[151] Τοσούτων τοίνυν καὶ τοιούτων ὄντων ἃ τῷ βδελυρῷ τούτῳ καὶ ἀναιδεῖ βεβίωται, ἔνιοί μοι προσιόντες, ὦ ἄνδρες δικασταί, τῶν χρωμένων αὐτῷ, παραινοῦντες ἀπαλλαγῆναι καὶ καθυφεῖναι τὸν ἀγῶνα τουτονί, ἐπειδή με μὴ πείθοιεν, ὡς μὲν οὐ πολλὰ καὶ δεινὰ πεποίηκεν οὗτος καὶ δίκην ἡντινοῦν ἂν δοίη δικαίως τῶν πεπραγμένων, οὐκ ἐτόλμων λέγειν, ἐπὶ ταῦτα δ᾽ ἀπήντων ὡς «ἑάλωκεν ἤδη καὶ κατεψήφισται· τίνος τιμήσειν αὐτῷ προσδοκᾷς τὸ δικαστήριον; οὐχ ὁρᾷς ὅτι πλουτεῖ καὶ τριηραρχίας ἐρεῖ καὶ λῃτουργίας; σκόπει δὴ μὴ τούτοις αὑτὸν ἐξαιτήσηται, καὶ ἐλάττω πολὺ τῇ πόλει καταθεὶς ἢ ὅσα σοι δίδωσι καταγελάσῃ».
[152] ἐγὼ δὲ πρῶτον μὲν οὐδὲν ἀγεννὲς ὑμῶν καταγιγνώσκω, οὐδ᾽ ὑπολαμβάνω τιμήσειν οὐδὲν ἐλάττονος τούτῳ ἢ ὅσον καταθεὶς οὗτος παύσεται τῆς ὕβρεως· τοῦτο δ᾽ ἐστὶ μάλιστα μὲν θάνατος, εἰ δὲ μή, πάντα τὰ ὄντ᾽ ἀφελέσθαι. ἔπειθ᾽ ὑπὲρ τῶν τούτου λῃτουργιῶν καὶ τῶν τριηραρχιῶν καὶ τῶν τοιούτων λόγων ὡδὶ γιγνώσκω.
[153] εἰ μέν ἐστιν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ λῃτουργεῖν τοῦτο, τὸ ἐν ὑμῖν λέγειν ἐν ἁπάσαις ταῖς ἐκκλησίαις καὶ πανταχοῦ «ἡμεῖς οἱ λῃτουργοῦντες, ἡμεῖς οἱ προεισφέροντες ὑμῖν, ἡμεῖς οἱ πλούσιοί ἐσμεν», εἰ τὸ τὰ τοιαῦτα λέγειν, τοῦτ᾽ ἔστιν λῃτουργεῖν, ὁμολογῶ Μειδίαν ἁπάντων τῶν ἐν τῇ πόλει λαμπρότατον γεγενῆσθαι· ἀποκναίει γὰρ ἀηδίᾳ δήπου καὶ ἀναισθησίᾳ καθ᾽ ἑκάστην τὴν ἐκκλησίαν ταῦτα λέγων.
[154] εἰ μέντοι τί ποτ᾽ ἐστὶν ἃ λῃτουργεῖ τῇ ἀληθείᾳ δεῖ σκοπεῖν, ἐγὼ πρὸς ὑμᾶς ἐρῶ· καὶ θεάσασθ᾽ ὡς δικαίως αὐτὸν ἐξετάσω, πρὸς ἐμαυτὸν κρίνων. οὗτος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, γεγονὼς ἔτη περὶ πεντήκοντ᾽ ἴσως ἢ μικρὸν ἔλαττον οὐδὲν ἐμοῦ πλείους λῃτουργίας ὑμῖν λελῃτούργηκεν, ὃς δύο καὶ τριάκοντ᾽ ἔτη γέγονα. κἀγὼ μὲν κατ᾽ ἐκείνους τοὺς χρόνους ἐτριηράρχουν, εὐθὺς ἐκ παίδων ἐξελθών, ὅτε σύνδυ᾽ ἦμεν οἱ τριήραρχοι καὶ τἀναλώματα πάντ᾽ ἐκ τῶν ἰδίων [οἴκων] καὶ τὰς ναῦς ἐπληρούμεθ᾽ αὐτοί·
[155] οὗτος δέ, ὅτε μὲν κατὰ ταύτην τὴν ἡλικίαν ἦν ἣν ἐγὼ νῦν, οὐδέπω λῃτουργεῖν ἤρχετο, τηνικαῦτα δὲ τοῦ πράγματος ἧπται, ὅτε πρῶτον μὲν διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε συντελεῖς ὑμεῖς, παρ᾽ ὧν εἰσπραττόμενοι τάλαντον ταλάντου μισθοῦσι τὰς τριηραρχίας οὗτοι, εἶτα πληρώμαθ᾽ ἡ πόλις παρέχει καὶ σκεύη δίδωσιν, ὥστ᾽ αὐτῶν ἐνίοις τῇ ἀληθείᾳ τὸ μηδὲν ἀναλῶσαι καὶ δοκεῖν λελῃτουργηκέναι καὶ τῶν ἄλλων λῃτουργιῶν ἀτελεῖς γεγενῆσθαι περίεστιν.
[156] ἀλλὰ μὴν τί ἄλλο; τραγῳδοῖς κεχορήγηκέ ποθ᾽ οὗτος, ἐγὼ δ᾽ αὐληταῖς ἀνδράσιν. καὶ ὅτι τοῦτο τἀνάλωμ᾽ ἐκείνης τῆς δαπάνης πλέον ἐστὶ πολλῷ, οὐδεὶς ἀγνοεῖ δήπου. κἀγὼ μὲν ἐθελοντὴς νῦν, οὗτος δὲ καταστὰς ἐξ ἀντιδόσεως τότε, οὗ χάριν οὐδεμίαν δήπου δικαίως ἄν τις ἔχοι. τί ἔτι; εἱστίακα τὴν φυλὴν ἐγὼ καὶ Παναθηναίοις κεχορήγηκα, οὗτος δ᾽ οὐδέτερα.
[157] ἡγεμὼν συμμορίας ὑμῖν ἐγενόμην ἐγὼ ἔτη δέκα, ἴσον Φορμίωνι καὶ Λυσιθείδῃ καὶ Καλλαίσχρῳ καὶ τοῖς πλουσιωτάτοις, εἰσφέρων οὐκ ἀφ᾽ ὑπαρχούσης οὐσίας (ὑπὸ γὰρ τῶν ἐπιτρόπων ἀπεστερήμην), ἀλλ᾽ ἀπὸ τῆς δόξης ὧν ὁ πατήρ μοι κατέλιπεν καὶ ὧν δίκαιον ἦν με δοκιμασθέντα κομίσασθαι. ἐγὼ μὲν οὖν οὕτως ὑμῖν προσενήνεγμαι, Μειδίας δὲ πῶς; οὐδέπω καὶ τήμερον συμμορίας ἡγεμὼν γέγονεν, οὐδὲν τῶν πατρῴων ἀποστερηθεὶς ὑπ᾽ οὐδενός, ἀλλὰ παρὰ τοῦ πατρὸς πολλὴν οὐσίαν παραλαβών.
[158] τίς οὖν ἡ λαμπρότης, ἢ τίνες αἱ λῃτουργίαι καὶ τὰ σέμν᾽ ἀναλώματα τούτου; ἐγὼ μὲν γὰρ οὐχ ὁρῶ, πλὴν εἰ ταῦτά τις θεωρεῖ· οἰκίαν ᾠκοδόμηκεν Ἐλευσῖνι τοσαύτην ὥστε πᾶσιν ἐπισκοτεῖν τοῖς ἐν τῷ τόπῳ, καὶ εἰς μυστήρια τὴν γυναῖκ᾽ ἄγει, κἂν ἄλλοσέ ποι βούληται, ἐπὶ τοῦ λευκοῦ ζεύγους τοῦ ἐκ Σικυῶνος, καὶ τρεῖς ἀκολούθους ἢ τέτταρας αὐτὸς ἔχων διὰ τῆς ἀγορᾶς σοβεῖ, κυμβία καὶ ῥυτὰ καὶ φιάλας ὀνομάζων οὕτως ὥστε τοὺς παριόντας ἀκούειν.
[159] ἐγὼ δ᾽ ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται, οὐκ οἶδ᾽ ὅ τι τοὺς πολλοὺς ὑμῶν ὠφελεῖ· ἃ δ᾽ ἐπαιρόμενος τούτοις ὑβρίζει, ἐπὶ πολλοὺς καὶ τοὺς τυχόντας ἡμῶν ἀφικνούμεν᾽ ὁρῶ. οὐ δεῖ δὴ τὰ τοιαῦθ᾽ ἑκάστοτε τιμᾶν οὐδὲ θαυμάζειν ὑμᾶς, οὐδὲ τὴν φιλοτιμίαν ἐκ τούτων κρίνειν, εἴ τις οἰκοδομεῖ λαμπρῶς ἢ θεραπαίνας κέκτηται πολλὰς ἢ σκεύη [καλά], ἀλλ᾽ ὃς ἂν ἐν τούτοις λαμπρὸς καὶ φιλότιμος ᾖ, ὧν ἅπασι μέτεστι τοῖς πολλοῖς ὑμῶν· ὧν οὐδὲν εὑρήσετε τούτῳ προσόν.
***
[151] Αν και η ζωή του αναίσχυντου και αναιδούς αυτού είναι γεμάτη από τόσα πολλά και σοβαρά αδικήματα, μερικοί από τους φίλους του, κύριοι δικαστές με πλησίαζαν και με παρακινούσαν να εγκαταλείψω τη δίκη αυτή και να αποσύρω τη μήνυση εναντίον του· όταν όμως δεν με έπειθαν, δεν τολμούσαν να ισχυρισθούν ότι δήθεν ο Μειδίας δεν είχε κάμει πολλά και φοβερά αδικήματα και ότι δεν του άξιζε οποιαδήποτε ποινή για τις πράξεις του, αλλά πρόβαλλαν το εξής επιχείρημα: «Έχει ήδη κριθεί ένοχος και έχει καταδικασθεί· ποιά ποινή ελπίζεις ότι θα σου επιβάλει το δικαστήριο; Δεν βλέπεις ότι είναι πλούσιος και ότι θα μιλήσει για τις τριηραρχίες και τις άλλες λειτουργίες που ανέλαβε; Πρόσεχε λοιπόν μήπως ζητήσει τη σωτηρία του ως αντάλλαγμα γι᾽ αυτές, και σε γελοιοποιήσει καταβάλλοντας στο δημόσιο ταμείο πολύ λιγότερα χρήματα από όσα σου προσφέρει».
[152] Κατά πρώτο λόγο, δεν σας καταλογίζω καμία ταπεινή πρόθεση ούτε νομίζω ότι θα του επιβάλετε τιμωρία ελαφρότερη απ᾽ όση χρειάζεται για να σταματήσει η αυθάδης διαγωγή του· η ποινή αυτή είναι κυρίως ο θάνατος, αλλιώς η δήμευση όλης της περιουσίας του. Έπειτα, αναφορικά με τις τριηραρχίες και τις άλλες λειτουργίες που ανέλαβε και παρόμοιους ισχυρισμούς,
[153] η γνώμη μου είναι η εξής: αν, Αθηναίοι, λειτουργία σημαίνει να διακηρύσσει κάποιος σε όλες ανεξαιρέτως τις δημόσιες συνελεύσεις και σε κάθε ευκαιρία «εμείς είμαστε εκείνοι που αναλαμβάνουμε τις λειτουργίες, που προκαταβάλλουμε τους φόρους για σας, εμείς είμαστε οι πλούσιοι», αν το να λέγει κάποιος αυτά σημαίνει λειτουργία, τότε ομολογώ ότι ο Μειδίας έχει γίνει ο πιο διαπρεπής άνδρας της πόλης μας· γιατί βέβαια σε κάθε συνέλευση μας ενοχλεί με αυτές τις αηδιαστικές και ανόητες διακηρύξεις του.
[154] Αν όμως καθήκον μας είναι να εξετάσουμε τί τέλος πάντων είναι στ᾽ αλήθεια οι λειτουργίες του, θα σας πω και παρατηρήστε με πόση αμεροληψία θα τον κρίνω, εφόσον θα τον συγκρίνω με τον εαυτό μου. Ο Μειδίας, Αθηναίοι, ο οποίος είναι περίπου πενήντα ετών ή λίγο νεότερος, δεν εξετέλεσε περισσότερες λειτουργίες από εμένα, ο οποίος είμαι μόνο τριάντα δύο. Και εγώ, μόλις ενηλικιώθηκα, ανέλαβα τριηραρχία την εποχή κατά την οποία μοιραζόμαστε δύο άνδρες τη λειτουργία αυτή, καλύπταμε με δικά μας έξοδα όλες τις δαπάνες και προμηθεύαμε τα πληρώματα στα πλοία·
[155] αυτός αντίθετα, όταν είχε την ηλικία που έχω εγώ σήμερα, δεν είχε ακόμη αναλάβει λειτουργία, αλλά τότε αναμείχθηκε στην υπόθεση, όταν για πρώτη φορά αυξήσατε τον αριθμό όσων συνεισέφεραν για την τριηραρχία σε χίλιους διακόσιους· από αυτούς άνθρωποι, όπως ο Μειδίας, εισπράττουν ένα τάλαντο και με αυτό πληρώνουν τα έξοδα της τριηραρχίας· έπειτα η πόλη προμηθεύει τα πληρώματα και τα εξαρτήματα των πλοίων· το αποτέλεσμα είναι μερικοί από αυτούς, χωρίς στην πραγματικότητα να ξοδεύουν τίποτε, να φαίνονται ότι και ολοκλήρωσαν τη λειτουργία και να απαλλάσσονται από τις υπόλοιπες.
[156] Τί άλλο; Ο Μειδίας έγινε κάποτε χορηγός για τον χορό τραγωδίας, ενώ εγώ κατέβαλα τα έξοδα για τον χορό αυλητών ανδρών. Κανείς βέβαια δεν αγνοεί ότι η δαπάνη για τους αυλητές είναι πολύ μεγαλύτερη από τη δαπάνη για την τραγωδία. Επιπλέον εγώ τώρα ανέλαβα εθελοντικά τη χορηγία, ενώ αυτός τότε έγινε χορηγός από ανταλλαγή περιουσίας, πράγμα για το οποίο κανείς βέβαια δεν θα πρέπει να του χρωστάει ευγνωμοσύνη. Τί ακόμη; Εγώ ανέλαβα τις δαπάνες για την εστίαση της φυλής μου και τη συγκρότηση χορού για τα Παναθήναια, ενώ αυτός δεν έκαμε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
[157] Ήμουν αρχηγός της συμμορίας για δέκα χρόνια, όπως ο Φορμίων, ο Λυσιθείδης, ο Κάλλαισχρος και οι πλουσιότεροι Αθηναίοι, συνεισφέροντας όχι από περιουσία που κατείχα —οι επίτροποι μου την είχαν στερήσει—, αλλά από την περιουσία που υπήρχε η φήμη ότι μου κληροδότησε ο πατέρας μου και την οποία είχα το δικαίωμα να λάβω μετά την ενηλικίωσή μου. Εγώ λοιπόν έτσι συμπεριφέρθηκα απέναντί σας. Πώς όμως ο Μειδίας; Ποτέ μέχρι σήμερα δεν έγινε αρχηγός συμμορίας, μολονότι κανείς δεν του στέρησε την πατρική του κληρονομιά, αλλά κληρονόμησε από τον πατέρα του μεγάλη περιουσία.
[158] Ποιά είναι λοιπόν η λαμπρότητά του; Ποιές οι λειτουργίες και οι εντυπωσιακές δαπάνες του; Τουλάχιστον εγώ δεν βλέπω τίποτε, εκτός αν κάποιος λάβει υπόψη του τα εξής: έχει κτίσει στην Ελευσίνα μία τόσο εντυπωσιακή κατοικία, που επισκιάζει όλα τα άλλα κτίσματα της περιοχής· οδηγεί τη γυναίκα του στα μυστήρια ή όπου αλλού θέλει μέσα σε άμαξα που σέρνουν δύο λευκά άλογα από τη Σικυώνα· διασχίζει την αγορά επιδεικτικά με συνοδεία από τρεις ή τέσσερις ακολούθους και μιλάει για «κυμβία, ρυτά και φιάλες» αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούν οι περαστικοί.
[159] Δεν ξέρω σε τί ωφελούν σας τους πολλούς όσα ο Μειδίας αποκτά για την πολυτέλεια και αφθονία της ιδιωτικής του ζωής· βλέπω όμως ότι οι βιαιότητες που επιχειρεί, ενώ καυχάται για τον πλούτο του, έχουν επιπτώσεις σε πολλούς και όσους τύχει από μας. Δεν πρέπει επομένως σε κάθε ευκαιρία να τιμάτε ή να θαυμάζετε παρόμοιες πράξεις, ούτε να συμπεραίνετε ότι αυτή η πολυτέλεια μαρτυρεί ευγενείς φιλοδοξίες· ευγενής φιλοδοξία δεν είναι αν κάποιος κτίζει μεγαλοπρεπή κατοικία ή αν αποκτά πολλές θεραπαινίδες ή πολλά οικιακά έπιπλα, αλλά αν δείχνει λαμπρότητα και άμιλλα σε εκείνους τους τομείς στους οποίους συμμετέχετε όλοι σεις· τίποτε από αυτά δεν θα βρείτε να υπάρχει στον Μειδία.
[152] ἐγὼ δὲ πρῶτον μὲν οὐδὲν ἀγεννὲς ὑμῶν καταγιγνώσκω, οὐδ᾽ ὑπολαμβάνω τιμήσειν οὐδὲν ἐλάττονος τούτῳ ἢ ὅσον καταθεὶς οὗτος παύσεται τῆς ὕβρεως· τοῦτο δ᾽ ἐστὶ μάλιστα μὲν θάνατος, εἰ δὲ μή, πάντα τὰ ὄντ᾽ ἀφελέσθαι. ἔπειθ᾽ ὑπὲρ τῶν τούτου λῃτουργιῶν καὶ τῶν τριηραρχιῶν καὶ τῶν τοιούτων λόγων ὡδὶ γιγνώσκω.
[153] εἰ μέν ἐστιν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ λῃτουργεῖν τοῦτο, τὸ ἐν ὑμῖν λέγειν ἐν ἁπάσαις ταῖς ἐκκλησίαις καὶ πανταχοῦ «ἡμεῖς οἱ λῃτουργοῦντες, ἡμεῖς οἱ προεισφέροντες ὑμῖν, ἡμεῖς οἱ πλούσιοί ἐσμεν», εἰ τὸ τὰ τοιαῦτα λέγειν, τοῦτ᾽ ἔστιν λῃτουργεῖν, ὁμολογῶ Μειδίαν ἁπάντων τῶν ἐν τῇ πόλει λαμπρότατον γεγενῆσθαι· ἀποκναίει γὰρ ἀηδίᾳ δήπου καὶ ἀναισθησίᾳ καθ᾽ ἑκάστην τὴν ἐκκλησίαν ταῦτα λέγων.
[154] εἰ μέντοι τί ποτ᾽ ἐστὶν ἃ λῃτουργεῖ τῇ ἀληθείᾳ δεῖ σκοπεῖν, ἐγὼ πρὸς ὑμᾶς ἐρῶ· καὶ θεάσασθ᾽ ὡς δικαίως αὐτὸν ἐξετάσω, πρὸς ἐμαυτὸν κρίνων. οὗτος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, γεγονὼς ἔτη περὶ πεντήκοντ᾽ ἴσως ἢ μικρὸν ἔλαττον οὐδὲν ἐμοῦ πλείους λῃτουργίας ὑμῖν λελῃτούργηκεν, ὃς δύο καὶ τριάκοντ᾽ ἔτη γέγονα. κἀγὼ μὲν κατ᾽ ἐκείνους τοὺς χρόνους ἐτριηράρχουν, εὐθὺς ἐκ παίδων ἐξελθών, ὅτε σύνδυ᾽ ἦμεν οἱ τριήραρχοι καὶ τἀναλώματα πάντ᾽ ἐκ τῶν ἰδίων [οἴκων] καὶ τὰς ναῦς ἐπληρούμεθ᾽ αὐτοί·
[155] οὗτος δέ, ὅτε μὲν κατὰ ταύτην τὴν ἡλικίαν ἦν ἣν ἐγὼ νῦν, οὐδέπω λῃτουργεῖν ἤρχετο, τηνικαῦτα δὲ τοῦ πράγματος ἧπται, ὅτε πρῶτον μὲν διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε συντελεῖς ὑμεῖς, παρ᾽ ὧν εἰσπραττόμενοι τάλαντον ταλάντου μισθοῦσι τὰς τριηραρχίας οὗτοι, εἶτα πληρώμαθ᾽ ἡ πόλις παρέχει καὶ σκεύη δίδωσιν, ὥστ᾽ αὐτῶν ἐνίοις τῇ ἀληθείᾳ τὸ μηδὲν ἀναλῶσαι καὶ δοκεῖν λελῃτουργηκέναι καὶ τῶν ἄλλων λῃτουργιῶν ἀτελεῖς γεγενῆσθαι περίεστιν.
[156] ἀλλὰ μὴν τί ἄλλο; τραγῳδοῖς κεχορήγηκέ ποθ᾽ οὗτος, ἐγὼ δ᾽ αὐληταῖς ἀνδράσιν. καὶ ὅτι τοῦτο τἀνάλωμ᾽ ἐκείνης τῆς δαπάνης πλέον ἐστὶ πολλῷ, οὐδεὶς ἀγνοεῖ δήπου. κἀγὼ μὲν ἐθελοντὴς νῦν, οὗτος δὲ καταστὰς ἐξ ἀντιδόσεως τότε, οὗ χάριν οὐδεμίαν δήπου δικαίως ἄν τις ἔχοι. τί ἔτι; εἱστίακα τὴν φυλὴν ἐγὼ καὶ Παναθηναίοις κεχορήγηκα, οὗτος δ᾽ οὐδέτερα.
[157] ἡγεμὼν συμμορίας ὑμῖν ἐγενόμην ἐγὼ ἔτη δέκα, ἴσον Φορμίωνι καὶ Λυσιθείδῃ καὶ Καλλαίσχρῳ καὶ τοῖς πλουσιωτάτοις, εἰσφέρων οὐκ ἀφ᾽ ὑπαρχούσης οὐσίας (ὑπὸ γὰρ τῶν ἐπιτρόπων ἀπεστερήμην), ἀλλ᾽ ἀπὸ τῆς δόξης ὧν ὁ πατήρ μοι κατέλιπεν καὶ ὧν δίκαιον ἦν με δοκιμασθέντα κομίσασθαι. ἐγὼ μὲν οὖν οὕτως ὑμῖν προσενήνεγμαι, Μειδίας δὲ πῶς; οὐδέπω καὶ τήμερον συμμορίας ἡγεμὼν γέγονεν, οὐδὲν τῶν πατρῴων ἀποστερηθεὶς ὑπ᾽ οὐδενός, ἀλλὰ παρὰ τοῦ πατρὸς πολλὴν οὐσίαν παραλαβών.
[158] τίς οὖν ἡ λαμπρότης, ἢ τίνες αἱ λῃτουργίαι καὶ τὰ σέμν᾽ ἀναλώματα τούτου; ἐγὼ μὲν γὰρ οὐχ ὁρῶ, πλὴν εἰ ταῦτά τις θεωρεῖ· οἰκίαν ᾠκοδόμηκεν Ἐλευσῖνι τοσαύτην ὥστε πᾶσιν ἐπισκοτεῖν τοῖς ἐν τῷ τόπῳ, καὶ εἰς μυστήρια τὴν γυναῖκ᾽ ἄγει, κἂν ἄλλοσέ ποι βούληται, ἐπὶ τοῦ λευκοῦ ζεύγους τοῦ ἐκ Σικυῶνος, καὶ τρεῖς ἀκολούθους ἢ τέτταρας αὐτὸς ἔχων διὰ τῆς ἀγορᾶς σοβεῖ, κυμβία καὶ ῥυτὰ καὶ φιάλας ὀνομάζων οὕτως ὥστε τοὺς παριόντας ἀκούειν.
[159] ἐγὼ δ᾽ ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται, οὐκ οἶδ᾽ ὅ τι τοὺς πολλοὺς ὑμῶν ὠφελεῖ· ἃ δ᾽ ἐπαιρόμενος τούτοις ὑβρίζει, ἐπὶ πολλοὺς καὶ τοὺς τυχόντας ἡμῶν ἀφικνούμεν᾽ ὁρῶ. οὐ δεῖ δὴ τὰ τοιαῦθ᾽ ἑκάστοτε τιμᾶν οὐδὲ θαυμάζειν ὑμᾶς, οὐδὲ τὴν φιλοτιμίαν ἐκ τούτων κρίνειν, εἴ τις οἰκοδομεῖ λαμπρῶς ἢ θεραπαίνας κέκτηται πολλὰς ἢ σκεύη [καλά], ἀλλ᾽ ὃς ἂν ἐν τούτοις λαμπρὸς καὶ φιλότιμος ᾖ, ὧν ἅπασι μέτεστι τοῖς πολλοῖς ὑμῶν· ὧν οὐδὲν εὑρήσετε τούτῳ προσόν.
***
[151] Αν και η ζωή του αναίσχυντου και αναιδούς αυτού είναι γεμάτη από τόσα πολλά και σοβαρά αδικήματα, μερικοί από τους φίλους του, κύριοι δικαστές με πλησίαζαν και με παρακινούσαν να εγκαταλείψω τη δίκη αυτή και να αποσύρω τη μήνυση εναντίον του· όταν όμως δεν με έπειθαν, δεν τολμούσαν να ισχυρισθούν ότι δήθεν ο Μειδίας δεν είχε κάμει πολλά και φοβερά αδικήματα και ότι δεν του άξιζε οποιαδήποτε ποινή για τις πράξεις του, αλλά πρόβαλλαν το εξής επιχείρημα: «Έχει ήδη κριθεί ένοχος και έχει καταδικασθεί· ποιά ποινή ελπίζεις ότι θα σου επιβάλει το δικαστήριο; Δεν βλέπεις ότι είναι πλούσιος και ότι θα μιλήσει για τις τριηραρχίες και τις άλλες λειτουργίες που ανέλαβε; Πρόσεχε λοιπόν μήπως ζητήσει τη σωτηρία του ως αντάλλαγμα γι᾽ αυτές, και σε γελοιοποιήσει καταβάλλοντας στο δημόσιο ταμείο πολύ λιγότερα χρήματα από όσα σου προσφέρει».
[152] Κατά πρώτο λόγο, δεν σας καταλογίζω καμία ταπεινή πρόθεση ούτε νομίζω ότι θα του επιβάλετε τιμωρία ελαφρότερη απ᾽ όση χρειάζεται για να σταματήσει η αυθάδης διαγωγή του· η ποινή αυτή είναι κυρίως ο θάνατος, αλλιώς η δήμευση όλης της περιουσίας του. Έπειτα, αναφορικά με τις τριηραρχίες και τις άλλες λειτουργίες που ανέλαβε και παρόμοιους ισχυρισμούς,
[153] η γνώμη μου είναι η εξής: αν, Αθηναίοι, λειτουργία σημαίνει να διακηρύσσει κάποιος σε όλες ανεξαιρέτως τις δημόσιες συνελεύσεις και σε κάθε ευκαιρία «εμείς είμαστε εκείνοι που αναλαμβάνουμε τις λειτουργίες, που προκαταβάλλουμε τους φόρους για σας, εμείς είμαστε οι πλούσιοι», αν το να λέγει κάποιος αυτά σημαίνει λειτουργία, τότε ομολογώ ότι ο Μειδίας έχει γίνει ο πιο διαπρεπής άνδρας της πόλης μας· γιατί βέβαια σε κάθε συνέλευση μας ενοχλεί με αυτές τις αηδιαστικές και ανόητες διακηρύξεις του.
[154] Αν όμως καθήκον μας είναι να εξετάσουμε τί τέλος πάντων είναι στ᾽ αλήθεια οι λειτουργίες του, θα σας πω και παρατηρήστε με πόση αμεροληψία θα τον κρίνω, εφόσον θα τον συγκρίνω με τον εαυτό μου. Ο Μειδίας, Αθηναίοι, ο οποίος είναι περίπου πενήντα ετών ή λίγο νεότερος, δεν εξετέλεσε περισσότερες λειτουργίες από εμένα, ο οποίος είμαι μόνο τριάντα δύο. Και εγώ, μόλις ενηλικιώθηκα, ανέλαβα τριηραρχία την εποχή κατά την οποία μοιραζόμαστε δύο άνδρες τη λειτουργία αυτή, καλύπταμε με δικά μας έξοδα όλες τις δαπάνες και προμηθεύαμε τα πληρώματα στα πλοία·
[155] αυτός αντίθετα, όταν είχε την ηλικία που έχω εγώ σήμερα, δεν είχε ακόμη αναλάβει λειτουργία, αλλά τότε αναμείχθηκε στην υπόθεση, όταν για πρώτη φορά αυξήσατε τον αριθμό όσων συνεισέφεραν για την τριηραρχία σε χίλιους διακόσιους· από αυτούς άνθρωποι, όπως ο Μειδίας, εισπράττουν ένα τάλαντο και με αυτό πληρώνουν τα έξοδα της τριηραρχίας· έπειτα η πόλη προμηθεύει τα πληρώματα και τα εξαρτήματα των πλοίων· το αποτέλεσμα είναι μερικοί από αυτούς, χωρίς στην πραγματικότητα να ξοδεύουν τίποτε, να φαίνονται ότι και ολοκλήρωσαν τη λειτουργία και να απαλλάσσονται από τις υπόλοιπες.
[156] Τί άλλο; Ο Μειδίας έγινε κάποτε χορηγός για τον χορό τραγωδίας, ενώ εγώ κατέβαλα τα έξοδα για τον χορό αυλητών ανδρών. Κανείς βέβαια δεν αγνοεί ότι η δαπάνη για τους αυλητές είναι πολύ μεγαλύτερη από τη δαπάνη για την τραγωδία. Επιπλέον εγώ τώρα ανέλαβα εθελοντικά τη χορηγία, ενώ αυτός τότε έγινε χορηγός από ανταλλαγή περιουσίας, πράγμα για το οποίο κανείς βέβαια δεν θα πρέπει να του χρωστάει ευγνωμοσύνη. Τί ακόμη; Εγώ ανέλαβα τις δαπάνες για την εστίαση της φυλής μου και τη συγκρότηση χορού για τα Παναθήναια, ενώ αυτός δεν έκαμε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
[157] Ήμουν αρχηγός της συμμορίας για δέκα χρόνια, όπως ο Φορμίων, ο Λυσιθείδης, ο Κάλλαισχρος και οι πλουσιότεροι Αθηναίοι, συνεισφέροντας όχι από περιουσία που κατείχα —οι επίτροποι μου την είχαν στερήσει—, αλλά από την περιουσία που υπήρχε η φήμη ότι μου κληροδότησε ο πατέρας μου και την οποία είχα το δικαίωμα να λάβω μετά την ενηλικίωσή μου. Εγώ λοιπόν έτσι συμπεριφέρθηκα απέναντί σας. Πώς όμως ο Μειδίας; Ποτέ μέχρι σήμερα δεν έγινε αρχηγός συμμορίας, μολονότι κανείς δεν του στέρησε την πατρική του κληρονομιά, αλλά κληρονόμησε από τον πατέρα του μεγάλη περιουσία.
[158] Ποιά είναι λοιπόν η λαμπρότητά του; Ποιές οι λειτουργίες και οι εντυπωσιακές δαπάνες του; Τουλάχιστον εγώ δεν βλέπω τίποτε, εκτός αν κάποιος λάβει υπόψη του τα εξής: έχει κτίσει στην Ελευσίνα μία τόσο εντυπωσιακή κατοικία, που επισκιάζει όλα τα άλλα κτίσματα της περιοχής· οδηγεί τη γυναίκα του στα μυστήρια ή όπου αλλού θέλει μέσα σε άμαξα που σέρνουν δύο λευκά άλογα από τη Σικυώνα· διασχίζει την αγορά επιδεικτικά με συνοδεία από τρεις ή τέσσερις ακολούθους και μιλάει για «κυμβία, ρυτά και φιάλες» αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούν οι περαστικοί.
[159] Δεν ξέρω σε τί ωφελούν σας τους πολλούς όσα ο Μειδίας αποκτά για την πολυτέλεια και αφθονία της ιδιωτικής του ζωής· βλέπω όμως ότι οι βιαιότητες που επιχειρεί, ενώ καυχάται για τον πλούτο του, έχουν επιπτώσεις σε πολλούς και όσους τύχει από μας. Δεν πρέπει επομένως σε κάθε ευκαιρία να τιμάτε ή να θαυμάζετε παρόμοιες πράξεις, ούτε να συμπεραίνετε ότι αυτή η πολυτέλεια μαρτυρεί ευγενείς φιλοδοξίες· ευγενής φιλοδοξία δεν είναι αν κάποιος κτίζει μεγαλοπρεπή κατοικία ή αν αποκτά πολλές θεραπαινίδες ή πολλά οικιακά έπιπλα, αλλά αν δείχνει λαμπρότητα και άμιλλα σε εκείνους τους τομείς στους οποίους συμμετέχετε όλοι σεις· τίποτε από αυτά δεν θα βρείτε να υπάρχει στον Μειδία.