ΑΠ. ὦ παντομισῆ κνώδαλα, στύγη θεῶν,
645 πέδας μὲν ἂν λύσειεν, ἔστι τοῦδ᾽ ἄκος,
καὶ κάρτα πολλὴ μηχανὴ λυτήριος·
ἀνδρὸς δ᾽ ἐπειδὰν αἷμ᾽ ἀνασπάσῃ κόνις
ἅπαξ θανόντος, οὔτις ἔστ᾽ ἀνάστασις.
τούτων ἐπῳδὰς οὐκ ἐποίησεν πατὴρ
650 οὑμός, τὰ δ᾽ ἄλλα πάντ᾽ ἄνω τε καὶ κάτω
στρέφων τίθησιν οὐδὲν ἀσθμαίνων μένει.
ΧΟ. πῶς γὰρ τὸ φεύγειν τοῦδ᾽ ὑπερδικεῖς ὅρα·
τὸ μητρὸς αἷμ᾽ ὅμαιμον ἐκχέας πέδοι
ἔπειτ᾽ ἐν Ἄργει δώματ᾽ οἰκήσει πατρός;
655 ποίοισι βωμοῖς χρώμενος τοῖς δημίοις;
ποία δὲ χέρνιψ φρατέρων προσδέξεται;
ΑΠ. καὶ τοῦτο λέξω, καὶ μάθ᾽ ὡς ὀρθῶς ἐρῶ.
οὐκ ἔστι μήτηρ ἡ κεκλημένη τέκνου
τοκεύς, τροφὸς δὲ κύματος νεοσπόρου·
660 τίκτει δ᾽ ὁ θρῴσκων, ἡ δ᾽ ἅπερ ξένῳ ξένη
ἔσωσεν ἔρνος, οἷσι μὴ βλάψῃ θεός.
τεκμήριον δὲ τοῦδέ σοι δείξω λόγου·
πατὴρ μὲν ἂν γείναιτ᾽ ἄνευ μητρός· πέλας
μάρτυς πάρεστι παῖς Ὀλυμπίου Διός,
665 οὐκ ἐν σκότοισι νηδύος τεθραμμένη,
ἀλλ᾽ οἷον ἔρνος οὔτις ἂν τέκοι θεά.
ἐγὼ δέ, Παλλάς, τἄλλα θ᾽ ὡς ἐπίσταμαι,
τὸ σὸν πόλισμα καὶ στρατὸν τεύξω μέγαν,
καὶ τόνδ᾽ ἔπεμψα σῶν δόμων ἐφέστιον,
670 ὅπως γένοιτο πίστις ἐς τὸ πᾶν χρόνου
καὶ τόνδ᾽ ἐπικτήσαιο σύμμαχον, θεά,
καὶ τοὺς ἔπειτα, καὶ τάδ᾽ αἰανῶς μένοι
στέργειν τὰ πιστὰ τῶνδε τοὺς ἐπισπόρους.
***
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Κνώδαλα σ᾽ όλους μισητά, θεούς κι ανθρώπους,
τα σίδερα μπορούν να λύσουν και το πράμα
έχει γιατρειά κι άπειρ᾽ οι τρόποι να γλιτώσεις·
μα όταν το χώμα πιει το αίμα ενός ανθρώπου,
μια και πεθάνει, ανάσταση πια δεν υπάρχει,
μα ουδ᾽ ο πατέρας μου σ᾽ αυτό γητειές και ξόρκια
650 δε βρήκε, που όλα τ᾽ άλλα άνω και κάτω στρέφει
και φέρνει δίχως να του κόβεται η πνοή του.
ΧΟΡΟΣ
Κοιτά πώς πολεμάς αθώο να μας τον βγάλεις!
αφού το αίμα της μάνας του, αίμα δικό του,
έχυσε κατά γης, πώς θα καθίσει στο Άργος
στο πατρικό το σπίτι του; ποιούς κοινούς θα ᾽χει
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣΚνώδαλα σ᾽ όλους μισητά, θεούς κι ανθρώπους,τα σίδερα μπορούν να λύσουν και το πράμαέχει γιατρειά κι άπειρ᾽ οι τρόποι να γλιτώσεις·μα όταν το χώμα πιει το αίμα ενός ανθρώπου,μια και πεθάνει, ανάσταση πια δεν υπάρχει,μα ουδ᾽ ο πατέρας μου σ᾽ αυτό γητειές και ξόρκια650δε βρήκε, που όλα τ᾽ άλλα άνω και κάτω στρέφεικαι φέρνει δίχως να του κόβεται η πνοή του.ΧΟΡΟΣΚοιτά πώς πολεμάς αθώο να μας τον βγάλεις!αφού το αίμα της μάνας του, αίμα δικό του,έχυσε κατά γης, πώς θα καθίσει στο Άργοςστο πατρικό το σπίτι του; ποιούς κοινούς θα ᾽χειβωμούς να κάνει τις θυσίες του; ποιά φατρίαστους αγιασμούς της θα δεχτεί να παίρνει μέρος;ΑΠΟΛΛΩΝΑΣΚι αυτό θ᾽ αποκριθώ και πόσο ορθά στοχάσου·δεν είναι η μάνα που γεννάει αυτό που λένεπαιδί της· θρέφει μοναχά το νέο το σπέρμα·660ο άντρας που σπέρνει, αυτός γεννά· κείνη σαν ξένητο φύτρο σώζει, αν ο θεός γερό τ᾽ αφήσει.και θα σου φέρω απόδειξη σ᾽ αυτό που λέω.πατέρας γίνεται να υπάρξει δίχως μάνα,νά, μάρτυρας εμπρός του Ολύμπιου Δία η κόρη,που μέσα σε κοιλιάς δε θρέφτηκε σκοτάδια,κι όμοιό της ποιά θεά βλαστάρι θα γεννούσε;Μα εγώ, από τ᾽ άλλο, θενα κάμω όπως γνωρίζω,την πόλη σου, Αθηνά, και το λαό μεγάλουςκι αυτόν ικέτη σου έστειλα να σου προσπέσει670για να ᾽ναι πάντα σ᾽ όλο τον καιρό πιστός σουκαι να τον έχεις σύμμαχο, Θεά, και τούτονκαι τη γενιά του κι έτσι μένει στον αιώνανα σου φυλάουν την πίστη αυτοί κι οι απόγονοί τους.του; ποιά φατρία
στους αγιασμούς της θα δεχτεί να παίρνει μέρος;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Κι αυτό θ᾽ αποκριθώ και πόσο ορθά στοχάσου·
δεν είναι η μάνα που γεννάει αυτό που λένε
παιδί της· θρέφει μοναχά το νέο το σπέρμα·
660 ο άντρας που σπέρνει, αυτός γεννά· κείνη σαν ξένη
το φύτρο σώζει, αν ο θεός γερό τ᾽ αφήσει.
και θα σου φέρω απόδειξη σ᾽ αυτό που λέω.
πατέρας γίνεται να υπάρξει δίχως μάνα,
νά, μάρτυρας εμπρός του Ολύμπιου Δία η κόρη,
που μέσα σε κοιλιάς δε θρέφτηκε σκοτάδια,
κι όμοιό της ποιά θεά βλαστάρι θα γεννούσε;
Μα εγώ, από τ᾽ άλλο, θενα κάμω όπως γνωρίζω,
την πόλη σου, Αθηνά, και το λαό μεγάλους
κι αυτόν ικέτη σου έστειλα να σου προσπέσει
670 για να ᾽ναι πάντα σ᾽ όλο τον καιρό πιστός σου
και να τον έχεις σύμμαχο, Θεά, και τούτον
και τη γενιά του κι έτσι μένει στον αιώνα
να σου φυλάουν την πίστη αυτοί κι οι απόγονοί τους.
645 πέδας μὲν ἂν λύσειεν, ἔστι τοῦδ᾽ ἄκος,
καὶ κάρτα πολλὴ μηχανὴ λυτήριος·
ἀνδρὸς δ᾽ ἐπειδὰν αἷμ᾽ ἀνασπάσῃ κόνις
ἅπαξ θανόντος, οὔτις ἔστ᾽ ἀνάστασις.
τούτων ἐπῳδὰς οὐκ ἐποίησεν πατὴρ
650 οὑμός, τὰ δ᾽ ἄλλα πάντ᾽ ἄνω τε καὶ κάτω
στρέφων τίθησιν οὐδὲν ἀσθμαίνων μένει.
ΧΟ. πῶς γὰρ τὸ φεύγειν τοῦδ᾽ ὑπερδικεῖς ὅρα·
τὸ μητρὸς αἷμ᾽ ὅμαιμον ἐκχέας πέδοι
ἔπειτ᾽ ἐν Ἄργει δώματ᾽ οἰκήσει πατρός;
655 ποίοισι βωμοῖς χρώμενος τοῖς δημίοις;
ποία δὲ χέρνιψ φρατέρων προσδέξεται;
ΑΠ. καὶ τοῦτο λέξω, καὶ μάθ᾽ ὡς ὀρθῶς ἐρῶ.
οὐκ ἔστι μήτηρ ἡ κεκλημένη τέκνου
τοκεύς, τροφὸς δὲ κύματος νεοσπόρου·
660 τίκτει δ᾽ ὁ θρῴσκων, ἡ δ᾽ ἅπερ ξένῳ ξένη
ἔσωσεν ἔρνος, οἷσι μὴ βλάψῃ θεός.
τεκμήριον δὲ τοῦδέ σοι δείξω λόγου·
πατὴρ μὲν ἂν γείναιτ᾽ ἄνευ μητρός· πέλας
μάρτυς πάρεστι παῖς Ὀλυμπίου Διός,
665 οὐκ ἐν σκότοισι νηδύος τεθραμμένη,
ἀλλ᾽ οἷον ἔρνος οὔτις ἂν τέκοι θεά.
ἐγὼ δέ, Παλλάς, τἄλλα θ᾽ ὡς ἐπίσταμαι,
τὸ σὸν πόλισμα καὶ στρατὸν τεύξω μέγαν,
καὶ τόνδ᾽ ἔπεμψα σῶν δόμων ἐφέστιον,
670 ὅπως γένοιτο πίστις ἐς τὸ πᾶν χρόνου
καὶ τόνδ᾽ ἐπικτήσαιο σύμμαχον, θεά,
καὶ τοὺς ἔπειτα, καὶ τάδ᾽ αἰανῶς μένοι
στέργειν τὰ πιστὰ τῶνδε τοὺς ἐπισπόρους.
***
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Κνώδαλα σ᾽ όλους μισητά, θεούς κι ανθρώπους,
τα σίδερα μπορούν να λύσουν και το πράμα
έχει γιατρειά κι άπειρ᾽ οι τρόποι να γλιτώσεις·
μα όταν το χώμα πιει το αίμα ενός ανθρώπου,
μια και πεθάνει, ανάσταση πια δεν υπάρχει,
μα ουδ᾽ ο πατέρας μου σ᾽ αυτό γητειές και ξόρκια
650 δε βρήκε, που όλα τ᾽ άλλα άνω και κάτω στρέφει
και φέρνει δίχως να του κόβεται η πνοή του.
ΧΟΡΟΣ
Κοιτά πώς πολεμάς αθώο να μας τον βγάλεις!
αφού το αίμα της μάνας του, αίμα δικό του,
έχυσε κατά γης, πώς θα καθίσει στο Άργος
στο πατρικό το σπίτι του; ποιούς κοινούς θα ᾽χει
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣΚνώδαλα σ᾽ όλους μισητά, θεούς κι ανθρώπους,τα σίδερα μπορούν να λύσουν και το πράμαέχει γιατρειά κι άπειρ᾽ οι τρόποι να γλιτώσεις·μα όταν το χώμα πιει το αίμα ενός ανθρώπου,μια και πεθάνει, ανάσταση πια δεν υπάρχει,μα ουδ᾽ ο πατέρας μου σ᾽ αυτό γητειές και ξόρκια650δε βρήκε, που όλα τ᾽ άλλα άνω και κάτω στρέφεικαι φέρνει δίχως να του κόβεται η πνοή του.ΧΟΡΟΣΚοιτά πώς πολεμάς αθώο να μας τον βγάλεις!αφού το αίμα της μάνας του, αίμα δικό του,έχυσε κατά γης, πώς θα καθίσει στο Άργοςστο πατρικό το σπίτι του; ποιούς κοινούς θα ᾽χειβωμούς να κάνει τις θυσίες του; ποιά φατρίαστους αγιασμούς της θα δεχτεί να παίρνει μέρος;ΑΠΟΛΛΩΝΑΣΚι αυτό θ᾽ αποκριθώ και πόσο ορθά στοχάσου·δεν είναι η μάνα που γεννάει αυτό που λένεπαιδί της· θρέφει μοναχά το νέο το σπέρμα·660ο άντρας που σπέρνει, αυτός γεννά· κείνη σαν ξένητο φύτρο σώζει, αν ο θεός γερό τ᾽ αφήσει.και θα σου φέρω απόδειξη σ᾽ αυτό που λέω.πατέρας γίνεται να υπάρξει δίχως μάνα,νά, μάρτυρας εμπρός του Ολύμπιου Δία η κόρη,που μέσα σε κοιλιάς δε θρέφτηκε σκοτάδια,κι όμοιό της ποιά θεά βλαστάρι θα γεννούσε;Μα εγώ, από τ᾽ άλλο, θενα κάμω όπως γνωρίζω,την πόλη σου, Αθηνά, και το λαό μεγάλουςκι αυτόν ικέτη σου έστειλα να σου προσπέσει670για να ᾽ναι πάντα σ᾽ όλο τον καιρό πιστός σουκαι να τον έχεις σύμμαχο, Θεά, και τούτονκαι τη γενιά του κι έτσι μένει στον αιώνανα σου φυλάουν την πίστη αυτοί κι οι απόγονοί τους.του; ποιά φατρία
στους αγιασμούς της θα δεχτεί να παίρνει μέρος;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Κι αυτό θ᾽ αποκριθώ και πόσο ορθά στοχάσου·
δεν είναι η μάνα που γεννάει αυτό που λένε
παιδί της· θρέφει μοναχά το νέο το σπέρμα·
660 ο άντρας που σπέρνει, αυτός γεννά· κείνη σαν ξένη
το φύτρο σώζει, αν ο θεός γερό τ᾽ αφήσει.
και θα σου φέρω απόδειξη σ᾽ αυτό που λέω.
πατέρας γίνεται να υπάρξει δίχως μάνα,
νά, μάρτυρας εμπρός του Ολύμπιου Δία η κόρη,
που μέσα σε κοιλιάς δε θρέφτηκε σκοτάδια,
κι όμοιό της ποιά θεά βλαστάρι θα γεννούσε;
Μα εγώ, από τ᾽ άλλο, θενα κάμω όπως γνωρίζω,
την πόλη σου, Αθηνά, και το λαό μεγάλους
κι αυτόν ικέτη σου έστειλα να σου προσπέσει
670 για να ᾽ναι πάντα σ᾽ όλο τον καιρό πιστός σου
και να τον έχεις σύμμαχο, Θεά, και τούτον
και τη γενιά του κι έτσι μένει στον αιώνα
να σου φυλάουν την πίστη αυτοί κι οι απόγονοί τους.