Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ, [ΞΕΝΟΦΩΝ] - Ἀθηναίων πολιτεία

Η αθηναϊκή δημοκρατία με τα μάτια ενός ολιγαρχικού

Η Ἀθηναίων πολιτεία παραδίδεται με το όνομα του Ξενοφώντα, αλλά δεν είναι γνήσιο έργο του. Η συγγραφή της χρονολογείται στα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (περίπου 430-424 π.Χ.). Το έργο, που ένας μεγάλος φιλόλογος το χαρακτήρισε «το πρώτο πολιτειολογικό και κοινωνιολογικό δοκίμιο της παγκόσμιας λογοτεχνίας», παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον κυρίως για δύο λόγους: αφενός συνιστά πρωιμότατο δείγμα αττικού πεζού λόγου, ανεπηρέαστου από την σοφιστική διδασκαλία, και αφετέρου παρέχει μια σύγχρονη μαρτυρία για την αθηναϊκή δημοκρατία από έναν ολιγαρχικών φρονημάτων επικριτή της, μια μαρτυρία που μπορούμε να τη συγκρίνουμε με άλλες, θετικές ή εξιδανικευμένες εικόνες της αθηναϊκής δημοκρατίας, όπως είναι, επί παραδείγματι, εκείνη του Ἐπιταφίου του Περικλή. Ο συγγραφέας του έργου μάλλον ζούσε έξω από την Αθήνα (ως εξόριστος;) και με το σύγγραμμά του ήθελε ίσως να απαντήσει στους ομοϊδεάτες του που βαυκαλίζονταν με την ιδέα ότι η αθηναϊκή δημοκρατία θα αποσυντεθεί από μόνη της και θa καταρρεύσει. Ο συγγραφέας αναφέρεται σε πολλά θέματα της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής (ενδεικτικώς μνημονεύουμε τις σχέσεις των πολιτών με τους μετοίκους και τους δούλους, τη "δικαστηριοκρατία" και τη θαλασσοκρατία). Οι συχνά ειρωνικές ή και δηκτικές επικρίσεις του είναι κατά κανόνα υπερβολικές, όχι όμως πάντα.

Η παρακάτω περικοπή αποτελεί την αρχή του έργου και αναφέρεται κυρίως στα οφέλη που έχει εξασφαλίσει ο δήμος για τον εαυτό του στο εσωτερικό και τα οποία εγγυώνται τη διάρκεια της αθηναϊκής δημοκρατίας.

Ἀθηναίων πολιτεία 1, 1-13

[1.1] περὶ δὲ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας, ὅτι μὲν εἵλοντο τοῦτον τὸν τρόπον τῆς πολιτείας οὐκ ἐπαινῶ διὰ τόδε, ὅτι ταῦθ᾽ ἑλόμενοι εἵλοντο τοὺς πονηροὺς ἄμεινον πράττειν ἢ τοὺς χρηστούς· διὰ μὲν οὖν τοῦτο οὐκ ἐπαινῶ. ἐπεὶ δὲ ταῦτα ἔδοξεν οὕτως αὐτοῖς, ὡς εὖ διασῴζονται τὴν πολιτείαν καὶ τἆλλα διαπράττονται ἃ δοκοῦσιν ἁμαρτάνειν τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι, τοῦτ᾽ ἀποδείξω.
[1.2] πρῶτον μὲν οὖν τοῦτο ἐρῶ, ὅτι δικαίως ‹δοκοῦσιν› αὐτόθι {καὶ} οἱ πένητες καὶ ὁ δῆμος πλέον ἔχειν τῶν γενναίων καὶ τῶν πλουσίων διὰ τόδε, ὅτι ὁ δῆμός ἐστιν ὁ ἐλαύνων τὰς ναῦς καὶ ὁ τὴν δύναμιν περιτιθεὶς τῇ πόλει, καὶ οἱ κυβερνῆται καὶ οἱ κελευσταὶ καὶ οἱ πεντηκόνταρχοι καὶ οἱ πρῳρᾶται καὶ οἱ ναυπηγοί, — οὗτοί εἰσιν οἱ τὴν δύναμιν περιτιθέντες τῇ πόλει πολὺ μᾶλλον ἢ οἱ ὁπλῖται καὶ οἱ γενναῖοι καὶ οἱ χρηστοί. ἐπειδὴ οὖν ταῦτα οὕτως ἔχει, δοκεῖ δίκαιον εἶναι πᾶσι τῶν ἀρχῶν μετεῖναι ἔν τε τῷ κλήρῳ καὶ ἐν τῇ χειροτονίᾳ, καὶ λέγειν ἐξεῖναι τῷ βουλομένῳ τῶν πολιτῶν. [1.3] ἔπειτα ὁπόσαι μὲν σωτηρίαν φέρουσι τῶν ἀρχῶν χρησταὶ οὖσαι καὶ μὴ χρησταὶ κίνδυνον τῷ δήμῳ ἅπαντι, τούτων μὲν τῶν ἀρχῶν οὐδὲν δεῖται ὁ δῆμος μετεῖναι· —οὔτε τῶν στρατηγιῶν κλήρῳ οἴονταί σφισι χρῆναι μετεῖναι οὔτε τῶν ἱππαρχιῶν· —γιγνώσκει γὰρ ὁ δῆμος ὅτι πλείω ὠφελεῖται ἐν τῷ μὴ αὐτὸς ἄρχειν ταύτας τὰς ἀρχάς, ἀλλ᾽ ἐᾶν τοὺς δυνατωτάτους ἄρχειν· ὁπόσαι δ᾽ εἰσὶν ἀρχαὶ μισθοφορίας ἕνεκα καὶ ὠφελείας εἰς τὸν οἶκον, ταύτας ζητεῖ ὁ δῆμος ἄρχειν. [1.4] ἔπειτα δὲ ὃ ἔνιοι θαυμάζουσιν ὅτι πανταχοῦ πλέον νέμουσι τοῖς πονηροῖς καὶ πένησι καὶ δημοτικοῖς ἢ τοῖς χρηστοῖς, ἐν αὐτῷ τούτῳ φανοῦνται τὴν δημοκρατίαν διασῴζοντες. οἱ μὲν γὰρ πένητες καὶ οἱ δημόται καὶ οἱ χείρους εὖ πράττοντες καὶ πολλοὶ οἱ τοιοῦτοι γιγνόμενοι τὴν δημοκρατίαν αὔξουσιν· ἐὰν δὲ εὖ πράττωσιν οἱ πλούσιοι καὶ οἱ χρηστοί, ἰσχυρὸν τὸ ἐναντίον σφίσιν αὐτοῖς καθιστᾶσιν οἱ δημοτικοί. [1.5] ἔστι δὲ πάσῃ γῇ τὸ βέλτιστον ἐναντίον τῇ δημοκρατίᾳ· ἐν γὰρ τοῖς βελτίστοις ἔνι ἀκολασία τε ὀλιγίστη καὶ ἀδικία, ἀκρίβεια δὲ πλείστη εἰς τὰ χρηστά, ἐν δὲ τῷ δήμῳ ἀμαθία τε πλείστη καὶ ἀταξία καὶ πονηρία· ἥ τε γὰρ πενία αὐτοὺς μᾶλλον ἄγει ἐπὶ τὰ αἰσχρὰ καὶ ἡ ἀπαιδευσία καὶ ἡ ἀμαθία ‹ἡ› δι᾽ ἔνδειαν χρημάτων ἐνίοις τῶν ἀνθρώπων. — [1.6] εἴποι δ᾽ ἄν τις ὡς ἐχρῆν αὐτοὺς μὴ ἐᾶν λέγειν πάντας ἑξῆς μηδὲ βουλεύειν, ἀλλὰ τοὺς δεξιωτάτους καὶ ἄνδρας ἀρίστους. οἱ δὲ καὶ ἐν τούτῳ ἄριστα βουλεύονται ἐῶντες καὶ τοὺς πονηροὺς λέγειν. εἰ μὲν γὰρ οἱ χρηστοὶ ἔλεγον καὶ ἐβουλεύοντο, τοῖς ὁμοίοις σφίσιν αὐτοῖς ἦν ἀγαθά, τοῖς δὲ δημοτικοῖς οὐκ ἀγαθά· νῦν δὲ λέγων ὁ βουλόμενος ἀναστάς, ἄνθρωπος πονηρός, ἐξευρίσκει τὸ ἀγαθὸν αὑτῷ τε καὶ τοῖς ὁμοίοις αὑτῷ. [1.7] εἴποι τις ἄν, Τί ἂν οὖν γνοίη ἀγαθὸν αὑτῷ ἢ τῷ δήμῳ τοιοῦτος ἄνθρωπος; οἱ δὲ γιγνώσκουσιν ὅτι ἡ τούτου ἀμαθία καὶ πονηρία καὶ εὔνοια μᾶλλον λυσιτελεῖ ἢ ἡ τοῦ χρηστοῦ ἀρετὴ καὶ σοφία καὶ κακόνοια. [1.8] εἴη μὲν οὖν ἂν πόλις οὐκ ἀπὸ τοιούτων διαιτημάτων ἡ βελτίστη, ἀλλ᾽ ἡ δημοκρατία μάλιστ᾽ ἂν σῴζοιτο οὕτως. ὁ γὰρ δῆμος βούλεται οὐκ εὐνομουμένης τῆς πόλεως αὐτὸς δουλεύειν, ἀλλ᾽ ἐλεύθερος εἶναι καὶ ἄρχειν, τῆς δὲ κακονομίας αὐτῷ ὀλίγον μέλει· ὃ γὰρ σὺ νομίζεις οὐκ εὐνομεῖσθαι, αὐτὸς ἀπὸ τούτου ἰσχύει ὁ δῆμος καὶ ἐλεύθερός ἐστιν. [1.9] εἰ δ᾽ εὐνομίαν ζητεῖς, πρῶτα μὲν ὄψει τοὺς δεξιωτάτους αὐτοῖς τοὺς νόμους τιθέντας· ἔπειτα κολάσουσιν οἱ χρηστοὶ τοὺς πονηροὺς καὶ βουλεύσουσιν οἱ χρηστοὶ περὶ τῆς πόλεως καὶ οὐκ ἐάσουσι μαινομένους ἀνθρώπους βουλεύειν οὐδὲ λέγειν οὐδὲ ἐκκλησιάζειν. ἀπὸ τούτων τοίνυν τῶν ἀγαθῶν τάχιστ᾽ ἂν ὁ δῆμος εἰς δουλείαν καταπέσοι. [1.10] τῶν δούλων δ᾽ αὖ καὶ τῶν μετοίκων πλείστη ἐστὶν Ἀθήνησιν ἀκολασία, καὶ οὔτε πατάξαι ἔξεστιν αὐτόθι οὔτε ὑπεκστήσεταί σοι ὁ δοῦλος. οὗ δ᾽ ἕνεκέν ἐστι τοῦτο ἐπιχώριον ἐγὼ φράσω. εἰ νόμος ἦν τὸν δοῦλον ὑπὸ τοῦ ἐλευθέρου τύπτεσθαι ἢ τὸν μέτοικον ἢ τὸν ἀπελεύθερον, πολλάκις ἂν οἰηθεὶς εἶναι τὸν Ἀθηναῖον δοῦλον ἐπάταξεν ἄν· ἐσθῆτά τε γὰρ οὐδὲν βελτίων ὁ δῆμος αὐτόθι ἢ οἱ δοῦλοι καὶ οἱ μέτοικοι καὶ τὰ εἴδη οὐδὲν βελτίους εἰσίν. [1.11] εἰ δέ τις καὶ τοῦτο θαυμάζει, ὅτι ἐῶσι τοὺς δούλους τρυφᾶν αὐτόθι καὶ μεγαλοπρεπῶς διαιτᾶσθαι ἐνίους, καὶ τοῦτο γνώμῃ φανεῖεν ἂν ποιοῦντες. ὅπου γὰρ ναυτικὴ δύναμίς ἐστιν, ἀπὸ χρημάτων ἀνάγκη τοῖς ἀνδραπόδοις δουλεύειν, ἵνα λαμβάνωμεν ‹ὧν› πράττῃ τὰς ἀποφοράς, καὶ ἐλευθέρους ἀφιέναι. ὅπου δ᾽ εἰσὶ πλούσιοι δοῦλοι, οὐκέτι ἐνταῦθα λυσιτελεῖ τὸν ἐμὸν δοῦλον σὲ δεδιέναι· ἐν δὲ τῇ Λακεδαίμονι ὁ ἐμὸς δοῦλος σ᾽ ἐδεδοίκει· ἐὰν δὲ δεδίῃ ὁ σὸς δοῦλος ἐμέ, κινδυνεύσει καὶ τὰ χρήματα διδόναι τὰ ἑαυτοῦ ὥστε μὴ κινδυνεύειν περὶ ἑαυτοῦ. [1.12] διὰ τοῦτ᾽ οὖν ἰσηγορίαν καὶ τοῖς δούλοις πρὸς τοὺς ἐλευθέρους ἐποιήσαμεν — καὶ τοῖς μετοίκοις πρὸς τοὺς ἀστούς, διότι δεῖται ἡ πόλις μετοίκων διά τε τὸ πλῆθος τῶν τεχνῶν καὶ διὰ τὸ ναυτικόν· διὰ τοῦτο οὖν καὶ τοῖς μετοίκοις εἰκότως τὴν ἰσηγορίαν ἐποιήσαμεν. [1.13] τοὺς δὲ γυμναζομένους αὐτόθι καὶ τὴν μουσικὴν ἐπιτηδεύοντας καταλέλυκεν ὁ δῆμος, νομίζων τοῦτο οὐ καλὸν εἶναι, γνοὺς ὅτι οὐ δυνατὸς ταῦτά ἐστιν ἐπιτηδεύειν. ἐν ταῖς χορηγίαις αὖ καὶ γυμνασιαρχίαις καὶ τριηραρχίαις γιγνώσκουσιν ὅτι χορηγοῦσι μὲν οἱ πλούσιοι, χορηγεῖται δὲ ὁ δῆμος, καὶ γυμνασιαρχοῦσιν οἱ πλούσιοι καὶ τριηραρχοῦσιν, ὁ δὲ δῆμος τριηραρχεῖται καὶ γυμνασιαρχεῖται. ἀξιοῖ γοῦν ἀργύριον λαμβάνειν ὁ δῆμος καὶ ᾄδων καὶ τρέχων καὶ ὀρχούμενος καὶ πλέων ἐν ταῖς ναυσίν, ἵνα αὐτός τε ἔχῃ καὶ οἱ πλούσιοι πενέστεροι γίγνωνται. ἔν τε τοῖς δικαστηρίοις οὐ τοῦ δικαίου αὐτοῖς μᾶλλον μέλει ἢ τοῦ αὑτοῖς συμφόρου.

***
[1] Όσο για το πολίτευμα των Αθηναίων δεν τους επαινώ που διάλεξαν τέτοιου είδους πολίτευμα, και τούτο για τον εξής λόγο, ότι διαλέγοντάς το θεώρησαν ότι οι κατώτεροι ενεργούν πιο σωστά από τους άξιους. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, λοιπόν, δεν τους επαινώ. Αλλά αφού έκαναν την επιλογή τους αυτήν θα ιστορήσω πώς προστατεύουν αποτελεσματικά το πολίτευμά τους και πώς χειρίζονται καλά τα άλλα ζητήματά τους, πράγμα για το οποίο φαίνονται στους άλλους Έλληνες αξιοκατάκριτοι.
[2] Πρώτα θα πω τα εξής. Ότι στην Αθήνα είναι δίκαιο οι φτωχοί και ο λαός να έχουν περισσότερη εξουσία από τους ευπατρίδες και τους πλουσίους, και τούτο επειδή ο λαός είναι εκείνος που επανδρώνει τον στόλο και εξασφαλίζει στην πολιτεία τη δύναμή της. Οι κυβερνήτες, οι κελευστές, οι πεντηκόνταρχοι,1 οι αξιωματικοί της πλώρης καθώς και οι ναυπηγοί είναι εκείνοι που δίνουν στην πολιτεία την δύναμή της πολύ περισσότερο από τους οπλίτες, τους ευπατρίδες και τους αξιόλογους πολίτες. Αφού, λοιπόν, έτσι έχουν τα πράγματα, δίκαιο είναι να μπορούν, όλοι, να παίρνουν ένα λειτούργημα είτε με κλήρο είτε με εκλογή, και να μπορεί, όποιος από τους πολίτες θέλει, να πάρει τον λόγο στην εκκλησία του δήμου.
[3] Έπειτα υπάρχουν λειτουργήματα που εξασφαλίζουν την σωτηρίαν όλου του λαού, αν τα κατέχουν άξια πρόσωπα. Στα λειτουργήματα αυτά δεν ζητεί συμμετοχή ο λαός ούτε νομίζουν ότι πρέπει να μεταχειρίζονται τον κλήρο για το λειτούργημα των στρατηγών ή των αρχηγών του ιππικού.2 Γι᾽ αυτό ο λαός ξέρει ότι θα ωφεληθεί περισσότερο αν δεν κατέχει αυτός τα αξιώματα αυτά αλλά τα κατέχουν οι αξιότεροι. Όσα λειτουργήματα, όμως, έχουν μισθό ή σημαίνουν κάποια ιδιωτική ωφέλεια, αυτά ο λαός επιδιώκει να τα έχει.
[4] Έπειτα εκείνο με το οποίο απορούν μερικοί, ότι παντού πια προτιμούν να εμπιστεύονται την εξουσία στους κατωτέρους, τους φτωχούς και τους ανθρώπους λαϊκής προελεύσεως παρά στους ευυπόληπτους, με αυτό ακριβώς είναι φανερό ότι προφυλάσσουν την δημοκρατία. Γιατί όσο οι φτωχοί, οι λαϊκής προελεύσεως και οι κατώτεροι προκόβουν και πληθαίνουν, τόσο στηρίζουν την δημοκρατία. Αν όμως προκόβουν οι πλούσιοι και οι ευυπόληπτοι, τότε οι δημοκρατικοί ενισχύουν τους αντιπάλους τους.
[5] Σε όλο τον κόσμο το καλύτερο τμήμα των πολιτικών είναι εναντίον της δημοκρατίας, γιατί μεταξύ τους βρίσκεται η λιγότερη αφροσύνη και αδικία και η μεγαλύτερη προσήλωση στην ορθή διαγωγή, ενώ στον λαό επικρατεί πολλή αμάθεια και απειθαρχία και διαφθορά. Η φτώχεια τους οδηγεί στα επιλήψιμα και μερικοί από τους ανθρώπους, από φτώχεια, μένουν απαίδευτοι και αμαθείς.
[6] Θα μπορούσε κανείς να πει ότι θα έπρεπε να μην αφήνουν τους πάντες να μιλούν στην Εκκλησία του δήμου ή να είναι μέλη της βουλής αλλά μόνο τους ικανότερους και τους αξιότερους. Αλλά και σ᾽ αυτό ενεργούν άριστα αφήνοντας και τους ανάξιους να αγορεύουν, γιατί αν μόνο οι έντιμοι πολίτες μιλούσαν και έπαιρναν αποφάσεις, τούτο θα ήταν ευνοϊκό για τους ανθρώπους της δικής τους τάξης αλλά ασύμφορο για τον λαό. Ενώ όπως έχουν τώρα τα πράγματα, όποιος θέλει σηκώνεται και μιλάει και, άνθρωπος του λαού, βρίσκει τι είναι συμφέρον για τον εαυτό του και τους ομοίους του.
[7] Αλλά θα πει κανείς: πώς ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορούσε να ξέρει τι είναι συμφέρον για τον εαυτό του και για τον λαό; Ξέρουν όμως οι Αθηναίοι ότι η αμάθειά του και η χαμηλή του καταγωγή αλλά και η καλή του πρόθεση είναι επωφελέστερη από την αρετή, την γνώση αλλά και την κακή πρόθεση του χρηστού πολίτη.
[8] Ασφαλώς με τέτοιου είδους μεθόδους δεν δημιουργείται το άριστο πολίτευμα αλλά με αυτόν κυρίως τον τρόπο προστατεύεται η δημοκρατία. Γιατί ο λαός δεν θέλει να μην έχει δικαιώματα σε μια ευνομούμενη πολιτεία αλλά θέλει να είναι ελεύθερος και να έχει την εξουσία. Όσο για την κακοδιοίκηση λίγο τον μέλει, γιατί εκείνο που εσύ νομίζεις ότι δεν είναι ευνομία από αυτό ακριβώς αντλεί ο λαός την δύναμή του και είναι ελεύθερος.
[9] Αν αναζητείς την ευνομία, θα δεις πρώτα ότι οι επιδεξιότεροι έχουν κάνει τους νόμους για το δικό τους συμφέρον. Ύστερα ότι οι χρηστοί πολίτες τιμωρούν τους κακούς, ότι οι χρηστοί θα αποφασίζουν για την πολιτεία και δεν θα αφήνουν ανθρώπους έξαλλους να παίρνουν μέρος στις αποφάσεις ούτε να αγορεύουν ούτε καν να πη­γαίνουν στην Εκκλησία του δήμου. Αλλά με τις ορθές αυτές ενέργειες γρήγορα θα έπεφτε ο λαός σε κατάσταση δουλείας.
[10] Στην Αθήνα η κακοτροπία των δούλων και των μετοίκων3 είναι μεγάλη και δεν επιτρέπεται ούτε να δείρεις τον δούλο ούτε αυτός παραμερίζει για να περάσεις. Θα σου πω για ποιον λόγο υπάρχει, εκεί, αυτή η κατάσταση. Αν ο νόμος επέτρεπε στον ελεύθερο να δείρει τον δούλο ή τον μέτοικο ή τον απελεύθερο, συχνά θα έδερναν έναν Αθηναίο πολίτη νομίζοντας πως είναι δούλος, γιατί το ντύσιμο των ανθρώπων του λαού δεν είναι σε τίποτε καλύτερο από το ντύσιμο των δούλων και των μετοίκων, ούτε το παρουσιαστικό τους.
[11] Και αν κανείς απορήσει γι᾽ αυτό, ότι αφήνουν εκεί τους δούλους να ζουν πλούσια και μερικούς μάλιστα πολυτελέστατα, και σ᾽ αυτό θα βρει ότι οι Αθηναίοι ενεργούν με γνώση. Γιατί όπου υπάρχει ναυτική δύναμη, πρέπει οι δούλοι να δουλεύουν για μισθό, ώστε να έχει ο ιδιοκτήτης τους κέρδος από τα όσα παίρνουν. Γι᾽ αυτό και πρέπει κανείς να τους αφήνει περιθώρια ελευθερίας. Όπου, λοιπόν, υπάρχουν πλούσιοι δούλοι, ο δούλος μου δεν έχει ανάγκη να σε φοβάται. Στην Λακεδαίμονα ο δούλος μου σε φοβάται, ενώ αν ο δικός σου δούλος με φοβάται (στην Αθήνα), θα δαπανήσει και τα χρήματά του, για να σώσει τον εαυτό του.
[12] Γι᾽ αυτό, λοιπόν, δώσαμε την ελευθερία του λόγου στους δούλους όπως και στους ελευθέρους καθώς και στους μετοίκους όπως και στους πολίτες, επειδή η πολιτεία χρειάζεται μετοίκους για τα πολλά επαγγέλματα και για το ναυτικό. Γι᾽ αυτό λοιπόν ήταν φυσικό να δώσουμε και στους μετοίκους την ελευθερία του λόγου.
[13] Ο λαός περιφρονεί όσους ασχολούνται με την σωματική άσκηση και την καλλιέργεια του πνεύματος, γιατί ξέροντας ότι δεν μπορεί να επιδοθεί σ᾽ αυτά, θεωρεί ότι δεν είναι ωραία. Αλλά για τις χορηγίες, τις γυμνασιαρχίες και τις τριηραρχίες4 ξέρουν ότι επιβαρύνονται οι πλούσιοι και απολαβαίνει ο λαός, ότι τριηραρχούν και γυμνασιαρχούν οι πλούσιοι και ωφελείται ο λαός. Ο λαός έχει, λοιπόν, την αξίωση να πληρώνεται για να τραγουδάει, για να τρέχει, για να χορεύει και για να ταξιδεύει με τα καράβια ώστε αυτός να παίρνει χρήματα και οι πλούσιοι να γίνονται πιο φτωχοί. Στα δικαστήρια δεν τους ενδιαφέρει η δικαιοσύνη περισσότερο από το συμφέρον τους.
--------------
1 Οι κελευστές κατηύθυναν τους κωπηλάτες δίνοντάς τους τον ρυθμό. Ο πεντηκόνταρχος ήταν διοικητής 50 ανδρών που υπηρετούσε υπό τις διαταγές του τριηράρχου.
2 Στην Αθήνα τη διοίκηση του στρατού και του ναυτικού την είχαν οι δέκα στρατηγοί που εκλέγονταν για ένα χρόνο. Το αθηναϊκό ιππικό το διοικούσαν δύο -περιστασιακά τρεις- ἵππαρχοι (αρχηγοί του ιππικού).
3 Οι μέτοικοι ήσαν ελεύθεροι πολίτες άλλων πόλεων εγκατεστημένοι στην Αθήνα, όπου είχαν περιορισμένα δικαιώματα.
4 Στην Αθήνα οι εύποροι πολίτες ήσαν υποχρεωμένοι να αναλαμβάνουν τις λεγόμενες λειτουργίες, όπως είναι η χορηγία (κάλυψη της δαπάνης για τη διδασκαλία δραματικού ή άλλου χορού), η γυμνασιαρχία (κάλυψη της δαπάνης για την προετοιμασία αθλητών) και η δαπανηρότατη τριηραρχία (κάλυψη της δαπάνης για τον εξοπλισμό ενός πολεμικού πλοίου, μιας τριήρους).

Μας αρέσει να εξαπατούμε τους άλλους και να «τη γλιτώνουμε»

Είναι κοινό μυστικό, αλλά όμως και πραγματικότητα πως, σε όλους τους ανθρώπους αρέσει να εξαπατούν τους άλλους και να «τη γλιτώνουν» –και φυσικά δεν αναφερόμαστε μόνο στις ερωτικές σχέσεις!

Οι ψυχολόγοι, έχουν από καιρό διαπιστώσει ότι, όταν κανείς δε δεχθεί συνέπειες για τις μη δόκιμες πράξεις του (επειδή δεν τον κατάλαβαν οι άλλοι), ακολουθεί ένας υπέροχος ενθουσιασμός! Αυτό αποτελεί γεγονός για όλους τους ανθρώπους και όχι για μερίδα αυτών.

Οι ερευνητές σήμερα δηλώνουν πως, αν και οι άνθρωποι πιστεύουν -κατά γενική ομολογία- ότι θα αισθάνονται ένοχοι αν κάνουν κάτι ανήθικο ή μη αποδεκτό, στην πραγματικότητα όταν κάτι τέτοιο συμβεί, το διασκεδάζουν!

«Σε μεγάλο βαθμό, αυτό το συναίσθημα έχει να κάνει με το πόσο πολύ πιο έξυπνοι από τους άλλους νοιώθουν οι άνθρωποι», λέει η Nicole Ruedy, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον. «Η ιδέα ότι έχουν βρει έναν τρόπο για να εξαπατήσουν επιτυχώς τους άλλους, δίνει μια αίσθηση ολοκλήρωσης.»

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με κάποιες άλλες μελέτες που λένε ότι, οι ανέντιμες πράξεις και οι εκ προθέσεως εξαπατήσεις, κάνουν τους ανθρώπους να νοιώθουν ένοχοι και χειρότερα για τον εαυτό τους.

Όμως, γιατί να υπάρχει αυτή η διαφορά ανάμεσα στις έρευνες; Η Ruedy και οι συνεργάτες της, εξέτασαν τις άμεσες συνέπειες της εξαπάτησης, οπότε είναι πολύ πιθανό, η έξαψη αυτή να είναι βραχύβια και οι «απατεώνες» να μετανιώνουν εν τέλει αργότερα. Υπάρχει, επίσης, το γεγονός ότι κοινωνικά, δεν είναι αποδεκτό να παραδέχεται κανείς ότι αισθάνεται καλά με την εκ προθέσεως παράκαμψη των κανόνων προς όφελός του.

«Υπάρχει ναι μεν αυτή η άμεση ώθηση, αλλά δε γνωρίζουμε ποια είναι η μακροπρόθεσμη συναισθηματική αντίδρασή τους, όταν καλούνται να προβληματιστούν σχετικά με τη συμπεριφορά τους», σημειώνει η Ruedy.

Εντούτοις, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι, η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων, έχει ενισχύσει τις ανταμοιβές που προέρχονται με τη χρήση πλάγιων μέσων, γεγονός που αποβαίνει σε βάρος άλλων και απαιτεί ανήθικες ενέργειες.

Ωστόσο, προτού κανείς απελπιστεί από την ανήθικη κοινωνία όπου ζει, είναι σημαντικό να γνωρίζει πως, οι περισσότεροι άνθρωποι δε φαίνεται να είναι πραγματικά θιγμένοι από την εξαπάτηση!

Άλλωστε η σοβαρότητα της απάτης, όπως και όλα τα πράγματα στη ζωή, έχει να κάνει και με την οπτική γωνία που το βλέπει κάποιος. Αν πεις, για παράδειγμα, ότι δεν πληρώνεις τους φόρους σου γιατί το κράτος σε έχει κατακλέψει και δεν του ξαναδίνεις χρήματα, πιστεύεις ότι διαπράττεις βέβαια αδίκημα, αλλά όχι τόσο σοβαρό.

4 Λόγοι που Ορισμένοι Άνθρωποι Φέρονται με Κακία στους Άλλους

Οι άνθρωποι γενικότερα, είμαστε ιδιαιτέρως κοινωνικά όντα που έχουν ανάγκη από θετικές σχέσεις. Επομένως, μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε τα κίνητρα που έχουμε για να τα πηγαίνουμε καλά με τους άλλους ανθρώπους.
 
Στην πραγματικότητα, δεν θα υπήρχε καμία πιθανότητα ύπαρξης της κοινωνίας μας, αν ιστορικά οι άνθρωποι δε συνεργάζονταν και δεν τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους σε ένα μεγάλο βαθμό.
 
Ωστόσο, πολύ συχνά βλάπτουν εσκεμμένα ο ένας τον άλλον. Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Γιατί οι άνθρωποι θέλουν κάποιες φορές να πληγώσουν και να βλάψουν τους άλλους;
 
Δεκαετίες έρευνας αποδεικνύουν ότι πίσω από τη δημοφιλή πεποίθηση πως οι άνθρωποι γίνονται κακοί όταν θέλουν να αισθανθούν καλύτερα για τον εαυτό τους, κρύβεται μία μεγάλη αλήθεια.
 
1. Η Θετική Ιδιαιτερότητα
Η θεωρία της «κοινωνικής ταυτότητας», υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι έχουν μια βασική ψυχολογική ανάγκη για «θετική ιδιαιτερότητα». Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι έχουν μία θετικά προσδιορισμένη ανάγκη να αισθάνονται μοναδικοί σε σχέση με τους γύρω τους. Καθώς από τη φύση τους, έχουν την τάση να σχηματίζουν ομάδες, αυτή η ανάγκη για θετική διάκριση, επεκτείνεται και στις ομάδες που ανήκουν. Δηλαδή, τείνουν να βλέπουν πιο ευνοϊκά τις ομάδες που ανήκουν, παρά τις ομάδες που δεν ανήκουν. Και ως εκ τούτου, έχουν την τάση να βλέπουν λιγότερο θετικά τους ανθρώπους που δεν αποτελούν μέρος μίας ομάδας σε σχέση με αυτούς που ανήκουν κάπου.
Επίσης, αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό να συμβεί, όταν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των ομάδων ή όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι η ταυτότητα της ομάδας τους δοκιμάζεται η αμφισβητείται. Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί για τη εξέταση αυτής της πεποίθησης, διαπιστώνουν ότι οι άνθρωποι γενικότερα εμφανίζουν ενδείξεις ευνοιοκρατίας για την ομάδα τους, και επιπλέον, ενισχύεται θετικά η αυτοεκτίμηση τους και το αίσθημα της θετικότητας προς την ομάδας τους, όταν διαγράφονται άλλα μέλη από την ομάδα και θεωρούνται ως «παρείσακτα».
 
2. Οι Μειονεκτικές Συγκρίσεις
Η θεωρία της «κοινωνικής σύγκρισης», υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι από τη φύση τους κάνουν συγκρίσεις με άλλους ανθρώπους και ότι αυτές οι συγκρίσεις μπορούν συχνά να μας κάνουν να αισθανόμαστε χειρότερα ή καλύτερα για τους εαυτούς μας. Καθώς, σε γενικές γραμμές προτιμάμε να αισθανόμαστε καλά, είμαστε επιρρεπείς στο να κάνουμε συγκρίσεις που θα μας επιτρέψουν να δούμε μειονεκτικά άλλους ανθρώπους.
Επιπλέον, η έρευνα που βασίζεται σε αυτή τη θεωρία, υποστηρίζει επίσης την ιδέα ότι οι άνθρωποι είναι πιο αρνητικοί απέναντι στους άλλους όταν νιώθουν ότι τους έχουν προσβάλει ή τους έχουν υποτιμήσει και ότι έτσι μπορούν να αισθάνονται καλύτερα για τον εαυτό τους και να βοηθηθούν στην αποκατάσταση της αυτοεκτίμησης τους.
Ένα παράδειγμα αυτού, μπορεί να δοθεί σε μια μελέτη, κατά την οποία όταν είπαν στους συμμετέχοντες ότι δεν ήταν ελκυστικοί, χρησιμοποιώντας πλαστή ανατροφοδότηση, βαθμολόγησαν τους άλλους, όχι μόνο ως λιγότερο ελκυστικούς, αλλά και ως λιγότερο έξυπνους και ευγενικούς σε σύγκριση με την ανατροφοδότηση ότι ήταν ελκυστικοί. Συνοψίζοντας, όταν οι συμμετέχοντες ένιωθαν προσβεβλημένοι, ήταν πιθανότερο να υποβιβάσουν τους άλλους.
 
3. Η Κλασική Προβολή
Ο Freud υποστήριξε δεκαετίες πριν, ότι οι άνθρωποι ένιωθαν καλά με τον εαυτό τους και τα ελαττώματά τους, όταν πίστευαν ότι και άλλα άτομα είχαν τα ίδια αρνητικά χαρακτηριστικά με αυτούς. Βασικά, αν υποθέσουμε ότι αισθάνεστε ανέντιμοι, τότε είναι πιο πιθανό να βλέπετε τους άλλους ανθρώπους ως επίσης ανέντιμους και αυτό σας κάνει κατά μία έννοια, να αισθάνεστε πιο έντιμοι από αυτούς.
Υπάρχουν διάφορες μελέτες που υποστηρίζουν αυτή την ιδέα. Σε μια μελέτη, όταν είπαν σε κάποιους συμμετέχοντες ότι είχαν υψηλά επίπεδα εσωτερικού θυμού, πίστευαν ότι και τα άλλα άτομα εξέφραζαν θυμό και με αυτό τον τρόπο, ένιωθαν ότι δεν είχαν ιδιαίτερο θυμό μέσα τους.
 
4. Η Απειλή του «Εγώ»
Οι ψυχολόγοι έχουν ανακαλύψει ότι όταν απειλείται η αυτοεκτίμησή μας, εκδηλώνουμε αρκετή επιθετικότητα. Με άλλα λόγια, σε γενικές γραμμές, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν οι άνθρωποι αισθάνονται καλά ή άσχημα για τον εαυτό τους. Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι εκείνη τη στιγμή που επιτίθενται, αισθάνονται χειρότερα για τον εαυτό τους από ό,τι συνήθως.
Αυτό το πεδίο έρευνας, έχει διαπιστώσει ότι η απειλούμενη αυτοεκτίμηση συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα αυξημένων επιθετικών συμπεριφορών. Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι νιώσουν προσβεβλημένοι, σε αντίθεση με το να λαμβάνουν εκτίμηση, είναι αρκετά πιθανό να κάνουν προσβλητικά σχόλια σε κάποιο άλλο άτομο.
 
Συμπέρασμα
Είτε αφορά στην προώθηση των ομάδων μας είτε των εαυτών μας, έχουμε την τάση να είμαστε πιο επιθετικοί, όταν η αυτοεκτίμηση μας αμφισβητείται και όταν δεν νιώθουμε ιδιαίτερα θετικά συναισθήματα για τους εαυτούς μας.
Όταν απειλείται η αυτοεκτίμησή μας, τότε είναι πιθανό να συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με ανθρώπους που νομίζουμε ότι είναι σε χειρότερη θέση από εμάς, ώστε να βλέπουμε ότι έχουν περισσότερα αρνητικά χαρακτηριστικά από εμάς, προκειμένου να υποβαθμίσουμε τα άτομα που δεν είναι μέλη των ομάδων μας, καθώς και για να εκφράσουμε πιο άμεση επιθετικότητα προς τους ανθρώπους γενικότερα.
Η προσβολή, η υποτίμηση ή η επίκριση άλλων ανθρώπων μπορεί να δείξει πολλά περισσότερα για το πώς αισθάνεστε εσείς για τον εαυτό σας, παρά για το χαρακτήρα του άλλου προσώπου. Η ανασφάλεια για τους ίδιους μας τους εαυτούς μας, ευθύνεται σε ένα μεγάλο βαθμό για την αποτύπωση της σκληρότητας που υπάρχει σήμερα στην κοινωνία.

Απελευθερώστε τη Φαντασία σας: Όλα Είναι Δυνατά!

Όλοι γεννηθήκαμε πλούσιοι. Είμαστε πλούσιοι, γιατί γεννηθήκαμε με εκπληκτικό μυαλό. Ο καθένας από μας έχει δεδομένο λειτουργικό εξοπλισμό 18 δις εγκεφαλικά κύτταρα. Το μόνο που ζητάνε είναι να τους δώσουμε κατεύθυνση.

Για να χρησιμοποιήσουμε το μυαλό μας, αρκεί να πούμε σε αυτά τα κύτταρα πού θέλουμε να φτάσουμε, τι θέλουμε να πετύχουμε. Αν ξέρουμε πραγματικά τι θέλουμε, το μυαλό μας θα μας μεταφέρει από εκεί που βρισκόμαστε εκεί που θέλουμε να φτάσουμε.
Για να δείτε στην πράξη τη δύναμη του μυαλού, κάντε στον εαυτό σας την εξής ερώτηση: «Τι ήθελα πριν από πέντε χρόνια;» Αν είστε απόλυτα ξεκάθαρος σχετικά μ’ αυτό που θέλατε πριν από πέντε χρόνια, το πιθανότερο είναι ότι σήμερα το έχετε. Πώς το αποκτήσατε; Το μυαλό σας σας έφερε κοντά του!
Αν ξέρετε τι ακριβώς θέλετε, μπορείτε να το έχετε. Επομένως, ρωτήστε τον εαυτό σας: «Τι θέλω πραγματικά;» Ξέρετε; Αν η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη, πώς περιμένετε να το αποκτήσετε;
Το πρόβλημα είναι πως οι περισσότεροι από μας δεν είμαστε ξεκάθαροι ως προς τις επιθυμίες μας. Ένας από τους αγαπημένους μας ήρωες των κόμικς είναι ο Άλφρεντ Νιούμαν του MAD, ο οποίος λέει: «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ξέρουν τι ακριβώς θέλουν, αλλά είναι σίγουροι ότι δεν το έχουν!»
Αυτό μας θυμίζει την ιστορία του αγρότη και του πιλότου. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν ήταν της μόδας οι βόλτες με αεροπλάνα πάνω από την εξοχή. Κάπου στις μεσοδυτικές πολιτείες είχαν πανηγύρι και κατέφτασε ένας πιλότος με το διπλάνο του. Είχε μάθει να πιλοτάρει στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου και κουτσοέβγαζε τα προς το ζην πουλώντας βόλτες με το αεροπλάνο του. Η σταθερή προσφορά του ήταν ένα ευρώ η κούρσα.
Ένας αγρότης τον πλησίασε και του είπε. «Θέλω να κάνω τη βόλτα αλλά δεν έχω ένα ευρώ. Μπορούμε να τα βρούμε αλλιώς;»
Ο πιλότος το σκέφτηκε λίγο κι έκανε την πρότασή του. «Θα σε πάω μια βόλτα δωρεάν, αν δεν μιλήσεις καθόλου. Αν δεν τσιρίξεις, δεν πεις ούτε λέξη, δεν βγάλεις άχνα, η βόλτα είναι τσάμπα. Αν όμως κάνεις έστω και κιχ θα την πληρώσεις δέκα ευρώ. Τι λες;»
Ο αγρότης το σκέφτηκε για λίγο και του απάντησε: «Εντάξει, θα βάλω φερμουάρ. Αλλά θέλει και η γυναίκα μου να πάει. Ισχύει και γι’ αυτή η συμφωνία;» «Βεβαίως», είπε ο πιλότος. «Αν πει έστω και μια λέξη, θα μου δώσει δέκα ευρώ».
«Θα βάλουμε και οι δυο φερμουάρ», είπε ο αγρότης. Ξεκίνησαν, λοιπόν, και στα εξήντα μέτρα πάνω από το έδαφος ο πιλότος γύρισε το αεροπλάνο ανάποδα κι αύξησε την ταχύτητα. Ύστερα έκανε μια σειρά από απανωτές δεξιόστροφες τούμπες, ίσιωσε το σκάφος κι έκανε άλλες τόσες αριστερές. Μετά δοκίμασε τα διπλά οχτάρια. Στο μεταξύ, είχε αναπτύξει τη μέγιστη ταχύτητα. Έφερε το αεροπλάνο κάθετα, με τη μύτη προς τον ουρανό, κι άρχισαν ν’ ανεβαίνουν, ν’ ανεβαίνουν ως κάποιες χιλιάδες πόδια, όπου σταμάτησαν εντελώς. Και τότε το αεροπλανάκι έκανε βουτιά προς τη γη, σε ελεύθερη πτώση, ως τα εκατό μέτρα από το έδαφος, όπου ο πιλότος το έθεσε πάλι υπό έλεγχο κι έκανε μια τέλεια προσγείωση.
Ο πιλότος γύρισε τότε και είπε στον αγρότη: «Καταπληκτικό! Δεν έβγαλες άχνα. Ακόμη δεν μπορώ να το πιστέψω. Δεν υπήρξε ούτε μια στιγμή που σου ήρθε να πεις κάτι;»
Ο αγρότης σκέφτηκε λίγο και έγνεψε καταφατικά. «Ναι», απάντησε. «Όταν έπεσε η γυναίκα μου!»
Να ένας άνθρωπος που ήξερε τι ήθελε. Που ήταν ξεκάθαρος. Βεβαίως, δεν θέλουμε να σας πούμε μ’ αυτό ότι πρέπει να το βουλώνετε όταν τα πράγματα είναι ζόρικα. Απλώς σας υποδεικνύουμε, με χιουμοριστικό τρόπο, πως ό,τι βάζει το μυαλό το πετυχαίνει.

Μήπως ό,τι νομίζαμε πως ξέραμε για την υγιεινή διατροφή είναι λάθος;

Ερευνητές βρήκαν ότι οι διαφορετικοί οργανισμοί αντιδρούν διαφορετικά στο ίδιο γεύμα. Μήπως αυτό σημαίνει ότι όλα όσα πιστεύαμε για το υγιεινό φαγητό μπορεί να μην ισχύουν;
 
Αν σας έχει τύχει να δοκιμάσετε την τελευταία δίαιτα που κυκλοφορεί στα περιοδικά και στο διαδίκτυο κι αντί να χάσετε βάρος, να παίρνετε, νιώθοντας χειρότερα από ποτέ, διερωτώμενοι τι κάνατε λάθος, οι επιστήμονες ίσως έχουν μια εξήγηση για εσάς.

Ερευνητές από το Ισραήλ, που δημοσίευσαν τα ευρήματά τους στο Journal Cell πριν 2 μήνες, βρήκαν ότι ο οργανισμός από άνθρωπο σε άνθρωπο αντιδρά πολύ διαφορετικά σε κάθε γεύμα, ακόμη κι όταν αυτό είναι ακριβώς το ίδιο για 2 διαφορετικά άτομα. Τι σημαίνει αυτό; Με απλά λόγια, ότι η δίαιτα που έκανε θαύματα στη σιλουέτα της συναδέλφου, μπορεί να μην έχει το ίδιο αποτέλεσμα στο δικό σας σώμα.



Τι συμβαίνει με το γλυκαιμικό δείκτη;
Οι επικεφαλής της έρευνας Eran Segal και Eran Elinav του Weizmann Institute of Science επικεντρώθηκαν στον παράγοντα-κλειδί που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ισορροπημένων πλάνων δίαιτας όπως η Atkins, Zone και South Beach: τον γλυκαιμικό δείκτη ή αλλιώς GI. Ο γλυκαιμικός δείκτης αναπτύχθηκε πριν δεκαετίες σαν ένας τρόπος μέτρησης του πώς κάποιες τροφές επηρεάζουν τα επίπεδα του σακχάρου του αίματος και θεωρείται ως ένας σταθερός αριθμός για το κάθε τρόφιμο.
Όπως προκύπτει, όμως, δεν είναι. Απ’ ό,τι φαίνεται διαφέρει αρκετά από τον έναν οργανισμό στον άλλο.


 Η έρευνα
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν 800 υγιείς και προ-διαβητικούς εθελοντές ηλικιών 18 με 70, συγκεντρώνοντας τα δεδομένα μέσα από ερωτηματολόγια, μετρήσεις σώματος, εξετάσεις αίματος, ελέγχους γλυκόζης και δείγματα κοπράνων. Οι εθελοντές συμπλήρωναν πληροφορίες για την πρόσληψη τροφής και το lifestyle τους μέσα από μια ειδική εφαρμογή στο κινητό, η οποία συνέλλεξε πληροφορίες για 46.898 γεύματα συνολικά. Στο κάθε άτομο ζητήθηκε να καταναλώνει ένα καθορισμένο πρωινό που περιλάμβανε τροφές όπως ψωμί, κάθε πρωί.
Αυτό που βρήκαν ήταν ότι η ηλικία και ο δείκτης μάζας σώματος, όπως ήταν αναμενόμενο, φάνηκε να επηρεάζει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μετά τα γεύματα, αλλά υπήρχε και κάτι άλλο. Διαφορετικοί μεταξύ τους άνθρωποι παρουσίασαν διαφορετικές αντιδράσεις στις ίδιες τροφές, παρ’ όλο που οι δικές τους αντιδράσεις δεν άλλαζαν από μέρα σε μέρα. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, οι αντιδράσεις τους ήταν αντίθετες, όπως εξηγεί ο Segal.
Τα ευρήματα αυτά οδηγούν τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι το να προσαρμόζουμε τα γεύματα στη βιολογία του κάθε ατόμου, μάλλον θα αποτελέσει το μέλλον των μοντέλων δίαιτας, ενώ οι εκπλήξεις ήταν πολλές.
Ένα παράδειγμα, περιλαμβάνει μια γυναίκα μέσης ηλικίας, η οποία δοκίμασε και απέτυχε με πολλές δίαιτες. Οι δοκιμές έδειξαν ότι τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, μετά την κατανάλωση ντομάτας, ανέβαιναν απότομα, κάτι που σημαίνει ότι η ντομάτα δεν ήταν καλή διατροφική επιλογή γι’ αυτήν, αφού το σάκχαρο στο αίμα συνδέεται με προβλήματα καρδιάς, παχυσαρκία και διαβήτη. Λόγω, όμως, του ότι η ίδια δεν το γνώριζε, κατανάλωνε ντομάτες αρκετές φορές την εβδομάδα στο πλαίσιο μιας υγιεινής διατροφής.

 Ένα πείραμα ακόμη
Για να φτάσουν ακόμη βαθύτερα, μάλιστα, στο γιατί υπάρχουν τέτοιες διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, οι ερευνητές σχεδίασαν κι άλλο ένα πείραμα που περιλάμβανε εξατομικευμένες διαιτητικές παρεμβάσεις σε 26 νέους εθελοντές, με στόχο να μειώσουν τα επίπεδα σακχάρου του αίματος μετά τα γεύματα.
Οι ειδικοί σχεδίασαν 2 σετ γευμάτων –πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό και μέχρι 2 ενδιάμεσα γεύματα- για το κάθε άτομο, που θεωρούνταν είτε «καλή» δίαιτα, είτε «κακή». Ο κάθε συμμετέχων ακολουθούσε τη δίαιτα για μια ολόκληρη εβδομάδα και στα αποτελέσματα φάνηκαν τα εξής: οι καλές δίαιτες, όχι μόνο «δούλεψαν», αλλά εκτός του ότι έριχναν το σάκχαρο στο αίμα, έφεραν αλλαγές και στη μικροχλωρίδα του εντέρου. Ένα ενδιαφέρον εύρημα ήταν, μάλιστα, ότι ενώ οι δίαιτες ήταν εξατομικευμένες, πολλές από τις αλλαγές στη χλωρίδα του εντέρου ήταν παρόμοιες για τους συμμετέχοντες.

 Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Όλα αυτά δείχνουν, σύμφωνα με τους ειδικούς, ότι νομίζουμε πως ξέρουμε πώς να συμπεριφερθούμε απέναντι στην παχυσαρκία και το διαβήτη, αλλά ίσως πολλές φορές να δίνονται λάθος συμβουλές.
Χρησιμοποιώντας πληροφορίες από τη μελέτη, οι ερευνητές μπόρεσαν να επινοήσουν το… κλειδί της δίαιτας: έναν αλγόριθμο που λαμβάνει υπόψη εκατοντάδες παράγοντες για ένα άτομο και τους μετατρέπει σε ένα εξατομικευμένο διατροφικό πλάνο.
Τα αποτελέσματα άφησαν έκπληκτους γιατρούς και συμμετέχοντες, αφού για μερικούς μπορεί το αλκοόλ, η σοκολάτα ή το παγωτό σε μικρές ποσότητες να έκανε καλό. Πολλοί συμμετέχοντες, μάλιστα, ενθουσιάστηκαν τόσο, ενημέρωσαν φίλους και γνωστούς και τώρα οι ερευνητές έχουν περισσότερους από 4 χιλιάδες εθελοντές στις λίστες αναμονής τους για τις επόμενες έρευνες.

Πολύβιος, δημογραφία και σύγχρονη ερμηνευτική της αρνησιπαιδίας

Μελετώντας το ζήτημα της δημογραφικής παρακμής και της υπογεννητικότητας, το οποίο θίγει ο Πολύβιος στις Ιστορίες του, διαπιστώνει κανείς πως η σκέψη του σύγχρονου «δυτικού» ανθρώπου είναι σαφώς πιο μαγική από την σκέψη του Πολύβιου.

Ο Πολύβιος παρατηρεί πως κυριαρχούσε αρνησιπαιδία και ολιγανθρωπία παρόλο που δεν συνέβαιναν πόλεμοι ή επιδημίες. Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρει πως είχε επικρατήσει σε τέτοιο βαθμό η αλαζονεία, η επιδειξιμανία, ο εγωισμός, η ραθυμία και η φιλαργυρία που οι άνθρωποι δεν επιθυμούσαν να παντρευτούν, ή, εάν παντρεύονταν έκαναν το πολύ ένα ή δύο παιδιά και γι’ αυτούς τους λόγους το κακό συνεχώς μεγάλωνε.

Ούτε οι προφήτες ούτε η μαγεία, γράφει χαρακτηριστικά ο Πολύβιος, μπορούσαν να προσφέρουν λύση σε αυτή την κατάσταση. Σε αντίθεση με τον Πολύβιο, ο κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος της σημερινής «Δύσεως» πιστεύει στους προφήτες και στη μαγεία και αρέσκεται να ζει εντός του -τεχνολογικού μεσσιανικού- μύθου. Η μαγική σκέψη και η μεταφυσική ερμηνευτική της αρνησιπαιδίας ή/και της ολιγοπαιδίας είναι διάχυτη στις μέρες μας, αναμεμειγμένη με «αναπτυξιακά» δόγματα μιας θεολογίας μετά εξισώσεων («οικονομία»).

Η μελέτη του αρχαίου κόσμου πάντα συμβάλλει στο να αποφεύγεται η παθητική κατανάλωση σύγχρονων μυθολογημάτων του συρμού τα οποία είναι πασπαλισμένα με διάφορους «επιστημονισμούς». Όλη η μεταφυσική στις μέρες μας ενσωματώνεται στις «επιστήμες» (η «επιστήμη» ως ιδεολογία και σύγχρονη μαγεία). Και κυρίως στις «κοινωνικές επιστήμες».

– Δεν αναφέρομαι στο ζήτημα της αστικοποιήσης και της μετάβασης από την ύπαιθρο και την επαρχία στο άστυ. Σήμερα, περίπου το 55% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε αστικά κέντρα. Το 1960 το ποσοστό αστικοποίησης σε παγκόσμια κλίμακα κυμαινόταν περίπου στο 34%.

– Ευτυχώς που ο Πολύβιος ήταν διαφορετικής ποιότητας «δυτικός». Ή μήπως τελικά ο Πολύβιος δεν ήταν «δυτικός»; Δηλαδή μεταφιλελεύθερος μεταφυσικός λάτρης της »Προόδου» και του »Τέλους της Ιστορίας» και post-humanist/μετα-ανθρωπιστής με ολίγον από τεχνολογικό μεσσιανισμό, μεταμοντερνισμό -υποβόσκον μαλθουσιανισμό- και ευρωκεντρισμό.

Όταν τα όνειρα... πεθαίνουν

Όταν ήμασταν μικροί, όλοι ονειρευόμασταν να κάνουμε κάτι σημαντικό στη ζωή μας: να γίνουμε μεγάλοι ιππότες, για να ζήσουμε περιπέτειες και να εδραιώσουμε τη δικαιοσύνη στον κόσμο, να γίνουμε μεγάλοι επιστήμονες, για να ανακαλύψουμε κάτι καλό για την ανθρωπότητα ή μεγάλοι αγωνιστές που θα αφήσουν έναν κόσμο καλλίτερο.

Όλοι ονειρευόμασταν τον μεγάλο έρωτα, τη μεγάλη σοφία και τις ακόμα μεγαλύτερες δράσεις που θα κάναμε, όταν θα μεγαλώναμε.

 Αργότερα είδαμε ότι όλα ήταν πιο δύσκολα από ό,τι φαίνονταν στα παραμύθια και στα όνειρα των παιδικών μας χρόνων… Τα όνειρα θόλωσαν και τα παραμύθια μετατράπηκαν σε «ανόητες ιστορίες».

Οι περισσότεροι αποδέχτηκαν ότι ο κόσμος και οι άνθρωποι είναι έτσι όπως είναι και δεν μπορούν να αλλάξουν, θεωρώντας ότι κάθε προσπάθεια βελτίωσης είναι άκαρπη. Πολλοί ανέχτηκαν καταστάσεις που ποτέ δεν περίμεναν ότι θα επέτρεπαν να συμβούν, ενώ άλλοι κατηγόρησαν τη μοίρα τους ή την κοινωνία, που δεν τους φρόντισε και δεν τους άφησε να δράσουν και να εκφράσουν τα όνειρά τους.

Έτσι, όταν τα όνειρα πεθαίνουν, η ζωή γίνεται μια γκρίζα διαδικασία και ένας άδοξος αγώνας για την απλή επιβίωση. Χάνει η ζωή το Φως και τα χρώματά της… χάνει ο άνθρωπος την ελευθερία του πνεύματος και τη δυνατότητα ευτυχίας. Τα χαμόγελα σβήνουν, η μουσική σιωπά, ο άνθρωποι αποξενώνονται και τα παλιά όνειρα γίνονται αποτυχίες και πικρίες μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, που δεν ξέρει πια γιατί να ζει και γιατί να πεθάνει.

Αν έχεις όνειρα, αν δεν έχασες την ελπίδα και θέλεις να κάνεις κάτι αξιόλογο στη ζωή σου, σκέψου ότι «τα χειρότερα νεκροταφεία είναι των πεθαμένων ονείρων που έχουμε μέσα στην καρδιά μας».

Μην επιτρέψεις ο φόβος και η αδιαφορία να σκοτώσουν ό,τι καλύτερο έχεις μέσα σου. Θυμήσου ότι το σημαντικό δεν είναι να κάνεις μεγάλα κατορθώματα, αλλά να κάνεις μικρές ηρωικές πράξεις, αλλά με όλο το μεγαλείο της ψυχής σου.

 Μην περιμένεις να είναι «οι άλλοι» που θα κάνουν τα πράγματα και, καλλίτερα, μαζί με τον Καζαντζάκη, να λες: «εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».

Ίσως κάποιοι σε περιγελούν, ίσως πολλοί σε θεωρούν τρελό και ονειροπαρμένο, αλλά στο βάθος της ψυχής σου εσύ θα ξέρεις ότι απόλαυσες όπως πρέπει τη ζωή σου και, ως ελεύθερος άνθρωπος, δεν επέτρεψες σε τίποτα και σε κανέναν να σκοτώσει τα όνειρά σου.

Θα ξέρεις πάντα ότι άφησες τον κόσμο λίγο καλλίτερο από αυτόν που βρήκες.

Λίγα λόγια γεμάτα σοφία!

-Όλα τα μανιτάρια τρώγονται. Με τη διαφορά ότι κάποια από αυτά, τρώγονται μόνο μια φορά.

-Να είστε καλοί με τα παιδιά σας, γιατί στο τέλος αυτά θα επιλέξουν το γηροκομείο σας!

-Οι φίλοι έρχονται και φεύγουν, ενώ οι εχθροί συσσωρεύονται.

-Αν ο έρωτας είναι τυφλός, ψάξε να τον βρεις πασπατεύοντας.

-Κάποιοι άνδρες αγαπούν τόσο πολύ τις γυναίκες τους, που... για να μην τις φθείρουν, χρησιμοποιούν ξένες γυναίκες.

-Αν μια μέρα νοιώσεις ανήμπορος και καταβεβλημένος, θυμήσου ότι κάποτε, ήσουν το πιο γρήγορο σπερματοζωάριο.

-Οι προϊστάμενοι είναι όπως τα σύννεφα. Όταν εξαφανίζονται, ο καιρός γίνεται υπέροχος.

-Η ιεραρχία είναι όπως τα ράφια. Όσο πιο ψηλά βρίσκονται, τόσο πιο άχρηστα είναι.

-Το μέλλον σου εξαρτάται από τα όνειρά σου. Γι’ αυτό μη χασομεράς, τράβα για ύπνο!

-Ο έρωτας είναι όπως η γρίπη. Μας πιάνει στο δρόμο και μας οδηγεί στο κρεβάτι.

-Αν δεν θέλετε να έχετε γιούς και κόρες, κάντε έρωτα με τη κουνιάδα σας. Έτσι θα έχετε μόνο ανίψια.

-Οι άνδρες θα έλεγαν λιγότερα ψέματα, αν οι γυναίκες έκαναν λιγότερες ερωτήσεις.

-Μια γυναίκα ανησυχεί για το μέλλον, μέχρι να βρει έναν άνδρα. Eνώ ο άνδρας ποτέ δεν ανησυχεί για το μέλλον, μέχρι να βρει μια γυναίκα.

-Η δημοσιογραφία είναι ένα επάγγελμα, στο οποίο περνάει κανείς τη μισή ζωή του μιλώντας για πράγματα που δεν ξέρει και την άλλη μισή σωπαίνοντας γι’ αυτά που ξέρει.

-Ο έρως και η λογική μοιάζουν με τον ήλιο και το φεγγάρι. Όταν ανατέλλει το ένα δύει το άλλο.

-Η ζωή χωρίζεται σε τρεις φάσεις! Επανάσταση, περισυλλογή, τηλεόραση… Ξεκινάς να αλλάξεις τον κόσμο και καταλήγεις ν’ αλλάζεις κανάλια…

-Μετριοφροσύνη είναι η τέχνη, να ενθαρρύνεις τους άλλους να ανακαλύψουν μόνοι τους, πόσο υπέροχος είσαι…

-Ποτέ μην τα βάζεις μ’ έναν ηλίθιο. Είναι βέβαιο ότι θα σε ρίξει στο επίπεδό του και θα σε νικήσει εκ πείρας.

-Αν θέλεις να κάνεις κάποιον πλούσιο, μην του προσθέτεις χρήματα. Αφαίρεσέ του επιθυμίες…

-Αυτός που δεν μπορεί να καταλάβει τη σιωπή σου, δεν θα μπορέσει να καταλάβει ούτε τα λόγια σου.

-Μια γυναίκα, αγωνίζεται χρόνια να αλλάξει τις συνήθειες του άντρα της και μετά παραπονιέται, ότι δεν είναι πια ο άντρας που παντρεύτηκε.

-Μεγαλοφυΐα είναι αυτός, που σε στρατόπεδο γυμνιστών θυμάται πρόσωπα…

-Καταλαβαίνεις ότι γέρασες, από τη στιγμή που τα κεριά κοστίζουν περισσότερο από την τούρτα…

Ένστικτο ή Λογική;

Εμπιστευόμαστε τυφλά τη διαίσθησή μας ή ακολουθούμε πιστά τη λογική; Πότε αποδεικνύεται σωστό το ένστικτό μας και πότε είναι προτιμότερο να το αγνοούμε;

«Δεν μου αρέσει αυτός ο άνθρωπος. Παρόλο που δεν τον γνωρίζω, μου βγάζει κάτι αρνητικό. Το ένστικτό μου μού λέει να μην τον εμπιστευτώ». Πόσες φορές δεν μας έχει τύχει να πάρουμε αποφάσεις που βασίζονται εν μέρει ή ακόμα και εξ ολοκλήρου στη διαίσθησή μας; Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν στιγμές που θέτουμε σε λειτουργία τη λογική μας, για παράδειγμα όταν έχουμε να διαχειριστούμε μια δύσκολη κατάσταση. Πότε πρέπει να εμπιστευόμαστε, όμως, τη διαίσθησή μας και πότε είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε στρατηγικές βασισμένες στη λογική;

Να εμπιστευόμαστε τη διαίσθηση;

Αποφάσεις σε χρόνο ρεκόρ

Όταν αποφασίζουμε με βάση το ένστικτο, χρειάζονται ελάχιστες πληροφορίες προκειμένου να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα. Ορισμένες μάλιστα φορές αρκούν λίγα μόλις κλάσματα του δευτερολέπτου για να σχηματίσουμε μια αντίληψη (π.χ. αυτός ο άνθρωπος είναι συμπαθητικός), η οποία πολλές φορές -αλλά όχι πάντα!- μπορεί και να μη διαφέρει από αυτή που θα είχαμε αν εντρυφούσαμε στην κατάσταση (π.χ. μετά από πολύχρονη γνωριμία μαζί του).

Κοντά στις επιθυμίες μας

Η διαίσθηση δεν μας βοηθάει μόνο να παίρνουμε γρήγορες αποφάσεις, αλλά και σύμφωνες με τις πραγματικές μας ανάγκες, όπως αυτές εκδηλώνονται μέσα από τις σωματικές και συναισθηματικές μας αντιδράσεις. Για παράδειγμα, κάποιος που δεν μπορεί να πει εύκολα «όχι» είναι πιθανό να δεχτεί την πρόσκληση του φίλου του να βγουν έξω ενώ δεν έχει όρεξη, ακριβώς επειδή δεν αναγνωρίζει το αρνητικό του συναίσθημα, το οποίο του στέλνει το μήνυμα ότι «κάτι δεν πάει καλά». Έτσι, όμως, δεν ακούει τις πραγματικές ανάγκες και τις επιθυμίες του. Αν όμως το άτομο αυτό μπορέσει να αναγνωρίσει ότι νιώθει δυσάρεστα και δεν θέλει να βγει έξω, είναι πιο πιθανό να το εκφράσει ή να αναρωτηθεί τι είναι αυτό που τον δυσκολεύει να εκφράσει αυτό που πραγματικά θέλει. Κατά συνέπεια, όταν αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας, κατανοούμε καλύτερα τις ανάγκες μας και έχουμε τη δυνατότητα να χρησιμοποιούμε τις πληροφορίες που μας δίνει το σώμα μας ως εργαλείο για να σχεδιάσουμε τη μετέπειτα συμπεριφορά μας και να πάρουμε τη σωστή για εμάς απόφαση. Από την άλλη μεριά, οι άνθρωποι που αναλύουν τα πάντα με βάση τη λογική δεν δίνουν την απαραίτητη σημασία στις σημαντικές πληροφορίες και τα μηνύματα που τους μεταφέρουν τα συναισθήματά τους.

Πότε είναι ωφέλιμη η λογική;

Μειώνει τα περιθώρια λάθους

Το ένστικτο είναι γρήγορο, αλλά δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικό. Όταν βασιζόμαστε στη διαίσθησή μας, συχνά κάνουμε γενικεύσεις και ορισμένες φορές οδηγούμαστε σε αυθαίρετα συμπεράσματα για καταστάσεις ή πρόσωπα για τα οποία διαθέτουμε λίγες πληροφορίες, βασιζόμενοι συχνά σε προκαταλήψεις και προηγούμενες εμπειρίες. Η λογική, από την άλλη πλευρά, μειώνει τα περιθώρια λάθους. Σταθμίζει τα υπέρ και τα κατά της εκάστοτε κατάστασης και καταλήγει στην πιο ώριμη απόφαση, απαλλαγμένη από παρορμήσεις.

Όχι αυθαίρετα συμπεράσματα

Όταν πράττουμε βάσει του συναισθήματός μας, είναι πιθανό αυτό που νιώθουμε να μην είναι το πιο αξιόπιστο κριτήριο γι’ αυτό που πραγματικά συμβαίνει και επομένως τα συμπεράσματα που βγάζουμε να είναι αυθαίρετα. Αν γνωρίσουμε, για παράδειγμα, κάποιον και νιώθουμε άβολα μαζί του, μπορεί να συμπεράνουμε ότι δεν του είμαστε αρκετά συμπαθείς. Στην πραγματικότητα κάνουμε το συναίσθημά μας κριτήριο μιας κατάστασης, την οποία αξιολογούμε βάσει των δικών μας υποθέσεων σχετικά με το πώς σκέφτεται ο άλλος
για εμάς. Η δική μας υπόθεση στηρίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό στις πεποιθήσεις μας και τις προηγούμενες εμπειρίες μας και πολύ λιγότερο στην αληθινή στάση του άλλου προσώπου.
Η λογική, αντίθετα, μας επιτρέπει να εστιάζουμε στην εκάστοτε κατάσταση και να εντοπίζουμε
τις ρεαλιστικές διαστάσεις του προβλήματος.

Στα πάνω ή στα κάτω μας;

Η διαίσθηση ακολουθεί τη διάθεσή μας, γι’ αυτό και είναι ευμετάβλητη. Μπορεί, για παράδειγμα, να πάρουμε μια απόφαση μια μέρα που έχουμε κέφια και να είμαστε πολύ ικανοποιημένοι με αυτή ή να απορρίψουμε μια σημαντική πρόταση γιατί δεν έχουμε καλή διάθεση και ενδεχομένως να αποδειχθεί στη συνέχεια ότι κάναμε και στις δύο περιπτώσεις λάθος.

Αριστερά ή δεξιά;

Όταν προσπαθούμε να διαχειριστούμε μια δυσκολία ή να πάρουμε μια σημαντική απόφαση, χρησιμοποιούμε 2 μηχανισμούς:
Α) Θέτουμε σε λειτουργία το πιο «πρωτόγονο» κομμάτι του εγκεφάλου μας, τη διαίσθηση, η οποία εστιάζει στα συναισθήματα. Η διαίσθηση είναι αποτέλεσμα των περασμένων εμπειριών μας, τις οποίες αναλύει ο εγκέφαλός μας και αντιπαραθέτει στη συνέχεια στα ερεθίσματα που προσλαμβάνει από το εξωτερικό περιβάλλον. Υπεύθυνη για τις αποφάσεις που παίρνουμε με τη διαίσθηση είναι η δεξιά πλευρά του εγκεφάλου, η οποία θεωρείται ότι δουλεύει με συναισθηματικό και συνειρμικό τρόπο.

Β) Χρησιμοποιούμε τη λογική μας, εστιάζοντας στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και στα δεδομένα που υπάρχουν, προκειμένου να βρεθεί λύση. Η λογική σχετίζεται περισσότερο με τη συγκεκριμένη κατάσταση που αντιμετωπίζουμε και τις ρεαλιστικές παραμέτρους που αυτή περιλαμβάνει. Όταν τίθεται σε λειτουργία η λογική μας, ενεργοποιείται η αριστερή πλευρά του εγκεφάλου, η οποία «παράγει» τη δομημένη και αναλυτική σκέψη.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος χρησιμοποιεί διαφορετικές συχνότητες για ροή πληροφορίας μεταξύ των περιοχών του

 Ερευνητές στο Ινστιτούτο Ernst Strüngmann (ESI) για τη Νευροεπιστήμη, στην Φρανκφούρτη, σε συνεργασία με την Max Planck Society, έδειξαν ότι ο οπτικός φλοιός των ανθρώπων-υποκειμένων της έρευνας χρησιμοποιεί διαφορετικά κανάλια συχνοτήτων που εξαρτώνται από την κατεύθυνση στην οποία μεταδίδονται οι πληροφορίες. Τα ευρήματά τους επετεύχθησαν χάρις σε προηγούμενες έρευνες με πιθήκους μακάκους. Θεωρείται ότι μπορεί να βοηθήσουν να κατανοηθεί η αιτία ψυχιατρικών ασθενειών στις οποίες τα δυο κανάλια φαίνεται να μπερδεύονται.

Οι όροι «κάτω-επάνω» και «επάνω-κάτω» αναφέρονται σε διαδικασίες με τις οποίες ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται πληροφορίες. Όπως εξηγεί ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, στο οπτικό σύστημα επικοινωνία «κάτω-επάνω» συμβαίνει όταν πληροφορίες εισέρχονται από τα μάτια και ρέουν από χαμηλότερες σε υψηλότερες οπτικές περιοχές, δηλαδή από κάτω προς τα επάνω.
Όταν ένα πρόσωπο παρατηρεί το περιβάλλον του, ο εγκέφαλος επεξεργάζεται συνεχώς την αισθητηριακά εισερχόμενη πληροφορία χρησιμοποιώντας την αρχή «κάτω-επάνω».

Το ερώτημα που τίθεται είναι: πώς γνωρίζει κάποιος ότι ένα κομμάτι της πληροφορίας είναι πιο σημαντικό από ένα άλλο;

 «Η αρχή «επάνω-κάτω» μας βοηθάει να το κάνουμε», λέει ο Pascal Fries, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης. «Ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί προηγούμενες εμπειρίες για να οργανώσει τις πληροφορίες στο υφιστάμενο πλαίσιο και σε αυτή τη βάση κάνει προβλέψεις. Επομένως η ροή «επάνω-κάτω» επηρεάζει τη ροή «κάτω-επάνω» και παρασύρει την προσοχή μας προς πράγματα που είναι περισσότερο σημαντικά στην υφιστάμενη κατάσταση. Πολλές από τις γνωστικές μας ικανότητες μπορούν να εξηγηθούν μόνο με την εφαρμογή αυτή της αρχής».

Για να λειτουργήσει η αρχή «επάνω-κάτω», ο εγκέφαλος χρειάζεται μηχανισμούς που οδηγούν πληροφορίες από τις υψηλότερες στις χαμηλότερες περιοχές του εγκεφάλου. Οι ανατομικές συνδέσεις στην κατεύθυνση «επάνω-κάτω» είναι γνωστές εδώ και καιρό, αλλά το πώς οι πληροφορίες στέλνονται μέσω αυτών των συνδέσεων παρέμενε ζητούμενο.



Αυτοί που οδήγησαν τους ερευνητές στο σωστό μονοπάτι ήταν οι πίθηκοι μακάκοι: Οι επιστήμονες ερεύνησαν τη ροή «κάτω-επάνω» στον εγκέφαλο αυτών των ζώων και βρήκαν ότι χρησιμοποιούν μια ειδική περιοχή συχνοτήτων της ρυθμικής νευρωνικής δραστηριότητας, γνωστή ως περιοχή συχνοτήτων γάμμα, γύρω στα 60 Hertz.

Η πληροφορία ρέει από κάτω προς επάνω, όταν η ρυθμική δραστηριότητα ταλάντωσης των χαμηλών περιοχών του εγκεφάλου παρασύρει το ρυθμό της επόμενης υψηλότερης περιοχής.

Ακολούθως, οι νευροεπιστήμονες ανακάλυψαν το κανάλι για τη ροή της πληροφορίας από επάνω προς τα κάτω που ονομάστηκαν ρυθμοί συχνοτήτων άλφα και βήτα, μεταξύ 10 και 20 Hertz. Έτσι, στην ουσία, οι ιεραρχικά διευθετημένες περιοχές του οπτικού φλοιού χρησιμοποιούν ένα ξεχωριστό κανάλι συχνοτήτων για να στείλουν πληροφορία από υψηλότερες σε χαμηλότερες περιοχές.

Στην εργασία τους οι ερευνητές έδειξαν ότι μια παρόμοια αρχή λειτουργεί και στην ανθρώπινο εγκέφαλο. Έτσι ερεύνησαν τους ρυθμούς στον άνθρωπο χρησιμοποιώντας μια τεχνική που ονομάζεται μαγνητοεγκεφαλογραφία (MEG).

Οι μετρήσεις επέτρεψαν να συναχθούν συμπεράσματα σχετικά με την δραστηριότητα ορισμένων περιοχών του εγκεφάλου.

Στη σειρά των δεδομένων MEG, σήματα από διάφορες περιοχές του εγκεφάλου ήταν ανακατεμένα και μπόρεσαν να τα ξεχωρίσουν χρησιμοποιώντας προχωρημένες μαθηματικές μεθόδους. Σε αυτό το σημείο υπήρξε καθοριστική η έρευνα στους μακάκους, καθώς από την μελέτη των εγκεφάλων τους αποκτήθηκε σημαντική επιστημονική γνώση η οποία εφαρμόστηκε στον άνθρωπο. Έτσι χάρις στην προηγούμενη εργασία στα ζώα οι ερευνητές ήταν σε θέση να μεταφράσουν σωστά τις μετρήσεις MEG.

Οι ερευνητές έδειξαν, στα πειράματά τους, ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος χρησιμοποιεί επίσης διαφορετικές περιοχές συχνότητας για την σηματοδότηση από κάτω προς τα επάνω και από επάνω προς τα κάτω. Επιπλέον, οι νευροφυσιολόγοι ήταν σε θέση να περιγράψουν την ιεραρχική τοποθέτηση πρόσθετων περιοχών, ορισμένες από τις οποίες είναι παρούσες μόνο στον ανθρώπινο εγκέφαλο, στον οποίο ερευνήθηκαν συνολικά 26 περιοχές.

Σε μερικές νοητικές ασθένειες οι ροές «επάνω-κάτω» και «κάτω-επάνω» φαίνονται να μπερδεύονται. Υπάρχουν ενδείξεις ότι σε άτομα με σχιζοφρένεια, η ροή «επάνω-κάτω» δεν αντιδρά με τη ροή «κάτω-επάνω» με κανονικό τρόπο. Έτσι θεωρείται ότι τα νέα ευρήματα μπορούν να συνεισφέρουν στην καλύτερη κατανόηση των αιτιών ορισμένων ψυχιατρικών ασθενειών ώστε μια μέρα να καταστεί δυνατή η θεραπεία τους.

Σύνδεση Κβαντικής Φυσικής και συνείδησης

Η Κβαντική θεωρία είναι ανοικτή σε διαφορετικές ερμηνείες και η εργασία αυτή επανεξετάζει κάποια απ’ τα σημεία τριβής. Η συνηθισμένη ερμηνεία της κβαντικής φυσικής δέχεται ότι, ο κβαντικός κόσμος χαρακτηρίζεται από απόλυτη αιτιοκρατία και ότι τα κβαντικά συστήματα υπάρχουν αντικειμενικά μόνο όταν μετρούνται ή παρατηρούνται. Η οντολογική ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας του David Bohm, απορρίπτει και τις δύο αυτές υποθέσεις. Η θεωρία του Bohm ότι τα κβαντικά συμβάντα καθορίζονται εν μέρει από ανεπαίσθητες δυνάμεις, που λειτουργούν σε βαθύτερα επίπεδα της πραγματικότητας, συνδέεται στενά με τη θεωρία του νομπελίστα νευροφυσιολόγου John Eccle ότι, οι διάνοιές μας υπάρχουν έξω από τον υλικό κόσμο και αλληλεπιδρούν με άλλες διάνοιες στο κβαντικό επίπεδο. Τα παραφυσικά φαινόμενα υποδεικνύουν ότι οι διάνοιές μας επικοινωνούν με άλλες και επηρεάζουν μακρινά φυσικά συστήματα με ασυνήθιστους τρόπους. Είτε τέτοια φαινόμενα μπορούν να εξηγηθούν ικανοποιητικά με όρους μη-τοπικότητας και κβαντωμένου κενού είτε περιλαμβάνουν υπερφυσικές δυνάμεις και καταστάσεις της ύλης άγνωστες ακόμα στους επιστήμονες, αποτελεί ακόμα μια ανοικτή ερώτηση η οποία αξίζει επιπλέον πειραματικής μελέτης.

Η κβαντική θεωρία θεωρείται γενικά σαν μια απ’ τις πιο επιτυχημένες επιστημονικές θεωρίες που διατυπώθηκαν ποτέ. Αλλά ενώ η μαθηματική περιγραφή του κβαντικού κόσμου επιτρέπει, οι πιθανότητες των πειραματικών αποτελεσμάτων να είναι υπολογίσιμες με υψηλό βαθμό ακρίβειας, δεν υπάρχει ομοφωνία στο τι σημαίνει σε εννοιολογικούς όρους. Κάποια απ’ τα εμπλεκόμενα ζητήματα, ερευνούνται παρακάτω.

Κβαντική αβεβαιότητα

Σύμφωνα με την αρχή της αβεβαιότητας, η θέση και η ορμή ενός υποατομικού σωματιδίου, δεν μπορούν να υπολογισθούν ταυτόχρονα, με ακρίβεια μεγαλύτερη απ’ αυτή που ορίζει η σταθερά του Plank. Κι αυτό επειδή, σε κάθε μέτρηση, ένα σωματίδιο πρέπει να αλληλεπιδράσει με ένα τουλάχιστον φωτόνιο ή κβάντα ενέργειας, το οποίο δρα και σαν σωματίδιο και σαν κύμα και το επηρεάζει με απρόβλεπτο και ανεξέλεγκτο τρόπο. Μια ακριβή μέτρηση της θέσης ενός ηλεκτρονίου σε τροχιά, μέσω μικροσκοπίου για παράδειγμα, απαιτεί τη χρήση μικρού μήκους κύματος φωτός, με αποτέλεσμα να μεταφέρεται στο ηλεκτρόνιο μια μεγάλη αλλά απρόβλεπτη ορμή. Απ’ την άλλη μεριά, μια ακριβή μέτρηση της ορμής του ηλεκτρονίου, απαιτεί κβάντα φωτός πολύ χαμηλής ορμής (και γι’ αυτό μεγάλου μήκους κύματος), κάτι που οδηγεί σε μεγάλη γωνία περίθλασης στο φακό και κακό προσδιορισμό της θέσης.

Αλλά, σύμφωνα με τη συνηθισμένη ερμηνεία της κβαντικής φυσικής, όχι μόνο μας είναι αδύνατο να υπολογίσουμε ταυτόχρονα τη θέση και την ορμή ενός σωματιδίου με ίδια ακρίβεια, αλλά και ένα σωματίδιο δεν έχει καλά καθορισμένες ιδιότητες όταν δεν αλληλεπιδρά με ένα όργανο μέτρησης. Γι’ αυτό, η αρχή της αβεβαιότητας συνεπάγεται ότι, ένα σωματίδιο δεν μπορεί ποτέ να βρίσκεται σε ακινησία, αλλά υπόκειται σε σταθερές ταλαντώσεις ακόμα κι όταν δεν διεξάγεται κάποια μέτρηση και αυτές οι ταλαντώσεις υποτίθεται ότι δεν έχουν καθόλου αιτία. Με άλλα λόγια, ο κβαντικός κόσμος πιστεύεται ότι χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη αιτιοκρατίας, εγγενή ασάφεια και αμείωτη ανομία. Όπως το θέτει ο σύγχρονος φυσικός David Bohm (1984): "υποτίθεται ότι σε κάθε πείραμα, το ακριβές αποτέλεσμα που θα επιτευχθεί, είναι εντελώς αυθαίρετο, με την έννοια ότι δεν έχει σχέση με ο,τιδήποτε άλλο που υπάρχει ή που έχει υπάρξει στον κόσμο."

Ο Bohm θεωρεί ότι, η εγκατάλειψη της αιτιότητας υπήρξε πολύ βιαστική: "είναι αρκετά πιθανό, ενώ η κβαντική θεωρία και μαζί της και η αρχή της απροσδιοριστίας είναι έγκυρες με πολύ βαθμό προσέγγισης σε ένα συγκεκριμένο πεδίο παύουν και οι δύο να είναι έχουν αξία σε νέα πεδία κάτω απ’ αυτό το οποίο η σύγχρονη θεωρία είναι εφαρμόσιμη. Έτσι, το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει βαθύτερο επίπεδο αιτιατά καθορισμένης κίνησης, είναι απλά κυκλική αιτιολόγηση, αφού θα προκύψει μόνο αν υποθέσουμε προκαταβολικά ότι δεν υπάρχει τέτοιο επίπεδο." Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι φυσικοί αρκούνται να δεχθούν την υπόθεση του απόλυτα τυχαίου. Θα επιστρέψουμε σ’ αυτό το θέμα αργότερα, σε συνδυασμό με την ελεύθερη βούληση.

Συρρικνώνοντας την κυματοσυνάρτηση

Ένα κβαντικό σύστημα αναπαριστάται μαθηματικά με μια κυματοσυνάρτηση, που προκύπτει απ’ την εξίσωση Schrodinger. Η κυματοσυνάρτηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υπολογίσουμε την πιθανότητα να βρεθεί ένα σωματίδιο σε κάποιο σημείο του χώρου. Όταν πραγματοποιείται μια μέτρηση, το σωματίδιο βρίσκεται φυσικά σε μία μόνο θέση, αλλά αν η κυματοσυνάρτηση υποτίθεται ότι παρέχει μια πλήρη και επακριβή περιγραφή της κατάστασης του κβαντικού συστήματος – όπως είναι στην συνηθισμένη ερμηνεία – αυτό θα σήμαινε ότι μεταξύ των μετρήσεων το σωματίδιο διαλύεται σε μια "επαλληλία κυμάτων πιθανοτήτων" και είναι δυναμικά παρόν σε πολλά διαφορετικά μέρη ταυτόχρονα. Τότε, όταν πραγματοποιείται η επόμενη μέτρηση, αυτό το πακέτο κυμάτων υποτίθεται ότι "διαλύεται" ακαριαία, με κάποιο τυχαίο και μυστηριώδη τρόπο, ξανά σε ένα σωματίδιο σε ορισμένο χώρο. Αυτή η ξαφνική και συνεχή "διάλυση" παραβιάζει την εξίσωση Schrodinger και δεν επεξηγείται περαιτέρω στην συνηθισμένη ερμηνεία.

Αφού η συσκευή μέτρησης που υποτίθεται ότι κάνει την κυματοσυνάρτηση ενός σωματιδίου να καταρρεύσει, είναι φτιαγμένη από υποατομικά σωματίδια, φαίνεται ότι η δική της κυματοσυνάρτηση θα έπρεπε να καταρρέει από άλλη συσκευή μέτρησης (η οποία θα μπορούσε να είναι το μάτι και το μυαλό ενός ανθρώπινου παρατηρητή), η οποία με τη σειρά της χρειάζεται να καταρρεύσει από μία ακόμα συσκευή μέτρησης κ.ο.κ., οδηγώντας σε μια άπειρη διαδρομή προς τα πίσω. Στην πραγματικότητα, η κοινώς αποδεκτή ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας συνεπάγεται ότι όλα τα μακροσκοπικά αντικείμενα που βλέπουμε γύρω μας υπάρχουν σε μια αντικειμενική, ευκρινή κατάσταση μόνο όταν μετριούνται ή παρατηρούνται. Ο Schrodinger επινόησε μια διάσημη ιδέα-πείραμα για να επιδείξει παράλογες συνέπειες αυτής της ερμηνείας. Μια γάτα τοποθετείται σ’ ένα κουτί που περιέχει μια ραδιενεργή ουσία, έτσι ώστε να υπάρχει πιθανότητα 50-50 ένα άτομο να διασπασθεί σε μία ώρα. Αν ένα άτομο διασπασθεί, προκαλεί την απελευθέρωση ενός δηλητηριώδους αερίου, που σκοτώνει τη γάτα. Μετά από μια ώρα η γάτα υποτίθεται ότι είναι ταυτόχρονα νεκρή και ζωντανή (και καθετί ανάμεσα στα δύο), μέχρι κάποιος να ανοίξει το κουτί και ακαριαία να προκαλέσει την κατάρρευση της κυματοσυνάρτησης του, σε μια νεκρή ή ζωντανή γάτα.

Ποικίλες λύσεις έχουν προταθεί για το "πρόβλημα μέτρησης" που σχετίζεται με την κατάρρευση της κυματοσυνάρτησης. Κάποιοι φυσικοί υποστηρίζουν ότι ο κλασικός κόσμος ή μακρόκοσμος δεν πάσχει από την κβαντική ασάφεια, επειδή μπορεί να αποθηκεύσει πληροφορίες και υπόκειται σ’ ένα "βέλος του χρόνου", ενώ ο κβαντικός κόσμος ή μικρόκοσμος προβάλλεται ως αδύνατος να αποθηκεύσει πληροφορίες και χρονικά ανατρέψιμος (Pagels, 1983). Μια πιο εξωφρενική προσέγγιση, είναι η υπόθεση των πολλαπλών συμπάντων, η οποία ισχυρίζεται ότι το σύμπαν διχάζεται κάθε φορά που εκτελείται μια μέτρηση (ή μια αλληλεπίδραση παρόμοια με μέτρηση), έτσι ώστε όλες οι πιθανότητες που αναπαριστούνται απ’ την κυματοσυνάρτηση (π.χ. μια ζωντανή γάτα και μια νεκρή γάτα) υπάρχουν αντικειμενικά, αλλά σε διαφορετικά σύμπαντα. Η Συνείδηση μας, υποτίθεται ότι διαιρείται σταθερά σε διαφορετικούς εαυτούς, που κατοικούν αυτούς τους πολλαπλασιαζόμενους, μη-επικοινωνούντες κόσμους.

Άλλοι θεωρητικοί υποθέτουν ότι, είναι η Συνείδηση που προκαλεί την κατάρρευση της κυματοσυνάρτησης και έτσι δημιουργεί την πραγματικότητα. Στην άποψη αυτή, ένα υποατομικό σωματίδιο δεν προσλαμβάνει συγκεκριμένες ιδιότητες όταν αλληλεπιδρά με μια συσκευή μέτρησης, αλλά μόνο όταν η ανάγνωση της συσκευής μέτρησης καταγράφεται στο μυαλό ενός παρατηρητή (το οποίο μπορεί φυσικά να συμβεί, πολύ μετά αφού έχει πραγματοποιηθεί η μέτρηση). Σύμφωνα με την πιο ακραία, ανθρωποκεντρική εκδοχή αυτής της θεωρίας, μόνο τα ενσυνείδητα όντα, όπως εμείς, μπορούν να προκαλούν την κατάρρευση μιας κυματοσυνάρτησης. Αυτό σημαίνει ότι, όλο το σύμπαν πρέπει να υπήρχε πρωταρχικά σε λανθάνουσα κατάσταση σε μια υποθετική σφαίρα κβαντικών πιθανοτήτων, μέχρι που ενσυνείδητα όντα εξελίχθηκαν βαθμιαία και προκάλεσαν την κατάρρευση του εαυτού τους και του υπόλοιπου του τμήματος της πραγματικότητάς τους στον υλικό κόσμο και τα αντικείμενα παραμένουν σε μια κατάσταση πραγματικότητας, μόνο όσο παρατηρούνται απ’ τους ανθρώπους (Goswami, 1993). Παρ’ όλα αυτά, άλλοι θεωρητικοί πιστεύουν ότι, μη ενσυνείδητες οντότητες, συμπεριλαμβανομένων γατών και πιθανόν ακόμα και ηλεκτρονίων, μπορούν ίσως να προκαλέσουν την κατάρρευση των κυματοσυναρτήσεων τους (Herbert, 1993).

Η θεωρία της κατάρρευσης της κυματοσυνάρτησης (ή κατάρρευση των ανυσμάτων κατάστασης, όπως αποκαλείται μερικές φορές), εγείρει το ερώτημα, πώς τα "κύματα πιθανότητας" που η κυματοσυνάρτηση θεωρείται ότι αναπαριστά, μπορούν να καταρρεύσουν σε ένα σωματίδιο, αν δεν είναι τίποτα άλλο παρά αφηρημένα μαθηματικά δημιουργήματα. Αφού η ιδέα των πακέτων κυμάτων που απλώνονται και καταρρέουν δεν βασίζεται σε αυστηρά πειραματικά δεδομένα, αλλά μόνο σε ιδιαίτερες ερμηνείες της κυματοειδούς συνάρτησης, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά σε μια απ’ τις κύριες εναλλακτικές ερμηνείες, αυτή του David Bohm και των συνεργατών του, που παρέχει μια κατανοητή εκτίμηση του τι μπορεί να συμβαίνει στο κβαντικό επίπεδο.

Η ενυπάρχουσα τάξη

Η οντολογική ερμηνεία της κβαντικής φυσικής του Bohm, απορρίπτει την υπόθεση ότι η κυματοσυνάρτηση δίνει την πιο σωστή περιγραφή της δυνατής πραγματικότητας και έτσι αρνείται την ανάγκη να εισάγει μια άρρωστα-ορισμένη και μη ικανοποιητική έννοια της κατάρρευσης της κυματοσυνάρτησης (και όλων των παραδόξων που την συνοδεύουν). Αντίθετα υποθέτει την πραγματική ύπαρξη των σωματιδίων και των πεδίων: τα σωματίδια έχουν μια περίπλοκη εσωτερική δομή και συντροφεύονται πάντα από ένα κβαντικό κυματικό πεδίο· επηρεάζονται όχι μόνο από κλασικές ηλεκτρομαγνητικές δυνάμεις, αλλά και από μια λεπτότερη δύναμη, το κβαντικό δυναμικό, που ορίζεται απ’ το κβαντικό τους πεδίο, το οποίο υπακούει στην εξίσωση Schrodinger (Bohm & Hiley, 1993, Bohm & Peat, 1989, Hiley & Peat, 1991).

Το κβαντικό δυναμικό μεταφέρει πληροφορίες απ’ όλο το περιβάλλον και παρέχει άμεσες, μη-τοπικές συνδέσεις μεταξύ κβαντικών συστημάτων. Κατευθύνει τα σωματίδια με τον ίδιο τρόπο που κατευθύνουν τα ραδιοφωνικά κύματα ένα πλοίο με αυτόματο πιλότο – όχι με την έντασή τους, αλλά με τη μορφή τους. Είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και περίπλοκο, ώστε οι σωματιδιακές τροχιές εμφανίζονται χαοτικές. Αντιστοιχούν σ’ αυτό που ο Bohm ονομάζει ενυπάρχουσα τάξη, η οποία μπορεί να θεωρηθεί, σαν ένας αχανής ωκεανός ενέργειας στον οποίο ο φυσικός ή αναπτυσσόμενος κόσμος είναι ένας απλός κυματισμός. Ο Bohm δείχνει ότι η ύπαρξη μιας δεξαμενής ενέργειας αυτού του είδους αναγνωρίζεται, αλλά της δίνεται μικρή εκτίμηση, απ’ την κοινώς αποδεκτή κβαντική θεωρία, η οποία αξιώνει ένα καθολικό κβαντικό πεδίο – το κβαντικό κενό ή πεδίο μηδενικού σημείου – που αποτελεί τη βάση του υλικού κόσμου. Πολύ λίγα είναι σήμερα γνωστά για το κβαντικό κενό, αλλά η ενεργειακή του πυκνότητα εκτιμάται στο αστρονομικό 10108 J/cm3 (Forward, 1996, σελ. 328-37).

Στην συμπεριφορά της θεωρίας του για το κβαντικό πεδίο, ο Bohm προτείνει ότι, το κβαντικό πεδίο (η ενυπάρχουσα τάξη) υπόκειται στη διαμορφωτική και οργανωτική επιρροή ενός υπερ-κβαντικού δυναμικού, που εκφράζει τη δράση μιας υπερ-ενυπάρχουσας τάξης. Το υπερ-κβαντικό δυναμικό κάνει τα κύματα να συγκλίνουν ή να αποκλίνουν, παράγονταν ένα είδος συμπεριφοράς όμοιας με των σωματιδίων. Οι φαινομενικά διαφορετικές μορφές που βλέπουμε γύρω μας είναι συνεπώς μόνο σχετικά σταθερά και ανεξάρτητα μοτίβα, που δημιουργούνται και υποστηρίζονται από μια ακατάπαυστη και βασική κίνηση τυλίγματος και ξετυλίγματος, με τα σωματίδια να διαλύονται σταθερά σε μια ενυπάρχουσα τάξη και μετά να κρυσταλλοποιούνται ξανά. Αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται ακατάπαυστα και με μια εκπληκτική γρηγοράδα και δεν εξαρτάται από κάποια μέτρηση που γίνεται.

Στο μοντέλο του Bohm, ο κβαντικός κόσμος υπάρχει όταν δεν παρατηρείται και μετριέται. Απορρίπτει την θετικιστική άποψη, ότι κάτι που δεν μπορεί να μετρηθεί ή να γίνει γνωστό με ακρίβεια, δεν μπορεί να ειπωθεί ότι υπάρχει. Με άλλα λόγια δεν συγχέει την επιστημολογία με την οντολογία, τον χάρτη με την περιοχή. Για τον Bohm, οι πιθανότητες που υπολογίζονται για την κυματοσυνάρτηση, υποδεικνύουν τις πιθανότητες ενός σωματιδίου να βρίσκεται σε διαφορετικές θέσεις, άσχετα από το αν γίνεται μια μέτρηση, ενώ στην κοινά αποδεκτή ερμηνεία, υποδεικνύουν τις πιθανότητες ενός σωματιδίου να δημιουργείται σε διαφορετικές θέσεις όταν γίνεται μια μέτρηση. Το σύμπαν αυτοπροσδιορίζεται συνεχώς μέσα απ’ τις ακατάπαυστες αλληλεπιδράσεις του – απ’ τις οποίες η μέτρηση είναι μόνο ένα συγκεκριμένο παράδειγμα – και γι’ αυτό δεν μπορούν να προκύπτουν παράλογες καταστάσεις, όπως νεκρο-ζωντανές γάτες.

Έτσι, αν και ο Bohm απορρίπτει την άποψη ότι η ανθρώπινη συνείδηση δημιουργεί τα κβαντικά συστήματα και δεν πιστεύει ότι οι διάνοιές μας έχουν φυσιολογικά σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα μιας μέτρησης (εκτός με την έννοια ότι επιλέγουμε τη διευθέτηση του πειράματος), η ερμηνεία του ανοίγει το δρόμο για τη λειτουργία βαθύτερων, λεπτότερων και περισσότερο νοητικών επιπέδων της πραγματικότητας.

Υποστηρίζει ότι η συνείδηση ριζώνει βαθιά στην ενυπάρχουσα τάξη και γι’ αυτό είναι παρούσα σε κάποιο βαθμό σε όλες τις υλικές μορφές. Προτείνει, ότι ίσως υπάρχει μια άπειρη σειρά από ενυπάρχουσες τάξεις, με την καθεμιά να έχει ταυτόχρονα μια υλική πλευρά και μια συνειδησιακή πλευρά: "καθετί υλικό είναι επίσης και νοητικό και καθετί νοητικό είναι επίσης υλικό, αλλά υπάρχουν ακόμα λεπτότερα επίπεδα ύλης απ’ όσα γνωρίζουμε" (Weber, 1990, σελ. 151). Η έννοια του ενυπάρχοντος πεδίου θα μπορούσε να ειδωθεί σαν μια εκτεταμένη μορφή υλισμού, αλλά, λέει, "θα μπορούσε εξίσου να αποκαλείται ιδεαλισμός, πνεύμα, Συνείδηση. Ο διαχωρισμός των δύο – ύλης και πνεύματος – αποτελεί μία αφαίρεση. Το έδαφος είναι πάντα ένα." (Weber, 1990, σελ. 101)

Νους και ελεύθερη βούληση

Η κβαντική απροσδιοριστία είναι ξεκάθαρα ανοικτή σε ερμηνεία: είτε σημαίνει κρυμμένες (για μας) αιτίες, ή πλήρη απουσία αιτιών. Η θέση πως κάποια γεγονότα "μόλις συμβαίνουν" για κανένα λόγο δεν είναι δυνατό να αποδειχθούν, επειδή η ανικανότητά μας να αναγνωρίσουμε μια αιτία, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι δεν υπάρχει αιτία. Η έννοια της απόλυτης πιθανότητας συνεπάγεται ότι τα κβαντικά συστήματα μπορούν να δράσουν εντελώς αυθόρμητα, εντελώς απομονωμένα και ανεπηρέαστα από καθετί άλλο στο σύμπαν. Η αντίθετη άποψη είναι ότι, όλα τα συστήματα συμμετέχουν συνεχώς σε ένα περίπλοκο δίκτυο αιτιατών αλληλεπιδράσεων και διασυνδέσεων, σε πολλά διαφορετικά επίπεδα. Μεμονωμένα κβαντικά συστήματα συμπεριφέρονται σίγουρα απρόβλεπτα, αλλά παρ’ όλα αυτά αν δεν υπόκεινταν σε κάποιους αιτιατούς παράγοντες, θα ήταν δύσκολο να καταλάβουμε, γιατί η ομαδική τους συμπεριφορά παρουσιάζει στατιστικές κανονικότητες.

Η θέση ότι, καθετί έχει μια αιτία, ή μάλλον πολλές αιτίες, δεν συνεπάγεται απαραίτητα ότι όλα τα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων και των επιλογών μας, είναι αυστηρά προκαθορισμένα από καθαρά φυσικές διαδικασίες – μια άποψη που συχνά αποκαλείται "αυστηρή αιτιοκρατία" (Thornton, 1989). Η έλλειψη αιτιοκρατίας στο κβαντικό επίπεδο, παρέχει ένα άνοιγμα για δημιουργικότητα και ελεύθερη βούληση. Αλλά αν αυτή η έλλειψη αιτιοκρατίας ερμηνεύεται σαν απόλυτη πιθανότητα, θα σήμαινε ότι οι επιλογές και οι δράσεις μας απλά "ξεφυτρώνουν" με εντελώς τυχαίο και αυθαίρετο τρόπο, κατά την οποία περίπτωση μετα βίας θα αποκαλούνταν δικές μας αποφάσεις και έκφραση της δικιάς μας ελεύθερης βούλησης.

Εναλλακτικά, η έλλειψη κβαντικής αιτιοκρατίας θα μπορούσε να ερμηνευθεί σαν αιτιότητα από λεπτότερα, μη-φυσικά επίπεδα, έτσι ώστε οι πράξεις της ελεύθερης βούλησής μας έχουν αιτία – αλλά αυτή των αυτοσυνείδητων διανοιών μας. Απ’ αυτή την προοπτική – που μερικές αποκαλείται "ήπια αιτιοκρατία" – η ελεύθερη βούληση περιλαμβάνει την ενεργή, αυτό-συνείδητη αυτό-αιτιοκρατία.

Σύμφωνα με τον ορθόδοξο επιστημονικό υλισμό, οι διανοητικές καταστάσεις είναι πανομοιότυπες με τις καταστάσεις του εγκεφάλου· οι σκέψεις μας και τα συναισθήματά μας και η αίσθηση του εαυτού μας, γεννιούνται από ηλεκτροχημική δραστηριότητα στον εγκέφαλο. Αυτό θα σήμαινε είτε ότι ένα μέρος του εγκεφάλου ενεργοποιεί ένα άλλο, το οποίο ενεργοποιεί μετά ένα άλλο κ.λπ. ή ότι μια ιδιαίτερη περιοχή του εγκεφάλου ενεργοποιείται αυτόματα, χωρίς κάποια αιτία και είναι δύσκολο να δούμε πώς καθεμία απ’ τις εναλλακτικές λύσεις θα παρείχε μια βάση για ένα συνειδητό εαυτό και μια ελεύθερη βούληση. Ο Francis Crick (1994), για παράδειγμα, που πιστεύει ότι η συνείδηση είναι βασικά ένα πακέτο νεύρων, λέει ότι η κύρια έδρα της ελεύθερης βούλησης είναι πιθανόν μέσα ή κοντά σε ένα κομμάτι του εγκεφαλικού φλοιού γνωστό σαν anterior cingulate sulcus, αλλά υπαινίσσεται ότι η αίσθηση της ελευθερίας μας είναι σε μεγάλο μέρος, αν όχι ολοκληρωτικά, μια παραίσθηση.

Εκείνοι που μειώνουν τη συνείδηση σε ένα υποπροϊόν του εγκεφάλου διαφωνούν για τη σπουδαιότητα των κβαντο-μηχανικών απόψεων των νευρωνικών δικτύων: για παράδειγμα, ο Francis Crick, ο αείμνηστος Roger Sperry (1994), και ο Daniel Dennett (1991), τείνουν να αγνοήσουν την κβαντική φυσική, ενώ ο Stuart Hameroff (1994) πιστεύει ότι η συνείδηση προέρχεται από κβαντική συνοχή στους μικροσωληνίσκους πρωτοπλάσματος μέσα στους νευρώνες του εγκεφάλου. Μερικοί ερευνητές βλέπουν μια σχέση μεταξύ της συνείδησης και του κβαντικού κενού: για παράδειγμα, ο Charles Laughlin (1996) υποστηρίζει ότι οι νευρωνικές δομές που μεσολαβούν για την συνείδηση ίσως να αλληλεπιδρούν μη-τοπικά με το κενό (ή κβαντική θάλασσα), ενώ ο Edgar Mitchell (1996) πιστεύει ότι, τόσο η ύλη όσο και η συνείδηση απορρέουν απ’ το ενεργειακό δυναμικό του κενού.

Ο Νευροεπιστήμονας Sir John Eccles απορρίπτει την υλιστική άποψη σαν "πρόληψη" και υποστηρίζει τη δυαδική διαδραστικότητα: υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας ψυχικός κόσμος μαζί με τον υλικό κόσμο, και ότι ο νους μας ή ο εαυτός μας ενεργεί στον εγκέφαλο (ειδικά η συμπληρωματική κινητήρια περιοχή του νευροφλοιού) στο κβαντικό επίπεδο, αυξάνοντας την πιθανότητα της πυροδότησης επιλεγμένων νευρώνων (Eccles, 1994, Giroldini, 1991). Υποστηρίζει ότι ο νους όχι μόνο δεν είναι φυσικός, αλλά απολύτως μη υλικός και μη στερεός. Παρ’ όλα αυτά, αν δεν σχετίζονταν με κάποιο είδος ενέργειας-ουσίας, θα ήταν μια φτωχή αφαίρεση και γι’ αυτό ανήμπορος να ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή στο φυσικό κόσμο. Αυτή η αντίρρηση, εφαρμόζεται επίσης σε αυτούς που είναι αντίθετοι στην ελάττωση, οι οποίοι κρατιούνται μακριά από τη λέξη "δυαδικός" και περιγράφουν την ύλη και τη συνείδηση σαν συμπληρωματικές ή δυαδικές όψεις της πραγματικότητας, και ακόμα αρνούνται στη συνείδηση κάθε ενεργητική και πραγματική φύση, υποδηλώνοντας έτσι ότι είναι κατ’ ουσία διαφορετική απ’ την ύλη και στην πράξη μια απλή αφαίρεση.

Μια εναλλακτική τοποθέτηση είναι αυτή που αντηχεί σε πολλές μυστικιστικές και πνευματικές παραδόσεις: αυτή η φυσική ύλη είναι μόνο μια "οκτάβα" σε ένα άπειρο φάσμα ύλης-ενέργειας ή συνείδησης-ουσίας και όπως ο φυσικός κόσμος οργανώνεται και συντονίζεται κατά μεγάλο μέρος από εσωτερικούς κόσμους (αστρικό, νοητικό και πνευματικό), έτσι το φυσικό σώμα ενεργοποιείται και ελέγχεται κατά μεγάλο μέρος από λεπτότερα σώματα ή ενεργειακά πεδία, συμπεριλαμβανομένου ενός αστρικού σώματος-ομοιώματος και ενός νου ή ψυχής (βλ. Purucker, 1973). Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η φύση γενικά, και όλες οι οντότητες που την αποτελούν, σχηματίζονται και οργανώνονται κυρίως από μέσα προς τα έξω, από βαθύτερα επίπεδα της δομής τους. Αυτός ο εσωτερικός προσανατολισμός είναι κάποτε αυτόματος και παθητικός, κάνοντας να εμφανίζονται οι αυτόματες σωματικές λειτουργίες μας και η συνήθης και ενστικτώδης συμπεριφορά και τακτικά, οι νομιμοφανείς λειτουργίες της φύσης γενικά, και κάποτε είναι ενεργός και αυτοσυνείδητος, όπως στις σκόπιμες και βουλητικές πράξεις μας. Ένα φυσικό σύστημα που υπόκειται σε τέτοιες λεπτότερες επιρροές δεν δέχεται τόσο επιδράσεις από έξω, όσο κατευθύνεται από μέσα. Εκτός του ότι επηρεάζουν τους εγκεφάλους και τα σώματά μας, οι διάνοιές μας φαίνεται επίσης ότι μπορούν να επηρεάσουν άλλες διάνοιες και σώματα και άλλα φυσικά αντικείμενα σε απόσταση, όπως φαίνεται στα παραφυσικά φαινόμενα.

EPR και ESP

Ήταν ο David Bohm και ένας απ’ τους υποστηρικτές του, ο John Bell απ’ το CERN, που έθεσαν το μεγαλύτερο μέρος του θεωρητικού υπόβαθρου για τα πειράματα ERP που πραγματοποιήθηκαν απ’ τον Alain Aspect το 1982 (το πρώτο πείραμα-σκέψης προτάθηκε απ’ τους Einstein, Podolsky, και Rosen το 1935). Αυτά τα πειράματα έδειξαν ότι, αν δύο κβαντικά συστήματα αλληλεπιδράσουν και κατόπιν διαχωριστούν, η συμπεριφορά τους, συσχετίζεται με ένα τρόπο που δεν μπορεί να εξηγηθεί με όρους σημάτων που ταξιδεύουν ανάμεσά τους με την ταχύτητα του φωτός ή χαμηλότερη.* Αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως μη τοπικότητα και δέχεται δύο βασικές ερμηνείες: είτε συνεπάγεται άμεση, ακαριαία δράση από απόσταση, ή συνεπάγεται μεταβίβαση σημάτων ταχύτερη του φωτός.

* Τα πειραματικά αποτελέσματα δεν είναι τόσο σαφή όσο παρουσιάζονται προς τα έξω και εφαρμόζονται ρυθμίσεις με μεγάλη ασάφεια δεδομένων.

Αν οι μη-τοπικοί συσχετισμοί είναι απόλυτα ακαριαίοι, θα ήταν ουσιαστικά μη αιτιατοί· αν δύο γεγονότα συμβαίνουν εντελώς ταυτόχρονα, "αιτία" και "αποτέλεσμα" θα ήταν δυσδιάκριτα, και δεν θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το ένα απ’ τα γεγονότα προκαλεί το άλλο μέσω μεταφοράς δύναμης ή ενέργειας, επειδή καμιά τέτοια μετάδοση δεν θα μπορούσε να γίνει απείρως γρήγορα. Γι’ αυτό δεν θα μπορούσε να υπάρξει αιτιατός μηχανισμός μετάδοσης που να εξηγείται, και οι όποιες έρευνες θα περιορίζονταν στις συνθήκες που επιτρέπουν να συμβαίνουν γεγονότα συσχέτισης σε διαφορετικά μέρη.

Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι το φως και άλλα είδη ηλεκτρομαγνητισμού θεωρήθηκαν επίσης κάποτε ότι διαδίδονταν ακαριαία, έως ότου τα δεδομένα της παρατήρησης απέδειξαν το διαφορετικό. Είναι αδύνατον να επιβεβαιωθεί η υπόθεση ότι, οι μη-τοπικές συνδέσεις είναι απόλυτα ακαριαίες, καθώς θα χρειάζονταν δύο τέλεια συγχρονισμένες μετρήσεις, οι οποίες θα απαιτούσαν άπειρη ακρίβεια. Παρ’ όλα αυτά, καθώς έδειξαν ο David Bohm και ο Basil Hiley (1993, σελ. 293-4, 347), αυτό θα μπορούσε να είναι πειραματικά πλαστογραφημένο. Επειδή, αν οι μη-τοπικές συνδέσεις δεν διαδίδονται με άπειρες ταχύτητες, αλλά με την ταχύτητα του φωτός ή μεγαλύτερες μέσω ενός "κβαντικού αιθέρα" – ένα υποκβαντικό πεδίο όπου η σύγχρονη κβαντική θεωρία και η θεωρία της σχετικότητας θα κατέρρεαν – τότε οι συσχετίσεις που προβλέπονται απ’ την κβαντική θεωρία θα εξαφανίζονταν, αν οι μετρήσεις γίνονταν σε περιόδους μικρότερες απ’ αυτές που απαιτούνται για τη μετάδοση των κβαντικών συνδέσεων μεταξύ των σωματιδίων. Τέτοια πειράματα είναι πέρα απ’ τις δυνατότητες της παρούσας τεχνολογίας, αλλά ίσως να είναι δυνατά στο μέλλον. Αν υπάρχουν αλληλεπιδράσεις υπεράνω του φωτός, θα ήταν "μη-τοπικές" μόνο με τη λογική του μη-φυσικού.

Η μη-τοπικότητα έχει επικαλεστεί σαν εξήγηση για την τηλεπάθεια και τη διόραση, αν και μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι ίσως να περιλαμβάνει ένα βαθύτερο επίπεδο μη-τοπικότητας ή αυτό που ο Bohm ονομάζει "υπερ – μη-τοπικότητα" (ίσως όμοια με τον "μορφικό συντονισμό" ("morphic resonance") του Sheldrake). Όπως ήδη έχει δειχθεί, αν η μη-τοπικότητα ερμηνεύεται ως ικανότητα ακαριαίας σύνδεσης, θα συνεπάγονταν ότι οι πληροφορίες θα "λαμβάνονταν" σε απόσταση, ακριβώς την ίδια στιγμή που γεννιούνται, δίχως να υφίστανται κάποιο είδος μετάδοσης. Κυρίως, κάποιος θα προσπαθούσε τότε να καταλάβει τις συνθήκες που επιτρέπουν την άμεση εμφάνιση της πληροφορίας.

Η εναλλακτική θέση είναι ότι η πληροφορία – που είναι βασικά ένας τύπος ενέργειας – χρειάζεται πάντα κάποιο χρόνο για να ταξιδέψει από την πηγή σε κάποιο άλλο τόπο, ότι η πληροφορία αποθηκεύεται σε κάποιο παραφυσικό επίπεδο και ότι, μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σ’ αυτή την πληροφορία ή να ανταλλάξουμε πληροφορίες με άλλες διάνοιες, αν υπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες της "συμπαθητικού συντονισμού". Όπως και με το EPR, η υπόθεση ότι η τηλεπάθεια είναι απόλυτα ακαριαία είναι αναπόδεικτη, αλλά ίσως θα ήταν δυνατό να επινοήσουμε πειράματα που θα μπορούσαν να το ανασκευάσουν. Επειδή, αν τα φαινόμενα ESP περιλαμβάνουν λεπτότερους τύπους ενέργειας που ταξιδεύει με πεπερασμένες αλλά κάτω του φωτός ταχύτητες διαμέσου υπερφυσικών σφαιρών, ίσως είναι δυνατόν να ανιχνεύσουμε μια καθυστέρηση μεταξύ της μετάδοσης και της λήψης και επίσης κάποια εξασθένιση της επίδρασης από πολύ μακρινές αποστάσεις, αν και ήδη αποτελεί στοιχείο ότι κάθε εξασθένιση πρέπει να δοκιμαστεί πολύ λιγότερο απ’ την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια, η οποία υπόκειται στον νόμο του αντίστροφου-τετραγώνου.

Όσο για την πρόγνωση, την τρίτη κατηγορία του ESP, μια πιθανή εξήγηση είναι ότι, περιλαμβάνει άμεση, "μη-τοπική" πρόσβαση στο πραγματικό μέλλον. Εναλλακτικά, ίσως να περιλαμβάνει την διορατική αντίληψη ενός πιθανού μελλοντικού σεναρίου, που ξεκινάει να παίρνει μορφή με βάση τις τωρινές τάσεις και προθέσεις, σε συμφωνία με την παραδοσιακή ιδέα ότι τα επερχόμενα γεγονότα ρίχνουν τη σκιά τους πριν απ’ αυτά. Ο Bohm λέει ότι, τέτοια προσκίαση συμβαίνει "βαθιά στην ενυπάρχουσα τάξη" (Talbot, 1992, σελ. 212) – την οποία κάποιες μυστικιστικές παραδόσεις αποκαλούν αστρικές ή ακασικές σφαίρες.

Ψυχοκίνηση και ο αόρατος κόσμος

Η μικρο-ψυχοκίνηση περιλαμβάνει την επιρροή της συνείδησης στα ατομικά σωματίδια. Σε κάποια πειράματα μικρο-ψυχοκίνησης που διεξήχθησαν από τον Helmut Schmidt, ομάδες αντικειμένων μπορούσαν τυπικά να αλλάξουν τις πιθανότητες των κβαντικών γεγονότων από 50% σε 51% και μερικά άτομα κατάφεραν πάνω από 54% (Broughton, 1991, σελ. 177). Πειράματα στο εργαστήριο PEAR στο Πανεπιστήμιο του Princeton απέφεραν μικρότερες μετακινήσεις ενός δεκάκις χιλιοστού (Jahn & Dunne, 1987). Μερικοί ερευνητές έχουν επικαλεστεί τη θεωρία της κατάρρευσης της κυματοσυνάρτησης εξαιτίας της συνείδησης, για να εξηγήσουν τέτοια αποτελέσματα. Υποστηρίζεται ότι, στην μικρο-ψυχοκίνηση, σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη, το παρατηρούμενο αντικείμενο βοηθάει να καθορίσουμε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της κατάρρευσης της κυματοσυνάρτησης, ίσως με κάποιο τύπο της πληροφοριακής διαδικασίας. (Broughton, 1991, σελ. 177-81). Ο Eccles ακολουθεί παρόμοια προσέγγιση για να εξηγήσει πώς οι διάνοιές μας ενεργούν πάνω στους εγκεφάλους μας. Παρ’ όλα αυτά, η έννοια της κατάρρευσης της κυματοειδούς συνάρτησης δεν είναι απαραίτητη για να εξηγήσουμε την αλληλεπίδραση πνεύματος-ύλης. Θα μπορούσε ισοδύναμα να υιοθετήσουμε την άποψη ότι, τα υποατομικά σωματίδια πηγαινοέρχονται συνέχεια μέσα και έξω από την φυσική ύπαρξη και ότι, το αποτέλεσμα της διαδικασίας είναι μετατρέψιμο από τη βούλησή μας – μια φυσική δύναμη.

Η μικρο-ψυχοκίνηση περιλαμβάνει την κίνηση σταθερών, φυσιολογικά αμετακίνητων αντικειμένων με νοητική προσπάθεια. Σχετικά φαινόμενα περιλαμβάνουν την κίνηση poltergeist, τις υλοποιήσεις και αποϋλοποιήσεις, την τηλεμεταφορά και την αιώρηση. Αν και έχει συλλεχθεί απ’ τους ερευνητές εντυπωσιακός όγκος μαρτυριών τέτοιων φαινομένων τα τελευταία 150 χρόνια (Inglis, 1984, 1992· Milton, 1994), η μικρο-ψυχοκίνηση είναι ένα θέμα ταμπού και προκαλεί μικρό ενδιαφέρον, παρ’ όλο το δυναμικό του για να ανατρέψει το σύγχρονο υλιστικό παράδειγμα και να προκαλέσει επανάσταση στην επιστήμη – ή ίσως αυτή να είναι η αιτία. Τέτοια φαινόμενα περιλαμβάνουν καθαρά πολλά περισσότερα από την μεταβολή της πιθανολογικής συμπεριφοράς των ατομικών σωματιδίων και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν ένδειξη δυνάμεων, καταστάσεων της ύλης και μη-φυσικών ζώντων οντοτήτων, ακόμα άγνωστων στην επιστήμη. Μια ακόμα ένδειξη θα παρείχε διαβεβαίωση ότι αυτά τα πράγματα υπάρχουν· το ότι μέσα στην ενότητα της φύσης που περικλείει τα πάντα, υπάρχει ατέλειωτη ανομοιότητα.

Η πιθανή ύπαρξη λεπτότερων πεδίων που αλληλοδιαπερνούν το φυσικό πεδίο εν πάσει περιπτώσει ανοικτή σε έρευνα (βλ. Tiller, 1993) και αυτό είναι κάτι παραπάνω απ’ ό,τι μπορεί να ειπωθεί για τις υποθετικές πρόσθετες διαστάσεις που απαιτεί η θεωρία των υπερχορδών, οι οποίες λέγεται ότι περιπλέκονται σε μια περιοχή δισεκατομμυριοστού-τρισεκατομμυριοστού του τρισεκατομμυριοστού του εκατοστού και γι’ αυτό είναι εντελώς απλησίαστες ή των υποθετικών "συμπάντων-μωρών" και των "συμπάντων-φυσαλίδων" που απαιτούν κάποιοι κοσμολόγοι, τα οποία λέγεται ότι υπάρχουν σε κάποια εξίσου απροσπέλαστη "διάσταση".

Η υπόθεση των υπερφυσικών κόσμων δεν φαίνεται να ευνοείται από πολλούς ερευνητές. Ο Edgar Mitchell (1996), για παράδειγμα, πιστεύει ότι όλα τα φυσικά φαινόμενα περιλαμβάνουν μη-τοπικό συντονισμό ανάμεσα στον εγκέφαλο και το κβαντωμένο κενό και επακόλουθη πρόσβαση σε ολογραφικές, μη-τοπικές πληροφορίες. Κατά την άποψή του, αυτή η υπόθεση θα μπορούσε να εξηγήσει όχι μόνο την ψυχοκίνηση και το ESP, αλλά επίσης τις εξωσωματικές εμπειρίες και τις εμπειρίες κοντά στο θάνατο, τα οράματα και τα φαντάσματα και στοιχεία που παραθέτονται συνήθως υπέρ της μετενσάρκωσης της ψυχής. Παραδέχεται ότι αυτή θεωρία είναι υποθετική, ανεπιβεβαίωτη και ίσως απαιτεί μια νέα φυσική.

Περαιτέρω πειραματικές μελέτες φαινομένων που σχετίζονται με τη συνείδηση, φυσικών και παραφυσικών, θα επέτρεπαν να δοκιμαστούν με πιθανότητες επιτυχίας τα υπέρ και τα κατά των διάφορων συγκρουόμενων θεωριών. Τέτοιες έρευνες θα μπορούσαν να βαθύνουν τη γνώση μας των λειτουργιών τόσο του κβαντικού κόσμου όσο και των διανοιών μας και της σχέσης ανάμεσά τους και να αποκαλύψουν αν το κβαντικό κενό είναι πραγματικά το κατώτερο σημείο της ύπαρξης ή αν υπάρχουν βαθύτεροι κόσμοι στη φύση που αναμένουν να εξερευνηθούν.

Κβαντική ζωή: Η παραξενιά μέσα μας

quantum-life
Αισθάνεστε πάντα λίγο αβέβαιοι και ασυνάρτητοι; Ή ίσως έχετε δύο απόψεις για κάτι, ή ακόμη είσαστε λίγο σε μια ευαίσθητη κατάσταση. Λοιπόν, εδώ θα βρείτε τις δικαιολογίες σας: ίσως όλα αυτά να είναι ‘φερέφωνα’ των παράξενων κανόνων της κβαντομηχανικής.

Ιδέες από την παράξενη πλευρά της φυσικής θα μπορούσαν να εξηγήσουν κάποια μακροχρόνια μυστήρια της βιολογίας

Έχουμε την τάση να πιστεύουμε ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ της κβαντικής φυσικής και της βιολογίας σταματά με τη γάτα του Schrödinger. Όχι ότι ο Έρβιν Σρέντιγκερ προόριζε το ατυχές ζώο – υπέθετε χάρη στους κβαντικούς κανόνες να βρίσκεται ταυτόχρονα σε δύο καταστάσεις, της ζωντανής ύπαρξης και της απώλειας της ζωής – να είναι κάτι περισσότερο από ένα νοητικό αντικείμενο. Πράγματι, όταν το 1944 έγραψε το βιβλίο του Τι είναι ζωή;, σκέφτηκε ότι οι ζωντανοί οργανισμοί αποκλείεται να έχουν την ασάφεια της κβαντικής φυσικής.

Όμως, ποιά είναι η αλήθεια; Μήπως τα σωματίδια που καταλαμβάνουν δύο καταστάσεις συγχρόνως, που αλληλεπιδρούν φαινομενικά ανεξήγητα σε μακρινές αποστάσεις και παρουσιάζουν άλλες κβαντικές περίεργες συμπεριφορές, στην πραγματικότητα εφαρμόζουν πολλές βασικές βιολογικές διεργασίες; Με την αποδοχή αυτής της ιδέας, λένε οι υποστηρικτές της, θα μπορούσαμε να την εκμεταλλευτούμε για να σχεδιάσουμε τόσο καλύτερα φάρμακα, όσο και υψηλής απόδοσης ηλιακές κυψέλες μέχρι και πολύ γρήγορους κβαντικούς υπολογιστές. Πάντως υπάρχει κάτι που πρέπει να κατανοήσουμε πριν τα φτιάξουμε: το πώς η κβαντική βιολογία μπαίνει σε πρώτη μοίρα;

Σε ένα πρώτο επίπεδο, μπορείτε να σκεφτείτε, δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι η ζωή έχει μια σχέση με την κβαντομηχανική. Γιατί η βιολογία βασίζεται στην χημεία, και η χημεία έχει να κάνει με την κατορθώματα των ηλεκτρονίων – και τα ηλεκτρόνια είναι κβαντομηχανικά θηρία στην καρδιά του ατόμου. Αυτό είναι αλήθεια, λέει η Jennifer Brookes, η οποία ερευνά τις βιολογικές επιπτώσεις της κβαντομηχανικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. "Φυσικά, τα πάντα είναι εν τέλει κβαντομηχανική επειδή τα ηλεκτρόνια αλληλεπιδρούν κβαντισμένα”.

Σε άλλο επίπεδο, αυτό είναι δύσκολο να συμβαίνει. Στη θεωρία, οι κβαντικές καταστάσεις είναι ευαίσθητα πράγματα, διαταράσσονται εύκολα και καταστρέφονται μόλις αλληλεπιδράσουν με το περιβάλλον τους. Μέχρι στιγμής, οι φυσικοί έχουν καταφέρει να τις παράγουν και να τις χειραγωγήσουν μόνο σε εξαιρετικά ελεγχόμενα περιβάλλοντα και σε θερμοκρασίες κοντά στο απόλυτο μηδέν, και εν συνεχεία μόνο για κλάσματα του δευτερολέπτου. Η εύρεση κβαντικών φαινομένων στους μεγάλους, υγρούς και ζεστούς κόσμους της βιολογίας είναι σαν να χρειάζεται να τα λάβει υπόψη κανείς σε ένα μεγάλο τεχνικό έργο, εξηγεί η Jennifer Brookes. "Πόσο χρήσιμο είναι να γνωρίζετε τι κάνουν τα ηλεκτρόνια όταν προσπαθείτε να φτιάξετε ένα αεροπλάνο;" ρωτάει.

Μήπως αυτή η άποψη είναι λάθος; Πάρτε τις μυρωδιές, την περιοχή ενδιαφέροντος της Brookes. Για δεκαετίες, η άποψη των ειδικών ήταν ότι η μυρωδιά μιας χημικής ουσίας καθορίζεται από το μοριακό σχήμα της. Οι οσφρητικοί δέκτες στη μύτη είναι σαν κλειδαριές που ανοίγουν μόνο με το σωστό κλειδί (το μοριακό κατάλληλο κλειδί). Όταν αυτό το κλειδί ταιριάζει, δίνει το έναυσμα σε νευρικά σήματα που ο εγκέφαλος ερμηνεύει ως μια συγκεκριμένη μυρωδιά.

Είναι εύλογο αυτό; Για να δούμε. Έχουμε περίπου 400 υποδοχείς όσφρησης με διαφορετικό σχήμα, αλλά μπορεί να αναγνωρίσουν περίπου 100.000 μυρωδιές, υπονοώντας πως κάποιος ικανός υπολογιστής συνδυάζει σήματα από διαφορετικούς υποδοχείς και τους επεξεργάζεται δίνοντας διαφορετικές μυρωδιές. Και σε αυτό το γεγονός οι εγκέφαλοί μας δουλεύουν πολύ καλά. Μια πιο αρνητική και καταδικαστική κριτική για την άποψη αυτή είναι ότι ορισμένες χημικές ουσίες μυρίζουν παρόμοια, αλλά είναι πολύ διαφορετικές, ενώ άλλες έχουν την ίδια μορφή, αλλά μυρίζουν διαφορετικά. Η οργανική ένωση βενζαλδεΰδη, για παράδειγμα, έρχεται σε δύο σχεδόν ίδιες μοριακές μορφές, τη βανιλίνη και την ισο-βανιλλίνη, που έχουν πολύ χαρακτηριστική μυρωδιά η κάθε μία.

Υπάρχει και μια εναλλακτική εξήγηση πάνω σε αυτό το ζήτημα. Περίπου 70 χρόνια πριν, ακόμη και πριν προταθεί η ‘κλειδαριά’ και το ‘κλειδί’ στο μηχανισμό της όσφρησης, ο διακεκριμένος Βρετανός χημικός Malcolm Dyson προτείνει ότι, ακριβώς όπως ο εγκέφαλος κατασκευάζει χρώματα από διάφορες παλμικές συχνότητες της ακτινοβολίας του φωτός, ο ίδιος ερμηνεύει τις χαρακτηριστικές συχνότητες στις οποίες ορισμένα μόρια δονούνται, σαν έναν κατάλογο των οσμών.

Αυτή η ιδέα δυστυχώς έπεσε στην αφάνεια μέχρι το 1996, όταν ο Luca Turin, βιοφυσικός στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου, προτείνει ένα μηχανισμό που θα μπορούσε να κάνει εργασία παλμικής ανίχνευσης: τα ηλεκτρόνια που ανοίγουν σήραγγα σε φράγμα δυναμικού. Το φαινόμενο αυτό προκύπτει από τη βασική ασάφεια της κβαντικής μηχανικής, και είναι βασικό συστατικό των συσκευών από μικροτσίπ έως τα ηλεκτρονικά μικροσκόπια. Όταν ένα ηλεκτρόνιο περιορίζεται σε ένα άτομο, δεν έχει ακριβώς μια καθορισμένη ενέργεια, αλλά έχει μια δέσμη πιθανής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μια καθορισμένη πιθανότητα ότι θα ‘ανοίξει’ σήραγγα μέσα από το φράγμα της ενέργειας, που κανονικά θα έπρεπε να εμποδίζει την διαφυγή του ηλεκτρονίου από το άτομο.

Η ιδέα του Turin είναι ότι όταν ένα εύοσμο μόριο αποτίθεται στον θύλακα ενός υποδοχέα, ένα ηλεκτρόνιο μπορεί να ανοίξει μια ‘δίοδο’ μέσα σε αυτό το μόριο, από τη μία πλευρά έως την άλλη, εξαπολύοντας έτσι ένα χείμαρρο σημάτων από την άλλη πλευρά, που ο εγκέφαλος ερμηνεύει ως μια συγκεκριμένη μυρωδιά. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία μεταξύ κβαντισμένου επίπεδου ενέργειας του ηλεκτρονίου και της φυσικής συχνότητας δόνησης του αρώματος του. «Το ηλεκτρόνιο μπορεί να κινηθεί μόνο όταν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις», λέει ο Turin. Το πλεονέκτημα, όμως, είναι ότι δημιουργεί μια μυρωδιά χωρίς την ανάγκη να ταιριάζει ένα ακριβές σχήμα.

Ήταν όντως μια αμφιλεγόμενη έννοια. Το 2007 ο Brookes, στο ίδιο Κολλέγιο του Λονδίνου, και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι ο μηχανισμός αυτός είναι φυσικά εύλογος: τα χρονοδιαγράμματα είναι σύμφωνα με την ταχύτητα με την οποία ανταποκρίνεται ο εγκέφαλος στη μυρωδιά, και τα σήματα που παράγονται είναι αρκετά μεγάλα για να τα επεξεργαστεί ο εγκέφαλος. Και φέτος τον Ιανουάριο ο Turin, που τώρα δουλεύει στο Ερευνητικό Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών “Αλέξανδρος Φλέμινγκ” στη Βάρη, και οι συνεργάτες του έδωσε στοιχεία για κάτι που μοιάζει με την ανίχνευση της δόνησης. Έδειξαν λοιπόν ότι οι μύγες των φρούτων μπορεί να κάνουν διάκριση μεταξύ δύο τύπων ακετοφαινόνης, μια κοινή βάση για τα αρώματα, όταν το ένα περιέχει κανονικό υδρογόνο και το άλλο περιέχει το βαρύτερο δευτέριο. Και οι δύο μορφές έχουν την ίδια μορφή, αλλά δονούνται σε διαφορετικές συχνότητες. Αυτή η ευαισθησία μπορεί να σημαίνει μόνο ότι τα ηλεκτρόνια ανοίγουν μια κβαντομηχανική σήραγγα, λέει ο Andrew Horsfield του Imperial College του Λονδίνου, ένας από τους συντάκτες της εργασίας του Brookes: σε κλασικά πρότυπα της ηλεκτρονιακής ροής το ηλεκτρόνιο δεν θα είναι ευαίσθητο στις συχνότητα δόνησης. "Δεν μπορώ να το εξηγήσω, χωρίς την πτυχή της κβαντικής μηχανικής."

Η μυρωδιά δεν είναι το μόνο πράγμα που πιστεύουν οι υποστηρικτές της κβαντικής βιολογίας ότι μπορούν να εξηγήσουν : υπάρχει και ο μηχανισμός που δίνει ενέργεια σε όλο το ζωικό βασίλειο. Όλοι παράγουμε την τριφωσφορική αδενοσίνη, ή ATP, μια χημική ουσία μέσα στα μιτοχόνδρια των κυττάρων, με την κίνηση ηλεκτρονίων μέσω μιας αλυσίδας ενδιάμεσων μορίων. Όταν προσπαθούμε να υπολογίσουμε πόσο γρήγορα συμβαίνει αυτό, βλέπουμε να υπάρχει ένα πρόβλημα. «Στη φύση η διαδικασία είναι πολύ ταχύτερη από ό, τι θα πρέπει να είναι», λέει ο Vlatko Vedral, ένας κβαντικός φυσικός στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Ο Vedral θεωρεί ότι αυτό γίνεται επειδή εξαρτάται από την ποιότητα της "υπέρθεσης", το οποίο επιτρέπει το είδος του κβαντομηχανικού κύματος, που περιγράφει τα ηλεκτρόνια, να είναι σε δύο μέρη ταυτόχρονα. Αυτός υπολογίζει πως η κβαντική πανταχού παρουσία θα μπορούσε να επιταχύνει το πέρασμα των ηλεκτρονίων μέσα από την αλυσιδωτή αντίδραση. "Αν μπορούσαμε να δείξουμε ότι η επαλληλία (υπέρθεση) είναι εκεί και είναι κατά κάποιο τρόπο, επίσης, σημαντική για την ροή ηλεκτρονίων, τότε θα ήταν πολύ ενδιαφέρον”, υποστηρίζει.

Οι πρώτοι υπολογισμοί του Vedral υποστηρίζουν αυτή την άποψη, όμως υποστηρίζει ότι είναι πολύ νωρίς για να κάνει κάποιους ισχυρισμούς. Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί το σύνολο των παραμέτρων που εμπλέκονται στον τομέα της μεταφοράς ηλεκτρονίων, και είναι πιθανό ότι οι κλασικοί υπολογισμοί χρησιμοποιούν απλώς λάθος αριθμούς. «Και ακόμη δεν έχουμε καμιά πειραματική απόδειξη γι αυτό», τονίζει. Αυτή η απόδειξη μπορεί να είναι αρκετά κοντά – για το πώς τα φυτά και ορισμένα βακτήρια παίρνουν την ενέργειά τους. Φαίνεται πως η φωτοσύνθεση μπορεί να είναι ένα καλό κβαντικό παιχνίδι.

Άμεση απόδειξη ότι η φωτοσύνθεση λειτουργεί έτσι ήρθε το 2007, όταν μια ομάδα με επικεφαλής τον Graham Fleming στο Πανεπιστήμιο του Berkeley, παρατήρησε από κοντά μια φωτοσύνθεση στο πράσινο θειούχο βακτήριο Chlorobium tepidum. Οι επιστήμονες εντόπισαν χαρακτηριστικά σήματα της συμβολής κβαντικών κυμάτων στα φωτοσυνθετικά κέντρα των βακτηρίων που ψύχθηκαν έως τους 77 βαθμούς Κέλβιν. Τον Ιανουάριο του περασμένου έτους, μια ομάδα με επικεφαλής τον Gregory Scholes του Πανεπιστημίου του Τορόντο, έδειξε μια παρόμοια επίδραση σε θερμοκρασία δωματίου σε πρωτεΐνες που συλλέγουν το φως σε δύο θαλάσσια φύκια (άλγη).

Είναι ένα τέχνασμα που θα θέλαμε να μάθουμε. Παρά το γεγονός ότι η φωτοσύνθεση δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε γενικές γραμμές, το αρχικό στάδιο της μετατροπής εισερχόμενων φωτονίων σε ενέργεια των ηλεκτρονίων από μόρια μέσα σε φωτοσυνθετικούς οργανισμούς που συλλέγουν το φως, είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό. Όταν το φως του ήλιου είναι αδύναμο, τα φυτά είναι σε θέση να ‘μεταφράσουν’ περισσότερο από το 90 τοις εκατό των φωτονίων σε ηλεκτρόνια που μεταφέρουν ενέργεια. Στο ισχυρό φως του ήλιου πάντως τα φωτοσυνθετικά φυτά απορρίπτουν περίπου το ήμισυ της ενέργειας για να αποφευχθεί η υπερθέρμανση!

Η εξήγηση του Scholes για το τελευταίο γεγονός είναι ότι όταν το ηλιακό φως ‘χτυπά’ τα ηλεκτρόνια, αυτά μεταφέρονται σε μια κβαντική υπέρθεση που τους επιτρέπει να είναι σε δύο μέρη ταυτόχρονα. Αυτό ουσιαστικά ενεργοποιεί μόρια που συλλέγουν το φως στο κέντρο της αντίδρασης, όπου η φωτοσύνθεση λαμβάνει χώρα για μερικές εκατοντάδες femtoseconds (10−15 seconds). Κατά την περίοδο αυτή, ένα ηλεκτρόνιο μπορεί, σύμφωνα με τους κβαντικούς κανόνες, να ακολουθήσει όλες τις τροχιές μεταξύ δύο θέσεων ταυτόχρονα. Ο έλεγχος της διαδικασίας πιο στενά αναγκάζει την υπέρθεση να καταρρεύσει – και αποκαλύπτει έτσι ότι το ηλεκτρόνιο έχει λάβει την πορεία εκείνη στην οποία έχασε τη λιγότερη ενέργεια.

Μπορεί να πάρουμε ένα φύλλο από το βιβλίο της βιολογίας; Ο Scholes νομίζει ότι μπορούμε. «Κάθε χρόνο υπάρχουν χιλιάδες εργασίες που δημοσιεύτηκαν για τη μεταφορά της ενέργειας», λέει. "Ακούγεται σκληρό, αλλά δεν έχουμε μάθει τίποτα εκτός από το προφανές."

Μια καλύτερη κατανόηση του τι συμβαίνει εκεί μέσα θα μπορούσε να μας βοηθήσει, επίσης, στην κατασκευή ενός κβαντικού υπολογιστή που εκμεταλλεύεται σύμφωνες (coherent) καταστάσεις για να εκτελέσουν μυριάδες υπολογισμούς ταυτόχρονα. Οι προσπάθειες μας για να το καταφέρουμε εμποδίζονται μέχρι σήμερα από την ανικανότητά μας να διατηρήσουμε την απαιτούμενη συνοχή για αρκετά χρόνο – ακόμα και σε θερμοκρασίες κοντά στο απόλυτο μηδέν και σε απομονωμένες πειραματικές ρυθμίσεις με τις οποίες ελαχιστοποιούνται οι διαταραχές από τον έξω κόσμο.

Αυτό παραμένει το κεντρικό αίνιγμα για τους φυσικούς που μελετούν τις κβαντικές πτυχές της βιολογίας. Αν δεν μπορούμε να κάνουμε αυτά τα πράγματα στα απομονωμένα εργαστήριά μας, πώς μπορεί ένα φύλλο στον όχι και τόσο απομονωμένο κήπο σας να το καταφέρει;

Αυτή τη στιγμή έχουμε κάτι περισσότερο από εκπαιδευτικές εικασίες. Η μία από αυτές είναι ότι είναι απλά ένα θαύμα της εξέλιξης. Ο Scholes πιστεύει ότι πρωτεΐνες γύρω από μόρια που συλλέγουν το φως στα φύκια, θα μπορούσαν να έχουν εξελίξει δομές που προστατεύουν από διαταραχές από το περιβάλλον και έτσι επιτρέπουν τέτοιες διεργασίες, για να εκμεταλλευτούν τη μαγεία της κβαντικής φυσικής. Ο Vedral σκέφτεται κι αυτός κάτι παρόμοιο, αν και το γιατί και το πώς η φύση θα το κάνει αυτό, λέει, είναι «εντελώς ασαφές».

Ο Turin έχει αρκετές επιφυλάξεις. "4.000.000.000 χρόνια ζωής θα έχει κατασκευάσει πολλά θαύματα”, λέει. Θα πρέπει να μάθουμε να δεχόμαστε αυτό που βλέπουμε και να προσπαθήσουμε να το μιμηθούμε, λέει – και όχι μόνο στις ηλιακές κυψέλες και στους κβαντικούς υπολογιστές. Ενώ αυτό που κάνει ένα φάρμακο αποτελεσματικό ή αναποτελεσματικό είναι πολύ μακριά από το να είναι σαφές. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι η λειτουργία των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο μας εξαρτάται από αντιδράσεις οξειδοαναγωγής, τα οποία έχουν όλα να κάνουν με την ροή των ηλεκτρονίων. Σε περίπτωση που οι εν λόγω ροές εμφανίζονται με τρόπους πιο περίεργους από ό,τι έχουμε φανταστεί μέχρι τώρα, θα μπορούσε αυτό να ανοίξει ένα νέο δρόμο για το σχεδιασμό φαρμάκων, για τη θεραπεία ορισμένων από τις πιο ολέθριες ασθένειες μας.

Άλλοι νομίζουν πως η φύση μας οδηγεί σε λάθος δρόμο. Η φωτοσύνθεση, για παράδειγμα, γίνεται πραγματικά πιο αποτελεσματική με την αξιοποίηση της κβαντικής συμβολής και των φαινομένων της επαλληλίας; «Νομίζω ότι η κρίση δεν έχει γίνει ακόμα σε αυτό το ζήτημα», λέει ο Robert Blankenship του Πανεπιστημίου Washington στο St Louis στην πολιτεία Μισούρι. Άλλοι αναρωτιούνται πώς μπορούμε στην πράξη να κάνουμε να δουλέψουν μακρόβιες κβαντικές καταστάσεις, γιατί είναι σίγουρα πολύ νωρίς για να το πετύχουμε.

Όλα αυτά τα βήματα γύρω από αυτό το νέο πεδίο χρειάζονται προσοχή. Στο Ινστιτούτο Max Planck ανακάλυψαν αρχικά την κβαντική θεωρία, περισσότερο από έναν αιώνα πριν, λόγω των περίεργων παρατηρήσεων που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν με κανέναν άλλο τρόπο. Αυτό οδήγησε στα λέιζερ και τους ημιαγωγούς και όλες τις τεχνολογικές επαναστάσεις που ακολούθησαν. Η κβαντική βιολογία βρίσκεται τώρα σε αυτό το πρώιμο στάδιο των ανεξήγητων παρατηρήσεων. Ο Turin πιστεύει ότι κάτι μεγάλο γεννιέται. "Δεν μπορώ να μην σκέφτομαι ότι βλέπουμε μόνο ένα μικρό μέρος ενός πολύ, πολύ μεγαλύτερου παγόβουνου”, τονίζει.

Ένα άλλο παράδειγμα των επιπτώσεων της κβαντικής μηχανικής στη βιολογία μπορεί να είναι στο πώς τα πουλιά αισθάνονται το γήινο μαγνητικό πεδίο. Το 2004, ο Thorsten Ritz του Πανεπιστημίου στο Irvine, έδειξε το πως οι μαγνητικές διαταραχές, που θα εμφανίζονται μόνο σε συστήματα που θα μπορούσαν να ανιχνεύσουν τις μεταβάσεις μεταξύ συγκεκριμένων κβαντομηχανικών καταστάσεων spin, θα μπορούσαν να διαταράξουν την πυξίδα του είδους Erithacus rubecula.

Ο Ritz προτείνει ότι τα πουλιά έρχονται εφοδιασμένα με ένα σύστημα αισθητήρων που περιέχει καταστάσεις σπιν που αλλάζουν ανάλογα με τις αλλαγές στο μαγνητικό πεδίο της Γης, παράγοντας σήματα που το μυαλό του πουλιού με κάποιο τρόπο ανιχνεύει. Αλλά πώς;

Η πρώτη πρόταση ήταν ότι κάποια συσκευή στο μάτι αρχίζει μια χημική αντίδραση. Αλλά αυτό θα απαιτούσε μια συνεχή, ταχεία αναστροφή των σπιν για να διατηρήσει χημικές ροές πληροφορίες, ενώ τα πουλιά φαίνεται να διατηρούν λεπτές καταστάσεις σπιν, για εξαιρετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα έως και 100 μικροδευτερόλεπτα.

Σύμφωνα με τον Marshall Stoneham του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου, το πρόβλημα θα μπορούσε να ξεπεραστεί αν τα πουλιά χρησιμοποιούσαν κάτι παρόμοιο με μια ανθρώπινη οπτική ιδιαιτερότητα, που ανιχνεύει την πόλωση του φωτός.

Ο Stoneham υπολόγισε ότι ένα μαγνητικό πεδίο θα μπορούσε να παράγει μια παρόμοια στρέβλωση στο οπτικό πεδίο ενός πουλιού, ο προσανατολισμός του οποίου θα αλλάξει με μια αλλαγή στο μαγνητικό πεδίο. Κυρίως, αυτό θα συμβεί μόνο αν οι κβαντικές καταστάσεις διατηρηθούν αρκετό καιρό για να επηρεάσουν πολλά από τα μόρια του πουλιού που αισθάνονται το φως την ίδια στιγμή. Τα πτηνά μπορούν να δουν το αποτέλεσμα, πρότεινε ο Stoneham, μπροστά τους σε ένα είδος μιας οθόνης, παρόμοιας με αυτήν που συναντάμε ενσωματωμένη στο παρμπρίζ κάποιων πολυτελών αυτοκινήτων.