Τρίτη 19 Απριλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (21.400-21.467)

400 Ὣς εἰπὼν οὔτησε κατ᾽ αἰγίδα θυσσανόεσσαν
σμερδαλέην, ἣν οὐδὲ Διὸς δάμνησι κεραυνός·
τῇ μιν Ἄρης οὔτησε μιαιφόνος ἔγχεϊ μακρῷ.
ἡ δ᾽ ἀναχασσαμένη λίθον εἵλετο χειρὶ παχείῃ
κείμενον ἐν πεδίῳ μέλανα, τρηχύν τε μέγαν τε,
405 τόν ῥ᾽ ἄνδρες πρότεροι θέσαν ἔμμεναι οὖρον ἀρούρης·
τῷ βάλε θοῦρον Ἄρηα κατ᾽ αὐχένα, λῦσε δὲ γυῖα.
ἑπτὰ δ᾽ ἐπέσχε πέλεθρα πεσών, ἐκόνισε δὲ χαίτας,
τεύχεά τ᾽ ἀμφαράβησε· γέλασσε δὲ Παλλὰς Ἀθήνη,
καί οἱ ἐπευχομένη ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
410 «νηπύτι᾽, οὐδέ νύ πώ περ ἐπεφράσω ὅσσον ἀρείων
εὔχομ᾽ ἐγὼν ἔμεναι, ὅτι μοι μένος ἰσοφαρίζεις.
οὕτω κεν τῆς μητρὸς ἐρινύας ἐξαποτίνοις,
ἥ τοι χωομένη κακὰ μήδεται, οὕνεκ᾽ Ἀχαιοὺς
κάλλιπες, αὐτὰρ Τρωσὶν ὑπερφιάλοισιν ἀμύνεις.»
415 Ὣς ἄρα φωνήσασα πάλιν τρέπεν ὄσσε φαεινώ·
τὸν δ᾽ ἄγε χειρὸς ἑλοῦσα Διὸς θυγάτηρ Ἀφροδίτη
πυκνὰ μάλα στενάχοντα· μόγις δ᾽ ἐσαγείρετο θυμόν.
τὴν δ᾽ ὡς οὖν ἐνόησε θεὰ λευκώλενος Ἥρη,
αὐτίκ᾽ Ἀθηναίην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
420 «ὢ πόποι, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, Ἀτρυτώνη,
καὶ δὴ αὖθ᾽ ἡ κυνάμυια ἄγει βροτολοιγὸν Ἄρηα
δηΐου ἐκ πολέμοιο κατὰ κλόνον· ἀλλὰ μέτελθε.»
Ὣς φάτ᾽, Ἀθηναίη δὲ μετέσσυτο, χαῖρε δὲ θυμῷ,
καί ῥ᾽ ἐπιεισαμένη πρὸς στήθεα χειρὶ παχείῃ
425 ἤλασε· τῆς δ᾽ αὐτοῦ λύτο γούνατα καὶ φίλον ἦτορ.
τὼ μὲν ἄρ᾽ ἄμφω κεῖντο ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ,
ἡ δ᾽ ἄρ᾽ ἐπευχομένη ἔπεα πτερόεντ᾽ ἀγόρευε·
«τοιοῦτοι νῦν πάντες, ὅσοι Τρώεσσιν ἀρωγοί,
εἶεν, ὅτ᾽ Ἀργείοισι μαχοίατο θωρηκτῇσιν,
430 ὧδέ τε θαρσαλέοι καὶ τλήμονες, ὡς Ἀφροδίτη
ἦλθεν Ἄρῃ ἐπίκουρος ἐμῷ μένει ἀντιόωσα·
τῶ κεν δὴ πάλαι ἄμμες ἐπαυσάμεθα πτολέμοιο,
Ἰλίου ἐκπέρσαντες ἐϋκτίμενον πτολίεθρον.»
Ὣς φάτο, μείδησεν δὲ θεὰ λευκώλενος Ἥρη.
435 αὐτὰρ Ἀπόλλωνα προσέφη κρείων ἐνοσίχθων·
«Φοῖβε, τίη δὴ νῶϊ διέσταμεν; οὐδὲ ἔοικεν
ἀρξάντων ἑτέρων· τὸ μὲν αἴσχιον, αἴ κ᾽ ἀμαχητὶ
ἴομεν Οὔλυμπόνδε Διὸς ποτὶ χαλκοβατὲς δῶ.
ἄρχε· σὺ γὰρ γενεῆφι νεώτερος· οὐ γὰρ ἔμοιγε
440 καλόν, ἐπεὶ πρότερος γενόμην καὶ πλείονα οἶδα.
νηπύτι᾽, ὡς ἄνοον κραδίην ἔχες· οὐδέ νυ τῶν περ
μέμνηαι, ὅσα δὴ πάθομεν κακὰ Ἴλιον ἀμφὶ
μοῦνοι νῶϊ θεῶν, ὅτ᾽ ἀγήνορι Λαομέδοντι
πὰρ Διὸς ἐλθόντες θητεύσαμεν εἰς ἐνιαυτὸν
445 μισθῷ ἔπι ῥητῷ· ὁ δὲ σημαίνων ἐπέτελλεν.
ἤτοι ἐγὼ Τρώεσσι πόλιν πέρι τεῖχος ἔδειμα
εὐρύ τε καὶ μάλα καλόν, ἵν᾽ ἄρρηκτος πόλις εἴη·
Φοῖβε, σὺ δ᾽ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς βουκολέεσκες
Ἴδης ἐν κνημοῖσι πολυπτύχου ὑληέσσης.
450 ἀλλ᾽ ὅτε δὴ μισθοῖο τέλος πολυγηθέες ὧραι
ἐξέφερον, τότε νῶϊ βιήσατο μισθὸν ἅπαντα
Λαομέδων ἔκπαγλος, ἀπειλήσας δ᾽ ἀπέπεμπε.
σὺν μὲν ὅ γ᾽ ἠπείλησε πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθε
δήσειν, καὶ περάαν νήσων ἔπι τηλεδαπάων·
455 στεῦτο δ᾽ ὅ γ᾽ ἀμφοτέρων ἀπολεψέμεν οὔατα χαλκῷ.
νῶϊ δὲ ἄψορροι κίομεν κεκοτηότι θυμῷ,
μισθοῦ χωόμενοι, τὸν ὑποστὰς οὐκ ἐτέλεσσε.
τοῦ δὴ νῦν λαοῖσι φέρεις χάριν, οὐδὲ μεθ᾽ ἡμέων
πειρᾷ ὥς κε Τρῶες ὑπερφίαλοι ἀπόλωνται
460 πρόχνυ κακῶς, σὺν παισὶ καὶ αἰδοίῃς ἀλόχοισι.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπεν ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων·
«ἐννοσίγαι᾽, οὐκ ἄν με σαόφρονα μυθήσαιο
ἔμμεναι, εἰ δὴ σοί γε βροτῶν ἕνεκα πτολεμίξω
δειλῶν, οἳ φύλλοισιν ἐοικότες ἄλλοτε μέν τε
465 ζαφλεγέες τελέθουσιν, ἀρούρης καρπὸν ἔδοντες,
ἄλλοτε δὲ φθινύθουσιν ἀκήριοι. ἀλλὰ τάχιστα
παυώμεσθα μάχης· οἱ δ᾽ αὐτοὶ δηριαάσθων.»

***
400 Είπε και την εκτύπησε στην κροσσωτήν αιγίδα
φρικτήν, που μήτε του Διός ο κεραυνός την σχίζει·
εκεί την λόγχην άμπωσεν ο ανδροφόνος Άρης.
Εσύρθη αυτή κι εσήκωσε με το βαρύ της χέρι
ένα λιθάρι από την γην μαύρο, τραχύ, μεγάλο,
405 π᾽ άνδρες αρχαίας γενεάς για τέρμινα είχαν στήσει·
με αυτό τον Άρην κτύπησε στον σβέρκον, και τα μέλη
του έλυσε, και πέφτοντας εγέμισε επτά πλέθρα,
χωμάτιασ᾽ όλ᾽ η κόμη του και ηχήσαν τ΄ άρματά του.
Εγέλασεν η Αθηνά και υπερηφάνως είπε:
410 «Μωρότατε, όταν θέλησες να μετρηθείς μ᾽ εμένα,
δεν το εσκέφθης που είμ᾽ εγώ πολύ καλύτερή σου.
Τες Ερινύες μ᾽ όλα αυτά πλερώνεις της μητρός σου,
που σε ξετρέχει από χολήν, που ηθέλησες ν᾽ αφήσεις
τους Αχαιούς και βοηθείς τους επιόρκους Τρώας».
415 Είπε και οπίσω εγύρισε τα φωτεινά της μάτια
κι η Αφροδίτη τον θεόν οδήγ᾽ από το χέρι
που μόλις εψυχόπιανε και θλιβερά βογγούσε·
και άμα η θεά την νόησεν η Ήρα η λευκοχέρα
την Αθηνά προσφώνησε με λόγια φτερωμένα:
420 «Ω, κοίτα, κόρη αδάμαστη του αιγιδοφόρου Δία,
πάλ᾽ η σκυλόμυγα οδηγεί τον ανδροφόνον Άρην
μέσ᾽ απ᾽ της μάχης την βοήν· και δράμε να τους φθάσεις».
Είπεν, εχάρ᾽ η Αθηνά, κι επάνω τους εχύθη,
στα στήθη την εκτύπησε με το βαρύ της χέρι
425 και αυτής εδείλιασε η καρδιά, τα γόνατα εκοπήκαν,
και οι δύο κείτονταν αυτού στην γην την πολυθρέπτραν.
Τότ᾽ εκαυχήθ᾽ η Αθηνά και υπερηφάνως είπε:
«Με τούτους τώρα να ᾽μοιαζαν όλ᾽ οι βοηθοί των Τρώων,
οπόταν τούτοι πολεμούν τους θωρηκτούς Αργείους
430 και ψυχεροί και ακλόνητοι, καθώς η Αφροδίτη
ήλθε του Άρη βοηθός στην ρώμην μου εναντία·
θα ᾽χαμε ρίξει προ πολλού τους πύργους της Ιλίου
και τώρα θα ησυχάζαμεν εμείς απ᾽ τον αγώνα».
Είπε, κι εγλυκογέλασεν η λευκοχέρα Ήρα.
435 Και τότε ο μέγας Ποσειδών προσφώνησε τον Φοίβον:
«Φοίβε, τι μένομεν εμείς; Δεν βλέπεις πως οι άλλοι
κάμαν αρχήν, κι είν᾽ εντροπή στον Όλυμπον οπίσω
να γύρομε απολέμητοι, στο δώμα του Κρονίδου.
Άρχισε, ωσάν νεότερος· σ᾽ εμένα δεν αρμόζει,
440 ως είμαι μεγαλύτερος στα χρόνια και στην γνώσιν.
Τι έκανες, ανόητε! και δεν θυμάσαι πόσα
εμείς επάθαμε κακά στην Ίλιον τριγύρω
μόνοι απ᾽ όλους τους θεούς, οπόταν τον ανδρείον
Λαομέδοντα εδουλώσαμε σταλμένοι από τον Δία
445 για χρόνον έναν με ρητόν μισθόν, στους ορισμούς του.
Κι εγώ των Τρώων έκτισα τείχος πλατύ και ωραίο
ολόγυρα στην πόλιν τους, απόρθητη να γίνει·
και συ στα πλάγια τα πολλά της δενδρωμένης Ίδης
έβοσκες τα στριφτόποδα κερατοφόρα βόδια.
450 Και όταν το τέλος έφεραν οι χαροδότρες ώρες,
δυναστικώς μας κράτησεν εκείνος τον μισθόν μας,
ο πάγκακος και με φρικτές μας έδιωξε φοβέρες·
φοβέριζε χερόποδα να μας αλυσοδέσει
και να μας στείλει εις μακρινά νησιά να μας πουλήσει
455 και να μας κόψει και τ᾽ αυτιά με χάλκινην λεπίδα.
Κι εμείς οπίσω εγύραμε με σπλάχνα χολωμένα,
που τον μισθόν δεν πλέρωσε που ᾽χε δεχθεί να δώσει.
Και τώρα συ χαρίζεσαι προς τους λαούς εκείνου
αντί μ᾽ εμάς να προσπαθείς ν᾽ αφανισθούν οι Τρώες
460 οι άδικοι, όλοι σύρριζα, γυναίκες και παιδιά τους».
Σ᾽ εκείνον τότε ο τοξευτής απάντησεν ο Φοίβος:
«Ω Ποσειδών, για φρόνιμον, θαρρώ, που δεν θα μ᾽ έχεις,
αν για τους άμοιρους θνητούς με σένα πολεμήσω·
που ωσάν τα φύλλα πρόσκαιροι πότε φωτιά γεμάτοι
465 χαίρονται τους καρπούς της γης, και πότε να μαραίνουν
τους βλέπεις ώσπου σβήνονται· κι εμείς από την μάχην
ας παύσομε, και μόνοι τους ας πολεμούν εκείνοι».

Ο σεβασμός προς τον γονιό είναι τιμή για τον ίδιο και αποτελεί ηθική αξία

Η γονική αγάπη είναι από αυτές τις αγάπες που θεωρούνται δεδομένες, αλλά η μόνη που είναι αναμφισβήτητη.

Δε θα διαχωρίσω τη μάνα από τον πατέρα. Δε θα βάλω σε ζυγαριά τι προσφέρει ο ένας και τι ο άλλος. Δε θα αναφερθώ στις εξαιρέσεις που την αμφισβητούν, αλλά στον κανόνα που την ακολουθεί μέσα στους αιώνες της ανθρώπινης ζωής.

Είναι η μόνη μορφή αγάπης που δεν έχει όρια, όρους και προϋποθέσεις.

Είναι η μόνη μορφή αγάπης στην οποία δε χωράει ο εγωισμός, η κακία, η αχαριστία κι όλα αυτά τα μικροπρεπή που εισχωρούν στις σχέσεις μας και μας ταλαιπωρούν.

Όσοι έχουν παιδιά, καταλαβαίνουν τι εννοώ. Κι όσοι δεν έχουν παιδιά, έχουν γονείς που επιβεβαιώνουν τα λόγια μου.

Η γονική αγάπη αγκαλιάζει το σπλάχνο της δυνατά για να το προστατέψει, το κοιτάζει στα μάτια τρυφερά για να το ενθαρρύνει, του κρατά το χέρι αποφασιστικά για να του δείξει τον δρόμο.

Είναι μεγάλη η ευθύνη της, γιατί έχει το χρέος να διδάξει στο παιδί της το πώς αγαπούν, να του μάθει πως ο κόσμος έξω από τη δική της προστατευτική γυάλα είναι ίσως επικίνδυνος, αλλά και όμορφος.

Έχει όμως και το χρέος να μεγαλώσει το παιδί της με πρότυπα. Αυτά της αγάπης, της εμπιστοσύνης και του σεβασμού. Ώστε μεγαλώνοντας να μπορεί εκείνο να ξεχωρίζει την αλήθεια από το ψέμα, το καλό από το κακό και να μην πέφτει στην παγίδα των αρνητικών γενικεύσεων μέσα από τις επώδυνες εμπειρίες του.

Το μόνο που έχει ίσως ανάγκη ο γονιός ως αντάλλαγμα είναι ο σεβασμός του παιδιού του κι ας μην του το ομολογήσει ποτέ. Αυτό το «τίμα τη μητέρα σου και τον πατέρα σου» έχει μεγάλη συναισθηματική αξία για τον γονιό. Έχει ανάγκη να νιώθει πως το παιδί του τον σέβεται, έστω κι αν γνωρίζει πως η αγάπη που του έχει εκείνο είναι αδύνατο να φτάσει στα όρια της αυταπάρνησης και αυτοθυσίας της δικής του.

Ο άνθρωπος που δε σέβεται τον γονιό του, δύσκολα θα σεβαστεί έναν ξένο άνθρωπο. Είτε είναι άντρας είτε γυναίκα. Ο άνθρωπος που προσβάλλει, απαξιώνει και απορρίπτει τον γονιό του, δύσκολα θα μπορέσει να δημιουργήσει έναν υγιή συναισθηματικό δεσμό με έναν ξένο. Αυτή φυσικά είναι μια από τις πτυχές του δράματος των συντροφικών σχέσεων σε συνάρτηση με τη γονική σχέση, κυρίως τη μητρική. Αλλά γι’ αυτήν την πτυχή γράφω σήμερα.

Ένας γονιός μπορεί να αντέξει πολλά. Μεγαλύτερη πίκρα και μεγαλύτερος καημός όμως από την έλλειψη σεβασμού προς το πρόσωπό του από το παιδί του δεν υπάρχει. Παρόλο που και πάλι μπαίνει στη διαδικασία να το δικαιολογήσει και να του βρει άλλοθι, τα σωθικά του μέσα διαλύονται κάθε φορά που η σκληράδα του παιδιού του χαστουκίζει την καρδιά του.

Αν μιλήσουμε με όρους ψυχολογίας, ίσως ο ίδιος ο γονιός να χρεώνεται το λάθος του να μάθει σωστά στο παιδί του πως ο σεβασμός προς τον άλλον είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση. Τουλάχιστον απέναντι στους ανθρώπους που είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του.

Ας μάθουμε, λοιπόν, από νωρίς στα παιδιά μας μέσα από τη δική μας πρότυπη συμπεριφορά να σέβονται τους ανθρώπους που τα αγαπούν, τα νοιάζονται και τα προστατεύουν. Για να γίνουν αύριο οι ενήλικες που θα σέβονται τον σύντροφό τους και τη μάνα ή τον πατέρα των παιδιών τους. Για να γίνουν τα ίδια πρότυπο σεβασμού στα μάτια των δικών τους παιδιών.

Βία είναι και η σιωπή μέχρι να σε λυγίσει

Μιλώντας για σχέσεις, πολλές φορές -δυστυχώς- κάπου δίπλα, σαν όρος-κλειδί, βρίσκεται η κακοποίηση. Είτε αυτή φαίνεται, είτε όχι. Γιατί όσο κι αν μας εκπλήσσει, οι άνθρωποι που έρχονται κοντά χάριν ενός έρωτα, μπορεί μια μέρα ν’ αναλάβουν τα ηνία του δυνάστη, τη θέση του κακοποιημένου, και να συνθέσουν ένα τοπίο που γεννά σκέψεις σκοτεινές.

Ανάμεσα σε διάφορες μορφές άδολης κακοποίησης, βρίσκεται αυτή των μούτρων. Που όσο κι αν δεν το πιστεύει κανείς, όσο κι αν αυθόρμητα μας βγαίνει η αντίδραση του «έλα μωρέ σιγά», έχουμε μπροστά μας ένα πολύ ισχυρό σημαιάκι χειριστικότητας. Αντιρρήσεις εσύ, μούτρα εγώ. Αναλογικά με όλες τις υπόλοιπες μορφές αφανούς βίας, φαίνεται πως αυτή καταλαμβάνει την πρώτη θέση, τόσο σε μακροχρόνιες σχέσεις, όσο και σε συχνά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Με άλλα λόγια, έχουμε να κάνουμε με το πιο σύνηθες μέσο μη λεκτικής κακοποίησης.

Στην ψυχολογία. ορίζεται ως silent treatment. Και για πολλούς ερευνητές, αποτελεί ένα μέσο ψυχολογικής εξουθένωσης ή και εξόντωσης μέσα στη σχέση. Το κόλπο μιας τέτοιας μεταχείρισης είναι απλό κι εύκολα μπορεί να κάνει το ταίρι μας να σπάσει. Η τεχνική αυτή περιλαμβάνει τη βία της σιωπής, την άρνηση της οποιασδήποτε επικοινωνίας και την κατ’ εξακολούθηση τιμωρητική στάση του θύτη προς το θύμα. Με τη λύση που δίνει η σιωπή σε αυτόν που θέλει να πετύχει τον στόχο του, έχουμε από την άλλη πλευρά, τον άνθρωπο που αισθάνεται πως φταίει, πως είναι ασυγχώρητος, πως ανά πάσα στιγμή, μπορεί η σχέση του να λήξει- με τον ίδιο υπαίτιο. Με λίγα λόγια, αν έχει κανείς δεχτεί ένα τέτοιο μαρτυρικό «τερτίπι», μπορεί εύκολα να καταλάβει πόσο γρήγορα σε διαλύει και σε κατασπαράζει η ανασφάλεια κι η ενοχή, ακόμα κι αν αυτά τα δύο δεν έχουν λόγο ύπαρξης μέσα σου.

Αυτό που σαφέστατα κερδίζει ο εν λόγω θύτης, το ταίρι κάποιου εκεί έξω, είναι πως αργά η γρήγορα σε παρασύρει σ’ έναν βούρκο απόγνωσης και συναισθηματικής εξαθλίωσης. «Μα τι έκανα;», ουρλιάζεις, κλαις κι οδύρεσαι πολλές φορές, αλλά η στάση που αντιμετωπίζεις είναι παγερή και ψύχραιμη, αυτή δηλαδή που αρμόζει σ’ έναν άνθρωπο θιγμένο. Είτε το θες είτε όχι, πόσω μάλλον αν το συνειδητοποιείς ή όχι, τροποποιείς τη συμπεριφορά σου κατά πώς βολεύει κι εξυπηρετεί τον σύντροφό σου. Όχι γιατί έχεις όντως λάθος, αλλά γιατί θες να λήξει το μαρτύριο, γιατί σε κουράζει ο βουβός πόνος κι η αναλγησία αυτού που λέει πως σ’ αγαπάει.

Το αποτέλεσμα είναι ο ένας εκ των δύο να ζει με τον φόβο πως χάνει έδαφος, πως τα λάθη του είναι τόσο μεγάλα που πληγώνουν ανεπανόρθωτα το ταίρι του. Ακόμα κι αν αυτά είναι να εκφράσει κανείς τη δυσαρέσκειά του για κάποια συμπεριφορά, ν’ αρνηθεί κατηγορηματικά κάποια άλλη. Το πρόβλημα μέσα σε τέτοιες καταστάσεις είναι πως δεν αντιλαμβανόμαστε τη βία της υπόθεσης και δίνουμε άθελά μας το πράσινο φως στο να ξεκινήσει ένα ατελείωτο γαϊτανάκι τιμωρίας και ψυχολογικής κακοποίησης. Γιατί στον καθένα μπορεί να σκάει αλλιώς, αλλά ουδείς υπάρχει ν’ αρνηθεί, πως μια τέτοια τακτική δε σε ταράζει στο μέγιστο. Γιατί το κάνει. Βλέπουμε το άσπρο ως μαύρο και τροφοδοτούμε το άγχος μας με τύψεις.

Από την άλλη, ένα μέρος της συνθετότητας αυτής της κατάστασης, είναι πως ένα άτομο τόσο χειριστικό, ικανό να ασκήσει τέτοια πίεση σε βάρος της σχέσης του, πολλές φορές δεν αντιλαμβάνεται το μέγεθος του κακού που προκαλεί. Υπάρχει ο στόχος, που είναι η επιβολή των θέλω του ενός, έναντι στα θέλω του άλλου, υπάρχει και το βουβό όπλο για την πραγματοποίησή του. Τώρα, αν κάπου εκεί ανάμεσα ο σύντροφος γίνεται κουρέλι, χάνει την αίσθηση του σωστού και του λάθους και νιώθει να διαπράττει έγκλημα, αν τολμά ακόμα και να διαφωνεί, αυτό είναι άλλο κεφάλαιο.

Στη λογική ενός χειριστικού ανθρώπου, το λάθος αντιστοιχεί πάντα στον ώμο του άλλου, όχι στον δικό του. Στη σχέση μ’ έναν άνθρωπο που χειρίζεται με μαεστρία τα συναισθήματά σου, τις αντιδράσεις και τις κινήσεις σου, πράγματα απλά σε βαραίνουν διπλά, και το βάρος έρχεται και κάθεται στη δική σου πλάτη. Δε θα πάρεις απάντηση στο μήνυμα ή στο τηλεφώνημά σου, δε θα πάρεις καμία ανταπόκριση στην όποια κίνηση να γεφυρώσεις το χάσμα με τα μούτρα. Το πεδίο μάχης είναι ένα, με τον χαμένο να δείχνει το δικό σου πρόσωπο.

Σε σχέσεις που δινόμαστε κι αγαπάμε, πολλές φορές έρχεται αυτό το αναθεματισμένο το πέπλο που λέγεται ωραιοποίηση και καλύπτει πολλές μαυρίλες. Στην αγάπη δεν υπάρχει μαυρίλα όμως, όσο κι αν κάποιες φορές θέλουμε και βαφτίζουμε τα σκατά που τρώμε «ζόρικους έρωτες». Βιώνοντας τέτοιες τιμωρίες, μέσα σε σχέσεις που τις στεγάζει το σ’ αγαπώ, χάνουμε τα όρια, ξεχνάμε τι πρέπει να εννοούμε λέγοντάς το, τι δεν πρέπει να κάνουμε όταν το δείχνουμε. Ακόμα και σε σχέσεις που φαίνεται να έχουν πάρει την κάτω βόλτα, η λήξη τους επιβάλλεται να γίνεται με πράξεις ξεκάθαρες και κανείς να μην υπομένει το βασανιστήριο που αφήνει την ψυχή του λίγο πιο τραυματισμένη, το εγώ του τσαλαπατημένο με το έτσι θέλω.

Θα μάθουμε ν’ αγαπάμε πραγματικά όταν μάθουμε να προστατεύουμε το μέσα μας περισσότερο και πιο δυναμικά. Απέναντι σε κάθε χειριστικό παιχνιδάκι, απέναντι σε κάθε τι που μας κάνει να μετράμε πιο διστακτικά το επόμενό μας βήμα, στο όνομα ενός έρωτα. Κι αν πρέπει κάπου εδώ να μπει μια σημαντική υπενθύμιση ας μπει: Είναι βία, κι ας μη φαίνεται.

Η δύναμη του εσωτερικού ταξιδιού

Αν ξέρεις πως τα πάντα συμβαίνουν για συγκεκριμένους λόγους,
Αν ξέρεις πως η μαγεία είναι εφικτή μόνο όταν αφήσεις την αρνητικότητα,
Αν ξέρεις πως μπορείς να εκδηλώσεις τα πάντα αν βρίσκεσαι σε αρμονία,
Αν ξέρεις πως αναζητάς μια απάντηση για το τι είναι η ζωή,
Αν θες να βιώσεις τον λόγο για τον οποίο πραγματικά είσαι εδώ,
Αν θες να τον εφαρμόσεις στην καθημερινή ζωή σου, στις σχέσεις και στην δουλειά σου,
Τότε προορίζεσαι να δουλέψεις για να το πραγματοποιήσεις.

Το εσωτερικό ταξίδι είναι ένας δρόμος για λίγους και είναι για εκείνους που θέλουν να ξυπνήσουν στον πραγματικό κόσμο, σε έναν κόσμο γεμάτο με σπουδαίες ευκαιρίες, όμορφους ανθρώπους ώστε να βρουν την εσωτερική γαλήνη που πολλοί θέλουν αλλά λίγοι έχουν.

Μπορεί να νιώθεις ότι προορίζεσαι για κάτι περισσότερο από αυτό που κάνεις τώρα. Είναι σαν αισθάνεσαι πως κάτι δεν πάει σωστά και θες να απελευθερωθείς από κάτι που δεν μπορείς να εκφράσεις με λόγια. Είναι σαν να ξέρεις πως τα πράγματα μπορούν να γίνουν πολύ καλύτερα αλλά φαίνεται ότι υπάρχει μια ομίχλη μπροστά σου και όσο περισσότερο προσπαθείς τόσο πιο πυκνή γίνεται. Είναι απογοητευτικό επειδή ξέρεις πως υπάρχει ένα φως κάπου εκεί.

Το εσωτερικό ταξίδι έχει να κάνει με το να φτάσεις σε αυτό το φως.

Για μένα ήταν να κατανοήσω τον εαυτό μου φορές που φαινόταν εντελώς παράδοξο. Το να ξεπεράσω την ψευδαίσθηση ότι ξέρω τον εαυτό μου ήταν κάτι βαθύτερο και έχει βελτιώσει την ποιότητα της ζωής μου και των γύρω μου. Όλοι οι τομείς της ζωής μου χαρακτηρίζονται από την εσωτερική γαλήνη μου. Το ίδιο ταξίδι είναι διαθέσιμο και για σένα.

Απλώς πρέπει να βρεις το θάρρος να απελευθερωθείς. Από τι; Από πολλά πράγματα αλλά κυρίως από τις προσδοκίες των άλλων για το ποιος πρέπει να είσαι. Από το πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι, πως πρέπει να σκέφτεσαι, από τους κοινωνικούς περιορισμούς, από την επιρροή που ασκούν οι ειδήσεις για το τι τρώμε, πως επηρεάζεται η υγεία μας και το πώς πρέπει να είναι οι σχέσεις μας για να είμαστε ευτυχισμένοι. Γενικότερα, από όλα σου υποδεικνύουν το πώς πρέπει να ζεις την ζωή σου.

Κανείς δεν διδάσκει το εσωτερικό ταξίδι. Δεν αποτελεί μέρος του συστήματος ακόμα και αν θα έπρεπε. Κανένας δεν μπορεί να σου μάθει αυτές τις δεξιότητες. Πρέπει να τις βρεις μόνος/η σου.

Οπότε αν έχεις κουραστεί στην προσπάθεια σου να βρεις τον δρόμο σου και θες να μάθεις περισσότερα, απλώς ακολούθα το μονοπάτι που οι αρχαίοι πνευματικοί δάσκαλοι έστρωσαν μέσα στους αιώνες διδασκαλίες. Το μονοπάτι για να αφυπνιστείς. Για να γνωρίσεις τον εαυτό σου και την ουσία σου πέρα από την κοινωνική διαμόρφωση, τις λανθασμένες πεποιθήσεις και τα ψέματα που λες στον εαυτό σου για το πόσο σπουδαίος/α είσαι ή δεν είσαι. Μόλις δεις την αλήθεια, όλα θα έρθουν στην θέση τους και θα καταλάβεις πραγματικά τον εαυτό σου.

Απλώς πρέπει να ανοίξεις τα μάτια σου και να το δεις όπως είναι. Υπάρχει ένα μονοπάτι, απλώς ακολούθα το. Δεν θα συμβεί μέσα σε μια νύχτα αλλά το πρώτο βήμα είναι να προετοιμάσεις το μυαλό σου μέσα από πράξεις, λόγια και πεποιθήσεις σε όλα όσα κάνεις και είσαι. Τότε, όταν θα είσαι έτοιμος/η και έχεις δουλέψει αρκετά για να απελευθερώσεις το μυαλό σου, θα συμβεί.

Οριοθέτηση

Η αρχή των πάντων είναι η οριοθέτηση.

Ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικά ιδανικά, διαφορετικές οπτικές γωνίες και διαφορετικά όρια. Υπάρχουν πράγματα που κάποιος τα δέχεται και κάποιος άλλος όχι. Το πιο ορθό λοιπόν για τον ίδιο μας τον εαυτό, αλλά και για μια υγιή σχέση με έναν άνθρωπο δίπλα μας, είναι να οριοθετηθούμε και να γίνουμε συγκεκριμένοι στο τι είναι αυτό που δεν παραβιάζει τον προσωπικό μας χώρο και τη δική μας ψυχική υγεία.

Είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία που σπανίως γίνεται. Ώσπου έρχεται τελικά η στιγμή της παρεξήγησης ή του τσακωμού επειδή δεν θέσαμε ή δεν μας θέσανε όρια.

Ο καθένας από εμάς έχει την ευθύνη, κι όχι απλά το δικαίωμα να το κάνει αυτό.

Για παράδειγμα:

«Δεν μου αρέσει να μην σέβονται τον χρόνο μου, είναι περιορισμένος, έτσι λοιπόν, θα ήθελα να υπάρχει συνέπεια.»

«Δεν μου αρέσει να σχολιάζουν οι κοντινοί μου άνθρωποι αρνητικά κάποιους άλλους, δεν μου ταιριάζει ως χαρακτήρα και δεν μου προσφέρει τίποτα, παρά μόνο αρνητικά κύματα ενέργειας και χάσιμο χρόνου.»

«Θα ήθελα οι άνθρωποι που έχω κοντά μου να είναι θετικοί και να εκτιμούν τη ζωή, κατά κύριο λόγο. Δεν μου αρέσει η γκρίνια χωρίς λόγο δεν εξελίσσει κανέναν»

«Θα ήθελα να μπορούμε να επικοινωνούμε και να έχουμε κοντινές κοινωνικές απόψεις.»

«Θα ήθελα να μη μαλώνω με τους κοντινούς μου και να μην υπάρχουν εντάσεις.»

«Θα ήθελα να μην με κατακρίνεις και να μη με χαρακτηρίζεις ως κοντινός άνθρωπος μου, εφόσον δεν στο κάνω ούτε εγώ. Απέχει πολύ απ την ιδιοσυγκρασία μου και το θεωρώ μετατόπιση προσωπικού προβλήματος.»

«Θα ήθελα να με σέβεσαι όπως σε σέβομαι, κι αν κάνω λάθη να λέγονται με ευγενικό τρόπο.»

«Σε αυτή τη φάση της ζωής μου οι προτεραιότητες μου είναι αυτές.»

Μερικά παραδείγματα αρκετά συνηθισμένα, όπου όλοι έχουμε βιώσει κάποιο ή κάποια από αυτά. Αλλά, είτε δεν τοποθετηθήκαμε στο τι μας ενοχλεί ,είτε δεν τα ξεκαθαρίσαμε απ' την αρχή, είτε δεν θελήσαμε ποτέ να τα καταλάβουμε. Είτε δεν καταλάβαμε πως αυτό που ζητούσαμε δεν ήταν μόνο από τον άλλον αλλά είχαμε κι εμείς μερίδιο ευθύνης. Είναι πολύ βοηθητικό, να μπορούμε στα αλήθεια να ακούσουμε τι είναι αυτό που θέλει πραγματικά να επικοινωνήσει κάποιος άνθρωπος σε εμάς και το αντίστροφο.

Είναι ανεκτίμητης αξίας το να δουλεύουμε με τον εαυτό μας, για να μπορούμε να έχουμε υγιείς σχέσεις και να είμαστε θετικοί, όταν κάτι δεν μας αρέσει και μας ταλαιπωρεί να ζητάμε βοήθεια, για επαναπροσδιορισμό και εξέλιξη από ειδικούς! Εάν το κάναμε όλοι αυτό μη έχοντας προκαταλήψεις και στερεότυπα, η κοινωνία θα ήταν πολύ πιο λειτουργική και σε φανερά βελτιωμένο επίπεδο. Οι σχέσεις δεν θα ήταν συχνά τοξικές και οι εξαρτήσεις θα ήταν σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο.

Αγάπησε τον εαυτό σου γιατί είναι υπέροχος, αναγνώρισε και βελτίωσε τα ελαττώματα σου, μην ενοχλείς τους γύρω σου και προσπάθησε να είσαι θετικός! Δούλεψε με τον εαυτό σου, μην είσαι απόλυτος/η , σε ζορίζει χωρίς λόγο. Οριοθετήσου σε σχέση με τους ανθρώπους γύρω σου, είναι απαραίτητο να γίνει, σε όλους (γονείς, φίλους, συντρόφους, παρέα, γνωστούς, συνεργάτες, συγγενείς). 

Η υγεία είναι το Α και το Ω σε όλα, από το σώμα μέχρι τη ψυχή, κι εννοείται πως αυτά συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους! Βελτιώσου κάθε μέρα κι από λίγο, προσπάθησε και η ζωή θα σε ανταμείψει. Κι έτσι, όταν θα μπορέσεις να ξεκαθαρίσεις το τοπίο μέσα σου και να οριοθετηθείς, οι σχέσεις σου θα είναι πραγματικά υγιείς κι εσύ ακόμη πιο χαρούμενος!

Μουσική εστί και φιλοσοφία

Η ιστορική απαρχή της μουσικής, τοποθετείται παράλληλα με την εμφάνιση του ανθρώπινου είδους, το οποίο εκ φύσεως ήταν και είναι δεσμευμένο με τα ¨εξελικτικά¨ ερωτήματα, θεμέλιος λίθος για τη γέννηση της φιλοσοφίας.

Η μουσική που συμπορεύεται με τον άνθρωπο σαν διάμεσο μεταξύ αυτού και της φύσης που τον περιβάλλει, εξασφαλίζει την πνευματική ισορροπία που οδηγεί στον φιλοσοφικό στοχασμό.

Η μουσική είναι και ήταν πάντα συνδεδεμένη με τον φιλοσοφικό στοχασμό. Ξεκινώντας από τον ακρογωνιαίο λίθο του Ευρωπαϊκού πολιτισμού και κουλτούρας, δηλαδή την αρχαία Ελλάδα, εντοπίζουμε άπειρα παραδείγματα που συνδέουν τη μουσική με τη φιλοσοφία.

Ο φιλοσοφικός στοχασμός του Πυθαγόρα περί μουσικής των σφαιρών, που αναφέρεται στις δονήσεις των ουράνιων σωμάτων και στην παραγωγή της λεγόμενης συμπαντικής μουσικής, μαρτυρεί τη ζωτική σημασία της για την ύπαρξη του ανθρώπου.

Ο ίδιος φιλοσοφικός στοχασμός αναπτύσσεται και από τον διάσημο μαέστρο του 20ου αιώνα, Bruno Walter: “Ως πλάσμα της φύσης, υποκείμενο στις επιδράσεις που ασκούν τα κοσμικά γεγονότα πάνω σε καθετί το επίγειο, ο άνθρωπος πρέπει να βρισκόταν, από τις απαρχές της ανθρωπότητας κάτω από την επιρροή αυτής της συμπαντικής μουσικής. Ο οργανισμός του συνηχούσε με τις δονήσεις αυτής της μουσικής και προσλάμβανε τους ρυθμικούς παλμούς της. Σ’ αυτά τα κοσμικά φαινόμενα που μαρτυρούν τη βαθύτερη ουσία του σύμπαντος και από την επίδραση τους στην ανθρώπινη εξέλιξη οφείλεται, μάλλον, η προδιάθεση του ανθρώπου για τη μουσική…” .

Εξάλλου ο Γκαίτε στο 2° μέρος του Φάουστ (του οποίου ο επίλογος χρησιμοποιήθηκε ως κείμενο στο 2° μέρος της 8ης συμφωνίας του Mahler) τοποθετεί τον Άριελ να λέει για την ανατολή του ήλιου : “Στων πνευμάτων τα ώτα ήδη με ήχο η νέα μέρα απλούται.” Αυτό το απόσπασμα μαρτυρεί την κοσμογονική σημασία του ήχου και υποδηλώνει την ύπαρξη της συμπαντικής μουσικής – πρωτογενές υλικό, για τον πνευματικό κόσμο. Μαρτυρεί, επίσης, την εκ φύσεως προδιάθεση του ανθρώπου για τη μουσική.

Ο Πλάτωνας στην φιλοσοφική του πραγματεία “Νόμοι”, βιβλίο 7°, στίχος 812c , υπογραμμίζει την ευεργετική επίδραση της μουσικής πάνω στις ψυχές των νέων, η οποία είναι φάρος στην αναζήτηση του δρόμου προς την αρετή. “Αθηναίος: Αν θυμάμαι καλά, είπαμε ότι οι εξηντάρηδες υμνωδοί του Διονύσου πρέπει να είναι άτομα ιδιαίτερα ευαίσθητα στο ρυθμό και στη μουσική σύνθεση ,ώστε να ξεχωρίζουν την καλή από την κακή μίμηση, όταν βρίσκονται μπροστά σε καλές ή κακές παραστάσεις. Τις πρώτες πρέπει να τις προβάλλουν και να τις τραγουδούν στο κοινό για να μαγεύουν τις ψυχές των νέων, και να τους παροτρύνουν να τις κάνουν οδηγούς τους στην αναζήτηση του δρόμου που φέρνει στην αρετή.”

Δεσπόζουσες φιλοσοφικές ιδέες όπως η ψυχή, η αρετή, η αναζήτηση, που απασχόλησαν όλους τους σημαντικούς φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας και μετέπειτα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Πλάτωνα συνδέονται άμεσα με τη μουσική.

Κατά τον 15° και 16° αιώνα το αρχαιοελληνικό πνεύμα αναγεννιέται στην Ευρώπη και τα φιλοσοφικά ρεύματα του “Ουμανισμού” και του “Νεοπλατωνισμού” κυριαρχούν κατά την Αναγέννηση . Η μουσική που είχε ήδη ,από το τέλος του 13ου αιώνα, ξεκινήσει να ξεφεύγει από την εκκλησιαστική αποκλειστικότητα, σαν μια από τις ελευθέριες τέχνες (Artes liberales), στηρίζει τη δημιουργία της και τη δόμησή της σε αυτά τα φιλοσοφικά ρεύματα.

Ο άνθρωπος που είναι πλέον το φιλοσοφικό επίκεντρο επηρεάζει τη μουσική τεχνοτροπία και δόμηση, αφού περνά σε πρώτο πλάνο η ατελής (όπως ο άνθρωπος σε σχέση με το θεό), δυαδική ρυθμική οργάνωση που συνδέεται με τη δυαδική αναλογία μεταξύ των αριθμών της σειράς Φιμπονάτσι.
“Οι θεωρητικοί της Αναγέννησης πίστευαν (συμφωνώντας με την Πλατωνική και Αριστοτελική θεωρία) ότι η ύπαρξη της μουσικής δικαιώνεται μόνον αν η μουσική τεθεί στην υπηρεσία της διαμορφώσεως του χαρακτήρα και της αρετής …

Για παράδειγμα ο Vincenzo Galilei στο έργο του Dialogo della música antica e della moderna αναφέρει: Αν o μουσικός δεν έχει τη δύναμη να οδηγεί την ψύχη του ακροατή σε ό,τι την ωφελεί τότε η επιστήμη και η γνώση του πρέπει να θεωρηθούν ουτιδανές και μάταιες , γιατί η τέχνη της μουσικής θεσπίσθηκε και κατατάχθηκε στις ελευθέριες τέχνες μόνο γι’ αυτό το σκοπό και κανέναν άλλο.”

Όλα αυτά αποδεικνύουν τους κοινούς στόχους της μουσικής και της φιλοσοφίας, δηλαδή την πνευματική καλλιέργεια, τη διαμόρφωση χαρακτήρα και την αναζήτηση της αρετής. Πέραν τούτου κοινό χαρακτηριστικό των δύο είναι η ρητορική, η οποία στη μεν φιλοσοφία θεωρείται αυτονόητο εκφραστικό μέσο και στη δε μουσική πρότυπο προς μίμηση. Αυτή η άποψη ενισχύεται από το γεγονός ότι κατά την Baroque εποχή (1600-1750) η μουσική θεωρείται γλώσσα (música reservata, θεωρία των φιγούρων) και η δόμησή της στηρίζεται στις αρχές της ρητορικής, όπως αυτές περιγράφονται στο βιβλίο Institutio Oratoria του Quintilani . Ο ίδιος ισχυρισμός μπορεί να στηριχτεί και από το άρθρο Rhetorics and music του The new groove dictionary of music and musicians.

Ο φιλοσοφικός στοχασμός που πλαισιώνει τη μουσική δημιουργία μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα, της οποίας κύριο μέλημα είναι η χαλιναγώγηση της διαφωνίας και η εξισορρόπηση της συμφωνικότητας, μετατρέπεται σε κεντρική ιδέα στις συνθετικές προσπάθειες του 20ου αιώνα.

Επαναστατικές συνθέσεις, όπως το κονσέρτο της σιωπής του John Cage ή το κονσέρτο εγχόρδων για 4 ελικόπτερα του Stockhausen, αποδεικνύουν ότι η μουσική σύνθεση του 20ου αιώνα είναι φιλοσοφικός στοχασμός που εκφράζεται με ήχους.

Όλα αυτά μαρτυρούν την αδιαμφισβήτητη σχέση μεταξύ της μουσικής και της φιλοσοφίας. Με κύριο εκφραστικό μέσο της τον ήχο, η μουσική ήταν, είναι και θα είναι πάντα ρητορική έκφραση των σημαντικότερων φιλοσοφικών στοχασμών, καρποί της απαράμιλλης ανάγκης για λύση των αιώνιων “γιατί”, “πώς” και “τι”.

Αντανακλώντας τη συμπαντική αρμονία, η μουσική παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαπαιδαγώγηση, στην πνευματική καλλιέργεια και αποτελεί κύρια πηγή των ηλεκτρομαγνητικών εντυπώσεων που τροφοδοτούν τις πνευματικοβιολογικές λειτουργίες του ανθρώπου· συμπεράσματα που απορρέουν από το φιλοσοφικό στοχασμό περί μουσικής έκφρασης.

Τα πράγματα μπορούσαν να θεωρηθούν καλά ή άσχημα, σωστά ή λάθος, δίκαια ή άδικα, λόγω των ανθρώπινων συμβάσεων

Αναμφίβολα, η πιο οικεία ερώτηση στον τομέα της αισθητικής είναι κατά πόσο οι αξίες της αισθητικής, όπως για παράδειγμα η ομορφιά, είναι «πραγματικές» ιδιότητες, σύμφυτες και αντικειμενικές των πραγμάτων στα οποία αποδίδονται. Ή μήπως αυτές οι αξίες είναι μάλλον αναπόσπαστα δεμένες ή εξαρτώμενες από τις αποφάσεις και τις διαθέσεις των ανθρώπων οι οποίοι αποδίδουν στα πράγματα αυτές τις ιδιότητες; Η υπόθεση του ηθικού σχετικισμού πάνω στο ανωτέρω ερώτημα, με απλά λόγια, είναι ότι η δεύτερη απάντηση είναι η σωστή και ότι τελικά αυτό που ισχύει για την αισθητική ισχύει για την ηθική δεοντολογία.

Η πρόταση των σχετικιστών είναι ότι μέχρις ενός σημαντικού βαθμού μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις ηθικές αποφάσεις ως αισθητικές. Αν, για παράδειγμα, πεις ότι σου αρέσουν τα οστρακοειδή αλλά σε εμένα δεν αρέσουν, ουσιαστικά συμφωνούμε ότι διαφέρουμε. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν βγαίνει νόημα να πούμε ότι είτε ο ένας είτε ο άλλος έχουμε δίκιο ή όχι. Και θα ήταν τουλάχιστον παράλογο για εμένα να προσπαθήσω να σε πείσω να σταματήσεις να ορέγεσαι τα οστρακοειδή ή να σε κριτικάρω επειδή ακριβώς σου αρέσουν.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ο σχετικιστής επιχειρηματολογεί λέγοντας ότι αν μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή κοινότητα εγκρίνει, ας πούμε, τη βρεφοκτονία, αυτό δεν είναι κάτι για το οποίο αυτή η ομάδα λανθάνει, απλώς είναι κάτι ηθικά σωστό γι’ αυτήν. Και φυσικά, δεν θα άρμοζε στους άλλους ανθρώπους να κριτικάρουν αυτή την κοινωνική ομάδα ή να προσπαθήσουν να τους πείσουν να αλλάξουν τις πεποιθήσεις τους, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει μια ουδέτερη σκοπιά από την οποία θα πειστούν για να αλλάξουν την άποψή τους. Επομένως, σύμφωνα με αυτή την άποψη, καμία ηθική αλήθεια- καμία ηθική αρχή ή πεποίθηση- δεν θεωρείται “πραγματικά” σωστή ή λάθος. Μπορεί όμως να θεωρηθεί σωστή ή λάθος μόνο από τη σκοπιά μίας δεδομένης κουλτούρας, κοινωνία ή ιστορικής περιόδου.

Ένα από τα πιο φανερά πλεονεκτήματα του σχετικισμού είναι ότι ταιριάζει πολύ καλά με τn μεγάλη ποικιλία τόσο των ηθικών πεποιθήσεων, οι οποίες υπήρχαν σε διάφορες εποχές και χώρες στο παρελθόν, όσο και με τις ηθικές πεποιθήσεις οι οποίες υπάρχουν σήμερα. Αυτό έχει από καιρό αναγνωριστεί. 0 Ηρόδοτος, ο οποίος έζησε τον πέμπτο αιώνα π.Χ., έγραψε την ιστορία μιας ομάδας Ελλήνων οι οποίοι βρίσκονταν στην αυλή του Δαρείου, του βασιλιά των Περσών, και είχαν φρίξει από την υπόδειξη ότι έπρεπε να φάνε τα νεκρά σώματα των πατεράδων τους. Στη συνέχεια, οι Έλληνες ήρθαν αντιμέτωποι με κάποιους Καλλατίες, φυλή Ινδών οι οποίοι ακολουθούσαν την πρακτική αυτή, δηλαδή να τρώνε τα νεκρά σώματα των πατεράδων τους. Η αντίδραση των Καλλατιών ήταν ακριβώς η ίδια με των Ελλήνων, δηλαδή έφριξαν με τη συνήθεια των Ελλήνων να καίνε τους νεκρούς τους. Επισημαίνοντας, λοιπόν, ότι η ηθική είναι κατά βάση θέμα παράδοσης, ο ιστορικός Ηρόδοτος δείχνοντας την έγκρισή του παραθέτει τα λόγια του Πινδάρου: «Η παράδοση είναι βασιλιάς των πάντων».

Διαφωνώντας σχετικά με τη συμφωνία ότι διαφωνούμε

Ένα πρόβλημα που υπάρχει σχετικά με την πεποίθηση των σχετικιστών ότι πρέπει να θεωρούμε τις ηθικές αποφάσεις ως αισθητικές είναι ότι τέτοιες πεποιθήσεις φαίνεται να αποκλείουν οποιαδήποτε τυχόν συζήτηση αναφορικά με τις ηθικές αξίες. Προφανώς δεν υπάρχει κανένας λόγος να συζητάμε τα σωστά ή τα λάθη του να τρώμε οστρακοειδή ή να σκοτώνουμε βρέφη. Όμως η πραγματική ζωή είναι γεμάτη από τέτοιες διαφωνίες και συζητήσεις. Συχνά, οι θέσεις μας για ηθικά ζητήματα, όπως είναι οι αμβλώσεις και η θανατική ποινή, είναι ιδιαίτερα έντονες και, φυσικά, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και ως κοινωνία, συχνά αλλάζουμε τις απόψεις μας από καιρού εις καιρόν. Ο απόλυτος σχετικιστής θα υποστήριζε ότι όχι μόνο διαφορετικά πράγματα είναι σωστά για διαφορετικούς ανθρώπους, αλλά και ίδια πράγματα μπορεί να είναι σωστά για τους ίδιους ανθρώπους σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Μπορεί όμως ο σχετικιστής να συμβιβαστεί τελικά με το συμπέρασμα ότι διάφορες πρακτικές, όπως η υποδούλωση των ανθρώπων ή το κάψιμο των αιρετικών, είναι λανθασμένες τώρα, αλλά ήταν σωστές στο παρελθόν, επειδή οι προηγούμενες κουλτούρες και πολιτισμοί τα θεωρούσαν σωστά;

Οι υποστηρικτές του σχετικισμού μερικές φορές προσπαθούν να μετατρέψουν την αποτυχία τους να λάβουν σοβαρά υπόψη τις συνήθεις ηθικές πτυχές της ζωής μας προς όφελος τους, υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να είμαστε τόσο επικριτικοί προς τις άλλες κουλτούρες. Ίσως πρέπει να είμαστε πιο ανεκτικοί, πιο ανοιχτόμυαλοι και ευαίσθητοι στα έθιμα και τις πρακτικές των άλλων λαών. Με άλλα λόγια, πρέπει να ζούμε όπως πιστεύουμε και να αφήσουμε τους άλλους να ζήσουν όπως πιστεύουν εκείνοι. Αλλά αυτό δυστυχώς δεν είναι εφικτό. Και αυτό, επειδή μόνο ο δήθεν μη ανεκτικός και ο μη σχετικιστής μπορεί λογικά να αποδεχτεί την ανεκτικότητα και την πολιτισμική ευαισθησία ως αρετές τις οποίες θα έπρεπε να υιοθετούμε όλοι. Από την προοπτική του σχετικιστή, φυσικά, η ανεκτικότητα δεν είναι παρά ακόμη μία αξία για την οποία διαφορετικές κουλτούρες ή κοινωνίες θα έπρεπε να συμφωνούν ή να διαφωνούν.

Αν όλα επιτρέπονται…

Από την κοινή αλλά αβασάνιστη άποψη ότι “όλα είναι σχετικά”, μπορούμε μερικές φορές να συμπεράνουμε ότι “όλα επιτρέπονται”. Στις τελευταίες δεκαετίες, αυτό έχει γίνει το σύνθημα ενός είδους ελευθερισμού ο οποίος έχει ταχθεί ενάντια σε όλα τα είδη παραδοσιακών ή αντιδραστικών δυνάμεων στην κοινωνία, στην κουλτούρα και στη θρησκεία. Εντούτοις, η έλλειψη σαφήνειας η οποία καταθλίβει τους πραγματικά ανεκτικούς από τους σχετικιστές, κατακλύζει γοργά τις πιο ακραίες εκδοχές του σχετικισμού.

Ο ριζοσπαστικός σχετικισμός είναι η άποψη ότι όλα τα είδη ισχυρισμών-ηθικών ή άλλων- είναι σχετικά. Έτσι, ο ισχυρισμός ότι όλες οι απόψεις είναι σχετικές, είναι στην πραγματικότητα και αυτός σχετικός – άρα και αυτοαναιρούμενος; Ναι, λοιπόν, οφείλει να είναι ώστε να μην υπάρχει αντίφαση με όσα λένε. Αλλά αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, αυτό σημαίνει ότι η άποψή μου ότι όλοι οι ισχυρισμοί είναι απόλυτοι, είναι αλήθεια για εμένα. Άρα, οι σχετικιστές δεν μπορούν να πουν, για παράδειγμα, ότι είναι πάντα άδικο να κριτικάρεις την εθιμοτυπία άλλων κοινωνιών, καθώς εγώ προσωπικά ίσως το βρίσκω σωστό να κριτικάρω. Γενικά, οι σχετικιστές δεν μπορούν να υποστηρίζουν μονίμως την εγκυρότητα των θέσεών τους.

Αποδεκτός με μέτρο

Οι σοφιστές στην αρχαία Ελλάδα ήταν ουσιαστικά οι πρώτοι ηθικοί σχετικιστές. Οι φιλόσοφοι οι οποίοι ταξίδευαν συχνά και οι δάσκαλοι, όπως ο Θρασύμαχος και ο Πρωταγόρας, υποστήριζαν (σύμφωνα με τον Πλάτωνα) ότι τα πράγματα μπορούσαν να θεωρηθούν καλά ή άσχημα, σωστά ή λάθος, δίκαια ή άδικα, λόγω των ανθρώπινων συμβάσεων και όχι εξαιτίας των φυσικών δεδομένων. Οι αντιφάσεις του σχετικισμού του Πρωταγόρα εκτίθενται επιδέξια από τον Σωκράτη στους Πλατωνικούς Διαλόγους, αλλά στην πραγματικότητα ο Πρωταγόρας φαίνεται να έχει υιοθετήσει μια πιο μετριοπαθή θέση, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να υπάρχουν κάποιοι κανόνες (βασισμένοι ωστόσο στους συμβατικούς κανόνες της παράδοσης) ώστε να διασφαλίζεται ότι η κοινωνία θα λειτουργεί σε ένα μίνιμουμ ασφαλούς συνύπαρξης.

Η θέση του Πρωταγόρα είναι μια αναγνώριση ότι οι άνθρωποι πρέπει να συμφωνούμε σε κάτι, να έχουμε δηλαδή κάποιο κοινό έδαφος, ώστε να μπορούμε να ζούμε μαζί ως κοινωνικά όντα. Αυτό είναι ακριβώς το κοινό έδαφος το οποίο υπονομεύεται από τον ριζοσπαστικό σχετικισμό. Αλλά στην πραγματικότητα, όπως έχει δείξει η ανθρωπολογία, ενώ υπάρχουν αμέτρητες διαφορές στις λεπτομέρειες, πολλές ουσιώδεις αξίες μπορούν να ανιχνευθούν ουσιαστικά σε όλες τις κουλτούρες, προηγούμενες και τωρινές, όπως για παράδειγμα οι κοινής αποδοχής νόμοι ενάντια στις παράνομες δολοφονίες, ή και ενάντια στην παραβίαση όρκων και συμφωνιών, χωρίς τους οποίους οι κοινωνίες δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, ούτε και οι άνθρωποι να συνεργαστούν. Επομένως, μια μικρή δόση σχετικισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί μια υγιής διόρθωση στην «πολιτισμική» στενότητα και μισαλλοδοξία. Οι μεγάλες δόσεις σχετικισμού, όμως, είναι σίγουρα τοξικές και μπορούν να φτάσουν στα όρια του ηθικού μηδενισμού.

Ο Αριστοτέλης συνδέει με το Ήθος την Αρετή

Το Ήθος σχετίζεται με την ηθική και εκφράζει ποιότητα. Ο Αριστοτέλης μεταχειρίζεται το Ήθος όχι μόνο με την έννοια του να είσαι ηθικός αλλά ταυτόχρονα και με την έννοια της καλής φήμης, αυτό που λέμε «να έχεις καλό όνομα». Ο Αριστοτέλης συνδέει με το Ήθος την Αρετή. Τη διακρίνει σε δικαιοσύνη, γενναιότητα, εγκράτεια, μεγαλοπρέπεια, μεγαλοψυχία, ελευθεριότητα, πραότητα, φρόνηση και σοφίας. Διδάσκει ότι το Ήθος και η Αρετή δεν προέρχονται από τη φύση μας. Προέρχονται από τις συνήθειές μας. Αν σκεφτούμε λογικά και ελέγξουμε τις συνήθειές μας θα γίνουμε ο άνθρωπος που ονειρευόμαστε να είμαστε. Γιατί το Ήθος είναι στάση ζωής, είναι η καθημερινότητά μας, είναι αυτό που πρεσβεύουμε και που έχουμε επιδείξει σε όλη την πορεία μας. Η πορεία μας αυτή επηρεάζει τη φήμη μας και η φήμη είναι που μας κάνει αξιόπιστους. Όσο πιο αξιόπιστοι είμαστε, τόσο περισσότερο οι γύρω μας θα ενδιαφέρονται για τις θέσεις μας και θα συμφωνούν με αυτές. Για να μας εμπιστευτούν, επομένως, πρέπει να έχουμε Ήθος, πρέπει να έχουμε ποιότητα και συγχρόνως να γίνει αυτό γνωστό και στους άλλους. Πώς μπορούμε να έχουμε Ήθος; Αρχικά βάζοντας όλες τις παραπάνω αξίες στη ζωή μας. 

Η ηθική μπορεί να αλλάζει με τα χρόνια και με τους αιώνες, μπορεί να αλλάζει από τόπο σε τόπο και από χώρα σε χώρα αλλά αυτό που δεν αλλάζει, απαραίτητο στοιχείο του Ήθους, είναι ο σεβασμός για τους άλλους. Αν δεν σέβεσαι τον συνεργάτη σου, τα μέλη της οικογένειάς σου, τον οποιονδήποτε με τον οποίο αλληλεπιδράς, αν προσπαθείς να τον εξαπατήσεις, η φήμη σου θα σε ακολουθήσει αργά ή γρήγορα και οι γύρω σου θα πάψουν να σε εμπιστεύονται.

Το Ήθος μας πρέπει να το καλλιεργούμε συνεχώς δουλεύοντας με τον εαυτό μας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να το προβάλλουμε και στους άλλους. Ίσως έχετε ακούσει την «η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει να φαίνεται και τίμια». Η φήμη μας μας ακολουθεί, και εμείς πρέπει να μεριμνούμε γι’ αυτήν. Όσο δουλεύουμε με την ηθική μας, με το να είμαστε ενάρετοι, μπορούμε ταυτόχρονα να ενισχύσουμε το Ήθος μας, την αξιοπιστία μας, με κάποιες μικρές και γρήγορες παρεμβάσεις.

Οι Σπαρτιάτες γνώριζαν τη σημασία που έπαιζε η εμφάνιση. Στη μάχη φορούσαν κόκκινους μανδύες. Με αυτό τον τρόπο, αν λαβώνονταν, δεν θα μπορούσε ο εχθρός να διακρίνει τα αίματα και να τους θεωρήσει τρωτούς. Αντίστοιχα ούτε και οι συμπολεμιστές τους θα αποθαρρύνονταν βλέποντας κάποιον δικό τους να αιμορραγεί.

Richard Dawkins: Το εγωιστικό γονίδιο – Η μάχη των φύλων

Αν μεταξύ γονιού και παιδιού, που έχουν 50% κοινά γονίδια, υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων, πόσο σοβαρότερη θα είναι η σύγκρουση ανάμεσα σε συζύγους, οι οποίοι δεν έχουν καμιά γενετική συγγένεια; Το μόνο κοινό τους είναι ότι ο καθένας τους πρόσφερε σε κάθε παιδί τους το 50% του γενετικού υλικού του. Επειδή ο πατέρας και η μητέρα ενδιαφέρονται ο καθένας για λογαριασμό του για την ευημερία του μισού γενετικού υλικού κάθε παιδιού τους, συμφέρει και στους δύο να συνεργαστούν για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Όμως αν ο ένας γονιός αποφύγει να επενδύσει το κανονικό μερίδιο των πόρων του σε κάθε παιδί, θα βρεθεί σε πλεονεκτικότερη θέση, επειδή θα του μείνουν περισσότερα να ξοδέψει σε άλλα παιδιά που θα τα αποκτήσει με άλλους σεξουαλικούς συντρόφους, και έτσι θα διαδώσει περισσότερα γονίδιά του.

Μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε ότι κάθε σεξουαλικός σύντροφος θα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τον άλλον και θα επιχειρεί να τον εξαναγκάσει να επενδύσει περισσότερα. Θεωρητικά, αυτό που θα «άρεσε» σε κάθε άτομο (δεν εννοώ φυσική απόλαυση, μολονότι κι αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει), είναι να συνευρεθεί με όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα του αντίθετου φύλου, αφήνοντας κάθε φορά στο σύντροφό του τη φροντίδα να μεγαλώσει τα παιδιά. Όπως θα δούμε, αυτή είναι η κατάσταση πραγμάτων που δημιουργούν τα αρσενικά πολλών ειδών, μολονότι υπάρχουν είδη στα οποία τα αρσενικά μοιράζονται ισότιμα με τα θηλυκά το φορτίο της ανατροφής των παιδιών.

Την ιδέα του ανταγωνιστικού συνεταιρισμού των δύο φύλων, ότι δηλαδή είναι μια σχέση αμοιβαίας δυσπιστίας και εκμετάλλευσης, την τόνισε ιδιαίτερα ο Trivers. Πρόκειται για σχετικά νέα άποψη για τους ηθολόγους. Αυτό που είχαμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε είναι ότι η συμπεριφορά των φύλων, η συνεύρεση και η ερωτοτροπία που προηγείται, είναι κατά βάση συνεταιριστική επιχείρηση η οποία αναλαμβάνεται προς αμοιβαίο όφελος ή, ακόμη, για το καλό του είδους!

Ας πάμε όμως πολύ πίσω, εντελώς στην αρχή, για να ερευνήσουμε τη θεμελιώδη φύση του αρσενικού και του θηλυκού. Στο τρίτο κεφάλαιο μιλήσαμε για τη διαφορά των φύλων, χωρίς όμως να τονίσουμε τη βασική ασυμμετρία τους. Απλώς δεχτήκαμε ότι μερικά ζώα ονομάζονται αρσενικά και άλλα θηλυκά, δίχως να αναρωτηθούμε τι όντως σημαίνουν αυτές οι λέξεις. Τι το ιδιαίτερο έχει το αρσενικό; Τι χαρακτηρίζει βασικά το θηλυκό; Εμείς, ως θηλαστικά, βλέπουμε ότι τα φύλα προσδιορίζονται από ένα σύνολο συνδρόμων χαρακτηριστικών – η ύπαρξη πέους, η τεκνοποιία, ο θηλασμός με γαλακτοφόρους αδένες, κάποιες χρωμοσωμικές διαφορές κ.ο.κ. Αυτά τα κριτήρια καθορισμού του φύλου ενός ατόμου είναι πολύ σωστά για τα θηλαστικά, όμως δεν είναι αξιόπιστα για τα ζώα και τα φυτά εν γένει, όπως δεν είναι κριτήριο του φύλου ενός ανθρώπου τα παντελόνια που φοράει. Στους βατράχους, λόγου χάρη, κανένα φύλο δεν διαθέτει πέος. Έτσι, σ’ αυτή την περίπτωση οι λέξεις αρσενικό και θηλυκό δεν έχουν απόλυτη σημασία. Σε τελευταία ανάλυση είναι μόνο λέξεις. Αφού λοιπόν δεν μας βοηθούν να περιγράψουμε τους βατράχους, μπορούμε κάλλιστα να τις εγκαταλείψουμε. Θα μπορούσαμε, αν θέλαμε, να χωρίσουμε αυθαίρετα τους βατράχους σε φύλο 1 και φύλο 2.

Εντούτοις υπάρχει ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό των φύλων το οποίο μπορεί να διαχωρίσει σε αρσενικά και θηλυκά όλους τους οργανισμούς, ζώα και φυτά. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι ότι τα φυλετικά κύτταρα, οι «γαμέτες», είναι πολύ μικρότεροι και πολυαριθμότεροι στα αρσενικά απ’ ό, τι στα θηλυκά. Αυτό αληθεύει είτε μιλάμε για ζώα είτε για φυτά. Χάριν ευκολίας χρησιμοποιούμε τη λέξη «θηλυκά» για τα άτομα της ομάδας με μεγάλα φυλετικά κύτταρα. Τα άτομα της άλλης ομάδας, που για ευκολία τα ονομάζουμε αρσενικά, έχουν μικρότερους γαμέτες. Η διαφορά είναι ιδιαίτερα έκδηλη στα ερπετά και τα πτηνά, στα οποία ένα και μόνο κύτταρο, το αυγό, είναι τόσο μεγάλο και θρεπτικό ώστε μπορεί να θρέψει το αναπτυσσόμενο νεογνό για πολλές εβδομάδες. Αλλά και στους ανθρώπους, που το ωάριό τους είναι μικροσκοπικό, είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από το σπερματοζωάριο. Θα δούμε ότι μπορούμε να εξηγήσουμε όλες τις άλλες διαφορές ανάμεσα στα φύλα ως αποτέλεσμα αυτής της μοναδικής θεμελιώδους διαφοράς.

Σε ορισμένους πρωτόγονους οργανισμούς, λόγου χάρη σε μερικούς μύκητες, δεν υπάρχουν αρσενικά και θηλυκά άτομα, μολονότι παρατηρείται κάποιου είδους φυλετική αναπαραγωγή. Στο σύστημα που είναι γνωστό ως ισογαμία, τα άτομα δεν διακρίνονται από την άποψη του φύλου. Κάθε άτομο μπορεί να ζευγαρώσει με οποιοδήποτε άλλο του είδους του [Μιλάμε για αγενή, μη φυλετική, αναπαραγωγή]. Δεν υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη γαμετών (σπέρματα και αυγά), αλλά όλα τα γεννητικά κύτταρα είναι όμοια και ονομάζονται ισογαμέτες. Από τη συγχώνευση δύο ισογαμετών που προκύπτουν με μειωτική διαίρεση σχηματίζονται νέα άτομα. Αν έχουμε τρεις ισογαμέτες Α, Β και Γ, ο Α μπορεί να συγχωνευτεί με τον Β ή τον Γ και ο Β με τους Α ή Γ. Αυτό ουδέποτε συμβαίνει στα κανονικά φυλετικά συστήματα. Αν το Α είναι σπέρμα και μπορεί να συγχωνευτεί με το Β ή το Γ, τότε τα Β και Γ πρέπει να είναι αυγά, και το Β δεν μπορεί να συγχωνευτεί με το Γ. Όταν συγχωνεύονται δύο ισογαμέτες, ο καθένας τους συνεισφέρει στο νέο άτομο τον ίδιο αριθμό γονιδίων και την ίδια ποσότητα αποθέματος τροφής. Τα σπέρματα και τα αυγά συνεισφέρουν επίσης ίσους αριθμούς γονιδίων, αλλά η συνεισφορά των αυγών σε απόθεμα τροφής είναι πολύ μεγαλύτερη : στην πραγματικότητα, τα σπέρματα δεν συνεισφέρουν τίποτε, απλώς «ενδιαφέρονται» να μεταφέρουν τα γονίδιά τους όσο γίνεται γρηγορότερα στο αυγό.

Συνεπώς, τη στιγμή της σύλληψης, ο πατέρας επενδύει στους απογόνους μικρότερο από το κανονικό μερίδιο πόρων (λιγότερο δηλαδή από το 50%). Το αρσενικό, επειδή κάθε σπερματοζωάριό του είναι τόσο μικρό, μπορεί να παράγει κάθε μέρα πολλά εκατομμύρια. Αυτό σημαίνει ότι δυνητικά είναι σε θέση, χρησιμοποιώντας διαφορετικά θηλυκά, να αποκτήσει σε μικρό χρονικό διάστημα όσα παιδιά θέλει. Κι αυτό είναι δυνατό μόνο επειδή κάθε νέο έμβρυο εφοδιάζεται με αρκετή τροφή από την αντίστοιχη μητέρα. Όμως αυτό περιορίζει τον αριθμό των παιδιών που μπορεί να αποκτήσει ένα θηλυκό, ενώ ο αριθμός των παιδιών ενός αρσενικού είναι ουσιαστικά απεριόριστος. Σ’ αυτό το σημείο αρχίζει η εκμετάλλευση του θηλυκού.

Ο Parker και άλλοι εξήγησαν το μηχανισμό με τον οποίο μπόρεσε να εξελιχθεί αυτή η ασυμμετρία από μια αρχική ισογαμική κατάσταση πραγμάτων. Την εποχή που όλα τα φυλετικά κύτταρα έπαιζαν τον ίδιο ρόλο και είχαν σχεδόν το ίδιο μέγεθος, έπρεπε να υπάρχουν και μερικά ελάχιστα μεγαλύτερα από τα άλλα. Από ορισμένες απόψεις, ένας μεγάλος ισογαμέτης θα πλεονεκτούσε έναντι ενός άλλου μέσου μεγέθους, επειδή θα εξασφάλιζε στο έμβρυό του ένα καλό ξεκίνημα δίνοντάς του μεγάλο αρχικό απόθεμα τροφής. Θα υπήρχε επομένως κάποια εξελικτική τάση προς μεγαλύτερους γαμέτες. Αυτό όμως ήταν παγίδα. Η εμφάνιση ισογαμετών με μέγεθος μεγαλύτερο απ’ όσο χρειαζόταν, άνοιγε το δρόμο προς την εγωιστική εκμετάλλευση. Άτομα που θα παρήγαν γαμέτες μικρότερους από τον μέσο όρο θα μπορούσαν να επωφεληθούν εξασφαλίζοντας τη σύζευξη των μικρών γαμετών τους με τους πολύ μεγάλους. Αυτό θα γινόταν αν οι μικρότεροι γαμέτες ήταν πιο ευκίνητοι και ικανότεροι στην αποτελεσματική αναζήτηση μεγάλων γαμετών. Το πλεονέκτημα των ατόμων που παρήγαν μικρούς και ταχείς γαμέτες ήταν να μπορούν να κάνουν πολλούς απ’ αυτούς, και συνεπώς, δυνητικά, να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά. Η φυσική επιλογή ευνόησε την παραγωγή μικρών γεννητικών κυττάρων, τα οποία αναζητούσαν δραστήρια τα μεγαλύτερα για να συγχωνευτούν μαζί τους.

Ετσι μπορούμε να φανταστούμε ότι εξελίχθηκαν δύο αποκλίνουσες φυλετικές «στρατηγικές». Η μία ήταν η στρατηγική της μεγάλης επένδυσης ή «έντιμη» στρατηγική, η οποία άνοιξε αυτόματα το δρόμο για την άλλη στρατηγική, την εκμεταλλευτική της μικρής επένδυσης ή «κερδοσκοπική». Από τη στιγμή που εμφανίστηκαν οι δύο στρατηγικές, η διαφοροποίησή τους συνεχίστηκε με ταχύτατο ρυθμό. Οι μέσου μεγέθους γαμέτες άρχισαν να σπανίζουν επειδή δεν διέθεταν τα πλεονεκτήματα όσων ακολουθούσαν τις δύο ακραίες στρατηγικές. Οι «κερδοσκόποι» εξελίσσονταν σε γαμέτες με συνεχώς μικρότερο μέγεθος και μεγαλύτερη ευκινησία. Οι «έντιμοι» αποκτούσαν ολοένα μεγαλύτερο μέγεθος, για να αντισταθμίσουν τη συνεχώς μειούμενη επενδυτική συνεισφορά των κερδοσκόπων, και τελικά έχασαν κάθε κινητικότητα εφόσον οι ευκίνητοι κερδοσκόποι θα τους έβρισκαν οπωσδήποτε. Κάθε έντιμος γαμέτης θα «προτιμούσε» να συγχωνευτεί με κάποιον άλλο έντιμο. Όμως η πίεση της επιλογής για αποκλεισμό των κερδοσκόπων θα ήταν ασθενέστερη από την ορμή των κερδοσκόπων να ξεπεράσουν τα εμπόδια : οι κερδοσκόποι θα έχαναν πολλά, γι’ αυτό ακριβώς κέρδισαν και τη μάχη της εξέλιξης. Οι έντιμοι έγιναν αυγά και οι κερδοσκόποι σπέρματα.

Φαίνεται λοιπόν πως τα αρσενικά ζώα είναι σχεδόν άχρηστα ως σύζυγοι, και, από την απλή άποψη «του καλού είδους», θα περιμέναμε να λιγοστεύουν συγκριτικά με τα θηλυκά. Επειδή το αρσενικό, μπορεί θεωρητικά να δώσει αρκετά σπέρματα για να εξυπηρετήσουν ένα χαρέμι 100 θηλυκών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα θηλυκά έπρεπε να υπερέχουν αριθμητικά στον πληθυσμό σε αναλογία 100 προς 1. Με άλλα λόγια, το αρσενικό είναι πιο «αναλώσιμο», ενώ το θηλυκό πιο «πολύτιμο» για το είδος. Φυσικά, αυτό αληθεύει απόλυτα από τη σκοπιά του είδους ως συνόλου. Για να πάρουμε ένα ακραίο παράδειγμα, σε μια τελετή στις λεόντειες φώκιες παρατηρήθηκε ότι μόνο το 4% των αρσενικών συμμετείχε στο 88% του συνόλου των ζευγαρωμάτων. Σ’ αυτή την περίπτωση, και σε πολλές άλλες, υπάρχει μεγάλο πλεόνασμα άγαμων αρσενικών που ίσως δεν θα τους δοθεί η ευκαιρία να ζευγαρώσουν σε όλη τη ζωή τους. Κατά τα άλλα, όμως, τα επιπλέον αρσενικά ζουν φυσιολογική ζωή και τρώνε τα διαθέσιμα για τον πληθυσμό τρόφιμα με την ίδια όρεξη όπως και τα υπόλοιπα. Αυτό, από τη σκοπιά «του καλού του είδους», αποτελεί φοβερή σπατάλη, τα πλεονάζοντα αρσενικά θα μπορούσε να θεωρηθούν κοινωνικά παράσιτα. Αυτό είναι μια επιπλέον δυσκολία της θεωρίας της «επιλογής ομάδων». Από την άλλη μεριά, η θεωρία του εγωιστικού γονιδίου δεν δυσκολεύεται να εξηγήσει το γεγονός ότι οι αριθμοί αρσενικών και θηλυκών τείνουν να εξισωθούν, ακόμη και όταν ο αριθμός των αρσενικών που πραγματικά αναπαράγουν αποτελεί μικρό ποσοστό του συνολικού αριθμού.

Αυτό το εξήγησε για πρώτη φορά ο R. A. Fisher. Το πρόβλημα σχετικά με το πόσα από τα παιδιά που γεννιούνται είναι αρσενικά και πόσα θηλυκά, αποτελεί ειδική περίπτωση ενός γενικότερου προβλήματος γονικής στρατηγικής. Όπως εξηγήσαμε ότι ο γονέας προσδιορίζει τον αριθμό μελών της οικογένειάς του με σκοπό να μεγιστοποιήσει την επιβίωση των γονιδίων του, με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να εξηγήσουμε και τον άριστο κατά φύλολόγο [Sex ratio: Η αναλογία αρσενικων/θηλυκών σε έναν πληθυσμό].

Τι είναι καλύτερο : να εμπιστευτείτε τα πολύτιμα γονίδιά σας σε γιους ή θυγατέρες; Υποθέστε ότι μια μητέρα επένδυσε όλους τους πόρους της σε γιους, οπότε δεν της έμεινε τίποτε να επενδύσει σε θυγατέρες :μήπως συνεισφέρει κατά μέσο όρο περισσότερο στη μελλοντική γονιδιακή δεξαμενή από μια μητέρα που επενδύει τα πάντα σε θυγατέρες; Τα γονίδια για την προτίμηση αγοριών γίνονται περισσότερα ή λιγότερα από τα γονίδια για την προτίμηση κοριτσιών; Ο Fisher έδειξε ότι σε κανονικές συνθήκες ο άριστος κατά φύλο λόγος είναι 50:50. Για να το καταλάβουμε όμως χρειάζεται να ξέρουμε μερικά πράγματα για το μηχανισμό του καθορισμού του φύλου.

Στα θηλαστικά, το φύλο καθορίζεται γενετικά ως εξής : Κάθε ωάριο έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί είτε σε αρσενικό άτομο είτε σε θηλυκό. Το φύλο προσδιορίζεται από τα σπερματοζωάρια, γιατί αυτά εμπεριέχουν τα χρωμοσώματα που καθορίζουν το φύλο. Κατά μέσο όρο, τα μισά σπερματοζωάρια ενός άνδρα, τα Χ σπερματοζωάρια, είναι θηλυκοπαραγωγά και τα υπόλοιπα, τα Υ, είναι αρρενοπαραγωγά. Τα δύο είδη σπερματοζωαρίων φαίνονται όμοια. Διαφέρουν όμως ως προς ένα χρωμόσωμα. Ένα γονίδιο που θα έκανε έναν πατέρα να αποκτά μόνο κορίτσια, θα πετύχαινε το σκοπό του αν τον ανάγκαζε να κατασκευάζει μόνο Χ σπερματοζωάρια. Ένα γονίδιο που θα έκανε μια μητέρα να γεννά μόνο κορίτσια θα ήταν αποτελεσματικό είτε αν προκαλούσε την απέκκριση κάποιας ουσίας που θα κατέστρεφε τα αρρενοπαραγωγά σπερματοζωάρια είτε αν την έκανε να αποβάλλει τα αρσενικά έμβρυα. Αυτό που ψάχνουμε να βρούμε ισοδυναμεί κάπως με μια εξελικτικά σταθερή στρατηγική (ΕΣΣ), μολονότι εδώ, περισσότερο απ’ όσα αναφέραμε στο κεφάλαιο περί επιθετικότητας, η στρατηγική κυριολεκτικά δεν μπορεί να επιλέξει το φύλο των παιδιών. Εντούτοις, είναι δυνατή η ύπαρξη γονιδίων που έχουν την τάση να αποκτούν οι γονείς παιδιά του ενός ή του άλλου φύλου. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχουν τέτοια γονίδια που ευνοούν άνισες κατά φύλο αναλογίες, μήπως μερικά θα γίνουν πολυαριθμότερα στη γονιδιακή δεξαμενή από τα ανταγωνιστικά αλληλόμορφά τους που ευνοούν ίσους αριθμούς αρσενικών και θηλυκών ;

Ας υποθέσουμε ότι στις φώκιες που αναφέραμε παραπάνω, εμφανίστηκε ένα μεταλλαγμένο γονίδιο που είχε την τάση να αποκτούν οι γονείς περισσότερα θηλυκά μωρά. Επειδή στον πληθυσμό δεν υπάρχει έλλειψη αρσενικών, τα θηλυκά δεν θα δυσκολεύονταν να βρουν συζύγους, οπότε το θηλυκοποιό γονίδιο θα εξαπλωνόταν. Η κατά φύλλο αναλογία στον πληθυσμό θα άρχιζε λοιπόν να μετακινείται προς ένα πλεόνασμα θηλυκών.

Από τη σκοπιά «για το καλό του είδους», αυτό θα ήταν καλό επειδή, όπως είδαμε, λίγα μόνο αρσενικά είναι σε θέση να δώσουν όλα τα απαιτούμενα σπερματοζωάρια ακόμη και σ’ ένα τεράστιο πλεόνασμα θηλυκών. Επιπόλαια λοιπόν, θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι το θηλυκοποιό γονίδιο θα συνεχίσει να διαδίδεται ώσπου η κατά φύλο αναλογία θα γίνει τόσο ασύμμετρη ώστε τα ελάχιστα εναπομείναντα αρσενικά, δουλεύοντας σκληρά, μετά βίας θα επαρκούσαν. Σκεφθείτε όμως το τεράστιο γενετικό πλεονέκτημα των λίγων γονιών που κάνουν αρσενικά. 'Οποιος επενδύει σε αρσενικό έχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να γίνει παππούς εκατοντάδων ατόμων. 'Οσοι όμως κάνουν μόνο θηλυκά, έχουν εξασφαλίσει βέβαια λίγα εγγόνια αλλά αυτό δεν συγκρίνεται με τις λαμπρές γενετικές προοπτικές που ανοίγονται σε όποιον έχει εξειδικευτεί στην παραγωγή αρσενικών. Συνεπώς τα αρρενοποιά γονίδια θα τείνουν να γίνουν πολυαριθμότερα και το εκκρεμές θα αρχίσει να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Χρησιμοποίησα την εικόνα του ταλαντούμενου εκκρεμούς για λόγους απλότητας. Στην πραγματικότητα, το εκκρεμές ουδέποτε εκτρέπεται πολύ προς την κατεύθυνση της κυριαρχίας των θηλυκών, επειδή η πίεση για την απόκτηση αρσενικών θα τείνει να το επαναφέρει αμέσως μόλις γίνει ασύμμετρη η κατά φύλο αναλογία. Η στρατηγική της παραγωγής ισάριθμων αρσενικών και θηλυκών είναι εξελικτικά σταθερή, με την έννοια ότι κάθε γονίδιο που θα απομακρυνόταν απ’ αυτήν θα βρισκόταν σε μειονεκτική θέση.

Και πάλι για λόγους απλότητας αναφέρθηκα σε αριθμούς αρσενικών και θηλυκών. Όμως το θέμα θα μπορούσε να εξεταστεί αυστηρότερα αν χρησιμοποιούσαμε την έννοια της γονικής επένδυσης, δηλαδή της τροφής και των άλλων πόρων που πρόκειται να διαθέσει ο γονιός, και τα οποία μετρούνται με τον τρόπο που συζητήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Οι γονείς επενδύουν εξίσου σε αρσενικά και θηλυκά παιδιά. Αυτό συνήθως μεταφράζεται στο ότι έχουν τόσα αρσενικά παιδιά όσα και θηλυκά. Θα μπορούσε όμως να υπάρχουν και άνισες κατά φύλο αναλογίες, επίσης εξελικτικά σταθερές, αν ήταν άνισες οι επενδύσεις πόρων ανάμεσα στα αρσενικά και τα θηλυκά παιδιά.

Στο παράδειγμα με τις φώκιες, θα μπορούσε να είναι εξελικτικά σταθερή η στρατηγική ενός πληθυσμού από τριπλάσιο αριθμό θηλυκών, αν κάθε αρσενικό παιδί γινόταν υπερτροφικό με την επένδυση σ’ αυτό τριπλάσιας ποσότητας τροφής και άλλων πόρων. Επενδύοντας περισσότερη τροφή σ’ ένα αρσενικό παιδί, ο γονιός θα μεγάλωνε τις πιθανότητες του παιδιού να κερδίσει κάποτε το υπέρτατο βραβείο, το χαρέμι. Όμως αυτό είναι ειδική περίπτωση. Κανονικά, το ποσό που επενδύεται σε κάθε αρσενικό παιδί είναι περίπου ίσο με το επενδυόμενο σε κάθε θηλυκό και ο κατά φύλο λόγος σε αριθμούς είναι 1 : 1. Επομένως, ένα μέσο γονίδιο, στο μακρύ ταξίδι του διαμέσου των γενεών, θα ξοδεύει περίπου τον μισό χρόνο του μέσα σε σώματα αρσενικών και τον υπόλοιπο σε σώματα θηλυκών. Μερικά γονιδιακά αποτελέσματα εκδηλώνονται σε σώματα μόνο του ενός φύλου και ονομάζονται φυλοσύνδετα αποτελέσματα. Ένα γονίδιο που ελέγχει το μήκος του πέους εκδηλώνει το αποτέλεσμά του μόνο σε αρσενικά σώματα, μπορεί όμως να βρίσκεται και σε θηλυκά αλλά τότε προκαλεί πιθανώς κάποιο εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα. Τίποτε δεν αποκλείει ένας άνδρας να κληρονομήσει από τη μητέρα του την τάση να αναπτύξει μεγάλο πέος.

Ένα γονίδιο, ανεξάρτητα από το είδος του σώματος στο οποίο θα βρεθεί, θα χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις δυνατότητες που αυτό θα του προσφέρει. Οι δυνατότητες διαφέρουν αν το σώμα είναι αρσενικό ή θηλυκό. Είναι βολική προσέγγιση να δεχτούμε, ακόμη μια φορά, ότι το σώμα ενός ατόμου είναι μια εγωιστική μηχανή που προσπαθεί να κάνει το καλύτερο δυνατό για όλα τα γονίδιά του. Η βέλτιστη πολιτική για μια τέτοια εγωιστική μηχανή είναι συχνά εντελώς διαφορετική αν είναι αρσενική ή θηλυκή. Χάριν συντομίας, θα ξαναχρησιμοποιήσουμε τον συμβατικό τρόπο σκέψης θεωρώντας ότι το άτομο έχει κάποιο συνειδητό σκοπό. Όμως, όπως και προηγουμένως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ποτέ ότι αυτό είναι απλώς σχήμα λόγου. Στην πραγματικότητα, το σώμα είναι μια μηχανή τυφλά προγραμματισμένη από τα εγωιστικά γονίδιά της.

Ας θεωρήσουμε και πάλι το ζευγάρι με το οποίο αρχίσαμε αυτό το κεφάλαιο. Και οι δύο σύντροφοι, ως εγωιστικές μηχανές, «θέλουν ισάριθμους αρσενικούς και θηλυκούς απογόνους. Ως προς αυτό το σημείο συμφωνούν εντελώς. Εκεί που διαφωνούν είναι στο ποιος θα φέρει το κύριο βάρος της δαπάνης για την ανατροφή των παιδιών τους. Και οι δύο τους θέλουν να επιβιώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά. Οσο λιγότερα καταφέρει να επενδύσει ο ένας από τους δύο στα παιδιά τους τόσο περισσότερα παιδιά μπορεί να αποκτήσει. Είναι προφανές ότι για να πετύχει αυτή την επιθυμητή κατάσταση πραγμάτων πρέπει να εξαναγκάσει τον σεξουαλικό σύντροφό του να επενδύει σε κάθε παιδί περισσότερα από το κανονικό μερίδιο που του αναλογεί, ώστε ο ίδιος να είναι ελεύθερος να αποκτήσει κι άλλα παιδιά με άλλους συντρόφους. Αυτή η στρατηγική θα ήταν επιθυμητή και από τους δύο αλλά το θηλυκό την εφαρμόζει δυσκολότερα. Επειδή εξαρχής επενδύει περισσότερα από το αρσενικό, με τη μορφή του μεγάλου και πλούσιου σε θρεπτικά υλικά αυγού της, η μητέρα ήδη από τη στιγμή της σύλληψης έχει «διαθέσει» τον εαυτό της στα παιδιά της σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι ο πατέρας. Ακόμη κι αν το παιδί πεθάνει, η μητέρα χάνει πολύ περισσότερα από τον πατέρα, και πρέπει να επενδύσει περισσότερα από αυτόν προκειμένου στο μέλλον να φέρει ένα νέο παιδί στο επίπεδο ανάπτυξης του χαμένου. Αν η μητέρα άφηνε τη φροντίδα του παιδιού στον πατέρα και πήγαινε να βρει άλλον σεξουαλικό σύντροφο, ο πατέρας θα μπορούσε με σχετικά μικρό κόστος να ανταποδώσει, εγκαταλείποντας κι αυτός το παιδί τους.

Συνεπώς, αν πρόκειται να υπάρξει κάποια εγκατάλειψη – τουλάχιστον στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του παιδιού – το πιθανότερο είναι να εγκαταλείψει ο πατέρας τη μητέρα, και όχι το αντίθετο. Πρέπει να περιμένουμε επίσης τα θηλυκά να επενδύουν στα παιδιά περισσότερα απ’ ότι τα αρσενικά, όχι μόνο στην αρχή αλλά και σε όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης. Για παράδειγμα, στα θηλαστικά το θηλυκό επωάζει το έμβρυο μέσα στο σώμα του, παράγει το γάλα που δίνει στο παιδί μόλις γεννηθεί και φέρνει το μεγαλύτερο βάρος της ανατροφής και της προστασίας του. Το θηλυκό είναι το εκμεταλλευόμενο φύλο και η βασική αιτία αυτής της εκμετάλλευσης είναι το γεγονός (αποτέλεσμα της εξέλιξης) ότι τα αυγά είναι μεγαλύτερα από τα σπέρματα. Φυσικά, σε πολλά είδη ο πατέρας εργάζεται σκληρά και φροντίζει με αφοσίωση τα μικρά. Όμως και σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να περιμένουμε κάποια εξελικτική πίεση στα αρσενικά να επενδύουν κάτι λιγότερο σε κάθε παιδί και να προσπαθούν να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά με άλλες συζύγους. Μ’ αυτό εννοώ απλώς ότι υπάρχει μια τάση να κερδίζουν στη γονιδιακή δεξαμενή τα γονίδια που λένε: «Σώμα, αν είσαι αρσενικό παράτησε το ταίρι σου λίγο νωρίτερα απ’ όσο το ανταγωνιστικό μου αλληλόμορφο θα σ’ έβαζε να το κάνεις, και ψάξε για άλλο θηλυκό». Στην πράξη, ο βαθμός έντασης της εξελικτικής πίεσης κυμαίνεται σημαντικά από είδος σε είδος. Σε μερικά είδη, λόγου χάρη στα παραδείσια πουλιά, η μητέρα δεν παίρνει καμιά βοήθεια από το αρσενικό και μεγαλώνει μόνη της τα παιδιά της. 'Αλλα είδη, όπως οι τριδάκτυλοι γλάροι, σχηματίζουν μονογαμικά ζευγάρια με υποδειγματική πίστη, και οι δύο σύντροφοι μοχθούν από κοινού να μεγαλώσουν τα μικρά τους. Εδώ πρέπει να υποθέσουμε ότι λειτούργησε κάποια αντίστροφη εξελικτική πίεση : στην εγωιστική στρατηγική της εκμετάλλευσης του συντρόφου πρέπει να υπάρχει μαζί με το όφελος κάποια τιμωρία, και στην περίπτωση των εν λόγω γλάρων η τιμωρία ξεπερνά το όφελος. Ο πατέρας έχει συμφέρον να εγκαταλείψει σύζυγο και παιδί μόνον όταν υπάρχουν λογικές πιθανότητες η σύζυγος να μεγαλώσει το παιδί.

Ο Trivers μελέτησε τους πιθανούς τρόπους δράσης μιας μητέρας αν την εγκατέλειπε ο σύντροφός της. Ο καλύτερος όλων θα ήταν να προσπαθήσει να εξαπατήσει κάποιο άλλο αρσενικό να υιοθετήσει το παιδί της, κάνοντάς τον να «νομίζει» πως είναι δικό του. Αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο αν είναι ακόμη έμβρυο. Φυσικά, το παιδί ενώ έχει τα μισά γονίδιά της, δεν έχει κανένα γονίδιο του αφελούς θετού πατέρα. Η φυσική επιλογή θα τιμωρούσε αυστηρά μια τέτοια ευπιστία των αρσενικών, θα ευνοούσε όμως τα αρσενικά που θα έπαιρναν δραστικά μέτρα σκοτώνοντας κάθε πιθανό θετό παιδί μόλις ζευγάρωναν μια άλλη σύζυγο. Πιθανότατα, αυτό εξηγεί το λεγόμενο «αποτέλεσμα Bruce»: τα αρσενικά ποντίκια εκκρίνουν μια χημική ουσία που αν μυρίσουν τα θηλυκά σε κατάσταση εγκυμοσύνης, αποβάλλουν. Το θηλυκό αποβάλλει μόνον αν η οσμή είναι διαφορετική από εκείνη του προηγούμενου συζύγου της. Έτσι, ο ποντικός εξαφανίζει τα πιθανά θετά παιδιά και χρησιμοποιεί τη νέα σύζυγό του για να αποκτήσει δικά του παιδιά. Συμπτωματικά αναφέρουμε ότι ο Ardrey βλέπει στο αποτέλεσμα Bruce ένα μηχανισμό πληθυσμιακού ελέγχου! Παρόμοια είναι η περίπτωση των αρσενικών λιονταριών: όταν εισχωρήσουν σε μια αγέλη, σκοτώνουν καμιά φορά τα υπάρχοντα λιονταράκια, πιθανώς επειδή δεν είναι δικά τους παιδιά.

Το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να πετύχει ένα αρσενικό χωρίς να σκοτώσει υποχρεωτικά τα θετά παιδιά. Μπορεί να επιβάλλει μια περίοδο παρατεταμένης ερωτοτροπίας πριν ζευγαρώσει με το θηλυκό, απομακρύνοντας ταυτόχρονα όλα τα αρσενικά που την πλησιάζουν και εμποδίζοντάς της να απομακρυνθεί. Περιμένοντας λοιπόν, μπορεί να διαπιστώσει αν κυοφορεί κάποια ξένα παιδιά και να την εγκαταλείψει αν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Παρακάτω, θα δούμε ότι υπάρχει κάποιος λόγος για τον οποίο και το θηλυκό θα ήθελε μακριά περίοδο «μνηστείας» πριν από το ζευγάρωμα.

Εδώ έχουμε έναν λόγο που το αρσενικό επιθυμεί αυτή την περίοδο. Υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να την απομονώσει από άλλα αρσενικά, αποφεύγει να γίνει ακούσιος ευεργέτης των παιδιών ενός άλλου αρσενικού.

Αν δεχτούμε ότι ένα εγκαταλελειμμένο θηλυκό δεν μπορεί να ξεγελάσει κάποιο αρσενικό να υιοθετήσει το παιδί της, τι άλλο μπορεί να κάνει; Πολλά εξαρτώνται από την ηλικία του παιδιού της. Αν βρίσκεται στο στάδιο της σύλληψης, είναι γεγονός πως έχει επενδύσει σ’ αυτό ένα ολόκληρο ωάριο, ίσως και περισσότερα. Εντούτοις, θα έχει κέρδος αν το αποβάλλει και βρει καινούργιο σύντροφο όσο γίνεται γρηγορότερα. Υπ’ αυτές τις συνθήκες υπάρχει αμοιβαίο συμφέρον γι’ αυτήν και το νέο σύντροφο να αποβάλλει – εφόσον δεχτήκαμε ότι δεν έχει καμιά ελπίδα να τον ξεγελάσει να υιοθετήσει το παιδί. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί το αποτέλεσμα Bruce λειτουργεί και από τη σκοπιά του θηλυκού.

Μια άλλη δυνατότητα του θηλυκού που εγκαταλείπεται είναι να επιμείνει και να προσπαθήσει να μεγαλώσει μόνη της το παιδί. Αυτό τη συμφέρει ειδικότερα όταν το παιδί είναι κάπως μεγάλο. Οσο μεγαλύτερο είναι, τόσο περισσότερα έχει επενδύσει σ’ αυτό και τόσο λιγότερα θα χρειαστούν για να συμπληρώσει το έργο να το μεγαλώσει. Ακόμη κι αν το παιδί είναι πολύ μικρό, πάλι θα τη συνέφερε να προσπαθήσει να διασώσει κάτι από την επένδυση, μολονότι τώρα που το αρσενικό έχει φύγει, είναι αναγκασμένη να εργαστεί διπλά για να το θρέψει. Δεν την ανακουφίζει που το παιδί έχει και τα μισά γονίδια του αρσενικού, οπότε θα μπορούσε να τον εκδικηθεί εγκαταλείποντάς το. Όμως δεν υπάρχει πρόβλημα εκδίκησης: το παιδί έχει τα μισά γονίδιά της και τώρα το δίλημμα είναι αποκλειστικά δικό της. Παραδόξως, μια λογική πολιτική για ένα θηλυκό που κινδυνεύει να εγκαταλειφθεί θα ήταν να φύγει πριν το αρσενικό πραγματοποιήσει τις προθέσεις του. Αυτό θα τη συνέφερε, μολονότι ως τότε έχει επενδύσει περισσότερα στο παιδί συγκριτικά με το αρσενικό. Η πικρή αλήθεια είναι ότι σε μερικές περιπτώσεις πλεονεκτεί αυτός που φεύγει πρώτος, είτε είναι ο πατέρας, είτε η μητέρα.

Σύμφωνα με τον Trivers, ο σύντροφος που εγκαταλείπεται, παραμένει σ’ έναν «σκληρό σύνδεσμο». Είναι ένα πρόβλημα μάλλον φοβερό αλλά και πολύ λεπτό. Θα περιμέναμε ότι ένας γονιός, πατέρας ή μητέρα, θα έφευγε από τη στιγμή που θα σκεφτόταν τα εξής: «Αυτό το παιδί μεγάλωσε αρκετά και ένας από τους δυο μας θα επαρκούσε για να τελειώσει το έργο της ανατροφής του. Συνεπώς, θα με συνέφερε να φύγω τώρα αν ήμουν σίγουρος (σίγουρη) πως ο σύντροφός μου δεν θα το εγκατέλειπε. Αν έφευγα τώρα, ο σύντροφός μου θα έκανε τα πάντα για τα γονίδιά του. Θα δυσκολευόταν πολύ περισσότερο από μένα να πάρει την απόφαση να το εγκαταλείψει γιατί εγώ θα έχω ήδη φύγει. Ο σύντροφός μου θα «ήξερε» ότι αν έφευγε κι αυτός, το παιδί σίγουρα θα πέθαινε. Έτσι, υποθέτοντας ότι ο σύντροφός μου θα πάρει την άριστη για τα εγωιστικά γονίδιά του απόφαση, συμπεραίνω ότι η καλύτερη ενέργεια για μένα είναι να φύγω πρώτος. Αυτό είναι απολύτως σωστό γιατί και ο σύντροφός μου θα μπορούσε να «σκεφτεί» ακριβώς τα ίδια και να αναλάβει αυτός την πρωτοβουλία να με εγκαταλείψει». Όπως πάντα, αυτός ο υποκειμενικός μονόλογος προορίζεται μόνο ως επεξήγηση. Το θέμα είναι ότι τα γονίδια για να εγκαταλείπει κανείς πρώτος θα τύχαιναν ευνοϊκής επιλογής, επειδή απλώς τα γονίδια για να εγκαταλείπει κανείς δεύτερος δεν μπορούσαν να επιλεγούν.

Εξετάσαμε μερικές από τις τακτικές που θα μπορούσε να ακολουθήσει ένα θηλυκό αν το εγκατέλειπε ο σύντροφός του. Υπάρχει τίποτε που μπορεί να κάνει το θηλυκό για να μειώσει εξαρχής το βαθμό εκμετάλλευσής του από το σύντροφό του ; Στα χέρια της κρατά ένα δυνατό χαρτί. Μπορεί να αρνηθεί να ζευγαρώσει. Εμπορευματικά, βρίσκεται σε συζήτηση. Κι αυτό γιατί έχει το προσόν να διαθέτει ένα μεγάλο θρεπτικό αυγό. Το αρσενικό που ζευγαρώνει με επιτυχία, κερδίζει ένα πολύτιμο απόθεμα τροφής για το παιδί του. Το θηλυκό έχει τη δυνατότητα να παζαρέψει σκληρά πριν ενδώσει. Όμως, από τη στιγμή που ζευγάρωσε έπαιξε το χαρτί της – το αυγό της παραδόθηκε στο αρσενικό. Βέβαια, είναι εύκολο να μιλάμε για σκληρά παζάρια, ξέρουμε όμως πολύ καλά ότι στην πραγματικότητα δεν γίνονται.

Υπάρχει κανένας ρεαλιστικός τρόπος, στον οποίο θα οδηγούσε η φυσική επιλογή, ισοδύναμος με σκληρό παζάρεμα; Θα εξετάσω δύο βασικές δυνατότητες, τη στρατηγική της «οικογενειακής ευδαιμονίας» και τη στρατηγική του «μοναδικού, δυνατού άνδρα».

Η απλούστερη παραλλαγή της στρατηγικής της οικογενειακής ευδαιμονίας είναι η εξής: το θηλυκό επιθεωρεί τα αρσενικά και προσπαθεί να διακρίνει πάνω τους σημάδια πιστότητας και νοικοκυροσύνης. Στον πληθυσμό των αρσενικών η προδιάθεση να είναι πιστοί σύζυγοι εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους. Αν τα θηλυκά μπορούσαν να διακρίνουν από πριν τέτοιες ιδιότητες, θα ωφελούνταν διαλέγοντας τα αρσενικά που τις διαθέτουν. Ενας τρόπος για να τις αποκαλύψει το θηλυκό είναι να μην ενδώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, να είναι σεμνή. Ένα αρσενικό που δεν έχει την υπομονή να περιμένει ως τη στιγμή που το θηλυκό θα συγκατατεθεί τελικά να ζευγαρώσει, είναι απίθανο να γίνει πιστός σύζυγος. Το θηλυκό, επιμένοντας σε μακριά περίοδο μνηστείας, απομακρύνει περιστασιακούς μνηστήρες και τελικά ζευγαρώνει μόνο με το αρσενικό που απέδειξε την πιστότητα με την καρτερικότητά του. Η σεμνότητα των θηλυκών είναι πολύ διαδεδομένη στα ζώα, γι’ αυτό και υπάρχουν παρατεταμένες ερωτοτροπίες ή μνηστείες μεγάλης διάρκειας. Όπως είδαμε, η παρατεταμένη μνηστεία μπορεί επίσης να ωφελήσει ένα αρσενικό όταν υπάρχει κίνδυνος να εξαπατηθεί αναλαμβάνοντας τη φροντίδα του παιδιού ενός άλλου.

Οι κανόνες του «φλερτ» συχνά περιλαμβάνουν σημαντική επένδυση από το αρσενικό πριν από την ερωτική πράξη. Για παράδειγμα, το θηλυκό αρνείται να ζευγαρώσει αν το αρσενικό δεν της χτίσει φωλιά ή αν δεν την τρέφει για αρκετό χρονικό διάστημα. Αυτό φυσικά, από τη σκοπιά του θηλυκού, είναι πολύ καλό, υποδεικνύει όμως και μιαν άλλη δυνατή μορφή της στρατηγικής της «οικογενειακής ευδαιμονίας». Μήπως θα μπορούσαν τα θηλυκά να εξαναγκάσουν τα αρσενικά να επενδύσουν στα παιδιά τους πριν από το ζευγάρωμα τόσο μεγάλους πόρους ώστε να μην τα συμφέρει πλέον να φύγουν μετά τη συνεύρεση; Η ιδέα είναι ελκυστική. Ένα αρσενικό που περιμένει για πολύ κάποιο σεμνό θηλυκό ώσπου να ζευγαρώσει μαζί του, υποβάλλεται σε δαπάνες : παραιτείται από κάθε ευκαιρία να ζευγαρώσει με άλλα θηλυκά και ξοδεύει πολύ χρόνο και ενέργεια στο φλερτάρισμα. Όταν τελικά του επιτραπεί να ζευγαρώσει με το συγκεκριμένο θηλυκό, αναπόφευκτα θα της είναι πιστά αφοσιωμένος. Ο πειρασμός να την εγκαταλείψει θα είναι μικρός αν ξέρει ότι κάθε θηλυκό που θα πλησίαζε στο μέλλον θα τον καθυστερούσε το ίδιο ώσπου να συνάψει σχέση μαζί της.

Εδώ, όπως έδειξα σε μια μελέτη μου, ο Trivers κάνει ένα λάθος. Νόμισε ότι η προκαταβολική επένδυση αυτή καθ’ εαυτήν συνεπάγεται και μελλοντικές επενδύσεις. Ο επιχειρηματίας ουδέποτε λέει «έχω επενδύσει ήδη τόσα πολλά, λόγου χάρη στο αεροπλάνο Κονκόρντ, ώστε τώρα δεν μπορώ να ξεφύγω». Αντίθετα, πάντα αναρωτιέται αν το μελλοντικό συμφέρον του είναι να περιορίσει τις ζημιές του και να εγκαταλείψει τώρα το πρόγραμμα, έστω κι αν έχει ήδη επενδύσει πολλά σ’ αυτό. Παρομοίως, δεν ωφελεί ένα θηλυκό να εξαναγκάσει κάποιο αρσενικό να επενδύσει πολλά σ’ αυτήν, με την ελπίδα ότι αυτό και μόνο θα το αποτρέψει να την εγκαταλείψει αργότερα.

Αυτή η παραλλαγή της στρατηγικής της οικογενειακής ευδαιμονίας εξαρτάται από μία επιπλέον κρίσιμη παραδοχή : ότι δηλαδή το ίδιο παιχνίδι θα το παίζει η πλειονότητα των θηλυκών. Αν όμως στον πληθυσμό υπάρχον «εύκολα» θηλυκά, έτοιμα να καλοδεχτούν τα αρσενικά που εγκατέλειψαν τις συζύγους τους, τότε ένα αρσενικό θα το συνέφερε να εγκαταλείψει τη σύζυγό του, ανεξάρτητα από τα ποσά που έχει επενδύσει στα παιδιά της ως εκείνη τη στιγμή. Επομένως, πολλά εξαρτώνται από τη συμπεριφορά της πλειονότητας των θηλυκών. Αν ήταν δυνατό να σκεπτόμαστε με βάση τη «συνομωσία» των θηλυκών δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Δεν είναι όμως δυνατό γιατί η συνωμοσία των θηλυκών δεν μπορεί να εξελιχθεί όπως η συνωμοσία των περιστεριών που εξετάσαμε στο πέμπτο κεφάλαιο. Αντίθετα, πρέπει να αναζητήσουμε εξελικτικά σταθερές στρατηγικές. Γι’ αυτό το σκοπό θα χρησιμοποιήσουμε τη μέθοδο που εφάρμοσε ο Maynard Smith στη μελέτη της επιθετικότητας. Η εφαρμογή αυτής τη μεθόδου στα φύλα θα είναι κάπως περιπλοκότερη απ’ ότι στα γεράκια και τα περιστέρια, γιατί θα έχουμε δύο στρατηγικές των θηλυκών και δύο των αρσενικών.

Όπως στην ανάλυση του Maynard Smith, η λέξη «στρατηγική» σημαίνει τυφλό, μη συνειδητό πρόγραμμα συμπεριφοράς. Οι δύο στρατηγικές των θηλυκών θα ονομαστούν σεμνή και εύκολη, και οι δύο στρατηγικές των αρσενικών πιστή και επιπόλαιη. Οι κανόνες των τεσσάρων τύπων συμπεριφοράς είναι οι εξής: Τα σεμνά θηλυκά δεν ζευγαρώνουν με ένα αρσενικό παρά μόνο ύστερα από μακριά και δαπανηρή περίοδο ερωτοτροπιών μερικών εβδομάδων. Τα εύκολα θηλυκά ζευγαρώνουν αμέσως με οποιονδήποτε. Τα πιστά αρσενικά είναι προετοιμασμένα να συνεχίζουν τις ερωτοτροπίες για αρκετό χρόνο, και ύστερα από το ζευγάρωμα μένουν κοντά στο θηλυκό βοηθώντας να μεγαλώσει το παιδί. Τα επιπόλαια αρσενικά χάνουν γρήγορα την υπομονή τους αν το θηλυκό δεν ενδώσει αμέσως, φεύγουν 9 και ψάχνουν για άλλο θηλυκό. Αλλά και μετά το ζευγάρωμα δεν μένουν, δεν ενεργούν σαν καλοί πατέρες, και τελικά φεύγουν αναζητώντας νέα θηλυκά. Όπως και στην περίπτωση των γερακιών και των περιστεριών αυτές οι στρατηγικές δεν είναι οι μόνες, διαφωτίζουν όμως το όλο θέμα.

Όπως και ο Maynard Smith θα χρησιμοποιήσουμε μερικές αυθαίρετες υποθετικές τιμές για τις διάφορες δαπάνες και κέρδη. Αν θέλαμε να γενικεύσουμε θα χρησιμοποιούσαμε αλγεβρικά σύμβολα, οι αριθμοί όμως κατανοούνται ευκολότερα. Ας υποθέσουμε ότι το γενετικό κέρδος κάθε γονιού από το μεγάλωμα ενός παιδιού είναι +15 μονάδες. Η δαπάνη για το μεγάλωμα ενός παιδιού, για τη συνολική τροφή του, το χρόνο που ξοδεύεται για τη φροντίδα του και για όλους τους κινδύνους που αναλαμβάνονται για λογαριασμό του, είναι –20 μονάδες. Το κόστος θεωρείται αρνητικό επειδή «καταβάλλεται» από τους γονείς. Επίσης αρνητικό είναι το κόστος για την απώλεια χρόνου σε παρατεταμένη ερωτοτροπία. Έστω ότι αυτό το κόστος είναι –3 μονάδες. Ας υποθέσουμε ότι σ’ έναν πληθυσμό όλα τα θηλυκά είναι σεμνά και όλα τα αρσενικά πιστά. Πρόκειται για μια ιδανική μονογαμική κοινωνία. Σε κάθε ζευγάρι, το μέσο κέρδος είναι το ίδιο για το αρσενικό και το θηλυκό. Για κάθε παιδί που μεγάλωσαν παίρνουν +15 μονάδες, ενώ μοιράζονται εξίσου το κόστος (-20), οπότε το μέσο κόστος του καθενός είναι –10 μονάδες. Και οι δύο χρεώνονται με –3 βαθμούς για απώλεια χρόνου εξαιτίας της παρατεταμένης ερωτοτροπίας. Συνεπώς, το μέσο κέρδος του καθενός είναι : +15 –10 –3 = 2.

Ας υποθέσουμε τώρα ότι στον πληθυσμό εισχωρεί ένα και μόνο εύκολο θηλυκό. Δεν χρεώνεται για καθυστερήσεις επειδή δεν χάνει χρόνο σε παρατεταμένα «φλερτ». Επειδή όλα τα αρσενικά του πληθυσμού είναι πιστά, μπορεί να υπολογίζει ότι με όποιο κι αν ζευγαρώσει, θα βρει έναν καλό πατέρα για το παιδί της. Η μέση τιμή κέρδους για κάθε παιδί της θα είναι: +15 –10 = 5, υπερβαίνει δηλαδή κατά 3 μονάδες αυτό των ανταγωνιστικών σεμνών θηλυκών. Συνεπώς τα γονίδια για «εύκολα θηλυκά» θ’ αρχίσουν να εξαπλώνονται. Μόλις η επιτυχία των εύκολων θηλυκών γίνει τόσο μεγάλη ώστε να κυριαρχήσουν στον πληθυσμό, τα πράγματα θ’ αρχίσουν να αλλάζουν και στο στρατόπεδο των αρσενικών. Ως τώρα, τα πιστά αρσενικά αποτελούσαν μονοπώλιο. Αν όμως εμφανιστεί στον πληθυσμό ένα επιπόλαιο αρσενικό, θ’ αρχίσει να τα περνά καλύτερα από τα ανταγωνιστικά πιστά αρσενικά. Σ’ έναν πληθυσμό όπου όλα τα θηλυκά είναι εύκολα, τα κέρδη για τον επιπόλαιο είναι πραγματικά πλούσια. Αν μεγαλώσει ένα παιδί παίρνει +15 βαθμούς χωρίς να υποβληθεί σε καμία από τις δύο δαπάνες. Το γεγονός ότι δεν πληρώνει τίποτε, σημαίνει ότι είναι ελεύθερος να ζευγαρώσει και με άλλα θηλυκά. Καθεμιά απ’ αυτές τις δυστυχείς συζύγους παλεύει μόνη της να μεγαλώσει το παιδί της, χρεώνεται με – 20 βαθμούς αλλά δεν χρεώνεται για απώλεια χρόνου σε ερωτοτροπίες. Η καθαρή ζημιά για ένα εύκολο θηλυκό όταν συναντηθεί μ’ ένα επιπόλαιο αρσενικό είναι: +15 –20 = – 5, και το κέρδος για το επιπόλαιο αρσενικό είναι + 15. Σ’ έναν πληθυσμό όπου όλα τα θηλυκά είναι εύκολα, τα γονίδια «για επιπόλαιους» θα εξαπλωθούν σαν πυρκαγιά.

Αν οι επιπόλαιοι αυξηθούν τόσο πολύ ώστε να αποτελέσουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, τα εύκολα θηλυκά θα βρεθούν σε φοβερά δύσκολη θέση. Κάθε σεμνό θηλυκό θα αποκτήσει ένα ισχυρό πλεονέκτημα. Κατά τη συνάντηση ενός σεμνού θηλυκού με ένα επιπόλαιο αρσενικό δεν γίνεται τίποτε. Εκείνη επιμένει σε παρατεταμένο φλερτ, εκείνος αρνείται και φεύγει αναζητώντας άλλο θηλυκό. Κανένας δεν χάνει χρόνο, αλλά και δεν κερδίζει τίποτε γιατί δεν γεννιέται κανένα παιδί. Έτσι, σ’ έναν πληθυσμό αποτελούμενο αποκλειστικά από επιπόλαιους, τα σεμνά θηλυκά έχουν μηδέν βαθμούς. Το μηδέν μπορεί να φαίνεται λίγο, είναι όμως καλύτερο από το – 5 που είναι η μέση τιμή της ζημιάς ενός εύκολου θηλυκού. Ένα εύκολο θηλυκό που θα την εγκατέλειπε ένας επιπόλαιος σύζυγος, ακόμη κι αν αποφάσιζε να παρατήσει το μικρό της, θα είχε πληρώσει το σημαντικό κόστος του αυγού της. Συνεπώς, τα γονίδια για τη σεμνότητα θα εξαπλώνονταν και πάλι στον πληθυσμό.

Ο υποθετικός μας κύκλος συμπληρώνεται όταν τα σεμνά θηλυκά αυξηθούν τόσο πολύ ώστε να κυριαρχήσουν στον πληθυσμό. Τα επιπόλαια αρσενικά που περνούσαν τόσο όμορφα με τα εύκολα θηλυκά, αρχίζουν τώρα να αισθάνονται άσχημα. Τα θηλυκά, το ένα μετά το άλλο, επιμένουν στο παρατεταμένο και επίμονο φλερτ. Οι επιπόλαιοι τρέχουν από θηλυκό σε θηλυκό και επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία. Όταν όλα τα θηλυκά είναι σεμνά η τελική βαθμολογία για τους επιπόλαιους είναι μηδέν. Αν τώρα εμφανιστεί ένα και μόνο πιστό αρσενικό, θα είναι πολύ εύκολο να ζευγαρώσει με κάποιο σεμνό θηλυκό. Θα πάρει +2 βαθμούς, δηλαδή θα βρεθεί σε καλύτερη θέση από τους επιπόλαιους. Έτσι τα «πιστά» γονίδια θ’ αρχίσουν να αυξάνονται και ο κύκλος θα συμπληρωθεί.

Όπως και στην περίπτωση της επιθετικότητας, παρουσίασα τα πράγματα σαν να υπάρχει αδιάκοπη ταλάντωση. Όμως, όπως και εκεί, μπορεί να αποδειχθεί ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ταλάντωση. Το σύστημα θα συγκλίνει σε μια ευσταθή κατάσταση. Οι υπολογισμοί καταλήγουν στο συμπέρασμα πως ένας πληθυσμός είναι εξελικτικά σταθερός όταν τα 5/6 των θηλυκών είναι σεμνά και τα 5/8 των αρσενικών πιστά. Φυσικά, αυτό ισχύει για τις συγκεκριμένες αυθαίρετες τιμές που δώσαμε στην αρχή. Εντούτοις, είναι εύκολο να βρεθούν οι τιμές των σταθερών λόγων αν ξεκινήσουμε από οποιεσδήποτε άλλες αυθαίρετες παραδοχές.

Όπως και στις αναλύσεις του Maynard Smith, δεν πρέπει να φανταζόμαστε ότι υπάρχουν μόνο δύο διαφορετικά είδη συμπεριφοράς των αρσενικών και δύο των θηλυκών. Θα μπορούσε εξίσου να επιτευχθεί μια εξελικτικά σταθερή στρατηγική αν κάθε αρσενικό στα 5/8 του χρόνου του συμπεριφερόταν σαν πιστό και στο υπόλοιπο του χρόνου σαν επιπόλαιο, και κάθε θηλυκό στα 5/6 του χρόνου της ήταν σεμνή και στο 1/6 εύκολη. Όπως κι αν επιτευχθεί η ΕΣΣ, αυτό που σημαίνει είναι το εξής: Οποιαδήποτε τάση ατόμων του ενός φύλου να αποκλίνουν από την εκάστοτε σταθερή αναλογία τους θα τιμωρηθεί με την επακόλουθη αλλαγή στρατηγικής των ατόμων του αντίθετου φύλου, η οποία με τη σειρά της αποβαίνει εις βάρος του αρχικού εκτροπέα Συνεπώς η εξελικτικά σταθερή στρατηγική θα διατηρηθεί.

Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι είναι απολύτως δυνατό να εξελιχθεί ένας πληθυσμός αποτελούμενος κυρίως από σεμνά θηλυκά και πιστά αρσενικά. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται πως η στρατηγική της οικογενειακής ευδαιμονίας λειτουργεί πραγματικά προς όφελος των θηλυκών. Δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε για συνωμοσίες των σεμνών θηλυκών. Η σεμνότητα ανταμείβει πραγματικά τα εγωιστικά γονίδια ενός θηλυκού.

Τα θηλυκά μπορούν να εφαρμόσουν τη στρατηγική αυτού του τύπου με ποικίλους τρόπους. 'Εχω ήδη αναφέρει ότι ένα θηλυκό θα μπορούσε να αρνηθεί να ζευγαρώσει με ένα αρσενικό που δεν της έχτισε φωλιά, ή τουλάχιστον δεν τη βοήθησε για να τη χτίσει. Αυτό πραγματικά συμβαίνει σε πολλά μονογαμικά πουλιά που ζευγαρώνουν μόνο μετά το χτίσιμο της φωλιάς, με αποτέλεσμα τη στιγμή του ζευγαρώματος το αρσενικό να έχει επενδύσει στο παιδί πολύ περισσότερα από τα φτηνά σπερματοζωάριά του.

Η απαίτηση του θηλυκού να της χτίσει φωλιά ο μέλλων σύζυγος συνιστά αποτελεσματική δέσμευση του αρσενικού. Θεωρητικά, το ίδιο συμβαίνει σχεδόν με όλα όσα στοιχίζουν πολύ στο αρσενικό, έστω κι αν αυτά δεν ωφελούν το αγέννητο παιδί. Αν όλα τα θηλυκά ενός πληθυσμού ανάγκαζαν τα αρσενικά να κάνουν κάποιο δύσκολο και πολύ δαπανηρό κατόρθωμα, λόγου χάρη να σκοτώσουν ένα δράκοντα ή να αναρριχηθούν ως την κορυφή ενός βουνού πριν συγκατατεθούν να ζευγαρώσουν μαζί τους, θεωρητικά θα μείωναν την πιθανότητα να αποτολμήσουν τα αρσενικά να φύγουν μετά το ζευγάρωμα. Κάθε αρσενικό που θα έμπαινε στον πειρασμό να εγκαταλείψει τη σύντροφό του και να επιχειρήσει να διαδώσει τα γονίδιά του με κάποιο άλλο θηλυκό, θα αποθαρρυνόταν από τη σκέψη ότι θα αναγκαζόταν να σκοτώσει κι άλλον δράκοντα. Εντούτοις, στην πράξη, είναι απίθανο τα θηλυκά να επιβάλλουν τέτοιους αυθαίρετους άθλους στους μνηστήρες τους, λόγου χάρη να σκοτώσουν ένα δράκοντα ή να ψάξουν να βρουν το 'Αγιο Δισκοπότηρο. Ο λόγος είναι ότι ένα ανταγωνιστικό θηλυκό που θα επέβαλε ένα αρκετά επίπονο έργο αλλά περισσότερο ωφέλιμο γι’ αυτήν και τα παιδιά της, θα πλεονεκτούσε έναντι των ρομαντικότερων θηλυκών που θα απαιτούσαν κάποια χωρίς νόημα απόδειξη αγάπης. Το χτίσιμο μιας φωλιάς μπορεί να είναι λιγότερο ρομαντικό από την εξόντωση ενός δράκοντα ή το πέρασμα του Ελλησπόντου με κολύμβηση, είναι όμως πολύ περισσότερο ωφέλιμο. Ωφέλιμη είναι επίσης για το θηλυκό και η τακτική που ήδη αναφέραμε, δηλαδή της διατροφής του από το αρσενικό στο διάστημα των ερωτοτροπιών. Στα πουλιά, αυτό θεωρήθηκε πολλές φορές ως κάποιο είδος επιστροφής του θηλυκού στη νηπιακή του κατάσταση. Προκαλεί το αρσενικό κάνοντας μορφασμούς όμοιους με αυτούς που κάνει ένα μικρό πουλάκι. Υποθέτει ότι έτσι προσελκύει αυτόματα το αρσενικό, με τον ίδιο τρόπο που ένας άντρας θεωρεί ελκυστικό σε μια γυναίκα κάποιο μικρό ψεύδισμά της ή ένα σούφρωμα των χειλιών της. Είναι η περίοδος που το θηλυκό χρειάζεται όσο το δυνατόν περισσότερη τροφή, η οποία χρησιμεύει για να κατασκευάσει τα μεγάλα αυγά της. Η διατροφή του θηλυκού στο διάστημα του φλερτ αντιπροσωπεύει πιθανώς άμεση επένδυση του αρσενικού στα αυγά. Αυτό έχει αποτέλεσμα να μειώνεται η διαφορά μεταξύ των γονιών ως προς την αρχική επένδυσή τους στο νεογνό.

Το φαινόμενο της διατροφής στο διάστημα των ερωτοτροπιών παρουσιάζεται και σε μερικά έντομα και αράχνες. Εδώ μερικές φορές είναι προφανής μόνο μια εναλλακτική ερμηνεία. Όπως στην περίπτωση του εντόμου μάντις, επειδή το αρσενικό διατρέχει τον κίνδυνο να φαγωθεί από το πιο εύσωμο θηλυκό, καθετί που θα κάνει για να μειώσει την όρεξή της θα είναι προς το συμφέρον του. Υπάρχει κάτι το μακάβριο όταν λέμε ότι το άτυχο αρσενικό μάντις επενδύει στα παιδιά του. Το σώμα του χρησιμοποιείται ως τροφή η οποία βοηθά να κατασκευαστούν αυγά που θα χρησιμοποιηθούν μετά το θάνατό του από τα αποθηκευμένα σπερματοζωάριά του.

Ένα θηλυκό που εφαρμόζει τη στρατηγική της οικογενειακής ευδαιμονίας και εξετάζει προσεχτικά τα αρσενικά προσπαθώντας να διακρίνει από πριν ιδιότητες πίστης, διατρέχει τον κίνδυνο να εξαπατηθεί. Κάθε αρσενικό που μπορεί να προσποιηθεί τον τύπο ενός καλού και πιστού συντρόφου, ενώ στην πραγματικότητα υποκρύπτει μια ισχυρή τάση φυγής και απιστίας, θα βρισκόταν σε πολύ πλεονεκτική θέση. Εφόσον υπάρχει πιθανότητα οι εγκαταλελειμμένες πρώην σύζυγοι να αναθρέψουν μερικά από τα παιδιά του, ο υποκριτής καταφέρνει να περάσει περισσότερα γονίδια από τον ανταγωνιστικό τίμιο σύζυγο και πατέρα. Έτσι τα γονίδια για αποτελεσματική εξαπάτηση των θηλυκών από τα αρσενικά θα τείνουν να αυξηθούν αριθμητικά στη γονιδιακή δεξαμενή.

Αντίστροφα, η φυσική επιλογή θα τείνει να ευνοήσει τα θηλυκά που απέκτησαν την ικανότητα να διακρίνουν τέτοιες απάτες. 'Ενας τρόπος που χρησιμοποιούν συνίσταται στο να είναι ανένδοτες όταν τις φλερτάρει κάποιο αρσενικό, αλλά σε όλες τις επόμενες περιόδους αναπαραγωγής να είναι έτοιμες να δεχθούν αμέσως τις ερωτικές προτάσεις του συντρόφου τους του προηγούμενου έτους. Αυτό θα τιμωρήσει αυτόματα τα νεαρά αρσενικά που εισέρχονται στην πρώτη περίοδο αναπαραγωγής τους, είτε είναι άπιστα είτε όχι. Τα παιδιά των αφελών θηλυκών του πρώτου αναπαραγωγικού χρόνου τους τείνουν να έχουν μεγαλύτερο ποσοστό γονιδίων από πατέρες απατεώνες, αλλά οι πιστοί πατέρες έχουν πλεονεκτήματα από το δεύτερο και τα επόμενα αναπαραγωγικά χρόνια μιας μητέρας, επειδή δεν χρειάζεται να προσφύγουν στις ίδιες παρατεταμένες ερωτοτροπίες, δαπανηρές σε ενέργεια και χρόνο. Αν η πλειονότητα των ατόμων ενός πληθυσμού είναι τα παιδιά έμπειρων και όχι αφελών μητέρων (μια λογική παραδοχή για κάθε μακρόβιο είδος), τα γονίδια για τίμια και καλή πατρότητα θα επικρατήσουν στη γονιδιακή δεξαμενή.

Χάριν ευκολίας, υπέθεσα ότι το αρσενικό είναι απόλυτα τίμιο ή εντελώς δόλιο άτομο. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανότερο όλα τα αρσενικά ή, καλύτερα, όλα τα άτομα να είναι λιγάκι απατεώνες, εφόσον είναι προγραμματισμένα να επωφελούνται τις ευκαιρίες για να εκμεταλλευτούν τους συντρόφους τους. Η φυσική επιλογή οξύνοντας την ικανότητα κάθε συντρόφου να αποκαλύπτει την ανεντιμότητα του άλλου, κράτησε σε χαμηλά επίπεδα τη μεγάλης κλίμακας εξαπάτηση. Επειδή από την ανεντιμότητα τα αρσενικά έχουν να κερδίσουν περισσότερα από τα θηλυκά, πρέπει να περιμένουμε ότι τα αρσενικά, ακόμα και σε εκείνα τα είδη που δείχνουν σημαντικό γονικό αλτρουισμό, θα τείνουν να προσφέρουν κάτι λιγότερο από τα θηλυκά και θα είναι προθυμότερα να εγκαταλείψουν. Αυτό αποτελεί ασφαλώς γενικό κανόνα για τα πτηνά και τα θηλαστικά.

Εντούτοις, υπάρχουν είδη στα οποία το αρσενικό προσφέρει πραγματικά περισσότερο έργο από το θηλυκό στη φροντίδα των παιδιών. Αυτές οι περιπτώσεις πατρικής αφοσίωσης είναι εξαιρετικά σπάνιες στα πτηνά και τα θηλαστικά, αλλά συνηθέστατες στα ψάρια. Γιατί; Αυτό αποτελεί πρόκληση για τη θεωρία του εγωιστικού γονιδίου η οποία με προβλημάτισε για πολύ καιρό. Η T.R. Carlisle μου υπέδειξε πρόσφατα μια έξυπνη λύση, χρησιμοποιώντας ως εξής την ιδέα του Trivers που αναφέραμε παραπάνω:

Πολλά ψάρια δεν ζευγαρώνουν αλλά απλώς «ξερνούν» στο νερό τα γεννητικά τους κύτταρα. Η γονιμοποίηση πραγματοποιείται στο ελεύθερο νερό και όχι μέσα στο σώμα του θηλυκού. Πιθανώς αυτή να ήταν η αρχική μορφή της φυλετικής αναπαραγωγής. Από την άλλη μεριά, θα θηλαστικά και τα ερπετά, δεν μπορούν να εφαρμόσουν αυτού του είδους εξωτερική γονιμοποίηση επειδή τα γεννητικά κύτταρά τους είναι πολύ ευαίσθητα σε ξηρό περιβάλλον. Οι γαμέτες του ενός φύλου – τα ευκίνητα σπερματοζωάρια του αρσενικού – εισάγονται στο υγρό εσωτερικό περιβάλλον ενός ατόμου του άλλου φύλου, του θηλυκού. Αυτά είναι απλώς γεγονότα. Τώρα έρχεται η ιδέα. Μετά το ζευγάρωμα, το θηλυκό που ζει στην ξηρά αφήνεται μόνο, έχοντας φυσική σύνδεση με το έμβρυο. Το έμβρυο βρίσκεται μέσα στο σώμα του θηλυκού. Ακόμη κι αν γεννήσει σχεδόν αμέσως το γονιμοποιημένο αυγό, το αρσενικό διαθέτει χρόνο να εξαφανιστεί επιβάλλοντας στο θηλυκό τον «σκληρό σύνδεσμο» του Trivers. Αναπόφευκτα, το αρσενικό έχει την ευκαιρία να πάρει πρώτο την απόφαση της εγκατάλειψης αφαιρώντας από το θηλυκό τη δυνατότητα επιλογής, δηλαδή την εξαναγκάζει να αποφασίσει ή να το κρατήσει και να το μεγαλώσει ή να το εγκαταλείψει σε βέβαιο θάνατο. Συνεπώς η μητρική φροντίδα στα ζώα της ξηράς είναι περισσότερο διαδεδομένη από την πατρική.

Όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά για τα ψάρια και τα άλλα υδρόβια ζώα. Εφόσον το αρσενικό δεν εισάγει τα σπερματοζωάριά του στο σώμα του θηλυκού, δεν έχει νόημα να μιλάμε για θηλυκό που «έμεινε έγκυο». Ο καθένας θα μπορούσε να φύγει γρήγορα πρώτος, αφήνοντας στον άλλον τα πρόσφατα γονιμοποιημένα αυγά. Συνήθως όμως το θηλυκό έχει έναν πρόσθετο λόγο να φεύγει πριν το αρσενικό. Φαίνεται πιθανό πως από κάποια εξελικτική μάχη αποφασίστηκε ποιος θα εκβάλλει πρώτος τους γαμέτες του. Αυτός που σπέρνει πρώτος έχει το πλεονέκτημα να αφήνει στον άλλο να φυλάξει τα νεοσχηματισμένα έμβρυα. Από την άλλη μεριά, εκείνος που αποθέτει πρώτος το γόνο του, διατρέχει τον κίνδυνο ο μελλοντικός σύντροφός του να μην κάνει το ίδιο αμέσως μετά. Σ’ αυτή την περίπτωση, το αρσενικό βρίσκεται σε μειονεκτική θέση και μόνο επειδή τα σπερματοζωάρια είναι ελαφρύτερα και έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες από τα ωάρια να σκορπίσουν. Αν το θηλυκό αποθέσει το γόνο του πολύ νωρίς, δηλαδή πριν είναι έτοιμο το αρσενικό, αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία γιατί τα ωάρια, όντας σχετικά μεγάλα και βαριά, είναι πιθανό να παραμείνουν ως συνεκτική μάζα για αρκετό χρόνο. Συνεπώς το θηλυκό μπορεί να αναλάβει τον «κίνδυνο» να εναποθέσει πρώτο τα αυγά του. Το αρσενικό δεν τολμά να αναλάβει αυτόν τον κίνδυνο επειδή αν εναπέθετε πολύ νωρίς τα σπερματοζωάριά του, θα σκόρπιζαν πριν επέμβει το θηλυκό, που δεν θα ωοτοκούσε πλέον γιατί δεν θα είχε κανένα λόγο να το κάνει. Το αρσενικό, εξαιτίας του προβλήματος του διασκορπισμού, πρέπει να περιμένει την ωοτοκία του θηλυκού και κατόπιν να εναποθέσει το γόνο του στα αυγά. Όμως αυτή έχει στη διάθεσή της τώρα πολύτιμα δευτερόλεπτα για να εξαφανιστεί, αφήνοντας στο αρσενικό τα αυγά και βάζοντάς τον στο δίλημμα του Trivers. Έτσι αυτή η θεωρία εξηγεί καθαρά γιατί η πατρική φροντίδα είναι διαδεδομένη στο νερό και σπάνια στην ξηρά.

Ας αφήσουμε τώρα τα ψάρια κι ας επιστρέψουμε στην άλλη βασική στρατηγική των θηλυκών, τη στρατηγική του «μοναδικού, δυνατού άνδρα». Στα είδη που έχουν υιοθετήσει αυτή την πολιτική, τα θηλυκά παραιτούνται από τη βοήθεια του πατέρα των παιδιών τους και ενδιαφέρονται αποκλειστικά για καλά γονίδια. Για μια φορά ακόμη, χρησιμοποιούν το όπλο τους να συγκρατούνται στο ζευγάρωμα. Αρνούνται κατά κανόνα να ζευγαρώσουν με ένα τυχαίο αρσενικό, αλλά προκειμένου να ζευγαρώσουν είναι φοβερά προσεχτικές στην επιλογή του αρσενικού.

Αναμφίβολα, μερικά αρσενικά έχουν περισσότερα καλά γονίδια από άλλα: γονίδια που θα ευνοούσαν τις προοπτικές επιβίωσης των παιδιών τους. Αν κατά κάποιον τρόπο το θηλυκό μπορούσε να διακρίνει αυτά τα καλά γονίδια με τη βοήθεια εξωτερικών ορατών στοιχείων, θα ωφελούσε τα δικά της αν τα ανακάτευε με καλά πατρικά γονίδια. Χρησιμοποιώντας την παρομοίωση του πληρώματος των κωπηλατών, το θηλυκό μπορεί να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες να χαθούν τα γονίδιά της λόγω κακής παρέας. Θα προσπαθήσει να επιλέξει καλούς κωπηλάτες για να συντροφεύσουν τα γονίδιά της.

Είναι πιθανό ότι τα περισσότερα θηλυκά συμφωνούν μεταξύ τους ως προς ποια είναι τα καλύτερα αρσενικά επειδή όλα τα θηλυκά έχουν την ίδια πληροφόρηση. Συνεπώς αυτά τα λίγα τυχερά αρσενικά θα αναλάβουν το μεγαλύτερο μέρος της αναπαραγωγής. Κι αυτό το κάνουν πολύ εύκολα γιατί το μόνο που πρέπει να δώσουν σε κάθε θηλυκό είναι μερικά φτηνά σπερματοζωάρια.

Ενδεχομένως αυτό συνέβη στις λεόντειες φώκιες και στα παραδείσια πουλιά. Τα θηλυκά επιτρέπουν μόνο σε λίγα αρσενικά να εφαρμόσουν την ιδανική στρατηγική της εγωιστικής εκμετάλλευσης. Βέβαια, την εποφθαλμιούν όλα τα αρσενικά, αλλά μόνο τα καλύτερα εξασφαλίζουν αυτή την πολυτέλεια.

Τι πρέπει να αναζητήσει το θηλυκό που προσπαθεί να διαλέξει καλά γονίδια για να τα συνδυάσει με τα δικά της; 'Ενα από τα πράγματα που θέλει, είναι ενδείξεις ικανότητας επιβίωσης. Προφανώς, κάθε υποψήφιος σύντροφος που τη φλερτάρει έχει αποδείξει την ικανότητά του να επιβιώσει, τουλάχιστον ως την εφηβεία, αλλά δεν έχει αποδείξει υποχρεωτικά ότι μπορεί να επιβιώσει περισσότερο. Μια πολύ καλή πολιτική για ένα θηλυκό θα ήταν να ψάξει για ηλικιωμένα αρσενικά. 'Οποια κι αν είναι τα μειονεκτήματά τους, τουλάχιστον έχουν αποδείξει ότι μπορούν να επιβιώσουν, και το θηλυκό επιθυμεί να συνδυάσει τα γονίδιά του με γονίδια «για μακροβιότητα».

Εντούτοις, τίποτε δεν εγγυάται ότι τα παιδιά της όχι μόνο θα ζήσουν πολλά χρόνια αλλά και θα της δώσουν και πολλά εγγόνια. Η μακροβιότητα δεν είναι εκ πρώτης όψεως ένδειξη σεξουαλικής σφριγηλότητας του αρσενικού. Πραγματικά, ένα αρσενικό που έζησε πολλά χρόνια μπορεί να έχει επιβιώσει επειδή δεν ανέλαβε τους κινδύνους να αναπαραχθεί. Ένα θηλυκό που διαλέγει ένα ηλικιωμένο αρσενικό δεν θα έχει υποχρεωτικά περισσότερους απογόνους από ένα ανταγωνιστικό θηλυκό που διαλέγει ένα νεαρό σύντροφο ο οποίος δίνει κάποιες άλλες ενδείξεις καλών γονιδίων.

Ποιες άλλες ενδείξεις; Υπάρχουν πολλές δυνατότητες. Πιθανώς οι δυνατοί μύες ως ένδειξη ικανότητας στη συλλογή τροφής, ίσως τα μακριά πόδια ως ένδειξη ικανότητας διαφυγής από τους εχθρούς. Ένα θηλυκό θα ωφελήσει τα γονίδιά της αν τα συσχετίσει με τέτοια χαρακτηριστικά γιατί θα ωφεληθούν οι γιοι και οι θυγατέρες της. Πρώτα λοιπόν πρέπει να φανταστούμε ότι τα θηλυκά διαλέγουν αρσενικά με βάση απολύτως αυθεντικές ετικέτες ή ενδεικτικά καλών υποκείμενων γονιδίων. Όμως εδώ υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο που το είχε αντιληφθεί ο Δαρβίνος και το διατύπωσε με σαφήνεια ο Fisher. Σε μια κοινωνία όπου τα αρσενικά ανταγωνίζονται μεταξύ τους για να προτιμηθούν από τα θηλυκά ως σφριγηλά, ένα από τα καλύτερα πράγματα που θα μπορούσε να κάνει η μητέρα για τα γονίδιά της είναι να γεννήσει ένα γιο, ο οποίος με τη σειρά του να είναι ελκυστικά σφριγηλός. Αν μπορεί να εξασφαλίσει ώστε ο γιος της να είναι ένας από τους λίγους ευτυχείς αρσενικούς που κάνουν τα περισσότερα ζευγαρώματα όταν ενηλικιωθούν, ασφαλώς θα αποκτήσει πολλά εγγόνια. Εξαιτίας αυτού, μια από τις πλέον επιθυμητές ιδιότητες των αρσενικών στα μάτια των θηλυκών είναι απλούστατα η ίδια η σεξουαλική ελκυστικότητα.

Ένα θηλυκό που ζευγαρώνει με κάποιο υπερελκυστικό σφριγηλό αρσενικό έχει πολλές πιθανότητες να κάνει γιους οι οποίοι θα είναι ελκυστικοί στα θηλυκά της επόμενης γενεάς και θα της κάνουν πολλά εγγόνια. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι αρχικά τα θηλυκά επέλεγαν τα αρσενικά με βάση προφανώς χρήσιμες ιδιότητες, όπως οι δυνατοί μύες, αλλά αργότερα, όταν αυτές οι ιδιότητες έγιναν ευρύτατα αποδεκτές ως ελκυστικές από τα θηλυκά ενός είδους, η φυσική επιλογή θα συνέχιζε να τις ευνοεί απλώς επειδή ήταν ελκυστικές.

Υπερβολικά χαρακτηριστικά, όπως οι ουρές των αρσενικών παραδείσιων πουλιών, μπορεί λοιπόν να εξελίχθηκαν από κάποιο είδος ασταθούς παροδικής διαδικασίας. Αρχικά, μια ουρά λίγο μακρύτερη από τις συνηθισμένες μπορεί να επιλέχθηκε από τα θηλυκά ως επιθυμητή ιδιότητα, ίσως γιατί μαρτυρούσε σωστή και υγιή κατασκευή. Η μικρή ουρά ενός αρσενικού θα μπορούσε να υποδεικνύει την έλλειψη κάποιας βιταμίνης – ένδειξη μικρής ικανότητας στην απόκτηση τροφής.

Ή, πιθανώς, τα αρσενικά με κοντή ουρά να μην έτρεχαν αρκετά γρήγορα όταν τα κυνηγούσαν οι εχθροί τους κι έτσι τους έφαγαν τις ουρές. Σημειώστε ότι δεν μας ενδιαφέρει αν η κοντή ουρά κληρονομήθηκε γενετικά, αλλά μόνο ότι χρησίμευε ως δείκτης κάποιας γενετικής κατωτερότητας. Εν πάση περιπτώσει, όποιος και να είναι ο λόγος, ας υποθέσουμε ότι τα θηλυκά των αρχέγονων παραδείσιων πουλιών προτιμούσαν αρσενικά με ουρές μακρύτερες του μέσου όρου. Με την προϋπόθεση ότι υπήρχε κάποια γενετική συνεισφορά στη φυσική ποικιλία αρσενικών με μακριά ουρά, αυτό με τον καιρό θα είχε συνέπεια την αύξηση του μήκους της ουράς των αρσενικών στον πληθυσμό. Τα θηλυκά ακολουθούσαν έναν απλό κανόνα: «Κοίταξε όλα τα αρσενικά γύρω σου και πήγαινε με όποιο έχει τη μακρύτερη ουρά». Κάθε θηλυκό που παραβίαζε αυτόν τον κανόνα θα τιμωρούνταν ακόμη και όταν οι ουρές έγιναν τόσο μακριές ώστε στην πραγματικότητα να αποτελούν εμπόδιο για τους κατόχους τους. Κι αυτό, επειδή όσοι από τους γιους της είχαν κοντές ουρές θα είχαν επίσης ελάχιστες πιθανότητες να θεωρηθούν ελκυστικοί ώστε να ζευγαρώσουν.

Όπως με τη μόδα των γυναικείων ενδυμάτων ή με τα μοντέλα των αμερικανικών αυτοκινήτων, η τάση για μακριές ουρές επιβλήθηκε και συνεχίστηκε. Σταμάτησε μόνον όταν οι ουρές έγιναν τόσο υπερβολικά μακριές ώστε τα μειονεκτήματά τους να ξεπερνούν το πλεονέκτημα της σεξουαλικής ελκυστικότητας.

Αυτή η θεωρία δύσκολα γίνεται αποδεκτή, αποτέλεσε μάλιστα αντικείμενο κριτικής αφότου την πρωτοδιατύπωσε ο Δαρβίνος με το όνομα σεξουαλική επιλογή. 'Ενας απ’ όσους δεν την αποδέχονται είναι ο A. Zahavi, τη θεωρία του οποίου «Αλεπού, αλεπού…» την έχουμε ήδη αναφέρει. Ως εναλλακτική εξήγηση προτείνει τη δική του εξοργιστικά αντίθετη «αρχή του μειονεκτήματος». Επισημαίνει πως το γεγονός ότι τα θηλυκά προσπαθούν να διαλέξουν καλά γονίδια από τον πληθυσμό από τον πληθυσμό των αρσενικών ανοίγει το δρόμο στα αρσενικά να εξαπατούν. Οι δυνατοί μύες μπορεί να είναι αυθεντικά καλή ιδιότητα ώστε να τη διαλέξει ένα θηλυκό, αλλά κατόπιν τι θα εμπόδιζε τα αρσενικά να αναπτύξουν εικονικούς μύες χωρίς πραγματικό αντίκρισμα; Αν στο αρσενικό κοστίζει λιγότερο να αναπτύξει ψεύτικους μύες παρά αληθινούς, η σεξουαλική επιλογή θα ευνοούσε τα γονίδια για την ανάπτυξη ψεύτικων μυών. Αυτό όμως δεν θ’ αργούσε να οδηγήσει στην αντίθετη επιλογή, στην εξέλιξη θηλυκών ικανών να διακρίνουν αυτή την απάτη. Η βασική πρόταση του Zahavi είναι ότι η ψεύτικη σεξουαλική διαφήμιση τελικά θα γίνει αντιληπτή από τα θηλυκά. Το συμπέρασμά του είναι ότι πραγματικά επιτυχημένα αρσενικά θα είναι όσα δεν κάνουν ψεύτικες διαφημίσεις αλλά αποδεικνύουν χειροπιαστά ότι δεν εξαπατούν. Στην περίπτωση π.χ. των δυνατών μυών, τα αρσενικά που απλώς δίνουν οπτική εντύπωση ισχυρών μυών, γρήγορα θα ξεσκεπαστούν από τα θηλυκά. Όμως ένα αρσενικό που αποδεικνύει έμπρακτα, όπως με την άρση βαρών ή με άλλες εντυπωσιακές επιδείξεις, ότι έχει δυνατούς μυς, θα πετύχει να πείσει τα θηλυκά. Με άλλα λόγια, ο Zahavi, πιστεύει ότι το σφριγηλό αρσενικό όχι μόνο πρέπει να φαίνεται πως είναι «καλής ποιότητας» αλλά και να είναι πραγματικά, γιατί αλλιώς τα δύσπιστα θηλυκά δεν θα παραδέχονταν ότι είναι τέτοιο. Συνεπώς θα εξελιχθούν οι επιδείξεις που μόνο ένα αυθεντικά σφριγηλό αρσενικό είναι ικανό να τις εκτελέσει.

Ως εδώ τα πράγματα πάνε καλά. Τώρα όμως αρχίζει το τμήμα της θεωρίας του Zahavi που πραγματικά είναι αχώνευτο. Ισχυρίζεται ότι οι ουρές των παραδείσιων πουλιών και των παγωνιών, τα τεράστια κέρατα του ελαφιού και άλλα χαρακτηριστικά σεξουαλικής επιλογής, που ανέκαθεν φαίνονταν παράδοξα επειδή αποτελούσαν εμπόδια για τους κατόχους τους, εξελίχθηκαν ακριβώς επειδή ήταν εμπόδια. Ένα αρσενικό πουλί με μεγάλη δυσκίνητη ουρά δείχνει στα θηλυκά ότι ο κάτοχός της έχει τόσο σφρίγος ώστε μπορεί να επιβιώνει παρά το γεγονός ότι η ουρά του τον δυσκολεύει. Φανταστείτε μια γυναίκα που παρακολουθεί έναν αγώνα δρόμου δύο ανδρών. Αν τερματίσουν ταυτόχρονα αλλά ο ένας ήταν φορτωμένος εκουσίως με ένα τσουβάλι κάρβουνα, η γυναίκα εύλογα θα συμπεράνει ότι ο ταχύτερος δρομέας είναι αυτός με το φορτίο.

Εγώ δεν πιστεύω σ’ αυτή τη θεωρία, μολονότι δεν είμαι τόσο σίγουρος για τις αντιρρήσεις μου όσο ήμουν όταν την άκουσα για πρώτη φορά. Τότε, επεσήμανα πως το λογικό συμπέρασμα θα ήταν η εξέλιξη μονόφθαλμων και κουτσών αρσενικών. Ο Zahavi, που κατάγεται από το Ισραήλ, είχε έτοιμη την απάντηση : «Μερικοί από τους καλύτερους στρατηγούς μας είναι μονόφθαλμοι !» [Υπονοούσε τον Νταγιάν που διακρίθηκε στον Αραβο-Ισραηλινό Πόλεμο των 'Εξι Ημερών το 1967]. Οπωσδήποτε, παραμένει το πρόβλημα ότι η θεωρία των μειονεκτημάτων φαίνεται να εμπεριέχει κάποια αντίφαση. Αν το μειονέκτημα είναι γνήσιο (και η θεωρία προϋποθέτει ότι είναι), τότε θα επιβαρύνει τον απόγονο τουλάχιστον όσο θα τον ωφελήσει σε ελκυστικότητα απέναντι των θηλυκών. Πάντως είναι σημαντικό ότι το μειονέκτημα δεν πρέπει να περάσει στις θυγατέρες.

Αν μεταφράζαμε τη θεωρία των μειονεκτημάτων στη γλώσσα των γονιδίων, θα τη διατυπώναμε κάπως έτσι: Ένα γονίδιο που κάνει τα αρσενικά να εμφανίσουν ένα πρόσκομμα, όπως μια μακριά ουρά, γίνεται πολυάριθμο στη γονιδιακή δεξαμενή επειδή τα θηλυκά διαλέγουν αρσενικά με μειονεκτήματα. Κι αυτό γίνεται επειδή τα γονίδια που κάνουν τα θηλυκά να διαλέγουν ελαττωματικά αρσενικά γίνονται και αυτά πολυάριθμα στη γονιδιακή δεξαμενή, κι αυτό με τη σειρά του οφείλεται στο ότι τα θηλυκά που προτιμούν τα μειονεκτικά αρσενικά διαλέγουν αυτόματα άτομα με καλά γονίδια ως προς άλλα χαρακτηριστικά, αφού αυτά τα αρσενικά επιβίωσαν παρά το συγκεκριμένο μειονέκτημά τους. Αυτά τα άλλα «καλά» γονίδια θα ωφελήσουν τα σώματα των παιδιών που θα γεννηθούν, τα οποία θα επιβιώσουν και θα διαδώσουν τα γονίδια για το μειονέκτημα αλλά και τα γονίδια για την εκλογή των μειονεκτούντων αρσενικών. Με την προϋπόθεση ότι τα γονίδια στα οποία οφείλεται το ίδιο το μειονέκτημα ασκούν την επίδρασή τους μόνο στα αρσενικά παιδιά, όπως ακριβώς τα γονίδια στα οποία οφείλεται η σεξουαλική προτίμηση προς το ελάττωμα επηρεάζουν μόνο τα θηλυκά παιδιά, η θεωρία μπορεί να λειτουργήσει. Όμως, όσο η θεωρία παραμένει διατυπωμένη μόνο με λόγια, δεν είμαστε σίγουροι αν πραγματικά λειτουργεί ό όχι.

Ο καλύτερος τρόπος να αντιληφθούμε την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας θεωρίας είναι αν διατυπωνόταν με τη μορφή μαθηματικού μοντέλου. Όμως, ως τώρα, οι μαθηματικοί γενετιστές (ανάμεσά τους και ο Maynard Smith) που επιχείρησαν να διατυπώσουν την αρχή των μειονεκτημάτων με τη μορφή λειτουργικού μοντέλου, απέτυχαν. Κι αυτό είτε γιατί δεν υπάρχει τέτοιο μοντέλο είτε γιατί οι γενετιστές δεν έχουν αρκετή φαντασία. Γνώμη μου είναι πως συμβαίνει το πρώτο.

Αν ένα αρσενικό μπορεί να αποδείξει την ανωτερότητά του απέναντι των ομοίων του με κάποιον άλλο τρόπο διαφορετικό από την εκούσια επίδειξη των μειονεκτημάτων του, ουδείς αμφιβάλλει ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα μεγάλωνε τη γενετική επιτυχία του. Οι αρσενικές φώκιες, λόγου χάρη, κερδίζουν και επιβάλλονται στα χαρέμια τους όχι γιατί είναι αισθητικά ελκυστικές στα θηλυκά αλλά με την απλή μέθοδο να ξυλοφορτώνουν κάθε αρσενικό που επιχειρεί να εισχωρήσει στο χαρέμι. Σ’ αυτούς τους αγώνες οι κάτοχοι χαρεμιών κατά κανόνα νικούν τους υποψήφιους διεκδικητές, προφανώς επειδή η παλικαριά τους είναι η αιτία που διαθέτουν χαρέμι. Οι διεκδικητές συνήθως χάνουν επειδή δεν είναι ικανοί να νικήσουν, αλλιώς θα το είχαν κάνει από πριν ! Κάθε θηλυκό που ζευγαρώνει μόνο με κάτοχο χαρεμιού συνδυάζει τα γονίδιά του με τα γονίδια ενός αρσενικού που είναι αρκετά δυνατός ώστε να αντιμετωπίζει τις αλλεπάλληλες προκλήσεις στις οποίες προβαίνουν οι πολλοί μοναχικοί, απελπισμένοι αρσενικοί. Με λίγη τύχη, οι γιοι της θα κληρονομήσουν την ικανότητα του πατέρα τους να διατηρούν χαρέμι. Στην πράξη, η θηλυκή φώκια δεν έχει πολλές δυνατότητες επιλογής γιατί ο κάτοχος του χαρεμιού την ξυλοφορτώνει αν επιχειρήσει να ξεστρατίσει. Εντούτοις, παραμένει το αξίωμα ότι όσα θηλυκά διαλέγουν να ζευγαρώσουν με αρσενικά που νικούν στους αγώνες, ωφελούν τα γονίδιά τους μ’ αυτή την επιλογή. Όπως είδαμε, υπάρχουν παραδείγματα θηλυκών που προτιμούν να ζευγαρώνουν με αρσενικά τα οποία κατέχουν επικράτειες και με άτομα που έχουν υψηλή θέση στην κοινωνική ιεραρχία.

Συνοψίζοντας όσα είπαμε σ’ αυτό το κεφάλαιο, τα διάφορα συστήματα αναπαραγωγής που εφαρμόζουν τα ζώα (μονογαμία, ελεύθερη πολυγαμία, χαρέμια κ.ά.) μπορεί να κατανοηθούν με βάση τη σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα σε αρσενικά και θηλυκά. Τα άτομα και των δύο φύλων στο διάστημα της ζωής τους «θέλουν» να μεγιστοποιήσουν την ολική αναπαραγωγική από δοσή τους. Εξαιτίας της θεμελιώδους διαφοράς στο μέγεθος και τον αριθμό των σπερματοζωαρίων και ωαρίων, τα αρσενικά εν γένει αποκλίνουν προς την ελεύθερη πολυγαμία και στερούνται πατρικής στοργής. Τα θηλυκά διαθέτουν δύο κύρια αντίμετρα, που τα ονόμασα στρατηγικές της αναζήτησης του «μοναδικού, δυνατού άνδρα» και της «οικογενειακής ευδαιμονίας». Οι οικολογικές συνθήκες ενός είδους θα καθορίσουν αν τα θηλυκά θα αποκλίνουν προς το ένα ή το άλλο αντίμετρο, και θα προσδιορίσουν επίσης τον τρόπο που θα αντιδράσουν τα αρσενικά. Στην πράξη βρίσκουμε όλους τους ενδιάμεσους τύπους μεταξύ των δύο στρατηγικών, και, όπως είδαμε, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο πατέρας φροντίζει τα παιδιά πολύ περισσότερο απ’ ότι η μητέρα.

Το βιβλίο μου δεν ασχολείται με τις λεπτομέρειες καθενός συγκεκριμένου ζωικού είδους, κι έτσι δεν θα μιλήσω για τα αίτια που προδιαθέτουν ένα είδος να ακολουθήσει το ένα ή το άλλο σύστημα αναπαραγωγής. Εξετάζω μόνο τις συνήθως παρατηρούμενες διαφορές ανάμεσα στα αρσενικά και στα θηλυκά εν γένει, κι υποδεικνύω τον τρόπο που μπορεί να εξηγηθούν. Συνεπώς δεν ασχολούμαι ιδιαίτερα με τα είδη όπου οι διαφορές των φύλων είναι μικρές και οι οποίες γενικά είναι οι διαφορές εξαιτίας των οποίων τα θηλυκά προτιμούν τη στρατηγική της οικογενειακής ευδαιμονίας.

Εν πρώτοις υπάρχει η τάση τα μεν αρσενικά να εμφανίζουν σεξουαλική ελκυστικότητα, φανταχτερά χρώματα, τα δε θηλυκά να είναι πιο άτονα. Τα άτομα και των δύο φύλων θέλουν να αποφύγουν να κατασπαραχθούν από τους εχθρούς τους, πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποια εξελικτική πίεση και στα δύο φύλα για άτονους χρωματισμούς. Τα ζωηρά χρώματα προσελκύουν και τους εχθρούς και τους σεξουαλικούς συντρόφους. Με γονιδιακή ορολογία, αυτό σημαίνει ότι τα γονίδια για ζωηρά χρώματα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να καταλήξουν στο στομάχι των εχθρών απ’ όσες τα γονίδια με μουντά χρώματα. Από την άλλη μεριά, τα γονίδια για άτονα έχουν μικρότερες πιθανότητες να βρεθούν στην επόμενη γενεά συγκριτικά με τα γονίδια για έντονα χρώματα, γιατί τα άχαρα άτομα δύσκολα προσελκύουν σεξουαλικό σύντροφο. Υπάρχουν επομένως δύο αντίθετες πιέσεις επιλογής : των εχθρών, που τείνουν να εξαφανίσουν από τη γονιδιακή δεξαμενή τα γονίδια για άτονα χρώματα. Όμως, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, οι αποδοτικές μηχανές επιβίωσης μπορεί να θεωρηθούν συγκερασμός των δύο αντικρουόμενων επιλεκτικών πιέσεων. Εδώ μας ενδιαφέρει το ότι ο βέλτιστος συγκερασμός είναι διαφορετικός σε αρσενικά και σε θηλυκά. Φυσικά, αυτό συμβιβάζεται πλήρως με την άποψή μας ότι τα αρσενικά είναι παίκτες υψηλού κινδύνου και μεγάλου κέρδους. Επειδή το αρσενικό παράγει πολλά εκατομμύρια σπερματοζωάρια για κάθε ωάριο που παράγει ένα θηλυκό, τα σπερματοζωάρια θα είναι σαφώς πολυαριθμότερα από τα ωάρια. Συνεπώς, κάθε δεδομένο ωάριο έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να γονιμοποιηθεί απ’ όσες ένα συγκεκριμένο σπερματοζωάριο να γονιμοποιήσει. Τα ωάρια είναι σπανιότερα, άρα το θηλυκό δεν έχει ανάγκη να είναι τόσο ελκυστικό σεξουαλικά όσο το αρσενικό για να εξασφαλίσει τη γονιμοποίηση των αυγών του. Ένα αρσενικό είναι απόλυτα ικανό να γίνει πατέρας όλων των παιδιών που θα γεννηθούν σ’ ένα μεγάλο πληθυσμό θηλυκών. Ακόμη και στην περίπτωση που ένα αρσενικό έχει σύντομη ζωή, επειδή η εντυπωσιακή ουρά του προσελκύει εχθρούς ή μπερδεύεται στους θάμνους, μπορεί να γίνει πατέρας πολλών παιδιών πριν πεθάνει. Ένα μη ελκυστικό άχαρο αρσενικό μπορεί να ζήσει πολύ, ακόμη όσο κι ένα θηλυκό, έχει όμως μικρές πιθανότητες να αποκτήσει πολλά παιδιά και τα γονίδιά του δεν θα περάσουν. Ποιο θα είναι λοιπόν το όφελος ενός αρσενικού αν κερδίσει τον κόσμο όλο και χάσει τα αθάνατα γονίδιά του ;

Μια άλλη συνηθισμένη διαφορά είναι ότι τα θηλυκά είναι πιο λεπτολόγα από τα αρσενικά όταν πρόκειται να αποφασίσουν με ποιον θα ζευγαρώσουν. 'Ενας λόγος της προσεχτικής εξέτασης και από τα δύο φύλλα είναι η ανάγκη να αποφύγουν να ζευγαρώσουν με μέλη άλλου είδους. Οι υβριδισμοί είναι άσχημοι για πολλούς λόγους. Μερικές φορές, όπως στην περίπτωση ανθρώπου που συνευρίσκεται με πρόβατο, η συνουσία δεν οδηγεί στο σχηματισμό εμβρύου, οπότε δεν χάνονται πολλά πράγματα. Όταν όμως διασταυρώνονται συγγενικότερα είδη, λόγου χάρη άλογα και γάϊδαροι, η ζημιά (τουλάχιστον από τη μεριά του θηλυκού) μπορεί να είναι σημαντική. Είναι πιθανό να σχηματισθεί ένα έμβρυο μουλαριού που γεμίζει την κοιλιά της επί 11 μήνες. Το υβρίδιο απορροφά μεγάλη ποσότητα από την ολική γονική επένδυση όχι μόνο με τη μορφή τροφής, που τη δέχεται διαμέσου του πλακούντα, και αργότερα με τη μορφή γάλακτος, αλλά κυρίως με τη μορφή του χρόνου, τον οποίο θα μπορούσε να τον ξοδέψει για να μεγαλώσει άλλα παιδιά. Κατόπιν, όταν ο ημίονος φτάσει στην εφηβεία, αποδεικνύεται στείρος. Αυτό οφείλεται πιθανώς στο ότι ενώ τα χρωμοσώματα το αλόγου και το γαϊδάρου είναι αρκετά όμοια ώστε να συνεργαστούν και να οικοδομηθούν ένα αρκετά δυνατό σώμα ημιόνου, δεν είναι τόσο όμοια ώστε να λειτουργήσουν σωστά κατά τη μείωση. Ανεξάρτητα από την ακριβή αιτία, από τη σκοπιά των γονιδίων, η σημαντικότατη επένδυση της μητέρας για να μεγαλώσει το μουλαράκι χάνεται πλήρως. Τα θηλυκά γαϊδούρια πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεχτικά ώστε το άτομο με το οποίο θα ζευγαρώσουν να είναι γαϊδούρι και όχι άλογο. Στη γλώσσα των γονιδίων, κάθε γονίδιο γαϊδάρου που λέει: «Σώμα, αν είσαι θηλυκό ζευγάρωσε με οποιοδήποτε ώριμο αρσενικό, είτε γάϊδαρο είτε άλογο», είναι ένα γονίδιο που τελικά θα βρεθεί στο «νεκρό» σώμα ενός ημιόνου. Η επένδυση της μητέρας στο μικρό μουλαράκι της στερεί μεγάλο μέρος της ικανότητάς της να μεγαλώσει γόνιμα γαϊδούρια. Από την άλλη μεριά, το αρσενικό χάνει λιγότερα αν ζευγαρώσει με θηλυκό άλλου είδους και, μολονότι δεν έχει τίποτε να κερδίσει, θα περιμέναμε τα αρσενικά να ήταν λιγότερο προσεχτικά στην εκλογή των σεξουαλικών συντρόφων τους. Σε όλες τις περιπτώσεις που μελετήθηκε το φαινόμενο, βρέθηκε ότι έτσι συμβαίνει.

Αλλά και στο ίδιο είδος υπάρχουν πολλοί λόγοι για λεπτολογίες. Η αιμομιξία, όπως και ο υβριδισμός, έχει μάλλον βλαπτικά γενετικά επακόλουθα επειδή εμφανίζονται υπολειπόμενα θανατογόνα και ημιθανατογόνα γονίδια. Και πάλι τα θηλυκά χάνουν περισσότερα από τα αρσενικά, επειδή η επένδυσή τους σε κάθε παιδί τείνει να είναι μεγαλύτερη. 'Οπου υπάρχουν ταμπού αιμομιξίας, θα περιμέναμε ότι τα θηλυκά θα ήταν σθεναρότερα προσηλωμένα στα ταμπού απ’ ό, τι τα αρσενικά. Αν δεχτούμε ότι ο μεγαλύτερος ηλικίας σύντροφος μιας αιμομικτικής σχέσης είναι πιθανότερο να έχει την πρωτοβουλία, θα περιμέναμε ότι στα περισσότερα αιμομικτικά ζευγάρια το πιο ηλικιωμένο μέλος θα είναι το αρσενικό και όχι το θηλυκό. Έτσι, η αιμομιξία πατέρα/κόρης έπρεπε να είναι συνηθέστερη από την αιμομιξία μητέρας/γιου. Ενδιάμεση συχνότητα θα εμφάνιζε η αιμομιξία αδελφού/αδελφής.

Γενικά, τα αρσενικά θα έτειναν να είναι πιο έκλυτα από τα θηλυκά. Επειδή το θηλυκό παράγει περιορισμένο αριθμό ωαρίων με σχετικά βραδύ ρυθμό, ελάχιστα κερδίζει από πολλά ζευγαρώματα με διαφορετικά αρσενικά. Από την άλλη μεριά, το αρσενικό που μπορεί να παράγει εκατομμύρια σπερματοζωάρια κάθε μέρα, ζευγαρώνοντας αδιάκριτα με πολλά θηλυκά κερδίζει τα πάντα. Στο θηλυκό, τα πολλά ζευγαρώματα δεν της κοστίζουν πολύ, εκτός από μια μικρή απώλεια χρόνου και ενέργειας, όμως δεν της αποφέρουν μεγάλο κέρδος. 'Οσον αφορά το αρσενικό, επειδή ουδέποτε πραγματοποιεί πολλά ζευγαρώματα με τόσα διαφορετικά θηλυκά όσα θα ήταν δυνατό, η λέξη πλεόνασμα δεν έχει κανένα νόημα.

Δεν μίλησα συγκεκριμένα για τον άνθρωπο, αλλά αναπόφευκτα, όταν συζητάμε για θέματα που αφορούν την εξέλιξη, όπως αυτά του παρόντος κεφαλαίου, αναμφισβήτητα υπάρχει κάποια αντανάκλαση στο είδος μας και στις εμπειρίες μας. Η ιδέα ότι τα θηλυκά αποφεύγουν το ζευγάρωμα ωσότου το αρσενικό να δώσει κάποια ένδειξη μακρόχρονης πίστης δονεί γνωστές μας χορδές. Αυτό μας κάνει να υποθέσουμε ότι οι γυναίκες εφαρμόζουν τη στρατηγική της οικογενειακής ευδαιμονίας και όχι του «μοναδικού, δυνατού άνδρα». Οι περισσότερες ανθρώπινες κοινωνίες είναι πραγματικά μονογαμικές. Στη δική μας η επένδυση στα παιδιά και από τους δύο γονείς είναι μεγάλη και όχι καταφανώς ετεροβαρής. Σίγουρα, οι μητέρες εκτελούν αμεσότερο έργο για τα παιδιά τους συγκριτικά με τους πατέρες, αλλά κι αυτοί συχνά εργάζονται σκληρά με πιο έμμεσο τρόπο για να αποκτήσουν τα υλικά αγαθά που προσφέρουν στα παιδιά τους. Από την άλλη πλευρά, μερικές ανθρώπινες κοινωνίες είναι ελεύθερα πολυγαμικές και μερικές στηρίζονται στο χαρέμι. Αυτή η εκπληκτική ποικιλία υποδηλώνει ότι ο τρόπος ζωής του ανθρώπου καθορίζεται κυρίως από πολιτισμικούς παράγοντες και όχι από τα γονίδια. Είναι όμως πιθανό, οι άνδρες εν γένει να έχουν την τάση προς την πολυγαμία και τα θηλυκά προς την μονογαμία, όπως άλλωστε υπαγορεύουν εξελικτικοί λόγοι. Το ποια από αυτές τις δύο τάσεις θα υπερισχύσει σε μια συγκεκριμένη κοινωνία θα εξαρτηθεί από λεπτομέρειες πολιτισμικού περιεχομένου, ακριβώς όπως στα διάφορα ζωικά είδη εξαρτάται από οικολογικούς παράγοντες.

Ένα από τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας μας, που αναμφισβήτητα είναι ανώμαλο, είναι η σεξουαλική διαφήμιση. Όπως είδαμε, όταν τα φύλα διαφέρουν, υπάρχουν ισχυροί εξελικτικοί λόγοι να περιμένουμε το αρσενικό να διαφημίζεται και το θηλυκό να είναι άτονο. Αναμφίβολα, ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος αποτελεί εξαίρεση σ’ αυτό το ζήτημα. Είναι αλήθεια ότι μερικοί άνδρες ντύνονται φανταχτερά και μερικές γυναίκες είναι ατημέλητες, αλλά, κατά μέσο όρο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη σύγχρονη κοινωνία το θηλυκό και όχι το αρσενικό είναι εκείνο που εμφανίζει το ισοδύναμο της ουράς του παγωνιού. Οι γυναίκες βάφουν τα πρόσωπά τους και βάζουν ψεύτικες βλεφαρίδες. Εκτός από τους ηθοποιούς και τους ομοφυλόφιλους, οι άνδρες δεν κάνουν τέτοια πράγματα. Οι γυναίκες φαίνεται να ενδιαφέρονται πολύ για την εξωτερική τους εμφάνιση, και σ’ αυτό ενθαρρύνονται από τα περιοδικά τους και τις εφημερίδες. Τα ανδρικά περιοδικά ασχολούνται λιγότερο με τη σεξουαλική ελκυστικότητα του αρσενικού. Ο άνδρας που δείχνει ασυνήθιστο ενδιαφέρον για τα ενδύματα και την εμφάνισή του τείνει να δημιουργήσει υποψίες τόσο στους ομόφυλούς του όσο και στις γυναίκες. Όταν σε μια συνομιλία περιγράφεται μια γυναίκα, κατά κύριο λόγο αναφέρεται η σεξουαλική ελκυστικότητά της. Αυτό ισχύει είτε ο ομιλητής είναι άνδρας είτε γυναίκα. Όταν περιγράφεται ένας άνδρας, τα επίθετα που χρησιμοποιούνται είναι πολύ πιθανό να μην έχουν καμιά σχέση με το φύλο του.

Μπροστά σ’ αυτά τα γεγονότα, ένας βιολόγος θα ήταν αναγκασμένος να υποπτευθεί ότι παρατηρεί μια κοινωνία στην οποία τα θηλυκά ανταγωνίζονται για τα αρσενικά, και όχι το αντίθετο. Στην περίπτωση των παραδείσιων πουλιών συμπεράναμε ότι τα θηλυκά έχουν άτονα χρώματα επειδή δεν χρειάζεται να ανταγωνιστούν για τα αρσενικά. Τα αρσενικά είναι λαμπερά και επιδεικτικά γιατί τα θηλυκά είναι σε ζήτηση και αυτά θα κάνουν την επιλογή. Τα θηλυκά παραδείσια πουλιά είναι σε ζήτηση επειδή τα αυγά είναι σπανιότερα από τα σπερματοζωάρια. Τι συνέβη στον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο; Το αρσενικό έγινε πραγματικά το αναζητούμενο φύλο, αυτό που επιζητείται. Είναι λοιπόν το φύλλο που θα κάνει την επιλογή ; Αν ναι, γιατί ;

Richard Dawkins, ΤΟ ΕΓΩΙΣΤΙΚΟ ΓΟΝΙΔΙΟ