Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ὄρνιθες (1313-1336)

Αποτέλεσμα εικόνας για ὌρνιθεςΧΟ. τάχα δὴ πολυάνορα τάνδε πόλιν [στρ.]
καλεῖ τις ἀνθρώπων·
1315 τύχη μόνον προσείη.
κατέχουσι δ᾽ ἔρωτες ἐμᾶς πόλεως.
ΠΙ. θᾶττον φέρειν κελεύω.
ΧΟ. τί γὰρ οὐκ ἔνι ταύτῃ
καλὸν ἀνδρὶ μετοικεῖν;
1320 Σοφία, Πόθος, ἀμβρόσιαι Χάριτες
τό τε τῆς ἀγανόφρονος Ἡσυχίας
εὐήμερον πρόσωπον.
ΠΙ. ὡς βλακικῶς διακονεῖς. οὐ θᾶττον ἐγκονήσεις;

1325 ΧΟ. φερέτω κάλαθον ταχύ τις πτερῶν. [ἀντ.]
σὺ δ᾽ αὖθις ἐξόρμα
τύπτων γε τοῦτον ὡδί.
πάνυ γὰρ βραδύς ἐστί τις ὥσπερ ὄνος.
ΠΙ. μανῆς γάρ ἐστι δειλός.
1330 ΧΟ. σὺ δὲ τὰ πτερὰ πρῶτον
διάθες τάδε κόσμῳ·
τά τε μουσίχ᾽ ὁμοῦ τά τε μαντικὰ καὶ
τὰ θαλάττι᾽. ἔπειτα δ᾽ ὅπως φρονίμως
πρὸς ἄνδρ᾽ ὁρῶν πτερώσεις.
1335 ΠΙ. οὔ τοι μὰ τὰς κερχνῇδας ἔτι σου σχήσομαι,
οὕτως ὁρῶν σε δειλὸν ὄντα καὶ βραδύν.

***
ΧΟΡ. Σε λιγάκι οι άνθρωποι όλοι
μεγαλούπολη θα λεν αυτή την πόλη·
τυχερή μονάχα να ᾽ναι.
Πώς την πόλη μου θαμάζουν κι αγαπάνε!
ΠΙΣ., στο δούλο που έφερε ένα καλάθι φτερά.
Πιο σβέλτα· φέρνε γρήγορα.
ΧΟΡ. Μετανάστης όποιος τώρα εδώ θά ᾽ρθει
θά ᾽βρει ό,τι καλό ποθεί·
1320 Έρωτα, Σοφία
και την Ησυχία
θά ᾽βρει την ειρηνική,
που χαμόγελα σκορπά η γλυκιά θωριά της·
θα ᾽ναι οι Χάριτες οι αθάνατες κοντά της.
ΠΙΣ., στο δούλο που φέρνει κι άλλα φτερά.
Τί τεμπελιά είν᾽ αυτή; Κουνήσου λίγο.

ΧΟΡ., δείχνοντας το δούλο.
Μα με τούτον τί θα γίνει;
Μπρος! Φτερά! Γεμίστε, φέρτε ένα κοφίνι.
Στον Πισθέταιρο.
Καλέ, δώσ᾽ του μια στην πλάτη
Τί γαϊδούρι! Κοίτα κει τον ακαμάτη.
ΠΙΣ. Τεμπέλης που ᾽ναι ο άτιμος.
ΧΟΡ., στον Πισθέταιρο.
1330 Εσύ βάλε πρώτα πρώτα τα φτερά
τούτα δω με τη σειρά·
όσα κελαηδούνε
ή μαντολογούνε,
χώρια τα θαλασσινά,
κι εξετάζοντας αυτούς που εδώ θ᾽ αράζουν
να τους δίνεις τα φτερά που τους ταιριάζουν.
ΠΙΣ., βλέποντας το δούλο που έρχεται αργά.
Μά τα γεράκια, δεν κρατιέμαι πια άλλο·
αρχιτεμπέλη, γιά άρπα τη, να μάθεις.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΔΡΕΠΑΝΙ ΚΡΟΝΟΥ

ΔΡΕΠΑΝΙ ΚΡΟΝΟΥ
(νησί, ακρωτήριο)
 
Κάποτε η Γαία, που δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένη από τη συνεχή γονιμότητα στην οποία την επέβαλε ο Ουρανός, ζήτησε από τους γιους της να την προστατέψουν βοηθώντας την να απαλλαχτεί από τον απαιτητικό σύζυγο.
 
Δέχτηκαν όλοι, εκτός από τον Ωκεανό, και ο Κρόνος, το στερνοπαίδι τους, ανέλαβε να παραφυλάξει την ώρα που ο Ουρανός θα πλησίαζε τη Γαία.
 
Στα χέρια του κρατούσε ένα ατσάλινο δρεπάνι που του το είχε προμηθεύσει η μητέρα του. Με αυτό απέκοψε τα γεννητικά όργανα του Ουρανού και πέταξε τους όρχεις στη θάλασσα, στο ακρωτήριο Δρέπανο που προφανώς ονομάστηκε έτσι από το δρεπάνι του Κρόνου.
 
Άλλες φορές πάλι θεωρούν ότι ο Κρόνος έριξε το δρεπάνι στη θάλασσα, και αυτό ρίζωσε και έγινε το νησί των Φαιάκων.

Αγάπη… δεν είναι

“Σ’ αγαπώ αλλά πρέπει να είσαι αυτός που θέλω. Αν δεν είσαι δε μπορώ να σ’ αγαπώ. Αν μ’ αγαπάς θα κάνεις αυτό που σου λέω”.

Αγάπη. Εγκλήματα έχουν γίνει στο όνομά της. Τι θα γινόταν άραγε αν οι άνθρωποι αγαπούσαν λιγότερο και σέβονταν περισσότερο ο ένας τον άλλον; Αν είχαν μάθει να ακούνε ο ένας τον άλλον.

Μεγαλώσαμε σε ένα εγωιστικό σκηνικό. Από μικρή ηλικία μάθαμε ότι αυτό που έχει σημασία-το μόνο που έχει σημασία-είναι να επιβάλλουμε την αλήθεια μας στους άλλους. Να μην ανεχόμαστε ούτε για ένα δευτερόλεπτο την πιθανότητα η αλήθεια του άλλου να έχει κάποιο νόημα. Πρέπει με κάθε τρόπο η αλήθεια η δική μας να επικρατήσει.

Και τελικά χωρίζουν οι άνθρωποι, διαλύονται οι σχέσεις και το μόνο που μένει στην αίσθηση της κοινωνίας είναι περισπούδαστοι τίτλοι. “Την παράτησε”, ”τον άφησε”.. έτσι απλά.. καμία σημασία δεν έχουν οι επιμέρους διεργασίες που έκαναν δυο ανθρώπους να φτάσουν μέχρι εκεί. Καμία σημασία δεν έχουν οι ψυχές. Πάντα υπάρχει ένα θύμα που μένει πίσω και ένας θύτης που φεύγει. Τόσο απλά, τόσο εύκολα.

Γνωρίζονται δυο άνθρωποι και κάποια στιγμή απλά συνυπάρχουν. Έχουν γίνει ξένοι μεταξύ τους και το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να μην το αποδεχτούν ποτέ. Παραμένουν και μετασχηματίζονται ως φροντιστές παιδιών και μετά έχουν να παλέψουν από τη μια με τα συναισθηματικά τους κενά και από την άλλη με τις επιταγές του ρόλου τους. Αλληλοκατηγορίες, τσακωμοί, κανείς δεν καταλαβαίνει κανέναν.

Η ζωή μετατρέπεται από κάτι όμορφο σε κάτι άλλο. Σε μια ανηφόρα ατελείωτη που πρέπει να αποδείξεις στον εαυτό σου ότι μπορείς να την ανέβεις. Ακόμη κι αν υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι, εσύ πρέπει να ανέβεις από το συγκεκριμένο για να αποδείξεις ότι αντέχεις. Η ζωή έχει πια μετατραπεί όχι σε αυτό που θα έπρεπε να είναι, αλλά σε κάτι άλλο. Σε ένα διαρκή αγώνα.

Και μέσα σε όλα αυτά, μια κολώνα παραμένει όρθια. Η μόνη απαίτηση που υπάρχει ανάμεσα στους δύο ανθρώπους είναι η αποκλειστικότητα στο σώμα του άλλου. Αν υπάρχει αυτό δεν έχει σημασία το να λείπουν όλα τα υπόλοιπα. Η αποκλειστικότητα στην ψυχή, δεν έχει καμία σημασία. Ίσως γιατί αυτή δεν κερδίζεται έτσι εύκολα.

Αναρωτιέμαι αν ήταν τα πράγματα ανάποδα. Αν είμαστε υποθετικά σε μια φανταστική κοινωνία, όπου η αποκλειστικότητα στο σώμα δε θα είχε καμία σημασία και η αποκλειστικότητα στην ψυχή, ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχίσει να υφίσταται μία σχέση. Αν ξαφνικά ξυπνά ο ένας από τους δύο και αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχει αλληλοεπαφή με την ψυχή του άλλου. Ότι και οι δύο έχουν κλείσει τις διόδους για την ψυχή τους και τη βιώνουν ο καθένας μόνος του. Και ως απαραίτητο στοιχείο αυτής της φανταστικής κοινωνίας, αναστατώνονται οι δύο φανταστικοί επίσης σύντροφοι και τρέχουν πάνω κάτω ως απατημένοι.

Ίσως θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα σε μια τέτοια κοινωνία. Ίσως δε θα υπήρχαν τόσο αρνητικά συναισθήματα ανάμεσα στους ανθρώπους, ακριβώς γιατί το καμπανάκι δε θα ήταν για κάτι τόσο επιφανειακό όσο η αποκλειστικότητα του σώματος, αλλά θα ήταν ένα καμπανάκι ικανό να αποκαταστήσει τις αληθινές ισορροπίες άμεσα. Εν τη γεννέσει τους.

Αλλά μιας και δεν αναφερόμαστε σε αυτήν την κοινωνία που δεν υπάρχει, αλλά σε μία άλλη που υπάρχει και τη ζούμε, να κλείσω λέγοντας μόνο τούτο.

Ότι οι ψυχές των ανθρώπων δεν ανοίγουν με το έτσι θέλω. Κανείς δε δικαιούται να απαιτεί από κάποιον άλλον να του ανοίξει την ψυχή του. Αυτό κερδίζεται καθημερινά με πολύ κόπο. Αν δε γίνεται, δε φταίει ο κατέχων την ψυχή, αλλά ο άλλος που δε βρήκε τον κατάλληλο τρόπο να το κάνει και αντ’ αυτού απαιτεί απλά παράδοση άνευ όρων.

Όλα τα παραδίδει ο άνθρωπος αν τύχει στην πορεία της ζωής του. Την ψυχή του ποτέ έτσι αβασάνιστα. Δεν υπάρχουν θύτες και θύματα στις σχέσεις των ανθρώπων. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που έχουν λάθος κλειδιά για λάθος ψυχές. Και ακόμη κι αυτή η μικρή παραδοχή θα ήταν ικανή να φτιάξει μια πιο αληθινή σχέση. Αλλά ούτε αυτό ο εγωισμός μας δεν το αντέχει. Όχι. ”Εγώ είχα το σωστό κλειδί… εσύ δεν ήθελες να ανοίξεις την ψυχή σου”…

Ο σύντροφός μας είναι η προέκταση του εαυτού μας

Και φτάνει εκείνη η στιγμή που η μοναξιά κάνει την εμφάνισή της σε μια σχέση. Το ζευγάρι αντιδρά, δεν είναι σε κανέναν ευχάριστη αυτή η αλλαγή. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν μικρά παιδιά, όνειρα, κοινοί στόχοι. Σε μια καρέκλα προσπαθούν κάποια ζευγάρια να ξανανιώσουν τα αρχικά συναισθήματα που ένιωθαν.

Όσοι το ψάχνουν, κάτι κάνουν. Άλλοι δεν προσπαθούν καν, μπαίνουν στη μοναξιά του εγώ τους. Στις μισές κουβέντες τους υπάρχει η λέξη Εγώ. Είναι η στιγμή που ακούς γεμάτη έκπληξη τον άντρα σου να ομολογεί ότι ναι, θα βαριόταν να πάει διακοπές με εσένα. Τη μητέρα των παιδιών του. Όταν η σχέση αρχίζει να γίνεται περισσότερο δύσκολη για όλους, όταν το μόνο θέμα συζήτησης είναι η καθαριότητες του σπιτιού, τότε αρχίζει η μοναξιά.

Μοναξιά γιατί το βράδυ που γυρίζει κουρασμένος όταν ανοίγει την πόρτα, η μόνη σκέψη είναι τα παιδιά, πρώτα να αγκαλιάσει τις κόρες. Η μητέρα πιο εκεί, λίγο παραπονεμένη. Περιμένει και αυτή, μάταια όμως. Άδικα φόρεσε και το εντυπωσιακό φόρεμα που έμεινε απαρατήρητο μέσα στις παρατηρήσεις.

Και αυτός βαρέθηκε λέει να την περιμένει να μιλάει τόσες ώρες με τον πατέρα της, να την συμβουλεύει σαν μοναχοκόρη του. Να την υπερπροστατεύει από μικρή, μιας και η μαμά δεν υπήρχε ή είχε εκτοπιστεί. Δεν μιλάμε για την δουλειά. Τόση κούραση.

Μα πού βρίσκουμε οι άνθρωποι όλο αυτόν τον χώρο και αποθηκεύουμε τόση καταπίεση, προσβολές, χωρίς να μιλάμε; Για το καλό των παιδιών. Να μην χάσουμε την δουλειά μας. Ποιο καλό; Tι θα τους κάνει το παιδί τους γυαλιστερούς πύργους και τα χρυσά μαχαιροπίρουνα; Όταν θα γυρίσεις το βράδυ και κλείσεις την πόρτα του σπιτιού σου, τότε όλη αυτή η καταπίεση αυτόματα ρέει, τόσα άσχημα συναισθήματα.

Σαν να ανοίγει ο ασκός του Αιόλου. Περνάει στον χώρο ,μέσα στα αθώα μάτια των παιδιών και τα ισοπεδώνει. Αρκεί μια ματιά δική τους. Θα καταλάβουν ότι ίσως να είναι αυτά ένοχα που νιώθεις έτσι και ότι ίσως να μην τα αγαπάς και τόσο πολύ.

Πώς τελικά θα μπορέσουμε να καταλάβουμε πόσο πολύ όλα αυτά και άλλα τόσα διαμορφώνουν την ευτυχία μας; Πώς η μοναξιά που βιώνουμε σε μια σχέση μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αλλαγή δικών μας συμπεριφορών;

Αν σκεφτούμε ότι τα συναισθήματα είναι κάτι συλλογικό, θα πρέπει να φροντίσουμε εμείς έτσι ώστε να αντισταθούμε σε ένα πράγμα. Στο να μας αρέσει η μοιρολατρία, η μοναξιά και η άνευ όρων παράδοση της ευτυχίας μας. Ας σκεφτούμε ότι ο σύντροφός μας είναι η προέκταση του εαυτού μας, δεν μπορεί να αντικατασταθεί, δεν μπορεί να ποδοπατηθεί.

Του αξίζει λίγος χρόνος. Όταν αλλάζουμε πολλούς συντρόφους δεν θα μπορέσουμε ποτέ να γευτούμε το αίσθημα της παντοτινής αγάπης που θα μας δώσει την γαλήνη και θα μας ολοκληρώσει.

Τα μάτια λένε την αλήθεια, αυτά να κοιτάς

Το πρώτο και το τελευταίο πράγμα που προσέχω στους ανθρώπους, είναι τα μάτια τους και ο τρόπος που «κοιτάζουν». Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής!

Σ’ αυτά γράφονται οι βαθύτερες σκέψεις χωρίς λόγια!

Μέσα τους καθρεφτίζεται η πιο απόκρυφη σκέψη, το πιο ακριβό συναίσθημα, η πιο φτηνή δικαιολογία…

Αρκεί να ξέρεις να τα διαβάζεις! Και πίστεψέ με… «θέμα εμπειρίας!» είναι κι αυτό!

Θα μάθεις να τα αποκρυπτογραφείς, όταν θα μάθεις να κοιτάς τους ανθρώπους κατάματα χωρίς φόβο και δισταγμό!

Διστακτικοί είναι όσοι έχουν «κάτι να φοβηθούν» ή ακόμη χειρότερα όσοι έχουν «κάτι να κρύψουν».

Αυτών το βλέμμα το καλύπτουν οι «σκιές» γι’ αυτό είναι πάντα «σκοτεινό και κρύο».

Τα πιο ωραία μάτια δεν είναι τα μπλε, ούτε τα πράσινα, ούτε τα αμυγδαλωτά!

Είναι τα καθαρά! Αυτά που εκπέμπουν ειλικρίνεια κι ανόθευτη αλήθεια!

Αυτά που σ’ αγκαλιάζουν με το βλέμμα τους και σου προκαλούν εμπιστοσύνη!

Αυτά ν’ αναζητάς!

Κι αν σταθείς τυχερός/ή και τα συναντήσεις, να τα προσέχεις «σαν τα μάτια σου!» και να τα’ αγαπάς σαν τη ψυχή σου

Να τους εμπνέεις σιγουριά κι ασφάλεια!

Και κάθε πρωί να τα κοιτάς κατάματα και να «καθρεφτίζεται η ψυχή σου» μέσα τους, με ευγνωμοσύνη!

Η κλεψύδρα της ζωής

Το καλοκαίρι πάντα δίνει χρόνο στις σκέψεις μου και με το χαρακτήρα που έχω αυτό δεν θα μπορούσε να μείνει ανεκμετάλλευτο. Τριγυρνάνε πολύ καιρό στο μυαλό μου οι λέξεις επιφάνεια, χρόνος, πρέπει. Προσπαθώ να καταλάβω, αλλά δεν τα καταφέρνω καλά.

Οι άνθρωποι έχουμε τόση ανάγκη ο ένας τον άλλον, για ένα άγγιγμα, μια λέξη, μια αγκαλιά, για να μοιραστούμε το συναίσθημα- ευχάριστο και στενάχωρο- κι αντί γι’αυτό δημιουργούμε τείχη.. ψηλά τείχη, μην τυχόν και μας δουν.. μην τυχόν και μας νιώσουν.. φοβόμαστε να είμαστε καλά μην τυχόν και μας ζηλέψουν και μας κάνουν κακό.. μας εκμεταλλευτούν, φοβόμαστε να μην είμαστε καλά μην τυχόν και μας λυπηθούν και φυσικά, δεν αντέχουμε τον οίκτο κανενός...  πολύ μεγάλη η αξιοπρέπεια μας για να το αντέξει αυτό.. και η αλήθεια είναι πως σαφώς μπορεί να συμβούν αυτά.

Και υπάρχει κι άλλος φόβος.. αδιαφορία λέγεται.. ποιος ενδιαφέρεται για το πώς νιώθω.. για το τι θέλω.. ας μη δώσω καλύτερα τροφή για σχόλια.. Ας κλείσω καλά το κλουβί μου, χρυσό κατά προτίμηση έτσι για να αρέσει καλύτερα ή μαύρο; Για να έχω περισσότερους οπαδούς μιας και το μαύρο έλκει... το δικό μου μαύρο, αυτό που περίτεχνα καλύπτει το δικό σου και μετά και μετά πιο καλή η μοναξιά... μια μοναξιά όμως που δεν αντέχω... που με πνίγει... όχι μια κι έξω... αργά-αργά και βασανιστικά.. ρουφάει το οξυγόνο μου.. ρουφάει το αίμα μου..ρουφάει εμένα ολόκληρο, μέχρι να με καταπιεί, μέχρι να μην υπάρχω πια... και τότε είναι πια αργά.

Κρυβόμαστε πίσω από λέξεις... πολλές... αμέτρητες... κενές... πίσω από γενικότητες που δεν ενδιαφέρουν ούτε εμάς τους ίδιους.. Δίνουμε αξία σε πράγματα χωρίς αξία.. και το πιο σημαντικό όλων το μηδενίζουμε χωρίς δεύτερη σκέψη.

ΧΡΟΝΟΣ

Κανείς δεν ξέρει πότε θα είναι ο τελευταίος κόκκος άμμου της δικής του κλεψύδρας.. κι όμως τον σπαταλάμε σα να μην έχει καμία αξία... τον κοστολογούμε μηδέν... το απόλυτο μηδέν.. με εξαίρεση τη δουλειά μας που τότε ποτέ η πληρωμή του δε μας είναι ικανοποιητική... τότε έχουμε τη γνώση πως δουλεύουμε»τσάμπα» αλλά τι να κάνουμε, εκεί μας «κατάντησαν»... αυτοί, οι άλλοι θα μας πεθάνουν... αυτοί οι άλλοι ευθύνονται για όλα.

Τα πράγματα σαφώς και θα έπρεπε να ήταν αλλιώς... δηλαδή, θα έπρεπε το αφεντικό να μου μιλούσε γλυκά και τρυφερά, ο σύντροφος/σύζυγος να μη ροχάλιζε, να μην είχα αρχή φαλάκρας τόσο νωρίς, και το παιδί να διάβαζε τα μαθήματά του χωρίς παρακάλια, να ήμουν πιο ψηλή, να ήταν πιο μεγάλο το σπίτι μου.. να μην είχα τόσο ανάξιους εργαζόμενους..να είχα κι ένα εξοχικό κάπου κι αν το έχω ας έχω κι ένα δεύτερο κάπου αλλού. Και κάθε ΠΡΕΠΕΙ σκάει μέσα στο κεφάλι μας, πιάνει όλο τον τόπο αυτό το ανικανοποίητο, ο θυμός, η αυτοδικαίωση τόσο που να μη χωρά καμιά ευτυχισμένη σκέψη, κανένα βαθύ γαλήνεμα...

Ίσως η πιο βαθιά σύνδεση με τη ζωή βρίσκεται στην τέχνη να είσαι ανοιχτός στα λάθη, να μη σου πω και θετικός ακόμα.. Πάψε να θεωρείς πως τα ξέρεις όλα, άρχισε να ακούς πρώτα το μέσα σου και μετά τους άλλους, από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο μεγάλο, άφησε χώρο στην ψυχή και στο μυαλό σου για το διαφορετικό.. επίλεξε εσύ αυτό που σου ταιριάζει και κάνε το δικό σου.. απόλαυσε το.

Κάποτε έβλεπα με τρόμο τα 45 και νόμιζα φτάνοντάς τα θα ήμουν γέρος. Τι  λάθος, μιας και σήμερα, μια ανάσα μόλις μακριά, αισθάνομαι πιο νέος και πολύ πιο τολμηρός από τα 20 μου. Ξεκινώντας τη δουλειά μου είχα απαιτήσεις για το πώς θα’πρεπε να πάει. Για το πώς θα πρέπει να είναι η ζωή μου σήμερα.. Αναθεώρησα πολλές φορές τις απόψεις μου, και σήμερα, μπορώ να πω πως αν είχα εκείνα που ονειρευόμουν τότε πιθανόν να ήμουν δυστυχής. Πιθανόν και όχι, δεν θα μάθω ποτέ! Εκ των υστέρων μπορώ να δω πώς κάποιες αστοχίες μου με βοήθησαν κι όλας.

Είναι εξαιρετικό έως και απαραίτητο να έχεις την πόρτα σου ανοιχτή σε μια άλλη οπτική, να συνειδητοποιείς πως κάποιες προσδοκίες σου δεν είναι παρά κοινωνικά μικρόβια, στερεότυπα τσιμπούρια, που κάνουν το μυαλό και τη ζωή σου κολλημένη στο λίγο.

Η ζωή, πιστεύω, ξεκινά από το σημείο όπου λες... στάσου, μήπως κάνω  λάθος; Μήπως μπορώ να σκεφτώ διαφορετικά; Μήπως θα μπορούσα να το πάρω αλλιώς; H ζωή προχωρά από εκεί που καταλαβαίνεις πως τα λάθη, τα δύσκολα, τα απρόοπτα, τα άστοχα ξεκλειδώνουν τις πιο βαθιές σου δυνατότητες… ή τα μεγαλύτερα σκοτάδια σου.

Εσύ δημιουργείς το μονοπάτι κι ας νομίζεις πως αυτό σε πλάθει.. Σημασία δεν έχει τόσο πολύ τι ζεις αλλά πώς βιώνεις το κάθε τι.. Μπορείς να ζεις τη ζωή σου μέσα στην γκρίνια και τη μιζέρια για όλα τα κακά που σε βρήκαν.. αλλά μπορείς να επιλέξεις να εκμεταλλευτείς τον χρόνο για να ζήσεις..

Δώσε την ενέργειά σου για την επίλυση των προβλημάτων σου κι όσα δε λύνονται μάθε να ζεις με αυτά. Σταμάτα την μόνιμα αρνητική κριτική και την κινδυνολογία γιατί αυτό δεν είναι ειλικρίνεια ούτε και σοφία.

Πριν καν τελειώσω το κείμενο εγώ μπορεί να μην υπάρχω για να ακούσω το σ’ αγαπώ σου, να νιώσω την αγκαλιά σου, να μοιραστείς την χαρά σου, τους προβληματισμούς σου, ή μπορεί να μην υπάρχεις εσύ για λάβεις αυτά που έχω εγώ να σου δώσω, αν δεν σου κάνω φύγε.

Ψάξε να βρεις αυτό που γεμίζει την ψυχή σου, που σε κρατάει ζωντανό και τρέξε εκεί... Τώρα... Μην χάνεις άλλο χρόνο εδώ. Μην σπαταλάς χρόνο να με αλλάξεις. Άλλαξε εσύ ή αποδεξου το διαφορετικό μου, ιδανικά αγάπησε με γι’αυτό..αν δεν μπορείς ή δεν θες είναι εντάξει.. Τρέξε γρήγορα εκεί που νιώθεις πως η ψυχή σου ηρεμεί κι αν ακόμα δεν το έχεις βρει ψαξ’ το. Υπάρχει σίγουρα! Κι αν νιώθεις αλλιώς, άρχισε να ψάχνεις μέσα σου. Ψάξε, κι αν δεν μπορείς μόνος σου αποδεξου το και ζητά βοήθεια και όταν το μέσα σου ηρεμήσει τότε θα δεις πως μέσα στα τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων της γης σίγουρα μπορείς να φτιάξεις τον δικό σου κόσμο για να νιώθεις καλά..

Μην το καθυστερείς γιατί η κλεψύδρα έχει γυρίσει και η επόμενη στιγμή μπορεί να μην υπάρχει, είναι πολύ πιθανόν να μην υπάρχει, μετά κι επειδή δεύτερη ζωή δεν έχει κάνε ότι καλύτερο μπορείς για να την απολαύσεις!!! Όταν πεθάνω όσες ενοχές και να γεμίσεις, ο χρόνος δεν θα γυρίσει πίσω.

Ονειρέψου τώρα τη ζωή σου σαν ένα κάδρο και αφού ζωγραφίσεις εσένα πρώτα μέσα κάνε χώρο και για μένα, μόνο αν θέλεις, όχι για να με μουτζουρώνεις κάθε μέρα αλλά για να μου δίνεις χρώμα, αφού το φτιάξεις να είσαι διατεθειμένος κάθε στιγμή να το αλλάξεις, γιατί η ομορφιά της ζωής είναι πως δεν ξέρεις ποτέ τι σου επιφυλάσσει η επόμενη στιγμή. Κι αν την επόμενη στιγμή πέσεις, είναι εντάξει. Σήκω. Πάρε όσο χρόνο χρειάζεσαι αρκεί να μην παραιτείσαι από τη ζωή.

Ζήσε την θλίψη σου, ζήσε τον φόβο σου, τον θυμό σου, όπως την χαρά σου, μόνο μη μιζεριάζεις. Είμαι εδώ, αν το θες, για να σταθω πλάι σου. Ίσως να μπορώ να σε βοηθήσω να βρεις και τρόπο να σηκωθείς, αλλά δεν είμαι εδώ για να γίνω ο κάδος των απορριμμάτων σου..του ανεξέλεγκτου θυμού σου, προς όλους και όλα με επίκεντρο εσένα για να κοκορευεσαι ως ο καλύτερος. Δεν είσαι ο καλύτερος, ούτε εσύ ούτε κι εγώ.

Γίνε σημαντικός για σένα, μπορείς να γίνεις πολύ σημαντικός και για μένα κι αυτό σίγουρα δεν θα γίνει γιατί όλος ο υπόλοιπος κόσμος είναι σκάρτος, δε με αφορά αυτός ο κόσμος και ξέρεις και κάτι; Αυτός που για σένα είναι σκάρτος για κάποιον άλλον είναι σημαντικός, γιατί του έβγαλε το δικό του όμορφο κομμάτι, γιατί πιθανόν αυτό που δεν αντέχεις εσύ σε μένα, εγώ και κάποιος άλλος μπορεί να το αγαπάμε, ακόμα και να το θαυμάζουμε.

Αποδέξου αυτό λοιπόν και σταματά να ασχολείσαι με το πώς πρέπει να είναι ο κόσμος όλος και επικεντρώσου σε σένα που οφείλεις να σε αγαπάς και σε μένα που λες πως αγαπάς, γιατί ξέρεις και κάτι ακόμα; μπορεί κι εγώ να σ’αγαπώ χωρίς να χρειάζεται να είσαι καλύτερος από κάποιον άλλον.. άλλωστε δεν έχουν όλες οι ερωτήσεις απαντήσεις. Κι εγώ μπορεί να σ’ αγαπώ γιατί απλώς σε αγαπώ, κι αυτό να είναι αρκετό για να βγάζω μαζί σου ένα από τα ομορφότερα κομμάτια του εαυτού μου.

Και ανάμεσα σε όλες αυτές τις σκέψεις σηκώνω το κεφάλι και το βλέμμα μου χάνεται στο ατελείωτο γαλάζιο, ήρθε η ώρα να χωθώ στην αγκαλιά του.

Καλή συνέχεια σε όλους!

Η καρδιά δεν μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή

Το Όνομα είναι Αγάπη αλλά το Παιχνίδι Πολιτική

Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με το χρήμα. Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με τον πόλεμο. Ο νους είναι καλός σε οτιδήποτε σχετίζεται με τη φιλοδοξία. Ο νους όμως είναι απολύτως άχρηστος σε οτιδήποτε σχετίζεται με την αγάπη. Χρήμα, πόλεμος, επιθυμίες, φιλοδοξίες… Δεν μπορείς όμως να βάλεις την αγάπη στην ίδια κατηγορία.

Η αγάπη βγαίνει από μια άλλη πηγή του είναι σου, στην οποία δεν υπάρχουν αντιθέσεις.

Μια πραγματική παιδεία δεν θα σου διδάσκει μόνο το νου, γιατί ο νους μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, δεν μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή. Η καρδιά δεν μπορεί να σου δώσει καλά χρήματα, μπορεί όμως να σου δώσει καλή ζωή. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιλέξεις ανάμεσα στα δύο. Χρησιμοποίησε το νου για εκείνα που είναι φτιαγμένος και την καρδιά για εκείνα που είναι φτιαγμένη.

Η καρδιά είναι η υπέρβαση της δυαδικότητας.

Η καρδιά δεν γνωρίζει ζήλια – αυτή είναι προϊόν του νου. Η καρδιά είναι τόσο γεμάτη από αγάπη, που μπορεί να αγαπάει χωρίς να φοβάται ότι θα εξαντληθεί. Μπορούμε να γεμίσουμε ολόκληρο τον κόσμο με αγάπη, είμαστε όμως σχεδόν ανάπηροι – την έχουμε σακατέψει την καρδιά μας, την έχουμε προσπεράσει. Δεν παίζει κανένα ρόλο στη ζωή μας.

Χαρακτηριστικές συνήθειες και ενέργειες ενός ώριμου ατόμου

Όλες οι θεωρίες της ωριμότητας κάνουν νύξεις για τις χαρακτηριστικές συνήθειες και ενέργειες ενός ώριμου ατόμου. Παρ’ όλο που υπάρχουν μερικές διενέξεις μεταξύ των θεωρητικών, όπως για το σε τι πραγματικά συνίσταται η πλήρης ωριμότητα, υπάρχουν επίσης πολλά ουσιαστικά κοινά σημεία.

Υπάρχει γενική συμφωνία, ότι τα ώριμα πρόσωπα έχουν την αίσθηση της ταυτότητας, την αίσθηση του “Εγώ” ( “I” ) που προαναφέρθηκε, την αίσθηση του ποιοι είναι, ξεχωριστά από τους άλλους στη ζωή τους. Τα ξεχωριστά όμως αυτά πρόσωπα κατανοούν επίσης την ανάγκη και για τη σωματική και για την ψυχολογική οικειότητα – μια ανάγκη να σχετιστούν σ’ ένα βαθύ, μεστό νοήματος επίπεδο με άλλους.

Οι ώριμοι άνθρωποι έχουν ειλικρινή διάθεση να είναι παραγωγικοί και να προσφέρουν στους άλλους. Θέλουν να δημιουργούν και να μοιράζονται τα δημιουργήματα τους. Δέχονται τη ζωή και την εργασία τους με ικανοποίηση και χαρά. Ζουν τη ζωή σαν με τα λόγια του Ότο Ρανκ, “καλλιτέχνες” (όχι απαραίτητα σαν καλλιτέχνες που γράφουν ή ζωγραφίζουν, αλλά σαν καλλιτέχνες της ζωής). Αφιερώνουν το ταλέντο τους στις επιδιώξεις τους και τη φαντασία τους, στη δημιουργία της ζωής τους κάθε μέρα.

Οι ώριμοι καλλιτέχνες της ζωής είναι αυθόρμητοι, ανεκτικοί, ευέλικτοι, δεκτικοί σε καινούργιες εμπειρίες, και αμφισβητούν την πραγματικότητα. Έχουν αρμονία με τις εξωτερικές επιδράσεις, αλλά είναι αυτόνομοι και απασχολημένοι με τη διαδικασία σύνθεσης της δικής τους ζωής. Θεωρούν την ύπαρξη μια σειρά επιλογών, τις οποίες πρέπει να αποφασίσουν, και για τις οποίες είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι. Ενδιαφέρονται, σέβονται και εκτιμούν τον κόσμο, την κοινωνία μέσα στην οποία ζουν και τους άλλους που βρίσκονται σ’ αυτήν, ακόμα και αν δεν συμφωνούν εντελώς με αυτούς. Πιστεύουν στις προσωπικές τους ανάγκες και δυνατότητες και αντιλαμβάνονται, ότι αυτές μπορεί να συγκρουσθούν πολλές φορές με των άλλων, αλλά αναγνωρίζουν ότι η σύγκρουση μπορεί ν’ αποτελέσει θετικό παράγοντα ανάπτυξης και αλλαγής.

Οι ώριμοι άνθρωποι έχουν μια βαθειά πνευματική αίσθηση ως προς τη σχέση τους με τη φύση και τους άλλους ανθρώπους και αναγνωρίζουν το διαρκές θαύμα της ζωής και του να ζουν. Κάνουν πλήρη χρήση των δυνατοτήτων τους, αποδέχονται τον εαυτό τους ως μέρος του μεγαλύτερου μυστηρίου της ζωής, και μοιράζονται την αγάπη, τη χαρά και τη γνώση τους μ’ έναν ανοιχτό, ανιδιοτελή, υπεύθυνο τρόπο.

Στην ουσία, λοιπόν, οι ολοκληρωμένοι, ώριμοι άνθρωποι αναπτύσσονται συνεχούς, γιατί αντιλαμβάνονται, ότι η ωριμότητα δεν είναι ένας στόχος, αλλά μια διαδικασία, ότι η ουσία της ωριμότητας βρίσκεται στις δημιουργικές και υπεύθυνες επιλογές. Έχουν μια ευέλικτη, όχι όμως συμβατική αίσθηση ταυτότητας, μια ανεκτική και ζωντανή αίσθηση του ποιοι είναι, τι μπορούν να γίνουν και πού βρίσκονται οι δυνάμεις τους.

Στον ώριμο άνθρωπο είναι θεμελιακή η ικανότητα να δημιουργήσει βαθειές, οικείες, γεμάτες νόημα σχέσεις που βασίζονται πάνω στην “ασυμβίβαστη εκτίμηση” της μοναδικότητας των άλλων. Είναι στοργικοί, ερωτικοί και ανταποκρίνονται σεξουαλικά. Είναι κοινωνικοί, έχουν φίλους και αίσθηση της κοινωνικότητας. Είναι παραγωγικοί και αφοσιωμένοι στην εργασία τους. Αποδέχονται την αλλαγή για τη βελτίωση του εαυτού τους και των άλλων, όπως επίσης και της κοινωνίας μέσα στην οποία ζουν. Είναι επινοητικοί, έχουν αυτοπεποίθηση, χιούμορ και άνεση μέσα στο περιβάλλον τους, με τον εαυτό τους και με τους άλλους.

IRVIN YALOM: Γιατί τόσο πάθος, τόση ευλάβεια για την αλήθεια;

“Τέτοιο πάθος για την αλήθεια! Συγχωρήστε με, καθηγητά Νίτσε, αν ακούγομαι προκλητικός, αλλά συμφωνήσαμε να μιλήσουμε ειλικρινά. Εσείς μιλάτε για την αλήθεια σαν να ήταν κάτι ιερό, σαν να θέλετε ν’ αντικαταστήσετε «μια θρησκεία με μια άλλη. Επιτρέψτε μου να παραστήσω τον συνήγορο του διαβόλου. Επιτρέψτε μου να ρωτήσω: Γιατί τόσο πάθος, τόση ευλάβεια για την αλήθεια; Πώς θα βοηθήσει η αλήθεια τον άρρωστό μου;”

“Δεν είναι η αλήθεια ιερή, ιερή είναι η αναζήτηση της αλήθειας του καθενός μας! Μπορεί να υπάρχει πιο ιερή πράξη από την αυτοαναζήτηση; Το φιλοσοφικό μου έργο, λένε κάποιοι ότι είναι χτισμένο πάνω στην άμμο: οι απόψεις μου αλλάζουν συνεχώς. Αλλά μια από τις πάγιες φράσεις μου είναι: “Γίνε αυτό που είσαι”. Και πώς μπορεί κανείς ν’ ανακαλύψει ποιος είναι και τί είναι χωρίς την αλήθεια;”

“Η αλήθεια του αρρώστου μου όμως είναι ότι έχει πολύ λίγο χρόνο ζωής μπροστά του. Πρέπει εγώ να του προσφέρω αυτή την αυτογνωσία;”

“Η αληθινή εκλογή, η πλήρης εκλογή”, απάντησε ο Νίτσε, “μόνο κάτω από τον ήλιο της αλήθειας μπορεί ν’ ανθίσει. Πώς αλλιώς μπορεί να γίνει;”

Συνειδητοποιώντας ότι ο Νίτσε μπορούσε να επιχειρηματολογεί πειστικά —και ατελείωτα— σ’ αυτή την αφηρημένη επικράτεια της αλήθειας και της εκλογής, ο Μπρόιερ είδε ότι έπρεπε να τον αναγκάσει να μιλήσει πιο συγκεκριμένα.

“Κι ο σημερινός ασθενής μου; Ποιο είναι το φάσμα των επιλογών του; Ίσως η εμπιστοσύνη στον Θεό να είναι η δική του επιλογή!”

“Αυτό δεν αποτελεί επιλογή ενός άντρα. Δεν είναι ανθρώπινη επιλογή, αλλά μια προσπάθεια ν’ αδράξεις μια ψευδαίσθηση έξω απ’ τον εαυτό σου. Μια τέτοια εκλογή, η εκλογή του άλλου, του υπερφυσικού, πάντα σε αποδυναμώνει. Πάντα κάνει τον άνθρωπο μικρότερο απ’ αυτό που είναι.
Εγώ αγαπώ ό,τι μας κάνει μεγαλύτερους απ’ αυτό που είμαστε .”

ΙΡΒΙΝ ΓΙΑΛΟΜ, ΟΤΑΝ ΕΚΛΑΨΕ Ο ΝΙΤΣΕ

Το ισχυρότερο υλικό στο σύμπαν θα μπορούσε να είναι (πυρηνικά) ζυμαρικά

Στην αστροφυσική και την πυρηνική φυσική, τα πυρηνικά ζυμαρικά είναι ένας θεωρητικός τύπος εκφυλισμένης ύλης που θεωρείται ότι υπάρχει μέσα στην κρούστα των αστέρων νετρονίων. Μεταξύ της επιφάνειας ενός άστρου νετρονίων και το πλάσμα κουάρκ-γκλουονίων στον πυρήνα του, σε πυκνότητα 10 14 g/cm 3, η πυρηνική έλξη και η άπωση Coulomb δυνάμεις είναι παρόμοιου μεγέθους. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δυνάμεων οδηγεί στον σχηματισμό μιας ποικιλίας σύνθετων δομών φτιαγμένων από νετρόνια και πρωτόνια. Οι αστροφυσικοί καλούν αυτούς τους τύπους των δομών  πυρηνικά ζυμαρικά επειδή η γεωμετρία των δομών μοιάζει με διάφορα είδη ζυμαρικών.
 
Η ισχυρότερη ουσία του σύμπαντος σχηματίζεται από τα υπολείμματα ενός νεκρού αστέρα. Σύμφωνα με προσομοιώσεις, τα πρωτόνια και τα νετρόνια στο συρρικνωμένο φλοιό ενός αστεριού μπορούν να υποβληθούν σε τέτοια  βαρυτική πίεση, η οποία τους συμπιέζει σε “λουριά” που μοιάζουν με linguini – αλλά μόνο αν τους εφαρμόζατε 10 δισεκατομμύρια φορές τη δύναμη που χρειαζόταν για να σπάσει ο χάλυβας.
 
Η παρουσία ενός μικρού πληθυσμού πρωτονίων είναι απαραίτητη για το σχηματισμό πυρηνικών ζυμαρικών. Η πυρηνική έλξη μεταξύ πρωτονίων και νετρονίων είναι μεγαλύτερη από την πυρηνική έλξη δύο πρωτονίων ή δύο νετρονίων. Παρόμοια με τον τρόπο που τα νετρόνια δρουν για να σταθεροποιήσουν τους βαριούς πυρήνες των συμβατικών ατόμων, έναντι της ηλεκτρικής απωθήσεως των πρωτονίων, τα πρωτόνια δρουν για να σταθεροποιήσουν τις φάσεις ζυμαρικών. Ο ανταγωνισμός μεταξύ της ηλεκτρικής άπωσης των πρωτονίων, της ελκυστικής δύναμης μεταξύ των πυρήνων και της πίεσης σε διαφορετικά βάθη στο αστέρι οδηγεί στον σχηματισμό των πυρηνικών ζυμαρικών.
 
Ενώ τα πυρηνικά ζυμαρικά δεν έχουν παρατηρηθεί σε ένα αστέρι νετρονίων, θεωρούνται θεωρητικά ότι υπάρχουν φάσεις στο εσωτερικό φλοιό των αστέρων νετρονίων, που σχηματίζουν μια περιοχή μετάβασης μεταξύ της συμβατικής ύλης στην επιφάνεια και της πολύ πυκνής ύλης στον πυρήνα.
 
Προς την κορυφή αυτής της περιοχής μετάβασης, η πίεση είναι αρκετά μεγάλη ώστε οι συμβατικοί πυρήνες να συμπυκνωθούν σε πολύ πιο μαζικές ημισφαιρικές συλλογές. Αυτοί οι σχηματισμοί θα ήταν ασταθείς έξω από το αστέρι, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε νετρόνια και του μεγέθους τους, που μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ δεκάδων και εκατοντάδων νουκλεονίων. Αυτή η ημισφαιρική φάση είναι γνωστή ως φάση nnocchi.
 
Πώς να μαγειρέψετε «πυρηνικά ζυμαρικά» σε τρία εύκολα βήματα
 
1. Βράστε ένα μεγάλο, πεθαμένο αστέρι μέχρι να φτάσει στη σουπερνόβα και να εκραγεί. (Θα μπορούσε να χρειαστεί ένα δισεκατομμύριο χρόνια, οπότε να είστε υπομονετικοί.)  
2. Ανακινήστε έντονα τα υπόλοιπα πρωτόνια και τα ηλεκτρόνια μέσα στον συρρικνωμένο πυρήνα του αστεριού μέχρι να συγχωνευθούν σε μια σούπα από υπερπυκνα νετρόνια. Εφαρμόστε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βαρύτητα.
3. Βάλτε τη σούπα  νετρονίων σε μια αεροστεγή σφαίρα μεγέθους μικρής πόλης. Καλύψτε την με μια κρυσταλλική κρούστα σε 600.000 βαθμούς Κελσίου. Voila! Μόλις φτιάξατε ένα από τα πιο παράξενα παρασκευάσματα του κόσμου – τα πυρηνικά ζυμαρικά.

Για μερικά χρόνια, οι αστροφυσικοί είχαν πειστεί με την ιδέα ότι μια τέτοια ύλη σαν linguini μπορεί να κυματίζει γύρω από τα αστέρια νετρονίων – τα σχετικά μικρά, απίστευτα πυκνά αστέρια που σχηματίζονται μετά από την βαρυτική κατάρρευση μεγάλης μάζας  άστρων.
 
Τα πυρηνικά ζυμαρικά φτιάχνουν μεγάλα υπολείμματα (μπορεί να είναι σχεδόν η μοναδική ύλη που μπορεί να επιβιώσει σε ένα αστέρι μετά από μια έκρηξη σουπερνόβα). Αντίθετα με τα γήινα noodles, ωστόσο, τα πυρηνικά ζυμαρικά μπορεί να είναι η ισχυρότερη ουσία στο σύμπαν.
 
Σε μια μελέτη μια ομάδα ερευνητών διενήργησε μια σειρά προσομοιώσεων σε υπολογιστές για να ελέγξει τη δύναμη των πυρηνικών αυτών “ζυμαρικών”, βασισμένοι σε όλα όσα είναι γνωστά για τις συνθήκες του άστρου νετρονίων κάτω από τις οποίες σχηματίζεται. Η ομάδα διαπίστωσε ότι, για να σπάσει μια πλάκα από πυρηνικά noodles, θα μπορούσε να χρειαστεί περίπου 10 δισεκατομμύρια φορές τη δύναμη που απαιτείται για να θρυμματίσει ο χάλυβας.
 
Ένα μεγάλο μέρος της δύναμης των πυρηνικών ζυμαρικών πιθανότατα προέρχεται από την πυκνότητα του. Τα πυρηνικά ζυμαρικά πιστεύεται ότι υπάρχουν μόνο μέσα στα αστέρια νετρονίων, τα οποία σχηματίζονται όταν μεγάλα αστέρια (τουλάχιστον οκτώ φορές η μάζα του ήλιου μας ) καταρρέουν με τη δική τους βαρύτητα. Ως αποτέλεσμα, τα αστέρια νετρονίων πακετάρουν μια μάζα σαν του ήλιου (ή περισσότερη) σε ένα συμπαγές πυρήνα, περίπου, 20 χιλιομέτρων.
 
Για να υπάρχει κάτω από τέτοιες ακραίες συνθήκες ένα αστέρι νετρονίων γίνεται πολύ, πολύ βαρύτερο από ότι θα ήταν οποιοδήποτε σώμα στο σύμπαν.
 
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, τα πυρηνικά ζυμαρικά μπορεί να γίνουν τόσο ισχυρά και τόσο πυκνά πακεταρισμένα ώστε να μπορούν να σχηματίσουν μικρά «βουνά» που θα μπορούσαν να ανυψώσουν τον φλοιό ορισμένων άστρων νετρονίων. Καθώς αυτά τα αστέρια περιστρέφονται (και τα αστέρια νετρονίων μπορούν να περιστρέφονται πολύ γρήγορα), αυτά τα ανυψωμένα κομμάτια θα μπορούσαν θεωρητικά να δημιουργούν κυματισμούς στον περιβάλλοντα χωροχρόνο – επίσης γνωστά ως βαρυτικά κύματα.
 
Τα κύματα βαρύτητας εντοπίστηκαν όταν δύο αστέρια νετρονίων συγκρούστηκαν μεταξύ τους – αλλά εάν τα πυρηνικά ζυμαρικά έχουν να κάνουν με αυτό θα απαιτηθούν πολλές περαιτέρω μελέτες.

Το Έρεβος στην Ορφική Κοσμογονία

Η Ορφική Κοσμογονία (μέρος της Θεολογίας των Ελλήνων) αξιώνει πως από τον πρωτογενή- προχωρικό Χρόνο γεννάται τριπλή γονή, τρία αλληλεπιδραστικά πεδία: το Χάος, ο Αιθήρ και το Έρεβος. Ενδεικτικά, στο μέρος ΙΑ (Ιερωνύμου- Ελλανίκου θεογονία) της Ορφικής Θεολογίας (Συλλογή Otto Kern, μετ.-σχόλια Μ. Σίδερη, Εκδ. Πυρ. Κόσμος 2005), στο απόσπ. 1 (54) Δαμασκίου «Περί των Πρώτων Αρχών», (123) λέγεται: «Και υπολαμβάνω την εν ταις ραψωδίαις (Ιερούς Λόγους Ορφέως) Θεολογίαν....  Χρόνος, ούτος ο δράκων γεννάται τριπλήν γονήν· Αιθέρα, φημί, νοτερόν και χάος άπειρον και τρίτον επί τούτοις Έρεβος ομιχλώδες......» μεταφρ.: «Και θεωρώ ότι η Θεολογία που περιέχεται στις ραψωδίες (τους Ιερούς Λόγους του Ορφέως)....(λέγει) ότι ο Χρόνος, αυτός ο όμοιος με δράκοντα, γεννά τριπλή γονή: τον Αιθέρα, λέγω, τον νοτερό (υγρό), και το άπειρο, ατέρμονο Χάος· και τρίτο, ως αναγκαία φύτρα αυτών, το Έρεβος το ομιχλώδες»· και συνεχίζει «....το τρίτο μέλος της (γεμάτης από αναπαραγωγική δύναμη) υστερογενούς αυτής Τριάδος, είναι  Έρεβος ομιχλώδες, που αναλογεί στην [σ.τ.μ.: συνήθη  (θετική) ή δυνάμει (αρνητική) πάντως ενδοσυμπαντική] ελώδη, πρωτόγονη (= πρωτογενή αλλά όχι μορφοποιημένη, όχι κρυσταλλωμένη) ύλη....».   

Η ύλη αυτή, σύμφωνα με το απόσπ. ΙΑ,3 (56)-Απίωνος προς Κλήμεντα, Ρωμ. Ομιλίες VI 5-12[1], ανεδείχθη πολύ αργότερα από το προηγούμενό της Έρεβος κατά θέση, στην κλίμακα της κοσμογονικής διαδικασίας, όχι κατά ποιοτική αξιολόγηση. «Από τις τρείς θεμελιώδεις ουσίες (Αιθέρα, Γη-ύλη, Ύδωρ) της δημιουργίας του πραγματικού Κόσμου, μέσα στον οριοθετημένο, πλέον, καμπύλο (ωοειδή- σφαιρικό) Χωρόχρονο, η ουσία αυτή ως ενδοκοσμικό στοιχείο, υπεχώρησε ως πρωτογενές υλικό πεδίο προς τα κάτω[2], ελκόμενο από το βάρος[3] του  και εκάθησε ως υποστάθμη της Όλης (καθολικής) Ύλης (του Σύμπαντος). Το στοιχείο αυτό, ένεκεν της βαρυτικής έλξεως που κατείχε και για το ζοφερό του μεγαλείο, και επειδή περιείχε μέγιστο ποσόν της ουσίας των κατωτέρων τόπων, ονόμασαν Πλούτωνα. Και έκριναν, ότι αυτός είναι βασιλεύς του Άδη και των νεκρών...»[4]

Έως εδώ, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα σχετικά με το Έρεβος:

1. Στη φάση της Κοσμογονίας, πριν τη γέννηση του τόπου παραγωγής πραγματικού - οντικού έργου, του Συμπαντικού σφαιρώματος ή Ωού δηλαδή, το Έρεβος είναι ένα ουσιώδες πεδίο σύμμικτο συμπαράγωγο και απόβλητο των δύο άλλων αμιγών και διαχωρισμένων, δυναμικών ουσιωδών πεδίων: του Αιθέρος και του Χάους. Διότι, αν και βέβαια γεννάται- προέρχεται- από το κοινό (γενέθλιο και των τριών πεδίων), δυναμικό Είναι του Χρόνου, εντούτοις προκύπτει ως κατάλοιπο του διαχωρισμού των δύο άλλων. Στο απόσπασμα των Ιερών Λόγων ΙΒ 13 (66), (ως άνω) λέγεται πως το Ωόν (Συμπαντική Σφαίρα) είναι έκγονο του Αιθέρος και του Χάους.

2. Στο χωροχρονικό πεδίο, το Έρεβος δεν συμμετέχει στην όλη διαδικασία ποιήσεως των πραγματικών, θετικών υλικών διακόσμων. Εν τούτοις, συμπεριλαμβάνεται, ως πεδίο αδρανές ως προς τη Ζωή, αλλά και ως προς τη μεταθανάτια, τελεσφόρα διαδικασία αναμόρφωσης- αναγέννησης της ψυχής. Είναι ένα μέρος του όλου Πλουτωνείου βασιλείου, μια ενδιάμεση ζώνη, που το παρεμβάλλεται μεταξύ των τόπων Ζωής και Θανάτου στους οποίους εκτείνεται βασίλειο του «Κάτω Κόσμου». Αυτοί οι τόποι είναι α) Το φυτικό βασίλειο και ακόμη πιο σχολαστικά θεωρούμενη η σπερματική χθόνια ζώνη, εκεί που ο «θάνατος», η σήψη ενός υγιούς, άγονου καθ' εαυτόν, οργανισμού, του σπόρου, είναι ο λόγος της γεννήσεως πολλών, μεγάλων και γόνιμων όντων. Στην ίδια ζώνη και στο ίδιο βασίλειο, το Πλουτώνειο, υφίσταται και ενεργεί ο ριζωματικός πλούτος. Αλλά ότι αναφύεται στην επιφάνεια του εδάφους, ο πλούτος της χλωρίδας και των καρπών ανάγεται πλέον στο βασίλειο της Γής, της Ρέας και της Δήμητρας, όπως και στου Ήλιου και της Σελήνης. Δηλαδή ό, τι ασκεί τη δύναμή του (αναπαραγωγική, πολλαπλασιαστική ή θεμέλια-ερεισματική)  στο αθέατο ζωτικό μέρος του χοϊκού (χωμάτινου) μανδύα, καταλέγεται στο Πλουτώνειο βασίλειο. Δύναμη αναπαραγωγική, πολλαπλασιαστική και θεμελιώδη- ερεισματική. β) Ένα δεύτερο μέρος- έργο αυτού του βασιλείου, του Πλουτώνειου, βρίσκεται «κάπου αλλού», πέρα από τον πλανήτη, πέρα από την συνήθη ύλη η οποία δομείται και εξελίσσεται με τις δυνάμεις του φωτός και του Αιθέρος.

3. Ο δεύτερος αυτός τόπος (εκτός, πάντως, από τα Ηλύσια Πεδία και τα Νησιά των Μακάρων, όπου βασιλεύουν ο Αχιλλεύς ως σύζυγος της Ελένης -Λευκής- και η Ρέα με τον Κρόνο) είναι τα διάφορα πεδία του Αϊδίου βασιλείου, οι μεταθανάτιοι τόποι όπου βασιλεύει ο Πλούτων και η Περσεφόνη, Κόρη και Ψυχή της Δήμητρος, δηλαδή της εντελεχούς, εύφορης Γης και χθονίας Νοήσεως. Τα πεδία αυτά είναι τα Αϊδου Μέλαθρα (στα οποία συμπεριλαμβάνεται και ο Τάρταρος) και τα Αγνά Άλσεα της Περσεφόνης (που περιλαμβάνουν και τον Ασφοδελό Λειμώνα). Είναι  τόποι μεταθανάτιου προορισμού, κρίσεως, εγκατοικήσεως και προετοιμασίας των ανθρώπινων ψυχών ως την επαναγέννησή τους, αλλά, μερικές φορές και τόποι αιώνιας τιμωρίας, όταν η συμπαντική δικαιοσύνη το απαιτεί.   

Το συμπέρασμα είναι πως τόσο στον χθόνιο, όσο και  στον πέραν και έξω του κόσμου των όντων τόπο του Πλουτωνείου βασιλείου, συντελείται μεγάλη και εντατική δραστηριότητα. Κατά το ένα μέρος θεατή, κατά το άλλο αθέατη. Αντίθετα, το Έρεβος, δεν είναι τόπος δράσεως αλλά αδρανείας. Δεν είναι τόπος παραμονής, αλλά είναι τόπος διαβάσεως ή καταστροφής - εκμηδενισμού των ψυχών. Πάντως, είναι μεταθανάτιος τόπος. Ό, τι συμβαίνει εκεί και αφορά στα όντα, συμβαίνει μετά τον θάνατό τους, συμβαίνει στην ψυχή τους. Και τα όντα αυτά είναι αποκλειστικά και μόνον οι άνθρωποι. Οι διαβάτες του Ερέβους έχουν φύγει από τα πεδία των μορφών της ζωής· είναι νεκροί, που σαν ψυχές, σαν πνεύματα, κατευθύνονται στον Άδη - στον «άλλο κόσμο» της μεταθανάτιας ζωής.

Εκτός από τα αποσπάσματα των Ιερών Λόγων που ενδεικνύουν αυτό το αξίωμα έχομε την σχετικά ρητή διευκρίνιση του άλλου θεολόγου, του «επομένου τω Ορφεί» Ομήρου. Στην Ιλιάδα, (ραψ. Θ. 368) το Έρεβος αναφέρεται σαν τόπος σκότους μεταξύ της Γής και του Άδη. Στην Ιλιάδα επίσης (ραψ. Π 327) όπως και στη Οδύσσεια (ραψ. κ 528, λ. 564, μ 81 και αλλού) λέγεται ευθέως πώς «από το Έρεβος έπρεπε να διέλθει κάποιος, είτε εάν πήγαινε στον Άδη είτε αν ανήρχετο από αυτόν στη ζωή».

Στον Ησίοδο, τον επίσης θεολόγο και «τω Ορφεί επομένω», το Έρεβος φαίνεται να ταυτίζεται με τον Τάρταρο. Έτσι, στους στίχους 514-515, λέγει «τον ασεβή Μενοίτιο ο Δίας γκρέμισε στον βυθό του Ερέβους» και στους στίχους 668-669, λέγει ότι «και οι Τιτάνες, οι θεοί και όσοι γεννήθηκαν από τον Κρόνο κι αυτοί που ο Δίας ανέβασε από το υποχθόνιο Έρεβος στο φως του κόσμου πάλι.......» δίνεται έντονα η εντύπωση πως ο Ησίοδος ονομάζει και θεωρεί Έρεβος ό, τι οι Ιεροί Λόγοι παραδίδουν ως Τάρταρο.

Πάντως πρόκειται για επιπόλαιη εντύπωση. Διότι όσοι Τιτάνες καταταρταρώθηκαν, απλώς επαναφέρθηκαν στο πεδίο παραγωγής έργου που εξ αρχής άρμοζε στις θείες και πρωτογενείς, στα όρια του χωροχρονικού Σύμπαντος, δυνάμεις και ιδιότητές τους. Γι' αυτό και λέγεται στους  Ιερούς Λόγους: «Ο Ζεύς, που εξιλέωσε τους Τιτάνες» (ΙΒ, απ. 86 (143) τομ. 1ος ως άνω) και «....ο Ζεύς....προώθησε και τους Τιτάνες σ΄αυτόν, τον δικό του κόσμο....» (ΙΒ, απ. 153 (210) τομ. 2ος ως άνω) και: «(τους Τιτάνες) κατεκεραύνωσε ο Ζεύς, οργισμένος· και από την ύλη που παρήχθη, από την αιθάλη των καπνών που ανεδόθησαν από αυτούς, καθώς κατεκαίοντο, έγιναν λέγουν, οι άνθρωποι» (ΙΒ, απ. 162 (220)  τομ. 2ος ως άνω). Βέβαια η κατακεραύνωση κάθε άλλο παρά αφανισμό και εκμηδενισμό των θεϊκών (εδώ των Τιτάνων) σημαίνει. Αλλά αυτό, προφανώς, είναι άλλο μεγάλο ζήτημα.

Τέλος στον Ορφικό Ύμνο ΧΧΧVII  (Τιτάνων) λέγεται: «Τιτάνες, ωραία παιδιά της Γης και τ' Ουρανού,/ πρόγονοι των πατέρων μας,/κάτω από τα τρίσβαθα της Γης, σ' απόκρυφες σπηλιές της ύλης/ στ' άδυτα του Ταρτάρου κατοικείτε·/ πηγές κι αρχές Εσείς των θνητών όλων,/..../και των θαλασσινών πουλιών,/ κι όλων εκείνων που έχουν σπίτι τους τη Γη./ Από σας έρχεται στον κόσμο κάθε γέννημα·/ κι εσάς παρακαλώ, τη φοβερή οργή σας διώξτε,/ αν κάποιος από τους γήϊνους προγόνους ήρθε στ' άδυτά σας/ σαν πορθητής εχθρός».

Είναι, λοιπόν, φανερό, πως κάθε μυθολογική- αλληγορική έμφαση στο καθ' ημάς «καλό και κακό» απέχει πολύ από τις καθαρές έννοιες. Εν πάση περιπτώσει, και οι Τιτάνες και οι Γίγαντες και οι φρουροί Εκατόγχειρες, όσοι είναι στον Τάρταρο (γιατί δεν βρίσκονται όλοι εκεί αφού Τιτάνες είναι π.χ. και ο Άτλας,, ο Ωκεανός, η Μήτις, η Θέτις, η Θέμις, ο Κρόνος, η Ρέα, ο Ήλιος, αλλά και από τους Ολυμπίους η Αφροδίτη. Όλοι Τιτάνες πρώτης γενεάς παράγουν έργο που αποδίδεται  στον Αιθερικό - Ηλιακό  κόσμο. Αυτά και για την αποκατάσταση της λογικής και ηθικής τάξεως στις δικές μας συνειδήσεις, στις δικές μας «στοχαστικές προσαρμογές». Ας σημειωθεί και σαν κατακλείδα της- απαραίτητης πάντως- παρεκβάσεως, πως  στην Ελληνική Θεολογία δεν υφίσταται Οντολογικό - Αντικειμενικό κακό, αλλά τα πάντα έγιναν κατά Θεόν. Αυτόν,  που ο Πλάτων χαρακτηρίζει «της τ' αγαθού Φύσεως Αιτία».

Όλοι λοιπόν οι Τιτάνες παράγουν έργο από τον Τάρταρο, τον τόπο τους. Εκτός από τον Μενοίτιο. Διότι αυτός που ιδιαιτέρως χαρακτηρίζεται «ασεβής» ρίχτηκε στον βυθό του Ερέβους.

Ο βυθός του Ερέβους, είναι το τελματώδες τέρμα αυτού του στοιχείου, που το χαρακτηρίζει η οριακή βαρυτική και μαγνητική, θα λέγαμε, έλξη προς τα «κάτω». Αναλογία του Ερέβους είναι εκείνα τα (ελώδη) τενάγη που καραδοκούν ακίνητα να τραβήξουν ό, τι πατήσει στην επιφάνειά τους, κάτω στον παχύ βούρκο, παραλύοντας κάθε δυνατότητα κίνησης, άνωσης, αντίδρασης, εξόδου. Μοιάζει, ακόμη, με τις σκοτεινές φασματικές περιοχές της φωτεινής χρωματικής ακτινοβολίας, (π.χ. στην υπέρυθρο περιοχή του φάσματος, όπου σημειώνεται θερμότητα, παρεμβάλλεται μια σκοτεινή («ομιχλώδης») ζώνη, η οποία δεν παρουσιάζει καμμία θερμική ιδιότητα. Είναι απολύτως ψυχρή. Θυμίζει, ακόμη, το Έρεβος, εκείνον τον λόγο του Ησιόδου: «Μα εκείνους που αμάρτησαν βαρειά και είχαν περίσσεια αλαζονεία, αλλοίμονό τους! Κάτω απ' το Σείριο ρίχνονται, στη εκεί πέρα γη, και λιώνουνε οι σάρκες τους.....» (Ασπίς Ηρακλέους στ.150-4).

Ακόμη, περισσότερο απ' όλα, το Έρεβος, μοιάζει με κάθε Λαβύρινθο, αφού, όπως προαναφέρθηκε, το Έρεβος είναι τόπος διαβάσεως, εξαιρετικά επικίνδυνης, γεμάτος παγίδες και δυνάμεις που μπορούν να αποκλείσουν κάθε διέξοδο, είτε προς τον Άδη είτε προς την (κάθε) Γη!

Μπορεί, λοιπόν, να χαρακτηρισθεί ως το Μηδέν του Τίποτε - το απόλυτο Μηδέν -  και τόπος εκμηδενισμού, απώλειας, αδρανοποίησης. Είναι, όμως, η περιοχή την οποία αναγκαστικά πρέπει να διανύσουν οι ψυχές, είτε πηγαίνοντας στον Άδη, είτε γυρίζοντας από εκεί......

Το όνομα «Έρεβος», μας βοηθά να ενισχύσουμε όλα τα παραπάνω, δίνοντας και μερικές επιπλέον σημάνσεις κατά το έτυμον.

Η λέξη αυτή, στα κλασσικά χρόνια, σημαίνει, πλέον, «χάλαζα» (όροβος) και ερέβινθος (ρεβίθι, ρεβιθιά). Το φυτό αυτό διακλαδίζεται άτακτα και απρόβλεπτα, με τρόπο λαβυρινθώδη. Στη Λατινική, όμως, σώζονται οι πρωταρχικές σημασίες της λέξης. Έτσι: errabuntus = πολυπλανής, πλανώμενος, και erro-erravi-erratum-errare = πλανώμαι. Επίσης erro, erroris= πλάνη, αβεβαιότητα, άγνοια, αμάρτημα (=σφάλμα). Έτσι, από τους λατινικούς τύπους οδηγούμαστε στην ελληνική ρίζα FΕΡΓ.

Από εδώ σχηματίζονται δύο ρήματα: 

Α) Έρδω και Β) Έργω.

Οι σημασίες τους:

α) Έρδω = 1. κακοποιώ, βλάπτω, 2. τελώ μαγεία («φάρμακα έρδειν»), 3. δίδω, αποδίδω, «ερδόμενον μέρος» = το διδόμενον μέρος, 4. τελώ ή προσφέρω θυσία,
β) Έργω = 1. κωλύω, εμποδίζω κάποιον, εγκλείω, αποκλείω, συγκλείω, 2. Αποσοβώ, απομακρύνω, 3. αμύνω, αποκρούω, 4. απέχω τινός, αποφεύγω κάτι, 5. εμποδίζω κάποιον από του να πράξει κάτι.

Το Έρεβος είναι τόπος διαβάσεως των ψυχών. Οι ψυχές, όμως, διαβαίνοντας τον ενδιάμεσο τόπο του Ερέβους, κινδυνεύουν· κάτι περισσότερο: έχουν ελάχιστες πιθανότητες να διέλθουν χωρίς βοήθεια, εκτός από κάποιες, ελάχιστες, πολύ ελαφρές, πολύ «ξηρές» (αύες κατά τον Ηράκλειτο) που μπορούν να περάσουν δίχως να χαθούν στην ομίχλη και τη λάσπη του Ερέβους.

Για τις άλλες ψυχές, τις πολλές, αυτό (δηλαδή το να χαθούν μέσα στο Έρεβος) θα συνέβαινε οπωσδήποτε, αν δεν υπήρχε ως οδηγός και βοηθός ο Κυλλήνιος Ερμής, (ο Χθόνιος Ερμής του Ορφ. Υμν. LVII), ο ψυχοπομπός θεός, «σαν αφήσει ο άνθρωπος το ηλιόφωτο/ ψυχές αλύτρωτες παίρνει ο Κυλλήνιος Ερμής/ και στον πελώριο, απόκρυφο θόλο της γης (τον Άδη) τις κατεβάζει» ( Ορφ. Θεολογία, Μ. Σίδερη, Συλλ. OTTO KERN ΙΒ, απ. 165 /223 τομ. 2ος).

Για τη ολοκλήρωση του εξεταζόμενου θέματος, σκόπιμο είναι να δούμε ποιες είναι οι σημασίες του ονόματος του Ερμού. Οι συγκριτικοί συνειρμοί προς τις σημασίες του ονόματος «Έρεβος» είναι άμεσοι και σαφείς, δίνοντας το στίγμα της αντίθεσης, αφ' ενός, προς τις ιδιότητες και την επικινδυνότητα αυτού του τρομερού τόπου· αφ' ετέρου, δείχνοντας τους τρόπους που ενεργεί ο θεός ως χθόνιος Λόγος και Ποιμήν των περιπλανωμένων ψυχών (όρα και ερμές=οδοδείκτες). Ρίζα του ονόματος Ερμής: √ΗΕΡΜ από όπου -> α) ερμάζω= στηρίζω, στερεώνω β) έρμα:= 1, στήριγμα, υποστήριγμα, 2, δεσμός, ταινία, σπείρα όφεως, νήμα. Και 3) επικουρικά: μίτος, χορδή λύρας, νήμα της Μοίρας. Επίσης οι ορφικές σημασίες: σπέρμα, σπόρος, τάξη, τόνος.

Στα προηγούμενα κεφάλαια της Ορφικής Θεολογίας εκτέθηκαν αναλυτικά μερικές σημαντικές έννοιες όπως: Έρως, Λόγος, Ύδωρ, Ύλη που απαντώνται σ' αυτήν και των οποίων η γνώση  είναι απαραίτητη για την ορθή κατανόησή της. Λεπτομερέστερη ανάλυση έγινε στο παρόν κεφάλαιο στη λέξη Έρεβος διότι είναι  έννοια που περιγράφει πλήρως, τόσο πραγματικές φυσικές καταστάσεις του Κοσμικού Γίγνεσθαι, όσο και τις απόψεις των Ελλήνων Θεολόγων για το «επέκεινα». Μεταξύ των πρωτογενών ουσιωδών υποστάσεων το Έρεβος παρουσιάζει την μεγαλύτερη έως και απόλυτη μεταφυσική διάσταση και χαρακτήρα.

Ένας πρόσθετος λόγος είναι  διότι υπάρχουν ελάχιστες αξιόπιστες αναφορές στη σύγχρονη διεθνή και ελληνική βιβλιογραφία για το θέμα αυτό.
----------------------------
[1] Ορφική Θεολογία όπως ανωτέρω

[2] Το «κάτω» το «μέσον» και το «άνω» που αναφέρεται εδώ, του συνόλου της διακεκριμένης σε στοιχεία ύλης μέσα στο συμπαντικό-κοσμικό σφαίρωμα (χωροχρονικό συνεχές) νοούνται ως ποιόν, τρόπος εκδήλωσης της ύλης και πεδία ενεργειών συμμετοχικών ή/ και παραγωγικών του Γίγνεσθαι και όχι ως θέση ή τόπος.

[3] Το «βάρος» του Ερέβους αναφέρεται καθαρά στη δύναμη που το χαρακτηρίζει εντόνως, την βαρυτική-μαγνητική.

[4] Ορφική Θεολογία όπως ανωτέρω

ΔΕΣ: ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ - ΘΕΟΓΟΝΙΑ (ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ)

Η Προφητεία του Αισχύλου

«ἦ μήν ἔτι Ζεύς, καίπερ αὐθάδη φρονῶν,
ἔσται ταπεινός, oἷov ἐξαρτύεται
γάμον γαμεῖν, ὅς αὐτόν ἐκ τυραννίδος
θρόνων τ’ ἄϊστον έκβαλεῖ· πατρός δ’ ἀρά
Κρόνου τότ’ ἤδη παντελῶς κρανθήσεται,
ἥν ἐκπίτνων ἠρᾶτο δηναιῶν θρόνων»[1]

[Ὡστόσο, παρ’ ὅλη τήν ἀλαζονεία τοῦ μυαλο
ῦ του, ὁ Δίας, κάποτε θά ταπεινωθεῖ, ἐξαιτίας τοῦ γάμου πού ἑτοιμάζεται νά κάνει, ὁ ὁποῖος ἀπό τόν θρόνο του, ἄφαντο, θά τόν γκρεμίσει. Κι ἔτσι θά ἐπαληθευτεῖ ἡ κατάρα τοῦ πατέρα του Κρόνου, τήν ὁποία ἐκστόμισε, ὅταν ἔπεσε ἀπό τόν πανάρχαιο θρόνο τῶν θεῶν] [2]
 
Αὐτή ὑπῆρξε ἡ περίφημη «προφητεία» τοῦ Αἰσχύλου, ἡ προβλέπουσα τό Τέλος τοῦ Διός καί ἡ ὁποία λίγο ἔλειψε νά ὁδηγήσει τόν μεγάλο τραγικό στό… κώνειο, θεωρηθεῖσα ὡς παραβίαση τοῦ ἀπορρήτου της διδασκαλίας τῶν Ἐλευσινίων Μυστηρίων. Σήμερα βέβαια ἀντιλαμβανόμαστε τό ὀρφικό περιεχόμενο αὐτῆς της συμβολικῆς «προφητείας», ἀλλά ἐκεῖνο πού συγκλόνισε τό κοινό τοῦ 5ου αἰ. π.κ.ε. ἦταν ἡ διαπίστωση ὅτι ὑπάρχει ἐνδεχόμενο καί ἡ θρησκεία νά μήν ξεφεύγει ἀπό τό ἱστορικό Γίγνεσθαι, τό ὁποῖο ἀκολουθεῖ τή φυσική διαδικασία τῆς γέννησης καί τῆς φθορᾶς. Ὁπωσδήποτε τό γεγονός τῆς προφητείας τοῦ Προμηθέα Δεσμώτη ὑπῆρξε μοναδικό στά πάγκόσμια χρονικά· δέν ἔχει ξανασυμβεῖ νά παρουσιάζεται στό κοινό κατά τή διάρκεια Θρησκευτικῶν ἐκδηλώσεων (ὅπου παρουσιάζονταν οἱ τραγωδίες) διδασκαλία προβλέπουσα τό τέλος τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας!
 
Τό ὅτι τό κοινό φαίνεται νά ἀποδέχτηκε τό αἰσχύλειο ἔργο, ὄχι βέβαια χωρίς ἀντιρρήσεις και πάντως λιγότερες ἀπό τήν Μιλήτου Ἅλωσιν τοϋ Φρύνιχου! καταδεικνύει τό ὑψηλό πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ ἀθηναϊκοῦ κοινοῦ του 5ου αἰ. π.κ.ε. ἑνός κοινοῦ πού εἶχε ἤδη ἀκούσει τίς θεολογικές ἀπόψεις τῶν προσωκρατικῶν, οἱ ὁποίες γκρέμιζαν τό πάνθεον τοῦ Ὀλυμπου χάριν τοῦ Ἑνός Θεοῦ, καί τίς εἶχε, φαίνεται, ἐν πολλοῖς ἐνστερνιστεῖ.
 
Βέβαια, εἶναι ἐπίσης ἀληθές ὅτι κι ἄν οἱ μεγάλοι θεοί τοῦ Ὀλυμπου χάθηκαν κάτω ἀπό τά κτυπήματα τῶν Προσωκρατικῶν καί τῶν Σοφιστῶν, οἱ χθόνιοι Δαίμονες ζοῦν ὡς τά σήμερα ἀθάνατοι στήν ἑλληνική ὕπαιθρο ὡς Στοιχειά, Νεράιδες καί Λάμιες. [3] Πάντως, ἄν ἡ ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία ἰχνηλατεῖται σήμερα ζῶσα καί βασιλεύουσα στή σύγχρονη λαογραφία, ἡ θεολογία τῶν Προσωκρατικῶν, τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοτέλη καί τῶν Νεοπλατωνικῶν ὑποβαστάζει ὡς ἀκρογωνιαῖος λίθος τίς τρεῖς μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκεῖες καί κατ’ ἐξοχήν τόν Χριστιανισμό.
 
Ποιά θά ἦταν σήμερα ἤ θεωρία περί Ψυχῆς τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ,τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τοῦ Ἰσλαμισμοῦ, χωρίς τόν Ὀρφισμό τοῦ 5ου αἰ. π.κ.ε.
 
Ποιά θά ἦταν σήμερα ἡ διδασκαλία Περί Θεοῦ (Πατρός) τοῦ Χριστιανισμοῦ χωρίς τή θεολογία τοῦ Πλάτωνα καί τῶν Προσωκρατικῶν;
 
Ποιά θά ἦταν ἡ Τριαδική θεολογία τῆς Χριστιανικῆς ’Ἐκκλησίας χωρίς τήν Τριαδολογία τοῦ Πλωτίνου ἤ τήν Ἑναδολογία του Πρόκλου;
 
Βέβαια δέν θά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ὅλη ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν μεταφέρθηκε αὐτούσια στόν Χριστιανισμό ἤ τόν Ἰσλαμισμό. Ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο βοᾶ ἡ Ἱστορία εἶναι ὅτι ἡ ἀρχαία ἑλληνική θεολογία τῶν Προσωκρατικῶν, τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοτέλη καί τῶν Νεοπλατωνικῶν, κληρονομήθηκε στόν Χριστιανισμό, ἔστω καί μετασχηματισμένη. Χωρίς τή θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν ἦταν ἀδύνατον νά εἶχε ὑπάρξει ὁ Χριστιανισμός μέ τή μορφή ποῦ τόν γνωρίζουμε σήμερα. (Γι’ αὐτό, συκοφαντώντας ἀνιστόρητα τους ἀρχαίους Ἕλληνες ὡς «εἰδωλολάτρες», δέν ἀδικοῦμε μόνο τόν Ἠράκλειτο, τόν Παρμενίδη, τόν Ξενοφάνη, τόν Σωκράτη, τόν Πλάτωνα, τόν Ἀριστοτέλη, τόν Πλωτίνο, τόν Πρόκλο κ.λπ., ἀλλά ἀπεμπολοῦμε τό ἴδιο τό φιλοσοφικό Θεμέλιο του Χριστιανισμοῦ καί τῶν ἄλλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν.)
 
Ἡ ἱστορική ἀλήθεια εἶναι ἁπλῆ: ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν εἶναι πιό κοντά στόν Χριστιανισμό καί τόν Ἰουδαϊσμό, παρά στή λαϊκή δεισιδαιμονία τῆς ἐποχῆς της! Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι ὁ Παρμενίδης, ὁ Ξενοφάνης ἤ ὁ Πλάτων θά μποροῦσαν νά ἦταν Χριστιανοί, ἄν βέβαια ζοῦσαν στήν πρωτοβυζαντινή περίοδο. Τό πιθανότερο εἶναι νά μήν ἦταν· ὅπως δέν ἔγιναν χριστιανοί ὁ Ἰάμβλιχος, ὁ Πλωτῖνος, ὁ Πρόκλος, ὁ Σιμπλίκιος, ὁ Δαμάσκιος. Ἀλλά ἡ Ἱστορία σπάνια δέχεται ἐκβιαστικά διλήμματα τοῦ τύπου: «Χριστιανοί ἤ Πολυθεϊστές». Μπορεῖ κάποιοι νά μήν εἶναι οὔτε τό ἕνα οὔτε τό ἄλλο, ὅπως συνέβαινε μέ τούς Ἕλληνες Μύστες τῆς ὕστερης ἀρχαιότητας. Αὐτό ὅμως δέν ἀναιρεῖ τόν «προδρομικό» ρόλο πού ἔπαιξε ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν γιά τή θεολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῶν ἄλλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν.
 
Τά μεγαλύτερα πνεύματα τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας δέν ὑπῆρξαν «δωδεκαθεϊστές»· ἀντίθετα λειτούργησαν στήν ἱστορική ἐξέλιξη τοῦ θρησκευτικοῦ στοχασμοῦ ὡς ἀγγελιαφόροι ἑνός, ἀποφατικῶς, ἀντιλαμβανόμενου Θεοῦ. Ὅ Δαμάσκιος ὑπῆρξε ἕν προκειμένω σαφέστατος: «τό ἐπέκεινα τοῦ Ἑνός πάντῃ ἀπόρρητον ». (Περί Ἀρχῶν 1,56,6).
 
Ἄν οἵ Χριστιανοί ἀπέδωσαν στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ τόν προσδιορισμό «Πατήρ» καί οἱ Ἑβραῖοι τόν προσδιορισμό «Κύριος» (Adonai), οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες δέχθηκαν ὡς πλέον ἁρμόζον τό προσωνόμιο: «ὁ Ἄγνωστος Θεός», ὁ Ἄρρητος. Ἡ συνεκφορά αὐτή δέν ἀναφέρεται τόσο σ’ ἕναν Θεό πού δρᾶ incognito ἀνάμεσά μας, ὅσο σ’ ἕναν Ὑπερβατικό θεό, «πάντων Ἐπέκεινα», Ξένο πρός ὅλα ἀκόμα καί σ’ αὐτήν τήν ἔννοια τοϋ Εἶναι.
 
Ἄν πυρήνας τῆς Φιλοσοφίας εἶναι τό πρόβλημα τοϋ Θεοῦ [4] ἡ ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία, θεολογοῦσα, ἔφτασε στό ὕψιστο σημεῖο πού μπορεϊ νά φτάσει ἡ ἀνθρώπινη σκέψη. Ὅταν ὁ ἀνθρώπινος Λόγος νοεῖ τό «ὅλως ἀνόμοιον», αὐτό πού εἶναι ἀ-δια-νόητο. τότε ξεπερνᾶ τόν ἑαυτό του, αὐθυπερβαινεται. Αὐτη τήν αὐθυπέρβαση, τήν κατέκτησε πρῶτο καί μόνο τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα, ὅπως ἀποτυπώθηκε στούς ἀρχαιους Ἕλληνες Μύστες, τούς τραγικούς ἀγγελιαφόρους τοϋ Μή-Ὄντος.
 
Ἡ πορεία αὐτή βέβαια, ὅπως εἴδαμε, δέν ἦταν οὔτε ἀνθόσπαρτη οὔτε γραμμική. «Ἐν ἀρχῇ», τό Ἕτερον ἐμφανίστηκε ὡς Διονύσιος Ζαγρεύς (Ὀρφικοί), κατόπιν ὡς ἀνύπαρκτο Μηδέν (Παρμενίδης), ὥσπου ν’ ἀρχίσει νά ἀποκαλύπτεται ὡς «Ζωντανό Κενό», στούς Ἀτομικούς Φιλοσόφους καί στόν Πλάτωνα. Στή μαθηματική σκέψη τῶν θεολογούντων φιλοσόφων τό «Ἕτερον» ταυτίστηκε μέ τό «Χωρίς πέρας» (ἄρρητοι ἀριθμοί) καί θεωρήθηκε ὡς ἡ μήτρα τοῦ Κακοῦ. Χρειάστηκε ἡ μεγαλοφυΐα τοϋ Ἀναξαγόρα γιά νά ἀποκατασταθεῖ τό Χαοτικό «Ἄπειρον» στή συνείδηση τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ὡς «χαρακτηριστικό» τοῦ Θεοῦ.
 
Ὕστερα ἐμφανίστηκε ὁ μέγας Μύστης Σωκράτης. Σ’ αὐτόν ὁ μυστικισμός ἔγινε Πίστη στόν Ἄγνωστο Θεό, πού ἐμφανίζεται στούς ἀνθρώπους ὡς μία ἀνεξήγητη, μυστική ἀποῦσα παρουσία:
 
«Σφίγγει τό χέρι στίς ἄφεγγες νύχτες.
Τί εἶναι ὁ Θεός, κανείς μας
στούς αἰῶνες δέν θά μάθει·
Ὅμως ζητᾶ παντοτεινά
νά συνδεθεῖ πιστά μαζί μας».[5]
 
Στόν Σωκράτη τό τέλος τοῦ λόγου εἶναι ἡ Ἀπορία.
 
Ὅμως τό τέλος τῆς ἀπορίας εἶναι ἡ Πίστη.
 
Ὡς τέλος τοῦ λόγου, ἡ ἀπορία δέν σημαίνει καταστροφή, ἀλλά συνείδηση τῶν ὁρίων τοῦ λόγου. Ὡς τέλος τῆς ἀπορίας, ἡ πίστη δέν σημαίνει ἀφανισμό, ἀλλά συνείδηση τῶν ὁρίων τῆς ἀπορίας. Στόν Σωκράτη, ὅπως καί στόν Πλάτωνα, ὁ ἀνθρώπινος λόγος διαισθάνεται τήν προτεραιότητα ἑνός ἄλλου ὑπερβατικοῦ Λόγου-Ὑπερλόγου, ὁ ὁποῖος «εἶναι» τό Μή-Εἶναι,τό «ὅλως Ἕτερον», τό παντελῶς Ἀνόμοιον. Ὁ Πλάτων εἰδικά, συνέλαβε ὅτι ἡ Πραγματικότητα δέν μπορεῖ νά συλληφθεϊ παρά μόνο σέ σχέση μέ αὐτό, τό «Ἕτερον».
 
Τό μεγαλεῖο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων, ἀπό τόν Πυθαγόρα μέχρι τόν Δαμάσκιο, εἶναι ὅτι αὐτό τό φρικῶδες καί ἀπροσδιόριστο «Ἕτερον» τό ἀποδέχθηκαν καί τό ὀνόμασαν «Θεό». Οἱ μεταγενέστεροι θεολογοῦντες, αὐτήν τήν κατάκτηση τήν καταχώρησαν ὡς «Ἀποφατική θεολογία» ἤ ὡς «Μυστικισμό». Ὅ ἑλληνισμός, ὡστόσο, ἀποδέχθηκε τόν «Ἄγνωστο Θεό» τῶν μυστῶν καί τόν κατέστησε κέντρο τῆς κοινωνικῆς του ζωῆς ἐγκαθιστώντας τον μέ τή μορφή τοῦ Διονύσου – πού ἐνσαρκώνει στό ἑλληνικό πάνθεον τήν ἔννοια τοῦ «Ἑτέρου»[6] – στό κατ’ ἐξοχήν κέντρο τοῦ κοινωνικοῦ σώματος, στό θέατρο [7] ὡς μέγιστο μάθημα Ἀνοχῆς πρός τόν Ξένο, τόν Ἀλλότριο.
 
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες Μύστες, ὡς φιλόσοφοι, ἐννόησαν τό ἀδιανόητο τοῦ «Ἑτέρου» κι αὐτό ὑπῆρξε ἡ ὕψιστη κατάκτηση τῆς φιλοσοφικῆς σκέψης. Ὡς θεολόγοι, ὅμως, διαισθάνθηκαν ὅτι αὐτο τό «Ὅλως Ἀνόμοιον Ἕτερον» εἶναι ὁ ἀπρόσιτος Θεός, ἡ τελική πηγή παντός Ἀγαθοῦ. Ἡ διαίσθηση αὐτή ὑπῆρξε ἐσωτερική ἀποκάλυψη,δήλ. πίστη. Ἡ ἐμπειρία αὐτή κατέστησε τούς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους, Μύστες. Ἡ θεολογική ἀντιληψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι τό «Ὅλως Ἀνόμοιον Ἕτερον» ὑπῆρξε, μέ τό πού διατυπώθηκε, ἡ αὐθυπέρβαση κάθε θεολογίας.
 
Ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν δέν εἶχε ὡς σκοπό τήν κατάκτηση τῆς ἔννοιας τοῦ Θεοῦ ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου· τελικός προορισμός της ὑπῆρξε πάντα ἡ καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον του Θεοῦ, ἡ αὐθυπέρβαση. Εἴτε καταφατική θεολογία (Ὀρφικοί, Πυθαγόρας) εἴτε Ἀποφατική (Πλάτων, Πλωτῖνος, Πρόκλος) εἴτε θεολογία τοῦ Αὐτοδημιουργούμενου Θεοῦ (Ἠράκλειτος), ἡ συνολική ἀπάντηση τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στό Ἐρώτημα περί Θεοῦ ὑπῆρξε καταλυτική γιά τήν παγκόσμια θεολογική σκέψη καί ἰδιαίτερα τήν χριστιανική: οἱ ἀναζητοῦντες τόν Θεό εἶναι ἀργοναῦτες πού γνωρίζουν ὅτι τό χρυσόμαλλο δέρας δέν εἶναι δυνατόν νά κλαπεῖ, γιατί αὐτό ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ, δωρεάν, σέ ὅσους συνειδητοποιοῦν ὅτι δέν ἀξίζουν τέτοια μεγάλη προσφορά.
 
Ὁ Θεός προσφέρεται στόν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν ἀξίζει τήν προσφορά. Ἡ ὑποδοχή αὐτῆς της προσφορᾶς (πού ὁ ἄνθρωπος δέν ἀξίζει) ὀνομάζεται στήν θρησκευτική γλώσσα: Πίστη. Πιστεύων ὁ ἄνθρωπος, δηλαδή ἀποδεχόμενος τήν θεία προσφορά πού δέν ἀξίζει, μιμεῖται τόν Θεό, ἐφ’ ὅσον χαρίζει σ’ Αὐτόν τόν ἑαυτό του, ὅπως προηγουμένως ὁ Θεός δώρισε τή Χάρη του στόν ἀνάξιο ἄνθρωπο. Τή «διαδικασία» αὐτή ὁ Πλάτων τήν ἀποκαλοῦσε ὡς γνωστόν, «ὁμοίωσιν Θεῷ». Ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἑβραϊκή ἀγωνία τῆς αὐτοδικαίωσης ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ «διά τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων», ὁ πιστός τα τῆς Ἑλλάδος γνωρίζει ὅτι «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν ἔστιν καταβαῖνον ἀπό τοῦ πατρός τῶν φώτων» [Ἰακ. 1,17]
 
«Ζεῦ, μεγάλαι δ’ ἀρεταί
Θνατοῖς ἕπονται
ἐκ Σέθεν» Πίνδαρ. Ἰσθμιονικ. Γ, 4-5.
 
[Ζεῦ, οἱ μεγάλες ἀρετές ἔρχονται στούς θνητούς ἀπό Σένα].
 
Ἡ πνευματική αὐτή ταπείνωση εἶναι ἡ Ὡραία Πύλη διά μέσου τής ὁποίας εἰσέρχεται στόν χῶρο τοῦ προσωρινοῦ, τό Αἰώνιο. Ἡ εἴσοδος αὐτή ὅμως γίνεται μέ τραγικό τρόπο, γιατί λαμβάνει χώρα κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀκούει τούς «μαντατοφόρους ἀπό τήν Τροία» νά τοῦ λένε:
 
«Πῶς τόσος πόνος τόση ζωή πῆγαν στήν ἄβυσσο
 γιά ἕνα πουκάμισο ἀδειανό, γιά μιάν Ἑλένη!»[10]
 
Σέ μιά τέτοια ἀπέραντη μοναξιά ὁ Ἕλλην Μύστης φέρνει στό νοῦ του τόν Αἰσχύλο· μπορεῖ ὁ Προμηθέας Δεσμώτης* νά στενάζει λέγοντας ὅτι: «οὐδέν ἐστι τέρμα μοι προκείμενον μόχθων, πρίν ἄν Ζεύς ἐκπέσῃ τυραννίδος» Αἰσχύλος, 755-756.
 
(Τέλος τῶν πόνων μου πουθενά δέν βλέπω, πρίν ἀπ’ τό θρόνο του πέσει ὁ Δίας), ὡστόσο ἡ προφητεία τοῦ τραγικοῦ Αἰσχύλου ὁλοκληρώνεται μέ «μεσσιανικό», θά λέγαμε, τρόπο:
 
«τοιοῦδε μόχθου τέρμα
μή τι προσδόκα,
πρίν ἄν θεῶν τις διάδοχος
τῶν σῶν πόνων φανῇ,
θελήσῃ τ’ εἰς ἀναύγητον μολεῖν
Ἅϊδην κνεφαῖά τ’ ἀμφί Ταρτάρου βάθη» Αἰσχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 1026-1029.
 
[Τέλος τοῦ μαρτυρίου σου μήν περιμένεις, προτοῦ κάποιος ἀπό τους θεούς φανεῖ τά πάθη σου νά ἀναλάβει καί ἑκούσια νά κατεβεῖ στά ἀνήλια βάθη τοῦ Τάρταρου καί τοῦ Ἅδη].
 
Ὅσο, ὅμως, κι ἄν αὐτή ἡ προφητεία τοῦ Αἰσχύλου ἀποδόθηκε λανθασμένα στόν Χριστό, ἡ ἀρχαία ἑλληνική θεολογία σέ ὅλες τίς ἐκδοχές της (προσωκρατική, πλατωνική, ἀριστοτελική, στωϊκή, νεοπλατωνική) ποτέ δέν κατέληξε νά γίνει Δόγμα, μονολιθικό καί ἀπαγορευτικό γιά τήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων θρησκειῶν, γιατί, σέ τελική ἀνάλυση, ἦταν πάντα ἡ Ἐλευθερία ἐκείνη πού ἀποτελοῦσε τό ἔσχατο κριτήριο τῆς ἑλληνικῆς ἀντίληψης γιά τή ζωή, τόν ἄνθρωπο, τόν κόσμο καί τόν θάνατο. Σέ κάθε περίπτωση, ἰσχύει πάντα ἡ Προσευχή τῆς Ἑκάβης στόν Δία, ὅπως τήν ἀναφέρει στίς Τρωάδες ὁ Εὐριπίδης:
 
«Ὅστις ποτ’ εἶ Σύ, δυστόπαστος εἰδέναι,
Ζεύς, εἴτ’ ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν,
προσηυξάμην σε· πάντα γάρ δι’ ἀψόφου
βαίνων κελεύθαι κατά δίκην τά θνήτ’ ἄγεις» Εὐριπίδης, Τρωάδες, 885-888.
 
[Ὦ Δία, ποιά εἶναι ἡ Οὐσία Σου, δύσκολο
νά τό ξέρει κανείς: νόμος φυσικός ἤ ἀνθρώπινη
ἐπινόηση (εἶσαι;). Ἐσένα (ὅμως) παρακαλῶ στήν προσευχή μου,
γιατί πάντα μέσ’ ἀπό τους δρόμους τῆς Σιγῆς, κανονίζεις
δίκαια τά ἀνθρώπινα πράγματα].
--------------------------------
[1] Αἰσχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 907-912.
[2] Η μετάφραση είναι του Γ. Θέμελη.
[3] Μ. P. Nilsson, Ἑλληνική Λαϊκή Θρησκεία, μέτ. I. Κακριδη, ἐκδ. Ἑστίας, Ἀθήνα 2000, σελ.14.
[4] Σ. Δ. Κυριαζόπουλος, Προλεγόμενα εἰς τήν ἐρώτησιν περί Θεοῦ, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2000. σέλ. 220.
[5] C. F. Meyer, In Harmesnachten (W. W. – W. Linden I. Teil 1929, σελ. 36).
[6] J. – P. Vemant, To Βλέμμα τού Θανάτου. Μορφές τῆς Ἑτερότητας στήν Ἀρχαία Ἑλλάδα, μετ. Γ. Παππάς, ἐκδ. Αλεξάνδρεια, Ἀθήνα 1992, σελ. 33.
[7] Τοῦ ἰδίου, Le Dionysos masque des Bacchantes d’ Euripides, L ’ Homme, 93, Ίαν.- Μάρ. 1985, XXV (1), σ. 31-58.
[10] Γ. Σεφέρης, Ἑλένη, Ἀνθολογία Νεοελλ. Γραμματείας, Ρ. – Η. καί Σ. Ἀποστολίδη, Ἡ Ποίηση,τ. 3ος, Τα Νέα Ελληνικά, Αθήνα 1983, σελ. 1323.
 
*Στην τραγωδία «Προμηθεύς Δεσμώτης» ο Αισχύλος πραγματεύεται την ηρωική αντίσταση του αλυσοδεμένου στον Καύκασο Προμηθέα να υποκύψει στο θέλημα του Δία. Θεωρείται από άλλους το μεσαίο ή από τους περισσότερους κριτικούς το πρώτο μέρος τριλογίας που αποτελείται από τα έργα «Προμηθεύς λυόμενος» και «Προμηθεύς πυρφόρος». Στην εισαγωγή του έργου ήδη αποκαλύπτεται η «αμαρτία» του Προμηθέα, που δεν είναι άλλη από την προσβολή της κοσμικής τάξης, αφού αθάνατος ο ίδιος παίρνει το μέρος των θνητών.
 
Ο πυρήνας του έργου του Προμηθεύς Δεσμώτης, είναι το θέμα ενός ασταμάτητου αγώνα κατά της δύναμης της εξουσίας, που στην προκειμένη περίπτωση συμβολίζεται με τον Δία. Το θέμα της τραγωδίας είναι η τιμωρία του Τιτάνα Προμηθέα από τον βασιλέα των θεών στην άκρη του κόσμου, στην αρχή της βασιλείας του Δία και οι βασικοί «ήρωες» είναι θεοί, ένας μύθος απλούς δηλαδή για την αριστοτέλεια κριτική και μάλιστα δίχως λύσιν, η οποία έρχεται πιθανώς στον Προμηθέα Λυόμενο.
 
Ο Προμηθέας υφίσταται βουβός ένα ταπεινωτικό μαρτύριο. Η σιγή συνδέεται με την τιμωρία του και αποτελεί έκφραση μιας ανυποχώρητης υπερηφάνειας του. Όταν μένει μόνος στην ερημιά του σκυθικού βράχου υψώνει κραυγή και επικαλείται τη μαρτυρία των στοιχείων της φύσης. Αυτή η διαμαρτυρία, καθώς ηχεί, προκαλεί έντεχνα το δραματικό αποτέλεσμα, χάριν της δραματουργικής τέχνης του ποιητή, ακριβώς επειδή διακόπτει τη μακρά σιωπή του Τιτάνα. Ο Προμηθέας υφίσταται σιωπηλός το αναπότρεπτο μαρτύριο που έχει επιλέξει συνειδητά υποκείμενος στην Ανάγκη.Τα δύο πρόσωπα που μιλούν από την αρχή του έργου, παρουσιάζουν εμφανείς διαφορές. Η σκαιότητα του Κράτους απηχεί το απρόσωπο της μορφής του, ενώ ο Ήφαιστος συμβάλλει εκών άκων με την τέχνη του στο μαρτύριο ενός συγγενικού θεού, αν αναλογιστούμε την τιτανική φύση του, υποκείμενος επίσης στην Ανάγκη που συνιστά η βούληση του Δία.
 
Ο Προμηθέας, από τον πρώτο μονόλογο, εμφανίζεται συνειδητός (αναλαμβάνει την Ευθύνη) ως προς την απόφαση να υπομείνει το μαρτύριο που επισύρει ο άθλος του. Η τραγικότητά του αναδύεται τόσο από την σημασία της προσφοράς του στον άνθρωπο, όσο και από την εγγραφή του ιστορικού ανθρώπινου και παρόντος δραματικού χρόνου στην ανακύκληση ενός μεγαλύτερου χρόνου, καθώς ο Τιτάνας γνωρίζει το μέλλον. Ο Προμηθέας βιώνει τον μικρόκοσμο μιας προσωπικής περιπέτειας και ταυτόχρονα οραματίζεται τον μακρόκοσμο μέσα στον οποίο αποκτά ιδιαίτερο νόημα η προσωπική βιωματική εμπειρία.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1104b-1105a)

[III] Σημεῖον δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύπην τοῖς ἔργοις· ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ᾽ ἀχθόμενος ἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος, ὁ δὲ λυπούμενος δειλός. περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα. διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ· ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν. ἔτι δ᾽ εἰ αἱ ἀρεταί εἰσι περὶ πράξεις καὶ πάθη, παντὶ δὲ πάθει καὶ πάσῃ πράξει ἕπεται ἡδονὴ καὶ λύπη, καὶ διὰ τοῦτ᾽ ἂν εἴη ἡ ἀρετὴ περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας. μηνύουσι δὲ καὶ αἱ κολάσεις γινόμεναι διὰ τούτων· ἰατρεῖαι γάρ τινές εἰσιν, αἱ δὲ ἰατρεῖαι διὰ τῶν ἐναντίων πεφύκασι γίνεσθαι. ἔτι, ὡς καὶ πρῴην εἴπομεν, πᾶσα ψυχῆς ἕξις, ὑφ᾽ οἵων πέφυκε γίνεσθαι χείρων καὶ βελτίων, πρὸς ταῦτα καὶ περὶ ταῦτα τὴν φύσιν ἔχει· δι᾽ ἡδονὰς δὲ καὶ λύπας φαῦλοι γίνονται, τῷ διώκειν ταύτας καὶ φεύγειν, ἢ ἃς μὴ δεῖ ἢ ὅτε οὐ δεῖ ἢ ὡς οὐ δεῖ ἢ ὁσαχῶς ἄλλως ὑπὸ τοῦ λόγου διορίζεται τὰ τοιαῦτα. διὸ καὶ ὁρίζονται τὰς ἀρετὰς ἀπαθείας τινὰς καὶ ἠρεμίας· οὐκ εὖ δέ, ὅτι ἁπλῶς λέγουσιν, ἀλλ᾽ οὐχ ὡς δεῖ καὶ ὡς οὐ δεῖ καὶ ὅτε, καὶ ὅσα ἄλλα προστίθεται. ὑπόκειται ἄρα ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ τοιαύτη περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας τῶν βελτίστων πρακτική, ἡ δὲ κακία τοὐναντίον. γένοιτο δ᾽ ἂν ἡμῖν καὶ ἐκ τούτων φανερὸν ὅτι περὶ τῶν αὐτῶν. τριῶν γὰρ ὄντων τῶν εἰς τὰς αἱρέσεις καὶ τριῶν τῶν εἰς τὰς φυγάς, καλοῦ συμφέροντος ἡδέος, καὶ [τριῶν] τῶν ἐναντίων, αἰσχροῦ βλαβεροῦ λυπηροῦ, περὶ ταῦτα μὲν πάντα ὁ ἀγαθὸς κατορθωτικός ἐστιν ὁ δὲ κακὸς ἁμαρτητικός, μάλιστα δὲ περὶ τὴν ἡδονήν· κοινή τε γὰρ αὕτη τοῖς ζῴοις, καὶ πᾶσι τοῖς ὑπὸ τὴν αἵρεσιν παρακολουθεῖ·

[1105a] καὶ γὰρ τὸ καλὸν καὶ τὸ συμφέρον ἡδὺ φαίνεται. ἔτι δ᾽ ἐκ νηπίου πᾶσιν ἡμῖν συντέθραπται· διὸ χαλεπὸν ἀποτρίψασθαι τοῦτο τὸ πάθος ἐγκεχρωσμένον τῷ βίῳ. κανονίζομεν δὲ καὶ τὰς πράξεις, οἳ μὲν μᾶλλον οἳ δ᾽ ἧττον, ἡδονῇ καὶ λύπῃ. διὰ τοῦτ᾽ οὖν ἀναγκαῖον εἶναι περὶ ταῦτα τὴν πᾶσαν πραγματείαν· οὐ γὰρ μικρὸν εἰς τὰς πράξεις εὖ ἢ κακῶς χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι. ἔτι δὲ χαλεπώτερον ἡδονῇ μάχεσθαι ἢ θυμῷ, καθάπερ φησὶν Ἡράκλειτος, περὶ δὲ τὸ χαλεπώτερον ἀεὶ καὶ τέχνη γίνεται καὶ ἀρετή· καὶ γὰρ τὸ εὖ βέλτιον ἐν τούτῳ. ὥστε καὶ διὰ τοῦτο περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας πᾶσα ἡ πραγματεία καὶ τῇ ἀρετῇ καὶ τῇ πολιτικῇ· ὁ μὲν γὰρ εὖ τούτοις χρώμενος ἀγαθὸς ἔσται, ὁ δὲ κακῶς κακός. ὅτι μὲν οὖν ἐστὶν ἡ ἀρετὴ περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας, καὶ ὅτι ἐξ ὧν γίνεται, ὑπὸ τούτων καὶ αὔξεται καὶ φθείρεται μὴ ὡσαύτως γινομένων, καὶ ὅτι ἐξ ὧν ἐγένετο, περὶ ταῦτα καὶ ἐνεργεῖ, εἰρήσθω.

***
[3] Σημάδι αποδεικτικό των έξεων πρέπει να θεωρούμε την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. Αυτό θα πει: Όποιος μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, είναι άνθρωπος σώφρων· ακόλαστος είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί· επίσης: ο άνθρωπος που στέκεται να αντιμετωπίσει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση ή, έστω, δεν τον δυσαρεστεί, είναι ανδρείος· δειλός είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Και όλα αυτά γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται στην πραγματικότητα με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια: η ευχαρίστηση μας εξωθεί να κάνουμε ευτελή πράγματα, η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα όμορφα πράγματα. Γι᾽ αυτό και είναι ανάγκη —όπως το λέει ο Πλάτωνας— να έχει πάρει κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει· αυτή είναι η σωστή παιδεία.

Έπειτα, αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι αρετές έχουν σχέση με τις πράξεις και με τα πάθη και ότι κάθε πάθος και κάθε πράξη συνοδεύεται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια, νά άλλος ένας λόγος, σκέφτομαι, να πούμε ότι η αρετή βρίσκεται σε σχέση με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια. Το πράγμα γίνεται φανερό και από τις τιμωρίες, που γίνονται μέσω αυτών· οι τιμωρίες είναι, πράγματι, ένα είδος θεραπείας, και οι θεραπείες γίνονται, φυσικά, με τα αντίθετα.


Επίσης, όπως είπαμε και πριν από λίγο, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάθε ψυχικής έξης σχετίζεται με το (και προσδιορίζεται από το) είδος των πραγμάτων από τα οποία αυτή γίνεται χειρότερη ή καλύτερη — η ποιότητα των ανθρώπων ευτελίζεται ανάλογα με τη στάση τους απέναντι στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα πράγματα, ανάλογα δηλαδή με το κυνήγι και την αποφυγή αυτών που δεν πρέπει, τη στιγμή που δεν πρέπει, με τον τρόπο που δεν πρέπει — και όσα άλλα λέμε σ᾽ αυτού του είδους τις περιπτώσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι ορίζουν τις αρετές ως καταστάσεις απάθειας, κατά κάποιο τρόπο, και γαλήνιας αταραξίας· δεν τα λένε όμως σωστά, γιατί έτσι μιλούν απλά και γενικότροπα και δεν λένε «με ποιόν τρόπο πρέπει», «με ποιόν τρόπο δεν πρέπει», «πότε» και όσα άλλα λέμε σχετικά. Μένει λοιπόν ως θεμελιώδης πρόταση ότι αυτού του είδους η αρετή έχει τη δύναμη να πράττει το καλύτερο σε σχέση με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα, ενώ η κακία (ενσχέσει με τα ίδια αυτά πράγματα) πράττει τα αντίθετα.


Μπορεί όμως, θαρρώ, και με τα εξής ακόμη επιχειρήματα να γίνει φανερό ότι η αρετή και η κακία έχουν σχέση με τα ίδια πράγματα. Τρία είναι τα πράγματα που επιδιώκουμε, τρία και αυτά που κοιτάζουμε να αποφεύγουμε: το ωραίο, το συμφέρον, το ευχάριστο, και από την άλλη τα αντίθετά τους: το άσχημο, το επιζήμιο, το δυσάρεστο· σε όλα αυτά ο αγαθός άνθρωπος πετυχαίνει το σωστό, ενώ ο κακός αποτυχαίνει. Ιδίως σε ό,τι αφορά στην ευχαρίστηση. Αυτή υπάρχει σε όλα τα ζώα· όπου υπάρχει διαδικασία επιλογής και προτίμησης, η ευχαρίστηση είναι το απαραίτητο παρακολούθημα·


[1105a] ακόμη και το ωραίο και το συμφέρον έχουν την όψη του ευχάριστου. Συνυπάρχει, επίσης, μαζί μας από τη νηπιακή μας ηλικία· γι᾽ αυτό και είναι δύσκολο να διώξουμε από μέσα μας αυτό το πάθος, από το οποίο έχει διαποτισθεί η ζωή μας. Και τις πράξεις μας, άλλωστε, τις μετρούμε, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, με μέτρο το ευχάριστο και το δυσάρεστο. Γι᾽ αυτόν ακριβώς τον λόγο όλη μας η φιλοσοφική έρευνα δεν μπορεί παρά να είναι γι᾽ αυτά, αφού δεν είναι καθόλου μικρή η σημασία που έχει για τις πράξεις μας το να αισθανόμαστε σωστά ή λανθασμένα τη χαρά και τη λύπη.

Και για να χρησιμοποιήσουμε τον λόγο του Ηράκλειτου, είναι δυσκολότερο να παλέψεις με την ηδονή παρά με τον θυμό, η επιστήμη όμως και η αρετή έχουν πάντοτε να κάνουν με το δυσκολότερο, γιατί τότε το καλό γίνεται καλύτερο. Και γι᾽ αυτόν επομένως τον λόγο όλη η συζήτηση για την αρετή και για την πολιτική τέχνη είναι συζήτηση για το ευχάριστο και για το δυσάρεστο, αφού αυτός που ξέρει να χειρίζεται σωστά το ευχάριστο και το δυσάρεστο θα γίνει καλός, ενώ αυτός που τα χειρίζεται άσχημα θα γίνει κακός.


Για το ότι λοιπόν η αρετή σχετίζεται με το ευχάριστο και με το δυσάρεστο· για το ότι οι πράξεις που τη γεννούν είναι επίσης αυτές που την αυξάνουν αλλά και την καταστρέφουν (αν γίνονται με διαφορετικό τρόπο)· για το ότι, τέλος, η αρετή πραγματώνεται με πράξεις σαν αυτές από τις οποίες προήλθε, ας θεωρηθούν αρκετά όσα είπαμε.