«Γιατί ο Γκναρόκ δεν ήρθε χθες το βράδυ;
Οι φώκιες το ξέρουν, οι φώκιες το ξέρουν,
και η αρκούδα, η μεγάλη αρκούδα,
η μεγάλη αρκούδα με τα μεγάλα δόντια.
Γιατί ο Γκναρόκ δεν ήρθε χθες το βράδυ;
Το νερό το ξέρει, τα ψάρια το ξέρουν,
τα ψάρια που λένε ιστορίες,
τα ψάρια που λένε ιστορίες με την ουρά τους,
το νερό το ξέρει αλλά δεν το λέει σε κανέναν.
Γιατί ο Γκναρόκ δεν ήρθε χθες το βράδυ;» -
Τραγούδι των Ινούιτ
Οι χώρες των Εσκιμώων απλώνονται σε αχανείς εκτάσεις πάγου και νερού από την Ανατολική Σιβηρία μέχρι τη Γροιλανδία. Αυτοί οι τόποι πολιορκούνται από θύελλες στην καρδιά του χειμώνα, και κατά τη διάρκειά του είναι βυθισμένοι στα σύννεφα της ζοφερής καταχνιάς του ανήλιου ουρανού τους. Τα δέντρα είναι ανύπαρκτα. Τα μικρά καλοκαίρια είναι η εποχή των εντόμων, και τότε κάνουν την εμφάνισή τους τα βαθιά χάσματα της γης καθώς λιώνουν οι πάγοι. Ο Αρκτικός μπορεί να πάρει την μορφή των παγόβουνων που πλέουν στην θάλασσα ανατολικά του Καναδά και σε διάφορα μέρη της Αλάσκας, ενώ στις ακτές της Γροιλανδίας μεταμορφώνονται σε απέραντα στρώματα πάγου που καλύπτουν όλη τη ξηρά και κόβονται απότομα από τα βαθιά, μαγευτικά και θαλασσοδαρμένα φιόρδ.
Οι σημερινοί κάτοικοι της Αρκτικής, οι Ινουίτ (που σημαίνει «οι άνθρωποι») όπως αποκαλούν τους εαυτούς τους οι περισσότεροι Εσκιμώοι, (Eskimo σημαίνει «αυτοί που τρώνε ωμό κρέας» στην διάλεκτο των Αλγκόνκιαν), αποτελούνται από διάφορες φυλές όπως οι Ινγκουλίκ και οι Νετσίλικ (που σημαίνει «οι άνθρωποι της φώκιας»), και η προέλευση της κάθε μιας τους διαφέρει. Στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι απόγονοι των «Παλαιο-Εσκιμώων» ή της φυλής Ντόρσετ, που εικάζεται ότι ήταν νάνοι, και απόγονοι των «Ανθρώπων της Θούλης» ή Θουλανθρώπων για τους οποίους λέγεται πως ήταν γίγαντες. Οι αλλόκοτοι θρύλοι αυτών των Αβοριγίνων, είναι μια αποκαλυπτική προσέγγιση στον παράξενο και πρωτόγονο πολιτισμό τους.
Ο κόσμος και η δημιουργία του είναι συνυφασμένες με τέρατα και τρομακτικά πλάσματα της φύσης. Τα τραγούδια τους μοναχικά. Αυτοί οι νομάδες από το μακρινό παρελθόν τους –για το οποίο εμείς ξέρουμε πολύ λίγα– έπρεπε να πολεμούν, και συνεχίζουν να πολεμούν ενάντια στην φύση για την επιβίωσή τους. Από τις παραδόσεις και λατρείες τους, οι οποίες καθρεφτίζουν την καθημερινή τους ζωή και το περιβάλλον τους, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η φύση μπορεί να είναι πολύ πιο εχθρική, από όσο γνωρίζουμε εμείς οι άνθρωποι που κατοικούμε πιο κοντά στον Ισημερινό.
Οι θεότητες τους είναι ανθρωπόμορφες και τερατώδεις και δεν χαρακτηρίζονται από καμία πραότητα. Αυτό είναι, ουσιαστικά, ένα κοινό σημείο μεταξύ πολλών Αβοριγίνων. Από τις διαλέκτους τους μπορούμε να βγάλουμε άπειρα συμπεράσματα για τον πολιτισμό τους. Οι λέξεις τους μπορεί να έχουν πολλαπλά νοήματα, ή σε ένα αντικείμενο μπορεί να αντιστοιχούν πολλές λέξεις με διαφορετικά νοήματα, ανάλογα με την χρήση του αντικειμένου. Ένα παράδειγμα είναι το χιόνι, που ανάλογα με την χρήση του έχει διαφορετικές ονομασίες.
Ο πνευματικός κόσμος των Ινουίτ διαπλέκεται μέσα στο σύμπαν με ένα πολύ παράξενο τρόπο, που καθιστά όλα τα πλάσματα της φύσης διπλά, τα οποία έχουν την ικανότητα να μεταμορφώνονται, όπως θα δούμε και πιο κάτω. Το μυστικό παρελθόν τους γυρνά πίσω 10.000 χρόνια και ίσως πολύ περισσότερο, σε καιρούς που είναι σχεδόν άσκοπο να γνωρίζουμε τις συνθήκες του περιβάλλοντός τους εφόσον δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτα για την αληθινή προέλευση των ίδιων.
Αυτό που γνωρίζουμε γι’ αυτούς τους νομάδες, είναι ότι η θάλασσα είναι γι’ αυτούς, η μόνη πηγή πρώτων υλών, με εξαίρεση τον πάγο, τον οποίο χρησιμοποιούν ποικιλοτρόπως, όπως για να χτίσουν τα σπίτια τους, τα γνωστά ιγκλού, και για πολλές άλλες χρήσεις. Λέγεται ότι οι Θουλάνθρωποι ήταν φαλαινοθήρες που μπορούσαν να δαμάσουν τεράστια κοίτη μέσα από τα umiak τους, τις βάρκες που φτιάχνανε από δέρμα φάλαινας. Η θάλασσα γι’ αυτούς τους ανθρώπους ήταν πάντα αυστηρή και μπορούσε να πάρει πίσω ό,τι τους είχε δώσει, με την τρομακτική δύναμή της.
Οι Ινουίτ που ζουν στις βόρειες ακτές του Λάμπραντορ, κατάγονται από τους μυστηριώδεις
Ανθρώπους της Θούλης, για τους οποίους δεν γνωρίζουμε ακριβώς πότε εμφανίστηκαν ή την προέλευσή τους, αν και μερικοί αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ήρθαν στην Αλάσκα και στα βορειοανατολικά άκρα της Ασίας περίπου πριν από 10.000 χρόνια. Αυτή η περίοδος για πολλούς μελετητές ήταν μια εποχή εναλλαγών των παγετώνων στην Αρκτική, που θα μπορούσε να προκαλέσει την μετανάστευση αυτών των νομάδων. Οι Ντόρσετ εμφανίστηκαν στα ανατολικά της Αρκτικής περίπου το 2000 π.κ.ε. και ήταν νάνοι. Το συμπέρασμα αυτό μάλλον έχει προκύψει από την διαφορά στο μέγεθος των σπιτιών τους, από των Ανθρώπων της Θούλης. Πολλοί πιστεύουν ότι οι σημερινοί Εσκιμώοι είναι η ανάμιξη αυτών των δύο παράξενων φυλών του Βορρά.
Διάφοροι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι οι
Άνθρωποι της Θούλης ήταν κάτοικοι της ξηράς του Βερίγγιου Πορθμού, ο οποίος καλύφθηκε από τα νερά των λιωμένων πάγων την ίδια περίοδο. Άλλοι υποθέτουν ότι οι μετακινήσεις τους είχαν ακολουθήσει μια πορεία που μπορεί να είχε ως αίτιο την φάλαινα, την φώκια, και τις μετακινήσεις αυτών των θηραμάτων. Έτσι εμφανίστηκαν στις ακτές του Λάμπραντορ και τον πορθμό του Belle Isle, όπου αργότερα ήρθαν σε επαφή με Βάσκους, περίπου τον 16ο αιώνα.
Υπάρχουν καταγραφές ότι στα δάση του Βορειοανατολικού Καναδά είχαν εμφανιστεί γίγαντες που έχουν χαρακτηριστεί «κανίβαλοι», δηλαδή ανθρωπόμορφοι γίγαντες οι οποίοι ήταν ανθρωποφάγοι. Στην ανθρωπολογική ψυχολογία υπάρχει ο όρος
«windigo psychosis» που είναι μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από την έντονη επιθυμία για ανθρώπινη σάρκα (και που έχει μια φανερή σχέση με το
Wendigo). Αυτό είναι ένα ισχυρό ταμπού μεταξύ των μελών κάθε φυλής. Η παραπάνω ασθένεια αιτιολογείται από τους Αβοριγίνες στο ότι ο ασθενής δοκίμασε κρυφά κάποτε ανθρώπινη σάρκα, και από τότε του είναι πλέον αδύνατο να αντισταθεί σε αυτή την επιθυμία.
Οι λατρείες των Εσκιμώων έχουν έντονα τα ταμπού της αιμομιξίας και της ανθρωποφαγίας, όμως για τους περισσότερους δεν υπάρχει το ταμπού του θανάτου και της αυτοκτονίας. Θα μπορούσε αυτό να σημαίνει ότι η αυτοθυσία μεταξύ των μελών μιας ομάδας, έχει πολλές φορές την έννοια της εθελοντικής ανθρωποθυσίας. Εικάζεται ότι λόγω της έλλειψης τροφής, τα γερασμένα μέλη μιας φυλής που δεν μπορούν να είναι πλέον παραγωγικά, αυτοθυσιάζονται, και ίσως σε αυτές τις περιπτώσεις η ανθρωποφαγία να ήταν αποδεκτή στο παρελθόν.
Οι μύθοι της δημιουργίας των Ινουίτ, μας ταξιδεύουν βαθιά στο παρελθόν, όπως το γνωρίζουν οι ίδιοι πολλές φορές μέσα από τα «αστρικά» τους ταξίδια. Μέσα από τον νεκρό και ασημένιο ουρανό γεννήθηκε η Θεότητα Τουλούνγκουσακ. Αυτή θα δείξει για πρώτη φορά στο Χελιδόνι, που είναι μια προγενέστερη Θεότητα, πως σκληραίνει ο πηλός στο βυθό της Αβύσσου. Το Χελιδόνι τότε μεταμορφώνεται σε Κοράκι που βάζει ψεύτικες φτερούγες, και καλύπτει το σώμα του με φτερά, και από το μέτωπό του μεγαλώνει ένα ράμφος. Η βλάστηση όλη φυτρώνει από κομμάτια πηλού που έχει θάψει το Κοράκι μέσα στο χώμα, και με τον ίδιο τρόπο έφτιαξε και ό,τι υπάρχει στον ουρανό όταν κατοικούσε εκεί. Οι άνθρωποι και τα ζώα είναι επίσης δημιουργήματα δικά του φτιαγμένα με τον ίδιο πηλό. Ωστόσο, η καταγωγή των τεσσάρων πρώτων ανθρώπων φαίνεται να έχει προκύψει δίχως κάποια ανώτερη παρέμβαση.
«Και τότε το Κοράκι εντοπίζοντας κάποια όντα που εξέρχονταν από κουκούλια, έφτιαξε και γι’ αυτά συντρόφους όπως και άλλου είδους ανθρώπινα όντα για να πληθύνουν στη Γη. Όμως έρχεται η μέρα, που η Γη, όπως και ο ουρανός, δεν μπορεί να χωρέσει άλλους κατοίκους. Το τέχνασμα που χρησιμοποιούν τα όντα της δεύτερης κατηγορίας (όχι αυτά που προήλθαν από τα κουκούλια) είναι να κόψουν σε κομμάτια ένα γιγάντιο τέρας και να τα πετάξουν στην θάλασσα, και αυτά μετατρέπονται σε νησιά, όπου μπορούν αυτά τα όντα να κατοικήσουν»
Ποια να ήταν η καταγωγή αυτών των μυστήριων όντων που προήλθαν από κουκούλια, και τι απέγιναν άραγε οι απόγονοί τους;
Η Θεότητα του Φεγγαριού, είναι κοινή μεταξύ όλων των Εσκιμώων.
Ένα ακόμη κοινό στοιχείο, είναι ότι οι λατρείες τους γενικά, χαρακτηρίζονται από τον ανθρωπομορφισμό. Μεταξύ των Εσκιμώων της Αλάσκα το Φεγγάρι είναι κυρίαρχος όλων και η μοναδική εξουσιαστική θεότητα, αν και έχει μια αδελφή χαμηλότερου κύρους. Οι δύο ανθρωπόμορφες θεότητες εκδιώχθηκαν από την κοινότητά τους, επειδή διέπραξαν τη χειρότερη εγκληματική πράξη, την αιμομιξία. Αυτός θεληματικά, εκείνη όχι, γιατί όταν αναγνωρίζει ποιος είναι ο νυκτερινός της επισκέπτης, κόβει τα στήθη της και τα πετά πάνω του… «Φάε αυτά λοιπόν, αφού με αγαπάς τόσο…» του λέει. Οι δύο τους παίρνουν αμέσως φωτιά και οι δύο φλόγες τους εκτοξεύονται στον ουρανό. Η μία στο φεγγάρι και η άλλη στον ήλιο.
Ο «Άνθρωπος στο Φεγγάρι» είναι κυρίαρχος όλων των φαινομένων της φύσης.
Είναι ο παρατηρητής των ανθρώπων. Οι κακές τους πράξεις ανεβαίνουν σ’ αυτόν ως καπνός που μυρίζει έντονα και αυτό του ερεθίζει τα μάτια και τον κάνει να θυμώνει. Κατέχει όλα τα μυστικά της γονιμότητας και μπορεί να θεραπεύσει τη στειρότητα, με το να παίρνει τις στείρες γυναίκες στο σπίτι του στο φεγγάρι (!) και όταν τις επιστρέφει είναι πλέον γόνιμες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι
ενθαρρύνει την αυτοκτονία, γιατί η παραμονή των νεκρών στη Χώρα της Μέρας στο φεγγάρι, είναι ευχάριστη και επιθυμητή από όλους τους ζωντανούς. Ο Θεός-φεγγάρι είναι ο προστάτης των αδικημένων και έτσι πολλές φορές απαγάγει αδύναμους ανθρώπους και παιδιά για να τους προικίσει με δυνάμεις και θάρρος. Όταν το φεγγάρι εξαφανίζεται από τον ουρανό, λένε πως έχει πάει να μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών πίσω στην Γη ώστε να μπορέσουν να αρχίσουν μια καινούρια ζωή, και συχνά μπορεί να επιστρέψουν με μορφή ζώων.
Ο μοναχικός ταξιδιώτης που βρίσκει τον εαυτό του να κοιτά επίμονα το φεγγάρι, ξαφνικά θα καταλάβει ότι αυτό αρχίζει να τον πλησιάζει. Μέσα σε μια στιγμή μόνο, εμφανίζεται ένας άντρας πάνω σε ένα έλκηθρο. Το έλκηθρο το τραβούν τέσσερα μαυροκέφαλα σκυλιά και θα κουβαλήσουν οποιονδήποτε συναντήσουν, με την θέλησή του ή χωρίς αυτήν, πίσω στο φεγγάρι. Εκεί ο επισκέπτης θα περάσει μέσα στο διπλό σπίτι του Θεού-φεγγάρι και της Θεάς του ήλιου, γιατί ζουν μαζί σε παράλληλους χώρους.
Μια έντονη φωτεινότητα βγαίνει από το σπίτι της Θεάς του ήλιου. Πίσω και πέρα από το σπίτι των Θεών απλώνεται το χωριό που κατοικείται από τους νεκρούς, όπου αυτοί έχουν διάφορες δραστηριότητες. Όμως πάντα έρχονται για να καλωσορίσουν τους «ζωντανούς» επισκέπτες. Το «σπίτι του φεγγαριού» προσφέρει τρόφιμα αν θελήσει ο επισκέπτης, όμως αν αυτός φάει από αυτά τα τρόφιμα μπορεί να λησμονήσει όλα όσα έχει αφήσει πίσω του στη Γη.
Τον Καιρό του Μεγάλου Κορακιού, οι Παλαιο-Αρκτικοί άνθρωποι και οι άνθρωποι στην Αλάσκα, πίστευαν ότι όλα τα ζωντανά πλάσματα έχουν μια
διπλή φύση, κι έτσι μπορούσαν να πάρουν μορφή ζώου ή ανθρώπου βάζοντας μια μάσκα ή τον ανάλογο ρουχισμό. Η λέξη inuk σημαίνει «άνθρωπος», και η λέξη inua σημαίνει «άνθρωπός Του», που είναι το κτητικό και απαιτεί ένα αντικείμενο, γιατί κάποιος είναι το inua κάποιου πρόσωπου ή πράγματος. Είναι το διπλό με το ανθρώπινο πρόσωπο που κρύβεται μέσα σε κάθε ζώο, στοιχείο ή φυσικό φαινόμενο.
Η Θεότητα των θαλάσσιων πλασμάτων έχει διαφορετικές ονομασίες ανάλογα με την περιοχή, αλλά η πιο γνωστή απ’ όλες είναι η Sedna. Μερικές παραδόσεις τη θεωρούσαν «κατά του γάμου», και άλλες τη θέλουν να ζευγαρώνει με παράξενα πλάσματα ή και αντικείμενα (!). Αυτές οι φρικαλέες επαφές της με άλλα όντα, υποθετικά παρήγαγαν μερικές ανθρώπινες(;) ράτσες στον πλανήτη Γη. Μια φράση που την περιγράφει είναι «αυτή που δεν ήθελε να παντρευτεί»…
Η ιστορία της ξεκίνησε με ένα ταξίδι που έκανε με τον πατέρα της, ο οποίος έχει μόνο ένα μάτι και μόνο ένα χέρι. Με το δεξί του χέρι που έχει μόνο τρία δάχτυλα μπορεί να πιάσει νεκρούς, και συνήθως η συνάντησή του με κάποιον ζωντανό σημαίνει το θάνατο. Αυτός πέταξε τη Sedna από το πλοίο μέσα στη θάλασσα. Μάλιστα για να την ξεφορτωθεί της έκοψε όλα τα δάχτυλα ενώ εκείνη είχε γαντζωθεί μ’ αυτά για να γλυτώσει. Έτσι δημιουργήθηκαν όλα τα θαλάσσια πλάσματα, από τα κομμένα δάχτυλά της.
Η Sedna βυθίστηκε μέσα στα βάθη της θάλασσας και τώρα κυβερνά όλα αυτά τα πλάσματα που ζουν εκεί κάτω. Η απαίσια όψη της θα μπορούσε να προκαλέσει στιγμιαία το θάνατο σε κάθε κοινό άνθρωπο που θα τολμήσει να την κοιτάξει, και μόνο οι σαμάνοι ή οι μάγοι θα μπορούσαν να αντέξουν κάτι τέτοιο. Ογκώδης και λαίμαργη, κινείται παρακολουθώντας με το ένα μάτι της (έχει μόνο ένα αριστερό μάτι) αυστηρά τα θαλάσσια πλάσματα, πάντα έτοιμη να αγριέψει. Εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται το δεξί της μάτι υπάρχουν μαύρες τρίχες. Οι αμαρτίες των ανθρώπων κατρακυλούν μέχρι το βυθό της θάλασσας και πέφτουν στα μαύρα μπλεγμένα μαλλιά της, σαν μιασματικό υγρό, που κάνει την όψη της ακόμη πιο φρικτή.
Η Sedna έχει διάφορους βοηθούς που μερικές φορές είναι ένας νάνος, άλλες είναι ο πατέρας της και άλλοτε ένα μικρό παιδί. Με μια γυναίκα δίχως χέρια μοιράζεται τον άντρα της, ο οποίος κατά πολλές παραδόσεις είναι ένας θαλάσσιος σκορπιός, και άλλες ένας σκύλος παρόμοιος με τον Κέρβερο. Οι άνθρωποι την εξοργίζουν με το να παραβιάζουν τους νόμους της φύσης. Για παράδειγμα, όταν μια γυναίκα αποβάλλει κρυφά το παιδί της, η Sedna είναι σίγουρο πως θα την τιμωρήσει με κάποιο έμμεσο τρόπο, γιατί θεωρεί ότι το σφάλμα δεν είναι στην πράξη αλλά στη μυστικότητα μιας πράξης. Οι κυνηγοί μπορούν να κάνουν εξίσου μεγάλα σφάλματα που διακινδυνεύουν την καλή κατάσταση των ζώων, με το να μην τα σκοτώνουν σωστά, και γενικά παραβιάζοντας τους κανόνες. Όταν γίνεται κάτι τέτοιο, η Sedna νιώθει κάτι περισσότερο από θυμό. Νιώθει πραγματικό πόνο στα μέλη από όπου τα θαλάσσια πλάσματα χωρίζονται από το σώμα της.
Οι πρώτοι μάγοι μεταξύ των Εσκιμώων, εμφανίστηκαν σε μια περίοδο λιμού και έλλειψης τροφών, που ανάγκασε τους angekkok –που σημαίνει «μάγος» ή «σαμάνος»– να «καταδυθούν στο μέρος που βρίσκονται οι πηγές τροφής» και να φέρουν πίσω στους ανθρώπους από εκεί, τροφή. Σε αυτό το ταξίδι τους οι angekkok αντιμετώπιζαν πολλά εμπόδια. Ένα από αυτά τα εμπόδια είναι οι κινούμενες κοτρόνες που απλώνονται σ’ όλο το βυθό της θάλασσας. Όσο περισσότερο κύρος έχει ένας μάγος τόσο ευκολότερο είναι το ταξίδι του.
Στην πύλη της κατοικίας της Sedna συναντά τον Κέρβερο, που όπως είπαμε σε μερικές παραδόσεις είναι ο σκύλος-άντρας της, που φυλά την πύλη. Λίγο αργότερα θα συναντήσει τον πατέρα της, ο οποίος επίσης θα πρέπει να εγκρίνει τον απρόσκλητο επισκέπτη. Όταν συναντήσει τη θεότητα, ο μάγος θα πρέπει να ξέρει πως να την αντιμετωπίσει, γιατί μερικές φορές πρέπει να είναι επιθετικός και βίαιος, και άλλες καλός και ευγενικός μαζί της. Στην πρώτη περίπτωση, ξεμπλέκει και καθαρίζει τα μπερδεμένα μαλλιά της από τα μιασματικά υγρά που έχουν κατρακυλήσει πάνω της, από τα σφάλματα των ανθρώπων. Την παρακαλά για να την ηρεμήσει με απολογίες για αυτά τα σφάλματα, ελπίζοντας ότι αυτή θα τα συγχωρέσει.
Πολλές φορές όμως η Sedna είναι αδιάλλακτη. Και τότε είναι που μόλις του δοθεί η ευκαιρία, τη γραπώνει με κάποιο γάντζο που έχει πάνω του, και τη σέρνει μέχρι την επιφάνεια της θάλασσας, για να την αναγκάσει να δεχθεί τους όρους του προκειμένου να την αφήσει ελεύθερη. Για να ελευθερώσει τα πλάσματα που κρατά κλεισμένα στην κατοικία της, ο μάγος πολλές φορές αναγκάζεται να της κόψει τα δάχτυλα. Η κατοικία της είναι επίσης ένα καθαρτήριο ψυχών για τους νεκρούς. Η διαμονή τους εκεί, προετοιμάζει αυτές τις ψυχές για τη όμορφη Χώρα του Φεγγαριού, στην οποία θα πάνε μετά για να κατοικήσουν. Μόνο οι ψυχές των νεκρών που βίωσαν ένα βίαιο θάνατο, και μερικών προνομιούχων, περνούν στη Χώρα του Φεγγαριού, δίχως να περάσουν πρώτα τη καθαρτήρια διαμονή.
Η Γυναίκα της Θάλασσας που συναντάμε σε μερικές παραδόσεις των Ινουίτ, είναι η σύζευξη της Sedna και του Φεγγαριού, και αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο γνωρίζοντας τις επιρροές που ασκεί το φεγγάρι στα θαλάσσια νερά. Τα δύο στοιχεία του νερού και του φεγγαριού ενώνονται σε μια θεότητα θηλυκού γένους. Η γονιμότητα που αντιπροσωπεύει το φεγγάρι, και η πηγή τροφής που είναι το νερό, είναι ιερά στοιχεία για τους Εσκιμώους. Οι γυναίκες που είναι έγκυες ή που βρίσκονται σε περίοδο εμμηνορρυσίας απαγορεύεται να έρθουν κοντά σε μια ιερή τοποθεσία όπου υπάρχει αφθονία φώκιας και σολομού. Το ιερό σημείο που είναι συνήθως μια τρύπα στην παγωμένη επιφάνεια, αντιμετωπίζεται τελετουργικά από τους «ψαράδες». Για παράδειγμα, όσα ψάρια πιάσει πρέπει να τοποθετηθούν σ’ έναν κύκλο δίπλα σε αυτήν την τρύπα, με τα κεφάλια στραμμένα προς αυτήν. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσει τη συνέχεια της καλής τύχης που είχε ως τότε.
Ο μοναχικός «ψαράς» μπορεί να περάσει πολλές ώρες πάνω από την τρύπα στον πάγο, περιμένοντας τη λεία του, και καθ’ όλη τη διάρκεια της αναμονής μέσα στην παγωμένη έρημο, όπου τα χνώτα του συννεφιάζουν στον παγωμένο αέρα, θα τον ακούσετε να τραγουδά. Τα μελωδικά λόγια του παράπονου για την αναμονή αυτή, ηχούν ακόμη στα μακρινά αυτά μέρη μέσα στους καιρούς. Εκεί, στις απέραντες παγωμένες εκτάσεις, ένας τυχαίος περαστικός θα ήταν ότι πιο παράξενο και απρόσμενο. Αλλά, όπως τον φαντάζομαι, θα πρέπει να είναι ένας τόπος όμοιος με τη Χώρα του Φεγγαριού…