ΠΙ. νὴ τὸν Δί᾽ ἀλλ᾽ ἤδη πέφευγας ταυταγὶ
955 τὰ κρυερὰ τονδὶ τὸν χιτωνίσκον λαβών.
τουτὶ μὰ Δί᾽ ἐγὼ τὸ κακὸν οὐδέποτ᾽ ἤλπισα,
οὕτω ταχέως τοῦτον πεπύσθαι τὴν πόλιν.
αὖθις σὺ περιχώρει λαβὼν τὴν χέρνιβα.
εὐφημία ᾽στω. ΧΡΗΣΜΟΛΟΓΟΣ. μὴ κατάρξῃ τοῦ τράγου.
960 ΠΙ. σὺ δ᾽ εἶ τίς; ΧΡ. ὅστις; χρησμολόγος. ΠΙ. οἴμωζέ νυν.
ΧΡ. ὦ δαιμόνιε, τὰ θεῖα μὴ φαύλως φέρε·
ὡς ἔστι Βάκιδος χρησμὸς ἄντικρυς λέγων
εἰς τὰς Νεφελοκοκκυγίας. ΠΙ. κἄπειτα πῶς
ταῦτ᾽ οὐκ ἐχρησμολόγεις σὺ πρὶν ἐμὲ τὴν πόλιν
965 τήνδ᾽ οἰκίσαι; ΧΡ. τὸ θεῖον ἐνεπόδιζέ με.
ΠΙ. ἀλλ᾽ οὐδὲν οἷον εἰσακοῦσαι τῶν ἐπῶν.
ΧΡ. ἀλλ᾽ ὅταν οἰκήσωσι λύκοι πολιαί τε κορῶναι
ἐν ταὐτῷ τὸ μεταξὺ Κορίνθου καὶ Σικυῶνος,—
ΠΙ. τί οὖν προσήκει δῆτ᾽ ἐμοὶ Κορινθίων;
970 ΧΡ. ᾐνίξαθ᾽ ὁ Βάκις τοῦτο πρὸς τὸν ἀέρα.
πρῶτον Πανδώρᾳ θῦσαι λευκότριχα κριόν·
ὃς δέ κ᾽ ἐμῶν ἐπέων ἔλθῃ πρώτιστα προφήτης,
τῷ δόμεν ἱμάτιον καθαρὸν καὶ καινὰ πέδιλα—
ΠΙ. ἔνεστι καὶ τὰ πέδιλα; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
975 καὶ φιάλην δοῦναι καὶ σπλάγχνων χεῖρ᾽ ἐνιπλῆσαι,—
ΠΙ. καὶ σπλάγχνα διδόν᾽ ἔνεστι; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
κἢν μέν, θέσπιε κοῦρε, ποῇς ταῦθ᾽ ὡς ἐπιτέλλω,
αἰετὸς ἐν νεφέλῃσι γενήσεαι· αἰ δέ κε μὴ δῷς,
οὐκ ἔσε᾽ οὐ τρυγών, οὐ λάιος, οὐ δρυκολάπτης.
980 ΠΙ. καὶ ταῦτ᾽ ἔνεστ᾽ ἐνταῦθα; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
ΠΙ. οὐδὲν ἄρ᾽ ὅμοιός ἐσθ᾽ ὁ χρησμὸς τουτῳί,
ὃν ἐγὼ παρὰ τἀπόλλωνος ἐξεγραψάμην·
αὐτὰρ ἐπὴν ἄκλητος ἰὼν ἄνθρωπος ἀλαζὼν
λυπῇ θύοντας καὶ σπλαγχνεύειν ἐπιθυμῇ,
985 δὴ τότε χρὴ τύπτειν αὐτὸν πλευρῶν τὸ μεταξὺ—
ΧΡ. οὐδὲν λέγειν οἶμαί σε. ΠΙ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
καὶ φείδου μηδὲν μηδ᾽ αἰετοῦ ἐν νεφέλῃσιν,
μήτ᾽ ἢν Λάμπων ᾖ μήτ᾽ ἢν ὁ μέγας Διοπείθης.
ΧΡ. καὶ ταῦτ᾽ ἔνεστ᾽ ἐνταῦθα; ΠΙ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
990 οὐκ εἶ θύραζ᾽; ἐς κόρακας. ΧΡ. οἴμοι δείλαιος.
ΠΙ. οὔκουν ἑτέρωσε χρησμολογήσεις ἐκτρέχων;
***
Φεύγει.ΠΙΣ. Σωστά, μα έχεις γλιτώσει απ᾽ τις τρεμούλες
με το πουκαμισάκι αυτό που πήρες.
Τέτοιο κακό δεν το περίμενα, έτσι
γρήγορ᾽ αυτός να μάθει για την πόλη.
Στο βοηθό.
Πιάσε ξανά τον αγιασμό και γύρνα.
Σιωπή!
Ενώ ετοιμάζονται να ξαναρχίσουν την θυσία, παρουσιάζεται ένας χρησμολόγος μ᾽ έναν πάπυρο στο χέρι.
Ο ΧΡΗΣΜΟΛΟΓΟΣ
Σταμάτα τη θυσία του τράγου.
960 ΠΙΣ. Ποιός είσαι; ΧΡΗ. Χρησμολόγος. ΠΙΣ. Τότε, σκάσε.
ΧΡΗ. Μην αψηφάς τα θεία, ευλογημένε·
ξεκάθαρα μιλεί χρησμός του Βάκη
για τις Νεφελοκοκκυγίες. ΠΙΣ. Πώς τότε
δε χρησμολόγαες, πριν εγώ να ιδρύσω
την πόλη αυτή; ΧΡΗ. Με μπόδιζαν τα θεία.
ΠΙΣ. Πες τη μαντεία ωστόσο· ας την ακούσω.
ΧΡΗ., διαβάζοντας.
Όταν, Σικυώνα και Κόρινθο ανάμεσα, πάνε και στήσουν
συντροφικά τις φωλιές τους οι γριές οι κουρούνες κι οι λύκοι,
ΠΙΣ. Και τί έχω εγώ να κάνω με Κορίνθιους;
970 ΧΡΗ. Του Βάκη υπαινιγμός για τον αέρα.
Συνεχίζει το διάβασμα.
πρώτα ασπρομάλλικο κριάρι θυσία να δοθεί στην Πανδώρα·
κι όποιος προφήτης θα πάει πρώτος πρώτος να πει τους χρησμούς μου,
ένα σκουτί καθαρό και παπούτσια καινούρια να λάβει,
ΠΙΣ. Και για παπούτσια λέει;
ΧΡΗ., δείχνοντάς του τον πάπυρο.
Ιδού η φυλλάδα.
κούπα κρασί, μα κι εντόσθια πολλά να του βάλουν στα χέρια·
ΠΙΣ. Και για τα εντόσθια λέει; ΧΡΗ. Ιδού η φυλλάδα.
τις εντολές μου αν αυτές εκτελέσεις, θεϊκό παλικάρι,
τότε θα γίνεις αϊτός μες στα σύννεφα· αν όμως δε δώσεις,
ούτε τρυγόνα ούτε τσίχλα ούτ᾽ απλή τσιγκλιτάρα θα γίνεις.
980 ΠΙΣ. Κι αυτά ο χρησμός τα λέει; ΧΡΗ. Ιδού η φυλλάδα.
ΠΙΣ. Ο χρησμός σου δε μοιάζει μ᾽ έναν άλλον,
του Απόλλωνα, που εγώ ᾽χω ξεσηκώσει.
Κάνει πως διαβάζει.
Όταν κανείς κατεργάρης ακάλεστος πάει κι ενοχλήσει
κείνους που κάνουν θυσίες και ζητά να μαζέψει τα εντόσθια,
πρέπει αυτουνού να του δίνεις γροθιές δυνατές στα παΐδια,
ΧΡΗ. Αυτά σωστά δεν είναι.
ΠΙΣ., κάνοντας πως του δίνει ένα χαρτί.
Ιδού η φυλλάδα.
Συνεχίζει την απαγγελία.
και να μη δείχνεις σπλαχνιά, μήτε αν είναι και αϊτός μες στα νέφη
μήτε κι ο Λάμπωνας ή κι ο Διοπείθης, τρανοί χρησμολόγοι.
ΧΡΗ. Κι αυτά ο χρησμός τα λέει; ΠΙΣ. Ιδού η φυλλάδα.
Τον κυνηγά για να τον δείρει.
990 Γκρεμίσου! Στα τσακίσματα! ΧΡΗ. Αχ ο δόλιος.
ΠΙΣ., ενώ ο χρησμολόγος φεύγει τρέχοντας.
Αλλού να πας να ψάλλεις τους χρησμούς σου.
955 τὰ κρυερὰ τονδὶ τὸν χιτωνίσκον λαβών.
τουτὶ μὰ Δί᾽ ἐγὼ τὸ κακὸν οὐδέποτ᾽ ἤλπισα,
οὕτω ταχέως τοῦτον πεπύσθαι τὴν πόλιν.
αὖθις σὺ περιχώρει λαβὼν τὴν χέρνιβα.
εὐφημία ᾽στω. ΧΡΗΣΜΟΛΟΓΟΣ. μὴ κατάρξῃ τοῦ τράγου.
960 ΠΙ. σὺ δ᾽ εἶ τίς; ΧΡ. ὅστις; χρησμολόγος. ΠΙ. οἴμωζέ νυν.
ΧΡ. ὦ δαιμόνιε, τὰ θεῖα μὴ φαύλως φέρε·
ὡς ἔστι Βάκιδος χρησμὸς ἄντικρυς λέγων
εἰς τὰς Νεφελοκοκκυγίας. ΠΙ. κἄπειτα πῶς
ταῦτ᾽ οὐκ ἐχρησμολόγεις σὺ πρὶν ἐμὲ τὴν πόλιν
965 τήνδ᾽ οἰκίσαι; ΧΡ. τὸ θεῖον ἐνεπόδιζέ με.
ΠΙ. ἀλλ᾽ οὐδὲν οἷον εἰσακοῦσαι τῶν ἐπῶν.
ΧΡ. ἀλλ᾽ ὅταν οἰκήσωσι λύκοι πολιαί τε κορῶναι
ἐν ταὐτῷ τὸ μεταξὺ Κορίνθου καὶ Σικυῶνος,—
ΠΙ. τί οὖν προσήκει δῆτ᾽ ἐμοὶ Κορινθίων;
970 ΧΡ. ᾐνίξαθ᾽ ὁ Βάκις τοῦτο πρὸς τὸν ἀέρα.
πρῶτον Πανδώρᾳ θῦσαι λευκότριχα κριόν·
ὃς δέ κ᾽ ἐμῶν ἐπέων ἔλθῃ πρώτιστα προφήτης,
τῷ δόμεν ἱμάτιον καθαρὸν καὶ καινὰ πέδιλα—
ΠΙ. ἔνεστι καὶ τὰ πέδιλα; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
975 καὶ φιάλην δοῦναι καὶ σπλάγχνων χεῖρ᾽ ἐνιπλῆσαι,—
ΠΙ. καὶ σπλάγχνα διδόν᾽ ἔνεστι; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
κἢν μέν, θέσπιε κοῦρε, ποῇς ταῦθ᾽ ὡς ἐπιτέλλω,
αἰετὸς ἐν νεφέλῃσι γενήσεαι· αἰ δέ κε μὴ δῷς,
οὐκ ἔσε᾽ οὐ τρυγών, οὐ λάιος, οὐ δρυκολάπτης.
980 ΠΙ. καὶ ταῦτ᾽ ἔνεστ᾽ ἐνταῦθα; ΧΡ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
ΠΙ. οὐδὲν ἄρ᾽ ὅμοιός ἐσθ᾽ ὁ χρησμὸς τουτῳί,
ὃν ἐγὼ παρὰ τἀπόλλωνος ἐξεγραψάμην·
αὐτὰρ ἐπὴν ἄκλητος ἰὼν ἄνθρωπος ἀλαζὼν
λυπῇ θύοντας καὶ σπλαγχνεύειν ἐπιθυμῇ,
985 δὴ τότε χρὴ τύπτειν αὐτὸν πλευρῶν τὸ μεταξὺ—
ΧΡ. οὐδὲν λέγειν οἶμαί σε. ΠΙ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
καὶ φείδου μηδὲν μηδ᾽ αἰετοῦ ἐν νεφέλῃσιν,
μήτ᾽ ἢν Λάμπων ᾖ μήτ᾽ ἢν ὁ μέγας Διοπείθης.
ΧΡ. καὶ ταῦτ᾽ ἔνεστ᾽ ἐνταῦθα; ΠΙ. λαβὲ τὸ βιβλίον.
990 οὐκ εἶ θύραζ᾽; ἐς κόρακας. ΧΡ. οἴμοι δείλαιος.
ΠΙ. οὔκουν ἑτέρωσε χρησμολογήσεις ἐκτρέχων;
***
Φεύγει.ΠΙΣ. Σωστά, μα έχεις γλιτώσει απ᾽ τις τρεμούλες
με το πουκαμισάκι αυτό που πήρες.
Τέτοιο κακό δεν το περίμενα, έτσι
γρήγορ᾽ αυτός να μάθει για την πόλη.
Στο βοηθό.
Πιάσε ξανά τον αγιασμό και γύρνα.
Σιωπή!
Ενώ ετοιμάζονται να ξαναρχίσουν την θυσία, παρουσιάζεται ένας χρησμολόγος μ᾽ έναν πάπυρο στο χέρι.
Ο ΧΡΗΣΜΟΛΟΓΟΣ
Σταμάτα τη θυσία του τράγου.
960 ΠΙΣ. Ποιός είσαι; ΧΡΗ. Χρησμολόγος. ΠΙΣ. Τότε, σκάσε.
ΧΡΗ. Μην αψηφάς τα θεία, ευλογημένε·
ξεκάθαρα μιλεί χρησμός του Βάκη
για τις Νεφελοκοκκυγίες. ΠΙΣ. Πώς τότε
δε χρησμολόγαες, πριν εγώ να ιδρύσω
την πόλη αυτή; ΧΡΗ. Με μπόδιζαν τα θεία.
ΠΙΣ. Πες τη μαντεία ωστόσο· ας την ακούσω.
ΧΡΗ., διαβάζοντας.
Όταν, Σικυώνα και Κόρινθο ανάμεσα, πάνε και στήσουν
συντροφικά τις φωλιές τους οι γριές οι κουρούνες κι οι λύκοι,
ΠΙΣ. Και τί έχω εγώ να κάνω με Κορίνθιους;
970 ΧΡΗ. Του Βάκη υπαινιγμός για τον αέρα.
Συνεχίζει το διάβασμα.
πρώτα ασπρομάλλικο κριάρι θυσία να δοθεί στην Πανδώρα·
κι όποιος προφήτης θα πάει πρώτος πρώτος να πει τους χρησμούς μου,
ένα σκουτί καθαρό και παπούτσια καινούρια να λάβει,
ΠΙΣ. Και για παπούτσια λέει;
ΧΡΗ., δείχνοντάς του τον πάπυρο.
Ιδού η φυλλάδα.
κούπα κρασί, μα κι εντόσθια πολλά να του βάλουν στα χέρια·
ΠΙΣ. Και για τα εντόσθια λέει; ΧΡΗ. Ιδού η φυλλάδα.
τις εντολές μου αν αυτές εκτελέσεις, θεϊκό παλικάρι,
τότε θα γίνεις αϊτός μες στα σύννεφα· αν όμως δε δώσεις,
ούτε τρυγόνα ούτε τσίχλα ούτ᾽ απλή τσιγκλιτάρα θα γίνεις.
980 ΠΙΣ. Κι αυτά ο χρησμός τα λέει; ΧΡΗ. Ιδού η φυλλάδα.
ΠΙΣ. Ο χρησμός σου δε μοιάζει μ᾽ έναν άλλον,
του Απόλλωνα, που εγώ ᾽χω ξεσηκώσει.
Κάνει πως διαβάζει.
Όταν κανείς κατεργάρης ακάλεστος πάει κι ενοχλήσει
κείνους που κάνουν θυσίες και ζητά να μαζέψει τα εντόσθια,
πρέπει αυτουνού να του δίνεις γροθιές δυνατές στα παΐδια,
ΧΡΗ. Αυτά σωστά δεν είναι.
ΠΙΣ., κάνοντας πως του δίνει ένα χαρτί.
Ιδού η φυλλάδα.
Συνεχίζει την απαγγελία.
και να μη δείχνεις σπλαχνιά, μήτε αν είναι και αϊτός μες στα νέφη
μήτε κι ο Λάμπωνας ή κι ο Διοπείθης, τρανοί χρησμολόγοι.
ΧΡΗ. Κι αυτά ο χρησμός τα λέει; ΠΙΣ. Ιδού η φυλλάδα.
Τον κυνηγά για να τον δείρει.
990 Γκρεμίσου! Στα τσακίσματα! ΧΡΗ. Αχ ο δόλιος.
ΠΙΣ., ενώ ο χρησμολόγος φεύγει τρέχοντας.
Αλλού να πας να ψάλλεις τους χρησμούς σου.