Η αίσθηση της απόρριψης, δηλαδή η αίσθηση ότι μας υπέβαλαν σε αξιολόγηση, εκτίμησαν την αξία μας και, τελικά, μας καταχώρησαν ως ανεπαρκείς και απόβλητους, είναι μία από τις πιο κοινές, αλλά και πιο επώδυνες ανθρώπινες εμπειρίες.
Όποτε ακούμε κάποιον να ισχυρίζεται ότι πληγώθηκε από μία απόρριψη, πρέπει να ξέρουμε ότι δεν μιλάει μεταφορικά. Ανεξάρτητα από τη μορφή, είτε είναι ανεπιθύμητος χωρισμός, άσχημη συμπεριφορά, διακοπή της επικοινωνίας, καταπάτηση των ορίων ή αδιαφορία για τις ανάγκες μας, η απόρριψη πονάει στην κυριολεξία.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, η εμπειρία της απόρριψης ενεργοποιεί στον εγκέφαλο τις ίδιες νευρικές οδούς που ενεργοποιούνται όταν βιώνουμε σωματικό πόνο (Eisenberger, et. al., 2003, 2006). Με άλλα λόγια, «μιμείται» τον σωματικό πόνο, προκειμένου να μας προειδοποιήσει ότι αντιμετωπίζουμε κίνδυνο αποκλεισμού και, συνακόλουθα, ότι απειλείται μέχρι και η ζωή μας.
Έτσι είμαστε φτιαγμένοι οι άνθρωποι – ο αποκλεισμός και η έλλειψη αποδοχής μας τρομοκρατούν και μας πληγώνουν. Κι αν καταφέρνουμε να νιώσουμε απόρριψη επειδή ένας αδιάφορος άγνωστος στο δρόμο δεν μας πέταξε πίσω ένα μπαλάκι (βλέπε πειράματα Williams, 2007), φανταστείτε τι μπορεί να πάθουμε αν μας απορρίψει εκείνος με τον οποίο συνδεόμαστε στενά και μας είναι σημαντικός.
ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ Η ΑΠΟΡΡΙΨΗ;
Η αποσταθεροποίηση που επιφέρει η απόρριψη απειλώντας τις ζωτικές ανάγκες μας να ανήκουμε και να είμαστε αποδεκτοί, είναι δεδομένη. Εκείνο που διαφοροποιείται από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι ο χρόνος και ο τρόπος αποκατάστασης της ισορροπίας, ενώ το αν θα βγούμε τσακισμένοι ή απλά γρατζουνισμένοι από ένα τέτοιο πλήγμα, εξαρτάται από το πόσο φωτεινό ή σκοτεινό θα είναι το νόημα που θα δώσουμε στην εμπειρία της απόρριψης.
Σκοτεινό νόημα 1: Για να με απορρίψει θα πει ότι δεν αξίζω τίποτα
Η απόρριψη, σε καμία περίπτωση, δεν τονώνει την αυτοπεποίθηση, όμως αν ήδη δεν πατάμε καλά στα πόδια μας λόγω χαμηλής αυτοεκτίμησης, επιτίθεται στον πυρήνα της ύπαρξης μας, κάνοντάς μας να πιστέψουμε ότι αυτό που είμαστε είναι ανάξιο να αγαπηθεί.
Αν δεν πήραμε αγάπη και αποδοχή όταν έπρεπε και δεν έχουμε αναπτύξει μέσα μας επαρκή αποθέματα πίστης για την αξία μας, είμαστε καταδικασμένοι να αναζητούμε εξωτερική επιβεβαίωση, παραιτούμενοι από τη δύναμή μας και υποκείμενοι στο έλεος της κρίσης των άλλων. Οποτεδήποτε μια σχέση πάει κατά διαόλου ή ένας άνθρωπος εξαφανιστεί, η εσωτερική ετυμηγορία μας είναι αμείλικτη: «Κανένας δεν θέλει την αγάπη σου, αυτό που έχεις να προσφέρεις δεν έχει καμία αξία και θα έπρεπε να ντρέπεσαι για τον θλιβερό και αποκρουστικό εαυτό σου».
Η ετοιμότητά μας να μετατρέπουμε κάθε απόρριψη σε θανατική καταδίκη, είναι εκπληκτική. Το τέλος της σχέσης, της γνωριμίας ή του ονείρου γίνεται το δικό μας τέλος: νιώθουμε ασήμαντοι, ακυρωμένοι, χρησιμοποιημένοι, απόβλητοι και χωρίς καμία χρησιμότητα πλέον. Πέφτουμε στα πατώματα κι από πάνω κλωτσάμε τον πεσμένο στα πατώματα εαυτό μας. Το όχι του άλλου γίνεται και δικό μας όχι και στην απόρριψη του άλλου έρχεται να προστεθεί και η δική μας απόρριψη προς τον ίδιο τον εαυτό μας.
Σκοτεινό νόημα 2: Αρνούμαι να πιστέψω ότι με απέρριψε
Πολύ συχνά, δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε την τελεία που βάζει η απόρριψη και επιμένουμε να ελπίζουμε ενώ δεν υπάρχει ελπίδα.
Μέχρι ένα βαθμό είναι κατανοητό. Η άρνηση μάς προστατεύει από τον πόνο και μας δίνει χρόνο να συμφιλιωθούμε με ό,τι συνέβη. Το πρόβλημα είναι όταν καταλήγουμε να αρνούμαστε εξολοκλήρου την πραγματικότητα και να διαστρεβλώνουμε πλήρως το γεγονός της απόρριψης. Τότε, ο φόβος ότι θα πονέσουμε αν αντικρίσουμε την αλήθεια, μπορεί να μας μπλέξει σε περιπέτειες που θα μας προκαλέσουν ακόμα περισσότερο πόνο.
Είναι οι περιπτώσεις που προσπαθούμε εναγωνίως να ακυρώσουμε την απόρριψη, αφενός, ψάχνοντας δικαιολογίες (δεν το εννοούσε, χρειάζεται λίγο ακόμα χρόνο) και, αφετέρου, πολιορκώντας ξανά και ξανά τον ίδιο άνθρωπο, ενώ εκείνος μας απορρίπτει ξανά και ξανά. Υποβάλλουμε τον εαυτό μας σε αυτή τη μειωτική διαδικασία προσπαθώντας να πείσουμε τον άλλο να πάρει πίσω την απόρριψη, ώστε εμείς να πάψουμε να νιώθουμε άσχημα. Καταλήγουμε να βυθιζόμαστε ολοένα και περισσότερο στην θλίψη, να νιώθουμε ολοένα και περισσότερο εκτεθειμένοι και υποτιμημένοι, ενώ η άρνηση του άλλου γίνεται ολοένα και πιο απόλυτη και σκληρή. Γινόμαστε άνθρωποι με πληγωμένη υπερηφάνεια που όμως δεν καταλαβαίνουν από όχι. Δίνουμε και ξαναδίνουμε ευκαιρίες (χωρίς να μας ζητηθούν…), ελπίζοντας κάθε φορά ότι το αποτέλεσμα θα είναι διαφορετικό.
Όσο και να παζαρεύουμε και να κωλυσιεργούμε όμως, ο πόνος κάποια στιγμή θα έρθει. Αυτά που πρέπει να αισθανθούμε, θα τα αισθανθούμε. Αυτά που νομίζουμε ότι δεν αντέχουμε, θα τα αντέξουμε. Όσο και να τα αποφεύγουμε και να τα τρέμουμε, αυτά που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε (την αδυναμία, την αβεβαιότητα, την έλλειψη ελπίδας, την εγκατάλειψη, την απώλεια), θα τα αντιμετωπίσουμε.
Σκοτεινό νόημα 3: Μετά την απόρριψη όλα μοιάζουν να είναι εκτός ελέγχου
Εκ των πραγμάτων, αυτός που απορρίπτει είναι εκείνος που αποφασίζει και ενεργεί, ενώ αυτός που απορρίπτεται είναι εκείνος που υφίσταται, που παθητικά δέχεται την απόφαση – απόρριψη του άλλου και αναλόγως αντιδρά ή αποκρίνεται. Με αυτή την έννοια εκείνος που απορρίπτει, θελημένα ή αθέλητα, είναι εκείνος που έχει τον έλεγχο, ενώ εκείνος που απορρίπτεται νιώθει ότι βρίσκεται εκτός ελέγχου – του εαυτού του, του άλλου και της κατάστασης.
Υπό αυτό το πρίσμα, η αναζήτηση απαντήσεων για όλα τα αναπάντητα ερωτήματα γύρω από την απόρριψη και, ακόμα, οι προσπάθειες ακύρωσης της απόρριψης, εκτός του ότι κινητοποιούνται από έντονα συναισθήματα προς τον άλλον, δεν αποκλείεται να είναι, επιπλέον, και απόπειρες ανάκτησης του ελέγχου. Πολλές φορές η εμμονή που αναπτύσσουμε για εκείνον που μας απέρριψε, εκτός από ένδειξη μεγάλης αγάπης, είναι και ένδειξη ότι δεν αντέχουμε την αίσθηση της απώλειας του ελέγχου.
Σκοτεινό νόημα 4: Εγώ πρέπει να φταίω που με απέρριψε
Ένας άλλος τρόπος να θολώσουμε την αλήθεια της απόρριψης και να αποπειραθούμε να ανακτήσουμε τον έλεγχο, είναι να αναλάβουμε όλο το μερίδιο της ευθύνης για τον εαυτό μας, τον άλλο, τη σχέση και την απόρριψη. Μοιάζει βαρύ φορτίο, αλλά μπορεί να είναι μια «λύση» στο μαρτύριο που περνάμε.
Κάνουμε ένα σωρό, ανυπόστατες τις περισσότερες φορές, υποθέσεις: «Αν έδειχνα περισσότερο ή λιγότερο ενδιαφέρον, αν ήμουν περισσότερο ή λιγότερο πιεστικός/ή, αν είχα πιο πολλή ή πιο λίγη υπομονή, αν ήμουν πιο αδύνατος/η ή πιο γυμνασμένος/η, πιο έξυπνος/η ή πιο χαζός/ή, αν είχα πιο πολλά ή πιο λίγα λεφτά, αν είχα καλύτερη ή χειρότερη δουλειά», αν είχα το ένα ή το άλλο κι αν ήμουν έτσι ή αλλιώς, ο άλλος δεν θα με απέρριπτε.
Ψάχνοντας τρόπους να ακυρώσουμε την απόρριψη, καταστρώνουμε σχέδια ή σκεφτόμαστε τι μπορούμε να αλλάξουμε στον εαυτό μας ώστε να ανταποκριθούμε στα στάνταρτ και τις προσδοκίες του άλλου, ελπίζοντας ότι η προσπάθειά μας θα εκτιμηθεί και εκείνος θα μας δεχτεί ξανά πίσω στη ζωή του.
Καταλήγουμε να εστιάζουμε αποκλειστικά στον άλλον (τι θέλει, τι δεν θέλει, τι τον πείραξε, τι του αρέσει, τι χρειάζεται) και σε επουσιώδη στοιχεία της κατάστασης (ο τρόπος που απάντησα στο τελευταίο μήνυμα τα προκάλεσε όλα), αντί να εστιάσουμε στον εαυτό μας και να κάνουμε κάτι για όλο αυτό που βιώνουμε. Παίζουμε και ξαναπαίζουμε τα γεγονότα στο κεφάλι μας και σκεφτόμαστε τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει διαφορετικά για να έχουμε διαφορετικό αποτέλεσμα, μένοντας, στην ουσία, κολλημένοι στο παρελθόν και αποφεύγοντας να αντικρίσουμε το παρόν και το μέλλον μας.
Παίρνοντας όλο το φταίξιμο επάνω μας, πείθουμε τον εαυτό μας ότι εμείς οι ίδιοι προκαλέσαμε την απόρριψή μας και με τον τρόπο αυτό, εκτός του ότι παραβλέπουμε εντελώς τον ρόλο του άλλου και τις ιδιαίτερες συνθήκες της κατάστασης, ξεχνάμε τις δικές μας προσδοκίες και τα δικά μας στάνταρτ και, για ακόμα μία φορά, αρνούμαστε και απορρίπτουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας.
Σκοτεινό νόημα 5: Έχασα την τελευταία μου ευκαιρία στην ευτυχία
Έπειτα από μία απόρριψη, η αίσθηση ότι αποτύχαμε στην αγάπη και την ευτυχία για πάντα, είναι πολύ συνηθισμένη.
Μερικές φορές, φτάνουμε στο σημείο να πιστέψουμε ότι δεν θα βρούμε ποτέ κάποιον καλύτερο ή εξίσου καλό με εκείνον που μας απέρριψε, παρόλο που δεν τον ξέρουμε καλά ή, αν τον ξέρουμε καλά, παραβλέποντας τις (αναπόφευκτες) αρνητικές πλευρές του. Εξιδανικεύουμε εκείνον που μας απέρριψε ή την κατάσταση από την οποία απορριφθήκαμε και νιώθουμε ότι, αναίτια και άδικα, μας αρνήθηκαν την είσοδο στον παράδεισο.
Έχει κάποια λογική αυτό το σκεπτικό. Μας φαίνεται αβάσταχτο να πάει χαμένη όλη η επένδυση χρόνου, ενέργειας και συναισθημάτων που κάναμε. Νιώθουμε ότι δεν έχουμε άλλα αποθέματα, μας φαίνεται βουνό να ξεκινήσουμε από το μηδέν με έναν άλλο άνθρωπο, να τον αφήσουμε να μας μάθει και να τον μάθουμε από την αρχή.
Η απόρριψη σε αυτές τις περιπτώσεις δεν σημαίνει απλά ότι χάσαμε την ευκαιρία να ευτυχίσουμε με τον συγκεκριμένο άνθρωπο, σημαίνει ότι χάσαμε την ευκαιρία να ευτυχίσουμε γενικώς. Δεν μπαίνουμε στον κόπο να αναρωτηθούμε τι πραγματικά σημαίνει η ευτυχία για μας, ούτε μας περνάει από το μυαλό η ιδέα ότι ο «παράδεισος» μπορεί να είναι κάτι που έρχεται από μέσα και όχι από ανθρώπους ή πράγματα έξω από μας.
Σκοτεινό νόημα 6: Ποιος είσαι εσύ που τολμάς να απορρίπτεις εμένα;
Η αντίδραση στην απόρριψη συνήθως είναι η τυπική αμυντική αντίδραση που έχει κάποιος όταν νιώθει οποιουδήποτε είδους επίθεση: φυγή, δηλαδή απομάκρυνση από τον κίνδυνο ή πάλη, δηλαδή προσπάθεια απόκρουσης της επίθεσης/αντεπίθεση.
Με βάση αυτό το σκεπτικό, ο θυμός προς εκείνον που μας απέρριψε είναι μια αναμενόμενη ή ενδεχόμενη αντίδραση ή προστασία, που, αργά ή γρήγορα, υποχωρεί. Ασχολούμενοι με το θυμό μας, στα πρώτα στάδια της απόρριψης, δεν μας μένει χρόνος να πονέσουμε, να λυπηθούμε, να κλάψουμε ή άλλα τέτοια στενόχωρα.
Ο θυμός διαρκείας όμως, όπως όλες οι άκαμπτες άμυνες, έχει τα σκοτεινά του σημεία.
Το πλήγμα στην αυτοεικόνα λόγω της πλάτης που μας γύρισε ο άλλος, μπορεί να μας τυφλώσει από θυμό, αν η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας είναι ένα αριστοτεχνικά φτιαγμένο προσωπείο που πίσω του κρύβει αισθήματα αναξιότητας και ανεπάρκειας. Αν βαθιά μέσα μας νιώθουμε λίγοι, η απόρριψη μπορεί να ξυπνήσει και να επιβεβαιώσει αυτή την αίσθηση θυμίζοντάς μας, ίσως, άλλες εμπειρίες από το παρελθόν που μας έκαναν να αισθανθούμε ανεπαρκείς.
Προκειμένου να προστατέψουμε τον πληγωμένο ναρκισσισμό μας και να διατηρήσουμε την (ψευδ)αίσθηση ότι είμαστε άξιοι και ικανοί, περνάμε στην αντεπίθεση: «Ποιος/ποια είσαι εσύ που τόλμησες να απορρίψεις εμένα; Ξέρεις ποιος/ποια είμαι εγώ;».
Οι έρευνες δείχνουν ότι η απόρριψη από κάποιον που θεωρούμε «κατώτερο» από εμάς είναι περισσότερο επώδυνη από την απόρριψη κάποιου τον οποίο θεωρούμε «ανώτερό» μας (Stanik, et. al., 2010). Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί τι τον θέλουμε τον άλλον αν τον αντιλαμβανόμαστε ως «κατώτερο» ή για ποιο λόγο τον διαλέξαμε αν θεωρούμε ότι δεν είναι στα κυβικά μας, αλλά η ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά δεν έχουν πάντα λογικά κίνητρα.
Λογικό ή όχι, αν η ασεβής στάση του «κανένας δεν δικαιούται να με απορρίψει εμένα, πόσο μάλλον ένας κατώτερός μου» τραβηχτεί στα άκρα, μπορεί να μας κάνει να πολιορκούμε πιεστικά ή να παρενοχλούμε τον άνθρωπο που μας απέρριψε και να μας οδηγήσει μέχρι το σημείο να θέλουμε να τον εκδικηθούμε και να τον κάνουμε να πληρώσει για το «κακό» που μας έκανε.
Εκτός αυτού πάντως, δεν αποκλείεται ο θυμός να είναι και ένας διαστρεβλωμένος τρόπος να μην παραιτηθούμε από την ιστορία, να μείνουμε στο παιχνίδι και να μην εγκαταλείψουμε. Θυμώνοντας με τον άλλο και ζητώντας εκδίκηση, νιώθουμε ότι έχουμε έναν τρόπο να σχετιζόμαστε μαζί του, έστω από το παράθυρο. Και, φυσικά, ο θυμός είναι ακόμα μία προσπάθεια να ανακτήσουμε τον πολυπόθητο χαμένο έλεγχο.
ΤΕΛΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ
Το είπαμε και στην αρχή: Η απόρριψη είναι πάντοτε επώδυνη, αλλά δεν μας αγγίζει όλους στον ίδιο βαθμό ούτε τη διαχειριζόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Αυτό που είμαστε, οι εμπειρίες και η ιστορία μας καθορίζουν το πώς θα αντιδράσουμε στην απόρριψη.
Προφανώς, δεν είναι όλες οι απορρίψεις του ίδιου μεγέθους. Κάποιες τις ξεπερνάμε σχετικά ανώδυνα και κάποιες άλλες μας ταλαιπωρούν περισσότερο, πιθανόν επειδή έχουν κάποια ιδιαίτερα για εμάς χαρακτηριστικά κι επειδή καταφέρνουν να πατήσουν τα κουμπιά μας.
Σε κάθε περίπτωση, το νόημα που δίνουμε και τα αίτια που αποδίδουμε στην απόρριψη, ιδίως αν γίνονται υπό το φίλτρο της χαμηλής μας αυτοεκτίμησης, μπορούν να δυσκολέψουν πολύ τα πράγματα για εμάς. Αν το γεγονός της απόρριψης έχει τη δύναμη να μας πονέσει μία φορά, εμείς είμαστε ικανοί να βρούμε λόγους να το κάνουμε να μας πονέσει δέκα φορές παραπάνω.
Αναρωτιέστε πώς προλαμβάνεται, πώς ξεπερνιέται ή πώς αλλάζει όλο αυτό; Πολύ απλά, απαιτείται μια ελαφριά τροποποίηση στο νόημα που δίνουμε στα πράγματα και, επιπλέον, όπως κλασικά λέμε πάντα, λίγη δουλίτσα με τον εαυτό μας…