Ο τίτλος του άρθρου μπορεί να φαντάζει υπερβολικός και εξωπραγματικός αν ερμηνευθεί κατά λέξιν. Ξεκίνησα αυτή την περιήγηση-περιπέτεια στην Ιστορία του Θουκυδίδη ή Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου ενθυμούμενος την γοητεία που ήσκησε επάνω μου η ανάλυση του Επιταφίου του Περικλέους, στα μαθητικά μου χρόνια. Η βιωματική συνύπαρξη με καθεστώς και συνθήκες πολέμου, πρακτικώς σε όλη τη διάρκεια της ζωής μου, δεν στερείται επίσης σημασίας γι’ αυτή την αναζήτηση.
Τηλεγραφικά θα μπορούσε κανείς να πει, ότι ο Θουκυδίδης που γεννήθηκε περί το 460 κι έζησε μέχρι το 399 π.Χ αφιέρωσε τη μισή του ζωή στον πόλεμο Αθηνών-Σπάρτης που διήρκεσε 27 χρόνια (431-404). Τον 7οχρόνο της συρράξεως ήταν στρατηγός αλλά καθηρέθη και εξορίσθη διότι απέτυχε να σώσει την Αμφίπολη από τον Σπαρτιάτη στρατηγό Βρασίδα.
Να όμως που αυτή η ταπεινωτική αποστρατεία απετέλεσε την αφορμή για την ανάδειξη του μεγαλύτερου ίσως ιστορικού της ανθρωπότητος, που έβαλε την σφραγίδα του στην καταγραφή και ερμηνεία του φαινομένου του πολέμου. Η πρωτοτυπία του έγκειται στο ότι, εκτός από τις λεπτομέρειες των πολεμικών επιχειρήσεων σε όλα τα μέτωπα, καταγράφει παράλληλα τις ιδέες και τα επιχειρήματα που διαμορφώνουν την διπλωματία και τις σχέσεις μεταξύ των πόλεων κρατών και των συμμάχων τους καθώς και την καλή ή κακή έκβαση στρατιωτικών σχεδίων και στρατηγικών. Πάνω απ’ όλα όμως, αναδεικνύει με εντυπωσιακή καθαρότητα την προσωπικότητα των πρωταγωνιστών, αλλά και των ανωνύμων ανθρώπων, καθώς και την επίπτωση που έχει πάνω τους, αλλά και στις κοινότητες, ο πόλεμος.
Θα προσπαθήσω να δείξω ότι ανάλογα φαινόμενα έχουμε και σε άλλες εκδηλώσεις και εκφάνσεις της ζωής, αιτιολογώντας το «για όλα και για πάντα» του τίτλου.
Μια από τις μεγαλύτερες συνεισφορές του Θουκυδίδη στην κατοπινή ιστοριογραφία, ήταν η σαφής διάκριση μεταξύ βαθυτέρων και επιφανειακών αιτίων του πολέμου. Και όπως δηλώνει, ξεκάθαρη αλλά ανομολόγητη αιτία για να ξεσπάσει αυτός ο μεγάλος πόλεμος, ήταν η τεράστια ανάπτυξη της Αθήνας που φόβιζε τους Λακεδαιμονίους και τους ανάγκασε να πολεμήσουν.
Ο Werner Jaeger υποστηρίζει ότι ο Θουκυδίδης δανείστηκε την ιδέα του περί του αιτίου από την Ιατρική Επιστήμη. Στις αρχές της αρχαίας Ελληνικής Ιατρικής γίνεται για πρώτη φορά, η διάκριση μεταξύ των πραγματικών αιτίων και των συμπτωμάτων μιας ασθένειας.
Κάπου εδώ, υπεισέρχεται η ιατρική ιδιότης. Κάποιοι παραλληλισμοί και αντιστοιχίες πίστεψα ότι μπορεί να βοηθήσουν.
Κάθε φορά που εκδηλώνεται μια Νόσος ξεσπά ένας Πόλεμος, άλλοτε μικρός και άλλοτε μεγάλος.
Η νόσος είναι ο εισβολέας και ο ασθενής είναι αυτός που δέχεται την επίθεση.
Όταν ο επιτιθέμενος έχει μικρά ισχύ και ο αμυνόμενος είναι δυνατός, μπορεί να παρέλθει η νόσος χωρίς ιδιαίτερες επιπτώσεις ή βλάβες. Έχουμε αυτοίαση. Όταν όμως τα πράγματα είναι σοβαρά και δύσκολα, καλείται ο ιατρός. Ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει δεν διαφέρει από αυτόν του στρατιωτικού ηγέτη στην πρόληψη, την πρόβλεψη ή τον σχεδιασμό και την διεξαγωγή του Πολέμου.
Πρώτη γραμμή αμύνης και κυριότερος μαχητής παραμένει ο ασθενής. Έχω την ισχυρή πεποίθηση ότι από άποψη σημασίας η επόμενη γραμμή αμύνης είναι τα οικεία και αγαπημένα πρόσωπα του πάσχοντος και τρίτη γραμμή αμύνης οι ιατροί και τα μέσα που διαθέτουν….
Σ’ αυτό το σκηνικό διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο το στοιχείο της Πίστεως, όταν υπάρχει, στον ασθενή αλλά και στους πέριξ.
Ο Πόλεμος είναι το επίκεντρο της συζήτησής μας γι’ αυτό καλό είναι να δούμε κάποια σχετικά πράγματα κάνοντας μια μικρή αναδρομή.
Οι πλείστοι θεωρούν τον Πόλεμο κακό που πρέπει να αντικατασταθεί από την ειρήνη, ο πλανήτης όμως είναι συνεχώς θέατρο ενός ισοδυνάμου Παγκοσμίου Πολέμου. Πέρα από τα εμπορικά συμφέροντα, τη φιλοδοξία και ότι άλλο μπορεί να σκεφτεί κανείς, αυτό που κυρίως φαίνεται ότι λείπει και τροφοδοτεί αυτή την κατάσταση είναι η καλή διάθεση.
Ο Ηράκλειτος θεωρεί ότι ο πόλεμος είναι κοινός σε όλα τα πράγματα και εκφράζει μια γενικότερη αντιπαράθεση που υπάρχει στον κόσμο, στην προσπάθεια επιβολής του ενός επί του άλλου. Είναι δε πασίγνωστη η ρήση του «Πατέρας των πάντων και Βασιλιάς των πάντων είναι ο Πόλεμος κάποιους τους δείχνει σαν Θεούς ενώ άλλους τους δείχνει σαν ανθρώπους˙κάποιους τους κάνει δούλους ενώ άλλους τους κάνει ελεύθερους».
Ο Σουάρεζ τον 17ο αιώνα διετύπωσε την θεωρία του «Δικαίου Πολέμου», για τον οποίο ισχύουν τρεις προϋποθέσεις. Πρώτη να διεξάγεται από την νόμιμη εξουσία, δεύτερη, η αιτία για την οποία έγινε να είναι δίκαιη και τρίτη, να διέπεται από μετριοπάθεια κατά την διεξαγωγή του και τη διαδικασία επιβολής της ειρήνης.
Νομίζω ότι σ’ αυτό το πλαίσιο οφείλει να κινείται η μαχόμενη Ιατρική ως ισοδύναμο πολεμικής δράσης.
Τον 19ο αιώνα εμφανίζεται ο πολύς Νίτσε ο οποίος δεν κρύβει τον θαυμασμό του για τον Πόλεμο και την επικίνδυνη διαβίωση. Λέει ότι ένας καλός Πόλεμος καθαγιάζει κάθε αίτιο. Η ευνοϊκή αντιμετώπιση της προοπτικής του πολέμου στηρίζεται στη θεωρία του για υπερίσχυση του υπερανθρώπου στη διαμάχη μεταξύ της ηθικής του Κυρίου, και της ηθικής του Δούλου. Στην ηθική του δούλου εντάσσει τα διδάγματα της Χριστιανικής διδασκαλίας για ταπεινοφροσύνη, υποχωρητικότητα και ανεκτικότητα. Ως γνωστόν μία αρχή του ήταν: «Ο Θεός απέθανε».
Θα μείνω για λίγο στο χώρο της Ιατρικής για να δούμε μαζί, πως είναι δυνατόν να ανταποκριθεί ένας ιατρός καλύτερα στην αποστολή του, χρησιμοποιώντας ανάλογες αρχές.
Από τη στιγμή που εμπλέκεται τον Πόλεμο που προκάλεσε η Νόσος, αναφύονται πολλά προβλήματα που καλείται να ταξινομήσει και να αντιμετωπίσει.
Είναι κοινός τόπος ότι η ασφαλέστερη οδός προς την υγιεινή ζωή περνά μέσα από την διαδικασία της προλήψεως. Για να επιτευχθεί όμως αυτός ο στόχος χρειάζεται γνώση των βλαπτικών και βλαβερών παραγόντων και συνηθειών, διάθεσις και δύναμη αντιστάσεως (διότι συχνά τα πιο πάνω ταυτίζονται με ευχαρίστηση και ηδονή) και καθοδήγηση με πειστικότητα και ζωντανό παράδειγμα.
Όλοι λίγο πολύ είμαστε ενήμεροι για την αξία της υγιεινοδιαιτητικής ζωής (διατροφή, άσκηση). Τα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί μια υπέρμετρη χρήση βοηθημάτων διατροφής καθώς και φαρμάκων για τροποποίηση στοιχείων που κυκλοφορούν στο αίμα μας, όπως για παράδειγμα της χοληστερίνης, που έχει πάρει τις διαστάσεις παγκόσμιας υστερίας.
Διερωτώμαι αν είναι σκόπιμο να επιχειρήσω μια διερεύνηση της έννοιας «νόσος» ή να θεωρήσω σαν δεδομένη αυτή που ο καθένας μας αντιλαμβάνεται διαισθητικά, διότι τα όρια νόσου και υγείας είναι πολύ συχνά ασαφή, και κατ’ αναλογίαν ο χαρακτηρισμός της νόσου. Είναι όμως απαραίτητο να οριοθετήσουμε κάπως την έννοια της νόσου διότι βάσει αυτών των ορίων θα εξαρτηθεί η διαδικασία της διάγνωσης και ακολούθως της θεραπευτικής παρεμβάσεως.
Κατ’ οικονομίαν ας δεχθούμε τον ορισμό του Scalling, ο οποίος σαν νόσο, θεωρεί το σύνολο των μη φυσιολογικών φαινομένων που παρουσιάζονται σε ομάδα ζώντων οργανισμών, σε συνδυασμό με συγκεκριμένα κοινά χαρακτηριστικά. Αυτά διαφέρουν από τα θεωρούμενα σαν φυσιολογικά, με τέτοιο τρόπο που καθιστούν τον οργανισμό βιολογικώς μειονεκτικό.
Πριν αναφερθώ στη διαδικασία της διάγνωσης θα πάω πίσω στον Θουκυδίδη και σε μια μορφή για την οποία δεν κρύβει τον θαυμασμό του. Τον Περικλή ο οποίος ενεφανίσθη στην πολιτική σκηνή περί το 460 π.Χ., και άφησε τη σφραγίδα του στην πολιτισμική και πολιτική ανάπτυξη των Αθηνών. Μέχρι σήμερα ένα από τα έργα που συνέβαλε στη δημιουργία τους, η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας (447-432) π. Χ. είναι σημείο αναφοράς και παγκόσμια κληρονομιά. (Χιλιάδες άνθρωποι έρχονται με λαχτάρα από κάθε γωνιά της γης να θαυμάσουν αυτό το αριστούργημα και όταν φτάνουν στα Προπύλαια, συχνά βρίσκουν την πόρτα κλειστή λόγω απεργίας).
Κατ’ αρχάς δεν αποκρύπτεται από τον Θουκυδίδη ότι, ενώ η Αθήνα ελειτούργησε σαν Δημοκρατία και Πόλη-Κράτος, προς τα έξω είχε τη δομή μιας σκληρής αυτοκρατορίας η οποία απομυζούσε από τους υπηκόους της όσα μπορούσε περισσότερα.
Ιδού μια συνοπτική παρουσίαση του Περικλή από τον Θουκυδίδη.
«Καθ’ όλη τη διακυβέρνησή του σε καιρό ειρήνης έδειξε μεγάλη σωφροσύνη και διαφύλαξε την ασφάλεια της πολιτείας η οποία υπό την ηγεσία του έγινε πολύ ισχυρή. Όταν ήρθε ο πόλεμος φάνηκε ότι είχε εκτιμήσει σωστά τη δύναμη των Αθηνών. Μετά το θάνατό του, δυόμισι χρόνια αργότερα, φάνηκε ακόμα περισσότερο πόσο σωστές ήταν οι προβλέψεις του. Υποστήριζε ότι οι Αθηναίοι θα νικούσαν 1ον αν δεν παρασύρονταν από τις προκλήσεις των Λακεδαιμονίων να δώσουν μάχη στην ξηρά, 2ον αν φρόντιζαν το ναυτικό τους, 3ον αν δεν επεδίωκαν να επεκτείνουν την εξουσία τους όσο διαρκούσε ο πόλεμος και 4ον αν δεν εξέθεταν την πολιτεία σε κίνδυνο.
Στην άσκηση της εξουσίας του απεδείχθη ανώτερος χρημάτων. Ήταν σε θέση λόγω του κύρους του να συγκρατεί το λαό χωρίς να περιορίζει την ελευθερία του. Δεν παρασυρόταν από τον λαό αλλά εκείνος τον καθοδηγούσε. Όταν η υπεροψία τους οδηγούσε σε παράτολμες ενέργειες τους συγκρατούσε και όταν ήταν φοβισμένοι χωρίς λόγο, τους έδινε θάρρος. Έτσι η πολιτεία φαινομενικά ήταν δημοκρατία ενώ στην πραγματικότητα την κυβερνούσε ο πρώτος της πολίτης.
Οι διάδοχοί του ήταν μεν ισάξιοι μεταξύ τους αλλά πολύ κατώτεροί του. Έχοντας ο καθένας τη φιλοδοξία να επικρατήσει των άλλων, κολάκευε το πλήθος, με αποτέλεσμα να παραδοθεί σ’ αυτό η πρωτοβουλία για τις δημόσιες υποθέσεις».
Ζούμε στην εποχή της υψηλής τεχνολογίας και πολλά πράγματα φαντάζουν φυσικά και αυταπόδεικτα γιατί τα έχουμε εμείς, τώρα, στη διάθεσή μας. Η ζωντανή αναμετάδοση εικόνων και ήχων σε κάθε γωνιά της γης ταυτόχρονα ή όποτε θελήσουμε είναι ζήτημα πατήματος ενός πλήκτρου.
Διαβάζοντας τις δημηγορίες στο πλαίσιο της αφήγησης του Πελοποννησιακού πολέμου, διερωτάται κανείς αν διεσώθησαν τα κείμενα των ομιλητών ή κάποια στενογράφος διέσωσε τα λόγια τους. Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε πολύ.
Ο Θουκυδίδης διευκρινίζει ότι για το συγκεκριμένο κομμάτι της συγγραφής του χρησιμοποίησε, ότι έτυχε να ακούσει αυτοπροσώπως, ότι του είπαν άλλοι που είχαν ακούσει αλλά κυρίως κατέγραψε αυτά που ο ίδιος θεώρησε φυσικό να πουν οι ρήτορες στην κάθε περίπτωση. Φρόντισε όμως να είναι πάντα πολύ κοντά στο πνεύμα και τα λόγια που χρησιμοποιήθηκαν.
Τα χαρακτηριστικά του Ηγέτη όπως φαίνεται από τη σκιαγράφηση του Περικλέους είναι ξεκάθαρα. Να φροντίζει έτσι που να αποτρέπει τα προβλήματα και τις επιπλοκές και να έχει σχεδιάσει τις κινήσεις για αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων που θα προκύψουν.
Ας επιχειρήσουμε την εφαρμογή των αρχών του Περικλέους για Νίκη στο χώρο της Ιατρικής. Σύμφωνα με την πρώτη, οι κινήσεις οφείλουν να είναι προσχεδιασμένες και όχι απάντηση στην πρόκληση του αντιπάλου, δηλαδή της νόσου. Σύμφωνα με τη δεύτερη αρχή να αξιοποιούμε καλύτερα τον τομέα στον οποίο ήδη υπερέχουμε. Στην ιατρική έχουμε και εναλλακτικές λύσεις για τήρηση αυτής της αρχής, δεδομένου του ότι μπορούμε να ζητήσουμε την βοήθεια ή να παραπέμψουμε ασθενή σε άλλους συναδέλφους που ασχολούνται ειδικά με ένα θέμα. Και η τρίτη αρχή του Περικλέους για «μη επέκταση της εξουσίας διαρκούντος του πολέμου» έχει εφαρμογή. Όταν υπάρχει ένα νόσημα εν εξελίξει το οποίο απαιτεί αντιμετώπιση κι εξουδετέρωση δεν είναι φρόνιμο να ανοίγει κανείς άλλα μέτωπα.
Η τέταρτη αρχή «δεν εκθέτουμε την πολιτεία σε κίνδυνο» έχει ιδιαίτερη σημασία. Εν τούτοις δεν είναι δυνατόν να εκπληρωθεί πέρα για πέρα διότι όλες οι θεραπευτικές παρεμβάσεις εμπεριέχουν κινδύνους, όπως και οι μη παρεμβάσεις. Σημαντικό βέβαια είναι να λαμβάνεται μέριμνα ούτως ώστε ο ασθενής, να είναι ενήμερος για τους κινδύνους. Και να μη «ριψοκινδυνεύει» ο ιατρός παραβλέποντας ότι αποδέκτης του κινδύνου είναι ο ασθενής. Θάθελα να τελειώσω αυτή την προσέγγιση με μια ρήση του Περικλέους: «Περισσότερο φοβούμαι τα δικά μας σφάλματα παρά τα σχέδια του εχθρού».
Στο πνεύμα του Περικλέους εκινείτο και ο Αρχίδαμος. Ο έμπειρος και σχετικά μεγάλος σε ηλικία βασιλιάς σε αντίθεση με τον εκρηκτικό Σθενελαίδα ήταν αντίθετος με την άμεση έναρξη του πολέμου, επικαλούμενος την πειθαρχία και τιμή των Σπαρτιατών. Υπεστήριζε ότι η παραδοσιακή πολιτική της βραδύτητας και αναβλητικότητας απέβαιναν πάντα εις όφελος της Σπάρτης. Είναι συγκινητική η πιο κάτω αποστροφή του.
«Ας μην εξαρτούμε την ελπίδα μας από τα λάθη των εχθρών μας, αλλά από τα κατάλληλα μέτρα, που εμείς θα πάρουμε. Και να θυμάστε, δεν διαφέρει πολύ άνθρωπος από άνθρωπο. Ας σκεφτούμε ψύχραιμα κι ας μη βιαστούμε να πάρουμε μέσα σε λίγη ώρα μια απόφαση από την οποία κρέμονται τόσες ζωές, τόσος πλούτος, τόσες πολιτείες και τόση δόξα. Αν βιαστείτε τώρα ν’ αρχίσετε τον πόλεμο θ’ αργήσετε πολύ να τον τελειώσετε αφού θα είστε απροετοίμαστοι».
Ο λόγος αυτός του Αρχίδαμου, θα μπορούσε να είναι ένα ειδικό και καλό μάθημα προς ιατρούς για το πώς πρέπει να ζυγίζουν τα υπέρ και τα κατά μιας θεραπείας, πότε να ξεκινούν και πότε να τελειώνουν. Ανάλογα ισχύουν σχεδόν για κάθε λειτούργημα ή εργασία.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα που αποδεικνύει με πολύ εύγλωττο τρόπο αφενός τον παραλογισμό του πολέμου και αφετέρου πως οι αξίες αναδεικνύονται και κάτω από τις χειρότερες συνθήκες. Από τη στιγμή που ελήφθη η απόφαση για έναρξη των επιχειρήσεων, ο Αρχίδαμος, ο οποίος συνεδέετο φιλικά με τον Περικλή, επικεφαλής του στρατού του επέδραμε και λεηλατούσε την Αττική. Ο Περικλής, εν όψει του Πολέμου πριν αρχίσουν οι εχθροπραξίες προσέφερε όλα τα κτήματα που κατείχε στο δημόσιο.
Η κίνηση αυτή αποτελεί ένα εντυπωσιακό δείγμα ακεραιότητας και προβλεπτικότητας. Γιατί; Κατ’ αρχήν αποτελεί εξαιρετικό δείγμα ψυχή τε και σώματι στράτευσης ενός Ηγέτου στις ανάγκες της δοκιμαζόμενης Πατρίδος του. Από την άλλη υπήρχε το ενδεχόμενο να μην πειράξει την περιουσία του ο Αρχίδαμος λόγω αβροφροσύνης και ο Περικλής δεν ήθελε ούτε κατά διάνοια να ευνοηθεί από μια τέτοια κίνηση. Το δεύτερο που υπέβοσκε ήταν ο φόβος να δημιουργηθούν υποψίες μεταξύ των Αθηναίων για συναλλαγή του Περικλέους σε περίπτωση που επιλεκτικώς δεν εθίγετο η περιουσία του από τους επιδρομείς.
Επανερχόμαστε τώρα στο χώρο της Ιατρικής, να δούμε πως τοποθετείται ο ιατρός κατ’ αναλογίαν με όσα φαίνεται να σκέφτονται και να πράττουν οι ηγέτες των αντιμαχομένων στον πόλεμο. Αφ’ ης στιγμής έχουμε εκδήλωση νόσου, κινείται η διαδικασία της διαγνώσεως προκειμένου να ευρεθεί θεραπεία του ασθενούς. Πριν πάμε όμως εκεί αξίζει να αναφερθεί, κι ας απομυθοποιείται τρόπον τινά η επιστήμη που υπηρετώ με πολύ σεβασμό, ότι σ’ ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ασθένειες θεραπεύονται αυτομάτως, δηλονότι χωρίς την παρέμβαση του ιατρού. Επίσης, πολλές φορές οι εφαρμοζόμενες θεραπείες είναι αναποτελεσματικές αν όχι επιζήμιες.
Άρα είναι καθοριστικής σημασίας η επιμελής και ορθή διαγνωστική προσέγγιση. Βεβαίως όλοι έχουν βιώσει είτε ως ασθενείς είτε ως ιατροί διαγνώσεις της στιγμής και της διαισθήσεως. Η ορθή όμως προσέγγιση στηρίζεται στη σχολαστική λήψη του ιστορικού από τον ασθενή καθώς και πληροφοριών ακόμα και από συγγενικά πρόσωπα. Ακολούθως λεπτομερής αντικειμενική εξέταση και τέλος έρχεται η επικουρία του εργαστηρίου. Η πείρα και η λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου συμπληρώνουν τον κύκλο για την διάγνωση.
Όταν φτάνει η ώρα των αποφάσεων για την θεραπεία τότε πάλι οφείλουμε να σταθμίσουμε την βαρύτητα της νόσου, την αντοχή του ασθενούς, τα προσδοκώμενο ευεργετικό αποτέλεσμα και τις πιθανές παρενέργειες των θεραπευτικών μέσων. Επίσης το κόστος σε χρόνο και χρήμα έχουν σημασία. Ο ασθενής έχει προσωπικότητα και δικαιούται σεβασμού. Υπεροψία και δογματισμός εκ μέρους του ιατρού είναι ανεπίτρεπτες και συχνά καταστροφικές ιδιότητες.
Ειδικά σ’ αυτό το κεφάλαιο αξίζει να κάνουμε ένα άλμα στον Θουκυδίδη και να γνωρίσουμε τον Αλκιβιάδη.
Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας, έξυπνος, γοητευτικός θριαμβευτής ολυμπιονίκης, δεινός ρήτορας. Παρά το γεγονός ότι η ιδιωτική του ζωή ήταν προκλητικά πολυτελής και πολυδάπανη σε σχέση με την οικονομική του επιφάνεια, ασκούσε μαγνητική επιρροή στον λαό. Ούτε λίγο ούτε πολύ διερμήνευσε και προέβαλε τη νίκη του στους Ολυμπιακούς (1η, 2η, 4η νίκη με 7 άρματα) σαν ισοδύναμο της ισχύος των Αθηνών και σαν σημείο αναφοράς για τη δύναμη της πόλης στην συνείδηση των αντιπάλων της.
Μέσα από ένα παραλήρημα αυτοπροβολής και υπεραισιοδοξίας, ήταν τότε 35 χρόνων, έπεισε τους Αθηναίους να αναλάβουν τη μοιραία εκστρατεία στην Σικελία. Αντίπαλός του και αντίθετος σ’ αυτήν, ήταν ο Νικίας, ώριμος και δοκιμασμένος στρατηγός, στα 60 του τότε. Θα αναφέρω τα επιχειρήματα του Νικία επισημαίνοντας ότι, παρά την διαφωνία και τις επιφυλάξεις του από τη στιγμή που ήταν απόφαση του Δήμου, επειθάρχησε, έλαβε μέρος στην εκστρατεία επολέμησε με όλη του τη δύναμη. Οι λόγοι του, θα μπορούσαν να βρίσκονται σε κάθε εξεταστήριο, θάλαμο ή χειρουργείο σαν κατευθυντήριες γραμμές για λήψη αποφάσεων και εφαρμογή θεραπείας.
«Ας μην πάρουμε βιαστικά απόφαση για έναν πόλεμο που δεν μας αφορά. Η συμμετοχή μου στην εκστρατεία είναι τιμή για μένα και σας διαβεβαιώ ότι φοβάμαι για τη ζωή μου λιγότερο από κάθε άλλον. Αλλά θεωρώ εξίσου καλόν πολίτη εκείνον που σκέφτεται και θέλει να ευδοκιμεί η πολιτεία και για το δικό του συμφέρον. Είναι ανοησία να εκστρατεύει κανείς εναντίον εκείνων που δεν θα μπορέσει να υποτάξει ακόμα κι αν τους νικήσει. Αν όμως νικηθεί δεν θα βρίσκεται στην κατάσταση που ήταν πριν. Δεν πρέπει να επαίρεται κανείς από τις ατυχίες που παθαίνει ο αντίπαλός του αλλά πρέπει να αντλεί αυτοπεποίθηση από την υπεροχή του στη στρατηγική.
Ο Αλκιβιάδης, που καμαρώνει επειδή τον εκλέξατε στρατηγό, σας εξωθεί στην εκστρατεία έχοντας στο μυαλό του το δικό του συμφέρον. Μην παρασυρθείτε να διακινδυνεύσετε την τύχη της Πολιτείας μόνο και μόνο για να του δώσετε την ευκαιρία να δοξαστεί. Σπάνια πετυχαίνει κανένας όταν κινείται από το πάθος ενώ με προβλεπτικότητα μπορεί να πετύχει πολλά. Ο καλός άρχοντας εξυπηρετεί όσο μπορεί την πατρίδα αλλά τουλάχιστον δεν την βλάπτει εκουσίως».
Η τελευταία πρόταση θυμίζει το Ιπποκρατικό «ωφελέειν ή μη βλάπτειν».
Η εκστρατεία στη Σικελία κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία και εκατόμβες νεκρών μεταξύ των οποίων και ο Νικίας. Και ο καλός μας Αλκιβιάδης;
Αυτός που έπεισε τους Αθηναίους να την κάνουν, το έσκασε, όταν εκλήθη να απολογηθεί για ιεροσυλία και καταστροφή των ερμών και κατέφυγε στη Σπάρτη. Εκεί έδωσε πληροφορίες που ήταν καταλυτικές για την τελική έκβαση του πολέμου.
Είναι πραγματικά τραγική η κατάληξη του Νικία, όπως είναι εξοργιστική η συμπεριφορά του Αλκιβιάδη. Και βέβαια η φρενήρης πορεία των Οβιδιακών του μεταμορφώσεων δεν έκλεισε με αυτήν την κίνηση. Αργότερα, ανεκλήθη και απεκατεστάθη από τους Αθηναίους παρά το γεγονός ότι στο μεταξύ ήρθε σε επαφή και με τους Πέρσες.
Στην άσκηση της ιατρικής βέβαια δεν διαφαίνεται η εκδοχή να πληρώσει με τη ζωή του ένας ιατρός την προσήλωση στο καθήκον όπως ο Νικίας. Είναι όμως απολύτως υπαρκτός ο κίνδυνος των επιπτώσεων της νοοτροπίας Αλκιβιάδη ακόμη κι αν δεν υπάρχει στο σκηνικό, αντίπαλο στρατόπεδο για αποστασία. Είναι αρκετό να οδηγήσουμε κάποιον σε ανάλογη Σικελική εκστρατεία κι ας παραμένουμε στρατηγοί μέχρι το τέλος. Παράδειγμα αν εφαρμόζεται σε ασθενή θεραπεία που δεν την αντέχει ή επιχειρείται χειρουργική αντιμετώπιση όταν οι συνολικές εφεδρείες είναι πολύ μειωμένες.
Επειδή έκανα πολλές αναφορές σε στρατηγούς, θα ήθελα να τονίσω με έμφαση ότι, όπως και στους πολέμους χωρίς άξιους στρατιώτες δεν υπάρχει προοπτική νίκης, έτσι και στην Ιατρική. Ο νέος συνήθως ιατρός των εξωτερικών ιατρείων και της εφημερίας δίνει νυχθημερόν μάχες που σώζουν ζωές με τον πιο αγνό και άδολο τρόπο.
Θα ήθελα να αναφέρω ένα παράδειγμα από το θέατρο του πολέμου για το πως η αυτοσυγκράτηση και η μετριοπάθεια μπορεί να αποβούν τεράστιας σημασίας και πως η πλεονεξία γίνεται καταστροφική.
Οι Αθηναίοι από τύχη κατέλαβαν την Πύλο. Μια δύναμη Σπαρτιατών, που αναλογούσε περίπου στο 1/10 της δύναμης της Σπάρτης απέτυχε να την ανακαταλάβει και απεκλείσθη στη Σφακτηρία.
Οι Σπαρτιάτες τότε, σε μία μετριοπαθή και συμφιλιωτική προσπάθεια επρότειναν ειρήνη αποδεχόμενοι ευθαρσώς ότι υπέστησαν καταστροφή ένεκα λάθους και όχι γιατί μειώθηκε η στρατιωτική τους ισχύς. «Τώρα περισσότερο από κάθε άλλη περίσταση έχουμε συμφέρον να συμφιλιωθούμε, πριν συμβεί ανεπανόρθωτη συμφορά που προσθέτει στην πολιτική μας αντίθεση άσβεστο προσωπικό μίσος. Η τύχη που σας βοήθησε τώρα δεν θα είναι πάντα μαζί σας».
Ευρέθη όμως ένας Κλέων με υπερφίαλες απαιτήσεις που ετορπίλλισε τη σοφή προοπτική της Ειρήνης και μέσα από την πλεονεξία εκυοφόρησε την τελική καταστροφή.
Χωρίς διάθεση μεροληψίας, ασχολήθηκα κάπως εκτενέστερα με προσωπικότητες των Αθηνών. Ενδεχομένως οδηγούμενος από την προσπάθεια καλύτερης αναλύσεως του μηχανισμού του λάθους που οδηγεί στην καταστροφή μήπως μπορέσω να τον κωδικοποιήσω καλύτερα στην καθημερινή άσκηση της Ιατρικής.
Θα τελειώσω όμως την αναφορά σε διακεκριμένους του Πολέμου με έναν Σπαρτιάτη, τον Βρασίδα.
Σε μια αντιπαράθεση με τον στρατό που οδηγούσε ο Κλέων εξετέλεσε μια παράτολμη κι αιφνιδιαστική επιχείρηση. Πριν από την επίθεση μίλησε στους στρατιώτες για να τους τονώσει το ηθικό. Ξεχωρίζω κάποια από τα λόγια του.
«Η πατρίδα μας, χρωστάει την ελευθερία της στην ανδρεία των κατοίκων της. Ο εχθρός, μας καταφρονεί και δεν περιμένει ότι θα τολμήσουμε να επιτεθούμε. Την μεγαλύτερη δόξα την φέρνουν τα στρατηγήματα που εξαπατούν αποτελεσματικά τον εχθρό και ωφελούν πολύ τους φίλους. Ο καλός στρατιώτης πρέπει να είναι γενναίος, να έχει το αίσθημα της τιμής και να υπακούει στους αξιωματικούς. Εγώ θα σας δείξω ότι όσο καλά ξέρω να ενθαρρύνω τους άλλους, άλλο τόσο ξέρω και να πολεμώ».
Στην επίθεση που οδήγησε με το σπαθί στο χέρι, πληγώθηκε βαριά. Τουλάχιστον πριν ξεψυχήσει, πρόλαβε να ακούσει το άγγελμα της νίκης.
Είναι χρήσιμα κάποια από τα χαρακτηριστικά του Βρασίδα κι ας μην πρέπει να οδηγούμε στρατό με το σπαθί στο χέρι.
Κάνοντας μια σύνθεση των πιο πάνω, νομίζω ότι με μια ειλικρινή ενδοσκόπηση θα ανακαλύψουμε μέσα μας χαρακτηριστικά από τον Περικλή και τον Αρχίδαμο, τον Νικία και τον Κλέωνα, τον Βρασίδα αλλά και τον Αλκιβιάδη και σε επιμέρους καταστάσεις του Νικητή μα και του Ηττημένου. Μακάρι το κράμα που προκύπτει να είναι υπέρ της ψυχικής μας ισορροπίας και του συμφέροντος των ασθενών και γενικά των συνανθρώπων μας.
Ανατρέχοντας στον τίτλο της ομιλίας, πιστεύω ότι αυτά ισχύουν εξίσου και για τον δικηγόρο, τον πολιτικό μηχανικό, τον δάσκαλο, τον ιερέα, τον εργάτη ή οποιονδήποτε υπάλληλο.
Ο Επιτάφιος που καταγράφεται σαν δημηγορία του Περικλέους στην ταφή των νεκρών του πρώτου έτους του πολέμου αποτελεί τόσο συνταρακτικό και συμπεπυκνωμένο κείμενο ιδεών και διδαγμάτων που από μόνο του θα μπορούσε να αποτελέσει οδηγό για κάθε πολίτη ανεξαρτήτως αξιώματος και βαθμού ευθύνης.
Στη ρωμαλέα εισαγωγή λέει: «Καλά τα λόγια αλλά οι άνδρες που δοξάστηκαν (πέφτοντας στο πεδίο της μάχης) μόνο με έργα τιμώνται επάξια».
Προσεγγίζει με ευαισθησία ψυχαναλυτή τους ακροατές του και την νοοτροπία του πρόθυμου να ασπαστεί κάθε εγκώμιο για τους νεκρούς αλλά και του επιφυλακτικού που αδυνατεί να αποδεχθεί ότι κάποιοι άλλοι επέτυχαν επιδόσεις που εκείνος δεν θα μπορούσε. Υφαίνει το εγκώμιο της Δημοκρατίας, του πολιτεύματος όπου την εξουσία ασκεί όλος ο λαός και όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στον Νόμο. Σαν κορυφαία έκφραση της Δημοκρατίας προβάλλεται η αξιοκρατία και ο αυτονόητος σεβασμός των αρχόντων καθώς και η προστασία των αδυνάτων.
«Φιλοσοφούμεν μετ’ ευτελείας και φιλοκαλούμεν άνευ μαλακίας»
Επισημαίνει πόσο βλαπτικό είναι να αποφασίζει κανείς χωρίς να έχει φωτιστεί. Η τόλμη δεν πρέπει να αποκλείει το καλό ζύγισμα και την περίσκεψη πριν από κάθε επιχείρηση. Άλλους η άγνοια τους κάνει θρασείς και άλλους η γνώση αναποφάσιστους και διστακτικούς.
Γενναίοι είν’ εκείνοι που εκτίθενται στον κίνδυνο συνειδητά γνωρίζοντας και τα καλά και τα κακά. Οι φίλοι προκύπτουν από ευεργεσία βάσει αρχών και όχι βάσει υπολογισμού για ανταπόδοση.
Ο ένδοξος θάνατος για την πατρίδα σβήνει κάθε προηγούμενη ατέλεια.
«Ανδρών επιφανών, πάσα γη τάφος». Όπου κι αν κείτονται οι ηρωικοί νεκροί το παράδειγμα και η δόξα τους διασκορπάται. Και ευτυχία θα πει Ελευθερία και Ελευθερία σημαίνει Ανδρεία.
Η τελευταία πρόταση θυμίζει έντονα τα λόγια του Βρασίδα από το απέναντι στρατόπεδο.
Εξετάζοντας την εξέλιξη της Ιατρικής διαπιστώνεται μια ιλιγγιώδης πρόοδος τον τελευταίο αιώνα και δη τα τελευταία 50 χρόνια. Σήμερα υπάρχουν υποειδικότητες και τομείς, όπου άνθρωποι ασχολούνται με τόση εμβρίθεια, που είναι απρόσιτοι για τους ιατρούς άλλων ειδικοτήτων αλλά ακόμη και για παραδοσιακούς κλινικούς καρδιολόγους.
Στο οπλοστάσιο της θεραπευτικής έχει προστεθεί αυτά τα χρόνια με εντυπωσιακό βαθμό συμμετοχής και αποτελεσματικότητας η παρεμβατική καρδιολογία και η καρδιοχειρουργική.
Όσο όμως εντυπωσιακά και πανηγυρικά είναι τα καλά αποτελέσματα άλλο τόσο φοβερά και καταθλιπτικά είναι τα κακά. Γιατί, όταν χάνεται ένας ασθενής κατά τη διάρκεια μιας καρδιολογικής ή μιας καρδιοχειρουργικής επεμβάσεως η επίπτωση είναι μαζική και δυσβάστακτη.
Γι’ αυτό κάθε φορά που τίθεται το ερώτημα επεμβάσεως ή όχι, πιστέψτε με, η απάντηση δεν είναι εύκολη. Κι ας υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές αποτελέσματα πολυκεντρικών μελετών κλπ κλπ.
Τα αισθήματα του ιατρού που χάνει άρρωστο πιστεύω ότι είναι αντίστοιχα με του αξιωματικού που χάνει στρατιώτη στη μάχη.
Εδώ έχουμε μια παρ’ ολίγον καταστροφική εκδήλωση. Οι λόγοι, πλημμελής πληροφόρηση, επιπόλαια κρίση και βιαστική αντίδραση.
Εν τούτοις ακόμη κι αν τροχοδρομηθεί η διαδικασία του λάθους υπάρχει ελπίδα ανατροπής και διόρθωσης όταν υπάρχουν βασικές ηθικές αρχές.
Στον πόλεμο τα λάθη οδηγούν σε ήττες και καταστροφές. Στην Ιατρική σε κακή εξέλιξη της νόσου κι ενίοτε σε θάνατο. Χρειάζεται άρα συνεχής επαγρύπνηση με εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου αλλά και ευπρόσδεκτη κρίση έξωθεν.
Είναι ευτυχής όποιος κάνει όσο το δυνατόν λιγότερα λάθη και ευτυχέστερος όποιος τα συνειδητοποιήσει ή του υποδειχθούν από κάποιον άλλο.
Πριν κλείσω οφείλω μία εξήγηση γιατί δεν χρησιμοποίησα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας (διαφάνειες, ήχους κλπ). Ήταν μια συνειδητή προσπάθεια αυτοελέγχου και ταυτόχρονα αποτίσεως τιμής στο πνεύμα του Θουκυδίδη και την Αθήνας, του 5ου αιώνα που εμπνέονταν από την επιθυμία κατανοήσεως του ανθρώπου και εγκαθίδρυσαν τον πολιτισμό του Λόγου.
Ο 5ος αιώνας ανακάλυψε τη Δημοκρατία και τον πολιτικό στοχασμό. Τότε έζησαν οι μεγάλοι τραγικοί, ο Αριστοφάνης, ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας αλλά και ο Ιπποκράτης. Τα έργα τους στην ελληνική γλώσσα διατηρούν μετά από τόσους αιώνες την αξία και επικαιρότητά τους.
Λέει ο Θουκιδίδης: «Έγραψα την Ιστορία μου για να μείνει αιώνιο κτήμα των ανθρώπων και όχι σαν έργο επίκαιρου διαγωνισμού για ένα πρόσκαιρο ακροατήριο. Και η Jaqueline de Romilly δηλώνει απερίφραστα ότι αναπνέουμε τον αέρα της Ελλάδας κάθε στιγμή χωρίς να το ξέρουμε.
Οι επετειακές δηλώσεις και οι πανηγυρικοί κρύβουν πολλές παγίδες και πολύ συχνά εκτρέπονται προς την υπερβολή. Θα διακινδυνεύσω να κάνω μία αναφορά και αυθαίρετη σύνδεση δύο ημερομηνιών που κουβαλούν μεγάλο ιστορικό φορτίο αλλά δεν είναι αυτές για τις οποίες είμαστε σήμερα εδώ.
Η μία είναι η 1η Απριλίου του 1955, κατά την οποία η Κύπρος ξεκίνησε έναν ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα με στόχο την αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού και την Ένωση με την Μητέρα Ελλάδα. Στα τέσσερα χρόνια που διήρκεσε γράφτηκαν σελίδες δόξας, λεβεντιάς και αυτοθυσίας που κοσμούν την Ελληνική Ιστορία. Το τέλος όμως του Αγώνα ήταν οδυνηρό και μακράν πάσης προσδοκίας του Κυπριακού Λαού. Επεβλήθη μια υποθηκευμένη Ανεξαρτησία και επανήλθε η Τουρκία με ενισχυμένα δικαιώματα.
Κι ενώ οι επιτυχίες μας δεν ήταν αρκετές για να μας φέρουν τη Νίκη, τα Λάθη μας προϊόντος του χρόνου καθώς και η αδυναμία προσεγγίσεως της στρατηγικής του αντιπάλου, συνέβαλαν αποφασιστικά στην απώλεια πολλών ανθρώπων αλλά και εδαφών.
Τα διδάγματα από την Ιστορία του Θουκυδίδη, πέραν της αυθαίρετης εκ μέρους μου ανάμειξης με την Ιατρική, έχουν κατ’ εξοχήν χρησιμότητα και θέση στην εκτίμηση των παραγόντων που εμπλέκονται στις πολιτικές διαφορές της στάθμισης των δυνατοτήτων και των μέσων καθώς και την ανάληψη πρωτοβουλιών με γνώμονα το συμφέρον της Πατρίδος και των αρχών της Ελευθερίας. Για όλα αυτά χρειάζονται εμπνευσμένοι ηγέτες και ενημερωμένοι Λαοί.
Κι έρχομαι στην άλλη συμπτωματική επέτειο. Σαν σήμερα το 44 π.Χ. ετιμάτο ο Δίας. Κάποιος μάντης είχε προειδοποιήσει τον Ιούλιο Καίσαρα: «Φοβού τις ειδούς του Μαρτίου». Εκείνος όμως στον κολοφώνα της δόξης του ένιωθε ισόθεος και απρόσβλητος απ’ οποιονδήποτε. Προσερχόμενος δε στη Σύγκλητο για τις εορτές, εχλεύασε τον μάντην; «Ήλθον αι ειδοί του Μαρτίου...». «Δεν έχουν όμως παρέλθει του αντέτεινε εκείνος» αλλά ο Καίσαρας εσυνέχισε την πορεία του. Μάταια ο Αρτεμίδωρος προσπαθούσε να του δώσει το μήνυμα με τις σαφείς πληροφορίες για την συνωμοσία και την επερχόμενη δολοφονία.
Η μικρή Κύπρος σύρεται μάλλον αυτό τον καιρό σε μία συμπαιγνία που έχει το ψευδώνυμο Διεθνής Διάσκεψη και οδηγεί στην τουρκοποίηση. Οι ηγέτες μας που δεν έχουν ούτε το ανάστημα ούτε την απορρέουσα από το αξίωμα του Καίσαρα υπεροχή, δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι δεν έλαβαν το μήνυμα.
Φωνές έχουν ακουστεί πάμπολλες και έγκαιρα. Η ανοιχτή παλάμη του Πενταδάκτυλου με το χαρακωμένο από την τεράστια σημαία του αίματος σώμα, γνέφει και θυμίζει νύχτα και μέρα. Και το γνωστό γραφικό λιμανάκι της Κερύνειας, που έγινε πια εμβληματικό ανοικτή πληγή που δεν λέει να κλείσει