Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ - Ὕμνος εἰς Ἀπόλλωνα (2.1-2.54)

Αποτέλεσμα εικόνας για απολλων kasselΕΙΣ ΑΠΟΛΛΩΝΑ


Οἷον ὁ τὠπόλλωνος ἐσείσατο δάφνινος ὅρπηξ·
οἷα δ᾽ ὅλον τὸ μέλαθρον· ἑκὰς ἑκὰς ὅστις ἀλιτρός.
καὶ δή που τὰ θύρετρα καλῷ ποδὶ Φοῖβος ἀράσσει·
οὐχ ὁράᾳς; ἐπένευσεν ὁ Δήλιος ἡδύ τι φοῖνιξ
5 ἐξαπίνης, ὁ δὲ κύκνος ἐν ἠέρι καλὸν ἀείδει.
αὐτοὶ νῦν κατοχῆες ἀνακλίνεσθε πυλάων,
αὐταὶ δὲ κληῖδες· ὁ γὰρ θεὸς οὐκέτι μακρήν·
οἱ δὲ νέοι μολπήν τε καὶ ἐς χορὸν ἐντύνεσθε.
ὡπόλλων οὐ παντὶ φαείνεται, ἀλλ᾽ ὅτις ἐσθλός·
10 ὅς μιν ἴδῃ, μέγας οὗτος· ὃς οὐκ ἴδε, λιτὸς ἐκεῖνος·
ὀψόμεθ᾽, ὦ Ἑκάεργε, καὶ ἐσσόμεθ᾽ οὔποτε λιτοί.
μήτε σιωπηλὴν κίθαριν μήτ᾽ ἄψοφον ἴχνος
τοῦ Φοίβου τοὺς παῖδας ἔχειν ἐπιδημήσαντος,
εἰ τελέειν μέλλουσι γάμον πολιήν τε κερεῖσθαι,
15 ἑστήξειν δὲ τὸ τεῖχος ἐπ᾽ ἀρχαίοισι θεμέθλοις.
ἡγασάμην τοὺς παῖδας, ἐπεὶ χέλυς οὐκέτ᾽ ἀεργός.
εὐφημεῖτ᾽ ἀίοντες ἐπ᾽ Ἀπόλλωνος ἀοιδῇ.
εὐφημεῖ καὶ πόντος, ὅτε κλείουσιν ἀοιδοί
ἢ κίθαριν ἢ τόξα, Λυκωρέος ἔντεα Φοίβου.
20 οὐδὲ Θέτις Ἀχιλῆα κινύρεται αἴλινα μήτηρ,
ὁππόθ᾽ ἱὴ παιῆον ἱὴ παιῆον ἀκούσῃ.
καὶ μὲν ὁ δακρυόεις ἀναβάλλεται ἄλγεα πέτρος,
ὅστις ἐνὶ Φρυγίῃ διερὸς λίθος ἐστήρικται,
μάρμαρον ἀντὶ γυναικὸς ὀιζυρόν τι χανούσης.
25 ἱὴ ἱὴ φθέγγεσθε· κακὸν μακάρεσσιν ἐρίζειν·
ὃς μάχεται μακάρεσσιν, ἐμῷ βασιλῆι μάχοιτο·
ὅστις ἐμῷ βασιλῆι, καὶ Ἀπόλλωνι μάχοιτο.
τὸν χορὸν ὡπόλλων, ὅ τι οἱ κατὰ θυμὸν ἀείδῃ,
τιμήσει· δύναται γάρ, ἐπεὶ Διὶ δεξιὸς ἧσται.
30 οὐδ᾽ ὁ χορὸς τὸν Φοῖβον ἐφ᾽ ἓν μόνον ἦμαρ ἀείσει·
ἔστι γὰρ εὔυμνος· τίς ἂν οὐ ῥέα Φοῖβον ἀείδοι;
χρύσεα τὠπόλλωνι τό τ᾽ ἐνδυτὸν ἥ τ᾽ ἐπιπορπίς
ἥ τε λύρη τό τ᾽ ἄεμμα τὸ Λύκτιον ἥ τε φαρέτρη·
χρύσεα καὶ τὰ πέδιλα· πολύχρυσος γὰρ Ἀπόλλων
35 καί τε πολυκτέανος· Πυθῶνί κε τεκμήραιο.
καὶ μὲν ἀεὶ καλὸς καὶ ἀεὶ νέος· οὔποτε Φοίβου
θηλείαις οὐδ᾽ ὅσσον ἐπὶ χνόος ἦλθε παρειαῖς·
αἱ δὲ κόμαι θυόεντα πέδῳ λείβουσιν ἔλαια·
οὐ λίπος Ἀπόλλωνος ἀποστάζουσιν ἔθειραι,
40 ἀλλ᾽ αὐτὴν πανάκειαν· ἐν ἄστεϊ δ᾽ ᾧ κεν ἐκεῖναι
πρῶκες ἔραζε πέσωσιν ἀκήρια πάντ᾽ ἐγένοντο.
τέχνῃ δ᾽ ἀμφιλαφὴς οὔτις τόσον ὅσσον Ἀπόλλων·
κεῖνος ὀιστευτὴν ἔλαχ᾽ ἀνέρα, κεῖνος ἀοιδόν,
—Φοίβῳ γὰρ καὶ τόξον ἐπιτρέπεται καὶ ἀοιδή—
45 κείνου δὲ θριαὶ καὶ μάντιες· ἐκ δέ νυ Φοίβου
ἰητροὶ δεδάασιν ἀνάβλησιν θανάτοιο.
Φοῖβον καὶ Νόμιον κικλήσκομεν ἐξέτι κείνου,
ἐξότ᾽ ἐπ᾽ Ἀμφρυσσῷ ζευγίτιδας ἔτρεφεν ἵππους,
ἠιθέου ὑπ᾽ ἔρωτι κεκαυμένος Ἀδμήτοιο.
50 ῥεῖά κε βουβόσιον τελέθοι πλέον, οὐδέ κεν αἶγες
δεύοιντο βρεφέων ἐπιμηλάδες ᾗσιν Ἀπόλλων
βοσκομένῃσ᾽ ὀφθαλμὸν ἐπήγαγεν· οὐδ᾽ ἀγάλακτες
οἴιες οὐδ᾽ ἄκυθοι, πᾶσαι δέ κεν εἶεν ὕπαρνοι·
ἡ δέ κε μουνοτόκος διδυμητόκος αἶψα γένοιτο.

***

ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ


Του Απόλλωνα πώς σείστηκε το δάφνινο κλωνάρικι όλο το ανάκτορο! Μακριά του κάθε αμαρτωλός.Και νά, τις θύρες με τ᾽ ωραίο του πόδι χτυπάει ο Φοίβος.Δε βλέπεις; Έσκυψε γλυκά ο φοίνικας της Δήλου5ξαφνικά, κι ο κύκνος στον αέρα γλυκοτραγουδεί.Μόνοι σας τραβηχτείτε σύρτες απ᾽ τις πύλες,κλειδιά γυρίστε μόνα σας· μακριά ο θεός δεν είναικαι για τραγούδι και χορό οι νέοι ας ετοιμαστούνε.Στον καθένα ο Απόλλωνας δεν φανερώνεται· μόνο στον καλό!10Όποιος τον δει λογίζεται άξιος, κι ανάξιος όποιος δεν τον δει.Θα σε δούμε, ω Εκάεργε, ανάξιοι δεν είμαστε.Μήτε κιθάρα σιωπηλή, μήτε ποδάρια αθόρυβανα ᾽χουνε τώρα τα παιδιά που ο Φοίβος ξαναγύρισε,αν θέλουνε να παντρευτούν και τα μαλλιά να κόψουν15κι αν σε αρχαία θεμέλια το τείχος να σηκώσουν.Θαυμάζω τα παιδιά που σιωπηλή δεν έχουνε τη λύρα.Σωπάστε όσοι για τον Απόλλωνα τραγούδι ακούτε.Σωπαίνει δα κι ο πόντος όταν οι αοιδοί δοξολογούντην κιθάρα ή το τόξο του Λυκωρέα Φοίβου.20Ούτε η μητέρα του Αχιλλέα, η Θέτιδα, θρηνείόταν «χαίρε παιήονα, χαίρε παιήονα» ακούσει.Ακόμα παύει να πονά και η πέτρα η δακρύβρεχτη,εκείνο το υγρό λιθάρι το στημένο στη Φρυγία,μαρμάρινη γυναίκα μ᾽ ανοιχτό το θλιβερό της στόμα.25Χαίρε, χαίρε να λέτε. Κακό, με τους μακάριους θεούς να ερίζεις.Όποιος μακάριους μάχεται, το βασιλιά μου μάχεται.Κι όποιος το βασιλιά μου, μάχεται και τον Απόλλωνα.Το χορό, ο Απόλλωνας, που τραγουδάει προς τέρψη τουθα τον τιμήσει γιατί δύναται, αφού δεξιά στέκει του Δία.30Ούτε ο χορός μπορεί το Φοίβο ν᾽ ανυμνήσει σε μια μέρα,γιατί ᾽ναι πολυύμνητος. Το Φοίβο ποιός δεν θα υμνούσε μ᾽ ευχαρίστηση;Χρυσή του Απόλλωνα η ντυμασιά, η πόρπη,η λύρα, το Λύκτιο τόξο και η φαρέτρα.Μα και τα πέδιλα χρυσά· πολύχρυσος ο Απόλλωνας35και τόσον ευκατάστατος. Μάρτυρας η Πυθώνα.Πάντοτε ωραίος, πάντοτε νέος, πότε στου Φοίβουτις τρυφερές τις παρειές δεν βγήκε χνούδι.Και οι πλόκαμοι της κόμης του στάζουν στη γης μοσχοβολάτο λάδι.Ποτέ δεν στάζουν λίπος τα μαλλιά του Απόλλωνα·40πανάκεια στάζουνε και σ᾽ όποια πόληπέσουνε οι σταξιές, χαρίζουν σ᾽ όλα ανοσία.Κανείς δεν ξέρει τόσες τέχνες όσες ο Απόλλωνας.Ο ίδιος έλαχε να ᾽ναι τοξότης κι αοιδός—στο Φοίβον επιτρέπεται και τόξο και τραγούδι—.45Εκείνου είναι οι μάντισσες, κι από το Φοίβοέμαθαν οι γιατροί στο θάνατον αναβολή να φέρνουν.Το Φοίβο ονομάζουνε και Νόμιον από τότεπου έτρεφε στην Αμφρυσσό ζευγαρωμένους ίππους,έρωτας ως τον έκαιγε για το παιδί τον Άδμητο.50Τώρα στα βοσκοτόπια πια τα βόδια θ᾽ αβγατίσουνε, και οι γίδεςδεν θα στερούνται τα μικρά τους· αρκεί ο Απόλλωναςτα βοσκοτόπια τους να εποπτεύει. Ούτε δίχως γάλακι ούτε στείρες θ᾽ απομείνουνε οι προβατίνες, κι όλες τ᾽ αρνιά τους θα θηλάζουν.Κι όποια γεννήσει ένα, θα δευτερώσει σύντομα.

Η ΑΡΕΤΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΩΙΚΟΥΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για library of celsusΓια τους στωικούς φιλοσόφους, ο δρόμος που πρέπει ν' ακολουθήσει κανείς για να εξασφαλίσει στην ψυχή του την ηρεμία, την γαλήνη, την αταραξία, και να γίνει, έτσι, ευτυχισμένος, δεν είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Επίκουρος, οι ηδονές, αλλά η αρετή. Και τον δρόμο αυτόν προς την αρετή μπορεί να του τον υποδείξει η φιλοσοφία• η φιλοσοφία είναι, πρώτα από όλα, «άσκηση της αρετής». 
 
Η αρετή, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, είναι αυτάρκης, αυτόνομη, αυτοτελής, υπό την έννοια ότι, για να υπάρξει, δεν έχει ανάγκη από κάποιον παράγοντα έξω από αυτήν που να την προκαλέσει. Δεν μοιάζει η αρετή, εν προκειμένω, με την ηδονή, που η ανάδειξη της μέσα μας προϋποθέτει κατ' ανάγκην ένα αντικείμενο διαφορετικό και ανεξάρτητο από αυτήν δεν θα μπορούσε, ασφαλώς, να βιώσει κανείς την ηδονή που νιώθει απολαμβάνο ντας, παραδείγματος χάριν, ένα φαγητό ή κάποιο μουσικό κομμάτι, αν δεν υπήρχε το φαγητό αυτό ή το εν λόγω μουσικό κομμάτι. «Η αρετή», όμως, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, «αξίζει να προτιμηθεί μόνο για τον εαυτό της και όχι εξαιτίας του φόβου, της ελπίδας ή κάποιου άλλου εξωτερικού πράγματος».
 
Αν και αποδίδουν στην αρετή οι στωικοί φιλόσοφοι απόλυτη αξία, εν τούτοις δεν φτάνουν σε κάποιο είδος ηθικού φανατισμού, στο πλαίσιο του οποίου κάθε μορφή κακίας είναι ανεπίτρεπτη. Απεναντίας, θεωρούν ότι η ύπαρξη του κακού μπορεί ν' αποβεί ωφέλιμη στον άνθρωπο οδηγώντας τον στην αρετή. Αρκεί να έχει κανείς την υπομονή να δει τα πράγματα συνολικά, και όχι αποσπασματικά και μεμονωμένα. Έτσι, θα μπορέσει να καταλάβει, παραδείγματος χάριν, ότι οι κοριοί, όσο απεχθείς κι αν μας φαίνονται, συμβάλλουν, εντούτοις, στην βελτίωση μας, καθώς μας υποχρεώνουν να ξυπνάμε το πρωί και να μη μέναμε στο κρεβάτι τεμπελιάζοντας. Είναι επιτυχής, εν προκειμένω, ο παραλληλισμός που κάνει ο Πλούταρχος μεταξύ των διαφόρων μορφών κακίας που υφίστανται στον κόσμο και ορισμένων αστείων στίχων που απαντώνται σε μια κωμωδία. «Όπως οι κωμωδίες περιλαμβάνουν αστείους στίχους που, αν τους εξετάσει χάνεις μεμονωμένους, είναι πρόστυχοι, αλλά, αν τους δει στο σύνολο του ποιήματος, προσθέτουν σε αυτό κάποιαν χάρη, έτσι ψέγει και την κακία, αν την αντιμετωπίσει μεμονωμένα• δεν είναι, όμως, άχρηστη στο πλαίσιο ενός συνόλου».  
 
Ο Χρύσιππος, που απετέλεσε τον κορυφαίο εκφραστή της στωικής φιλοσοφίας κατά την πρώτη φάση της —σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε να λεχθεί ότι «αν δεν υπήρχε ο Χρύσιππος, δεν θα υπήρχε η φιλοσοφία της Στοάς»—. υποστήριξε ότι οι κακίες είναι απαραίτητο να υπάρχουν, γιατί χωρίς αυτές δεν θα μπορούσαν οι άνθρωποι να καταλάβουν την σημασία και την σπουδαιότητα της αρετής. Πολλές φορές εκτιμάμε ένα πράγμα, εφόσον το δούμε δίπλα στο αντίθετο του• η λαμπρότητα και η τελειότητα της αρετής αναδεικνύονται με μεγαλύτερη σαφήνεια και με πιο εντυπωσιακό τρόπο, αν αντι-παραβληθούν προς την ατέλεια και τις αρνητικές όψεις της αντίστοιχης κακίας. 
 
Μεταξύ της αρετής και της κακίας, που αποτελούν τους δύο πόλους ανάμεσα στους οποίους εκδηλώνεται η συμπεριφορά των ανθρώπων, υπάρχουν άλλες καταστάσεις, όπως η ζωή και ο θάνατος, η αρρώστια και η υγεία, η φτώχεια και η ευπορία. η ταπεινότητα και η αλαζονεία κ.ά., που από την φύση τους δεν έχουν καμιάν —θετική ή αρνητική— αξία και. για τούτο, οι στωικοί φιλόσοφοι τις αποκαλούν με τον όρο «αδιάφορα». Αν μια από τις αδιάφορες αυτές καταστάσεις μας βοηθάει να γίνομε ενάρετοι, αποκτά θετική αξία• διαφορετικά, αν μας ωθεί προς την κακία, έχει αρνητική αξία, γίνεται απαξία. Συμβαίνει, βέβαια, οι άνθρωποι να προτιμούν ορισμένες από τις αδιάφορες αυτές καταστάσεις έναντι άλλων. Αυτό είναι δικαιολογημένο. Ο Χρύσιππος έλεγε, παραδείγματος χάριν, ότι «είναι τρελοί όσοι απορρίπτουν τον πλούτον και την υγεία και την απονία και την αρτιότητα του σώματος, και δεν προσπαθούν να διατηρήσουν τ' αγαθά αυτά». Εκείνο που είναι ανεπίτρεπτο, ωστόσο, είναι να επαναπαυθεί και να υποδουλωθεί κανείς στην αρχική, φυσική προτίμηση του προς αυτές τις καταστάσεις και εν ονόματι τους να ξεπουλήσει την αξιοπρέπεια του και την ψυχή του ολόκληρη.  
     
Κανένα αγαθό, ακόμη και η ίδια η ζωή, δεν πρέπει να συντηρείται από τον άνθρωπο, αν δεν εξασφαλίζει την ηθική ακεραιότητα του. Οι στωικοί φιλόσοφοι συνιστούσαν στους ανθρώπους την εθελουσία και έντιμη «εξαγωγήν εκ του βίου». Η παράδοση λέει ότι ο Ζήνων και ο Κλεάνθης, από τους πρωταγωνιστές της στωικής φιλοσοφίας, δεν δίστασαν ν' αυτοκτονήσουν, όταν κατάλαβαν ότι το αγαθό της ζωής έγινε ανασταλτικός παράγων για την εκ μέρους των άσκηση της αρετής• θεώρησαν ότι η ζωή τους δεν είχε πλέον καμιάν αξία γι' αυτούς, καθώς ο μεν, ύστερα από κάποιον τραυματισμό, βρισκόταν σε πλήρη αδυναμία, ο δε είχε φτάσει σε βαθύτατο γήρας. Κατά τους στωικούς φιλοσόφους, οφείλει να είναι έτοιμος να διατηρήσει κανείς αλώβητη την αξιοπρέπεια του και την ψυχή του απέναντι και στις πιο δυσάρεστες και τις πιο επώδυνες καταστάσεις. Ιδού πώς ο Επίκτητος λέει ότι θα πρέπει να σκέφτεται ο στωικός φιλόσοφος: «θα πεθάνω• αλλά πρέπει γι' αυτό να πεθάνω βογκώντας; Θα φυλακιστώ• αλλά πρέπει γι' αυτό να θρηνολογώ; Θα εξοριστώ• αλλά ποιος μπορεί να μ' εμποδίσει να φύγω χαμογελώντας και ήρεμος; —Πες μου το μυστικό. —Δεν το λέω, γιατί αυτό εξαρτάται από την θέληση μου. —Θα σε ρίξω τότε στα σίδερα. —Άνθρωπε, τι λες; Εμένα; Μόνο το πόδι μου θ' αλυσοδέσεις. Την θέληση μου ούτε ο Δίας μπορεί να καταβάλει. —Θα σε φυλακίσω. —Το καημένο μου κορμί, εννοείς. —Θα σε αποκεφαλίσω. —Πότε εγώ σου είπα πως μονάχα ο δικός μου τράχηλος δεν μπορεί να κοπεί;». Για να φτάσει κανείς, όπως εισηγούνται οι στωικοί φιλόσοφοι, στην κατάσταση της πλήρους αδιαφορίας, η οποία θα τον βοηθήσει, ακόμη και εν μέσω των πιο επώδυνων καταστάσεων, ν' αποκτήσει και να διατηρήσει η ψυχή του την αταραξία και την γαλήνη εκείνη που θα του εξασφαλίσει την ευτυχία, χρειάζεται να ξεπεράσει κάθε συναισθηματισμό, να χειραφετηθεί από τις εγκόσμιες επιθυμίες του, ν' απελευθερωθεί από τα πάθη του —όχι μόνο από τα θεωρούμενα κακά πάθη, αλλά από όλα τα πάθη ανεξαιρέτως. Και τούτο, διότι το πάθος, γενικώς, είναι μια «άλογη και αφύσικη κίνηση της ψυχής, μια ορμή πλεονάζουσα», που δεν αφήνει τον άνθρωπο να κρίνει σωστά την θέση του μέσα στον κόσμο και την συγγενική σχέση του με την φύση.
 
Κατά τους στωικούς φιλοσόφους, στο σύμπαν υπάρχουν δυο αρχές: μια ενεργητική, το «ποιούν», που είναι ο θεός. ο οποίος ταυτίζεται με τον λόγο. και μια παθητική δύναμη, το «πάσχον», που είναι η αδιαμόρφωτη ύλη. Ο θεός. που οι στωικοί φιλόσοφοι τον ταυτίζουν με τον λόγο. είναι ο δημιουργός του κόσμου, καθώς, επενεργώντας πάνω στην ύλη, διαμορφώνει τα διάφορα όντα. που συγκροτούν την φυσική πραγματικότητα. Η σχέση του θεού ή του λόγου με το σύμπαν δεν είναι υπερβατική• αυτός, δηλαδή, δεν δημιούργησε τον κόσμο, για να μείνει κατόπιν έξω και πέρα από αυτόν. Απεναντίας, οι στωικοί φιλόσοφοι, εισηγούμενοι μια πανθεϊστική αντίληψη, ισχυρίστηκαν ότι ο θεός, ο λόγος διαπερνάει ολόκληρο τον κόσμο και γίνεται ένα με αυτόν, αποτελώντας έτσι τον συνεκτικό ιστό της πολύμορφης φύσης, την δύναμη εκείνη μέσω της οποίας το κοσμικό σύστημα διατηρεί την ενότητα του και την συνοχή του. Χάρις στην δύναμη αυτή της θείας αρχής του λόγου, τον «τόνον». όπως την αποκαλούν οι στωικοί φιλόσοφοι, το σύμπαν από άκρου εις άκρον διέπεται από την αρχή της συμπαθείας, σύμφωνα με την οποία τα εγκόσμια όντα επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο. Ο κόσμος μοιάζει μ' έναν τεράστιο έμβιο οργανισμό, του οποίου η λειτουργία του ενός οργάνου δεν είναι ανεξάρτητη από την λειτουργία κάποιου άλλου οργάνου του. Έτσι, καθώς, βάσει της αρχής της συμπαθείας, διαδοχικά το ένα εγκόσμιο ον επηρεάζει το άλλο, είναι δυνατόν να μεταφερθεί η ενέργεια από το πιο μακρινό αστέρι του ουρανού στο πιο τελευταίο πράγμα της γης και να το επηρεάσει. 

Περί ελευθερίας στον άνθρωπο

Αποτέλεσμα εικόνας για προμηθεασΣτον βαθμό που ζούμε θεία-νοητικά, δηλ. κατά φύσιν, και αφού η φύση μας έχει καθοριστεί εκ του θείου νόμου του Πηγαίου & νοητικού Πατέρα Διός, και αφού ο Ιεροκλής λέγει αφενός ό,τι:
«Νόμος είναι ο δημιουργικός νους και η θεία βούληση η οποία παράγει αιωνίως τα πάντα και τα διατηρεί για πάντα. Έννομη τάξη είναι αυτή που εισήχθη στους αθάνατους θεούς από τον πατέρα και δημιουργό του σύμπαντος και κάνει ανάμεσά τους άλλους πρώτους και άλλους δεύτερους. Γιατί, αν και έλαβαν την κορυφή του λογικού κόσμου ως συνόλου, όμως διαφοροποιούνται μεταξύ τους και κάποιοι είναι πιο θεϊκοί από άλλους. Ένδειξη της ανωτερότητας και της κατωτερότητάς τους ως προς την ουσία τους είναι η σειρά των ουρανίων σφαιρών, που καθεμία έλαβε τη θέση της ανάλογα με την ουσία και τη δύναμή της, ώστε ο νόμος να στηρίζεται στην ουσία τους και η σειρά να είναι σύμφυτη με την αξία τους.[1] Γιατί δεν έλαβαν υπόσταση όπως να ‘ναι και κατόπιν διακρίθηκαν, αλλά ήρθαν στην ύπαρξη με τάξη, αποτελώντας διαφορετικά μέρη μέσα στον ουρανό σαν μέσα σε έναν ζωντανό οργανισμό και διατηρώντας την τακτοποιημένη σχέση που έχουν μεταξύ τους κατά την διαφοροποίησή τους ως προς το είδος και κατά την ταυτόχρονη συνάφειά τους, ώστε να μην μπορεί ποτέ να νοηθεί κάποια ανταλλαγή της θέσης τους, εκτός και αν συνοδεύεται με καταστροφή του σύμπαντος, η οποία είναι αδύνατον να συμβεί, όσο το πρώτο αίτιό τους είναι εντελώς αμετάβλητο και αμετάτρεπτο και έχει την ουσία του ίδια με την ενέργεια του και την αγαθότητα όχι ως κάτι επίκτητο αλλά αυθυπόστατη και λόγω αυτής οδηγεί τα πάντα προς το Ευ Είναι[2]
 
και αφετέρου ό,τι:
 «Ποιος είναι ο νόμος και η τιμή που τον ακολουθεί; Ας πούμε πάλι ότι ο νόμος είναι η αμετάτρεπτη και δημιουργική ενέργεια του θεού, η γεννώσα τα θεία γένη και τακτοποιούσα αΐδίως και αμεταβλήτως τα θεϊκά γένη, ενώ η τιμή που συμφωνεί με τον νόμο είναι η γνώση της ουσίας όσων τιμώνται και η κατά το δυνατόν εξομοίωση μαζί της. Γιατί αυτό που θαυμάζει κανείς, το μιμειται κιόλας, όσο είναι δυνατόν σε αυτόν, και τιμά εκείνον που δεν χρειάζεται τίποτα, όταν υποδέχεται τα αγαθά που προσφέρονται από εκείνον[3]
 
τότε κατανοούμε πως το ανθρώπινο ον – ως σύνθετο, ήτοι ως «κράμα» αποτελούμενο από τον καθαυτό & όντως άνθρωπο, δηλ. την λογική & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθανάτου-αυγοειδούς(αιθερικού) σώματος, και από την θνητή-άλογη ψυχή συν τις 2 ζωές που αναλογούν σε κάθε μέρος – είναι ελεύθερο όταν ταυτίζει την βούλησή του με τον νόμο του Διός – ήτοι με την δημιουργική βούληση του δημιουργού & πατέρα Ζήνα, ενώ ως καθαυτό άνθρωπος, ήτοι ως λογική & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθανάτου-αυγοειδούς(αιθερικού-φωτεινού) σώματος αλλά δίχως θνητό/οστράκινο σώμα, είναι ελεύθερος όταν εξομοιώνεται με τους Θεούς.
 
Ως εκ τούτου κατανοούμε πως υπάρχουν 2 μορφές ελευθερίας για τον άνθρωπο, η 2η είναι η ανώτερη & υφίσταται  ως προς την καθαυτό & όντως υπόστασή μας – δηλ. ως έλλογη & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθάνατου/αυγοειδούς σώματος, ενώ η 1η υφίσταται ως σύνθετο ον – δηλ. ως λογική & αΐδια ψυχή μετά και θνητού-οστράκινου σώματος. Η 2η είναι άμεσα εξαρτώμενη από την 1η και παράγωγό της. Όποιος κατέχει την 2η έχει και την 1η. Όποιος έχει την 1η δεν κατέχει απαραίτητα και την 2η.
 
Όταν ο άνθρωπος κατέχει την 2η μορφή ελευθερίας, παρότι ζει εν τη γενέσει, τότε και μόνον τότε, τηρεί τον σύμφυτο στην ουσία του όρκο προς τους Θεούς, δηλ. μένει προσκολλημένος παρά τον Πατέρα και Δημιουργό Ζευς και δεν παραβαίνει του νόμους αυτού.
 
Άλλωστε ο Ιεροκλής λέγει αφενός ό,τι:
«όρκος είναι η αιτία που διατηρεί τα πάντα στην κατάσταση και τα εξασφαλίζει έτσι σαν να κρατιούνται από την πίστη του όρκου και διασώζουν την τάξη του νόμου, ώστε αποτέλεσμα του δημιουργικού νόμου να είναι το απαραβίαστο της τάξης των δημιουργημάτων. Γιατί το να διαμένουν τα πάντα όπως έχουν οριστεί από τον νόμου είναι το κύριο έργο του θείου όρκου, ο οποίος τηρείται προπάντων και πάντα μέσα σε όσους νουν πάντα τον θεό. Μέσα σε όσους όμως άλλοτε νοούν και άλλοτε απομακρύνονται της θείας γνώσεως, παρομοίως παραβιάζεται όταν απομακρύνονται, και τηρείται όταν ανυψώνονται στην επιστροφή προς το θείο. Γιατί η τήρηση των θείων νόμων λέγεται όρκος, μέσω του οποίου έχουν δεθεί και εξαρτηθεί από τον δημιουργό θεό όσα έχουν την φύση να τον γνωρίζουν. Από αυτά, όσα μένουν πάντοτε προσκολλημένα σε αυτόν, σέβονται πάντα τον όρκο, ενώ, όσα μερικές φορές απομακρύνονται, τότε ασεβούν και στον όρκο, παραβαίνοντας όχι μόνον την τάξη του θείου νόμου αλλά και την πίστη του θείου όρκου. Ο όρκος, λοιπόν, που έχει λάβει υπόσταση εντός της ουσίας τους στα λογικά γένη είναι ο εξής : να μένουν προσκολλημένα στον πατέρα και δημιουργό τους και με κανέναν τρόπο να μην παραβαίνουν τους νόμους που ορίστηκαν από εκείνον».[4]
 
Αφετέρου πως:
«μία αμετάτρεπτη φρουρά φυλάει τον νόμο της τάξης του σύμπαντος και  ότι υπάρχει στους παλαιούς το έθος να ονομάζουν μυστικά όρκο τον φύλακα αυτής της φρουράς».[5]
 
Εξ ου και λέγει ό,τι:
«κορυφαία αρετή είναι το να εμμένουμε εντός ορίων που μας τέθηκαν εκ της δημιουργίας, με βάση τα οποία όλα έχουν διακριθεί ως προς το είδος, και να ακολουθούμε τους νόμους της πρόνοιας, λόγω των οποίων τα πάντα εξοικειώνονται ανάλογα την οικεία τους δύναμης προς το σύμμετρο αγαθό».[6]
 
Στην 1η περίπτωση, της 1ης ελευθερίας, αναφερόμαστε στην ταύτιση της ζωής του ανθρώπινου πλάσματος με την Φύση του Κόσμου, ήτοι με την του Κόσμου Ειμαρμένη ή αλλιώς με τους εκ του Διός εγγεγραμμένους στην ουσία μας “ειμάρμενους νόμους”.
Μάλιστα κατά πως λέγει ο Πρόκλος:
 
«ο Πλάτων συμπεριέλαβε όλους τους Ειμάρμενους νόμους σε μια δεκάδα, επειδή η δεκάδα είναι συγγενής με την δημιουργική αιτία. Πράγματι και όσα αγαθά έχει δώσει ο δημιουργός σε ολόκληρο τον Κόσμο, ανέρχονται σε αυτόν τον αριθμό, καθώς όλα κι όλα είναι δέκα. Γιατί η δεκάδα έχει κοσμική ιδιότητα, όπως ακριβώς λέει και ο ύμνος του Πυθαγόρα, ο οποίος αποκαλεί “πανδέκτρεια, πρεσβύτατη, που θέτει όριο στα πάντα, ακλόνητη, ακούραστη δεκάδα την αποκαλούν αγνή”. Όλοι, λοιπόν, οι ειμάρμενοι νόμοι που έχουν ειπωθεί για τις ψυχές είναι δέκα:
  1. Πρέπει να σπαρθούν οι ψυχές.
  2. Πρέπει να υπάρχει για όλες μια κοινή κάθοδος σε κάθε περίοδο.
  3. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει κατά την πρώτη γένεση, να κατέβει στο θεοσέβαστο ζωντανό ον.[7]
  4. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει στην “ανθρώπινη φύση”[8] να εισέλθει πρώτα σε γονή ανδρός.
  5. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει εν σώματι να γεννήσει επιμέρους φύσεις και ένυλους ζωές.
  6. Πρέπει η ψυχή που κυριαρχεί της ενύλου ζωής να είναι δίκαιη, ενώ αυτή που κυριαρχείται από την ένυλη ζωή να είναι άδικη.
  7. Πρέπει ο δίκαιος να επιστρέφει στο σύννομο άστρο.
  8. Πρέπει όποιος σφάλει κατά την δεύτερη γέννηση κατερχόμενος να ενδυθεί τη “φύση γυναικός”[9].
  9. Πρέπει όποιος σφάλει κατά τη δεύτερη γέννηση να μεταβληθεί κατά την τρίτη απομάκρυνση σε φύση(ζωή) θηρίου.
  10. Και μετά από όλους αυτούς ο δέκατος δημιουργικός νόμος : μοναδική σωτηρία της ψυχής, σωτηρία η οποία σταματά τον κύκλο της εν τη γενέσει περιπλάνησης, είναι η ζωή η οποία ανυψώνει προς την περιφορά της ταυτότητας και της ομοιότητας.
Όλοι, λοιπόν, οι νόμοι που έχουν ειπωθεί και που περιλήφθηκαν μέσα στην δεκάδα επειδή οι Πυθαγόρειοι συνδέουν τη δεκάδα με τον δημιουργό και με την Ειμαρμένη, ενεσπάρησαν στις ψυχές, προκειμένου οι ψυχές να οδηγούν τον εαυτό τους (γιατί και οι Θεοί θέλουν να εξουσιάζουν τα αυτοκινούμενα σαν να είναι αυτοκινούμενα) και προκειμένου οι ίδιες να είναι υπεύθυνες για τα μετέπειτα κακά που θα συμβούν και να μην είναι υπεύθυνος ο δημιουργός.»[10]
 
Στην 2η περίπτωση, της 2ης ελευθερίας, αναφερόμαστε στην ταύτιση της ανθρώπινης βούλησης με την δημιουργική πρόνοια του δημιουργού & πατέρα Ζεύς για τον Κόσμο, και αυτή είναι η απόλυτη ελευθερία – διότι για τον λόγο ότι οι Θεοί είναι Ενάδες/Αγαθότητες, & επειδή μοναδική τους ενέργεια είναι η πρόνοια, στον βαθμό που γινόμαστε «Εν», προνοούμε για τον Κόσμο.
 
Άλλωστε κατά πως λέγει ο Πρόκλος:
«Από τα όντα άλλα έχουν  την υπόστασή τους μέσα στην αιωνιότητα, άλλα μέσα στον χρόνο (και λέω ότι έχουν υπόσταση μέσα στην αιωνιότητα αυτά των οποίων η ενέργεια μαζί με την ύπαρξη είναι αιώνια, και μέσα στον χρόνο αυτά των οποίων η ύπαρξη δεν υπάρχει αλλά πάντα γεννιέται, ακόμα κι αν αυτό γίνεται για άπειρο χρόνο) και άλλα βρίσκονται κατά κάποιο τρόπο στη μέση μεταξύ αυτών των δύο, καθώς έχουν υπόσταση σταθερή και ανώτερη από τη γέννηση, και ενέργεια που γίνεται πάντα. Και η υπόστασή τους καθορίζεται από την αιωνιότητα, ενώ η ενέργειά τους καθορίζεται από τον χρόνο. Πρέπει, λοιπόν, κάθε πρόοδος να ξεκινά από τα πρώτα και να φτάνει μέχρι τα τελευταία περνώντας από τα μεσαία. Καθώς, λοιπόν, υπάρχουν όντα που είναι αιώνια προς την υπόσταση και αιώνια ως προς την ενέργεια και όντα που υπάγονται στον χρόνο ως προς και τα δύο, είναι ανάγκη να υπάρχει και η περιοχή των μεσαίων όντων και αυτή η περιοχή να έχει είτε αιώνια υπόσταση ύπαρξη και χρονική ύπαρξη, είτε το αντίστροφο. Το δεύτερο όμως είναι αδύνατον, γιατί, αν το αποδεχτούμε, χωρίς να καταλάβουμε θα έχουμε κάνει ανώτερες τις ενέργειες από τις ουσίες. Απομένει, λοιπόν, να αποδώσουμε στα μεσαία όντα αιώνια ουσία και χρονική ενέργεια. Αποκαλούμε, λοιπόν, αυτές τις τρείς τάξεις των όντων που σου αποδείχτηκαν νοητική, ψυχική και σωματική. Και λέμε νοητική την τάξη που ολόκληρη βρίσκεται και νοεί μέσα στην αιωνιότητα. Σωματική αυτή που πάντα γεννιέται είτε μέσα στον άπειρο χρόνο είτε μέσα σε ένα μέρος του χρόνου. Και ψυχική αυτή που έχει αιώνια ουσία και χρονική ενέργεια.»[11]
 
Δηλ. έχουμε 3εις τάξεις όντων:
  1. Νοητική : η τάξη που ολόκληρη βρίσκεται και νοεί μέσα στην αιωνιότητα.
  2. Ψυχική  : η τάξη που έχει αιώνια ουσία και χρονική ενέργεια.
  3. Σωματική : η τάξη που πάντα γεννιέται είτε μέσα στον άπειρο χρόνο είτε μέσα σε ένα μέρος του χρόνου.
Μάλιστα ο Ιεροκλής, στο «Υπόμνημα στα Χρυσά Έπη του Πυθαγόρα, 24.1.1 – 24.9.6», αναφερόμενος στην ουσία του ανθρώπου λέγει πως:
 
«η ψυχή  βρίσκεται στο σύνορο μεταξύ των όντων που δεν εκπίπτουν προς την κακία και των όντων που δεν έχουν τη φύση να ανυψώνονται προς την αρετή. Για αυτό και ως προς τις καταστάσεις αμφιταλαντεύεται, καθώς άλλοτε ζει εκεί ψηλά την νοητική ευζωία και άλλοτε προσλαμβάνει εδώ την παθητικότητα των αισθήσεων. Για αυτό και λέγεται ορθά από τον Ηράκλειτο ότι ζούμε τον εκείνων θάνατο και πεθαίνουμε ζώντας εκεί.[12] Γιατί ο άνθρωπος κατεβαίνει και εκπίπτει εκ της ευδαίμονος χώρας, όπως λέει ο Εμπεδοκλής ο Πυθαγόρειος : “φυγάς θέωθεν και αλήτης, γιατί πίστεψα στην μανιασμένη φιλονικία”. Όμως ανεβαίνει και ανακτά την παλιά του κατάσταση, αν φύγει από τα περί γη και τον “άχαρο τόπο”, όπως λέει ο ίδιος, “όπου βρίσκεται ο Φόνος, το Κότος και τα πλήθη των υπόλοιπων Κηρών”, τόπος στον οποίο όσοι εξέπεσαν “τριγυρνούν στον λειμώνα της Άτης μέσα στο σκοτάδι”. Η επιθυμία εκείνου που εγκαταλείπει τον λειμώνα της Άτης σπεύδει προς τον λειμώνα της αλήθειας, τον οποίο άφησε σπρωγμένος από την πτερόρρυση[13] του  και ήρθε σε γήινο σώμα, αφού στερήθηκε όλβιου αιώνος. Με αυτά συμφωνεί και ο Πλάτων, λέγοντας τα εξής για την κάθοδο: “όταν η ψυχή, αφού δεν μπορέσει να ακολουθήσει τον θεό, δεν αντικρίσει τίποτε και, αφού συναντήσει κάποια ατυχία, χάσει τα φτερά της και πέσει στην γη, τότε είναι νόμος αυτή η ψυχή να εγκατασταθεί σε θνητό ζωντανό όν». Και τα εξής για την άνοδο :”όταν ο άνθρωπος κυριαρχήσει με την λογική στη μάζα που του προστέθηκε εκ των υστέρων και αποτελείται από γη, ύδωρ, αήρ και πυρ και είναι θορυβώδης και άλογη, φτάνει στο είδος της πρώτης και άριστης καταστάσεως , οπότε ανυψώνεται και στο σύννομο, αφού γίνει υγιής και ολόκληρος”. Υγιής λόγω της απαλλαγής του από τα πάθη σαν να είναι νοσήματα, πράγμα που εξασφαλίζεται μέσω της πολιτικής αρετής. Ολόκληρος λόγω της ανάτασης του νοός και της επιστήμης σαν να είναι δικά του μέρη, πράγμα που έχει τη φύση να επιτυγχάνεται μέσω της θεωρητικής αλήθειας. Και πάλι ότι πρέπει με τη φυγή από εδώ θα θεραπεύουμε την απομάκρυνση από τα ανώτερα όντα, το δείχνει ξεκάθαρα ορίζοντας τη φιλοσοφία ως φυγή από τα εδώ κακά. Γιατί με τα εξής αποφαίνεται ότι τα πάθη είναι σύμφυτα μόνο με τα θνητά όντα : “δεν είναι όμως δυνατόν να εξαφανιστούνε τα κακά ούτε να βρίσκονται στους Θεούς, αλλά αναγκαστικά κυκλοφορούν στον Κόσμο τούτο και στην θνητή φύση”. Γιατί τα όντα που υπόκεινται σε γέννηση και φθορά σε κατάσταση αντίθετη προ τη φύση τους, πράγμα που αποτελεί την αρχή των κακών. Προσθέτει όμως και πως πρέπει να τα αποφεύγουμε : “Για αυτό και πρέπει να φεύγουμε από εδώ προς τα εκεί. Και φυγή είναι η εξομοίωση με τον θεό, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο. Και εξομοίωση είναι να γίνει κάποιος δίκαιος και όσιος μετά φρονήσεως”. Γιατί αυτός που θέλει να ξεφύγει από τα κακά, πρέπει πρώτα να αποστραφεί τη θνητή φύση. Γιατί δεν είναι δυνατόν, όσο είμαστε ανακατεμένοι μαζί της, να μη γεμίζουμε αναγκαστικά και με τα κακά που την ακολουθούν. Όπως ακριβώς, λοιπόν, η φυγή από τον θεό και η πτερόρρυσης των κουφιζόντων φτερών μας που μας ανυψώνουν προς τα πάνω μας έφεραν στην περιοχή των θνητών όντων, στα οποία εμφανίζονται τα κακά, έτσι και η αποβολή της προσκόλλησης στα θνητά πάθη και η ανάπτυξη των αρετών σαν ένα είδος φτερών θα μας ανυψώσει προς τον τόπο που είναι καθαρός από τα κακά, προς την θεία ευζωία. Γιατί η ουσία των ανθρώπων, η οποία βρίσκεται στη μέση μεταξύ των όντων που νοούν τον θεό και των όντων που έχουν την φύση να μην τον νοούν ποτέ, ανεβαίνει προς τα πρώτα και κατεβαίνει προς τα δεύτερα, καθώς με την απόκτηση ή την αποβολή του νου διαδοχικά προσλαμβάνει την εξομοίωση με τον θεό ή την εξομοίωση με τα θηρία, λόγω της αμφίβιας φύση της[14]
 
Μάλιστα ο Φώτιος που διασώζει το “περί Πρόνοιας” έργο του Ιεροκλή – παραφρασμένο αλλά όχι αλλοιωμένο – στις επιτομές του, αναφέρει πως:
«Ο Ιεροκλής στην μελέτη του, ακολουθώντας τον Πλάτωνα, δίνει υπόσταση πρώτα στον δημιουργό Θεό που έχει τεθεί επικεφαλής ολόκληρης της ορατής και αόρατης διακοσμήσεως(Κόσμου), η οποία δεν έχει γεννηθεί από κάποιο υπόστρωμα που προϋπήρχε. Γιατί η βούληση εκείνου αρκούσε για την υπόσταση των όντων. Και καθώς η σωματική φύση έχει συνταχθεί με την ασώματη δημιουργία, συστήνεται και από τις δύο. Ένας τελειότατος Κόσμος, διπλός και ένας ταυτόχρονα. Εντός του υπάρχουν πρώτα, μεσαία και τελευταία όντα. Και από αυτά, τα πρώτα τα αποκαλεί ουράνια και θεούς, τα μεσαία λογικά όντα τα αποκαλεί αιθέρια και αγαθούς δαίμονες, που γίνονται διερμηνείς και άγγελοι(=αγγελιοφόροι) των πραγμάτων που ωφελούν τους ανθρώπους. Και τα τελευταία λογικά όντα τα αποκαλεί περίγεια και ανθρώπινες ψυχές ή αθάνατους ανθρώπους. Και αυτά τα τρία γένη έχουν συνδεθεί μεταξύ τους σαν σε ένα ζωντανό οργανισμό ή χορό ή συμφωνία, ενώ η διάκρισή τους ως προς την φύση τους διατηρείται αδιατάρακτη λόγω της ένωσής και αλληλουχίας τους. Και ότι τα ανώτερα κυβερνούν τα υποδεέστερα, και ότι σε όλα τους βασιλεύει ο πατέρας και δημιουργός Θεός. Και ότι αυτή η πατρική βασιλεία του αποτελεί την πρόνοια που νομοθετεί σε κάθε γένος αυτά που του ταιριάζουν, ενώ η δικαιοσύνη που την ακολουθεί αποκαλείται ειμαρμένη. Γιατί δεν είναι η παράλογη αναγκαιότητα για την οποία μιλούν οι αστρολόγοι, ούτε η βία για την οποία μιλούν οι Στωικοί, ούτε αυτή που θεωρεί ο Αλέξανδρος από την Αφροδισιάδα, ο οποίος την ταύτιζε με την πλατωνική φύση των σωμάτων, ούτε η γέννηση μας που αλλάζει με επωδές και θυσίες, όπως θεωρούσαν κάποιοι, αλλά η δικαστική ενέργεια του Θεού επί των παραβατών σύμφωνα με τον νόμο της πρόνοιας, ενέργεια η οποία με τάξη και ειρμό διορθώνει τα πράγματα σύμφωνα με τις συνθήκες που επιλέγονται από τις αυτεξούσιες πράξεις μας
 
Μάλιστα:
«Λέει ότι η πρόνοια και η τάξη από τον δημιουργό απλώνεται από κοινού σε όλα τα αθάνατα γένη, κυρίως όμως και πιο φυσικά στα πρώτα τα οποία έχουν άμεσα τη γέννησή τους από εκείνον και βρίσκονται αμέσως μετά από εκείνον και απολαμβάνουν την άριστη συμμετοχή στα νοητά αγαθά. Γιατί, καθώς υπάρχουν τρία εγκόσμια γένη, το κορυφαίο και το πρώτο από τα γεννήματα του δημιουργού τυγχάνει ατρέπτου και αμεταβλήτου προς τον δημιουργό εξομοιώσεως εν πάση θεοειδεί ευταξίας. Όπως είπαμε ότι είναι το γένος των ουρανίων όντων. Το δεύτερο, το οποίο προσλαμβάνει με κατώτερο και υποβαθμισμένο τρόπο την θεία τάξη, δεν μετέχει με αμετάβλητο και αδιαίρετο τρόπο στην εξομοίωση με τον δημιουργό, αλλά αλάνθαστα και αδιάφθορα στρέφεται προς τους πατρικούς νόμους. Και το χαρακτηριστικό αυτό το έχουμε αποδώσει στα αιθέρια όντα. Το τρίτο, ως τελευταίο μεταξύ των θείων γενών, όχι μόνο είναι κατώτερο από τα ουράνια όντα επειδή μετατρέπεται με διάφορους τρόπους, αλλά είναι κατώτερο και από την αξία των αιθέριων όντων επειδή μερικές φορές διαφθείρεται. Γιατί το να νοούν πάντα τον θεό και να κατέχουν ηνωμένως την γνώση του είναι χαρακτηριστικό των ουρανίων όντων. Το να νοούν πάντα αλλά αναλυμένα, είναι χαρακτηριστικό στις ανθρώπινες ψυχές, οι οποίες εκ φύσεως υπολείπονται από την αδιαίρετη νόηση των ουρανίων όντων και από την γνώση των αιθέριων όντων που πληθαίνει με τάξη, επειδή οι ανθρώπινες ψυχές δεν νοούν ούτε ενιαίως ούτε αϊδίως, αλλά και όταν ανυψωθούν στην τάξη της νόησης, μιμούνται την αιθέρια γνώση και, ακολουθώντας αυτήν, καρπώνονται την ενατένιση των νοητών. Μετά το τρίτο νοητικό γένος, το οποίο άλλοτε νοεί και άλλοτε δεν νοεί, υπάρχει αυτό που δεν νοεί ποτέ, σύμφωνα με τον κανόνα της τέλειας διαίρεσης. Αυτό είναι εκ φύσεως ανόητο, καθώς δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να μετέχει στην αλήθεια και την αρετή. Για αυτό και απορρίπτεται η άποψη ότι είναι γέννημα εκείνου. Γιατί πως το άλογο και το ανόητο θα μπορούσε να είναι εικόνα του νοητού Θεού ; Γιατί κάθε εικόνα εκείνου είναι νοήμων και λογική, και έχει τη φύση να γνωρίζει τον εαυτό της και τον δημιουργό της
 
Εν ολίγοις και συμφώνως με τον Πρόκλο:
Είμαστε μεσαία όντα, έχουμε εγκατασταθεί μέσα στην επιλογή και μπορούμε κινηθούμε και προς τις δυο κατευθύνσεις. Και προς όποια κατεύθυνση και αν κινηθούμε, κυριαρχούμαστε από το σύμπαν και λαμβάνουμε τον κλήρο που μας αξίζει. Και αν κινηθούμε προς το καλύτερο, γινόμαστε νόηση, αν κινηθούμε προς το χειρότερο, γινόμαστε αίσθηση. [15]
 
Κατά την έννοια ότι:
έχουμε μια γνώση μεσαία, ανάμεσα σε όσα μόνο γνωρίζουν και σε όσα δεν γνωρίζουν καθόλου, εκ των οποίων το μεν πρώτο είναι ο νους το δε δεύτερο η αίσθηση. Γιατί η αίσθηση των άλογων όντων δεν γνωρίζει καθόλου την αλήθεια, μιας και δεν γνωρίζει ούτε την ίδια την ουσία των αισθητών. Ο νους από την άλλη γνωρίζει άμεσα την ίδια την ουσία του Όντος και την ίδια την αλήθεια που είναι πραγματική. Η ψυχή, όμως, η οποία βρίσκεται ανάμεσά τους, γνωρίζει τις ουσίες των όντως Όντων, επειδή είναι ανώτερη από την αίσθηση, και δεν τις γνωρίζει, επειδή είναι κατώτερη από τον νου. [16]
 
Εν ολίγοις οι ανθρώπινη αυτεξουσιότητα υπάρχει και περιορίζεται στην δυνατότητα που έχουμε ως όντα να επιλέξουμε ανάμεσα σε δυο δρόμους:
  1. Στην συμπαράταξη μας με την θεία &νοητική ζωή, κάτι που μας καθιστά ως όντα αληθώς & όντως ελεύθερους και μας τοποθετεί παρά των θεών, υπεράνω της ειμαρμένης.
  2. Στην συμπαράταξη μας με την αίσθηση και το ψεύδος της, κάτι που μας υποδουλώνει στην ειμαρμένη και στα εξωτερικά εγκόσμια, αισθητά και σωματικά.
Και αυτό κατά την έννοια ότι μέσα στο σύμπαν υπάρχουν 3 ειδών όντα : τα ανώτερα, τα οποία είναι ανεξάρτητα από το σώμα και υπάγονται μόνο στον νόμο της πρόνοιας – αυτοί είναι οι εγκόσμιοι θεοί και τα κρείττονα γένη(κατ’ ουσίαν Άγγελοι, Δαίμονες & Ήρωες), τα κατώτερα τα οποία έχουν σώμα και αυτοκιούμενη αλλά άλλογη(θνητή) ψυχή και υπάγονται στον νόμο της Ειμαρμένης – αυτά είναι τα ζώα και τα φυτά, τέλος δε τα ενδιάμεσα/μεσαία, τα οποία έχουν σώμα και αυτοκινούμένη ψυχή αλλά λογική & αίδια και υπάγονται και στην πρόνοια και στην Ειμαρμένη – αυτοί είναι οι άνθρωποι. Δηλ. όσα έχουν ένα είδος αυτοκινούμενης ζωής και ψυχής λογικής & αίδιας είναι τα ίδια υπεύθυνα για την αξία τους μέσα στο σύμπαν – οι άνθρωποι, ενώ όσα έχουν μεν ενα είδος αυτοκινούμενης ζωής αλλά η ψυχή τους είναι άλογη δεν είναι υπεύθυνα για τη δική τους αξία και σειρά μέσα στο σύμπαν.
 
Εξ ου και συμφώνως με τον Ιάμβλιχος:
«ο άνθρωπος που νοείται ως θεοποιημένος, αυτός που από πριν ήταν ενωμένος με τη θέα των Θεών, μπήκε σε μια άλλη ψυχή, στην περί το ανθρώπινης μορφής είδος προσαρμοσμένη ψυχή, και εγένετο μέσα στα δεσμά της ανάγκης και της ειμαρμένης.»[17]
 
Επί της ουσίας και συμφώνως με τον Πρόκλο:
«υπάρχει μια ψυχή που είναι ξεχωριστή από το σώμα και από κάπου αλλού, από ψηλά από τους θεούς, κατεβαίνει σε τούτον τον θνητό τόπο, και άλλη ψυχή που λαμβάνει υπόσταση μέσα στο σώμα και είναι αχώριστη από τα αντικείμενα στα οποία κατοικεί. Η δεύτερη εξαρτάται από την Ειμαρμένη, ενώ η πρώτη εξαρτάται από την πρόνοια των Θεών ως προς την ουσία της.»[18]
 
Δηλαδή όπως λέγει και ο Ιάμβλιχος:
«Ο άνθρωπος έχει δυο ψυχές. Η μία προέρχεται από το πρώτο νοητό και μετέχει στη δύναμη του δημιουργού, ενώ η άλλη παραδίδεται εκ της των ουρανίων περιφοράς και σε αυτήν επισέρπει(διεισδύει) η θεοπτική ψυχή. Καθώς, λοιπόν, αυτά έχουν έτσι, η ψυχή που από των κόσμων κατεβαίνει σε εμάς, παρακολουθεί τις περιόδους του Κόσμου, ενώ η από του νοητού νοητά είναι παρούσα. Και υπερέχει από της γενεσιουργού ανακυκλώσεως, και με αυτήν λαμβάνει χώρα η λύσις της ειμαρμένη και η προς τους νοητούς θεούς άνοδος της αΐδιας και λογικής ψυχής, και η θεουργία που ανεβαίνει προς το αγέννητο επιτελείται με βάση αυτή τη ζωή.»[19]
 
Μάλιστα κατά πως λέγει ο Ιάμβλιχος:
«Η ουσία της ψυχής είναι άυλη καθαυτή, ασώματος, αγέννητη εντελώς και ανώλεθρη, έχοντας από τον εαυτό της την ύπαρξη και την ζωή της, εντελώς αυτοκινούμενη και αρχή της φύσης και όλων των κινήσεων. Αυτή λοιπόν, στον βαθμό που είναι τέτοια, έχει περιλάβει μέσα της την αυτεξούσια και την ανεξάρτητη ζωή. Και όσο δίνει τον εαυτό της σε όσα γεννιούνται και υποτάσσει τον εαυτό της στην κίνηση του σύμπαντος, τόσο άγεται από την ειμαρμένη και υποτάσσεται στις φυσικές ανάγκες. Και όσο πάλι αναπτύσσει τη νοητική και πραγματικά ανεξάρτητη από όλα και αυτόβουλη ενέργεια της, τόσο πράττει εκούσια τα δικά της και με αλήθεια αγγίζει το θείο, το αγαθό και το νοητό».[20]
 
Εξ ου και λέγει – ο Ιάμβλιχος – πως:
«Πρέπει άρα να επιδιώξουμε να ζήσουμε τον κατά νου βίο και είναι εξαρτημένος από τους θεούς. Διότι μόνο αυτός μας δίνει την αδέσμευτη εξουσία της ψυχής, μας απαλλάσσει από τα δεσμά της ανάγκης και μας κάνει να ζούμε όχι κάποιον ανθρώπινο βίο, αλλά τον θείο και αυτόν που συμπληρώνεται αγαθών εκ της βούλησης των Θεών.»[21]
 
Μάλιστα κατά πως λέγει ο Ιεροκλής:
«Θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε την πραγματική αξία του Θεού που είναι αριστοτέχνης δημιουργός του Κόσμου, μόνο αν τον θεωρήσουμε δημιουργό των Θεών και των αμετάβλητων λογικών όντων. Το κείμενο των χρυσών επών αυτούς αποκάλεσε αθάνατους θεούς, εκείνους που νοούν τον δημιουργό Θεό πάντα και με τον ίδιο τρόπο, και που πάντα έχουν συνταχθεί με τον αγαθό εκείνου, και που λαμβάνουν από εκείνον αδιαίρετα και αμετάβλητα την ύπαρξή και την ευδαιμονία, ώστε να αποτελούν οι ίδιοι εικόνες της δημιουργικής αιτίας, καθώς είναι απαθείς και αδιάφθοροι. Γιατί ταιριάζει στον θεό να δώσει υπόσταση σε τέτοιες εικόνες του εαυτού του και όχι μόνον σε όλες όσες είναι μεταβλητές και υπόκεινται στην πτώση προς την κακία, όπως είναι οι ανθρώπινες ψυχές, οι οποίες αποτελούν το έσχατο γένος των λογικών φύσεων, όπως ακριβώς το κορυφαίο γένος είναι το γένος των αθανάτων Θεών. Αυτοί ονομάστηκαν αθάνατοι Θεοί σε αντιδιαστολή προς τις ανθρώπινες ψυχές, επειδή αυτοί δεν πεθαίνουν χάνοντας την θεία ευζωία ούτε ποτέ περιέρχονται σε λήθη της δικής τους ουσίας και της αγαθότητας του πατέρα. Η ανθρώπινη ψυχή, όμως, υπόκειται σε αυτά τα παθήματα, καθώς άλλοτε νοεί τον θεό και ανακτά την αξία της, άλλοτε όμως εκπίπτει από αυτά. Για αυτό και δικαιολογημένα οι ανθρώπινες ψυχές χαρακτηρίζονται θνητοί θεοί, καθώς κάποιες φορές πεθαίνουν χάνοντας της θεία ευζωία με την φυγή από τον θεό και πάλι την ξαναζούνε με την επιστροφή στον θεό, και με τον ένα τρόπο ζουν την θεία ευζωία ενώ με τον άλλο τρόπο πεθαίνουν, επειδή είναι αδύνατον μια αθάνατη ουσία να συμμετέχει στην μοίρα του θανάτου, όχι με την έξοδό της στην ανυπαρξία αλλά με την έκπτωση της από την ευδαιμονία. Γιατί θάνατος της λογικής ουσίας είναι η αθεΐα και η άνοια, που τις ακολουθεί η άμετρη επανάσταση των παθών. Γιατί λόγω της άγνοιας των κρειττόνων πραγμάτων εξ ανάγκη γίνεται δούλος των χειρότερων, από τα οποία δεν είναι δυνατόν να απελευθερωθεί αλλιώς παρά μόνον με  την δια της αναμνήσεως επιστροφή στον νου & στον θεό.»[22]
 
Για αυτό και οι Πυθαγόρειοι προέτρεπαν αφενός:
«Απέφευγε τις λεωφόρους και βάδιζε από τα μονοπάτια».
 
Επεξηγώντας ο θείος Ιάμβλιχος λέγει ότι:
«Αυτό μας προτρέπει να αφήσουμε την δημώδη και ανθρώπινη ζωή, και αξιώνει να επιδιώκουμε την ξεχωριστή και θεία, και λέει ότι πρέπει να περιφρονούμε τις κοινές δοξασίες και να θεωρούμε σημαντικές τις ιδιωτικές και απόρρητες, και να υποτιμάμε την τέρψη που μας φέρνει κοντά στους ανθρώπους και να υπερτιμάμε την ευδαιμονία που εξαρτάται από την θεία βούληση, και να αφήνουμε τις ανθρώπινες συνήθειες ως δημώδης, και να τις ανταλλάσουμε με την λατρεία των θεών ως ανώτερη από τη δημώδη ζωή.»[23]
 
Αφετέρου οι Πυθαγόρειοι έλεγαν:
«Άπεχε από το μελανούρι. Γιατί ανήκει στους χθόνιους Θεούς.»[24]
 
Επεξηγώντας ο θείος Ιάμβλιχος λέγει ότι:
«αυτό μας καλεί να μένουμε σταθεροί στην ουράνια πορεία των ψυχών και να συνδεόμαστε με τους νοητικούς Θεούς, να αποχωριζόμαστε από την ένυλη φύση και να στρεφόμαστε προς την άυλη και καθαρή ζωή, και να ασκούμε την άριστη λατρεία των Θεών και αυτήν που αρμόζει τους πρώτιστους Θεούς. Αυτά, λοιπόν, τα σύμβολα προτρέπουν στην των Θεών γνώση και θρησκεία».[25]
-------------------------
[1]  Συγκρατούμε ότι <<Ένδειξη της ανωτερότητας και της κατωτερότητάς τους ως προς την ουσία τους – των εγκόσμιων θεών – είναι η σειρά των ουρανίων σφαιρών, που καθεμία έλαβε τη θέση της ανάλογα με την ουσία και τη δύναμή της, ώστε ο νόμος να στηρίζεται στην ουσία τους και η σειρά να είναι σύμφυτη με την αξία τους>>.
[2]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.10.3 – 1.12.11»:
       In aureum carmen 1.10.3 ` to     In aureum carmen 1.12.11 νόμος μὲν ὁ δημιουργικὸς νοῦς καὶ ἡ θεία βούλησις ἡ ἀϊδίως παράγουσα τὰ πάντα καὶ εἰς ἀεὶ διασῴζουσα, τάξις δὲ ἔννομος ἡ ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν ὅλων καὶ δημιουργοῦ τοῖς ἀθανάτοις θεοῖς συνεισελθοῦσα καὶ ποιοῦσα ἐν αὐτοῖς τοὺς μὲν πρώτους, τοὺς δὲ δευτέρους. εἰ γὰρ καὶ ὡς ἐν παντὶ τῷ λογικῷ διακόσμῳ τὴν ἀκρότητα ἔλαχον, ὅμως ἐν ἑαυτοῖς ποικίλλονται καί εἰσιν ἄλλοι ἄλλων θειότεροι. μήνυμα δὲ τῆς κατ᾽ οὐσίαν αὐτῶν ὑπεροχῆς τε καὶ ὑποβάσεως ἡ τῶν οὐρανίων σφαιρῶν τάξις κατ᾽ οὐσίαν καὶ δύναμιν τὴν θέσιν διαλαχοῦσα, ὡς ἐν τῇ οὐσίᾳ αὐτῶν κεῖσθαι τὸν νόμον καὶ τὴν τάξιν ὁμοφυῆ εἶναι αὐτῶν τῇ ἀξίᾳ. οὐ γὰρ ὡς ἔτυχεν ὑποστάντες ὕστερον διεκρίθησαν, ἀλλὰ τεταγμένοι προῆλθον εἰς τὸ εἶναι ὥσπερ ἐν ἑνὶ ζώῳ τῷ ὅλῳ οὐρανῷ διάφορα ὄντες μέρη καὶ τὴν πρὸς ἄλληλα σύνταξιν ἐν τῇ κατ᾽ εἶδος διαστάσει ἅμα καὶ συναφῇ ἀποσῴζοντες, ὥστε μηδὲ ἐπάλλαξιν τῆς θέσεως αὐτῶν ἐπινοηθῆναί ποτε δύνασθαι εἰ μὴ μετὰ τῆς φθορᾶς τοῦ παντός, ἣν ἀδύνατον ἐπισυμβῆναι, ἔστ᾽ ἂν ᾖ τὸ πρῶτον αὐτῶν αἴτιον ἀμετάβλητον πάντῃ καὶ ἄτρεπτον καὶ τὴν οὐσίαν τῇ ἐνεργείᾳ τὴν αὐτὴν κεκτημένον καὶ τὴν ἀγαθότητα οὐκ ἐπίκτητον ἔχον, ἀλλ᾽ οὐσιωμένην καθ᾽ αὑτὴν καὶ δι᾽ αὐτὴν τὰ πάντα πρὸς τὸ εὖ εἶναι παράγον.
[3]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.16.1 – 1.17.1»:
       In aureum carmen 1.16.1 ` to     In aureum carmen 1.17.1  τίς δὲ ὁ νόμος καὶ ἡ τούτῳ ἑπομένη τιμή; πάλιν λέγωμεν, ὅτι νόμος μὲν ἡ ἄτρεπτος τοῦ θεοῦ καὶ δημιουργικὴ ἐνέργεια ἡ γεννῶσα τὰ θεῖα γένη καὶ τάττουσα ἀϊδίως τε καὶ ἀμεταβλήτως, ἡ δὲ σύμφωνος τῷ νόμῳ τιμὴ ἡ τῆς οὐσίας ἐστὶ τῶν τιμωμένων γνῶσις καὶ ἡ πρὸς αὐτὴν κατὰ δύναμιν ἐξομοίωσις. ὃ γὰρ ἄγαταί τις, καὶ μιμεῖται, ὅσον αὐτῷ οἷόν τε, καὶ τιμὴν ποιεῖται τοῦ ἀνενδεοῦς τὴν τῶν ὑπ᾽ ἐκείνου προτεινομένων ἀγαθῶν ὑποδοχήν.
[4] Βλ., Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 2.1.3 – 2.3.9» :
       In aureum carmen 2.1.3 ` to     In aureum carmen 2.3.9  ὅρκον δὲ νῦν ἑπομένως ἂν τῷ νόμῳ λέγοιμεν τὴν ἐν ταὐτότητι τὰ πάντα διατηροῦσαν αἰτίαν καὶ οὕτως αὐτὰ βεβαιουμένην ὡς ἐν ὅρκου πίστει κρατούμενα καὶ διασῴζοντα τοῦ νόμου τὴν τάξιν, ὥστε ἀποτέλεσμα τοῦ δημιουργικοῦ νόμου εἶναι τὸ ἀπαράβατον τῆς ἐν τοῖς δημιουργηθεῖσιν εὐταξίας. τὸ γὰρ διαμένειν τὰ πάντα, νόμῳ ὡς διάκειται, προηγούμενον ἔργον ἂν εἴη τοῦ θείου ὅρκου, ὃς ἐν μὲν τοῖς ἀεὶ νοοῦσι τὸν θεὸν μάλιστά τε καὶ ἀεὶ διασῴζεται. ἐν δὲ τοῖς ποτὲ μὲν νοοῦσι, ποτὲ δὲ ἀφισταμένοις τῆς θείας γνώσεως καὶ ὁ ὅρκος ὁμοίως παραβαίνεται μὲν ὑπὸ τῶν ἀφισταμένων, αὖθις δὲ τηρεῖται ὑπὸ τῶν πρὸς τὴν θείαν στροφὴν ἀναγομένων. ἡ γὰρ τήρησις τῶν θείων νόμων ὅρκος νῦν λέγεται, ᾧ δέδεται καὶ ἀνήρτηται πάντα πρὸς τὸν δημιουργὸν θεὸν τὰ γινώσκειν αὐτὸν πεφυκότα, ὧν τὰ μὲν ἀεὶ ἐχόμενα αὐτοῦ ἀεὶ σέβει τὸν ὅρκον, τὰ δὲ ἀφιστάμενά ποτε τότε καὶ περὶ τὸν ὅρκον ἀσεβεῖ, οὐ μόνον τοῦ θείου νόμου τὴν τάξιν ἀλλὰ καὶ τοῦ θείου ὅρκου τὴν πίστιν παραβαίνοντα. τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ τοῖς λογικοῖς γένεσιν ἐνουσιωμένος ὅρκος· ἔχεσθαι τοῦ πατρὸς αὐτῶν καὶ ποιητοῦ καὶ μὴ παραβαίνειν μηδαμῆ τοὺς ὑπ᾽ ἐκείνου διορισθέντας νόμους.
[5]   Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.22.2 – 1.22.5» :
       In aureum carmen 1.22.2 ` to     In aureum carmen 1.22.5  ἐπειδὴ δὲ τὸν νόμον τῆς τοῦ παντὸς διατάξεως ἄτρεπτος φρουρὰ διατηρεῖ καὶ τὸν τῆς φρουρᾶς ταύτης φύλακα τοῖς παλαιοῖς ἔθος ἦν δι᾽ ἀπορρήτων ὅρκον ὀνομάζειν,
[6] Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 27.9.4 – 27.9.8» :
          In aureum carmen 27.9.4 ` to     In aureum carmen 27.9.8 ἀκροτάτη δὲ ἀρετὴ τοῖς τε τῆς δημιουργίας ὅροις ἐμμένειν, οἷς πάντα κατ᾽ εἶδος διακέκριται, καὶ τοῖς τῆς προνοίας ἕπεσθαι νόμοις, δι᾽ οὓς τὰ πάντα κατὰ τὴν οἰκείαν δύναμιν πρὸς τὸ σύμμετρον ἀγαθὸν οἰκειοῦται.
[7]   Η αΐδιος & λογική ψυχή κατερχόμενη εκ του νοητού εν τη γενέσει, με το κλείσιμο του ενιαυτού ή άμα την τελειοποίησή της(νεοτελείς ψυχές), ενδύεται ΠΑΝΤΑ άνθρωπο. Δεν εμψυχώνει άλλο είδος σώματος.
[8]  Η αΐδιος & λογική ψυχή κατερχόμενη εκ του νοητού εν τη γενέσει, με το κλείσιμο του ενιαυτού ή άμα την τελειοποίησή της(νεοτελείς ψυχές), ενδύεται άνθρωπο και ανήρ, δηλ. λογική δηλ. ζωή.
[9]  Η αΐδιος & λογική ψυχή κατερχόμενη εκ του νοητού εν τη γενέσει ενδύεται άνθρωπο, με το κλείσιμο του ενιαυτού ή άμα την τελειοποίησή της(νεοτελείς ψυχές), ενδύεται άνθρωπο και ανήρ, δηλ. λογική δηλ. ζωή, αν όμως περιπέσει σε σφάλματα, στην δεύτερη γέννησή της  -πλέον πηγαίνει από γέννηση σε γέννηση –  ενδύεται μια ζωή ενδιάμεση της λογικής και άλογης, αυτή η ζωή συμβολίζεται με την γυναίκα. Η Λογική ζωή με τον άνδρα και η άλογη με τον πίθηκο.
[10]  Βλ., Πρόκλος «Εις Τίμαιον Πλάτωνος, βιβλίο Ε’, 3.301.24 – 3.303.32» :
       in Ti 3.301.24 ` to     in Ti 3.302.25 Επὶ δὲ τὴν λέξιν χωρήσαντες ἐκεῖνο πρῶτον πιέσωμεν, ὅτι πάντας τοὺς εἱμαρμένους νόμους διὰ τῆς δεκάδος περιέλαβε, διότι καὶ συμφυής ἐστιν ἡ δεκὰς πρὸς τὴν δημιουργικὴν αἰτίαν· †ἤγουν καὶ ὅσα ἀγαθὰ τῷ παντὶ κόσμῳ δέδωκεν ὁ δημιουρ γός, εἰς τοῦτον τελοῦντα τὸν ἀριθμόν, ὄντα τὰ πάντα δέκα· καὶ γάρ ἐστιν ἡ δεκὰς κοσμική, καθάπερ ὁ <ὕμνος ὁ Πυθαγόρειοσ> λέγει, <πανδεχέα, πρέσβειραν> αὐτὴν καλῶν, <ὅρον περὶ πᾶσι τιθεῖσαν, ἄτροπον, ἀκαμάτην· δεκάδα κλείουσί μιν ἁγνήν>. εἰσὶν οὖν καὶ οἱ νόμοι οἱ περὶ τῶν ψυχῶν οἱ εἱμαρμένοι πάντες οἱ εἰρημένοι δέκα· δεῖ σπαρῆναι τὰς ψυχάς. δεῖ μίαν εἶναι πάσαις κάθοδον κοινὴν ἐν ἑκάστῃ περιόδῳ. δεῖ κατιοῦσαν ἐν τῇ πρώτῃ γενέσει τὴν ψυχὴν εἰς τὸ θεοσεβὲς κατιέναι ζῷον. δεῖ τὴν κατιοῦσαν εἰς ἀνθρωπίνην φύσιν εἰς ἀνδρὸς ἰέναι πρῶτον γονήν. δεῖ τὴν ἐν σώματι ψυχὴν μεριστὰς φῦσαι καὶ ἐνύλους ζωάς. δεῖ τὴν μὲν κρατοῦσαν τῆς ἐνύλου ζωῆς δικαίαν εἶναι, τὴν δὲ κρατουμένην ὑπ᾽ αὐτῆς ἄδικον. δεῖ τὸν δίκαιον εἰς τὸ σύννομον ἄστρον ἀνατρέχειν. δεῖ τὸν ἁμαρτόντα κατιέναι πάλιν εἰς γυναικὸς φύσιν ἐν δευτέρᾳ γενέσει. δεῖ τὸν ἐν τῇ δευτέρᾳ γενέσει σφαλέντα κατὰ τὴν τρίτην ἀπόστασιν εἰς θήρειον μεταβάλλειν φύσιν. καὶ ἐπὶ πᾶσι νόμος δημιουργικὸς δέκατος· μία σωτηρία τῆς ψυχῆς, παύουσα τὸν κύκλον τῆς ἐν τῇ γενέσει τῆς πλάνης, ἡ πρὸς τὴν ταὐτοῦ καὶ ὁμοίου περίοδον ἀνάγουσα ζωή. πάντες δὴ οὖν οἱ εἰρημένοι νόμοι, διὰ τῆς δεκάδος περιληφθέντες, διότι τὴν δεκάδα καὶ τῷ δημιουργῷ προσοικειοῦσι καὶ τῇ εἱμαρμένῃ <Πυθαγορείων παῖδεσ>, ἐνεσπάρησαν ταῖς ψυχαῖς, ἵνα δὴ καὶ ἑαυτὰς ἄγωσι (καὶ γὰρ οἱ θεοὶ βούλονται τῶν αὐτοκινήτων ἄρχειν ὡς αὐτοκινήτων ὄντων), καὶ ἵνα τῶν ἔπειτα κακῶν αὐταὶ ἑαυταῖς ὦσιν αἴτιαι καὶ ὁ δημιουργὸς ἀναίτιος·
[11]  Βλ., Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 9».
[12]  Πεθαίνουμε στον νοητό Κόσμο για να έρθουμε στον αισθητό και πεθαίνουμε στον αισθητό για να γυρίσουμε στον νοητό.
[13]  απώλεια των φτερών της ψυχής.
[14]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 24.1.1 – 24.9.6» :
       In aureum carmen 24.1.1 ` to     In aureum carmen 24.9.6 Τῆς τῶν ἀσωμάτων καὶ σωματικῶν γενῶν καλῶς γνωσθείσης διατάξεως ἕπεται καὶ τὴν ἀνθρώπου οὐσίαν ἀκριβῶς γνωρίζεσθαι, οἵα τε οὖσα τυγχάνει καὶ οἵων δεκτικὴ παθημάτων, καὶ ὅτι ἐν μεθορίῳ ἐστὶ τῶν τε ἀπτώτων εἰς κακίαν καὶ τῶν πρὸς ἀρετὴν οὐ πεφυκότων ἀνάγεσθαι· διὸ καὶ ἐπαμφοτερίζει ταῖς σχέσεσιν, ὁτὲ μὲν ἐκεῖ ζῶν τὴν νοερὰν εὐζωΐαν, ὁτὲ δὲ ἐνταῦθα τὴν αἰσθητικὴν ἐμπάθειαν προσλαμβάνων, ἔνθεν καὶ λέγεται ὀρθῶς ὑπὸ Ἡρακλείτου, ὅτι ζῶμεν τὸν ἐκείνων θάνατον, τεθνήκαμεν δὲ τὸν ἐκείνων βίον. κάτεισι γὰρ καὶ ἀποπίπτει τῆς εὐδαίμονος χώρας ὁ ἄνθρωπος, ὡς Ἐμπεδοκλῆς φησιν ὁ Πυθαγόρειος,   φυγὰς θεόθεν καὶ ἀλήτης,   νείκεϊ μαινομένῳ πίσυνος. ἄνεισι δὲ καὶ τὴν ἀρχαίαν ἕξιν ἀπολαμβάνει, εἰ φύγοι τὰ περὶ γῆν καὶ τὸν ἀτερπέα χῶρον, ὡς ὁ αὐτὸς λέγει, ἔνθα Φόνος τε Κότος τε καὶ ἄλλων ἔθνεα Κηρῶν, εἰς ὃν οἱ ἐκπεσόντες Ἄτης ἂν λειμῶνα κατὰ σκότος ἠλάσκουσιν. ἡ δὲ ἔφεσις τοῦ φεύγοντος τὸν τῆς Ἄτης λειμῶνα πρὸς τὸν τῆς ἀληθείας ἐπείγεται λειμῶνα, ὃν ἀπολιπὼν τῇ ὁρμῇ τῆς πτερορρυήσεως εἰς γήινον ἔρχεται σῶμα ὀλβίου αἰῶνος ἀμερθείς. τούτοις δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐστὶ σύμφωνος περὶ μὲν τῆς καθόδου ταυτὶ λέγων· ὅταν δὲ ἀδυνατήσασα ἐπισπέσθαι μὴ ἴδῃ καί τινι συντυχίᾳ χρησαμένη πτερορρυήσῃ τε καὶ ἐπὶ τὴν γῆν πέσῃ, τότε νόμος ταύτην εἰς   ζῷον θνητὸν εἰσοικίζεσθαι. περὶ δὲ τῆς ἀνόδου ταῦτα· ὅτι τὸν προσφύντα ὕστερον ὄχλον ἐκ γῆς καὶ ὕδατος καὶ ἀέρος καὶ πυρός, θορυβώδη καὶ ἄλογον ὄντα, λόγῳ κρατήσας ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ τῆς πρώτης καὶ ἀρίστης ἀφικνεῖται εἶδος ἕξεως, ὅτε καὶ εἰς τὸ ξύννομον ἄστρον ἀνάγεται ὑγιὴς καὶ ὁλόκληρος γενόμενος· ὑγιὴς μὲν τῇ τῶν παθῶν ὡς νοσημάτων ἀπαλλαγῇ, ὃ διὰ τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς παραγίνεται, ὁλόκληρος δὲ τῇ νοῦ καὶ ἐπιστήμης ὡς οἰκείων μερῶν ἀναλήψει, ὃ διὰ τῆς θεωρητικῆς ἀληθείας κατορθοῦσθαι πέφυκεν. καὶ πάλιν, ὡς δέοι τῇ ἐντεῦθεν φυγῇ τὴν ἀπὸ τῶν κρειττόνων γενομένην ἀπόστασιν ἐξιάσασθαι, σαφῶς παρίστησι φυγὴν τῶν τῇδε κακῶν τὴν φιλοσοφίαν ὁριζόμενος. συμπεφυκέναι γὰρ τὰ πάθη μόνοις τοῖς θνητοῖς ἀποφαίνεται διὰ τούτων· ἀλλ᾽ οὐδὲ ἀπολέσθαι τὰ κακὰ δυνατὸν οὔτε ἐν θεοῖς εἶναι, περὶ δὲ τόνδε τὸν τόπον καὶ τὴν θνητὴν φύσιν περιπολεῖν ἐξ ἀνάγκης. τοῖς γὰρ ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ πάντως που καὶ τὸ παρὰ φύσιν διατεθῆναι δύνασθαι παρέπεται, ὅπερ ἦν τῶν κακῶν ἀρχή. πῶς δὲ δεῖ ταῦτα φυγεῖν ἐπάγει· διὸ δεῖ ἐνθένδε ἐκεῖσε φυγεῖν. φυγὴ δὲ ὁμοίωσις θεῷ κατὰ τὸ δυνατὸν ἀνθρώπῳ· ὁμοίωσις δὲ δίκαιον καὶ ὅσιον μετὰ φρονήσεως γενέσθαι. τὸν γὰρ ἀποδρᾶναι βουλόμενον τὰ κακὰ τὴν θνητὴν φύσιν πρῶτον ἀποστραφῆναι δεῖ· οὐ γὰρ οἷόν τε ταύτῃ συμπεφυρμένους μὴ καὶ τῶν ἑπομένων αὐτῇ κακῶν ἐξ ἀνάγκης ἀναπίμπλασθαι. ὥσπερ οὖν ἡ θεόθεν φυγὴ καὶ ἡ πτερορρύησις τῶν κουφιζόντων ἡμᾶς πρὸς τὰ ἄνω πτερῶν εἰς τὸν τῶν θνητῶν ἤνεγκε τόπον, οἶς τὰ κακὰ συνεισέρχεται, οὕτω καὶ ἡ τῆς θνητῆς προσπαθείας ἀποβολὴ καὶ ἡ τῶν ἀρετῶν οἷον πτερῶν τινων ἔκφυσις πρὸς τὸν τῶν κακῶν καθαρὸν τόπον, πρὸς τὴν θείαν εὐζωΐαν ἡμᾶς ἀνάξει. μέση γὰρ οὖσα ἡ τοῦ ἀνθρώπου οὐσία τῶν τε ἀεὶ νοούντων τὸν θεὸν καὶ τῶν μηδέποτε νοεῖν πεφυκότων ἄνεισί τε πρὸς ἐκεῖνα καὶ κάτεισι πρὸς ταῦτα, νοῦ κτήσει καὶ ἀποβολῇ πρὸς τὴν θείαν ὁμοίωσιν καὶ τὴν θήρειον διὰ τὸ τῆς φύσεως ἀμφίβιον ἀνὰ μέρος οἰκειουμένη.
[15] Βλ. Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 60.1-7».
[16] Βλ. Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 51».
[17]  Βλ., Ιάμβλιχος «Περί Μυστηρίων, 10.5.7 – 10.5.11» :
      Myst 10.5.7 ` to     Myst 10.5.11 ὁ θεωτὸς νοούμενος ἄνθρωπος, ἡνωμένος τὸ πρόσθεν τῇ θέᾳ τῶν θεῶν, ἐπεισῆλθεν ἑτέρᾳ ψυχῇ τῇ περὶ τὸ ἀνθρώπινον μορφῆς εἶδος συνηρμοσμένῃ, καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ τῆς ἀνάγκης καὶ εἱμαρμένης ἐγένετο δεσμῷ.
[18]  Βλ., Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 3».
[19]  Βλ., Ιάμβλιχος «Περί Μυστηρίων, 8.6.4 – 8.6.15» :
       Myst 8.6.4 ` to     Myst 8.6.15 Δύο γὰρ ἔχει ψυχάς, ὡς ταῦτά φησι τὰ γράμματα, ὁ ἄνθρωπος· καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ, μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως, ἡ δὲ ἐνδιδομένη ἐκ τῆς τῶν οὐρανίων περιφορᾶς, εἰς ἣν ἐπεισέρπει ἡ θεοπτικὴ ψυχή· τούτων δὴ οὕτως ἐχόντων ἡ μὲν ἀπὸ τῶν κόσμων εἰς ἡμᾶς καθήκουσα ψυχὴ ταῖς περιόδοις συνακολουθεῖ τῶν κόσμων, ἡ δὲ   ἀπὸ τοῦ νοητοῦ νοητῶς παροῦσα τῆς γενεσιουργοῦ κυκλήσεως ὑπερέχει, καὶ κατ᾽ αὐτὴν ἥ τε λύσις γίγνεται τῆς εἱμαρμένης καὶ ἡ πρὸς τοὺς νοητοὺς θεοὺς ἄνοδος, θεουργία τε ὅση πρὸς τὸ ἀγέννητον ἀνάγεται κατὰ τὴν τοιαύτην ζωὴν ἀποτελεῖται.
[20]  Βλ., Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.43.1 – 2.8.48.12» :
       Anthologium 2.8.43.1 ` to     Anthologium 2.8.45.12 Οὐσία ἐστὶν ἄϋλος ἡ τῆς ψυχῆς καθ᾽ ἑαυτήν, ἀσώματος, ἀγέννητος πάντῃ καὶ ἀνώλεθρος, παρ᾽ ἑαυτῆς ἔχουσα τὸ εἶναι καὶ τὸ ζῆν, αὐτοκίνητος παντελῶς καὶ ἀρχὴ τῆς φύσεως καὶ τῶν ὅλων κινήσεων. Αὕτη δὴ οὖν καθ᾽ ὅσον ἐστὶ τοιαύτη, καὶ τὴν αὐτεξούσιον καὶ τὴν ἀπόλυτον περιείληφεν ἐν ἑαυτῇ ζωήν. <Καὶ> καθ᾽ ὅσον μὲν δίδωσιν ἑαυτὴν εἰς τὰ γιγνόμενα καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ παντὸς φορὰν ἑαυτὴν ὑποτάττει, κατὰ τοσοῦτον καὶ ὑπὸ τὴν εἱμαρμένην ἄγεται καὶ δουλεύει ταῖς τῆς φύσεως ἀνάγκαις· καθ᾽ ὅσον δὲ αὖ τὴν νοερὰν ἑαυτῆς καὶ τῷ ὄντι ἄφετον ἀπὸ πάντων καὶ αὐθαίρετον ἐνέργειαν ἐνεργεῖ, κατὰ τοσοῦτον τὰ ἑαυτῆς ἑκουσίως πράττει καὶ τοῦ θείου καὶ ἀγαθοῦ καὶ νοητοῦ μετ᾽ ἀληθείας ἐφάπτεται.
[21]  Βλ., Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.44.2 – 2.8.44.7» :
       Anthologium 2.8.44.2 ` to     Anthologium 2.8.44.7 Τὸν κατὰ νοῦν ἄρα βίον καὶ τὸν ἐχόμενον τῶν θεῶν διαζῆν μελετητέον· οὗτος γὰρ ἡμῖν μόνος ἀποδίδωσι τὴν ἀδέσποτον τῆς ψυχῆς ἐξουσίαν, ἀπολύει τε ἡμᾶς τῶν ἀναγκαίων δεσμῶν καὶ ποιεῖ ζῆν οὐκ ἀνθρώπινόν τινα βίον, ἀλλὰ τὸν θεῖον καὶ τῇ βουλήσει τῶν θεῶν ἀγαθῶν ἀποπληρούμενον.
[22]   Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.3.1 – 1.6.5» :
       In aureum carmen 1.3.1 ` to     In aureum carmen 1.6.5 τὴν δὲ ὄντως ἀξίαν τοῦ κοσμοποιοῦ καὶ ἀριστοτέχνου θεοῦ μόνως ἂν ἐξεύροιμεν, εἰ καὶ θεῶν αἴτιον αὐτὸν καὶ ἀτρέπτων λογικῶν οὐσιῶν ποιητὴν θησόμεθα. τούτους γὰρ νῦν ἀθανάτους θεοὺς ὠνόμασεν ὁ λόγος τοὺς ἀεὶ καὶ ὡσαύτως νοοῦντας τὸν δημιουργὸν θεὸν καὶ ἀεὶ πρὸς τὸ ἐκείνου ἀγαθὸν συντεταγμένους καὶ ἀπ᾽ ἐκείνου τὸ εἶναι καὶ τὸ εὖ εἶναι ἀμερίστως τε καὶ ἀτρέπτως λαμβάνοντας, ὡς τῆς δημιουργικῆς αἰτίας εἰκόνας αὐτοὺς ὄντας ἀπαθεῖς καὶ ἀκακύντους. πρέπει γὰρ τῷ θεῷ καὶ τοιαύτας ὑποστῆσαι ἑαυτοῦ εἰκόνας καὶ μὴ πάσας τρεπτὰς καὶ ἐμπαθεῖς τῇ εἰς κακίαν ὑποφορᾷ, οἶαί εἰσιν αἱ ἀνθρώπιναι ψυχαί, τῶν λογικῶν φύσεων τὸ ἔσχατον οὖσαι γένος, ὥσπερ αὖ ἀκρότατον ἦν νῦν τὸ τῶν ἀθανάτων   θεῶν λεγόμενον γένος. καὶ μήποτε πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν ἀθάνατοι θεοὶ οὗτοι ἐκλήθησαν ὡς μὴ ἀποθνήσκοντες τὴν θείαν εὐζωΐαν μηδὲ ἐν λήθῃ ποτὲ γιγνόμενοι μήτε τῆς ἑαυτῶν οὐσίας μήτε τῆς τοῦ πατρὸς 1.5  ἀγαθότητος. τούτοις δὲ ἡ ἀνθρωπίνη ψυχὴ τοῖς πάθεσιν ὑπόκειται, ποτὲ μὲν νοοῦσα τὸν θεὸν καὶ τὴν ἑαυτῆς ἀξίαν ἀπολαμβάνουσα, ποτὲ δὲ τούτων ἀποπίπτουσα. διὸ καὶ εἰκότως θνητοὶ θεοὶ λέγοιντο ἂν αἱ ἀνθρώπιναι ψυχαὶ ὡς ἀποθνῄσκουσαί ποτε τὴν θείαν εὐζωΐαν τῇ ἀπὸ θεοῦ φυγῇ καὶ ἀναβιωσκόμεναι αὐτὴν πάλιν τῇ πρὸς θεὸν ἐπιστροφῇ καὶ οὕτω μὲν ζῶσαι τὸν θεῖον βίον, ἐκείνως δὲ ἀποθνῄσκουσαι, ὡς οἷόν τε ἀθανάτῳ οὐσίᾳ θανάτου μοίρας μεταλαχεῖν, οὐ τῇ εἰς τὸ μὴ εἶναι ἐκβάσει, ἀλλὰ τῇ τοῦ εὖ εἶναι ἀποπτώσει. θάνατος γὰρ λογικῆς οὐσίας ἀθεΐα καὶ ἄνοια, οἷς ἕπεται καὶ ἡ περὶ τὸν βίον ἄμετρος τῶν παθῶν ἐπανάστασις. ἐν γὰρ τῇ ἀγνοίᾳ τῶν κρειττόνων ἀνάγκη δουλεύειν τοῖς χείροσιν, ὧν ἐλευθεριάσαι ἄλλως οὐχ οἷόν τε ἢ τῇ δι᾽ ἀναμνήσεως εἰς νοῦν καὶ θεὸν ἐπιστροφῇ.
[23]  Βλ. Ιάμβλιχος «Προτρεπτικός επί Φιλοσοφία, 111.17 – 111.28» :
       Protr 111.17 ` to     Protr 111.28  Οἶμαι δ᾽ ὅτι καὶ τὸ ἐπὶ τούτοις εἰς τὸ αὐτὸ συντείνει· <τὰς λεωφόρους ὁδοὺς ἐκκλίνων διὰ τῶν ἀτραπῶν βάδιζε.> καὶ γὰρ τοῦτο τὴν μὲν δημώδη καὶ ἀνθρωπίνην ζωὴν ἀφιέναι παραγγέλλει, τὴν δὲ χωριστὴν καὶ θείαν μεταδιώκειν ἀξιοῖ, καὶ τὰ μὲν δοξάσματα τὰ κοινά φησι δεῖν ὑπερορᾶν, τὰ δὲ ἴδια καὶ ἀπόρρητα περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι, καὶ τὴν μὲν πρὸς ἀνθρώπους φέρουσαν τέρψιν ἀτιμάζειν, τὴν δὲ τῆς θείας βουλήσεως ἐχομένην εὐπραγίαν περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι, καὶ τὰ μὲν ἀνθρώπινα ἔθη ἐᾶν ὡς δημώδη, τὰς δὲ τῶν θεῶν θρησκείας ὡς ὑπερεχούσας τὴν δημώδη ζωὴν ἀνταλλάττεσθαι.
[24]       Testimonia et fragmenta c6.33 ` to     Testimonia et fragmenta c6.34  μελαν ούρου ἀπέχου· χθονίων γάρ ἐστι θεῶν.
[25]  Βλ. Ιάμβλιχος «Προτρεπτικός επί Φιλοσοφία, 111.29 – 112.8» :
       Protr 111.29 ` to     Protr 112.8   Συγγενὲς δ᾽ ἐστὶ τούτῳ καὶ τὸ ἐφεξῆς· <μελανούρου ἀπέχου· χθονίων γάρ ἐστι θεῶν.> τὰ μὲν οὖν ἄλλα περὶ αὐτοῦ ἐν τῷ Περὶ συμβόλων ἐροῦμεν, ὅσα δὲ εἰς προτροπὴν ἁρμόζει, παραγγέλλει τῆς οὐρανίας πορείας ἀντέχεσθαι καὶ τοῖς νοεροῖς θεοῖς συνάπτεσθαι, τῆς τε ἐνύλου φύσεως χωρίζεσθαι καὶ περιάγεσθαι πρὸς τὴν ἄυλον καὶ καθαρὰν ζωήν, θεῶν τε θεραπείᾳ χρῆσθαι τῇ ἀρίστῃ καὶ μάλιστα τοῖς πρωτίστοις θεοῖς προσηκούσῃ.

H Αλήθεια

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑλήθειαΌπου κι αν πάμε, παίρνουμε μαζί μας ολόκληρο τον εαυτό μας, και τον ευχάριστο και το δύσκολο. Και τον ευτυχισμένο και τον αγχωμένο.

Το να βρίσκεις πάντα την αλήθεια, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο. Όταν όμως φτάσεις σε αυτή και την αναγνωρίσεις, έρχεσαι σε επαφή με τον αληθινό σου εαυτό. Η απόφαση να είμαστε ανοιχτοί στην αλήθεια σημαίνει ότι απαντάμε ειλικρινά στις ερωτήσεις που θέτει το μυαλό μας.

Κάθε μέρα κάνουμε δεκάδες χιλιάδες σκέψεις. Όλες αυτές δεν είναι αληθινές. Πολλές είναι επαναλήψεις απλών καθημερινών συνηθειών μας. Άλλες φανερώνουν άσκηση κριτικής, ενοχές ή καταστροφικές τάσεις. Αν όλες οι σκέψεις μας πραγματοποιούνταν, ο κόσμος θα είχε καταστραφεί πολλές φορές. Ωστόσο, αυτό δε συμβαίνει γιατί καθετί που σκεφτόμαστε δεν είναι απαραίτητα αληθινό.

Το θέμα είναι να αναρωτιόμαστε αν οι σκέψεις που κάνουμε είναι απολύτως αληθινές ή αν κρύβουν κάποιες δικαιολογίες, οι οποίες για χρόνια δε μας επιτρέπουν να απολαμβάνουμε τη ζωή όσο μπορούμε.

Χρειάζεται να ανακαλύψουμε πώς το μυαλό μας επιλέγει ορισμένες μη αληθινές σκέψεις για να μας κατευθύνει. Ανακαλύπτοντάς τες, μπορούμε να σταματήσουμε το φαύλο κύκλο της δράσης μας πάνω σε ανακρίβειες και της απελευθέρωσής μας από αυτές.

Οι αληθινές μας σκέψεις, πάλι, και τα αληθινά μας συναισθήματα συχνά φυλακίζονται μέσα μας, από το φόβο μήπως έρθουμε σε επαφή με τον πόνο που θα προκαλέσουν.

Πολλές φορές, σκέψεις όπως «Δεν το αξίζω», «Θα είναι πολύ δύσκολο», «Θα στενοχωρηθεί ο πατέρας μου» είναι απλώς δικαιολογίες, οι οποίες έχουν γίνει συνήθης τρόπος σκέψης στη ζωή μας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ασπαζόμαστε σαν αλήθειες τις απόψεις των άλλων. Και καλά όταν είμαστε μικροί. Όταν μεγαλώνουμε, όμως, η αλήθεια πρέπει να στηρίζεται εκατό τοις εκατό σε δική μας επιλογή.

Πείθουμε τον εαυτό μας ότι πρέπει οπωσδήποτε να είμαστε έτσι, να έχουμε αυτά τα αγαθά, να έχουμε τέτοια επαγγελματική εξέλιξη, να μας βλέπουν έτσι οι άλλοι, να έχουμε τέτοιες σχέσεις, μόνο και μόνο επειδή η κοινωνία, το περιβάλλον μας, τα περιοδικά, η τηλεόραση, ορισμένοι κύκλοι το θέλουν, ανεξάρτητα από το αν αυτό μας κάνει ευτυχισμένους.

Τόσο πολλές σκέψεις, τόσες επιθυμίες, πού να χωρέσουν σε μια τόσο μικρή ζωή; Χρειάζεται να μάθουμε να ακούμε τις αληθινές μας σκέψεις, αυτές που είναι δικές μας και μόνο δικές μας, αυτές που εκφράζουν τον αληθινό μας εαυτό. Να μην παρασυρόμαστε από ανάγκες, επιθυμίες, ορέξεις που δεν είναι ξεκάθαρα δικές μας, να ξεχωρίζουμε τι έχει αξία για εμάς και τι είναι άνευ αξίας, ό,τι κι αν πιστεύουν οι άλλοι.

Τι έχει αξία για εμάς; Τι θέλουμε να είμαστε, να έχουμε και να κάνουμε στη ζωή; Τι μετράει περισσότερο για εμάς, όχι για τον κόσμο, αλλά για τον εαυτό μας; Σημασία δεν έχουν τα πάντα, αλλά τα αληθινά που χρειαζόμαστε, όποια κι αν είναι αυτά.

Όταν ενδιαφερθούμε να ακούσουμε τι θα μας αποκαλύψει ο εαυτός μας, και καθρεφτιστούμε βαθιά στην ψυχή μας, θα μάθουμε πράγματα που θα αλλάξουν τη ζωή μας. Μπορεί στην αρχή η επαφή με την αλήθεια μας να είναι επώδυνη γιατί θα μας φέρει σε επαφή με παλιά λάθη, παλιά τραύματα, παλιές απογοητεύσεις, όμως στο τέλος θα απελευθερωθούμε.

Θα μάθουμε τον εαυτό μας, θα τον δεχτούμε όπως είναι και θα ζήσουμε τη ζωή μας με όλες μας τις δυνάμεις στο παρόν, έτσι όπως είμαστε τώρα. Ειλικρινείς στον εαυτό μας και στους άλλους, έντιμοι σε ό,τι λέμε, κάνοντας τα λόγια μας πράξη. Όταν δεσμευόμαστε να είμαστε και να ζούμε τη ζωή όπως ορίζει η αληθινή μας φύση, απολαμβάνουμε την ευτυχία και δε χρειάζεται να πούμε δικαιολογίες σε κανέναν.

Μάθε από το παρελθόν, ατένιζε το μέλλον

Χρησιμοποίησε το παρελθόν για να διδαχτείς, μάθε από τις αποτυχίες σου, από τις λανθασμένες επιλογές σου, από τάσεις και συμπεριφορές που δεν σε βοήθησαν. Όλα αυτά υπήρξαν οι δάσκαλοι σου που σε έφεραν εδώ. Έκφρασε ευγνωμοσύνη και πορεύσου με όλη την σοφία που αποκόμισες. Όμως μην αφήνεις το παρελθόν να σε καθορίζει. Να θυμάσαι πως όλες οι αποτυχίες σου σε έχουν προετοιμάσει κατάλληλα για να είσαι πιο ικανός, πιο αποφασιστικός και πιο σοφός στις επιλογές και τις κινήσεις σου στο παρόν σου.

Να ατενίζεις το μέλλον σαν το τοξότη που στοχεύει ευθεία μπροστά στο κέντρο του στόχου. Τώρα πια έχεις καθαρότερη ματιά, πιο σταθερό χέρι και αρκετή θέληση για να πετύχεις αυτό που επιθυμείς. Οι αποτυχίες του παρελθόντος σε δυνάμωσαν, οι παρορμητικές κινήσεις του χθες συνέβαλλαν στην σταθερότητα που χρειάζεσαι και έμαθες να κοιτάς πιο καθαρά αυτό που επιθυμείς πραγματικά. Με την σοφία που απέκτησες μπορείς, στην κατάλληλη στιγμή, να τραβήξεις το βέλος προς στο στόχο.
Ατένιζε το μέλλον με σιγουριά και αισιοδοξία έτοιμος για την επιτυχία!

Μάθε την τέχνη της σύνθεσης.

Το παρελθόν σου πρόσφερε ένα πολύτιμο οδηγό. Αποκωδικοποίησε τα μαθήματα που πήρες και προχώρα σοφός και καινός (καινούργιος) στις επιλογές σου. Δεν υπάρχει τίποτα που να σε εμποδίζει και να σε περιορίζει αν εσύ δεν περιορίζεις τον εαυτό σου. Να θέτεις στόχους στη ζωή σου και οργανώνεσαι μεθοδικά για να τους υλοποιήσεις. Μην αφήνεις τίποτα στην τύχη τους. Όλα καθορίζονται από εσένα και την ειλικρίνεια των στόχων σου, καθώς και από το πόσο πολύ τους επιθυμείς. Ενίσχυσε την επιθυμία σου, έτσι ώστε να φλέγεται η καρδιά σου και προχώρα με χαρά και σιγουριά.

Η ζωή σου προσφέρει ότι εσύ θέλεις, αρκεί να το θέλεις ειλικρινά και αυτό που θέλεις να υποκινείται από αγάπη, αγάπη για τον εαυτό, αγάπη για τους άλλους. Και τότε όλοι οι δρόμοι είναι ανοιχτοί για εσένα.

Στη πραγματική αγάπη

Στη πραγματική αγάπη δεν είσαι εκεί για τον εαυτό σου.

Στην πραγματική αγάπη, δεν υπάρχεις εσύ, αλλά υπάρχεις ως ενέργεια να δώσεις και να προσφέρεις. Τι; Αυτό που χρειάζεται η παρούσα στιγμή, αυτό που χρειάζεται η ανάγκη του άλλου. Βέβαια πάντα με διάκριση, του τι είναι χρήσιμο για τον άλλον εκείνη την στιγμή και ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος για να το δώσεις. Ναι στη πραγματική αγάπη, νοιάζεσαι όχι μόνο να δώσεις αλλά να δώσεις αυτό που ο άλλος χρειάζεται. Και για να το κάνεις αυτό χρειάζεται να είσαι ανοιχτός, να δεις, να αισθανθείς ποια η πραγματική του ανάγκη πίσω από τις λέξεις, πίσω από αυτό που λέει.

Στην πραγματική ανάγκη δεν είσαι για τον εαυτό σου, είσαι για τον άλλον. Γιατί εσύ υπάρχεις τόσο διευρυμένος που το εγώ σου δεν υπάρχει. Υπάρχει το εσύ και το εγώ είμαι εδώ για εσένα.

Στη πραγματική ανάγκη, οι επιθυμίες του άλλου, οι ανάγκες του είναι κομμάτια δικά μου, και βρίσκοντας τρόπο να τις ικανοποιήσω με διάκριση για το ανώτερο καλό του, καλύπτω και τις δικές μου ανάγκες, αυτές που εκείνη την στιγμή μου καθρεπτίζει.

Στην πραγματική αγάπη, δεν υπάρχει δεν μπορώ, δεν θέλω, υπάρχει είμαι δώ και πες μου τι μπορώ να κάνω για εσένα. Σε αισθάνομαι και είμαι έτοιμος να συνεισφέρω.

Στην πραγματική αγάπη, δεν υπάρχει παίρνω, δεν ζητάω να πάρω, απλά δίνω και ότι δίνω αυθόρμητα επιστρέφει σε εμένα όχι γιατί το έχω ανάγκη αλλά γιατί έτσι συμβαίνει.

Στην πραγματική αγάπη ο άλλος είναι τόσο σημαντικός που ενώ ασχολείσαι με το δικό του θέμα, διευρύνεσαι, ανοίγεις και ξεχνάς τα δικά σου μικρά και πολλές φορές ασήμαντα κελεύσματα του εγώ.

Στην πραγματική αγάπη, δεν χάνεις τον εαυτό σου, συναντάς την ψυχή σου. Συναντάς τον ανώτερο εαυτό σου.

Η πραγματική αγάπη, δεν ζητάει τίποτα για το μικρό εγώ, απλά υπάρχει γιατί γνωρίζει ότι μέσω της προσφοράς θεραπεύει το εγώ και ανοίγεται στο θείο.

Ας ξεκινήσουμε από το συνάνθρωπο, από το σύντροφο...

Ηδονή και φρόνηση

Αποτέλεσμα εικόνας για girodet mademoiselle lange en danaéΌταν λοιπόν υποστηρίζουμε ότι ο τελικός σκοπός είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των άσωτων κι αυτές που συνίστανται στην αισθησιακή απόλαυση, όπως ορισμένοι νομίζουν -από άγνοια κι επειδή διαφωνούν με εμάς ή παίρνουν στραβά τα λόγια μας- αλλά εννοούμε το να μην έχει κανείς σωματικό πόνο και ταραχή ψυχική, γιατί τη γλύκα στη ζωή δεν τη φέρνουν τα απανωτά φαγοπότια και τα γλέντια ούτε τα ψάρια και τα άλλα εδέσματα που προσφέρονται σ’ ένα πολυδάπανο τραπέζι, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός, αυτός που διερευνά τους λόγους για τους οποίους προτιμάμε ή αποφεύγουμε καθετί και αποδιώχνει τις δοξασίες που με τόση ταραχή γεμίζουν την ψυχή μας.

Αφετηρία για όλα αυτά και συνάμα το υπέρτατο αγαθό είναι η φρόνηση. Για τούτο κι από τη φιλοσοφία προτιμότερη είναι η φρόνηση, από την οποία απορρέουν όλες οι αρετές: η φρόνηση που μας διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς χαρούμενα, αν η ζωή του δεν έχει γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη κι ούτε πάλι μπορεί να ‘χει η ζωή του γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη, αν δεν έχει και χαρά.

Επίκουρος, Επιστολή προς Μενοικέα, 131-132

Ταλαντώσεις όμοιες με αυτές στον Ήλιο παρατηρούνται και σε άλλα άστρα, αποκαλύπτουν

Ο Ήλιος μας πάλλεται εξαιτίας των κυμάτων πίεσης που δημιουργούνται από τους στροβιλισμούς στα ανώτερα στρώματά του – τα στρώματα που κυριαρχούνται από κινήσεις αερίων συναγωγής. [Η συναγωγή είναι ένας από τους τρεις τρόπους μεταφοράς της θερμότητας από ένα σώμα ή σύστημα μεγαλύτερης θερμοκρασίας σε ένα άλλο μικρότερης θερμοκρασίας. Συμβαίνει ανάμεσα σε ένα στερεό και ένα ρευστό, και ειδικότερα όταν ένα ρευστό κινείται πάνω σε μια επιφάνεια στερεού]. Ηλιοσεισμολογία είναι το όνομα με το οποίο αναφέρεται η μελέτη αυτών των ταλαντώσεων, η οποία μπορεί να ρίξει φως στις εσωτερικές λειτουργίες του ήλιου.

Οι αστρονόμοι ανιχνεύουν συχνά φωτεινές ταλαντώσεις σε άλλα άστρα, οι φυσικές διεργασίες στα οποία τα καθιστά μεταβλητά, όπως τα μεταβλητά άστρα Κηφείδες, που χρησιμοποιούνται για να ρυθμιστεί η κοσμική κλίμακα αποστάσεων. Όμως, είναι πολύ δυσκολότερο να ανιχνεύσουν σε άστρα, ταλαντώσεις, όπως του Ήλιου, οι οποίες προκαλούνται από συναγωγή κοντά στην επιφάνεια των άστρων («αστεροσεισμολογία»). Τα ανοιχτά αστρικά σμήνη έχουν κατανοηθεί καλά και παρέχουν στοιχεία σημαντικά για τη μελέτη της αστρικής εξέλιξης, της περιστροφής ενός άστρου, των αστρικών μαζών και ηλικιών και πολλών άλλων ιδιοτήτων – και έτσι η αστεροσεισμολογία θα είναι μια αξιόπιστη προσθήκη για την παροχή ανεξάρτητων προσδιορισμών των μαζών και ηλικιών για τα μέλη των σμηνών. Οι αστρονόμοι, όμως, δεν ήταν σε θέση να πραγματοποιήσουν τέτοιες μετρήσεις στα άστρα κύριας ακολουθίας σε ένα ανοικτό σμήνος – μέχρι τώρα.

Οι αστρονόμοι του CfA (Center for Astrophysics), Dave Latham, Allyson Bieryla και Bob Stefanik ήταν μέρος μιας ομάδας που χρησιμοποίησε την αποστολή Κ2, το αναβαθμισμένο Διαστημικό Τηλεσκόπιο Kepler, για να παρατηρήσουν με επιτυχία τέτοιου είδους μεταβολές σε άστρα κύριας ακολουθίας. Το Kepler σχεδιάστηκε για να ψάξει για μεταβάσεις εξωπλανητών με συνεχή και με ακρίβεια παρακολούθηση της φωτεινότητας ενός άστρου. Η αποστολή Κ2 εστίασε την παρατήρηση στο σμήνος Υάδες [βρίσκεται στον αστερισμό του Ταύρου], περίπου 155 έτη φωτός μακριά από τη Γη και έκανε μια μέτρηση φωτεινότητας περίπου κάθε λεπτό, για τρεις μήνες.

Οι αστρονόμοι βρήκαν μικρές μεταβολές φωτεινότητας σε πολλές χρονικές κλίμακες, όμως σε δυο άστρα, ελαφρώς μεγαλύτερα από τον ήλιο μας, βρήκαν μεταβολές περίπου κάθε δέκα λεπτά που είχαν μια ιδιαίτερη ένταση, που σήμαιναν ταλαντώσεις όμοιες με αυτές του Ήλιου μας-οι πρώτες από τέτοιες ανιχνεύσεις, που έγιναν ποτέ. Καθώς οι Υάδες είναι ένα σημαντικό τυπικό σμήνος, η ομάδα είχε ήδη παρατηρήσει τα άστρα του για περισσότερο από τριάντα χρόνια και γνώριζε ότι και τα δυο αυτά άστρα είναι μονά. Οι επιστήμονες συμπέραναν, ανάμεσα σε άλλα, ότι τα άστρα κάνουν πολύ ταχείες περιστροφές (λιγότερο από δυο ημέρες το καθένα-για σύγκριση: ο Ήλιος μας περιστρέφεται σε 26,2 ημέρες) που τα δείχνει ως νεότερα και αρκετά διαφορετικά από τα γηραιότερα, τον πιο αργά περιστρεφόμενο πληθυσμό του σμήνους.

Τα νέα αποτελέσματα απεικονίζουν την συνεισφορά που η αστεροσεισμολογία μπορεί να έχει στη μελέτη των ανοιχτών σμηνών άστρων και η ομάδα σχεδιάζει να συνεχίσει το έργο της με μελλοντικές παρατηρήσεις με την αποστολή Κ2.

Mind Loop: Η αιώνια «Λούπα» του ανθρώπινου μυαλού

Αποτέλεσμα εικόνας για Mind Loop: Η αιώνια «Λούπα» του ανθρώπινου μυαλούMind Loop: Αν η ζωή είναι προσωρινή, τότε πως μπορούμε και τη βιώνουμε αυτή τη στιγμή; Γιατί δεν έχει τελειώσει το Σύμπαν; Μα κι αν είχε διαγραφεί και είχε γεννηθεί ξανά, θα το θυμόμασταν;

   Μόνο σε ένα άπειρο Σύμπαν θα μπορούσε να χωρέσει η ζωή. Μόνο σε ένα Σύμπαν δίχως όρια θα μπορούσε η ζωή αυτή να εκφραστεί σε όλες τις εκφάνσεις της μένοντας αιώνια. Και για να το καταφέρει αυτό, γίνεται ευάλωτη, εύθραυστη και εφήμερη. Φθείρεται και σβήνει για να αναζωπυρωθεί και πάλι. Και μεις, σαν ταξιδευτές της δημιουργίας, συλλέγουμε εμπειρίες, αλήθειες, εμπνεύσεις και αισθήσεις για να τις φυλάξουμε μέχρι να τις συναντήσουμε και πάλι. Σκαλί σκαλί ανακαλύπτουμε τον κόσμο και πέρα απ’τις δυσκολίες και τα εμπόδια πάντα καταφέρνουμε να φτάσουμε πιο μακριά. Παγιδευμένοι μέσα στο ίδιο μας το κεφάλι αντιλαμβανόμαστε όσα ήδη υποσυνείδητα γνωρίζουμε, βιώνοντας μια περιπλάνηση βγαλμένη μέσα απ’τη φαντασία μας. Και τίποτα δεν τελειώνει ποτέ. Η ζωή δεν στερεύει ούτε στο ελάχιστο. Όσο κοντά κι αν φτάσουμε στο θάνατο, μονάχα τον προσπερνούμε. Σαν να είμαστε αιωνόβιοι. Οι θεοί που κρατούν στα χέρια τους την ίδια τους τη ζωή.

«Το σύμπαν (κόσμος), με όλα όσα περιέχει μέσα του, δεν το έφτιαξε κανείς, ούτε θεός ούτε άνθρωπος, αλλά υπήρχε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει – μια φωτιά αιώνια ζωντανή που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο.» Ηράκλειτος (535 – 475 π.Χ.)

 Υπάρχει μια ανεπίσημη θεωρία που ορίζει τη ζωή σαν έναν ατέρμων βρόγχο. Ένα κυκλικό Loop εμπειριών που επαναλαμβάνεται μέσα σε έναν κόσμο φαινομενικά αναλώσιμο. Παρελθόν, παρόν και μέλλον πλάθονται ταυτόχρονα. Όλες οι αναμνήσεις που έχει ένα άτομο στην υπάρχουσα ζωή του αποτελούν κομμάτια ενός παρελθόντος που ξετυλίσσεται παρασκηνιακά (και παράλληλα με το παρόν του). Είναι οι «δοκιμαστικές καταστάσεις» της ζωής του. Στιγμές που έχουν επαναληφθεί αμέτρητες φορές έχοντας ‘αποτύχει’ ως προς την ασφάλεια του ατόμου. Η συνείδηση του δεν μπορεί να τις αποκωδικοποιήσει και τις αποβάλλει ως άχρηστες, με αποτέλεσμα το άτομο να μην τις θυμάται. Η θεωρία του infinite Loop μας διδάσκει λοιπόν, πως το άτομο ‘εξασκείται’ στα ‘επίπεδα’ της ζωής του, όπως ένας χαρακτήρας παιχνιδιού, κι όταν πεθαίνει απλώς επιστρέφει στο σημείο λίγο πριν το θάνατο του για να τον αποφύγει και να συνεχίσει παρακάτω. Γνωρίζει έμφυτα πια πως να αποφύγει όλους τους κινδύνους και προχωρά στη ζωή του θεωρώντας ότι τα γεγονότα που ζει τα αντικρίζει για πρώτη φορά. Αποδίδει τη δεξιοτεχνία του να αποφεύγει τον κίνδυνο. στον παράγοντα ‘τύχη’. Αποθηκεύει στη μνήμη του μονάχα εκείνες τις στιγμές που περιλαμβάνουν τον ίδιο στη ζωή, αποβάλλοντας τις άχρηστες στιγμές θανάτου. Κι η ζωή του συνεχίζει τέλεια σκηνοθετημένη, όπως μια μονταρισμένη ταινία.

    Σύμφωνα με την συγκεκριμένη θεωρία, ο άνθρωπος είναι ο μοναδικός πρωταγωνιστής της ζωής του. Οι υπόλοιποι που ‘συμμετέχουν’ σε εκείνη είναι είτε προβολές του υποσυνειδήτου του, όσο χειροπιαστές, αυτόνομες ή αληθοφανείς κι αν μοιάζουν, είτε αποτελούν αληθινές υπάρξεις των οποίων η πραγματικότητα διασταυρώνεται για λίγο με τη δική του. Ένα διαδραστικό όνειρο. Ο ίδιος ο άνθρωπος δεν ‘πεθαίνει’ ποτέ στα δικά του μάτια, κι όσο κι αν έχει αποδεχτεί την ιδέα του θανάτου έχει το παράδοξο ένστικτο πως εκείνος θα παραμείνει για πάντα ‘αιώνιος’. Στη δική του πραγματικότητα βλέπει τους άλλους να πεθαίνουν. Τον ίδιο ποτέ. Εκείνος πάντοτε επιβιώνει. Αυτό που δεν ‘θυμάται’, είναι πως αμέτρητοι ‘πεθαμένοι’ εναλλακτικοί εαυτοί του τον εκπαιδεύουν ανελλιπώς στην αποφυγή του θανάτου. Στις πραγματικότητες των άλλων ανθρώπων, όμως, εκείνος είναι που δεν καταφέρνει να ζήσει, κι όχι οι ίδιοι. Όλοι, λοιπόν, είμαστε πεπεισμένοι για το θάνατο των υπολοίπων κι όχι για τον δικό μας.

«Η διάκριση ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον καθώς και η ίδια η πραγματικότητα είναι μονάχα μια επίμονη ψευδαίσθηση.» Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879 – 1955)

Ο ισχυρισμός της θεωρίας του ‘infinite Loop’, εξηγεί με απλό τρόπο το φαινόμενο του déjà vu. Ας αναλύσουμε όμως πρώτα τι έχει αποδειχθεί στις μέρες για το φαινόμενο της προμνησίας. Σύμφωνα με τις νέες επιστημονικές μελέτες, το déjà vu δεν κρύβει κάτι το μεταφυσικό, αλλά αποτελεί μια απλή λειτουργία του εγκεφάλου που αφορά στον έλεγχο της ορθότητας των αναμνήσεων που έχει ήδη αποθηκεύσει ο εγκέφαλος. Όταν το σύστημα μνήμης διαπιστώσει κάποιο λάθος, βιώνεται η αίσθηση του déjà vu. Αυτό, όμως, που δεν μπορούν να εξηγήσουν οι επιστήμονες, είναι τι ακριβώς είναι αυτό το λάθος και πως είναι δυνατόν να είναι λανθασμένη μια ανάμνηση. Αν ο άνθρωπος, λοιπόν, είναι ο ήρωας στο δικό του προβαλλόμενο κόσμο και κάθε φορά ξεκινάει τη ζωή από εκεί που την έχει αφήσει -δίχως να το θυμάται- , τότε το déjà vu δεν είναι άλλο πέρα από στιγμιαία ενθύμηση μιας πράξης που συνέβαινε -και θα συμβαίνει- στις κυκλικές επαναλήψεις της ζωής του. (Loop)

«Δεν υπάρχει θάνατος. Μόνο αλλαγή των Κόσμων.» Chief Seattle (1786 – 1866)

Θα μπορούσε να θεωρηθεί πως ο κόσμος συμβαίνει σύμφωνα με τη σκέψη, κι όχι σύμφωνα με το χρόνο και το χώρο. Ο χωροχρόνος είναι κατασκευασμένος έτσι ώστε να φιλοξενεί και να χωράει τη φαντασία. Βοηθά την αθάνατη συνείδηση να εκφραστεί κι από πληροφορία να γίνει περιοδική δράση. Σύμφωνα με την κοσμολογική θεωρία των Φρεντ Χόιλ και Τόμας Γκολντ, το Σύμπαν υπήρχε ανέκαθεν, δεν έχει τέλος και μέσα του γεννιούνται συνεχώς γαλαξίες από ύλη που σχηματίζεται «αυθόρμητα». Θα μπορούσε, λοιπόν, το Σύμπαν –ή καλύτερα Πολυσύμπαν- να θεωρηθεί σαν μια υπέρτατη Συνείδηση μοιρασμένη στα κεφάλια των ανθρώπων. Ίσως όλες οι πεποιθήσεις του ανθρώπου περί μεταθανάτιας ζωής, να αποτελούν τον τρόπο για να αντιληφθούμε ότι η συνείδηση μας είναι το κλειδί της ύπαρξης. Μια ‘θεική νοημοσύνη’ που έχει επίγνωση της ύπαρξης της και μπορεί να αντιλαμβάνεται από όλες τις δυνατές πτυχές τους κόσμους που η ίδια διαμορφώνει. Ίσως η ψυχή μας να μην είναι τίποτα άλλο πέρα από ‘τα μάτια’ μιας πρωταρχικής ουσίας που μπορεί να διευρυνθεί σε πολλά διαφορετικά σκαλοπάτια εστίασης. Ίσως η ύλη, ο φυσικός θάνατος και η φθορά είναι ο τρόπος να μας πει η συνείδηση μας πως προσωρινά βρίσκεται σε μια κατάσταση χονδροειδούς αντίληψης της πραγματικότητας. Δεν σημαίνει ότι όλα όσα παρατηρεί έχουν μόνο αυτήν την πλευρά. Στέκει απλώς σε ένα απ’τα άπειρα σημεία παρατήρησης.

«Θεωρώ τον εγκέφαλο έναν υπολογιστή που θα σταματήσει να λειτουργεί όταν καταρρεύσουν τα εξαρτήματά του. Δεν υπάρχει παράδεισος ή ζωή μετά θάνατον για κατεστραμμένους υπολογιστές. Αυτό είναι ένα παραμύθι για όσους φοβούνται το σκοτάδι. Πρέπει να μη σταματούμε να αναζητούμε την ύψιστη αξία των πράξεών μας». Στίβεν Χόκινγκ

«Ο κόσμος είναι μια αντίφαση: το σύμπαν ένα παράδοξο.»

Κι η ζωή ένα…παιχνίδι;
Όλες οι παραπάνω θεωρίες προϋποθέτουν ένα Σύμπαν άπειρων πραγματικοτήτων, όπου ο κάθε ένας ζει τη δική του αλήθεια με τον εαυτό του στο επίκεντρο. Ζούμε, δηλαδή, σε ένα πολυδιάστατο κόσμο παραισθήσεων όπου είμαστε καταδικασμένοι να επιβιώνουμε αιώνια ακόμα κι αν δεν το επιδιώκουμε. Συνεχίζουμε τη ζωή με τον ‘ζωντανό’ εαυτό μας κι όσο για τους εναλλακτικούς εαυτούς μας που έχουν πεθάνει, έχουν σβηστεί σβήνοντας μαζί τους κάθε ανάμνηση θανάτου. Είμαστε οι τέλειοι πρωταγωνιστές ενός παιχνιδιού φτιαγμένου στα μέτρα μας. Διασταυρώνουμε τη ζωή μας με εκείνη των ζωντανών κι όταν εκείνοι πάψουν να υπάρχουν στα δικά μας μάτια, αποσυνδέονται απ’την δική μας πραγματικότητα και συνεχίζουν στη δική τους.

   Όσο συναρπαστική κι αν ακούγεται μια τέτοια θεωρία, η ιδέα περί αθανασίας προκαλεί μια αίσθηση ματαιότητας στην ψυχή του ανθρώπου. Ίσως η γνώση της αθανασίας να μελαγχολεί το πνεύμα του, μπλοκάροντας τη θέληση του για δημιουργία και ζωή. Ίσως είναι γραφτό του να μην ‘θυμάται’ τους κανόνες που διέπουν το Σύμπαν και την ίδια του την ύπαρξη, έτσι ώστε να μπορεί να ολοκληρώνει το ταξίδι του απ’την αρχή, με νέα μάτια. Είναι ένας Θεός που ‘ξεχνά’ για να μπορεί να εμπνέεται κάτι νέο κάθε φορά. Ο Θεός που επιλέγει να ζήσει και να μάθει το γιατί.
«Έχεις ήδη κάνει μια επιλογή. Τώρα θα πρέπει να την καταλάβεις.» Oracle, Matrix

Όσο ανίκητος, όμως, κι αν είναι ο άνθρωπος μπροστά στο θάνατο, υπάρχει μια στιγμή στο πεπρωμένο του όπου ο ίδιος θα ‘τερματίσει’ τα στάδια της ζωής του και θα οδηγηθεί σε κάτι άγνωστο, όπως ακριβώς οι παίκτες ενός videogame, ή ενός επιτραπέζιου rpg. Ίσως αυτό το άγνωστο να είναι μια νέα ζωή στην οποία δεν θα θυμάται απολύτως τίποτα. Ίσως ο άνθρωπος πεθαίνει, για να μπορεί να ζήσει ξανά. Και κάθε φορά μια νέα γνώση ξυπνά. Μια καινούργια θέαση των πραγμάτων. Αυτή η αθανασία μας είναι μάλλον κατασκευασμένη στοργικά και όχι εγωκεντρικά. Είμαστε στο κέντρο της ζωής μας για να παρατηρούμε καλύτερα, να μαθαίνουμε καλύτερα, να δημιουργούμε καλύτερα κι όχι για να νιώθουμε ανώτεροι. Είμαστε πρωτότυποι, καινοτόμοι και ανεπανάλληπτοι σε κάθε βήμα ζωής.

Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τον δημιουργό των κόσμων ή του κόσμου που μας φυλά στα σπλάχνα του, μπορεί να μην είμαστε σε θέση να αντικρύσουμε κατάματα αυτό που υπάρχει έξω απ’το ολογραφικό ‘παιχνίδι-σύμπαν’ μας, ένα μονάχα όμως μπορούμε να ισχυριστούμε με σιγουριά: δεν υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα απ’την ίδια μας τη Συνείδηση.

«Από τότε που οι άνθρωποι έχουν παίξει τα παιχνίδια Sims, η αντίληψη για τον κόσμο γύρω τους τείνει να αλλάζει. Έτσι βλέπουν την πόλη, το σπίτι ή την οικογένεια τους με έναν ελαφρώς διαφορετικό τρόπο μετά το παιχνίδι.» Will Wright, σχεδιαστής των παιχνιδιών Sims.

Έχουμε ενσωματώσει τόσο πολύ το έξω μέσα μας, που ξεχάσαμε πως το μέσα μας είναι αυτό που μπορεί -και πρέπει- να ορίζει το έξω μας. Σκεφτείτε το…

To μεθάνιο «πνίγει» τη Γη

Αποτέλεσμα εικόνας για To μεθάνιο «πνίγει» τη ΓηΟι συγκεντρώσεις μεθανίου στην ατμόσφαιρα της Γης αυξάνονται πλέον με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων δύο δεκαετιών, προειδοποιούν οι επιστήμονες. Το μεθάνιο αποτελεί ένα ισχυρό «αέριο του θερμοκηπίου» -πιο επικίνδυνο και από το διοξείδιο του άνθρακα- το οποίο απειλεί να εκτροχιάσει την κλιματική αλλαγή και να καταστήσει μάταιο το στόχο για συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας έως τους δύο βαθμούς Κελσίου.
Μια διεθνής επιστημονική ομάδα από μέλη του Παγκόσμιου Προγράμματος Άνθρακα έκανε τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό περιβαλλοντικών ερευνών "Environmental Research Letters", ενώ θα παρουσιάσουν τις ανησυχητικές τάσεις αύριο στο διεθνές συνέδριο της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι συγκεντρώσεις μεθανίου στον αέρα άρχισαν να αυξάνουν το 2007, ενώ η αύξησή τους ήταν δραματική κατά τη διετία 2014-15. Μέσα στα δύο προηγούμενα χρόνια, το μεθάνιο αυξήθηκε κατά τουλάχιστον δέκα μέρη ανά δισεκατομμύριο (ppb) ετησίως και έχει ξεπεράσει πλέον τα 1.850 ppb.

Αντίθετα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 το μεθάνιο αυξανόταν με μέσο ετήσιο ρυθμό μόνο 0,5 μέρη ανά δισεκατομμύριο. Η αιτία για την πιο πρόσφατη αύξηση του μεθανίου στην ατμόσφαιρα δεν είναι ξεκάθαρη, αλλά πιθανώς οφείλεται σε αυξημένες εκπομπές από τον τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Η συνολική ποσότητα του μεθανίου είναι πολύ μικρότερη στην ατμόσφαιρα από ό,τι του διοξειδίου του άνθρακα, το οποίο πρόσφατα ξεπέρασε τα 400 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm). Όμως το μεθάνιο παγιδεύει 28 φορές περισσότερη θερμότητα, συνεπώς είναι πολύ πιο επικίνδυνο για την άνοδο της θερμοκρασίας και την κλιματική αλλαγή. Και ενώ οι εκπομπές διοξειδίου εμφανίζουν μια τάση σταθεροποίησης κατά τα τελευταία χτρόνια, αντίθετα του μεθανίου εμφανίζουν ολοένα πιο αυξητική τάση.

«Η σταθεροποίηση που έχουμε δει κατά την τελευταία τριετία στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα είναι εντυπωσιακά διαφορετική από την πρόσφατη ταχεία άνοδο στο μεθάνιο», ανέφερε ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής γεωεπιστημών Ρόμπερτ Τζάκσον του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια.

Το μεθάνιο είναι δύσκολο αέριο στην ανίχνευσή του και μπορεί να προέρχεται από μια πληθώρα πηγών, φυσικών (βάλτοι, υγροβιότοποι, ζώα κ.α.), καθώς επίσης βιολογικών και ανθρωπογενών (περίπου το 60% των συνολικών εκπομπών). Οι αγελάδες της κτηνοτροφίας και οι καλλιεργούμενοι ορυζώνες είναι οι δύο μεγαλύτερες πηγές μεθανίου, ενώ στην τρίτη θέση είναι η εξόρυξη και εκμετάλλευση των ορυκτών καυσίμων (το μεθάνιο διαρρέει συχνά από τις πετρελαιοπηγές και κατά την άντληση του φυσικού αερίου).

H ανίχνευση βαρυτικών κυμάτων σημαντικότερη εξέλιξη στη Φυσική το 2016

Ήταν βέβαια αναμενόμενο: η ανίχνευση βαρυτικών κυμάτων που επιβεβαίωσε εφέτος μια από τις τελευταίες προβλέψεις του Αϊνστάιν ανακηρύχθηκε η κορυφαία ανακάλυψη στη Φυσική για το 2016 από το περιοδικό Physics World.

Τα βαρυτικά κύματα είναι «ρυτιδώσεις» του χωροχρόνου, που προκαλούνται από βίαια κοσμικά συμβάντα, όπως η σύγκρουση μεταξύ μαύρων οπών. Είχαν προβλεφθεί θεωρητικά στο πλαίσιο της Γενικής Σχετικότητας, ανιχνεύθηκαν όμως για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο από τους ανιχνευτές LIGO στις ΗΠΑ.

Περισσότερα από 80 πανεπιστήμια και άλλοι ερευνητικοί φορείς από όλο τον κόσμο συμμετέχουν στην κοινοπραξία LIGO, με επικεφαλής ερευνητές από τα αμερικανικά πανεπιστήμια ΜΙΤ και Caltech.

Οι υπόλοιπες εξελίξεις που συμπληρώνουν το Top 10 του Physics World:

Η δημιουργία και μέτρηση της κβαντικής διεμπλοκής ανάμεσα σε ζεύγη διαφορετικών ιόντων.

Η μηχανή που αποτελείται από ένα μόνο άτομο.

Η δημιουργία ενός άκρως ευαίσθητου, μικρού και φθηνού μετρητή βαρύτητας.

Η δημιουργία μιας γάτας του Σρέντιγκερ που ζει και πεθαίνει σε δύο κουτιά ταυτόχρονα.

Η μέτρηση της αρνητικής διάθλασης των ηλεκτρονίων στο γραφένιο.

Η ανακάλυψη του πλησιέστερου στη Γη βραχώδους εξωπλανήτη στον Εγγύτατο του Κενταύρου.

Το πυρηνικό ρολόι με βάση το θόριο-229.

Ένας νέος φακός μικροσκοπίου που συνδυάζει μεγάλο οπτικό πεδίο και υψηλή ανάλυση.

Η προσομοίωση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ θεμελιωδών σωματιδίων με τη χρήση κβαντικού υπολογιστή.