Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (485-544)

485 ΤΕΚ. ὦ δέσποτ᾽ Αἴας, τῆς ἀναγκαίας τύχης
οὐκ ἔστιν οὐδὲν μεῖζον ἀνθρώποις κακόν.
ἐγὼ δ᾽ ἐλευθέρου μὲν ἐξέφυν πατρός,
εἴπερ τινὸς σθένοντος ἐν πλούτῳ Φρυγῶν·
νῦν δ᾽ εἰμὶ δούλη. θεοῖς γὰρ ὧδ᾽ ἔδοξέ που
490 καὶ σῇ μάλιστα χειρί. τοιγαροῦν, ἐπεὶ
τὸ σὸν λέχος ξυνῆλθον, εὖ φρονῶ τὰ σά,
καί σ᾽ ἀντιάζω πρός τ᾽ ἐφεστίου Διὸς
εὐνῆς τε τῆς σῆς, ᾗ συνηλλάχθης ἐμοί,
μή μ᾽ ἀξιώσῃς βάξιν ἀλγεινὴν λαβεῖν
495 τῶν σῶν ὑπ᾽ ἐχθρῶν, χειρίαν ἀφείς τινι.
εἰ γὰρ θάνῃς σὺ καὶ τελευτήσας ἀφῇς,
ταύτῃ νόμιζε κἀμὲ τῇ τόθ᾽ ἡμέρᾳ
βίᾳ ξυναρπασθεῖσαν Ἀργείων ὕπο
ξὺν παιδὶ τῷ σῷ δουλίαν ἕξειν τροφήν.
500 καί τις πικρὸν πρόσφθεγμα δεσποτῶν ἐρεῖ
λόγοις ἰάπτων, ἴδετε τὴν ὁμευνέτιν
Αἴαντος, ὃς μέγιστον ἴσχυσε στρατοῦ,
οἵας λατρείας ἀνθ᾽ ὅσου ζήλου τρέφει.
τοιαῦτ᾽ ἐρεῖ τις· κἀμὲ μὲν δαίμων ἐλᾷ,
505 σοὶ δ᾽ αἰσχρὰ τἄπη ταῦτα καὶ τῷ σῷ γένει.
ἀλλ᾽ αἴδεσαι μὲν πατέρα τὸν σὸν ἐν λυγρῷ
γήρᾳ προλείπων, αἴδεσαι δὲ μητέρα
πολλῶν ἐτῶν κληροῦχον, ἥ σε πολλάκις
θεοῖς ἀρᾶται ζῶντα πρὸς δόμους μολεῖν·
510 οἴκτιρε δ᾽, ὦναξ, παῖδα τὸν σόν, εἰ νέας
τροφῆς στερηθεὶς σοῦ διοίσεται μόνος
ὑπ᾽ ὀρφανιστῶν μὴ φίλων, ὅσον κακὸν
κείνῳ τε κἀμοὶ τοῦθ᾽, ὅταν θάνῃς, νεμεῖς.
ἐμοὶ γὰρ οὐκέτ᾽ ἔστιν εἰς ὅ τι βλέπω
515 πλὴν σοῦ. σὺ γάρ μοι πατρίδ᾽ ᾔστωσας δορί,
καὶ μητέρ᾽ ἄλλη μοῖρα τὸν φύσαντά τε
καθεῖλεν Ἅιδου θανασίμους οἰκήτορας.
τίς δῆτ᾽ ἐμοὶ γένοιτ᾽ ἂν ἀντὶ σοῦ πατρίς;
τίς πλοῦτος; ἐν σοὶ πᾶσ᾽ ἔγωγε σῴζομαι.
520 ἀλλ᾽ ἴσχε κἀμοῦ μνῆστιν· ἀνδρί τοι χρεὼν
μνήμην προσεῖναι, τερπνὸν εἴ τί που πάθοι.
χάρις χάριν γάρ ἐστιν ἡ τίκτουσ᾽ ἀεί·
ὅτου δ᾽ ἀπορρεῖ μνῆστις εὖ πεπονθότος,
οὐκ ἂν λέγοιτ᾽ ἔθ᾽ οὗτος εὐγενὴς ἀνήρ.
525 ΧΟ. Αἴας, ἔχειν σ᾽ ἂν οἶκτον ὡς κἀγὼ φρενὶ
θέλοιμ᾽ ἄν· αἰνοίης γὰρ ἂν τὰ τῆσδ᾽ ἔπη.
ΑΙ. καὶ κάρτ᾽ ἐπαίνου τεύξεται πρὸς γοῦν ἐμοῦ,
ἐὰν μόνον τὸ ταχθὲν εὖ τολμᾷ τελεῖν.
ΤΕΚ. ἀλλ᾽, ὦ φίλ᾽ Αἴας, πάντ᾽ ἔγωγε πείσομαι.
530 ΑΙ. κόμιζέ νύν μοι παῖδα τὸν ἐμόν, ὡς ἴδω.
ΤΕΚ. καὶ μὴν φόβοισί γ᾽ αὐτὸν ἐξελυσάμην.
ΑΙ. ἐν τοῖσδε τοῖς κακοῖσιν, ἢ τί μοι λέγεις;
ΤΕΚ. μὴ σοί γέ που δύστηνος ἀντήσας θάνοι.
ΑΙ. πρέπον γέ τἂν ἦν δαίμονος τοὐμοῦ τόδε.
535 ΤΕΚ. ἀλλ᾽ οὖν ἐγὼ ᾽φύλαξα τοῦτό γ᾽ ἀρκέσαι.
ΑΙ. ἐπῄνεσ᾽ ἔργον καὶ πρόνοιαν ἣν ἔθου.
ΤΕΚ. τί δῆτ᾽ ἂν ὡς ἐκ τῶνδ᾽ ἂν ὠφελοῖμί σε;
ΑΙ. δός μοι προσειπεῖν αὐτὸν ἐμφανῆ τ᾽ ἰδεῖν.
ΤΕΚ. καὶ μὴν πέλας γε προσπόλοις φυλάσσεται.
540 ΑΙ. τί δῆτα μέλλει μὴ οὐ παρουσίαν ἔχειν;
ΤΕΚ. ὦ παῖ, πατὴρ καλεῖ σε. δεῦρο προσπόλων
ἄγ᾽ αὐτὸν ὅσπερ χερσὶν εὐθύνων κυρεῖς.
ΑΙ. ἕρποντι φωνεῖς, ἢ λελειμμένῳ λόγου;
ΤΕΚ. καὶ δὴ κομίζει προσπόλων ὅδ᾽ ἐγγύθεν.

***
ΤΕ. Αίαντα, κύρη μου, από της τύχης την ανάγκη
άλλο κακό χειρότερο στον άνθρωπο δεν είναι.
Εγώ γεννήθηκα από πατέρα ελεύθερο, με κύρος
και με πλούτη ανάμεσα στους Φρύγες, που άλλος κανείς
δεν είχε. Και νά που τώρα είμαι αιχμάλωτη· έτσι οι θεοί
490 το θέλησαν και προπαντός το χέρι το δικό σου.
Μ᾽ αυτούς τους όρους έσμιξα μαζί σου, κι έχω στον νου μου
το δικό σου μόνο το καλό. Γι᾽ αυτό και τώρα σ᾽ εξορκίζω
στ᾽ όνομα του εφέστιου Δία, στην κλίνη, όπου μαζί μου
πλάγιασες, να μη δεχθείς σε χέρια ξένα να ξεπέσω, να γίνω
χλεύη των εχθρών μου, παίγνιο.
Ανίσως και πεθάνεις, βάζοντας τέλος στη ζωή σου,
τότε να ξέρεις, την ίδια εκείνη μέρα, βάναυσα
κι εμένα οι Αργείοι θα με σύρουν, θα γίνω δούλα τους,
μαζί με τον δικό σου γιο.
500 Και τότε κάποιο νέο αφεντικό λόγια πικρά θα ξεστομίσει,
για να με προσβάλει: δείτε το ομόκλινο ταίρι του Αίαντα,
αυτού που είχε τόση δύναμη και κύρος,
με τί λογής σκλαβιά αντάλλαξε ζωή αξιοζήλευτη.
Τέτοια λόγια θα πει· εμένα τότε θα με σέρνει
ο δαίμονάς μου κι εσένα, με το γένος σου,
αισχρή κακογλωσσιά.
Αλλά σεβάσου τον πατέρα σου, που τον αφήνεις μόνον
σε πικρά γεράματα, σεβάσου και τη μάνα σου,
που τη βαραίνουν πια τα χρόνια, κι εύχεται μέρα νύχτα
στους θεούς για τη ζωή σου, για τον γυρισμό σου.
510 Λυπήσου ακόμη και τον γιο σου, άρχοντά μου·
γιατί αν του λείψει η πατρική φροντίδα, αν μόνος του,
χωρίς εσένα, θα πρέπει να τα βγάλει πέρα, με κηδεμόνες
άφιλους, σκέψου πεθαίνοντας σε τί ορφάνια τον αφήνεις,
αυτόν κι εμένα.
Εγώ δεν έχω στήριγμα άλλο από σένα να πιαστώ,
αφότου εσύ, με το κοντάρι σου, ερήμωσες την άμοιρη
πατρίδα μου — τη μάνα μου και τον πατέρα μου,
μια άλλη μοίρα τους κατέβασε στον Άδη,
κι έγιναν σύνοικοι με τους νεκρούς.
Δεν έχω, αν σε χάσω, δεύτερη πατρίδα, μήτε πλούτη·
είσαι το παν για μένα, η μόνη σωτηρία μου.
520 Εμένα τώρα συλλογίσου· πρέπει ο άντρας να θυμάται
με ποιόν στο πλάι ευτύχησε·
χάρη είναι εκείνη που γεννά μιαν άλλη χάρη.
Όποιου φυραίνει η μνήμη, για το καλό που δέχτηκε,
δεν δικαιούται πια να λέγεται άντρας ευγενικής γενιάς.
ΧΟ. Θα ᾽θελα, Αίαντα, η ψυχή σου συμπόνια να αισθανθεί,
όπως τη νιώθω εγώ — τότε τα λόγια της κι εσύ
θα τα παινέψεις.
ΑΙ. Θ᾽ ακούσει μεγαλύτερο έπαινο από μένα, αν βρει
το θάρρος να κάνει ό,τι της πει η προσταγή μου .
ΤΕ. Καλέ μου Αίαντα, στα πάντα εγώ θα υπακούσω.
530 ΑΙ. Φέρε μου τότε εδώ τον γιο μου, να τον δουν τα μάτια μου.
ΤΕ. Εγώ από φόβο τον κρατώ σ᾽ απόσταση.
ΑΙ. Μιλάς για την παραφορά μου, ή κάτι άλλο εννοείς;
ΤΕ. Μήπως ο δύσμοιρος, όταν σε δει, πέσει νεκρός.
ΑΙ. Θα ταίριαζε κι αυτό στην άθλια μοίρα μου.
ΤΕ. Για να τον προφυλάξω πήρα εγώ τα μέτρα μου.
ΑΙ. Βρίσκω σωστό και φρόνιμο το φέρσιμό σου.
ΤΕ. Πώς και με τί θα σ᾽ ωφελούσα αυτή την ώρα;
ΑΙ. Πες να τον φέρουν, να τον δω, να του μιλήσω.
ΤΕ. Είναι κοντά οι παραγιοί που τον φροντίζουν.
540 ΑΙ. Μα τότε πώς αργεί, γιατί δεν εμφανίζεται;
ΤΕ. Έλα, αγόρι μου, σε θέλει ο πατέρας σου.
Φέρ᾽ τον εδώ εσύ που έχεις την ευθύνη του.
ΑΙ. Άκουσε κι έρχεται; ή καν δεν έφτασε
η φωνή στ᾽ αυτιά του;
ΤΕ. Νά τος, ο παραγιός τον φέρνει.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας

Πνεύματα και τόνοι


Έχουμε μιλήσει για τα μακρά και τα βραχέα φωνήεντα, καθώς και για το γεγονός ότι ο τονισμός των λέξεων στα αρχαία ελληνικά δεν ήταν δυναμικός (κάτι που συμβαίνει όταν μια συλλαβή προφέρεται με μεγαλύτερη ένταση) αλλά μουσικός (δηλαδή η τονιζόμενη συλλαβή προφέρεται σε υψηλότερη μουσική νότα). Η διάκριση ανάμεσα σε μακρά και βραχέα φωνήεντα άρχισε να εξαφανίζεται στους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες, οπότε άρχισε να υποχωρεί και ο μουσικός τονισμός υπέρ του δυναμικού. Οι αλλαγές αυτές έγιναν βαθμιαία και με διαφορετικούς ρυθμούς σε διαφορετικές διαλέκτους ή σε διαφορετικές περιοχές του ελληνόφωνου κόσμου.

Έχουμε αναφερθεί επίσης στο γεγονός ότι στα αρχαία ελληνικά υπήρχε και ένα σύμφωνο που προφερόταν , όπως περίπου προφέρεται το πρώτο σύμφωνο του αγγλικού ρήματος have 'έχω'. Αυτός ο φθόγγος χάθηκε στις διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής, σε άλλες (όπως η λεσβιακή) πολύ νωρίς, σε άλλες (όπως η αττική) αργότερα.

Όταν οι αλλαγές αυτές στη γλώσσα είχαν πια επικρατήσει, οι αναγνώστες αρχαίων κειμένων, αλλά και οι δάσκαλοι και οι μαθητές που μελετούσαν τον Όμηρο, τη Σαπφώ ή τον Σοφοκλή τους, αντιμετώπιζαν συχνά μεγάλες δυσκολίες στην προσπάθειά τους να αναγνωρίσουν λέξεις που δεν προφέρονταν πια με τον αρχαίο τρόπο. Ένας αναγνώστης, και πολύ περισσότερο ένας μαθητής, θα ήθελε πολύ να ξέρει ποια ακριβώς λέξη ήταν ένα σκέτο «Η» που έβλεπε στο κείμενό του: Ήταν το θηλυκό άρθρο (που προφερόταν την εποχή του, αλλά ήταν στα αττικά και στη Σαπφώ), ο διαχωριστικός σύνδεσμος (= ), η θηλυκή αντωνυμία (= στα αττικά, αλλά στη Σαπφώ), ή μήπως ήταν το επίρρημα που σημαίνει 'πραγματικά' (= );

Έτσι, έπρεπε να βρεθεί ένα σύστημα που θα προσδιόριζε την αρχαία προσωδία, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο προφερόταν στα αρχαϊκά και στα κλασικά χρόνια ένα φωνήεν ως προς το μάκρος του, ως προς το ανέβασμα, το κατέβασμα ή το ανεβοκατέβασμα της φωνής κατά τη διάρκεια της προφοράς του, και ως προς την ύπαρξη ή όχι του φθόγγου πριν από αυτό. Για όλους αυτούς τους λόγους οι φιλόλογοι (οι «γραμματικοί», όπως λέγονταν) της ελληνιστικής εποχής επινόησαν σημάδια για να δηλώνεται η προσωδία των φωνηέντων. Αρχικά τα σημάδια αυτά χρησιμοποιούνταν μόνο εκεί όπου πραγματικά χρειάζονταν, δηλαδή όπου υπήρχε κάποιο πρόβλημα, όπως στο «Η» παραπάνω. Αργότερα, γύρω στον 9ο αιώνα μ.Χ., και όταν πια τα κείμενα δεν γράφονται με κεφαλαία γράμματα, η χρήση των σημαδιών αυτών γενικεύεται, και έτσι δημιουργείται το πολυτονικό σύστημα με το οποίο τυπώνονται ακόμη και σήμερα τα αρχαία κείμενα.

Τα σημάδια των αρχαίων φιλολόγων ήταν τα ακόλουθα:

΄ = η προσωδία του φωνήεντος είναι οξεία, δηλαδή η φωνή ανεβαίνει, γίνεται οξύτερη: έ = · αν το φωνήεν είναι μακρό, ο τόνος ανεβαίνει στο δεύτερο μισό του: ή = , ώ = , μακρό ά = .

̀ = η προσωδία του φωνήεντος είναι βαρεία, δηλαδή η φωνή βρίσκεται χαμηλά: μάθὴμὰ = . Η βαρεία γράφεται μόνο όταν αντικαθιστά την οξεία της λήγουσας για να δείξει ότι δεν ακολουθεί κάποιο σημείο στίξης: πολλὴ τιμή· = .

῀ = η προσωδία του φωνήεντος είναι περισπωμένη, δηλαδή 'σπασμένη', και η φωνή στην αρχή ανεβαίνει και στη συνέχεια κατεβαίνει· γι' αυτό και αρχικά το σχήμα αυτού του σημαδιού ήταν ^. Επειδή χρειάζεται χρόνος για ένα τέτοιο ανεβοκατέβασμα της φωνής, περισπωμένη μπορεί να έχουν μόνο τα μακρά φωνήεντα και οι δίφθογγοι, όπου ο τόνος ανεβαίνει στο πρώτο μισό τους και κατεβαίνει στο δεύτερο: ῶ = , ῆ = , αῖ = .

῾ = η προσωδία του φωνήεντος είναι δασεία, δηλαδή 'τραχιά', επειδή υπάρχει ο φθόγγος πριν από το φωνήεν: ὁ = , Ἑλλάς = λατινικά Hellas. Το αρχικό σχήμα του σημαδιού ήταν , δηλαδή μισό Η. Αργότερα απλοποιήθηκε σε ˻, και ακόμη αργότερα σε ῾.

᾿ = η προσωδία του φωνήεντος είναι ψιλή, δηλαδή 'γυμνή', χωρίς τον φθόγγο : ὀ = (το αρσενικό άρθρο στη Σαπφώ), ἀλλά = (προσέξτε ότι προφέρονται δύο λάμδα). Τα σχήματα του σημαδιού ήταν όπως αυτά της δασείας αλλά σε αντίστροφη φορά.

Φυσικά, τα σημάδια χρησιμοποιούνται και σε συνδυασμούς, π.χ. ὧδε 'έτσι' . Μια από τις χρησιμότητές τους σήμερα είναι και η δυνατότητα που μας παρέχουν να διακρίνουμε λέξεις που στην αρχαία εποχή προφέρονταν διαφορετικά αλλά σήμερα έχουν καταλήξει να είναι τελείως ομόφωνες, όπως το «Η» που μας απασχόλησε παραπάνω: ἡ, ἤ, ἥ, ἦ. Θυμηθείτε όσα είπαμε και για το ΦΩΣ: = φώς ή φῶς; (Αν το ξεχάσατε, ρίξτε μια ματιά στο 2.1.3.)

Αυτοεπίκριση

Η λέξη αυτοεπίκριση με παραπέμπει σε μια καρικατούρα του εαυτού μας, μέσα στο κεφάλι μας, που μας κουνάει συνεχώς το δάχτυλο για όλα αυτά που κάνουμε λάθος αλλά και όλα αυτά που θα μπορούσαμε να κάνουμε λάθος.

Είναι μια φωνή αυστηρή, επιβλητική και απαξιωτική, που δεν μας αφήνει να νιώσουμε συμπόνια ή αποδοχή για τον εαυτό μας.

Στέκεται απέναντι μας με επικριτική πάντα διάθεση, δεν είναι ικανοποιημένη με τίποτα, απαιτεί περισσότερα, υποτιμά αυτά που καταφέρνουμε, απαξιώνει τα πάντα.

Η αυτοεπίκριση είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας, ένας τρόπος με τον οποίο μάθαμε να σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας.

Συνήθως είναι η φωνή ενός τρίτου πολύ οικείου μας προσώπου που την ακούμε χρόνια τώρα, που μεγαλώσαμε με αυτή, που την αποδεχτήκαμε και την εσωτερικεύσαμε πριν καν σκεφτούμε να την αμφισβητήσουμε.

Μέσα στα χρόνια καταλήγει να γίνει μια πλευρά του εαυτού μας, αυστηρή και σκληρή. Ίσως θέλει να μας παρακινήσει να γίνουμε καλύτεροι, να μας ωθήσει να πετύχουμε, να μας προστατέψει από το να πληγωθούμε. Ίσως απλά δεν πιστεύει σε μας και θέλει με κάθε ευκαιρία να μας το θυμίσει

Η εσωτερική φωνή της αυτοεπίκρισης έχει κάποιες παγιωμένες απόψεις για μας και αυτά που κάνουμε.

- Δεν πιστεύει σε μας. Η πρώτη της σκέψη όταν θέλουμε να προσπαθήσουμε κάτι καινούριο, ενδιαφέρον και προκλητικό είναι «Δεν μπορείς να το κάνεις»

- Ακόμα και αν καταφέρουμε παρόλα αυτά να πετύχουμε πράγματα στη ζωή μας, παρά την διαρκή της αμφισβήτηση για τις ικανότητες μας, θα σκεφτεί: «Δεν είναι αρκετό». Η όποια επιτυχία μας υποβαθμίζεται και ξεχνιέται εύκολα σαν κάτι αυτονόητο «όλοι το μπορούν»

-Και σαν να μην έφτανε αυτό έρχεται και η σύγκριση με τον κοινωνικό περίγυρο: «Οι άλλοι έχουν καταφέρει κάτι καλύτερο». Πάντα θα βρει κάτι καλύτερο να μας συγκρίνει, για να μην αφήσει καμιά πιθανότητα να χαρούμε με αυτά που έχουμε αλλά και με αυτό που είμαστε.

Για πολλούς ανθρώπους αυτός ο τρόπος σκέψης για τον εαυτό τους είναι ο κυρίαρχος. Δυσκολεύονται πολύ να δουν τον εαυτό τους και τις πράξεις τους μέσα από άλλο πρίσμα – πιο συμπονετικό, πιο συγκαταβατικό - με αποτέλεσμα να αυτομαστιγώνται καθημερινά και να ανακυκλώνουν έναν φαύλο κύκλο άγχους και απογοήτευσης.

Η απαίτηση για παραπάνω και η μη επιβράβευση για όσα καταφέρνουν είναι το δεδομένο τους. Η αδυναμία αποδοχής του εαυτού τους είναι ο πυρήνας της ύπαρξης τους.

Ο επικριτικός εαυτός μας είναι ένα κομμάτι μας. Δεν χρειάζεται να είναι όμως το κυρίαρχο. Δεν μας εξυπηρετεί να είναι το κυρίαρχο γιατί γεμίζει με άγχος και ενοχές τη ζωή μας.

Όσο του δίνουμε φωνή και πειθόμαστε από τις παροτρύνσεις και τα σχόλια του τόσο το τρέφουμε.

Η διαδικασία της απάλειψης του συνεπάγεται την ανάπτυξη πιο υγειών και ενήλικων κομματιών μας που διενεργούν πιο ισορροπημένες και λειτουργικές αυτοαξιολογήσεις αλλά και να μας επιστρέφουν θετικές ανατροφοδοτήσεις όταν καταφέρνουμε σημαντικά η μη πράγματα.

Ως ενήλικες οφείλουμε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας με αγάπη, συμπόνοια και κατανόηση.

Aν υποφέρουμε εξαρτάται από τον τρόπο που αντιδρούμε σε μια δεδομένη κατάσταση

Ενώ μερικά είδη δυστυχίας είναι αναπόφευκτα, άλλα τα δημιουργούμε μόνοι μας.

Διαπιστώσαμε, για παράδειγμα, πως αρνούμενοι να αποδεχτούμε τη δυστυχία σαν φυσικό μέρος της ζωής, οδηγούμαστε στο να βλέπουμε τους εαυτούς μας σαν αιώνια θύματα και να κατηγορούμε τους άλλους για τα προβλήματα μας - μια εξασφαλισμένη συνταγή για μια ανυπόφορη ζωή.

Σαν να μην έφτανε όμως αυτό, αυξάνουμε την ίδια μας τη δυστυχία και με άλλους τρόπους.

Πολύ συχνά διαιωνίζουμε τον πόνο μας, τον κρατάμε ζωντανό, ξαναζώντας τα πλήγματα μας με το νου μας, μεγενθύνοντας μέσα από αυτή τη διαδικασία τις αδικίες που έχουμε υποστεί.

Επαναλαμβάνουμε τις οδυνηρές μας αναμνήσεις με την ασυνείδητη ευχή ότι ίσως με αυτό τον τρόπο να μπορέσουμε να αλλάξουμε την κατάσταση - αλλά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ.

Ασφαλώς, αυτή η ατελείωτη καταμέτρηση των συμφορών μας μπορεί να εξυπηρετεί ένα συγκεκριμένο σκοπό.

Μπορεί να αποδώσει μια αίσθηση δραματικότητας και έναν τόνο συγκίνησης στη ζωή μας ή να προκαλέσει το ενδιαφέρον και τη συμπάθεια των άλλων.

Αλλά αυτή φαίνεται ότι είναι μια ασύμφορη ανταλλαγή, λαμβάνοντας υπόψη μας τη δυστυχία που εξακολουθούμε να βιώνουμε μ' αυτόν τον τρόπο.

Για παράδειγμα, αν νιώθουμε θυμό ή μίσος για κάποιον, είναι μικρότερη η πιθανότητα να φτάσει σε ένα έντονο βαθμό αν το παραμελήσουμε.

Όμως, αν σκεφτόμαστε και προβάλλουμε συνεχώς τις αδικίες που μας έκανε, τους τρόπους με τους οποίους μας φέρθηκε άσχημα, και συνεχίζουμε να τους σκεφτόμαστε ξανά και ξανά, τότε τροφοδοτούμε το μίσος.

Μέχρι που αυτό γίνεται πολύ δυνατό και αδυσώπητο.

Βέβαια, το ίδιο συμβαίνει και όταν έχουμε προσκόλληση προς ένα συγκεκριμένο άτομο.

Μπορούμε να θρέφουμε αυτή μας την προσκόλληση σκεπτόμενοι πόσο όμορφο είναι το άτομο αυτό, και όσο συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε τις προβαλλόμενες ποιότητες που βλέπουμε σε αυτό, η προσκόλληση γίνεται όλο και πιο έντονη.

Αλλά αυτό μας δείχνει πως μέσα από τη διαρκή ενασχόληση και σκέψη, εμείς οι ίδιοι κάνουμε τα συναισθήματα μας πιο έντονα και πιο ισχυρά.

Συχνά επίσης επιβαρύνουμε τον πόνο και τη δυστυχία μας με το να είμαστε πάρα πολύ ευαίσθητοι, να αντιδρούμε υπερβολικά σε μικρότερης σημασίας πράγματα και μερικές φορές με το να παίρνουμε τα πράγματα πολύ σοβαρά.

Έχουμε την τάση να παίρνουμε στα σοβαρά τις λεπτομέρειες και να τις οδηγούμε στα άκρα, ενώ παράλληλα μπορεί συχνά να παραμένουμε αδιάφοροι μπροστά σε όντως σπουδαία θέματα, αυτά τα θέματα που έχουν μια ουσιαστική επιρροή στη ζωή μας, με μακροχρόνιες συνέπειες και επιπτώσεις.

Έτσι νομίζω ότι σε ένα μεγάλο βαθμό, το αν υποφέρουμε εξαρτάται από τον τρόπο που αντιδρούμε σε μια δεδομένη κατάσταση.

Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε πως μαθαίνεις ότι κάποιος μιλάει για σένα πίσω από την πλάτη σου.

Αν αντιδράσεις στο γεγονός ότι κάποιος μιλάει άσχημα για σένα - δηλαδή σε αυτή την άσχημη συμπεριφορά - με ένα αίσθημα πόνου και θυμού, τότε εσύ ο ίδιος καταστρέφεις την πνευματική σου γαλήνη.

Αυτός ο πόνος είναι δική σου προσωπική δημιουργία.

Από την άλλη πλευρά, αν συγκρατηθούμε και δεν αντιδράσουμε αρνητικά και αφήσουμε τη συκοφαντία να περάσει από δίπλα μας χωρίς να μας αγγίξει, σαν να είναι ένας σιωπηλός άνεμος που περνάει πίσω από τα αυτιά μας, τότε προστατεύουμε τον εαυτό μας από αυτόν τον πόνο.

Άρα, παρόλο που μπορεί να μην είμαστε πάντα σε θέση να αποφεύγουμε τις δύσκολες καταστάσεις, μπορούμε να καθορίσουμε το βαθμό στον οποίο υποφέρουμε με τον τρόπο που αντιδρούμε σε αυτές.

Ο άνθρωπος είναι προσωρινός, αλλά κρύβει μέσα του το αιώνιο

Το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι ο υλικός δρόμος μέσα στο σώμα, που μέσα από αυτό, μπορεί κάποιος να αναζητήσει το αιώνιο. Το νευρικό σύστημα αποτελείται από ένα κεντρικό και ένα περιφερικό. Το κεντρικό τμήμα του νευρικού συστήματος ονομάζεται κεντρικό νευρικό σύστημα και αποτελείται από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό. Το περιφερικό τμήμα του νευρικού συστήματος ονομάζεται περιφερικό νευρικό σύστημα και αποτελείται από νεύρα. Μέρος του περιφερικού νευρικού συστήματος είναι το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Αυτό με τη σειρά του χωρίζεται στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα και στο παρασυμπαθητικό σύστημα.

Η υλική αυτή κατασκευή είναι ενεργοποιημένη με όλα τα εφόδια (εάν επικεντρωθεί κάποιος σε αυτό), για να διορθώσει το σύστημα του και να αναζητήσει τον αληθινό του εαυτό. Ίσως αυτό φανεί περίεργο στον μέσο άνθρωπο, που πιστεύει ότι η πνευματική ανάπτυξη έχει να κάνει μόνο με έξω-αισθητηριακές εντυπώσεις. Ίσως αυτό φανεί περίεργο σε κάποιους, οι οποίοι πιστεύουν ότι το πνεύμα «υπερίπταται» του σώματος και δεν έχει σχέση με την ύλη. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική! Η αλήθεια είναι ότι το σώμα υλοποιήθηκε, ώστε μέσα από αυτό, ο άνθρωπος να αναζητήσει τον εαυτό του.

Μέσα στο αυτόνομο νευρικό σύστημα μπορούμε να δούμε τον διαχωρισμό του σώματος σε θηλυκό και αρσενικό. Το συμπαθητικό νευρικό σύστημα είναι το θηλυκό μέσα στον άνθρωπο και το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα είναι το αρσενικό. Η ύλη μιλά και η ύλη κρύβει. Το σώμα είναι φθαρτό, αλλά κρύβει μέσα του το άφθαρτο. Ο άνθρωπος είναι προσωρινός, αλλά κρύβει μέσα του το αιώνιο.

Η ύλη φανερώνει για εκείνον που είναι έτοιμος να δει. Ενώ όλα εκεί έξω είναι υλικά και προσωρινά, εάν ο άνθρωπος αναζητήσει το αιώνιο, μπορεί να το βρει μέσα στο δικό του φθαρτό σύστημα. Το φθαρτό αυτό σύστημα, το οποίο διαθέτει ο άνθρωπος, κρύβει μέσα του το αιώνιο.

Η δύναμη του να λέμε “έναν καλό λόγο”, χωρίς λόγο

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ Γιατί είναι σημαντικό να απολαμβάνω τις επιτυχίες μου;Όταν «λέω καλά λόγια» στους άλλους, το μυαλό μου γεννά φωτεινές σκέψεις και η καρδιά μου καλλιεργεί ζεστά συναισθήματα.

Έτσι ο πρώτος που ωφελείται είμαι εγώ!

Μου είναι αδύνατον να υπολογίσω τις επιπτώσεις που έχει αυτή η πρακτική στους άλλους· αλλά ακόμα κι αν αποδεικνυόταν ότι δεν έχει κάποιο όφελος για αυτούς (κάτι που διαψεύδεται από πολλές μελέτες – για παράδειγμα, σε σχέση με τη δύναμη της προσευχής από απόσταση), το αποτέλεσμα που έχει πάνω μου είναι πολύ πειστικό και αρκεί από μόνο του για να με παρακινήσει να συνεχίσω.

Σας καλώ λοιπόν να κάνετε σκόπιμα μια δοκιμή. Βγείτε από το σπίτι σας και κάντε μια βόλτα για δέκα λεπτά, με μοναδικό σκοπό να απευθύνετε σιωπηρά τα καλά σας λόγια σε κάθε άτομο που συναντάτε. Δοκιμάστε το και δείτε πώς θα αισθάνεστε όταν γυρίσετε. Μην πιστεύετε ούτε τον Pierre ούτε εμένα: αξιοποιήστε εσείς οι ίδιοι αυτό το εργαλείο και ελέγξτε την αποτελεσματικότητά του!

Μήπως θέλετε όμως και κάτι πιο τολμηρό, πιο προκλητικό;

Μπορείτε να εφαρμόσετε την απλή τέχνη του καλού λόγου για μία εβδομάδα, από το πρωί ως το βράδυ, σε όποιο περιβάλλον βρίσκεστε και με όποιους ανθρώπους είναι γύρω σας.

Μην το πείτε σε κανέναν. Θα είναι το μυστικό σας, η κρυφή εξάσκησή σας. Αγοράζοντας το ψωμί σας το πρωί, πείτε έναν καλό λόγο στο φούρναρη. Στο λεωφορείο ή στο μετρό, σκεφτείτε κάτι καλό για τους γύρω σας. Στη δουλειά, στο τηλέφωνο, σε όλες τις συναλλαγές, πείτε έναν καλό λόγο στα άτομα με τα οποία έρχεστε σε επαφή. Στο σπίτι, εμποτίστε τη ματιά και τις χειρονομίες σας προς τα αγαπημένα σας πρόσωπα με πολλά καλά λόγια!

Στη συνέχεια κάντε τον απολογισμό. Τι άλλαξε μέσα σας, στη ζωή σας και στο περιβάλλον σας;

Καλός λόγος είναι το αντίθετο της κατάρας. Στην κοινωνία μας, όπου είναι τόσο συνηθισμένο να κάνουμε κουτσομπολιά, να ασχολούμαστε με φήμες, να κακολογούμε, ακόμα και να συκοφαντούμε – τόσο συνηθισμένο που, για να πούμε την αλήθεια, δεν μας εκπλήσσει πλέον το δηλητήριο που υπάρχει στις σχέσεις μας -, μπορούμε να προτάξουμε ένα αντίδοτο ενάντια σε όλες αυτές τις κατάρες πολλαπλασιάζοντας τα καλά λόγια σιωπηρά, με τον τρόπο που μας ταιριάζει.

Ο καλός λόγος μοιάζει με την επανάληψη ενός μάντρα, όπως αυτά που η διάδοση των ανατολικών θρησκειών έκαναν πολύ δημοφιλή: το βουδιστικό Om mano padme hum, το ινδουιστικό Om nama Shivaya κ.α.

Πράγματι, η επανάληψη ενός μάντρα, εκατοντάδες ή χιλιάδες φορές τη μέρα, είναι ένας τρόπος για να δώσουμε τροφή στη σκέψη και στην καρδιά μας, να τις χρησιμοποιούμε για το καλό, να τις κάνουμε να υπηρετούν κάτι θετικό, αντί να τους επιτρέπουμε να αναμασούν οποιεσδήποτε σκέψεις και οποιαδήποτε συναισθήματα.

Γιατί λοιπόν να μην ασκήσετε την τέχνη του καλού λόγου για λίγο;

Στοιχηματίζω ότι θα εκπλαγείτε από τις αλλαγές που ένα τόσο απλό εργαλείο μπορεί να επιφέρει στη ζωή και στις σχέσεις σας!

ARTHUR SCHOPENHAUER: Ο καθένας βλέπει τον εαυτό του σαν κέντρο του κόσμου

Ο εγωισμός, εκ φύσεως, δεν γνωρίζει όρια: ο άνθρωπος έχει μία και μοναδική απόλυτη επιθυμία, να συντηρήσει την ύπαρξή του, ν’ απαλλαγεί από κάθε πόνο, ακόμη κι από την παραμικρή στέρηση – αυτό που θέλει είναι η μεγαλύτερη δυνατή καλοπέραση, η κατοχή όλων των απολαύσεων που μπορεί να φανταστεί και τις οποίες σκαρφίζεται τρόπους να ποικίλλει και ν’ αναπτύσσει χωρίς σταματημό. Κάθε εμπόδιο που υψώνεται ανάμεσα στον εγωισμό του και τις επιθυμίες του του χαλάει τη διάθεση, προκαλεί την οργή του, το μίσος του: είναι ένας εχθρός που πρέπει να συντρίψει. Θα ήθελε όσο γίνεται ν’ απολαύσει τα πάντα, να αποκτήσει τα πάντα. Μην μπορώντας κάτι τέτοιο, τουλάχιστον θα ήθελε να δέσποζε πάνω σε όλα. «Όλα για μένα, τίποτε για τους άλλους» είναι το σύνθημά του. Ο εγωισμός έχει κολοσσιαίες διαστάσεις, το σύμπαν ολόκληρο δεν φτάνει για να τον χωρέσει. Διότι, αν έδινε κανείς στον καθένα τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στον αφανισμό του σύμπαντος και στην προσωπική του απώλεια, δεν χρειάζεται να πω ποια θα ήταν η απάντησή του. Ο καθένας βλέπει τον εαυτό του σαν το κέντρο του κόσμο, ανάγει το καθετί στον εαυτό του- μέχρι και τις μεγαλύτερες αναστατώσεις των αυτοκρατοριών τις βλέπει πρώτα απ’ όλα από την άποψη του προσωπικού του συμφέροντος, όσο μηδαμινό, όσο μακρινό μπορεί να είναι αυτό. Υπάρχει πιο χτυπητή αντίθεση; Από τη μια μεριά, αυτό το ανώτερο, αποκλειστικό ενδιαφέρον που ο καθένας δείχνει για τον εαυτό του κι από την άλλη, αυτό το αδιάφορο βλέμμα που ρίχνει σε όλους τους άλλους ανθρώπους. Είναι μάλιστα και κωμική αυτή η πεποίθηση τόσων ανθρώπων, οι οποίοι ενεργούν σαν να υπάρχουν πραγματικά μόνο αυτοί και σαν οι όμοιοι τους να είναι απλώς μάταιες σκιές, καθαρά φαντάσματα.

Το κράτος, αυτό το αριστούργημα του ευφυούς και υστερόβουλου εγωισμού, αυτό το άθροισμα όλων των ατομικών εγωισμών, έχει εναποθέσει τα δικαιώματα του καθενός στα χέρια μιας δύναμης απείρως ανώτερης από τη δύναμη του ατόμου, η οποία και εξαναγκάζει το τελευταίο αυτό να σέβεται τα δικαιώματα των άλλων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξουδετερώθηκε ο υπέρμετρος εγωισμός σχεδόν όλων, η κακία πολλών και η αγριότητα ορισμένων: ο καταναγκασμός τους κρατάει δέσμιους, αλλά από την κατάσταση αυτή προκύπτει μια απατηλή φαινομενικότητα. Ευθύς ως η προστατευτική δύναμη του κράτους παραλύσει ή πάψει να υπάρχει, όπως συμβαίνει συχνά, βλέπει κανείς να κάνουν θριαμβευτικά την επανεμφάνισή τους οι πιο άπληστες ορέξεις, η πιο άθλια φιλαργυρία, η πιο συγκεκαλυμμένη δολιότητα, η κακία, η κακοπιστία των ανθρώπων και τότε οπισθοχωρούμε, βάζουμε τις φωνές, σαν να πέφτουμε πάνω σε ένα τέρας ακόμα άγνωστο ωστόσο, χωρίς τον εξαναγκασμό των νόμων, χωρίς την ανάγκη που έχει κανείς να τον τιμούν και να τον υπολογίζουν οι άλλοι, όλα αυτά τα πάθη θα θριάμβευαν κάθε μέρα. Θα πρέπει να διαβάσει κανείς τα πρακτικά των μεγάλων δικών, την ιστορία των περιόδων αναρχίας για να δει τι υπάρχει στο βάθος του ανθρώπου, τι αξίζει η ηθική του! Τα χιλιάδες άτομα που βρίσκονται εδώ μπροστά στα μάτια μας, υποχρεωμένα αμοιβαίως να σέβονται την ειρήνη, κατά βάθος είναι τίγρεις και λύκοι, που ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό φίμωτρο τους εμποδίζει να δαγκώσουν. Φανταστείτε ότι καταργείται η δημόσια εξουσία, ότι βγαίνει το φίμωτρο: θα κάνατε πίσω από τρόμο μπροστά στο θέαμα που θα προσφερόταν στα μάτια σας, θέαμα που ο καθένας εύκολα μπορεί να φανταστεί· δεν είναι αλήθεια άραγε ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, θα ομολογούσατε πόσο λίγη σημασία αποδίδετε στη θρησκεία, στη συνείδηση, στην έμφυτη ηθική, όποια κι αν είναι η θεμελίωσή τους; Σ’ αυτή την περίπτωση, ωστόσο, απέναντι σε εγωιστικά αισθήματα αντίθετα προς κάθε ηθικό κανόνα, αχαλίνωτα, θα βλέπατε επίσης να αποκαλύπτεται το πραγματικό ηθικό ένστικτο μέσα στον άνθρωπο.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

ARTHUR SCHOPENHAUER: Όποιος, λοιπόν, δεν αγαπά την μοναξιά δεν αγαπά και την ελευθερία

Το ν’ αρκείται κανείς στον εαυτό του, το να είναι γι’ αυτόν τα πάντα σ’ όλες τις περιστάσεις και να μπορεί να λέγει omnia mea mecum porto [όλα τα δικά μου τα έχω επάνω μου] είναι αναμφίβολα η ιδιότητα που προάγει την ευτυχία μας περισσότερο από κάθε τι άλλο. Για τον λόγο αυτό, η ρήση του Αριστοτέλη η ευδαιμονία των αυτάρκων εστί [η ευτυχία ανήκει στους αυτάρκεις] (Ηθ. Ευδ. Ζ’ 2) δεν μπορεί να τύχει ποτέ υπερβολικής επαναλήψεως· και τούτο, αφενός, διότι μόνο στον εαυτό του μπορεί να βασίζεται κανείς με αρκετή βεβαιότητα και, αφετέρου, διότι τα δεινά που συνδέονται με την κοινωνικότητα, οι κόποι και οι ζημίες, οι κίνδυνοι και οι θλίψεις – όλα τούτα είναι αναρίθμητα και αναπόφευκτα.

Κατ’ αρχάς, κάθε κοινωνική διασύνδεση απαιτεί κατ’ ανάγκη μία αμοιβαία προσαρμογή κι έναν συγκερασμό. Για τον λόγο αυτό, όσο περισσότερα άτομα συμμετέχουν σ’ αυτήν τόσο πιο άνοστη γίνεται. Να είναι κανείς απόλυτα ο εαυτός του δεν μπορεί παρά μόνον όσο είναι μόνος- όποιος, λοιπόν, δεν αγαπά την μοναξιά δεν αγαπά και την ελευθερία, καθώς μόνον όταν είναι κανείς μόνος είναι και ελεύθερος – ο καταναγκασμός είναι ο αχώριστος σύντροφος κάθε κοινωνίας. Κατά συνέπεια, το πόσο ο κάθε άνθρωπος αποφεύγει, αντέχει ή αγαπά την μοναξιά του αντιστοιχεί ακριβώς στην αξία του ίδιου του εαυτού του, καθώς στην μοναξιά του νιώθει ο μεν ενδεής τω πνεύματι την πνευματική του ένδεια, ο δε μεγαλοφυής τη μεγαλοφυΐα του – κοντολογής, ο καθένας το πώς όντως είναι. Περαιτέρω, όσο υψηλότερα βρίσκεται κανείς στη Ιεραρχική κλίμακα της φύσης τόσο πιο μοναχικός είναι, και μάλιστα κατ’ ουσίαν και κατ’ ανάγκη. Τότε, όμως, συνιστά γι’ αυτόν ευεργεσία ν’ αντιστοιχεί στην πνευματική μοναξιά – ειδάλλως, η συχνή παρουσία πλασμάτων ετερογενών εισβάλλει οχληρά μέσα του, μάλιστα εχθρικά, και του στερεί τον εαυτό του χωρίς να έχει τίποτε να του προσφέρει ως αποζημίωση.

Κατόπιν, ενώ η φύση έχει εισαγάγει ανάμεσα στους ανθρώπους, τόσο σε ηθικό όσο και σε διανοητικό επίπεδο, την μέγιστη δυνατή διαφορετικότητα, η κοινωνία, θεωρώντας αυτή τη διαφορετικότητα ως ένα τίποτε, καθιστά όλους ίσους, ή, μάλλον, υποκαθιστά τις φυσικές με τις τεχνητές διαφορές και τις ιεραρχίες των τάξεων και των βαθμών, οι οποίες πολύ συχνά, είναι αντιδιαμετρικά αντίθετες από την φυσική ιεραρχία. Χάρη σε αυτή τη διάταξη εκείνοι που η φύση είχε τοποθετήσει χαμηλά έχουν καλή θέση, ενώ εκείνοι, αντίθετα, για τους οποίους προέβλεψε υψηλή θέση αδικούνται – για αυτό τον λόγο, τούτοι οι τελευταίοι προσπαθούν να αποσπαστούν από κάθε συνάθροιση, αφού σε κάθε τέτοια κυριαρχεί, όσο περισσότεροι μετέχοντες, το κοινό κι ευτελές.

Η καλούμενη “καλή κοινωνία” αναγνωρίζει κάθε λογής προτερήματα πλην των πνευματικών- τούτα, μάλιστα, τα θεωρεί λαθραίο εμπόρευμα μας εξαναγκάζει, λοιπόν, να αποδεικνύουμε άπειρη μακροθυμία με κάθε ανοησία, μούρλα, διαστροφή, ηλιθιότητα- τα προσωπικά προτερήματα, αντίθετα, πρέπει να εκλιπαρούν τη συγγνώμη της ή να κρύβονται. Κατά συνέπεια, η κοινωνία που καλείται “καλή κοινωνία” δεν έχει μόνο το μειονέκτημα ότι μας παρουσιάζει ανθρώπους που δε μπορούμε ούτε να επαινέσουμε ούτε να αγαπήσουμε ακόμα αλλά και δε μας επιτρέπει να είμαστε ο εαυτός μας όπως αρμόζει στη φύση μας- απεναντίας, μας εξαναγκάζει, χάριν του αρμονικού συγκερασμού μας με τους άλλους, να συρρικνωθούμε, ή μάλιστα και να παραμορφώσουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ

ΤΟ ΓΕΛΙΟ ΣΥΝΗΘΩΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΒΓΑ

Είτε είναι συχνές είτε έντονες, για να είναι αρκετά επιβλαβείς, είτε όχι, ο κόσμος είναι γεμάτος με προκλήσεις. Το μόνο κομμάτι αυτού του σεναρίου που μπορείτε αξιόπιστα να ελέγξετε είναι η αντίδρασή σας.

Το πώς αντιδράτε σε προσφερόμενες προσβολές εξαρτάται από την εμπειρία της ζωής σας, όπως επίσης και από τις στάσεις σας και τις συνήθειές σας, οι οποίες με τη σειρά τους εξαρτώνται από τη φιλοσοφία σας. Αν το τωρινό σας modus operandi δεν είναι προς όφελός σας, η φιλοσοφία με την οποία ζείτε μπορεί να χρειάζεται “κούρδισμα”.

Αλλάζοντας, λοιπόν, τη φιλοσοφία σας μπορείτε επίσης να αλλάξετε τον τρόπο με τον οποίο αντιδράτε στις προκλήσεις. Μπορείτε ακόμη να μειώσετε την πιθανότητα ότι οι άλλοι θα επιχειρήσουν να σας προκαλέσουν.

Οι αντιδράσεις στην προσβολή ποικίλλουν καλύπτοντας ένα πολύ ευρύ φάσμα, από κουλτούρα σε κουλτούρα και από άνθρωπο σε άνθρωπο.

Η χειρότερη επιλογή είναι η βία, που ξεπληρώνει την προσβολή με βλάβη. Μια άλλη επιλογή είναι το “μία σου και μία μου”: Να ανταλλάσσεις προσβολή με προσβολή.

Μπορείτε επίσης να χρησιμοποιήσετε χιούμορ για να εκτονώσετε την κατάσταση.

Μπορείτε να είστε κυνικοί ή καυστικοί, παίρνοντας εκδίκηση με τέτοιον τρόπο, ώστε να περνά ξυστά από αυτόν που σας προσέβαλε.

Πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν αποτύχει να μάθουν να υπερασπίζονται τους εαυτούς τους έναντι των προσβολών και φαίνονται σαν να ζουν σε μια αιώνια κατάσταση προσβολής ή τουλάχιστον είναι συνεχώς έτοιμοι να προσβληθούν. Πολλοί από αυτούς φαίνονται να μην έχουν καμία αίσθηση του χιούμορ. Αρκετοί δεν αγαπούν τους εαυτούς τους ή τον κόσμο πάρα πολύ. Νιώθουν συνεχή δυσαρέσκεια. Αντί να γίνουν αυτοί χαρούμενοι, θέλουν οι χαρούμενοι άνθρωποι να μοιραστούν τη δυσαρέσκειά τους.

Έτσι εφευρίσκουν κανόνες για να ελέγχουν τι επιτρέπεται να λένε, ακόμη και να σκέφτονται οι άνθρωποι, προσέχοντας συνεχώς να μην αφήνουν κανέναν να προσβάλει κανέναν άλλο, προστατεύοντας έτσι (όπως νομίζουν) και τους εαυτούς τους επίσης.

Εν τέλει αυτό δημιουργεί ένα αντιπαραγωγικό σύστημα που όχι μόνο αντιτίθεται στην προσωπική ελευθερία, αλλά εμποδίζει την ελεύθερη ροή της αγάπης για τη ζωή, καθώς και τη θεραπευτική φύση του χιούμορ. Είναι κατά κύριο λόγο ένα σοβιετικού στιλ σύστημα, που αντί για κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας έχει κεντρικό σχεδιασμό της σκέψης.

Μόνο ένα πράγμα είναι σίγουρο γι’ αυτό το σύστημα: Παράγει περισσότερη δυσαρέσκεια από ό,τι ευαρέσκεια για κάθε ενδιαφερόμενο.

Είναι πιο σοφό για εσάς να αποκρούετε τις μηδαμινότητες, ίσως ανατρέποντας επιδέξια την κατάσταση.

ΞΕΝΟΦΩΝ: ΠΕΡΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΞΕΝΟΦΩΝ, περ. 430-μετά 355 π.Χ.

Απομνημονεύματα Δ’, II, 36 κ.εξ

.— Επειδή ετοιμάζεσαι να κυβερνήσεις μια πόλη με δημοκρατικό πολίτευμα, είπε ο Σωκράτης, είμαι σίγουρος ότι ξέρεις τι είναι δημοκρατία.

— Οπωσδήποτε, απάντησε ο Ευθύδημος.

— Νομίζεις λοιπόν ότι είναι δυνατό να γνωρίζει κάποιος τι είναι δημοκρατία, χωρίς να ξέρει τι είναι λαός;

— Όχι βέβαια.

— Και τι νομίζεις ότι είναι λαός;

— Εγώ τουλάχιστον νομίζω ότι είναι οι φτωχοί πολίτες.

— Γνωρίζεις λοιπόν τους φτωχούς;

— Πώς είναι δυνατόν να μην τους γνωρίζω;

— Ξέρεις, επομένως, και τους πλουσίους;

— Όσο και τους φτωχούς.

— Ποιους ονομάζεις λοιπόν φτωχούς και ποιους πλούσιους;

— Φτωχοί είναι, νομίζω, όσοι δεν έχουν αρκετά για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, και πλούσιοι όσοι έχουν περισσότερα από τα αρκετά.

— Ξέρεις όμως ότι μερικοί, ενώ έχουν πολύ λίγα, όχι μόνο τους είναι αρκετά αλλά και τους περισσεύουν, ενώ άλλοι έχουν πάρα πολλά που δεν τους είναι αρκετά;

— Μα τον Δία, είπε ο Ευθύδημος, σωστά μου το υπενθυμίζεις. Ξέρω και κάποιους τυράννους που από τη φτώχεια τους αναγκάζονται να διαπράττουν αδικίες, όπως οι πάμπτωχοι.

– Άρα, είπε ο Σωκράτης, αν βέβαια αυτά είναι έτσι, θα συμπεριλάβουμε και τους τυράννους στον λαό, ενώ όσους έχουν λίγα αλλά είναι οικονόμοι θα τους θεωρήσουμε πλούσιους;

Τότε ο Ευθύδημος απάντησε:

— Η μηδαμινότητά μου με αναγκάζει φανερά να συμφωνήσω και με αυτά. Σκέφτομαι μάλιστα μήπως είναι καλύτερο για μένα να μη μιλάω, γιατί είναι πιθανό να μη γνωρίζω απολύτως τίποτα.

Τα τέσσερα στηρίγματα μίας υγιούς οικογένειας

Η οικογένεια ως βατήρας

Το σπίτι όπου έζησε το παιδάκι που ήμουν κάποτε, και τα πρόσωπα με τα οποία μοιράστηκα την οικογενειακή μου ζωή υπήρξαν ο βατήρας πάνω στον οποίο πάτησα για να εκτελέσω το άλμα προς την ενήλικη ζωή μου. Η οικογένεια αποτελεί πάντοτε τον βατήρα, και κάποια στιγμή πρέπει να σταθούμε στην άκρη του και να πραγματοποιήσουμε το άλμα προς τον κόσμο και τη μετέπειτα ζωή.

Αν, καθώς πάω να πηδήξω από το βατήρα, πιαστώ από κάπου και κρεμαστώ, θα μείνω εκεί να κρέμομαι και δεν θα πραγματοποιήσω το ταξίδι μου ποτέ. Τι καλά που θα ήταν αν βρίσκαμε το θάρρος να πηδήξουμε από το βατήρα μ’ έναν θεαματικό τρόπο! Αυτό μπορεί να γίνει αν ο βατήρας είναι υγιής. Αν η οικογενειακή σχέση είναι υγιής. Αν το ζευγάρι των γονιών είναι υποστηρικτικό. Ο βατήρας αυτός πατάει πάνω σε τέσσερα βασικά στηρίγματα, τόσο σημαντικά, που αν δεν είναι στέρεα κανένα παιδάκι δεν μπορεί να περπατήσει πάνω του χωρίς να πέσει.

Το πρώτο στήριγμα είναι η αγάπη

Ένα παιδί που δεν ένιωσε ότι το αγάπησαν οι γονείς του, έχει μια θλιβερή ιστορία: θα του είναι πολύ δύσκολο να αγαπήσει τον εαυτό του. Η αγάπη για τον εαυτό μας μαθαίνεται μέσα από την αγάπη που δεχόμαστε από τους γονείς μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διδαχτούμε και αλλιώς, λέω απλώς ότι αυτός είναι ο καλύτερος τόπος και τρόπος για να το μάθουμε. Και βέβαια, ένα παιδί που δεν αγαπήθηκε δεν μπορεί ούτε το ίδιο να αγαπήσει, κι αν έτσι έχει συμβεί στη ζωή του, τι μπορεί να κάνει αργότερα στις σχέσεις του με τους άλλους; Ο βατήρας που δεν έχει αυτό το στήριγμα είναι επικίνδυνος. Είναι δύσκολο να βαδίσει κανείς πάνω του. Είναι ένας βατήρας χωρίς ισορροπία.

Το δεύτερο στήριγμα είναι η εκτίμηση

Αν η οικογένεια δεν έχει ένα καλό απόθεμα αυτοεκτίμησης, αν οι γονείς θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι ένα τίποτα, τότε και το παιδί θα αισθάνεται ένα τίποτα. Αν προέρχεται κανείς από ένα σπίτι όπου δεν τον εκτιμούν και δεν θεωρούν ότι αξίζει, δυσκολεύεται να πιστέψει ο ίδιος για τον εαυτό του ότι αξίζει. Τα σπίτια με ένα καλό επίπεδο αυτοεκτίμησης διαθέτουν κατάλληλους βατήρες. Η Βιρτζίνια Σατίρ λέει: «Στις καλές οικογένειες, η χύτρα της αυτοεκτίμησης του σπιτιού είναι γεμάτη». Που σημαίνει: οι γονείς πιστεύουν ότι είναι αξιόλογοι άνθρωποι, πιστεύουν ότι τα παιδιά τους αξίζουν, ο μπαμπάς πιστεύει ότι η μαμά αξίζει, η μαμά πιστεύει ότι ο μπαμπάς αξίζει, ο μπαμπάς και η μαμά πιστεύουν ότι έχουν μια οικογένεια που αξίζει, και είναι κι οι δύο υπερήφανοι για την ομάδα που έχουν φτιάξει. Όταν έρχεται σπίτι το παιδί και λέει: «Τι ωραία που είναι αυτή η οικογένεια!» τότε ξέρουμε πως ο βατήρας είναι γερός. Όταν έρχεται το παιδί σπίτι και λέει: «Μπορώ να πάω να μείνω στο σπίτι της θείας Μαργαρίτας;»… τότε έχουμε πρόβλημα. Όταν λέει ο πατέρας στο παιδί: «Γιατί τότε δεν πας να μείνεις με τη θεία σου τη Μαργαρίτα;» πάλι κάτι συμβαίνει.

Το τρίτο στήριγμα είναι οι κανόνες

Στην οικογένεια πρέπει να υπάρχουν κανόνες, με τη μόνη προϋπόθεση ότι δεν θα είναι αυστηροί. Οι κανόνες πρέπει να είναι ευέλικτοι, ελαστικοί, αμφισβητήσιμοι, συζητήσιμοι και διαπραγματεύσιμοι. Πάντως, πρέπει να υπάρχουν. Ακριβώς όπως πιστεύω ότι οι κανόνες στην οικογένεια υπάρχουν για να μπορεί κανείς να τους παραβεί και είναι δική μας υποχρέωση να βάζουμε καινούργιους, πιστεύω και ότι η διαδικασία αυτή πρέπει να βασίζεται σε μια χρονική στιγμή που τα παιδιά έχουν μάθει να μεγαλώνουν και να ωριμάζουν σ’ ένα περιβάλλον με ασφάλεια και προστασία. Αυτό είναι το περιβάλλον της οικογένειας. Οι κανόνες αποτελούν το πλαίσιο ασφάλειας και πρόβλεψης που είναι αναγκαίο για την ανάπτυξη μου. Ένα σπίτι χωρίς κανόνες δημιουργεί έναν βατήρα πάνω στον οποίο το παιδί δεν μπορεί να σταθεί για να κάνει το άλμα του στον κόσμο…

Το τελευταίο στήριγμα είναι η επικοινωνία

Για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί το άλμα, είναι αναγκαίο να υπάρχει διαρκής και έντιμη επικοινωνία. Με κανένα άλλο θέμα δεν έχουν ασχοληθεί τόσο πολύ τα εγχειρίδια ψυχολογίας, όσο με αυτό της επικοινωνίας. Να διαβάζετε μαζί σαν ζευγάρι, να κουβεντιάζετε με τα παιδιά σας, να συζητάτε όλοι μεταξύ σας με την τηλεόραση κλειστή… Αυτός είναι ένας τρόπος για να ενισχυθεί η επικοινωνία, όχι όμως ο πιο σημαντικός. Ουσιαστικό είναι αυτό που ξεκινάει με ερωτήσεις που κάνει κανείς με αληθινό ενδιαφέρον, μέσα από την καρδιά του: «Πώς είσαι; Πώς τα πέρασες σήμερα; Θέλεις να κουβεντιάσουμε»; Και σ’ αυτό το στήριγμα – αποκλειστικά σ’ αυτό το στήριγμα – στηρίζεται η δυνατότητα επανόρθωσης των υπολοίπων. Αγάπη, εκτίμηση, κανόνες και επικοινωνία: πάνω σ’ αυτόν τον βατήρα στέκεται το παιδί νια να κάνει το άλμα του στη ζωή. Για να βαδίσει, καταρχάς, το δρόμο της αυτοεξάρτησης και, στη συνέχεια, το δρόμο της συνάντησης με τους άλλους…

Στωικισμός. Τι σημαίνει ελευθερία;

Η στωική φιλοσοφία ξεκίνησε στην Ελλάδα στο τέλος του 4ου αι. π.Χ. Οι ιδρυτές της ήταν μετανάστες από την ανατολική Μεσόγειο στην Αθήνα, η οποία δεν ήταν πλέον μία ακμαία δημοκρατία, αλλά ένα κράτος υποτελές στο βασίλειο της Μακεδονίας. Η απώλεια της πολιτικής αυτονομίας εκφραζόταν στη φιλοσοφία στην Αθήνα μέσω μίας εσωστρέφειας στην εστίαση επί των ηθικών ζητημάτων. Ούτε ο στωικισμός ούτε ο επικουρισμός, η άλλη εξέχουσα ελληνιστική σχολή, συνδεόταν στενά με την πολιτική θεωρία όπως είχαν κάνει οι προκάτοχοί τους Πλάτων και Αριστοτέλης. Επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος των νεαρότερων φιλοσόφων δεν ήταν η πολιτική και η νομοθεσία, αλλά η προσωπική ευημερία και αυτοβελτίωση. Αυτή η στροφή προς την ενδοσκόπηση καθίσταται ιδιαίτερα εμφανής από τον τρόπο που η στωική σκέψη αντιμετώπισε εξαρχής την ελευθερία και τη δουλεία ως κυρίαρχους ηθικούς και ψυχολογικούς παρονομαστές παρά ως δείκτες κοινωνικής θέσης.

Σύμφωνα με τον Ζήνωνα, τον πρωταρχικό επικεφαλής της στωικής σχολής, η ελευθερία είναι αποκλειστικό προνόμιο όσων είναι σοφοί, ενώ οι κατώτεροι άνθρωποι, που αποτελούν και την πλειονότητα, δεν είναι μόνο ανόητοι αλλά και δούλοι.

Μία πρώτη αντίδραση σε αυτόν τον ισχυρισμό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την έκπληξη απέναντι στον πνευματικό ελιτισμό του και στην αναισθησία του όσον αφορά τη δεινή κατάσταση ανθρώπων που υπήρξαν αρκετά άτυχοι ώστε να υποδουλωθούν με την κυριολεκτική έννοια. Αλλά τώρα σκεφθείτε με πόσο ριζοσπαστικό τρόπο ο ισχυρισμός του Ζήνωνα, σε μια οικονομία που βασιζόταν στη δουλεία, θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιολόγηση των ανθρώπων με κριτήριο τον συμβατικό διαχωρισμό δουλεία/ ελευθερία.

Αν η σοφία είναι το αληθινό κριτήριο της ελευθερίας, τότε το κύριο βάρος της δουλείας μετατοπίζεται από έξω προς τα μέσα, από το σωματικό στο πνευματικό επίπεδο, και πηγή ελευθερίας είναι η φιλοσοφία και όχι η χειραφέτηση. Σύμφωνα με αυτή την αδιάλλακτη διδασκαλία, είμαστε υποδουλωμένοι αν αφεθούμε σε οτιδήποτε μπορεί να σταθεί εμπόδιο, είτε επειδή το σώμα μας μας απογοητεύει , είτε επειδή τα πάθη και τα συναισθήματά μας μάς έχουν κυριεύσει είτε επειδή συνδέουμε την ευημερία μας με πράγματα που εξαρτώνται από άλλους – ανθρώπους , περιουσία, δημοτικότητα ή απλώς τύχη.

Στο περίφημο δοκίμιό του “Δύο έννοιες της ελευθερίας”, ο Αϊζάια Μπερλίν διέκρινε μεταξύ της “αρνητικής” έννοιας της ελευθερίας από τον εξαναγκασμό (όπου δεν εμπλέκονται άλλοι) και της “θετικής” έννοιας της ελευθερίας να είμαστε ή να ζούμε όπως επιλέγουμε (αυτοέλεγχος ή αυτοδιάθεση).

Για τον Επίκτητο αυτές οι δύο έννοιες προσεγγίζουν τόσο πολύ η μία την άλλη, ώστε η μία συνεπάγεται την άλλη, όπως μπορούμε να δούμε στο ακόλουθο απόσπασμα :

Κύριος κάποιου είναι όποιος έχει την εξουσία να παρέχει ή να στερεί όσα θέλει ή δεν θέλει ο άλλος. Όποιος λοιπόν θέλει να είναι ελεύθερος, να μην επιθυμεί ή να μην αποφεύγει, ό,τι εξαρτάται από τους άλλους.

Διαφορετικά, θα είναι εξ ανάγκης δούλος.(Εγχειρίδιον 14)

Θα μπορούσαμε να ξαναγράψουμε τη δεύτερη πρόταση κάπως έτσι: “Όποιος επιθυμεί να είναι ελεύθερος από εξαναγκασμό, θα πρέπει να περιορίσει τις επιθυμίες και τις απέχθειές του σε πράγματα στα οποία έχει τον απόλυτο έλεγχο”.

Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι αυτή η επιλογή είναι καλή για εμάς και για εκείνους τους οποίους συναναστρεφόμαστε; Γιατί να είμαστε αυτόνομοι αντί να ακολουθούμε κάποιο σύστημα πανάρχαιων αρχών; Πώς μπορούμε να ξέρουμε τι θα επιλέξουμε;

Η απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις μας επαναφέρει στη “σοφία” του Ζήνωνα ως την ουσία της ελευθερίας.

Η λέξη σοφία, στη συνήθη χρήση της, μπορεί να καλύπτει οποιοδήποτε είδος γνώσης, που κυμαίνεται από την πρακτική δεξιοτεχνία όπως η ξυλουργική ως την αφηρημένη γνώση όπως η γεωμετρία. Σε όλες τις περιπτώσεις, η σοφία σημαίνει την επιτυχή άσκηση μιας δεξιότητας, και η δεξιότητα που απασχολούσε τον Ζήνωνα και τους στωικούς φιλοσόφους είναι η τέχνη της ζωής.

Μπορούμε να εξηγήσουμε αυτή την τέχνη ως τη γνώση να ζούμε με αρμονία – αρμονία με την ανθρώπινη φύση μας και αρμονία με το κοινωνικό και υλικό περιβάλλον μας.

Το να επιτύχουμε ή να προσπαθήσουμε να επιτύχουμε την κατανόηση είναι έργο της λογικής, και η λογική, σύμφωνα με τον στωικισμό, είναι εκείνο που διακρίνει τους ανθρώπους από τα άλλα ζώα (Διατριβαί 7,8).

Τα χαρακτηριστικά του χαρισματικού ηγέτη

Τα τελευταία χρόνια, η έννοια της χαρισματικής ηγεσίας έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των θεωρητικών. Σύμφωνα με πολύ πρόσφατες εργασίες, το φαινόμενο της χαρισματικής ηγεσίας συνίσταται στην ύπαρξη ορισμένων χαρακτηριστικών του ηγέτη, τα οποία «ταιριάζουν» με ανάγκες, αξίες, πιστεύω, αντιλήψεις, πρότυπα κ.λπ. των υφισταμένων («οπαδών»), με αποτέλεσμα ο πρώτος να ελκύει και να εμπνέει τους δεύτερους, να κερδίζει την ανεπιφύλακτη αποδοχή και την εμπιστοσύνη τους, να δημιουργεί μια συναισθηματική σύνδεση με αυτούς και έτσι να επιτυγχάνει να τους περνά ιδανικά, οράματα, στόχους και κατευθύνσεις δράσης. Σε γενικές γραμμές, από τις υφιστάμενες εργασίες προκύπτει ότι ο χαρισματικός ηγέτης διακρίνεται από:

• Αυτοπεποίθηση για τα πιστεύω, τις κρίσεις και τις ικανότητές του.

• Όραμα: Διαμορφώνει μια επιθυμητή εικόνα για το μέλλον, διαφορετική και καλύτερη από την υφιστάμενη, η οποία ενσωματώνει τα προσωπικά οράματα και τους στόχους των «οπαδών» συνεργατών.

• Ισχυρή αφοσίωση, πίστη στο όραμα και αυτοπεποίθηση ότι είναι ικανός να το κάνει πραγματικότητα. Φορέας αλλαγών: Ο ηγέτης γίνεται αντιληπτός από τους «οπαδούς» ως φορέας ριζικών αλλαγών του κατεστημένου.

• Μη συμβατική συμπεριφορά: Η συμπεριφορά του ηγέτη, χωρίς να είναι ιδιόρρυθμη, δεν περιορίζεται στους κατεστημένους και στερεότυπους κανόνες, αλλά είναι ριζοσπαστική, μη συμβατική, και όταν γίνεται με επιτυχία, κερδίζει τον θαυμασμό.

Επικοινωνία: Ο χαρισματικός ηγέτης διακρίνεται για τις επικοινωνιακές δεξιότητές του, τόσο στο να ακούει όσο και στο να μεταδίδει μηνύματα με τον κατάλληλο τόνο και το ηχόχρωμα της φωνής, και κυρίως με τη γλώσσα του σώματος.

Σχετική με την έννοια της χαρισματικής ηγεσίας είναι και η έννοια της «μετασχηματιστικής ηγεσίας» ή «ηγεσίας αλλαγών» (transformational leadership). Η διαφορά με την προηγούμενη έννοια αφορά την έμφαση η οποία αποδίδεται στη διάθεση και την ικανότητα του ηγέτη να συλλάβει, να σχεδιάσει και να υλοποιήσει σημαντικές αλλαγές τομές στους στόχους, στη στρατηγική, στην κουλτούρα, στις δομές, στις δραστηριότητες, στις σχέσεις με το περιβάλλον κ.λπ. της οργάνωσης, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για τη δυναμική ανάπτυξη και την προσαρμογή της οργάνωσης στις εξελίξεις. Η μετασχηματιστική ηγεσία στηρίζεται στις τέσσερις παρακάτω ηγετικές παραμέτρους-συμπεριφορές του ηγέτη:

Ιδεολογική επιρροή (idealized influence); Με τη συμπεριφορά του, ο ηγέτης επιδεικνύει την πίστη και την εμπιστοσύνη του σε ένα καλύτερο μέλλον, δίνει ατομικό και συλλογικό κοινό νόημα στο όραμα και την αποστολή του οργανισμού, θέτει υψηλά πρότυπα επιδόσεων και ηθικής. Αποτελεί παράδειγμα υψηλών επιδόσεων και συμπεριφέρεται με βάση τις αξίες και τα πιστεύω τα οποία κηρύσσει, θέτει και υπηρετεί το ατομικό και το κοινό καλό των ανθρώπων του, τα οποία έχει ως προτεραιότητα σε σχέση με το ατομικό του συμφέρον. Κερδίζει έτσι τον θαυμασμό και την εμπιστοσύνη τους, και τους εμπνέει ώστε να ταυτίζονται συλλογικά με το όραμα και την αποστολή.

Εμπνευσμένη παρακίνηση (inspirational motivation): Ο ηγέτης εστιάζει και ικανοποιεί τις ανώτερες ανάγκες των ανθρώπων του, τους οδηγεί στην αυτοπραγμάτωση, ενισχύοντας την αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμηση, την ελπίδα, την αισιοδοξία και την ενδυνάμωση,

Διανοητική ενεργοποίηση (intellectual stimulation): Κάνει τους ανθρώπους να κατανοούν και να αξιολογούν σε βάθος την ανάγκη για αλλαγή και πρόοδο, να κατανοούν και να αξιολογούν την υφιστάμενη κατάσταση, να την αμφισβητούν και να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες για την υλοποίηση βελτιωτικών αλλαγών. Ταυτόχρονα, τους κάνει να αμφισβητούν τα στερεότυπα και τις παγιωμένες αντιλήψεις, να αλλάζουν τρόπους σκέψης, να βλέπουν τα πράγματα μέσα από διαφορετικά γυαλιά και να σκέφτονται «έξω από το κουτί», δημιουργικά και καινοτομικά.

Εξατομικευμένο ενδιαφέρον (individualized consideration): Νοιάζεται και φροντίζει κάθε συνεργάτη ατομικά, επικοινωνεί και του συμπεριφέρεται ανάλογα με τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα και τις ανάγκες του. Αφιερώνει χρόνο για να τον καθοδηγεί, να τον βοηθά να αναπτύσσεται και να τον υποστηρίζει ώστε να προοδεύει (teaching, coaching, mentoring).

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ

Η αυθεντικότητα (έννοια σχετική με τη γνησιότητα) προέρχεται από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους. Ο Σωκράτης έδωσε μεγάλη έμφαση στην ανακάλυψη και την ανάπτυξη του εαυτού (έρευνα, γνώση του εαυτού). Ο Πλάτωνας, στην Πολιτεία, θεωρεί την αυθεντικότητα θεμελιώδες χαρακτήριστικό του ηγέτη και της αποστολής του να υπηρετεί το «κοινό καλό». Υποστηρίζει ότι ο αυθεντικός ηγέτης χρειάζεται, πρώτον, την ικανότητα να διακρίνει τη γνώση και την αλήθεια από τις προσωπικές γνώσεις, αντιλήψεις και πεποιθήσεις. Δεύτερον, χρειάζεται να διαθέτει ανώτερο ήθος (ηθική), που του επιτρέπει να σκέφτεται και να συμπεριφέρεται πέραν των άμεσων προσωπικών επιθυμιών και φιλοδοξιών ώστε να βλέπει τη μεγάλη και συνολική εικόνα και να υπηρετεί μέσω της δράσης του το κοινό καλό ή το όφελος της κοινωνίας. Τρίτον, ο αυθεντικός ηγέτης διαθέτει αυτογνωσία για τα ισχυρά και ασθενή του σημεία και αξιολογεί αντικειμενικά τον εαυτό του.

Συνθέτοντας τους σύγχρονους ορισμούς της αυθεντικής ηγεσίας, μπορούμε να διακρίνουμε τις παρακάτω διαστάσεις: Υπηρετεί το κοινό καλό και τους ανθρώπους του με ειλικρίνεια, ευθύτητα και διαφάνεια, έχοντας επίγνωση των ευθυνών του για την αποστολή του και αναγνωρίζοντας και αναλαμβάνοντας την ευθύνη των επιλογών και των λαθών του.

Διαμορφώνει και περνά στους ανθρώπους σκοπό, όραμα και νόημα, τα οποία υπηρετεί με πάθος, μυαλό, ψυχή και καρδιά.

Διαμορφώνει σωστές σχέσεις με τους ανθρώπους του, οι οποίες στηρίζονται σε αξίες και αρχές και χαρακτηρίζονται από διαφάνεια.

Κερδίζει την εμπιστοσύνη τους, τους χειρίζεται με αξιοπρέπεια, δεν τους χειραγωγεί (manipulate). Σκέφτεται, αποφασίζει, δρα και συμπεριφέρεται με αυτεπίγνωση και αυτοκυριαρχία, και είναι ειλικρινής με τον εαυτό του και τους άλλους.

ΗΘΙΚΗ ΗΓΈΣΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ

Η ηθική ηγεσία επίσης στηρίζεται στις ιδέες των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, και κυρίως του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Η ηθική αποτελεί ένα σύνολο αποδεκτών κοινωνικών αξιών και κανόνων, που πρέπει να τηρούνται και να εναρμονίζονται με τις επιλογές και τις συμπεριφορές του ατόμου. Πρόκειται για ηθικούς νόμους και αποδεκτούς κανόνες συμπεριφοράς, που διαφέρουν από τους νόμους του κράτους. Το άτομο που τηρεί τους νόμους του κράτους είναι νομοταγές, ενώ αυτό που τηρεί τους ηθικούς νόμους είναι ηθικό. Προφανώς, οι νόμοι του κράτους πρέπει να βασίζονται στην ηθική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καθετί νόμιμο είναι και ηθικό, όπως είχε υποστηρίξει ένας πρώην υπουργός.

Ηθική ηγεσία σημαίνει ότι η συμπεριφορά του ηγέτη και οι σχέσεις του με τους ανθρώπους στηρίζονται στην ηθική και ταυτόχρονα εξασφαλίζουν την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπών του. Σύμφωνα με τους ειδικούς της ηγεσίας (π.χ. Brown & Trevino: Ethical Leadership: A review and future directions, The Leadership Quarterly 2000), η ηθική ηγεσία ορίζεται σε δύο επίπεδα, πρώτον στο «ηθικό άτομο» και δεύτερον στον «ηθικό μάνατζερ». Η διάσταση του ηθικού ατόμου περιλαμβάνει την ηθική του ηγέτη, την ακεραιότητα, την ειλικρίνεια, την εντιμότητα, καθώς και την τήρηση των αποδεκτών αξιών και κανόνων συμπεριφοράς για το κοινό καλό. Η διάσταση του «ηθικού μάνατζερ» αφορά τις προσπάθειες και τις ενέργειες του ηγέτη να θέτει πρότυπα ηθικής, να κάνει τους ανθρώπους να τα ενστερνίζονται, να εξασφαλίζει την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων του και να τιμωρεί την ανήθικη συμπεριφορά. Θεμελιώδη στοιχεία του ηθικού ηγέτη είναι:

• Η ηθική δέσμευση του ηγέτη σε αξίες και ηθικούς κανόνες κοινωνικά αποδεκτούς.

• Η ηθική πειθαρχία, που σημαίνει ότι ο ηγέτης είναι σε θέση να μην επιτρέπει να κυριαρχούν οι προσωπικές του ανάγκες, επιθυμίες, αδυναμίες και φιλοδοξίες σε βάρος των ηθικών κανόνων και του κοινού καλού,

• Η ηθική αυτονομία, με την έννοια του να είναι ανεξάρτητος, να δρα αυτόνομα και ελεύθερα ώστε να λαμβάνει ηθικές αποφάσεις, να δρα και να συμπεριφέρεται ηθικά.

Σε ό,τι αφορά τις ηθικές αξίες πάνω στις οποίες στηρίζεται η ηθική ηγεσία, οι βασικοί υποστηρικτές της την προσεγγίζουν με σχετικότητα. Δηλαδή θεωρούν ότι ηθική και αξίες προσδιορίζονται από την εκάστοτε κοινωνία. Σημαντική είναι όμως η συνεισφορά των Christopher Peterson και Martin Seligman, οι οποίοι με βάση τη διαπολιτισμική έρευνα σε κοινωνίες δια φορετικών πολιτισμών και θρησκειών, προσδιορίζουν πέντε , βασικές αξίες που μπορούν να στηρίξουν την ηθική ηγεσία. Αυτές είναι:

-Σοφία και γνώσης δημιουργικότητα, περιέργεια, κριτική σκέψη, αγάπη για μάθηση, προοπτική.

-Ανθρωπισμός ευγένεια, αγάπη, συμπόνια, αλτρουισμός, κοινωνική νοημοσύνη.

-Δικαιοσύνη: ίσες ευκαιρίες, δίκαιη μεταχείριση και αντιμετώπιση των ανθρώπων, σεβασμός των βασικών δικαιωμάτων.

-Εγκράτεια συγχώρεση, ταπεινότητα, σύνεση, αυτοκυριαρχία και αυτοέλεγχος.

Υπέρβαση: ευγνωμοσύνη, ελπίδα, χιούμορ, πνευματικότητα, κάλος. Με λιγότερη επιρροή στη θεωρία και την πράξη της ηγεσίας είναι οι προσεγγίσεις της πνευματικής ηγεσίας (spiritual leadership) και του ηγέτη υπηρέτη (servant leadership). Η πρώτη στηρίζεται κυρίως στην ελπίδα και την πίστη, στο κάλεσμα, την αποστολή και το νόημα της ζωής του ανθρώπου. Η δεύτερη υποστηρίζει ότι ο λόγος ύπαρξης του ηγέτη είναι να υπηρετεί τους «οπαδούς» του. Ο ηγέτης επιδεικνύει αγάπη, ταπεινότητα, αλτρουισμό, προσωπική θυσία και υπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων του, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους.

Πρώτη φορά παραγωγή οξυγόνου σε άλλο πλανήτη από ανθρώπινη συσκευή

Ακόμη μία πρωτιά για την αποστολή του Perseverance: Πριν λίγες μέρες, τη Δευτέρα στη Γη, είχαμε την επιτυχή πρώτη πτήση ενός μικρού ρομποτικού ελικοπτέρου, του Ingenuity, στον Άρη. Τώρα, έχουμε για πρώτη φορά την παραγωγή οξυγόνου από ένα μηχάνημα του ανθρώπου στην επιφάνεια του Κόκκινου Πλανήτη. Η συσκευή με την οποία έγινε το πείραμα MOXIE (Mars Oxygen In-Situ Resource Utilization Experiment) βρίσκεται πάνω στο ρομποτικό όχημα Perseverance και παρήγαγε το οξυγόνο στον αρειανό κρατήρα Jezero, μέσω μετατροπής του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας. Ας σημειωθεί ότι στην αραιή ατμόσφαιρα του Άρη υπάρχει απειροελάχιστο οξυγόνο και αποτελείται κατά 96% από διοξείδιο του άνθρακα.

Στο πείραμα MOXIE η συσκευή έχει μέγεθος φρυγανιέρας, απορροφά τον αρειανό τοξικό, για τον άνθρωπο, αέρα και διαχωρίζει – με μία διαδικασία ηλεκτρόλυσης που αναπτύσσει θερμοκρασία περίπου 800 βαθμών Κελσίου – τα μόρια του άνθρακα από εκείνα του οξυγόνου. Στη συνέχεια αποβάλλει τον άχρηστο άνθρακα και κρατά το πολύτιμο οξυγόνο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Το πρώτο πείραμα παρήγαγε περίπου 5,4 γραμμάρια οξυγόνου, αρκετά – σύμφωνα με τη NASA – για να κρατήσουν έναν αστροναύτη υγιή για περίπου δέκα λεπτά κανονικής δραστηριότητας. Το MOXIE, προς το παρόν, μπορεί να παράγει περίπου δέκα γραμμάρια οξυγόνου την ώρα. Η χρησιμότητα του πειράματος; Ελάτε τώρα, για σκεφτείτε λίγο …

Άγιος Γεώργιος - Ο προστάτης των απανταχού παπαρολόγων

Από πού βγαίνει το όνομα Γιώργος

Με καταφανώς ελληνικές ρίζες, το όνομα Γιώργος, σύγχρονη εκδοχή του Γεώργιος, προέρχεται από τις λέξης γη+έργο, και σημαίνει «γεωργός», αυτός δηλαδή που δουλεύει τη γη. Το όνομα έχει δωδεκαθεΐστικές καταβολές, αφού η λέξη «γεωργός» αναφέρεται στον Αριστοφάνη και, σύμφωνα με τις αρχαιοελληνικές πηγές, αποτελούσε επιθετικό προσδιορισμό του Δία («Ζευς Γεωργός»), καθώς μέσα στα καθήκοντά του ήταν και η προστασία των σοδειών. Ο Αἴλιος Ἡρωδιανός τον 2ο αιώνα μ.Χ. συμπεριέλαβε το «Γεώργιος» στα θεοφορικά ονόματα, ήτοι ονόματα που προήλθαν από αυτά των Θεών με την προσθήκη της κατάληξης «-ιος» (όπως για παράδειγμα και το «Δημήτριος». Το γυναικείο αντίστοιχο όνομα είναι Γεωργία

Γενικό Επιτελείο Στρατού:

Ο 'Αγιος και Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος έζησε κατά τα τέλη του γ' και αρχές δ' μ.Χ. αιώνα στους χρόνους του φοβερού διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού. Κατάγονταν από τη χώρα της Καππαδοκίας, από μεγάλη και ένδοξη γενιά. Πρώτα ήταν αξιωματικός στο τάγμα των «Τριβούνων» και λίγο πριν αρχίσουν τα μαρτύρια του πήρε προαγωγή και έγινε Κόμης ένα αξίωμα, που σήμερα θα το λέγαμε Έπαρχος, Ηγεμών ή Στρατηλάτης.

Εκείνους τους χρόνους ο σατανόπληκτος βασιλιάς Διοκλητιανός γεμάτος από θαυμασμό προς τους θεούς των ειδώλων είχε βγάλει αυστηρές διαταγές προς τους υπηκόους του όσοι Χριστιανοί αφήσουν την θρησκεία τους, αρνηθούν τον Χριστό και προσκυνήσουν τα είδωλα, αυτοί ν' απολαμβάνουν βασιλικές τιμές και πολλά άλλα' όσοι χριστιανοί δεν αρνηθούν τον Χριστό και τη θρησκεία του, να θανατώνονται.

Νεότατος τότε ο Άγιος Γεώργιος μόλις είχε περάσει τα είκοσι χρόνια του φανερώνεται μοναχός του πως είναι χριστιανός. Κι όχι μονάχα αυτό, μπροστά στον αυτοκράτορα και τους αξιωματούχους του, γκρεμίζει τα πλανεμένα κι αδύναμα είδωλα των θεών, περιγελώντας όλους τους ειδωλολάτρες, που πιστεύουν στα άψυχα αγάλματα των ψεύτικων αυτών θεών.

Ο τύραννος Αυτοκράτωρ, εκτιμώντας την ένδοξη γενιά και την ανδρειωσύνη του Αγίου Γεωργίου στους πολέμους, άρχισε τα παρακάλια και τις υποσχέσεις να τον μεταπείσει. Μα ο 'Αγιος στέκεται σταθερός κι απαρασάλευτος, δυνατός σα διαμάντι, στη θρησκεία του Χριστού. Αρχίζουν οι απειλές, οι φοβέρες. Ο 'Αγιος τα καταφρονεί όλα. Χτυπούν τον 'Αγιο μ' ένα κοντάρι στην κοιλιά. Μα κατά θαυματουργικό τρόπο, ενώ έτρεξε αίμα πολύ από τη σάρκα του Αγίου, αυτός έμεινε ζωντανός και το κοντάρι λύγισε προς τα πίσω, για να μη διαπεράσει την αγιασμένη σάρκα του.

Από εκεί τον φέρνουν στα μεγαλύτερα μαρτύρια: τον δένουν γυμνό σε ένα τροχό, ο οποίος είχε γύρω του μπηγμένα μαχαίρια κοφτερά και τον κατρακυλούν σ' έναν κατήφορο. Κι ενώ το σώμα του Αγίου καταματώθηκε και κατατεμαχίστηκε, άγγελος Κυρίου στη στιγμή συναρμολόγησε τα κομμάτια του και παρουσιάστηκε πάλι ο 'Αγιος γερός, όπως πρώτα.

Βλέποντας τη θαυματουργούσα παρουσία του αληθινού Θεού, πολλοί από τους ειδωλολάτρες γύρισαν στην πίστη του Χριστού. Μα ο Διοκλητιανός δεν τους άφησε για πολύ να ζήσουν σε τούτο τον κόσμο. Τους αποκεφάλιζε αμέσως απ' το θυμό του. Την ίδια τύχη θα έχει αργότερα και η γυναίκα του η βασίλισσα Αλεξάνδρα, που βλέποντας τα θαύματα, ομολόγησε πως ο Χριστός είναι ο αληθινός θεός, και όχι τα είδωλα.

Και τα μαρτύρια του Αγίου Γεωργίου συνεχίζονται. Τον βάζουν μέσα σε ασβέστη που έβραζε κι εκείνος μένει ανέπαφος. Οι πιστοί προσεύχονται, άλλοι απ' τους ειδωλολάτρες κλονίζονται κι άλλοι προσεύχονται στον Χριστό. Παραγγέλνουν ένα ζευγάρι σιδερένια υποδήματα με καρφιά από μέσα κοκκινισμένα στη φωτιά. Τα φορούν στα πόδια του Αγίου και τον αναγκάζουν να τρέξει. Μα εκείνος δεν χρειάζεται καμιά ώθηση από τους στρατιώτες. Σπρώχνει μόνος του τον εαυτό του, λέγοντας:

«Τρέχε Γεώργιε, τρέχε ίνα φθάσης το ποθούμενον!» Και παρακαλεί τον θεό να τον γιατρεύει και να του δίνει υπομονή ως το τέλος της ζωής του: «Κοίταξε από τους ουρανούς, Κύριε και ιδέ τον κόπον μου και άκουσον τους στεναγμούς του παιδευόμενου δούλου Σου, ότι επερίσσευσαν οι εχθροί μου και μίσος άδικον εμίσησάν με, δια το 'Αγιον Σου όνομα, αλλά ιάτρευσόν με, Δέσποτα, ότι εταράχθησαν τα κόκκαλά μου, και δός μου υπομονήν έως τέλους της ζωής μου, δια να μην ειπούν οι εχθροί μου, ότι με εξεδικήθησαν».

Σαν είδε ο αιμοβόρος τύραννος πως και τα σιδερένια πυρωμένα υποδήματα δεν έβλαψαν τον 'Αγιο, διέταξε να τον δέσουν και να τον δείρουν χειροδύναμοι στρατιώτες άσπλαχνα μέχρι θανάτου με ξερά βούνευρα. Όμως μάταια κουράστηκαν οι στρατιώτες. Ο στρατιώτης του Χριστού, ο «νοερός αδάμας της καρτερίας», έστεκε μπροστά του υγιέστατος. Η τυραννία του Διοκλητιανού περνούσε δύσκολες στιγμές. Κείνη την ώρα ο Μαγνέντιος, φίλος και σύμβουλος του αυτοκράτορα, θέλησε να πειράξει πνευματικά τον 'Αγιο, μια που τα σωματικά μαρτύρια δεν τον πείραζαν σε τίποτε.

Λέγει λοιπόν στον 'Αγιο Γεώργιο ν' αναστήσει, αν είναι αληθινός ο θεός του, ένα νεκρό που κείτονταν εκεί κοντά τους από τα παμπάλαια χρόνια πεθαμένος. Ο 'Αγιος γίνεται μια φωτεινή λαμπάδα τώρα, έτοιμος να καεί για να φωτίσει τους ειδωλολάτρες να πιστέψουν. Γονατίζει πάνω στον τάφο, σηκώνει το νου και τα χέρια του και προσεύχεται στον Θεό. Ώ θεία, ώ αγία πίστη του Αγίου Γεωργίου! Ο νεκρός ανοίγει τον τάφο του, ανασταίνεται, προσκυνάει τον 'Αγιο και δοξάζει τη δύναμη και τη θεότητα του Χριστού. Ο βασιλιάς και η σπείρα του τα 'χουν χαμένα. Ρωτούν τον αναστημένο νεκρό ποιος είναι κι αυτός τους αποκρίνεται πως ζούσε πριν ακόμη έρθει ο Χριστός στον κόσμο. Κι επειδή ήταν ειδωλολάτρης καιγόταν μέσα σε φωτιές τόσα χρόνια που ήταν πεθαμένος. Ο αναστημένος ήταν ένας δυνατός έλεγχος για την ειδωλολατρεία και κόσμος πολύς έρχονταν στην πίστη του Χριστού, γι' αυτό ο Αυτοκράτορας διέταξε να τον σκοτώσουν. Μαζί του κι ένας άλλος πρώην ειδωλολάτρης, που ο 'Αγιος του ανάστησε το νεκρό βόδι του (οϊμέ!!!), για ν' οργώνει το χωράφι του, μαρτύρησε κάτω από τα σπαθιά των απίστων.

Εκείνο, όμως, που έδωσε τη χαριστική βολή στον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα και τράβηξε τους περισσότερους ειδωλολάτρες στη θρησκεία του Χριστού, ήταν η επίσκεψη του Αγίου στο ναό των ειδώλων, με την κρυφή ελπίδα του Μαγνετίου πως θα τον γυρίσει στη λατρεία των ειδώλων. Μπαίνοντας στο ναό ο 'Αγιος στάθηκε μπρος στο άγαλμα του Απόλλωνα και το ρώτησε αν ο Χριστός είναι Θεός κι αν πρέπει να Τον προσκυνούμε. Τότε ο δαίμονας που ήταν μέσα στο είδωλο κλαίγοντας σχεδόν και θρηνώντας αποκρίθηκε πως ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός! Και με το λόγο τούτο, σα να έγινε σεισμός κι ευθύς όλα τα είδωλα έπεσαν κάτω και συντρίφτηκαν. Και γέμισε ο τόπος από μαρμάρινα συντρίμματα των θεών, που δεν μπόρεσαν να σώσουν τον εαυτό τους από τον αφανισμό! Όρμησαν τότε πάνω του οι ιερείς των ειδώλων και τον πήγαν άρον-άρον στον αυτοκράτορα. Εκείνος έδωσε διαταγή να τους βγάλουν έξω από το κάστρο τον 'Αγιο και τη βασίλισσα Αλεξάνδρα, που έβριζε τον αυτοκράτορα και τα είδωλα και να τους αποκεφαλίσουν. Η βασίλισσα εξουθενωμένη, καθώς έκατσε στο δρόμο σ' ένα έναν ξερόλιθο, παρέδωσε στον Κύριο την ψυχή της.

Ο 'Αγιος προχωρούσε. Και σαν έφτασε στον ορισμένο τόπο σήκωσε τ' αγιασμένα χέρια του και προσευχήθηκε μ' αυτά τα λόγια: «Δοξασμένος να είσαι, Κύριε ο Θεός μου, ότι δεν με έδωκες εις κυνήγι εκείνων που με ζητούσαν, ούτε χαροποίησες τους εχθρούς μου κατεπάνω μου αλλά με γλίτωσες, ωσάν το πουλί από την παγίδα των κυνηγών και τώρα επακουσόν μου, Δέσποτα, 'Αγιε και προστάτευσόν με το δούλον Σου εις τούτην την ώρα την υστερινήν και γλύτωσε την ψυχήν μου από την πονηριά του κακού δαίμονος και των υπηρεσιών του και μην ενθυμηθής τα κακά που μου έκαναν οι εχθροί μου, συγχώρησε τους και δός τους ειρήνην και αγάπην και καθοδήγησέ τους εις το θέλημά Σου. Δέξου, Κύριε μου, και τη δική μου ψυχή και ανάπαυσέ την με τις ψυχές των Αγίων Σου· και εκείνους που επικαλούνται το όνομα μου για βοήθεια, χάρισέ τους τα αιτήματά των, ότι Σύ είσαι ευλογητός και δεδοξασμένος εις τους αιώνας. Αμήν». Και σκύβοντας πρόθυμα το λαιμό του, αποκεφαλίσθηκε από τους στρατιώτες και παρέδωσε στα χέρια του θεού το πνεύμα του. Το 'Αγιο Λείψανο του οι χριστιανοί το πήγαν στην Παλαιστίνη, όπου έκαμε άπειρα θαύματα, κι εκεί και σ' όλο το χριστιανικό κόσμο, που καταφεύγει με πίστη στη χάρη του.

Δεν μπορούμε να επεκταθούμε και ν' αναφέρουμε έστω και απλό κατάλογο από τα θαύματα του Αγίου Γεωργίου (σ.σ: γιατί δεν μας αναφέρετε τουλάχιστον, το «θαύμα με τον δράκο»;*). Εκείνο που θα χρειάζονταν να τονίσουμε είναι πως βλέποντας και εμείς σήμερα τα παθήματα, τα μαρτύρια, την καρτερία και την πίστη, με την οποία αγωνίστηκε ως το τέλος ο 'Αγιος, να αναθεωρήσουμε «την έκβαση της αναστροφής», για να μιμηθούμε «την πίστιν εκείνου».

Για να χρησιμοποιηθεί μια φράση του καθηγητή Λιαντίνη, μήπως κατάλαβες τι συμβαίνει εδώ τίμιε αναγνώστη; Η επίσημη ιστοσελίδα του ελληνικού στρατού, μας αραδιάζει ένα κάρο θρησκόληπτα παραμύθια με δράκους και φίδια. Ιστορίες γι' αγρίους δηλαδή, τριτοκοσμικής χώρας, θεοκρατικού καθεστώτος. Να υποθέσουμε λοιπόν η ασφάλεια της χώρας μας επαφίεται στον «προστάτη» του ελληνικού στρατού και όχι στο αξιόμαχόν του (το οποίο πληρώνουμε αδρά);

Ελληνική Βικιπαίδεια:

Το 303 μ.Χ. όταν άρχισαν οι λυσσαλέοι διωγμοί του Διοκλητιανού, ο Άγιος Γεώργιος δε δίστασε να ομολογήσει τη χριστιανική του πίστη, προκαλώντας το αδυσώπητο μένος του Διοκλητιανού, ο οποίος τον υπέβαλε σε σειρά φρικτών βασανιστηρίων. Η πίστη του Αγίου γίνεται αφορμή να βαπτισθούν οι στρατιωτικοί Ανατόλιος και Πρωτολέων, Βίκτωρ και Ακίνδυνος, Ζωτικός και Ζήνωνας, Χριστοφόρος και Σεβιριανός, Θεωνάς, Καισάριος και Αντώνιος, των οποίων την μνήμη εορτάζει η Εκκλησία στις 20 Απριλίου, και η βασίλισσα Αλεξάνδρα, σύζυγος του Διοκλητιανού, μαζί με τους δούλους της Απολλώ, Ισαάκιο και Κοδράτο, των οποίων η μνήμη τιμάται στις 21 Απριλίου.

Ο Διοκλητιανός δεν το περίμενε και έφριξε με την στάση του Γεωργίου. Τότε άρχισε για τον Άγιο μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων, αλλά και θαυμάτων, που έφεραν πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Αφού τον λόγχισαν, ξέσκισαν τις σάρκες του με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα, τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Από όλα αυτά ο Θεός τον κράτησε ζωντανό και έγινε αιτία να εξευτελιστούν τα είδωλα και οι εκφραστές τους.

Ο Άγιος μαρτύρησε προσευχόμενος, «απετμήθη την κεφαλήν», την Παρασκευή 23 Απριλίου του έτους 303 μ.Χ. Κατά δε τον υπολογισμό του ιστορικού Ευσεβίου, και σύμφωνα με το μακεδονικό ημερολόγιο, αντιστοιχούσε στην Παρασκευή της Διακαινησίμου, του Πάσχα. Κρυφά σήκωσαν οι Χριστιανοί το πάντιμο λείψανο του και το έθαψαν, μαζί με αυτό της αγίας μητρός του, η οποία μαρτύρησε την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Ο πιστός υπηρέτης του Αγίου, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του Αγίου, παρέλαβε το άγιο λείψανο του Μάρτυρα, μαζί με αυτό της μητέρας του, και τα μετέφερε στην Λύδδα της Παλαιστίνης. Από εκεί, όπως βεβαιώνουν οι πηγές, οι Σταυροφόροι πήραν τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας και τα μετέφεραν στην Δύση.

Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Αγίου μαρτύρησαν και οι συνδέσμιοί του Ευσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγίνος και άλλοι τέσσερις μαζί. Την μνήμη τους τιμά η Εκκλησία στις 23 Απριλίου. Βλέπουμε, ότι με κέντρο την ημέρα του μαρτυρίου του Αγίου, δημιουργείται μέσα στον λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας, ένας εορτολογικός κύκλος, ο οποίος καλλιεργείται περισσότερο από τα Τυπικά της Κωνσταντινούπολης, που ξεκινά στις 20 Απριλίου και τελειώνει στις 24 του αυτού μηνός. Ο εορτολογικός αυτός κύκλος δείχνει την περίοπτη θέση του Μάρτυρος στην ζωή της Εκκλησίας. Από την υμνογραφία της Ορθόδοξης Εκκλησίας κοσμείται με τα επίθετα «ο μαργαρίτης ο πολύτιμος», «ο αριστεύς ο θείος», «ο λέων ο ένδοξος», «ο αστήρ ο πολύφωτος», «του Χριστού οπλίτης», «της ουρανίου στρατιάς ο συνόμιλος».

Καταλαβαίνεις τίμιε αναγνώστη το επίπεδο της εν λόγω διαδικτυακής εγκυκλοπαίδειας; Ξέφραγο αμπέλι, όπου ο κάθε πικραμένος κάνει το κομμάτι του και βγάζει τα σώψυχά του...
 
Αλλά ως Έλληνες έχουμε και έναν σοβαρό λόγο να εορτάζουμε τον άγιο Γεώργιο-μάγο Χουντίνι, καθώς μας έκανε την τιμή να μας... «καθαιρέσει». Στους «Χαιρετισμούς» του αγίου Γεωργίου διαβάζουμε:
 
«Χαίρε, Ελλήνων ο καθαιρέτης».

«Χαίρε, ο ειδώλων εκτίλας την άκανθαν
 
«Χαίρε, θεούς ψευδωνύμους συντρίψας
 
«Χαίρε, ο συντρίψας τα άψυχα είδωλα
 
«Χαίρε, δαιμόνων ο καταλύτης·
 χαίρε, ελλήνων ο καθαιρέτης
 
«Χαίρε, πολυθεΐας πλατυσμόν ο συστείλας.»
 
«Χαίρε, πρηστήρ βωμών φλογερώτατε·
 χαίρε, τυφών ξοάνων σφοδρότατε

«Αλληλούια. Τρόπαιον ανεστήσω, και παγκράτιον μέγα, Ελλήνων κατά πάσης της πλάνης»
 (Υμνολόγιον το Χαρμόσυνον).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο Άγιος Γεώργιος (γεωργός) ουδέποτε υπήρξε ως φυσικό πρόσωπο, είναι από τους ψευδοάγιους που εφευρέθηκαν για να μεταλλάξουν τις αρχαίες πατροπαράδοτες εορτές, στην προκειμένη περίπτωση την εορτή της άνοιξης και του περιηλίου καθώς και την αντικατάσταση του μύθου του Περσέα και της Ανδρομέδας. Η καθολική εκκλησία τον διέγραψε από το αγιολόγιό της και το εορτολόγιό της!


-----------------
* Ήταν τέτοιες οι τερατολογίες που περιέβαλαν τον άγιο Γεώργιο, ώστε τον 9ο αιώνα, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος Α' αποδοκίμασε δημοσίως τα «θαύματα» του «αγίου» ως «τερατώδεις λήρους» και «φλυαρίας ανάμεστα». Το πλέον πολυθρύλητο βέβαια «θαύμα» του η Δρακοκτονία. «Υπήρξε» λοιπόν ένας φτερωτός δράκοντας, σύμφωνα με την παράδοση, στα περίχωρα της Κυρήνης, περιοχή της σημερινής Λιβύης, ο οποίος έστηνε καρτέρι δίπλα σε μια πηγή και κατασπάρασσε όσους πήγαιναν εκεί για να πιουν νερό. Για να κορέσουν την πείνα του και να τον καλοπιάσουν, οι χωρικοί του έστελναν κάθε μέρα στη σπηλιά του δύο πρόβατα. Ο δράκος όμως σύντομα αποδείχθηκε ανικανοποίητος και άρχισε πάλι τα «γιουρούσια» στην πηγή. Αποφάσισε τότε ο βασιλιάς να του δίνουν ως τροφή από ένα παιδί την ημέρα, έπειτα από κλήρωση, μέχρι να γινόταν κάποιο «θαύμα» που θα τους απάλλασσε από τον «κακό μπελά» που τους είχε βρει. Και ως εκ του θαύματος, την ημέρα που ήταν η σειρά της κόρης του βασιλιά να αποτελέσει το γεύμα του δράκου, ο καλός Θεός τους λυπήθηκε κι έστειλε τον Άγιο Γεώργιο για να εξολοθρεύσει τον δράκο. Ο Άγιος, μετά από φοβερή μονομαχία (στο διαδίκτυο υπάρχουν και λεπτομέρειες της «μάχης» μάλιστα!) με τον δράκο, τον σκότωσε κι έτσι σώθηκε και η κόρη του βασιλιά. Όπως ήταν «φυσικό», μετά από τέτοιοι «θαύμα», όλο το χωριό που ήταν ειδωλολάτρες, βαπτίστηκαν Χριστιανοί.
Λεπτομέρεια: Η Δρακοκτονία παρουσιάζεται στην βιογραφία του Αγίου Γεωργίου μετά τον 12ο αιώνα. Μέχρι τότε η εκκλησιαστική εικονογραφία τον παρουσιάζει πεζό και όχι όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, δηλαδή έφιππο σε λευκό άλογο και σκοτώνοντας τον φτερωτό δράκο με το δόρυ του.

Και το τέλος...

Οι πηγές της φιλοσοφίας

Τα τρία πηγαία κίνητρα

Αυτή η πηγή είναι πολλαπλή. Από τον θαυμασμό προκύπτει το ερώτημα και η γνώση∙ από την αμφιβολία γι' αυτό που ξέρομε προκύπτει ο κριτικός έλεγχος και η σαφής βεβαιότης∙ από τον εσωτερικό κλονισμό του ανθρώπου και τη συνείδηση της εγκατάλειψής του προκύπτει το ερώτημα για τον ίδιο τον εαυτό του. Ας εξετάσωμε αυτούς τους τρεις παράγοντες.

Π ρ ώ τ ο ν: Ο Πλάτων είπε πως η πηγή της φιλοσοφίας είναι ο θαυμασμός∙ Τα μάτια μας κάνουν να μετέχωμε «στο όραμα των αστεριών, του ήλιου και του ουρανίου θόλου». Τούτο το θέαμα «μας παρακινεί να ερευνήσωμε το σύμπαν. Από αυτό προκύπτει η φιλοσοφία, το ύψιστο αγαθό που παρεχώρησαν οι θεοί στο γένος των θνητών». Και ο Αριστοτέλης λέγει: «Εξ αιτίας του θαυμασμού οι άνθρωποι και τώρα και στην πρώτη αρχή άρχισαν να φιλοσοφούν∙ στην πρώτη αρχή εθαύμασαν τα παράδοξα φαινόμενα που άμεσα εμπροστά τους είχαν, έπειτα σιγά σιγά έτσι προοδεύοντας έπεσαν σε απορία και για τα μεγαλύτερα, π.χ. για τα παθήματα της σελήνης, για τα ηλιακά και αστρικά φαινόμενα και για τη γένεση των πάντων». (Μετά τα Φυσικά, Α. 982 b)

Η απορία οδηγεί προς τη γνώση. Με την απορία συνειδητοποιώ την άγνοιά μου. Ζητώ να μάθω, αλλά απλώς για να μάθω και όχι «για να ικανοποιήσω κοινές ανάγκες». Η φιλοσοφία είναι κάτι σαν το ξύπνημα, καθώς διαφεύγει από τα δεσμά των βιοτικών αναγκών. Η έγερση αυτή επιτελείται όταν βλέπω ανιδιοτελώς τα πράγματα, τον ουρανό και τον κόσμο, όταν ερωτώ: τι είναι αυτό το σύμπαν και από που προέρχεται; — ερωτήματα που η απάντησή τους δεν εξυπηρετεί καμμιά χρησιμότητα, αλλά παρέχουν μιαν ικανοποίηση καθ' εαυτήν.

Δ ε ύ τ ε ρ ο ν: Μόλις ικανοποιήσω τον θαυμασμό μου και την απορία μου με τη γνώση των όντων, αμέσως προβάλλει η αμφιβολία. Βεβαίως η γνώση σωρεύεται, αλλά ύστερα από κριτικό έλεγχο δεν φαίνεται σίγουρη. Οι προσλήψεις των αισθήσεων καθορίζονται από τα αισθητήρια όργανά μας και μας απατούν∙ εν πάση περιπτώσει δεν συμφωνούν μ' αυτό που υπάρχει καθ' εαυτό έξω από μένα, ανεξάρτητο από τις προσλήψεις των αισθήσεών μου. Οι μορφές των σκέψεών μας είναι αυτές της ανθρώπινης νόησης. Εμπλέκονται σε άλυτες αντιφάσεις. Παντού, η μια δοξασία ορθώνεται εναντίον άλλης δοξασίας. Καθώς φιλοσοφώ, με πιάνει η αμφιβολία, και προσπαθώ να τη φθάσω μέχρι τα έσχατα, είτε με εκείνη την ευχαρίστηση του σκεπτικιστή, να τα αρνηθώ όλα μέσω της αμφιβολίας, η οποία δεν αφήνει τίποτε πλέον όρθιο, αλλά που δεν μπορεί ωστόσο να προχωρήσει ούτε ένα βήμα, — είτε με το ερώτημα: που λοιπόν βρίσκεται η σιγουριά, η οποία υψώνεται επάνω από κάθε αμφιβολία και αντέχει σε κάθε κριτική;

Η ξακουστή φράση του Καρτέσιου: «Σκέπτομαι, άρα υπάρχω» ήταν γι' αυτόν μια στέρεη βεβαιότητα, ενώ αμφέβαλλε για όλα τα άλλα. Διότι κι αυτή η πλήρης πλάνη των γνώσεών μου, που ίσως δεν μπορώ να αντιληφθώ, δεν μπορεί να με εξαπατήσει στο ότι ωστόσο υπάρχω, έστω κι αν η σκέψη μου με απατά.

Η αμφιβολία, ως μεθοδική αμφιβολία, γίνεται η πηγή του κριτικού ελέγχου κάθε γνώσης. Ώστε: χωρίς ριζική αμφιβολία δεν υπάρχει αληθινός φιλοσοφικός λογισμός. Αλλά αυτό που είναι αποφασιστικό, είναι να δούμε πώς και που κατακτούμε τον χώρο της βεβαιότητας μέσω της αμφιβολίας.

Τ ρ ί τ ο ν: Δοσμένος στη γνώση των αντικειμένων του κόσμου, στην άσκηση της αμφιβολίας ως δρόμου που οδηγεί προς τη βεβαιότητα, βρίσκομαι ανάμεσα στα πράγματα∙ δεν σκέφτομαι τον εαυτό μου, ούτε το σκοπό μου, την ευδαιμονία μου, τη σωτηρία μου. Αντίθετα, ξεχνώ τον εαυτό μου καθώς ικανοποιούμαι από την πραγματοποίηση αυτής της γνώσης.

Διαφορετικά είναι τα πράγματα, όταν συνειδητοποιώ την κατάσταση του εαυτού μου.

Ο στωικός Επίκτητος είπε: «Πηγή της φιλοσοφίας είναι η εμπειρία της αδυναμίας μας και της ανημποριάς μας». Πώς θα βοηθηθώ στην αδυναμία μου; Η απάντησή του ήταν η εξής: ό,τι δεν εξαρτάται από εμένα το θεωρώ αδιάφορο μέσα στην αναγκαιότητά του∙ αντίθετα, ό,τι εξαρτάται από εμένα, όπως είναι η διάθεση και το περιεχόμενο των παραστάσεών μου, το καθιστώ με τη σκέψη μου σαφές και ελεύθερο.

Οι οριακές καταστάσεις

Ας εξετάσωμε τη θέση μας, ως άνθρωποι. Τελούμε πάντοτε κάτω από ορισμένες καταστάσεις (Situationen). Οι καταστάσεις μεταβάλλονται∙ οι ευκαιρίες προβάλλουν. Αν τις χάσωμε, δεν ξαναγυρνούν. Μπορώ ο ίδιος να εργασθώ για την αλλαγή μιας κατάστασης. Υπάρχουν όμως καταστάσεις που διατηρούν την ουσία τους, έστω κι αν η στιγμιαία τους εμφάνιση τροποποιείται και η ακαταγώνιστη ισχύς τους καλύπτεται κάτω από πέπλο: πρέπει να πεθάνω, να υποφέρω, να αγωνισθώ∙ υπόκειμαι στην τύχη, εμπλέκομαι αφεύκτως στην ενοχή. Αυτές τις θεμελιακές καταστάσεις της ύπαρξής μας τις ονομάζομε οριακές καταστάσεις.

Δηλαδή, πρόκειται για καταστάσεις, που δεν μπορούμε να τις υπερβούμε, δεν μπορούμε να τις αλλάξωμε. Η συνειδητοποίηση αυτών των καταστάσεων, μετά από το θαυμασμό και την αμφιβολία, αποτελεί τη βαθύτερη πηγή της φιλοσοφίας. Στην καθημερινή μας ζωή συχνά τις αποφεύγομε, καθώς κλείνομε τα μάτια μας μπροστά τους και ζούμε σαν να μην υπήρχαν καθόλου. Ξεχνάμε πως πρέπει να πεθάνωμε, ξεχνάμε την ένοχή μας και πως είμαστε έρμαια της τυχαιότητας. Και έτσι έχομε να κάνωμε μόνο με τις συγκεκριμένες καταστάσεις, που τις κυριαρχούμε προς το συμφέρον μας και έναντι των οποίων αντιδρούμε στον κόσμο αυτό με σχέδιο και δράση, ωθημένοι από τα ενδιαφέροντα της καθημερινής ζωής μας. Αλλά έναντι των οριακών καταστάσεων αντιδρούμε είτε με την απόκρυψή τους, είτε — όταν πράγματι τις βλέπωμε καθαρά — με την απελπισία και τη μεταστροφή: γινόμαστε οι εαυτοί μας με τη μεταμόρφωση της συνείδησης που έχομε για το Είναι.

Η ανασφάλεια τον κόσμου

Μπορούμε να αποσαφηνίσωμε την αντίληψη της ανθρώπινης κατάστασης και κατ' άλλον τρόπο∙ με την εξέταση του γεγονότος πως δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε τίποτε σ' αυτόν τον κόσμο.

Αν δεν διερωτηθούμε καθόλου, τότε λαμβάνομε τον κόσμο απλώς ως το Είναι. Στην ευτυχία χαιρόμαστε τη δύναμή μας, έχομε μιαν άσκεπτη εμπιστοσύνη, δεν γνωρίζομε τίποτε άλλο από το παρόν μας. Στον πόνο, στην αδυναμία, στην ανημποριά, απελπιζόμαστε. Κι όταν τα ξεπεράσωμε κι ακόμα ζούμε, αφηνόμαστε και πάλι στη λησμονιά του εαυτού μας καθώς τρεπόμαστε προς την ευδαιμονία.

Ωστόσο ο άνθρωπος διδάσκεται από τις εμπειρίες αυτού του είδους. Η απειλή τον αναγκάζει να αναζητήσει τη σιγουριά. Η κατάκτηση της φύσης και η οργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας πρέπει να εξασφαλίσουν την ύπαρξη.

Ο άνθρωπος κατακτά τη φύση και τη θέτει στην υπηρεσία του. Με τη βοήθεια της γνώσης και της τεχνικής μπορεί να στηριχθεί στη φύση.

Ωστόσο, και με την κατάκτηση της φύσης, παραμένει το αστάθμητο και, μαζί του, η σταθερή απειλή και, τέλος, η ολική αποτυχία: η βαρειά κουραστική εργασία, τα γηρατειά, η ασθένεια και ο θάνατος δεν μπορούν να εξαλειφθούν. Η κυριαρχία μας επάνω στη φύση μας ασφαλίζει μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μέσα στο πλαίσιο της ολοκληρωτικής ανασφάλειας.

Και ο άνθρωπος οργανώνεται σε κοινωνία για να περιορίσει και, τέλος, να καταργήσει τον ατέλειωτο αγώνα των πάντων κατά πάντων∙ με την αμοιβαία βοήθεια θέλει να κερδίσει τη σιγουριά.

Αλλά και εδώ υπάρχει το όριο. Μόνο σε κράτη όπου κάθε πολίτης σχετίζεται με τον άλλον πολίτη, βάσει μιας απόλυτης αλληλεγγύης, μπορεί να εξασφαλισθεί ολοκληρωτικά η δικαιοσύνη και η ελευθερία. Διότι όταν αδικηθεί ένας πολίτης, τότε οι άλλοι θα αντιταχθούν ως ένας άνθρωπος. Αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Πάντοτε υπάρχει ένας περιορισμένος κύκλος ανθρώπων, ή και μόνον ορισμένα άτομα, που παραστέκονται στη δοκιμασία ή στην αδυναμία του άλλου. Κανένα κράτος, καμμιά Εκκλησία, καμμία οργάνωση δεν προστατεύει απολύτως. Αυτή η προστασία ήταν η ωραία αυταπάτη ήσυχων καιρών, όπου τα όρια παρέμεναν κρυμμένα.

Έναντι της συνολικής ανασφάλειας του κόσμου στέκεται η άλλη πλευρά: υπάρχει στον κόσμο και κάτι που αξίζει την πίστη, που γεννά την εμπιστοσύνη∙ υπάρχει και το έδαφος που μας κρατάει: το σπίτι και η πατρίδα, οι γονείς και οι πρόγονοι, οι αδελφοί και οι φίλοι, η σύζυγος. Υπάρχει το ιστορικό έδαφος της παράδοσης στη γλώσσα μας, στην πίστη, στο έργο των διανοητών, των ποιητών και των καλλιτεχνών.

Αλλά και σ' αυτήν τη συνολική παράδοση δεν υπάρχει προστασία, ούτε απόλυτη ασφάλεια. Διότι ό,τι μας έρχεται από αυτήν είναι έργο ανθρώπινο. Ο Θεός δεν είναι πουθενά στον κόσμο. Η παράδοση τελεί πάντοτε υπό αμφισβήτηση. Με τα μάτια στραμμένα προς την παράδοση, πρέπει ο άνθρωπος κάθε φορά να εξεύρει, μέσα από τη δική του πηγή, ό,τι γι' αυτόν είναι σιγουριά, ασφάλεια, Ον. Αλλά μέσα από την ολική ανασφάλεια της εγκόσμιας ύπαρξης ορθώνεται ένας δείκτης. Απαγορεύει να βρούμε ικανοποίηση στον κόσμο∙ δείχνει προς κάτι άλλο.

Η εμπειρία της αποτυχίας και η συνειδητοποίηση

Οι οριακές καταστάσεις — θάνατος, τυχαιότητα, ενοχή και η ανασφάλεια του κόσμου — μου αποκαλύπτουν την αποτυχία. Τι κάνω εγώ έναντι αυτής της απόλυτης αποτυχίας, την οποία, άμα είμαι ευθύς, δεν μπορώ παρά να την αναγνωρίσω;

Η συμβουλή των Στωικών, να επιστρέψομε στην ελευθερία μας με την ανεξαρτησία της σκέψης μας, δεν μας είναι αρκετή. Ο Στωικός έσφαλε, καθ' όσον δεν είδε αρκετά ριζικά την ανημποριά του ανθρώπου. Δεν κατάλαβε πως και η σκέψη είναι εξηρτημένη, πως καθαυτή είναι κενή και είναι υποχρεωμένη να προσφεύγει σ' αυτό που της προσφέρεται∙ και δεν είδε πως και η παραφροσύνη είναι δυνατή. Ο Στωικός, με την απλή ανεξαρτησία της σκέψης, μας αφήνει χωρίς παρηγοριά∙ γιατί αυτής της σκέψης της λείπει κάθε περιεχόμενο. Μας αφήνει χωρίς ελπίδα, γιατί αποκλείει κάθε απόπειρα αυθόρμητης εσωτερικής μεταστροφής, κάθε πλήρωση ως δωρεά αγάπης και κάθε ελπιδοφόρα αναμονή μιας δυνατότητας.

Αλλά αυτό που επιζητεί ο Στωικός είναι γνήσια φιλοσοφία. Η πηγαία εμπειρία των οριακών καταστάσεων ωθεί προς την κατάκτηση της οδού προς το Είναι, μέσω της αποτυχίας. Είναι αποφασιστικός για τον άνθρωπο ο τρόπος που βιώνει την αποτυχία: αν του μένει καλυμμένη και στο τέλος τον συντρίβει ως απλό γεγονός ή αν μπορεί να τη βλέπει ακάλυπτη και να τη θεωρεί ως σταθερό όριο της εγκόσμιας ύπαρξής του∙ αν αρπάζεται από φανταστικές λύσεις και επαναπαύσεις, ή αν τη δέχεται ευθέως και στέκεται σιωπηλός μπροστά στο ανερμήνευτο. Ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος βιώνει την αποτυχία του καθορίζει και το τι αυτός θα γίνει.

Στις οριακές καταστάσεις αναφαίνεται ή το μηδέν, ή γίνεται αισθητό αυτό που, παρά —και πάνω από— τη διαβατικότητα των εγκοσμίων, πράγματι υπάρχει. Αυτή η ίδια η απελπισία ως γεγονός, με το να είναι δυνατή στον κόσμο, δείχνει επάνω από τον κόσμο, προς το εκείθεν. Με αλλά λόγια: ο άνθρωπος ζητάει λύτρωση. Η λύτρωση του προσφέρεται από τις μεγάλες παγκόσμιες σωτηριακές θρησκείες. Χαρακτηριστικό τους είναι η αντικειμενική εγγύηση της αλήθειας και της πραγματικότητας της σωτηρίας. Ο δρόμος τους οδηγεί στην πράξη της ατομικής μεταστροφής. Αυτά δεν μπορεί να τα προσφέρει η φιλοσοφία. Κι ωστόσο όλο το φιλοσοφείν είναι μια νίκη κατά του κόσμου, ένα ανάλογον της σωτηρίας.

Οι τρεις πηγές και η επικοινωνία

Ας συγκεφαλαιώσωμε: Η πηγή του φιλοσοφικού λογισμού βρίσκεται στο θαυμασμό, στην αμφιβολία, στη συνείδηση της απώλειας. Σε κάθε μια από αυτές τις περιπτώσεις, ο άνθρωπος συγκλονίζεται εσωτερικά και, μέσα από την ταραχή του, αναζητά πάντοτε ένα σκοπό.

Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης εζήτησαν μέσα από τον θαυμασμό την ουσία του Είναι.

Ο Καρτέσιος εζήτησε μέσα από την ατέρμονα αβεβαιότητα την υποχρεωτική βεβαιότητα.

Οι Στωικοί εζήτησαν στα βάσανα της εμπειρικής ύπαρξης τη γαλήνη της ψυχής.

Κάθε μια από αυτές τις εμπειρίες έχει την αλήθεια της, που πάντοτε είναι ντυμένη με το ιστορικό ένδυμα της παράστασής της και της γλώσσας της. Με την αφομοίωσή τους μέσω της ιστορίας, εισδύομε ως τις πηγές, οι οποίες ακόμη είναι παρούσες μέσα μας.

Η παρόρμηση αυτή οδηγεί προς ασφαλές έδαφος, προς το βάθος του Είναι, προς την αιωνιότητα.

Ίσως όμως καμμιά από αυτές τις πηγές να μην είναι για μας η πρωταρχικώτερη, η ριζικώτερη. Η αποκάλυψη του Είναι μέσω του θαυμασμού μας ανακουφίζει, αλλά μας παραπλανά έξω από τους χώρους του ανθρώπου και μας ρίχνει σε μια καθαρή, γητευτική μεταφυσική. Η υποχρεωτική βεβαιότητα βρίσκεται τώρα στον εγκόσμιο προσανατολισμό, μέσω της επιστημονικής γνώσης. Η ατάραχη στάση της ψυχής στον Στωικισμό μας χρησιμεύει σαν διέξοδος στην ανάγκη, σαν σωτηρία μπροστά στην πλήρη καταστροφή, αλλά η ίδια παραμένει χωρίς περιεχόμενο και δίχως ζωή.

Τα τρία δρώντα κίνητρα — ο θαυμασμός που οδηγεί στη γνώση, η αμφιβολία που οδηγεί στη βεβαιότητα, η απώλεια που οδηγεί στην κατάκτηση του εαυτού μας — δεν εξαντλούν αυτό που μας παρακινεί προς τον σύγχρονο φιλοσοφικό λογισμό.

Σε τούτη την εποχή των ριζικών ιστορικών τομών, των ανήκουστων καταστροφών και των δυσσύλληπτων προοπτικών, τα τρία κίνητρα, που μέχρι τώρα εξετάσαμε, πράγματι ισχύουν, αλλά δεν επαρκούν. Τελούν υπό τον όρον ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.

Μέχρι τώρα στην ιστορία υπήρχε ένας αυτονόητος δεσμός μεταξύ των ανθρώπων: σε μια αξιόπιστη κοινότητα, στους θεσμούς και στο κοινό πνεύμα. Ακόμη και ο μοναχικός μπορούσε να στηριχθεί στη μοναξιά του. Σήμερα η κατάπτωση γίνεται αισθητή: στο ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι δεν συνεννοούνται∙ συναντώνται και χωρίζουν αδιάφοροι μεταξύ τους∙ στο ότι καμμιά πιστότητα και καμμιά κοινότητα δεν είναι πλέον αναμφισβήτητη και αξιόπιστη. 

Όλα τούτα δεν είναι δευτερεύοντα και επουσιώδη, θα μπορούσαν να είναι, αν στη μόνωσή μου υπήρχε μια αλήθεια που θα με επαρκούσε. Αυτός ο πόνος από την ελλιπή επικοινωνία κι αυτή η μοναδική ικανοποίηση από τη γνήσια επικοινωνία, δεν θα με εξέπλησσε τόσο, στο φιλοσοφικό επίπεδο, αν στην απόλυτη μοναξιά μου ήμουν σίγουρος για την αλήθεια μου. Αλλά υπάρχω μόνο με τον άλλον∙ μόνος δεν είμαι τίποτε.

Η επικοινωνία, όχι απλώς από νόηση σε νόηση, από πνεύμα σε πνεύμα, αλλά κυρίως από υπόσταση σε υπόσταση, χρησιμοποιεί όλα τα απρόσωπα περιεχόμενα και τις αξίες μόνον ως μέσα. Η άμυνα και η επίθεση είναι, τότε, μέσα, όχι για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά για να πλησιάσει ο ένας τον άλλον. Ο αγώνας είναι ένας αδελφικός αγώνας, όπου ο ένας παραδίδει στον άλλον όλα τα όπλα του. Μόνο σ' αυτήν την επικοινωνία βρίσκεται η βεβαιότητα του αυθεντικού Είναι, όπου η ελευθερία αντιμετωπίζει χωρίς επιφύλαξη την ελευθερία μέσω της συνεργασίας, κι ωστόσο ως προκαταρκτικό στάδιο, διότι στην αποφασιστική στιγμή τίποτε δεν θεωρείται δεδομένο και όλα τίθενται υπό ριζικήν αμφισβήτηση. Μόνο στην επικοινωνία πραγματοποιείται κάθε άλλη αλήθεια, μόνον σ' αυτήν είμαι ο εαυτός μου και δεν ζω απλώς, αλλά ολοκληρώνω τη ζωή. Ο Θεός φανερώνεται μόνον έμμεσα και μέσω της αγάπης του ανθρώπου προς τον άνθρωπο∙ η υποχρεωτική βεβαιότητα είναι μερική και σχετική, υποκείμενη στο όλον∙ η στωική στάση είναι κενή και μονοκόμματη.

Η βασική φιλοσοφική θέση, της οποίας την εννοιολογική διατύπωση σας την ανακοινώνω εδώ, ριζώνεται στην ανησυχία που προκύπτει από την απουσία της επικοινωνίας, στην ανάγκη για μια γνήσια επικοινωνία και στη δυνατότητα ενός αδελφικού αγώνα, ο οποίος συνδέει εκ βάθους μιαν ύπαρξη με την άλλη.

Και τούτος ο φιλοσοφικός λογισμός ριζώνεται επίσης σ' εκείνες τις τρεις φιλοσοφικές εμπειρίες, οι οποίες τελούν υπό τον όρον της σημασίας που έχουν για την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Αν δηλαδή της είναι φίλιες ή εχθρικές.

Ώστε ισχύει τούτο: Η πηγή της φιλοσοφίας, πράγματι, έγκειται στο θαυμασμό, στην αμφιβολία, στην εμπειρία των οριακών καταστάσεων∙ αλλά εν τέλει, και αφού περιληφθούν όλα αυτά, στη θέληση για γνήσια επικοινωνία. Τούτο φαίνεται ήδη από την αρχή, όπου κάθε φιλοσοφία προσπαθεί να μεταδοθεί, να εκφρασθεί, επιθυμεί να ακουσθεί. Ουσία της είναι η ίδια η μεταδοτικότητα∙ τούτη δε είναι αξεχώριστη από την αλήθεια της.

Μόνο στην επικοινωνία πραγματοποιείται ο σκοπός της φιλοσοφίας, όπου εν τέλει θεμελιώνεται και κάθε άλλος σκοπός: η συνειδητοποίηση του Είναι, ο φωτισμός της αγάπης, η επίτευξη της γαλήνης.