Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Ταύροις (989-1016)

ΙΦ. τὸ μὲν πρόθυμον, πρίν σε δεῦρ᾽ ἐλθεῖν, ἔχω
990 Ἄργει γενέσθαι καὶ σέ, σύγγον᾽, εἰσιδεῖν.
θέλω δ᾽ ἅπερ σύ, σέ τε μεταστῆσαι πόνων
νοσοῦντά τ᾽ οἶκον, οὐχὶ τῷ κτανόντι με
θυμουμένη, πατρῷον ὀρθῶσαι· θέλω·
σφαγῆς τε γὰρ σῆς χεῖρ᾽ ἀπαλλάξαιμεν ἂν
995 σῴσαιμί τ᾽ οἴκους. τὴν θεὸν δ᾽ ὅπως λάθω
δέδοικα καὶ τύραννον, ἡνίκ᾽ ἂν κενὰς
κρηπῖδας εὕρῃ λαΐνας ἀγάλματος.
πῶς οὐ θανοῦμαι; τίς δ᾽ ἔνεστί μοι λόγος;
ἀλλ᾽ εἰ μὲν —ἕν τι— τοῦθ᾽ ὁμοῦ γενήσεται,
1000 ἄγαλμά τ᾽ οἴσεις κἄμ᾽ ἐπ᾽ εὐπρύμνου νεὼς
ἄξεις, τὸ κινδύνευμα γίγνεται καλόν·
τούτου δὲ χωρισθεῖσ᾽.… ἐγὼ μὲν ὄλλυμαι,
σὺ δ᾽ ἂν τὸ σαυτοῦ θέμενος εὖ νόστου τύχοις.
οὐ μήν τι φεύγω γ᾽, οὐδέ σ᾽ εἰ θανεῖν χρεὼν
1005 σῴσασαν· οὐ γὰρ ἀλλ᾽ ἀνὴρ μὲν ἐκ δόμων
θανὼν ποθεινός, τὰ δὲ γυναικὸς ἀσθενῆ.
ΟΡ. οὐκ ἂν γενοίμην σοῦ τε καὶ μητρὸς φονεύς·
ἅλις τὸ κείνης αἷμα· κοινόφρων δὲ σοὶ
καὶ ζῆν θέλοιμ᾽ ἂν καὶ θανὼν λαχεῖν ἴσον.
1010 ἄξω δέ γ᾽, ἤνπερ μὴ αὐτὸς ἐνταυθοῖ περῶ,
πρὸς οἶκον, ἢ σοῦ κατθανὼν μενῶ μέτα.
γνώμης δ᾽ ἄκουσον· εἰ πρόσαντες ἦν τόδε
Ἀρτέμιδι, πῶς ἂν Λοξίας ἐθέσπισε
κομίσαι μ᾽ ἄγαλμα θεᾶς πόλισμ᾽ ἐς Παλλάδος
‹. . . ›
1015 καὶ σὸν πρόσωπον εἰσιδεῖν; ἅπαντα γὰρ
συνθεὶς τάδ᾽ εἰς ἓν νόστον ἐλπίζω λαβεῖν.

***
ΙΦΙ. Και πριν εσύ να ᾽ρθεις εδώ, ποθούσα
990 στ᾽ Άργος να πάω, κι εσέ να δω, αδερφέ μου.
Και θέλω, όσο κι εσύ, απ᾽ τα βάσανά σου
να σε βγάλω, και το άρρωστό μας σπίτι
—χωρίς συνερισιά γι᾽ αυτόν που πήγε
να με σκοτώσει— ορθό να το στυλώσω·
κι απ᾽ το αίμα σου έτσι καθαρά εγώ θα ᾽χω
τα χέρια, και θα σώσω και το σπίτι·
δεν ξέρω μόνο πώς της θεάς το μάτι
θα ξεφύγω, και πώς δε θα το νιώσει
ο βασιλιάς, το πέτρινο όταν βάθρο
θα τό ᾽βρει δίχως το άγαλμα· τί θα ᾽χω
να πω; θα με σκοτώσουν. Αν μπορούνε
τα δυο μαζί να γίνουν, και να πάρεις
1000 τ᾽ άγαλμα και στ᾽ ωριόπρυμο καράβι
μαζί σου νά ᾽ρθω, ωραίο τ᾽ απότολμο έργο·
αν όχι, εγώ πια χάνομαι, μα εσύ
μπορείς να τα βολέψεις και να φύγεις
στον τόπο μας· κι αν είναι να πλερώσω
το λυτρωμό σου εγώ με τη ζωή μου,
δεν κάνω πίσω· αποζητιέται ο άντρας,
σα λείψει, ενώ η γυναίκα, όχι και τόσο.
ΟΡΕ. Φονιάς και της μητέρας και δικός σου
δε θα ᾽μαι· φτάνει το αίμα εκείνης· θέλω
μαζί σου, με μια γνώμη, και να ζήσω
1010 και να πεθάνω· θα σε πάω στο σπίτι μας,
αν φτάσω εκεί και ο ίδιος, ή μαζί σου
νεκρός θα μείνω. Κι άκουσε τί λέω:
Στην Άρτεμη αν αυτό δυσάρεστο ήταν,
πώς το άγαλμά της όρισε ο Λοξίας
στην πόλη της Παλλάδας να το πάω
‹. . . ›κι εσέ να δω; Όλ᾽ αυτά αν τα συνταιριάσω,
ελπίζω να γυρίσω στην πατρίδα.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Τα μυστικά της γλώσσας

1.5 Άλλο είναι τα γράμματα και άλλο είναι οι φθόγγοι

Αλλά εδώ πρέπει να καταλάβουμε ότι τα γράμματα και οι φθόγγοι δεν είναι το ίδιο πράγμα. Οι φθόγγοι είναι ήχος, ενώ τα γράμματα είναι εικόνες (σχέδια) των ήχων αυτών. Όλοι ξέρουμε, επιπλέον, ότι πρώτα μαθαίνουμε να μιλάμε και ύστερα να γράφουμε. Ή ότι μπορούμε να μιλάμε, χωρίς να ξέρουμε να γράφουμε. Και αυτό είναι πολύ συχνό. Πολλοί άνθρωποι δεν κατάφεραν να πάνε στο σχολείο και να μάθουν γράμματα, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να μιλούν.

Επίσης, πολύ συχνά ο τρόπος με τον οποίο γράφουμε μια λέξη είναι διαφορετικός από τον τρόπο που τη λέμε, που την προφέρουμε. Έτσι, γράφουμε παιδί αλλά προφέρουμε peδί. Όσοι ξέρουν αγγλικά, θα παρατηρήσουν το ίδιο και σε αυτή τη γλώσσα: γράφουμε στα αγγλικά night για τη 'νύχτα', ενώ προφέρουμε [náit]. Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό; Συμβαίνει γιατί η γλώσσα αλλάζει μέσα στον χρόνο, εξακολουθούμε όμως συχνά να γράφουμε τις λέξεις έτσι όπως προφέρονταν παλιότερα. Έτσι, στα αρχαία ελληνικά το αι που βλέπουμε στη λέξη παιδί προφερόταν ακριβώς όπως γράφεται. Μέσα στον χρόνο άλλαξε η προφορά και το αι κατέληξε να προφέρεται σαν [e]. Άλλαξε η προφορά αλλά δεν άλλαξε η γραφή. Έτσι σήμερα γράφουμε παιδί και προφέρουμε [peδί].

Όλα θα ήταν καλυτερα αν μιλάγαμε ο ένας στον άλλον κι όχι ο ένας για τον άλλον

Όλα θα ήταν καλύτερα αν μιλάγαμε ο ένας στον άλλον κι όχι ο ένας για τον άλλον.

Είναι κάτι που σε πνίγει, κάτι που σε βασανίζει ή κάτι όμορφο όπως ο έρωτας, αλλά φοβάσαι να το πείς η μήπως έτσι έμαθες, να κρύβεσαι;

Ποτέ μου δε μπόρεσα να καταλάβω γιατί το κάνουμε αυτό στους εαυτούς μας, δεν εκφράζουμε τα συναισθήματα μας, καταπιέζοντάς τα και με αυτόν τον τρόπο φυσικά γεμίζουμε θυμό και στεναχώρια.

Όλα θα ήταν τόσο απλά αν με απλά λόγια λέγαμε όσα σκεφτόμασταν και αισθανόμασταν, αντί να μιλάμε γι’ αυτά σε τρίτους που δεν αφορά το θέμα.

Τα πάντα θα λυνόταν πιο εύκολα ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που θέλουν πραγματικά να σώσουν μια σχέση.

Ο φόβος είναι αυτός που μας κρατάει συνήθως ή η νοοτροπία του να μη μιλάμε ευθέως.

Μεγάλη ανοησία να φοβάσαι να μιλήσεις για κάτι που σε πείραξε, σε πλήγωσε ή που απλά νιώθεις και είναι ένα όμορφο συναίσθημα.

Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να κάνουμε απανωτά λάθη, να ανακατεύεται κόσμος που δεν πρέπει κι εμείς να εκτιθόμαστε ανεπανόρθωτα.

Πως θα ήταν η ανθρωπότητα χωρίς θρησκεία;

Είναι πραγματικά απαραίτητη; Είναι ένα ερώτημα που θέτουν πολλοί άνθρωποι.

Ας το δούμε εν συντομία καθώς το τελικό συμπέρασμα ανήκει σε εσάς.

Στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να υπάρχει θρησκεία για να πιστέψετε σε κάτι. Απλώς αν είστε μέλος μιάς θρησκευτικής ομάδας σημαίνει πως αποδέχεστε -με έναν τρόπο- τις απόψεις τους η μερικές από αυτές...

Ας δούμε όμως πρώτα πως θα ήταν η ανθρωπότητα χωρίς την επιστήμη καί την φιλοσοφία καθώς η σύγκριση έτσι μπορεί να γίνει -υπάρχει κάτι άλλο;

Θα πεθαίναμε στα 40 μας θα χάναμε τα δόντια μας στα 30 και θα είμασταν στα 35 παππούδες. Ένα 99% της ανθρωπότητας θα είχε περάσει ολόκληρη τη ζωή του στη γεωργία, γιά την επιβίωση μέσω της χειρωνακτικής εργασίας όπως κάναμε για χιλιάδες χρόνια. Χωρίς την επιστήμη μακροπρόθεσμα η ανθρωπότητα θα εξαφανισθεί στην πρώτη πλανητική καταστροφή πού θα βρεί στον δρόμο της.

Εάν στηριζόμαστε στη θρησκεία αντί της επιστήμης -για τη ζωή -δεν θα είχαμε ούτε ηλεκτρική ενέργεια πόσο μάλλον φάρμακα. Δεν θα υπήρχαν εργαλεία δεν υπήρχαν φώτα. Η ζωή χωρίς την επιστήμη θα ήταν φευγαλέα.

Ίσως τότε θα θέλατε να καλέσετε κάποιους φίλους σας για δείπνο μέχρι θανάτου και να τους σύρετε σε μια σπηλιά...

Χωρίς την επιστήμη είμαστε απλά ζώα. Η επιστήμη καί η φιλοσοφία ήταν καί είναι ο ακρογωνιαίος λίθος. Είναι οι 4 γωνίες οι τοίχοι και η οροφή ενός οικοδομήματος καί είναι αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό.

Αλλά ας αφήσουμε -προς το παρόν τι είναι η επιστήμη καθώς οι αναγνώστες μπορούν να αναζητήσουν πως θα ήταν ο κόσμος μας χωρίς επιστήμη-καί ας έρθουμε το ερώτημα.

Αρχικά η "θρησκεία" δημιουργήθηκε γιά να απαντήσει στα ζητήματα της υπαρξεώς μας. Ορισμένες από αυτές τις προσπάθειες της δεν περιλάμβαναν την έννοια του ΄'θεού'' η των ''θεών''. Ερωτήματα όπως ''Γιατί είμαστε εδώ πως φτάσαμε ως εδώ κάποιος μας έβαλε εδώ; Πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλον...Υπάρχει κάτι άλλο μετά από εδώ;''... και λοιπά.

Αυτά τα ερωτήματα όμως είχαν τεθεί ήδη στην φιλοσοφία όπου εκεί υπήρχαν καί υπάρχουν απαντήσεις γιά το μεταφυσικό. Το πλήθος όμως ακολούθησε την θρησκεία καί όχι την φιλοσοφία. Η απάντηση είναι η προφανής. Δυσνόητα κείμενα γιά μερικούς αρκετούς όπου θέτονται ερωτήματα αντίθετα με την θρησκεία όπου είναι μιά ομάδα χειραγωγήσιμων ανθρώπων με ''απόψεις'' πού θέτουν τέτοιες ερωτήσεις καί θεωρούν πως κατέχουν την ''απόλυτη'' αλήθεια...

Αυτή η ''απόλυτη'' αλήθεια λειτουργεί παρόμοια με τον ισχυρισμό πως η Γη είναι ''επίπεδη''. Η διαφορά μεταξύ φιλοσοφίας καί θρησκείας είναι πως η δεύτερη έχει σκοπό να κερδίζει οπαδούς καί έτσι μπορεί να γίνει οργανωμένη.

Η φιλοσοφία δεν έχει τέτοιες απαιτήσεις. Οι περισσότεροι πολιτισμοί σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας ''αποφάσισαν'' ότι υπάρχει πιθανόν ένα είδος ''Δημιουργού'' προφανώς όμως δεν μπορούμε να βασιστούμε σε αυτήν την εικασία επειδή έτσι απλώς το αποφάσισαν...

Έτσι η απάντηση στό ερώτημα ''πως θα ήταν η ανθρωπότητα χωρίς θρησκεία;'' δεν έχει κανένα ουσιαστικό νόημα αφού αν όλες οι θρησκείες καταργηθούν σήμερα την επόμενη θα δημιουργηθούν καί πάλι. Η θρησκεία εικάζει πράγματα που δεν υπάρχουν. Ισχυρίζεται πράγματα που δεν μπορούν να αποδειχτούν ''βλέπει'' πράγματα που δεν υπάρχουν αναφέρει ψευδείς δηλώσεις επειδή δεν έχει καταβάλει καμία προσπάθεια να ανακαλύψει την αλήθεια φαίνεται να είναι αλαζονική υποθέτει πώς οι άνθρωποι είναι το κέντρο του σύμπαντος χωρίς να σκεφτεί ότι το σύμπαν είναι τεράστιο καί ότι αυτό... ελέγχεται από έναν γενειοφόρο άντρα στον ''ουρανό'' -τι είναι αυτό;- είναι δογματική χωρίς αποδεικτικά στοιχεία καί έχει μια εγωιστική άποψη γιά τον κόσμο μας με δυό λόγια σας διδάσκει πώς να λέτε ψέματα.

Αμφιβάλετε; Ξαναδείτε την θρησκεία από την αρχή. Η φύση του σύμπαντος είναι η αλήθεια. Τα ψέματα είναι ακριβώς το αντίθετο της αλήθειας. Χωρίς την επιστήμη η σύγχρονη θρησκεία δεν θα υπήρχε αλλά χωρίς την θρησκεία η επιστήμη θα εξακολουθούσε και θα εξακολουθεί να υπάρχει. Ο λόγος είναι προφανής και περιγράφεται πιό πάνω με λίγες λέξεις.

Η επιστήμη είναι μια αναγκαιότητα. Η επιστήμη και η τεχνολογία αποτελούν το κλειδί για την επιβίωσή μας ως είδος. Η θρησκεία είναι μια πολυτέλεια διαθέσιμη σε όσους δεν θα είχαν ΕΠΙΒΙΩΣΕΙ χωρίς την τεχνολογία.

Μιά θρησκεία όντως μπορεί να παρέχει κάποια πράγματα στην κοινωνίας μας. Δεν διαφωνώ... Δυστυχώς όμως η ανορθολογική πίστη της σε υπερφυσικά όντα και γεγονότα είναι το δόλωμα των περισσότερων θρησκειών οπότε κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό. Θυμηθείτε πως η ιστορία του κόσμου μας ορίζεται από θρησκευτικές συγκρούσεις.

Ο τερματισμός της πίστης σε υπερφυσικούς θεούς της πέτρινης εποχής - ή καί πιο πρόσφατους αν θέλετε -δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τερματίζεται μιά «θρησκεία» ως ανθρώπινη πρακτική. Μπορεί απλώς να βασίζεται στον ανθρωπισμό αντί στον δογματισμό. Υπάρχουν θρησκείες πού έχουν εξαλείψει τις απαιτήσεις του δόγματος τους και διατήρησαν το καλό με την ανθρωπιστική έννοια.

Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμη στην μέση και δεν προβλέπεται να αλλάξει καθόλου σύντομα κατά την γνώμη μου. Αποθαρρύνουν την αλλαγή την καινοτομία και την αληθινή δημιουργικότητα. Στον σημερινό συνδεδεμένο κόσμο μας -πού γίνεται όλο και πιο ενημερωμένος- μπορεί κανείς να δει πιο ξεκάθαρα από ποτέ ότι η θρησκεία δρα ως διαχωριστική δύναμη και παρεμποδίζει την πρόοδο. Αν εξακολουθήσει αυτήν την τακτική δεν έχει κάποιο λογο ύπαρξης. Διότι η θρησκεία που χρησιμοποιεί τον έλεγχο του νού χρησιμοποιώντας την δεισιδαιμονία τον φόβο και την αμφιβολία ποτέ δεν μπορεί είναι μια αληθινή θρησκεία.

Δεν θα βρείτε το ίδιο σκεπτικό στην Φιλοσοφία παρά τις όποιες ατέλειές της. Κάποιοι άνθρωποι λένε ότι η θρησκεία είναι το θεμέλιο του νόμου αλλά αυτό ασφαλώς δεν ισχύει σήμερα. Οι άνθρωποι χρειάζονται δομή και θεσμούς για να εξυπηρετήσουν δεοντολογικές ανάγκες και ευημερία και αυτός είναι ο ρόλος που εξυπηρετούσε παραδοσιακά η θρησκεία αλλά αλλά θέτει πίστη και αυταρχισμό πριν από τη λογική την ατομική ευθύνη καί κυριαρχία. Αυτό είναι επικίνδυνο.

Το ερώτημα λοιπόν μπορεί να έχει μια απάντηση. Αν σκεφτούμε -τι θα συμβεί αν ξαφνικά το επόμενο δευτερόλεπτο πάψει να υπάρχει η επιστήμη και η φιλοσοφία καί την επιστροφή του ανθρώπου στη πέτρινη εποχή -ξεκινώντας από την αρχή καί πάλι με μια θρησκεία μπορεί κανείς να καταλάβει όλα τα επακόλουθα.....Ο εκσυγχρονισμός της εκκλησίας είναι απαραίτητος καθώς έχει ήδη χάσει τον πραγματικό της ρόλο καί λόγο σταματά να είναι αυτό που πρέπει να είναι και παύει να υπάρχει ως τέτοια.

Το αφήσαμε για αύριο…

Έτσι, μ’ αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες σα να μας είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες; Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’ την αρχή.

Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν “αξίες”, σαν “ανάγκες”, σαν “ηθική”, σαν “πολιτισμό”.

Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, ν’ απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατέβουμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας…

Όλα, όλα, τ’ αφήνουμε γι’ αυτό το αύριο που δεν θα έρθει ποτέ… Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για εμάς…

Όμως το αφήσαμε για αύριο… Για να πάμε πού; Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο θάνατο, και ‘μεις οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό που χάθηκε άλλη μια μέρα απ’ τη ζωή μας, χαιρόμαστε.

Ξέρεις γιατί; Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας…

Η αξία της αποδοχής: Η αντίσταση μας κάνει να υποφέρουμε περισσότερο από το ίδιο το γεγονός

Σε αρκετές περιπτώσεις της ζωής και της καθημερινότητας μας, οι προσδοκίες μας ξεπερνούν κάθε αλήθεια και πραγματικότητα. Επιμένοντας στην προσδοκία ή στην φαντασίωση δυσκολευόμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με τα γεγονότα και με αυτό το οποίο έχει συμβεί. Κάποια στιγμή όμως η ίδια η πραγματικότητα «έρχεται» να μας βρει, αναγκάζοντας μας να επαναπροσδιορίσουμε και να επαναξιολογήσουμε τι θέλουμε, τι έχουμε φανταστεί, τι μπορούμε και τι συμβαίνει ρεαλιστικά στο εδώ και τώρα.

Αλλαγή

Η αλλαγή είναι η μόνη σταθερά στη ζωή, και όμως οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε μάθει ποια είναι τα εργαλεία που θα μας επιτρέψουν να διαχειριστούμε όλες τις αλλαγές που βιώνουμε. Η προσαρμοστικότητα μας στην αλλαγή και την αβεβαιότητα θα καθορίσει τόσο την «επιτυχία» στην καθημερινότητα όσο και στην συνολικό τρόπο ζωής μας.

Η αλλαγή είναι συνυφασμένη με εμάς τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς είμαστε ακόμα εν μέσω μίας Πανδημίας. Ανεξάρτητα από την ηλικία μας, τον τόπο διαβίωσης μας, τους ανθρώπους με τους οποίους συμβιώνουμε και το ποιες είναι οι ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής του καθένα μας, όλοι έχουμε υποστεί καταστάσεις οι οποίες μας έχουν προκαλέσει δυσκολίες και προβλήματα. Οι ζωές μας έχουν αλλάξει και αυτές οι αλλαγές φαίνεται ότι θα παραμείνουν για ένα μεγάλο και μάλλον αβέβαιο χρονικό διάστημα.

Η αντίσταση μας κάνει να υποφέρουμε περισσότερο από το ίδιο το οδυνηρό γεγονός

Εμμένοντας στην άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας, συχνά, μπορεί να παρουσιάζουμε ψυχοσωματικές αντιδράσεις όπως: ταχυκαρδίες, τρόμο, εφίδρωση, αίσθημα ζάλης, γαστρεντερικές διαταραχές, αϋπνία, διατροφικές διαταραχές και πολλά άλλα.

Τέτοια ψυχοσωματικά συμπτώματα, ουσιαστικά μας υποδεικνύουν ότι κάτι μέσα μας απαιτεί προσοχής και φροντίδας. Και δεν θα σταματήσουμε να έχουμε αυτά τα συμπτώματα μέχρι να αντιμετωπίσουμε την πραγματική αιτία που τα δημιουργεί. Συνήθως εστιάζουμε στο σύμπτωμα και πώς να το αντιμετωπίσουμε, όμως, η αιτία του προβλήματος, που το προκαλεί, είναι βαθύτερη.

Συχνά αγνοούμε αυτό που δεν θέλουμε να δούμε ή αυτό το οποίο χρειάζεται να δούμε από διαφορετική οπτική γωνία. Σπαταλάμε αρκετό χρόνο αρνούμενοι να δεχθούμε αυτό που μας δυσκολεύει. Κατά συνέπεια, ξοδεύουμε μεγάλο ποσοστό ενέργειας, αντιστεκόμενοι σε κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει. Μόνο όταν σταματήσουμε να αντιστεκόμαστε και τελικά αποδεχθούμε αυτό που συμβαίνει, μπορούμε να περιορίσουμε, και κάποια στιγμή να σταματήσουμε, τον πόνο που αισθανόμαστε.

Αυτό που έπεται της αντίστασης και της άρνησης, είναι η παρατήρηση του εαυτού μας. Η εστίαση της προσοχής μας σε εμάς, στο πως σκεφτόμαστε και νιώθουμε. Έτσι έρχεται η αναγνώριση και η συνειδητοποίηση, μένοντας στο εδώ και τώρα, ερχόμενοι σε επαφή με την συνειδητότητα μας, την επίγνωση του τι μας συμβαίνει και πώς νιώθουμε τη δεδομένη στιγμή, στο παρόν.

Αποδοχή

Για να υπάρξει αποδοχή, είναι αναγκαία η κατανόηση. Κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και ερμηνεύουμε αυτό που συμβαίνει και κατά πόσο ο τρόπος σκέψης μας τελικά είναι βοηθητικός ή όχι, στην εκάστοτε συνθήκη και κατάσταση, όπως και των συναισθημάτων που κάθε φορά αισθανόμαστε.

Χρειάζεται να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να βιώσει αυτά τα συναισθήματα, να τα ερμηνεύσει. Τα συναισθήματά έχουν πράγματα να μας «πουν» και να μας μάθουν, όμως συνήθως προσπαθούμε να τα αποφύγουμε και να τα προσπεράσουμε.

Μέσα λοιπόν από την κατανόηση έρχεται και η αποδοχή. Όταν αντιληφθούμε ότι υπάρχει λόγος για αυτά που συμβαίνουν, ανεξάρτητα με το αν αυτός ο λόγος μας αρέσει, ότι υπάρχει αιτία που ο καθένας μας έχει διαμορφώσει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης, που ενίοτε μας δυσκολεύει και μας δημιουργεί εμπόδια, τότε είναι πιο εύκολο να περάσουμε στη φάση της αποδοχής.

Ο πιο εύκολος τρόπος να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα, μακριά από τα οποία τρέχουμε, είναι τα δούμε κατά πρόσωπο.

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι δεν χρειάζεται να μας αρέσει και να υποστηρίζουμε, αυτό το οποίο χρειάζεται να αποδεχθούμε. Η αποδοχή ξεκινά με την αντίληψη της πραγματικότητας όπως είναι τώρα: πως είναι οι άνθρωποι και όχι πως προσδοκούμε εμείς ότι θα είναι, πως είναι οι καταστάσεις που δεν μπορούμε να ελέγξουμε και όχι όπως θα επιθυμούσαμε να είναι. Αναγνωρίζουμε λοιπόν την πραγματικότητα.

Η αποδοχή είναι μια ενεργητική διαδικασία. Δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να «δουλέψουμε» για την αλλαγή και ότι αυτό που αποδεχόμαστε θα παραμείνει έτσι για πάντα. Όμως, παλεύοντας ενάντια στην πραγματικότητα – με το να αντιστεκόμαστε και να την απορρίπτουμε – δημιουργούμε επιπλέον θλίψη και πόνο από τον ήδη υπάρχοντα.

Τρόποι για να μπορέσουμε να αποδεχθούμε καλύτερα την πραγματικότητα

• Θα χρειαστεί να έχουμε υπομονή με τον εαυτό μας. Να είμαστε ανοιχτοί στο να μάθουμε. Μπορούμε να παρατηρήσουμε ποια είναι τα μοτίβα συμπεριφοράς μας και τι συμβαίνει. Να εστιάσουμε στα συναισθήματα μας και να τα επεξεργαστούμε.

• Ο στόχος δεν είναι να απαλλαγούμε από την εσωτερική μας κατάσταση ή τα συναισθήματα που έχουμε. Όταν καταστάσεις και συναισθήματα προκύπτουν, ακόμη και αν είναι δυσάρεστα, προσπαθούμε να τα καλωσορίσουμε και να εκτιμήσουμε ότι αποτελούν απαραίτητο μέρος του να είμαστε άνθρωποι, οι οποίοι έχουμε μια σειρά συναισθημάτων και αντιδράσεων, ως απάντηση σε μια εμπειρία. Μπορούμε να αφήσουμε τα συναισθήματα μας να υπάρχουν, δημιουργώντας μια πιο φιλική – βασιζόμενη στην αποδοχή – σχέση με τον εσωτερικό μας κόσμο.

• Χρειάζεται να σταματήσουμε να αντιστεκόμαστε. Όσο περισσότερο παλεύουμε ενάντια σε αυτά τα συναισθήματα, τόσο περισσότερο θα βυθιζόμαστε. Όλα τα συναισθήματα είναι απαραίτητα και σημαντικά για να εξελιχθούμε ως άνθρωποι. Πρόσθετος πόνος δημιουργείται από την αντίσταση στο γεγονός που συμβαίνει. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι: και αυτό θα περάσει!

• Ας Αναρωτηθούμε: Τι είναι αυτό που μπορούμε να αφήσουμε πίσω και το οποίο δεν μας εξυπηρετεί πλέον; Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον χρόνο για να βρούμε ποιοι θέλουμε να είμαστε στο τώρα και τι πρέπει να κάνουμε για να προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα. Παραμένοντας «περίεργοι» για τυχόν συναισθήματα που προκύπτουν σε αυτές τις αβέβαιες στιγμές, είναι μια καλή ευκαιρία για να αναζητήσουμε βοήθεια (κάθε είδους και ιδίως ψυχοθεραπευτική), ώστε ενισχύσουμε την σύνδεση με τον εαυτό μας και τους γύρω μας.

Είμαστε ελεύθεροι όταν νιώθουμε πλήρεις μ ’αυτό που είμαστε

Το να εμπιστευτούμε το ένστικτό μας και να μάθουμε ν’ ακούμε τον εαυτό μας σημαίνει, πολύ απλά, να είμαστε ελεύθεροι. Όταν κρυβόμαστε πίσω από ψεύτικες αλήθειες, όταν υποκύπτουμε στις απόψεις των «σοφών», δεν στηρίζουμε την ελευθερία μας.

Ο Σαρτρ το ονομάζει αυτό «κακή πίστη». Αντίθετα, η καλή πίστη είναι η εμπιστοσύνη στην ελευθερία μας. Έχουμε συχνά λανθασμένη εικόνα για την ελευθερία: μειώνουμε την αξία της, θεωρώντας την απόλυτη απουσία περιορισμών – όταν η ύπαρξή μας περιορίζεται, συμπεραίνουμε ότι δεν είμαστε ελεύθεροι.

Κι όμως, η ελευθερία δεν έχει να κάνει με την απουσία περιορισμών. Όπως αναφέρει ο Μπεργκσόν, είμαστε ελεύθεροι όταν νιώθουμε πλήρεις μ’ αυτό που είμαστε, όταν καταφέρνουμε να συγκεντρώσουμε ολόκληρο το παρελθόν μας σε μια στιγμή. Δηλαδή όταν ακούσουμε τον εαυτό μας.

Το ν’ αποδεχτούμε το παρελθόν μας, τη ζωή μας, δεν σημαίνει ότι τα απλουστεύουμε μυθοποιώντας τα ή δίνοντάς τους ένα στίγμα εξαναγκασμού, σημαίνει ότι τα αποδεχόμαστε όπως είναι, με την περιπλοκότητά τους. Είμαστε ελεύθεροι όταν καταφέρνουμε να μας ακούσουμε.

Όταν ο γιατρός της εφημερίας εργάζεται, δεν απολαμβάνει την απουσία περιορισμών, αντίθετα, βυθίζεται στους περιορισμούς. Κι όμως, σύμφωνα με τον Μπεργκσόν, είναι ελεύθερος από τη στιγμή που βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων.

Επομένως, είναι αδύνατον να είμαστε ελεύθεροι όταν ξαναγράφουμε την ιστορία μας ανατρέχοντας στις σκοτεινές σελίδες της, πιέζοντας τον εαυτό μας να δει «το ποτήρι μισογεμάτο». Είναι εξίσου αδύνατον να είμαστε ελεύθεροι όταν δεν σταματάμε να θυμόμαστε τα λάθη μας και να βλέπουμε «το ποτήρι μισοάδειο». Και οι δύο δρόμοι κρύβουν την ίδια έλλειψη αυτοπεποίθησης.

Η αυτοπεποίθηση πρέπει να είναι εμπιστοσύνη σε ολόκληρο το «είναι» μας. Ο εαυτός μας δεν είναι αγνός πυρήνας, ενιαίος και με συνοχή και δεν μπορούμε να βασιστούμε σ’ αυτόν για να βρούμε ή να διατηρήσουμε την εμπιστοσύνη. Τέτοιος πυρήνας δεν υπάρχει.

Αυτοί που τον επικαλούνται και μας υποχρεώνουν να τον βρούμε για να νιώσουμε αυτοπεποίθηση λένε ψέματα και, το χειρότερο, μας οδηγούν στην αποτυχία. Για να το αποδείξουμε αυτό το μόνο που χρειάζεται είναι να το σκεφτούμε.

Πού θα κρυβόταν αυτός ο πυρήνας; Στον εγκέφαλό μας; Στο στομάχι μας; Στη φτέρνα μας; Στο γονιδίωμά μας;

Ο εαυτός μας έχει πολλές μορφές, μεταλλάσσεται. Από το στιγμή που τον αποδεχόμαστε είμαστε ελεύθεροι. Είναι σαν φράγμα που υποχωρεί.

Δεν υποκύπτουμε πια ούτε στο ελάχιστο κομμάτι του εαυτού μας που θα μας τυραννούσε εσωτερικά ούτε σε μια αλήθεια που έπεσε από τον ουρανό και θα μας επιβαλλόταν εξωτερικά. Τότε απελευθερωνόμαστε διπλά και τελικά νιώθουμε αυτοπεποίθηση.

Ερευνητές ανέπτυξαν νέα τεχνολογία ψύξης εμπνευσμένοι από τον τρόπο που δροσίζονται οι καμήλες στην έρημο

Εμπνεόμενοι από την φυσική εξέλιξη, οι επιστήμονες ανέπτυξαν μια νέα τεχνολογία ψύξης χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο με την οποία οι καμήλες προστατεύονται από την υπερθέρμανση στην έρημο. Ο τρόπος με τον οποίο οι καμήλες (αλλά και άλλα ζώα επίσης) δροσίζονται είναι η εφίδρωση.

Όταν η εσωτερική θερμοκρασία του σώματος ανεβαίνει, οι ιδρωτοποιοί αδένες στο δέρμα αρχίζουν να παράγου ιδρώτα. Αυτό το αλμυρό νερό στην επιδερμίδα, και η διαφορά υγρασίας ανάμεσα σε αυτή τον ξηρό αέρα προκαλεί εξάτμιση του ιδρώτα – και μαζί με το νερό φεύγει και θερμότητα, με τη μορφή ενέργειας.

Μελετώντας αυτή τη διαδικασία, οι επιστήμονες ανέπτυξαν μια τεχνολογία που μιμείται τη λειτουργία των ιδρωτοποιών αδένων χρησιμοποιώντας υδρογέλη, ένα υλικό σαν τζελ που σχεδιάστηκε για να κρατά μεγάλες ποσότητες νερού. Μία στρώση από αυτή την υδρογέλη θα μπορούσε να διατηρήσει κάτι δροσερό, απελευθερώνοντας το νερό του σταδιακά και αργά για περίπου 40 ώρες. Μετά θα έπρεπε να εισαχθεί εξ νέου νερό ή αλλιώς «τεχνητό ιδρώτας».

Για να αυξήσουν τη διάρκεια που η υδρογέλη μπορούσε να κρατήσει κάτι δροσερό, οι επιστήμονες στράφηκαν και πάλι στην καμήλα. «Οι ζωολόγοι αναφέρουν ότι μια καμήλα πρέπει να αυξήσει την δαπάνη νερού για τη διαδικασία της εφίδρωσης κατά 50% τη μέρα σε σύγκριση με άλλα είδη ζώων ή καμήλας που έχουν φυσική γούνα προστασίας», εξηγεί ο Jeffrey Grossman, ένας εκ των ερευνητών. Αυτό σημαίνει ότι το ζώο με λιγότερη γούνα έπρεπε να παράγει περισσότερο ιδρώτα για να παραμείνει δροσερό. Οπότε, μία υδρογέλη χωρίς ένα μονωτικό στρώμα από πάνω θα έχανε νερό ταχύτερα από μία με κάτι που θα λειτουργεί ως «γούνα».

Για να καταφέρουν ακριβώς αυτό, επιστήμονες από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης σχεδίασαν ένα στρώμα αερογέλης που θα επέτρεπε στο νερό να εξατμίζεται περνώντας μέσα από αυτό. «Σχεδιάσαμε ένα διπλό στρώμα εξάτμισης – μόνωσης, για να μιμηθεί το σύστημα γούνας/ιδρωτοποιών αδένων στις καμήλες. Αυτό το σύστημα, όπως και για την καμήλα, επιτρέπει μια σημαντική επέκταση χρόνου στην παθητική διαδικασία ψύξης με την ίδια κατανάλωση νερού», περιγράφει ο Grossman.

Το σχέδιο διπλού στρώματος της ομάδας διατήρησε ένα δείγμα σε 7˚C χαμηλότερη θερμοκρασία από το περιβάλλον του για 200 ώρες πριν χρειαστεί να «επαναφορτιστεί» με περισσότερο νερό. Διήρκεσε δηλαδή 5 φορές περισσότερο απ’ ότι κατάφερνε η προηγούμενη προσέγγιση του μονού στρώματος.

Σε αντίθεση με άλλα συστήματα ψύξης στα οποία βασίζονται τα κλιματιστικά και τα ψυγεία, η τεχνολογία υδρογέλη-αερογέλης δεν χρησιμοποιεί καθόλου ηλεκτρισμό, καθιστώντας το πιο προσιτό και διαθέσιμο για εκατομμύρια κόσμου σε όλο τον πλανήτη που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρισμό.

«Θέλουμε αυτό να αποτελέσει πράσινη τεχνολογία», εξήγησε ο κύριος συντάκτης της έρευνας Zhengmao Lu. Ίσως αυτό να βοηθήσει και στη ρύθμιση της θερμοκρασίας για νέα εμβόλια, όπως αυτό του COVID-19, το οποίο μέχρι σήμερα για να συντηρηθεί φαίνεται να χρειάζεται παραμονή και αποθήκευση σε χαμηλές θερμοκρασίες.

Ο Cy Twombly και η Ελλάδα

Διαβάζοντας τη βιογραφία του Cy Twombly συναντά κανείς συχνά τον όρο Ελλάδα. Η Ελλάδα εμφανίζεται τόσο ως φυσικός τόπος, τον οποίο ο καλλιτέχνης επισκέπτεται τακτικά, αλλά και ως αρχαία Ελλάδα, μυθική και φιλολογική πηγή έμπνευσης για το καλλιτεχνικό έργο του από πολύ νωρίς. Με αυτή την αρχαία και μυθική Ελλάδα θα πρέπει να είχε έλθει σε επαφή ο Cy Twombly ήδη από την παιδική ηλικία του αφού η κατά τέσσερα χρόνια μεγαλύτερη αδελφή του διδάχτηκε έξι αρχαίες γλώσσες, μεταξύ αυτών και τα αρχαία Ελληνικά.

Εγκαταστημένος ήδη στην Ιταλία από το 1957, ο Αμερικανός καλλιτέχνης επισκέφθηκε την Ελλάδα για πρώτη φορά το 1960. Ήταν το πρώτο από πολλά ταξίδια, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στα νησιά. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς την κατάπληξη που θα ένιωσε, όταν επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ως αναγνωρισμένος πια καλλιτέχνης.

Μολονότι θέματα όπως «Η Λύδα και ο κύκνος», «Η γέννηση της Αφροδίτης» και «Ηρώ και Λέανδρος» εμφανίζονται στη δουλειά του ήδη από το 1960 και εξής, το πάθος του Twombly για την αρχαία ελληνική μυθολογία ρίζωσε με την ανάγνωση της Ιλιάδας. Το 1962, ο Twombly φιλοτέχνησε ταυτόχρονα δυο μεγάλα ζωγραφικά έργα με θέμα τον Αχιλλέα, τον ήρωα για τον οποίο έτρεφε ένα ιδιαίτερο πάθος. Αρκετές μελέτες προηγήθηκαν των έργων αυτών, που φέρουν τους τίτλους Vengeance of Achilles (Η Εκδίκηση του Αχιλλέα ) and Achilles Mourning the Death of Patroclus (Ο Αχιλλέας θρηνεί το θάνατο του Πατρόκλου ) . Στον τρίτο τόμο του καταλόγου σχεδίων του καλλιτέχνη καταγράφονται δεκατέσσερα προπαρασκευαστικά σχέδια για την Εκδίκηση του Αχιλλέα. Τα σχέδια αυτά δείχνουν καθαρά ότι το φαλλικό σχήμα του μοτίβου αντιστοιχεί στο γράμμα «Α»-«Α» όπως Αχιλλέας!

Το ενδιαφέρον του Twombly για την Ιλιάδα συνεχίστηκε και ενέπνευσε το μεγάλο τρίπτυχο lium (One Morning Ten Years Later) [Ίλιον (Ένα πρωί δέκα χρόνια αργότερα)] του 1964. Ωστόσο , είναι η γνωριμία του στα τέλη της δεκαετίας του 1970 με τη μετάφραση των έργων Ομήρου από το Βρετανό ποιητή Alexander Pope του 18ου αιώνα που αποτέλεσε την αφορμή για το αριστούργημά του Fifty Days at Iliam (Πενήντα ημέρες στο Ίλιαμ), το οποίο ολοκλήρωσε στο θερινό εργαστήριό του στο Bassano in Teverina το 1978. Σε αυτόν τον κύκλο δέκα ζωγραφικών έργων, ο Twombly παράλλαξε την ορθογραφία της λέξης «Ilium» (Ίλιον), ενός εκ των αρχαίων ονομασιών της Τροίας, γιατί έκρινε ότι το «Iliam» ηχούσε καλύτερα. Στα μάτια του, το γράμμα «Α» παρέπεμπε στον Αχιλλέα – Το δηλώνει άλλωστε και στην Εκδίκηση του Αχιλλέα.

Όπως φανερώνουν τα έργα του σε χαρτί, ο Τwombly εμπνεύστηκε από την ελληνική μυθολογία κυρίως κατά τη δεκαετία του 1970. Ας θυμηθούμε την εποχή εκείνη. Για έναν καλλιτέχνη πou σεβόταν τον εαυτό του , το να ζωγραφίζει σε καμβά ήταν αδύνατο. Μπορούσε να καταπιαστεί με ο,τιδήποτε άλλο εκτός από τη ζωγραφική σε καμβά μπορούσε να αυτοπυροβοληθεί στο χέρι , να σημαδέψει το σώμα του με αγκάθια από τριαντάφυλλα , να κάψει το δέρμα του στον ήλιο, να πoρευτεί στη φύση, να μετακινήσει τόνους χώμα. Να ζωγραφίσει, όμως, όχι! Οι δύστυχοι ζωγράφοι αναγκάστηκαν τότε να καταφύγουν σε διάφορα κόλπα. Ο Georg Baselitz αποφάσισε το 1969 να αντιστρέψει τα μοτίβα του, ο Per Kirkeby επινόησε ένα μοναδικό φορμά, 122 x 122 εκ., και ένα βιομηχανικό υλικό, το μασονίτη, ενώ σε ένα κάπως περιπαικτικό κείμενο μιλάει για καλλιτέχνες που ζωγραφίζουν μόνο τις Κυριακές και μόνο με το αριστερό χέρι…

Και ο Cy Twombly: O Twombly στράφηκε στη γραφή, η οποία αποτέλεσε για εκείνον μια νέα μορφή ζωγραφικής τρία από τα μεγάλα σχέδιά του του 1979 με θέμα τον Ορφέα (σελ. 142-143). Γραμμένα στην πίσω πλευρά του φύλλου, τα ονόματα των θεών διακρίνονται αντεστραμμένα.

Ωστόσο, δεν είναι μόνο η ελληνική μυθολογία και ιστορία που γοήτευσαν τον Twombly. Είναι και οι τόποι. Κατά την Παραμονή του στη Μύκονο το καλοκαίρι του 1961, ο Twombly πραγματοποίησε σειρά σχεδίων με τίτλο Delian Odes (Δηλιακές Ωδές), εμπνευσμένος από το γειτονικό νησί της Δήλου, διάσημο για το «Άνδηρο των Λεόντων», που είχε επισκεφτεί το προηγούμενο έτος. Πολύ αργότερα, το 1982 αφιέρωσε στο νησί της Νάξου δύο τρίπτυχα σε χαρτί, όπου το μοτίβο θυμίζει άνθη λωτού. Περιέργως, τα σχέδια αυτά φιλοτεχνήθηκαν στο εργαστήριό του στο Bassano in Teverina, ίσως σε ανάμνηση του ελληνικού νησιού.

Μεταξύ των γλυπτών του Twombly με ελληνικό θέμα, το Thermopylae (Θερμοπύλες) του 1991 κατέχει ιδιαίτερη θέση. Το έργο αυτό, φόρος τιμής στον Λεωνίδα και στους τριακόσιους Σπαρτιάτες του, που μάταια προσπάθησαν να σταματήσουν την προέλαση του Περσικού στρατού του Ξέρξη Α’ το 480 π.Χ., εμπνεύστηκε ο καλλιτέχνης κατά την επίσκεψή του στις Θερμοπύλες, όπου διεξήχθη η περίφημη μάχη. Στο γλυπτό, του οποίου η μορφή θυμίζει τύμβο ή επιτύμβια στήλη, ο Twombly χάραξε στίχους του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη, μετασχηματίζοντας διακριτικά το ταφικό μνημείο σε αντικείμενο στοχασμού: Honor to those who in the life they lead define and guard a Thermopylae (Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες)».

Με τη σειρά έργων ζωγραφικής Leaving Paphos Ringed with Waves (Αφήνοντας την Πάφο τη ζωσμένη από κύματα/Λιπoίσαν και Πάφον περιρρύταν) του 2009, που είναι και τα τελευταία του Twombly που σχετίζονται με τον ελληνικό κόσμο, ο καλλιτέχνης επιστρέφει σε έναν από μύθους για τη γέννηση της Αφροδίτης, που τη θέλουν να αναδύεται από τα κύματα κοντά στη διάσημη πόλη της Κύπρου. Με τη σειρά αυτή η Γκαλερί Gagosian εγκαινίασε τη λειτουργία της στην Αθήνα.

Τέλος, δεν πρέπει να λησμονήσουμε την οροφή της Salle des Bronzes του Μουσείου του Λούβρου που ο Twombly διακόσμησε το 2010 και η οποία, με τον απέραντο γαλάζιο ουρανό της, διάσπαρτο με σφαίρες που φέρουν τα ονόματα διάσημων Ελλήνων γλυπτών, μαρτυρά για άλλη μια φορά το χρέος Twombly προς τον ελληνικό πολιτισμό.

Μονόγραμμα, ένας ύμνος στον έρωτα

Μονόγραμμα είναι ένα γράμμα ή και ο συνδυασμός δύο γραμμάτων που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία μιας σφραγίδας. Ένας από τους σημαντικότερους ποιητές μας, ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1979) Οδυσσέας Ελύτης (πατρώνυμο: Αλεπουδέλλης, 1911-1996), είχε την έμπνευση να χρησιμοποιήσει την λέξη αυτή ως τίτλο σε ένα από τα πιο ερωτικά ποιήματα που έχουν γραφτεί στην παγκόσμια λογοτεχνία.

Μπορούμε, λοιπόν, να σκεφτούμε ότι με τον τίτλο εννοεί είτε τα αρχικά του ονόματος της αγαπημένης του είτε τον συνδυασμό των αρχικών ονομάτων του ζευγαριού σε μια σφραγίδα του έρωτα, που ενώνει για πάντα δύο αγαπημένους.

Ο Ελύτης το συνθέτει τα χρόνια 1969-1971 κατά τη διαμονή του στο Παρίσι και καταφέρνει, στα 60 του χρόνια, να γράψει ένα ποίημα γεμάτο νεανικότητα, ένταση και πάθος· μια ωδή στον έρωτα.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια ερωτική τραγωδία· έναν μεγάλο έρωτα, ένα αίσθημα που ξεπερνάει τα συνηθισμένα, αλλά βρίσκεται αντιμέτωπο με την κατακραυγή του κόσμου. Η κοπέλα, μην αντέχοντας την κοινωνική επίθεση, αυτοκτονεί. Ενώ ο ποιητής παρουσιάζει την ιστορία πολύ περιγραφικά και ζωντανά, καλύπτοντας όλες τις εκφάνσεις του ερωτικού συναισθήματος, αφήνει ελλειπτικά τα περισσότερα στοιχεία, έτσι ώστε να επιδέχεται ποικίλες ερμηνείες και να μπορεί ο αναγνώστης ευκολότερα να ταυτιστεί με τον ποιητή. Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε για ποιον λόγο η κοινωνία δεν αποδέχεται τον έρωτά τους ούτε γνωρίζουμε με ποιον τρόπο ακριβώς αυτοκτονεί η κοπέλα. Το ότι αυτοκτονεί, ωστόσο, γίνεται σαφές με την αναφορά στην Οφηλία, την τραγική ηρωίδα του Σαίξπηρ που αυτοκτονεί απ’ την αγάπη της για τον Άμλετ. Έτσι, θρηνώντας την αγαπημένη του, ο ποιητής ξεκινάει έναν συνταρακτικό μονόλογο:

Θα πενθώ πάντα –μ’ ακούς;– για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο


Ούτε στην ζωή ούτε στον θάνατο θα την ξεχάσει, πάντα θα θρηνεί για εκείνη και θα είναι μόνος στον Παράδεισο, όπου ο αγνός έρωτάς του θα τον στείλει αλλά χωρίς εκείνη, αφού με την πράξη της αυτοκτονίας δε μπορεί να διεκδικήσει την θέση της εκεί.


Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο καιρός

Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου


Η πρώτη στροφή ξεκινάει με την άρνηση του ποιητή να αποδεχτεί ό,τι έχει γίνει· υποστηρίζει ότι με τη δύναμη που έχει η αγάπη τους δεν γίνεται παρά να αλλάξει η Μοίρα τα γραμμένα και να επιφέρει και την συγκατάθεση του καιρού· να γυρίσει πίσω ο χρόνος κι ό,τι έχει γίνει να αναιρεθεί, να αντιστραφεί, ξανασμίγοντας το ζευγάρι.

Ο ουρανός θα παρουσιάσει την ιστορία τους, θα φανερώσει την αθωότητα του έρωτά τους, που τόσο κατακρίθηκε από τον κόσμο κι αυτή η αδικία θα τον χτυπήσει με τη δύναμη που έχει ο θάνατος.

ꞮꞮ
Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια


Εδώ θρηνεί τη ζωή και το μέλλον, που μοιάζει σκοτεινό χωρίς εκείνη. Έχει, βέβαια, τις ωραίες αναμνήσεις, όμως ο βαθύς πόνος του τον κάνει να αμφιβάλλει και γι’ αυτές.

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»
Μια στον αέρα μια στη μουσική


Οπτικοακουστικές εικόνες αγάπης που αναπαράγονται σαν παραίσθηση του μυαλού του· τα σώματά τους σε πλήρη αρμονία μεταξύ τους, ο χτύπος των βαρκών μεταξύ τους και οι κιθάρες (των οποίων ο ήχος χανόταν κάτω από το νερό) δημιουργούσαν τη μουσική του έρωτα.

Λόγια ερωτευμένων (πίστεψε με, μη) που είτε τα έλεγαν οι δυο τους κι ακούγονταν στον αέρα είτε τα έβρισκαν στη μουσική, στα ερωτικά τραγούδια που άκουγαν μαζί.

Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν’ ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’ τις ξερολιθιές, πίσω απ’ τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράκτες


Σαν μικρά ζώα που θέλουν να ανεβαίνουν το ένα πάνω στο άλλο για να παίζουν, έτσι και τα ερωτικά παιχνίδια, έτσι και τα χέρια των ερωτευμένων που συνεχώς αποζητούν να αγγίζονται και δε θέλουν να μένουν στιγμή μακριά. Εξακολουθούν οι εικόνες· η γλάστρα με τη δροσιά στις αυλές απ’ όπου περνούσαν μαζί· το καλοκαίρι, η θάλασσα, η αλμύρα στα σώματά τους κολλημένη να τους ακολουθεί όπου πήγαιναν, πάνω απ’ τις ξερολιθιές, πίσω απ’ τους φράχτες, και το όμορφο μωβ λουλούδι, η ανεμώνη.

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, την Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Την γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά


Ακόμα αμφιβάλλει, εάν είναι αλήθεια ή αποκυήματα του πόνου του αλλά τα υμνεί, την κάθε λεπτομέρεια, την κάθε μικρή στιγμή μαζί της, ό,τι είδαν που τώρα που έφυγε αποκτά μια ιδιαίτερη αξία.

Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος


Εικόνα που φανερώνει τον πόνο που νιώθει· το παιδί που κρατάει το λιβάνι και τον κόκκινο ματωμένο σταυρό στη δύση του ήλιου φανερώνει ικεσία πιθανόν για να ελαφρύνει ο πόνος του, το πένθος που νιώθει για εκείνη, που, όταν την άγγιξε πρώτη φορά, όταν άγγιξε το ρούχο της, ένας ολόκληρος κόσμος του φανερώθηκε.

ꞮꞮꞮ
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό σου πόδι μες στ’ αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά – κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μες από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε


Στην τρίτη ενότητα το παρελθόν γίνεται παρόν. Ο ποιητής κερδίζει σε παραστατικότητα με τον ενεστώτα και δείχνει άρνηση· ζει τον έρωτά του στο τώρα. Και τόση δύναμη έχει αυτή η αγάπη, τόση δύναμη του δίνει ώστε να ξεπερνά το ανθρώπινο μέτρο, κάνοντας πράγματα ακατόρθωτα. Μπορεί να είναι στη φαντασία του, αλλά δείχνει τη θέλησή του να κάνει τ’ αδύνατα δυνατά για εκείνη, θέληση που χαρακτηρίζει τους πολύ ερωτευμένους ανθρώπους.

Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά


Ερωτική πράξη, το καλοκαίρι, στον όρμο της θάλασσας, πάνω στην άμμο με μάρτυρες τα κύματα και το ζευγάρι να γίνεται ένα, πάντα αγαπημένοι, πάντα μαζί, να μη μπορούν να ζήσουν ο ένας χωρίς τον άλλον· να εξαρτώνται ο ένας από τον άλλον, όπως το φως κι η σκιά.

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα κι εγώ η σκιά που το μεγαλώνει
Το γερτό πατζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ

Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει


Η αλληλοσυμπλήρωση είναι βασικό χαρακτηριστικό του έρωτα κι αυτό μας δείχνει εδώ ο ποιητής, παρουσιάζοντάς μας πράγματα που εκ των πραγμάτων συνδέονται, βοηθούν το ένα τ’ άλλο στην εξέλιξή του· έτσι ακριβώς όπως κι οι ερωτευμένοι, άπαξ και βρεθούν, υπάρχουν μόνο ο ένας για τον άλλον. Στο σ’ αγαπώ, με την επανάληψη, δίνεται έμφαση για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το βάθος των συναισθημάτων του και με το νόμισμα καταδεικνύεται η αξία που έχει η κοπέλα για εκείνον και η λατρεία με την οποία είναι δοσμένος στον έρωτά του.

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Που πια δεν έχω τίποτα άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τα’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ για σένα και για μένα


Εικόνες και αναμνήσεις από τις στιγμές τους να βαριανασαίνουν ξαπλωμένοι μες στην νύχτα, έχοντας τριγύρω τη θάλασσα και τον ουρανό για ταβάνι, τον κατακλύζουν. Έχοντας πια χαθεί εκείνος μόνος του μέσα σε ένα δωμάτιο, έχει μείνει μόνο με αυτές τις αναμνήσεις που του προκαλούν τόσο πόνο ώστε να ξεχειλίζει και να φωνάζει. Όμως, ένας τόσο δυνατός έρωτας δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Είναι πιο πάνω απ’ όσο μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι, δεν είναι ακόμα έτοιμοι γι’ αυτό το αίσθημα, είναι νωρίς να το αποδεχτούν για να μπορέσει να μιλάει γι’ αυτό ελεύθερα.

ꞮV
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ’ ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ’ ακούς
Πού μ’ αφήνεις, πού πας και ποιος, μ’ ακούς

Σου κρατεί το χέρι πάνω απ’ τους κατακλυσμούς

Σε αυτό ακριβώς το σημείο κορυφώνεται το ποίημα, με την ευθύτητα του β’ ενικού και τον σπαρακτικό θρήνο του ποιητή. Ξεκινάει, νιώθοντας την ανάγκη να της εξηγήσει γιατί δεν αποδεχόταν ο κόσμος τον έρωτά τους, παρομοιάζοντάς τους με τέρατα (απότοκο της οργής που νιώθει), ανίκανα να τους κατανοήσουν. Χαμένο αίμα δικό του είναι το δικό της που κύλησε, όταν αυτοκτόνησε με το μαχαίρι, σαν την αγνή, αθώα Οφηλία (γι’ αυτό και το λευκό νυφικό), που αυτοκτόνησε από πίκρα για τον Άμλετ (Σαίξπηρ). Θρηνεί ο ποιητής, δεν πιστεύει πως παρά την αγάπη που νιώθει για εκείνη τον άφησε και έφυγε. Ποιος θα την προστατεύει τώρα που εκείνος δε μπορεί;

Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θα ‘ρθει μέρα, μ’ ακούς
Να μας θάψουν, κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ’ ακούς
Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ’ ακούς
Των ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει

Στα νερά ένα ένα, μ’ ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ’ ακούς
Ή κανείς ή κι οι δυο μαζί, μ’ ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ’ ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δε γίνεται ν’ ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς
Σ’ άλλη γη, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς


Καταστροφή προβλέπει ο ποιητής, που θα πεθάνουν και θα θαφτούν μαζί. Θα χρειαστεί να περάσουν, όμως, χιλιάδες χρόνια, έως ότου να είναι έτοιμοι οι άνθρωποι να αντιληφθούν την αδικία, το λάθος στο οποίο υπέπεσαν, κρίνοντας τόσο αυστηρά την αγάπη τους, και σε μια προσπάθεια να το διορθώσουν και να εξαγνίσουν τις ψυχές τους θα τους υμνήσουν και θα τους αναπαύσουν στη θάλασσα, η οποία συνδέεται άμεσα με τις πράξεις του έρωτά τους.

Αυτό εννοεί, λέγοντας ότι ο χρόνος είναι μια εκκλησία, θα τους γιατρέψει εντέλει κι ας μετράει τώρα ένα ένα τα πάθη του. Θα τους γιατρέψει και θα τους δικαιώσει, όπως τους Αγίους των οποίων το αληθινό δάκρυ προέρχεται από τη συγκίνηση του πόσο δίκαιος ήταν ο καθαγιασμός τους, αφού ήταν πάντοτε αγνοί. Από την εκκλησία συνειρμικά φτάνει στον δικό του θάνατο ως αποτέλεσμα του πόνου που νιώθει. Τον θάνατο που τον στέλνει στον Παράδεισο, όμως δεν τον θέλει, γιατί εκείνη δεν θα είναι μαζί του. Ή κι οι δυο μαζί, λοιπόν, στον Παράδεισο ή κανένας. Χώρια δε θα ζήσουν, δε μπορεί να χωριστεί ένας τόσο δυνατός έρωτας που όμοιός του ούτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει ξανά, γιατί δε γίνεται.

Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς

Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς
Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ ακούς
Μες στην μέση της θάλασσας
Από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ’ ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς

Άκου, άκου
Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει –ακούς;
Ποιος γυρεύει τον άλλον, ποιος φωνάζει –ακούς;
Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.


Ο κηπουρός είναι ο έρωτας, οι χειμώνες κι οι βοριάδες οι αντίξοες συνθήκες της εποχής, που μέσα σ’ αυτές κανένας άλλος έρωτας σαν τον δικό τους δεν έχει γεννηθεί, τόσο δυνατός που να κάνει τ’ ακατόρθωτα. Σπαρακτικά φωνάζει, της φωνάζει, της μιλάει, δεν αντέχει τον πόνο που νιώθει· μα αυτή δεν μπορεί πια να τον ακούσει.

V
Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
Με σοφές παραμάνες και μ’ αντάρτες απόμαχους
Από τι να ‘ναι που έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Την ανταύγεια στο πρόσωπο του νερού του τρεμάμενου
Και γιατί, λέει, να μέλλει κοντά σου να ‘ρθω
Που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό


Με την φράση που ξεκινά την πέμπτη ενότητα, ο ποιητής θέλει να μας πει ότι από παλιά, μια ζωή την περίμενε, εκείνη πάντα ήθελε. Κι, όταν την βρήκε, ήταν τόσο μαγική, αποτελούσε για εκείνον ένα μυστήριο που είχε ανάγκη, για να την κατανοήσει, να μιλήσει με σοφές παραμάνες, που έχουν γνώση πάνω στους ανθρώπους με τόσα παιδιά που μεγαλώνουν. Να μιλήσει με πολεμιστές που έχουν γυρίσει από το πεδίο της μάχης και έχουν γλυτώσει τους κινδύνους του πολέμου για να τον συμβουλεύσουν. Γιατί τόσο έντονο αίσθημα εμπεριέχει τόσο μεγάλο κίνδυνο. Την γνωρίζει και κινδυνεύει, μαγεύεται και φοβάται την άγρια ομορφιά της, το πόσο άπιαστη, σαν το νερό, είναι. Αλλά αυτό που φοβάται περισσότερο απ’ όλα είναι ότι εκείνος, που ποτέ δεν έχει αποζητήσει την αγάπη κι από παντού χάνεται σαν τον άνεμο, ξαφνικά έλκεται σαν μαγνήτης από εκείνη.

Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στα μέρη τ’ αψηλά της Κρήτης τίποτα
Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι


Μα το μυστήριο παρέμενε, απλησίαστη γυναίκα. Στο ποίημα μπαίνουν κι εικόνες από τη γενέτειρα του Ελύτη, την Κρήτη. Κανείς, λοιπόν, δεν ήξερε να του πει κάτι για αυτήν παρά ήταν γραφτό τους, θέλημα να αγαπηθούν.

Πιο δω, πιο κει, προσεχτικά σ’ όλο το γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τους κόλπους, τα μαλλιά
Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά

Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου
Βυθού, μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
Ψηλά στο δώμα ή πίσω στις πλάκες της αυλής
Με τ’ άλογο του Αγίου και το αυγό της Ανάστασης


Σαν ιερή πράξη περιγράφει ο ερωτευμένος τις στιγμές που αγγίζει το πρόσωπό της, τα μαλλιά της. Τόσο προσεχτικά αγγίζει το σώμα της που τρέμει μην του φύγει έτσι όπως έχει μάθει να ζει μόνο του, πανέμορφο σαν το πεύκο, υπερήφανο. Διάφανος βυθός, γιατί όλα τα μυστικά της του αποκαλύφθηκαν εντέλει, ζώντας την, ζώντας μαζί της στο ίδιο σπίτι, το παλιό, με τα παλιά έπιπλα, όπου την περιμένει να φανεί. Για ακόμα μια φορά μας λέει πόσο ιερή είναι για εκείνον που την βλέπει να ‘ρχεται σαν έφιππος Άγιος και πόσο φοβερή η στιγμή που επιτέλους γυρνάει σπίτι, σαν να ήρθε επιτέλους η Ανάσταση.

Σαν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σε θέλησε η μικρή ζωή
Να χωράς στο κεράκι τη στεντόρεια λάμψη την ηφαιστειακή
Που κανείς να μην έχει δει και ακούσει
Τίποτα μες στις ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στον αυλόγυρο
Για σένα ούτε η γερόντισσα μ’ όλα της τα βοτάνια


Η θελκτική αυτή η γυναίκα είναι βγαλμένη από άλλη εποχή, έχει το μυστήριο αυτό που προανέφερε, που κανείς δεν είχε δει, δεν είχε ακούσει. Όμως είχε μια λάμψη ατελείωτη, μεγάλη, κι ας ήταν της Μοίρας γραμμένο να είναι η ζωή της μικρή.

Για σένα μόνο εγώ, μπορεί και η μουσική
Που διώχνω μέσα μου αλλ’ αυτή γυρίζει δυνατότερη
Για σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο
Για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
Και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.

Για εκείνη μόνο ο ποιητής γνωρίζει, ίσως και η μουσική ως πηγή συναισθημάτων που προσπαθεί να τη διώξει για να μην τον πονάει, αλλά ποτέ δεν το καταφέρνει αυτό άνθρωπος, γιατί η σύνδεση του συναισθήματος με τη μουσική είναι τόσο έντονη που δε μπορείς να την παραβλέψεις. Για εκείνη γνωρίζει μόνο το στήθος που προσπαθεί να φτάσει στη δική της τελειότητα, αλλά και η μυρωδιά που ξυπνάει όλες του τις αναμνήσεις, του θυμίζει το χώμα (πηγή της ζωής), τα περιστέρια (ελευθερία) και την αρχαία γη, την ιερή, απ’ όπου θεωρεί ότι προέρχεται η υπέροχη γυναίκα του.

VꞮ
Έχω δει πολλά και η γη μέσ’ απ’ το νου μου φαίνεται ωραιότερη
Ωραιότερη μες στους χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα
Τα μπλάβα των ισθμών και οι στέγες μες στα κύματα
Ωραιότερες οι αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά
της θάλασσας


Αν και έχει ζήσει κι έχει δει πολλά, τίποτα δε συγκρίνεται με την ομορφιά που έχει αποκτήσει τώρα ο κόσμος, απ’ όταν την γνώρισε. Αυτό κάνει ο έρωτας· σου ομορφαίνει την ψυχή, σε γεμίζει ευτυχία κι όλα γύρω φαίνονται καλύτερα. Όπου έχει αγγίξει, όπου έχει περάσει, μόνο επειδή υπάρχει, έχει ομορφύνει τον κόσμο.

Έτσι σ’ έχω κοιτάξει που μου αρκεί
Να ‘χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μες στο αυλάκι που το πέρασμά σου αφήνει
Σαν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ ακολουθεί

Και να παίζει με τ’ άσπρο και το κυανό η ψυχή μου!


Αυτή την ομορφιά επειδή την γνώρισε, επειδή την κοίταξε, δε θέλει στη ζωή τίποτε άλλο. Είναι τόσο υπέροχο, τόσο αγνό αυτό το αίσθημα που εξαγνίζει ό,τι κακό υπήρξε στον κόσμο πριν από εκείνη. Έτσι, ερωτευμένος, ευτυχισμένος, αφήνεται ολότελα σ’ αυτό το ολοκαίνουριο γι’ αυτόν συναίσθημα.

Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πριν από την αγάπη και μαζί
Για τη ρολογιά και για το γκιούλ μπρισίμι
Πήγαινε, πήγαινε και ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος, και ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί νεογέννητο
Μόνος, και ας είμαι εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός και μόνος τ’ ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στο βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στους καιρούς
τον Παράδεισο!


Φτάνοντας προς το τέλος κι έχοντας ολοκληρώσει το στάδιο της άρνησης, μετά του θυμού, του θρήνου, ο ποιητής περνάει στο στάδιο της αποδοχής του θανάτου της. Κρατάει τις καλές αναμνήσεις, νιώθει ευγνώμων που τουλάχιστον τις έζησε μαζί της και γι’ αυτό είναι νικητής. Ας φύγει, λοιπόν, αφού αυτό θέλει, κι ας τον αφήσει μόνο. Εκείνος θα είναι ο κόσμος της που θα την πενθεί που χάθηκε τόσο νέα. Εκείνη θα πάρει μαζί της τα όμορφα λόγια του. Παράδεισος είναι αυτό που έζησαν μαζί, αλλά ας μείνει μοναδικό για να μη χρειαστεί να γευτεί κανένας άλλος τον τόσο δυνατό πόνο που ένας τέτοιος έρωτας συνεπάγεται.

VꞮꞮ
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα

Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ

Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο


Ολοκληρώνοντας το αριστούργημά του, ο Ελύτης δίνει στην αγαπημένη του μια υπόσχεση για το μέλλον. Διατηρεί μέσα του την ελπίδα να ξανασυναντηθούν, να την βρει τελικά στον Παράδεισο. Για εκεί κάνει όνειρα, με τους δυο τους να έχουν τη δυνατότητα να ξαπλώσουν πάλι μαζί. Η πόρτα θα ‘ναι μικρή να μη χωράει να μπει κανένας άλλος κι έτσι να ζουν αιώνια τον έρωτά τους ανενόχλητοι.

Επανέρχεται, όμως, γρήγορα, αντιλαμβανόμενος πως αυτό δε μπορεί να γίνει. Εκείνη σαν άνθρωπος που ήταν (συμβολισμός με το νερό) θα χαθεί κι εκείνος μόνος του στον Παράδεισο θα ‘χει κρατήσει ένα κομμάτι της στην ψυχή του να την θυμάται. Τα έντονα συναισθήματα που του προκάλεσε αυτή η επαναφορά, την απελπισία, τον πόνο, τα έχει όλα συσσωρεύσει σε μια ηχώ, σε μια κραυγή και την έχει ρίξει στα πιο βαθιά σημεία του χρόνου έτσι ώστε ποτέ να μην την ξεχάσει. Ποτέ να μην ξεχάσει την αλήθεια του έρωτά του.

Νιώθετε ενοχές για κάτι που κάνατε; Δείτε πως μπορείτε να τις διαχειριστείτε

«Τα λάθη μου είναι η ζωή μου» -Σάμουελ Μπέκετ

Σε κάποιο σημείο της ζωής μας όλοι έχουμε νιώσει ενοχές για μια πράξη ή για κάτι που είπαμε σε κάποιο δικό μας πρόσωπο. Συνήθως οι ενοχές συνοδεύονται από συναισθηματική δυσφορία, αυτή ακριβώς η δυσφορία είναι οι ενοχές. Βασανίζουν τη σκέψη μας, μας ρίχνουν τη διάθεση, επηρεάζουν σημαντικά τη ψυχολογία μας, ενώ μελέτες αναφέρουν πως βλάπτουν σοβαρά και την υγεία μας.

Είναι φυσικό να νιώθουμε ενοχές και να ψάχνουμε τρόπο να διορθώσουμε μια πράξη που μπορεί να προκάλεσε κακό σε κάποιον άλλον ή να τον πλήγωσε. Όμως, όταν οι ενοχές γυρνούν στο κεφάλι μας για πολύ καιρό τότε επιβάλλεται να βρούμε τρόπους να τις διαχειριστούμε. Πως;

Δεχθείτε ότι αυτό που κάνατε δεν ήταν σωστό και δείτε κατάματα τις συνέπειες που προκλήθηκαν από αυτή σας την πράξη: πάρτε την ευθύνη όχι μόνο εσωτερικά. Εξωτερικεύστε το και ίσως αυτό μπορεί να βοηθήσει τους άλλους που δέχθηκαν τις συνέπειες των πράξεων σας να το ξεπεράσουν και εσάς να ξεκινήστε τη διαδικασία της δικής σας συγχώρεσης.

Σταματήστε να τιμωρείτε τον εαυτό σας: όλοι έχουμε κάνει μια πράξη με την οποία μπορεί να έχουμε στεναχωρήσει ή αδικήσει κάποιον, αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να τιμωρούμε τον εαυτό μας για πάντα.

Επόμενο βήμα… η συγχώρεση: πέρα από το να ζητάμε από τους άλλους να μας συγχωρέσουν, θα πρέπει πρωτίστως να συγχωρέσουμε τον εαυτό μας κάτι που δεν είναι καθόλου απλό. Μπορεί όμως να συμβεί παράλληλα με τη σκέψη ότι αυτό που έγινε μπορεί να προκάλεσε σοβαρές συνέπειες σε κάποιον.

Δεχθείτε ότι δεν είστε τέλειος/τέλεια: κανείς δεν είναι τέλειος. Ακόμα και όσοι βρίσκονται στο οικογενειακό ή φιλικό σας περιβάλλον και μπορεί να πιστεύετε πως δεν κάνουν κανένα λάθος, σίγουρα κάνουν λάθη. Και πως θα δεχθείτε πως η τελειότητα δεν υφίσταται; Απλά με το να δεχθείτε πως όλοι γύρω σας, όπως και εσείς κάνουν το καλύτερο που μπορούν, προκειμένου να κυλά αρμονικά η ζωή τους.

Αναζητήστε τη βοήθεια ειδικού: αν οι τύψεις και οι ενοχές έχουν κατακλύσει τη ζωή σας και δεν μπορείτε να λειτουργήσετε όπως παλιά, ενώ παρά τις προσπάθειες δεν μπορείτε να το ξεπεράσετε, είναι σωστότερο να αναζητήσετε τη βοήθεια ενός Ειδικού Ψυχικής Υγείας της επιλογής σας. Η Ψυχοθεραπεία, είναι βέβαιο πως θα έχει εξαιρετικά θετικά αποτελέσματα, όχι μόνο στο συγκεκριμένο θέμα αλλά γενικότερα στη ζωή σας.

Το λάθος έγινε εχθές: μήπως ήρθε η ώρα να εστιάσετε την προσοχή σας στο αύριο; Κανείς δεν μπορεί να αλλάξει το παρελθόν και το μόνο που καταφέρνετε σκεπτόμενοι συνεχώς το παρελθόν είναι να αυξάνετε τις αρνητικές σκέψεις και παράλληλα το άγχος που βιώνετε.

Αφήστε τη σκέψη της ενοχής να εγκαταλείψει το μυαλό σας: το κάνατε, το σκεφτήκατε, βασανίσατε το μυαλό σας και τον εαυτό σας, υποφέρατε αλλά είναι καιρός να αφήσετε τις ενοχές πίσω σας. Επίσης, κάντε το καλύτερο που μπορείτε για να σας συγχωρέσει το άτομο που βλάψατε ή πληγώσατε, αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να το παρακάνετε. Η συγχώρεση είναι δύσκολη, αλλά αν δεν θέλει να το κάνει, καλύτερα να μην πιέσετε τις καταστάσεις.

Το αίσθημα της ενοχής και οι τύψεις είναι ένα ένα πολύ κοινό συναίσθημα. Ένα συναίσθημα που έχουμε όλοι βιώσει και θα βιώσουμε και στο μέλλον. Για το καλό μας θα πρέπει να διαχειριζόμαστε με κάθε τρόπο αυτό το συναίσθημα και όχι να το κρύβουμε ή να το αφήνουμε για αργότερα. Τα παραπάνω βήματα είναι μια καλή αρχή για να ξεκινήσει η διαχείριση του αισθήματος ενοχής. Δεν χρειάζεται να γίνουν άμεσα και όλα μαζί. Είναι σίγουρο πως σιγά σιγά, θα μειωθούν οι αρνητικές σκέψεις και θα επέλθει η συγχώρεση.

Εκπληκτικές ομοιότητες μεταξύ του ανθρώπινου εγκέφαλου και του Σύμπαντ

Ένας αστροφυσικός στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και ένας νευροχειρουργός στο Πανεπιστήμιο της Βερόνας συνέκριναν το δίκτυο των νευρωνικών κυττάρων στον ανθρώπινο εγκέφαλο με το κοσμικό δίκτυο γαλαξιών ...και προέκυψαν εκπληκτικές ομοιότητες

Στην εργασία τους που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Physics, ο Franco Vazza (αστροφυσικός στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια) και ο Alberto Feletti (νευροχειρουργός στο Πανεπιστήμιο της Verona) ερεύνησαν τις ομοιότητες μεταξύ δύο από τα πιο δύσκολα και πολύπλοκα συστήματα στη φύση: το κοσμικό δίκτυο των γαλαξιών και του δικτύου των νευρωνικών κυττάρων στον ανθρώπινο εγκέφαλο.

Παρά την ουσιαστική διαφορά κλίμακας μεταξύ των δύο δικτύων (περισσότερες από 27 τάξεις μεγέθους), η ποσοτική τους ανάλυση, η οποία βρίσκεται στο σταυροδρόμι της κοσμολογίας και της νευροχειρουργικής, υποδηλώνει ότι διαφορετικές φυσικές διαδικασίες μπορούν να οικοδομήσουν δομές που χαρακτηρίζονται από παρόμοια επίπεδα πολυπλοκότητας και αυτοοργάνωσης .

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος λειτουργεί χάρη στο ευρύ νευρωνικό του δίκτυο που θεωρείται ότι περιέχει περίπου 69 δισεκατομμύρια νευρώνες.

Από την άλλη πλευρά, το παρατηρήσιμο σύμπαν αποτελείται από έναν κοσμικό ιστό τουλάχιστον 100 δισεκατομμυρίων γαλαξιών.

Και στα δύο συστήματα, μόνο το 30% των μαζών τους αποτελείται από γαλαξίες και νευρώνες.

Και στα δύο συστήματα, οι γαλαξίες και οι νευρώνες τακτοποιούνται σε μακρά νημάτια ή κόμβους μεταξύ των νημάτων.

Τέλος, και στα δύο συστήματα, το 70% της κατανομής της μάζας ή της ενέργειας αποτελείται από συστατικά που παίζουν έναν φαινομενικά παθητικό ρόλο : νερό στον εγκέφαλο και σκοτεινή ενέργεια στο παρατηρήσιμο Σύμπαν.

Ξεκινώντας από τα κοινά χαρακτηριστικά των δύο συστημάτων, οι ερευνητές συνέκριναν μια προσομοίωση του δικτύου γαλαξιών με τμήματα του εγκεφαλικού φλοιού και της παρεγκεφαλίδας. Ο στόχος ήταν να παρατηρήσουν πώς οι διακυμάνσεις της ύλης διασκορπίζονται σε τόσο διαφορετικές κλίμακες.

"Υπολογίσαμε τη φασματική πυκνότητα και των δύο συστημάτων. Πρόκειται για μια τεχνική που χρησιμοποιείται συχνά στην κοσμολογία για τη μελέτη της χωρικής κατανομής των γαλαξιών", εξηγεί ο Franco Vazza. "Η ανάλυσή μας έδειξε ότι η κατανομή της διακύμανσης στο νευρωνικό δίκτυο της παρεγκεφαλίδας σε κλίμακα από 1 μικρόμετρο έως 0,1 χιλιοστά ακολουθεί την ίδια εξέλιξη της κατανομής της ύλης στον κοσμικό ιστό αλλά, φυσικά, σε μεγαλύτερη κλίμακα που ξεκινά από 5 εκατομμύρια έως 500 εκατομμύρια έτη φωτός."

Οι δύο ερευνητές υπολόγισαν επίσης ορισμένες παραμέτρους που χαρακτηρίζουν τόσο το νευρωνικό δίκτυο όσο και τον κοσμικό ιστό: τον μέσο αριθμό συνδέσεων σε κάθε κόμβο και την τάση ομαδοποίησης πολλών συνδέσεων σε σχετικούς κεντρικούς κόμβους εντός του δικτύου.

"Για άλλη μια φορά, οι δομικές παράμετροι έχουν εντοπίσει απροσδόκητα επίπεδα συμφωνίας. Πιθανώς, η συνδεσιμότητα εντός των δύο δικτύων εξελίσσεται ακολουθώντας παρόμοιες φυσικές αρχές, παρά την εντυπωσιακή και προφανή διαφορά μεταξύ των φυσικών δυνάμεων που ρυθμίζουν τους γαλαξίες και των νευρώνων", προσθέτει ο Alberto Feletti. "Αυτά τα δύο πολύπλοκα δίκτυα δείχνουν περισσότερες ομοιότητες από αυτές που μοιράζονται μεταξύ του κοσμικού ιστού και ενός γαλαξία ή ενός νευρωνικού δικτύου και του εσωτερικού ενός νευρωνικού σώματος."

Τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα αυτής της πιλοτικής μελέτης ωθούν τους ερευνητές να σκεφτούν ότι νέες και αποτελεσματικές τεχνικές ανάλυσης και στους δύο τομείς, την κοσμολογία και τη νευροχειρουργική, θα επιτρέψουν την καλύτερη κατανόηση της δρομολογημένης δυναμικής που διέπει τη χρονική εξέλιξη αυτών των δύο συστημάτων.

Οι Εχθροί Της Ευτυχίας Είναι Δύο, Ο Πόνος Και Η Πλήξη

Η βασική αλήθεια της Ευδαιμονολογίας παραμένει ακλόνητη:

έχει πολύ μικρότερη σημασία το τι έχει ο άνθρωπος ή το ποια εικόνα παρουσιάζει προς τα έξω από το τι είναι.

«Η μεγαλύτερη ευτυχία
είναι η προσωπικότητα
»
(Γκαίτε).

Σε όλα τα πράγματα και σε όλες τις περιπτώσεις ο άνθρωπος απολαμβάνει στην πραγματικότητα μόνο τον εαυτό του: κι αν ο εαυτός μας δεν κάνει για πολλά, τότε όλες οι απολαύσεις μοιάζουν με ακριβά κρασιά σ’ έναν κόσμο πλημμυρισμένο από χολή.

Κι αφού οι μεγάλοι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας είναι δύο, ο πόνος και η πλήξη, η φύση της προσωπικότητας έχει προβλέψει εναντίον τους κάποιες άμυνες: κατά του πόνου (ο οποίος πολύ συχνότερα είναι ψυχικός παρά σωματικός) έχει προβλέψει την ευθυμία, και κατά της πλήξης το πνεύμα. - Τα δύο αυτά δεν συγγενεύουν μεταξύ τους, σε ακραίες περιπτώσεις μάλιστα θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ασύμβατα.

Η διανόηση είναι συγγενής με τη μελαγχολία [κατά τον Αριστοτέλη].

Οι ευφυείς άνθρωποι είναι μελαγχολικοί και οι πιο εύθυμες διαθέσεις χαρακτηρίζουν επιφανειακές παρά πνευματικές δυνάμεις.

Όσο καλύτερα είναι μια φύση εξοπλισμένη απέναντι σε ένα απ’ αυτά τα κακά, τόσο χειρότερα είναι εξοπλισμένη κατά κανόνα απέναντι στο άλλο.

- Καμιά ανθρώπινη ζωή δεν είναι απαλλαγμένη από τον πόνο και την πλήξη: και είναι μια ιδιαίτερη εύνοια της μοίρας, όταν εκθέτει τον άνθρωπο κυρίως στο ένα απ’ τα δύο αυτά κακά, για το οποίο είναι ιδιαίτερα καλά εξοπλισμένος, στέλνει δηλαδή πολύ πόνο σ’ αυτόν που είναι ιδιαίτερα εύθυμος και πολύ μεγάλη πλήξη σ’ αυτόν που έχει πολύ πνεύμα - δε συμβαίνει όμως το αντίθετο.

Γιατί το πνεύμα πολλαπλασιάζει τον πόνο δυο και τρεις φορές και για έναν ψυχισμό χωρίς πνεύμα η μοναξιά και ο απόλυτα κενός χρόνος είναι ανυπόφορα πράγματα.

Άρθουρ Σοπενχάουερ, Η τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος

Επίσκυρος: Το άθλημα των αρχαίων Ελλήνων που έμοιαζε με το ποδόσφαιρο

Yπάρχουν πολλές αναφορές για τις πρώτες μορφές ποδοσφαίρου που υπήρξαν στην αρχαιότητα.

Ωστόσο και οι αρχαίοι Έλληνες ήταν γνωστή για το πάθος τους για τη γυμναστική. Και για την επινοητικότητα τους. Υπήρχε λοιπόν ένα παιχνίδι που παιζόταν στην αρχαία Ελλάδα που λεγόταν «Επίσκυρος» και έμοιαζε αρκετά με το ποδόσφαιρο. Για την ακρίβεια ήταν κάτι περισσότερο μεταξύ ποδοσφαίρου και ράγκμπι.

Το παιχνίδι ήταν καθαρά ομαδικό και παιζόταν από δυο ομάδες που αποτελούνταν από 12 έως 14 παίκτες. Ονομάστηκε έτσι επειδή οι δυο ομάδες χωρίζονταν από μια γραμμή στην οποία τοποθετούνταν μια πέτρα την οποία ονόμαζαν σκύρο. Υπήρχαν ακόμα δυο γραμμές πίσω από κάθε ομάδα. Σκοπός ήταν να περάσει η μπάλα πάνω από την αντίπαλη ομάδα, η οποία έπρεπε να την πιάσει και να κάνει το ίδιο. Το ότι η μπάλα έπρεπε να περάσει από κάποιο όριο, έχει στοιχεία και του ποδοσφαίρου αλλά και του ράγκμπι, με τον Επίσκυρο να παίζεται και με τα πόδια και με τα χέρια.

Οι Αρχαίοι Έλληνες την θεωρούσαν ως μια ελαφριά μορφή γυμναστικής. Μπορεί να παιζόταν κυρίως από άνδρες, αλλά ήταν αγαπημένο παιχνίδι γυναικών και παιδιών. Η FIFA έχει αναγνωρίσει επίσημα τον Επίσκυρο ως μια από τις πρώτες μορφές ποδοσφαίρου.

Ανακαλύφθηκε νέα κατηγορία ραδιοαστρονομικών αντικειμένων: περίεργες κυκλικές ραδιο-πηγές (ORC)

Μια διεθνής ομάδα αστρονόμων ανακάλυψε μια απροσδόκητη νέα κατηγορία ραδιο-αστρονομικών αντικειμένων, που αποτελείται από έναν κυκλικό δίσκο, ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις φωτίζει τα άκρα και μερικές φορές περιέχει έναν γαλαξία στο κέντρο του. Με την ονομασία «Odd Radio Circles», αυτά τα αντικείμενα δεν φαίνεται να αντιστοιχούν σε κανέναν γνωστό τύπο αστρονομικού αντικειμένου.

Τα κυκλικά χαρακτηριστικά είναι γνωστά στις ραδιο-αστρονομικές εικόνες και συνήθως αντιπροσωπεύουν ένα σφαιρικό αντικείμενο, όπως ένα υπόλειμμα σουπερνόβα, ένα πλανητικό νεφέλωμα, ένα κέλυφος γύρω από ένα αστέρι ή ένα πρόσωπο με δίσκο όπως ένας πρωτοπλανητικός δίσκος ή ένας σχηματισμός αστεριών γαλαξίας. Μπορεί επίσης να προκύψουν από απεικονιστικά αντικείμενα γύρω από φωτεινά αστρονομικά αντικείμενα.

Αστρονόμοι στο πανεπιστήμιο του Δυτικού Σίδνεϊ αναφέρουν την ανακάλυψη μιας κατηγορίας κυκλικού χαρακτηριστικού σε ραδιοαστρονομικές εικόνες, που δεν φαίνεται να αντιστοιχούν σε κανέναν από αυτούς τους γνωστούς τύπους αντικειμένων ή αντικειμένων, αλλά φαίνεται να είναι μια νέα κατηγορία αστρονομικών αντικείμενο. Γι αυτό ονόμασαν αυτά τα αντικείμενα Odd Radio Circles (ORC).

Οι ερευνητές εντόπισαν τρία ORC – που ονομάστηκαν ORCs 1, 2 και 3 – σε εικόνες από την πιλοτική έρευνα του εξελικτικού χάρτη του σύμπαντος , η οποία είναι μια συνεχής έρευνα με τη βοήθεια του τηλεσκοπίου Australian Square Kilometer Array Pathfinder (ASKAP).

Μια άλλη ραδιοφωνική πηγή, που ονομάζεται ORC 4, ανακαλύφθηκε σε αρχειακές παρατηρήσεις του γαλαξιακού σμήνους Abell 2142 που ελήφθη με το Τηλεσκόπιο Giant MetreWave (GMRT) στην Ινδία.

Και τα τέσσερα ORC είναι παρόμοια στην εμφάνιση μιας ισχυρής κυκλικής συμμετρίας και κανένα από αυτά δεν έχει προφανή αντίστοιχα σε μήκη κύματος οπτικών, υπέρυθρων και ακτίνων Χ.

Διαφέρουν στο ότι δύο από αυτά έχουν έναν κεντρικό γαλαξία, ενώ δύο όχι, και τρεις από αυτά (ORCs 1, 2 και 4) αποτελούνται από έναν μερικώς πλήρη δακτύλιο, ενώ ένας (ORC 3) φαίνεται να είναι ένας ομοιόμορφος δίσκος. Υπάρχει επίσης το αινιγματικό γεγονός ότι δύο από αυτούς είναι πολύ κοντά μεταξύ τους, πράγμα που σημαίνει ότι αυτά τα δύο ORC έχουν μια κοινή αιτία.

Εάν ο κεντρικός γαλαξίας στο ORC 4 σχετίζεται με τον δακτύλιο, τότε ο δακτύλιος απέχει 4,2 δισεκατομμύρια έτη φωτός και έχει μέγεθος 1,1 έως 0,9 εκατομμύρια έτη φωτός.

Είναι πιθανό τα ORC να αντιπροσωπεύουν μια νέα κατηγορία ενός γνωστού φαινομένου, όπως οι πίδακες ενός ραδιο γαλαξία ή ένα πλανητικό νεφέλωμα, ή έναν περιστασιακό σχηματισμό όπως ένας πρωτοπλανητικός δίσκος ή ένας γαλαξίας που σχηματίζει αστέρια. Εναλλακτικά, μπορεί να αντιπροσωπεύουν κάποια απομεινάρια μιας προηγούμενης εκροής από έναν ραδιογαλαξία.

Τείχος του Νοτίου Πόλου

Επίσης, έγινε και μία δεύτερη ανακάλυψη. Σε σχετική δημοσίευση για μία νέα κοσμική δομή, ένας νέος τρισδιάστατος χάρτης του σύμπαντος αποκάλυψε κοντά στο νοτιότερο μέρος του γήινου ουρανού μια από τις μεγαλύτερες κοσμικές δομές που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα.

Πρόκειται για ένα αδιανόητα μεγάλο «Τείχος» που εκτείνεται σε απόσταση 1,4 δισεκατομμυρίων ετών φωτός (ένα έτος φωτός είναι περίπου εννέα τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα) και αποτελείται από εκατοντάδες χιλιάδες γαλαξίες.

Το λεγόμενο «Τείχος του Νοτίου Πόλου», όπως ονομάστηκε, είχε παραμείνει αόρατο έως σήμερα, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του κρύβεται από τον φωτεινό γαλαξία μας.

Το νέο «Τείχος» ανταγωνίζεται σε μέγεθος το «Μεγάλο Τείχος Σλόαν», την έκτη μεγαλύτερη γνωστή κοσμική δομή.

Το ρεκόρ μεγέθους κατέχει το «Μεγάλο Βόρειο Τείχος Ηρακλή-Στέμματος» που απλώνεται σε έκταση περίπου δέκα δισεκατομμυρίων ετών φωτός ή το ένα δέκατο του ορατού σύμπαντος.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ακόμη δεν είναι βέβαιοι πού αρχίζει και πού τελειώνει το νέο «Τείχος», κάτι για το οποίο θα έχουν καλύτερη εικόνα μόνο όταν χαρτογραφήσουν το σύμπαν σε μεγαλύτερη κλίμακα.

B. Brecht: Η έννοια της αλλαγής στη ζωή μας

Bertolt Brecht: 1898-1956

Πώς φιλοσοφείται η αλλαγή;

§1 Ένα ποίημα:

ΟΛΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ

Όλα αλλάζουν.

Να ξαναρχίσεις μπορείς και με την τελευταία σου πνοή.

Μα ό,τι έγινε έγινε.

Και το νερό που έριξες στο κρασί σου

δεν μπορείς να το ξαναβγάλεις.

Ό,τι έγινε έγινε. Το νερό που έριξες στο κρασί σου

δεν μπορείς να το ξαναβγάλεις·

όλα όμως αλλάζουν.

Να ξαναρχίσεις

Μπορείς και με την τελευταία σου πνοή.

§2 Ένα σχόλιο

Ι. Το ποίημα είναι από τα πιο γνωστά του Μπ. Μπρεχτ και γράφτηκε γύρω στο 1944. Για θέμα του έχει την καθολική αλλαγή. Δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να μην υπόκειται σε αλλαγή. Η αλλαγή δεν συνιστά κάποιο εξωτερικό χαρακτηριστικό της πραγματικότητας αλλά το πιο εσωτερικό της στοιχείο, που την καθιστά ενεργό πραγματικότητα. Το ζητούμενο είναι πώς το ανθρώπινο υποκείμενο μπορεί να αποκτήσει συνείδηση αυτής της αλλαγής και να συντονίσει αντίστοιχα την ενεργό του στάση με την ενέργεια της πραγματικότητας.

ΙΙ. Ως προς την αρχιτεκτονική του ποιήματος ο Μπ. Μπρεχτ χρησιμοποιεί τις ίδιες διατυπώσεις και στις δυο στροφές, αλλά τις διατάσσει διαφορετικά και έτσι επιτυγχάνει αλλαγή του περιεχομένου.

ΙΙΙ. Ως προς την αναλυτική του περιεχομένου: στους στίχους βρίσκουμε να θεματοποιούνται δυο φαινόμενα: πρώτα πρώτα, αρχίζοντας ήδη από τον δεύτερο στίχο, ο ποιητής τονίζει με έμφαση πως πρέπει να ακολουθούμε το ρυθμό της αλλαγής και να δίνουμε προς τούτο όλο μας το Είναι έως και την τελευταία μας πνοή. Ως υπαρκτικές οντότητες δεν μπορούμε και δεν αξίζει να ακινητοποιούμαστε εντός των ορίων του παρελθόντος, εντός του πλαισίου των ανύπαρκτων δυνατοτήτων, όπου μας κρατάει χειραγωγημένους και αδύναμους για δράση ό,τι έχει συμβεί. Έτσι θέτει την αναγκαιότητα ενεργοποίησης του υποκειμένου με βάση τις επιταγές της πραγματικότητας, στην οποία είναι εκτεθειμένο το πεπρωμένο μας.

IV. Δεύτερον, αναφέρεται άμεσα στην αδυναμία μας να επηρεάσουμε το παρελθόν: ό,τι έχει γίνει, έχει γίνει και δεν αλλάζει. Αυτό που αλλάζει είναι μόνο το παρόν και συναφώς το μέλλον.

V. Ενώ στην πρώτη στροφή ο Μπ. Μπρεχτ μιλάει πρώτα για τη δυνατότητα αλλαγής και μετά για το γεγονός: «ό,τι συμβαίνει, συμβαίνει και δεν γυρίζει πίσω», στη δεύτερη στροφή ξεκινάει αντίστροφα. Κατ’ αυτό τον τρόπο δεν αφήνει περιθώρια για μερική πραγμάτευση του θέματος ούτε για οποιαδήποτε μορφή συμβιβασμού και υποχώρησης ή παραίτησης από το αγωνιστικό πνεύμα της ζωής, όπως μας έχει διδάσκει ο Ηράκλειτος: «πόλεμος πατήρ πάντων…».

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (518a-519d)

[518a] Ἀλλ᾽ εἰ νοῦν γε ἔχοι τις, ἦν δ᾽ ἐγώ, μεμνῇτ᾽ ἂν ὅτι διτταὶ καὶ ἀπὸ διττῶν γίγνονται ἐπιταράξεις ὄμμασιν, ἔκ τε φωτὸς εἰς σκότος μεθισταμένων καὶ ἐκ σκότους εἰς φῶς. ταὐτὰ δὲ ταῦτα νομίσας γίγνεσθαι καὶ περὶ ψυχήν, ὁπότε ἴδοι θορυβουμένην τινὰ καὶ ἀδυνατοῦσάν τι καθορᾶν, οὐκ ἂν ἀλογίστως γελῷ, ἀλλ᾽ ἐπισκοποῖ ἂν πότερον ἐκ φανοτέρου βίου ἥκουσα ὑπὸ ἀηθείας ἐσκότωται, ἢ ἐξ ἀμαθίας πλείονος εἰς φανότερον ἰοῦσα ὑπὸ λαμπροτέρου μαρμαρυγῆς [518b] ἐμπέπλησται, καὶ οὕτω δὴ τὴν μὲν εὐδαιμονίσειεν ἂν τοῦ πάθους τε καὶ βίου, τὴν δὲ ἐλεήσειεν, καὶ εἰ γελᾶν ἐπ᾽ αὐτῇ βούλοιτο, ἧττον ἂν καταγέλαστος ὁ γέλως αὐτῷ εἴη ἢ ὁ ἐπὶ τῇ ἄνωθεν ἐκ φωτὸς ἡκούσῃ.Καὶ μάλα, ἔφη, μετρίως λέγεις.
Δεῖ δή, εἶπον, ἡμᾶς τοιόνδε νομίσαι περὶ αὐτῶν, εἰ ταῦτ᾽ ἀληθῆ· τὴν παιδείαν οὐχ οἵαν τινὲς ἐπαγγελλόμενοί φασιν εἶναι τοιαύτην καὶ εἶναι. φασὶ δέ που οὐκ ἐνούσης ἐν τῇ [518c] ψυχῇ ἐπιστήμης σφεῖς ἐντιθέναι, οἷον τυφλοῖς ὀφθαλμοῖς ὄψιν ἐντιθέντες.
Φασὶ γὰρ οὖν, ἔφη.
Ὁ δέ γε νῦν λόγος, ἦν δ᾽ ἐγώ, σημαίνει ταύτην τὴν ἐνοῦσαν ἑκάστου δύναμιν ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τὸ ὄργανον ᾧ καταμανθάνει ἕκαστος, οἷον εἰ ὄμμα μὴ δυνατὸν ἦν ἄλλως ἢ σὺν ὅλῳ τῷ σώματι στρέφειν πρὸς τὸ φανὸν ἐκ τοῦ σκοτώδους, οὕτω σὺν ὅλῃ τῇ ψυχῇ ἐκ τοῦ γιγνομένου περιακτέον εἶναι, ἕως ἂν εἰς τὸ ὂν καὶ τοῦ ὄντος τὸ φανότατον δυνατὴ γένηται ἀνασχέσθαι θεωμένη· τοῦτο δ᾽ εἶναί φαμεν [518d] τἀγαθόν. ἦ γάρ;
Ναί.
Τούτου τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, αὐτοῦ τέχνη ἂν εἴη, τῆς περιαγωγῆς, τίνα τρόπον ὡς ῥᾷστά τε καὶ ἀνυσιμώτατα μεταστραφήσεται, οὐ τοῦ ἐμποιῆσαι αὐτῷ τὸ ὁρᾶν, ἀλλ᾽ ὡς ἔχοντι μὲν αὐτό, οὐκ ὀρθῶς δὲ τετραμμένῳ οὐδὲ βλέποντι οἷ ἔδει, τοῦτο διαμηχανήσασθαι.
Ἔοικεν γάρ, ἔφη.
Αἱ μὲν τοίνυν ἄλλαι ἀρεταὶ καλούμεναι ψυχῆς κινδυνεύουσιν ἐγγύς τι εἶναι τῶν τοῦ σώματος —τῷ ὄντι γὰρ [518e] οὐκ ἐνοῦσαι πρότερον ὕστερον ἐμποιεῖσθαι ἔθεσι καὶ ἀσκήσεσιν— ἡ δὲ τοῦ φρονῆσαι παντὸς μᾶλλον θειοτέρου τινὸς τυγχάνει, ὡς ἔοικεν, οὖσα, ὃ τὴν μὲν δύναμιν οὐδέποτε ἀπόλλυσιν, ὑπὸ δὲ τῆς περιαγωγῆς χρήσιμόν τε καὶ ὠφέλιμον [519a] καὶ ἄχρηστον αὖ καὶ βλαβερὸν γίγνεται. ἢ οὔπω ἐννενόηκας, τῶν λεγομένων πονηρῶν μέν, σοφῶν δέ, ὡς δριμὺ μὲν βλέπει τὸ ψυχάριον καὶ ὀξέως διορᾷ ταῦτα ἐφ᾽ ἃ τέτραπται, ὡς οὐ φαύλην ἔχον τὴν ὄψιν, κακίᾳ δ᾽ ἠναγκασμένον ὑπηρετεῖν, ὥστε ὅσῳ ἂν ὀξύτερον βλέπῃ, τοσούτῳ πλείω κακὰ ἐργαζόμενον;
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη.
Τοῦτο μέντοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, τὸ τῆς τοιαύτης φύσεως εἰ ἐκ παιδὸς εὐθὺς κοπτόμενον περιεκόπη τὰς τῆς γενέσεως [519b] συγγενεῖς ὥσπερ μολυβδίδας, αἳ δὴ ἐδωδαῖς τε καὶ τοιούτων ἡδοναῖς τε καὶ λιχνείαις προσφυεῖς γιγνόμεναι [περὶ] κάτω στρέφουσι τὴν τῆς ψυχῆς ὄψιν· ὧν εἰ ἀπαλλαγὲν περιεστρέφετο εἰς τὰ ἀληθῆ, καὶ ἐκεῖνα ἂν τὸ αὐτὸ τοῦτο τῶν αὐτῶν ἀνθρώπων ὀξύτατα ἑώρα, ὥσπερ καὶ ἐφ᾽ ἃ νῦν τέτραπται.
Εἰκός γε, ἔφη.
Τί δέ; τόδε οὐκ εἰκός, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ ἀνάγκη ἐκ τῶν προειρημένων, μήτε τοὺς ἀπαιδεύτους καὶ ἀληθείας ἀπείρους [519c] ἱκανῶς ἄν ποτε πόλιν ἐπιτροπεῦσαι, μήτε τοὺς ἐν παιδείᾳ ἐωμένους διατρίβειν διὰ τέλους, τοὺς μὲν ὅτι σκοπὸν ἐν τῷ βίῳ οὐκ ἔχουσιν ἕνα, οὗ στοχαζομένους δεῖ ἅπαντα πράττειν ἃ ἂν πράττωσιν ἰδίᾳ τε καὶ δημοσίᾳ, τοὺς δὲ ὅτι ἑκόντες εἶναι οὐ πράξουσιν, ἡγούμενοι ἐν μακάρων νήσοις ζῶντες ἔτι ἀπῳκίσθαι;
Ἀληθῆ, ἔφη.
Ἡμέτερον δὴ ἔργον, ἦν δ᾽ ἐγώ, τῶν οἰκιστῶν τάς τε βελτίστας φύσεις ἀναγκάσαι ἀφικέσθαι πρὸς τὸ μάθημα ὃ ἐν τῷ πρόσθεν ἔφαμεν εἶναι μέγιστον, ἰδεῖν τε τὸ ἀγαθὸν [519d] καὶ ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν, καὶ ἐπειδὰν ἀναβάντες ἱκανῶς ἴδωσι, μὴ ἐπιτρέπειν αὐτοῖς ὃ νῦν ἐπιτρέπεται.
Τὸ ποῖον δή;
Τὸ αὐτοῦ, ἦν δ᾽ ἐγώ, καταμένειν καὶ μὴ ἐθέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ᾽ ἐκείνους τοὺς δεσμώτας μηδὲ μετέχειν τῶν παρ᾽ ἐκείνοις πόνων τε καὶ τιμῶν, εἴτε φαυλότεραι εἴτε σπουδαιότεραι.
Ἔπειτ᾽, ἔφη, ἀδικήσομεν αὐτούς, καὶ ποιήσομεν χεῖρον ζῆν, δυνατὸν αὐτοῖς ὂν ἄμεινον;

***
[518a] Αλλ᾽ αν έχει κανείς νου, θα μπορούσε να θυμηθεί πως είναι δυο ειδών και από δυο αφορμές προέρχεται η διατάραξη της όρασης: όταν μεταβαίνει κανείς από το σκοτάδι στο φως και όταν από το φως στο σκοτάδι. Το ίδιο λοιπόν πρέπει να παραδεχτεί πως γίνεται και με την ψυχή και, όταν δει καμιά να τα χάνει και να μην μπορεί να διακρίνει κάτι καθαρά, να μη γελά χωρίς λόγο, αλλά να εξετάζει τί από τα δυο συμβαίνει, τάχα επειδή ήρθε από φωτεινότερη ζωή έχουν σκοτισθεί τα μάτια της που δεν ήταν συνηθισμένα στο σκοτάδι, ή μήπως, αμάθητη στο περισσότερο, έφτασε σε πολύ δυνατότερο φως και [518b] έχουν γεμίσει τα μάτια της από ζωηρότερη φεγγοβολή; και τότε βέβαια τη μια θα τη μακαρίσει για το πάθημά της και τη ζωή της και την άλλη θα την ελεεινολογήσει, κι αν είχε τη διάθεση να γελά μαζί της, το γέλιο του θα ήταν λιγότερο καταγέλαστο παρά αν γελούσε με την ψυχή που έχει φτάσει από το επάνω εκεί φως.
Πολύ λογικά τα λες.

Η παιδεία στροφή της ψυχής προς το φως, δηλαδή προς την ιδέα του αγαθού
Πρέπει λοιπόν, αν είν᾽ αυτά αληθινά, να παραδεχτούμε πως η παιδεία δεν είναι τέτοια όπως την λένε πως είναι μερικοί που την έχουν επάγγελμά τους. Γιατί ισχυρίζονται πως επιστήμη [518c] δεν υπάρχει μέσα στην ψυχή, αλλά αυτοί την βάζουν, όπως σαν να βάζουν σε τυφλούς την όραση.
Αυτό πραγματικώς λένε.
Ενώ ο δικός μας τώρα ο λόγος θέλει να πει πως ο καθένας έχει μέσα στην ψυχή του τη δύναμη να μαθαίνει και το κατάλληλο για τη μάθηση όργανο· και όπως, αν δεν ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά, θα έπρεπε να στρέφει κανείς το μάτι του με όλο μαζί το σώμα του από το σκοτεινό στο φωτεινό, έτσι πρέπει να στρέφει γύρω κι αυτή τη δύναμη και το όργανό της με όλη μαζί την ψυχή του από εκείνο που γίνεται προς το καθαυτό ον, ώσπου να κατορθώσει επιτέλους να ατενίζει, χωρίς να υποφέρει, το φωτεινότατο του όντος, που εμείς λέμε πως αυτό είναι [518d] το αγαθό· δεν είν᾽ έτσι;
Ναι.
Αυτής λοιπόν της περιστροφής θα ήταν τέχνη η παιδεία, με ποιό τρόπο να καταφέρει να μεταστραφεί όσο μπορεί ευκολότερα και ωφελιμότερα η ψυχή, όχι για να της βάλει κανείς μέσα της τη δύναμη να βλέπει, γιατί αυτή την έχει, αλλά για να διορθώσει την κατεύθυνσή της, που δεν είναι σωστά στραμμένη ούτε βλέπει εκεί που έπρεπε.
Έτσι φαίνεται.
Οι άλλες λοιπόν αρετές που λένε της ψυχής φαίνεται να είναι επάνω κάτω όχι πολύ διαφορετικές από του σώματος· γιατί, ενώ πραγματικώς [518e] δεν υπάρχουν από μιας αρχής, τις αποκτά κανείς ύστερα με το συνηθισμό και με την άσκηση· ενώ η αρετή της φρόνησης φαίνεται πως έχει κάποια θεϊκότερη απ᾽ όλα τ᾽ άλλα φύση, που ποτέ δε χάνει τη δύναμή της και που αναλόγως της περιαγωγής της άλλοτε γίνεται ωφέλιμη και χρήσιμη [519a] και άλλοτε απεναντίας άχρηστη και βλαβερή. Ή δεν έχεις προσέξει ακόμα, αυτών των ανθρώπων, που τους λένε πονηρούς μα και έξυπνους μαζί, με πόσο διαπεραστική ματιά η μικρή τους η ψυχή και με τί φωτιά μάτι βλέπει όσα την ενδιαφέρουν, γιατί δεν έχει αδύνατη όραση, μα επειδή είναι αναγκασμένη να υπηρετεί την κακία τους, όσο μεγαλύτερη είναι η οξυδέρκειά τους τόσο και μεγαλύτερο κακό κάνουν;
Βέβαια το᾽ χω παρατηρήσει.
Αν όμως στις τέτοιες φύσεις ευθύς από την παιδική τους ηλικία ήθελε κανείς κόψει σύριζα τις [519b] έμφυτες από γενετής κακίες των, που σαν τα μολυβένια βαρίδια των διχτυών είναι πια κολλημένες επάνω τους και με τις πολυφαγίες και τις παρόμοιες απολαύσεις και καταχρήσεις τραβούν προς τα κάτω την όραση της ψυχής· αν, λέγω, ήθελαν απαλλαχθεί απ᾽ όλ᾽ αυτά και στραφεί προς τα αληθινά, θα τα ᾽βλεπαν βέβαια κι αυτά με την ίδια οξυδέρκεια, όπως και τώρα εκείνα που τους ενδιαφέρουν.
Πολύ φυσικά.
Τί λοιπόν; δεν είναι κι αυτό φυσικό και δε βγαίνει αναγκαστικά απ᾽ όσα είπαμε ως τώρα, πως μήτε οι απαίδευτοι που ποτέ τους δεν γνώρισαν την [519c] αλήθεια θα μπορούσαν ποτέ να κυβερνήσουν την πολιτεία, μήτε εκείνοι που τους αφήνουν να περνούν ως το τέλος της ζωής τους με την παιδεία· οι πρώτοι επειδή δεν έχουν ένα ορισμένο σκοπό, που κυνηγώντας τον να κανονίζουν ανάλογα όλες τις πράξεις και στον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο τους, και οι άλλοι πάλι, γιατί ποτέ δε θ᾽ αποφάσιζαν από θέλησή τους να καταγίνουν με καμιά πρακτική απασχόληση, νομίζοντας πως, από ζωντανοί ακόμα, βρίσκονται και ζουν στα νησιά των Μακάρων.
Αλήθεια.
Δουλειά μας λοιπόν είναι τώρα, εμείς οι ιδρυτές της πολιτείας να αναγκάσομε τις ξεχωριστές εκείνες φύσεις να επιδοθούν στο μάθημα που το αναγνωρίσαμε πριν πως είναι το ανώτερο, να ιδούν το αγαθό [519d] και να επιχειρήσουν εκείνο το ανέβασμα και, αφού εκεί απάνω το δουν αρκετά, να μην τους επιτρέψομε να κάμουν αυτό που επιτρέπεται τώρα.
Ποιό τάχα;
Να μείνουν εκεί πάνω και να μην εννοούν να κατέβουν πίσω κοντά σε κείνους τους δεσμώτες ούτε να συμμερίζουνται μαζί τους τούς ίδιους μόχτους και τιμές, είτε ταπεινότερες είτε σπουδαιότερες.
Μα πώς; τόσο θα τους αδικήσομε και θα τους κάμομε να ζουν χειρότερα, ενώ μπορούν να ζουν πολύ καλύτερα;