Δευτέρα 3 Αυγούστου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλῆς Μαινόμενος (1109-1162)

ΑΜ. γέροντες, ἔλθω τῶν ἐμῶν κακῶν πέλας;
1110 ΧΟ. κἄγωγε σὺν σοί, μὴ προδοὺς τὰς συμφοράς.
ΗΡ. πάτερ, τί κλαίεις καὶ συναμπίσχηι κόρας,
τοῦ φιλτάτου σοι τηλόθεν παιδὸς βεβώς;
ΑΜ. ὦ τέκνον· εἶ γὰρ καὶ κακῶς πράσσων ἐμός.
ΗΡ. πράσσω δ᾽ ἐγὼ τί λυπρὸν οὗ δακρυρροεῖς;
1115 ΑΜ. ἃ κἂν θεῶν τις, εἰ μάθοι, καταστένοι.
ΗΡ. μέγας γ᾽ ὁ κόμπος, τὴν τύχην δ᾽ οὔπω λέγεις.
1117 ΑΜ. ὁρᾶις γὰρ αὐτός, εἰ φρονῶν ἤδη κυρεῖς.
1120 ΗΡ. παπαῖ, τόδ᾽ ὡς ὕποπτον ἠινίξω πάλιν.
ΑΜ. καί σ᾽ εἰ βεβαίως εὖ φρονεῖς ἤδη σκοπῶ.
1118 ΗΡ. εἴπ᾽ εἴ τι καινὸν ὑπογράφηι τὠμῶι βίωι.
1119 ΑΜ. εἰ μηκέθ᾽ Ἅιδου βάκχος εἶ, φράσαιμεν ἄν.
ΗΡ. οὐ γάρ τι βακχεύσας γε μέμνημαι φρένας.
ΑΜ. λύσω, γέροντες, δεσμὰ παιδός, ἢ τί δρῶ;
ΗΡ. καὶ τόν γε δήσαντ᾽ εἴπ᾽· ἀναινόμεσθα γάρ.
1125 ΑΜ. τοσοῦτον ἴσθι τῶν κακῶν, τὰ δ᾽ ἄλλ᾽ ἔα.
ΗΡ. ἀρκεῖ σιωπὴ γὰρ μαθεῖν ὃ βούλομαι;
ΑΜ. ὦ Ζεῦ, παρ᾽ Ἥρας ἆρ᾽ ὁρᾶις θρόνων τάδε;
ΗΡ. ἀλλ᾽ ἦ τι κεῖθεν πολέμιον πεπόνθαμεν;
ΑΜ. τὴν θεὸν ἐάσας τὰ σὰ περιστέλλου κακά.
1130 ΗΡ. ἀπωλόμεσθα· συμφορὰν λέξεις τινά.
ΑΜ. ἰδού, θέασαι τάδε τέκνων πεσήματα.
ΗΡ. οἴμοι· τίν᾽ ὄψιν τήνδε δέρκομαι τάλας;
ΑΜ. ἀπόλεμον, ὦ παῖ, πόλεμον ἔσπευσας τέκνοις.
ΗΡ. τί πόλεμον εἶπας; τούσδε τίς διώλεσεν;
1135 ΑΜ. σὺ καὶ σὰ τόξα καὶ θεῶν ὃς αἴτιος.
ΗΡ. τί φήις; τί δράσας; ὦ κάκ᾽ ἀγγέλλων πάτερ.
ΑΜ. μανείς· ἐρωτᾶις δ᾽ ἄθλι᾽ ἑρμηνεύματα.
ΗΡ. ἦ καὶ δάμαρτός εἰμ᾽ ἐγὼ φονεὺς ἐμῆς;
ΑΜ. μιᾶς ἅπαντα χειρὸς ἔργα σῆς τάδε.
1140 ΗΡ. αἰαῖ· στεναγμῶν γάρ με περιβάλλει νέφος.
ΑΜ. τούτων ἕκατι σὰς καταστένω τύχας.
ΗΡ. ἦ γὰρ συνήραξ᾽ οἶκον †ἢ βάκχευσ᾽ ἐμόν†;
ΑΜ. οὐκ οἶδα πλὴν ἕν· πάντα δυστυχεῖ τὰ σά.
ΗΡ. ποῦ δ᾽ οἶστρος ἡμᾶς ἔλαβε; ποῦ διώλεσεν;
1145 ΑΜ. ὅτ᾽ ἀμφὶ βωμὸν χεῖρας ἡγνίζου πυρί.
ΗΡ. οἴμοι· τί δῆτα φείδομαι ψυχῆς ἐμῆς
τῶν φιλτάτων μοι γενόμενος παίδων φονεύς;
οὐκ εἶμι πέτρας λισσάδος πρὸς ἅλματα
ἢ φάσγανον πρὸς ἧπαρ ἐξακοντίσας
1150 τέκνοις δικαστὴς αἵματος γενήσομαι,
ἢ σάρκα †τὴν ἐμὴν† ἐμπρήσας πυρὶ
δύσκλειαν ἣ μένει μ᾽ ἀπώσομαι βίου;
ἀλλ᾽ ἐμποδών μοι θανασίμων βουλευμάτων
Θησεὺς ὅδ᾽ ἕρπει συγγενὴς φίλος τ᾽ ἐμός.
1155 ὀφθησόμεσθα καὶ τεκνοκτόνον μύσος
ἐς ὄμμαθ᾽ ἥξει φιλτάτωι ξένων ἐμῶν.
οἴμοι, τί δράσω; ποῖ κακῶν ἐρημίαν
εὕρω, πτερωτὸς ἢ κατὰ χθονὸς μολών;
φέρ᾽, ἀμφὶ κρατὶ περιβάλω σκότον ‹ ›.
1160 αἰσχύνομαι γὰρ τοῖς δεδραμένοις κακοῖς,
καὶ τῶιδε προστρόπαιον αἷμα προσβαλὼν
οὐδὲν κακῶσαι τοὺς ἀναιτίους θέλω.

***
ΑΜΦ. Τη δυστυχιά μου, ω γέροντες, να τη σιμώσω;
1110 ΧΟΡ. Κι εγώ· στα πάθη σου προδότης δεν θα γίνω.
ΗΡΑ. Τί κλαις, πατέρα, και καμμείς τα μάτια σου, έτσι
μακραίνοντας από τ᾽ αγαπητό παιδί σου;
ΑΜΦ. Είσαι δικός μου, τέκνο μου, κι αν δυστυχαίνεις.
ΗΡΑ. Και τί έκαμα εγώ λυπηρό, δάκρυα να χύνεις;
ΑΜΦ. Τέτοια, που κι αν τα πάθει θεός κι αυτός θα κλάψει.
ΗΡΑ. Μεγάλος λόγος· μα τη δυστυχιά δεν λέγεις.
ΑΜΦ. Μόνος σου να τη δεις μπορείς, αν σωστά τα ᾽χεις.
1120 ΗΡΑ. Ωιμένα, σε ποιά με κεντάς πάλ᾽ υποψία;
ΑΜΦ. Και βλέπω τώρ᾽ αν εστεριώθηκεν ο νους σου.
ΗΡΑ. Αν τίποτ᾽ εννοείς κακό της ζωής μου, πε το!
ΑΜΦ. Θα σου το πω, αν δεν σ᾽ έχει πια ο Άδης βακχεμένο.
ΗΡΑ. Μα να βακχεύτηκα δεν το θυμάται ο νους μου.
ΑΜΦ. Ω, τί να κάμω; να του λύσω τα δεσμά του;
ΗΡΑ. Μα πες μου και ποιός μ᾽ έδεσεν· αλλιώς αρνιέμαι.
ΑΜΦ. Φτάνει ως εδώ τη δυστυχιά σου να γνωρίζεις.
ΗΡΑ. Αρκεί η σιωπή σου για να μάθω αυτό που θέλω;
ΑΜΦ. Ω Δία, τα βλέπεις που ᾽γιναν αυτά απ᾽ την Ήρα;
ΗΡΑ. Μην απ᾽ αυτήν εχθρικό τίποτ᾽ έχω πάθει;
ΑΜΦ. Κοίτα τη μοίρα σου, τη θεάν απαρατώντας.
1130 ΗΡΑ. Χάθηκα! θα μου πεις η συμφορά μου ποιά είναι;
ΑΜΦ. Νά, ιδέ τα πτώματα εδώ κάτου των παιδιών σου.
ΗΡΑ. Αλίμονο! ο κακόμοιρος τί θέαμα βλέπω;
ΑΜΦ. Άμαχο πόλεμο έκανες με τα παιδιά σου.
ΗΡΑ. Τί πόλεμο είπες; ποιός τα σκότωσε τα μαύρα;
ΑΜΦ. Συ και τα τόξα σου κι ο θεός, που αίτιος είναι.
ΗΡΑ. Τί λέγεις; τί έκαμα; ω κακών μαντατοφόρε!
ΑΜΦ. Αφού ετρελάθης· κι ερωτάς εξήγηση άθλια.
ΗΡΑ. Λοιπόν και της γυναίκας μου φονιάς εγώ ειμαι;
ΑΜΦ. Είναι όλ᾽ αυτά έργα ενός χεριού, ωιμέ! του δικού σου.
1140 ΗΡΑ. Αλίμονο! στεναγμών νέφος με σκεπάζει.
ΑΜΦ. Κι εγώ τη μοίρα σου εξαιτίας αυτωνών κλαίω.
ΗΡΑ. Το σπίτι μου ο ίδιος τάραξα και συνεπήρα;
ΑΜΦ. Δεν ξέρω πάρεξ ένα· ότι όλα σου είναι μαύρα.
ΗΡΑ. Πού μ᾽ έπιασε και πού κατέστρεψέ με η τρέλα;
ΑΜΦ. Όταν με τη φωτιά άγνιζες στον βωμό τα χέρια.
ΗΡΑ. Αλίμονο! τί πια λυπάμαι τη ζωή μου,
αφού φονιάς των γλυκών έγινα παιδιών μου,
και δεν πάω από απόκρημνο βράχο να πηδήσω
ή το σπαθί βυθίζοντας στα σωθικά μου
1150 να τιμωρήσω το άδικον αίμα των παιδιών μου;
ή στη φωτιά τη σάρκα μου ψήνοντας τούτη
να την ξεφύγω την ντροπή που με προσμένει;
Όμως εμπόδιο στα θανατικά μου σχέδια
ο Θησέας έρχεται φίλος και συγγενής μου.
Η φρίκη της παιδοκτονίας μου θενα πέσει
στα μάτια του πιο αγαπητού απ᾽ όλους τους φίλους.
Αλί μου! τί να κάμω; πού να βρω ερημία
κακών φτερωτός ή στη γη μπαίνοντας μέσα;
Πες με τί σκότος το κεφάλι να σκεπάσω;
1160 Για τα κακά εγώ ντρέπομαι τα γενομένα
ως και γι᾽ αυτόν, τι χύνοντας άδικον αίμα
δεν θέλω στους αναίτιους γω κακό να κάμω.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της ώριμης κλασικής εποχής

5.1.1. Ο κρατήρας των Νιοβιδών

Το πιο γνωστό παράδειγμα ερυθρόμορφου αγγείου διακοσμημένου με παραστάσεις που δείχνουν την επίδραση της μεγάλης ζωγραφικής είναι ένας καλυκωτός κρατήρας από το Orvieto της κεντρικής Ιταλίας (Ετρουρίας), σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου, που χρονολογείται στη δεκαετία 460-450 π.Χ. Στη μια όψη αυτού του κρατήρα εικονίζεται ο φόνος των γιων και των κορών της Νιόβης από τον Απόλλωνα και την Άρτεμη και γι᾽ αυτό ο αγγειογράφος που φιλοτέχνησε την παράσταση ονομάζεται «ζωγράφος των Νιοβιδών». Σύμφωνα με τον μύθο, η Νιόβη, κόρη του Ταντάλου, παντρεύτηκε τον Αμφίονα από τη Θήβα και έκανε επτά γιους και επτά κόρες. Περήφανη καθώς ήταν, η Νιόβη καυχήθηκε κάποτε για τα πολλά παιδιά της στη Λητώ, που είχε μόνο δύο. Εξοργισμένη από την προσβολή, η Λητώ ζήτησε από τα δικά της παιδιά, τον Απόλλωνα και την Άρτεμη, να τιμωρήσουν τη Νιόβη και αυτοί σκότωσαν με τα βέλη τους τα παιδιά της. Σώθηκαν μόνο ένας από τους γιους και μία από τις κόρες της Νιόβης.
 
Στο κέντρο της σκηνής του φόνου των Νιοβιδών στον κρατήρα του Λούβρου εικονίζονται ο Απόλλων και η Άρτεμη καθώς τοξεύουν τα παιδιά της Νιόβης· δύο από αυτά προσπαθούν μάταια να ξεφύγουν, ενώ δύο άλλα, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, κείτονται ήδη νεκρά στο έδαφος. Η σκηνή διαδραματίζεται μέσα σε ένα βραχώδες ορεινό τοπίο, όπου διακρίνεται ένα δέντρο. Οι ανωμαλίες του εδάφους φαίνονται καθαρά από τη θέση των νεκρών Νιοβιδών που κείτονται στο έδαφος και από την κίνηση όσων τρέχουν για να γλιτώσουν. Στην άλλη πλευρά του κρατήρα εικονίζεται μια πολυπρόσωπη σκηνή, στην οποία εμφανίζονται διάφοροι ήρωες της μυθολογίας που είναι δύσκολο να αναγνωριστούν· ο ένας στο κάτω μέρος της παράστασης είναι ξαπλωμένος και ανασηκώνεται, ένας άλλος δίπλα του είναι καθιστός και οι υπόλοιποι όρθιοι. Με βεβαιότητα ταυτίζονται μόνο δύο μορφές, η Αθηνά και ο Ηρακλής, ο οποίος εικονίζεται στο κέντρο της σύνθεσης. Η συνολική ερμηνεία της σκηνής παραμένει αινιγματική. Οι διαφορετικές στάσεις και οι τολμηρές προοπτικές βραχύνσεις των μορφών καθώς και η τοποθέτησή τους σε διαφορετικά επίπεδα μέσα στον χώρο είναι στοιχεία που παραπέμπουν στις σημαντικές καινοτομίες της μεγάλης ζωγραφικής του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π.Χ., που αναφέρουν αρχαίοι συγγραφείς, συνδέοντας τες, όπως είδαμε, με τον Πολύγνωτο και τον Μίκωνα. Είναι επομένως πολύ πιθανό, όπως έχουν ήδη υποθέσει, ο «ζωγράφος των Νιοβιδών», όταν ζωγράφιζε τον κρατήρα αυτόν, να είχε ως πρότυπά του τοιχογραφίες ή πίνακες των δύο αυτών ζωγράφων και ειδικά του Πολυγνώτου. Πόσο θαύμαζαν τον Πολύγνωτο οι Αθηναίοι αγγειογράφοι των μέσων του 5ου π.Χ. αιώνα φαίνεται και από το γεγονός ότι τρεις από αυτούς είχαν πάρει το όνομά του και υπέγραφαν έτσι τα έργα τους.

Ποια κοινωνική επανάσταση;

Για ποια επανάσταση μιλάς; Η επανάσταση είναι μέσα σου αλλά καθυστερείς να την αναλάβεις.

Νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις την κοινωνία αν δεν αλλάξεις πρώτα τον τρόπο που σκέφτεσαι για αυτήν; Νομίζεις ότι μπορεί πραγματικά να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη αν δεν υπάρξει πρώτα ατομική ευθύνη; Νομίζεις ότι οι διάφορες πτυχές, τομείς, ρόλοι της ζωής σου είναι ανεξάρτητοι από την «επανάσταση» που θέλεις να κάνεις. Αλλά όλα, τα πάντα είναι απόλυτα συνδεδεμένα και σχετικά.

Δεν πείθουμε με τα λόγια μας, πολλές φορές ούτε με τις πράξεις μας. Γιατί; Γιατί τα λόγια σου δεν τα ακούνε όσοι δεν θέλουν να ακούσουν. Ακούμε αυτά που ήδη ξέρουμε. Τις πράξεις σου θα τις κρίνουν όπως συμφέρει τη «γνώση» που νομίζουν πως έχουν. Πώς αλλιώς θα δικαιολογήσουν την αμετανόητη στάση τους;

Τότε τι κάνουμε; Αλλάζουμε εμείς! Επιλέγουμε να ζούμε εμείς σύμφωνα με τη συνείδησή μας, σύμφωνα με τις ανώτερες αρχές μας, τα ιδανικά μας, χωρίς να μετράμε όφελος ή κόστος...

Αλλά δεν μπορείς να το κάνεις αυτό αν δεν έχεις αλλάξει ΠΡΩΤΑ τον ΤΡΟΠΟ που σκέφτεσαι.

Ο μεγαλύτερος εχθρός σου, κι ας μην το ξέρεις, είναι ο ίδιος σου ο νους, ΕΠΕΙΔΗ δεν τον ξέρεις. Επειδή δεν ξέρεις πώς σκέφτεσαι, τι προκαλεί τις σκέψεις σου, επειδή προσπαθείς αλλά δεν καταφέρνεις να ελέγχεις τα συναισθήματά σου, επειδή βρίσκεσαι εντελώς στο έλεος του νου σου…. Ακόμα κι αν τον έχεις εκπαιδεύσει να είναι ολιγαρκής, ταπεινός, συγκαταβατικός. Άλλα σκέφτεσαι, άλλα θέλεις κι άλλα κάνεις.

Γίνε ταπεινός πραγματικά, με την αληθινή σημασία της λέξης. Τόλμησε να δεις καθαρά και με ειλικρίνεια την ίδια σου τη ζωή, την καθημερινότητά σου, τον εαυτό σου. Δες τι σκέφτεσαι όλη μέρα… εκεί θα βρεις κρυμμένες τις πεποιθήσεις σου που συμβάλλουν τα μέγιστα σε αυτήν την κοινωνία που κατηγορείς και θέλεις να αλλάξεις. Δες τα συναισθήματά σου… εκεί θα βρεις κρυμμένες ανάγκες, επιθυμίες και τα πολλά εγώ που κρύβεις μέσα σου.

Ο προσηλυτισμός δεν λειτουργεί παρά μόνο για τους αδαείς και όσους θέλουν ακόμα να πλανούνται, να οδηγούνται από άλλους, να μην αναλαμβάνουν ευθύνη για τον ίδιο τους τον εαυτό. Η πειθώ είναι ενέργεια αδυναμίας και αυτό-αμφισβήτησης που χρησιμοποιεί εξουσιαστικά τη δύναμη του λόγου που όμως είναι ξύλινος και συχνά ψεύτικος (ενώ φαίνεται φυσικά αληθινός και "τεκμηριωμένος").

Οι ομάδες σε παγιδεύουν σε μια ασφαλή κοινωνία ομοϊδεατών που όμως κοιμίζουν την εσωτερική σου φωνή και τα ερωτήματα του Εαυτού σου που φοβάσαι να αγγίξεις. Τα δράματα είναι στημένα, η πολιτική ένα παιχνίδι εντυπώσεων και εξουσίας που εσύ παρακολουθείς υπνωτισμένος πιστεύοντας ότι υπάρχει αλήθεια στην ψήφο σου.

Πού υπάρχει η αλήθεια; Τι πρέπει να κάνεις; Ποιον ν’ ακούσεις; Τι να πιστέψεις; Τι να επιλέξεις; Προς τα πού να κατευθυνθείς; Ενόσω δεν έχεις βρει τον τρόπο να βρίσκεις μέσα από τον Εαυτό σου αυτές τις απαντήσεις, θα εξακολουθείς να παρασύρεσαι, να παλεύεις επαναστάσεις άσκοπες, να φοβάσαι, να δυστυχείς… χωρίς να συνειδητοποιείς, πόσους και πόσα τραβάς μαζί σου, με την πεισματική άγνοιά σου.

Αν βάζεις ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ σε βάθρο… τότε πού στέκεσαι εσύ;

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΦΩΤΙΣΗ, την «Φώτιση» όπως την αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, μέσα από την διαίσθηση, την σκέψη, ή την παράδοση.

Αν και ξεκαθαρίσαμε ότι αυτό που ονομάζουν οι άνθρωποι Φώτιση είναι στην πραγματικότητα ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ από την «άγνοια», τελείωμα της «άγνοιας», και των δραστηριοτήτων που παραποιούν την Πραγματικότητα – όπως η σκέψη – κι ότι σε Αυτή την Κατάσταση Υπάρχει Μόνον «Αντίληψη Χωρίς παρατηρητή», Αντίληψη Ενότητας όπου δεν υπάρχουν διαχωρισμοί, όπου δεν υπάρχει «απόσταση» ανάμεσα σε «κάποιον» που αντιλαμβάνεται και «αυτό» που αντιλαμβάνεται… και δεν υπάρχει κάποιο εγώ να έχει εμπειρία της Φώτισης…

Υπάρχει Πραγματική Φώτιση; Αυτή η Αντίληψη; Απελευθέρωση από την άγνοια, Καθαρό Όραμα του Κόσμου, χωρίς διαχωρισμούς, «απόσταση» από τα πράγματα;

Όχι! Όχι!... έχω ακόμα την έγνοια των ανθρώπων… δεν ξέρω αν είναι αγάπη ή κάποιο είδος εγωισμού ακόμα… αλλά συμβαίνει…

Ο Κόσμος Πορεύεται τον Δρόμο του, απλά Πορεύεται τον Δρόμο του, δεν υπάρχουν ούτε ευκολίες, ούτε δυσκολίες – αυτά είναι αντιλήψεις των ανθρώπων.

Όποιος Θέλει να Βρει την Αλήθεια (να Απελευθερωθεί από την άγνοια, να δει τον κόσμο όπως είναι… κι όχι μέσα από την σκέψη που παραποιεί… κι οδηγεί σε ψευδαισθήσεις), το Κάνει.

Όποιος Θέλει να παρασύρεται από το τραγούδι των ψευδαισθήσεων και να «αποκοιμίζεται» σε αυτές, το Κάνει.

Το Ξύπνημα στην Πραγματικότητα δεν είναι θέμα, ούτε προϋποθέσεων, ούτε χρόνου, ούτε προσπάθειας ή διαδικασίας, αλλά μόνον Απόφασης, να το Κάνουμε… το Κάνουμε.

Αυτός που δεν Αντιλαμβάνεται την ΖΩΗ ΠΟΥ ΡΕΕΙ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ και νομίζει ότι η Ζωή έχει σκοπούς, ευκολίες, δυσκολίες, «εξέλιξη», πρόοδο, σωτηρία… απλά τα «φαντάζεται».

Αυτός που νομίζει ότι ο κόσμος (οι άνθρωποι) χρειάζεται βοήθεια για να σωθεί, ότι μπορεί να βοηθήσει τον κόσμο, ότι μπορεί να γίνει σωτήρας… «ξεγελά» τον εαυτό του.

Αφήστε τον Κόσμο Ήσυχο, αφήστε τους ανθρώπους ήσυχους, χωρίς να ταράζετε την ζωή τους… Ήσυχα, Ειρηνικά, Όλα Πορεύονται προς την Εκπλήρωσή τους.

Όταν Κάποιος ΞΥΠΝΑ και Βλέπει την Πραγματικότητα, Αυτό που Συμβαίνει, (και «πως» η «άγνοια» παρεμβαίνει, και «πως» η σκέψη παραποιεί «αυτό που συμβαίνει»… κι όλη την «σύγχυση»…), επειδή έχει νωπές τις μνήμες από την κατάσταση (της «άγνοιας») που βρισκόταν, θέλει να «μιλήσει», να πει στους ανθρώπους που «ζουν στο όνειρο», να βγουν από την ψευδαίσθηση… Κι ίσως είναι ειλικρινής στις «προθέσεις» του και στις «πράξεις» του…

Καθώς όμως Σταθεροποιείται σε Αυτή την Κατάσταση (που είναι Ρέουσα Πραγματικότητα και Ζωή και Δράση κι όχι απλά μια «αίσθηση»), που είναι πέραν της σκέψης, της δόμησης ενός εγώ (της αντίληψης μιας «οντότητας»), πέραν των ψευδαισθήσεων, Κατανοεί ότι αυτό – το «να θέλεις να μιλήσεις για την Αλήθεια, να βοηθήσεις τους άλλους», από αγάπη, ή οτιδήποτε – είναι Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ.

Το Να ΖΕΙΣ, ΞΥΠΝΙΟΣ, Απελευθερωμένος από τις ψευδαισθήσεις, είναι Αρκετό. Αυτό και μόνο μπορεί να λειτουργήσει σαν παράδειγμα σε όποιον θέλει να «βοηθηθεί» και να το πραγματοποιήσει, μέσα του, μόνος του… γιατί μόνον όταν εμείς οι ίδιοι έχουμε εμπειρία, βοηθιόμαστε πραγματικά, βρίσκουμε τον δρόμο μας, την έξοδο από τις ψευδαισθήσεις.

Δεν χρειάζεται να βγούμε στους δρόμους, να σηκώσουμε σημαίες, να φτιάξουμε οργανώσεις, σωματεία, οργανωμένες ομάδες, οτιδήποτε…

Αν θέλουν οι άνθρωποι να βρουν την Αλήθεια, μπορούν να το κάνουν, ακόμα και χωρίς την «βοήθεια» κανενός, μέσα τους, μόνοι τους…

Αν δεν θέλουν να βρουν την Αλήθεια, θα τραβήξουν τον δρόμο τους, θα χαράξουν το δικό τους μονοπάτι στην χώρα των ψευδαισθήσεων, μέχρι να βγουν στο «Ξέφωτο», μέχρι να βρουν Διέξοδο στην Πραγματικότητα…

Κι αυτό που λέμε δεν είναι ούτε αδιαφορία για τον πόνο των ανθρώπων, ούτε απομόνωση από τα προβλήματα…

Απλά ΚΑΛΩΣΟΡΙΖΕΙΣ ό,τι έρχεται,
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΑΣ ό,τι φεύγει.
Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΕΙ.

Ο Κόσμος Πορεύεται τον Δρόμο του, απλά Πορεύεται τον Δρόμο του, δεν υπάρχουν ούτε ευκολίες, ούτε δυσκολίες – αυτά είναι αντιλήψεις των ανθρώπων.

Όποιος Θέλει να Βρει την Αλήθεια (να Απελευθερωθεί από την άγνοια, να δει τον κόσμο όπως είναι… κι όχι μέσα από την σκέψη που παραποιεί… κι οδηγεί σε ψευδαισθήσεις), το Κάνει.

Όποιος Θέλει να παρασύρεται από το τραγούδι των ψευδαισθήσεων και να «αποκοιμίζεται» σε αυτές, το Κάνει.

Το Ξύπνημα στην Πραγματικότητα δεν είναι θέμα, ούτε προϋποθέσεων, ούτε χρόνου, ούτε προσπάθειας ή διαδικασίας, αλλά μόνον Απόφασης, να το Κάνουμε… το Κάνουμε.

Η αγάπη, είναι το πιο περήφανο από τα αισθήματά μας

Υπάρχουν τέσσερις κατηγορίες ανθρώπων. Κατά κάποια έννοια το λέμε αυτό, δεν υπάγεται βέβαια όλη η ανθρωπότητα σε αυτές μόνο τις τέσσερις κατηγορίες… Εκείνοι που δεν αντέχουν τη μοναξιά. Εκείνοι που νιώθουν ότι αντέχουν τη μοναξιά άμα χρειαστεί να το υποστούν. Εκείνοι που αισθάνονται ότι αγαπούν τη μοναξιά. Και κάποιοι που πιστεύουν πως, εντέλει, μοναξιά δεν υπάρχει, μια και παντού βρίσκεται ο άνθρωπος στο Σύμπαν.

Η πρώτη κατηγορία φαίνεται να είναι η πιο αδύνατη. Οι άνθρωποι που φοβούνται τη μοναξιά κάνουν τις πιο απερίσκεπτες, τις πιο σπασμωδικές και, ως εκ τούτου, τις πιο επικίνδυνες επιλογές. Διότι αν δεν μπορείς να μένεις, στην ανάγκη έστω, μόνος, αν φοβάσαι τον κενό από άλλα πρόσωπα χώρο και χρόνο σου, τότε εξαναγκάζεσαι να υποχωρείς όλο και σε μεγαλύτερους συμβιβασμούς, να χάνεις το έδαφος κάτω από τον ασταθή βηματισμό σου.

Συμβιβασμούς στις φιλίες, στον έρωτα, στο επάγγελμα, στον γάμο, με τα παιδιά σου, με τους γονείς σου (λάθος μου που το αναφέρω τόσο πίσω, αφού η γονεϊκή σχέση δεν είναι μόνο συνέπεια αλλά κατά κανόνα αιτία της αδυναμίας σου), με τους γείτονες, με τους άλλους οδηγούς στον δρόμο, με κάθε πλάσμα που διασταυρώνεσαι.

Θίγεται τότε και αλλοιώνεται η αληθινή σου οντότητα που δεν αντέχει να συναισθανθεί ποια όντως είναι. Δεν έχει καιρό, αφού η μόνη της έγνοια παραμένει – όλο και πιο επιτακτική – μία: να κυνηγώ κάποιους και να είμαι κοντά τους, μήπως ξεμείνω φοβισμένος μέσα στην ανυπόφορη μοναξιά.

Όμως, η βαρύτερη αιτία ανθρώπινης δυστυχίας δεν είναι ο πόνος, η ματαίωση, η ερήμωση, η αρρώστια, η φτώχεια και όσα δεινά φέρνει σε όλους η ζωή. Η μεγαλύτερη αιτία δυστυχίας μας είναι ο συμβιβασμός, οι συμβιβασμοί που κάνουμε.

Διότι τα πιο μεγάλα χαρίσματα που δόθηκαν στην ύπαρξη για να ζήσει με πληρότητα είναι δύο: η αγάπη και η ελευθερία.

Πρώτα η ελευθερία και ύστερα η αγάπη, αφού μόνο στον βαθμό που είσαι ελεύθερος μπορείς να αγαπάς.

Είναι μεγάλος μετρητής ευτυχίας το ερώτημα: Πόσο ελεύθερος είμαι; Πόσο αγαπώ; Υπάρχουν άραγε πολλοί που αντέχουν να απαντήσουν έντιμα; Με μια σχετική ακρίβεια έστω;

Όλο το λέμε και το ξαναλέμε ότι φόβος μοναξιάς είναι φόβος του εαυτού. Κατά βάθος τρομάζουμε να συνομιλήσουμε με την ψυχή μας, όσο μάλιστα περνούν τα χρόνια και πληθαίνουν οι συμβιβασμοί, οι απωθήσεις, οι δειλίες, οι λαθεμένες και αναίτιες στην ουσία υποχωρήσεις, μαζεύεται εντός μας μία υπόγεια αποθήκη που δύσκολα πια καθαρίζεται.

Δύσκολα μπαίνεις εκεί, στο μισοσκόταδο, να ψάξεις, να ψαύσεις και να βάλεις κάποια τάξη. Εκεί είναι σκεπασμένοι οι καθρέφτες με τα λευκά σεντόνια του πένθους, που ρίχνουν πάνω στο ασήμι οι τεθλιμμένοι στο σπίτι ενός νεκρού, μια και πένθος θυμίζει ένας χαμένος εαυτός.

Όσο κι αν θέλει να αγαπήσει ένας χαρακτήρας που τρομάζει υπερβολικά με τη μοναξιά, η εξάρτηση και η ανάγκη είναι τόσο μεγάλες που η γνήσια αγάπη περνάει σε δεύτερο πλάνο.

Η αγάπη όμως είναι μονάχα του πρώτου πλάνου – πίσω από κάτι άλλο, πληγωμένη εξαφανίζεται.

Η αγάπη, και η πιο ταπεινή, είναι το πιο περήφανο από τα αισθήματά μας.

Από την άλλη, ένας χαρακτήρας αναγκεμένος, ένας χαρακτήρας εξαρτημένος, πνίγει και ενοχλεί εκείνον με τον οποίο θέλει να σχετίζεται.

Ένας τέτοιος τύπος μπορεί να βολεύει τον άλλο με τις εξυπηρετήσεις ή τις κολακείες που πρόθυμα χαρίζει, όμως δεν του εμπνέει εκτίμηση.

Είναι μεγάλης αξίας να μπορείς να λες – και να το εννοείς -: «Είμαι μαζί σου εφόσον συμπλέουμε όμορφα, αλλιώς φεύγω! Δεν είναι ότι παύω να σε αγαπώ, να σε βοηθάω, αλλά μπορώ να σε αγαπώ και από μακριά! Μπορώ να σε νοιάζομαι και από μακριά, αλλά δεν θέλω να σε συναναστρέφομαι! Το κοντά-κοντά μού χαλάει τον χαρακτήρα μου, το κοντά μάς λερώνει την αθωότητά μας».

Υπάρχουν μάλιστα κάποια πρόσωπα δικά μας που μόνο από απόσταση μπορεί να τους αγαπά και να τους κατανοεί κανείς. Κοντά τους και για διάφορους λόγους είναι λες και η φύση ταράσσεται, ξεπερνάει τις ανθρώπινες συνήθεις αντοχές το να παλεύεις με στοιχεία του χαρακτήρα τους.

Δίχως όρια στις ανταλλαγές μας δεν είμαστε αξιαγάπητοι, είμαστε μπελάς και ρεζιλίκι. Το πολύ πολύ, και το έσχατο, προσφερόμαστε ως ένα αντικείμενο χρήσης. Κάθε είδους χρήσης και ανάλογα με την περίσταση. Καταντούμε «άνθρωπος-πουρές» που έλεγε ο μπαμπάς μου, παίρνουμε το σχήμα τού όπου μας βάζουνε. Άσχημος δεν είναι ο δίχως δικό του προσωπικό σχήμα;

Ακόμη και οι γονείς, που όλο υποχωρούν και κάνουν στα παιδιά τους ό,τι ζητήσουν και ό,τι είναι γνήσιο και αληθινά καλό, με τα χρόνια καταντούν αντικείμενα των παιδιών τους. Τα παιδιά μπορεί να τους χρησιμοποιούν – έτσι τα έμαθαν -, όμως παράλληλα τους θυμώνουν, τα απογοητεύουν, τα εκνευρίζουν διότι από νωρίς καταλαβαίνουν ότι έχουν γονείς χωρίς χαρακτήρα, χωρίς προσωπικότητα. Πού να στηριχθούν κι αυτά, τι να τα οδηγήσει όσο μεγαλώνουν;

Τέτοιοι «τρυφεροί» γονείς τα μπουκώνουν με δωρεές και ευκολίες, όμως δεν τα εμπνέουν να τους σέβονται, να τους υπολογίζουν, να θέλουν να τους μιμηθούν. Δεν υπάρχει μέτρο, σταθμά και αλφάδι σε τέτοιες ανακατωμένες οικογένειες, τα παιδιά θα εξελιχθούν ασύμμετρα, δυσαρμονικά, δυσλειτουργικά, και σίγουρα εξαρτημένα από πρόσωπα και πράγματα, έξω από το ταραγμένο οικογενειακό σπίτι.

Χρειάζονται αγώνες για να χτίζεις αυθεντικές σχέσεις. Γιατί είναι μεγάλος αγώνας το να ρισκάρεις, αν χρειαστεί, απώλειες.

Τα προβλήματα μιας αδιέξοδης σχέσης

Η ασυνεννοησία, η εξάρτηση, η αστάθεια και η σιωπή οδηγούν τη σχέση σε αδιέξοδο. Μια σχέση για να λειτουργήσει χρειάζεται σεβασμό, απαντητικότητα και αποφασιστικότητα και από τα δύο μέλη. Πρέπει δηλαδή οι δυο σύντροφοι να μιλούν, να εκφράζονται, να συμφωνούν στο ότι μπορούν να διαφωνούν, να δείχνουν πάντα τις ανάγκες τους δια μέσω της λεκτικής και εξωλεκτικής επικοινωνίας, με σκοπό να αποφασίζουν στην επικράτηση μιας κοινής λογικής, απαραίτητης για την συνύπαρξή τους.

Η σύγκρουση είναι ο θόρυβος που προέρχεται από την προσπάθεια να βρουν λύση αλλά και στην μεγάλη παγίδα του σωστού και του λάθους. Το κυρίαρχο πρόβλημα μιας σχέσης που δεν επικοινωνεί, είναι ο θυμός και η χρέωση ως βασική άμυνα εκείνου και εκείνης που «το δίκιο κυριαρχεί στο άδικο» και «το σωστό επιβάλλεται στο λάθος».

Το μεγαλύτερο πρόβλημα μιας σχέσης με κακή επικοινωνία είναι το λάθος μήνυμα που προσπαθεί τόσο ο ένας όσο και ο άλλος να περάσει στο σύντροφό του. Δηλαδή πιο απλά, «δεν βλέπω αυτά που σε ενοχλούν από εμένα, γιατί βλέπω μόνον αυτά που με ενοχλούν από εσένα!».

Όλες αυτές οι εικόνες δείχνουν την απουσία του εγώ και εσύ και το κτίσιμο των συνεχών συγκρούσεων και δυσλειτουργιών που η σχέση ζει στο κάθε μέρα της. Στη πορεία του χρόνου η ταραχή της δυαδικής σχέσης καταλήγει στην απομάκρυνση, την ψυχρότητα του θυμού, την εσκεμμένη αδιαφορία αλλά και το φόβο μιας επαναπροσέγγισης.

Τα δύο πρόσωπα ζουν μαζί αλλά ουσιαστικά είναι μόνα, ψάχνοντας έξω από το εμείς ένα άλλο πρόσωπο που θα φέρει μια καινούργια εικόνα «που δεν έχω πια από εσένα». Ο αργός θάνατος της σχέσης οδηγεί στην απογοήτευση, την παραίτηση, τον μαρασμό και την κατάθλιψη που ο ήχος της σιωπής θα απλώσει μέσα στο περιβάλλον του σπιτιού αλλά και της οικογένειας, αφού θα παρασύρει και τα παιδιά ως θεατές που παρατηρούν το πένθος και την θλίψη αυτής της κακής παράστασης που «εγώ και εσύ καθημερινά παίζουμε».

Λευκοί Νάνοι: Το τελευταίο Φως πριν το Αιώνιο Σκοτάδι

Λευκοί Νάνοι: Το τελευταίο Φως πριν το Αιώνιο Σκοτάδι: Οι άνθρωποι μπορούν να επιβιώσουν σε αυτό το σύμπαν για όσο έχουν μια πηγή ενέργειας. Δυστυχώς το σύμπαν θα πεθάνει. Θα συμβεί σιγά σιγά κατά την διάρκεια πολλών δισεκατομμυρίων ετών αλλά θα συμβεί…

Σε μια παγκόσμια κλίμακα χρόνου, αστέρες όπως ο ήλιος μας θα εξαφανιστούν σε χρόνο μηδέν! Ευτυχώς από ανθρώπινη σκοπιά θα υπάρχουν μέρη που θα υπάρχουν σχεδόν πάντα. Τα πτώματα των νεκρών αστέρων… Οι λευκοί νάνοι… Θα μπορούσαν να αποτελούν την τελευταία κατοικία της ανθρωπότητας λίγο πριν από τον θάνατο του σύμπαντος.

Τι είναι όμως αυτά τα παράξενα πράγματα και τι συμβαίνει όταν τελικά πεθάνουν;

Το μέγεθος της ζωής των αστέρων διαφέρει δραστικά, ανάλογα με το πόσο μεγάλα είναι. Για παράδειγμα πολλοί αστέρες καίγονται πολύ γρήγορα, πεθαίνοντας πολύ βίαια ως σούπερνοβα μερικά εκατομμύρια χρόνια από την γέννηση τους. Αλλά αυτά αποτελούν εξαίρεση. Το 97% όλων των αστέρων θα τελειώσουν την ύπαρξη τους ως λευκοί νάνοι.

Υπάρχουν όμως δύο τρόποι για να γίνει αυτό: Μικρά αστέρια οι λεγόμενοι κόκκινοι νάνοι καίγονται σε τρισεκατομμύρια χρόνια ως ότου τελικά μετατραπούν σε λευκούς νάνους.

Πάντως μεσαίου μεγέθους αστέρια όπως ο ήλιος μας είναι πιο ενδιαφέροντα…

Φανταστείτε τον ήλιο σαν μια τεράστια χύτρα ταχύτητας που συντήκει υδρογόνο στον πυρήνα του ηλίου μέσω της βαρύτητας της. Η σύντηξη των στοιχείων απελευθερώνει ακραίες ποσότητες ενέργειας, που ωθούν προς τα έξω και σταθεροποιούν το αστέρι κρατώντας το σε μια λεπτή ισορροπία. Όταν ο ήλιος μεγαλώσει σε ηλικία, το υδρογόνο στον πυρήνα του θα έχει εξαντληθεί, και ο ήλιος θα αρχίσει να καίει το ήλιο σε βαρύτερα στοιχεία. Ενώ το κάνει αυτό, θα αποβάλλει τα εξωτερικά του στρώματα. Όταν η διαδικασία αυτή τελειώσει, περισσότερο από την μάζα του ήλιου θα χαθεί στο διάστημα ως ένα θεαματικό πλανητικό νεφέλωμα μήκους εκατομμυρίων χιλιόμετρων!

Αυτό που θα απομείνει είναι ο προηγούμενος πυρήνας του: Ένας λευκός νάνος γεννιέται, δηλαδή το κουφάρι ενός αστέρα. Ενώ ο παλαιός εαυτός του ήταν 100 φορές την διάμετρο του, τώρα είναι μόνο περίπου τόσο μεγάλος όσο η Γη, αλλά ακόμα με περίπου το μισό της αρχικής του μάζας. Αυτό σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά πυκνός, ένα κουταλάκι του γλυκού λευκού νάνου είναι περίπου τόσο ογκώδες όσο ένα αυτοκίνητο. Η βαρύτητα της επιφάνειας του είναι πάνω 100.000 φορές μεγαλύτερη από της Γης! Αν προσπαθήσετε λοιπόν να προσγειωθείτε σε αυτόν θα είχατε αμέσως συμπιεστεί σε έναν αχνίζων βούρκο.

Η ζωή γύρω από έναν λευκό νάνο είναι πολύ απίθανη αλλά όχι αδύνατη. Οι περισσότεροι από αυτούς που υπάρχουν τώρα ήταν πρώην αστέρια που τελικά έχασαν την ζωή τους, το οποίο κατέστρεψε όποιους πλανήτες είχαν κάποτε. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό…

Αφότου είναι τόσο μικροί, ένας πλανήτης θα πρέπει να περιστρέφεται γύρω τους περίπου 75 φορές πιο κοντά από ότι η Γη στον Ήλιο για να έχουν νερό σε υγρή μορφή. Αυτή λοιπόν η εγγύτητα έχει κάποια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα:

Πρώτα από όλα θα κλείδωνε παλιρροιακά τον πλανήτη δίνοντας του μόνιμη μέρα και μόνιμη νύχτα. Στις άκρες των ζωνών ημέρας και νύχτας, η ζωή θα μπορούσε να είναι δυνατή. Αλλά οι λευκοί νάνοι έχουν μία πολύ σταθερή παραγωγή ενέργειας οπότε μπορούν στην πραγματικότητα να είναι ασφαλέστεροι ώστε να ζούμε γύρω τους σε αντίθεση με πολλούς ερυθρούς νάνους. Αυτό εξακολουθεί βέβαια να είναι μια θεωρία στο σημείο που βρίσκεται η σημερινή επιστήμη, αλλά αν μπορούσαμε να βρούμε το λευκό νάνο με τις κατάλληλες συνθήκες για να εγκατασταθούμε γύρω του, θα μπορούσαμε να έχουμε ένα σπίτι για πολλά δισεκατομμύρια χρόνια! Το ερώτημα που μας προβληματίζει είναι γιατί λάμπουν περισσότερο σε σχέση με τα άλλα είδη αστέρων…

Οι λευκοί νάνοι είναι πολύ, πάρα πολύ θερμότεροι ως και 40 φορές θερμότεροι από τον Ήλιο μας γι αυτό κατατάσσονται μεταξύ των πιο καυτών αντικειμένων στο σύμπαν! Αλλά δεν είναι απίστευτα ενεργοί.

Όλη η θερμότητα στο εσωτερικό τους είναι παγιδευμένη και δεν έχει πουθενά να πάει. Μόνο στο εξωτερικό του στρώμα μπορεί να διαφύγει στο διάστημα. Αλλά το διάστημα είναι ως επί το πλείστον άδειο οπότε η θερμότητα δεν μπορεί να μεταφερθεί μέσω αγωγιμότητας.

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο η ενέργεια μπορεί να ξεφύγει είναι μέσω της ακτινοβολίας. Αυτό είναι τόσο ανεπαρκές ώστε οι λευκοί νάνοι θα κάνουν τρισεκατομμύρια χρόνια για να ψυχθούν, το οποίο μπορεί να τους κάνει το τελευταίο καταφύγιο της ανθρωπότητας. Μπορεί να αποτελούν την τελευταία πηγή φωτός και ενέργειας σε ένα ετοιμοθάνατο σύμπαν…

Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις οι λευκοί νάνοι θα μπορούν να λάμπουν ως και 100 δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων χρόνια, 10 δισεκατομμύρια φορές περισσότερο από όσο έχει υπάρξει το σύμπαν ως τώρα! Τόσο μακριά μέσα στο μέλλον όπου κανένα από τα κανονικά αστέρια δεν θα λάμπει πια, οι γαλαξίες θα έχουν εξατμιστεί και μόνο τότε ο πρώτος λευκός νάνος θα μετατραπεί στον πρώτο μαύρο νάνο. Όταν θα συμβεί αυτό η τελευταία ελπίδα για τη ζωή θα πεθάνει. Οι μαύροι νάνοι θα είναι ανενεργές σφαίρες χωρίς καθόλου ενέργεια που να μπορούν να αποδώσουν, ακόμα αρκετά ογκώδη όμως για να σας σκοτώσουν αν πλησιάσετε κοντά! Τόσο ψυχροί που θα είναι κοντά στην πιο κρύα δυνατή θερμοκρασία στο σύμπαν τόσο σκοτεινοί που πρακτικά θα είναι αόρατοι!

Το σύμπαν λοιπόν θα εισέλθει στο τελευταίο του στάδιο το θερμικό θάνατο το οποίο θα αφήσει το σύμπαν αγνώριστο, ένα απόλυτα σκοτεινό και κρύο νεκροταφείο με μαύρες τρύπες και μαύρους νάνους διασκορπισμένους σε τρισεκατομμύρια έτη φωτός. Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τι θα συμβεί με τους μαύρους νάνους στο τέλος.

Εάν το πρωτόνιο, ένα από τα θεμελιώδη τμήματα των ατόμων έχει περιορισμένη διάρκεια ζωής, οι μαύροι νάνοι θα εξατμιστούν αργά σε τρισεκατομμύρια χρόνια. Αν το πρωτόνιο δεν αποσυντίθεται, οι μαύροι νάνοι θα μετατραπούν κατά πάσα πιθανότητα σε σφαίρες καθαρού σιδήρου, σε ένα χρονικό διάστημα τόσο αισχρά γιγαντιαίο όπου είναι εντάξει άμα το αποκαλέσουμε για πάντα. Αυτές οι σφαίρες σιδήρου στην συνέχεια θα ταξιδεύουν εντελώς μόνες τους μέσα σε ένα σκοτεινό σύμπαν.

Τίποτα νέο δεν θα συμβεί πια. Για πάντα! Αυτό ίσως να ακούγεται κάπως μελαγχολικό, είναι τόσο μακριά από εμάς που μπορεί απλά να μην συμβεί και ποτέ…

Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να εκτιμήσει τα μικρά πράγματα δεν θα εκτιμήσει ποτέ και τα μεγάλα

«Τα έδωσα όλα αλλά τι εισέπραξα τελικά; Αχαριστία», ακούω συχνά πολλούς να λένε με την δυστυχία αποτιμωμένη στο βλέμμα τους. Δυστυχία που προκάλεσε η προδοσία από το εκάστοτε άτομο πάνω στο οποίο είχαν επενδύει φιλική, εργασιακή ή ερωτική σχέση. Δεν φταίνε όμως οι άνθρωποι που μας απογοητεύουν αλλά εμείς οι ίδιοι. Και αυτό γιατί τους δίνουμε περισσότερη αξία από αυτήν που μπορούν να αντέξουν. Πριν επενδύσουμε σε μια οποιαδήποτε είδους σχέση υπάρχουν παραμέτρους που πρέπει να αναλύσουμε και να σκεφτούμε.

Διαφορετικά η απογοήτευση που θα αισθανθούμε αργότερα είναι αναμενόμενη. Η παράμετρος που θα πρέπει να σκεφτούμε αρχικά είναι αν τα άτομα για οποία θα δώσουμε κομμάτι της ψυχής μας, μας έχουν δώσει δείγματα της αξιοπιστίας τους ή όχι.

Συνήθως ο πραγματικός χαρακτήρας του ανθρώπου φαίνεται από τα μικρά και καθημερινά πράγματα διότι στα μεγάλα είναι προετοιμασμένος και ξέρει να κρύβεται καλά. Μόλις μας δώσει κάποιο δείγμα της αρνητικής του συμπεριφοράς και μας δημιουργήσει το αίσθημα της αμφιβολίας, πρέπει να κρατήσουμε μια άμυνα προστασίας προς τον εαυτό μας. Ποτέ δεν τα δίνουμε όλα μονομιάς, αλλά με μικρές δόσεις ώστε να δούμε πως θα αντιδράσει ο αποδέκτης μας. Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να εκτιμήσει τα μικρά και απλά πράγματα δεν θα εκτιμήσει ποτέ και τα μεγάλα.

Λειτουργεί ως αρπακτικό. Λατρεύει να παίρνει χωρίς ποτέ να δίνει. Εκτός αυτού δεν γνωρίζει τι σημαίνει η λέξη εκτίμηση και θεωρεί τον συνάνθρωπό του υποχρεωμένο να συνεχίζει να προσφέρει. Μην βάζεις ποτέ παρωπίδες στις σειρήνες που σου κρούουν το κώδωνα του κινδύνου. Εμπιστεύσου το ένστικτό σου. Πράξε με γνώμονα την λογική. Η καρδιά πολλές φορές παρασύρεται από λόγια μεγάλα. Οι πράξεις όμως κάνουν την διαφορά. Δώσε έμφαση από την πιο μικρή, την πιο απλή έως την πιο μεγάλη. Κι ας τα λόγια να εξανεμιστούν, να χαθούν, να γίνουν ένα με τον ουρανό.

Αν ο τρόπος που αντιμετωπίζω το άγχος δεν είναι ο σωστός;

Άγχος για τα οικονομικά, την δουλειά, την υγεία, για την εκπλήρωση ή μη επιθυμιών, για την ευθύνη, για το αν θα «προλάβουμε». Άγχος επιβίωσης και άγχος εξέλιξης. Ποιος από εμάς τελικά δεν το αισθάνεται; Για κάτι τόσο κοινότυπο, το άγχος τελικά αποτελεί ένα μεγάλο αίνιγμα.

«Μην ανησυχείς και μην αγχώνεσαι», μια φράση που σίγουρα έχουμε πει και έχουμε ακούσει πολλές φορές. Μια φράση που συχνά λέγεται απλά για να ειπωθεί, καθώς είναι πολύ δύσκολο να εγκαταλείψουμε έτσι απλά το άγχος μας. Αν και δεν μας κάνει χαρούμενους και άνετους, πολλοί ισχυρίζονται ότι το άγχος μας κρατά ασφαλείς, προετοιμασμένους κι ένα βήμα μπροστά από ένα επερχόμενο κακό. Κατά κάποιο τρόπο αυτό μπορεί να συμβαίνει, αλλά όχι ακριβώς με τον τρόπο που θα σκεφτόμασταν.

Σε αρκετές περιπτώσεις, η ανησυχία μπορεί να μοιάζει με καλό σύμβουλο – μας βοηθά να έχουμε κίνητρο, να παρακολουθούμε τα πράγματα και να έχουμε έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά. Όντως, για όσους από εμάς ανησυχούμε, το άγχος είναι οικείο και παράξενα καθησυχαστικό.

Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, το άγχος και η ανησυχία δεν είναι καλοί σύμβουλοι. Συνήθως, ξεκινώντας να σκεφτόμαστε, αδυνατούμε να σταματήσουμε τις «ανήσυχες» αυτές σκέψεις μας. Είμαστε νευρικοί, μένουμε άυπνοι ενώ είμαστε κουρασμένοι, παραμένουμε προσκολλημένοι σε μία αγχογόνα σκέψη τη στιγμή που χρειάζεται να είμαστε παρόντες σε μία άλλη συνθήκη, αναλωνόμαστε σε άσχετες με τη στιγμή σκέψεις που αφορούν από την πορεία της καριέρας μας μέχρι το ποσά χρήματα πρέπει να ξοδέψουμε σε αγορές.

Το άγχος είναι εξαντλητικό. Κι ένας «ισχυρός» σύμμαχος του άγχους είναι η σωματική ένταση. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά κάποιον που ανησυχεί, είναι σίγουρα κάποιος με συχνό πονοκέφαλο, πόνο στο στομάχι, στη μέση, πιάσιμο στη πλάτη και εξάντληση στο τέλος της ημέρας.

Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την ανησυχία μπορεί να εντείνει το πρόβλημα: τρώμε περισσότερο, ζητάμε συνεχώς επιβεβαίωση, χάνουμε πολύ χρόνο για να αποσπάσουμε τον εαυτό μας από το συναίσθημα. Μπορούμε ακόμα και να σαμποτάρουμε τις υγιείς απόπειρες αντιμετώπισης των καταστάσεων λόγω του άγχος μας: «Τι γίνεται αν ο τρόπος που αντιμετωπίζω τελικά το άγχος δεν είναι ο σωστός;»

Γιατί ανησυχούμε: Το άγχος είναι πιο «εύκολο» από το ειλικρινές συναίσθημα

Κανείς δεν θα χαρακτήριζε την ανησυχία ως χόμπι, αλλά είναι σίγουρα μια «δραστηριότητα». Μια αόρατη δραστηριότητα, που όμως συμβαίνει. Είναι πολύ δύσκολο να κάνουμε άλλα πράγματα ενώ ανησυχούμε. Μπορεί να ανησυχούμε αντί να κοιμόμαστε ή να τρώμε ακατάλληλα όπως προαναφέραμε, ή να το χρησιμοποιούμε για να υπεκφεύγουν από το εδώ και τώρα.

Σπαταλάμε πολύ χρόνο όντας αγχωμένοι καθώς η ανησυχία εξυπηρετεί έναν πολύ σημαντικό σκοπό. Μας επιτρέπει να αποφύγουμε τα δύσκολα και τα αρνητικά μας συναισθήματα. Για παράδειγμα, μπορούμε να σκεφτούμε κάποιον ο οποίος όταν επικρίνεται, θυμώνει αντί να βλάπτεται ή κάποιον που όταν μαθαίνει άσχημα νέα, αισθάνεται ένοχος αντί λυπημένος. Είναι συνηθισμένο να «ανταλλάσσεται» ένα αρνητικό συναίσθημα με ένα άλλο που είναι ευκολότερο να αντιμετωπιστεί.

Έτσι, όσο δυσάρεστο κι αν είναι το άγχος, γίνεται συχνά προτιμότερο, με σκοπό να κρύψουμε άλλα αρνητικά συναισθήματα όπως ντροπή, θλίψη ή απόγνωση. Η ανησυχία μας κρατά σε έναν πιο ρηχό, νοητικό, επιφανειακό «χώρο». Είναι άβολο, αλλά αισθανόμαστε καλύτερα αποφεύγοντας άλλα πιο βαθιά αρνητικά συναισθήματα. Με άλλα λόγια, το άγχος μοιάζει με τον βράχο από τον οποίο πιανόμαστε για να μη «βουλιάξουμε».

Σύμφωνα και με έρευνες, ανησυχούμε λόγω υπερευαισθησίας σε ένα αρνητικό συναίσθημα. Το χάσμα ανάμεσα στο να αισθάνεσαι καλά και στο να αισθάνεσαι άσχημα, είναι μεγάλο, οδυνηρό και βασανιστικό. Ως εκ τούτου, το άγχος λειτουργεί ως προφύλαξη και σανίδα σωτηρίας. Μας τοποθετεί σε κατάσταση συνεχούς αρνητικότητας, αλλά μειώνει το κενό που πρέπει να γεφυρώσουμε εάν πρόκειται να αισθανθούμε και να είμαστε σε επαφή με ένα δύσκολο συναίσθημα.

Επομένως, αντί να αντιμετωπίσουμε τα συναισθήματά μας σε δύσκολες καταστάσεις, η ανησυχία μπορεί να μας κρατήσει σε ένα χαμηλό επίπεδο δυσφορίας. Είναι προστατευτικό, με μια έννοια, ακόμη και αν είναι άβολο.

Μπορούμε τελικά να σταματήσουμε να ανησυχούμε; Αν ναι, πώς;

Επιλέγουμε μία συγκεκριμένη στιγμή κατά την οποία θα ανησυχούμε

Το άγχος μοιάζει με την προσαρμογή ενός χρυσόψαρου που μεγαλώνει μέσα στο ενυδρείο σύμφωνα με τις εκεί συνθήκες. Μεγαλώνει τόσο ώστε να προσαρμοστεί στο χώρο που του έχει δοθεί. Έτσι, αντίστοιχα κι εμείς περιορίζοντας το χρόνο που επιτρέπουμε στον εαυτό μας να ανησυχεί, περιορίζουμε το άγχος και δεν μας απασχολεί καθ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Μπορούμε να αφιερώσουμε 20-30 λεπτά καθημερινά, για παράδειγμα μετά το μεσημεριανό ή το βραδινό γεύμα, ή το απόγευμα και να το ορίσουμε ως τον «χρόνο άγχους». Εκεί θα μπορούμε ελεύθερα αλλά σε οριοθετημένο χρόνο να εκφράσουμε τις σκέψεις της ανησυχίας μας. Η μόνη στιγμή κατά την οποία δεν συνίσταται να το εφαρμόσουμε αυτό είναι λίγο πριν πάμε για ύπνο, για τους προφανείς λόγους.

Στη συνέχεια, όταν μας δημιουργείται άγχος έξω από τον προκαθορισμένο χρόνο μας, ας αναρωτηθούμε: «Μπορώ να κάνω κάτι για αυτό τώρα;» Για παράδειγμα, εάν αρχίσουμε να ανησυχούμε ότι ξεχάσαμε να πληρώσουμε τον λογαριασμό της πιστωτικής μας κάρτας, ενεργούμε άμεσα και τον πληρώνουμε. Εάν μόλις μαλώσαμε άσχημα με τον σύντροφό μας και ανησυχούμε ότι πληγώσαμε τα συναισθήματά του, αναλαμβάνουμε δράση και ζητώντας συγγνώμη.

Αλλά αν αρχίσουμε να ανησυχούμε ότι θα πεθάνουμε μόνοι μας, ή ότι το παιδί μας θα μπορούσε να μην επιστρέψει από το σχολείο σήμερα ή ότι θα καταλήξουμε με κάποια σοβαρή ασθένεια, δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνουμε για όλα αυτά άμεσα. Επομένως, μεταθέτουμε όλες αυτές τις σκέψεις στον «χρόνο άγχους» μας. Όσο περισσότερο το κάνουμε αυτό, τόσο θα ξεχνάμε ό,τι μας έκανε να νιώθουμε άβολα, ή τουλάχιστον, η σκέψη θα έχει χάσει τον επείγοντα χαρακτήρα της. Είναι ίσως καλύτερο «είδος» αναβλητικότητας.

Στην περίπτωση που η σκέψη επιμένει και δεν υποχωρεί με τίποτα από τα παραπάνω, μπορούμε να δοκιμάσουμε να ανησυχήσουμε για λίγα μόνο λεπτά. Η ουσία του εγχειρήματος αυτού, δεν είναι να καταστέλλουμε τις ανησυχίες και να μην τις έχουμε ποτέ, αλλά να τις συγκρατούμε, ώστε να μην δηλητηριάζουν τη ζωή μας συνεχώς.

Πειραματιζόμαστε με την αυτοπεποίθηση και την αποφασιστικότητα

Όλοι έχουμε εκείνο τον φίλο που βιώνει τη ζωή, κάνοντας πράγματα σταδιακά και με αποφασιστικό τρόπο. Απολαμβάνει το καλό, δέχεται το κακό, και λυγίζει χωρίς να «σπάσει».

Αυτός ο φίλος σαφώς αντιμετωπίζει τα δικά του προβλήματα – και ίσως επειδή λειτουργεί με αυτό τον τρόπο, δηλαδή περισσότερο αυθόρμητα και παρορμητικά, δεν έχει πάντα προγραμματίσει για το μέλλον. Έτσι πιέζεται επειδή δεν μπορεί να αντιμετωπίσει απολύτως σωστά ένα επερχόμενο πρόβλημα. Αλλά σίγουρα το άγχος δεν είναι ένα από τα προβλήματα του.

Έτσι, όταν για παράδειγμα είμαστε άρρωστοι και αισθανόμαστε άγχος, όταν αναλωνόμαστε για ώρες για το ποια καφετιέρα θα αγοράσουμε, όταν εμποδίζουμε τον εαυτό μας να στείλει την αίτηση για μια νέα θέση εργασίας, παρόλο που την έχουμε ελέγξει για τυπογραφικά λάθη επανειλημμένα, ή ανησυχούμε ότι ο σύντροφός μας έπαθε κάτι πολύ σοβαρό επειδή δεν έχουμε ακούσει νέα του για τρεις ώρες, ας αναρωτηθούμε τι θα έκανε αυτός ο φίλος.

Η λύση είναι να το δοκιμάσουμε και εμείς οι ίδιοι. Κάνοντας ό,τι θα έκανε αυτός ο «μη αγχωμένος» φίλος. Πιθανόν να αισθανθούμε περίεργα στην αρχή, αλλά εδώ είναι το όφελος. Ο πειραματισμός μας με συμπεριφορές χωρίς άγχος μας ωθεί στο να δοκιμάσουμε έναν πιο ευέλικτο τρόπο σκέψης και δράσης.

Αφού το δοκιμάσουμε, για παράδειγμα ερευνώντας τις προαναφερθείσες καφετιέρες για 10 μόνο λεπτά, ελέγχοντας την αίτηση μας μόνο δύο φορές και στέλνοντας μήνυμα στο σύντροφό μας μόνο αφού δεν έχουμε ακούσει από εκείνον όλη την ημέρα, θα συνειδητοποιήσουμε ότι το άγχος δεν μας κρατούσε ασφαλείς. Ήμασταν ήδη ασφαλείς, με ή χωρίς άγχος.

Επικεντρωνόμαστε στο χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί

Μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, σωστά; Ως εκ τούτου, για να ξεφύγουμε από τα επιφανειακά και υποθετικά: «τι θα γίνει αν», ας φανταστούμε πραγματικά το χειρότερο δυνατό σενάριο. Ας φανταστούμε ό,τι φοβόμαστε έντονα, με μεγάλη λεπτομέρεια, σαν να ήταν η χειρότερη σκηνή της προσωπικής μας ταινίας τρόμου.

Αν για παράδειγμα ανησυχούμε ότι θα καταλήξουμε μόνοι μας, ας φανταστούμε τον εαυτό μας, σε ένα μικρό διαμέρισμα μόνο χωρίς καθόλου παρέα. Εάν ανησυχούμε ότι θα αποτύχουμε, ας φανταστούμε τον εαυτό μας να ζει σε πολύ άσχημες συνθήκες. Εάν ανησυχούμε για την υγεία μας ή την ασφάλειά μας, ας μην φανταστούμε το πραγματικό αυτοκινητιστικό ατύχημα ή τη στιγμή που έχουμε διαγνωστεί με μία σοβαρή ασθένεια. Αντ’ αυτού, ας φανταστούμε το χειρότερο σενάριο της θλίψης και της απώλειας που ακολουθούν.

Έχουμε βρει τη σωστή εικόνα, αν το σκεφτούμε καλά. Μόλις την βρούμε, μπορούμε να φανταστούμε όσο πιο έντονα γίνεται και να αισθανθούμε τα μεγάλα, άσχημα συναισθήματα που φέρνει, για 5 λεπτά. Στη συνέχεια, το κάνουμε ξανά. Και ξανά. Την επόμενη μέρα, επαναλαμβάνουμε. Το κάνουμε μέχρι να βαρεθούμε.

Επειδή σίγουρα θα βαρεθούμε. Όσο τρομακτική κι αν μοιάζει αυτή η άσκηση στην αρχή, όποιος θέλει να φανταστεί τον εαυτό του λυπημένο, μόνο, αποτυχημένο, μόνο τις πρώτες δύο φορές θα αισθανθεί πραγματικά πολύ άσχημα. Μετά από αυτές, είτε ο εγκέφαλός μας συνειδητοποιεί ότι το «ναυάγιο» που έχουμε φανταστεί στο μυαλό μας δεν θα συμβεί ποτέ – θα δράσουμε πριν τα πράγματα φτάσουν τόσο μακριά, είτε ο εγκέφαλος μας θα βαρεθεί με την επανάληψη που τελικά ποτέ δεν πραγματοποιείται.

Η τεχνική αυτή λέγεται Έκθεση στη Φαντασία. Εφαρμόζεται καλύτερα με έναν εξειδικευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας, όχι επειδή είναι επικίνδυνη – δεν είναι – αλλά επειδή είναι χρήσιμο, να υπάρχει κάποιος να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα μας και να μας κρατήσει συγκεντρωμένους στην διαδικασία.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι ενδέχεται να αγωνιούμε, για να μην αισθανθούμε χειρότερα από το «άσχημα» που ήδη μας κάνει να αισθανόμαστε το άγχος μας. Αλλά αν επαναφέρουμε το άγχος, συνειδητοποιούμε ότι το να νιώθουμε άσχημα δεν μας κράτησε ποτέ ασφαλείς. Ίσως λοιπόν αυτή τη φορά δοκιμάσουμε να αισθανθούμε καλά.

Με αρκετή εξάσκηση σε όσα προαναφέρθηκαν, και καθοδήγηση από έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας, ίσως τελικά μπορέσουμε να εφαρμόσουμε την γνωστή φράση που προαναφέρθηκε, και που πολύ συχνά λέμε και ακούμε: «Μην ανησυχείς και μην αγχώνεσαι».

Δεν με βαστούσαν τα πόδια να ανεβώ τις σκάλες

Δεν με βαστούσαν τα πόδια να ανεβώ τις σκάλες. Η ζωή μου ήταν κατεστραμμένη. Μου πέρασε από το νου να το βάλω στα πόδια, να μη ξαναγυρίσω πια ή να πάω να πνιγώ. Ζάρωσα στο τελευταίο σκαλί μέσα στο σκοτάδι και αφέθηκα στη δυστυχία μου. Όταν η Λίνα, η υπηρέτριά μας, κατέβηκε με ένα κοφίνι να μαζέψει κούτσουρα για τη φωτιά, με βρήκε σε κακό χάλι.

Την παρακάλεσα να μη φανερώσει τίποτα και ανέβηκα στο σπίτι. Στα δεξιά της τζαμωτής πόρτας κρεμόταν το καπέλο του πατέρα και η ομπρέλα της μητέρας μου. Μία σπιτίσια θαλπωρή, μία τρυφερότητα αναδυόταν από όλα αυτά τα πράγματα. Η καρδιά μου πλημμύρησε ευγνωμοσύνη. Κάπως έτσι θα ένιωθε ο άσωτος γιος σαν αντίκρυσε τις γνώριμες κάμαρες του σπιτιού του και αισθάνθηκε τη μυρωδιά τους. Όμως τίποτα από όλα εκείνα δεν μου ανήκε πια.

Ανήκαν στον κόσμο των γονιών μου, εγώ ήμουν βαθειά χωμένος στο βούρκο του άλλου, του ξένου κόσμου. Είχα μπλεχτεί σε κακιές πράξεις, με πολιορκούσαν κίνδυνοι, τρόμος, το σκάνδαλο. Το καπέλο και η ομπρέλα, ο όμορφος από ψαμμόλιθο στρωμένος διάδρομος, το μεγάλο κάδρο πάνω από το ντουλάπι, οι χαρούμενες φωνές των αδελφών μου που έρχονταν από το σαλόνι ήταν πιότερο παρά ποτέ συγκινητικές και λατρευτές μα δεν μου πρόσφεραν πια παρηγοριά, μήτε αποκούμπι, είχαν γίνει κατηγόρια. Δεν ανήκα πια σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν μπορούσα να συμμετέχω στην χαρμοσύνη και στην γαλήνη. Τα πόδια μου ήταν ρυπαρά. Και ο ρύπος δεν θα έφευγε σκουπίζοντάς τα στο χαλάκι. Με συντρόφευαν σκιές κρυφές από τούτο τον κόσμο του σπιτιού και άλλες πολλές φορές είχα μυστικά και φόβους μα όλα ήταν ένα τίποτα μπροστά σε τούτα που έσερνα μαζί μου εκείνη την μέρα.

Η μοίρα με είχε αρπάξει στα νύχια της, και από τα χέρια που με είχαν αδράξει η μητέρα μου δεν μπορούσε να με προστατεύσει. Της ήταν άγνωστο. Όποιο κι αν ήταν το κρίμα μου, ψέμα ή κλεψιά, δεν είχε σημασία. Το αμάρτημά μου δεν ήταν τούτο ή το άλλο. Το αμάρτημά μου ήταν πως είχα κάνει συμφωνία με το Διάβολο. Τι γύρευα με αυτόν; Γιατί υπάκουα στον Κρόμμερ περισσότερο από ότι στον πατέρα μου; Γιατί είχα πει ψέματα για εκείνη την κλεψιά και φόρτωσα πάνω μου ένα έγκλημα σαν να ήτανε μια πράξη ηρωική; Τώρα ο Διάβολος με κρατούσε στην εξουσία του αλλά ο εχθρός παραμόνευε πλάι μου.

Χάρηκα που με μάλωσε ο πατέρας για τα λασπωμένα παπούτσια μου. Έτσι αποσπάστηκε η προσοχή του, το σοβαρό αμάρτημα πέρασε απαρατήρητο και γλίτωσα με μια επίπληξη που κρυφά μέσα μου την απέδωσα στο άλλο μου παράπτωμα. Στη σκέψη αυτή ένα καινούριο παράξενο αίσθημα γεννήθηκε μέσα μου, ένα δυσάρεστο, σκληρό αίσθημα όλο οδύνη. Ένοιωσα ανώτερος από τον πατέρα μου. Την ίδια στιγμή αισθάνθηκα περιφρόνηση για την άγνοιά του.

Ένα βράδυ, κι ενώ είχα πέσει στο κρεββάτι, μου έφερε (η μητέρα) ένα κομμάτι σοκολάτα. Ήταν μια ανάμνηση από τότε που – μικρούλης τότε – σαν ήμουν φρόνιμος μου έφερνε παρόμοιες μικρολιχουδιές τη νύχτα. Τώρα στεκόταν εκεί δίνοντάς μου πάλι σοκολάτα. Αισθανόμουν τόσο άσχημα, το μόνο που μπορούσα ήταν να κουνήσω το κεφάλι μου. Με ρώτησε τι συμβαίνει και μου χάιδεψε τα μαλλιά. «Όχι, δεν θέλω τίποτα», κατόρθωσα να ξεστομίσω μόνο. Ακούμπησε τη σοκολάτα στο κομοδίνο και έφυγε. Όταν την επόμενη προσπάθησε να μάθει την αιτία για εκείνο το φέρσιμό μου έκανα πως δεν καταλάβαινα.

Ζούσα μέσα στην τάξη και στην ηρεμία του σπιτιού μας, νευρικός, βασανισμένος σαν φάντασμα, δίχως να συμμετέχω στη ζωή των άλλων.

Ερμαν Εσσε, Ντεμιαν

Προς τα πού γέρνει η ζυγαριά;

Μέρα με τη μέρα γινόμαστε μάρτυρες και θύματα συγχρόνως εξωφρενικών στα όρια του παραλόγου του Ιονέσκο, επιλογών όσων διαχειρίζονται, με τη δική μας ανοχή, τη ζωή μας.

Ο πλανήτης βιώνει μία “πανδημία” που στο βόρειο ημισφαίριο καταφέρνει ο υπεύθυνος “ιός” να επιβιώνει σε εξωπραγματικές θερμοκρασίες. Κάτι μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία.

Γύρω μας σέρνονται, άνθρωποι τρομοκρατημένοι από τον φόβο του θανάτου, που όσο δεν κατάφεραν έως τώρα τα ιερατεία να καλλιεργήσουν επαρκώς, το καταφέρνουν κάποιοι κυβερνώντες σαν τους δικούς μας. Κι όταν ο φόβος κυριαρχεί στον ανθρώπινο νου, τότε δεν αφήνει χώρο στην καθαρή σκέψη.

Πόσοι αναρωτώνται άραγε τι πραγματικά συμβαίνει; Και πώς κάτι τέτοιο θα ήταν φυσικά εφικτό δεδομένων δύο παραγόντων; Της θολής σκέψης και της ανεπαρκούς έως ελλιπούς (εδώ κάποιοι νομίζουν ότι την κατέχουν κι εκεί περιπλέκεται περισσότερο το πράγμα) εκ των έσω ενημέρωσης.

Η παντογνωσία που διακατέχει πολλούς και ειδικά στον ελλαδικό χώρο μαζί με τη θολή σκέψη οδηγεί σε φαινόμενα τραγελαφικά που κυρίως είναι ορατά στο διαδίκτυο.

Προσπάθησα σήμερα το πρωί να διαβλέψω με κάθε επιφύλαξη πάντα, τι μπορεί να διαδραματίζεται τις τραγικές ώρες πλήρους απαξίωσης που βιώνει το ανθρώπινο είδος στις μέρες μας και κατέληξα σε τρία συμπεράσματα χωρίς σε καμία περίπτωση να αποτελούν θέσφατο.

Συμπέρασμα 1ον: Οι τύποι παγκοσμίως και πολύ έντονα εδώ, βρίσκονται σε μεγάλο πανικό εξ αιτίας των κινήσεων της αντίπαλης ομάδας. Άλλωστε είναι τοις πάσι γνωστό πως το θηρίο όταν ξεψυχά γίνεται ιδιαίτερα αιμοβόρο. Εξ ου και τα συνεχιζόμενα λάθη διαχείρισης και λήψης αποφάσεων. Και όλα αυτά χωρίς κάποια νέα ατζέντα.

Συμπέρασμα 2ον: Οι τύποι παγκοσμίως, αυτοί που μέχρι τώρα κυβερνούν με τις ευλογίες της ΝΤΠ και των γνωστών οικογενειών-αφεντικών, έχουν πλήρη διαύγεια και οδηγούν τον πλανήτη σε μία Οικονομική Επανεκκίνηση το προσφιλές σε όλους Reset. Για τους δικούς τους όμως λόγους. Όσοι παρακολουθούν εναλλακτική έγκυρη ενημέρωση θα θυμούνται πως κάποιοι αξιόλογοι άνθρωποι που αγωνίζονται γι' αυτήν, έχουν αναφέρει το Plan B αυτής της Κλίκας.

Συμπέρασμα 3ον: (Αυτό έχει άμεση σύνδεση με το πρώτο)Η Παγκόσμια Αντίσταση κατά της ΝΤΠ προηγείται σε βηματισμό και έχει τον έλεγχο, οδηγώντας στο δικό της Reset με τα ευνοϊκά για την ανθρωπότητα επακόλουθα, εκμεταλλευόμενη την “Πανδημία” που μοιραία φυσικά με τα μέτρα που λαμβάνονται θα οδηγήσει σε θάνατο το Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και εν γένει την υπάρχουσα Οικονομία, επισπεύδοντας τις διαδικασίες (ίσως γι' αυτό να βλέπουμε τόσα ακραία μέτρα να εφαρμόζονται ενώ πρόσφατα είχαν ακυρωθεί).

Το τι ακριβώς συμβαίνει θα φανεί οσονούπω. Ένα είναι βέβαιο. Πως θα έρθουν δύσκολες μέρες σε κάθε περίπτωση τις οποίες πρέπει να αντέξουμε. Αξίζει. Κυρίως για την τρίτη ποθούμενη περίπτωση . Άλλωστε χωρίς μάχη δεν κατακτήθηκε ποτέ τίποτα.

Εσείς επιλέξτε οποιαδήποτε εκδοχή σας ταιριάζει χωρίς τα συμπεράσματά μου να αποτελούν όπως είπα και τα μοναδικά ενδεχόμενα.

Καλή Δύναμη σε όλους αλλά κυρίως χωρίς φόβο και με καθαρή σκέψη.

Υ.Γ.: Και μια ταπεινή συμβουλή. Μην καλλιεργείτε είδωλα. Είμαστε ελάχιστοι έως ανύπαρκτοι σχετικά με τους πραγματικούς ρόλους και τα σενάρια που υλοποιούνται στο παρασκήνιο. Κι αυτό διότι πολύ απλά δεν έχουμε διαβαθμισμένη πληροφόρηση. Κι εσείς παντογνώστες του διαδικτύου μη θυμώνετε. Αυτή είναι η αλήθεια όσο κι αν είναι δύσπεπτη. Λίγη υπομονή. Όλα σύντομα θα αποκαλυφθούν.

Διαστημική πεταλούδα

Χιλιάδες έτη φωτός μακριά από τη Γη, υπάρχει μια «διαστημική πεταλούδα» που κατέγραψε υπέρ - τηλεσκόπιο.

Αν και ονομάστηκε έτσι λόγω της ομοιότητας του σχήματος με την «πεταλούδα» ενώ είναι στην πραγματικότητα ένα πελώριο νέφος αερίων που σχηματίζεται γύρω από ένα αρχαίο άστρο που δεν έχει εκραγεί ακόμα.

Το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο (ESO) και το Πολύ Μεγάλο Τηλεσκόπιό του που βρίσκεται στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, κατέγραψαν την ζωηρή αυτή εικόνα του διαστρικού αντικειμένου.
   
Είναι γνωστό ως NGC 2899 και βρίσκεται κάπου μεταξύ 3.000 και 6.500 ετών φωτός μακριά από τη Γη, στον αστερισμό Ιστία που είναι ορατός από το Νότιο Ημισφαίριο.   Το πλανητικό αυτό νεφέλωμα δεν απέχει πολύ από αυτό το σύμπαν.

Το Πολύ Μεγάλο Τηλεσκόπιο που κατέγραψε την εικόνα είναι το «πιο εξελιγμένο οπτικό εργαλείο στον κόσμο» σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο. Συνοδευόμενο με ένα ιντερφερόμετρο, το εργαλείο αυτό μπορεί να καταγράψει λεπτομέρειες 25 φορές καλύτερα από τα συμβατικά, μεμονωμένα τηλεσκόπια.

Πλάτων: Η Φιλοσοφία ως μελέτη θανάτου

Πλάτων: Η διαλεκτική ζωής και θανάτου

§1

     Όταν γίνεται λόγος για τον θάνατο, αυτόματα ο νους μας τον συνδέει και με τη ζωή. Η τελευταία είναι πρωτίστως ζωή του κάθε ανθρώπινου ατόμου, η οποία έχει αρχή και τέλος. Το τέλος της ζωής είναι η αρχή του θανάτου. Η έννοια του θανάτου έχει απασχολήσει συστηματικά την αρχαία ελληνική σκέψη. Στον Ηράκλειτο ο θάνατος αποτελεί μέρος του κύκλου της ζωής (Β 62, Β 88). Ενώ οι πολλοί κατανοούν λαθεμένα, όπως συνήθως συμβαίνει με τα περισσότερα πράγματα της ζωής, τον θάνατο χωριστά από τη ζωή, ο μεγάλος στοχαστής της Εφέσου τον συλλαμβάνει σε διαλεκτική ενότητα με τη ζωή. Στο απ. 62 μας λέει πως θνητοί και αθάνατοι αποτελούν ένα ενιαίο Όλο, που έχει ως ενοποιητική βάση τον καθολικό Λόγο. Έτσι οι αθάνατοι, ήτοι οι θεοί, επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους, μέσα από την ύπαρξη των θνητών. Χωρίς τους τελευταίους δεν θα μπορούσε να γίνεται λόγος για τους πρώτους. Η ιδέα του θανάτου της ζωής συνέχεται με την ιδέα του θεού, των αθανάτων: οι τελευταίοι είναι η κατάφαση του θανάτου των άλλων, χωρίς να μπορούν να καταφάσκουν και τον δικό τους θάνατο. Οι θνητοί που παύουν να ζουν, που πεθαίνουν, δεν χάνουν με το θάνατο τη θνητή αλλά τη θεϊκή ζωή τους, την αθάνατη, που παραχωρούν στους θεούς, με το να πιστεύουν ότι είναι αθάνατοι. Μια παρόμοια κίνηση ζεύγους αντιθέτων: ζωή και θάνατος, ζωντανό και νεκρό συναντάμε και στο απ. Β 88.

§2

     Ο Πλάτων στο έργο του Φαίδων, έναν από τους ωραιότερους διαλόγους της παγκόσμιας φιλολογίας και όχι μόνο στα όρια της πλατωνικής δημιουργίας, παρουσιάζει τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής του Σωκράτη ως μελέτη θανάτου (81a1-2). Ενώ στο Συμπόσιο και στον Φαίδρο εξυμνεί τον Έρωτα και την πλησμονή της ζωής, στον Φαίδωνα μας εισάγει στο κέντρο της φιλοσοφικής συζήτησης τον θάνατο. Με τη σχετική όμως συζήτηση περί θανάτου, ο φιλόσοφος δεν αποστρέφεται τη ζωή, που εξύψωνε στα προαναφερθέντα έργα του ως τον «υπερουράνιο τόπο», αλλά την αποθεώνει μέσα από τον απαθανατισμό του θανάτου, μέσα από το δόξασμά του. Αυτή η σχέση ζωής και θανάτου κατανοείται, στην απόλυτη αλήθεια της, όταν ερμηνεύεται εσωτερικά, δηλαδή όταν δεν εξηγείται με κριτήρια εξωτερικά και ξένα προς την εσωτερική λογική, που διέπει την εν λόγω σχέση και την οποία ακολουθεί εδώ ο Πλάτων. Το δόξασμα του θανάτου, για τον κοινό νου, για τον καθημερινό άνθρωπο, που ταυτίζει το νόημα της ζωής του αποκλειστικά με τις υλικές απολαύσεις, με τις ηδονές και τα αφροδίσια, με ό,τι δηλ. το αντιπνευματικό και ζωώδες (64d3-6), μοιάζει αδιανόητο. Η κατηγορία των αστόχαστων θνητών ‒δηλ. οι Αθηναίοι, οι πολιτικοί, οι εντεταλμένοι δικαστές, η κοινή γνώμη, οι ποιητές σαν τον Αριστοφάνη που με στρεβλές εικόνες κατηύθυνε την κοινή γνώμη ενάντια στον Σωκράτη, κ.λπ.‒ που έστειλε τον Σωκράτη στο θάνατο, ελπίζοντας ότι θα απαλλαγεί από την αλήθεια της φιλοσοφίας του, ουσιαστικά πέτυχε το αντίθετο: δικαίωσε τη στάση ζωής του φιλοσόφου που υπηρετούσε αυτή την αλήθεια και απαθανάτισε συγχρόνως την αλήθεια τούτη.

§3

     Ταυτόχρονα, αυτή η κατηγορία των θνητών έδειξε πως, όντας ένας α-νόητος όχλος, μια άβουλη μάζα, με τη ζωή των απολαύσεων, των κατώτερων επιθυμιών για φαγητά και ποτά, για σεξουαλικές ηδονές, για απόκτηση φανταχτερών φορεμάτων, υποδημάτων και κάθε είδους τέτοιων καλλωπισμών του σώματος (64d3-11), γενικώς με τον ευτελισμό της ζωής, όντως λειτουργεί ως το σώμα που φυλακίζει την ψυχή και την εμποδίζει να ανοιχτεί στον κόσμο της ιδιάζουσας στην ίδια αφθαρσίας. Απέναντι σε τούτη τη φυλακή ο αληθινός φιλόσοφος, όσο ζει, αντιτάσσει την ολοκληρωτική του αφοσίωση στη φιλοσοφία, με λόγο και έργο: αυτό που πρεσβεύει, το εφαρμόζει στη ζωή του και έτσι δίνει νόημα τόσο στον θνητό χαρακτήρα της ζωής, όσο και στην αθανασία της, ως πνεύματος, με τη μορφή του θανάτου. Με τη μορφή του θανάτου του φιλοσόφου, με τον τρόπο δηλ. που αντιμετωπίζει τον θάνατο ο φιλόσοφος και όχι ο οιοσδήποτε φοβισμένος και ωφελιμιστής θνητός, συνδέεται η απαλλαγή του πνεύματος, της ψυχής, από τη φυλακή του σώματος. Ο Πλάτων δεν θεωρεί το σώμα, την υλική υπόσταση του ανθρώπου, εξ ορισμού ως κάτι το βδελυρό και βλαβερό για την ψυχή, δηλ. για την πνευματική υπόσταση του τελευταίου. Δεν χωρίζει, δεν κομματιάζει τον άνθρωπο σε δυο υποστάσεις, εχθρικές μεταξύ τους, την υλική και την πνευματική, αφού ξέρουμε ότι στον Φαίδρο μιλάει με ενθουσιασμό για τα όμορφα σώματα, για το κάλλος, που συνδυάζει ομορφιά του σώματος και αρμονία της ψυχής. 

§4

    Το σώμα, η υλική υπόσταση, αποκτά ή χάνει σε αξία, ανάλογα με την εικόνα της ζωής, με την οποία συνάπτεται. Η ζωή δεν είναι μονόπλευρη και μονοσήμαντη αλλά κατ’ εξοχήν πολύπλευρη. Από τη μια πλευρά φανερώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, από την άλλη κατά τον άλλο τρόπο. Η ίδια καταλήγει να είναι ένας διαρκής αγώνας ανάμεσα στον Έρωτα και τον θάνατο, ειδικά έτσι όπως τη φιλοτεχνεί ο θείος Πλάτων στα έργα του: Συμπόσιο, Φαίδρο και Φαίδωνα. Πότε μιλάει ο Πλάτων για μελέτη θανάτου; Όταν έχει εμπρός του το ιστορικό παράδειγμα του θανάτου του αγαπημένου του δασκάλου, του Σωκράτη. Όταν, με άλλα λόγια, έχει εκπέσει τόσο πολύ η κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή της πολιτείας, που δεν ανέχεται πια τη φωνή της φιλοσοφίας, φοβάται την ανώτερη ζωή του αληθινού φιλοσόφου· και τότε ο αγώνας ανάμεσα στις δυο μορφές ζωής, στη χθαμαλή που είναι δομημένη εξουσιαστικά, δηλ. στην περατή και φθαρτή, και στην ελεύθερη ζωή του φιλοσόφου, την απέραντη και την αθάνατη, είναι αγώνας για την αθανασία της ψυχής πέρα από την υλική συντριβή. Μέσα σε τούτη την αθάνατη ψυχή του φιλοσόφου ενώνεται η ζωή με τον θάνατο και έτσι ο τελευταίος γίνεται αφορμή για να επανέλθει στη ζωή, ως ζωντανή και αιώνια ανάμνηση πλέον, ως φανέρωση της ζωής της σκέψης, του Νοητού, όλο το μεγαλείο της προηγούμενης ζωής. Τούτη η φανέρωση είναι αεί παρούσα, για να θυμίζει σε όλους τους δειλούς και ταπεινούς, που δολοφονούν τη ζωή των άλλων, ότι οι ίδιοι είναι πρωτίστως δολοφόνοι της δικής τους ζωής, είναι δηλ. αχρείοι και δέσμιοι των πιο βάρβαρων επιθυμιών, και δεν μπορούν να ανυψωθούν με κανένα τρόπο και σε κανένα τόπο: ούτε στον επίγειο ούτε στον υπερουράνιο τόπο (Φαίδρος). Συγχρόνως να θυμίζει πως ο θάνατος είναι λύτρωση της σκέψης (63e8 κ.εξ.).

§5

     Ο θάνατος του Σωκράτη, με βάση το ως άνω πνεύμα, είναι μια ανάγκη της ζωής και όχι κάποια υποκειμενική επιθυμία του φιλοσόφου. Αν ήταν το δεύτερο, τότε θα επρόκειτο ουσιαστικά για αυτοκτονία, κάτι που καταδικάζει ρητά ο Πλάτων στον Φαίδωνα (61c2 κ.εξ.). Την καταδικάζει, γιατί ο άνθρωπος είναι υπό την προστασία του θεού (62d2-3), δηλ. η ζωή είναι κάτι το ιερό, που οι ανόητοι δεν μπορούν να τιμήσουν και να εκτιμήσουν δεόντως, σε αντίθεση με τους φιλοσόφους. Όταν οι τελευταίοι πηγαίνουν από τη ζωή, την ιερή ζωή που αγαπούν στη βαθύτερη ουσία της, προς τον θάνατο, χωρίς να αγανακτούν, ξέρουν ότι πηγαίνουν κοντά σε θεούς καλούς και σοφούς, όπως και σε ανθρώπους καλύτερους από τους εδώ (63b6-8). Ανεκτίμητα εσαεί τούτα τα λόγια του Πλάτωνος: πράγματι και τότε και τώρα και πάντα αιτίες κακές οδηγούν τους ανθρώπους στον θάνατο. Αυτές τις αιτίες τις γεννούν οι ίδιοι οι άνθρωποι, και μάλιστα ποιοτικά υποδεέστεροι σε συνδυασμό με τη θέση ή τον ρόλο τους στην κοινωνία και την αντίστοιχη ευθύνη τους για τον θάνατο των πιο αγαθών ανθρώπων. Τέτοιοι ποιοτικά υποδεέστεροι μπορεί να είναι π.χ. πολιτικοί, που με τις πολιτικές τους φτωχαίνουν τους ανθρώπους, τους στερούν τα αναγκαία, τους αρρωσταίνουν ψυχικά και τελικά τους στέλνουν στον θάνατο· μπορεί επίσης να είναι διάφοροι θεσμικοί παράγοντες μορφωτικών, νοσηλευτικών ή άλλων ιδρυμάτων ή αντίστοιχοι «επιστήμονες» τέτοιων ιδρυμάτων, που εκτελούν εν ψυχρώ το μαθητή, το φοιτητή, τον ασθενή, τον αληθινό επιστήμονα, τον αστραφτερό στοχαστή κ.λπ., επειδή αγωνίζεται με το ανώτερο για το ανώτερο και αντιμάχεται με σθένος τις ποικίλες φαυλότητες των ως άνω «εκτελεστών» του.

§6

     Το πρόβλημα που προκύπτει από τα προαναφερθέντα και θέτει προς συζήτηση ο Πλάτων στη συνέχεια είναι πως ο θάνατος δεν είναι, υπό μια έννοια, το τέλος της ζωής, γιατί τότε θα δικαιώνονταν όλοι όσοι έμμεσα ή άμεσα συντελούν στην αφαίρεση της ζωής, αλλά η πηγή της, καθώς συνιστά απελευθέρωση της ψυχής από τα ένυλα δεσμά της, οδηγεί δηλ. στην αθανασία. Αλλά τούτο μπορεί να το συλλάβει και να το κατανοήσει μόνο ο αληθινός φιλόσοφος που αναγνωρίζει τη βαθιά, την εσωτερική διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Ο θρήνος για τον θάνατο, για παράδειγμα, που προέρχεται από την Ξανθίππη ‒από τον κοινό θνητό‒ είναι μεν μια παρηγοριά για την ίδια (60a), αλλά δεν ταιριάζει στη ζωή του φιλοσόφου· γι’ αυτό και ο Σωκράτης, όταν η Ξανθίππη θρηνεί και οδύρεται στη φυλακή για τον επικείμενο θάνατο του φιλοσόφου, ζητά από τον Κρίτωνα «να την οδηγήσουν στο σπίτι» (60a7-8). Απεναντίας, αν ο ίδιος ο Σωκράτης θρηνούσε για τον θάνατό του, θα αρνούνταν ουσιαστικά τον ως τώρα παραδειγματικό για όλους φιλοσοφικό τρόπο της ζωής του· θα αναιρούσε τον ίδιο τον εαυτό του, που καθ’ όλη τη ζωή του αποτέλεσε σύμβολο φιλοσοφικής αντιμετώπισης του θανάτου. Ο Πλάτων λαμβάνει σοβαρά τη φιλοσοφική αντίληψη για τη ζωή και τον θάνατο. Τη διαχωρίζει απόλυτα από την αφιλοσόφητη και γι’ αυτό συσχετίζει τη ζωή με τη μελέτη του θανάτου. Αλλά μελέτη για ποιο είδος θανάτου; Προφανώς όχι για τον φυσικό θάνατο, δηλ. για τον θάνατο ως απλό φυσικό γεγονός, ως την θλιβερή και πολύφοβη κατάσταση, παρά για τον θάνατο, που γίνεται το παρατηρητήριο όλης της ζωής. Ο τελευταίος τούτος θάνατος είναι η Γνώση, είναι ο διαυγής, ο φωτεινός Λόγος, που μας βγάζει έξω από το βουητό των αισθήσεων, αποστρέφει την ψυχή από ένα τέτοιο βουητό και μας καθιστά γνωσιακά και ηθικά αυτοκαθοριζόμενους.

ΠΛΑΤΩΝ: Μενέξενος (236d-238b)

Ο επιτάφιος λόγος της Ασπασίας

Ἔργῳ μὲν ἡμῖν οἵδε ἔχουσιν τὰ προσήκοντα σφίσιν αὐτοῖς, ὧν τυχόντες πορεύονται τὴν εἱμαρμένην πορείαν, προπεμφθέντες κοινῇ μὲν ὑπὸ τῆς πόλεως, ἰδίᾳ δὲ ὑπὸ τῶν οἰκείων· λόγῳ δὲ δὴ τὸν λειπόμενον κόσμον ὅ τε νόμος προστάττει [236e] ἀποδοῦναι τοῖς ἀνδράσιν καὶ χρή. ἔργων γὰρ εὖ πραχθέντων λόγῳ καλῶς ῥηθέντι μνήμη καὶ κόσμος τοῖς πράξασι γίγνεται παρὰ τῶν ἀκουσάντων· δεῖ δὴ τοιούτου τινὸς λόγου ὅστις τοὺς μὲν τετελευτηκότας ἱκανῶς ἐπαινέσεται, τοῖς δὲ ζῶσιν εὐμενῶς παραινέσεται, ἐκγόνοις μὲν καὶ ἀδελφοῖς μιμεῖσθαι τὴν τῶνδε ἀρετὴν παρακελευόμενος, πατέρας δὲ καὶ μητέρας καὶ εἴ τινες τῶν ἄνωθεν ἔτι προγόνων λείπονται, τούτους δὲ [237a] παραμυθούμενος. τίς οὖν ἂν ἡμῖν τοιοῦτος λόγος φανείη; ἢ πόθεν ἂν ὀρθῶς ἀρξαίμεθα ἄνδρας ἀγαθοὺς ἐπαινοῦντες, οἳ ζῶντές τε τοὺς ἑαυτῶν ηὔφραινον δι᾽ ἀρετήν, καὶ τὴν τελευτὴν ἀντὶ τῆς τῶν ζώντων σωτηρίας ἠλλάξαντο; δοκεῖ μοι χρῆναι κατὰ φύσιν, ὥσπερ ἀγαθοὶ ἐγένοντο, οὕτω καὶ ἐπαινεῖν αὐτούς. ἀγαθοὶ δὲ ἐγένοντο διὰ τὸ φῦναι ἐξ ἀγαθῶν. τὴν εὐγένειαν οὖν πρῶτον αὐτῶν ἐγκωμιάζωμεν, δεύτερον δὲ τροφήν [237b] τε καὶ παιδείαν· ἐπὶ δὲ τούτοις τὴν τῶν ἔργων πρᾶξιν ἐπιδείξωμεν, ὡς καλὴν καὶ ἀξίαν τούτων ἀπεφήναντο.
Τῆς δ᾽ εὐγενείας πρῶτον ὑπῆρξε τοῖσδε ἡ τῶν προγόνων γένεσις οὐκ ἔπηλυς οὖσα, οὐδὲ τοὺς ἐκγόνους τούτους ἀποφηναμένη μετοικοῦντας ἐν τῇ χώρᾳ ἄλλοθεν σφῶν ἡκόντων, ἀλλ᾽ αὐτόχθονας καὶ τῷ ὄντι ἐν πατρίδι οἰκοῦντας καὶ ζῶντας, καὶ τρεφομένους οὐχ ὑπὸ μητρυιᾶς ὡς οἱ ἄλλοι, ἀλλ᾽ ὑπὸ [237c] μητρὸς τῆς χώρας ἐν ᾗ ᾤκουν, καὶ νῦν κεῖσθαι τελευτήσαντας ἐν οἰκείοις τόποις τῆς τεκούσης καὶ θρεψάσης καὶ ὑποδεξαμένης. δικαιότατον δὴ κοσμῆσαι πρῶτον τὴν μητέρα αὐτήν· οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη.
Ἔστι δὲ ἀξία ἡ χώρα καὶ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἐπαινεῖσθαι, οὐ μόνον ὑφ᾽ ἡμῶν, πολλαχῇ μὲν καὶ ἄλλῃ, πρῶτον δὲ καὶ μέγιστον ὅτι τυγχάνει οὖσα θεοφιλής. μαρτυρεῖ δὲ ἡμῶν τῷ λόγῳ ἡ τῶν ἀμφισβητησάντων περὶ αὐτῆς θεῶν [237d] ἔρις τε καὶ κρίσις· ἣν δὴ θεοὶ ἐπῄνεσαν, πῶς οὐχ ὑπ᾽ ἀνθρώπων γε συμπάντων δικαία ἐπαινεῖσθαι; δεύτερος δὲ ἔπαινος δικαίως ἂν αὐτῆς εἴη, ὅτι ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ, ἐν ᾧ ἡ πᾶσα γῆ ἀνεδίδου καὶ ἔφυε ζῷα παντοδαπά, θηρία τε καὶ βοτά, ἐν τούτῳ ἡ ἡμετέρα θηρίων μὲν ἀγρίων ἄγονος καὶ καθαρὰ ἐφάνη, ἐξελέξατο δὲ τῶν ζῴων καὶ ἐγέννησεν ἄνθρωπον, ὃ συνέσει τε ὑπερέχει τῶν ἄλλων καὶ δίκην καὶ θεοὺς μόνον [237e] νομίζει. μέγα δὲ τεκμήριον τούτῳ τῷ λόγῳ, ὅτι ἥδε ἔτεκεν ἡ γῆ τοὺς τῶνδέ τε καὶ ἡμετέρους προγόνους. πᾶν γὰρ τὸ τεκὸν τροφὴν ἔχει ἐπιτηδείαν ᾧ ἂν τέκῃ, ᾧ καὶ γυνὴ δήλη τεκοῦσά τε ἀληθῶς καὶ μή, ἀλλ᾽ ὑποβαλλομένη, ἐὰν μὴ ἔχῃ πηγὰς τροφῆς τῷ γεννωμένῳ. ὃ δὴ καὶ ἡ ἡμετέρα γῆ τε καὶ μήτηρ ἱκανὸν τεκμήριον παρέχεται ὡς ἀνθρώπους γεννησαμένη· μόνη γὰρ ἐν τῷ τότε καὶ πρώτη τροφὴν ἀνθρωπείαν [238a] ἤνεγκεν τὸν τῶν πυρῶν καὶ κριθῶν καρπόν, ᾧ κάλλιστα καὶ ἄριστα τρέφεται τὸ ἀνθρώπειον γένος, ὡς τῷ ὄντι τοῦτο τὸ ζῷον αὐτὴ γεννησαμένη. μᾶλλον δὲ ὑπὲρ γῆς ἢ γυναικὸς προσήκει δέχεσθαι τοιαῦτα τεκμήρια· οὐ γὰρ γῆ γυναῖκα μεμίμηται κυήσει καὶ γεννήσει, ἀλλὰ γυνὴ γῆν. τούτου δὲ τοῦ καρποῦ οὐκ ἐφθόνησεν, ἀλλ᾽ ἔνειμεν καὶ τοῖς ἄλλοις. μετὰ δὲ τοῦτο ἐλαίου γένεσιν, πόνων ἀρωγήν, ἀνῆκεν τοῖς [238b] ἐκγόνοις· θρεψαμένη δὲ καὶ αὐξήσασα πρὸς ἥβην ἄρχοντας καὶ διδασκάλους αὐτῶν θεοὺς ἐπηγάγετο· ὧν τὰ μὲν ὀνόματα πρέπει ἐν τῷ τοιῷδε ἐᾶν —ἴσμεν γάρ— οἳ τὸν βίον ἡμῶν κατεσκεύασαν πρός τε τὴν καθ᾽ ἡμέραν δίαιταν, τέχνας πρώτους παιδευσάμενοι, καὶ πρὸς τὴν ὑπὲρ τῆς χώρας φυλακὴν ὅπλων κτῆσίν τε καὶ χρῆσιν διδαξάμενοι.

***
Σ᾽ ό,τι αφορά την εκδήλωση μ᾽ έργα των αισθημάτων όλης της πολιτείας οι νεκροί αυτοί που αναπαύονται τώρα στη γη αυτή εδώ εδέχτηκαν απ᾽ όλο τον κόσμο της πατρίδας τους τις τιμές που τους πρέπει για τον ηρωικό θάνατό τους κι υστέρ᾽ από τις τιμές αυτές πορεύονται την πεπρωμένη τους πορεία. Όλη η πολιτεία σε γενικό πένθος τούς κατευόδωσε με πάνδημη κηδεία στην τελευταία κατοικία τους και μαζί μ᾽ όλο τον άλλο κόσμο τούς κατευόδωσαν κι όλοι οι δικοί τους. Σ᾽ ό,τι όμως αφορά την εκδήλωση των αισθημάτων της πολιτείας με το λόγο ο νόμος επιβάλλει [236e] σ᾽ όλους μας να τιμήσουμε τους άντρες αυτούς όπως τους πρέπει και χρέος μας είναι να ξεπληρώσουμε την υποχρέωσή μας αυτή. Πράγματι τα ωραία και ηρωικά έργα μ᾽ ένα ομορφοκαμωμένο κι ομορφοειπωμένο λόγο εμπνέουν στην ψυχή όλων των ανθρώπων που τον ακούν θαυμασμό και τιμή και σεβασμό για τους ήρωές τους και τους απαθανατίζουν στη μνήμη όλου του κόσμου. Επιβάλλεται συνεπώς ένας τέτοιος λόγος, που σκοπό του θα ᾽χει, απ᾽ το ᾽να μέρος να εξυμνήσει τους ηρωικούς νεκρούς των πολέμων όπως τους αξίζει, απ᾽ τ᾽ άλλο μέρος να παραινέσει καλοπροαίρετα όσους ζουν, παιδιά κι αδέρφια των πεθαμένων, να μιμηθούνε σ᾽ όλη τη ζωή τους την πολεμική αντρεία των γονιών τους και των αδερφών τους που κείτονται εδώ μπροστά μας, και τέλος να παρηγορήσει τους πατέρες και τις μητέρες των νεκρών μας κι όλους τους προγόνους τους όσους τυχαίνει να βρίσκονται ακόμα στη ζωή. [237a] Ποιός είναι λοιπόν ο λόγος, που μπορεί να φανεί στα μάτια μας ως αντάξιος για ένα τέτοιο σκοπό; Ή από πού θα ᾽πρεπε ν᾽ αρχίσουμε αντάξια το εγκώμιο των ηρωικών τούτων αντρών, που όσο ζούσαν ήσαν με την αρετή τους η ευτυχία και η περηφάνια των δικών τους κι όταν επέθαναν με το θάνατό τους, ως λύτρο, εξαγόρασαν τη λευτεριά και τη σωτηρία όλων εκείνων που χαίρονται τη ζωή; Πιστεύω, πως πρέπει ν᾽ ακολουθήσουμε τη φυσική τάξη των πραγμάτων κι όπως απ᾽ τη φύση οι άντρες αυτοί εγεννήθηκαν ήρωες έτσι πρέπει και ως ήρωες να εγκωμιαστούν. Σ᾽ όλη τη ζωή τους εζήσανε ως ήρωες και τέλος επεθάνανε ως ήρωες, γιατί εγεννηθήκανε από ήρωες. Πρέπει λοιπόν πρώτα πρώτα να εγκωμιάσουμε την ηρωική γέννησή τους κι έπειτα την τροφή [237b] και την παιδεία τους. Τέλος χρέος μας είναι να εξυμνήσουμε τους ηρωικούς αγώνες κι άθλους όλης της ζωής τους και να δείξουμε πόσο ωραίοι και αντάξιοι στον ηρωισμό τους και σ᾽ όλες τις αρετές τους αναδείχτηκαν οι ήρωές μας στους αγώνες αυτούς.
Και πρώτ᾽ απ᾽ όλα η ηρωική καταγωγή των αντρών τούτων έχει την πρώτη ρίζα της στην ηρωική και φυλετικά πάναγνη γενιά των πρώτων προγόνων τους, που δεν ήρθαν στην Αττική γη από ξένες βάρβαρες χώρες, κι έπειτα στην ηρωική γενιά των απογόνων των πρώτων προγόνων τους, που γεννημένοι από αυτόχθονες προγόνους ήσαν κι οι ίδιοι αυτόχθονες κι όχι ξενοφερμένοι απ᾽ άλλους ξένους τόπους και κατοίκησαν κι έζησαν στη γης αυτή, ως τωόντι πατρίδα τους, κι εθράφτηκαν όχι από μητριά όπως οι άλλοι λαοί, αλλ᾽ από [237c] μάνα, τη γης που κατοικούσαν, και που αναπαύονται τώρα ύστερ᾽ απ᾽ το θάνατό τους σε δικούς τους τόπους, τους τόπους της μάνας γης, που τους εγέννησε, τους έθρεψε και τέλος τους εδέχτηκε ξανά στην αγκαλιά της. Είναι συνεπώς δικαιότατο να εγκωμιάσουμε και τιμήσουμε πρώτα πρώτα την ίδια τη μάνα των ηρώων μας, γιατί εγκωμιάζοντας και τιμώντας τη γη μάνα μας εγκωμιάζουμε συνάμα και τιμάμε και την ηρωική γενιά των αντρών ετούτων εδώ.
Κι είναι άξια και της πρέπει να υμνολογιέται η χώρα ετούτη όχι μόνο από εμάς τους ίδιους, άλλα κι απ᾽ όλο τον άλλο κόσμο, και για πολλούς άλλους λογής λογής λόγους, αλλά και απάνω απ᾽ όλα για τον πρώτο και ύψιστο λόγο ότ᾽ είναι η πολυαγαπημένη των θεών. Και τρανή απόδειξη για την αλήθεια αυτή είναι ο μύθος [237d] της διαμάχης και της κρίσης των θεών, που εφιλονίκησαν για τη γη μας. Και μια χώρα που ύμνησαν κι εδοξάσανε οι θεοί, πώς δεν είναι δίκαιο να εγκωμιάζεται και να δοξάζεται απ᾽ όλο το ανθρώπινο γένος; Ο δεύτερος λόγος, που γι᾽ αυτόν δίκαια πρέπει να δοξολογιέται η χώρα μας, είναι ο λόγος, ότι, ενώ σ᾽ εκείνους τους πανάρχαιους καιρούς όλη η άλλη γη ανάδινε κι εγεννούσε κάθε λογής ζώα, αγρίμια ή ημερωμένα, μονάχα η γη η δική μας δεν εγέννησε στους καιρούς αυτούς άγρια θεριά και υπήρξε ολοπάρθενη κι ολοκάθαρη από αγρίμια, αλλ᾽ εδιάλεξε απ᾽ όλα όσα ζουν στον κόσμο κι εγέννησε τον άνθρωπο, που είναι με το πνεύμα του απάνου απ᾽ όλα τ᾽ άλλα όντα όλης της γης και μονάχα αυτός [237e] πιστεύει στη δικαιοσύνη και στους θεούς. Κι ότι ο λόγος μου αυτός, πως η γης αυτή εδώ εγέννησε τους προγόνους των ηρώων ετούτων εδώ που είναι και δικοί μας πρόγονοι, είναι απόλυτη αλήθεια, επιβεβαιώνεται ολοφάνερα και με απόλυτη βεβαιότητα από το φυσικό νόμο, που σύμφωνα μ᾽ αυτόν κάθε ον που γεννάει στον κόσμο αυτό φέρνει απ᾽ τη φύση μέσα του τη θροφή που χρειάζεται για να θρέψει και να ζήσει τα παιδιά του. Και από το χαρακτηριστικό μάλιστα αυτό διακρίνεται αν μια γυναίκα εγέννησε στ᾽ αληθινά δικό της παιδί ή αν εξαπατάει τον κόσμο, όταν δεν έχει δικές της πηγές γαλαχτερής θροφής (τους μαστούς) για να θρέψει το νιογέννητο παιδί της. Κι ότι η γη μας και μάνα μας εγέννησε ανθρώπους, η πιο ασάλευτη απόδειξη είναι το γεγονός ότι μόνη και πρώτη η δική μας γη στην πανάρχαιη εκείνη εποχή έβγαλε την κατάλληλη για την ανθρώπινη φύση θροφή, [238a] τον καρπό του σιταριού και του κριθαριού, που μ᾽ αυτό θρέφεται ωραιότατα και θαυμασιότατα όλο το ανθρώπινο γένος. Έτσι επιβεβαιώνεται απόλυτα πως στ᾽ αληθινά η γη μας εγέννησε τούτο το ζώο, τον άνθρωπο. Και πρέπει να παραδεχτούμε πως οι αποδείξεις αυτές ισχύουν περισσότερο για τη γη παρά για τη γυναίκα, γιατί στην κυοφορία και στη γέννηση δεν έχει μιμηθεί η γη τη γυναίκα, αλλ᾽ η γυναίκα τη γη. Και τον καρπό της αυτό του σιταριού και του κριθαριού η γη μας δεν εκράτησε ζηλόφθονα μοναχά για τον εαυτό της, αλλά τον εχάρισε μεγαλόψυχα και σ᾽ όλους τους άλλους λαούς όλου του κόσμου. Ύστερ᾽ από το σιτάρι και το κριθάρι η γη μας έβγαλε κι έδωσε στα παιδιά της την ελιά που βγάζει το λάδι, το βάλσαμο αυτό όλων των ανθρώπινων πόνων. [238b] Κι αφού έθρεψε η γη μας κι εμεγάλωσε τα παιδιά της ώσπου έγιναν έφηβοι, εκάλεσε ως αρχηγούς και παιδαγωγούς τους τους θεούς, που τα ονόματά τους δεν πρέπει να τα πιάνουμε στο στόμα μας ετούτη την ώρα (γιατί τα ξέρουμε). Οι θεοί αυτοί έπλασαν τη ζωή μας, μας εμόρφωσαν πρώτους απ᾽ όλους τους άλλους ανθρώπους όλου του κόσμου στις αναγκαίες τέχνες που χρειάζονται για την καθημερινή ζωή και μας εδίδαξαν την κατασκευή και τη χρήση των όπλων για την ασφάλεια της χώρας μας.