Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἱκέτιδες (176-203)

ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ


ΔΑΝΑΟΣ
παῖδες, φρονεῖν χρή· ξὺν φρονοῦντι δ᾽ ἥκετε
πιστῷ γέροντι τῷδε ναυκλήρῳ πατρί.
καὶ τἀπὶ χέρσου νῦν προμηθίαν λαβεῖν
αἰνῶ φυλάξαι θ᾽ ἅμ᾽ ἔπη δελτουμένας.
180 ὁρῶ κόνιν, ἄναυδον ἄγγελον στρατοῦ·
σύριγγες οὐ σιγῶσιν ἀξονήλατοι·
ὄχλον δ᾽ ὑπασπιστῆρα καὶ δορυσσόον
λεύσσω, ξὺν ἵπποις καμπύλοις τ᾽ ὀχήμασιν·
τάχ᾽ ἂν πρὸς ἡμᾶς τῆσδε γῆς ἀρχηγέται
185 ὀπτῆρας εἷεν ἀγγέλων πεπυσμένοι.
ἀλλ᾽ εἴτ᾽ ἀπήμων εἴτε καὶ τεθηγμένος
ὠμῇ ξὺν ὀργῇ τῶνδ᾽ ἐπόρνυται στόλος,
ἄμεινόν ἐστι παντὸς εἵνεκ᾽, ὦ κόραι,
πάγον προσίζειν τόνδ᾽ ἀγωνίων θεῶν.
190 κρεῖσσον δὲ πύργου βωμός, ἄρρηκτον σάκος.
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστα βᾶτε, καὶ λευκοστεφεῖς
ἱκτηρίας, ἀγάλματ᾽ αἰδοίου Διός,
σεμνῶς ἔχουσαι διὰ χερῶν εὐωνύμων,
αἰδοῖα καὶ γοεδνὰ καὶ ζαχρεῖ᾽ ἔπη
195 ξένους ἀμείβεσθ᾽, ὡς ἐπήλυδας πρέπει,
τορῶς λέγουσαι τάσδ᾽ ἀναιμάκτους φυγάς.
φθογγῇ δ᾽ ἑπέσθω πρῶτα μὲν τὸ μὴ θρασύ,
τὸ μὴ μάταιον δ᾽ ἐκ † μετώ πω σωφρονῶν
ἴτω προσώπων ὄμματος παρ᾽ ἡσύχου.
200 καὶ μὴ πρόλεσχος μηδ᾽ ἐφολκὸς ἐν λόγῳ
γένῃ· τὸ τῇδε κάρτ᾽ ἐπίφθονον γένος.
μέμνησο δ᾽ εἴκειν· χρεῖος εἶ ξένη φυγάς.
θρασυστομεῖν γὰρ οὐ πρέπει τοὺς ήσσονας.

***
ΔΑΝΑΟΣ
Κόρες μου, εδώ χρειάζεται νους, όπως είχε
νου κι ο πιστός σας γέροντας αυτός πατέρας,
που σας οδήγησεν εδώ καραβοκύρης·
τώρ᾽ άγρυπνος και στη στεριά, σας συμβουλεύω
να γράψετε τα λόγια μου μέσα στο νου σας:
Βλέπω εκεί κάτω κορνιαχτό, βουβό σημάδι
180 κάποιου ερχομού· νά, και πλήθος ξεχωρίζω
μ᾽ ασπίδες και κοντάρια που ᾽ρχονται καβάλα,
κι άλλοι πάνω σ᾽ αμάξια· θα ᾽ναι δίχως άλλο
αυτής της χώρας οι άρχοντες, που θα ᾽χουν μάθει
τον ερχομό μας κι έρχονται να δουν και μόνοι.
Μα είτε χωρίς κακό σκοπόν, είτε και μ᾽ άγρια
κατά μας έχει οργή ξεσηκωθεί ο στρατός των,
για κάθε, λέω, περίσταση πιο καλό θα ᾽ναι
να μαζευθείτε δίπλα εδώ πάνω στις έδρες
των αγωνίων θεών, γιατ᾽ από κάθε πύργο
190 πιο δυνατός είν᾽ ο βωμός κι άθραυστη ασπίδα.
Λοιπόν βιαστείτε και στ᾽ αριστερά σας χέρια
σεμνά κρατώντας τα κλαδιά της ικεσίας
– του Δία καμάρι – ν᾽ αποκρίνεστε στους ξένους
ταπεινά και κλαυτά κι όπως το θέλ᾽ η ανάγκη
σαν πρόσφυγες οπού είμαστε, και να τους πείτε
να μάθουν καθαρά πως καθαρός από αίμα
είν᾽ ο ερχομός μας· και θυμάστε πρώτ᾽ απ᾽ όλα
όχι πολύ ξεθαρρετή να ᾽ναι η φωνή σας,
μα η όψη σεμνοπρόσωπη με ήσυχο βλέμμα
την άδολή σας να μηνά την ειλικρίνεια·
200 κι ούτε ας προτρέχει η γλώσσα σου κι ούτε του μάκρου
να ξεσέρνεις τα λόγια σου, γιατ᾽ είναι, μάθε,
πάρα πολύ του τόπου εδώ δύσκολοι οι ανθρώποι·
θύμας να υποχωρείς, αφού είσαι της ανάγκης,
ξένη κι αποδιωγμένη και ποτέ δεν πρέπει
να ᾽χουν οι πιο μικροί τη γλώσσα τους μεγάλη.

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ίσως φανεί παράξενο ότι, αν και ασχοληθήκαμε με το Θουκυδίδη μια ολόκληρη ζωή, θέλουμε τώρα, μέσα σε ένα βιβλίο, να τον παρουσιάσουμε σε λίγες σελίδες. Το αντικείμενο όμως αυτών των λίγων σελίδων είναι συγκεκριμένο: πρόκειται να εκτιμήσουμε, με την προοπτική που ορίσαμε εδώ, σε τι ο Θουκυδίδης υπερέχει ως προς αυτά που ανακάλυψε ο Ηρόδοτος και, από την άλλη πλευρά, πώς το πνευματικό κλίμα της Αθήνας και η επίδραση της ρητορικής τον οδήγησαν ν' ακολουθήσει έναν καινούργιο προσανατολισμό, που επιβλήθηκε, συγκεκριμένα, από μια ακατάβλητη τάση προς το καθολικό.
 
Ο Ηρόδοτος υπήρξε νεωτεριστής αφιερώνοντας ένα έργο λογοτεχνικό στο πρόσφατο παρελθόν. Ο Θουκυδίδης υπερέχει αφιερώνοντας ένα έργο πληρέστερο σε έναν πόλεμο -τον Πελοποννησιακό Πόλεμο- που άρχισε όταν αυτός είχε ενηλικιωθεί και του οποίου γνώρισε το τέλος. Έκρινε και είπε ότι ο πόλεμος αυτός ήταν πιο σημαντικός από όλα τα προηγούμενα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων του Τρωικού και των Μηδικών πολέμων (οπωσδήποτε, η διάρκειά του ήταν μεγαλύτερη και από τους δύο). Και αν ανατρέχει, με μερικά σύντομα κεφάλαια, στο παρελθόν και στις απαρχές, είναι ακριβώς για να δικαιώσει τη σημασία του παρόντος ή, τότε, η αναδρομή γίνεται με μια παρένθεση με σκοπό να εξηγήσει τη διαμόρφωση της αθηναϊκής αυτοκρατορίας. Σε αυτόν δεν βρίσκουμε τίποτα από εκείνες τις παρεκκλίσεις, από εκείνους τους μαιάνδρους και από αυτή την μακρά προετοιμασία για τα πρόσφατα γεγονότα, που δίνονται με άνεση χρόνου και βήμα προς βήμα. Θα λέγαμε ότι έγινε μια σύμπτυξη από την ιστορία όπως τη χειρίστηκε ο Ηρόδοτος: επιβιώνει μόνο το παρόν. Επιβιώνει μόνο η πολιτική.
 
Ο Θουκυδίδης υπερέχει επίσης από τον Ηρόδοτο στην εμμονή του σε ό, τι συνιστά αποκλειστικά τον άνθρωπο. Διότι ο Ηρόδοτος υπήρξε, ασφαλώς, ένας νεωτεριστής που προτίμησε τους πραγματικούς ανθρώπους από τους ήρωες του μύθου. Κράτησε όμως το ρόλο των χρησμών, κάποια θαυμαστά πράγματα ανάλογα με την περίπτωση και μια συχνή παρουσία της θέλησης των θεών ή της μοίρας: τίποτα πια από αυτά δεν υπάρχει στο Θουκυδίδη. Αν αναφέρει ένα χρησμό, είναι για να επισημάνει τη σχετικότητα και το απροσδιόριστο της μετάδοσης ή της ερμηνείας του. Και όταν μια επιχείρηση δεν πάει καλά, σημαίνει γενικά ότι η σύλληψή της δεν ήταν ορθή ή ότι διεξήχθη άσχημα: το ενδιαφέρον της ιστορίας είναι ακριβώς να δείξει την αιτία.
 
Ο Ηρόδοτος υπήρξε νεωτεριστής γιατί κοπίασε να παρουσιάσει την αλήθεια. Ταξίδεψε, ερεύνησε, επωφελήθηκε από διάφορα αποδεικτικά στοιχεία και έδωσε με εντιμότητα δίπλα δίπλα αντιφατικές εκδοχές του ίδιου γεγονότος ενώ αυτός, το πολύ πολύ, αρκείται να προτείνει την επιλογή του. Ο Θουκυδίδης έχει γιατί είναι απαιτητικός. Ξέρει τι σημαίνει κριτικό πνεύμα. Ξέρει πώς εδραιώθηκε μια αληθοφάνεια. Ξέρει ότι αυτό δεν είναι εύκολο, και έχει τόσο πλήρη συνείδηση αυτού που κάνει ο λέει:
 
«Για τα γεγονότα του πολέμου δεν θέλησα ν’ αρκεσθώ σε πληροφορίες του πρώτου τυχόντος ούτε στην προσωπική μου αντίληψη και μόνο, αλλά έκανα προσεκτική έρευνα και για τα γεγονότα στα οποία ήμουν παρών και για τα όσα μου ανέφερα Η εξακρίβωση ήταν δύσκολη, γιατί όσοι ήσαν αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων μου έδιναν ο καθένας την δική του εκδοχή, ανάλογα με την συμπάθειά του προς τον ένα ή τον άλλον αντίπαλο.» (Α, 22, 1-2).
 
Επιπλέον, ο Θουκυδίδης, με το πάθος για την πολιτική διεξαγωγή των επιχειρήσεων, βρίσκει μια αναπλήρωση στην  εξορία που τον απομακρύνει από τα καθήκοντα και τα δικαιώματά του. Αυτή η εξορία του επέτρεψε να συγκεντρώσει πληροφορίες και από τις δύο πλευρές: «κι έτσι μπόρεσα να παρακολουθήσω με ηρεμία τα γεγονότα» (Ε, 26,5). Ικανός να αντλήσει πληροφορίες, αν δεν έχει άλλες, από ένα όνομα μίας επιγραφής ή από ένα τρόπο ταφής, είναι επίσης ικανός να διυλίσει και να ξεχωρίσει μαρτυρίες, όπως ένας πολύπειρος Αθηναίος δικαστής διακρίνει την αλήθεια ανάμεσα σε δύο ψεύδη.
 
Πρέπει όμως να αντιληφθούμε ότι η γέννηση αυτή τη κριτικής σκέψης και της συστηματικής αντικειμενικότητας, όπως και η σύμπτυξη του θέματος σε ένα σύνολο καλά οριοθετημένο, υποκείμενο σε εξαντλητικές πληροφορίες, ανταποκρίνονται, και το  ένα και το άλλο, σε μια διαφορά ως προς τον επιδιωκόμενο.
 
Ο Ηρόδοτος ήθελε πριν απ’ όλα να διασώσει από τη λήθη τα περασμένα γεγονότα, επιμένοντας - και αυτό είναι μια  καινούργια φιλοδοξία - στην αλληλουχία που έφερνε το ένα κοντά στο άλλο. Η εισαγωγή του, από αυτή την άποψη, είναι σαφέστατη:
 
«Ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσόν παρουσιάζει αυτήν εδώ την διήγησιν, αποτέλεσμα των ερευνών του, με σκοπόν πρώτον να μη σβήσουν με τον καιρόν και λησμονηθούν πράξεις, που έγιναν από ανθρώπους, έπειτα διά να  γίνουν ξακουσμένα έργα μεγάλα και θαυμαστά, τα οποία τέλεσαν άλλα οι Έλληνες και άλλα οι βάρβαροι, και τέλος, το σπουδαιότερον, δια να δείξη, δια ποίαν αιτίαν επολέμησαν» (Α, αρχή).
 
Ο αρχικός σκοπός είναι η μνήμη, ακολουθεί- θεμιτή υπερηφάνεια - η αλληλουχία των γεγονότων ξεκινώντας από το παρελθόν.
 
Εάν τώρα περάσουμε στο Θουκυδίδη, ανακαλύπτουμε ένα άλμα ιλιγγιώδες. Η μνήμη δεν αναφέρεται πια. Σκοπός είναι να καταλάβουμε. Και - τι έκπληξη! - να καταλάβουμε όχι μόνο το παρελθόν αλλά τις παγκόσμιες αλληλουχίες που αναπαράγονται:
 
«Η έλλειψη του μυθώδους από την διήγησή μου, ίσως την κάνη λιγότερο ευχάριστη. Αλλά θα είμαι ικανοποιημένος αν το έργο μου κριθή ωφέλιμο από όσους θελήσουν να έχουν ακριβή γνώση των γεγονότων που συνέβησαν και εκείνων που θα συμβούν στο μέλλον, τα οποία, από την πλευρά της ανθρώπινης φύσης, θα είναι όμοια ή παραπλήσια. Έγραψα την Ιστορία μου για να μήνη αιώνιο κτήμα ι ον ανθρώπων και όχι σαν έργο επίκαιρου διαγωνισμού για ένα πρόσκαιρο ακροατήριο» (Α, 22,4).
 
Το τελευταίο αυτό εδάφιο αναφέρεται συχνά με κάποια αόριστη υπόνοια ότι ο Θουκυδίδης αποβλέπει σε ένα είδος μεταθανάτιας φήμης. Πρόκειται όμως για κάτι τελείως διαφορετικό: Πρόκειται να απομακρυνθεί από την αφήγηση του ιδιαίτερου για να καταλήξει σε μια επιστήμη, ικανή να εφαρμοσθεί σε άλλους καιρούς - και αυτό επειδή τονίζει το στοιχείο που θεμελιώνει την επανάληψη και που ο ίδιος ονομάζει «το ανθρώπινο».
 
Αυτή η τόσο τολμηρή φιλοδοξία είναι προφανώς αυτό που συνιστά τις διαφορές του με τον Ηρόδοτο. Αν του χρειαζόταν περισσότερη σαφήνεια στην πληροφόρηση, αυστηρότερη οριοθέτηση στο ανθρώπινο και ένα θέμα πιο συναφές και με στενό περίγραμμα, είναι γιατί αυτές ήταν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για να μπορέσει να αποδεσμεύσει αυτές τις καθολικής κατηγορίας αλληλουχίες και επειδή αυτά ήταν τα μέσα για να δημιουργήσει από την ιστορία μια επιστήμη του ανθρώπου. «Επιστήμη» εννοείται τόσο η ακρίβεια όσο και η επιθυμία να αποκαλυφθούν σχέσεις γενικού τύπου στον πυρήνα της αφήγησης: έχουμε εδώ δύο όψεις μιας και μόνης θεώρησης, η οποία αποτελεί ένα ριζικό νεωτερισμό. Σε αυτή τη φράση του «προγράμματος» του, η υπερηφάνεια του Θουκυδίδη είναι ότι αφιερώνεται, μέσα στον ενθουσιασμό, σ’ ένα μεγάλο σχέδιο εντελώς προσωπικό.
 
Ο μεγάλος αυτός σχεδιασμός δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί παρά μόνο συνδεδεμένος με μια καινούργια αντίληψη της ιστορικής αιτιότητας. Η αιτιότητα αυτή, σε αντίθεση με ό, τι προσέφερε το έργο του Ηρόδοτου, όχι μόνο θα είναι πάντοτε ανθρώπινης κατηγορίας και όχι θείας (δεν μπορούμε «να δούμε καθαρά» στην επιλογή της μοίρας), αλλά και δεν θα είναι πια ευθύγραμμη.
 
Στον Ηρόδοτο, η κύρια αλληλουχία μεταξύ του ενός γεγονότος και του άλλου ήταν η εκδίκηση. Αναζητούσε την πρώτη προσβολή και μετά ακολουθούσε έμμεσα τις αλυσιδωτές αντιδράσεις. Ο Θουκυδίδης παραμερίζει τις αιτίες αυτές που βασίζονται σε αντεγκλήσεις -«τα κίνητρα και την πηγή των διαφωνιών»- και εδώ επίσης πηγαίνει κατευθείαν προς το γενικότερο, προς την αιτία που φορτίζει τα άτομα και τις διεκδικήσεις τους: θεωρεί, σε ένα άλλο επίπεδο, τις απαιτήσεις μιας κατάστασης, απαιτήσεις που ερμηνεύουν ολόκληρη σειρά γεγονότων. Είναι αυτό που αποκαλεί, με μια εξαίρετη διατύπωση «η βαθύτερη αιτία» και σε ό,τι αφορά τον πόλεμο, η αιτία αυτή πρέπει ν’ αναζητηθεί όχι σε κάποια απόφαση του Περικλή, ή σε μια διεκδίκηση ενός συμμάχου η ενός άλλου, αλλά στην αύξηση της αθηναϊκής δύναμης, που κατέληξε να φοβίσει τη Σπάρτη, κάνοντας έτσι τον πόλεμο αναπόφευκτο. Η αιτιότητα δεν είναι πια προσωπική και ακριβής: είναι και αυτή γενική και ανθρώπινη και μπορεί να βρεθεί πάλι και σε άλλα εδάφια του έργου.
 
Κυρίως όμως, η αιτιότητα, επειδή δεν έχει πια την εντελώς εξατομικευμένη απλούστευση, στο πέρασμα από τον Ηρόδοτο στο Θουκυδίδη, γίνεται σύνθετη. Ο Θουκυδίδης, αντί να συνδέσει το ένα γεγονός με το άλλο με ένα μοναδικό κατευθυντήριο μίτο που ορίζεται από κάποια ψυχική αντίδραση, αναζητεί σε βάθος τις πολλαπλές αιτίες που συνδυάζονται μεταξύ τους. Συναντήσαμε ήδη το κείμενο στο οποίο διακρίνει τα προβαλλόμενα κίνητρα και μια αιτία λιγότερο ομολογημένη. Συμβαίνει επίσης να διακρίνει τις βαθύτερες ή τις περιστασιακές αιτίες. Τότε έχουμε ένα και κατά τον ίδιο χρόνο πολύ αποκαλυπτικό. Τέλος, η επιθυμία του να προχωρήσει όλο και περισσότερο στην εξήγηση, καταλήγει ώστε κάθε γεγονός να γίνεται σαν ένα πεδίο δυνάμεων όπου οι επιθυμίες και οι περιστάσεις συναντώνται και συντονίζονται η μια με την άλλη. Γι’ αυτό ακριβώς δεν αναφερόμαστε στο έργο του για ν’ αναγνωρίσουμε μόνο την άνοδο και την κρίση ενός ιμπεριαλισμού αλλά καταστάσεις και προβλήματα κάθε είδους που το κάθε ένα μπορεί να συναντηθεί πάλι κάπου αλλού: η δυσκολία μιας απόβασης, η ηθική επίδραση ενός πολέμου, η διαφορά μεταξύ του θαλάσσιου και του χερσαίου πολέμου, ο ρόλος της σύνθεσης, ενοποιημένης ή όχι, των εμπόλεμων ομάδων, οι κίνδυνοι της καταστολής, η φιλοσοφία που επιβάλλει η δύναμη ή η κατάκτηση, όλα αυτά τα προβλήματα προβάλλονται, συζητούνται και σταθμίζονται. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Θουκυδίδης αποφεύγει σχεδόν παντού (η εισαγωγική δήλωση η σχετική με τις αιτίες του πολέμου αποτελεί εξαίρεση) να προβάλλει ο ίδιος μια μοναδική αιτία: υποδεικνύει τις δύναμης που μετέχουν στον πόλεμο και μεταθέτει σε κατανοητό σύστημα την πολυπλοκότητα του γίγνεσθαι.
 
Ανακαλύπτουμε τότε μια καινούργια μορφή της ελληνικής και αθηναϊκής έφεσης προς το καθολικό. Ο Όμηρος η ο Ηρόδοτος μας είχαν δώσει ανθρώπους τύπους, συναισθήματα και εμπειρίες που μπορούσαν να αγγίξουν οποιοδήποτε κοινό με την ανθρώπινη πλευρά τους. Με το Θουκυδίδη, οι πολιτικές καταστάσεις και οι πολιτικοί χειρισμοί παίρνουν αυτή την ανθρώπινη αξία, μπορούν να χρησιμεύσουν ως σύμβολα και να συναρπάσουν ξαφνικά ένα κοινό που γνωρίζει ή νομίζει ότι γνωρίζει ανάλογες καταστάσεις. Μετά την καθολικότητα των συναισθημάτων και των συγκινήσεων ανακαλύπτουμε την καθολικότητα της πρακτικής εμπειρίας. Και οι περιπτώσεις, που περιγράφονται με αυτό τον τρόπο, σημειώνουν μια καινούργια κατάκτηση του πνεύματος της αφαίρεσης, αν και είναι κατανοητές μέσα από τη συγκεκριμένη αφήγηση ειδικών γεγονότων.
 
Κανένας δεν αμφιβάλλει ότι η επίδραση της αθηναϊκής πολιτικής ζωής και των συζητήσεων στην Εκκλησία του Δήμου βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό μέσα σε αυτή την τάση. Είναι όμως εξίσου φανερό ότι τα μαθήματα της ρητορικής χάρισαν στο Θουκυδίδη το μοναδικό μέσον να την πραγματοποιήσει.
 
Θα μπορούσαμε ν’ αναρωτηθούμε πώς ένα τόσο κριτικό και απαιτητικό πνεύμα σαν το δικό του προσαρμόσθηκε στη χρήση των δημηγοριών που αποδίδονται στους πολιτικούς και τους στρατιωτικού! ηγέτες, ενώ στις δημηγορίες αυτές δεν απαιτείται να αναπαράγονται ακριβούς τα λόγια τους: μήπως πρόκειται για μια λογοτεχνική ευκολία που προβάλλει σαν συνέχεια του Όμηρου και του Ηρόδοτου και που ίσως ενθαρρύνεται από το ρόλο του λόγου στην Αθήνα. Αλλά πού βρίσκεται, στην προκειμένη περίπτωση, η μεγάλη μέριμνα για την αλήθεια; Η πρακτική εντυπωσιάζει ιδιαίτερα όταν βλέπουμε αυτές τις δημηγορίες να παρουσιάζονται κατά ζεύγη και οργανωμένες η μια σε αντιστοιχία με την άλλη, με λεπτό τρόπο, τα επιχειρήματα και πιες διατυπώσεις να αναστρέφονται με τη μέθοδο της σοφιστικής. Ήταν και εδώ η συνήθεια της εποχής; Μία ακόμα ελευθερία που κατακτήθηκε με την αντικειμενικότητα; Και τούτο χωρίς να υπολογίσουμε ότι αυτοί οι λόγοι ήταν παράδοξα αφηρημένοι και θεωρητικοί, με γενικές σκέψεις, κάθε στιγμή, για τη φυσιολογική συμπεριφορά των ανθρώπων στη μια ή στην άλλη δεδομένη κατάσταση. Ήταν άραγε ένα παιχνίδι διανοουμένων; Γιατί κανένας αρχηγός δεν θα μπορούσε ν’ απευθυνθεί στους άνδρες του με λόγια τόσο λίγο συγκεκριμένα και τόσο λίγο θερμά.
 
Αν εκπλαγούμε, σημαίνει πως παραγνωρίζουμε ότι αυτή η συ­νήθεια αποτελούσε μέρος μιας μεθόδου έκθεσης ή μάλλον απόδειξης εντελώς πρωτότυπης.
 
Δεν αρκούσε, πράγματι, για να φτάσουμε σε μια ερμηνεία καθολικής διάστασης, να απλοποιήσουμε τη γραφή, να παραμερίσουμε όλα τα αφηγηματικά στοιχεία και ακόμα όλες τις συγκεκριμένες πληροφορίες που θα ήθελαν να έχουν οι σύγχρονοι ιστορικοί. Εννοείται ότι ο Θουκυδίδης το έκανε. Και είναι ήδη αρκετά αξιοσημείωτο να δούμε στο έργο του, σε μια ακριβή αφήγηση γεγονότων που έζησε ο ίδιος, να απορρίπτει όλες τις περιπτώσεις που δεν βοηθούν να φωτισθεί το νόημα της δράσης. Εγνώρισε τον Περικλή, αλλά από τον Πλούταρχο, αιώνες αργότερα, μαθαίνουμε ό, τι ξέρουμε για την οικογένειά του, τους δασκάλους του και τα προβλήματά του στην πολιτική σταδιοδρομία του πριν τον πόλεμο. Ακόμα και όταν πρόκειται για επιθέσεις που αφορούν στο ρόλο του Περικλή στην κήρυξη του πολέμου, ούτε λέξη: ο Θουκυδίδης προτιμά να τις αγνοεί. Κατονομάζει λίγους άρχοντες, προσφεύγοντας μάλλον, για να χρονολογήσει τα γεγονότα, σε κριτήρια προσιτά σε όλους. Τηρεί τις αποστάσεις, δεν δίνει καμία ένδειξη για τις πολιτικές ομάδες στην Αθήνα ή αλλού. Μάλιστα, απλοποιεί και συγκρατεί μόνο το ουσιώδες. Αλλά αυτό δεν θα αρκούσε να δώσει μια ερμηνεία των γεγονότων που να είναι καθολική. Και εδώ ακριβώς οι δημηγορίες παίζουν έναν κεφαλαιώδη ρόλο.
 
Μία δημηγορία πριν από το γεγονός μπορεί να δείξει εξαρχής τις αφορμές, να υπολογίσει τις πιθανότητες επιτυχίας και να τις αιτιολογήσει. Στην περίπτωση αυτή προηγείται η επεξήγηση. Και η σχέση δημιουργίας-αφήγησης προσδίδει στην αφήγηση μια διάσταση κατανοητή. Αλλά, καλύτερα ακόμα, η δημηγορία αντιτίθεται συνηθέστερα σε μια άλλη, σύμφωνα με την επικρατούσα τεχνική των διπλών λόγων, για τη σημασία των οποίων έχουμε μιλήσει. Και τότε ο Θουκυδίδης παραθέτει δύο αντιτιθέμενες αναλύσεις που αναμετρώνται μεταξύ τους και η ετυμηγορία των γεγονότων, στην αφήγηση που ακολουθεί, θα καταλήξει σε κάτι ανάμεσα στις δύο. Όσο οι δύο αναλύσεις θα είναι πιο κοντά η μια στην άλλη τόσο θα μπορούμε να υπολογίσουμε πού παίζεται η διαφορά. Και όσο θα γίνονται περισσότερο γενικές, τόσο η έννοια της εξιστόρησης θ’ αποκτά ανθρώπινη διάσταση. Κάθε λέξη της αφήγησης θα είναι γεμάτη σημασία. Θα δούμε σε τι δικαιώθηκαν οι δύο θέσεις και εκείνο που επιβλήθηκε σαν λύση μεταξύ τους, στη συγκεκριμένη στιγμή, και για ποιό λόγο υπαγορεύθηκε εκ των προτέρων. Και από το γεγονός μάλιστα ότι αυτή η αφήγηση μας επαναφέρει σε βαθύτερες προηγούμενες αναλύσεις, θα γίνει όχι μόνο κατανοητό σε κάθε Λεπτομέρεια του αλλά πλούσιο σε διδάγματα για τα γεγονότα που «θα συμβούν στο μέλλον, τα οποία α­πό την πλευρά της ανθρώπινης φύσης, θα είναι όμοια ή παραπλήσια». Τόσο λαμπερή είναι αυτή η επινόηση ώστε έχουμε τη διάθεση να προσθέσουμε: «Όπερ έδει δείξαι».
 
Δεν είναι δυνατόν να δώσουμε εδώ παραδείγματα, διότι συγκεκριμένα πρόκειται για ολότητες, όπου η κάθε λέξη αποκτά τη σημασία της σε συσχετισμό με μια αντίθετη ομιλία και με τη δοκιμασία των γεγονότων: δεν δείχνουμε έναν άξονα ή μια απομονωμένη ρόδα για να θαυμάσει κανείς το μηχανισμό του ρολογιού.
 
Επιπλέον, οι σχέσεις, μεταξύ ανάλυσης και επιβεβαίωσης των γεγονότων, αποκαθίστανται πολύ αργότερα, όταν μια πρόβλεψη καταλήγει να πραγματοποιηθεί μακροπρόθεσμα: πρέπει να τα δούμε όλα ή τίποτα.
 
Αντίθετα, είναι εύκολο να συλλάβουμε, ακόμα και σε μεμονωμένα παραδείγματα, την καθολική σημασία που φέρνουν στο έρ­γο αυτές οι αναλύσεις.
 
Ο Περικλής, στην αρχή του πολέμου, είχε εξηγήσει ότι η Αθήνα δεν θα μπορούσε να παραιτηθεί από την αυτοκρατορία της:
 
«Ούτε πρέπει να νομίζετε ότι αγωνίζεσθε για ένα μόνο πράγμα, την ελευθερία ή την υποδούλωση, αλλά ότι αγωνίζεσθε και για να μη στερηθήτε από την εξουσία που έχετε, η οποία προκάλεσε τόση εναντίον σας έχθρα. Δεν είναι πια καιρός να παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας αυτή, ακόμα κι αν μερικοί από σας, από φόβο των κινδύνων, θα το πρότειναν δείχνοντας το θάρρος τους αδρανώντας. Την ηγεμονία που έχετε, την ασκείτε πια σαν τυραννίδα, που η από­κτησή της θεωρείται άδικη, αλλά η παραίτηση απ' αυτήν θα ήταν επικίνδυνη» (Β, 63, 1-2).
 
Αναλύει ένα μηχανισμό που ισχύει για κάθε εξουσία εκτεθειμένη στο μίσος των υπηκόων της. Πρόκειται για μια γενικευμένη κατάσταση που οι απαιτήσεις της επιβάλλουν να συνεχίσουμε.
 
Η συνέχεια όμως του έργου δείχνει, ανάμεσα στους διαδόχους του Περικλή, τον Κλέωνα να μιλάει για την ιδέα της ανελέητης καταστολής σε περίπτωση εξέγερσης και μετά τον Αλκιβιάδη να αντλεί, από την ίδια κατάσταση, την ιδέα ότι επιβάλλονται καινούργιες κατακτήσεις:
 
 «Δεν μπορούμε να καθορίζουμε αυστηρά, σαν να ήταν διαχείριση, τα όρια της ηγεμονίας μας, αλλά είμαστε αναγκασμένοι, αφού βρισκόμαστε σ’ αυτή τη θέση, ν’ απειλούμε μερικούς ή να μην υποχωρούμε απέναντι άλλων, αφού ο κίνδυνος για μας είναι να υποταχθούμε υπό την ηγεμονία άλλων, αν δεν την ασκούμε εμείς στους άλλους» (Ζ, 18,3).
 
Η ανάλυση της κατάστασης, που είναι έγκυρη και σαφής, εξηγεί, χωρίς να χρειάζονται σχόλια, την εξέλιξη που παρεμβαίνει: αυτή η κατάσταση επέβαλε συγκεκριμένες υποχρεώσεις, τις οποίες μπορούσαμε να υπολογίσουμε με κάποια φρόνηση. Η εξέλιξη, λόγω αυτών των υποχρεώσεων, υπαγόταν στο πλήθος των ενδεχομένων. Συνδεόταν με τη φύση της αυτοκρατορίας και μπορούσε να απειλήσει κάθε αυτοκρατορία που βασιζόταν στη δύναμη.
 
Ο Ηρόδοτος, για μια τέτοια εξέλιξη, θα είχε επικαλεσθεί έναν ηθικό κανόνα: θα είχε μιλήσει για ύβρι. Ο Θουκυδίδης εξηγεί με συλλογισμούς την πιθανότητα μιας εξέλιξης, που θα παραμόνευε, σε παρόμοια περίπτωση, και άλλους λαούς όσο και τους Αθηναίους.
 
Και μάλιστα δεν αρκείται σε αυτόν το βαθμό αφαίρεσης. Σε δύο κείμενα του έργου εμβαθύνει περισσότερο υποδεικνύοντας ποιά φιλοσοφία εφαρμόζει η αυτοκρατορία - τυραννία. Ένα από τα κείμενα αυτά είναι μοναδικό και συναρπαστικό. Γιατί εγκαταλείπει για μια φορά την αρχή της αντιπαράθεσης δύο δημηγοριών και επιλέγει τη μορφή του διαλόγου. Ο διάλογος (χυτός αντιτάσσει τους Αθηναίους, που χωρίς λόγο είχαν κατακτήσει το μικρό ουδέτερο νησί της Μήλου, και τους Μηλίους που, αν και ανίσχυροι, δεν θέλουν να υποχωρήσουν. Και ο παράξενος διάλογος! Αναλύει τις πολιτικές πιθανότητες και τις αιτίες της κατάκτησης, αναλύει όμως και τις σκέψεις για τον κόσμο που προϋποθέτει κάθε μια από τις δύο αυτές θέσεις. Και αποκαλύπτουμε τότε ξεκάθαρα ότι αυτή η αυτοκρατορία-τυραννία εφαρμόζει πλήρως μια θεωρία ρεαλιστική και χωρίς αυταπάτες: το δίκαιο του ισχυρότερου:
 
«Πιστεύουμε ό, τι και οι θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντοτε έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν και ξέρομε καλά ότι και σεις και οποιοιδήποτε άλλοι θα εκάνατε τα ίδια αν είχατε την δύναμή μας» (Ε, 105,2).
 
Δεν μπορούμε να φανταστούμε μια πιο γενική διατύπωση ούτε - πέρα από το περιστατικό των Αθηναίων- μια πιο αδυσώπητη απεικόνιση της φιλοσοφίας που εμπνέει η δύναμη. Εδώ επίσης οι αναλύσεις των σοφιστών έπαιξαν ασφαλώς ένα ρόλο αναπτύσσοντας ιδέες στις οποίες εδραζόταν ο ίδιος ρεαλισμός. Το αποτέλεσμα πάντως είναι ότι είχε δοθεί από τότε στο κείμενο του Θουκυδίδη μια διάσταση που ξεπερνάει κατά πολύ το γεγονός. Στο επίπεδο αυτό, (ίλες οι βάναυσες κατακτήσεις είναι παρόμοιες. Και παραμένει σταθερό ότι, σε κάθε εισβολή που συνταράζει και προκαλεί αγανάκτηση, οι αναγνώστες του Θουκυδίδη, σε όλες τις εποχές, αναγνωρίζουν το πρότυπο που μας έδωσε η ιστορία του. Το κείμενο τους βοηθά και τους αγγίζει συναισθηματικά. Έτσι το θέλησε ο Θουκυδίδης. Βλέπουμε επίσης, για κάθε άδικη επίθεση, να προβάλλουν άρθρα που σχολιάζουν εκ νέου την επικαιρότητα του διαλόγου των Αθηναίων με τους Μηλίους. Πίσω από το γεγονός, χάραξε με τέλεια ευκρίνεια το νόημά του, σαφές και διαχρονικό.
 
Μία τέτοια μέθοδος περιλαμβάνει επιπλέον δύο πολύτιμα πλεονεκτήματα, για τα οποία πρέπει ν’ αποφύγουμε κάθε παρανόηση.
 
Κατ’ αρχήν, αυτές οι γενικότητες, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις, δεν διατυπώνονται επώνυμα από το Θουκυδίδη. Είναι μέρος από τις αντίθετες θέσεις των ομιλητών. Άλλοτε επιβεβαιώνονται ή επιβεβαιώνονται εν μέρει, συχνά αποκαλύπτονται σε σχέση με τις αντίθετες θέσεις, ως περιληπτικές και πρόσκαιρες. Στην περίπτωση που μόλις αναφέραμε, οι Αθηναίοι έχουν σίγουρα δίκιο να αισθάνονται πιο ισχυροί. Και θα καταστρέφουν τη Μήλο. Αλλά η συμφωνία των πόλεων που ανησυχούν και είναι ήδη εχθρικές, θα καταλήξει στην καταστροφή της Αθήνας. Ο αναγνώστης κρατάει στα χέρια του όλα τα στοιχεία για να αντιληφθεί αλλά εναπόκειται σε αυτόν να βγάλει τα συμπεράσματα ή, τουλάχιστον, να υπολογίσει τη δυσκολία του προβλήματος. Η οξυδερκής μέθοδος του Θουκυδίδη είναι η πιο αντικειμενική που υπάρχει.
 
Εξάλλου, η πολύ πνευματική πλευρά αυτής της μεθόδου και ο τρόπος της απόδειξης δεν πρέπει να μας ξεγελάει: δεν δίνει στο έργο τίποτα το στεγνό ή το θεωρητικό, εντελώς το αντίθετο. Να κατανοήσουμε, να κατανοήσουμε αληθινά, κάθε φορά, περί τίνος πρόκειται, αυτό που υπάρχει κίνδυνος να συμβεί, αυτό στο οποίο ο καθένας υπολογίζει, σημαίνει επίσης ότι γινόμαστε ευαίσθητοι στην αξία κάθε λεπτομέρειας, που από δω και πέρα αποκτά εξαιρετική σημασία. Έτσι, όταν έχουμε καταλάβει εξαρχής τη σπουδαιότητα για την Αθήνα, την τόσο επιδέξια στη θάλασσα, να έχει σε μια ναυμαχία άνεση χώρου, ώστε να χρησιμοποιήσει την τέχνη της, παρακολουθούμε την εξέλιξη της ναυμαχίας με τον ίδιο τρόπο όπως και εκείνοι που τη διεξάγουν. Την παρακολουθούμε όπως ένα παιχνίδι που γνωρίζουμε καλά και όπου ξέρουμε κάθε στιγμή τι θα στοιχίσει και τι θα επιφέρει η κάθε κίνηση. Καταλαβαίνουμε τη δυσκολία που είχαν παραπλέοντας την ακτή, την ήττα που προέκυψε, αλλά επίσης το τίμημα της δοθείσης ευκαιρίας, την ποιότητα του ελιγμού που άλλαξε τα πάντα, και δοκιμάζουμε σχεδόν μια διανοητική απόλαυση βλέποντας τον αντίπαλο να χάνει το λογικό του, να διασπά τις γραμμές του, όπως είχε προβλεφθεί. Αυτό συνέβη στη Ναύπακτο (Β, 87-92). Παρακολουθούμε επίσης με την ίδια αυξημένη ένταση τις προσπάθειες του αθηναϊκού στόλου, που βρίσκεται περιορισμένος στο λιμάνι των Συρακουσών, χωρίς να διαθέτει κανένα χώρο για ελιγμούς και που υφίσταται αδιάκοπες εφόδους. Αυτή τη φορά πρόκειται για την τύχη ολόκληρης της εκστρατείας στη Σικελία. Οι εξηγήσεις για τις δυσκολίες της μάχης, σε τέτοιες συνθήκες, έχουν περιγραφεί εκτεταμένα. Τώρα είναι η αποφασιστική στιγμή. Και για να εντείνει τη συγκίνηση, ο συγκροτημένος Θουκυδίδης περιγράφει την αγωνία των Αθηναίων που παραμονεύουν από τη στεριά, πιστεύουν ότι σώζονται, πιστεύουν ότι χάνονται - ως τον πανικό που σημαδεύει την τελική καταστροφή και τον οποίον ο Θουκυδίδης περιγράφει με έμφαση. Εάν κατανοήσουμε -όπως οι Αθηναίοι επί τόπου κατανοούσαν τι παιζόταν εκεί - τα γεγονότα γίνονται πιο κοντινά και μας συγκινούν. Αυτό ονομάζεται μέθεξη: ο Θουκυδίδης ήταν σύγχρονος της τραγωδίας όσο και της σοφιστικής.
 
Το αποτέλεσμα αυτής της εξαιρετικής μεθόδου είναι διπλό.
 
Υπάρχει εδώ, κατά κάποια έννοια, το ίδιο το πρότυπο του ελληνικού και αθηναϊκού φαινομένου που έχουμε την πρόθεση να προβάλουμε σε αυτό το βιβλίο. Ο Θουκυδίδης, πράγματι, δήλωσε με παρρησία και σαφήνεια τη φιλοδοξία του να κατακτήσει μια αλήθεια που να διατηρεί την αξία της και για άλλες εποχές και για άλλες περιστάσεις. Είχε συνείδηση αυτού που έκανε και δεν έκρυβε την υπερηφάνειά του ως προς αυτό. Και το αποτέλεσμα ήταν σύμφωνο με την επιθυμία του. Το έργο, γραμμένο με προοπτική το μέλλον και με προβάδισμα στο καθολικό, διαβάστηκε και χρησιμοποιήθηκε από όλες τις δυτικές χώρες, όχι μόνο από τους ιστορικούς και τους λάτρεις των ωραίων κείμενων αλλά και ανθρώπους που τους απασχόλησε είτε η πολιτική της εποχής είτε η πολιτική φιλοσοφία γενικότερα. Από τους διάσημους μεταφραστές του Θουκυδίδη, ο Έλληνας πολιτικός Βενιζέλος από παράδειγμα για την πρώτη περίπτωση και ο Άγγλος φιλόσοφος Hobbes για τη δεύτερη. Τα βιβλία και τα άρθρα για το Θουκυδίδη δεν μετρούνται! είναι γεμάτα έκπληξη για τη συμφωνία των λύσεων του Θουκυδίδη με την εποχή τους, για λόγους και χαρακτήρες που είναι κάθε φορά διαφορετικοί, βάρη στην πολυπλοκότητα της εικόνας που μας δίνει ο ιστορικός.
 
Αυτό είναι γνωστό. Καμιά μελέτη για το Θουκυδίδη δεν π λείπει να το υπογραμμίζει. Το σημαντικό όμως για το θέμα μας ναι να δούμε ως ποιό σημείο αυτό το αποτέλεσμα αναζητήθηκε με διαύγεια και τόλμη, κατά πόσον προσέγγισε τον προσανατολισμό του ελληνισμού γενικά και τι όφειλε στις ανακαλύψεις σύγχρονης Αθήνας. Η τέχνη του λόγου έγινε στο Θουκυδίδη το μέσον για την ανάλυση σε βάθος των γεγονότων και η αγάπη για διαμάχη των ιδεών έγινε το μέσον για να δοθεί σε μια συγκεκριμένη αφήγηση ένα αφηρημένο αντίγραφο, κατανοητό και αφομοιώσιμο από όλους. Όταν στην περίπτωσή του, επαναλαμβάνουμε την ερώτησή μας: «Γιατί η Ελλάδα; Σε τι οφείλεται αυτή η επιβίωση και η ακτινοβολία μέσα στο χρόνο;», η απάντηση είναι σα διότι αυτή η επιβίωση και η ακτινοβολία, χάρη σε μια ελεύθερη τολμηρή επιλογή, επιδιώχθηκαν και αναζητήθηκαν σκόπιμα.
 
Οπωσδήποτε, ακριβώς επειδή ο Θουκυδίδης είναι μια οριακή περίπτωση, μας ανοίγει προοπτικές λίγο διαφορετικές από άλλες. Ο ελληνικός 5ος αιώνας είδε τη γέννηση της ιστορίας. Η Αθήνα του Περικλή είδε και ανέδειξε τη γέννηση μιας ιστορίας εντελώς πολιτικής, συγχρόνως κριτικής και ρεαλιστικής - γενικά την ιστορία που θα υιοθετούσαν οι επόμενοι αιώνες. Αντίθετα, κανένας πια δεν επιχείρησε να γράψει την ιστορία με τον τρόπο του Θουκυδίδη, παρεμβάλλοντας μια ερμηνεία σε βάθος, στην καρδιά αντικειμενικής έκθεσης, δημιουργώντας από την αφήγηση ένα είδος απόδειξης. Κανείς ποτέ δεν έχει εισαγάγει στην ιστορία αυτά τα γενικά αξιώματα, παραθέτοντας αντικρουόμενα επιχειρήματα, ούτε όλες αυτές τις σκέψεις που μιλούν για τον άνθρωπο, για την «ανθρώπινη φύση», για όσα «συμβαίνουν γενικά» μια ή στην άλλη δεδομένη κατάσταση και για ποιό λόγο. Ο Θουκυδίδης κατεχόταν από τον ενθουσιασμό που παρακινούσε τη  επιθυμία του να κατανοήσει σε βάθος τα γεγονότα που έζησε, να αναγνωρίσει σε αυτά οικουμενικά χαρακτηριστικά και να θέλει να τα φέρει στην επιφάνεια με την τέλεια γνώση του για την τέχνη της διαπάλης των ιδεών. Θέλησε να περιλάβει τα πάντα στο έργο του. Και κανείς μετά από αυτόν δεν είχε την τόλμη να διακινδυνεύσει παρόμοιο εγχείρημα. Η πολιτική ιστορία επέζησε ως την εποχή μας -χωρίς δημηγορίες και χωρίς αναφορές στην ανθρώπινη φύση. Και δίπλα στην ιστορία γεννήθηκαν όλες οι επιστήμες που εγκαινίασε και συνέδεσε με την ιστορία: η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η πολεμική, η στρατηγική, η πολιτική φιλοσοφία... Η πνευματική του φιλοδοξία ήταν τέτοια ώστε το έργο του μας προσφέρει το θέλγητρο για όλες αυτές τις επιστήμες που χειρίστηκαν οι ρήτορες, που επιβεβαιώθηκαν από τα γεγονότα, που συνοψίσθηκαν σε διατυπώσεις εντυπωσιακές και συχνά με πολλές αποχρώσεις. Τις ήθελε στην υπηρεσία της ιστορίας, αλλά οπωσδήποτε αυτός τις ανακάλυψε και τις προώθησε. Προσάρτησε σε αυτές το «ανθρώπινο»: από αυτόν ξεκίνησαν πολλές από τις δικές μας «επιστήμες του ανθρώπου».
 
Έτσι πρόσφερε στον πολιτισμό μας όχι μόνο την απροσδόκητη επικαιρότητα, που διατηρεί παντοτινά το έργο του, αλλά την ερευνητικότητα και τις φιλοδοξίες, που η ιστορία μετά από αυτόν εγκατέλειψε για να τις δει να ξαναγεννιούνται αργότερα ως ανε­ξάρτητες οντότητες.

Χρήμα και έρωτας: είναι το ένα προϋπόθεση του άλλου;

Και τα δυο είναι μεγάλα αν όχι κυρίαρχα μεγέθη στη ζωή μας. Χωρίς αγάπη η ζωή δεν έχει παρά μόνο μοναξιά, πόνο και έλλειψη και χωρίς χρήματα δεν έχουμε τη δυνατότητα απόλαυσης αγαθών που μας ικανοποιούν και μας εξελίσσουν.

Προφανώς αναφερόμαστε σε καταστάσεις που επικρατεί το μέτρο και η λογική και όχι σε ακραίες παθογενείς περιπτώσεις άκρατου υλισμού. Τι όμως από τα δύο βαραίνει την πλάστιγγα; Σε τι πρέπει να δίνουμε μεγαλύτερη σημασία και που οφείλουμε να ρίχνουμε μεγαλύτερο βάρος;

Αμερικανοί μελετητές που έβαλαν στο μικροσκόπιο χιλιάδες ζευγάρια, με σκοπό να μελετήσουν τις συνέπειες του υλισμού στις ερωτικές και συζυγικές σχέσεις κατέληξαν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα που πρέπει να μας προβληματίσουν. Οι λεγόμενοι κατηγορία των υλιστών, αυτοί δηλαδή που θεωρούν σημαντικό παράγοντα της ευτυχίας τους τα χρήματα και την υλική ιδιοκτησία, οδεύουν σε λιγότερο ευτυχισμένους και σύντομους γάμους σε σχέση με άλλους που εστιάζουν και θεωρούν σημαντικότερα άλλα πράγματα στη ζωή.

Τα ζευγάρια που δεν θεωρούν τον πλούτο το Α και το Ω στη ζωή τους σε ποσοστό 10 με 15% έχουν πιο σταθερούς γάμους και πιο ποιοτική συμβίωση. Επίσης, καταφέρνουν μια ειλικρινέστερη επικοινωνία και το χιούμορ τους είναι πιο φλεγματικό.

«Ο υλισμός συνδέθηκε επίσης με λιγότερο αποτελεσματικές ικανότητες επικοινωνίας, περισσότερες αρνητικές «τριβές» και λιγότερη ικανοποίηση και σταθερότητα στις συζυγικές σχέσεις», δήλωσε ο Jason Carroll, επικεφαλής της μελέτης. Συνεχίζει υπογραμμίζοντας πως οι καβγάδες περί χρημάτων είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες διαζυγίων. Ωστόσο, δεν φταίνε τα χρήματα από μόνα τους, αλλά η αγάπη των συζύγων για αυτά: «Συμπεραίνουμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχουν τα ζευγάρια που εστιάζουν εξίσου στα χρήματα. Αν ο ένας σύντροφος θεωρεί τα λεφτά λιγότερο σημαντικά από τον άλλο, τότε ο γάμος τείνει να είναι πιο ευτυχισμένος από όταν και οι δύο σύζυγοι είναι εξίσου υλιστές».

Χαμογέλα πλατιά και γύρνα τη σελίδα της ζωής

Σε βλέπω! Σε παρακολουθώ! Έχεις πια κουρνιάσει στη γωνιά σου. Έχεις σωπάσει. Έχεις φαινομενικά γαληνέψει!

Ευθύνεται η θάλασσα που πνίγει στον βυθό της κάθε καημό και ξεπλένει κάθε δάκρυ;

Μήπως ο Αύγουστος – ο βασιλιάς της ξενοιασιάς- σου πήρε κάθε έννοια;

Σε παρατηρώ! Ζηλευτή ηρεμία! Πλατύ χαμόγελο! Απόλυτη ξεκούραση ζωγραφισμένη στην όψη σου!

Κι όμως εγώ ακούω τις φωνές, τα ουρλιαχτά, τις οδύνες.

Μήπως είναι η ιδέα μου; Μα στοίχημα θα ‘βαζα πως με ξεκουφαίνουν.

Γι’ αυτό σου λέω! Άφησε το θαλασσινό αγέρι να πάρει μακριά ό,τι σε πόνεσε, ό,τι σε μάτωσε.
Εμπιστεύσου τη θάλασσα και πες της όλα σου τα μυστικά. Άδειασε το μυαλό σου, καθάρισε την ψυχή σου. Γιατί σκας;

Γιατί χαλιέσαι και σκορπίζεσαι;

Πιάσε τις μαύρες σελίδες και σκίσε τις. Τσαλάκωσε αυτές που δε θες να θυμάσαι, μουντζούρωσε τις άλλες, όταν όλα ήταν εναντίον σου.

Βρες το κουράγιο να το κάνεις! Γίνε θηρίο, φώναξε και τρόμαξε ό,τι σε τραβάει προς τα πίσω, ό,τι σε κρατάει στάσιμο.

Βγάλε φωνή, άδειασε το μέσα σου, φέρε τρικυμία για να ακολουθήσει η γαλήνη η αληθινή και όχι η φαινομενική.

Κράτα με μανία μέσα στον βυθό χωρίς οίκτο και πνίξε ό,τι σε έπνιγε και σε γονάτιζε. Γύρισε σελίδα επιτέλους!

Ακούς; Αλλιώς δε θα μάθεις ποτέ τη συνέχεια! Σήκωσε το βλέμμα και άστο να χαθεί μπροστά στο βάθος του ορίζοντα.

Η ματιά σου ζητά την ανατολή για να αρπάξει την αισιοδοξία που της τάζει. Ξεκίνα να το κάνεις! Κάν’ το για σένα!

Τίποτα πιο μάταιο απ’ την εκδίκηση

Δεν είναι όλοι οι χωρισμοί ίδιοι. Δεν είναι όλοι οι χωρισμοί επιλογές μας. Υπάρχουν και οι επεισοδιακοί χωρισμοί, οι χωρισμοί που θολώνουν το μυαλό και μας οδηγούν στα άκρα. Συνήθως, αυτός που παίρνει την απόφαση να τελειώσει μια σχέση, είναι αυτός που το παίρνει και πιο χαλαρά, αφήνοντας μετέωρο τον άλλο. Αυτός που μένει πίσω χάνει τη γη κάτω απ’ τα πόδια του. Κι εκεί χάνει και το παιχνίδι.

Υπάρχουν δυο δρόμοι. Ο δρόμος του αποδέχομαι την κατάσταση και συνεχίζω τη ζωή μου κι ο δρόμος του θέλω να εκδικηθώ για τον τρόπο που με έκανε να νιώσω. Έλα όμως που ο δεύτερος τελικά πονάει περισσότερο αυτόν που θέλει να εκδικηθεί παρά τον άλλο.

Η ανάγκη για εκδίκηση γεννά μόνο αρνητικά συναισθήματα. Τίποτα καλό δεν μπορεί να βγει απ’ αυτό. Είναι μια μάταιη διαδικασία χωρίς νόημα κι ουσία. Ένας φαύλος κύκλος ψυχοφθόρων συναισθημάτων, που όσο κι αν προσπαθείς να κρατάς υπό έλεγχό σου την κατάσταση, τελικά χάνεις την μπάλα. Γιατί η δίψα για εκδίκηση αντί να σε ξεδιψά, σε διψά περισσότερο.

Δύσκολα ξεφορτώνεσαι αυτό το σκουλήκι αν μπει μέσα σου. Δηλητηριάζει το μυαλό και δε σε αφήνει να δεις καθαρά πως το μόνο που κάνεις τελικά είναι να σπαταλάς χρόνο κι ενέργεια σε μια κατάσταση τελειωμένη. Θες να πάρεις το αίμα σου πίσω. Κατανοητό, τι θα καταλάβεις όμως, σκέφτηκες; Θα αλλάξει η κατάσταση; Θα νιώσεις εσύ μέσα σου καλύτερα; Όχι βέβαια, αφού το μόνο που θα καταφέρεις είναι να φθείρεις τον εαυτό σου και να ποτίσεις την ψυχή σου με αρνητική ενέργεια γιατί ό,τι κάνεις γυρίζει μπούμερανγκ, να ξέρεις.

Γιατί να μπεις στη διαδικασία να κάνεις πράγματα που δεν αρμόζουν στην προσωπικότητά σου, που υποτιμούν το χαρακτήρα σου, απλά και μόνο για να επιστρέψεις αυτό που ένιωσες στον άλλο; Ποιο το νόημα; Αν μπεις σ’ αυτό το λούκι χάθηκες.

Δίνεις όλο σου το είναι να εκδικηθείς για ένα τετελεσμένο γεγονός, αντί να αφοσιωθείς στο παρόν και στο μέλλον σου. Στερείς απ’ τον εαυτό σου την ευκαιρία να ζήσει κάτι πολύ καλύτερο. Στερείς ακόμη με τη συμπεριφορά σου κι απ’ τον άλλο το δικαίωμα να μετανιώσει που σου ζήτησε να χωρίσετε και να παλέψει για να σε ξανακερδίσει. Πώς θα προχωρήσεις αν η μόνη έγνοια σου είναι να βλάψεις αυτόν που σε έβλαψε και συνεχίζεις ν’ ασχολείσαι με μια σχέση που τέλειωσε, έτσι όπως τέλειωσε;

Νιώθουμε ότι θιγόμαστε και θέλουμε να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και να πληρώσουμε τον άλλον με το ίδιο νόμισμα. Μένουμε εκεί κολλημένοι στην ιδέα να επιστρέψουμε τον πόνο, να του καταστρέψουμε ό,τι προσπαθεί να χτίσει μακριά από εμάς, γιατί τόλμησε να φύγει. Δικό μας πρόβλημα ή του άλλου;

Όλα είναι θέμα αντιμετώπισης. Χαμένος βγαίνει αυτός που μένει κολλημένος σε καταστάσεις του παρελθόντος και τρέφει τον εγωισμό του με αρρωστημένες διαδικασίες εκδίκησης και μίσους. Ό,τι κι αν έγινε, δεν αλλάζει. Σημασία έχει ν’ αντιμετωπίζουμε κάθε χωρισμό, κάθε αποτυχημένη σχέση με αξιοπρέπεια, γιατί ο χαρακτήρας του ανθρώπου φαίνεται στο πώς αντιμετωπίζει ένα χωρισμό. Κι ας μη φταίει, κι ας έχει αδικηθεί μέσα στη σχέση.

Ο τρόπος που θα διαχειριστεί ένα χωρισμό δείχνει και την ποιότητα του χαρακτήρα του. Και στην τελική, αυτή είναι και η τελευταία εντύπωση που αφήνεις στον άλλο.

Ας μιλήσουμε ερωτικά μεταξύ μας

Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν οι συνήθειες, αλλάζει και ο έρωτας. Η ερωτική ομιλία περιορίζεται και το πιο ανησυχητικό, ίσως, πλέον είναι το ότι 'ψεύδεται'. Τα ερωτικά λόγια χάνονται ακόμα και από το σπίτι και το παιδί δεν ακούει εύκολα ερωτόλογα στο οικογενειακό περιβάλλον του. Οι γονείς δεν μιλούν μεταξύ τους ερωτικά και φυσικά, ούτε στα παιδιά τους.
 
Σήμερα ο ερωτικός λόγος χαρακτηρίζεται από μεγάλη μοναξιά, όπου τον μιλούν μεν εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά δεν τον στηρίζει κανείς. Τον έχουν εγκαταλείψει πλήρως οι 'περιρρέουσες' γλώσσες, οι οποίες ή τον αγνοούν ή τον υποτιμούν ή τον χλευάζουν.
 
Έτσι, ο λόγος αυτός βρίσκεται αποκομμένος, όχι μόνο από την εξουσία, αλλά και από τους μηχανισμούς της, όπως είναι οι επιστήμες, οι γνώσεις και οι τέχνες.
 
Ενας ερωτικός λόγος που εκτροχιάζεται από την ανθρώπινη επικοινωνία του βάθους, η οποία όλο και περιορίζεται στη συρρίκνωση και την ασάφεια.
 
Τα πιο πάνω υποστηρίζει ο Ρολάν Μπαρτ στο βιβλίο του 'Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου'.
 
Συνεχίζοντας την προσέγγιση που κάνουμε για τον ερωτικό λόγο, θα 'μιλήσουμε μεταξύ μας ερωτικά'. Μια τόσο γενική και απρόσωπη φράση, που όμως είναι τόσο σημαντική και αναγκαία για τον καθένα μας χωριστά, αλλά και για τη σχέση μας.
 
Η ερωτική ομιλία, όπως έχουμε ήδη τονίσει αρκετά, χάνεται, περιορίζεται και το πιο ανησυχητικό, ίσως, είναι το ότι «ψεύδεται». Δηλαδή, ακολουθεί και αυτή την τεχνοκρατική εξέλιξη, μπαίνοντας μέσα σε λέξεις κωδικές, χωρίς να νιώθουμε και να πιστεύουμε αυτά που λέμε μεταξύ μας.
 
Χάνονται η αγνότητα και ο αυθορμητισμός των συναισθημάτων μας, που γίνονται λέξεις, φράσεις, δείχνοντας πάθος, πόθο, έρωτα, στοργή, αγάπη. Σιγά σιγά όλα αυτά σήμερα ακολουθούν τη μόδα, τα πρότυπα και το στιλ που επιβάλλουν την ερωτική μας έκφραση.
 
Το παιδί δεν ακούει εύκολα ερωτικά λόγια στο οικογενειακό περιβάλλον του, οι γονείς δεν μιλούν ερωτικά μεταξύ τους και φυσικά, ούτε στα παιδιά τους.
 
Έχω την εντύπωση ότι σε όλους θα άρεσε ο αληθινός ερωτικός λόγος, όλοι μας θα θέλαμε να μιλούσαμε ερωτικά μεταξύ μας.
 
Γιατί δεν είναι μόνο μιας ερωτικής σχέσης ή της κρεβατοκάμαρας προνόμιο να μιλάμε ερωτικά μεταξύ μας. Είναι η καθημερινή ζωή στο γραφείο, το δρόμο, την εμπορική συναλλαγή όπου το χαμόγελο, η ευγένεια, τα όμορφα λόγια και η καλή διάθεση μεταξύ των αγνώστων είναι ακριβώς μια ερωτική έκφραση που σίγουρα μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα.
 
Αλλά ας πάμε πιο μέσα στη σχέση των δύο συντρόφων, των οποίων η ερωτική ομιλία έχει πολλά πρόσωπα και πολλές αποχρώσεις. Και πρώτα απ' όλα: 'είμαι ερωτευμένος μαζί σου', 'αγαπώ τον έρωτά σου', 'θέλω το σώμα σου', 'είμαι μαζί σου', 'όλα είναι όμορφα κοντά σου'.
 
Και φυσικά, ο ερωτευμένος είναι μέσα στην 'ερωτική χαύνωση'. Κυριαρχείται από όλες τις 'ηδονές της γης', ενώ έχει μια λογοδιάρροια γεμάτη ένταση και πάθος. Ξεγυμνώνεται πίσω από τη δραματοποίηση και υπερβολή, εξιδανικεύοντας το 'υποκείμενό' του.
 
Αυτός είναι ο όμορφος άνθρωπος, ο άνθρωπος που εάν δεν περάσει απ' αυτή τη φάση, δεν έχει το βίωμα και την αναγνώριση του υπάρχω του. Η ερωτική τρέλα τον κάνει να αισθάνεται ότι: 'χάνομαι... υποκύπτω', ενώ η λογική του έχει υποχωρήσει μπροστά στο παραλήρημα και ξεχείλισμα των αισθήσεών του, 'ο τυφλός έρωτας με οδηγεί, το πάθος με κρατάει...'.
 
Και όπως υποστηρίζει χαρακτηριστικά ο Λακάν, 'το ερωτικό υποκείμενο ζει κάθε συνάντηση με το αγαπημένο πλάσμα σαν μια γιορτή'.
 
Αλλά και ο Βέρθερος εκφράζει σαν μέρες ξεχωριστές αυτό που συμβαίνει μεταξύ δύο ερωτευμένων:
'Εζησα μαζί σου τόσο ευτυχισμένες μέρες όσο αυτές που ο χρόνος επιφυλάσσει στους εκλεκτούς του. Ο,τι κι αν απογίνω, δεν θα μπορώ να πω ότι δεν γεύτηκα καθόλου τις χαρές, τις πιο καθαρές χαρές της ζωής'.
 
Ο ερωτευμένος εραστής, λοιπόν, που ανοίγει τα έσω της ψυχής του, παθιάζεται και μιλάει ερωτικά στη σύντροφό του, είναι μια μεθυστική εικόνα, περιβεβλημένη με τον πόθο και την ηδονή του μυαλού και του σώματος.
 
Ο ερωτικός μας λόγος μπλέκεται μέσα στο μεθύσι των αισθήσεων, ενώ λέξεις, εικόνες, επαφές γίνονται ένα σημαντικό στοιχείο ταύτισης των δύο ερωτευμένων. Μιλάμε μεταξύ μας χωρίς όρια, χωρίς ντροπές, χωρίς προσποίηση λέμε αυτό που 'εγώ νιώθω για σένα', 'αυτό που εσύ νιώθεις για μένα'.
 
Η ερωτική μας έκφραση γεμίζει από τα λόγια, γεμίζει από τον τρόπο που οι λέξεις έρχονται στα αυτιά μας, από τους ήχους που φτιάχνουν τα κορμιά μας. Είμαστε μαζί, ερωτευμένοι, τολμηροί, ελεύθεροι, χωρίς προκαταλήψεις και ταμπού, στη δική μας αναζήτηση, για όσο εμείς νιώθουμε έτσι, λειτουργούμε ο ένας μέσα από τον άλλον, ανταλλάσσοντας την αγνότητα και την πίστη αυτής της μοναδικότητας που ζούμε...
 
Και μιλάμε ερωτικά σ' αυτούς τους ρυθμούς του πάθους και της τρέλας που σαν ερωτευμένοι αισθανόμαστε.
 
Όταν όμως περάσει το πάθος, όταν ο πόθος σβήνει, όταν η σχέση μπει μέσα στο χρόνο, πού σβήνει ο έρωτας, πού βρίσκεται η εικόνα της σεξουαλικής έντασης και της σωματικής λατρείας;
 
Νομίζω ότι έρχεται μια πραγματική αλήθεια στη σχέση που, μετά τη θύελλα του πάθους, ζει και υπάρχει ανοίγοντας την πόρτα της αγάπης. Το σ' αγαπώ που κυριαρχεί στα χείλη των ερωτευμένων, στο χρώμα της έντασης, γίνεται πιο αληθινό, είναι πιο γεμάτο σ' αυτούς που το λένε μεταξύ τους.
 
Τι σημαίνει όμως 'σ' αγαπώ!'. Πόσο εύκολα το λέμε χωρίς να το νιώθουμε; Αλλά και πόσο ανθρώπινο και αναγκαίο είναι στην γκρίζα εποχή μας.

Είμαστε ακριβώς αυτό που κάνουμε

Οι ηθικά αδύναμοι άνθρωποι προσπαθούν να υπερασπιστούν ή να εξηγήσουν τον χαρακτήρα και τις πράξεις τους στους άλλους. Αντί γι’ αυτό, πρέπει να αφήνουμε τις πράξεις μας να μιλάνε για μας. Μη λες «Δεν πρέπει να λέμε ψέματα» — ας είσαι απλώς ειλικρινής. Το να ζεις τη σοφία είναι σημαντικότερο από το να γνωρίζεις γι’ αυτήν. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να λέμε ωραία πράγματα και στο να κάνουμε ωραία πράγματα. Ας μη δίνουμε υπερβολικό βάρος στην πολυμάθεια και στην πολυπραγμοσύνη.
 
Είμαστε αυτό που κάνουμε, όχι αυτό που λέμε. Ο Ζαν Πολ Σαρτρ έλεγε ότι είμαστε καταδικασμένοι στην ελευθερία κι ότι κρινόμαστε από τις πράξεις μας για τις οποίες φέρουμε την αποκλειστική ευθύνη. Εξάλλου, η —συχνά εφιαλτική— κρίση των άλλων μόνο σε αυτές μπορεί να βασιστεί και όχι στις προθέσεις ενός ατόμου. Ως ιδανικό τίθεται η ελευθερία επιλογής της δράσης και η ανάληψη της ευθύνης που αναλογεί σε κάθε άνθρωπο. Το να δηλώνουμε ότι είμαστε σοφοί δεν πείθει κανέναν — αντιθέτως, οι σοφές μας πράξεις αργά ή γρήγορα θα εκτιμηθούν. 
 
Λέει ο Επίκτητος: «Ο χτίστης δεν μας λέει: “Άκουσέ με, θα σου κάνω μια διάλεξη πάνω στο χτίσιμο”». Αναλαμβάνει την υποχρέωση να χτίσει ένα σπίτι και το χτίζει. Έτσι αποδεικνύει ότι ξέρει την τέχνη. Κάνε κι εσύ κάτι παρόμοιο: «φάε και πιες σαν άνθρωπος, περιποιήσου τον εαυτό σου, παντρέψου, κάνε παιδιά, ζήσε σαν πολίτης». Ζήσε με περιέργεια, χωρίς υπεροψία, χωρίς έπαρση και φλυαρία.

Η παγίδα μέσα στην οποία πιάνονται οι πάντες

Όλο το ζήτημα είναι να κατανοήσεις την παγίδα μέσα στην οποία πιάνονται οι πάντες. Παρατήρησε απλώς υπομονετικά την όλη κατάσταση: «Ακόμη κι αν φτάσω στο ανώτατο σκαλοπάτι της σκάλας και τι έγινε;» Απλώς είσαι κρεμασμένος από τον ουρανό. Δεν υπάρχει πουθενά αλλού να πας.

Ασφαλώς δεν μπορείς  να κατέβεις κάτω, επειδή οι άνθρωποι θα αρχίσουν να σε κοροϊδεύουν: «Πού πας; Τι συνέβη; Ηττήθηκες;» Δεν μπορείς να κατέβεις κάτω και δεν μπορείς να πας αλλού, επειδή δεν υπάρχει ανώτερο σκαλοπάτι, οπότε είσαι κρεμασμένος από τον ουρανό, υποκρινόμενος ότι έχεις φτάσει. ότι έχεις βρει το νόημα της ζωής. Και ξέρεις πολύ καλά ότι δεν έχεις τίποτα. Απλώς είσαι ένας ανόητος που έχασες όλη σου τη ζωή. Τώρα δεν υπάρχει πιο πάνω να πας και αν κατέβεις κάτω, τότε οι πάντες θα σε κοροϊδεύουν…

Ο άνθρωπος προσπαθεί συνεχώς με κάθε τρόπο να κάνει κάτι ανώτερο, κάτι ιδιαίτερο, κάτι ανώτερο. Όλα αυτά όμως είναι σκέτη πολιτική. Και μόνο ο υποδεέστερος άνθρωπος ενδιαφέρεται γι’ αυτά. Ο άνθρωπος που είναι ευφυής, έχει κάτι πιο σημαντικό να κάνει. Η ευφυΐα δεν μπορεί να σπαταλιέται σε τρίτης κατηγορίες πολιτικές, σε άσχημες πολιτικές, σε βρώμικες πολιτικές…

Και τι είναι η ιστορία; Αποκόμματα από εφημερίδες αρχαίων χρόνων. Αν πας και βοηθήσεις κάποιον, καμία εφημερίδα δεν πρόκειται να το δημοσιεύσει. Αν όμως πας και σκοτώσεις κάποιον, θα το γράψουν όλες οι εφημερίδες. Και τι άλλο είναι η ιστορία, από ανθρώπους που έχουν αφήσει πληγές πάνω στην ανθρώπινη συνειδητότητα; Αυτό το λες εσύ ιστορία: Αυτά είναι σκέτα σκουπίδια!

Είναι παράξενο που τα πραγματικά λουλούδια της ευφυΐας δεν αναφέρονται καν. Εμείς όμως γνωρίζουμε μόνο ένα είδος κόσμου – τον κόσμο όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρότερου.

Παρατήρησε, διερεύνησε, ρίξε μια άλλη ματιά στη ζωή σου

Η καρδιά είναι το ίδιο σου το κέντρο. Το κεφάλι είναι απλώς η περιφέρεια. Το να ζεις στο κεφάλι, σημαίνει ότι ζεις στην περιφέρεια, χωρίς να αντιλαμβάνεσαι καν τις ομορφιές και τους θησαυρούς του κέντρου. Το να ζεις στην περιφέρεια είναι ανοησία.

Το να ζεις στο κεφάλι είναι βλακεία και το να ζεις στην καρδιά και να χρησιμοποιείς το κεφάλι όποτε χρειάζεται, είναι ευφυΐα. Το κέντρο όμως, ο κύριος, βρίσκεται στον ίδιο τον πυρήνα του είναι σου. Ο κύριος είναι η καρδιά και το κεφάλι είναι απλώς ένας υπηρέτης. Αυτό είναι ευφυΐα. Όταν το κεφάλι γίνεται ο κύριος και ξεχνάει την καρδιά, αυτό είναι βλακεία.

Η επιλογή είναι δική σου. Να θυμάσαι, το κεφάλι σαν σκλάβος είναι ένας όμορφος σκλάβος, πολύ χρήσιμος. Σαν κύριος όμως, είναι επικίνδυνος και θα δηλητηριάσει όλη σου τη ζωή. Κοίτα γύρω σου! Οι ζωές των ανθρώπων είναι εντελώς δηλητηριασμένες — δηλητηριασμένες από το κεφάλι. Δεν μπορούν να αισθανθούν, δεν είναι πια ευαίσθητοι, τίποτα δεν τους συναρπάζει. Ο ήλιος ανεβαίνει, τίποτα όμως δεν ανεβαίνει μέσα τους. Ο ουρανός γεμίζει αστέρια – το θαύμα, το μυστήριο – τίποτα όμως δεν κουνιέται μέσα στις καρδιές τους. Τα πουλιά τραγουδούν, ο άνθρωπος όμως έχει ξεχάσει να τραγουδάει. Σύννεφα έρχονται στον ουρανό και το παγώνι χορεύει, όμως ο άνθρωπος δεν ξέρει πώς να χορέψει. Έχει γίνει ανάπηρος. Τα δέντρα ανθίζουν. Ο άνθρωπος σκέφτεται, ποτέ δεν αισθάνεται. Και χωρίς αισθαντικότητα, κανένα άνθισμα δεν είναι εφικτό.

Παρατήρησε, διερεύνησε, ρίξε μια άλλη ματιά στη ζωή σου. Κανένας άλλος δεν πρόκειται να σε βοηθήσει.

Πολύ καιρό εξαρτάσαι από τους άλλους, γι’ αυτό κι έχεις γίνει βλάκας. Τώρα, η ευθύνη είναι δική σου. Το χρωστάς στον εαυτό σου το να έχεις μια βαθιά, μια διεισδυτική ματιά στο τι κάνεις με τη ζωή σου.

Υπάρχει ποίηση μέσα στην καρδιά σου; Αν δεν υπάρχει, τότε μη χάνεις χρόνο. Βοήθησε την καρδιά σου να υφάνει ποίηση. Υπάρχει ρομαντισμός στη ζωή σου; Αν δεν υπάρχει, τότε είσαι νεκρός, τότε βρίσκεσαι ήδη μέσα στον τάφο.

Βγες από εκεί μέσα! Άφησε τη ζωή να έχει ρομαντισμό μέσα της, να έχει περιπέτεια. Εξερεύνησε! Εκατομμύρια ομορφιές και μεγαλεία σε περιμένουν. Εσύ γυρίζεις συνεχώς γύρω-γύρω και ποτέ δεν μπαίνεις μέσα στο ναό της ζωής. Η πόρτα είναι η καρδιά.

Ο κόσμος είναι εναντίον της ατομικότητας

Η φύση δεν έχει ιδέα από χρήμα, αλλιώς τα δολάρια θα μπορούσαν να φυτρώνουν πάνω στα δέντρα.

Η φύση δεν έχει ιδέα από χρήμα. Το χρήμα είναι μια επινόηση του ανθρώπου – χρήσιμη, αλλά και επικίνδυνη επίσης.

Νομίζεις ότι αν είσαι κάποιος, αν έχεις πολλά χρήματα, το χρήμα θα σου φέρει χαρά: “Δες αυτόν τον άντρα, πόσο χαρούμενος φαίνεται!”

Έτσι, κυνηγάς κι εσύ το χρήμα. Κάποιος είναι πιο υγιής, οπότε κυνηγάς την υγεία.

Κάποιος κάνει κάτι άλλο και δείχνει πολύ ευχαριστημένος, οπότε τον ακολουθείς κι εσύ.

Πάντοτε όμως ασχολείσαι με τους άλλους και η κοινωνία τα έχει κανονίσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη σκέφτεσαι ποτέ τις δικές σου δυνατότητες.

Και ολόκληρη η δυστυχία βρίσκεται στο ότι δεν είσαι ο εαυτός σου.

Να είσαι απλώς ο εαυτός σου και τότε δεν υπάρχει καμία δυστυχία και κανένας ανταγωνισμός και καμία σκοτούρα για το ότι οι άλλοι έχουν περισσότερα και για το ότι εσύ έχεις λιγότερα.

Ο άνθρωπος πρέπει να ριζώσει μέσα στις δικές του δυνατότητες, όποιες κι αν είναι αυτές και κανένας άλλος δεν μπορεί να του δώσει κατευθύνσεις και οδηγίες. Μπορούν όμως να τον βοηθήσουν, όπου κι αν πηγαίνει, ό,τι κι αν επιχειρεί να γίνει.

Και ο κόσμος θα είναι τόσο ευχαριστημένος, που δεν θα μπορείς να το πιστέψεις.

Εγώ δεν έχω αισθανθεί ποτέ καμία δυσαρέσκεια, ακόμα και από τα παιδικά μου χρόνια, για τον απλό λόγο ότι δεν επέτρεψα ποτέ σε κανέναν να με αποσπάσει από αυτό που έκανα ή από αυτό που επιχειρούσα να είμαι.

Αυτό με βοήθησε τρομερά.

Ήταν δύσκολο και οι δυσκολίες μεγάλωναν και τώρα ολόκληρος ο κόσμος είναι εναντίον μου.
Αυτό όμως δεν με ενοχλεί. Εγώ είμαι απολύτως ευτυχής, απολύτως ευχαριστημένος. Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι θα μπορούσα να είμαι κάτι διαφορετικό.

Σε οποιαδήποτε άλλη θέση, θα ήμουν δυστυχισμένος.

Ο κόσμος είναι εναντίον της ατομικότητας.

Είναι εναντίον του να είσαι απλώς ο φυσικός σου εαυτός.

Σε θέλει να είσαι ρομπότ κι επειδή εσύ έχεις συμφωνήσει να είσαι ρομπότ, μπαίνεις σε μπελάδες.
Εσύ όμως δεν είσαι ρομπότ.

Δεν ήταν αυτή η πρόθεση της φύσης, να φτιάξει ένα ρομπότ από σένα.

Έτσι, επειδή δεν είσαι αυτό που προοριζόσουν, αυτό που ήταν το πεπρωμένο σου, συνεχώς αναζητάς: “Τι λείπει; Ίσως καλύτερα έπιπλα, καλύτερες κουρτίνες, καλύτερο σπίτι, καλύτερη σύζυγος, καλύτερη δουλειά…”

Ολόκληρη τη ζωή σου, προσπαθείς και τρέχεις από το ένα μέρος στο άλλο.

Η κοινωνία όμως σε έχει κάνει να απομακρυνθείς από τις δυνατότητές σου.

Νέα πλωτή πλατφόρμα κατά των πλαστικών αποβλήτων στη θάλασσα

Τα πλαστικά απόβλητα στους ωκεανούς γίνονται όλο και περισσότερα. Μια αρχιτέκτονας από το Άαχεν, η Μαρτσέλο Χανς ανέπτυξε ένα μοντέλο στη διδακτορική της διατριβή που θα μπορούσε να προσφέρει μια λύση. Η ιδέα της για την κατασκευή πλατφόρμας μήκους 400 μέτρων είναι σχεδόν επαναστατική, αναφέρει σε δημοσίευμά της η Die Welt.

Το σχέδιο είναι φιλόδοξο:  να απαλλάξουμε τη θάλασσα από τα πλαστικά. Το σχέδιο φέρει την ονομασία «Απαλλαγή από τα Σκουπίδια  του Ειρηνικού» και η 32χρονη Μαρτσέλα σκέφτηκε την ιδέα στις τελευταίες της διακοπές στο  Πράσινο Ακρωτήριο. Στη διάρκεια των καταδύσεων της συγκλονίστηκε από τις μάζες πλαστικών αποβλήτων που βρήκε στη θάλασσα. «Κολυμπούσα μέσα σε δάση από επιπλέοντα πλαστικά», δήλωσε.

Η ιδέα της: Μια πλωτή πλατφόρμα που θα φιλτράρει τα πλαστικά σωματίδια από το νερό με τον ειδικό σχεδιασμό της. Η πλατφόρμα μήκους 400 μέτρων, σε σχήμα βολβού, προβάλλει 15 μέτρα έξω από το νερό και το κάτω μέρος της είναι βυθισμένο σε βάθος 35 μέτρων. Η Χανς επέλεξε αυτό το βάθος επειδή τα πλαστικά μπορούν να φτάσουν μέχρι και 30 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του νερού.

Η μηχανή αυτή φέρνει τα πλαστικά στην επιφάνεια με τη βοήθεια των ωκεάνιων ρευμάτων, έτσι ώστε να συλλέγονται χωρίς δίχτυα - χωρίς να απειλούνται τα θαλάσσια πλάσματα. Μια καινοτόμος λύση όπως αυτή της Χανς είναι επειγόντως απαραίτητη για το πρόβλημα των πλαστικών σκουπιδιών στους ωκεανούς. Μόνο το 2015, παρήχθησαν  παγκοσμίως 322 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού.

Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα, οκτώ εκατομμύρια τόνοι πηγαίνουν στη θάλασσα κάθε χρόνο. Για 2025 οι ερευνητές αναμένουν ότι σε κάθε τρεις τόνους ψαριών θα αντιστοιχεί περίπου ένας τόνος πλαστικού στις θάλασσες. Η Χανς προσπαθεί να υλοποιήσει το σχέδιο της μαζί με 35 εθελοντές. Μέχρι να κατασκευαστεί η πλατφόρμα, απαιτείται μεγάλη έρευνα. Αυτό κοστίζει, οπότε η Χανς αναζητά επί του παρόντος συνεργάτες και χορηγούς. Σε πέντε χρόνια, ελπίζει να κατασκευάσει το πρώτο πρωτότυπο, λέει η 32χρονη αρχιτέκτων.

Ο μετεωρίτης που έτρεχε στο γύρω διάστημα πριν από τη γέννηση της Γης

Πριν από περίπου 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, η καταστροφική έκρηξη ενός τεράστιου άστρου, μιας σουπερνόβα, ανάγκασε να συναντηθούν ένα τεράστιο νέφος κοσμικής σκόνης και αερίου και να σχηματίσουν το ηλιακό μας σύστημα. Αλλά το πώς ακριβώς κατασκευάστηκαν οι πλανήτες παραμένει λίγο μυστήριο στους επιστήμονες.
 
Ο μετεωρίτης NWA 11119 είναι περίπου στο μέγεθος ενός μπέιζμπολ και εκτιμάται ότι είναι 4.6 δισεκατομμυρίων ετών. Το ανοιχτό χρώμα και οι πράσινοι κρύσταλλοι κάνουν τον εν λόγω μετεωρίτη εξαιρετικό.
 
Τώρα, ένας πρόσφατα ανακαλυφθείς πράσινος μετεωρίτης 4.6 δισεκατομμυρίων ετών, λαμπερός, που σχηματίστηκε λίγο πριν από αυτή την έκρηξη βοηθά τους επιστήμονες να μάθουν περισσότερα για το πώς οι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος συναρμολογήθηκαν. 
 
Ο αξιοθαύμαστος διαστημικός βράχος μεγέθους μιας μικρής μπάλας του μπέιζμπολ, αποκαλούμενος Βορειοδυτικός Αφρικανός (NWA) 11119, αποκτήθηκε στην Αφρική το 2016.
 
Αρχικά, οι πλανητικοί γεωλόγοι ήταν σκεπτικοί ότι ο βράχος είχε έρθει πέρα ​​από τον πλανήτη μας. Αλλά μετά από στενότερη εξέταση είδαν ότι δεν θα μπορούσε να είναι από τη Γη». Ενώ ο βράχος μοιάζει πολύ με ηφαιστειακά πετρώματα στη Γη, η χημική του σύνθεση έδειξε ότι ήταν σίγουρα από το διάστημα και δεν ήταν απλώς ένας συνηθισμένος μετεωρίτης, σύμφωνα με τους ερευνητές.
 
Το NWA 11119 είναι ένας πυριγενής μετεωρίτης, που σημαίνει ότι σχηματίστηκε από την ψύξη και τη στερεοποίηση του μάγματος ή της λάβας (είναι αυτό που ονομάζεται μάγμα μόλις φτάσει στην επιφάνεια ενός πλανήτη). Στα 4.6 δισεκατομμύρια χρόνια, ο NWA 11119 είναι ο παλαιότερος πυριτογενής  μετεωρίτης που ανακαλύφθηκε ποτέ.
 
Οι μεγάλοι κρύσταλλοι πυριτίου, που ονομάζονται τριδύμιτοι, αντιπροσωπεύουν περίπου το 30% του NWA 11119. Η ποσότητα του τριδυμίτη είναι συγκρίσιμη με αυτή που βρίσκεται στα ηφαιστειακά πετρώματα της Γης, αλλά είναι ανήκουστη στους μετεωρίτες, σύμφωνα με τους ειδικούς.
 
Συνολικά, η σύνθεση του NWA 11119 είναι εντυπωσιακά παρόμοια με το υλικό που συνθέτει το φλοιό της Γης, το εξωτερικό πετρώδες στρώμα που σχηματίζει το στερεό κέλυφος γύρω από τον πλανήτη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ερευνητές υποψιάζονται ότι ο NWA 11119 είναι ένας βράχος από έναν αστεροειδή με ένα στρώμα φλοιού που σχηματίστηκε με τρόπο παρόμοιο με τον τρόπο που σχηματίστηκε ο φλοιός της Γης .
 
Πρόσθετες χημικές αναλύσεις αποκάλυψαν ότι ο μετεωρίτης μοιάζει πολύ με δύο άλλους ασυνήθιστους μετεωρίτες – NWA 7235 και Almahata Sitta – υποδηλώνοντας ότι και οι τρεις διαστημικοί βράχοι μπορεί να προέρχονταν από το ίδιο γονικό σώμα.
 
Υπάρχουν ακόμα πολλοί επιστήμονες που δεν καταλαβαίνουν πώς κατασκευάζονται οι πλανήτες, αλλά μια ανακάλυψη όπως αυτή μπορεί να βοηθήσει τους ερευνητές να καταλάβουν τι θα μπορούσε να μοιάζει μια παλαιότερη έκδοση της Γης.

Τα «δεκανίκια» που μας δίνουν ή επιλέγουμε

Πάντοτε οι άνθρωποι έχουμε από την φύση μας την ανάγκη να στηριχθούμε πάνω σε κάτι, οτιδήποτε και αν είναι αυτό για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην ζωή γενικά, αλλά και στις δυσκολίες της. Το θέμα είναι, πως κανένα «δεκανίκι» δεν μπορεί να μας στηρίξει, αν εμείς οι ίδιοι δεν βασιστούμε πρώτα από όλα στον εαυτό μας!.
 
Ξεκίνησα να γράφω αυτό το άρθρο σκεπτόμενος πως μεγάλη σημασία στη ζωή ενός ανθρώπου εκτός των άλλων παίζει και η (υπο)στήριξη που δέχεται από την οικογένεια του στην παιδική του ηλικία, αλλά και στην υπόλοιπη ζωή του.
 
Σε κάθε οικογένεια υπάρχει και ένα διαφορετικό μοντέλο συμπεριφοράς των γονέων προς τα παιδιά. Σε γενικές γραμμές όμως, μπορούμε να πούμε πως υπάρχουν τα εξής δυο διακριτά πρότυπα.
 
Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό και είναι ίσως το πιο «χτυπητό» είναι αυτό όπου οι γονείς είναι υπέρ του δέοντος προστατευτικοί προς τα παιδιά! Δεν τα αφήνουν να στεναχωριούνται και έχουν την  τάση να τους δείχνουν ακόμα και μετά την ενηλικίωση τους πως για αυτούς θα είναι πάντα τα παιδιά τους που χρειάζονται προστασία!
 
Είναι πολύ πιθανό μια τέτοια οικογένεια να δείχνει πάντα πως είναι ιδιαίτερα δεμένη και ευτυχισμένη!. Αυτό από τη μία, αυτό είναι φυσικά καλό και επιθυμητό, διότι αυτά τα παιδιά νιώθουν ξεχωριστά καθώς και πως ζουν σε ασφαλή και σίγουρο περιβάλλον. Από την άλλη όμως, τα παιδιά  αυτά μεγαλώνοντας, θα βρεθούν ξαφνικά αντιμέτωπα με έναν κόσμο, ο οποίος μπορεί να τους προκαλέσει πόνο, απογοήτευση, απομόνωση κ.α. Πράγματα τα όποια θα ήξεραν ως ένα βαθμό από μικροί, αν δεν ήταν τόσο «προστατευμένοι» μέσα στην οικογένεια τους. Επίσης, αυτές οι οικογένειες που ονομάζονται στη Συστημική προσέγγιση μαζοποιημένες, δεν είναι ιδιαίτερα φιλικές προς τους ξένους μέχρι να γίνουν όμοιοι τους! Θέλουν να είναι πάντα τα δεκανίκια για τα παιδιά τους και τα παιδιά αυτά πολύ συχνά νιώθουν πως όλη τους η ζωή πρέπει να περιστρέφεται γύρω από τους γονείς τους, αλλιώς είναι χαμένοι!

Ένα άλλο είδος οικογένειας που έχω συναντήσει αρκετές φορές και σε διάφορες παραλλαγές είναι αυτό στο οποίο οι γονείς αγαπούν πολύ φυσικά τα παιδιά τους , αλλά είναι πιο απασχολημένοι με άλλα πράγματα (δουλειά, προβλήματα μεταξύ τους ή και υπερβολική αγάπη μεταξύ του ζευγαριού που δεν «χωράει» τα παιδιά). Όπως στο προηγούμενο πρότυπο οικογένειας έτσι και σε αυτό υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Είναι πολύ πιθανό τα παιδιά να βιώνουν αυτή την έλλειψη προσοχής από τους γονείς ως κάτι που τα καθιστά «κατώτερα» από τα άλλα παιδιά  που φαίνονται να ζουν πιο ευτυχισμένα στις δικές τους οικογένειες. Όμως, αν μπορέσουν να φανούν δυνατά θα στηριχθούν από πολύ μικρά στον εαυτό τους, θα ξεπεράσουν τα «βάρη» της οικογένειας και θα δημιουργήσουν πολλά πράγματα για τα οποία θα είναι υπερήφανοι για τον εαυτό τους. Αυτό είναι φυσικά το καλό σενάριο, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου παιδιά για να γεμίσουν το κενό που νιώθουν μέσα τους καταφεύγουν σε διάφορα «δεκανίκια»!
 
Τα δεκανίκια αυτά μπορεί να είναι πολλών ειδών, χρήσιμα ή άχρηστα, ασφαλή ή επικίνδυνα, έμψυχα ή άψυχα!  Για παράδειγμα, συχνά οι έφηβοι και όχι μόνο στρέφονται στις ουσίες, ώστε να έχουν μια διέξοδο από την δύσκολη ζωή που βιώνουν! Δυστυχώς πολλές φορές η χρήση ουσιών οδηγεί και σε εγκληματική συμπεριφορά! Το φαγητό είναι επίσης ένα πολύ συχνό μέσο που χρησιμοποιούμε οι άνθρωποι για να γεμίσουμε τα συναισθηματικά κενά που νιώθουμε και να νιώσουμε ευχαρίστηση άμεσα και εύκολα! Συνήθως οι υπέρβαροι άνθρωποι είναι άτομα που δεν είχαν πολλές επιλογές για διασκέδαση και ευχαρίστηση εκτός από το φαγητό! Άλλος ένας τρόπος στον οποίο καταφεύγουν οι άνθρωποι για να νιώσουν πιο «γεμάτοι» στη ζωή τους είναι ο καταναλωτισμός! Ακριβώς όπως γίνεται και με το φαγητό οι άνθρωποι αυτοί βρίσκουν χαρά στο να αγοράζουν συνεχώς πράγματα. Για την ακρίβεια μπορεί η αγορά πραγμάτων να τους κάνει για κάποιες ώρες να νιώθουν πλήρης (να μην διψούν, να μην πεινούν κ.λ.π)!
 
Πολλοί άνθρωποι στρέφουμε όλη την προσοχή μας στο να κάνουμε καριέρα και να βγάλουμε πολλά χρήματα, ώστε να νιώσουμε ότι αξίζουμε και είμαστε ευτυχισμένοι! Βέβαια, ούτε μια καλή δουλειά, ούτε τα πολλά χρήματα μπορούν να γεμίσουν ουσιαστικά την ζωή ενός ανθρώπου! Ωστόσο, θα πρέπει να τονισθεί πως η δημιουργικότητα γενικά είναι ένας πολύ υγιής τρόπος για να νιώθουμε υγιής σωματικά και πνευματικά και κατ’ επέκταση ευτυχείς!
 
Μια ακόμη επιλογή που έχουμε οι άνθρωποι, είναι φυσικά να δημιουργήσουμε σχέσεις με άλλους ανθρώπους! Οι φιλίες, η συμμετοχή σε ομάδες και οι ερωτικές σχέσεις είναι αυτές που μπορούν να κάνουν τους ανθρώπους πραγματικά ευτυχισμένους! Ανέκαθεν οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα, έχουμε την ανάγκη να βρισκόμαστε με άλλους ανθρώπους και να μοιραζόμαστε μαζί τους σημαντικές στιγμές! Άλλωστε χωρίς την συνύπαρξη των ανθρώπων δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί ο κόσμος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο!
 
Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω ότι ειδικά τα τελευταία χρόνια πολλοί άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να στραφούν κακώς προς την θρησκεία και τον Θεό, για να καλύψουν τα κενά που νιώθουν και δεν μπορούν να αναπληρωθούν από τους ανθρώπους και τα υλικά πράγματα! Το να έχουμε κάτι ανώτερο από εμάς στο οποίο μπορούμε να στρεφόμαστε ανά πάσα στιγμή και να ελπίζουμε, είναι επίσης ένα χαρακτηριστικό που είχαν όλοι οι άνθρωποι και τους βοήθησε να επιβιώσουν σε αντίξοες συνθήκες! Ακόμα και οι ειδικοί ψυχικής υγείας που μπορεί να μην πιστεύουν στο Θεό, (όπως αναφέρει και ο Irvin Yalom) δεν στερούν από κάποιον πελάτη τους την πίστη του, αν δεν υπάρχει κάτι καλύτερο για να τους βοηθήσει να ανταπεξέλθουν σε μια δύσκολη κατάσταση!
 
Πάντοτε οι άνθρωποι έχουμε από την φύση μας την ανάγκη να στηριχθούμε πάνω σε κάτι, οτιδήποτε και αν είναι αυτό για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην ζωή γενικά, αλλά και στις δυσκολίες της. Το θέμα είναι, πως κανένα «δεκανίκι» δεν μπορεί να μας στηρίξει, αν εμείς οι ίδιοι δεν βασιστούμε πρώτα από όλα στον εαυτό μας! Ο εαυτός μας είναι το μοναδικό μέσο που θα έχουμε σίγουρα πάντα για να ανταπεξέλθουμε στις ανάγκες της ζωής! Θα υπάρξουν σίγουρα στιγμές, όπου ξαφνικά θα βρεθούμε μόνοι μας να πρέπει να αντιμετωπίσουμε δύσκολες καταστάσεις και για αυτό θα πρέπει να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας! Ακόμα, θα πρέπει να θυμόμαστε πως οι άνθρωποι μόνοι μας γεννιόμαστε και μόνοι μας πεθαίνουμε, δεν είναι τυχαίο!
 
Αυτό που θέλω να πω, δεν είναι να μείνουμε όλοι μόνοι μας για να μάθουμε να στηριζόμαστε μόνο στον εαυτό μας, αλλά να είμαστε κοινωνικοί, να δίνουμε και να παίρνουμε αγάπη προς και από τους άλλους  χωρίς όμως να αφηνόμαστε εντελώς σε πράγματα και καταστάσεις που είναι έξωθεν μας και να επαναπαυόμαστε!
 
Είναι πολύ όμορφο να είναι κανείς αυτοδημιούργητος, ωστόσο οι άνθρωποι πάντα νιώθουμε την ανάγκη να έχουμε κάποιον δίπλα μας να μας στηρίζει στην πορεία μας!

Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία: Γέννηση της αρχαιοελληνικής Ιστοριογραφίας

Απαρχές και προϋποθέσεις της ΑΕ ιστοριογραφίας
 
Το ερώτημα των απαρχών της αρχαίας ιστοριογραφίας προϋποθέτει αναγκαστικά τον ορισμό του τι είναι ιστοριογραφία. Προκειμένου να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό οι μελετητές συχνά καταφεύγουν στη μελέτη εξωελληνικών, περισσότερο ή λιγότερο διακριτών, πρόδρομων μορφών του είδους -από την Ανατολή, την Αίγυπτο ή την ανατολική Ασία. Για να αποφύγουμε αυτή την εν τέλει αδιέξοδη μέθοδο, ας θεωρήσουμε ότι η ιστοριογραφία, όπως νοείται και έχει αναπτυχθεί στη δυτική παράδοση, αποτελεί μια «εφεύρεση» του ελληνικού πνεύματος κατά τη μετάβαση από τον 6ο στον 5ο αι. π.Χ. Η αρχαιοελληνική ιστορική πεζογραφία, όπως διαμορφώθηκε την περίοδο αυτή, εμφανίζει ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά που εξακολουθούν να αποτελούν συστατικά στοιχεία του ιστοριογραφικού είδους έως σήμερα: την κριτική της παράδοσης, την αναζήτηση ορθολογικών, μη μεταφυσικών αιτιών και έναν υψηλό βαθμό αφηγηματικότητας, που συνίσταται στην «ανασύνθεση χρονικά εκτεταμένων γεγονότων στα οποία συμμετέχει ένας μεγάλος αριθμός προσώπων και τα οποία συγκροτούνται από ποικίλες ενέργειες, εξελίξεις και συμβάντα με όλες τις μεταξύ τους σχέσεις» (Chr. Meier).
 
Η επική ποίηση συγκαταλέγεται στους προδρόμους της ιστοριογραφίας. Στην αρχαιότητα η άποψη ότι οι επικοί ποιητές είναι οι πρώτοι ιστορικοί υπήρξε αδιαμφισβήτητη· τη συμμεριζόταν μάλιστα ένας κατεξοχήν ορθολογιστής ιστορικός όπως ο Θουκυδίδης, ο οποίος χρησιμοποιεί επανειλημμένα τον Όμηρο ως πηγή για τον Τρωικό Πόλεμο. Εξάλλου, στην αρχαϊκή επική ποίηση απαντούν σε πρώιμο στάδιο συστατικά στοιχεία της μεταγενέστερης ιστοριογραφίας, όπως για παράδειγμα η συνείδηση της διαφοράς μεταξύ (ταπεινού) παρόντος και (ένδοξου) παρελθόντος αλλά και η συνείδηση της ιστορικής συνέχειας, η διάρθρωση των γεγονότων στο επίπεδο του χωροχρόνου με βάση γενεαλογικά, γεωγραφικά και εθνογραφικά κριτήρια. Η έμφαση στην αιτιότητα, το πρόβλημα της μεθόδου (λόγου χάρη η υπεροχή της αυτοψίας και το ζήτημα της αξιοπιστίας των πληροφοριοδοτών) και η έννοια της αλήθειας απαντούν εν σπέρματι στην επική ποίηση. Ακόμη και η θεματική υπεροχή της πολεμικής ιστορίας, η οποία από τον Θουκυδίδη και μετά καθίσταται ο κανόνας στην ιστοριογραφία, έχει τις ρίζες της στα κλέα ἀνδρῶν, το κατεξοχήν θέμα του ηρωικού έπους. Λογοτεχνικοί-εκφραστικοί τρόποι της αρχαίας ιστοριογραφίας κατάγονται από το έπος· τούτο ισχύει για τις πολυάριθμες δημηγορίες που οι ιστορικοί ενοφθαλμίζουν στα έργα τους, τους πάσης φύσεως καταλόγους ή τις λεγόμενες ἐκφράσεις, τις λεπτομερείς δηλαδή περιγραφές συγκεκριμένων αντικειμένων ή τόπων. Ακόμη ισχυρότερη επιρροή άσκησε η αφηγηματική τεχνική του έπους γενικότερα, γιατί είναι εκείνη που προσέφερε στον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη τα μέσα για να διαρθρώσουν τις εκτενείς και πολύπλοκες αφηγήσεις τους.
 
Η λυρική ποίηση -ελεγεία, ίαμβος ή χορικός λυρισμός- που συνεχίζει να ακμάζει περίπου ως την εποχή του Ηροδότου, μπορεί να θεωρηθεί, δευτερευόντως τουλάχιστον, πρόδρομη μορφή της ιστοριογραφίας. Ο Μίμνερμος με τη Σμυρνηΐδα και ο Σημωνίδης από την Αμοργό με την ἀρχαιολογία της Σάμου στον 7ο αι., ο Ξενοφάνης με την κτίσιν της Κολοφώνας και τον ἀποικισμὸν της Ελέας στον 6ο αι., ο Πανύασσης με τα Ἰωνικὰ στον 5ο αι., αλλά και ο Πίνδαρος με τους ἐπινίκους του αφηγούνται τις μυθικές ή ιστορικές απαρχές των πόλεών τους ή συνδέουν παρόν και παρελθόν ως εποχές εξίσου άξιες να αποτελέσουν αντικείμενο αφήγησης. Μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων ο Σιμωνίδης συνθέτει ελεγείες για τα σημαντικότερα γεγονότα της εποχής του, τις τρεις νίκες των Ελλήνων στο Αρτεμίσιο, στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές. Τα σχόλια του ποιητή, η ηθική αξιολόγηση των γεγονότων, η παρουσία των θεών και η χρήση ευθέος λόγου είναι ορισμένα στοιχεία της λυρικής ποίησης που πιθανότατα επηρέασαν την ιστοριογραφία.
 
Μια άλλη πρόδρομη μορφή της ιστοριογραφίας, η οποία συναρτάται με την εντυπωσιακή επέκταση του γεωγραφικού ορίζοντα των αρχαίων Ελλήνων την εποχή του αποικισμού και των μεγάλων εξερευνήσεων (μέσα του 8ου έως μέσα του 5ου αιώνα π.Χ.), είναι το λογοτεχνικό είδος του περίπλου, δηλαδή η καταγραφή πληροφοριών που συλλέγονται κατά την παράκτια πλεύση σχετικά με τοποθεσίες ή λαούς που επισκέπτονται ή απλώς βλέπουν από το πλοίο οι επιβάτες του. Ο Σκύλαξ ο Καρυανδεύς αφηγείται στον Περίπλου του το ταξίδι που πραγματοποίησε από τον Ινδό ποταμό μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα κατ' εντολήν του βασιλιά Δαρείου Α'· ο ανώνυμος Περίπλους, το περιεχόμενο του οποίου ανασυνθέτουμε από το έργο Ora maritima του Λατίνου ποιητή της ύστερης αρχαιότητας Αβιηνού, καλύπτει τη διαδρομή από την Ταρτησσό μέχρι τη Μασσαλία, ενώ ο Μασσαλιώτης Ευθυμένης (2ο μισό του 6ου αιώνα π.Χ.) περιέγραφε σε έναν, χαμένο σήμερα, Περίπλου το ταξίδι που είχε κάνει κατά μήκος των δυτικών ακτών της Αφρικής. Ο Περίπλους του Καρχηδόνιου Άννωνα, ο οποίος γράφτηκε στα καρχηδονιακά και σώζεται σε ελληνική μετάφραση της ελληνιστικής εποχής, πραγματευόταν επίσης τον πλου κατά μήκος των δυτικών ακτών της Αφρικής μέχρι τη σημερινή Σιέρα Λεόνε. Συνεπώς, γεωγραφία και ιστορία στην αρχαία Ελλάδα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες από την πρώτη στιγμή, κάτι που αποδεικνύει άλλωστε και το ηροδότειο έργο.
 
Μεγάλη σημασία για τη γένεση της ιστοριογραφίας είχε και το κριτικό πνεύμα που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της ιωνικής φυσικής φιλοσοφίας τον 6ο αιώνα π.Χ. Επιδίωξή του η συγκρότηση μιας ορθολογικής εικόνας του κόσμου, ελεύθερης από θρησκευτικούς ή άλλους μεταφυσικούς περιορισμούς. Στη συνάρτηση αυτή πρωτεύουσα θέση έχει το έργο του Αναξιμάνδρου από τη Μίλητο (περ. 610-546), του δασκάλου του λογογράφου Εκαταίου του Μιλήσιου: με πρωτότυπο τρόπο ο Αναξίμανδρος απαλείφει κάθε μυθικό στοιχείο από την ερμηνεία της γένεσης και ανάπτυξης του φυσικού κόσμου και υποβάλλει ολόκληρη την παράδοση σε αυστηρή κριτική. Ο φιλόσοφος δεν πραγματεύεται μόνο την ιστορία της γένεσης και της εξέλιξης του σύμπαντος γενικά αλλά και της ζωής πάνω στη γη ειδικότερα. Και τα δύο αυτά θέματα προκαλούσαν κατά κάποιον τρόπο τη συστηματικότερη πραγμάτευση του κόσμου των ανθρώπων, και αυτό, μεταφερμένο στη διάσταση του χρόνου, ισοδυναμούσε με την αφήγηση της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Ο Αναξίμανδρος υπήρξε επίσης ο πρώτος που σχεδίασε γεωγραφικό χάρτη, μια καινοτομία που άσκησε μεγάλη επιρροή στους επιγόνους του, τον Εκαταίο και τον Ηρόδοτο κυρίως.
 
Τέλος, η τεχνολογική επανάσταση που επέφερε η εισαγωγή της γραφής τον 8ο αιώνα π.Χ. και κυρίως η ανάπτυξη του πεζού λόγου κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. αποτελούν αναμφίβολα πρόσθετες προϋποθέσεις για τη γένεση της ιστοριογραφίας. Γιατί μόνο με τη βοήθεια της γραφής κατέστη δυνατή η κριτική της προφορικής παράδοσης αλλά και η οργάνωση ενός πλούσιου υλικού σε μια εκτενή αφήγηση.