Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια - 4. Μορφή και ρόλος του αοιδού

4.4. Ο ποιητής και ο αοιδός


Οι φιλοξενούμενοι αοιδοί στο εσωτερικό των ομηρικών επών (ένας ή περισσότεροι, επώνυμοι ή ανώνυμοι) ανακαλούν ως έναν βαθμό τη μορφή του επικού ποιητή σε αρχαϊκότερη όμως και πιο παραδοσιακή εκδοχή. Τούτο συμβαίνει, εκτός των άλλων, και επειδή οι συμβάσεις της ομηρικής ποίησης δεν επιτρέπουν ακόμη την προσωπική και ονομαστική προβολή μέσα στο έπος του ποιητή που το συνέθεσε. Πρόκειται για τυπολογική απαγόρευση, η οποία αίρεται για πρώτη φορά στη Θεογονία του Ησιόδου, λίγα μόλις χρόνια μετά τη σύνθεση της Οδύσσειας. Στα μεταγενέστερα μάλιστα Έργα του Ησιόδου εμπλέκονται ακόμη και αυτοβιογραφικά στοιχεία του ποιητή, τα οποία αναφέρονται κυρίως στη δικαστική διαμάχη του με τον αδελφό του Πέρση.

Στα ομηρικά ωστόσο έπη το υποκείμενο του ποιητή παραμένει κατά κάποιον τρόπο στη σκιά. Όταν σπάνια υποβάλλεται, υποδηλώνεται με την προσωπική αντωνυμία: μοι, ἡμεῖς και ἐγώ στην Ιλιάδα· μοι και ἡμῖν στην Οδύσσεια. Και τούτο συμβαίνει όπου ο ποιητής εκ προοιμίου στρέφεται προς τη Μούσα, ζητώντας ή να του υπαγορεύσει εκείνη το ποίημά του (α 1) ή να τον στηρίξει μνημονικά, για να παραθέσει τον μακρύ κατάλογο πλοίων και αρχηγών των Δαναών που πήραν μέρος στον τρωικό πόλεμο (Β 484, 486, 488). Και στις δύο περιπτώσεις η συμπλήρωση του ενικού αριθμού της προσωπικής αντωνυμίας με πληθυντικό αριθμό προϋποθέτει ότι ο ποιητής αισθάνεται μέλος σε συλλογικό σινάφι ραψωδών, εξ ονόματος του οποίου και μιλά. Κι ακόμη πως συντάσσεται και αυτός στο σώμα των ακροατών, που θα ακούσουν το υπαγορευμένο από τη Μούσα ποίημα. Η υπόνοια εξάλλου του επικού ποιητή αναγνωρίζεται και στις ελάχιστες εκείνες περιπτώσεις, όπου ο ίδιος προσφωνεί κάποιον ήρωα σε κλητική πτώση. Στη Ιλιάδα, λόγου χάριν, τούτο συμβαίνει με τον αγαπημένο εταίρο του Αχιλλέα, τον Πάτροκλο (ο ποιητής τον προσφωνεί κάποτε Πατρόκλεις)· στην Οδύσσεια με τον χοιροβοσκό Εύμαιο (ο ποιητής τρυφερά τον αποκαλεί και Εὔμαιε συβώτα).

Με τους όρους αυτούς, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο επικός ποιητής υποδύεται κατά κάποιον τρόπο τον παραδοσιακό αοιδό, ειδικότερα στα σημεία εκείνα που ομολογεί την εξάρτησή του από τη Μούσα ή τις Μούσες. Τούτο φαίνεται καθαρότερα στον πρώτο στίχο της Ιλιάδας, όπου η προσφώνηση του ποιητή πραγματοποιείται με το ρήμα ἄειδε, ενώ στην Οδύσσεια το παραδοσιακό αυτό ρήμα αντικαθίσταται με τη προστακτική του ρήματος ἐννέπω, ομόρριζου με τη λέξη ἔπος, που θα πει «λέγω», «ιστορώ», «διηγούμαι».

Πάντως, ούτε ο ποιητής της Ιλιάδας ούτε πολύ περισσότερο ο ποιητής της Οδύσσειας ταυτίζονται με τον παραδοσιακό αοιδό. Χρησιμοποιούν εντούτοις αυτό το προσωπείο, επειδή τους συνδέει με την προηγούμενη παράδοση και τους προσθέτει τελετουργικό κύρος. Η αίσθηση αυτή είναι εντονότερη στην Ιλιάδα, όπου λείπουν άλλοι επώνυμοι αοιδοί, με εξαίρεση το αντιπαράδειγμα του αοιδού Θάμυρη. Τη θέση του αοιδού φαίνεται να την καταλαμβάνει εδώ ο ίδιος ο ποιητής. Έτσι εξηγείται καλύτερα και η προγραμματική προβολή της παραδοσιακής σχέσης ποιητή και Μουσών στο προοίμιο του καταλόγου των πλοίων στη δεύτερη ιλιαδική ραψωδία (Β 484-493).

Ο ποιητής επικαλείται τις Μούσες, τις προσφωνεί ολυμπιάδες και θεές, και τους αναγνωρίζει παντογνωσία και πανταχού παρουσία. Σε αντίθεση προς τον ίδιο και τους ομοτέχνους του, για τους οποίους δηλώνει προσωπική άγνοια ως προς τα ένδοξα κατορθώματα των ηρώων - οι ποιητές μόνον ακουστά τα έχουν. Η μνημονική επομένως υποστήριξη των Μουσών είναι εντελώς απαραίτητη στον ποιητή της Ιλιάδας, προκειμένου να συντάξει επακριβώς τον κατάλογο πλοίων και αρχηγών των Δαναών, που πήραν μέρος στον τρωικό πόλεμο. Γιατί το πλήθος τους υπήρξε αναρίθμητο και τα ονόματά τους αδιάγνωστα. Μόνος του ο ποιητής δηλώνει ανίκανος να ανταποκριθεί στον ποιητικό αυτόν προορισμό. Ακόμη κι αν διέθετε, λέει, δέκα γλώσσες και άλλα τόσα στόματα, φωνή αράγιστη και ατσάλινη καρδιά, δεν θα μπορούσε να εκτελέσει ένα τέτοιο χρέος μόνος του.

Ασφαλώς εδώ περιγράφεται η πιο αρχαϊκή μορφή αοιδού, εξαρτημένου απόλυτα από τις Μούσες, ενώ συγχρόνως προκαταβάλλονται οι στοιχειώδεις και απαραίτητες ικανότητες ενός παραδοσιακού ραψωδού: απέραντη μνήμη, ακαταπόνητη ευγλωττία, ονοματολογική ακρίβεια, δυνατή φωνή, ακούραστο στήθος. Στην Οδύσσεια ωστόσο, η οποία διαθέτει, όπως είδαμε, δύο επώνυμους και δύο ανώνυμους αοιδούς, η σχέση αρχαϊκού αοιδού και επικού ποιητή, χωρίς να καταργείται, σαφώς τροποποιείται. Εδώ φαίνεται να χειρίζεται ο ποιητής τη μορφή του αοιδού ως άλλοθί του, για να επιτύχει το στήσιμο μιας κλίμακας με τρεις βαθμίδες: ο αοιδός αποτελεί τη βάση της κλίμακας· ακολουθεί ο εσωτερικός αφηγητής, και αδιόρατος στην κορυφή της σκάλας στέκεται ο ίδιος ο ποιητής. Στο θέμα αυτό όμως θα επανέλθουμε.

Στο μεταξύ καταγράφονται κάποιες ενδείξεις που επιβεβαιώνουν την υπόθεσή μας ότι ο ποιητής της Οδύσσειας χειρίζεται με διαφορετικό τρόπο απ᾽ ό,τι ο ποιητής της Ιλιάδας τους δύο δικούς του επώνυμους αοιδούς. Γιατί δεν είναι τυχαίο ότι ο Φήμιος στην πρώτη ραψωδία τραγουδά τον πικρό νόστο των Αχαιών. Αυτό όμως είναι και το κεντρικό θέμα της Οδύσσειας, επικεντρωμένο ειδικότερα στη μορφή του Οδυσσέα. Τούτο σημαίνει ότι, σχεδόν ειρωνικά, ο ποιητής υποδηλώνει ότι ο αυτοδίδακτος Φήμιος, ως προς το σημείο αυτό, αποτελεί μικρογραφία του: συμπυκνώνει σ᾽ ένα τραγούδι του το θέμα που ο ποιητής απλώνει σ᾽ ένα ολόκληρο έπος.

Όσο για τον Δημόδοκο, είναι φανερό ότι ο ποιητής εκμεταλλεύεται τα δύο ακραία τραγούδια του ως γέφυρα προς τη μεριά του Οδυσσέα. Όχι μόνο γιατί τα δύο αυτά τραγούδια εξυμνούν, καθένα με τον τρόπο του, το κλέος του ήρωα και συντελούν στην αποκάλυψη της ταυτότητάς του μπροστά στους Φαίακες. Αλλά και επειδή, όπως θα δούμε, ο Οδυσσέας έμπρακτα διαδέχεται τον αοιδό Δημόδοκο και με τους «Μεγάλους Απολόγους» του αποδεικνύει πως μπορεί να τον συναγωνιστεί με τη δική του αφηγηματική τέχνη.

Τέλος, ο προσωπικός χειρισμός των δύο αοιδών από τον ποιητή της Οδύσσειας φαίνεται και από τον συντακτικό τρόπο με τον οποίο προβάλλονται τα τραγούδια τους μέσα στο έπος. Γιατί τόσο το ένα τραγούδι του Φήμιου όσο και τα τρία τραγούδια του Δημοδόκου δεν συντάσσονται σε ευθύ λόγο και ως εκ τούτου δεν μπαίνουν σε εισαγωγικά, όπως συμβαίνει, λόγου χάριν, όχι μόνο με τους «Απολόγους» του Οδυσσέα αλλά και με άλλες εσωτερικές αφηγήσεις της Οδύσσειας· του Νέστορα, του Μενελάου, του Εύμαιου. Αντ᾽ αυτού, τα τραγούδια και των δύο αοιδών, ασχέτως προς την έκτασή τους, συντάσσονται σε πλάγιο, όπως λέμε, λόγο· εξαρτώνται δηλαδή από το ρήμα ἄειδε, με το οποίο και εισάγονται. Αυτό σημαίνει ότι ελέγχονται από τον ποιητή· αυτός αποφασίζει το περιεχόμενό τους, την έκτασή τους, τη μορφή τους. Από την άποψη αυτή μπορούμε να πούμε ότι ο ποιητής της Οδύσσειας κρατάει στο χέρι του τους δύο αοιδούς και τους κινεί λίγο πολύ σαν μαριονέτες. Τακτική που δεν εμποδίζει ωστόσο να εκλαμβάνονται από τον ακροατή και τον αναγνώστη του έπους οι δύο αοιδοί, ο Φήμιος και ο Δημόδοκος, ως αντικατοπτρισμοί του ίδιου, ως είδωλά του.

Πώς ξέρεις ότι βρήκες τον έρωτα;

Καθημερινά οι άνθρωποι ζητούν πολλά από τη ζωή τους∙ επιτυχίες στη δουλειά τους, καινούργια αντικείμενα, νέες εμπειρίες, πράγματα που τους αρέσουν, καταστάσεις που επιθυμούν αλλά κυρίως -κοινή επιθυμία πολλών- ζητούν έναν μεγάλο έρωτα. Ενδέχεται κάποιοι ν’ ανήκουν στους τυχερούς και να τον βρουν -και να τους βρει- σχετικά εύκολα, ενώ κάποιοι άλλοι να δυσκολευτούν. Είναι όμως κι εκείνοι που έχουν ανάγκη να τον δημιουργούν στις διάφορες συνθήκες της ζωής τους.

Να βρίσκεται, άραγε, κρυμμένος ο έρωτας σε κάνα κουτάκι καταχωνιασμένο πίσω από τη στοίβα με τα παλιά βιβλία για να τον βρει όποιος τον αναζητά ευκολότερα; Να είναι κάτι που μπορείς να το παραγγείλεις online και να σου παραδοθεί σε 1-3 εργάσιμες; Όχι! Δεν είναι κάτι απτό αλλά μπορείς να το νιώσεις από τα αγγίγματα, δεν είναι κάτι που ακούγεται αλλά μπορείς να τ’ ακούσεις στα λόγια του ερωτευμένου, δεν είναι κάτι που μπορείς να το δεις όπως π.χ. το κουτάκι που λέγαμε, αλλά όταν κοιτάς τα μάτια κάποιου που έχει ερωτευτεί, το αντιλαμβάνεσαι. Σαφέστατο; Φαινομενικά, μπορεί όχι, αλλά όποιοι το χουν νιώσει, κατάλαβαν.

Ο άνθρωπος, λοιπόν, που θέλει να βρει τον έρωτα, τον βρίσκει παντού γύρω του για δύο λόγους: 1ον γιατί όσα μας κάνουν χαρούμενους έχουν δόση έρωτα μέσα τους ή 2ον γιατί όντας σε απόγνωση για να τον βρει, νομίζει ότι το κατάφερε πλάθοντας ψευδαισθήσεις. Πράγματι, μπορεί κάποιος να είναι ερωτευμένος με την ίδια τη ζωή, με το επάγγελμά του, με τις σπουδές του, με το αμάξι του και με χίλια δυο άλλα που του χαρίζουν αυτό το σκίρτημα στην καρδιά και τον κάνουν να νιώσει ευτυχία. Η ζωή του περιέχει χαρά, ενθουσιασμό, την καλύτερη και πιο γλυκιά εκδοχή εαυτού, που σίγουρα μας χαρίζουν κι άλλες δραστηριότητες που επιλέγουμε στη ζωή μας, χωρίς βέβαια ν’ αντικαθιστούν τον έρωτα που μας κάνει να νιώθουμε ένας άλλος άνθρωπος.

Εδώ, όμως, υπάρχει κι η άλλη περίπτωση∙ αυτού που νομίζει ότι βρίσκει τον έρωτα παντού, από την ανάγκη του να τον νιώσει. Δεν είναι δα και τόσο παράλογο κάποιος να μπερδευτεί, όταν η καρδούλα του ζητά απελπισμένα να νιώσει κάτι πολύ συγκεκριμένο. Η αυθυποβολή είναι τόσο έντονη που «παρεξηγεί» ακόμη και μια ευγενική κίνηση ως ένδειξη του άλλου ότι νιώθει κάτι γι’ αυτόν. Θέλει πολύ να βρει έναν άνθρωπο να τον ερωτευτεί, οπότε υποκρίνεται ότι τον βρήκε κι ας μην ισχύει. Θέλει γι’ αυτό και νομίζει ότι το βρίσκει σε οτιδήποτε κι οποιονδήποτε έρχεται στη ζωή του, δεν μπαίνει στη διαδικασία να ξεχωρίσει τους ανθρώπους που είναι περαστικοί ή αποφασισμένοι να μείνουν, δε βλέπει τα σημάδια και στο τέλος, συνήθως, καταλήγει ο ίδιος με σημάδια απογοήτευσης. Κι έτσι, όσο περισσότερο πείθεται και πείθει, πέφτει με τα μούτρα γιατί θέλει πολύ να το ζήσει. Αφηνόμενος σε συνθήκη μέθης θ’ αδιαφορήσει πλήρως για τις ενδείξεις ότι δεν είναι αυτό που νομίζει, αλλά κάτι τελείως διαφορετικό.

Υπάρχει, πράγματι, παντού γύρω μας ο έρωτας και καθημερινά υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποιος αξίζει να ερωτευτεί και να δώσει ευκαιρίες στους άλλους να τον ερωτευτούν κι αυτοί. Όμως καμιά φορά, είναι σημαντικό να αφήνεις τον χρόνο και τις συγκυρίες να σου δείξουν μόνα τους πού πάει η ιστορία, από το να βιάζεσαι να δεις κάτι που ίσως και να μην υπάρχει. Γιατί αν υπάρχει, στην τελική, θα γίνει κάποια στιγμή τόσο δυνατό που και να θες να το αγνοήσεις, δε θα μπορείς.

Έκχαρτ Τόλλε: Κάθε εθισμός αρχίζει με πόνο και τελειώνει με πόνο

Όταν ερωτεύεσαι κάποιον νιώθεις ότι η ύπαρξή σου έχει ξαφνικά αποκτήσει νόημα, επειδή κάποιος σε χρειάζεται και σε κάνει να νιώθεις ξεχωριστός.

Εθίζεσαι στον άλλον -κάτι σαν ναρκωτικό- και όταν ο άλλος είναι κοντά σου το ναρκωτικό είναι διαθέσιμο, άρα είσαι ανεβασμένος, αλλά όταν δεν είναι δίπλα σου τότε μπορεί να σε οδηγήσει σε ζήλια, κατηγορίες, κτητικότητα ή στο φόβο της απώλειας.

Αν σε παρατήσει μπορεί να σου προκαλέσει βαθιά εχθρότητα ή θλίψη και απελπισία. Στιγμιαία η δυνατή αγάπη μπορεί να μετατραπεί σε άγρια επίθεση ή πόνο.

Ήταν λοιπόν αγάπη ή μήπως ένα γάντζωμα και προσκόλληση που είναι αποτέλεσμα εθισμού; Και αυτό επειδή η σχέση φαίνεται να προσφέρει λύτρωση από μια κατάσταση φόβου, αίσθησης ανολοκλήρωτου και άλλα τέτοια αισθήματα που επικρατούν σε ασυνείδητες καταστάσεις.

Σωματικά δεν είσαι ποτέ ολόκληρος, είτε είσαι άνδρας είτε γυναίκα, είσαι μισό του όλου και λαχταράς για επιστροφή στην ενότητα. Αυτή η παρόρμηση είναι κατά βάθος πνευματική, ο πόθος για το τέλος του δυϊσμού, για την επιστροφή στην κατάσταση του όλου.

Η σωματική ένωση είναι η πιο κοντινή εμπειρία σ’ αυτή την κατάσταση, αλλά δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια φευγαλέα θέα της ολότητας, μια στιγμή υπέρτατης ευδαιμονίας. Όσο την επιδιώκεις ασυνείδητα σαν μέσο για τη λύτρωση, αναζητάς το τέλος του δυϊσμού στο επίπεδο της μορφής, όπου δεν μπορεί να βρεθεί.

Όταν είσαι ερωτευμένος νιώθεις ότι ο άλλος εξαλείφει την αίσθηση του ανολοκλήρωτου, του φόβου και του ανικανοποίητου εγώ σου. Και πάλι όμως είναι μια εικόνα έξω από εσένα.

Αυτό δεν σε ενοχλεί στην αρχή. Όταν όμως δεν ικανοποιεί τις ανάγκες σου, ή μάλλον τις ανάγκες του εγώ σου, όλα τα παραπάνω ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια. Το ναρκωτικό δεν λειτουργεί πια και αντιλαμβάνεσαι τον σύντροφό σου σαν αιτία των συναισθημάτων σου και τα εξωτερικεύεις πάνω του. Η επίθεση αυτή μπορεί να αφυπνίσει και τον πόνο του συντρόφου σου και να σου ανταποδώσει την επίθεση.

Κάθε εθισμός αρχίζει με πόνο και τελειώνει με πόνο. Όταν έχει περάσει η αρχική ευφορία της ερωτiκής σχέσης, τότε οι άνθρωποι βγάζουν έξω τον πόνο και τη δυστυχία που υπάρχει ήδη μέσα τους. Δεν είναι λύση βέβαια η αποφυγή των σχέσεων. Ο πόνος υπάρχει έτσι κι αλλιώς.

Αυτό που πρέπει αρχικά να κάνεις είναι να γνωρίσεις τον εαυτό σου ως Ύπαρξη πίσω από αυτόν που σκέφτεται, ως ησυχία κάτω από το νοητικό θόρυβο, ως αγάπη κάτω από τον πόνο. Δηλαδή να λυτρωθείς. Φέρε την Παρουσία στον πόνο σου για να τον μεταστοιχειώσεις, αποταυτίσου από τη σκέψη παρατηρώντας σιωπηλά τις σκέψεις και τις συμπεριφορές σου και ιδιαίτερα τους ρόλους που παίζει το εγώ. Πρώτα σταματάς να κρίνεις τον εαυτό σου και μετά σταματάς να κρίνεις το σύντροφό σου.

Έκχαρτ Τόλλε, Η δύναμη του Τώρα

Γιατί η τιμωρία σε μια κακή συμπεριφορά δεν έχει αποτέλεσμα

«Έκανα κάτι κακό – και τώρα τι;». Η ενοχή μπορεί μερικές φορές να κάνει τη δουλειά της ως συνείδησή μας και να μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε ότι χρειάζεται να διορθώσουμε κάτι. Αλλά το να αισθάνεστε άσχημα επειδή κάνατε κάτι λάθος ή επειδή πληγώσατε κάποιον δεν είναι μια αποτελεσματική μέθοδος προώθησης της κατάλληλης δράσης για να κάνετε κάτι καλύτερο ή/και να επανορθώσετε.

Όταν η ενοχή και ο πόνος πάρουν άλλη τροπή, μπορούν να μας καταναλώσουν και να γίνουν το επίκεντρο της κατάστασης, προκαλώντας συναισθηματική παράλυση και αυτοαπορρόφηση αντί για ανάπτυξη και μάθηση.

Όταν η ενοχή γυρίζει μπούμερανγκ (ακόμα κι αν μας αξίζει να τη νιώθουμε)

Ο James, ένας έξυπνος και σκεπτόμενος νεαρός, έκανε τελικά το βήμα να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία για να εξομολογηθεί κάτι που έκανε όταν ήταν έφηβος και το οποίο γνώριζε ότι ήταν καταδικαστέο. Τον καταδίωκε η ντροπή και οι τύψεις και αισθανόταν ότι του άξιζε να υποφέρει επ’ αόριστον γι’ αυτό το παράπτωμα. Αυτά τα συναισθήματα οδήγησαν σε εθιστικές συμπεριφορές – όπως συμβαίνει συχνά – για να ξεφύγει από τον πόνο.

Η θεραπεύτρια του δούλεψε μαζί του για να προσπαθήσει να κατανοήσει ποια ήταν η πρόθεση, τα συναισθήματα και η νοοτροπία του όταν συνέβη η παράβαση. Ήταν σημαντικό να καταστήσει σαφείς τις σημερινές του αξίες, καθώς αυτή η σύγκρουση μεταξύ των αξιών του και της συμπεριφοράς του ήταν η αιτία της εσωτερικής του σύγκρουσης. Όμως, καθώς τον υποστήριζε στο να αφήσει πίσω του την καταστροφική και αυτοτιμωρούμενη ντροπή και ενοχή, παρατήρησε τη δική της εσωτερική σύγκρουση. Μήπως με τον τρόπο αυτό θα επιδοκίμαζε τη συμπεριφορά του;

Αναλογιζόμενη αυτό το ερώτημα, η θεραπεύτρια υπενθύμισε στον εαυτό της ότι η υπερβολική ή χρόνια ενοχή στην πραγματικότητα παρεμποδίζει την ενσυναίσθηση, την κρίση και την ικανότητα ανάληψης θετικής δράσης. Αν και είναι αντιφατικό, όταν η ενοχή χρησιμοποιείται για να τιμωρήσει κανείς τον εαυτό του ή επιβάλλεται σε άλλους ανθρώπους για να τους ελέγξει, δεν είναι αποτελεσματική αν ο στόχος είναι η βελτίωση της συμπεριφοράς. Επιπλέον, η υπερβολική ενοχή και η τιμωρία μπορεί να ενεργοποιήσει τη ντροπή και τις καταστροφικές ή αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις, πυροδοτώντας απαγορευμένες συμπεριφορές.

Αυτό όμως σημαίνει ότι πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας (ή τους άλλους) να «ξεφύγει» και να επιτρέπουμε στην κακή συμπεριφορά να είναι απαλλαγμένη από συνέπειες ή ηθική εξέταση;

Η διαφορά μεταξύ τιμωρίας και συνεπειών (και γιατί έχει σημασία)

Ο πόνος δεν βοήθησε τον James να γίνει καλύτερος άνθρωπος και, στην πραγματικότητα, τον απέσπασε από το να επικεντρωθεί σε αυτό που ήταν σημαντικό. Για να τον βοηθήσει να γίνει καλύτερος, η θεραπεία του επικεντρώθηκε στο τι παρακινούσε τη συμπεριφορά του εκείνη τη στιγμή, τον αντίκτυπο που είχε η παράβασή του στους άλλους, τι σήμαινε η εσωτερική του σύγκρουση και πώς να την υπομείνει. Δεδομένων των αξιών του, το να αντέξει την πραγματικότητα του πόνου που προκάλεσε και το πώς ένιωθε γι’ αυτό ήταν η φυσική συνέπεια.

Μόλις ο James μπόρεσε να αντιμετωπίσει αυτή την πραγματικότητα και να μην ξεφύγει μέσω της ντροπής, μπόρεσε να διοχετεύσει τις τύψεις του σε αποφασιστικότητα να ανταποκριθεί στις αξίες του στις σχέσεις και να ενεργήσει σύμφωνα με το άτομο που ήθελε να είναι.

Οι συνέπειες με αυτόν τον τρόπο απαιτούν από τους ανθρώπους να αναλάβουν την ευθύνη για τις πράξεις τους ή/και να επανορθώσουν. Οι συνέπειες είναι ουδέτερες και δεν υποκινούνται από θυμό. Στόχος είναι η θετική αλλαγή της συμπεριφοράς και όχι ο πόνος.

Η τιμωρία, από την άλλη πλευρά, συνήθως υποκινείται από θυμό και την επιθυμία να επιδοθεί (ή να προκληθεί) ντροπή και πόνος για ένα αντιληπτό ή πραγματικό το σφάλμα. Η νοοτροπία της τιμωρίας περιλαμβάνει την εστίαση στο ζήτημα του «αξίζει» την τιμωρία. Θέλουμε να υποφέρει και ο παραβάτης (είτε εμείς είτε κάποιος άλλος).

Αν και είναι ανθρώπινο να θέλουμε να ισοφαρίσουμε, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι ο πόνος δεν αποτελεί απαραίτητα κίνητρο για θετική ανάπτυξη και συχνά οδηγεί σε πιο ανεπιθύμητη συμπεριφορά – όπως συνέβη με τον Τζέιμς – αυξάνοντας την αυτοαπορρόφηση, τη ντροπή και την ανάγκη διαφυγής.

Επιπλέον, η τιμωρία, παρά το γεγονός ότι αισθάνεστε (προσωρινά) «ικανοποιημένοι», σημαίνει ότι εξακολουθείτε να είστε παγιδευμένοι στο να ελέγχεστε από αυτό που συνέβη, αντί να λύνετε το πρόβλημα.

Ο ρόλος του μαθήματος

Όταν σκέφτεστε πώς να τιμωρήσετε κάποιον (συμπεριλαμβανομένου του εαυτού σας) και θέλετε να «δώσετε ένα μάθημα», κάντε στον εαυτό σας τις εξής ερωτήσεις: Ποιο είναι το πραγματικό «μάθημα» που θα διδαχθεί; Ποιος είναι ο στόχος σας; Ποιος θα είναι ο πραγματικός αντίκτυπος ή το αποτέλεσμα της τιμωρίας;

Η τιμωρία και η διαπόμπευση των παιδιών, για παράδειγμα, τους δίνει μια αίσθηση ντροπής που βασίζεται στον εαυτό τους και συχνά οδηγεί σε κρυφή επανάσταση. Μπορεί στην πραγματικότητα να συμπεριφέρονται καλύτερα, αλλά το μάθημα που μαθαίνουν είναι πώς να αποφεύγουν την τιμωρία στρεφόμενα προς τα μέσα, αποκρύπτοντας και καλύπτοντας. Επιπλέον, τους μαθαίνει να είναι υπάκουα αντί να έχουν κριτική σκέψη και να σκεφτούν.

Πώς μπορούμε να καταλάβουμε αν η ενοχή που τρέφουμε (ή προκαλούμε) είναι παθολογική

Η απάντηση βρίσκεται στο πώς η ενοχή επηρεάζει τις σχέσεις μας, ποιο «μάθημα» παίρνουμε πραγματικά και αν εμπνέει εποικοδομητική αλλαγή (ή μας τραβά σε μια δίνη ντροπής ή/και εθιστικής συμπεριφοράς). Η υγιής ενοχή είναι συνείδηση με ένα σχέδιο δράσης πέρα από τον πόνο.

Η ανάκαμψη είναι το κλειδί

Τα ομαδικά αθλήματα μας δίνουν ένα καλό μοντέλο για το πώς οι άνθρωποι μπορούν να χειριστούν το δυσάρεστο αίσθημα για κάτι που έκαναν, να ανακάμψουν και να βελτιωθούν. Μερικές φορές, οι καλοί παίκτες δεν αποδίδουν αποτελεσματικά, κοστίζοντας τη νίκη της ομάδας.

Στη συνέντευξη μετά το παιχνίδι, είναι σαφές ότι αισθάνονται άσχημα που απογοήτευσαν τους συμπαίκτες τους. Αλλά, ταυτόχρονα, γνωρίζουν ότι η πιο ουσιαστική συγγνώμη είναι να ανακάμψουν ώστε να μπορέσουν να σκοράρουν ξανά, αντί να επικεντρώνονται στο να νιώθουν άσχημα και να αυτομαστιγώνονται. Κατά παράλληλο τρόπο, οι συμπαίκτες τους φαίνεται να γνωρίζουν ενστικτωδώς ότι πρέπει να τους χτυπήσουν στην πλάτη για ενθάρρυνση και να τους πουν να επιστρέψουν στο παιχνίδι, ώστε να τους βοηθήσουν να κερδίσουν τη σεζόν.

Εξέλιξη: Τουλάχιστον 155 νέα γονίδια εμφανίστηκαν στο DNA των ανθρώπων

Παρ’ όλο που οι σύγχρονοι άνθρωποι διαχωρίστηκαν εξελικτικά από τους στενότερους συγγενείς μας, τους χιμπατζήδες, πριν σχεδόν επτά εκατομμύρια χρόνια, συνεχίζουν να εξελίσσονται.

Περίπου 155 νέα γονίδια έχουν εντοπιστεί, τα οποία ξεπήδησαν αυθόρμητα (de novo) από μικροσκοπικά τμήματα στο ανθρώπινο DNA και μερικά από αυτά τα «μικρογονίδια» φαίνεται πως σχετίζονται με ανθρώπινες ασθένειες, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Νικόλαο Βακιρλή του Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών «Αλέξανδρος Φλέμινγκ» στη Βάρη, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Βιολογίας «Cell Reports», δημιούργησαν ένα «οικογενειακό δένδρο» που συγκρίνει τους ανθρώπους με άλλα 99 είδη σπονδυλωτών ζώων, όπως οι γορίλες, οι χιμπατζήδες, τα άλογα, οι αλιγάτορες κ.ά. Χρησιμοποιώντας υπολογιστικές τεχνικές, οι ερευνητές γύρισαν προς τα πίσω το εξελικτικό «ρολόι».

Παρακολουθώντας, έτσι, τη διαχρονική ανάδυση νέων γονιδίων, βρήκαν 155 που εμφανίστηκαν από το «πουθενά» (de novo) και όχι από το προϋπάρχον γονιδίωμα (με τη συνήθη διαδικασία των μεταλλάξεων).

Τα de novo γονίδια ξεπηδούν αυθόρμητα από τμήματα του DNA που δεν κωδικοποιούν πρωτεΐνες, αλλά στη συνέχεια τα ίδια κωδικοποιούν μικροπρωτεΐνες. Μερικά από αυτά τα 155 τελείως νέα γονίδια στο ανθρώπινο γονιδίωμα είναι αρχαία και χρονολογούνται από την περίοδο καταγωγής όλων των θηλαστικών, ενώ άλλα εμφανίστηκαν πολύ πιο πρόσφατα, σύμφωνα με τη μελέτη.

Από αυτά τα 155 νέα γονίδια, τουλάχιστον τα 44 φαίνεται να σχετίζονται με την κυτταρική ανάπτυξη και την υγεία του οργανισμού.

Η μελέτη των ερευνητών αναφορικά με τον ρόλο τους σε ασθένειες οδήγησε στο συμπέρασμα ότι, μεταξύ άλλων, τρία από αυτά σχετίζονται με παθήσεις όπως η μυϊκή δυστροφία, η μελαχρωστική αμφιβληστροπάθεια των ματιών και το σύνδρομο Alazami. Ένα άλλο νέο γονίδιο σχετίζεται με τον ιστό της ανθρώπινης καρδιάς.

«Θα είναι πολύ ενδιαφέρον σε μελλοντικές μελέτες να κατανοήσουμε τι μπορούν να κάνουν αυτά τα μικρογονίδια και κατά πόσο μπορεί να εμπλέκονται άμεσα σε κάποια ασθένεια».

Όπως ανέφερε στο Live Science, «βρήκαμε ότι δύο από αυτά αφορούν αποκλειστικά τους ανθρώπους», δηλαδή δεν έχουν εμφανιστεί στο γονιδίωμα άλλων ζώων.

Ο νόμος των ακούσιων συνεπειών

Στις κοινωνικές επιστήμες οι απρόβλεπτες ή ακούσιες συνέπειες είναι αποτελέσματα που δεν έχουν προβλεφτεί μετά από μία πολιτική απόφαση. “Είναι αυτό που συμβαίνει όταν ένα απλό σύστημα προσπαθεί να ρυθμίσει ένα περίπλοκο σύστημα”, έγραφε ο Alex Tabarrok. Σαν τους ανθρώπους, τη ζωή, τα οικοσυστήματα που είναι περίπλοκα, αλλά που πιστεύουμε ότι με μία απλή ενέργεια ή νόμο θα βελτιωθούν. Ή να βγάζεις μία απαγόρευση συνάθροισης και να σου προκύπτουν περισσότερα προβλήματα από αυτά που ήθελες να λύσεις.

Ο νόμος αυτός αναφέρεται και σε πρακτικά θέματα εφαρμοσμένης πολιτικής και στις αποκλίσεις ανάμεσα στους στόχους και στα τελικά αποτελέσματα μιας ενέργειας. Αυτό συμβαίνει συχνά σε οποιοδήποτε είδος κυβερνητικού προγράμματος, κανονισμούς, νόμους ή απόπειρας ελέγχου εντός ενός σύνθετου συστήματος που ζούμε, με μια σχετικά απλή δράση. Τελικά θα συμβούν πράγματα και καταστάσεις που δεν περιμέναμε. Είναι ότι συμβαίνει όταν αλλάζετε λογισμικό στον υπολογιστή.

Ο όρος διαδόθηκε τον εικοστό αιώνα από τον Αμερικανό κοινωνιολόγο Robert Merton. Οι ανεπιθύμητες συνέπειες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις τύπους:
  • Απροσδόκητο όφελος: Ένα θετικό απροσδόκητο όφελος (αναφέρεται επίσης ως τύχη ή απροσδόκητο).
  • Απροσδόκητο μειονέκτημα: Μία απροσδόκητη βλάβη που συμβαίνει μακριά από το επιθυμητό αποτέλεσμα της πολιτικής (π.χ., ενώ τα συστήματα άρδευσης παρέχουν στους ανθρώπους νερό για τη γεωργία, μπορούν να αυξήσουν τις μεταφερόμενες ασθένειες που έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην υγεία).
  • Ανεπιθύμητο αποτέλεσμα: Ένα αποτέλεσμα χειρότερο με αυτό που είχε αρχικά προβλεφθεί (όταν μια επιδιωκόμενη λύση επιδεινώνει ένα πρόβλημα).
Οι πιθανές αιτίες των ανεπιθύμητων συνεπειών περιλαμβάνουν την εγγενή πολυπλοκότητα του κόσμου, τα λανθασμένα κίνητρα, την ανθρώπινη ηλιθιότητα, τις αυταπάτες, την αποτυχία λογοδοσίας για τις ανθρώπινες δραστηριότητες ή άλλες γνωστικές ή συναισθηματικές προκαταλήψεις. Επίσης, ας μην ξεχνάμε τη χαοτική φύση του σύμπαντος – και ιδιαίτερα το χαοτικό φαινόμενο της πεταλούδας.

Το 1936, ο Ρόμπερτ Μέρτον απαρίθμησε πέντε πιθανές αιτίες απρόβλεπτων συνεπειών:
  • Άγνοια, καθιστώντας αδύνατη την πρόβλεψη όλων των παραμέτρων, οδηγώντας έτσι σε ατελή ανάλυση.
  • Σφάλματα στην ανάλυση του προβλήματος ή μετά από συνήθειες που λειτούργησαν στο παρελθόν αλλά ενδέχεται να μην ισχύουν για την τρέχουσα κατάσταση.
  • Άμεσα συμφέροντα που υπερισχύουν των μακροπρόθεσμων συμφερόντων.
  • Βασικές εκτιμήσεις που ενδέχεται να απαιτούν ή να απαγορεύουν συγκεκριμένες ενέργειες, ακόμη και αν το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα μπορεί να είναι δυσμενές.
  • Αυτοκαταστροφική προφητεία, ή, ο φόβος για κάποια συνέπεια που οδηγεί τους ανθρώπους να βρουν λύσεις πριν εμφανιστεί το πρόβλημα, επομένως δεν αναμένεται η μη εμφάνιση του προβλήματος.
Για παράδειγμα η ποτοαπαγόρευση τη δεκαετία του 1920 στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία αρχικά θεσπίστηκε για να καταστείλει το εμπόριο αλκοόλ, παγίωσε τη δράση του οργανωμένου εγκλήματος μεγάλης κλίμακας. Δεδομένου ότι το αλκοόλ ήταν ακόμη δημοφιλές, οι εγκληματικές οργανώσεις που παράγουν αλκοόλ χρηματοδοτήθηκαν καλά και ως εκ τούτου αύξησαν επίσης τις άλλες δραστηριότητές τους. Ομοίως, ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών, με σκοπό την καταστολή του παράνομου εμπορίου ναρκωτικών, αντ ‘αυτού αύξησε τη δύναμη και την αποδοτικότητα των καρτέλ ναρκωτικών που έγιναν η κύρια πηγή των προϊόντων.

Άλλο παράδειγμα. Πριν 40 χρόνια έγινε προσπάθεια να μειωθεί η κυκλοφορία των αυτοκινήτων με βάση τους μονούς ή ζυγούς αριθμούς στις πινακίδες. Που οδήγησε τους ανθρώπους να παρακάμψουν την πολιτική αυτή αγοράζοντας περισσότερα αυτοκίνητα.

Και ένα απροσδόκητο όφελος. Για παράδειγμα, η ασπιρίνη, ένα παυσίπονο, είναι επίσης αντιπηκτικό που μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη καρδιακών προσβολών και στη μείωση της σοβαρότητας και της βλάβης από θρομβωτικά εγκεφαλικά επεισόδια. Επίσης, είναι γνωστό ότι το Viagra αναπτύχθηκε για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, και είδαμε ότι είχε μία απροσδόκητη παρενέργεια. Για τη θεραπεία της στυτικής δυσλειτουργίας.

Εποχή του ότι Φάμε ότι Πιούμε κι ότι Αρπάξουμε

Oι κεντρικές τράπεζες καταστρέφουν τον πολιτισμό

Δεν είναι ο καπιταλισμός – όπως πιστεύουν πολλοί – αλλά το κρατικό νομισματικό σύστημα των τελευταίων 100 ετών σε συνδυασμό με την δημόσια πολιτική, που προκαλούν την μαζική υπερκατανάλωση, την καταστροφή του πλούτου, την κατανάλωση κεφαλαίου και την καταστροφή του περιβάλλοντος.

Όταν μου ζητήθηκε να γράψω ένα άρθρο σχετικά με τον αντίκτυπο των αρνητικών επιτοκίων και των ομολόγων με αρνητική απόδοση, σκέφτηκα ότι ήταν μια ευκαιρία να εξετάσω το θέμα από μια ευρύτερη οπτική γωνία. Έχουν υπάρξει πολλά άρθρα που εικάζουν τις πιθανές επιπτώσεις και επικεντρώνονται στον αντίκτυπό τους βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν είναι πολύ συχνό φαινόμενο μια ανάλυση να κοιτάζει λίγο πιο μακριά στο μέλλον, προσπαθώντας να συνδέσει το χρήμα με την επίδρασή του στην ίδια την κοινωνία.

Qui Bono? Ποιος ωφελείται;

Ας ξεκινήσουμε με ένα βασικό ερώτημα, που βρίσκεται στην καρδιά αυτού του ζητήματος: Ποιος επωφελείται από ένα δάνειο που εγγυάται ότι θα επιστρέψει λιγότερα από το ποσό που δανείστηκε; Προφανώς, είναι ο δανειολήπτης και όχι ο δανειστής και στην περίπτωσή μας ο δανειολήπτης είναι η το κράτος και όσοι συνδέονται στενά με αυτό.

Τα αρνητικά επιτόκια και τα ομόλογα με αρνητική απόδοση ευνοούν εξ ορισμού τους οφειλέτες και τιμωρούν τους αποταμιευτές. Επιπλέον, οι πολιτικές αυτές προσβάλλουν τις βασικές οικονομικές αρχές και την κοινή λογική επίσης.

Αντιτίθενται σε όλες τις ορθολογικές απόψεις για το πώς λειτουργεί το χρήμα και δεν έχουν καμία βάση και κανένα ιστορικό προηγούμενο σε κανένα οργανικό οικονομικό σύστημα. Έτσι, τώρα, εκτός από τον κρυφό φόρο που είναι ο πληθωρισμός, έχουμε και έναν άλλο μηχανισμό, που αναδιανέμει τον πλούτο από τον μέσο πολίτη προς εκείνους που βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας.

Έτσι, αυτή η ίδια η έννοια της κεντρικής αρχής που μπορεί να κάμπτει και να στρεβλώνει τους κανόνες, ακόμη και όταν το αποτέλεσμα είναι παράλογο, έχει επιπτώσεις που εκτείνονται πολύ πέρα από τις καθημερινές οικονομικές δραστηριότητες. Στην πραγματικότητα, χωρίζει τελικά την κοινωνία σε δύο κατηγορίες, εκείνους που επωφελούνται από αυτή την αυθαίρετη και μονομερή αναδιατύπωση των κανόνων και εκείνους που αναγκάζονται να πληρώσουν το τίμημα, παρόλο που ποτέ δεν συμφώνησαν σε αυτό. Στην πραγματικότητα, δεν τους ζητήθηκε καν.

Ένα σύστημα συλλογικής διαφθοράς.

Φυσικά, μπορούμε επίσης να το δούμε από την συλλογική προοπτική του υποτιθέμενου κοινωνικού συμβολαίου του Ρουσσώ και να υποστηρίξουμε ότι αυτό το σύστημα φανερής (φορολογία) και κρυφής (νομισματική πολιτική) αναδιανομής είναι νόμιμο ή ακόμη και καλοπροαίρετο. Μπορεί να εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι το κράτος θα σας φροντίσει στο μέλλον και έτσι να είστε πρόθυμοι να θυσιάσετε ένα μέρος του πλούτου και των αποταμιεύσεών σας σήμερα, για να διασφαλίσετε ότι αυτό θα συμβεί.

Σε αυτή την περίπτωση, ας θυμάστε ότι το σημερινό κεντρικό τραπεζικό σύστημα δεν είναι τόσο παλιό. Υπάρχει μόνο για περίπου εκατό χρόνια, ή δύο κύκλους μακροπρόθεσμου χρέους μαζί.

Ο πρώτος κύκλος τελείωσε όταν ο πρόεδρος Νίξον προσπάθησε επίσημα να απονομιμοποιήσει τον χρυσό το 1971, εξουσιοδοτώντας ένα συγκεντρωτικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο κάποιοι λίγοι αποφασίζουν ποιος λαμβάνει το νόμισμα πρώτος και με ποιο επιτόκιο, επιτρέποντάς τους να δημιουργούν φούσκες σε ορισμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, να προστατεύουν διάφορες βιομηχανίες-κλειδιά και να το χρησιμοποιούν για την χρηματοδότηση πολέμων και τον πλουτισμό των πολιτικών και όσων βρίσκονται κοντά τους.

Μέχρι στιγμής, η συνολική πίστωση σε παγκόσμια κλίμακα ανέρχεται σε περίπου 380 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν τέτοιο αριθμό, αλλά αν σκεφτείτε ότι 1 τρισεκατομμύριο δευτερόλεπτα αντιστοιχούν σε 31.709 χρόνια, ίσως αρχίσετε να συνειδητοποιείτε το πόση μόχλευση έχει γίνει στο σύστημα. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι το χρέος είναι πάντα κατανάλωση που μεταφέρεται προς τα εμπρός. Τούτου λεχθέντος, τα χρέη πρέπει να εξοφληθούν ή να διαγραφούν – δεν υπάρχει άλλη περίπτωση.

Επιπλέον, το ποσό του χρέους που μπορεί να σηκώσει ένα σύστημα είναι περιορισμένο και όταν ένα σύστημα που βασίζεται στην πίστωση δεν μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω, το λογικό αποτέλεσμα είναι η κατάρρευση ολόκληρου του συστήματος. Όπως το περιέγραψε ο Ludwig von Mises:

«Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί η τελική κατάρρευση μιας (τεχνητής οικονομικής) άνθησης που προκαλείται από την πιστωτική επέκταση. Οι εναλλακτικές είναι μόνο το εάν η κρίση θα έρθει νωρίτερα ως αποτέλεσμα της εκούσιας εγκατάλειψης της περαιτέρω πιστωτικής επέκτασης, ή αργότερα ως τελική και ολοκληρωτική καταστροφή του σχετικού νομισματικού συστήματος.»

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να προσπαθούν να αποφύγουν αυτή την συστημική κατάρρευση, μειώνοντας τα επιτόκια κάτω από το μηδέν και επιτρέποντας στους μεγάλους παίκτες να αναλάβουν δωρεάν χρέος και ταυτόχρονα να μειώσουν το βάρος του χρέους τους. Αυτό, βέβαια, είναι κάτι που έχουμε ήδη παρακολουθήσει εκτενώς κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και είναι απλώς θέμα χρόνου μέχρι οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, να χρησιμοποιήσουν την ίδια δόλια τακτική για να αφήσουν λίγο αέρα από το μπαλόνι και να απομοχλεύσουν τον οφειλέτη εις βάρος του αποταμιευτή.

Ωστόσο, είναι πολύ αμφίβολο το αν μπορούν να διαχειριστούν με επιτυχία κάτι τέτοιο, ειδικά από την στιγμή που το δημογραφικό αποτελεί πρόβλημα στην Δύση εδώ και δεκαετίες, καθιστώντας την ανάπτυξη επίσης ένα πρόβλημα. Οι κυβερνήσεις επέβαλαν μια πολιτική μαζικής μετανάστευσης για να καταπολεμήσουν αυτή την τάση γήρανσης του πληθυσμού, ωστόσο η εκτέλεσή της ήταν καταστροφική: αντί να αναζωογονήσει τα έθνη και να τονώσει την παραγωγικότητα, κατέληξε στην συντριβή των εθνικών συστημάτων πρόνοιας.

Είναι επομένως σαφές ότι ο σημερινός δρόμος που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις και οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι παντελώς μη βιώσιμος. Επιπλέον οι προσπάθειές τους για βραχυπρόθεσμα «μπαλώματα» δεν έχουν πολλές ελπίδες να σταματήσουν την αναπόφευκτη κατάρρευση, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες. Το να προσποιούμαστε το αντίθετο είναι τόσο μάταιο, όσο και αφελές. Όπως το έθεσε η Ayn Rand:

«Μπορούμε να αγνοήσουμε την πραγματικότητα, αλλά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τις συνέπειες της αγνόησης της πραγματικότητας.»

Το φαινόμενο του «απο-πολιτισμού» (de-civilisation)

Τα αρνητικά επιτόκια είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτών των βραχυπρόθεσμων επιδιορθώσεων, μόνο που σε αυτή την περίπτωση δεν είναι απλώς άχρηστα ως θεραπεία για τα οικονομικά μας δεινά, αλλά στην πραγματικότητα κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό.

Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι ότι ο χρόνος χάνει την αξία του. Καθώς τα κερδισμένα με κόπο χρήματα, που έχει βάλει κανείς στην άκρη για μια δύσκολη εποχή, ή για την εκπαίδευση των παιδιών του, αντί να ανατιμώνται, όπως υπαγορεύει η λογική, χάνουν την αξία τους μέρα με την μέρα, δεν έχει πλέον νόημα να παράγει και να αποταμιεύει κανείς.

Το βασικό κίνητρο για κάθε άτομο να σηκώνεται το πρωί και να εργάζεται σκληρά για να επιτύχει ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο καταργείται και ο χρόνος, ως εκ τούτου, μετατρέπεται σε μια διάσταση χωρίς καμία αξία. Αν οι άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να αποταμιεύουν, λόγω της κυβερνητικής πολιτικής, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να καταναλώνουν. Και με όλες τις παραδοσιακά ασφαλείς επενδυτικές επιλογές να έχουν εξαφανιστεί, τους μένει μόνο η επιλογή της κερδοσκοπίας στις στημένες χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς και το τεράστιο ρίσκο που την συνοδεύει, ειδικά τώρα, που πλησιάζουμε στο τέλος ενός μακροχρόνιου κύκλου χρέους.

Το άτομο μετατρέπεται έτσι όλο και περισσότερο σε εξαρτημένο από το κράτος, καθώς η βάση για μια ελεύθερη ζωή είναι η οικονομική ανεξαρτησία και η ικανότητα να έχεις αποταμιεύσεις που σε κρατούν ανεξάρτητο. Το θεμέλιο ενός επιτυχημένου συστήματος απαιτεί άτομα που ζουν μια αξιοπρεπή ζωή, γνωρίζοντας ότι πρέπει πρώτα να παράγουν πριν καταναλώσουν.

Οι μάζες εκπαιδεύονται και ωθούνται να καταναλώνουν και να ξοδεύουν χρήματα που ΔΕΝ έχουν για να αγοράσουν πράγματα που ΔΕΝ χρειάζονται.

Το νομισματικό μας σύστημα σε συνδυασμό με αυτού του είδους την δημόσια πολιτική προκαλεί την μαζική υπερκατανάλωση, την καταστροφή του πλούτου, την κατανάλωση κεφαλαίου και την καταστροφή και εκμετάλλευση της φύσης.

Οι άνθρωποι προσθέτουν σημαντική αξία στην κοινωνία εάν είναι σε θέση να αποταμιεύουν, καθώς αυτό τους επιτρέπει να επενδύσουν σε ένα μεταγενέστερο στάδιο, όταν θα έχουν συγκεντρώσει όσα χρειάζονται και έτσι να βοηθήσουν άλλους ανθρώπους στην προσπάθειά τους να επιτύχουν και να αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία.

Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους και οι επενδυτές μπορούν να βοηθήσουν τις εκκολαπτόμενες νέες εταιρείες που φέρνουν καινοτόμες ιδέες προς όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας στο σύνολό της. Καθώς αυτός ο ενάρετος κύκλος συνεχίζεται, με βάση την παραγωγικότητα, την μακροπρόθεσμη νοοτροπία και την υπεύθυνη οικονομική διαχείριση, «η άνοδος της παλίρροιας ανυψώνει όλες τις βάρκες».

Αντιθέτως, όταν αυτή η φυσική διαδικασία διαταράσσεται βίαια και αντιστρέφεται, τα αποτελέσματα είναι επιβλαβή και εκτεταμένα: η μαζική υπερκατανάλωση, η καταστροφή του πλούτου και η εκμετάλλευση της φύσης και του περιβάλλοντος είναι όλα συμπτώματα αυτής της θεσμικής και μαζικής ώθησης προς την βραχυπρόθεσμη νοοτροπία και της αναγκαστικής εστίασης μόνο στο σήμερα, εις βάρος του αύριο.

Ευρύτερες επιπτώσεις

Έτσι, αυτό που διακυβεύεται δεν είναι μόνο η παγκόσμια οικονομία, αλλά και η επιταχυνόμενη παρακμή του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος, έχοντας βασιστεί στον φιλελευθερισμό (προσωπική ελευθερία και δικαιώματα ατομικής ιδιοκτησίας) και στον χριστιανισμό (προσωπική ευθύνη κι ενοχές), έθεσε τα θεμέλια για μια αποκεντρωμένη Ευρώπη που επέτρεψε τον ανταγωνισμό των αγαθών και των υπηρεσιών, αλλά κυρίως τον ανταγωνισμό των ιδεών.

Αυτή η επικίνδυνη παρακμή επίσης δεν είναι κάτι καινούργιο, καθώς ξεκίνησε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Ευρώπη στράφηκε προς μια πιο συγκεντρωτική προσέγγιση, με κάθε είδους κολεκτιβιστικές ιδέες (κομμουνισμός στην ΕΣΣΔ, εθνικοσοσιαλισμός στην Γερμανία, φασισμός στην Ιταλία) που προκάλεσαν κάθε είδους σχίσματα και παρακμή, που τα βλέπουμε ακόμη και σήμερα στις σύγχρονες κοινωνίες.

Σήμερα, βλέπουμε μια ραγδαία επιτάχυνση αυτής της παρακμής, καθώς το οικονομικό μας σύστημα μετά βίας μπορεί να παραμείνει όρθιο και καθώς η πολιτική μας και οι κοινωνίες μας εξελίσσονται ακόμη πιο γρήγορα σε φυλετικές ή ακριβέστερα σε ομάδες πολιτικών ταυτοτήτων, που πολεμούν μεταξύ τους για ανούσιες βεντέτες. Όλο αυτό το διάστημα αποπροσανατολίζονται από την πραγματική απειλή, αυτήν που τα κράτη και οι κεντρικές τους τράπεζες θέτουν για το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους.

Όσο οι άνθρωποι φοβούνται την ελευθερία και αναθέτουν εσφαλμένα την προσωπική τους ευθύνη σε μια κεντρική εξουσία, η ελπίδα είναι αμυδρή.

Είναι καιρός να αναλογιστούμε με ανεξάρτητη σκέψη το εάν το σημερινό συγκεντρωτικό σύστημα έχει πραγματικά νόημα, αν είναι βιώσιμο και για πόσο ακόμα.

Αν οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα σας τρομάζουν, είναι άσκοπο να περιμένετε λύσεις που θα έρθουν από τα πάνω. Είναι λοιπόν καιρός να δράσετε άμεσα και υπεύθυνα, με ένα σταθερό σχέδιο, επενδύοντας σε «σκληρά» περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε ιδιώτες και με μια μακροπρόθεσμη στρατηγική που δεν θα εξαρτάται από τις ιδιοτροπίες και τα καπρίτσια των πολιτικών «υπευθύνων».

Νίτσε: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή

“Τί θα συνέβαινε αν κάποιος δαίμονας σου έλεγε ότι αυτή τη ζωή – όπως τη ζεις τώρα και όπως την έχεις ζήσει στο παρελθόν- πρέπει να τη ζήσεις ξανά, αμέτρητες φορές;”

“Και χωρίς να συμβαίνει τίποτα καινούργιο? Όπου κάθε πόνος και κάθε χαρά κι ότι ήταν άφατα μικρό ή μεγάλο στη ζωή σου, θα επιστρέφει σε’σενα, όλα στην ίδια διαδοχή και ακολουθία; Φαντάσου την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης ν’αναποδογυρίζει ξανά και ξανά και ξανά. Και κάθε φορά, αναποδογυρίζουμε κι εσύ και’γω, απλοί κόκκοι στη διαδικασία.”

“Προτείνεις ότι κάθε πράξη που κάνω, κάθε πόνος που νιώθω, θα βιώνεται συνεχώς στην αιωνιότητα;”

“Ναι, η αιώνια επανάληψη σημαίνει ότι κάθε φορά που επιλέγεις μια πράξη θα την επιλέγεις αιώνια. Και ισχύει το ίδιο για κάθε πράξη που δεν κάνεις, κάθε εμποδισμένη σκέψη, κάθε επιλογή που απέφυγες. Και όλη η αβίωτη ζωή θα μένει να φουσκώνει μέσα σου, αβίωτη για όλη την αιωνιότητα. Κι η αδιόρατη φωνή της συνείδησής σου θα σου διαμαρτύρεται αιώνια. Τη σιχαίνεσαι αυτή την ιδέα; Ή σ’ αρέσει;”

“Τη σιχαίνομαι”

“Τότε ζήσε με τέτοιο τρόπο που να σου αρέσει η ιδέα...! Δεν διδάσκω, ότι ο άνθρωπος οφείλει ν’αντέχει το θάνατο ή να “συμβιβάζεται” μαζί του. Ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση προδίδεις τη ζωή σου! Το μάθημα που σου διδάσκω είναι: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!”

“Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!” Η φράση αυτή προκάλεσε ένα σοκ στο Μπρόιερ.Η ευχάριστη απογευματινή βόλτα είχε αποκτήσει θανάσιμη σοβαρότητα.

“Να πεθαίνεις την κατάλληλη στιγμή; Τι εννοείς; Σε παρακαλώ, Φρήντριχ, δεν το αντέχω, σ’ το ‘χω πει πολλές φορές, να μου λες κάτι τόσο σημαντικό με τόσο αινιγματικό τρόπο. Γιατί το κάνεις αυτό;”

“Θέτεις δυο ερωτήματα. Σε ποιό από τα δυο να απαντήσω;”

“Σήμερα, πες μου για το να πεθαίνει κανείς τη σωστή στιγμή”

“Ζήσε όταν ζεις! Ο θάνατος χάνει τη φρίκη του αν κάποιος πεθάνει έχοντας εξαντλήσει τη ζωή του! Αν ο άνθρωπος δε ζει στη σωστή στιγμή, τότε δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει τη σωστή στιγμή”

“Και τι σημαίνει αυτό;” ξαναρώτησε ο Μπρόιερ, νιώθοντας ακόμη πιο μπερδεμένος.

“Ρώτησε τον εαυτό σου, Γιόζεφ: έχεις εξαντλήσει τη ζωή σου;”

“Απαντάς στην ερώτηση με ερώτηση. Φρήντριχ!”

“Κάνεις ερωτήσεις που γνωρίζεις την απάντησή τους” αντέκρουσε ο Νίτσε.

“Αν γνώριζα την απάντηση, γιατί να ρωτήσω;”

“Για ν’αποφύγεις να μάθεις τη δική σου απάντηση!”

“Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης ο Νίτσε παρέμενε προσηλωμένος: έγνεφε επιδοκιμαστικά με το κεφάλι σε κάθε ερώτηση. Τον Μπρόιερ δεν τον παραξένευε αυτό. Δεν είχε ποτέ συναντήσει ασθενή που να μην απολάμβανε κρυφά την εξέταση της ζωής του στο μικροσκόπιο. Κι όσο μεγαλύτερη η μεγέθυνση τόσο χαιρόταν ο ασθενής. Η χαρά να σε παρατηρούν ήταν τόσο μεγάλη που ο Μπρόιερ πίστευε ότι ο αληθινός πόνος των γηρατειών, του πένθους, του να ζεις αφού οι φίλοι σου έχουν πεθάνει, ήταν η απουσία εξονυχιστικής παρατήρησης- η φρίκη του να ζεις μια ζωή που δεν την παρατηρεί κανείς”

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ

ΙΣΟΚΡ 4.100–109

(ΙΣΟΚΡ 4.93–109: Το τέλος των Περσικών πολέμων – Η αθηναϊκή ηγεμονία) Αιτιολόγηση της συμπεριφοράς των Αθηναίων στα χρόνια της αθηναϊκής ηγεμονίας

[100] Μέχρι μὲν οὖν τούτων οἶδ’ ὅτι πάντες ἂν ὁμολογή-
σειαν πλείστων ἀγαθῶν τὴν πόλιν τὴν ἡμετέραν αἰτίαν
γεγενῆσθαι, καὶ δικαίως ἂν αὐτῆς τὴν ἡγεμονίαν εἶναι·
μετὰ δὲ ταῦτ’ ἤδη τινὲς ἡμῶν κατηγοροῦσιν, ὡς ἐπειδὴ
τὴν ἀρχὴν τῆς θαλάττης παρελάβομεν, πολλῶν κακῶν
αἴτιοι τοῖς Ἕλλησιν κατέστημεν, καὶ τόν τε Μηλίων
ἀνδραποδισμὸν καὶ τὸν Σκιωναίων ὄλεθρον ἐν τούτοις
τοῖς λόγοις ἡμῖν προφέρουσιν. [101] ἐγὼ δ’ ἡγοῦμαι
πρῶτον μὲν οὐδὲν εἶναι τοῦτο σημεῖον ὡς κακῶς ἤρχομεν,
εἴ τινες τῶν πολεμησάντων ἡμῖν σφόδρα φαίνονται κολα-
σθέντες, ἀλλὰ πολὺ τόδε μεῖζον τεκμήριον ὡς καλῶς διῳ-
κοῦμεν τὰ τῶν συμμάχων, ὅτι τῶν πόλεων τῶν ὑφ’ ἡμῖν
οὐσῶν οὐδεμία ταύταις ταῖς συμφοραῖς περιέπεσεν.
[102] ἔπειτ’ εἰ μὲν ἄλλοι τινὲς τῶν αὐτῶν πραγμάτων πραό-
τερον ἐπεμελήθησαν, εἰκότως ἂν ἡμῖν ἐπιτιμῷεν· εἰ δὲ
μήτε τοῦτο γέγονεν μήθ’ οἷόν τ’ ἐστὶ τοσούτων πόλεων
τὸ πλῆθος κρατεῖν, ἢν μή τις κολάζῃ τοὺς ἐξαμαρτάνον-
τας, πῶς οὐκ ἤδη δίκαιόν ἐστιν ἡμᾶς ἐπαινεῖν, οἵ τινες
ἐλαχίστοις χαλεπήναντες πλεῖστον χρόνον τὴν ἀρχὴν
κατασχεῖν ἠδυνήθημεν;

[103] Οἶμαι δὲ πᾶσιν δοκεῖν τούτους κρατίστους
προστάτας γενήσεσθαι τῶν Ἑλλήνων, ἐφ’ ὧν οἱ πειθαρ-
χήσαντες ἄριστα τυγχάνουσι πράξαντες. ἐπὶ τοίνυν τῆς
ἡμετέρας ἡγεμονίας εὑρήσομεν καὶ τοὺς οἴκους τοὺς
ἰδίους πρὸς εὐδαιμονίαν πλεῖστον ἐπιδόντας καὶ τὰς
πόλεις μεγίστας γενομένας. [104] οὐ γὰρ ἐφθονοῦμεν
ταῖς αὐξανομέναις αὐτῶν, οὐδὲ ταραχὰς ἐνεποιοῦ-
μεν πολιτείας ἐναντίας παρακαθιστάντες, ἵν’ ἀλλήλοις
μὲν στασιάζοιεν, ἡμᾶς δ’ ἀμφότεροι θεραπεύοιεν, ἀλλὰ
τὴν τῶν συμμάχων ὁμόνοιαν κοινὴν ὠφέλειαν νομίζοντες
τοῖς αὐτοῖς νόμοις ἁπάσας τὰς πόλεις διῳκοῦμεν, συμμα-
χικῶς ἀλλ’ οὐ δεσποτικῶς βουλευόμενοι περὶ αὐτῶν,
[105] ὅλων μὲν τῶν πραγμάτων ἐπιστατοῦντες, ἰδίᾳ δ’
ἑκάστους ἐλευθέρους ἐῶντες εἶναι, καὶ τῷ μὲν πλήθει βοη-
θοῦντες, ταῖς δὲ δυναστείαις πολεμοῦντες, δεινὸν ἡγού-
μενοι τοὺς πολλοὺς ὑπὸ τοῖς ὀλίγοις εἶναι, καὶ τοὺς ταῖς
οὐσίαις ἐνδεεστέρους τὰ δ’ ἄλλα μηδὲν χείρους ὄντας
ἀπελαύνεσθαι τῶν ἀρχῶν, ἔτι δὲ κοινῆς τῆς πατρίδος
οὔσης τοὺς μὲν τυραννεῖν τοὺς δὲ μετοικεῖν, καὶ φύσει
πολίτας ὄντας νόμῳ τῆς πολιτείας ἀποστερεῖσθαι.

[106] Τοιαῦτ’ ἔχοντες ταῖς ὀλιγαρχίαις ἐπιτιμᾶν καὶ
πλείω τούτων, τὴν αὐτὴν πολιτείαν ἥνπερ παρ’ ἡμῖν αὐτοῖς
καὶ παρὰ τοῖς ἄλλοις κατεστήσαμεν, ἣν οὐκ οἶδ’ ὅ τι δεῖ διὰ
μακροτέρων ἐπαινεῖν, ἄλλως τε καὶ συντόμως ἔχοντα
δηλῶσαι περὶ αὐτῆς. μετὰ γὰρ ταύτης οἰκοῦντες ἑβδομή-
κοντ’ ἔτη διετέλεσαν ἄπειροι μὲν τυραννίδων, ἐλεύθεροι
δὲ πρὸς τοὺς βαρβάρους, ἀστασίαστοι δὲ πρὸς σφᾶς
αὐτούς, εἰρήνην δ’ ἄγοντες πρὸς πάντας ἀνθρώπους.

[107] Ὑπὲρ ὧν προσήκει τοὺς εὖ φρονοῦντας μεγάλην
χάριν ἔχειν πολὺ μᾶλλον ἢ τὰς κληρουχίας ἡμῖν ὀνειδίζειν,
ἃς ἡμεῖς εἰς τὰς ἐρημουμένας τῶν πόλεων φυλακῆς ἕνεκα
τῶν χωρίων, ἀλλ’ οὐ διὰ πλεονεξίαν ἐξεπέμπομεν. σημεῖον
δὲ τούτων· ἔχοντες γὰρ χώραν μὲν ὡς πρὸς τὸ πλῆθος
τῶν πολιτῶν ἐλαχίστην, ἀρχὴν δὲ μεγίστην, καὶ κεκτη-
μένοι τριήρεις διπλασίας μὲν ἢ σύμπαντες οἱ ἄλλοι, δυνα-
μένας δὲ πρὸς δὶς τοσαύτας κινδυνεύειν, [108] ὑποκειμένης
τῆς Εὐβοίας ὑπὸ τὴν Ἀττικήν, ἣ καὶ πρὸς τὴν ἀρχὴν τὴν
τῆς θαλάττης εὐφυῶς εἶχεν καὶ τὴν ἄλλην ἀρετὴν ἁπασῶν
τῶν νήσων διέφερε, κρατοῦντες αὐτῆς μᾶλλον ἢ τῆς
ἡμετέρας αὐτῶν, καὶ πρὸς τούτοις εἰδότες καὶ τῶν Ἑλλή-
νων καὶ τῶν βαρβάρων τούτους μάλιστ’ εὐδοκιμοῦντας, οἳ
τοὺς ὁμόρους ἀναστάτους ποιήσαντες ἄφθονον καὶ ῥᾴθυ-
μον αὑτοῖς κατεστήσαντο τὸν βίον, ὅμως οὐδὲν τούτων
ἡμᾶς ἐπῆρεν περὶ τοὺς ἔχοντας τὴν νῆσον ἐξαμαρτεῖν,
[109] ἀλλὰ μόνοι δὴ τῶν μεγάλην δύναμιν λαβόντων
περιείδομεν ἡμᾶς αὐτοὺς ἀπορωτέρως ζῶντας τῶν δου-
λεύειν αἰτίαν ἐχόντων. καίτοι βουλόμενοι πλεονεκτεῖν
οὐκ ἂν δή που τῆς μὲν Σκιωναίων γῆς ἐπεθυμήσαμεν, ἣν
Πλαταιέων τοῖς ὡς ἡμᾶς καταφυγοῦσι φαινόμεθα παρα-
δόντες, τοσαύτην δὲ χώραν παρελίπομεν, ἣ πάντας ἂν
ἡμᾶς εὐπορωτέρους ἐποίησεν.

***
[100] Ως τη στιγμή εκείνη, το ξέρω, όλοι θα παραδέχονταν ότι είχε προσφέρει η πόλη μας πολλές ευεργεσίες στην Ελλάδα και δικαιωματικά θα της ανήκε η ηγεμονία. Για την αμέσως κιόλας κατοπινή περίοδο μας κατακρίνουν μερικοί πως τάχα, αφότου παραλάβαμε την αρχηγία στη θάλασσα, άφθονες συμφορές προξενήσαμε στους Έλληνες. Με τα λόγια τους αυτά μας καταλογίζουν φυσικά την υποδούλωση των κατοίκων της Μήλου και τη σφαγή των Σκιωναίων. [101] Προσωπικά όμως νομίζω ότι, αν μερικοί από όσους μας πολέμησαν αποδείχτηκε πως τιμωρήθηκαν σκληρά, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί απόδειξη πως διοικήσαμε με τρόπο ανάρμοστο. Αντίθετα, πολύ πιο ισχυρή απόδειξη,, πως ορθά διαχειριστήκαμε τις υποθέσεις των συμμάχων, αποτελεί το γεγονός ότι από τις πόλεις τις συμμαχικές, που έμειναν πιστές στη δικιά μας εξουσία, καμιά δεν έπεσε σ' αυτές τις συμφορές.

[102] Έπειτα, αν υπάρχουν άνθρωποι που διαχειρίστηκαν τις ίδιες υποθέσεις με τρόπο μαλακότερο, δικαιολογημένα θα τα έβαζαν μαζί μας. Αφού όμως ούτε αυτό έχει συμβεί, ούτε και είναι δυνατό να επιβάλεις εξουσία σε τόσο πλήθος πόλεων χωρίς να τιμωρείς αυτούς που παρεκτρέπονται, πώς δεν αξίζουμε τον έπαινο εμείς, τη στιγμή που κατορθώσαμε να διατηρήσουμε τόσον καιρό την εξουσία, χωρίς να δυσαρεστήσουμε παρά ελάχιστους;

[103] Νομίζω μάλιστα πως όλοι συμφωνούν ότι άξιοι προστάτες των Ελλήνων θα σταθούν εκείνοι που στα δικά τους χρόνια, όσοι πειθάρχησαν, απόχτησαν μεγάλη ευτυχία. Στα χρόνια λοιπόν της ηγεμονίας της δικιάς μας θα βρούμε και των ιδιωτών τα σπίτια σε μεγάλη προκοπή και ευδαιμονία και όλες τις πόλεις σε μια ξεχωριστή ανάπτυξη και ευημερία. [104] Είναι που δε ζηλεύαμε τις πόλεις που προόδευαν· δε δημιουργούσαμε αναταραχή επιβάλλοντας πολιτεύματα αντίθετα, έτσι που μεταξύ τους να φαγώνονται και εμάς να μας υπηρετούν δουλικά. Των συμμάχων την ομόνοια τη θεωρούσαμε κοινή ωφέλεια για όλους και κυβερνούσαμε όλες τις πολιτείες με τους ίδιους νόμους σαν σύμμαχοι πραγματικοί και όχι σαν αφέντες. [105] Μόνο τη γενική πολιτική τους κατευθύναμε, χωρίς να επεμβαίνουμε σε θέματα προσωπικής ελευθερίας, που ήταν απαραβίαστη. Βοηθούσαμε το λαό και πολεμούσαμε την τυραννία, γιατί είχαμε τη γνώμη πως είναι απαράδεκτο οι λίγοι να καταδυναστεύουν τους πολλούς, να αποκλείονται από τα δημόσια αξιώματα οι άποροι, που ωστόσο σε τίποτα δεν υστερούσαν μπρος στους άλλους : Πιστεύαμε ότι δεν επιτρέπεται σε μια πατρίδα, που είναι κοινή για όλους, άλλοι να είναι τύραννοι και άλλοι μέτοικοι, και αυτοί που είναι από τη φύση πολίτες, να χάνουν τα πολιτικά τους δικαιώματα από το νόμο.

[106] Τέτοιες κατηγορίες έχοντας για τις ολιγαρχίες και ακόμα σοβαρότερες εφαρμόσαμε στις άλλες συμμαχικές πόλεις το ίδιο ακριβώς πολίτευμα που είχαμε και εμείς, και δεν ξέρω γιατί πρέπει να κάνω μακρολογώντας έπαινο γι' αυτό, τη στιγμή μάλιστα που είναι δυνατό να είμαι και σύντομος.

Αρκεί να πω ότι με το πολίτευμα αυτό ζήσαμε ήσυχοι εβδομήντα χρόνια συνεχώς, χωρίς τυράννους, χωρίς σκλαβιά από τους βαρβάρους, μονοιασμένοι και αδερφωμένοι μεταξύ μας, σε γαλήνη και ειρήνη με τον κόσμο όλο.

[107] Για όλα αυτά πρέπει οι άνθρωποι που λογικεύονται να μας χρωστούν ευγνωμοσύνη, και όχι να μας κακολογούν για τους κληρούχους, αφού τους στέλναμε στις πόλεις που ερημώνονταν όχι από πλεονεξία, μα για να τις φυλάν και να τις προστατεύουν. Θέλετε τώρα και απόδειξη γι' αυτό; Είχαμε βέβαια χώρα πολύ μικρή, σε σύγκριση με το μεγάλο αριθμό των πολιτών, μα δύναμη μεγάλη· είχαμε πλοία δυο φορές τόσα όσα οι άλλοι Έλληνες μαζί, πλοία που ήταν σε θέση να αναμετρηθούν κάθε στιγμή με τα διπλάσια σε αριθμό· [108] πλάι στην Αττική ήταν η Εύβοια, που είχε θέση εξαίρετη για την κυριαρχία μας στη θάλασσα και πολλά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τα άλλα νησιά, και αυτήν την είχαμε στο χέρι πιο σίγουρα και από τη δική μας πόλη· ξέραμε ακόμα ότι και από τους Έλληνες και από τους βαρβάρους ευημερούσαν περισσότερο όσοι ξεσπίτωναν και αναστάτωναν τους γείτονες, για να εξασφαλίσουν για λογαριασμό τους πλούσια ζωή και ξένοιαστη. Όμως τίποτα από αυτά δε μας ξεσήκωνε το νου, για να φερθούμε άδικα στους ανθρώπους του νησιού αυτού. [109] Αντίθετα, μονάχα εμείς από τους λαούς που απόχτησαν ποτέ μεγάλη δύναμη δεχτήκαμε να ζήσουμε πιο φτωχικά από όσους έχουν το όνομα ότι είναι δούλοι. Και οπωσδήποτε, αν θέλαμε να δούμε το συμφέρον μας μονάχα, σίγουρα δε θα επιθυμούσαμε των Σκιωναίων τη χώρα ―είναι γνωστό άλλωστε ότι την παραδώσαμε στους Πλαταιείς τους πρόσφυγες, που κατέφυγαν σ' εμάς για προστασία― αφήνοντας ανενόχλητη μια τέτοια χώρα, που θα μπορούσε όλους μας να μας κάνει πλούσιους.