χώρει νυν πᾶς ἀνδρείως [στρ.]
εἰς τοὺς εὐανθεῖς κόλπους
λειμώνων ἐγκρούων
κἀπισκώπτων
375 καὶ παίζων καὶ χλευάζων.
ἠρίστηται δ᾽ ἐξαρκούντως.
ἀλλ᾽ ἔμβα χὤπως ἀρεῖς [ἀντ.]
τὴν Σώτειραν γενναίως
τῇ φωνῇ μολπάζων,
ἣ τὴν χώραν
380 σῴζειν φήσ᾽ εἰς τὰς ὥρας,
κἂν Θωρυκίων μὴ βούληται.
ἄγε νυν ἑτέραν ὕμνων ἰδέαν τὴν καρποφόρον βασίλειαν,
Δήμητρα θεάν, ἐπικοσμοῦντες ζαθέαις μολπαῖς κελαδεῖτε.
Δήμητερ, ἁγνῶν ὀργίων [στρ.]
385 ἄνασσα, συμπαραστάτει,
καὶ σῷζε τὸν σαυτῆς χορόν·
καί μ᾽ ἀσφαλῶς πανήμερον
παῖσαί τε καὶ χορεῦσαι.
καὶ πολλὰ μὲν γέλοιά μ᾽ εἰ- [ἀντ.]
390 πεῖν, πολλὰ δὲ σπουδαῖα, καὶ
τῆς σῆς ἑορτῆς ἀξίως
παίσαντα καὶ σκώψαντα νι-
κήσαντα ταινιοῦσθαι.
ἄγ᾽ εἶά
395 νυν καὶ τὸν ὡραῖον θεὸν παρακαλεῖτε δεῦρο
ᾠδαῖσι, τὸν ξυνέμπορον τῆσδε τῆς χορείας.
Ἴακχε πολυτίμητε, μέλος ἑορτῆς
ἥδιστον εὑρών, δεῦρο συνακολούθει
400 πρὸς τὴν θεὸν
καὶ δεῖξον ὡς ἄνευ πόνου
πολλὴν ὁδὸν περαίνεις.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.—
σὺ γὰρ κατεσχίσω μὲν ἐπὶ γέλωτι
405 κἀπ᾽ εὐτελείᾳ τόδε τὸ σανδαλίσκον
καὶ τὸ ῥάκος,
κἀξηῦρες ὥστ᾽ ἀζημίους
παίζειν τε καὶ χορεύειν.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.—
καὶ γὰρ παραβλέψας τι μειρακίσκης
410 νυνδὴ κατεῖδον καὶ μάλ᾽ εὐπροσώπου,
συμπαιστρίας,
χιτωνίου παραρραγέν-
τος τιτθίον προκύψαν.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.
***
ΧΟΡ. Προχωρήστε όλοι εμπρός με καρδιά
σε ανθοστόλιστες μέσα αγκαλιές λιβαδιών
με χορούς και πηδήματα,
μ᾽ αναμπαίγματα, αστεία και πειράγματα.
— Όσο για το στομάχι, είναι γεμάτο.
Με φωνή αρμονική, ευγενική,
ύμνο υψώστε στη Σώτειρα τώρα θεά,
τη θεά που μας έταξε
380 πως θα σκέπει για πάντα τη χώρα μας.
— Κι ας πάει να λέει ο Θωρυκίωνας όχι.
ΚΟΡ. Τη βασίλισσα Δήμητρα εσείς, τη θεά
που γεννήματα φέρνει, ανυμνήστε·
με φωνές δυνατές, με τραγούδια ιερά,
με καινούριους τιμήστε την ύμνους.
ΧΟΡ. Δήμητρα, αφέντρα των αγνών
των μυστηρίων, γίνε βοηθός
και σκέπη του Χορού μου εσύ·
κάμε, θεά μου, ασκόνταφτα,
όλο μ᾽ αστεία και με χορούς
τη μέρα να περάσω.
Νόστιμ᾽ αστεία κάμε να πω,
390 να πω και λόγια σοβαρά·
κι αντάξια της γιορτής σου αφού
παιχνίδια και πειράγματα
τελειώσω πια, να πάρω εγώ
της νίκης το στεφάνι.
ΚΟΡ. Και τώρα, εμπρός,
καλέστε εδώ τραγουδιστά το λαμπρό θεό μας,
τον Ίακχο, που είναι στο χορό τούτον συνοδίτης.
ΧΟΡ. Ίακχε λατρευτέ, που της γιορτής μας βρήκες
το γλυκό σκοπό, μαζί μ᾽ εμάς περπάτα,
400 να πάμε στη θεά μας·
δείξε πως μπορείς χωρίς κανέναν κόπο
δρόμου μακρινού το τέρμα εσύ να φτάσεις.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.
Το κουρέλι αυτό κι αυτό το πέδιλό μας
τα κομμάτιασες εσύ για οικονομία
και να γελά κι ο κόσμος·
με τον τρόπο αυτόν που βρήκες κάνουμ᾽ έτσι
τρέλες και χορούς χωρίς καμιά ζημία.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.
Κι όπως τώρα εγώ λοξή ματιά είχα ρίξει,
410 είδα απ᾽ τον κοντό χιτώνα το σκισμένο
πανέμορφης παιδούλας,
μιας συντρόφισσας εδώ των παιχνιδιών μας,
είδα μια σφιχτή ρωγούλα να προβάλλει.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.
εἰς τοὺς εὐανθεῖς κόλπους
λειμώνων ἐγκρούων
κἀπισκώπτων
375 καὶ παίζων καὶ χλευάζων.
ἠρίστηται δ᾽ ἐξαρκούντως.
ἀλλ᾽ ἔμβα χὤπως ἀρεῖς [ἀντ.]
τὴν Σώτειραν γενναίως
τῇ φωνῇ μολπάζων,
ἣ τὴν χώραν
380 σῴζειν φήσ᾽ εἰς τὰς ὥρας,
κἂν Θωρυκίων μὴ βούληται.
ἄγε νυν ἑτέραν ὕμνων ἰδέαν τὴν καρποφόρον βασίλειαν,
Δήμητρα θεάν, ἐπικοσμοῦντες ζαθέαις μολπαῖς κελαδεῖτε.
Δήμητερ, ἁγνῶν ὀργίων [στρ.]
385 ἄνασσα, συμπαραστάτει,
καὶ σῷζε τὸν σαυτῆς χορόν·
καί μ᾽ ἀσφαλῶς πανήμερον
παῖσαί τε καὶ χορεῦσαι.
καὶ πολλὰ μὲν γέλοιά μ᾽ εἰ- [ἀντ.]
390 πεῖν, πολλὰ δὲ σπουδαῖα, καὶ
τῆς σῆς ἑορτῆς ἀξίως
παίσαντα καὶ σκώψαντα νι-
κήσαντα ταινιοῦσθαι.
ἄγ᾽ εἶά
395 νυν καὶ τὸν ὡραῖον θεὸν παρακαλεῖτε δεῦρο
ᾠδαῖσι, τὸν ξυνέμπορον τῆσδε τῆς χορείας.
Ἴακχε πολυτίμητε, μέλος ἑορτῆς
ἥδιστον εὑρών, δεῦρο συνακολούθει
400 πρὸς τὴν θεὸν
καὶ δεῖξον ὡς ἄνευ πόνου
πολλὴν ὁδὸν περαίνεις.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.—
σὺ γὰρ κατεσχίσω μὲν ἐπὶ γέλωτι
405 κἀπ᾽ εὐτελείᾳ τόδε τὸ σανδαλίσκον
καὶ τὸ ῥάκος,
κἀξηῦρες ὥστ᾽ ἀζημίους
παίζειν τε καὶ χορεύειν.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.—
καὶ γὰρ παραβλέψας τι μειρακίσκης
410 νυνδὴ κατεῖδον καὶ μάλ᾽ εὐπροσώπου,
συμπαιστρίας,
χιτωνίου παραρραγέν-
τος τιτθίον προκύψαν.
Ἴακχε φιλοχορευτά, συμπρόπεμπέ με.
***
ΧΟΡ. Προχωρήστε όλοι εμπρός με καρδιά
σε ανθοστόλιστες μέσα αγκαλιές λιβαδιών
με χορούς και πηδήματα,
μ᾽ αναμπαίγματα, αστεία και πειράγματα.
— Όσο για το στομάχι, είναι γεμάτο.
Με φωνή αρμονική, ευγενική,
ύμνο υψώστε στη Σώτειρα τώρα θεά,
τη θεά που μας έταξε
380 πως θα σκέπει για πάντα τη χώρα μας.
— Κι ας πάει να λέει ο Θωρυκίωνας όχι.
ΚΟΡ. Τη βασίλισσα Δήμητρα εσείς, τη θεά
που γεννήματα φέρνει, ανυμνήστε·
με φωνές δυνατές, με τραγούδια ιερά,
με καινούριους τιμήστε την ύμνους.
ΧΟΡ. Δήμητρα, αφέντρα των αγνών
των μυστηρίων, γίνε βοηθός
και σκέπη του Χορού μου εσύ·
κάμε, θεά μου, ασκόνταφτα,
όλο μ᾽ αστεία και με χορούς
τη μέρα να περάσω.
Νόστιμ᾽ αστεία κάμε να πω,
390 να πω και λόγια σοβαρά·
κι αντάξια της γιορτής σου αφού
παιχνίδια και πειράγματα
τελειώσω πια, να πάρω εγώ
της νίκης το στεφάνι.
ΚΟΡ. Και τώρα, εμπρός,
καλέστε εδώ τραγουδιστά το λαμπρό θεό μας,
τον Ίακχο, που είναι στο χορό τούτον συνοδίτης.
ΧΟΡ. Ίακχε λατρευτέ, που της γιορτής μας βρήκες
το γλυκό σκοπό, μαζί μ᾽ εμάς περπάτα,
400 να πάμε στη θεά μας·
δείξε πως μπορείς χωρίς κανέναν κόπο
δρόμου μακρινού το τέρμα εσύ να φτάσεις.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.
Το κουρέλι αυτό κι αυτό το πέδιλό μας
τα κομμάτιασες εσύ για οικονομία
και να γελά κι ο κόσμος·
με τον τρόπο αυτόν που βρήκες κάνουμ᾽ έτσι
τρέλες και χορούς χωρίς καμιά ζημία.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.
Κι όπως τώρα εγώ λοξή ματιά είχα ρίξει,
410 είδα απ᾽ τον κοντό χιτώνα το σκισμένο
πανέμορφης παιδούλας,
μιας συντρόφισσας εδώ των παιχνιδιών μας,
είδα μια σφιχτή ρωγούλα να προβάλλει.
Ίακχε, φίλε του χορού,
γίνε συνοδός μας.