ΧΟ. εἰ γὰρ ἐκγένοιτ᾽ ἰδεῖν ταύτην με τὴν ἡμέραν [ποτέ]. [στρ.]
πολλὰ γὰρ ἀνεσχόμην
πράγματά τε καὶ στιβάδας
ἃς ἔλαχε Φορμίων·
κοὐκέτ᾽ ἄν μ᾽ εὕροις δικαστὴν δριμὺν οὐδὲ δύσκολον—
ΤΡ. οὐδὲ τοὺς τρόπους γε δήπου σκληρὸν ὥσπερ καὶ πρὸ τοῦ,
350 ΧΟ. ἀλλ᾽ ἁπαλὸν ἄν μ᾽ ἴδοις
καὶ πολὺ νεώτερον ἀπ-
αλλαγέντα πραγμάτων.
καὶ γὰρ ἱκανὸν χρόνον ἀπ-
ολλύμεθα καὶ κατατε-
355 τρίμμεθα πλανώμενοι
εἰς Λύκειον κἀκ Λυκείου σὺν δόρει σὺν ἀσπίδι.
ἀλλ᾽ ὅ τι μάλιστα χαρι-
ούμεθα ποιοῦντες, ἄγε
φράζε· σὲ γὰρ αὐτοκράτορ᾽
360 εἵλετ᾽ ἀγαθή τις ἡμῖν τύχη.
ΤΡ. φέρε δὴ κατίδω πῇ τοὺς λίθους ἀφέλξομεν.
ΕΡ. ὦ μιαρὲ καὶ τόλμηρε, τί ποεῖν διανοεῖ;
ΤΡ. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ᾽ ὅπερ καὶ Κιλλικῶν.
ΕΡ. ἀπόλωλας, ὦ κακόδαιμον. ΤΡ. οὐκοῦν, ἢν λάχω·
365 Ἑρμῆς γὰρ ὢν κλήρῳ ποήσεις οἶδ᾽ ὅτι.
ΕΡ. ἀπόλωλας, ἐξόλωλας. ΤΡ. εἰς τίν᾽ ἡμέραν;
ΕΡ. εἰς αὐτίκα μάλ᾽. ΤΡ. ἀλλ᾽ οὐδὲν ἠμπόληκά πω,
οὔτ᾽ ἄλφιτ᾽ οὔτε τυρόν, ὡς ἀπολούμενος.
ΕΡ. καὶ μὴν ἐπιτέτριψαί γε. ΤΡ. κᾆτα τῷ τρόπῳ
370 οὐκ ᾐσθόμην ἀγαθὸν τοσουτονὶ λαβών;
ΕΡ. ἆρ᾽ οἶσθα θάνατον ὅτι προεῖφ᾽ ὁ Ζεὺς ὃς ἂν
ταύτην ἀνορύττων εὑρεθῇ; ΤΡ. νῦν ἆρά με
ἅπασ᾽ ἀνάγκη ᾽στ᾽ ἀποθανεῖν; ΕΡ. εὖ ἴσθ᾽ ὅτι.
ΤΡ. εἰς χοιρίδιόν μοί νυν δάνεισον τρεῖς δραχμάς·
375 δεῖ γὰρ μυηθῆναί με πρὶν τεθνηκέναι.
ΕΡ. ὦ Ζεῦ κεραυνοβρόντα— ΤΡ. μή, πρὸς τῶν θεῶν,
ἡμῶν κατείπῃς, ἀντιβολῶ σε, δέσποτα.
ΕΡ. οὐκ ἂν σιωπήσαιμι. ΤΡ. ναί, πρὸς τῶν κρεῶν,
ἁγὼ προθύμως σοι φέρων ἀφικόμην.
380 ΕΡ. ἀλλ᾽, ὦ μέλ᾽, ὑπὸ τοῦ Διὸς ἀμαλδυνθήσομαι,
εἰ μὴ τετορήσω ταῦτα καὶ λακήσομαι.
ΤΡ. μή νυν λακῄσῃς, λίσσομαί σ᾽, Ὦρμῄδιον.
εἰπέ μοι, τί πάσχετ᾽, ὦνδρες; ἕστατ᾽ ἐκπεπληγμένοι.
ὦ πόνηροι, μὴ σιωπᾶτ᾽· εἰ δὲ μή, λακήσεται.
***
ΧΟΡΟΣ
Ω οι θεοί να μου χαρίσουν τέτοια μέρα εγώ να δω.
Γιατί τράβηξα πολλά,
βάσανα, αχυροστρωμνές,
του Φορμίωνα συμφορές·
και στρυφνός και τζαναμπέτης δικαστής δε θα ᾽μαι πια.
350 ΤΡΥ. Κι ούτε αγύριστο κεφάλι, όπως ήσουνα παλιά.
ΧΟΡ. Θα ᾽μαι, θα ᾽μαι τρυφερός
και πολύ πιο νέος εγώ,
σα γλιτώσω απ᾽ όλ᾽ αυτά.
Φτάνει πια· τόσον καιρό
όλο σκοτωνόμαστε·
στο στρατώνα, πίσω μπρος,
με κοντάρια και μ᾽ ασπίδα λιώναμε στα πόδια μας.
Τί προστάζεις; Πρόθυμα
θα το κάμουμε όλοι μας·
τύχη το όρισε καλή
360 να μας γίνεις αρχηγός.
ΤΡΥ. Μα ας δω πώς θα τραβήξουμε τις πέτρες.
ΕΡΜ., βγαίνοντας ξαφνικά.
Βρομιάρη, αυθάδη! Βρε, τί πας να κάμεις;
ΤΡΥ. Τίποτε το κακό, σαν που είπε κάποιος.
ΕΡΜ. Χάθηκες, δύστυχε. ΤΡΥ. Αν μου πέσει ο κλήρος·
εσύ ο Ερμής με κλήρο όλα τα κάνεις.
ΕΡΜ. Πας, ξόφλησες. ΤΡΥ. Και ποιά ᾽ναι η προθεσμία;
ΕΡΜ. Αμέσως. ΤΡΥ. Μα δεν ψώνισα ούτε αλεύρι
ούτε τυρί, για να ᾽χω να ξοφλήσω.
ΕΡΜ. Μωρέ, έχεις λιώσει. ΤΡΥ. Μπα! Δεν ένιωσα όμως
370 την ηδονή που νιώθουν όσοι λιώνουν.
ΕΡΜ. Όποιος πάει να ξεθάψει την Ειρήνη,
θα θανατώνεται, είπε ο Δίας. ΤΡΥ. Ανάγκη
να πεθάνω λοιπόν. ΕΡΜ. Αμέσως κιόλας.
ΤΡΥ. Μα πριν, πεθάνω, πρέπει στα μυστήρια
να μπω της Ελευσίνας· δάνεισέ μου
τρεις δραχμές, ν᾽ αγοράσω γουρουνάκι.
ΕΡΜ. Ω Δία των αστραπόβροντων… ΤΡΥ. Να ζήσεις,
μήνυση μη μας κάμεις, αφεντάκι.
ΕΡΜ. Θα κάμω. ΤΡΥ. Να χαρείς τα κρέατα τούτα,
που τα ᾽φερα απ᾽ τη γη, να σ᾽ τα προσφέρω.
ΕΡΜ., μαλακώνοντας.
380 Μα ο Δίας θα μ᾽ εξοντώσει, αγαπητέ μου,
αν δε φωνάξω, αν δεν το διαλαλήσω.
ΤΡΥ. Μη διαλαλάς, Ερμή μου, σε ικετεύω.
Στο Χορό.
Φίλοι εσείς, τί στέκεστε έτσι σα χαζοί; Τί πάθατε;
Για μιλήστε· αλλιώς, καημένοι, θα ᾽χει διαλαλήματα.
πολλὰ γὰρ ἀνεσχόμην
πράγματά τε καὶ στιβάδας
ἃς ἔλαχε Φορμίων·
κοὐκέτ᾽ ἄν μ᾽ εὕροις δικαστὴν δριμὺν οὐδὲ δύσκολον—
ΤΡ. οὐδὲ τοὺς τρόπους γε δήπου σκληρὸν ὥσπερ καὶ πρὸ τοῦ,
350 ΧΟ. ἀλλ᾽ ἁπαλὸν ἄν μ᾽ ἴδοις
καὶ πολὺ νεώτερον ἀπ-
αλλαγέντα πραγμάτων.
καὶ γὰρ ἱκανὸν χρόνον ἀπ-
ολλύμεθα καὶ κατατε-
355 τρίμμεθα πλανώμενοι
εἰς Λύκειον κἀκ Λυκείου σὺν δόρει σὺν ἀσπίδι.
ἀλλ᾽ ὅ τι μάλιστα χαρι-
ούμεθα ποιοῦντες, ἄγε
φράζε· σὲ γὰρ αὐτοκράτορ᾽
360 εἵλετ᾽ ἀγαθή τις ἡμῖν τύχη.
ΤΡ. φέρε δὴ κατίδω πῇ τοὺς λίθους ἀφέλξομεν.
ΕΡ. ὦ μιαρὲ καὶ τόλμηρε, τί ποεῖν διανοεῖ;
ΤΡ. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ᾽ ὅπερ καὶ Κιλλικῶν.
ΕΡ. ἀπόλωλας, ὦ κακόδαιμον. ΤΡ. οὐκοῦν, ἢν λάχω·
365 Ἑρμῆς γὰρ ὢν κλήρῳ ποήσεις οἶδ᾽ ὅτι.
ΕΡ. ἀπόλωλας, ἐξόλωλας. ΤΡ. εἰς τίν᾽ ἡμέραν;
ΕΡ. εἰς αὐτίκα μάλ᾽. ΤΡ. ἀλλ᾽ οὐδὲν ἠμπόληκά πω,
οὔτ᾽ ἄλφιτ᾽ οὔτε τυρόν, ὡς ἀπολούμενος.
ΕΡ. καὶ μὴν ἐπιτέτριψαί γε. ΤΡ. κᾆτα τῷ τρόπῳ
370 οὐκ ᾐσθόμην ἀγαθὸν τοσουτονὶ λαβών;
ΕΡ. ἆρ᾽ οἶσθα θάνατον ὅτι προεῖφ᾽ ὁ Ζεὺς ὃς ἂν
ταύτην ἀνορύττων εὑρεθῇ; ΤΡ. νῦν ἆρά με
ἅπασ᾽ ἀνάγκη ᾽στ᾽ ἀποθανεῖν; ΕΡ. εὖ ἴσθ᾽ ὅτι.
ΤΡ. εἰς χοιρίδιόν μοί νυν δάνεισον τρεῖς δραχμάς·
375 δεῖ γὰρ μυηθῆναί με πρὶν τεθνηκέναι.
ΕΡ. ὦ Ζεῦ κεραυνοβρόντα— ΤΡ. μή, πρὸς τῶν θεῶν,
ἡμῶν κατείπῃς, ἀντιβολῶ σε, δέσποτα.
ΕΡ. οὐκ ἂν σιωπήσαιμι. ΤΡ. ναί, πρὸς τῶν κρεῶν,
ἁγὼ προθύμως σοι φέρων ἀφικόμην.
380 ΕΡ. ἀλλ᾽, ὦ μέλ᾽, ὑπὸ τοῦ Διὸς ἀμαλδυνθήσομαι,
εἰ μὴ τετορήσω ταῦτα καὶ λακήσομαι.
ΤΡ. μή νυν λακῄσῃς, λίσσομαί σ᾽, Ὦρμῄδιον.
εἰπέ μοι, τί πάσχετ᾽, ὦνδρες; ἕστατ᾽ ἐκπεπληγμένοι.
ὦ πόνηροι, μὴ σιωπᾶτ᾽· εἰ δὲ μή, λακήσεται.
***
ΧΟΡΟΣ
Ω οι θεοί να μου χαρίσουν τέτοια μέρα εγώ να δω.
Γιατί τράβηξα πολλά,
βάσανα, αχυροστρωμνές,
του Φορμίωνα συμφορές·
και στρυφνός και τζαναμπέτης δικαστής δε θα ᾽μαι πια.
350 ΤΡΥ. Κι ούτε αγύριστο κεφάλι, όπως ήσουνα παλιά.
ΧΟΡ. Θα ᾽μαι, θα ᾽μαι τρυφερός
και πολύ πιο νέος εγώ,
σα γλιτώσω απ᾽ όλ᾽ αυτά.
Φτάνει πια· τόσον καιρό
όλο σκοτωνόμαστε·
στο στρατώνα, πίσω μπρος,
με κοντάρια και μ᾽ ασπίδα λιώναμε στα πόδια μας.
Τί προστάζεις; Πρόθυμα
θα το κάμουμε όλοι μας·
τύχη το όρισε καλή
360 να μας γίνεις αρχηγός.
ΤΡΥ. Μα ας δω πώς θα τραβήξουμε τις πέτρες.
ΕΡΜ., βγαίνοντας ξαφνικά.
Βρομιάρη, αυθάδη! Βρε, τί πας να κάμεις;
ΤΡΥ. Τίποτε το κακό, σαν που είπε κάποιος.
ΕΡΜ. Χάθηκες, δύστυχε. ΤΡΥ. Αν μου πέσει ο κλήρος·
εσύ ο Ερμής με κλήρο όλα τα κάνεις.
ΕΡΜ. Πας, ξόφλησες. ΤΡΥ. Και ποιά ᾽ναι η προθεσμία;
ΕΡΜ. Αμέσως. ΤΡΥ. Μα δεν ψώνισα ούτε αλεύρι
ούτε τυρί, για να ᾽χω να ξοφλήσω.
ΕΡΜ. Μωρέ, έχεις λιώσει. ΤΡΥ. Μπα! Δεν ένιωσα όμως
370 την ηδονή που νιώθουν όσοι λιώνουν.
ΕΡΜ. Όποιος πάει να ξεθάψει την Ειρήνη,
θα θανατώνεται, είπε ο Δίας. ΤΡΥ. Ανάγκη
να πεθάνω λοιπόν. ΕΡΜ. Αμέσως κιόλας.
ΤΡΥ. Μα πριν, πεθάνω, πρέπει στα μυστήρια
να μπω της Ελευσίνας· δάνεισέ μου
τρεις δραχμές, ν᾽ αγοράσω γουρουνάκι.
ΕΡΜ. Ω Δία των αστραπόβροντων… ΤΡΥ. Να ζήσεις,
μήνυση μη μας κάμεις, αφεντάκι.
ΕΡΜ. Θα κάμω. ΤΡΥ. Να χαρείς τα κρέατα τούτα,
που τα ᾽φερα απ᾽ τη γη, να σ᾽ τα προσφέρω.
ΕΡΜ., μαλακώνοντας.
380 Μα ο Δίας θα μ᾽ εξοντώσει, αγαπητέ μου,
αν δε φωνάξω, αν δεν το διαλαλήσω.
ΤΡΥ. Μη διαλαλάς, Ερμή μου, σε ικετεύω.
Στο Χορό.
Φίλοι εσείς, τί στέκεστε έτσι σα χαζοί; Τί πάθατε;
Για μιλήστε· αλλιώς, καημένοι, θα ᾽χει διαλαλήματα.