ἀλλὰ μὴ μέλλωμεν ἤδη τώδε τίλλειν καὶ δάκνειν.
ποῦ ᾽σθ᾽ ὁ ταξίαρχος; ἐπαγέτω τὸ δεξιὸν κέρας.
ΕΥ. τοῦτ᾽ ἐκεῖνο. ποῖ φύγω δύστηνος; ΠΙ. οὗτος, οὐ μενεῖς;
355 ΕΥ. ἵν᾽ ὑπὸ τούτων διαφορηθῶ; ΠΙ. πῶς γὰρ ἂν τούτους δοκεῖς
ἐκφυγεῖν; ΕΥ. οὐκ οἶδ᾽ ὅπως ἄν. ΠΙ. ἀλλ᾽ ἐγώ τοι σοι λέγω,
ὅτι μένοντε δεῖ μάχεσθαι λαμβάνειν τε τῶν χυτρῶν.
ΕΥ. τί δὲ χύτρα νὼ ᾽πωφελήσει; ΠΙ. γλαῦξ μὲν οὐ πρόσεισι νῷν.
ΕΥ. τοῖς δὲ γαμψώνυξι τοισδί; ΠΙ. τὸν ὀβελίσκον ἁρπάσας
360 εἶτα κατάπηξον πρὸ σαυτοῦ. ΕΥ. τοῖσι δ᾽ ὀφθαλμοῖσι τί;
ΠΙ. ὀξύβαφον ἐντευθενὶ προθοῦ λαβὼν ἢ τρύβλιον.
ΕΥ. ὦ σοφώτατ᾽, εὖ γ᾽ ἀνηῦρες αὐτὸ καὶ στρατηγικῶς·
ὑπερακοντίζεις σύ γ᾽ ἤδη Νικίαν ταῖς μηχαναῖς.
ΧΟ. ἐλελελεῦ· χώρει, κάθες τὸ ῥύγχος· οὐ μέλλειν ἐχρῆν.
365 ἕλκε, τίλλε, παῖε, δεῖρε· κόπτε πρώτην τὴν χύτραν.
ΕΠ. εἰπέ μοι, τί μέλλετ᾽, ὦ πάντων κάκιστα θηρίων,
ἀπολέσαι παθόντες οὐδὲν ἄνδρε καὶ διασπάσαι
τῆς ἐμῆς γυναικὸς ὄντε ξυγγενεῖ καὶ φυλέτα;
ΧΟ. φεισόμεσθα γάρ τι τῶνδε μᾶλλον ἡμεῖς ἢ λύκων;
370 ἢ τίνας τεισαίμεθ᾽ ἄλλους τῶνδ᾽ ἂν ἐχθίους ἔτι;
ΕΠ. εἰ δὲ τὴν φύσιν μὲν ἐχθροί, τὸν δὲ νοῦν εἰσιν φίλοι,
καὶ διδάξοντές τι δεῦρ᾽ ἥκουσιν ὑμᾶς χρήσιμον;
ΧΟ. πῶς δ᾽ ἂν οἵδ᾽ ἡμᾶς τι χρήσιμον διδάξειάν ποτε
ἢ φράσειαν, ὄντες ἐχθροὶ τοῖσι πάπποις τοῖς ἐμοῖς;
375 ΕΠ. ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ἐχθρῶν δῆτα πολλὰ μανθάνουσιν οἱ σοφοί.
ἡ γὰρ εὐλάβεια σῴζει πάντα. παρὰ μὲν οὖν φίλου
οὐ μάθοις ἂν τοῦθ᾽, ὁ δ᾽ ἐχθρὸς εὐθὺς ἐξηνάγκασεν.
αὐτίχ᾽ αἱ πόλεις παρ᾽ ἀνδρῶν ἔμαθον ἐχθρῶν κοὐ φίλων
ἐκπονεῖν θ᾽ ὑψηλὰ τείχη ναῦς τε κεκτῆσθαι μακράς·
380 τὸ δὲ μάθημα τοῦτο σῴζει παῖδας, οἶκον, χρήματα.
ΧΟ. ἔστι μὲν λόγων ἀκοῦσαι πρῶτον, ὡς ἡμῖν δοκεῖ,
χρήσιμον· μάθοι γὰρ ἄν τις κἀπὸ τῶν ἐχθρῶν σοφόν.
ΠΙ. οἵδε τῆς ὀργῆς χαλᾶν εἴξασιν. ἄναγ᾽ ἐπὶ σκέλος.
ΕΠ. καὶ δίκαιόν γ᾽ ἐστὶ κἀμοὶ δεῖ νέμειν ὑμᾶς χάριν.
385 ΧΟ. ἀλλὰ μὴν οὐδ᾽ ἄλλο σοί πω πρᾶγμ᾽ ἐνηντιώμεθα.
***
ΚΟΡ. Μπρος λοιπόν κι ας μην αργούμε· μπρος, τσιμπιές και δαγκωνιές!
Ε ταξίαρχε! Η δεξιά μας πτέρυγα να προχωρεί.
ΕΥΕ. Αχ, αυτό ήταν· πού να φύγω ο δύστυχος; ΠΙΣ. Γιά στάσου, βρε.
ΕΥΕ. Τί; Για να με τεταρτιάσουν; ΠΙΣ. Και πώς σκέφτεσαι απ᾽ αυτά
να ξεφύγεις; ΕΥΕ. Μήπως ξέρω; ΠΙΣ. Γιά άκου εμένα· πρέπει εδώ
μένοντας ν᾽ αγωνιστούμε τα τσουκάλια αδράχνοντας.
ΕΥΕ. Τί θα κάμουν τα τσουκάλια; ΠΙΣ. Η κουκουβάγια, το πουλί
της Παλλάδας, δε ζυγώνει σα δει χύτρες, το προϊόν
της Αθήνας. ΕΥΕ. Ναι, μα τ᾽ άλλα; τα καρφονυχάτα; ΠΙΣ. Νά,
360 μπήξε μπρος σου αυτή τη σούβλα. ΕΥΕ. Για τα μάτια μου όμως τί;
ΠΙΣ. Μια ξιδιέρα ή μια σκουτέλα βάλε μπρος τους για σκεπή.
ΕΥΕ. Γεια σου, τετραπέρατέ μου· τί έμπνευση στρατηγική!
Ούτε κι ο Νικίας δεν έχει τέτοιο θηλυκό μυαλό.
ΚΟΡ. Μπρος, αέρα, μπρος, τα ράμφη χαμηλά, και γρήγορα!
Τράβα, τσίμπα, χτύπα, γδέρνε· πρώτα το τσουκάλι· μπρος!
ΤΣΑ., μπαίνοντας στη μέση.
Δίχως, βρε, να σας πειράξουν, παλιοζωντανά, γιατί
πάτε να χαλάσετε έτσι δυο άντρες, να τους σκίσετε,
που ᾽ναι απ᾽ τη φυλή μου και είναι της γυναίκας μου γενιά;
ΚΟΡ. Να τους σπλαχνιστούμε; ουδ᾽ όσο κι ένα λύκο· ποιόν εχθρό
370 έχουμε χειρότερο άλλον, για να εκδικηθούμ᾽ εμείς;
ΤΣΑ. Κι αν από φυλή εχθρική ᾽ναι, μα έχουν γνώμη φιλική,
κι ήρθανε να σας διδάξουν κάτι που είναι χρήσιμο;
ΚΟΡ. Πώς μπορούν να μας διδάξουν κάτι χρήσιμο, καλή
οδηγία να δώσουν, που ήταν των παππούδων μας εχθροί;
ΤΣΑ. Από τους εχθρούς μαθαίνουν οι έξυπνοι· η προφύλαξη
διώχνει πέρα τους κινδύνους· τούτο δε μαθαίνεται
απ᾽ το φίλο, ενώ ο εχθρός σου σ᾽ αναγκάζει να το βρεις.
Νά! Τα κράτη απ᾽ τους εχθρούς τους κι όχι από τους φίλους τους
μάθανε να χτίζουν κάστρα, πύργους, πλοία πολεμικά·
380 κι έτσι σώζουν τα παιδιά τους και τα σπίτια και το βιος.
ΚΟΡ. Ναι, ν᾽ ακούσουμε μπορούμε πρώτα τί έχουν να μας πουν·
ίσως κάτι βγει· μαθαίνεις, φυσικά, κι απ᾽ τους εχθρούς.
ΠΙΣ., στον Ευελπίδη.
Φαίνεται, έπεσε ο θυμός τους. Πίσω λίγα βήματα.
ΤΣΑ., στο Χορό.
Δίκιο· μα και για δικιά μου χάρη να το κάμετε.
ΚΟΡ. Και σε τίποτ᾽ άλλο ως τώρα κόντρα δε σου πήγαμε.
ποῦ ᾽σθ᾽ ὁ ταξίαρχος; ἐπαγέτω τὸ δεξιὸν κέρας.
ΕΥ. τοῦτ᾽ ἐκεῖνο. ποῖ φύγω δύστηνος; ΠΙ. οὗτος, οὐ μενεῖς;
355 ΕΥ. ἵν᾽ ὑπὸ τούτων διαφορηθῶ; ΠΙ. πῶς γὰρ ἂν τούτους δοκεῖς
ἐκφυγεῖν; ΕΥ. οὐκ οἶδ᾽ ὅπως ἄν. ΠΙ. ἀλλ᾽ ἐγώ τοι σοι λέγω,
ὅτι μένοντε δεῖ μάχεσθαι λαμβάνειν τε τῶν χυτρῶν.
ΕΥ. τί δὲ χύτρα νὼ ᾽πωφελήσει; ΠΙ. γλαῦξ μὲν οὐ πρόσεισι νῷν.
ΕΥ. τοῖς δὲ γαμψώνυξι τοισδί; ΠΙ. τὸν ὀβελίσκον ἁρπάσας
360 εἶτα κατάπηξον πρὸ σαυτοῦ. ΕΥ. τοῖσι δ᾽ ὀφθαλμοῖσι τί;
ΠΙ. ὀξύβαφον ἐντευθενὶ προθοῦ λαβὼν ἢ τρύβλιον.
ΕΥ. ὦ σοφώτατ᾽, εὖ γ᾽ ἀνηῦρες αὐτὸ καὶ στρατηγικῶς·
ὑπερακοντίζεις σύ γ᾽ ἤδη Νικίαν ταῖς μηχαναῖς.
ΧΟ. ἐλελελεῦ· χώρει, κάθες τὸ ῥύγχος· οὐ μέλλειν ἐχρῆν.
365 ἕλκε, τίλλε, παῖε, δεῖρε· κόπτε πρώτην τὴν χύτραν.
ΕΠ. εἰπέ μοι, τί μέλλετ᾽, ὦ πάντων κάκιστα θηρίων,
ἀπολέσαι παθόντες οὐδὲν ἄνδρε καὶ διασπάσαι
τῆς ἐμῆς γυναικὸς ὄντε ξυγγενεῖ καὶ φυλέτα;
ΧΟ. φεισόμεσθα γάρ τι τῶνδε μᾶλλον ἡμεῖς ἢ λύκων;
370 ἢ τίνας τεισαίμεθ᾽ ἄλλους τῶνδ᾽ ἂν ἐχθίους ἔτι;
ΕΠ. εἰ δὲ τὴν φύσιν μὲν ἐχθροί, τὸν δὲ νοῦν εἰσιν φίλοι,
καὶ διδάξοντές τι δεῦρ᾽ ἥκουσιν ὑμᾶς χρήσιμον;
ΧΟ. πῶς δ᾽ ἂν οἵδ᾽ ἡμᾶς τι χρήσιμον διδάξειάν ποτε
ἢ φράσειαν, ὄντες ἐχθροὶ τοῖσι πάπποις τοῖς ἐμοῖς;
375 ΕΠ. ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ἐχθρῶν δῆτα πολλὰ μανθάνουσιν οἱ σοφοί.
ἡ γὰρ εὐλάβεια σῴζει πάντα. παρὰ μὲν οὖν φίλου
οὐ μάθοις ἂν τοῦθ᾽, ὁ δ᾽ ἐχθρὸς εὐθὺς ἐξηνάγκασεν.
αὐτίχ᾽ αἱ πόλεις παρ᾽ ἀνδρῶν ἔμαθον ἐχθρῶν κοὐ φίλων
ἐκπονεῖν θ᾽ ὑψηλὰ τείχη ναῦς τε κεκτῆσθαι μακράς·
380 τὸ δὲ μάθημα τοῦτο σῴζει παῖδας, οἶκον, χρήματα.
ΧΟ. ἔστι μὲν λόγων ἀκοῦσαι πρῶτον, ὡς ἡμῖν δοκεῖ,
χρήσιμον· μάθοι γὰρ ἄν τις κἀπὸ τῶν ἐχθρῶν σοφόν.
ΠΙ. οἵδε τῆς ὀργῆς χαλᾶν εἴξασιν. ἄναγ᾽ ἐπὶ σκέλος.
ΕΠ. καὶ δίκαιόν γ᾽ ἐστὶ κἀμοὶ δεῖ νέμειν ὑμᾶς χάριν.
385 ΧΟ. ἀλλὰ μὴν οὐδ᾽ ἄλλο σοί πω πρᾶγμ᾽ ἐνηντιώμεθα.
***
ΚΟΡ. Μπρος λοιπόν κι ας μην αργούμε· μπρος, τσιμπιές και δαγκωνιές!
Ε ταξίαρχε! Η δεξιά μας πτέρυγα να προχωρεί.
ΕΥΕ. Αχ, αυτό ήταν· πού να φύγω ο δύστυχος; ΠΙΣ. Γιά στάσου, βρε.
ΕΥΕ. Τί; Για να με τεταρτιάσουν; ΠΙΣ. Και πώς σκέφτεσαι απ᾽ αυτά
να ξεφύγεις; ΕΥΕ. Μήπως ξέρω; ΠΙΣ. Γιά άκου εμένα· πρέπει εδώ
μένοντας ν᾽ αγωνιστούμε τα τσουκάλια αδράχνοντας.
ΕΥΕ. Τί θα κάμουν τα τσουκάλια; ΠΙΣ. Η κουκουβάγια, το πουλί
της Παλλάδας, δε ζυγώνει σα δει χύτρες, το προϊόν
της Αθήνας. ΕΥΕ. Ναι, μα τ᾽ άλλα; τα καρφονυχάτα; ΠΙΣ. Νά,
360 μπήξε μπρος σου αυτή τη σούβλα. ΕΥΕ. Για τα μάτια μου όμως τί;
ΠΙΣ. Μια ξιδιέρα ή μια σκουτέλα βάλε μπρος τους για σκεπή.
ΕΥΕ. Γεια σου, τετραπέρατέ μου· τί έμπνευση στρατηγική!
Ούτε κι ο Νικίας δεν έχει τέτοιο θηλυκό μυαλό.
ΚΟΡ. Μπρος, αέρα, μπρος, τα ράμφη χαμηλά, και γρήγορα!
Τράβα, τσίμπα, χτύπα, γδέρνε· πρώτα το τσουκάλι· μπρος!
ΤΣΑ., μπαίνοντας στη μέση.
Δίχως, βρε, να σας πειράξουν, παλιοζωντανά, γιατί
πάτε να χαλάσετε έτσι δυο άντρες, να τους σκίσετε,
που ᾽ναι απ᾽ τη φυλή μου και είναι της γυναίκας μου γενιά;
ΚΟΡ. Να τους σπλαχνιστούμε; ουδ᾽ όσο κι ένα λύκο· ποιόν εχθρό
370 έχουμε χειρότερο άλλον, για να εκδικηθούμ᾽ εμείς;
ΤΣΑ. Κι αν από φυλή εχθρική ᾽ναι, μα έχουν γνώμη φιλική,
κι ήρθανε να σας διδάξουν κάτι που είναι χρήσιμο;
ΚΟΡ. Πώς μπορούν να μας διδάξουν κάτι χρήσιμο, καλή
οδηγία να δώσουν, που ήταν των παππούδων μας εχθροί;
ΤΣΑ. Από τους εχθρούς μαθαίνουν οι έξυπνοι· η προφύλαξη
διώχνει πέρα τους κινδύνους· τούτο δε μαθαίνεται
απ᾽ το φίλο, ενώ ο εχθρός σου σ᾽ αναγκάζει να το βρεις.
Νά! Τα κράτη απ᾽ τους εχθρούς τους κι όχι από τους φίλους τους
μάθανε να χτίζουν κάστρα, πύργους, πλοία πολεμικά·
380 κι έτσι σώζουν τα παιδιά τους και τα σπίτια και το βιος.
ΚΟΡ. Ναι, ν᾽ ακούσουμε μπορούμε πρώτα τί έχουν να μας πουν·
ίσως κάτι βγει· μαθαίνεις, φυσικά, κι απ᾽ τους εχθρούς.
ΠΙΣ., στον Ευελπίδη.
Φαίνεται, έπεσε ο θυμός τους. Πίσω λίγα βήματα.
ΤΣΑ., στο Χορό.
Δίκιο· μα και για δικιά μου χάρη να το κάμετε.
ΚΟΡ. Και σε τίποτ᾽ άλλο ως τώρα κόντρα δε σου πήγαμε.