιο σύστημα. Λοιπόν
κάνετε όπως αγαπάτε. Φεύγει από τη μέση πια
το στραβόξυλο, ο γρινιάρης γέρος. ΓΟΡ. Μα είμαι σύμφωνος
σε όλ᾽ αυτά. Της αδερφής μου πρέπει τώρα εμείς οι δυο,
με τη συγκατάθεσή σου, να της βρούμε ένα γαμπρό.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πώς άλλαξε η αρχαία Ελληνική γλώσσα

10.4.1 Οι δυσκολίες στην εκμάθηση των αγγλικών

Αυτό δεν είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς. Μία από τις δυσκολίες που έχει σήμερα ένας Έλληνας που μαθαίνει αγγλικά είναι να κατακτήσει, στην προφορά, τη διάκριση μακρών και βραχέων στη γλώσσα αυτή. 

Έτσι, οι δύο λέξεις shit 'κακά' και sheet 'σεντόνι' διαφέρουν κατά το ότι στη δεύτερη λέξη το [ί] είναι μακρό , προφέρεται [shiit]. 

Αν προφερθούν και οι δύο λέξεις με βραχύ [ί], όπως έχει την τάση να κάνει ο σημερινός Έλληνας, γιατί η γλώσσα του δεν έχει σήμερα τη διάκριση μακρού/βραχέος φωνήεντος, τότε το αποτέλεσμα είναι μια αρκετά επικίνδυνη και αστεία σύγχυση.

Υπέρβαση της εσωτερικής βίας

-Ώστε λοιπόν... όλοι ονειρεύονται, και ο καθένας δημιουργεί τον κόσμο.
-Ακριβώς! Ο καθένας τον δικό του κόσμο!

Η εσωτερική μας κατάσταση αντανακλάται στον κόσμο

Τότε όμως τι έχουμε να πούμε για τη μόλυνση του πλανήτη; Για τις διαμάχες και τα εγκλήματα;

Κι αυτά επίσης αποτελούν μέρος της προσωπικής πραγματικότητάς σου. Ο κόσμος είναι τόσο υγιής ή τόσο άρρωστος όσο είσαι και εσύ ο ίδιος! Εσύ μόνο μπορείς να τον μολύνεις, εμποδίζοντας τη λειτουργία των ίδιων των οργάνων σου! Ακόμα κι εκείνοι οι οποίοι μολύνουν τα όργανά τους, κάτι δημιουργούν. Επινοούν έναν κόσμο υποβαθμισμένο, στο πλαίσιο του οποίου όλα τα συμβάντα και οι περιστάσεις αντανακλούν τα νοσηρά σώματά τους, αλλά κυρίως τις υπαρξιακές καταστάσεις και τις σκέψεις τους.

Και τι γίνεται με τον πόλεμο και την φτώχεια; ρώτησα, νιώθοντας να λυγίζω κάτω από το βάρος μιας τέτοιας ευθύνης.

Την οδύνη, την ένδεια και όλους τους πολέμους, τους διωγμούς και τις γενοκτονίες του κόσμου, πρώτα τα ονειρευτήκαμε. Τα είχε ποθήσει κρυφά μια ανθρωπότητα η οποία έχει πλέον μολύνει πολύ άσχημα την ίδια την ύπαρξη, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα σχετικά με τη δύναμη της σκέψης.

Όση ώρα εμείς συζητάμε, εκατοντάδες εργοστάσια παράγουν και αποθηκεύουν όπλα προκειμένου να τροφοδοτήσουν τους πολέμους, ακόμα και να αφανίσουν την ανθρωπότητα. Πώς θα μπορούσαμε να προστατευτούμε από δυνάμεις τόσο καταστροφικές;

Με την ολοκλήρωση του εαυτού σου ο κόσμος γίνεται ασφαλής

Απομάκρυνε από εσένα κάθε μορφή ύπνωσης, εξάρτησης, προκατάληψης. Μη βασίζεσαι σε κανενός άλλου τις γνώσεις, τη φαντασία ή τις προφητείες. Μάθε πως δεν υπάρχει εκεί έξω καμία απολύτως δύναμη που να μπορεί να σε αφανίσει. Εκεί έξω τίποτα δεν συμβαίνει χωρίς την συγκατάθεσή σου.

Ο κόσμος των γεγονότων και των περιστάσεων εξαρτάται αποκλειστικά από εσένα. Αν επιτύχεις την ολοκήρωση του εαυτού σου, αν κατορθώσεις να γίνεις μια ενιαία ολότητα, τότε ο κόσμος θα είναι ασφαλής. Γι' αυτό λοιπόν μην ανησυχείς για τον κόσμο, να ανησυχείς μόνο για τον εαυτό σου. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορείς να βοηθήσεις.

Μαθαίνοντας να είναι κυρίαρχος του ίδιου του σώματός του, ο άνθρωπος μπορεί να κυριαρχήσει στο σύμπαν.

Η αιτία της επιθετικής διάθεσης στον κόσμο

Αυτό που κρύβεται στις πτυχές της ύπαρξης ενός ανθρώπου, το ψέμα το οποίο καλύπτει και κρύβει τον εγωισμό του, την προκατάληψη, τη ματαιοδοξία και το φυλετικό μίσος, είναι που δημιουργεί τέτοιου είδους συμβάντα και τελικά αποτελεί την πραγματική αιτία κάθε επιθετικής διάθεσης στον κόσμο.

Έφερα στον νου μου το αέναο θρηνητικό τραγούδι της ανθρώποτητας, την ωδή στη δυστυχία, που είχα κατορθώσει να ακούσω και να αναγνωρίσω και στον ίδιο μου τον εαυτό. Κατανοούσα επιτέλους την τόσο ζωτική σημασία που έδινε Εκείνος στη μελέτη του εαυτού και στην άγρυπνη μέριμνα για τις εσωτερικές καταστάσεις μας.

Έδινε μάλιστα μέγιστη σημασία στην αυτοπαρατήρηση η οποία, σαν αχτίδα φωτός, μπορεί να εμποδίσει κάθε τερατωδία να φωλιάσει στις κρυφές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η ζωή μοιάζει με μαστίχα, παίρνει το σχήμα των δοντιών σου.

Διέκρινα το λεπτό χρυσό νήμα που συνέδεε όλες αυτές τις ιδέες ως διαφορετικές εκφράσεις του ίδιου νοήματος, του ίδιου μηνύματος. Ενός μηνύματος το οποίο συνόψιζε ολόκληρη τη διδασκαλία Του, αποτελώντας συγχρόνως το έσχατο όριο στο οποίο είχε αποτολμήσει να πλησιάσει η ανθρώπινη διάνοια.

Ο κόσμος είναι ο καθρέφτης της ύπαρξης

Σε μια στιγμή διαύγειας, συνέλαβα μια φωτεινή αλήθεια, σαν να ήταν άγγελμα ενός πανίσχυρου θεού: Ο κόσμος είναι ο καθρέφτης της ύπαρξης!

Σαν ακτίνα λέιζερ, διείσδυσε στα κατακάθια της εικόνας που είχα ενσωματώσει βαθιά μέσα μου για τον κόσμο και «είδα» πως το κάθε μόριο ήταν τέλεια συνδεδεμένο με το σύμπαν. Και αυτό το σύμπαν αποτελούσε μια προσωπική και υποκειμενική οντότητα.

Εσύ ο ίδιος είσαι το μοναδικό εμπόδιο που δεν επιτρέπει στον κόσμο να αλλάξει. Μεταμόρφωσε τον εαυτό σου και θα δεις τον κόσμο να μεταμορφώνεται μπροστά στα μάτια σου!

Το κάθε απειροελάχιστο στοιχείο διαύγειας, ελευθερίας και απουσίας θανάτου θα πραγματωθεί μέσα στον κόσμο, απελευθερώνοντάς τον από καθετί κακό.

Η αυτογνωσία ως ταξίδι εξύψωσης του εαυτού

Κατανοούσα χωρίς ηθικές ή μεταφυσικές προκαταλήψεις, τη σημασία της αυτογνωσίας και της αδιάκοπης προσπάθειας του ανθρώπου, προκειμένου να εξυψώσει την ύπαρξή του.

Όποιο ταξίδι κι αν ξεκινήσεις στον ιστορικό ή στον μυθολογικό χρόνο, όποια μεγάλη έξοδο κι αν επιχειρήσεις, πραγματική ή φανταστική, θα οδηγεί προς έναν και μοναδικό σκοπό: την αυτογνωσία! Η αυτογνωσία σε καθιστά κύριο του εαυτού σου και του κόσμου.

Η υπέρβαση της εσωτερικής βίας

Ο άνθρωπος από μόνος του δεν μπορεί να «ενεργεί» αν πρώτα δεν αναγνωρίσει και δεν υπερβεί την ίδια του την εσωτερική βία, μέσα από τεράστιες προσπάθειες. Ο άνθρωπος δεν εμπορεί να «ενεργεί» αν δεν κατανοήσει πως όλα τα δεινά και όλες οι ατομικές δυστυχίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά αποτελέσματα των δικών του εσωτερικών καταστάσεων και αρνητικών στάσεων.

Για όσο καιρό θα πιστεύει ο άνθρωπος πως κυριαρχείται από τις εξωτερικές συνθήκες, δεν θα μπορέσει ποτέ να αντιληφθεί από πού προέρχεται όλη η βία στον κόσμο. Ο κόσμος είναι ο καθρέφτης σου. Οτιδήποτε προέρχεται από τον εξωτερικό κόσμο αναπνέει με την ανάσα σου και πάντα ζουν όσο ζεις κι εσύ. Δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να μην είσαι εσύ. Ο τρόπος σκέψης σου είναι το πεπρωμένο σου.

Οι δυσκολίες κάθε είδους απειλούν πάντοτε την ευθεία ανάπτυξη ενός χαρακτήρα

Τα γνωρίσματα του χαρακτήρα που θα αναπτύξει ένα παιδί θα αντιστοιχούν στην κατεύθυνση που ακολούθησε η ψυχική του ανάπτυξη.

Αυτή η κατεύθυνση μπορεί να είναι μια ευθεία γραμμή ή να χαρακτηρίζεται από στροφές.

Στην πρώτη περίπτωση, το παιδί μοχθεί για την επίτευξη του στόχου του με άμεσο τρόπο και αναπτύσσει έναν χαρακτήρα επιθετικό και θαρραλέο.

Μπορούμε να πούμε ότι οι απαρχές της ανάπτυξης του χαρακτήρα έχουν πάντα κάτι από αυτό το επιθετικό και διεκδικητικό στοιχείο.

Αυτή η γραμμή όμως, εύκολα μπορεί να καμφθεί από τις δυσκολίες της ζωής.

Οι δυσκολίες κάθε είδους απειλούν πάντοτε την ευθεία ανάπτυξη ενός χαρακτήρα…

Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τους ανθρώπους: από το πώς αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες.

Οι αισιόδοξοι είναι εκείνοι οι άνθρωποι των οποίων η ανάπτυξη του χαρακτήρα, γενικά, έχει εξελιχθεί σε ευθεία γραμμή, αντιμετωπίζουν κάθε δυσκολία με θάρρος και δεν την παίρνουν πολύ στα σοβαρά.

Διατηρούν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και υιοθετούν σχετικά εύκολα μια ευμενή στάση απέναντι στη ζωή.

Δεν απαιτούν πολλά, επειδή αξιολογούν σωστά τον εαυτό τους και δεν αισθάνονται αδικημένοι.

Συνεπώς, είναι σε θέση να αντέξουν τις δυσκολίες της ζωής, πολύ πιο εύκολα από εκείνους που βρίσκουν πάντα κάποια αφορμή ώστε να θεωρούν τους εαυτούς τους αδύναμους και ανεπαρκείς.

Σε πιο δύσκολες καταστάσεις, οι αισιόδοξοι παραμένουν ήρεμοι, με την πεποίθηση ότι τα λάθη μπορούν πάντα να διορθωθούν...

Τα πράγματα είναι διαφορετικά με τον τύπο του απαισιόδοξου.

Αυτοί παρουσιάζουν τα πιο σοβαρά προβλήματα διαπαιδαγώγησης.

Είναι εκείνα τα άτομα που απέκτησαν ένα αίσθημα κατωτερότητας εξαιτίας των προβλημάτων και των εντυπώσεων της παιδικής τους ηλικίας, τα άτομα που αντιμετώπισαν ποικίλες δυσκολίες και απέκτησαν έτσι την αίσθηση ότι η ζωή δεν είναι εύκολη.

Θα βλέπουν πάντα τη σκοτεινή πλευρά της ζωής, λόγω της απαισιόδοξης κοσμοθεωρίας τους, η οποία καλλιεργήθηκε από τον λάθος τρόπο με τον οποίο τους μεταχειρίστηκαν κατά την παιδική τους ηλικία.

Άλφρεντ Άντλερ, Η θεωρία του χαρακτήρα

Βιρτζίνια Γουλφ: Τα παιδιά δεν ξεχνούν

Τα παιδιά ποτέ δεν ξεχνούν.

Γι’ αυτό έχει τόση σημασία τι λες και τι κάνεις, κι ανασαίνεις μόλις πέσουν να κοιμηθούν.

Γιατί τώρα δεν είχε ανάγκη να σκεφτεί κανέναν.

Μπορούσε να είναι ο εαυτός της, μόνη της.

Κι αυτή ήταν μια ανάγκη που τώρα την ένιωθε συχνά – να σκεφτεί· κι ούτε ακριβώς να σκεφτεί. Να μη μιλάει· να είναι μόνη της.

Όλα όσα πρέπει να είσαι και να κάνεις, η διάχυση, η λάμψη, ο λόγος εξατμίζονταν και αποτραβιόσουν με αίσθηση μεγαλοπρέπειας στον εαυτό σου, γινόσουν μια σφήνα από σκοτάδι, κάτι αόρατο στους άλλους.

Αν κι εξακολουθούσε να πλέκει και καθόταν με ολόισια ράχη, ένιωθε τον εαυτό της σ’ αυτή την κατάσταση· κι αυτός της ο εαυτός έχοντας αποβάλει τους δεσμούς του ήταν ελεύθερος για τις πιο παράξενες περιπέτειες.

Όταν η ζωή για μια στιγμή βούλιαζε, το πεδίο της εμπειρίας έμοιαζε να μην έχει όρια.

Και για όλους υπήρχε πάντα αυτή η αίσθηση της απεριόριστης επινοητικότητας, υπέθετε· ο ένας μετά τον άλλο, αυτή, η Λίλυ, ο Αγκούστους Καρμάικαλ, πρέπει να νιώθουν ότι ο εξωτερικός εαυτός μας, εκείνα από τα οποία μας αναγνωρίζετε, δεν είναι παρά πράγματα παιδιάστικα.

Πιο κάτω είναι όλα σκοτεινά, όλα απλώνονται, είναι απύθμενα· μα πότε πότε ανεβαίνουμε στην επιφάνεια κι έτσι μας βλέπετε.

Ο ορίζοντας της της φαινόταν πως δεν είχε όρια.

Υπήρχαν όλοι οι τόποι που δεν είχε δει· οι ινδικές πεδιάδες· έβλεπε τον εαυτό της να παραμερίζει το βαρύ δερμάτινο παραπέτασμα μιας εκκλησίας στη Ρώμη.

Αυτός ο πυρήνας από σκοτάδι μπορούσε να πάει οπουδήποτε, γιατί κανένας δεν τον έβλεπε.

Δεν μπορούσαν να τον εμποδίσουν, σκεφτόταν με αγαλλίαση.

Υπήρχε ελευθερία, υπήρχε γαλήνη, υπήρχε, πιο καλοδεχούμενο απ’ όλα, μια συγκέντρωση, μια ανάπαυση σε μια θέση σταθερότητας.

Έβρισκες ανάπαυση όχι όταν ήσουν ο εαυτός σου, το ‘ξερε από δική της εμπειρία (κατάφερε εδώ κάτι επιδέξιο με τις βελόνες της), μα όταν γινόσουν μια σφήνα από σκοτάδι.

Χάνοντας την προσωπικότητά σου, έχανες τον εκνευρισμό, τη βιασύνη, την κίνηση· κι εκεί της ανέβαινε στα χείλη πάντα ένα επιφώνημα θριάμβου απέναντι στη ζωή, όταν όλα έφταναν σ’ αυτή τη γαλήνη, αυτή την ανάπαυση, αυτή την αίσθηση της αιωνιότητας· και σταματώντας εκεί γύρεψε με τα μάτια να συναντήσει τη φωτεινή ακτίνα του Φάρου, τη μακριά σταθερή φωτεινή ακτίνα, την τελευταία απ’ τις τρεις, που ήταν δική της ακτίνα, γιατί, όταν κοιτούσες με αυτή τη διάθεση πάντα αυτή την ώρα, δεν μπορούσες να μην δεθείς ιδιαίτερα μ’ ένα απ’ τα πράγματα που έβλεπες· κι αυτό το πράγμα, η μακριά σταθερή ακτίνα, ήταν η δική της ακτίνα.

Συχνά έπιανε τον εαυτό της να κάθεται και να κοιτάζει, με τη δουλειά της στο χέρι ώσπου η ίδια γινόταν το πράγμα που κοιτούσε – εκείνο το φως ας πούμε.

Κι έφερνε μαζί του μια κάποια φρασούλα που τύχαινε να την έχει στο μυαλό της – «Τα παιδιά δεν ξεχνούν, τα παιδιά δεν ξεχνούν»…

Βιρτζίνια Γουλφ, Μέχρι το φάρο

Clarissa Pinkola Estes: Διάλεξε αυτό που σε κάνει να χορεύεις

Να ξέρεις πως είσαι ευλογημένη, ανεξάρτητα από τις αμφιταλαντεύσεις σου, τις πτώσεις, τις χαμένες ευκαιρίες, τις βεβαιότητες, τις πικρίες και το σάστισμά σου, γιατί όλα αυτά είναι το καύσιμο για να προχωρήσεις μπροστά…

Έτσι, είθε ν’ αντιστεκόμαστε πάντα σε οποιαδήποτε συλλογικά ψεύδη που γυρεύουν τρόπους να εμποδίσουν την ψυχή να βλέπει και ν’ ακούει. Έτσι, η σοφή γυναίκα κρυφοκοιτάζει μέσα απ’ τα βάθη του δάσους.

Γύρνα την πλάτη σ’ αυτούς που χλευάζουν, που δεν ακούν αυτό το κάλεσμα στην πνευματική ζωή. Έτσι κάνει και η σοφή γυναίκα κι ανοίγει το δρόμο μπροστά της.

Αν είναι ανάγκη, γίνε ένα από κείνα τα χαρούμενα ανατρεπτικά στοιχεία που δε σταματούν ν’ αναπτύσσονται αιώνια κι είναι η καρδιά τους γαλήνια και φωτεινή. Έτσι το πνεύμα αναδύεται στην επιφάνεια της λίμνης.

Ας μην αφήσουμε να μας παραπετάξουν και να καταλήξουμε οπουδήποτε. Αντίθετα, ας οργανωθούμε κι ας πάρουμε το δρόμο δραπετεύοντας από το νοσηρά βαρετό, κι απ’ ό,τι είναι διαχρονικά αδιάφορο ή σκαιό. Έτσι το πνεύμα στέκεται ορθό και εκτυφλωτικά ακτινοβόλο.

Ας ριχτούμε σε καινούργιες περιπέτειες και σ’ άλλες, παλιές, δοκιμασμένες από καιρό. Αν το κάνουμε αυτό, ό,τι πιο μεγαλειώδες υπάρχει στη σοφή γερόντισσα κι ό,τι πιο μεγαλειώδες στη νεότερη γυναίκα θα ενωθούν ξανά.

Τότε, παρά τις στιγμές ή τις εποχές που χτυπήθηκες ή που αναγκάστηκες να κάνεις πίσω, είτε είσαι γυναίκα μικρή σε ηλικία αλλά σημαντική, είτε γυναίκα «κάποιας ηλικίας» που έχει ακόμα να βάλει γαλόνια στους ώμους της, είτε γυναίκα πολύ μεγάλης ηλικίας που βρίσκει πάντα την ικανότητα να συντηρεί αναμμένη μια φωτιά, σιγανή ή θεριεμένη…

Είθε να θυμάσαι πάντα να στέκεις με την ψυχή, αν αυτό που ζητάς είναι το όραμα και η δύναμη,

…και να στέκεις με το πνεύμα, αν χρειάζεσαι ενέργεια κι αποφασιστικότητα για να πράττεις για σένα την ίδια και για τον κόσμο,

…κι αν είναι η σοφία που αποζητάς, είθε πάντα να παντρεύεις το πνεύμα με την ψυχή, με άλλα λόγια, να παντρεύεις την πράξη με το πάθος, να παντρεύεις την τόλμη με τη σοφία, να παντρεύεις την ενέργεια με το βάθος… και να προσκαλείς όλες τις όψεις της ψυχής σε τούτο τον ιερό γάμο.

…Πάρε, λοιπόν, ψυχή και πνεύμα, αγαπημένη κόρη.

Και είθε να διαλέξεις αυτό που κάνει την ψυχή, τον νου και τη ζωή σου μεγαλύτερη κι όχι μικρότερη,

…γνώρισε αυτό που βαθαίνει την καρδιά, τον νου και την ψυχή και δεν τα απονεκρώνει

…διάλεξε αυτό που σε κάνει να χορεύεις

κι όχι να περπατάς βαριά, ή να κοιμάσαι διαρκώς.

Η ψυχή και το πνεύμα έχουν καλά ένστικτα. Χρησιμοποίησέ τα.

Η ψυχή και το πνεύμα έχουν μεγάλα δώρα της καρδιάς.

Ξεδίπλωσέ τα.

Clarissa Pinkola Estes, Ο χορός των μεγάλων μητέρων

Γιατί αξίζει να βιώνουμε τις συγκρούσεις και η δύναμη που κρύβει η επίλυσή τους

Η σύγκρουση συνιστά ένα αναπόσπαστο και φυσιολογικό κομμάτι της ζωής μας. Αναπόφευκτα διαφωνούμε με άλλους αναφορικά με τις αξίες, τις πεποιθήσεις, τη συμπεριφορά μας και με πολλά άλλα.

Θα πω ότι χρειάζεται να εστιάσουμε και στις συγκρούσεις εντός της οικογένειας και των σχέσεών μας. Ξεκινώντας από το κοντινό μας πλαίσιο, στη συνέχεια μπορούμε να κινηθούμε προς το ευρύτερο. Από την εμπειρία, οι σχέσεις ισχυροποιούνται, δυναμώνουν μέσω της επίλυσης μιας σύγκρουσης.

Αλλά η επίλυση χρειάζεται εξάσκηση. Απαιτεί το χτίσιμο διαπροσωπικών δεξιοτήτων, απαραιτήτων σε μια τρυφερή σχέση στο σπίτι, στη φιλία και στην κοινότητα. Η διαδικασία της επίλυσης μιας σύγκρουσης επίσης χτίζει και τη δική μας ανθεκτικότητα. Στις οικογένειες, υπάρχουν δύο καταστάσεις που μας ανησυχούν:

1. Οι οικογένειες που ποτέ δεν καυγαδίζουν, που δεν υπάρχει ούτε εμφανής μα ούτε και κρυμμένη σύγκρουση.

2. Οικογένειες στις οποίες η σύγκρουση είναι ολοφάνερη, συχνά βίαιη, ακόμη και τραυματική.

Το κοινό ανάμεσα σε αυτές τις δύο καταστάσεις είναι η έλλειψη επίλυσης της σύγκρουσης. Στη μία κατάσταση, η σύγκρουση κρύβεται ή απωθείται. Στην άλλη, ο έντονος θυμός, η σκληρότητα και η αυστηρότητα δεν επιτρέπουν τον στοχασμό και τη γαλήνη. Και στις δύο περιπτώσεις, η σύγκρουση κατατρώει τον δεσμό και επιβαρύνει τόσο τις ίδιες τις σχέσεις, όσο και την προσωπική αίσθηση ασφάλειας, αποδοχής και αυτοεκτίμησης.

Ένα είναι βέβαιο: όλοι θα έρθουμε σε σύγκρουση κάποιες φορές – είναι θεμελιώδες στοιχείο των ανθρώπινων σχέσεων. Όμως, όταν καθιστούμε τη σύγκρουση αυτή ορατή, όταν παίρνουμε την ευθύνη του ρόλου μας σε αυτή και όταν την επιλύουμε, ερχόμαστε πιο κοντά. Το δέσιμο και η αίσθηση του ανήκειν βελτιώνονται θεαματικά.

Ένας σύντομος οδηγός για την επίλυση των συγκρούσεων

Η επίλυση δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι συμφωνούμε. Μπορεί να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε. Η επίλυση περιλαμβάνει:

– την εκτίμηση των διαφορών

– την αποδοχή

– την ανοχή

– την ικανότητα να αγαπάμε ο ένας τον άλλο παρά τις διαφωνίες.

Σε πολλές συγκρούσεις, είναι εμφανές το τι συμβαίνει – ίσως να αφορά έναν καυγά για κανόνες, για μια συμπεριφορά ή για διαφορετικές απόψεις. Εντούτοις, υπάρχουν και φορές που είναι δυσκολότερο να φτάσουμε στη ρίζα των προβλημάτων.

Όταν η σύγκρουση δεν είναι εμφανής, μπορούμε να δούμε την επίδρασή της μόνο στη συμπεριφορά ενός παιδιού ή ενός εφήβου. Για παράδειγμα, σε μια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, το παιδί θα επιδεικνύει θυμό, εναντιωματική συμπεριφορά ή σωματικά συμπτώματα, όπως κοιλιακό πόνο. Τα παιδιά λαμβάνουν ασυνείδητα τη διαμάχη και την ένταση αυτή. Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να έχουμε υπόψη μας τα παρακάτω:

1. Κάνουμε ανοιχτές συζητήσεις και ακούμε όλες τις πλευρές με την ίδια προσοχή και βαρύτητα.

2. Προσέχουμε να μην είμαστε επικριτικοί. Καμία σύγκρουση δεν επιλύεται με ειρωνεία, σαρκασμό και κριτική.

3. Κάνουμε συχνές συζητήσεις και διατηρούμε υπό έλεγχο τα συναισθήματα. Καμία μεγάλη σύγκρουση δεν επιλύεται σε μια στιγμή.

4. Προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο να χρειαστεί να ζητήσουμε συγγνώμη. Η συγγνώμη δεν επιλύει τη σύγκρουση απαραιτήτως, αλλά είναι μέρος της βάσης που χρειαζόμαστε για αποδοχή, αντοχή και σύνδεση.

5. Αναγνωρίζουμε το πρόβλημα και φτιάχνουμε ένα πλάνο. Είναι ίσως το πιο δύσκολο, ειδικά αν πρόκειται για κρυμμένη σύγκρουση.

6. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για ό,τι μας αναλογεί χωρίς υπεκφυγές αλλά και χωρίς παράλογους συμβιβασμούς.

7. Η βία δεν πρέπει ποτέ και για κανένα λόγο να γίνεται ανεκτή σε μια σύγκρουση.

8. Οι επιπτώσεις και διόρθωση είναι ορισμένες φορές μέρος της λύσης. Ορισμένες φορές δηλαδή θα χρειαστεί προσπάθεια και από τις δύο πλευρές, ακόμη και χρόνια.

9. Το ζήτημα δεν είναι αν κερδίζει κανείς – μαθαίνουμε να ζούμε με τις διαφορές μας.

Το χειρότερο ελάττωμα είναι ότι πιστεύουμε στην καλή πλευρά των ανθρώπων

Καθώς μεγάλωνα σιγά σιγά συνειδητοποιούσα με τον καιρό πως το καθετί σε αυτόν τον κόσμο έχει πολλές διαφορετικές μορφές, πολλά κρυμμένα και βαθύτερα πεδία, τα οποία όμως δεν είναι προφανή και ξεκάθαρα στην αρχή, αλλά ξεδιπλώνονται κάθε φορά που ένα πλήγμα τρυπώνει στην καρδιά μας.

Έβλεπα ανθρώπους να αλλάζουν στην στιγμή και από φίλοι μου να μεταμορφώνονται τόσο εύκολα σε εχθρούς, που δεν έβλεπαν την στιγμή να με πονέσουν. Παρατηρούσα καταστάσεις να μεταβάλλονται σαν κάτι ακραία καιρικά φαινόμενα που δεν προφταίνεις να αντιδράσεις κι απλά στέκεσαι και τα κοιτάς.

Δεν ήξερε πια σε τι να πιστέψω. Οι τόσες ανατροπές και οι αλλαγές που συναντούσα καθημερινά, μου είχαν θολώσει το μυαλό τόσο που είχα αρχίσει να αμφισβητώ τα πάντα γύρω μου και να φοβάμαι να αφεθώ. Και κάπως έτσι άρχισε να σκοτώνεται και η εμπιστοσύνη που είχα στους άλλους, αυτή που με σύνδεε μαζί τους αλλά στην πραγματικότητα με κρατούσε τόσο μακριά τους.

Στον πρώτο μου απολογισμό κατάλαβα πως όλα όσα ήξερα είχαν γκρεμιστεί πια και ότι έπρεπε να ξαναχτίσω από την αρχή μια νέα αυτοκρατορία πιο ισχυρή και δυνατή αυτή τη φορά για να μπορώ να επιβιώσω. Μια αυτοκρατορία με υψηλά τείχη έτσι ώστε να μην μπορεί κανείς να εισέλθει και να μου κάνει κακό.

Έτσι στον δεύτερο απολογισμό μου, ήμουν πλέον προστατευμένος και φυλαγμένος από όλους. Βρέθηκα να κάθομαι μέσα σε ένα γυάλινο παλάτι που δεν μπορούσε να το πλησιάσει κανείς, ένα παλάτι άδειο που δεν ακουγόταν τίποτε πέρα από τους χτύπους της καρδιάς μου. Αυτό όμως που δεν είχα προβλέψει μέσα σε όλα αυτά ήταν η δυστυχία και η μοναξιά που με στοίχειωναν κάθε μέρα. Αυτή η αποξένωση που ένιωθα, αυτή η απομάκρυνση. Μπορεί να ήμουν ασφαλής αλλά τι να την κάνεις την ασφάλεια αν δεν έχεις να την μοιραστείς με κάποιον;

Μετά από πολλές σκέψεις έπρεπε να διαλέξω το τι ήταν καλύτερο για μένα. Να είμαι μόνος χωρίς πλήγματα αλλά δυστυχισμένος, ή πλήρης και ολοκληρωμένος αλλά με ένα σωρό χαρακιές από ανθρώπους που νωρίτερα τους είχα απομακρύνει;

Έτσι ανάμεσα στην βουβή προστασία μου εγώ επέλεξα τη φασαρία και τη βαβούρα της πραγματικής ευτυχίας. Επέλεξα να εμπιστεύομαι παρόλο που γνώριζα πως κάποια στιγμή θα ξαναπληγωθώ. Διάλεξα να αγαπώ αληθινά και να αφήνομαι, χωρίς να σκέφτομαι καμία συνέπεια.

Προτίμησα να στολίζω και να χρωματίζω τα πάντα γύρω μου πάρα να βλέπω το πόσο μαύρα κι αδειανά φάνταζαν στην πραγματικότητα.

Έβαλα τον ήλιο να φωτίζει τα μάτια μου και του ζήτησα με την λάμψη του να τα κάνει να δακρύζουν και να θολώνουν έτσι ώστε να τυφλώνομαι και να μην μπορώ να βλέπω τα άσχημα, τα κρυμμένα.

Ζήτησα από τα πουλιά, να τιτιβίζουν όμορφες μουσικές και μελωδίες για να καλύπτουν σκληρά λόγια που ηχούσαν σαν μαχαιριές.

Έφτιαξα ένα δικό μου κόσμο για να μπορώ να υπάρχω. Έναν κόσμο εξωπραγματικό, αλλά έναν κόσμο στον οποίον ένιωθα όμως ευτυχισμένος και δυνατός. Απέβαλα τους φόβους και την δείλια που με είχαν συνεπάρει κι έμαθα να παλεύω για τα όσα με χαροποιούν.

Το μεγαλύτερο ελάττωμα μου ήταν ότι πίστεψα και πιστεύω στην καλή πλευρά των ανθρώπων. Ποτέ δεν σταμάτησα να το κάνω κι ούτε πρόκειται γιατί για μένα αυτό στην ουσία δεν είναι ελάττωμα, είναι όπως είπα δύναμη και ελπίδα.

Έχω ανάγκη να πιστεύω στους άλλους, έχω ανάγκη να τους νοιάζομαι και να νιώθω πως δεν είμαι μόνος. Η μοναξιά δεν υπήρξε ποτέ καλή μου φίλη και με πλήγωσε περισσότερο από όσο με πλήγωσαν στο σύνολο τους οι άνθρωποί μου.

Γι' αυτό καλύτερα πληγωμένος, παρά μόνος και δυστυχισμένος.

Αυτό το ελάττωμά μου υπήρξε και είναι το μοναδικό όπλο με το οποίο μπόρεσα να παρηγορήσω την αγάπη όταν την είδα να κλαίει.

Γι’ αυτό όλοι εσείς που ακόμα ζείτε μόνοι, γκρεμίστε τις αυτοκρατορίες σας κι ανοίξτε τα τείχη σας να εισέλθουν κι άλλοι στην ζωή σας.

Αφεθείτε-Εμπιστευτείτε-Ζήστε.

Μπορεί να γνωρίζουμε και οι επιθυμίες να εξακολουθούν να συγκρούονται

Μελετώντας τον άνθρωπο στην τωρινή του κατάσταση ύπνου, απουσίας, ενότητας, μηχανικότητας και έλλειψης ελέγχου, βρίσκουμε και διάφορες άλλες κακές λειτουργίες που είναι το αποτέλεσμα της κατάστασής του· ιδιαίτερα το γεγονός ότι λέει συνέχεια ψέματα στον εαυτό του και στους άλλους. Την ψυχολογία του συνηθισμένου ανθρώπου θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και μελέτη του ψέματος, διότι ο άνθρωπος λέει ψέματα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο· και στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να πει την αλήθεια. Δεν είναι τόσο απλό να λέμε την αλήθεια· πρέπει να μάθουμε πως να το κάνουμε και καμιά φορά χρειάζεται πάρα πολύς καιρός.

Ψέμα είναι να σκεφτόμαστε ή να μιλάμε για πράγματα που δεν γνωρίζουμε· αυτή είναι η αρχή του ψέματος. Δεν σημαίνει το ψέμα που λέγεται σκόπιμα – να λέμε παραμύθια, όπως για παράδειγμα, ότι υπάρχει μια αρκούδα στο άλλο δωμάτιο. Μπορούμε να πάμε στο άλλο δωμάτιο και να δούμε πως δεν υπάρχει αρκούδα. Αλλά αν συγκεντρώσουμε όλες τις θεωρίες που διατυπώνουν οι άνθρωποι για οποιοδήποτε θέμα, χωρίς να γνωρίζουν τίποτε σχετικά, θα δούμε που αρχίζει το ψέμα. Ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τον εαυτό του, δεν γνωρίζει τίποτε και όμως έχει θεωρίες για τα πάντα. Οι περισσότερες από τις θεωρίες είναι ψέμα.

Η γνώση από μόνη της δεν είναι αρκετή. Μπορεί να γνωρίζουμε και οι επιθυμίες να εξακολουθούν να συγκρούονται, διότι κάθε επιθυμία αντιπροσωπεύει διαφορετική θέληση. Αυτό που ονομάζουμε θέλησή μας με τη συνηθισμένη έννοια δεν είναι παρά η συνισταμένη επιθυμιών. Η συνισταμένη πολλές φορές φτάνει σε μια συγκεκριμένη γραμμή δράσης και άλλες φορές δεν μπορεί να φτάσει σε καμία γραμμή, διότι μια επιθυμία ακολουθεί μία κατεύθυνση και κάποια άλλη, άλλη κατεύθυνση και δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τι να κάνουμε. Αυτή είναι η συνηθισμένη μας κατάσταση. Βέβαια ο μελλοντικός μας στόχος θα πρέπει να είναι να αποτελέσουμε ενότητα αντί να είμαστε πολλοί, διότι για να κάνουμε οτιδήποτε σωστά, για να γνωρίζουμε οτιδήποτε σωστά, για να φτάσουμε οπουδήποτε, πρέπει να γίνουμε ένας. Είναι ένας απώτατος σκοπός και δεν μπορούμε να αρχίσουμε να τον προσεγγίζουμε πριν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, διότι, στην κατάσταση που είμαστε τώρα, η άγνοιά μας για τον εαυτό μας είναι τέτοια, που όταν την δούμε αρχίζει να μας πιάνει πανικός μήπως δεν βρούμε το δρόμο μας πουθενά.

Το ανθρώπινο ον είναι μια πολύ περίπλοκη μηχανή και πρέπει να μελετηθεί σαν μηχανή.
Αντιλαμβανόμαστε ότι για να ελέγξουμε οποιοδήποτε είδος μηχανής, όπως ένα αυτοκίνητο ή μια μηχανή τρένου, θα πρέπει πρώτα να μάθουμε. Δεν μπορούμε να ελέγχουμε τις μηχανές αυτές ενστικτωδώς, αλλά για κάποιο λόγο νομίζουμε ότι το συνηθισμένο ένστικτο είναι αρκετό για να ελέγχει την ανθρώπινη μηχανή, αν και είναι πολύ πιο περίπλοκη. Αυτή είναι μία από τις πρώτες εσφαλμένες υποθέσεις: δεν αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να μάθουμε, ότι ο έλεγχος είναι ζήτημα γνώσης και επιδεξιότητας.

Η αλήθεια υπάρχει στην πνευματικότητα ή στην Επιστήμη;

Στην Ανατολή δεν μπορέσαν να αναπτύξουν την επιστήμη, αν και τα πρώτα βήματα τής επιστήμης έγιναν στην Ανατολή. Τα πρώτα βήματα τής τεχνολογίας έγιναν στην Κίνα, όμως κι εκεί σταμάτησε η ανάπτυξη, για τον απλό λόγο ότι οι σπουδαιότεροι άνθρωποι στην Ανατολή εγκλωβίστηκαν στην εσωστρέφεια. Έχασαν το ενδιαφέρον τούς για τον αντικειμενικό κόσμο, έκλεισαν εντελώς στην αντικειμενικότητα. Αυτό είναι μόνο το μισό από ολόκληρο το δυναμικό σου.

Η Δύση έχει κάνει το ακριβώς αντίθετο: ‘Έχει γίνει απόλυτα εξωστρεφής και δεν γνωρίζει πώς να μπαίνει μέσα. Δεν πιστεύει καν ότι υπάρχει κανένα μέσα. Δεν πιστεύει ότι υπάρχει ψυχή. Πιστεύει στη συμπεριφορά του ανθρώπου, όχι στην εσωτερική ύπαρξη του ανθρώπου. Μελετάει τη συμπεριφορά του ανθρώπου και λέει ότι είναι κάτι μηχανικό, ότι δεν υπάρχει τίποτα μέσα στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος έχει γίνει ρομπότ. Αν δεν γνωρίσεις την ψυχή, θεωρείς ότι ο άνθρωπος είναι απλώς ένα ρομπότ. Τον αντιλαμβάνεσαι σαν έναν ωραίο μηχανισμό – ο οποίος έχει αναπτυχθεί μέσα σε εκατομμύρια χρόνια, μέσα στο μακρύ ταξίδι τής εξέλιξης, είναι όμως απλώς και μόνο μια εκλεπτυσμένη μηχανή.

Η επιστήμη αναπτύχθηκε στη Δύση, εξαφανίστηκε όμως η πνευματικότητα. Στην Ανατολή, αναπτύχθηκε η πνευματικότητα, εξαφανίστηκε όμως η επιστήμη. Και με τούς δύο τρόπους, ο άνθρωπος μένει φτωχός και ζει μόνο το μισό τού δυναμικού του.

Η δική μου προσπάθεια είναι το να δημιουργήσω έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο, που θα είναι σε Θέση να είναι και επιστημονικός και πνευματικός ταυτόχρονα. Να γνωρίζει και το νου, να γνωρίζει και τη γλώσσα τού αντικειμενικού κόσμου – αυτό είναι η επιστήμη – και να γνωρίζει και τη γλώσσα τον υποκειμενικού κόσμου — αυτό είναι η πνευματικότητα.

Μόνο ο άνθρωπος που είναι σε θέση να γεφυρώσει το αντικειμενικό και το υποκειμενικό, ο άνθρωπος που είναι σε θέση να γεφυρώσει την Ανατολή και τη Δύση, ο άνθρωπος που είναι σε Θέση να γεφυρώσει τον υλισμό και την πνευματικότητα, μπορεί να είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος. Ο κόσμος περιμένει τον ολοκληρωμένο άνθρωπο.

Αν ο ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν έρθει σύντομα, τότε δεν υπάρχει μέλλον για την ανθρωπότητα. Και ο ολοκληρωμένος άνθρωπος μπορεί να έρθει μόνο μέσα από τη βαθιά ευφυΐα.

Εγώ δεν είμαι εναντίον τής νόησης και τής διανόησης. Μην ταυτίζεσαι με το νου σου.

Πάντοτε να παραμένεις ένας παρατηρητής πάνω στους λόφους – παρατηρητής τού σώματος, του νου, παρατηρητής του έξω και του μέσα, ώστε να μπορείς να τα υπερβείς και τα δύο – και το εξωτερικό και το εσωτερικό— και να μπορέσεις να γνωρίσεις ότι εσύ δεν είσαι τίποτε από τα δύο. Εσύ είσαι πέρα και από τα δύο.

Ε, λοιπόν, απέναντι στους ηλίθιους, σχεδόν πάντοτε θα χάνουμε – με μερικές εξαιρέσεις. Γιατί;

Εάν θέλετε να εμποδίσετε την ακαταμάχητη αύξηση των ηλιθίων, προτού γίνετε ο πρώτος και η πρώτη ανάμεσά τους, οφείλετε να παραδεχτείτε ότι η μετατροπή των συμπεριφορικών κωδίκων σε ηθικές αξίες είναι ακριβώς αυτό που μας ωθεί να μετατρέψουμε την απέχθεια σε αποκλεισμό, σε σημείο που καταλήγουμε να βλέπουμε παντού ηλίθιους. Εισάγοντας την ιερή ιδέα των αξιών στις ανόητες λεπτομέρειες της καθημερινότητας, χλευάζετε την αρχή που σας ζητά, διά στόματος των μεγαλύτερων σοφών, να πάψετε να κρίνετε τους όμοιούς σας ανά πάσα στιγμή.

Σας βλέπω να διστάζετε… Δεν οφείλουμε να υπερασπιστούμε τις αξίες μας; Σας απαντώ: εάν θέλετε να διατηρήσετε τις αξίες σας, πρωτίστως μην τις υπερασπίζεστε! Κραδαίνοντάς τες σαν κάτι το επιτακτικό, δε θα καταφέρετε να τις διαδώσετε και να περιορίσετε την ηλιθιότητα. Διότι εκείνο που σας κάνει να ξεχωρίζετε δεν είναι οι αξίες σας, είναι οι σχέσεις σας και η ποιότητα των σχέσεών σας. Οι αξίες σας, στον βαθμό που εκφράζουν την προσήλωσή σας σε ορισμένα είδη σχέσεων, έχουν προφανώς όλη μου τη συμπάθεια. Όμως είναι καταδικασμένες σε ανεπαρκή απόδοση εφόσον αναφέρεστε σε αυτές άνευ όρων. Η ελευθερία, για παράδειγμα, δεν είναι ποτέ άνευ όρων, αλλά προσδιορίζει την ικανότητα να τα καταφέρει κανείς μέσα στις υφιστάμενες συνθήκες, δηλαδή σε συνθήκες συγκεκριμένες και καθορισμένες.

Αν το καλοσκεφθεί κανείς, το γεγονός ότι υπάρχουν αξίες δεν είναι τελικά αυτό που διακρίνει τη μία ομάδα από την άλλη -πολύ ευχάριστο!- και η άποψη ότι οι αξίες μας μας καθορίζουν είναι από μόνη της μια ηλιθιότητα, δεδομένου ότι προσδίδει έναν περιορισμένο χαρακτήρα σε κάτι που, εκ της σύλληψής του, αποσκοπεί στο να υπερβεί τον διχασμό, όχι στο να τον δικαιολογήσει. Έτσι, για παράδειγμα, δεν μπορείτε να πείτε ότι το δικό σας ιδανικό είναι η ελευθερία, χωρίς να αφαιρέσετε από τους άλλους το δικαίωμα να ταυτιστούν με αυτό. Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτε πιο επικίνδυνο, μια και μετατρέπετε αμέσως σε αντιπάλους όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται την ελευθερία με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι εσείς.

Παραδεχτείτε, λοιπόν, ότι αντί να υπερασπίζεστε τις αξίες, καλύτερα θα ήταν να αναπτύσσετε τις σχέσεις, με άλλα λόγια, να επιδιώξετε τον περιορισμό των παρεξηγήσεων. Διότι, θυμηθείτε, κατ’ αρχάς εξαιτίας αυτών πολλαπλασιάζονται οι ηλίθιοι. Συνεπώς, δεν μπορείτε να εμποδίσετε τον πολλαπλασιασμό τους ούτε με την επιστροφή στον αποικιακό οικουμενισμό του Διαφωτισμού ούτε με τον εξατομικευμένο σχετικισμό της ψηφιακής εποχής. Θα το πετύχετε μόνο εάν απελευθερωθείτε από την αμυντική στάση σας αποφασίζοντας να διακινδυνεύσετε την έκθεση των ιδανικών αξιών σας σε συγκεκριμένες αλληλεπιδράσεις και να ξεκινήσετε διαπραγματεύσεις προκειμένου να βελτιώσετε τις σχέσεις σας προς κάθε κατεύθυνση, γεγονός που θα αποδυναμώσει τους ηλίθιους όλων των κοινοτήτων. Με άλλα λόγια, προσπαθήστε να διορθώσετε μια κατάσταση και όχι να την κρίνετε.

Να ‘μαστε, λοιπόν, σε ένα σταυροδρόμι όπου, παίζοντας το μέλλον μας (ή αυτό που θεωρούμε πως είναι το μέλλον μας) πρέπει ή να κερδίσουμε ή να χάσουμε. Ε, λοιπόν, απέναντι στους ηλίθιους, σχεδόν πάντοτε θα χάνουμε – με μερικές εξαιρέσεις. Γιατί; Σε καμία περίπτωση επειδή εκείνοι θα είναι περισσότεροι – αυτό είναι παράλογο: καθώς είναι αλληλεπιδραστικές μονάδες, οι ηλίθιοι δεν μπορούν να μετρηθούν! Αντίθετα, είμαστε ακριβείς όταν λέμε ότι η πλειοψηφία είναι σχεδόν πάντα ηλίθια, δεδομένου ότι έχει απαραιτήτως την τάση να ακολουθεί την αρχή της ελάχιστης επίδειξης ενέργειας. Ορίστε. Δεν πρόκειται για τίποτε διαφορετικό από αυτό: τεμπελιά, ολιγωρία, ανικανότητα και κομφορμισμός. Όλες αυτές οι λέξεις καταλήγουν πάντοτε στο ίδιο πράγμα, στην παλιά καλή αρχή της αδράνειας. Υπό αυτή την έννοια, οι ηλίθιοι κερδίζουν σχεδόν πάντα λόγω μιας φυσικής κλίσης της Φύσης, ενώ εσείς κι εγώ αγωνιζόμαστε να ωθήσουμε την κοινωνία να κάνει μερικά βήματα πλάγια, να εκδηλώσει κάποιες ελάχιστα πιθανές , εξεζητημένες και εποικοδομητικές αντιδράσεις. Όμως η φυσική κλίση πάντοτε θα έχει το πάνω χέρι, γεγονός που είναι εξίσου αξεπέραστο όσο και η Φύση, και αυτό συνιστά το άγνωστο σημείο συνάντησης όλων των κόσμων.

Για να διευκρινίσουμε τα πράγματα με τον πιο σύντομο τρόπο, είδαμε πώς οι ηλίθιοι μας έφερναν σε μια συγκεκριμένη συναισθηματική κατάσταση ότι η εν λόγω κατάσταση σηματοδοτεί το τέλος κάθε εμπιστοσύνης ότι το εν λόγω αλληλεπιδραστικό ναυάγιο είναι αμοιβαίο και καταστρέφει κάθε ικανότητα επικοινωνίας και ότι, εφόσον χάσουμε την επαφή, μεγαλώνει η επιθυμία μας να την αποκαταστήσουμε μέσω μιας αρχής. Η αρχή αυτή επιβεβαιώνεται αδέξια με τη χρήση της αργκό, με αναφορές στην ηθική ή στο δίκαιο και με κάθε είδους αντιδράσεις, οι οποίες εκφράζουν μία και μόνο αποστολή: να αποκατασταθεί η δύναμη του δεσμού που κλονίστηκε δίνοντάς της μια άλλη μορφή – μια στάση επιθετική, βίαιη, εξουσιαστική ακόμα και καταστροφική. Για να μην ηττηθούμε στον πόλεμο εναντίον των ηλιθίων, όπου όλοι πολεμούν εναντίον όλων, μπορούμε να κινηθούμε ανάμεσα σε τρεις στρατηγικές: να διαπραγματευτούμε μ’ εκείνους που μπορούν να διαπραγματευτούν, να βοηθήσουμε να εξελιχθούν εκείνοι που το επιτρέπουν, να αφήσουμε στην ησυχία τους εκείνους που αρνούνται να το κάνουν.

Σε κάθε περίπτωση, οι ηλίθιοι πάντοτε θα σας μαθαίνουν περισσότερα απ’ όσα τους μαθαίνετε εσείς, διότι εσείς επιθυμείτε να μάθετε.

Carl G. Jung: Σε όλα τα αποφασιστικά θέματα δεν ήμουνα πια ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά μόνος με τον εαυτό μου

Κάποιοι σίγουρα διαβάζοντας τα παρακάτω αποσπάσματα θα ανακαλύψετε σε μερικά από αυτά πτυχές και του δικού σας χαρακτήρα και προσωπικά το θεωρώ σπουδαίο.

Η διαφορά ανάμεσα στους περισσότερους ανθρώπους και σε μένα είναι ότι για μένα τα «διαχωριστικά τείχη» είναι διαφανή. Αυτή είναι η ιδιομορφία μου. ΄Αλλοι βρίσκουν αυτά τα τείχη τόσο αδιαπέραστα που δεν βλέπουν τίποτα πίσω τους και γι’ αυτό νομίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα εκεί. Ως ένα σημείο βλέπω τις διεργασίες που γίνονται στο πίσω μέρος και αυτό μου δίνει μία εσωτερική βεβαιότητα. Οι άνθρωποι που δεν βλέπουν τίποτα, δεν έχουν βεβαιότητες και δεν μπορούν να βγάλουν συμπεράσματα – ή αν βγάζουν δεν τα εμπιστεύονται.

Η γνώση των διεργασιών του βάθους διαμόρφωσε από νωρίς τη σχέση μου προς τον κόσμο. Βασικά, η σχέση αυτή ήταν η ίδια στην παιδική μου ηλικία που είναι και τώρα. Ως παιδί ένιωθα μόνος, και ακόμα το νιώθω, επειδή γνωρίζω πράγματα και πρέπει να θέλω πράγματα που οι άλλοι, όπως φαίνεται, τα αγνοούν και που δεν θέλουν οι περισσότεροι να μάθουν. Η μοναξιά δεν προέρχεται από το ότι δεν έχει κανείς ανθρώπους γύρω του αλλά από το να μην μπορεί να ανακοινώσει τα πράγματα που του φαίνονται σπουδαία ή από το ότι έχει ορισμένες απόψεις που οι άλλοι τις βρίσκουν απαράδεκτες.

Είναι πολύ σημαντικό το να έχει κανείς ένα μυστικό, ένα προμήνυμα άγνωστων πραγμάτων. Η ζωή του γεμίζει με κάτι το απρόσωπο, το «υπερφυσικό». Όποιος ποτέ δεν είχε αυτή την εμπειρία έχει χάσει κάτι πολύ σπουδαίο. Πρέπει να νιώθει ότι ζει σ’ έναν κόσμο που, από ορισμένες πλευρές, είναι μυστηριώδης, ότι συμβαίνουν πράγματα που παραμένουν ανεξήγητα, ότι δεν είναι δυνατό να προβλεφθούν όλα όσα γίνονται. Το απροσδόκητο και το απίστευτο ανήκουν σ’ αυτόν τον κόσμο. Μόνο τότε η ζωή είναι ολόκληρη. Για μένα ο κόσμος υπήρξε ανέκαθεν άπειρος και ασύλληπτος.

Για μένα, δεν υπάρχει λύτρωση «με κάθε μέσο». Δεν μπορώ να λυτρωθώ από κάτι που δεν κατέχω, που δεν έχω κάνει ή δεν έχω ζήσει. Η πραγματική λύτρωση γίνεται εφικτή για μένα μόνο όταν έχω κάνει όλα όσα ήμουν ικανός να κάνω, όταν έχω αφοσιωθεί απόλυτα σε κάτι και το έχω ζήσει ως το ακραίο του σημείο. Φυσικά, μπορεί να υπάρχουν σοβαροί λόγοι που να μην μου επιτρέπουν να βυθιστώ σε μια ορισμένη εμπειρία. Αλλά τότε είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω την ανικανότητά μου και θα πρέπει να ξέρω ότι ίσως να έχω παραμελήσει κάτι ζωτικής σημασίας.

Όποτε εγκαταλείπουμε, αφήνουμε πίσω μας και λησμονούμε πάρα πολλά, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να επιστρέψουν με μεγαλύτερη δύναμη αυτά που παραμελήσαμε. (Γι’ αυτό και ο άνθρωπος μπορεί να συνδιάσει κάποιες καταστάσεις μαζί, χωρίς να αναιρεί η μία την άλλη)

Εκείνη την εποχή κατάλαβα ότι μέσα στην ψυχή, από τις αρχέγονες αρχές της, υπήρχε μια επιθυμία για το φως και μια ασίγαστη ώθηση για ανάδυση από την αρχέγονη σκοτεινιά. ΄Οταν πέφτει η μεγάλη νύχτα, τα πάντα αποκτούν μια νότα βαθιάς συντριβής και κάθε ψυχή κατακλύζεται από έναν ανέκφραστο πόθο για το φως. Αυτό είναι το συγκρατημένο συναίσθημα που διακρίνει κανείς στα μάτια των πρωτογόνων καθώς και στα μάτια των ζώων. Τα μάτια των ζώων εκφράζουν μια θλίψη και ποτέ δεν ξέρουμε αν αυτή η θλίψη έχει σχέση με την ψυχή του ζώου ή αν είναι ένα σπαραχτικό μήνυμα από εκείνη την ύπαρξη που είναι ακόμα βυθισμένη στην ασυνειδητότητα.

Κατάλαβα ότι δεν καταλήγει κανείς πουθενά παρά μόνο αν μιλάει στους ανθρώπους για τα πράγματα που γνωρίζουν. Ο αφελής δεν καταλαβαίνει πως προσβάλλει τον συνομιλητή του όταν του μιλάει για πράγματα άγνωστά του. Κατέληξα στη διαπίστωση ότι μια νέα ιδέα ή ακόμα και μια ασυνήθιστη άποψη μιας παλιάς ιδέας, μεταβιβάζεται μόνο με γεγονότα. Τα γεγονότα μένουν και δεν είναι δυνατό να παραμεριστούν. Αργά ή γρήγορα, κάποιος τα ανακαλύπτει και ξέρει τι έχει ανακαλύψει.

Από την αρχή, είχα την αίσθηση του προορισμού, λες και η ζωή μου να μου είχε δοθεί από τη μοίρα και έπρεπε να εκπληρωθεί. Αυτό μου έδινε μια εσωτερική ασφάλεια και μολονότι δεν μπορούσα να το αποδείξω στον εαυτό μου, το απέδειξε αυτό σε μένα. Πολλές φορές, είχα την αίσθηση ότι σε όλα τα αποφασιστικά θέματα δεν ήμουνα πια ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά μόνος με τον εαυτό μου. Και όταν βρισκόμουν «εκεί», όπου δεν ήμουν πια μόνος, βρισκόμουν έξω από τον χρόνο. Ανήκα στους αιώνες. Και Αυτός που έδινε τότε την απάντηση ήταν Αυτός που πάντα υπήρχε. ΄Ηταν παρών Αυτός που υπάρχει πάντα. Αυτές οι συνομιλίες με τον «΄Αλλον» αποτελούσαν τις πιο βαθιές μου εμπειρίες. Από τη μια, ένας ματωμένος αγώνας, από την άλλη υπέρτατη έκσταση.

(Ο καθένας από εμάς μπορεί να ονομάσει αυτό το “‘Αλλο” όπως θέλει, Εαυτό; Σύμπαν; Κάποιο ανώτερο πνεύμα ή ψυχή).

Carl G. Jung, “Αναμνήσεις, Σκέψεις, Όνειρα”

Ένα πράγμα είναι να φέρεις την ψυχή να δεχθεί τέτοιες ιδέες· άλλο πράγμα είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη

Περί της αρετής

Μας συμβαίνει – και σε μας ακόμα – που δεν είμαστε παρά εξαμβλώματα ανθρώπων, να εξυψώσουμε καμιά φορά την ψυχή μας πέρα από τη συνήθη κατάστασή της, όταν οι λέξεις ή τα παραδείγματα άλλων ανθρώπων την αφυπνίσουν. Αυτό όμως είναι ένα είδος πάθους που την παρακινεί, την αναστατώνει και την συναρπάζει κάπως έξω από τον εαυτό της. Γιατί μόλις περάσει αυτός ο ανεμοστρόβιλος, βλέπουμε πως η ψυχή χαλαρώνει και ηρεμεί αυθορμήτως, αν όχι ως το τελευταίο σκαλοπάτι, τουλάχιστον σε χαμηλότερο σκαλοπάτι από εκείνο που βρισκόταν πριν, έτσι που μπορεί να εξωθήσουμε τον εαυτό μας στην οργή, λίγο πολύ όπως κάθε κοινός άνθρωπος, για την απώλεια ενός γερακιού ή επειδή ένα ποτήρι έσπασε.

Εκτός από μια τεταγμένη συμπεριφορά, εκτός από τη μετριοπάθεια και τη σταθερότητα, θεωρώ πως όλα μπορούν να γίνουν, ακόμα και από έναν άνθρωπο που γενικώς είναι ατελής και ελλιπής. Γι’ αυτόν το λόγο, λένε οι σοφοί, προκειμένου να κρίνεις όπως πράγματι αρμόζει έναν άνθρωπο, πρέπει να ελέγξεις τις πεζές πράξεις του και να τον συλλάβεις εξαπίνης στην καθημερινή του αμφίεση.

Ο Πύρρων, εκείνος που αναγόρευσε την άγνοια σε μια τόσο ευχάριστη επιστήμη, προσπάθησε, όπως όλοι οι άλλοι αληθινοί φιλόσοφοι, να συμμορφώσει τη ζωή του με τις ιδέες που είχε αναπτύξει. Και επειδή επέμενε πως η αδυναμία της ανθρώπινης κρίσης είναι τόσο ακραία, ώστε δεν είναι σε θέση να συνταχθεί ή να κλίνει προς κάποιο μέρος και ήθελε να την έχει αέναα να κρέμεται ισοζυγισμένη, θεωρώντας και αποδεχόμενη όλα τα πράγματα ως “αδιάφορα”, διηγούνται πως διατηρούσε πάντα την ίδια όψη και έκφραση.

Αν είχε αρχίσει μια κουβέντα, δεν παρέλειπε να την αποτελειώσει, ακόμα και αν εκείνος στον οποίο μιλούσε, είχε αποχωρήσει· αν πήγαινε κάπου, δεν άλλαζε το δρόμο του, όποιο εμπόδιο και αν παρουσιαζόταν, γλιτώνοντας από γκρεμούς, από χτυπήματα αμαξιών και άλλα ατυχήματα χάρη στους φίλους του. Γιατί ο φόβος ή η αποφυγή κάποιου πράγματος θα σήμαιναν πως ερχόταν σε σύγκρουση με τις προτάσεις του, οι οποίες αφαιρούσαν, ακόμα και από τις αισθήσεις, κάθε επιλογή και βεβαιότητα. Κάποια φορά άντεξε με τέτοια σταθερότητα να του κάνουν τομή και να τον καυτηριάσουν, ώστε δεν είδαν ούτε καν να τρεμοπαίζουν τα μάτια του.

Ένα πράγμα είναι να φέρεις την ψυχή να δεχθεί τέτοιες ιδέες· άλλο πράγμα είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη. Πάντως, αυτό δεν είναι αδύνατο. Εκείνο όμως που είναι σχεδόν απίστευτο να καταφέρεις είναι να συνδυάσεις θεωρία και πράξη με τέτοια επιμονή και σταθερότητα, ώστε από αυτόν το συνδυασμό να καθορίσεις την καθημερινή πορεία της ζωής σου με ενέργειες τόσο απομακρυσμένες από την κοινή πρακτική.

Να γιατί ο Πύρρων, όταν τον βρήκαν κάποτε στο σπίτι του να μαλώνει έντονα με την αδερφή του και τον μέμφθηκαν πως είχε ξεχάσει όλα τα σχετικά με τη θεωρία του της “αδιαφορίας”, είπε: “Τι; Πρέπει λοιπόν ακόμα και ετούτο το γύναιο να χρησιμεύει ώστε να αποδεικνύονται οι κανόνες μου;” Μιαν άλλη φορά που τον είδαν να υπερασπίζεται τον εαυτό του από ένα σκυλί, είπε: “Είναι πολύ δύσκολο να παραμερίσεις τελείως τον άνθρωπο· και πρέπει να ορίσουμε πως χρέος μας είναι να προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε τα πράγματα, πρώτα με τις πράξεις, αλλά, αν το πράγμα φτάσει στο χειρότερο, με λογική και επιχειρήματα”.

[Ἀκόλουθος δ’ ἦν καί τῶ βίω, μηδέν ἐκτρεπόμενος μηδέ φυλαττόμενος, ἄπαντα ὑφιστάμενος, ἁμάξας, εἰ τύχοι, καί κρημνούς καί κύνας καί ὅλως μηδέν ταῖς αἰσθήσεσιν ἐπιτρέπων. Σώζεσθαι μέντοι… ὑπό τῶν γνωρίμων παρακολουθούντων. Καί χολήσας τι περί τῆς ἀδερφῆς… πρός τόν ἐπιλαμβανόμενον εἰπεῖν ὡς οὐκ ἐν γυναίῳ ἡ ἐπίδειξις τῆς ἀδιαφορίας. Καί κυνός ποτ’ ἐπενεχθέντος διασοβηθέντα εἰπεῖν πρός τόν αἰτιασάμενον, ὡς χαλεπόν εἴη ἐκδῦναι τόν ἄνθρωπον· διαγωνίζεσθαι δ’ ὡς οἷόν τε πρῶτον μέν τοῖς ἔργοις πρός τά πράγματα, εἰ δέ μή, τῶ γε λόγω. Φασί δέ σηπτικῶν φαρμάκων καί τομῶν καί καύσεων ἐπί τινος ἔλκους αὐτῶ προσενεχθέντων, ἀλλά μηδέ τά ὀφρῦς συναγαγεῖν.] (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Πύρρων, Θ’, 62,66,67)

ΠΛΑΤΩΝ: Δικαιοσύνη και αδικία

Tο παρακάτω κείμενο είναι από το πρώτο βιβλίο της Πολιτείας, ένα από τα πιο σημαντικά έργα του Πλάτωνα, που χωρίζεται σε 10 βιβλία.

Tο πρώτο βιβλίο, σε αντίθεση με τα άλλα, μοιάζει πολύ με τους πρώιμους πλατωνικούς διαλόγους (Απολογία, Kρίτων) και είναι διάλογος του Σωκράτη κυρίως με τον σοφιστή Θρασύμαχο. Eδώ ο Σωκράτης επισκέπτεται τον Πειραιά, για να παρακολουθήσει τη θρησκευτική τελετή μιας ξένης θεάς, και πείθεται να επισκεφθεί το σπίτι του Κέφαλου, ενός ηλικιωμένου πλούσιου μετοίκου από τις Συρακούσες. Συνομιλεί με αυτόν, τον γιο του Πολέμαρχο και τον σοφιστή Θρασύμαχο και ο καθένας παρουσιάζει τις δικές του απόψεις για τη δικαιοσύνη. Οι συνομιλητές οδηγούνται σε σύγχυση από τις συνεχείς ερωτήσεις του Σωκράτη.

Ο Σωκράτης συνομιλεί με τον Θρασύμαχο γύρω από την έννοια της δικαιοσύνης. O Θρασύμαχος εξυμνεί την αδικία. Yποστηρίζει ότι «δικαιοσύνη είναι το δίκαιο του ισχυρότερου» και ότι όλοι μας θα αδικούσαμε αν είχαμε την ευκαιρία.

Σωκράτης: Σε ρωτώ λοιπόν ό,τι σε ρώτησα και πρωτύτερα, για να συνεχίσουμε τη διερεύνησή μας γύρω στη δικαιοσύνη. Τι είναι και πώς σχετίζεται με την αδικία. Γιατί ακούστηκε εδώ ότι η αδικία είναι κάτι πιο δυνατό και πιο αποτελεσματικό από τη δικαιοσύνη. Τώρα όμως, είπα, αν συμβαίνει η δικαιοσύνη να είναι σοφία και αρετή, εύκολα, φαντάζομαι, θα γίνει φανερό ότι είναι και κάτι πιο δυνατό από την αδικία, αφού η αδικία είναι άγνοια δε θέλω όμως, Θρασύμαχε, να δούμε το πράγμα με αυτόν τον απλό και επίπεδο τρόπο αλλά να το εξετάσουμε κάπως έτσι: Θα δεχόσουν ως δεδομένο ότι μια πολιτεία μπορεί να είναι άδικη και να επιχειρεί, παραβαίνοντας το δίκαιο, να υποδουλώσει άλλες πολιτείες και να το κατορθώνει και πολλές να τις κρατάει υπόδουλες; Αν δουλειά της αδικίας είναι να σπέρνει παντού το μίσος, όπου κι αν εμφανίζεται, σε ελεύθερους ή σε δούλους, άραγε δε θα τους κάνει να μισούν ο ένας τον άλλο και να ‘χουν διχόνοια και να μην μπορούν να πράξουν κάτι από κοινού; Κι όταν εισχωρήσει σε δύο άτομα; Δε θα ‘ρθει διχόνοια ανάμεσά τους; Δε θα ‘χουν διαφορές, δε θα μισηθούν, δε θα γίνουν εχθροί και μεταξύ τους και με τους δίκαιους ανθρώπους; Κι αν η αδικία, θαυμάσιέ μου άνθρωπε, εισχωρήσει σε ένα άτομο, άραγε θα χάσει τη δύναμή της ή θα την διατηρήσει αμείωτη;

Πλάτων, Πολιτεία, A, 351a- d-352a

Οι σοφοί μιλάνε γιατί έχουν κάτι να πουν.Οι ανόητοι επειδή έχουν ανάγκη να πουν κάτι

Στους καιρούς μας, είναι συνηθισμένο ν’ ακούμε να μιλάνε όλες τις ώρες. Πρόκειται για μια συνήθεια, για ένα σπορ, για μια παρόρμηση, ακόμα και για έναν τρόπο να κερδίζει κανείς τη ζωή του.

Οι πολιτικοί μιλάνε για να τους πιστέψουν, οι δικηγόροι το κάνουν για να πείσουν για την αλήθεια τους.

Ωστόσο, αν είναι σημαντικό το να ξέρουμε να μιλάμε σωστά, άλλο τόσο σημαντικό είναι το να ξέρουμε να σωπαίνουμε.

Για τον Πλάτωνα, το να ξέρει κανείς να σωπαίνει ήταν προτεραιότητα.

Πράγματι, στην Ακαδημία του αυτό ήταν βασικός όρος, όπου συνηθιζόταν όλοι να περνούν κάποιο διάστημα σιωπής, διαλογιζόμενοι.

Όσο περνάν τα χρόνια, γινόμαστε όλο και πιο γρήγοροι σε όλα.

Το στρες μάς κάνει να πηγαίνουμε από το ένα μέρος στο άλλο χωρίς να σταματάμε λεπτό. Αν έχουμε μόλις μερικά λεπτά για να φάμε από τη μια δουλειά ως την άλλη, πώς να καθίσουμε να διαλογιστούμε;

Και με τον διαρκή βομβαρδισμό πληροφοριών, την ηχορύπανση γύρω μας και το πλήθος των ανθρώπων με τους οποίους πιάνουμε κουβέντα, είναι σχεδόν αδύνατον να μείνουμε σιωπηλοί και να κατανοήσουμε τη σημασία του αυτοστοχασμού.

Αλλά το να σωπαίνουμε πότε πότε είναι θεμελιώδες για τέσσερις λόγους ζωτικής σημασίας:
  • Επιτρέπει να ξαναβρίσκουμε τον εαυτό μας και ν’ ακούμε τις εσωτερικές του ανάγκες.
  • Επιτρέπει όχι απλώς ν’ ακούμε τους άλλους, αλλά να τους ακούμε ενεργητικά.
  • Μειώνει τον αριθμό διαφωνιών, παρεξηγήσεων και τύψεων.
  • Βοηθάει στο να καταλαβαίνουμε αυτό που λέει ο άλλος, αντί απλώς ν’ ακούμε εκείνο που νομίζουμε ότι σκέφτεται.
Πολυάριθμες μελέτες διαβεβαιώνουν ότι η ικανότητα προσοχής την ώρα που ακούμε διαρκεί μόνο κάτι δευτερόλεπτα, κι ότι είναι ακόμα μικρότερη αν το θέμα για το οποίο μας μιλάνε δεν μας ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και είναι πολύ βασικό να κατακτήσουμε την τέχνη του να σωπαίνουμε ώστε να ακούμε καλύτερα, είτε τη φωνή άλλων ανθρώπων είτε τις σκέψεις μας.

Αν το κάνουμε, θα εκπλαγούμε βλέποντας ως ποιο βαθμό έχουμε ενδιαφέροντα πράγματα να πούμε και μπορούμε να συσφίξουμε τη σχέση μας με τους άλλους.

Την επόμενη φορά που θα μιλήσεις με κάποιον, άκουσέ τον προσεκτικά.

Κι όταν θα έχεις μερικά λεπτά ανάπαυσης, άκου και τον εαυτό σου.

Οι μαύρες τρύπες θα μπορούσαν να είναι σκοτεινά αστέρια με «καρδιές Planck»

Οι μαύρες τρύπες, αυτά τα τέρατα βαρύτητας που ονομάζονται έτσι επειδή κανένα φως δεν μπορεί να ξεφύγει από τα νύχια τους, είναι μακράν τα πιο μυστηριώδη αντικείμενα του σύμπαντος. Αλλά μια νέα θεωρία προτείνει ότι οι μαύρες τρύπες μπορεί να μην είναι καθόλου μαύρες. Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, αυτές οι μαύρες τρύπες μπορεί αντιθέτως να είναι σκοτεινά αστέρια που φιλοξενούν εξωτική φυσική στον πυρήνα τους. Αυτή η μυστηριώδης νέα φυσική μπορεί να αναγκάσει αυτά τα σκοτεινά αστέρια να εκπέμπουν έναν παράξενο τύπο ακτινοβολίας. και αυτή η ακτινοβολία θα μπορούσε με τη σειρά της να εξηγήσει όλη τη μυστηριώδη σκοτεινή ύλη στο σύμπαν, η οποία ελκύει βαρυτικά τα πάντα αλλά δεν εκπέμπει φως.

Οι «μαύρες τρύπες» με πυρήνα Planck δεν θα είχε ιδιομορφία, οπότε μια μαύρη τρύπα δεν θα φιλοξενούσε πλέον έναν ορίζοντα γεγονότων.

Τι είναι όμως τα σκοτεινά αστέρια

Χάρη στη θεωρία της γενικής σχετικότητας του Αϊνστάιν , η οποία περιγράφει πώς η ύλη στρεβλώνει τον χωροχρόνο, γνωρίζουμε ότι ορισμένα τεράστια αστέρια μπορούν να καταρρεύσουν στον εαυτό τους σε τέτοιο βαθμό που συνεχίζουν να καταρρέουν και να συρρικνώνονται σε ένα απείρως μικρό σημείο – μια ανωμαλία στον χωρόχρονο, μια ιδιομορφία.

Μόλις σχηματιστεί η ιδιομορφία, περιβάλλεται από έναν ορίζοντα γεγονότων. Αυτός είναι ο απόλυτος μονόδρομος δρόμος στο σύμπαν. Στον ορίζοντα του γεγονότος, η βαρυτική έλξη της μαύρης τρύπας είναι τόσο δυνατή ώστε για να φύγετε, θα πρέπει να ταξιδέψετε πιο γρήγορα από ό, τι το φως. Δεδομένου ότι το ταξίδι πιο γρήγορα από την ταχύτητα του φωτός απαγορεύεται εντελώς, οτιδήποτε διασχίζει το κατώφλι είναι καταδικασμένο για πάντα.

Ως εκ τούτου, προκύπτει μια μαύρη τρύπα.

Αυτές οι απλές αλλά εκπληκτικές απόψεις έχουν διατηρηθεί έως και μετά από δεκαετίες παρατηρήσεων. Οι αστρονόμοι έχουν παρακολουθήσει το πως η ατμόσφαιρα ενός αστεριού απορροφάται από μια μαύρη τρύπα. Έχουν δει αστέρια σε τροχιά γύρω από μαύρες τρύπες. Οι φυσικοί στη Γη έχουν “ακούσει” τα βαρυτικά κύματα που εκπέμπονται όταν συγκρούονται μαύρες τρύπες. Έχουμε τραβήξει ακόμη και μια φωτογραφία της “σκιάς” μιας μαύρης τρύπας – της τρύπας που ξεχωρίζει από τη λάμψη του περιβάλλοντος αερίου.

Και όμως, τα μυστήρια παραμένουν στην καρδιά της επιστήμης της μαύρης τρύπας. Η ίδια η ιδιότητα που ορίζει μια μαύρη τρύπα – η ιδιομορφία ή και μοναδικότητα – φαίνεται να είναι φυσικά αδύνατη, επειδή η ύλη δεν μπορεί στην πραγματικότητα να καταρρεύσει σε ένα απείρως μικρό σημείο.
 
Πυρήνας ενέργειας Planck

Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή κατανόηση των μαύρων οπών θα πρέπει τελικά να ενημερωθεί ή να αντικατασταθεί με κάτι άλλο που μπορεί να εξηγήσει τι βρίσκεται στο κέντρο μιας μαύρης τρύπας.

Αλλά αυτό δεν εμποδίζει τους φυσικούς να δοκιμάσουν.

Μία νέα θεωρία της ιδιομορφίας της μαύρης τρύπας αντικαθιστά αυτά τα απείρως μικροσκοπικά σημεία της απείρως συμπιεσμένης ύλης με κάτι πολύ πιο εύγευστο: ένα απίστευτα μικροσκοπικό σημείο απίστευτα συμπιεσμένης ύλης . Το τελευταίο ονομάζεται πυρήνας Planck, επειδή η ιδέα θεωρεί ότι η ύλη μέσα σε μια μαύρη τρύπα συμπιέζεται μέχρι τη μικρότερη δυνατή κλίμακα, το μήκος του Planck, που είναι 1,6 * 10 ^ -35 m.

Για να καταλάβετε το μέγεθος του μήκους Planck μπορεί να κάνουμε την εξής απεικόνιση: εάν ένα σωματίδιο ή μια κουκίδα μεγέθους περίπου 0,1 mm (η διάμετρος της ανθρώπινης τρίχας, η οποία είναι κοντά στο μικρότερο μέγεθος που μπορεί να δει το ανθρώπινο μάτι) μεγεθύνεται σε μέγεθος ώστε να είναι τόσο μεγάλο όσο το παρατηρήσιμο σύμπαν, τότε μέσα σε αυτή την “κουκκίδα” στο μέγεθος του σύμπαντος, το μήκος του Planck θα είναι περίπου το μέγεθος μιας πραγματικής κουκίδας 0,1 mm (σαν την τρίχα). Εναλλακτικά: Υπάρχουν περίπου 62 τάξεις μεγέθους μεταξύ του μήκους Planck (1.616 * 10 ^ -35 m.) και της διαμέτρου του παρατηρήσιμου σύμπαντος (1 * 10 ^ 27 m.). Στη μέση, 31 τάξεις μεγέθους (Δέκα εκατομμύρια τρισεκατομμύρια τρισεκατομμύρια) και από τα δύο άκρα, βρίσκονται τα ανθρώπινα μαλλιά (διάμετρος ~ 100 μικρόμετρα).

Στη φυσική, το μήκος του Planck, που υποδηλώνεται ℓP, είναι μια μονάδα μήκους. Είναι επίσης το μειωμένο μήκος κύματος Compton ενός σωματιδίου με μάζα Planck. Είναι ίσο με 1.616255 (18) × 10−35 m. Είναι μια μονάδα στο σύστημα μονάδων Planck, που αναπτύχθηκε από τον φυσικό Max Planck. Το μήκος Planck μπορεί να οριστεί από τρεις θεμελιώδεις φυσικές σταθερές: την ταχύτητα του φωτός σε κενό, τη σταθερά Planck και τη σταθερά της βαρύτητας.

Είναι ένα πολύ πολύ μικρό μέγεθος.

Με έναν πυρήνα Planck, που δεν θα ήταν πια ιδιομορφία, μια μαύρη τρύπα δεν θα φιλοξενούσε πλέον έναν ορίζοντα γεγονότων – δεν θα υπήρχε μέρος όπου η βαρυτική έλξη να υπερβαίνει την ταχύτητα του φωτός. Αλλά στους εξωτερικούς παρατηρητές, η βαρυτική έλξη θα ήταν τόσο ισχυρή που θα φαινόταν και θα ενεργούσε σαν ορίζοντας γεγονότων. Μόνο εξαιρετικά ευαίσθητες παρατηρήσεις, για τις οποίες δεν έχουμε ακόμη την τεχνολογία, θα μπορούσαν να μας πουν τη διαφορά.

Σκοτεινή ύλη

Τα ριζοσπαστικά προβλήματα απαιτούν ριζικές λύσεις, και επομένως η αντικατάσταση της «ιδιομορφίας» με τον πυρήνα «Planck» δεν είναι τόσο παράλογο, παρόλο που η θεωρία αυτή μέχρι τώρα είναι ένα αχνό σκίτσο ενός περιγράμματος, μία θεωρία χωρίς τη φυσική ή τα μαθηματικά για να περιγράψει με αυτοπεποίθηση αυτό το είδος του περιβάλλοντος. Με άλλα λόγια, οι πυρήνες Planck είναι το ισοδύναμο της φυσικής απλών ιδεών.

Και γι' αυτό πρέπει να κάνουμε υπολογισμούς, γιατί οι μοναδικότητες χρειάζονται κάποια σοβαρή σκέψη. Και μπορεί να υπάρχουν κάποιες πρόσθετες παρενέργειες με αυτή τη θεωρία. Για παράδειγμα, να εξηγήσομε το μυστήριο της σκοτεινής ύλης.

Η σκοτεινή ύλη αποτελεί το 85% της μάζας του σύμπαντος, αλλά δεν αλληλοεπιδρά ποτέ με το φως. Μπορούμε να προσδιορίσουμε την ύπαρξή του μόνο μέσω των βαρυτικών της επιδράσεων σε φυσιολογική, φωτεινή ύλη. Για παράδειγμα, μπορούμε να δούμε αστέρια σε τροχιά γύρω από τα κέντρα των γαλαξιών και να χρησιμοποιήσουμε την τροχιακή τους ταχύτητα για να υπολογίσουμε τη συνολική ποσότητα μάζας (βαρυτική και σκοτεινή ύλη) σε αυτούς τους γαλαξίες.

Σε μία νέα δημοσίευση ο φυσικός Igor Nikitin στο Ινστιτούτο Επιστημονικών Αλγορίθμων και Πληροφορικής Fraunhofer στη Γερμανία παίρνει την ιδέα της «ριζοσπαστικής ιδιομορφίας – radical singularity» και την ξεκινάει. Σύμφωνα με την δημοσίευση, οι πυρήνες Planck ενδέχεται να εκπέμπουν σωματίδια (επειδή δεν υπάρχει ορίζοντας γεγονότων, οπότε αυτές οι μαύρες τρύπες δεν είναι εντελώς μαύρες). Αυτά τα σωματίδια θα μπορούσαν να είναι γνωστά ή κάτι καινούργια και εξωτικά.

Ίσως, να ήταν κάποια μορφή σωματιδίων που θα μπορούσε να εξηγήσει τη σκοτεινή ύλη. Εάν οι μαύρες τρύπες είναι πραγματικά αστέρια με πυρήνες Planck, έγραψε ο Nikitin και εκπέμπουν συνεχώς μια ροή σκοτεινής ύλης, θα μπορούσαν να εξηγήσουν τις κινήσεις των αστεριών μέσα στους γαλαξίες.

Η ιδέα του πιθανότατα δεν θα αντέξει σε περαιτέρω έλεγχο (υπάρχουν πολύ περισσότερα στοιχεία για την ύπαρξη της σκοτεινής ύλης από την επίδρασή της στην κίνηση των αστεριών) Αλλά είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο πρέπει να βρούμε όσο το δυνατόν περισσότερες ιδέες για να εξηγήσουμε τις μαύρες τρύπες, γιατί ποτέ δεν ξέρουμε τι συνδέσεις μπορεί να υπάρχουν με άλλα άλυτα μυστήρια στο σύμπαν.

Κριτική της πλατωνικής θεωρίας των «Ιδεών» από τον Αριστοτέλη

Σύμφωνα με τη θεωρία του Πλάτωνα, η σκέψη πρέπει να πηγαίνει από τις «ιδέες» - μορφές τού όντος στις ιδέες - έννοιες του όντος, η πορεία της σκέψης πού τον οδήγησε στη θεωρία του ήταν προφανώς η αντίστροφη: ο Πλάτων στηριζόταν στη διδασκαλία τού Σωκράτη για τη σημασία πού έχουν οι έννοιες για τη γνώση τού όντος. Δεδομένου ότι ή γνώση κατευθύνεται στην αναλλοίωτη ουσία των πραγμάτων και ότι οι βασικές ιδιότητες των αντικειμένων είναι ιδιότητες πού αποκαλύπτονται με τις έννοιες για τα αντικείμενα, ο Πλάτων χρησιμοποίησε αυτή τη σημασία των εννοιών για να ισχυριστεί ότι δήθεν οι έννοιες δεν είναι μόνο οι σκέψεις μας για το όν, αλλά το ίδιο το όν και μάλιστα το γνήσιο όν. Οι έννοιες δεν είναι έτσι μόνο γνωσιολογικές ή λογικές εικόνες, αλλά πρώτα απ’ όλα «οντικές» ουσίες. Σαν ουσίες είναι ανεξάρτητες από την κυμαινόμενη αισθητή ύπαρξη των πραγμάτων. Είναι έννοιες πού υπάρχουν αυτές καθεαυτές, με τρόπο αυτοδύναμο και ανεξάρτητο.

Το ζήτημα της σημασίας των εννοιών για το όν και για τη γνώση βρισκόταν στο επίκεντρο της προσοχής και τού Αριστοτέλη. Όπως και ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης:

- Πιστεύει ότι μέσω των εννοιών γνωρίζουμε τις ουσιαστικές, θεμελιακές και αναλλοίωτες ιδιότητες τού όντος.
- Θεωρεί ότι ακριβώς οι έννοιες είναι το μέσο για τη γνώση των ουσιαστικών ιδιοτήτων των αντικειμένων.

Ενώ όμως συμφωνεί σ’ αυτά με τον Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης τάσσεται με τον πιο αποφασιστικό τρόπο κατά της διδασκαλίας τού Πλάτωνα για την απόλυτη αυτοδυναμία της έννοιας, δηλαδή κατά της διδασκαλίας για την απόλυτη ανεξαρτησία της από τα πράγματα σαν όν. Η αντίρρηση του αρχής είναι στο γεγονός ότι ο Πλάτων αντιπαραθέτει τις έννοιες σαν τις μόνες πραγματικές ουσίες – στο αισθητό όν.

Ο Αριστοτέλης τονίζει ότι η αφορμή της γένεσης της θεωρίας των «ιδεών» ήταν για τον Πλάτωνα η αποδοχή της διδασκαλίας του Ηρακλείτου για την αδιάκοπη μεταβολή των αισθητών πραγμάτων και η προσπάθεια να βρει, σαν αντίβαρο στη ροή του Ηρακλείτου, αιώνια αναλλοίωτα πράγματα, πού σαν τέτοια θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενα της γνώσης. Ό Αριστοτέλης λέει ξεκάθαρα ότι στη δοξασία για την ύπαρξη «ιδεών» έφτασαν όσοι τη διατύπωσαν, επειδή στο πρόβλημα της αλήθειας έδωσαν πίστη στα λεγόμενα των οπαδών του Ηρακλείτου ότι τάχα όλα τα αισθητά βρίσκονται σε συνεχή ροή, έτσι πού αν η γνώση και η λογική σκέψη πρέπει να έχουν κάποιο αντικείμενο, τότε πρέπει να υπάρχουν κάποιες άλλες οντότητες, μόνιμες, έξω από το αισθητό: «γιατί δεν μπορεί - λέει ο Αριστοτέλης - να υπάρξει επιστήμη για πράγματα πού ρέουν»[1].

Αλλά o Αριστοτέλης δεν δείχνει μόνο τη γένεση της θεωρίας των «ιδεών». Στα έργα του και ειδικότερα στο 4ο και 5ο κεφάλαιο του 13ου βιβλίου των «Μετά τα φυσικά», αναπτύσσει την κριτική της θεωρίας του Πλάτωνα για τις ιδέες σαν αυθύπαρκτες ουσίες, ξεχωριστές από τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, και σε μια σειρά άλλα σημεία της αντιπαραθέτει τη δική του θεωρία για τη σχέση των αισθητών πραγμάτων προς τις έννοιες.

Οι πολυάριθμες και πολύμορφες αντιρρήσεις τού Αριστοτέλη για την πλατωνική θεωρία των ιδεών μπορούν να συνοψιστούν βασικά σε τέσσερεις.

Βάση των αντιρρήσεων του Αριστοτέλη είναι ότι ο Πλάτων, εισάγοντας τις «ιδέες» σαν αυτοτελή οντότητα, ξεχωριστή από την ύπαρξη των αισθητών πραγμάτων, αναπτύσσει μια θεωρία όπου οι «ιδέες» αποδείχνονται άχρηστες και για τη γνώση των πραγμάτων και για την ύπαρξη τους. Σύμφωνα με την πρώτη αντίρρηση τού Αριστοτέλη, οι «ιδέες» είναι άχρηστες για την επιστήμη, γιατί δεν προσθέτουν τίποτε καινούριο στη γνώση των πραγμάτων: οι πλατωνικές «ιδέες» είναι απλά είδωλα ή ομοιώματα των αισθητών πραγμάτων. Στο περιεχόμενο των «ιδεών» δεν υπάρχει τίποτε πού να τις κάνει να διαφέρουν από τα αντίστοιχα αισθητά πράγματα. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, το γενικό υπάρχει μέσα στις «ιδέες». Εφόσον όμως υπάρχει και μέσα στα καθέκαστα αισθητά πράγματα και εφόσον είναι το ίδιο και στις «ιδέες» όπως και στα καθέκαστα πράγματα, τότε δεν μπορεί να υπάρχει στις «ιδέες» κανένα καινούριο περιεχόμενο πού να μην υπάρχει στα πράγματα. Λογουχάρη, η «ιδέα» τού άνθρωπου ή, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο άνθρωπος αυτός καθεαυτός, δεν διαφέρει στην ουσία του, σε τίποτα απολύτως από το σύνολο των γενικών γνωρισμάτων πού ανήκουν σε κάθε ξεχωριστό αισθητό άνθρωπο.

Η δεύτερη αντίρρηση τού Αριστοτέλη είναι ότι η σφαίρα των «ιδεών», πού παίρνει σαν προϋπόθεση ο Πλάτων, είναι άχρηστη όχι μόνο για τη γνώση, άλλα και για την αισθητή ύπαρξη των πραγμάτων. Για να έχει κάποια σημασία για τη σφαίρα των αισθητών πραγμάτων, το βασίλειο των «ιδεών» πρέπει να υπάρχει μέσα στη σφαίρα των αισθητών πραγμάτων. Για τον Πλάτωνα όμως, ακριβώς η σφαίρα των «ιδεών» είναι καθαρά ξεχωριστή από τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων. Γι' αυτό δεν μπορεί να υπάρχει καμιά βάση για οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα τους.

Ο Πλάτων καταλαβαίνει ότι προκύπτει αναγκαστικά ζήτημα σχέσης ανάμεσα στους δύο κόσμους. Παρακάμπτει όμως πάρα πολύ εύκολα τη δυσκολία, με την εξήγηση, ότι τα πράγματα τού αισθητού κόσμου «συμμετέχουν» στις «ιδέες». Η εξήγηση αυτή είναι ολοφάνερη επανάληψη της μεθόδου των Πυθαγορείων πού, απαντώντας στο ερώτημα για τη σχέση των πραγμάτων προς τούς αριθμούς, έλεγαν ότι τάχα τα αισθητά πράγματα υπάρχουν «σαν απομίμηση» των αριθμών. Ωστόσο για τον Αριστοτέλη τόσο Η απάντηση των Πυθαγορείων όσο και η απάντηση τού Πλάτωνα δεν είναι πραγματική εξήγηση, αλλά κενή μεταφορά. Ειδικότερα στον Πλάτωνα η λέξη «συμμετέχουν» δεν δίνει έναν αυστηρό ορισμό της σχέσης ανάμεσα στους δύο κόσμους. Ένας τέτοιος ορισμός όμως, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, δεν είναι καν δυνατός, επειδή οι πλατωνικές «ιδέες» δεν είναι άμεσες ουσίες των αισθητών πραγμάτων.

Έτσι απορρίπτει ο Αριστοτέλης τη θεωρία τού Πλάτωνα για τη σχέση των αισθητών πραγμάτων προς τις «ιδέες» από οντολογική άποψη.

Η τρίτη αντίρρηση του Αριστοτέλη στηρίζεται στην εξέταση της πλατωνικής θεωρίας για τις λογικές σχέσεις των ιδεών. Πρόκειται, πρώτα-πρώτα, για τις λογικές σχέσεις ανάμεσα στις ίδιες τις «ιδέες» και, δεύτερο, για τις σχέσεις ανάμεσα στις «ιδέες» και τα αισθητά πράγματα.

Η λογική σχέση ανάμεσα στις «ιδέες» είναι σχέση ανάμεσα στις γενικές «ιδέες» και τις μερικές «ιδέες». Και, σύμφωνα με τη θεωρία τού Πλάτωνα, το γενικό είναι ουσία τού μερικού. Αλλά οι δύο αυτές θέσεις - η σχέση των γενικών ιδεών προς τις μερικές, και η θέση ότι οι «ιδέες» είναι ουσιώδεις – κατά τη γνώμη τού Αριστοτέλη, αντιφάσκουν. Και συγκεκριμένα, προκύπτει ότι η ίδια ιδέα μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ουσία και μη ουσία: ουσία, επειδή με το να είναι πιο γενική σε σχέση με την υπαγόμενη σ’ αυτήν μερική ιδέα, υπάρχει ή εικονίζεται σ’ αυτήν τη μερική ιδέα σαν ουσία. Και ταυτόχρονα δεν είναι ουσία - σε σχέση, με μια πιο γενική συγκριτικά μ’ αυτήν ιδέα, πού αποτελεί γι' αυτήν μιαν ουσία.

Αλλά ο Πλάτων, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, εμπλέκεται σε αντιφάσεις και στη θεωρία του για τη σχέση ανάμεσα στη σφαίρα των αισθητών πραγμάτων και τη σφαίρα των «ιδεών». Σύμφωνα με την άποψη του Πλάτωνα, τα καθέκαστα πράγματα τού αισθητού κόσμου εμπεριέχουν κάτι γενικό γι' αυτά. Αλλά το γενικό - σαν γενικό - δεν μπορεί να είναι απλό συστατικό μέρος των ξεχωριστών πραγμάτων. Έτσι ο Πλάτων βγάζει το συμπέρασμα ότι τάχα το γενικό αποτελεί έναν εντελώς ιδιαίτερο κόσμο, ξεχωριστό από τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων και εντελώς αυθύπαρκτο. Έτσι λοιπόν, τόσο το πράγμα όσο και η «ιδέα» του υπάρχουν ξεχωριστά. Αλλά αφού ο κόσμος των πραγμάτων είναι απεικόνιση τού κόσμου των «ιδεών», τότε ανάμεσα σε κάθε ξεχωριστό πράγμα και την ιδέα του πρέπει να υπάρχει κάτι όμοιο και κοινό γι' αυτά. Και αν επιβάλλεται να υποθέσουμε, σε σχέση με τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, έναν ξεχωριστό απ' αυτόν και αυθύπαρκτο κόσμο «ιδεών», τότε πρέπει το ίδιο ακριβώς να υποθέσουμε, σε σχέση με το ίδιο το κοινό πού υπάρχει ανάμεσα στον κόσμο των πραγμάτων και τον κόσμο των «ιδεών», έναν καινούριο κόσμο «ιδεών», σαν κάτι εντελώς αυθύπαρκτο. Αυτός πια θα είναι ένας δεύτερος κόσμος «ιδεών», πού υψώνεται εξίσου και πάνω από τον πρώτο κόσμο των «ιδεών» και πάνω από τον κόσμο των ξεχωριστών αισθητών πραγμάτων.

Αλλά ανάμεσα σ' αυτόν τον καινούριο ή δεύτερο κόσμο «ιδεών», από τη μια μεριά, και τον πρώτο κόσμο «ιδεών» και τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, από την άλλη, πάλι υπάρχει κάτι κοινό. Και εφόσον η ομοιότητα του κόσμου των «πραγμάτων» με τον πρώτο κόσμο «ιδεών» έκανε αναγκαίο να υποθέσουμε ένα δεύτερο κόσμο «ιδεών», τότε με την ίδια λογική, εξαιτίας της ομοιότητας του δεύτερου κόσμου «ιδεών» με τον πρώτο, καθώς και με τον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, επιβάλλεται να υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο κοινό στοιχείο ανάμεσα τους, δηλαδή ένας τρίτος κόσμος «ιδεών». Αναπτύσσοντας με συνέπεια αυτήν την επιχειρηματολογία, θα φτάναμε αναγκαστικά στο συμπέρασμα ότι πάνω από τη σφαίρα των αισθητών πραγμάτων υψώνεται όχι ένας και μόνος αυθύπαρκτος κόσμος «ιδεών», αλλά ένα άπειρο πλήθος τέτοιων κόσμων.

Αυτή η αντίρρηση τού Αριστοτέλη κατά της θεωρίας των «ιδεών» τού Πλάτωνα ονομάστηκε αργότερα το επιχείρημα του «τρίτου άνθρωπου». Η αφορμή γι’ αυτήν την ονομασία ήταν ότι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, εκτός από τον αισθητό άνθρωπο και εκτός από την «ιδέα» τού άνθρωπου (ή τον «δεύτερο» άνθρωπο), είμαστε υποχρεωμένοι να υποθέσουμε την ύπαρξη άλλης μιας «ιδέας» τού άνθρωπου πού υψώνεται από πάνω τους. Αυτή η «ιδέα», πού περιλαμβάνει το κοινό ανάμεσα στην πρώτη «ιδέα» και τον αισθητό άνθρωπο, είναι ακριβώς «ο τρίτος άνθρωπος».

Η τέταρτη αντίρρηση τού Αριστοτέλη κατά της θεωρίας των «ιδεών» τού Πλάτωνα είναι ότι ή θεωρία αυτή δεν δίνει ούτε μπορεί να δώσει εξήγηση για μια σπουδαία ιδιότητα των πραγμάτων τού αισθητού κόσμου: την κίνηση και το γίγνεσθαι - τη γένεση και τη φθορά. Εφόσον οι «ιδέες» σχηματίζουν, κατά τον Πλάτωνα, έναν ιδιαίτερο και εντελώς ξεχωριστό κλειστό κόσμο ουσιών, έπεται ότι ό Πλάτων δεν μπορεί να υποδείξει την αιτία της μεταβολής και της κίνησης πού συντελείται αδιάκοπα στον αισθητό κόσμο.

Σ’ ένα σημείο των «Μετά τα φυσικά» (1086 a 30 – 1086 b 13) o Αριστοτέλης τονίζει ότι η βασική αιτία των δυσκολιών στις όποιες έχει εμπλακεί ο Πλάτων με τη θεωρία των «ιδεών» του, είναι ο απόλυτος διαχωρισμός τού γενικού από το καθέκαστο και η αμοιβαία αντιπαράθεση τους. Κατά τον Αριστοτέλη, «την αφορμή γι’ αυτό την έδωσε ο Σωκράτης με τούς ορισμούς του». Εκείνος δεν χώρισε πάντως το γενικό από το καθέκαστο. Και μη χωρίζοντας τα, «σκέφτηκε σωστά». Ο Αριστοτέλης συμφωνεί ότι «από τη μια μεριά, χωρίς το γενικό δεν είναι δυνατό να αποκτήσουμε γνώσεις», από την άλλη όμως ο διαχωρισμός του γενικού από το καθέκαστο «αποτελεί την αιτία των δυσκολιών πού παρουσιάζονται με τις ιδέες».

Στην τελευταία περίοδο της δραστηριότητας του Ο Πλάτων δέχτηκε την επιρροή των Πυθαγορείων και άρχισε να τους επηρεάζει και ο ίδιος. Στις κοσμολογικές θεωρίες τού «Τιμαίου» η προσέγγιση τού Πλάτωνα στους Πυθαγόρειους, φτάνει στα όρια της ολοκληρωτικής ταύτισης. Αυτή η προσέγγιση εκδηλώθηκε όχι μόνο στην κοσμογονία, αλλά και στην αντίληψη για τη φύση των «ιδεών», πού σ’ αυτήν την περίοδο ο Πλάτων τις ταύτιζε με τούς αριθμούς.

Ο Αριστοτέλης, στο 13ο βιβλίο των «Μετά τα φυσικά», υπέβαλε σε κριτική και αυτή τη μεταγενέστερη παραλλαγή της πλατωνικής θεωρίας των «ιδεών».

Βάση της κριτικής τού Αριστοτέλη είναι η αντίληψη για τον αριθμό σαν αφαίρεση - με τη βοήθεια της έννοιας – ορισμένων πλευρών ή ιδιοτήτων των πραγμάτων. Τέτοιες αφαιρέσεις υπάρχουν, αλλά η δυνατότητα τους δεν αποδείχνει καθόλου αυτό πού υποστηρίζουν ο Πλάτων και οι πλατωνικοί – ότι τάχα στον κόσμο των ιδεών υπάρχουν ξεχωριστά από τα αισθητά πράγματα ιδεώδη μαθηματικά σώματα (στη γεωμετρία) και αριθμοί (στην αριθμητική). Οι γενικές θέσεις στις μαθηματικές επιστήμες, έλεγε ο Αριστοτέλης, «δεν εφαρμόζονται σε πράγματα πού υπάρχουν ξεχωριστά από τα μεγέθη και τούς αριθμούς, αλλά ακριβώς σ’ αυτά τα τελευταία...» (Μετά τα φυσικά, 1077 b 17-19). Λογουχάρη, στον βαθμό πού τα πράγματα αντιμετωπίζονται - αφηρημένα - «μόνο σαν κινούμενα, μπορούν να υπάρξουν πολλές προτάσεις, ανεξάρτητα από την ουσία και τα συμβεβηκότα των πραγμάτων αυτών, χωρίς γι' αυτό να είναι ανάγκη να υπάρχει κάποιο κινούμενο με ξεχωριστή και ανεξάρτητη από το αισθητό κίνηση ή να υπάρχει μέσα σ' αυτό το αισθητό κάποια ιδιαίτερη οντότητα για την κίνηση...» (1077 b 22-27). Βέβαια, κατά μιαν ορισμένη έννοια τα μαθηματικά είναι επιστήμη των μη αισθητών αντικειμένων, αλλά αυτά τα μη αισθητά αντικείμενα δεν είναι καθόλου οι «ιδέες» τού Πλάτωνα πού βρίσκονται σε ένα μη αισθητό κόσμο, απομονωμένο και ξεχωριστό από τα αισθητά πράγματα. Είναι αλήθεια ότι τα αντικείμενα πού μελετά η μαθηματική επιστήμη και πού έχουν την πρόσθετη ιδιότητα να είναι αισθητά, η επιστήμη αυτή τα μελετά στον βαθμό πού δεν είναι αισθητά. Με την έννοια αυτή οι μαθηματικές επιστήμες δεν είναι γνώσεις για αισθητά πράγματα, αλλά δεν είναι ούτε επιστήμες για «ιδέες», δηλαδή για «κάποια άλλα ξεχωριστά όντα, έξω από τα αισθητά» (1078 a 2-5). Και ό Αριστοτέλης επιδοκιμάζει απόλυτα τη μέθοδο τού μαθηματικού η του γεωμέτρη πού στις αφαιρέσεις τους προσπαθούν «να ξεχωρίζουν αυτό πού δεν είναι χωρισμένο», (1078 a 21-22), αλλά πού μολαταύτα «μιλούν για πραγματικά όντα και υποστηρίζουν ότι τα αντικείμενά τους είναι πραγματικά όντα» (1078 a 29-30).

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι αριθμοί - και οι πεπερασμένοι και οι απειροστοί - δεν μπορούν να είναι «ιδέες» με την πλατωνική έννοια, ούτε οι «ιδέες» μπορούν να είναι αριθμοί.

Ας δούμε, για παράδειγμα, την κριτική της ταύτισης των «ιδεών» με τούς πεπερασμένους αριθμούς. Αν όλες οι μονάδες σε έναν αριθμό είναι ομοειδείς και χωρίς διαφορά, τότε έχουμε έναν αριθμό πού ο Αριστοτέλης τον αποκαλεί «μαθηματικό». Ο Αριστοτέλης αποδείχνει ότι οι «ιδέες» δεν μπορούν να είναι τέτοιοι αριθμοί. Πράγματι, ρωτάει ό Αριστοτέλης, τί αριθμός θα είναι, λογουχάρη, ο καθεαυτόν άνθρωπος ή το καθεαυτό ζώο ή οποιαδήποτε άλλη ιδέα; Ενώ ή ιδέα είναι σε κάθε περίπτωση μόνο μία, οι ομοειδείς και χωρίς διαφορά αριθμοί είναι άπειροι. Γι' αυτό, αν δεχτούμε, λογουχάρη, ότι η «ιδέα» του άνθρωπου ή ο καθεαυτόν άνθρωπος είναι η τριάδα, τότε «δεν υπάρχει κανένας λόγος να είναι αύτη εδώ η τριάδα ο καθεαυτόν άνθρωπος και όχι μια οποιαδήποτε άλλη» (1081 a 11-12). Και αν οι «ιδέες» δεν είναι αριθμοί, τότε δεν μπορούν γενικά να υπάρχουν (1081 a 12-13), και δεν μπορούμε να τις τοποθετήσουμε ούτε πριν τούς αριθμούς, ούτε μετά απ’ αυτούς.
-------------------------
[1] Μετά τα φυσικά, 1078 b 9-17: «ού γάρ είναι τών ρεόντων έπιστήμην».

ΠΛΑΤΩΝ: Συμπόσιον (218b-219e)

Ἐπειδὴ γὰρ οὖν, ὦ ἄνδρες, ὅ τε λύχνος ἀπεσβήκει καὶ [218c] οἱ παῖδες ἔξω ἦσαν, ἔδοξέ μοι χρῆναι μηδὲν ποικίλλειν πρὸς αὐτόν, ἀλλ᾽ ἐλευθέρως εἰπεῖν ἅ μοι ἐδόκει· καὶ εἶπον κινήσας αὐτόν, Σώκρατες, καθεύδεις;
Οὐ δῆτα, ἦ δ᾽ ὅς.
Οἶσθα οὖν ἅ μοι δέδοκται;
Τί μάλιστα, ἔφη.
Σὺ ἐμοὶ δοκεῖς, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐμοῦ ἐραστὴς ἄξιος γεγονέναι μόνος, καί μοι φαίνῃ ὀκνεῖν μνησθῆναι πρός με. ἐγὼ δὲ οὑτωσὶ ἔχω· πάνυ ἀνόητον ἡγοῦμαι εἶναι σοὶ μὴ οὐ καὶ τοῦτο χαρίζεσθαι καὶ εἴ τι ἄλλο ἢ τῆς οὐσίας τῆς ἐμῆς [218d] δέοιο ἢ τῶν φίλων τῶν ἐμῶν. ἐμοὶ μὲν γὰρ οὐδέν ἐστι πρεσβύτερον τοῦ ὡς ὅτι βέλτιστον ἐμὲ γενέσθαι, τούτου δὲ οἶμαί μοι συλλήπτορα οὐδένα κυριώτερον εἶναι σοῦ. ἐγὼ δὴ τοιούτῳ ἀνδρὶ πολὺ μᾶλλον ἂν μὴ χαριζόμενος αἰσχυνοίμην τοὺς φρονίμους, ἢ χαριζόμενος τούς τε πολλοὺς καὶ ἄφρονας. Καὶ οὗτος ἀκούσας μάλα εἰρωνικῶς καὶ σφόδρα ἑαυτοῦ τε καὶ εἰωθότως ἔλεξεν Ὦ φίλε Ἀλκιβιάδη, κινδυνεύεις τῷ ὄντι οὐ φαῦλος εἶναι, εἴπερ ἀληθῆ τυγχάνει ὄντα ἃ λέγεις [218e] περὶ ἐμοῦ, καί τις ἔστ᾽ ἐν ἐμοὶ δύναμις δι᾽ ἧς ἂν σὺ γένοιο ἀμείνων· ἀμήχανόν τοι κάλλος ὁρῴης ἂν ἐν ἐμοὶ καὶ τῆς παρὰ σοὶ εὐμορφίας πάμπολυ διαφέρον. εἰ δὴ καθορῶν αὐτὸ κοινώσασθαί τέ μοι ἐπιχειρεῖς καὶ ἀλλάξασθαι κάλλος ἀντὶ κάλλους, οὐκ ὀλίγῳ μου πλεονεκτεῖν διανοῇ, ἀλλ᾽ ἀντὶ δόξης ἀλήθειαν καλῶν κτᾶσθαι ἐπιχειρεῖς καὶ τῷ [219a] ὄντι «χρύσεα χαλκείων» διαμείβεσθαι νοεῖς. ἀλλ᾽, ὦ μακάριε, ἄμεινον σκόπει, μή σε λανθάνω οὐδὲν ὤν. ἥ τοι τῆς διανοίας ὄψις ἄρχεται ὀξὺ βλέπειν ὅταν ἡ τῶν ὀμμάτων τῆς ἀκμῆς λήγειν ἐπιχειρῇ· σὺ δὲ τούτων ἔτι πόρρω.
Κἀγὼ ἀκούσας, Τὰ μὲν παρ᾽ ἐμοῦ, ἔφην, ταῦτά ἐστιν, ὧν οὐδὲν ἄλλως εἴρηται ἢ ὡς διανοοῦμαι· σὺ δὲ αὐτὸς οὕτω βουλεύου ὅτι σοί τε ἄριστον καὶ ἐμοὶ ἡγῇ.
Ἀλλ᾽, ἔφη, τοῦτό γ᾽ εὖ λέγεις· ἐν γὰρ τῷ ἐπιόντι χρόνῳ [219b] βουλευόμενοι πράξομεν ὃ ἂν φαίνηται νῷν περί τε τούτων καὶ περὶ τῶν ἄλλων ἄριστον.
Ἐγὼ μὲν δὴ ταῦτα ἀκούσας τε καὶ εἰπών, καὶ ἀφεὶς ὥσπερ βέλη, τετρῶσθαι αὐτὸν ᾤμην· καὶ ἀναστάς γε, οὐδ᾽ ἐπιτρέψας τούτῳ εἰπεῖν οὐδὲν ἔτι, ἀμφιέσας τὸ ἱμάτιον τὸ ἐμαυτοῦ τοῦτον —καὶ γὰρ ἦν χειμών— ὑπὸ τὸν τρίβωνα κατακλινεὶς τὸν τουτουί, περιβαλὼν τὼ χεῖρε τούτῳ τῷ [219c] δαιμονίῳ ὡς ἀληθῶς καὶ θαυμαστῷ, κατεκείμην τὴν νύκτα ὅλην. καὶ οὐδὲ ταῦτα αὖ, ὦ Σώκρατες, ἐρεῖς ὅτι ψεύδομαι. ποιήσαντος δὲ δὴ ταῦτα ἐμοῦ οὗτος τοσοῦτον περιεγένετό τε καὶ κατεφρόνησεν καὶ κατεγέλασεν τῆς ἐμῆς ὥρας καὶ ὕβρισεν —καὶ περὶ ἐκεῖνό γε ᾤμην τὶ εἶναι, ὦ ἄνδρες δικασταί· δικασταὶ γάρ ἐστε τῆς Σωκράτους ὑπερηφανίας— εὖ γὰρ ἴστε μὰ θεούς, μὰ θεάς, οὐδὲν περιττότερον καταδεδαρθηκὼς [219d] ἀνέστην μετὰ Σωκράτους, ἢ εἰ μετὰ πατρὸς καθηῦδον ἢ ἀδελφοῦ πρεσβυτέρου.
Τὸ δὴ μετὰ τοῦτο τίνα οἴεσθέ με διάνοιαν ἔχειν, ἡγούμενον μὲν ἠτιμάσθαι, ἀγάμενον δὲ τὴν τούτου φύσιν τε καὶ σωφροσύνην καὶ ἀνδρείαν, ἐντετυχηκότα ἀνθρώπῳ τοιούτῳ οἵῳ ἐγὼ οὐκ ἂν ᾤμην ποτ᾽ ἐντυχεῖν εἰς φρόνησιν καὶ εἰς καρτερίαν; ὥστε οὔθ᾽ ὅπως οὖν ὀργιζοίμην εἶχον καὶ ἀποστερηθείην τῆς τούτου συνουσίας, οὔτε ὅπῃ προσαγαγοίμην [219e] αὐτὸν ηὐπόρουν. εὖ γὰρ ᾔδη ὅτι χρήμασί γε πολὺ μᾶλλον ἄτρωτος ἦν πανταχῇ ἢ σιδήρῳ ὁ Αἴας, ᾧ τε ᾤμην αὐτὸν μόνῳ ἁλώσεσθαι, διεπεφεύγει με. ἠπόρουν δή, καταδεδουλωμένος τε ὑπὸ τοῦ ἀνθρώπου ὡς οὐδεὶς ὑπ᾽ οὐδενὸς ἄλλου περιῇα.

***
Δηλαδή, συμπότες μου, αφού και το λυχνάρι είχε σβήσει και [218c] οι υπηρέτες ήταν έξω, αποφάσισα ότι πρέπει να του μιλήσω χωρίς περιστροφές και να του πω ανοιχτά τα όσα αποφάσισα· τον κούνησα λοιπόν και του είπα:
— Σωκράτη, σε πήρε ο ύπνος;
— Όχι βέβαια, μου είπε.
— Ξέρεις λοιπόν ποιά απόφαση πήρα;
— Σαν τί, μου είπε.
— Σχημάτισα την εντύπωση, του είπα, ότι είσαι ο μόνος που αποδείχτηκες άξιος εραστής μου· και μου φαίνεται ότι διστάζεις να μου το εξομολογηθείς. Απ᾽ τη μεριά μου, νά ποιές είναι οι διαθέσεις μου: νομίζω ότι είναι σκέτη ανοησία να μη σου κάνω κι αυτό το θέλημα κι ό,τι άλλο σου χρειάζεται είτε απ᾽ την περιουσία μου [218d] είτε απ᾽ την περιουσία των φίλων μου. Γιατί η πρώτη προτεραιότητα για μένα είναι να γίνω όσο γίνεται τελειότερος· και πιστεύω ότι σ᾽ αυτή μου την επιδίωξη δεν μπορεί κανένας άλλος να με συμπαρασταθεί αποτελεσματικότερα από σένα. Εγώ λοιπόν θα ένιωθα πολύ πιο μεγάλη ντροπή μπροστά στους μυαλωμένους, αν δεν έκανα αυτό το θέλημα σ᾽ ένα τέτοιο άνθρωπο, απ᾽ ό,τι μπροστά στους πολλούς κι αστόχαστους, αν του έκανα το θέλημα.
Μ᾽ άκουσε αυτός και πολύ ειρωνικά — πάρα πολύ όμως ταιριαστά με το ιδιαίτερα χαρακτηριστικό συνηθισμένο του ύφος είπε: «Φίλε Αλκιβιάδη, βρίσκεσαι πολύ κοντά, τωόντι, στο να έχεις γίνει αξιόλογος, αν συμβαίνει τα όσα λες [218e] για μένα ν᾽ ανταποκρίνονται στην αλήθεια, κι ότι έχω μέσα μου μια δύναμη, με την οποία θα μπορούσες να βελτιωθείς. Θα ᾽χεις ατενίσει κάποια ανείπωτη ωραιότητα μέσα μου, πολύ πολύ ανώτερη απ᾽ τη δική σου ομορφιά. Λοιπόν, αν με το βλέμμα σου καρφωμένο σ᾽ αυτήν επιχειρείς να με κάνεις συμμέτοχο της σκέψης σου και ν᾽ ανταλλάξεις ομορφιά με ομορφιά, τότε έχεις στο νου σου να μ᾽ εκμεταλλευτείς πάρα πολύ: βάλθηκες ν᾽ αποχτήσεις, δίνοντας φαινομενικό κάλλος, το αληθινό κάλλος, και τωόντι [219a] σχεδιάζεις “να δώσεις χάλκινα και να πάρεις χρυσά”. Αλλά, καλότυχε άνθρωπε, σκέψου το καλύτερα, μήπως δεν το πήρες μυρουδιά ότι δεν αξίζω τίποτε· σίγουρα η όρασή του νου αρχίζει να γίνεται πιο οξυδερκής, όταν η όραση των ματιών μας αρχίζει να χάνει την έντασή της· όμως εσύ βρίσκεσαι ακόμη μακριά απ᾽ αυτή την ηλικία».
Τον άκουσα και του αποκρίθηκα: «Απ᾽ τη μεριά μου, ό,τι είχα να σου πω, αυτά είναι· δεν σου κρύβω καθόλου τις σκέψεις μου· με τη σειρά σου εσύ ο ίδιος σκέψου με τον ίδιο τρόπο ό,τι νομίζεις καλύτερο και για σένα και για μένα».
«Τώρα μάλιστα, μίλησες σωστά, είπε· γιατί στις επόμενες μέρες [219b] θα συσκεφτόμαστε και θα πράξουμε αυτό που θα μας φανεί καλύτερο, και γι᾽ αυτό το ζήτημα και για τ᾽ άλλα».
Εγώ λοιπόν, με το που άκουσα και είπα αυτά, πίστευα ότι, εκτοξεύοντάς του σαν βέλη αυτά, τον είχα τραυματίσει· σηκώθηκα και, χωρίς να του δώσω καιρό να προσθέσει τίποτε, τον σκέπασα με το δικό μου πανωφόρι —ήταν, βλέπεις, χειμώνας— ξάπλωσα κάτω απ᾽ την πατατούκα του κυρίου από ᾽δω, τύλιξα τα χέρια μου γύρω απ᾽ αυτό [219c] τον πραγματικά δαιμόνιο και εκπληκτικό άνθρωπο και παραδόθηκα στον ύπνο ολόκληρη τη νύχτα. Και πάλι, Σωκράτη, δεν μπορείς να πεις ότι αυτά που λέω είναι ψέματα. Λοιπόν, μ᾽ όλα αυτά που έκανα, ετούτος σε τέτοιο βαθμό αναδείχτηκε ανώτερος· περιφρόνησε και γελοιοποίησε τη νεανική ομορφιά μου και με ταπείνωσε —ναι, δεν πίστευα ότι ήταν του πεταμού αυτή, κύριοι δικαστές— γιατί είστε δικαστές της αλαζονείας του Σωκράτη. Γιατί, και να το ξέρετε καλά, μα τους θεούς, μα τις θεές, αφού ξάπλωσα και κοιμήθηκα μαζί με τον Σωκράτη, [219d] ξύπνησα χωρίς να μου συμβεί τίποτα περισσότερο απ᾽ ό,τι αν κοιμόμουν με τον πατέρα ή τον μεγαλύτερο αδερφό μου.
Τώρα λοιπόν, ύστερ᾽ απ᾽ αυτό, ποιές σκέψεις υποθέτετε ότι κυριαρχούσαν στο μυαλό μου, καθώς απ᾽ τη μια πίστευα ότι ξεφτιλίστηκα, απ᾽ την άλλη έμενα εκστατικός μπροστά στον χαρακτήρα και τη σωφροσύνη και την αντρίκεια στάση του, έτσι που βρέθηκε στο δρόμο μου ένας τέτοιος άνθρωπος που δε φανταζόμουν ποτέ ότι θα συναντήσω, θες στη σύνεση, θες στην εγκαρτέρηση; Κι έτσι λοιπόν δεν είχα τον τρόπο ούτε ν᾽ αφήσω την οργή μου να ξεσπάσει και να στερηθώ τη συναναστροφή του κι ούτε είχα κάποιο μέσο [219e] να τον προσελκύσω. Γιατί, αν επιχειρούσες να τον δελεάσεις με χρήμα, δεν αγνοούσα ότι ήταν άτρωτος απ᾽ όλες τις πλευρές, όπως ο Αίας στα χτυπήματα με δόρυ, και απ᾽ το μοναδικό μέσο, με το οποίο πίστευα ότι θα τον αιχμαλωτίσω, ξέφυγε. Βρισκόμουν λοιπόν σε αμηχανία και έπαιρνα τους δρόμους, σκλάβος τούτου δω του ανθρώπου — αποκλείεται να έπεσε άλλος σε τέτοια σκλαβιά.