Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἀνδρομάχη (645-692)

645 ΜΕ. τί δῆτ᾽ ἂν εἴποις τοὺς γέροντας ὡς σοφοί,
καὶ τοὺς φρονεῖν δοκοῦντας Ἕλλησίν ποτε;
ὅτ᾽ ὢν σὺ Πηλεὺς καὶ πατρὸς κλεινοῦ γεγώς,
κῆδος συνάψας, αἰσχρὰ μὲν σαυτῷ λέγεις
ἡμῖν δ᾽ ὀνείδη διὰ γυναῖκα βάρβαρον
650 ἣν χρῆν σ᾽ ἐλαύνειν τήνδ᾽ ὑπὲρ Νείλου ῥοὰς
ὑπέρ τε Φᾶσιν, κἀμὲ παρακαλεῖν ἀεί,
οὖσαν μὲν ἠπειρῶτιν, οὗ πεσήματα
πλεῖσθ᾽ Ἑλλάδος πέπτωκε δοριπετῆ νεκρῶν,
τοῦ σοῦ τε παιδὸς αἵματος κοινουμένην.
655 Πάρις γάρ, ὃς σὸν παῖδ᾽ ἔπεφν᾽ Ἀχιλλέα,
Ἕκτορος ἀδελφὸς ἦν, δάμαρ δ᾽ ἥδ᾽ Ἕκτορος.
καὶ τῇδέ γ᾽ εἰσέρχῃ σὺ ταὐτὸν ἐς στέγος
καὶ ξυντράπεζον ἀξιοῖς ἔχειν βίον,
τίκτειν δ᾽ ἐν οἴκοις παῖδας ἐχθίστους ἐᾷς.
660 ἁγὼ προνοίᾳ τῇ τε σῇ κἀμῇ, γέρον,
κτανεῖν θέλων τήνδ᾽ ἐκ χερῶν ἁρπάζομαι.
καίτοι φέρ᾽· ἅψασθαι γὰρ οὐκ αἰσχρὸν λόγου·
ἢν παῖς μὲν ἡμὴ μὴ τέκῃ, ταύτης δ᾽ ἄπο
βλάστωσι παῖδες, τῆσδε γῆς Φθιώτιδος
665 στήσεις τυράννους, βάρβαροι δ᾽ ὄντες γένος
Ἕλλησιν ἄρξουσ᾽; εἶτ᾽ ἐγὼ μὲν οὐ φρονῶ
μισῶν τὰ μὴ δίκαια, σοὶ δ᾽ ἔνεστι νοῦς;
κἀκεῖνο νῦν ἄθρησον· εἰ σὺ παῖδα σὴν
δούς τῳ πολιτῶν, εἶτ᾽ ἔπασχε τοιάδε,
670 σιγῇ καθῆσ᾽ ἄν; οὐ δοκῶ· ξένης δ᾽ ὕπερ
τοιαῦτα λάσκεις τοὺς ἀναγκαίους φίλους;
καὶ μὴν ἴσον γ᾽ ἀνήρ τε καὶ γυνὴ στένει
ἀδικουμένη πρὸς ἀνδρός· ὡς δ᾽ αὔτως ἀνὴρ
γυναῖκα μωραίνουσαν ἐν δόμοις ἔχων.
675 καὶ τῷ μὲν ἔστιν ἐν χεροῖν μέγα σθένος,
τῇ δ᾽ ἐν γονεῦσι καὶ φίλοις τὰ πράγματα.
οὔκουν δίκαιον τοῖς γ᾽ ἐμοῖς ἐπωφελεῖν;
γέρων γέρων εἶ. τὴν δ᾽ ἐμὴν στρατηγίαν
λέγων ἔμ᾽ ὠφελοῖς ἂν ἢ σιγῶν πλέον.
680 Ἑλένη δ᾽ ἐμόχθησ᾽ οὐχ ἑκοῦσ᾽, ἀλλ᾽ ἐκ θεῶν,
καὶ τοῦτο πλεῖστον ὠφέλησεν Ἑλλάδα·
ὅπλων γὰρ ὄντες καὶ μάχης ἀίστορες
ἔβησαν ἐς τἀνδρεῖον· ἡ δ᾽ ὁμιλία
πάντων βροτοῖσι γίγνεται διδάσκαλος.
685 εἰ δ᾽ ἐς πρόσοψιν τῆς ἐμῆς ἐλθὼν ἐγὼ
γυναικὸς ἔσχον μὴ κτανεῖν, ἐσωφρόνουν.
οὐδ᾽ ἂν σὲ Φῶκον ἤθελον κατακτανεῖν.
ταῦτ᾽ εὖ φρονῶν σ᾽ ἐπῆλθον, οὐκ ὀργῆς χάριν·
ἢν δ᾽ ὀξυθυμῇς, σοὶ μὲν ἡ γλωσσαλγία
690 μείζων, ἐμοὶ δὲ κέρδος ἡ προμηθία.
ΧΟ. παύσασθον ἤδη —λῷστα γὰρ μακρῷ τάδε—
λόγων ματαίων, μὴ δύο σφαλῆσθ᾽ ἅμα.

***
ΜΕΝΕΛΑΟΣ
Πώς να τους πει κανείς μυαλωμένους τους γέροντες;
κι εκείνους που οι Έλληνες ξεχώριζαν
κάποτε για τη φρόνησή τους;
Όταν εσύ,
ένας Πηλέας, ο γιος δοξασμένου πατέρα,
που μαζί μου συγγένεψες, ξεστομίζεις κουβέντες
που κι εσένα ντροπιάζουν κι εμένα προσβάλλουνε;
Κι αυτό για χάρη μιας βάρβαρης γυναίκας,
που έπρεπε να την είχες διώξει πέρα
650 από τα ρέματα του Νείλου και του Φάση
και να με συμβουλεύεις, πάντοτε, κι εμένα,
απέναντί της να κρατώ την ίδια στάση,
αφού έρχεται απ᾽ τις χώρες της Ασίας, όπου
τόσοι Έλληνες επέσανε κονταροχτυπημένοι
κι έχει μερίδιο στον φόνο του παιδιού σου.
Γιατί ο Πάρις, που σκότωσε τον γιο σου,
τον Αχιλλέα, ήταν αδέρφι του Έκτορα. Κι όμως εσύ,
μένεις μαζί της κάτω από την ίδια στέγη
και την κρίνεις
άξια να τρώει στο ίδιο τραπέζι με σένα
και την αφήνεις να γεννά μέσα στο σπίτι σου
παιδιά που είναι οι εχθροί μας οι χειρότεροι.
660 Για το καλό και των δυο μας, γέροντα,
θέλω να τη σκοτώσω, κι εσύ θέλεις
να την αρπάξεις μέσα από τα χέρια μου.
Γιά κοίταξε όμως —και ντροπή δεν είναι να το πούμε—
αν τύχει και η δική μου κόρη δεν γεννήσει
παιδιά, γεννήσει όμως αυτή, θα επιτρέψεις
να γίνουν βασιλιάδες της Φθιώτιδας
και βάρβαροι να κυβερνούν το γένος των Ελλήνων;
Εγώ, λοιπόν, είμαι άμυαλος, που δεν δέχομαι το άδικο,
και γνωστικός εσύ; Σκέψου τώρα κι αυτό:
αν έδινες την κόρη σου σε κάποιον πατριώτη σου
και πάθαινε τα ίδια, θα το υπόμενες
670 σωπαίνοντας; Δεν το νομίζω· κι όμως,
για το χατίρι κάποιας ξένης, βρίζεις
αγαπημένους συγγενείς. Και κάτι ακόμα:
γυναίκα κι άντρας έχουν ίδια δικαιώματα,
αν η γυναίκα προσβληθεί απ᾽ τον άντρα
κι ο άντρας αν έχει παλαβή γυναίκα·
κι όσο γι᾽ αυτόν, έχει τη δύναμη στα χέρια του,
για κείνη όμως φροντίζουν οι γονείς και οι φίλοι.
Δεν έχω δίκιο λοιπόν να βοηθώ τους δικούς μου;
Γέρασες, κακομοίρη, γέρασες.
Κι όσο πια για τη στρατηγία μου,
πιο πολύ με ωφελείς όταν μιλάς,
παρά όταν σωπαίνεις. Κι ακόμα
να ξέρεις πως η Ελένη αν έσφαλε,
δεν ήταν με τη θέλησή της, ήτανε γιατί
680 το αποφασίσανε οι θεοί, και το σφάλμα της
εβγήκε σε καλό για την Ελλάδα.
Άπραγοι ως τότε σε όπλα και πολέμους οι Έλληνες,
έγιναν αντρειωμένοι. Γιατί σε όλα,
δάσκαλος των ανθρώπων είναι η πείρα.
Φέρθηκα φρόνιμα λοιπόν που δεν εσκότωσα
τη γυναίκα μου μόλις την αντίκρισα.
Και πολύ θα ᾽θελα και συ να μην εσκότωνες
τον αδερφό σου τον Φώκο. Με καλή
διάθεση σου μίλησα έτσι, κι όχι από θυμό,
κι όταν εσύ παραφέρνεσαι, η γλώσσα σου
δεν έχει κρατημό· μα όσο για μένα,
690 κέρδος θαρρώ τη φρονιμάδα.
ΧΟΡΟΣ
Σταματήστε
επιτέλους τ᾽ ανώφελα λόγια·
αυτό θα ᾽ταν πολύ προτιμότερο
για να μην έρθετε
σε δυσάρεστη θέση κι οι δυο σας.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΠΡΟΚΝΗ

ΠΡΟΚΝΗ
(πουλί, αηδόνι)
 
Τηρεὺς συνοικῶν Πρόκνῃ Φιλομήλαν ᾔσχυνεν,
(Παυσ. 1.5.4.8-9)
 
Η Πρόκνη ήταν κόρη του βασιλιά των Αθηνών Πανδίονα, αδελφή της Φιλομήλας. Ο πατέρας της την πάντρεψε με τον βασιλιά της Θράκης Τηρέα, γιο του Άρη, όταν εκείνος βοήθησε τον πατέρα της να λύσει ένα συνοριακό πρόβλημα που είχε με τον βασιλιά των Θηβών Λάβδακο. Ο γάμος της Πρόκνης με τον Τηρέα ήταν ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του στον Πανδίονα, προϋπόθεση και εγγύηση συμμαχίας.
 
Η Πρόκνη απέκτησε με τον Τηρέα ένα γιο, τον Ίτυ. Όμως, ο άνδρας της ερωτεύτηκε και τη Φιλομήλα, την αδελφή της, τη βίασε και της έκοψε τη γλώσσα για να μην μπορεί να φανερώσει στην αδελφή της τον βιασμό. Η κόρη κέντησε τις δυστυχίες της πάνω σε ύφασμα και αποκάλυψε την αλήθεια. Η Πρόκνη, θέλοντας να τιμωρήσει τον Τηρέα, σκότωσε τον γιο τους, τον μαγείρεψε και πρόσφερε το έδεσμα* στον άνδρα της. Στη συνέχεια, οι δύο αδελφές το έσκασαν και ο Τηρέας, που στο μεταξύ είχε αντιληφθεί τι είχε συμβεί, τις κυνήγησε με πέλεκυ. Τις πρόφτασε στη Δαυλία της Φωκίδας αλλά, προτού προλάβει να κάνει οτιδήποτε, οι θεοί, εισακούοντας την παράκληση των δύο γυναικών να τις βοηθήσουν, τις μεταμόρφωσαν σε πουλιά, τη μουγκή Φιλομήλα σε χελιδόνι, την Πρόκνη σε αηδόνι. Αλλά και τον Τηρέα τον μεταμόρφωσαν σε τσαλαπετεινό.
 
Μεταμορφωμένη η Πρόκνη/αηδόνι θρηνεί με τον κελαηδισμό της για τον χαμένο της Ίτυ, η Φιλομήλα/χελιδόνι μεταναστεύει και πετά χωρίς ποτέ να βρίσκει ησυχία, δεν κελαηδά αλλά τιτιβίζει διαρκώς με τρόπο ασυνάρτητο και άρρυθμο. Μεταμορφωμένος και ο Τηρέας απευθύνει συνεχώς με το κρώξιμο του τσαλαπετεινού το αγωνιώδες ερώτημα «πού, πού» για το πού είναι το παιδί του.**
Ενδιαφέρουσα είναι η αντιστροφή των ρόλων των δύο αδελφών -η Φιλομήλα σύζυγος του Τηρέα και μητέρα του Ίτυ, η Πρόκνη η βιασμένη αδελφή-, προκειμένου να ταιριάξει η ιστορία με το όνομα της Φιλομήλα που θυμίζει μουσική (μέλος).
 
Οι πράξεις και των τριών σαφώς δεν ήταν υποδειγματικές ούτε θα μπορούσαν να θεωρηθούν πρότυπα ηθικής. Ήταν, ωστόσο, παραδειγματικές μέσα στην παραβατικότητά τους, αφού από την ιστορία τους υποδηλώνεται ότι ενισχύεται η αδελφική σχέση, όταν ο γάμος αποτύγχανε, ενώ σε κανονικές συνθήκες γάμου οι σχέσεις αίματος διαρρηγνύονται. Στον παραδειγματικό χαρακτήρα των πράξεων θα πρέπει να αποδώσουμε το γεγονός ότι ο γλύπτης Αλκαμένης (μέσα 5ου αι. π.Χ.) είχε αφιερώσει άγαλμα της Πρόκνης και του γιου της Ίτυ στην Ακρόπολη των Αθηνών.
 
Την ιστορία παραδίδουν διάφοροι συγγραφείς, κυρίως ο Απολλόδωρος*** και ο Παυσανίας****· ο Σοφοκλής στην αποσπασματικά σωζόμενη τραγωδία του Τηρέας βάζει την Πρόκνη να καταγγέλλει τη γυναικεία εμπειρία του γάμου και να παραπονείται εξ ονόματος των γυναικών (απ. 583 Radt*****)· ο Αριστοφάνης, σε ένα γλυκό άσμα στην κωμωδία Όρνιθες, βάζει τον Τηρέα/τσαλαπετεινό, κύριος ρόλος στο έργο, να κάνει αναφορά στο επεισόδιο του φόνου του Ίτυ, καθώς προσκαλεί την Πρόκνη/Ἄηδόνα να ξυπνήσει και να πάει κοντά σου (στ. 232-248******), ενώ στους Βατράχους (στ. 674-685*******) παρομοιάζει τον δημαγωγό Κλέωνα τη μια στιγμή με χελιδόνι θρακικό που τσιρίζει, την άλλη με αηδόνι που μοιρολογά για την απώλεια ψήφων.********
 
Ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του (6.430-438) προσθέτει μια λεπτομέρεια που προικονομεί την τραγωδία που θα ακολουθούσε. Στον γάμο δεν παρευρέθηκαν ούτε η Ήρα, που παραστέκεται στις νύφες, ούτε ο Υμέναιος, ούτε οι τρεις Χάριτες. Οι Ευμενίδες/Ερινύες ήταν εκεί κρατώντας δάδες που είχαν αρπάξει από μια κηδεία. Εκείνες ετοίμασαν το νυφιάτικο κρεβάτι τους, και μια κουκουβάγια, κακό σημάδι, στριγγλίζοντας έκατσε στη σκεπή του δωματίου τους και κλωσούσε τα μικρά της. Με την παρουσία αυτού του πουλιού, οιωνού του μελλοντικού δράματος, ενώθηκαν ο Τηρέας και η Πρόκνη, με την παρουσία αυτού του πουλιού έγιναν γονείς. Οι Θράκες μοιράστηκαν τη χαρά τους, ευχαρίστησαν τους θεούς και καθιέρωσαν τη μέρα του γάμου και της γέννησης του Ίτυ σαν μέρες γιορτής.
 
Ο παραδοξογράφος Ηράκλειτος απεκδύει τον μύθο από το μυθώδες στοιχείο και ιστορεί ότι οι δύο αδελφές σκότωσαν τον Ίτυ και το 'σκασαν επιβιβαζόμενες σε πλοίο. Ο Τηρέας τις καταδίωξε αλλά δεν τις έπιασε και αυτοκτόνησε. Και επειδή χάθηκαν ξαφνικά και κανένας τους δεν ξαναφάνηκε, οι άνθρωποι θεώρησαν ότι έγιναν πουλιά -ἀπωρνιθώθησαν (περί απίστων 35).
 
Για έναν παρόμοιο μύθο βλ. Αηδόνα.
--------------------------------------
*Ίτυς
 
Έβλεπε χάρο το παιδί, γι' αυτό άπλωνε τα χεράκια του ικέτης,
«μάνα, μανούλα» φώναζε, κι εκεί που έκανε στον κόρφο της να γείρει
του έμπηξε η Πρόκνη το σπαθί ανάμεσα σε στέρνο και παΐδια.
Το τρύπησε χωρίς ν' αποστραφεί - μια μαχαιριά και δε χρειάστηκε άλλη
για το κορμάκι που ήταν λιγοστό· του άνοιξε κατόπι το λαρύγγι.
Νεκρό κορμάκι που άχνιζε ζωή, δυο αδελφές μαζί το κομματιάσαν.
Πήρανε χύτρες μπρούτζινες βαθιές και έριξαν τα μέλη του να βράζουν,
τα σωθικά τα σούβλισαν - παντού απομεινάρια, αίματα και λύθρες.
(Οβ., Μετ. 6.639-646)
 
**Είναι πιθανό ότι ο Αριστοφάνης αξιοποιεί το κρώξιμο του τσαλαπετεινού και το τιτίβισμα του χελιδονιού, όταν βάζει στο στόμα του Χορού στην Πάροδο από τους Όρνιθες τους παρακάτω ήχους: Ποποποποποπο ποῦ μ᾽ ὃς ἐκάλεσε; καιΤιτιτιτιτιτιτι τίνα λόγον ἄρα ποτὲ πρὸς ἐμὲ φίλον ἔχων; (310, 314). Ακούστε τους στίχους της παρόδου εδώ (από το 8:10 κ.ε.) μελοποιημένους από τον Μάνο Χατζιδάκι για την ιστορική παράσταση του Θεάτρου Τέχνης το 1959.
 
***Τηρέας, Πρόκνη, Φιλομήλα, Ίτυς (Απολλόδωρος)
 
O Πανδίων παντρεύτηκε τη Ζευξίππη, την αδελφή της μητέρας του, και απέκτησε δύο θυγατέρες, την Πρόκνη και τη Φιλομήλα, και δύο δίδυμα αγόρια, τον Ερεχθέα και τον Βούτη. Όταν ξέπασε πόλεμος με τον Λάβδακο για τα σύνορα της χώρας, κάλεσε ως σύμμαχό του τον Τηρέα από τη Θράκη, τον γιο του Άρη, και αφού κέρδισε τον πόλεμο με τη βοήθειά του, του έδωσε για γυναίκα του την κόρη του Πρόκνη. Από αυτήν απέκτησε ένα γιο, τον Ίτυ, ερωτεύτηκε όμως και τη Φιλομήλα και τη διέφθειρε, λέγοντας ότι τάχα η Πρόκνη είχε πεθάνει, ενώ εκείνος την έκρυβε στα κτήματά του. Παντρεύτηκε και τη Φιλομήλα και κοιμόταν μαζί της, της έκοψε και τη γλώσσα. Αλλά αυτή ύφανε πάνω σε ένα πέπλο γράμματα και με αυτά φανέρωσε στην Πρόκνη τις συμφορές της. Εκείνη αναζήτησε την αδελφή της και στη συνέχεια σκότωσε τον γιο της, τον Ίτυ, τον έβρασε και τον παρέθεσε ως δείπνο στον Τηρέα που δεν είχε ιδέα για όλα αυτά· εξαφανίστηκε μαζί με την αδελφή της. Ο Τηρέας, μόλις κατάλαβε τι είχε γίνει, άρπαξε ένα τσεκούρι και τις καταδίωκε. Αυτές, όταν έφτασαν στη Δαυλία της Φωκίδος και κινδύνευαν να πιαστούν, προσευχήθηκαν στους θεούς να γίνουν πουλιά. Έτσι η Πρόκνη έγινε αηδόνι και η Φιλομήλα χελιδόνι· σε πουλί μεταμορφώθηκε και ο Τηρέας, και έγινε τσαλαπετεινός.
(Απολλόδ., 3.8)
 
****Τηρέας, Πρόκνη, Φιλομήλα, Ίτυς (Παυσανίας)
 
Λένε πως ο Τηρέας, σύζυγος της Πρόκνης, βίασε τη Φιλομήλα· ήταν πράξη αντίθετη με τους νόμους της Ελλάδας. Αφού ακρωτηρίασε το σώμα της κόρης υποχρέωσε τις γυναίκες να τον εκδικηθούν. (Παυσ. 1.5.4)
 
Εκεί κοντά είναι και ο τάφος του Τηρέα, που είχε παντρευτεί την Πρόκνη, την κόρη του Πανδίονα. Οι Μεγαρείς λένε ότι ο Τηρέας ήταν βασιλιάς στις λεγόμενες Παγές της Μεγαρίδας, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν μαρτυρίες αδιάψευστες πως βασίλευε στη Δαυλίδα, πέρα από τη Χαιρώνεια. Γιατί παλιότερα οι βάρβαροι κατοικούσαν το μεγαλύτερο μέρος της λεγόμενης σήμερα Ελλάδας. Όταν λοιπόν διέπραξε ο Τηρέας αυτά κατά της Φιλομήλας και οι γυναίκες τα άλλα κατά του Ίτυ, ο Τηρέας δεν μπόρεσε να τις πιάσει.
Και τούτος αυτοκτόνησε στα Μέγαρα. Αμέσως του κατασκεύασαν τάφο με συσσώρευση χώματος και κάθε χρόνο χρησιμοποιούν στη θυσία μικρά χαλίκια αντί για χοντροαλεσμένο κριθάρι. Λένε πως εκεί εμφανίστηκε για πρώτη φορά το πουλί τσαλαπετεινός. Οι γυναίκες ήρθαν στην Αθήνα και πέθαναν από το κλάμα, θρηνώντας για όσα υπέφεραν οι ίδιες και για την εκδίκηση που πήραν. Και φημολογείται πως οι γυναίκες μεταμορφώθηκαν σε χελιδόνι και αηδόνι, επειδή τα πουλιά αυτά, όπως πιστεύω, έχουν λυπητερό κελάηδημα που θυμίζει θρήνο.
(Παυσ. 1.41)
 
*****Η καταγγελία του γάμου από την Πρόκνη στην τραγωδία Τηρέας του Σοφοκλή
 
όταν φτάνουμε στην εφηβεία και έχουμε φρόνηση, μας διώχνουν και μας πουλούν μακριά από τους θεούς των πατέρων μας και τους γονείς μας: άλλες σε ξένους άντρες, άλλες σε βάρβαρους, άλλες σε σπίτια χωρίς χαρά, άλλες σε σπίτια όπου τις κακολογούν. Και αυτά, μόλις μας υποτάξει στον ζυγό του γάμου η πρώτη νύχτα, είμαστε υποχρεωμένες να τα επικροτούμε και να θεωρούμε ότι έχουν καλώς.
 
******Χελιδόνια και αηδόνια σε κωμωδίες του Αριστοφάνη
 
Ξύπνα, ξύπνα συντρόφισσα εσύ,
και τους ύμνους σου πες τους ιερούς,
που γοερούς για τον Ίτη μας χύνει,
τον πολύκλαυτο γιο μου και γιο σου,
το θεϊκό σου το στόμα·
μελωδίες κρουσταλλένιες σκορπά ο λαιμός σου ο παλλόμενος,
κι ανεβαίνει καθάριος αχός,
απ' τα φύλλα ως περνά φουντωτής σμιλακιάς,
προς το θρόνο του Δία·
πάνου ο Φοίβος εκεί
ο χρυσομάλλης τους θρήνους σου ακούοντας
τη χρυσή ελεφαντόδετη λύρα χτυπά
κι έτσι στήνει χορούς των θεών·
και μαζί, ταιριαστή,
από στόματ' αθάνατα τότε η φωνή
η θεϊκιά των μακάρων ξεσπάει.
(Αριστοφ., Όρνιθες 232-248)
 
*******Αριστοφάνη Βάτραχοι
 
Μούσα ευλόγα το Χορό, το τραγούδι μας κάνε να τέρψει
και να δεις μπροστά σου πλήθος και ανάμεσα σοφούς
πιο ζηλωτές κι απ' τον Κλεοφώντα,
που στα χείλη του τσιρίζει χελιδόνι θρακικό
στο βάρβαρο διπρόσωπό του στόμα καθισμένο
κι αηδονίσιο μοιρολόι κατάπικρο θρηνεί
αφού στο μέτρημα των ψήφων θα βρεθεί χαμένος.
Δίκαιο είναι ο ιερός μας Χορός στα χρηστά
να προπέμπει και πάντα να λέει τα έντιμα.
(Αριστοφ., Βάτραχοι 674-685)
 
********Ακούστε τους στίχους μελοποιημένους εδώ.

Ήθος ανθρώπω δαίμων

Η μοίρα ως υπόθεση ήθους στον Ηράκλειτο
 
Ήθος - άνθρωπος - δαίμων, με τρεις μόλις λέξεις αρθρώνεται στην ηρακλείτεια σκέψη το μέγα πρόβλημα του Είναι, της συνεί­δησης, της πράξης, της μοίρας και της μεταξύ τους σχέσης. Η ευ­θύνη, η ενοχή, τα βάσανα, η συμμετοχή ή όχι του θεϊκού στοιχείου στην ανθρώπινη διαδρομή, η τραγικότητα της ανθρώπινης πορείας και δράσης, η διαλεκτική βάση της ηρακλείτειας φιλοσοφικής σκέ­ψης αναδύονται ως φιλοσοφικοί στοχασμοί σε αυτό το απόσπασμα με τη γνωστή λιτότητα του ηρακλείτειου λόγου, όπου περικλείεται εντός του ελάχιστου το μέγιστον1.
 
Το απόσπασμα 119 — IV 40, 23 στη φιλοσοφία του Ηράκλειτου έχει ερμηνευτεί με ποικίλους και διαφορετικούς τρόπους από τους σχολιαστές του ηρακλείτειου λόγου, καθώς οι ερμηνείες μπορούν να συγκροτήσουν έναν φιλοσοφικό στοχασμό ιδιαίτερα ελκυστικό για την προσέγγιση του θέματος του καθορισμού της μοίρας ως επι­τυχημένης πορείας σε συνάρτηση με ένα δυνατά δομημένο χαρα­κτήρα και ένα άρτιο και άριστο ήθος.
 
Κατά την άποψη του R. Geldard αυτό είναι το δυσκολότερο από­σπασμα για να αποδοθεί στην αγγλική γλώσσα. Όταν προσπαθήσει κανείς να αποδώσει τη λέξη δαίμων ως μοίρα, γραφτό, πεπρωμένο συναντά δυσκολίες διότι από φιλοσοφική θέση οι λέξεις αυτές δη­λώνουν ένα αναγωγικό νόημα2. Εάν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι το να μεταφράζεις αποτελεί φιλοσοφική άποψη και θέση και ότι δεν υπάρχει απόλυτη μεταφραστική ακρίβεια και ευαισθησία που θα αποκαλύψει το βάθος, το πλάτος και τους ιριδισμούς της πρωτο­γενούς λέξης, όπως αυτή χρησιμοποιήθηκε από το φιλόσοφο, κα­ταλήγουμε σε ερμηνείες που στηρίζονται σε ποικίλες δυνατότητες μετάφρασης.
 
Η ερμηνεία του αποσπάσματος κατά τους Kirk-Raven-Schofield αποδίδει το δαίμων με τη λέξη μοίρα, οπότε το απόσπασμα μετα­φράζεται ως  εξής, ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι η μοίρα του\ Ο Ρ. Wheelwright μεταφράζει δίνοντας ένα μεγαλύτερο εύρος δυνα­τοτήτων, έτσι το απόσπασμα παίρνει τη μορφή, ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι ο φύλακας θεός του.4 Οι Liddell - Scott ερμηνεύουν το απόσπασμα μεταφράζοντας τη λέξη δαίμων ως το καλό ή κακό πνεύμα του ατόμου, ως τη δύναμη που επηρεάζει ή και καθοδηγεί την ανθρώπινη μοίρα. Ο Voegelin ταυτίζει το ήθος με το δαίμων και υποστηρίζει ότι ο δαίμων ενυπάρχει στο ήθος5. Κατά τον Conche η ιδέα μιας προσωπικής επιλογής στην ηρακλείτεια σκέψη είναι παν­τελώς απούσα, διότι ο άνθρωπος δεν επιλέγει το δαίμονά του, το ατομικό ήθος δεν είναι θέμα επιλογής αλλά βρίσκεται στον καθένα να είναι όπως είναι, ο χαρακτήρας είναι ο δαίμονας του, άρα η μορφή της ανθρώπινης ζωής προδικάζεται από το ήθος ως ένα πε­πρωμένο. Κατά τους Diels - Kranz το ήθος είναι η ψυχή, τα συναι­σθήματα , τα λόγια και οι πράξεις σχετίζονται με το ήθος του. Όλα αυτά όμως μαζί εκδηλώνονται ως έκφραση μιας θρησκευτικής δύναμης, ενός δαίμονος, του δαίμονος της ψυχής που ενεργεί μέσα σε αυτά και διαμέσου αυτών. Για αυτό άλλωστε για τον αρχαϊκό Έλληνα η ευτυχία του ανθρώπου ενέχει και την έκφραση της θεϊκής επίνευσης, ήταν δηλαδή ευ-δαιμονία6.
 
Οι ερμηνείες που αναφέρθηκαν, οδηγούν σε μία ενδιαφέρουσα επισήμανση, οι λέξεις ήθος και δαίμων, εάν αυτονομηθούν και ερ­μηνευτούν ως ανεξάρτητες έννοιες, δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες, στο συνδυασμό τους όμως σε αυτό το λακωνικό από­σπασμα, ενδεικτικό της ηρακλείτειας σκέψης, αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα και δίνουν μια σχηματική διαλεκτική αντίληψη μιας ηθι­κής φιλοσοφικής σκέψης και κατά κάποιον τρόπο μιας φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, που τείνει στο να ξεφύγει από μια θεομορφική αν­τίληψη για την ψυχή, για την ανθρώπινη μοίρα και πορεία.
 
Το δίπολο ήθος — δαίμων, με μεσολαβητή και ενδιάμεσο τη λέξη άνθρωπος, αποκτούν μια φιλοσοφική αντίληψη, που κινείται σε πεδίο ηθικής φιλοσοφίας. Σε μία αναγκαστική φιλολογική προσέγ­γιση των λέξεων διαπιστώνουμε ότι η λέξη ήθος, ως εκτεταμένος τύπος του έθος, έχει τις σημασίες του τρόπου, της συνήθειας, της διάθεσης, του χαρακτήρα αλλά και της συνήθους διαμονής, του εν­διαιτήματος, της δράσης αλλά και της διαμονής - στάσης (έδος). Προφανώς αυτή η τελευταία σημασία οδήγησε τον Heidegger να δώσει μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία του αποσπάσματος. Κατά τον Heidegger το ήθος στο απόσπασμα σημαίνει οίκος, διαμονή, ο δαί­μων είναι το θείο ή το θεϊκό κομμάτι τον ανθρώπου. Επομένως, η ερ­μηνεία παίρνει τη μορφή, Ο άνθρωπος κατοικεί, εξαιτίας τον ότι είναι άνθρωπος, μέσα στην εγγύτητα τον θείοι/. Πιο ελεύθερα θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής, το Είναι του ανθρώπου (ήθος) είναι ένα θείο Είναι (ο δαίμονας τον). Αυτή η ερμηνεία από τον Heidegger, φαίνεται να αποδίδει στην ανθρώπινη οντότητα το πολυπόθητο μερίδιο της από τη θεϊκή φύση. Η λέξη δαίμων έχει τις σημασίες, θεός, θεότητα, μοίρα, τύχη, κλήρος, πεπρωμένο, ψυχή, πνεύμα. Ο δαίμων επίσης είναι και ο μικρός προσωπικός θεός, που κατά τη λαϊκή αντίληψη συνδέεται με την ιδιαίτερη ζωή του κάθε ανθρώπου, αντιπροσω­πεύει την ιδιαίτερη μοίρα του. Αυτός ο ατομικός δαίμων κάνει τον άνθρωπο να θεωρείται ευδαίμων ή κακοδαίμων. Ο Πλάτων φαίνε­ται να υποστηρίζει κάτι τέτοιο στον Τίμαιο, δαίμονα θεός εκάστω δέδωκε8.
 
Μια εύκολη ερμηνεία του αποσπάσματος θα οδηγούσε λοιπόν στο εξής, ο χαρακτήρας στον άνθρωπο είναι ο δαίμονάς τον, οπότε η ερμηνεία αυτή πλησιάζει προς την άποψη του Voegelin ο οποίος ταυτίζει το ήθος με το δαίμονα9. Άλλωστε η ρήση αυτή του Ηρά­κλειτου έχει τον απόηχο της και στη μεταγενέστερη αρχαιότητα, συγκεκριμένα στο Μένανδρο, (τούτος ο χαρακτήρας είναι ο θεός για μας, αφού γίνεται ο αίτιος ώστε ο καθένας να ενεργεί σωστά ή άσχημα) και στον Επίχαρμο (ο χαρακτήρας για τους ανθρώπους είναι ο δαίμων ο καλός, αλλά και για κάποιους ο κακός επίσης). Ωστόσο, με αυτήν την ερμηνεία, παραγκωνίζεται η φιλοσοφική πλευρά του ηρακλεί­τειου λόγου, που στη βάση του έχει τη διαλεκτική θέση και την αν­τίληψη του Είναι ως ένα εν γίγνεσθαι Είναι και κατ’ επέκταση την αντιπαλότητα που γεννά η σχέση ήθους και δαίμονα. Ο Ηράκλει­τος φαίνεται ότι απορρίπτει τη δοξασία του προσωπικού δαίμονα, τόσο στην ανώνυμη λαϊκή εκδοχή της όσο και στην επώνυμη πυθαγορική εκδοχή της. Για αυτόν, η πορεία του ανθρώπου δεν εξαρτάται από κάποια προσωπική θεία δύναμη αλλά από την ιδιαίτερή του φύση, τον χαρακτήρα του. Ο δαίμων δεν είναι μια προσωπική θεότητα που καθορίζει τη μοίρα του ανθρώπου που έχει κατά κά­ποιον τρόπο αναλάβει. Το ήθος και ο δαίμων βρίσκονται σε δια­λεκτική σχέση. Το ήθος αποτελεί τη βαθιά και γνήσια φύση του ανθρώπου, την ιδιαίτερη φύση του, την προσωπική αρετή και τις αδυναμίες του, την ουσία του, το εν γίγνεσθαι Είναι που ενώ είναι μεταβαλλόμενο διατηρεί τη σταθερά του ηρακλείτειου Λόγου, του Λόγου που υπερβαίνει τους περιορισμούς της ανθρώπινης νόησης και κρίσης. Αυτή η αντίφαση της σταθερότητας και της μεταβολής μέσα στο ανθρώπινο ον, αποτελεί και το θεϊκό του κομμάτι, το δαί­μονα του, την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης όπως τη συ­νέλαβαν οι τραγικοί ποιητές. Σε συνδυασμό μάλιστα με το από­σπασμα 12, ήθος γάρ ανθρώπειον μεν ουκ έχει γνώμας, θείον δε έχει, στο οποίο η αντίθεση της ανθρώπινης φύσης με τη θεία φύση δη­λώνεται καταφανώς και μάλιστα με την πρώτη να υστερεί κατά τον Ηράκλειτο ως προς τη φρόνηση, η λέξη ήθος λαμβάνει τη σημασία της ανθρώπινης φύσης και οδηγεί πάλι στην τραγικότητα της αν­θρώπινης ύπαρξης. Ο άνθρωπος ως τραγικός ήρωας επιβεβαιώνει την αντίφαση αυτή. Το ηρακλείτειο μήνυμα δεν είναι ούτε αισιό­δοξο ούτε απαισιόδοξο, είναι η αποκάλυψη του υπέρτατα τραγικού στην ανθρώπινη ύπαρξη, της αέναης πάλης των αντιθέσεων που ενυπάρχουν στο ον.
 
Στην Αντιγόνη του Σοφοκλή η ηρωίδα δρα ενεργώντας σύμφωνα με τη φύση της, μια δράση που καθοδηγεί κατά πρώτο λόγο η αγάπη της για τον αδελφό της Πολυνείκη και κατά δεύτερο λόγο η πικρία μιας γυναίκας - παιδιού για το τρομερό οικογενειακό ιστο­ρικό της και για τον αφανισμό της οικογένειάς της. Ακόμα και ο έρωτας της για τον Αίμονα δε δύναται να μετριάσει τη σύγκρουσή της με τον Κρέοντα και να κάμψει την αγέρωχη στάση της απέ­ναντι του. Η Αντιγόνη πολεμά με πολλά εμπόδια, κυρίως εσωτερι­κούς σπαραγμούς, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, το δυναστικό συμφέρον, την αντίδραση της αδελφής της Ισμήνης και τον απο­χωρισμό της από αυτήν, τον έρωτά της για τον Αίμονα, την ορμή της νιότης, το σκληρό φρόνημα του Κρέοντα, και τα υπερνικά όλα λόγω του ήθους της. Το ήθος της καθορίζει τη δράση της και την οδηγεί σε πορεία προς το θάνατο. Δεν βαδίζει προς το θάνατο αγέ­ρωχα, με πείσμα και αδιαφορία ή στωικά, αλλά κλαίει που θα πεθάνει ανύπαντρη, μοιρολογεί τα χαμένα της νιάτα και σπαράζει για το τελευταίο φως του ήλιου που αντικρίζει όπως είναι φυσικό να συμβαίνει σε κάθε ζωντανό πλάσμα. Ωστόσο η επιλογή της είναι μια αναγκαία επιλογή και προσιδιάζει στη φύση της. Το δραν ου­σιαστικά σημαίνει την εκπλήρωση ενός προορισμού που καθορίζε­ται από την ιδιαίτερη φύση, το ήθος του ανθρώπου. Η τραγικότητα της ηρωίδας έγκειται στην αντίφαση της λαχτάρας για ζωή και έρωτα και στο αγέρωχο και υπερήφανο ήθος της, στην αγάπη της για τον αδερφό της και στο φόβο της για το θάνατο, το ήθος της είναι ο δαίμονάς της, το προσωπικό θεϊκό και αμετάβλητο κομμάτι της. Αναγκαιότητα και ελευθερία ως συνειδητή επιλογή συμπλέ­κονται διαλεκτικά, η ελευθερία του ανθρώπου συνίσταται στην πλήρη αποδοχή της δαιμονιακής του φύσης. Κάθε ελεύθερη επι­λογή είναι μια αναγκαία επιλογή κάτω από αυτές τις συνθήκες. Το ότι η Αντιγόνη παίρνει αυτήν την ηρωική απόφαση, μπορεί να κα­ταδικάζεται από τη λογική αλλά στην πραγματικότητα το ότι μπό­ρεσε να την πάρει, ευχαριστεί τον θεατή της τραγωδίας, τον συγκινεί και ίσως τον ενθουσιάζει, διότι έτσι εκπληρώνει τον προ­ορισμό που προσιδιάζει στη φύση της.
 
Και εάν στην Αντιγόνη συγκινεί η ίδια η ηρωίδα με το ήθος της, στον Οιδίποδα Τύραννο συναρπάζει η ίδια η πλοκή περισσότερο από τον ήρωα, ο δαίμονάς του που κατά κάποιον τρόπο κινεί όλη την ιστορία.. Η ικανότητα που έχει στο να συνδυάζει τα στοιχεία και να λύνει γρίφους, η διανοητική του υπεροχή τον οδηγεί στην αποκάλυψη της τρομερής και αποτροπιαστικής πραγματικότητας. Ο ήρωας καταφέρνει μετά από λανθασμένους αρχικά συλλογι­σμούς, να λύσει τον γρίφο της καταγωγής του, όπως είχε καταφέρει να λύσει και το αίνιγμα της Σφίγγας που του έδωσε τη βασιλεία και τη μητέρα του ως σύζυγο. Η μοίρα του φαίνεται προδιαγεγραμμένη και η πορεία του αναπόφευκτα τραγική, όμως το δικό του στοιχείο, ο δαίμονάς του είναι το στοιχείο που οδηγεί στην εκπλήρωση του πεπρωμένου του. Σύμφωνα λοιπόν με την υπόθεση, όταν συναντά τον Λάιο και φιλονικεί, ο οξύθυμος χαρακτήρας του τον οδηγεί στο φόνο του πατέρα του χωρίς φυσικά να γνωρίζει την ταυτότητα του ανθρώπου που σκότωσε. Η οξυθυμία του είναι εκείνο το στοιχείο του ήθους του, που οδηγεί στην εκπλήρωση του δυσβάσταχτου πε­πρωμένου του και το πάθος του για την αναζήτηση της αλήθειας στην αποκάλυψή του. Η αντίστασή του σε κάθε πρόταση συμβι­βασμού και υποχώρησης είναι αυτό το στοιχείο που ξετυλίγει το νήμα και οδηγεί από την άγνοια στη γνώση, στοιχείο εκ διαμέτρου αντίθετο με τη στάση της Ιοκάστης για τη ζωή όπως εκφράζεται αυτή στο στίχο 979, εική κράτιστον ζην, όπως δύναιτο τις (καλύτερα όπως μπορεί καθένας να ζει, χωρίς φροντίδες). Η τελική κατάρρευση του κόσμου του, η πτώση του παιδιού της Τύχης όπως αυτοχαρακτηρίζεται, είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα, και βεβαίως η μοίρα του Οιδίποδα, σύμφωνα με την υπόθεση, φαίνεται προδιαγεγραμ­μένη όπως ρητά ο χρησμός προφητεύει. Επιπροσθέτως, ο ήρωας δεν χαρακτηρίζεται από ηθική φαυλότητα ούτε η οξυθυμία του απο­τελεί για την ελληνική ηθική - αξιακή αντίληψη ύβρη που πρέπει να εξιλεωθεί με τέτοια τιμωρία. Επομένως, αναδύεται το ερώτημα: ο Οιδίποδας είναι ένα πρόσωπο που δέχεται παθητικά ένα πεπρω­μένο που είναι ούτως ή άλλως αναπόφευκτο ή ο ίδιος σύμφωνα με το ήθος του ενεργοποιεί αυτήν την πορεία; Στην αναμέτρηση με το ερώτημα, η αντιμετώπιση δεν μπορεί παρά να είναι φιλοσοφική, στο ερώτημα «για ποιον λόγο εντέλει γίνονται όλα αυτά», συμπο­ρεύονται μια ιδιότυπη οντολογία του παραλόγου και μαζί η ηθική της γνώσης -αποκάλυψης και η δράση η προσαρμοσμένη στην ιδι­αίτερη ατομική φύση, στη βαθιά επίγνωση της ανθρώπινης συνθή­κης που κινείται στα όρια της ύβρεως. Ο τραγικός ήρωας μαθαίνει εκ των υστέρων πως υπερέβη ένα όριο το οποίο προκάλεσε την επέμβαση της μοίρας. Το ήθος του γίνεται το όργανο της μοίρας, είναι αυτό που τον οδηγεί στην κακοδαιμονία. Η όλη συμπεριφορά του Οιδίποδα κυριαρχείται από τον ευέξαπτο και παρορμητικό του χαρακτήρα, απέναντι στο Λάιο, στον Τειρεσία, στον Κρέοντα. Θυμώ μάχεσθαι χαλεπόν, ότι γαρ αν θέλη, ψυχής ωνείται, αναφωνεί στο απόσπασμα 85 ο Ηράκλειτος, λόγος που ταιριάζει τόσο στον Οιδίποδα όσο και στον ομηρικό Αχιλλέα. Η κατάρρευση του οίκου του Αγήνορα έχει ήδη αρχίσει να πραγματοποιείται. Ήθος, άνθρω­πος, δαίμων στη διαλεκτική τους σχέση κινητοποίησαν τη διαδικα­σία.
 
Ο Προμηθεύς, θεός δωρητής της πηγής και του πυρός, της δύ­ναμης που είναι διδάσκαλος τέχνης πάσης... και μέγα πόρος (Προμη­θεύς δεσμώτης στ. 110-110), αντιμετωπίζει την οργή του Δία και τη βία διότι είναι φύσει δοτήρ χωρίς να διεκδικεί τίποτα για τον εαυτό του. Η αγάπη του για το ανθρώπινο γένος και η γενναιοδω­ρία του, στοιχεία του ήθους του, ορίζουν τη μοίρα του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δηλώνεται η σύγκρουση ανάμεσα στο μεγαλείο των στό­χων και στη μοίρα των δυσδαιμόνων που μοχθούν για αυτούς10. Ο Προμηθεύς θα έχει να αντιμετωπίσει μακρότατες δοκιμασίες, αφού εκείνος που θα τον απαλλάξει από τα μαρτύριά του, ο λωφήσων, δεν έχει ακόμα γεννηθεί και αυτό το γνωρίζει, τάχθηκε να υπηρετεί μια μοίρα που ουσιαστικά έχει διαμορφώσει λόγω της φιλανθρω­πίας του και την οποία δεν μπορεί να αποφύγει διότι αυτή καθορί­ζεται από την ιδιαίτερη φύση του, το ήθος του11. Ο ησιόδειος Προμηθεύς είναι θεός αλλά ο αισχύλειος είναι ένας τραγικός ήρωας αθλεύων, στον οποίον το ήθος του καθορίζει τη μοίρα του, ήθος αυτοσπαραζόμενο από αντιφάσεις, μοίρα που χαρακτηρίζεται από συγκρούσεις. Ο Α. Διαμαντόπουλος αναφέρει ότι «η θεμελιακή δύ­ναμη της προσωπικότητας του Προμηθέα που στηρίζει τις υπό­λοιπες και που τις μετουσιώνει σε δημιουργικές δυνάμεις είναι η αλύγιστή του αντίσταση στην πειθώ και στη βία, όταν ο ισχυρότε­ρος του ζητά με ιδιοτέλεια τα όπλα του Όλες οι πλευρές της υπόστασής του αντιστρατεύονται τη βία, προβάλλουν στη βία αλύγιστη αντίσταση»12. Ο Προμηθεύς τάχτηκε να υπηρετεί μια μοίρα γνωρίζοντας το μέλλον και έχοντας συνείδηση του μήκους του μαρ­τυρίου που επέσυρε στον εαυτό του με αυτήν την επιλογή του, όπως δηλώνει στο στίχο 101, πάντα προυξεπίσταμαι σκεθρώς τα μέλλοντα. Η αγάπη του όμως για τον άνθρωπο, η γενναιοδωρία του και το θάρρος της αντίστασης τον οδηγούν σε αυτήν την πορεία. Έχει το ήθος του ανένδοτου ήρωα που δέχεται το μαρτύριο για να υπερα­σπιστεί ένα αίτημα οικουμενικό. Το ήθος του είναι ο δαίμονάς του, το θεϊκό τιτάνιο κομμάτι του και η συμπονετική ανθρώπινη ευαι­σθησία του. Η δύναμη και η αδυναμία του που συμπλέκονται δια­λεκτικά και τον οδηγούν σε αυτήν την επιλογή και το μακρότατο μαρτύριό του. Είναι ζεμένος κάτω από τον ζυγό της ανάγκης, γνω­ρίζει το πεπρωμένο αλλά πράττει σύμφωνα με το ήθος του, την πεπρωμένην δε χρή αίσαν φέρειν ως ράστα, γιγνώσκοθ’ότι/το της ανάγκης αδήριτον σθένος./αλλούτε σιγάν ούτε μη σιγάν τύχας/οίον τε μοι τάσδ’ εστί. θνητοίς γαρ γέρα/πορών ανάγκαις ταισδ’ ενέζευγμαι τάλας (103- 108).
 
Ο άνθρωπος κατά την αναζήτηση του εαυτού του συναντά αυτό που είναι απεριόριστα μεγαλύτερο από την ατομικότητά του, την αληθινή ανθρωπιά που είναι μία από τις εκφάνσεις της συμπαντικότητας, έτσι ξεπερνά τη ζωώδη αμεσότητά του. Στον Ηράκλειτο διατυπώνεται μια δραμα­τική και τραγική αντίληψη του κόσμου και της ζωής, δραματική επειδή εκφράζει το βάθος των δραστηριοτήτων και των δράσεων του ανθρώπου- τραγική επειδή αντιμετωπίζει αυτό που είναι απο­σπασματικό μέσα από ένα πρίσμα συμπαντικό και βαθαίνει τη ρωγμή και τους σπαραγμούς που υπάρχουν μέσα σε κάθε ολό­τητα13. Το δημοκρίτειο «εν λογίζεσθαι, εν λέγειν και πράττειν α δει» ώστε το ανθρώπινο ον να οδηγείται στο ευ ζην δεν φαίνεται εύκολα εφικτό, καθόσον το ήθος εμπλέκεται στη διαδικασία ως καταλυτι­κός παράγοντας, ωστόσο σύμφωνα με τον Ηράκλειτο σημασία έχει ότι εμπλέκεται και δρα καταλυτικά, διαμορφώνει την πορεία, η μοίρα γίνεται υπόθεση ήθους.
 
Το ήθος, ο δαίμων, η μοίρα στον ηρακλείτειο λόγο οικοδομούνται με βάση τη διαλεκτική αντίληψη του φιλοσόφου για τα όντα. Μεταξύ τους συνδέονται με διαλεκτική σχέση, σχέση αντίφασης και σύγκρουσης, καθώς το ένα, η ανθρώπινη φύση αντιπαλεύεται το άλλο, το θεϊκό κομμάτι. Ωστόσο, στη βάση της ηρακλείτειας δια­λεκτικής υπάρχει μια αφανής αρμονία που αναδύεται από τις αν­τιθέσεις και τις συγκρούσεις. Κατά τον Conche ο ηρακλείτειος κόσμος είναι μια αρμονία τραγική14. Η αρμονία αυτή συνδέει το ανθρώπινο ον με το σύμπαν, με το όλο και η ανθρώπινη μοίρα κατανοείται στην ολότητά της και όχι αποσπασματικά. Η δράση είναι τελικά το αποτέλεσμα μιας αναγκαίας και ελεύθερης επιλογής, ό άνθρωπος δεν ορμά τυφλός στην καταστροφή, διότι έχει τη δυνα­τότητα του Λόγου, ο προορισμός εκπληρώνεται, η πορεία ολοκλη­ρώνεται. Κατά την πορεία αυτήν, ο άνθρωπος από αφηρημένος διαβάτης μετατρέπεται σε σύννουν και έλλογο περιηγητή που προ­σπαθεί να φτάσει στον προορισμό του μέσα από αντιφάσεις και αυτοσπαραγμούς και να κατανοήσει τη συμπαντική και όχι απο­σπασματική του φύση, το δαίμονα του, και ο προορισμός αυτός εν τέλει είναι αδιάφορο αν είναι η ευδαιμονία ή η κακοδαιμονία.
     -----------------------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Π. Καραβία, «Ο Ηράκλειτος και ο στοχασμός του βάθους», Νέα Εστία LXXIII, 1963, σελ. 160.

 2. Richard G. Geldard, Remembering Heraclitus, Hudson, Lindisfarne Books, N. Y., 2000, σελ.102.

 3. G. S. Kirk - J. Ε. Raven - Μ. Schofield, Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, ΜΙΕΤ, Αθήνα, σσ. 215.

 4. Philip Wheelwright, Heraclitus, Princeton University Press, Princeton, 1959.

 5. «Όταν το προσεγγίζουμε για πρώτη φορά, μπορεί να του αποδώσουμε όσο το δυνατό λιγότερο τεχνικό νόημα και να μην το θεωρήσουμε τίποτα παραπάνω, από μια έκφραση αντίθεσης προς τις συμβατικές απόψεις σχετικά με το ότι ο χαρα­κτήρας είναι ο εσωτερικός παράγοντας και ο δαίμονας ο εξωτερικός παράγοντας, που ρυθμίζει την ανθρώπινη μοίρα. Ακόμη και αν δείξουμε τέτοια σύνεση, δεν αλ­λάζει το γεγονός ότι ο δαίμονας ταυτίζεται με το ήθος και θεωρείται πως ενυπάρχει σε αυτόν. Αν, ωστόσο, τοποθετήσουμε το απόσπασμα σεο πλαίσιο της πυθαγό­ρειας σύλληψης της ψυχής (μια διαδικασία που θεωρείται δικαιολογημένη), τότε ο δαίμων μπορεί να προσδιοριστεί σύμφωνα με την πυθαγόρεια έννοια, χρησιμο­ποιώντας αυτήν τη δομή της ψυχής την οποία ο Ηράκλειτος καθορίζει με τον όρο ήθος. Αυτός ο προσδιορισμός υπονοεί τη μνημειώδη αποκοπή από την αρ­χαϊκή αδιάρρηκτη σύνδεση της αθανασίας με τη θεότητα», Eric Voegelin, The World ofthe Polis, Louisiana State University Press, Baton Rouge, 1957, σελ. 224.

 6. Herman Diels- Walter Kranz, Οι Προσοικρατικοί, Οι μαρτυρίες και τα αποσπά­σματα, απόδοση στα Νέα Ελληνικά Β. Κύρκου, Παπαδήμος, Αθήνα, 2005, σσ. 216-217.

 7. Martin Heidegger, Λόγος, Μοίρα, Αλήθεια, Ηράκλειτος, Παρμενίδης ,εκδ. Πλέθρον, μτφρ. I. Αβραμίδου, σελ. 132

 8. Πλάτωνος, Τίμαιος, 90a.

 9. Richard G. Geldard, Ηράκλειτος, Ο Σκοτεινός φιλόσοφος, μτφρ. Σ. Λειβαδο- πούλου, Αρχέτυπο, Θεσσαλονίκη, 2003. «Ξεκινούμε από το σημείο που ο Βόγκελιν μιλά για τη φιλοσοφική αναζήτηση μιας καινούριας τάξης της ανθρώπινης ψυχής».

10. Αισχύλου, Προμηθεύς δεσμώτης, 28, 944, Ευμενίδες, 171

 11. Αισχύλου, Προμηθεύς δεσμώτης, 101.

 12. Αλέξη Διαμαντόπουλου, Προμηθέας Δεσμώτης και Λυόμενος τον Αισχύλου, Σειρά μελετών: Θέατρο και Πολιτική, Αθήνα, 1973, σελ. 49.

 13. Κώστα Αξελού, Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία, μτφρ. Δ. Δημητριάδη, Εξάντας, Αθήνα, 1974, σελ. 242.

 14. Marcel Conche, Heraclite-Fragments, Presses Universitaires de France. Paris, 1986, οελ. 295.

Στα δάκρυα βρίσκεται η πιο καθαρή αγάπη μας

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ επιλογεσΟι άνθρωποι ζούμε επικίνδυνα καταπιεστικά. Όποτε αφήνουμε τα μάτια μας να υγραίνονται βιαζόμαστε να μεταφράσουμε αυτοκαταστροφικά τη φύση μας. Τρέχουμε να τα σκουπίσουμε, να καθαρίσουμε άλλη μια στιγμή αδυναμίας αποτυγχάνοντας να δούμε πως στην ουσία αυτή ήδη καθαρίζει εμάς.

Για την πλειοψηφία το κλάμα είναι κατ’ εξοχήν ένδειξη λύπης, δυσφορίας, απόγνωσης και άλλων αρνητικών συναισθημάτων και τα δάκρυα προπομπός αυστηρά του κακού, του στραβού, του ανεπιθύμητου.

Καταπιέζοντας, λοιπόν, ακόμη μία άκρως αναγκαία μας λειτουργία απομακρυνόμαστε από το εσωτερικό μας παιδί. Αυτό που συνεχίζει να θέλει να αγγίξει τις άλλες χορδές μας, να ενεργοποιεί κάθε στιγμή τις κεραίες μας. Του αντιστεκόμαστε και γινόμαστε ολοένα και πιο ξύλινοι, πετρώνουμε σαν τα αγάλματα και τα ρομπότ κάνοντάς τους το όλο και πιο εύκολο να μας αντικαταστήσουν.

Κι όμως... Στα υγρά μάτια κρύβεται μεγάλος θησαυρός. Η ηρεμία, η γαλήνη που ξεκινά από εκεί μέσα, γεννούν την πιο καθαρή αγάπη. Μια αληθινή προσήλωση στη στιγμή. Αυτά τα δάκρυα είναι η καρδιά που δε χωράει σε λέξεις. Η σιωπή που τόσο μελωδικά κυλάει.
Σε κάθε αληθινή στιγμή της ζωής μας τα μάτια αξίζει να αφεθούν ελεύθερα. Να συμμετέχουν ενεργά.
Και φυσικά, και η βιολογία συμφωνεί σε αυτό. Επειδή η ανεπιθύμητη πίεση και το άγχος μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ψυχοσωματικών αντιδράσεων, καρδιακής προσβολής και να βλάψει ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου μας, η ανθρώπινη ικανότητα μας να κλαίμε έχει θεραπευτική αξία επιβίωσης. «Τα συναισθηματικά δάκρυα περιέχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις πρωτεϊνών, μαγγανίου και της ορμόνης προλακτίνης που παράγεται κατά τη διάρκεια του κινδύνου ή της διέγερσης που προκαλείται από το άγχος», λέει ο Δρ Carrie Lane του Πανεπιστημίου του Τέξας.

Οι πιο πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι πάνω από 80% των περιπτώσεων όπου οι άνθρωποι κλαίνε, μία αίσθηση ανακούφισης, ευφορίας, ηρεμίας ακολουθεί. Άλλες μελέτες αποκαλύπτουν πως άνθρωποι με αλεξυθυμικές [ανεπάρκεια αίσθησης των συναισθημάτων] ή ανηδονικές [αδυναμία να αντλήσουν ευχαρίστηση από όμορφες εμπειρίες] τάσεις, μπορούν να ωφεληθούν από θεραπευτικές παρεμβάσεις που ενθαρρύνουν το κλάμα.

Εν ολίγοις, πρέπει να δοθεί μια καινούργια σημασία στα δάκρυα. Μια νέα ποίηση, όπως λέει ο Όσσο. Μια νέα διάσταση.

Αξίζει να ντρεπόμαστε για ό,τι πιο φυσικό μας έχει απομείνει;


Αυτή η φύση, δε γνωρίζει φύλο. Δεν μιλάει τη γνωστή γλώσσα. Δεν έχει ανάγκη από συμφωνήεντα.

Δεν μας έχουν μείνει πολλά. Αλλά ούτε χρειαζόμαστε και πολλά. Μόλις καταλάβουμε πως δεν πρέπει να φοβόμαστε πια να δακρύζουμε, η ελευθερία τους θα ξεκινήσει να γεννά κι άλλη αγάπη μέσα μας. Ας απολαμβάνουμε κάθε νέα σταγόνα, λοιπόν, και μάλιστα πολύ. Κάθε νέο υγρό τραγούδι μας και μάλιστα πολύ.

Πάντα να ξαναρχίζεις

Να ξαναρχίζεις λοιπόν, να κάνεις εκείνο το βήμα, ξεχνώντας ποιος είσαι και το που βρίσκεσαι.
Για να αδειάσει το μέσα σου και να γεμίσει αλλιώς.

Να ξαναρχίζεις, έχοντας όπλο το παρόν και σοφία το παρελθόν.
Και θα δεις ότι μόνο έτσι θα μάθεις την κατανόηση, για να δημιουργήσεις με σιγουριά το μέλλον.

Να ξαναρχίζεις, όσο χαμηλά και αν έχεις πέσει στο τώρα.
Όσες πληγές και αν σου έχουν χαράξει.

Όσο σκοτάδι και αν έχεις βιώσει.
Να μαζεύεις τα κομμάτια σου και να πηγαίνεις στην αρχή σου.

Να ξαναρχίζεις, όσο και αν ο πόνος, σε έχει αποδυναμώσει.
Θυμήσου ότι το αύριο, σου δίνει μια δεύτερη ευκαιρία.
Μια δεύτερη ζωή.

Να ξαναρχίζεις και να χαμογελάς τόσο δυνατά που η σκιά του φόβου να τρομάξει και να φύγει.
Στη θέα του ήλιου ακόμα κι αυτή θα κάνει πιο πέρα.

Να ξαναρχίζεις και να συγχωρείς το παρελθόν σου.
Τους ανθρώπους του, τις επιλογές σου.

Διότι, κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς να παίξει.
Δεν υπάρχει σκηνοθέτης για το έργο μας.
Όλα αυτοσχεδιασμός είναι.
Ό,τι φέρει η στιγμή.

Μονάχα την αδράνεια μην αγαπήσεις.
Διότι, θα σε προδώσει.

Να ξαναρχίζεις και να ερωτεύεσαι με δύναμη.
Να διεκδικείς χωρίς δόση εγωϊσμού αλλά από βαθιά ανάγκη για να νιώσεις επιτέλους.
Να αγαπάς και να μοιράζεσαι.

Όσο και αν πληγώθηκες και προδόθηκες, πάντα υπάρχει χώρος στη ζωή να ξαναζήσεις.
Ποτέ δεν είναι αργά.

Να ξαναρχίζεις και να στοχεύεις όσο πιο ψηλά μπορείς.
Και να δίνεσαι με πάθος σε αυτό που πιστεύεις.
Μόνο έτσι δείχνεις την αλήθειά σου.

Να ξαναρχίζεις, ακόμα και αν νομίζεις πως όλα τελείωσαν.
Πάντα υπάρχει στο βάθος μια πόρτα από φως.
Μην τρέμεις.
Η φλόγα του κεριού δεν θα σβήσει.

Να ξαναρχίζεις και να ποντάρεις στην ελπίδα.
Μην το ξεχνάς ποτέ αυτό.
Διότι, η ζωή δεν σε ξεχνά.
Εσύ ίσως να αγνοείς εσένα.

Να ξαναρχίζεις και να σε ψάχνεις.
Μπορεί να μην είσαι πια ο άνθρωπος που νόμιζες αλλά ο άνθρωπος που έπρεπες να γίνεις.

Μην παίρνεις στραβά την αλλαγή.
Γιατί όλα τελικά στην ζωή μια αλλαγή είναι.
Δεν υπάρχουν δεδομένα.

Πάντα να ξαναρχίζεις λοιπόν.
Και παίξε όσο πιο δίκαια μπορείς.
Και μην παραιτείσαι ποτέ.
Και αν νομίζεις πως δεν μπορείς να πετάξεις, στην ανάγκη, σύρσου.

Μην ξεχνάς να προσπαθείς για εσένα.
Πάντα να ξαναρχίζεις από το μηδέν ότι και να γίνει.
Με οποιοδήποτε τέλος.
Με οποιαδήποτε αρχή.

Paul Valéry, Toujours recommencer

Τι πραγματικά προσπαθεί να μας πει η ζήλια

«Η σύγκριση θα σας στερήσει την δύναμη της χάρης και της επιρροής. Κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός. Πώς μπορείτε τότε να συγκρίνετε το μοναδικό με το μοναδικό; Δεν μπορείτε. Και όποτε προσπαθείτε, εκμηδενίζετε την λαμπρότητα σας.» – Amy Larson

Όσο πιο πολύ εμβαθύνουμε στο ταξίδι της προσωπικής μας ανάπτυξης, τόσο καλύτερα αρχίζουμε να βλέπουμε πως κανένα συναίσθημα δεν υπάρχει κατά τύχη.

Κάθε εξωτερική κατάσταση που μας προκαλεί ένα συναίσθημα πρόκειται για μια ακόμη ευκαιρία ώστε να θεραπεύσουμε κάτι. Είναι ένα σημάδι για να συνειδητοποιήσουμε κάτι μέσα μας το οποίο καταπιέζαμε ή φοβόμασταν να αντιμετωπίσουμε. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι κάθε συναίσθημα που φοβόμαστε να βιώσουμε, θα συνεχίσει να εμφανίζεται μέχρι να το αντιμετωπίσουμε.

Κανένα συναίσθημα δεν φεύγει αν δεν θεραπευτεί σωστά. Για οποιονδήποτε είναι προσκολλημένος σε περιοριστικά υποσυνείδητα συστήματα πεποιθήσεων, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι όλα τα συναισθήματα προέρχονται από αυτά τα συστήματα που δεν ευθυγραμμίζονται με την «αλήθεια» αυτών των ατόμων.

Η γαλήνη, η τελειότητα και η αγνή ευτυχία είναι στην πραγματικότητα η κανονική κατάσταση της ύπαρξης μας. Έτσι, οτιδήποτε μας κάνει να νιώθουμε διαφορετικά μπορεί μόνο να δείχνει ότι ο εγωισμός μας είναι προσκολλημένος σε μια πεποίθηση που βασίζεται στον φόβο ή στην αμφιβολία.

Ένα από τα πιο επώδυνα και απογοητευτικά συναισθήματα που όλοι αντιμετωπίζουμε είναι η ζήλια. Το να νιώθετε πως θέλετε κάτι το οποίο δεν μπορείτε να έχετε μπορεί να είναι πολύ δυσάρεστο. Αλλά ποια είναι η ρίζα της ζήλιας;

Ποια είναι η πεποίθηση που έχουμε για την ζωή η οποία προκαλεί την ζήλια; Το να καταλάβουμε τα βαθύτερα αίτια της είναι αυτό που εν τέλει θα επιφέρει μακροπρόθεσμες αλλαγές και θα θεραπεύσει το ενεργειακό πεδίο μας.

Σταματήστε να συγκρίνετε τον εαυτό σας.

«Αν συγκρίνεις τον εαυτό σου με τους άλλους, ίσως γίνεις ματαιόδοξος και πικρός γιατί πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι με περισσότερα, και άλλοι με λιγότερα από εσένα.» -Maxx Ehrmann

Το πρώτο πράγμα στο οποίο βασίζεται η ζήλια ώστε να υπάρξει μέσα στην ψυχή μας είναι η σύγκριση. Το να ζηλεύεις σημαίνει να συγκρίνεις τον εαυτό σου με άλλους ανθρώπους.

Φυσικά, αυτή η σύγκριση σας κάνει να νιώθετε ωραία όταν εσείς έχετε τα περισσότερα, αλλά μπορεί επίσης να συμβεί και το αντίθετο. Όσο πιο πολύ τονίζουμε τις ατέλειες των άλλων τόσο πιο επώδυνο είναι όταν το Σύμπαν μας στέλνει μια δύσκολη κατάσταση ώστε να δούμε και τις δύο πλευρές του φάσματος.

Όταν είμαστε προσκολλημένοι στο να τα έχουμε όλα τέλεια δυσκολευόμαστε περισσότερο να συνειδητοποιήσουμε ότι και οι άλλοι είναι πετυχημένοι.

Η ζήλια επίσης, προέρχεται από τον εγωισμό που την ενισχύει όταν θεωρούμε τον εαυτό μας λιγότερο καλό από τους άλλους.

Όταν νιώθετε κατώτεροι από τους άλλους, είναι συνηθισμένο να ζηλεύετε. Οι ευλογίες που βλέπετε οι άλλοι να έχουν σας υπενθυμίζουν την δική σας κατάσταση.

Η σύγκριση μπορεί μόνο να προκύψει από έναν εγωισμό που δεν συνειδητοποιεί την δική του μοναδικότητα. Κάθε ανθρώπινο ον δεν είναι απλώς εντελώς μοναδικό και ξεχωριστό αλλά και κάθε ταξίδι είναι διαφορετικό. Δεν υπάρχει «σωστός» και «λάθος» τρόπος για να ζήσει κάποιος την ζωή, υπάρχει μόνο το τι είναι σωστό και λάθος για εσάς.

Όταν καταλαβαίνετε πως το ταξίδι σας προσαρμόζεται στα μαθήματα που έχει επιλέξει να διδαχθεί η ψυχή, είναι ευκολότερο να παραμείνετε συγκεντρωμένοι στην δική σας ανάπτυξη, Η μόνη σύγκριση που είναι ωφέλιμη είναι αυτή μεταξύ του τωρινού και του προηγούμενου εαυτού μας.

Ακούστε αυτό που προσπαθεί να πει η καρδιά σας

Ο εγωισμός συχνά αποκαλείται ως το παιδί μέσα στην καρδιά μας που παρακαλά για προσοχή. Αν κάθε συναίσθημα προσεγγίζεται έτσι, είναι ευκολότερο να θεραπεύσουμε τα άλλα συναισθήματα που προκύπτουν.

Η ζήλια υποδεικνύει πως η προσοχή και η αγάπη που ζητά το παιδί μέσα μας δίνεται στην ζωή κάποιου άλλου.

Αν εστιάσουμε όλη μας την ανησυχία και την ενέργεια στην ζωή κάποιου άλλου ατόμου, το παιδί μέσα μας αρχίζει να νιώθει παραμελημένο. «Θέλω αυτό που έχουν», λέει, «θέλω την προσοχή που δίνεις συνεχώς στην ζωή των άλλων. Από αυτή την άποψη, η ζήλια που νιώθουμε για κάποιον άλλον είναι ανάλογη με την αγάπη που δεν δίνουμε στην καρδιά μας.

Αν μπορούμε να φανταστούμε ένα παιδί που δεν του δίνεται αγάπη από τους γονείς του αν δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα που έχουν, είναι εύκολο να δούμε πως θα αντιδρούσε στους ανθρώπους με τους οποίους οι γονείς του το σύγκριναν.

Αν ένα παιδί εκτιμάται μόνο όταν έχει φτάσει σε ένα επίπεδο «ευτυχίας» κάποιου άλλου, τότε ποτέ δεν αναγνωρίζει τα δικά του μοναδικά χαρίσματα.

Έτσι ακριβώς νιώθει το παιδί μέσα μας όταν το συγκρίνουμε με άτομα των οποίων το ταξίδι δεν έχει καμία σχέση με το δικό μας. Με το να αναγνωρίζουμε και να επιβραβεύουμε τα μοναδικά μας ταλέντα χωρίς να εστιάζουμε στους άλλους, θα αρχίσουμε να μεταμορφώνουμε την ζήλια σε αυτοπεποίθηση.

Η ζήλια είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα που υπάρχει για να μας βοηθήσει

Με το να προσεγγίζουμε κάθε συναίσθημα ως ακόμα μια ευκαιρία για να θεραπεύσουμε κάτι μέσα μας θα ξεκινήσουμε να κινούμαστε προς μια θεραπευτική διαδικασία. Δεν είναι «λάθος» το να ζηλεύετε, πρόκειται απλώς για ένα συναίσθημα που ο καθένας μας βιώνει σε κάποια στιγμή της ζωής του.

Αντί να το καταπιέζουμε, είναι καλύτερο να το δούμε ως σημάδι ότι ίσως ξοδεύουμε πολύ χρόνο εστιάζοντας σε λάθος ανθρώπους. Θα αρχίσουμε έτσι να έχουμε ένα επίπεδο συνείδησης, στο οποίο η ζήλια δεν θα υπάρχει πια.

Η ευτυχία είναι επιλογή

Εκπλήσσομαι με τον τεράστιο αριθμό ενηλίκων που δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη της στάσης τους απέναντι στη ζωή. Αν είναι κακόκεφοι και κάποιος ζητήσει να μάθει γιατί, απαντούν, “Σήμερα ξύπνησα στραβά”. Όταν η αποτυχία χτυπάει την πόρτα τους, λένε, “Γεννήθηκα για να βασανίζομαι. Όταν η ζωή τους δεν πάει καλά ενώ άλλα άτομα της οικογένειας βρίσκονται σε άνοδο, λένε, “Λοιπόν, εγώ ήμουν ο άτυχος της οικογένειας”. Όταν οι γάμοι τους αποτυγχάνουν, πιστεύουν ότι παντρεύτηκαν λάθος άτομο. Όταν κάποιος άλλος παίρνει την προαγωγή που ήθελαν, είναι γιατί δε βρέθηκαν στον κατάλληλο τόπο τον κατάλληλο χρόνο.

Παρατηρείτε κάτι; Πάντοτε οι άλλοι ευθύνονται για τα προβλήματά τους. Η μεγαλύτερη μέρα στη ζωή σας, όπως και στη δική μου, είναι η μέρα που αναλαμβάνετε πλήρως την ευθύνη της στάσης σας. Είναι η μέρα της ουσιαστικής ενηλικίωσης. Ένας σύμβουλος του Προέδρου Λίνκολν τού πρότεινε ένα συγκεκριμένο υποψήφιο για το Υπουργικό Συμβούλιο. Ο Λίνκολν όμως αρνήθηκε, λέγοντας, “Δε μου αρέσει η φάτσα αυτού του ανθρώπου”. “Μα, κύριε, δεν ευθύνεται αυτός για τα χαρακτηριστικά του προσώπου του”, επέμεινε ο σύμβουλος. “Κάθε άνδρας πάνω από τα σαράντα ευθύνεται για το πρόσωπό του”, απάντησε ο Λίνκολν, και το θέμα θεωρήθηκε τελειωμένο.

Ανεξάρτητα από το τι πιστεύετε εσείς για τη στάση σας, η έκφρασή σας σας προδίδει!

Τις προάλλες, είδα ένα αυτοκόλλητο που έγραφε “Η δυστυχία είναι επιλογή”.

Δεν αποφασίζουμε εμείς πόσα χρόνια θα ζήσουμε, αλλά μπορούμε να αποφασίσουμε πόση ζωή θα περιέχεται μέσα στα χρόνια αυτά.

Δεν εξαρτάται από μας η ομορφιά του προσώπου μας, αλλά από μας εξαρτάται η έκφρασή του.

Δεν έχουμε τη δυνατότητα να αποφύγουμε τις δύσκολες στιγμές της ζωής, αλλά μπορούμε να επιλέξουμε να μην κάνουμε δύσκολη τη ζωή μας.

Δεν μπορούμε να ελέγξουμε την αρνητική ατμόσφαιρα του κόσμου που ζούμε, μπορούμε όμως να ελέγξουμε την ατμόσφαιρα που επικρατεί στο μυαλό μας.

Πολύ συχνά προσπαθούμε να επιλέξουμε και να ελέγξουμε πράγματα που δεν περνούν από το χέρι μας.

Πολύ σπάνια επιλέγουμε να ελέγξουμε αυτό που περνάει από το χέρι μας …τη στάση ζωής μας.

Ο Hugh Downs υποστηρίζει ότι ευτυχισμένος δεν είναι τόσο ο άνθρωπος που βρίσκει τις κατάλληλες συνθήκες, αλλά ο άνθρωπος με την κατάλληλη στάση ζωής. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ευτυχία είναι μια κατάσταση. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, είναι ευτυχισμένοι. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα, είναι δυστυχείς. Μερικοί άνθρωποι πάσχουν από αυτό που εγώ αποκαλώ “ασθένεια προορισμού”. Νομίζουν ότι μπορούν να βρουν την ευτυχία σε κάποια θέση ή σε κάποιο τόπο. Άλλοι υποφέρουν από αυτό που αποκαλώ “η ασθένεια του κάποιου”. Νομίζουν ότι η ευτυχία κερδίζεται αν γνωρίζεις ή είσαι με κάποιο συγκεκριμένο άτομο.

Με εντυπωσιάζει η φιλοσοφία που κρύβεται στα παρακάτω λόγια: “Ο Θεός επιλέγει αυτά που θα υποστούμε. Εμείς επιλέγουμε τον τρόπο που θα τα υποστούμε.” Περιγράφει απόλυτα τη στάση του Viktor Frankl την περίοδο που κακοποιήθηκε βάναυσα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί. Τα λόγια που απηύθυνε στους διώκτες του έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για εκατομμύρια ανθρώπους. Είπε, “Το μοναδικό πράγμα που δεν μπορείτε να μου αφαιρέσετε είναι ο τρόπος που επιλέγω να αντιδράσω σε αυτά που μου κάνετε. Το τελευταίο οχυρό της ελευθερίας του ατόμου είναι η επιλογή της στάσης του μπροστά σε κάθε δεδομένη κατάσταση.”

Η Clara Barton, ιδρύτρια του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, κατανόησε τη σημασία της επιλογής της κατάλληλης στάσης ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες. Ποτέ δεν τη θυμάται κανείς να κρατάει κακία σε κάποιον. Μια φορά, ένας φίλος της της θύμισε κάποιο δυσάρεστο γεγονός που είχε συμβεί μερικά χρόνια νωρίτερα, αλλά η Κλάρα έδειχνε να μη θυμάται το περιστατικό. “Μα δε θυμάσαι το κακό που σου έκανε;” ρώτησε ο φίλος της. “Όχι”, απάντησε ήρεμα η Κλάρα, “Θυμάμαι καθαρά ότι το έχω ξεχάσει”.

Πολύ συχνά, άτομα που έχουν αντιμετωπίσει αντίξοες καταστάσεις στη ζωή τούς αισθάνονται πικρία και θυμό. Άλλες φορές, στη ζωή τους αποδεικνύονται άτομα αρνητικά και σκληρά απέναντι στους άλλους. ‘Έχουν την τάση να αναφέρονται στις δύσκολες στιγμές του παρελθόντος και να λένε, “Εκείνο το γεγονός με κατέστρεψε”. Αυτό που δε συνειδητοποιούν είναι πως το γεγονός εκείνο απαιτούσε μια επιλογή στάσης — μια αντίδραση. Η λανθασμένη επιλογή στάσης τούς κατέστρεψε, και όχι οι συνθήκες.

Ο C. S. Lewis είπε, “Κάθε φορά που κάνετε μια επιλογή, μεταλλάσσετε το προσωπικό σας κέντρο ελέγχου, το κομμάτι που αποφασίζει, σε κάτι λίγο διαφορετικό από αυτό που ήταν ως εκείνη τη στιγμή. Και αν πάρετε τη ζωή σας ως σύνολο, με όλες τις αναρίθμητες επιλογές σας, σταδιακά εξελίσσεστε μέσω αυτού του κέντρου ελέγχου είτε σε ένα αγγελικό είτε σε ένα διαβολικό πλάσμα.”.

ΤΟ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Ο Απολλώνιος “Μέγας Γεωµέτρης” της εποχής του διατύπωσε σε ένα από τα έργα του τις Επαφές το εξής γεωµετρικό πρόβληµα:

“∆οθέντων τριών σηµείων ή τριών ευθειών ή τριών κύκλων, να κατασκευαστεί  ένας κύκλος που να εφάπτεται και στα τρία

Η πρώτη περίπτωση είναι εύκολη. Ο κύκλος που περνάει από τρία σηµεία έχει το κέντρο του στο σηµείο που συντρέχουν οι µεσοκάθετοι του τριγώνου που έχει κορυφές τα σηµεία αυτά. Προφανώς δεν υπάρχει λύση αν τα σηµεία είναι συνευθειακά.

Η δεύτερη περίπτωση είναι επίσης εύκολη και δέχεται την εξής διερεύνηση:

• Αν οι ευθείες τέµνονται ανά δύο (χωρίς να συντρέχουν) σχηµατίζουν
τρίγωνο, οπότε ο ζητούµενος κύκλος είναι ο εγγεγραµµένος στο τρίγωνο αυτό.
• Αν οι δύο ευθείες είναι παράλληλες και η τρίτη τις τέµνει, ο ζητούµενος
κύκλος έχει το κέντρο του µέσα στην ταινία των παραλλήλων, εκεί που
τέµνονται οι διχοτόµοι των σχηµατιζόµενων γωνιών. (2 λύσεις).
• Αν οι τρεις ευθείες συντρέχουν ή αν είναι παράλληλες, το πρόβληµα δεν
έχει λύση.

Η τρίτη περίπτωση µπορεί να αντιµετωπιστεί ευκολότερα µε αναλυτική γεωµετρία.

Αν είναι (x1,y1), (x2,y2) και (x3,y3) τα κέντρα των τριών κύκλων και R1, R2, R3 οι ακτίνες τους και (x,y), R το κέντρο και η ακτίνα του ζητούµενου κύκλου, θα πρέπει να ισχύουν:



Οπότε προκύπτουν 8 συστήµατα και κατά συνέπεια είναι δυνατόν να έχουµε το πολύ µέχρι 8 λύσεις, ανάλογα µε τη διερεύνηση των συστηµάτων και το κατά πόσον οι προκύπτουσες λύσεις έχουν φυσική υπόσταση. Π.χ. αν οι κύκλοι είναι οµόκεντροι το πρόβληµα δεν έχει λύση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση κάποια ή κάποιες από τις ακτίνες R1 R2 R3 να είναι µηδέν. Πάντως το πρόβληµα επιδέχεται και γεωµετρική λύση µε κανόνα και διαβήτη.

Ειδικές περιπτώσεις

∆έκα συνδυασµοί σηµείων, κύκλων και ευθειών

Το απολλώνιο πρόβληµα συνίσταται στην κατασκευή ενός ή περισσοτέρων κύκλων που να εφάπτονται σε τρία δεδοµένα αντικείµενα στο επίπεδο, τα οποία µπορεί να είναι κύκλοι, σηµεία, ή ευθείες. Έτσι προκύπτουν δέκα τύποι του προβλήµατος, ένας για κάθε συνδυασµό κύκλων, ευθειών και σηµείων, ο καθένας από τους οποίους µπορεί να κωδικοποιηθεί µε τρία γράµµατα, είτε Κ, Ε, or Σ αναλόγως αν το στοιχείο είναι κύκλος, ευθεία ή σηµείο αντίστοιχα.

Για παράδειγµα ο τύπος του απολλώνιου προβλήµατος µε ένα δεδοµένο κύκλο, µία ευθεία και ένα σηµείο σηµειώνεται ως ΚΕΣ.

Μερικές από αυτές τις ειδικές περιπτώσεις είναι πολύ ευκολότερο να επιλυθούν από  την γενική περίπτωση των τριών κύκλων. Οι δύο απλούστερες περιπτώσεις είναι τα προβλήµατα της κατασκευής ενός κύκλου που να περνάει από τρία σηµεία (ΣΣΣ) ή να εφάπτεται σε τρεις ευθείες (ΕΕΕ), τα οποία επιλύθηκαν αρχικά από τον Ευκλείδη στα Στοιχεία. Για παράδειγµα το πρόβληµα ΣΣΣ µπορεί να λυθεί ως εξής. Το κέντρο του κύκλου-λύση ισαπέχει από τα τρία σηµεία, και έτσι πρέπει να βρίσκεται στη µεσοκάθετο κάθε δύο εξ αυτών. Έτσι το κέντρο είναι το σηµείο τοµής οποιονδήποτε δυο από τις µεσοκαθέτους δύο σηµείων.

Παροµοίως στην περίπτωση ΕΕΕ το κέντρο πρέπει να βρίσκεται στην διχοτόµο της γωνίας που σχηµατίζεται από δύο από τις ευθείες και συνεπώς στο σηµείο τοµής δύο τέτοιων διχοτόµων. Εφόσον υπάρχουν δύο τέτοιες διχοτόµοι σε κάθε σηµείο τοµής των δεδοµένων ευθειών υπάρχουν τέσσερις λύσεις στο γενικό πρόβληµα ΕΕΕ.

Τα σηµεία και οι ευθείες µπορούν να θεωρηθούν ως ειδικές περιπτώσεις κύκλων, ένα σηµείο µπορεί να θεωρηθεί ως κύκλος µε απείρως µικρή ακτίνα και µία ευθεία ως κύκλος µε απείρως µεγάλη, του οποίου το κέντρο βρίσκεται στο άπειρο. Από αυτή την οπτική το απολλώνιο πρόβληµα συνίσταται στην κατασκευή κύκλων εφαπτόµενων σε τρεις δεδοµένους κύκλους. Οι υπόλοιπες εννιά περιπτώσεις µπορούν να θεωρηθούν ειδικές περιπτώσεις του γενικού προβλήµατος.

Αυτές οι ειδικές περιπτώσεις συχνά έχουν µικρότερο αριθµό λύσεων από το γενικό πρόβληµα. Για παράδειγµα κάθε αντικατάσταση ενός δεδοµένου κύκλου µε σηµείο υποδιπλασιάζει των αριθµό των λύσεων καθώς ένα σηµείο εφάπτεται ταυτόχρονα και εσωτερικά και εξωτερικά στην λύση.

Η θεωρία της μαθηματικής ψυχολογίας

Η βικτοριανή Αγγλία είχε νιώσει τον ούριο άνεμο της προόδου και της αισιοδοξίας του τέλους του 19ου αιώνα. Διάχυτη στην ατμόσφαιρα ήταν η αίσθηση ότι τα πράγματα καλυτέρευαν κι έτσι ήταν απόλυτα φυσικό να μην υπάρχουν πολλές αφορμές για ενοχλητικά ερωτήματα σχετικά με τη φύση του ταξιδιού. Κι έτσι η βικτοριανή άνθηση γέννησε μια σειρά από αποσαφηνιστές, ανθρώπους που θα μελετούσαν με κάθε λεπτομέρεια τη λειτουργία του συστήματος, όχι όμως ανθρώπους που θα εξέφραζαν επιφυλάξεις για τις βασικές του αξίες ή θα έκαναν ανησυχητικές προγνώσεις για την κατάληξή του. Μια καινούργια ομάδα καθηγητών κυριάρχησε στην κεντρική ζωή της οικονομικής σκέψης. Η συμβολή τους ήταν συχνά σημαντική, όχι όμως ζωτική. Γιατί στη σκέψη ανθρώπων όπως ο Άλφρεντ Μάρσαλ, ο Στάνλεϊ Τζέβονς, ο Τζον Μπέιτς Κλαρκ και το πολλαπλασιαζόμενο επιστημονικό προσωπικό που τους περιστοίχιζε, δεν υπήρχαν πλέον λύκοι στον οικονομικό κόσμο και συνεπώς ούτε δραστηριότητες ζωτικής σημασίας για να τις αποσαφηνίσει η οικονομική θεωρία. Ο κόσμος όλος απαρτιζόταν από ευχάριστα, αν και φανταστικά, πρόβατα.

Αυτά τα πρόβατα ποτέ δεν είχαν περιγραφεί πιο ξεκάθαρα απ’ όσο σ’ ένα μικρό τόμο με τίτλο Μαθηματική ψυχολογία (Mathematical Psychics), ο οποίος εμφανίστηκε το 1881, μόλις δύο χρόνια πριν πεθάνει ο Μαρξ. Δεν γράφτηκε από τον σπουδαιότερο των ακαδημαϊκών, αλλά ίσως από τον πιο αποκαλυπτικό — έναν παράξενο, ντροπαλό καθηγητή ονόματι Φράνσις Ισίντρο Έτζγουορθ, ανιψιό εκείνης της Μαρίας Έτζγουορθ που κάποτε έπαιζε παντομίμες με τον Ρικάρντο.

Ο Έτζγουορθ υπήρξε αναμφίβολα ένας εξαίρετος επιστήμονας. Στις τελικές του εξετάσεις στην Οξφόρδη, όταν του έκαναν μια ιδιαίτερα δυσνόητη ερώτηση, ρώτησε τους εξεταστές του: «Να απαντήσω εν συντομία ή εν εκτάσει;» κι έπειτα ρητόρευε επί μισή ώρα, διανθίζοντας την απάντησή του με παρεκβάσεις στα ελληνικά, ενώ οι εξεταστές του τον παρακολουθούσαν μ’ ανοιχτό το στόμα.

Ωστόσο, τον ‘Ετζγουορθ δεν τον ενδιέφεραν τα οικονομικά επειδή αιτιολογούσαν ή εξηγούσαν ή καταδίκαζαν τον κόσμο, ούτε επειδή άνοιγαν καινούργιους ορίζοντες, λαμπερούς ή ζοφερούς, στο μέλλον. Αυτή η ιδιόρρυθμη ψυχή γοητεύθηκε επειδή τα οικονομικά ασχολούνταν με ποσότητες και γιατί ό,τι είχε σχέση με ποσότητες μπορούσε να μεταφραστεί σε μαθηματικά! Η διαδικασία της μετάφρασης απαιτούσε την εγκατάλειψη εκείνου του γεμάτου ένταση κόσμου των προγενέστερων οικονομολόγων, αλλά έδινε σε αντάλλαγμα έναν κόσμο τέτοιας απόλυτης ακρίβειας και εξαίσιας μεθοδικότητας που σε αποζημίωνε και με το παραπάνω για την απώλεια.

Για να φτιαχτεί ένας τέτοιος μαθηματικός καθρέφτης της πραγματικότητας, ήταν προφανές πως ο κόσμος έπρεπε να απλοποιηθεί. Η απλοποίηση του ‘Ετζγουορθ συνοψιζόταν στην εξής υπόθεση: ο κάθε άνθρωπος είναι μια μηχανή απόλαυσης. Ο Τζέρεμι Μπένθαμ είχε συλλάβει πρώτος αυτή την ιδέα στις αρχές του 19ου αιώνα και την είχε ονομάσει «Λογισμός δημιουργίας ευτυχίας» (Felicifιc Calculus), μια φιλοσοφική θεώρηση της ανθρωπότητας σαν ένα πλήθος από ζωντανές αριθμομηχανές για τον υπολογισμό κερδών και ζημιών, μηχανές που η καθεμιά δεν κάνει τίποτα άλλο απ’ το να επιδιώκει τη μεγιστοποίηση της απόλαυσης. Σ’ αυτή τη γενική φιλοσοφία, ο ‘Ετζγουορθ πρόσθεσε τώρα την ακρίβεια των μαθηματικών για να δημιουργήσει ένα είδος ουτοπίας κατά το πρότυπο του Παγγλώσσου του Βολτέρου — τον καλύτερο απ’ όλους τους δυνατούς κόσμους.

Απ’ όλους όσοι θα μπορούσαν να υιοθετήσουν μια τέτοια άποψη της κοινωνίας, ο ‘Ετζγουορθ μοιάζει η πιο απίθανη περίπτωση. Ο ίδιος ήταν η πιο κακοφτιαγμένη μηχανή απόλαυσης που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Νευρωτικά συνεσταλμένος, συνήθιζε ν’ αποφεύγει τις χαρές της ανθρώπινης συναναστροφής, προτιμώντας την απομόνωση της λέσχης του- δυστυχής με το βάρος των υλικών αγαθών, απολάμβανε ελάχιστες από τις χαρές που δίνουν στους περισσότερους ανθρώπους τα υπάρχοντα. Τα δωμάτιά του ήταν λιτά, η βιβλιοθήκη του ήταν η δημόσια βιβλιοθήκη και το απόθεμα του υλικού πλούτου του δεν συμπεριλάμβανε πιατικά, χαρτικά ή έστω γραμματόσημα. Ίσως η μεγαλύτερη γι’ αυτόν πηγή απόλαυσης βρισκόταν στην κατασκευή μιας υπέροχης οικονομικής ουτοπίας.

Άσχετα όμως από τα κίνητρά του, η υπόθεση του ‘Ετζγουορθ για τη μηχανή απόλαυσης απέδωσε θαυμαστούς πνευματικούς καρπούς. Γιατί, αν η οικονομική επιστήμη οριζόταν ως η μελέτη των ανθρώπινων μηχανισμών απόλαυσης που ανταγωνίζονται για το μερίδιό τους από το συνολικό απόθεμα απόλαυσης της κοινωνίας, τότε Θα μπορούσε να καταδειχτεί -με όλο το αδιάσειστο βάρος του διαφορικού λογισμού- ότι σ’ έναν κόσμο τέλειου ανταγωνισμού κάθε μηχανή απόλαυσης θα επιτύγχανε τη μέγιστη ποσότητα απόλαυσης που μπορεί να απονείμει η κοινωνία. Με άλλα λόγια, αν αυτός δεν ήταν ακόμα ο καλύτερος απ’ όλους τους δυνατούς κόσμους, θα μπορούσε να γίνει. Δυστυχώς, ο κόσμος δεν ήταν οργανωμένος σαν ένα παιχνίδι τέλειου ανταγωνισμού- οι άνθρωποι είχαν την αξιοθρήνητη συνήθεια να αλληλοϋποστηρίζονται αγνοώντας ηλιθιωδώς τις ευεργετικές συνέπειες που θα προέκυπταν αν ακολουθούσαν πεισματικά αυτό που τους υπαγόρευε το ατομικό τους συμφέρον- τα εργατικά συνδικάτα, για παράδειγμα, παραβίαζαν την αρχή «ο καθένας για τον εαυτό του» και το αναμφισβήτητο γεγονός των ανισοτήτων του πλούτου και της κοινωνικής θέσης έκαναν το σημείο εκκίνησης του παιχνιδιού κάτι λιγότερο από εντελώς ουδέτερο.

Δεν πειράζει όμως, έλεγε ο ‘Ετζγουορθ. Το φρόντισε κι αυτό η φύση. Ενώ τα εργατικά συνδικάτα ίσως κέρδιζαν βραχυπρόθεσμα μέσα από την κοινή δράση, μπορούσε να αποδειχτεί ότι μακροπρόθεσμα σίγουρα θα έχαναν – δεν ήταν παρά μια προσωρινή ατέλεια στο ιδεώδες πλάνο των πραγμάτων. Κι αν η αριστοκρατική καταγωγή και ο μεγάλος πλούτο, έμοιαζαν στην αρχή να προδικάζουν το αποτέλεσμα του οικονομικού παιχνιδιού, κι αυτό επίσης μπορούσε να συμφιλιωθεί με τη μαθηματική ψυχολογία. Γιατί ενώ όλα τα άτομα ήταν μηχανές απόλαυσης, κάποιες ήταν καλύτερες από τις άλλες. Οι άντρες, για παράδειγμα, ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι από τις γυναίκες να γεμίζουν τους ψυχικούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους και οι λεπτεπίλεπτες ευαισθησίες της «αριστοκρατίας της δεξιοτεχνίας και του ταλέντου» ήταν πιο δεκτικές στις ηδονές του ευ ζην από τις χοντροκομμένες μηχανές απόλαυσης των εργατικών τάξεων. Ως εκ τούτου, ο λογισμός των ανθρώπινων μαθηματικών μπορούσε ακόμα να λειτουργήσει πλεονεκτικά- και μάλιστα, δικαίωνε απόλυτα τους διαχωρισμούς φύλου και κοινωνικής θέσης που παρατηρεί κανείς στον κόσμο γύρω του.

Μα η μαθηματική ψυχολογία έκανε κάτι περισσότερο από το να εκλογικεύσει τις δοξασίες του συντηρητισμού. Ο Έτζγουορθ πίστευε πραγματικά ότι η αλγεβρική του διόραση στις ανθρώπινες δραστηριότητες θα μπορούσε ίσως να αποφέρει χρήσιμα αποτελέσματα στον πραγματικό κόσμο. Η ανάλυσή του περιείχε όρους όπως οι εξής:



«Σκέψεις τόσο αφηρημένες», έγραφε ο Έτζγουορθ, «που φυσικά θα ήταν γελοίο να τις ρίξει κανείς στην πλημμυρίδα της πρακτικής πολιτικής. Ίσως όμως δεν είναι εκτός τόπου όταν επανερχόμαστε στα μικρά ρυάκια του συναισθήματος και στις μυστικές πηγές των κινήτρων, απ’ όπου πρέπει να προέρχεται κάθε πορεία δράσης».

«Μικρά ρυάκια συναισθήματος» – αν είναι δυνατόν! Τι Θα σκεφτόταν άραγε ο Άνταμ Σμιθ γι’ αυτή τη μεταμόρφωση των πιεστικών εμπόρων του, των άπληστων τεχνιτών του και των πολλαπλασιαζόμενων εργατικών του τάξεων σε όλες αυτές τις κατηγορίες αποχαυνωμένων κυνηγών απόλαυσης; Μάλιστα, ο Χένρι Σίτζγουικ, σύγχρονος του ‘Ετζγουορθ και μαθητής του Τζον Μιλλ, ανακοίνωσε οργισμένος ότι έτρωγε το δείπνο του όχι επειδή είχε αθροίσει τις ικανοποιήσεις που θα απολάμβανε από την τροφή, αλλά επειδή πεινούσε. Ωστόσο, οι διαμαρτυρίες ήταν ανώφελες: η θεωρία της μαθηματικής ψυχολογίας ήταν τόσο νοικοκυρεμένη, τόσο γοητευτική, τόσο απαλλαγμένη από προβληματικές ανθρώπινες αδιαλλαξίες και τόσο ανόθευτη από στοχασμούς περί της ανθρώπινης προσπάθειας και της κοινωνικής σύγκρουσης, ώστε η επιτυχία της υπήρξε άμεση.

Ο Φαύνος του Barberini

ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ…
 
Κι όταν ένας ΘΕΟΣ ονειρεύεται δημιουργεί νέους κόσμους.
 
Ο Φαύνος του Barberini, είναι μαρμάρινο αντίγραφο χάλκινου αγάλματος της Ελληνιστικής περιόδου που αναπαριστά έναν κοιμισμένο Σάτυρο. Ανακαλύφτηκε στην Ρώμη στις αρχές του 17ου αιώνα και προστέθηκε αμέσως στις συλλογές των Barberini, της οικογένειας του Πάπα (sic). Ο καρδινάλιος Maffeo Barberini ζήτησε μάλιστα από τον γλύπτη Gian Lorenzo Bernini (τον δεύτερο Μιχαήλ Αγγελο) να αποκαταστήσει κάποια μέρη του αγάλματος. Δεν είναι γνωστό αν ο ίδιος ο Bernini, ή κάποιος άλλος από τους μαθητές του ανέλαβε αυτήν την εργασία, αλλά σύμφωνα με την παράδοση, ο Bernini ενίσχυσε την ερωτική αίσθηση που αποπνέει το άγαλμα.
 
Το άγαλμα βρέθηκε την δεκαετία του 1620 στην τάφρο κάτω από το Castel Sant’Angelo της Ρώμης, όπου στην αρχαιότητα ήταν το Μαυσωλείο του Αδριανού. Οι εργασίες για την οχύρωση διεξήχθησαν από τον Πάπα Βαρβέρινου Ουρμπάν το 1624. Το γλυπτό έκανε την πρώτη τεκμηριωμένη εμφάνισή του για την αποκατάστασή του, στις 6 Ιουνίου 1628, όταν ανήκε ήδη στον ανιψιό του Πάπα, τον καρδινάλιο Francesco Barberini.  Όταν ανακαλύφθηκε, το άγαλμα υπέστη σοβαρές ζημιές, το δεξἰ πόδι, τα μέρη και των δύο χεριών και τμήματα του κεφαλιού έλειπαν. Ο ιστορικός Procopius κατέγραψε ότι κατά την πολιορκία της Ρώμης το 537 οι υπερασπιστές είχαν πετάξει πάνω στους Γότθους τα αγάλματα που κοσμούσαν το Μαυσωλείο του Αδριανού και ο Johann Winckelmann εικάζει ότι ο τόπος της ανακάλυψης του αντεγραμμένου γλυπτού και η κατάσταση του αγάλματος πρότειναν ότι ήταν ένα τέτοιο πολεμικό βλήμα.
 
Ο Φαύνος έχει αποκτήσει φήμη ως παράδειγμα Ερωτικής τέχνης. Το γυμνό στην Ελληνική Τέχνη δεν ήταν κάτι νέο, οι Ελληνες λάτρευαν και υμνούσαν τον Ερωτα. Η καταφανής ερωτικότητα, (χωρίς ίχνος σεξουαλικότητας) αυτού του έργου το καθιστά ενδιαφέρον μόνο για τα πολύ ανοιχτά μάτια των νεότερων χρόνων, της βαρβαρικού χριστιανικού πουριτανισμού. Είναι γνωστό οτι σ’ ολόκληρο το χριστιανικό θρησκευτικό παραλήρημα δεν γίνεται πουθενά αναφορά για τον ΕΡΩΤΑ, την ΧΑΡΑ ή το ΓΕΛΙΟ, μάλιστα αποφεύγουν ως αμαρτία κάθε ΧΑΡΑ της ζωής.
 
Το ανατριχιαστικά ρεαλιστικό άγαλμα στεγάστηκε στο Palazzo Barberini της Ρώμης μέχρι να πωληθεί το 1799 στον γλύπτη και τον αναστηλωτή Vincenzo Pacetti. Ο Pacetti το προσέφερε σε πολλούς πελάτες της Αγγλίας και της Γαλλίας, συμπεριλαμβανομένου του Lucien Bonaparte. Ο Barberini άσκησε μήνυση για την ακύρωση της πώλησης, αν και τελικά πώλησε τον Faun, μετά από πολλούς δημόσιους διαγωνισμούς και απαγόρευση της εξαγωγής του, υποστηριζόμενη έντονα από τον αρχαιολόγο Carlo Fea και από τον Antonio Canova – στον Ludwig, Crown Prince της Βαυαρίας. Ο Ludwig είχε σχεδιάσει ένα ειδικό δωμάτιο στο Glyptothek που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Leo von Klenze πριν τελειώσει η αγορά, και τέθηκε σε ισχύ το 1827. Το Glyptothek άνοιξε το 1830 για να στεγάσει την συλλογή γλυπτών Ludwig.
 
Στην συνοικία των Μουσείων (Das Kunstareal) στο Μόναχο δεσπόζει το συγκρότημα δύο κλασσικών κτιρίων -σχεδιασμένων από τον αρχιτέκτονα Leo von Klenze κι αφιερωμένα στην αρχαία Ελληνική και κατοπινή αντιγραφική Ρωμαϊκή τέχνη- η Γλυπτοθήκη και πίσω της η Κρατική Αρχαιολογική Συλλογή.
 
Η Γλυπτοθήκη αποτέλεσε το πρώτο μουσείο που ανεγέρθη στην περιοχή, κατ’ επιθυμία του Λουδοβίκου  Α’ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα, για να στεγάσει την συλλογή ελληνικών και ρωμαϊκών γλυπτών που είχε στην κατοχή του -κλεμμένα φυσικά. Την ημέρα των εγκαινίων, οι προσκεκλημένοι του Βασιλιά δεν θαύμασαν μόνο τα τμήματα των ευρημάτων, όπως τα είχε φέρει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, αλλά πλήρη γλυπτά, συμπληρωμένα με ιταλικό μάρμαρο Καράρας από τον νεοκλασικό γλύπτη εκείνης της εποχής, τον Δανό Bertel Thorvaldsen. Τα γλυπτά αυτά που έμειναν στην ιστορία ως «οι Αιγινήτες» κόσμησαν την Γλυπτοθήκη μέχρι τον βομβαρδισμό και το κλείσιμό της κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
 
Οι συλλογές των σημαντικότατων αρχαίων Ελληνικών και των πιο ευτελών αντιγράφων τους, των Ρωμαϊκών γλυπτών που βρίσκονται στην Γλυπτοθήκη -και δεν τις επιστρέφουν εκεί όπου ανήκουν κι απ’ όπου τις έκλεψαν- χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π.κ.ε. μέχρι τον 6ο αιώνα μ.κ.ε αν και γνωρίζουμε πως όλες οι χρονολογίες που δίνουν οι αρχαιολόγοι είναι σκοπίμως λαμθασμένες και φροντίζουν να τις ταιριάζουν στο εξουσιαστικό αφήγημα.
 
Τα περισσότερα αγάλματα είναι τοποθετημένα άτακτα στον χώρο, ώστε δήθεν ο επισκέπτης να μπορεί να περιδιαβαίνει γύρω από αυτά, θαυμάζοντάς τα απ’ όλες τις πλευρές, μα στην πραγματικότητα για να δημιουργείται σύγχυση στον αδαή επισκέπτη και να πιστεύει πως τα Αρχαία Ελληνικά και τα πολύ κατώτερα και κατοπινά Ρωμαϊκά αντίγραφα τους είναι ίδια, ίσια κι όμοια. Φυσικά υπάρχουν και σκόπιμες χρονολογικές ανακολουθίες, καθώς από την πρώτη αίθουσα με τους αρχαϊκούς Κούρους, ο επισκέπτης περνά στην δεύτερη όπου βρίσκεται ο Φαύνος Barberini, έργο των Προ-αρχαίων Ελληνιστικών χρόνων. Οι επόμενες αίθουσες είναι αφιερωμένες στην τέχνη της αρχαίας Ελληνικής κλασικής περιόδου του 5ου και του 4ου αιώνα π.κ.ε. Στην συνέχεια ακολουθούν τα περίφημα γλυπτά αετώματα από το ναό της Αφαίας στην Αίγινα, φτιαγμένα από παριανό μάρμαρο, με θεματολογία παρμένη από τον Τρωικό Πόλεμο, στον οποίο συμμετείχαν ντόπιοι πολεμιστές και απόγονοι του Βασιλιά του νησιού Αιακού, αλλά και από την πρώτη εκστρατεία εναντίον του Λαομέδοντα της Τροίας με αρχηγό τον Ηρακλή.
 
Οι βάρβαροι αγγλοσάξονες-προτεστάντες της μιαρής «Mystery Babylon»που δεν διαθέτουν, ούτε και ποτέ διέθεταν πολιτισμό, ιστορία ή αισθητική, έκλεψαν από αρχέγονους λαούς ανώτατης πολιτιστικής, πολεμικής και αισθητικής ουσίας όπως τα Προ-Αρχαία Ελληνικά φύλα και τα οικειοποιήθηκαν. Αλλά ο κλέφτης κι ο απατεώνας πάντα κλέφτης κι απατεώνας θα παραμείνει.
 
Αντιγραφές
 
Ένα μαρμάρινο αντίγραφο σχεδιάστηκε από τον Edmé Bouchardon το 1726 στην Ρώμη (εικ. κάτω). Ο καρδινάλιος Maffeo Barberini επιθυμούσε ένα γύψινο αντίγραφο για να το κρατήσει μαζί με το αρχαίο αντίγραφο. Ο Barberini Faun του Bouchardon έφτασε στην Γαλλία το 1732. Το 1775 το duc de Chartres το αγόρασε για να στολίζει τον κήπο του στο Parc Monceau. Βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου.
 
Ένα αντίγραφο από τον γλύπτη Eugène-Louis Lequesne δόθηκε στην Γαλλία το 1846. Βρίσκεται τώρα στο École nationale supérieure des Beaux-Arts.
 
Ένα επιχρυσωμένο αντίγραφο περιλαμβάνεται, μεταξύ πολλών άλλων αντιγράφων κλασσικών γλυπτών, που κοσμούν τον μεγάλο καταρράκτη που κατεβαίνει από το πίσω μέρος του καλοκαιρινού παλατιού του Πέτρου, Peterhof, έξω από την Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας.

Νέα μέθοδο για την αύξηση της αποθήκευσης της κβαντικής πληροφορίας επέδειξαν ερευνητές

Ο Kevin Cox στο Ερευνητικό Εργαστήριο του Στρατού των Η.Π., στο Maryland, οραματίζονται ένα κβαντικό δίκτυο στο οποίο η κβαντική πληροφορία είναι «ζωγραφισμένη» πάνω σε ένα «καμβά» ατόμων, μάλλον, παρά καταγεγραμμένος σε μια συστοιχία μεμονωμένων qubits. Αυτός και οι συνεργάτες του σχεδιάζουν να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα για την αποθήκευση κβαντικές διεγέρσεις με τη μορφή μοτίβων κυμάτων σπιν σε ένα σύνολο ατόμων που συγκρατούνται σε μια οπτική κοιλότητα. Η ομάδα, πλέον, έχει επιδείξει την τεχνική της αποθηκεύοντας τέσσερα ανεξάρτητα κύματα σπιν με αυτό τον τρόπο.

Οι ικανότητες αποθήκευσης της πληροφορίας των κλασικών υπολογιστών παραδοσιακά αυξάνεται με αύξηση του αριθμού των bits που περιέχουν. Οι κβαντικοί υπολογιστές μπορούν επίσης να διευρύνονται qubit με qubit, όμως η κβαντική υπέρθεση – η οποία επιτρέπει την ταυτόχρονη αποτύπωση πολλαπλών κβαντικών διεγέρσεων σε μια απλή ομάδα ατόμων – επιτρέπει τη χρήση άλλων δυνατοτήτων. Μια από αυτές περιλαμβάνει την εγγραφή πληροφορίας ως μοτίβα και συνδέσεις σε ένα ευρύ δίκτυο, με ένα τρόπο που μοιάζει με το πώς η πληροφορία αποθηκεύεται στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Το αποκαλούμενο σύνθετο κύμα σπιν – όπου ένα σύνολο ατόμων διεγείρεται με σύμφωνο φως – προσφέρει ένα δρόμο να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.

Στην εργασία τους, ο Cox και οι συνεργάτες του «αποτυπώνουν» ένα σύνολο ενός εκατομμυρίου ατόμων με ένα κύμα σπιν – ένα ρεύμα πληροφορίας που αποθηκεύεται στο μοτίβο κβαντικής φάσης μιας ομάδας σπιν – διεγείροντας τα άτομα με δυο δέσμες λέιζερ. Συντονίζοντας τη γωνία και τη φάση των δεσμών λέιζερ τη μια σε σχέση με την άλλη, οι ερευνητές έλεγξαν το μοτίβο του κύματος σπιν που δημιούργησαν. Η ομάδα έδειξε ότι θα μπορούσε να ταιριάξει τέσσερα διαφορετικά κύματα σπιν σε μια κοιλότητα όμως αναφέρει ότι με βελτιώσεις στην τεχνική, θα μπορούσε να αποθηκεύσει μέχρι και 1000 ανεξάρτητα κύματα σπιν.

M. Heidegger: Χρόνος και Ποίηση

Μάρτιν Χάιντεγκερ: 1889-1976

Το μονοπάτι της ποίησης: προς την α-λήθεια του Είναι μας

§1

     Η οδός της ποίησης είναι μια επικίνδυνη οδός. Γιατί; Επειδή «οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει [=στέλνει σήματα]» (Ηράκλειτος, απ. 93). Ποια ποίηση; Η ποίηση που σκέπτεται· όταν βρίσκεται καθ’ οδόν προς τη σκέψη, δεν αισθάνεται την ανάγκη να συμπεριφέρεται δογματικά, ρηχά και α-νοηματικά, δεν επιζητεί μια εικονική επικοινωνία και περαιτέρω, ως εκ τούτου, δεν επιθυμεί φανταχτερά λόγια ή αντίστοιχες εικόνες, όπως π.χ. στη νεοελληνική ποίηση κάνει κατά κόρο ο Γ. Ρίτσος, οπότε περιορίζεται αναγκαστικά στο παραπλανητικό, στο ασαφές, στο μεταφυσικό Κενό. Απεναντίας, η στοχαστική Ποίηση είναι φως και μένει στο φως. Ο φιλόσοφος που έγκαιρα διέκρινε τη στοχαστική δύναμη της ποίησης του Χαίλντερλιν και εισχώρησε στο φιλοσοφικό βάθος του τελευταίου ως ποιητή είναι ο Χάιντεγκερ. Έτσι βλέπουμε πως η μετά τη Στροφή ανάπτυξη της σκέψης του διέπεται κατά πολύ από την αναγκαιότητα να «ακουστεί ο λόγος του Χαίλντερλιν». Η παρατεταμένη, επομένως, ενασχόλησή του με αυτόν τον «ποιητή των ποιητών», όπως αποφαινόταν ο ίδιος για τον Χαίλντερλιν, είναι ουσιαστικά μια συνεπής ανταπόκριση στην πρόθεση του Χαϊντεγκεριανού στοχασμού να μιλήσει για την ουσία της ποίησης: Γιατί ο συγκεκριμένος ποιητής και όχι ο Όμηρος, ο Σοφοκλής, ο Βιργίλιος ή ο Δάντης, ο Σαίξπηρ ή ο Γκαίτε (GA 4, 33); Επειδή συνέδεσε όλο το δημιουργικό-ποιητικό του Είναι με τον προορισμό της ποίησης, δηλ. με το ποιητικό μας πεπρωμένο, με το πεπρωμένο του ανθρώπινου Ποιεῖν. Ποιος είναι ο προορισμός της ποίησης ως τέτοιο πεπρωμένο; Με τον ιδιάζοντα σε αυτή και μόνο σε αυτή τρόπο, να καθιστά ποιητική την ουσία της· δηλαδή να αυτο-κατανοείται ως ποιείν, επι-νοείν [=νοώ, συλλαμβάνω και υλοποιώ ιδέα του εαυτού ως Είναι], ως ευρίσκειν και εφευρίσκειν, ως κάμνειν, ως γενεσιουργία, ως αρχέγονη δημιουργία. Ο ιδιάζων τρόπος, κατ’ αυτή την έννοια, που η ποίηση ποιεί την ουσία της είναι η γλώσσα.

§2

     Πώς γίνεται εδώ, στην περίπτωση του Χαίλντερλιν, πραγματεύσιμη από τον Χάιντεγκερ η γλώσσα; Ως η ποιητική δυνατο-ποίηση, δηλαδή επι-νοητική, γενεσιουργική δυνατότητα με το αρχέγονο νόημα του: «είπα και εγένετο». Πρόκειται συνεπώς για μια οντολογική δυνατο-ποίηση αρχέγονης απόφασης: να σκέφτομαι και να δημιουργώ, δηλ. να σκέφτομαι το Ποιεῖν ως τέτοιο που είναι σε μένα και για εμένα. Ιδού η δυνατότητα που την πραγματώνει μόνο η γλώσσα. Με τούτο το νόημα της οντολογικής της λειτουργίας δεν είναι μια γλώσσα συναλλαγής, με την τρέχουσα μορφή, γλώσσα υπηρετικών σκοπιμοτήτων της καθημερινής πολυπραγμοσύνης· μια γλώσσα εν τέλει που έχει ως προορισμό να εξουσιάζει το ον /τα όντα παρά εκείνη η ποιητική γλώσσα, που χορηγεί στον άνθρωπο το μέτρο της ανταπόκρισης της ουσίας του προς την α-λήθεια του Είναι [του]. Η ποιητική γλώσσα, όπως απαντά στον Χαίλντερλιν ως ποιητική διόδευση, ως ουσιώδης λόγος και ποτέ ως ψυχρό σιδηρουργείο στερεότυπων φράσεων ή προτάσεων, μαρτυρεί, δηλώνει, αποκαλύπτει το αυθεντικό Ποιεῖν του ανθρώπου: λέγει και παράλληλα καθιδρύει το Dasein του. Αυτό που ποιεί ο άνθρωπος ως Dasein, η ποιητική του πράξη με άλλα λόγια, είναι η μαρτυρία της γλώσσας ότι ο άνθρωπος ανήκει στη γη και μάλιστα ανήκει ως ιστορία στη γη. Η ιστορία, όπως την ξέρουμε, συντελείται ως δημιουργία ή καταστροφή ανάλογα με την περίπτωση· πάντοτε όμως η δημιουργία σε αλληλεξάρτηση ή αλληλοδιαδοχή με την καταστροφή και αντίστροφα.

§3

     Απέναντι και μέσα σε μια τέτοια αλληλοδιαδοχή δημιουργίας–καταστροφής, ο άνθρωπος αντλεί από τη γλώσσα της ποίησης την ύψιστη δυνατότητά του να ποιεί, δηλαδή να αποφασίζει, να διαφυλάττει το έργο του και συγχρόνως να αποκαλύπτει το Είναι του ως αυτό το έργο και εν αυτώ τω έργω. Στο οντολογικό επίπεδο αυτής της γλώσσας, η εν λόγω αποκάλυψη είναι η δημιουργία, ακόμη και [ή κυρίως] μέσα στον κατακλυσμό της καταστροφής. Με αυτό το νόημα, η γλώσσα συμβαίνει, κατά το ίδιον σε αυτή Είναι, ως ποίηση, είναι δηλαδή το συμβάν της ιδιοποίησης (Ereignis) που εγγυάται την ως άνω ύψιστη δυνατότητα του ανθρώπινου και ανθρωπίνως υπάρχειν. Γράφει πολύ εύστοχα ο Χάιντεγκερ:

«Μόνο όπου γλώσσα, εκεί είναι κόσμος, πράγμα που σημαίνει ότι αυτός είναι η αδιαλείπτως μεταβαλλόμενη περιοχή απόφασης και έργου, πράξης και ευθύνης, αλλά και αυθαιρεσίας, θορύβου, καταστροφής και σύγχυσης. Μόνο όπου επικρατεί κόσμος, εκεί υπάρχει ιστορία. Η γλώσσα είναι ένα αγαθό υπό ένα πιο αρχέγονο νόημα. Επέχει θέση αγαθού, που σημαίνει: παρέχει εγγύηση πως ο άνθρωπος μπορεί να είναι, δηλαδή να υπάρχει, μόνο ως ιστορικός άνθρωπος. Η γλώσσα δεν είναι ένα διαθέσιμο εργαλείο, αλλά εκείνο το συμβάν-ιδιοποίησης που διαθέτει την ύψιστη δυνατότητα του Είναι-του-ανθρώπου» (GA4, 38).

§4

     Το ερώτημα ωστόσο παραμένει: πώς έρχεται σε μας η γλώσσα ως το συμβάν-ιδιοποίησης, που μας επιτρέπει περαιτέρω να εισχωρούμε στο έργο της ποίησης και κατ’ επέκταση στην ουσία της; Ο Χάιντεγκερ απαντά με στίχους του Χαίλντερλιν:

«αφότου μια συνομιλία είμαστε και να ακούμε μπορούμε ο ένας τον άλλον».

Με βάση αυτούς τους στίχους, ο φιλόσοφος εν-τοπίζει το συμβαίνειν-της ιδιοποίησης της γλώσσας στη συν-Ομιλία και ως συν-Ομιλία (Gespräch). Οι άνθρωποι, στη συνάφεια τούτη, είναι μέσα στον κόσμο, μια τέτοια συν-ομιλία. Αλλά τι σημαίνει για τον άνθρωπο συν-ομιλία; Σημαίνει πως ο ένας είναι σε θέση να ακούει τον άλλο και όχι να υπακούει. Το ακούειν καταργεί τον χωρισμό, την κατάτμηση της ανθρώπινης ύπαρξης σε υποκείμενο και αντικείμενο, ό,τι δηλαδή συμβαίνει με το υπακούειν, για χάρη της καθολικής γλώσσας της ποίησης, για χάρη δηλαδή της ποιητικής σκέψης καθόλου. Χωρίς αυτή τη δυνατότητα, την ικανότητα του ακούειν από την πλευρά του ανθρώπου, ως προϋπόθεση, δεν υπάρχει καμιά συνομιλία. Η συνομιλία, ως εκ τούτου, έρχεται σε μας ως ιδιοποίηση της γλώσσας, όχι γενικά επειδή ανήκει στη δική μας γλωσσική ικανότητα, αλλά ειδικά επειδή και αφότου συμβαίνει ως Μια συν-ομιλία· από τη στιγμή δηλαδή που η τελευταία προϋποθέτει/διαθέτει την ικανότητα να ακούει και που εννοεί να υφίσταται ως ο χρόνος. 

§5

     Ο χρόνος, υπό μια έννοια, είναι ο χώρος της σκέψης και ως τέτοιος διεκτείνεται σε παρελθόν, παρόν, μέλλον, αλλά συνάμα ανυψώνεται, αναδύεται σε Μια συνομιλία, σε κάτι που είναι Ένα, Ενιαίο και Ίδιον, κάτι το παραμόνιμο, αυτό δηλαδή που προ-ορίζεται να παραμένει Ένα, αλλά πάντοτε ως κάτι το μεταβαλλόμενο. Συμβαίνει ακριβώς ό,τι και με το Είναι: έχει πολλές, σχεδόν άπειρες μορφές, αλλά δεν παύει να είναι μόνο αυτό τούτο το Είναι και τίποτε άλλο πέραν τούτου. Ωστόσο, το αίνιγμα της ουσίας της ποίησης ως γλώσσας δεν έχει λυθεί ακόμα. Εδώ ο Χαίλντερλιν απαντά ορισμένως: «αυτό που παραμένει, το καθιδρύουν οι ποιητές». Δυνάμει αυτής της ποιητικής ρήσης ο Χάιντεγκερ αποφαίνεται: «ποίηση είναι η καθίδρυση με τη λέξη-λόγο και μέσα στη λέξη-λόγο. Τι καθιδρύεται έτσι; Το παραμόνιμο, το παραμένον». Τούτο το τελευταίο είναι το αντίπαλο δέος του άμετρου, της σύγχυσης, της καταστροφής, για τα οποία έγινε λόγος πιο πάνω. Το παραμένον δεν δημιουργείται από το εφήμερο, αλλά καθιδρύεται από την ποίηση και τον λόγο της. Έτσι, η ουσία της ποίησης είναι ο προορισμός / προσδιορισμός (Bestimmung) της: να καθιδρύει το Είναι με βάση τη λέξη-λόγο. Από τούτη την άποψη: Είναι της ποίησης και Είναι του ανθρώπου συνιστούν αλληλένδετες πτυχές ενός νοηματικού όλου που συναρθρώνει βίωμα και σκέψη. Ετούτο το όλο απαρτίζει τη σκηνή, το φωτεινό μονοπάτι, τον τόπο, όπου συμβαίνουν αστραπές και βροντές των θεών και ξεσπά ένας βίαιος πόλεμος αντίμαχων δυνάμεων του φάους και του χάους, του φωτός και του σκότους. Όλες αυτές οι αστραπές και βροντές, οι αντιμαχίες [=ο πόλεμος του Ηράκλειτου], φτάνουν σε μας ως νεύματα προς το ξέφωτο του Είναι [μας], προς τον φωτεινό του/μας ορίζοντα.