Ψευδοσύνθετα
§ 38. Όπως προαναφέρθηκε (§ 36), παράγωγες λέξεις μπορούν εξίσου να σχηματιστούν από σύνθετα, όπως και από απλές λέξεις: παρασύνθετα σύμφωνα με την αρχαία ορολογία. Π.χ. από το μονομάχος 'αυτός που μάχεται μόνος' παράγονται τα μονομαχ-εῖν, μονομαχ-ία. Φυσικά θα ήταν λάθος να πιστέψουμε πως κατά τη σύνθεση τα -μαχεῖν -μαχία προστίθενται κατευθείαν στο μονο-· βέβαια ήτανε πιθανό ο απλός ομιλητής να δημιουργήσει μια άμεση σχέση μεταξύ μάχεσθαι και -μαχεῖν, μάχη και -μαχία, και με αυτόν τον τρόπο να φτιάξει νέα σύνθετα με τα -μαχεῖν και -μαχία με αποκλεισμό του αρχικά ενδιάμεσου μέλους -μάχος. Ακόμη πιο παραπλανητική ήταν στην ακολουθία ὁδόν ποιεῖν - ὁδο-ποιός - ὁδο-ποιεῖν η παράκαμψη του ενδιάμεσου μέλους. Έτσι μπορούμε κατά πάσα πιθανότητα να εξηγήσουμε τα πληρο-φορεῖν 'ικανοποιώ πλήρως' (στον Κτησία και ύστερα ελληνιστικό) και πληρο-φορία 'πληρότητα' για τα οποία πουθενά δεν παραδίδεται κάποιο *πληρο-φόρος. Πρβ. εὐδοκεῖν και καραδοκεῖν. Πάντως σε επιμέρους περιπτώσεις δεν μπορούμε να καταλήξουμε με σιγουριά αν το ενδιάμεσο μέλος πράγματι δεν υπήρχε ή μόνο συμπτωματικά απουσιάζει από τη γνωστή σε εμάς γραμματεία [1].
§ 39. Ένα άλλο είδος ψευδοσύνθεσης παρουσιάζει η λέξη κατάρα (από τον Αισχύλο και εξής): κατά το πρότυπο τιμᾶν : τιμή : προτιμᾶν : προτίμησις θα έπρεπε να περιμένουμε ἀρᾶσθαι 'προσεύχομαι' (Όμ.): ἀρά 'προσευχή' (Όμ.): κατ-αρᾶσθαι 'καταριέμαι' (Όμ.): κατ-άρασις· αντί γι' αυτό από το καταρᾶσθαι σχηματίστηκε αναδρομικά η κατάρα· πρβ. § 25 γ).
----------------------
[1] Πρέπει να διακρίνουμε την παρασύνθεση από την αλλαγή γραμματικού είδους, όπου η παραγωγή δεν γίνεται από το σύνθετο, αλλά αυτό είναι που την καθιστά δυνατή.
Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023
Μην χαμηλώνεις εσύ, για να νιώσει ο άλλος ψηλός
Συχνά τον υποτιμάς τον εαυτό σου, τον μειώνεις. Μπροστά στους άλλους σκύβεις και παλεύεις άλλοτε να πείσεις, άλλοτε να σώσεις, όχι όμως εσένα... τους άλλους, τη σχέση.. και χάνεις εσένα.
Παραλύεις μπροστά σε μήπως και σε αλλά, σε φόβους εγκατάλειψης και σε φόβους αβεβαιότητας και ανασφάλειες.
Παραλύεις μπροστά σε αγάπη και σε πάθος που νιώθεις και προσπαθείς να κάνεις τον άλλον να καταλάβει πόσο τον αγαπάς, πόσο την αγαπάς.
Παραλύεις μπροστά στα υπέρμετρα Εγώ των άλλων, που ξεσπούν επάνω σου σαν θυελλώδεις άνεμοι, χωρίς όρια, χωρίς σταματημό, μέχρι να ξεφουσκώσουν.
Και εσύ εκεί..
Και εσύ εκεί για να προσπαθείς να καλύπτεις τα κενά τους και την απουσία τους με τις δικές σου κινήσεις, με τη δική σου παρουσία.
Η απουσία όμως είναι πάντοτε ισχυρή και κάνει μεγάλο θόρυβο, όπως και οι ανασφάλειες, όσο και αν προσπαθούμε να τις καλύψουμε.
Και εσύ ακόμα εκεί, με ευλάβεια να παραμένεις, ελπίζοντας στην αλλαγή και κάθε φορά δίνοντας παραπάνω, προσπαθώντας να πείσεις για μια ακόμα φορά ότι αξίζεις να είναι μαζί σου.
Έχεις σκεφτεί όμως ποτέ αν εκείνοι αξίζουν να είσαι εσύ μαζί τους;
Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι όσο και αν χαμηλώνεις εσύ, εκείνοι δεν θα το θεωρήσουν ποτέ αρκετό για να νιώσουν ψηλοί;
Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι ένας άνθρωπος αν μαθαίνει να νιώθει ψηλός από τη συμπεριφορά του άλλου, ποτέ δεν θα αρκεστεί σε αυτό;
Θα έχει μία ακόρεστη ανάγκη να νιώθει ολοένα και πιο ψηλός, πιο ψηλή, γνωρίζοντας όμως μέσα του την αλήθεια… ότι το ύψος του οφείλεται στη δική σου πτώση…
Και εσύ εκεί.. μέσα στις σκέψεις και στο συναίσθημα, να προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι κάποτε θα αλλάξει, ότι κάποτε θα κατανοήσει το βάθος της αγάπης και των συναισθημάτων σου.
Και σταδιακά εγκλωβίζεσαι ακόμα περισσότερο στην αδικία, στη λύπη, στο πένθος, στη θλίψη.
Παραλύεις μπροστά σε μήπως και σε αλλά, σε φόβους εγκατάλειψης και σε φόβους αβεβαιότητας και ανασφάλειες.
Παραλύεις μπροστά σε αγάπη και σε πάθος που νιώθεις και προσπαθείς να κάνεις τον άλλον να καταλάβει πόσο τον αγαπάς, πόσο την αγαπάς.
Παραλύεις μπροστά στα υπέρμετρα Εγώ των άλλων, που ξεσπούν επάνω σου σαν θυελλώδεις άνεμοι, χωρίς όρια, χωρίς σταματημό, μέχρι να ξεφουσκώσουν.
Και εσύ εκεί..
Και εσύ εκεί για να προσπαθείς να καλύπτεις τα κενά τους και την απουσία τους με τις δικές σου κινήσεις, με τη δική σου παρουσία.
Η απουσία όμως είναι πάντοτε ισχυρή και κάνει μεγάλο θόρυβο, όπως και οι ανασφάλειες, όσο και αν προσπαθούμε να τις καλύψουμε.
Και εσύ ακόμα εκεί, με ευλάβεια να παραμένεις, ελπίζοντας στην αλλαγή και κάθε φορά δίνοντας παραπάνω, προσπαθώντας να πείσεις για μια ακόμα φορά ότι αξίζεις να είναι μαζί σου.
Έχεις σκεφτεί όμως ποτέ αν εκείνοι αξίζουν να είσαι εσύ μαζί τους;
Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι όσο και αν χαμηλώνεις εσύ, εκείνοι δεν θα το θεωρήσουν ποτέ αρκετό για να νιώσουν ψηλοί;
Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι ένας άνθρωπος αν μαθαίνει να νιώθει ψηλός από τη συμπεριφορά του άλλου, ποτέ δεν θα αρκεστεί σε αυτό;
Θα έχει μία ακόρεστη ανάγκη να νιώθει ολοένα και πιο ψηλός, πιο ψηλή, γνωρίζοντας όμως μέσα του την αλήθεια… ότι το ύψος του οφείλεται στη δική σου πτώση…
Και εσύ εκεί.. μέσα στις σκέψεις και στο συναίσθημα, να προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι κάποτε θα αλλάξει, ότι κάποτε θα κατανοήσει το βάθος της αγάπης και των συναισθημάτων σου.
Και σταδιακά εγκλωβίζεσαι ακόμα περισσότερο στην αδικία, στη λύπη, στο πένθος, στη θλίψη.
Η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ είναι η Πύλη της Ζωής
Το Βάθος της ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑΣ είναι ΕΝΑ και ΜΟΝΟ
Το Βάθος της ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑΣ είναι ΕΝΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΟ. Από αυτό το Ένα Βάθος προβάλλει την Αντίληψη, το Εγώ (κάθε εγώ) ως ένα σύμπλεγμα αντιλήψεων και συμπεριφορών μέσα στους διάφορους χώρους και χρόνους...
Η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ (η παρούσα συνειδητότητά μας) είναι η Πύλη της Ζωής και της Απώλειας. Όταν η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ απορροφάται από επιφανειακές δραστηριότητες οδηγεί σε μια εξωτερική ζωή και τελικά χάνεται στο «χώρο της φαντασίας»...
Όταν όλες αυτές οι δραστηριότητες απορρίπτονται, αναδύεται το Άπειρο Βάθος του ΕΙΝΑΙ. Για να συμβεί αυτό δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να κάνουμε κάτι, τόσο περισσότερο μπλέκουμε στο δίχτυ της δραστηριότητας και βυθιζόμαστε στη σφαίρα της φαντασίας. Πρέπει να απορρίψουμε όλες αυτές τις προσπάθειες και να παραδοθούμε σε αυτό που πραγματικά είμαστε. Όταν εγκαταλειφθούμε εντελώς, θα αναδυθούμε στο ΕΙΝΑΙ.
Τότε... δεν θα υπάρχει βάθος, δεν θα υπάρχει επιφάνεια... όχι τίποτα...
Μια πραγματικότητα όλα... Από εδώ ξεκινά το Εσωτερικό Ταξίδι, στις Εσωτερικές Καταστάσεις, κόσμους... Και πέρα από αυτά, η Απέραντη Θεότητα...
Η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ (η παρούσα συνείδηση) είναι συνεχώς σε δραστηριότητα. Είτε είμαστε απορροφημένοι σε αυτή τη δραστηριότητα είτε προσπαθούμε να την ελέγξουμε, είμαστε στην ίδια κατάσταση δραστηριότητας. Δεν είναι αυτός ο τρόπος. Πρέπει να εξετάσουμε ήρεμα τις δραστηριότητες και να τις αφήσουμε να αναπτυχθούν χωρίς να απορροφηθούν κάπου. Μετά από κάποιο απροσδιόριστο χρονικό διάστημα όλα αυτά παύουν να έχουν σημασία. Τότε ήρθε η ώρα να τους αφήσουμε να φύγουν. Η Πρώτη Έξοδος από το φανταστικό βρίσκεται στην Καθαρή Αντίληψη που αγκαλιάζει όλη την Ύπαρξη. Είναι το Παγκόσμιο Πνεύμα. Αλλά αυτή δεν είναι η Υπέρτατη Πραγματικότητα. Και αυτό θα πρέπει να εγκαταλειφθεί για να αναδυθεί σε ΟΛΑ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Είμαστε αυτό που είμαστε για πάντα. Δεν χρειάζεται να γίνουμε κάτι. Αυτές οι έννοιες (νομίζοντας ότι πρέπει να γίνουμε κάτι) είναι ανοησίες σκέψης. Όταν εξαντληθούν όλες οι μάταιες δραστηριότητες του νου, αποκαλύπτεται αυτό το Ποιοι Πραγματικά Είμαστε. Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα. Απλά πρέπει να παραδοθούμε σε αυτό που πραγματικά είμαστε απορρίπτοντας τη δραστηριότητα της σκέψης. Τόσο απλά, να χαλαρώσουμε, να εγκαταλείψουμε τον εαυτό μας, να αναδυθούμε στο Άπειρο, στο Αιώνιο. Οι παρανοήσεις μας ωθούν σε δραστηριότητα και αισθανόμαστε ανήσυχοι να γίνουμε κάτι. Έτσι παραμένουμε στον κύκλο της δραστηριότητας και δεν μπορούμε να «καταλάβουμε» τι πραγματικά είμαστε. Τελικά, μας φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να μην κάνουμε τίποτα. Να κάθεσαι ήσυχα, έτσι απλά, να μην κάνεις τίποτα. Αυτή είναι η Υπέρτατη Σοφία. Και ενώ είναι τόσο απλό, τόσο εύκολο και τόσο άνετο και πλήρες, δεν μπορούμε να το κάνουμε.
Το Βάθος της ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑΣ είναι ΕΝΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΟ. Από αυτό το Ένα Βάθος προβάλλει την Αντίληψη, το Εγώ (κάθε εγώ) ως ένα σύμπλεγμα αντιλήψεων και συμπεριφορών μέσα στους διάφορους χώρους και χρόνους...
Η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ (η παρούσα συνειδητότητά μας) είναι η Πύλη της Ζωής και της Απώλειας. Όταν η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ απορροφάται από επιφανειακές δραστηριότητες οδηγεί σε μια εξωτερική ζωή και τελικά χάνεται στο «χώρο της φαντασίας»...
Όταν όλες αυτές οι δραστηριότητες απορρίπτονται, αναδύεται το Άπειρο Βάθος του ΕΙΝΑΙ. Για να συμβεί αυτό δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να κάνουμε κάτι, τόσο περισσότερο μπλέκουμε στο δίχτυ της δραστηριότητας και βυθιζόμαστε στη σφαίρα της φαντασίας. Πρέπει να απορρίψουμε όλες αυτές τις προσπάθειες και να παραδοθούμε σε αυτό που πραγματικά είμαστε. Όταν εγκαταλειφθούμε εντελώς, θα αναδυθούμε στο ΕΙΝΑΙ.
Τότε... δεν θα υπάρχει βάθος, δεν θα υπάρχει επιφάνεια... όχι τίποτα...
Μια πραγματικότητα όλα... Από εδώ ξεκινά το Εσωτερικό Ταξίδι, στις Εσωτερικές Καταστάσεις, κόσμους... Και πέρα από αυτά, η Απέραντη Θεότητα...
Η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ (η παρούσα συνείδηση) είναι συνεχώς σε δραστηριότητα. Είτε είμαστε απορροφημένοι σε αυτή τη δραστηριότητα είτε προσπαθούμε να την ελέγξουμε, είμαστε στην ίδια κατάσταση δραστηριότητας. Δεν είναι αυτός ο τρόπος. Πρέπει να εξετάσουμε ήρεμα τις δραστηριότητες και να τις αφήσουμε να αναπτυχθούν χωρίς να απορροφηθούν κάπου. Μετά από κάποιο απροσδιόριστο χρονικό διάστημα όλα αυτά παύουν να έχουν σημασία. Τότε ήρθε η ώρα να τους αφήσουμε να φύγουν. Η Πρώτη Έξοδος από το φανταστικό βρίσκεται στην Καθαρή Αντίληψη που αγκαλιάζει όλη την Ύπαρξη. Είναι το Παγκόσμιο Πνεύμα. Αλλά αυτή δεν είναι η Υπέρτατη Πραγματικότητα. Και αυτό θα πρέπει να εγκαταλειφθεί για να αναδυθεί σε ΟΛΑ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Είμαστε αυτό που είμαστε για πάντα. Δεν χρειάζεται να γίνουμε κάτι. Αυτές οι έννοιες (νομίζοντας ότι πρέπει να γίνουμε κάτι) είναι ανοησίες σκέψης. Όταν εξαντληθούν όλες οι μάταιες δραστηριότητες του νου, αποκαλύπτεται αυτό το Ποιοι Πραγματικά Είμαστε. Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα. Απλά πρέπει να παραδοθούμε σε αυτό που πραγματικά είμαστε απορρίπτοντας τη δραστηριότητα της σκέψης. Τόσο απλά, να χαλαρώσουμε, να εγκαταλείψουμε τον εαυτό μας, να αναδυθούμε στο Άπειρο, στο Αιώνιο. Οι παρανοήσεις μας ωθούν σε δραστηριότητα και αισθανόμαστε ανήσυχοι να γίνουμε κάτι. Έτσι παραμένουμε στον κύκλο της δραστηριότητας και δεν μπορούμε να «καταλάβουμε» τι πραγματικά είμαστε. Τελικά, μας φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να μην κάνουμε τίποτα. Να κάθεσαι ήσυχα, έτσι απλά, να μην κάνεις τίποτα. Αυτή είναι η Υπέρτατη Σοφία. Και ενώ είναι τόσο απλό, τόσο εύκολο και τόσο άνετο και πλήρες, δεν μπορούμε να το κάνουμε.
Οι βαθύτεροι ανθρώπινοι φόβοι
Εχθρός της ψυχικής αρμονίας και της ευτυχίας μας: ο φόβος, κρύβεται πίσω από καταστάσεις και πρόσωπα, πού είτε το θέλουμε είτε όχι, θα έρθουμε αντιμέτωποι. Τι είναι όμως αυτά που φοβόμαστε στην πραγματικότητα; Ίσως ένα από τα ουσιαστικότερα προβλήματα της ανθρωπότητας είναι να απαλλαγεί από το φόβο.
Είναι όμως κάτι τέτοιο εφικτό; Σαν αισιόδοξο άτομο, θα απαντήσω θετικά, σε ένα βαθμό τουλάχιστον. Όμως επειδή «παίζουμε» με το υποσυνείδητο-στο οποίο κρύβεται ο φόβος- και μάλιστα σε έναν δύσκολο «αγώνα», θα αρκεστώ στην καταγραφή μερικών καταστάσεων που τρομάζουν την πλειοψηφία των ανθρώπων, προσπαθώντας ταυτόχρονα να δω και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να βγούμε δυνατοί μέσα από κάτι τέτοιο.
Το άγνωστο
Όταν το μυαλό μάς δίνει εντολές να προχωρήσουμε σε κάτι, θέλουμε αυτομάτως να γνωρίζουμε «τι μας περιμένει εκεί». Με αυτόν τον τρόπο ασυναίσθητα νιώθουμε μια σιγουριά, ότι «το ελέγχουμε». Όταν όμως μπροστά μας βρίσκεται το άγνωστο, νιώθουμε μετέωροι και φοβισμένοι, σα να πατάμε στο κενό, σα να βαδίζουμε σε έναν δρόμο χωρίς να βλέπουμε που συνεχίζει και πού τελειώνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σκοτάδι, που πολλοί από μας φοβόμασταν μικροί (ή και μεγαλύτεροι)! Ο φόβος για το άγνωστο συνήθως συνδυάζεται με το ερωτηματικό για το μέλλον, μιας και κανείς δε μπορεί να το προβλέψει.
Μέσα από το αχανές αυτό συναίσθημα του αγνώστου, ο άνθρωπος εξελίχθηκε από τα βάθη των αιώνων, ακριβώς επειδή ένιωθε πώς έπρεπε να ανακαλύψει νέα πράγματα, που θα τον βοηθούσαν να πάει ένα βήμα παραπέρα, να έρθει πιο κοντά στη γνώση. Εξάλλου, πριν κάποιος τολμήσει, όλα τα ανθρώπινα επιτεύγματα ήταν άγνωστα.
Ο πόνος
Είτε μια δυσάρεστη αίσθηση στο ανθρώπινο σώμα, είτε ένα «βάρος» στην καρδιά, ο πόνος αποτελεί ένα καθαρά υποκειμενικό συναίσθημα που (συνήθως και οι περισσότεροι) προσπαθούμε να μείνουμε μακρυά, στο βαθμό που κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Φοβόμαστε τον πόνο γιατί τον έχουμε συνδέσει με αρνητικές εικόνες: νοσοκομεία, ακινησία, θλίψη, αδράνεια, (ειδικά στα άτομα που υποφέρουν από χρόνιο πόνο) ακόμη και θάνατο. Το να μένουμε μακριά από πράγματα που μας πονάνε, αποτελεί ένα από τα βασικότερα ανθρώπινα ένστικτα.
Όταν δε μιλάμε για... ψυχικό πόνο, αλλά για σωματικό, τα φάρμακα κάνουν συνήθως πολύ καλά τη δουλειά τους. Α και μην ξεχνάμε πώς ο πόνος είναι καλός μαρτυριάρης. Μας δείχνει, με το «αζημίωτο» φυσικά, τι δε πάει καλά στον οργανισμό μας, ώστε να προστατευτούμε.
Η μοναξιά
Πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για τη μοναξιά; Άλλα την εξυμνούν, άλλα εκφράζουν το φόβο και την αδυναμία του ανθρώπου απέναντι στην ισχυρή παρουσία της. Τι παράδοξο! Η μόνη παρουσία που ισοδυναμεί με απουσία όλων των άλλων. Ο φόβος της μοναξιάς πηγάζει από την ανυπέρβλητη ανάγκη του ανθρώπου να βρίσκεται με άλλα όντα. Γι’ ακόμη μια φορά, εξάλλου, η προσπάθεια να μην είμαστε μόνοι μας, αποτελεί ένα ένστικτο επιβίωσης. Επιπλέον, απορρίπτουμε τη μοναξιά γιατί φοβόμαστε πώς οι πράξεις μας δε θα έχουν κανένα νόημα αν κάποιος δεν τις παρατηρήσει. Όπως λέει και ένα ρητό «Αν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και κανείς δεν είναι εκεί γύρω για να το ακούσει, κάνει τελικά κάποιον ήχο;»
Κάποιοι στη λέξη μοναξιά «διαβάζουν» τη μόν-η αξία της ζωής, θεωρώντας πώς, αποκλειστικά μέσα από αυτήν, μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, αλλά και να πάρει σπουδαίες αποφάσεις για τη ζωή του…
Απώλεια της ελευθερίας
Το να χάσει κανείς την ελευθερία του αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους, τρομακτικούς θα έλεγα, φόβους. Ένα μοναδικό αγαθό που ταυτόχρονα αποτελεί δικαίωμα όλων, η ελευθερία ανέκαθεν ήταν αντικείμενο διεκδίκησης από τον άνθρωπο, σε όλες τις μορφές της. Όταν όμως νιώθουμε ότι καταπατάται, πνίγεται ή περιορίζεται, τότε γεννιέται ο φόβος. Όλοι μας έχουμε σκεφτεί τι θα συνέβαινε αν χάναμε τη δύναμη να ελέγχουμε εμείς οι ίδιοι τη ζωή μας. Και κάθε φορά που περνάει από το μυαλό μας, μας κατακλύζουν και αρνητικά συναισθήματα, πνιγόμαστε και σκεφτόμαστε αμέσως κάτι άλλο.
Σε κάποιες περιπτώσεις η ακριβής έννοια της ελευθερίας αναπροσαρμόζεται. Π.χ. «Ελεύθεροι» δεν είμαστε μέσα σε ένα γάμο, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό μιας και αποτελεί επιλογή μας. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις στέρησης της ελευθερίας, το μόνο "αντίδοτο" που θα μπορούσα να σκεφτώ είναι η βαθιά υπομονή, ή και η προσπάθεια για ανατροπή της κατάστασης, με όποιο κόστος.
Ο θάνατος
Από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνουμε; Είναι ένα θέμα που απασχολεί την ανθρωπότητα και δε νομίζω να βρεθεί ποτέ απάντηση. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή θα φύγουμε από τη ζωή και αυτό μας τρομάζει. Όχι μόνο γιατί δε γνωρίζουμε αν και τι υπάρχει μεταθάνατον, -παρόλο που πολλές θρησκείες δηλώνουν σίγουρες πως κάτι υπάρχει-, αλλά και γιατί φοβόμαστε τον τρόπο που θα φύγουμε από τον κόσμο. Ο θάνατος σε βρίσκει μόνο, συνήθως με πόνο αλλά και αναπάντεχα… Συνδυάζει δηλαδή πολλούς από τους παραπάνω ανθρώπινους φόβους, καθιστώντας τον έτσι έναν από τους ισχυρότερους που βιώνει η ανθρώπινη φύση.
Επειδή κανείς από μας δεν τον έχει γνωρίσει, δε μπορεί, ή μάλλον δε πρέπει να τον φοβάται, αλλά να τον αντιμετωπίζει σαν φυσική «κατάληξή» του. Το κατάληξη το βάζω σε εισαγωγικά ακριβώς γιατί δεν μπορούμε να ξέρουμε τι υπάρχει μετά από αυτόν. Ίσως ο θάνατος μπορεί να λειτουργήσει σαν κάτι που μας ωθεί να γίνουμε καλύτερα όντα όσο ζούμε, να δημιουργήσουμε μια ζωή γεμάτη νόημα, εκεί που ο θάνατος είναι το μόνο βέβαιο.
Δεν αμφιβάλλω ότι ο καθένας από μας είναι διαφορετικός και μπορεί να προσθέσει πολλούς ακόμη φόβους στη… δική του λίστα. Φόβος της αποτυχίας, της κοροϊδίας, της απόρριψης, των γηρατειών. Ένας προσωπικός μου φόβος είναι ο φόβος της απώλειας της αγάπης αλλά και των αγαπημένων μου προσώπων. Αυτό που όμως μπορώ να πω σχεδόν με σιγουριά, λόγω του καιρού- και θα μιλήσω τουλάχιστον για τα νέα παιδιά μιας και είμαι ένα από αυτά- είναι ότι ίσως ο μεγαλύτερος φόβος που έχουμε σήμερα είναι το «αύριο». Κάτι που παλαιότερα μας γέμιζε χαρά, ανυπομονησία και ελπίδα, τώρα μας τρομάζει, βάζοντάς φραγμό στα άλλοτε όνειρά μας.
Όπως όμως όλοι οι φόβοι έχουν και την άλλη οπτική τους, μιας και μέσα από αυτούς μπορούμε να βγούμε δυνατότεροι , έτσι ισχύει και για αυτόν. Γιατί τουλάχιστον, το αύριο, είναι στο χέρι μας, ακόμα και αν πολλοί φοβόμαστε να συνειδητοποιήσουμε μέχρι και αυτό.
Είναι όμως κάτι τέτοιο εφικτό; Σαν αισιόδοξο άτομο, θα απαντήσω θετικά, σε ένα βαθμό τουλάχιστον. Όμως επειδή «παίζουμε» με το υποσυνείδητο-στο οποίο κρύβεται ο φόβος- και μάλιστα σε έναν δύσκολο «αγώνα», θα αρκεστώ στην καταγραφή μερικών καταστάσεων που τρομάζουν την πλειοψηφία των ανθρώπων, προσπαθώντας ταυτόχρονα να δω και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να βγούμε δυνατοί μέσα από κάτι τέτοιο.
Το άγνωστο
Όταν το μυαλό μάς δίνει εντολές να προχωρήσουμε σε κάτι, θέλουμε αυτομάτως να γνωρίζουμε «τι μας περιμένει εκεί». Με αυτόν τον τρόπο ασυναίσθητα νιώθουμε μια σιγουριά, ότι «το ελέγχουμε». Όταν όμως μπροστά μας βρίσκεται το άγνωστο, νιώθουμε μετέωροι και φοβισμένοι, σα να πατάμε στο κενό, σα να βαδίζουμε σε έναν δρόμο χωρίς να βλέπουμε που συνεχίζει και πού τελειώνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σκοτάδι, που πολλοί από μας φοβόμασταν μικροί (ή και μεγαλύτεροι)! Ο φόβος για το άγνωστο συνήθως συνδυάζεται με το ερωτηματικό για το μέλλον, μιας και κανείς δε μπορεί να το προβλέψει.
Μέσα από το αχανές αυτό συναίσθημα του αγνώστου, ο άνθρωπος εξελίχθηκε από τα βάθη των αιώνων, ακριβώς επειδή ένιωθε πώς έπρεπε να ανακαλύψει νέα πράγματα, που θα τον βοηθούσαν να πάει ένα βήμα παραπέρα, να έρθει πιο κοντά στη γνώση. Εξάλλου, πριν κάποιος τολμήσει, όλα τα ανθρώπινα επιτεύγματα ήταν άγνωστα.
Ο πόνος
Είτε μια δυσάρεστη αίσθηση στο ανθρώπινο σώμα, είτε ένα «βάρος» στην καρδιά, ο πόνος αποτελεί ένα καθαρά υποκειμενικό συναίσθημα που (συνήθως και οι περισσότεροι) προσπαθούμε να μείνουμε μακρυά, στο βαθμό που κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Φοβόμαστε τον πόνο γιατί τον έχουμε συνδέσει με αρνητικές εικόνες: νοσοκομεία, ακινησία, θλίψη, αδράνεια, (ειδικά στα άτομα που υποφέρουν από χρόνιο πόνο) ακόμη και θάνατο. Το να μένουμε μακριά από πράγματα που μας πονάνε, αποτελεί ένα από τα βασικότερα ανθρώπινα ένστικτα.
Όταν δε μιλάμε για... ψυχικό πόνο, αλλά για σωματικό, τα φάρμακα κάνουν συνήθως πολύ καλά τη δουλειά τους. Α και μην ξεχνάμε πώς ο πόνος είναι καλός μαρτυριάρης. Μας δείχνει, με το «αζημίωτο» φυσικά, τι δε πάει καλά στον οργανισμό μας, ώστε να προστατευτούμε.
Η μοναξιά
Πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για τη μοναξιά; Άλλα την εξυμνούν, άλλα εκφράζουν το φόβο και την αδυναμία του ανθρώπου απέναντι στην ισχυρή παρουσία της. Τι παράδοξο! Η μόνη παρουσία που ισοδυναμεί με απουσία όλων των άλλων. Ο φόβος της μοναξιάς πηγάζει από την ανυπέρβλητη ανάγκη του ανθρώπου να βρίσκεται με άλλα όντα. Γι’ ακόμη μια φορά, εξάλλου, η προσπάθεια να μην είμαστε μόνοι μας, αποτελεί ένα ένστικτο επιβίωσης. Επιπλέον, απορρίπτουμε τη μοναξιά γιατί φοβόμαστε πώς οι πράξεις μας δε θα έχουν κανένα νόημα αν κάποιος δεν τις παρατηρήσει. Όπως λέει και ένα ρητό «Αν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και κανείς δεν είναι εκεί γύρω για να το ακούσει, κάνει τελικά κάποιον ήχο;»
Κάποιοι στη λέξη μοναξιά «διαβάζουν» τη μόν-η αξία της ζωής, θεωρώντας πώς, αποκλειστικά μέσα από αυτήν, μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, αλλά και να πάρει σπουδαίες αποφάσεις για τη ζωή του…
Απώλεια της ελευθερίας
Το να χάσει κανείς την ελευθερία του αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους, τρομακτικούς θα έλεγα, φόβους. Ένα μοναδικό αγαθό που ταυτόχρονα αποτελεί δικαίωμα όλων, η ελευθερία ανέκαθεν ήταν αντικείμενο διεκδίκησης από τον άνθρωπο, σε όλες τις μορφές της. Όταν όμως νιώθουμε ότι καταπατάται, πνίγεται ή περιορίζεται, τότε γεννιέται ο φόβος. Όλοι μας έχουμε σκεφτεί τι θα συνέβαινε αν χάναμε τη δύναμη να ελέγχουμε εμείς οι ίδιοι τη ζωή μας. Και κάθε φορά που περνάει από το μυαλό μας, μας κατακλύζουν και αρνητικά συναισθήματα, πνιγόμαστε και σκεφτόμαστε αμέσως κάτι άλλο.
Σε κάποιες περιπτώσεις η ακριβής έννοια της ελευθερίας αναπροσαρμόζεται. Π.χ. «Ελεύθεροι» δεν είμαστε μέσα σε ένα γάμο, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό μιας και αποτελεί επιλογή μας. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις στέρησης της ελευθερίας, το μόνο "αντίδοτο" που θα μπορούσα να σκεφτώ είναι η βαθιά υπομονή, ή και η προσπάθεια για ανατροπή της κατάστασης, με όποιο κόστος.
Ο θάνατος
Από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνουμε; Είναι ένα θέμα που απασχολεί την ανθρωπότητα και δε νομίζω να βρεθεί ποτέ απάντηση. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή θα φύγουμε από τη ζωή και αυτό μας τρομάζει. Όχι μόνο γιατί δε γνωρίζουμε αν και τι υπάρχει μεταθάνατον, -παρόλο που πολλές θρησκείες δηλώνουν σίγουρες πως κάτι υπάρχει-, αλλά και γιατί φοβόμαστε τον τρόπο που θα φύγουμε από τον κόσμο. Ο θάνατος σε βρίσκει μόνο, συνήθως με πόνο αλλά και αναπάντεχα… Συνδυάζει δηλαδή πολλούς από τους παραπάνω ανθρώπινους φόβους, καθιστώντας τον έτσι έναν από τους ισχυρότερους που βιώνει η ανθρώπινη φύση.
Επειδή κανείς από μας δεν τον έχει γνωρίσει, δε μπορεί, ή μάλλον δε πρέπει να τον φοβάται, αλλά να τον αντιμετωπίζει σαν φυσική «κατάληξή» του. Το κατάληξη το βάζω σε εισαγωγικά ακριβώς γιατί δεν μπορούμε να ξέρουμε τι υπάρχει μετά από αυτόν. Ίσως ο θάνατος μπορεί να λειτουργήσει σαν κάτι που μας ωθεί να γίνουμε καλύτερα όντα όσο ζούμε, να δημιουργήσουμε μια ζωή γεμάτη νόημα, εκεί που ο θάνατος είναι το μόνο βέβαιο.
Δεν αμφιβάλλω ότι ο καθένας από μας είναι διαφορετικός και μπορεί να προσθέσει πολλούς ακόμη φόβους στη… δική του λίστα. Φόβος της αποτυχίας, της κοροϊδίας, της απόρριψης, των γηρατειών. Ένας προσωπικός μου φόβος είναι ο φόβος της απώλειας της αγάπης αλλά και των αγαπημένων μου προσώπων. Αυτό που όμως μπορώ να πω σχεδόν με σιγουριά, λόγω του καιρού- και θα μιλήσω τουλάχιστον για τα νέα παιδιά μιας και είμαι ένα από αυτά- είναι ότι ίσως ο μεγαλύτερος φόβος που έχουμε σήμερα είναι το «αύριο». Κάτι που παλαιότερα μας γέμιζε χαρά, ανυπομονησία και ελπίδα, τώρα μας τρομάζει, βάζοντάς φραγμό στα άλλοτε όνειρά μας.
Όπως όμως όλοι οι φόβοι έχουν και την άλλη οπτική τους, μιας και μέσα από αυτούς μπορούμε να βγούμε δυνατότεροι , έτσι ισχύει και για αυτόν. Γιατί τουλάχιστον, το αύριο, είναι στο χέρι μας, ακόμα και αν πολλοί φοβόμαστε να συνειδητοποιήσουμε μέχρι και αυτό.
Εσύ να είσαι πιο γενναίος από τα καλύτερα που θα έρθουν
Τα καλύτερα θα ερχόντουσαν. Όταν σου χτύπησαν το χέρι στην πλάτη και σου είπαν πως δεν τους κάνεις. Όταν σε χώρισαν και σου πέταξαν στα μούτρα ότι σου αξίζει κάτι καλύτερο.
Τότε που απέτυχες τους στόχους. Τις επιθυμίες. Τα βράδια που έμεινες καταμεσής στο πέλαγο με τα κύματα να σαλεύουν.
Τότε που πήρες μια γεύση από το θεριό. Πικρή. Τότε που έχασες το γονιό σου, τον σύντροφο σου, το παιδί σου.
Μα τελικά δεν ήρθαν ποτέ αυτά τα έρμα τα καλύτερα. Έστεκες φρουρός στο αγιάζι να τα καρτεράς και τελικά δεν ήρθαν ποτέ.
Τι σε έκανε πιο δυνατό ίσως μη μάθεις. Τα καλύτερα που θα ερχόντουσαν; Η προσμονή; Η δύναμη να μένεις όρθιος; Η ελπίδα ότι θα έρθουν στο τέλος;
Ποιος ξέρει ίσως εσύ να είσαι πιο γενναίος από τα καλύτερα που θα έρθουν.
Τότε που απέτυχες τους στόχους. Τις επιθυμίες. Τα βράδια που έμεινες καταμεσής στο πέλαγο με τα κύματα να σαλεύουν.
Τότε που πήρες μια γεύση από το θεριό. Πικρή. Τότε που έχασες το γονιό σου, τον σύντροφο σου, το παιδί σου.
Μα τελικά δεν ήρθαν ποτέ αυτά τα έρμα τα καλύτερα. Έστεκες φρουρός στο αγιάζι να τα καρτεράς και τελικά δεν ήρθαν ποτέ.
Τι σε έκανε πιο δυνατό ίσως μη μάθεις. Τα καλύτερα που θα ερχόντουσαν; Η προσμονή; Η δύναμη να μένεις όρθιος; Η ελπίδα ότι θα έρθουν στο τέλος;
Ποιος ξέρει ίσως εσύ να είσαι πιο γενναίος από τα καλύτερα που θα έρθουν.
Να είσαι. Μη προσπαθείς να γίνεις
“Η θλίψη έρχεται, η χαρά έρχεται, και όλα περνούν. Αυτό που απομένει πάντα είναι ο παρατηρητής. Ο παρατηρητής είναι πέρα από κάθε πολικότητα.”
Όλα έρχονται και φεύγουν. Ανάμεσα στο τικ και το τοκ την ανατολής και της δύσης μας, υπάρχει μια αλυσίδα από άπειρες στιγμές σε διάφορα χρώματα και νότες. Όταν ταυτιζόμαστε με αυτές, γινόμαστε αυτές. Και στα πάνω, και στα κάτω τους. Όταν μαθαίνουμε να γινόμαστε παρατηρητές, αυξάνεται η απόσταση αποταύτισης ξεπερνώντας τους χρωματισμούς και τις πολικότητες. Το κλειδί είναι η κατά βούληση μεταφορά της συνείδησης, ανά πάσα στιγμή και ταυτόχρονα, από την στιγμή, στην παρατήρηση, και αντίστροφα.
“Να είσαι. Μη προσπαθείς να γίνεις. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο λέξεις, είμαι και γίνομαι, εμπεριέχεται όλη σου η ζωή.”
Το να είσαι, είναι Φώτιση. Το να γίνεσαι, είναι άγνοια. Εδώ υπάρχει ένα συνειδησιακό παράδοξο. Η ανάπτυξη και εξέλιξη είναι βασικό συστατικό της ενσάρκωσής μας, ή αλλιώς της ζωής μας εδώ. Το κλειδί είναι πως σε κάθε σημείο, το να είσαι στο κέντρο σου σε απόλυτη ευδαιμονία και πληρότητα ανεξαρτήτως συνθηκών, είναι ο στόχος. Η συνεχόμενη ευδαιμονία και πληρότητα, μαζί με αντιληπτική εξέλιξη σε συνείδηση αντίληψη γνώση και εμπειρία, είναι ο Δρόμος.
“Θα προχωράς συνεχώς προς την τελειότητα, αλλά δε θα γίνεις ποτέ τέλειος. Η τελειότητα δεν είναι ο δρόμος της ύπαρξης, αλλά η εξέλιξη.”
Σε αντίθεση με το προηγούμενο, σαν ένα διαφορετικό αντιληπτικό πρίσμα μας λέει πως αν ο κόσμος ήταν τέλειος, όλα θα σταματούσαν. Η εξέλιξη είναι αυτό που δημιουργεί την κίνηση. Και η κίνηση αυτό που δημιουργεί την εξέλιξη. Κι όπως πιο σύγχρονα αναφέρουν και διάφοροι διανοητές, το κλειδί της ικανοποίησης και της χαράς είναι στην καθημερινή αναβάθμιση. Κάθε μέρα, να έχεις γίνει καλύτερος και καλύτερη σε κάτι. Είτε αυτό είναι η συμπεριφορά σου, η σκέψη σου, ή ακόμα κι ο τρόπος που περπατάς. Κάποτε ένας πολύ καλός φίλος δάσκαλος, έλεγε πως ο “δρόμος” είναι να ασκήσαι συνεχώς σε οτιδήποτε κάνεις. Ακόμα και όταν πλένεις τα δόντια σου, ή όταν φτιάχνεις ένα τσάι. Έτσι, θα είσαι ένα βήμα πιο κοντά στην εξελικτική αρμονία της ύπαρξης.
“Η Αλήθεια δεν είναι κάτι εξωτερικό που πρέπει να ανακαλυφθεί. Είναι κάτι μέσα σου που περιμένει να το διαπιστώσεις.”
Πολλοί ψάχνουμε χρόνια για κάτι έξω από εμάς. Σε καταστάσεις, δουλειές, ανθρώπους. Όσο καλοί ή όχι είναι οι καθρέφτες μέσα από τους οποίους προσπαθούμε να μας ανακαλύψουμε, η απόλυτη πυξίδα, πηγή πληρότητας και πληροφορίας, προορισμός και χάρτης, είναι μέσα μας.
“Για να πετύχεις κάτι πρέπει να απαρνηθείς κάτι άλλο.”
Χωρίς να σημαίνει πως ισχύει για τα πάντα, πολλές φορές χρειάζεται να θυσιάσεις κάτι για κάτι άλλο. Το κάθε βήμα σου είναι μια επιλογή: Πίσω, πλάι, εμπρός, διαγώνια. Η κάθε επιλογή είναι μια απόφαση. Και η κάθε θετική απόφαση προς κάτι ή κάποιον, είναι ταυτόχρονα και αρνητική ως προς το άλλο κάτι ή τον κάποιον άλλον. Το να μείνεις σπίτι να χαλαρώσεις, σημαίνει πως λες όχι σε μια έξοδο και αντίστροφα. Το να βγεις με ένα φίλο, σημαίνει πως λες όχι στο να μείνεις μόνος ή μόνη. Το να ζήσεις το όνειρό σου σημαίνει πως θα πεις όχι στην αδράνεια του φόβου, και αντίστροφα.
“Ένας μαθητής πρέπει να είναι απόλυτα θηλυκός, δεκτικός, σαν μια μήτρα”
Ανεξαρτήτως φύλλου, εδώ μιλάει για την θηλυκή ενέργεια που εμπεριέχεται σε κάθε σώμα και ψυχή. Μία από τις ιδιότητές της είναι να δέχεται, να λαμβάνει, να απορροφά σαν σφουγγάρι, με αποτέλεσμα κατόπιν αφομοίωσης και εκκόλαψης, να προσδώσει νέα υπόσταση και καρπούς, πηγαίνοντας την γνώση ένα βήμα παραπέρα.
“Όταν ο μαθητής είναι έτοιμος, τότε εμφανίζεται και ο Διδάσκαλος.”
Είναι κάτι που θα έχεις ακούσεις, αλλά παρακάτω μιλάει και για το αντίστροφο. Πως όταν είναι έτοιμος ο Δάσκαλος, τότε εμφανίζεται και ο μαθητής. Λέει πως ένας δάσκαλος είναι εξίσου τυχερός και ευλογημένος όταν βρίσκει έναν τέτοιο μαθητή, ένα φιλόξενο δοχείο στο οποίο να μπορεί να μεταφέρει την γνώση. Σαν άγκυρα για να την φέρει από το πνεύμα στην ύλη, και έτσι η γνώση να γειωθεί και να συνεχιστεί. Όσο λέμε πως είναι δύσκολο να βρεις έναν καλό και σωστό δάσκαλο, άλλο τόσο δύσκολο είναι να βρεθεί ένας καλός και άξιος μαθητής. Αυτό πρέπει να το έχουν υπόψη και οι δύο σε μία σχέση όπου η ανταλλαγή αν και διαφορετική, είναι τουλάχιστον ισότιμη σε ειδικό βάρος.
“Κόψε τη ρίζα του δέντρου και τα φύλλα θα μαραθούν. Κόψε τη ρίζα του μυαλού σου και η προσκόληση πέφτει.”
Αν τα όποια μη ωφέλιμα χαρακτηριστικά, προβλήματα ή πεποιθήσεις είναι τα φύλλα του δέντρου σου, με το να τα κλαδεύεις το μόνο που θα καταφέρεις είναι να τα αυξήσεις. Όπως τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας. Ο μόνος τρόπος είναι μέσω αυτογνωσίας ή ψυχοθεραπείας να βρεις την ρίζα τους, και να την κόψεις. Μόνο έτσι θα πάρεις και το μάθημα, και την θεραπεία, αλλά και θα γλυτώσεις την επανάληψη με διαφορετικές καταστάσεις ή ηθοποιούς, αλλά του ίδιου μοτίβου.
“Το κούφιο καλάμι γίνεται ένα φλάουτο, και αρχίζεις να παίζεις μ’ αυτό.”
Αν θέλεις να λάβεις το Θείο μέσα σου, ή να του επιτρέψεις να βγει από μέσα σου, πρέπει να είσαι άδειος. Όταν είσαι άδειος από προβληματισμούς, σκέψεις, έννοιες, θέλω και προσδοκίες, τότε δεν υπάρχει εμπόδιο. Και το Πνεύμα ως άνεμος, θα περάσει από μέσα σου και θα τραγουδίσει όπως ο αέρας που περνά μέσα από το φλάουτο. Αυτή είναι η μη σκέψη μέσω διαλογισμού (λογισμού Διός), και μαζί με την εσωτερική καθαρότητα, θα δημιουργήσει τον κατάλληλο Χώρο μέσα σου. Και όταν είσαι έτοιμος, αλλά δεν περιμένεις, τότε θα λάβεις.
“Το κενό δεν χρειάζεται στήριγμα. Αναζήτησε τον σκοπό και θα τον χάσεις, γιατί με την αναζήτησή σου ενισχύεις τον αναζητητή.”
Όταν σταματήσεις να αναζητάς τον σκοπό, τότε θα τον ανακαλύψεις. Η ίδια η έννοια και η ταύτιση της αναζήτησης, γίνεται το εμπόδιο. Κι αυτό γιατί σε βγάζει από το τώρα. Το τώρα της πληρότητας. Αυξάνει τον αναζητητή, το εγώ. Η ψυχή γνωρίζει, είναι. Το εγώ θέλει επιβεβαίωση και σκοπό. Κανείς δε το φτάνει. Όταν όμως είναι ακίνητος, καθαρός, άδειος και έτοιμος όπως το κενό, τότε Εκείνος έρχεται.
“Χρειάζεται κάποιο σκοτάδι για να δεις τα αστέρια”
Το φως είναι υπέροχο, είναι πληροφορία, είναι ζωή, είναι αγάπη. Μερικές φορές όμως χρειάζεται και το σκοτάδι για να διακρίνεις κάποια πράγματα που δεν μπορούσες να διακρίνεις στο φως. Δεν υπάρχει τίποτα φτιαγμένο από λάθος ή ατύχημα στην ύπαρξη. Αξιοποίησέ το ηθικά, με σοφία και διάκριση.
“Η ζωή ξεκινάει εκεί που τελειώνει ο φόβος”
Ο φόβος είναι συστολή, μάζεμα, συρρίκνωση. Η ζωή είναι ανοιχτή αγκαλιά, διαστολή, επέκταση. Υπάρχουν αόρατα σύνορα, ανάμεσα σε ζωή και φόβο, σε αγάπη και φόβο, σε πληρότητα και φόβο. Η ζώνη ασφαλείας είναι ένα από αυτά, μιας και έξω της κατοικεί ο φόβος του αγνώστου. Όταν γνωρίσεις ποιος και ποια είσαι, και καταλάβεις τις δυνάμεις σου, τότε θα καταλάβεις και πως δεν υπάρχει τίποτε έξω από σένα το οποίο αξίζει να φοβάσαι. Ο φόβος μπορεί σε ένα μικρό βαθμό να σε προετοιμάζει, αλλά αν τον αφήσεις, σε περιορίζει. Αξιοποίησέ τον. Κι όταν σου λένε πρόσεχε τις καταιγίδες, εσύ να λες είμαι η καταιγίδα, και το ουράνιο τόξο μαζί. Το έξω σου είναι το μέσα σου.
“Η αληθινή ερώτηση δεν είναι αν υπάρχει ζωή μετά θάνατον. Η αληθινή ερώτηση είναι αν είσαι ζωντανός πριν πεθάνεις.”
Το μήνυμα είναι διπλό. Αρχικά η ερώτηση είναι τι είναι ζωή; Αυτό που ζούμε τώρα; Ή μήπως αυτό είναι το όνειρο, κι όταν ξυπνήσουμε μέσω του “θανάτου” ζούμε την αληθινή;
Το δεύτερο μήνυμα είναι το κατά πόσο ζεις, όσο είσαι ζωντανός. Είσαι η στιγμή; Ή ζεις στο παρελθόν και στο μέλλον, χάνοντας το κάθε παρόν σου; Που βρίσκεται η συνείδησή σου; Στον φόβο; Στην μελαγχολία; Στην προσδοκία; Στην ανάμνηση; Ή στην ευγνωμοσύνη την αγάπη και την ευδαιμονία του τώρα; Όπως έλεγε κι ο Επίκουρος, δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι τον θάνατο σου. Όταν είσαι εδώ, απουσιάζει. Κι όταν έρχεται, λείπεις εσύ. Οπότε εξ ορισμού δεν θα τον συναντήσεις, άρα και δε χρειάζεται να τον φοβάσαι. Αυτό που έχει σημασία, είτε είναι όνειρο, είτε όχι, είναι να ζεις την κάθε στιγμή.
“Ζήσε την ζωή σου βάση δύο αρχών. Ζήσε το σήμερα σαν να ήταν η τελευταία σου μέρα στη γη. Και ζήσε το σήμερα, σα να πρόκειται να ζήσεις για πάντα”
Με λίγα λόγια, κάνε (σχεδόν) ό,τι θα έκανες αν είχες 24 ώρες ζωής. Αλλά και ζήσε, σαν να ήσουν αθάνατος. Αγάπησε, τρέξε, κάνε πράγματα, βγάλε από μέσα σου ό,τι σε βασανίζει, ζήτα τις συγγνώμες που πρέπει, μοιράσου όσα έχεις ανάγκη, κάνε όσα λέει το μέσα σου και μην υπολογίζεις κανέναν από εκείνους που δε σε καταλαβαίνουν ή σε κρατάνε πίσω. Τα όνειρα και η ζωή είναι δικά σου, κανείς δε θα τα ζήσει για σένα.
“Βρες την έκσταση μέσα σου. Δεν είναι εκεί έξω. Αλλά κατοικεί στο πιο εσωτερικό σου άνθισμα. Αυτός και αυτή που αναζητάς, είσαι εσύ.”
Κανένα ναρκωτικό, κανένα νοοτροπικό, καμία κατάσταση ή άνθρωπος δεν πρόκειται να σου δώσει την διάρκεια στην εσωτερική πληρότητα και ευδαιμονία. Οτιδήποτε έξω από εσένα είναι πλασματικό και προσωρινό, όπως μία ένεση ή ένα συμπλήρωμα. Αυτό πρέπει να το καταλάβεις. Αλλιώς θα βιώνεις συνεχώς επαναλαμβανόμενους κύκλους με εναλλαγές πόνου και χαράς, τραύματος και θεραπείας, γοητείας και απογοήτευσης, ενθουσιασμού και πλήξης. Όσο ψάχνεις έξω από σένα, δίνεις τη δύναμή σου έξω από εσένα. Ξαναδιάβασε το προηγούμενο αρκετές φορές. Ό,τι ψάχνεις είναι μέσα σου. Όλη η αγάπη, όλες οι αγκαλιές, η τρυφερότητα, η φροντίδα, η κατανόηση, η παρέα, τα πάντα. Δεν είναι εύκολο, το ξέρω. Όμως γίνεται. Κι όταν τα βρεις μέσα σου, τότε ως δια μαγείας, θα τα βρεις και έξω από εσένα. Θυμήσου το
Όλα έρχονται και φεύγουν. Ανάμεσα στο τικ και το τοκ την ανατολής και της δύσης μας, υπάρχει μια αλυσίδα από άπειρες στιγμές σε διάφορα χρώματα και νότες. Όταν ταυτιζόμαστε με αυτές, γινόμαστε αυτές. Και στα πάνω, και στα κάτω τους. Όταν μαθαίνουμε να γινόμαστε παρατηρητές, αυξάνεται η απόσταση αποταύτισης ξεπερνώντας τους χρωματισμούς και τις πολικότητες. Το κλειδί είναι η κατά βούληση μεταφορά της συνείδησης, ανά πάσα στιγμή και ταυτόχρονα, από την στιγμή, στην παρατήρηση, και αντίστροφα.
“Να είσαι. Μη προσπαθείς να γίνεις. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο λέξεις, είμαι και γίνομαι, εμπεριέχεται όλη σου η ζωή.”
Το να είσαι, είναι Φώτιση. Το να γίνεσαι, είναι άγνοια. Εδώ υπάρχει ένα συνειδησιακό παράδοξο. Η ανάπτυξη και εξέλιξη είναι βασικό συστατικό της ενσάρκωσής μας, ή αλλιώς της ζωής μας εδώ. Το κλειδί είναι πως σε κάθε σημείο, το να είσαι στο κέντρο σου σε απόλυτη ευδαιμονία και πληρότητα ανεξαρτήτως συνθηκών, είναι ο στόχος. Η συνεχόμενη ευδαιμονία και πληρότητα, μαζί με αντιληπτική εξέλιξη σε συνείδηση αντίληψη γνώση και εμπειρία, είναι ο Δρόμος.
“Θα προχωράς συνεχώς προς την τελειότητα, αλλά δε θα γίνεις ποτέ τέλειος. Η τελειότητα δεν είναι ο δρόμος της ύπαρξης, αλλά η εξέλιξη.”
Σε αντίθεση με το προηγούμενο, σαν ένα διαφορετικό αντιληπτικό πρίσμα μας λέει πως αν ο κόσμος ήταν τέλειος, όλα θα σταματούσαν. Η εξέλιξη είναι αυτό που δημιουργεί την κίνηση. Και η κίνηση αυτό που δημιουργεί την εξέλιξη. Κι όπως πιο σύγχρονα αναφέρουν και διάφοροι διανοητές, το κλειδί της ικανοποίησης και της χαράς είναι στην καθημερινή αναβάθμιση. Κάθε μέρα, να έχεις γίνει καλύτερος και καλύτερη σε κάτι. Είτε αυτό είναι η συμπεριφορά σου, η σκέψη σου, ή ακόμα κι ο τρόπος που περπατάς. Κάποτε ένας πολύ καλός φίλος δάσκαλος, έλεγε πως ο “δρόμος” είναι να ασκήσαι συνεχώς σε οτιδήποτε κάνεις. Ακόμα και όταν πλένεις τα δόντια σου, ή όταν φτιάχνεις ένα τσάι. Έτσι, θα είσαι ένα βήμα πιο κοντά στην εξελικτική αρμονία της ύπαρξης.
“Η Αλήθεια δεν είναι κάτι εξωτερικό που πρέπει να ανακαλυφθεί. Είναι κάτι μέσα σου που περιμένει να το διαπιστώσεις.”
Πολλοί ψάχνουμε χρόνια για κάτι έξω από εμάς. Σε καταστάσεις, δουλειές, ανθρώπους. Όσο καλοί ή όχι είναι οι καθρέφτες μέσα από τους οποίους προσπαθούμε να μας ανακαλύψουμε, η απόλυτη πυξίδα, πηγή πληρότητας και πληροφορίας, προορισμός και χάρτης, είναι μέσα μας.
“Για να πετύχεις κάτι πρέπει να απαρνηθείς κάτι άλλο.”
Χωρίς να σημαίνει πως ισχύει για τα πάντα, πολλές φορές χρειάζεται να θυσιάσεις κάτι για κάτι άλλο. Το κάθε βήμα σου είναι μια επιλογή: Πίσω, πλάι, εμπρός, διαγώνια. Η κάθε επιλογή είναι μια απόφαση. Και η κάθε θετική απόφαση προς κάτι ή κάποιον, είναι ταυτόχρονα και αρνητική ως προς το άλλο κάτι ή τον κάποιον άλλον. Το να μείνεις σπίτι να χαλαρώσεις, σημαίνει πως λες όχι σε μια έξοδο και αντίστροφα. Το να βγεις με ένα φίλο, σημαίνει πως λες όχι στο να μείνεις μόνος ή μόνη. Το να ζήσεις το όνειρό σου σημαίνει πως θα πεις όχι στην αδράνεια του φόβου, και αντίστροφα.
“Ένας μαθητής πρέπει να είναι απόλυτα θηλυκός, δεκτικός, σαν μια μήτρα”
Ανεξαρτήτως φύλλου, εδώ μιλάει για την θηλυκή ενέργεια που εμπεριέχεται σε κάθε σώμα και ψυχή. Μία από τις ιδιότητές της είναι να δέχεται, να λαμβάνει, να απορροφά σαν σφουγγάρι, με αποτέλεσμα κατόπιν αφομοίωσης και εκκόλαψης, να προσδώσει νέα υπόσταση και καρπούς, πηγαίνοντας την γνώση ένα βήμα παραπέρα.
“Όταν ο μαθητής είναι έτοιμος, τότε εμφανίζεται και ο Διδάσκαλος.”
Είναι κάτι που θα έχεις ακούσεις, αλλά παρακάτω μιλάει και για το αντίστροφο. Πως όταν είναι έτοιμος ο Δάσκαλος, τότε εμφανίζεται και ο μαθητής. Λέει πως ένας δάσκαλος είναι εξίσου τυχερός και ευλογημένος όταν βρίσκει έναν τέτοιο μαθητή, ένα φιλόξενο δοχείο στο οποίο να μπορεί να μεταφέρει την γνώση. Σαν άγκυρα για να την φέρει από το πνεύμα στην ύλη, και έτσι η γνώση να γειωθεί και να συνεχιστεί. Όσο λέμε πως είναι δύσκολο να βρεις έναν καλό και σωστό δάσκαλο, άλλο τόσο δύσκολο είναι να βρεθεί ένας καλός και άξιος μαθητής. Αυτό πρέπει να το έχουν υπόψη και οι δύο σε μία σχέση όπου η ανταλλαγή αν και διαφορετική, είναι τουλάχιστον ισότιμη σε ειδικό βάρος.
“Κόψε τη ρίζα του δέντρου και τα φύλλα θα μαραθούν. Κόψε τη ρίζα του μυαλού σου και η προσκόληση πέφτει.”
Αν τα όποια μη ωφέλιμα χαρακτηριστικά, προβλήματα ή πεποιθήσεις είναι τα φύλλα του δέντρου σου, με το να τα κλαδεύεις το μόνο που θα καταφέρεις είναι να τα αυξήσεις. Όπως τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας. Ο μόνος τρόπος είναι μέσω αυτογνωσίας ή ψυχοθεραπείας να βρεις την ρίζα τους, και να την κόψεις. Μόνο έτσι θα πάρεις και το μάθημα, και την θεραπεία, αλλά και θα γλυτώσεις την επανάληψη με διαφορετικές καταστάσεις ή ηθοποιούς, αλλά του ίδιου μοτίβου.
“Το κούφιο καλάμι γίνεται ένα φλάουτο, και αρχίζεις να παίζεις μ’ αυτό.”
Αν θέλεις να λάβεις το Θείο μέσα σου, ή να του επιτρέψεις να βγει από μέσα σου, πρέπει να είσαι άδειος. Όταν είσαι άδειος από προβληματισμούς, σκέψεις, έννοιες, θέλω και προσδοκίες, τότε δεν υπάρχει εμπόδιο. Και το Πνεύμα ως άνεμος, θα περάσει από μέσα σου και θα τραγουδίσει όπως ο αέρας που περνά μέσα από το φλάουτο. Αυτή είναι η μη σκέψη μέσω διαλογισμού (λογισμού Διός), και μαζί με την εσωτερική καθαρότητα, θα δημιουργήσει τον κατάλληλο Χώρο μέσα σου. Και όταν είσαι έτοιμος, αλλά δεν περιμένεις, τότε θα λάβεις.
“Το κενό δεν χρειάζεται στήριγμα. Αναζήτησε τον σκοπό και θα τον χάσεις, γιατί με την αναζήτησή σου ενισχύεις τον αναζητητή.”
Όταν σταματήσεις να αναζητάς τον σκοπό, τότε θα τον ανακαλύψεις. Η ίδια η έννοια και η ταύτιση της αναζήτησης, γίνεται το εμπόδιο. Κι αυτό γιατί σε βγάζει από το τώρα. Το τώρα της πληρότητας. Αυξάνει τον αναζητητή, το εγώ. Η ψυχή γνωρίζει, είναι. Το εγώ θέλει επιβεβαίωση και σκοπό. Κανείς δε το φτάνει. Όταν όμως είναι ακίνητος, καθαρός, άδειος και έτοιμος όπως το κενό, τότε Εκείνος έρχεται.
“Χρειάζεται κάποιο σκοτάδι για να δεις τα αστέρια”
Το φως είναι υπέροχο, είναι πληροφορία, είναι ζωή, είναι αγάπη. Μερικές φορές όμως χρειάζεται και το σκοτάδι για να διακρίνεις κάποια πράγματα που δεν μπορούσες να διακρίνεις στο φως. Δεν υπάρχει τίποτα φτιαγμένο από λάθος ή ατύχημα στην ύπαρξη. Αξιοποίησέ το ηθικά, με σοφία και διάκριση.
“Η ζωή ξεκινάει εκεί που τελειώνει ο φόβος”
Ο φόβος είναι συστολή, μάζεμα, συρρίκνωση. Η ζωή είναι ανοιχτή αγκαλιά, διαστολή, επέκταση. Υπάρχουν αόρατα σύνορα, ανάμεσα σε ζωή και φόβο, σε αγάπη και φόβο, σε πληρότητα και φόβο. Η ζώνη ασφαλείας είναι ένα από αυτά, μιας και έξω της κατοικεί ο φόβος του αγνώστου. Όταν γνωρίσεις ποιος και ποια είσαι, και καταλάβεις τις δυνάμεις σου, τότε θα καταλάβεις και πως δεν υπάρχει τίποτε έξω από σένα το οποίο αξίζει να φοβάσαι. Ο φόβος μπορεί σε ένα μικρό βαθμό να σε προετοιμάζει, αλλά αν τον αφήσεις, σε περιορίζει. Αξιοποίησέ τον. Κι όταν σου λένε πρόσεχε τις καταιγίδες, εσύ να λες είμαι η καταιγίδα, και το ουράνιο τόξο μαζί. Το έξω σου είναι το μέσα σου.
“Η αληθινή ερώτηση δεν είναι αν υπάρχει ζωή μετά θάνατον. Η αληθινή ερώτηση είναι αν είσαι ζωντανός πριν πεθάνεις.”
Το μήνυμα είναι διπλό. Αρχικά η ερώτηση είναι τι είναι ζωή; Αυτό που ζούμε τώρα; Ή μήπως αυτό είναι το όνειρο, κι όταν ξυπνήσουμε μέσω του “θανάτου” ζούμε την αληθινή;
Το δεύτερο μήνυμα είναι το κατά πόσο ζεις, όσο είσαι ζωντανός. Είσαι η στιγμή; Ή ζεις στο παρελθόν και στο μέλλον, χάνοντας το κάθε παρόν σου; Που βρίσκεται η συνείδησή σου; Στον φόβο; Στην μελαγχολία; Στην προσδοκία; Στην ανάμνηση; Ή στην ευγνωμοσύνη την αγάπη και την ευδαιμονία του τώρα; Όπως έλεγε κι ο Επίκουρος, δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι τον θάνατο σου. Όταν είσαι εδώ, απουσιάζει. Κι όταν έρχεται, λείπεις εσύ. Οπότε εξ ορισμού δεν θα τον συναντήσεις, άρα και δε χρειάζεται να τον φοβάσαι. Αυτό που έχει σημασία, είτε είναι όνειρο, είτε όχι, είναι να ζεις την κάθε στιγμή.
“Ζήσε την ζωή σου βάση δύο αρχών. Ζήσε το σήμερα σαν να ήταν η τελευταία σου μέρα στη γη. Και ζήσε το σήμερα, σα να πρόκειται να ζήσεις για πάντα”
Με λίγα λόγια, κάνε (σχεδόν) ό,τι θα έκανες αν είχες 24 ώρες ζωής. Αλλά και ζήσε, σαν να ήσουν αθάνατος. Αγάπησε, τρέξε, κάνε πράγματα, βγάλε από μέσα σου ό,τι σε βασανίζει, ζήτα τις συγγνώμες που πρέπει, μοιράσου όσα έχεις ανάγκη, κάνε όσα λέει το μέσα σου και μην υπολογίζεις κανέναν από εκείνους που δε σε καταλαβαίνουν ή σε κρατάνε πίσω. Τα όνειρα και η ζωή είναι δικά σου, κανείς δε θα τα ζήσει για σένα.
“Βρες την έκσταση μέσα σου. Δεν είναι εκεί έξω. Αλλά κατοικεί στο πιο εσωτερικό σου άνθισμα. Αυτός και αυτή που αναζητάς, είσαι εσύ.”
Κανένα ναρκωτικό, κανένα νοοτροπικό, καμία κατάσταση ή άνθρωπος δεν πρόκειται να σου δώσει την διάρκεια στην εσωτερική πληρότητα και ευδαιμονία. Οτιδήποτε έξω από εσένα είναι πλασματικό και προσωρινό, όπως μία ένεση ή ένα συμπλήρωμα. Αυτό πρέπει να το καταλάβεις. Αλλιώς θα βιώνεις συνεχώς επαναλαμβανόμενους κύκλους με εναλλαγές πόνου και χαράς, τραύματος και θεραπείας, γοητείας και απογοήτευσης, ενθουσιασμού και πλήξης. Όσο ψάχνεις έξω από σένα, δίνεις τη δύναμή σου έξω από εσένα. Ξαναδιάβασε το προηγούμενο αρκετές φορές. Ό,τι ψάχνεις είναι μέσα σου. Όλη η αγάπη, όλες οι αγκαλιές, η τρυφερότητα, η φροντίδα, η κατανόηση, η παρέα, τα πάντα. Δεν είναι εύκολο, το ξέρω. Όμως γίνεται. Κι όταν τα βρεις μέσα σου, τότε ως δια μαγείας, θα τα βρεις και έξω από εσένα. Θυμήσου το
Είμαστε όποιους συναντούμε
Ενώ όλοι μας έχουμε ακούσει τη ρήση «είμαστε ό,τι τρώμε», λίγοι αντιλαμβάνονται ότι, όσον αφορά την πρόσκτηση του πολιτισμού, η ρήση «είμαστε όποιους συναντούμε» είναι εξίσου ακριβής. Τα άτομα που συναντούμε καθημερινά, τα άτομα με τα οποία συνομιλούμε, από τα οποία μαθαίνουμε και για τα οποία ακούμε συχνά, αποτελούν βασική συνιστώσα στην ανάπτυξη των αντιλήψεών μας. Η κοινωνική μας ανάπτυξη, η σχολική μας εκπαίδευση, η συγκρότηση του έμφυλου ρόλου μας, οι αλληλεπιδράσεις με τους συνομηλίκους μας, με τα αδέλφια και τους γονείς μας, ασκούν τεράστια επίδραση στη διαμόρφωση των γνωστικών μας σχημάτων και του τρόπου που αντιδρά ο εγκέφαλός μας στα κοινωνικά ερεθίσματα.
Τα πρότυπα στα οποία συμμετέχουμε και τα οποία μας περιβάλλουν καθημερινά διαμορφώνουν την αντίληψή μας σχετικά με το ποια συμπεριφορά, γλώσσα και ιδιοτροπίες είναι κανονικές και φυσικές στον κόσμο μας. Όχι μόνο μαθαίνουμε από την παρατήρηση και την άμεση εκπαίδευση τι θεωρείται κανονική συμπεριφορά, αλλά τα αντιληπτικά συστήματα του σώματός μας διαθέτουν επίσης μια σειρά εγγενών μηχανισμών που αφομοιώνουν τα ερεθίσματα στα οποία είμαστε τακτικά εκτεθειμένοι, καθιστώντας τα τμήμα της νευρολογικής μας συγκρότησης.
Για παράδειγμα, πρόσφατες έρευνες γύρω από το νευρικό σύστημα του εγκεφάλου έφεραν στο φως κάποιες περιοχές στον εγκέφαλο των ανθρώπων και των πιθήκων που αποκαλούνται «νευρώνες-κάτοπτρα» (mirror neurons).
Οι περιοχές αυτές μάς διευκολύνουν να κατανοήσουμε τι κάνει (και ίσως τι νιώθει) κάποιος άλλος, δημιουργώντας μια εσωτερική, νευρολογική προσομοίωση των κινήσεών του. Με άλλα λόγια, ένα άτομο μπορεί να ερμηνεύσει και να μιμηθεί τις πράξεις ενός άλλου ατόμου, προσομοιώνοντας (εικονίζοντας) απλώς στον εγκέφαλό του τη συμπεριφορά του άλλου μέσα από την ενεργοποίηση των κατοπτρικών νευρώνων.
Τα πρότυπα στα οποία συμμετέχουμε και τα οποία μας περιβάλλουν καθημερινά διαμορφώνουν την αντίληψή μας σχετικά με το ποια συμπεριφορά, γλώσσα και ιδιοτροπίες είναι κανονικές και φυσικές στον κόσμο μας. Όχι μόνο μαθαίνουμε από την παρατήρηση και την άμεση εκπαίδευση τι θεωρείται κανονική συμπεριφορά, αλλά τα αντιληπτικά συστήματα του σώματός μας διαθέτουν επίσης μια σειρά εγγενών μηχανισμών που αφομοιώνουν τα ερεθίσματα στα οποία είμαστε τακτικά εκτεθειμένοι, καθιστώντας τα τμήμα της νευρολογικής μας συγκρότησης.
Για παράδειγμα, πρόσφατες έρευνες γύρω από το νευρικό σύστημα του εγκεφάλου έφεραν στο φως κάποιες περιοχές στον εγκέφαλο των ανθρώπων και των πιθήκων που αποκαλούνται «νευρώνες-κάτοπτρα» (mirror neurons).
Οι περιοχές αυτές μάς διευκολύνουν να κατανοήσουμε τι κάνει (και ίσως τι νιώθει) κάποιος άλλος, δημιουργώντας μια εσωτερική, νευρολογική προσομοίωση των κινήσεών του. Με άλλα λόγια, ένα άτομο μπορεί να ερμηνεύσει και να μιμηθεί τις πράξεις ενός άλλου ατόμου, προσομοιώνοντας (εικονίζοντας) απλώς στον εγκέφαλό του τη συμπεριφορά του άλλου μέσα από την ενεργοποίηση των κατοπτρικών νευρώνων.
Η πληροφορία είναι το θεμέλιο της λειτουργίας του κόσμου μας
Η πληροφορία είναι το θεμέλιο της λειτουργίας του κόσμου μας: το αίμα και το καύσιμο, η ζωτική αρχή. Διαπερνά τις επιστήμες από πάνω μέχρι κάτω, μεταμορφώνοντας κάθε κλάδο της γνώσης. Αρχικά η θεωρία της πληροφορίας εμφανίστηκε σαν μια γέφυρα από τα μαθηματικά στην ηλεκτρολογία, και από εκεί στους υπολογιστές. Αυτό που οι αγγλόφωνοι ονομάζουν «επιστήμη των υπολογιστών», οι Ευρωπαίοι το γνωρίζουν ως πληροφορική, informatique, informatica και Informatik. Τώρα, ακόμη και η βιολογία έχει γίνει μια επιστήμη της πληροφορίας, ένα γνωστικό αντικείμενο από μηνύματα, εντολές και κώδικα. Τα γονίδια περιέχουν πληροφορία και επιτρέπουν διαδικασίες για την ανάγνωση και την αντιγραφή της. Η ζωή εξαπλώνεται με τη δικτύωση. Το ίδιο το σώμα είναι ένας επεξεργαστής πληροφορίας. Η μνήμη δεν βρίσκεται μόνο στους εγκεφάλους, αλλά σε κάθε κύτταρο. Διόλου περίεργο που η γενετική γνώρισε άνθηση παράλληλα με τη θεωρία της πληροφορίας.
Το DNA είναι το κατεξοχήν μόριο πληροφορίας, ο πιο προηγμένος επεξεργαστής μηνυμάτων στο κυτταρικό επίπεδο — ένα αλφάβητο και ένας κώδικας, έξι δισεκατομμύρια bit για τον σχηματισμό ενός ανθρώπινου όντος. «Εκείνο που βρίσκεται στον πυρήνα κάθε έμβιου αντικειμένου δεν είναι κάποια εσωτερική «φωτιά”, ούτε η ζεστή ανάσα, ούτε η “σπίθα της ζωής”», διακηρύσσει ο θεωρητικός της εξέλιξης Ρίτσαρντ Ντόκινς (Richard Dawkins). «Είναι πληροφορίες, λέξεις, εντολές… Αν θέλετε να κατανοήσετε τη ζωή, μη σκέφτεστε μια παλλόμενη και δονούμενη γέλη ή ιλύ- σκεφτείτε την τεχνολογία πληροφοριών». Τα κύτταρα ενός οργανισμού είναι κόμβοι σε ένα εξαιρετικά περίπλοκο δίκτυο επικοινωνιών, όπου μεταδίδουν και λαμβάνουν, κωδικοποιούν και αποκωδικοποιούν. Η ίδια η εξέλιξη εμπεριέχει μια συνεχή ανταλλαγή πληροφορίας μεταξύ του οργανισμού και τον περιβάλλοντος.
«Ο κύκλος της πληροφορίας γίνεται η μονάδα της ζωής», λέει ο Βέρνερ Λεβενσταϊν (Werner Loewenstein) έπειτα από τριάντα χρόνια μελέτης της διακυτταρικής επικοινωνίας. Μας θυμίζει ότι τώρα η πληροφορία έχει μια βαθύτερη έννοια: «Σημαίνει μια κοσμική αρχή οργάνωσης και τάξης, και προσφέρει ένα ακριβές μέτρο της». Επίσης, το γονίδιο έχει το ανάλογό του στον πολιτισμό: το μιμίδιο. Στην πολιτισμική εξέλιξη, το μιμίδιο είναι αντιγραφέας και διασπορέας — μια ιδέα, μια μόδα, μια αλυσιδωτή επιστολή . Σε ατυχείς περιπτώσεις, ένα μιμίδιο είναι ένας ιός.
Η οικονομική επιστήμη αναγνωρίζει τον εαυτό της ως μια επιστήμη της πληροφορίας, τώρα που το ίδιο το χρήμα διαγράφει ένα πλήρες τόξο εξέλιξης, από την ύλη στα bit και αποθηκεύεται στη μνήμη υπολογιστών και σε μαγνητικές ταινίες, ενώ το παγκόσμιο εμπόριο διαπερνά το νευρικό σύστημα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Ακόμη και την εποχή που το χρήμα φαινόταν να είναι ένας υλικός θησαυρός, και βάραινε στις τσέπες και στα αμπάρια των πλοίων και στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών, ήταν πάντα πληροφορία. Τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα, οι σίκλοι και τα κοχύλια που χρησιμοποιούνταν σαν νομίσματα, όλα αυτά αποτελούσαν απλώς βραχύβιες τεχνολογίες που αναπαριστούσαν πληροφορίες σχετικά με το ποιος κατέχει τι.
«Ο κύκλος της πληροφορίας γίνεται η μονάδα της ζωής», λέει ο Βέρνερ Λεβενσταϊν (Werner Loewenstein) έπειτα από τριάντα χρόνια μελέτης της διακυτταρικής επικοινωνίας. Μας θυμίζει ότι τώρα η πληροφορία έχει μια βαθύτερη έννοια: «Σημαίνει μια κοσμική αρχή οργάνωσης και τάξης, και προσφέρει ένα ακριβές μέτρο της». Επίσης, το γονίδιο έχει το ανάλογό του στον πολιτισμό: το μιμίδιο. Στην πολιτισμική εξέλιξη, το μιμίδιο είναι αντιγραφέας και διασπορέας — μια ιδέα, μια μόδα, μια αλυσιδωτή επιστολή . Σε ατυχείς περιπτώσεις, ένα μιμίδιο είναι ένας ιός.
Η οικονομική επιστήμη αναγνωρίζει τον εαυτό της ως μια επιστήμη της πληροφορίας, τώρα που το ίδιο το χρήμα διαγράφει ένα πλήρες τόξο εξέλιξης, από την ύλη στα bit και αποθηκεύεται στη μνήμη υπολογιστών και σε μαγνητικές ταινίες, ενώ το παγκόσμιο εμπόριο διαπερνά το νευρικό σύστημα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Ακόμη και την εποχή που το χρήμα φαινόταν να είναι ένας υλικός θησαυρός, και βάραινε στις τσέπες και στα αμπάρια των πλοίων και στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών, ήταν πάντα πληροφορία. Τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα, οι σίκλοι και τα κοχύλια που χρησιμοποιούνταν σαν νομίσματα, όλα αυτά αποτελούσαν απλώς βραχύβιες τεχνολογίες που αναπαριστούσαν πληροφορίες σχετικά με το ποιος κατέχει τι.
Και τα άτομα; Η ύλη έχει τους δικούς της νεολογισμούς, και η δυσκολότερη από όλες τις επιστήμες, η φυσική, φαινόταν να έχει φτάσει στην ωριμότητα. Αλλά η φυσική, επίσης, επηρεάστηκε βαθύτατα από το νέο διανοητικό μοντέλο. Τα χρόνια που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την περίοδο της μεγάλης άνθησης της φυσικής, τα σπουδαία νέα φαινόταν πως ήταν η διάσπαση του ατόμου και ο έλεγχος της πυρηνικής ενέργειας. Οι θεωρητικοί επένδυσαν το κύρος και τους πόρους τους στην έρευνα των στοιχειωδών σωματιδίων και στους νόμους που διέπουν την αλληλεπίδρασή τους, στην κατασκευή γιγαντιαίων επιταχυντών και στην ανακάλυψή των κουάρκ και των γλοιονίων. Η υπόθεση της έρευνας των επικοινωνιών δεν θα μπορούσε να φαίνεται περισσότερο απομακρυσμένη από το υψηλό εγχείρημα. Οι ειδικοί της σωματιδιακής φυσικής δεν χρειάζονταν bit.
Αλλά τότε, ξαφνικά, αποδείχτηκε ότι χρειάζονταν. Σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό, οι φυσικοί και οι θεωρητικοί της πληροφορίας γίνονται ένα και το αυτό. Το bit είναι ένα θεμελιώδες σωματίδιο διαφορετικού είδους: όχι ακριβώς μικροσκοπικό, αλλά αφηρημένο — ένα δυαδικό ψηφίο, ένα flip-flop (δισταθής πολυδονητής), ένα ναι-ή-όχι. Είναι άυλο, αλλά, καθώς οι επιστήμονες κατανοούν τελικά την πληροφορία, αναρωτιούνται μήπως είναι πρωταρχικό: πιο θεμελιώδες από την ίδια την ύλη. Εικάζουν ότι το bit είναι ο μη αναγώγιμος πυρήνας και πως η πληροφορία διαμορφώνει το ίδιο το κέντρο της ύπαρξης. Γεφυρώνοντας τη φυσική του 20ού και του 21ου αιώνα, ο Τζον Άρτσιμπαλντ Γουίλερ (Hohn Archibald Wheeler), συνεργάτης τόσο του Αϊνστάιν άσο και του Μπαρ, διατύπωσε αυτό το μανιφέστο σε αινιγματικά μονοσύλλαβα: «It from Bit». Η πληροφορία δημιουργεί «κάθε “αυτό” — κάθε σωματίδιο, κάθε πεδίο δύναμης, ακόμη και το ίδιο το χωροχρονικό συvεχές.»
Αυτός είναι ένας άλλος τρόπος για να κατανοήσουμε το παράδοξο του παρατηρητή: ότι δηλαδή το αποτέλεσμα ενός πειράματος επηρεάζεται, ή ακόμη και καθορίζεται, όταν παρατηρείται. Ο παρατηρητής όχι μόνο παρατηρεί, αλλά θέτει ερωτήματα και διατυπώνει προτάσεις που πρέπει εντέλει να εκφραστούν σε διακριτά bit. «Αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα», έγραψε με περίσκεψη ο Γουίλερ, «προκύπτει σε τελική ανάλυση από τη διατύπωση ερωτήσεων που απαντιούνται με ναι ή όχι». Και πρόσθεσε: «Η προέλευση όλων των φυσικών πραγμάτων βρίσκεται στη θεωρία της πληροφορίας, και το Σύμπαν είναι συμμετοχικό». Έτσι, ολόκληρο το Σύμπαν θεωρείται ως ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής —μια κοσμική μηχανή επεξεργασίας της πληροφορίας.
Το κλειδί για τη λύση του αινίγματος μας δίνει ένας τύπος σχέσης που δεν είχε θέση στην κλασική φυσική: το φαινόμενο που είναι γνωστά ως εμπλοκή (ή σύμπλεξη) [entanglement]. ‘Όταν τα σωματίδια ή τα κβαντικά συστήματα συμπλέκονται, οι ιδιότητές τους παραμένουν συσχετισμένες σε τεράστιες αποστάσεις και σε τεράστιους χρόνους. Σε αποστάσεις ετών φωτός, μοιράζονται κάτι που είναι φυσικό, αλλά όχι μόνο φυσικό. Προκύπτουν απόκοσμα παράδοξα, που δεν επιλύονται ώσπου να κατανοήσει κανείς πώς η σύμπλεξη κωδικοποιεί την πληροφορία, μετρημένη σε bit ή στο κβαντικό τους αντίστοιχο, με το αλλόκοτο όνομα qubit (κβαντικά bit).
Όταν τα φωτόνια και τα ηλεκτρόνια αλληλεπιδρούν, τι κάνουν πραγματικά; Ανταλλάσσουν (ή μεταδίδουν κβαντικές καταστάσεις, επεξεργάζονται πληροφορία. Οι νόμοι της φυσικής είναι οι αλγόριθμοι. Κάθε φλεγόμενο άστρο, κάθε σιωπηλό νεφέλωμα, κάθε σωματίδιο που αφήνει το φευγαλέο ίχνος του σε έναν θάλαμο νέφωσης, είναι ένας επεξεργαστής πληροφορίας. Το Σύμπαν «υπολογίζει» το πεπρωμένο του σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής. Πόσο υπολογίζει; Πόσο γρήγορα; Πόση είναι η συνολική χωρητικότητα της πληροφορίας, πόσος είναι ο χώρος της μνήμης του; Ποιος είναι ο δεσμός ανάμεσα στην ενέργεια και στην πληροφορία; Τι κόστος ενέργειας έχει η μετάδοση ενός bit; Αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα, αλλά όχι τόσο απόκρυφα ή μεταφορικά όσο ακούγονται.
Οι φυσικοί, μαζί με τους ειδικούς της κβαντικής θεωρίας της πληροφορίας -μια νέα ειδικότητα- καταπιάνονται με αυτά. Κάνουν τους μαθηματικούς συλλογισμούς και παράγουν πιθανές απαντήσεις. («Η μέτρηση των bit του Σύμπαντος, όπως κι αν υπολογίζεται, εκφράζεται με το δέκα υψωμένο σε μια πολύ μεγάλη δύναμη», σύμφωνα με τον Γουίλερ. Σύμφωνα με τον Σεθ Λόιντ (Seth Lloyd): «Δεν είναι περισσότερο από 10^120 λογικές πράξεις σε 10^90 bit»). Μελετούν εξαρχής τα μυστήρια της εντροπίας της θερμοδυναμικής, και εκείνους τους διαβόητους αφανιστές πληροφορίας, τις μαύρες τρύπες. «Αύριο», διακηρύσσει ο Γουίλερ, «θα έχουμε μάθει να κατανοούμε και να εκφράζουμε όλη τη φυσική στη γλώσσα της πληροφορίας».
Καθώς ο ρόλος της πληροφορίας διευρύνεται πέρα από κάθε φαντασία, καταλήγει στην υπερβολή. «Καταιγισμός πληροφοριών», λένε τώρα οι άνθρωποι. Η πληθώρα των πληροφοριών προκαλεί κόπωση, άγχος και κορεσμό. “Έχουμε συναντήσει τον Διάβολο του Υπερβολικού Φόρτου Πληροφοριών, και τους ενοχλητικούς ακολούθους του, τον ιό των υπολογιστών, το σήμα φραγής, τον ανενεργό σύνδεσμο και την παρουσίαση με Power Point. Τα πάντα άλλαξαν τόσο γρήγορα. Ο Τζον Ρόμπινσον Πιρς (Jοhn Robinson Pierce) -ο τεχνικός των Εργαστηρίων Μπελ που επινόησε τη λέξη τρανζίστορ-αναλογιζόταν αργότερα: «Είναι δύσκολο να φανταστούμε τον κόσμο πριν από τον Σάνον όπως φαινόταν σε όσους ζούσαν σ’ αυτόν. Είναι δύσκολο να ανακτήσουμε την αθωότητα, την άγνοια και την έλλειψη κατανόησης».
Ωστόσο, το παρελθόν επανέρχεται στο επίκεντρο τον ενδιαφέροντος.Είμαστε το είδος που ονόμασε τον εαυτό του Homo sapiens, ο άνθρωπος που γνωρίζει – και κατόπιν, έπειτα από σκέψη, τροποποίησε τον όρο σε Homo sapiens sapiens. Σε τελική ανάλυση, το σπουδαιότερο δώρο του Προμηθέα στην ανθρωπότητα δεν ήταν η φωτιά: «Τους αριθμούς επίσης, τη σπουδαιότερη σοφία, επινόησα γι’ αυτούς, και τη σύνθεση των γραμμάτων, μητέρα των τεχνών των Μουσών, για να κρατούν τα πάντα στη μνήμη τους». Το αλφάβητο ήταν μια θεμελιώδης τεχνολογία πληροφορίας. Το τηλέφωνο, η συσκευή του φαξ, η αριθμομηχανή, και, τελικά, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, είναι απλώς οι πιο πρόσφατες καινοτομίες που επινοήθηκαν για την αποθήκευση, την επεξεργασία και τη μετάδοση της γνώσης.
Ο Αριστοτέλης και τα θεμέλια της σταθερής ευτυχίας
Η παράμετρος που θέτει ο Αριστοτέλης για την κατάκτηση ή όχι της ευτυχίας είναι ο χρόνος. Δε φτάνει να νιώσει κανείς ευτυχία για να πούμε ότι είναι ευτυχισμένος. Πρέπει η ευτυχία να έχει σταθερότητα, να έχει δηλαδή διάρκεια: «Ένα, πράγματι, μόνο χελιδόνι δεν κάνει την άνοιξη, ούτε και μια μόνο μέρα· έτσι ακριβώς δε φτάνει να κάνει ευτυχισμένο και ευδαίμονα τον άνθρωπο μια μόνο μέρα ή μια μικρή περίοδος χρόνου». (1098a 7, 21-23).
Οι περιστασιακές στιγμές ευφορίας δεν πρέπει να συγχέονται με την ευτυχία, καθώς, σε τελική ανάλυση, δεν την εξασφαλίζουν. Η ευτυχία, ως έννοια βαθύτερη από κάθε παροδική χαρά, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την καθημερινότητα. Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή αφορά την εκπλήρωση εκείνων των προϋποθέσεων, που δίνουν στον άνθρωπο ικανοποίηση από την ίδια την κανονικότητά τους. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε χρειάζεται κάποιο μεγάλο γεγονός για να νιώσει χαρά (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάτι τέτοιο δε θα ήταν ευπρόσδεκτο ή ότι δε θα είναι σε θέση να το εκτιμήσει), αφού η ίδια η ζωή του είναι η πηγή της χαράς. Κι εδώ δε γίνεται λόγος για το ακλόνητο της αταραξίας, που μπορεί να έχει ακόμη και θρησκευτικό υπόβαθρο, αλλά για την εύρεση της ισορροπίας που εναρμονίζει τον εαυτό με το περιβάλλον.
Οι προσπάθειες του ανθρώπου να βρει ευτυχία μέσω των πρόσκαιρων απολαύσεων είναι καταδικασμένες σε αποτυχία, αφού το εφήμερο (για να μην πούμε το στιγμιαίο) είναι αδύνατο να προσφέρει τη σταθερότητα. Το δυστυχισμένο παιδί δεν μπορεί να γίνει ευτυχισμένο, ακόμη κι αν του προσφερθεί το μεγαλύτερο παγωτό του κόσμου. Ομοίως, ένα παιδί που λαμβάνει καθημερινά το ίδιο εξαίσιο παγωτό, δεν είναι βέβαιο ότι ευτυχεί. Η προσωρινή χαρά έχει αξία μόνο όταν συνδυάζεται με εκείνες τις συνθήκες που εξασφαλίζουν την ευτυχία, αλλιώς είναι περιστασιακή ανακούφιση. Κι αυτή ακριβώς είναι η σύγχυση του ανθρώπου, που αντιλαμβάνεται τις εφήμερες ηδονές σαν κλειδί για την ευδαιμονία. Η θεοποίηση του χρήματος, που μετατρέπει τα πάντα σε κατανάλωση, καταδεικνύει ακριβώς αυτό. Η ευτυχία όμως, δεν είναι καταναλωτικό αγαθό κι ως εκ τούτου δεν αγοράζεται.
Βεβαίως, ο Αριστοτέλης δεν υποτιμά καθόλου τα υλικά αγαθά. Η επάρκειά τους κρίνεται απαραίτητη για να οδηγηθεί κανείς την ευτυχία. Γι’ αυτό και κάνει λόγο για αυτάρκεια. Δεν είναι όμως αυτοσκοπός, είναι το μέσο. Με άλλα λόγια, η υλική επάρκεια δε σηματοδοτεί την εξασφάλιση της ευτυχίας, αλλά την κάλυψη των αναγκών, δηλαδή την προϋπόθεση, ώστε να μπορέσει κανείς να φτάσει στην ευτυχία, η οποία εν τέλει αφορά την ψυχή: «Με τα αγαθά, λοιπόν, να έχουν χωριστεί σε τρεις κατηγορίες, δηλαδή στα λεγόμενα εξωτερικά, σ’ αυτά που σχετίζονται με την ψυχή και σ’ αυτά που σχετίζονται με το σώμα, ονομάζουμε όλοι κατεξοχήν αγαθά – αγαθά στην κυριολεξία – αυτά που σχετίζονται με την ψυχή». (1098b 8, 15-17).
Ευτυχία χωρίς ψυχική συμμετοχή δεν μπορεί να υπάρξει. Κι όταν λέμε ψυχική συμμετοχή εννοούμε τη σύμπλευση της λογικής με το συναίσθημα. Η άρνηση της λογικής για χάρη μιας παρόρμησης, αν γίνεται επανειλημμένα (σε βαθμό που να θεωρείται μια μόνιμη κατάσταση), δεν καταδεικνύει τη συναισθηματική ολοκλήρωση αλλά το πάθος. Από την άλλη, η καταπίεση των συναισθημάτων στο όνομα της λογικής αποτελεί μια άλλη μορφή παραλόγου, καθώς δεν υπάρχει τίποτε λογικότερο από το να ικανοποιεί κανείς τα συναισθήματά του. Αυτός είναι ο λόγος που η ψυχή πρέπει να ενεργήσει επιφέροντας την απαραίτητη ισορροπία με την ικανοποίηση των συναισθημάτων και τη χαλιναγώγηση των παθών.
Η εξισορρόπηση αυτών είναι που θα κάνει τον άνθρωπο να προβαίνει στις σωστές ενέργειες εξασφαλίζοντας την ευζωία, επιφέροντας δηλαδή την προσωπική ολοκλήρωση: «… το τέλος το ταυτίζουμε με κάποιες πράξεις και κάποιες ενέργειες· γιατί έτσι το τέλος παίρνει θέση μεταξύ των αγαθών που σχετίζονται με την ψυχή και όχι μεταξύ των εξωτερικών αγαθών. Με τον ορισμό μας συνάδει και η πίστη ότι ο ευδαίμων άνθρωπος ζει καλά και πράττει καλά – δεν το είπαμε πράγματι κάπως έτσι, ότι η ευδαιμονία είναι ευζωία και ευ-πραξία;» (1098b 8,22-25).
Όμως, η χαλιναγώγηση των παθών δεν είναι παρά η πραγμάτωση της αρετής. Το πάθος για το χρήμα, ο άκρατος εγωισμός, η δίψα για εξουσία, η εμμονή στις ηδονές που η εκπλήρωσή τους προϋποθέτει την καταπίεση του άλλου, είναι τα κίνητρα που αντιμάχονται στην αρετή. Η παράδοση του ανθρώπου σ’ αυτά είναι η κατάλυση της ψυχικής ισορροπίας, αφού η συναισθηματική παρόρμηση της πρόσκαιρης ικανοποίησης υπερβαίνει τη σταθερότητα της ψυχικής γαλήνης που απαιτεί η ευτυχία. Σε τελική ανάλυση, όλα αυτά δεν είναι παρά η υπερβολή που διαλύει τη μεσότητα. Και η υπερβολή δε συμπλέει με τη λογική. Ούτε είναι γνώρισμα του σώφρονα ανθρώπου.
Σχεδόν μαθηματικά οι άνθρωποι που υποκύπτουν σε τέτοια πάθη δεν ευτυχούν. Η γνώση της απόρριψης από τους άλλους, ακόμη κι αν κανείς δεν το εκφράζει ανοιχτά, η καχυποψία, η αρρωστημένη ανταγωνιστικότητα, το επιφανειακό των σχέσεων, ο φθόνος για τις επιτυχίες του άλλου, η τάση επίδειξης, η άρνηση της αυτογνωσίας και η τελική ανασφάλεια (που μοιραία επέρχεται) καταλύουν κάθε έννοια ισορροπίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ευτυχία αντικαθίσταται από την απατηλή ανακούφιση των υλικών απολαύσεων. Όμως, η αντικατάσταση δεν είναι αποκατάσταση – πολύ περισσότερο εκπλήρωση.
Για να φτάσουμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι η ψυχή πρέπει να ενεργήσει, ώστε να τεθούν οι σωστές προτεραιότητες, προκειμένου να νιώθει κανείς χαρά με τα πράγματα που αξίζουν στ’ αλήθεια: «Όπως στην Ολυμπία το στεφάνι της νίκης το κερδίζουν όχι οι πιο όμορφοι και οι πιο ρωμαλέοι αλλά αυτοί που συμμετέχουν στους αγώνες (γιατί κάποιοι από αυτούς είναι που αναδεικνύονται νικητές), έτσι και τα ωραία και τα καλά της ζωής τα κερδίζουν αυτοί που ενεργούν σωστά». (1099a 8, 4-8).
Και ενεργούν σωστά όσοι κινούνται σύμφωνα με τις υποδείξεις της αρετής: «Με αυτούς λοιπόν που ταυτίζουν την ευδαιμονία με την αρετή ή με κάποια αρετή ο ορισμός μας βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία· στην αρετή έχει, πράγματι, την αρχή της η ενάρετη ενέργεια». (1098b 8, 35-38).
Αφού καταδειχθεί ότι η σωστή πράξη είναι αυτή που διέπεται από την αρετή, αυτό που μένει είναι η διασφάλιση της ταυτόχρονης συναισθηματικής ικανοποίησης, για την επίτευξη της πληρότητας που θα επέλθει από τη σύζευξη λογικής και συναισθήματος. Και η συναισθηματική ικανοποίηση σχετίζεται με την εκπλήρωση αυτών που αγαπάει ο καθένας: «στον κάθε άνθρωπο ευχάριστο είναι αυτό που αγαπάει: το άλογο σ’ αυτόν που αγαπάει τα άλογα, το θέαμα σ’ αυτόν που αγαπάει τα θεάματα· με τον ίδιο τρόπο οι δίκαιες πράξεις σ’ αυτόν που αγαπάει τη δικαιοσύνη, και, γενικά, οι ενάρετες πράξεις σ’ αυτόν που αγαπάει την αρετή». (1099a 8, 10-13). Κι ο Αριστοτέλης θα συμπληρώσει καταδεικνύοντας την προβληματική που αποπροσανατολίζει τους περισσότερους ανθρώπους: «Στην πλειονότητα των ανθρώπων τα ευχάριστα γι’ αυτούς πράγματα βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους για το λόγο ότι δεν είναι ευχάριστα από τη φύση τους». (1099a 8, 13-14).
Και βέβαια, ευχάριστα από τη φύση τους είναι αυτά που υπηρετούν την αρετή. Κάθε προσπάθεια αποσύνδεσης του ευχάριστου από την αρετή δεν είναι παρά η σύγχυση ανάμεσα στην πράξη και τα αποτελέσματά της. Γιατί η διάπραξη ενός αδικήματος είναι αδύνατο να θεωρείται ευχάριστη. Ευχάριστα μπορεί να είναι τα αποτελέσματα μετά από αυτήν, επειδή προφανώς θα επιτευχθούν οικονομικά ή οποιαδήποτε άλλα οφέλη. Με άλλα λόγια, το ότι μπορεί κάποιος να νιώσει ευχαρίστηση από τα αποτελέσματα μιας αδικίας δε σημαίνει ότι είναι ευχάριστη η καθαυτή διάπραξή της. Αυτός που νιώθει ευχαρίστηση πράττοντας το κακό, αυτός δηλαδή που το κάνει γιατί αντλεί ηδονή κάνοντάς το είναι προφανώς διαταραγμένος.
Ο Αριστοτέλης θέτει το ζήτημα αντίστροφα: «σ’ αυτά που είπαμε πρέπει να προσθέσουμε και τούτο: ο άνθρωπος που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις ωραίες πράξεις δεν είναι καν ένας καλός άνθρωπος. Ποιος θα ονόμαζε δίκαιο έναν άνθρωπο που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις δίκαιες πράξεις, ή ελευθέριο έναν άνθρωπο που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις ελευθέριες πράξεις, κοκ;» (1099a 8, 19-23).
Με άλλα λόγια, για τον Αριστοτέλη το συναίσθημα της ευχαρίστησης είναι απολύτως καθοριστικό για το χαρακτήρα των ανθρώπων. Δε φτάνει κάποιος να μην διαπράττει αδικίες για να είναι δίκαιος. Πρέπει να νιώθει χαρά από τις δίκαιες πράξεις. Θα έλεγε κανείς ότι τα συναισθήματα είναι καθοριστικότερα από τις συμπεριφορές. Αυτός που δε νιώθει ευχαρίστηση από τις αρχές του δικαίου δεν είναι δίκαιος ασχέτως αν τελικά τις τηρεί. Ο καλός άνθρωπος νιώθει χαρά από τις ωραίες πράξεις. Αν δεν το κάνει, δεν είναι καλός. Τελικά το τι είναι κάποιος καταδεικνύεται περισσότερο απ’ αυτά που νιώθει παρά απ’ αυτά που κάνει.
Το συναίσθημα είναι το επιστέγασμα της διαμόρφωσης του καθενός. Εφόσον η χαρά προέρχεται απ’ αυτά που αγαπάμε, τότε είναι προφανές ότι αυτά που αγαπάμε θα τα επιδιώκουμε κι αυτά που δεν αγαπάμε όχι. Με δυο λόγια, αυτός που δε νιώθει χαρά από τις δίκαιες πράξεις, είναι αυτός που εν τέλει δεν αγαπά τις δίκαιες πράξεις. Κι επειδή τελικά το συναίσθημα είναι το κριτήριο που θα διαμορφώσει την ανθρώπινη συμπεριφορά, αυτός που δεν αγαπά τις δίκαιες πράξεις, όσο κι αν συγκρατείται υπακούοντας στα όριά τους, όταν του δοθεί η ευκαιρία θα παραβιάσει το πνεύμα τους.
Η αρετή δεν μπορεί να επιβληθεί με το ζόρι. Πρέπει κανείς να τη θέλει. Πρέπει, δηλαδή, να νιώθει χαρά πραγματώνοντάς την: «Αν έτσι έχει το πράγμα, τότε οι πράξεις της αρετής θα πρέπει, σκέφτομαι, να είναι ευχάριστες καθεαυτές, μαζί όμως και καλές και ωραίες· έχουν μάλιστα την καθεμιά από τις ιδιότητες αυτές στον ύψιστο βαθμό, αν και είναι αλήθεια ότι ο ενάρετος άνθρωπος είναι καλός κριτής γι’ αυτές τις ιδιότητες – πραγματικά, η κρίση του είναι αυτή που περιγράψαμε». (1099a 8, 24-27).
Η επίκληση της ορθής κρίσης είναι μία ακόμη αναφορά στη λογική. Ο ενάρετος άνθρωπος, ως κάτοχος της ορθής κρίσης, συμπεριφέρεται λογικά και χαίρεται μ’ αυτά που αρμόζουν στην αρετή. Πετυχαίνει δηλαδή της σύμπλευση λογικής και συναισθήματος στην κατεύθυνση της αρετής. Κι αυτός είναι ο λόγος που θα κατακτήσει την ευδαιμονία: «Στους ανθρώπους που αγαπούν το ωραίο ευχάριστα είναι αυτά που είναι ευχάριστα από τη φύση τους· τέτοιες είναι οι πράξεις της αρετής· έτσι και σ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι ευχάριστες και είναι και καθεαυτές ευχάριστες. Δεν τη χρειάζεται λοιπόν η ζωή αυτών των ανθρώπων την ευχαρίστηση σαν ένα είδος πρόσθετου κοσμήματος· αντίθετα, την έχει μέσα της». (1099a 8, 15-19).
Ο ενάρετος άνθρωπος βιώνοντας την απόλυτη ισορροπία έχει τη χαρά μέσα του. Και δεν υπάρχει σταθερότερη συνθήκη από αυτή. Οι κοινωνίες που απαξιώνουν την αρετή στο όνομα της πρόσκαιρης επιδίωξης έχουν οριστικά χάσει τον προσανατολισμό τους. Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον τα σχετικά με την αρετή φαντάζουν αφέλειες. Κι αυτή είναι η επισφράγιση της αποτυχίας. Αυτό που μένει είναι ο ωφελιμισμός, η ατομικότητα και η χρησιμοθηρική οπτική για τα πάντα. Τα κοινωνικά πρότυπα αυτού του είδους είναι η εσφαλμένη κατεύθυνση που βαφτίζεται πνεύμα των καιρών. Η συνύπαρξη καθίσταται ολοένα και πιο προβληματική. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι πολύ δύσκολο να μιλάμε για ευτυχία.
Παρακολουθώντας την πορεία της ανθρωπότητας είναι μάλλον αδύνατο να βρει κανείς την επικράτηση της αρετής, με τον τρόπο τουλάχιστον που την εννοεί ο Αριστοτέλης. Η βία, το κυνήγι του πλούτου, το συμφέρον και η μάχη της εξουσίας ήταν πάντοτε οι βασικότερες επιδιώξεις του ανθρώπου. Οι νόμοι της ιστορίας ήταν και παραμένουν σκληροί. Το ζήτημα της συνύπαρξης φαίνεται ακόμη μετέωρο. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα του ανθρώπου που παραμένει ανεκπλήρωτο. Θα έλεγε κανείς ότι αυτή είναι η ουσία του πολιτισμού. Να εξανθρωπίσει τον άνθρωπο, δηλαδή να πετύχει την πραγμάτωση της αρετής.
Ο άνθρωπος όσο και να λέει ότι παλεύει για το δίκαιο ή την ελευθερία ή την ισότητα ή τα δικαιώματα των συνανθρώπων του κλπ, δε φαίνεται να το εννοεί. Ο Αριστοτέλης θα έλεγε ότι δεν τα αγαπάει πραγματικά. Δεν βρίσκει αληθινή χαρά σ’ αυτά. Σε τελική ανάλυση δεν έχει καταλάβει ότι η ευτυχία είναι υπόθεση συλλογική. Θεωρεί ότι η ευτυχία των άλλων είναι αδιάφορη, ίσως και αντίπαλη με τη δική του. Όμως η κατάκτηση της αρετής ως απαρέγκλιτη προϋπόθεση της ευτυχίας αποδεικνύει το αντίθετο, αφού η αρετή ολοκληρώνει τον εαυτό μέσα από το σεβασμό του άλλου. Ο δίκαιος δε θέλει να αδικείται ούτε ο ίδιος ούτε και οι άλλοι. Κι αυτός είναι ο ορισμός της κοινωνικής ισορροπίας. Η ατομική οπτική δεν μπορεί παρά να δράσει συγκρουσιακά. Να αναδείξει τον κακώς εννοούμενο ανταγωνισμό. Να επιλέγει την πολεμική από τη σύμπραξη. Προφανώς ο άνθρωπος χρειάζεται κι άλλο χρόνο. Ας είμαστε αισιόδοξοι.
Αυτό που μένει είναι το τελικό συμπέρασμα του Αριστοτέλη για την ευτυχία: «Συμπέρασμα: Η ευδαιμονία είναι το υπέρτατο αγαθό, και μαζί ό,τι πιο ωραίο και ό,τι πιο ευχάριστο: οι τρεις αυτές ιδιότητες δεν πρέπει να χωρίζονται με τον τρόπο που αυτό γίνεται στην επιγραφή της Δήλου:
Το δικαιότερο είναι το πιο όμορφο, η υγεία το καλύτερο·
Το πιο ευχάριστο απ’ όλα νά ‘χει κανείς ό,τι αγαπά·
ο λόγος είναι ότι όλες αυτές οι ιδιότητες συνυπάρχουν στις άριστες ενέργειες – αυτές, ή μία από αυτές, η καλύτερη, λέμε πως είναι η ευδαιμονία». (1099a 8, 27-34).
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Οι περιστασιακές στιγμές ευφορίας δεν πρέπει να συγχέονται με την ευτυχία, καθώς, σε τελική ανάλυση, δεν την εξασφαλίζουν. Η ευτυχία, ως έννοια βαθύτερη από κάθε παροδική χαρά, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την καθημερινότητα. Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή αφορά την εκπλήρωση εκείνων των προϋποθέσεων, που δίνουν στον άνθρωπο ικανοποίηση από την ίδια την κανονικότητά τους. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε χρειάζεται κάποιο μεγάλο γεγονός για να νιώσει χαρά (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάτι τέτοιο δε θα ήταν ευπρόσδεκτο ή ότι δε θα είναι σε θέση να το εκτιμήσει), αφού η ίδια η ζωή του είναι η πηγή της χαράς. Κι εδώ δε γίνεται λόγος για το ακλόνητο της αταραξίας, που μπορεί να έχει ακόμη και θρησκευτικό υπόβαθρο, αλλά για την εύρεση της ισορροπίας που εναρμονίζει τον εαυτό με το περιβάλλον.
Οι προσπάθειες του ανθρώπου να βρει ευτυχία μέσω των πρόσκαιρων απολαύσεων είναι καταδικασμένες σε αποτυχία, αφού το εφήμερο (για να μην πούμε το στιγμιαίο) είναι αδύνατο να προσφέρει τη σταθερότητα. Το δυστυχισμένο παιδί δεν μπορεί να γίνει ευτυχισμένο, ακόμη κι αν του προσφερθεί το μεγαλύτερο παγωτό του κόσμου. Ομοίως, ένα παιδί που λαμβάνει καθημερινά το ίδιο εξαίσιο παγωτό, δεν είναι βέβαιο ότι ευτυχεί. Η προσωρινή χαρά έχει αξία μόνο όταν συνδυάζεται με εκείνες τις συνθήκες που εξασφαλίζουν την ευτυχία, αλλιώς είναι περιστασιακή ανακούφιση. Κι αυτή ακριβώς είναι η σύγχυση του ανθρώπου, που αντιλαμβάνεται τις εφήμερες ηδονές σαν κλειδί για την ευδαιμονία. Η θεοποίηση του χρήματος, που μετατρέπει τα πάντα σε κατανάλωση, καταδεικνύει ακριβώς αυτό. Η ευτυχία όμως, δεν είναι καταναλωτικό αγαθό κι ως εκ τούτου δεν αγοράζεται.
Βεβαίως, ο Αριστοτέλης δεν υποτιμά καθόλου τα υλικά αγαθά. Η επάρκειά τους κρίνεται απαραίτητη για να οδηγηθεί κανείς την ευτυχία. Γι’ αυτό και κάνει λόγο για αυτάρκεια. Δεν είναι όμως αυτοσκοπός, είναι το μέσο. Με άλλα λόγια, η υλική επάρκεια δε σηματοδοτεί την εξασφάλιση της ευτυχίας, αλλά την κάλυψη των αναγκών, δηλαδή την προϋπόθεση, ώστε να μπορέσει κανείς να φτάσει στην ευτυχία, η οποία εν τέλει αφορά την ψυχή: «Με τα αγαθά, λοιπόν, να έχουν χωριστεί σε τρεις κατηγορίες, δηλαδή στα λεγόμενα εξωτερικά, σ’ αυτά που σχετίζονται με την ψυχή και σ’ αυτά που σχετίζονται με το σώμα, ονομάζουμε όλοι κατεξοχήν αγαθά – αγαθά στην κυριολεξία – αυτά που σχετίζονται με την ψυχή». (1098b 8, 15-17).
Ευτυχία χωρίς ψυχική συμμετοχή δεν μπορεί να υπάρξει. Κι όταν λέμε ψυχική συμμετοχή εννοούμε τη σύμπλευση της λογικής με το συναίσθημα. Η άρνηση της λογικής για χάρη μιας παρόρμησης, αν γίνεται επανειλημμένα (σε βαθμό που να θεωρείται μια μόνιμη κατάσταση), δεν καταδεικνύει τη συναισθηματική ολοκλήρωση αλλά το πάθος. Από την άλλη, η καταπίεση των συναισθημάτων στο όνομα της λογικής αποτελεί μια άλλη μορφή παραλόγου, καθώς δεν υπάρχει τίποτε λογικότερο από το να ικανοποιεί κανείς τα συναισθήματά του. Αυτός είναι ο λόγος που η ψυχή πρέπει να ενεργήσει επιφέροντας την απαραίτητη ισορροπία με την ικανοποίηση των συναισθημάτων και τη χαλιναγώγηση των παθών.
Η εξισορρόπηση αυτών είναι που θα κάνει τον άνθρωπο να προβαίνει στις σωστές ενέργειες εξασφαλίζοντας την ευζωία, επιφέροντας δηλαδή την προσωπική ολοκλήρωση: «… το τέλος το ταυτίζουμε με κάποιες πράξεις και κάποιες ενέργειες· γιατί έτσι το τέλος παίρνει θέση μεταξύ των αγαθών που σχετίζονται με την ψυχή και όχι μεταξύ των εξωτερικών αγαθών. Με τον ορισμό μας συνάδει και η πίστη ότι ο ευδαίμων άνθρωπος ζει καλά και πράττει καλά – δεν το είπαμε πράγματι κάπως έτσι, ότι η ευδαιμονία είναι ευζωία και ευ-πραξία;» (1098b 8,22-25).
Όμως, η χαλιναγώγηση των παθών δεν είναι παρά η πραγμάτωση της αρετής. Το πάθος για το χρήμα, ο άκρατος εγωισμός, η δίψα για εξουσία, η εμμονή στις ηδονές που η εκπλήρωσή τους προϋποθέτει την καταπίεση του άλλου, είναι τα κίνητρα που αντιμάχονται στην αρετή. Η παράδοση του ανθρώπου σ’ αυτά είναι η κατάλυση της ψυχικής ισορροπίας, αφού η συναισθηματική παρόρμηση της πρόσκαιρης ικανοποίησης υπερβαίνει τη σταθερότητα της ψυχικής γαλήνης που απαιτεί η ευτυχία. Σε τελική ανάλυση, όλα αυτά δεν είναι παρά η υπερβολή που διαλύει τη μεσότητα. Και η υπερβολή δε συμπλέει με τη λογική. Ούτε είναι γνώρισμα του σώφρονα ανθρώπου.
Σχεδόν μαθηματικά οι άνθρωποι που υποκύπτουν σε τέτοια πάθη δεν ευτυχούν. Η γνώση της απόρριψης από τους άλλους, ακόμη κι αν κανείς δεν το εκφράζει ανοιχτά, η καχυποψία, η αρρωστημένη ανταγωνιστικότητα, το επιφανειακό των σχέσεων, ο φθόνος για τις επιτυχίες του άλλου, η τάση επίδειξης, η άρνηση της αυτογνωσίας και η τελική ανασφάλεια (που μοιραία επέρχεται) καταλύουν κάθε έννοια ισορροπίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ευτυχία αντικαθίσταται από την απατηλή ανακούφιση των υλικών απολαύσεων. Όμως, η αντικατάσταση δεν είναι αποκατάσταση – πολύ περισσότερο εκπλήρωση.
Για να φτάσουμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι η ψυχή πρέπει να ενεργήσει, ώστε να τεθούν οι σωστές προτεραιότητες, προκειμένου να νιώθει κανείς χαρά με τα πράγματα που αξίζουν στ’ αλήθεια: «Όπως στην Ολυμπία το στεφάνι της νίκης το κερδίζουν όχι οι πιο όμορφοι και οι πιο ρωμαλέοι αλλά αυτοί που συμμετέχουν στους αγώνες (γιατί κάποιοι από αυτούς είναι που αναδεικνύονται νικητές), έτσι και τα ωραία και τα καλά της ζωής τα κερδίζουν αυτοί που ενεργούν σωστά». (1099a 8, 4-8).
Και ενεργούν σωστά όσοι κινούνται σύμφωνα με τις υποδείξεις της αρετής: «Με αυτούς λοιπόν που ταυτίζουν την ευδαιμονία με την αρετή ή με κάποια αρετή ο ορισμός μας βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία· στην αρετή έχει, πράγματι, την αρχή της η ενάρετη ενέργεια». (1098b 8, 35-38).
Αφού καταδειχθεί ότι η σωστή πράξη είναι αυτή που διέπεται από την αρετή, αυτό που μένει είναι η διασφάλιση της ταυτόχρονης συναισθηματικής ικανοποίησης, για την επίτευξη της πληρότητας που θα επέλθει από τη σύζευξη λογικής και συναισθήματος. Και η συναισθηματική ικανοποίηση σχετίζεται με την εκπλήρωση αυτών που αγαπάει ο καθένας: «στον κάθε άνθρωπο ευχάριστο είναι αυτό που αγαπάει: το άλογο σ’ αυτόν που αγαπάει τα άλογα, το θέαμα σ’ αυτόν που αγαπάει τα θεάματα· με τον ίδιο τρόπο οι δίκαιες πράξεις σ’ αυτόν που αγαπάει τη δικαιοσύνη, και, γενικά, οι ενάρετες πράξεις σ’ αυτόν που αγαπάει την αρετή». (1099a 8, 10-13). Κι ο Αριστοτέλης θα συμπληρώσει καταδεικνύοντας την προβληματική που αποπροσανατολίζει τους περισσότερους ανθρώπους: «Στην πλειονότητα των ανθρώπων τα ευχάριστα γι’ αυτούς πράγματα βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους για το λόγο ότι δεν είναι ευχάριστα από τη φύση τους». (1099a 8, 13-14).
Και βέβαια, ευχάριστα από τη φύση τους είναι αυτά που υπηρετούν την αρετή. Κάθε προσπάθεια αποσύνδεσης του ευχάριστου από την αρετή δεν είναι παρά η σύγχυση ανάμεσα στην πράξη και τα αποτελέσματά της. Γιατί η διάπραξη ενός αδικήματος είναι αδύνατο να θεωρείται ευχάριστη. Ευχάριστα μπορεί να είναι τα αποτελέσματα μετά από αυτήν, επειδή προφανώς θα επιτευχθούν οικονομικά ή οποιαδήποτε άλλα οφέλη. Με άλλα λόγια, το ότι μπορεί κάποιος να νιώσει ευχαρίστηση από τα αποτελέσματα μιας αδικίας δε σημαίνει ότι είναι ευχάριστη η καθαυτή διάπραξή της. Αυτός που νιώθει ευχαρίστηση πράττοντας το κακό, αυτός δηλαδή που το κάνει γιατί αντλεί ηδονή κάνοντάς το είναι προφανώς διαταραγμένος.
Ο Αριστοτέλης θέτει το ζήτημα αντίστροφα: «σ’ αυτά που είπαμε πρέπει να προσθέσουμε και τούτο: ο άνθρωπος που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις ωραίες πράξεις δεν είναι καν ένας καλός άνθρωπος. Ποιος θα ονόμαζε δίκαιο έναν άνθρωπο που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις δίκαιες πράξεις, ή ελευθέριο έναν άνθρωπο που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις ελευθέριες πράξεις, κοκ;» (1099a 8, 19-23).
Με άλλα λόγια, για τον Αριστοτέλη το συναίσθημα της ευχαρίστησης είναι απολύτως καθοριστικό για το χαρακτήρα των ανθρώπων. Δε φτάνει κάποιος να μην διαπράττει αδικίες για να είναι δίκαιος. Πρέπει να νιώθει χαρά από τις δίκαιες πράξεις. Θα έλεγε κανείς ότι τα συναισθήματα είναι καθοριστικότερα από τις συμπεριφορές. Αυτός που δε νιώθει ευχαρίστηση από τις αρχές του δικαίου δεν είναι δίκαιος ασχέτως αν τελικά τις τηρεί. Ο καλός άνθρωπος νιώθει χαρά από τις ωραίες πράξεις. Αν δεν το κάνει, δεν είναι καλός. Τελικά το τι είναι κάποιος καταδεικνύεται περισσότερο απ’ αυτά που νιώθει παρά απ’ αυτά που κάνει.
Το συναίσθημα είναι το επιστέγασμα της διαμόρφωσης του καθενός. Εφόσον η χαρά προέρχεται απ’ αυτά που αγαπάμε, τότε είναι προφανές ότι αυτά που αγαπάμε θα τα επιδιώκουμε κι αυτά που δεν αγαπάμε όχι. Με δυο λόγια, αυτός που δε νιώθει χαρά από τις δίκαιες πράξεις, είναι αυτός που εν τέλει δεν αγαπά τις δίκαιες πράξεις. Κι επειδή τελικά το συναίσθημα είναι το κριτήριο που θα διαμορφώσει την ανθρώπινη συμπεριφορά, αυτός που δεν αγαπά τις δίκαιες πράξεις, όσο κι αν συγκρατείται υπακούοντας στα όριά τους, όταν του δοθεί η ευκαιρία θα παραβιάσει το πνεύμα τους.
Η αρετή δεν μπορεί να επιβληθεί με το ζόρι. Πρέπει κανείς να τη θέλει. Πρέπει, δηλαδή, να νιώθει χαρά πραγματώνοντάς την: «Αν έτσι έχει το πράγμα, τότε οι πράξεις της αρετής θα πρέπει, σκέφτομαι, να είναι ευχάριστες καθεαυτές, μαζί όμως και καλές και ωραίες· έχουν μάλιστα την καθεμιά από τις ιδιότητες αυτές στον ύψιστο βαθμό, αν και είναι αλήθεια ότι ο ενάρετος άνθρωπος είναι καλός κριτής γι’ αυτές τις ιδιότητες – πραγματικά, η κρίση του είναι αυτή που περιγράψαμε». (1099a 8, 24-27).
Η επίκληση της ορθής κρίσης είναι μία ακόμη αναφορά στη λογική. Ο ενάρετος άνθρωπος, ως κάτοχος της ορθής κρίσης, συμπεριφέρεται λογικά και χαίρεται μ’ αυτά που αρμόζουν στην αρετή. Πετυχαίνει δηλαδή της σύμπλευση λογικής και συναισθήματος στην κατεύθυνση της αρετής. Κι αυτός είναι ο λόγος που θα κατακτήσει την ευδαιμονία: «Στους ανθρώπους που αγαπούν το ωραίο ευχάριστα είναι αυτά που είναι ευχάριστα από τη φύση τους· τέτοιες είναι οι πράξεις της αρετής· έτσι και σ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι ευχάριστες και είναι και καθεαυτές ευχάριστες. Δεν τη χρειάζεται λοιπόν η ζωή αυτών των ανθρώπων την ευχαρίστηση σαν ένα είδος πρόσθετου κοσμήματος· αντίθετα, την έχει μέσα της». (1099a 8, 15-19).
Ο ενάρετος άνθρωπος βιώνοντας την απόλυτη ισορροπία έχει τη χαρά μέσα του. Και δεν υπάρχει σταθερότερη συνθήκη από αυτή. Οι κοινωνίες που απαξιώνουν την αρετή στο όνομα της πρόσκαιρης επιδίωξης έχουν οριστικά χάσει τον προσανατολισμό τους. Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον τα σχετικά με την αρετή φαντάζουν αφέλειες. Κι αυτή είναι η επισφράγιση της αποτυχίας. Αυτό που μένει είναι ο ωφελιμισμός, η ατομικότητα και η χρησιμοθηρική οπτική για τα πάντα. Τα κοινωνικά πρότυπα αυτού του είδους είναι η εσφαλμένη κατεύθυνση που βαφτίζεται πνεύμα των καιρών. Η συνύπαρξη καθίσταται ολοένα και πιο προβληματική. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι πολύ δύσκολο να μιλάμε για ευτυχία.
Παρακολουθώντας την πορεία της ανθρωπότητας είναι μάλλον αδύνατο να βρει κανείς την επικράτηση της αρετής, με τον τρόπο τουλάχιστον που την εννοεί ο Αριστοτέλης. Η βία, το κυνήγι του πλούτου, το συμφέρον και η μάχη της εξουσίας ήταν πάντοτε οι βασικότερες επιδιώξεις του ανθρώπου. Οι νόμοι της ιστορίας ήταν και παραμένουν σκληροί. Το ζήτημα της συνύπαρξης φαίνεται ακόμη μετέωρο. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα του ανθρώπου που παραμένει ανεκπλήρωτο. Θα έλεγε κανείς ότι αυτή είναι η ουσία του πολιτισμού. Να εξανθρωπίσει τον άνθρωπο, δηλαδή να πετύχει την πραγμάτωση της αρετής.
Ο άνθρωπος όσο και να λέει ότι παλεύει για το δίκαιο ή την ελευθερία ή την ισότητα ή τα δικαιώματα των συνανθρώπων του κλπ, δε φαίνεται να το εννοεί. Ο Αριστοτέλης θα έλεγε ότι δεν τα αγαπάει πραγματικά. Δεν βρίσκει αληθινή χαρά σ’ αυτά. Σε τελική ανάλυση δεν έχει καταλάβει ότι η ευτυχία είναι υπόθεση συλλογική. Θεωρεί ότι η ευτυχία των άλλων είναι αδιάφορη, ίσως και αντίπαλη με τη δική του. Όμως η κατάκτηση της αρετής ως απαρέγκλιτη προϋπόθεση της ευτυχίας αποδεικνύει το αντίθετο, αφού η αρετή ολοκληρώνει τον εαυτό μέσα από το σεβασμό του άλλου. Ο δίκαιος δε θέλει να αδικείται ούτε ο ίδιος ούτε και οι άλλοι. Κι αυτός είναι ο ορισμός της κοινωνικής ισορροπίας. Η ατομική οπτική δεν μπορεί παρά να δράσει συγκρουσιακά. Να αναδείξει τον κακώς εννοούμενο ανταγωνισμό. Να επιλέγει την πολεμική από τη σύμπραξη. Προφανώς ο άνθρωπος χρειάζεται κι άλλο χρόνο. Ας είμαστε αισιόδοξοι.
Αυτό που μένει είναι το τελικό συμπέρασμα του Αριστοτέλη για την ευτυχία: «Συμπέρασμα: Η ευδαιμονία είναι το υπέρτατο αγαθό, και μαζί ό,τι πιο ωραίο και ό,τι πιο ευχάριστο: οι τρεις αυτές ιδιότητες δεν πρέπει να χωρίζονται με τον τρόπο που αυτό γίνεται στην επιγραφή της Δήλου:
Το δικαιότερο είναι το πιο όμορφο, η υγεία το καλύτερο·
Το πιο ευχάριστο απ’ όλα νά ‘χει κανείς ό,τι αγαπά·
ο λόγος είναι ότι όλες αυτές οι ιδιότητες συνυπάρχουν στις άριστες ενέργειες – αυτές, ή μία από αυτές, η καλύτερη, λέμε πως είναι η ευδαιμονία». (1099a 8, 27-34).
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΞΕΝΟΦΩΝ, ΚΥΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.4.41–3.4.49
Οι Μύριοι, με νέα ηγεσία πλέον, (βλ. ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.7–3.2.19) ξεκίνησαν την επίπονη πορεία τους προς τη σωτηρία. Σε όλη τους τη διαδρομή κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Τίγρη δέχονταν επιθέσεις από τις δυνάμεις του Πέρση σατράπη Τισσαφέρνη, που τους ακολουθούσαν. Σε κάποιο πέρασμα προς μία πεδιάδα ο αρχιστράτηγος Χειρίσοφος διαπίστωσε ότι οι εχθροί είχαν καταλάβει ένα ύψωμα και έτσι μπορούσαν να πλήξουν από ψηλά τους Έλληνες. Έτσι, κάλεσε τον Ξενοφώντα, που διοικούσε την οπισθοφυλακή του στρατεύματος.
[3.4.41] ἐνταῦθα Ξενοφῶν ὁρᾷ τοῦ ὄρους τὴν κορυφὴν ὑπὲρ
αὐτοῦ τοῦ ἑαυτῶν στρατεύματος οὖσαν, καὶ ἀπὸ ταύτης ἔφοδον
ἐπὶ τὸν λόφον ἔνθα ἦσαν οἱ πολέμιοι, καὶ λέγει· Κράτιστον,
ὦ Χειρίσοφε, ἡμῖν ἵεσθαι ὡς τάχιστα ἐπὶ τὸ ἄκρον· ἢν γὰρ
τοῦτο λάβωμεν, οὐ δυνήσονται μένειν οἱ ὑπὲρ τῆς ὁδοῦ.
ἀλλά, εἰ βούλει, μένε ἐπὶ τῷ στρατεύματι, ἐγὼ δ’ ἐθέλω
πορεύεσθαι· εἰ δὲ χρῄζεις, πορεύου ἐπὶ τὸ ὄρος, ἐγὼ δὲ μενῶ
αὐτοῦ. [3.4.42] Ἀλλὰ δίδωμί σοι, ἔφη ὁ Χειρίσοφος, ὁπότερον βούλει
ἑλέσθαι. εἰπὼν ὁ Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται
πορεύεσθαι, κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος
ἄνδρας· μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ τῆς οὐρᾶς λαβεῖν. [3.4.43] καὶ ὁ Χειρί-
σοφος συμπέμπει τοὺς ἀπὸ τοῦ στόματος πελταστάς, ἔλαβε δὲ
τοὺς κατὰ μέσον πλαισίου. συνέπεσθαι δ’ ἐκέλευσεν αὐτῷ
καὶ τοὺς τριακοσίους οὓς αὐτὸς εἶχε τῶν ἐπιλέκτων ἐπὶ τῷ
στόματι τοῦ πλαισίου. [3.4.44] ἐντεῦθεν ἐπορεύοντο ὡς ἐδύναντο
τάχιστα. οἱ δ’ ἐπὶ τοῦ λόφου πολέμιοι ὡς ἐνόησαν αὐ-
τῶν τὴν πορείαν ἐπὶ τὸ ἄκρον, εὐθὺς καὶ αὐτοὶ ὥρμησαν
ἁμιλλᾶσθαι ἐπὶ τὸ ἄκρον. [3.4.45] καὶ ἐνταῦθα πολλὴ μὲν κραυγὴ
ἦν τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατεύματος διακελευομένων τοῖς ἑαυ-
τῶν, πολλὴ δὲ κραυγὴ τῶν ἀμφὶ Τισσαφέρνην τοῖς ἑαυτῶν
διακελευομένων. [3.4.46] Ξενοφῶν δὲ παρελαύνων ἐπὶ τοῦ ἵππου
παρεκελεύετο· Ἄνδρες, νῦν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα νομίζετε ἁμιλ-
λᾶσθαι, νῦν πρὸς τοὺς παῖδας καὶ τὰς γυναῖκας, νῦν ὀλίγον
πονήσαντες ἀμαχεὶ τὴν λοιπὴν πορευσόμεθα. [3.4.47] Σωτηρίδας δὲ
ὁ Σικυώνιος εἶπεν· Οὐκ ἐξ ἴσου, ὦ Ξενοφῶν, ἐσμέν· σὺ μὲν
γὰρ ἐφ’ ἵππου ὀχῇ, ἐγὼ δὲ χαλεπῶς κάμνω τὴν ἀσπίδα
φέρων. [3.4.48] καὶ ὃς ἀκούσας ταῦτα καταπηδήσας ἀπὸ τοῦ ἵππου
ὠθεῖται αὐτὸν ἐκ τῆς τάξεως καὶ τὴν ἀσπίδα ἀφελόμενος ὡς
ἐδύνατο τάχιστα ἔχων ἐπορεύετο· ἐτύγχανε δὲ καὶ θώρακα
ἔχων τὸν ἱππικόν· ὥστ’ ἐπιέζετο. καὶ τοῖς μὲν ἔμπροσθεν
ὑπάγειν παρεκελεύετο, τοῖς δὲ ὄπισθεν παριέναι μόλις ἑπό-
μενος. [3.4.49] οἱ δ’ ἄλλοι στρατιῶται παίουσι καὶ βάλλουσι καὶ
λοιδοροῦσι τὸν Σωτηρίδαν, ἔστε ἠνάγκασαν λαβόντα τὴν
ἀσπίδα πορεύεσθαι. ὁ δὲ ἀναβάς, ἕως μὲν βάσιμα ἦν,
ἐπὶ τοῦ ἵππου ἦγεν, ἐπεὶ δὲ ἄβατα ἦν, καταλιπὼν τὸν ἵππον
ἔσπευδε πεζῇ. καὶ φθάνουσιν ἐπὶ τῷ ἄκρῳ γενόμενοι τοὺς
πολεμίους.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.4.41–3.4.49
Κατάληψη λόφου από τον Ξενοφώντα
Οι Μύριοι, με νέα ηγεσία πλέον, (βλ. ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.7–3.2.19) ξεκίνησαν την επίπονη πορεία τους προς τη σωτηρία. Σε όλη τους τη διαδρομή κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Τίγρη δέχονταν επιθέσεις από τις δυνάμεις του Πέρση σατράπη Τισσαφέρνη, που τους ακολουθούσαν. Σε κάποιο πέρασμα προς μία πεδιάδα ο αρχιστράτηγος Χειρίσοφος διαπίστωσε ότι οι εχθροί είχαν καταλάβει ένα ύψωμα και έτσι μπορούσαν να πλήξουν από ψηλά τους Έλληνες. Έτσι, κάλεσε τον Ξενοφώντα, που διοικούσε την οπισθοφυλακή του στρατεύματος.
[3.4.41] ἐνταῦθα Ξενοφῶν ὁρᾷ τοῦ ὄρους τὴν κορυφὴν ὑπὲρ
αὐτοῦ τοῦ ἑαυτῶν στρατεύματος οὖσαν, καὶ ἀπὸ ταύτης ἔφοδον
ἐπὶ τὸν λόφον ἔνθα ἦσαν οἱ πολέμιοι, καὶ λέγει· Κράτιστον,
ὦ Χειρίσοφε, ἡμῖν ἵεσθαι ὡς τάχιστα ἐπὶ τὸ ἄκρον· ἢν γὰρ
τοῦτο λάβωμεν, οὐ δυνήσονται μένειν οἱ ὑπὲρ τῆς ὁδοῦ.
ἀλλά, εἰ βούλει, μένε ἐπὶ τῷ στρατεύματι, ἐγὼ δ’ ἐθέλω
πορεύεσθαι· εἰ δὲ χρῄζεις, πορεύου ἐπὶ τὸ ὄρος, ἐγὼ δὲ μενῶ
αὐτοῦ. [3.4.42] Ἀλλὰ δίδωμί σοι, ἔφη ὁ Χειρίσοφος, ὁπότερον βούλει
ἑλέσθαι. εἰπὼν ὁ Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται
πορεύεσθαι, κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος
ἄνδρας· μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ τῆς οὐρᾶς λαβεῖν. [3.4.43] καὶ ὁ Χειρί-
σοφος συμπέμπει τοὺς ἀπὸ τοῦ στόματος πελταστάς, ἔλαβε δὲ
τοὺς κατὰ μέσον πλαισίου. συνέπεσθαι δ’ ἐκέλευσεν αὐτῷ
καὶ τοὺς τριακοσίους οὓς αὐτὸς εἶχε τῶν ἐπιλέκτων ἐπὶ τῷ
στόματι τοῦ πλαισίου. [3.4.44] ἐντεῦθεν ἐπορεύοντο ὡς ἐδύναντο
τάχιστα. οἱ δ’ ἐπὶ τοῦ λόφου πολέμιοι ὡς ἐνόησαν αὐ-
τῶν τὴν πορείαν ἐπὶ τὸ ἄκρον, εὐθὺς καὶ αὐτοὶ ὥρμησαν
ἁμιλλᾶσθαι ἐπὶ τὸ ἄκρον. [3.4.45] καὶ ἐνταῦθα πολλὴ μὲν κραυγὴ
ἦν τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατεύματος διακελευομένων τοῖς ἑαυ-
τῶν, πολλὴ δὲ κραυγὴ τῶν ἀμφὶ Τισσαφέρνην τοῖς ἑαυτῶν
διακελευομένων. [3.4.46] Ξενοφῶν δὲ παρελαύνων ἐπὶ τοῦ ἵππου
παρεκελεύετο· Ἄνδρες, νῦν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα νομίζετε ἁμιλ-
λᾶσθαι, νῦν πρὸς τοὺς παῖδας καὶ τὰς γυναῖκας, νῦν ὀλίγον
πονήσαντες ἀμαχεὶ τὴν λοιπὴν πορευσόμεθα. [3.4.47] Σωτηρίδας δὲ
ὁ Σικυώνιος εἶπεν· Οὐκ ἐξ ἴσου, ὦ Ξενοφῶν, ἐσμέν· σὺ μὲν
γὰρ ἐφ’ ἵππου ὀχῇ, ἐγὼ δὲ χαλεπῶς κάμνω τὴν ἀσπίδα
φέρων. [3.4.48] καὶ ὃς ἀκούσας ταῦτα καταπηδήσας ἀπὸ τοῦ ἵππου
ὠθεῖται αὐτὸν ἐκ τῆς τάξεως καὶ τὴν ἀσπίδα ἀφελόμενος ὡς
ἐδύνατο τάχιστα ἔχων ἐπορεύετο· ἐτύγχανε δὲ καὶ θώρακα
ἔχων τὸν ἱππικόν· ὥστ’ ἐπιέζετο. καὶ τοῖς μὲν ἔμπροσθεν
ὑπάγειν παρεκελεύετο, τοῖς δὲ ὄπισθεν παριέναι μόλις ἑπό-
μενος. [3.4.49] οἱ δ’ ἄλλοι στρατιῶται παίουσι καὶ βάλλουσι καὶ
λοιδοροῦσι τὸν Σωτηρίδαν, ἔστε ἠνάγκασαν λαβόντα τὴν
ἀσπίδα πορεύεσθαι. ὁ δὲ ἀναβάς, ἕως μὲν βάσιμα ἦν,
ἐπὶ τοῦ ἵππου ἦγεν, ἐπεὶ δὲ ἄβατα ἦν, καταλιπὼν τὸν ἵππον
ἔσπευδε πεζῇ. καὶ φθάνουσιν ἐπὶ τῷ ἄκρῳ γενόμενοι τοὺς
πολεμίους.
***
Τότε ο Ξενοφών βλέπει ότι του όρους η κορυφή ευρίσκετο υπεράνω ακριβώς του ιδικού των στρατεύματος, και ότι από αυτήν ηδύνατο να επάλθη κανείς απ' επάνω εναντίον του λόφου, όπου ήσαν οι εχθροί. Λέγει λοιπόν∙ Το καλύτερον δι' ημάς, Χειρίσοφε, είναι να ορμήσωμεν όσον το δυνατόν τάχιστα να ανέλθωμεν εις την κορυφήν. Διότι, αν την καταλάβωμεν την κορυφήν αυτήν, δεν θα ημπορέσουν να κρατηθούν εις την θέσιν των οι υπεράνω της οδού ευρισκόμενοι εχθροί. Λοιπόν, αν θέλης, μένε συ εδώ επί κεφαλής του στρατεύματος, και εγώ είμαι πρόθυμος να υπάγω. Εάν δε πάλιν επιθυμείς, βάδιζε συ επάνω εις το όρος, και εγώ θα μείνω εδώ. Αλλά αφήνω εις σε, είπεν ο Χειρίσοφος, να εκλέξης ό,τι από τα δύο θέλεις. Ο Ξενοφών τότε είπε, ότι ως νεώτερος προτιμά να υπάγη αυτός, τον παρακαλεί όμως να του δώση να τον ακολουθήσουν άνδρες από την εμπροσθοφυλακήν∙ διότι εχρειάζετο πολλή ώρα δια να υπάγη να παραλάβη άνδρας από την οπισθοφυλακήν. Και ο Χειρίσοφος δίδει εντολήν να τον ακολουθήσουν οι εις την εμπροσθοφυλακήν ευρισκόμενοι πελτασταί, αυτός δε έλαβε τους ευρισκομένους εις το μέσον του πλαισίου. Διέταξε δε να τον ακολουθήσουν και οι τριακόσιοι τους οποίους αυτός είχε εκ των επιλέκτων εις το έμπροσθεν μέρος του πλαισίου. Κατόπιν επορεύοντο με όσην ηδύναντο μεγαλυτέραν ταχύτητα. Οι δε ευρισκόμενοι επάνω εις τον λόφον εχθροί, άμα αντελήφθησαν την πορείαν των προς την κορυφήν, αμέσως και αυτοί ώρμησαν αμιλλώμενοι να φθάσουν πριν από τους Έλληνας επάνω εις την κορυφήν. Και κατά την περίστασιν αυτήν αφ' ενός μεν μεγάλη κραυγή προήρχετο από τους άνδρας του Τισσαφέρνους, οι οποίοι επίσης παρώτρυνον τους ιδικούς των. Ο δε Ξενοφών τρέχων έφιππος πλαγίως της γραμμής των στρατιωτών του προσεπάθει να τους εμψυχώσει με τους εξής λόγους∙ Στρατιώται, βάλετε εις τον νουν σας ότι τώρα διαγωνιζόμεθα προς τους εχθρούς δια την επάνοδόν μας εις την Ελλάδα, ότι τώρα διαγωνιζόμεθα δια να υπάγωμεν εις τα τέκνα μας και τας γυναίκας μας, ότι, εάν τώρα κοπιάσωμεν ολίγον, αμαχητί θα διανύσωμεν το υπόλοιπον μέρος της πορείας. Ο Σωτηρίδας όμως ο Σικυώνιος είπε∙ Δεν ευρισκόμεθα υπό τας αυτάς συνθήκας, Ξενοφών. Διότι συ μεν φέρεσαι επάνω εις ίππον, ενώ εγώ κοπιάζω και ταλαιπωρούμαι πολύ βαστάζων την ασπίδα. Ο Ξενοφών, άμα τα ήκουσεν αυτά, επήδησε κάτω από τον ίππον του, και τον σπρώχνει έξω από την γραμμήν, και κατόπιν αφού του απέσπασε την ασπίδα, κρατών αυτήν επορεύετο με όσον ηδύνατο μεγαλυτέραν ταχύτητα, μολονότι εφόρει τον ιππικόν θώρακα, πράγμα που τον εστενοχώρει αρκετά. Και τους μεν έμπροσθέν του προέτρεπε να προχωρούν εμπρός, τους δε κατόπιν του να προσπερνούν, ενώ αυτός μετά κόπου και δυσκολίας ηκολούθει. Οι άλοι στρατιώται όμως αρχίζουν να κτυπούν και να λιθοβολούν και να υβρίζουν τον Σωτηρίδαν, έως ότου τον εξηνάγκασαν να πάρη πάλιν την ασπίδα του και να πορεύεται και αυτός εις την θέσιν του. Ο δε Ξενοφών, αφού ανέβη πάλιν εις τον ίππον του, μέχρι μεν του σημείου όπου ήτο το μέρος βατόν δι' ίππον, έφιππος επήγαινε, άμα δε το έδαφος ήρχισε να είναι άβατον, αφήκε το ίππον και έτρεχε πεζός. Και τέλος προλαμβάνουν και φθάνουν επάνω εις την κορυφήν πριν από τους εχθρούς.
Τότε ο Ξενοφών βλέπει ότι του όρους η κορυφή ευρίσκετο υπεράνω ακριβώς του ιδικού των στρατεύματος, και ότι από αυτήν ηδύνατο να επάλθη κανείς απ' επάνω εναντίον του λόφου, όπου ήσαν οι εχθροί. Λέγει λοιπόν∙ Το καλύτερον δι' ημάς, Χειρίσοφε, είναι να ορμήσωμεν όσον το δυνατόν τάχιστα να ανέλθωμεν εις την κορυφήν. Διότι, αν την καταλάβωμεν την κορυφήν αυτήν, δεν θα ημπορέσουν να κρατηθούν εις την θέσιν των οι υπεράνω της οδού ευρισκόμενοι εχθροί. Λοιπόν, αν θέλης, μένε συ εδώ επί κεφαλής του στρατεύματος, και εγώ είμαι πρόθυμος να υπάγω. Εάν δε πάλιν επιθυμείς, βάδιζε συ επάνω εις το όρος, και εγώ θα μείνω εδώ. Αλλά αφήνω εις σε, είπεν ο Χειρίσοφος, να εκλέξης ό,τι από τα δύο θέλεις. Ο Ξενοφών τότε είπε, ότι ως νεώτερος προτιμά να υπάγη αυτός, τον παρακαλεί όμως να του δώση να τον ακολουθήσουν άνδρες από την εμπροσθοφυλακήν∙ διότι εχρειάζετο πολλή ώρα δια να υπάγη να παραλάβη άνδρας από την οπισθοφυλακήν. Και ο Χειρίσοφος δίδει εντολήν να τον ακολουθήσουν οι εις την εμπροσθοφυλακήν ευρισκόμενοι πελτασταί, αυτός δε έλαβε τους ευρισκομένους εις το μέσον του πλαισίου. Διέταξε δε να τον ακολουθήσουν και οι τριακόσιοι τους οποίους αυτός είχε εκ των επιλέκτων εις το έμπροσθεν μέρος του πλαισίου. Κατόπιν επορεύοντο με όσην ηδύναντο μεγαλυτέραν ταχύτητα. Οι δε ευρισκόμενοι επάνω εις τον λόφον εχθροί, άμα αντελήφθησαν την πορείαν των προς την κορυφήν, αμέσως και αυτοί ώρμησαν αμιλλώμενοι να φθάσουν πριν από τους Έλληνας επάνω εις την κορυφήν. Και κατά την περίστασιν αυτήν αφ' ενός μεν μεγάλη κραυγή προήρχετο από τους άνδρας του Τισσαφέρνους, οι οποίοι επίσης παρώτρυνον τους ιδικούς των. Ο δε Ξενοφών τρέχων έφιππος πλαγίως της γραμμής των στρατιωτών του προσεπάθει να τους εμψυχώσει με τους εξής λόγους∙ Στρατιώται, βάλετε εις τον νουν σας ότι τώρα διαγωνιζόμεθα προς τους εχθρούς δια την επάνοδόν μας εις την Ελλάδα, ότι τώρα διαγωνιζόμεθα δια να υπάγωμεν εις τα τέκνα μας και τας γυναίκας μας, ότι, εάν τώρα κοπιάσωμεν ολίγον, αμαχητί θα διανύσωμεν το υπόλοιπον μέρος της πορείας. Ο Σωτηρίδας όμως ο Σικυώνιος είπε∙ Δεν ευρισκόμεθα υπό τας αυτάς συνθήκας, Ξενοφών. Διότι συ μεν φέρεσαι επάνω εις ίππον, ενώ εγώ κοπιάζω και ταλαιπωρούμαι πολύ βαστάζων την ασπίδα. Ο Ξενοφών, άμα τα ήκουσεν αυτά, επήδησε κάτω από τον ίππον του, και τον σπρώχνει έξω από την γραμμήν, και κατόπιν αφού του απέσπασε την ασπίδα, κρατών αυτήν επορεύετο με όσον ηδύνατο μεγαλυτέραν ταχύτητα, μολονότι εφόρει τον ιππικόν θώρακα, πράγμα που τον εστενοχώρει αρκετά. Και τους μεν έμπροσθέν του προέτρεπε να προχωρούν εμπρός, τους δε κατόπιν του να προσπερνούν, ενώ αυτός μετά κόπου και δυσκολίας ηκολούθει. Οι άλοι στρατιώται όμως αρχίζουν να κτυπούν και να λιθοβολούν και να υβρίζουν τον Σωτηρίδαν, έως ότου τον εξηνάγκασαν να πάρη πάλιν την ασπίδα του και να πορεύεται και αυτός εις την θέσιν του. Ο δε Ξενοφών, αφού ανέβη πάλιν εις τον ίππον του, μέχρι μεν του σημείου όπου ήτο το μέρος βατόν δι' ίππον, έφιππος επήγαινε, άμα δε το έδαφος ήρχισε να είναι άβατον, αφήκε το ίππον και έτρεχε πεζός. Και τέλος προλαμβάνουν και φθάνουν επάνω εις την κορυφήν πριν από τους εχθρούς.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)