Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - Περὶ ποιητικῆς 26, 1461b26-1462b15

Bunch of Mask.jpgΤραγική και επική μίμηση

Σε ένα σημαντικό κεφάλαιο, με το οποίο έκλεινε το πρώτο βιβλίο της Ποιητικῆς,ο Αριστοτέλης επανέρχεται στην τραγωδία, αφού προηγουμένως έχει πραγματευθεί και το έπος, για να συγκρίνει τα δύο λογοτεχνικά είδη. Αφού αναφέρει τα επιχειρήματα κατά της τραγωδίας, αντιτείνει ότι αυτά αφορούν πιο πολύ στις παραστάσεις της και παρουσιάζει ο ίδιος κάποια επιχειρήματα για την κατωτερότητα του έπους σε σχέση με την τραγωδία. Στη σύγκριση των δύο ειδών υπόκειται η φιλοσοφική αντίληψη ότι για να καταλάβει κανείς σε βάθος ένα φαινόμενο πρέπει να εξετάσει τις ύψιστες δυνατότητες που παρέχει (εδώ τέτοιες δυνατότητες όσον αφορά την ποιητική τέχνη παρέχουν η τραγωδία και το έπος).

Περὶ ποιητικῆς 26, 1461b26-1462b15

[1461b26-29] πότερον δὲ βελτίων ἡ ἐποποιικὴ μίμησις ἢ ἡ τραγική, διαπορήσειεν ἄν τις. εἰ γὰρ ἡ ἧττον φορτικὴ βελτίων, τοιαύτη δ᾽ ἡ πρὸς βελτίους θεατάς ἐστιν ἀεί, λίαν δῆλον ὅτι ἡ ἅπαντα μιμουμένη φορτική· ὡς γὰρ οὐκ αἰσθανομένων [1461b30-35] ἂν μὴ αὐτὸς προσθῇ, πολλὴν κίνησιν κινοῦνται, οἷον οἱ φαῦλοι αὐληταὶ κυλιόμενοι ἂν δίσκον δέῃ μιμεῖσθαι, καὶ ἕλκοντες τὸν κορυφαῖον ἂν Σκύλλαν αὐλῶσιν. ἡ μὲν οὖν τραγῳδία τοιαύτη ἐστίν, ὡς καὶ οἱ πρότερον τοὺς ὑστέρους αὐτῶν ᾤοντο ὑποκριτάς· ὡς λίαν γὰρ ὑπερβάλλοντα πίθηκον ὁ Μυννίσκος τὸν Καλλιππίδην ἐκάλει, τοιαύτη δὲ δόξα καὶ περὶ Πινδάρου ἦν· [1462a1-4] ὡς δ᾽ οὗτοι ἔχουσι πρὸς αὐτούς, ἡ ὅλη τέχνη πρὸς τὴν ἐποποιίαν ἔχει. τὴν μὲν οὖν πρὸς θεατὰς ἐπιεικεῖς φασιν εἶναι ‹οἳ› οὐδὲν δέονται τῶν σχημάτων, τὴν δὲ τραγικὴν πρὸς φαύλους· εἰ οὖν φορτική, χείρων δῆλον ὅτι ἂν εἴη. [1462a5-9] πρῶτον μὲν οὐ τῆς ποιητικῆς ἡ κατηγορία ἀλλὰ τῆς ὑποκριτικῆς, ἐπεὶ ἔστι περιεργάζεσθαι τοῖς σημείοις καὶ ῥαψῳδοῦντα, ὅπερ {ἐστὶ} Σωσίστρατος, καὶ διᾴδοντα, ὅπερ ἐποίει Μνασίθεος ὁ Ὀπούντιος. εἶτα οὐδὲ κίνησις ἅπασα ἀποδοκιμαστέα, εἴπερ μηδ᾽ ὄρχησις, ἀλλ᾽ ἡ φαύλων, ὅπερ καὶ Καλλιππίδῃ [1462a10-14] ἐπετιμᾶτο καὶ νῦν ἄλλοις ὡς οὐκ ἐλευθέρας γυναῖκας μιμουμένων. ἔτι ἡ τραγῳδία καὶ ἄνευ κινήσεως ποιεῖ τὸ αὑτῆς, ὥσπερ ἡ ἐποποιία· διὰ γὰρ τοῦ ἀναγινώσκειν φανερὰ ὁποία τίς ἐστιν· εἰ οὖν ἐστι τά γ᾽ ἄλλα κρείττων, τοῦτό γε οὐκ ἀναγκαῖον αὐτῇ ὑπάρχειν. ἔπειτα διότι πάντ᾽ ἔχει ὅσαπερ ἡ ἐποποιία [1462a15-18] (καὶ γὰρ τῷ μέτρῳ ἔξεστι χρῆσθαι), καὶ ἔτι οὐ μικρὸν μέρος τὴν μουσικήν {καὶ τὰς ὄψεις}, δι᾽ ἧς αἱ ἡδοναὶ συνίστανται ἐναργέστατα· εἶτα καὶ τὸ ἐναργὲς ἔχει καὶ ἐν τῇ ἀναγνώσει καὶ ἐπὶ τῶν ἔργων· ἔτι τῷ ἐν ἐλάττονι μήκει τὸ τέλος [1462b1-4] τῆς μιμήσεως εἶναι (τὸ γὰρ ἀθροώτερον ἥδιον ἢ πολλῷ κεκραμένον τῷ χρόνῳ, λέγω δ᾽ οἷον εἴ τις τὸν Οἰδίπουν θείη τὸν Σοφοκλέους ἐν ἔπεσιν ὅσοις ἡ Ἰλιάς)· ἔτι ἧττον μία ἡ μίμησις ἡ τῶν ἐποποιῶν (σημεῖον δέ, ἐκ γὰρ ὁποιασοῦν μιμήσεως πλείους τραγῳδίαι γίνονται), ὥστε ἐὰν μὲν ἕνα [1462b5-9] μῦθον ποιῶσιν, ἢ βραχέως δεικνύμενον μύουρον φαίνεσθαι, ἢ ἀκολουθοῦντα τῷ τοῦ μέτρου μήκει ὑδαρῆ· λέγω δὲ οἷον ἐὰν ἐκ πλειόνων πράξεων ᾖ συγκειμένη, ὥσπερ ἡ Ἰλιὰς ἔχει πολλὰ τοιαῦτα μέρη καὶ ἡ Ὀδύσσεια ‹ἃ› καὶ καθ᾽ ἑαυτὰ [1462b10-14] ἔχει μέγεθος· καίτοι ταῦτα τὰ ποιήματα συνέστηκεν ὡς ἐνδέχεται ἄριστα καὶ ὅτι μάλιστα μιᾶς πράξεως μίμησις. εἰ οὖν τούτοις τε διαφέρει πᾶσιν καὶ ἔτι τῷ τῆς τέχνης ἔργῳ (δεῖ γὰρ οὐ τὴν τυχοῦσαν ἡδονὴν ποιεῖν αὐτὰς ἀλλὰ τὴν εἰρημένην), φανερὸν ὅτι κρείττων ἂν εἴη μᾶλλον τοῦ τέλους τυγχάνουσα [1462b15] τῆς ἐποποιίας.

***
[1461b26] Εύλογα θα αναρωτιόταν κανείς ποια μίμηση είναι ανώτερη, η επική ή η τραγική. Εάν ανώτερη είναι η λιγότερο αγοραία και αν τέτοια είναι πάντα αυτή που απευθύνεται σε υψηλότερο κοινό, τότε προφανώς εκείνη που αναπαριστά το καθετί είναι άκρως αγοραία. Οι ηθοποιοί στην περίπτωση αυτή, θεωρώντας ότι το κοινό δεν μπορεί να παρακολουθήσει, αν δεν προσθέσουν τα δικά τους, διαρκώς κινούνται [30] -όπως οι αξιοθρήνητοι εκείνοι αυλητές που κυλιούνται, όταν είναι να μιμηθούν έναν δίσκο, και τραβολογούν τον κορυφαίο, όταν παίζουν τη Σκύλλα.1
Στην τραγωδία λοιπόν απευθύνεται η ίδια κατηγορία, για την οποία και οι παλαιότεροι ηθοποιοί μέμφονταν τους νεότερους: ο Μυννίσκος αποκαλούσε τον Καλλιπίδη πίθηκο, [35] επειδή το παράκανε, ενώ παρόμοια άποψη επικρατούσε και για τον Πίνδαρο.2 [1462a] Όποια σχέση έχουν αυτοί οι ηθοποιοί προς τους προγενέστερούς τους, την ίδια έχει η τραγική τέχνη ως σύνολο προς το έπος. Το έπος, λένε, απευθύνεται σε υψηλού επιπέδου κοινό, που δεν χρειάζεται τις χειρονομίες, η τραγική τέχνη αντιθέτως σε κοινό χαμηλού επιπέδου. Εάν συνεπώς η τραγωδία είναι αγοραία, τότε προφανώς είναι κατώτερη.
[5] Πρώτον, όμως, η κατηγορία δεν απευθύνεται στην ποιητική τέχνη αλλά στην υποκριτική. Διότι υπερβολές σε εκφραστικές κινήσεις είναι δυνατές και κατά την εκτέλεση ενός έπους, όπως στην περίπτωση του Σωσίστρατου, καθώς και όταν τραγουδά κανείς σε μουσικό διαγωνισμό, όπως ο Μνασίθεος από τον Οπούντα.3Έπειτα, δεν είναι σωστό να αποδοκιμάζεται κάθε είδος μιμητικής κίνησης -εφόσον βέβαια ούτε ο χορός συνολικά αποδοκιμάζεται- αλλά μόνο εκείνες οι κινήσεις που εκτελούνται από χυδαίους ηθοποιούς. [10] Αυτό έψεγαν και στον Καλλιπίδη και τώρα σε άλλους, πως δεν είναι δηλαδή σε θέση να παραστήσουν με τον τρόπο που ταιριάζει ελεύθερες γυναίκες. Επιπλέον, η τραγωδία επιτελεί το έργο της και χωρίς κίνηση, όπως ακριβώς το έπος. Αρκεί η ανάγνωσή της για να καταστεί φανερός ο χαρακτήρας της. Εάν λοιπόν η τραγωδία υπερέχει ως προς τα υπόλοιπα, δεν της είναι απαραίτητο αυτό το στοιχείο.4
[15] Δεύτερον, η τραγωδία περιέχει όλα τα στοιχεία που περιέχει και το έπος -ακόμη και το δικό του μέτρο μπορεί να χρησιμοποιήσει5- και εκτός αυτού σε βαθμό όχι ασήμαντο τη μουσική, η οποία προκαλεί ζωηρότατες συγκινήσεις. [1462b] Έπειτα, το χαρακτηριστικό της ενάργειας υπάρχει και κατά την ανάγνωση και κατά την παράσταση. Υπερέχει επίσης με το να επιτυγχάνει τον σκοπό της μίμησης με μικρότερο μήκος. Το πιο συμπυκνωμένο προκαλεί μεγαλύτερη τέρψη από το διεσπαρμένο μέσα σε μακρά χρονική περίοδο. (Εννοώ την περίπτωση, για παράδειγμα, να επιδίωκε κανείς να συνθέσει τον Οιδίποδα του Σοφοκλή σε τόσους επικούς στίχους, όσους έχει η Ιλιάδα.) Η μίμηση επίσης των επικών ποιητών είναι λιγότερο ενιαία (απόδειξη γι᾽ αυτό αποτελεί το γεγονός ότι από οποιοδήποτε έπος μπορούν να προέλθουν αρκετές τραγωδίες). [5] Το αποτέλεσμα είναι, ότι στην περίπτωση που οι επικοί ποιητές συνθέτουν μία πλοκή, τότε αυτή φαίνεται είτε κολοβωμένη (αν έχει εκτεθεί με συντομία) εί­τε πλαδαρή (αν συμβαδίζει με το μήκος που ταιριάζει στο επικό μέτρο).6 Μιλώ για ένα έπος που αποτελείται από περισσότερες πράξεις, όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, έπη που περιλαμβάνουν πολλά τέτοια μέρη, καθένα από τα οποία έχει από μόνο του ικανό μέγεθος. [10] Ωστόσο τα δυο αυτά ποιήματα έχουν συντεθεί κατά τον τελειότερο δυνατό τρόπο και αποτελούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό μίμηση μιας και μοναδικής πράξης.
Αν λοιπόν η τραγωδία υπερέχει σε όλα αυτά και επιπλέον υπερέχει ως προς το καλλιτεχνικό της αποτέλεσμα (γιατί έπος και τραγωδία πρέπει να προκαλούν όχι οποιαδήποτε ηδονή αλλά την προαναφερθείσα),7 τότε είναι φανερό ότι αυτή υπερτερεί του έπους, [15] αφού βέβαια επιτυγχάνει καλύτερα τον επιδιωκόμενο σκοπό.
------------------
1 «Σκύλλα» ήταν τίτλος διθυράμβου του Τιμόθεου, στον οποίο ο αυλητής παρίστανε τη μυθική Σκύλλα με τους ήχους και τις κινήσεις της, ο κορυφαίος τον Οδυσσέα και ο υπόλοιπος χορός τους συντρόφους του, που αρπάζονταν από το τέρας.
2 Μυννίσκος: πρωταγωνιστής του Αισχύλου. Καλλιπίδης: περίφημος ηθοποιός της τραγωδίας (περ. 400 π.Χ.). Πίνδαρος: άγνωστος από αλλού ηθοποιός.
3 Τόσο ο Σωσίστρατος όσο και ο Μνασίθεος μας είναι άγνωστοι από αλλού.
4 Εννοείται το στοιχείο της υπόκρισης.
5 Δηλαδή το δακτυλικό εξάμετρο (το οποίο όμως απαντά σπανιότατα στην τραγωδία).
6 Η λ. "πλαδαρή" αποδίδει το αρχαιοελληνικό ὑδαρής (= "νερουλός", κυρίως προκειμένου για οίνο που έχει αραιωθεί με πολύ νερό).
7 Στην «οικεία ηδονή» της τραγωδίας έχει αναφερθεί ο Αριστοτέλης στο κεφ. 14. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές εδώ εννοείται η ηδονή που προκαλείται από τη διέγερση των συναισθημάτων του ελέου και του φόβου καθώς και από την κάθαρση

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Μελετώντας αρκετά χρόνια τώρα τα Πολιτικά του Α­ριστοτέλη διαπίστωσα ότι το περιεχόμενο που αποδίδουμε συνήθως με τον όρο «ιδεολογία», εντοπίζεται στις αριστοτελικές μελέτες του πολιτικού. Δεν θα χρονοτριβήσω στην παρουσίαση του όρου που, ενώ έχει ήδη χαρακτηριστεί ασαφής, συνιστά ωστόσο σοβαρή παράμετρο μελέτης του πολιτικού φαινομένου. Απλώς αναφέρω ότι από την πολυσημία του όρου «ιδεολογία» θα υιοθετήσω εδώ για λόγους μεθοδολογικούς και συντομίας, μια συνθετική αποτύπωση του περιεχομένου του, περισσότερο περιγραφική παρά οργανική. Γενικώς λοιπόν ιδεολογία θα μπορούσαμε να ονομάσουμε το οργανωμένο σύνολο ιδεών, στάσεων, αντιλήψεων, εικόνων, τις οποίες εσωτερικεύει το υποκείμενο μέσα από πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες διαμεσολαβήσεις με τις οποίες αναπλαισιώνει το «πραγματικό» ή το εκλαμβανόμενο ως «πραγματικό» και προσανατολίζεται σε ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές στην ιδιωτική και δημόσια ζωή. Το περιεχόμενο αυτό προσεγγίζει ό, τι ο Αριστοτέλης εννοεί με τα ρήματα ὑπολαμβάνω, οἴομαι, δοκῶ και τα συνώνυμά τους.

Η υπόθεση εργασίας μας λοιπόν επικεντρώνεται στη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο ο Αριστοτέλης συμπεριέλαβε στην επιστημονική πραγματεία του για την πολιτική έναν παράγοντα, την ιδεολογία, που με τους σημερινούς όρους θα χαρακτηρίζαμε υποκειμενικό, διφορούμενο ως προς την αλήθεια που φέρει, ασταθή, μεταβαλλόμενο και ευάλωτο στα «πάθη» της ψυχής.

Η Επιστήμη της Πολιτικής και η Ιδεολογία

Με αυτό το δεδομένο τι θέση έχει στην αριστοτελική πο­λιτική ανάλυση και πώς συμβιβάζει ο Αριστοτέλης αυτόν τον ρευστό στο περιεχόμενό του όρο με την επιστημονική προσέγγιση του πολιτικού φαινομένου; Η απάντηση στο ερώτημα, βασισμένη στο σύνολο του αριστοτελικού έργου, είναι ότι η ιδεολογία ως συντελεστής του πολιτικού φαινομένου συνιστά αναγκαία συνθήκη, μία σταθερά του. Ως προς αυτό δεν αντίκειται ούτε υπονομεύει την επιστημονική κατά Αριστοτέλη προσέγγιση του πολιτικού. Βέβαια το περιεχόμενο του συντελεστή αυτού μεταβάλλεται χωροχρονικά και από άτομο σε άτομο, αλλά η μεταβολή αυτή δεν αναι­ρεί την ύπαρξη και τη λειτουργία της ιδεολογίας καθαυτή ως σταθεράς μεταβλητής.

Εξαρχής να διευκρινίσουμε ότι ο Αριστοτέλης ορίζει τη Φιλοσοφία ως «ἐπιστήμη τῆς ἀληθείας» (Μετά τα Φυσικά Α,Ι,993b20) και στο πλαίσιο της φιλοσοφικής αναζήτησης επιδιώκεται η κατάκτηση της αληθινής γνώσης για τα πολιτεύματα και ειδικότερα για τα αίτια που εξηγούν την ύ­παρξη και τη μεταβολή τους «Δεῖ δέ μικρῷ διά μακροτέρων εἰπεῖν τίς ἑκάστῃ τούτων τῶν πολιτειῶν ἐστιν· καί γάρ ἔχει τίνας ἀπορίας, τῷ δέ περί ἑκάστην μέθοδον φιλοσοφοῦντι καί μή μόνον ἀποβλέποντι πρός τό πράττειν οἰκεῖόν ἐστι τό μή παρορᾶν μηδέ τί καταλειπειν, ἀλλά δηλοῦν τήν περί ἕκαστον ἀλήθειαν.» (Πολιτικά, 1279b10-15) [Χρειάζεται όμως κάπως αναλυτικότερα να παρουσιάσουμε ποιο είναι στην ουσία του το κάθε πολίτευμα από αυτά. Γιατί το θέμα γεννά κάποιες απορίες και γνώρισμα εκείνου που φιλοσο­φεί για κάθε ζήτημα μεθόδου και δεν αποβλέπει μόνο στην πρακτική πλευρά του, είναι να μην παραβλέπει κάτι ούτε να παραλείπει τίποτε, αλλά να φανερώνει την αλήθεια για το καθετί]. Επίσης το πολίτευμα ως αντικείμενο της πολιτι­κής φιλοσοφίας/της πολιτικής επιστήμης προσεγγίζεται επι­στημονικά σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Ο Σταγειρίτης υ­ποστηρίζει ότι η πολιτική φιλοσοφία έχει επιστημονικό και ορθολογικό χαρακτήρα, γιατί το αντικείμενό της ανήκει σε ένα γένος, συνιστά μια τάξη φαινομένων με κοινό χαρακτη­ριστικό «Ἐν ἁπάσαις ταῖς τέχναις καί ταῖς ἐπιστήμαις ταῖς μή κατά μόριον γενομέναις, ἀλλά περί γένος ἐν τι τελεῖαις οὔσαις, μιᾶς ἐστι θεωρῆσαι τό περί ἕκαστον γένος ἁρμόττον… (Πολιτικά IV, 1288b10). [Αναφορικά με όλες γενικά τις τέχνες και τις επιστήμες, όχι τις εξειδικευμένες σε ένα μόνο αντικείμενο, αλλά τις τέλειες που ασχολούνται με μια ολόκληρη κατηγορία αντικειμένων, έργο καθεμιάς από αυτές είναι να ερευνά συστηματικά ο,τιδήποτε συνδέεται οργανικά με την κατηγορία αυτή]. Συνάγεται από τα προηγηθέντα ότι ανταποκρινόμενος ο Αριστοτέλης στην προγραμματική απαίτηση για επιστημονική εξέταση ενός αντικειμένου να κατατίθεται η «περι έκαστον άλήθειαν», δεν μπορούσε να παραβλέψει την ιδεολογία ως παράγοντα του πολιτικού.

Η εμφάνιση των πολιτευμάτων και η ιδεολογία

Με δεδομένο, λοιπόν, τον επιστημονικό χαρακτήρα της πολιτικής φιλοσοφίας και τη δυνατότητα να εξηγήσουμε τα πολιτεύματα ως προς τη γένεσή τους, τις μεταβολές τους και τα ειδολογικά γνωρίσματά τους ακολουθώντας τη θεω­ρία των τεσσάρων αιτίων, το υλικό, το ειδολογικό, το ποιη­τικό και το τελικό, οφείλουμε αρχικά να ερευνήσουμε την παρουσία και τη λειτουργία της ιδεολογίας στο πλαίσιο αυ­τό.

Από τη μελέτη των τεσσάρων αιτίων αναφορικά με την εμφάνιση της πολιτικής κοινωνίας συνάγεται ότι «εξωτερι­κοί» και «εσωτερικοί» παράγοντες, αντικειμενικοί και υπο­κειμενικοί σε συνάφεια μεταξύ τους, εξηγούν τη γένεση των πολιτευμάτων και τη μεταβολή τους. Το πολίτευμα ως «τά­ξις», οργάνωση και ρύθμιση των εξουσιών σε μια πόλη, συ­ναρτάται με μια διαρκή σχέση αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους πολίτες και στους ανθρώπους εν γένει και τους υλι­κούς όρους ύπαρξης της πόλης σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, γιατί η ιστορικότητα είναι αναγκαία παράμετρος στην αριστοτελική προσέγγιση των πολιτευμάτων.

Εστιάζοντας στο ποιητικό αίτιο, που συνάπτεται με το κινητικό αίτιο, διευκρινίζουμε ότι είναι εκείνο που προκαλεί ένα έργο ή αποτέλεσμα. Το ποιητικό αίτιο μιας πολιτείας είναι το «κύριον» της πόλεως, δηλαδή εκείνοι στους οποί­ους η πολιτεία έχει αναγνωρίσει την ιδιότητα του πολίτη, και ως εκ τούτου μετέχουν στην άσκηση της εξουσίας (Πο­λιτικά, 1275α 22-23) «πολίτης δ΄ ἁπλῶς οὐδενί τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἤ τῷ μετέχειν κρίσεως και ἀρχῆς»).

Έτσι, καθώς το πολίτευμα αποδίδεται στη συμφωνία που κάνουν μεταξύ τους οι άνθρωποι για το δίκαιο και την ισό­τητα, είναι σαφές ότι η ιδεολογία, αυτό που πιστεύει κανείς ως δίκαιο και ισότητα τη συγκεκριμένη στιγμή στη συγκε­κριμένη κοινωνία, αποτελεί την κινητήρια δύναμη που οδη­γεί στη μορφή του πολιτεύματος που εγκαθιδρύεται. Άλλω­στε ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει ότι η ιστορική μεταβολή απορρέει όχι απλώς από τη μεταβολή των οικονομικών, κοι­νωνικών, πολιτικών ή άλλων ισορροπιών μέσα στο οργανω­μένο πολιτικό σύνολο, αλλά από τον τρόπο με τον οποίο το υποκείμενο της πολιτικής δράσης εκλαμβάνει αυτή τη με­ταβολή, και καθορίζει την πράξη του. Επισημαίνει ο Αρι­στοτέλης στα Πολιτικά (1332α 30-32 και 1332b 3 κ.ε.) ότι η δύναμη μιας πόλης εξαρτάται όχι από την τύχη αλλά από τη γνώση και την προαίρεση «τό δέ σπουδαίαν εἶναι τήν πόλιν οὐκέτι τύχης ἔργον ἀλλ’ ἐπιστήμης καί προαιρέσεως»… «τά μέν οὖν ἄλλα τῶν ζώων μάλιστα μέν ταῇ φύσει ζῆ, μικρά δ’ ἔνια καί τοῖς ἔθεσιν, ἄνθρωπος δέ καί λόγῳ· μόνος γάρ ἔχει λόγον· ὥστε δεῖ ταῦτα συμφωνεῖν ἀλλήλοις. πολλά γάρ παρά τούς ἐθισμούς καί τήν φύσιν πράττουσι διά τόν λόγον, ἐάν πεισθῶσιν ἄλλως ἔχειν βέλτιον. τήν μέν τοίνυν φύσιν οἵους εἶναι δεῖ τούς μέλλοντας εὐχειρώτους ἐσεσθαι τῷ νομοθέτῃ, διωρίσμεθα πρότερον· τό δέ λοιπόν ἔργον ἤδη παιδείας. τά μέν γάρ ἐθιζόμενοι μανθάνουσι τά δ΄ ἀκούοντες». [Οι άλλοι ζωικοί οργανισμοί, λοιπόν, ζουν υπακούοντας κυρίως στις φυσικές επιταγές της ύπαρξής τους, αλλά μερικοί επηρεάζονται λίγο και από τον εθισμό· ο άνθρωπος όμως ζει σύμφωνα και με το λόγο, γιατί μόνο αυτός διαθέτει λόγο. Συνεπώς τα τρία αυτά στοιχεία (η φύση, το έθος/συνήθεια και ο λόγος) χρειάζεται να βρίσκο­νται σε συμφωνία μεταξύ τους. Γιατί οι άνθρωποι πράττουν πολλά παραβλέποντας τον εθισμό και τη φύση τους, βασι­ζόμενοι στο λόγο, εφόσον πεισθούν ότι είναι προτιμότερο να πράξουν διαφορετικά. Ήδη έχουμε προσδιορίσει με ακρί­βεια ποια γνωρίσματα χρειάζεται να διέπουν τη φύση εκεί­νων που πρόκειται να είναι εύπλαστοι στα χέρια του νομο­θέτη. Τα υπόλοιπα είναι έργο της παιδείας, γιατί οι άν­θρωποι μαθαίνουν άλλα με τον εθισμό και άλλα με τη δι­δασκαλία].

Μας επιτρέπεται συνεπώς να θεωρήσουμε ότι ο Αριστο­τέλης αναλύοντας το ποιητικό αίτιο και τον τρόπο με τον οποίο το υποκείμενο (ατομικό και συλλογικό) δρα μέσα στην πόλη, κατέθετε συγχρόνως και μια θεωρία για την ιδε­ολογία, καθώς αναγνωρίζει α) στον άνθρωπο λόγο που α­ποτελεί προϋπόθεση πράξης και πνευματικής σύλληψης και επεξεργασίας του πραγματικού αλλά και β) μηχανισμούς στην πολιτική κοινωνία με τους οποίους επηρεάζει την πρόσληψη της πραγματικότητας από το εκάστοτε υποκεί­μενο.

Αρχικά αποδίδει την εμφάνιση ενός πολιτεύματος σε συμφωνία «δεῖ δέ πρῶτον ὑπολαβεῖν τήν ἀρχήν, ὅτι πολλαί γεγένηνται πολιτεῖαι πάντων μέν ὁμολογούντων τό δίκαιον καί τό κατ΄ ἀναλογίαν ἴσον» (Πολιτικά, V, 1301 α 25-28). Σύμφωνα με το εδάφιο αυτό η εμφάνιση ενός πολιτεύματος παραπέμπει στην ιδεολογική σύμπτωση των πρωτεργατών εγκαθίδρυσής του σε δύο ζητήματα, στο δίκαιον και στην αναλογική ισότητα. Σαφέστατα ο Αριστοτέλης αποδίδει τις μορφές των πολιτευμάτων σε συμφωνία των ανθρώπων για τις βασικές πολιτικές αρχές που διέπουν και πρέπει να διέπουν την πολιτικά οργανωμένη κοινότητα. Πιθανόν να προκαλείται η εντύπωση μιας εσωτερικής αντίφασης ανά­μεσα στην αρχική και θεμελιώδη θέση του Αριστοτέλη ότι η πόλη είναι φυσική ύπαρξη και ο άνθρωπος «φύσει πολιτικόν ζῶον μᾶλλον…» (1252α 30 κ.ε.) και στην προαναφερ­θείσα θέση του πέμπτου βιβλίου (1301α 25-28), όπου το πολίτευμα είναι προϊόν συμφωνίας σχετικά με το δίκαιο και την αναλογική ισότητα. Η σύνδεση των δύο θέσεων μας ε­πιτρέπει να δούμε ότι ο Αριστοτέλης κάνει σαφή διάκριση ανάμεσα στο πολιτικό και στο πολιτειακό. Το πολιτικό α­νάγεται κατ’ αρχήν στη φύση, αποτελεί γνώρισμα της φύ­σης του ανθρώπου, ενώ το πολιτειακό απορρέει από το πο­λιτικό· είναι παράγωγο του πολιτικού, συνιστά τη συγκε­κριμένη χωροχρονικά (ανθρώπινη) εκδήλωση της φυσικής τάσης του ανθρώπου για συντεταγμένη κοινωνική συνύπαρ­ξη και της ελευθερίας του, όπως εμπραγματώνεται διαρκώς στον ιστορικό-κοινωνικό χώρο-χρόνο. Με άλλα λόγια το ζην υπαγορευμένο από την ίδια τη φύση του ανθρώπου εκδη­λώνεται με τη συγκρότηση συμβιωτικής κοινότητας. Ο άν­θρωπος όμως ως έλλογο ον συγχρόνως επιδιώκει και το ευ ζην «λόγον δέ μόνον ἄνθρωπος ἔχει τῶν ζώων·. ὁ δέ λόγος ἐπί τῷ δηλοῦν ἐστι τό συμφέρον καί τό βλαβερόν, ὥστε καί τό δίκαιον καί τό ἄδικον· τοῦτο γάρ… τό μόνον ἀγαθοῦ καί κακοῦ καί δικαίου καί ἀδίκου καί τῶν ἄλλων αἴσθησιν ἐχειν·». Το ευ ζην ως τελικό αίτιο της πόλεως υπαγορεύε­ται από τον λόγο. Ο λόγος ως λογική, ως εκφωνούμενος λό­γος/έκφραση και ως διάλογος κατευθύνει τον άνθρωπο σε ενέργειες με τις οποίες επιχειρεί να εξασφαλίσει διάρκεια και ποιότητα στη συμβίωση. Άλλωστε στο πρώτο βιβλίο ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον λόγο ως αποδεικτικό στοιχείο της πολιτικής ιδιότητας του ανθρώπου. Το πολίτευμα, επο­μένως, δεν είναι παράγωγο απλώς της φυσικής τάσης του ανθρώπου να συμβιώνει, αλλά μιας σύνθετης διαδικασίας όπου το φυσικό, το έλλογο και η εμπειρία συναντώνται σε μια περίπλοκη και σχεσιοδυναμική διεργασία σύμφωνα με την οποία το ανθρώπινο υποκείμενο με τον λόγο ως λογική λειτουργία επεξεργάζεται την κοινωνική ζωή στην αμεσότη­τα του βιώματός της, δηλαδή την προσωπική του εμπειρία μέσα στο σύνολο. Η επεξεργασία αυτή δεν συμβαίνει έν κενώ, σε εργαστηριακές συνθήκες εξέτασης, αλλά το υπο­κείμενο τη διεκπεραιώνει λειτουργώντας ως όλο: όρεξις, θυμός, νους. Η στάση του υποκειμένου απέναντι στο κοινω­νικό εμπεριέχει εν τέλει και την όποια συνείδηση της προ­σωπικής του ελευθερίας, δηλαδή του μη προβλεπτού που υπαγορεύεται από τη συνθετότητα της ανθρώπινης ύπαρ­ξης. Με αυτό το πρίσμα εξέτασης το πολιτειακό παίρνει το περιεχόμενο της ιστορικο-κοινωνικά προσδιορισμένης εκδή­λωσης του πολιτικού η οποία ωστόσο προκύπτει και μέσα από πολλαπλώς διαμεσολαβημένη πρόσληψη του πραγμα­τικού. Ειδικότερα φαίνεται ότι ο Αριστοτέλης αποδίδει την ποικιλομορφία των πολιτευμάτων στην πολύτροπη και σύν­θετη σχέση του υποκειμένου (συλλογικού και ατομικού) με το περιβάλλον και τις συνθήκες που διαμορφώνονται σε αυτό κάθε φορά μέσα από την αλληλεπίδραση υποκειμέ­νου- αντικειμένου, σχέση που προσανατολίζεται κιόλας από την πολλαπλώς διαμεσολαβημένη σύλληψη του πραγματι­κού από το υποκείμενο.

Ισότητα, Δικαιοσύνη και Ιδεολογία

Τεκμηριώνεται, λοιπόν, ότι ο Αριστοτέλης αποδίδει τις μορφές των πολιτευμάτων σε συμφωνία. Εξειδικεύει μάλι­στα το περιεχόμενο της συμφωνίας, καθώς συνδέει τη μορ­φή του πολιτεύματος με τη συμφωνία για το δίκαιο και την αναλογική ισότητα. Αυτό σημαίνει αρχικά ότι η πολιτειακή μορφή συνδέεται με τη συμφωνία των μελών μιας πολιτικής κοινωνίας για τα εγγενώς ορθά κριτήρια των αμοιβαίων υποχρεώσεων. Βέβαια χρειάζεται να επισημανθεί ότι η ά­σκηση της δύναμης να δημιουργούν και να ερμηνεύουν τα κριτήρια διεκδικείται. Πρακτικά αυτό συνεπάγεται ότι οι άνθρωποι αναπτύσσουν ένα αίσθημα εγγενούς ορθότητας που παίρνει το περιεχόμενο των οφειλών των άλλων προς αυτούς. Συνεπώς τίποτε μεταφυσικό ή υπερβατικό δεν α­ναγνωρίζει ο Αριστοτέλης στην πολιτική. Αντίθετα απαλ­λάσσει τα κριτήρια από οποιαδήποτε μεταφυσική και τα συνδέει με την τελεολογία της πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή το ευ ζην. Άλλωστε η πολιτική ζωή, αποφαίνεται ο Αριστο­τέλης, στηρίζεται στην προϋπόθεση ότι μπορούμε να παρά­γουμε ισότητα μέσα από την πολιτική οργάνωση της κοινω­νίας, αν και οι άνθρωποι είναι άνισοι από τη φύση τους.

Ο Αριστοτέλης τόσο στο πέμπτο βιβλίο των Ηθικών Νικο-μαχείων όσο και στα Πολιτικά διαπιστώνει ότι στις πολιτι­κές κοινωνίες τα κριτήρια της δικαιοσύνης χαρακτηρίζονται από «απροσδιοριστία» και δεν αποτελούν «κλειστές σημα­σίες». Η «απροσδιοριστία» ωστόσο πρέπει να νοηθεί ως κάτι σχετικό και όχι απόλυτο. Τα κριτήρια εξαρτώνται από ένα σύνολο παραγόντων που υπάρχουν και εξελίσσονται μέσα στο χρόνο και στον συγκεκριμένο χώρο. Τα πολιτεύ­ματα στην πολυμορφία τους και στην αντιφατικότητά τους αποτελούν αναγνωρίσεις των πολλών, μεταβαλλόμενων και αντιφατικών ακόμη κριτηρίων της δικαιοσύνης. Άλλωστε ο Αριστοτέλης δεν ενδιαφέρεται να παρουσιάσει μια δικαιο­σύνη ως κανονιστικό μοντέλο (κάτι τέτοιο θα αντέκειτο στον επιστημονικό χαρακτήρα της προσέγγισής του), αλλά μια πολιτική αντίληψη της δικαιοσύνης και της ισότητας. Κατά τον Αριστοτέλη η αντίληψη αυτή εξαρτάται 1) από τη βασική δομή της πολιτειακά οργανωμένης κοινωνίας. Οι οι­κονομικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί μορφοποιούνται σε μια ενιαία συναρμογή και μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά, στηριζόμενοι από τα μέλη της κοινωνίας που πραγ­ματώνουν ή νομίζουν ότι πραγματώνουν τα ιδανικά τους ή τις επιδιώξεις τους. Μόνο για τα μέλη αυτά άλλωστε οι συ­γκεκριμένοι θεσμοί στην κοινωνική συνεργασία τους προ­βάλλονται κανονιστικά, συνιστούν κανονιστικά κριτήρια. 2) Από το «πολιτισμικό υπόβαθρο» των μελών της κοινωνίας. Οι θεμελιώδεις ιδέες της δημόσιας πολιτικής κουλτούρας, οι πολιτικοί θεσμοί του συνταγματικού καθεστώτος, η πολιτι­κή παράδοση διαμορφώνουν ένα πρίσμα σύλληψης της δι­καιοσύνης και της ισότητας. 3) Από τη συγκρότηση του ίδι­ου του υποκειμένου το οποίο ως φορέας της δικής του «α­νάγνωσης του κόσμου» τοποθετείται μέσα και απέναντι σε αυτό που το περιβάλλει και σημασιοδοτεί τη δικαιοσύνη σύμφωνα με το δικό του «δόγμα», τις δικές του κοινωνικές, πολιτικές και ηθικές απόψεις.

Εύλογα συνάγεται ότι διαμορφώνεται μια πολλαπλότητα αντιλήψεων στο εσωτερικό της πόλης που συνάδει με τον αριστοτελικό χαρακτηρισμό της πόλης ως συγκειμένης (σύνθετη οντότητα, προϊόν συναρμογής πολλών και διαφο­ρετικών στοιχείων). Έτσι ο πολίτης ως υποκείμενο (ατομικό και συλλογικό) διαμορφώνει μια άποψη για τη δικαιοσύνη που αποτελεί παράγωγο της ατομικής/ υποκειμενικής οπτι­κής που έχει για την κοινωνία, των ατομικών και «ταξικών» συμφερόντων του, του θεσμικού πλέγματος στο πλαίσιο του οποίου ήδη λειτουργεί, και του ελεύθερου πρακτικού λόγου. Η πολλαπλότητα αυτή των αντιλήψεων, που δεν είναι α­πλώς ατομική/λογική-ψυχολογική αλλά αντανακλά και την κοινωνική συνθετότητα της πόλης, προσδιορίζει την πολι­τειακή εξέλιξη ενός συνόλου με πολλούς τρόπους. Άλλωστε ο Αριστοτέλης φαίνεται ότι έχει κατανοήσει πως οι άνθρω­ποι μπορεί να συμφωνούν στην έννοια της δικαιοσύνης, αλ­λά έχουν διαφορετική αντίληψη της δικαιοσύνης: «ὁμολογοῦντες δέ τό ἁπλῶς εἶναι δίκαιον τό κατ΄ ἀξίαν διαφέρονται, καθάπερ ἐλέχθη πρότερον, οἵ μέν ὅτι, ἐάν κατά τί ἴσοι ὦσιν, ὅλως ἴσοι νομίζουσιν εἶναι, οἵ δ΄ ὅτι, ἐάν κατά τί ἄνισοι, πάντων ἀνίσων ἀξιοῦσιν ἑαυτούς» (Πολιτικά V, 1302b36-40). Γίνεται σαφές ότι ο Αριστοτέλης εξαρτά τη διαφοροποίηση των πολιτευμάτων από την ασυμφωνία, δη­λαδή την ιδεολογική διαφοροποίηση σχετικά με την έννοια της δικαιοσύνης και της ισότητας. Η ασυμφωνία αυτή ανα­κύπτει από ένα σύνολο παραγόντων τους οποίους ο Αρι­στοτέλης εξειδικεύει ως εξής:

1) Αρχικά είναι αξιοσημείωτη για το θέμα μας η παρα­τήρηση του Αριστοτέλη ότι γεωγραφικοί και δημογραφικοί παράγοντες επιδρούν στην ιδεολογία των ανθρώπων «στα-σιωτικόν δέ καί τό μή ὁμόφυλον, ἕως ἄν συμπνεύςῃ· ὥσπερ γάρ οὔδ ἐκ τοῦ τυχόντος πλήθους πόλις γίγνεται, οὕτως οὔδ΄ ἐν τῷ τυχόντι χρόνῳ· (…) στασιάζουσι ἐνίοτε αἵ πόλεις καί διά τούς τόπους, ὅταν μή εὐφυῶς ἔχῃ ἡ χώρα πρός τό μίαν εἶναι πόλιν,(…) καί Ἀθήνησιν οὐχ ὁμοίως εἰσίν ἀλλά μᾶλλον δημοτικοί οἵ τόν Πειραιά οἰκοῦντες τῶν τό ἄστυ· ὥσπερ γάρ ἐν τοῖς πολέμοις αἵ διαβάσεις τῶν ὀχετῶν, καί τῶν πάνυ σμικρῶν, διασπῶσι τάς φάλαγγας, οὕτως ἔοικε πᾶσα διαφορά ποιεῖν διάστασιν» (Πολιτικά V, 1303 α 25-1303b14). Ο Αριστοτέλης φαίνεται ότι θεωρεί προϋπόθεση της πολιτικής και πολιτειακής σταθερότητας τη σύμπνοια του κοινωνικού συνόλου, η οποία παραπέμπει στην ιδεολο­γική σύγκλιση των ατόμων και των ομάδων που το αποτε­λούν. Η σύμπνοια προκύπτει ευκολότερα σε μια κοινωνία με φυλετική ομοιογένεια και ενότητα και ομοιότητα τόπου. Αντίθετα ο ετερογενής φυλετικά πληθυσμός και η γεωφυσι­κή διαφορά του τόπου αποτελούν εμπόδια στην ιδεολογική σύγκλιση, που είναι απαραίτητη για την πολιτική και πολι­τειακή σταθερότητα. Με αδρές γραμμές ο Αριστοτέλης πε­ριγράφει ως αναγκαία πολιτικά μια διαδικασία ενσωμάτω­σης σύμφωνα με την οποία η αλληλεγγύη μιας συμβιωτικής κοινότητας απορρέει από τη συλλογική παράσταση που δι­αμορφώνουν τα μέλη της για την ομοιότητα και την ανο­μοιότητα, το ίδιο και το άλλο. Παράλληλα ο Αριστοτέλης επισημαίνει τη μεγάλη πολιτική σημασία που έχει η κατα­νομή του πληθυσμού στον χώρο. Δίχως να εισηγείται έναν γεωγραφικό ντετερμινισμό, μελετά τους γεωγραφικούς πα­ράγοντες σε σχέση με την κοινωνική, πολιτική και πολιτεια­κή δομή της πόλης. Ιδιαίτερα στο έβδομο βιβλίο των Πολι­τικών (1330α 34 κ.ε.), όπου ο Αριστοτέλης μελετά τις γεω­γραφικές και γεωφυσικές προϋποθέσεις του άριστου πολι­τεύματος, προβαίνει σε συσχετίσεις εδαφικής μορφολογίας και πολιτεύματος «περί τῶν τόπων ἐρυμνῶν οὐ πάσαις ὁμοίως ἔχει τό συμφέρον ταῖς πολιτείαις· οἶον ἀκρόπολις ὀλιγαρχικόν καί μοναρχικόν, δημοκρατικόν δ’ ὁμαλότης, ἀριστοκρατικόν δέ οὐδέτερον, ἄλλα μᾶλλον ἰσχυροί τόποι πλείους» (1330b 17-21). Ακόμη αναφερόμενος στην πολιτι­κή ιδεολογία των κατοίκων της Αθήνας και του Πειραιά συνδέει το βαθμό της δημοκρατικότητας των κατοίκων με την περιοχή εγκατάστασής τους. Οι κάτοικοι του Πειραιά εγκαταστημένοι παραθαλάσσια θεωρούνται δημοκρατικότε­ροι από τους Αθηναίους, οι οποίοι ζουν στην ενδοχώρα του λεκανοπεδίου.

2) Ένας άλλος παράγοντας που διαμορφώνει την αντίλη­ψη για το δίκαιο και την ισότητα, είναι το πολιτισμικό υπό­βαθρο, δηλαδή το σύνολο των θρησκευτικών, ηθικών και φι­λοσοφικών κυρίαρχων απόψεων σε μια κοινωνία, το οποίο συνιστά μια μορφή πολιτικής- κοινωνικής παράδοσης της οποίας κοινωνοί είναι τα μέλη της κοινότητας. Ο Αριστοτέ­λης συναρτά την αντίληψη για τη δικαιοσύνη και την ισότη­τα με την «πολιτική-κοινωνική παράδοση» η οποία εκφρά­ζει τις αντιλήψεις και στάσεις των παιδευτικών κύκλων, των εκκλησιαστικών-θρησκευτικών φορέων κ.α. «μέγιστον δέ πάντων τῶν εἰρημένων πρός τό διαμένειν τάς πολιτείας, οὐ νῦν ὀλιγωροῦσι πάντες, τό παιδεύεσθαι πρός τάς πολιτείας» (Πολιτικά V, 1310α 12-1) [Αλλά το σπουδαιότερο απ’ όσα αναφέρθηκαν για τη διατήρηση των πολιτευμάτων, για το οποίο σήμερα όλοι αδιαφορούν, είναι η αγωγή των πολι­τών σύμφωνα με το πολίτευμα]· ακόμη «ἐστι δέ τά τε πάλαι λεχθέντα πρός σωτηρίαν, ὡς οἶον τε, τῆς τυραννίδος, τό τούς ὑπερέχοντας κολούειν καί τούς φρονηματίας ἀναιρεῖν, καί μήτε συσσίτια ἐάν μήτε ἐταιρίαν μήτε παιδείαν μήτε ἄλλο μηδέν τοιοῦτον, ἀλλά πάντα φυλάττειν ὅθεν εἴωθε γίγνεσθαι δύο, φρόνημα τέ καί πίστις, καί μήτε σχολάς μήτε ἄλλους συλλόγους ἐπιτρέπειν γίγνεσθαι σχολαστικούς, καί πάντα ποιεῖν ἐξ ὧν ὅτι μάλιστα ἀγνῶτες ἀλλήλοις ἔσονται πάντες» (1313α 39-b5). [Αυτά είναι και όσα αναφέρθηκαν για τη διατήρηση της τυραννίδας, όπως ο περιορισμός της δύναμης όσων υπερέχουν, η θανάτωση των πολιτών με υψη­λό φρόνημα και ακόμη η απαγόρευση των συσσιτίων, των πολιτικών παρατάξεων, της εκπαίδευσης των πολιτών και κάθε άλλου παρόμοιου μέσου, αλλά και η αυστηρή παρα­κολούθηση όλων αυτών από τα οποία συνήθως προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία, το ανεξάρτητο φρόνημα και η α­μοιβαία εμπιστοσύνη, κι επιπλέον η απαγόρευση σχηματι­σμού φιλοσοφικών σχολών και κάθε άλλου μορφωτικού συλλόγου. Γενικά οι τύραννοι πρέπει να χρησιμοποιούν όλα τα μέσα, ώστε να αποξενώνονται οι πολίτες μεταξύ τους όσο γίνεται περισσότερο (γιατί η αλληλογνωριμία αυξάνει την αμοιβαία εμπιστοσύνη των πολιτών)].

Σύμφωνα με το προηγούμενο απόσπασμα δεν διαφεύγει της αριστοτελικής προσοχής ότι η διαμόρφωση κυρίαρχων αντιλήψεων και παραδόσεων σε ένα κοινωνικό σύνολο λει­τουργεί δεσμευτικά για τον τρόπο με τον οποίο ορίζεται η δικαιοσύνη και η ισότητα ή και επιδιώκεται πολιτικά η πραγμάτωσή τους στο πλαίσιο του ισχύοντος πολιτεύματος. Ο Αριστοτέλης δίνει μια σχετική εφαρμογή στο πέμπτο βι­βλίο των Πολιτικών παρουσιάζοντας ως αιτία φθοράς και μεταβολής του πολιτεύματος (της δημοκρατίας) την άποψη και συνακόλουθα την πρακτική της κοινής γνώμης για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Εφόσον η κοινή γνώμη, και με πολιτικούς όρους, η κατοχυρωμένη συνταγ­ματική πλειοψηφία α) αποδέχεται ως δίκαιο την ισότητα και εκλαμβάνει ως ισότητα τις αποφάσεις τις ειλημμένες από το πλήθος που αποτελεί το κύριον της πόλεως και β) θεωρεί ότι ελευθερία και ισότητα είναι να κάνει ο καθένας ό,τι θέλει, οδηγείται σε πολιτική πρακτική που υπονομεύει τελικά τη δημοκρατία παρά την ενισχύει «πολλά γάρ ταῶν δοκούντων δημοτικῶν λύει τάς δημοκρατίας καί τῶν ὀλιγαρχικῶν τάς ὀλιγαρχίας…) (1309b 20-21). Είναι σαφές ότι ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει πολιτική λειτουργία σ’ ένα απόθεμα ιδεών και αρχών, κοινό στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, το οποίο συνιστά μία παράδοση πολιτικής σκέψης άμεσα κατανοητή από τους πολίτες, ενεργή συνάμα και αποτελεσματική στο επίπεδο της πολιτικής πράξης.

3) Την αντίληψη για τη δικαιοσύνη και την ισότητα την αποδίδει επίσης ο Αριστοτέλης στους πολιτικούς, κοινωνι­κούς και οικονομικούς θεσμούς που έχει μια κοινωνία, οι οποίοι αποτελούν ενιαίο σύνολο με τάση μεταβίβασής τους από τη μία γενιά στην άλλη «εἰ γάρ μή ταὐτόν τό δίκαιον κατά πάσας τάς πολιτείας, ἀνάγκη καί τῆς δικαιοσύνης εἶναι διαφοράς» (1309α 37-39). Η αντίληψη για τη δικαιο­σύνη απορρέει από το εν γένει σύστημα θεσμών που προ­κρίνει το πολίτευμα ως συμφέρον και αποτελεσματικό για την ύπαρξή του. Αυτό σημαίνει ότι αναπτύσσονται τρόποι και μέσα με τα οποία επιχειρείται η εσωτερίκευση και η ιδεολογική στήριξη των θεσμών αυτών στη συνείδηση του πολίτη. Ο πολιτικός αγώνας, εν προκειμένω ο αγώνας για το «δίκαιο», παραπέμπει στη λειτουργία ενός συνόλου ε­ξουσιαστικών μηχανισμών που τείνουν να διαμορφώσουν τη συμφέρουσα για το πολίτευμα αντίληψη δικαίου. Η νομο­θεσία είναι μια μεγάλης σημασίας πράξη εμπέδωσης της εκάστοτε εκλαμβανόμενης ως πολιτικά ορθής αντίληψης δι­καίου, καθώς ο νόμος είναι υποστηρικτικός για το πολίτευ­μα και παγιώνει θεσμικά την αντίληψη δικαίου που πρε­σβεύει το πολίτευμα «ώστε δεί τάς διαφοράς μή λανθάνειν τάς τών πολιτειών, πόσαι, καί συντίθενται ποσαχώς, εστι δέ της αύτης φρονήσεως ταύτης καί νόμους τούς άρίστους ίδείν καί τούς εκάστη τών πολιτειών άρμόττοντας. πρός γάρ τάς πολιτείας τούς νόμους δεί τίθεσθαι καί τίθενται πάντες, άλλ’ ού τάς πολιτείας πρός τους νόμους» (1289 α 10-15). [Συνεπώς είναι σωστό να μη μας διαφεύγουν οι δι­αφορές των πολιτευμάτων, πόσες είναι και με ποιους τρό­πους συνδυάζονται· αλλά και με την ίδια προσοχή και σύ­νεση είναι σωστό να γίνει η εξέταση των άριστων νόμων και των νόμων που αρμόζουν σε κάθε ιδιαίτερο τύπο πολιτεύ­ματος. Γιατί οι νόμοι πρέπει να προσαρμόζονται στα πολι­τεύματα και έτσι τους θεσπίζουν όλοι γενικά, αλλά όχι τα πολιτεύματα στους νόμους.]

Ιδεολογικοί μηχανισμοί

Ήδη μαζί με τους παράγοντες που διαμορφώνουν ιδεολο­γία αναφερθήκαμε και σε ιδεολογικούς μηχανισμούς, όπως ο νόμος και οι φορείς παιδείας. Ακόμη περισσότερο ο Αρι­στοτέλης προβάλλει την πολιτική ρητορεία ως σημαντικό ι­δεολογικό μηχανισμό.

Μάλιστα η εμπέδωση της πολιτικά ορθής για το πολίτευ­μα αντίληψης του δικαίου επιδιώκεται με τα «σοφίσματα» με τα οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη παρουσιάζεται μια συγκεκριμένη αντίληψη δικαίου, φαινομενικά λογική, ουσιαστικά ασύμφορη για τον πολιτικό αντίπαλο με την οποία υπονομεύεται η πολιτική δύναμή του «ἔστι δ΄ ὅσα προφάσεως χάριν ἐν ταῖς πολιτείαις σοφίζονται πρός τόν δῆμον πέντε τόν ἀριθμόν, περί ἐκκλησίαν, περί τάς ἄρχας, περί δικαστήρια, περί ὅπλισιν, περί γυμνασίαν, (…) ταῦτα μέν οὖν ὀλιγαρχικά σοφίσματα τῆς νομοθεσίας· ἐν δέ ταῖς δημοκρατίαις πρός ταῦτ΄ ἀντισοφίζονται (…) (1297α 14­1297 b12). Συνολικά, ο Αριστοτέλης εξετάζει με ποιους ιδε­ολογικούς τρόπους υπονομεύεται θεσμικά η δύναμη του πολιτικού αντιπάλου. Σύμφωνα με την εξέταση αυτή η τα­κτική των ολιγαρχικών πολιτευμάτων είναι τέτοια, ώστε να απομακρύνεται το πλήθος των πολιτών με τρόπο ψευδελεύ-θερο από τη συμμετοχή του σε πολιτικά σώματα και διαδι­κασίες, καθώς η απουσία επιβαρύνσεων και ποινών για πο­λιτικές παραλείψεις εισπράττεται από τον πολιτικό αντίπα­λο (εδώ το πλήθος των απόρων) ως ανακούφιση και ευερ­γεσία και όχι ως υπονόμευση ή και ουσιαστικά ακύρωση δικαιώματος. Αλλά και στις δημοκρατίες λειτουργούν ανά­λογοι μηχανισμοί. Η αμοιβή π.χ. των φτωχών για τη συμμε­τοχή τους στα θεσμικά όργανα της δημοκρατίας και η ατι­μωρησία των πλουσίων για την αποχή τους από αυτά, ευ­νοούν τη συμμετοχή των πρώτων και την αποχή των δεύτε­ρων.

Η αντίληψη για το δίκαιο και την ισότητα επηρεάζεται και από εξουσιαστικούς μηχανισμούς όπως η βία και η α­πάτη (ιδιαίτερα σε περιόδους πολιτειακών μεταβολών) που στοχεύουν στην ιδεολογική χειραγώγηση «κινοῦσι δέ τάς πολιτείας ὁτέ μέν διά βίας ὁτέ δέ δι’ ἀπάτης, διά βίας μέν ἤ εύθύς ἐξ ἀρχῆς ἤ ὕστερον ἀναγκάζοντες» (1304b7-9). Η ιδεολογική χειραγώγηση διαφοροποιείται κατά τον τρόπο και το περιεχόμενό της ανάλογα με το πολίτευμα. Έτσι οι δημαγωγοί στη δημοκρατία στρέφουν το λαό εναντίον των πλουσίων, κυρίως αξιοποιώντας ένα αντικειμενικό δεδομέ­νο, εδώ τη συγκεκριμένη κοινωνική δομή, προκαλώντας ό­μως την πολιτική συσπείρωση των πλουσίων οι οποίοι ενδε­χομένως να στρέφονται σε πολιτειακή ανατροπή επιβάλλο­ντας τη δική τους άποψη για το δίκαιο και την ισότητα. «αἱ μέν δημοκρατίαι μάλιστα μεταβάλλουσι διά τήν τῶν δημαγωγῶν ἀσέλγειαν· τά μέν γάρ ἴδια, συκοφαντοῦντες τούς τάς οὐσίας ἔχοντας συστρέφουσιν αὐτούς (συνάγει γάρ καί τούς ἐχθίστους ὁ κοινός φόβος) τά δέ κοινή τό πλῆθος ἐπάγοντες». Ο Αριστοτέλης φαίνεται ότι αποδέχε­ται σχετικά αυτόνομη πολιτική και ιδεολογική λειτουργία στον πολιτικό λόγο. Άλλωστε επισημαίνει ότι βασική δια­φορά ανάμεσα στις αρχαίες και νεότερες τυραννίδες είναι ότι στις πρώτες ο δημαγωγός στηριζόταν στη στρατιωτική δύναμη, στη δύναμη των όπλων, ενώ στις δεύτερες στηρίζε­ται στη δύναμη του πολιτικού λόγου και στη δυνατότητά του να επηρεάσει ιδεολογικά το πλήθος ( 1305α 8 κ.ε.). Για την εποχή του ο Αριστοτέλης παρατηρεί ότι η ρητορική έχει αναπτυχθεί, «της ρητορικης ηύξημένης», ότι δημαγωγούν οι «δυνάμενοι λέγειν» και ότι η ενασχόληση με την πολιτική προϋποθέτει ρητορική δεινότητα. Έτσι η ανατροπή του πο­λιτεύματος μπορεί να συμβεί μέσα από την προπαγανδιστι­κή τακτική των δημαγωγών παρά με βίαιη ένοπλη ανατρο­πή που δεν αποκλείεται ωστόσο. Στην προπαγανδιστική αυτή τακτική οι δημαγωγοί εκμεταλλεύονται ιδεολογικά τις «ταξικές» αντιθέσεις. Έτσι αποσπούν την εμπιστοσύνη του λαού δείχνοντας εχθρότητα προς τους πλούσιους ( 1305α 21-32). Γίνεται σαφής, λοιπόν, η σχέση θεσμών και ιδεολο­γίας και ότι η ιδεολογική χειραγώγηση λειτουργεί ως βασι­κός τρόπος πολιτειακής μεταβολής. Πότε αυτόνομα και πό­τε συμπληρωματικά με τη βία η ιδεολογική χειραγώγηση προετοιμάζει το έδαφος της μεταβολής ή στηρίζει τη μετα­βολή. Βέβαια κατά περίπτωση πολιτεύματος, αν πρόκειται για δημοκρατικό ή ολιγαρχικό, διαφοροποιείται ο τρόπος της ιδεολογικής χειραγώγησης.

Παράλληλα με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς ο Αριστο­τέλης μελετά και την «υπόληψιν», περίπου θα λέγαμε την κοινωνική συνείδηση των ατομικών και συλλογικών υποκει­μένων. οι συγκρούσεις στο εσωτερικό μιας πολιτειακά ορ­γανωμένης κοινότητας οφείλονται βασικά στην «υπόληψιν», δηλαδή στην αντίληψη που έχουν σχηματίσει οι κοινωνικές ομάδες για τη θέση και το ρόλο τους. Η γέννηση της δημο­κρατίας, για παράδειγμα, συνδέεται με την αντίληψη αυτών που είναι ελεύθεροι, ότι, αφού διαθέτουν ισότητα στο δι­καίωμα της ελευθερίας, πρέπει να είναι ίσοι σε όλα. Παρό­μοια η γέννηση της ολιγαρχίας οφείλεται στην αντίληψη ότι, αφού κάποιοι υπερέχουν σε περιουσία, πρέπει να υπερέ­χουν σε όλα «δῆμος μέν γάρ ἐγένετο ἐκ τοῦ ἴσους ὁτιοῦν ὄντας οἴεσθαι ἁπλῶς ἴσους εἶναι (ὅτι γάρ ἐλεύθεροι πάντες ὁμοίως, ἁπλῶς ἴσοι εἶναι νομίζουσιν)… ὀλιγαρχία δέ ἐκ τοῦ ἀνίσους ἕν τί ὄντας ὅλως εἶναι ἀνίσους ὑπολαμβάνειν (κατ’ οὐσίαν γάρ ἄνισοι ὄντες ἁπλῶς ἄνισοι ὑπολαμβανουσιν εἶναι)» (1301α 15 κ.ε.). Η αντίληψη που έχουν σχηματίσει οι δύο μεγάλες κατηγορίες πολιτών με βάση ένα αντικειμε­νικό δεδομένο, τον πλούτο και την ελευθερία, τις οδηγεί να διεκδικήσουν μια διαφορετική θέση μέσα στο πολίτευμα, τις οδηγεί δηλαδή σε διεκδίκηση εκείνης της πολιτειακής οργά­νωσης που τους κατοχυρώνει την ευνοϊκότερη θέση εξουσί­ας και προωθεί αποτελεσματικότερα τα «ταξικά τους συμ­φέροντα». Ωστόσο ο Αριστοτέλης δεν παραλείπει να προ­σθέσει ως «συναίτια» πολιτειακών και πολιτικών μεταβο­λών και τα ψυχολογικά κίνητρα, ατομικά και συλλογικά (1311α 35 κ.ε.). Η αλαζονεία, ο φόβος, η υπεροχή, η περι­φρόνηση και τα παρόμοια λειτουργούν ως διαμεσολαβήσεις ανάμεσα στην ισχύουσα πολιτική πραγματικότητα και στην αντίληψη που διαμορφώνει γι’ αυτή το ατομικό και συλλο­γικό υποκείμενο. Οι διαμεσολαβήσεις αυτές μορφοποιούν την αντίληψη για το πραγματικό και το δέον που σχηματί­ζει το υποκείμενο και το ωθούν σε διεκδίκηση αυτού που αντιλαμβάνεται ως ορθό (1302b κ.ε.).

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι ο Αριστοτέλης όντως εγγράφει μια θεωρία της ιδεολογίας στη θεώρηση του πολι­τικού. Αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι αντιλαμβάνεται στο πλαίσιο του πολιτικώς πράττειν και θεωρείν ότι η σχέση υποκειμένου αντικειμένου και λόγου πράξης είναι δυναμι­κή, διαλεκτική, πολλαπλώς διαμεσολαβούμενη και συνεχώς διανοιγόμενη.

Στο περιθώριο των στιγμών

Η αδυναμία μας να κλάψουμε είναι αυτή που συντηρεί μέσα μας την αγάπη για τα πράγματα, και τα κάνει να υπάρχουν ακόμα, μας εμποδίζει να εξαντλήσουμε τη γεύση τους και να τα αποστραφούμε. Όταν, σε τόσους δρόμους και ακτές, τα μάτια μας αρνιόντουσαν να πνιγούν στα δάκρυα, διέσωζαν με τη στεγνότητά τους το αντικείμενο που τα θάμπωνε.

Τα δάκρυά μας σπαταλούν τη φύση, όπως οι φόβοι μας το θεό... Εν τέλει όμως σπαταλούν εμάς τους ίδιους. Γιατί αν υπάρχουμε το οφείλουμε στην άρνηση να αφήσουμε ελεύθερες τις υπέρτατες επιθυμίες μας: τα πράγματα που μπαίνουν στη σφαίρα του θαυμασμού μας ή της θλίψης μας παραμένουν εκεί επειδή δεν τα θυσιάσαμε ούτε τα ευλογήσαμε με τους δακρύβρεκτους αποχαιρετισμούς μας.

Γι’ αυτό μετά από κάθε νύχτα, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα ημέρα, η απραγματοποίητη αναγκαιότητα να την πληρώσουμε μας γεμίζει τρόμο· και, θορυβημένοι μέσα στο φως, λες και ο κόσμος σειόταν, λες και εύρισκε το Άστρο του, ξεφεύγουμε από τα δάκρυα - ένα από τα οποία θα αρκούσε να μας αποτρέψει από το χρόνο.

Η μια στιγμή ακολουθεί την άλλη: τίποτα δεν τους προσδίδει την ψευδαίσθηση ενός περιεχομένου ή το επιφαινόμενο μιας σημασίας· κυλούν η ροή τους δεν είναι η δική μας· βλέπουμε την ροή τους, δέσμιοι μιας ηλίθιας αντίληψης. Το κενό της καρδιάς ενώπιον του κενού του χρόνου: δύο καθρέφτες που αλληλοκατοπτρίζουν την απουσία τους, την ίδια εικόνα της μηδαμινότητας... Όπως κάτω από την επίδραση μιας ρεμβώδους ιδιωτείας, όλα ισοπεδώνονται: δεν υπάρχουν πλέον κορυφές, ούτε βάραθρα... Πού να βρεθεί η ποίηση των ψευδών, το κέντρισμα ενός αινίγματος;

Όποιος αγνοεί την ανία βρίσκεται ακόμα στην παιδικότητα του κόσμου, τη στιγμή που οι ηλικίες προσδοκούσαν να γεννηθούν παραμένει κλεισμένος σε αυτόν τον καταπονημένο χρόνο που επιβιώνει, που γελά με τις διαστάσεις του, και υποκύπτει στο κατώφλι του... μέλλοντος του, συμπαρασύροντας μαζί του την ύλη, ανυψωμένη αίφνης σε λυρισμό της άρνησης. Η ανία είναι η ηχώ που βρίσκει μέσα μας το ξέσχισμα του χρόνου..., η αποκάλυψη του κενού, η στείρευση αυτού του παραληρήματος που υποστηρίζει - ή επινοεί - τη ζωή...

Δημιουργός αξιών, ο άνθρωπος είναι το ον που κατεξοχήν παραληρεί, που κατατρύχεται από την πίστη ότι κάτι τις υπάρχει, ενώ του αρκεί να κρατήσει την αναπνοή του: όλα σταματούν να αναστείλει τις συγκινήσεις του: τίποτα δεν φρικιά πια· να καταργήσει τις ιδιοτροπίες του: όλα γίνονται θαμπά. Η πραγματικότητα είναι μια δημιουργία των υπερβολών μας, της αμετρίας και των παραλογισμών μας. Ένας χαλινός στους σπασμούς μας: η πορεία του κόσμου επιβραδύνεται- χωρίς τις θέρμες μας, ο χώρος είναι παγωμένος. Ο ίδιος ο χρόνος ρέει μόνο και μόνο επειδή οι επιθυμίες μας γεννούν αυτό το διακοσμητικό σύμπαν που λίγη διαύγεια θα το απογύμνωνε.

Ένας κόκκος οξυδέρκειας μας ανάγει στην πρωταρχική μας συνθήκη: τη γύμνια- μια υποψία ειρωνείας μας απεκδύει από αυτό το μασκάρεμα ελπίδων που μας επιτρέπουν να αυταπατώμεθα και να φανταζόμαστε την ψευδαίσθηση: κάθε αντίθετος δρόμος οδηγεί έξω από τη ζωή. Η ανία δεν είναι παρά η αρχή του δρομολογίου... Πρέπει να θεωρήσουμε πολύ μακρύ τον χρόνο, - ανίκανο να μας αποκαλύψει ένα τέρμα. Αποσπασμένοι από κάθε αντικείμενο, μη έχοντας να αφομοιώσουμε τίποτα απ’ έξω, καταστρεφόμαστε αργά, μια και το μέλλον έπαψε να μας προσφέρει έναν λόγο ύπαρξης.

Η ανία μας αποκαλύπτει μιαν αιωνιότητα που δεν είναι το ξεπέρασμα του χρόνου, αλλά η καταστροφή του- είναι το άπειρο των ψυχών που σαπίζουν ελλείψει δεισιδαιμονιών: ένα επίπεδο απόλυτο όπου τίποτα πια δεν εμποδίζει τα πράγματα να περιστρέφονται αναζητώντας τη δική τους πτώση.

Η ζωή δημιουργείται μέσα στο παραλήρημα και καταπίπτει μέσα στην ανία.

Όποιος υποφέρει από ένα συγκεκριμένο κακό,δεν έχει δικαίωμα να παραπονείται: έχει κάτι να ασχολείται. Οι μεγάλοι πάσχοντες δεν ανιούν ποτέ: η αρρώστια τους γεμίζει, όπως η τύψη τρέφει τους μεγάλους ενόχους. Γιατί κάθε έντονο άλγος γεννά ένα είδωλο πληρότητας και προτείνει στη συνείδηση μια τρομερή πραγματικότητα, την οποία δεν θα μπορούσε να αποφύγει- ενώ το άλγος που δεν έχει υλικό μέσα σε αυτό το πρόσκαιρο πένθος που είναι η ανία δεν αντιτάσσει στη συνείδηση τίποτα που να την υποχρεώνει να κάνει ένα λυσιτελές διάβημα. Πώς να γιατρευτούμε από ένα κακό που δεν εντοπίζεται πουθενά, που είναι εξόχως απροσδιόριστο, που πλήττει το κορμί χωρίς να αφήνει ίχνη, που τρυπώνει στην ψυχή χωρίς να αφήνει σημάδι; Μοιάζει με μιαν αρρώστια από την οποία γλυτώσαμε, που θα είχε όμως απορροφήσει τις δυνατότητες μας, τα αποθέματα προσοχής που διαθέτουμε, και θα μας είχε αφήσει ανήμπορους να πληρώσουμε το κενό που ακολουθεί την εξάλειψη των φρικιάσεων και την εξαφάνιση των βασάνων μας. Η κόλαση είναι ένα λιμάνι μπροστά σε αυτή τη μετατόπιση μέσα στο χρόνο, σε αυτή την κενή και καταβεβλημένη ατονία όπου τίποτα δεν επισύρει την προσοχή μας εκτός από το θέαμα του σύμπαντος που σήπεται μπροστά μας.

Ποια θεραπευτική να χρησιμοποιήσουμε ενάντια σε μια ασθένεια την οποία δεν θυμόμαστε πια και της οποίας τα επακόλουθα καταπατούν τις μέρες μας; Πώς να εφεύρουμε ένα φάρμακο για την ύπαρξη, πώς να ολοκληρώσουμε μια ατελείωτη θεραπεία, πώς να συνέλθουμε από τη γέννηση;

Η ανία, αυτή η ανίατη ανάρρωση...

Εκείνοι που δε λένε εύκολα «σ’ αγαπώ»

Δύσκολο πράγμα η αγάπη. Η κάθε είδους αγάπη. Η αγάπη με ταμπέλα. Η αδελφική, η φιλική, η ερωτική. Η αγάπη χωρίς ταμπέλα. Η αβάφτιστη. Εκείνη που τη νιώθεις αλλά δυσκολεύεσαι να την κατανοήσεις, να της δώσεις τίτλο, να την εκφράσεις. Δύσκολη η αγάπη γιατί τη νιώθουν οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι που τα κάνουν όλα δύσκολα για να παιδεύουν και να παιδεύονται.

«Σ’ αγαπώ» που λέγονται, ψιθυρίζονται, φωνάζονται , ουρλιάζονται γιατί η ανάγκη να εκφραστούν, να φύγουν απ’ τα χείλη και να φτάσουν στα αυτιά του αποδέκτη τους είναι μεγαλύτερη απ’ το φόβο. Αγάπη λυτρωτική κρύβουν αυτά τα «σ’ αγαπώ». Αγάπη που δεν κρατιέται, δεν κλειδώνεται, δεν είναι για έναν. Πρέπει να πάρει αέρα, να ακουστεί, να δηλωθεί.

Κι έπειτα είναι κι εκείνα τα άλλα «σ’ αγαπώ. Τα καταχωνιασμένα στα βάθη, τα κρυμμένα καλά, τα βουβά. Εκείνα που δεν ντύνονται με λέξεις, που δεν τα αγγίζει ο αέρας, που δεν τα λένε τα χείλη. Εκείνα που φοβάσαι να πεις, εκείνα που λαχταράς να σου πούνε. Εκείνα που τα νιώθεις κι ας μην ειπώθηκαν ποτέ κι εκείνα που λυπάσαι που δεν πρόλαβες να αρθρώσεις.

Στόματα που ανοίγουν να σου πουν χιλιάδες λέξεις εκτός από αυτές τις δύο. Λες και το ‘χουν σε κακό. Ποτέ δεν τις λένε, ποτέ δεν τις αγγίζουν. Κι εσύ περιμένεις και περιμένεις. Λες να φοβούνται οι άνθρωποι; Λες να μην το νιώθουν οι άνθρωποι; Νευριάζεις, θυμώνεις, λυπάσαι, απογοητεύεσαι. Δύο μονάχα λέξεις κάνουν όλη τη ζημιά. Σε αγαπώ. Πες το, διάολε!

Δεν εκφράζουν όλοι τα συναισθήματά τους με λόγια. Δεν έχουν όλοι για καραμέλες αυτά που νιώθουν. Υπάρχουν κι εκείνοι οι άλλοι που σπάνια ή ποτέ δε θα σου πουν αυτό που θες να ακούσεις. Δε θα στο πουν όσο κι αν το θες, όσο κι αν το χρειάζεσαι. Όχι από κακία κι εγωισμό, ούτε επειδή απαραίτητα δεν το νιώθουν. Απλά δεν αγαπούν τις λέξεις, δεν υπολογίζουν τη σημασία τους. Σνομπάρουν τα λόγια και τις βαρύγδουπες δηλώσεις.

Προτιμούν να το δείχνουν με άλλους τρόπους. Σιωπηλούς κι αθόρυβους. Εκείνοι κρύβουν την αγάπη τους γύρω σου προστατευτικά κι ήσυχα. Σε μικρές κινήσεις και τρυφερά βλέμματα, σε συμβουλές και παρουσίες. Βρίσκονται δίπλα σου στις δυσκολίες και χαίρονται με τις χαρές σου. Γράφουν χιλιόμετρα πλάι σου από επιλογή, χωρίς να το φωνάζουν.

Είναι αυτοί που λογαριάζουν πιότερο τα χειροπιαστά πράγματα. Δεν τους αφορά η γλυκύτητα των λόγων αλλά η αυθεντικότητα των πράξεων. Αγαπάνε ίσως βαθύτερα από όσους το διατυμπανίζουν. Εκείνοι πιστεύουν πως το δείχνουν με κάθε πιθανό τρόπο και νευριάζουν όταν στέκεσαι στην επιφάνεια. Τι πειράζει αν δεν το λένε; Σημασία έχει να το αισθάνονται κι ας μη το ξεστομίσουν ποτέ.

Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο, δε φέρονται το ίδιο, δεν εκφράζονται το ίδιο. Άλλοι τσαντίζονται γιατί δεν ακούνε αυτό που θέλουν κι άλλοι εκνευρίζονται γιατί νιώθουν πως ξευτελίζονται τα συναισθήματα αν τα εκφράζεις συνεχώς.

Εκείνους που δε λένε εύκολα τα «σ’ αγαπώ» να τους αγαπάς εσύ διπλά. Η αγάπη τους δεν είναι για να λέγεται, είναι για να αισθάνεται. Και που ‘σαι· άπαξ και νιώσεις πως αυτοί σε αγαπούν, είναι οριστικό. Μπορεί να μη λένε «σ’ αγαπώ» αλλά σίγουρα δε ξέρουν τι σημαίνει «ξε- αγαπώ».

Το χρωστάς στον εαυτό σου να είσαι έστω και λίγο αληθινός

Η διαφορετικότητα των ανθρώπων είναι αυτή που μας μαγεύει. Το γεγονός ότι είσαι διαφορετικός όμως γιατί σε φοβίζει;

Πόσες καθημερινές ιστορίες ακούμε που άνθρωποι απομονώθηκαν γιατί πίστευαν ότι είναι μόνοι τους; Πόσες φορές και εσύ κοίταξες περίεργα το διαφορετικό;

Ο καθένας μας κουβαλάει τα δικά του τέρατα που πρέπει να παλεύει καθημερινά. Ο καθένας μας βάζει μία μάσκα και αντιμετωπίζει την δική του καθημερινότητα.

Η μάσκα αυτή κρύβει πολλά. Χαμόγελα, ψεύτικα χαμόγελα και καμιά φορά ψεύτικες καρδιές.

Γιατί έχεις τόση ανάγκη να βάλεις αυτή την μάσκα;

Πως θα παλέψω καθημερινά για την ζωή μου; Ολοι μας μέσα μας κουβαλάμε πολλά ασήκωτα συναισθήματα. Ασήκωτα μυστικά. Περπατάς στον δρόμο και ο κόσμος κατακλύζετε από μάσκες στα πρόσωπα τους.

Και σκέφτεσαι. Είναι άραγε αληθινός ο κόσμος; Έχεις προσπαθήσει ποτέ να είσαι αληθινός; Να αφήσεις την μάσκα σπίτι σου και να δείξεις πραγματικά τι είσαι;

Βγάλε την μάσκα σου και άφησε την σπίτι σου μία φορά και προσπάθησε να δείξεις την πραγματική σου εικόνα ή μήπως είναι αυτή που σε φοβίζει και εσένα;

Μήπως τελικά αυτή την μάσκα την φοράς και στον καθρέφτη σου;

Όλοι μας είμαστε διαφορετικοί. Ολοι μας κάτι κρύβουμε. Ολοι μας κάτι φοβόμαστε και κάπου θέλουμε να κρυφτούμε να νιώσουμε ασφάλεια. Κανείς όμως δεν συνειδητοποιεί ότι από το μόνο πράγμα που προσπαθείς να κρυφτείς είναι από τον ίδιο σου τον εαυτο. Τρέμεις στην ιδέα ότι αυτό που φοβάσαι περισσότερο απ’ όλα είναι ο ίδιος σου ο εαυτός.

Γιατί δεν πιστεύεις σε εσένα. Γιατι παλεύεις μέσα σου με τα συναισθήματα σου και τις φοβίες σου. Γιατί το μόνο πλέον που χρειάζεσαι για να επιβιώσεις είναι μία μάσκα. Όχι για τους άλλους αλλα για εσένα.

Κάπου όμως εκεί έξω, είτε αυτός λέγετε φίλος είτε οικογένεια είτε κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο έχει καταφέρει με μαγικό τρόπο να μας την αφαιρέσει και το μόνο που του εχεις δώσει είναι ένα χαμόγελο απελευθέρωσης. Απελευθέρωση γιατι έδειξες ποιος είσαι. Γιατί δεν χρειάστηκες να κρυφτείς.

Ακόμα και αν δεν έχει βρεθεί κάποιος και είσαι μόνος σου ή νιώθεις μόνος σου κοιταξου στον καθρέφτη σου και βγάλε μόνος σου αυτή την μάσκα.

Το χρωστάς στον εαυτό σου να είσαι έστω και λίγο αληθινός.
‘’Οι δυσκολίες της ζωής αντιμετωπίζονται συνήθως με τρεις τρόπους: την ελπίδα, το όνειρο και το χιούμορ.’’ Ιμμάνουελ Καντ

 Στούς ανθρώπους που πρέπει κάθε μέρα να δείχνουν έναν άλλον εαυτό.

Προσωπικά όρια. Το «τείχος προστασίας» μας

Τα προσωπικά όρια αποτελούν μία πολύ σημαντική πτυχή της προσωπικότητας μας διευκολύνοντας μας να ανταπεξέλθουμε στις κρίσιμες στιγμές της καθημερινότητας μας. Πρόκειται για μία έννοια που ακούγεται συχνά, αλλά τι σημαίνουν ακριβώς τα όρια και γιατί είναι τόσο μεγάλης σημασίας;
Τα προσωπικά όρια προστατεύουν τον εαυτό μας και τις σχέσεις μας.

Τα προσωπικά όρια, μας υποδεικνύουν που τελειώνει ο δικός μας σωματικός και ψυχικός χώρος και που αρχίζει του διπλανού. Επιπλέον μας βοηθούν να έχουμε μία πιο καθαρή εικόνα του αληθινού μας εαυτού, που συνιστά το σύνολο των σκέψεων μας, των συναισθημάτων, αξιών αλλά και αντιλήψεων που έχουμε ως άνθρωποι. Αυτό ενισχύει την αυτοεκτίμηση μας η οποία σχετίζεται με την επίγνωση των δυνατοτήτων μας καθώς και των περιορισμών μας. Έτσι, μας βοηθούν να διαχωρίζουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας από αυτά των άλλων ατόμων. Μας προστατεύουν από την χειραγώγηση, την παραβίαση αλλά και από την δική μας «υπερεμπλοκή» στα προβλήματα των άλλων.

Τα προσωπικά όρια διακρίνονται στα παρακάτω.

Σωματικά και φυσικά όρια. Πρόκειται για ορατά όρια που έχουν όλοι οι οργανισμοί, όπως είναι το σώμα μας. Το δέρμα μας δείχνει το φυσικό μας όριο. Φανταστείτε λοιπόν τι συμβαίνει αν σκιστεί το δέρμα μας, τότε γινόμαστε ευάλωτοι. Αντίστοιχα, αν τα όρια μας δεν γίνουν σεβαστά, τότε η προσωπικότητα μας δέχεται πλήγμα. Θέτοντας τα φυσικά μου όρια, αποφασίζω ποιος θέλω να με πλησιάζει και να με αγγίξει σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο. Αν κάποιος με αγγίξει με μη αποδεκτό τρόπο ή πλησιάσει πιο κοντά μου από αυτό που νιώθω άνετα, τότε παραβιάζονται τα όρια μου. Επίσης, περιλαμβάνουν την έννοια της ιδιωτικότητας και την σεξουαλική μας προτίμηση. Τα υγιή όρια είναι ευέλικτα, αλλάζουν δηλαδή ανάλογα με το είδος της σχέσης και το πώς νιώθω κάθε στιγμή για αυτή.

Συναισθηματικά και πνευματικά όρια. Τα συναισθηματικά και πνευματικά όρια περιλαμβάνουν τις πεποιθήσεις, τις επιλογές, την αίσθηση υπευθυνότητας και την ικανότητά μας να έχουμε οικειότητα με τους άλλους. Τα συναισθηματικά όρια είναι λιγότερο ορατά σε σχέση με τα φυσικά αλλά καθοριστικής σημασίας για την ψυχική μας υγεία.

Περιλαμβάνουν το σύνολο των συναισθηματικών μας αντιδράσεων και καθορίζουν ποιες συμπεριφορές ανεχόμαστε από τους άλλους και ποιες συναισθηματικές αντιδράσεις αξιολογούμε ως κατάλληλες για εμάς και αποδεκτές. Τα πνευματικά όρια σχετίζονται με τις αντιλήψεις και τις αξίες μας, τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Για παράδειγμα, μπορεί να ανταλλάσουμε απόψεις για θέματα που μας απασχολούν, όταν όμως επιβάλλει κάποιος τις αντιλήψεις του, ξεπερνάει τα όρια μας. Αντίστοιχα, αν δεν έχουμε συναισθηματικά όρια τότε εκθέτουμε τον εαυτό μας στην επιρροή των άλλων και νιώθουμε πληγωμένοι και κακοποιημένοι.

Αναπτύσσουμε όρια από την παιδική μας ηλικία και από την αντιμετώπιση των άλλων προς εμάς.

Φυσικά η παιδική ηλικία και ο τρόπος που μας αντιμετωπίζουν παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη υγιή ορίων. Σε μία υγιή οικογένεια, καθώς μεγαλώνουμε, τα πρόσωπα φροντίδας του καθενός επιτρέπουν να διαφοροποιηθούμε από αυτούς, δημιουργώντας την δική μας ξεχωριστή προσωπικότητα, τις δικές μας αντιλήψεις και αξίες και να μην είμαστε δέσμιοι των προσδοκιών των σημαντικών για εμάς προσώπων. Προϋπόθεση βέβαια είναι να εισπράττουμε την αποδοχή και τη στοργή από τους γονείς μας με όρια από την πλευρά τους ελαστικά τα οποία επιτρέπουν να εκπληρώσουμε τις δυνατότητες μας και να αποκτήσουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Στις δυσλειτουργικές οικογένειες τα άτομα δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα των ορίων τους, είτε είναι πολύ χαλαρά είτε πολύ άκαμπτα. Αυτό συμβαίνει γιατί δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τις αληθινές ανάγκες τους και τον εαυτό τους, κατά συνέπεια δεν αναγνωρίζουν μέχρι ποιο σημείο νιώθουν ασφαλείς.

Υπερβολικά χαλαρά όρια. Επιτρέπω να παραβιάζουν τα όρια μου ή εγώ των άλλων.

Άνθρωποι που έχουν πολύ χαλαρά όρια, μπορεί να επηρεάζονται πολύ έντονα από τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων. Ίσως έχουν αδύναμη αίσθηση της ταυτότητας τους και έτσι το πώς νιώθουν εξαρτάται από το πώς αντιμετωπίζονται από τους άλλους. Επιτρέπουν στους άλλους να παίρνουν αποφάσεις για αυτούς οπότε νιώθουν αδύναμοι να αναλάβουν ευθύνη για την ζωή τους. Ενδεχομένως να αξιολογούν τις δικές τους ανάγκες ως λιγότερο σημαντικές σε σχέση με των άλλων ή ακόμα να μην γνωρίζουν τι είναι κατάλληλο για αυτούς και αποδεκτό ώστε να θέσουν σαφή όρια.

Αντιστρόφως, τα χαλαρά όρια μπορεί να οδηγήσουν στην υπερενασχόληση του ατόμου με τις ζωές των άλλων εισβάλλοντας στα όρια τους με ακατάλληλο τρόπο και την προσπάθεια να ελέγχουν τις ζωές τους. Ακόμα, μπορεί να παραμένουν σε σχέσεις προβληματικές για αυτούς.

Πολλά από αυτά που αναφέραμε, μπορεί να σχετίζονται με την ανάγκη ενός ατόμου για άσκηση ελέγχου, την τάση ανάληψης της ευθύνης των άλλων, χαμηλή αυτό-εκτίμηση και μεγάλη ανεκτικότητα σε συμπεριφορές που προκαλούν δυσάρεστα συναισθήματα.
Υπερβολικά σταθερά/άκαμπτα όρια. Μας απομακρύνουν από τους γύρω μας.

Άνθρωποι οι οποίοι έχουν μεγαλώσει σε οικογένειες με υπερβολικά αυστηρούς κανόνες ή σε οικογένειες όπου υπήρχαν αυστηρές προϋποθέσεις προκειμένου να κερδίζουν την αποδοχή, πιθανό να αναπτύξουν πολύ άκαμπτα όρια τα οποία τελικά οδηγούν την συναισθηματική απομόνωση. Κλείνονται στον εαυτό τους πολύ γρήγορα και νιώθουν ότι η εγγύτητα με τους άλλους προκαλεί άγχος. Ίσως επειδή φοβούνται ότι θα χάσουν την ανεξαρτησία τους αν σχετιστούν με κάποιον στενά. Μπορεί να δυσκολεύονται να δώσουν και να πάρουν φροντίδα ή να μην ξέρουν τον σωστό τρόπο. Τέλος, το να δείξουν τον αληθινό εαυτό τους, νιώθουν ότι τους καθιστά ευάλωτους και ενδεχομένως κάποια στιγμή να είχαν βιώσει την απόρριψη σε μία τέτοια απόπειρα.

Υγιή όρια είναι τα ελαστικά/εύκαμπτα όρια που προϋποθέτουν να έχουμε επαφή με τον αληθινό εαυτό μας.

Τα ελαστικά όρια είναι αυτά που προσαρμόζονται ανάλογα με την σχέση και με τις συναισθηματικές μας ανάγκες, παίρνοντας την ευθύνη για αυτά που αποφασίζουμε να βάλουμε κάθε φορά ή αυτά που αποσύρουμε. Όταν έχουμε εμπιστοσύνη ότι ξέρουμε να βάλουμε υγιή όρια, μπορούμε να είμαστε πιο ανοιχτοί στις σχέσεις μας, προστατεύοντας και εμάς και τους άλλους.

Υπάρχει μία αυθόρμητη διαδικασία αξιολόγησης για το τι είναι επιτρεπτό για εμάς, σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο, η οποία βοηθάει να μην παραβιάζουμε τα «θέλω» μας. Για παράδειγμα, μπορώ να δεχτώ τον θυμό ενός κοντινού μου προσώπου, εφόσον εκφράζεται με έναν αποδεκτό για εμένα τρόπο κι όχι με σωματική ή λεκτική βία. Μπορώ από την επαφή μου με έναν άνθρωπο να διακρίνω πόσο «άξιος» της εμπιστοσύνης μου είναι και τι ακριβώς επικοινωνώ μαζί του. Ακόμα, ίσως κρίνω ότι είναι σημαντικό κάποιες φορές να βάζω τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά δεν γίνεται ο κανόνας ή σπεύδω να βοηθήσω κάποιον εφόσον μου το ζητήσει και στον βαθμό που μου το επιτρέπει χωρίς να εμπλέκομαι υπέρ του δέοντος.

Επιδιώκω να είμαι αυθεντικός απέναντι στους άλλους, βάζω όμως τα όρια μου προκειμένου να μην νιώθω υπερβολικά ευάλωτος. Έτσι, αποφεύγω το συναίσθημα της αδικίας και υπερασπίζομαι πιο αποτελεσματικά τον εαυτό μου και τις επιλογές μου.

Να θυμόμαστε λοιπόν ότι τα όρια δεν είναι ένα όπλο απέναντι στους άλλους αλλά ένας τρόπος να σεβόμαστε τον εαυτό μας καθώς προσπαθούμε να σχετιζόμαστε με υγιή τρόπο.

Ο Εχθρός - Μια Παραβολή

Το άλογο ζούσε ελεύθερο στο δάσος.

Μια μέρα το πλησίασε ο άνθρωπος.
«Εσύ είσαι», του είπε, «το πιο υπερήφανο, το πιο γρήγορο, το πιο όμορφο απ’ όλα τα ζώα. Καλπάζεις, ο άνεμος παίρνει τη χαίτη σου, κι όλοι σε θαυμάζουν. Ο λύκος τρέμει τα δυνατά σου πόδια, η αλεπού ζηλεύει την εξυπνάδα σου, το γεράκι δεν μπορεί να σε προφτάσει. Είσαι το πιο ευγενικό και το πιο μεγαλοπρεπές ζώο.»

Το άλογο χλιμίντριζε όλη αυτή την ώρα, χαρούμενο.
«Θα έπρεπε εσύ να είσαι ο άρχοντας του δάσους, όμως… Υπάρχει το ελάφι.»

Το άλογο απορημένο έστρεψε τη μουσούδα του να τον κοιτάξει.
«Αυτό το ύπουλο κτήνος σε μισεί. Θέλει να σου κλέψει τη δόξα και το βασίλειο. Πάει στις λίμνες, στα ποτάμια και στις πηγές και τα βρωμίζει με τις ακαθαρσίες του. Ποδοπατεί το χορτάρι για να μη βρεις να φας.»

Το άλογο χτυπούσε την οπλή του στο έδαφος.
«Κι έμαθα πως σχεδιάζει να φέρει στα κέρατα του το φίδι, όταν θα κοιμάσαι, για να σε εξοντώσει.»
Το άλογο ανασηκώθηκε στα πίσω του πόδια.

«Μην ανησυχείς, ω περιούσιο τετράποδο, υπάρχει λύση. Θα με αφήσεις να σου φορέσω σέλα και χαλινάρια, να σε καβαλικέψω, και μαζί θα πάμε να εξοντώσουμε το δόλιο ελάφι. Έτσι θα μείνεις ο μόνος και ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος.»

Το άλογο δέχτηκε. Ο άνθρωπος το καβαλίκεψε, πήρε και το πιστό του τσιράκι –το σκύλο- κι άρχισαν το κυνήγι. Σύντομα βρήκαν το ελάφι, το καταδίωξαν και το σκότωσαν.

Πάνω από το κουφάρι του ελαφιού, το άλογο έδειξε τα δόντια του ευχαριστημένο. Ζήτησε απ’ τον άνθρωπο να κατέβει.

Εκείνος γέλασε και του έδωσε μια καμτσικιά.
«Δεν κατάλαβες. Τώρα εγώ είμαι αυτός που δίνει τις εντολές. Προχώρα, λοιπόν.»

Είναι εγωιστική η ευτυχία;

Πολλοί άνθρωποι ντρέπονται να νιώσουν ευτυχία στη ζωή τους ή να την αποδεχτούν και να το δηλώσουν δημόσια. Έχουν μάθει να πιστεύουν ότι η ευτυχία είναι εγωιστική γιατί ωθεί τον άνθρωπο να ικανοποιεί κάθε του ανάγκη, γεγονός που τον κάνει νάρκισσο, αναίσθητο στις ανάγκες των άλλων, ηδονιστή και εγωκεντρικό.

Αυτός όμως είναι ένας παρεξηγημένος ορισμός της ευτυχίας που μας μαθαίνουν από παιδιά. Η ευτυχία δεν είναι εγωιστική για να μας φοβίζει. Είναι αγάπη και χαρά που μπορείς να μοιράζεσαι.
Πολλοί φοβούνται ότι είναι ύβρις να είναι ευτυχισμένοι οι ίδιοι, ενώ γύρω μας εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα, από αρρώστιες και πολέμους ή υποφέρουν από ανεργία, φτώχια και άλλες δυστυχίες.

Και ας μην πάμε μακριά. Μας δημιουργούνται ενοχές όταν στην οικογένειά μας και στο περιβάλλον μας υπάρχουν άνθρωποι που έχουν την ανάγκη μας για να ευτυχήσουν. Σε αυτή την περίπτωση, εμείς προσπαθούμε να βάλουμε τους άλλους πάνω από εμάς, γινόμαστε δηλαδή τα θύματα και νιώθουμε την ανάγκη να κάνουμε πρώτα τους άλλους ευτυχισμένους, ώστε να επιτρέψουμε μετά στον εαυτό μας να είναι ο επόμενος στη σειρά για την ευτυχία.

Μερικοί μάλιστα πιστεύουν ότι μπορούν όχι απλά να κάνουν τον άλλον ευτυχισμένο, αλλά ακόμα και να τον σώσουν, ώστε μετά να ευτυχήσουν και οι ίδιοι. Νομίζουμε λοιπόν ότι δεν αξίζουμε την ευτυχία παρά μόνο όταν έχουν ευτυχήσει ο σύντροφός μας, η γριά μητέρα μας, ο γιος μας, ο προϊστάμενός μας, η γειτονιά, τα παιδιά του Τρίτου Κόσμου.

Ίσως πιστεύουμε ότι, κάνοντας τους άλλους ευτυχισμένους, γινόμαστε κι εμείς. Αυτό όμως μπορεί να ισχύει για ένα μικρό διάστημα. Γιατί αν δεν νιώθουμε ευτυχία για τον εαυτό μας, πώς μπορούμε να τη μοιραστούμε με τους άλλους;

Αν αγνοούμε τις ανάγκες μας, δεν μπορούμε να ευτυχήσουμε, έστω κι αν οι άλλοι γύρω μας πλέουν σε πελάγη ευτυχίας.

Το ίδιο και ανάποδα. Κανένας δεν μπορεί να μας κάνει ευτυχισμένους. Γιατί αν εναποθέτουμε την ευτυχία μας σε ξένα χέρια και εξαρτιόμαστε από τους άλλους, μπορούν να μας την αφαιρέσουν οποιαδήποτε στιγμή, οπότε θα γίνουμε δυστυχισμένοι.

Κανένας άλλος εκτός από εμάς δεν μπορεί να είναι υπεύθυνος για την ευτυχία μας. Το ίδιο ισχύει και με τους άλλους. Οι υποσχέσεις ότι θα πάρουμε εμείς την ευθύνη της ευτυχίας τους δε θα τηρηθούν, και με αυτές τις προϋποθέσεις οι σχέσεις θα ξεφουσκώσουν και θα απογοητεύσουν.

Είναι χαμένος χρόνος να προσπαθούμε να κάνουμε τους άλλους ευτυχισμένους, ενώ το πρώτο μας χρέος είναι απέναντι στον εαυτό μας, να αφιερώσουμε το χρόνο μας για να γίνουμε πρώτα εμείς ευτυχισμένοι.

Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι είναι αξιαγάπητοι και δοτικοί, δημιουργούν αισιόδοξη ατμόσφαιρα γύρω τους και μοιράζονται την ευτυχία τους με τους άλλους. Γιατί η ευτυχία δεν είναι εγωιστική.

Η δυστυχία είναι εγωιστική, αφού τη χρησιμοποιούμε σαν σανίδα σωτηρίας για να κρεμαστούμε από τους άλλους ή από τα υποκατάστατα της ευτυχίας.

Όσοι είναι δυστυχισμένοι ή νιώθουν μοναξιά, αγωνία, άγχος κι εγωκεντρισμό πώς μπορούν να μοιραστούν με τους γύρω τους την ευτυχία που δεν έχουν;

ΤΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ

Συχνά νιώθουμε αρνητικότητα προς τους άλλους γύρω μας όταν δεν κάνουν κάποια πράγματα που πιστεύουμε εμείς ότι πρέπει να κάνουν.

Ίσως πρέπει να είναι πιο συνεπείς ή πιο υπεύθυνοι ή να κάνουν περισσότερες εργασίες ή να είναι πιο δημιουργικοί ή πιο παραγωγικοί. Υπάρχει μια σκέψη που θα μας βοηθήσει σ' αυτές τις περιπτώσεις: Αν ο άνθρωπος αυτός είχε δύο σπασμένα πόδια και δεν μπορούσε να δουλεύει και δεν μπορούσε να είναι συνεπής στις ευθύνες του, θα τον δικαιολογούσαμε έτσι δεν είναι; Δε θα λέγαμε ότι «είναι τεμπέλης» ή «είναι ανάξιος», θα λέγαμε ότι δεν μπορεί, γιατί έχει δύο σπασμένα πόδια.

Όταν καταλάβουμε ότι η προσωπικότητα έχει δύο πόδια που το ένα λέγεται αυτοπεποίθηση και το άλλο αυτοπαραδοχή και ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αυτά τα πόδια σπασμένα από τα παιδικά τους χρόνια, από τη συμπεριφορά των γονιών, των δασκάλων και της κοινωνίας, τότε θα δούμε τον άνθρωπο αυτόν και την τεμπελιά του και την έλλειψη ευθύνης και συνέπειας που έχει από μια άλλη άποψη. Θα λέμε ότι έχει σπασμένα πόδια, ότι δηλαδή η προσωπικότητά του έχει χάσει τα δύο στηρίγματα, την αυτοπαραδοχή και την αυτοπεποίθηση και γι' αυτό συμπεριφέρεται έτσι. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε κατανόηση. Αλλά, ειδικά αν έχουμε ένα ρόλο ευθύνης απέναντί του, θα προσπαθήσουμε συγχρόνως να τον βοηθήσουμε να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και αυτοπαραδοχή για να μάθει να κρατάει το δικό του φορτίο στη ζωή και να μην εξαρτάται από τους άλλους.

Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές όταν βλέπουμε κάποιον να τεμπελιάζει, δημιουργούμε αρνητικά συναισθήματα μέσα μας επειδή δεν τον καταλαβαίνουμε, επειδή δεν μπαίνουμε στη θέση του. Αν μπούμε, θα καταλάβουμε ότι η τεμπελιά του είναι αποτέλεσμα φόβου, έλλειψης σιγουριάς για τον εαυτό του.

Η φύση του ανθρώπου είναι η δημιουργικότητα, η παραγωγικότητα και αν δεν την εκδηλώνει, ο λόγος είναι ότι έχει σπασμένα ψυχολογικά πόδια. Γι' αυτό θα τον κατανοήσουμε, δε θα τον απορρίψουμε και θα τον βοηθήσουμε να θεραπεύσει τα πόδια του. Δε θα τον μπλοκάρουμε ακόμα περισσότερο με το να τον κριτικάρουμε και να τον απορρίπτουμε. Γιατί αυτό ακριβώς είναι που έχει φέρει τον άνθρωπο σ' αυτήν την κατάσταση, να μην μπορεί να είναι δημιουργικός στη ζωή του. Όταν τον απορρρίπτουμε συνεχώς του σπάμε τα πόδια ακόμα περισσότερο. Αυτό που χρειάζεται είναι βοήθεια να δυναμώσει την πίστη στον εαυτό του και την αυτοπαραδοχή του.

Όλη η αρνητικότητα των ανθρώπων ξεκινάει από το φόβο, από την άγνοια. Όταν το καταλάβουμε αυτό, έχουμε πολύ λιγότερα αρνητικά συναισθήματα προς τους άλλους ανθρώπους και μπορούμε να τους βοηθήσουμε πολύ πιο αποτελεσματικά.

Σαν η Αγάπη να έγινε κατάρα...

Aναγνωρίζω την ανάγκη κάθε ανθρώπου για Αγάπη. Άλλωστε γι' αυτό δεν είμαστε εδώ; Όχι μόνο για να βρούμε την Αγάπη, αλλά για να δούμε και τις παρανοήσεις μας στο που την χάσαμε και που συνεχίζονται οι παρανοήσεις της απώλειας της στην ζωή μας.


Kατανοώ κάθε άνθρωπο που νιώθει μόνος και εγκαταλειμμένος.... Καμιά φορά νομίζουμε ότι δεν έχουμε κανέναν άνθρωπο κοντά μας, χωρίς να δούμε ότι κάνουμε τα πάντα για να τους διώξουμε όλους.


Σαν η Αγάπη να έγινε κατάρα...

Νομίζω ότι η παραπλάνηση αυτή συνεχίζεται στην Ζωή των ανθρώπων, όντας σίγουροι ότι οι άλλοι δεν ξέρουν να αγαπάνε και φοβούνται... Από εκεί αρχίζει το λάθος… στο «φοβάμαι». Μετά αρχίζει η λίστα με τα παράπονα και μακραίνει...


Θέλουν οι άνθρωποι οι άλλοι να ξέρουν να αγαπάνε, οι άλλοι να ξέρουν να εκτιμούν, οι άλλοι να ξέρουν να δίνονται, οι άλλοι να ξέρουν να προστατεύουν, να παρέχουν ασφάλεια, να...να...να...


Ο καθένας από την μεριά του είναι ένα παιδί που θέλει να κάνει σχέση με κάποιον που ξέρει πως είναι όλα αυτά. Και αν ο άλλος δεν τα ξέρει, πληγώνεται. Μα και αν τα ξέρει με τον δικό του τρόπο, πάλι πληγώνεται, αν ο τρόπος δεν είναι αυτός που περίμενε...


Θα έλεγε κανείς "μα τι σόι ανοησία είναι αυτή;"

Αν το σκεφτούμε όμως, η «ανοησία» είναι συνώνυμη της συναισθηματικής ανωριμότητας... Εκεί χάθηκε η Αγάπη... Στο ότι παραμείναμε παιδιά συναισθηματικά, ενώ νοητικά έχουμε καταφέρει να ανταποκρινόμαστε σε κάποιους τομείς της Ζωής (σπουδές, οικογένεια, εργασία) και πνευματικά είμαστε "ντοπαρισμένοι" από την θρησκεία..


Πλάκα έχει αν το δει κανείς κάτω από ένα διαφορετικό πρίσμα...
Σαν η μεγαλύτερη κληρονομιά μας να είναι η συναισθηματική ανωριμότητα.... Κληρονομούμε και κληροδοτούμε το ίδιο πράγμα συνεχώς, ανά τις γενιές... Χωρίς κρίση και διάκριση...
Η σημαντική απώλεια όμως δεν είναι εκεί έξω... είναι εκεί μέσα...


Δεν μας πληγώνει κάτι εκεί έξω, αλλά κάτι εκεί μέσα, που δεν εννοεί να ωριμάσει σαν Εαυτός. Κα ας έχουμε και πέντε παιδιά ο καθένας μας, και ας είμαστε καταξιωμένοι επαγγελματίες ή επιστήμονες…

 

Αν τα μάτια μας βλέπουν μόνο τα λάθη των άλλων, θα τους κρίνουμε και θα τους διώχνουμε από κοντά μας, νομίζοντας ότι έτσι εξασφαλίζουμε την αυτοκυριαρχία μας, ενώ αφήνουμε τα συναισθήματά μας να καθορίζουν αυτό που βλέπουμε και κυρίως αυτό που κάνουμε, ερήμην μας.

Ξεκολλώντας τις ετικέτες

Ποιοι είστε; Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας;

Για ν’ απαντήσετε σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα, το πιο πιθανό είναι να αναφερθείτε στην προσωπική σας ιστορία, σ’ ένα παρελθόν που έχετε ζήσει, με το οποίο όμως είστε αναμφίβολα δεμένοι και από το οποίο θεωρείτε δύσκολο να ξεφύγετε.

Όλοι οι αυτοχαρακτηρισμοί ξεκινούν από το ιστορικό του ατόμου. Αλλά το παρελθόν, όπως λέει ο Καρλ Σάντμπουργκ στο Λιβάδι, «είναι ένας κάδος από στάχτες».

Ελέγξτε τον εαυτό σας ως ποιο βαθμό είστε δεμένοι με το παρελθόν.

Χρησιμοποιείτε συχνά αυτές τις φράσεις;
1. «Αυτός είμαι».
2. «Πάντα ήμουν έτσι».
3. «Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς».
4. «Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου».

Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα. Είναι οι παράγοντες που σας εμποδίζουν να ωριμάσετε, ν’ αλλάξετε και να κάνετε τη ζωή σας (από τη στιγμή αυτή και μετά – όλη τη ζωή που έχετε μπροστά σας) νέα, γοητευτική και γεμάτη από την ικανοποίηση των τωρινών στιγμών.

Τα «είμαι» σας που περιγράφουν αυτή την αυτοαπαγορευτική συμπεριφορά ξεκινούν από κάτι που διδαχθήκατε στο παρελθόν. Και κάθε φορά που χρησιμοποιείτε μία από τις τέσσερις παραπάνω φράσεις, στην πραγματικότητα λέτε: «Κι έχω σκοπό να εξακολουθήσω να είμαι αυτός που είμαι».

Μπορείτε ν’ αρχίσετε να λύνετε τους κόμπους που σας συνδέουν με το παρελθόν και να διώξετε από μέσα σας τις άκαρπες αυτές φράσεις, που προφέρονται για να σας κρατούν έτσι όπως πάντα ήσασταν.

Κατάλογος χαρακτηριστικών «είμαι» που μπορούν να συμπεριληφθούν στην αυτοεικόνα σας:
Είμαι ντροπαλός
Είμαι τεμπέλης
Είμαι δειλός
Είμαι φοβισμένος
Είμαι αδέξιος
Είμαι αγχώδης
Είμαι ξεχασιάρης
Είμαι άσχετος από μηχανές
Είμαι απαίσιος μάγειρας
Είμαι φοβερά ανορθόγραφος
Είμαι απ’ αυτούς που κουράζονται εύκολα
Είμαι φιλάσθενος
Είμαι απ’ αυτούς που δεν κάνουν τίποτε σωστό
Είμαι επιρρεπής στα ατυχήματα
Είμαι χοντρός
Είμαι άμουσος
Είμαι άσχετος με τ’ αθλητικά
Είμαι βαριεστημένος
Είμαι πεισματάρης
Είμαι ανώριμος
Είμαι σχολαστικός
Είμαι απρόσεκτος
Είμαι άσχετος από μαθηματικά
Είμαι μοναχικός τύπος
Είμαι ψυχρός
Είμαι μνησίκακος
Είμαι βλοσυρός
Είμαι απαθής
Είμαι ανεύθυνος
Είμαι νευρικός
Είμαι τσαπατσούλης
Είμαι εχθρικός

Πιθανόν είστε κάτι απ’ όλα αυτά, ή ίσως και να ΄χετε φτιάξει ένα δικό σας κατάλογο. Η ουσία δεν είναι ποια ετικέτα διαλέγετε, αλλά ότι διαλέξατε να κολλήσετε πάνω σας μια ετικέτα. Αν είστε πραγματικά ικανοποιημένοι με κάποιο απ’ αυτά τα «είμαι», τότε αφήστε το να υπάρχει, αλλά αν μπορείτε να παραδεχθείτε πως κάποιο απ’ αυτά ή τ’ άλλα «είμαι» σας ενοχλεί, είναι καιρός να κάνετε κάποιες αλλαγές. Αλλά ας αρχίσουμε με την κατανόηση της καταγωγής αυτών των «είμαι».

Πώς ξεκίνησαν αυτά τα «είμαι»
Οι πρόγονοι των «είμαι» σας, ανήκουν σε δύο κατηγορίες.
Το πρώτο είδος αυτών των ετικετών προέρχεται από τους άλλους. Σας τις καρφιτσώνουν από παιδί και τις κουβαλάτε πάνω σας μέχρι σήμερα. Οι άλλες ετικέτες είναι αποτέλεσμα της εκλογής που κάνατε για ν’ αποφύγετε δυσάρεστες ή δύσκολες αγγαρείες.

Η πρώτη κατηγορία είναι αυτή που ως τώρα κυριαρχεί. Η μικρή Χόουπ πηγαίνει στη Β’ τάξη. Της αρέσει πολύ το μάθημα της ζωγραφικής και ξεχνιέται σχεδιάζοντας και παίζοντας με τα χρώματα. Η δασκάλα της όμως της λέει ότι δεν είναι και τόσο καλή κι αυτή αρχίζει ν’ απομακρύνεται από τη ζωγραφική επειδή δεν της αρέσει να την επιτιμούν. Εδώ και λίγο καιρό άρχισε ένα από τα «είμαι» της. «Είμαι ελάχιστα καλή στη ζωγραφική». Η συμπεριφορά αποφυγής ενισχύει μέσα της αυτή την ιδέα κι όταν πια έχει μεγαλώσει, όποτε τη ρωτούν γιατί δεν ζωγραφίζει, απαντά: «Α, δεν είμαι καλή στη ζωγραφική.. Πάντα έτσι ήμουν». Τα περισσότερα «είμαι» είναι κατάλοιπα μιας εποχής, όταν ακούγατε φράσεις όπως: «Α, αυτός είναι αδέξιος. Ο αδελφός του είναι καλός στον αθλητισμό, μα σ’ αυτόν αρέσει η μελέτη», «Είσαι σαν κι εμένα· κι εγώ δεν τα κατάφερνα καθόλου στην ορθογραφία», «Ο Μπίλυ ήταν πάντα ο ντροπαλός της οικογένειας», «Είναι σαν τον πατέρα της, δεν τα καταφέρνει σε τίποτε!». Όλα αυτά είναι τα «είμαι» μιας ολόκληρης ζωής, που ξεκινούν από την ώρα που γεννιόμαστε και που ποτέ δεν τα αμφισβητούμε. Απλώς τα’ αποδεχόμαστε ως έναν όρο ζωής.

Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τα «είμαι» του για ν’ αποφύγει κάτι. Ένας συνάδελφός μου τα χρησιμοποιεί για ν’ αποφύγει δραστηριότητες που δεν του αρέσουν. Αποφεύγει να επιδιορθώσει το κουδούνι της πόρτας ή το ραδιόφωνο, καθώς και οποιαδήποτε «αντρική» χειρωνακτική δουλειά που τη θεωρεί δυσάρεστη, υπενθυμίζοντας απλώς στη γυναίκα του: «Το ξέρεις, αγαπητή μου, ότι δεν τα καταφέρνω με τα μηχανήματα». Αυτές οι μορφές των «είμαι» είναι συμπεριφορές προσαρμογής, αλλά είναι μαζί και παραπλανητικές δικαιολογίες. Αντί να πουν «Θεωρώ αυτή τη δουλειά βαρετή ή χωρίς ενδιαφέρον και προτιμώ να μην την κάνω τώρα» (πράγμα που θ ήταν απόλυτα λογικό και υγιές) θεωρούν πιο εύκολο να προτάξουν ένα «είμαι».

Στις περιπτώσεις αυτές τα άτομα λένε κάτι για τον εαυτό τους. Δηλώνουν: «Είμαι ολοκληρωμένος σ’ αυτό τον τομέα και δεν πρόκειται να γίνω κάτι διαφορετικό». Αν είστε ολοκληρωμένος, καθ’ όλα εντάξει κι έχετε βρει τη θέση σας, τότε έχετε σταματήσει να ωριμάζετε, κι ενώ μπορεί να θέλετε πάρα πολύ να μείνετε προσκολλημένος σε μερικά «είμαι», μπορεί ν’ ανακαλύψετε ότι κάποια άλλα είναι απλούστατα περιοριστικά κι αυτοκαταστροφικά.

Έχετε υπόψη σας ότι εδώ δεν συζητάμε για πράγματα που απλώς δεν σας αρέσει να κάνετε, αλλά εξετάζουμε κάποια συμπεριφορά που σας κρατά μακριά από δραστηριότητες οι οποίες πιθανόν να σας πρόσφεραν μεγάλη χαρά κι απόλαυση.

Χαρακτηριστικές κατηγορίες «είμαι».
1. Είμαι κακός στα μαθηματικά, στην ορθογραφία, στις ξένες γλώσσες κ.τ.λ.
Αυτό το «είμαι» σας απαλλάσσει από την προσπάθεια ν’ αλλάξετε και να μάθετε κάτι που ανέκαθεν θεωρούσατε δύσκολο ή πληκτικό. Όσο χαρακτηρίζετε τον εαυτό σας ανίκανο, έχετε μια γερή δικαιολογία για ν’ αποφύγετε την αντιμετώπιση του θέματος.

2. Δεν είμαι καθόλου καλός σε δουλειές που απαιτούν δεξιότητα, όπως η μαγειρική, τα σπορ, το σχέδιο, η ηθοποιία κ.τ.λ.
Αυτό το «είμαι» σας εξασφαλίζει από το να μην κάνετε τίποτε απ’ όλα αυτά στο μέλλον και δικαιολογεί οποιαδήποτε ανεπιτυχή εκτέλεσή τους στο παρελθόν. «Πάντα ήμουν έτσι· είναι απλούστατα στο χαρακτήρα μου». Αυτή η στάση ενισχύει την αδράνειά σας και, ακόμη πιο σημαντικό, σας βοηθά να προσκολληθείτε στην ανόητη ιδέα ότι δεν θα πρέπει να κάνετε τίποτε αν δεν το κάνετε σωστά και καλά. Έτσι, αν δεν είστε παγκόσμιος πρωταθλητής, είναι καλύτερα ν’ αποφύγετε κάθε άθλημα.

3. Είμαι ντροπαλός, επιφυλακτικός, άστατος, νευρικός, φοβητσιάρης κ.τ.λ.
Εδώ βρισκόμαστε στη γέννηση αυτών των «είμαι». Αντί να τα προκαλέσετε και μαζί μ’ αυτά την αυτοκαταστροφική σκέψη που τα ενισχύει, απλούστατα τα’ αποδέχεστε ως μια επικύρωση ότι ανέκαθεν ήσασταν έτσι. Επιπλέον μπορεί να κατηγορείτε τους γονείς σας και να τους χρησιμοποιείτε ως δικαιολογία για το τωρινό σας «είμαι». Τους θεωρείτε υπαίτιους κι έτσι δεν χρειάζεται να εργαστείτε για να γίνετε διαφορετικοί. Διαλέγετε αυτή τη συμπεριφορά ως έναν τρόπο για ν’ αποφύγετε την επικύρωση καταστάσεων που πάντα σας ήταν ενοχλητικές. Αυτό το «είμαι» είναι κατάλοιπο της παιδικής σας ηλικίας, όταν οι άλλοι είχαν συμφέρον να σας κάνουν να πιστέψετε ότι είστε ανίκανοι να σκεφτείτε για τον εαυτό σας. Αυτά είναι τα «είμαι» της προσωπικότητας. Αυτοί οι αυτοορισμοί σας βοηθούν ν’ αποφύγετε τη δύσκολη υπόθεση να είστε διαφορετικοί απ’ αυτό που πάντα ήσασταν. Απλώς ορίζετε την προσωπικότητά σας μ’ ένα βολικό «είμαι» και μπορείτε πια να δικαιολογήσετε όλων των ειδών τις αυτοστερητικές συμπεριφορές ως κάτι έξω από τον έλεγχό σας. Απαρνιέστε την ιδέα ότι εσείς μπορείτε να διαλέξετε την προσωπικότητά σας κι αντίθετα στηρίζεστε στις από καταβολής σας κακοτυχίες για να εξηγήσετε όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς σας που θα θέλατε ν’ απορρίψετε.

4. Είμαι αδέξιος, ασυντόνιστος κ.τ.λ.
Αυτά τα «είμαι» που μάθατε παιδί σας βοηθούν ν’ αποφύγετε τη γελοιοποίηση που πιθανόν να συναντήσετε, επειδή δεν είστε σωματικά εκπαιδευμένος όπως οι άλλοι. Φυσικά, η έλλειψη ευστροφίας κι ικανότητας ξεκινά μάλλον από το γεγονός ότι πιστέψατε σ’ αυτά τα «είμαι» κι έτσι αποφύγατε τη σωματική άσκηση, παρά από κάποιο κληρονομικό μειονέκτημα. Γινόμαστε καλοί σε ό,τι εξασκούμαστε κι όχι σ’ ό,τι αποφεύγουμε. Κρατάτε το «είμαι» σας και στέκεστε παράμερα κοιτάζοντας κι επιθυμώντας, υποκρινόμενοι ότι πραγματικά δεν σας αρέσουν αυτά τα πράγματα.

5. Δεν είμαι ελκυστικός, είμαι άσχημος, πολύ ψηλός, πολύ κοντός κ.τ.λ.
Αυτά τα σωματικά «είμαι» σας βοηθούν να κρατηθείτε μακριά από σχέσεις με το αντίθετο φύλο και να δικαιολογήσετε την κακή αυτοεικόνα σας καθώς και την έλλειψη αγάπης. Όσο θα χαρακτηρίζετε τον εαυτό σας κατ’ αυτό τον τρόπο θα ‘χετε ‘ια προκατασκευασμένη δικαιολογία ώστε να μην εκτεθείτε σε μια ερωτική σχέση· ούτε θα χρειαστεί να προσπαθήσετε να γίνετε γοητευτικοί, ακόμη κι απέναντι στον ίδιο τον εαυτό σας. Χρησιμοποιείτε τον καθρέφτη σας ως δικαιολογία για το ότι δεν διακινδυνεύετε. Εντούτοις υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ: βλέπουμε ακριβώς αυτό που διαλέγουμε να δούμε – ακόμη και μέσα στον καθρέφτη.

6. Είμαι ανοργάνωτος, σχολαστικός, τσαπατσούλης κ.τ.λ.
Αυτά τα «είμαι» συμπεριφοράς σας δίνουν την ευκαιρία να εκμεταλλεύεστε τους άλλους και να δικαιολογείτε γιατί τα πράγματα πρέπει να γίνονται κατά έναν ορισμένο τρόπο. «Πάντα έτσι ενεργούσα». Λες και η συνήθεια είναι μια δικαιολογία για να κάνουμε οτιδήποτε. Και το «Έτσι θα ενεργώ πάντα» είναι το μήνυμα που δεν διατυπώνεται. Στηριζόμενοι στον τρόπο που πάντα ενεργούσατε, δεν χρειάζεται καθόλου να ριψοκινδυνεύσετε για κάτι διαφορετικό και ταυτόχρονα σιγουρεύεστε ότι όλοι γύρω σας ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι το «είμαι» που απαιτεί μια «πολιτική» ως υποκατάστατο της σκέψης.

7. Είμαι ξεχασιάρης, αδιάφορος, ανεύθυνος, απαθής κ.τ.λ.
Αυτές οι περιπτώσεις των «είμαι» σας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες όταν θέλετε να δικαιολογηθείτε για κάποια αναποτελεσματική συμπεριφορά. Το «είμαι» σας απαλλάσσει ακόμη κι από τον κόπο να αντιμετωπίσετε την αφηρημάδα ή την απροσεξία σας κι έτσι απλούστατα δικαιολογείτε τον εαυτό σας μ’ ένα εφησυχαστικό «Έτσι είμαι εγώ». Όσο θα εκστομίζετε αυτό το «είμαι», όταν συμπεριφέρεστε με οποιονδήποτε απ’ τους τρόπους που αναφέραμε πιο πάνω, δεν θα χρειαστεί ποτέ να προσπαθήσετε ν’ αλλάξετε. Θα είστε πάντα ξεχασιάρης και θα υπενθυμίζετε στον εαυτό σας ότι δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε γι’ αυτό, έτσι ώστε να μένετε πάντα ξεχασιάρης.

8. Είμαι Ιταλός, Γερμανός, Εβραίος, μαύρος, Κινέζος κ.τ.λ.
Αυτά είναι τα εθνικά σας «είμαι» και λειτουργούν πάρα πολύ καλά όταν δεν βρίσκετε άλλους λόγους για να ερμηνεύσετε μερικές κεκές συμπεριφορές σας, που είναι όμως πολύ δύσκολο να τις αντιμετωπίσετε. Κάθε φορά που συλλαμβάνετε τον εαυτό σας να συμπεριφέρεται με στερεότυπα που συνδέονται με την υποκουλτούρα σας, απλούστατα καταφεύγετε στο εθνικό σας «είμαι» για να δικαιολογηθείτε. Κάποτε ρώτησα ένα μαιτρ σε κάποιο εστιατόριο γιατί έδειχνε τόσο εκνευρισμένος κι αντιδρούσε στο παραμικρό πρόβλημα με ξεσπάσματα οργής. Μου απάντησε: «Τι περιμένατε από μένα; Είμαι Ιταλός, δεν μπορώ να συγκρατηθώ».

9. Είμαι γέρος, μεσόκοπος, κουρασμένος κ.τ.λ.
Μ’ αυτό το «είμαι» χρησιμοποιείτε την ηλικία σας ως δικαιολογία για να μη συμμετέχετε σε μια δραστηριότητα που μπορεί να είναι επικίνδυνη ή απειλητική. Κάθε φορά που βρίσκεστε αντιμέτωποι με δραστηριότητες όπως τα σπορ, το ραντεβού με μια ερωμένη μετά από το διαζύγιο ή το θάνατο της γυναίκας σας, ένα ταξίδι, ή κάτι παρόμοιο, λέτε «Είμαι πολύ γέρος» κι εκμηδενίζετε κάθε συνακόλουθο κίνδυνο, που συνδέεται με τη δοκιμή του καινούργιου που φέρνει ωρίμανση.

Βέβαια είναι πιο εύκολο να περιγράψετε τον εαυτό σας παρά να τον αλλάξετε. Ίσως ν’ αποδίδετε τα αίτια των χαρακτηρισμών σας στους γονείς σας ή σε άλλους ενήλικους που άσκησαν επιρροή στην παιδική σας ηλικία (δάσκαλοι, γείτονες, παππούδες). Αποδίδοντάς τους ευθύνες γι’ αυτό που είστε σήμερα, τους παραχωρείτε ένα βαθμό ελέγχου στη ζωή σας, εξυψώνοντάς τους σε ανώτερη θέση από σας και, έξυπνα, δημιουργείτε ένα άλλοθι για να παραμείνετε σ’ αυτή την άγονη κατάσταση.

Πράγματι πρόκειται για ξεκάθαρα μικρό τίμημα, που σας εξασφαλίζει από το να εκτεθείτε σε κίνδυνο. Αν φταίει η «κουλτούρα» που αποκτήσατε αυτά τα «είμαι», τότε εσείς δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε.

Μερικές μέθοδοι για ν’ απαλλαγείτε από το παρελθόν και να εκμηδενίσετε να ενοχλητικά «είμαι».
Το ν’ αφήσετε πίσω το παρελθόν σας σημαίνει να εκτεθείτε σε κινδύνους. Έχετε συνηθίσει στους αυτοορισμούς σας. Σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν ως σύστημα υποστήριξης της καθημερινής σας ζωής. Ωστόσο, ανάμεσα στις μεθόδους που θα σας βοηθήσουν να εκμηδενίσετε αυτά τα «είμαι» είναι κι οι ακόλουθες:
– Εξαλείψτε το «είμαι» κάθε φορά που μπορείτε. Αντικαταστήστε το με φράσεις όπως: «Μέχρι σήμερα διάλεγα να είμαι έτσι» ή «Συνήθιζα να χαρακτηρίζω τον εαυτό μου».
– Βάλτε στόχο να ενεργείτε διαφορετικά απ’ ό,τι μέχρι τώρα. Λόγου χάρη, αν θεωρείτε τον εαυτό σας ντροπαλό, συστηθείτε σ’ ένα πρόσωπο που άλλοτε θα το αποφεύγατε.
– Προσέξτε τις τέσσερις φράσεις και κάθε φορά που θα φτάνετε στο σημείο να τις χρησιμοποιήσετε διορθώστε τον εαυτό σας δυνατά με τον ακόλουθο τρόπο: μετατρέψτε το «Έτσι είμαι εγώ» σε «Έτσι ήμουν».
«Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς» σε «Μπορώ να κάνω αλλιώς αν προσπαθήσω».
«Πάντα ήμουν έτσι» σε «Θα γίνω διαφορετικός».
«Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου» σε «έτσι πίστευα παλιά ότι ήταν ο χαρακτήρας μου».

Όλα τα «είμαι» είναι διδαγμένα πρότυπα αποφυγής και μπορείτε να μάθετε να είστε σχεδόν καθετί αν το επιλέξετε.

Οι περιοχές των σφαλμάτων σας

Έφτιαξαν την πρώτη τουαλέτα που μετατρέπει τα περιττώματα σε καθαρό νερό και ενέργεια

Μπορεί κάθε άνθρωπος να περνά χιλιάδες ώρες από την ζωή του στην τουαλέτα, όμως πλέον αυτές οι ώρες κάθε άλλο παρά... χαμένες θα είναι, αφού πλέον όσα συμβαίνουν εκεί μπορούν να έχουν ένα θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον.

Η πρώτη «ηλεκτρονική τουαλέτα» είναι ήδη γεγονός και μπορεί να μετατρέπει τα περιττώματα των ανθρώπων (υγρά και στερεά...) σε καθαρό νερό αλλά και σε πρώτες ύλες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ενέργειας.

Η πιλοτική δοκιμή αυτής της ονομαζόμενης και eToilet γίνεται αυτές τις ημέρες σε ένα σχολείο στην πόλη Pulluvila στην Ινδία, και έχει κατασκευαστεί από το τμήμα των μηχανολόγων στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριδα των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με την εταιρία, το νερό που βγαίνει τελικά από την ειδική αυτή τουαλέτα είναι τόσο καθαρό ώστε να μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί στο καζανάκι της. Ενώ από τα στερεά περιττώματα με ειδική επεξεργασία παράγονται διάφορα υλικά, όπως φώσφορος ή ποτάσσα τα οποία μπορούν να αποθηκευτούν και να χρησιμοποιηθούν ως λιπάσματα.

Ο Anvar Sadath, CEO της εταιρίας που προχώρησε στην κατασκευή των πρώτων μονάδων αυτής της τουαλέτας εξηγεί ότι τα αέρια που παράγονται από τα απόβλημτα μπορούν να μετατραπούν σε μεθάνιο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή ενέργειας.

Η Ινδία δεν είναι τυχαία επιλογή για την παρουσίαση αυτού του τύπου της νέας τουαλέτας, καθώς είναι γνωστά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πληθυσμός σε επίπεδο υγιεινής και καθημερινής καθαριότητας. Η εταιρία έχει ήδη έχει ήδη εγκαταστήσει πάνω από 1.600 ηλεκτρονικές τουαλέτες σε 19 πολιτείες, με περισσότερες από 400 εγκαταστάσεις επεξεργασίας των στερεών λυμάτων. 

Περιστέρια μετρούν την ατμοσφαιρική ρύπανση του Λονδίνου

Η Pigeon Air Patrol καταγράφει την ποιότητα του αέρα σε κάθε περιοχή του Λονδίνου χρησιμοποιώντας περιστέρια.
 
Τα περιστέρια μιας πόλης δεν είναι και τα πιο αγαπητά πλάσματα για τους κατοίκους της, όμως ήρθε η στιγμή να φανούν κι αυτά χρήσιμα σε κάτι, τουλάχιστον για τους Λονδρέζους.

Το Λονδίνο είναι μια πόλη με ολοένα και αυξανόμενο πρόβλημα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Γι’ αυτό έχουν ληφθεί μέτρα όπως η κυκλοφορία των αυτοκινήτων στο κέντρο επί πληρωμή και τρέχουν συχνά καμπάνιες για τη χρήση του εκτενούς δικτύου μέσων μαζικής μεταφοράς αντί για τα Ι.Χ. Σε μια ακόμα προσπάθεια ευαισθητοποίησης του κόσμου για αυτό το θέμα, αυτή τη φορά επιστρατεύθηκαν τα περιστέρια.

Για την ακρίβεια δεν επιλέχθηκαν τυχαία μερικά από τα ελεύθερα περιστέρια της πόλης, αλλά ταχυδρομικά περιστέρια, ειδικά εκπαιδευμένα να διανύουν μεγάλες αποστάσεις και να επιστρέφουν στη βάση τους. Εκπαιδευτής των περιστεριών που ανέλαβαν αυτή τη δουλειά είναι ο λάτρης των πτηνών Brian Woodhouse.

Στη ράχη τους τα περιστέρια αυτά κουβαλάνε μια συσκευή βάρους 25 g που περιέχει ένα όργανο ανάλυσης του αέρα και μια κεραία GPS. Έτσι το κέντρο ελέγχου της Pigeon Air Patrol γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τα επίπεδα του όζοντος, του διοξειδίου του αζώτου και άλλων βλαβερών αερίων σε κάθε σημείο της πόλης. Η αλληλεπίδραση με τους πολίτες γίνεται μέσω Twitter. Κάθε κάτοικος του Λονδίνου μπορεί να τουιτάρει στην @PigeonAir την περιοχή που βρίσκεται και να λάβει απάντηση για την ποιότητα του αέρα που αναπνέει εκεί. Οι πτήσεις των περιστεριών ξεκίνησαν την περασμένη Δευτέρα και ολοκληρώνονται σήμερα.

Ο εμπνευστής της ιδέας, Pierre Duquesnoy, δήλωσε: «Τις περισσότερες φορές, όταν ο κόσμος μιλάει για την ατμοσφαιρική ρύπανση έχει στο μυαλό του το Πεκίνο ή κάποιο άλλο μέρος, όμως μερικές μέρες του χρόνου ο αέρας στο Λονδίνο είναι πιο βλαβερός απ’ ό,τι στο Πεκίνο.

Αυτή είναι η πραγματικότητα». Έτσι, με αυτή τη δράση προσπαθεί τώρα να ευαισθητοποιήσει τους κατοίκους του Λονδίνου, αλλά και να κάνει τον κόσμο να δει… με λίγο μεγαλύτερη συμπάθεια τα περιστέρια. «Έχει ενδιαφέρον το να παίρνεις κάτι που θεωρείται ένα ιπτάμενο ποντίκι και να αντιστρέφεις την κατάσταση, να το μετατρέπεις σε κάτι θετικό».

Για πρώτη φορά δημιουργήθηκαν ανθρώπινα βλαστικά κύτταρα με μόνο μισό γονιδίωμα

Επιστήμονες στο Ισραήλ και στις ΗΠΑ δημιούργησαν τα πρώτα ανθρώπινα βλαστοκύτταρα, τα οποία διαθέτουν μόνο ένα αντίγραφο του ανθρώπινου γονιδιώματος των γονέων αντί για δύο. 

Τα κύτταρα αυτά -αν και «μισά»- μπορούν να μετατραπούν σε οποιοδήποτε άλλο κύτταρο του σώματος. Τα νέα βλαστικά κύτταρα μπορεί μελλοντικά, μεταξύ άλλων, να βοηθήσουν στη θεραπεία της υπογονιμότητας (μετατρεπόμενα σε ωάρια ή σπερματοζωάρια) και του καρκίνου.
       
Οι ερευνητές του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ και του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, με επικεφαλής τον Νισίμ Μπενβενίστι, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature".
       
Τα ανθρώπινα κύτταρα θεωρούνται «διπλοειδή», επειδή κληρονομούν δύο ομάδες χρωμοσωμάτων, 23 από την μητέρα και 23 από τον πατέρα (46 συνολικά). Η μόνη εξαίρεση είναι τα αναπαραγωγικά κύτταρα (σπερματοζωάρια και ωάρια) που είναι «απλοειδή», καθώς περιέχουν μόνο 23 χρωμοσώματα. Αυτά τα «μονά» κύτταρα δεν μπορούν να διαιρεθούν και δημιουργούν διπλοειδή κύτταρα, όταν ενώνονται κατά τη διαδικασία της γονιμοποίησης και της δημιουργίας του εμβρύου.
       
Τώρα, οι επιστήμονες κατάφεραν να δημιουργήσουν τα πρώτα «μονά» ανθρώπινα κύτταρα, πλην των αναπαραγωγικών, που είναι ικανά να διαιρεθούν και να πολλαπλασιασθούν, παρόλο που διαθέτουν μόνο ένα αντίγραφο του γονιδιώματος (23 χρωμοσώματα).
       
Οι έως τώρα απόπειρες να δημιουργηθούν εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα με χρήση ανθρωπίνων ωαρίων, είχαν καταλήξει σε διπλοειδή βλαστοκύτταρα. Αυτή τη φορά, οι επιστήμονες πέτυχαν να δημιουργήσουν απλοειδή πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα, ικανά να διαφοροποιηθούν σε άλλα κύτταρα (νευρικά, καρδιάς, παγκρέατος κ.α.), παρόλο που διέθεταν μόνο μια ομάδα 23 χρωμοσωμάτων.
       
«Η έρευνά μας οδήγησε σε ένα νέο τύπο ανθρώπινου βλαστοκυττάρου, που θα έχει σημαντική επίπτωση στην ανθρώπινιη γενετική και ιατρική έρευνα. Αυτά τα κύτταρα θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε επίσης καλύτερα την ανθρώπινη ανάπτυξη και τους λόγους που αναπαράγουμε σεξουαλικά και όχι μόνο από ένα γονέα» δήλωσε ο Μπενβενίστι.

Επανέφεραν «χαμένες» μνήμες σε πειραματόζωα με Αλτσχάιμερ, μέσω... φωτός!

Επιστήμονες από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία κατάφεραν να επαναφέρουν «χαμένες» μνήμες σε πειραματόζωα (ποντίκια), τα οποία έπασχαν από απώλεια μνήμης τύπου Αλτσχάιμερ. Η επαναφορά της μνήμης επιτεύχθηκε χάρη στην ενεργοποίηση των εγκεφαλικών κυττάρων τους με φως, μέσω της τεχνικής της οπτογενετικής.
 
Η οπτογενετική επιτρέπει τη χειραγώγηση των γονιδίων των νευρικών κυττάρων, ώστε οι νευρώνες να γίνονται ευαίσθητοι στο μπλε φως, μέσω οπτικής ίνας που εισάγεται στον εγκέφαλο. Ενεργοποιούνται έτσι κατάλληλα τα εγκεφαλικά κύτταρα, ώστε να αναπτύξουν νέες νευρωνικές συνδέσεις και να «ξαναθυμηθούν».
 
Το επίτευγμα μπορεί μελλοντικά να αξιοποιηθεί στην περίπτωση ασθενών με Αλτσχάιμερ και άνοια, καθώς δημιουργεί ελπίδες ότι ίσως είναι εφικτό να επαναφερθεί η μνήμη τους, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια της νόσου.
 
Οι ερευνητέςτου Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ και του ιαπωνικού Ινστιτούτου Επιστήμης του Εγκεφάλου RIKEN, με επικεφαλής τον νομπελίστα (από το 1987) καθηγητή βιολογίας και νευροεπιστήμης Σουσούμου Τονεγκάβα, διευθυντή του κοινού Κέντρου RIKEN-MIT για τη Γενετική των Νευρωνικών Κυκλωμάτων, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature".
 
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι στα πρώτα στάδια του Αλτσχάιμερ οι ασθενείς συχνά αδυνατούν να θυμηθούν πρόσφατα συμβάντα. Η νέα μελέτη δείχνει ότι πιθανώς οι αντίστοιχες μνήμες είναι ακόμη αποθηκευμένες στον εγκέφαλο, απλώς ο ασθενής δεν έχει πρόσβαση σε αυτές λίγες μέρες μετά. Όμως ίσως μελλοντικά καταστεί εφικτή η τεχνητή ενεργοποίηση αυτών των «χαμένων» αναμνήσεων, ώστε, έστω εν μέρει, οι ασθενείς να επανακτήσουν την μνήμη τους.
 
«Το βασικό που δείξαμε, είναι ότι ακόμη κι αν μια μνήμη φαίνεται χαμένη, στην πραγματικότητα υπάρχει ακόμη. Είναι απλώς θέμα πώς θα την ανακαλέσει κανείς» δήλωσε ο Τονεγκάβα.
 
Η ίδια ερευνητική ομάδα έχει ήδη δείξει στο παρελθόν ότι ότι είναι δυνατό να επέμβει κανείς στα νευρωνικά αποτυπώματα των αναμνήσεων στον ιππόκαμπο του εγκεφάλου, «φυτεύοντας» πλαστές αναμνήσεις ή αλλάζοντας το συναισθηματικό «φορτίο» μιας μνήμης και, τώρα, ενεργοποιώντας μια ξεχασμένη ανάμνηση.
 
Τα πειράματα της νέας μελέτης έγιναν με δύο ομάδες ποντικιών. Η μία ήταν υγιής και η άλλη αποτελείτο από ζώα που είχαν τροποποιηθεί γενετικά για να εμφανίζουν αμνησία τύπου Αλτσχάιμερ. Όταν υποβλήθηκαν στα ίδια ηλεκτρικά σοκ που τους προκάλεσαν φόβο, μόνο τα πρώτα φαίνονταν να θυμούνται την επώδυνη εμπειρία τους μετά από ώρες. Όμως, μετά από την κατάλληλη χειραγώγηση των νευρώνων των ποντικιών με Αλτσχάιμερ μέσω της μεθόδου της οπτογενετικής, και αυτά πλέον θυμούνταν την οδυνηρή εμπειρία μετά από ώρες, με άλλα λόγια η σχετική ανάμνηση είχε ανασυρθεί από τη λήθη και μαζί με αυτήν ο φόβος.
 
Προς το παρόν, η οπτογενετική, αν και ακριβής τεχνική, θεωρείται απαγορευτικά επεμβατική για να χρησιμοποιηθεί σε ανθρώπους. Οπότε, όπως είπε ο Τονεγκάβα, αναζητείται μια εναλλακτική αποδεκτή μέθοδος, που θα ενεργοποιεί ή απενεργοποιεί τα κύτταρα βαθιά στον ανθρώπινο εγκέφαλο. «Το Αλτσχάιμερ αρχικου σταδίου ίσως μπορεί να θεραπευθεί στο μέλλον, αν αναπτυχθεί μια νέα τεχνολογία που πληροί τις αναγκαίες προδιαγραφές ηθικής και ασφάλειας για τους ανθρώπους», τόνισε.