Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡλέκτρα (341-363)

ΑΥ. ἔα· τίνας τούσδ᾽ ἐν πύλαις ὁρῶ ξένους;
τίνος δ᾽ ἕκατι τάσδ᾽ ἐπ᾽ ἀγραύλους πύλας
προσῆλθον; ἦ ᾽μοῦ δεόμενοι; γυναικί τοι
αἰσχρὸν μετ᾽ ἀνδρῶν ἑστάναι νεανιῶν.
345 ΗΛ. ὦ φίλτατ᾽, εἰς ὕποπτα μὴ μόληις ἐμοί·
τὸν ὄντα δ᾽ εἴσηι μῦθον· οἵδε γὰρ ξένοι
ἥκουσ᾽ Ὀρέστου πρὸς ἐμὲ κήρυκες λόγων.
ἀλλ᾽, ὦ ξένοι, σύγγνωτε τοῖς εἰρημένοις.
ΑΥ. τί φασίν; ἁνὴρ ἔστι καὶ λεύσσει φάος;
350 ΗΛ. ἔστιν λόγωι γοῦν, φασὶ δ᾽ οὐκ ἄπιστ᾽ ἐμοί.
ΑΥ. ἦ καί τι πατρὸς σῶν τε μέμνηται κακῶν;
ΗΛ. ἐν ἐλπίσιν ταῦτ᾽· ἀσθενὴς φεύγων ἀνήρ.
ΑΥ. ἦλθον δ᾽ Ὀρέστου τίνα πορεύοντες λόγον;
ΗΛ. σκοποὺς ἔπεμψε τούσδε τῶν ἐμῶν κακῶν.
355 ΑΥ. οὔκουν τὰ μὲν λεύσσουσι, τὰ δὲ σύ που λέγεις;
ΗΛ. ἴσασιν, οὐδὲν τῶνδ᾽ ἔχουσιν ἐνδεές.
ΑΥ. οὔκουν πάλαι χρῆν τοῖσδ᾽ ἀνεπτύχθαι πύλας;
χωρεῖτ᾽ ἐς οἴκους· ἀντὶ γὰρ χρηστῶν λόγων
ξενίων κυρήσεθ᾽, οἷ᾽ ἐμὸς κεύθει δόμος.
360 [αἴρεσθ᾽, ὀπαδοί, τῶνδ᾽ ἔσω τεύχη δόμων.]
καὶ μηδὲν ἀντείπητε, παρὰ φίλου φίλοι
μολόντες ἀνδρός· καὶ γὰρ εἰ πένης ἔφυν,
οὔτοι τό γ᾽ ἦθος δυσγενὲς παρέξομαι.

***
ΓΕΩ. Ώω! Τί ξένους αντικρίζω μπρος στην πόρτα;
Για ποιάν αιτία εδώ στ᾽ αγροτικό μου
σπίτι έχουν έρθει; Εμένα θέλουν τάχα;
Όμως ντροπή ᾽ναι βέβαια μια γυναίκα
να στέκει κουβεντιάζοντας με νέους.
ΗΛΕ. Μη βάζεις υποψίες για με, καλέ μου.
Τί λέγαμε θα μάθεις· τούτοι οι ξένοι
έρχονται απ᾽ τον Ορέστη και μου φέρνουν
μηνύματα δικά του. Κι εσείς, ξένοι, δείξτε
συμπάθεια για τα λόγια που είπε τώρα.
ΓΕΩ. Λοιπόν τί λένε; Ζει, βλέπει τον ήλιο;
350 ΗΛΕ. Ζει καθώς λεν και τους πιστεύω.
ΓΕΩ. Τα πάθη σου θυμάται, τον γονιό σου;
ΗΛΕ. Το ελπίζω· μα είναι αδύναμος ο εξόριστος.
ΓΕΩ. Και ποιό μαντάτο φέρνουν του Ορέστη;
ΗΛΕ. Τους έστειλε να δουν τις συμφορές μου.
ΓΕΩ. Άλλες τις ιστορείς κι άλλες τις βλέπουν;
ΗΛΕ. Τα ξέρουν όλα και κρυφό κανένα.
ΓΕΩ. Δεν έπρεπε λοιπόν να ᾽χουν ανοίξει
γι᾽ αυτούς οι πόρτες; Εμπρός, κοπιάστε μέσα·
αξίζει εγώ για τα ωραία σας λόγια
να σας φιλέψω μ᾽ όσα καλά βρίσκονται
στο σπιτικό μου. Ε, σκλάβοι εσείς, γιά φέρτε
360 μέσα τα πράγματά τους. Μη μου αρνηθείτε·
καλόδεχτοί ᾽στε, αφού ήρθατε από φίλο.
Γιατί κι αν εγεννήθηκα στη φτώχεια,
δεν θα φανώ μικρόψυχος καθόλου.

Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία, Νέα Φιλαδέλφεια: οικιστικά κατάλοιπα και νεκροταφείο της εποχής σιδήρου - Γεωμετρική εγκατάσταση

ΒΔ της «τούμπας» της εποχής χαλκού βρίσκεται ένα φυσικό ύψωμα, το ανατολικό τμήμα του οποίου είχε μορφή μιας πλατιάς ομαλής πλαγιάς. Η ανασκαφή στο ανατολικό άνω πλάτωμα του χώρου αυτού έφερε στο φως ένα μεγάλο τετράχωρο ορθογώνιο οικοδόμημα, μήκους 17,8 μ. και πλάτους 10,30 μ., το οποίο έχει αργολιθοδομική θεμελίωση, ενώ η ανωδομή του, από την οποία σώθηκαν ελάχιστα ίχνη, ήταν από ωμά πλιθιά. Στο ένα από τα δωμάτιά του αποκαλύφθηκε μια κυκλική εστία, διαμέτρου 0,30 μ., η οποία διατήρησε και το παχύ στρώμα στάχτης, υπόλειμμα από τις τελευταίες χρήσεις της. Δίπλα της βρέθηκαν στη θέση τους χειροποίητα οικιακής χρήσης αγγεία. Διαπιστώθηκε ακόμα δάπεδο με επάλειψη πηλού. Μικρές πρόχειρες κατασκευές, όπως οριζόντιες πλατφόρμες για το άλεσμα των δημητριακών, βρέθηκαν στο ανατολικό τμήμα του κτηρίου που ίσως ήταν ημιυπαίθριο. Πήλινα σφονδύλια για το γνέσιμο της κλωστής και υφαντικά βάρη, χάλκινα κοσμήματα, σιδερένια και λίθινα εργαλεία, άφθονη κεραμική και μυλόπετρες, που περισυλλέχθηκαν από όλο τον χώρο, ήταν μερικά από τα ευρήματα που φανερώνουν τον οικιακό χαρακτήρα του οικοδομήματος αυτού. Όσο μας επιτρέπει να συμπεράνουμε η ανασκαφική έρευνα, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί σ' όλη την έκταση του τετράχωρου κτηρίου, μερικοί τοίχοι που αποκαλύφθηκαν βαθύτερα έδειξαν ότι υπήρχαν παλιότερες οικοδομικές φάσεις στη θέση αυτή. Το τετράχωρο κτήριο της νεότερης φάσης φαίνεται ότι ήταν μεγαλύτερο και ίσως προέκυψε από τη συνένωση δυο μονόχωρων κτηρίων της παλιότερης οικοδομικής φάσης (Φ2). Τα παλιότερα κτήρια καλύφθηκαν με μια επίχωση στην οποία διατηρήθηκαν ίχνη φωτιάς, τμήματα καμένων πλίνθων και κάρβουνα, πιθανόν λόγω καταστροφής από φωτιά. Και στην παλιότερη αυτή φάση διαπιστώθηκε σε έναν χώρο (4α) δάπεδο επιχρισμένο με πηλό. Σε λίγα σημεία, στο εσωτερικό του κτηρίου διερευνήθηκε και μια ακόμη παλιότερη οικοδομική φάση (Φ3). Εντοπίσθηκε στρώμα καταστροφής που προσδιορίζεται από μαύρο χώμα, κάρβουνο, καμένα πλιθιά και αρκετή κεραμική. Θα πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι ο τοίχος που οριοθετεί το κτήριο από τα δυτικά φαίνεται ότι κατασκευάστηκε στην παλιότερη φάση 3, χωρίς όμως να πάψει να χρησιμοποιείται και στις επόμενες φάσεις 2 και 1.
 
Βόρεια του τετράχωρου κτηρίου βρίσκεται ένας ανοιχτός εξωτερικός χώρος. Εκεί, στην επίχωση που αντιστοιχεί στην φάση 1, βρέθηκαν δύο χάλκινα περίαπτα σε σχήμα πουλιού του τέλους 8ου-7ου αι. π.Χ.. Βορειότερα αποκαλύφθηκε ένα μικρό ορθογώνιο κτίσμα (χώρος 3) το οποίο ήταν σε χρήση συγχρόνως με τη φάση 1 του τετράχωρου κτηρίου.
 
Νότια του τετράχωρου κτηρίου εκτείνεται ένας μεγάλος πιθεώνας ο οποίος ορίζεται από τα δυτικά από δυο αποσπασματικά σωζόμενα τοιχάρια, ενώ δεν σώζονται οι υπόλοιποι τοίχοι του, οι οποίοι πιθανόν καταστράφηκαν από τη συστηματική γεωργική εκμετάλλευση του χώρου στα νεότερα χρόνια. O πιθεώνας αποτελούνταν από δεκαεπτά πιθάρια, τα περισσότερα μεγάλου μεγέθους (ύψους πάνω από 1 μ.), που βρέθηκαν in situ, πολλά από τα οποία διατηρούνταν μέχρι το ύψος της κοιλιάς τους. Μερικά από αυτά διέσωζαν ακόμη και τα καπάκια τους, πεσμένα στο εσωτερικό τους. Ανατολικά του πιθεώνα βρίσκεται ένας υπαίθριος χώρος, ένα είδος αυλής, ο οποίος οριοθετείται στο νότο από έναν μακρύ αναλημματικό τοίχο (Τχ7), μήκους 15 μ. και πλάτους 0,60 μ. Στον χώρο αυτό βρίσκονταν πρόχειρες υπαίθριες πέτρινες κατασκευές ορθογώνιου, ημικυκλικού ή κυκλικού σχήματος. Όπως φάνηκε από το πλήθος των οστράκων αγγείων καθημερινής χρήσης και μαγειρικών σκευών, το πλήθος των οστών ζώων, οστρέων και στάχτης μέσα και γύρω από τις κατασκευές αυτές, ο χώρος χρησιμοποιούνταν για τροφοπαρασκευαστικές δραστηριότητες. Διαπιστώθηκε, ακόμη, ότι οι υπαίθριες αυτές κατασκευές είναι σύγχρονες με τη νεότερη οικοδομική φάση (Φ1) του τετράχωρου κτηρίου. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι τα υπολείμματα διαλυμένων λίθινων κατασκευών που βρέθηκαν μέσα στην υποκείμενη γκρίζα επίχωση μαζί με κατάλοιπα οστών ζώων, οστρέων και χοντροειδούς κεραμικής καθημερινής χρήσης πιστοποιούν ότι ο υπαίθριος αυτός χώρος είχε την ίδια λειτουργία και στην παλιότερη φάση 2. Ανάλογη χρήση φαίνεται ότι εξυπηρετούσε και ένας φούρνος (Φ1), διαστάσεων 0,70 x 0,90μ., που βρέθηκε βόρεια των κατασκευών.
 
Κάτω από τον φούρνο διέρχεται ο αργολιθοδομικός τοίχος 21, που έχει κατεύθυνση Α-Δ, και ο οποίος γωνιάζει και συνεχίζεται προς νότο. Σώζει μόνο μια σειρά λίθων καθ' ύψος και θεμελιώνεται 0,80 μ. βαθύτερα από τον αναλημματικό τοίχο 7, πάνω σε μια ωχροκίτρινη επίχωση που δεν περιέχει κεραμική. Οριοθετεί ένα χώρο (5), διαστάσεων 13,30 x 8,20 μ., του οποίου η λειτουργία είναι ασαφής, επειδή επιχώσθηκε χωρίς να αφήσει ίχνη της χρήσης του. Η ωχροκίτρινη επίχωση φαίνεται ότι είναι φερτή, ώστε να δημιουργηθεί μια «ταράτσα», με την οποία καλύφθηκε η προγενέστερη χρήση του χώρου. Η επίχωση της «ταράτσας», μέγιστου πάχους ± 2,20 μ., απλώνεται οριζόντια στο κεντρικό τμήμα, όπου δηλαδή εδράζεται ο τοίχος 21, και φαίνεται ότι συνεχίζεται και κάτω από το τετράχωρο κτίριο. «Σβήνει» στα νότια, έχοντας ανωδική κλίση, προς τον αναλημματικό τοίχο 7, ο οποίος είναι θεμελιωμένος στο πάνω μέρος της επικλινούς παρειάς της φυσικής κοιλότητας, και στα βόρεια προς το βόρειο άκρο ενός φυσικού υψώματος. Βαθύτερα, εμφανίζεται μια γκρίζα λιπαρή επίχωση πάχους ± 0,75 μ. η οποία περιέχει αποσαθρωμένα οργανικά υλικά αλλά και κατάλοιπα φωτιάς (καμένα πλιθιά, κάρβουνα) κατά τόπους. Μολονότι δεν παρατηρούνται οικοδομικά λείψανα παρά μόνο συσσωρεύσεις λίθων σε ορισμένες περιοχές, η επίχωση χαρακτηρίζεται από άφθονη κεραμική, γραπτή γεωμετρική και ντόπια άβαφη, καλής ποιότητας. Η επίχωση αυτή, που τουλάχιστον στο νότιο τμήμα του χώρου εφάπτεται στο φυσικό βραχώδες επικλινές έδαφος, ακολουθεί τις κλίσεις της υπερκείμενης ταράτσας. Συνεπώς δίνεται η εντύπωση ότι τον χώρο, κάτω από το τετράχωρο κτήριο και ανατολικά του, καταλαμβάνει μια μισγάγκεια, μια από τις πολλές που υπάρχουν και σήμερα στον περιβάλλοντα χώρο του οικισμού, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί ως χώρος απορριμμάτων, αλλά πιθανόν και άλλων δραστηριοτήτων, και η οποία στη συνέχεια επιχώσθηκε. Θα πρέπει δηλαδή να υποθέσουμε ότι στο τμήμα αυτό εργατικό δυναμικό μετέφερε εκατοντάδες κυβικά χώματος και γέμισε μια φυσική κοιλότητα. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε μια επίπεδη επιφάνεια, πάνω στην οποία στη συνέχεια κατασκευάστηκαν όλα τα οικοδομήματα και οι πρόχειρες κατασκευές που αναφέραμε προηγουμένως.
 
Κάτω από την ταράτσα, σε βάθος 4,75 μ. από την επιφάνεια του εδάφους, αποκαλύφθηκε ένα μονόχωρο κτήριο 6, διαστάσεων 3,50 x 6,40 μ., το οποίο ήταν κατά τα φαινόμενα και το παλιότερο οικοδόμημα που κατασκευάστηκε στη βορειοανατολική περιοχή του λόφου και το οποίο εδράζεται πάνω σε φυσικό βραχώδες έδαφος. Είχε θεμελίωση από αργούς λίθους και πλίνθινους τοίχους, ενώ στη βόρεια πλευρά του στηριζόταν σε μια φυσική πλαγιά, που λειτουργούσε ως τοίχος και για το σκοπό αυτό είχε διαμορφωθεί κατάλληλα. Ένα στενό άνοιγμα, πλάτους 0,60 μ. στη δυτική πλευρά της θεμελίωσης του αποτελεί την είσοδο προς το εσωτερικό του. Η αργολιθοδομική θεμελίωση σώζεται σε ύψος 0,20 μέχρι 0,50 μ. και έχει πλάτος 0,60 μ. Η ανωδομή του κτηρίου ήταν από ωμά πλιθιά, τμήματα των οποίων βρέθηκαν πεσμένα στο εσωτερικό του. Το δάπεδο του ήταν από πατημένο χώμα πάνω σε υπόστρωμα από σπασμένα κομμάτια αγγείων. Στη βορειοδυτική γωνία του υπολείμματα καμένων πηλών προέρχονται από μια ορθογώνια κατασκευή, η οποία μπορεί να ταυτισθεί με εστία η φούρνο. Το εσωτερικό του κτηρίου περιείχε ελάχιστα κινητά ευρήματα. Ένα μόνο χειροποίητο κύπελλο βρέθηκε δίπλα στην εστία. Φαίνεται λοιπόν πιθανόν ότι το κτήριο αυτό, που θα αποτελούσε μια μονόχωρη οικία, εγκαταλείφθηκε πριν από την κατάρρευση των τοίχων του. Μετά την εγκατάλειψη του επιχώσθηκε με ένα παχύ στρώμα ερυθροκίτρινου χώματος.
 
Αξίζει ακόμα να αναφερθεί η παρουσία ενός μεγάλου αναλημματικού τοίχου (Τχ 37), που βρέθηκε, αρκετά διαλυμένος, στα νοτιοανατολικά του κτηρίου 6, και ο οποίος πιθανότατα στήριζε την ταράτσα που προαναφέραμε, από τα ανατολικά. Σώζεται σε μήκος 12 μ. και έχει κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ. Το πλάτος του δεν στάθηκε δυνατό να εξακριβωθεί λόγω της κατάρρευσης του βόρειου μετώπου στο πρανές του λόφου. Ανατολικότερα δυο ακόμη τοίχοι (Τχ 7α και Τχ 36), που σώζονται αποσπασματικά, φαίνεται ότι επίσης λειτουργούσαν ως αναλήμματα.
 
Η κεραμική του άνω πλατώματος, άβαφη και γραπτή, ανήκει αποκλειστικά στην εποχή σιδήρου-γεωμετρικών χρόνων και είναι αυτή που απαντά σε γειτονικές περιοχές, όπως π.χ. στην Αγχίαλο, την Τσαουσίτσα, το Αξιοχώρι (Βαρβαρόφτσα), τον Καστανά. Χαρακτηριστική είναι μια κατηγορία γραπτής εισηγμένης γεωμετρικής κεραμικής, που αποτελείται από σκύφους και κύπελλα με λεπτά τοιχώματα και καθαρό πηλό και διακοσμείται με ομόκεντρους κύκλους και κρεμαστές γραμμές. Η ντόπια γραπτή κεραμική, απομίμηση της εισακτής, διακρίνεται για τις οριζόντιες ταινίες, τους ομόκεντρους κύκλους, τους διαγραμμισμένους ρόμβους και τρίγωνα. Αρκετά είναι και τα όστρακα που ανήκουν στη γνωστή πια εγχώρια κεραμική του μυχού του Θερμαϊκού με το ασημίζον επίχρισμα και τα ίδια επίσης γεωμετρικά μοτίβα. Τέλος, άβαφα αγγεία της εποχής σιδήρου συνυπάρχουν με τα προηγούμενα. Επικρατούν υδρίες με συστραμμένες λαβές, μόνωτα κύπελλα, φιάλες με διχαλωτές λαβές, λεκανίδες. Οι φιάλες είναι συχνά διακοσμημένες με χαρακτή διακόσμηση με νυχιές, με συνδεόμενους κύκλους, με ζικ-ζακ γραμμές. Χαρακτηριστικός είναι ένας ευβοϊκός σκύφος με γραπτή διακόσμηση δικτυωτού κοσμήματος που βρέθηκε σε λάκκο απορριμμάτων και χρονολογείται στο β' μισό του 8ου αι. π.Χ.. Από μια πρώτη εξέταση η κεραμική αυτή μπορεί να χρονολογηθεί στον 9ο-7ο αι. π.Χ.
 
Στο νότιο φρύδι του υψώματος σε απόσταση περίπου 60 μ. από τον χώρο του τετράχωρου κτηρίου και γύρω στα 8 μ. χαμηλότερα, εμφανίσθηκαν οικοδομικά λείψανα της ίδιας εποχής. Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκε σε μήκος 20 μ. ένας αργολιθοδομικός τοίχος Τχ 2, Τχ 9 κατεύθυνσης Α-Δ και πλάτους 0,60 μ., πιθανόν με αναλημματική λειτουργία, νότια του οποίου με κάθετους επίσης αργολιθοδομικούς τοίχους σχηματίζονται συνεχόμενα δωμάτια.
 
Τα πέντε δωμάτια (1-5), που βρίσκονται σε μια σειρά, κατά τον άξονα Α-Δ, στηρίζονται προς τον βορρά στον μακρύ αναλημματικό τοίχο (Τχ 2, Τχ 9). Το έκτο (6) βρίσκεται νοτιότερα, σε επαφή με το δωμάτιο 2. Μολονότι το νότιο τμήμα τους δεν διατηρείται, η διάταξή τους στον χώρο, όπου υπάρχει μια έντονη κατωφέρεια προς νότο, καθώς επίσης και η ύπαρξη του αναλημματικού τοίχου στα βόρεια, μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι καθένα είχε είσοδο από τον νότο, δηλαδή η πρόσοψή τους «έβλεπε» προς το ποτάμι, τον σημερινό Γαλλικό ποταμό. Ο βόρειος αναλημματικός τοίχος στο κατώτερο τμήμα του ακουμπούσε σε φυσική επίχωση και φαίνεται ότι συγκρατούσε τα χώματα που πιθανόν έπεφταν από τα ψηλότερα σημεία του λόφου. Το γεγονός ότι δεν έχουν εντοπισθεί ανοίγματα επικοινωνίας μεταξύ των δωματίων, αλλά μερικές φορές διπλοί τοίχοι, θα μπορούσε να θεωρηθεί ένδειξη ότι αποτελούν μονόχωρα ανεξάρτητα κτήρια. Ωστόσο δεν μπορεί να αποκλεισθεί και η πιθανότητα να απαρτίζουν ένα μεγάλο κτίριο.
 
Τα δυο δυτικότερα δωμάτια (1, 2) έχουν στο βόρειο τμήμα τους δάπεδα που αποτελούνται από μεγάλες πλακαρές πέτρες. Στο δωμάτιο 2, μάλιστα, διαπιστώθηκαν δυο τέτοια επάλληλα πλακόστρωτα δάπεδα που φαίνεται ότι αντιστοιχούν σε δυο οικοδομικές φάσεις του κτηρίου (Φ1, Φ2). Ανάμεσα στα δυο πλακόστρωτα υπήρχε ένα πλούσιο στρώμα καταστροφής στο οποίο βρέθηκαν αρκετά μικρά και μεσαίου μεγέθους αγγεία, όπως οπισθότμητοι πρόχοι και προχοΐσκες, ένα κύπελο με προχοή, μια φιάλη, ένας αμφορέας, μια χύτρα. Στο ίδιο στρώμα υπήρχαν και υπολείμματα καμένων πλίνθων και καμένες μάζες πηλού που προέρχονταν από την κατάρρευση της στέγης, αλλά και των πλίνθινων τοίχων, η καταστροφή των οποίων προήλθε κατά τα φαινόμενα από πυρκαγιά. Η παρουσία των πλίνθων υποδηλώνει ότι το δωμάτιο 2 στη φάση 2 είχε, ως επί το πλείστον, πλίνθινους τοίχους.
 
Τα δωμάτια 3, 4 και 5, δεν έχουν πλακόστρωτα δάπεδα, αλλά και αυτά διατηρούν ένα αντίστοιχο πλούσιο στρώμα καταστροφής, που περιείχε επίσης πλιθιά, μάζες πηλού και αγγεία. Ιδιαίτερα στο στρώμα καταστροφής, στο δυτικό τμήμα του δωματίου 4, βρέθηκαν στη θέση τους ένδεκα αγγεία, μερικά αποθηκευτικά και άλλα που αποτελούν σκεύη συμποσίου, όπως δυο πιθαμφορείς, δυο αμφορείς, μια πρόχους, μια προχοΐσκη, ένας κάνθαρος, ένα κύπελο. Από τα υπολείμματα πλίνθων θα πρέπει να υποθέσουμε ότι και εδώ, στη φάση 2, το δωμάτιο είχε κατασκευασθεί με πλίνθινους τοίχους, εκτός από τη βόρεια πλευρά του που ήταν αργολιθοδομική. Αξίζει ακόμα να αναφερθεί ότι βαθύτερα από το δάπεδο της φάσης 2 εντοπίσθηκε ένας πλίνθινος τοίχος σε σχήμα Γ, ακόμη παλιότερος, ο οποίος αποτελεί το νότιο και νοτιοδυτικό όριο του αντίστοιχου χώρου, ενώ το νότιο τμήμα του εφάπτεται σε έναν σύγχρονό του αργολιθοδομικό τοίχο με κατεύθυνση Α-Δ (Τχ 11). Το γεγονός ότι αγγεία της φάσης 2 εδράζονται σχεδόν πάνω στους δυο αυτούς τοίχους, δείχνει ότι κατά την οικοδομική φάση 3 το δωμάτιο θα ήταν μικρότερο.
 
Βορειοδυτικά του συγκροτήματος των δωματίων μια λιθορριπή, ορθογώνιου οχήματος και έκτασης 11 x 19 μ.  υποδηλώνει ίσως ότι στη θέση αυτή θα υπήρχε ένα κτήριο, το οποίο κάποτε καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Πάντως μετά την αφαίρεση της λιθορριπής δεν βρέθηκαν τοίχοι, ούτε στάθηκε δυνατό να εντοπισθούν ίχνη της θεμελίωσής του.
 
Η κεραμική του συγκροτήματος στο νότιο φρύδι του λόφου ανήκει επίσης στην εποχή σιδήρου. Επικρατούν κυρίως τα μεγάλα πιθοειδή αγγεία, δεν λείπουν όμως και τα μικρότερα όπως πρόχοι, αμφορείς, φιάλες, κύπελλα, μερικά από τα οποία διακοσμούνται με εγχάρακτη διακόσμηση τριγώνων, κύκλων, ζικ-ζακ γραμμών ή νυχιών. Ακόμα, εκπροσωπείται η γραπτή κεραμική με γεωμετρική διακόσμηση ταινιών, ομόκεντρων κύκλων και γραμμιδίων. Ένα σιδερένιο μαχαιρίδιο, ένα πήλινο σφονδύλι και τμήματα από μυλόπετρες, είναι μερικά από τα λιγοστά μικροαντικείμενα που βρέθηκαν στον χώρο αυτό.
 
Ανατολικά του λόφου με τη γεωμετρική εγκατάσταση σε δυο περιοχές στην πεδιάδα εντοπίσθηκαν διάσπαρτοι λάκκοι, οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν προσωρινού χαρακτήρα οικιστικές εγκαταστάσεις. Εννέα λάκκοι βρέθηκαν διάσπαρτοι σε μια έκταση ενός στρέμματος και άλλοι πέντε σε έκταση 1.200 τ.μ. Πρόκειται για αβαθή ορύγματα, σκαμμένα στο φυσικό έδαφος, κυκλικά ή ελλειψοειδή σε κάτοψη. Το βάθος τους κυμαίνεται κατά προσέγγιση από 0,25 έως 1,05 μ., ενώ η διάμετρος τους από 1 έως 3,50 μ.
 
Και στις δυο περιοχές των λάκκων βρέθηκε άφθονη κεραμική χειροποίητων και τροχήλατων άβαφων αγγείων της εποχής σιδήρου και ίσως των πρώιμων αρχαϊκών χρόνων. Η κεραμική περιλαμβάνει ερυθροβαφείς κύλικες, γκρίζες πρόχους με γωνιώδεις λαβές, θραύσματα αβαφών πίθων, αμφορέων και φιαλών και λίγα όστρακα με γεωμετρική διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων. Βρέθηκαν ακόμη αρκετά όστρεα, οστά ζώων, κάρβουνο, κομμάτια ψημένου πηλού καθώς επίσης και λίγα μικροευρήματα, όπως π.χ. λίγα σιδερένια μαχαιρίδια, σφονδύλια, υφαντικά βάρη, τριπτήρες, τμήμα από μυλόπετρα και άλλα εργαλεία.

Ο γονιός αποδέχεται το παιδί του όταν αποδέχεται τον εαυτό του

Είναι αλήθεια πως η ιδιότητα του γονέα δεν είναι κάτι που διδάσκεται σε κάποιο σχολείο ούτε και μπορεί κανείς να κάνει πρόβες για αυτήν. Απλώς έρχεται η στιγμή που πρέπει να αναλάβει αυτού του είδους την ‘αποστολή’ και να δώσει τον καλύτερό του εαυτό. Στην αποστολή αυτή ο κάθε ένας και η καθεμία, συνήθως, φέρουν μαζί τους δυο χαρακτηριστικά: πρώτα απ’ όλα το ένστικτο φροντίδας για τα παιδιά τους και επίσης τις μεθόδους και τα παραδείγματα των δικών τους γονέων. Πολύ εύκολα, λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι το μοντέλο που έρχεται στην επιφάνεια είναι ένας συνδυασμός των δυο αυτών χαρακτηριστικών, τα οποία βέβαια πολλές φορές μπορούν να αποτελέσουν τόσο αίτια εσωτερικής πάλης όσο και κίνητρο προόδου και εξέλιξης.

Δεν πρέπει να λησμονούμε άλλωστε, ότι όταν κάποιος άνθρωπος γίνεται γονιός, τότε ακριβώς είναι η περίοδος κατά την οποία ανασύρονται οι μνήμες και τα βιώματά της παιδικής του ηλικίας. Το παρελθόν γίνεται πιο ζωντανό, καθώς και όσα τραύματα αυτό κουβαλάει. Σε αυτού του είδους τις σκέψεις που έχει κάποιος την περίοδο αυτή, οι συνηθέστερες αντιδράσεις αφορούν είτε στην ‘υιοθέτηση’ των μοντέλων που του δημιούργησαν τα όποια τραύματα είτε στην αντιμετώπιση αυτών και τη μη αναπαραγωγή τους. Βέβαια η δεύτερη περίπτωση είναι και η δυσκολότερη, διότι χρειάζεται αυτοσυνειδησία, κουράγιο, ισχυρή θέληση και προσπάθεια, ενώ καθώς οι κοινωνίες μεταβάλλονται και τα πρότυπα αλλάζουν φαντάζει αδύνατη μια τέτοια διαφοροποίηση χωρίς τη βοήθεια ενός ειδικού.

Άλλωστε, κανένας γονιός δεν είναι τέλειος! Κανένα παιδί δεν είναι τέλειο! Δεν είναι απαραίτητη μια τέτοια κατάσταση εξάλλου, αυτό που χρειάζεται ένα παιδί είναι ένας καλό γονιός, ο οποίος προσφέρει την αγάπη του άνευ όρων.

Αρκετά συχνά συμβαίνει οι γονείς να εκλαμβάνουν τα παιδιά τους ως κάποιου είδους προέκταση ή συνέχεια του εαυτού τους. Ουσιαστικά σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει δυσκολία εκ μέρους του γονέα στο να κατανοήσει και να αποδεχτεί το παιδί του ως μια ολότελα ξεχωριστή προσωπικότητα, η οποία έχει ελεύθερη βούληση, διαφορετική ιδιοσυγκρασία και ξεχωριστή/ιδιαίτερη ταυτότητα. Σίγουρα μια στατική και πολλές φορές περιοριστική νοοτροπία είναι να περιμένει ο γονιός να κάνει το παιδί του ό,τι δεν έκανε ο ίδιος. Μια τέτοια δυσλειτουργική θεώρηση, όμως, είναι επικίνδυνη και μπορεί να στοιχίσει ακόμα και το μέλλον ενός παιδιού.

Ουσιαστικά αυτό που χρειάζεται είναι ο γονιός να έχει κατανόηση, να καταλαβαίνει τον τρόπο που ένα παιδί σκέφτεται και αισθάνεται, να προσπαθεί να αντιλαμβάνεται τις επιθυμίες του και να αποδέχεται τους στόχους ζωής του. Η προσπάθεια ‘επιβολής’ μιας τυπικής πειθαρχίας και τυφλής υπακοής είναι στείρα και ουσιαστικά αξιοποιείται σαν μέσο εκφοβισμού, ακόμα και όταν ο γονιός δεν το αντιλαμβάνεται ως τέτοιο. Σε καμία περίπτωση μια τέτοια συμπεριφορά και μέθοδος δεν είναι λειτουργική.

Πάνω σε τούτο, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η κακοποίηση δεν αφορά μόνο στα ακραία περιστατικά που κατά καιρούς όλοι έχουμε ακούσει. Απεναντίας, ο εκφοβισμός, οι σύγκριση, η τιμωρία αντί της διαπαιδαγώγησης, η επικριτική στάση, η απαξίωση, οι απειλές, η κοροϊδία και οι υψηλές απαιτήσεις συνιστούν μορφή κακοποίησης, η οποία όμως δεν γίνεται ευθέως αντιληπτή. Η σχέση που ο γονέας με το παιδί του πρέπει να επιδιώκει είναι εκείνη της εμπιστοσύνης, του σεβασμού, της ισότητας απέναντι στην αξιοπρέπεια. Τα παιχνίδια εξουσίας μέσα στην οικογένεια δημιουργούν πολλά τραύματα, τα οποία αναπαράγονται ύστερα στις σχέσεις που αναπτύσσει το παιδί στη ζωή του και χρειάζονται πολλές φορές σκληρή δουλειά για να θεραπευτούν.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να θυμόμαστε επιπλέον ότι ένα παιδί που έχει μεγαλώσει και ανατραφεί σε ένα τοξικό περιβάλλον, όπως τα παραδείγματα που αναφέραμε νωρίτερα, στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του αναζητά διαρκώς την αποδοχή που δεν έλαβε από την οικογένειά του, σκεπτόμενο πάντα ότι ποτέ δεν καταφέρνει κάτι σημαντικό. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, μέσα στον οποίο το παιδί ψάχνει την αποδοχή των γονιών του και εκείνοι με τη σειρά τους δεν αναγνωρίζουν στο παιδί τους ό,τι κι αν αυτό πετύχει. Αντιθέτως, στα περισσότερα ζητήματα επιδιώκουν να επισημάνουν κάτι το αρνητικό, συνήθως χωρίς καν να υπάρχει αυτό, πληγώνοντας το παιδί ακόμα περισσότερο.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα άτομα που ζουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον πρέπει να κατανοήσουν και να αποδεχτούν ότι δεν θα λάβουν την αποδοχή που ζητούν, όχι επειδή δεν αξίζουν αλλά επειδή οι γονείς δεν μπορούν να την προσφέρουν. Με δεδομένο αυτό, πρέπει να γνωρίσει κανείς ξανά τον εαυτό του, αποβάλλοντας τον τρόπο αντίληψης που του έχουν εμφυσήσει οι γονείς του.

Ουσιαστικά χρειάζεται να συνηθίσει τον εαυτό του στο να αναγνωρίζει τις ατομικές/προσωπικές του ανάγκες και επιθυμίες και να διαφοροποιείται από εκείνες που του έχουν μεταφέρει οι γονείς του. Είναι πολύ σημαντικό να θέτει ο κάθε ένας από εμάς όρια στην καθημερινή του ζωή και ιδιαιτέρως στις συναλλαγές/καταστάσεις που τον κρατούν εξαρτημένο με τους γονείς τους. Η αγάπη προς τον εαυτό του είναι σαφώς απαραίτητη. Πρώτοι από όλους πρέπει εμείς να σεβόμαστε τις επιθυμίες μας και τον εαυτό μας, και να μην τον αξιολογούμε σύμφωνα με τα κριτήρια άλλων. Το να διατηρεί κανείς μια αληθινή σχέση ενηλίκων με τους γονείς του είναι επιθυμητό και δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση την έλλειψη αγάπης προς το πρόσωπό τους. Για την ακρίβεια πρόκειται για μια πραγματική σχέση αγάπης και σεβασμού, χωρίς όμως τα περιθώρια ελέγχου και παρεμβατικότητας στη ζωή τους.

Πίσω από περιστατικά βίας, σκληροκαρδίας και ψυχρής στάσης του γονέα προς το παιδί του κρύβονται τα παιδικά τραύματα που ο πρώτος έχει και που προσπαθεί να τους επιβληθεί, κάτι που φυσικά δεν συμβαίνει, διότι κάθε φορά που προσπαθεί να το πετύχει ουσιαστικά επιτίθεται στις δικές του πληγές ανοίγοντάς αυτές ξανά και ξανά και αυτή τη φορά πληγώνοντας και το ίδιο του το παιδί.

Ακόμα και σήμερα ένας μεγάλος αριθμός γονέων μεγάλωσε και ανατράφηκε σε πατριαρχικό – αυταρχικό οικογενειακό περιβάλλον με συγκεκριμένες αρχές και στάσεις ζωής, δηλαδή ο πατέρας στη δουλειά, η μητέρα οικιακά κ.λπ. Πυραμίδες εξουσίας και συμπεριφοράς με στόχο την ‘τακτοποιημένη’ ζωή. Πάνω σε αυτό το μοντέλο καλλιεργήθηκε και η αντίληψη ενός τρόπου ζωής βασισμένο σε διάφορα κοινωνικά στερεότυπα, από τα οποία σχεδόν κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει εύκολα.

Το να αποδεχτεί ο γονέας τον εαυτό του ως έχει είναι ζωτικής σημασίας ανάγκη, διότι με τον τρόπο αυτόν ανακουφίζεται και αποβάλλει από πάνω του ένα τεράστιο βάρος. Έπειτα μπορεί να αποδεχτεί τους γύρω του, του ανθρώπους που τον περιβάλλουν, μέσα στους οποίους βρίσκεται και το παιδί του. Μόνο έτσι μπορεί να προσφέρει αγάπη, διότι τότε θα είναι ανόθευτη, χωρίς συμβιβασμούς, προϋποθέσεις και ανταλλάγματα.

Το να αναγνωρίσει κανείς τα βιώματά του, τις εμπειρίες που τον στιγμάτισαν και τις πληγές που ίσως ακόμα τον βαραίνουν είναι όχι μόνο μια υγιής κατάσταση, αλλά και το μέσο που θα μας επιτρέψει να βοηθήσουμε τα παιδιά μας με το να αποδεχτούμε εκείνα όπως ακριβώς είναι, με τον να τους δώσουμε την ελευθερία που η ίδια η ζωή τους παρέχει, να τα αγαπήσουμε δίχως όρια για αυτό που είναι και να ξεπεράσουμε τους φόβους που μας κρατάνε πολλές φορές μακριά από την ευτυχία. Διότι οι στιγμές της ευτυχίας με τα πρόσωπά που αγαπάμε είναι αυτό που όλοι αναζητούμε, αυτό που μας λυτρώνει.

Κουβεντιάζομε, αλλά δεν συνεννοούμαστε … Πώς συμβαίνει αυτό;

Για να παρακολουθήσει ο άλλος τη σκέψη σου και να συλλάβει το σωστό νόημά της, όταν την εκφράζεις προφορικά ή γραπτά, δεν αρκεί να μιλεί την ίδια γλώσσα μαζί σου, αλλά πρέπει και να θέλει και να μπορεί να σε καταλάβει. Αυτή την αλήθεια τη λησμονούμε πολύ συχνά και για τούτο οι σχέσεις μας με τους συμπατριώτες, τους ομότεχνους, τους φίλους, τους συντρόφους της ζωής μας, δυσκολεύονται πολύ περισσότερο από όσο είναι από την ίδια τη φύση των πραγμάτων δύσκολες. Οι άνθρωποι δεν μιλούν, ούτε ακούνε, πάντοτε με την πρόθεση να επικοινωνήσουν με τον όμοιό τους και να συνεννοηθούν μαζί του.

Όπως και κάθε άλλη πράξη τους, έτσι και αυτή έχει πολλά και ποικίλα ελατήρια. Ο λόγος, ο προφορικός ή ο γραπτός, είναι κι αυτός ένα μέσον που το μεταχειρίζεται καθένας για κάποιο σκοπό. Αλλά οι σκοποί είναι πολλοί, και όχι ένας μόνο: η συνεννόηση. Έρχεται λ.χ. ένας γνώριμος σου στον κύκλο που σε περιστοιχίζει, σε ακούει να αναπτύσσεις τη γνώμη σου απάνω σε κάποιο θέμα, προσέχει και συ νομίζεις ότι προσπαθεί να καταλάβει τι λες. “Όταν όμως αρχίζει κι αυτός να μιλεί για το ίδιο ζήτημα, ξαφνιάζεσαι- άκουσε, μα δεν κατάλαβε τίποτα απ’ όσα είπες, γιατί αυτός είχε το νου του σε όσα ο ίδιος ήθελε να διατυπώσει ή να προτείνει, άσχετα με τη δική σου τοποθέτηση των πραγμάτων. Κάποιος άλλος λοιπόν είναι ο σκοπός του: να προβάλει τον έαυτό του, να εκθέσει εσένα ή άλλον ομοϊδεάτη σου, να στρέψει προς άλλη κατεύθυνση τη συζήτηση, γιατί άλλα είναι τα δικά του ενδιαφέροντα ή γιατί κάτι άλλο επιδιώκει που αργότερα θα φανεί κ.ο.κ. Το ίδιo πλήθος και η ίδια ποικιλία ελατηρίων μπορεί να υπάρχει και σε σένα που μιλείς- δίνεις την εντύπωση ότι είσαι αποκλειστικά προσηλωμένος στη λογικήν ακολουθία ή στην πραγματική θεμελίωση των Ιδεών που εκθέτεις, είναι όμως πολύ πιθανό να έχεις άλλους σκοπούς: να εντυπωσιάσεις, να επικρίνεις, να ειρωνευτείς, να αποσπάσεις μιαν επιδοκιμασία που σκέπτεσαι κατόπι να την εξαργυρώσεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κ.ο.κ.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου διπλά και καθαρά τα πράγματα στο διάλογο μεταξύ των ανθρώπων, είτε ο διάλογος αυτός γίνεται με τη συζήτηση είτε αναπτύσσεταιc σιωπηρά, με το διάβασμα λ.χ. ενός άρθρου ή ενός βιβλίου. Στην τελευταία περίπτωση το φαινόμενο είναι ακόμη πιο περίεργο. Τη γνώμη του «άλλου» την έχομε «τυπωμένη» μπροστά μας δεν είναι «φτερωτή», όπως ο προφορικός λόγος, πού όσο καλή μνήμη κι αν έχομε, ποτέ δεν είμαστε βέβαιοι ότι τον έχομε συγκρατήσει με απόλυτη ακρίβεια. Εδώ υπάρχει το ίδιο το ενυπόγραφο «κείμενο», και μπορούμε (αν αμφιβάλλομε) να το διαβάσομε και να το ξαναδιαβάσομε. Εντούτοις…

Κάνετε μόνοι σας το πείραμα σε κύκλο φίλων σας, του ίδιου έστω κοινωνικού στρώματος, της ίδιας ηλικίας, της ίδιας πάνω—κάτω παιδείας. Δώσετε τους να διαβάσουν από κάποιο βιβλίο ένα κεφάλαιο, μία σελίδα, ένα εδάφιο και ρωτήσετέ τους τι κατάλαβαν. Αν τύχει και το θέμα έχει επικαιρότητα ή άμεση σχέση με ζωτικά διαφέροντα του ερωτώμενου, θα δείτε με μεγάλην έκπληξη πόσο οι ερμηνείες πού δίνονται διαφέρουν (κάποτε ριζικά) η μια από την άλλη. Για τον απλούστατο λόγο ότι ή ψυχική τοποθέτηση του καθενός απέναντι στο κείμενο που διάβασε υπήρξε διαφορετική.

Δεν είναι όλοι ικανοί ούτε πρόθυμοι να «αποσπασθούν» από τον εαυτό τους και να «δοθούν» στον κόσμο των ιδεών πού ανοίγεται μπροστά τους, για να συλλάβουν το περιεχόμενο και την αλληλουχία τούς, έτσι όπως ο συγγραφέας τού κειμένου τις παρουσιάζει και τις διευκρινίζει. Οι περισσότεροι, οι πλείστοι «διαβάζουν» μέσα στο ξένο γραπτό τις δικές τους υποθέσεις, προσδοκίες ή υποψίες —τίς δικές τους συμπα—Οειες ή αντιπάθειες— τις δικές τους αντιλήψεις ή αντιγνωμίες. Αλλίμονο δε αν το όνομα του συγγραφέα είναι «συναισθηματικά χρωματισμένο» μέσα στη συνείδησή τους· τότε οι αποκλίσεις είναι απίθανα μεγάλες. Απορεί κανείς, όταν ακούει τις υποστηριζόμενες ερμηνείες, πώς είναι δυνατόν το ίδιο πράγμα να είναι και άσπρο και μαύρο για την πνευματική όραση υγιών ανθρώπων.

Για να καταλάβεις κάτι που λέγεται ή γράφεται από κάποιον απαιτούνται λοιπόν πολλές προϋποθέσεις. Πρώτα πρέπει όχι μόνο να θέλεις ή μόνο να μπορείς – αλλά ταυτόχρονα και να θέλεις και να μπορείς να καταλάβεις αυτό που ακούς ή διαβάζεις. Γιατί είναι δυνατόν να θέλεις, αλλά να μη μπορείς· όπως είναι δυνατόν να μπορείς, αλλά να μη θέλεις να εννοήσεις. Και τότε φυσικά δεν «καταλαβαίνεις».

Θέλω σημαίνει εδώ ότι εμφορούμαι από την καθαρή πρόθεση να εισδύσω στα λεγόμενα ή γραφόμενα και να συλλάβω το νόημά τους σε συνάρτηση με τη βούληση εκείνου που τα λέγει ή τα γράφει, όχι κατά τη δική μου διάθεση.

Και μπορώ σημαίνει ότι έχω (από μάθηση και ιδιοφυΐα) την ικανότητα να κινούμαι με κάποιαν άνεση μέσα στον κόσμο των εννοιών και των συμβόλων του ανθρώπου που τον ακούω ή τον διαβάζω. Και έτσι κατορθώνω να τον προσεγγίσω πνευματικά από πολύ κοντά, και να κάνω τις ιδέες του ιδέες μου, τα επιχειρήματά του επιχειρήματά μου, τις διακρίσεις του διακρίσεις μου, τις αποχρώσεις του αποχρώσεις μου — και πριν απ’ όλα να κάνω τις λέξεις του λέξεις μου.

Σ’ αυτό το τελευταίο σημείο βρίσκεται ο κόμπος του προβλήματος. Κατά την κοινή αντίληψη, φτάνει να μιλείς των ίδια εθνίκή γλώσσα (π.χ ελληνικά, γαλλικά, ή κινέζικα) μ’ έναν άλλο άνθρωπο, για να συνεννοηθείς μαζί του. Αυτό είναι σωστό μόνο έως ένα βαθμό, και μάλιστα πολύ περιορισμένο. Βεβαίως καταλαβαίνομε τον ομόγλωσσο, αλλά στις πολύ κοινές σχέσεις της ζωής, μέσα σ’ αυτό που ονομάζουμε καθημερινότητα. “Όταν όμως εγκαταλείπει κανείς αυτή την επιφάνεια τότε και αρχίζει να μπαίνει παραμέσα σε κάποιο βάθος, τότε ανακαλύπτει με έκπληξη, με αμηχανία, ακόμη και με τρόμο, ότι οι ίδιες «λέξεις» δεν έχουν για όλους μας το ίδιο “νόημα”, ότι συχνότατα τα “ιδια λέμε” και “άλλα καταλαβαίνομε”. Με αποτέλεσμα ή απόσταση που μας χωρίζει από τους ομοίους μας να γίνεται κάποτε πολύ μεγάλη, αγεφύρωρη. Κουβεντιάζομε, αλλά δεν συνεννοούμαστε.

Πώς συμβαίνει αυτό; Η πλήρης εξήγηση θα μας τραβούσε πολύ μακριά. Θά περιοριστώ σε μια πρόχειρη, αλλά επαρκή. Οι «λέξεις» οποιασδήποτε γλώσσας δεν έχουν ούτε μόνιμο νοηματικό περιεχόμενο, ούτε σταθερό λογικό περίγραμμα. Αλλά είναι κάτι ρευστό και κυμαινόμενο που αποκτά κάποιαν ευστάθεια μόνο όταν καθηλωθεί με την πειθαρχία που συμβατικά επιβάλλει μια ορισμένη χρήση. Για να βεβαιωνόμαστε λοιπόν ποιο είναι το νόημά τους την ώρα που τις ακούμε, πρέπει να κάνομε την αναφορά προς αυτή την ορισμένη χρήση. Οι λέξεις λ.χ. έργο, έλξη, ισορροπία άλλο νόημα έχουν στο στόμα ενός φυσικού, και άλλο όταν τις μεταχειρίζεται ένας ψυχολόγος ή ένας κοινωνιολόγος. —

‘Έπειτα οι λέξεις ως φορείς εννοιών φορτίζονται διανοητικά και συναισθηματικά μέσα στον ψυχικό κόσμο του καθενός ανάλογα με τη μόρφωση, την πείρα της ζωής, το χαραχτήρα του. Και για τούτο οι ίδιες λέξεις ηχούν μέσα μας διαφορετικά επειδή πέφτουν και χτυπούν απάνω σε διαφορετικό μέταλλο. Άλλα λ.γ . πράγματα νιώθω εγώ, όταν ακούω ή γράφω τις λέξεις αγάπη, πίστη, τιμή, κι άλλα εσείς, γιατί δεν έχομε όλοι την ίδια σύσταση ψυχής, τις ίδιες εμπειρίες, τον ίδιο διανοητικό και συναισθηματικό κόσμο. Θα έλεγα με μιαν αλληγορία: άλλους αρμονικούς διεγείρουν μέσα μου αυτές οι λέξεις, και άλλους μέσα σας, γιατί το δικό μου ψυχικό όργανο (όπως είναι από φυσικού του και όπως διαμορφώθηκε από την ανατροφή που πήρα, από τον τρόπο και τις περιπέτειες της ζωής μου, από τη μόρφωσή μου κ.τ.λ.) είναι διαφορετικό από το δικό σας. Και οι αρμονικοί εδώ δεν δίνουν στον τόνο απλώς μίαν άλλη απόχρωση, όπως συμβαίνει στη Μουσική, αλλά είναι ικανοί να αλλάξουν κάποτε το ίδιο το ποιόν του.

Τα συμπεράσματα απ’ αυτή τη σύντομη ανάλυση αφήνω τον αναγνώστη να τα βγάλει μόνος του. Είναι πολλά και σοβαρά. Το σπουδαιότερο, νομίζω, θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: Είναι δύσκολη, πολύ δύσκολη η επαρκής, και ίσως αδύνατη, εντελώς αδύνατη η πλήρης συνεννόηση με τούς ομοίους μας, γιατί οι άνθρωποι δεν μοιάζουν ο ένας με τον άλλο σαν δύο σταγόνες νερού, ακόμη και όταν ανήκουν στον ίδιο λαό, στην ίδια γενεά, στην ίδια κοινωνική τάξη, στο ίδιο μορφωτικό επίπεδο. Ο καθένας έχει το δικό του μέταλλο ψυχής, το δικό του διανοητικό και συναισθηματικό βάθος. Ας μιλούν λοιπόν την ίδια γλώσσα, ας μεταχειρίζονται τις ίδιες λέξεις — δεν καταλαβαινουν εντελώς ο ένας τον άλλο.

Μόνον όταν συμπέσει δύο όργανα να βρεθούν πνευματικά και αισθηματικά συντονισμένα με ακρίβεια απόλυτη —πράγμα πολύ, πάρα πολύ σπάνιο— τότε η μεταξύ τους συνεννόηση μπορεί να είναι πλήρης. Και τη χαίρονται σα μιαν ευλογία που δεν την περίμεναν. Όμως των κοινών ανθρώπων η μοίρα δεν είναι αυτή: ακόμη και κοντά, πολύ κοντά ο ένας προς τον άλλο ζουν και πεθαίνουν χωρίς ποτέ να «συνεννοηθούν» εντελώς.

Η Γένεσις των Ελλήνων - Μικρά κομματάκια του παζλ

βυθιστούμε για λίγο στην Ελληνική Μυθιστορία.

Ναι! Μυθιστορία γιατί είναι κωδικοποιημένη Ιστορία. Έχει βάθος επτά κωδίκων. Ο ποιητής Πίνδαρος είχε φτάσει έως τον τρίτο κώδικα, και εκλιπαρούσε τους θεούς να του επιτρέψουν να κατανοήσει και τους επτά.

Στα αποσπάσματα που ακολουθούν, ο Πίνδαρος και ο Απολλόδωρος αποκωδικοποιούν την αναγέννηση της Ελληνικής φυλής, μετά την κάθαρση που προκλήθηκε από τον μεγάλο κατακλυσμό. Ο Δευκαλίων αφού ταξίδεψε εννέα ολόκληρα μερόνυχτα μέσα εις την θάλασσα, προσέκρουσε εις τον Παρνασσό. Εκεί, αφού σταμάτησαν οι βροχές, βγαίνοντας έξω θυσιάζει εις τον Φίξιον Δία.

Ο Ζεύς έστειλε τον Ερμή σ’ αυτόν και τον παρακίνησε να διαλέξει ότι θέλει. Αυτός διάλεξε να δημιουργηθούν σ’ αυτόν τον τόπο άνθρωποι. Και αφού διέταξε ο Ζεύς να σηκώσει λίθους και να τους ρίξει πάνω από το κεφάλι του, αυτούς που έριπτε ο Δευκαλίων γίνονταν άνδρες και αυτούς που έριπτε η Πύρρα γίνονταν γυναίκες. Απ’ όπου ονομάστηκαν μεταφορικά και λαοί από το Λάος που σημαίνει λίθος (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 48, 10).

Το ίδιο γεγονός μας εξιστορεί και ο Πίνδαρος: Φέρνεις εις την πόλιν την γλώσσα της Πρωτογένειας, δία να κατέβουν η Πύρρα και ο Δευκαλίων εις τον Παρνασσό, όπου με την βούλησιν τον υψηλοβρόντου Διός έκτισαν πρώτα ιερόν, και χωρίς λίθους έκτισαν λίθινον γόνον από το ίδιο έθνος· και οι γόνοι ονομάστηκαν λαοί (Πίνδαρος, Ολυμπία, 9, 42).

Ο Ζεύς και ο Ερμής δημιουργούν στην κορυφή του Παρνασσού τους πρώτους ανθρώπους, προσφέροντας και πάλι τον δικό τους γόνο. Η Πύρρα και ο Δευκαλίων διασώζονται διότι ήταν αμόλυντοι και καθαροί. Όταν το σκάφος τους προσάραξε στην κορυφή του Παρνασσού, ο Ζεύς τους πρόσταξε να ρίξουν λίθους, χτίζοντας λίθινους γόνους από το δικό τους έθνος.

Το όνομα Δευκαλίων φανερώνει τον κάλλιστο άνδρα του Διός, ενώ το όνομα Πύρρα, φανερώνει το πύρινο ηλιακό σπέρμα, τον νέο γόνο που θα φιλοξενήσει στα σπλάχνα της η πρώτη γυναίκα δια να επέλθουν τα νέα ελληνικά φύλλα.

Ο Απολλόδωρος συνεχίζει την αφήγηση του, εξιστορώντας την καταγωγή των ελληνικών φύλων και καταρρίπτοντας τις σιωνιστικές θεωρίες περί καταγωγής των Ελλήνων από την ανύπαρκτη ινδοευρωπαϊκή φυλή. περί καθόδου των Δωριέων κ.λ.π

Το πρώτο παιδί που έρχεται στο φως από τα σπλάχνα της Πύρρας, μετά την γονιδιακή παρέμβαση του ιδίου του Διός. είναι ο ‘Έλλην, 9.500 χρόνια προ κοινής εποχής. Από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα γεννιούνται παιδιά, πρώτον εκ των οποίων ήταν ο Έλλην, δια τον οποίον λένε ότι γεννήθηκε από τον Δία, δεύτερος ο Αμφικτύων ο οποίος βασίλευσε μαζί με τον Κραναό εις την Αττική και είχε κόρη την Πρωτογένεια.

Απ’ αυτήν και τον Δία γεννήθηκε ο Αέθλιος. Από τον Έλληνα και την νύμφη Ορσηίδα γεννήθηκε ο Δούρος, ο Ξούθος και ο Αίολος. Αυτός λοιπόν ο Έλλην, από τον εαυτόν του ονόμασε Έλληνες αυτούς που ονομάζονται γραικοί και εις τα παιδιά του διαμοίρασε την χωράν και ο Ξούθος παίρνοντας την Πελοπόννησο, από την Κρέουσα την κόρη τον Ερεχθέα, γέννησε τον Αχαιό και τον Ίωνα, από τους οποίους ονομάζονται οι Αχαιοί και οι Ίωνες, ο Δώρος δε παίρνοντας την χωράν πέραν από την Πελοπόννησο, από τον εαυτόν τον ονόμασε τους κατοίκους Δωριείς, ο δε Αίολος βασιλεύοντας εις τους τόπους γύρω από την Θεσσαλία, τους κατοίκους ονόμασε Αιολείς. (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 49, 1 )

Αυτή είναι η γενεαλογία της ελληνικής φυλής, αυτή είναι η αγαθογονία που συντελείται στην κορυφή του Παρνασσού αμέσως μετά τον μεγάλο κατακλυσμό. Είναι η περίοδος που εμφανίζονται στο προσκήνιο της ιστορίας, οι Αιολείς, οι Δωριείς, οι Ίωνες. οι Αχαιοί, οι Θεσσαλοί, οι Μακεδόνες και οι Κρήτες.

Εγγονός του Λώρου, του υιού του Δευκαλίωνος, είναι ο Αστερίας ο οποίος βασίλευσε στην Κρήτη. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ζεύς υπό μορφή πάλλευκου ταύρου, απήγαγε την Ευρώπη και μεταφέροντας την στην πλάτη του έφθασε στην Κρήτη. Εκεί την κατέστησε μητέρα του Μίνωος, του Ραδαμάνθεως και του Σαρπηδόνος και κατόπιν την νύμφευσε με τον βασιλέα της νήσου Αστέρια, που ήταν τρισέγγονος του Δευκαλίωνος. Ο υιός που γεννήθηκε από τον Μίνωα ονομάστηκε και πάλι Δευκαλίων. Η λέξη Μίνωα, με αφομοίωση του (α) εις (ε), μετατρέπεται σε Μι- νώε. Η λέξη νώε προέρχεται από το νωί, που είναι ποιητικός τύπος του νω, και κατά την αττική-ιωνική διάλεκτο σημαίνει, εμείς οι δύο (εξ’ου “nous”-εμείς γαλλιστί) Νώι δέ χαζώμεσθα, Διός δ’ άλεώμεθα μηνιν. Και εμείς οι δύο (ο Αρης και η Αθηνά) να φύγουμε, του Διός η οργή μην μας πλακώσει. (Ιλιάς, 5, 34)

ΜΙΝΩΑΣ: Υιός του Δία και της Ευρώπης. Αδελφός του Ραδαμάνθυ και του Σαρπηδόνα. Διαδέχτηκε τον βασιλιά της Κρήτης τον Αστερίωνα. Απέκτησε μεγάλη φήμη σαν σοφός βασιλιάς, δίκαιος και για την επιβολή των νόμων που παρελάμβανε (κάθε 9 χρόνια στο βουνό Ίδη) από τον ίδιο τον Δία.

ΕΡΙΧΘΟΝΙΟΣ: Γεννήθηκε από το σπέρμα του Ήφαιστου που έπεσε πάνω στον μηρό της Αθηνάς η οποία το σκούπισε με τα μαλλιά της και μετά το το έριξε στην γη, από την οποία σε κανονικό χρονικό διάστημα βγήκε ο Εριχθόνιος.

ΜΑΚΕΔΝΟΣ: (γενάρχης των Μακεδόνων. Μακεδνός= ευμήκης, ψηλός, μακρής) Υιός του Διός και της Αιθρίας, κόρης του Δευκαλίωνος. ΕΛΛΗΝΑΣ: Υιός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Είχε τρεις υιούς, τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξούθο.

ΚΕΚΡΟΠΑΣ: Υιός της Γαίας. Ο πρώτος αυτόχθων βασιλιάς της Αττικής, ήρωας και πρόγονος των Αθηναίων.

ΩΓΥΓΟΣ (ή ΩΓΥΓΗΣ): Ο πρώτος βασιλιάς και πατέρας της ανθρωπότητας. Στα χρόνια του έγινε ο πρώτος μεγάλος κατακλυσμός που φέρει το όνομά του.

ΠΕΛΑΣΓΟΣ: (Ο γενάρχης των Πελασγών, του αρχαιότερου λαού της Ελλάδας) Κατά μία παράδοση είναι υιός του Δία και της Νιόβης, πρώτος βασιλιάς της Αρκαδίας, κατά μία άλλη είναι βασιλιάς του Άργους και κατά την τρίτη υιός του Ποσειδώνα, αδελφός του Αχαιού και του Φθίου. Ο Πελασγός κατά τον Αρκαδικό μύθο που αναφέρει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος “ανεδύθη από την γη” και έγινε γενάρχης των ανθρώπων “πριν από την εμφάνιση της Σελήνης”. Γι’ αυτό οι Αρκάδες εθεωρούντο “Προσέληνοι” ή Προσεληναίοι*

ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Υιός του Βήλου και της Αγχινόης. Δίδυμος αδελφός του Δαναού και ενώ ο αδελφός του πήρε στο μερίδιό του την Λιβύη, αυτός πήρε την Αίγυπτο.

*Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, βάσει των αστρονομικών δεδομένων που αναφέρει ο Νόνος (Α 176-197, Β654-659), η Σελήνη έγινε δορυφόρος της γης το 26.147 π.Χ..

Σε άλλα αναγνώσματα έχουμε δει πως κάποια είδη ανθρώπων είχαν δημιουργηθεί από την παρέμβαση στο DNA πρωτόγονων πιθηκανθρώπων από ξένους επισκέπτες στην Γη.

Κάποιοι άλλοι όμως, αυτοί που αργότερα ονομάστηκαν Έλληνες προήλθαν κατ’ ευθείαν από το σπέρμα άλλης ομάδας επισκεπτών της Γαίας.

Οι Έλληνες τους ονόμασαν Ολύμπιους, άλλοι λαοί τους ονόμασαν αλλιώς. Οι Οντότητες αυτές ήταν Παγκόσμιες.

Πριν από την μεγάλη καταστροφή-κατακλυσμό του Δευκαλίωνα είχαν δημιουργήσει έναν Παγκόσμιο Πολιτισμό.

Ο Ησίοδος μας παραδίδει πως μετά την μεγάλη καταστροφή η Αθηνά γύριζε όλα τα σημεία της Γαίας ταξιδεύοντας πάνω σε μια ασπίδα (!) για να δώσει πάλι τα φώτα του πολιτισμού στην κατεστραμμένη Ανθρωπότητα.

Πλάτων, Φαίδρος: Ερωτικός-διαλεκτικός Λόγος


Έρως και διαλεκτικός Λόγος

§1

Πού μπορεί να βρίσκεται η ιδιαίτερη αξία του παρουσιαζόμενου εδώ έργου του Πλάτωνος; Βρίσκεται θεμελιωδώς στο γεγονός ότι οι Ιδέες του εν λόγω έργου απαντούν με ερμηνευτικό‒διαλεκτικό τρόπο, γι’ αυτό κι αψευδώς, στα γνωσιο-οντο-λογικά αδιέξοδα της σημερινής πραγματικότητας του ανθρώπου. Η ανθρώπινη ύπαρξη, ως ένα σφαιρικό Όλο Πνεύματος και Χθονός, στην παρούσα εποχή διάγει τη ζωή του εξόριστου, όσο σε καμιά άλλη εποχή. Ενώ ζει σε τόπο, αισθάνεται πως δεν βρίσκεται σε τόπο παρά δέρνεται ανηλεώς από τη μοίρα του ου-τόπου· κάτι περίπου σαν τη συμβολική εικόνα του ά-τοπου Σωκράτη, που συναντάμε στο παρόν πλατωνικό έργο. Η ου-τοπία του εξόριστου προσλαμβάνει το χαρακτήρα μιας υπαρκτικής διάστασης ανάμεσα στην πνευματικότητα του Είναι του ανθρώπου και στον διωγμό που η τελευταία υφίσταται από τη βαρβαρότητα της ζωής της Πόλεως (=με το νόημα των Αρχαίων), με σύγχρονους όρους δηλαδή από τη βάναυση αντιπνευματικότητα, από την αδιανόητη απαιδευσία της πολιτικής ζωής και των ανθρώπων που την υπηρετούν. Στον Φαίδρο, ο πολύς Wilamowitz αναγνωρίζει σε όλες τις περιγραφές του παρόντος έργου ‒περιγραφές περί Έρωτος, περί ρητορικής και πολιτικής, περί πνευματικής αυτάρκειας κ.λπ.‒εμπειρίες του ίδιου του φιλοσόφου. Είναι αυτές που εκκινούν από τη χθαμαλότητα της καθημερινής ζωής για να φτάσουν τελικά στις πιο υψηλές περιοχές της σκέψης. Αναζωογονούν έτσι τη διάθεση, την απορρέουσα από το φυσικό περιβάλλον, να συνδυάσει τη διαλεκτική ικανότητα του Λόγου με τον πλούτο των συναισθημάτων, με τη λογική του νου, με τον συντεταγμένο λόγο, με τη θεϊκή δύναμη της ψυχής, με τον θείο της πόθο· εν τέλει με το ασυνείδητο, το έμπλεο ενθουσιασμού, και με τη γνώση του, σε συνδυασμό με την κρυφή αρμονία, με την απέραντη ομορφιά φύσης και πνεύματος.

§2

Η ανασυγκρότηση της πλατωνικής σκέψης γύρω από τον Έρωτα-το Κάλλος, τον Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο: γραπτός ή προφορικός Λόγος, με βάση την πλατωνική ερμηνευτική διαλεκτική και σε αντιστοιχία με σχετικές διαλεκτικές ερμηνεύσεις των Hegel ‒Heidegger. Η θετική διαλεκτική, δυνάμει της οποίας παριστάνεται η πολυδιάστατη δυναμική του Έρωτος στον Φαίδρο, ως συνέχεια –τρόπον τινά– μιας παρόμοιας δυναμικής του στο Συμπόσιο, μας φέρνει κοντά την εικόνα μιας εγγενούς σχέσης ανάμεσα στο αγαθό και το ωραίο. Πρόκειται για μια συνεχώς αυτo-αναγεννώμενη σχέση, που αποκτά τον χαρακτήρα της ερωτικής αγάπης για τη φιλοσοφική γνώση και η οποία εν τέλει καθιστά τον Έρωτα Φιλόσοφο. Ανάμεσα στον Έρωτα και τη Φιλοσοφία εφεξής σφυρηλατείται ένας εσωτερικός δεσμός, που μέλλει να προσδιορίσει, με ξεχωριστό τρόπο, την ιστορική πορεία της φιλοσοφίας. Τούτο σημαίνει πως η φιλοσοφία πια δεν παύει εις το διηνεκές να είναι η πιο ουσιαστική εκ-δήλωση του Έρωτος, όπως και αντίστροφα ο Έρως δεν παύει να αποτελεί τη θεά Εστία του φιλοσοφικού Είναι του ανθρώπου. Αλλά πώς νοείται ο Έρως στον παρόντα διάλογο; Νοείται ως Έρως του ιδεατού κάλλους. Ακριβώς γι’ αυτό, και στο πεδίο της ανθρώπινης ζωής συνάπτεται με την ευτυχία, με την ευδαιμονία, με την αρμονική ανάπτυξη σώματος και ψυχής και όχι με πάσης φύσεως ωφελιμισμό. Στις εποχές μας κυριαρχεί, εν πολλοίς, ο σεξιστικός ωφελιμισμός, ο οποίος όμως ψάλλεται και άδεται ως ο ύψιστος «Έρως», κυρίως από ανθρώπους με βάρβαρη ψυχή. Τέτοιους ανθρώπους συναντάμε διαχρονικά ‒μα και παροντικά κατ’ εξοχήν‒ ανάμεσα στους πολιτικούς και γενικότερα τους ανθρώπους-πρωταγωνιστές του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού θεάματος, από τους οποίους οι πλείστοι αντλούν το «κάλλος» της ψυχής τους από τα καζίνα και τα σκυλάδικα. Ποτέ δεν βρίσκουμε τέτοιους χαμερπείς τύπους ανθρώπων ανάμεσα στους αληθινούς φίλους της σοφίας, σε εκείνους τους ευαίσθητους ανθρώπους που ψυχή τε και σώματι «μεταλαβαίνουν» με το «λάλον ύδωρ» από την αστείρευτη πηγή της φιλοσοφίας. Μα, μπορεί να αντιτάξουν κάποιες μαθήτριες-φοιτήτριες, ο τάδε ή ο δείνα καθηγητής της φιλοσοφίας μας παρενοχλεί σεξουαλικά και δεν μας αφήνει σε χλωρό κλαρί, προκειμένου να μας περάσει στο/στα μάθημά/μαθήματά του. Απλώς, κυρίες μου και κύριοι, τέτοιος/οι τύπος/οι «φιλοσόφου/ων» δεν έχει/ουν καμιά σχέση με τη φιλοσοφία, ακόμη κι αν έχει/ουν γράψει δεκάδες «βιβλία» με πληκτικές πληροφορίας και καμιά βαθύτερη εννόηση· απεναντίας ανήκει/ουν στη χορεία των εκφυλισμένων συνειδήσεων, που στο παραμικρό σφύριγμα της κάθε άνομης, ακατέργαστης, κτηνώδους πολιτικο-κομματικής φατρίας του κοινωνικο-πολιτικού θεάματος γίνονται πιστοί υπηρέτες και σκληροί δυνάστες.

§3

Ο Πλάτων, στον Φαίδρο ήδη, αλλά και σε άλλα σχετικά έργα του, καυτηριάζει με δριμύτητα την κακότητα τέτοιων τύπων ψυχών, που ο λόγος τους και η ψυχή τους, στην εκκλησία του Δήμου αλλά και σε κάθε άλλο δημόσιο χώρο, ταιριάζει σε μαουνιέρηδες [: πλατωνικός όρος του διαλόγου Φαίδρος] και όχι σε δημόσια πρόσωπα. Σε μια παρόμοια γλώσσα με την πλατωνική μιλάει και ο Χέγκελ για το υπό συζήτηση θέμα:

«Ο Πλάτων συνέλαβε στην αλήθεια της τη βασική αρχή του Σωκράτη, σύμφωνα με την οποία η ουσία ενοικεί στη συνείδηση, είναι η ίδια η συνείδηση: ότι το απόλυτο πρέπει να αναζητείται στη σκέψη και πως κάθε πραγμα­τικότητα είναι σκέψη,‒όχι η μονομερής σκέψη ή εκείνη του κίβδηλου ιδεαλισμού, κατά τον οποίο η σκέψη επανεμφανίζεται στη μια πλευρά και συλλαμβάνει τον εαυτό της ως συνειδητή σκέψη, ενώ από την άλλη πλευρά στέ­κεται η πραγματικότητα, παρά η σκέψη, που περικλείει σε μια ενότητα πραγματικότητα και σκέπτεσθαι, η έννοια και η πραγματικότητά της στην κίνηση της επιστήμης, ‒ η Ιδέα ενός επιστημονικού Όλου»­.

Πράγματι, ο Πλάτων στο υπό συζήτηση έργο του, μας εξοικειώνει με έναν αυθεντικά Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο, με ένα εύρυθμο και μελωδικό διαλέγεσθαι, που φέρνει κοντά μας όλες εκείνες τις λέξεις, τις προτάσεις, τις έννοιες, τις σκέψεις που περιέχει ο κόσμος των ανθρώπων και των πραγμάτων. Τα πάντα τώρα είναι πλημμυρισμένα από το Φως και το Κάλλος. Όλοι οι σκοτεινοί μηχανισμοί της εποχής του Πλάτωνος αλλά και της δικής μας κινούνται μέσα στο σκότος και την ασχήμια του Χάους. Μισούν το Φως και το Κάλλος. Γι’ αυτό και όχι σπάνια φαντάζουν στα μάτια των πολλών ως παντοδύναμοι, αν και είναι «γίγαντες» με πήλινα πόδια. Για να φαίνονται παντοδύναμοι αγκαλιάζουν το χυδαίο του καθημερινού βίου, το αριστερό άλογο κατά Πλάτωνα που είναι πάντοτε βίαιο και υβριστικό, και υπαγορεύουν αντίστοιχους ρόλους· κάτι δηλαδή παρόμοιο σαν τις φοβερές εκείνες αφηγηματικές εικόνες, που μας παρουσιάζει ο Ντιντερό στον ανιψιό του Ραμώ.

§4

Όπου απουσιάζει η φιλοσοφική παιδεία, εκεί κυριαρχεί ο παραπειστικός λόγος, σε όλα τα επίπεδα της ζωής, και διώκεται το αγαθό, το όμορφο, το εύρυθμο, το άριστο. Η φιλοσοφική, επομένως, υπέρβαση του χυδαίου έρωτα και του ολικού εκχυδαϊσμού της ζωής, θεματοποιείται στον Φαίδρο με συνομιλίες γύρω από την ομορφιά και ως διαλεκτική διαπάλη ανάμεσα στην καθημερινή, τη φθαρμένη και διεφθαρμένη μοχθηρία της κακότροπης ψυχής και στη νοητή πρόσληψη του Κάλλους, ανάμεσα στη μόρφωση και την παραμόρφωση της ψυχής του νέου και του ανθρώπινου πλάσματος, ανάμεσα στο θείο λόγο του φιλοσόφου, ως εραστή του απόλυτου Κάλλους, της απόλυτης αρμονίας, και τον παραπλανητικό λόγο του ρήτορα, του σοφιστή, του πολιτικού, ως κατασκευαστή επιδεικτικών, «ερωτικών» λόγων και ως κομιστή σοφιστικών τεχνασμάτων τόσο περί τα ερωτικά όσο και περί τα πολιτικά. Τώρα λοιπόν πρέπει η αληθινή φιλοσοφία να προχωρήσει πέρα από κάθε λογής καλοστημένη σοφιστεία και να πλησιάσει την ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου, όχι ως κάτι το μεμονωμένο ή ξεχωριστό, αλλά στον καθολικό της/του χαρακτήρα ως ένα όλο. Όπου επικρατεί η σοφιστεία και όχι η διαλεκτική, μας λέει ο Χέγκελ, κατά το πρότυπο του Πλατωνικού Φαίδρου, εκεί «νομιμοποιεί» κανείς το «δικαίωμα», να κλέβει, να εξαπατά, να βιάζει, να εκβιάζει και τελικά να προδίδει την πατρίδα του. Ακριβώς δηλαδή ό,τι επιφυλάσσει στην κοινωνία και την πολιτεία το αριστερό άλογο, και τότε και τώρα, όταν καταλάβει την εξουσία.

§5

Να γιατί, στον υπό συζήτηση διάλογο, δεν έχουν θέση τα εγκώμια, που συναντάμε στο Συμπόσιο, παρά μια καθολική θεώρηση του ανθρώπου και του κόσμου. Όποιος θέλει να μελετήσει τον άνθρωπο, μας λέει ο φιλόσοφος, δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο κέντρο: στην ψυχή του. Σε τούτο το κέντρο στοχεύει και ο ρητορικός-πολιτικός και ο φιλοσοφικός λόγος, αλλά με διαφορετικό τρόπο και μέθοδο, όπως και για διαφορετικό σκοπό. Ο πρώτος θέλει να σταλάξει στην ψυχή την πειθώ, τον ιδεολογικό της πειθαναγκασμό, ο δεύτερος την αλήθεια. Ως εκ τούτου, ο μεν πρώτος σφυροκοπάει την ψυχή με γραπτούς, επιδεικτικούς λόγους, που μεγαλοποιούν, ήτοι παραποιούν την πραγματικότητα κατά το δοκούν, αφήνοντας την αλήθεια να πάει στο καλόˑ ο δεύτερος, απεναντίας, δια-λέγεται, καλλιεργεί τη μνήμη και πάντοτε εκτυλίσσεται ως ανάμνηση της πρωταρχικής θέασης του ύψιστου Κάλλους. Επομένως δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογείται σε ό,τι ηδονίζει τη μάζα κατά τη σκοπιμότητα της στιγμής, ούτε ενδιαφέρεται να προβάλλει το εύλογο, την εικασία, την αληθοφάνεια, αλλά παρακολουθεί πιστά, μέσα από την ανάμνηση, την εικόνα και την ενέργεια της ζωντανής ψυχής.

§6

Αυτή την εικόνα και ενέργεια μας παρουσιάζει ο Πλάτων στο δεύτερο λόγο του Σωκράτη, στην παλινωδία. Πρόκειται για αληθινό μνημείο Λόγου, όπου η ζωή δηλώνεται ως παρ-ουσία, ουσία συμπορευόμενη με την αθανασία και αυτοκινησία της ψυχής. Ο Σωκράτης διηγείται, ανάμεσα στα άλλα, τον μεγάλο μύθο της ψυχής στα χνάρια του πνευματικού πολιτισμού της εποχής. Ετούτη η διήγηση, στη διαχρονική της ισχύ, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως ο Έρως, ως αυθεντικός τοιούτος, ως Έρως του υπέρτατου, του αδιάψευστου κάλλους, δεν αποστρέφεται το υπάρχον, ως πολιτισμό, κοινωνία, πολιτεία κ.λπ., αλλά ενυπάρχει λιγότερο ή περισσότερο, εντελώς ή ατελώς, μέσα στην ίδια τούτη την πραγματικότητα ως δυνητική ενέργεια κάθαρσης του πολιτισμού από καθετί το χαμερπές, το διεφθαρμένο, το παράλογο, το διεστραμμένο, το θολό, το κακό, το άσχημο. Την κάθαρση τούτη συμβολίζει ο Έρως, ως φιλόσοφος Έρως, και την πραγμάτωσή της καθιστά εφικτή μόνο ο ερωτικός φιλόσοφος με τον αρμονικό του Λόγο/λέγειν.

§7

 Πώς τον φιλοτεχνεί στον Φαίδρο ο Πλάτων; Δια του Σωκράτη, που μοχθεί να γίνει ένα με τη ζωντανή εκδίπλωση των μορφών της ιερής μανίας και με τη μυσταγωγία του Έρωτος. Είναι ακριβώς αυτή τούτη η γεμάτη θεό μανία, που συνιστά θεία δωρεά και εξοπλίζει τους ανθρώπους με συγκεκριμένες μορφές έμπνευσης, όπως μαντική, προφητική, ποιητική, ερωτική. Απέναντι στον ωφελιμιστικό «έρωτα», που εισηγήθηκε ο Λυσίας ορθώνεται τώρα ο ευδαιμονικός έρως. Για να δείξει τη δύναμη και τη σημασία αυτού του τελευταίου ο Πλάτων, αφού πρώτα περιγράψει, δια στόματος του Σωκράτη, το κοσμικό πανόραμα, την εικόνα του ουράνιου και υπερουράνιου τόπου, τη σφαίρα του κόσμου και το νόμο της Αδράστειας, δηλ. της μοίρας, καταπιάνεται με τη φύση της ψυχής., όπου έχει την έδρα του ο Έρως. Σύμφωνα με το μύθο, η ψυχή σύρεται από δυο άλογα, στο άρμα του ηνιόχου, απόλυτα αντίθετης νοο-τροπίας:

1. το δεξί, κατά τη φορά του άρματος, είναι το ενάρετο, το λογικό, το πεπληρωμένο αισθητικά και ηθικά·
2. το αριστερό είναι το ατίθασο, το κακό, το βίαιο, το παρ-άλογο, ο μαουνιέρης. Τα δυο άλογα είναι οι δυο αντιθετικοί τύποι της ψυχής, τους οποίους ηνιοχεί ο νους. Στο άρμα των ψυχών, ο ηνίοχος νους συνεργάζεται πλήρως με το άλογο-την ψυχή, που βρίσκεται στα δεξιά του, για να δαμάσει, να ανυψώσει προς τα άνω, προς το Κάλλος, το αριστερό άλογο. Αλλά εις μάτην, γιατί η βαρβαρότητα του τελευταίου είναι σύμφυτη με τη χυδαία συμπεριφορά του, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το αριστερό άλογο της χυδαίας πολιτικής εξουσίας των καιρών μας. Ως προς ετούτη την τελευταία, δυστυχώς, όλα τα άλογά της είναι υποδιαιρέσεις του ενός αριστερού αλόγου.

§8

Ο αμαξηλάτης–νους επιχειρεί να τιθασεύσει το ατίθασο άλογο και να οδηγήσει το φτερωτό άρμα προς το υπεραισθητό κάλλος. Η ανάβαση τούτη παριστά την πράξη που κάνει τον φιλόσοφο ερωτικό και τον έρωτα φιλοσοφικό. Το μαινόμενο εδώ διαλεκτικό αγώνισμα είναι σύμφυτο με το Είναι του ανθρώπου. Όποιος το συνειδητοποιεί και δεν μένει στα μισά του δρόμου, συνεχίζει, μέσα από όλες τις ανασχέσεις, τη μεγάλη πορεία προς το Κάλλος και πραγματώνει τη φιλοσοφία ως αγάπη της σοφίας, ως αληθινά-εσωτερικά και όχι τυπικά-σχηματικά πεφωτισμένο βίο. Αυτή είναι η γραμμή, όπου κινείται ο φιλόσοφος εραστής, καθώς με τη θέαση και το άγγιγμα της ομορφιάς του ανθρώπινου σώματος ξαναθυμάται δυνατά το αιώνιο που είδε κάποτε η ψυχή του. Η ομορφιά εν τέλει, στην περιοχή του εμπειρικού κόσμου, είναι παρούσα με τη μορφή εκείνων των φιλοσοφικών ιδεών ή εκείνης της Ιδέας, που φωτίζει πέρα ως πέρα τα έξω και τα έσω της ανθρώπινης ύπαρξης, που συγκροτεί το εσωτερικό της ρεύμα και την οδηγεί, πάνω από τα συντρίμμια της καθημερινής ζωής, προς το ανώτερο, το τέλειο, το άριστο με Λόγο και Έργο. Ποιος φοβάται το άριστο; Το «αριστερό» [=με την πολύπτροπη πλατωνική έννοια] άλογο παντός καιρού, τόπου, απόχρωσης, ιδεολογίας, πολιτικής, συνείδησης.

ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ: Χαρακτῆρες (23.1-23.9) - ΑΛΑΖΟΝΕΙΑΣ

Γκαστόνε Γκάντερ | ΝτόναλντWiki | FandomΚΓ'. ΑΛΑΖΟΝΕΙΑΣ


[23.1] [Ἀμέλει δὲ ἡ ἀλαζονεία δόξει εἶναι προσποίησίς τις ἀγαθῶν οὐκ ὄντων,]
[23.2] ὁ δὲ ἀλαζὼν τοιοῦτός τις, οἷος ἐν τῷ διαζεύγματι ἑστηκὼς διηγεῖσθαι ξένοις ὡς πολλὰ χρήματα αὐτῷ ἐστιν ἐν τῇ θαλάττῃ· καὶ περὶ τῆς ἐργασίας τῆς δανειστικῆς διεξιέναι, ἡλίκη, καὶ αὐτὸς ὅσα εἴληφε καὶ ἀπολώλεκε· καὶ ἅμα ταῦτα πλεθρίζων πέμπειν τὸ παιδάριον εἰς τὴν τράπεζαν, δραχμῆς αὐτῷ κειμένης.
[23.3] καὶ συνοδοιπόρου δὲ ἀπολαῦσαι ἐν τῇ ὁδῷ δεινὸς λέγων ὡς μετ᾽ Ἀλεξάνδρου ἐστρατεύσατο καὶ ὡς αὐτῷ εἶχε καὶ ὅσα λιθοκόλλητα ποτήρια ἐκόμισε. καὶ περὶ τῶν τεχνιτῶν τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὅτι βελτίους εἰσὶ τῶν ἐν τῇ Εὐρώπῃ, ἀμφισβητῆσαι· καὶ ταῦτα φῆσαι, οὐδαμοῖ ἐκ τῆς πόλεως ἀποδεδημηκώς.
[23.4] καὶ γράμματα δὲ εἰπεῖν ὡς πάρεστι παρ᾽ Ἀντιπάτρου τριττὰ δὴ λέγοντα παραγενέσθαι αὑτὸν εἰς Μακεδονίαν· καὶ διδομένης αὑτῷ ἐξαγωγῆς ξύλων ἀτελοῦς ὅτι ἀπήρνηται, ὅπως μηδ᾽ ὑφ᾽ ἑνὸς συκοφαντηθῇ περαιτέρω ὡς φίλος ὢν πλεῖν ἢ προσήκει Μακεδόσι.
[23.5] καὶ ἐν τῇ σιτοδείᾳ δὲ ‹εἰπεῖν› ὡς πλείω ἢ πέντε τάλαντα αὑτῷ ἐγένετο τὰ ἀναλώματα διδόντι τοῖς ἀπόροις τῶν πολιτῶν· ἀνανεύειν γὰρ οὐ δύνασθαι.
[23.6] καὶ ἀγνώτων δὲ παρακαθημένων κελεῦσαι θεῖναι τὰς ψήφους ἕνα αὐτῶν καὶ ποσῶν κατὰ χιλίας καὶ κατὰ μίαν καὶ προστιθεὶς πιθανὰ ἑκάστοις τούτων ὀνόματα ποιῆσαι καὶ δέκα τάλαντα· καὶ τοῦτο φῆσαι εἰσενηνοχέναι εἰς ἐράνους αὐτῶν· καὶ τὰς τριηραρχίας εἰπεῖν ὅτι οὐ τίθησιν, οὐδὲ τὰς λειτουργίας, ὅσας λελειτούργηκε.
[23.7] καὶ προσελθὼν δ᾽ εἰς τοὺς ἵππους τοὺς ἀγαθοὺς τοῖς πωλοῦσι προσποιήσασθαι ὠνητιᾶν.
[23.8] καὶ ἐπὶ τὰς σκηνὰς ἐλθὼν ἱματισμὸν ζητῆσαι εἰς δύο τάλαντα καὶ τῷ παιδὶ μάχεσθαι, ὅτι τὸ χρυσίον οὐκ ἔχων αὑτῷ ἀκολουθεῖ.
[23.9] καὶ ἐν μισθωτῇ οἰκίᾳ οἰκῶν φῆσαι ταύτην εἶναι τὴν πατρῴαν πρὸς τὸν μὴ εἰδότα, καὶ ὅτι μέλλει πωλεῖν αὐτὴν διὰ τὸ ἐλάττω εἶναι αὑτῷ πρὸς τὰς ξενοδοκίας.

***

23. Ο ΚΑΥΧΗΣΙΑΡΗΣ


[23.1] [Χωρίς αμφιβολία η καυχησιολογία θα φανεί ότι είναι η προσποίηση ανύπαρκτων αγαθών,] [23.2] ενώ ο καυχησιάρης το είδος του ανθρώπου που κάθεται στην προκυμαία (του Πειραιά) και διηγείται στους ξένους ότι έχει επενδύσει πολλά χρήματα στη θάλασσα. Αναπτύσσει με λεπτομέρειες τη δανειοδοτική του δραστηριότητα, πόσο μεγάλη είναι και πόσα ο ίδιος κέρδισε και έχασε. Κι ενώ καυχιέται υπερβολικά γι᾽ αυτά τα πράγματα, στέλνει συνάμα και το δούλο του στην τράπεζα, αν και έχει κατάθεση μιας δραχμής.
[23.3] Είναι ικανός να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να πει σε κάποιον συνοδοιπόρο του στο δρόμο πώς εκστράτευσε με τον Αλέξανδρο και πώς ο Αλέξανδρος συμπεριφερόταν απέναντί του και πόσα ποτήρια στολισμένα με πολύτιμους λίθους αποκόμισε. Εκφράζει, μάλιστα, την άποψη ότι οι τεχνίτες της Ασίας είναι καλύτεροι από τους τεχνίτες της Ευρώπης. Κι όλα αυτά τα λέει, μολονότι δεν έχει πάει πουθενά έξω από την πόλη του.
[23.4] Προσθέτει ότι έχει λάβει ήδη τρεις επιστολές από τον Αντίπατρο, οι οποίες τον καλούν να επισκεφτεί τη Μακεδονία, ότι ενώ του προσφέρθηκε το προνόμιο της εξαγωγής ξυλείας δίχως πληρωμή τελών, αυτός αρνήθηκε, για να μην μπορεί ούτε ένας να τον συκοφαντήσει επιπλέον ότι είναι περισσότερο απ᾽ όσο αρμόζει φίλος με τους Μακεδόνες.
[23.5] Ισχυρίζεται ότι κατά τη διάρκεια της σιτοδείας ξόδεψε πάνω από πέντε τάλαντα με το να δίνει στους άπορους πολίτες, γιατί τάχα δεν μπορεί να λέει όχι.
[23.6] Όταν κάθεται παρέα με αγνώστους, παρακαλεί έναν απ᾽ αυτούς να τοποθετεί τις ψηφίδες της αρίθμησης και, αριθμώντας από τη στήλη των χιλιάδων προς τη στήλη των μονάδων και συνάπτοντας, με τρόπο πειστικό, σε κάθε άθροισμα κι ένα όνομα, φτάνει μέχρι το ποσό ακόμη και των δέκα ταλάντων. Αυτό το ποσό ισχυρίζεται ότι το έχει προσφέρει σε εράνους υπέρ των προσώπων που ανέφερε και ότι μάλιστα σ᾽ αυτό δε συνυπολογίζει τα έξοδα ούτε για τις τριηραρχίες ούτε τις άλλες δημόσιες χορηγίες που ανέλαβε.
[23.7] Πηγαίνει εκεί όπου πωλούνται άλογα ράτσας και προσποιείται στους πωλητές ότι θέλει τάχα να αγοράσει.
[23.8] Αφού πάει στα (εμπορικά) παραπήγματα, ζητά ρουχισμό για δύο τάλαντα και φιλονικεί με το δούλο του, γιατί τάχα τον ακολούθησε χωρίς να πάρει μαζί του τα χρήματα.
[23.9] Και ενώ μένει σε νοικιασμένο σπίτι, ισχυρίζεται, σ᾽ εκείνον που δεν το γνωρίζει, ότι αυτό είναι το πατρικό του και ότι πρόκειται να το πουλήσει, γιατί δεν του φτάνει για τον κόσμο που συνήθως φιλοξενεί.