Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (784-812)

ΣΩ. οὐχ ὡς ἐβουλόμην ἅπαντά μοι, πάτερ,
785 οὐδ᾽ ὡς προσεδόκων γίνεται παρὰ σοῦ. (ΚΑ.) τί δέ;
οὐ συγκεχώρηχ᾽; ἧς ἐρᾷς σε λαμβάνειν
καὶ βούλομαι καί φημι δεῖν. (ΣΩ.) οὔ μοι δοκεῖς.
(ΚΑ.) νὴ τοὺς θεοὺς ἔγωγε, γινώσκων ὅτι
νέῳ γάμος βέβαιος οὕτως γίνεται
790 ἐὰν δι᾽ ἔρωτα τοῦτο συμπεισθῇ ποεῖν.
(ΣΩ.) ἔπειτ᾽ ἐγὼ μὲν τὴν ἀδελφὴν λήψομαι
τὴν τοῦ νεανίσκου, νομίζων ἄ[ξιον
ἡμῶν ἐκεῖνον· πῶς δὲ τοῦτο νῦ[ν σὺ φῄς,
οὐκ ἀντιδώσειν τὴν ἐμήν; αἰσχρὸν λέγεις.
795 (ΚΑ.) νύμφην γὰρ ἅμα καὶ νυμφίον πτωχοὺς λαβεῖν
οὐ βούλομ᾽, ἱκανὸν δ᾽ ἐστὶν ἡμῖν θάτερον.
(ΣΩ.) περὶ χρημάτων λαλεῖς, ἀβεβαίου πράγματος.
εἰ μὲν γὰρ οἶσθα ταῦτα παραμενοῦντά σοι
εἰς πάντα τὸν χρόνον, φύλαττε μηδενὶ
800 τοῦ σοῦ μεταδιδούς· ὧν δὲ μὴ σὺ κύριος
εἶ, μηδὲ σαυτοῦ τῆς τύχης δὲ πάντ᾽ ἔχεις,
μή τι φθονοίης, ὦ πάτερ, τούτων τινί.
αὕτη γὰρ ἄλλῳ, τυχὸν ἀναξίῳ τινί,
παρελομένη σοῦ πάντα προσθήσει πάλιν.
805 διόπερ ἐγώ σε φημὶ δεῖν, ὅσον χρόνον
εἶ κύριος, χρῆσθαι σε γενναίως, πάτερ,
αὐτόν, ἐπικουρεῖν πᾶσιν, εὐπόρους ποεῖν
ὡς ἂν δύνῃ πλείστους διὰ σαυτοῦ. τοῦτο γὰρ
ἀθάνατόν ἐστι, κἄν ποτε πταίσας τύχῃς,
810 ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν.
πολλῷ δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος
ἢ πλοῦτος ἀφανής, ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις.

***
Ο Καλλιππίδης και ο Σώστρατος βγαίνουν από το ιερό.
ΣΩΣ. Δε γίνονται όλα σαν που εγώ ποθούσα
κι έτσι όπως τα περίμενα από σένα,
πατέρα. ΚΑΛ. Μα γιατί; Δεν έχω δώσει
τη συγκατάθεσή μου για να πάρεις
εκείνη που αγαπάς; Αυτό το θέλω
και πρέπει, λέω, να γίνει. ΣΩΣ. Δεν το δείχνεις.
ΚΑΛ. Μά τους θεούς, συνειδητά το λέω·
του νέου ο γάμος τότε έχει θεμέλια,
790 αν ο έρωτας σ᾽ αυτόν τον οδηγήσει.
ΣΩΣ. Την αδερφή εγώ παίρνω του Γοργία
πιστεύοντας αντάξιος μας πως είναι·
μα τότε πώς δε δέχεσαι να δώσεις
κι αντίστροφα σ᾽ αυτόν την αδερφή μου;
Αυτό δεν είν᾽ ωραίο. ΚΑΛ. Γιατί δε θέλω
νύφη φτωχιά, γαμπρό φτωχό να κάμω
έτσι μαζί· το ᾽να απ᾽ τα δυο μάς φτάνει.
ΣΩΣ. Για χρήματα μιλάς, αβέβαιο πράμα.
Αν ξέρεις πως αυτά θα μείνουν πάντα
κοντά σου, φύλαγέ τα και μη δίνεις
800 μερίδιο σε κανένα. Μα από πράμα
που το χρωστάς στην τύχη, που δεν είσαι
απόλυτός του κύριος, μη διστάζεις,
πατέρα μου, να δίνεις και στους άλλους.
Η τύχη που τα χάρισε σ᾽ εσένα,
η ίδια μπορεί από σένα να τα πάρει
και σε κάποιον ανάξιο να τα δώσει.
Νομίζω, εγώ τουλάχιστο, ότι πρέπει,
όσον καιρό στα χέρια σου είν᾽ ακόμα,
γενναιόδωρος να δείχνεσαι, πατέρα,
όλους να τους βοηθάς και να πλουτίζεις
κι άλλους, όσους μπορείς, με τ᾽ αγαθά σου.
Μόνον αυτό είν᾽ αθάνατο, κι αν ίσως
κάποτε η τύχη ανάποδα τα φέρει,
810 κείθε θα βρεις ό,τι καλό έχεις κάμει.
Κάλλιο ένας φίλος που μπροστά σου λάμπει
παρά πλούτη κρυφά, στη γη θαμμένα.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πώς άλλαξε η αρχαία Ελληνική γλώσσα

10.6 Οι αλλαγές της κοινής


Ας δούμε τώρα και κάποιες άλλες σημαντικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν την κοινή, τη μορφή δηλαδή που παίρνει η ελληνική γλώσσα καθώς, κατά τους τρεις τελευταίους αιώνες π.Χ., «ταξιδεύει» σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, για να γίνει η «διεθνής» γλώσσα, τα «αγγλικά» της εποχής. 

Οι αλλαγές που θα συζητήσουμε θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα τους μηχανισμούς με τους οποίους αλλάζουν οι γλώσσες.

Μια παρένθεση για την εκμάθηση της γλώσσας από το παιδί

Θυμάστε που λέγαμε σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο ότι το μικρό παιδί που μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής του (πριν πάει ακόμα σχολείο) έχει την τάση να εξομαλύνει τη γλώσσα. Πολύ συχνά π.χ. ακούει κανείς τα πολύ μικρά παιδιά να λένε έθελα αντί ήθελα. Γιατί το κάνουν αυτό; Το κάνουν γιατί έχουν «κατακτήσει», έχουν μάθει, τον κανόνα που λέει ότι η αύξηση έχει τη μορφή ε-. Έτσι, με βάση τον κανόνα αυτό (π.χ. παίζ-ω, έ-παιζ-α), εξομαλύνουν τον ανώμαλο παρατατικό του θέλω, δηλαδή ήθελα, σε έθελα. Ο κανόνας γενικεύεται - δεν έχει «ανώμαλες» εξαιρέσεις. Αυτή η παιδική παρέμβαση στη γλώσσα δεν είναι τυχαία: επιχειρεί να γενικεύσει έναν κανόνα για να διευκολύνει τη διαδικασία της εκμάθησης της γλώσσας. Πιο εύκολα μαθαίνει κανείς έναν κανόνα χωρίς εξαιρέσεις απ' ό,τι έναν κανόνα που έχει εξαιρέσεις. Όταν υπάρχουν εξαιρέσεις, αυτές πρέπει να τις μαθαίνει και να τις απομνημονεύει ξεχωριστά. Αυτό μπορείτε να το καταλάβετε χρησιμοποιώντας την εμπειρία σας από την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Στα αγγλικά λ.χ. ο αόριστος σχηματίζεται με την προσθήκη της κατάληξης -ed:

answer 'απαντώ'  >  answer-ed 'απάντησα'

tremble 'τρέμω'  >  trembl-ed 'έτρεμα'

Αυτό μαθαίνεται εύκολα. Υπάρχουν όμως πολλές εξαιρέσεις και αυτές πρέπει να τις μάθουμε ξεχωριστά, μία μία, και να τις θυμόμαστε.

go 'πηγαίνω'  >  went 'πήγα'

bring 'φέρνω'  >  brought 'έφερα'

take 'παίρνω'  >  took 'πήρα'

Δεν είναι παράξενο λοιπόν που και το μικρό εγγλεζάκι σε κάποια φάση της εκμάθησης της μητρικής του γλώσσας, πολύ πριν πάει σχολείο, λέει goed αντί went, bringed αντί brought και taked αντί took, με τον ίδιο τρόπο, και για τους ίδιους λόγους, που το μικρό ελληνόπουλο λέει άθελα αντί ήθελα.

Τί δείχνουν αυτά τα παιδικά λάθη;

Αυτά τα παιδικά λάθη δείχνουν τους δρόμους που ακολουθεί η γλωσσική αλλαγή. Ένας από αυτούς είναι η διευκόλυνση της εκμάθησης της μητρικής γλώσσας από το μικρό παιδί. Αυτό τον σκοπό υπηρετεί η εξομάλυνση. Τα λάθη αυτά βέβαια διορθώνονται από τους μεγάλους, και αργότερα από το σχολείο. Αλλά κάποια από αυτά κάποτε επιζούν, ιδίως όταν (και αυτό συνέβαινε παλιότερα) οι διορθωτικοί μηχανισμοί (π.χ. το σχολείο) δεν υπάρχουν ή είναι αδύναμοι. Επιπλέον, αυτή η τάση για εξομάλυνση μπορεί να αποκτήσει ιδιαίτερη δυναμική και να επιβληθεί αλλάζοντας τη γλώσσα σε συνθήκες εξάπλωσης, όταν δηλαδή (και αυτό συνέβη με την ελληνική στα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου και μετά) η γλώσσα αυτή μαθαίνεται από αλλόγλωσσους (γιατί την έχουν ανάγκη). Η διαδικασία αυτή (που γινόταν χωρίς σχολεία και φροντιστήρια όπως σήμερα, αλλά με την καθημερινή επαφή, όπως περίπου μαθαίνουν τα ελληνικά οι περισσότεροι οικονομικοί μετανάστες στις μέρες μας) ενίσχυε τις τάσεις εξομάλυνσης για τις οποίες μιλήσαμε πιο πριν. Και αυτό γιατί η εξομάλυνση έκανε την εκμάθηση της ξένης γλώσσας, όπως και στην περίπτωση των μικρών παιδιών που είδαμε νωρίτερα, πιο εύκολη.

Έτσι λοιπόν γίνονται την εποχή αυτή και για τους λόγους που συζητήσαμε μια σειρά από αλλαγές που χαρακτηρίζονται από αυτή την τάση για εξομάλυνση.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: ΙII. ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 6. Η έλευση των Ρωμαίων

6.5. Μια αυτοκρατορία με όρια τους ωκεανούς


Ο επόμενος μεγάλος αντίπαλος της Ρώμης ήταν ο Αντίοχος Γ'. Μόνο αυτός μπορούσε να αμφισβητήσει τις ισορροπίες που εκείνη είχε επιβάλει στην Ελλάδα και να υπονομεύσει τη δεσπόζουσα θέση που κατακτούσε. Ο Αντίοχος δεν ήταν άλλωστε από τους ηγέτες που θα άφηναν ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες, ιδιαιτέρως μετά την κατάκτηση της Κοίλης Συρίας και την εδραίωσή του στη Μικρά Ασία. Η ήττα του Φιλίππου τού έδινε επιτέλους την ευκαιρία να αναμειχθεί ενεργά και στην Ευρώπη.

Οι Ρωμαίοι προσπάθησαν με τη διπλωματία τους να τον κρατήσουν μακριά από την Ευρώπη και, αν ήταν δυνατόν, μακριά από ορισμένες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Αλλά ο Αντίοχος δεν μπορούσε να κρατηθεί μακριά. Διεκδικούσε την προγονική κληρονομιά και, επιπλέον, δεχόταν την επίμονη πρόσκληση των Αιτωλών, που είχαν πλέον στραφεί ανοιχτά εναντίον των Ρωμαίων, να ελευθερώσει πραγματικά την Ελλάδα. Το 192 πέρασε στη Δημητριάδα -άλλοτε μία από τις πρωτεύουσες των Μακεδόνων- και κατέλαβε τη Χαλκίδα. Οι πόλεις αυτές αποτελούσαν πολύ καλές βάσεις για την έναρξη των επιχειρήσεών του. Αλλά, παρά τις υποσχέσεις του για στρατό που θα πλημμύριζε την Ελλάδα, διέθετε μόνο 10.000 πεζούς, 500 ιππείς και 6 ελέφαντες - προκλητικά μικρούς αριθμούς για μια αναμέτρηση με τους Ρωμαίους. Καθώς οι ενισχύσεις που ανέμενε από την Ασία καθυστερούσαν, οι περισσότεροι. Έλληνες φάνηκαν απρόθυμοι να τον συνδράμουν. Ο βασιλιάς Φίλιππος τάχθηκε με το μέρος των Ρωμαίων, και παρομοίως οι Αχαιοί. Ορισμένοι Έλληνες του απάντησαν ότι δεν συνέτρεχε λόγος να τους ελευθερώσει, εφόσον δεν υπήρχε ρωμαϊκή φρουρά στην πόλη τους. Τα ρωμαϊκά στρατεύματα είχαν αποχωρήσει από την Ελλάδα.

Ως σύμβουλος του Αντίοχου αξιοποιήθηκε και ο Αννίβας, που είχε καταφύγει στην αυλή του. Ήταν ίσως ο μόνος που προσπαθούσε να εξετάσει το ζήτημα σφαιρικά. Η πρώτη και βασική του συμβουλή ήταν να εξασφαλιστεί με κάθε τρόπο η υποστήριξη του Φιλίππου. Μόνο ενωμένοι οι δύο βασιλείς και με τη βοήθεια των Αιτωλών θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους Ρωμαίους. Ύστερα ζητούσε την άδεια να μεταφέρει πάλι ο ίδιος τον πόλεμο στην Ιταλία και να σταλούν δυνάμεις στην Κέρκυρα ώστε να εμποδίζεται ο διάπλους των Ρωμαίων. Ο Αντίοχος όφειλε να παρακολουθεί επίσης τις εξελίξεις στην Αφρική και να αναμένει την κατάλληλη στιγμή για να περάσει στην Ιταλία. Το σχέδιο αυτό προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, αλλά δεν εφαρμόστηκε.

Οι Ρωμαίοι από την πλευρά τους δεν καθυστέρησαν. Είχαν την προσδοκία ότι, μετά από μια νέα τους νίκη, θα μπορούσαν να προσβλέπουν σε μια αυτοκρατορία με όρια τους ωκεανούς, δηλαδή μια πραγματικά οικουμενική επικράτεια. Με 20.000 πεζούς και 2.000 ιππείς κινήθηκαν το 191 εναντίον του Αντίοχου. Αυτός οχυρώθηκε στις Θερμοπύλες, θεωρώντας ότι μπορούσε να αντισταθεί στο στενό πέρασμα και να εμπιστευτεί τη φύλαξη των ορεινών διαβάσεων στους Αιτωλούς. Αλλά οι Ρωμαίοι κατέβαλαν τους Αιτωλούς και παραβίασαν τα στενά. Ο Αντίοχος διέσωσε μόλις 500 άνδρες και απέπλευσε κατατροπωμένος για την Έφεσο. Οι Αιτωλοί πολέμησαν όσο μπορούσαν μόνοι τους και υποτάχθηκαν στους Ρωμαίους.

Τις λεπτομέρειες της γοργής κατάκτησης του ελληνικού κόσμου από τους Ρωμαίους αφηγήθηκε σχολαστικά ο Πολύβιος. Αλλά στους Έλληνες δεν άρεσε, καθώς φαίνεται, να μελετούν αυτή την περίοδο της ιστορίας τους, και έτσι μεγάλο μέρος του εκτενούς συγγράμματός του αφέθηκε στη λήθη. Ευτυχώς το διάβασε έναν αιώνα αργότερα, όταν ακόμη ήταν πλήρες, ο μεγάλος Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος και το αξιοποίησε συστηματικά. Η δική του λατινική εκδοχή διαβάστηκε με ικανοποίηση από τους Ρωμαίους.

Έχοντας εκδιώξει τον Αντίοχο από την Ελλάδα, οι Ρωμαίοι ετοιμάστηκαν το 189 να τον καταδιώξουν στη Μικρά Ασία. Για τις επιχειρήσεις τους αυτές βασίζονταν στην πλήρη υποστήριξη της Ρόδου και του Περγάμου, όπου ο Ευμένης (197-160) είχε διαδεχθεί τον πατέρα του Άτταλο. Πρώτα νίκησαν σε ναυμαχίες, με την αποφασιστική συνδρομή της Ρόδου. Κυρίαρχοι πια στη θάλασσα, διέσχισαν τον Ελλήσποντο με άνεση, εφόσον ο Φίλιππος ήταν σύμμαχός τους, και ο Αντίοχος απέφυγε να συγκρουστεί μαζί τους κατά τη διάβαση. Μαζί με όλους τους Έλληνες συμμάχους τους διέθεταν γύρω στους 30.000 άνδρες και λίγους ελέφαντες, μια αριθμητική δύναμη που, αν παραδίδεται σωστά, ήταν μάλλον μικρή για το εγχείρημα, αλλά καθοδηγούνταν από τον μεγάλο τους στρατηγό Σκιπίωνα Αφρικανό και τον αδελφό του. Επιπλέον, η υποστήριξη που τους παρείχε το ιππικό του Περγάμου ήταν καθοριστική.

Ο Αντίοχος βρέθηκε στη θέση του Δαρείου, όταν αντιμετώπιζε την εισβολή του Αλεξάνδρου. Οι Ρωμαίοι διέθεταν την ίδια περίπου δύναμη με εκείνον, και ο ίδιος επαναλάμβανε τα λάθη των Περσών, που άφησαν αφύλακτο τον Ελλήσποντο. Για να αντιμετωπίσει τους Ρωμαίους, ο Αντίοχος συγκέντρωσε στη Μαγνησία τον μεγαλύτερο στρατό που μπορούσε, 60.000 πεζούς, 12.000 ιππείς και ελέφαντες, αλλά ηττήθηκε οικτρά, χάνοντας δεκάδες χιλιάδες άνδρες.

Στην ειρήνη της Απάμειας, που συμφωνήθηκε τον επόμενο χρόνο, ο Αντίοχος υποχρεώθηκε να απομακρυνθεί τελείως από τη Μικρά Ασία, να παραδώσει τον στόλο του, εκτός από δέκα πλοία, και να καταβάλει υπέρογκη αποζημίωση. Κάθε επέμβαση στα νησιά ή την Ευρώπη απαγορευόταν. Οι περιοχές που εξουσίαζε μοιράστηκαν στο Πέργαμο και τη Ρόδο, τους δύο κυριότερους συμμάχους των Ρωμαίων, εκτός από τις φιλικές στη Ρώμη ελεύθερες ελληνικές πόλεις, οι οποίες παρέμειναν αυτόνομες. Ο Αντίοχος Γ', που εξακολουθούσε να εξουσιάζει το τεράστιο βασίλειο των Σελευκιδών, δολοφονήθηκε έναν χρόνο αργότερα, στην προσπάθειά του να συλήσει τον ναό του Βήλου στα Σούσα για να συγκεντρώσει τα χρήματα που χρειαζόταν.

Ο Σκιπίων, ήδη φημισμένος και τιμημένος, αποδείχθηκε ο ικανότερος στρατηγός των Ρωμαίων. Χωρίς να χάσει καμία μάχη, είχε θριαμβεύσει στην Ισπανία, την Αφρική και την Ασία. Σύμφωνα με μια παράδοση περισσότερο ευφάνταστη παρά αξιόπιστη, ξανασυνάντησε κάποτε τον Αννίβα στην Έφεσο. Ο Αννίβας καυχήθηκε ότι θεωρούσε τον εαυτό του τρίτο μεγαλύτερο στρατηγό του κόσμου, μετά τον Αλέξανδρο και τον Πύρρο. Αν δεν είχε ηττηθεί από τον Σκιπίωνα, τότε ασφαλώς θα ήταν ο πρώτος. Ο Σκιπίων έμεινε απολύτως ικανοποιημένος, εφόσον ο ίδιος, που είχε νικήσει και τον Αννίβα, βρισκόταν πέρα από κάθε σύγκριση.

Μετά τη Μαγνησία, ο Αντίοχος δεσμεύτηκε να παραδώσει τον Αννίβα στους Ρωμαίους, αλλά τον άφησε να διαφύγει. Αυτός κατέφυγε στο βασίλειο της Βιθυνίας, που συνέχιζε τον αγώνα εναντίον του Περγάμου και των Ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι βεβαίως δεν έπαψαν να τον καταδιώκουν, και στο τέλος αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει· ήταν ίσως τη χρονιά που πέθανε και ο Σκιπίων.

Νικημένος από τους Ρωμαίους, ο Φίλιππος έκανε ό,τι μπορούσε για να καταστήσει τη Μακεδονία και πάλι ισχυρή. Πλήρωνε το πρόστιμο της ήττας, φρόντισε να μην προκαλεί και παρείχε βοήθεια στους Ρωμαίους, όποτε χρειαζόταν. Ταυτοχρόνως προσπάθησε να αναδιοργανώσει τα οικονομικά του βασιλείου του. Οι βλέψεις του προς τη Θράκη τον έφεραν ωστόσο αντιμέτωπο με τον βασιλιά Ευμένη και συνεπώς με τη Ρώμη. Την ίδια πολιτική συνέχισε μετά τον θάνατό του ο γιος του Περσέας (179-168). Παρακολουθώντας τις κινήσεις των Μακεδόνων, οι Ρωμαίοι ισχυρίστηκαν ότι ετοιμαζόταν και πάλι κρυφά για πόλεμο, συγκεντρώνοντας στρατό, όπλα και εφόδια. Με την επίμονη προτροπή του Ευμένη ξεκίνησαν το 171 τον Γ' Μακεδονικό Πόλεμο.

Ο Περσέας σημείωσε αρκετές επιτυχίες τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα, υποχρεώνοντας τους Ρωμαίους να αντιμετωπίσουν την κατάσταση όσο σοβαρότερα γινόταν. Οι Ρωμαίοι άρχισαν να κινητοποιούν τους Έλληνες συμμάχους τους, που αντιμετωπίζονταν πλέον όλο και περισσότερο ως υποτελείς. Για τη νέα σύγκρουση επέλεξαν έναν ικανό και έμπειρο στρατηγό, τον Αιμίλιο Παύλο, που ήταν πια πάνω από 60 ετών. (Ο πατέρας του είχε σκοτωθεί στις Κάννες, χωρίς να έχει την κύρια ευθύνη για την ήττα από τον Αννίβα.) Ο Αιμίλιος Παύλος συγκέντρωσε μεγάλο στρατό και αναπτύχθηκε απέναντι από τους Μακεδόνες στην Πύδνα, όπου το 168 δόθηκε η αποφασιστική μάχη.

Στην Πύδνα οι δύο στρατοί ήταν περίπου ισοδύναμοι και καλά προετοιμασμένοι. Ο Περσέας διέθετε συνολικώς 43.000 άνδρες και ο Αιμίλιος Παύλος 39.000. Ο τόπος ήταν πεδινός, επιτρέποντας στις μακεδονικές φάλαγγες πλήρη ανάπτυξη. Όταν τις αντίκρισε έτοιμες για μάχη, ο Ρωμαίος στρατηγός αισθάνθηκε έκπληξη και δέος, όπως παραδέχτηκε αργότερα. Το θέαμα ήταν τρομακτικό. Στην αρχή οι Μακεδόνες υπερείχαν με τον συμπαγή τους όγκο και τις σάρισες και έδειχναν ακαταμάχητοι. Αλλά ο μεγάλος τους στρατός, καθώς καταδίωκε τους αντιπάλους του, υποχρεώθηκε να πορευτεί σε ανώμαλα μέρη, χάνοντας έτσι τη συνοχή του. Ο Αιμίλιος Παύλος εκμεταλλεύτηκε τα μικρά κενά που δημιουργούνταν και οδήγησε μέσα από αυτά μικρά τμήματα των λεγεώνων του. Αναγκασμένη να αμυνθεί σε πολλά μέτωπα, η μακεδονική φάλαγγα κατέρρευσε. Έχοντας απομείνει για μία ακόμη φορά απροστάτευτη από τα πλάγια, έγινε ευάλωτη και ανίκανη να αντιδράσει. Πολεμώντας σώμα με σώμα, οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν πλέον τα μακριά τους ξίφη και άρχισαν τη σφαγή. Μέσα σε μία ώρα περίπου η μάχη είχε κριθεί. Στο τέλος της ημέρας υπολογίστηκε ότι σκοτώθηκαν περισσότεροι από 25.000 άνδρες από την πλευρά των Μακεδόνων και ελάχιστοι από την πλευρά των Ρωμαίων. Ο Περσέας με το ιππικό του, που είχε πάρει ελάχιστα μέρος στη μάχη, διέφυγε, αλλά σύντομα αναγκάστηκε να παραδοθεί με την οικογένειά του.

Αξιοποιώντας τη μεγάλη του νίκη, ο ρωμαϊκός στρατός στράφηκε με απόφαση της Συγκλήτου εναντίον της Ηπείρου. Χωρίς να έχει στο ελάχιστο προκληθεί και χωρίς να αιτιολογήσει την επίθεσή του, λεηλάτησε τη χώρα, κατέσχεσε τον ιδιωτικό πλούτο και τον πλούτο των ναών, υποδούλωσε 150.000 Ηπειρώτες και κατέστρεψε 70 πολιτείες. Η ιδέα ήταν να ικανοποιηθούν για την προσφορά τους οι Ρωμαίοι στρατιώτες. Η συμπεριφορά αυτή έδειχνε ότι η Ρώμη δεν χρειαζόταν πλέον τη διπλωματία για να χειριστεί τους Έλληνες.

Στη Ρώμη ο Αιμίλιος Παύλος αξιώθηκε έναν θρίαμβο, όπως συνηθιζόταν μετά από μεγάλες νίκες. Στη μεγάλη πομπή που οργανώθηκε επιδείχθηκαν πάνω σε 250 άμαξες τα αγάλματα και τα έργα τέχνης που είχαν λαφυραγωγηθεί, ύστερα τα ωραιότερα και πολυτελέστερα όπλα των Μακεδόνων, οι θησαυροί τους, το άρμα του νικημένου βασιλιά και το διάδημα του, τα παιδιά του και τέλος πεζός ο ίδιος ο Περσέας, φορώντας ρούχο σταχτί. Οι Ρωμαίοι ένιωσαν μεγάλη ικανοποίηση βλέποντας να εκτίθεται μπροστά τους η δόξα του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου. Ο Αιμίλιος Παύλος με χρυσοκεντημένη πορφύρα ήταν καθισμένος σε άρμα, κρατώντας κλωνάρι δάφνης. Λίγο αργότερα, ο Περσέας και τα παιδιά του πέθαναν στη φυλακή από την κακοποίηση.

Το μακεδονικό βασίλειο διαιρέθηκε σε τέσσερις μερίδες, μέσα στις οποίες οι πόλεις έπρεπε να παραμένουν αυτόνομες, πληρώνοντας φόρο υποτέλειας. Οι μερίδες δεν επιτρεπόταν να διατηρούν μεταξύ τους οικονομικές ή στρατιωτικές σχέσεις. Πολλές ελληνικές πόλεις παρέμεναν τυπικά ανεξάρτητες, αλλά στην πραγματικότητα όλα τα σημαντικά ζητήματα επιλύονταν πλέον στη Ρώμη. Για κάθε διαφορά, συνθήκη ή ασυμφωνία μεταξύ των Ελλήνων αποστέλλονταν αντιπρόσωποι στη Σύγκλητο. Η ελληνική διπλωματία, σε όλες σχεδόν τις πόλεις, ήταν διαιρεμένη σε ένα μόνο ζήτημα: ορισμένοι υποστήριζαν ότι οι Έλληνες όφειλαν να τηρούν σχολαστικά τις συμφωνίες με τους Ρωμαίους, ενώ άλλοι ότι όφειλαν ακόμη και να τις παραβαίνουν προκειμένου να φανούν πρόθυμοι και αρεστοί. Οι Ρωμαίοι όμως ήθελαν όλο και περισσότερα για να ικανοποιηθούν. Ως μέτρο προφύλαξης, παρέλαβαν 1.000 Αχαιούς με πρόθεση να τους δικάσουν στη Ρώμη. Αλλά η δίκη αυτή δεν έγινε ποτέ, και όταν, ύστερα από 16 χρόνια, οι όμηροι αφέθηκαν ελεύθεροι, επιζούσαν λιγότεροι από 300. Ανάμεσά τους βρισκόταν ο Πολύβιος, που είχε την τύχη να υπηρετήσει στο σπίτι του Αιμίλιου Παύλου και να αναλάβει την εκπαίδευση του γιου του.

Έχοντας εξαλείψει τους Μακεδόνες βασιλείς και εξουδετερώσει τους Σελευκίδες, οι νικητές δεν είχαν πλέον κανέναν σοβαρό αντίπαλο, εφόσον το βασίλειο των Πτολεμαίων ήταν ανίκανο να διαδραματίσει κάποιο ρόλο. Σύντομα στράφηκαν εναντίον της Ρόδου, που αποτελούσε έως τότε βασικό τους σύμμαχο. Αντί να της κηρύξουν τον πόλεμο, προτίμησαν να της αφαιρέσουν τον έλεγχο εδαφών. Το διαμετακομιστικό κέντρο για το εμπόριό της, η Δήλος, παραχωρήθηκε στην Αθήνα - μια εξέλιξη που οδήγησε στον οικονομικό μαρασμό της Ρόδου. Το λιμάνι της Δήλου, με την προνομιακή του θέση στο Αιγαίο, ήταν το μεγαλύτερο κέντρο δουλεμπορίου και μπορούσε να διακινήσει ημερησίως έως και 10.000 δούλους. Πολλοί από αυτούς ήταν αιχμάλωτοι πολέμου.

Από τη μεγάλη νίκη της Ρώμης εναντίον του Αννίβα έως την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου είχαν περάσει, όπως σημειώνει ο Πολύβιος, μόλις 53 χρόνια.

Όταν στην Αίγυπτο βασίλευε ο ανήλικος Πτολεμαίος ΣΤ' Φιλομήτωρ (180-145), γιος του Πτολεμαίου Δ', οι κηδεμόνες του ξεκίνησαν τον ΣΤ' Συριακό Πόλεμο (171-168) για την ανάκτηση της Κοίλης Συρίας. Η πρωτοβουλία αυτή ήταν ολοφάνερα εσφαλμένη, εφόσον είχαν να αντιμετωπίσουν έναν ικανό και ενεργητικό βασιλιά, τον Αντίοχο Δ' Επιφανή (175-164), γιο του Αντίοχου Γ'. Ο Αντίοχος ανταποκρίθηκε με αποφασιστικότητα και κάποια στιγμή έφτασε να ελέγχει μεγάλο μέρος της Αιγύπτου, υποχρεώνοντας το πτολεμαϊκό βασίλειο να αναζητά συμμάχους όπου μπορούσε να τους βρει. Αλλά ακόμη και οι Αχαιοί, που είχαν πολλές φορές ενισχυθεί από τους Πτολεμαίους, δίσταζαν να τους συνδράμουν.

Καθώς ο Αντίοχος βρισκόταν πια έξω από την Αλεξάνδρεια, τον προϋπάντησε μια ρωμαϊκή αντιπροσωπεία, η οποία, μολονότι δεν συνοδευόταν από στρατό, τον κάλεσε να αποχωρήσει. Αυτός ζήτησε χρόνο να συσκεφθεί, αλλά ο επικεφαλής των Ρωμαίων χάραξε γύρω του με μια κληματόβεργα έναν κύκλο και απαίτησε απάντηση όσο ακόμη ο βασιλιάς βρισκόταν μέσα σε αυτόν. Χωρίς άλλη συζήτηση, ο Αντίοχος επέστρεψε με τον στρατό του στη Συρία. Η μεγάλη νίκη που είχαν μόλις κερδίσει οι Ρωμαίοι στην Πύδνα έριχνε πλέον τη βαριά σκιά της σε όλη τη Μεσόγειο.

Ταπεινωμένος και ανήσυχος, ο Αντίοχος προσπάθησε να ενισχύσει τη θέση του στο εσωτερικό του βασιλείου του. Ανάμεσα στα μέτρα που πήρε ξεχώριζε η επιχείρηση για τον βίαιο εξελληνισμό των Ιουδαίων της Παλαιστίνης το 167. Αποκορύφωμά της ήταν η απαγόρευση της περιτομής και η μετατροπή του Ναού του Σολομώντα σε ναό του Δία. Δεν ήταν άλλωστε ο μοναδικός ναός τον οποίο επιχείρησε να συλήσει. Οι κληρονόμοι του Αλεξάνδρου ήταν γενικά ανεκτικοί στις θρησκευτικές ιδιαιτερότητες των λαών που εξουσίαζαν. Αλλά οι συνθήκες ήταν έκρυθμες, και ο Ναός του Σολομώντα εξακολουθούσε να κατέχει πολύτιμους θησαυρούς, τους οποίους ο Αντίοχος είχε ανάγκη για τις υπέρογκες αποζημιώσεις που κατέβαλε στη Ρώμη. Επιπλέον, στη διεκδίκηση της Κοίλης Συρίας, ορισμένοι Ιουδαίοι είχαν ταχθεί με το μέρος των Πτολεμαίων. Το πρόγραμμά του υποστήριζε, άλλωστε, μια μερίδα εξελληνισμένων Ιουδαίων.

Ο Αντίοχος δεν είχε προβλέψει ωστόσο την οξύτατη αντίδραση των πιστών Ιουδαίων, που εξεγέρθηκαν με πείσμα. Μέσα σε τρία χρόνια από τη βεβήλωση του Ναού, η εξέγερση άρχισε να εδραιώνεται. Η ακατάβλητη αυτοθυσία των μαχητών κατέστησε μάλιστα δυνατή τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους μέσα στο βασίλειο των Σελευκιδών - με την υποστήριξη φυσικά της Ρώμης. Το 164, τη χρονιά που ο Ναός καθαριζόταν από το βδέλυγμα τῆς ἑρημώσεως, όπως αποκαλείται ο βωμός του Δία στο βιβλίο του Δανιήλ, ο Αντίοχος Δ' πέθανε, έχοντας ταπεινωθεί και από μια μερίδα των υπηκόων του που έως τότε ουδείς είχε πάρει στα σοβαρά. Στα βιβλία των Μακκαβαίων καταγράφηκε ο ιουδαϊκός αυτός αγώνας ως μία ακόμη σελίδα στην ιστορία του «λαού του Θεού».

Στην ηττημένη και τεμαχισμένη Μακεδονία εμφανίστηκε ένας διεκδικητής της βασιλείας με τον ισχυρισμό ότι λεγόταν Φίλιππος και ότι ήταν γιος του Περσέα. Γύρω από τον βίο του πλάστηκαν αμέσως μύθοι που ήταν δύσκολο να ελεγχθούν. Ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Ανδρίσκος, ότι είχε διατελέσει μισθοφόρος στη Συρία και ότι ο βασιλιάς Δημήτριος (162-150) τον είχε εκδώσει στη Ρώμη. Καθώς οι πάντες γνώριζαν ότι ο πραγματικός Φίλιππος είχε πεθάνει ως κρατούμενος στη Ρώμη, ουδείς του έδωσε σημασία και έτσι κατάφερε να διαφύγει. Από την Ιταλία πέρασε στη Μίλητο, το Πέργαμο και τη Θράκη, όπου βρήκε την υποστήριξη που αναζητούσε. Το εντυπωσιακό είναι ότι έπεισε πολλούς Μακεδόνες για τη βασιλική του καταγωγή, φόρεσε πορφύρα στην Πέλλα, ανασυγκρότησε κάπως το βασίλειο και απείλησε ακόμη και τη Θεσσαλία. Συνέτριψε τους Ρωμαίους που ανέλαβαν να τον αντιμετωπίσουν σε περιβόητη μάχη και σκότωσε τον Ρωμαίο στρατηγό. Ωστόσο, το 148 νικήθηκε από ισχυρό στρατό και στόλο και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα.

Η περιπέτεια αυτή δίδαξε στους Ρωμαίους ότι ακόμη και ο διαμελισμός της Μακεδονίας δεν ήταν αρκετός για να εξουδετερώσει τα αισθήματα των κατοίκων της. Η αίγλη της βασιλείας, άλλωστε, ακόμη και με το προσωπείο ενός σφετεριστή, ήταν επικίνδυνη. Η λύση βρισκόταν στην πλήρη προσάρτηση της περιοχής στη ρωμαϊκή επικράτεια.

Για 50 χρόνια η Ρώμη έζησε ειρηνικά με την Καρχηδόνα, θεωρώντας ότι στον Β' Καρχηδονιακό Πόλεμο είχε επιτύχει τον στόχο της. Αλλά η Καρχηδόνα είχε αρχίσει πάλι να ανακάμπτει οικονομικά και στις διαρκείς προκλήσεις από το γειτονικό βασίλειο της Νουμιδίας ήταν αποφασισμένη να απαντήσει με πόλεμο. Η ενέργεια αυτή θεωρήθηκε παραβίαση της συνθήκης, και η Ρώμη κήρυξε το 149 τον Γ' Καρχηδονιακό Πόλεμο, στέλνοντας στρατό με 80.000 πεζούς και 4.000 ιππείς. Στο αίτημα των Καρχηδονίων για διαπραγματεύσεις οι Ρωμαίοι απάντησαν με την απαίτηση να κατεδαφιστεί η πόλη και οι ίδιοι να κατοικήσουν σε νέα που θα κτιζόταν μακριά από τη θάλασσα. Οι Καρχηδόνιοι υποχρεώθηκαν έτσι να αγωνιστούν μέχρις εσχάτων.

Οι Ρωμαίοι διαπίστωσαν ότι η νίκη ήταν δυσχερέστερη από όσο υπολόγιζαν. Το 146 ανέθεσαν τον πόλεμο σε έναν νέο στρατηγό, τον Πόπλιο Κορνήλιο Σκιπίωνα Αιμιλιανό, γιο του Αιμίλιου Παύλου και υιοθετημένο από την οικογένεια του Σκιπίωνα Αφρικανού. Με την επιλογή τους αυτή κατάφεραν να καταλάβουν την Καρχηδόνα, να πουλήσουν όλο τον πληθυσμό που είχε απομείνει ζωντανός και να παραδώσουν την πόλη στις φλόγες, αφού πρώτα την απογύμνωσαν από τους θησαυρούς της. (Παρών στην καταστροφή ήταν και ο Πολύβιος, που είχε διατελέσει δάσκαλος του Σκιπίωνα Αιμιλιανού και τον συνόδευε ως σύμβουλος.) Αμέσως μετά η περιοχή της κατεστραμμένης πόλης προσαρτήθηκε στη ρωμαϊκή επικράτεια.

Την ίδια χρονιά κρίθηκε και η τύχη των Αχαιών. Είχαν έρθει σε πόλεμο με τη Σπάρτη, προκαλώντας έτσι την επέμβαση της Ρώμης, που απαίτησε τη διάλυση της Συμπολιτείας τους. Αυτοί αρνήθηκαν, και ο ρωμαϊκός στρατός, με στρατηγό τον Λεύκιο Μόμμιο, κατέλαβε την Κόρινθο και εξανδραπόδισε όσους κατοίκους είχαν απομείνει ζωντανοί. Οι θησαυροί της πόλης λεηλατήθηκαν. Ο Πολύβιος έφτασε εγκαίρως για να περισώσει κάποια από τα έργα τέχνης και, ενδεχομένως, να μεσολαβήσει υπέρ ορισμένων Αχαιών.

Επικούρειες επιδράσεις στη σύγχρονη επιστήμη

Οι φυσιοκράτες Ίωνες φιλόσοφοι ήταν οι πρώτοι που εισήγαγαν την επιστημονική σκέψη χωρίς αναφορές σε θεούς και δαίμονες και γι’ αυτό θεωρούνται οι θεμελιωτές της σύγχρονης επιστήμης. Είναι ατυχές ότι στη βιβλιογραφία αναφέρονται αυτοί οι πρωτοπόροι ως «προσωκρατικοί», ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος, ο Πυθαγόρας, ο Αναξαγόρας, ο Εμπεδοκλής, ο Ιπποκράτης, ο Δημόκριτο (όλοι μεταξύ 650-350 π.Χ.), δίνοντας την εντύπωση ότι κύρια συνεισφορά τους ήταν να προετοιμάσουν την εμφάνιση του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.

Η επιλογή του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού σε ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία σχετίζεται με την πρόθεση να ποδηγετηθούν οι αναγνώστες στους τρεις τελευταίους –μεγάλους αναμφισβήτητα– στοχαστές, να θεωρηθούν αυτοί ως κορύφωση της φιλοσοφικής σκέψης, ώστε στη συνέχεια να φανούν και οι μεταγενέστεροι φυσιοδίφες και φιλόσοφοι υποδεέστεροι, ο Επίκουρος, ο Ζήνων, Ευκλείδης, Αρίσταρχος, Αρχιμήδης, ο Ήρων, Ερατοσθένης, Ίππαρχος, Πτολεμαίος, Υπατία.

Είναι γεγονός ότι οι αρχαίοι ερευνητές της φύσης και της κοινωνίας διατύπωναν εικασίες, χωρίς τη δυνατότητα πειραματικών επιβεβαιώσεων, πέρα από τα προφανή στο φυσικό περιβάλλον. Έτσι, δεν ενδιαφέρουν και συχνά δεν είναι σωστά τα επιμέρους συμπεράσματα των συλλογισμών τους, αλλά μόνο η θεμελιώδης σκέψη, την οποία δεν ήταν δυνατόν να επιβεβαιώσουν αξιοποιώντας πειραματικά δεδομένα ή γνώσεις από άλλους επιστημονικούς τομείς που δεν υπήρχαν τότε.

Για παράδειγμα, ο Θαλής ο Μιλήσιος είχε διατυπώσει την άποψη ότι ο κόσμος κάποτε ήταν νερό και ότι η ξηρά δημιουργήθηκε από τους ωκεανούς μέσω μιας φυσικής διαδικασίας, παρόμοιας με την απόθεση που είχε παρατηρήσει ο ίδιος στο Δέλτα του Νείλου. Σημαντικό εδώ δεν είναι η αναλογία μεταξύ της δημιουργίας του κόσμου και της απόθεση ιλύος που δεν είναι σωστή, αλλά το ότι ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από τους θεούς παρά μέσα από φυσικές διεργασίες. Εισάγεται λοιπόν η φυσιοκρατική αντίληψη έναντι της θεοκρατικής.

Επίσης, ο Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος υποστήριξε μεταξύ άλλων, ότι ο άνθρωπος είναι τόσο αβοήθητος και ευπρόσβλητος κατά τη γέννησή του, ώστε, εάν οι πρώτοι άνθρωποι είχαν έρθει στον κόσμο από μόνοι τους, θα είχαν πεθάνει αμέσως. Πρότεινε, κατά συνέπεια, την αυθόρμητη γένεση της πρώτης ζωής από τη λάσπη, από την οποία οι απόγονοι βγήκαν στην ξηρά και, μέσω μεταλλάξεων, εξελίχθηκαν σε άλλα ζώα.

Αυτή τη φυσιοκρατική παράδοση υπηρέτησαν ο Επίκουρος και οι μαθητές του, διατυπώνοντας ένα σημαντικό αριθμό θεωριών για διάφορα φυσικά φαινόμενα. Από τον 4ο αιώνα και μετά εξέλειπε, βέβαια, κάθε δυνατότητα ανάπτυξης φυσιοκρατικών ιδεών, δεδομένου ότι η υποβάθμιση και εξαφάνιση των φιλοσοφικών σχολών και η επιβολή της μοναδικής θεοκρατικής «αλήθειας», μαζί με τις μεθοδικές καταστροφές των βιβλιοθηκών, οδήγησαν και τις επικούρειες ιδέες στη λήθη.

Κι όμως, με τη σταδιακή αποτίναξη του θρησκευτικού δογματισμού από την Αναγέννηση και μετά, άρχισαν οι ερευνητές να αναζητούν με εμβρίθεια τη σύνδεση με τα νήματα της επιστημονικής γνώσης που είχε διακοπεί και αυτή η αναζήτηση οδηγούσε στους φυσιοδίφες της ελληνιστικής εποχής. Σχεδόν κάθε νεότερη κατάκτηση της επιστημονικής έρευνας ανέτρεπε καθιερωμένες απόψεις του Αριστοτέλη και επιβεβαίωνε τις επικούρειες, μέχρι που ο Νίτσε έφτασε στο σημείο να διατυπώσει σαρκαστικά στο τέλος του 19ου αιώνα ότι «Η επιστήμη έχει βαλθεί να επιβεβαιώσει τον Επίκουρο!»

Θα παραθέσουμε εδώ συνοπτικά τις επικούρειες απόψεις, δάσκαλου και μαθητών, οι οποίες επιβεβαιώνονται από τη σύγχρονη επιστήμη και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του ανθρώπινου πολιτισμού. Η παράθεση αυτή προέρχεται από τη βιβλιογραφία στο τέλος του κειμένου:

Από την περιοχή της Φυσικής: Ατομική δομή της ύλης, αρχή της απροσδιοριστίας, αρχή σταθερής ταχύτητας υποατομικών σωματιδίων. Η «Ουράνια Μηχανική» του Νεύτωνα αποτελεί διάψευση των αντιλήψεων του Αριστοτέλη και επιβεβαίωση των επικούρειων απόψεων. Επειδή δε αυτές οι αντιλήψεις είχαν υιοθετηθεί από τον εκκλησιαστικό μηχανισμό -ελλείψει άλλων-, δεν έγιναν αποδεκτές οι απόψεις του ευσεβέστατου χριστιανού Νεύτωνα. Στην Ισπανία απαγορευόταν για πάνω από έναν αιώνα να διδαχθεί η Μηχανική του Νεύτωνα!

Από την περιοχή της Χημείας: Αφθαρσία της ύλης, δημιουργία ενώσεων από άτομα, νέες ιδιότητες αυτών των ενώσεων. Ο Robert Boyle παραμέρισε τις αλχημιστικές αντιλήψεις της εποχή του και επανασυνέδεσε την επιστημονική έρευνα με τις απόψεις των επικούρειων.

Από την περιοχή της Αστρονομίας: Το σύμπαν αποτελείται από άτομα και κενά, τα άστρα είναι ήλιοι σαν το δικό μας, η Γη είναι πλανήτης, υπάρχουν αμέτρητα ηλιακά συστήματα με πλανήτες που άλλοι μοιάζουν με τη Γη και άλλοι όχι, η δημιουργία και καταστροφή των ουράνιων σωμάτων είναι τυχαία φυσικά συμβάντα, που οφείλεται στην περιπαλλασσόμενη και στροβιλιζόμενη κίνηση των ατόμων. Ο Γαλιλαίος γνώριζε τις επικούρειες αντιλήψεις και επηρεάστηκε από αυτές στην κοσμοθεωρία του, με την οποία συγκρούστηκε ο εκκλησιαστικός μηχανισμός.

Από την περιοχή της Βιολογίας: Η δημιουργία ζωής είναι τυχαίο φαινόμενο που οφείλεται επίσης στην κίνηση ατόμων και σε συνδυασμούς των ενώσεών τους, υπάρχει ζωή και σε άλλους πλανήτες, λειτουργεί μηχανισμός εξέλιξης των ειδών, τα βιολογικά χαρακτηριστικά κληρονομούνται, οι αισθήσεις έχουν υλικότητα και εξαφανίζονται με το θάνατο. Η «Εξέλιξη των Ειδών» που διατύπωσε ο Δαρβίνος αποτελεί επίσης διάψευση του Αριστοτέλη και επιβεβαίωση των επικούρειων απόψεων.

Από την περιοχή της Ψυχολογίας: Ερμηνείες για τη συμπεριφορά ζώων και ανθρώπων, ο νους και η ψυχή έχουν υλικότητα, υπάρχει το υποσυνείδητο, τα όνειρα αποτελούν συνειρμικές κατασκευές του νου, διαδικασίες για την ανάπτυξη της γλώσσας, περιγραφή των καταστάσεων ευτυχίας.

Από την Κοινωνιολογία: Οργάνωση κοινωνιών, νομοθεσία, ανθρώπινα δικαιώματα, αναζήτηση ευτυχίας, φιλία.

Από την περιοχή της επιστημονικής μεθοδολογίας: Ασαφής λογική, κανόνες επαλήθευσης ή απόρριψης επιστημονικών θεωριών, συστηματικό και τυχαίο σφάλμα.

Αυτές είναι οι κυριότερες επιστημονικές απόψεις που διατύπωσαν οι Επικούρειοι και επιβεβαιώνονται από τη σύγχρονη επιστήμη. Ο ίδιος ο μεγάλος φιλόσοφος και ιδρυτής της «Σχολής του Κήπου» ήταν «πολυγραφότατος και πάντας υπερβαλλόμενος πλήθει βιβλίων», πιθανόν και σε σύγκριση με τον Αριστοτέλη. Λέγεται δε ότι τα συγγράμματά του γέμιζαν 300 παπύρους. Τελικά έχουν διασωθεί εξ ολοκλήρου μόνο τρεις επιστολές του Επίκουρου και ένα σύνολο 40 γνωμικών, οι «Κύριαι Δόξαι».

Τα συγγράμματα των φιλοσόφων καταστράφηκαν από τους σκοταδιστές και τη φθορά του χρόνου λόγω έλλειψης συντήρησης και διασώθηκαν, εκτός από τα λίγα που προαναφέρθηκαν, μόνο μέσα από τα συγγράμματα επικούρειων και άλλων μαθητών, όπως του φιλοσόφου Φιλόδημου (110-35 π.Χ.), του Ρωμαίου ποιητή Λουκρήτιου (Titus Lucretius Carus, ~99 – ~55 π.Χ.), του φιλοσόφου Διογένη Οινοανδέως (2ος αιώνας μ.Χ.), του Σύρου σατυρικού συγγραφέα Λουκιανού Σαμοσατέως (~120- ~ 190 μ.Χ.) και του συγγραφέα Διογένη Λαέρτιου (αρχές 3ου αιώνα μ.Χ.).

Αλλά και μέσα από συγγράμματα αντιπάλων της επικούρειας φιλοσοφίας έχουν διασωθεί οι απόψεις του μεγάλου διανοητή. Έτσι ο «ιερός» Αυγουστίνος έχει γράψει 22 (είκοσι δύο) ολόκληρα βιβλία, με τα οποία «κατατροπώνει» στα χρόνια του Θεοδόσιου και των διωγμών κατά των Ελλήνων φιλοσόφων, τους επικούρειους, χωρίς δυνατότητα αντιλόγου φυσικά! Προγενέστερος αυτού ήταν ο χριστιανός καθεστωτικός συγγραφέας Λακτάντιος (Lucius Caelius Firmianus Lactantius, 240-320 μ.Χ.), ο οποίος έγραφε στο βιβλίο του De Opificio Dei («Το έργο του θεού») τα εξής:

«Παραξενεύομαι για την έλλειψη κατανόησης των μαθητών του Επίκουρου, οι οποίοι απορρίπτουν τη θεϊκή δημιουργία της φύσης και ισχυρίζονται ότι η φύση προέκυψε χωρίς καμία έμπνευση και υπάρχει χωρίς καμία πρόνοια. Υποστηρίζουν δηλαδή ότι η αρχή του κόσμου στηρίζεται σε σταθερά, άτμητα σωματίδια (άτομα), από των οποίων την τυχαία σύζευξη δημιουργούνται όλα

Επειδή ξέρουμε σήμερα ότι ο κόσμος μας συγκροτείται από υποατομικά σωματίδια (τα άτομα που λέμε κακώς ονομάστηκαν έτσι, γιατί δεν είναι άτμητα!), μπορούμε να συγκρίνουμε την ικανότητα αντίληψης των επικούρειων αφενός και των αντιπάλων τους αφετέρου.

Για να αντιδικεί ο Λακτάντιος με τους Επικούρειους τον 4ο αιώνα μ.Χ., πάνω από μισή χιλιετία από την εποχή που έζησε ο ίδιος ο Επίκουρος, δείχνει πόση διάδοση πρέπει να είχαν ακόμα οι επικούρειες ιδέες και γι' αυτό -όπως συνέβη πράγματι- έπρεπε να καταπιεστούν... Αυτό που ενδιαφέρει σήμερα είναι να γνωρίζουμε τις απόψεις του Επίκουρου και των μαθητών του, όχι βέβαια μέσω εκκλησιαστικών προπαγανδιστών, αλλά μέσα από τα έργα του μεγάλου φιλόσοφου και των μαθητών του.

Έγραφαν λοιπόν οι Επικούρειοι, αξιοποιώντας και εξελίσσοντας την ατομική θεωρία του Δημόκριτου, ότι:

«Η φύση αποτελείται από άφθαρτα άτομα και κενό. Το σύμπαν είναι αιώνιο και η συνολική ύλη διατηρείται, αλλάζει όμως διαρκώς μορφές, αφού ο αριθμός των ατόμων είναι άπειρος, όπως και οι δυνατοί συνδυασμοί τους στην αιωνιότητα. Αυτοί οι συνδυασμοί δημιουργού ήλιους, σφαιρικούς κόσμους (πλανήτες) και ζωντανούς οργανισμούς

Κάθε αναγνώστης μπορεί να κρίνει σήμερα, ποιες απόψεις και κοσμοθεωρίες έχουν επιβεβαιωθεί και ποιες αποτελούν φανταστικές ιδεοληψίες…

Η αναβίωση της επικούρειας διδασκαλίας μετά τους σκοταδιστικούς αιώνες του Μεσαίωνα, έγινε από τον Γάλλο φιλόσοφο Γκασεντί (Pierre Gassendi, 1592-1655), ο οποίος προσπαθώντας αρχικά να αντιμετωπίσει τις απόψεις του Καρτέσιου, ξεπέρασε τις αριστοτελικές απόψεις και στράφηκε στον εμπειρισμό. Την εποχή που αλληλογραφούσε ο Γκασεντί με τον «κατ’ οίκον περιορισμένο» από την Ιερά Εξέταση Γαλιλαίο, ανακάλυψε τα έργα του Επίκουρου και του Λουκρήτιου και υιοθέτησε την ατομική θεωρία.

Έτσι έγινε ο Γκασεντί ένθερμος επικούρειος, αφού οι θεωρίες της «Σχολής του Κήπου» έδιναν ερμηνείες στα φυσικά φαινόμενα – αυτό ακριβώς που επιδιώκει η επιστήμη. Ο Γκασεντί συνέγραψε μια βιογραφία του Επίκουρου, αποκαλύπτοντας έτσι και αναλύοντας στο αναγεννησιακό αναγνωστικό κοινό τη φιλοσοφία αυτού του μεγάλου αρχαίου Έλληνα διανοητή. Επίσης, αναγνώρισε την πειραματική απόδειξη της ύπαρξης κενού με τα πειράματα του Evangelista Torricelli (Τοριτσέλι, 1608-1647), κάτι που οι αριστοτελικοί απέρριπταν και ισχυρίζονταν ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει στη φύση κενό. Κατά τον Γκασεντί η μορφή των διαφόρων ατόμων προσδιόριζε και τις ιδιότητες των υλικών και των ιδιοτήτων των σωμάτων που αυτά «συγκροτούσαν».

Δεν αρκούσαν όμως οι επίμονες προσπάθειες πρωτοπόρων ερευνητών της Αναγέννησης για να επαναφέρουν στο επιστημονικό οπλοστάσιο τις επικούρειες απόψεις, υπήρξε και ένα φυσικό φαινόμενο που ανέτρεψε τις ενέργειες των ιδεοληπτικών και ιδιοτελών απολογητών της «θεϊκής δημιουργίας» για αποσιώπηση των επικούρειων και για εξαφάνιση της φυσιοκρατικής και φιλάνθρωπης φιλοσοφίας τους: Η έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζούβιου το έτος 79 μ.Χ. είχε καλύψει, εκτός από την Πομπηία, και τη γειτονική μικρή πόλη Ηράκλεια (Herculaneum, σήμερα Ercolano), στην οποία λειτουργούσε μια φιλοσοφική σχολή. Η πόλη και η σχολή καταπλακώθηκαν από ηφαιστειακό υλικό πάχους 20 μέτρων και έκτοτε ξεχάστηκαν.

Όμως, τον 18ο αιώνα έφεραν αρχαιολογικές έρευνες στο φως μια ρωμαϊκή βίλα που ανήκε στον πεθερό του Ιούλιου Καίσαρα, Πείσωνα (Lucius Calpurnius Piso Caesoninus). Εντός αυτής της βίλας που ήταν φιλοσοφική σχολή, ανακαλύφθηκε μια ολόκληρη βιβλιοθήκη γεμάτη με παπύρους. Τα παπυρικά ρολά με φιλοσοφικά κείμενα είχαν μεν απανθρακωθεί από την ηφαιστειακή λάβα που κάλυψε την πόλη, διατηρήθηκαν όμως σ' αυτή την κατάσταση θαμμένα.

Από την εποχή της ανακάλυψής τους έως και σήμερα έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται σημαντικές προσπάθειες ανάγνωσης των συγγραμμάτων. Στο διάστημα αυτό έχουν έρθει στο φως, για πρώτη φορά στην Ιστορία, εκατοντάδες αρχαία φιλοσοφικά κείμενα που είχαν εξαφανιστεί. Τα περισσότερα εξ αυτών ανήκουν στην επικούρεια φιλοσοφία και στον επικούρειο φιλόσοφο Φιλόδημο που έζησε στο μέρος αυτό 160 χρόνια πριν από την έκρηξη του ηφαιστείου.

Αυτό δείχνει την ύπαρξη επικούρειας εστίας και την καλλιέργεια της επικούρειας φιλοσοφίας κατά την εποχή της καταστροφής στην περιοχή της Ηράκλειας. Το Ercolano αποτελεί οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο που μπορεί να επισκεφτεί κάθε ενδιαφερόμενος!

Ο Μεγάλος Θεός Καρνάβαλος

«Ο Διόνυσος είναι Θεός του γλεντιού, βασιλεύει στα συμπόσια ανάμεσα σε λουλουδένια στέφανα, ζωηρεύοντας τους χαρούμενους χορούς στον ήχο της φλογέρας. Γέλια τρελά προκαλεί και διώχνει τις μαύρες έγνοιες. Και στο τραπέζι των Θεών, το νέκταρ του αυξάνει τη μακαριότητά τους κι αντλούν οι θνητοί από τη γελαστή του κύλικα τον ύπνο και ξεχνούν τα βάσανά τους». -Ευρυπίδης

«Όμοιοι με τους Κορύβαντες, που χορεύουν μόνο σαν έξαλλοι είναι. Οι λυρικοί ποιητές δε βρίσκουν στη νηφαλιότητά τους ωραίους τους στίχους. Μέσα στην ψυχή τους πρέπει να μπουν η αρμονία και το μέτρο και να τη μεθύσουν. Οι Βάκχες, μονάχα μέσα στην παράκρουσή τους, από τα ποτάμια αντλούν το γάλα και το μέλι. Τελειώνει η δύναμή τους σαν και το παραλήρημά τους τελειώσει» -Πλάτωνας

Ο Αριστοφάνης λέει στον Θεό της Ζωής, της Θείας Ποίησης και Μουσικής «Διόνυσε κισσοστεφανωμένε, τις χορωδίες μας διεύθυνε. Σ’ εσένα απευθύνονται οι ύμνοι κι οι χοροί μας, ω Εύιε, ω Βρόμιε, ω της Σεμέλης γιε, ω συ Διόνυσε που σου αρέσει ν’ ανακατεύεσαι στις χορωδίες των Νυμφών τις τρισχαριτωμένες επάνω στα βουνά και που χορεύοντας δε σταματάς να τραγουδάς τον ιερό σου ύμνο «Εύιος, Εύιος». Και γύρω σου αντιλαλεί του Κιθαιρώνα η ηχώ κι αναριγούν τα βουνά με τις φυλλωσιές τις μαύρες και τους πηχτούς τους ίσκιους, αναριγούν κι οι βράχοι μέσα στο δάσος»

Η Καρναβαλική Εύθυμη Μαγική Ελεύθερη Ζωή

Το Καρναβάλι είναι μια Ιερή μαγικοθρησκευτική γιορτή που εξυμνεί τη χαρά της ζωής, την αναγέννηση και την ανανέωση του ανθρώπου, της φύσης και ολόκληρης της Δημιουργίας. Οι άνθρωποι μεταμορφώνονται, υπερβαίνουν τα στενά όρια της ύπαρξης, χάνουν το γνώριμο εαυτό τους και ταυτίζονται με την ζωντανή ζωή, κατά τη διάρκεια μιας γιορτής που ανατρέπει την κατεστημένη εικόνα του κόσμου και τις κοινωνικές συμβάσεις. Αποτελεί έναν «ύμνο» στην Ελευθερία που εκφράζεται χωρίς περιορισμούς μετουσιώνοντας και αναγεννώντας τα πάντα.

Με άλλα λόγια, τα δρώμενα του Καρναβαλιού μας προσφέρουν την ευκαιρία για μια πηγαία έκφραση των βαθύτερων περιεχομένων του εαυτού μας, αλλά και την εμπειρία μιας άμεσης αυθεντικής επαφής με τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε, υπερβαίνοντας έτσι κάθε χωριστική τεχνητή κοινωνική διάκριση. Είναι μια γιορτή που ικανοποιεί την ανάγκη μας να βρεθούμε όλοι μαζί, να διασκεδάσουμε, να γιορτάσουμε, πέρα από το μονότονο ρυθμό της καθημερινότητας. Η ψυχική ευφορία και το πολύτιμο θεραπευτικό γέλιο απελευθερώνονται τότε και ενισχύονται μέσα από τη γενικότερη διονυσιακή ατμόσφαιρα της γιορτής.

Η λέξη «καρναβάλι» προέρχεται από τη λατινική έκφραση: carne vale, που σημαίνει «κρέας αντίο» Η Encyclopaedia Britannica κάτω από τον τίτλο «Καρναβάλι» αναφέρει: «Η προέλευση της λέξης είναι αβέβαιη, παρ’ ότι πιθανόν να προέρχεται από το Μεσαιωνικό Λατινικό carnem levare ή carnelevarium, που σημαίνει να παίρνεις ή να αφαιρείς κρέας.

Σύμφωνα με το «Standard Dictionary of Folklore, Mythology and Legend» των Funk και Wagnalls: «Το καρναβάλι προέρχεται από τη φράση: «carrus navalis» που σημαίνει: κάρο της θάλασσας, ένα τροχοφόρο όχημα με μορφή πλοίου το οποίο χρησιμοποιούσαν στις  πομπές του Διόνυσου και από το οποίο έψαλλαν όλα τα είδη των σατυρικών τραγουδιών». Η λέξη επίσης σχετίζεται με τα Κάρνεια και τον Θεό Κάρνειο Απόλλωνα, αλλά τα Κάρνεια γιορτάζονταν τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο και δεν είχαν τα έθιμα των μασκαράδων, ανάμνηση νεκρών κτλ.

Επίσης σχετίζεται με τον χοροπηδηχτό χορό των Σατύρων που είναι μεταμφιεσμένοι ως τράγοι. Έτσι το καρναβάλι μπορεί να σημαίνει βαλλισμός των κάρνων. Κάρνος κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο είναι κάρνος· φθείρ. βόσκημα, πρόβατον. Έτσι οι τράγοι που είναι τα βοσκήματα, βαλλίζουν δηλ. χοροπηδάνε. Ίσως αυτή η ετυμολογία είναι πιο σωστή από τις άλλες και να συμβαδίζει και με τα αρχαία έθιμα.

Όσα στοιχεία ενσωμάτωσε το καρναβάλι τις αρχαίες γιορτές, τα διαιωνίζει μέχρι σήμερα. Δεν νοείται παρέλαση καρναβαλιού δίχως άρματα. Με πρώτο και καλύτερο αυτό του Βασιλιά Καρνάβαλου. Στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία και την Γαλλία, το Καρναβάλι έχει για πρωταγωνιστή του, μια κωμική μορφή η οποία έπειτα από μια σύντομη σταδιοδρομία γεμάτη δόξα και παραλυσία, καίεται δημόσια. Αυτός ο περίεργος τύπος, ο Ευρωπαίος Καρνάβαλος δεν είναι άλλος από τον διάδοχο του αρχαίου Βασιλιά των οργίων, των Σατουρναλίων.

Το Καρναβάλι είναι μια περίοδος ευθυμίας και χαρούμενης ελευθερίας, όπου οι κανόνες του κόσμιου βίου [ειδικά του θρησκευτικού δογματισμού] αναστέλλονται προσωρινά και βασιλεύει η λησμονιά της καθημερινότητας. Τα ταμπού και οι απαγορεύσεις παραμερίζονται και όλες οι εκτροπές επιτρέπονται. Εκδηλώσεις, γλέντια και πλουσιοπάροχα συμπόσια, όπου κυριαρχούν η έξαρση του αισθησιασμού, η μέθη, η αθυροστομία, οι ξέφρενοι χοροί, οι μεταμφιέσεις και οι πομπές προσωπιδοφόρων, συνθέτουν την όλη εικόνα. «Αγριάνθρωποι» που φορούν δέρματα ζώων, φυλλώματα δέντρων, άχυρα και κουδούνια και κρατούν ρόπαλα ή μαγκούρες, άνθρωποι ντυμένοι αρκούδες και άλλα ζώα αναστατώνουν τα πάντα.

Αποτελούσε την κορύφωση των μιμητικών πράξεων που σκοπό είχαν να καλοπιάσουν τη γη και να την πείσουν να προσφέρει πλούσια τα ελέη της την εποχή του θερισμού και της συγκομιδής.

Προκαλούν με πειράγματα τους περαστικούς, παράγουν εκκωφαντικούς θορύβους, πετούν αντικείμενα, μπαίνουν μέσα στα σπίτια και ξεφαντώνουν. Ποικίλα είναι τα έθιμα και τα τελετουργικά δρώμενα του Καρναβαλιού, μεταξύ των οποίων καθαρμοί, απομάκρυνση των δαιμόνων, άναμμα και σβήσιμο των φώτων ή της πυράς, αγώνες μεταξύ αντίπαλων ομάδων, στέψη και καθαίρεση ενός πλασματικού βασιλιά, κάψιμο ή ενταφιασμός ενός ανδρεικέλου, αναπαραστάσεις της γενετήσιας πράξης, του θανάτου και της νεκρανάστασης, παρωδίες του γάμου και της κηδείας.

Όμως, τα καρναβαλικά δρώμενα διακρίνονται γενικότερα από την τάση τους να αντιστρέφουν επίμονα και συστηματικά την τάξη του κόσμου και τις ιεραρχικές δομές της κοινωνίας. Ολόκληρος ο κόσμος ξεπροβάλει μέσα από ένα καθολικό αναποδογύρισμα, οι άνθρωποι βγάζουν τα ρούχα και τα ξαναφορούν ανάποδα, οι άντρες ντύνονται γυναίκες και οι γυναίκες άντρες. Καθετί «ανώτερο» υποβιβάζεται, τη στιγμή που οτιδήποτε «κατώτερο» αναβιβάζεται και εξυμνείται.

Ο ζητιάνος ενθρονίζεται βασιλιάς και ο καντηλανάφτης παπάς, ο τρελός ανακηρύσσεται σοφός, ο διάβολος δοξολογείται, η θεία λειτουργία τρέπεται σε βωμολοχία. Σύμβολα, θεσμοί, τίτλοι και αξιώματα, ιερά και όσια διακωμωδούνται και εκθρονίζονται, ενώ στη θέση τους ενθρονίζεται η τρέλα και το αλλόκοτο. Κάθε υψηλή ιδέα γελοιοποιείται και στη θέση της δοξάζεται μεταξύ άλλων η ανδρική και γυναικεία «φύση».

Όλα αυτά και ακόμα περισσότερα συνθέτουν ένα οργιώδες ανατρεπτικό κλίμα, μέσα από το οποίο αναδύεται το αρχέτυπο του «τρελού», που ξεσκεπάζει με τις κουβέντες του κάθε ψέμα ή υποκρισία και ανακοινώνει δημόσια δυσάρεστες αλήθειες, που συγκαλύπτονται στην καθημερινή μας ζωή. Και επειδή στο καρναβάλι όλοι γίνονται «τρελοί», τούτο σημαίνει πως ακόμα και ο λαός κατορθώνει τότε να πει στην εξουσία, χάρη στην ασυλία της γιορτής, τη δική του αλήθεια· να κρίνει και να επικρίνει, να ελέγξει τους δυνατούς, όσο ψηλά κι αν βρίσκονται, να επισημάνει τα στραβά, να καταγγείλει το άδικο, να σατιρίσει την εξουσία, διορθώνοντας ή βελτιώνοντας την κοινωνία.

Το Καρναβάλι στην Αρχαιότητα

Όταν, λοιπόν, λέμε Καρναβάλι εννοούμε κάθε εκδήλωση μεταμφιέσεων, που έχει ως κεντρικό θέμα τον περιοδικό εορτασμό της ανακύκλωσης των εποχών και της αναγέννησης του κόσμου, με το τέλος του παλιού, την αρχή του καινούργιου και την ανατροπή όλων των πραγμάτων. Τα δρώμενα του Καρναβαλιού τελούνται όχι μόνο κατά την περίοδο των Αποκριών του χριστιανικού κόσμου, αλλά και κατά το Δωδεκαήμερο ή ακόμα και σε άλλες περιόδους του έτους. Αυτά τα έθιμα είναι πολύ παλιά και η σύνδεσή τους με το χριστιανικό εορτολόγιο αιώνες μεταγενέστερη.

Γιορτές Καρναβαλιού διαπιστώνονται ήδη από το 2000 π.κ.ε. στην Ασία, και συγκεκριμένα στη Μεσοποταμία και τη Βαβυλώνα, όπου υπήρχε το έθιμο οι υπηρέτες να ντύνονται αφέντες και οι δούλες κυράδες. Ανάλογα έθιμα υπήρχαν στην Ινδία, κατά την ανοιξιάτικη γιορτή της αγάπης, Ηοli, όταν οι νέοι υποδύονταν τους γέρους προεστούς, οι υπηρέτες τους αφέντες και οι γυναίκες τον αυταρχικό σύζυγό τους. Σε γιορτές της αρχαίας Κίνας, οι άντρες πάλευαν με τις γυναίκες, για την αρπαγή των ρούχων ο ένας του άλλου. Καρναβαλικά δρώμενα περιλαμβάνονταν και στα πανάρχαια Σάκαινα των Βαβυλωνίων, στο Πουρίμ των Ιουδαίων και στο Κουρμπάνι των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, αλλά και σε ακόμα περισσότερες γιορτές.

Οι βαθύτερες όμως ρίζες των καρναβαλικών εθίμων βρίσκονται στα αρχαία μαγικοθρησκευτικά δρώμενα των ποιμενοαγροτικών κοινωνιών, στα οποία συναντάμε τη φωτιά, ως μέσο καθαρμού και αποτροπής του κακού, τη μεταμφίεση (μάσκα, κεφαλοκάλυμμα, κοστούμι), το εικονικό όργωμα, τη σπορά, την πάλη, το θάνατο και την ανάσταση, το χορό και τη μουσική.

Οι φυλές των Οτεντότων της Νότιας και των Μπαντού της Ανατολικής Αφρικής δεν γνώριζαν το Καρναβάλι αλλά την κατάλληλη εποχή τελούσαν λατρευτικές γιορτές που μπορούσαν και άγιο να σκανδαλίσουν. Στη στροφή του ΙΘ’ προς τον εικοστό αιώνα, ο αιδεσιμότατος H. Rowley βρέθηκε σε μια τέτοια τελετή των Μπαντού κι έγραψε ότι επρόκειτο για «αληθινά βακχικά όργια»: «Είναι αδύνατο να παρευρεθεί κάποιος (λέει) και να μην αισθανθεί ντροπή. Όχι μόνο επιτρέπεται στον επισκέπτη η πλήρης σεξουαλική ελευθερία αλλά συχνά του επιβάλλεται υποχρεωτική συμμετοχή. Η πορνεία είναι ελεύθερη και η μοιχεία κανέναν δεν ενοχλεί. Το μόνο που απαγορεύεται στους άνδρες, είναι να κάνουν σεξ με τις νόμιμες γυναίκες τους».

Ανάλογες γιορτές στην Αγγλία συνδέονται με την Πρωτομαγιά. Στον μεσαίωνα ήταν παντού διάσημες στην «γιορτή των Τρελών». Στην αρχαία Ρώμη, συνέπιπταν με τα Σατουρνάλια. Στην Ελλάδα, με τις γιορτές της Διονυσιακής λατρείας. Στις πλαγιές του Κιθαιρώνα, γιόρταζαν τα Τριετηρικά, κάθε τρία χρόνια. Μόνο γυναίκες συμμετείχαν: Νύχτα, στο φως των πυρσών, φορώντας προβιές ελαφιών, με ξέπλεκα μαλλιά, στεφανωμένες με κισσούς και κρατώντας ιερούς θύρσους (ραβδιά τυλιγμένα με φύλλα κισσού) το έριχναν σε ξέφρενο χορό κι αχαλίνωτο τρέξιμο, καλώντας τον Διόνυσο με ουρλιαχτά.

Το Καρναβάλι ως Διονυσιακή Λατρεία

Ανάλογα δρώμενα υπήρχαν και στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο και συγκεκριμένα στα Διονύσια, τα Ανθεστήρια, τα Λήναια, τα Θεσμοφόρια, τα Κρόνια, τα Θεσσαλικά Πελώρια, τις γιορτές του Ερμή στην Κρήτη και διάφορες άλλες μικρότερες, με έντονο πάντα το Διονυσιακό στοιχείο, όπου οι άνθρωποι διατηρούσαν μια πίστη σε μαγικές γονιμικές πράξεις.

Σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο, ο Διόνυσος ή Βάκχος λατρευόταν φανατικά στον Ορχομενό της Βοιωτίας αλλά οι κόρες του μυθικού βασιλιά Μινύα (Λευκίππη, Αλικιθόη και Αρσίππη) περιφρονούσαν τις τελετές. Ο Θεός θύμωσε με την ασέβειά τους και τις τρέλανε. Γεμάτες μανία, ρίχτηκαν στον Ίππασο, τον γιο της Λευκίππης, τον κατασπάραξαν κι έπειτα φύγανε στα βουνά. Από τότε, οι γυναίκες απόγονοι του Μινύα ονομάζονταν «ολείαι», ολέθριες.

Και υποχρεώνονταν σε βαρύ τίμημα: Στο βουνό της Γρανίτσας, το αρχαίο Λαφύστιο, οι κάτοικοι του Ορχομενού, επί τέσσερις συνεχείς νύχτες, τελούσαν τα Αγριώνια, προς τιμήν του Αγριώνιου Διονύσου. Τις τρεις πρώτες νύχτες, γυναίκες του Ορχομενού, με παρθένες του οίκου του Μινύα ανάμεσά τους, περιφέρονταν εκστασιασμένες στο βουνό ψάχνοντας να βρουν τον Διόνυσο, καλώντας τον να παρουσιαστεί. Αποκαμωμένες, την τέταρτη νύχτα ετοίμαζαν συμπόσιο και το έριχναν στο φαγοπότι.

Τη γιορτή παρακολουθούσαν υποχρεωτικά οι άνδρες της οικογένειας του μυθικού Μινύα, ντυμένοι με κουρέλια, βρόμικοι και τελείως αμέτοχοι στα δρώμενα. Πάνω στην έξαψη, εμφανιζόταν ο ιερέας του Διονύσου, μεταμφιεσμένος σε δαίμονα εχθρό του Θεού και με γυμνό ξίφος έστρωνε τις γυναίκες στο κυνήγι, χωρίς οι άνδρες να έχουν το δικαίωμα να επέμβουν. Οι γυναίκες έφευγαν πανικόβλητες αλλά ο ιερέας κυνηγούσε κυρίως τις παρθένες από την οικογένεια του Μινύα. Όποια προλάβαινε πρώτη, την σκότωνε θυσιάζοντάς την στον Βάκχο.

Αργότερα, όταν πια δεν υπήρχαν απόγονοι του Μινύα, ο ιερέας θυσίαζε την όποια παρθένα έπιανε πρώτη. Μετά, το έθιμο ατόνησε. Στους ιστορικούς χρόνους, η σφαγή της παρθένας είχε αντικατασταθεί από συμβολική θυσία. Μια μόνο φορά, πολύ αργότερα, στα χρόνια του Πλουτάρχου (Β’ μ.κ.ε. αι.), ο ιερέας Ζωίλος θέλησε να τηρήσει το έθιμο κι έσφαξε μια παρθένα. Αποτέλεσμα ήταν οι Ρωμαίοι κατακτητές να απαγορεύσουν τις τελετές, ο Ορχομενός να πληρώσει βαρύ πρόστιμο και η οικογένεια του Ζωίλου να αποκλειστεί από το ιερατικό επάγγελμα.

Ήταν τα χρόνια του αυτοκράτορα Αδριανού, που προσπαθούσε να εξαλείψει το φαινόμενο των ανθρωποθυσιών από τη ρωμαϊκή λατρεία, καθώς ανάλογα κρούσματα δεν έλειπαν ούτε στην ίδια τη Ρώμη. Η ανθρωποθυσία είχε βαθιές ακόμα ρίζες, καθώς ερχόταν από τους εβραίους (θυσία του Αβραάμ), τους Αιγυπτίους και τους Φοίνικες, που θυσίαζαν στον Μολώχ.

Διόνυσος Ζαγρέας και Ορφέας, με περίπου κοινή μοίρα, αποτέλεσαν τον μοχλό της πίστης των ορφικών που τελούσαν τα ορφικά μυστήρια, ανοιχτά μόνο στους μυημένους. Ο Ορφισμός λατρευόταν με όργια και αναπτύχθηκε με κέντρο λατρείας τον Διόνυσο Ζαγρέα, τον Θεό που δίνει ψυχή στα πάντα. Ο άνθρωπος που εκπλήρωνε τις επιταγές της ορφικής διδασκαλίας, μπορούσε να ελπίζει στη λυτρωτική χάρη του Διονύσου και να απαλλαγεί από τη μεταθανάτια κόλαση του Άδη. Αλλιώς, η ψυχή του κινδύνευε να υποστεί τα μύρια όσα, ώσπου να φθάσει στον καθαρμό.

Ξεκινώντας από τη Θράκη, ο Ορφισμός εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα και γύρω στον Στ’ π.κ.ε. αιώνα, είχε καταντήσει αληθινή μάστιγα, καθώς διάφοροι απατεώνες οι «ορφεοτελεστές» περιφέρονταν από τόπο σε τόπο και έναντι αμοιβής, αναλάμβαναν να απαλλάξουν από τις αμαρτίες τους, όχι μόνο τους ζωντανούς αλλά και τους πεθαμένους. Στην πραγματικότητα, ήταν οι εφευρέτες της επιχείρησης που μετά από 2000 χρόνια, ο πάπας Λέων Ι’ (1513 – 1521) ξεκίνησε με τα συγχωροχάρτια, προκαλώντας το σχίσμα της δυτικής Εκκλησίας σε καθολικούς και διαμαρτυρόμενους που συνεχίζεται μέχρι σήμερα στις χριστιανικές κυρίως εκκλησίες.  Κάτι ανάλογο έγινε και στην αρχαία Αθήνα του Στ’ π.κ.ε. αιώνα. Ήταν γύρω στα 535 π.κ.ε. όταν ο τύραννος Πεισίστρατος, άνθρωπος ξύπνιος και βαθιά μορφωμένος, καθιέρωσε τα Μεγάλα Διονύσια. Η λαμπρότητα του θεάματος αντιμέτωπη με τη θρησκοληψία και τη δεισιδαιμονία.

Οι γιορτές προς τιμήν του Θεού Διονύσου ήταν ξεχωριστές και περιλάμβαναν εύθυμες λατρευτικές πομπές, στις οποίες συμμετείχαν άνδρες και γυναίκες χορευτές, τραγουδιστές, προσωπιδοφόροι, μεταμφιεσμένοι σε σατύρους και κενταύρους, ενώ αργότερα στις γιορτές της κλασικής εποχής συμμετείχαν ιδιαίτερες φαλλικές μορφές, πέρα από τους μασκοφορεμένους χορευτές. Η μεταμφίεση, και ιδιαίτερα η μάσκα είναι χαρακτηριστικό των εορτών του Διονύσου, που ενίοτε αποκαλείται Θεός – προσωπείο, καθώς το προσωπείο αποτελούσε την λατρευτική εικόνα του. Η μάσκα συμβόλιζε επίσης τη νέα μορφή του αναγεννημένου ανθρώπου, ενώ υπήρξε και σύμβολο μετουσίωσης, αλλά και επικοινωνίας με τους αόρατους κόσμους. Σύμφωνα μάλιστα με τον Γ. Φ. Όττο ο μασκοφόρος βιώνει την ιερή τρέλα, το πνεύμα του μαινόμενου Θεού, που εμποτίζει το προσωπείο του.

Για παράδειγμα, σε τελετουργίες του Διονύσου στη Θράκη, που θεωρείται η πλέον πιθανή πατρίδα του, υπήρχαν «ταυρόφθογγοι μίμοι» που μούγκριζαν προς τον Θεό, ενώ οι γυναίκες που τον λάτρευαν ως Διόνυσο Λαφύστιο έφεραν οι ίδιες κέρατα, μιμούμενες τον Θεό, γιατί τον φαντάζονταν ως ταυροκέφαλο. Αργότερα, μέσα από τις γιορτές του Διονύσου, γεννήθηκε το Ιερό Θέατρο, που σε πολλές παραστάσεις, όπως εκείνες του Αριστοφάνη, ο χορός μεταμφιεζόταν σε όρνιθες, νεφέλες, βατράχους, σφήκες κ.λ.π.

Ο Διόνυσος παρουσιάζεται πάντοτε ανάμεσα σε μια θορυβώδικη ακολουθία, όπου οι Μαινάδες αποτελούν το θηλυκό στοιχείο και οι Σάτυροι, οι Σειληνοί και ο Πάνας το αρσενικό. Οι Μαινάδες, που ονομάζονταν επίσης και Βάκχες, ήταν Νύμφες. Οι Νύμφες είχαν αναθρέψει τον Διόνυσο στο βουνό Νύσα. Έγιναν οι πιστές ακόλουθες και συντρόφισσες του θεού του αμπελιού και τις βλέπουμε να καταγίνονται πρόθυμα με τον τρύγο, μαζί με τους Σειληνούς συχνά. Εμψυχωμένες από τον Διόνυσο, από το πνεύμα του θεού, ρίχνονταν αναμαλλιασμένες σε τρελές ορμητικές και ακανόνιστες διαδρομές, σαν με πηδήματα ελαφίνας, που προσπαθεί να ξεφύγει από την καταδίωξη του κυνηγού. Βγάζουν δυνατές κραυγές, χτυπώντας κρόταλα σαν μανιασμένες.

Ο Πλάτωνας ισχυρίζεται ότι ο άνθρωπος μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα των δυνατοτήτων του, μόνο μέσω Μανίας σε δόση θεϊκά ρυθμισμένη: «νῦν δὲ τὰ μέγιστα τῶν ἀγαθῶν ἡμῖν γίγνεται διὰ μανίας θείᾳ μέντοι δόσει διδομένης». Δικαιολογεί δε τη φαινομενική αυτή παραδοξολογία του με το ότι η Μανία είναι «Θείο δώρο» και αναφέρει 4 τύπους Μανίας: α) την προφητική (που εμπνέεται από τον Απόλλωνα), β) τη θρησκευτική (από τον Διόνυσο), γ) την ποιητική (από τις Μούσες) και δ) την ερωτική (από την Αφροδίτη και τον Έρωτα): «Τῆς δὲ θείας (μανίας) τέτταρα μέρη διελόμενοι μαντικὴν μὲν ἐπίπνοιαν Ἀπόλλωνος θέντες, Διονύσου δὲ τελεστικὴν, Μουσῶν δ’ αὖ ποιητικὴν, τετάρτην δὲ Ἀφροδίτης καὶ Ἔρωτος, ἐρωτικὴν μανίαν».

Η Θεία Διονυσιακή Μανία είναι ομαδική και μεταδοτική

«Θιασεύεται ψυχάν, ἐν ὄρεσι βακχεύων ὁσίοις καθαρμοῖσιν» (Βάκχες, 75). Οι δυο τεχνικές του Διονύσου είναι το κρασί κι ο χορός` σκοπός του δε η «κάθαρσις» με την ψυχολογική σημασία. Η μανία του χορού κι η ομαδική υστερία οδηγεί κατευθείαν στην κάθαρσιν, δηλαδή: στην απελευθέρωση του ανθρώπου. Ο Θεός Διόνυσος είναι ο Ελευθέριος, ο Λύσιος Θεός, δηλαδή ο Απελευθερωτής Θεός, που κάνει τον άνθρωπο να πάψει να είναι ο εαυτός του και να απολυτρωθεί. Του δείχνει τον δρόμο της Ελευθερίας.

Ο οργιαστικός απελευθερωτικός χαρακτήρας της λατρείας του Διονύσου είναι ολοφάνερος. Η ύπαρξή του για τους ανθρώπους του είναι μια αδιάκοπη συνέχεια από θορυβώδικα γλέντια, που κατέληγαν σε όργια, όπου προπάντων έπαιρναν μέρος οι γυναίκες. Από όπου πέρναγε ο Διόνυσος, συνέβαιναν θαυμαστά φαινόμενα. Πηγές κρασιού και νερού στο έδαφος κι από τα βράχια ανάβλυζαν κι από τα ποτάμια κυλούσε μέλι και γάλα. Κι ήταν τα κορφοβούνια αγαπημένος του τόπος διαμονής, όπου τελούνταν οι γιορτές του, κατά προτίμηση τη νύχτα. Όμως ο ρόλος του Διονύσου δεν περιορίζεται στο να διώχνει θλίψεις και καημούς από τους ανθρώπους και να τους κάνει να ξεχνούν τις καθημερινές έγνοιες με τα χαρούμενα μεθύσια.

Ο Διόνυσος τιμωρούσε τους εχθρούς της λατρείας του, μεταδίδοντάς τους την ίδια φρενίτιδα που έπιανε τις Μαινάδες και σπρώχνοντάς τους σε πράξεις αλλόφρονες κι εξωφρενικές. Μάλιστα η μανία των Μαινάδων δεν γνώριζε όρια. Ξεσκίζανε ζώα και έτρωγαν ωμές τις σάρκες τους. Δεν γλίτωναν μήτε οι άνθρωποι από τη φονική τους παράκρουση όπως στον μύθο του Ορφέα που τον κατασπάραξαν οι Βάκχες, οι μαινόμενες.

Ο Διόνυσος ήταν και ο ευεργέτης της ανθρωπότητας. Τρέλαινε όσους ήταν αντίθετοι στη λατρεία του και δεν ήθελαν να συμμετάσχουν σ’ αυτή, από την άλλη όμως μεριά εξασφάλιζε την ησυχία και τη γαλήνη των δικών του με τον πλούτο που χαρίζει η γεωργία. Του απέδιδαν την εφεύρεση του αρότρου, όπου πρώτος αυτός έζεψε βόδια. Ο Διόνυσος, συνέβαλε στην ανάπτυξη του πολιτισμού -υποβοηθώντας την ύπαρξη αρμονικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων- και την καλή διοργάνωση πόλεων, όπου παρουσιάζεται ως υπερασπιστής των αδυνάτων ενάντια σε όσους τους καταπιέζουν. Από τη λατρεία του Διονύσου γεννήθηκε το ελληνικό θέατρο, πράγμα που μας επιτρέπει να θεωρήσουμε το γιο του Διός και της Σεμέλης Θεό της ποίησης και της μουσικής.

Ανθεστήρια

Η κλασική αθηναϊκή γιορτή προς τιμήν του Θεού Διόνυσου ήταν τα Ανθεστήρια, τριήμερη και γεμάτη γλέντια και κρασί, καθώς τότε άνοιγαν τους πίθους με το γιοματάρι. Τα Ανθεστήρια ήταν πομπή, με άνθη, τραγούδια, μουσικούς και σκώμματα (σατιρικοί αστεϊσμοί, από το ρήμα σκώπτω = κοροϊδεύω, χλευάζω, σατιρίζω) που έλεγαν ντυμένοι ως σάτυροι -ακόλουθοι του Διονύσου, κρατώντας θύρσους κοσμημένους με κισσό (σύμβολο γονιμότητας)- και φορώντας προσωπίδες οι συμποσιαστές.

Δηλαδή, οι κωμαστές (κωμάζω = γυρίζω με άλλους στους δρόμους, λέγοντας τραγούδια και πειράγματα και κώμος = νυχτερινή έξοδος – πομπή συμποσιαστών στους δρόμους, με προσωπίδες, λαμπάδες, μουσικά όργανα και σατιρικά τραγούδια. Εξ ου και κωμωδία. Ο κορυφαίος, σε άρμα, όπως κάθε κωμαστής «τρεκλίζει ο κισσοστέφανος, χορεύει ο θυρσοφόρος» έλεγε ο Α. Σικελιανός – με τα πειράγματά του έσουρνε σε άλλους «τα εξ αμάξης»

Τέλειωνε με την τελετή της χύτρας που περιφερόταν μουτζουρωμένη, γεμάτη σπόρους για προσφορά στον Διόνυσο, ενώ την ημέρα αυτή έζωναν τους ναούς με μια κορδέλα, απαγορεύοντας την είσοδο σ’ αυτούς. Οι εκδηλώσεις έκλειναν με θυσία σε δεκατέσσερις βωμούς, για τους επτά Τιτάνες και τις επτά Τιτανίδες, που είχαν κομματιάσει τον Διόνυσο όταν ήταν μωρό. Την ίδια ημέρα, οι ψυχές των νεκρών ξαναγύριζαν στον Άδη και οι νοικοκυραίοι ξόρκιζαν αυτές που αρνιόνταν να φύγουν φωνάζοντας: «Έξω από το σπίτι, ψυχές! Τα Ανθεστήρια τέλειωσαν».

Το Καρναβάλι στην Αιώνια Πόλη

Γιορτές καρναβαλικού περιεχομένου υπήρξαν και στους Ρωμαίους, όπως τα Βακχανάλια, τα Σατουρνάλια, τα Λιμπεράλια, τα Λουπερκάλια, τα Φεράλια [ή Φε-(β)ρουάλια], τα Παρεντάλια· στο Βυζάντιο ήταν οι Καλένδες (ή Καλάνδες) και στη μεσαιωνική Δύση η Γιορτή των Τρελών, ένα παραεκκλησιαστικό Καρναβάλι, που τελούνταν κατά τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου. Στη Γιορτή των Τρελών κατώτεροι κληρικοί, διάκοι και παπαδοπαίδια, εξέλεγαν τον ψευδοκαρδινάλιο ή τον πάπα των τρελών και τον χειροτονούσαν μέσα στην εκκλησία.

Εκεί χόρευαν μασκαρεμένοι, έψελναν φάλτσα αθυρόστομες παρωδίες εκκλησιαστικών ύμνων, έπιναν, έτρωγαν και έπαιζαν ζάρια. Μετά έβγαιναν στους δρόμους, χοροπηδούσαν διαβολεμένα, έριχναν μαγαρισιές στον κόσμο, και πήγαιναν στις ταβέρνες, συνεχίζοντας το πιόμα και τα ανόσια τραγούδια. Η παντοδύναμη Εκκλησία ήξερε πως εάν δεν έδινε στον καταπιεσμένο, φοβισμένο λαό έστω και μα ημέρα για να εκτονωθεί, δεν θα συνέχιζε να «πουλά τον Χριστό με το ζύγι», καταπώς έλεγε κι ο Καζαντζάκης, κρατώντας τον υποταγμένο υπό την απειλή της Κόλασης.

Παρόμοιες καταστάσεις συνέβαιναν στις Καλένδες, τις πλέον επίσημες και λαμπρές εορτές των βυζαντινών χρόνων με μεταμφιέσεις, στις οποίες αν και συμμετείχαν κληρικοί, κρίνονταν μη αποδεκτές και απαγορευμένες από την Εκκλησία. Στις Καλένδες οι βυζαντινοί έψελναν χορεύοντας, μεταμφιεσμένοι σε ζώα, τράγους, καμήλες, ελάφια, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξασφάλιζαν ευθυμία για όλο το έτος. Τέτοια έθιμα υπήρξαν και σε νεότερους χρόνους, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, ακόμα και στην Ελλάδα.

Τα έθιμα του Καρναβαλιού πέρασαν με τον καιρό από την ύπαιθρο στις αναπτυσσόμενες πόλεις, όπου τα περιεχόμενά τους διαμορφώθηκαν ανάλογα και απέκτησαν καινούργια σημασία, αντανακλώντας νέους κοινωνικούς συσχετισμούς. Η μαγική αγροτική τελετουργία μετατράπηκε βαθμιαία σε πάνδημο αστικό θέαμα και ψυχαγωγία, με το λαό θεατή και πρωταγωνιστή. Στους νεώτερους χρόνους τα σύγχρονα Καρναβάλια έλαμψαν στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία και Πορτογαλία, με τις γιορτές και τις πομπές των μασκοφόρων.

Στην Ιταλία τα Καρναβάλια απέκτησαν μεγάλη φήμη

Η Φλωρεντία του 15ου-16ου αιώνα γιόρταζε με τραγούδια, που είχαν αρχικά μυθολογικό περιεχόμενο, αλλά στη συνέχεια έγιναν επίκαιρα, αποκτώντας μεγαλύτερη απήχηση στο λαό. Την εποχή του ρομαντισμού είχε γίνει ξακουστό και το Καρναβάλι της Ρώμης· μια εικόνα του μας δίνει ο Γκαίτε, όταν μιλάει για ποικιλία κοστουμιών, που παρίσταναν φασουλήδες, δικηγόρους, ζητιάνους και γυναίκες του λαού, με κομφετί, εκκεντρικές κομμώσεις, αλλά και αλλόκοτα δρώμενα, όπως εκείνο της τελευταίας βραδιάς, που περιφέρονταν με κεριά τα οποία προσπαθούσαν μεταξύ τους να σβήσουν. Εκείνο όμως που ξεχώριζε πάντοτε για τη μεγαλοπρέπειά του ήταν το Καρναβάλι της Βενετίας, με εντυπωσιακές μάσκες και μεταμφιέσεις, πυροτεχνήματα, ακροβατικές επιδείξεις, παρελάσεις και ψευτομάχες.

Στη Γαλλία, από το 15ο αιώνα υπήρχαν οι «χοροί των μεταμφιεσμένων», γνωστοί ως μπαλ-μασκέ, ενώ κατά το 16ο αιώνα ήταν στη δόξα τους τα «momons», οχλαγωγίες από μασκαράδες και μουσικούς, που εισέβαλλαν απρόσκλητοι στα σπίτια και έπαιρναν μέρος στους χορούς και τις διασκεδάσεις· το 18ο αιώνα καθιερώθηκαν και τα μπαλ-μασκέ της Όπερας του Παρισιού. Στη Βόρεια Γαλλία χαρακτηριστικές ήταν οι παρελάσεις γιγάντων, στο Νότια Γαλλία οι πομπές των ζώων, στην Κεντρική Γαλλία οι «κερατάδες» του Σωγκζιλάνζ, και στα ανατολικά της χώρας οι «χοντροί» του Σαιν-Κλωντ.

Οι αποικισμοί και οι μεταναστεύσεις των λαών συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάμιξη των καρναβαλικών παραδόσεων που προέρχονταν από διαφορετικούς πολιτισμούς και στη διαμόρφωση της σύγχρονη μορφής τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αμερική, με την ανάμιξη ευρωπαϊκών, αφρικανικών, ασιατικών και αυτοχθόνων εθίμων, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μεγάλων καρναβαλικών εορτών, όπως στο Σαλβαντόρ ντα Μπαΐα και στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας, στη Λουϊζιάνα και στη Νέα Ορλεάνη της Κεντρικής Αμερικής, στα νησιά Τρινιντάντ και Τομπάγκο της Καραϊβικής· αυτά τα δύο νησιά αποτελούν μάλιστα ένα όμορφο παράδειγμα του πώς το Καρναβάλι μπορεί να ενώσει τον κόσμο, αφού σε αυτό το μικρό έθνος οι πεποιθήσεις και οι παραδόσεις πολλών πολιτισμών ενώνονται κάθε χρόνο, ξεχνώντας τις διαφορές τους και γιορτάζοντας το θαύμα της ζωής!

Τα δρώμενα του Καρναβαλιού δανείστηκαν πολλά στοιχεία από τις αρχαίες αφρικανικές παραδόσεις, όπως παρελάσεις μεταμφιεσμένων μασκοφόρων με ρυθμούς τυμπάνων, μεγάλες μαριονέτες, ραβδούχους μαχητές και ξυλοπόδαρους χορευτές. Στα έθιμα αυτά συχνά συμπεριλάμβαναν κυκλικές πορείες γύρω από το χωριό, για να προκαλέσουν καλή τύχη, θεραπεία και εξευμενισμό των αποθανόντων συγγενών, αλλά και φυσικά αντικείμενα (οστά, φτερά, χόρτα, χάντρες, κοχύλια, ύφασμα) για να δημιουργούν μάσκες, καπέλα και φορεσιές με πνευματικές δυνάμεις και ιδιότητες. Η μάσκα αποτελούσε ιερό αντικείμενο σε νεκρικές τελετές, ενώ τα φτερά συμβόλιζαν τη δυνατότητά μας ως άνθρωποι να ανυψωθούμε πάνω από τα προβλήματα, τους πόνους και την ασθένεια της καθημερινότητας, αναγεννημένοι σε ένα νέο κόσμο. Σήμερα, τα φτερά χρησιμοποιούνται με πολλούς τρόπους στη δημιουργία αποκριάτικων στολών.

Η Αποκριά

Μια σημαντικότατη γιορτή καρναβαλικού χαρακτήρα, που τελείται σε ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο πριν από την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής είναι η γιορτή της Αποκριάς (ή των Αποκριών ή Αποκρεών), μια περίοδος διασκέδασης κι ανεμελιάς, που σημάνει το οργιαστικό ξέσπασμα της ζωής και την εκδίωξη του θανάτου, τον ερχομό της άνοιξης και το τέλος του χειμώνα, την ευφορία της γης και τη γονιμότητα -φυσική και πνευματική- όλων των υπάρξεων. Η γιορτή αυτή είναι ένα χαρούμενο καλωσόρισμα στο Πνεύμα της Θεότητας που κατακλύζει τα πάντα, και μεταβάλει το θάνατο σε ζωή, τη θλίψη σε χαρά, συμπαρασύροντας τους ανθρώπους και τη φύση σε μια θεία ιερή μέθη, γεμάτη από την αγάπη για τη ζωή και το χτίσιμο ιδανικών.

Η Αποκριά σε οποιοδήποτε μέρος γιορταζόταν, περιλάμβανε μεταμφιέσεις και αποκτούσε πάνδημο χαρακτήρα. Οι ρωμαιοκαθολικοί την καθιέρωσαν πριν από εκατοντάδες χρόνια στην Ιταλία. Ήταν μια ξέφρενη εορτή αμφίεσης, που την ονόμαζαν Carnevale, από το λατινικό carnem levare ή carnis levamen, που σημαίνει «αποχή από το κρέας», εφόσον τη γιορτή ακολουθούσε η Σαρακοστή, όπου δεν επιτρεπόταν η βρώση κρέατος. Οι κυριότερες εκδηλώσεις της Αποκριάς των καθολικών συνηθίζονται πλέον κατά τις τρεις τελευταίες μέρες της κρεοφαγίας, δηλαδή Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη (γνωστή στα γαλλικά ως Mardi Gras, Αμαρτωλή Τρίτη). Η επόμενη μέρα, η Καθαρή Τετάρτη (Mercredi des Cendres = Τετάρτη των Τεφρών) είναι η αρχή της νηστείας της Σαρακοστής (Careme), αντίστοιχη της δικής μας Καθαρής Δευτέρας.

Οι Αποκριές στην Ελλάδα

Οι Αποκριές στην Ελλάδα, που αποκαλούνται από το λαό και «Μεγάλες Αποκριές» στην Κύπρο «Μεγάλες Σήκωσες» διαρκούν τρεις εβδομάδες και ξεκινούν την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μαζί με το Τριώδιο -το βιβλίο των εκκλησιαστικών ύμνων, που ψάλλονται στην εκκλησία από την εν λόγω Κυριακή μέχρι το Μεγάλο Σάββατο. Οι επόμενες τρεις Κυριακές των Αποκριών είναι η Κυριακή του Ασώτου, της Απόκρεω και της Τυρινής. Η Κυριακή της Τυρινής σημάνει τη λήξη αυτή της περιόδου και την έναρξη της μεγάλης Σαρακοστής, από την Καθαρά Δευτέρα. Η πρώτη εβδομάδα ονομάζεται Προφωνή, Προφανή, Προφωνέσιμη ή Προφωνήσιμη, επειδή προφωνείται (ανακοινώνεται) η έναρξη των Αποκριών, επίσης Συγκόκαλη ή Απόλυτη, επειδή δεν εφαρμόζεται η νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, καθώς και Αμολυτή, Αποβολή ή Απόλυτη, γιατί τότε απολύονται οι ψυχές των αποθαμένων και βγαίνουν στον Επάνω Κόσμο· επιπλέον, αποκαλείται Λόκρια, Αρνοβδομάδα, Αρτσι Βούρτσι ή Αρτσι Μπούρτσι.

Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή, γιατί θεωρείται η περίοδος της κρεοφαγίας που σταματάει την Κυριακή της Απόκρεω, τελευταία ημέρα που οι χριστιανοί επιτρέπεται να φάνε κρέας. Η τρίτη και τελευταία εβδομάδα, που ξεκινάει μετά την Κυριακή της Απόκρεω, ονομάζεται της Τυρινής ή Τυροφάγου, γιατί περιλαμβάνει βρώση τυροκομικών.

Ιδιαίτερη θέση στην Κρεατινή εβδομάδα κατέχει η Τσικνοπέμπτη (ή Τσικνοπέφτη) και το Ψυχοσάββατο (ή Σάββατο των Ψυχών). Την Τσικνοπέμπτη η τσίκνα είναι διάχυτη παντού, καθώς οι άνθρωποι γιορτάζουν ψήνοντας κρέατα έξω από το σπίτι, κάτι που έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες, επειδή πίστευαν ότι οι νεκροί πετούσαν γύρω από τις φωτιές και γευμάτιζαν από τον καπνό και την τσίκνα. Ανάλογα, το Ψυχοσάββατο είναι αφιερωμένο στη λατρεία των νεκρών με προσφορά γευμάτων πάνω στους τάφους. Αυτά τα δύο έθιμα προέρχονται από τα Ανθεστήρια, που περιλάμβαναν προσφορές σπονδών και τροφίμων στους νεκρούς, για τους οποίους πίστευαν ότι τριγυρνούσαν εκείνες τις μέρες ανάμεσα στους ζωντανούς.

Αποκριάτικα Εθιμα στην Ελλάδα

Η Ανακύκλωση της Ζωής

Τα παλαιότερα χρόνια στον τόπο μας οι μέρες της Αποκριάς προσλάμβαναν ένα ιδιαίτερο λαϊκό χρώμα. Στο πλαίσιο του παραδοσιακού πανηγυρισμού οι άντρες μεταμφιέζονταν σε γυναίκες και αντίθετα, γινόταν η περιφορά του καρνάβαλου, του γαϊτανακιού και της καμήλας, με ομίλους χορευτών να γυρνάνε τις συνοικίες σκορπίζοντας το κέφι. Αναβίωναν διάφορες προλήψεις, μαντείες και δεισιδαιμονίες, ψάλλονταν εύθυμα και άσεμνα τραγούδια, γίνονταν εικονικές δίκες και επικρατούσε ένα γενικό ξεφάντωμα, μια γενική ευωχία.

Αναβαν φωτιές, που ονόμαζαν «Φανούς», «Κλαδαριές», «Μπουμπούνες», «Καψαλιές», «Χαλαούζιες» ή «Καλολόγους»· γύρω τους έστηναν χορούς και τις πηδούσαν με ευχές για υγεία και καλή τύχη, αντλώντας τη δύναμη που η φωτιά πίστευαν ότι έκρυβε. Στις μεταμφιέσεις χαρακτηριστικές μορφές ήταν ο γέρος, η νύφη και ο γαμπρός, ο αράπης και η αραπίνα, ο γιατρός και ο βοηθός του, ο παπάς και ο σατανάς, η καμήλα, η αρκούδα κ.λ.π. Αλλοτε πάλι έδιναν υπαίθριες παραστάσεις, κωμικού περιεχομένου, ενώ διαδεδομένα ήταν και τα κοινά συμπόσια.

Γέννηση, ανάπτυξη, γάμος, θάνατος και αναγέννηση του ήρωα, είναι ένα δράμα που παίζεται ακατάπαυστα. Είναι η ανακύκλωση της ζωής, στην οποία συμμετέχει ολόκληρη η κοινότητα, στην αγορά του χωριού ή της πόλης. Μέσα από τις μάσκες, τα ανδρείκελα, τις μεταμφιέσεις οι άνθρωποι «γίνονταν ένα σώμα» και βίωναν την αναγεννητική διαδικασία. Γιόρταζαν πάνω από όλα τον ερχομό του νέου -του νέου χρόνου, της νέας άνοιξης, της νέας ζωής- το καινούργιο που εμφανίζεται στον κόσμο.

Αυτά τα αποκριάτικα έθιμα διατηρούνται ακόμα και σήμερα σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπως στο Σοχό Λαγκαδά στη Θεσσαλονίκη, με πανηγυρισμούς, με αγερμούς και τραγούδι, από μεταμφιεσμένους με προβιές τράγου, ψηλά καλύμματα στο κεφάλι από πολύχρωμες κορδέλες, γουρουνοτσάρουχα στα πόδια και μάσκες με πούλιες και μακριά μουστάκια· κρατώντας ξύλινο γιαταγάνι ή αγκλίτσα, ταγάρι με ούζο, κρασί και πορτοκάλια, περπατούν ρυθμικά, πηδούν και σείονται, κουδουνίζουν και τραγουδούν, κερνούν τους ανθρώπους, πότε στα μαγαζιά και τις ταβέρνες, πότε στους δρόμους.

Στη Θράκη, κατά το παλιό αποκριάτικο δρώμενο του «Καλόγερου», η καμπουρίτσα Μπάμπω γεννάει ένα εφταμηνίτικο μωρό που μεγαλώνει στο άψε-σβήσε. Το καλάθι δεν το χωράει, τρώει και πίνει τον περίδρομο, ανδρώνεται, γυρεύει γυναίκα, παντρεύεται, έρχεται στα χέρια με τον κουμπάρο του, σκοτώνεται, μοιρολογιέται και κηδεύεται. Ξαφνικά όμως ανασταίνεται θαυματουργά και οργώνει τη γη μαζί με το μετανιωμένο του φονιά. Ο θάνατος και η ανάσταση του γαμπρού μας παραπέμπουν στο θάνατο του Διόνυσου το χειμώνα και στην ανάστασή του την άνοιξη, ενώ το καλάθι της γριάς το Λίκνο του, που χρησίμευε ως κόσκινο και κούνια (Λικνίτης ήταν γνωστή επωνυμία του Διόνυσου).

Στην ίδια περιοχή τη Δευτέρα της Τυρινής εβδομάδας τελείται ο «Μπέης» ή «Κιοπέκ Μπέης», ευετηριακό δρώμενο, με αγερμούς, ευχές σε κάθε σπίτι για «καλοχρονιά με πολύ στάρι και πολύ κριθάρι», εικονικό όργωμα, εικονική σπορά και αγώνες  -πήδημα, ρίξιμο πέτρας, τρέξιμο, πάλη- χορούς και τραγούδια. Στη Νάουσα «Μπούλες» και «Γενίτσαροι» με παραδοσιακές στολές και προσωπίδες, χορεύουν σε ομάδες, με ήχους ζουρνάδων και νταουλιών, σε ανάμνηση των αρματολών της τουρκοκρατίας, που κυκλοφορούσαν μεταμφιεσμένοι τις Αποκριές για να κρύβονται.

Στα χωριά του Παγγαίου, κατά το πανάρχαιο διονυσιακό έθιμο της Ντερβένας, που ανάγεται στην πυρολατρεία των αρχαίων χρόνων, οι άνθρωποι πηδούν πάνω από μεγάλες φωτιές (ντερβένες), που έχουν διπλό σκοπό· αφενός ζεσταίνουν τις καρδιές, αφετέρου εξαγνίζουν τους ανθρώπους, απαλλάσσοντάς τους από τα παλιά ακάθαρτα στοιχεία, σε μια φυσική και πνευματική αναγέννηση, με τον ερχομό της άνοιξης και της Ανάστασης του Πάσχα. Εξάλλου, η φωτιά είχε ανέκαθεν εξαγνιστικό χαρακτήρα και προκαλεί την κάθαρση, την αναγέννηση.

Στη Σκύρο έχουμε τους τραγόμορφους Γέρους και τις Κορέλες, σε ένα ερωτικό παιχνίδι, με μεταμφιεσμένους που σηκώνουν πάνω τους πολλά κουδούνια, συχνά τριάντα, πενήντα ή και περισσότερα, προκαλώντας πανδαισία ήχων. Στη Ζάκυνθο γίνονται θεατρικές παραστάσεις, οι λεγόμενες «Ομιλίες», αλλά και απαγγελίες αυτοσχέδιων σατιρικών στίχων με έντονη αθυροστομία. Στο Δαφνί της Σπάρτης οι άνδρες μεταμφιέζονται σε νύφη και γαμπρό, και επικρατούν αυτοσχέδιοι διάλογοι, χοροί γύρω από εθιμικές φωτιές, τραγούδια, κέφι, τολμηρά πειράγματα και κρασί.

Ο «Πεθαμένος στη Γκούβα», ένα Δρώμενο των Σαρακατσάνων της Ηπείρου με έντονο το στοιχείο της μαγείας, άρχιζε με το ηλιοβασίλεμα της τελευταίας Κυριακής της Αποκριάς και τελείωνε τα χαράματα της Καθαρής Δευτέρας. Ένας θίασος ανδρών υποδυόταν το γαμπρό, τη νύφη, τα πεθερικά, τους γέρους, το γύφτο και άλλα πρόσωπα. Οι γέροι φορούσαν μάσκες και κάπες από προβιές ζώων, κουδούνια στη μέση, ενώ κρατούσαν μεγάλα ραβδιά, με τα οποία χτυπούσαν τη γη. Ένας τσοπάνης ξάπλωνε πεθαμένος μέσα σε μια γκούβα (γούβα ή λάκκος) και ο θίασος τον μοιρολογούσε, ενώ στο τέλος χόρευαν, με πρωτοχορευτή τον πεθαμένο και αναστημένο τσοπάνη.

Η λήξη των Αποκριών σηματοδοτείται από την πομπή και το κάψιμο του καρνάβαλου. Είναι σημάδι ότι η γεύση της Ελευθερίας, της ανεμελιάς και της ουσίας της Ζωής τελείωσε και ο σκλάβος-άνθρωπος πρέπει να επιστρέψει στην φυλακή της καθημερινότητας του αναλαμβάνοντας και πάλι τον ρόλο του πεπρωμένου του. Μέχρι τον επόμενο χρόνο … αν είναι ζωντανός!

Ακολουθεί η Καθαρά Δευτέρα

Εκείνη τη μέρα στην Αγία Αννα της Εύβοιας οι γυναίκες τραγουδούν τα «γαμοτράγουδα», μαζί με τολμηρά αστεία, πειράγματα και λόγια χωρίς «ηθικούς φραγμούς», με θέμα το φαλλό και το αιδοίο, των οποίων οι μετέχοντες φέρουν ομοιώματα· ένα δρώμενο που ανάγεται στα Μικρά ή Κατ’ Αγρούς Διονύσια, και στα Μεγάλα Διονύσια, που ήταν χαρούμενες ελεύθερες γιορτές με πομπή φαλλού, τον οποίο συνόδευαν με χορωδίες, τραγούδια και προσφορές, ακόμα και οι δούλοι. Ο φαλλός ήταν σύμβολο του Διονύσου ως Θεού της γονιμότητας, και κάθε τέτοια μαζική πομπή αποσκοπούσε στο να προκαλέσει την ευφορία των αγρών και των κήπων, αλλά και τη γονιμότητα των σπιτικών.

Η χρησιμοποίηση, λοιπόν, σεξουαλικών και ερωτικών συμβόλων, που συνδυάζεται συχνά με τις παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις αυτής της περιόδου, δεν δηλώνει μόνο την σεξουαλική πράξη. Συμβολίζει ευρύτερα την πηγή, τη μήτρα της ζωής, τη ρίζα της ανανέωσης, την πηγή της ανάστασης. Αποτελούν ένδειξη της εκδήλωσης των γονιμοποιών δυνάμεων της ζωής και τη διαδικασία γέννησης ενός νέου «σώματος», με την ευρύτερή του έννοια, είτε πρόκειται για το ανθρώπινο σώμα, είτε για το σώμα της κοινωνίας ή ακόμα και ολόκληρης της φύσης και της Δημιουργίας.

Επιπλέον, το έθιμο του εικονικού γάμου, που περιλαμβάνεται στα καρναβαλικά έθιμα, ανάγεται στην αρχαιότητα και ήταν λατρευτικό στοιχείο των διονυσιακών τελετών· η «Ιερογαμία» του Θεού Διονύσου με τη σύζυγο του βασιλιά της πόλης, στο «Βουκολείον» Ιερό, αποτελούσε μέρος των αθηναϊκών Ανθεστηρίων και αποτελούσε μια μαγική πράξη επίκλησης της γονιμικής δύναμης για την καρποφορία, αλλά και την εξασφάλιση της καλής χρονιάς στην ευρύτερή της έννοια, που θα πρόσφεραν οι Θεοί. Όμως, πέρα από αυτά ο γάμος συμβολίζει την ενότητα και την υπέρβαση των χωριστικών τάσεων του ανθρώπου και της κοινωνίας. Και κάθε Καρναβάλι γιορτάζει την κρυμμένη ενότητα του παλιού και του καινούργιου, του γήρατος και της νεότητας, της άνοιξης και του χειμώνα, της ζωής και του θανάτου, είναι μια γιορτή που ανατρέπει, αλλά και συνταιριάζει.

Μες στην Τρελή Αποκριά

Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Αποκριές και γενικότερα τα καρναβαλικά δρώμενα, συνδέονται με αναγεννητικές, εξευμενιστικές δυνάμεις, που επιφέρουν λύτρωση και απελευθερώνουν τον άνθρωπο, την κοινωνία, τη φύση από τα δεσμά του φόβου και του θανάτου, που συγκρατούν τον κόσμο σε συγκεκριμένους χωροχρονικούς περιορισμούς, κάτω από την επιρροή οποιασδήποτε μορφής εξουσίας και κατεστημένου. Επιπλέον, οι γιορτές αυτές συμφιλίωναν ανέκαθεν τον άνθρωπο με το στοιχείο του θανάτου και του έδιναν τη δυνατότητα να λειτουργεί ελεύθερα σε σχέση με αυτό το ζήτημα, συμμετέχοντας στην διαδικασία του αέναου αναγεννητικού κύκλου των εποχών και της δημιουργίας.

Στις μέρες μας ο κόσμος βιώνει βαριά «την ανάσα του θανάτου και του νεκρού να περιπλανιούνται γύρω του», βιώνει έναν χειμώνα, μια σκοτεινή νύχτα της ψυχής. Όμως ο κύκλος του θανάτου και της ζωής είναι αέναος και σπειροειδής [αναζήτησε το σχετικό άρθρο] και οδηγεί την ανθρωπότητα μέσα από δυσκολίες και εμπόδια, μέσα από δοκιμασίες, μάχες και ανατροπές σε μια αναγέννηση, σε μια ανανέωση. Η μέθη και η χαρά της Ζωής, η ορμή του Φωτός και η Ιερή Μανία φέρνει ανάταση, και μαζί με την αναγέννηση του Θεού, αναγεννιέται κι ο άνθρωπος.

Ο άνθρωπός, η ζωή, ολόκληρος ο κόσμος μεταμορφώνεται, αλλάζει διαρκώς προσωπεία και μεταμφιέσεις παροδικές. Πίσω όμως από αυτές τις εφήμερες όψεις κρύβεται το αιώνιο, το άφθαρτο, το πνευματικό φως, ο τελικός θρίαμβός της ζωής, και οι άνθρωποι, μέσα από τις πανάρχαιες τελετές που φτάνουν σε εμάς ως Αποκριές, συμμετείχαν ανέκαθεν και ενίσχυαν την έλευση του καινούργιου. Ήταν μια σύμπραξη με τη Θεότητα, ένα κάλεσμα για το δυναμικό, πανηγυρικό ερχομό της, στη μορφή του Αρχαίου Διονύσου, στη μορφή του θυσιασμένου Θεού-Λυτρωτή.

Σήμερα, σε μια σύγχρονη εποχή οι άνθρωποι καλούμαστε να ανατρέψουμε μέσα στην ίδια μας τη συνείδηση την εικόνα που έχουμε χτίσει για τον κόσμο και τον εαυτό μας, δίνοντας τη δυνατότητα σε κάτι καινούργιο να λάμψει. Η Άνοιξη και ο Χειμώνας, η Ζωή και ο Θάνατος ουσιαστικά βρίσκονται μέσα μας. Ο κύκλος των εποχών δεν είναι ξεχωριστός από εμάς. Ο ρόλος του ανθρώπου είναι να συμμετέχει ενεργά στην εκδήλωση των δημιουργικών δυνάμεων της Ζωντανής Ζωής, ωθώντας σε ανανέωση κι εξέλιξη, σε κίνηση και αλλαγή. Αυτό ακριβώς γινόταν και παλιότερα, μέσα από τις Ιερές Τελετές και τα Μυστήρια, ενώ στις μέρες μας, σε μια εποχή που όλα ανατρέπονται, παρέχεται η ευκαιρία για μια εκ νέου Ιερή Μανία του ανθρώπου, του δημιουργικού, ανώτερου, πνευματικού ανθρώπου, που θα εξευμενίσει τον Θάνατο και θα φέρει Ελευθερία από την Ζωή.

Φέτος μην κάψετε τον Μεγάλο Θεό Καρνάβαλο κρατήστε τον ζωντανό μέσα σας κι ακολουθήστε τα κελεύσματα του για Ελευθερία και Ιερή Μανία. Κάντε τον υπόδειγμα της ζωής σας, αλλά ΚΡΥΦΑ μην το μοιραστείτε με κανέναν βέβηλο και ιερόσυλο. Εξάλλου, το Διονυσιακό στοιχείο είναι βαθιά ριζωμένο στην ψυχή των Ελλήνων, συνυφασμένο με την Δύναμη και την Ανεξαρτησία, το γλέντι και την χαρά, την δημιουργικότητα και την ανάταση, πάνω από τις καθημερινές ψευδείς κι ασήμαντες δυσκολίες· το πνεύμα του Θεού Διονύσου είναι ζωντανό ανάμεσα μας, έτοιμο να μας ξεσηκώσει, μέσα στη Θεία Ιερή Μέθη και Μανία Του. Αυτήν την Ιερή Μανία την ακολουθούν μονάχα οι Δυνατοί!

Το μυσταγωγικό «εις εαυτόν» ταξίδι τη ψυχής, και η ένωση με το Θείο

Υπάρχουν τρεις τύποι ανθρώπων.

Ο πρώτος αφορά τους ανθρώπους εκείνους που θεωρούν την επίγεια ζωή σαν την αρχή και το τέλος.

Ο δεύτερος αφορά αυτούς που είναι ικανοί σε κάποιο βαθμό να στρέφουν τη ψυχή τους σε πιο υψηλές αξίες.

Και τέλος υπάρχουν οι σοφοί άνθρωποι των οποίων τα μάτια στρέφονται προς το Φως, την Θεϊκή πηγή όπου τα πάντα προέρχονται.

Είναι δύσκολο να συλλάβουμε με την νόηση τον Θεό και είναι αδύνατο να τον εκφράσουμε και αν ακόμη τον συλλάβουμε με την νόηση. Διότι είναι αδύνατον να ορίσεις το άυλο με το υλικό και δεν είναι δυνατόν να συλλάβεις το τέλειο με το ατελές και το αιώνιο είναι δύσκολο να συναντηθεί και να συνυπάρξει με το εφήμερο.

Διότι το ένα υπάρχει στην αιωνιότητα, ενώ το άλλο είναι παροδικό και το ένα υπάρχει πραγματικά, ενώ το άλλο από φαινομενική άποψη σκιάζεται. Και βρίσκεται σε τόσο μεγάλη απόσταση το ασθενέστερο από το ισχυρότερο και το κατώτερο από το ανώτερο, σε όση βρίσκεται το θνητό από το Θείο. Και η μεταξύ τους απόσταση αμαυρώνει την θέα του ωραίου. Διότι δύνασαι να δεις με τα μάτια τα υλικά σώματα και να περιγράψεις με την γλώσσα τα ορατά.

Αλλά το ασώματο και αόρατο και άμορφο και άυλο δεν είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτό από τις αισθήσεις μας. (Ερμής προς ΤΑΤ , Ερμητικά κείμενα αποσπ. Ι 28)

Αν λοιπόν μπορεί να γίνει με κάποιο τρόπο το θείο γνωστό, να είναι αντιληπτό από την ύπαρξη της ψυχής και από αυτήν να αναγνωρίζεται, καθ’ όσον είναι δυνατόν. Γιατί παντού τα όμοια αναγνωρίζουν τα όμοιά τους (Οδύσσεια ρ 218), έτσι και πάντα ο Θεός τον όμοιο κοντά στο όμοιο φέρνει.

Τα λουλούδια δεν ονειρεύονται τη μέλισσα. Ανθίζουν και η μέλισσα έρχεται....!

Πρέπει να δεχόµαστε τους θεούς και να τους αφήνουμε όπως ο καθένας, σύµφωνα µε το νόµο και το έθιµο, είναι διατεθειµένος να αντιλαµβάνεται (Πλούταρχος, Περί κοινών εννοιών προς Στωικούς, 1074, 31).

Και όπως ακριβώς στις πιο ιερές τελετές λένε ότι οι μύστες στην αρχή συναντούν πολυποίκιλα και πολυειδή τα γένη των θεών που έχουν προπορευτεί, ενώ, αν εισέλθουν ατάραχοι και προστατευόμενοι από τις τελετές, τότε την ίδια τη θεία έλλαμψιν ακραιφνώς μεταλαμβάνουν.

Η ψυχή μοιάζει με τον Γλαύκο, το θεό εκείνο της θάλασσας που έχει κολλημένες επάνω του αχιβάδες, φύκια και πέτρες, έτσι που να δυσκολεύεται κανείς να την αναγνωρίσει (Πλάτων, Πολιτεία 611c-d).).Η ψυχή όμως εισερχόμενη στον εαυτό θα δει και τον θεό. Και στην ένωση της με το κέντρο της ζωής, ξεπερνώντας το πλήθος και την ποικιλία των κάθε είδους δυνάμεων που βρίσκονται σε αυτήν, ανεβαίνει στη ίδια στην πηγή της.

Κατά τον ίδιο τρόπο η ψυχή η οποία κοιτάζει αυτά που βρίσκονται μετά από αυτήν, βλέπει τις σκιές και τα είδωλα των όντων, ενώ, αν στραφεί προς τον εαυτό της, ξεδιπλώνει τη δική της ουσία και τους δικούς της λογικούς προσδιορισμούς.

Και αρχικά, καθώς βλέπει μόνο τον εαυτό της, εμβαθύνει στην αυτογνωσία της και βρίσκει τον νου μέσα της και τις βαθμίδες των όντων, και προχωρώντας στο εσωτερικό της και περίπου στο άδυτο της ψυχής, εκεί «με κλειστά τα μάτια» (εξ ου και μύηση) παρατηρεί (εξ ου και εποπτεία) και «το γένος των θεών». (Πρόκλου «Κατά Πλάτωνος Θεολογία)

Γιατί όλα υπάρχουν εντός μας με τρόπο ψυχικό και για αυτό από τη φύση μας τα γνωρίζουμε όλα, αφυπνίζοντας τις δυνάμεις που βρίσκονται εντός μας και τις εικόνες των πάντων. Η ψυχή, πρωταρχικά αμέριστη, γίνεται μεριστή με την επέλευσή της στα σώματα, αφού αυτά δεν μπορούν να την δεχτούν χωρίς μερισμό. Με αυτόν τον τρόπο είναι, πάνω από αυτά, γύρω από αυτά και μέσα σ' αυτά!». (Πλωτίνος Ενν. ΙΙΙΙ)

Η ομορφιά της καλής ψυχής διακρίνεται όταν ο άνθρωπος αποσυρθεί στον εαυτό του, τον οποίο και παρατηρεί. Οι αλήθειες της φιλοσοφίας πρέπει να ενσταλαχτούν σ’ αυτόν για να τον κάνουν να πιστέψει σ’ αυτό που, χωρίς να το ξέρει, έχει εντός του (Πλωτίνος Εν Ι.3, 1-2). Ο μυσταγωγικός φιλοσοφικός αυτός έρωτας είναι συνεκτικός, επιθυμεί την αρχέγονη ένωση, δεν ενέχει τίποτε το εγωιστικό και το επιτηδευμένο, είναι το μέσο της ένωσης της ψυχής με την ωραία εικόνα του Ενός από την οποία αποκολλήθηκε.

Όπως ο δημιουργός του ωραίου αγάλματος, παρόμοια και ο άνθρωπος σμιλεύει με την σκέψη και την ενόραση του παντός (Εν-ός), ώστε το μυσταγωγικό ερωτικό ταξίδι της ψυχής να καταλήξει σε μυστική ένωση με την πηγή των Πάντων.

To ταξίδι της ανθρώπινης ψυχής είναι ένα «εις εαυτόν» εσωτερικό ταξίδι, καθώς η ψυχή «ήξει ουκ εις άλλα, αλλά εις εαυτόν». «Πάντα είσω», τα πάντα είναι μέσα μας (Πλωτίνος, Εν (ΙΙΙ,8 6 37-40). Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να απομακρυνθούμε από όλα τα εξωτερικά, στραμμένοι ολοκληρωτικά προς τα μέσα. Καμία κλίση προς τα έξω, το σύνολο των πραγμάτων πρέπει να αγνοηθεί.

Η ψυχή τότε δεν θα δει τον θεό να εμφανίζεται ξαφνικά μέσα της, διότι δεν υπάρχει τίποτα πια που να τους χωρίζει, καθώς τότε δεν υπάρχουν δύο. Ο ορών είναι ένα με το ορώμενο, δεν είναι όραμα αλλά ένωση. Και τότε η ψυχή δεν έχει πια συνείδηση πως βρίσκεται μέσα σε ένα σώμα, ούτε πως ο εαυτός της έχει κάποια ταυτότητα.

Και εάν κάποιος ρωτούσε αυτόν που κατάφερε να «δει» το νοητό φως, από πού αυτό προήρθε , από έξω ή από μέσα, πλανάται. Δεν πρέπει να ερωτηθεί από πού ήρθε: δεν υπάρχει ένα «από πού», επειδή ούτε ήρθε ούτε έφυγε, αλλά εμφανίστηκε, και εξαφανίστηκε. Για αυτό δεν είναι ανάγκη να το εξαναγκάσει, αλλά πρέπει να περιμένει σιωπηλός έως ότου εμφανιστεί και να προετοιμαστεί για να το δει, όπως το βλέμμα περιμένει την ανατολή του ήλιου...!

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ: Το Αρχαίο Ρεύμα της Ζωής

Μονάχα όταν ο Νους Είναι Ήσυχος, χωρίς την δραστηριότητα της σκέψης (τον σχολιασμό, την παρέμβαση, την μνήμη, την εμπειρία, την γνώση), μια Ζωντανή Άμεση Αντίληψη της Πραγματικότητας, τότε μονάχα ο Κόσμος Φωτίζεται από το Πνεύμα της Ενότητας, κι Όλα Είναι μια Αγκαλιά Αγάπης, Ειρηνικά μέσα στην Γαλήνια Σιωπή.

Πάντα ο άνθρωπος αναζητούσε Βαθιά Μέσα του Αυτή την Αίσθηση Ενότητας που Αποκαλύπτει το Βαθύτερο Νόημα της Ύπαρξης, την Αληθινή Ουσία της Ζωής, που Είναι Μια Ανοιχτή Απέραντη Ενότητα που Απλώνεται Παντού, Ζωντανή, Ρέουσα μέσα στην Αιωνιότητα, Χωρίς να Αλλοιώνεται Πραγματικά γιατί δεν έχει ιδιότητες.

Είναι ακριβώς η Υπέρτατη Κατάσταση της Ύπαρξης που Γεννά και Υποστηρίζει Κάθε Δημιουργική Δραστηριότητα, κι είναι η Σύνθεση των Αντιθέτων που Προωθεί την Δημιουργία μέσα από την Εναλλαγή των Φαινομένων.

Κι Όταν Αφήνεσαι στο Αρχαίο Ρεύμα της Ζωής, Όταν Ακολουθείς την Αρχαία Οδό, όπως έκαναν πάντα οι Σοφοί του Κόσμου, Γνωρίζεις ότι Όλα Είναι Δραστηριότητα, Αντίληψη, Νόηση, Φαινόμενα, κι όλα είναι αποδεκτά. Το Φως Ρίχνει Σκιές και οι σκιές δεν είναι κάτι ξένο στην Ροή της Ζωής. Μα Αυτός που Ρέει Μαζί με την Ζωή Περνάει Πέρα από τις Εναλλαγές σε Μια Αιώνια Παρουσία Πέρα από τα Φαινόμενα.

Όμως τα όντα μέσα στους κατώτερους κόσμους (της νόησης, της ψυχοενέργειας και των υλικών φαινομένων) δεν ακολουθούν το Αρχαίο Ρεύμα της Ζωής (της Άμεσης Αντίληψης της Πραγματικότητας, στον Πραγματικό Χρόνο, στο Αιώνιο Παρόν που Ρέει), χαράζουν δικά τους μονοπάτια μέσα στο όνειρο της νόησης. Δεν αρκούνται σε αυτά που Βλέπουν (στην Άμεση Επαφή με την Πραγματικότητα), αλλά μεθυσμένοι από δημιουργική φαντασία, πλάθουν κατά την έμπνευσή τους την πραγματικότητα, την σκέπτονται, την αποθηκεύουν σε μνήμη, εμπειρία, γνώση, και χτίζουν σιγά-σιγά ένα παγκόσμιο όνειρο, σαν δίχτυ (καθώς «μοιράζονται» τις εμπειρίες τους) και σαν αδύναμα πλάσματα, μέσα στην άγνοιά τους, πιάνονται στο δίχτυ του ονείρου.

Και μετά αναζητούν την Μύηση, την Έξοδο, την Απελευθέρωση, την Φώτιση, την Λύτρωση. Μα είναι ή ίδια η ύπαρξή τους, η δραστηριότητα, η νόηση, η σκέψη, που φτιάχνει, που συντηρεί την αυταπάτη, το όνειρο, το δίχτυ της εικονικής πραγματικότητας. Κι έτσι ό,τι κι αν κάνουν οδηγούνται σε μεγαλύτερο μπέρδεμα. Το όνειρο δεν ξεπερνιέται με δραστηριότητες μέσα στο όνειρο. Όσο κι αν ονειρεύεται κάποιος ότι «ονειρεύεται» και πρέπει να «ξυπνήσει», δεν ξυπνάει.

Ο λόγος είναι απλός. Μέσα στο όνειρο, η αντίληψη ενός εαυτού, ο διαχωρισμός, η εξέλιξη, η προσπάθεια, η πραγματοποίηση, η φώτιση, είναι όλα νοητικές κατασκευές. Θέλουμε να «διασώσουμε» ένα ψέμα, κάτι που δεν υπάρχει πραγματικά, το ψεύτικο εγώ που κατασκευάζει η σκέψη. Πρόκειται για ένα «ψευδοπρόβλημα». Το «εγώ» το δημιουργεί η σκέψη, είναι σκέψη, κι όσο υπάρχει σκέψη θα δημιουργείται ο σκεπτόμενος κι οι φαντασίες του.

Το αληθινό γεγονός λοιπόν είναι η σκέψη, όχι τα «περιεχόμενα» της σκέψης. Η σκέψη πρέπει να ξεπερασθεί, σαν λειτουργία. Απλά ο άνθρωπος πρέπει να βγει τελείως έξω από όλη την δράση της σκέψης, που δημιουργεί το όνειρο (του ξεχωριστού εαυτού, του διαχωρισμού, της εξέλιξης, της προόδου, της δήθεν φώτισης), να Εισέλθει στο Ρεύμα της Αληθινής Ζωής, να Αφυπνισθεί στο Παρόν, να Αρχίσει να Ζει στον Κόσμο των Αληθινών Γεγονότων, να έχει Άμεση Ζωντανή Συνεχή Επαφή με την Πραγματικότητα, με αυτό που συμβαίνει (χωρίς τις παρεμβολές και τις παραμορφώσεις της σκέψης).

Στον Αληθινό Κόσμο υπάρχουν μόνο συμβαίνοντα, γεγονότα, φαινόμενα, (όχι οντότητες, ουσίες, κι άλλες τέτοιες κατασκευές της σκέψης), κι ανταποκρινόμαστε σε αυτά, με την ελάχιστη προσπάθεια, την ελάχιστη σπατάλη δύναμης, τίποτα άλλο… ισορροπούμε στην Στιγμή που Ρέει κι ανταποκρινόμαστε σε ό,τι περιέχει, τίποτα άλλο..

Στον Αληθινό Κόσμο η σκέψη είναι ένα γεγονός, μια δραστηριότητα, αλλά όμως όλο το περιεχόμενο της σκέψης είναι φαντασιώσεις, μια νοητική κατασκευή που μάταια προσπαθούν οι άνθρωποι να εφαρμόσουν στην Πραγματικότητα… Σαν να θέλουν να εφαρμόσουν τον χάρτη μιας διαδρομής στην πραγματική διαδρομή… το ένα είναι νοητική κατασκευή το άλλο είναι ζωή, δράση, βίωμα, δεν συνταιριάζουν… ο χάρτης είναι μια ένδειξη, σαν γεγονός, αλλά η πορεία στον αληθινό κόσμο είναι ένα καθαρό γεγονός, είναι η ζωή που συμβαίνει.

Χρειάζεται Κάποιος να Βγει Τελείως Έξω από το όνειρο της σκέψης, Εδώ, Τώρα. Να Ανοίξει τα μάτια της νοημοσύνης του, να Αρχίσει να Βλέπει αυτό που συμβαίνει πραγματικά, Ζωντανά, Άμεσα, σε Πραγματική Επαφή με την Πραγματικότητα.

Τότε μονάχα Κάποιος μπορεί να Κατανοήσει ότι η Πραγματικότητα δεν είναι τα Φαινόμενα.

Η Πραγματικότητα δεν είναι καν η Δραστηριότητα της Αντίληψης, η Παρατήρηση, το Βλέπειν.

Ακόμα Πιο Βαθιά ΥΠΑΡΧΕΙ Ο ΕΝΑΣ ΝΟΥΣ που Ενοποιημένος Παρατηρεί Όλο το Θέαμα, την Αντίληψη, τους Διαχωρισμούς, το όνειρο, τη ζωή.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ Ο ΕΝΑΣ ΝΟΥΣ, τίποτα άλλο.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΩΚΕΑΝΟΣ ΟΥΣΙΑΣ που Γαληνεύει στην Σιωπή, ή Αναταράσσεται από τον Άνεμο της Δραστηριότητας, της Εμπειρίας, του Χρόνου, και δημιουργεί όλη αυτή την ονειροφαντασία που οι άνθρωποι ονομάζουν «δημιουργία»… ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ.

Τουρκοκρατία, παπάδες και ραγιάδες: «Ομού με τους Τούρκους τους βαρούμεν»

Αετοί οἱ ἀμαθέστατοι, ἀφοῦ ἀκούσουν ἐλευθερίαν, τοὺς φαίνεται μία θανάσιμος ἁμαρτία. Τί λοιπὸν διδάσκουσι τὸν ἁπλούστατον λαόν; Τί στοχάζεσθε νὰ λέγωσιν οἱ ἱεροκήρυκες ἐπ᾿ ἐκκλησίας; Φέρουσιν ἴσως τὰς παραβολὰς τοῦ Εὐαγγελίου, διὰ νὰ παρακινήσωσιν τοὺς ἀκροατὰς εἰς τὴν ὁμόνοιαν; Ἐξηγοῦσιν ἴσως τὴν πρώτην καὶ μεγάλην ἐντολὴν τοῦ «Ἀγάπα τὸν πλησίον σου, ὡς ἑαυτόν»; Λέγουσιν ἴσως ποτέ, ποῖος εἶναι ὁ πλησίον καὶ ποῖος ὁ ξένος; Ἀναφέρουσι ποτὲ τὸ ρητόν: «Μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος»; Ἐξηγοῦσι ποτὲ τί ἐστὶ πατρίς; Λέγουσι πῶς καὶ πότε καὶ ποῖοι πρῶτον πρέπει νὰ τὴν βοηθήσουν; Φέρουσι ποτὲ τὰ παραδείγματα τοῦ Θεμιστοκλέους, τοῦ Ἀριστείδους, τοῦ Σωκράτους καὶ ἄλλων μυρίων ἐναρέτων καὶ σοφῶν; Μᾶς εἶπον ποτὲ ποῖοι ἦτον, καὶ πόθεν κατάγονται; Μᾶς ἀνέφερον ποτὲ πῶς διοικεῖται ὁ κόσμος καὶ ὁποία εἶναι ἡ καλλιτέρα διοίκησις; Μᾶς ἐξήγησαν ποτὲ τί ἐστὶ ἀρετή, καὶ ὁποῖα εἶναι τὰ μέσα διὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ τινάς, καὶ πότε λάμπει ἡ ἀρετή; Καὶ ποῖος νὰ μᾶς τὰ εἰπῇ, ἂν δὲν τὰ λέγουσιν αὐτοί;


Φεῦ! βαβαὶ τῆς ἀθλιότητός μας! Οἱ ἱεροκήρυκες ἀρχινοῦν ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνην καὶ τελειώνουν εἰς τὴν νηστείαν. Πῶς θέλεις λοιπὸν νὰ ἐξυπνήσουν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὴν ὁμίχλην τῆς τυραννίας; Οἱ ἱεροκήρυκες, οἱ ὁποῖοι ἦτον εἰς χρέος νὰ τοὺς ἀποδείξωσι τὴν ἀλήθειαν, δὲν τὸ κάμνουσι. Ἀλλὰ τί ἀποκρίνονται αὐτοὶ οἱ φιλόζωοι καὶ αὐτόματοι ψευδοκήρυκες: «Ὁ Θεός, ἀδελφοί, μᾶς ἔδωσεν τὴν τυραννίαν ἐξ ἁμαρτιῶν μας, καὶ πρέπει, ἀδελφοί, νὰ τὴν ὑποφέρωμεν μὲ καλὴν καρδίαν καὶ χωρὶς γογγυσμόν, καὶ νὰ εὐχαριστηθῶμεν εἰς ὅ,τι κάμνει ὁ Θεός». Καὶ ὕστερα ἀπὸ τέτοια ξυλολογήματα λέγουσι καὶ τὸ ρητὸν «ὃν ἀγαπᾷ Κύριος, παιδεύει».
(«Ελληνική Νομαρχία»)

Το σατιρικό ποίημα «Ρωσσαγγλογάλλος», αποσπάσματα του οποίου παρατίθενται ακολούθως, δημοσιεύθηκε το 1931 στα «Θεσσαλικά Χρονικά» από τον μητροπολίτη Κορυτσάς, Ευλόγιο Κουρίλα. Αντίγραφο του ποιήματος αυτού, το οποίο γράφτηκε ανώνυμα στις αρχές του 19ου αιώνα και το αναφέρει κι ο ιστορικός Καρλ Μπαρτόλντι, βρέθηκε από τον εν λόγω κληρικό σε μοναστήρι του Αγίου Όρους.

Η υπόθεση του έργου, αφορά τρεις ξένους περιηγητές (υπηκόους των Μεγάλων Δυνάμεων) κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι οποίοι έρχονται σε επαφή με τις κυρίαρχες ελληνικές κοινωνικές τάξεις της εποχής: Παπάδες, Φαναριώτες, κοτσαμπάσηδες και έμπορους. Βεβαίως, ένα σατιρικό ποίημα δεν αποτελεί ατράνταχτο ιστορικό τεκμήριο. Είναι όμως ενδεικτικό ενός κλίματος και μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας.

Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο Γάλλος παρακινεί τους υπόλοιπους να ρωτήσουν έναν μητροπολίτη για να μάθουν τι γνώμη έχει για την σκλαβιά των Ελλήνων…

Ξένοι

Ιδού ας ερωτήσωμεν τούτον τον πολυγένην,
μητροπολίτης φαίνεται, κάμνει τον Δημοοθένην.
Σ’ αντόν θέλει γνωρίσωμεν τον ζήλον της Γραικίας,
αν είναι φιλελεύθερος ή φίλος τυραννίας.

Χαίρε πανιερώτατε και γένος της Γραικίας,
πώς υποφέρεις τον ζυγόν της Τούρκου τυραννίας;
Γιατί εκαταντήοατε την φωτεινήν Ελλάδα άθλιαν,
κακορίζικην και ως σβυστήν λαμπάδα;


Μητροπολίτης

Να έχετε τέκνα την ευχήν μου κι ακούσατε την απόκρισίν μου.
Εγώ τον ζυγόν δεν τον γνωρίζω, ούτε ξεύρω να τον νομίζω.
Τρώγω, πίνω, ψάλλω με ευθυμίαν, δεν υποφέρω ποτέ τυραννίαν.
Τότε υποφέρω αδημονίαν, όστις με βλάψει στην επαρχίαν.

Αυτή του Τούρκου η τυραννία, σ’ εμέ είναι ζωή μακαρία.
Αφού το ράσον τούτο εφόρεσα, πλέον τινά ζυγόν δεν εγνώρισα.
Δύο ποθώ, ναι, μα τας εικόνας, άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας.
Περί της Ελλάδος που λέτε δεν με μέλλει κι ας τυραννιέται.
Μ’ αν βαστάζει χωρίς να στενάζει, όλας τας αμαρτίας ευγάζει.

Πίστιν να έχουν στον Βασιλέα και σέβας στον Αρχιερέα.
Στον Τούρκο τ’ άσπρα να μη λυπούνται τότε γαρ την ψυχήν ωφελούνται.
Και Αρχιερέων παρρησίας, και παπάδων πολλάς λειτουργίας.

Ο πνευματικός τούς διορίζει πώς πρέπει κανείς να δεφτερίζει.
Αυτοί άρχισαν να παρακούσι και όλοι ελευθερίαν φρονούσι.
Διά τούτο και ημείς συμφωνούμεν ομού με τους Τούρκους τούς βαρούμεν,
επειδή όλοι μας το θεωρούμε, πως θέλει λείψει ό,τι βαστούμε.

---------------------------
Επεξηγήσεις:
1. Άσπρα: Χρήματα.
2. Κοκκώνα: Νεαρή γυναίκα.

ΔΕΣ

Η ηρεμία του μυαλού έρχεται όταν είμαστε έτοιμοι να τη δεχτούμε

Αξίζει περισσότερο από τον πλούτο ή οποιαδήποτε άλλη υλική κατοχή, είναι κάτι που κάθε άνθρωπος προσπαθεί, αλλά λίγοι επιτυγχάνουν, είναι το τέλειο δώρο γιατί είναι το πιο δύσκολο να επιτευχθεί και λέγεται ηρεμία του μυαλού.

Είναι διαθέσιμο και έτοιμο να διεκδικηθεί από οποιονδήποτε είναι διατεθειμένος να καλλιεργήσει ισχυρή θετική σκέψη στη ζωή του και μαζί με την πίστη ότι όλα όσα επιθυμούν ή χρειάζονται θα τ’ αποκτήσουν και οποιαδήποτε πρόκληση θα ξεπεραστεί.

Σκεφτείτε πώς θα ήσασταν εάν δεν είχατε απολύτως καμία ανησυχία, αγνοώντας εντελώς τα χρήματα, τις σχέσεις και όλες τις άλλες καθημερινές ανησυχίες που επιτρέπουμε να υπονομεύσουν τη φύση μας και τον τρόπο που ζούμε.

Οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους ανήσυχοι και όταν εστιάζουν τα πάντα σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, βιώνουν αυτό που φοβούνται περισσότερο. Το Σύμπαν είναι ο τελικός υπολογιστής, αλλά ποτέ δε θέλει να πει όχι. Το πρόβλημα είναι ότι δε διακρίνει αν αυτό που ζητάτε είναι για καλό ή κακό.

Όλοι δημιουργούμε το μέλλον μας με τον τρόπο που σκεφτόμαστε και ακόμα κι αν δεν είστε αρνητικοί από τη φύση σας, πρέπει να αναπροσανατολίζετε τις σκέψεις σας όταν στρέφονται σε σκοτεινά μονοπάτια. Αυτό μπορεί να είναι δύσκολο αλλά όχι αδύνατο να επιτευχθεί αρχικά επειδή οι σκέψεις μας είναι τόσο τυχαίες ώστε η εστίασή μας συνεχώς να αλλάζει από πρόβλημα σε πρόβλημα.

Aυτή είναι η πρόκληση για τους κατά συρροή ανήσυχους που φαίνεται να προβληματίζονται για τα πάντα. Ανησυχούν για την ασφάλεια των παιδιών τους, πώς τα βλέπουν οι άλλοι, αν είναι αρκετά καλά, αν είναι υπέρβαρα ή πάρα πολύ αδύνατα, πάρα πολύ κοντά, πολύ ψηλά – Ουφ! Ας σταματήσουμε εκεί – αυτή η λίστα είναι ατελείωτη.

ΠΟΤΕ ΔΕ ΘΑ ΕΙΣΤΕ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΕΠΙΤΥΧΕΤΕ ΤΗΝ ΗΡΕΜΙΑ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ ΣΑΣ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΤΕ ΝΑ ΥΠΕΡ-ΑΝΑΛΥΕΤΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ.

Μια καλή αρχή είναι να καταγράψετε όλες τις ανησυχίες σας – μην ντρέπεστε και μη διστάζετε – βγάλτε τα όλα από μέσα σας. Μόλις διαβάσετε τη λίστα σας θα δείτε πόσο ασήμαντα είναι τα περισσότερα. Έτσι μπορείτε να βάλετε ένα μεγάλο X σε όλα εκείνα για τα οποία δε χρειάζεται να ανησυχείτε.

Μόλις εντοπίσετε το τι σας ανησυχεί πραγματικά, τότε ξεκινήστε να καταστρώνετε ένα σχέδιο δράσης και αρχίστε να εστιάζετε σε αυτό αντί για το πρόβλημα. Το σύμπαν αρέσκεται σ αυτό που βλέπει (νέο λογισμικό!) και είναι έτοιμο να σας δώσει μια ώθηση επειδή οι σκέψεις σας έχουν τώρα θετικά αποτελέσματα και όχι μια σειρά από παράλογες ανησυχίες. Έχετε κάνει ένα τεράστιο βήμα για την επίτευξη ηρεμίας του μυαλού σας.

Φυσικά – δεν είναι όλες οι ανησυχίες παράλογες ή ασήμαντες. Είναι φυσικό να φοβόμαστε για έναν αγαπημένο αν έχει, για παράδειγμα, διαγνωσθεί με μια σοβαρή ασθένεια, αλλά δε χρειάζεται να φανταστείτε το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα. Δημιουργήστε στο μυαλό σας την καλύτερη εφικτή πρόγνωση. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορείτε να είστε ρεαλιστές. Ορισμένες ασθένειες είναι μη αναστρέψιμες αλλά με το να είσαι θετικός δημιουργείς δύναμη και ειρήνη για τους γύρω σου. Επωφελούνται από το θετικό σας μυαλό που επιτρέπει στους αγαπημένους σας να γιορτάσουν τη ζωή και να αξιοποιήσουν όσο χρόνο τους έχει απομείνει.

Το ίδιο μπορεί να εφαρμοστεί στα χρήματα. Αν εστιάζετε συνεχώς στην αδυναμία σας να πληρώνετε λογαριασμούς τότε μην εκπλαγείτε αν φανερωθούν περισσότερα έξοδα. Η συνεχής ανησυχία για τα χρήματα σημαίνει ότι δεν μπορείτε ποτέ να επιτύχετε την ηρεμία του μυαλού σας ή να προσελκύσετε πραγματικά τα μετρητά που χρειάζεστε.

Απλά με τη μετατόπιση της εστίασης θα δημιουργήσετε δράση στη ζωή σας για την επίλυση του προβλήματός σας και το μυαλό σας με τη σειρά του θα είναι πιο ήρεμο.

Έχω αφήσει τις σχέσεις προς το τέλος αυτού του άρθρου επειδή υπάρχουν τόσες πολλές μεταβλητές και επιπλοκές που πρέπει να λάβετε υπόψη. Η φύση της σχέσης, είτε πρόκειται για έναν σύντροφο, για ένα παιδί, για έναν γονέα είναι διαφορετική και ο φόβος σας θα είναι και αυτός διαφορετικός.

Για άλλη μια φορά πρέπει να είστε ρεαλιστές. Όλη η θετική σκέψη στον κόσμο δεν θα κερδίσει έναν σύντροφο που έχει φύγει και δε θέλει να επιστρέψει, αλλά θα σας βοηθήσει να δημιουργήσετε μια νέα ζωή και να βοηθήσετε τον εαυτό σας να προσελκύσετε κάτι ή κάποιον καλύτερο.

Αρχίστε να βλέπετε τη ζωή σας με πιο θετικό τρόπο και αφήστε το Σύμπαν να σας βοηθήσει να βγείτε από τη σκοτεινή πλευρά των σκέψεων. Η ηρεμία του μυαλού έρχεται όταν είμαστε προετοιμασμένοι να δεχτούμε ό,τι καλό μας φέρνει η ζωή.