Σάββατο 21 Αυγούστου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (887-938)

ΘΗ. τίς ποθ᾽ ἡ βοή; τί τοὖργον; ἐκ τίνος φόβου ποτὲ
βουθυτοῦντά μ᾽ ἀμφὶ βωμὸν ἔσχετ᾽ ἐναλίῳ θεῷ
τοῦδ᾽ ἐπιστάτῃ Κολωνοῦ; λέξαθ᾽, ὡς εἰδῶ τὸ πᾶν,
890 οὗ χάριν δεῦρ᾽ ᾖξα θᾶσσον ἢ καθ᾽ ἡδονὴν ποδός.
ΟΙ. ὦ φίλτατ᾽, ἔγνων γὰρ τὸ προσφώνημά σου,
πέπονθα δεινὰ τοῦδ᾽ ὑπ᾽ ἀνδρὸς ἀρτίως.
ΘΗ. τὰ ποῖα ταῦτα; τίς δ᾽ ὁ πημήνας; λέγε.
ΟΙ. Κρέων ὅδ᾽ ὃν δέδορκας οἴχεται τέκνων
895 ἀποσπάσας μου τὴν μόνην ξυνωρίδα.
ΘΗ. πῶς εἶπας; ΟΙ. οἷά περ πέπονθ᾽ ἀκήκοας.
ΘΗ. οὔκουν τις ὡς τάχιστα προσπόλων μολὼν
πρὸς τούσδε βωμοὺς πάντ᾽ ἀναγκάσει λεὼν
ἄνιππον ἱππότην τε θυμάτων ἄπο
900 σπεύδειν ἀπὸ ῥυτῆρος, ἔνθα δίστομοι
μάλιστα συμβάλλουσιν ἐμπόρων ὁδοί,
ὡς μὴ παρέλθωσ᾽ αἱ κόραι, γέλως δ᾽ ἐγὼ
ξένῳ γένωμαι τῷδε, χειρωθεὶς βίᾳ;
ἴθ᾽, ὡς ἄνωγα, σὺν τάχει. τοῦτον δ᾽ ἐγώ,
905 εἰ μὲν δι᾽ ὀργῆς ἧκον ἧς ὅδ᾽ ἄξιος,
ἄτρωτον οὐ μεθῆκ᾽ ἂν ἐξ ἐμῆς χερός·
νῦν δ᾽ οὕσπερ αὐτὸς τοὺς νόμους εἰσῆλθ᾽ ἔχων,
τούτοισι κοὐκ ἄλλοισιν ἁρμοσθήσεται.
οὐ γάρ ποτ᾽ ἔξει τῆσδε τῆς χώρας, πρὶν ἂν
910 κείνας ἐναργεῖς δεῦρό μοι στήσῃς ἄγων·
ἐπεὶ δέδρακας οὔτ᾽ ἐμοῦ κατάξια
οὔθ᾽ ὧν πέφυκας αὐτὸς οὔτε σῆς χθονός,
ὅστις δίκαι᾽ ἀσκοῦσαν εἰσελθὼν πόλιν
κἄνευ νόμου κραίνουσαν οὐδέν, εἶτ᾽ ἀφεὶς
915 τὰ τῆσδε τῆς γῆς κύρι᾽ ὧδ᾽ ἐπεισπεσὼν
ἄγεις θ᾽ ἃ χρῄζεις καὶ παρίστασαι βίᾳ·
καί μοι πόλιν κένανδρον ἢ δούλην τινὰ
ἔδοξας εἶναι, κἄμ᾽ ἴσον τῷ μηδενί.
καίτοι σε Θῆβαί γ᾽ οὐκ ἐπαίδευσαν κακόν·
920 οὐ γὰρ φιλοῦσιν ἄνδρας ἐκδίκους τρέφειν,
οὐδ᾽ ἄν σ᾽ ἐπαινέσειαν, εἰ πυθοίατο
συλῶντα τἀμὰ καὶ τὰ τῶν θεῶν, βίᾳ
ἄγοντα φωτῶν ἀθλίων ἱκτήρια.
οὔκουν ἔγωγ᾽ ἄν, σῆς ἐπεμβαίνων χθονός,
925 οὐδ᾽ εἰ τὰ πάντων εἶχον ἐνδικώτατα,
ἄνευ γε τοῦ κραίνοντος, ὅστις ἦν, χθονὸς
οὔθ᾽ εἷλκον οὔτ᾽ ἂν ἦγον, ἀλλ᾽ ἠπιστάμην
ξένον παρ᾽ ἀστοῖς ὡς διαιτᾶσθαι χρεών.
σὺ δ᾽ ἀξίαν οὐκ οὖσαν αἰσχύνεις πόλιν
930 τὴν αὐτὸς αὐτοῦ, καί σ᾽ ὁ πληθύων χρόνος
γέρονθ᾽ ὁμοῦ τίθησι καὶ τοῦ νοῦ κενόν.
εἶπον μὲν οὖν καὶ πρόσθεν, ἐννέπω δὲ νῦν,
τὰς παῖδας ὡς τάχιστα δεῦρ᾽ ἄγειν τινά,
εἰ μὴ μέτοικος τῆσδε τῆς χώρας θέλεις
935 εἶναι βίᾳ τε κοὐχ ἑκών· καὶ ταῦτά σοι
τῷ νῷ θ᾽ ὁμοίως κἀπὸ τῆς γλώσσης λέγω.
ΧΟ. ὁρᾷς ἵν᾽ ἥκεις, ὦ ξέν᾽; ὡς ἀφ᾽ ὧν μὲν εἶ
φαίνῃ δίκαιος, δρῶν δ᾽ ἐφευρίσκῃ κακά.

***
ΘΗ. Τί ταραχή κι αυτή; Ποιός φόβος σας μ᾽ ανάγκασε
μπρος στον βωμό του ενάλιου Ποσειδώνα, θεού
προστάτη μας στον Κολωνό, να κόψω τη θυσία στη μέση;
Πείτε να μάθω πώς και τί μ᾽ έφερε εδώ πιο γρήγορα
890 απ᾽ ό,τι ανέχονται τα πόδια μου.
ΟΙ. Φίλε ακριβέ, απ᾽ τη φωνή σου σ᾽ αναγνώρισα·
έπαθα πάθη φοβερά πριν από λίγο, απ᾽ αυτόν.
ΘΗ. Ποιά; ποιός σ᾽ έχει βλάψει; Μίλησε.
895 ΟΙ. Ο Κρέων που τον βλέπεις, πήρε τα δυο στηρίγματά μου.
ΘΗ. Πώς είπες;
ΟΙ. Άκουσες ακριβώς τα πάθη μου.
ΘΗ. Κάποιος ακόλουθος αμέσως να τρέξει στους βωμούς,
τον κόσμο όλο ν᾽ αναγκάσει, έφιππους και πεζούς,
900 αφήνοντας τα σφάγια, να σπεύσουν μ᾽ αχαλίνωτα άλογα
στο σταυροδρόμι, εκεί που σμίγουν οι δυο δρόμοι,
όπου οι διαβάτες πάνε κι έρχονται.
Να μην αφήσουν να προσπεράσουν οι δυο κόρες,
και γίνω εγώ περίγελος σ᾽ αυτόν τον ξένο, αν θα φανώ
υποχείριος της βίας του.
Τράβα, λοιπόν, άκου την προσταγή μου, φύγε.
905 Όσο γι᾽ αυτόν, αν την οργή μου άφηνα προσώρας να ξεσπάσει,
άτρωτος απ᾽ τα χέρια μου δεν θα ᾽βγαινε.
Προς το παρόν, αφού στην πόλη εισέβαλε με νόμους
αλλοπρόσαλλους, μ᾽ αυτούς, κι όχι με άλλους, θα κριθεί.
Το λέω κι άκουσε· δεν πρόκειται να βγεις από τη χώρα αυτή,
910 προτού να φέρεις πίσω τις δυο κόρες, εδώ μπροστά
στα μάτια όλων μας. Γιατί επιχείρησες πράξεις ανάξιες
σ᾽ εμένα, στους γονείς που σ᾽ έσπειραν, στην ίδια σου τη χώρα.
Που καταπάτησες μια πόλη, όπου το δίκιο βασιλεύει
και τίποτε παράνομο δεν γίνεται. Όμως εσύ,
915 περιφρονώντας τις αρχές του τόπου, όρμησες πάνω της
κι αυθαίρετα άρπαξες ό,τι σου αρέσει, μόνο και μόνο
για να γίνει το δικό σου.
Πίστεψες μήπως πως στην πόλη μας λείπουν οι άντρες;
υπόδουλη την έχεις; κι εμένα με περνάς για τίποτα;
Όμως η Θήβα δεν σ᾽ ανάθρεψε κακόν, δεν συνηθίζουν
920 οι Θηβαίοι άδικους άντρες ν᾽ ανατρέφουν. Κι αν τώρα
μάθαιναν πως σπίλωσες το δίκιο μου και των θεών τα θέσφατα,
πως θέλησες ν᾽ αρπάξεις δύστυχους ικέτες,
σίγουρα δεν θα σε παινούσαν.
Εγώ στη χώρα σου ποτέ δεν θα πατούσα,
925 ακόμη κι αν όλο το δίκιο είχα με το μέρος μου,
δίχως του βασιλιά της τη συναίνεση, όποιος κι αν ήταν,
δεν θα ᾽σερνα κάποιον μαζί μου με τη βία, έχοντας γνώση
του πώς πρέπει ο ξένος να συμπεριφέρεται σε ξένη πόλη.
Όμως εσύ ντροπιάζεις, ανάξιά της,
930 την ίδια σου την πόλη, οπότε τα πολλά σου χρόνια
σε κάνουν γέρο κι άμυαλο συνάμα.
Το δήλωσα και πριν, το λέω και τώρα·
κάποιος να πάει να φέρει το ταχύτερο εδώ τις κόρες,
αλλιώς θα γίνεις μέτοικος αυτής της πόλης με το στανιό,
935 δίχως τη συγκατάθεσή σου. Τέλος, να ξέρεις, αυτά που λέω
τα εννοώ.
ΧΟ. Το βλέπεις, ξένε, ξέπεσες χαμηλά. Κι αν η καταγωγή σου
δίκαιο σ᾽ έδειξε, οι πράξεις σ᾽ αποδείχνουν άδικο.

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια, 8. Οι Μούσες

8.2. Η Μούσα και ο ποιητής


Πέρα από την επίκληση της Μούσας, τα δύο προοίμια προϋποθέτουν έναν αοιδό, που είναι σε θέση: να εξονομάσει και να αξιολογήσει προκαταβολικά το θέμα του έπους του σε ελάχιστους στίχους· να φανταστεί τα κεφάλαιά του· να ορίσει την αρχή του και το τέλος του. Με τους όρους αυτούς, η Μούσα καλείται να υπαγορεύσει στον επικό ποιητή ό,τι στην πραγματικότητα της υπαγορεύει ο ίδιος. Πρόκειται επομένως για αμοιβαία υπαγόρευση της Μούσας στον ποιητή και του ποιητή στη Μούσα. Έτσι όμως η αφηγηματική επικυριαρχία της Μούσας μειώνεται. Τούτο σημαίνει ότι κάτω από την ομολογημένη γνώση των Μουσών και τη φαινομενική άγνοια του αοιδού (τυπικό σχήμα, κληροδοτημένο από την προηγούμενη επική παράδοση) υπόκειται ένας γνωστός στο ακροατήριο μύθος. Από τη μυθολογική αυτή αποθήκη αντλούν τόσο η Μούσα όσο και ο ποιητής, ανταλλάσσοντας τη γνώση τους.

Όσο για την έμπνευση και τη διδαχή που παρέχουν οι Μούσες στον αοιδό, φαίνεται να παραπέμπουν σε παραδοσιακές αρχές της ποίησης, που κυριαρχούν εφεξής στην ελληνική αρχαιότητα και επιβιώνουν έως τις μέρες μας ως κοινοί πλέον τόποι. Στον Ησίοδο μάλιστα συνδυάζονται με τη θεοφάνεια των Μουσών, την οποία καταθέτει ο ποιητής σε τριτοπρόσωπη αφήγηση ως προσωπική εμπειρία του, που μπορεί να ερμηνευθεί και ως αποκάλυψη (Θεογονία 22-35).

Τελικώς η σχέση Μούσας-ραψωδού δεν είναι, όσο φαίνεται σε πρώτη ματιά, ετεροβαρής, με τη Μούσα να έχει, συνεχώς και επιδεικτικά, το πάνω χέρι. Μάλλον πρόκειται για συνεργατική σχέση, προς όφελος της μουσικής ποίησης. Η Μούσα στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί τον θεολογικό συντελεστή της· ο ποιητής τον ανθρώπινο. Οι δύο συντελεστές συνάπτονται μεταξύ τους με αμοιβαία συμπάθεια, που παίρνει τη μορφή επίκλησης και ανταπόκρισης: η Μούσα επιλέγει τον ευνοούμενό της αοιδό και του προσφέρει τη μουσική δωρεά της· ο αοιδός υποδέχεται τον χαρισμένο αυτό ρόλο, εκτελώντας κατά κανόνα με έμπνευση και συνέπεια την αποστολή του. Από την άποψη αυτή ο ραψωδός διαμεσολαβεί, για να κυκλοφορήσει γύρω του η μουσική ποίηση. Η διαμεσολάβησή του όμως αυτή είναι αμφίδρομη: ό,τι παίρνει από τις Μούσες, το καλλιεργεί· μετασχηματίζει την ποίηση σε ποίημα, που το προσφέρει στους ακροατές του, ενώ συγχρόνως το επιστρέφει στη Μούσα του. Από εκεί και πέρα οι Μούσες δεν εμπλέκονται στα δρώμενα και στους δράστες των ομηρικών επών, όπως συμβαίνει με τους ομηρικούς θεούς, που αυτοί χώνονται κάθε τόσο στα πόδια του, διεκδικώντας το ποιητικό μερτικό τους. Πρώτος και καλύτερος ο Δίας.

Αριστοτέλης: Γενική θεωρία και ορισμός της ψυχής

Γενικός ορισμός της ψυχής. —Η ψυχή είναι η πρώτη εντελέχεια σώματος φυσικού (ουχί τεχνητού) οργανικού (έχοντος όργανα αναγκαία προς το ζην). Είναι το είδος και η ουσία του σώματος. Επακόλουθα του ορισμού τούτου. Η ψυχή αχώριστος από του σώματος.

Σημείωσις. Το άρθρο πραγματεύεται περί των δυνάμεων της ψυχής και μάλιστα περί των αισθήσεων, πρώτον δε ορίζει τί εστι ψυχή. Κατά τον Αριστοτέλην τα φυσικά όντα διαιρούνται εις έμψυχα και άψυχα. Το ιδιάζον χαρακτηριστικόν των οργανικών όντων είναι η ψυχή, ήτις είναι η αρχή της ζωής και της κινήσεως. Η ζωή είναι η _γενική_ μορφή της οργανικής ενεργείας. Η θρεπτική δε ζωή, η αισθητική και η διανοητική είναι _μερικαί_ μορφαί αυτής. Το ον, όπερ έχει την ικανότητα να διανοήται, να αισθάνηται, να κινήται τοπικώς και να τρέφηται, λέγομεν ότι ζη. Η μεν εσωτερική κίνησις, ήτοι η θρέψις, αύξησις και φθίσις, είναι κοινή εις πάντα τα ζώντα, μόνη δε υπάρχει εις τα φυτά. Υψηλοτέρα ανάπτυξις της ζωικής αρχής είναι η αίσθησις, είτα η τοπική κίνησις και τέλος η νόησις, ήτις είναι ο ανώτατος βαθμός, της εξελίξεως της ψυχής. Η ψυχή άρα είναι ενότης περιλαμβάνουσα τας αρχάς της ζωής, της αισθήσεως και της νοήσεως. Εκάστη βαθμίς είναι ύλη, μέσον και όρος της ανωτέρας, ήτις είναι τέλος και σκοπός της κατωτέρας. Εκάστη είναι διάφορος τρόπος ενεργείας και εκδηλώσεως της μιας ψυχής προσδιοριζόμενος υπό της διαφοράς του υλικού ή του αντικειμένου αυτής.

Παν ό,τι ζη είναι σύνθετον εκ ψυχής και σώματος· και η μεν ψυχή 1) είναι η αιτία της κινήσεως και μεταβολής αυτού, είναι άρα ποιητική αιτία· 2) προσδιορίζει την μορφήν, την ατομικότητα, την έννοιαν του οργανισμού, είναι άρα ειδική αιτία· 3) είναι ο τελικός σκοπός του σώματος, είναι άρα τελική αιτία. Το σώμα δ’είναι η υλική αιτία, ο όρος ου άνευ δεν δύναται να υπάρχη το όλον, είναι η δύναμις του πράγματος. Ψυχή λοιπόν και σώμα διακρίνονται απ’ αλλήλων, αλλ’ ουδέτερον δύναται να υπάρχη άνευ του ετέρου. Το σώμα είναι όργανον, η ψυχή είναι η ζωική αρχή. Η ζωή περιέχει στοιχείον ενεργητικόν και έτερον παθητικόν, αρχήν κινούσαν και πράγμα κινούμενον, είδος και ύλην. Το είδος είναι η κινούσα, η ποιητική αιτία, ήτις πραγματοποιεί τας δυνάμεις του μερικού σώματος και υψώνει αυτό εις την τελείαν, την αληθή πραγματικότητα αυτού. Άνευ της ψυχής το σώμα είναι άμορφος ύλη. Επειδή δε η πλήρης ανάπτυξις, η τελεία ενεργοποίησις της δυνάμεως πράγματός τινος λέγεται εντελέχεια, άρα η ψυχή είναι η εντελέχεια σώματος φυσικού (ουχί τεχνητού) όπερ έχει όργανα και δύναται να ζη. Η κίνησις, η πορεία της μεταβάσεως από του δυνατού εις το πραγματικόν, από της δυνάμεως εις την εντελέχειαν λέγεται ενέργεια, τον όρον δε τούτον ο Αριστοτέλης πολλάκις μεταχειρίζεται αντί της εντελέχειας (τελείας ενεργείας, εντελούς έξεως).

Εν τοις τελείοις οργανισμοίς το φυσιολογικόν και ψυχικόν κέντρον είναι η καρδία, ουχί ο εγκέφαλος, όστις απλώς κανονίζει την θερμοκρασίαν αυτής. Η θερμότης, τα στοιχείον εν ω η ψυχή αμέσως ενσαρκούται, συντηρείται υπό της τροφής. Η αναπνοή δε των πνευμόνων και ο ψυχρός εγκέφαλος εμποδίζουσιν υπέρμετρον παραγωγήν ζωικής θερμότητος. Η θερμότης είναι απαραίτητον μέσον της θρέψεως. Αλλ’ η απόλυτος αιτία της θρέψεως είναι η ψυχή, ήτις τρέφει και συντηρεί το σώμα διά των τροφών ας αφομοιούται. Πρώτη λοιπόν εντελέχεια είναι η θρεπτική ψυχή, ης έργον είναι η χρήσις της τροφής προς συντήρησιν του ατόμου και η γέννησις ομοίων όντων προς διατήρησιν του γένους. Η ψυχή μεταχειρίζεται προς ταύτα την θερμότητα και τα τρόφιμα, όπως ο πλοίαρχος την χείρα και το πηδάλιον. Τα μεν φυτά μόνην έχουσι την ψυχήν ταύτην. Τα ζώα όμως πλην της θρεπτικής έχουσι και την αισθητικήν ψυχήν.

Τα αισθητήρια είναι όργανα αντιλήψεως του εξωτερικού κόσμου. Η αίσθησις είναι κίνησις ή αλλοίωσις του αισθητηρίου. Τα αισθητικόν (υποκείμενον) και τα αισθητόν (αντικείμενον) είναι έν εν τη ενεργώ αισθήσει. Το αισθητήριον είναι δυνάμει ό,τι είναι το αισθητόν ενεργεία· αισθανόμενον δε αφομοιούται το είδος του πράγματος άνευ της ύλης, δέχεται ποιοτικά στοιχεία ανήκοντα εις ατομικόν τι πράγμα, αλλ’ ουχί το άτομον. Το υποκείμενον πριν ή αισθανθή είναι διάφορον του αισθητού, αλλά μετά την αίσθησιν είναι ως το αισθητόν. Η διαφορά αυτών έγκειται εις τον τρόπον καθ’ ον έκαστον υπάρχει.— Το αίσθημα είναι φαινόμενον ψυχικόν, αλλά το όργανον της αισθήσεως είναι φυσικόν. Όμμα και όψις συνδέονται ως ύλη και είδος.— Μετά του οργάνου και του αισθητού αντικειμένου τρίτος αναγκαίος παράγων εκάστης αισθήσεως είναι το μεταξύ, το διάμεσον στοιχείον. Της όψεως λ.χ. το μεταξύ είναι το διαφανές, ήτοι ο αήρ, το ύδωρ και άλλα διαφανή σώματα.

Τα ατομικά και μεμονωμένα αισθήματα και τας αναφοράς αυτών η ψυχή ανάγει εις την ενότητα κοινής αντιλήψεως. Αντιλαμβανόμεθα ότι δρώμεν, ακούομεν κ.λ., συγκρίνομεν έπειτα και συνδυάζομεν ή χωρίζομεν τα αισθήματα ταύτα. Ούτω πλην των 5 μερικών αισθήσεων υπάρχει κοινή αίσθησις, περί ης κατωτέρω πραγματεύεται ο Αριστοτέλης.

Συνεζητήσαμεν αρκετά τα υπό των πρότερον φιλοσοφησάντων παραδοθέντα περί ψυχής. Ας επανέλθωμεν δε οπίσω, ίνα επαναλάβωμεν τα πράγματα τρόπον τινά εξ αρχής και ας προσπαθήσωμεν να προσδιορίσωμεν τι είναι η ψυχή και τις δύναται να είναι ο γενικώτατος ορισμός αυτής.

Λέγομεν λοιπόν ότι μία τάξις όντων είναι η ουσία· εν αυτή δε διακρίνομεν πρώτον την ύλην, ήτις καθ’ εαυτήν δεν είναι τούτο το ωρισμένον πράγμα, έπειτα δε μορφήν και είδος, κατά το οποίον το πράγμα λέγεται ότι είναι τούτο το πράγμα, και τρίτον το εκ των δύο τούτων σύνθετον. Είναι δε η μεν ύλη δύναμις, το δε είδος εντελέχεια, και αυτή είναι διττή, ούτως ως η επιστήμη και η θεωρία (ήτοι ως έξις και κατοχή γνώσεως η δεξιότητος και ως εν ενεργεία γνώσις).

Ουσίαι δε προ πάντων φαίνονται ότι είναι τα σώματα, και εκ τούτων τα φυσικά (γη, ύδωρ κλπ.). Διότι ταύτα είναι αι αρχαί των άλλων σωμάτων (των τεχνητών). Εκ των φυσικών δε σωμάτων άλλα μεν έχουσι ζωήν, άλλα δε δεν έχουσι. Ζωήν λέγομεν την αρχήν της δι’ εαυτού θρέψεως και αυξήσεως και φθοράς του σώματος. Ώστε παν σώμα φυσικόν έχον ζωήν είναι ουσία, αλλ’ ουσία σύνθετος, σύνθετος δε εξ ύλης και είδους, ως είπομεν.

Επειδή δε τούτο είναι σώμα τοιούτον, έχον δήλα δή ζωήν, το σώμα δεν δύναται να είναι ψυχή. Διότι το σώμα δεν είναι εξ εκείνων τα οποία κατηγορούνται εις υποκείμενόν τι, αλλά αυτό μάλλον είναι υποκείμενον και ύλη. Αναγκαίως άρα η ψυχή είναι ουσία, ήτοι είναι είδος σώματος φυσικού, όπερ έχει δυνάμει  ζωήν. Αλλ’ η ουσία είναι εντελέχεια. Η ψυχή λοιπόν είναι εντελέχεια σώματος τοιούτου, οίον είπομεν.

Αλλ’ η εντελέχεια λέγεται κατά δύο τρόπους αναλόγους ο μεν προς την επιστήμην, ο δε προς την θεωρίαν. Φανερόν είναι λοιπόν ότι η ψυχή είναι ως η επιστήμη. Διότι εν τη υπάρξει της ψυχής εμπεριέχεται και ύπνος και εγρήγορσις, αναλογεί δε η μεν εγρήγορσις προς την θεωρίαν, ο δε ύπνος προς την έξιν ή κατοχήν της γνώσεως άνευ ενεργείας. Προτέρα όμως κατά την γένεσιν εφ’ ενός και του αυτού πράγματος είναι η επιστήμη 97. Διά ταύτα η ψυχή είναι η πρώτη εντελέχεια 98 φυσικού σώματος, όπερ δυνάμει έχει ζωήν,

και όπερ είναι οργανικόν. Όργανα δε είναι και τα μέρη των φυτών, αλλά είναι όργανα εντελώς απλά· λ.χ. το φύλλον, είναι σκέπασμα του περικαρπίου, το δε περικάρπιον είναι σκέπασμα του καρπού. Αι ρίζαι δε αναλογούσι προς το στόμα, διότι και τα δύο ταύτα παραλαμβάνουσι την τροφήν. Εάν λοιπόν πρέπει να δώσωμεν ορισμόν κοινόν εις παν είδος ψυχής, λέγομεν, ότι είναι η πρώτη εντελέχεια σώματος φυσικού οργανικού.

Διά τούτο δεν πρέπει να ζητώμεν αν η ψυχή και το σώμα είναι έν, όπως ούτε αν ο κηρός (η ύλη) και το σχήμα (το είδος) αυτού είναι έν, όπως εν γένει δεν πρέπει να ζητώμεν αν είναι έν η ύλη εκάστου πράγματος και το πράγμα του οποίου είναι η ύλη. Διότι το έν και το είναι λέγονται μεν κατά πολλάς σημασίας, αλλ’ η κυρία σημασία αυτών είναι η εντελέχεια.

Είπομεν λοιπόν καθόλου τι είναι ψυχή· είναι δήλα δή ουσία ενεργοποιούσα μίαν έννοιαν (λόγον)· είναι η ουσιώδης έννοια τοιούτου τινός σώματος. Ούτως έστω ότι έν των οργάνων τέχνης τινός είναι φυσικόν σώμα· λ.χ. ο πέλεκυς. Η έννοια του πελέκεως θα είναι η ουσία αυτού (το να κόπτη), αυτή δε θα είναι και η ψυχή αυτού· και, αν αυτή αφαιρεθή, δεν θα υπάρχη πλέον πέλεκυς, ειμή καθ’ απλήν ομωνυμίαν. Πραγματικώς όμως τόρα είναι πέλεκυς (ουχί ζώον) και τοιούτου σώματος η ουσία και ο λόγος δεν είναι η ψυχή, αλλ’ η ψυχή είναι ο λόγος τοιούτου φυσικού (όχι τεχνητού ως ο πέλεκυς), όπερ έχει εν εαυτώ την αρχήν της κινήσεως και της στάσεως.

Ανάγκη δε το λεγόμενον να παρατηρήσωμεν και επί των μελών του σώματος. Εάν δήλα δή ο οφθαλμός ήτο ζώον, ψυχή αυτού θα ήτο η όψις· η όψις δήλα δή είναι η ουσία του οφθαλμού κατά λόγον (νοητή). O δε οφθαλμός είναι η ύλη της όψεως, αν δε εκλείψη η όψις, δεν υπάρχει πλέον οφθαλμός ειμή καθ’ ομωνυμίαν, όπως είναι ο λίθινος και ο εικονισμένος οφθαλμός. Πρέπει δε να εφαρμόσωμεν το λεγόμενον περί του σώματος εις το όλον ζων σώμα. Διότι ως η μερική αίσθησις αναφέρεται εις το μερικόν όργανον ούτω η όλη αίσθησις αναλογεί προς το όλον σώμα το αισθητικόν, καθόσον είναι αισθητικόν.

Είναι δε το δυνάμει ον, όπερ είναι ικανόν να ζη, ουχί το αποβαλόν την ψυχήν (και νεκρωθέν), αλλά το έχον την ζωήν εν εαυτώ. Το σπέρμα και ο καρπός είναι δυνάμει τοιαύτα σώματα ζώντα. Όπως λοιπόν η τμήσις (το να κόπτη) είναι εντελέχεια του πελέκεως και η δράσις 103 είναι η εντελέχεια του οφθαλμού, ούτω και η εγρήγορσις είναι η εντελέχεια του σώματος, η δε ψυχή είναι προς το σώμα, ως η όψις και η δύναμις προς το όργανον. Τα δε σώμα είναι το δυνάμει ον Αλλά καθώς ο οφθαλμός είναι η κόρη άμα και η όψις, ούτω και εδώ το ζώον είναι η ψυχή άμα και το σώμα.

Ότι λοιπόν η ψυχή δεν δύναται να υπάρχη χωριστά από του σώματος ούτε μέρη τινά αυτής, εάν εκ φύσεως αυτή διαιρήται εις μέρη, είναι ήδη προφανές· διότι ενίοτε η ψυχή είναι εντελέχεια των μερών τούτων. Αλλ’ όμως τίποτε δεν εμποδίζει μέρη τινά της ψυχής να είναι χωριστά, διότι δεν είναι εντελέχεια κανενός σώματος, λ.χ. ο νους.

Αλλά προσέτι δεν είναι φανερόν αν η ψυχή είναι τοιαύτη εντελέχεια του σώματος, όπως ο κυβερνήτης του πλοίου (όστις είναι μεν εντελέχεια, αλλά χωριστή). Εν γένει λοιπόν δι’ όσων είπομεν προσδιωρίσαμεν την ψυχήν δώσαντες υποτύπωσιν αυτής.

Σημείωσις.— Η ψυχή είναι το είδος, η μορφή του σώματος και επομένως ψυχή και σώμα είναι αχώριστα, είναι έν. Αλλ’ η ενότης αυτών δεν πρέπει να νοήται ως ένωσις δυο υλικών και ανεξαρτήτων πραγμάτων. Τοιαύτας παχυλάς παραστάσεις είδομεν με πόσην δύναμιν επολέμησεν ο Αριστοτέλης. Ενταύθα έχομεν λογικήν και ζώσαν ενότητα. Τω όντι η ζωή, η ενότης της ψυχής και του σώματος σύγκειται εκ τριών στοιχείων· είναι 1) ζωή εσωτερική και αδιόριστος, αφηρημένη καθολική αρχή, 2) πραγματοποιείται και μερικεύεται εν τω σώματι και 3) επανάγει τα δύο ταύτα στοιχεία εις την ενότητα αυτών εν τη ατομικότητι του ζώντος όντος. Εκάστη στιγμή της ζωής αποτελείται εκ των τριών τούτων σημείων: εκ της ορμής του υποκειμένου, ήτις αναγκάζει τα ζώον να θέτη τους διορισμούς του, τα μέλη του σώματος, να πραγματοποιήται εν αυτοίς και τέλος διά τούτων να επιστρέφη εις εαυτό ως κέντρον αισθανόμενον κλπ. Αύτη είναι η αληθής ενότης της ψυχής και του σώματος. Διά τούτο λέγει ο Αριστοτέλης, ότι το είδος, το καθόλου, η ψυχή είναι αυτό το είναι και η ουσία. Εάν λ.χ. ο πέλεκυς ήτο φυσικόν σώμα έχον εν εαυτώ αρχήν κινήσεως, εάν δήλα δή ήτο έμψυχον σώμα, τότε η έννοια του πελέκεως, το τέμνειν, θα απετέλει την ψυχήν αυτού, και αν τούτο το είδος αυτού αφηρείτο δεν θα υπήρχε πλέον πέλεκυς. Αλλ’ ο πέλεκυς είναι σώμα τεχνητόν, έχει εκτός εαυτού την αρχήν της κινήσεως και της στάσεως εαυτού, και δεν ποιεί αυτός εαυτόν πέλεκυν. 

Η έννοια, το είδος του πελέκεως δεν είναι το είναι και η ουσία αυτού, δεν ενεργοποιεί αυτή εαυτήν εν τω πελέκει, δεν είναι εντελέχεια. Η ψυχή τουναντίον αυτή πλάττει τα μέλη και το όλον σώμα, αυτή συνέχει και ποιεί και συντηρεί αυτά και διά τούτων εαυτήν· είναι ο δημιουργός άμα και η πρόνοια του μικρού κόσμου της, είναι ο ναυπηγός άμα και κυβερνήτης του πλοίου, όπερ απαύστως τείνον εις διάλυσιν αδιαλείπτως υποτάσσεται, συντηρείται και αναπλάττεται υπό της κυριάρχου ψυχής. Εάν δε παύση η σχέσις αυτή ψυχής και σώματος, το σώμα δεν είναι πλέον σώμα, αλλά πτώμα, ύλη νεκρά. Ό,τι λέγομεν περί του όλου, αληθεύει και περί των μερών και αντιστρόφως Αν ο οφθαλμός λ.χ. ήτο ζώον, η όψις θα ήτο η ψυχή αυτού, διότι αυτή είναι η ουσία, η έννοια αυτού· αυτός δε ο υλικός οφθαλμός, τα νεύρα, τα υγρά, οι χιτώνες κλπ. είναι υλικά, άτινα άμα λείψη η δράσις είναι κενά ονόματα. Όπως δε ο ζων οφθαλμός είναι η κόρη (δύναμις) και η δράσις (ενέργεια), ούτω το όλον ζώον είναι η ψυχή και το σώμα αχωρίστως ηνωμένα. Ούτω νοούμεν νυν πώς η ψυχή είναι α’) η αρχή η κινούσα και ποιούσα το σώμα, β’) το είδος ή η έννοια ήτις ενεργεί και πραγματοποιεί εαυτήν εν τω σώματι, γ’) ο κοινός τελικός σκοπός πάντων των μελών, ων έκαστον είναι μέσον άμα και σκοπός των άλλων, διότι έκαστον είναι μία εμφάνισις του κοινού κέντρου, μία πραγμάτωσις της εσωτερικής αρχής, ήτις πανταχού παρούσα σκοπόν έχει μόνον εαυτήν.

Ερωτευόμαστε κι είναι σαν καταιγίδα και καύσωνας μαζί

Λένε πως οι έρωτες μας στη ζωή μας θυμίζουν κι από μια εποχή. Είναι λες κι ο καθένας έχει τη δική του γεύση αναλόγως με το πότε γεννήθηκε, πώς καλλιεργήθηκε και τελικά πώς έζησε. Ξέρεις, μπορεί να είναι ένα αίσθημα ζεστό, φωτεινό, απρόσμενο, ξένοιαστο, ανέμελο, με καλοκαιρινή αύρα. Ή πάλι να έχει την υγρασία του Οκτώβρη με πρασινοκίτρινες υφές και λασπωμένες εισόδους. Ή να είναι λευκός και ψυχρός, σκοτεινός σαν Δεκεμβριανό βράδυ με αέρηδες. Αυτό που δεν ξέρεις ποτέ όμως, σε όποια εποχή κι αν ανήκει ο έρωτας που ζεις, είναι τι θα φέρει η επόμενη στιγμή κι αν το κλίμα θα αλλάξει κι από σαράντα βαθμούς θα σε πάει στους μείον δέκα μέσα σε ένα και μόνο βράδυ.

Σαν τις εποχές λοιπόν, κάθε έρωτας που θα συναντήσεις στη ζωή σου θα βγάζει κι ένα διαφορετικό κομμάτι του εαυτού σου, που θα είναι το βασικό στοιχείο των όσων νιώθεις. Κάποιοι έρωτες θα βγάλουν το παιδί από μέσα σου και θα σε γεμίσουν αφέλεια, άλλοι τον έφηβο επαναστάτη εαυτό που δε σκέφτεται, μόνο νιώθει. Δε νιώθει κινδύνους και σαν ένας μικρός θεός έχει ένα αίσθημα αήττητης καρδιάς. Άλλοι πάλι θα σε βρουν κουρασμένο με βαριά κόκαλα κι ανάγκη για ξεκούραση, καθώς θα σε ταλαιπωρήσουν. Κι είναι κι εκείνοι που περνούν και δεν ακουμπούν, ίσα ίσα γρατζουνάνε λίγο τα γόνατά μας, σαν Τετάρτη πρωί στη δουλειά.

Καμία αίσθηση έρωτα δε μοιάζει με την προηγούμενη και δε θα είναι ποτέ ίδια με την επόμενη. Με αυτήν την απορία σε αφήνει πάντα αυτό το αίσθημα: πώς γίνεται κάθε φορά να σε εκπλήσσει. Δεν ξέρω αν είναι μαγεία, είναι σίγουρα κάτι απροσδιόριστο όμως αυτό που προκαλεί ο έρωτας κι αν είσαι τυχερός και τον νιώσεις, αλλάζει για λίγο κάθε κύτταρό σου, κάθε σου κομμάτι. Κάθε φιλί, μοιάζει να έχει γεννηθεί για να το δώσεις, κάθε συνεύρεση σαν να έχει ξετρυπώσει από τα ένστικτά σου. Ποτέ ίδια, ποτέ κοινά. Ακόμη και τα δύσκολα, είναι λες και πρέπει να συμβούν για να έχουν αξία τα πραγματικά σπουδαία.

Κι είτε χειμερινοί, είτε μέσα στον καύσωνα, οι έρωτες που ζούμε πάντα μας αλλάζουν, ακόμη κι αν δεν το καταλαβαίνουμε. Και δεν είναι ποτέ μα ποτέ για κακό. Αρκεί να μην τους στερηθούμε χάριν της αγωνίας μας γι’ ασφάλεια. Γιατί καλώς ή κακώς, όταν ερωτεύεσαι, αυτομάτως πετάς τη λογική σου από το παράθυρο, γιατί πολύ απλά δεν έχει καμία δουλειά σε ένα τέτοιου είδους αλισβερίσι. Κι όσο αθεράπευτα ρομαντικές ακούγονται αυτές οι λέξεις, σκέψου λιγάκι τους έρωτες που έχεις ζήσει. Πού ήταν άραγε η λογική σου;

Κι ας λένε πως όταν πάθεις μια φορά δε θα αφήσεις τον εαυτό σου να την ξαναπατήσει, μα αν δεν την πατήσεις τι νόημα έχει; Σαν τις εποχές κι εδώ, που ξέρεις ότι θα βγάλει κρύο το βράδυ του Σεπτέμβρη, μα δεν την παίρνεις τη ζακέτα γιατί «έλα μωρέ, καλοκαίρι είναι ακόμη». Σίγουρα κουβαλάμε έρωτες ντυμένους καλοκαίρια που μέσα τους είναι βαριοί και δύσκολοι χειμώνες, μα κι εκείνους αν δεν τους ζήσουμε, πώς θα καταλάβουμε τι σημαίνει θέρμη; Εποχή είναι ο έρωτας και πάντα θα αλλάζει. Κι όσο κι αν θέλεις να προστατευτείς πάντα κάτι θα ξεχνάς να πάρεις. Άλλωστε, δεν μπορείς να κουβαλάς πάντα κι ομπρέλα και μαγιό και παλτό μαζί, έτσι δεν είναι;

Τα ζευγάρια διαλύονται όχι από απογοήτευση, αλλά από υπερβολική ιδέα για τον εαυτό τους

Η υπερβολή της εποχής μας συνοψίζεται στο άπιαστο όνειρο: όλα σε ένα ή τα θέλω όλα. Ένα και μοναδικό πλάσμα πρέπει να συμπυκνώνει όλες μου τις προσδοκίες.

Ποιος μπορεί να ανταποκριθεί σε τέτοια απαίτηση; Η ιλιγγιώδης αύξηση των διαζυγίων στην Ευρώπη δεν οφείλεται στον εγωισμό μας αλλά στον ιδεαλισμό μας: είναι αδύνατο να ζήσουμε μαζί, απέναντι στο είναι δύσκολο να μείνουμε μόνοι.

Τα ζευγάρια διαλύονται όχι από απογοήτευση, αλλά από υπερβολική ιδέα για τον εαυτό τους.

Από τον έρωτα δεν μένει παρά «το κεραυνοβόλο βλέμμα του θεού» (Αντρέ Μπρετόν) κι αυτό είναι το πρόβλημα.

Παραφορτώνουμε το καράβι, το επενδύουμε με τόσες ελπίδες, ώστε τελικά ναυαγεί.

Δεν υποφέρουμε από έλλειψη συναισθημάτων αλλά από υπερβολική ανάγκη για συναισθήματα.

Πιστεύω ακόμα στον μεγάλο έρωτα, ακούμε να λέμε. Όμως δεν έχει νόημα να πιστεύουμε σε μία αφηρημένη έννοια, όσο αξιοθαύμαστη κι αν είναι, καλύτερα να πιστεύουμε στα άτομα, τα ευάλωτα και ατελή άτομα.

Αγαπώντας τον έρωτα καταλήγουμε στην εξιδανίκευσή του.

Κάποτε αποκλεισμένος από τον γάμο, ο έρωτας-αίσθημα διαλύθηκε εκ των έσω προτού μπει σε κίνδυνο από τις υπερβολικές φιλοδοξίες – η βουλιμία του σηματοδοτεί και την απώλειά του.

Από τότε που αφαιρέθηκαν τα εμπόδια που τον τροφοδοτούσαν με το να τον φρενάρουν, είναι υποχρεωμένος να βρει μόνος του τα μέσα για να ανανεωθεί. Πεθαίνει, όχι από τα εμπόδια που συναντά, αλλά από την εύκολη επιτυχία του.

Λένε ότι το πάθος είναι ακαταμάχητο: πράγματι, αντιστέκεται σε όλα εκτός από τον ίδιο του τον εαυτό. Η αρχαία τραγωδία αντέτασσε μια αδύνατη ένωση στη σκληρή τάξη των πραγμάτων – η σύγχρονη τραγωδία είναι ο έρωτας που σκοτώνει τον εαυτό του, που πεθαίνει επειδή νικά.

Η ελευθερία του τού επιτρέπει να φθάνει στο απόγειό του και να παρακμάζει. Ποτέ οι ερωτικές μας ιστορίες δεν ήταν τόσο βραχύβιες, ποτέ δεν έφταναν τόσο νωρίς στο κρεβάτι και στη συμβίωση, εφόσον δεν υπάρχουν πια εμπόδια. Η δυστυχία μας δεν οφείλεται πια στην έλλειψη, οφείλεται στον κορεσμό.

Πρόκειται για μια ευρέως διαδεδομένη ασθένεια: η δαιμονική αναζήτηση του ερωτικού αντικειμένου που απογοητεύει και αντικαθίσταται από ένα άλλο, το οποίο με τη σειρά του επισκιάζεται από ένα τρίτο, ένα τέταρτο, μία σειρά από φλόγες που τρεμοσβήνουν κι ύστερα χάνονται για πάντα.

Ενθουσιαζόμαστε, ψυχραινόμαστε, δεν είμαστε ποτέ ικανοποιημένοι. Κάθε φορά υπερτιμάμε τα συναισθήματά μας, νιώθουμε ψευτοερωτοχτυπημένοι – όπως γράφει ο Σταντάλ, «πιστεύουμε ότι αγαπάμε κάποιον για όλη μας τη ζωή στη διάρκεια μίας και μοναδικής βραδιάς».

Η αδελφή ψυχή δεν είναι ποτέ αρκετά ωραία, έξυπνη, σέξι, όλοι οι υποψήφιοι είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία. Ο πρίγκιπας ήταν λοιπόν ένας τιποτένιος, η σεξοβόμβα μία ψυχρή νευρωτική, μία μέγαιρα. Αυτή είναι η κόλασή μας, αντίβαρο της προόδου: δεν μπορούμε να ερωτευτούμε άνδρες ή γυναίκες στο ύψος των προσδοκιών μας, επειδή οι προσδοκίες μας είναι μη ρεαλιστικές.

Έτσι, φτάνουμε στη μοναξιά. Μετά τα τριάντα, αντί να βρούμε το ονειρεμένο πλάσμα, καθόμαστε μπροστά στην τηλεόραση και μασουλάμε πρόχειρα φαγητά περιμένοντας να χτυπήσει το τηλέφωνο. Γι' αυτό και πολλαπλασιάζονται οι μοναχικές και πονεμένες ψυχές στο διαδίκτυο, που συμμετέχουν σε μία αγορά «δεύτερο χέρι»: χωρισμένοι και ξαναπαντρεμένοι κάμποσες φορές «ερωτεύονται» έναν άγνωστο και είναι έτοιμοι να κάνουν τα ίδια λάθη, τις ίδιες εξωφρενικές επιλογές.

Θα πεθαίνατε για κάποιον που αγαπάτε; Το ζήτημα όμως δεν μπαίνει έτσι, κυρίως πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να ζήσουμε με κάποιον, όχι να πεθάνουμε.

Η ρουτίνα της καθημερινότητας συνεπάγεται τη συνέπεια της κάθε στιγμής και κάνει ανώφελη την εξονυχιστική εξέταση της κάθε χειρονομίας, της κάθε ακραίας ή τυχαίας κίνησης.

Κάποτε η συναισθηματική αγωγή συνίστατο στην αποφυγή της απογοήτευσης: έπρεπε να βρούμε το δρόμο μας στους μαιάνδρους της καρδιάς, να μην παραδοθούμε στις παρορμήσεις, να αντιμετωπίσουμε τις χίμαιρες της νιότης και να επιλέξουμε ένα πνευματικό και ηθικό δρομολόγιο.

Όλη η φιλολογία μάς διδάσκει, αντιθέτως, πώς να ανασκαλεύουμε τη φωτιά, πώς να φλεγόμαστε...

Ανατροπή σε σχέση με την κλασική εποχή: η κλασική εποχή φοβόταν τα μεγάλα πάθη, που προκαλούν δυστυχία – εμείς φοβόμαστε τη χλιαρότητα...

Στην πραγματικότητα, δεν φοβόμαστε πια την αναρχία της συμπεριφοράς, αλλά την εξάλειψη των συγκινήσεων. Αυτό που επιζητούμε είναι το πάθος – ποιητικό, ευτυχισμένο – χωρίς τις μοιραίες του συνέπειες.

Αν αγαπάς, αμέσως θα μάθεις πώς χτίζεται ο Παράδεισος

Ο Ντοστογιέφσκι θέλοντας να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε σε ποια κατάσταση βρίσκεται αυτή τη στιγμή η ανθρωπότητα και πώς μπορούμε να τη σώσουμε αν θέλουμε, χρησιμοποιεί έναν ήρωα, τον οποίο οι άλλοι αποκαλούν γελοίο και τρελό, που όμως όλως παραδόξως το παραδέχεται και ο ίδιος, αφού μάλιστα λέει πως είναι γελοίος από γεννησιμιού του. Όταν ενηλικιώθηκε και τελείωσε και το Πανεπιστήμιο έψαχνε να βρει λύσεις για το πρόβλημά του, το γιατί να είναι γελοίος, αλλά μη βρίσκοντας τίποτα αποφασίζει ν’ αυτοκτονήσει, ώσπου ένα βροχερό βράδυ στις 3 Νοεμβρίου, γυρνώντας στο σπίτι του μετά από συνάντηση που είχε με φίλους, έμαθε την αλήθεια.

Ο ήρωάς μας πάλευε με τον εαυτό του εδώ και δυο μήνες ν’ αυτοκτονήσει, γι’ αυτό και είχε αγοράσει ένα περίστροφο. Τα βράδια δεν έκλινε μάτι γιατί προσπαθούσε να βρει την κατάλληλη στιγμή για την αυτοκτονία. Εκείνο το βράδυ που γύρισε στο σπίτι αισθάνθηκε πως ήρθε η κατάλληλη στιγμή και γι’ αυτό έβαλε το περίστροφο πάνω στο τραπέζι κι έκατσε στην καρέκλα κοντά του. Όμως όλως παραδόξως εκείνο το βράδυ αποκοιμήθηκε και είδε ένα όνειρο, ότι πράγματι αυτοκτόνησε και κάποιος τον μετέφερε σ’ ένα μέρος που έμοιαζε πολύ με τη γη μας. Ξανάβλεπε τον ήλιο και το μέρος του φαινόταν σαν ένα από τα ελληνικά νησάκια του αρχιπελάγους. Έβλεπε μια σμαραγδένια θάλασσα, δέντρα με υπέροχους βλαστούς και το λιβάδι έλαμπε ανθόσπαρτο. Τα πουλιά έσχιζαν τον αέρα κοπαδιαστά κι έρχονταν χωρίς φόβο να κάτσουν στους ώμους του. Οι κάτοικοι τον περιτριγύρισαν και τον αγκάλιασαν. Ήταν άνθρωποι όμορφοι, που ακτινοβολούσαν σοφία και γαλήνη, με πρόσωπα χαρωπά και ήρεμα και αμέσως σκέφτηκε πως έτσι θα ήταν η γη πριν από το προπατορικό αμάρτημα. Οι άνθρωποι αυτοί δεν του έκαναν ερωτήσεις και το μόνο τους μέλημα ήταν να διώξουν τον πόνο που ήταν χαραγμένος στο πρόσωπό του. Δεν είχαν φιλοδοξίες, γιατί είχαν φτάσει στην τελειότητα. Η γνώση τους ήταν πιο βαθιά και πιο υψηλή από τη δική του. Κοιτούσαν τα δέντρα τους με πολλή αγάπη και τους μιλούσαν σαν να ήταν όμοιοί τους. 

Με τα ζώα ζούσαν ειρηνικά χωρίς να τα πειράζουν, απλά τα εξημέρωναν με την αγάπη τους και μ’ αυτό τον τρόπο έδειχναν την εκτίμησή τους στη φύση. Μέχρι και με τ’ αστέρια τ’ ουρανού επικοινωνούσαν. Αναρωτιόταν δε με έκπληξη πως γινόταν και δεν είχαν προσβάλλει τόσο καιρό ένα πλάσμα σαν αυτόν και επίσης δεν του είχαν ξυπνήσει μέσα του αισθήματα ζήλειας και φθόνου. Μοιράζονταν την αγάπη και αποκτούσαν παιδιά, αλλά ποτέ δεν είδε σ’ αυτούς την έξαψη της σκληρής ηδονής, που έβλεπε στη δική του γη και που είναι η πηγή για σχεδόν όλα τα αμαρτήματα της ανθρωπότητας. Δεν υπήρχαν καυγάδες, ούτε ζήλιες μεταξύ τους, αλλά ούτε θλίψη και δάκρυα ακόμα και στο θάνατο. Δεν είχαν καθόλου ναούς, ούτε θρησκεία, αλλά ζούσαν σ’ ένα είδος αδιάκοπης επικοινωνίας με το σύμπαν. Το απόβραδο έψελναν χορικά, για ν’ αποχαιρετήσουν με ευχές την ημέρα που έφευγε. Υμνούσαν τη φύση, τη γη, τη θάλασσα, τα δάση, μέχρι που υμνούσαν ο ένας τον άλλον με απλά λόγια που έβγαιναν από την καρδιά και άγγιζαν την καρδιά. Κι αυτός με τη σειρά του τους είπε πως υπήρξαν στιγμές, όταν ζούσε στη γη του, που είχε αισθανθεί αυτούς και τη δόξα τους και ότι του είχαν τύχει στιγμές που δάκρυσε αντικρύζοντας ένα ηλιοβασίλεμα και ότι πόναγε πάντα όταν ένιωθε το μίσος των ανθρώπων ενώ αυτός δεν μπόρεσε να τους μισήσει και πάντα τους συγχωρούσε.

Κάποια στιγμή μέσα στο όνειρό του φτάνει στη δική του γη και προσπαθεί να βρει τρόπους, ώστε να περιγράψει στους ανθρώπους αυτά που είδε και έζησε όμως του ήταν αδύνατο να ενσωματώσει όλα αυτά στα αδύνατα λόγια. Έλεγε πως μπορεί και να μην τον πιστέψουν αν τους τα έλεγε όλα αυτά ή ακόμα και να τον κοροϊδέψουν γιατί αυτό ήταν ένα απλό όνειρο. Γι’ αυτόν όμως μπορεί και να μην ήταν όνειρο, γιατί έζησε όλα αυτά τόσο φανερά που του φανερώθηκε η αλήθεια που έψαχνε. Προσπάθησε να τους πει ότι η αιτία που δημιούργησε το κακό είναι το ψέμα που εμφανίστηκε μετά το προπατορικό αμάρτημα. Οι άνθρωποι έμαθαν να ψεύδονται και το σπέρμα του ψέματος τρύπωσε μέσα στην καρδιά τους και τους φάνηκε αρεστό. Λίγο αργότερα γεννήθηκε η ηδονή, που γέννησε τη ζήλεια και η ζήλεια τη σκληρότητα, που αυτή γέννησε την εκδίκηση με αίμα και αυτή η αιτία άρχισε να τους χωρίζει. Σχηματίστηκαν συμμαχίες που όμως η μια στράφηκε εναντίον της άλλης. Κατόπιν έμαθαν να ντρέπονται και την ντροπή την έκαναν αρετή. Σιγά σιγά γεννήθηκε το αίσθημα της τιμής και κάθε συμμαχία ύψωσε το φλάμπουρό της. Άρχισαν να κακομεταχειρίζονται τα ζώα και τα ζώα κρύφτηκαν στα δάση κι έγιναν επιθετικά. Άρχισε τότε ο τοπικισμός, ο ατομικισμός και η διάκριση μεταξύ δικού μου, δικού σου. Έμαθαν τη θλίψη και την αγάπησαν, αναζήτησαν τον πόνο και είπαν πως η αλήθεια κατακτιέται μέσα από τον πόνο. Αφού έγιναν κακοί, άρχισαν να μιλούν για ανθρωπισμό και αδελφότητα. Αφού έγιναν εγκληματίες, επινόησαν τη δικαιοσύνη και έβαλαν νόμους και για να υποχρεώσουν τους ανθρώπους να τους τηρούν θέσπισαν τη λαιμητόμο. Δεν τους έμενε πια παρά να σκέφτονται την ευτυχία της παλιάς εποχής, που την ονόμαζαν όνειρο. Τόση μεγάλη ήταν η επιθυμία τους να ξαναγίνουν αθώοι που έχτισαν ναούς, δημιούργησαν θρησκείες, αλλά αν τους ρωτήσεις αν θέλουν να ξαναγυρίσουν εκεί θα σου πουν όχι. Σαν αντιστάθμισμα σου λένε πως έχουνε την επιστήμη και χάρη σ’ αυτή θα ξαναβρούν την αλήθεια, που αυτή τη φορά θα την αποδεχτούν συνειδητά. Έτσι ο καθένας κατάντησε να προσκολληθεί στον εαυτό του τόσο ζηλότυπα που πάσχισε να ταπεινώσει και να μειώσει με κάθε μέσο τους άλλους. Εμφανίστηκε η δουλεία, οι αδύνατοι υποτάχτηκαν με τη θέλησή τους στους πιο δυνατούς, ώστε να τους βοηθήσουν να συντρίψουν τους ακόμα πιο αδύνατους. Όταν εμφανίστηκαν άνθρωποι δίκαιοι που τους μιλούσαν για την αλαζονεία τους , τους κορόιδεψαν και τους λιθοβόλησαν και αίμα Αγίων έβαψε τους ναούς τους. Πολύ γρήγορα όμως εμφανίστηκαν και μακροχρόνιοι πόλεμοι για να επιβάλλουν οι πιο δυνατοί τις δικές τους αρχές και αξίες που ζητούσαν όλα ή τίποτα. Στο τέλος οι άνθρωποι εξαντλούνταν από τον αδιάκοπο μόχθο και τα πρόσωπά τους έφερναν τα στίγματα του πόνου και διακήρυτταν οι άνθρωποι αυτοί, ότι ο πόνος είναι ομορφιά, αφού η σκέψη δεν υπάρχει παρά χάρη στον πόνο. Κι έτσι δημιούργησαν τραγούδια που εξυμνούν τον πόνο. Στο τέλος τους ικέτευε να τον σταυρώσουν για να πάρει επάνω του όλη τη δυστυχία του κόσμου, εκείνοι όμως εξακολουθούσαν να τον χλευάζουν και να τον λένε τρελό. Τότε μια θλίψη πλημμύρισε την ψυχή του, σφίχτηκε η καρδιά του και ένιωσε να πεθαίνει, όμως εκείνη την ώρα ξύπνησε.

Τώρα που ξύπνησε επιθυμεί να ζήσει. Να ζήσει για να κηρύξει και να διακηρύξει την Αλήθεια . Γιατί είδε την Αλήθεια και τώρα ξέρει πως οι άνθρωποι μπορούν να είναι ωραίοι και ευτυχισμένοι χωρίς να χάσουν την επίγεια ζωή, γιατί είναι τόσο απλό ώστε μπορεί μέσα σε μια μόνο ώρα να έχουν όλα επανορθωθεί.

«Η ουσία είναι να αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου, αυτό είναι όλο και δε χρειάζεται άλλο. Αμέσως θα μάθεις πως χτίζεται ο Παράδεισος».

Η ζωντανή εικόνα αυτού που είδε, θα είναι πάντοτε παρούσα μέσα του, θα μπορεί πάντα να τον ξεσηκώνει και να τον καθοδηγεί.

Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, Το όνειρο ενός γελοίου

ΒΑΘΙΑ ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΞΥΠΝΙΟ ΤΟΥΣ

Ο Ηράκλειτος θίγει το βαθύτερο πρόβλημα του ανθρώπου: ότι κοιμάται ύπνο βαθύ ακόμα κι όταν είναι ξυπνητός. Κοιμάστε όταν κοιμάστε, αλλά κι όταν είστε ξύπνιοι πάλι κοιμάστε. Τι σημαίνει αυτό; Αυτό που λέει ο Ηράκλειτος είναι το ίδιο μ’ αυτό που λέει ο Βούδας, μ’ αυτά που λέει ο Ιησούς. Φαίνεσαι τελείως ξύπνιος, όμως αυτό φαίνεται εξωτερικά. Βαθιά μέσα σου ο ύπνος συνεχίζεται.

Ακόμα κι αυτή τη στιγμή ονειρεύεσαι. Χίλιες δυο σκέψεις σου συνεχίζονται κι εσύ δεν έχεις συνείδηση του τι συμβαίνει, δεν ξέρεις τι κάνεις, αγνοείς ποιος είσαι. Κινείσαι όπως ο υπνοβάτης. Θα έχεις ίσως γνωρίσει ανθρώπους που κινούνται, κάνουν τούτο ή το άλλο στον ύπνο τους και μετά γυρίζουν στο κρεβάτι τους για να κοιμηθούν ξανά — υπνοβασία. Πολλοί άνθρωποι σηκώνονται μες στη νύχτα από τα κρεβάτια τους, με τα μάτια τους ανοιχτά. Μπορούν να κινηθούν, να βρουν την πόρτα! Πηγαίνουν στην κουζίνα, τρώνε κάτι κι επιστρέφουν στο κρεβάτι τους για ύπνο. Αν τους ρωτήσεις το πρωί, δεν θυμούνται τίποτα. Το πολύ-πολύ, αν προσπαθήσουν, να θυμηθούν ότι είδαν όνειρο, πως σηκώθηκαν και πήγαν στην κουζίνα. Ήταν όνειρο όμως· το πολύ-πολύ ήταν όνειρο, που κι αυτό ακόμα με δυσκολία το θυμούνται.

Ο ύπνος αυτός είναι βαθύτερος από τον συνηθισμένο ύπνο. Ο ύπνος αυτός μοιάζει με μεθύσι. Μπορείς να κινηθείς λίγο, να κάνεις κάτι, να είσαι λίγο ξύπνιος, αλλά πάντα μεθυσμένος. Δεν ξέρεις τι ακριβώς συμβαίνει. Τι έκανες στο παρελθόν; Μπορείς να θυμηθείς ακριβώς; Γιατί έκανες ό,τι έκανες; Τι σου συνέβη; Ήσουν ξύπνιος όταν συνέβαινε;

Ερωτεύεσαι χωρίς να ξέρεις γιατί. Κι αυτό σε κάνει να θυμώνεις. Θυμώνεις, χωρίς να ξέρεις γιατί. Και βρίσκεις δικαιολογίες. Εκλογικεύεις οτιδήποτε κάνεις, όμως η εκλογίκευση δεν είναι συνειδητότητα.

Συνειδητότητα σημαίνει πως ό,τι σου συμβαίνει κάθε στιγμή, σου συμβαίνει με πλήρη επίγνωση. Είσαι παρών στο συμβάν.

Αν είσαι παρών όταν ξεσπάει ο θυμός, τότε δεν μπορεί να ξεσπάσει. Μπορεί να ξεσπάσει μόνον όταν είσαι βαθιά κοιμισμένος.

Όταν είσαι παρών, αρχίζει στην ύπαρξή σου μια άμεση μεταμόρφωση, γιατί όταν είσαι παρών, όταν έχεις συνείδηση του πράγματος, πολλά είναι αδύνατο να συμβούν. Αυτό που ονομάζουν αμαρτία είναι απραγματοποίητο όταν έχεις συνείδηση του τι συμβαίνει.

Έτσι, ουσιαστικά, μια μόνο αμαρτία υπάρχει: η άγνοια. Στην αρχική της σημασία η λέξη αμαρτία σημαίνει απώλεια, απουσία μαρτυρίας. Δεν σημαίνει τη διάπραξη σφάλματος. Σημαίνει απουσία, απώλεια. Και αυτή η απουσία είναι η μόνη αμαρτία. Η μόνη αρετή είναι το να είσαι εντελώς ξύπνιος σε ό,τι κάνεις. Αυτό που ο Γκουρτζίεφ ονομάζει αυτοενθύμηση, ο Βούδας ακριβή μνήμη, ο Κρισναμούρτι συνείδηση, ο Καμπίρ σουράτι. Να είσαι παρών! Αυτό αρκεί, τίποτα περισσότερο. Τίποτα δεν χρειάζεται ν’ αλλάξεις. Ακόμα κι αν δοκιμάσεις ν’ αλλάξεις, δεν μπορείς.

Πολλά έχεις προσπαθήσει ν’ αλλάξεις μέσα σου. Πέτυχες; Πόσες φορές έχεις αποφασίσει πως δεν θα ξαναθυμώσεις; Πού πήγε η απόφασή σου; Όταν έρθει η στιγμή, ξαναπέφτεις στην ίδια παγίδα: Θυμώνεις. Κι όταν ο θυμός σου περάσει, μετανιώνεις ξανά. Και γίνεται ένας φαύλος κύκλος: Θυμώνεις και μετανιώνεις γι’ αυτό κι ύστερα είσαι πάλι έτοιμος να θυμώσεις.

Θυμήσου, ακόμα κι όταν μετανιώνεις, είσαι απών. Η μετάνοιά σου αυτή είναι μέρος του αμαρτήματος. Γι’ αυτό δεν γίνεται τίποτα. Προσπαθείς ξανά και ξανά και μετανιώνεις και παίρνεις όρκους, μα τίποτα δεν γίνεται.

Μένεις ο ίδιος, είσαι όπως όταν γεννήθηκες. Ούτε η παραμικρότερη αλλαγή δεν έχει γίνει μέσα σου. Δεν είναι ότι δεν προσπάθησες, ότι δεν προσπάθησες αρκετά. Προσπάθησες ξανά και ξανά, αλλά απέτυχες, γιατί δεν είναι θέμα προσπάθειας. Η περισσότερη προσπάθεια δεν θα ωφελούσε. Είναι θέμα ετοιμότητας, όχι προσπάθειας.

Όταν αγρυπνάς, πολλά πράγματα απλώς φεύγουν. Δεν χρειάζεται να τα διώξεις εσύ. Όταν έχεις συνείδηση των πραγμάτων, πολλά από τα πράγματα αυτά δεν μπορούν να συμβούν. Κι αυτός είναι ο δικός μου ορισμός για την αμαρτία.

Το μονοπάτι ενός λαβυρίνθου είναι κυκλικό και ελικοειδές, αλλά δεν έχει αδιέξοδα

Η αλήθεια είναι ότι, καθώς ο αγώνας για επιβίωση έχει καταλαγιάσει, ανακύπτει το ερώτημα: επιβίωση για ποιο πράγμα; “Όλο και περισσότεροι ἀνθρωποι σήμερα έχουν τα μέσα για να ζουν, αλλά δεν έχουν κάποιο νόημα για το οποίο να ζουν.” (Βίκτορ Φρανκλ.)

Σε όλο το έργο του ο Φρανκλ παρατηρούσε ότι, όταν δε μας απασχολεί η φυσική μας επιβίωση, τότε το ερώτημα μετατρέπεται σε επιβίωση για ποιο πράγμα; Παρόλο που όλο και περισσότεροι άνθρωποι σήμερα έχουν τα οικονομικά μέσα για να ζουν, παλεύουν με το ερώτημα: Για ποιο πράγμα ζούμε; Παρ’ όλη την υλική αφθονία, το εσωτερικό μας κενό, ή «υπαρξιακό κενό» σύμφωνα με τα λόγια του Φρανκλ, έχει γίνει ακόμα πιο πιεστικό. Κατά τον Φρανκλ, τόσο η θέληση για ευχαρίστηση του Φρόιντ όσο και η θέληση για δύναμη του Άντλερ αποτελούσαν ενδείξεις ότι κάτι έλειπε. Στην πραγματικότητα, η ανάγκη ή η παρόρμηση να αναζητάμε την ευχαρίστηση κατά Φρόιντ και η αδυσώπητη επιδίωξη δύναμης κατά Άντλερ δεν ήταν παρά προσπάθειες να καλυφθεί –και όχι να πληρωθεί- ένα κενό νοήματος στη ζωή των ανθρώπων. Επειδή η θέλησή τους για νόημα είχε ματαιωθεί, για οποιονδήποτε λόγο, επέλεγαν να ακολουθήσουν εναλλακτικά μονοπάτια, μονοπάτια που βασίζονταν στην υπόθεση ότι η ευχαρίστηση ή η δύναμη (ή και τα δύο) θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν αυτό που έλειπε.

Όταν οι άνθρωποι νιώθουν άδειοι μέσα τους, στρέφονται προς τα έξω. Αναζητούν την παρηγοριά στην ευχαρίστηση και στα υλικά πράγματα. Αναζητούν την επιβεβαίωση στη δύναμη και στην προσπάθεια να ελέγχουν τους ανθρώπους και τα πράγματα γύρω τους. Σκέφτονται: Αν μπορέσω να βρω ευχαρίστηση ή να ελέγξω τα πράγματα, θα βρω νόημα στη ζωή μου. Δυστυχώς, κάνουν λάθος.

Λαβύρινθοι νοήματος

Ο λαβύρινθος είναι μια αναλογία για τη ζωή. Δεν είναι ένας λαβύρινθος ή ένας γρίφος προς επίλυση, αλλά μια πορεία νοήματος προς βίωση. Το μονοπάτι ενός λαβυρίνθου είναι κυκλικό και ελικοειδές, αλλά δεν έχει αδιέξοδα. Το κέντρο είναι εκεί, αλλά το μονοπάτι μάς πάει μέσα από αμέτρητες στροφές και ελιγμούς. Στην πραγματικότητα, δε χανόμαστε ποτέ, αλλά ούτε και μπορούμε ποτέ να δούμε πού πάμε. Το σημαντικό είναι ότι πρέπει να πιστεύουμε πως είμαστε πάντα στο σωστό μονοπάτι. Πράγματι, δεν υπάρχουν λάθος μονοπάτια, μια και κάθε βήμα που κάνουμε, κάθε εμπειρία, μας διδάσκει κάτι για τη ζωή μας. Κάθε βήμα έχει νόημα. Στην πορεία, κάποιες φορές προχωράμε με άνεση και σιγουριά, κάποιες φορές κάνουμε διστακτικά, φοβισμένα βήματα, κάποιες φορές νιώθουμε την ανάγκη να σταματήσουμε και να αναλογιστούμε και άλλες φορές νιώθουμε την έντονη επιθυμία να αποτραβηχτούμε. Πρόκειται για ένα ιερό μονοπάτι ατομικότητας, και κανείς δεν μπορεί να το διαβεί παρά μόνο εμείς οι ίδιοι.

Το περίφημο «θαύμα» με τις εκκλησίες που δεν καίγονται και οι πυρκαγιές

Σήμερα θα δούμε μια νέα σειρά θαυμάτων που κυκλοφορεί τελευταία σε σχέση με τις εκκλησίες που “δεν καίγονται από την φωτιά”.

Έχω τονίσει αρκετές φορές ότι ο Χριστιανισμός και ειδικότερα η ακραία του έκφραση που είναι η Ορθοδοξία, θέλουν συνέχεια και απεγνωσμένα θαύματα, όπως περίπου η θρησκεία από την οποίαν ξεπήδησαν, αφού υποτίθεται ότι σύμφωνα με τα Ευαγγέλια οι εβραίοι ζητούσαν συνέχεια “σημεία και τέρατα”. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είχαμε την γέννεση νέων θαυμάτων αυτές τις μέρες, με εκκλησάκια, μοναστήρια κ.λπ. που “δεν καίγονται” επειδή “το θέλησε ο Θεός”, καθώς και λιτανείες που ρίχνουν βροχή. Θα διερευνήσουμε λοιπόν αυτά τα φαινόμενα για να ξέρουμε τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.

Είχαμε λοιπόν την ατυχία να έχουμε και φέτος μια σειρά πυρκαγιών, που λόγω του έντονα παρατεταμένου καύσωνα που προηγήθηκε και της μηδενικής σχεδόν υγρασίας, να δημιουργηθούν υπερπυρκαγιές, που τροφοδοτούμενες από την σωρεία καύσιμης ύλης που είχε συσσωρευτεί στα μη καθαρισμένα μας δάση, και την απροσεξία ή αμέλεια, ή την εσκεμμένη δράση κάποιων επικινδύνων ή μικρόνοων ή ακόμα και φυσικών φαινομένων, να κατακάψουν τεράστιες εκτάσεις σε Εύβοια – Αττική – Ηλεία και μικρότερες σε άλλα μέρη.

Φυσικά όπως πάντα ο κρατικός μηχανισμός ήταν πρακτικά ανέτοιμος στην μακροχρόνια πρόληψη -ποιός άλλωστε καθαρίζει πραγματικά τα δάση; Αλλά και στην άμεση απάντηση, με αποτέλεσμα οι φωτιές να επεκταθούν γρήγορα και να είναι αδύνατον πλέον να σβήσουν, αφού λόγω του τεράστιου θερμικού φορτίου, το νερό που πέφτει με σκοπό να την σβήσει, να εξαερώνεται πριν καν φθάσει στο χώμα. Μια παρόμοια φωτιά έκαψε πριν 3 χρόνια 102 ανθρώπους στο Μάτι, ενώ το 2007, 37 ανθρώπους στην Ηλεία. Σήμερα τουλάχιστον η Πολιτεία μας βελτιώθηκε στο θέμα της έγκαιρης ενημέρωσης και της γρήγορης εκκένωσης, κάτι που είναι θετικό στο να μην θρηνούμε νεκρούς, ίσως το μόνο θετικό μέχρι στιγμής.

Πως καίγεται ένα κτίσμα

Κάποτε οι οικισμοί ήταν κατά κανόνα, διαχωρισμένοι και σε σχετική απόσταση από τα δάση, τελευταία καλώς ή κακώς υπάρχει μια όσμωση του δάσους και των κατοικιών. Πάρα πολλές κατοικίες όλο και περισσότερες, είναι κτισμένες μέσα στο δάσος ή σε συνέχεια του δάσους, ή ακουμπούν σε αυτές κωνοφόρα ή ρητινοφόρα δένδρα και σε αυτό η ευθύνη των ιδιοκτητών είναι μεγάλη, αλλά στην ελπίδα και την χαρά του να ζεις μέσα ή δίπλα στην φύση, οι κανόνες αυτοί εύσχημα ξεχνιούνται, φυσικά μέχρι να συμβεί το κακό.

Πώς καίγεται σε μια δασική πυρκαγιά ένα σπίτι που βρίσκεται μέσα στο δάσος ή κοντά του;

Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έχει συνοπτικές χρήσιμες οδηγίες για το τι πρέπει να γίνει για να μην πάρει ένα οίκημα φωτιά, ακόμα και αν αυτό είναι μέσα στο δάσος. Τι χρειάζεται για να έχουμε μετάδοση και διατήρηση μιας φλόγας; Τα βασικά είναι η καύσιμη ύλη και το οξυγόνο και φυσικά κάτι επιπλέον που δεν αναφέρθηκε εκεί, αλλά εδώ έχει σημασία, είναι η ίδια η θερμοκρασία, που είναι ο βασικός συντελεστής που αφαιρώντας τον, καταβρέχοντας δηλαδή το δάσος, μπορούμε να την περιορίσουμε εκ των υστέρων. Η καύσιμη ύλη μπορεί να περιοριστεί μόνο στην πρόληψη εφόσον έχουμε καθαρίσει το δάσος, και αραιώσουμε τα πυκνά του μέρη με επιλεκτική υλοτόμηση και με την διάνοιξη καθαρών ζωνών. Υπάρχει φυσικά και ένα θέμα με τα πεύκα που καίγονται πανεύκολα, αλλά δεν θα το δούμε τώρα.

Η καύσιμη ύλη είναι αρχικά τα φυλλώματα (στα πεύκα το πούσι) και τα ξερά κομμάτια κλαδιών που είναι στο έδαφος (μαζί με τα σκουπίδια που απλόχερα τα εφοδιάζει ο “πολιτισμός” μας), αλλά όταν οι φλόγες φθάσουν στα δένδρα, τότε γιγαντώνονται ειδικά στα πεύκα, που καίγονται άμεσα και έτσι η φλόγα δυναμώνει και επιταχύνεται η διάδοσή της. Ταυτόχρονα και όσο μεγαλώνει, δημιουργείται ένα μικροκλίμα που κάνει την προσπάθεια κατάσβεσης δυσκολότερη.

Ας έρθουμε τώρα στα κτίσματα. Κατά κανόνα η είσοδος της φωτιάς σε αυτά γίνεται από τα ξύλινα ή πλαστικά κουφώματα, ή από την ξύλινη στέγη. Ούτε η πέτρα, ούτε το τσιμέντο καίγεται εύκολα, τα δε αλουμίνια και περισσότερο τα σίδερα, έχουν μεγάλη αντοχή. Για τις ξύλινες κατοικίες, αυτές καίγονται πανεύκολα όπως έγινε και στο δασικό χωριό των Παπάδων, εκτός αν είναι κατατασκευασμένες από ειδικά εμποτισμένο ξύλο (πιο ακριβό από το σύνηθες) που αντέχει για 15-20 λεπτά χωρίς να καεί. Υπάρχουν επίσης εξειδικευμένα συνθετικά υλικά, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.

Για να συμβεί το κακό πρέπει επιπλέον κοντά στην επικίνδυνη πύλη εισόδου του κτίσματος, να υπάρχουν εύφλεκτα υλικά αλλά κυρίως ένα πεύκο ή άλλο δένδρο που θα καεί γρήγορα και με μεγάλη φλόγα, η οποία φλόγα θα φθάσει ίσως και με την βοήθεια του ανέμου στο πιθανό σημείο εισόδου. Αν δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, αν το σπίτι είναι καθαρό γύρω, αν υπάρχει πλάτωμα που το προφυλάσσει από τον Βορρά που συνήθως έρχεται η φωτιά (ή από την κατεύθυνση που φυσάνε σε κάθε περιοχή συνήθως οι άνεμοι), αν δεν υπάρχουν δένδρα σε επαφή ή πολύ κοντά με αυτό, και αν στα κουφώματα ή στη στέγη δεν υπάρχουν προσβάσιμα για αυτήν εύφλεκτα υλικά τότε το σπίτι δεν καίγεται.

Όσοι έχετε την εμπειρία δασικών πυρκαγιών και με αυτά τα στοιχεία, θα έχετε ήδη βρει εύκολα γειτονικά σπίτια που το ένα κάηκε και το άλλο γλύτωσε και με λίγο μυαλό ίσως καταλάβατε γιατί συνέβη αυτό.

Μονή Οσίου Δαυίδ

Στιγμιότυπο από το https://youtu.be/tGm1gfj0rR0 από Panagiotis Roubis 24 Φεβ 2018

Κατά την δεύτερη μέρα της τραγωδίας αυτής (4 Αυγούστου), το πύρινο μέτωπο πλησίασε απειλητικά την Μονή του Οσίου Δαυίδ στις Ροβιές στην Βόρεια Εύβοια. Ας δούμε κάποια στοιχεία από αυτά που κυκλοφόρησαν στον τύπο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Λίμνη Ευβοίας: Η πυρκαγιά πλησιάζει το μοναστήρι του Οσίου Δαυίδ.

και

Εύβοια – Φωτιά Λίμνη: Εκκενώθηκε το Μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ – Τρεις μοναχοί δεν εγκαταλείπουν τη Μονή.

Η φωτιά τελικά έφθασε και το μοναστήρι την γλύτωσε.

Η πρώτη αναφορά στο τοπικό FB (“ Μαντούδι Εύβοιας ”) αναφέρει:

“Καλά νέα για την Μονή Οσίου Δαυίδ Δρυμώνα η οποία χάρη στην επέμβαση εθελοντών που απομάκρυναν την ευφλεκτή βλάστηση γλύτωσε από την φωτιά που πέρασε.

Υπάρχουν όμως μικροεστίες γύρω από το μοναστηρι. Ευελπιστούμε να σβήσουν σύντομα.

Μεγάλη η χάρη σου Άγιε!!!”

Έρχεται και το πρώτο video:

ΦΩΤΙΑ ΤΩΡΑ ΕΥΒΟΙΑ: «Τη γλίτωσε το μοναστήρι μας. Δόξα τω Θεώ!» (ΒΙΝΤΕΟ)

Εδώ αξίζει λίγο να σταθούμε Δέστε με προσοχή το video και ακολούθως αξίζει να δείτε τον χώρο της μονής σε κάτοψη στον χάρτη, ή σε αυτή την περιήγηση από αέρος, για να καταλάβετε τι περίπου συνέβαινε. Η μονή ήταν σχετικά καθαρή γύρω της, εκτός από κάποια σημεία, από τα οποία μπορούσε να εισέλθει η φωτιά. Επίσης το δάσος πλησιάζει μόνο από Βορρά και Δύση, από Ανατολή είναι χέρσο σε μεγάλη έκταση, ενώ το νότιο τμήμα είναι επίσης καθαρό εκτός από τα κυπαρίσσια που είδαμε.

Οι εθελοντές που αναφέρονται στο video έκοψαν κάποια δένδρα και αραίωσαν όπως φαίνεται τα κυπαρίσσια που γενικά δεν καίγονται, ειδικά αν είναι καθαρισμένα από κάτω. Γύρω από την μονή υπάρχουν αρκετοί δρόμοι και πλατώματα με πολύ χαμηλή βλάστηση που προφανώς και αυτή να αφαιρέθηκε, άρα στην πραγματικότητα με τις λίγες επεμβάσεις που αναφέρθηκαν ήδη δεν θα πάθαινε τίποτα. Το μόνο θαύμα λοιπόν που σώθηκε, είναι οι εθελοντές που πήγαν και βοήθησαν το μοναστήρι κόβοντας κάποια δένδρα, αντί να σώσουν κάποιο χωριό της περιοχής με αντίστοιχες κινήσεις.

Την επόμενη μέρα έχουμε και την βοήθεια των εθελοντών αλλά και θαύμα:

“Οι εθελοντές όντως βοήθησαν και είχαν μεγάλο ρόλο…αλλά κανείς εκτός απο τον Θεό δεν μπορούσε να σώσει το μοναστήρι, είπε.”

ΦΩΤΙΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ: Ο Γέροντας Γαβριήλ κάνει λόγο για τρανταχτό θαύμα

Η σελίδα “Υπεραγία Θεοτόκος” στο facebook μας αναφέρει ξεκάθαρα τι έκαναν οι εθελοντές:

“Η Χάρη των Αγίων της Ι. Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας, μαζί με της προσευχές σας και τις πρεσβείες της Παναγίας προς τον Κύριο και την ηρωική βοήθεια εθελοντών που έκοψαν τα γύρω δέντρα , οι φωτιές πήραν άλλη κατεύθυνση και έσβησαν γύρω από το μοναστήρι.”

Μετά έμεινε μόνο το… θαύμα.

Υπάρχει όμως και μια άλλη αντίθετη μαρτυρία σχετικά με το μοναστήρι:

Κάτοικος της Βόρειας Εύβοιας: «Έριχναν νερό μόνο στο μοναστήρι και άφησαν να καεί το υπόλοιπο δάσος…»

Ας δούμε όμως και κάποιες δηλώσεις του ηγούμενου της μονής που έχουν ενδιαφέρον. Λίγο πριν φθάσει η φωτιά, έχουμε μία ανάρτηση που δημοσιεύθηκε στο eviatodaynews και αναμεταδόθηκε στην σελίδα “Μαντούδι Ευβοίας” στο Facebook 4/8 11.53, με δηλώσεις του ηγούμενου της μονής Γαβριήλ, αυτού που όπως είδαμε μίλησε για θαύμα:

“«Κυριολεκτικά μας έχουν αφήσει στο έλεος του Θεού» λέει ο ηγούμενος της Μονής, Γαβριήλ. «Δεν υπάρχει ούτε ένα πυροσβεστικό όχημα στην μονή. Είμαστε στο έλεος του θεού, βέβαια είναι ωραίο πράγμα να είσαι στο έλεος του Θεού το καλύτερο θα έλεγα, αλλά είναι πολλά τα μέτωπα.

Έβαλα τόσους ανθρώπους από χθες, δημοσιογράφους και γνωστούς και παράγοντες που μιλάνε απευθείας με τους αρχηγούς, τους υπουργούς, αλλά ένα αεροπλάνο δεν ήρθε ακόμα στην γύρω περιοχή μας, 24 ώρες μετά την έναρξη της πυρκαγιάς

…μόνο κάποιοι εθελοντές ήρθαν το μεσημέρι να βοηθήσουν»“

Εδώ βλέπουμε την έπαρση και την άνεση που έχει ο ηγούμενος για να επηρεάσει παράγοντες της Πολιτείας για να σωθεί το μοναστήρι καθώς και την θέα που θα έχανε έστω και σε βάρος άλλων πιο σοβαρών κατασβέσεων και χωριών που κάηκαν, και την εντύπωση που του κάνει το ότι όλες αυτές οι γνωριμίες και η επιρροή που έχει δεν δούλεψαν όπως θα ήθελε. Βλέπετε την υποκρισία; “ καλό είναι το έλεος του θεού αλλά τα μέτωπα είναι πολλά ”.

Αφού ξεκαθαρίσαμε πως σώθηκε η μονή του Οσίου Δαυίδ, ας δούμε τι άλλο κυκλοφορεί με παρόμοιο θέμα.

Καίει ο Θεός τις εκκλησίες;

Η φύση, δηλαδή η φωτιά στην περίπτωσή μας δεν κάνει διακρίσεις. Όλα τα κτίρια μπορούν να καούν αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν. Έτσι θα διαπιστώσουμε ότι μια εκκλησία καίγεται αν και πράγματι δυσκολότερα για κάποιους λόγους:

Οι ναοί με εξαίρεση κάποια παλαιά ξωκλήσια, ειδικά στην επαρχία, είναι φτιαγμένοι από τούβλο ή τσιμέντο, η κεραμοσκεπή αν υπάρχει, είναι συνήθως μικρή, λόγω του τρούλου, δεν κάθεται σε ξύλα αλλά σε πέτρα ή τσιμέντο και χωρίς συχνά ξύλινη εσοχή, αλλά επιπλέον, τα λίγα παράθυρα στις περισσότερες εκκλησίες κυρίως στα ξωκλήσια, είναι συχνά μεταλλικά, ψηλά σε ύψος και οι πόρτες σιδερένιες για λόγους ασφαλείας. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι πάντα υπάρχει ένας δρόμος που πηγαίνει στην εκκλησία ή την μονή και πάντα υπάρχει μια πλατεία ή ένας καθαρισμένος χώρος γύρω από το κτίσμα, για να μαζεύονται οι πιστοί στις εορτές και τα πανηγύρια.

Ένα παράδειγμα είναι το εκκλησάκι Παμμεγίστων Ταξιαρχών στην πρώτη εικόνα πάνω, που είναι παρεκκλήσι της Μονής Μακρυμάλλης στην Κεντρική Εύβοια, που το είδαμε πάλι να αναφέρεται σαν θαύμα, μόνο που είναι από την παλαιότερη πυρκαγιά που είχε πιάσει το 2019, κοντά στο χωριό Κοντοδεσπότη, πολύ νοτιότερα στην Κεντρική Εύβοια. Η φωτογραφία πρωτοδημοσιεύθηκε στο newsit αλλά είναι αγαπημένη σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως σύγχρονη και ως “θαύμα” φυσικά που “αποδεικνύει” την ύπαρξη του θεού.

Μια ματιά στον χάρτη δείχνει την θέση που έχει το εκκλησάκι και την απόστασή του από την μονή, επίσης η φωτογραφία που υπάρχει στο googlemaps δείχνει ότι τα παράθυρα έχουν μεταλλικό σκελετό. Η πόρτα δεν φαίνεται από τι είναι φτιαγμένη, αλλά δείχνει αρκετά προστατευμένη με άνοιγμα εμπρός της, ενώ τα κεραμίδια είναι κολλημένα στο μπετόν και δεν φαίνεται να υπάρχει κάτι το εύφλεκτο που μπορεί να γίνει πύλη εισόδου της φωτιάς. Τέλος η μονή όλη, έχει πολλούς δρόμους γύρω της, που σημαίνει ότι υπήρξαν εκεί πολλές δυνάμεις της Πυροσβεστικής. Στο πρώτο video στην σελίδα αυτή ο γέροντας Ιάκωβος αναφέρει: ” το μοναστήρι το γλυτώσαμε ” και προφανώς δεν αναφέρεται στον εαυτό του ή στους άλλους 2 μοναχούς που έφυγαν για να αποφύγουν τους καπνούς στα Ψαχνά, αλλά μάλλον στις δυνάμεις της Πυροσβεστικής που είχαν εκεί εύκολη πρόσβαση, σε αντίθεση με το πυκνό δάσος που απλωνόταν δυτικά του μοναστηριού που η πρόσβαση ήταν δύσκολη και φυσικά κατακάηκε.

Κάτι άλλο σημαντικό λοιπόν είναι ότι πάντα η Πυροσβεστική προσπαθεί να σώσει τα μοναστήρια, είτε για θρησκευτικούς λόγους κάποιων πυροσβεστών, είτε επειδή πιέζουν οι καλόγεροι, είτε γιατί υπάρχει όπως είπαμε συχνά πλάτωμα και δρόμοι με εύκολη πρόσβαση και σε τέτοια μέρη μπορεί να γίνει ανακοπή ενός μεγάλου μετώπου. Από την άλλη όπως είδαμε ήδη οι μοναχοί χρησιμοποιούν συχνά τα μέσα που έχουν για να πιέσουν την Πολιτεία να τους προστατέψει, αντί να χρησιμοποιήσουν το υποτιθέμενο μέσο που έχουν προς τον θεό ή να αφήσουν όπως λένε να εξελιχθεί “το σχέδιο Του”, που μάλλον από ότι φάνηκε δεν φαίνεται να τους ευχαριστεί ιδιαίτερα.

Παρόλα αυτά έχουμε διαχρονικά και εκκλησίες και μοναστήρια καμμένα από ξεχασμένα κεριά αλλά και από δασικές πυρκαγιές και άλλες ανθρωπογενείς αιτίες, η παρακάτω λίστα δεν είναι φυσικά πλήρης, αλλά μία αρχή παρουσίασης σχετικών στοιχείων που οφείλει να εμπλουτισθεί από κάθε ενδιαφερόμενο.

27/2/2018

Κάηκε ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο Αιγάλεω
https://orthodoxia.info/news/κάηκε-ο-ναός-του-αγίου-γεωργίου-στο-αιγ/

15/6/2020

Κάηκε η ιστορική Μονή Βαρνάκοβας και η εικόνα της Παναγίας 1.000 ετών
https://www.ethnos.gr/ekklisia/110571_kaike-i-istoriki-moni-barnakobas-kai-i-eikona-tis-panagias-1000-eton

10/7/2020

Κάηκε η εκκλησία του Αγ. Μάμα – Παράπονα για Πυροσβεστική (εικόνες+βίντεο)
https://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/975584

10/9/2020

Κάηκε ξωκλήσι κοντά στην Καλλιτεχνούπολη στην πρωινή φωτιά του Ν.Βουτζά
https://rpn.gr/kaike-xoklisi-konta-stin-kallitechnoypoli-stin-proini-fotia/

9/5/2021

Λήμνος: Κάηκε το Ιερό τέμπλο στην εκκλησιά χωρίς σκέπη στη Παναγιά Κακαβιώτισσα…
https://www.limnosreport.gr/video/176463/limnos-kaike-to-iero-templo-stin-ekklisia-choris-skepi-sti-panagia-kakaviotissa-vinteo/

24/6/2021

Φωτιά στο Σχίνο – Αυτοψία: Κάηκαν κειμήλια 500 ετών στη Μονή της Αγίας Παρασκευής στο Μάζι – Γεράνεια
https://www.ethnos.gr/ellada/158310_fotia-sto-shino-aytopsia-kaikan-keimilia-500-eton-sti-moni-tis-agias-paraskeyis-sto

4/8/2021

Κάηκε η εκκλησία του Προφήτη Ηλία στην Αρχαία Ολυμπία
https://www.ekklisiaonline.gr/nea/kaike-i-ekklisia-tou-profiti-ilia-stin-archea-olympia/

7/8/2021

Οι εκτάσεις του Ιερού Μετοχίου της Μεγίστης Λαύρας κατακάηκαν
https://www.ekklisiaonline.gr/nea/i-ektasis-tou-ierou-metochiou-tis-megistis-lavras-katakaikan/

8/8/2021

Κάηκε το Μετόχι της Μεγίστης Λαύρας στην Βαρυπόμπη
https://www.ekklisiaonline.gr/nea/kaike-to-metochi-tis-megistis-lavras-stin-varypompi/

8/8/2021

Φωτιά ΤΩΡΑ Εύβοια: Μάχη με τις φλόγες στη Γερακιού- Φωτιά στην εκκλησία του χωριού
https://www.ekklisiaonline.gr/nea/fotia-tora-evvia-machi-me-tis-floges-sti-gerakiou-fotia-stin-ekklisia-tou-choriou/

Το θέμα είναι ότι αυτές οι περιπτώσεις δεν φθάνουν στο ποίμνιο ή αν φθάσουν, δεν έχουν οι περισσότεροι την στοιχειώδη νοημοσύνη να τις επεξεργαστούν σε σχέση με τα σχετικά “θαύματα” και έτσι πάντα θα βρίσκουν ένα δήθεν θαύμα για να μας πουν την αλήθεια της πίστης τους.

Η λιτανεία που “έσωσε” το Προκόπι.

Άλλο ένα “θαυμαστό” που αναφέρεται αυτές τις μέρες είναι η περίφημη λιτανεία που έσωσε το Προκόπι.

Πράγματι μετά από έναν παρατεταμένο καύσωνα και την τεράστια αυτή πυρκαγιά, αργά το βράδυ της Παρασκευής, ξημερώματα Σαββάτου 7 Αυγούστου, ξέσπασε μια σύντομη αλλά δυνατή βροχή στην περιοχή του Προκοπίου, στο οποίο δεν είχαν φθάσει ακόμα τα μέτωπα και νοτιότερα στην Κεντρική Εύβοια. Φυσικά αποδόθηκε σε θαύμα του Οσίου Ιωάννη του Ρώσου, του οποίου ο τάφος του αναφέρεται ότι βρίσκεται στο ομώνυμο μοναστήρι στην περιοχή, και που είναι ένα μεγάλο και προσοδοφόρο κέντρο θρησκευτικού τουρισμού.

Αν και υπήρξε μια σχετική πρόβλεψη για μια τέτοια ξαφνική εξέλιξη από τον μετεωρολόγο Θεόδωρο Κολυδά στις 6 Αυγούστου στο Twiter από το πρωί της προηγούμενης, η εξήγηση είναι γνωστή σε όσους ασχολούνται με τα φαινόμενα αυτά, (ομοιάζουν με τις καταιγίδες που δημιουργούνται σε εκρήξεις ηφαιστείου), στην οποία βοήθησε και η συσσώρευση πραγματικών νεφών πάνω από την Μαγνησία που επίσης θα έφερνε ένα ψιλοβρόχι.

Η εξήγηση λοιπόν δίνεται από το meteorology.gr με ένα ενδιαφέρον και κατατοπιστικό διάγραμμα:

Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΒΟΙΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ ΒΡΟΧΗ ΚΑΙ ΚΕΡΑΥΝΟΥΣ: ΕΞΗΓΗΣΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ

Ας δούμε όμως και την εξέλιξη της περίφημης λιτανείας…

Η πρώτη ανακοίνωση γίνεται στο τοπικό Facebook στις 8.51 μμ, δηλαδή μόλις 9 λεπτά πριν από τις 9 μμ που θα γινόταν η λιτανεία!

Η επόμενη ανακοίνωση για αυτήν έγινε την άλλη μέρα το πρωί, μετά το συμβάν με την βροχή και αναφέρεται ότι σε αυτήν συμμετείχαν μόνο ιερείς:

“Μετά από εντολή του Σεβ. Μητροπολίτη Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου, το βράδυ της Παρασκευής 6 Αυγούστου 2021 πραγματοποιήθηκε στο Προκόπι Λιτανεία και δέηση από τους Ιερείς”

https://www.ekklisiaonline.gr/nea/fotia-tora-evvia-ektakto-o-agios-ioannis-o-rosos-ekane-to-thavma-tou-video/

στην επόμενη στο ίδιο site, η λιτανεία εμπλουτίζεται και με “λίγους άνδρες” αλλά αλλάζει και ο διοργανωτής για αυτήν:

“Τότε, με θεία προφανώς φώτιση, δόθηκε σύσταση στον Πρωθιερέα του Ι. Προσκυνήματος, Πρωτοπρεσβύτερο π. Νικόλαο Βερνέζο και τον Προϊστάμενο του Ενοριακού Ι. Ναού, Οικονόμο π. Δημήτριο Πατεράκη, να φορέσουν πετραχήλι και να λιτανεύσουν στο χωριό τις ιερές Εικόνες του Οσίου Ιωάννου και των αγίων της Ενορίας Κωνσταντίνου και Ελένης, παρακαλούντες για την Άνωθεν βοήθεια!

Τους ακολούθησαν και οι ελάχιστοι άνδρες που είχαν απομείνει για να παλαίψουν με το πύρινο θηρίο…” ekklisiaonline. gr.

https://www.ekklisiaonline.gr/nea/o-osios-ioannis-o-rosos-agonizete-ke-legi-paron-elpida-ourania-mesa-stin-symfora/

Σύντομα όμως η ελαχιστότητα γίνεται “πανδημία” και η ξαφνική λιτανεία “προγραμματισμένη”:

“ Όλοι οι κάτοικοι στο Προκόπι, συμμετείχαν προσευχόμενοι στην προγραμματισμένη λιτανεία των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου, στην πλατεία του χωριού με σκοπό να εισακουστούν στον Άγιο και να σταματήσει η φωτιά που κατευθυνόταν προς την περιοχή. ” ieramonopatia.gr/

https://ieramonopatia.gr/diafora/thaumata/o-osios-ioannis-o-rosos-esose-to-prokopi-eyvoias-evrexe-meta-tin-litaneia/

Πέρα από την σταδιακή σε κάθε νεώτερη ανακοίνωση αύξηση των λιτανευόντων, έχει ενδιαφέρον ότι η λιτανεία δεν ήταν προγραμματισμένη όπως λέει η τελευταία παραπομπή, αλλά αποφασίστηκε ξαφνικά και εκείνη την στιγμή, κάτι που μπορεί να μας βάλει σε υποψία ότι κάποιος από τους ταγούς έχε κάποια επίγνωση της πρόγνωσης του Κολυδά που ήταν αναρτημένη από τις 10.18 το μεσημέρι εκείνης της μέρας και βλέποντας τον καιρό την εκμεταλλεύθηκε. Μάλιστα στο ekklisiaonline που πάντα κάτι έχει να πει, δεν βρίσκεται πριν από αυτές τις δύο αναρτήσεις που έγιναν εκ των υστέρων κάτι, για καμία λιτανεία. Αντίθετα μετά από αυτό το “ πετυχημένο ” συμβάν, ξεκινάει ένα μπαράζ αναφορών σε προγραμματισμένες λιτανείες και δεήσεις σε όλη την χώρα, για να σταματήσουν οι πυρκαγιές όπως:

Φωτιά στην Εύβοια: Νέα λιτανεία στο Προκόπι- Προσευχή για βροχή

“Ελπίζουν ότι για δεύτερη φορά θα γίνει το θαύμα για να σταματήσει ο εφιάλτης”

Μόνο που το θαύμα δεν έγινε. Οι πυρκαγιές σταμάτησαν εκεί που θα σταματούσαν, ή στην θάλασσα, ή σε μέρη κοντά σε οικισμούς που είχε γίνει καλύτερο καθάρισμα του χώρου και στην αλλαγή των ευρύτερων συνθηκών του καιρού, μετά από μέρες. Βροχή έπεσε σε όλη την περιοχή και έσβησε τις τελευταίες εστίες στις 11 Αυγούστου αργά το βράδυ, 9 μέρες μετά το ξεκίνημα της πυρκαγιάς, και μετά από πολλές άλλες λιτανείες.

Η ηθική του θαύματος

Πάμε τώρα στο τι μπορεί να σημαίνει τελικά αυτό ή κάθε παρόμοιο “θαύμα” για όλους αυτούς που το προβάλλουν σαν τέτοιο.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, μας λένε ότι ο θεός απεφάσισε να κάψει τα δάση και τα χωριά, αλλά θέλησε να σώσει τους ναούς, επειδή είναι δικά του κτίσματα ή έστω αφιερωμένα σε αυτόν. Αυτό βάλλει κατάφωρα την “φιλευσπλαχνία” του θεού, και την “αγάπη” του για τους ανθρώπους ενώ ταυτόχρονα δείχνει και αλαζονεία. “ Να καούν τα πάντα, το σπίτι μου να είναι καλά”, και οι πιστοί το δέχονται αυτό ως φυσιολογικό.

Ακόμα περισσότερο όμως δείχνει μια υποκρισία για το περιβάλλον και τους υπόλοιπους και μία υπέρμετρη έπαρση και υπεροψία των ίδιων των πιστών, που το διαδίδουν ή το επικροτούν. Δεν έχει σημασία που κάηκε όλη η χώρα, αυτό που έχει σημασία για αυτούς, είναι ότι η θρησκεία τους είναι καλύτερη, αφού αυτό υποδεικνύει σε αυτούς όπως νομίζουν, την ύπαρξή του θεού τους και μόνο αυτό τους απασχολεί.

Από την άλλη γιατί μια λιτανεία είναι ανώτερη από τις προσευχές και την αγωνία των υπόλοιπων πιστών που δεν ήταν στο Προκόπι και κατακάηκε το βιος τους. Τι θεός είναι αυτός που κάνει τέτοιες διακρίσεις, ή θεωρούμε ότι οι υπόλοιποι πιστοί δεν προσεύχονταν και δεν έλπιζαν σε μια ανώτερη δύναμη, ή θεωρούνται όλοι άθεοι ή μήπως ανήθικοι ;

Μέσα σε αυτό υποκρύπτεται ασχέτως θαύματος και μία χαιρέκακη ίσως τάση τιμωρίας των ανθρώπων που δεν “ακολουθούν τις υποδείξεις”, κάποιοι ιεράρχες εκφράστηκαν ξεκάθαρα όπως ο Μητροπολίτης Πειραιώς για τους πολιτικούς:

“ὅταν προβάλλουν τήν ἀνατροπή τῆς ἀνθρωπίνης ὀντολογίας καί φυσιολογίας καί τήν θεσμοθετοῦν ὡς δῆθεν ἀνθρώπινο δικαίωμα, παρ’ ὅλο πού καμμία σχέση δέν ἔχει μέ τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν θεωροῦν καί ὡς προσόν τοῦ βιογραφικοῦ σημειώματος γιά τήν ἀνέλιξη σέ ὑπουργικούς θώκους δέν ἀντιλαμβάνονται ὅτι αὐτό ἀποτελεῖ ὕβρι καί κάθε ὕβρις λαμβάνει κάθαρση καί «ἔνδικον μισθαποδοσίαν»”

Τιμωρεί λοιπόν την χώρα μας και τις συγκεκριμένες περιοχές για την προσήλωση μας λόγω Ευρώπης (φυσικά ειδάλλως πότε;) στα ανθρώπινα δικαιώματα, ειδικά ανθρώπων που έχουν λίγο διαφορετική σεξουαλική κατεύθυνση από το σύνηθες και μέχρι πριν λίγο ανήκαν στην λούμπεν υπόσταση, ενώ πλέον λογίζονται ως άνθρωποι με τα ίδια δικαιώματα. Τότε άλλες χώρες που έχουν ακόμα καλύτερη άνεση και αποδοχή των ομοφυλόφιλων, τι θα έπρεπε να τις κάνει; Και ποιος θεός είναι αυτός που θεωρεί ύβρη το τι κάνει κάποιος στο κρεβάτι του, ενώ καταπίνει αμάσητη την υποκρισία των ταγών του και την δεισιδαιμονία του ποιμνίου του;

Μόνο που όπως είδαμε τελικά ούτε όλες τις εκκλησίες μπορεί να σώσει, κάτι που βάλλει την “παντοδυναμία” του, ούτε για την ανθρωπότητα ενδιαφέρεται αφού την τιμωρεί κάθετα ανά περιοχή, που βάλλει την “αγάπη” του όπως ήδη είπαμε, ούτε μπορεί να έχει σχέση με την ανήθικη αυτή ηθική, άρα κάτι δεν πάει καλά με την θρησκεία, και αυτό που δεν πάει καλά είναι η προσήλωση τόσου μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας σε ανήθικες προλήψεις και δεισιδαιμονίες που διακονεί ακόμα και υποθάλπει η Εκκλησία και οι ταγοί της.

Η εριστική διαλεκτική

Σε ένα ιδανικό κόσμο, ο διάλογος και η αντιπαράθεση θα είχαν ως σκοπό την αποκάλυψη της αλήθειας ή τουλάχιστον τη σύγκλιση των απόψεων. Όμως ο πραγματικός κόσμος κάθε άλλο παρά ιδανικός είναι, και οι άνθρωποι δεν επιδιώκουν να φτάσουν στην αλήθεια, αλλά να επικρατήσουν στις διάφορες αντιπαραθέσεις· ούτε επιζητούν το καλύτερο για του πολλούς, αλλά το καλύτερο για τον εαυτό τους. Επομένως, όλα τα διαθέσιμα τεχνάσματα στρεψοδικίας πρέπει να επιστρατευτούν προκειμένου να υπερασπιστεί κάποιος τον εαυτό του, ξεγλιστρώντας από τη δύσκολη θέση, αποφεύγοντας τις ερωτήσεις, απαντώντας με ευλογοφανείς αοριστίες, εκτρέποντας και διαστρεβλώνοντας το θέμα ελισσόμενος, προσπαθώντας πάντα να φαίνεται ειλικρινής ενώ είναι το αντίθετο. Αυτή είναι η φύση των αντιπαραθέσεων στο μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής και δημόσιας ζωής, η οποία ως εκ τούτου δεν αποτελεί κονίστρα διαλόγου αλλά εξευτελισμού.

Εκείνοι που επινόησαν την αμφιλεγόμενη τέχνη της επικράτησης σε μια αντιπαράθεση, ακόμη κι αν αυτό ήταν μια προσπάθεια να κάνουν τη χειρότερη περίπτωση να φαίνεται ως η καλύτερη ήταν οι σοφιστές της αρχαίας Αθήνας, τους οποίους ο Σωκράτης και ο εξίσου διάσημος μαθητής του, Πλάτωνας, απεχθανόταν διότι δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον για την αλήθεια και (ακόμη χειρότερα κατά τον Σωκράτη) αμείβονταν για να διδάξουν τα τεχνάσματά τους.

Ο Άρτουρ Σοπενχάουερ, ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους του 19ου αιώνα, αναγνώρισε όλα τα τεχνάσματα και τους ανειλικρινείς τρόπους της ρητορικής που χρησιμοποιούντο στις μέρες του, … και σαν απάντηση έγραψε το οξύ έργο του Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο.

Αυτή η ανατρεπτική μικρή πραγματεία παρουσιάζεται ως εγχειρίδιο επικράτησης έναντι οποιοιδήποτε αντιπάλου σε μια αντιπαράθεση. «Εριστική διαλεκτική» έγραψε ο ίδιος ο Σοπενχάουερ, «είναι η τέχνη του να λογομαχεί κανείς - και να λογομαχεί με τέτοιο τρόπο ώστε να υπερασπίζεται επαρκώς τις θέσεις του – είτε έχει δίκιο είτε έχει άδικο». «Σε μια αντιπαράθεση, πρέπει να αγνοήσουμε την αντικειμενική αλήθεια, ή μάλλον να την εκλάβουμε ως μια τυχαία συγκυρία, και να επικεντρωθούμε μόνο στην υπεράσπιση της θέσης μας και στην αντίκρουση της θέσης του αντιπάλου».

Ασφαλώς, η αληθινή πρόθεση του Σοπενχάουερ ήταν να επιστήσει την προσοχή των αναγνωστών του στα τεχνάσματα που χρησιμοποιούν κατά κόρον οι υπόλοιποι, είτε πρόκειται για πολιτικούς είτε για δημοσιογράφους, διαφημιστές ή εμπόρους. Προφασιζόμενος ότι διδάσκει τη «στρεψοδικία» (όπως χαρακτήρισε αργότερα ο ίδιος τη ρητορική), στην πραγματικότητα δίδαξε πώς να την αναγνωρίζει κανείς και, κατ’ επέκταση, πώς να την αντιμετωπίζει.

Τα τεχνάσματα που περιγράφει ο Σοπενχάουερ είναι ποικίλα. Εκνεύρισε τον αντίπαλό σου, κάνε προσωπική επίθεση στον ίδιο και στα επιχειρήματά του, κάνε του τόσο πολλές ερωτήσεις ώστε να τον μπερδέψεις, εάν αρνείται μια θέση, διατύπωσέ την αλλιώς ώστε να φαίνεται πως τη δέχεται, κ.ο.κ.

Ο Σοπενχάουερ, παρά τη σοβαρότητα με την οποία περιγράφει τα κακόβουλα αυτά τεχνάσματα και παρά τη γενικότερη απαισιόδοξη άποψή του για την ανθρώπινη φύση, τασσόταν σαφώς κατά της ρητορικής. Το δόγμα που ακολουθούσε ήταν το vitan impendere vero («αφιέρωσε τη ζωή σου στην αλήθεια»), κι αυτή η μικρή πραγματεία ακολουθεί κατά κάποιον τρόπο το δόγμα αυτό, διότι φανερώνει ακριβώς τι δεν πρέπει να κάνει όποιος θέλει να είναι αληθινός και ειλικρινής σε μια αντιπαράθεση.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.24.3-4.24.10)

[4.24.3] Τὸν δὲ ἡγεμόνα αὐτὸν τῶν ταύτῃ Ἰνδῶν Πτολεμαῖος ὁ Λάγου πρός τινι ἤδη γηλόφῳ ὄντα κατιδὼν καὶ τῶν ὑπασπιστῶν ἔστιν οὓς ἀμφ᾽ αὐτὸν ξὺν πολὺ ἐλάττοσιν αὐτὸς ὢν ὅμως ἐδίωκεν ἔτι ἐκ τοῦ ἵππου· ὡς δὲ χαλεπὸς ὁ γήλοφος τῷ ἵππῳ ἀναδραμεῖν ἦν, τοῦτον μὲν αὐτοῦ καταλείπει παραδούς τινι τῶν ὑπασπιστῶν ἄγειν, αὐτὸς δὲ ὡς εἶχε πεζὸς τῷ Ἰνδῷ εἵπετο. [4.24.4] ὁ δὲ ὡς πελάζοντα ἤδη κατεῖδε τὸν Πτολεμαῖον, αὐτός τε μεταβάλλει ἐς τὸ ἔμπαλιν καὶ οἱ ὑπασπισταὶ ξὺν αὐτῷ. καὶ ὁ μὲν Ἰνδὸς τοῦ Πτολεμαίου διὰ τοῦ θώρακος παίει ἐκ χειρὸς ἐς τὸ στῆθος ξυστῷ μακρῷ, καὶ ὁ θώραξ ἔσχε τὴν πληγήν· Πτολεμαῖος δὲ τὸν μηρὸν διαμπὰξ βαλὼν τοῦ Ἰνδοῦ καταβάλλει τε καὶ σκυλεύει αὐτόν. [4.24.5] ὡς δὲ τὸν ἡγεμόνα σφῶν κείμενον οἱ ἀμφ᾽ αὐτὸν εἶδον, οὗτοι μὲν οὐκέτι ἔμενον, οἱ δὲ ἐκ τῶν ὀρῶν αἰρόμενον τὸν νεκρὸν τοῦ ὑπάρχου ἰδόντες πρὸς τῶν πολεμίων ἤλγησάν τε καὶ καταδραμόντες ξυνάπτουσιν ἐπ᾽ αὐτῷ μάχην καρτερὰν πρὸς τῷ γηλόφῳ. ἤδη γὰρ καὶ Ἀλέξανδρος ἔχων τοὺς ἀπὸ τῶν ἵππων καταβεβηκότας πεζοὺς πρὸς τῷ γηλόφῳ ἦν. καὶ οὗτοι ἐπιγενόμενοι μόγις ἐξέωσαν τοὺς Ἰνδοὺς ἐς τὰ ὄρη καὶ τοῦ νεκροῦ ἐκράτησαν.
[4.24.6] Ὑπερβαλὼν δὲ τὰ ὄρη Ἀλέξανδρος ἐς πόλιν κατῆλθεν, ᾗ ὄνομα ἦν Ἀριγαῖον· καὶ ταύτην καταλαμβάνει ἐμπεπρησμένην ὑπὸ τῶν ἐνοικούντων καὶ τοὺς ἀνθρώπους πεφευγότας. ἐνταῦθα δὲ ἀφίκοντο αὐτῷ καὶ οἱ ἀμφὶ Κρατερὸν ξὺν τῇ στρατιᾷ πεπραγμένων σφίσι ξυμπάντων ὅσα ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἐτέτακτο. [4.24.7] ταύτην μὲν δὴ τὴν πόλιν, ὅτι ἐν ἐπικαίρῳ χωρίῳ ἐδόκει ᾠκίσθαι, ἐκτειχίσαι τε προστάσσει Κρατερῷ καὶ ξυνοικίσαι ἐς αὐτὴν τούς τε προσχώρους ὅσοι ἐθελονταὶ καὶ εἰ δή τινες ἀπόμαχοι τῆς στρατιᾶς. αὐτὸς δὲ προὐχώρει ἵνα ξυμπεφευγέναι ἐπυνθάνετο τοὺς πολλοὺς τῶν ταύτῃ βαρβάρων. ἐλθὼν δὲ πρός τι ὄρος κατεστρατοπέδευσεν ὑπὸ ταῖς ὑπωρείαις τοῦ ὄρους.
[4.24.8] Καὶ ἐν τούτῳ Πτολεμαῖος ὁ Λάγου ἐκπεμφθεὶς μὲν ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἐς προνομήν, προελθὼν δὲ προσωτέρω αὐτὸς ξὺν ὀλίγοις ὡς ἐς κατασκοπήν, ἀπαγγέλλει Ἀλεξάνδρῳ πυρὰ κατιδεῖν τῶν βαρβάρων πλείονα ἢ ἐν τῷ Ἀλεξάνδρου στρατοπέδῳ. [4.24.9] καὶ Ἀλέξανδρος τῷ μὲν πλήθει τῶν πυρῶν ἠπίστησεν, εἶναι δέ τι ξυνεστηκὸς τῶν ταύτῃ βαρβάρων αἰσθόμενος μέρος μὲν τῆς στρατιᾶς αὐτοῦ καταλείπει πρὸς τῷ ὄρει ὡς εἶχον ἐστρατοπεδευμένους· αὐτὸς δὲ ἀναλαβὼν ὅσοι ἀποχρῶντες ἐς τὰ ἀπηγγελμένα ἐφαίνοντο, ὡς πλησίον ἤδη ἀφεώρων τὰ πυρά, τρίχα διανέμει τὴν στρατιάν. [4.24.10] καὶ τῷ μὲν ἑνὶ ἐπέταξε Λεοννάτον τὸν σωματοφύλακα, ξυντάξας αὐτῷ τήν τε Ἀττάλου καὶ τὴν Βαλάκρου τάξιν· τὴν δευτέραν δὲ μοῖραν Πτολεμαίῳ τῷ Λάγου ἄγειν ἔδωκε, τῶν τε ὑπασπιστῶν τῶν βασιλικῶν τὸ τρίτον μέρος καὶ τὴν Φιλίππου καὶ Φιλώτα τάξιν καὶ δύο χιλιαρχίας τῶν τοξοτῶν καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τῶν ἱππέων τοὺς ἡμίσεας· τὴν δὲ τρίτην μοῖραν αὐτὸς ἦγεν ἵνα οἱ πλεῖστοι τῶν βαρβάρων ἐφαίνοντο.

***
[4.24.3] Όταν ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, παρατήρησε ότι ο ίδιος ο αρχηγός των Ινδών της περιοχής αυτής ήταν πλέον κοντά σε κάποιο λόφο και ότι είχε μαζί του μερικούς μόνο υπασπιστές του, άρχισε παρ᾽ όλα αυτά να τον καταδιώκει έφιππος, αν και είχε πολύ λιγότερους άνδρες. Επειδή όμως ο λόφος ήταν ανηφορικός και δεν μπορούσε να ανέβει το άλογό του, το άφησε εκεί και το παρέδωσε σε κάποιον από τους υπασπιστές του να το οδηγεί και ο ίδιος ακολούθησε πεζός, όπως ήταν, τον Ινδό. [4.24.4] Όταν είδε ο Ινδός να τον πλησιάζει ο Πτολεμαίος, έκανε και αυτός μεταβολή και οι υπασπιστές μαζί του. Ο Ινδός με το μακρύ δόρυ του χτύπησε τον Πτολεμαίο από κοντά στο στήθος και ο θώρακας συγκράτησε το χτύπημα. Ο Πτολεμαίος όμως χτυπώντας πέρα-πέρα τον μηρό του Ινδού, τον έριξε στο έδαφος και του αφαίρεσε τα όπλα. [4.24.5] Όταν οι βάρβαροι που ήταν μαζί του είδαν πεσμένο στο έδαφος τον αρχηγό τους, δεν παρέμειναν άλλο στη θέση τους, ενώ οι βάρβαροι που ήταν στα βουνά βλέποντας ότι οι εχθροί έσερναν το πτώμα του υπάρχου τους λυπήθηκαν πολύ και τρέχοντας προς τα κάτω συνήψαν πεισματώδη μάχη κοντά στο λόφο για να το πάρουν. Γιατί και ο Αλέξανδρος ήταν πλέον κοντά στο λόφο έχοντας μαζί του τους πεζούς που είχαν κατεβεί από τα άλογά τους. Όταν έφθασαν και αυτοί, απώθησαν με δυσκολία τους Ινδούς προς τα βουνά και έγιναν κύριοι του νεκρού.
[4.24.6] Αφού πέρασε τα βουνά, ο Αλέξανδρος κατέβηκε σε μια πόλη που ονομαζόταν Αριγαίο. Τη βρήκε και αυτή πυρπολημένη από τους κατοίκους της και τους ανθρώπους της να έχουν φύγει. Εδώ έφθασε στον Αλέξανδρο και ο Κρατερός και οι άλλοι αρχηγοί με τον στρατό τους, αφού εκτέλεσαν όλα όσα τους είχε αναθέσει ο βασιλιάς. [4.24.7] Επειδή, λοιπόν, φαινόταν ότι αυτή η πόλη είχε χτισθεί σε επίκαιρη θέση, διέταξε ο Αλέξανδρος τον Κρατερό να την περιτειχίσει και να εγκαταστήσει σε αυτήν όσους ήθελαν από τους πλησιόχωρους βαρβάρους και από τους στρατιώτες του, αν μερικοί ήταν ανίκανοι για μάχη. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος προχώρησε προς το μέρος όπου τον πληροφόρησαν ότι είχαν καταφύγει οι περισσότεροι βάρβαροι της περιοχής και όταν έφθασε σε ένα βουνό, στρατοπέδευσε στους πρόποδές του.
[4.24.8] Στο μεταξύ ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, που τον είχε στείλει ο Αλέξανδρος να φροντίσει για τον επισιτισμό αλλ᾽ αυτός με λίγους άνδρες του είχε προχωρήσει πιο μακριά για να κατασκοπεύσει, ειδοποίησε τον Αλέξανδρο ότι παρατήρησε φωτιές των βαρβάρων περισσότερες από τις φωτιές στο στρατόπεδο του Αλεξάνδρου. [4.24.9] Ο Αλέξανδρος δεν πίστεψε ότι ήταν τόσο πολλές οι φωτιές, αντιλήφθηκε όμως ότι ήταν συγκέντρωση των βαρβάρων της περιοχής και άφησε εκεί κοντά στο βουνό ένα μέρος του στρατού του όπως ήταν στρατοπεδευμένο. Ο ίδιος πήρε μαζί του όσους στρατιώτες θεώρησε αρκετούς για να αντιμετωπίσει την κατάσταση που του ανήγγειλαν και, επειδή φαίνονταν κοντά πλέον οι φωτιές, διαίρεσε σε τρία τμήματα τον στρατό του. [4.24.10] Στο ένα όρισε αρχηγό τον Λεοννάτο τον σωματοφύλακα και του παραχώρησε τις φάλαγγες του Αττάλου και του Βάλακρου. Στον Πτολεμαίο, τον γιο του Λάγου, έδωσε να διοικεί το δεύτερο τμήμα έχοντας μαζί του το ένα τρίτο των βασιλικών υπασπιστών και τις φάλαγγες του Φιλίππου και του Φιλώτα και δύο χιλιαρχίες των τοξοτών και τους Αγριάνες και τους μισούς από τους ιππείς. Και το τρίτο τμήμα οδηγούσε ο ίδιος εκεί όπου φαινόταν ότι ήταν οι περισσότεροι βάρβαροι.