Τετάρτη 8 Μαΐου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ἱππῆς (1111-1150)

ΧΟ. ὦ Δῆμε, καλήν γ᾽ ἔχεις [στρ.]
ἀρχήν, ὅτε πάντες ἄν-
θρωποι δεδίασί σ᾽ ὥσ-
περ ἄνδρα τύραννον.
1115 ἀλλ᾽ εὐπαράγωγος εἶ,
θωπευόμενός τε χαί-
ρεις κἀξαπατώμενος,
πρὸς τόν τε λέγοντ᾽ ἀεὶ
κέχηνας· ὁ νοῦς δέ σου
1120 παρὼν ἀποδημεῖ.
ΔΗ. νοῦς οὐκ ἔνι ταῖς κόμαις
ὑμῶν, ὅτε μ᾽ οὐ φρονεῖν
νομίζετ᾽· ἐγὼ δ᾽ ἑκὼν
ταῦτ᾽ ἠλιθιάζω.
1125 αὐτός τε γὰρ ἥδομαι
βρύλλων τὸ καθ᾽ ἡμέραν,
κλέπτοντά τε βούλομαι
τρέφειν ἕνα προστάτην·
τοῦτον δ᾽, ὅταν ᾖ πλέως,
1130 ἄρας ἐπάταξα.

ΧΟ. οὕτω μὲν ἂν εὖ ποιοῖς, [ἀντ.]
εἴ σοι πυκνότης ἔνεστ᾽
ἐν τῷ τρόπῳ, ὡς λέγεις,
τούτῳ πάνυ πολλή,
1135 εἰ τούσδ᾽ ἐπίτηδες ὥσ-
περ δημοσίους τρέφεις
ἐν τῇ πυκνί, κᾆθ᾽ ὅταν
μή σοι τύχῃ ὄψον ὄν,
τούτων ὃς ἂν ᾖ παχύς,
1140 θύσας ἐπιδειπνεῖς.
ΔΗ. σκέψασθε δέ μ᾽, εἰ σοφῶς
αὐτοὺς περιέρχομαι
τοὺς οἰομένους φρονεῖν
κἄμ᾽ ἐξαπατύλλειν.
1145 τηρῶ γὰρ ἑκάστοτ᾽ αὐ-
τοὺς οὐδὲ δοκῶν ὁρᾶν
κλέπτοντας· ἔπειτ᾽ ἀναγ-
κάζω πάλιν ἐξεμεῖν
ἅττ᾽ ἂν κεκλόφωσί μου,
1150 κημὸν καταμηλῶν.

***
ΧΟΡ. Όμορφη εξουσία που ᾽χεις, Δήμε, αφού όλοι οι άνθρωποι σε τρέμουν σαν δικτάτορα! Όμως εύκολα πιάνεσαι κορόιδο και χαίρεσαι να σε κολακεύουν και να σ᾽ εξαπατούν κι ανοίγεις πάντα το στόμα δυο πήχες, όταν ρητορεύει πολιτικός·

[1120] την ώρα που είσαι παρών, το μυαλό σου απουσιάζει.

ΔΗΜ. Αν πιστεύετε ότι δεν τα ᾽χω τετρακόσια, τότε δεν υπάρχει μυαλό κάτω απ᾽ τις μαλλούρες σας· όμως εγώ θέλω και παρασταίνω τον ηλίθιο. Γιατί γλέντι είναι για μένα να γκρινιάζω σα μωρό για τον επιούσιο και μ᾽ αρέσει να ταΐζω έναν κλέφτη δημαγωγό· κι όταν από τη μάσα η κοιλιά του γίνει μπαλόνι,

[1130] τον σηκώνω ψηλά κι ύστερα τον βροντάω στο χώμα.

ΧΟΡ. Τότε θα πάνε καλά οι δουλειές σου, αν το φέρσιμό σου αυτό, όπως λες, βγαίνει από περισσή γνώση· αν εξεπίτηδες ετούτους τους ταΐζεις στην Πνύκα σα μοσχάρια για κουρμπάνι· κι ύστερα, αν τύχει απ᾽ το τραπέζι σου να λείπει φαγητό,

[1140] σφάζεις στον βωμό τον παχύτερο απ᾽ αυτούς και περιδρομιάζεις.

ΔΗΜ. Τώρα δέστε αν τους δουλεύω όμορφα αυτούς που φαντάζονται ότι έχουν μυαλό και με ξεγελούν. Νά, συχνά, την ώρα που κάνω πως δεν βλέπω τίποτα καθώς ετούτοι κλέβουν, τους την έχω στημένη· έπειτα τους αναγκάζω να ξεράσουν όσα μ᾽ έχουν κλέψει,

[1150] χώνοντας στον λαιμό τους, χουνί, την ψηφοδόχο.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ, Καθαρμός θεαινών

Την πρώτη μέρα προετοιμασίας για τον γάμο στο σπίτι της νύφης τελούνταν θυσίες εξαγνιστικές και προσφορές στις παρθένες θεές, καθώς και στην Αφροδίτη και την Ήρα. Πρόκειται για θεότητες που οι μύθοι αφενός τις συνδέουν με λουτρό πριν ή μετά από έναν ιερό γάμο, και οι τελετουργίες αφετέρου με τον καθαρμό του αγάλματός τους, ενώ τα ιερά τους αναφέρονται συχνά σε σχέση με πηγές.

Η Αφροδίτη, για παράδειγμα, μετά το πάθημά της να πιαστεί με τον Άρη σε αόρατα δεσμά από τον Ήφαιστο, κατά την Κύπρο πήγε. Κι οι χάρες σαν την έλουσαν και μυρωδιές ουράνιες / την άλειψαν, που στους θεούς τους αθανάτους πρέπουν / κι ολόμορφα τη στόλισαν, και να τη βλέπης θάμα (Οδ., 377-381). Θυμίζουμε ότι το 340 π.Χ. ο Πραξιτέλης δημιούργησε για το ιερό της Κνίδου το άγαλμα της γυμνής Αφροδίτης που την παρουσίαζε έτοιμη να πλυθεί, ενώ είναι γνωστή και η σχέση της με τη θάλασσα, τόσο αναφορικά με τη γέννησή της όσο και ως προστάτρια των ναυτικών. Επιπλέον, το άγαλμά της οδηγείται με πομπή για καθαρμό στην πρώτη μέρα του Απριλίου στη γιορτή των Βενεραλίων, ενώ στη συνέχεια πλένονται και οι ίδιες οι γυναίκες φορώντας στεφάνι από κλαδιά μυρτιάς -το πιθανότερο είναι ότι οι γυναίκες μιμούνταν το λουτρό της Αφροδίτης για να έχουν τα ερωτικά κέρδη που αυτή είχε.
 
Η Ήρα, από την άλλη, πριν από την ένωσή της με τον Δία στα βουνά της Ίδης, το σώμα της το χαριτοπλασμένο / με αμβροσίαν όμορφα καθάρισε και αλείφθη / λάδι άφθαρτο γλυκύτατο με μύρα ευωδιασμένο (Ιλ., 170-172). Στο Ηραίον κοντά στις Μυκήνες υπάρχει ρυάκι που λέγεται Ελευθέριον που τα νάματά του χρησιμοποιούν οι ιέρειες για καθαρτικές τελετές και για όσες θυσίες είναι απόρρητες (Παυσανίας 2.17.1). Για την ίδια θεά ο Παυσανίας παραδίδει τα εξής: Η Ναυπλία διαθέτει και λιμάνι καθώς και μια πηγή που λέγεται Κάναθος. Λένε οι Αργείοι πως η Ήρα ύστερα από ένα λουτρό σε αυτήν κάθε χρόνο ξαναγίνεται παρθένος. Αυτό είναι ένα απόρρητο βέβαια που το λένε σε μυστική ιεροτελεστία προς τιμήν της Ήρας (2.38.2-3). Η Σάμος, όπου ήδη κατά το 800 π.Χ. οικοδομήθηκε κοντά στον βωμό ο μεγάλος ναός της Ήρας, ονομαζόταν Παρθενίη και ο ποταμός Ίμβρασος κοντά στο Ιερό Παρθένιος, ενώ στην Ερμιόνη ετιμάτο η Ήρα Παρθένος. Στις Πλαταιές, τέλος, τελούνταν κάθε επτά χρόνια τα Μικρά Δαίδαλα για τη συμφιλίωση του Δία και της Ήρας, στη διάρκεια των οποίων το άγαλμα πλενόταν στον Ασωπό. Στη συνέχεια το τοποθετούσαν σε άμαξα μαζί με μια γυναίκα που έπαιζε τον ρόλο της νύφης και με πομπή αυστηρά οργανωμένη κατευθύνονται στον Κιθαιρώνα (Δίας και Ήρα: Το τελετουργικό αυτό είναι συνδεδεμένο με τον εξής μύθο: Όταν η Ήρα εγκατέλειψε τον Όλυμπο και αποτραβήχτηκε στην Εύβοια, απηυδισμένη από τις απιστίες του Δία, ο θεός κατέφυγε, ύστερα από συμβουλή του Κιθαιρώνα, στις Πλαταιές. Ο σοφός συμβούλευσε τον Δία να κατασκευάσει ένα ξόανο, να το σκεπάσει με πέπλο και να το οδηγήσει στον Όλυμπο πάνω σε άμαξα που την έσερνε ένα ζευγάρι βόδια, διαδίδοντας ότι επρόκειτο για την κόρη του ποταμού Ασωπού, την Πλάταια, την οποία σκόπευε να παντρευτεί. Η Ήρα, παρασυρμένη από τη ζήλια της, έσπευσε στη βοιωτική πόλη, όπου και ανακάλύπτει την απάτη. Τότε συμφιλιώθηκε με τον Δία και ανέβηκε και πάλι στον Όλυμπο (Παυσ. 9.3.6-9).
 
Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη, η Ιφιγένεια μηχανεύεται τέχνασμα για να μπορέσει ο Ορέστης να πάρει το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα και να το πάει στην Αττική, να γλιτώσει από τη θυσία -οι Σκύθες θυσίαζαν στη θεά κάθε ξένο- και να καταφέρουν όλοι μαζί -Ορέστης, Πυλάδης, Ιφιγένεια- να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Θα προφασιστεί στον Θόαντα ότι τα υποψήφια θύματα είναι μολυσμένα και, επειδή άγγιξαν το άγαλμα της θεάς με τα χέρια τους, πρέπει να εξαγνιστούν και να πλυθεί στη θάλασσα και το άγαλμα της θεάς (1033-1040). Η Υψιπύλη θα σώσει τον πατέρα της Θόαντα από τη σφαγή των στο νησί της Λήμνου -οι γυναίκες έσφαξαν όλους τους άνδρες- ντύνοντάς τον με τα κοσμήματα του αγάλματος του Διόνυσου και οδηγώντας τον το πρωί στη θάλασσα σαν να ήταν ο θεός, τον οποίο ήθελε να εξαγνίσει από τις σφαγές της νύχτας. Ο Παυσανίας επίσης παραδίδει ένα τελετουργικό που τελείται στη Σικυώνα: νέοι πηγαίνουν στον ποταμό Σύθα και, αφού φέρουν τα αγάλματα της Αρτέμιδος και του Απόλλωνα στο ιερό της Πειθούς που βρίσκεται στην αγορά, τα μεταφέρουν αμέσως στον ναό του Απόλλωνα που επίσης βρίσκεται στην αγορά. Το τελετουργικό αυτό γίνεται σε ανάμνηση των επτά νέων και νεανίδων που έστειλαν οι Σικυώνιοι στον Σύθα ως ικέτες για να πείσουν τους δύο θεούς που είχαν φύγει για την Κρήτη μετά τους καθαρμούς τους για τον φόνο του Πύθωνα να επανέλθουν στην ακρόπολη, γιατί μετά την αναχώρησή τους έπεσε αρρώστια στην περιοχή της Αιγιαλείας (Β, 7, 7-8). Σημειώνουμε ακόμη ότι η θεά έχει τα επίθετα θερμία και θερμαία. Λουτρό ξοάνου της Αρτέμιδος αναφέρεται από την παράδοση ότι τελούνταν στην Άγκυρα: «οὒσης δὲ συνηθείας αὐτοῖς ἐν τῇ πλησίον λίμνῃ κατά ἒτος λούειν τὰ ξόανα [της Αρτέμιδος και της Αθηνάς]». Το ίδιο εικάζεται ότι συνέβαινε στη δεξαμενή της μαρίνας της Σάνης στη Χαλκιδική. Εξάλλου, παραδίδονται νυχτερινές λατρείες της θεάς στην Πάτρα προς τιμήν της Αρτέμιδος Παγκλαρίας, πιθανόν στο Λάφριο της Καλυδώνας, στην Έφεσο, προφανώς οργιαστικού περιεχομένου υπό το φως των λυχναριών και μόνο για γυναίκες, καθώς η θεά λατρευόταν ως προστάτιδα του γυναικείου φύλου, του γάμου, του τοκετού, των νεογέννητων.
 
Αθήνα και Άργος υποστήριζαν ότι το Παλλάδιο της Τροίας βρισκόταν στην κατοχή τους. Και στις δύο πόλεις τελούνταν εορτές στις οποίες περιλαμβανόταν και ο καθαρμός του αγάλματος. Στο Άργος το άγαλμα της θεάς Αθηνάς, μαζί με την ασπίδα του Διομήδη, μεταφερόταν από ιερέα σε άμαξα για να το πλύνουν στον ποταμό Ίναχο (Καλλίμαχος, Ύμνος 5), ενώ παρόμοια ετήσια πομπή των εφήβων προς τη θάλασσα, όπου συνόδευαν το Παλλάδιο, και επιστροφή στο Ιερό της γινόταν και στην Αθήνα. Σε μιαν άλλη γιορτή, τα Πλυντήρια που εορτάζονταν αποκλειστικά στην Αθήνα στο τέλος περίπου του μήνα Θαργηλιώνα (συμπίπτει με τα μέσα Ιουνίου), νεαρές κοπέλες και γυναίκες, οι πλυντρίδες ή λουτρίδες, έγδυναν το αρχαίο ξόανο της πολιούχου, το έπλεναν και στη συνέχεια το έντυναν πάλι. Εκείνη η ημέρα θεωρούνταν αποφράς.
 
Ποιο όμως ήταν το έναυσμα γι' αυτό το τελετουργικό στις δύο πόλεις; Οι πηγές μας προμηθεύουν με τις κατάλληλες πληροφορίες. Ο μύθος λοιπόν λέει ότι στην εκστρατεία των Επτά επί Θήβας η Αθηνά συνόδεψε τον Τυδέα που είχε σταλεί από τον στρατό των Αργείων για να διαπραγματευτεί με τον Ετεοκλή και του έδωσε τις κατάλληλες για την περίσταση συμβουλές. Τον οδήγησε ακόμη στον ναό της στη Θήβα, για να δει την Ισμήνη σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Περικλύμενο και να τη σφάξει. Έφερε μάλιστα φάρμακο από τον Όλυμπο για να του υγιάνει τις πληγές από τα τραύματα στη μάχη και να του χαρίσει την αθανασία. Όταν όμως είδε τον ευνοούμενό της να σπάει το κεφάλι του εχθρού του, του Μελάνιππου, και να του ρουφάει το μυαλό, ο αποτροπιασμός της ήταν τόσος που εγκατέλειψε τον Τυδέας στις πληγές του και τον άφησε να πεθάνει αβοήθητος. Τότε ήταν που η θεά κατέβηκε από τη Θήβα στην Αθήνα και εκεί λούστηκε στα νερά του Ιλισού, για να ξανανιώσει καθαρή. Όσο για το γεγονός ότι την ίδια πορεία ακολουθούσε και η ασπίδα του Διομήδη, νομίζουμε ότι αυτό εξηγείται από το γεγονός πως η Αθηνά ό,τι δεν θέλησε να κάνει για τον Τυδέα το έκανε για τον γιο του Διομήδη βοηθώντας τον στον Τρωικό πόλεμο -ως και στο άρμα του ανέβηκε πάνοπλη, ενώ με την όραση που του χάρισε τον έκανε να διακρίνει ως και τους θεούς μέσα στη μάχη.
 
Πάντως, οι αφηγήσεις αυτές δίνουν μια καλή εξήγηση γιατί το Παλλάδιο τοποθετούνταν σε δικαστήρια που δίκαζαν εγκλήματα όπως η ανθρωποκτονία. Ο ένοχος τιμωρούνταν με εξορία, μπορούσε όμως να ξαναγυρίσει ύστερα από καθαρτήριες τελετές. Εξορία, εξαγνισμός, επιστροφή αποτελούσαν μιαν επανάληψη της πορείας του αγάλματος προς τη θάλασσα όπου καθαριζόταν. Εξάλλου, και το ίδιο το Παλλάδιο στην Τροία, όταν έπεσε στα χέρια των Ελλήνων, χρειάστηκε να το μεταφέρουν στην Ελλάδα ύστερα από υπόδειξη του Κάλχα, να το εξαγνίσουν και να γυρίσουν με καινούριες δυνάμεις σε μια στιγμή που οι Τρώες δεν θα τους περίμεναν πια. Τι όμως προκάλεσε την ανάγκη εξαγνισμού του αγάλματος;
 
Από τη στιγμή που ο Διομήδης και ο Οδυσσέας σκότωσαν τους φύλακες του ναού της Αθηνάς στην Τροία και άρπαξαν με τα αιματοβαμμένα χέρια τους το άγαλμα μολύνοντάς το, η Αθηνά θύμωσε και έπαψε να προστατεύει τους Αχαιούς. Το ξόανο, μόλις το έφεραν στο αχαϊκό στρατόπεδο, αναπήδησε τρεις φορές, η θεά έσεισε το ακόντιο και την ασπίδα της, έγινε μούσκεμα στον ιδρώτα και έβγαλε φωτιές από τα μάτια του. Οι κακοσημαδιές αυτές προκάλεσαν τον χρησμό του Κάλχα για τον εξαγνισμό του αγάλματος. Τότε ήταν που έφτιαξαν τον Δούρειο Ίππο, αφιέρωμα στην Αθηνά για να μαλακώσει τον θυμό της. Αυτό το άλογο θα έπαιρνε τη θέση του Παλλάδιου μέσα στην πόλη της Τροίας, για να προστατεύει αυτό την πόλη. Η άλωση της Τροίας έμοιαζε πλέον αναπόφευκτη, γιατί, αν οι Τρώες αποφάσιζαν να καταστρέψουν το ξύλινο άλογο, θα επέσειαν τον θυμό της Αθηνάς. Βάζοντάς το μέσα και καταστρέφοντας τα τείχη τους, προκειμένου να χωρέσει το υπερμέγεθες αφιέρωμα. Θα ξαναγυρίσουμε όμως στο θέμα, αφού πρώτα ανιχνεύσουμε τα κοινά σημεία ανάμεσα στις θεές που μοιράζονται κοινά τελετουργικά.
 
Σύμφωνα με τους μύθους, Αθηνά και Άρτεμη, μαζί με την Κόρη, θεότητες που μοιράζονται την παρθενία, υφαίνουν όλες μαζί τον πέπλο για τον Δία στην περιοχή της Έννας της Σικελίας όπου έγινε η αρπαγή της Κόρης και όπου τα γιούλια και τα άλλα λούλουδα που μοσχοβολούν παραμένουν θαλερά όλον τον χρόνο κατά τρόπο θαυμαστό (Διόδωρος V, 3, 3). Μοιράζονται, επίσης, τη Σικελία, παίρνοντας η καθεμιά ένα κομμάτι που χαρακτηρίζεται από την παρουσία πηγών (Η Αθηνά, η Άρτεμη και η Κόρη στη Σικελία. Η Αθηνά πήρε την περιοχή της Ιμέρας, όπου οι Νύμφες προκάλεσαν την ανάβλυση θερμών πηγών. Η Άρτεμις πήρε από τους θεούς το νησί που χρησμοί και άνθρωποι το ονόμασαν Ορτυγία. Και σ' αυτό το νησί οι Νύμφες για να ευχαριστήσουν την Άρτεμη, ανάβρυσαν μια μεγάλη πηγή, που ονομάστηκε Αρέθουσα. Και μια μεγάλη πηγή αφιερώθηκε στην Κόρη στην περιοχή των Συρακουσών που ονομάστηκε Κυάνη. (Διόδωρος V, 3, 3-4) Οι περιγραφές αυτές θυμίζουν το νησί της Καλυψώς, όπως δίνεται στην Οδύσσεια, όταν ο Ερμής στέλνεται για να μηνύσει στην Καλυψώ ν' αφήσει τον Οδυσσέα να φύγει (ε, 57-76)).
 
Εκτός όμως από τις θεές που αναφέραμε, στέκεται μια άλλη κατηγορία θεοτήτων της βλάστησης, κατεξοχήν μητέρες, που δέχονται και αυτές καθαρμούς. Η Δήμητρα λούστηκε στα νερά του ποταμού Λάδωνα μετά την ανεπιθύμητη επαφή της με τον Ποσειδώνα και όταν είχε καταπραΰνει την οργή της· γι' αυτό και οι Αρκάδες της προσέδωσαν το προσωνύμιο Λουσία. O Παυσανίας μάλιστα αναφέρει ότι μετά την πόλη Θάλπουσα στην Αρκαδία ο Λάδων κατεβαίνει προς το ιερό της Δήμητρα στο Όγκιο και ότι μέσα στον ναό υπάρχουν δύο αγάλματα της θεάς, της Ερινύας και της Λουσίας με ύψος έξι πόδια (Η, 25, 5-7). Εδώ το λουτρό συνοδεύεται από μιαν αλλαγή, μιαν αναγέννηση που σηματοδοτείται από ένα νέο όνομα. Αυτή είναι η περίπτωση και της Ινούς -θεότητα που εκλαμβάνεται ως θαλασσινή, καταρχάς όμως θεότητα της βλάστησης- η οποία, σε κατάσταση μανίας, έπεσε στη θάλασσα με τον γιο της Μελικέρτη και μετονομάστηκε σε Λευκοθέα. Πιο συγκεκριμένα:
 
Η Ινώ συνδέεται με τον μύθο του Φρίξου και της Έλλης ως δεύτερη σύζυγος του Αθάμαντα. Είναι υπεύθυνη για τον λιμό στον Ορχομενό και για τον θάνατο του Φρίξου (Απολλ., Α, ΙΧ, 1-2). Σε κατάσταση μανίας ο Αθάμας σκότωσε τον μεγαλύτερο γιο τους Λέανδρο. Η Ινώ δραπέτευσε προς τη θάλασσα με τον μικρότερο, τον Μελικέρτη και η παράδοση λέει ότι έπεσε από έναν από τους βράχους «που υψώνονται στο στενό της οδού [Ισθμός]» που ονομάζεται Μολουρίδα. Τον γιο της τον έβγαλε στη στεριά ένα δελφίνι, οπότε και μετονομάστηκε σε Παλαίμονα (με νόμο του Σίσυφου καθιερώθηκαν τα Ίσθμια προς τιμήν του) κι εκείνη σε Λευκοθέα*.
 
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή για την Ινώ, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας, ο Δίας εμπιστεύτηκε τον Διόνυσο στον Ερμή που παρέδωσε το βρέφος στον Αθάμαντα και την Ινώ για να το αναθρέψουν σαν κορίτσι. Η Ήρα θύμωσε και τους πήρε το λογικό. Ο Αθάμας κυνήγησε σαν ελάφι τον Λέαρχο, ενώ η Ινώ έριξε σε πυρωμένο καζάνι τον Μελικέρτη. Ύστερα, κρατώντας το λεβέτι με το νεκρό παιδί έπεσε στον βυθό. Αλλά η χύτρα μπορεί να είναι το εργαλείο μιας τελετής ανάστασης και ανανέωσης, όπως η Μήδεια επανέφερε τη νεότητα στον Αίσονα μέσα σε αυτήν ή όπως ο διαμελισμένος Πέλοπας ξαναζωντάνεψε από την Κλωθώ ή τη Ρέα (Πινδ., Ολ., 1. 37-40). Το ίδιο και η πτώση στη θάλασσα και η αλλαγή του ονόματος αποκαλύπτουν μια γονιμοποιό τελετή, ανανεωτική των δυνάμεων αναπαραγωγής, ή τελετή καθαρμού. Εξάλλου, σε γιορτές προς τιμή της Ινούς το άγαλμά της ρίχνεται στη θάλασσα για να καθαριστεί και αναδύεται ως Λευκοθέα. Θα πρέπει λοιπόν ο μύθος να ήταν η αφηγηματική απόδοση του τελετουργικού της ρίψης του αγάλματος της θεότητας της βλάστησης, προκειμένου να ανανεωθεί από τα πολυκύμαντα νερά και να επιστρέψει με καινούριες δυνάμεις.
Ακόμη και ο μύθος για το πλύσιμο και τον εξαγνισμό της Ρέας στα νερά του ποταμού Λύμαιου μετά τη γέννηση του Δία μπορεί να αναγνωσθεί στο πλαίσιο που υφάνθηκε.
 
Να προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο στο θέμα: επιγραφή στην Κω καθόριζε ότι, αν το ιερό μολυνθεί από νεκρό, η ιέρεια έπρεπε να μεταφέρει την κουροτρόφο θεά στη θάλασσα για να την πλύνει εκεί και να αποκατασταθεί η διαφορά θείου και θνητού.
 
Αντίστοιχη με την καθαρτική και αναγεννητική ρίψη του αγάλματος στο νερό είναι και η «σκηνοθετική» γραμμή στο τελετουργικό της θεραπείας του ασθενούς με την κατάβασή του σε πηγές. Στόχος αυτής της κατάβασης είναι να δοθεί η εντύπωση στον ασθενή ότι κατεβαίνει στα έγκατα της γης για να αντλήσει από εκεί καινούρια ζωτικότητα. Η ανανέωση του ασθενούς είναι σωματική και ψυχική και από αυτή την άποψη η ιατρική των ναών είναι συνολική.
 
Τι είδους θεότητες είναι αυτές που εμπλέκονται σε γαμήλια λουτρά ή που το άγαλμά τους υφίσταται τελετουργικό καθαρμό με τη μετακίνηση του ακίνητου**; Πρόκειται για θεότητες που, ακόμη κι όταν είναι παρθένες, διατηρούν μιαν ιδιότυπη σχέση με τη σεξουαλικότητα. Η Αθηνά ήταν ταυτόχρονα παρθένος και μητέρα από τον Ήφαιστο του πρώτου βασιλιά της Αθήνας, του Εριχθόνιου-Ερεχθέα. Η Άρτεμις, η κατ' εξοχήν παρθένα θεά, συνδέεται με «ένα παράξενα ερωτικό, προκλητικό ιδανικό», γράφει ο Burkert. Η ονομασία νύμφη που της αποδίδεται χαρακτηρίζει θεότητες των πηγών, των ανθέων και των σπηλαίων που είναι αγνές, άθικτες, παρθένες. Νύμφες όμως χαρακτηρίζονται οι νέες γυναίκες στην πρώτη ερωτική σχέση τους, που σαν μελλόνυμφες της προσφέρουν*** τα κοριτσίστικα ρούχα και τα παιχνίδια τους. Τα κορίτσια στην ενηλικίωσή τους σχημάτιζαν χορευτικές ομάδες σε εορτές κυρίως προς τιμή της Αρτέμιδος, και αυτές οι γιορτές ήταν μια καλή ευκαιρία για τους νεαρούς να κάνουν γνωριμίες με κοπέλες (Πλούτ. Γυν. αρετ. 254a). Αλλά και στις Καρυές της Λακωνίας, τόπος αφιερωμένος στην Αρτέμιδα και τις Νύμφες, υπάρχει άγαλμα της Καρυάτιδος Αρτέμιδος στην ύπαιθρο, όπου κάθε χρόνο οι παρθένες των Λακεδαιμονίων στήνουν πανηγύρι και χορεύουν ένα είδος τοπικού χορού (Παυσ. Γ, 10, 7). Ο «χορός της Αρτέμιδος» γίνεται αφορμή να ενωθεί ο Ερμής με μια χορεύτρια (Ιλ. Π183), οι Διόσκουροι να αρπάξουν τις Λευκιππίδες, ο Θησέας την Ελένη. Οι μύθοι παραδίδουν ενώσεις όχι ακριβώς με την ίδια τη θεά αλλά με κοπέλες από τη συνοδεία της που κάποιες φορές τιμωρούνται από τη θεά για την απώλεια της παρθενιάς τους. Από την άλλη όμως, η Άρτεμη είναι γνωστή από την αγγειογραφία ως πότνια θηρών, κυρίαρχη θεότητα στο σύνολο της φύσης, μια δυνάμει μητέρα θεά.
 
Η Ήρα πάλι διατηρεί μιαν ιδιότυπη σχέση με τη μητρότητα: αν και σύζυγος του Δία, τα παιδιά που γεννά είναι δευτερεύουσες μορφές, ενώ ο Άρης θεωρείται από τον Δία ἒχθιστος από όλα τα παιδιά του (εξίσου αλλά διαφορετικά ιδιότυπη είναι η μητρότητα της Δήμητρας, συνδεδεμένη με την Κόρη, πριν και μετά την αρπαγή της από τον Πλούτωνα). Από την άλλη, ο Αλκαίος την αποκαλεί πάντων γενέθλα (απ. 129.7), γη δηλαδή που παράγει τα πάντα. Επιπλέον, σύμφωνα με μια παράδοση την Ήρα ανέθρεψαν οι Ώρες και όχι οι κόρες του ποταμού Αστερίωνα, γεγονός που αποδεικνύει τη σχέση της θεάς με τον ετήσιο κύκλο της σοδιάς και τη λατρεία της ως θεάς της γονιμότητας. Γιατί όμως παρθένος η μόνη γυναίκα που κάθεται δίπλα στον Δία ως νόμιμη σύζυγός του; Την απάντηση μπορούμε πάλι να την πάρουμε από τον Όμηρο, ο οποίος αναφέρεται στο σμίξιμο του Δία και της Ήρας πριν από τους γάμους τους, κρυφά από τους γονείς τους (Ξ, 296), οπότε, όταν έγινε επίσημα ο γάμος, η Ήρα έπρεπε να ξαναγίνει παρθένος (σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη (V, 72) η ερωτική ένωσή τους πριν από τον γάμο τους έγινε στην Κνωσό δίπλα στον Τερενό ποταμό). Πρόκειται λοιπόν για ένα λουτρό ανανεωτικό των δυνάμεων της θεάς, μια τελετή προφανώς αγροτικού χαρακτήρα για τη δύναμη της γης να ανανεώνεται κάθε φορά.
 
Από την άλλη, η Δήμητρα είναι κατεξοχήν μητέρα, ενώ η Αφροδίτη, πριν πάρει τις συγκεκριμένες ιδιότητες ως κόρη του Δία στο Ολυμπιακό Πάνθεο, ήταν κόρη του Ουρανού, παλαιότερη δηλαδή του Δία. Αλλά και ως κόρη του Δία και της Διώνης λατρευόταν στη Δωδώνη μαζί με τη μητέρα της. Δήμητρα και Κόρη, Αφροδίτη και Διώνη είναι δυάδες θεών, στις οποίες η κόρη είναι η ανανεωμένη μάνα.
 
Μέσα σε αυτόν τον κύκλο των γυναικείων θεοτήτων που συνδέονται με τελετουργικά λουτρά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η μία περίπτωση αφορά στο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία. Ο Παυσανίας παραδίδει ότι στην Ολυμπία οι «Φαιδρυνταί» (έτσι ονομάζονταν οι απόγονοι του Φειδία) πήραν ως προνόμιο από τους Ηλείους να καθαρίζουν το άγαλμα του Δία «από τον ρύπο που επικάθηται», αφού προηγηθεί θυσία στην Εργάνη (Ε, 14, 5) -εργάνη είναι ένα από τα επίθετα της Αθηνάς. Η άλλη περίπτωση αφορά στον ντόπιο θεό των Ηλείων Σωσίπολι, ο οποίος λατρευόταν στο ιερό της Ειλείθυιας στην Ολυμπία, στον λόφο του Κρόνου, στο εσωτερικό του οποίου απαγορευόταν να μπει οποιοσδήποτε εκτός από την ιέρεια της θεάς, που εδώ επονομάζεται Ολυμπία, και αυτή με καλυμμένο το κεφάλι και το πρόσωπο με λευκό πέπλο. Η ιέρεια εκλέγεται κάθε χρόνο για να υπηρετεί τη θεά, ζει στην αγνότητα, φέρνει νερό για το λουτρό του θεού και του παραθέτει πλακούντα ζυμωμένο με μέλι.
 
Η Πηνελόπη, όταν μιλά για τις κόρες του Πανδάρου, αναφέρει τις τρεις θεές****, την Ήρα, την Αφροδίτη, την Άρτεμη, σαν εκείνες που συνέβαλαν στο μεγάλωμα, την ανατροφή, την εξωτερική εμφάνιση, τον γάμο των κοριτσιών. Ο Πλούταρχος, πάλι, σημειώνει ότι οι νεόνυμφοι είχαν ανάγκη τον τέλειο Δία, την τέλεια Ήρα, την Αφροδίτη, την Πειθώ (Η Πειθώ είναι η έννοια της πειθούς θεοποιημένη. Θεωρείται θεότητα δευτερεύουσα, ενταγμένη στη συνοδεία της Αφροδίτης. Κάποτε θεωρείται κόρη της Άτης, δηλαδή της πλάνης και της τύφλωσης του νου, άλλοτε κόρη του Προμηθέα και αδελφή της Τύχης και της Ευνομίας, όλες προσωποποιημένες αξίες της πόλεως. (Παυσ. 1,22,3. Αισχ., Αγαμ. 385 κ.ε. Πλούτ., Περί της Ρωμ. τύχ. 4, 318b)) και προπάντων την Άρτεμη, την οποία επικαλούνται οι γυναίκες όταν τις πιάνουν οι ωδίνες του τοκετού και στην διάρκεια του ίδιου του τοκετού. Εξάλλου, κοντά στα νερά του Βαφύρα, ποταμού κοντά στο Δίον, και πάνω σε πανάρχαιες πηγές λατρευόταν η Άρτεμη ως θεά του τοκετού. Στην Ολυμπία λατρευόταν με ιερό στις εκβολές του Αλφειού και με το όνομα Άρτεμη Αλφειωτία. Συχνά λατρευόταν ως Ποταμία, Λιμνάτις ή Λιμναία και Ελεία: «Ιερά Αρτέμιδος πηγαί ναμάτων και κοίλαι νάπαι και ανθηροί λειμώνες» (Μάξιμος Τύριος 38.8). Όσο για τις εκβολές του Αλφειού είναι γεμάτες ιερά Αρτέμιδος, Αφροδίτης και Νυμφών (Στράβων 8.343). Οι θεές γονιμότητας της φύσης δεν είχαν ανάγκη από την ύπαρξη ναού. Η λατρεία γινόταν στην ύπαιθρο, όπου αρκούσε ένα ξόανο ή άγαλμα δίπλα στην πηγή ή στα κλαδιά ενός θάμνου ή δέντρου.
 
Για μια ακόμη φορά μπαίνει το ερώτημα: γιατί την Άρτεμη;
Η Άρτεμη ήταν υπεύθυνη για τον θάνατο επίγαμων παρθένων, και αυτό προφανώς αντανακλά την υποχρέωση της κοπέλας να απαρνηθεί την παρθενική της ιδιότητα με τον γάμο -στην Άρτεμη αφιέρωναν οι κοπέλες τα παιδικά τους παιχνίδια πριν από τον γάμο-, υποχρέωση που κάποιες φορές έπαιρνε τελετουργική μορφή: η μελλόνυμφη θυσίαζε στην Άρτεμη ένα ζώο που αποτελούσε υποκατάστατό της. Ο θάνατος της μελλόνυμφης, που στην τελετουργία είναι συμβολικός, εκφράζεται στον μύθο ως πραγματικός, εκφράζει δηλαδή με ακραία, βίαιη μορφή την ένταση και τις αντιφάσεις τις οποίες κρατά υπό έλεγχο η τελετουργία. Είναι γεγονός ότι η Άρτεμη «σκοτώνει» γυναίκες κάθε ηλικίας ή γυναίκες εύχονται να τις οδηγήσει στον θάνατο με τις σαϊτιές της (μητέρα της Ανδρομάχης, Ζ 428· μητέρα του Οδυσσέα, λ 172· Πηνελόπη, υ 61-63, 79· Αριάδνη, λ 325· κόρη του Ίσανδρου, Ζ 204-205…).
 
Ποιο λοιπόν είναι το νόημα αυτών των μύθων και των τελετουργιών; Προτού επιχειρήσουμε να δώσουμε μιαν απάντηση στο ερώτημα, θα προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο. Υπάρχουν κάποιες θεές που, όταν κάποιοι θνητοί τις βλέπουν να παίρνουν το λουτρό τους, χάνουν τη ζωή τους ή τυφλώνονται.
 
Ο γιος του Απόλλωνα Ερύμανθος τυφλώθηκε από την Αφροδίτη, γιατί είδε τη θεά γυμνή να λούζεται μετά την ένωσή της με τον Άδωνη. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του, ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και σκότωσε τον Άδωνη με ένα χτύπημα της οπλής του. Την όρασή του έχασε και ο Τειρεσίας, όταν ξάφνιασε την Αθηνά την ώρα που έκαμνε μπάνιο με τη μητέρα του, τη νύμφη Χαρικλώ, στην Ιπποκρήνη του Ελικώνα. Με τη ζωή του πλήρωσε ο Ακταίωνας τη σύμπτωση να βρεθεί σε ρεματιά του Κιθαιρώνα την ώρα που η Άρτεμη λουζόταν γυμνή μαζί με τις συνοδούς της. Οι τρεις θεές, Αφροδίτη, Αθηνά, Άρτεμη, εμπλέκονται, όπως είδαμε, σε υδάτινα τελετουργικά -εξάλλου και η γέννησή τους γίνεται σε υδάτινα περιβάλλοντα*****. Ποια όμως μπορεί να είναι η σημασία αυτής της τιμωρίας; Ποια σχέση μπορούμε να βρούμε στη στιγμή της τιμωρίας -ένα λουτρό-, με τη στιγμή της γέννησης της Αφροδίτης που πάντα κρύβεται πίσω από ένα ένδυμα που κρατούν Νύμφες. Ή με την Αφροδίτη του Πραξιτέλη που δείχνει τη γυμνή θεά να κρύβει με το χέρι της το αιδοίο, το οποίο όμως κάλλιστα θα μπορούσε να το δει ο πιστός αν τριγυρνούσε το άγαλμα έτσι όπως αυτό ήταν τοποθετημένο σε χώρο κυκλικό; Από την απαγόρευση και την τιμωρία στη θέαση του μυστικού της γέννησης, περνούμε στην ημιαποκάλυψη πριν την τελική απογύμνωση. Το μυστήριο της ζωής ήταν καλά κρυμμένο και δεν μπορούσε να το δει κανείς χωρίς να τιμωρηθεί ή χωρίς προηγουμένως να μυηθεί.
 
Ο Burkert υποστηρίζει ότι η ερμηνεία ως εξαγνισμού, νυφικού λουτρού, γαμήλιας τελετής δεν είναι διαφωτιστική και υποστηρίζει ότι η κίνηση του ακίνητου, δηλαδή του αγάλματος, γινόταν «σε κατάσταση ανάγκης, μέσω της οποίας εδραιώνεται με μεγαλύτερη ασφάλεια ο θεσμός, η τάξη της κανονικής ζωής, όταν κατόπιν η θεά επιστρέφει εξαγνισμένη στον παλαιό οίκο της». Θα συμφωνήσουμε με τον μεγάλο θρησκειολόγο, αλλά δεν βρίσκουμε τον λόγο να μην τα συνδέσουμε και με τη γονιμότητα και τη συνέχεια της γενιάς. Tο νερό αποκαλείται θηλύτατον, και από την άλλη δεν μπορεί να μην επισημάνει κανείς την παρουσία του νερού σε διάφορες γνωστές θεϊκές ιερογαμίες και να μην συσχετίσει το λουτρό των μελλονύμφων με τη γονιμότητα. Ο γάμος του πατέρα Ουρανού με τη Μεγάλη Μητέρα Γη έγινε κατά τη διάρκεια καταιγίδας (Αισχ. απ. 44, 1-5) και η ερωτική ένωση του Δία και της Ήρας στην κορυφή της Ίδης μέσα σε ένα χρυσό σύννεφο, από το οποίο έπεφταν στη γη χρυσές σταγόνες (Ιλ., Ξ, 292-351). Από την άλλη στη λήξη της τελετής των Ελευσινίων Μυστηρίων γέμιζαν κρατήρες προφανώς με νερό και τους άδειαζαν τον ένα στην ανατολή, τον άλλον προς τη δύση φωνάζοντας στον ουρανό βρέξε και προς τη γη σύλλαβε. Πρόκειται για τελετουργικό με σαφή γονιμοποιητικό χαρακτήρα, στα πλαίσια μιας γιορτής με κύριες σκηνές τον ιερό γάμο της Δήμητρας με τον Δία αλλά και τις σπονδές στους νεκρούς.
 
Επίσης, σε τελετουργίες για την επίκληση βροχής φαίνεται ότι παραπέμπει και ο μύθος της αρπαγής της εγγονής του Μίνωα και της Πασιφάης Απημοσύνης από τον Ερμή. Ο θεός ερωτεύτηκε το κορίτσι, αλλά αυτή συνέχεια του ξεγλιστρούσε. Για να την πιάσει, ο θεός έστρωσε φρεσκοδαρμένα τομάρια στον δρόμο απ' όπου θα περνούσε η κοπέλα κουβαλώντας νερό. Η κοπέλα γλίστρησε και ο Ερμής την έπιασε. Αυτός ο μύθος παραπέμπει στον αρχέγονο μύθο του κατακλυσμού, που έχει συνδεθεί με τελετουργίες για τη σπορά και την αρχή του νέου χρόνου, του ετήσιου κύκλου των εργασιών της κοινότητας.
 
Το ίδιο και ο μύθος για τη γέννηση του Ωρίωνα. Σύμφωνα με αυτόν, ο Υριέας, ιδρυτής της βοιωτικής Υρίας (πάνω από την Αυλίδα), υποδέχεται μια μέρα τους θεούς Δία, Ποσειδώνα, Ερμή, οι οποίοι, για να τον ανταμείψουν για τη φιλοξενία του, του ανακοινώνουν ότι θα πραγματοποιήσουν μια του επιθυμία. Ο Υριέας ζήτησε να γίνει πατέρας και τότε οι τρεις θεοί τον διέταξαν να γδάρει ένα βόδι, στο δέρμα του οποίου ουρούν· στη συνέχεια το θάβουν κάτω από τη γη. Σε εννέα μήνες γεννήθηκε ένα αγόρι που ο Υριέας ονόμασε Ωρίωνα σε ανάμνηση της προέλευσής του.
 
Θεωρούμε λοιπόν, συμφωνώντας με τη Lilly Kahil, ότι τα τελετουργικά αυτά βασίζονται σε ένα υπόστρωμα δοξασιών πλατιά διαδεδομένων που έχουν αγροτικό χαρακτήρα. Ή, για να το πούμε με τα λόγια του Mircea Eliade:
 
«Το νερό είναι φορέας σπερμάτων. Και η γη μεταφέρει σπέρματα, αλλά στη γη καθετί δίνει γρήγορα καρπό. Οι λανθάνουσες δυνάμεις και τα σπέρματα μένουν μερικές φορές για πολλούς κύκλους μέσα στο νερό πριν κατορθώσουν να εκδηλωθούν. Τα νερά βρίσκονται στην αρχή και στο τέλος κάθε κοσμικού γεγονότος. Κάθε εκδήλωση συντελείται πάνω από τα νερά και επανέρχεται στο αρχέγονο Χάος μέσα από ένα ιστορικό ή κοσμικό κατακλυσμό. Κάθε ζωτική εκδήλωση επιτελείται χάρη στην καρπερότητα της γης· κάθε μορφή γεννιέται από αυτή ζωντανή και σε αυτή επιστρέφει, τη στιγμή που η ζωή που της έχει προσδιοριστεί έχει εξαντληθεί· επιστρέφει για να ξαναγεννηθεί· πριν όμως ξαναγεννηθεί, πρέπει να αναπαυθεί, να εξαγνιστεί, να ανανεωθεί, η ζωντανή σαν είδος μορφή δεν εξαφανίζεται ποτέ κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας που τα νερά παρέχουν στη γη».
--------------------------
*Ινώ - Λευκοθέα
 
κατὰ δὲ τὴν ἐς τὸ πρυτανεῖον ὁδὸν Ἰνοῦς ἐστιν ἡρῷον, περὶ δὲ αὐτὸ θριγκὸς λίθων·πεφύκασι δὲ ἐπ᾽ αὐτῷ καὶ ἐλαῖαι. μόνοι δέ εἰσιν Ἑλλήνων Μεγαρεῖς οἱ λέγοντες τὸν νεκρὸν τῆς Ἰνοῦς ἐς τὰ παραθαλάσσιά σφισιν ἐκπεσεῖν τῆς χώρας, Κλησὼ δὲ καὶ Ταυρόπολιν εὑρεῖν τε καὶ θάψαι-θυγατέρας δὲ αὐτὰς εἶναι Κλήσωνος τοῦ Λέλεγος-, καὶ Λευκοθέαν τε ὀνομα- σθῆναι παρὰ σφίσι πρώτοις φασὶν αὐτὴν καὶ θυσίαν ἄγειν ἀνὰ πᾶν ἔτος.
Στον δρόμο προς το πρυτανείο (στα Μέγαρα) υπάρχει ηρώο αφιερωμένο στην Ινώ και γύρω από αυτό λίθινος θριγκός, όπου έχουν φυτρώσει και ελιές. Και μόνοι από όλους τους Έλληνες οι Μεγαρείς ισχυρίζονται ότι η σωρός της Ινούς ξεβράστηκε στις ακτές της χώρας τους και ότι η Κλησώ και η Ταυρόπολη, τη βρήκαν και την έθαψαν -πρόκειται για τις κόρες του Κλήσωνα, του γιου του Λέλεγα. Και πρώτοι αυτοί την ονόμασαν Λευκοθέα και καθιέρωσαν προς τιμή της θυσίες μια φορά τον χρόνο. (Παυσανίας, 1 (Αττικά), 42, 7)
 
Η Ινώ/Λευκοθέα σώζει τον Οδυσσέα από τη θύελλα που ξεσήκωσε ο Δίας, όταν ο ήρωας ήταν πια κοντά στη γη των Φαιάκων. Τον συμβούλεψε να βγάλει τα ρούχα που του είχε δώσει η Καλυψώ και που τον βάραιναν πολύ, να απλώσει κατάστηθα «τ' αθάνατο μαντήλι» και να εγκαταλείψει το σκαρί του. Και όταν θα φτάσει κολυμπώντας στη γη των Φαιάκων να λύσει το πανί και να το αφήσει στα κύματα χωρίς όμως ο ίδιος να βλέπει (Οδ. ε 348-369).
Υπάρχει και μια άλλη Λευκοθέα, η Αλία/Λευκοθέα. Η Αλία ήταν αδελφή των Τελχίνων που μαζί με την Κάφειρα ανέθρεψαν τον Ποσειδώνα. Ο Ποσειδών ερωτεύτηκε την Αλία από την οποία απέκτησε έξι αρσενικά παιδιά και μια κόρη, τη Ρόδο. Τα παιδιά αυτά εμπόδισαν την Αφροδίτη που ταξίδευε από τα Κύθηρα στην Κύπρο να προσορμιστεί. Η θεά τους έριξε μανία και στην αλλοφροσύνη τους βίασαν τη μητέρα τους και διέπραξαν πολλές βιαιότητες σε βάρος των ντόπιων. Όταν ο Ποσειδών έμαθε τις ντροπές τους, τους έκρυψε κάτω από τη γη και ονομάστηκαν Προσηώοι δαίμονες (=ανατολικοί). Η Αλία έπεσε μόνη της στη θάλασσα, μετονομάστηκε σε Λευκοθέα και δέχτηκε θεϊκές τιμές από τους ντόπιους.
 
**Τελετουργία και φιλοσοφία
Το άγαλμα μετακινείται από τη θέση όπου τοποθετήθηκε κάποια στιγμή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, έκτακτες ή τακτικές και προγραμματισμένες. Πόσο μπορεί να συνετέλεσε το τελετουργικό της κίνησης του ακίνητου στη διαμόρφωση της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη για το πρώτο κινούν ακίνητο; Συνηθίζεται να λέγεται ότι:
 
«στο Λ [των Μετά τα φυσικά] τα επιχειρήματα του Αριστοτέλη για την ύπαρξη του Θεού είναι τόσο απομακρυσμένα από τις λαϊκές θρησκευτικές δοξασίες ώστε δεν διαφαίνεται κανένα στοιχείο συμβιβασμού με τη νοημοσύνη ή τις προκαταλήψεις του ακροατηρίου του και στηρίζονται σε αρχές θεμελιωμένες στη μεταφυσική του.» (Ross 1991, σ. 255)
 
Καμία αντίρρηση. Όμως γιατί να αρνηθούμε έστω και «εικονικές» επιρροές, με την έννοια των προσλαμβανουσών παραστάσεων από την καθημερινή ζωή ενός Αθηναίου πολίτη που ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις γίνεται μάρτυρας των θρησκευτικών εορτών που διοργανώνει η πόλη του; Ο Αριστοτέλης είχε διατυπώσει την άποψη ότι έστι τι αεί κινούμενον κίνησιν άπαυστον, δηλαδή ο έναστρος ουρανός (Μετά τα φυσικά 1072 a 22). Υπάρχει όμως κάτι που τον κινεί χωρίς το ίδιο να κινείται. Υπάρχει δηλαδή ένα πρώτο κινούν ακίνητον που πρέπει να είναι αιώνιο, ουσιαστικό, ενεργεία ον. Στο ερώτημα πώς μπορεί να παράγει κίνηση χωρίς να κινείται, τη στιγμή που η φυσική παραγωγή κίνησης προϋποθέτει την αμοιβαία επαφή κινούντος και κινουμένου, μιαν αντίδραση του κινούντος στο κινούν (Φυσικά 202 a 3-7), ο φιλόσοφος απαντά πως το ακίνητο κινούν, που είναι άτοπο, πρέπει να παράγει κίνηση κατά τρόπο μη φυσικό, δηλαδή ως αντικείμενο επιθυμίας. Στην περίπτωση του αγάλματος της θεότητας που εγκατοικεί στον ναό (<ναίω=κατοικώ), αφού προηγουμένως λατρευόταν όχι σε συγκεκριμένο τόπο ούτε και με συγκεκριμένη μορφή, έχουμε κατ' εξαίρεση την κίνηση αυτού που παραμένει ακίνητο και του οποίου η κίνηση προκαλείται από την επιθυμία των ανθρώπων για ανανέωση των σχέσεων με τη θεότητα και εμπλεκόμενοι σε τελετουργικά που αφορούν στην ίδια τη δυνατότητα της ζωής να ανανεώνεται αλλά και στην ανάγκη του ανθρώπου για ψυχικό καθαρμό, στον οποίο συμβάλλει ο σωματικός καθαρμός, ύστερα από ιδιαίτερα οδυνηρές στιγμές για τον άνθρωπο ατομικά και στο πλαίσιο της κοινότητας.
 
***Προσφορές στο μεταίχμιο
«H εγκατάλειψη της παιδικής ηλικίας δηλώνεται με την παράδοση της σφαίρας και την κοπή των μαλλιών, που μπορούν να θεωρηθούν πραγματικά τελετουργικές πράξεις, με την παράσταση του κοριτσιού που τοποθετεί τον πέπλο στο μπαούλο (κιβωτός), που προσφέρει γλυκίσματα ή παίρνει το λουτρό της και αφιερώνεται στην «κοσμητική» προετοιμασία για τον γάμο»(Emanuele Greco, Αρχαιολογία της Μεγάλης Ελλάδας. Μετάφραση Κώστας Σουέρεφ. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 2001, σ. 231).
Ίσως ακριβώς αυτό να κάνει η κοπέλα που παριστάνεται σε τοιχογραφία από την Πομπηία. Σημειωτέον ότι σε αναγεννησιακούς πίνακες του Βορρά και του Νότου, ενώ σε πρώτο πλάνο παριστάνεται μια γυμνή Αφροδίτη, σε δεύτερο πλάνο βλέπουμε νεαρές κοπέλες να στέκονται γονατιστές μπροστά σε ένα μπαούλο και να σκύβουν σε αυτό σαν να ψάχνουν κάτι ή σαν να εναποθέτουν κάτι. Είναι πιθανό ότι και στα τρία έργα, όπως και σε άλλα (λ.χ. στην Άνοιξη του Sandro Botticelli, στις δύο γυναικείες μορφές δεξιά), αποτυπώνονται δύο χρονικές στιγμές, δύο περίοδοι της γυναίκας, πριν και μετά τον γάμο· αποτυπώνεται το χρέος και ο ρόλος του θηλυκού να μετασχηματιστεί από κορίτσι σε γυναίκα προορισμένη να τεκνοποιήσει, και μάλιστα χωρίς αντίρρηση -γι' αυτό ίσως ως και από το στόμα της κοπέλας δεξιά στον πίνακα του Boticcelli βγαίνουν λουλούδια και όχι λόγια.
 
****Άρτεμη, Ήρα, Αφροδίτη
 
Η Πηνελόπη λέει:
 
απ' τους θεούς ορφάνεψαν [οι κόρες του Πανδάρου] κι απόμειναν στο σπίτι
έρμες και τις μεγάλωσε η θέισσα Αφροδίτη
και με τυρί τις έθρεφε, γλυκό κρασί και μέλι.
Κι η Ήρα, γνώση κι ομορφιά τους χάρισε, όπως άλλες
δεν είχανε, κι ανάστημα η Άρτεμη η παρθένα.
Κι όσο να πάει στον Όλυμπο η θέισσα Αφροδίτη
για να ζητήση τη χαρά του γάμου για τις κόρες,
απ' το μεγαλοδύναμο τον παντογνώστη Δία
(υ 67-74)
 
Στο ρ 36-37 (και στο τα 53-54) της Οδύσσειας η Πηνελόπη βγαίνει από το δωμάτιό της «όμοια με την Άρτεμη ή τη χρυσή Αφροδίτη». Ο συνδυασμός των δύο αυτών θεαινών απαντά στον Όμηρο μόνο στην τελετή του γάμου. Όταν ο Όμηρος παινεύει τη Ναυσικά παρομοιάζοντάς την με την Άρτεμη το λέγει για ένα ανύπαντρο κορίτσι (ζ 109) που όμως προετοιμάζεται για γάμο (ζ 27-35).
 
*****Γέννηση σε υδάτινα περιβάλλοντα
Θυμίζουμε την ανάδυση της Αφροδίτης από τη θάλασσα· τη γέννηση της Άρτεμης στη Δήλο αλλά και το γεγονός ότι παλιά λατρευόταν ως θαλάσσια θεότητα· τη γέννηση της Αθηνάς, σύμφωνα με ορισμένες εκδοχές, στον ποταμό Τρίτωνα (Απολλόδ. 1.3.6) ή δίπλα στη λίμνη Τρίτων στη Λιβύη (Ευρ. Ίων, 872), της οποίας θεός ήταν ο Τρίτων (Ηρόδ., 4, 179) -γι' αυτό και προσδίδουν στη θεά τα επίθετα Τριτωνία, Τριτογενής και Τριτογένεια (Ιλ. Δ., 515· Θ, 39· Χ, 183· Οδ. γ, 378· Ης., Θεογ., 895, 924). Σύμφωνα και με τον Παυσανία (9, 33, 7) ο Τρίτωνας είναι χείμαρρος στη Βοιωτία που χύνεται στη λίμνη Κωπαΐδα. Όμως αναφέρονται λίμνες και ποτάμια με την ίδια ονομασία και στην Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Αρκαδία. Αλλά και στην Αλίφηρα, τον κατ' εξοχήν θεωρούμενο τόπο γέννησης της Αθηνάς, δίπλα στον βωμό του Λεχεάτη Δία, υπήρχε πηγή που λεγόταν Τριτωνίδα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο συσχετισμός της Αθηνάς με θεότητα της θάλασσας αμέσως με τη γέννησή της, κάτι που απηχεί την προολυμπιακή κοινή λατρεία της Αθηνάς με τον Ποσειδώνα. Ακόμη και τα επίθετα Τριτωνία, Τριτογενής και Τριτογένεια είναι λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τον Τρίτωνα, την Τριτωνίδα, την Αμφιτρίτη, την τρίαινα (λέξεις που συνδέονται με λίμνες, ποτάμια, παραθαλάσσιες ή παραποτάμιες πόλεις), κάτι που επιτρέπει την υπόθεση ότι η ρίζα τριτ- στη γλώσσα των Προ- ή Παλαιοελλήνων ήταν συνδεδεμένη με το νερό.
 

Νίτσε: Το παιδί με τον καθρέφτη

Ο Ζαρατούστρα γύρισε πάλι πίσω στο βουνό και στη μοναξιά της σπηλιάς του και αποτραβήχτηκε από τους ανθρώπους: περιμένοντας, σα σπορέας, που έχει ρίξει το σπόρο του.

Μα η ψυχή του γιόμισε από ανυπομονησία και επιθυμία γι' αυτούς που αγαπούσε: γιατί είχε να τους δώσει. Πολλά ακόμη.

Αυτό ακριβώς είναι το πιο δύσκολο: να κλείσεις το ανοιχτό χέρι σου από αγάπη και σαν δωρητής να σώσεις τη ντροπαλοσύνη σου.

Έτσι περάσανε μήνες και χρόνια για τον ερημίτη, μα η σοφία του μεγάλωσε κ' η αφθονία της του έφερνε πόνο.

Μα ένα πρωί ξύπνησε πριν από την αυγή κιόλας, συλλογίστηκε για ώρα και ώρα, στο γιατάκι του, και στο τέλος μίλησε στην καρδιά του:

«Γιατί τρόμαξα, άραγε, τόσο, στ' όνειρό μου, και ξύπνησα; Δεν ήρθε κοντά μου ένα παιδί που κρατούσε έναν καθρέφτη;

Ω Ζαρατούστρα – μου είπε το παιδί – κοιτάξου στον καθρέπτη!

Μα όταν κοίταξα στον καθρέπτη, φώναξα, ξαφνικά, κ' η καρδιά μου ταράχτηκε: γιατί δεν είδα μέσα μου το προσωπό μου, παρά το μορφασμό και το σαρκαστικό γέλιο ενός διαβόλου.

Αληθινά, καταλαβαίνω πολύ καλά το σημάδι και το προμήνυμα του ονείρου: Η διδασκαλία μου βρίσκεται σε κίνδυνο, η είρα θέλει να την πούνε στάρι.

Οι εχθροί μου έγιναν δυνατοί και παραμόρφωσαν τη διδασκαλία μου, έτσι που κ' οι πιο αγαπημένοι μου θα πρέπει να ντρέπονται για τα δώρα που τους έδωσα.

Έχασα τους φίλους μου, ήρθε η στιγμή ν' αναζητήσω τους Χαμένους μου!»

Με τα λόγια αυτά πετάχτηκε πάνω ο Ζαρατούστρα, μα όχι σαν άνθρωπος που αγωνιά και γυρεύει αέρα, παρά πιότερο σαν οραματιστής και σαν τραγουδιστής, που τον κέντρισε ο οίστρος. Ξαφνιασμένοι τον κοίταζαν ο αετός του κι ο όφις του, γιατί της χαραυγής όμοια, πάνω στη θωριά του είχε απλωθεί μια ερχόμενη ευτυχία.

Τι μου συνέβηκε, αλήθεια, ζώα μου; – είπε ο Ζαρατούστρα. Δεν άλλαξα; Δεν μου 'ρθε η ευδαιμονία σαν ανεμική;

Τρελή 'ναι η ευτυχία μου και τρέλες θα πει: είναι πολύ νέα ακόμα – γι' αυτό έχε υπομονή μαζί της!

Η ευτυχία μου με πλήγωσε: ας μου γίνουν γιατροί όσοι υποφέρουν!

Πρέπει να ξανακατεβώ στους φίλους μου, και στους εχθρούς μου επίσης! Ο Ζαρατούστρα πρέπει να μιλήσει πάλι και να χαρίσει και να κάμει το πιο αγαπημένο στους αγαπημένους.

Η ανυπόμονη αγάπη μου κυλά σε ποτάμια, παντού σ' ανατολή και δύση. Από σιωπηλό βουνό και από καταιγίδες του πόνου κελαρύζει η ψυχή μου κατά τις κοιλάδες.

Πάρα πολύν καιρό λαχτάρησα τον ευατό μου και κοίταζα μακρυά. Πάρα πολύ καιρό ανήκα στη μοναξιά: έτσι ξέμαθα τη σιωπή.

Ένα στόμα έγινα όλόκληρος, και κελάρυσμα έγινα ενός ρυακιού που πέφτει από ψηλά βράχια: χαμηλά, στις κοιλάδες, θέλω να ξαμολύσω τον λόγο μου.

Κι ας ξαμολυθεί το ποτάμι της αγάπης μου σ' αδιέξοδα! Πως είναι δυνατό να μη βρεί ένα ποτάμι, κάποτε, τον δρόμο του προς τη θάλασσα!

Κι ας ξαμολυθεί το ποτάμι της αγάπης μου σ' αδιέξοδα! Πως είναι δυνατό να μη βρεί ένα ποτάμι, κάποτε, τον δρόμο του προς τη θάλασσα!

Μέσα μου είναι μια λίμνη, μια μοναχική, αυτάρκης λίμνη, μα το ποτάμι της αγάπης μου κυλάει μαζί της προς τα κάτω – κατά τη θάλασσα!

Καινούργιους δρόμους θα πάρω, καινούργιοι λόγοι μου έρχονται, κουράστηκα, σαν όλους τους δημιουργούς, από τις παλιές γλώσσες. Το πνεύμα μου δε θέλει να περπατήσει πιά πάνω σε πατημένες σιόλες.

Kάθε λόγος πάει για μένα πολύ αργά: – στ' άρματα σου πηδώ, θύελλα! Και σένα ακόμα να μαστιγώσω, με την κακία μου!

Σαν κραυγή και σαν αλαλαγμός θέλω πλατειές θάλασσες να περάσω, ίσαμε να βρω τα μακάρια νησιά, όπου μένουν οι φίλοι μου:

Κι ανάμεσά τους οι εχθροί μου! Πόσο αγαπώ τώρα κάθε έναν που μπορώ να του μιλήσω μόνο! Ακόμη κ' οι εχθροί μου ανήκουνε στην ευδαιμονία μου.

Κι όταν θέλω ν' ανεβώ στο πιο άγριο άλογο μου, το σπαθί μου με βοηθά πάντα κατά τον καλύτερο τρόπο: αυτό "ναι όλο τον καιρό ο έτοιμος υπηρέτης του παιδιού μου"

Το σπαθί, που σφεντονίζω εναντίον των εχθρών μου! Πόσο ευγνωμονώ τους εχθρούς μου, που μπορώ να τους το σφεντονίσω, επιτέλους!

Πάρα πολύ μεγάλη ήταν η μετέωρη ανησυχία του σύννεφού μου: θέλω να ρίξει χαλάζι, ανάμεσα στα γέλια των κεραυνών του.

Τότε, το στήθος μου θα φουσκώσει με δύναμη, με δύναμη θα φυσήξει τη θύελλά του επάνω από τα βουνά: έτσι θ' αλαφρώσει.

Αληθινά, θύελλας μοιάζοντας έρχεται η ευτυχία μου κ" η ελευθερία μου! Μα οι εχθροί μου θα πιστέψουν, ότι το Κακό λυσσομανά πάνω από τα κεφάλια τους.

Ναι, και εσείς ακόμη θα τρομάξετε, φίλοι μου, με την άγρια σοφία μου, κ' ίσως φύγετε μακρυά της μαζί με τους εχθρούς μου.

Αχ, να 'ξερα να σας τραβήξω με τη φλογέρα του βοσκού. Αχ, να μάθαινε η λιόντισσα σοφία μου να μουγκρίζει τρυφερά. Πόσα δε μάθαμε ως τα τώρα μαζί!

Η άγρια σοφία μου γκαστρώθηκε πάνω στα ερημικά βουνά, πάνω σε τραχειές πέτρες γέννησε το μικρότερο από τα παιδιά της παιδί.

Τώρα τρέχει τρελά μέσα από την σκληρήν ερημιά να αναζητά, κι αναζητά τρυφερό χορτάρι – η άγρια γριά σοφία μου!

Πάνω στο μαλακό χορτάρι της καρδιάς σας, φίλοι μου! – πάνω στην αγάπη σας λαχταρά να βάλει να πλαγιάσει το πιο αγαπημένο παιδί της!

Έτσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα.

Ν. Καζαντζάκης: Ο Ζορμπάς μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο

«Στη ζωή μου, οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα· από τους ανθρώπους, ζωντανούς και πεθαμένους, πολύ λίγοι βοήθησαν τον αγώνα μου.
 
Όμως, αν ήθελα να ξεχωρίσω ποιοι άνθρωποι αφήκαν βαθύτερα τ’ αχνάρια τους στην ψυχή μου, ίσως να ξεχώριζα τρεις τέσσερις: τον Όμηρο, τον Μπέρξονα, το Νίτσε και το Ζορμπά...
 
Ο Ζορμπάς μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο...
 
Γιατί αυτός είχε ό,τι χρειάζεται ένας καλαμαράς για να σωθεί: την πρωτόγονη ματιά που αδράχνει ψηλάθε σαϊτευτά τη θροφή της, τη δημιουργικιά, κάθε πρωί ανανεούμενη, αφέλεια, να βλέπει ακατάπαυτα για πρώτη φορά τα πάντα και να δίνει παρθενιά στα αιώνια καθημερινά στοιχεία – αγέρα, θάλασσα, φωτιά, γυναίκα, ψωμί σα να ’χε μέσα του μια δύναμη ανώτερη από την ψυχή, και τέλος το άγριο γάργαρο γέλιο από βαθιά πηγή, βαθύτερο από το σπλάχνο του ανθρώπου, που ανατινάζουνταν απολυτρωτικό στις κρίσιμες στιγμές από το γέρικο στήθος του Ζορμπά, ανατινάζουνταν και μπορούσε να γκρεμίσει - και γκρέμιζε - όλους τους φράχτες – ηθική, θρησκεία, πατρίδα – που άσκωσε γύρα του ο κακομοίρης ο άνθρωπος για να κουτσοπορέψει ασφαλισμένα τη ζωούλα του...».
 
Νίκος Καζαντζάκης, ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ

Πώς να ερωτευθείτε χωρίς να χάσετε την ανεξαρτησία σας

Σε όλη μας τη ζωή, έχουμε με κάποιο τρόπο επιθυμήσει να μας θέλουν, να μας ποθούν, να μας φροντίζουν, να μας «νταντεύουν» χωρίς καμία προσπάθεια από την πλευρά μας, από ανθρώπους δυνατότερους από εμάς που έχουν κάνει εμάς επίκεντρό τους. Ασχέτως του πόσο δυνατοί, τρυφεροί, υπεύθυνοι είμαστε, όλοι θέλουμε να μας νοιάζονται και να μας φροντίζουν.

Για τους περισσότερους από εμάς αυτές οι επιθυμίες και τα συναισθήματα δεν κυριαρχούν στη ζωή μας ολοκληρωτικά. Αλλά όταν το κάνουν και καθορίζουν την ύπαρξή μας, τότε δεν έχουμε απλά ανάγκες εξάρτησης, αλλά είμαστε πραγματικά εξαρτημένοι. «Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα», «Με ολοκληρώνεις», «Σε χρειάζομαι επειδή σ’ αγαπώ», «Σ’ αγαπώ επειδή σε χρειάζομαι». Τέτοιες δηλώσεις δεν περιορίζονται μόνο στα απλά καθημερινά ζευγάρια, αλλά έχουν ρομαντικοποιηθεί ανηλεώς σε ταινίες του Χόλιγουντ και του Μπόλυγουντ.

Το δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα μεταφράζεται στο σ’ αγαπώ τόσο πολύ. Κάτι πολύ λάθος και παθολογικό δηλαδή. Αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί και παρασιτισμός, όχι έρωτας και όχι αγάπη. Όταν η επιβίωσή μας προϋποθέτει την ύπαρξη ενός άλλου ατόμου, η ελευθερία καταλύεται. Δεν υπάρχει επιλογή. Η σχέση γίνεται μια αναγκαιότητα. Η εξάρτηση μπορεί να προσδιοριστεί ως η ανικανότητα να βιώσουμε ολοκλήρωση ή να λειτουργούμε επαρκώς χωρίς τη βεβαιότητα ότι κάποιος θα μας φροντίσει και θα τρέξει για εμάς.

Σε μια υγιή σχέση, υπάρχει φυσιολογικά μια διαφοροποίηση ρόλων, ένας αποτελεσματικός καταμερισμός εργασίας ανάμεσά τους. Τα υγιή ζευγάρια ενστικτωδώς θα αλλάξουν ρόλους ανά κάποιες περιόδους. Ο ένας μπορεί να μαγειρεύει και να κάνει περισσότερες εργασίες, ενώ ο άλλος μπορεί να εργάζεται περισσότερο και το ανάποδο.

Αυτή η διαδικασία, για παράδειγμα, εξαφανίζει την αμοιβαία εξάρτηση. Αλλά για τους εξαρτημένους ανθρώπους, η απώλεια του άλλου είναι μια τόσο τρομακτική προοπτική, που αναζητούν να αυξήσουν παρά να μειώσουν την αμοιβαία εξάρτηση ώστε να καταλήξουν να καταστήσουν τη σχέση μια παγίδα και όχι μια όαση.
Αν μεγαλώσατε σε ένα σπιτικό, όπου οι γονείς σας παραμελούσαν, σας κακοποιούσαν ή δεν σας αγαπούσαν αρκετά, είναι πιθανό να έχετε μπει στην ενήλικη ζωή με μια βαθιά αίσθηση ανασφάλειας. Οι συνηθισμένες φράσεις είναι «δεν νιώθω αρκετός, αρκετή», «δεν αγαπιέμαι αρκετά από κανέναν». Αλλά αφού απορροφήσετε αυτές τις πληροφορίες, προσπαθήστε να καταλάβετε ότι αν «πεθαίνετε» και ικετεύετε για έρωτα, φροντίδα, προσοχή και προσκολλάστε στον έρωτα σαν μια σανίδα σωτηρίας, θα καταλήξετε σε μια χειρότερη κατάσταση.

Η απελπισία να διατηρήσουμε και να κρατηθούμε από μια σχέση οδηγεί σε μια χειριστική και σκληρή συμπεριφορά που θα καταστρέψει τη σχέση που τόσο προσπαθείτε να κρατήσετε στη ζωή. Η εξάρτηση εμφανίζεται ως αγάπη επειδή είναι μια δύναμη που κάνει τους ανθρώπους να προσδένονται ο ένας πάνω στον άλλο. Αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι αγάπη, είναι μια μορφή αντι-αγάπης. Αναζητά να λάβει, παρά να δώσει. Θρέφει το πατρονάρισμα και όχι την εξέλιξη. Θέλει να παγιδεύσει, να περιορίσει και όχι να απελευθερώσει. Στο τέλος καταστρέφει.

Συνεπώς, χρειάζεται να θυμάστε ένα μόνο πράγμα όταν ξεκινάτε μια σχέση, ακόμα κι όταν βγαίνετε ένα πρώτο ραντεβού: δεν χρειάζεται να θυσιάσετε την ανεξαρτησία σας στο βωμό του έρωτα. Αν θέλετε να είστε και οι δύο αυθεντικά ευτυχισμένοι, χρειάζεται να μείνετε αυτάρκεις, να μη χάσετε τη μονάδα μέσα στην ομάδα.

Επίκτητος: Η βούληση μας βοηθά να εναρμονιστούμε με τη φύση και την ελευθερία

Ο Επίκτητος χαρακτηρίζει με διάφορους τρόπους την τέλεια ζωή ενός ελεύθερου ανθρώπου. Μία από τις εκφράσεις που χρησιμοποιεί είναι «διατηρώ τη βούλησή μου σε αρμονία με τη φύση» (Εγχειρίδιον 4). Η λέξη που μεταφράζω ως «βούληση» (προαίρεσης στο πρωτότυπο) μπορεί επίσης να αποδοθεί ως «απόφαση» ή «επιλογή».

Η αρχαιοελληνική λέξη καλύπτει τόσο τον γενικό χαρακτήρα ενός ανθρώπου όσο και την ιδιαίτερη εφαρμογή μιας επιλογής και απόφασης. Οι πρώτοι στωικοί την αποκαλούσαν ψυχολογική ικανότητα της «συγκατάθεσης». Κατακτούμε την αρμονία με τη φύση και την ελευθερία εστιάζοντας τον νου μας ή τη βούληση ή τη συγκατάθεσή μας στα πράγματα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε (πόθους, κρίσεις, κίνητρα) και προσαρμοζόμενοι στα υπόλοιπα με τη βοήθεια της λογικής και της κατανόησης της εξωτερικής φύσης.

Άλλο ένα δημοφιλές μοτίβο αφορά στη στωική έννοια των εντυπώσεων ή εμφανίσεων (φαντασίαι στα αρχαία ελληνικά). Δεν πρόκειται απλώς για σκέψεις που απορρέουν από τη φαντασία, αλλά για όλα όσα μας έρχονται στο νου συνεχώς, είτε βιώνουμε πράγματα που μας επηρεάζουν μέσω των αισθήσεών μας, είτε σκέψεις που σκόπιμα φέρνουμε στον νου είτε ιδέες που απλώς προκύπτουν ακούσια (Εγχειρίδιον 1, Διατριβαί 7).

Οι εντυπώσεις μπορεί να είναι σαφείς ή θολές, αληθινές ή ψευδείς, απλές σαν την εικόνα ενός σκύλου, φανταστικές σαν τον Σούπερμαν και πολύπλοκες σαν τη σκέψη μιας μαύρης τρύπας στο διάστημα. Το εύρος των εντυπώσεων είναι απεριόριστο, αλλά εκείνο που ενδιαφέρει κυρίως τον Επίκτητο είναι τα είδη πνευματικών γεγονότων που προκαλούν την αυτονομία και τη γαλήνη μας, επειδή είναι χρωματισμένα με έντονα συναισθήματα που μπορούν να μας παρασύρουν.
Όλοι μας επηρεαζόμαστε κάθε τόσο από τέτοιου είδους εντυπώσεις και οι εμπειρίες αυτές, από μόνες τους, είναι συχνά αυθόρμητες και εκτός του άμεσου ελέγχου μας – μια ερωτική φαντασίωση, μια κρίση πανικού, μια ανησυχία για την υγεία μας ή για την οικογένειά μας, άγχος για την κατάσταση του κόσμου και πάει λέγοντας.

Εκείνο που ο Επίκτητος επιμένει ότι πρέπει να κάνουμε, ώστε να ζήσουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, είναι να αντιμετωπίσουμε τις εντυπώσεις μας, ιδιαίτερα εκείνες που μας ενοχλούν, και να προσαρμοστούμε ώστε να τις διαχειριστούμε, να τις ερμηνεύσουμε, να κατανοήσουμε γιατί εμφανίζονται και άρα να τις θέσουμε, ή τουλάχιστον να θέσουμε τον τρόπο που ανταποκρινόμαστε σε αυτές, υπό τον έλεγχο της βούλησής μας και υπό την ικανότητα της συγκατάθεσης (Διατριβαί, 7, 9).

Η ιστορία της σκλήρυνσης της καρδιάς του Φαραώ

Στην πρακτική της ζωής ο βαθμός ελευθερίας επιλογής διαφέρει κάθε δεδομένη στιγμή. Αν ο βαθμός ελευθερίας να επιλέξω το καλό είναι μεγάλος, απαιτείται μικρότερη προσπάθεια να επιλέξω το καλό. Αν είναι μικρότερος, απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια, βοήθεια από τους άλλους και ευνοϊκές συνθήκες.

Ένα κλασικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι η μυθολογική βιβλική ιστορία της αντίδρασης του Φαραώ στο αίτημα να απελευθερώσει τους Εβραίους. Φοβάται τα όλο και περισσότερα βάσανα που βρίσκουν τον ίδιο και τον λαό του- υπόσχεται να αφήσει ελεύθερους τους Εβραίους· αλλά με το που ο επικείμενος κίνδυνος εξαφανίζεται, «η καρδιά του σκληραίνει» και αποφασίζει να μην τους απελευθερώσει. Αυτή η διαδικασία της σκλήρυνσης της καρδιάς είναι το κεντρικό ζήτημα στη συμπεριφορά του Φαραώ. Όσο περισσότερο αρνείται να επιλέξει το σωστό, τόσο σκληραίνει η καρδιά του. Κανένα βάσανο, όσο έντονο κι αν είναι, δεν μπορεί να αλλάξει αυτή τη μοιραία εξέλιξη, και τελικά καταλήγει στη δική του καταστροφή και την καταστροφή του λαού του. Δεν υπέστη ποτέ αλλαγή στην καρδιά του, επειδή αποφάσιζε μόνο με βάση τον φόβο· και λόγω αυτής της έλλειψης αλλαγής, η καρδιά του σκλήρυνε ακόμη πιο πολύ, μέχρι που δεν του απέμεινε καμία ελευθερία επιλογής.

Η ιστορία της σκλήρυνσης της καρδιάς του Φαραώ συνιστά απλώς μια ποιητική έκφραση αυτού που παρατηρούμε καθημερινά αν κοιτάξουμε την εξέλιξη τη δική μας αλλά και των άλλων. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Ένα λευκό αγόρι οκτώ ετών έχει έναν μικρό φίλο, τον γιο μιας έγχρωμης υπηρέτριας. Η μητέρα του δεν θέλει να παίζει με τον μικρό νέγρο και λέει στον γιο της να σταματήσει να κάνει παρέα μαζί του. Το παιδί αρνείται. Η μητέρα του υπόσχεται να τον πάει στο τσίρκο αν υπακούσει και το παιδί ενδίδει. Αυτό το βήμα της αυτοπροδοσίας και της αποδοχής της δωροδοκίας κάνει κάτι στο μικρό αγόρι. Νιώθει ντροπή, η αίσθηση της ακεραιότητάς του έχει πληγωθεί, έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του. Ωστόσο, δεν έχει συμβεί τίποτα το ανεπανόρθωτο. Δέκα χρόνια αργότερα ερωτεύεται μια κοπέλα- δεν είναι ένα απλό ξελόγιασμα. Και οι δύο αισθάνονται έναν βαθύ ανθρώπινο δεσμό που τους ενώνει, αλλά η κοπέλα ανήκει σε κατώτερη κοινωνική τάξη από την οικογένεια του αγοριού. Οι γονείς του δεν θέλουν τον αρραβώνα και προσπαθούν να τον μεταπείσουν. Όταν βλέπουν ότι παραμένει ανένδοτος, του υπόσχονται ένα ταξίδι έξι μηνών στην Ευρώπη αν περιμένει να επισημοποιήσει τον αρραβώνα μετά την επιστροφή του. Εκείνος αποδέχεται την προσφορά. Συνειδητά πιστεύει ότι το ταξίδι θα του κάνει πολύ καλό – και φυσικά ότι δεν θα αγαπάει την κοπέλα του λιγότερο όταν επιστρέψει. Ωστόσο, τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι. Βλέπει πολλές άλλες κοπέλες, είναι πολύ δημοφιλής, η φιλαρέσκειά του ικανοποιείται και τελικά η αγάπη του και η απόφασή του να παντρευτεί εξασθενούν όλο και περισσότερο. Πριν από την επιστροφή του της γράφει ένα γράμμα με το οποίο διαλύει τον αρραβώνα.

Πότε πήρε την απόφασή του; Όχι, όπως νομίζει, τη μέρα που γράφει το τελικό γράμμα, αλλά τη μέρα που αποδέχεται την προσφορά των γονιών του να πάει στην Ευρώπη. Διαισθάνθηκε, αν και όχι συνειδητά, ότι αποδεχόμενος τη δωροδοκία πούλησε τον εαυτό του – και πρέπει να κάνει κι εκείνος αυτό που υποσχέθηκε: να χωρίσει. Η συμπεριφορά του στην Ευρώπη δεν είναι ο λόγος του χωρισμού, αλλά ο μηχανισμός μέσω του οποίου πετυχαίνει να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Σε αυτό το σημείο έχει προδώσει τον εαυτό του και πάλι και οι συνέπειες είναι αυξημένη αυτοπεριφρόνηση (κρυμμένη πίσω από την ικανοποίηση νέων κατακτήσεων), εσωτερική αδυναμία και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Χρειάζεται να παρακολουθήσουμε κι άλλο τη ζωή του λεπτομερώς; Καταλήγει να εργάζεται στην επιχείρηση του πατέρα του, αντί να σπουδάσει φυσική, στην οποία έχει κλίση. Παντρεύεται την κόρη κάποιων πλουσίων φίλων των γονιών του, γίνεται επιτυχημένος επιχειρηματίας και πολιτικός ηγέτης, που λαμβάνει μοιραίες αποφάσεις εναντία στη φωνή της ίδιας του της συνείδησης, γιατί φοβάται να αντισταθεί στην κοινή γνώμη. Η ιστορία του είναι μια ιστορία σκλήρυνσης της καρδιάς. Η μια ηθική ήττα τον κάνει πιο επιρρεπή να υποστεί κι άλλη, μέχρι που φτάνει στο σημείο απ’ όπου δεν υπάρχει πια επιστροφή. Στα οκτώ του θα μπορούσε να είχε αντισταθεί και να είχε αρνηθεί τη δωροδοκία· ήταν ακόμα ελεύθερος. Και ίσως ένας φίλος, ένας παππούς, ένας δάσκαλος, ακούγοντας το δίλημμά του, να τον βοηθούσε. Στα δεκαοκτώ ήταν ήδη λιγότερο ελεύθερος- η υπόλοιπη ζωή του συνιστά μια διαδικασία μείωσης της ελευθερίας, μέχρι το σημείο που χάνει το παιχνίδι της ζωής. Οι περισσότεροι που κατέληξαν να γίνουν αδίστακτοι και σκληροί, ακόμη και ως αξιωματούχοι του Χίτλερ και του Στάλιν, ξεκίνησαν τη ζωή τους με την ευκαιρία να γίνουν καλοί. Μια λεπτομερής ανάλυση της ζωής τους μπορεί να μας αποκαλύψει σε τι βαθμό είχε σκληρύνει η καρδιά τους κάθε δεδομένη στιγμή και πότε χάθηκε η τελευταία ευκαιρία να παραμείνουν άνθρωποι. Υπάρχει επίσης και η αντίθετη εικόνα· η πρώτη νίκη κάνει την επόμενη ευκολότερη, μέχρι που η επιλογή του καλού δεν απαιτεί πλέον προσπάθεια.

Το παράδειγμά μας υπογραμμίζει ότι οι περισσότεροι αποτυγχάνουν στην τέχνη της ζωής όχι επειδή είναι φύσει κακοί η τόσο άβουλοι που δεν μπορούν να ζήσουν μια καλύτερη ζωή, αλλά επειδή δεν αφυπνίζονται και δεν αντιλαμβάνονται πότε βρίσκονται σε ένα σταυροδρόμι και πρέπει να αποφασίσουν. Δεν αντιλαμβάνονται πότε η ζωή τούς θέτει μια ερώτηση και πότε έχουν ακόμα στη διάθεσή τους εναλλακτικές απαντήσεις. Ύστερα, με κάθε βήμα που κάνουν στον λάθος δρόμο, γίνεται όλο και δυσκολότερο να παραδεχτούν ότι βρίσκονται στον λάθος δρόμο, συχνά μόνο και μόνο επειδή πρέπει να παραδεχτούν ότι χρειάζεται να επιστρέφουν στην πρώτη λανθασμένη στροφή που πήραν και να αποδεχτούν το γεγονός ότι σπατάλησαν ενέργεια και χρόνο.

Η ελευθερία δεν είναι μια σταθερή ιδιότητα την οποία είτε «έχουμε» είτε «δεν έχουμε». Μάλιστα, δεν υπάρχει «ελευθερία» παρά μόνο ως λέξη και ως αφηρημένη έννοια. Υπάρχει μόνο μία πραγματικότητα: η πράξη απελευθέρωσης του εαυτού μας κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Σε αυτή τη διαδικασία ο βαθμός της ικανότητάς μας να κάνουμε επιλογές μεταβάλλεται με κάθε πράξη, με την πρακτική της ζωής μας. Κάθε βήμα στη ζωή που αυξάνει την αυτοπεποίθηση, την ακεραιότητα, το θάρρος, την αποφασιστικότητά μου αυξάνει και τη ικανότητά μου να επιλέξω την επιθυμητή εναλλακτική, μέχρι που τελικά γίνεται πιο δύσκολο για μένα να επιλέξω τη μη επιθυμητή απ’ ό,τι την επιθυμητή πράξη. Από την άλλη, κάθε πράξη παράδοσης και δειλίας με αποδυναμώνει, ανοίγει τον δρόμο για περισσότερες πράξεις παράδοσης και τελικά η ελευθερία χάνεται.

ERICH FROMM, Η Καρδιά του Ανθρώπου

Πως έγινε η Αναγέννηση στη Φλωρεντία

«Η χώρα μας δεν γνώρισε ποτέ την Αναγέννηση. Από την θεοκρατία πέρασε στην υποδούλωση και ύστερα πάλι στη θεοκρατία. Το Ουμανιστικό ιδεώδες, η αναβίωση της αρχαιοελληνικής αισθητικής, η αναζήτηση της φιλοσοφίας και της ομορφιάς ενώ ξεκίνησαν από αυτό τον τόπο δεν έφτασαν ποτέ πίσω στην κοιτίδα που τα γέννησε. Ο εναγκαλισμός της ορθοδοξίας με το κράτος, η συστηματική καταστροφή της παιδείας, η υποδούλωση του Πολίτη, η μετατροπή του σε θρησκόληπτο υπήκοο και η διαιώνιση μιας καθημερινής μιζέριας αποτελούν τη Νεοελληνική πραγματικότητα. Κάποιοι, φιλόσοφοι, πολιτικοί και λόγιοι αναζήτησαν κάποια μορφή πολιτιστικής Αναγέννησης. Από τον Ρήγα μέχρι τον Καποδίστρια και τον Σικελιανό υπήρξαν πολλές φωτισμένες ψυχές που αναρωτήθηκαν και προσπάθησαν να αντιστρέψουν τον τροχό του χρόνου. Αυτό όμως που συχνά δεν έγινε αντιληπτό ήταν το ότι εκείνο το κίνημα του 15ου αιώνα δεν ήταν κάτι αυθόρμητο που συνέβη τυχαία, πρώτα σε ολόκληρη την Ιταλία και ύστερα στην Ευρώπη. Πίσω του υπήρξαν συγκεκριμένα άτομα που πρώτα ονειρεύτηκαν κι ύστερα ένωσαν τις δυνάμεις τους και εργάστηκαν για ένα κοινό σκοπό».

Τα θεμέλια της Ιταλικής Αναγέννησης τα στηρίζουν ελάχιστοι άνθρωποι. Στη Φλωρεντία του 15ου αι., που θεωρείται το λίκνο της μεγάλης αυτής πολιτιστικής επανάστασης, ήταν η οικογένεια των Μεδίκων που υπέθαλψε, προστάτευσε, οργάνωσε και καλλιέργησε ένα ολόκληρο κοινωνικό, πολιτιστικό και πνευματικό κίνημα. Ένα κίνημα που άλλαξε τη ροή της ιστορίας και που για περισσότερο από 100 χρόνια χρηματοδότησε και επέβαλε εκατοντάδες γλύπτες, αρχιτέκτονες, ζωγράφους, ποιητές και λογοτέχνες. Ο Φλωρεντιανός Ιστορικός Benedetto Varchi (1502-1565), με κάποια δόση υπερβολής, αναφέρει ότι: «Το ότι τα Ελληνικά γράμματα δεν λησμονήθηκαν τελείως, προς μεγάλη απώλεια της ανθρωπότητας και το ότι τα λατινικά γράμματα αναβίωσαν προς μεγάλη ωφέλεια του Λαού – αυτό, όλη η Ιταλία, τι λέω, όλος ο κόσμος, το οφείλει αποκλειστικά και μόνο στη μεγάλη σοφία και στοργή του Οίκου των Μεδίκων» (Varchi, Benedetto, Storia Fiorentina).

Η οικογένεια των Μεδίκων είναι γνωστή από το 1201 όταν ο Chiarissimo έγινε μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου στη Φλωρεντία. Έναν αιώνα αργότερα ο Averardo (?- 1360), που το 1314 είχε εκλεγεί Γομφαλιονέρος, έβαλε τις βάσεις της οικογενειακή περιουσίας με τολμηρό εμπόριο και συνετή οικονομική διαχείριση. Ακολούθησε μια περίοδος με λαϊκές επαναστάσεις και ανταρσίες του «μικρού λαού», δηλαδή της εργατικής τάξης, που συντάραξε τη Φλωρεντία. Το 1345 το 1368 και κυρίως το 1378 η παραδοσιακή ηγεσία των επιχειρηματιών και των γαιοκτημόνων λίγο έλειψε να ανατραπεί.

Τελικά, το 1421, μέσα σε μια ατμόσφαιρα σύγκρουσης ανάμεσα στις πλούσιες οικογένειες και φατρίες της πόλης, Giovanni di Bicci (1360-1429) των Μεδίκων έκανε ακόμα περισσότερο αγαπητή την οικογένεια στους φτωχούς καθώς υποστήριξε - παρόλο που θα ζημιώνονταν πολύ και ο ίδιος - ένα ετήσιο φόρο ανάλογο με το εισόδημα του καθενός. Οι πλούσιοι και ιδιαίτερα η οικογένεια των Albizzi, που μέχρι τότε πλήρωναν φόρο ίσο με εκείνον που πλήρωναν και οι φτωχοί, ορκίστηκαν εκδίκηση. Γομφαλιονέρος (Gonfalonier) είναι κάτι αντίστοιχο με τον σημερινό δήμαρχο αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις συμπεριλαμβάνει και τα καθήκοντα του διευθυντή της αστυνομίας. Συνήθως εκλέγονταν από το λαό για να οργανώσει και να υπερασπίσει την πόλη.

Στη Φλωρεντία της εποχής μόνο 3.200 άρρενες, από ένα σύνολο πληθυσμού που υπερέβαινε τους 91,000 κατοίκους, είχε δικαίωμα ψήφου. Στα δύο συμβούλια της πόλης, τη «Δημογεροντία» και το «Συμβούλιο του Λαού», οι αντιπρόσωποι των επιχειρηματιών κρατούσαν την πλειοψηφία καταπιέζοντας τα δικαιώματα των μικροϊδιοκτητών και των αγροτών. - Αυτή η αρχαία διαμάχη ανάμεσα στην ύπαιθρο και στην πόλη οδηγούσε συχνά σε εντάσεις και σε συχνές τροποποιήσεις του Συντάγματος.

Η οικογένεια των Μεδίκων κατανόησε γρήγορα ότι κάποιες παραχωρήσεις στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα διασφάλιζαν όχι μόνο τη Δημοκρατία αλλά και βοηθούσαν στην ανάπτυξη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Για το λόγο αυτό η παράδοση της οικογένειας ήταν ανέκαθεν υπέρ μιας σταθερής και μακρόπνοης πολιτικής που εξασφάλιζε σταθερότητα μέσα από τη συναίνεση των χαμηλότερων τάξεων.

Παραδοσιακά, οι Μέδικοι αποτελούσαν έναν από τους μεγαλύτερους τραπεζιτικούς οίκους της Φλωρεντίας, μαζί με τους Bardi, Peruzzi, Strozzi και Pitti. Είχαν μεγάλη πολιτική αλλά και οικονομική δύναμη, κάτι που επέτρεψε σε πολλά από τα μέλη τους να ανεβούν ως τα ανώτερα πολιτικά αξιώματα. Το ευτύχημα όμως - για την Ιταλία αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο - ήταν ότι οι περισσότεροι από αυτούς επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν την εξουσία όχι για στενόμυαλους, ιδιοτελείς σκοπούς αλλά για να καταστήσουν τη Φλωρεντία την πλουσιότερη πόλη της χερσονήσου, κατά τον 14ο αιώνα, μετά την Βενετία.

Η σημαντικότερη μορφή των Μεδίκων ήταν ο Κοσμάς (Cosimo di Medici) (1389-1464), που το 1428, σε ηλικία 39 ετών, πήρε τη θέση του πατέρα του Τζιοβάννι ντε Μπίτσι σαν αρχηγός της οικογένειας. Σε πολιτικό επίπεδο ο Κοσμάς, αντικατέστησε τον σταθερό φόρο επί του εισοδήματος με μια κλιμακωτή φορολογία και χρησιμοποίησε τα συλλεγμένα χρήματα για τον εξωραϊσμό της Φλωρεντίας. Ο λαός ενέκρινε ευχαρίστως αυτή την πολιτική εκτιμώντας το γεγονός ότι ο ίδιος ο Κοσμάς διέθεσε από τα δικά του κεφάλαια 400.000 φλορίνια για δημόσια έργα και ιδιωτικές φιλανθρωπίες.

Σύμφωνα μάλιστα με τον Boissonnade (Life and Work in Medieval Europe. 299) το ποσό αυτό ήταν διπλάσιο από εκείνο το οποίο άφησε στους κληρονόμους του. - Από την άλλη πλευρά ο Κοσμάς ήταν αρκετά ευφυής για να κατανοήσει τη σημασία της πολιτικής αλλά και οικονομικής σύμπραξης ακόμα και με θεσμούς που παραδοσιακά ήταν ενάντια στη χειραφέτηση του λαού.

Έτσι, όταν ο Τομάζο Παρεντουτσέλλι, επίσκοπος της Μπολόνια, έμεινε χωρίς κεφάλαια και εζήτησε τη βοήθεια του, ο Κοσμάς ανταποκρίθηκε στην αίτηση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν ο Παρεντουτσέλλι έγινε πάπας, ως Νικόλαος Ε΄, η οικογένεια των Μεδίκων ανέλαβε τη διαχείριση όλων των οικονομικών της Αγίας Έδρας. - Παρόμοια, όταν ο Εδουάρδος ο Δ΄ της Αγγλίας εζήτησε ένα σημαντικό δάνειο, ο Κοσμάς του το έδωσε, αγνοώντας την ασυνέπεια του προκατόχου του Εδουάρδου του Γ΄ και κερδίζοντας με αυτό τον τρόπο μια σειρά από οικονομικά και πολιτικά πλεονεκτήματα. Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις του οίκου των Μεδίκων δεν περιοριζόντουσαν σε τραπεζιτικές εργασίες. Συμπεριελάμβαναν την κατεργασία μεταξωτών και μάλλινων προϊόντων, την διαχείριση μεγάλων αγροκτημάτων και ένα εκτεταμένο εμπόριο που συνέδεε την Ισπανία με τη Ρωσία και το Ισλάμ με την χριστιανοσύνη. Υπερβαίνοντας τους ηθικούς περιορισμούς της εποχής του, ο Κοσμάς έκτιζε εκκλησίες στη Φλωρεντία ενώ παράλληλα υπέγραφε εμπορικές συμφωνίες με το σουλτάνο για την προνομιακή εισαγωγή πολύτιμων προϊόντων όπως τα μπαχαρικά, τα αμύγδαλα και η ζάχαρη. Αυτά, μαζί με άλλα προϊόντα μεταπουλούσε έπειτα σε είκοσι Ευρωπαϊκά λιμάνια με τεράστιο κέρδος.

Ουσιαστικά ο Κοσμάς ανήκει σε μια τάξη που διαχρονικά έκανε τεράστια ζημιά στην ανθρωπότητα με την απληστία της. Έζησε σε μια εποχή που η αποικιακή κατάκτηση και εκμετάλλευση έχτιζαν τα θεμέλια για τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Αυτός όμως, σε αντίθεση με τους περισσότερους εμπορικούς και χρηματιστηριακούς οίκους που κοίταζαν μόνο τα συμφέροντα τους, προσανατολίστηκε στον κόσμο της Αρχαίας Ελλάδας και πλησίασε σε επίπεδο αισθητικής, πολιτισμού και κοινωνικών παροχών περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον το όραμα της Αρκαδίας.

Όπως όλοι οι «πεφωτισμένοι» ηγέτες ο Κοσμάς είχε όχι μόνο καλούς και πιστούς φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς. Το 1433, ο Rinaldo degli Albizzi (1370-1442) εξαπέλυσε μια επίθεση εναντίον του, κατηγορώντας τον ότι σχεδίαζε να ανατρέψει τη Δημοκρατία και να γίνει δικτάτορας. Ο Κοσμάς φυλακίστηκε στο παλαιό Ανάκτορο και λίγο έλειψε να καταδικαστεί σε θάνατο. Τελικά, εξορίστηκε στη Βενετία όπου με τη μετριοφροσύνη του και τα οικονομικά του μέσα απέκτησε πολλούς φίλους. Ένα χρόνο αργότερα η κυβέρνηση της Βενετίας εξάσκησε την επιρροή της για να ανακληθεί ο Κοσμάς. Η καινούργια Φλωρεντιανή Δημογεροντία, που είχε εκλεγεί το 1434, εξαναγκάστηκε να ανακάλεσε την καταδίκη του και ο Κοσμάς επέστρεψε θριαμβευτικά στην πόλη. Εκεί, αφού υπηρέτησε τρεις σύντομες θητείες παραιτήθηκε από όλες τις πολιτικές εξουσίες. Φρόντισε όμως να ανεβάσει και να διατηρήσει τους φίλους του στην κυβέρνηση, εξασκώντας ουσιαστικά μια αόρατη εξουσία.

Με την πειθώ και το χρήμα, και χωρίς να παραβιάσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, ανέβασε τους υποστηρικτές του στα ανώτερα αξιώματα. Παράλληλα, με τα δάνεια του κέρδιζε τη συμπάθια των πλουσίων ή τους ανάγκαζε να τον υποστηρίξουν. Τα δώρα του προς τον κλήρο του εξασφάλιζαν ενθουσιώδη βοήθεια και οι ευεργεσίες του προς το δημόσιο συμφιλίωναν εύκολα τους πολίτες με το καθεστώς του. Στην πραγματικότητα οι Μέδικοι κατόρθωσαν να εγκαθιδρύσουν μια μορφή δικτατορίας εν ονόματι της ελευθερίας και με την υποστήριξη του Λαού.

Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική ο Κοσμάς ήταν πεπεισμένος ότι εκτός από την ανθρωπιστική διάσταση, ο πόλεμος και η πολιτική αστάθεια καταστρέφουν ουσιαστικά το εμπόριο. Έχοντας μεγαλώσει σε μια εποχή γεμάτη καταστρεπτικές συγκρούσεις και ανθρώπινες τραγωδίες, ο μεγάλος αυτός πολιτικός αφιέρωσε τη ζωή του στη διατήρηση των φιλικών σχέσεων τόσο ανάμεσα στα κράτη όσο και ανάμεσα στους ανθρώπους.

Όταν το 1447 καθεστώς των Visconti κατέρρευσε στο Μιλάνο και η Βενετία απειλούσε να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη Βόρεια Ιταλία, ο Κοσμάς βοήθησε τον Francesco Sforza (1401-1466) να σταθεροποιήσει τη θέση του στην πόλη και να αναχαιτίσει την προέλαση των Ενετών. Όταν πάλι η Βενετία συμμάχησε με το βασίλειο της Νεάπολης εναντίον της Φλωρεντίας, ο Κοσμάς απαίτησε να εισπράξει τόσα πολλά δάνεια, τα οποία είχε κάνει στους πολίτες των δύο αυτών πόλεων, ώστε οι κυβερνήσεις τους αναγκάστηκαν να προτείνουν ανακωχή. - Με την πολιτική των ισόρροπων δυνάμεων ανάμεσα στη Φλωρεντία, το Μιλάνο, τη Βενετία και τη Νεάπολη ο Κοσμάς και αργότερα ο Λαυρέντιος κατόρθωσαν να αποτρέψουν τον πόλεμο και να διατηρήσουν μια διαρκή ειρήνη που διήρκεσε 42 ολόκληρα χρόνια (1450-1492).

Όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν στο ότι η Ιταλία αλλά και ολόκληρη η ανθρωπότητα στάθηκαν τυχερές διότι ο Κοσμάς των Μεδίκων ενδιαφέρθηκε τόσο πολύ για την λογοτεχνία, τις φιλολογικές μελέτες, την φιλοσοφία και την τέχνη, όσο για τον πλούτο και την εξουσία. Ήταν άνθρωπος μορφωμένος, είχε καλαισθησία και αρκετά ευρείς αντιλήψεις ώστε να εκτιμά το κλασσικό στυλ των ανάγλυφων του Lorenzo Ghiberti (1378-1455), την τολμηρή πρωτοτυπία της γλυπτικής του Donatello (1386-1466),, τις μεγαλειώδεις κατασκευές του Filippo Brunelleschi (1377-1446), την συγκροτημένη δύναμη της αρχιτεκτονικής του Michelozzo Michelozzi (1396-1472), τον αρχαιολατρικό πλατωνισμό του Πλήθωνος-Γεμιστού, τον μυστικιστικό πλατωνισμό του Marsilio Ficino (1433-1499), την καλαισθησία του Leon Battista Alberti (1402-1472) και την βιβλιολατρία του Niccolo de’ Niccoli (1364-1437). Όλοι αυτοί δοκίμασαν τη γενναιοδωρία του.

Όταν για παράδειγμα ο Νικολό ντε Νίκολι χρεοκόπησε, αγοράζοντας αρχαία χειρόγραφα, ο Κοσμάς του άνοιξε απεριόριστη πίστωση στην τράπεζα των Μεδίκων και τον υποστήριξε ως τον θάνατο του. Εκτός από αυτό, έφερε ο ίδιος τον Ιωάννη Αργυρόπουλο (1410-1486) στη Φλωρεντία για να διδάξει στους νέους τη γλώσσα και τη λογοτεχνία της Αρχαίας Ελλάδας και για δώδεκα χρόνια σπούδασε, κοντά στον Φιτσίνο, τους κλασσικούς της Ελλάδας και της Ρώμης.

Το σημαντικότερο περιστατικό, που αποτελεί και την επίσημη έναρξη της Αναγέννησης, ήταν η Σύνοδος του 1439 στη Φλωρεντία. Στις 8 Φεβρουαρίου του 1438,) ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο πατριάρχης Ιωσήφ της Κωνσταντινούπολης, δεκαεπτά μητροπολίτες και ένας μεγάλος αριθμός από Βυζαντινούς επισκόπους, μοναχούς και λόγιους, έφτασαν στη Βενετία. Ο λόγος της επίσκεψης ήταν μια προσπάθεια συνένωσης της Ανατολικής και της Δυτικής εκκλησίας.

Για εννέα μήνες οι αντιπρόσωποι των δύο εκκλησιών συζητούσαν χωρίς να καταλήξουν σε συμφωνία. Τελικά, ξέσπασε επιδημία πανούκλας στην Φεράρα και μπροστά στον διαφαινόμενο κίνδυνο Κοσμάς των Μεδίκων κάλεσε τη Σύνοδο να μεταφερθεί στη Φλωρεντία με δικά του έξοδα. Εκεί, και πριν επιτευχθεί η πολυαναμενόμενη συμφωνία, ο Κοσμάς συναντήθηκε με τον Πλήθωνα Γεμιστό (1355-1452) και παρακολούθησε τις περίφημες διαλέξεις του. Από τη στιγμή εκείνη και μετά, κατανοώντας την τεράστια σημασία που έχει η Παιδεία για την ποιοτική αναβάθμιση του Λαού, ο Κοσμάς συνταυτίστηκε με τα κλασσικά ιδεώδη.

Στα αμέσως επόμενα χρόνια ένα μεγάλο μέρος της αμύθητης περιουσίας του ξοδεύτηκε για συλλογές κλασσικών κειμένων έτσι ώστε τα πιο ακριβά φορτία των πλοίων του ήταν σε πολλές περιπτώσεις χειρόγραφα που μεταφέρονταν στην Φλωρεντία από την Αλεξάνδρεια ή την Ελλάδα. Ο Κοσμάς μίσθωσε 45 αντιγραφείς, υπό την καθοδήγηση του ενθουσιώδους βιβλιοπώλη Vespasiano da Bisticci (1421-1498) για να αντιγράψουν χειρόγραφα τα οποία δεν ευρίσκοντο εις το εμπόριο. Όλα αυτά τα βιβλία και τα χειρόγραφα τα τοποθετούσε στο μοναστήρι του Αγίου Μάρκου, στη μονή του Φιεζόλε η στη δική του βιβλιοθήκη και τις συλλογές αυτές μπορούσαν να τις μελετούν ελεύθερα όλοι οι καθηγητές και οι σπουδαστές που ενδιαφέρονταν για την Αρχαία Ελλάδα.

Οι μεγαλύτερες μορφές της Φλωρεντιανής Αναγέννησης, ο Leonardo Bruni (1370-1444), o Carlo Marcuppini (1399-1453), ο Giannozzo Manetti (1396-1459), ο Niccolo de’ Niccoli και πολλοί άλλοι συγκεντρωνόντουσαν στο σπίτι του η στην αγροτική του έπαυλη σχηματίζοντας ένα κύκλο, μια Ακαδημία όπως την έλεγαν, που ηγείτο του κινήματος των φιλολογικών μελετών κατά τη διάρκεια της παραμονής του Κοσμά στην εξουσία. Αυτή ήταν και η πρώτη επίσημη συγκρότηση μιας Αρκαδικής Ακαδημίας εμπνευσμένης από το όραμα του Βιργιλίου που θα χρησίμευε να διαμορφώσει το παρόν, εξελίσσοντας όχι μόνο την επιστήμη, τη φιλοσοφία και την τέχνη αλλά και την ίδια τη μορφή της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Στη γεροντική του ηλικία ο Κοσμάς αφιέρωνε τις ώρες του στη μελέτη του Πλάτωνα, έχοντας σαν διδάσκαλο τον προστατευόμενο του Φιτσίνο. - Όταν πέθανε το 1464 φίλοι και εχθροί λυπήθηκαν και ολόκληρη η Φλωρεντία τον ακολούθησε στην νεκρική πομπή. Στην κριτική που εξασκήθηκε αργότερα κάποιοι από τους ιστορικούς διατύπωσαν την άποψη ότι, όσον αφορά το πολιτικό σκέλος, ο Κοσμάς είχε ανατρέψει τη δημοκρατία. Αυτό είναι πράγματι αλήθεια. Από την άλλη όμως πλευρά δεν μπορούμε να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η διάρκεια της διακυβέρνησης του ήταν, κατά γενική ομολογία, μια από τις πιο ειρηνικές και φιλάνθρωπες περιόδους στην ιστορία της Φλωρεντίας. Σπάνια ένας ηγεμόνας υπήρξε τόσο γενναιόδωρος και σπάνια επέδειξε τόσο ειλικρινές ενδιαφέρον για την πρόοδο, όχι μόνο της πατρίδας του, αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Ο γιος του Κοσμά, ο Πέτρος, (Piero di Medici) (1416-1469) τον διαδέχτηκε σε ηλικία πενήντα ετών. Από την παιδική ακόμα ηλικία υπέφερε από αρθριτικά κάτι που του έδωσε την ονομασία «Il Gottoso» δηλαδή ο Αρθριτικός. Στα πέντε χρόνια που έμεινε στην εξουσία επέδειξε γενναιοδωρία, ικανότητες και ηθικές αντιλήψεις. Του έλειπε όμως η ευφυΐα και η ευρύτητα αντίληψης του Κοσμά. Όταν πέθανε, το 1469, τον διαδέχτηκε ο γιος του Λαυρέντιος (Lorenzo di Medici) 1449-1492) σε ηλικία μόλις είκοσι ετών. Ο Πέτρος, λίγο πριν το θάνατο του, είχε πείσει τον νέο να νυμφευθεί με την Clarice Orsini (1453-1488). Με τον γάμο αυτό οι Μέδικοι συνδέθηκαν με μια από τις δύο ισχυρότερες οικογένειες της Ρώμης.

Παράλληλα, η οικονομία της οικογένειας αυξήθηκε ακόμα περισσότερο όταν ο Λαυρέντιος μετέβη στη Ρώμη, επί κεφαλής μιας αντιπροσωπείας Φλωρεντινών, για να συγχαρεί τον Σίξτοs Δ΄ (Sixtus IV) (1414-1484), επί τη ευκαιρία της ανάρρησης του στον παπικό θρόνο. Ο πάπας ανταπέδωσε την φιλοφροσύνη αναθέτοντας και πάλι την διαχείριση των οικονομικών της Αγίας Έδρας στους Μεδίκους. Ο Λαυρέντιος, που τώρα πλέον ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Ιταλία, συνέχισε με ενθουσιασμό την παράδοση των Μεδίκων, ως προς την υποστήριξη των Τεχνών. Καθώς έγραφε ο σύγχρονος του Valori «Θαύμαζε τόσο πολύ όλα τα λείψανα της Αρχαιότητας ώστε δεν υπήρχε τίποτα άλλο που να του δίνει μεγαλύτερη χαρά από αυτά. Εκείνοι οι οποίοι επιθυμούσαν να τον υποχρεώσουν, συνήθιζαν να συλλέγουν από κάθε γωνιά της γης, μετάλλια, νομίσματα, αγάλματα, προτομές και οτιδήποτε άλλο έφερε τη σφραγίδα τη Αρχαίας Ελλάδος και της Ρώμης».

Ενώνοντας την καλλιτεχνική του συλλογή με εκείνες που είχαν αφήσει ο πατέρας του Πέτρος και ο παππούς του Κοσμάς, τις τοποθέτησε σε ένα κήπο ανάμεσα στα ανάκτορα των Μεδίκων και το μοναστήρι του Αγίου Μάρκου και επέτρεψε την είσοδο σε αυτόν σ’ όλους τους αξιόπιστους φιλόλογους και επισκέπτες. Στους σπουδαστές που επεδείκνυαν ζήλο και κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο έδινε μια υποτροφία για την συντήρηση τους και βραβεία για τις εξαιρετικές τους επιδόσεις.

Καθώς ο κόσμος γύρω τους άλλαζε, ο Λαυρέντιος και οι περισσότεροι από τους Ουμανιστές παρέμεναν πολύ προσεκτικοί στη συμπεριφορά του απέναντι στη χριστιανική εκκλησία. Στη Φλωρεντία, από τη μια πλευρά οι Μέδικοι συνέχιζαν να κτίζουν εκκλησίες και να τις διακοσμούν ενώ από την άλλη δεν επεδίωκαν, τουλάχιστον φανερά να αντικαταστήσουν το χριστιανισμό με μια άλλη πίστη. Αυτό που, τουλάχιστον φανερά, έλεγαν ήταν ότι ήθελαν να τον ερμηνεύσουν εκ νέου με μια ορολογία, την οποία θα μπορούσε να δεχθεί ένας φιλόσοφος. Οι Ουμανιστές, γνωρίζοντας ότι η πένα διεισδύει πολύ βαθύτερα στο πολιτιστικό υπόβαθρο μιας κοινωνίας απ’ ότι το ξίφος, υπέθαλψαν μια φιλοσοφική επανάσταση, ανακαλύπτοντας και κάνοντας γνωστό, με πολύ προσοχή, τον κόσμο της Ελληνικής φιλοσοφίας. Συγχρόνως όμως κατανοούσαν ότι ήταν επικίνδυνο να εκφράσουν καθαρά τις απόψεις τους.

Οι συστηματικές γενοκτονίες όλων εκείνων που είχαν ανοιχτά αμφισβητήσει την εκκλησία ήταν ζωντανές στη μνήμη και φυσικά τους ήταν γνωστό ότι ο πάπας Ιννοκέντιος ΣΤ΄ είχε προτείνει να αφοριστεί ο Πετράρχης ως νεκρομάντης με τη δικαιολογία ότι ο μεγάλος αυτός ποιητής μελετούσε τον Βιργίλιο. Αυτό που χρειαζόταν ήταν μόνο χρόνος. Η Αγία Έδρα αδυνάτιζε, το ενδιαφέρον για την κλασσική παιδεία άγγιζε όλο και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού και ο οίκος των Μεδίκων συνέχιζε να εξαπλώνεται εμπορικά σε ολόκληρη την Ευρώπη.) - Έτσι, κάτω από ένα δήθεν τυχαίο σύμφυρμα καλλιτεχνών και φιλοσόφων ένας κρυφός ενοποιητικός σκοπός προετοιμάζονταν και είχε αρχίσει ήδη να αγκαλιάζει τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία και τη Γερμανία. Παντού ο Ουμανισμός εκθρόνιζε τον σχολαστικισμό, οι Ουμανιστές κατακτούσαν κυβερνητικές θέσεις και αποκτούσαν όλο και μεγαλύτερη οικονομική δύναμη. Ήταν απλά θέμα χρόνου.

Όταν ο Ουμανισμός εξαπλώθηκε στην Ιταλία, ακόμα και οι δίκες της Ιεράς Εξέτασης, μέσα σε ένα κλίμα όπου ο φανατισμός είχε παραχωρήσει τη θέση του στην ανοχή και τη μόρφωση, είχαν χάσει σε σημαντικό βαθμό την αυστηρότητα τους. Το 1440 ο Amadeo de’ Landi, ένας μαθηματικός, δικάστηκε με την κατηγορία ότι ήταν υλιστής, απηλλάγη όμως και αφέθηκε ελεύθερος. - Το 1478, ο Αρκαδιστής Galeotto Marzio (1427-1497) καταδικάστηκε σε θάνατο γιατί έγραψε ότι κάθε άνθρωπος ο οποίος έζησε βίο ενάρετο θα γίνονταν δεκτός στον Παράδεισο, άσχετα με ποια θρησκεία πίστευε, όμως οι πιέσεις του βασιλιά της Ουγγαρίας στον πάπα Σίξτο Δ’, τον έσωσαν. - Το 1497 ο γιατρός Gabriele da Salo σώθηκε από την Ιερά Εξέταση από τους πελάτες του, μολονότι είχε τη γνώμη ότι ο Ιησούς δεν ήταν γιος του θεού αλλά του Ιωσήφ και της Μαρίας, συλληφθείς κατά τον συνήθη τρόπο.

Το 1500 ο επίσκοπος της Αράντα διεκήρυξε, χωρίς να τιμωρηθεί, ότι δεν υπάρχει ούτε κόλαση ούτε παράδεισος και ότι τα συγχωροχάρτια ήταν απλά ένας έξυπνος τρόπος της εκκλησίας για να κερδίσει χρήματα. - Από την άλλη πλευρά και η λαϊκή αντίδραση στη δογματική τιμωρία ήταν τόσο έντονη που, όπως αναφέρει ο Ludwig Pastor στο βιβλίο του “History of the Popes” (1898), 6, 443, όταν το 1510 ο Φερδινάνδος ο Καθολικός προσπάθησε να επιβάλλει τον θεσμό της Ιεράς Εξέτασης στη Νάπολη, αντιμετώπισε μια τέτοια αντίσταση από όλες τις τάξεις του πληθυσμού, ώστε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχέδιο του.

Όσον αφορά την τέχνη, τη φιλοσοφία και την ηθική η πρώτη διαπίστωση είναι ότι κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης το ενδιαφέρον για τον μεταθανάτιο κόσμο είχε ελαττωθεί. Οι άνθρωποι ένοιωσαν μεγάλη ανακούφιση όταν ανακάλυψαν ότι κάποτε υπήρχε ένας πολιτισμός, οι πολίτες του οποίου δεν ένοιωθαν ενοχή για το υποτιθέμενο προπατορικό αμάρτημα ούτε και για τις τιμωρίες της κόλασης. Η επίγεια ζωή και οι φυσικές ροπές του σώματος κατανίκησαν τις απαγορεύσεις της θεολογίας. Ο ασκητισμός και η μετάνοια έχασαν το νόημα τους και τα μοναστήρια άρχισαν να ερημώνονται λόγω έλλειψης μοναχών. Σταδιακά, η φιλοσοφία του Επίκουρου επέφερε την κάθαρση πολλών ψυχών από τις νευρωτικές φοβίες και τις διαταραχές που είχαν προέλθει από την μεσαιωνική θρησκοληψία.

Στα ανώτερα στρώματα του Ιταλικού πληθυσμού οι εκδηλώσεις της ευλάβειας παραχώρησαν τη θέση τους στη λατρεία του πνεύματος και τη μεγαλοφυΐας και η πίστη για αθανασία της ψυχής αντικαταστάθηκε από την επιδίωξη μιας σταθερής και μακροχρόνιας καλής φήμης. Σαν αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών, στις πόλεις, πολλές εκκλησίες έμειναν σχεδόν κενές από ανθρώπους.

Όσο για την ύπαιθρο, ας ακούσουμε τον αρχιεπίσκοπο Antonino Pierozzi της Φλωρεντίας (1389-1459). Περιγράφει τους χωρικούς της επισκοπής του κατά το έτος 1430:

«Σε αυτές τις εκκλησίες χορεύουν ενίοτε πηδούν και τραγουδούν γυναίκες. Κατά τις εορτές λίγο χρόνο διαθέτουν για τη Θεία Λειτουργία. Προτιμούν να περνούν την ώρα τους παίζοντας ή διασκεδάζοντας ή συζητώντας και κάνοντας αστεία στο προαύλιο της εκκλησίας. Βλασφημούν το Θεό και δεν αισθάνονται τύψεις όταν διαπράττουν μοιχεία και άλλες χειρότερες ακόμα πράξεις. Πολλές από αυτές δεν εξομολογούνται ούτε μια φορά το χρόνο και πολύ λιγότερες είναι αυτές που μεταλαμβάνουν. Δεν σκέπτονται το Θεό και δεν φροντίζουν σχεδόν καθόλου να εμπνεύσουν θρησκευτική πίστη στις οικογένειες τους».

Οι περιγραφές αυτές δεν είναι καθόλου υπερβολικές. Πράγματι, γύρω στα τέλη του 15ου αιώνα ένα μεγάλο μέρος των μορφωμένων τάξεων της Ιταλίας είχε χάσει την πίστη του στον καθολικισμό. Αλλά και στις κατώτερες τάξεις οι περισσότεροι είχαν πάψει να πιστεύουν στη θεία καταγωγή του ηθικού κώδικα. Από τη στιγμή που οι εντολές θεωρήθηκαν σαν ανθρώπινο έργο και απογυμνώθηκαν από τις υπερφυσικές τους ανταμοιβές και μεταθανάτιες κυρώσεις ο κώδικας έπαψε να τρομάζει πλέον τους ανθρώπους και συνεπώς έπαψε να είναι αποτελεσματικός. Η αίσθηση της αμαρτίας εξασθένησε και η Ιταλία, όπως λέει ένας χρονικογράφος της εποχής, γέμισε με νόθα παιδιά. Αλλά και ο ίδιος ο κλήρος παρασύρθηκε από τις καινούργιες ιδέες και έτσι παρόλο την επιφανειακή αφοσίωση του στα θεία κατηγορήθηκε από δεκάδες λογοτέχνες και συγγραφείς της εποχής για έκλυση ηθών.

Ο Βοκάκιος στις novella μιλάει για τον «λάγνο και έκλυτο βίο του κλήρου» του οποίου οι αμαρτίες είναι « φυσιολογικές και παρά φύση». Ο Μαζούκκιο περιγράφει τους καλόγερους σαν «εκπρόσωπους του σατανά», οι οποίοι επιδίδονται στην πορνεία, την ομοφυλοφιλία, τη λαιμαργία, τη σιμωνία και την ασέβεια Ο Πότζιο περιγράφει με γλαφυρότητα την ανηθικότητα, την υποκρισία, την πλεονεξία, την αλαζονεία και την άγνοια των καλογέρων και των ιερέων και η Αγία Αικατερίνη της Σιένας προσθέτει: «Όπου και αν γυρίσει κανείς το βλέμμα του, τόσο στον εγκόσμιο κλήρο των ιερέων και των επισκόπων, όσον και στα θρησκευτικά τάγματα των μοναχών, δεν θα δει τίποτα άλλο από προσβολές. Στενόμυαλοι, άπληστοι και λαίμαργοι… δεν φροντίζουν πλέον την ψυχή, θεοποίησαν το στομάχι τους, τρώνε και πίνουν σε αισχρά συμπόσια, διαπράττουν κατόπιν τις βρωμερότερες πράξεις, ζουν βίο λάγνο και ακόλαστο… Τρέφουν τα τέκνα τους με τις εισφορές των πτωχών.. Απεχθάνονται τις λειτουργίες όπως το δηλητήριο».. (St. Catherine of Siena in Coulton, Five centuries of religion, II, 399)

Εκτός όμως από την γενικότερη αλλαγή νοοτροπίας, ένα από τα λαμπρότερα κοινωνικά επιτεύγματα της περιόδου ήταν η προβολή της γυναίκας καθώς, κάτω από την επίδραση του Ουμανισμού, λυτρώθηκε από τα μεσαιωνικά δεσμά και έγινε ίση με τον άντρα. - Στα σαλόνια της εποχής συζητούσε μαζί του με ίσους όρους για τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, κυβερνούσε κράτη με σοφία, όπως η Isabella d’ Este (1474-1539) ή η Caterina Sforza (1463-1509) και σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις φορούσε την πανοπλία της και συνόδευε τον σύζυγο της στο πεδίο της μάχης.

Οι γυναίκες του 15ου αιώνα εξάσκησαν την επίδραση τους σε κάθε πεδίο της καθημερινής ζωής. Στα ήθη, με το συνδυασμό των καλών τρόπων και της ευσπλαχνίας, στην τέχνη, στη λογοτεχνία, στη μουσική, στις ποιητικές απαγγελίες και γενικότερα στον πολιτισμό που χάρη σε αυτές απέκτησε μια χάρη και μια εκλέπτυνση, την οποία δεν είχε γνωρίσει η Ευρώπη για εκατονταετίες. Παράλληλα, με την αύξηση του πλούτου και την εκλέπτυνση των τρόπων δημιουργήθηκε, όπως και στην αρχαία Αθήνα μια τάξη από «cortigiane oneste» - Ευγενείς Εταίρες – οι οποίες συναγωνίζονταν τις κυρίες της αριστοκρατίας στα φορέματα, τους τρόπους ακόμα και την πνευματική καλλιέργεια. Οι γυναίκες αυτές ζούσαν σε δικά τους πολυτελή σπίτια, διάβαζαν και έγραφαν ποιήματα, τραγουδούσαν και έπαιζαν μουσικά όργανα, λάμβαναν μέρος σε συζητήσεις πάνω σε θέματα τέχνης και φιλοσοφίας, και διατηρούσαν φιλολογικά σαλόνια.

Πολλές μάλιστα από αυτές έκαναν συλλογές από έργα ζωγραφικής και γλυπτικής αλλά και από σπάνιες εκδόσεις. Για να συμβαδίσουν με τους Ουμανιστές οι περισσότερες έπαιρναν κλασσικά ονόματα όπως: Πολυξένη, Πενθισίλεια, Φαυστίνα, Ιμπέρια, Τούλια. Στην ιστορία έμειναν διάσημα ονόματα γυναικών που απετέλεσαν ένα μύθο για την εποχή τους όπως η Tullia d’ Aragona (1510-1566), νόθος κόρη του καρδινάλιου της Αραγονίας, η Imperia Lucrezia Cognati (1481-1512) και η Faustina Lucia Mancini (1519-1544) που όταν πέθανε, την πένθησε η μισή Ρώμη και ο Μιχαήλ Άγγελος έγραψε σονέτα στη μνήμη της.

Κατά τη διάρκεια της Ιταλικής Αναγέννησης, τα κορίτσια των καλών οικογενειών ελάμβαναν από τους παιδαγωγούς ή τις μοναχές μια πλήρη μόρφωση, παρόμοια με εκείνη που έπαιρναν οι άνδρες της κοινωνικής τους τάξης. Συνήθως μάθαιναν Λατινικά, και αποκτούσαν μια γνωριμία με τις ηγετικές προσωπικότητες της Ελληνικής και της Ρωμαϊκής ιστορίας, της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας. Επίσης έπαιζαν κάποιο μουσικό όργανο και σε ορισμένες περιπτώσεις ασχολούντο με την ζωγραφική και την γλυπτική. Μερικές γυναίκες έγιναν λόγιες και συζητούσαν δημόσια προβλήματα φιλοσοφίας με άνδρες, όπως η σοφή Cassandra Fedele (1465-1558) από τη Βενετία. Πολλές γυναίκες έγραψαν στίχους, όπως η Costanza Varano (1426-1447), η Veronica Gambara (1485-1550), και η Vittoria Colonna (1490-1547).. Στην Μάντοβα, το Μιλάνο, το Ουρμπίνο, τη Φεράρα και τη Νάπολη οι μορφωμένοι άνδρες της εποχής αισθάνονταν την ελκυστικότητα και τη θηλυκότητα της μορφωμένης γυναίκας της Αναγέννησης που με τη σύζευξη της πνευματικής καλλιέργειας και τον χαρακτήρα αποκτούσε μια ακαταμάχητη γοητεία. 

Την εποχή εκείνη υπήρξαν πολλές γυναίκες οι οποίες κατέκτησαν υψηλές θέσεις με τη νοημοσύνη τους ή τις αρετές τους. Η Bianca Maria Visconti Sforza (1425-1468), για παράδειγμα, κυβέρνησε το Μιλάνο, κατά την απουσία του συζύγου της Francesco Sforza, με τόση ικανότητα ώστε αυτός συνήθιζε να λέει ότι είχε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε αυτήν παρά σε ολόκληρο το στρατό του. Συγχρόνως η Μπιάνκα ήταν γνωστή για την ευλάβεια, τη συμπόνια, τις αγαθοεργίες και την ωραιότητα του παρουσιαστικού της. Άλλες γνωστές γυναικείες μορφές της εποχής ήταν η Elisabetta Gonzaga (1471-1526), η Beatrice d’ Este (1475-1497), η Αικατερίνη Κορνάρου (1474-1489) η Anastasia del Valente η Elena Cornaro Piscopia (1646-1684) και η Lucrezia Tornabuoni (1425-1482).

Όσον αφορά τις τέχνες, κάτω από την επιρροή του Ουμανισμού, ξαναδημιουργήθηκε το Ιταλικό θέατρο, με την αποκατάσταση των κειμένων και την επιμέλεια των παραστάσεων των αρχαίων ρωμαϊκών κωμωδιών. Δώδεκα έργα του Πλαύτου ανακαλύφθηκαν το 1427 και σταδιακά το θρησκευτικό θέατρο του Μεσαίωνα με τις αγαπημένες ιστορίες της Παναγίας και του Χριστού έπαψε να συγκινεί τους μορφωμένους θεατές.

Στη Βενετία, την Φερράρα, την Μάντουα, το Ουρμπίνο, τη Σιένα και τη Ρώμη δίνονταν παραστάσεις του Τερέντιου και του Πλαύτου. Παράλληλα, η μουσική κατέκτησε όλες τις τάξεις. Η λογοτεχνία της εποχής περιγράφει ανθρώπους, οι οποίοι τραγουδούν και παίζουν μουσική στα σπίτια τους, στον τόπο της εργασίας τους στους δρόμους και στις μουσικές Ακαδημίες. Ο Michel de Montaigne (1533-1592), ταξιδεύοντας στην Τοσκάνη το 1581, «εξεπλάγη πολύ όταν είδε χωρικούς που κρατούσαν λαγούτα και δίπλα τους ποιμένες να απαγγέλουν ποιήματα του Αριόστρο». Αυτό όμως, προσθέτει, μπορεί να το δει κανείς σε ολόκληρη την Ιταλία στις εκκλησίες, στις πομπές, στο καρναβάλι, στις εορταστικές παρελάσεις και στις εκδρομές όπως εκείνη που περιέγραψε ο Βοκάκιος στο «Δεκαήμερο» του. Καθώς φαίνεται οι πλούσιοι έδιναν ιδιωτικές παραστάσεις, οι γυναίκες οργάνωναν μουσικές λέσχες και στη Φλωρεντία, όπως γράφει ο Benvenuto Cellini (1500-1581) ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους στις καλοκαιριάτικες νύχτες και τραγουδούσε.

Στη ζωγραφική και στη γλυπτική η αλλαγή της νοοτροπίας ήταν ολοκληρωτική. Υπάρχουν πολλά και ειδικευμένα βιβλία για το σημαντικότατο αυτό κομμάτι της Αναγέννησης, με βιογραφίες μεγάλων καλλιτεχνών. Αυτό που έχει σημασία όμως να γίνει κατανοητό είναι ο βαθύτερος ενοποιητικός παράγοντας που ένωσε μεταξύ αρχιτέκτονες, γλύπτες και ζωγράφους, όπως ο Botticelli (1445-1510) o Ghiberti (1378-1455), ο Donatello (1386-1466), ο Luca della Robbia (1399-1482), ο Masaccio (1401-1428), ο Fra Angelico (1395-1455), και ο Filippo Lippi (1406-1469). Σε γενικές γραμμές, όσον αφορά το ψυχολογικό της υπόβαθρο, η Τέχνη της Αναγέννησης, όπως άλλωστε και η Αρχαιοελληνική από την οποία εμπνεύστηκε, ερευνά τις αναλογίες, τους κανόνες της αντικειμενικής ομορφιάς, τον τρόπο με τον οποίο διαρθρώνεται η πραγματικότητα.

Είναι μια Τέχνη επικεντρωμένη σε αυτό που βλέπουμε, σε αυτό που αγγίζουμε. Ψυχολογικά στηρίζεται στην αποδοχή αυτού που υπάρχει και υποβάλλει τη γαλήνη και την αίσθηση πληρότητας. Είναι μια Τέχνη αισθητικής απόλαυσης, μια τέχνη ερωτική, με την ευρύτερη του όρου έννοια, μια τέχνη που οδηγεί στην κατάφαση της ζωής. Το οικοδόμημα της Αναγεννησιακής Τέχνης θεμελιώνεται στο αξίωμα ότι η ομορφιά ενός συνόλου συνίσταται στην αρμονία των μερών του.

Επίσης, ότι κάθε καλλιτεχνικό δημιούργημα προϋποθέτει μια βαθύτερη έρευνα των νόμων της Φύσης, της συμμετρίας, της ισορροπίας και της αρμονικής αναλογίας. Πάνω σε αυτή τη βασική αρχή εκατοντάδες καλλιτέχνες ύφαναν ένα κόσμο που η εκκλησία ονόμασε «απεικόνιση της ειδωλολατρικής μυθολογίας». Ένα κόσμο γεμάτο Θεότητες, Νύμφες, Ήρωες, Σάτυρους και προσωποποιημένες Τέχνες και Επιστήμες. Σε μια μεταγενέστερη κριτική κάποιοι θεώρησαν ότι η Αναγέννηση έδωσε όλη την ψυχή της για την Τέχνη, προστατεύοντας την ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη φιλολογία και την ποίηση όμως άφησε ένα μικρό μονάχα μέρος για την επιστήμη. Η αλήθεια είναι ότι η επιστήμη θα ήταν το επόμενο βήμα της Αναγεννησιακής επανάστασης, μεταφέροντας την πολύμορφη πνευματική δραστηριότητα της Ελληνικής καρποφορίας, από τον Ζήνωνα, τον Αρίσταρχο τον αστρονόμο και τον Αρχιμήδη σε εκατοντάδες Ντα Βίντσι. Δυστυχώς όμως αυτό το επόμενο βήμα δεν ήλθε ποτέ.

Στη Φλωρεντία, θάνατος του Λαυρέντιου σε ηλικία μόλις 43 ετών στις 9 Απριλίου 1492 ήταν ένα φοβερό χτύπημα για τους Ουμανιστές. Η άνοδος στην εξουσία του Girolamo Savonarola (1452-1498), ενός θρησκόληπτου και φανατικού καλόγερου, ήταν σαν ταφόπετρα πάνω στο όραμα της Φλωρεντιανής Αναγέννησης. - Ο Σαβοναρόλα στα κηρύγματα του διεκήρυσσε ότι οι αμαρτίες της Ιταλίας θα έχουν ως αποτέλεσμα να την εκδικηθεί ο θεός με μια φριχτή συμφορά. Η λογοτεχνία και η τέχνη, έλεγε, είναι ειδωλολατρικές. Οι Ουμανιστές απλώς υποκρίνονται ότι είναι χριστιανοί. Οι αρχαίοι συγγραφείς, τους οποίους τόσον επιμελώς εκθάπτουν, εκδίδουν και εγκωμιάζουν είναι ξένοι προς τον Χριστό και τας χριστιανικές αρετές και η τέχνη τους είναι μια ειδωλολατρία βάρβαρων θεών ή μια αναίσχυντη επίδειξη γυμνών γυναικών και ανδρών. Τα λόγια του, παρατηρεί ένας σύγχρονος, ήταν τόσο γεμάτα από φρίκη και κινδύνους, κραυγές και θρήνους, ώστε όλος ο κόσμος περπατούσε στους δρόμους σαν ζαλισμένος, βουβός και μισοπεθαμένος.

Το 1494, δύο μόλις χρόνια μετά από το θάνατο του Λαυρέντιου, η Δημογεροντία απεφάσισε να καθαιρέσει τον γιο του Πέτρο και να ανεβάσει στην εξουσία τον Σαβοναρόλα. Ο πληθυσμός λεηλάτησε το ανάκτορο των Μεδίκων και η συλλογή έργων τέχνης την οποία είχαν συμπληρώσει τέσσερεις γενιές λεηλατήθηκε και διασκορπίστηκε. Στα 1497 οι ένθερμοι υποστηρικτές του Σαβοναρόλα ύψωσαν στην πλατεία της Δημογεροντίας μια μεγάλη πυραμίδα από καυσόξυλα, η οποία είχε ύψος 20 μέτρα και διάμετρο βάσης 60 μέτρα. Στις επτά βαθμίδες της πυραμίδας είχαν πεταχτεί οι «ματαιότητες» της ειδωλολατρίας, πίνακες, πολύτιμα χειρόγραφα, και άλλα έργα τέχνης. Όταν η φωτιά άναψε οι καμπάνες του παλαιού ανακτόρου άρχισαν να χτυπούν για να επιδοκιμάσουν αυτή την πρώτη πυρά των ματαιοτήτων, την πυρά που έκαψε μέσα σε μια νύχτα ολόκληρο το οικοδόμημα του Φλωρεντιανού Ουμανισμού. 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το πρώτο πράγμα που είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε είναι ότι χρειάστηκε κάτι περισσότερο από μια καλλιτεχνική και πνευματική αναβίωση της Αρχαιότητας για να επιτευχθεί η Αναγέννηση. Χρειάστηκαν τα χρήματα της αστικής τάξης, τα κέρδη των επιτήδειων επιχειρηματιών και της κακοπληρωμένης εργασίας. Χρειάστηκαν τα κέρδη των τυχοδιωκτικών ταξιδιών στην Ανατολή και των δύσκολων διαβάσεων των Άλπεων, για να αγοραστούν φτηνά εμπορεύματα και να πουληθούν ακριβά. Χρειάστηκαν τα κέρδη των προσεκτικών λογαριασμών, των επενδύσεων και των δανείων, των τόκων και των μερισμάτων των μεγάλων οικογενειών της Φλωρεντίας, του Μιλάνου, της Βενετίας και της Ρώμης, μέχρι να υπάρξουν αρκετά περισσεύματα για την εξαγορά των συγκλήτων, των δημογερόντων και των υπουργών.

Χρειάστηκαν αρκετά νόμιμα και παράνομα κέρδη για να μετατραπεί η καθημερινότητα σε ομορφιά, αρχιτεκτονική και τέχνη. Χρειάστηκαν τέλος άφθονες εισφορές και πολυτελή δώρα προς τους Πάπες για να ανταμειφθούν από αυτούς, με γενναιόδωρη επιείκεια και ανοχή, οι θεωρίες των «αιρετικών» φιλοσόφων και καλλιτεχνών που πρόβαλαν ως ιδανικό το ειδωλολατρικό φάντασμα της Αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης. Στην Αναγέννηση όπως άλλωστε και στη ρίζα όλων των πολιτισμών βρίσκεται, και είναι αναγκαίο, το άφθονο χρήμα.

Στην περίπτωση όμως αυτή οι κυβερνήσεις των εμπόρων και χρηματιστών κατενόησαν ότι δίχως την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και την παιδεία δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δύναμη. Ήταν οι ελεύθεροι πολίτες που αύξησαν τις καταθέσεις των ογδόντα τραπεζιτικών οίκων της Φλωρεντίας δίνοντας τους την ευκαιρία να χορηγούν στις κυβερνήσεις κεφάλαια για τις ανάγκες της ειρήνης και του πολέμου. Ήταν οι όλο και περισσότερο ευημερούσες κοινωνίες που εξάπλωναν το εμπόριο, ανάπτυσσαν τη βιομηχανία και συντελούσαν στην πρόοδο της επιστήμης.

Σε μια πόλη-κράτος που είχε ανάγκη να εξαγάγει τα προϊόντα της, να αυξήσει τις επενδύσεις της και να βρει εμπορικές διεξόδους, μια ποιοτική αλλά και ποσοτική αύξηση του πληθυσμού, ήταν όχι μόνο επιθυμητή αλλά και αναγκαία. Στον 14ο αιώνα, στη δυτική Ευρώπη αλλά και στη Ρώμη κυριαρχούσε ακόμη ένας κόσμος θρησκοληψίας, φεουδαρχίας και μικρόμυαλων πολιτικών επιδιώξεων. Μέσα σε αυτό το αλλοπρόσαλλο σύμπαν η Φλωρεντία, κατανόησε ότι έπρεπε να οργανώσει τη βιομηχανία της, να αποκτήσει ευρύτητα αντιλήψεων και να επεκτείνει τις επιχειρήσεις των χρηματομεσιτών της. Για να γίνει αυτό ήταν αναγκαία η άνοδος της μεσαίας τάξης, η ανάπτυξη των πανεπιστημίων, των γνώσεων και της φιλοσοφίας και η απαλλαγή των λαϊκών από πνευματικούς περιορισμούς.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει και σήμερα μόνο εάν κάποιοι από τους μεγιστάνες του πλούτου ενστερνιζόντουσαν τα ιδεώδη του Κοσμά των Μεδίκων. Μόνο εάν κάποιες πολυεθνικές ανακάλυπταν πως το όραμα της Αρχαίας Ελλάδας έχει εμπορική αξία και γύρω από αυτή την ιδέα μια σειρά από καλλιτέχνες, φιλοσόφους και άλλα φωτισμένα πνεύματα άρχιζαν να χτίζουν. Χρειάζεται πολύ περισσότερο από ωραίες ιδέες και ιδανικά για να ξαναγεννηθεί μια μορφή Αναγέννησης. Στο θαυμάσιο βιβλίο του «Η κρίσιμη Καμπή» ο F. Capra γράφει:

«Για να κατανοήσουμε την πολυπρόσωπη Πολιτιστική μας κρίση, είμαστε υποχρεωμένοι να υιοθετήσουμε μια εξαιρετικά πλατιά οπτική και να αντικρίσουμε την κατάσταση από το φάσμα της Πολιτιστικής εξέλιξης ολόκληρης της Ανθρωπότητας. Πρέπει να απαλλάξουμε την οπτική μας από το αδιέξοδο της εστίασης των τελευταίων τριών αιώνων και από το μύθο της «εξέλιξης» του Δυτικού Πολιτισμού και να αγκαλιάσουμε με το βλέμμα μία ροή που περιλαμβάνει χιλιάδες χρόνια ιστορίας. Η νέα αυτή οπτική δεν θα πρέπει να περιορίζεται στην ιστορία αλλά ούτε και την επιφανειακή αναμόρφωση των Κοινωνικών θεσμών. Αντίθετα, θα πρέπει να καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα ιδεών και φαινόμενων και να περιλαμβάνει διαφορετικά συστήματα απόψεων για τη ζωή, τον Νου, τη Συνείδηση και την εξέλιξη, την προσέγγιση στον χώρο της υγείας και της θεραπευτικής καθώς και ένα καινούργιο πλαίσιο αντιλήψεων για την Οικονομία και την Τεχνολογία. Αντικειμενικός σκοπός αυτής της προσπάθειας θα είναι να φτάσουμε ως την βαθύτερη αλλαγή των πολιτικών, πολιτιστικών αλλά και κοινωνικών δομών

Είναι όμως αυτό αναγκαίο; Δεν θα μπορούσαν οι σημερινή πολιτική, η επιστήμη και η θρησκεία να μας οδηγήσουν τους λαούς προς την πρόοδο; Εάν κοιτάξουμε γύρω μας τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και πνευματικά προβλήματα της ανθρωπότητας η απάντηση θα έλθει από μόνη της. Και πάνω σε αυτή την απάντηση ο καθένας θα πρέπει να αναλάβει τις δικές του ατομικές ευθύνες.

ΔΕΣ: Ε. Αρβελέρ: «Η Ελλάδα δεν γνώρισε ποτέ τον Διαφωτισμό. Ποιός πραγματικά φταίει; Θα το πω καθαρά, μόνο η εκκλησία»