Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλεῖδαι (427-463)

ΙΟ. ὦ τέκν᾽, ἔοιγμεν ναυτίλοισιν οἵτινες
χειμῶνος ἐκφυγόντες ἄγριον μένος
ἐς χεῖρα γῆι συνῆψαν, εἶτα χερσόθεν
430 πνοαῖσιν ἠλάθησαν ἐς πόντον πάλιν.
οὕτω δὲ χἠμεῖς τῆσδ᾽ ἀπωθούμεσθα γῆς
ἤδη πρὸς ἀκταῖς ὄντες ὡς σεσωμένοι.
οἴμοι· τί δῆτ᾽ ἔτερψας ὦ τάλαινά με
ἐλπὶς τότ᾽, οὐ μέλλουσα διατελεῖν χάριν;
435 συγγνωστὰ γάρ τοι καὶ τὰ τοῦδ᾽, εἰ μὴ θέλει
κτείνειν πολιτῶν παῖδας, αἰνέσαι δ᾽ ἔχω
καὶ τἀνθάδ᾽· εἰ θεοῖσι δὴ δοκεῖ τάδε
πράσσειν ἔμ᾽, οὔτοι σοί γ᾽ ἀπόλλυται χάρις.
ὦ παῖδες, ὑμῖν δ᾽ οὐκ ἔχω τί χρήσομαι.
440 ποῖ τρεψόμεσθα; τίς γὰρ ἄστεπτος θεῶν;
ποῖον δὲ γαίας ἕρκος οὐκ ἀφίγμεθα;
ὀλούμεθ᾽, ὦ τέκν᾽, ἐκδοθησόμεσθα δή.
κἀμοῦ μὲν οὐδὲν εἴ με χρὴ θανεῖν μέλει,
πλὴν εἴ τι τέρψω τοὺς ἐμοὺς ἐχθροὺς θανών·
445 ὑμᾶς δὲ κλαίω καὶ κατοικτίρω, τέκνα,
καὶ τὴν γεραιὰν μητέρ᾽ Ἀλκμήνην πατρός.
ὦ δυστάλαινα τοῦ μακροῦ βίου σέθεν,
τλήμων δὲ κἀγὼ πολλὰ μοχθήσας μάτην.
χρῆν χρῆν ἄρ᾽ ἡμᾶς ἀνδρὸς εἰς ἐχθροῦ χέρας
450 πεσόντας αἰσχρῶς καὶ κακῶς λιπεῖν βίον.
ἀλλ᾽ οἶσθ᾽ ὅ μοι σύμπραξον· οὐχ ἅπασα γὰρ
πέφευγεν ἐλπὶς τῶνδέ μοι σωτηρίας.
ἔμ᾽ ἔκδος Ἀργείοισιν ἀντὶ τῶνδ᾽, ἄναξ,
καὶ μήτε κινδύνευε σωθήτω τέ μοι
455 τέκν᾽· οὐ φιλεῖν δεῖ τὴν ἐμὴν ψυχήν· ἴτω.
[μάλιστα δ᾽ Εὐρυσθεύς με βούλοιτ᾽ ἂν λαβὼν
τὸν Ἡράκλειον σύμμαχον καθυβρίσαι·
σκαιὸς γὰρ ἁνήρ. τοῖς σοφοῖς δ᾽ εὐκτὸν σοφῶι
ἔχθραν συνάπτειν, μὴ ἀμαθεῖ φρονήματι·
460 πολλῆς γὰρ αἰδοῦς καὶ δίκης τις ἂν τύχοι.]
ΧΟ. ὦ πρέσβυ, μή νυν τήνδ᾽ ἐπαιτιῶ πόλιν·
τάχ᾽ ἂν γὰρ ἡμῖν ψευδὲς ἀλλ᾽ ὅμως κακὸν
γένοιτ᾽ ὄνειδος ὡς ξένους προυδώκαμεν.

***
ΙΟΛ. Ω τέκνα, με θαλασσινούς μοιάζομεν, όπου
την άγρια ορμή της θάλασσας έχοντας φύγει
στη στεριά πιάσαν, μα έπειτα οι άνεμοι πάλι
430 απ᾽ τη στεριά στο πέλαγο τους ξαναρίξαν.
Έτσι κι εμάς πίσω μάς σπρώχν᾽ η χώρα ετούτη,
που στ᾽ ακρογιάλι της λογιόμασταν σωσμένοι.
Αλί μου! γιατί τότε, ω ελπίδα, εγλύκανές με,
αφού δεν έμελλες τη χάρη να τελειώσεις;
Μα είναι κι αυτός συχωρεμένος αν δεν θέλει
των πολιτών του τα παιδιά να θανατώσει,
μα πάλι εγώ τον ευλογώ· γιατί, αν η γνώμη
των θεών είναι να μου φερθεί έτσι, η ευγνωμοσύνη
δεν χάνεται γι᾽ αυτόν. Ω τέκνα, πια δεν έχω
τί να σας κάμω. Πού να πάρουμε τα μάτια;
440 ω! ποιόν θεόν δεν έχουμε στεφανωμένο;
και σε ποιό κάστρο δεν κονέψαμεν ως τώρα;
Χαθήκαμεν, ω τέκνα, θα μας παραδώσουν!
Κι εμένα δεν με μέλει αν πρέπει να πεθάνω,
εξόν που τους οχτρούς μου θέλω ευχαριστήσει·
μα εσάς, ω τέκνα, κλαίγω σας και θλίβομαί σας
και του πατρός σας τη γερόντισσα μητέρα,
την Αλκμήνη· ω βαριόμοιρη για τα πολλά σου
χρόνια, κι εγώ, που μάταια τόσα έχω τραβήξει!
Γραφτό ᾽τανε λοιπόν στα χέρια εμείς του οχτρού μας
450 κακά κι αισχρά τη ζωή να χάσουμε πεσμένοι.
Μα ξέρεις τί να κάμεις; δεν μου είναι χαμένη
για των παιδιώνε τον σωμόν η κάθε ελπίδα.
Μένα γι᾽ αυτούς παράδωσέ με στους Αργίτες
και μήτ᾽ εσύ κινδύνευε κι ας μου σωθούνε
τα παιδιά· εγώ ν᾽ αγαπάω τη ζωή δεν πάει.
[Εμένα, του Ηρακλή τον σύμμαχο, ο Ευρυσθέας
θα ᾽θελε πιάνοντας προπάντων να ντροπιάσει·
είναι άνθρωπος απόκοτος· κι ο σοφός είθε
έχθρητα με σοφόν κι ευγενικό να πιάνει·
460 φιλότιμο έτσι θα ᾽βρισκεν και δικαιοσύνη!].
ΧΟΡ. Γέροντα, μην αιτιάζεσαι την πόλη ετούτη,
γιατί ίσως έτσι όνειδος ψεύτικο, κακό όμως,
θέλει μάς γίνει, ότι προδώσαμε τους φίλους!

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ανατολίζουσα περίοδος και η αρχή της μνημειακής τέχνης στην Ελλάδα

2.8. Τι είναι η δαιδαλική τέχνη

Στην αρχαιολογική ορολογία η τέχνη και ειδικότερα η πλαστική του 7ου αιώνα π.Χ. ονομάζεται δαιδαλική και χωρίζεται συνήθως σε τρεις φάσεις: μια πρώιμη (700-670 π.Χ.), μια μέση (670-640 π.Χ.) και μια όψιμη (640-620 π.Χ.). Αν και ο όρος δαιδαλική τέχνη είναι στην πραγματικότητα συμβατικός, η υιοθέτησή του έχει τη σημασία της, γιατί σχετίζεται με αρχαίες παραδόσεις σχετικά με την αρχή της μνημειακής πλαστικής στη Ελλάδα. Ο μυθικός αρχιτέκτονας και τεχνίτης Δαίδαλος, που κατά την παράδοση είχε δουλέψει στην Κρήτη για τον βασιλιά Μίνωα, αν και σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη καταγόταν από την Αθήνα, είναι πρόσωπο γνωστό ήδη στον Όμηρο (Ιλιάδα, Σ 592). Ξέρουμε όμως επίσης ότι στην αρχαία ελληνική δαίδαλα ονομάζονταν τα περίτεχνα έργα, ανάμεσά τους και τα αγάλματα. Για τον λόγο αυτό πολλοί πίστευαν ότι Δαίδαλος δεν ήταν το πραγματικό όνομα του περίφημου τεχνίτη, αλλά ένα παρατσούκλι που το χρωστούσε στα θαυμαστά δημιουργήματά του, όπως μας εξηγεί ο Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις 9.3.1), ένας λόγιος που περιηγήθηκε την Ελλάδα στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. και περιέγραψε λεπτομερώς όσα είδε και άκουσε:
 
«Λένε πως η Ήρα, έχοντας λόγους να είναι θυμωμένη με τον Δία, είχε αποχωρήσει στην Εύβοια. Ο Δίας, μη μπορώντας να τη μεταπείσει, λένε πως κατάφυγε στον Κιθαιρώνα, που ήταν τότε ηγεμόνας των Πλαταιών και τον οποίο κανένας δεν ξεπερνούσε στην επινοητικότητα. Αυτός παρακίνησε τον Δία να κάνει άγαλμα ξύλινο και να το μεταφέρει σκεπασμένο πάνω σε αμάξι που έσερνε ένα ζευγάρι βοδιών λέγοντας πως φέρνει ως σύζυγό του την Πλάταια, την κόρη του Ασωπού. Ο Δίας έκανε ό,τι τον συμβούλεψε ο Κιθαιρώνας. Η Ήρα αμέσως το έμαθε και αμέσως έφτασε. Πλησίασε στο αμάξι και ξέσκισε το φόρεμα του αγάλματος. Βρίσκοντας ξόανο αντί για νύφη ευχαριστήθηκε με την απάτη και συμφιλιώθηκε με τον Δία. Σε ανάμνηση της συμφιλίωσης αυτής [οι Πλαταιείς] κάνουν μια γιορτή Δαίδαλα, γιατί οι παλιοί ονόμαζαν τα ξόανα "δαίδαλα"· και ονομάζονταν, νομίζω, έτσι πριν γεννηθεί στην Αθήνα ο Δαίδαλος του Παλαμάονα. Σε αυτόν δόθηκε, υποθέτω, αργότερα από τα "δαίδαλα" το σχετικό προσωνύμιο και δεν του είχε δοθεί ως όνομα όταν γεννήθηκε.»
 
Ο μυθικός τεχνίτης Δαίδαλος συνδέθηκε λοιπόν, χάρη στο όνομά του, με την τέχνη της πλαστικής και τα πρώτα ξύλινα αγάλματα των θεών, τα ξόανα.
 
Με αφετηρία έναν παρόμοιο συνειρμό οι Έλληνες φαντάστηκαν έναν δεύτερο Δαίδαλο, γλύπτη από την Κρήτη, ικανό να κατασκευάζει αγάλματα τόσο ζωντανά, που μπορούσαν να περπατήσουν. Ο Πλάτων (Μένων 97d) σχολιάζει ειρωνικά την παράδοση αυτή, λέγοντας ότι τα αγάλματα του Δαιδάλου έπρεπε να τα δένουν για να μη φύγουν. Υπήρχε όμως και μια ορθολογικότερη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο Δαίδαλος ήταν ο πρώτος που κατασκεύασε αγάλματα με τα σκέλη όχι ενωμένα αλλά σε διασκελισμό, που πρόβαλλαν δηλαδή το ένα πόδι μπροστά, και με τα χέρια αποδεσμευμένα από τον κορμό (Διόδωρος Σικελιώτης 4.76). Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο γλύπτης Δαίδαλος ήταν ο δημιουργός της μνημειακής πλαστικής στην Ελλάδα· τα έργα του όμως, όσο και αν ήταν πρωτοποριακά για την εποχή τους, υπολείπονταν πολύ σε σχέση με τις δημιουργίες του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. Ο Πλάτων (Ιππίας Μείζων 281c) παρατηρεί ότι οι σύγχρονοί του γλύπτες έλεγαν πως, αν ο Δαίδαλος ξαναζούσε στην εποχή τους και έκανε αγάλματα όμοια με εκείνα στα οποία χρωστούσε τη φήμη του, θα γινόταν καταγέλαστος. Είναι αλήθεια ότι πολλοί θεωρούσαν τον Κρητικό γλύπτη Δαίδαλο ιστορικό πρόσωπο και του απέδιδαν μά-λιστα ορισμένα πρώιμα αγάλματα. Μάρτυρας είναι ο Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις 9.40.1), που όμως επιμένει να συγχέει τον γλύπτη Δαίδαλο με τον ομώνυμο μυθικό τεχνίτη:
 
«Από τα έργα του Δαιδάλου αυτά τα δύο είναι στη Βοιωτία: ο Ηρακλής στη Θήβα και στη Λεβάδεια ο Τροφώνιος· άλλα δύο ξόανα υπάρχουν στην Κρήτη, η Βριτόμαρτις στην πόλη Ολούς και η Αθηνά στην Κνωσό· στην Κνωσό είναι και ο χορός της Αριάδνης που τον αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Σ 590-598) και που είναι παράσταση ανάγλυφη σε λευκό μάρμαρο. Υπάρχει και στη Δήλο ξόανο της Αφροδίτης, όχι μεγάλο, με το δεξί χέρι φθαρμένο από την πολυκαιρία· στο κάτω μέρος, αντί για πόδια, απολήγει σε τετράγωνο. Πιστεύω πως αυτό το πήρε η Αριάδνη από τον Δαίδαλο και όταν ακολούθησε τον Θησέα πήρε και το άγαλμα από το σπίτι· όταν ο Θησέας έμεινε χωρίς την Αριάδνη, οι Δήλιοι λένε πως αφιέρωσε το ξόανο της θεάς στον Δήλιο Απόλλωνα και δεν το πήρε μαζί του στην πατρίδα για να μην του θυμίζει την Αριάδνη και ανανεώνει διαρκώς την ερωτική του στενοχώρια. Άλλα έργα του Δαιδάλου δεν ξέρω να σώζονται.»
 
Ορισμένοι συγγραφείς παραδίδουν ότι ο Δαίδαλος είχε γιους ή μαθητές τους δύο παλαιότερους Έλληνες γλύπτες που ήταν γνωστοί στα μεταγενέστερα χρόνια με τα ονόματά τους ως ιστορικά πρόσωπα και κατάγονταν και αυτοί από την Κρήτη: τον Δίποινο και τον Σκύλλι. Την ακμή των δύο αυτών καλλιτεχνών ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (Naturalis historia 36.4.11) την τοποθετεί στην 50ή Ολυμπιάδα, δηλαδή στα χρόνια 580-576 π.Χ. Η πληροφορία του Πλίνιου προέρχεται οπωσδήποτε από κάποιον Έλληνα συγγραφέα (πιθανότατα της ελληνιστικής εποχής) και φαίνεται να στηρίζεται σε αρχειακή έρευνα. Με βάση αυτό το χρονολογικό στοιχείο μπορούμε, επομένως, να υποστηρίξουμε ότι οι λόγιοι της Αρχαιότητας πίστευαν πως η μνημειακή πλαστική είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα στο τέλος του 7ου αιώνα π.Χ., αφού τότε τοποθετούσαν τη δράση του γλύπτη Δαιδάλου. Τα αρχαιολογικά δεδομένα που διαθέτουμε σήμερα (τα πώρινα γλυπτά από την Κρήτη και η μαρμάρινη Άρτεμις της Νικάνδρας) μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό συνέβη πιθανότατα 40 ή 50 χρόνια νωρίτερα. Το ερώτημα πού δημιουργήθηκαν τα πρώτα μεγάλα αγάλματα δεν μπορούμε να το απαντήσουμε με ασφάλεια. Ένα στοιχείο που συμβάλλει στην αβεβαιότητα είναι η ύπαρξη, ιδιαίτερα στον 7ο αιώνα π.Χ., μεγάλων αγαλμάτων από ξύλο που δεν μας έχουν σωθεί. Πάντως τα αρχαιολογικά δεδομένα, όπως τα είδαμε σύντομα παραπάνω, δεν είναι ασυμβίβαστα με την αρχαία παράδοση, σύμφωνα με την οποία κοιτίδα της μνημειακής πλαστικής ήταν η Κρήτη. Ένα πρόσφατο εύρημα από τη Θήρα, μια λίθινη κόρη με ύψος περίπου 2 m, έργο πιθανότατα Κρητικού γλύπτη που μπορεί να χρονολογηθεί στην όψιμη φάση της δαιδαλικής περιόδου (λίγο πριν από το 620 π.Χ.), προσφέρει μια πρόσθετη επιβεβαίωση.

Η δική Σου Βούληση

Εκεί που νομίζεις πως θα κάνεις κάτι που σχεδίασες, βρίσκεται να κάνεις κάτι άλλο που φαίνεται να ήρθε από το πουθενά. Και είναι ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνεις.

Γιατί πάλι δικό σου είναι, αλλά δεν ήρθε από το νου σου...αυτό το γραμμικό, υπολογιστικό κομμάτι που ονομάζεις "εαυτό σου".

Αλήθεια, πόσο ευέλικτοι είμαστε; Πόσο πρόθυμοι να παρατηρούμε τη ζωή, να ρέουμε μαζί της αντί κόντρα σε αυτήν; Οι ερωτήσεις μου είναι ρητορικές...τις απαντάει ο καθένας μας με ειλικρίνεια, μόνο στον Εαυτό του!

Πολύ λίγα από αυτά που σχεδιάζεις θα γίνονται έτσι όπως τα σκέφτηκες. Και έτσι πρέπει να γίνει... Πρέπει να συνεχίσεις ν' απογοητεύεσαι, να πέφτεις και να σηκώνεσαι, να πονάς και να παραιτείσαι, μετά να ξανασηκώνεσαι, μέχρι να κουραστείς να κάνεις τους ίδιους κύκλους, ξανά και ξανά, χωρίς τίποτα ουσιαστικό ν' αλλάζει.

Για όσο χρειαστεί...για όσο επιλέξεις, για όσο θέλεις να σπαταλάς την ενέργειά σου σε πύργους που χτίζεις στην άμμο, ελπίζοντας πως δεν θα τους παρασύρει η θάλασσα που αναπόφευκτα θα έρθει με ορμή στην ακτή...εκεί που παίζεις, ονειρεύεσαι και πλανάσαι.

Όταν αρχίσεις όμως να αντιλαμβάνεσαι τη θεϊκή τάξη πίσω από το χάος που δημιούργησες εν αγνοία σου, όταν αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι την απόλυτη συγχρονικότητα που διέπει τη φαινομενική "τύχη", "μοίρα" και ό,τι άλλο η εκπαίδευσή σου σε έχει μάθει, τότε δεν υπάρχει πια περίπτωση να επιστρέψεις.

Συμφωνώ πως χρειάζεται τεράστια δύναμη, ακλόνητη θέληση, απίστευτη πειθαρχία για να το κάνεις...αν ήταν απλό, σίγουρα δεν θα χρειαζόταν να σου το λέω, να σου το υπενθυμίζω.

Δεν είναι κάτι που θα συναντήσεις στους κόσμους που κυκλοφορείς, στα πρόσωπα των ανθρώπων που έχεις επιλέξει να έχεις γύρω σου. Δεν είναι κάτι που έμαθες στο σχολείο, που συζητείται στα καφέ που συχνάζεις, στις παρέες που διατηρείς.

Πουλάει το εύκολο, το συνηθισμένο, το βολικό. Δεν πουλάει το δύσκολο, η αλήθεια, η φανέρωση του εαυτού σου δεν γίνεται με τις φίλους/ες σου ή στους σοφούς που αναζητάς. Όλη η σοφία βρίσκεται κρυμμένη στα έγκατα της ψυχής σου...εκεί όπου φοβάσαι να βρεθείς...και δεν ξέρεις και πώς να το κάνεις.

Δίκιο έχεις....δεν το τολμά αυτό κανείς μόνος του. Είναι εύκολο να χαθείς στους λαβυρίνθους της πλάνης, των αληθοφανών ψευδαισθήσεων. Κάθε μονοπάτι, μπορεί να σε οδηγήσει ακόμα πιο κοντά στο στόμα του λύκου, να δημιουργήσει ακόμα περισσότερες ψευδαισθήσεις, χωρίς να έχεις κανένα τρόπο να τις αντιληφθείς.

Μην υποτιμάς όμως τη δύναμη της δικής σου βούλησης. Φτάνει να το θέλεις...πολύ, όσο τίποτα άλλο. Φτάνει να πεις μια αποκαλυπτική μέρα στον εαυτό σου: "Φτάνει πια! Ή θα ζήσω, ουσιαστικά, μοναδικά, δημιουργικά ή θα πεθάνω. Δεν θέλω αυτή τη ζωή πια"! Γιατί μόνο όταν "πεθαίνεις" είσαι έτοιμος να ζήσεις.

Πριν από αυτό, νομίζεις πως ελέγχεις. Νομίζεις πως κρατάς τα ινία της ζωής σου. Νομίζεις πως θα έρθει κάποιος να σε σηκώσει και να σε ανυψώσει εκεί που ονειρεύεσαι να πας. Αλλά δεν συμβαίνει...δεν θα συμβεί ποτέ! Ολόκληρη η πλάση περιμένει εσένα. Η ζωή σου εξαρτάται μόνο από σένα. Όλα βρίσκονται ήδη εδώ, σε αναμονή, της δικής σου μεγαλόπρεπης βούλησης.

Και τότε θα σου δοθεί! Θα έρθει η καθοδήγηση που χρειάζεσαι. Θα φανερωθεί ο δρόμος που χρόνια ψάχνεις αλλά φαίνεται να έχει χαθεί. Όχι πιο πριν!

Γιατί, όλα πρέπει να ανατραπούν. Τα πάντα θα αλλάξουν πρόσωπο. Οι έννοιες θα μπερδευτούν και η ναυτία που θα αισθανθείς θα είναι μεγάλη, καθηλωτική. Η σύγχυση του νου θα σε αφήσει στο κενό, να αιωρείσαι χωρίς να μπορείς να σταθείς στέρεα πουθενά. Και χρειάζεται να αντέξεις.

Χρειάζεται να εμπιστευτείς το χέρι που σου έχει δοθεί, για να ταξιδέψετε μαζί, για να αντέξει τον πόνο μαζί σου, για να διώχνει τα τέρατα που απειλούν να κυριεύσουν και πάλι το νου σου.

Ξέρω...θα με αγνοήσεις...δεν είναι ώρα ακόμα. Θα το βρεις αυτό μπροστά σου, μόνο όταν το χρειαστείς. Είναι εκπληκτικό πως τα πάντα γίνονται ακριβώς όταν πρέπει, όταν τα επιλέξεις, έτσι όπως τα βλέπεις.

Εκεί που νομίζεις πως θα κάνεις κάτι που σχεδίασες, βρίσκεται να κάνεις κάτι άλλο που φαίνεται να ήρθε από το πουθενά. Και είναι ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνεις.

Γιατί πάλι δικό σου είναι, αλλά δεν ήρθε από το νου σου...αυτό το γραμμικό, υπολογιστικό κομμάτι που ονομάζεις "εαυτό σου"...

Κατευθύνετε τη συγκέντρωσή σας

Ανά πάσα στιγμή η ροή των σκέψεων και των συναισθημάτων, των αισθήσεων και των επιθυμιών σας, καθώς και οι συνειδητές και ασυνείδητες διαδικασίες πλάθουν το νευρικό σας σύστημα όπως ακριβώς το νερό που λαξεύει σταδιακά αυλάκια και τελικά δημιουργεί χαντάκια στην πλαγιά ενός λόφου. Ο εγκέφαλός σας αλλάζει συνεχώς τη δομή του. Το ερώτημα όμως είναι: αυτό συμβαίνει προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο;
 
Συγκεκριμένα, εξαιτίας της λεγόμενης «νευροπλαστικότητας εξαρτώμενης από την εμπειρία», οτιδήποτε σας τραβά την προσοχή έχει την ιδιαίτερη δύναμη να αλλάζει τον εγκέφαλό σας. Η προσοχή μοιάζει με τον συνδυασμό ενός προβολέα και μιας ηλεκτρικής σκούπας: φωτίζει το σημείο στο οποίο εστιάζει και στη συνέχεια εκείνο απορροφάται από τον εγκέφαλό σας – και κατά συνέπεια από τον εαυτό σας.
 
Επομένως, ο έλεγχος της προσοχής σας – δηλαδή η ικανότητα να την εστιάζετε όπου εσείς θέλετε και να τη διατηρείτε εκεί, καθώς και το να την απομακρύνετε από οτιδήποτε ενοχλητικό ή άσκοπο (για παράδειγμα από επαναλαμβανόμενες αγχώδεις σκέψεις, εσωτερική γκρίνια ή αυτοκριτική) – αποτελεί το θεμέλιο της αλλαγής του εγκεφάλου σας και άρα της ζωής σας προς το καλύτερο.
Όπως είχε πει και ο σπουδαίος ψυχολόγος William James έναν αιώνα πριν «Η εκπαίδευση της προσοχής, θα μπορούσε να αποτελέσει την κατ’ εξοχήν εκπαίδευση».
Για να έχουμε όμως καλύτερο έλεγχο της προσοχής μας, να αποκτήσουμε ενσυνειδητότητα και ικανότητα συγκέντρωσης, πρέπει να ξεπεράσουμε ορισμένες προκλήσεις. Οι πρόγονοί μας, προκειμένου να επιβιώσουν εξελίχθηκαν ώστε να ανταποκρίνονται στα ερεθίσματα και να αποσπώνται πιο εύκολα κάνοντας συνεχή έλεγχο τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον ψάχνοντας για ευκαιρίες και απειλές, «επιβράβευση και τιμωρία». Υπάρχει επίσης ένα φυσικό εύρος ιδιοσυγκρασίας, το οποίο κυμαίνεται από τις πιο συγκεντρωμένες και προσεκτικές «χελώνες» μέχρι τους περιπετειώδεις «λαγούς» με την εύκολη διάσπαση προσοχής. Οι δυσάρεστες εμπειρίες – ειδικά οι τραυματικές – εκπαιδεύουν τον εγκέφαλο να βρίσκεται σε εγρήγορση και την προσοχή να μεταπηδά από το ένα πράγμα στο άλλο. Και ο σύγχρονος πολιτισμός μάς έχει συνηθίσει στο να δεχόμαστε έντονα ερεθίσματα, οπότε οτιδήποτε λιγότερο – όπως απλώς η αίσθηση της αναπνοής – μας φαίνεται ανούσιο, βαρετό ή απογοητευτικό.
 
Αν θέλετε να ξεπεράσετε αυτές τις προκλήσεις, θα σας βοηθήσει το να καλλιεργήσετε ορισμένους νευρολογικούς παράγοντες που αφορούν την προσοχή, ουσιαστικά δηλαδή να κάνετε τον εγκέφαλό σας σύμμαχο προκειμένου να σας βοηθήσει να αποκτήσετε καλύτερο έλεγχο στο πού στοχεύετε την προσοχή σας.

Η λειτουργία της Ενδοβολής και ο ρόλος της

Τι είναι οι μηχανισμοί άμυνας; Ως άνθρωπος χρησιμοποιώ μια πληθώρα από τεχνικές ή μηχανισμούς για να χειριστώ το περιβάλλον μου, να μειώσω την εσωτερική ένταση που δημιουργεί η σύγκρουση μαζί του και να προστατεύσω τελικά τον εαυτό μου από τις δυσάρεστες εμπειρίες. Οι ψυχικοί αυτοί μηχανισμοί άμυνας, που είναι τις περισσότερες φορές ασυνείδητοι, λειτουργούν για να ανακουφιστεί το άγχος μου και να ελέγξω τις συγκρούσεις που βιώνω εξαιτίας των αντιθέσεων που δημιουργούνται ανάμεσα στις κοινωνικές επιταγές και τις ατομικές μου ανάγκες.

Μηχανισμοί άμυνας στην ψυχοθεραπευτική προσέγγιση Gestalt


O Perls αρχικά είχε κάνει λόγο για τα «εμπόδια στην επαφή», που αργότερα μετονομάστηκαν σε «τρόπους επαφής», δηλώνοντας έτσι την διττή φύση τους, καθώς μπορεί να δυσχεραίνουν την επαφή, αλλά μπορεί και να την διευκολύνουν. Στην Gestalt λοιπόν οι μηχανισμοί άμυνας είναι η Συμβολή, η Ενδοβολή, η Προβολή, η Ανάκλαση, η Αναστροφή και ο Εγωτισμός. Στο άρθρο αυτό θα αναλύσω τη λειτουργία ενός από αυτούς τους μηχανισμούς, τον μηχανισμό της Ενδοβολής, και το ρόλο του στη ζωή των ανθρώπων.
 

Τι είναι Ενδοβολή

Ο μηχανισμός με τον οποίο υιοθετώ πρότυπα, συνήθειες και τρόπους σκέψης που δεν είναι πραγματικά δικές μου ονομάζεται Ενδοβολή. Οι αναφομοίωτες συνήθειες και οι αναφομοίωτοι τρόποι ενέργειας-αίσθησης-αξιολόγησης ονομάζονται Ενδοβολές.
Σύμφωνα με τον Perls (1969) η Ενδοβολή ως αμυντικός μηχανισμός ευθύνεται για όλα όσα δέχομαι τυφλά, για όλα όσα καταπίνω αμάσητα, χωρίς να τα κατανοήσω και άρα χωρίς να τα χωνέψω. Πρόκειται για έναν μηχανισμό ενσωμάτωσης ξένων σωμάτων μέσα μου με αποτέλεσμα να χάνω τα όρια του εαυτού μου σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Τα «πρέπει» που έχω αποδεχτεί χωρίς να τα έχω επεξεργαστεί εναντιώνονται στα «θέλω» μου.

Επιπλέον, σύμφωνα με την O’Leary (1992) η ανεπιφύλακτη, η χωρίς σκέψη αποδοχή της συμπεριφοράς και των ιδεών σημαντικών άλλων προσώπων εμποδίζει την ανάπτυξη των ανθρώπων. Το πεδίο έκφρασης του αυθορμητισμού περιορίζεται, η εξάσκηση της κριτικής σκέψης λογοκρίνεται προς όφελος της δίχως όρια αποδοχής ξένων αναπαραστάσεων, ιδεών, αξιών και στερεοτύπων.

Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι οι διαφημίσεις επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την τάση μου να ενδοβάλω πληροφορίες και συνήθειες και να τις κάνω μέρος της ζωής μου χωρίς πρώτα να τις κρίνω.

Η θετική πλευρά της Ενδοβολής


Οι περισσότερες Ενδοβολές είναι χρήσιμες και βοηθούν στην επιβίωσή μας. Για παράδειγμα, ένα παιδί γνωρίζει ότι δεν πρέπει να πέσει από τον πέμπτο όροφο, όχι γιατί το ίδιο το έχει δοκιμάσει, αλλά γιατί είναι μία Ενδοβολή που του έχουν περάσει οι γονείς του. Σε παραδείγματα όπως το παραπάνω, είναι φανερό ότι ο μηχανισμός αυτός συμβάλλει στην ανθρώπινη επιβίωση. Αν το σκεφτείτε, υπάρχουν πάρα πολλές Ενδοβολές από την παιδική ηλικία, όπως το να κοιτάω δεξιά και αριστερά πριν περάσω απέναντι στο δρόμο, να μη βάζω το χέρι στο μάτι της κουζίνας, να μην πηδάω από μεγάλο ύψος, κτλ.

Στην ενήλικη ζωή ένα παράδειγμα στο οποίο κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει την Ενδοβολή για χρήσιμο σκοπό είναι ένας φοιτητής που πρέπει να εξεταστεί σε ένα ανιαρό μάθημα και διαβάζει ένα βράδυ πριν την εξέταση. Έχει εύλογη αιτία για αυτό που κάνει. Αν όμως πιστεύει ότι έχει μάθει πραγματικά κάτι από την ύλη, θα βρεθεί προ εκπλήξεως αν μετά από 6 μήνες εξεταστεί στο ίδιο θέμα, καθώς μέχρι τότε θα έχει ξεχάσει τα περισσότερα από αυτά που «έμαθε». Η Ενδοβολή λοιπόν, πάρα πολύ συχνά χρησιμοποιείται με υγιή τρόπο.

Η αρνητική πλευρά της Ενδοβολής


Στην Gestalt συνηθίζεται η αντιστοίχιση της Ενδοβολής με τη διαδικασία της κατάποσης και της πέψης. Ο ανθρώπινος οργανισμός αναπτύσσεται και διατηρείται στη ζωή όχι καταναλώνοντας ολόκληρες τις τροφές του, αλλά επεξεργαζόμενος αυτές με τη μάσηση – κατάποση – αποσύνθεση- χώνεψη- διάσπαση των τροφών σε χημικά στοιχεία χρήσιμα για την καλή λειτουργία του οργανισμού. Αντίθετα, η τροφή που καταναλώνεται ολόκληρη, δεν αφομοιώνεται, πέφτει βαριά στο στομάχι και θέλει να αποβληθεί από τον οργανισμό. Η διαδικασία της πέψης δεν επιτυγχάνεται και ο οργανισμός υποφέρει από πόνους στο στομάχι. Έτσι, όταν ενδοβάλω ιδέες άκριτα χωρίς να τις αφομοιώσω, κάποια στιγμή εμφανίζω αρνητικά συμπτώματα, «στομαχόπονους».

Η Ενδοβολή ξεκινά από την παιδική ηλικία. Τα παιδιά δοκιμάζουν οτιδήποτε υπάρχει στο περιβάλλον τους που το αντιλαμβάνονται ως μη επιβλαβές. Ρουφούν σαν σφουγγάρια πολλά ερεθίσματα, καθώς εξερευνούν τον κόσμο. Διάφοροι θεσμοί, όπως η οικογένεια, το σχολείο, η εκκλησία προσπαθούν να μάθουν στα παιδιά πράγματα που ουσιαστικά τα ίδια απορρίπτουν. Η ομαλή κοινωνικοποίηση συχνά προϋποθέτει τη διαθεσιμότητα του παιδιού να ενδοβάλει κοινωνικές νόρμες, κώδικες, θεσμούς και παραδόσεις που συχνά συγκρούονται με τις πραγματικές του ανάγκες με αποτέλεσμα να χάνει την αυθεντικότητά του.

Αν και είναι προετοιμασμένα τα παιδιά από τη φύση τους να αντεπεξέρχονται στις δυσκολίες και να επιβιώνουν, εντούτοις υιοθετούν τον μηχανισμό της Ενδοβολής προκειμένου να αποφύγουν τη σύγκρουση με σημαντικούς άλλους, όπως είναι οι γονείς. Ασφαλώς έχουν την επιλογή να αποβάλλουν την αμάσητη πληροφορία που τους επιβάλλεται. Προκειμένου όμως να γίνουν αποδεκτά συχνά μπορεί να απαρνιούνται τις επιθυμίες τους, πριν καλά-καλά τις γνωρίσουν.

Αντικρουόμενες ενδοβολές

Όταν κάνω Ενδοβολές κινδυνεύω να μη μπορέσω να αναπτύξω την προσωπικότητά μου, γιατί είμαι πολύ απασχολημένος με το να σπαταλάω ενέργεια για να διατηρήσω τα ξένα σώματα που έχω ενδοβάλει.
Επίσης, η Ενδοβολή συμβάλλει στην αποσύνθεση της πραγματικότητας. Αν καταπιώ ολόκληρες δύο ασυμβίβαστες μεταξύ τους ιδέες μπορεί να γίνω κομμάτια στη διαδικασία προσπάθειας να τις συμβιβάσω μεταξύ τους. Για παράδειγμα, η κοινωνία διδάσκει από την παιδική ηλικία δύο στάσεις ζωής που μεταξύ τους είναι αντιφατικές. Από τη μία είναι ο κανόνας «Να φέρεσαι στους όπως θέλεις να σου φερθούν». Στην αντίθετη όχθη είναι ο κανόνας «Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό». Αν ενδοβάλω και τους δύο αυτούς κανόνες, θα προσπαθώ να είμαι ευγενικός και καλόβουλος και συγχρόνως αδικαιολόγητα επιθετικός. Θα αγαπάω τον γείτονα, αλλά την ίδια στιγμή δε θα τον εμπιστεύομαι ούτε λεπτό.

Από τη στιγμή λοιπόν που ενδοβάλω αντικρουόμενες μεταξύ τους απόψεις, η προσωπικότητά μου γίνεται πεδίο μάχης. Η εσωτερική αυτή μάχη οδηγεί σε στασιμότητα της προσωπικότητας, η οποία δυσκολεύεται να εξελιχθεί.

Συμπέρασμα για το μηχανισμό της ενδοβολής


Κλείνοντας, είναι φανερό ότι ο μηχανισμός της Ενδοβολής μπορεί να έχει θετική επίδραση διευκολύνοντας την επαφή με το περιβάλλον, ή να επιδρά αρνητικά δημιουργώντας εμπόδια. Σίγουρα όμως έχει κάποιο λόγο ύπαρξης και το σημαντικό είναι να είμαστε σε επαφή με τον μηχανισμό, να παρατηρούμε τον εαυτό μας, να έχουμε επίγνωση των «ξένων κομματιών» μας, να κάνουμε επιλογή του τι κρατάμε και του τι μας ταιριάζει, να αποβάλλουμε ό,τι δεν μας εκφράζει και είναι αναφομοίωτο και να αφήνουμε τον μηχανισμό να εκτελέσει το μέρος της λειτουργίας του που είναι υγιές για τη ζωή μας.

Έρμαν Έσσε: Καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο, μα κάθε άνθρωπος μπορεί να εξηγήσει μόνο τον εαυτό του

Η ζωή κάθε ανθρώπου είναι ένας δρόμος προς τον εαυτό του, το πρόπλασμα ενός δρόμου, το προσχέδιο ενός μονοπατιού.

Κανένας άνθρωπος δεν έφτασε να είναι εντελώς ο εαυτός του, ωστόσο, οι πάντες φιλοδοξούν να το κατορθώσουν, άλλοι στα τυφλά, άλλοι µε περισσότερο φως, ο καθένας όπως μπορεί.

Όλοι μας ως το τέλος της ζωής μας κουβαλάμε τα υπολείμματα από τη γέννησή μας, τις μεμβράνες και το κέλυφος από τ’ αυγό ενός αρχέγονου κόσμου.

Πολλοί δεν καταφέρνουν ποτέ να γίνουν άνθρωποι.

Παραμένουν βάτραχοι, σαύρες, μυρμήγκια.

Πολλοί είναι άνθρωποι από τη μέση κι απάνω και ψάρια από τη μέση και κάτω.

Ο καθένας, ωστόσο, αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια της φύσης να δημιουργήσει μια ανθρώπινη ύπαρξη.

Οι ρίζες μας είναι κοινές. Όλοι προερχόμαστε από την ίδια μήτρα.

Το κάθε άτομο ξεπετιέται από την ίδια άβυσσο, αγωνίζεται να πετύχει το σκοπό του.

Καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο, μα κάθε άνθρωπος μπορεί να εξηγήσει μόνο τον εαυτό του.
 
Έρμαν Έσσε, Σιντάρτα: Ένα Ινδικό παραμύθι

Ονειροναύτες: Οι “Ταξιδευτές” των Ονείρων

Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι όταν ονειρευόμαστε μπορούμε να βρεθούμε σε όποια πραγματικότητα θελήσουμε. Όμως στην ουσία δεν έχουμε κανένα έλεγχο πάνω στα όνειρά μας, και καταλήγουμε να γινόμαστε θεατές σε αυτή την «περιπλάνηση» στους κόσμους των Ονείρων. Υπάρχει η πιθανότητα όμως να μπορέσουμε να αποκτήσουμε τον έλεγχο των ονείρων μας, να γίνουμε Ονειροναύτες σε μία αναζήτηση των μυστικών που κρύβουν αυτές οι ονειρικές πραγματικότητες, όπως είναι η πρόγνωση και η αποκάλυψη γεγονότων, αλλά και η σύνδεση με τον κόσμο των πνευμάτων; Φαίνεται πως ναι, αφού τα όνειρα και η υπερβατική αναζήτηση των κόσμων τους είναι ένα ζήτημα που διεγείρει τον ανθρώπινο νου από τις απαρχές των Πολιτισμών μας.

«Μέσα στον ύπνο, η φαντασία παίρνει την μορφή των Ονείρων. Αλλά και στην ζωή, συνεχίζουμε να ονειρευόμαστε πέρα από το κατώφλι της συνειδητότητας…» -Carl Jung

Ονειροναύτες: Η Αρχαία Γνώση των Ονείρων και το Φωτεινό Ονείρεμα

Οι Αρχαίοι Πολιτισμοί του κόσμου μας λάτρευαν να αναζητούν τα μυστικά των Ονείρων και ανέπτυξαν την τέχνη του Φωτεινού Ονειρέματος, που είναι η τεχνική που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα για την υπερβατική εξερεύνηση του Ονείρου. Η Πρώτη γνωστή καταγραφή Φωτεινού Ονειρέματος χρονολογείται πριν το 1000 Π.Χ από τις Ουπανισάδες, την Ινδουιστική παράδοση Πνευματικών μαθημάτων, Φιλοσοφίας και διδαχών. Η Τάντρα είναι επίσης ένα Ινδουιστικό μονοπάτι που περιγράφει τον καλύτερο τρόπο για την απόκτηση συνειδητότητας μέσα στο όνειρο και τις οραματικές καταστάσεις του ύπνου.

Στην Δύση η έννοια του Φωτεινού Ονειρέματος είναι τόσο παλιά όσο οι αρχαιότεροι πολιτισμοί. Τα Όνειρα είχαν μία περίοπη θέση στην Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία: Ο Σωκράτης, ο Πλάτων αλλά και ο Αριστοτέλης ανέθεταν τις αναζητήσεις πάνω στην φύση της Πραγματικότητας μέσα από τις νυχτερινές Ονειρικές περιπλανήσεις. Το Φωτεινό Ονείρεμα περιγράφηκε από τον Αριστοτέλη (350 Π.Χ) στην μελέτη του «Περί Ύπνου και Εγρηγορήσεως»

Στην Αρχαία Ελλάδα επίσης τα όνειρα είχαν και θεραπευτικές ιδιότητες, αφού εκείνος που ασθενούσε μπορούσε να πάει στον ιερό χώρο και μέσα από την διαδικασία της Εγκοιμήσεως μέσα από το προγνωστικό όνειρό του να βρει τον κατάλληλο τρόπο θεραπείας. Η διαδικασία επαναλαμβανόταν για αρκετές ημέρες, ώσπου τελικά ο άνθρωπος να «δει» την θεραπεία μέσα από το όνειρό του. Βέβαια σε όλους τους αρχαίους Πολιτισμούς, συμπεριλαμβανομένου και του Ελληνικού, τα όνειρα έχουν μία διττή σημασία και μπορούσαν να παραπλανήσουν τον Ονειρευτή, παρέχοντάς του ψεύτικα είδωλα και σκεπτομορφές ή και αληθινές προγνώσεις και συμβολισμούς για την πνευματική πορεία του αλλά και την πορεία στη ζωή. Στα Ονειρομαντεία που ήταν φτιαγμένα για Ονειρική πρόγνωση όπως αυτά του Αμφιαράου και του Τροφώνιου, ο αιτούμενος έπειτα από νηστεία και αυθυποβολή έβγαζε τον χρησμό και περίμενε την απάντηση μέσα από το όνειρο.

Ο Πυθαγορισμός δίνει επίσης βαρύτητα στα όνειρα, αφού μέσα από ηχητικά ερεθίσματα πριν το όνειρο, την απαιτούμενη διατροφή και την αναδρομή στις πράξεις της ημέρας (Τι έκανα σωστά σήμερα, τι έκανα λάθος, σε ποιούς ήμουν ευγενικός, ποιούς αδίκησα κλπ) επιχειρούσαν να βιώσουν αποκαλυπτικά όνειρα.

Ο Ναγουαλισμός στην Λατινική Αμερική επίσης αναζητά τα μυστικά των Ονείρων μέσα από την δράση του Τονάλ και του Ναγουάλ. Ο Ναγουαλισμός που ερευνά την τέχνη του ύπνου παραδίδει την απλή εξήγηση για το Φωτεινό Ονείρεμα: Όταν ονειρευόμαστε, το Τονάλ και το Ναγουάλ ενώνονται και δημιουργούν ένα ενιαίο Ενεργειακό σώμα. Όταν σχηματίζεται αυτό το σώμα φτάνουμε στην κατάσταση που είναι γνωστή ως temixoch, δηλαδή ένα Φωτεινό Όνειρο το οποίο μπορούμε να ελέγξουμε κατά βούληση. Σε αυτή την κατάσταση μπορούμε να βρεθούμε και σε φάση εγρήγορσης, μεταστρέφοντας την κατάσταση της συνειδητότητάς μας, ενώνοντας το Τονάλ (Κατάσταση Εγρήγορσης) και το Ναγουάλ (Κατάσταση Ύπνου/ Ονειρική Κατάσταση) ερχόμενοι σε μία κατάσταση κατά την οποία βρισκόμαστε ανάμεσα στον ύπνο και τον ξύπνιο. Αυτή η διαδικασία μας επιτρέπει να παρατηρήσουμε μία διαφορετική πραγματικότητα – άληλ ενέργεια – τα πνεύματα των Κόσμων, τον κάτω κόσμο αλλά και το μέλλον.

Αφού καταφέρουμε να ελέγξουμε πλήρως τα Όνειρά μας θα μπορέσουμε έτσι να πάμε ένα βήμα παρακάτω έτσι ώστε να γίνουμε πραγματικοί Ονειροναύτες: Να εισχωρήσουμε στο Συλλογικό Όνειρο αλλά και τα όνειρα των άλλων, επηρεάζοντας αυτό που αποκαλούμε πραγματικότητα. Σε αυτό το στάδιο αναπτύσσονται νέες ικανότητες: Προφητικά όνειρα, Επανάληψη του ίδιου ονείρου κατά βούληση, επαναφορά του Ονειρικού σώματος, και το μεγαλύτερο παράδοξο επίτευγμα που κατορθώνουν οι Ονειροναύτες: Την κατάσταση ύπνου χωρίς να κοιμόμαστε, κάτι που επιφέρει την υπέρτατη δύναμη και τον απόλυτο έλεγχο στους Κόσμους των Ονείρων. Όπως ανέφερε και ένας Ναγουάλ: «Δεν χρειάζεσαι Διδάσκαλο, χρειάζεσαι ένα Όνειρο. Και όταν κατορθώσεις να βλέπεις το ίδιο όνειρο κάθε νύχτα, τότε θα μπορέσεις να αλλάξεις την Πραγματικότητα όποτε το θελήσεις...»

Οι Ονειροναύτες και Το Φωτεινό Ονείρεμα στον Σύγχρονο Κόσμο

Στην σύγχρονη εποχή και με τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει ο Πολιτισμός μας, η έρευνα για τους Κόσμους των Ονείρων γίνεται με διαφορετική και πιο σύγχρονη προσέγγιση, επιτρέποντας ίσως στον άνθρωπο να παρακάμψει μερικώς τις πνευματικές πρακτικές, αν και δίχως αυτές είναι πρακτικά αδύνατο να επιτύχεις να τελειοποιήσεις τις τεχνικές που χρησιμοποιούν οι Ονειροναύτες. Κάπως έτσι όμως μέσα από τις τεχνολογικές ανακαλύψεις δημιουργήθηκαν «μηχανές» που επιτρέπουν ή επιταχύνουν το Φωτεινό Ονείρεμα.
 
Η Πρώτη τέτοια μηχανή Φωτεινού Ονειρέματος δημιουργήθηκε το 1983 από τον Άγγλο Ψυχολόγο Keith Hearne, και έκτοτε έχουν υπάρξει αρκετές προσπάθειες για την δημιουργία αυτών των μηχανών. Ίσως σύντομα να έχουμε μηχανήματα που θα ερεθίζουν κατάλληλα το Νου, έτσι ώστε να επέρχεται το Φωτεινό Ονείρεμα οποτεδήποτε το θελήσουμε, αλλά και συσκευές που θα μας επιτρέπουν να καταγράφουμε τα όνειρά μας αλλά και να επικοινωνούμε με άλλους κόσμους. Αυτές οι τεχνολογίες δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμη, όμως ας δούμε μερικές από τις τεχνολογικές προσπάθειες που ήδη υπάρχουν για την υποβοήθηση του Φωτεινού Ονειρέματος:

Μάσκες Ύπνου, Καταγραφή και Διαμοιρασμός Ονείρων

Η Μάσκα ύπνου Mindfold σχεδιάστηκε από τον Οραματιστή Καλλιτέχνη Alex Grey και επιτρέπει το απόλυτο σκοτάδι ακόμα και με ανοιχτά μάτια. Βοηθά στην χαλάρωση και την επιτάχυνση του ύπνου, όμως αρκετοί άνθρωποι την χρησιμοποιούν για να παρατηρήσουν Οραματισμούς στο σκοτάδι κατά την διάρκεια Σαμανικών πρακτικών. Η μάσκα Glo Sleep είναι μία μάσκα υπνικής θεραπείας και επιτρέπει όλα όσα επιτρέπει η Mindfold αλλά ενεργοποιεί και τα κέντρα του ύπνου μέσα από ένα φως που ανάβει για 30 δευτερόλεπτα κάτι που επιφέρει γρηγορότερα την συγκέντρωση για τον οραματισμό πριν το φωτεινό Ονείρεμα.

Υπάρχουν επίσης μία σειρά από Apps για Φωτεινό Ονείρεμα, που ο καθένας μπορεί να «κατεβάσει» στο smartphone του. Το Awoken και το Lucidity είναι δύο Android Εφαρμογές και υπάρχουν και δύο ακόμη, το Lucid Dreamer και το DreamZ για το iPhone. Αυτές οι Εφαρμογές παρέχουν ηχητικές υποβοηθήσεις, όπως αμφιωτικούς τόνους που βοηθούν στην νοητική διέγερση, Ελέγχους πραγματικότητας, ειδοποιήσεις και άλλες πρακτικές εφαρμογές που βοηθούν το άτομο να καταγράψει και να αναλύσει τα όνειρά του. Μία από τις πλέον συναρπαστικές εφαρμογές για κινητά είναι το Shadow, που είναι μέρος ενός project για την δημιουργία της μεγαλύτερης Ονειρικής Βάσης δεδομένων με σκοπό την ευρεία ανάλυση. Σύμφωνα με τον Ιδρυτή Hunter Lee Soik, όταν συνδυαστούν όλες οι Ονειρικές αναλύσεις ανά τον κόσμο η ομάδα του μπορεί να ανακαλύψει νέα δεδομένα για την φύση των ονείρων μας μέσα από τα Ονειρικά μοτίβα του Συλλογικού Ασυνείδητου.

Μία ομάδα από Ιάπωνες επιστήμονες στο Kyoto έχουν ήδη δημιουργήσει την τεχνολογία για την Καταγραφή Ονείρων. Χρησιμοποιώντας μία μηχανή MRI, ένα υπολογιστικό μοντέλο αλλά και χιλιάδες εικόνες από το Διαδίκτυο κατόρθωσαν να καταγράψουν τα νευρολογικά μοτίβα ανθρώπων που ήταν σε κατάσταση ύπνου, αλλά και να ερμηνεύσουν αυτά τα μοτίβα με ποσοστό επιτυχίας 60% ως τώρα. Πρόκειται για μία μελέτη σε πρώιμο στάδιο, όμως η τεχνολογία που εξαπλώνεται συνεχώς δίνει τις ελπίδες για την σωστή καταγραφή των ονείρων μας έτσι ώστε μπορούμε να τα αναλύσουμε διεξοδικότερα.

Ο Ερευνητής Φωτεινών Ονείρων Daniel Oldis έγραψε ένα εξαιρετικό άρθρο σχετικά με το πως σύντομα θα μπορούμε να καταγράφουμε αλλά και να διαμοιράζουμε τα όνειρά μας – γιατί η τεχνολογία για κάτι τέτοιο ήδη υπάρχει. Περιγράφει μία συσκευή που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικούς αισθητήρες που τοποθετούνται πάνω από τα όργανα της φωνής και της ομιλίας μας που καταγράφουν αυτά που λέμε στα όνειρά μας. Επιπλέον η τεχνολογία αναγνώρισης κίνησης του σώματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί (και να αναδομήσει) τις Ονειρικές κινήσεις μας μέσα από ένα αισθητήρα που αναγνωρίζει κάθε κίνηση. Συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω ο Oldis θεωρεί πως θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε πολυαισθητικά βίντεο από τις Ονειρικές περιπλανήσεις μας. Όταν οι διαθέσιμες τεχνολογίες φτάσουν στο επιθυμητό επίπεδο, ίσως τότε να μπορέσουμε να φτάσουμε ένα βήμα πιο κοντά στο να γίνουμε και εμείς Ονειροναύτες, που θα περιπλανούνται και θα μεταστρέφουν την Ονειρική (και όχι μόνο) πραγματικότητα σύμφωνα με την θέλησή μας…

Δεν αξίζει να ξοδεύεσαι στα «πρέπει» κανενός

Ό,τι κι αν συμβαίνει πάρε μια ανάσα. Κάνε το συνειδητά και μείνε στη στιγμή. Εκεί ξεκινούν και τελειώνουν όλα. Εκεί ξεκινά η ζωή, κάπως έτσι σβήνει και κάπως έτσι γεννιέται ξανά μια νέα. Υπάρχουν δύο μαγικές στιγμές – δώρα στο πέρασμά μας αυτό, τα οποία μοιραία μας προσφέρονται.

Το πρώτο είναι η γέννηση και το δεύτερο είναι η προσωπική μας αναγέννηση όταν πια αντιληφθούμε ποιοι πραγματικά είμαστε, που θέλουμε να πάμε και με ποιους. Εν ολίγοις, η αληθινή ζωή αρχίζει όταν ξεκινήσουμε να μας ορίζουμε εμείς οι ίδιοι, όταν απελευθερωθούμε από περιοριστικές πεποιθήσεις που μας κρατούν πίσω και όταν συνειδητοποιήσουμε με ποιον τρόπο τελικά θέλουμε να τη ζήσουμε, να τη χαρούμε και να την απολαύσουμε.

Δε γνωρίζω καθόλου σε ποια φάση της ζωής σου βρίσκεσαι, αν έχεις οικογένεια, παιδιά, φίλη, ή φίλο, αν είσαι ζωγράφος, σεφ, αν σου αρέσουν τα μακαρόνια με κιμά, ή αν το αγαπημένο σου χρώμα είναι το κόκκινο. Δεν έχω ιδέα επίσης πως πίνεις το πρωί τον καφέ σου, σε ποια στάση κοιμάσαι, αν σου αρέσουν τα γρήγορα αυτοκίνητα και αγαπάς τα ψυχολογικά θρίλερ. Γνωρίζω όμως πως όπου και αν είσαι, ό,τι κι αν συμβαίνει τώρα στη ζωή σου, αξίζεις τα πάντα. Έχεις σοφία και γνώση, μια εμπειρία ετών να σε συνοδεύει και σίγουρα μια σημαντική εικόνα του ποιος είσαι, ποιος θες να γίνεις, που θες να πας και με ποιους. Εν ολίγοις, έχεις όνειρα, βλέψεις και στόχους. Και πολύ καλά κάνεις!

Γνωρίζω επίσης ότι έχεις πονέσει, έχεις δοκιμαστεί αρκετά, έχεις αδικήσει και έχεις αδικηθεί, έχεις μετανιώσει, έχεις συγχωρήσει, έχεις αγαπήσει. Ελπίζω και εύχομαι το τελευταίο να το έχεις λάβει και πίσω. Ελπίζω και εύχομαι επίσης να έχεις ερωτευτεί και να σε έχουν ερωτευτεί παράφορα! Πόσο μοναδικό και σπάνιο συναίσθημα… Σε όλα αυτά και άλλα τόσα είναι δεδομένο πως ουκ ολίγες φορές ένιωσες να χάνεις τον εαυτό σου, να σκορπίζεσαι, ακόμα και να κομματιάζεσαι. Είναι λογικό. Μάθε κάτι όμως… Το «κάρμα» είναι τα μαθήματα που χρωστάς και πάντα μαθαίνεις και μια ζωή ολόκληρη δε φτάνει για να μάθεις. Φτάνει;

Αν κάτι έως τώρα έμαθα προσωπικά από τα τόσα που έχω ζήσει και άλλα τόσα ακόμα που δεν έζησα -και μετανιώνω μόνο για αυτά- είναι πως για κανέναν και για τίποτα δεν αξίζει να ξοδεύεσαι σε υποθέσεις, σενάρια και καταστάσεις που ευνουχίζουν το μέσα σου. Δεν αξίζει να ξοδεύεσαι στα «πρέπει» κανενός και ούτε αξίζει να λες «ναι» στη θέση του «όχι». Δεν αξίζει επίσης να μπαίνεις στα παπούτσια του όποιου άλλου, όχι. Έχεις δικά σου και δεν αξίζει να ζεις εν τέλει με βάση τις προσδοκίες που εικάζεις ότι έχουν οι άλλοι για εσένα. Δεν είναι δικό σου θέμα αυτό. Τέλος, δεν αξίζει να ζεις μια ζωή που βαθιά μέσα σου ξέρεις ότι αλήθεια… δε σου αξίζει.

Μην αναβάλλεις τη ζωή σου για αύριο. Ξεκίνα «από Δευτέρα» διατροφή, ναι. Γαλλικά, ναι. Δίπλωμα οδήγησης, ναι. Όχι όμως τη ζωή σου «από Δευτέρα»… Τη ζωή σου τη φτιάχνεις, τη δημιουργείς και την επαναπροσδιορίζεις κάθε τώρα. Και ήδη το «τώρα» που έγραψα, είναι πια παρελθόν. Η ζωή σου είναι εσύ και εσύ είσαι πολύτιμος-η, όπως και η ζωή σου! Η επαναλαμβανόμενη αναβολή οδηγεί μαθηματικά στη ματαίωση, το ξέρεις. Αναβάλλεις τη ζωή σου; Πάτα pause και σκέψου το ξανά. Μαζί με εκείνη, αναβάλλεις την ευτυχία, το απολαμβάνειν, τις ποιότητες που θες και αξίζει να ζεις, αναβάλλεις εσένα.

Πόσο ακόμα θα το κάνεις αυτό με άλλοθι το «από Δευτέρα» γιατί κάτι σημαντικότερο προέκυψε; Τι χρειάζεται να συμβεί για να αλλάξεις οπτική; Πόσο ελκυστική είναι αλήθεια η ζωή σου; Τι θέλεις να αλλάξεις; Πάρε μια ανάσα. Ξέρεις τι; Μάλλον η αναβολή εμπεριέχει το φόβο της δύναμής σου. Μπροστά σε όποια αλλαγή γινόμαστε ξανά μωρά, αρχάριοι. Ίσως η οπτική του αρχάριου προσθέσει αξία από την άλλη αν το σκεφτείς… Μην κολλάς πουθενά… Μπορείς να ζήσεις μια ζωή που αξίζει να ζήσεις και έχεις επιλέξει. Την επιλέγεις;

Τι σημαίνει ελευθερία;

Αναμφισβήτητα, εμείς οι ίδιοι τοποθετούμε φραγμούς στο μυαλό μας. Και πολλές φορές αχρείαστα. Οχυρωνόμαστε με συρματοπλέγματα για να κρατήσουμε τους άλλους μακριά. Ξεχνάμε όμως, πως τα ίδια συρματοπλέγματα που χρησιμοποιούμε για να μη μπουν οι άλλοι μέσα, κρατάνε κι εμάς από το να βγούμε έξω.

Τι σημαίνει ελευθερία; Τι ορίζουμε ως ελευθερία; Ποιος είναι ελεύθερος; Ο Αριστοτέλης όρισε ως ελεύθερο άνθρωπο αυτόν που έχει ξεπεράσει τους φόβους του. Εμείς, τουλάχιστον στην πλειοψηφία μας, ορίζουμε ως ελεύθερο αυτόν που δεν βρίσκεται σε κάποια μορφή φυλακής. Αυτόν που δεν περιορίζεται πίσω από κάγκελα και συρματοπλέγματα. Τον «νομοταγή πολίτη». Αυτόν που συμμορφώνεται με νόμους και κανόνες και δεν παρανομεί.

Ή μάλλον, αυτόν που δεν τον έχουν πιάσει να παρανομεί. Γιατί κάπου εκεί έγκειται η διαφορά του «μέσα» και του «έξω». Κάποιους τους έπιασαν να παρανομούν, κάποιους άλλους όχι. Όχι ακόμα. Ποιον άλλο ορίζουμε ως ελεύθερο; Αυτόν που ζει σε μια ελεύθερη χώρα; Που δεν είναι υποδουλωμένος; Που δεν βρίσκεται σε πόλεμο;

Όλα αυτά αναφέρονται άμεσα και κατά βάση σε σωματικούς περιορισμούς. Ωστόσο, μια φυλακή δεν χρειάζεται απαραίτητα κάγκελα για να σε αιχμαλωτίσει. Μπορείς να είσαι παγιδευμένος με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Όπως είμαστε όλοι εμείς σήμερα στα σπίτια μας, μαχόμενοι έναν αόρατο αντίπαλο, μακριά από αγαπημένα πρόσωπα, πράγματα, δραστηριότητες, επ’ αόριστον.

Ή όπως δυστυχώς, σε διάφορα μήκη και πλάτη του πλανήτη, κάποιοι άνθρωποι, που κυρίως είναι γυναίκες, βρίσκονται φυλακισμένες στο ίδιο τους το σπίτι από καταπιεστικούς και κακοποιητικούς συζύγους ή συντρόφους. Κλειδωμένες, υπό καθεστώς απειλής και βίας, σωματικής, λεκτικής, σεξουαλικής, ανήμπορες να ελευθερωθούν από τα δεσμά τους. Και με τον καιρό η φυλακή τους από σωματική, μετατρέπεται κυρίως σε ψυχολογική.

Με το φόβο των συνεπειών για οποιαδήποτε απόπειρα απόδρασης ή έχοντας αποπειραθεί να ελευθερωθούν και έχοντας βιώσει κάποιες από τις επιπτώσεις, αποθαρρύνονται από κάποια μελλοντική προσπάθεια. Και να τους δινόταν η ευκαιρία να φύγουν, δεν θα το έκαναν. Ο φόβος, η τρομοκρατία, έχει ριζώσει στο κεφάλι τους και κρατάει δέσμιο το μυαλό τους. Αόρατα κάγκελα.

Πρώτα, πρέπει να βγάλεις τα κάγκελα της φυλακής από το κεφάλι σου. Έπειτα, το σώμα θα ακολουθήσει. Κι αυτό είναι το δύσκολο μέρος. Να είσαι παγιδευμένος, αλλά να βρεις έναν τρόπο να κρατήσεις το μυαλό σου ελεύθερο. Έχοντας εργαστεί στη φυλακή, αυτό ήταν κάτι που παρατηρούσα συχνά. Υπήρχαν κρατούμενοι που ενώ ήταν φυλακισμένοι σωματικά, το μυαλό τους ήταν ελεύθερο να ταξιδεύει, να ονειρεύεται, να επιθυμεί, να σχεδιάζει, να εύχεται, να επιζητά την ελευθερία, τη ζωή, το «έξω».

Και υπήρχαν άλλοι που ολοφάνερα είχαν χάσει και την ελευθερία του μυαλού τους. Σαν το μόνο που ήξεραν από τη ζωή να ήταν η φυλακή. (Η αλήθεια είναι πως αρκετοί κρατούμενοι περνούν τη μισή και πλέον από τη ζωή τους στη φυλακή, μεγαλώνουν μέσα σε αυτήν, κυριολεκτικά και μεταφορικά).
Όταν βρεθείς πίσω από τα κάγκελα αρχίζεις να ξεχνάς πως ήταν η ζωή χωρίς αυτά. Σταδιακά, αρχίζουν και ριζώνουν στο κεφάλι σου. Ο χρόνος παίζει σημαντικό ρόλο. Όσο μεγαλώνει το διάστημα που περνάει κανείς στη φυλακή, τόσο περισσότερο ιδρυματοποιείται. Αρχίζει και προσαρμόζεται στο περιβάλλον της φυλακής και υιοθετεί την κουλτούρα της.

Μια φυλακή, ιδίως όταν μετατοπίζεται από το σώμα στο μυαλό, δεν σε περιορίζει απλώς στο να κινείσαι ελεύθερα και να πράττεις αυτοβούλως. Περιορίζει κι άλλα πράγματα. Προοδευτικά, πλήττει τον τρόπο σκέψης σου. Αρχίζεις να παρατηρείς πως δεν μπορείς να σκεφτείς όπως πρώτα, όχι τόσο καθαρά κι ελεύθερα. Το σκεπτικό σου «στενεύει», το λεξιλόγιο «φτωχαίνει», η συγκέντρωση αποδυναμώνεται, η μνήμη εξασθενεί, το μυαλό «θολώνει».

Σκέψου πόσες φορές σου έχουν πει ή έχεις πει εσύ σε κάποιον άλλον ή ακόμα και στον ίδιο σου τον εαυτό Βγες, πήγαινε μια βόλτα, να σε χτυπήσει αέρας, να πάρεις λίγο το χρόνο σου να αποστασιοποιηθείς από τα πράγματα, να καθαρίσει το μυαλό σου, να σκεφτείς πιο λογικά; Μπορείς να φανταστείς πόσο δύσκολο είναι αυτό για κάποιον που βρίσκεται στη φυλακή;

Όταν βρίσκεσαι στη φυλακή, χάνεις την επαφή με τον έξω κόσμο, με την «κοινωνία». Οι εικόνες του έξω, ξεθωριάζουν. Σιγά σιγά, αρχίζεις να αποσυνδέεσαι από τον ίδιο τον εαυτό σου. Οι σκέψεις σου ακολουθούν συγκεκριμένες κατευθύνσεις, περιορισμένες. Κολλάς. Σαν να μην μπορείς να πας παραπέρα. Πέφτεις σε τοίχο όπου και να στρίψεις. Ό, τι και να σκεφτείς, καταλήγει σε αδιέξοδο.

Κι έπειτα, είναι τα συναισθήματα. Αρχίζεις να τα μπλοκάρεις κι αυτά. Κάποιες φορές συνειδητά, άλλες ασυνείδητα. Κάποιοι αρχίζουν και καταπιέζουν αυτά που νιώθουν, γιατί είναι παγιδευμένοι και τι νόημα έχουν τα συναισθήματα όταν δεν μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτά; Ίσως είναι και μια περιττή πολυτέλεια. Ίσως είναι απλώς ένα εμπόδιο. Ή και «αδυναμία». Κάποια συναισθήματα μας κάνουν να αισθανόμαστε δυνατοί, κάποια μας αφήνουν με μια πικρή αίσθηση ευαλωτότητας που δεν ξέρουμε πώς να τη διαχειριστούμε.

Πολλές φορές δεν συνειδητοποιούμε τα συναισθήματά μας γιατί δεν έχουμε μάθει να τα παρατηρούμε και να τα αναγνωρίζουμε. Άλλες τα κρύβουμε, γιατί δεν αντέχουμε τη δυσφορία που μας προκαλούν ή γιατί δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να τα βιώσει. Λόγου χάρη, δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει πληγωμένος, φοβισμένος, θυμωμένος, απογοητευμένος, μόνος, ή πιστεύουμε πως δεν αξίζουμε να αισθανθούμε χαρά, γαλήνη, αγάπη κ.λ.π.

Αποφεύγουμε τα συναισθήματά μας γιατί δεν θέλουμε να τα δούμε, θεωρούμε πως δεν θα τα αντέξουμε ή δεν ξέρουμε πώς να τα διαχειριστούμε, ιδίως όταν τα βιώνουμε έντονα. Είναι μια προσπάθεια αυτοάμυνας και προστασίας απέναντι στον εαυτό μας και στους άλλους. Ειδικά σε ένα περιβάλλον όπως αυτό της φυλακής. Είναι πιο ασφαλές να δείξεις θυμωμένος, παρά πληγωμένος. Το να είσαι πληγωμένος δημιουργεί μια αίσθηση ευαλωτότητας που σου είναι αδύνατο να διαχειριστείς.

Έτσι, καθίσταται πιο εύκολο να εκφράσεις θυμό, νευρικότητα, οργή, μίσος. Πίσω από τα οποία συχνά κρύβεται ο φόβος. Και στο μυαλό μας αυτός που φοβάται έχει ταυτιστεί με τον αδύναμο, τον απροστάτευτο, τον ανήμπορο. Είναι ο «εύκολος στόχος». Ο θυμός και τα ξεσπάσματα προκαλούν φόβο στους άλλους. Τους κρατάνε μακριά. Κι έτσι προστατεύεις τον εαυτό σου, γιατί οι άλλοι δεν μπορούν δουν πόσο φοβισμένος και πληγωμένος νιώθεις εσύ στην πραγματικότητα. Κρύβεσαι.

Στην Ψυχολογία όμως γνωρίζουμε πως όταν επαναλαμβάνεις μια συμπεριφορά πολλές φορές, επειδή αποκομίζεις κάποιο όφελος από αυτήν, αρχίζεις να την υιοθετείς ως στρατηγική αντιμετώπισης και διαχείρισης καταστάσεων. Σου γίνεται «συνήθεια», ένα μοτίβο. Αν συνηθίσεις να μπλοκάρεις και να αποφεύγεις τα συναισθήματά σου, για οποιονδήποτε λόγο, θα αρχίσεις να αποσυνδέεσαι από αυτά. Θα τα «ξεχάσεις».

Όταν μπλοκάρεις συναισθήματα που δεν μπορείς να ελέγξεις ή να διαχειριστείς αναπόφευκτα θα αρχίσεις να μπλοκάρεις όλο το εύρος των συναισθημάτων, ακόμα και τα θετικά. Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να βιώσουν όλα τα συναισθήματα. Για κάθε συναίσθημα, υπάρχει και το αντίθετό του. «Ισορροπία». Όταν αρχίζεις να αποκλείεις τον ένα πόλο από το εύρος των συναισθημάτων, μοιραία θα ατροφήσει κι ο άλλος.

Ας φύγουμε όμως λίγο από το χώρο της φυλακής. Δεν χρειάζεται να είσαι φυλακισμένος για να παγιδευτείς σε μια φυλακή του μυαλού σου. Πόσοι από εμάς άραγε νιώθουν πραγματικά ελεύθεροι να πουν και να κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν; Δεν αναφέρομαι σε πράγματα που μπορεί να προσβάλλουν κάποιον, να καταπατήσουν την ελευθερία και τα δικαιώματα των υπολοίπων ή το νόμο. Αυτό-οριζόμαστε ως ελεύθεροι πολίτες, προικισμένοι με το δώρο της ελεύθερης βούλησης.

Ελεύθεροι να επιλέγουμε, να ορίζουμε τη ζωή μας και να αποφασίζουμε για αυτήν. Κάποιες φορές έχουμε πληθώρα επιλογών και δυνατοτήτων, άλλες οι επιλογές μας είναι κάπως περιορισμένες και κάποιες φορές επιλέγουμε να μην επιλέξουμε, να αφήσουμε τα πράγματα στην «τύχη» τους, να δείξει ο χρόνος, να επιλέξει κάποιος άλλος…Κι αυτό επιλογή μας είναι.

Ορισμένες επιλογές μας υπαγορεύονται από την «ηθική», την κοινώς αποδεκτή ή την προσωπική μας ηθική, από τη θρησκεία, από άγραφους νόμους και κανόνες, παραδόσεις, κοινωνικούς περιορισμούς («πρέπει»-«δεν πρέπει»), προσδοκίες…Και ναι, τις περισσότερες φορές αυτό είναι αναγκαίο, γιατί χρειαζόμαστε οριοθέτηση κι εμείς και οι γύρω μας.

Αλλιώς θα επικρατούσε χάος. Όμως, μπαίνουν πολλές μεταβλητές στο παιχνίδι. Πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τις αποφάσεις μας, πολλά «φίλτρα» μέσα από τα οποία πρέπει να περάσει η ελεύθερη βούληση. Μετά από τα πόσα φίλτρα η ελεύθερη βούλησή μας παύει να είναι ελεύθερη;

Πάρε μια στιγμή να σκεφτείς αυτό που λέω. Πόσες φορές ένιωσες παγιδευμένος μέσα στο ίδιο σου το μυαλό; Να μην λες αυτό που πραγματικά θες να πεις, ενδεχομένως από φόβο. Φόβο να ακούσεις τις ίδιες σου τις σκέψεις, φόβο ότι δεν θα σε καταλάβουν, δεν θα σε αποδεχτούν, ότι θα σε κοροϊδέψουν, θα σε απομακρύνουν, θα σε περιθωριοποιήσουν, θα σε απορρίψουν, θα σε εκμεταλλευτούν, θα σε κριτικάρουν.

Φόβο ότι οι άλλοι θα θυμώσουν, θα απογοητευτούν, θα σε επιπλήξουν, θα σε τιμωρήσουν, θα σε εκδικηθούν. Ή πόσες φορές σε σταμάτησε το συναίσθημα της ντροπής ή της ενοχής; Τι θα σκεφτούν οι άλλοι για μένα; Τι θα πει ο κόσμος; Πόσο ελεύθερος είσαι λοιπόν όταν αρνείσαι ή κρύβεις κάτι που σκέφτεσαι, επιθυμείς, νιώθεις ή κάνεις επειδή μια φωνούλα στο κεφάλι σου ψιθυρίζει τι θα πει ο κόσμος…; Κι όχι επειδή αυτό που θες, σκέφτεσαι, νιώθεις ή κάνεις είναι κάτι «κακό» ή «λάθος», αλλά επειδή είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που οι πολλοί αντιλαμβάνονται ως «καλό» και «σωστό».

Αυτά που σκέφτεσαι, αισθάνεσαι, χρειάζεσαι κι επιθυμείς είναι κομμάτι σου, μέρος της ταυτότητάς σου. Όταν τα αρνείσαι, κάνεις ένα κομμάτι του εαυτού σου. Αξίζει; Να χάνεις ή να αρνείσαι κάτι που ορίζει είτε μερικώς είτε ολικώς το ποιος είσαι, επειδή οι άλλοι μπορεί να μην σε καταλάβουν και να σε κρίνουν;

Και τι γίνεται με τα συναισθήματά μας; Σε πόσους μπελάδες μας βάζουν πολλές φορές! Έρχονται και φεύγουν. Και συχνά τα νιώθουμε «ανεξέλεγκτα». Δεν υπάρχει θερμοστάτης για τα συναισθήματα, να τα ρυθμίζουμε στη θερμοκρασία που μας βολεύει. Έχουν ροή. Πολλές φορές έχουμε συναισθήματα που δεν θα θέλαμε.

Αντιφατικά συναισθήματα, «άσχημα» συναισθήματα για τον εαυτό μας, άσχημα για άλλους, ακόμα και για αγαπημένα πρόσωπα. «Καλά» συναισθήματα για τους λάθους ανθρώπους. Ή μπορεί να μην είναι λάθος ο άνθρωπος, αλλά η στιγμή, το timing. Ή μπορεί και να είναι όλα λάθος. Πόσο δύσκολο είναι αυτό;

Πρώτα, πρέπει να αποδεχτείς τα συναισθήματά σου και να «επιτρέψεις» στον εαυτό σου να τα βιώσει. Αν θες τη συμβουλή μου, δέξου τα συναισθήματά σου, μην προσπαθήσεις να τα αγνοήσεις ή να τα αποφύγεις. Μόνο ισχυρότερα θα τα κάνεις έτσι. Είναι σαν το παράδειγμα με τον «ροζ ελέφαντα»: Σου ζητώ για τα επόμενα 5 λεπτά να προσπαθήσεις να μην σκέφτεσαι έναν ροζ ελέφαντα.

Το πιο πιθανό είναι από την προσπάθειά σου να αποφύγεις να τον σκεφτείς, να είναι συνέχεια στο μυαλό σου ένας ροζ ελέφαντας. Γιατί; Γιατί ο εγκέφαλός σου προκειμένου να αποφύγει τη σκέψη του ροζ ελέφαντα, έχει ήδη σκεφτεί ένα ροζ ελέφαντα και έχει μπει σε μια διαδικασία να ελέγξει κάθε επόμενη σκέψη, ώστε να μην ξαναέρθει ο ροζ ελέφαντας στο μυαλό σου (πχ να προσπαθήσει να κάνει απόσπαση προσοχής ή αντικατάσταση σκέψης για να είναι «απασχολημένο» με κάτι άλλο).

Η αντίσταση και η αποφυγή σε παγιδεύουν. Τρέφουν το συναίσθημα και τρέφονται από αυτό. Η αποδοχή σε ελευθερώνει. Φέρνει μια κάποια ανακούφιση. Όταν αποδέχεσαι κάτι, είναι και πιο εύκολο να το διαχειριστείς. Η αλήθεια είναι πως είτε αποδεχτείς τα συναισθήματά σου είτε όχι, αυτά εκεί παραμένουν, δεν φεύγουν. Κι ας κάνεις πως δεν τα βλέπεις. Και πίστεψέ με, όσο περισσότερο τα πολεμάς τόσο αυτά θα σε αντιμάχονται, προσπαθώντας να βγουν στην επιφάνεια.

Τα συναισθήματά μας υπάρχουν για κάποιο λόγο. Όλα τα συναισθήματα, «καλά» και «κακά». Είναι ένας δίαυλος επικοινωνίας και με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Όταν τα βάζουμε στη σίγαση, θα βρουν τον τρόπο να μας τραβήξουν την προσοχή (π.χ. σωματοποιήσεις), μέχρι να μας πουν αυτό που πρέπει να ακούσουμε ή να δούμε.

Τα συναισθήματα είναι ενέργεια. Κι όπως η ενέργεια, δεν μπορούν να καταστραφούν. Μπορούν όμως να αλλάξουν μορφή ή κατεύθυνση. Χρειάζεται χρόνος. Και κάποιες φορές, με την πάροδο του χρόνου αρχίζουν και ξεθωριάζουν. Αποδυναμώνονται. Δεν αισθανόμαστε πλέον δέσμιοί τους. Έχουμε καλύτερο έλεγχο πάνω σε αυτά.

Συχνά το μυαλό μας, μας ξεγελάει. Είμαστε σε μια διαρκή μάχη με τον εαυτό μας. Έχουμε πολλές πλευρές, πολλά «κομμάτια» που μας απαρτίζουν και συνθέτουν την ολότητά μας, το ποιοι είμαστε. Μια πλευρά μας σκέφτεται και νιώθει κάτι συγκεκριμένο, μια άλλη πλευρά μας έχει διαφορετικές ανάγκες, που μπορεί και να έρχονται σε σύγκρουση με άλλες πλευρές κι επιθυμίες μας.

Αναμφισβήτητα, εμείς οι ίδιοι τοποθετούμε φραγμούς στο μυαλό μας. Και πολλές φορές αχρείαστα. Οχυρωνόμαστε με συρματοπλέγματα για να κρατήσουμε τους άλλους μακριά. Ξεχνάμε όμως, πως τα ίδια συρματοπλέγματα που χρησιμοποιούμε για να μη μπουν οι άλλοι μέσα, κρατάνε κι εμάς από το να βγούμε έξω.

Είναι σχετικώς εύκολο να βγάλεις έναν άνθρωπο από τη φυλακή. Μπορείς όμως να βγάλεις τη φυλακή από τον άνθρωπο;

Ο ΚΑΝΤ, Ο ΧΕΓΚΕΛ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ

Είναι αλήθεια πως η έννοια της διαλεκτικής έχει υποστεί, μέσα στην ιστορία της φιλοσοφίας, μια απείρως πολλαπλή χρήση που όχι σπάνια περικλείει και κατάχρηση. Δεσπόζουσα ωστόσο παραμένει η εκτίμηση ότι η διαλεκτική εκφράζει τη δυνατότητα του ανθρώπου να λέγει τις έννοιες και να δια-λέγεται με αυτές. Επειδή όμως συμβαίνει οι έννοιες να αποτυπώνουν ή να απηχούν, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, αντικειμενικές πραγματικότητες, το διαλέγεσθαι με έννοιες αναδύεται στην αισθητή προφάνεια του σκεπτόμενου ανθρώπου ως ένας διάλογος ανάμεσα στην εξωτερικότητα και την εσωτερικότητα, στην εαυτότητα και την ετερότητα, στο φαίνεσθαι και το Είναι· εν τέλει ανάμεσα στην ίδια τη φιλοσοφία ως αντικειμενική μέθοδο σκέψης και στην αυτo-επαλήθευσή της ως τέτοιας μεθόδου.

Από αυτή την άποψη, φιλοσοφία και πραγματικότητα εκφράζουν μια ενιαία κίνηση, που περιέχει αντιφάσεις και αποκλίσεις, διαφοροποιήσεις και ταυτότητες, διαμορφώσεις και παραμορφώσεις· στην αναλογία όμως που αυτή η κίνηση αναζητά την αλήθεια μέσα στην ολότητα, «αναδύεται στην ύπαρξη ως η έννοια που έχει αυτογνωσία, που έχει για αντικείμενο τον εαυτό της»[1], ήτοι αυτό-εξελίσσεται σε «απόλυτη δύναμη του Λόγου»[2] και πασχίζει να πείθει τους ανθρώπους να ακολουθούν το ενέργημά της και να βρίσκουν σ’ αυτό «τη δύναμη της επικοινωνίας»[3]. Έχει δε ιδιαίτερη σημασία η αναζήτηση επικοινωνιακής βάσης στην εργασία της έννοιας, διότι η εργασία τούτη θέτει προς έρευνα όχι μόνο το θετικό, το προφανές, το άμεσο ή το συγκεκριμένο, αλλά και το αρνητικό, το αδιόρατο, το απροσδιόριστο, το αφηρημένο. Αυτή η εργασία, κατά συνέπεια, πραγματοποιεί τη μοναδική δυνατότητα διαμεσολάβησης του θετικού από το αρνητικό ως το άλλο του εαυτού του, του απροσδιόριστου από το προσδιορισμένο του άλλο, του εσωτερικού από το εξωτερικό του εαυτού του κ.λπ.

 Πρόκειται στ’ αλήθεια για μια Λογική διαμεσολάβηση που εκτυλίσσεται ως αλληλοπροσδιορισμός μορφής και περιεχομένου και ως αυτοκατανόηση του εαυτού μέσα από την ετερότητά του· έχοντας μια τέτοια βάση ως αφετηρία ο Χέγκελ επιχειρεί να αναδείξει το διαλεκτικό στοιχείο περνώντας σα θύελλα μέσα από τον Καντ[4]. Σε ένα επίπεδο γενικής κατίσχυσης της διαλεκτικής, η εγελιανή σκέψη ανα-γνωρίζει τη διαφορά ως αναφορά, ακόμη και αν η τελευταία μέσα στο περιβάλλον της αμεσότητας της διαφοράς δεν είναι ακόμα ευκρινής: ό,τι υπόκειται σε διαφοροποίηση, υφίσταται την εμπειρία της αυτο-αναφοράς, και ό,τι υπόκειται σε αυτο-αναφορά, υφίσταται την εμπειρία της διαφοροποίησης. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή το όλο δεν έρχεται σε ύπαρξη -και συνακόλουθα δεν μπορεί να συλλαμβάνεται- ως κάτι το άμεσα δεδομένο, ως ένα έτοιμο ολοκλκήρωμα αλήθειας, αλλά ως μια δυναμικά αυτό-αναπτυσσόμενη κατάσταση, της οποίας το ξεκίνημα και το τέλος, παρά τη χρονική διαδοχή τους, είναι Λογικοί όροι εν κινήσει· γίνονται δε προσιτοί στη γνώση μέσα από τον παλμό του εκάστοτε προσδιορισμού τους. Βρισκόμαστε λοιπόν εντός και εκτός μιας φιλοσοφικής πράξης που τελεί σε ένταση Λόγου και σε ρυθμό δια-Λόγου· γι’ αυτό και δεν εξαντλεί τα νοήματά της σε προτασιακές μορφές της τυπικής Λογικής.

Είμαστε εντός μιας τέτοιας φιλοσοφικής πράξης ως σκεπτόμενο υποκείμενο, το οποίο ενσαρκώνει δυνάμει τη ρεαλιστική πραγμάτωση του Λόγου· είμαστε συγχρόνως εκτός ως το υποκείμενο που ορέγεται τη γνώση και προσπαθεί να εισδύσει στον νοηματικό κόσμο του Λόγου μέσα από ό,τι πιστεύει ότι γνωρίζει ή ότι είναι, προκειμένου να φτάσει σε ό,τι ακόμα δεν γνωρίζει τι είναι. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αυτό υποδηλώνει ότι η διαλεκτική άποψη της εγελιανής φιλοσοφίας είναι ευθέως αντίθετη με την εργαλειακή χρήση του Λόγου, γιατί η τελευταία αποδυναμώνει τη θεμελιώδη συνοχή της γνωσιακής σχέσης εν ονόματι μιας σχηματικής σύλληψης των αντικειμένων. Ενόσω η σκέψη εργάζεται με ακίνητες μορφές, δεν συνυπολογίζει την υπόρρητη αλληλονοηματοδότηση των μορφών εν γένει και συμφύρει την «αυτοπροσδιοριζόμενη διαφορά»[5] τους σε μια θεώρηση χωρισμού του συγκεκριμένου και διαχωρισμού των προσδιορισμών του[6]. Στην πράξη μια τέτοια εργαλειακή αποστράγγιση του Λόγου ανάγει σε «ύψιστο επίτευγμα» διαλεκτικής κατανόησης το γνωστό αποστεωμένο σχήμα: «θέση-αντίθεση-σύνθεση», που ορισμένοι όψιμοι αλλά και πρώιμοι αμπελοφιλόσοφοι, «εξειδικευμένοι» ουσιωδώς στις α-νοησίες της μαζικής κουλτούρας, αποδίδουν με πολύ ελαφρότητα στον Χέγκελ.

Η διαλεκτική για τον φιλόσοφο δεν αποτελεί απλώς εσωτερική υπόθεση της δικής του φιλοσοφίας αλλά και αποτελεσματικό τρόπο προσέγγισης του φιλοσοφικού στοχασμού συνολικά από τον Ηράκλειτο ως τον Καντ: η κριτική ανάγνωση της καντιανής φιλοσοφίας δεν τον εμποδίζει να απελευθερώνει όλη την εκρηκτική δύναμη που περικλείει το Εγώ σκέπτομαι (=ich denke) του Καντ και να την εντάσσει σε μια εξελικτική διαδικασία του ίδιου του φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι· μια διαδικασία που επιχειρεί να αναδείξει ενδογενείς σχέσεις των φαινομένων ή των πραγμάτων και να αποκαταστήσει την ουσία τους ως εσωτερική αντιστοιχία ανάμεσα στη ρεαλιστική τους έκφραση και στην ιδεατή τους σύλληψη. Σε ένα τέτοιο περίπου περιβάλλον σκέψης η καντιανή άποψη της φιλοσοφίας αποτιμάται από τον Χέγκελ κυριολεκτικά ως μια «επανάσταση στον τρόπο σκέψης», η οποία οφείλει να ολοκληρώνεται. Η ολοκλήρωσή της συνάπτεται με την αναγκαιότητα να εγκαθίσταται μέσα στη ζωή ένας κόσμος του γνωρίζειν που μεθοδικά κατανοεί τα πράγματα μέσω κρίσεων, συλλογισμών και δια-Λογικών συνθέσεων. Η ριζοσπαστικοποίηση του τρόπου σκέψης συνίσταται στο να αναζητήσει το μεθοδικό ξεκίνημα της φιλοσοφίας όχι σε αυτό που άμεσα φαίνεται να είναι το πραγματικό, αλλά στην αναφορική σχέση του υποκειμένου προς αυτό το φαινομενικό Είναι: η πραγματικότητα δεν στέκεται άτεγκτα εδώ για να κατευθύνει τη δική μας μέθοδο γνώσης, αλλά αποτελεί μια τροπικότητα αυτής της μεθόδου· δηλαδή υποσημαίνει τρόπους να θέτουμε ή να παραθέτουμε τα πράγματα.

Ξεκινώντας από μια τέτοια αφετηρία, ο Καντ καλλιεργεί το πνεύμα της κρτικής του Λόγου και αποφαίνεται πως ο κόσμος δεν αποτελείται, ιδωμένος ευρύτερα, από αντικείμενα αλλά από υποκείμενα, έτσι ώστε η αντικειμενικότητα (Objektivität) να προσδιορίζεται ως εκείνο που μπορεί και πρέπει να κατανοείται από το υποκείμενο. Εκ πρώτης όψεως μια τέτοια θέση παραπέμπει στην ανυπόθετη ανατίμηση της υποκειμενικότητας μέσα από την προβολή της κριτικής του Λόγου και την αντίστοιχη γνωσιμότητα του κόσμου: ό,τι δείχνει να καθιδρύεται ως μια επιστημονικά τεκμηριωμένη αντικειμενικότητα δεν είναι παρά ο δυνατός κόσμος της μέγιστης αξιωματικά ταυτότητας του υποκειμένου που ανταποκρίνεται στο συστατικό και συστηματικό ενεργείν αυτής τούτης της σκέψης μας. Η τελευταία δεν τελεί σε ανεπίκαιρη αντί-θεση (Entgegensetzung) με τον κόσμο αλλά συνιστά την αποφασιστική του «επένδυση»: όσο πιο επιστημονικά θεμελιώνεται αυτός τόσο υπόκειται στην ισχύ της «επένδυσης» που εκφράζει. Γι’ αυτό, το να παραβλέπουμε ότι τα αντικείμενα του κόσμου και μάλιστα του κόσμου των επιστημών δεν είναι φυσικά δεδομένα αλλά προϊόντα της δικής μας σκεπτικής δραστηριότητας, σημαίνει για τον Καντ ότι έχουμε εγκλείσει το πνεύμα μας σε ένα δογματικό σχήμα Λόγου και σκέψης, το οποίο δεν μας επιτρέπει να αναπροσδιορίζουμε τα πράγματα ως πνευματικά επιτεύγματα, ως νοούμενα∙ έτσι αναγκαζόμαστε να τους δίνουμε μια αρχέγονη νοηματικά προτεραιότητα που από τη φύση τους δεν την έχουν. Από εδώ αφορμάται ο φιλόσοφος για να απορρίψει χωρίς δεύτερη συζήτηση την αντίληψη που θέλει τον άνθρωπο να απεικονίζει στην tabula rasa της ψυχής του έναν εξωτερικά επιβαλλόμενο ή εκπορευόμενο κόσμο. Η ανθρώπινη σκέψη, απεναντίας, χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι ενεργεί πάντοτε θεμελιακά και εγγυάται μια ενότητα, χάρη στην οποία «οι όροι της δυνατότητας της εμπειρίας εν γένει είναι συγχρόνως όροι της δυνατότητας των αντικειμένων της εμπειρίας»[7].

Πράγματι, ο Καντ συλλαμβάνει την ενότητα ως την καθολική ενέργεια του νοείν που συνοδεύει όλες τις παραστάσεις της συνείδησης και της αυτοσυνείδησης. Αυτή η καθολική ενέργεια εγκατοικεί εντός της Λογικής ανάπτυξης των σχέσεων του υποκειμένου προς το αντικείμενο ή τον κόσμο και είναι πάντοτε δομική σύνθεση, η οποία τίθεται ως προϋπόθεση Λογικής διαφορετικότητας. Εάν, δε, λάβουμε υπόψη πως η ενέργεια αυτή που δομεί τη σύνθεση είναι η κατηγορία και πως ο αριθμός και το γένος των κατηγοριών συγκροτήθηκε από τον φιλόσοφο με μια αυστηρή μέθοδο, τότε μπορούμε να κατανοούμε καλύτερα γιατί η νεότερη διαλεκτική φιλοσοφία έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον πίνακα αυτών των κατηγοριών: κανείς σχεδόν δεν αμφισβητεί ότι η καντιανή σύλληψη των κατηγοριών, αν και δεν εκπληρώνει τους όρους μιας διαλεκτικής συγκρότησης της σκέψης, αποτέλεσε βασικό σημείο εκκίνησης για τον νεωτερικό φιλοσοφικό στοχασμό. Συμβαίνει στ’ αλήθεια οι κατηγορίες να παραμένουν στατικές, σταθερές και αναλλοίωτες μορφές Λογικών συνθέσεων∙ δεν παύουν όμως να μεθερμηνεύουν για τον Καντ τις απαιτήσεις του πνεύματος και κατ’ επέκταση να εκφράζουν τους μόνους δυνατούς τρόπους για να εισχωρεί αυτό στην κατανόηση των πραγμάτων και να ταξινομεί τις διαφοροποιήσεις που μας δίνουν οι εποπτείες. Απ’ αυτή την άποψη, οι κατηγορίες λογίζονται a priori μορφές της νόησης, ήτοι καθαρές έννοιες, οι οποίες συνάγονται μεν από τις διάφορες λογικές κρίσεις, προορίζονται όμως να καθιστούν ικανή την ανθρώπινη σκέψη να αντιλαμβάνεται ή να κατανοεί τις άμεσα προσλαμβανόμενες ποιότητες ως σύμφυτες με την ουσία και την αλληλοδιαδοχή των φαινομένων ως μια αιτιακή αλληλοδιαδοχή.

Αδιαμφισβήτητη, στη συνάφεια τούτη, παραμένει η εκτίμηση πως η θεωρία περί των κατηγοριών στοχεύει στην αντικατάσταση της παραδοσιακής μεταφυσικής και των οντολογικών της θεωρήσεων από μια υπερβατολογική οντολογία. Η καντιανή φιλοσοφία, με θεμέλιο το σύστημα των κατηγοριών, φιλοδόξησε να ανοίξει νέους δρόμους στη σκέψη του νεωτερικού ανθρώπου∙ γι’ αυτό και προσέφερε μια μέθοδο έρευνας που δεν συνδέεται με την αναζήτηση των πρώτων αιτίων [=θεός-αιώνιες νομοτέλειες κ.λπ.] αλλά με την ανάδειξη και κατοχύρωση της εσωτερικής ανάγκης του πνεύματος να αναζητά τους αιτιακούς νόμους στους Λογικούς όρους της εμπειρίας ή της γνώσης μας για την πραγματικότητα. Παρά λοιπόν την ανελαστικότητα του συστήματος των κατηγοριών και την απουσία διαλεκτικών διεργασιών επιχείρησε να θέσει το πρόβλημα της σχέσης νόησης και εποπτείας, έστω και αν το έθεσε στη βάση της εξωτερικής αντίθεσης και του ετερογενούς χαρακτήρα τους, ήτοι της μη-αναγωγιμότητάς τους. Ό,τι όμως δεν μπορούσε ακόμα να αποδείξει ή τουλάχιστο να καταδείξει επαρκώς ο Καντ, το προέτασσε ως υπόθεση διασκεπτικής ικανότητας∙ έτσι διέκρινε πως ο ανθρώπινος νους θα μπορούσε, υπό ορισμένους όρους, να προϋποθέτει μια νοητική κατάσταση, μια αρχέγονη μορφή νόησης, η οποία θα τον καθιστούσε ικανό να εμβαθύνει σε αυτό που αποτελεί αντικείμενο της σκέψης του. Τούτο δείχνει πως, ακόμη και αν δεν πρόβαλλε άμεσα το αίτημα για την εννοιακή [=ενδολογική] ενότητα νόησης και εποπτείας, έμμεσα αναδείκνυε την αναγκαιότητα προβολής και επεξεργασίας αυτού του αιτήματος. Από αυτή την αναγκαιότητα αφορμάται ο Χέγκελ για να υποστηρίξει με παρρησία στην επιστήμη της Λογικής πως ο Καντ μας προσέφερε τις «πιο βαθιές και ορθές εννοιακές συλλήψεις», ανάγοντας σε ουσία της έννοιας την ενότητα, η οποία είναι «αρχέγονα-συνθετική ενότητα της κατάληψης»[8], ήτοι την ενότητα της αυτοσυνείδησης που συναρμόζει την ετερότητα δεδομένων παραστάσεων και η οποία «απαιτεί να προχωρήσει κανείς στη φορά της σκέψης [και] πάνω από την ψιλή παράσταση της σχέσης, στην οποία βρίσκεται το Εγώ και η διάνοια ή οι έννοιες προς ένα πράγμα και προς τις ιδιότητές του ή προς τα συμβεβηκότα»[9].

Εδώ ο Χέγκελ αναγνωρίζει, μεταξύ άλλων, τη μεγάλη συμβολή του Καντ στη συγκρότηση, μέσω του εννοιακού χαρακτήρα των κατηγοριών, μιας αντικειμενικής εγκυρότητας των δυνατών συλλήψεων της διάνοιας και περαιτέρω ενός εξίσου αντικειμενικού προσδιορισμού των υποκειμενικών παραστάσεων. Πρόκειται στην πράξη για τη συγκρότηση της υποκειμενικότητας υπό τη μορφή του Εγώ που πραγματώνει μια πρώτη μορφή της έννοιας στη γενικότητά της. Τούτο σημαίνει πιο συγκεκριμένα ότι πραγματώνει την ταυτότητά του ως ικανότητα του Εαυτού να σκέπτεται εν πολλοίς τον εαυτό του μέσα από την ικανότητα να σκέπτεται την έννοια του πράγματος ως το δικό του νοηματικό περιεχόμενο. Γι’ αυτό, ενόσω είναι σε θέση να αναλαμβάνει αυτό το περιεχόμενο, γίνεται αυτό-αναφορά του εαυτού μέσω του εαυτού ή κατανοητικό Εγώ: δηλαδή το Εγώ που δεν ξεχωρίζει τον εαυτό του από την έννοια ως την καθολική μορφή ή καθολική αυτοσυνείδηση εν γένει[10]. Ετούτη όμως η κατά Καντ εννοιακή ενότητα είναι απλώς μια συνθετική ενότητα, η οποία περιορίζεται να νομοθετεί εξωτερικά και να επιφυλάσσει στο Λόγο το καθήκον να επιτελεί μια κάποια λειτουργική και όχι τη γενετική ή οργανική επικοινωνία Είναι και σκέψης, με αποτέλεσμα η έννοια να μην υπερβαίνει την τάξη ενός περατού ή εξαρτημένου μεγέθους[11]. Να γιατί ο Χέγκελ θεωρεί την καντιανή ενότητα ένα μόνο πρώτο επίτευγμα, ένα πρόπλασμα διαλεκτικής σκέψης, και όχι το επίτευγμα της ολοκληρωμένης της έκφρασης: στο επίπεδο της συνθετικής ενότητας συμβαίνει πράγματι η σκέψη να ερμηνεύει τον κόσμο με βάση αυτό που η ίδια μπορεί να συλλαμβάνει υπό τη δομή του σκεπτόμενου υποκειμένου, ενώ το ζητούμενο είναι τούτο: η ίδια, κατά τη γραμμή του εν λόγω υποκειμένου που είναι γιατί γνωρίζει τι είναι, να πραγματοποιείται ως η μεθοδική κατανόηση της ενυπάρχουσας μέσα στα πράγματα Λογικής τους κίνησης∙ ήτοι ως ο Λόγος της μεθ-όδου ή ως η κατανοητική σκέψη (begreifendes Denken) που γνωσιο-οντο-λογικά πλέον παριστά την ενότητα του υποκειμένου με το αντικείμενο να είναι η καθίδρυση του Εαυτού υπό την μορφή της αυτό-επανάκτησης της εννοιακής ή νοηματικής του ολότητας.

Εν τέλει η καντιανή έννοια της διαλεκτικής εμφανίζεται συστηματικά στην περιοχή της υπερβατολογικής Λογικής και μάλιστα στη δεύτερη υποδιαίρεσή της που φέρει τον τίτλο: υπερβατολογική διαλεκτική. Εδώ παρουσιάζεται να αντιστοιχεί στη Λογική της φαινομενικότητας[12], κατά την οποία η κανονιστική λειτουργία του Λόγου επιχειρεί να ανασκευάσει τους σοφιστικούς συλλογισμούς και να προχωρήσει δίχως την προηγούμενη επεξεργασία της εμπειρίας, δηλαδή υπερβαίνοντάς την, στη γνώση των υπερβατικών φαινομένων τα οποία η νόηση μπορεί μόνο να σκέπτεται. Κατ’ αυτό το πνεύμα όμως, η διαλεκτική στον Καντ, σε αντίθεση με τον Χέγκελ, συνδέεται με εξωτερικούς, καθαρά τυπικούς ή μορφικούς όρους του Λόγου και χρησιμοποιείται για να υπερβαίνει ο τελευταίος τις κανονιστικές του τάσεις ενότητας για χάρη της απόλυτης ενότητάς του∙ γι’ αυτό και δεν κατορθώνει παρά να αναπαράγει τη Λογική των αντιφάσεων και πάντοτε να αποβαίνει ένα «άπειρο μηδέν»[13]. Το κοινό στοιχείο ωστόσο και στους δύο φιλοσόφους είναι πως η διαλεκτική μεταφράζει σε γλώσσα την ολότητα των γεγονότων ή των πραγμάτων ως φαινομένων και καθιστά την έννοια του όλου πηγή φανέρωσης νοημάτων ή, πράγμα που είναι το ίδιο, ελευθεριακή δύναμη ενός μεθοδικού δια-λέγεσθαι που μας γνωρίζει με τον πιο «επικίνδυνο» θησαυρό του σκέπτεσθαι κατανοητικά.
-----------------------------
[1] Γκ. Χέγκελ, Επιστήμη της Λογικής: η Διδασκαλία περί της Έννοιας, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2005, σ. 624.
[2] Ό.π., σ.625.
[3] Fr. Nietzsche, Nachgelassene Fragmente 1884-1885 [KSA (=Kritische Studien Ausgabe) 11], de Gruyter Berlin/New York 19882 , σ.486.
[4] Γκ. Χέγκελ, Επιστήμη της Λογικής: η Διδασκαλία περί της Ουσίας, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1998, σ.27.
[5] Γκ. Χέγκελ, Φαινομενολογία του πνεύματος Ι, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1993, σ. 136.
[6] Γκ. Χέγκελ, Η Διδασκαλία περί της Έννοιας, όπ., σ. 212.
[7] I. Kant, Kritik der reinen Vernunft B 197/A 158.
[8] Γκ. Χέγκελ, Η Διδασκαλία περί της Έννοιας, όπ., σ. 125.
[9] Ό.π., σσ. 125-126.
[10] Ό.π., σ. 124.
[11] Ό.π., σ.140.
[12] I. Kant ό.π. Β 349.
[13] Γκ. Χέγκελ, Η Διδασκαλία περί της Έννοιας, όπ., σσ. 140-142.

ΠΛΑΤΩΝ: Ἵππίας μείζων (291d-292c)

ΙΠΠΙΑΣ. Λέγω τοίνυν ἀεὶ καὶ παντὶ καὶ πανταχοῦ κάλλιστον εἶναι ἀνδρί, πλουτοῦντι, ὑγιαίνοντι, τιμωμένῳ ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων, ἀφικομένῳ εἰς γῆρας, τοὺς αὑτοῦ γονέας [291e] τελευτήσαντας καλῶς περιστείλαντι, ὑπὸ τῶν αὑτοῦ ἐκγόνων καλῶς καὶ μεγαλοπρεπῶς ταφῆναι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἰοὺ ἰού, ὦ Ἱππία, ἦ θαυμασίως τε καὶ μεγαλείως καὶ ἀξίως σαυτοῦ εἴρηκας· καὶ νὴ τὴν Ἥραν ἄγαμαί σου ὅτι μοι δοκεῖς εὐνοϊκῶς, καθ᾽ ὅσον οἷός τ᾽ εἶ, βοηθεῖν· ἀλλὰ γὰρ τοῦ ἀνδρὸς οὐ τυγχάνομεν, ἀλλ᾽ ἡμῶν δὴ νῦν καὶ πλεῖστον καταγελάσεται, εὖ ἴσθι.
ΙΠΠΙΑΣ. Πονηρόν γ᾽, ὦ Σώκρατες, γέλωτα· ὅταν γὰρ πρὸς ταῦτα ἔχῃ μὲν μηδὲν ὅτι λέγῃ, γελᾷ δέ, αὑτοῦ καταγελάσεται [292a] καὶ ὑπὸ τῶν παρόντων αὐτὸς ἔσται καταγέλαστος.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἴσως οὕτως ἔχει· ἴσως μέντοι ἐπί γε ταύτῃ τῇ ἀποκρίσει, ὡς ἐγὼ μαντεύομαι, κινδυνεύσει οὐ μόνον μου καταγελᾶν.
ΙΠΠΙΑΣ. Ἀλλὰ τί μήν;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ὅτι, ἂν τύχῃ βακτηρίαν ἔχων, ἂν μὴ ἐκφύγω φεύγων αὐτόν, εὖ μάλα μου ἐφικέσθαι πειράσεται.
ΙΠΠΙΑΣ. Πῶς λέγεις; δεσπότης τίς σου ὁ ἄνθρωπός ἐστιν, καὶ τοῦτο ποιήσας οὐκ ἀχθήσεται καὶ δίκας ὀφλήσει; ἢ οὐκ [292b] ἔνδικος ὑμῖν ἡ πόλις ἐστίν, ἀλλ᾽ ἐᾷ ἀδίκως τύπτειν ἀλλήλους τοὺς πολίτας;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν ἐᾷ.
ΙΠΠΙΑΣ. Οὐκοῦν δώσει δίκην ἀδίκως γέ σε τύπτων.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὔ μοι δοκεῖ, ὦ Ἱππία, οὔκ, εἰ ταῦτά γε ἀποκριναίμην, ἀλλὰ δικαίως, ἔμοιγε δοκεῖ.
ΙΠΠΙΑΣ. Καὶ ἐμοὶ τοίνυν δοκεῖ, ὦ Σώκρατες, ἐπειδήπερ γε αὐτὸς ταῦτα οἴει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐκοῦν εἴπω σοι καὶ ᾗ αὐτὸς οἴομαι δικαίως ἂν τύπτεσθαι ταῦτα ἀποκρινόμενος; ἢ καὶ σύ με ἄκριτον τυπτήσεις; ἢ δέξῃ λόγον;
[292c] ΙΠΠΙΑΣ. Δεινὸν γὰρ ἂν εἴη, ὦ Σώκρατες, εἰ μὴ δεχοίμην· ἀλλὰ πῶς λέγεις;

***
Τρίτος ορισμός.

ΙΠ. Λέγω λοιπόν πως πάντοτε και για κάθε άνθρωπο και σε κάθε τόπο το πιο όμορφο για έναν άντρα, που είναι πλούσιος, γερός, τιμημένος από τους Έλληνες, είναι να φτάσει σε βαθιά γεράματα, να φροντίσει να κάνει για τους γονείς του, [291e] όταν πεθάνουν, μια όμορφη κηδεία και τέλος να τον θάψουν τα παιδιά του όμορφα και αρχοντικά.
ΣΩ. Πω πω, Ιππία! Αληθινά, μίλησες θαυμάσια, περίφημα, αντάξιά σου! Και μά την Ήρα, σε χαίρομαι, γιατί μου φαίνεται πως μου παραστέκεσαι, όσο μπορείς, γεμάτος καλή διάθεση. Όμως τον άνθρωπο αυτόν δεν τον πιάσαμε, και τώρα είναι που θα γελάσει με την καρδιά του μαζί μας — ξέρε το καλά!
ΙΠ. Και τί θα κερδίσει με τα γέλια του, Σωκράτη; Γιατί όταν σ᾽ αυτά δεν έχει να πει τίποτε και όμως γελάει, θα γελάσει με τον εαυτό του, [292a] και αυτός θα είναι που μαζί του θα γελάσουν όσοι είναι μπροστά.
ΣΩ. Ίσως έχεις δίκιο· ίσως όμως με την απόκριση αυτή —έτσι ψυχανεμίζομαι— υπάρχει φόβος να μη γελάσει μονάχα μαζί μου.
ΙΠ. Τί θέλεις να πεις;
ΣΩ. Ότι, αν τύχει και κρατεί ραβδί και δεν το βάλω στα πόδια για να γλιτώσω, θα δοκιμάσει το δίχως άλλο να με προφτάσει.
ΙΠ. Τί λες; Αφέντης σου είναι ο άνθρωπος αυτός; και αν το κάνει αυτό, δεν θα τον σύρουν στα δικαστήρια και δεν θα τιμωρηθεί; Ή μήπως [292b] η πολιτεία σας δεν έχει δικαστήρια, μόνο αφήνει τους πολίτες να δέρνει ο ένας τον άλλον άδικα;
ΣΩ. Καθόλου δεν τους αφήνει.
ΙΠ. Τότε λοιπόν θα τιμωρηθεί, αν σε δείρει άδικα.
ΣΩ. Δεν το πιστεύω, Ιππία, όχι! Αν του έδινα αυτή την απόκριση, εγώ τουλάχιστο είμαι της γνώμης πως θα με έδερνε με το δίκιο του.
ΙΠ. Και εγώ της ίδιας γνώμης είμαι, Σωκράτη, τη στιγμή που εσύ ο ίδιος το πιστεύεις.
ΣΩ. Να σου πω λοιπόν γιατί και ο ίδιος το πιστεύω ότι με το δίκιο του θα με έδερνε, αν έδινα αυτή την απόκριση; Ή θέλεις και συ να με δείρεις δίχως κρίση; Ή θα δεχτείς να σου μιλήσω;
[292c] ΙΠ. Θα ήταν φοβερό, Σωκράτη αν δεν εδεχόμουν. Τί θέλεις όμως να πεις;