(ii) Κατηγορηματική Μετοχή
§5.11. Κατηγορηματική μετοχή λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται ως κατηγορούμενο ή κατηγορηματικός προσδιορισμός του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρήματος και καταλαμβάνει την συνηθισμένη για ένα κατηγορηματικό προσδιορισμό θέση, βρίσκεται δηλαδή (όταν αναφέρεται σε έναρθρο ουσιαστικό) είτε πριν από το άρθρο του ουσιαστικού που προσδιορίζει είτε μετά το ουσιαστικό (ἤκουσεν ἔργα ἀνδρὸς διαχειριζόμενον τὸν Κῦρον, εἶχον τὰς ἀσπίδας ἐκκεκαλυμμένας).
§5.12. Ως κατηγορούμενο χρησιμοποιείται η μετοχή όταν το κατηγόρημα αποδίδεται, ενδεχομένως για να τονιστεί η σημασία του, περιφραστικά με τη χρήση των ρημάτων εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, όπως λ.χ. στις εξής περιπτώσεις:
ΗΡΟΔ 9.16 ἦν δὲ τὸ δεῖπνον ποιεύμενον ἐν Θῄβῃσι || το δείπνο έγινε στις Θήβες.
ΘΟΥΚ 3.2.2 ἃ μεταπεμπόμενοι ἦσαν || αυτά που είχαν παραγγείλει.
ΞΕΝ ΚΑναβ 4.7.2 συνελυληθότες ἦσαν αὐτόσε καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά || είχαν συναθροιστεί σε κείνο το μέρος και άνδρες και γυναίκες και πολλά ζώα.
ΠΛ Γοργ 500c τί ποτ' ἐστὶν οὗτος ἐκείνου διαφέρων || σε τι λοιπόν διαφέρει αυτός από εκείνον.
ΔΗΜ 18.95 τοῦτο ὑπάρχειν ὑμᾶς εἰδότας ἡγοῦμαι || πιστεύω ότι σίγουρα το γνωρίζετε αυτό.
ΣΟΦ Φιλ 772-723 μὴ σαυτόν θ' ἅμα κἄμ', ὄντα σαυτοῦ πρόστροπον, κτείνας γένῃ για να μη γίνεις φονιάς του εαυτού σου και δικός μου, που είμαι και ικέτης σου.
ΠΛ Νομ 908b μισοῦντες γίγνονται τοὺς κακούς || μισούν τους κακούς [γίνονται άνθρωποι που μισούν τους κακούς].
§5.13. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενό τους συντάσσονται συνήθως οι κατηγορίες ρημάτων που παρατίθενται παρακάτω. Σχετικά με τα εν λόγω ρήματα είναι χρήσιμο να σημειωθούν τα εξής:
Μερικά από τα ρήματα αυτά, όπως π.χ. το τυγχάνω, λανθάνω, διατελῶ κ.ά. έχουν αποδυναμωθεί στη σύναψή τους με κατηγορηματική μετοχή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκφράζουν μόνο το δευτερεύον νόημα της πρότασης, ενώ το κύριο να δηλώνεται με τη μετοχή. Στις περιπτώσεις αυτές η κατηγορηματική μετοχή αποδίδεται με ρήμα και το ρήμα με επίρρημα ή επιρρηματική φράση. Για τον λόγο αυτό μερικοί θεωρητικοί στις περιπτώσεις εκείνες, όπου η κατηγορηματική μετοχή που συντάσσεται με αυτά τα ρήματα ενέχει τη θέση κατηγορουμένου, κάνουν λόγο για τη μετοχή αυτή ως "κατ' επίφαση" ή "φαινομενικό κατηγορούμενο". Μερικές φορές μάλιστα ρήματα όπως το τυγχάνω (πρβ. αμέσως παρακάτω τα παραδείγματα από το ΠΛ Γοργ 469b και ΠΛ Φαιδ 72e) χάνουν εντελώς τη σημασία τους.
§5.14. Εκτός από τα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, που αναφέρθηκαν προηγουμένως, με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενο συντάσσονται τα ρήματα που σημαίνουν ένα ειδικότερα προσδιορισμένο είναι ή έναν ορισμένο τρόπο ύπαρξης, όπως π.χ. το τυγχάνω (= "είμαι τυχαία, κατά τύχη") λανθάνω (= "είμαι στα κρυφά", "υπάρχω με τρόπο κρυφό, χωρίς να φαίνομαι, απαρατήρητα, χωρίς επίγνωση"), δῆλος και φανερός εἰμι, φαίνομαι, (= "είμαι, υπάρχω με τρόπο φανερό", "φαίνομαι", "αποδεικνύομαι"), διάγω, διατελῶ, διαγίγνομαι (= "είμαι ή υπάρχω αδιάλειπτα με έναν ορισμένο τρόπο", "βρίσκομαι διαρκώς σε κάτι"), οἴχομαι (= "έχω φύγει", "είμαι φευγάτος"), φθάνω (= "έρχομαι πρωτύτερα", "προλαβαίνω") κτό.:
ΗΡΟΔ 1.82 τοῖσι δὲ καὶ αὐτοῖσι κατ'αὐτὸν τὸν χρόνον συνεπεπτώκεε ἔρις ἐοῦσα || την εποχή αυτή έτυχε να βρίσκονται και οι ίδιοι σε διένεξη.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.1.2 ὁ πρεσβύτερος [παῖς] παρὼν ἐτύγχανεν || ο μεγαλύτερος γιος του έτυχε να είναι εκεί [ή: βρισκόταν κατά τύχη εκεί].
ΠΛ Γοργ 469b μέγιστον τῶν κακῶν τυγχάνει ὂν τὸ ἀδικεῖν || το να αδικεί κανείς είναι το μεγαλύτερο από τα κακά.
ΠΛ Φαιδ 72eἡ μάθησις οὐκ ἄλλο τι ἢ ἀνάμνησις τυγχάνει οὖσα || η μάθηση δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανάμνηση.
ΠΛ Γοργ 471b ἕν τι συνιστάντες λανθάνωσιν κακὸν μέγα ἐν τῇ αὑτῶν ψυχῇ || προκαλούν μέσα στην ψυχή τους χωρίς να το καταλάβουν ένα μεγάλο κακό [ή: προκαλούν ανεπίγνωστα ένα μεγάλο κακό].
ΕΠΙΚ απ. 551 λάθε βιώσας να ζεις στην αφάνεια.
ΗΡΟΔ 3.83 καὶ νῦν αὕτη ἡ οἰκίη διατελέει μούνη ἐλευθέρη ἐοῦσα Περσέων || και το γένος αυτό εξακολουθεί αδιάλειπτα μέχρι σήμερα να είναι το μόνο ελεύθερο ανάμεσα στους Πέρσες.
ΘΟΥΚ 1.2.1 φαίνεται ἡ νῦν Ἑλλὰς καλουμένη οὐ πάλαι βεβαίως οἰκουμένη || φαίνεται πως η χώρα που τώρα ονομάζεται Ελλάδα παλαιότερα δεν ήταν μόνιμα κατοικημένη.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.11 ὁ δὲ [Κῦρος] ἐλπίδας λέγων διῆγε καὶ δῆλος ἦν ἀνιώμενος || ο Κύρος τους έδινε ελπίδες [στους στρατιώτες] και ήταν φανερό πως στεναχωριόταν.
ΗΡΟΔ 4.136 ἔφθησαν πολλῷ οἱ Σκῦθαι τοὺς Πέρσας ἐπὶ τὴν γέφυραν ἀπικόμενοι || οι Σκύθες έφθασαν στη γέφυρα πολύ νωρίτερα από τους Πέρσες.
ΠΛ Φαιδ 108b ὑπὸ τοῦ προστεταγμένου δαίμονος οἴχεται ἀγομένη [ἡ ψυχή] || η ψυχή φεύγει οδηγούμενη από τον εντεταλμένο δαίμονα.
§5.15. Τα ρήματα που δηλώνουν μια ψυχική (συγ)κίνηση ή κατάσταση (πάθος, συναίσθημα ή διάθεση), όπως χαίρω, ἥδομαι, αἰσχύνομαι, ἀγανακτῶ, ὀργίζομαι, μεταμέλομαι, χαλεπῶς, ῥᾳδίως φέρειν, κτό. (ρήματα ψυχικού πάθους). Και σε αυτή την κατηγορία ρημάτων, όπως άλλωστε και στην προηγούμενη αλλά και στις επόμενες, η κατηγορηματική μετοχή ενδέχεται να είναι ο φορέας του κύριου νοήματος της πρότασης και να αποδίδεται για τον λόγο αυτό με ρήμα, ενώ το ρήμα να έχει μια δευτερεύουσα νοηματική λειτουργία και να μεταφράζεται με επίρρημα ή επιρρηματική φράση:
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.5.16 ἥδομαι, ὦ Κλέαρχε, ἀκούων σου φρονίμους λόγους || χαίρομαι, Κλέαρχε, που ακούω συνετά λόγια από σένα [ή: ακούω με ευχαρίστηση συνετά λόγια από σένα].
ΠΛ Πολ 328d χαίρω διαλεγόμενος τοῖς σφόδρα πρεσβύταις || χαίρομαι να συζητώ με τους πολύ ηλικιωμένους [ή: συζητώ με χαρά κ.λπ.]
ΘΟΥΚ 2.65.2 ἐλυποῦντο οἱ δυνατοὶ καλὰ κτήματα ἀπολωλεκότες, τὸ δὲ μέγιστον, πόλεμον ἀντ' εἰρήνης ἔχοντες || δυσφορούσαν οι πλούσιοι επειδή είχαν χάσει ωραία ακίνητα, και το χειρότερο, επειδή είχανε πόλεμο αντί για ειρήνη.
ΣΟΦ Φιλ 86 οὓς ἂν τῶν λόγων ἀλγῶ κλύων || τα λόγια που πονώ ακούγοντάς τα [ή: που τα ακούω με πόνο].
ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.1.21 καὶ τοῦτο οὐκ αἰσχύνομαι λέγων || και δεν ντρέπομαι να το ομολογώ αυτό [ή: το ομολογώ χωρίς ντροπή].
ΘΟΥΚ 1.77.4 ἀδικούμενοι οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον ὀργίζονται ἢ βιαζόμενοι || οι άνθρωποι θυμώνουν περισσότερο όταν αδικούνται παρά όταν εξαναγκάζονται με τη βία.
ΘΟΥΚ 4.27.2 [οἱ Ἀθηναῖοι] μετεμέλοντο τὰς σπονδὰς οὐ δεξάμενοι || οι Αθηναίοι μετάνιωναν που δεν αποδέχτηκαν τη συμφωνία ειρήνης.
ΠΛ Φαιδ 63a οὕτως ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων || μας εγκαταλείπεις με τόσο ελαφριά την καρδιά.
ΘΟΥΚ 2.16.2 ἐβαρύνοντο δὲ καὶ χαλεπῶς ἔφερον οἰκίας τε καταλείποντες καὶ ἱερά || τους έθλιβε και τους στεναχωρούσε που άφηναν πίσω τα σπίτια και τα ιερά τους.
§5.16. Τα ρήματα που σημαίνουν "ευεργετώ" ή "αδικοπραγώ", "πετυχαίνω", "παραλείπω", "υπερέχω", "υστερώ" ή "αστοχώ", όπως π.χ. εὖ ποιῶ, εὐτυχῶ, ἀδικῶ, νικῶ, κρατῶ, ἡττῶμαι, ἁμαρτάνω, λείπομαι, χαρίζομαι, κτό.:
ΗΡΟΔ 5.24 εὖ ἐποίησας ἀπικόμενος || έκανες καλά που ήρθες [ή: καλώς ήρθες].
ΘΟΥΚ 1.53.2 ἀδικεῖτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πολέμου ἄρχοντες καὶ σπονδὰς λύοντες || Αθηναίοι, δεν κάνετε καλά που αρχίζετε τον πόλεμο και καταλύετε τις συμφωνίες [ή: άδικα αρχίζετε τον πόλεμο και κακώς καταλύετε τις συμφωνίες].
ΞΕΝ Απομν 1.1.1 ἀδικεῖ Σωκράτης οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ νομίζων, ἕτερα δὲ καινὰ δαιμόνια εἰσφέρων· ἀδικεῖ δὲ καὶ τοὺς νέους διαφθείρων || παρανομεί ο Σωκράτης μη αποδεχόμενος στους θεούς που αποδέχεται η πόλη και προσπαθώντας να εισαγάγει νέους θεούς∙παρανομεί επίσης και παραπλανώντας τους νέους [ή παράνομα ο Σωκράτης δεν αποδέχεται κ.λπ.].
ΞΕΝ Απομν 2.4.7 τούτων φίλος εὐεργετῶν οὐδενὸς λείπεται || σε όλα αυτά ο φίλος που ευεργετεί δεν υστερεί σε τίποτα.
ΞΕΝ Ιερ 11.14 τούτους [=τοὺς φίλους] πάντας πειρῶ νικᾶν εὖ ποιῶν, ἐὰν γὰρ τοὺς φίλους κρατῇς εὖ ποιῶν, οὐ μή σοι δύνωνται ἀντέχειν οἱ πολέμιοι || κι όλους να προσπαθείς να τους νικάς ευεργετώντας τους, αν νικάς τους φίλους ευεργετώντας τους δεν θα μπορούν να σου αντισταθούν οι εχθροί [ή: να προσπαθείς να ξεπερνάς όλους τους φίλους στην ευεργεσία, αν ξεπερνάς τους φίλους στην ευεργεσία κ.λπ.].
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.23 τούτου εἴς γε δύναμιν οὐχ ἡττησόμεθα εὖ ποιοῦντες || δεν θα υστερήσουμε κατά δύναμη έναντί του στην ευεργεσία [ή: δεν θα ευεργετήσουμε λιγότερο από αυτόν].
ΞΕΝ ΚΠαιδ 3.3.56 ὁ Κυαξάρης ἔλεγεν, ὅτι [ὁ Κῦρος] ἐξαμαρτάνοι διατρίβων καὶ οὐκ ἄγων ὡς τάχιστα ἐπὶ τοὺς πολεμίους || ο Κυαξάρης διαμήνυε στον Κύρο πως δεν κάνει καλά να αργοπορεί και να μην οδηγεί το στράτευμα όσο γίνεται πιο γρήγορα εναντίον των εχθρών [ή: ότι κακώς αργοπορεί και δεν οδηγεί το στράτευμα κ.λπ.].
ΠΛ Πολ 338a ἐμοὶ χαρίζου ἀποκρινόμενος || κάνε μου τη χάρη να απαντήσεις [ή: απάντησε για χάρη μου].
ΠΛ Φαιδ 60c εὖ ἐποίησας ἀναμνήσας με || καλά έκανες και μου το θύμησες [ή: καλά και μου το θύμησες].
ΛΥΣ 28.8 Θρασύβουλος καλῶς ἐποίησεν οὕτως τελευτήσας τὸν βίον || ο Θρασύβουλος καλά έκανε που πέθανε όπως πέθανε [ή καλώς πέθανε όπως πέθανε].
§5.17. Τα ρήματα που σημαίνουν "αρχίζω" και "παύω", "αντέχω", "κουράζομαι", όπως τα ἄρχομαι (ὑπάρχω, κατάρχω), παύω, λήγω, ἀνέχομαι, καρτερῶ, ὑπομένω, κάμνω, ἀπεῖπον, ἀπείρηκα κτό. συντάσσονται επίσης με κατηγορηματική μετοχή:
ΗΡΟΔ 7.8 οἵ γε ἐμὲ καὶ πατέρα τὸν ἐμὸν ὑπῆρξαν ἄδικα ποιεῦντες || αυτοί ξεκίνησαν πρώτοι να κάνουν κακό σε μένα και τον πατέρα μου [ή: αυτοί έκαναν πρώτα κακό κ.λπ.].
ΠΛ Συμπ 186b ἄρξομαι ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς λέγων || θα αρχίσω μιλώντας για την ιατρική [ή: θα μιλήσω πρώτα για την ιατρική].
ΠΛ Γοργ 523c παύσωτοῦτο γιγνόμενον || θα σταματήσω αυτό που γίνεται.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.1.19 [ἐγὼ] οὔποτε ἐπαυόμην ἡμᾶς μὲν οἰκτίρων || εγώ ποτέ δεν έπαψα να ελεεινολογώ εμάς τους Έλληνες.
ΞΕΝ Οικ 1.23 αἱ τοιαῦται δέσποιναι αἰκιζόμεναι τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰς ψυχὰς καὶ τοὺς οἴκους οὔποτε λήγουσιν, ἔστ' ἂν ἄρχωσιν αὐτῶν || τέτοιες αφέντρες [όπως οι επιθυμίες] δεν παύουν να βασανίζουν τα σώματα, τις ψυχές και τα σπίτια των ανθρώπων, μέχρι να κυριαρχήσουν σε αυτά.
ΛΥΣ 13.8 τότε ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὐκ ἠνέσχετε ἀκούσαντες περὶ τῶν τειχῶν τῆς κατασκαφής || τότε εσείς, Αθηναίοι, δεν αντέξατε να ακούσετε για την κατεδάφιση των τειχών.
ΞΕΝ Απομν 2.6.35 ὅπως τε ταῦτα [τὰ ἀγαθὰ] γίγνηται τοῖς φίλοις οὐκ ἀποκάμνεις μηχανώμενος || δεν κουράζεσαι να επινοείς τρόπους για να αποκτήσουν και οι φίλοι σου αυτά τα αγαθά [ή: επινοείς ακούραστα τρόπους κ.λπ.].
ΠΛ Γοργ 470c μὴ κάμῃς φίλον ἄνδρα εὐργετῶν || μη κουραστείς να ευεργετείς έναν φίλο σου.
ΞΕΝ ΚΑναβ 5.1.2 ἀπείρηκα ἤδη ξυσκευαζόμενος καὶ βαδίζων καὶ τρέχων καὶ τὰ ὅπλα φέρων καὶ ἐν τάξει ὢν καὶ φυλακὰς φυλάττων καὶ μαχόμενος || έχω κουραστεί πια να ετοιμάζω τις αποσκευές μου και να βαδίζω και να κουβαλάω τα όπλα και να κάνω πορείες σε παράταξη και να φυλάω σκοπιές και να πολεμάω.
ΙΣΟΚΡ 6.47 ἀπείποιμεν δ' ἂν ἀκούοντές τε καὶ λέγοντες, εἰ πάσας τὰς τοιαύτας πράξεις ἐξετάζοιμεν || θα κουραζόμασταν να ακούμε και να μιλάμε αν θέλαμε να εξετάσουμε τις πράξεις αυτού του είδους.
§5.18. Μερικά από τα ρήματα των προηγουμένων κατηγοριών ενδέχεται να παρουσιάζουν διπλή σύνταξη, να συντάσσονται δηλαδή και με απαρέμφατο, έχοντας όμως στην περίπτωση αυτή μια διαφορετική σημασία. Η κατηγορηματική μετοχή δηλώνει συνήθως το πραγματικό, αυτό που δίδεται στην εποπτεία, το χειροπιαστό, ενώ το απαρέμφατο την αφηρημένη ρηματική σημασία ή και απλώς το εικαζόμενο, το νοητό, το δυνατό και ενδεχόμενο. Η νοηματική αυτή διαφορά θα μπορούσε να περιγραφεί και ως εξής: Η μετοχή έχει μια χροιά αντικειμενικότητας, ενώ το απαρέμφατο κινείται στη διάσταση του υποκειμενικού. Τέτοια ρήματα είναι π.χ. τα εξής:
§5.19. Το φαίνομαι:
• με μετοχή σημαίνει "φανερώνομαι", "είμαι φανερός", "αποδεικνύομαι", "είναι φανερό ότι",
• με απαρέμφατο σημαίνει "δίνω την εντύπωση", "φαίνομαι πως, σαν να…", χωρίς όμως, ενδεχομένως, αυτό που φαίνεται να συμβαίνει και στην πραγματικότητα:
ΠΛ Φαιδ 114d ἀθάνατόν γε ἡ ψυχὴ φαίνεται οὖσα || η ψυχή είναι φανερό [αποδεικνύεται] πως είναι κάτι αθάνατο.
ΠΛ Μεν 71d Μένων, τί φῂς ἀρετὴν εἶναι; εἶπον καὶ μὴ φθονήσῃς, ἵνα εὐτυχέστατον ψεῦσμα ἐψευσμένος ὦ, ἂν φανῇς σὺ εἰδὼς καὶ Γοργίας || Μένωνα τι θεωρείς ότι είναι η αρετή; Πές το ανεπιφύλακτα για να πιαστώ εγώ να λέω το πιο ωραίο ψέμμα, εφόσον αποδειχθεί ότι εσύ και ο Γοργίας έχετε πραγματική γνώση.
ΠΛ Ευθυφρ 12eκαὶ καλῶς γέ μοι, ὦ Εὐθύφρων, φαίνῃ λέγειν || και εμένα, Ευθύφρονα, μου φαίνεσαι να [ή: μου δίνεις την εντύπωση ότι] μιλάς σωστά.
ΞΕΝ Συμπ 1.15 καὶ ἅμα λέγων [ὁ γελωτοποιὸς] ταῦτα ἀπεμύττετό τε καὶ τῇ φωνῇ σαφῶς κλαίειν ἐφαίνετο || και λέγοντας αυτά ρουφούσε τη μύτη του και από τη φωνή του φαινόταν καθαρά πως έκλαιγε [ενώ στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει από την επόμενη πρόταση, δεν έκλαιγε].
§5.20. Το αἰσχύνομαι και το αἰδοῦμαι:
• με μετοχή έχουν τη σημασία "ντρέπομαι που κάνω κάτι", "κάνω κάτι με ντροπή",
• με απαρέμφατο σημαίνουν "ντρέπομαι να κάνω κάτι", "δεν κάνω κάτι από ντροπή":
ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.1.21 καὶ τοῦτο μὲν [τὸ ἀποδιδόναι χάριν μήπω με δύνασθαι] οὐκ αἰσχύνομαι λέγων∙ τὸ δ' ἐὰν μένητε παρ' ἐμοί, ἀποδώσω, εὖ ἴστε, αἰσχυνοίμην ἂν εἰπεῖν || και αυτό [το ότι δεν μπορώ ακόμη να σας αποδώσω τη χάρη που αξίζετε] δεν ντρέπομαι να το ομολογώ∙θα ντρεπόμουν όμως να πω, να το ξέρετε καλά, ότι θα σας αποδώσω τη χάρη που σας αξίζει αν μείνετε μαζί μου.
ΟΜ Οδ 8.86 αἴδετο γὰρ [Ὄδυσσεύς] Φαίηκας ὑπ' ὀφρύσι δάκρυα λείβων ντρεπόταν [ο Οδυσσέας] τους Φαίακες που βούρκωσαν τα μάτια του και έτρεχαν τα δάκρυα.
ΟΜ Οδ 6.221-222 αἰδέομαι γὰρ γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισι μετελθών || γιατί ντρέπομαι να ξεγυμνωθώ μπροστά σε καλλιπλόκαμες κοπέλλες.
§5.21. Το ἀνέχομαι και το ὑπομένω:
• με μετοχή έχουν τη σημασία "αντέχω", "υπομένω",
• με απαρέμφατο σημαίνουν "τολμώ":
ΗΡΟΔ 8.26 οὔτε ἠνέσχετο σιγῶν || δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό.
ΗΡΟΔ 7.139 καταμείναντες [οἱ Ἀθηναῖοι] ἀνέσχοντο τὸν ἐπιόντα ἐπὶ τὴν χώρην δέξασθαι || παραμένοντας στον τόπο τους τόλμησαν να αντιμετωπίσουν τον εισβολέα στη χώρα τους.
ΣΟΦ ΟΤ 1323 ὑπομένεις με τὸν τυφλὸν κηδεύων αντέχεις να φροντίζεις εμένα τον τυφλό.
ΠΛ Γοργ 505c οὗτος ὁ ἀνὴρ οὐχ ὑπομένει ὠφελούμενος || αυτός ο άνθρωπος δεν αντέχει να ωφελείται.
ΞΕΝ Απομν 2.7.11 νῦν δέ μοι δοκῶ εἰς ἔργων ἀφορμὴν ὑπομενεῖν αὐτὸ ποιῆσαι [τὸ δανείσασθαι] || τώρα νομίζω ότι θα το τολμήσω αυτό [να δανειστώ] για να ξεκινήσω μια δουλειά.
ΔΗΜ 18.204 τὴν χώραν ἐκλιπεῖν ὑπέμειναν || τόλμησαν να εγκαταλείψουν την πόλη.
§5.22. Το ἄρχομαι:
• με μετοχή έχει τη σημασία "βρίσκομαι στη αρχή μιας ενέργειας σε αντίθεση προς το τέλος ή τη μέση της". Με μετοχή συντάσσεται το ἄρχομαι και όταν πρόκειται να δηλωθεί ο τρόπος με τον οποίον αρχίζει μια ενέργεια,
• με απαρέμφατο σημαίνει "αρχίζω", "ξεκινάω να κάνω κάτι":
ΗΡΟΔ 4.119 ἢν μέντοι ἐπίῃ καὶ ἐπὶ τὴν ἡμετέρην ἄρξῃ τε ἀδικέων || αν όμως βαδίσει [ο Πέρσης] και εναντίον της χώρας μας και μας κάνει πρώτος κακό.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.7.26 ἐκλείπειν μοι φαίνεται ἡ ψυχὴ ὅθενπερ, ὡς ἔοικε, πᾶσιν ἄρχεται ἀπολείπουσα μου φαίνεται πως αρχίζει να με εγκαταλείπει η ψυχή από εκεί ακριβώς από όπου, όπως φαίνεται, αρχίζει να φεύγει η ψυχή κάθε ανθρώπου.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.8.2 ὡς δ' ἀληθῆ λέγω ἄρξομαι διδάσκων ἐκ τῶν θείων || για να δείξω ότι λέω την αλήθεια, θα αρχίσω πρώτα από τη στάση των Περσών προς τα θεία [ή: θα αναπτύξω πρώτα τη στάση κ.λπ.].
ΠΛ Μενεξ 237a πόθεν ἂν ὀρθῶς ἀρξαίμεθα ἄνδρας ἀγαθοὺς ἐπαινοῦντες; || από πού είναι ορθό να αρχίσω να επαινώ τους γενναίους άνδρες;
ΘΟΥΚ 1.107.1 ἤρξαντο δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τούτους καὶ τὰ μακρὰ τείχη Ἀθηναῖοι ἐς θάλασσαν οἰκοδομεῖν || τον ίδιο περίπου καιρό ξεκίνησαν οι Αθηναίοι να χτίζουν και τα μακρά τείχη επεκτείνοντάς τα ως τη θάλασσα.
ΞΕΝ Απομν 3.5.22 οἴμαί σε οὐδὲν ἧττον ἔχειν εἰπεῖν ὁπότε στρατηγεῖν ἢ ὁπότε παλαίειν ἤρξω μανθάνειν || πιστεύω ότι μπορείς να πεις τόσο πότε άρχισες να μαθαίνεις τη στρατηγική όσο και να παλεύεις.
ΔΗΜ 19.333 τί οὖν λέγω καὶ πόθεν ἄρχομαι κατηγορεῖν; || τι να πω λοιπόν και από που να ξεκινήσω το κατηγορητήριο;
§5.23. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται πότε στο αντικείμενο και πότε στο υποκείμενό τους συντάσσονται συνήθως οι ακόλουθες κατηγορίες ρημάτων:
§5.24. Τα αισθητικά ρήματα, εκείνα δηλαδή που δηλώνουν αισθητηριακή ή νοητική αντίληψη, γνώση εν γένει, καθώς και όσα δηλώνουν μάθηση, μνήμη, και λήθη, όπως το αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀκούω, περιορῶ [= "παραβλέπω", "ανέχομαι", "επιτρέπω"], γιγνώσκω, ἐπίσταμαι, μανθάνω, οἶδα, πυνθάνομαι, εὑρίσκω, λαμβάνω, καταλαμβάνω, μέμνημαι, ἐπιλανθάνεσθαι, κτό.:
• Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο υποκείμενο:
ΕΥΡ Μηδ 26 πρὸς ἀνδρὸς ᾔσθετ' ἠδικημένη || κατάλαβε πως ο άνδρας της την αδικούσε.
ΘΟΥΚ 1.32.5 ἡμεῖς ἀδύνατοι ὁρῶμεν ὄντες τῇ οἰκείᾳ μόνον δυνάμει περιγενέσθαι || εμείς βλέπουμε πως δεν είμαστε σε θέση να υπερισχύσουμε μόνο με τις δικές μας δυνάμεις.
ΞΕΝ Απομν 4.3.13 [ὁ θεὸς] τὰ μέγιστα μὲν πράττων ὁρᾶται, τάδε δὲ οἰκονομῶν ἀόρατος ἡμῖν ἐστιν || ο θεός φαίνεται βέβαια να επιτελεί τα πιο μεγάλα πράγματα, ο τρόπος όμως που τα διευθετεί δεν είναι ορατός για μας.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.2.17 ἄνθρωποι καλοὶ κἀγαθοί, ἐπειδὰν γνῶσιν ἀπιστούμενοι, οὐ φιλοῦσι τοὺς ἀπιστοῦντας || οι έντιμοι και ενάρετοι άνθρωποι όταν καταλάβουν ότι δεν τους πιστεύουν, μισούν εκείνους που δεν τους πιστεύουν.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.1.13 ἴσθι ἀνόητος ὤν πρέπει να ξέρεις ότι είσαι ανόητος.
ΔΗΜ 19.332 Χάρης εὕρηται πιστῶς καὶ εὐνοϊκῶς πράττων ὑπὲρ ὑμῶν || ο Χάρης βρέθηκε να ενεργεί νόμιμα και προς το συμφέρον σας.
ΠΛ Απολ 29c ἐὰν δὲ ἁλῷς ἔτι τοῦτο [τὸ φιλοσοφεῖν] πράττων, ἀποθανῇ || αν σε πιάσουν να συνεχίζεις να το κάνεις αυτό [δηλ. να φιλοσοφείς], θα πεθάνεις.
ΠΛ Πολ 609c ὅταν [ὁ ἄδικος ἄνθρωπος] ληφθῇ ἀδικῶν || όταν ο άδικος άνθρωπος πιαστεί να κάνει μια αδικία.
ΗΡΟΔ 3.1 ὦ βασιλεῦ, διαβεβλημένος ὑπὸ Ἀμάσιος οὐ μανθάνεις || βασιλιά, ο Άμασις σε κορόϊδεψε και δεν το 'χεις καταλάβει [ή: δεν καταλαβαίνεις ότι εξαπατήθηκες από τον Άμασι].
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.6.6 μέμνημαι τοιαῦτα ἀκούσας σου || θυμάμαι ότι άκουσα τέτοια από εσένα.
• Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο αντικείμενο:
ΞΕΝ Απομν 2.2.1 αἰσθόμενος δέ ποτε [ὁ Σωκράτης] Λαμπροκλέα τὸν πρεσβύτερον υἱὸν αὐτοῦ πρὸς τὴν μητέρα χαλεπαίνοντα || όταν κάποτε [ο Σωκράτης] κατάλαβε ότι ο Λαμπροκλής, ο μεγαλύτερος γιος του, ήταν οργισμένος με τη μητέρα του.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.16 Κῦρος ᾔσθετο διαβεβηκότας [τὸν Εὐφράτην], ἥσθη || ο Κύρος μόλις έμαθε ότι είχαν διαβεί τον Ευφράτη χάρηκε.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.4.20 ὡς δὲ εἶδον αὐτοὺς [τὸν Κῦρον καὶ τοὺς ἱππέας] πελάζοντας οἱ λεηλατοῦντες, εὐθὺς ἀφέντες τα χρήματα ἔφευγον || όταν οι επιδρομείς τους είδαν να πλησιάζουν [τον Κύρο και τη συνοδεία του] άφησαν αμέσως όσα είχαν αρπάξει και έφυγαν.
ΙΣΟΚΡ 4.96 [Ἀθηναῖοι] ἔτλησαν ἐπιδεῖν ἐρήμην μὲν τὴν πόλιν γενομένην, τὴν δὲ χώραν πορθουμένην, ἱερὰ δὲ συλώμενα καὶ νεὼς ἐμπιπραμένους, ἅπαντα δὲ τὸν πόλεμον περὶ τὴν πατρίδα τὴν αὑτῶν γιγνόμενον || οι Αθηναίοι τόλμησαν να δουν να ερημώνεται η πόλη τους, να λεηλατείται η ύπαιθρός τους, να συλώνται να ιερά τους και να πυρπολούνται οι ναοί τους, και όλες οι εχθροπραξίες να εκτυλίσσονται στην πατρίδα τους.
ΘΟΥΚ 1.86.2 τοὺς ξυμμάχους οὐ περιοψόμεθα ἀδικουμένους δεν θα παραβλέψουμε πως οι σύμμαχοί μας αδικούνται [ή: δεν θα παρακολουθούμε αμέτοχοι να αδικούνται οι σύμμαχοί μας].
ΘΟΥΚ 2.13.1 [Περικλῆς] ὡς ἔγνω τὴν ἐσβολὴν ἐσομένην || μόλις κατάλαβε [ο Περικλής] ότι θα γινόταν η εισβολή.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.10 σαφῶςκατέμαθον φάρμακα ὑμῖν αὐτὸν ἐγχέοντα || κατάλαβα πολύ καλά ότι αυτός είχε χύσει δηλητήριο στο κρασί σας.
ΘΟΥΚ 2.6.3 ὁ κῆρυξ ἀφικόμενος ηὗρε τοὺς ἄνδρας διεφθαρμένους || όταν έφτασε ο αγγελιοφόρος βρήκε τους άνδρες σκοτωμένους.
ΠΛ Πολ 389d ἂν ἄρ' ἄλλον τινὰ λαμβάνῃ ψευδόμενον || αν πιάσεις κάποιον άλλον να λέει ψέματα.
ΠΛ Χαρμ 156a μέμνημαι δὲ ἔγωγε καὶ παῖς ὢν Κριτίᾳ τῷδε συνόντα σε || σε θυμάμαι από την εποχή που ήμουν παιδί ακόμη να συναντιέσαι με τον Κριτία.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μερικές φορές φαίνεται να παραλείπεται στη σύνταξη αυτών των ρημάτων μια μετοχή του ρήματος εἰμί:
ΘΟΥΚ 2.45.1 παισὶ δ' αὖ ὅσοι τῶνδε πάρεστε ἢ ἀδελφοῖς ὁρῶ μέγα τὸν ἀγῶνα [προσθ.: ἐσόμενον] || για τα παιδιά και τους νεώτερους αδελφούς αυτών εδώ βλέπω ότι ο αγώνας θα είναι μεγάλος.
ΞΕΝ Απομν 2.3.14 μὴ αἰσχρὸςφανῇς [προσθ.:ὤν] || μήπως φανείς προσβλητικός.
ΔΗΜ 4.41 ἂν ἐν Χερρονήσῳ πύθησθε Φίλιππον [προσθ.: ὄντα] || αν μάθατε ότι ο Φίλιππος βρισκόταν στην Χερσόνησο.
§5.25. Μερικά ρήματα αυτής της κατηγορίας παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες στη σύνταξή τους, έτσι:
Το ἀκούω, το αἰσθάνομαικαι το πυνθάνομαισυντάσσονται με τους ακόλουθους τρόπους, οι οποίοι συνεπάγονται και σημασιολογικές διαφοροποιήσεις:
• με γενική και κατηγορηματική μετοχή όταν πρόκειται να δηλωθεί άμεση αντίληψη, όταν υπάρχει δηλαδή αυτηκοΐα (ἀκούω), ή άμεση αισθητηριακή αντίληψη (αἰσθάνομαι),
• με αιτιατική και κατηγορηματική μετοχή όταν πρόκειται να δηλωθεί έμμεση αντίληψη ενός πραγματικού γεγονότος, δηλαδή άκουσμα ή πληροφορία από άλλους (ἀκούω, πυνθάνομαι, το οποίο έχει την ίδια σημασία και με γενική), ή νοητική αντίληψη, εννόηση και κατανόηση (αἰσθάνομαι),
• με αιτιατική και ειδικό απαρέμφατο όταν πρόκειται για την αντίληψη ενός αβέβαιου γεγονότος ή κάποιας φήμης (ἀκούω, πυνθάνομαι), ή για εικασία και υπόθεση (αἰσθάνομαι):
ΠΛ Συμπ 194d ἐγὼ ἡδέως ἀκούω Σωκράτους διαλεγομένου || εγώ ακούω [με τα ίδια μου τα αυτιά] ευχάριστα τον Σωκράτη να συζητεί.
ΞΕΝ Ελλ 4.2.19 τέως μὲν οἱ Λακεδαιμόνιοι οὐκ ᾐσθάνοντο προσιόντων τῶν πολεμίων || για μερικές στιγμές οι Λακεδαιμόνιοι δεν αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζαν οι εχθροί.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.5 ἤκουσε Κῦρον ἐν Κιλικίᾳ ὄντα || άκουσε [από άλλους το πραγματικό γεγονός] ότι ο Κύρος βρισκόταν στην Κιλικία.
ΗΡΟΔ 7.177 ἐπύθοντο τὸν Πέρσην ἐόντα ἐν Πιερίῃ || πήραν την πληροφορία ότι ο Πέρσης βρισκόταν στην Πιερία.
ΘΟΥΚ 4.6.1 Πελοποννήσιοι ὡς ἐπύθοντο τῆς Πύλου κατειλημμένης || οι Πελοποννήσιοι μόλις έμαθαν πως αλώθηκε η Πύλος.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.9.31 ὡς δ' ᾐσθετο Κῦρον πεπτωκότα || μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Κύρος έπεσε στη μάχη.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.1 ἰδεῖν γὰρ ἐπεθύμει [ὁ Ἀστυάγης τὸν Κῦρον], ὅτι ἤκουεν αὐτὸν καλὸν κἀγαθὸν εἶναι || ο Αστυάγης ήθελε να δει τον Κύρο γιατί άκουγε [ως φήμη] πως ήταν ευπαρουσίαστος και ενάρετος.
ΘΟΥΚ 4.105.1 πυνθανόμενος [ὁ Βρασίδας] τὸν Θουκυδίδην κτῆσίν τε ἔχειν τῶν χρυσείων μετάλλων ἐργασίας || επειδή άκουσε ο Βρασίδας [τη φήμη] πως ο Θουκυδίδης είχε το δικαίωμα εκμετάλλευσης στα χρυσωρυχεία.
ΘΟΥΚ 5.4.6 ὁ δὲ Φαίαξ ἀφικόμενος τοὺς μὲν Καμαριναίους πείθει καὶ Ἀκραγαντίνους, ἐν δὲ Γέλᾳ ἀντιστάντος αὐτῷ τοῦ πράγματος οὐκέτι ἐπὶ τοὺς ἄλλους ἔρχεται, αἰσθόμενος οὐκ ἂν πείθειν αὐτούς || ο Φαίακας όταν έφτασε κατάφερε να πείσει τους Καμαριναίους και τους Ακραγαντίνους, επειδή όμως βρήκε αντίξοα τα πράγματα στην Γέλα δεν πήγε και σε άλλους εικάζοντας πως δεν θα μπορούσε να τους πείσει.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η κατηγορηματική μετοχή που συνοδεύει τη σύναψη σύνοιδα ἐμαυτῷ (κυρίως στον Ηρόδοτο και συγγιγνώσκω ἐμαυτῷ) = "έχω, αποκτώ αυτοσυνείδηση, αυτεπίγνωση ότι, συνειδητοποιώ σε σχέση προς τον εαυτό μου ότι" μπορεί να συμφωνεί είτε με το υποκείμενο του ρήματος είτε με την αυτοπαθητική αντωνυμία, μπορεί δηλαδή νά εκφέρεται είτε σε ονομαστική είτε σε δοτική:
ΠΛ Απολ 21b ἐγὼ οὔτε μέγα οὔτε σμικρὸν σύνοιδα ἐμαυτῷ σοφὸς ὤν || εγώ δεν έχω την παραμικρή συνείδηση [σε σχέση προς τον εαυτό μου] ότι είμαι σοφός, ούτε πολύ ούτε λίγο.
ΠΛ Απολ 21d ἐμαυτῷ συνῄδη οὐδὲν ἐπισταμένῳ || έγώ είχα συνείδηση [του εαυτού μου] ότι δεν ήξερα τίποτα.
ΛΥΣ 9.11 συνέγνωσαν αὐτοὶ σφίσιν ὡς ἠδικηκότες || συνειδητοποίησαν [σε σχέση προς τον εαυτό τους] ότι είχαν διαπράξει αδίκημα.
ΗΡΟΔ 5.91 ἄνδρες σύμμαχοι, συγγιγνώσκομεν αὐτοῖσι ἡμῖν οὐ ποιήσασι ὀρθῶς || άνδρες σύμμαχοι, έχουμε επίγνωση [σε σχέση προς εμάς τους ίδιους] ότι σφάλαμε.
Όταν ωστόσο τη γνώση που έχει το υποκείμενο δεν την μοιράζεται με τον εαυτό του αλλά με κάποιον άλλον, όταν δηλαδή το ρήμα συνειδέναι έχει αντικείμενο άλλο όνομα και όχι την αυτοπαθητική αντωνυμία, έτσι ώστε σύνοιδά τινι σημαίνει "γνωρίζω μαζί με κάποιον άλλον" και κατά προέκταση "γνωρίζω τόσο όσο και αυτός, γνωρίζω καλά", τότε η μετοχή εκφέρεται μαζί με το αντικείμενο σε δοτική:
ΠΛ Απολ 34b [μιλά ο Σωκράτης] συνίσασι [οἱ ἀδιάφθαρτοι] Μελήτῳ μὲν ψευδόμένῳ, ἐμοὶ δὲ ἀληθεύοντι || γνωρίζουν [εκείνοι που δεν έχει βλάψει ο Σωκράτης] μαζί με τον Μέλητο [δηλ. γνωρίζουν τόσο καλά όσο και ο Μέλητος] ότι αυτός λέει ψέμματα, και γνωρίζουν μαζί με μένα [και τόσο καλά όσο εγώ] ότι εγώ λέω την αλήθεια.
ΙΣΟΚΡ 7.50 σύνοιδα τοῖς πλείστοις αὐτῶν ἥκιστα χαίρουσιν ταύτῃ τῇ καταστάσει || γνωρίζω μαζί με τους περισσότερους από αυτούς [και επομένως γνωρίζω τόσο καλά όσο και αυτοί] ότι ελάχιστα τους ευχαριστεί τούτη η κατάσταση της πόλης.
§5.26. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται πότε στο υποκείμενο και πότε στο αντικείμενο συντάσσονται επίσης τα δηλωτικά ρήματα, καθώς και εκείνα που σημαίνουν αναγγελία και έλεγχο και από την ενέργεια των οποίων προκύπτει μια αισθητηριακή ή νοητική αντίληψη. Τέτοια ρήματα είναι το δείκνυμι, δηλῶ, δῆλον ποιῶ, φαίνω, ἀποφαίνω, φανερὸν ποιῶ, ἀγγέλλω, ἐλέγχω κτό.:
• Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο υποκείμενο:
ΗΡΟΔ 7.18 Ἀρτάβανος, ὃς πρότερον ἀποσπεύδων μοῦνος ἐφαίνετο, τότε ἐπισπεύδων φανερὸς ἦν || ο Αρτάβανος που προηγουμένως ήταν ο μόνος που επεδίωκε ανοιχτά να αποτρέψει την εκστρατεία, τότε επεδίωκε φανερά να την επισπεύσει.
ΘΟΥΚ 1.21.2 ὁ πόλεμος οὗτος ἀπ' αὐτῶν τῶν ἔργων σκοποῦσι δηλώσει μείζων γεγενημένος αὐτῶν [τῶν παλαιῶν] || τούτος ο πόλεμος θα δείξει σε αυτούς που τον κρίνουν από τα πραγματικά γεγονότα πως ήταν σημαντικότερος από εκείνους τους παλαιότερους.
ΘΟΥΚ 3.84.2 ἡ ἀνθρωπεία φύσις, εἰωθυῖα καὶ παρὰ τοὺς νόμους ἀδικεῖν, ἀσμένη ἐδήλωσεν ἀκρατὴς μὲν ὀργῆς οὖσα, κρείσσων δὲ τοῦ δικαίου, πολεμία δὲ τοῦ προύχοντος || η ανθρώπινη φύση, συνηθισμένη να αδικεί ακόμη και όταν υπάρχουν νόμοι, εύκολα αποδείχτηκε ανίκανη να συγκρατήσει την οργή, ισχυρότερη από το δίκαιο και πολέμια προς κάθε τι ανώτερο.
ΘΟΥΚ 3.64.1 δῆλόν τε ἐποιήσατε οὐδὲ τότε τῶν Ἑλλήνων ἕνεκα μόνοι οὐ μηδίσαντες || κάνατε φανερό πως ακόμη και τότε εσείς μόνο αποφύγατε να μηδίσετε όχι για χάρη των Ελλήνων.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 50 φανερὸν πᾶσιν ἐποίησαν οὐκ ἰδίᾳ πολεμοῦντες, ἀλλ' ὑπὲρ κοινῆς ἐλευθερίας προκινδυνεύοντες || απόδειξαν σε όλους πως δεν πολέμησαν από ιδιοτέλεια, αλλά εκτέθηκαν στον κίνδυνο του μετώπου για την κοινή ελευθερία.
ΣΟΦ Αντ 20 δηλοῖς γάρ τι καλχαίνουσ' ἔπος || δείχνεις πως κάποιος λόγος σκοτεινιάζει τον νου σου.
ΔΗΜ 2.8 πάνθ' εἵνεχ' ἑαυτοῦ ποιῶν ἐξελήλεγκται [Φίλιππος] || επειδή είναι αποδεδειγμένο ότι τα κάνει όλα για το δικό του το συμφέρον.
ΔΗΜ 21.160 εἰ δὲ δειλίας καὶ ἀνανδρίας εἵνεκα δειχθήσεται τοῦτο πεποιηκώς || αν αποδειχθεί ότι το έκανε αυτό από δειλία και ανανδρία.
• Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο αντικείμενο:
ΔΗΜ 29.5 ἐπιδείξω τοῦτον οὐ μόνον ὡμολογηκότα εἶναι τὸν Μιλύαν ἐλεύθερον, ἀλλὰ καὶ φανερὸν τοῦτ' ἔργῳ πεποιηκότα, καὶ πρὸς τούτοις ἐκ βασάνου περὶ αὐτῶν πεφευγότα τοῦτον τοὺς ἀκριβεστάτους ἐλέγχους, καὶ οὐκ ἐθελήσαντ' ἐκ τούτων ἐπιδεῖξαι τὴν ἀλήθειαν, ἀλλὰ πανουργοῦντα καὶ μάρτυρας ψευδεῖς παρεχόμενον καὶ διακλέπτοντα τοῖς αὐτοῦ λόγοις τὴν ἀλήθειαν τῶν πεπραγμένων || θα αποδείξω ότι αυτός [ο Άφοβος] όχι μόνο αναγνώρισε ότι ο Μιλύας είναι ένας ελεύθερος άνδρας, αλλά ότι και το επιβεβαίωσε αυτό και με πράξεις∙επιπλέον θα αποδείξω ότι αυτός απέφυγε τον βασανισμό ενός δούλου για τον ακριβή έλεγχο αυτής της υπόθεσης, και ότι δεν επιθυμούσε να λάμψει με αυτόν τον τρόπο η αλήθεια, αλλά ότι επινοούσε, αντ'αυτού, τεχνάσματα και επιστράτευε ψευδομάρτυρες και ότι παραποιούσε την αλήθεια των όσων συνέβησαν με τους ίδιους του τους λόγους.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.19 αὐτῷ [=τῷ βασιλεῖ] Κῦρον ἐπιστρατεύοντα πρῶτος ἤγγειλα || εγώ ανάγγειλα πρώτος στο βασιλιά ότι ο Κύρος σχεδίαζε να εκστρατεύσει εναντίον του.
ΞΕΝ Απομν 4.8.11 ἱκανὸς [Σωκράτης] δὲ καὶ ἄλλως δοκιμάσαι τε καὶ ἁμαρτάνοντα ἐλέγξαι || ο Σωκράτης ήταν ικανός να δοκιμάσει και με άλλον τρόπο και να αποκαλύψει αυτούς που έκαναν σφάλματα.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και το ρήμα ποιῶ = "πλάθω", "παριστάνω" ή "παρουσιάζω ποιητικά", π.χ.:
ΠΛ Συμπ 174c ἄκλητον ἐποίησεν [Ὅμηρος] ἐλθόντα τὸν Μενέλεων ἐπὶ τὴν θοίνην || ο Όμηρος παριστάνει τον Μενέλαο να έρχεται απρόσκλητος στο συμπόσιο.
ΙΣΟΚΡ 9.9 τοῖς μὲν γὰρ ποιηταῖς πολλοὶ δέδονται κόσμοι· πλησιάζοντας τοὺς θεοὺς τοῖς ἀνθρώποις οἷόν τ' αὐτοῖς ποιῆσαι καὶ διαλεγομένους καὶ συναγωνιζομένους οἷς ἂν βουληθῶσι || γιατί οι ποιητές έχουν στη διάθεσή τους πολλούς τρόπους να στολίσουν το λόγο τους: μπορούν να παραστήσουν τους θεούς να πλησιάζουν τους ανθρώπους, να συζητούν και να ανταγωνίζονται σε ό,τι και αν θελήσουν.
§5.27. Και για ορισμένα από τα ρήματα των προηγουμένων κατηγοριών ισχύει ό,τι αναφέρθηκε και πριν, ότι δηλαδή ενδέχεται να συντάσσονται και με απαρέμφατο, έχοντας όμως στην περίπτωση αυτή μια διαφορετική σημασία. Έτσι:
§5.28. Το γιγνώσκω:
• με μετοχή σημαίνει "γνωρίζω ότι", "αναγνωρίζω", "κατανοώ",
• με απαρέμφατο σημαίνει "κρίνω", "αποφασίζω":
ΣΟΦ Αι 807 ἔγνωκα γὰρ δὴ φωτὸς ἠπατημένη || γιατί τώρα βέβαια αναγνωρίζω ότι αυτός ο άνδρας με εξαπάτησε [ή: ότι εξαπατήθηκα από αυτόν τον άνδρα].
ΘΟΥΚ 1.25.1 γνόντες οἱ Ἐπιδάμνιοι οὐδεμίαν σφίσιν ἀπὸ Κερκύρας τιμωρίαν οὖσαν όταν οι Επιδάμνιοι κατάλαβαν ότι δεν είχαν να προσμένουν καμιά βοήθεια από την πλευρά της Κέρκυρας.
ΗΡΟΔ 1.74 Ἀλυάττεα γὰρ ἔγνωσαν δοῦναι τὴν θυγατέρα Ἀρύηνιν Ἀστυάγεϊ τῷ Κυαξάρεω παιδί || αποφάσισαν δηλαδή ο Αλυάτης να δώσει την θυγατέρα του Αρυήνη νύφη στον Αστυάγη, τον γιο του Κυαξάρη.
ΞΕΝ Απολ 33 ἐπεὶ γὰρ ἔγνω [Σωκράτης] τοῦ ἔτι ζῆν τὸ τεθνάναι αὐτῷ κρεῖττον εἶναι || αφού ο Σωκράτης αποφάσισε ότι γι' αυτόν ήταν καλύτερο να πεθάνει παρά να εξακολουθήσει να ζει.
§5.29. Το εἰδέναι, το ἐπίστασθαι και το μανθάνω:
• με μετοχή σημαίνουν "γνωρίζω, ξέρω, καταλαβαίνω, μαθαίνω ότι κάτι είναι, υπάρχει",
• με απαρέμφατο σημαίνουν "γνωρίζω, ξέρω, μαθαίνω να κάνω κάτι":
ΞΕΝ ΚΑναβ 6.6.17 ὃν [=Δέξιππον] ὑμεῖς ἐπίστασθε ὑμᾶς προδόντα || τον Δέξιππο που ξέρετε ότι σας πρόδωσε.
ΣΟΦ Αντ 472 εἴκειν δ' οὐκ ἐπίσταται κακοῖς || δεν ξέρει να συμβιβάζεται με τα δεινά.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.15 καὶ ἄρχεσθαι ἐπίσταμαι || ξέρω και να υπακούω.
ΞΕΝ Απομν 1.2.14 ᾔδεσαν Σωκράτην ἀπ' ἐλαχίστων μὲν χρημάτων αὐταρκέστατα ζῶντα, τῶν ἡδονῶν δὲ πασῶν ἐγκρατέστατονὄντα γνώριζαν ότι ο Σωκράτης ζούσε με ελάχιστα χρήματα εντελώς αυτάρκης και ότι ήταν πολύ εγκρατής προς όλες τις απολαύσεις.
ΟΜ Ιλ 7.238-239 οἶδ' ἐπὶ δεξιά, οἶδ' ἐπ' ἀριστερὰ νωμῆσαι βῶν ἀζαλέην || ξέρω πότε πρέπει να έχω στα δεξιά, ξέρω πότε πρέπει να έχω στ' αριστερά την ασπίδα τη στεγνή, από δέρμα βοδιού καμωμένη.
ΣΟΦ Φιλ 13 μὴ καὶ μάθῃ μ' ἥκοντα || μήπως και καταλάβει ότι έχω έρθει εδώ.
ΗΡΟΔ 4.164 καί μιν […] καταμαθόντες ἀγοράζοντα κτείνουσι || και όταν έμαθαν ότι περιδιαβάζει στην αγορά τον σκοτώνουν.
ΔΗΜΟΚΡ απ 244 μάθε δὲ πολὺ μᾶλλον τῶν ἄλλων σεαυτὸν αἰσχύνεσθαι || μάθε να ντρέπεσαι πολύ περισσότερο από τους άλλους τον ίδιο σου τον εαυτό.
ΠΛ Γοργ 456d ἔμαθεν πυκτεύειν τε καὶ παγκρατιάζειν καὶ ἐν ὅπλοις μάχεσθαι || έμαθε να αγωνίζεται στην πυγμαχία και στο παγκράτιο και να πολεμά με τα όπλα.
§5.30. Το μέμνημαι και το ἐπιλανθάνομαι:
• με μετοχή σημαίνουν "θυμάμαι, λησμονώ ότι κάτι είναι, υπάρχει",
• με απαρέμφατο σημαίνουν "θυμάμαι, λησμονώ να κάνω κάτι":
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.6.3 μέμνημαι ἀκούσας ποτέ σου || θυμάμαι ότι άκουσα κάποτε από σένα.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.39 καὶ ὅστις τε ὑμῶν τοὺς οἰκείους ἐπιθυμεῖ ἰδεῖν, μεμνήσθω ἀνὴρ ἀγαθὸςεἶναι∙οὐ γὰρ ἄλλως τούτου τυχεῖν || και όποιος από σας θέλει να δει τους δικούς του, να θυμάται να είναι γενναίος άνδρας, γιατί αλλιώς δεν πρόκειται να το πετύχει αυτό.
ΕΥΡ Βακ 188-189ἐπιλελήσμεθ' ἡδέως γέροντες ὄντες || μετά χαράς λησμονούμε ότι είμαστε γέροι.
ΗΡΟΔ 3.147 τουτέων μὲν τῶν ἔντολέων μεμνημένος ἐπιλανθάνετο || τις εντολές όμως αυτές λησμόνησε να τις θυμηθεί.
ΠΛ Πολ 563b ἐν γυναιξὶ δὲ πρὸς ἄνδρας και ἀνδράσι πρὸς γυναῖκας ὅση ἡ ἰσονομία καὶ ἐλευθερία γίγνεται ὀλίγου ἐπελαθόμεθ' εἰπεῖν || παραλίγο όμως να ξεχνούσαμε να πούμε πόση ισότητα δικαιωμάτων και ελευθερία διέπει τις σχέσεις των γυναικών με τους άνδρες και αντίστροφα.
§5.31. Το δεικνύναι, ἀποφαίνειν και το δηλοῦν:
• με μετοχή σημαίνουν "αποδεικνύω, φανερώνω ένα γεγονός", "καταδεικνύω",
• με απαρέμφατο σημαίνουν "εκφράζω μια άποψη", "παρουσιάζω ως", "ισχυρίζομαι", "υποδεικνύω", "αναγορεύω":
ΑΝΤΙΦ 2.4.8 δηλώσω οὐ παραγενόμενος || θα καταδείξω ότι δεν ήμουν παρών.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.14 πορευόμενοι ἀφίκοντο εἰς κώμας ὅθεν ἀπέδειξαν οἱ ἡγεμόνες λαμβάνειν τὰ ἐπιτήδεια || συνεχίζοντας την πορεία τους έφτασαν στους οικισμούς από τους οποίους τους υπέδειξαν οι οδηγοί να προμηθεύονται τα τρόφιμα.
ΗΡΟΔ 5.25 Ὀτάνεα ἀποδέξας στρατηγὸν εἶναι τῶν παραθαλασσίων ἀνδρῶν || αναγόρευσε αρχηγό των στρατευμάτων των παραθαλάσσιων περιοχών τον Οτάνη.
ΘΟΥΚ 4.36.1 οἱ δὲ ἀκούσαντες τὰς χεῖρας ἀνέσεισαν δηλοῦντες προσίεσθαι τὰ κεκηρυγμένα || και αυτοί όταν άκουσαν σήκωσαν τα χέρια ψηλά δείχνοντας ότι δέχονται όσα ανήγγειλε ο κήρυκας.
ΑΡΙΣΤΟΦ Πλ 269 δηλοῖς γὰρ αὐτὸν σωρὸν ἥκειν χρημάτων ἔχοντα || τον εμφανίζεις να έχει έρθει με πάρα πολλά χρήματα.
ΗΡΟΔ 1.129 Ἀστυάγης δέ μιν ἀπέφαινε τῷ λόγῳ σκαιότατόν τε καὶ ἀδικώτατον ἐόντα πάντων ἀνθρώπων || τότε ο Αστυάγης του έδειξε με επιχειρήματα ότι είναι ο πιο αδέξιος και πιο άδικος από όλους τους ανθρώπος.
ΠΛ Θεαιτ 168b τί ποτε λέγομεν, κινεῖσθαι ἀποφαινόμενοι τὰ πάντα || τι ακριβώς εννοούμε όταν εκφράζουμε την άποψη ότι όλα κινούνται.
Πέμπτη 13 Απριλίου 2023
Οι άνθρωποι διέσχισαν το Αιγαίο Πέλαγος πριν 700.000 χρόνια
Πάντα υπήρχε η απορία πώς οι άνθρωποι του σήμερα αλλά και όσοι προηγήθηκαν πριν από αυτόν ανακάλυψαν τρόπους να ταξιδεύουν στις θάλασσες.
Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο πρώτος άνθρωπος ο Χόμο Σάπιενς ήταν ο πρώτος της γενιάς Χόμο που κατάφερε να διαπλέει ωκεανούς, με τις επόμενες γενιές πριν από 50.000 χρόνια να φτάνουν μέχρι την Αυστραλία.
Οι αρχαιότεροι άνθρωποι διέσχιζαν περπατώντας θάλασσες κατά τη διάρκεια της εποχής των παγετώνων, όταν η στάθμη της θάλασσας είχε υποχωρήσει και είχαν δημιουργηθεί γέφυρες εδάφους.
Για παράδειγμα, πιστεύεται ότι πρώτοι «Αμερικανοί» βρήκαν έναν ισθμό, δηλαδή ένα διάδρομο ξηράς μήκους περίπου 1.500 χιλιομέτρων τον οποίο διάβηκαν με κατεύθυνση προς το Νότο, πριν περίπου 13.000 χρόνια.
Στο Αιγαίο όμως υπάρχει ένα άλλο αξιοσημείωτο φαινόμενο που έγινε αντικείμενο μελέτης αρχαιολόγων του Πανεπιστημίου Πατρών, ανήκει στην εποχή πολύ προ της εμφάνισης του Χόμο Σάπιενς και περιλαμβάνει την ανεύρεση αρχαίων ευρημάτων στην Κρήτη, την Σαντορίνη και την Μύκονο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κρήτη, όπου εντοπίστηκαν μετά από έρευνες πολύ μεγάλος αριθμός αντικειμένων κατασκευασμένα από πυριτόλιθο στα οποία η χρονολογική εξέταση και ανάλυση τους, έδειξε ότι αυτά υπήρξαν εκεί πριν από 130.000 χρόνια και μέχρι και 700.000 έτη.
Η Αφρικανική Ήπειρος πρωτοκατοικήθηκε από τον Χόμο Ερέκτους πριν από περίπου 1.9 εκατομμύρια χρόνια, εργαλεία και άλλα αντικείμενα χρήσης τους βρέθηκαν στην Νάξο, στην Μήλο αλλά και στην Λέσβο.
Πως όμως αυτά τα αντικείμενα και εργαλεία βρέθηκαν εκεί;
Πιθανολογείται πως ένας τρόπος να διασχιστεί η θάλασσα μετά από ένα ακραίο φαινόμενο της Εποχής των Παγετώνων, μείωσε κατά πολύ την στάθμη της θάλασσας με αποτέλεσμα να δοθεί η δυνατότητα στους ανθρώπινους να μπορέσουν να διαβούν περιοχές στεγνές από θαλασσινό νερό;
Η παραπάνω προσέγγιση δεν μπορεί να αποτελέσει μια ορθή απάντηση σύμφωνα με το περιοδικό Quaternary International, από μια ομάδα Ελλήνων ερευνητών από το Oceanus Lab του Πανεπιστημίου της Πάτρας.
Η πιο σωστή προσέγγιση απαντάτε τόσο για αυτό όσο και για τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, όταν η ομάδα σκιαγράφησε εκ νέου την περιοχή μεταξύ των νησιών και ανακάλυψε ότι η στάθμη των υδάτων πριν από 450.000 χρόνια ήταν κατά 225 μέτρα χαμηλότερη από την σημερινή.
Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο πρώτος άνθρωπος ο Χόμο Σάπιενς ήταν ο πρώτος της γενιάς Χόμο που κατάφερε να διαπλέει ωκεανούς, με τις επόμενες γενιές πριν από 50.000 χρόνια να φτάνουν μέχρι την Αυστραλία.
Οι αρχαιότεροι άνθρωποι διέσχιζαν περπατώντας θάλασσες κατά τη διάρκεια της εποχής των παγετώνων, όταν η στάθμη της θάλασσας είχε υποχωρήσει και είχαν δημιουργηθεί γέφυρες εδάφους.
Για παράδειγμα, πιστεύεται ότι πρώτοι «Αμερικανοί» βρήκαν έναν ισθμό, δηλαδή ένα διάδρομο ξηράς μήκους περίπου 1.500 χιλιομέτρων τον οποίο διάβηκαν με κατεύθυνση προς το Νότο, πριν περίπου 13.000 χρόνια.
Στο Αιγαίο όμως υπάρχει ένα άλλο αξιοσημείωτο φαινόμενο που έγινε αντικείμενο μελέτης αρχαιολόγων του Πανεπιστημίου Πατρών, ανήκει στην εποχή πολύ προ της εμφάνισης του Χόμο Σάπιενς και περιλαμβάνει την ανεύρεση αρχαίων ευρημάτων στην Κρήτη, την Σαντορίνη και την Μύκονο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κρήτη, όπου εντοπίστηκαν μετά από έρευνες πολύ μεγάλος αριθμός αντικειμένων κατασκευασμένα από πυριτόλιθο στα οποία η χρονολογική εξέταση και ανάλυση τους, έδειξε ότι αυτά υπήρξαν εκεί πριν από 130.000 χρόνια και μέχρι και 700.000 έτη.
Η Αφρικανική Ήπειρος πρωτοκατοικήθηκε από τον Χόμο Ερέκτους πριν από περίπου 1.9 εκατομμύρια χρόνια, εργαλεία και άλλα αντικείμενα χρήσης τους βρέθηκαν στην Νάξο, στην Μήλο αλλά και στην Λέσβο.
Πως όμως αυτά τα αντικείμενα και εργαλεία βρέθηκαν εκεί;
Πιθανολογείται πως ένας τρόπος να διασχιστεί η θάλασσα μετά από ένα ακραίο φαινόμενο της Εποχής των Παγετώνων, μείωσε κατά πολύ την στάθμη της θάλασσας με αποτέλεσμα να δοθεί η δυνατότητα στους ανθρώπινους να μπορέσουν να διαβούν περιοχές στεγνές από θαλασσινό νερό;
Η παραπάνω προσέγγιση δεν μπορεί να αποτελέσει μια ορθή απάντηση σύμφωνα με το περιοδικό Quaternary International, από μια ομάδα Ελλήνων ερευνητών από το Oceanus Lab του Πανεπιστημίου της Πάτρας.
Η πιο σωστή προσέγγιση απαντάτε τόσο για αυτό όσο και για τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, όταν η ομάδα σκιαγράφησε εκ νέου την περιοχή μεταξύ των νησιών και ανακάλυψε ότι η στάθμη των υδάτων πριν από 450.000 χρόνια ήταν κατά 225 μέτρα χαμηλότερη από την σημερινή.
Μαθαίνοντας από τα λάθη σου
Πόσες φορές τα έβαλες με τον εαυτό σου γιατί έκανες λάθος επιλογές, επιλογές οι οποίες σου κόστισαν, είτε χάσιμο χρόνου, είτε επηρέασαν το μέλλον σου, είτε σε πλήγωσαν…
Κι όμως να μην ξεχνάς πως μέσα από αυτά τα λάθη έμαθες να είσαι πιο δυνατός, έμαθες να πεισμώνεις για τα θέλω σου, να επιμένεις για τα όνειρα σου, να μην εκπλήσσεσαι με την κάθε τυχόν προδοσία, να χειρίζεσαι καταστάσεις, να μαθαίνεις ποιος είναι ο κόσμος στα αλήθεια και να μπορείς να επιβιώνεις...
Άλλωστε κάθε λάθος έρχεται για να μας μαθαίνει να προχωράμε παρακάτω… να προχωράμε και να εξελισσόμαστε, έρχεται για να σου μάθει να αντιδράς διαφορετικά σε παρόμοιες καταστάσεις… έρχεται για να σου προφέρει εμπειρίες ζωής, εμπειρίες απαραίτητες για να σε ωριμάσουν σαν άνθρωπο και να σε κάνουν να βλέπεις από μια άλλη οπτική γωνία. ‘’Εμπειρία είναι απλά το όνομα που δίνουμε στα λάθη μας’’.
Δεν υπάρχει τελειότητα. Δεν υπάρχει άνθρωπος αλάνθαστος. Δεν θα χε νόημα έτσι… Τα λάθη σου είναι το εισιτήριο για την αυτοβελτίωση σου...
Γι' αυτό να μην μετανιώνεις ποτέ για τίποτα αλλά να επικεντρώνεσαι στο τι θα κάνεις από δω και πέρα. Ο καθένας μας μπορεί να σφάλει, να πάρει λάθος αποφάσεις, να κάνει λάθος επιλογές, το θέμα είναι το τι θα αποκομίσει από αυτά και πως θα μάθει να τα διαχειρίζεται στο μέλλον...
Να είσαι περήφανος/η για τον άνθρωπο που σε έκαναν τα λάθη σου, τα λάθη σου συνέβαλλαν σε αυτό που είσαι σήμερα.
Κι όμως να μην ξεχνάς πως μέσα από αυτά τα λάθη έμαθες να είσαι πιο δυνατός, έμαθες να πεισμώνεις για τα θέλω σου, να επιμένεις για τα όνειρα σου, να μην εκπλήσσεσαι με την κάθε τυχόν προδοσία, να χειρίζεσαι καταστάσεις, να μαθαίνεις ποιος είναι ο κόσμος στα αλήθεια και να μπορείς να επιβιώνεις...
Άλλωστε κάθε λάθος έρχεται για να μας μαθαίνει να προχωράμε παρακάτω… να προχωράμε και να εξελισσόμαστε, έρχεται για να σου μάθει να αντιδράς διαφορετικά σε παρόμοιες καταστάσεις… έρχεται για να σου προφέρει εμπειρίες ζωής, εμπειρίες απαραίτητες για να σε ωριμάσουν σαν άνθρωπο και να σε κάνουν να βλέπεις από μια άλλη οπτική γωνία. ‘’Εμπειρία είναι απλά το όνομα που δίνουμε στα λάθη μας’’.
Δεν υπάρχει τελειότητα. Δεν υπάρχει άνθρωπος αλάνθαστος. Δεν θα χε νόημα έτσι… Τα λάθη σου είναι το εισιτήριο για την αυτοβελτίωση σου...
Γι' αυτό να μην μετανιώνεις ποτέ για τίποτα αλλά να επικεντρώνεσαι στο τι θα κάνεις από δω και πέρα. Ο καθένας μας μπορεί να σφάλει, να πάρει λάθος αποφάσεις, να κάνει λάθος επιλογές, το θέμα είναι το τι θα αποκομίσει από αυτά και πως θα μάθει να τα διαχειρίζεται στο μέλλον...
Να είσαι περήφανος/η για τον άνθρωπο που σε έκαναν τα λάθη σου, τα λάθη σου συνέβαλλαν σε αυτό που είσαι σήμερα.
Εστιάζεις, σ' αυτό που ζεις
Δες την όμορφη πλευρά της ζωής.
Εστίασε στην ευτυχία
Κάνε καθημερινά οτιδήποτε σου δημιουργεί όμορφα συναισθήματα και δίνει νόημα στη ζωή σου. Σε πολλές περιπτώσεις το πρόγραμμα μας είναι φορτωμένο με πολλά πράγματα που μας βαραίνουν, που μας ρίχνουν ψυχολογικά. Το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε εξαντλημένοι και χωρίς διάθεση. Βάλε λοιπόν στο πρόγραμμα περισσότερα απο απο αυτά που σε κάνουν να νιώθεις καλά και δες τη ζωή σου να αλλάζει.
Εστίασε στην ευημερία
Σε αρκετές περιπτώσεις κάνουμε πολύ καλά, πράγματα που δεν χρειάζεται να γίνουν καθόλου ή πράγματα που δεν μας αποφέρουν κάποιο σημαντικό όφελος. Το σημαντικό λοιπόν είναι να αξιοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερο τις ικανότητες και τα ταλέντα μας με απώτερο σκοπό να ωφελήσουμε τους συνανθρώπους μας αλλά και να λαμβάνουμε όσα μας αξίζουν. Εστίασε στην ευημερία και την αφθονία. Ζήσε όπως σου αρμόζει.
Εστίασε στη θετικότητα
Σε πολλές περιπτώσεις είναι πρόκληση να σκεφτόμαστε θετικά, αλλά ακριβώς εκεί είναι το σημαντικό. Οτιδήποτε εύκολο δεν έχει πάντα αξία. Το μεγάλο στοίχημα είναι να μπορούμε να βλέπουμε κάτι θετικό σε οτιδήποτε. Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι: ουδέν κακόν αμιγές καλού. (Δεν υπάρχει κακό, χωρίς καθόλου καλό μέσα του). Στρέψε τη προσοχή σου στη θετική πλευρά της ζωής, σίγουρα υπάρχουν πολλά άσχημα, όμως υπάρχουν πολύ περισσότερα θετικά.
Εστίασε στις λύσεις
Το να αναλύεις συνεχώς προβλήματα και να αναπαράγεις διαρκώς τα ίδια δεν σε ωφελεί με κανένα τρόπο. Αντί να εστιάζεις στο πόσο άσχημα μπορεί να είναι τα πράγματα, εστίασε στο τι μπορεί να γίνει για να πάνε καλύτερα. Όπως κι αν είναι η κατάσταση σίγουρα υπάρχουν λύσεις, επομένως, το να προσανατολίζεσαι στο να τις βρεις είναι πολύ πιο εποικοδομητικό απο το να εστιάζεις στα αρνητικά.
«Αν πιστεύεις ότι το να αισθάνεσαι άσχημα και το να ανησυχείς συνεχώς θα αλλάξει ένα δεδομένο, τότε ζεις σ’ έναν άλλον πλανήτη και σε μια διαφορετική πραγματικότητα». -Wayne W. Dyer
Εστίασε στην ευτυχία
Κάνε καθημερινά οτιδήποτε σου δημιουργεί όμορφα συναισθήματα και δίνει νόημα στη ζωή σου. Σε πολλές περιπτώσεις το πρόγραμμα μας είναι φορτωμένο με πολλά πράγματα που μας βαραίνουν, που μας ρίχνουν ψυχολογικά. Το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε εξαντλημένοι και χωρίς διάθεση. Βάλε λοιπόν στο πρόγραμμα περισσότερα απο απο αυτά που σε κάνουν να νιώθεις καλά και δες τη ζωή σου να αλλάζει.
Εστίασε στην ευημερία
Σε αρκετές περιπτώσεις κάνουμε πολύ καλά, πράγματα που δεν χρειάζεται να γίνουν καθόλου ή πράγματα που δεν μας αποφέρουν κάποιο σημαντικό όφελος. Το σημαντικό λοιπόν είναι να αξιοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερο τις ικανότητες και τα ταλέντα μας με απώτερο σκοπό να ωφελήσουμε τους συνανθρώπους μας αλλά και να λαμβάνουμε όσα μας αξίζουν. Εστίασε στην ευημερία και την αφθονία. Ζήσε όπως σου αρμόζει.
Εστίασε στη θετικότητα
Σε πολλές περιπτώσεις είναι πρόκληση να σκεφτόμαστε θετικά, αλλά ακριβώς εκεί είναι το σημαντικό. Οτιδήποτε εύκολο δεν έχει πάντα αξία. Το μεγάλο στοίχημα είναι να μπορούμε να βλέπουμε κάτι θετικό σε οτιδήποτε. Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι: ουδέν κακόν αμιγές καλού. (Δεν υπάρχει κακό, χωρίς καθόλου καλό μέσα του). Στρέψε τη προσοχή σου στη θετική πλευρά της ζωής, σίγουρα υπάρχουν πολλά άσχημα, όμως υπάρχουν πολύ περισσότερα θετικά.
Εστίασε στις λύσεις
Το να αναλύεις συνεχώς προβλήματα και να αναπαράγεις διαρκώς τα ίδια δεν σε ωφελεί με κανένα τρόπο. Αντί να εστιάζεις στο πόσο άσχημα μπορεί να είναι τα πράγματα, εστίασε στο τι μπορεί να γίνει για να πάνε καλύτερα. Όπως κι αν είναι η κατάσταση σίγουρα υπάρχουν λύσεις, επομένως, το να προσανατολίζεσαι στο να τις βρεις είναι πολύ πιο εποικοδομητικό απο το να εστιάζεις στα αρνητικά.
«Αν πιστεύεις ότι το να αισθάνεσαι άσχημα και το να ανησυχείς συνεχώς θα αλλάξει ένα δεδομένο, τότε ζεις σ’ έναν άλλον πλανήτη και σε μια διαφορετική πραγματικότητα». -Wayne W. Dyer
LAO TZU: Η μετριοφροσύνη φέρνει την καταξίωση
Επειδή στην Οικουμένη:
η υποχώρηση φέρνει προώθηση·
το άδειασμα, πληρότητα·
το πάλιωμα, ανανέωση·
όταν επιζητάς λίγα, στο τέλος κερδίζεις πολλά·
όταν επιζητάς πολλά, χάνεις και τα λίγα …
Ο σοφός άνθρωπος
αποδέχεται ανεπιφύλακτα
την ενότητα των αντιθέτων .
Έτσι στη ζωή του:
Δεν αυτοπροβάλλεται·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
αναδεικνύεται .
Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε του λόγος είναι δίκαιος·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
παινεύεται .
Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε πράξη του είναι σωστή·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
εκτιμάται .
Δεν έχει έπαρση·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
επιλέγεται για αρχηγός .
Δηλαδή φαίνεται ότι,
επειδή δεν διακατέχεται
από το πνεύμα του ανταγωνισμού,
κανείς μέσα στην κοινωνία
δεν μπορεί να τον ανταγωνιστεί .
Μήπως το παλιό ρητό:
«Η μετριοφροσύνη φέρνει την καταξίωση»
είναι λόγια κούφια;
– Δεν νομίζω .
– Αλήθεια !
Αν κρατάς τέτοια στάση,
καταξιώνεσαι …
ΛΑΟ ΤΣΕ, ΤΑΟ ΤΕ ΤΣΙΝΓΚ
η υποχώρηση φέρνει προώθηση·
το άδειασμα, πληρότητα·
το πάλιωμα, ανανέωση·
όταν επιζητάς λίγα, στο τέλος κερδίζεις πολλά·
όταν επιζητάς πολλά, χάνεις και τα λίγα …
Ο σοφός άνθρωπος
αποδέχεται ανεπιφύλακτα
την ενότητα των αντιθέτων .
Έτσι στη ζωή του:
Δεν αυτοπροβάλλεται·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
αναδεικνύεται .
Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε του λόγος είναι δίκαιος·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
παινεύεται .
Δεν ισχυρίζεται ότι
κάθε πράξη του είναι σωστή·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
εκτιμάται .
Δεν έχει έπαρση·
γι’ αυτό του όμως το προτέρημα
επιλέγεται για αρχηγός .
Δηλαδή φαίνεται ότι,
επειδή δεν διακατέχεται
από το πνεύμα του ανταγωνισμού,
κανείς μέσα στην κοινωνία
δεν μπορεί να τον ανταγωνιστεί .
Μήπως το παλιό ρητό:
«Η μετριοφροσύνη φέρνει την καταξίωση»
είναι λόγια κούφια;
– Δεν νομίζω .
– Αλήθεια !
Αν κρατάς τέτοια στάση,
καταξιώνεσαι …
ΛΑΟ ΤΣΕ, ΤΑΟ ΤΕ ΤΣΙΝΓΚ
Τα παράδοξα γεγονότα της Αρχαίας Ελλάδας που δεν αποδέχτηκε ποτέ η ιστορία
Πανάρχαιοι θρύλοι που διασώθηκαν για χιλιάδες χρόνια στόμα με στόμα, κρυμμένοι στα βάθη των αιώνων και γεγονότα που η ιστορία αρνήθηκε να καταγράψει ως ιστορικά.
Μπορεί η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να κωφεύει, αλλά δεν αργεί ο καιρός που οι ιστορικοί θα αναγκαστούν να δεχτούν την αρχαία υπερτεχνολογία του απώτατου παρελθόντος!
Πρώτο παράδοξο
Ο Άβαρης πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος ταξίδευε από τόπο σε τόπο Θαυματοποιός, μάγος και ιατρός της αρχαιότητος, υιός του Σεύθου. Ήτο ιερέας του Απόλλωνος, ο οποίος τον είχε καταστήσει ικανό να κάνει θαύματα και να ταξιδεύει από τόπο σε τόπο διασχίζοντας τον αέρα πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος, όπως μας αναφέρει ο Ηρόδοτος.
Ο Άβαρης σαν ιππέας έκαμε ταξίδια στους αιθέρες. Μετά από εντολή του Απόλλωνος, έκανε το γύρω της γης χωρίς να λάβει καμμία τροφή σε όλο το διάστημα της περιφοράς, δηλαδή του γύρου της γης. Όταν ήλθε στην Ελλάδα θεράπευσε ασθενείς, δίδαξε την ιατρική επιστήμη, καθάρισε συνειδήσεις, έσωσε ψυχές, κατέπληξε τον κόσμο με τα υπερφυσικά έργα του και τις προφητείες του.
Σε αυτόν αναφέρονται ο Πλάτωνας στο έργο του «Χαρμίδης», ο Μένδης της Αιγύπτου στο έργο του «Φυσικά», ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (από την Ηράκλεια του Πόντου) και πολλοί άλλοι.
Ο Ηρόδοτος στο 4ο βιβλίο του γράφει πολλές λεπτομέρειες για την ζωή του Άβαρη. Στην αρχαιότητα κυκλοφορούσαν πολλά αποκρυφιστικά βιβλία, τα οποία αποδίδοντο στον Άβαρη, όπως τα Σκυθικά μυθεύματα και μια Θεογονία σε πεζό λόγο.
Δεύτερο παράδοξο
Οι χρυσοί και ασημένιοι αθάνατοι πανίσχυροι μηχανικοί σκύλοι του βασιλέως Αλκίνοου.
Οι Θεοί ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένοι με τον βασιλιά Αλκίνοο και μέσω της τέχνης του Ηφαίστου του χάρισαν χρυσούς και ασημένιους αθάνατους και πανίσχυρους μηχανικούς σκύλους για την προστασία του παλατιού του.
Τρίτο παράδοξο
Οι χρυσές θεραπαινίδες του Ηφαίστου εις τον Όλυμπο για τους Θεούς και τον ίδιο
Ο Ήφαιστος αν και τυπικά ήταν παντρεμένος με την Αφροδίτη αισθάνετο πολύ μοναξιά και αναγκάστηκε να φτιάξει μερικές χρυσές γυναίκες – θεραπαινίδες να τον βοηθάνε στο εργαστήριο, να τον στηρίζουν για να περπατάει καλύτερα, αλλά και για να έχει κάποιον να μιλάει.
Επίσης είχε κατασκευάσει για τους θεούς, κοπέλες σαν τα «κρύα τα νερά», όμως ήτο από χρυσό, και είχαν ένα πλεονέκτημα, δεν μιλούσαν.
Αλλά ότι ήθελαν οι θεοί το έκαμαν, δηλαδή φέρε μου, νέκταρ, έφερνε νέκταρ. Φέρε μου αμβροσία, έφερνε αμβροσία, ότι τις ζητούσαν έκαναν.
Δηλαδή «υπηρέτριες» του Ολύμπου, όπου δεν ήσαν άνθρωποι, χρυσές, δηλαδή άψυχα όντα. Μήπως ρομπότ; πράγμα που κατά τον Isaac Asimov αποτελεί την πρώτη αναφορά σε ρομπότ.
Επίσης ο Ήφαιστος είχε κατασκευάσει για τους θεούς κάτι σαν μικρά τραπεζάκια, που κάθε ένα είχε αυτό που ήθελε ο κάθε θεός, και τα οποία εκινούντο μόνα τους, και τα ονόμαζον αυτόματον.
Τέταρτο παράδοξο
Οι βοηθοί του Ηφαίστου
Είχε κατασκευάσει «αυτόματα» και για τον εαυτόν του, άνδρες από χρυσό ή μπρούτζο άνδρες οι οποίοι ήσαν επιστήμονες, τεχνίτες και οποίοι βοηθούσαν τον Ήφαιστο σε ότι τεχνούργημα ήθελε να κατασκευάσει.
Πέμπτο παράδοξο
Ο Τάλως κατασκευή του Ηφαίστου
Ο Τάλως ήτο κατασκεύασμα του Ηφαίστου, ο οποίος ήτο ένας πανύψηλος πολεμιστής χάλκινος δώρο στον βασιλέα της Κρήτης τον Μίνωα. Ο Τάλως έκανε τον γύρω της Κρήτης 3 φορές το 24ωρο. Όποιον έβλεπε να πλησιάζει και ήτο επικίνδυνος, του έριχνε βράχια και του βούλιαζε το καράβι.
Λέγεται ο Ηφαίστος θέλοντας να τιμήσει τον Τάλω για τον άδικο χαμό, είχε σπρωχθεί από τον Δαίδαλο «κατά λάθος» από την Ακρόπολη.
Ο Δαίδαλος Ο Τάλως φαίνεται πως ήταν ένας από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής διότι σε αυτόν αποδίδεται το κτίσιμο των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνος. Ο ναός της Αθηνάς κτίστηκε εις τον βράχο της Ακροπόλεως όπου σε αυτόν μάλλον είχε τοποθετηθεί για πρώτη φορά τον ξύλινο άγαλμα της προστάτιδος θεάς της πόλεως.
Ήτο ένας πάρα πολύ όμορφος νέος και λέγεται πως αυτή η μεγάλη του επιτυχία είναι που παρακίνησε την ζηλοφθονία του Δαίδαλου προς τον Τάλω και τον γκρέμισε «κατά λάθος» από την Ακρόπολη με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα.
Η ιστορία αναφέρει πως ο Άρειος Πάγος που ανέλαβε την υπόθεση της εκδικάσεως του θανάτου του Τάλω καταδίκασε τον Δαίδαλο αφού και σαφώς δεν δέχτηκε την δικαιολογία της «κατά λάθους» ρίψεώς του αρχιτέκτονος από τον βράχο της Ακροπόλεως.
Δια την αποφυγή τιμωρίας ο Δαίδαλος έφυγε από την Αθήνα και ως φυγάς πηγαίνει εις την Κρήτη. Εδώ αρχίζει και η σχέση του με τον Μίνωα.
Άλλοι λέγουν ότι δεν είχε ουδεμία σχέση ο Τάλως του Δαιδάλου με τον Τάλω του Ηφαίστου.
Έκτο παράδοξο
Μεταλλικά ιπτάμενα άρματα
Ο Όμηρος, εξάλλου, στα έπη του, περιγράφει τις αστραπιαίες μετακινήσεις των ολύμπιων θεών στον αιθέρα με μεταλλικά άρματα. Μας δίνει, με τον τρόπο αυτόν, την υπόνοια μιας θεϊκής τεχνολογίας πολύ ανώτερης του ανθρώπου της εποχής εκείνης.
Αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, πως η Ήρα πέταξε από τον Όλυμπο πάνω από τα Πιέρια όρη, την Ημαθία, τα βουνά της Θράκης χωρίς να πατάνε οι φτέρνες της στις κορυφές των βουνών και από τον Άθω κατηφόρησε και «κατέβηκε» στη Λήμνο:
«Ἥρη δ᾽ ἀΐξασα λίπεν ῥίον Οὐλύμποιο, 225
Πιερίην δ᾽ ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ἐρατεινὴν 226
σεύατ᾽ ἐφ᾽ ἱπποπόλων Θρῃκῶν ὄρεα νιφόεντα 227
ἀκροτάτας κορυφάς· οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν· 228
ἐξ Ἀθόω δ᾽ ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα, 229
Λῆμνον δ᾽ εἰσαφίκανε πόλιν θείοιο Θόαντος.» 230
Ομήρου «Ιλιάς» Ραψωδία Ξ και στίοχοι 225-230
Όταν έκτισε την Κωνσταντινούπολη ο «Μέγας Κωνσταντίνος» μετέφερε σε αυτήν το άρμα του Διός που το οδηγούσαν πύρινα άλογα:
«Διός άρμα εν τετράσιν ίπποις πυρίνοις, ιπτάμενον παρά δύο στηλών, εκ παλαιών χρόνων υπάρχον» [Scriptores originum Constantinopolitarum 1 – Leipzig 1901, ανατ. 1975), σελ. 41-42.]
Έβδομο παράδοξο
Οι στυμφαλίδες όρνιθες
Αυτές ήσαν στην λίμνη της Στυμφαλίας, πήγε ο Ηρακλής για να τις εξοντώσει. Οι στυμφαλίδες όρνιθες ήτο πουλιά όμως ήτο μεταλλικά και από τα νύχια τους εκτόξευαν νύχια και κτυπούσαν τον αντίπαλό τους (σιδερένιο πουλί;).
Όγδοο παράδοξο
Η μεταφορά του Οδυσσέως εις την πατρίδα του, με πλοίο των Φαιάκων
Ο Αλκίνοος, ζητώντας από τον Οδυσσέα πληροφορίες για την χώρα του και τον λαό του, του λέγει: « Πες μου και την χώρα σου και τον λαό σου και την πόλη, για να ετοιμασθούν προς την κατεύθυνση αυτή τα πλοία και να σε πάνε, γιατί δεν υπάρχουν κυβερνήτες σε αυτά, ούτε πηδάλια που έχουν τ’ άλλα καράβια, διότι αυτά αναγνωρίζουν τις διαθέσεις και τις σκέψεις των ανθρώπων και γνωρίζουν τις πατρίδες όλων και τους εύφορους αγρούς και σαν πουλιά διαβαίνουν τις θαλασσινές αποστάσεις, σκεπασμένα με σκοτάδι και συννεφιά και ποτέ δεν υπάρχει φόβος να πάθουν καμμία βλάβη ή ν’ αφανισθούν»
Και φυσικά ο διάλογος [σε ερμηνεία όχι μετάφραση δια την καλύτερη κατανόηση] μεταξύ του Οδυσσέως και του Αλκίνοου είναι ενδιαφέρων διότι αναφέρονται τα ακόλουθα:
Όταν έφθασε η ώρα της αναχωρήσεώς του από το νησί τους, οι Φαίακες του λέγουν: έλα εδώ ξένε πες μας που μένεις, την χώρα σου, και την πόλη σου. Να το πούμε στο πλοίο να σε πάει.
Απαντά ο Οδυσσέας, θα το πω εγώ στον καπετάνιο, α! τα δικά μας τα πλοία του απαντούν οι Φαίακες δεν έχουν ούτε καπετάνιους ούτε ναύτες, ούτε κατάρτια, ούτε πανιά, ούτε τιμόνια.
Απαντά ο Οδυσσέας, μα τι είδους πλοία είναι αυτά;
Πες εσύ μην σε νοιάζει που πας, να το βάλλει το πλοίο στο «μυαλό του» (υπολογιστής;) και θα σε πάει, το βάζει στο μυαλό του και αφού προγραμματισθεί εκείνο σε πάει.
Και πως σε πάει, αφού δεν έχει καπετάνιο, ναύτες, κατάρτια, πανιά και τιμόνια;
Σε πάει με ασφάλεια, χωρίς να σε βλέπει κανείς, πετώντας στο ουρανό ή ταξιδεύοντας κάτω από το κύμα μέσα σε Νεφέλη(;). Το πλοίο καταλαβαίνει την διάθεσή σου και θα περάσεις καλά στον δρόμο.
Ομήρου –«Οδύσσεια, κεφάλαιο θ, στίχοι 555-565
εἰπὲ δέ μοι γαῖάν τε· τεὴν δῆμόν τε πόλιν τε, 555
ὄφρα σε τῇ πέμπωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες· 556
οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν, 557
οὐδέ τι πηδάλι᾽ ἔστι, τά τ᾽ ἄλλαι νῆες ἔχουσιν· 558
ἀλλ᾽ αὐταὶ ἴσασι νοήματα καὶ φρένας ἀνδρῶν, 559
καὶ πάντων ἴσασι πόλιας καὶ πίονας ἀγροὺς 560
ἀνθρώπων, καὶ λαῖτμα τάχισθ᾽ ἁλὸς ἐκπερόωσιν 561
ἠέρι καὶ νεφέλῃ κεκαλυμμέναι· οὐδέ ποτέ σφιν 562
οὔτε τι πημανθῆναι ἔπι δέος οὔτ᾽ ἀπολέσθαι. 563
ἀλλὰ τόδ᾽ ὥς ποτε πατρὸς ἐγὼν εἰπόντος ἄκουσα 564
Διακρίνεται σαφέστατα στα λόγια του ‘Αλκινόου ότι τα πλοία των Φαιάκων δεν είχαν καμμία σχέση, ούτε από άποψη μορφής, ούτε από άποψη λειτουργίας με τα συνηθισμένα αρχαία πλοία.
Ένατο παράδοξο
Ναυμαχία της Σαλαμίνος
Αρχηγός του ελληνικού στόλου Ευρυβιάδης, Σπαρτιάτης, εκείνος όμως που ήξερε την πολεμική τέχνη στην θάλασσα καλά, ήτο ο Θεμιστοκλής ο οποίος είχε πάρει και χρησμό, ότι η Αθήνα θα σωθεί από τα ξύλινα τείχη. Μερικοί, τότε που είχαν έρθει οι Πέρσες, είχε γίνει η μάχη των Θερμοπυλών και μετά την προδοσία του Εφιάλτου, προχώρησαν προς την Αθήνα.
Εν συντομία, όταν οι Πέρσες βάδιζαν προς την Αθήνα, μαζεύτηκαν οι πολιτικοί και από την άλλη οι στρατιωτικοί και λένε οι πολιτικοί: να τα βρούμε με τους Πέρσες, γιατί οι Πέρσες έρχονται και μας κάνουν χρυσούς από πάνω μέχρι κάτω. Και απαντούν οι πατριώτες οι Αθηναίοι: δεν υπάρχει χρυσός πάνω από την γη, ούτε χρυσός κάτω από την γη που να μας κάνει να προδώσουμε την πατρίδα μας.
Τότε παίρνουν τα κεφάλια των πολιτικών και λένε, θα πολεμήσουμε.
Ωστόσο επειδή υπήρχε χρησμός ώστε να σωθεί η Αθήνα από τα ξύλινα τείχη, μερικοί έβαλαν ένα ξύλινο τείχος γύρω – γύρω από την Ακρόπολη για να σωθούν από την Περσική λαίλαπα, ενώ ο Θεμιστοκλής είπε ότι τα ξύλινα τείχη είναι τα πλοία.
Καίνε οι Πέρσες τα ξύλινα τείχη, καίνε και την Αθήνα, και αυτοί οι οποίοι δεν θεώρησαν τα ξύλινα τείχη πέριξ της Ακροπόλεως ότι αυτά ήτο ο χρησμό είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα.
Τότε ο ελληνικός στόλος έρχεται στο στενό μεταξύ Αθήνας και Σαλαμίνος και έρχονται οι Πέρσες από την μια μεριά από την πλευρά του Πειραιώς και πάνε να κάνουν κυκλωτική κίνηση ώστε να τους κλείσουν και από την άλλη μεριά της Ελευσίνος.
Τότε λέγει ο Ευρυβιάδης να φύγουμε πριν μας κλείσουν και μας συνθλίψουν, ο Θεμιστοκλής απαντά όχι θα πολεμήσουμε εδώ μέσα στα στενά. Φθάνει δε στο σημείο να στείλει το δάσκαλο των παιδιών του, ο οποίος ήτο μισός Πέρσης και μισός Έλληνας, να τους ειδοποιήσει ότι οι Έλληνες θα προσπαθήσουν να φύγουν από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος, της Ελευσίνος, ο οποίος το ομολόγησε όταν ήτο σίγουρος ότι ο δάσκαλος των παιδιών του είχε κάμει αυτό που ήθελε, δηλαδή να κλείσουν οι Πέρσες τους Έλληνες στο στενό της Σαλαμίνος.
Οι Πέρσες πάνε τότε από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος και κλείνουν τους Έλληνες στα στενά, θεωρώντας οι Πέρσες ότι τώρα θα τους νικήσουν διότι δεν έχουν από πού να διαφύγουν, άρα η νίκη είναι δική τους.
Αναφέρουν δυο αρχαίοι ιστορικοί: « καθώς εγένετο η ναυμαχία είδαν πολλοί μάρτυρες, στην Ελευσίνα στο Θριάσιο πεδίο που υπήρχον τα ιερά των Ελλήνων να υψώνονται καπνοί και φλόγες και με πολύ μεγάλη φασαρία να φεύγουν πύρινες γλώσσες, να ανεβαίνουν στον ουρανό και να πάνε να πέφτουν επάνω εις τα Περσικά πλοία και να τα κατακαίουν (είδος πυραύλου;).
Επίσης ανάμεσα στα πλοία καθώς εγένετο η ναυμαχία, εμφανίσθηκαν μεταλλικοί δράκοντες εντός της θαλάσσης οι οποίοι ελίσσονται ανάμεσα ελληνικών και περσικών πλοίων, εμβολίζοντας τα περσικά.
Οπότε γίνεται κατανοητό γιατί ο Θεμιστοκλής «πρόδωσε» τον ελληνικό στόλο διότι θα ήξερε κάποιο μυστικό των ιερών της Ελευσίνος, και γι’ αυτό ήθελε η μάχη να γίνει στο στενό;
Η ανωτέρω αναφορά γίνεται από τον Ηρόδοτο εις την Ουρανία στίχος 65:
65. ἔφη δὲ Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος, ἀνὴρ Ἀθηναῖος φυγάς τε καὶ παρὰ Μήδοισι λόγιμος γενόμενος τοῦτον τὸν χρόνον, ἐπείτε ἐκείρετο ἡ Ἀττικὴ χώρη ὑπὸ τοῦ πεζοῦ στρατοῦ τοῦ Ξέρξεω ἐοῦσα ἔρημος Ἀθηναίων, τυχεῖν τότε ἐὼν ἅμα Δημαρήτῳ τῷ Λακεδαιμονίῳ ἐν τῷ Θριασίῳ πεδίῳ, ἰδεῖν δὲ κονιορτὸν χωρέοντα ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ὡς ἀνδρῶν μάλιστά κῃ τρισμυρίων, ἀποθωμάζειν τε σφέας τὸν κονιορτὸν ὅτεων κοτὲ εἴη ἀνθρώπων, καὶ πρόκατε φωνῆς ἀκούειν, καί οἱ φαίνεσθαι τὴν φωνὴν εἶναι τὸν μυστικὸν ἴακχον.
[2] εἶναι δ᾽ ἀδαήμονα τῶν ἱρῶν τῶν ἐν Ἐλευσῖνι γινομένων τὸν Δημάρητον, εἰρέσθαί τε αὐτὸν ὅ τι τὸ φθεγγόμενον εἴη τοῦτο. αὐτὸς δὲ εἰπεῖν «Δημάρητε, οὐκ ἔστι ὅκως οὐ μέγα τι σίνος ἔσται τῇ βασιλέος στρατιῇ· τάδε γὰρ ἀρίδηλα, ἐρήμου ἐούσης τῆς Ἀττικῆς, ὅτι θεῖον τὸ φθεγγόμενον, ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ἰὸν ἐς τιμωρίην Ἀθηναίοισί τε καὶ τοῖσι συμμάχοισι.
[3] καὶ ἢν μέν γε κατασκήψῃ ἐς τὴν Πελοπόννησον, κίνδυνος αὐτῷ τε βασιλέι καὶ τῇ στρατιῇ τῇ ἐν τῇ ἠπείρῳ ἔσται, ἢν δὲ ἐπὶ τὰς νέας τράπηται τὰς ἐν Σαλαμῖνι, τὸν ναυτικὸν στρατὸν κινδυνεύσει βασιλεὺς ἀποβαλεῖν.
[4] τὴν δὲ ὁρτὴν ταύτην ἄγουσι Ἀθηναῖοι ἀνὰ πάντα ἔτεα τῇ Μητρὶ καὶ τῇ Κούρῃ, καὶ αὐτῶν τε ὁ βουλόμενος καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων μυεῖται· καὶ τὴν φωνὴν τῆς ἀκούεις ἐν ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι». πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον «σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς·
[5] ἢν γάρ τοι ἐς βασιλέα ἀνενειχθῇ τὰ ἔπεα ταῦτα, ἀποβαλέεις τὴν κεφαλήν, καὶ σε οὔτε ἐγὼ δυνήσομαι ῥύσασθαι οὔτ᾽ ἄλλος ἀνθρώπων οὐδὲ εἶς. ἀλλ᾽ ἔχ᾽ ἥσυχος, περὶ δὲ στρατιῆς τῆσδε θεοῖσι μελήσει».
[6] τὸν μὲν δὴ ταῦτα παραινέειν, ἐκ δὲ τοῦ κονιορτοῦ καὶ τῆς φωνῆς γενέσθαι νέφος καὶ μεταρσιωθὲν φέρεσθαι ἐπὶ Σαλαμῖνος ἐπὶ τὸ στρατόπεδον τὸ τῶν Ἑλλήνων. οὕτω δὴ αὐτοὺς μαθεῖν ὅτι τὸ ναυτικὸν τὸ Ξέρξεω ἀπολέεσθαι μέλλοι. ταῦτα μὲν Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος ἔλεγε, Δημαρήτου τε καὶ ἄλλων μαρτύρων καταπτόμενος.
Εις το ανωτέρω αναφέρεται και ο Πλούταρχος εις το έργο του «Βίοι παράλληλοι – Θεμιστοκλής», στίχος 15,1:
15. ἐν δὲ τούτῳ τοῦ ἀγῶνος ὄντος φῶς μὲν ἐκλάμψαι μέγα λέγουσιν Ἐλευσινόθεν, ἦχον δὲ καὶ φωνὴν τὸ Θριάσιον κατέχειν πεδίον ἄχρι θαλάττης, ὡς ἀνθρώπων ὁμοῦ πολλῶν τὸν μυστικὸν ἐξαγόντων Ἴακχον. ἐκ δὲ τοῦ πλήθους τῶν φθεγγομένων κατὰ μικρὸν ἀπὸ γῆς ἀναφερόμενον νέφος ἔδοξεν αὖθις ὑπονοστεῖν καὶ κατασκήπτειν εἰς τὰς τριήρεις. ἕτεροι δὲ φάσματα καὶ εἴδωλα καθορᾶν ἔδοξαν ἐνόπλων ἀνδρῶν ἀπ’ Αἰγίνης τὰς χεῖρας ἀνεχόντων πρὸ τῶν Ἑλληνικῶν τριηρῶν· οὓς εἴκαζον Αἰακίδας εἶναι παρακεκλημένους εὐχαῖς πρὸ τῆς μάχης ἐπὶ τὴν βοήθειαν.
Δέκατο παράδοξο
Η δια μέσου της δρυός δυνατότητα να γίνονται ορατά τα κεκρυμμένα της γης.
Ο Λυγκεύς ο υιός του Αφαρέως και της Αρήνης, περιώνυμος κατά τους αρχαίους δια την οξυδέρκειά του.
Ο Πίνδαρος μας πληροφορεί ότι ηδύνατο να βλέπει και δια μέσου στελέχους δρυός ή κατ’ άλλους και τα υπό την γην κεκρυμμένα εκ τούτου και η παροιμία «οξύτερον του Λυγκέως βλέπειν».
Κατά τον πόλεμο των Διοσκούρων προς τους Αφαρείδες, ο Λυγκεύς εφονεύθηκε υπό του Πολυδεύκου.
Μπορεί η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να κωφεύει, αλλά δεν αργεί ο καιρός που οι ιστορικοί θα αναγκαστούν να δεχτούν την αρχαία υπερτεχνολογία του απώτατου παρελθόντος!
Πρώτο παράδοξο
Ο Άβαρης πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος ταξίδευε από τόπο σε τόπο Θαυματοποιός, μάγος και ιατρός της αρχαιότητος, υιός του Σεύθου. Ήτο ιερέας του Απόλλωνος, ο οποίος τον είχε καταστήσει ικανό να κάνει θαύματα και να ταξιδεύει από τόπο σε τόπο διασχίζοντας τον αέρα πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος, όπως μας αναφέρει ο Ηρόδοτος.
Ο Άβαρης σαν ιππέας έκαμε ταξίδια στους αιθέρες. Μετά από εντολή του Απόλλωνος, έκανε το γύρω της γης χωρίς να λάβει καμμία τροφή σε όλο το διάστημα της περιφοράς, δηλαδή του γύρου της γης. Όταν ήλθε στην Ελλάδα θεράπευσε ασθενείς, δίδαξε την ιατρική επιστήμη, καθάρισε συνειδήσεις, έσωσε ψυχές, κατέπληξε τον κόσμο με τα υπερφυσικά έργα του και τις προφητείες του.
Σε αυτόν αναφέρονται ο Πλάτωνας στο έργο του «Χαρμίδης», ο Μένδης της Αιγύπτου στο έργο του «Φυσικά», ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (από την Ηράκλεια του Πόντου) και πολλοί άλλοι.
Ο Ηρόδοτος στο 4ο βιβλίο του γράφει πολλές λεπτομέρειες για την ζωή του Άβαρη. Στην αρχαιότητα κυκλοφορούσαν πολλά αποκρυφιστικά βιβλία, τα οποία αποδίδοντο στον Άβαρη, όπως τα Σκυθικά μυθεύματα και μια Θεογονία σε πεζό λόγο.
Δεύτερο παράδοξο
Οι χρυσοί και ασημένιοι αθάνατοι πανίσχυροι μηχανικοί σκύλοι του βασιλέως Αλκίνοου.
Οι Θεοί ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένοι με τον βασιλιά Αλκίνοο και μέσω της τέχνης του Ηφαίστου του χάρισαν χρυσούς και ασημένιους αθάνατους και πανίσχυρους μηχανικούς σκύλους για την προστασία του παλατιού του.
Τρίτο παράδοξο
Οι χρυσές θεραπαινίδες του Ηφαίστου εις τον Όλυμπο για τους Θεούς και τον ίδιο
Ο Ήφαιστος αν και τυπικά ήταν παντρεμένος με την Αφροδίτη αισθάνετο πολύ μοναξιά και αναγκάστηκε να φτιάξει μερικές χρυσές γυναίκες – θεραπαινίδες να τον βοηθάνε στο εργαστήριο, να τον στηρίζουν για να περπατάει καλύτερα, αλλά και για να έχει κάποιον να μιλάει.
Επίσης είχε κατασκευάσει για τους θεούς, κοπέλες σαν τα «κρύα τα νερά», όμως ήτο από χρυσό, και είχαν ένα πλεονέκτημα, δεν μιλούσαν.
Αλλά ότι ήθελαν οι θεοί το έκαμαν, δηλαδή φέρε μου, νέκταρ, έφερνε νέκταρ. Φέρε μου αμβροσία, έφερνε αμβροσία, ότι τις ζητούσαν έκαναν.
Δηλαδή «υπηρέτριες» του Ολύμπου, όπου δεν ήσαν άνθρωποι, χρυσές, δηλαδή άψυχα όντα. Μήπως ρομπότ; πράγμα που κατά τον Isaac Asimov αποτελεί την πρώτη αναφορά σε ρομπότ.
Επίσης ο Ήφαιστος είχε κατασκευάσει για τους θεούς κάτι σαν μικρά τραπεζάκια, που κάθε ένα είχε αυτό που ήθελε ο κάθε θεός, και τα οποία εκινούντο μόνα τους, και τα ονόμαζον αυτόματον.
Τέταρτο παράδοξο
Οι βοηθοί του Ηφαίστου
Είχε κατασκευάσει «αυτόματα» και για τον εαυτόν του, άνδρες από χρυσό ή μπρούτζο άνδρες οι οποίοι ήσαν επιστήμονες, τεχνίτες και οποίοι βοηθούσαν τον Ήφαιστο σε ότι τεχνούργημα ήθελε να κατασκευάσει.
Πέμπτο παράδοξο
Ο Τάλως κατασκευή του Ηφαίστου
Ο Τάλως ήτο κατασκεύασμα του Ηφαίστου, ο οποίος ήτο ένας πανύψηλος πολεμιστής χάλκινος δώρο στον βασιλέα της Κρήτης τον Μίνωα. Ο Τάλως έκανε τον γύρω της Κρήτης 3 φορές το 24ωρο. Όποιον έβλεπε να πλησιάζει και ήτο επικίνδυνος, του έριχνε βράχια και του βούλιαζε το καράβι.
Λέγεται ο Ηφαίστος θέλοντας να τιμήσει τον Τάλω για τον άδικο χαμό, είχε σπρωχθεί από τον Δαίδαλο «κατά λάθος» από την Ακρόπολη.
Ο Δαίδαλος Ο Τάλως φαίνεται πως ήταν ένας από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής διότι σε αυτόν αποδίδεται το κτίσιμο των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνος. Ο ναός της Αθηνάς κτίστηκε εις τον βράχο της Ακροπόλεως όπου σε αυτόν μάλλον είχε τοποθετηθεί για πρώτη φορά τον ξύλινο άγαλμα της προστάτιδος θεάς της πόλεως.
Ήτο ένας πάρα πολύ όμορφος νέος και λέγεται πως αυτή η μεγάλη του επιτυχία είναι που παρακίνησε την ζηλοφθονία του Δαίδαλου προς τον Τάλω και τον γκρέμισε «κατά λάθος» από την Ακρόπολη με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα.
Η ιστορία αναφέρει πως ο Άρειος Πάγος που ανέλαβε την υπόθεση της εκδικάσεως του θανάτου του Τάλω καταδίκασε τον Δαίδαλο αφού και σαφώς δεν δέχτηκε την δικαιολογία της «κατά λάθους» ρίψεώς του αρχιτέκτονος από τον βράχο της Ακροπόλεως.
Δια την αποφυγή τιμωρίας ο Δαίδαλος έφυγε από την Αθήνα και ως φυγάς πηγαίνει εις την Κρήτη. Εδώ αρχίζει και η σχέση του με τον Μίνωα.
Άλλοι λέγουν ότι δεν είχε ουδεμία σχέση ο Τάλως του Δαιδάλου με τον Τάλω του Ηφαίστου.
Έκτο παράδοξο
Μεταλλικά ιπτάμενα άρματα
Ο Όμηρος, εξάλλου, στα έπη του, περιγράφει τις αστραπιαίες μετακινήσεις των ολύμπιων θεών στον αιθέρα με μεταλλικά άρματα. Μας δίνει, με τον τρόπο αυτόν, την υπόνοια μιας θεϊκής τεχνολογίας πολύ ανώτερης του ανθρώπου της εποχής εκείνης.
Αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, πως η Ήρα πέταξε από τον Όλυμπο πάνω από τα Πιέρια όρη, την Ημαθία, τα βουνά της Θράκης χωρίς να πατάνε οι φτέρνες της στις κορυφές των βουνών και από τον Άθω κατηφόρησε και «κατέβηκε» στη Λήμνο:
«Ἥρη δ᾽ ἀΐξασα λίπεν ῥίον Οὐλύμποιο, 225
Πιερίην δ᾽ ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ἐρατεινὴν 226
σεύατ᾽ ἐφ᾽ ἱπποπόλων Θρῃκῶν ὄρεα νιφόεντα 227
ἀκροτάτας κορυφάς· οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν· 228
ἐξ Ἀθόω δ᾽ ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα, 229
Λῆμνον δ᾽ εἰσαφίκανε πόλιν θείοιο Θόαντος.» 230
Ομήρου «Ιλιάς» Ραψωδία Ξ και στίοχοι 225-230
Όταν έκτισε την Κωνσταντινούπολη ο «Μέγας Κωνσταντίνος» μετέφερε σε αυτήν το άρμα του Διός που το οδηγούσαν πύρινα άλογα:
«Διός άρμα εν τετράσιν ίπποις πυρίνοις, ιπτάμενον παρά δύο στηλών, εκ παλαιών χρόνων υπάρχον» [Scriptores originum Constantinopolitarum 1 – Leipzig 1901, ανατ. 1975), σελ. 41-42.]
Έβδομο παράδοξο
Οι στυμφαλίδες όρνιθες
Αυτές ήσαν στην λίμνη της Στυμφαλίας, πήγε ο Ηρακλής για να τις εξοντώσει. Οι στυμφαλίδες όρνιθες ήτο πουλιά όμως ήτο μεταλλικά και από τα νύχια τους εκτόξευαν νύχια και κτυπούσαν τον αντίπαλό τους (σιδερένιο πουλί;).
Όγδοο παράδοξο
Η μεταφορά του Οδυσσέως εις την πατρίδα του, με πλοίο των Φαιάκων
Ο Αλκίνοος, ζητώντας από τον Οδυσσέα πληροφορίες για την χώρα του και τον λαό του, του λέγει: « Πες μου και την χώρα σου και τον λαό σου και την πόλη, για να ετοιμασθούν προς την κατεύθυνση αυτή τα πλοία και να σε πάνε, γιατί δεν υπάρχουν κυβερνήτες σε αυτά, ούτε πηδάλια που έχουν τ’ άλλα καράβια, διότι αυτά αναγνωρίζουν τις διαθέσεις και τις σκέψεις των ανθρώπων και γνωρίζουν τις πατρίδες όλων και τους εύφορους αγρούς και σαν πουλιά διαβαίνουν τις θαλασσινές αποστάσεις, σκεπασμένα με σκοτάδι και συννεφιά και ποτέ δεν υπάρχει φόβος να πάθουν καμμία βλάβη ή ν’ αφανισθούν»
Και φυσικά ο διάλογος [σε ερμηνεία όχι μετάφραση δια την καλύτερη κατανόηση] μεταξύ του Οδυσσέως και του Αλκίνοου είναι ενδιαφέρων διότι αναφέρονται τα ακόλουθα:
Όταν έφθασε η ώρα της αναχωρήσεώς του από το νησί τους, οι Φαίακες του λέγουν: έλα εδώ ξένε πες μας που μένεις, την χώρα σου, και την πόλη σου. Να το πούμε στο πλοίο να σε πάει.
Απαντά ο Οδυσσέας, θα το πω εγώ στον καπετάνιο, α! τα δικά μας τα πλοία του απαντούν οι Φαίακες δεν έχουν ούτε καπετάνιους ούτε ναύτες, ούτε κατάρτια, ούτε πανιά, ούτε τιμόνια.
Απαντά ο Οδυσσέας, μα τι είδους πλοία είναι αυτά;
Πες εσύ μην σε νοιάζει που πας, να το βάλλει το πλοίο στο «μυαλό του» (υπολογιστής;) και θα σε πάει, το βάζει στο μυαλό του και αφού προγραμματισθεί εκείνο σε πάει.
Και πως σε πάει, αφού δεν έχει καπετάνιο, ναύτες, κατάρτια, πανιά και τιμόνια;
Σε πάει με ασφάλεια, χωρίς να σε βλέπει κανείς, πετώντας στο ουρανό ή ταξιδεύοντας κάτω από το κύμα μέσα σε Νεφέλη(;). Το πλοίο καταλαβαίνει την διάθεσή σου και θα περάσεις καλά στον δρόμο.
Ομήρου –«Οδύσσεια, κεφάλαιο θ, στίχοι 555-565
εἰπὲ δέ μοι γαῖάν τε· τεὴν δῆμόν τε πόλιν τε, 555
ὄφρα σε τῇ πέμπωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες· 556
οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν, 557
οὐδέ τι πηδάλι᾽ ἔστι, τά τ᾽ ἄλλαι νῆες ἔχουσιν· 558
ἀλλ᾽ αὐταὶ ἴσασι νοήματα καὶ φρένας ἀνδρῶν, 559
καὶ πάντων ἴσασι πόλιας καὶ πίονας ἀγροὺς 560
ἀνθρώπων, καὶ λαῖτμα τάχισθ᾽ ἁλὸς ἐκπερόωσιν 561
ἠέρι καὶ νεφέλῃ κεκαλυμμέναι· οὐδέ ποτέ σφιν 562
οὔτε τι πημανθῆναι ἔπι δέος οὔτ᾽ ἀπολέσθαι. 563
ἀλλὰ τόδ᾽ ὥς ποτε πατρὸς ἐγὼν εἰπόντος ἄκουσα 564
Διακρίνεται σαφέστατα στα λόγια του ‘Αλκινόου ότι τα πλοία των Φαιάκων δεν είχαν καμμία σχέση, ούτε από άποψη μορφής, ούτε από άποψη λειτουργίας με τα συνηθισμένα αρχαία πλοία.
Ένατο παράδοξο
Ναυμαχία της Σαλαμίνος
Αρχηγός του ελληνικού στόλου Ευρυβιάδης, Σπαρτιάτης, εκείνος όμως που ήξερε την πολεμική τέχνη στην θάλασσα καλά, ήτο ο Θεμιστοκλής ο οποίος είχε πάρει και χρησμό, ότι η Αθήνα θα σωθεί από τα ξύλινα τείχη. Μερικοί, τότε που είχαν έρθει οι Πέρσες, είχε γίνει η μάχη των Θερμοπυλών και μετά την προδοσία του Εφιάλτου, προχώρησαν προς την Αθήνα.
Εν συντομία, όταν οι Πέρσες βάδιζαν προς την Αθήνα, μαζεύτηκαν οι πολιτικοί και από την άλλη οι στρατιωτικοί και λένε οι πολιτικοί: να τα βρούμε με τους Πέρσες, γιατί οι Πέρσες έρχονται και μας κάνουν χρυσούς από πάνω μέχρι κάτω. Και απαντούν οι πατριώτες οι Αθηναίοι: δεν υπάρχει χρυσός πάνω από την γη, ούτε χρυσός κάτω από την γη που να μας κάνει να προδώσουμε την πατρίδα μας.
Τότε παίρνουν τα κεφάλια των πολιτικών και λένε, θα πολεμήσουμε.
Ωστόσο επειδή υπήρχε χρησμός ώστε να σωθεί η Αθήνα από τα ξύλινα τείχη, μερικοί έβαλαν ένα ξύλινο τείχος γύρω – γύρω από την Ακρόπολη για να σωθούν από την Περσική λαίλαπα, ενώ ο Θεμιστοκλής είπε ότι τα ξύλινα τείχη είναι τα πλοία.
Καίνε οι Πέρσες τα ξύλινα τείχη, καίνε και την Αθήνα, και αυτοί οι οποίοι δεν θεώρησαν τα ξύλινα τείχη πέριξ της Ακροπόλεως ότι αυτά ήτο ο χρησμό είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα.
Τότε ο ελληνικός στόλος έρχεται στο στενό μεταξύ Αθήνας και Σαλαμίνος και έρχονται οι Πέρσες από την μια μεριά από την πλευρά του Πειραιώς και πάνε να κάνουν κυκλωτική κίνηση ώστε να τους κλείσουν και από την άλλη μεριά της Ελευσίνος.
Τότε λέγει ο Ευρυβιάδης να φύγουμε πριν μας κλείσουν και μας συνθλίψουν, ο Θεμιστοκλής απαντά όχι θα πολεμήσουμε εδώ μέσα στα στενά. Φθάνει δε στο σημείο να στείλει το δάσκαλο των παιδιών του, ο οποίος ήτο μισός Πέρσης και μισός Έλληνας, να τους ειδοποιήσει ότι οι Έλληνες θα προσπαθήσουν να φύγουν από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος, της Ελευσίνος, ο οποίος το ομολόγησε όταν ήτο σίγουρος ότι ο δάσκαλος των παιδιών του είχε κάμει αυτό που ήθελε, δηλαδή να κλείσουν οι Πέρσες τους Έλληνες στο στενό της Σαλαμίνος.
Οι Πέρσες πάνε τότε από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος και κλείνουν τους Έλληνες στα στενά, θεωρώντας οι Πέρσες ότι τώρα θα τους νικήσουν διότι δεν έχουν από πού να διαφύγουν, άρα η νίκη είναι δική τους.
Αναφέρουν δυο αρχαίοι ιστορικοί: « καθώς εγένετο η ναυμαχία είδαν πολλοί μάρτυρες, στην Ελευσίνα στο Θριάσιο πεδίο που υπήρχον τα ιερά των Ελλήνων να υψώνονται καπνοί και φλόγες και με πολύ μεγάλη φασαρία να φεύγουν πύρινες γλώσσες, να ανεβαίνουν στον ουρανό και να πάνε να πέφτουν επάνω εις τα Περσικά πλοία και να τα κατακαίουν (είδος πυραύλου;).
Επίσης ανάμεσα στα πλοία καθώς εγένετο η ναυμαχία, εμφανίσθηκαν μεταλλικοί δράκοντες εντός της θαλάσσης οι οποίοι ελίσσονται ανάμεσα ελληνικών και περσικών πλοίων, εμβολίζοντας τα περσικά.
Οπότε γίνεται κατανοητό γιατί ο Θεμιστοκλής «πρόδωσε» τον ελληνικό στόλο διότι θα ήξερε κάποιο μυστικό των ιερών της Ελευσίνος, και γι’ αυτό ήθελε η μάχη να γίνει στο στενό;
Η ανωτέρω αναφορά γίνεται από τον Ηρόδοτο εις την Ουρανία στίχος 65:
65. ἔφη δὲ Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος, ἀνὴρ Ἀθηναῖος φυγάς τε καὶ παρὰ Μήδοισι λόγιμος γενόμενος τοῦτον τὸν χρόνον, ἐπείτε ἐκείρετο ἡ Ἀττικὴ χώρη ὑπὸ τοῦ πεζοῦ στρατοῦ τοῦ Ξέρξεω ἐοῦσα ἔρημος Ἀθηναίων, τυχεῖν τότε ἐὼν ἅμα Δημαρήτῳ τῷ Λακεδαιμονίῳ ἐν τῷ Θριασίῳ πεδίῳ, ἰδεῖν δὲ κονιορτὸν χωρέοντα ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ὡς ἀνδρῶν μάλιστά κῃ τρισμυρίων, ἀποθωμάζειν τε σφέας τὸν κονιορτὸν ὅτεων κοτὲ εἴη ἀνθρώπων, καὶ πρόκατε φωνῆς ἀκούειν, καί οἱ φαίνεσθαι τὴν φωνὴν εἶναι τὸν μυστικὸν ἴακχον.
[2] εἶναι δ᾽ ἀδαήμονα τῶν ἱρῶν τῶν ἐν Ἐλευσῖνι γινομένων τὸν Δημάρητον, εἰρέσθαί τε αὐτὸν ὅ τι τὸ φθεγγόμενον εἴη τοῦτο. αὐτὸς δὲ εἰπεῖν «Δημάρητε, οὐκ ἔστι ὅκως οὐ μέγα τι σίνος ἔσται τῇ βασιλέος στρατιῇ· τάδε γὰρ ἀρίδηλα, ἐρήμου ἐούσης τῆς Ἀττικῆς, ὅτι θεῖον τὸ φθεγγόμενον, ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ἰὸν ἐς τιμωρίην Ἀθηναίοισί τε καὶ τοῖσι συμμάχοισι.
[3] καὶ ἢν μέν γε κατασκήψῃ ἐς τὴν Πελοπόννησον, κίνδυνος αὐτῷ τε βασιλέι καὶ τῇ στρατιῇ τῇ ἐν τῇ ἠπείρῳ ἔσται, ἢν δὲ ἐπὶ τὰς νέας τράπηται τὰς ἐν Σαλαμῖνι, τὸν ναυτικὸν στρατὸν κινδυνεύσει βασιλεὺς ἀποβαλεῖν.
[4] τὴν δὲ ὁρτὴν ταύτην ἄγουσι Ἀθηναῖοι ἀνὰ πάντα ἔτεα τῇ Μητρὶ καὶ τῇ Κούρῃ, καὶ αὐτῶν τε ὁ βουλόμενος καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων μυεῖται· καὶ τὴν φωνὴν τῆς ἀκούεις ἐν ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι». πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον «σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς·
[5] ἢν γάρ τοι ἐς βασιλέα ἀνενειχθῇ τὰ ἔπεα ταῦτα, ἀποβαλέεις τὴν κεφαλήν, καὶ σε οὔτε ἐγὼ δυνήσομαι ῥύσασθαι οὔτ᾽ ἄλλος ἀνθρώπων οὐδὲ εἶς. ἀλλ᾽ ἔχ᾽ ἥσυχος, περὶ δὲ στρατιῆς τῆσδε θεοῖσι μελήσει».
[6] τὸν μὲν δὴ ταῦτα παραινέειν, ἐκ δὲ τοῦ κονιορτοῦ καὶ τῆς φωνῆς γενέσθαι νέφος καὶ μεταρσιωθὲν φέρεσθαι ἐπὶ Σαλαμῖνος ἐπὶ τὸ στρατόπεδον τὸ τῶν Ἑλλήνων. οὕτω δὴ αὐτοὺς μαθεῖν ὅτι τὸ ναυτικὸν τὸ Ξέρξεω ἀπολέεσθαι μέλλοι. ταῦτα μὲν Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος ἔλεγε, Δημαρήτου τε καὶ ἄλλων μαρτύρων καταπτόμενος.
Εις το ανωτέρω αναφέρεται και ο Πλούταρχος εις το έργο του «Βίοι παράλληλοι – Θεμιστοκλής», στίχος 15,1:
15. ἐν δὲ τούτῳ τοῦ ἀγῶνος ὄντος φῶς μὲν ἐκλάμψαι μέγα λέγουσιν Ἐλευσινόθεν, ἦχον δὲ καὶ φωνὴν τὸ Θριάσιον κατέχειν πεδίον ἄχρι θαλάττης, ὡς ἀνθρώπων ὁμοῦ πολλῶν τὸν μυστικὸν ἐξαγόντων Ἴακχον. ἐκ δὲ τοῦ πλήθους τῶν φθεγγομένων κατὰ μικρὸν ἀπὸ γῆς ἀναφερόμενον νέφος ἔδοξεν αὖθις ὑπονοστεῖν καὶ κατασκήπτειν εἰς τὰς τριήρεις. ἕτεροι δὲ φάσματα καὶ εἴδωλα καθορᾶν ἔδοξαν ἐνόπλων ἀνδρῶν ἀπ’ Αἰγίνης τὰς χεῖρας ἀνεχόντων πρὸ τῶν Ἑλληνικῶν τριηρῶν· οὓς εἴκαζον Αἰακίδας εἶναι παρακεκλημένους εὐχαῖς πρὸ τῆς μάχης ἐπὶ τὴν βοήθειαν.
Δέκατο παράδοξο
Η δια μέσου της δρυός δυνατότητα να γίνονται ορατά τα κεκρυμμένα της γης.
Ο Λυγκεύς ο υιός του Αφαρέως και της Αρήνης, περιώνυμος κατά τους αρχαίους δια την οξυδέρκειά του.
Ο Πίνδαρος μας πληροφορεί ότι ηδύνατο να βλέπει και δια μέσου στελέχους δρυός ή κατ’ άλλους και τα υπό την γην κεκρυμμένα εκ τούτου και η παροιμία «οξύτερον του Λυγκέως βλέπειν».
Κατά τον πόλεμο των Διοσκούρων προς τους Αφαρείδες, ο Λυγκεύς εφονεύθηκε υπό του Πολυδεύκου.
Οι σοφιστές είναι οι ηττημένοι της Ιστορίας
Το μαρτυρά ο ίδιος ο όρος «σοφιστής»: από ειδήμων της γνώσης (αυτός που κατέχει τη σοφία) έφτασε να σημαίνει σχεδόν τσαρλατάνος.
Ο σοφιστής, σήμερα όπως και χθες, είναι αυτός που παίζει με τις λέξεις, αυτός που συνδυάζει παραπλανητικά επιχειρήματα με μοναδικό σκοπό να πάρει το πάνω χέρι σε μια συζήτηση.
Η κρίση του Αριστοτέλη είναι καταπέλτης: η γνώση των σοφιστών είναι μια γνώση των φαινομένων και, επομένως, μια γνώση φαινομενική. Μια πλάνα γνώση, φτιαγμένη από ευφάνταστες αλλά κενές λέξεις: αν ζούσαν στις μέρες μας, οι σοφιστές θα κατέκλυζαν τα τηλεοπτικά στούντιο, πρόθυμοι να στηρίξουν οποιαδήποτε άποψη, ικανοί για τις πιο απρόβλεπτες κωλοτούμπες. Ειδάλλως – αν και κατά βάθος είναι το ίδιο πράγμα-, θα τους βρίσκαμε στα παρασκήνια της πολιτικής, να πασχίζουν να ντύσουν με ωραία λόγια τις όχι πάντοτε ευγενείς προθέσεις των αφεντικών τους. Οι άλλοι, οι τίμιοι άνθρωποι και οι φιλόσοφοι, δεν κάνουν τέτοια πράγματα, ασχολούνται με σοβαρά προβλήματα και με πραγματικά αντικείμενα.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι και οι σοφιστές, όσο ανενδοίαστους και ευτελείς κι αν τους θεωρούμε, ασχολούνται με πραγματικά αντικείμενα.
Ασχολούνται με τις λέξεις, οι οποίες είναι φάρμακον, όπως έλεγε ο Γοργίας, γιατρικό δηλαδή ή δηλητήριο, ουσίες που μπορούν να σώσουν, αλλά και να σκοτώσουν.
Οι σοφιστές υπόσχονταν σε όποιον τους συναναστρεφόταν ότι θα μάθαινε να χειρίζεται επιδέξια τη γλώσσα ώστε να επιβάλλει σε κάθε περίσταση τη δική του άποψη – διότι σε μια σύνθετη κοινωνία δεν κυριαρχούμε πλέον με τη βία, αλλά με τις λέξεις.
Οι λέξεις παίζουν μεγάλο ρόλο και, πού και πού, ένα μάθημα από τους σοφιστές δεν βλάπτει. Μόνο που το μάθημα των σοφιστών δεν εξαντλείται σε αυτή την πρακτική διάσταση, όπου το μόνο που μετράει είναι η πραγματική χειραγώγηση των λέξεων. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η υποκείμενη σκέψη.
Με λίγα λόγια, η φιλοσοφία είναι η φιλόδοξη απόπειρα να βρούμε το νόημα της πραγματικότητας. Υπάρχουμε εμείς και υπάρχει και ο κόσμος: καθήκον της φιλοσοφίας είναι να ανακαλύψει το νόημα του κόσμου, να αποδείξει την ορθολογικότητά του και να μας προσφέρει έναν οδηγό για τις πράξεις μας.
Για τους σοφιστές τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Υπάρχουμε εμείς και υπάρχει και ο κόσμος, αυτό είναι σίγουρο. Είναι όμως βέβαιο ότι υπάρχει κάποιος δεσμός ανάμεσα σε εμάς και στον κόσμο; Όλη η ευφυΐα των σοφιστών έγκειται ακριβώς σ’ αυτό: στην αναγνώριση της προβληματικής σχέσης που χωρίζει τους ανθρώπους και την πραγματικότητα, τα υποκείμενα και τα αντικείμενα.
Ο σοφιστής, σήμερα όπως και χθες, είναι αυτός που παίζει με τις λέξεις, αυτός που συνδυάζει παραπλανητικά επιχειρήματα με μοναδικό σκοπό να πάρει το πάνω χέρι σε μια συζήτηση.
Η κρίση του Αριστοτέλη είναι καταπέλτης: η γνώση των σοφιστών είναι μια γνώση των φαινομένων και, επομένως, μια γνώση φαινομενική. Μια πλάνα γνώση, φτιαγμένη από ευφάνταστες αλλά κενές λέξεις: αν ζούσαν στις μέρες μας, οι σοφιστές θα κατέκλυζαν τα τηλεοπτικά στούντιο, πρόθυμοι να στηρίξουν οποιαδήποτε άποψη, ικανοί για τις πιο απρόβλεπτες κωλοτούμπες. Ειδάλλως – αν και κατά βάθος είναι το ίδιο πράγμα-, θα τους βρίσκαμε στα παρασκήνια της πολιτικής, να πασχίζουν να ντύσουν με ωραία λόγια τις όχι πάντοτε ευγενείς προθέσεις των αφεντικών τους. Οι άλλοι, οι τίμιοι άνθρωποι και οι φιλόσοφοι, δεν κάνουν τέτοια πράγματα, ασχολούνται με σοβαρά προβλήματα και με πραγματικά αντικείμενα.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι και οι σοφιστές, όσο ανενδοίαστους και ευτελείς κι αν τους θεωρούμε, ασχολούνται με πραγματικά αντικείμενα.
Ασχολούνται με τις λέξεις, οι οποίες είναι φάρμακον, όπως έλεγε ο Γοργίας, γιατρικό δηλαδή ή δηλητήριο, ουσίες που μπορούν να σώσουν, αλλά και να σκοτώσουν.
Οι σοφιστές υπόσχονταν σε όποιον τους συναναστρεφόταν ότι θα μάθαινε να χειρίζεται επιδέξια τη γλώσσα ώστε να επιβάλλει σε κάθε περίσταση τη δική του άποψη – διότι σε μια σύνθετη κοινωνία δεν κυριαρχούμε πλέον με τη βία, αλλά με τις λέξεις.
Οι λέξεις παίζουν μεγάλο ρόλο και, πού και πού, ένα μάθημα από τους σοφιστές δεν βλάπτει. Μόνο που το μάθημα των σοφιστών δεν εξαντλείται σε αυτή την πρακτική διάσταση, όπου το μόνο που μετράει είναι η πραγματική χειραγώγηση των λέξεων. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η υποκείμενη σκέψη.
Με λίγα λόγια, η φιλοσοφία είναι η φιλόδοξη απόπειρα να βρούμε το νόημα της πραγματικότητας. Υπάρχουμε εμείς και υπάρχει και ο κόσμος: καθήκον της φιλοσοφίας είναι να ανακαλύψει το νόημα του κόσμου, να αποδείξει την ορθολογικότητά του και να μας προσφέρει έναν οδηγό για τις πράξεις μας.
Για τους σοφιστές τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Υπάρχουμε εμείς και υπάρχει και ο κόσμος, αυτό είναι σίγουρο. Είναι όμως βέβαιο ότι υπάρχει κάποιος δεσμός ανάμεσα σε εμάς και στον κόσμο; Όλη η ευφυΐα των σοφιστών έγκειται ακριβώς σ’ αυτό: στην αναγνώριση της προβληματικής σχέσης που χωρίζει τους ανθρώπους και την πραγματικότητα, τα υποκείμενα και τα αντικείμενα.
Η πραγματικότητα που μας περιβάλλει είναι εφήμερη, δεν φέρει κανένα αδιαφιλονίκητο νόημα και, πολύ περισσότερο, καμία απόλυτη αξία. Το ζητούμενο επομένως δεν είναι να αντλήσουμε νόημα από την πραγματικότητα· αντιθέτως, πρέπει εμείς οι ίδιοι να της δώσουμε σημασία και αξία – μια σημασία και μια αξία στα μέτρα του ανθρώπου. Στο σημείο αυτό οι σοφιστές υιοθετούν μια βασική ιδέα των Αρχαίων Ελλήνων (όχι όμως των φιλοσόφων): ο κόσμος δεν υπάρχει για χάρη μας, αλλά μάλλον εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε στα μέτρα του. Και, για να το καταφέρουμε αυτό, το εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας είναι ο λόγος: οι σκέψεις, οι συλλογισμοί, οι λέξεις και τα επιχειρήματα.
Το Σπετσιώτικο ρεσάλτο στη Μήλο: Η πρώτη ναυτική επιτυχία των επαναστατημένων Ελλήνων
Στις 13 Απριλίου 1821 οκτώ σπετσιώτικα πλοία αιχμαλώτισαν τρία τουρκικά στη Μήλο. Ήταν η πρώτη ναυτική επιτυχία των επαναστατημένων Ελλήνων.
Οι Σπετσιώτες ήταν η πρώτοι νησιώτες που συμμετείχαν στον εθνικό ξεσηκωμό.
Στις 3 Απριλίου του 1821 ο Γεώργιος Πάνου και ο Παναγιώτης Μπότασης υψώνουν τη σημαία της επανάστασης στην καγκελαρία (διοικητήριο) των Σπετσών.
Αμέσως μετά, μία μοίρα του πανίσχυρου στόλου του νησιού, με επικεφαλής τη Λασκαρίνα Μπούμπουλη (Μπουμπουλίνα) και τον Μανόλη Ορλόφ, απέπλευσε για το Ναύπλιο, προκειμένου να ενισχύσει τους επαναστάτες που το πολιορκούσαν. Συγχρόνως, ένας άλλος σπετσιώτικος στολίσκος κατευθύνθηκε προς τη Μονεμβασιά για να υποστηρίξει από θαλάσσης την πολιορκία της καστροπολιτείας, με την κομβική σημασία για την τύχη της επανάστασης στην Πελοπόννησο.
Στις 11 Απριλίου οκτώ σπετσιώτικα πλοία αποσπάσθηκαν από την πολιορκία της Μονεμβασιάς και κατευθύνθηκαν στη Μήλο για να εξακριβώσουν τις πληροφορίες ότι εκεί ναυλοχούσαν τρία τουρκικά πολεμικά πλοία. Επικεφαλής του στολίσκου ήταν ο Νικόλαος Ράπτης και καπετάνιοι οι Νικόλαος και Βασίλειος Ορλόφ, Αναγνώστης και Παύλος Ανάργυρος, Γεώργιος Κούτσης και Αναστάσιος Ανδρούτσος.
Τα τουρκικά πλοία (μία κορβέτα με 26 κανόνια, ένα μπρίκι με 16 κανόνια κι ένα μεταγωγικό με πολεμικό υλικό) ήταν όντως προσωρμισμένα στον κόλπο της Μήλου και είχαν προορισμό το Ιόνιο για να ενωθούν με τον τουρκικό στόλο που έπλεε πλησίον της νησίδας Μούρτος (κοντά στα σημερινά Σύβοτα της Θεσπρωτίας). Οι Σπετσιώτες τα κατέλαβαν με καταδρομική επιχείρηση, συναντώντας μικρή αντίσταση.
Ιδού πώς περιγράφει τη συμπλοκή μια αναφορά της εποχής, που συνέταξε μάλλον ο Βασίλειος Ορλόφ:
«Τα σπετσιώτικα πλοία επρόβαλαν εις τους Τούρκους να παραδοθούν. Και το μεν βρίκιον και το τρανσπόρτο -το μεταγωγικόν- παρεδόθησαν ευθύς, η δε κορβέττα έκοψε τας γούμενάς της και εξελθούσα εις τα πανιά, ήρχισε να κτυπά. Αυτοί, χωρίς αναβολήν καιρού, ηθέλησαν να πέσουν επάνω της.
Και επειδή ο άνεμος ήτο δυνατός, με το πέρασμα ενός πλοίου ερρίφθησαν 26 Έλληνες μέσα εις την κορβέτταν, η οποία είχε 90 Τούρκους και 20 ραγιάδες Έλληνας. Οι δε Τούρκοι εμαζώχθησαν προς το μέρος της πρύμνης, οι δε 26 Σπετσιώται κατέλαβαν το μέρος της πλώρης και επολεμούσαν με όλους. Αφού επήρε τον γύρον του το ελληνικόν πλοίον, εματάπεσεν επάνω της κορβέττας και την εξουσίαζε με θάνατον 79 Τούρκων και 7 Ελλήνων».
Σύμφωνα με άλλες πηγές, οι νεκροί Τούρκοι ήταν ελάχιστοι και αιχμάλωτοι των τριών τουρκικών πλοίων γύρω στους πεντακόσιους. Οι κάτοικοι της Μήλου ζήτησαν από τους Σπετσιώτες πλοιάρχους να σεβαστούν τη ζωή των αιχμαλώτων, φοβούμενοι την αντεκδίκηση του πανίσχυρου τουρκικού στόλου.
Το ίδιο αίτημα υπέβαλε και ο Γάλλος πρόξενος στη Μήλο, Μπρεστ. Δεν εισακούσθηκαν ούτε οι Μήλιοι, ούτε ο Μπρεστ. Οι αιχμάλωτοι εσφάγησαν μέχρις ενός πρώτα στη Μονεμβασιά, όπου κατέπλευσε ο στολίσκος υπό τον Ράπτη στις 18 Απριλίου και οι τελευταίοι αργότερα στις Σπέτσες. Τα τουρκικά πλοία, αφού τους αφαιρέθηκε ό,τι πολύτιμο υπήρχε επάνω τους, καταστράφηκαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι άνδρες ενός τουρκικού πλοίου που αιχμαλωτίσθηκε κοντά στην Κίμωλο.
Με το «ρεσάλτο της Μήλου» σχετίζεται κι ένα περιστατικό που συνέβη λίγο νωρίτερα πλησίον της Τήνου. Ένα σπετσιώτικο πλοίο συνάντησε μια αυστριακή γολέτα πλησίον της Τήνου, στην οποία επέβαιναν πενήντα Τούρκοι, με αποσκευές γεμάτες πλούτο.
Οι Τούρκοι συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και οι αποσκευές τους λαφυραγωγήθηκαν. Επρόκειτο για μια κλασική περίπτωση πειρατείας, μια συνήθεια που ήταν δύσκολο να εξαλειφθεί από πολλούς Έλληνες καραβοκύρηδες της εποχής εκείνης.
Οι Σπετσιώτες ήταν η πρώτοι νησιώτες που συμμετείχαν στον εθνικό ξεσηκωμό.
Στις 3 Απριλίου του 1821 ο Γεώργιος Πάνου και ο Παναγιώτης Μπότασης υψώνουν τη σημαία της επανάστασης στην καγκελαρία (διοικητήριο) των Σπετσών.
Αμέσως μετά, μία μοίρα του πανίσχυρου στόλου του νησιού, με επικεφαλής τη Λασκαρίνα Μπούμπουλη (Μπουμπουλίνα) και τον Μανόλη Ορλόφ, απέπλευσε για το Ναύπλιο, προκειμένου να ενισχύσει τους επαναστάτες που το πολιορκούσαν. Συγχρόνως, ένας άλλος σπετσιώτικος στολίσκος κατευθύνθηκε προς τη Μονεμβασιά για να υποστηρίξει από θαλάσσης την πολιορκία της καστροπολιτείας, με την κομβική σημασία για την τύχη της επανάστασης στην Πελοπόννησο.
Στις 11 Απριλίου οκτώ σπετσιώτικα πλοία αποσπάσθηκαν από την πολιορκία της Μονεμβασιάς και κατευθύνθηκαν στη Μήλο για να εξακριβώσουν τις πληροφορίες ότι εκεί ναυλοχούσαν τρία τουρκικά πολεμικά πλοία. Επικεφαλής του στολίσκου ήταν ο Νικόλαος Ράπτης και καπετάνιοι οι Νικόλαος και Βασίλειος Ορλόφ, Αναγνώστης και Παύλος Ανάργυρος, Γεώργιος Κούτσης και Αναστάσιος Ανδρούτσος.
Τα τουρκικά πλοία (μία κορβέτα με 26 κανόνια, ένα μπρίκι με 16 κανόνια κι ένα μεταγωγικό με πολεμικό υλικό) ήταν όντως προσωρμισμένα στον κόλπο της Μήλου και είχαν προορισμό το Ιόνιο για να ενωθούν με τον τουρκικό στόλο που έπλεε πλησίον της νησίδας Μούρτος (κοντά στα σημερινά Σύβοτα της Θεσπρωτίας). Οι Σπετσιώτες τα κατέλαβαν με καταδρομική επιχείρηση, συναντώντας μικρή αντίσταση.
Ιδού πώς περιγράφει τη συμπλοκή μια αναφορά της εποχής, που συνέταξε μάλλον ο Βασίλειος Ορλόφ:
«Τα σπετσιώτικα πλοία επρόβαλαν εις τους Τούρκους να παραδοθούν. Και το μεν βρίκιον και το τρανσπόρτο -το μεταγωγικόν- παρεδόθησαν ευθύς, η δε κορβέττα έκοψε τας γούμενάς της και εξελθούσα εις τα πανιά, ήρχισε να κτυπά. Αυτοί, χωρίς αναβολήν καιρού, ηθέλησαν να πέσουν επάνω της.
Και επειδή ο άνεμος ήτο δυνατός, με το πέρασμα ενός πλοίου ερρίφθησαν 26 Έλληνες μέσα εις την κορβέτταν, η οποία είχε 90 Τούρκους και 20 ραγιάδες Έλληνας. Οι δε Τούρκοι εμαζώχθησαν προς το μέρος της πρύμνης, οι δε 26 Σπετσιώται κατέλαβαν το μέρος της πλώρης και επολεμούσαν με όλους. Αφού επήρε τον γύρον του το ελληνικόν πλοίον, εματάπεσεν επάνω της κορβέττας και την εξουσίαζε με θάνατον 79 Τούρκων και 7 Ελλήνων».
Σύμφωνα με άλλες πηγές, οι νεκροί Τούρκοι ήταν ελάχιστοι και αιχμάλωτοι των τριών τουρκικών πλοίων γύρω στους πεντακόσιους. Οι κάτοικοι της Μήλου ζήτησαν από τους Σπετσιώτες πλοιάρχους να σεβαστούν τη ζωή των αιχμαλώτων, φοβούμενοι την αντεκδίκηση του πανίσχυρου τουρκικού στόλου.
Το ίδιο αίτημα υπέβαλε και ο Γάλλος πρόξενος στη Μήλο, Μπρεστ. Δεν εισακούσθηκαν ούτε οι Μήλιοι, ούτε ο Μπρεστ. Οι αιχμάλωτοι εσφάγησαν μέχρις ενός πρώτα στη Μονεμβασιά, όπου κατέπλευσε ο στολίσκος υπό τον Ράπτη στις 18 Απριλίου και οι τελευταίοι αργότερα στις Σπέτσες. Τα τουρκικά πλοία, αφού τους αφαιρέθηκε ό,τι πολύτιμο υπήρχε επάνω τους, καταστράφηκαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι άνδρες ενός τουρκικού πλοίου που αιχμαλωτίσθηκε κοντά στην Κίμωλο.
Με το «ρεσάλτο της Μήλου» σχετίζεται κι ένα περιστατικό που συνέβη λίγο νωρίτερα πλησίον της Τήνου. Ένα σπετσιώτικο πλοίο συνάντησε μια αυστριακή γολέτα πλησίον της Τήνου, στην οποία επέβαιναν πενήντα Τούρκοι, με αποσκευές γεμάτες πλούτο.
Οι Τούρκοι συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και οι αποσκευές τους λαφυραγωγήθηκαν. Επρόκειτο για μια κλασική περίπτωση πειρατείας, μια συνήθεια που ήταν δύσκολο να εξαλειφθεί από πολλούς Έλληνες καραβοκύρηδες της εποχής εκείνης.
Συνολικά 2,5 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι περπάτησαν στη Γη την εποχή των δεινοσαύρων σύμφωνα με τους επιστήμονες
Σύμφωνα με τους πρώτους σχετικούς υπολογισμούς Αμερικανών επιστημόνων, συνολικά 2,5 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι (T.rex) εκτιμάται ότι περπάτησαν στη Γη κατά τη διάρκεια της εποχής των δεινοσαύρων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον παλαιοντολόγο Τσαρλς Μάρσαλ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science» εκτιμούν ότι αυτά τα 2,5 δισεκατομμύρια έζησαν σε 127.000 διαδοχικές γενιές πριν από 69 έως 66 εκατομμύρια χρόνια (οι Τυραννόσαυροι συνολικά έζησαν στη Γη επί σχεδόν τρία εκατομμύρια χρόνια, λίγο πριν την εξαφάνιση σχεδόν όλων των δεινοσαύρων από πτώση μεγάλου αστεροειδούς στο σημερινό Μεξικό).
Εκτιμάται ότι, όσο ζούσαν, υπήρχε ένας Τυραννόσαυρος ανά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ότι ανά πάσα στιγμή στον πλανήτη υπήρχαν περίπου 20.000 ενήλικες Τυραννόσαυροι.
Το μέσο βάρος ενός ενήλικα Τυραννόσαυρου -ο οποίος είχε μέγεθος σχολικού λεωφορείου- ήταν γύρω στους 5,2 τόνους, με το κρανίο του να έχει μήκος ενάμισι μέτρο. Υπολογίζεται ότι μόνο ο ένας στα 80 εκατομμύρια απολιθώθηκε, γι’ αυτό είναι τόσο σπάνια η εύρεση απολιθωμάτων σήμερα. Από το 1905 που βρέθηκε το πρώτο απολίθωμα, έχουν βρεθεί περίπου άλλα 40 σε ΗΠΑ και Καναδά. Ο μεγαλύτερος που έχει βρεθεί υπολογίζεται ότι είχε μήκος 12,3 μέτρα και βάρος εννέα τόνους.
Από την άλλη πλευρά, οι ερευνητές παραδέχτηκαν ότι οι υπολογισμοί τους -που έγιναν για πρώτη φορά- μπορεί να έχουν μεγάλο περιθώριο σφάλματος και πως στην εποχή των δεινοσαύρων μπορεί να έζησαν από 140 εκατομμύρια έως 42 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι, συνολικά.
Ο φοβερός και τρομερός Τυραννόσαυρος, ο οποίος ζούσε γύρω στα 30 χρόνια, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σαρκοβόρους δεινόσαυρους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον παλαιοντολόγο Τσαρλς Μάρσαλ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science» εκτιμούν ότι αυτά τα 2,5 δισεκατομμύρια έζησαν σε 127.000 διαδοχικές γενιές πριν από 69 έως 66 εκατομμύρια χρόνια (οι Τυραννόσαυροι συνολικά έζησαν στη Γη επί σχεδόν τρία εκατομμύρια χρόνια, λίγο πριν την εξαφάνιση σχεδόν όλων των δεινοσαύρων από πτώση μεγάλου αστεροειδούς στο σημερινό Μεξικό).
Εκτιμάται ότι, όσο ζούσαν, υπήρχε ένας Τυραννόσαυρος ανά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ότι ανά πάσα στιγμή στον πλανήτη υπήρχαν περίπου 20.000 ενήλικες Τυραννόσαυροι.
Το μέσο βάρος ενός ενήλικα Τυραννόσαυρου -ο οποίος είχε μέγεθος σχολικού λεωφορείου- ήταν γύρω στους 5,2 τόνους, με το κρανίο του να έχει μήκος ενάμισι μέτρο. Υπολογίζεται ότι μόνο ο ένας στα 80 εκατομμύρια απολιθώθηκε, γι’ αυτό είναι τόσο σπάνια η εύρεση απολιθωμάτων σήμερα. Από το 1905 που βρέθηκε το πρώτο απολίθωμα, έχουν βρεθεί περίπου άλλα 40 σε ΗΠΑ και Καναδά. Ο μεγαλύτερος που έχει βρεθεί υπολογίζεται ότι είχε μήκος 12,3 μέτρα και βάρος εννέα τόνους.
Από την άλλη πλευρά, οι ερευνητές παραδέχτηκαν ότι οι υπολογισμοί τους -που έγιναν για πρώτη φορά- μπορεί να έχουν μεγάλο περιθώριο σφάλματος και πως στην εποχή των δεινοσαύρων μπορεί να έζησαν από 140 εκατομμύρια έως 42 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι, συνολικά.
Ο φοβερός και τρομερός Τυραννόσαυρος, ο οποίος ζούσε γύρω στα 30 χρόνια, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σαρκοβόρους δεινόσαυρους.
Ο Αριστοτέλης και η ταύτιση της ευτυχίας με την ηθική αρετή
Για τον Αριστοτέλη δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο απώτερος σκοπός όλων των αγαθών είναι η ευτυχία: «Έφτασε η ώρα να εξετάσουμε αυτό που ομόφωνα θεωρείται αφενός τελικός στόχος και εσώτερος σκοπός των αγαθών, αφετέρου κάτι απολύτως τέλειο, την ευτυχία» (1184b 3.2).
Η ευτυχία, ως τελική εκπλήρωση της ανθρώπινης ζωής, τίθεται στην κορυφή των στόχων, αφού εν τέλει όλα τα αγαθά υπάρχουν (και αξίζει να τα προσεγγίσει κανείς) για την επίτευξή της. Ο άνθρωπος που νιώθει δυστυχής είναι αδύνατο να έχει ολοκληρώσει την τελεολογική του αποστολή, καθώς –άσχετα με όλα όσα έχει πετύχει– δεν κατάφερε να φτάσει στην πληρότητα της υπέρτατης χαράς. Από αυτή την άποψη, κάθε αγαθό αποκτά αξία μόνο εφόσον υπηρετεί αυτή την κατεύθυνση. Κι αυτός είναι ο λόγος που προϋποτίθεται η ελεύθερη βούληση. Ο καταναγκασμός είναι η ακύρωση της ευτυχίας, αφού η καταπίεση είναι αδύνατο να συμπορευτεί με τη χαρά.
Γι’ αυτό και στα αγαθά η αξία έγκειται στη χρήση κι όχι στην κατοχή τους· γιατί η χρήση είναι που θα δώσει χαρά αξιοποιώντας την κατοχή: «Για ορισμένα τελικός στόχος αποτελεί η ίδια η πραγμάτωση και χρήση τους, τούτο π.χ. συμβαίνει με την όραση· σ’ αυτήν την περίπτωση η χρήση είναι αγαθό ανώτερο από την απλή κατοχή, διότι η χρήση αποτελεί τέλος-εσώτερο σκοπό (κανείς βέβαια δε θα ήθελε να κατέχει την όραση, αν δεν επρόκειτο να βλέπει αλλά να έχει τα μάτια του κλειστά). Το ίδιο ισχύει και για την ακοή και για τα παρόμοια. Άρα, όποτε συνυπάρχουν η χρήση και η κατοχή, πάντα αγαθό ανώτερο και προτιμότερο είναι η χρήση και όχι η κατοχή, αφού η χρήση και η πραγμάτωση αποτελούν τελικό σκοπό, ενώ η απλή κατοχή αποσκοπεί στη χρήση» (1184b 3.3 και 3.4).
Πράγματι, ένα αγαθό που δεν αξιοποιείται στερείται νοήματος, όπως κάθε δυνατότητα που μένει διαρκώς παροπλισμένη. Το χρήμα που συσσωρεύεται χωρίς προοπτική χρήσης αποτελεί στρέβλωση, καθώς ο κάτοχός του προσπαθεί να αντλήσει χαρά από την κατοχή του και μόνο, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι στην ουσία δεν το χρειάζεται. Ένα τέτοιο άτομο είναι δύσκολο να φτάσει στην ευτυχία, αφού την επιδιώκει μέσα από τη στρέβλωση της υπερβολής που καταδεικνύει την έλλειψη της ψυχικής του ισορροπίας.
Η ισορροπημένη ψυχή έχει βαθύτατη επίγνωση των αναγκών της κατανοώντας ότι οτιδήποτε πέραν αυτών αποτελεί περιττό βάρος. Όσο περισσότερο συσσωρεύει κανείς άχρηστο πλούτο, τόσο περισσότερο βυθίζεται στην υπερβολή. Κι όσο περισσότερο απομακρύνεται από τη μεσότητα, τόσο πιο εύθραυστη είναι η ευτυχία του.
Σε τελική ανάλυση η υπερσυσσώρευση πλούτου έχει να κάνει είτε με το φόβο είτε με την απληστία. Και οι δύο εκδοχές δε συμπλέουν με την ενάρετη ψυχή και για τον Αριστοτέλη η ψυχή και η ζωή βρίσκονται σε πλήρη ταύτιση: «Ύστερα από αυτά βλέπουμε ότι η ψυχή μας και η ζωή μας ταυτίζονται απόλυτα· και η αρετή εντοπίζεται στην ψυχή, και αυτονόητα λέμε ότι το έργο της ψυχής και το έργο της αρετής είναι ένα και το αυτό» (1184b 4.1).
Κατά συνέπεια: «με πρώτο δεδομένο ότι η αρετή κάνει σε κάθε περίπτωση σωστά αυτό του οποίου είναι αρετή, και με δεύτερο ότι η ψυχή κάνει και άλλα πολλά πράγματα αλλά σίγουρα ταυτίζεται με τη ζωή μας, τότε βγαίνει το συμπέρασμα ότι από την αρετή της ψυχής θα προκύψει η καλή ζωή μας, αυτή που δεν είναι τίποτε διαφορετικό από την ευτυχία μας» (1184b 4.1).
Και θα συμπληρώσει: «Άρα, το να είναι κανείς ευτυχισμένος, η ευτυχία, ταυτίζεται με την καλή ζωή, και η καλή ζωή ταυτίζεται με τη ζωή τη σύμφωνη με τις αρετές της ψυχής. Άρα η ζωή η σύμφωνη με τις αρετές της ψυχής είναι τελικός στόχος, είναι η ευτυχία και το άριστον» (1184b 4.2).
Σε τελική ανάλυση, η ζωή και οι ηδονές που μπορεί να απολαύσει κανείς έχουν να κάνουν με την ποιότητα της ψυχής του. Η ενάρετη ψυχή του άξιου ανθρώπου είναι σε θέση να εκτιμήσει και να απολαύσει όλα αυτά που πράγματι αξίζουν τον κόπο και που θα οδηγήσουν στην ευτυχία. Οι επιλογές του καθενός είναι η αντανάκλαση της ψυχής του. Η ζωή είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένη με την ψυχή. Γι’ αυτό και κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για την ευτυχία ή τη δυστυχία του, αφού η διάπλαση της ψυχής είναι προσωπική ευθύνη.
Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι η πόλη παρέχει τα απαραίτητα υλικά αγαθά χωρίς να υπάρχει στέρηση των αναγκαίων ή της ελευθερίας των κινήσεων, ώστε να βιώνεται η δυστυχία της καταπίεσης. Η πόλη που λειτουργεί αρμονικά είναι εκείνη που αποδίδει όλα τα εφόδια της ευτυχίας. Από κει και πέρα, η ευθύνη γίνεται ατομική.
Και βέβαια, η αναφορά στο «άριστον» αποκαλύπτει την αριστοτελική εκδοχή του, που τίθεται μέσα στο χειροπιαστό πλαίσιο της ευτυχίας. Ο Αριστοτέλης έχει ήδη εξηγήσει τη δυσκολία να ορίσει κανείς το άριστο ως κάτι μεμονωμένο, δηλαδή κάτι ξέχωρο από την ανθρώπινη ευτυχία. Και είναι σαφές ότι μιλάμε για το ανθρώπινο άριστο, που θα καταδείξει την ανθρώπινη ευδαιμονία: «ποιος θα πρέπει να είναι ο τρόπος εξέτασης του άριστου; Άραγε πρέπει να το συναριθμήσουμε και αυτό ανάμεσα στα υπόλοιπα αγαθά; Μα, κάτι τέτοιο θα ήταν άτοπο. Διότι το άριστο είναι τέλειος τελικός στόχος, και με ένα λόγο θα λέγαμε ότι ο τέλειος τελικός στόχος δεν είναι παρά η ευτυχία και τίποτε άλλο· αλλά η ευτυχία είναι, λέμε, προϊόν σύνθεσης περισσοτέρων αγαθών» (1184a 2.8).
Επομένως, ως άριστο μπορεί να εκληφθεί μόνο η ευτυχία, η οποία βεβαίως συναποτελείται από την εκπλήρωση πολλών αγαθών που συνθέτουν την αρετή της ψυχής. Όμως, δεν πρέπει το κάθε επιμέρους αγαθό να εκλαμβάνεται ως άριστο.: «Αν, λοιπόν, ψάχνεις το άριστο συναριθμώντας το στα αγαθά, τότε αυτό θα σου προκύψει ανώτερο από τον ίδιο του τον εαυτό· διότι το άριστο είναι το ανώτερο όλων. Παράδειγμα: πάρε όλα όσα συμβάλλουν στην υγεία, συνάθροισε σε αυτά και την ίδια την υγεία, και δες ποιο από όλα αυτά είναι το ανώτερο· το ανώτερο είναι η υγεία· αν λοιπόν αυτό είναι το αγαθό το ανώτερο όλων των αγαθών, τότε προκύπτει να είναι το ίδιο ανώτερο του εαυτού του, πράγμα άτοπο. Άρα, μάλλον δεν πρέπει να είναι αυτός ακριβώς ο τρόπος εξέτασης του αρίστου» (1184a 2.8 και 2.9).
Η υγεία παρουσιάζεται ως τελικός στόχος όλων των πράξεων που αποσκοπούν σε αυτή. Από αυτή την άποψη αποτελεί κάτι το άριστο, καθώς τίθεται ως ολοκλήρωση άλλων ενεργειών. Όμως και η ίδια η υγεία εναπόκειται στα αγαθά που θα συμβάλουν στην ευτυχία. Από αυτή την άποψη μπορεί επίσης να συγκαταλεχθεί ως αγαθό μαζί με όλα εκείνα που τη συναποτελούν φέρνοντας το αποτέλεσμα που τη θέλει να είναι και αγαθό και άριστο, κάτι σαν ανώτερη του εαυτού της.
Οτιδήποτε τίθεται ως τέλος άλλων ενεργειών δε σημαίνει ότι πρέπει να ταυτιστεί με το άριστο, καθώς και αυτό το ίδιο μπορεί να τεθεί με τη σειρά του ως αγαθό στην υπηρεσία ενός μεγαλύτερου στόχου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κορωνίδα όλων των πραγμάτων είναι η ευτυχία κι ότι τελικά μόνο αυτή μπορεί να ταυτιστεί με το άριστο.
Όμως, ακόμη κι έτσι, είναι αδύνατο να εξετάσει κανείς το αγαθό ως κάτι απολύτως μεμονωμένο, αφού και η ευτυχία δεν είναι τίποτε άλλο από την εκπλήρωση πολλών αγαθών που τη συναποτελούν: «Μήπως τότε πρέπει αλλιώς να εξετάσουμε το άριστο, σαν να είναι μόνο του, χωριστό από τα άλλα αγαθά; Μήπως, όμως, και αυτή η εξέταση οδηγεί σε άτοπο, δεδομένου ότι η ευτυχία απαρτίζεται από κάποια αγαθά προϋποθέτοντάς τα; Και δεν έχει νόημα να δούμε μήπως συμφέρει την εξέτασή μας η αναζήτηση αυτών των αγαθών, εφόσον η ευδαιμονία δεν είναι κάτι άλλο χωριστό από τούτα τα αγαθά αλλά ακριβώς τούτα» (1184a 2.9).
Ούτε συγκριτικά μπορεί να προκύψει το άριστο: «Μήπως τότε θα προέβαινε κανείς στην ορθή έρευνα του αρίστου με κάποιον τρόπο συγκριτικής μεθόδου όπως ο ακόλουθος; Αν, δηλαδή, την ευτυχία ως προϊόν σύνθεσης κάποιων αγαθών τη συνέκρινε με κάποια άλλα αγαθά που δε συμμετέχουν σε αυτή τη σύνθεση, μήπως τότε με αυτόν τον τρόπο θα προέβαινε στην ορθή έρευνα του αρίστου;» (1184a 2.10).
Η απάντηση είναι προφανέστατα αρνητική: «Αλλά το άριστο που τώρα αναζητούμε δεν αποτελεί μονάδα· για παράδειγμα, ενδεχομένως να λέει κάποιος ότι κατά τον τρόπο σύγκρισης “ένα προς ένα” το ανώτερο όλων των αγαθών είναι η διανοητική ικανότητα· ίσως, όμως, να μην είναι αυτός ο σωστός τρόπος αναζήτησης του αρίστου αγαθού, δεδομένου ότι αναζητούμε το τέλειο αγαθό, και η διανοητική ικανότητα από μόνη της δεν είναι τέλειο αγαθό· κατά συνέπεια, δεν είναι η διανοητική ικανότητα το άριστο που αναζητούμε, ούτε και πρέπει να αναζητούμε το άριστο κατ’ αυτόν τον τρόπο» (1184a 2.11).
Το άριστο είναι η ανθρώπινη πληρότητα, δηλαδή η κατάσταση της ύψιστης ηδονής, η οποία έχει διάρκεια και οφείλεται στη χρήση των αγαθών προϋποθέτοντας την ενέργεια της ψυχής για τη σωστή διαχείρισή τους. Η άσκοπη κατοχή στερείται νοήματος καταδεικνύοντας τη στρέβλωση της ψυχής που μετατρέπει το μέσο σε αυτοσκοπό. Γι’ αυτό η ευτυχία αφορά την ενάρετη ψυχή· γιατί μόνο αυτή είναι σε θέση να διαμορφώσει τις ισορροπίες.
Ο άνθρωπος που θα καταφέρει να το πραγματώσει αυτό είναι ευτυχισμένος: «Η ευτυχία, λοιπόν, ταυτίζεται πιθανότατα με κάποιο είδος χρήσης και ενεργητικής πραγμάτωσης. Και αυτό, διότι, όπου υπάρχει και χρήση και κατοχή, η χρήση-πραγμάτωση είναι τελικός σκοπός· και η ψυχή έχει βέβαια κατά κάποιο τρόπο την αρετή, αυτή όμως πραγματώνεται με τη χρήση της· ώστε η χρήση και πραγμάτωση της αρετής φαίνεται πως είναι ο τελικός στόχος, και κατά προέκταση η ευτυχία συνίσταται μάλλον στο να ζει κανείς κατά τις αρετές» (1184b 4.3).
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: «Βασισμένοι, λοιπόν, πρώτον στο ότι το άριστο αγαθό είναι η ευτυχία, και δεύτερον στο ότι η ευτυχία είναι τέλειο αγαθό και τελικός στόχος πραγματωμένος, σχεδόν βεβαιωνόμαστε ότι ζώντας κατά τις αρετές μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι και να έχουμε το άριστο αγαθό» (1184b 4.4).
Για το ότι η ευτυχία είναι ενέργεια ο Αριστοτέλης θα φέρει άλλη μία απόδειξη: «Μία επιπλέον απόδειξη για το ότι η ευτυχία είναι ενεργητική πραγμάτωση: στον ύπνο, ας πούμε ότι κάποιος σε όλη του τη ζωή κοιμάται – δε θα υπήρχε καμιά πιθανότητα να μιλήσουμε για ευτυχία σε μια τέτοια περίπτωση· ο άνθρωπος αυτός έχει μεν ζωή, δεν έχει όμως ζωή κατά τις αρετές, και το να ζει κατά τις αρετές σημαίνει να ζει πραγματώνοντας τις αρετές με τις ενέργειές του» (1185a 4.6).
Η πραγμάτωση της αρετής ως ύψιστης ψυχικής ισορροπίας που απελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη και τις στρεβλώσεις είναι η μοναδική προοπτική της ευτυχίας. Ο δέσμιος των παθών είναι αδύνατο να φτάσει στην ευτυχία, γιατί στερείται ψυχικής αρμονίας. Η αρετή δεν τίθεται απλά ως μέσο ορθής διευθέτησης των σχέσεων με τους άλλους, αλλά (πρωτίστως) ως βάση για την εξισορρόπηση του εαυτού. Και η εξισορρόπηση θα φέρει την αποδοχή, δηλαδή την ανώτερη μορφή συμφιλίωσης.
Από αυτή την άποψη, η ευτυχία δεν μπορεί παρά να απευθύνεται στους τέλειους (ολοκληρωμένους) ανθρώπους που κατάφεραν να απαλλαγούν από τα πάθη τους φτάνοντας στη συμφιλίωση του εαυτού μέσα από τους κανόνες της λογικής. Ο ευτυχής που βασίζεται στην άνοια επί της ουσίας δεν είναι ευτυχής, αφού ο άνους είναι αδύνατο να ενεργήσει. Γι’ αυτό και μια τέτοια ευτυχία κρίνεται ιδιαιτέρως επίφοβη μέσα στο χρόνο. Και το παραμικρό είναι σε θέση να την κλονίσει.
Οι κακίες είναι οι ατέλειες της ψυχής που βγαίνουν στην επιφάνεια σηματοδοτώντας τους κατώτερους ανθρώπους: «Αφού, πάλι, η ευτυχία είναι τέλειο αγαθό και τελικός στόχος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι και ο άνθρωπος που θα την έχει θα είναι τέλειος-ολοκληρωμένος (την ευτυχία δε θα την έχει ένα παιδί, ούτε υπάρχει παιδί ευτυχισμένο, αλλά θα την έχει ο ενήλικος, για το λόγο ότι αυτός είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος)» (1185a 4.4 και 4.5).
Ο αποκλεισμός των παιδιών από την ευτυχία έχει να κάνει με την απόδοση της βαθύτερης έννοιας του όρου, που προϋποθέτει τη φρόνηση και τη διανοητική αρετή. Ένα παιδί μπορεί να είναι ευτυχισμένο μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του, δηλαδή στο περιορισμένο πλαίσιο των δικών του ορίων σε σχέση με τη φρόνηση και τις διανοητικές αναζητήσεις. Η ευτυχία του ενήλικου είναι βαθύτερη και πιο ολοκληρωμένη, αφού στηρίζεται σε στέρεες βάσεις. Οι ηδονές που χαροποιούν το παιδί είναι σαφέστερα επιφανειακές σε σχέση με εκείνες των ενηλίκων.
Το να εξιδανικεύει κανείς την παιδική ευτυχία προβάλλοντας το πρότυπο της αθωότητας που έρχεται σε αντίθεση με την ιδιοτέλεια και τον ωφελιμισμό των μεγάλων είναι η ομολογία της αποτυχίας, καθώς θεωρείται από θέση αρχής ότι οι μεγάλοι είναι αδύνατο να πρεσβεύσουν την αρετή παρασυρόμενοι από τα πάθη τους. Μια τέτοια εκδοχή, όμως, δεν έχει καμία σχέση με την αριστοτελική εκδοχή της ευτυχίας. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για τη σημειολογία της ήττας, αφού προεξοφλεί το θάνατο της αρετής. Κάτι αντίστοιχο με το να μακαρίζει κανείς τον ανόητο, που νιώθει ευτυχής μέσα στην αθωότητα της ανοησίας του.
Αυτός είναι και ο λόγος που η –με αριστοτελικό περιεχόμενο– ευτυχία χρειάζεται χρόνο· γιατί είναι συνυφασμένη με την ωριμότητα: «Ακόμη, η ευτυχία δεν αποκτιέται σε χρονικό διάστημα ελλιπές, αλλά σε τέλειο-ολοκληρωμένο· και το ολοκληρωμένο χρονικό διάστημα ταυτίζεται κατά πάσα πιθανότητα με τη διάρκεια του ανθρώπινου βίου. Και στα σίγουρα έχουν δίκιο οι πολλοί που λένε ότι πρέπει να κρίνεται η ευτυχία κάποιου σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο διάστημα του βίου του, αφού πιστεύουν πως η τελειότητα συναντάται σε χρονικό διάστημα τέλειο-ολοκληρωμένο και συγχρόνως σε άνθρωπο τέλειο-ολοκληρωμένο» (1185a 4.5).
Ο άνθρωπος πρέπει να κρίνεται ευτυχής ή δυστυχής σε σχέση με το σύνολο της ζωής του κι όχι με κάποια ευτυχή ή δυστυχή φάση της. Κι αυτή είναι ακόμη μια απόδειξη ότι η ευτυχία νοείται μόνο σε συνάρτηση με την αρετή, καθώς μόνο ο ενάρετος μπορεί να έχει διάρκεια στην ευτυχία που νιώθει. Οι χαρές της τύχης εξανεμίζονται γρήγορα και οι συμφορές γίνονται ακόμη πιο αβάσταχτες όταν ο βίος δε συμβαδίζει με την αρετή. Ο χρόνος μετατρέπεται σε κριτήριο της ευτυχίας, είναι δηλαδή σε θέση να καταδείξει την ποιότητά της.
Ο πλούτος, η εξουσία, η χαρά των σωματικών ηδονών κρίνονται ιδιαιτέρως επίφοβα μέσα στο χρόνο. Ο άνθρωπος που στηρίζει την ευτυχία του σε αυτά είναι εύκολο να τη χάσει, γεγονός που αποδεικνύει τον επιφανειακό τρόπο που την προσέγγισε. Η ευτυχία της αρετής όμως, που προέρχεται από την ουσιαστική επαφή με τους ανθρώπους, τα εποικοδομητικά ενδιαφέροντα και την πνευματικότητα είναι ανεξάντλητη.
Ο άνθρωπος που εισπράττει ευτυχία από την άσκηση αυτών είναι σε θέση να ξεπεράσει ακόμη και τη μεγαλύτερη συμφορά, γιατί ο χρόνος και η ποιότητα των ασχολιών του θα επουλώσουν τις πληγές. Η ευτυχία δεν αφορά την τύχη αλλά την ποιότητα των ανθρώπων. Και η ποιότητα των ανθρώπων έχει να κάνει με την ποιότητα των ασχολιών που τους δίνουν χαρά.
Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα
Η ευτυχία, ως τελική εκπλήρωση της ανθρώπινης ζωής, τίθεται στην κορυφή των στόχων, αφού εν τέλει όλα τα αγαθά υπάρχουν (και αξίζει να τα προσεγγίσει κανείς) για την επίτευξή της. Ο άνθρωπος που νιώθει δυστυχής είναι αδύνατο να έχει ολοκληρώσει την τελεολογική του αποστολή, καθώς –άσχετα με όλα όσα έχει πετύχει– δεν κατάφερε να φτάσει στην πληρότητα της υπέρτατης χαράς. Από αυτή την άποψη, κάθε αγαθό αποκτά αξία μόνο εφόσον υπηρετεί αυτή την κατεύθυνση. Κι αυτός είναι ο λόγος που προϋποτίθεται η ελεύθερη βούληση. Ο καταναγκασμός είναι η ακύρωση της ευτυχίας, αφού η καταπίεση είναι αδύνατο να συμπορευτεί με τη χαρά.
Γι’ αυτό και στα αγαθά η αξία έγκειται στη χρήση κι όχι στην κατοχή τους· γιατί η χρήση είναι που θα δώσει χαρά αξιοποιώντας την κατοχή: «Για ορισμένα τελικός στόχος αποτελεί η ίδια η πραγμάτωση και χρήση τους, τούτο π.χ. συμβαίνει με την όραση· σ’ αυτήν την περίπτωση η χρήση είναι αγαθό ανώτερο από την απλή κατοχή, διότι η χρήση αποτελεί τέλος-εσώτερο σκοπό (κανείς βέβαια δε θα ήθελε να κατέχει την όραση, αν δεν επρόκειτο να βλέπει αλλά να έχει τα μάτια του κλειστά). Το ίδιο ισχύει και για την ακοή και για τα παρόμοια. Άρα, όποτε συνυπάρχουν η χρήση και η κατοχή, πάντα αγαθό ανώτερο και προτιμότερο είναι η χρήση και όχι η κατοχή, αφού η χρήση και η πραγμάτωση αποτελούν τελικό σκοπό, ενώ η απλή κατοχή αποσκοπεί στη χρήση» (1184b 3.3 και 3.4).
Πράγματι, ένα αγαθό που δεν αξιοποιείται στερείται νοήματος, όπως κάθε δυνατότητα που μένει διαρκώς παροπλισμένη. Το χρήμα που συσσωρεύεται χωρίς προοπτική χρήσης αποτελεί στρέβλωση, καθώς ο κάτοχός του προσπαθεί να αντλήσει χαρά από την κατοχή του και μόνο, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι στην ουσία δεν το χρειάζεται. Ένα τέτοιο άτομο είναι δύσκολο να φτάσει στην ευτυχία, αφού την επιδιώκει μέσα από τη στρέβλωση της υπερβολής που καταδεικνύει την έλλειψη της ψυχικής του ισορροπίας.
Η ισορροπημένη ψυχή έχει βαθύτατη επίγνωση των αναγκών της κατανοώντας ότι οτιδήποτε πέραν αυτών αποτελεί περιττό βάρος. Όσο περισσότερο συσσωρεύει κανείς άχρηστο πλούτο, τόσο περισσότερο βυθίζεται στην υπερβολή. Κι όσο περισσότερο απομακρύνεται από τη μεσότητα, τόσο πιο εύθραυστη είναι η ευτυχία του.
Σε τελική ανάλυση η υπερσυσσώρευση πλούτου έχει να κάνει είτε με το φόβο είτε με την απληστία. Και οι δύο εκδοχές δε συμπλέουν με την ενάρετη ψυχή και για τον Αριστοτέλη η ψυχή και η ζωή βρίσκονται σε πλήρη ταύτιση: «Ύστερα από αυτά βλέπουμε ότι η ψυχή μας και η ζωή μας ταυτίζονται απόλυτα· και η αρετή εντοπίζεται στην ψυχή, και αυτονόητα λέμε ότι το έργο της ψυχής και το έργο της αρετής είναι ένα και το αυτό» (1184b 4.1).
Κατά συνέπεια: «με πρώτο δεδομένο ότι η αρετή κάνει σε κάθε περίπτωση σωστά αυτό του οποίου είναι αρετή, και με δεύτερο ότι η ψυχή κάνει και άλλα πολλά πράγματα αλλά σίγουρα ταυτίζεται με τη ζωή μας, τότε βγαίνει το συμπέρασμα ότι από την αρετή της ψυχής θα προκύψει η καλή ζωή μας, αυτή που δεν είναι τίποτε διαφορετικό από την ευτυχία μας» (1184b 4.1).
Και θα συμπληρώσει: «Άρα, το να είναι κανείς ευτυχισμένος, η ευτυχία, ταυτίζεται με την καλή ζωή, και η καλή ζωή ταυτίζεται με τη ζωή τη σύμφωνη με τις αρετές της ψυχής. Άρα η ζωή η σύμφωνη με τις αρετές της ψυχής είναι τελικός στόχος, είναι η ευτυχία και το άριστον» (1184b 4.2).
Σε τελική ανάλυση, η ζωή και οι ηδονές που μπορεί να απολαύσει κανείς έχουν να κάνουν με την ποιότητα της ψυχής του. Η ενάρετη ψυχή του άξιου ανθρώπου είναι σε θέση να εκτιμήσει και να απολαύσει όλα αυτά που πράγματι αξίζουν τον κόπο και που θα οδηγήσουν στην ευτυχία. Οι επιλογές του καθενός είναι η αντανάκλαση της ψυχής του. Η ζωή είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένη με την ψυχή. Γι’ αυτό και κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για την ευτυχία ή τη δυστυχία του, αφού η διάπλαση της ψυχής είναι προσωπική ευθύνη.
Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι η πόλη παρέχει τα απαραίτητα υλικά αγαθά χωρίς να υπάρχει στέρηση των αναγκαίων ή της ελευθερίας των κινήσεων, ώστε να βιώνεται η δυστυχία της καταπίεσης. Η πόλη που λειτουργεί αρμονικά είναι εκείνη που αποδίδει όλα τα εφόδια της ευτυχίας. Από κει και πέρα, η ευθύνη γίνεται ατομική.
Και βέβαια, η αναφορά στο «άριστον» αποκαλύπτει την αριστοτελική εκδοχή του, που τίθεται μέσα στο χειροπιαστό πλαίσιο της ευτυχίας. Ο Αριστοτέλης έχει ήδη εξηγήσει τη δυσκολία να ορίσει κανείς το άριστο ως κάτι μεμονωμένο, δηλαδή κάτι ξέχωρο από την ανθρώπινη ευτυχία. Και είναι σαφές ότι μιλάμε για το ανθρώπινο άριστο, που θα καταδείξει την ανθρώπινη ευδαιμονία: «ποιος θα πρέπει να είναι ο τρόπος εξέτασης του άριστου; Άραγε πρέπει να το συναριθμήσουμε και αυτό ανάμεσα στα υπόλοιπα αγαθά; Μα, κάτι τέτοιο θα ήταν άτοπο. Διότι το άριστο είναι τέλειος τελικός στόχος, και με ένα λόγο θα λέγαμε ότι ο τέλειος τελικός στόχος δεν είναι παρά η ευτυχία και τίποτε άλλο· αλλά η ευτυχία είναι, λέμε, προϊόν σύνθεσης περισσοτέρων αγαθών» (1184a 2.8).
Επομένως, ως άριστο μπορεί να εκληφθεί μόνο η ευτυχία, η οποία βεβαίως συναποτελείται από την εκπλήρωση πολλών αγαθών που συνθέτουν την αρετή της ψυχής. Όμως, δεν πρέπει το κάθε επιμέρους αγαθό να εκλαμβάνεται ως άριστο.: «Αν, λοιπόν, ψάχνεις το άριστο συναριθμώντας το στα αγαθά, τότε αυτό θα σου προκύψει ανώτερο από τον ίδιο του τον εαυτό· διότι το άριστο είναι το ανώτερο όλων. Παράδειγμα: πάρε όλα όσα συμβάλλουν στην υγεία, συνάθροισε σε αυτά και την ίδια την υγεία, και δες ποιο από όλα αυτά είναι το ανώτερο· το ανώτερο είναι η υγεία· αν λοιπόν αυτό είναι το αγαθό το ανώτερο όλων των αγαθών, τότε προκύπτει να είναι το ίδιο ανώτερο του εαυτού του, πράγμα άτοπο. Άρα, μάλλον δεν πρέπει να είναι αυτός ακριβώς ο τρόπος εξέτασης του αρίστου» (1184a 2.8 και 2.9).
Η υγεία παρουσιάζεται ως τελικός στόχος όλων των πράξεων που αποσκοπούν σε αυτή. Από αυτή την άποψη αποτελεί κάτι το άριστο, καθώς τίθεται ως ολοκλήρωση άλλων ενεργειών. Όμως και η ίδια η υγεία εναπόκειται στα αγαθά που θα συμβάλουν στην ευτυχία. Από αυτή την άποψη μπορεί επίσης να συγκαταλεχθεί ως αγαθό μαζί με όλα εκείνα που τη συναποτελούν φέρνοντας το αποτέλεσμα που τη θέλει να είναι και αγαθό και άριστο, κάτι σαν ανώτερη του εαυτού της.
Οτιδήποτε τίθεται ως τέλος άλλων ενεργειών δε σημαίνει ότι πρέπει να ταυτιστεί με το άριστο, καθώς και αυτό το ίδιο μπορεί να τεθεί με τη σειρά του ως αγαθό στην υπηρεσία ενός μεγαλύτερου στόχου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κορωνίδα όλων των πραγμάτων είναι η ευτυχία κι ότι τελικά μόνο αυτή μπορεί να ταυτιστεί με το άριστο.
Όμως, ακόμη κι έτσι, είναι αδύνατο να εξετάσει κανείς το αγαθό ως κάτι απολύτως μεμονωμένο, αφού και η ευτυχία δεν είναι τίποτε άλλο από την εκπλήρωση πολλών αγαθών που τη συναποτελούν: «Μήπως τότε πρέπει αλλιώς να εξετάσουμε το άριστο, σαν να είναι μόνο του, χωριστό από τα άλλα αγαθά; Μήπως, όμως, και αυτή η εξέταση οδηγεί σε άτοπο, δεδομένου ότι η ευτυχία απαρτίζεται από κάποια αγαθά προϋποθέτοντάς τα; Και δεν έχει νόημα να δούμε μήπως συμφέρει την εξέτασή μας η αναζήτηση αυτών των αγαθών, εφόσον η ευδαιμονία δεν είναι κάτι άλλο χωριστό από τούτα τα αγαθά αλλά ακριβώς τούτα» (1184a 2.9).
Ούτε συγκριτικά μπορεί να προκύψει το άριστο: «Μήπως τότε θα προέβαινε κανείς στην ορθή έρευνα του αρίστου με κάποιον τρόπο συγκριτικής μεθόδου όπως ο ακόλουθος; Αν, δηλαδή, την ευτυχία ως προϊόν σύνθεσης κάποιων αγαθών τη συνέκρινε με κάποια άλλα αγαθά που δε συμμετέχουν σε αυτή τη σύνθεση, μήπως τότε με αυτόν τον τρόπο θα προέβαινε στην ορθή έρευνα του αρίστου;» (1184a 2.10).
Η απάντηση είναι προφανέστατα αρνητική: «Αλλά το άριστο που τώρα αναζητούμε δεν αποτελεί μονάδα· για παράδειγμα, ενδεχομένως να λέει κάποιος ότι κατά τον τρόπο σύγκρισης “ένα προς ένα” το ανώτερο όλων των αγαθών είναι η διανοητική ικανότητα· ίσως, όμως, να μην είναι αυτός ο σωστός τρόπος αναζήτησης του αρίστου αγαθού, δεδομένου ότι αναζητούμε το τέλειο αγαθό, και η διανοητική ικανότητα από μόνη της δεν είναι τέλειο αγαθό· κατά συνέπεια, δεν είναι η διανοητική ικανότητα το άριστο που αναζητούμε, ούτε και πρέπει να αναζητούμε το άριστο κατ’ αυτόν τον τρόπο» (1184a 2.11).
Το άριστο είναι η ανθρώπινη πληρότητα, δηλαδή η κατάσταση της ύψιστης ηδονής, η οποία έχει διάρκεια και οφείλεται στη χρήση των αγαθών προϋποθέτοντας την ενέργεια της ψυχής για τη σωστή διαχείρισή τους. Η άσκοπη κατοχή στερείται νοήματος καταδεικνύοντας τη στρέβλωση της ψυχής που μετατρέπει το μέσο σε αυτοσκοπό. Γι’ αυτό η ευτυχία αφορά την ενάρετη ψυχή· γιατί μόνο αυτή είναι σε θέση να διαμορφώσει τις ισορροπίες.
Ο άνθρωπος που θα καταφέρει να το πραγματώσει αυτό είναι ευτυχισμένος: «Η ευτυχία, λοιπόν, ταυτίζεται πιθανότατα με κάποιο είδος χρήσης και ενεργητικής πραγμάτωσης. Και αυτό, διότι, όπου υπάρχει και χρήση και κατοχή, η χρήση-πραγμάτωση είναι τελικός σκοπός· και η ψυχή έχει βέβαια κατά κάποιο τρόπο την αρετή, αυτή όμως πραγματώνεται με τη χρήση της· ώστε η χρήση και πραγμάτωση της αρετής φαίνεται πως είναι ο τελικός στόχος, και κατά προέκταση η ευτυχία συνίσταται μάλλον στο να ζει κανείς κατά τις αρετές» (1184b 4.3).
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: «Βασισμένοι, λοιπόν, πρώτον στο ότι το άριστο αγαθό είναι η ευτυχία, και δεύτερον στο ότι η ευτυχία είναι τέλειο αγαθό και τελικός στόχος πραγματωμένος, σχεδόν βεβαιωνόμαστε ότι ζώντας κατά τις αρετές μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι και να έχουμε το άριστο αγαθό» (1184b 4.4).
Για το ότι η ευτυχία είναι ενέργεια ο Αριστοτέλης θα φέρει άλλη μία απόδειξη: «Μία επιπλέον απόδειξη για το ότι η ευτυχία είναι ενεργητική πραγμάτωση: στον ύπνο, ας πούμε ότι κάποιος σε όλη του τη ζωή κοιμάται – δε θα υπήρχε καμιά πιθανότητα να μιλήσουμε για ευτυχία σε μια τέτοια περίπτωση· ο άνθρωπος αυτός έχει μεν ζωή, δεν έχει όμως ζωή κατά τις αρετές, και το να ζει κατά τις αρετές σημαίνει να ζει πραγματώνοντας τις αρετές με τις ενέργειές του» (1185a 4.6).
Η πραγμάτωση της αρετής ως ύψιστης ψυχικής ισορροπίας που απελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη και τις στρεβλώσεις είναι η μοναδική προοπτική της ευτυχίας. Ο δέσμιος των παθών είναι αδύνατο να φτάσει στην ευτυχία, γιατί στερείται ψυχικής αρμονίας. Η αρετή δεν τίθεται απλά ως μέσο ορθής διευθέτησης των σχέσεων με τους άλλους, αλλά (πρωτίστως) ως βάση για την εξισορρόπηση του εαυτού. Και η εξισορρόπηση θα φέρει την αποδοχή, δηλαδή την ανώτερη μορφή συμφιλίωσης.
Από αυτή την άποψη, η ευτυχία δεν μπορεί παρά να απευθύνεται στους τέλειους (ολοκληρωμένους) ανθρώπους που κατάφεραν να απαλλαγούν από τα πάθη τους φτάνοντας στη συμφιλίωση του εαυτού μέσα από τους κανόνες της λογικής. Ο ευτυχής που βασίζεται στην άνοια επί της ουσίας δεν είναι ευτυχής, αφού ο άνους είναι αδύνατο να ενεργήσει. Γι’ αυτό και μια τέτοια ευτυχία κρίνεται ιδιαιτέρως επίφοβη μέσα στο χρόνο. Και το παραμικρό είναι σε θέση να την κλονίσει.
Οι κακίες είναι οι ατέλειες της ψυχής που βγαίνουν στην επιφάνεια σηματοδοτώντας τους κατώτερους ανθρώπους: «Αφού, πάλι, η ευτυχία είναι τέλειο αγαθό και τελικός στόχος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι και ο άνθρωπος που θα την έχει θα είναι τέλειος-ολοκληρωμένος (την ευτυχία δε θα την έχει ένα παιδί, ούτε υπάρχει παιδί ευτυχισμένο, αλλά θα την έχει ο ενήλικος, για το λόγο ότι αυτός είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος)» (1185a 4.4 και 4.5).
Ο αποκλεισμός των παιδιών από την ευτυχία έχει να κάνει με την απόδοση της βαθύτερης έννοιας του όρου, που προϋποθέτει τη φρόνηση και τη διανοητική αρετή. Ένα παιδί μπορεί να είναι ευτυχισμένο μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του, δηλαδή στο περιορισμένο πλαίσιο των δικών του ορίων σε σχέση με τη φρόνηση και τις διανοητικές αναζητήσεις. Η ευτυχία του ενήλικου είναι βαθύτερη και πιο ολοκληρωμένη, αφού στηρίζεται σε στέρεες βάσεις. Οι ηδονές που χαροποιούν το παιδί είναι σαφέστερα επιφανειακές σε σχέση με εκείνες των ενηλίκων.
Το να εξιδανικεύει κανείς την παιδική ευτυχία προβάλλοντας το πρότυπο της αθωότητας που έρχεται σε αντίθεση με την ιδιοτέλεια και τον ωφελιμισμό των μεγάλων είναι η ομολογία της αποτυχίας, καθώς θεωρείται από θέση αρχής ότι οι μεγάλοι είναι αδύνατο να πρεσβεύσουν την αρετή παρασυρόμενοι από τα πάθη τους. Μια τέτοια εκδοχή, όμως, δεν έχει καμία σχέση με την αριστοτελική εκδοχή της ευτυχίας. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για τη σημειολογία της ήττας, αφού προεξοφλεί το θάνατο της αρετής. Κάτι αντίστοιχο με το να μακαρίζει κανείς τον ανόητο, που νιώθει ευτυχής μέσα στην αθωότητα της ανοησίας του.
Αυτός είναι και ο λόγος που η –με αριστοτελικό περιεχόμενο– ευτυχία χρειάζεται χρόνο· γιατί είναι συνυφασμένη με την ωριμότητα: «Ακόμη, η ευτυχία δεν αποκτιέται σε χρονικό διάστημα ελλιπές, αλλά σε τέλειο-ολοκληρωμένο· και το ολοκληρωμένο χρονικό διάστημα ταυτίζεται κατά πάσα πιθανότητα με τη διάρκεια του ανθρώπινου βίου. Και στα σίγουρα έχουν δίκιο οι πολλοί που λένε ότι πρέπει να κρίνεται η ευτυχία κάποιου σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο διάστημα του βίου του, αφού πιστεύουν πως η τελειότητα συναντάται σε χρονικό διάστημα τέλειο-ολοκληρωμένο και συγχρόνως σε άνθρωπο τέλειο-ολοκληρωμένο» (1185a 4.5).
Ο άνθρωπος πρέπει να κρίνεται ευτυχής ή δυστυχής σε σχέση με το σύνολο της ζωής του κι όχι με κάποια ευτυχή ή δυστυχή φάση της. Κι αυτή είναι ακόμη μια απόδειξη ότι η ευτυχία νοείται μόνο σε συνάρτηση με την αρετή, καθώς μόνο ο ενάρετος μπορεί να έχει διάρκεια στην ευτυχία που νιώθει. Οι χαρές της τύχης εξανεμίζονται γρήγορα και οι συμφορές γίνονται ακόμη πιο αβάσταχτες όταν ο βίος δε συμβαδίζει με την αρετή. Ο χρόνος μετατρέπεται σε κριτήριο της ευτυχίας, είναι δηλαδή σε θέση να καταδείξει την ποιότητά της.
Ο πλούτος, η εξουσία, η χαρά των σωματικών ηδονών κρίνονται ιδιαιτέρως επίφοβα μέσα στο χρόνο. Ο άνθρωπος που στηρίζει την ευτυχία του σε αυτά είναι εύκολο να τη χάσει, γεγονός που αποδεικνύει τον επιφανειακό τρόπο που την προσέγγισε. Η ευτυχία της αρετής όμως, που προέρχεται από την ουσιαστική επαφή με τους ανθρώπους, τα εποικοδομητικά ενδιαφέροντα και την πνευματικότητα είναι ανεξάντλητη.
Ο άνθρωπος που εισπράττει ευτυχία από την άσκηση αυτών είναι σε θέση να ξεπεράσει ακόμη και τη μεγαλύτερη συμφορά, γιατί ο χρόνος και η ποιότητα των ασχολιών του θα επουλώσουν τις πληγές. Η ευτυχία δεν αφορά την τύχη αλλά την ποιότητα των ανθρώπων. Και η ποιότητα των ανθρώπων έχει να κάνει με την ποιότητα των ασχολιών που τους δίνουν χαρά.
Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα
Η σταύρωση τού Ιησού: Ένα προβληματικό, αλλά και συνάμα... βολικό σενάριο
«Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο» - Ένας πανικόβλητος θεός, ή με το στανιό «σωτήρας»
Μετά το τέλος της τελετής του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς δεν αναπαύεται για το υπόλοιπο της νύχτας, όπως θα ήταν φυσιολογικό, στο ανώγειο όπου δείπνησε, αλλά βγαίνει μαζί με τους μαθητές του, που μετά απ’ το δείπνο νυστάζουν αφόρητα και πηγαίνει στο προσυμφωνημένο σημείο της σύλληψής του, δηλαδή στο διπλανό αλσύλλιο ή «όρος» (λόφο) των ελαίων όπως θέλει ο Λουκάς (Οι υπόλοιποι ευαγγελιστές στέλνουν τον Ιησού στο χωριό Γεσθημανή).
Εκεί όμως, ενώ οι μαθητές του, μετά το πλούσιο γεύμα δεν μπορούν να ξαγρυπνήσουν μαζί του, ο Ιησούς βρίσκεται μόνος και αντιμέτωπος με τα περιορισμένα ψυχικά του αποθέματα! Αδημονεί κυριολεκτικά μέχρι θανάτου και η αφήγηση σημειώνει τον απίστευτο βαθμό της μικροψυχίας του: «Και ήρξατο εκθαμβείσθαι (να θολώνει, να συνταράσσεται) και να αδημονεί και λέγει εις αυτούς (τους μαθητές του) περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου…. Μονολογεί λέγοντας στους μισοκοιμισμένους πλέον μαθητές του κάτι που αφορά κυρίως τον ίδιο: «Το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής… Και αφού απομακρύνθηκε λίγο, έπεσε με το πρόσωπο στη γη (εικόνα απαράδεκτη για «θεό», με το πρόσωπο κολλημένο στο έδαφος άρχισε να παρακαλάει προσευχόμενος) Πάτερ μου, ει δυνατόν εστίν παρελθέτω (ας απομακρυνθεί) απ’ εμού το ποτήριον τούτο» ( Ματθαίος 26: 39 και Μάρκος 14: 32-41). Ο Μάρκος γράφει: «Έπιπτε επί της γης και προσηύχετο… Και έλεγε: Αββά (Αββάς: ο γέρων ο πατήρ) ο πατήρ, πάντα δυνατά σοι, παρένεγκε (απομάκρυνε) το ποτήριον τούτο απ’ εμού» (Μάρκος 14: 36).
Απ’ την ίδια την διατύπωση καταλαβαίνουμε ότι ο «Χρισμένος» εννοούσε απολύτως όσα έλεγε! Και ο τελευταίος παρατηρητής θα καταλάβαινε ότι ο πρωταγωνιστής αυτής της υπόθεσης έχει πλέον πρόβλημα! Οι δύο ευαγγελιστές (Ματθαίος και Μάρκος) με σαφήνεια περιγράφουν, ότι αυτή η αντίδραση του Ιησού, δεν ήταν μια φευγαλέα στιγμή ανησυχίας ή ένα επιφανειακό αίτημα πανικού, αλλά μια παράκληση που επαναλήφθηκε επίμονα και συστηματικά τρεις φορές: «Πάλιν εκ δευτέρου προσευχήθη λέγων. Πάτερ μου εάν είναι δυνατόν, να παρέλθει τούτο το ποτήριον (δοκιμασία) απ’ εμού, χωρίς να πιω αυτό… και προσευχήθη και τρίτη φορά ειπών τον αυτόν λόγον (τρίτη δηλαδή φορά με την ίδια παράκληση)» (Ματθαίος 26: 44. και Μάρκος 14: 41).
Όταν ένα τέτοιο αίτημα απορριφθεί τρεις φορές, δεν έχει νόημα να ξαναδοκιμάσεις. Μάλιστα, φυσιολογικά, η πρώτη και μοναδική φορά, θα έπρεπε να ήταν υπεραρκετή, αν αυτός που απορρίπτει το αίτημά σου είναι πράγματι ο ίδιος Θεός. Με τις τρεις όμως επαναλαμβανόμενες φορές και τα προσκυνήματα έως εδάφους, καταλαβαίνουμε πως ο Χριστός, είναι κυριολεκτικά πανικόβλητος και δεν προσεύχεται στον Θεό, (δηλαδή στον εαυτό του) αλλά συνομιλεί με κάποιον ή κάποιους, ζητώντας φορτικά και επιμόνως να τροποποιηθεί το προκαθορισμένο δραματικό και επικίνδυνο τέλος της ιστορίας του.
Ο Ιωάννης (που υποτίθεται πως ήταν παρών) συμπληρώνει την εικόνα τού εντελώς πανικόβλητου Ιησού, βάζοντας όπως θα δείτε σε μια φαινομενικά ανεξήγητα αντεστραμμένη σειρά τις ψυχικές μεταπτώσεις του Ιησού: «Φανερώθηκε τότε σ’ αυτόν άγγελος Κυρίου ενισχύων αυτόν και (εδώ προσέξτε την αντιστροφή των εξελίξεων… μετά απ’ την «ενίσχυση» αυτή του αγγέλου, ο Ιησούς) γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο. Εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκάς 22: 43-44).
Παράξενο… Πραγματικά ανεξήγητο! Ο Ιησούς κατέρρευσε εντελώς μετά την «ενίσχυση» που δέχθηκε από τον «ουρανόσταλτο άγγελο»! Ποια εξήγηση χωράει άραγε σ’ αυτό;
Ερώτηση: Γιατί κλαίει και οδύρεται ο Ιησούς μπροστά στην υποτιθέμενη θυσία του;
Ποιος άνθρωπος θα μάτωνε στο κλάμα και θα ζητούσε τρεις φορές απ’ τον οποιονδήποτε θεό, να αποφύγει την σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας, τη στιγμή μάλιστα που γνώριζε πως λίγες ώρες μετά θα αναστηθεί;
Ποιος άνθρωπος με στοιχειώδη αισθήματα, δεν θα αντάλλαζε ευχαρίστως λίγες ώρες δικής του νεκροφάνειας, με την πανανθρώπινη σωτηρία, αλλά βαλαντώνει στο κλάμα, για να μην περάσει αυτός λίγες ώρες ταλαιπωρίας πριν ανανήψει;
Ένας καταϊδρωμένος γιος θεού, ακόμα και για τα αλληγορικά ακροβατικά της θεολογίας, είναι μια ανεξήγητη εικόνα πανικόβλητου σωτήρα! Μα επιτέλους, τι ακριβώς ζητούσε ο Ιησούς παρακαλώντας τρεις φορές να μην πιει εκείνο το ποτήρι, Μα φυσικά να μην σταυρωθεί! Κανένα άλλο «ποτήρι» δεν υπήρχε μπροστά του! Ένας θεός όμως, δεν μπορεί να έχει τέτοια συμπεριφορά ακραίας αγωνίας, μπροστά στην εκτέλεση του πανανθρώπινου σωτηριακού σκοπού του...
Δηλαδή, αυτός ο «θεός»… παραλίγο να μη μας «σώσει»!...
Κατά πως όλα δείχνουν, αυτός που τελικά μας έσωσε, πρέπει να ήταν ο ανώνυμος εκείνος άγγελος που την τελευταία στιγμή τον πίεσε (ενίσχυσε) να το κάνει. Τι να υποθέσουμε κι εμείς οι απλοϊκοί, που μας εκνευρίζει αφάνταστα η σκέψη ότι μετά από εκατομμύρια χρόνια μοναξιάς, τον πλανήτη μας επισκέφθηκε επιτέλους με σωτηριακή διάθεση ένας αληθινός θεός και την τελευταία στιγμή, όχι μόνο το ξανασκέφτηκε αλλά σχεδόν του επέβαλαν να πιει το ποτήρι της σωτηρίας μας;
Οι θεολόγοι μας λένε, πως εκεί εμφανίσθηκε η ανθρώπινη πλευρά του! Μα δεν διαφωνούμε καθόλου, ακριβώς αυτή είναι που μας φαίνεται εντελώς απαράδεκτη! Τι σόι θεάνθρωπος είναι αυτός, που διστάζει και οδυρόμενος παρακαλάει να μη πιει το πικρό θυσιαστικό ποτήρι της σωτηρίας μιας ολόκληρης ανθρωπότητας, με τίμημα όχι τον δικό του απόλυτο αφανισμό, αλλά μια εξαιρετικά σύντομη ταλαιπωρία;
Στην διάρκεια της καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας, γνωρίσαμε αμέτρητους απλούς, εύθραυστους, θνητούς ήρωες, που συντρίφτηκαν καρτερικά στην εκτέλεση του καθήκοντός τους, για πολύ μικρότερα ιδανικά, χωρίς ούτε για μια στιγμή να καταδεχθούν να επιδείξουν κανέναν φόβο ή να παρακαλέσουν να παρέλθει το οποιοδήποτε ποτήρι της θυσίας τους! Γιατί αυτός ο δήθεν θεόσταλτος ήρωας δίστασε τόσο;
Κατά την θεολογία, ο θάνατος του Ιησού ήταν προϋπόθεση σωτηρίας. Κατ’ αυτήν ο Ιησούς δεν ήταν ένας απλός Εβραίος μαραγκός, αλλά ένας θεάνθρωπος. Δηλαδή: «Ένας τέλειος θεός και ταυτόχρονα ένας τέλειος άνθρωπος». Φαίνεται όμως, πως ο συνδυασμός των δύο αυτών τελειοτήτων, δημιουργεί συναισθηματική αστάθεια και ενώ ο φορτωμένος τελειότητες ήρωάς μας, ήρθε αποφασισμένος να μας σώσει, τελευταία στιγμή, το ξανασκεφτόταν ιδροκοπώντας μέχρις «αίματος» (Κάποιοι έσπευσαν να βεβαιώσουν και την ύπαρξη του ματωμένου ιδρώτα! Μα συγκρατηθείτε λίγο! Η ίδια η αφήγηση γράφει: «ίδρως ωσεί [σαν] θρόμβοι αίματος». Είναι λοιπόν σχήμα λόγου χάριν έμφασης και όχι πραγματικό αίμα στον ιδρώτα).
Θεολογικά, με τον προσωρινό «θάνατό» του, ο Ιησούς θα έσωζε ολόκληρη την ανθρωπότητα… Κι όμως φαίνεται πως ο Ιησούς δεν αντέχει ούτε ένα τέτοιο τρισένδοξο θυσιαστικό «ποτήρι». Μα τότε…ποιο «ποτήρι» επιτέλους θα του φαινόταν ευκολότερο να πιει; Δηλαδή, αιώνες τώρα, λατρεύουμε για θεό μας, κάποιον που μέχρι τελευταία στιγμή, παρακαλούσε απεγνωσμένα… να μη μας σώσει;!
Τελικά, ποιόν και γιατί παρακαλάει: «Ει δυνατόν εστίν παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο»; (Ματθαίος 26: 39). Ποιός θεός, αν όχι ο ίδιος θα αποφάσιζε αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατόν ή όχι; Και γιατί θεός ων δεν γνώριζε τι ήταν δυνατόν και τι όχι; Μήπως η ευλύγιστη θεολογική φαντασία, δύο χιλιετίες μετά, βρήκε το βαθύτερο νόημα της τριπλής αυτής παράκλησης του Θεού…προς τον εαυτό του;
Το ερώτημα είναι τόσο τραγελαφικό και ταυτόχρονα τόσο καυτό, που ήταν μάλλον αναμενόμενο, η διαχρονική θεολογία (πατρολογία) να φλυαρεί συστηματικά επ’ αυτού!. Πολλοί προσπάθησαν να ψελλίσουν κάποια αγαθόστριφτη ερμηνεία, για την ανεξήγητα έντονη αυτή αντίρρηση του Ιησού, να πιει το «ποτήρι» της σταύρωσής του, χωρίς όμως να καταφέρουν να βρουν μια ικανοποιητική απάντηση. Προσπαθώντας να απαντήσει σε παρόμοιες ερωτήσεις του Κέλσου, ο Ωριγένης γράφει ότι: «Το της κολάσεως ποτήριον (το ποτήρι του βασανισμού ήταν) η εγκατάλειψη (απ’ τον Θεό) του Ιουδαϊκού έθνους» (Κατά Κέλσου 25: 30).
Αξιοθρήνητα θεολογικά αερολογήματα, που δεν στηρίζονται πουθενά και όμως τα επανέλαβαν πολλοί θεολόγοι! (Ο Επιφάνιος γράφει: «Επειδή έμελλε διά του Ισραήλ να παραδοθεί, λυπούμενος το σπέρμα του Αβραάμ είπε αυτόν τον λόγο». [Haer 3.209.3-8-5] ). Δηλαδή, ο Ιησούς δεν ήθελε να προχωρήσει στην σταύρωση και την ανάστασή του, που θα έσωζε όλους τους ανθρώπους, για να μην απορριφθεί το σπέρμα του Αβραάμ και χαθεί το έθνος του Ισραήλ!
Όμως, γνωρίζουμε ότι με την δημιουργία του Χριστιανισμού, κάθε άλλο παρά εγκατάλειψη του ιουδαϊκού έθνους υπήρξε. Απεναντίας, οι πρώτοι που έγιναν μαζικά χριστιανοί, ήταν το σπέρμα του Αβραάμ, αφού οι ενημερωμένοι Ιουδαίοι κατάλαβαν την μοναδική ευκαιρία που είχαν πλέον, να προσεγγίσουν μέσα απ’ τον Χριστιανισμό, τα ισχυρά κέντρα αποφάσεων και ιστορικών εξελίξεων ώστε να κάνουν επιτέλους το όνειρο του Αβραάμ πραγματικότητα. Μάλιστα στηριζόμενος απολύτως στην Παλαιά Διαθήκη, ο Χριστιανισμός έδωσε στο έθνος αυτό, απίστευτες ευκαιρίες διεθνοποίησης της εβραϊκής ιστορίας και θεολογίας, κάνοντας παγκοσμίως γνωστό, ένα ασήμαντο μέχρι τότε θρησκευτικά και πολιτικά έθνος.
Η εξήγηση λοιπόν πρέπει υποχρεωτικά να είναι άλλη.
Ο επιστρατευμένος (χρισμένος) ήρωάς μας, λίγο πριν απ’ την δυσκολότερη καμπή της ιστορίας του, μας έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο! Απλώς δεν άντεχε να σταυρωθεί ούτε εικονικά! Οι αντιδράσεις του εκείνο το βράδυ, μας παρέδωσαν την σαφέστερη διαβεβαίωση, ότι ο συγκεκριμένος σωτήρας, δεν έχει καμία σχέση με σωτηριακά ιδανικά, ούτε είχε καμία σχέση με τους ουρανούς, γιατί ολοφάνερα δεν βιαζόταν καθόλου να επιστρέψει σ’ αυτούς.
Αναρίθμητοι απλοί άνθρωποι, αν διαβεβαιωθούν ότι με την αυτοθυσία τους θα επιτελέσουν παγκόσμιο σωτηρικό έργο…και μόνο για το έπαθλο της εξαιρετικής τους υστεροφημίας, θα “έπιναν” ευχαρίστως, ένα τέτοιο ένδοξο “ποτήρι″! Μάλιστα ολόκληρες στρατιές ηρώων, πηγαίνουν να πολεμήσουν μέχρι θανάτου, για πολύ μικρότερα ανταλλάγματα! Όμως, ήταν πια ολοφάνερο. Αυτός ο σωτήρας…τελευταία στιγμή κάτι είχε πάθει...
Ποιοι συνέλαβαν και δίκασαν τον Ιησού;
Τα κλαψουρίσματα του «σωτήρα», θα ακολουθήσει η σύλληψή του από τους Ρωμαίους, μετά από την -γεμάτη ερωτηματικά- «προδοσία» του Ιούδα. Ως εκ του θαύματος, ο Ιησούς φαίνεται πλέον πιο...θαρραλέος και αποφασισμένος: «Θα πιώ το ποτήρι που μου έδωσε ο Πατέρας» (Ιωάννης 18: 11).
Σύμφωνα λοιπόν με τον Ιωάννη, τον Ιησού συνέλαβαν όπως ήταν φυσικό οι ρωμαϊκές αρχές και φυσικά ουδέποτε τον παρέδωσαν στους Ιουδαίους για να δικαστεί. Όμως, αντίθετα από τον Ιωάννη, οι τρεις πρώτοι ευαγγελιστές, δεν αναφέρουν καθόλου τους Ρωμαίους στρατιώτες. Και οι τρεις ομόφωνα αναφέρουν, ότι τον Ιησού πήγαν να συλλάβουν: «Ο Ιούδας μαζί με ένα πλήθος ανθρώπων, οπλισμένων με μαχαίρια και ρόπαλα, σταλμένοι απ’ τους αρχιερείς και πρεσβύτερους του συνεδρίου» (Ματθαίος 26: 47, Μάρκος 14: 43, Λουκάς 22: 47). «Αυτοί δε (δηλαδή ο όχλος) που τον έπιασαν τον παρέδωσαν στον αρχιερέα Καϊάφα όπου και συνήχθησαν οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι» (Ματθαίος 26:57).
Το φυσικότερο βέβαια είναι, την σύλληψη μέσα στη νύχτα, να έκαναν οι μόνες αρμόδιες αρχές του τόπου, δηλαδή οι Ρωμαίοι, οι όποιοι όμως ουδέποτε θα παρέδιδαν τον κρατούμενό τους στους Ιουδαίους για να δικαστεί πρώτα απ’ αυτούς. Προφανώς ο Ιησούς συνελήφθη και κρατήθηκε για το υπόλοιπο της νύχτας στο φρουραρχείο, ώστε το πρωί να δικαστεί απ’ τον Ρωμαίο έπαρχο Πιλάτο!
Τα περί δίκης λοιπόν και ακροάσεων από τον αρχιερέα Άννα, Καϊάφα και Ηρώδη μέσα στην μαύρη νύχτα, είναι εντελώς φανταστικά και δεν θα μας απασχολήσουν, διότι ολοφάνερα είναι κατοπινά εφευρήματα, που μοναδικό σκοπό είχαν να περιπλέξουν την αρχική απλότητα του σεναρίου και να αυξήσουν την δραματικότητα των παθών του Ιησού!
Ένα είναι σίγουρο, οι ρωμαϊκές αρχές ουδέποτε θα συναποφάσιζαν για τα συμφέροντα της Ρώμης, με τα εντελώς αναρμόδια θεοκρατικά δικαστήρια των υπόδουλων Εβραίων. Μια τέτοια ανάμειξη λοιπόν εξουσιών, είναι εξόφθαλμα αδιανόητη. Απ’ την στιγμή που οι Ρωμαίοι είχαν λόγους κινητοποίησης και ανάμειξης, σημαίνει ότι οι κατηγορίες για τις οποίες συνελήφθη ο Ιησούς, δεν ήταν θεολογικές, αλλά κατηγορίες πιθανής υπονόμευσης της ρωμαϊκής εξουσίας και έναν τέτοιο κατηγορούμενο, οι Ρωμαίοι δεν θα τον παρέδιδαν ποτέ σε κανέναν άλλον να δικαστεί, παρά μόνο στον ίδιο τον Ρωμαίο έπαρχο, δηλαδή τον Πιλάτο!
Πράγματι: «Πρωίας γενομένης…παρέδωσαν τον Ιησού στον ηγεμόνα Πιλάτο» (Ματθαίος 27: 1-2). Είναι φυσικά ανώφελο να προσπαθήσουμε από τους διαλόγους της ανάκρισης να βγάλουμε συγκεκριμένο συμπέρασμα για την πραγματική μορφή της κατηγορίας και την διεξαγωγή της δίκης. Σωστά ο Μάρκος παρατηρεί αόριστα πως «οι αρχιερείς τον κατηγορούσαν για πολλά» (Μάρκος.13: 3).
Από την ερώτηση όμως του Πιλάτου προς τον Ιησού, «είσαι εσύ ο βασιλεύς των Ιουδαίων;» (Ματθαίος 27: 21), μπορούμε να υποθέσουμε ότι η βασική κατηγόρια εναντίον του, ήταν πράγματι σχετική με ενδεχόμενη στάση κατά της ρωμαϊκής φρουράς στην Ιερουσαλήμ. Όμως ο έπαρχος Πιλάτος, έμπειρος διοικητής, γρήγορα κατάλαβε ότι μπροστά του δεν είχε έναν άνθρωπο που ετοίμαζε ένοπλη στάση! Τίποτε από όσα μπορούσε να ελέγξει, δεν συνηγορούσε σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Ο Πιλάτος δεν άργησε να διακρίνει «ότι από φθόνο τον είχαν παραδώσει» (Μάρκος 13: 10). Μπροστά του είχε έναν κατασκευασμένο ένοχο, από ένα φθονερό ιερατείο, που τον ήθελε οπωσδήποτε νεκρό, για λόγους που ο Πιλάτος αδυνατούσε να υποθέσει. Προσπάθησε λοιπόν να αφήσει ελεύθερο τον συκοφαντημένο θεραπευτή, αλλά συνάντησε σφοδρότατη αντίδραση ακόμα κι από τον κατευθυνόμενο όχλο έξω από το πραιτώριο: «Οι δε ιερείς ξεσήκωναν τα πλήθη…φωνάζοντας σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον» Μάρκος 15: 11-14).
Το ιερατείο, οι μοναδικοί κατήγοροι του Ιησού, επιτέθησαν με σοβαρά σενάρια αντιρωμαϊκής συνωμοσίας: «Τον πιάσαμε να ξεσηκώνει τον λαό μας, να τον εμποδίζει να πληρώνει φόρους στον Καίσαρα και να ισχυρίζεται πως είναι ο βασιλιάς Μεσσίας» (Λουκάς 23: 2).
Οι κατηγορίες αν και αναληθείς, ήταν σοβαρές, αφού υπονοούσαν στάση κατά της Ρώμης. Πουθενά όμως δεν υπήρχαν αποδείξεις ικανές, να πείσουν τον Πιλάτο, πως ο αμίλητος άνθρωπος που είχε μπροστά του ήταν ένοχος, στασιασμού κατά της Ρώμης. Ούτε καν οι δραματικές καταγγελίες του καταδότη Ιούδα, δεν είχαν στο παραμικρό επαληθευθεί. Στον λόφο της σύλληψης, ο Ιησούς ήταν άοπλος και σχεδόν μόνος, δεν αντιστάθηκε καθόλου και δεν έδωσε ούτε μια στιγμή την εικόνα κάποιου που ετοίμαζε ένοπλη στάση κατά της πόλης! Υπέθεσε λοιπόν σωστά, ότι ο άνθρωπος που στεκόταν μπροστά του, ήταν θύμα του φαρισαϊκού θεοκρατικού φθόνου!
Παραδόξως ακόμα και ο ίδιος ο Ιησούς, με την σιωπή του, διευκόλυνε την γρήγορη καταδίκη του, αφού δεν έδινε καμία υπερασπιστική απάντηση στις ερωτήσεις του Πιλάτου: «Ουδέν απεκρίνετο… και ουκ απεκρίθη προς αυτώ ουδέν» (Ματθαίος 27: 12-14), γι' αυτό και «ο Πιλάτος απόρησε πολύ γι' αυτό» (Ματθαίος 27: 14).
Ο Πιλάτος, όταν διέκρινε ότι δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας για την ρωμαϊκή τάξη και ασφάλεια, δοκίμασε κατ’ επανάληψη να ξεφορτωθεί την ευθύνη μιας άδικης καταδίκης. Αν εξαιρέσουμε την περίπτωση του Βαραββά, που είναι φανερά επινοημένη, (Ο Βαραββάς κατηγορείται: «δια στάσιν [δηλαδή επανάσταση] και φόνον βεβλημένος εις φυλακήν» [Λουκάς 23: 25]. Ουδέποτε ο Πιλάτος θα απελευθέρωνε, έναν τέτοιον αποδεδειγμένο επαναστάτη, διακινδυνεύοντας την πολιτική του φήμη) σύμφωνα με το κείμενο, ο Πιλάτος θέλοντας να ξεφορτωθεί την ευθύνη, ζήτησε απ’ τους κατήγορούς του ιερείς, να θανατώσουν οι ίδιοι τον Ιησού (Ιωάννης 19: 6). Αυτοί όμως αρνήθηκαν μια τέτοια εξέλιξη, επιμένοντας στην σταύρωση και όχι στον λιθοβολισμό.
Παρ’ όλα αυτά, ο Πιλάτος που είχε φήμη πεισματώδους ανθρώπου, δεν έλεγε να εγκρίνει το επαναλαμβανόμενο δόλιο αίτημα της σταύρωσης... Το ιερατείο όμως, πέρασε στην τελική αντεπίθεση, αυτή του ωμού εκβιασμού. Έβαλαν λοιπόν τον κατευθυνόμενο απ’ αυτούς όχλο να κραυγάζει: «Όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλέα (όπως κατηγόρησαν τον Ιησού ότι έκανε) είναι εχθρός του Καίσαρα. Εάν τον ελευθερώσεις δεν θα είσαι πια φίλος του Καίσαρος» (Ιωάννης 19: 12). Αυτός ο εκβιασμός, ήταν εντελώς ξεκάθαρος. Αν τολμούσε να τον αθωώσει, η είδηση θα έφθανε απ’ αυτούς στον ίδιο τον Καίσαρα, με τον ξεκάθαρο υπαινιγμό, ότι δεν υπερασπίστηκε τα συμφέροντα της Ρώμης, από έναν επίδοξο κινηματία, που ήδη έφερε θρασύτητα και δημοσίως τον τίτλο του βασιλιά των Ιουδαίων.
Ο Πιλάτος καταλάβαινε πολύ καλά τον σοβαρό εκβιασμό το όνομα του Πιλάτου την περίοδο εκείνη, σχετιζόταν ήδη επικίνδυνα με τον ισχυρότερο στρατιωτικό της Ρώμης, κάποιον Αΐλιο Σηιανό (Aelius Sejanus) που όμως βρέθηκε ένοχος συνωμοσίας εναντίον του αυτοκράτορα, εξορίστηκε και στην συνέχεια θανατώθηκε μαζί με πολλούς άλλους συνωμότες (535) από τον αυτοκράτορα Τιβέριο.
Η πολιτική φήμη του Πιλάτου λοιπόν, κρεμόταν ήδη από μια κλωστή και οι Φαρισαίοι φαίνεται πως το γνώριζαν αυτό καλύτερα από τον καθένα. Ο Πιλάτος δεν θα άντεχε την παραμικρή αντιρωμαϊκή αναφορά στο όνομα του. Έτσι, «ακούσας λοιπόν ο Πιλάτος τούτον τον λόγον, έφερε έξω τον Ιησού και εκάθησε… ήτο δε Παρασκευή του Πάσχα και ώρα περίπου έκτη και λέγει προς τους Ιουδαίους. Ιδού ο βασιλεύς σας. Οι δε εκραύγαζον λέγοντες…άρον άρον σταύρωσον αυτόν, τότε λοιπόν παρέδωκε αυτόν διά να σταυρωθεί» (Ιωάννης 19: 13-16).
Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που ο Πιλάτος παρέδωσε αμέσως τον Ιησού στην εκτέλεση της ποινής, πράγμα που δείχνει ότι από την μεριά των Φαρισαίων, υπήρξε ιδιαίτερη απαίτηση, άμεσης εκτέλεσης του Ιησού προ της τελετής, με το προφανές πρόσχημα, ότι μόνο έτσι θα αποφευχθούν τα ενδεχομένως προσχεδιασμένα επεισόδια απ’ τους οπαδούς του κινηματία Ιησού, που σκοπό τους είχαν να αιματοκυλήσουν την επικείμενη τελετή. Αυτήν την απαίτηση των ιερέων, φαίνεται να βοήθησε αποτελεσματικά ο υποκινούμενος όχλος, με την ασταμάτητα επαναλαμβανόμενη ιαχή: «άρον, άρον (κουβαλήστε τον γρήγορα, τώρα) σταύρωσον αυτόν!».
Τα βασανιστήρια του Ιησού
Ο Ιησούς παραδόθηκε για σταύρωση με έκδηλη την προσωπική συμπάθεια του Πιλάτου στο πρόσωπό του. Κάτω λοιπόν απ’ αυτές τις συνθήκες καταδίκης, η ρωμαϊκή φρουρά, που από κοντά παρακολουθούσε τις εξελίξεις, είναι εντελώς απίθανο να κακοποίησε με οποιονδήποτε τρόπο, τον αδίκως καταδικασμένο σε θάνατο Ιησού.
Παρ’ όλα αυτά, η αφήγηση θέλοντας να δραματοποιήσει τα πάθη του Ιησού, διαπρέπει ξανά σε ολοφάνερες σκόπιμες παραποιήσεις, βάζοντας τους αμέτοχους σ’ αυτή την υπόθεση Ρωμαίους στρατιώτες, να περιπαίζουν, να μαστιγώνουν και να πλέκουν και τον εντελώς φανταστικό εκείνον ακάνθινο στέφανο.
Μάλιστα η εντελώς μυθιστορηματική προέλευση των δήθεν βασανισμών του Ιησού απ’ τους Ρωμαίους, γίνεται φανερή απ’ το γεγονός, ότι ο Ιησούς βασανίζεται από αυτούς, πριν από την καταδίκη του. Ο Ιησούς φοράει ήδη τον ακάνθινο στέφανο, πολύ πριν ακόμα κριθεί ένοχος και καταδικαστεί: «Εξήλθε (ο Πιλάτος) προς τους Ιουδαίους λέγοντας. Εγώ ουδεμία αιτία (ενοχής) ευρίσκω. Έφερε δε έξω τον Ιησού φορώντας τον ακάνθινον στέφανο…» (Ιωάννης19: 1-5).
Πώς είναι δυνατόν οι Ρωμαίοι στρατιώτες να κακοποίησαν τον Ιησού, και να του φόρεσαν οποιονδήποτε ακάνθινο στέφανο, ενώ ο αρχηγός τους ο Πιλάτος τον θεωρούσε εντελώς αθώο, πάσχιζε αγωνιωδώς να τον αθωώσει και είχε καταλήξει μετά από φανερό εκβιασμό στην άδικη αυτή καταδικαστική απόφαση;
Το πιθανότερο λοιπόν είναι, ότι τα περί βασανισμών του Ιησού δεν αληθεύουν. Όχι μόνο γιατί τα αγκάθια δεν θα ήταν τόσο εύκολο να βρεθούν, δίπλα στο πεντακάθαρο από αγκάθια πραιτόριο, (όπως δικαιολογημένα γράφουν άλλοι ερευνητές) αλλά κυρίως, γιατί οι Ρωμαίοι στρατιώτες, δεν ήταν όχλος, αλλά στρατιώτες που εκτελούσαν μόνο εντολές. Όταν ο αρχηγός της φρουράς, ο Πιλάτος, έκρινε κατά επανάληψη αθώο τον Ιησού, τότε ολόκληρη η φρουρά γνώριζε ήδη, ότι ο Ιησούς ήταν θύμα φαρισαϊκής σκευωρίας. Συνεπώς όχι μόνο καμιά εντολή βασανισμών δεν θα μπορούσε να υπάρχει, αλλά ούτε και οποιοδήποτε άλλο προσωπικό κίνητρο ήταν δυνατόν να έχουν οι Ρωμαίοι στρατιώτες, για να κακοποιήσουν κάποιον, που ποτέ δεν στράφηκε εναντίον τους και ο ίδιος ο αρχηγός τους, τον έκρινε απολύτως αθώο. Απεναντίας, είχαν κάθε λόγο να φερθούν με συμπάθεια, στον εμφανώς αδίκως καταδικασθέντα Ιησού.
Σε κάθε περίπτωση, το μαστίγωμα δεν θα μπορούσε να είναι εξοντωτικό, καθώς η έκθεση του κατάδικου σε κοινή θέα, προς μακροχρόνιο παραδειγματισμό, σωφρονισμό και εκφοβισμό ήταν η βασική αιτία επιλογής της σταύρωσης. Η σταυρική τιμωρία δεν έχει στόχο την άμεση τιμωρία του καταδικασμένου (δηλαδή τον απλό θάνατο του εγκληματία) αλλά τον μακροχρόνιο βασανισμό του, προς παραδειγματισμό και εκφοβισμό των υπολοίπων.
«Ώρα έκτη έως ενάτη»
Οι περισσότεροι πιστοί, νομίζουν επίσης ότι η σταύρωση του Ιησού κράτησε ατελείωτες ώρες ίσως και μέρες! Αγνοούν ότι η συγκεκριμένη σταύρωση είναι η συντομότερη όλων των εποχών, με τον Ιησού να σημειώνει το σκανδαλώδες ρεκόρ σύντομης παραμονής στον σταυρό!
Αν τα εκατομμύρια των πιστών δεν ζούσαν σε καθεστώς απόλυτης κατήχησης, θα καταλάβαιναν αμέσως, ότι αυτή η προκλητική (το πολύ δίωρη) παραμονή του Ιησού στον σταυρό, από μόνη της στοιχειοθετεί την πλέον αντικειμενική αφορμή σφοδρής αμφισβήτησης κάθε αυθεντικότητας της συγκεκριμένης «ανάστασης». Μάλιστα οι υποψίες εκτινάσσονται κυριολεκτικά στα ύψη, αν στην όλη εικόνα προσθέσουμε την απολύτως ύποπτη χρήση αναισθητικού (ναρκωτικού-καρωτικού) «όξους», που κατά την σαφή ομολογία της αφήγησης, (Ιωάννης 19: 30) προηγείται ακριβώς πριν από τον ολοφάνερα εικονικό θάνατο του Ιησού.
Κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη λοιπόν (που ήταν και ο μόνος «αυτόπτης» μάρτυρας) απ’ την εξαγγελία της σταυρικής απόφασης του Πιλάτου (στο Πραιτόριο), μέχρι τον θάνατο του Ιησού στο σταυρό, μεσολαβούν μόνο τρεις ώρες. Απ’ το τρίωρο αυτό πρέπει να αφαιρέσετε τον χρόνο της όποιας κακοποίησής του, τον χρόνο που φορτωμένος τον σταυρό περπάτησε μέχρι τον Γολγοθά, καθώς και τις προετοιμασίες της σταύρωσης. Μετά απ’ αυτά... μένει σε σας να αποφασίσετε πόσος είναι ο υπολειπόμενος χρόνος παραμονής του Ιησού επί του σταυρού.
Για τον χρόνο που ελήφθη η απόφαση της εκτέλεσής του διαβάζουμε: «Ήταν δε Παρασκευή του Πάσχα και η ώρα περίπου έκτη. Λέγει δε ο Πιλάτος στους Ιουδαίους: Να ο βασιλιάς σας. Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν: Άρον άρον σταύρωσον αυτόν… Τότε ο Πιλάτος παρέδωσε τον Ιησού να σταυρωθεί» (Ιωάννης 19: 14-16).
Για το χρόνο θανάτου πάνω στον σταυρό, διαβάζουμε ότι: «Περί δε την ενάτην ώραν ανεβόησεν ο Ιησούς λέγων: Ηλί, ηλί λαμά σαβαχθανί (Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;). Τινές δε των εκεί εστηκότων (παρισταμένων) έλεγον, τον Ηλία φωνάζει και ευθέως τις (κάποιος) εξ αυτών, λαβών τον σπόγγον και γεμίσας αυτόν (όξος) περιθέσας (τον σπόγγον) εις κάλαμον επότιζεν αυτόν. Ο δε Ιησούς… (δηλαδή αμέσως μετά το πότισμα του σπόγγου και περί την ενάτην ώραν,) άφηκε το πνεύμα» (Ματθαίος 27: 45-50).
Ο Μάρκος (15: 33-37) επαναλαμβάνει αυτολεξεί τα ίδια ακριβώς. Ο δε Λουκάς (23: 44-46) επιβεβαιώνει την ενάτη ώρα ως την στιγμή του θανάτου του Ιησού.
Κατά την ομόφωνη λοιπόν γνώμη των τριών πρώτων ευαγγελιστών, (ο Ιωάννης δεν αναφέρει καθόλου ώρα «θανάτου») ο Ιησούς παρέδωσε το πνεύμα στον «Πατέρα» του «περί ώρας ενάτης» (Ματθαίος 27: 45, Μάρκος 15: 34, Λουκάς 23: 44). Όμως, πριν από τρεις μόνο ώρες, δηλαδή «περί ώρας έκτης» (Ιωάννης 19: 14-16), ο Ιησούς βρισκόταν ακόμα στο πραιτώριο του Πιλάτου και μέχρι την σταύρωση του (πάντα κατά την αφήγηση), μεσολάβησαν ακόμα τα εξής χρονοβόρα γεγονότα: Οι Ιουδαίοι επέβαλαν με την οχλαγωγία τους την καταδικαστική απόφαση. Ο Πιλάτος τον παράδωσε στην φρουρά. Οι φρουροί (κατά την αφήγηση) τον περιέπαιξαν φορώντας του χλαμύδα και τον προσκυνούσαν περιπαικτικά. Στην συνέχεια τον έντυσαν ξανά με τα δικά του ρούχα, του φόρτωσαν τον σταυρό και τον οδήγησαν εκτός πόλεως στον δρόμο προς τον Γολγοθά.
Σταύρωση… με οδική βοήθεια
Το ότι ο Ιησούς δεν ήταν τόσο εξαντλημένος ή ετοιμοθάνατος από βαρύτατες κακώσεις που του προκάλεσε το μαστίγωμα (φραγγέλωμα), γίνεται φανερό απ’ το γεγονός ότι μπορεί και σηκώνει μόνος του το βάρος του σταυρού (18 έως 30 κιλά) στο μεγαλύτερο μέρος των περίπου 500 έως 600 μέτρων που διανύει. Βέβαια, καθ’ οδόν συμβαίνει κάτι αναπάντεχο: Ο Ιησούς (ο τέλειος άνθρωπος) και όχι οι δυο αμαρτωλοί συνοδοιπόροι του (που λογικά, επίσης μαστιγώθηκαν), σταμάτησε κουρασμένος και τον σταυρό ανέλαβε κάποιος Σίμων Κυρηναίος.
Τι παράξενη εξέλιξη! Ο άνθρωπος που ήρθε να σώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα, πρώτα τρεις φορές αρνείται μετά δακρύων την αποστολή του (στον κήπο της Γεσθημανής) και τώρα καταδέχεται ένας άλλος να του κουβαλήσει το φορτίο...
Και σαν μην φτάνει μόνο αυτό, ενώ ο Σίμων o Κυρηναίος κουβαλάει τον σταυρό του, ο Ιησούς όχι μόνο δεν χρειάζεται κάποια περίθαλψη, αλλά στήνει «πηγαδάκι» με γυναίκες: «Εκεί ο Ιησούς κοντοστάθηκε ξανά και μίλησε με κάποιες γυναίκες, λέγοντας πως έπρεπε να κλαίνε για τα δικά τους παιδιά και όχι για τον ίδιο» (Λουκάς 23: 28).
Το πρώτο πράγμα που συμβαίνει στον Γολγοθά, στον τόπο της σταύρωσης, είναι ότι οι Ρωμαίοι επιχειρούν να δώσουν στον Ιησού να πιει, ένα χαλαρωτικό οίνο πριν τον σταυρώσουν: «Και φέρουσιν αυτόν επί τον Γολγοθάν και έδιδον εις αυτόν να πιει οίνον μεμιγμένον με σμύρνα ("εσμυρνισμένον οίνον") αλλ’ εκείνος δεν έλαβε και (μετά απ’ αυτό) εσταύρωσαν αυτόν» (Μάρκος 15: 23).
Καρφώθηκε ή δέθηκε επί ξύλου ο Ιησούς;
Σύμφωνα με τον Σουηδό ακαδημαϊκό, ευαγγελιστή ιερέα και μελετητή της Καινής Διαθήκης, Γκούναρ Σάμιουελσον, οι Γραφές δεν λένε πως ο Ιησούς σταυρώθηκε. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει, το αρχικό κείμενο στα ελληνικά αποκαλύπτει μόνο πως ο Ιησούς κουβάλησε «κάποιο μηχάνημα βασανιστηρίων ή εκτελεστικό όργανο» σε έναν λόφο πάνω στο οποίο «κρεμάστηκε» και πέθανε.
Ο Σάμιουελσον, βασίζει τον ισχυρισμό του στην μελέτη αρχαίων κειμένων 900 ετών στις αρχικές γλώσσες τους -εβραϊκά, λατινικά και ελληνικά, την γλώσσα της Καινής Διαθήκης. Για 3 χρόνια μελετούσε 12 ώρες την ημέρα, λέει, και ανακάλυψε πως η κρίσιμη λέξη που συνήθως μεταφράζεται σαν "σταυρώνω" δεν σημαίνει απαραίτητα αυτό.
«Παραδόθηκε για να σταυρωθεί» λέει ο Σάμιουελσον για τον Ιησού, χρησιμοποιώντας τα ελληνικά της Βίβλου σαν επιχείρημα. Την εποχή που οι απόστολοι Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης έγραφαν τα ευαγγέλιά τους, αυτή η λέξη είχε την έννοια «κρεμάω», υποστηρίζει ο θεολόγος. «Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται υπό μια ευρύτερη έννοια από τη "σταύρωση"... Αναφέρεται στον απαγχονισμό, στο δέσιμο των κλημάτων σε έναν αμπελώνα και σε διάφορους άλλους τρόπους κρεμάσματος...».
Η λέξη «σταυρός» είναι αρχαιότατη, την αναφέρει (σταυροίσιν) ακόμα και ο Όμηρος στην Ιλιάδα (24.453).
Ο Ηρόδοτος δείχνει ότι πρόκειται για παλούκι: «Την δε κεφαλήν (του νεκρού) ανασταυρούσι» (Herodotus 4.103.6). Δηλαδή παλούκωναν τα κεφάλια των ηττώμενων στρατιωτών.
Οι Εγκυκλοπαίδειες αναφέρουν:
«Σταυρός: όρθιος πάσσαλος παλούκι» (Ελευθερουδάκης)
«Η λέξη σταυρός με αρχική σημασία "μακρύ ξύλο, στημένο όρθιο, παλούκι, πάσσαλος"» (ΠΑΠΥΡΟΣ-LAROUS-BRITANNIΚA).
«Σταυροί λέγονται τα ορθά και απωξυμμένα (μυτερά) ξύλα» (Μέγα ετυμολογικό 125.30).
Η λέξη αυτή όμως, όπως σωστά επισημαίνει ο Σάμιουελσον, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές υποψίες μας, παραπέμπει περισσότερο σε δέσιμο του θύματος (πάνω σε έναν όρθιο πάσαλο) παρά στο κάρφωμα του πάνω σ΄ αυτόν. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που τρεις ευαγγελιστές δεν κάνουν λόγο καθόλου για ανάλογα σημάδια και πληγές στα χεριά του Ιησού. Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι ο Ιησούς της βιβλικής αφήγησης, δέθηκε σε έναν πάσσαλο ή κρεμάστηκε όπως οι παρακείμενοι κακούργοι, (Λουκάς 23: 39 και Πράξεις 5: 30) με αντιστήριγμα στα πόδια ή ανάμεσα στα σκέλη.
Τί έγραφε η πινακίδα στο σταυρό;
Στα χριστιανικά ευαγγέλια αναφέρονται οι εξής εκδοχές για την πινακίδα στο σταυρό του Ιησού:
- «Kαι πάνω από το κεφάλι του τοποθέτησαν γραπτή την αιτία της καταδίκης του: «AYTOΣ EINAI O IHΣOYΣ, O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN»» (Ματθ. 27,37)
- «H αιτία επίσης της καταδίκης του ήταν διατυπωμένη σε επιγραφή, τοποθετημένη από πάνω του: «O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN»» (Μάρκ. 15,26)
- «Yπήρχε μάλιστα και μια επιγραφή από πάνω του, γραμμένη με γράμματα ελληνικά, ρωμαϊκά και εβραϊκά: «AYTOΣ EINAI O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN»» (Λουκ. 23,38)
- «Έγραψε και μια επιγραφή ο Πιλάτος και την τοποθέτησε πάνω στο σταυρό. H επιγραφή έλεγε: «O IHΣOYΣ O NAZΩPAIOΣ, O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN»» (Ιωάν. 19,19)
Καταρχάς μια τεχνική παρατήρηση: Αν πράγματι η πινακίδα περιείχε το μήνυμα που αναφέρεται στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο σε τρεις γλώσσες (ελληνικά, ρωμαϊκά, εβραϊκά), η πινακίδα θα πρέπει να ήταν τεράστια, αφού διαβαζόταν από μια απόσταση 5-10 μέτρων. Αλλά αυτό δεν είναι σημαντικό!
Πολύ σμαντικότερο είναι ότι, όπως έχει ξαναγραφεί, μια πόλη της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα της Γαλιλαίας με το όνομα Ναζαρέτ δεν υπήρξε ποτέ πριν και κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού και παρουσιάζεται για πρώτη φορά μέσα από τα Ευαγγέλια. Η πόλη αυτή φαίνεται να «ιδρύθηκε» από τους χριστιανούς θεολόγους και αναφέρεται στις ιστορικές πηγές περί τον 3ο μ.Χ. αιώνα.
Στα ιστορικά έργα του Ιώσηπου Φλάβιου, ο οποίος ήταν αρχιστράτηγος των γαλιλαιϊκών στρατευμάτων στην εξέγερση κατά της Ρώμης και ο οποίος, είχε συλληφθεί και κρατηθεί αιχμάλωτος από το έτος 67 μ.Χ., δεν αναφέρεται πουθενά αυτή η πόλη, αν και τα στρατεύματά του στρατοπέδευαν στην περιοχή της μετέπειτα Ναζαρέτ. Κατά τις συγκρούσεις για την κατάληψη της γειτονικής πόλης Sepphoris, η οποία απείχε μερικά χιλιόμετρα από τον οικισμό που ονομάστηκε αργότερα Ναζαρέτ, έπρεπε να αποτελεί αυτή η Ναζαρέτ από στρατηγικής σκοπιάς σημείο οπισθοχώρησης ή στρατοπέδευσης των στρατευμάτων του.
Μία πόλη Garis, 5 χλμ. νοτιοανατολικά της Sepphoris, που δεν υπάρχει πια και αναφέρεται πράγματι από τον Ιώσηπο (Βιβλίο 3, Κεφάλαιο 6,3) ως τοποθεσία του στρατοπέδου του, βρίσκεται ακριβώς στη θέση που υπάρχει η μεταγενέστερα αναφερόμενη Ναζαρέτ. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι σίγουρα μέχρι το 70 μ.Χ. δεν φαίνεται να υπήρχε κατ” όνομα μια πόλη Ναζαρέτ.
Αλλά και στους προηγούμενους αιώνες, στην π.Χ. εποχή, πουθενά δεν υπάρχει αναφορά στην πόλη αυτή. Στην Π.Δ., η οποία αποτελεί την πολιτική και θρησκευτική ιστορία του ιουδαϊκού λαού, γίνεται αναφορά σε χιλιάδες πόλεις, χωριά και οικισμούς, πολλά ονόματα που έπαψαν να αναφέρονται κατά τη μεταγενέστερη εποχή. Όμως, σε κανένα σημείο της Π.Δ. δεν αναφέρεται κάποιος οικισμός που θα μπορούσε να ταυτιστεί κατ” όνομα ή λόγω ιστορικών γεγονότων με την πόλη που ονομάστηκε Ναζαρέτ. Άρα τυχόν εικασίες ότι μπορεί να υπήρχε παλαιότερα το όνομα Ναζαρέτ, να περιέπεσε για δεκαετίες ή και αιώνες στη λήθη και να επανήλθε αργότερα, δεν ευσταθούν.
Το Ταλμούδ, μια συλλογή ιουδαϊκών νόμων που γράφτηκε μετά τα χριστιανικά ευαγγέλια (3ος αι.), αναφέρει πολλούς μικρούς και μεγάλους γαλιλαιϊκούς οικισμούς, αλλά ούτε μία φορά τη Ναζαρέτ. Γενικότερα, ουδείς ιστορικός ή άλλος συγγραφέας, πριν ή λίγο μετά τον Ιησού, έχει αναφέρει ποτέ το όνομα αυτής της πόλης. Η μόνη «πηγή» που «ιδρύει» και περιγράφει τη Ναζαρέτ, είναι η χριστιανική παράδοση, στην οποία αναφέρεται ακόμα ότι εκεί υπήρχε και συναγωγή, άρα θα έπρεπε να είναι ένας μεγαλύτερος οικισμός και όχι μια μικρή ομάδα κατοικιών ή ένας σταθμός αγροτικής παραγωγής.
Παραμένει λοιπόν ανεξήγητο, πώς είναι δυνατόν να υπήρχε στο σταυρό του Ιησού επιγραφή σε τρεις γλώσσες που αναφερόταν σε μια πόλη, η οποία δεν υπήρχε καν εκείνη την εποχή ή πριν από αυτήν. Και πώς αναφέρεται αυτή η πόλη στα Eυαγγέλια που λέγεται ότι γράφτηκαν μέσα στον 1ο αιώνα, αλλά δεν αναφέρεται στο Ταλμούδ που γράφτηκε δύο αιώνες αργότερα;
Κατά μία «αιρετική» εκδοχή ο χαρακτηρισμός Ναζωραίος (ή αλλιώς Ναζηραίς ή Ναζηραίος) σήμαινε στα εβραϊκά ο κεχρισμένος. Επειδή όμως οι θεόπνευστοι πατέρες του χριστιανισμού δεν κατανοούσαν αυτή τη λέξη, νόμισαν ότι ήταν προσδιορισμός με τοπική-εθνική σημασία και «κατασκεύασαν» μια πόλη Ναζαρέτ. Τότε όμως, πώς αναφέρονται στα ευαγγέλια ο Ιησούς, αλλά και ο πατέρας του Ιωσήφ ως Ναζωραίοι;
Μυστήρια πράγματα χριστιανικών παραποιήσεων!
Από τι πέθανε ο Ιησούς;
Ο Ιησούς των κειμένων, ήταν ένας τριαντατριάχρονος άνδρας, δηλαδή στην ακμή της δύναμής του. Μάλιστα κατά την θεολογία, ήταν ένας τέλειος άνδρας, χωρίς την φθοροποιό αμαρτία του Αδάμ. Άρα ήταν ασφαλώς και ανθεκτικότερος από κάθε άλλον άνθρωπο επί γης. Από ποια αιτία λοιπόν πέθανε, σε λιγότερο από δύο ώρες, ένας τέτοιας ασυνήθιστης αντοχής τριαντατριάχρονος άνδρας, απλά δεμένος στον σταυρό;
Ούτε πείνα, ούτε δίψα, ούτε οποιαδήποτε αναπνευστική δυσκολία, σκοτώνουν έναν νέο άνθρωπο, στον ελάχιστο αυτό χρόνο των δύο ωρών. Το περίφημο πνευμονικό οίδημα (υγρό στους πνεύμονες) λόγω παρατεταμένης δυσκολίας στην αναπνοή του σταυρωμένου, που αναγκάσθηκαν να ανακαλύψουν σαν αιτία θανάτου, οι προβληματισμένοι πιστοί, όχι μόνο δεν επιβεβαιώνεται από σχετικά πειράματα, αλλά ακόμα κι αν το δεχθούμε ως αιτία θανάτου, δεν έχει καμία πιθανότητα να εμφανιστεί στον ελάχιστο αυτό χρόνο της δίωρης ταλαιπωρίας του Ιησού πάνω στον σταυρό.
Ακόμα κι αυτοί, που δεν μπορούν να δεχθούν ότι στην περίπτωση του Ιησού δεν χρησιμοποιήθηκαν καρφιά στα χέρια και στα πόδια, θα πρέπει να μάθουν, ότι ακόμα και αν δεχθούμε τα τραύματα αυτά στα πόδια και τα χέρια, το σκηνικό στην περίπτωση του Ιησού δεν αλλάζει διόλου. Παρόμοια τραύματα, δεν είναι θανατηφόρα, δεν δημιουργούν ακατάσχετη αιμορραγία και φυσικά σε δύο μόνο ώρες, δεν μολύνονται σε θανατηφόρο βαθμό.
Ο γνωστός καθηγητής θεολογίας Μπαλάνος έγραψε: «Η αιμορραγία των άκρων εκ της προσηλώσεως (από το κάρφωμα) έπαυε ταχέως και δεν ήτο θανατηφόρος. Τον θάνατο επέφεραν η (πολυήμερη) παρά φύση στάση του σώματος, εκ της οποίας προήρχετο μεγάλη αταξία στην κυκλοφορία του αίματος…» ("Η μεγάλη εβδομάς και το Πάσχα", σελ. 25-26).
Το παρακάτω απόσπασμα εφημερίδος, μας δίνει την αντικειμενική αίσθηση του πράγματος, από μια πραγματική εμπειρία σταύρωσης: «Ένα εκπληκτικό κατόρθωμα επέτυχαν δύο νεαροί Γάλλοι, εγκατεστημένοι στο Μόντρεαλ. Ο Πάτρικ Μπενισού και η γυναίκα του Μαρίτα, ιδρυτές σχολής γιόγκα, έμειναν σταυρωμένοι, ενώπιον εκατοντάδων θεατών, θέλοντας να αποδείξουν ότι η πλήρης αυτοκυριαρχία μπορεί να κατανικήσει τον πόνο… Ο Πάτρικ κάρφωσε μόνος του τα πόδια και το ένα του χέρι! Τέλος κάποιος ανέλαβε να χτυπήσει και το τελευταίο καρφί στο δεξί του χέρι! Στην θέση αυτή (του σταυρωμένου) έμειναν ακίνητοι και σχεδόν μειδιώντες η Μαρίτα 22 ώρες ο δε Πάτρικ (32 ετών) 30 ώρες» («ΒΗΜΑ» 21 Σεπτεμβρίου 1967 – Μόντρεαλ 21. Από το Βιβλίο του Ιάσονα Ευαγγέλου "Το θρησκευτικό φαινόμενο" σελ. 75.).
Η παραπάνω περίπτωση, δίνει την σωστή χρονική διάσταση στο ζήτημα, δείχνοντας περίτρανα ότι η σταύρωση ήταν ειδικά επιλεγμένη για να σκοτώνει τα θύματά της αργά και βασανιστικά. Όμως η ίδια η αφήγηση της Καινής Διαθήκης, επιμένει να μας δείχνει ξεκάθαρα, ότι ο χρόνος παραμονής του Ιησού στον σταυρό, ήταν εξωφρενικά μικρός.
Ναι, στην διασημότερη θανατηφόρο σταύρωση της ανθρωπότητας, απουσιάζει εντελώς, ο αναγκαίος χρόνος για μια σταδιακή σωματική εξάντληση μέχρι θανάτου. Αντιθέτως ο Ιησούς μέχρι την τελευταία στιγμή, παρέμεινε ακμαίος και διέθετε στεντόρεια φωνή, που μόνο προθανάτια κατατονία δεν δηλώνει: «Ανεβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων Ηλί, ηλί…» (Ματθαίος 27: 46). Μάλιστα, όπως είπαμε, με πλήρη διαύγεια πνεύματος, συνομιλούσε μέχρι την τελευταία στιγμή, τόσο με τους εκατέρωθέν του σταυρωμένους ληστές, υποσχόμενος παραδείσους, όσο και με τους συγγενείς του, τακτοποιώντας οικογενειακές του υποθέσεις.
Από τι πέθανε λοιπόν ο Ιησούς πάνω στον σταυρό; Στο δίωρο αυτό της σταύρωσής του, ο Ιησούς δεν παρουσίασε απολύτως κανένα σύμπτωμα προθανάτιας εξάντλησης. Όμως, όπως ξεκάθαρα ομολογείται…μόλις ο Ιησούς φώναξε τον «Ηλία» ή οποιοδήποτε άλλο σύνθημα στα χαλδαιϊκά και κάποιος εκ των ημετέρων, έτρεξε, του έβαλε με το καλάμι τον σπόγγο στο στόμα…ο Ιησούς πάραυτα παρέδωσε το πνεύμα.
Ο λογχισμός του Ιησού
«Εις των στρατιωτών εκέντησε (ένυξε) με λόγχην την πλευράν αυτού, και ευθύς εξήλθεν αίμα και ύδωρ» (Ιωάννης 19: 34).
Τελικά μήπως ο Ιησούς πέθανε από λογχισμό (νύξη) επί του σταυρού;
Η ιδέα μπορεί να είναι εντελώς δελεαστική, αλλά δεν θα έπρεπε καθόλου να αποτελεί μέρος της απάντησης, μια και ο οποιοσδήποτε λογχισμός, αποτελεί μεταθανάτιο τραυματισμό. Ο Ιησούς πρώτα εκπνέει, και άγνωστο ποσό μετά λογχίζεται στην πλευρά. Είναι αυτονόητο πως κάθε συνετή ιατροδικαστική έρευνα, δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει τον λογχισμό σε ένα πτώμα ως αφορμή θανάτου. Μάλιστα αν οι ίδιοι πιστοί δεχθούν ότι το «τετέλεσται» δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και τον πραγματικό θάνατο του Ιησού…τότε μόνοι τους ανοίγουν επίσημα τον ασκό των υποθέσεων της κωματώδους κατάστασης του Ιησού από το καρωτικό όξος που ήπιε πριν αναφωνήσει «τετέλεσται». Συνεπώς κάθε απόπειρα να συνδεθεί ο θάνατος του Ιησού με τον λογχισμό αυτόν, παραβιάζει την ιδία την αφήγηση μια και ο λογχισμός αυτός έρχεται πολύ μετά το «τετέλεσται» του Ιησού.
Τι θα πούμε όμως για τον λογχισμό αυτόν, αν η υπόθεση της κωματώδους κατάστασης του Ιησού μετά το καρωτικό όξος αληθεύει; Δεν θα μπορούσε να ήταν αυτό ένα χτύπημα οριστικά θανατηφόρο; Απαριθμήστε τα προβλήματα και τις ενστάσεις που προκύπτουν από μια τέτοια παραδοχή:
Πρέπει να σημειώσουμε ότι το χτύπημα της λόγχης, δεν το αναφέρει παρά μόνο ο Ιωάννης. Οι υπόλοιποι ευαγγελιστές, ενώ αναφέρουν τον (Εβραιο-ρωμαίο!) εκατόνταρχο Λογγίνο (στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται με το όνομά του, αλλά με το αξίωμά του [κεντυρίων*, ή εκατόνταρχος]), δεν αναφέρουν τίποτε για τον λογχισμό του νεκρού Ιησού. Είναι δυνατόν οι ίδιοι του οι μαθητές-βιογράφοι του που με πάθος θέλουν να αναδείξουν κάθε λεπτομέρεια του μαρτυρίου του, να μην αναφέρουν την τόσο ενδιαφέρουσα αυτή κακοποίηση του δασκάλου τους; Άρα η υπόθεση του εμβόλιμου μεταθανάτιου τραυματισμού, δεν φαίνεται και τόσο μετέωρη. Ο Ιησούς ουδέποτε τραυματίστηκε σοβαρά στον σταυρό από σφοδρό διαπεραστικό λογχισμό.
*Κεντώ σημαίνει ότι τρυπώ ελαφριά το δέρμα (τατουάζ = κέντημα δέρματος)
Ο βαθιά ναρκωμένος Ιησούς με το μείγμα των προσεκτικά διαλεγμένων καρωτικών που ήπιε, μπορούσε να δεχθεί, κάψιμο, κόψιμο, έως και τρύπημα κρανίου, χωρίς να δείξει την παραμικρή αντίδραση για τις επόμενες τρεις έως και τέσσερις ώρες. Έτσι στην περίπτωσή του ένα δυνατό «κέντημα» στα πλευρά, δεν θα προκαλούσε κανενός είδους αντίδρασης. Για έναν απλό στρατιώτη, αυτή η παντελής έλλειψη αντίδρασης, ενός από ώρα ακίνητου εσταυρωμένου, ήταν και η καλύτερη απόδειξη ότι ο εσταυρωμένος αυτός είχε πράγματι αποβιώσει.
Ένας τραυματισμός στα πλευρά ενός νεκρού ανθρώπου και μάλιστα αδικο-σταυρωμένου, θα ήταν μάλλον αναίτιος. Αν παρ’ όλα αυτά, κάποιος στρατιώτης ήθελε να απαλλαγεί από υποψίες επιβίωσης του θύματος, δεν θα λόγχιζε ήπια (δεν θα κέντιζε) στα πλευρά, αλλά θα έδινε την χαριστική βολή, σε καίριο σημείο δηλαδή κατ’ ευθείαν στην καρδιά.
Το πιθανότερο είναι λοιπόν, ότι οι συντάκτες του συγκεκριμένου ευαγγελίου που φέρει το όνομα Ιωάννης, απλά δανείζονται στοιχεία από την εικόνα αυθεντικού σταυρικού θανάτου (μετά από πολυήμερη αναπνευστική ταλαιπωρία) και γι’ αυτό τοποθετούν το νερό (πνευμονικό υγρό) και αίμα στα πλευρά του Ιησού, ώστε να κάνουν και την απίστευτα σύντομη (δίωρη) σταύρωση του Ιησού, να φαίνεται όσο γίνεται πιο αληθινή.
Μάλιστα αν θυμηθούμε ότι οι νεκροί δεν αιμορραγούν, αφού η σταματημένη καρδιά τους δεν κυκλοφορεί το αίμα, μπορούμε να υποθέσουμε, ότι αν ο Ιησούς είχε την ατυχία, να δεχθεί ένα οποιουδήποτε βάθους τραυματισμό στα πλευρά του, αυτό θα ήταν απολύτως καταστροφικό για την επιδιωκόμενη ανάστασή του, διότι ο υπνωτισμένος και όχι νεκρός Ιησούς, θα παρουσίαζε ακατάσχετη αιμορραγία και αυτό θα μαρτυρούσε στον ίδιο τον φρουρό, καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη απόδειξη, ότι ο Ιησούς φαινόταν, αλλά δεν ήταν καθόλου νεκρός. Η επόμενη κίνηση των φρουρών, την συγκεκριμένη μέρα, θα ήταν ο άμεσος και θανατηφόρος ανασκολοπισμός του Ιησού, πράγμα που ποτέ δεν συνέβη. Στα πλευρά του Ιησού λοιπόν δεν υπήρξε ούτε τραύμα, ούτε ακατάσχετη αιμορραγία.
Στην κατεύθυνση της υστερότερης επινόησης του περιστατικού, συνηγορεί έντονα και το γεγονός, ότι μόνο στο ίδιο αυτό ευαγγέλιο του Ιωάννη, βρίσκουμε και την επιβεβαίωση αυτού του τραυματισμού στο περιστατικό του άπιστου Θωμά. Ο αναστημένος πλέον Θεός, επιδεικνύει ανεξήγητη ανοχή στον μαθητή του Θωμά (που μετά από δύο ολόκληρα χρόνια θαυμάτων κοντά στον Ιησού, εξακολουθεί να μην πιστεύει), λέγοντάς του: «Φέρε το χέρι σου και βάλτο στο πλευρό μου» (Ιωάννης 20: 27).
Την επίδειξη της τραυματισμένης πλευράς του Ιησού, αγνοεί ακόμα και η σχετική αναφορά του Λούκα, όπου ο αναστημένος Ιησούς, περιέργως προσπαθεί να πείσει τους μαθητές του ότι είναι ο δάσκαλός τους λέγοντας: «Δείτε τα χέρια και τα πόδια μου για να πεισθείτε ότι εγώ είμαι» (Λουκάς 24: 39). Και πάλι όμως δεν αναφέρεται καθόλου, στο σημαντικότερο (και κατά πολλούς θανατηφόρο) τραύμα του στα πλευρά!
Η σύμπτωση δεν είναι τυχαία. Μόνο ο «Ιωάννης» που επινόησε τον λογχισμό, πρόσθεσε στο ευαγγέλιό του και την επίδειξη του τραύματός του στον Θωμά, αφού για το σημαντικότερο αυτόν τραυματισμό του Ιησού, δεν αναφέρει το παραμικρό, κανένας απ’ τους τρεις υπόλοιπους ευαγγελιστές!
Στον Λουκά μάλιστα διαβάζουμε: «Έστεκαν δε πάντες οι γνωστοί αυτού μακρόθεν» (Λουκάς 23: 49). Είναι λοιπόν δυνατόν, ο ήρωας της ανάστασης, να κακοποιήθηκε μπροστά σε τόσους συγγενείς και φίλους, με εμπηγμό ξίφους σε ένα απ’ τα πλευρά του και την αξία αυτής της λεπτομέρειας, ακόμα και σαν εξαιρετικό ενισχυτικό της αυθεντικής ανάστασής του, να την παραβλέπουν τρεις από τους τέσσερις βιογράφους του;
Τι ήταν το «καρωτικό όξος», με το οποίο έβρεξαν τα χείλη του Ιησού;
Στην περιοχή της Ιουδαίας ήταν πασίγνωστο ένα φυτό, το λεγόμενο «Papaver somniferum» ή αλλιώς το γνωστό μας όπιο. Κεντρική ουσία του φυτού είναι η μορφίνη, η οποία χρησιμοποιείτο από τους ιατρούς θεραπευτές πριν από τις επεμβάσεις στους ασθενείς τους από την προ Χριστού εποχή. Οι ιδιότητες του φυτού σαν παυσίπονο και ναρκωτικό ήταν γνωστές.
Πρέπει να σημειώσουμε λοιπόν, ότι στα κείμενα ξεκάθαρα ορίζεται, ότι το όξος (οίνος) ανακατεμένο με σμύρνα ή χολή, το οποίο αρνήθηκε ο Ιησούς να λάβει, εδόθη στον Ιησού απ’ τους Ρωμαίους, μόλις αυτός έφτασε στον τόπο της εκτέλεσης και ακριβώς λίγο πριν από την σταύρωσή του.
Επρόκειτο για ένα ποτό προσωρινού κατευνασμού των αντιδράσεων των θυμάτων της σταύρωσης. Το συμπέρασμα αυτό το δέχονται οι πλέον αρμόδιοι ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης, όπως ο Ι. Καραβιδόπουλος (έδρα Καινής Διαθήκης Α.Π.Θ.) ο οποίος γράφει: «Ο εσμυρνισμένος οίνος που προσφέρεται στον Ιησού, επέχει θέση αναισθητικού, το οποίο προσφερόταν συνήθως για να διευκολύνεται η εκτέλεση της σταύρωσης και να μην ανθίσταται ο εσταυρωμένος» («Το κατά Μάρκον ευαγγέλιο» σελ. 490. Εκδ. Πουρνάρα).
Η εγκεκριμένη (απ’ την ιερά σύνοδο) μετάφραση Β. Βέλλα το ξεκαθαρίζει αυτό καλύτερα απ’ οποιονδήποτε άλλον γράφοντας: «Tον έφεραν στον Γολγοθά, που στα ελληνικά σημαίνει "τόπος κρανίου", (και εκεί) του έδωσαν να πιεί κρασί ανακατεμένο με αναισθητικό, ο Ιησούς όμως δεν το δέχθηκε. Τότε (δηλαδή μετά απ’ αυτό) τον σταύρωσαν…» ( Β.Β. Μάρκος 15: 23).
Ήταν λοιπόν προφανώς καθιερωμένο απ’ τους Ρωμαίους, την ώρα της σταύρωσης, να δίνουν στους κατάδικους μαζί με κρασί, κάποιο ελαφρό αναισθητικό, ώστε να διευκολύνονται κυρίως οι ίδιοι οι σταυρωτές στα δύσκολα καθήκοντά τους, κάτι όμως που έκανε και για τα θύματά τους υποφερτή την τελική διαδικασία της σταύρωσής τους!
Επίσης ήταν γνωστό ότι σε συνδυασμό με άλλη ουσία, προφανώς με μανδραγόρα, έχει σαν αποτέλεσμα την άμεση λιποθυμία και την πτώση των παλμών της καρδιάς για ένα μικρό χρονικό διάστημα, σε ελάχιστο επίπεδο χωρίς να την εξασθενεί, αλλά τουναντίον να την ενισχύει. Εκτός από όλα αυτά μειώνεται η αναπνοή στο ελάχιστο και το σώμα χαλαρώνει πλήρως. Καταλαβαίνετε λοιπόν, γιατί μετά το «τετέλεσθαι» τον κεντάει ο Λογγίνος; Το τέλειο πιστοποιητικό θανάτου ενός ζωντανού ανθρώπου, ο οποίος είναι απλά και μόνο τραυματισμένος ναρκωμένος και αναίσθητος.
Ποιοι έδωσαν το όξος στον Ιησού;
Την πρώτη φορά, που του έδωσαν το όξος οι Ρωμαίοι, ο Ιησούς το αρνήθηκε. Την δεύτερη φορά φορά όμως που του προσφέρεται και πάλι το όξος, δεν έχει αντιστάσεις ή αντιρρήσεις. Γιατί όμως;
Ο Ιησούς (κατά την αφήγηση) βρίσκεται ήδη σταυρωμένος ελάχιστα λεπτά πριν από τον «θάνατό» του. Παρ’ όλα αυτά, συνομιλεί με πλήρη διαύγεια με τον Ιωάννη και την μητέρα του, που βρίσκονται «παρά τω σταυρώ», δηλαδή ακριβώς δίπλα του, στη βάση του σταυρού. Ο Ιησούς απευθυνόμενος σ’ αυτούς με πλήρεις τις αισθήσεις του, αναθέτει στον μαθητή του Ιωάννη την προστασία της Μητέρας του Μαρίας. Ακριβώς όμως στην προέκταση της ίδιας αυτής συζήτησης, ο Ιησούς λέει «διψώ», απευθυνόμενος φυσικά σ’ αυτούς που βρίσκονται «παρά τω σταυρώ».
Ο Ιωάννης και οι τρεις Μαρίες, τοποθετούν (αγκυλώνουν) το κατάλληλο σφουγγάρι πάνω σε ένα ματσάκι από φρύγανα ρίγανης χωμένο μπροστά στο κούφιο καλάμι (Ιωάννης 19: 29) ή απλά κατ’ ευθείαν σε κατάλληλα σχισμένο καλάμι (Μάρκος 15: 35) που κάποιος φρόντισε να έχει μαζί του, δίνοντας στον Ιησού, που μόλις προηγουμένως συνομιλούσε μαζί τους, μια γουλιά απ’ το δικό τους αυτή τη φορά “όξος”.
Στην σκέψη ότι οι δικοί του άνθρωποι και όχι οι Ρωμαίοι στρατιώτες, είναι αυτοί που έδωσαν την δεύτερη αυτή φορά, το τελικό «όξος» στον Ιησού, μας οδηγούν τα ίδια τα κείμενα. Εντούτοις, όλες οι θεολογικές ερμηνείες, σπεύδουν, συχνά παραποιώντας αδίστακτα τα κείμενα, να βοηθήσουν την αντίθετη άποψη. Παράδειγμα η εγκεκριμένη απ’ την ιερά σύνοδο μετάφραση της Αγίας Γραφής Β. Βέλλα (Β.Β.) γράφει παντελώς αυθαίρετα: «Λέγει (ο Ιησούς) διψώ… (τότε) οι στρατιώτες (η λέξη στρατιώτες δεν υπάρχει στο κείμενο!) βούτηξαν ένα σφουγγάρι στο ξύδι, το στήριξαν στην άκρη ενός κλαδιού ύσσωπου (ο ύσσωπος είναι θάμνος ρίγανης και δεν μπορεί να έχει κλαδιά!) και το έφεραν στο στόμα του Ιησού» (Β.Β. Ιωάννης 19: 29). Βλέπουμε ότι οι προχειρότητες, οι παραποιήσεις και οι προσθαφαιρέσεις λέξεων, συνεχίζονται αμείωτες μέχρι σήμερα, αλλοιώνοντας με περισσή αυθάδεια τα κείμενα ώστε αυτά να βοηθούν τις αυθαίρετες θεολογικές ερμηνείες.
Όμως οι Ρωμαίοι στρατιώτες δεν είχαν κανέναν λόγο να περιπαίξουν τον Ιησού επί του σταυρού, δίνοντας του ξύδι, όπως κατά παρέκκλιση όλων των άλλων ευαγγελιστών θέλει ο (γιατρός) Λουκάς, (23: 37). Μάλιστα, αν ο Λουκάς ήταν πράγματι γιατρός, τότε είναι αυτός που είχε κάθε λόγο να διαστρέψει αυτήν ακριβώς την λεπτομέρεια, καταλαβαίνοντας περισσότερο απ’ όλους τους άλλους, τον πραγματικό ρόλο του τελικού «όξους». Διότι, ακόμα κι αν θελήσουμε να δεχθούμε ότι οι Ρωμαίοι περιπαίζοντας τον Ιησού του έδωσαν αυτοί το όξος, παραμένει ακατανόητο το γιατί τελικά ο Ιησούς το ήπιε.
Όμως είναι ηλίου φαεινότερο, ότι το αίτημα του Ιησού, διψώ, ήταν αδύνατον να απευθύνεται προς τους Ρωμαίους σταυρωτές του. Ο εσταυρωμένος, δεν μπορούσε έτσι απλά να παραγγέλνει τις ανάγκες του στους παρευρισκόμενους στρατιώτες και να περιμένει ότι αυτοί θα του τις εκπληρώσουν! Ο κρανίου τόπος, δεν ήταν…αναψυκτήριο, αλλά τόπος μαρτυρικού θανάτου. Ο καταδικασμένος σε σταυρικό θάνατο, έπρεπε να πεθάνει ακριβώς από κακουχίες, πείνα και κυρίως δίψα. Το τελευταίο πράγμα λοιπόν που θα περίμενε ένας σταυρωμένος, είναι να ζητήσει και να του δώσουν νερό οι σταυρωτές του.
Φυσικά τέτοιο δικαίωμα προσφοράς τροφής, νερού ή οποιασδήποτε άλλης διευκόλυνσης, αυτονόητα δεν το είχαν ούτε και οι δικοί του άνθρωποι. Κλεφτά όμως, δωροδοκώντας ή και αποσπώντας σύντομα την προσοχή των φρουρών, δύο τρεις δικαιωματικά παραστεκόμενοι συγγενείς, έχοντας έτοιμο το κατάλληλο καλαμένιο εργαλείο, μπορούσαν να του προσφέρουν στα γρήγορα, μια γουλιά νερού ή...«όξους»...
Αυτό ακριβώς έκανε προφανώς η ομάδα του Ιωάννη με τις τρεις Μαρίες, ή και κάποιος απ’ τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους ημέτερους. Την κατάλληλη στιγμή όταν «ο Ιησούς είδε πως όλα είχαν φτάσει στο (προ)καθορισμένο τέλος τους είπε: Διψώ…». Τότε με τον προαναφερόμενο τρόπο, αντί να του προσφέρουν μια γουλιά ανακουφιστικό νερό… αυτοί του προσφέρουν την αναγκαία για την καρωτική (Κάρωση: βαθύς ύπνος, νάρκωση) νεκροφάνειά του, κατάλληλη ποσότητα «όξους».
Ακόμα κι αν γινόταν αντιληπτοί απ’ τους φρουρούς, η όλη κίνηση ήταν τόσο σύντομη, που ο Ιησούς θα προλάβαινε οπωσδήποτε να πιει την απαραίτητη μια γουλιά απ’ το σημαντικό για την περίπτωσή του περιεχόμενο του σπόγγου. Το εξαιρετικά περίεργο είναι, ότι ενώ ο Ιησούς λέει διψώ, δεν αρνείται να πιει το «ξύδι» που του προσφέρουν (όποιοι κι αν του το πρόσφεραν) που απολύτως καμία ανακούφιση δεν μπορούσε να του προσφέρει στην υποτιθέμενη βασανιστική του δίψα!
Ότι το οποιοδήποτε ξύδι, δεν είναι ό,τι καλύτερο για την δίψα, μας το βεβαιώνει στην ίδια την Βίβλο ο ψαλμωδός Δαυίδ, που παραπονιέται (ποιητικά) ότι: «Προς ονειδισμόν και ταλαιπωρίαν…(οι εχθροί) μου έδωσαν χολή να φάω και στην δίψαν μου με πότησαν όξος» (Ψαλμοί 68: 21).
Ότι κάποιος «ημέτερος» έσπευσε να ποτίσει το καρωτικόν όξος στον Ιησού, μετά από δική του συνθηματική κραυγή, το ομολογεί σχεδόν με κάθε σαφήνεια ο Ματθαίος γράφοντας: «Περί δε την ενάτην ώρα αν ανεβόησεν ο Ιησούς λεγών: Ηλί, ηλί, λαμά σαβαχθανί. (Κατά τον Ματθαίο ο Ιησούς δεν είπε διψώ, αλλά φώναξε αυτή την συνθηματική χαλδαιϊκή φράση). Τινές δε των εκεί ισταμένων έλεγον τον (προφήτη) Ηλία φώναζει».
Η σκέψη όμως αυτή, σαφώς δεν θα μπορούσε να γίνει από Ρωμαίους που αγνοούσαν παντελώς τον Ηλία… «Και ευθύς τις εξ αυτών (Εξ εκείνων δηλαδή που έστεκαν εκεί και έλεγαν τον Ηλία φωνάζει… Άρα σαφώς κάποιος Ιουδαίος και όχι Ρωμαίος) λαβών τον σπόγγον και γεμίσας αυτόν όξος, περιθέσας εις κάλαμον (εδώ παραλείπεται το φρύγανο ρίγανης) επότιζεν αυτόν. (Όχι πότισε άπαξ, αλλά επότιζε αυτόν, που σημαίνει κατ’ επανάληψη!). Ο δε Ιησούς… (αμέσως μετά το δάγκωμα του σπόγγου και την κατάποση της αναγκαίας ποσότητας όξους) άφηκε το πνεύμα… Ήσαν δε εκεί γυναίκες πολλαί…μεταξύ των οποίων ήτο Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η μήτηρ του…» (Ματθαίος 27: 45-56).
Ο Μάρκος, ο ίδιος ευαγγελιστής που αναφέρει τον «εσμυρνισμένο οίνο» (Μάρκος 15: 23) των Ρωμαίων, τον οποίον αρνήθηκε στην αρχή της σταύρωσής του ο Ιησούς, ορίζει πως ο εσταυρωμένος δάσκαλός του, είχε πράγματι και μια δεύτερη επαφή με το κατάλληλο αυτή τη φορά «όξος», που του πρόσφερε όχι Ρωμαίος αυτή τη φορά, αλλά «τις (ένας) εκ των παρεστώτων… (που) δραμών (δηλαδή ημέτερος, εκ των παρισταμένων που έτρεξε) γεμίσας τον σπόγγον όξους, περιθείς καλάμω (τοποθέτησε τον σπόγγο σε καλάμι και) επότιζεν αυτόν» (Μάρκος 15: 36).
Αβίαστα λοιπόν οδηγούμεθα στην σκέψη, ότι ο Ιησούς «παρέδωσε το πνεύμα», επειδή την σωστή στιγμή, «δάγκωσε» άπαξ ή κατ’ επανάληψη τον προσφερόμενο σπόγγο και κατάφερε να πιει την σωστή ποσότητα του κατάλληλου «όξους» απ’ τα χέρια των δικών του ανθρώπων.
Γιατί αποκαθηλώθηκε ο Ιησούς μετά τον θάνατό του;
Η σταύρωση δεν αποσκοπούσε στην απλή θανάτωση του καταδίκου, αλλά στην όσο το δυνατόν μακροχρόνια έκθεσή του σε κοινή θέα, προς παραδειγματισμό, σωφρονισμό και εκφοβισμό. Ας ακούσουμε ποια πράγματα επιβεβαιώνει συνολικά για την σταύρωση ένας ειδικός του θέματος: Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η ταφή μετά τον σταυρικό θάνατο του θύματος ήταν σπάνια και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν επιτρέπονταν, με σκοπό να παραταθεί ο εξευτελισμός του θύματος. Έτσι το νεκρό θύμα, στις περισσότερες περιπτώσεις ριχνόταν στον σκουπιδότοπο της πόλης ή αφηνόταν επάνω στο σταυρό για να γίνει τροφή στα όρνια και τα άγρια θηρία. Για αποτρεπτικούς λόγους, συχνά η σταύρωση γινόταν στον τόπο του εγκλήματος. Η καλύτερη σύνοψη της φιλοσοφίας της σταυρικής τιμωρίας, έγινε ίσως από τον Κουϊντιλιανό (35-95 μ.Χ.) που έγραψε ότι: «Όποτε σταυρώνουμε τους ενόχους, επιλέγονται οι πιο πολυσύχναστοι δρόμοι, όπου ο περισσότερος κόσμος μπορεί να παρακολουθήσει και να φοβηθεί από το θέαμα. Γιατί η τιμωρία δεν έχει στόχο την ανταπόδοση του κακού (δηλαδή τον απλό θάνατο του εγκληματία) αλλά τον παραδειγματικό εκφοβισμό» (Qyintilian 35-95 μ.Χ. Decl 274 & Joe Ε. Zias Science and Archaeology Group the Hebrew University).
Ανάλογη είναι και η θέση του δρ. θεολογίας Δ. Μπαλάνου που έγραψε: «Τα πτώματα των θανόντων επί του σταυρού, αφήνοντο επ’ αυτού και εγένοντο βορά ορνέων και θηρίων. Υπήρχε μάλιστα και σχετική παροιμία: "Τρέφειν τους κόρακας επί του σταυρού"» («Η μεγάλη εβδομάς και το Πάσχα» σελ. 25-26).
Κανείς λοιπόν και ποτέ δεν έσπευδε να αποκαθηλώσει τους νεκρούς εσταυρωμένους, αφού κυρίως η παραμονή των νεκρών σωμάτων πάνω στον σταυρό, ήταν η βασική επιδίωξη αυτής της εκτέλεσης. Η πολυήμερη έκθεση των νεκρών σωμάτων στον σταυρό, ήταν ο ιδιαίτερος τρόπος εκφοβισμού των υποταγμένων λαών, από την ολιγάριθμη φρουρά των Ρωμαίων, σε κάθε τόπο που είχαν καθυποτάξει! Αν λοιπόν η πολυήμερη έκθεση των νεκρών σωμάτων επί του σταυρού ήταν καθιερωμένη πρακτική και επιβεβλημένη απαίτηση των Ρωμαίων τότε…με ποια σωτήρια αφορμή θα μπορούσε να αποκαθηλωθεί πάραυτα ο Ιησούς;
Περίεργες συμπτώσεις
Αμέσως μετά τον επί του σταυρού «θάνατο» του Ιησού, είναι οι δήθεν εχθροί του Ιησού, οι αξιωματούχοι Φαρισαίοι, που εμφανίζονται στον ίδιο τον Πιλάτο και με αφορμή την τήρηση ενός μοναδικού ετήσιου εθίμου, που ίσχυε μόνο την συγκεκριμένη αυτή ημέρα, ζητούν την άμεση αποκαθήλωση των εσταυρωμένων!
Διαβάζουμε: «Ήταν Παρασκευή του Πάσχα και οι Ιουδαίοι (ιερείς) δεν ήθελαν να μείνουν τα σώματα των εσταυρωμένων πάνω στον σταυρό την (επόμενη) ημέρα του Σαββάτου (δηλαδή την ημέρα του Πάσχα) γιατί ήταν μεγάλη γιορτή η ημέρα εκείνη (η μεγαλύτερη του Ιουδαϊσμού). Γι’ αυτό παρακάλεσαν (οι Ιουδαίοι ιερείς) τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη τους και να τους πάρουν από εκεί. Έτσι οι στρατιώτες ήρθαν και έσπασαν τα σκέλη του πρώτου, έπειτα του άλλου (των δύο παρακείμενων ληστών) που είχαν σταυρωθεί μαζί με τον Ιησού. Όταν όμως ήρθαν στον Ιησού, δεν του έσπασαν τα σκέλη, διότι τον βρήκαν ήδη νεκρό» (Β. Β. Ιωάννης 19: 31-33).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι δύο παρακείμενοι ληστές ζουν για αυτό και τους (θανατώνουν με ανασκολοπισμό) ή όπως λέει το κείμενο τους έσπασαν τα μέλη.
Ο Ιησούς όμως, για ποιον λόγο και από τι είναι νεκρός; Ποιά μπορούσε να είναι η δική του αιτία θανάτου; Υπάρχει επιτέλους κάποιος σοβαρός ιατροδικαστής, να μας δώσει μια ικανοποιητική απάντηση, για την πραγματική αιτία του υπερ-διάσημου αυτού θανάτου;
Βεβαία δεν αγνοούμε την μοναδική απάντηση που αποπειράθηκαν στη συγκεκριμένη ερώτηση, και που θέλει τον Ιησού να εκπνέει επί του σταυρού: «Από τις κακουχίες του μαστιγώματος». Όμως η μοναδική αυτή απάντηση στο καυτό αυτό ερώτημα, δικαιολογημένα θεωρείται ανεπαρκής, υπερβολική και εντελώς ατυχής, μια και δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται ούτε στις στοιχειώδεις αντικειμενικές συνθήκες ενός σταυρικού θανάτου κι αυτό εξηγείται παραπάνω.
Πως όμως ήταν σίγουροι, ότι έστω χάριν της τελετής, θα τους δοθεί η σωτήρια αυτή άδεια αποκαθήλωσης του Ιησού; Τα του συγκεκριμένου εθίμου, μας διευκρινίζει ο Φίλων ο Ιουδαίος (25 π.Χ.- 40 μ.Χ.) γράφοντας λίγα μόνο χρόνια πριν από τις περιπέτειες του Ιησού: «Οι ορθά πολιτευόμενοι (Ρωμαίοι) άρχοντες…έθος είχαν κανέναν να μην τιμωρούν μέχρις οι επιφανείς τελετές και πανηγύρεις να διεξαχθούν με σεβασμό…είδα μάλιστα κάποιους (λόγω εορτής) να αξιώνουν την ταφή των σταυρωμένων συγγενών τους και να τους αποδίδονται…και για να φυλαχτεί το ιεροπρεπές της εορτής, διέταζαν ακόμα και ο μη αποθανών επί του σταυρού, ζωντανός να ανασκολοπίζεται… ώστε να αποκρύπτονται στη γη και να μη δύει ο ήλιος επί των εσταυρωμένων» (Φίλων ο Ιουδαίος: «Εις Φλάκκον» 81.4 & «Περί διαταγμάτων» 3.152.3).
Το σκηνικό λοιπόν της σταύρωσης του Ιησού, δεν ήταν ένα τυχαίο περιστατικό, που απλώς προέκυψε, αλλά ένα προσχεδιασμένο μοντέλο επιβίωσης, άψογα τοποθετημένο πάνω στον ετήσιο νομικό καμβά των Ρωμαίων. Υπήρχε λοιπόν και λειτουργούσε ήδη από πολλών ετών, διευθέτηση της ρωμαϊκής εξουσίας, που προέβλεπε την παραμονή της μεγάλης τελετής, δηλαδή το απόγευμα της Παρασκευής του Πάσχα, οι νεκροί εσταυρωμένοι, να αποκαθηλώνονται και όσοι δεν είχαν πεθάνει να θανατώνονται με ανασκολοπισμό, ώστε να μη δύσει ο ήλιος πάνω τους, διότι με την δύση του ηλίου, άρχιζε η επόμενη μέρα, δηλαδή το Σάββατο της μεγάλης ιουδαϊκής εορτής του Πάσχα.
Για φανταστείτε… Έχουμε λοιπόν μπροστά μας την εξής σειρά εκπληκτικών συμπτώσεων! Ο Ιησούς, οδηγείται στον σταυρό την μοναδική ημέρα του έτους, που (λόγω εορτής) ίσχυαν τα εντελώς ιδιαίτερα αυτά μέτρα των Ρωμαίων για τους εσταυρωμένους. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ελάχιστα πριν από την οδυνηρή θανάτωσή του απ’ τους στρατιώτες του και ενώ βρισκόταν μόνο δύο ώρες στον σταυρό, αυτός γλιτώνει τον φρικτό δι’ ανασκολοπισμού θάνατο…πίνοντας στον σωστό χρόνο το κατάλληλο «όξος». Ελάχιστο δηλαδή χρόνο πριν ενεργοποιηθεί, το μοναδικό αυτό ετήσιο έθιμο αποκαθήλωσης νεκρών ή βίαιης θανάτωσης των επιζώντων στον σταυρό…στο στόμα του Ιησού…βρέθηκε το μοναδικό γνωστό μέσο νάρκωσης της αρχαιότητας: Ο υπνοφόρος σπόγγος με το καρωτικό «όξος»...
Εξαιρετικές απανωτές συμπτώσεις που…κανένας θεός δεν θα τις χρειαζόταν! Το σίγουρο είναι πως αν εκείνη ακριβώς την απογευματινή ώρα, ο Ιησούς δεν προλάβαινε να παραδώσει μόνος του το πνεύμα…σε λίγο θα του το παρέδιδαν με φρικτό ανασκολοπισμό οι Ρωμαίοι οπλίτες, όπως έκαναν άλλωστε στους δύο εκατέρωθεν σταυρωμένους ληστές, ανασκολοπίζοντάς τους μέχρι θανάτου!
Αν όλες μαζί αυτές οι συμπτώσεις, συνθέτουν ένα θεϊκό σενάριο, τότε…ένα καλοστημένο ανθρώπινο σενάριο, τι παραπάνω θα έπρεπε να έχει; Μια...«ανάσταση» ίσως;...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)