Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλῆς Μαινόμενος (950-980)

950 διπλοῦς δ᾽ ὀπαδοῖς ἦν γέλως φόβος θ᾽ ὁμοῦ,
καί τις τόδ᾽ εἶπεν, ἄλλος εἰς ἄλλον δρακών·
Παίζει πρὸς ἡμᾶς δεσπότης ἢ μαίνεται;
ὁ δ᾽ εἷρπ᾽ ἄνω τε καὶ κάτω κατὰ στέγας,
μέσον δ᾽ ἐς ἀνδρῶν᾽ ἐσπεσὼν Νίσου πόλιν
955 ἥκειν ἔφασκε, δωμάτων τ᾽ ἔσω βεβὼς
κλιθεὶς ἐς οὖδας ὡς ἔχει σκευάζεται
θοίνην. διελθὼν δ᾽ ὡς βραχὺν χρόνον μονῆς
Ἰσθμοῦ ναπαίας ἔλεγε προσβαίνειν πλάκας.
κἀνταῦθα γυμνὸν σῶμα θεὶς πορπαμάτων
960 πρὸς οὐδέν᾽ ἡμιλλᾶτο κἀκηρύσσετο
αὐτὸς πρὸς αὑτοῦ καλλίνικος οὐδενός,
ἀκοὴν ὑπειπών. δεινὰ δ᾽ Εὐρυσθεῖ βρέμων
ἦν ἐν Μυκήναις τῶι λόγωι. πατὴρ δέ νιν
θιγὼν κραταιᾶς χειρὸς ἐννέπει τάδε·
965 Ὦ παῖ, τί πάσχεις; τίς ὁ τρόπος ξενώσεως
τῆσδ᾽; οὔ τί που φόνος σ᾽ ἐβάκχευσεν νεκρῶν
οὓς ἄρτι καίνεις; ὁ δέ νιν Εὐρυσθέως δοκῶν
πατέρα προταρβοῦνθ᾽ ἱκέσιον ψαύειν χερὸς
ὠθεῖ, φαρέτραν δ᾽ εὐτρεπῆ σκευάζεται
970 καὶ τόξ᾽ ἑαυτοῦ παισί, τοὺς Εὐρυσθέως
δοκῶν φονεύειν. οἱ δὲ ταρβοῦντες φόβωι
ὤρουον ἄλλος ἄλλοσ᾽, ἐς πέπλους ὁ μὲν
μητρὸς ταλαίνης, ὁ δ᾽ ὑπὸ κίονος σκιάν,
ἄλλος δὲ βωμὸν ὄρνις ὣς ἔπτηξ᾽ ὕπο.
975 βοᾶι δὲ μήτηρ· Ὦ τεκών, τί δρᾶις; τέκνα
κτείνεις; βοᾶι δὲ πρέσβυς οἰκετῶν τ᾽ ὄχλος.
ὁ δ᾽ ἐξελίσσων παῖδα κίονος κύκλωι
τόρνευμα δεινὸν ποδός, ἐναντίον σταθεὶς
βάλλει πρὸς ἧπαρ· ὕπτιος δὲ λαΐνους
980 ὀρθοστάτας ἔδευσεν ἐκπνέων βίον.

***
950 Κι οι άλλοι αίσθημα είχανε διπλό, γέλιου και φόβου.
Κι έλεγαν έτσι, πιάνοντας ο ένας τον άλλον·
«μας περιπαίζει ο αφέντης μας ή μην τρελάθη;»
Κι εκείνος πηγαινοέρχονταν μέσα στο σπίτι
και πέφτοντας στον ανδρωνίτην, αφού μπήκε
μέσα, στην πόλην έλεγε του Νίσου που ήρθε.
Και πέφτοντας στο πάτωμα, όπως ήταν, γλέντι
ετοίμαζε. Κι αφού έτσι στάθηκε λιγάκι,
στου Ισθμού πως έφτασ᾽, έλεγε, τους χλωρούς κάμπους.
Και τότε ξεκουμπώνοντας γυμνό το σώμα
960 μονάχος, δίχως να παλεύει με κανένα,
καλλίνικον εκήρυττε τον εαυτό του,
δίχως να ειπεί όνομα κανένα. Και βλαστημώντας
τον Ευρυσθέα, έδειχνε πως ήρθε στις Μυκήνες
με τα λεγόμενά του. Και τότε απ᾽ το χέρι
το δυνατό ο πατέρας πιάνοντάς τον του ᾽πε·
«παιδί μου, τί έχεις; τί παράξενα είναι τούτα;
Μη των νεκρών σ᾽ εβάκχεψεν ο φόνος, όπου
προ ολίγου σκότωσες;». Όμως θαρρώντας κείνος
ότι τον πιάνει από το χέρι τρομαγμένος
παρακαλώντας ο πατέρας του Ευρυσθέα,
σπρώχνει τον και καλά ετοιμάζει τη φαρέτρα
970 και τα τόξα στα παιδιά του ενάντια, θαρρώντας
ότι σκοτώνει του Ευρυσθέα. Κι αυτά σκιασμένα
έφευγαν όπου τύχαινε, και το ᾽να μέσα
στην ποδιά ζάρωσε της δύστυχής του μάνας,
τ᾽ άλλο στον ίσκιο της κολόνας και το τρίτο
σαν το πουλί στον βωμό κάτου. Ξεφωνίζει
τότε η μητέρα· «ωιμέ, τί κάμνεις, ω γονιέ τους;
σκοτώνεις τα παιδιά σου;». Κι όμοια ξεφωνίζει
ο γέροντας κι όλη των σκλάβων η πληθούρα.
Κι εκείνος κλώθοντας τριγύρω στην κολόνα
το παιδί του σε κυνήγι ολέθριο, μπροστά του
στέκοντας το χτυπά στο σκώτι· και τους στύλους
980 έβρεξε, ανάσκελα το μαύρο ξεψυχώντας

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της πρώιμης κλασικής εποχής

4.4.3. Δύο δημιουργίες του Μύρωνα: Η Αθηνά με τον Μαρσύα και ο Δισκοβόλος

Για τον Αθηναίο γλύπτη Μύρωνα γνωρίζουμε αρκετά πράγματα: η δραστηριότητά του τοποθετείται στα χρόνια μεταξύ 470 και 440 π.Χ. και τα έργα του, ορισμένα από τα οποία αναφέρονται και περιγράφονται, τα θαύμαζαν ιδιαίτερα οι αρχαίοι για τη ζωντάνια τους και τον ρεαλισμό τους. Ξέρουμε επίσης ότι ο γιος του Μύρωνα, που λεγόταν Λύκιος, ήταν και αυτός γλύπτης. Περίφημη ήταν μια χάλκινη αγελάδα του Μύρωνα που ήταν στημένη στην Ακρόπολη της Αθήνας, αλλά τη μετέφερε στη Ρώμη ο αυτοκράτορας Βεσπασιανός, για να την τοποθετήσει στο τέμενος της Ειρήνης (Templum Pacis) που ίδρυσε.
 
Ένα χάλκινο σύνολο του Μύρωνα στην Ακρόπολη της Αθήνας εικόνιζε την Αθηνά και τον Μαρσύα. Τα δύο αγάλματα μας είναι γνωστά από μαρμάρινα αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων· η τοποθέτησή τους αντικριστά προκύπτει από απεικονίσεις σε αθηναϊκά νομίσματα της ρωμαϊκής εποχής. Ο μύθος σχετίζεται με τη μουσική, και συγκεκριμένα με την ανακάλυψη και το παίξιμο των αυλών. Η Αθηνά εφηύρε το μουσικό αυτό όργανο, αλλά το πέταξε με οργή μόλις ανακάλυψε ότι, όταν το έπαιζε, τα μάγουλά της φούσκωναν και το πρόσωπό της παραμορφωνόταν. Τους πεταμένους αυλούς τούς βρήκε ο σιληνός Μαρσύας, ένα πρόσωπο του μύθου με ζωώδη χαρακτηριστικά και ουρά αλόγου, στον οποίο ο ήχος τους άρεσε τόσο πολύ, ώστε έμαθε να τους παίζει δεξιοτεχνικά. Αλλά η μουσική των αυλών στάθηκε μοιραία για τον Μαρσύα, γιατί τον έκανε τόσο περήφανο, ώστε να προκαλέσει σε αγώνα μουσικής τον κιθαρωδό θεό Απόλλωνα. Κριτές του αγώνα ήταν οι Μούσες, που αποφάσισαν ότι νικητής ήταν ο Απόλλων, αφού μπορούσε να τραγουδά παίζοντας ταυτόχρονα την κιθάρα του, κάτι που δεν είχε τη δυνατότητα να κάνει ο Μαρσύας με τους αυλούς. Μετά από αυτό ο Απόλλων τιμώρησε σκληρά τον Μαρσύα βάζοντας έναν υπηρέτη του να τον γδάρει ζωντανό. Το αγαλματικό σύνολο του Μύρωνα αποτυπώνει τη στιγμή που ο Μαρσύας ετοιμάζεται να πάρει τους αυλούς που πέταξε η Αθηνά. Για όσους ήξεραν τον μύθο η σκηνή αυτή προοιώνιζε την ήττα και το τέλος του Μαρσύα. Αλλά ο μύθος αποτελούσε ταυτόχρονα κριτική στη μουσική των αυλών, τους οποίους έπαιζαν κυρίως επαγγελματίες μουσικοί. Αντίθετα, η λύρα και η κιθάρα ήταν τα μουσικά όργανα που προτιμούσαν οι αριστοκράτες, καθώς συνόδευαν την επική, τη λυρική και τη χορική ποίηση. Είναι, επομένως, λογικό να υποθέσουμε ότι το έργο του Μύρωνα ήταν ανάθημα ενός αριστοκράτη ή ενός νικητή σε αγώνες κιθαρωδίας. Χαρακτηριστική για τη ρεαλιστική τεχνοτροπία του Μύρωνα είναι η μορφή του Μαρσύα με την έντονη τριχοφυΐα στο στήθος, τη σιμή μύτη, τις ρυτίδες στο μέτωπο και τα ανάκατα μαλλιά. Η Αθηνά από την πλευρά της δεν έχει την εξιδανικευμένη ομορφιά μιας θεάς, αλλά τα χαρακτηριστικά μιας καλοφτιαγμένης νεαρής κοπέλας.
 
Τον ίδιο έντονο ρεαλισμό τον συναντούμε και σε ένα άλλο χάλκινο άγαλμα του Μύρωνα, που το γνωρίζουμε και αυτό από μαρμάρινα αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων: τον Δισκοβόλο. Το έργο εικονίζει έναν νέο αθλητή που ετοιμάζεται να ρίξει τον δίσκο. Η στάση αποτυπώνει μια στιγμιαία κίνηση: ο αθλητής έχει λυγίσει τα γόνατα, έχει χαμηλώσει το σώμα και έχει τεντώσει το δεξί χέρι, καθώς παίρνει δυνάμεις· ο θεατής έχει την αίσθηση ότι είναι έτοιμος να ανασηκωθεί, για να ρίξει όσο μπορεί μακρύτερα τον δίσκο. Αξιοπρόσεκτη είναι η ακρίβεια με την οποία αποδίδεται η ανατομία του σώματος. Δεν γνωρίζουμε πού ήταν στημένο το πρωτότυπο άγαλμα του Δισκοβόλου, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι ήταν αφιέρωμα κάποιου αθλητή σε ένα μεγάλο ιερό. Στην Αρχαιότητα ο δίσκος δεν ήταν ένα αυτόνομο άθλημα, αλλά αποτελούσε μέρος του πεντάθλου, δηλαδή μιας σειράς πέντε αθλημάτων, που περιελάμβανε τον δρόμο, το άλμα, την πάλη, τον δίσκο και το ακόντιο.

Καταραμένοι ποιητές, χαμένοι στη μετάφραση

Η ποίηση είναι ίσως η πιο ιδιαίτερη μορφή δημιουργίας. Όταν αυτά που νιώθουμε πλημμυρίζουν το μέσα μας και δε βρίσκουν τις λέξεις να βγουν απ’ το στόμα μας, τότε ένας στίχος από κάποιο ποίημα είναι εκεί να μας χαρίσει την εξήγηση που δεν μπορούμε να δώσουμε στις σκέψεις μας. Αυτός είναι ο λόγος που οι ποιητές είναι σημαντικοί, κρατούν στα χέρια τους την πένα που σχεδιάζει και χρωματίζει με λέξεις τη ζωή μας. Κρατούν ξύπνιο κάθε όνειρο που θέλει να επιβιώσει ανά τους αιώνες. Η τέχνη απευθύνεται σε όλους, το ίδιο κι η ποίηση, όμως όπως ο καθένας από εμάς είναι διαφορετικός έτσι κάθε ποίημα αγγίζει διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης αφού είναι δημιουργημένο από υλικά ξεχωριστών ψυχών. Είναι οικουμενική και ταυτόχρονα τόσο προσωπική. Γράφεται από έναν και μοιράζεται σε όλους, όμως εκείνος ο ένας είναι τόσο μοναδικός όσο και τα βιώματά του.

Έτσι, πολλοί ποιητές κατηγοριοποιήθηκαν, στάθηκαν κάτω από ταμπέλες και χαρακτηρίστηκαν βάσει των ποιημάτων που γέννησαν και της ζωής που επέλεξαν. Μια τέτοια κατηγορία ποιητών είναι και «Καταραμένοι», εκείνοι που αγάπησαν το σκοτάδι και κρύφτηκαν πίσω από τη σκιά της ποίησης. Μπορεί ο όρος που τους ακολουθεί να είναι βαρύς όμως η αίγλη της ζοφερής τους εικόνας είναι ανυπέρβλητα μεγάλη. Οι κραυγές τους, σαν λύκοι που ουρλιάζουν τα μεσάνυχτα, αποτυπώθηκαν σε χαρτί με μελάνι μαύρο. Δεν ακούστηκαν ποτέ, όμως διαβάστηκαν και θα συνεχίζουν να διαβάζονται όσο υπάρχουν άνθρωποι με τρωτά σημεία και πληγές ανοιχτές.

Οι καταραμένοι ποιητές δεν εγκλωβίζονται σε καλούπια και δεν υπακούν σε νόμους ψευτοηθικής που βασίζονται στην κανονικότητα των κοινωνικών επιταγών. Είναι άνθρωποι με πάθη που τα βιώνουν και τα απογειώνουν σε κάθε τους βήμα. Η ζωή τους μπλεγμένη με αλκοόλ, ουσίες, τρέλα, έρωτα. Όλα αυτά είναι αρκετά για να αφοριστούν από την καθωσπρέπει κοινωνία των πουριτανών που αρνούνται να δουν πως αυτά είναι απλώς η αθέατη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Περιθωριοποιήθηκαν και στοχοποιήθηκαν για τη ζωή τους, το έργο τους όμως είναι εκείνο που μιλάει στις ψυχές μας, γιατί μέσα του ανακαλύπτουμε τις πιο δικές μας μύχιες σκέψεις.

Είναι εκείνοι οι καλλιτέχνες που υπέφεραν όσο κανείς άλλος βιώνοντας την απώλεια, τον πόνο και την ταραχή δίνοντας φως μέσα από το δικό τους σκοτάδι.

«Η ψυχή μου είναι σαν ουρανός ασύνορος
Έχει απεραντοσύνες ζοφερές
Κι αμέτρητους ήλιους φωτεινούς
Ακόμα, παρά το κακό, η ζωή μου
Από διαμάντια τόσα γοητευμένη
Στων στίχων μου το ρυάκι είναι καθρεφτισμένη.»
Charles Cros (1842-1888)

Μερικοί βασικοί και πιο γνωστοί εκπρόσωποι απ’ αυτούς τους ποιητές είναι αναμφίβολα οι Σαρλ Μπωντλαίρ, Πωλ Βερλαίν, Αρθούρος Ρεμπώ και Λωτρεαμόν ενώ είναι πολλοί ακόμη που έχουν δώσει το δικό τους στίγμα. Ο πρώτος καταραμένος ποιητής θεωρείται ο Αλφρέντ ντε  Βινύ οποίος στο έργο του, Stello (1932), χαρακτηρίζει τους ποιητές ως «τη ράτσα των παντοτινά καταραμένων από τους ισχυρούς της γης». Φυσικά εκεί δεν συμπεριλαμβάνονταν οι ποιητές που ασπάζονταν τον καθωσπρεπισμό αλλά οι άλλοι, οι απόκοσμοι.

Ο Paul Verlaine τo 1884 εκδίδει το έργο του Paul Verlaine, Les Poets Maudits. Μέσα σε αυτό το εκτενές αφιέρωμα γίνεται αναφορά σε τρεις ποιητές οι οποίοι, κατά τη δική του άποψη πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν με αυτόν τον τρόπο. Αυτοί είναι οι Tristan Corbière, Arthur Rimbaud και Stéphane Mallarmé, ενώ σε δεύτερη έκδοση του έργου προστίθεται μερικοί ακόμη.
Σε αυτό το βιβλίο διαβάζουμε για το αιώνιο πρόβλημα αναφορικά με τη σχέση ποιητή – κοινωνίας καθώς ο πρώτος περιγράφεται ως μια τραγική φιγούρα, η οποία σπρώχνεται στα άκρα από την ίδια την κοινωνία.

«Οι αμαρτίες μας είναι επίμονες, δειλές οι μετάνοιές μας·»
Charles Baudelaire (1821-1867)

Φυσικά η Ελλάδα, δε θα μπορούσε να μην έχει γεννήσει τους δικούς της καταραμένους ποιητές που συνεχίζουν μέχρι σήμερα να μας χτυπούν την πλάτη και να μας συντροφεύουν στις στιγμές μας. Πρώτος από όλους ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος μίλησε για τον θάνατο σε πολλά από τα ποιήματά του:

«Κι όπως κυλά στα βάθη του κενού μου, σαν άστρο φλογερό στον άξονα του, δε νιώθω πια παρά τον Νου μου στην Απεραντοσύνη του Θανάτου».

Ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Γιώργος Μακρής, η Μαρία Πολτδούρη και η Κατερίνα Γώγου είναι εμβληματικές παρουσίες και οι δικοί μας ζοφεροί δημιουργοί. Το σημείο συνάντησης όλων αυτών των ποιητών είναι ο θάνατος και η ωδή προς αυτόν. Το σύντομο τέλος τους αλλά και οι προσπάθειες να βιώσουν, να νιώσουν και να αποχαιρετήσουν είναι ένας κώδικας που βλέπουμε να υπάρχει πίσω από κάθε δημιούργημα αλλά και πίσω από την ίδια τη ζωή τους.

Τι είναι αυτό τελικά που μας οδηγεί στο να τους διαβάζουμε, να τους αγαπάμε και να τους αγκαλιάζουμε τόσα χρόνια; Ίσως είναι η αντανάκλαση της δικής μας αθέατης πλευράς, ίσως πάλι να μεθάμε από τη δύναμη που είχαν να ζουν με τον τρόπο που ήθελαν ή που μπορούσαν. Ρίσκαραν, τα έπαιζαν όλα για όλα και στο τέλος έβγαιναν νικητές, αφού τα παιχνίδια παίζονταν με δικούς τους όρους. Όσα δεν τολμούμε να νιώσουμε εμείς, τα ένιωσαν αυτοί για εμάς γι’ αυτό θα ναι πάντοτε δικοί μας.

Καρλ Γιουνγκ: Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί

«Ακόμη και αν δεν είμαστε τα όργανα του εγκλήματος, θα είμαστε πάντοτε εν δυνάμει εγκληματίες χάρη στην ανθρώπινη φύση μας». Δεν υπάρχει λόγος να διατυπώσουμε το καθήκον που επιφόρτισε η εποχή μας σαν ηθική απαίτηση. Καλύτερα να ξεκαθαρίσουμε την ψυχολογική κατάσταση του κόσμου, ώστε να μπορεί αν τη δει ακόμα και ένας μύωπας και να δώσουμε υπόσταση σε λέξεις και ιδέες για να μπορεί να ακούει ακόμη και ο βαρήκοος.

Μπορούμε να ελπίζουμε σε ανθρώπους με καλή θέληση και κατανόηση, οπότε δεν πρέπει να δυσανασχετούμε από τις επαναλήψεις αυτών των απαραίτητων σκέψεων και αντιλήψεων.

Κύριο μέλημά μου είναι να τραβήξω την προσοχή του αναγνώστη στην κύρια δυσκολία που θα αντιμετωπίσει. Ο φόβος που τα δικτατορικά κράτη γέμισαν τελευταία τον άνθρωπο, δεν είναι τίποτε λιγότερο από το αποκορύφωμα όλων των φρικαλεοτήτων για τις οποίες ενοχοποιήθηκαν οι πρόγονοι μας στο κοντινό παρελθόν. Ξέχωρα από τις βαρβαρότητες και τα λουτρά αίματος που διαπράχθηκαν από τα χριστιανικά έθνη σε όλη την ευρωπαϊκή ιστορία, ο Ευρωπαίος πρέπει να δώσει λόγο και για όλα τα εγκλήματα που διέπραξε στους έγχρωμους λαούς κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας.

Με βάση αυτά τα γεγονότα, ο λευκός κουβαλάει στις πλάτες του ένα βαρύ φορτίο. Μας δείχνει μια εικόνα της κοινής ανθρώπινης σκιάς που δύσκολα θα μπορούσε να αποδοθεί με πιο μαύρα χρώματα. Το κακό που διαφαίνεται στον άνθρωπο και που αναμφίβολα κατοικεί μέσα του έχει γιγαντιαίες διαστάσεις, ώστε τα λόγια της Εκκλησίας για το προπατορικό αμάρτημα και η αναγωγή του στη σχετικά αθώα παρέκκλιση του Αδάμ και της Εύας, να είναι σχεδόν ευφημισμός. Η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη και έχει πρόστυχα υποτιμηθεί.

Επειδή αποτελεί παγκόσμιο πιστεύω ότι ο άνθρωπος είναι μόνο όσα γνωρίζει η συνείδηση του, θεωρεί τον εαυτό του άκακο, προσθέτοντας έτσι στην κακοήθεια και την ηλιθιότητα. Δεν αρνείται τα όσα έχουν συμβεί και εξακολουθούν να συμβαίνουν, αλλά είναι πάντα οι «άλλοι» που τα κάνουν. Και όταν αυτές οι πράξεις απομακρύνονται στο παρελθόν, γρήγορα και βολικά, βυθίζονται στη θάλασσα της λησμονιάς, και επανέρχεται η κατάσταση μιας χρόνιας και ακαθόριστης δυσφορίας που περιγράφουμε σαν «κανονικότητα». Τίποτε δεν εξαφανίστηκε και τίποτε καλό δεν έγινε. Το κακό, η ενοχή, η βαθιά συνειδησιακή ανησυχία και η μεταμφιεσμένη προδοσία βρίσκονται μπροστά μας αρκεί να μπορούμε να τα δούμε. Ο άνθρωπος τα δημιούργησε.

Είμαι άνθρωπος και μοιράζομαι την ανθρώπινη φύση. Για αυτό είμαι ένοχος μαζί με τους υπόλοιπους και φέρω μέσα μου αναλλοίωτη και ανεξίτηλη την ικανότητα και την τάση να τα επαναλάβω όποτε θελήσω. Ακόμη και αν δεν είμαστε τα όργανα του εγκλήματος, θα είμαστε πάντοτε εν δυνάμει εγκληματίες χάρη στην ανθρώπινη φύση μας. Στην πραγματικότητα μας λείπει μάλλον η κατάλληλη ευκαιρία για να χαθούμε σε μια κολασμένη συμπλοκή. Κανείς δε βρίσκεται έξω από τη μαύρη συλλογική σκιά της ανθρωπότητας.

Το αν το έγκλημα διαπράχθηκε σε προηγούμενες γενιές ή συντελείται σήμερα, παραμένει ένα σύμπτωμα της πανταχού παρούσας προδιάθεσης και για αυτό καλά θα έκανε κανείς να «σκέφτεται πότε-πότε το κακό», γιατί μόνο ο βλάκας αρνείται μόνιμα τις συνθήκες της ίδιας του της ύπαρξης. Αλήθεια, αυτή η άρνηση είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνει κάποιος όργανο του κακού. Η πραότητα και η αφέλεια βοηθάνε τόσο, όσο και κάποιον που πάσχει από χολέρα. Τουναντίον κατευθύνουν στον «άλλο» την προβολή του μη αναγνωρισμένου κακού. Αυτό δυναμώνει τη θέση του αντίπαλου, επειδή η προβολή μεταφέρει στην άλλη πλευρά το φόβο που αθέλητα και μυστικά αισθανόμαστε για το δικό μας κακό και αυξάνει αξιόλογα την απειλή του.

Αν δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη συνειδητοποίηση πως το κακό, χωρίς να το έχουμε διαλέξει, φωλιάζει στην ψυχή μας, τότε το φέρνουμε στην επιφάνεια σαν ίσο και αντίθετο σύντροφο του καλού. Αυτή η συνειδητοποίηση οδηγεί σε ένα ψυχολογικό δυαδισμό που προϋπήρχε ασυνείδητα στο σχίσμα του πολιτικού κόσμου και στην ακόμη πιο ασυνείδητη διάσπαση του ίδιου του σύγχρονου ανθρώπου. Ο διαχωρισμός δεν προέρχεται από αυτή τη γνώση. Είμαστε διασπασμένοι από την αρχή. Είναι ανυπόφορη η σκέψη πως πρέπει να αναλάβουμε τις προσωπικές ευθύνες όλης αυτής της ενοχής. Για αυτό, προτιμάμε να αντικαθιστούμε το κακό με εγκληματίες ή ομάδες εγκληματιών, ενώ «νίπτουμε τας χείρας μας» στην αθωότητα και την άγνοια της γενικής ροπής προς το κακό.

Αναλογιζόμενοι ότι το σύγχρονο κακό επισκιάζει το καθετί που βασανίζει συνεχώς το ανθρώπινο γένος, πρέπει να αναρωτηθεί πώς συμβαίνει και παρ' όλη την πρόοδο μας στην απονομή δικαιοσύνης, την ιατρική και την τεχνολογία, παρ' όλη την ενασχόληση μας με την ζωή και την υγεία, έχουν εφευρεθεί τερατώδεις καταστροφικές μηχανές που μπορούν εύκολα να εξολοθρεύσουν το ανθρώπινο είδος.

Δεν είναι αλήθεια πως ο σημερινός άνθρωπος είναι ικανός για μεγαλύτερα κακά από τον αρχαίο ή τον πρωτόγονο άνθρωπο. Μάλλον διαθέτει αποτελεσματικότερα μέσα για να συνειδητοποιήσει τη ροπή του προς το κακό. Καθώς η συνείδηση του πλάτυνε και διαφοροποιήθηκε, η ηθική του φύση εγκαταλείφθηκε. Να το μεγάλο πρόβλημα που έχουμε μπροστά μας σήμερα. Η λογική από μόνη της δεν επαρκεί.

Ο φόβος της παγκόσμιας καταστροφής μπορεί να μας γλιτώσει από το χειρότερο, αλλά η πιθανότητα της θα κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας σαν σκοτεινό σύννεφο, όσο δεν θα υπάρχει κάτι που να γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στον παγκόσμιο ψυχικό και πολιτικό διαχωρισμό. Αν γινόταν παγκόσμια συνείδηση πώς κάθε διαχωρισμός και ανταγωνισμός οφείλεται στο διαχωρισμό των ψυχικών αντιθέτων, θα γνωρίζαμε που να επιτεθούμε. Όμως, αν παραμείνουν τόσο ασυνείδητα και παραγνωρισμένα, θα εξακολουθούν να συσσωρεύονται και να παράγουν ανεξέλεγκτες ομάδες και κινήματα με αμφισβητούμενους στόχους.

Κάθε άμεση προσπάθεια συνειδητοποίησης δεν είναι παρά μόνο «διαμάχη της συνείδησης με τον ίσκιο της» μεγεθυμένη από την ψευδαίσθηση του αληθινού αγώνα. Ο αποφασιστικός παράγοντας βρίσκεται στο κάθε ξεχωριστό άτομο που δε βρίσκει λύση για το δυαδισμό του.
 
Καρλ Γκούσταβ Γιούνγκ, Ανεξερεύνητος Εαυτός

Ο Μωυσής, οι 10 Εντολές και οι υπόλοιπες 140

Με κλίμα θρησκευτικής κατάνυξης και χριστιανικού δέους (και μιας και έρχεται ο Δεκαπενταύγουστος) σας παρουσιάζουμε την επίσημη (official) λίστα αμαρτιών που συνέταξε ο Θεούλης μας πριν από πολλά, πολλά, πολλά χρόνια. Η λίστα αποτελεί την ολοκληρωμένη έκδοση των "10 ΟΥ" (ου κλέψεις, ου φονεύσεις κ.ο.κ.), η οποία ήταν κάτι σαν demo των πραγμάτων που ΔΕΝ έπρεπε να κάνεις εάν ήθελες να πας στον Παράδεισο και να χαζεύεις λουλουδάκια, πουλάκια και ποταμάκια και όχι στην Κόλαση και να ψήνεσαι εσαεί.
 
Σύμφωνα με την επίσημη Εκκλησία, ο λόγος που ο Θεούλης δεν έδωσε στον Μωυσή εξ΄ αρχής την φουλ βέρζιον ήταν πρακτικός. Με 10 Εντολές σε 2 πλάκες και του βγήκε η πίστη (sic) να κατέβει από το Όρος Σινά. Αν είχε 150 εντολές και συνεπώς 30 πλάκες, τότε... άστα βράστα!

Η δεύτερη θεωρία η οποία θεωρείται αιρετική και βλάσφημη και πλήθος ανθρώπων κάηκε στην πυρά και βασανίστηκε στην Ιερά Εξέταση προκειμένου να μην διαδοθεί, λέει πως ο Θεούλης πράγματι έδωσε και τις 30 πλάκες με τις 150 Εντολές στον Μωυσή, αλλά αυτός κατά κάποιους στα μισά της διαδρομής κουράστηκε, κατέστρεψε τις 28 και κράτησε τις 2, και κατά άλλους θεώρησε υπερβολικές τις απαιτήσεις του Θεούλη και για να γλιτώσει από τις διαμαρτυρίες και την αγανάκτιση του λαού του, τις παράτησε και κράτησε τις γνωστές 2.

Σημειώστε πως η συγχώρεση για μέχρι ένα λάθος που ισχύει στις εξετάσεις για δίπλωμα οδήγησης, εδώ δεν ισχύει. Με ένα λάθος κόβεστε από τον Παράδεισο και πάτε καρφί για Κόλαση. Δικαίωμα ένστασης και αναβαθμολόγησης δεν υφίσταται. Καλή χριστιανική ζωή να έχετε...
 
 

Σαρτρ: Ο άνθρωπος θα γίνει αυτό που έχει σχεδιάσει να γίνει. Όχι αυτό που θα θελήσει να γίνει

Ο άνθρωπος όπως τον συλλαμβάνει ο υπαρξιστής φιλόσοφος, δεν είναι προσδιορίσιμος, αυτό σημαίνει πώς στην αρχή απ' τα πριν, δεν είναι τίποτα. Θα γίνει μετά και θα γίνει αυτό πού θα φτιάξει ό ίδιος τον εαυτό του. Έτσι. δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση. αφού δεν υπάρχει Θεός για να την συλλάβει.
 
Ο άνθρωπος είναι, όχι μόνο η αντίληψη που ο ίδιος έχει για τον εαυτό του· αλλά κι' αυτός πού θέλει να είναι. Κι όπως συλλαμβάνει τον εαυτό του, μετά την ύπαρξη κι όπως θέλει τον εαυτό του μετά από αυτή την ορμή προς την ύπαρξη, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά αυτό που ο ίδιος φτιάχνεται. Αυτή είναι η πρώτη αρχή του υπαρξισμού.
 
Αυτό ακριβώς είναι η λεγόμενη υποκειμενικότητα», που με το ίδιο αυτό όνομα μας προσάπτουν. Αλλά τί άλλο θέλουμε να πούμε με τα παραπάνω, αν όχι πως ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερη αξία, μεγαλύτερη αξιοπρέπεια απ' ό, τι ή πέτρα ή το τραπέζι; Γιατί αυτό πού θέλουμε να πούμε είναι ότι ό άνθρωπος υπάρχει πρώτα, δηλαδή ότι ό άνθρωπος είναι πριν απ' όλα αυτό πού ρίχνεται προς ένα μέλλον κι αυτό πού έχει συνείδηση πώς προβάλλεται στο μέλλον.
 
Ο άνθρωπος είναι στην αρχή ένα σχέδιο που βιώνεται υποκειμενικά αντί να είναι αφρός, ένα σκουπίδι ή ένα κουνουπίδι, τίποτα δεν υπάρχει προγενέστερα απ' αυτό το σχέδιο. Τίποτα το νοητά διαγνώσιμο δεν είναι χαραγμένο στον ουρανό κι ο άνθρωπος θα γίνει πάνω απ’ όλα αυτό που έχει σχεδιάσει να γίνει. Όχι αυτό που θα θελήσει να γίνει.
 
Γιατί αυτό που συνήθως εννοούμε με τη λέξη «θέληση» είναι μια συνειδητή απόφαση, πράγμα που για τους περισσότερους από μας έρχεται μεταγενέστερα άπ' ότι γίνεται από μόνο του. Μπορώ να θέλω να προσχωρήσω σ' ένα κόμμα, να γράψω ένα βιβλίο, να παντρευτώ. Όλ' αυτά δεν είναι παρά ή εκδήλωση μιας εκλογής πιο πρωταρχικής πιο αυθόρμητης απ' αυτό πού λέμε «θέληση».
 
Ζ. Π Σαρτρ, Ο Υπαρξισμός είναι ένας Ανθρωπισμός

Lady of Cao: Η Μούμια της Ιέρειας με τα Τατουάζ

H μούμια με το όνομα Lady of Cao -“Dama de los Tatuajes” βρέθηκε στην αρχαιολογική περιοχή Huaca El Brujo -Sacred Place of the Wizard- στο βορειοδυτικό Περού την άνοιξη του 2006. Tα χέρια και τα πόδια της ήταν ζωγραφισμένα με εκπληκτικά τατουάζ -φίδια, αράχνες, αιλουροειδή-τα λεγόμενα Moon Animals, υπερφυσικά μοτίβα που δηλώνουν ότι είχε περίοπτη θέση στη φυλή των Moche.

Στην εικονογραφία της βόρειας πλευράς του Περού, Moon Animals ή Recuay Dragon είναι μυστικιστικά τετράποδα αρπακτικά που έχουν διογκωμένα μάτια, κυνόδοντες, νύχια, μακριές ουρές και λοφία. Μοιάζουν με αιλουροειδή ή ερπετοειδή και συνδέονται με σεληνιακά και αστρικά μοτίβα. Ο ανθρωπολόγος John Verano του Πανεπιστημιού της Tulane δήλωσε ότι:“ Μπορούμε να κάνουμε μόνο εικασίες ποια είναι η ερμηνεία αυτών των μοτίβων” και πρόσθεσε ότι “Οι αράχνες σχετίζονται με την βροχή καθώς και τον θάνατο”. Το φίδι είναι ένα πολύ βασικό στοιχείο σε πολλούς πολιτισμούς των Άνδεων, το οποίο σχετίζεται με τις θεότητες, την γονιμότητα και τις ανθρωποθυσίες. Τα τατουάζ δεν έγιναν μόνο για αισθητικούς λόγους, έχουν τελετουργικό χαρακτήρα.

H “Lady of Cao” ήταν τυλιγμένη σε είκοσι στρώματα ύφασμα, βαμμένο με κόκκινο κιννάβαρι, στο πρόσωπο της είχαν τοποθετήσει ένα χρυσό μπόλ και φορούσε ένα κολιέ με μάσκες. Πλάι της βρέθηκαν μοναδικά χρυσά κτερίσματα, δυο στέμματα σε σχήμα V, περίτεχνα αστραφτερά σκουλαρίκια για την μύτη και όπλα. Οι ερευνητές έχουν παραξενευτεί με την παρουσία των όπλων και πιστεύουν ότι ήταν δώρα από άλλους πολεμιστές. Επίσης ,η παρουσία χρυσού δηλώνει ότι ήταν ένα σεβαστό πρόσωπο, η πρώτη γυναίκα-άρχοντας που ανακαλύφθηκε ποτέ ή γυναίκα κάποιου ηγεμόνα. Ζούσε πολύ κοντά στην πόλη Trujillo, στην κοιλάδα Chicama και πέθανε περίπου 25 χρονών από επιπλοκές στην γέννα. Δίπλα της ήταν θαμμένο και το πτώμα μιας εφήβου, που θυσιάστηκε- την έπνιξαν με ένα σκοινί-ώστε να υπηρετεί την ιέρεια στην μεταθανάτια ζωή.

Η φυλή Moche εμφανίστηκε στην περιοχή του Περού τον 2ο -7ο αιώνα π.Χ. πριν την επικράτηση των Ίνκα. Είναι κυρίως γνωστή για τις ανθρωποθυσίες, τα κεραμικά που απεικόνιζαν σεξουαλικές παραστάσεις, την κοσμηματοποιία και τα αρδευτικά κανάλια. Η ανώτερη θεότητα ήταν ο Ai Apec-The Great Decapitator, με κύρια χαρακτηριστικά τους κυνόδοντες και το feathered serpent headdress. Ο πολιτισμός τους κατέρρευσε πιθανότατα λόγω κλιματολογικών αλλαγών όπως το φαινόμενο El Niño και εκατό χρόνια αργότερα εμφανίστηκαν οι Chimú.

Στην πόλη Trujillo, οι πυραμίδες Huaca del Sol- Temple of the Sun ύψος 43 μέτρα ήταν πολιτικό-διοικητικό κέντρο ενώ η Huaca de la Luna-Temple of the Moon 21 μέτρα ήταν θρησκευτικό-τελετουργικό κέντρο, εκεί όπου γινόντουσαν οι ανθρωποθυσίες. Ήταν διακοσμημένες με πολύχρωμες τοιχογραφίες, γεωμετρικά σχέδια και πολεμικές σκηνές τις οποίες διάλεγαν αποκλειστικά οι ιερείς. Η πυραμίδα ήταν χτισμένη μπροστά από ένα βραχώδη λόφο -Cerro Blanco ή White Hill. Οι ιερείς συγκεντρώνονταν στην κορυφή ενώ τα θύματα αιχμάλωτοι πολέμου στην βάση, τα οποία τα θυσίαζαν στους θεούς των βουνών για να τους στέλνουν βροχές. Οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει τα λείψανα 40 άντρων. Εκεί βρίσκεται το Huaca Arcos Iris -Rainbow Temple ή El Dragon, η φυλή Chimú το έχτισε το 1200 π.Χ. καθώς και ο αρχαιολογικός χώρος Chan Chan.

Τον Νοέμβριο του 2016, οι έφοροι του μουσείου του Cao και ειδικοί επιστήμονες με την βοήθεια ενός τρισδιάστατου 3-D εκτυπωτή και μελετώντας την δομή του κρανίου της, καθώς και στοιχεία εθνογραφικών ερευνών σχημάτισαν το πρόσωπο της με τα έντονα ζυγωματικά και τα μακριά μαύρα μαλλιά. Η διαδικασία κράτησε δέκα μήνες. “Με την τρισδιάστατη αυτή απεικόνιση, δίνεται η δυνατότητα στον κόσμο να δει από κοντά ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα του Περού, ενώ οι Περουβιανοί θα θυμηθούν την πλούσια πολιτιστική τους κληρονομιά”, τόνισε ο υπουργός Πολιτισμού της χώρας, Salvador del Solar, σύμφωνα με το Πρακτορείο Reuters.

Η Arabel Fernández López, αρχαιολόγος από το Περού υπεύθυνη της ομάδας που ξετύλιξε την μούμια, επισημαίνει ότι η φάση της αναδόμησης ήταν μια μεγάλη συναισθηματική εμπειρία για αυτήν και σκιαγραφεί το πορτραίτο της νεαρής γυναίκας στο ντοκιμαντέρ του National Geographic. “Behind a great empire, there was a great woman. The enigmatic queen of the Moche people rises from her tomb to tell us the story of the first powerful woman in pre-Columbian Peru” αναφέρει το promo video του National Geographic.

Η ανακάλυψη του τάφου της “Lady of Cao”, από την αρχαιολογική ομάδα του Περού με αρχηγό τον Régulo Franco Jordan ήταν μια πολύ σημαντική ανακάλυψη. Κατέρριψε τις θεωρίες ότι οι αρχαίες φυλές των Άνδεων ήταν πατριαρχικές. Μέσα από ιστορικές μελέτες οι επιστήμονες θα μπορέσουν να μάθουν περισσότερα για την θέση των γυναικών και την σημασία της μυστηριώδης μούμιας με τα τατουάζ. Έκτοτε έχουν εντοπιστεί πολλές γυναικείες μούμιες, θαμμένες με πολύτιμα αντικείμενα όπως η Lady of Pacopampa το 2009 η οποία ζούσε στην πόλη Cajamarca 2.700 χρόνια πριν.

Μάθε να χαμογελάς στον εαυτό σου ενώ η μάχη μαίνεται

Συλλογιζόμουν το μεγαλείο αυτής της αποκάλυψης∙ αν η ανθρωπότητα αναγνώριζε μια αλήθεια τόσο σημαντική, θα είχε ανατρέψει και μεταμορφώσει για πάντα τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε.

Θα ερχόταν η μέρα που θα μετέδιδα και στους φίλους μου τη δυναμική μιας τέτοιας οπτικής∙ όσο πιο σκληρή η επίθεση του Αντιπάλου, όσο πιο βαριά η προσβολή του, τόσο πιο μεγάλη και η ευκαιρία του ανθρώπου να προχωρήσει μπροστά.
Μάθε να χαμογελάς μέσα σου ενώ η μάχη μαίνεται
και αμείλικτα η επίθεση εκδηλώνεται.
Τον Αντίπαλο εξωτερικά θα ’πρεπε να παλεύεις,
την ίδια στιγμή που θα τον συγχωρείς μέσα σου!
Μόνο μέσα σου μπορεί να υπάρξει η συγχώρεση.
Ναι, έξω από σένα δώσε την πιο μανιασμένη μάχη…
αλλά χωρίς να το πιστεύεις!
Επιτέλους, μια μικροσκοπική χαραμάδα άνοιγε αρχίζοντας να ρίχνει φως σ’ εκείνο το πανάρχαιο, ανεξιχνίαστο παράδοξο∙ αν τον αγαπάς, παύει να είναι εχθρός σου, κι αν είναι εχθρός σου, πώς γίνεται να τον αγαπάς;
Η ιδέα τού «να αγαπάς τον εχθρό σου» έρχεται
από ένα ανώτερο νοητικό επίπεδο.
Μόνο ένας άνθρωπος που είναι μια πλήρης ολότητα
μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει την ιδέα αυτή.
Μόνο όποιος έχει ξεριζώσει από μέσα του κάθε σύγκρουση
και κάθε διαχωρισμό είναι σε θέση να τα καταφέρει
χωρίς τον Αντίπαλο.
Για εκείνους που υπακούν σε μια δυαδική λογική,
που εξακολουθούν να βλέπουν και να σκέφτονται μέσω του
συστήματος των αντιθέτων, η θεραπεία μπορεί να εμφανιστεί
μόνο πίσω από την αγριωπή μάσκα του Αντιπάλου.
«Να λοιπόν ποια θα πρέπει να είναι η στάση ενός ηγέτη απέναντι στις δυσκολίες», τρίβοντας τα χέρια του με την ικανοποίηση κάποιου που επιτέλους έχει μπροστά του ακριβώς αυτό που εδώ και καιρό προσδοκούσε.

«Ένας ηγέτης γνωρίζει ότι όσο τρομερός κι αν φαίνεται ο Αντίπαλος, η μάχη ποτέ δεν είναι άνιση και οι δυσκολίες είναι μόνο φαινομενικές. Η μάσκα του Αντιπάλου, η φαινομενική αγριότητά του, κρύβει πίσω της την πρόσβαση σε υψηλότερα επίπεδα υπευθυνότητας.

«Κανείς, ποτέ, δεν σου είχε εξηγήσει πιο καθαρά ποιο είναι το παιχνίδι!» ανήγγειλε απευθύνοντας τα λόγια του σ’ ένα αόρατο ακροατήριο, τεράστιο όσο και ο πλανήτης. Πρόσθεσε ότι, χωρίς την κατανόηση όλων αυτών, χωρίς μια Σχολή, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σταματούσαν στο κατώφλι αυτού του περάσματος, αρνούμενοι να πληρώσουν το τίμημα.

Συνεχώς σκοντάφτουμε επάνω σε εμπόδια και εσωτερικές φωνές που μας εμποδίζουν να συνεχίσουμε∙ είναι φυσικοί και ψυχολογικοί αντίπαλοι, που δοκιμάζουν τη δύναμη της θέλησής μας, την καθαρότητα της πρόθεσής μας, την ετοιμότητα και την αποφασιστικότητά μας.
Το αδύνατο πάντοτε ανοίγει την πόρτα
στην επόμενη δυνατότητα.

Μήπως τώρα είμαι ελεύθερος από τα δεσμά;

Τον Φεβρουάριο του 63 Κ.Ε., ο φίλος τον Σενέκα ο Λουκίλιος, δημόσιος υπάλληλος στη Σικελία, έμαθε για μία αγωγή εναντίον του που απειλούσε να τερματίσει την καριέρα του και να σπιλώσει το όνομά του για πάντα. Έγραψε στον Σενέκα.

«Ίσως περιμένεις να σε συμβουλεύσω να φανταστείς κάποιο ευτυχές αποτέλεσμα, και να αφεθείς στη σαγήνη της ελπίδας» απάντησε ο φιλόσοφος, αλλά «πρόκειται να σε οδηγήσω στην ψυχική ηρεμία μέσω ενός άλλου δρόμου» – με αποκορύφωμα την εξής συμβουλή:
Αν επιθυμείς να αποδιώξεις κάθε ανησυχία, υπόθεσε πως εκείνο που φοβάσαι ότι μπορεί να συμβεί είναι σίγουρο ότι θα συμβεί.

Ο Σενέκας στοιχημάτιζε ότι, αν εξετάσουμε λογικά τι θα συμβεί έτσι και δεν ικανοποιηθούν οι επιθυμίες μας, σχεδόν σίγουρα θα βρούμε ότι το βασικό μας πρόβλημα είναι λιγότερο σοβαρό απ’ όσο φανταζόμασταν λόγω άγχους. Ο Λουκίλιος είχε λόγους να αισθάνεται θλίψη όχι όμως και υστερία:

Αν χάσεις την υπόθεση, υπάρχει περίπτωση να σου συμβεί οτιδήποτε πιο ακραίο από το να σταλείς στην εξορία ή να οδηγηθείς στη φυλακή; … «Ίσως καταλήξω πένητας»˙ συνεπώς θα είμαι ένας ανάμεσα στους πολλούς. «Ίσως σταλώ στην εξορία»˙ τότε θα σκέφτομαι τον εαυτό μου να κατάγομαι από τον τόπο όπου θα με στείλουν. «Ίσως με αλυσοδέσουν»˙ και τι μ’ αυτό; Μήπως τώρα είμαι ελεύθερος από τα δεσμά; Η φυλακή και η εξορία ήταν άσχημα αλλά -σύμφωνα με τον πυρήνα του επιχειρήματος- όχι όσο ίσως φοβόταν ο απελπισμένος Λουκίλιος προτού εξετάσει εξονυχιστικά το άγχος του.

Επικρατούν οι άνθρωποι ή τα ανθρωποειδή στον πληθυσμό μας και γιατί;

Με τις μαζικές εκτελέσεις και τις οργανωμένες καταστροφές, οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι υπήρξε η χείριστη εκδοχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Επιπλέον, όταν ο δυτικός κόσμος έκανε τον απολογισμό, όταν καταλάγιασε ο κουρνιαχτός στα ερείπια που άφησε πίσω του, ήταν αδύνατο να αγνοηθούν οι αγριότητες που διαπράχθηκαν στην καρδιά της Ευρώπης από, κατά τα άλλα, πολιτισμένους ανθρώπους. Οι συγκρίσεις με τα ζώα ήταν πανταχού παρούσες. Τα ζώα δεν έχουν αναστολές, ήταν το επιχείρημα. Δεν έχουν πολιτισμό, συνεπώς θα πρέπει να ήταν κάποιο ζωικό χαρακτηριστικό, κάτι στη γενετική μας δομή που είχε εκραγεί κάτω από την επίφαση του πολιτισμού και είχε παραμερίσει την ανθρώπινη ευπρέπεια.

Αυτή η «θεωρία της επίφασης», όπως την αποκαλώ, έγινε το κυρίαρχο θέμα στις μεταπολεμικές συζητήσεις. Κατά βάθος, οι άνθρωποι είμαστε βίαιοι και αήθεις. Μια πληθώρα μπεστ σέλερ ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα, υποθέτοντας ότι μας διακατέχει μια ασυγκράτητη επιθετική ορμή, η οποία επιδιώκει να βρει διέξοδο στον πόλεμο, στη βία, ακόμα και στον αθλητισμό. Μια άλλη θεωρία υποστήριζε ότι η επιθετικότητά μας είναι πρωτοφανής, ότι είμαστε τα μόνα πρωτεύοντα θηλαστικά που σκοτώνουν το είδος τους. Το είδος μας δεν είχε ποτέ το χρόνο να εξελίξει τις κατάλληλες αναστολές. Κατά συνέπεια, τα βίαια ένστικτά μας είναι ανεξέλεγκτα όπως στα «εξ επαγγέλματος αρπακτικά», τους λύκους ή τα λιοντάρια. Είμαστε καθηλωμένοι σε μια βίαιη ιδιοσυγκρασία, την οποία δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καθώς δεν έχουμε τα κατάλληλα εφόδια.

Δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε σε αυτή την επιχειρηματολογία την απαρχή της εκλογίκευσης της ανθρώπινης βίας γενικά και ειδικά.

Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Άρντρι εμπνεύστηκε από τις εικασίες ότι ο Αυστραλοπίθηκος θα πρέπει να ήταν σαρκοφάγος και να κατάπινε τα θήραματά του ζωντανά, διαμελίζοντάς τα και σβήνοντας τη δίψα του με αίμα. Βασισμένο στις μελέτες ορισμένων κρανιακών οστών, ήταν ένα ευφάνταστο συμπέρασμα, αλλά σε αυτό βάσισε ο Άρντρι τον μύθο των πιθήκων δολοφόνων. Στο βιβλίο Αφρικανική Γένεσις απεικόνισε τον πρόγονό μας ως ένα διανοητικά διαταραγμένο αρπακτικό ζώο που ανατρέπει την ασταθή ισορροπία της φύσης. Στη δημαγωγική πρόζα του Άρντρι, «γεννηθήκαμε από επαναστατημένους πιθήκους, όχι από πεπτωκότες αγγέλους, και επιπλέον οι πίθηκοι αυτοί ήταν οπλισμένοι δολοφόνοι. Επομένως, τι να θαυμάσουμε; Τις δολοφονίες και τις σφαγές και τα βλήματα και τους αδιάλλακτους στρατούς μας;»

Δύσκολα μπορεί να γίνει πιστευτό, αλλά το επόμενο κύμα της βιολογίας της μόδας κατάφερε να προχωρήσει ακόμα παραπέρα. Το εγωιστικό γονίδιο του Ρίτσαρντ Ντόκινς μας δίδαξε ότι εφόσον η εξέλιξη βοηθά αυτούς που βοηθούν τους εαυτούς τους, ο εγωισμός θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μάλλον ως κινητήρια δύναμη της αλλαγής παρά ως ελάττωμα που μας εμποδίζει να αναπτυχθούμε. Μπορεί να είμαστε κακοί πίθηκοι, αλλά υπάρχει λόγος που είμαστε έτσι, και ο κόσμος έγινε καλύτερος χάρη σε αυτό το γνώρισμα.

Ένα δευτερεύον πρόβλημα -που ματαίως υποδείχθηκε από τους σχολαστικούς- ήταν η παραπλανητική γλώσσα των βιβλίων αυτού του είδους. Τα γονίδια που παράγουν επιτυχή χαρακτηριστικά διαδίδονται στον πληθυσμό και ως εκ τούτου προάγονται. Ωστόσο ο χαρακτηρισμός αυτής της διαδικασίας ως «εγωιστικής» είναι απλώς σχήμα λόγου. Και μια χιονοστιβάδα που κυλά και μεγαλώνει καθώς κατεβαίνει, επίσης αναπτύσσεται, αλλά γενικά δεν αποκαλούμε τις χιονοστιβάδες εγωιστικές. Η ακραία συνέπεια της θέσης «τα πάντα είναι εγωισμός» είναι ένας εφιαλτικός κόσμος. Καθώς οι συγγραφείς αυτοί οσφραίνονταν τη σημασία της πρόκλησης απέχθειας και σοκ, μας μετέφεραν σε μια χομπσιανή αρένα, στην οποία ο καθένας είναι για τον εαυτό του και όπου οι άνθρωποι εμφανίζονται γενναιόδωροι μόνο και μόνο για να εξαπατήσουν τους άλλους. Η αγάπη είναι ανύπαρκτη, η συμπόνια απούσα και η καλοσύνη μόνο μια παραίσθηση. Το πιο γνωστό απόσπασμα εκείνων των ημερών, από το βιολόγο Μάικλ Γίσλιν, τα λέει όλα: «Κάτω από έναν αλτρουιστή κρύβεται υποκριτής».

Πρέπει να είμαστε ευτυχείς που αυτή η σκοτεινή, απαγορευτική θέση είναι ανυπόστατη και διαφέρει ριζικά από τον πραγματικό κόσμο στον οποίο γελάμε, φωνάζουμε, κάνουμε έρωτα και είμαστε τρυφεροί με τα μωρά. Οι συγγραφείς απτής της μυθολογίας το συνειδητοποιούν και μερικές φορές ομολογούν ότι η ανθρώπινη κατάσταση δεν είναι τόσο κακή όσο την παρουσιάζουν. Το Εγωιστικό γονίδιο είναι ένα καλό παράδειγμα. Υποστηρίζοντας όχι τα γονίδιά μας ξέρουν τι είναι καλύτερο για μας, ότι προγραμματίζουν και τον παραμικρό μηχανισμό της ανθρώπινης επιβίωσης, ο Ντόκινς περιμένει μέχρι την τελευταία πρόταση του βιβλίου του για να μας καθησυχάσει ότι, στην πραγματικότητα, μπορούμε κάλλιστα να πετάξουμε όλα αυτά τα γονίδια από το παράθυρο: «Μόνο εμείς, από όλα τα ζώα πάνω στη γη, μπορούμε να επαναστατήσουμε ενάντια στην τυραννία των εγωιστικών μιμιδίων».

Και έτσι το τέλος του 20ού αιώνα υπογράμμισε την ανάγκη μας να αρθούμε υπεράνω της φύσης. Αυτή η άποψη διατυμπανίστηκε ως δαρβινιστική, ακόμα κι αν ο Δαρβίνος δεν είχε καμία σχέση μαζί της. Ο Δαρβίνος πίστευε, όπως και εγώ, ότι η ανθρωπιά μας στηρίζεται σε κοινωνικά ένστικτα που μοιραζόμαστε με άλλα ζώα. Πρόκειται προφανώς για μια πιο αισιόδοξη άποψη από αυτή που πιστοποιεί ότι «μόνο εμείς πάνω στη γη» μπορούμε να υπερνικήσουμε τα βασικά ένστικτά μας. Κατά την τελευταία άποψη, η ανθρώπινη ευπρέπεια δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια λεπτή κρούστα – κάτι που επινοήσαμε αντί να κληρονομήσουμε.

Τα εκατομμύρια χρόνια που προηγήθηκαν, οι πρόγονοί μας μπορεί να ζούσαν ήρεμα σε μικρές ομάδες κυνηγών-καρποσυλλεκτών που δεν είχαν πολλούς λόγους για ανταγωνισμό, αφού τότε η Γη ήταν ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη. Ωστόσο, αυτό το γεγονός με κανέναν τρόπο δεν θα τους είχε συγκρατήσει από την κατάκτηση ολόκληρης της υδρογείου. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι η επιβίωση του ικανότερου συνεπάγεται τον αφανισμό των αδυνάτων. Αλλά η νίκη στον εξελικτικό αγώνα δρόμου μπορεί να οφείλεται σε ένα ανώτερο ανοσοποιητικό σύστημα ή σε μια μεγαλύτερη ικανότητα ανεύρεσης τροφίμων. Η άμεση σύγκρουση σπάνια είναι ο τρόπος με τον οποίο το ένα είδος αντικαθιστά το άλλο. Κατά συνέπεια, αντί της εκμηδένισης του Νεάντερταλ, μπορεί απλώς να ήμασταν ανθεκτικότεροι στο κρύο ή καλύτεροι κυνηγοί.

Οι βαθύτερες ανθρώπινες αξίες και οι συμπονετικοί φίλοι είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή

erevoktonos: Προσελκύεις ανθρώπους που έχουν ανάγκη να συναντήσουν ...Οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να τονίζουν ότι οι εσωτερικές αξίες είναι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για μια ευτυχισμένη ζωή, και είναι αυτό που χρειαζόμαστε ακριβώς τώρα, όχι μόνο πνευματικά, αλλά και για την καλή σωματική μας κατάσταση.

Ολόκληρη η κοινωνία μας έχει παραπλανηθεί από τα υλικά αγαθά και έχει χάσει την αίσθηση αυτού που είναι πραγματικά πολύτιμο. Κρίνουμε τα πάντα σε υλικό επίπεδο και δεν αναγνωρίζουμε άλλες αξίες.

Ακόμη και στις οικογένειες, όσοι κερδίζουν χρήματα έχουν καλή αντιμετώπιση, ενώ οι υπόλοιποι αντιμετωπίζονται ως άχρηστοι. Οι άνθρωποι μεταχειρίζονται καλύτερα τα παιδιά τους αν είναι πιθανό να κερδίσουν πολλά στο μέλλον και παραμελούν τα παιδιά τους που φαίνεται να μην έχουν τέτοια προοπτική.

Το ίδιο ισχύει και για τους ηλικιωμένους — από τη στιγμή που δεν κερδίζουν πλέον χρήματα, δεν τυγχάνουν καλής αντιμετώπισης και δεν τους δίνονται παρά αποφάγια. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε και τα ζώα.

Τις κότες που γεννάνε αυγά τις φροντίζουμε, ενώ τα αρσενικά κοτόπουλα τα σκοτώνουμε. Τα θηλυκά που δε γεννάνε αυγά επίσης τα σκοτώνουμε.

Οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται το ίδιο. Μόνο οι χρήσιμοι άνθρωποι εκτιμώνται, ενώ όσοι δεν εκτιμώνται εγκαταλείπονται.

Η κοινωνία μας είναι προσανατολισμένη προς τα νιάτα, αλλά μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι προσανατολισμένη και προς τη χρησιμότητα.

Σε μια κοινωνία που συμπεριφέρεται καλά μόνο στους χρήσιμους ανθρώπους, θα πρέπει να προσευχηθούμε να ζήσουμε λιγότερο. Όταν γεράσουμε, θα είμαστε άχρηστοι.

Αυτό είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Θεωρώ ότι οι περισσότερες κοινωνίες πιστεύουν ότι το χρήμα είναι το πιο σημαντικό πράγμα.

Οι βαθύτερες ανθρώπινες αξίες και οι συμπονετικοί φίλοι είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή, αλλά οι άνθρωποι δεν το αναγνωρίζουν αυτό.

Για παράδειγμα, σ’ ένα φτωχικό σπίτι που είναι γεμάτο στοργή, όλοι είναι ευτυχισμένοι. Αλλά στο σπίτι ενός δισεκατομμυριούχου, αν τα μέλη μιας οικογένειας ζηλεύουν, υποπτεύονται ο ένας τον άλλον και δεν αγαπιούνται, τότε, ανεξάρτητα από το πόσο πλούσιοι είναι ή πόσο όμορφα είναι τα έπιπλά τους, παραμένουν δυστυχισμένοι.

Το παράδειγμα δείχνει τη διαφορά μεταξύ επιφανειακών αξιών και βαθύτερων, υψηλότερων αξιών. Η στοργή και η καλοσύνη που εμείς τα ανθρώπινα όντα διαθέτουμε αρχικά είναι οι βαθύτερες αξίες, η βάση όλων των ανθρώπινων αξιών.

Εάν διαθέτουμε αυτές τις αξίες, οι επιφανειακές αξίες που έχουν να κάνουν με χρήματα και υλικά αγαθά μπορούν να συμβάλλουν στην ανθρώπινη ευτυχία. Δίχως αυτές, όμως, οι επιφανειακές αξίες είναι ανούσιες.

Μια μαύρη τρύπα που περιβάλλει μια σκουληκότρυπα θα εκπέμπει παράξενα κύματα βαρύτητας

Οι ανιχνευτές βαρυτικών κυμάτων έχουν ήδη εντοπίσει μυστηριώδεις μαύρες τρύπες. Αλλά κάτι ακόμα πιο παράξενο μπορεί να είναι το επόμενο φαινόμενο: οι σκουληκότρυπες. Μια μαύρη τρύπα που θα κινείται τριγύρω από μια σκουληκότρυπα θα δημιουργούσε ένα περίεργο μοτίβο κυματισμών στο χωροχρόνο, που θα μπορούσαν να δουν τα παρατηρητήρια βαρυτικών κυμάτων LIGO και VIRGO, αναφέρουν  φυσικοί. Τα βαρυτικά κύματα τότε θα έσβηναν και θα ξεκινούσαν πάλι, καθώς η μαύρη τρύπα θα περνούσε μέσα από την σκουληκότρυπα, οπότε θα έβγαινε πάλι έξω. 
 
Η σκουληκότρυπα είναι μια σήραγγα μέσω του χωροχρόνου που συνδέει διάφορα μέρη του σύμπαντος. Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι μια μαύρη τρύπα που περιβάλλει μια σκουληκότρυπα θα εκπέμπει ένα ενδεικτικό μοτίβο βαρυτικών κυμάτων.
 
Οι σκουληκότρυπες είναι υποθετικά αντικείμενα στα οποία ο χωροχρόνος είναι καμπυλωμένος με μια σήραγγα που συνδέει μακρινές κοσμικές τοποθεσίες ή δυνητικά διαφορετικά σύμπαντα. Από έξω, οι σκουληκότρυπες μπορούν να φαίνονται παρόμοιες με τις μαύρες τρύπες. Όμως, ενώ ένα αντικείμενο που πέφτει σε μια μαύρη τρύπα παγιδεύεται εκεί, κάτι που πέφτει σε μια σκουληκότρυπα θα μπορούσε να την διασχίσει προς την άλλη πλευρά.
 
Δεν έχουν όμως βρεθεί αποδείξεις ότι υπάρχουν σκουληκότρυπες. «Αυτά είναι σίγουρα υποθετικές, με κεφαλαίο Υ», λέει ο φυσικός William Gabella του Πανεπιστημίου Vanderbilt στο Νάσβιλ. Αν όμως υπάρχουν, οι ερευνητές έχουν την πιθανότητα να εντοπίσουν τις σκουληκότρυπες μέσω των βαρυτικών κυμάτων.
 
Ο Gabella και οι συνεργάτες του υπέθεσαν μια μαύρη τρύπα με μάζα πέντε φορές του ήλιου, σε τροχιά γύρω από μια σκουληκότρυπα περίπου 1,6 δισεκατομμύρια έτη φωτός από τη Γη. Καθώς η μαύρη τρύπα περιστρέφεται γύρω από την σκουληκότρυπα, υπολόγισαν οι ερευνητές, ότι θα αρχίσει να περιστρέφεται προς τα μέσα σαν να περιστρέφεται γύρω από μια άλλη μαύρη τρύπα. Αρχικά, τα κύματα βαρύτητας που προκύπτουν θα μοιάζουν με μια τυπική υπογραφή για δύο μαύρες τρύπες, ένα μοτίβο κυμάτων που αυξάνει τη συχνότητα με την πάροδο του χρόνου.
 
Αλλά όταν αυτή φτάσει στο κέντρο της σκουληκότρυπας, που ονομάζεται «λαιμός», η μαύρη τρύπα θα την διαπερνούσε. Οι ερευνητές θεώρησαν τι θα συνέβαινε εάν η μαύρη τρύπα εμφανιζόταν σε μια μακρινή σφαίρα, όπως ένα άλλο σύμπαν. Σε αυτήν την περίπτωση, τα κύματα βαρύτητας στο πρώτο σύμπαν θα χαθούν απότομα. Στο δεύτερο σύμπαν, η μαύρη τρύπα θα φαίνονταν προτού γυρίσει πίσω. Στη συνέχεια, θα περάσει πίσω από την σκουληκότρυπα στο πρώτο σύμπαν.
 
Καθώς η μαύρη τρύπα επιστρέφει, αρχικά θα έβγαινε έξω από την σκουληκότρυπα, παράγοντας ίσως ένα παράξενο μοτίβο βαρυτικών κυμάτων, πριν χαθεί πάλι. Η μαύρη τρύπα θα συνέχιζε να αναπηδά ανάμεσα στα δύο σύμπαντα, προκαλώντας επαναλαμβανόμενες εκρήξεις βαρυτικών κυμάτων ακολουθούμενα με σιωπηλά διαστήματα. Μόλις η μαύρη τρύπα χάσει αρκετή ενέργεια από τα κύματα της βαρύτητας, το ταξίδι της θα τελείωνε καθώς θα καθόταν στο λαιμό της σκουληκότρυπας.
«Δεν μπορείτε να το αναπαραγάγετε αυτά τα γεγονότα με δύο μαύρες τρύπες, οπότε είναι ένα ξεκάθαρο σήμα μιας σκουληκότρυπας», λέει ο φυσικός Dejan Stojkovic του Πανεπιστημίου στο Buffalo της Νέας Υόρκης, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα.», λέει.
 
Σύμφωνα με τη γενική θεωρία της σχετικότητας, η οποία περιγράφει τη βαρύτητα ως αποτέλεσμα της καμπυλότητας του χωροχρόνου, είναι πιθανές οι σκουληκότρυπες. Αλλά στην πραγματικότητα η ανίχνευση θα σήμαινε ότι υπάρχει ένας παράξενος τύπος ύλης που οι φυσικοί δεν καταλαβαίνουν. Αυτό συμβαίνει επειδή μια ουσία με αρνητική μάζα θα ήταν απαραίτητη για να ανοίξει το λαιμό της σκουληκότρυπας για να αποφευχθεί η κατάρρευσή της και κανένας γνωστός τύπος υλικού δεν ταιριάζει στον τρόπο αυτό αντίδρασης.
 
Οι επιστήμονες έχουν πλέον την ικανότητα να εντοπίζουν συγχωνεύσεις μαύρων οπών και άστρων νετρονίων, αφού επιβεβαίωσαν περισσότερες από δώδεκα από το 2015. Αλλά σε κάποιο σημείο, οι φυσικοί θα πρέπει να αρχίσουν να εστιάζουν σε πιο ασυνήθιστες δυνατότητες, λέει ο φυσικός Vítor Cardoso του Instituto Superior Técnico στη Λισαβόνα της Πορτογαλίας. «Πρέπει να αναζητήσουμε παράξενα αλλά συναρπαστικά σήματα»

Προσωκρατικοί: Απαρχές του Διαλεκτικού Λογισμού

Διαλεκτική Εσωτερικού και Εξωτερικού

§1

     Οι Προσωκρατικοί διανοητές είναι οι πρώτοι στην ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, που επιχείρησαν να αρθρώσουν στοχαστικό-διαφωτιστικό λόγο σε σαφή διάκριση από τους αρχαϊκούς ποιητές. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, τούτοι οι ποιητές ανήκουν στους μυθολόγους και θεολόγους, γιατί αντλούν τα θέματά τους κυρίως από μύθους για ήρωες και για θεούς. Απεναντίας, οι Προσωκρατικοί διατυπώνουν ολικές και βαθυστόχαστες αποφάνσεις, που εκτείνονται από την άμεση πολιτική κατάσταση της πόλεως έως το Είναι και μη-Είναι, τη φύση και τη δια-νοηματική συνάρτηση κόσμου και ψυχής. Μέσα στον ορίζοντα ανάπτυξης αυτού του πρώτου ιστορικά διασκεπτικού λόγου, ο λόγος του μύθου [=μυθο-λογία] υπερβαίνεται διαλεκτικά: παύει να συγκροτεί τα περιεχόμενα της σκέψης και αναλαμβάνεται ως στοιχείο μορφής μέσα στη στοχαστική κίνηση του λέγειν και θεωρείν. Ετούτη η κίνηση είναι παρούσα στις διάφορες πτυχές της Προσωκρατικής σκέψης ως κίνηση ή διεργασία ζήτησης και εύρεσης. Δυνάμει αυτής της διεργασίας και διαδικασίας, αποκαθηλώνεται η αυθεντία των κοινωνικοπολιτικών σχέσεων και προσ(ς)-βάλλονται, χωρίς να καθυβρίζονται, οι ως τώρα προστακτικές αρχές γύρω από το Πολιτικό και το κοσμολογικό, μα όχι λιγότερο και γύρω από τις πεποιθήσεις για το θείο. 

§2

   Η διαλεκτική ζήτηση και εύρεση έτσι δεν εξελίσσεται ως διαπιστωτική περιγραφή αυτών που συμβαίνουν ούτε ως μια καταστροφική «Λογική» απέναντι στο παραδεδομένο ή ως ουδέτερη παρατήρηση, που δεν εγγίζει τον βίο και τον τρόπο ζωής των ίδιων των πρώτων στοχαστών. Απεναντίας συνυφαίνεται με ένα είδος ερευνητικής διάθεσης, της «διζήσιος», σύμφωνα με την οποία η σκέψη αντιπαρατίθεται με το παραδοσιακό και είναι ικανή για μια τέτοια αντιπαράθεση, επειδή πρωτίστως καθιδρύεται μέσα στον κόσμο [=τάξη και φύση-Είναι] της ζωής ως προστακτική αυτογνωσίας των ίδιων των στοχαστών και γι’ αυτό δημιουργών: «εδιζησάμην εμεωυτόν» [=ψάχνω να βρω τον εαυτό μου] (Ηράκλειτος). Από το παρατηρητήριο αυτής της «διζήσιος» λοιπόν γεννιούνται τα σπέρματα για χειραφέτηση της σκέψης. Μια τέτοια χειραφέτηση και τότε και τώρα και πάντα μπορεί να είναι μόνο συγκεκριμένη και όχι γενική και αφηρημένη, όπως συμβαίνει στις σύγχρονες εποχές του απόλυτου παρα-λογισμού και θρυμματισμού. Στα σπέρματα αυτά ανήκει η διαλεκτική λάθους και αλήθειας: το εδραιωμένο λάθος, που ενεργοποιείται ως ψεύδος με τη φιλοσοφική έννοια, δηλαδή ως επίφαση, φαινομενικότητα, πλάνη, απάτη και εν τέλει ως αδιαμφισβήτητο δόγμα, στέκεται τώρα απέναντι στον δυναμικό λόγο, που εκτυλίσσεται μέσα στον χρόνο και στον εκάστοτε συγκεκριμένο χώρο.

§3

  Η πρώτη λοιπόν διαλεκτική αντιπαράθεση είναι αυτή της α-λήθειας–λάθους και εκδιπλώνεται μέσα στα κείμενα των Προσωκρατικών ως διαφορά ή διάκριση δόξας [=γνώμης] και αλήθειας. Πρόκειται για μια ουσιωδώς θεμελιακή διαφορά, που στον κάθε Προσωκρατικό στοχαστή εμφανίζεται με μορφή αντίστοιχη προς τη συγκεκριμένη ανάπτυξη των στοχασμών του. Στον Παρμενίδη, ας πούμε, είναι η διάκριση της «δόξας των βροτών» και της αλήθειας, το ίδιο περίπου και στον Ξενοφάνη. Ο Ηράκλειτος συλλαμβάνει τη διαφορά ως διάκριση ανάμεσα στον «ξυνόν λόγον» και την «ιδίην φρόνησιν» κ.λπ. Αυτή η θεμελιακή διαφορά απηχεί γενικώς την οντο-λογική διαφορά Είναι και φαίνεσθαι. Στη συνάφεια τούτη, η τοπολογία του διαλεκτικά εκδηλωνόμενου λόγου εδράζεται στο ερώτημα για την αλήθεια και το ψεύδος ή λάθος, για το Είναι και το φαινόμενο. Το ερώτημα δεν νοείται ως κάποιο μεμονωμένο ερώτημα, αλλά ως ερωτηματική στάση, που ζητεί να συλλάβει, να αναλύσει, να κατανοήσει, να συνθέσει και να ρωτήσει πάλι από την αρχή. Κατ’ αυτή την ερωτηματική διαδικασία διαμορφώνονται πυρηνικά μόρια γνώσης, τα οποία με τη σειρά τους συγκροτούν αυτή τούτη την αλήθεια της Προσωκρατικής σκέψης ως τέτοιας.

§4

  Η δυναμική των ως άνω πυρηνικών μορίων εγγράφεται ως ο βαθύς λόγος της ψυχής (Ηράκλειτος) και κατ’ επέκταση ως η αυτοκινησία της. Με σημερινούς όρους, τούτη η αυτοκινησία είναι ο αυτοπροσδιορισμός του πνεύματος: δηλαδή η αυτοθέσμιση της κοινωνίας και της πολιτείας του ανθρώπου ως σκεπτόμενου όντος. Αυτή η πράξη αυτοθέσμισης, δηλαδή η αυτοκινησία χαρακτηρίζεται από δυο τινά: 1. Την εσωτερικότητα, ήτοι τον προαναφερθέντα βαθύ λόγο, που είναι αυτοδύναμος, αυτόνομος, ελεύθερος· 2. Από την εξωτερικότητα, που απηχεί ή αντανακλά εν πολλοίς την βαθύτητα του εσωτερικού, ενώ την ίδια στιγμή εσωτερικεύεται από το τελευταίο. Χωρίς ετούτη την εσωτερίκευση του εξωτερικού δεν νοείται βαθύτητα του εσωτερικού. Δομικό στοιχείο έτσι του Προσωκρατικού λόγου αναδεικνύεται η διαλεκτική εσωτερικού και εξωτερικού. Αυτή εδώ θα αποτελέσει την πρώτη διαλεκτική ύλη, πάνω στην οποία στηρίχθηκε ο Χέγκελ για να διατυπώσει, εναρμονισμένος με το πνεύμα της εποχής του, τη δική του διαλεκτική αυτονομία ως διαλεκτική εσωτερικότητας–εξωτερικότητας, γνώμης–γνώσης, περατού–απείρου, με γνώμονα πάντοτε την απελευθέρωση του νεωτερικού ανθρώπου από την αιχμαλωσία της αυθαίρετης υποκειμενικότητας και από τα δεσμά μιας απρόσωπης, δεσποτικής αντικειμενικότητας, που απροσχημάτιστα πλέον αντιποιείται ό,τι ακόμη θα μπορούσε να ζωογονεί την ουσία του ανθρώπου.

ΠΛΑΤΩΝ: Λύσις (221d-222e)

Ἆρ᾽ οὖν τῷ ὄντι, ὥσπερ ἄρτι ἐλέγομεν, ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλίας αἰτία, καὶ τὸ ἐπιθυμοῦν φίλον ἐστὶν τούτῳ οὗ ἐπιθυμεῖ καὶ τότε ὅταν ἐπιθυμῇ, ὃ δὲ τὸ πρότερον ἐλέγομεν φίλον εἶναι, ὕθλος τις ἦν, ὥσπερ ποίημα μακρὸν συγκείμενον; ―Κινδυνεύει, ἔφη. ―Ἀλλὰ μέντοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, τό γε ἐπιθυμοῦν, οὗ ἂν ἐνδεὲς ᾖ, τούτου [221e] ἐπιθυμεῖ. ἦ γάρ; ―Ναί. ―Τὸ δ᾽ ἐνδεὲς ἄρα φίλον ἐκείνου οὗ ἂν ἐνδεὲς ᾖ; ―Δοκεῖ μοι. ―Ἐνδεὲς δὲ γίγνεται οὗ ἄν τι ἀφαιρῆται. ―Πῶς δ᾽ οὔ; ―Τοῦ οἰκείου δή, ὡς ἔοικεν, ὅ τε ἔρως καὶ ἡ φιλία καὶ ἡ ἐπιθυμία τυγχάνει οὖσα, ὡς φαίνεται, ὦ Μενέξενέ τε καὶ Λύσι. ―Συνεφάτην. ―Ὑμεῖς ἄρα εἰ φίλοι ἐστὸν ἀλλήλοις, φύσει πῃ οἰκεῖοί ἐσθ᾽ ὑμῖν αὐτοῖς. ―Κομιδῇ, ἐφάτην. ―Καὶ εἰ ἄρα τις ἕτερος ἑτέρου ἐπιθυμεῖ, ἦν δ᾽ ἐγώ, [222a] ὦ παῖδες, ἢ ἐρᾷ, οὐκ ἄν ποτε ἐπεθύμει οὐδὲ ἤρα οὐδὲ ἐφίλει, εἰ μὴ οἰκεῖός πῃ τῷ ἐρωμένῳ ἐτύγχανεν ὢν ἢ κατὰ τὴν ψυχὴν ἢ κατά τι τῆς ψυχῆς ἦθος ἢ τρόπους ἢ εἶδος. ―Πάνυ γε, ἔφη ὁ Μενέξενος· ὁ δὲ Λύσις ἐσίγησεν. ―Εἶεν, ἦν δ᾽ ἐγώ. τὸ μὲν δὴ φύσει οἰκεῖον ἀναγκαῖον ἡμῖν πέφανται φιλεῖν. ―Ἔοικεν, ἔφη. ―Ἀναγκαῖον ἄρα τῷ γνησίῳ ἐραστῇ καὶ μὴ προσποιήτῳ φιλεῖσθαι ὑπὸ τῶν παιδικῶν. [222b] ―Ὁ μὲν οὖν Λύσις καὶ ὁ Μενέξενος μόγις πως ἐπενευσάτην, ὁ δὲ Ἱπποθάλης ὑπὸ τῆς ἡδονῆς παντοδαπὰ ἠφίει χρώματα.
Καὶ ἐγὼ εἶπον, βουλόμενος τὸν λόγον ἐπισκέψασθαι, Εἰ μέν τι τὸ οἰκεῖον τοῦ ὁμοίου διαφέρει, λέγοιμεν ἄν τι, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ὦ Λύσι τε καὶ Μενέξενε, περὶ φίλου, ὃ ἔστιν· εἰ δὲ ταὐτὸν τυγχάνει ὂν ὅμοιόν τε καὶ οἰκεῖον, οὐ ῥᾴδιον ἀποβαλεῖν τὸν πρόσθεν λόγον, ὡς οὐ τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ κατὰ τὴν ὁμοιότητα ἄχρηστον· τὸ δὲ ἄχρηστον φίλον [222c] ὁμολογεῖν πλημμελές. βούλεσθ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐπειδὴ ὥσπερ μεθύομεν ὑπὸ τοῦ λόγου, συγχωρήσωμεν καὶ φῶμεν ἕτερόν τι εἶναι τὸ οἰκεῖον τοῦ ὁμοίου; ―Πάνυ γε. ―Πότερον οὖν καὶ τἀγαθὸν οἰκεῖον θήσομεν παντί, τὸ δὲ κακὸν ἀλλότριον εἶναι; ἢ τὸ μὲν κακὸν τῷ κακῷ οἰκεῖον, τῷ δὲ ἀγαθῷ τὸ ἀγαθόν, τῷ δὲ μήτε ἀγαθῷ μήτε κακῷ τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακόν; ―Οὕτως ἐφάτην δοκεῖν σφίσιν ἕκαστον ἑκάστῳ [222d] οἰκεῖον εἶναι. ―Πάλιν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ παῖδες, οὓς τὸ πρῶτον λόγους ἀπεβαλόμεθα περὶ φιλίας, εἰς τούτους εἰσπεπτώκαμεν· ὁ γὰρ ἄδικος τῷ ἀδίκῳ καὶ ὁ κακὸς τῷ κακῷ οὐδὲν ἧττον φίλος ἔσται ἢ ὁ ἀγαθὸς τῷ ἀγαθῷ. ―Ἔοικεν, ἔφη. ―Τί δέ; τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ οἰκεῖον ἂν ταὐτὸν φῶμεν εἶναι, ἄλλο τι ἢ ὁ ἀγαθὸς τῷ ἀγαθῷ μόνον φίλος; ―Πάνυ γε. ―Ἀλλὰ μὴν καὶ τοῦτό γε ᾠόμεθα ἐξελέγξαι ἡμᾶς αὐτούς· ἢ οὐ μέμνησθε; ―Μεμνήμεθα.
[222e] Τί οὖν ἂν ἔτι χρησαίμεθα τῷ λόγῳ; ἢ δῆλον ὅτι οὐδέν; δέομαι οὖν, ὥσπερ οἱ σοφοὶ ἐν τοῖς δικαστηρίοις, τὰ εἰρημένα ἅπαντα ἀναπεμπάσασθαι. εἰ γὰρ μήτε οἱ φιλούμενοι μήτε οἱ φιλοῦντες μήτε οἱ ὅμοιοι μήτε οἱ ἀνόμοιοι μήτε οἱ ἀγαθοὶ μήτε οἱ οἰκεῖοι μήτε τὰ ἄλλα ὅσα διεληλύθαμεν—οὐ γὰρ ἔγωγε ἔτι μέμνημαι ὑπὸ τοῦ πλήθους—ἀλλ᾽ εἰ μηδὲν τούτων φίλον ἐστίν, ἐγὼ μὲν οὐκέτι ἔχω τί λέγω.

***
Λοιπόν; Μήπως αιτία της φιλίας είναι πραγματικά εκείνο που αναφέραμε πριν λίγο, δηλαδή η επιθυμία; μήπως η φιλική σχέση αναπτύσσεται ανάμεσα σ᾽ αυτό που αισθάνεται την επιθυμία και στο αντικείμενο της επιθυμίας, για όσο χρόνο, φυσικά, διαρκεί αυτή η επιθυμία; και μήπως ό,τι θεωρούσαμε προηγουμένως φιλικό και αγαπητό ήταν ανόητες φλυαρίες, σαν μακρόσυρτο ποίημα; ―Πιθανόν, είπε. ―Ωστόσο, είπα, εγώ, όποιος αισθάνεται κάποια επιθυμία την αισθάνεται για κάτι [221e] που του λείπει· έτσι δεν είναι; ―Ναι. ―Επομένως όποιος έχει στερηθεί κάτι αισθάνεται φιλία γι᾽ αυτό το κάτι που του το έχουν στερήσει. ―Νομίζω. ―Κι έχει στερηθεί αυτό που του έχουν αφαιρέσει. ―Ασφαλώς. ―Καθώς φαίνεται λοιπόν, Μενέξενε και Λύσι, και ο έρωτας και η φιλία και η επιθυμία προσανατολίζονται σ᾽ αυτό που τους είναι οικείο. Συμφώνησαν και οι δύο. ―Συνεπώς και εσείς, αφού είστε φίλοι, θα έχετε κάποια συγγενικότητα μεταξύ σας. ―Και πολύ μάλιστα, είπαν και οι δύο. ―Αλλά, παιδιά μου, είπα εγώ, οποιοσδήποτε αισθάνεται επιθυμία για κάποιον άλλο [222a] ή και τον αγαπάει, δεν θα αισθανόταν αυτή την επιθυμία και δεν θα τον αγαπούσε ούτε θα ήταν φίλος του, αν δεν τύχαινε να υπάρχει ανάμεσα σ᾽ αυτόν και στον άλλο ψυχική συγγένεια, ή τουλάχιστον κάποια στενή σχέση σε ορισμένα χαρακτηριστικά ή τρόπους ή καταστάσεις της ψυχής. ―Βέβαια, είπε ο Μενέξενος· ο Λύσις δεν μίλησε. ―Πολύ καλά, είπα εγώ. Είναι πια φανερό ότι κατανάγκη αισθανόμαστε αγάπη γι᾽ αυτό που είναι από τη φύση του συγγενικό με εμάς. ―Έτσι φαίνεται. ―Είναι επομένως αναγκαίο να βρίσκει ο αληθινός εραστής ανταπόκριση στο αγαπημένο πρόσωπο και όχι αυτός που προσποιείται τον εραστή. [222b] ―Ο Λύσις και ο Μενέξενος μόλις και μετά βίας έκαναν ένα καταφατικό νεύμα, ενώ ο Ιπποθάλης άλλαζε αποχρώσεις από την αγαλλίαση.
Κι εγώ, θέλοντας να εξετάσω πιο προσεκτικά αυτή τη σκέψη, είπα: Νομίζω, Λύσι και Μενέξενε, πως ό,τι είπαμε σχετικά με το ποιός είναι ο φίλος έχει ίσως κάποια αξία μόνο εφόσον το συγγενικό διαφέρει κάπως από το όμοιο. Αν όμως το όμοιο και το συγγενικό ταυτίζονται, δεν είναι εύκολο να αγνοήσουμε εκείνη την προηγούμενη άποψη, δηλαδή ότι το όμοιο είναι άχρηστο στο όμοιό του, στο βαθμό που είναι όμοιο με αυτό· και θα ήταν λάθος να δεχτούμε [222c] ότι το άχρηστο είναι αγαπητό. Θέλετε λοιπόν μια και, θα έλεγα, έχουμε πελαγώσει εξετάζοντας τούτο το θέμα, να δεχτούμε και να πούμε ότι το συγγενικό είναι διαφορετικό από το όμοιο; ―Βέβαια. ―Τί από τα δύο συμβαίνει λοιπόν; Το αγαθό είναι συγγενικό με τα πάντα, ενώ απεναντίας το κακό είναι ξένο και εχθρικό; Ή το κακό είναι συγγενικό με το κακό, το αγαθό με το αγαθό και αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό με αυτό που επίσης δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό; ―Είπαν ότι, κατά τη γνώμη τους, καθένα απ᾽ αυτά τα τρία ζεύγη [222d] είναι συγγενικό. ―Επομένως, παιδιά, σχετικά με τη φιλία ξαναγυρίζουμε στα λόγια που είχαμε απορρίψει προηγουμένως· γιατί σύμφωνα με αυτή την άποψη ο άδικος δεν θα είναι λιγότερο φίλος με τον άδικο ούτε ο κακός με τον κακό απ᾽ όσο ο αγαθός με τον αγαθό. ―Πραγματικά, είπε. ―Αλλά και κάτι άλλο: αν δεχτούμε ότι το αγαθό και το συγγενικό ταυτίζονται, δεν έπεται ότι ο αγαθός μόνο με τον αγαθό μπορεί να είναι φίλος; ―Βέβαια. ―Θα θυμάστε όμως, πιστεύω, ότι ακριβώς αυτή η άποψη μας είχε φέρει πριν λίγο σε λογικό αδιέξοδο· ή μήπως δεν το θυμάστε; ―Το θυμόμαστε.
[222e] Τί άλλο, λοιπόν, θα μπορούσαμε, να σκεφτούμε; Ή μήπως είναι φανερό πως τίποτε; Γι᾽ αυτό, όπως κάνουν και οι έμπειροι συνήγοροι στα δικαστήρια, ας ξανασκεφτούμε από την αρχή όλα όσα έχουμε πει ως τώρα. Γιατί αν ούτε αυτοί που αγαπιούνται ούτε αυτοί που αγαπούν ούτε οι όμοιοι ούτε οι ανόμοιοι ούτε οι καλοί ούτε οι συγγενικοί ούτε όλα εκείνα τα άλλα —που, τουλάχιστον εγώ, δεν τα θυμάμαι πια, τόσα πολλά που ήταν— αν λοιπόν τίποτε απ᾽ όλα αυτά δεν είναι φιλικό και αγαπητό, εγώ δεν έχω πια τί να πω.