Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἄλκηστις (213-237)

ΗΜΙΧ. ἰὼ Ζεῦ, τίς ἂν [πῶς] πᾷ πόρος κακῶν [στρ.]
γένοιτο καὶ λύσις τύχας
ἃ πάρεστι κοιράνοις;
215ΗΜΙΧ. αἰαῖ· εἶσί τις; ἢ τέμω τρίχα,
καὶ μέλανα στολμὸν πέπλων
ἀμφιβαλώμεθ᾽ ἤδη;
ΗΜΙΧ. δῆλα μέν, φίλοι, δῆλά γ᾽, ἀλλ᾽ ὅμως
θεοῖσιν εὐχώμεσθα· θεῶν
γὰρ δύναμις μεγίστα.
220ΧΟ. ὦναξ Παιάν,
ἔξευρε μηχανήν τιν᾽ Ἀδμήτῳ κακῶν.
πόριζε δὴ πόριζε· καὶ πάρος γὰρ
†τοῦδ᾽ ἐφεῦρες†, καὶ νῦν
λυτήριος ἐκ θανάτου γενοῦ,
225φόνιον δ᾽ ἀπόπαυσον Ἅιδαν.

ΗΜΙΧ. παπαῖ ‹. . . › [ἀντ.]
ὦ παῖ Φέρητος, οἷ᾽ ἔπρα-
ξας δάμαρτος σᾶς στερείς.
ΗΜΙΧ. αἰαῖ· ἄξια καὶ σφαγᾶς τάδε,
καὶ πλέον ἢ βρόχῳ δέρην
230οὐρανίῳ πελάσσαι;
ΗΜΙΧ. τὰν γὰρ οὐ φίλαν ἀλλὰ φιλτάταν
γυναῖκα κατθανοῦσαν εἰν
ἄματι τῷδ᾽ ἐπόψῃ.
ΧΟ. ἰδοὺ ἰδού,
ἥδ᾽ ἐκ δόμων δὴ καὶ πόσις πορεύεται.
βόασον ὦ, στέναξον, ὦ Φεραία
235χθών, τὰν ἀρίσταν
γυναῖκα μαραινομέναν νόσῳ
κατὰ γᾶς χθόνιον παρ᾽ Ἅιδαν.

***
ΧΟΡ., σε λυρικό διάλογο
― Δία, ω Δία, πού θα βρεθεί ένας λυτρωμός,
μια φυγή μέσ᾽ απ᾽ τη μοίρα τη βαριά
που χτυπά τους βασιλιάδες;
― Συφορά! Θα ᾽ρθει κανείς, ή τα μαλλιά μου
πια θα κόψω κι από τώρα εγώ στα μαύρα
να ντυθώ;
― Φανερό, καλοί μου φίλοι, φανερό,
πάλι ωστόσο στους θεούς μας ας δεηθούμε·
220ω, μεγάλη η δύναμη είναι των θεών.
ΚΟΡ. Παιάνα λυτρωτή, έναν τρόπο σκέψου,
απ᾽ το κακό τον Άδμητο να σώσεις.
ΧΟΡ. Δώσε εσύ τη σωτηρία· κι άλλη φορά
βρήκες λύση· έτσι και τώρα
απ᾽ το θάνατο εσύ γίνε λυτρωτής,
το φονιά τον Άδη εσύ σταμάτησέ τον.

ΧΟΡ., σε λυρικό διάλογο.
― Άδμητέ μας, γιε του Φέρη, βασιλιά μας,
τη γυναίκα σου να χάνεις! Συμφορά
φοβερή σ᾽ έχει χτυπήσει.
― Συμφορά, που λες καλύτερ᾽ ας πεθάνω·
θα ᾽ναι λίγο το λαιμό μου να περάσω
σε θηλειά.
230― Τη γυναίκα, τη γυναίκα π᾽ αγαπάς
—π᾽ αγαπάς; που τη λατρεύεις— ήρθε η μέρα
που τα μάτια σου νεκρή πια θα τη δουν.
ΚΟΡ. Κοιτάξτε, γιά κοιτάξτε, απ᾽ το παλάτι
εκείνη βγαίνει, κι ο Άδμητος μαζί της.
Βγαίνει η Άλκηστη με κλονισμένα βήματα· τη συγκρατεί ο Άδμητος· ακολουθούν τα δυο παιδιά της, αγόρι και κορίτσι, κι έπειτα δούλοι και δούλες· αυτοί φέρνουνε ένα στρωσίδι κι απάνω του γέρνει αργά η βασίλισσα.
ΧΟΡ. Κλάψε· θρήνησε, εσύ χώρα των Φερών,
για την έξοχη γυναίκα
που τη σέρνει μαραμένη το κακό
προς τον Άδη, μες στης μαύρης γης τον κόρφο.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ

ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ
(λουλούδι, νάρκισσος)

Σύμφωνα με τον Οβίδιο καρπός της ένωσης του ποταμού Κηφισού με τη Νύμφη Λειριόπη, που την αγκάλιασε μέσα στα κύματά του, ήταν ο Νάρκισσος. Στην οβιδιακή μυθιστορηματική προσέγγιση του μύθου η μητέρα ρώτησε τον μάντη Τειρεσία πόσα χρόνια θα ζούσε το πανέμορφο παιδί της κι εκείνος απάντησε: «όσο καιρό δε θα νογάει ποιος είναι» (Οβ., Μετ. 3.341-350*). Οι τόποι όπου σύχναζε ο νέος ήταν στα δάση, κοντά σε πηγές, σε ανθισμένα λιβάδια, εκεί όπου συχνά κοπέλες παγιδεύονταν από άρπαγες εραστές, εκεί όπου ο Νάρκσισσος παγιδεύτηκε από την ίδια του την εικόνα.

Πρώτη εκδοχή του μύθου

Θνητές κόρες και Νύμφες αλλά και νέοι ερωτεύτηκαν τον πανέμορφο Νάρκισσο**, όμως εκείνος απείχε από κάθε ερωτική σχέση. Η απελπισία της Νύμφης Ηχώς την έκανε να αποτραβηχτεί από τη ζωή και να εγκαταλείψει τον εαυτό της· αδυνάτισε τόσο που έμεινε μόνο η φωνή της, γοερή εξαιτίας του αναπόδοτου και ματαιωμένου έρωτα. Εκδίκηση για την Ηχώ αλλά και με αφορμή την Ηχώ ζήτησαν οι νέες που είχαν επίσης περιφρονηθεί από τον Νάρκισσο. Η Νέμεση ανέλαβε τη δικαίωση. Μια καλοκαιρινή μέρα, μετά από κυνήγι, τον οδήγησε σε πηγή να ξεδιψάσει. Εκεί, σκύβοντας να πιει νερό, είδε το πρόσωπό του και το ερωτεύτηκε. Και αυτό συνέχισε να κάνει από τότε, αρνούμενος να δει οτιδήποτε άλλο από τον κόσμο και στον κόσμο. Μέχρι που πέθανε. Αλλά και τότε έψαχνε τα χαρακτηριστικά του στα νερά της Στύγας. Στον τόπο όπου πέθανε φύτρωσε λουλούδι στο οποίο δόθηκε το όνομά του.

Δεύτερη εκδοχή του μύθου

Ο Παυσανίας παραδίδει μια πιο ορθολογιστική εκδοχή του μύθου· ότι δηλαδή ο Νάρκισσος είχε μια δίδυμη αδελφή, την Ηχώ, που είχε πεθάνει πρόωρα, και την οποία ο Νάρκισσος αγαπούσε υπερβολικά, ερωτικά. Ο νέος έβρισκε παρηγοριά στα ήσυχα νερά του Δονακώνα, όπου το είδωλό του του θύμιζε έντονα την αδελφή του. Ο τόπος, που αναφέρει ο Παυσανίας ως Δονακών («με καλάμια»), τοποθετείται νοτιοδυτικά των Θεσπιών, δίπλα σε χείμαρρο. Επιγραφή αναθήματος που αφιέρωσε ο αυτοκράτορας Αδριανός στον Θέσπιο Έρωτα τον σημειώνει ως Ναρκίσσου κῆπον ἀνθόεντα («λουλουδιασμένο κήπο του Νάρκισσου»).

Τρίτη εκδοχή του μύθου

Η βοιωτική εκδοχή του μύθου τοποθετεί την εξέλιξη της ιστορίας στις Θεσπιές, όχι μακριά από τον Ελικώνα και βάζει στη θέση των ερωτευμένων κοριτσιών και της Ηχώς έναν ερωτευμένο νέο, τον Αμεινία, που και αυτός βίωσε τη ματαίωση από τον Νἀρκισσο, μέχρι του σημείου να δεχτεί ως «δώρο» από εκείνον ένα ξίφος, δηλωτικό της υποβόσκουσας πρότασής του να αυτοκτονήσει. Ο νέος το έπραξε, και μάλιστα μπροστά στην πόρτα του Νάρκισσου, ζήτησε όμως από τους θεούς να τιμωρήσουν τον σκληρό Νάρκισσο. Οι θεοί τον οδήγησαν σε πηγή, όπου είδε το είδωλό του και το ερωτεύτηκε, μη μπορώντας όμως να το αποκτήσει ο αυτοαναφορικός Νάρκισσος αυτοκτόνησε. Στο μέρος της αυτοκτονίας του, εκεί που το χόρτο ποτίστηκε με το αίμα του, φύτρωσε το νέο λουλούδι, ο νάρκισσος και οι Θεσπιείς καθιέρωσαν λατρεία στον Έρωτα. Εξάλλου, στα χρώματα και του νάρκισσου*** έβαψαν οι Χάριτες και οι Ώρες το φουστάνι που φόρεσαν στην Αφροδίτη, όταν γεννήθηκε.

Τέταρτη εκδοχή του μύθου

Ο Νάρκισσος, λέει, καταγόταν από την Ερέτρια. Τον σκότωσε ο Έποπας ή Εύπος και από το αίμα του γεννήθηκε το ομώνυμο λουλούδι.

Είναι και φαίνεσθαι: ηθική, φιλοσοφία, τέχνη, ψυχανάλυση

Για τον Κλήμη Αλεξανδρείας (150-250 μ.Χ.) ο μύθος του Νάρκισσου «δίδασκε» τι μπορεί να πάθει ένα αγόρι, ματαιόδοξο και φιλάρεσκο, που χρονοτριβεί μπροστά στο είδωλό του, που παγιδεύεται στον παθολογικό αυτοθαυμασμό του (Παιδαγωγός 3.2.11.3). Στην προέκταση αυτής της ρητορικής βρίσκουμε την αδυναμία του Νάρκισσου να αντιληφθεί τη διαφορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αυταπάτη, την ψευδαίσθηση, τόσο οπτική****εικόνα του στα νερά της λίμνης όσο και ακουστική***** (το ακουστικό φαινόμενο της ηχώς που πολλαπλασιάζει τη φωνή και δημιουργεί την ψευδαίσθηση της παρουσίας άλλου ή άλλων). Σαν άλλος δεσμώτης στο σπήλαιο των αισθήσεων καθηλώνεται στην εικόνα των ωραίων σωμάτων και χάνονται ψυχή μαζί και σώμα (Πλωτίνος, Εννεάδες 1.6.8). Στο επόμενο βήμα ο μύθος του Νάρκισσου συναντά την τέχνη -ο μύθος χρησίμευσε από την Αναγέννηση και μετά στον (καθ)ορισμό****** της ζωγραφικής και της τέχνης γενικότερα, στον προσδιορισμό της σχέσης του καλλιτέχνη με την καλλιτεχνική δημιουργία. Στον 20ό αιώνα ο μύθος εγκλωβίστηκε από την ψυχανάλυση στην τάση που ονομάστηκε «ναρκισσισμός». Η παρετυμολογία, βολική ήδη από την Αρχαιότητα, συσχετίζει το όνομα του νέου με τη νάρκη. εξάλλου, έτσι επιδρά η βαριά μυρωδιά του ομώνυμου φυτού, σαν ναρκωτικό.
--------------------------------
*Τειρεσίας και Λειριόπη
 
Τη σιγουριά του στα προγνωστικά δοκίμασε εν πρώτοις η Λειριόπη,
νύμφη αυτή γλαυκή του ποταμού, που ο Κηφισός μια μέρα φουσκωμένος
την πλάκωσε με τα πολλά νερά, και στανικά μες στο βαθύ του ρέμα
την έκανε δικιά του. Στους εννιά τους μήνες η πανώρια εκείνη νύμφη
γέννησε τέκνο σπάνιας ομορφιάς - βρέφος ακόμα και το λαχταρούσες!
Νάρκισσο είπε η μάνα το παιδί· κι όταν γι' αυτό ρωτήθηκε ο μάντης
αν του 'λαχε πολύχρονη ζωή ως τα βαθιά γεράματα φτασμένη,
η απόκριση που δόθηκε ήταν "Ναι, όσο καιρό δε θα νογάει ποιος είναι".
Ο λόγος τούτος για καιρόν πολύ φάνταζε κούφιος, κι όμως βγήκε αλήθεια:
βρήκε ανήκουστη μανία το παιδί κι αλλόκοτος χαμός το καρτερούσε.
(Οβίδιος, Μετ. 3 [Ηχώ και Νάρκισσος]. 341-350)
 
**Όψη και ήθος του Νάρκισσου
 
Μεγάλωνε του Κηφισού ο γιος, κι έκλεινε τώρα τα δεκάξι χρόνια-
κορμοστασιά και όψη εφηβική με του άντρα συνταιριάζονταν τη νιότη.
Λεβέντες τον εγύρεψαν πολλοί, πολλές τον λαχταρήσανε κοπέλες.
ήταν ωραίος, ήταν δροσερός, όμως σκληρή κι αγέρωχη η καρδιά του,
ποτέ του δεν τον άγγιξε κανείς, μήτε κοπέλες μήτε άντρα χέρι.
Του Νάρκισσου τα θύματα πολλά: απρόσιτος και με παρόμοιο τρόπο
αρνιότανε τις νύμφες των δασών, των ποταμών, αρνιόταν και τους άντρες
(Οβ., Μετ. 3. 351-355)
 
***Ρούχα και αρώματα για την Αφροδίτη
 
και στο κορμί της φόρεσε φορέματα που γι' αυτήν οι Χάριτες κι οι Ώρες
έφτιαξαν και βάψανε σε λούλουδα της άνοιξης,
τέτοια που οι Ώρες φορούν, και στον κρόκο και στον υάκινθο
και στη βιολέττα την ολάνθιστη και στο όμορφο του ρόδου τ' άνθος
το γλυκό σαν νέκταρ, και στα θεόμορφα μπουμπούκια,
στα όμορφα του νάρκισσου τα άνθη· τέτοια η Αφροδίτη
για κάθε ώρα ευωδιαστά φορέματα είχε ντυθεί.
(Ἀθήναιος 15, 682d-e)
 
****Νάρκισσος και Νάρκισσος: η οπτική ψευδαίσθηση
 
Δίψασε, κι όπως έσκυψε να πιει, εντός του δίψα αλλιώτικη θεριεύει:
μες στο νερό που πίνει μια μορφή, μορφή που μονομιάς τον συνεπαίρνει.
Θωρεί εικόνα και θαρρεί κορμί - ασώματο, που ωστόσο δίνει ελπίδα.
Σαστίζει με τον «άλλον» που είναι αυτός - ακίνητος εκεί, μαρμαρωμένος,
άγαλμα από πέτρα παριανή, κι η όψη του στραμμένη στην εικόνα.
Βλέπει γερμένος πάνω στο νερό τα μάτια του, τα δίδυμα αστέρια,
την κόμη που μπορεί να παραβγεί αντάξια με Απόλλωνα και Βάκχο,
άνηβα μάγουλα και φίλντισι λαιμό, την όψη του την κοντυλογραμμένη,
την πάλλευκη, σαν χιόνι καθαρό βαμμένο με του ρόδου τις εξάψεις.
Του εαυτού του τώρα θαυμαστής, παθαίνεται γι' αυτά που τον θαυμάζουν,
τον εαυτό του ανήξερος ποθεί, παινεύει και παινεύεται συνάμα,
μνηστήρας και λαχτάρα του μαζί, καίγεται μες στις φλόγες που ανάβει.
Πόσες φορές το απατηλό νερό δε φίλησε! Τόσα φιλιά χαμένα:
Πόσες φορές στο γάργαρο νερό δε βύθισε τα χέρια ν' αγκαλιάσει
ό,τι θωρούσε, σώμα και λαιμό - πόσες φορές… κι «αυτός» δεν ήταν μέσα!
Αυτό που βλέπει δεν το εννοεί. Αδιάφορο! Τον καίει αυτό που βλέπει.
η πλάνη μες στα μάτια του βαθιά - τον ξεγελάει μαζί και τον ξανάβει.
(Οβ., Μετ. 3. 351-355)
 
*****Ηχώ και Νάρκισσος: η ακουστική ψευδαίσθηση
 
Μια μέρα κυνηγούσε το παιδί [ο Νάρκισσος] από τους άλλους είχε
ξεμακρύνει
και φώναξε «παιδιά, είστε εδώ;» -«εδώ», του αντιλάλησε εκείνη [η Ηχώ].
Έστρεψε γύρω έκπληκτος να δει, έφερνε πέρα-δώθε τη ματιά του
και «τότε έλα!» είπε δυνατά - το « έλα» ξαναγύρισε στ' αφτιά του.
Κοιτάει ξανά τριγύρω του. κανείς! Δε φαίνεται ψυχή μέσα στα δάση,
«έλα λοιπόν», φωνάζει - και ξανά ακούει ακριβώς την ίδια φράση.
Τον ξεγελάει τούτη η φωνή, που είναι της φωνής του η ρεπλίκα,
και λέει «έλα, να 'μαστε μαζί!» Αυτός ο λόγος ήταν σκέτη γλύκα
για την Ηχώ που απάντησε «μαζί!»
(Οβ., Μετ. 3. 379-387)
 
******Ο μύθος του Νάρκισσου ως μίτος για τη ζωγραφική και την τέχνη γενικότερα
 
Ο ιταλός πολυμαθής ουμανιστής Leon Battista Alberti (1404-1472) ονόμαζε τον Νάρκισσο πρώτο ευρετή της ζωγραφικής: «τι άλλο θα μπορούσες να αποκαλέσεις ζωγραφική από το αγκάλιασμα με τη βοήθεια της τέχνης της επιφάνειας του νερού της πηγής;». Παίζει κανείς στη ζωγραφική με τη διπλή εικόνα που υπάρχει μόνο όταν το νερό δεν είναι ταραγμένο. Διαφορετικά, το είδωλο αλλοιώνεται με κάθε ταραχή. Η Πέπη Ρηγοπούλου, στο βιβλίο της Ο Νάρκισσος. Στα ίχνη της εικόνας και του μύθου (Αθήνα: Πλέθρον 1994), σημειώνει ότι ο Νάρκισσος αρνείται να δεχτεί το στιγμιαίο της ωραιότητας της εικόνας του στα νερά της λίμνης και να δεχτεί τη συνεχή απώλεια και εύρεση της ταυτότητας. ότι είναι ο δυστυχισμένος ηδονοβλεψίας μιας ηδονής που οδηγεί στην οδύνη και τον θάνατο. είναι αυτός που φοβάται ότι, αν χάσει το πρόσωπό του, δεν θα το ξαναβρεί. Οι ρίζες μιας τέτοιας δοξασίας είναι παλιές, ο ονειροκρίτης Αρτεμίδωρος (ύστερος 2ος αι. μ.Χ.) έλεγε ότι «το καθρέφτισμα στο νερό σημαίνει θάνατο γι' αυτόν που καθρεφτίζεται ή για κάποιο κοντινό του πρόσωπο»(Ονειροκριτικά 2.7).
Με μίτο τον μύθο του αυτοαναφορικού Νάρκισσου η Ρηγοπούλου δείχνει ότι στην τέχνη κυριαρχούν η μεταμόρφωση, η καθαρή σειρά των φαινομένων, το μη ατομικό, πολλαπλό και ρευστό σώμα, ικανό για όλες τις μεταμορφώσεις, ελευθερωμένο από τον καθρέφτη του εαυτού του και την υποκειμενικότητα, προδότη του είδους του, παραδομένο σε κάθε αποπλάνηση, εκτεθειμένο στον ίλιγγο των άλλων ειδών και στην ερωτική αποπλάνηση, στην ετερότητα του άλλου φύλου και του άλλου είδους, που διασκορπίζεται σε εμφανίσεις, και δεν πεθαίνει· σώμα που δεν γνωρίζει την τάξη αλλά την ιλιγγιώδη μεταβολή, ανοιχτό σε παραπλανήσεις και περιπλανήσεις. Το κυρίαρχο σε μια τέτοια δημιουργία είναι η αντιστρεψιμότητα και η μίμηση-προσποίηση, το παιχνίδι των μορφών και η διείσδυση ή μεταλλαγή της μιας στην άλλη, το συνεχές ανέβασμα στη σκηνή, στον τόπο αυτόν της ψευδαίσθησης αλλά και της ανάδυσης της αλήθειας, ένα συνεχές πηγαινέλα ανάμεσα στον ορατό και το αόρατο, μια πρόκληση για συνάντηση της ζωής με τον θάνατο, ένα ερωτικό ραντεβού, βίωση θρησκευτική, αγωνία για την αλήθεια (α-λήθεια, μη λήθη, συνεχής παρουσία μέσα από τη μνήμη).
Σιωπάς για να ακούγεσαι. Μάλλον όχι. Τώρα εδώ σιωπάς για να ακούσεις την αναπνοή σου, για να καταλάβεις αν ζεις. Όταν το κοντέρ σου φτάσει στο μηδέν, τότε ψάχνεις επιβεβαίωση, ότι δεν εγκατέλειψες τα εγκόσμια ακόμη. Η ανάσα σου, η αυτόματη αυτή διαδικασία που σου δίνει ζωή, σου θυμίζει πως είσαι εδώ πάνω, ζωντανός φαινομενικά τουλάχιστον ακόμη, μαζί με όλους τους άλλους γύρω σου, που ζουν στα δικά τους σύννεφα ή και γυάλες ζωής. Πολλοί παράλληλοι μικρόκοσμοι που συγκρούονται ή και θρυμματίζονται με κρότο ενίοτε, έτσι για να εκπληρώσουν τα συμβόλαια της βόλτας τους, τούτη τη φορά στη γη.

Κι εσύ θες να κάτσεις ήσυχη λίγο, να σταματήσεις το εσωτερικό συνεχόμενο ανακάτεμα, όπου τίποτε δε δείχνει σωστό κι όλα θολώνουν. Και τα μάτια σου επίσης. Θολές φιγούρες τριγύρω, δεν βλέπεις καθαρά, γιατί δεν είσαι εδώ ούτως ή άλλως. Υπάρχει ξέπλυμα πολύ στις εικόνες γύρω, με δάκρυα συνοδεία. Προσπαθείς άραγε να καθαρίσεις το βλέμμα ή πνίγεσαι από το πολύ συναίσθημα που ξεχειλίζει από τα μάτια σου;

Και σκέφτεσαι να αρχίσεις το μέτρημα. Και τα γινόμενα. Και κοιτάς γύρω σου δεν βλέπεις τίποτε περισσότερο από στεγνή αδυσώπητη επιβίωση. Κοιτάς πίσω σου, ένας διαρκής αγώνας προσαρμογής σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις, σε μια καθημερινότητα γεμάτη υποχρέωση κι όχι ευχαρίστηση. Με κερασάκια συμβιβασμούς μικρούς ή και μεγαλύτερους, γιατί κάπως πείστηκες ότι τα μεγάλα προσωπικά «θέλω» είναι εγωισμού ισοδύναμα. Κι εσύ είσαι εδώ για το δόσιμο-σώσιμο των άλλων ως γνωστόν. Τρομάρα σου. Κι αναρωτιέσαι πως τα έχεις καταφέρει ως τώρα να ζεις σαν στρατιώτης σε διαρκή πόλεμο!

Ποτέ θα έρθει άραγε αυτή η πολυπόθητη ειρήνη, η δική σου εκεχειρία; Αυτή που δημιουργεί αβίαστα χαμόγελα, χαρούμενα ξυπνήματα ή έστω μια πρόσκαιρη ανεμελιά του «Είμαι χωρίς να χρειάζεται να αποδεικνύω συνεχώς τη χρησιμότητα μου, χωρίς να εκτελώ πειθήνια εντολές από τα πρέπει που έβαλα στο δρόμο μου, για να λέω ότι τάχα μου ζω αξιοπρεπώς, επειδή πληρώνω λογαριασμούς και συντηρώ ένα σπίτι χωρίς χρέη.»

Δεν ξέρω πια. Δεν ξέρω τι να περιμένω, τι να ζητήσω. Κουράστηκα. Θέλω απλά να μου επιτραπεί να μην είμαι. Να μην είμαι καλή σ’ όλες τις ιδιότητες μου, να μην είμαι αυτό που έχω πείσει τους πάντες ότι είμαι. Δυνατή, ευέλικτη, έξυπνη, ευαίσθητη και άλλα τέτοια “νόστιμα”, που δεν έχουν σταθεί πουθενά να με οδηγήσουν κάπου πέρα από μια μετριότητα. Βαρέθηκα. Βαρέθηκα απλά να ακούω καλά λόγια για την ποιότητα του χαρακτήρα μου. Κι επειδή μεγάλωσα αρκετά πια για να θυμηθώ το κωλόπαιδο που ποτέ δεν υπήρξα, γιατί δεν ήθελα να κακοχαρακτηριστώ και να δημιουργήσω προβλήματα, πλέον σιωπώ.

Συντηρώ ρομποτοειδώς την καθημερινότητα μου, γράφω, καλή ώρα, για τη βαλβίδα αποσυμπίεσης της χύτρας της καρδιάς και του μυαλού μου και τρέχω ξανά να κρυφτώ στο λαγούμι μου. Να περάσουν μέρες θέλω, δεν ξέρω πόσες δεν θα τις μετρήσω. Να ησυχάσω θέλω. Να παραδεχτώ ότι με ξέχασα θέλω. Να με βρω θέλω. Υπάρχω;

Η μεταφυσική

Η λέξη «μεταφυσική» είναι εμφανώς δύσκολο να προσδιοριστεί. Ορισμένοι ενθαρρύνουν την εντύπωση ότι η μεταφυσική είναι μια μελέτη που «ξεπερνάει» τη φυσική, μια μελέτη αφιερωμένη σε θέματα που ξεπερνούν τις οικείες ανησυχίες του Νεύτωνα και του Αϊνστάιν και του Χάιζενμπεργκ. Αυτή η εντύπωση είναι λανθασμένη.

Η λέξη «μεταφυσική» προέρχεται από έναν συλλογικό τίτλο των δεκατεσσάρων βιβλίων του Αριστοτέλη που σήμερα θεωρούμε ότι συνθέτουν την μεταφυσική του Αριστοτέλη. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης δεν γνώριζε τη λέξη. (Είχε τέσσερα ονόματα για τον κλάδο της φιλοσοφίας που είναι το αντικείμενο της Μεταφυσικής: «πρώτη φιλοσοφία», «πρώτη επιστήμη», «σοφία» και «θεολογία»).

Τουλάχιστον εκατό χρόνια μετά το θάνατο του Αριστοτέλη, ένας συντάκτης των έργων του (κατά πάσα πιθανότητα, ο Ανδρόνικος της Ρόδου) τιτλοφορούσε τα δεκατέσσερα βιβλία ” Ta meta ta phusika ” – “τα μετά τα φυσικά” ή “αυτά μετά τα φυσικά” – τα “φυσικά” τώρα καλούμε τη Φυσική του Αριστοτέλη. Ο τίτλος προφανώς σήμαινε να προειδοποιούν τους μαθητές της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη ότι θα έπρεπε να επιχειρήσουν τη μεταφυσική μόνο αφού γνώρισαν «φυσικές», τα βιβλία για τη φύση ή τον φυσικό κόσμο – δηλαδή, για την αλλαγή, η αλλαγή είναι το καθοριστικό στοιχείο του φυσικού κόσμου.

Αυτή είναι η πιθανή έννοια του τίτλου, επειδή η Μεταφυσική είναι για πράγματα που δεν αλλάζουν. Σε ένα μέρος, ο Αριστοτέλης προσδιορίζει το αντικείμενο της πρώτης φιλοσοφίας ως «ύπαρξη ως τέτοιο» και σε άλλο ως «πρώτες αιτίες». Είναι μια ωραία και ενοχλητική ερώτηση ποια είναι η σχέση μεταξύ αυτών των δύο ορισμών. Ίσως αυτή είναι η απάντηση: Οι αμετάβλητες πρώτες αιτίες δεν έχουν τίποτε άλλο παρά να είναι κοινές με τα μεταβλητά πράγματα που προκαλούν. Όπως εμείς και τα αντικείμενα της εμπειρίας μας – είναι, και εκεί η ομοιότητα σταματάει.

Από τότε (μετά τον 3ο αιώνα π.Χ.) ο όρος αυτός (μεταφυσική) χρησιμοποιείται για τις μελέτες εκείνες που πιστεύεται ότι υπερβαίνουν τα όρια του υλικού κόσμου της φυσικής, φτάνοντας στην ουσία ή στον πυρήνα μιας υποτιθέμενης απόλυτης και τελικής πραγματικότητας η οποία υπάρχει βαθύτερα απ’ τα φαινόμενα.

Πολλοί άνθρωποι για λόγους που έχουν σχέση με τη βιολογική μας ιστορία, πιστεύουν πως μια τέτοια πραγματικότητα υπάρχει, υπάρχει ένας τέλειος κόσμος πέρα απ’ το βασίλειο της ατελούς ύλης. Στις θρησκείες ο κόσμος αυτός προσεγγίζεται με την αποκάλυψη ή άλλα κανάλια, που ξεπερνούν τις αισθήσεις.

Στη δυτική φιλοσοφία η μεταφυσική εγκαθίσταται με τον κόσμο των ιδεών του Πλάτωνα, απ’ τον οποίο οι αισθήσεις μας σύρουν μια παραμορφωμένη εικόνα της αληθινής πραγματικότητας. Πέρα απ’ την πραγματικότητα , υπάρχει η αληθινή πραγματικότητα. Σε αυτήν δεν φτάνει η παρατήρηση ούτε το πείραμα, είναι πέρα από την ανθρώπινη δράση , είναι η πραγματικότητα χωρίς καμιά αναφορά στην ανθρώπινη περιοχή των αισθήσεων. Αυτή είναι η ερμηνεία της μεταφυσικής με την οποία η φυσική, στηριγμένη στο πείραμα και στα μαθηματικά, διέκοψε κάθε σχέση.

Όμως φαίνεται ότι κάποια ίχνη που τη θυμίζουν, υπάρχουν ακόμα στις ρίζες κάθε φυσικής θεωρίας: αυτά είναι το νόημα που δίνει στον κόσμο κάθε φυσική θεωρία, μέσω μιας οριακής υπόθεσης, αναπόδεικτης προς το παρόν πειραματικά, (η μεταφυσική συνιστώσα) που θα επαληθευτεί ή θα απορριφτεί απ’ τα μελλοντικά πειράματα. Για την ερμηνεία του κόσμου λοιπόν, πέρα από την περιγραφή, φαίνεται αναγκαία μια μεταφυσική υπόθεση.

Άρα η μεταφυσική είναι ένας σημαντικός κλάδος της φιλοσοφίας, που αφορά την ύπαρξη και τη φύση των πραγμάτων που υπάρχουν. Συνολικά είναι μια θεωρία της πραγματικότητας. Η μεταφυσική ιδέα ότι δεν υπάρχει  ή δεν μπορεί να γίνει γνωστή καμία ανεξάρτητη από το μυαλό πραγματικότητα είναι ο ιδεαλισμός. Αυτοί είναι δύο βασικοί χώροι της μεταφυσικής.

Η μεταφυσική στους περισσότερους συγχέεται με την πνευματικότητα και το υπερφυσικό· όμως η μεταφυσική αποτελεί αντικείμενο μελέτης· τα εργαλεία της μελέτης δύνανται να είναι ορθολογικά-επιστημονικά ή πνευματιστικά-θρησκευτικά (δεν χρησιμοποιούν όλοι οι στοχαστές τα ίδια εργαλεία· όμως τα ερωτήματα παραμένουν τα ίδια). Η παραδοσιακή μεταφυσική προσπαθεί να απαντήσει σε δύο βασικά ερωτήματα με τους ευρύτερους δυνατούς όρους:   Τελικά, τι βρίσκεται εκεί;  Με τι μοιάζει;

Ο μεταφυσικός προσπαθεί να αποσαφηνίσει τις θεμελιώδεις έννοιες με τις οποίες οι άνθρωποι προσπαθούν να κατανοήσουν τον κόσμο, π.χ., ύπαρξη, τα αντικείμενα και οι ιδιότητές τους, ο χώρος και ο χρόνος, η αιτία και το αποτέλεσμα. Κεντρικός κλάδος της μεταφυσικής είναι οντολογία, η έρευνα για τις βασικές κατηγορίες της ύπαρξης (του είναι) και των μεταξύ τους σχέσεων. Άλλος κεντρικός κλάδος της μεταφυσικής είναι η κοσμολογία, η μελέτη της προέλευσης, της βασικής δομής, τη φύσης και της δυναμικής του σύμπαντος. Ορισμένοι περιλαμβάνουν την επιστημολογία ως ένα άλλο επίκεντρο της μεταφυσικής, αλλά η συγκεκριμένη συμπερίληψη αμφισβητείται.

Η βιασύνη «καταστρέφει» σιωπηλά τη ζωή που τόσο θέλουμε να ζήσουμε

Το να πηγαίνεις στο πουθενά γρηγορότερα δεν θα σε πάει κάπου. Μπορείς να κάνεις τον εαυτό σου να είναι τόσο απασχολημένος ώστε να αποκτήσεις ολόκληρο τον κόσμο αλλά να χάσεις την ψυχή σου.

Κάνε το λογαριασμό για να δεις αν σε συμφέρει. Αν τρελαίνεσαι προσπαθώντας να κάνεις περισσότερα απ’ όσα μπορείς, σταμάτα και ανανεώσου. Είσαι μια ανθρώπινη ύπαρξη ή μια ανθρώπινη πράξη; Ο Μαχάτμα Γκάντι δήλωσε: «Θα πρέπει να υπάρχουν περισσότερα στη ζωή από την αύξηση της ταχύτητάς της».

Υπάρχουν δύο είδη απασχόλησης: αυτό που σε δυναμώνει και αυτό που έχει τα χάλια του. Καθώς προχωράς μέσα στη μέρα σου, η ενέργειά σου αυξάνεται ή καταλήγεις να αισθάνεσαι εξουθενωμένος; Όταν είμαι πιστός στη χαρά μου, αισθάνομαι πιο ζωντανός στο τέλος της μέρας απ’ ό,τι στην αρχή της. Υπάρχουν κι άλλες μέρες, που αισθάνομαι πτώμα. Αυτό που κάνει τη διαφορά δεν είναι το πόσα πράγματα έκανα⋅ είναι το πώς ένιωθα καθώς τα έκανα.

Η υπεραπασχόληση δεν είναι δίχτυ που ρίχνει επάνω σου ένα υπερβολικά απαιτητικό σύμπαν⋅ είναι μια επιλογή που κάνεις. Έχεις περισσότερο έλεγχο απ΄ όσο αντιλαμβάνεσαι πάνω στο επίπεδο της απασχόλησής σου και του άγχους που σου προκαλεί. Δύο παράγοντες καθορίζουν το πόσο απασχολημένος είσαι κι αν καταλήγεις δυναμωμένος ή εξαντλημένος:

1) Οι δραστηριότητες που επιλέγεις και
2) Το νοητικό σου πλαίσιο καθώς ασχολείται μ’ αυτές.

Το να αποφασίσεις ή να συμφωνήσεις να κάνεις κάτι, καταλήγει συχνά να παίρνει περισσότερο χρόνο και ενέργεια απ΄ ό,τι περιμένεις⋅ οι φιλότιμες προσπάθειες σπάνια είναι αυτί που φαίνονται με την πρώτη ματιά. Δώσε λοιπόν στον εαυτό σου κάποιο χώρο ν’ ανασάνει.

(Μια παλιά παροιμία συμβουλεύει: «Αν το καθιστικό σου δεν είναι αρκετά μεγάλο για να χωράει έναν ελέφαντα, μην πιάνεις φιλίες με εκπαιδευτές ελεφάντων».) Για να κάνεις σωστά μια δουλειά, υπάρχουν πράγματα που πρέπει να κάνεις για να προετοιμαστείς και ύστερα άλλα πράγματα για να την παρακολουθήσεις. Μερικές φορές, η προετοιμασία και η παρακολούθηση τρώνε περισσότερο χρόνο από την ίδια τη δουλειά!

Αυτό δεν είναι κακό⋅ απλώς μην εκπλήσσεσαι όταν αποδεικνύεται ότι είναι έτσι. Άφηνε πάντα στον εαυτό σου λίγο παραπάνω χρονικό περιθώριο.

Οι πράξεις μας έχουν καθοριστική σημασία. Συνδέουν το παρόν με το παρελθόν και ορίζουν το μέλλον μας

Η ζωή μας απαρτίζεται από μικρές στιγμές. Άλλοτε ευχάριστες, άλλοτε δυσάρεστες γεμίζουν κομμάτι – κομμάτι το άλμπουμ των αναμνήσεών μας και κλειδώνονται στη σκέψη μας για πάντα. Ειδικά οι ερωτικές σχέσεις ανάλογα με την ιδιαιτερότητά τους μας αφήνουν μια γλυκιά ή πικρή γεύση.

Δεν είναι λίγες οι φορές που το τέλος κορυφώνεται με εκδηλώσεις μίσους και λόγια σκληρά που έρχονται να κλείσουν την αυλαία και να αφανίσουν τους πρωταγωνιστές από την κοινή πορεία ζωής που μέχρι πρωτίστως βίωναν. Γιατί; Έχετε ποτέ αναρωτηθεί; Γιατί δυο άνθρωποι που αγαπήθηκαν πολύ φτάνουν σε μια κατάσταση να απεχθάνεται ο ένας τον άλλον;

Όλοι γνωρίζουμε την απάντηση. Σε κάθε περίπτωση, κρύβεται μέσα μας. Είμαστε όμως σε θέση να δούμε την αλήθεια κατάματα και να παραδεχτούμε τυχόν λάθη που έχουμε κάνει; Δυο άνθρωποι που μοιράστηκαν στιγμές ακόμη κι όταν έρθει η ρήξη στη σχέση τους, ο κάθε ένας έχει αφήσει στον άλλο το αποτύπωμα του στην ψυχή του.

Το αν είναι αρνητικό ή θετικό, εξαρτάται από την εκάστοτε συμπεριφορά. Οι πράξεις μας έχουν συνέπειες, το ίδιο και τα λόγια που έχουν ειπωθεί. Πριν πράξεις ή πεις κάτι, σκέψου το καλά. Αν το αποτέλεσμα σε δυσαρεστήσει, ο υπαίτιος θα είσαι εσύ. Γιατί θα είναι το αποτέλεσμα των πράξεών σου.

Σε περίπτωση που σου δοθεί μια ακόμη ευκαιρία, τίποτα πια δεν θα είναι το ίδιο. Διότι ο θυμός φεύγει, μπορεί η συγχώρεση να επέλθει μα η απογοήτευση δεν φεύγει ποτέ. Μένει στην ψυχή μας ριζωμένη να μας θυμίζει μια κατάσταση που μας προκαλεί δυσφορία και να μας γεμίζει αμφιβολίες αν πράττουμε το σωστό.

Κι όταν ξεκινούν οι αμφιβολίες να μας πλημμυρίζουν, το καθετί μικρό στα μάτια μας, φαντάζει μεγάλο. Διογκώνεται ώσπου παίρνει τεράστιες διαστάσεις και μας αναγκάζει να κόψουμε τα δεσμά του παρελθόντος και να προχωρήσουμε μπροστά. Γι’ αυτό θυμήσου: Οι πράξεις μας έχουν καθοριστική σημασία. Συνδέουν το παρόν με το παρελθόν και ορίζουν το μέλλον μας.

Όλα είναι βλακείες αλλά αν το ξέρεις τότε είσαι ελεύθερος

«Πρέπει να υπενθυμίσουμε σε όλους τους ανθρώπους κάθε βήμα αυτού που είμαστε: ότι η ικανότητα μας να εξαπατούμε τον εαυτό μας δεν έχει όρια και ότι όποιος πιστεύει οτιδήποτε κάνει λάθος.» –Τσέσλαβ Μίλος

Η αυθεντική ανάπτυξη απαιτεί σύγκρουση. Οι πολύτιμες πεποιθήσεις σας πρέπει να αμφισβητούνται αλλιώς θα βρεθείτε στην φυλακή της πνευματικής και διανοητικής στασιμότητας.
Επιτρέψτε στις ερωτήσεις να ξετυλιχθούν στις πεποιθήσεις στις οποίες προσκολλάστε. Επιτρέψτε τες να απομακρύνουν την περιττή βεβαιότητα από την αβεβαιότητα αυτού που πιστεύετε πως είναι αλήθεια. Η εναλλακτική λύση είναι να παραμείνετε κολλημένοι σε μια άκαμπτη και σταθερή σκέψη. Και να χαθείτε σε όλες αυτές τις βλακείες.

Γιατί όλα είναι βλακείες; Απλώς επειδή ζούμε σε ένα ανούσιο σύμπαν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δημιουργήσουμε το δικό μας νόημα, σημαίνει απλώς ότι παρά το όποιο νόημα θα καταφέρουμε να δημιουργήσουμε, θα ζούμε πάντα σε ένα ανούσιο σύμπαν. Ανεξάρτητα από το νόημα που δημιουργήσαμε, θα είναι πάντα μια «βλακεία» (λιγότερο βλακεία από άλλα βέβαια). Και αυτό είναι εντάξει. Πρέπει να είναι εντάξει αν θέλουμε να ξεφύγουμε από τον τρόπο μας ως ένα είδος που εξελισσόμαστε προοδευτικά με έναν υγιή τρόπο. Απλώς πρέπει να έχουμε την οπτική ότι όλα είναι βλακείες μέχρι έναν βαθμό.

Αλλά μην επαναπαύεστε μόνο από εμένα. Πρέπει να κάνετε και την δική σας έρευνα. Να χρησιμοποιήσετε την φαντασία σας. Αμφισβητήστε. Βρείτε την δική σας επιστημολογική κρίση. Ανακαλύψτε τον δικό σας λόγο για να χρησιμοποιήσετε το Ξυράφι του Όκαμ.

Αμφισβητήστε τις ψευδαισθήσεις σας:


«Το ανθρώπινο μυαλό είναι μια γεννήτρια ψευδαισθήσεων, όχι ένα παράθυρο προς την αλήθεια. Το καλύτερο που μπορεί να κάνει κάποιος είναι να επιλέξει μια ψευδαίσθηση που τον βοηθά να βγάλει την μέρα.» -Σκοτ Άνταμς
Όλοι έχουμε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες μέχρι έναν βαθμό. Κάποιοι περισσότερο από τους άλλους. Αυτοί λοιπόν τείνουν να παγιδεύονται από τις αυταπάτες τους. Έχουν την τάση να προσκολλώνται σε αυτές και να γίνονται άκαμπτοι και απόλυτοι.

Άλλα από την άλλη κάποιοι έχουν λιγότερες αυταπάτες από άλλους. Είναι αυτοί που αμφισβητούν πρώτα τις δικές τους ψευδαισθήσεις και έπειτα των άλλων. Είναι στρατηγικά σκεπτικιστές και ανοιχτόμυαλοι και χρησιμοποιούν την λογική, την αιτιολόγηση και τον νόμο των πιθανοτήτων.

Η διαφορά ανάμεσα στην αμφισβήτηση και όχι στην προσκόλληση στις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες είναι ζωτική.

Μην προσκολλάστε. Να αμφισβητείτε. Να είστε περίεργοι για την ανθρώπινη κατάσταση. Να έχετε μια αίσθηση του χιούμορ γι' αυτή. Ετοιμαστείτε να διαλύσετε όσες βλακείες έρχονται προς το μέρος σας. Ειδικά τις δικές σας.
«Αυτά τα βουνά που κουβαλάς, υποτίθεται ότι πρέπει να τα ανέβεις.» –Νάγια Ζέμπιαν
Η ευτυχία είναι υπέρ-εκτιμημένη. Το «μόνο καλά vibes» είναι απλώς τεμπελιά. Βγείτε από το βάρος της ανάγκης να είστε ευτυχισμένοι και θετικοί όλη την ώρα. Είναι υπερβολικό βάρος για να μεταφέρετε. Μην επιβαρύνετε τον εαυτό σας. Σταματήστε να είστε τόσο σοβαροί όλη την ώρα. Ειδικά για την ευτυχία, την θετικότητα και την αγάπη. Δεν είστε τέλειοι και ποτέ δεν θα είστε.

Η «αγάπη και το φως» σας θα μπορούσαν να ενισχυθούν από λίγο «σκληρή αγάπη και σκοτάδι». Το να αναγκάζετε τον εαυτό σας να είστε θετικοί και ευτυχισμένοι όλη την ώρα είναι απλώς μια παγίδα του εγωισμού σας που έχει στηθεί από το φοβισμένο κομμάτι σας που δεν θέλει να αντιμετωπίσει την βλακεία. Είναι μια στρατηγική που υποστηρίζεται από την δειλία και την αδυναμία σας.

Σταματήστε να ενθαρρύνετε τις βλακείες σας. Σταματήστε να δαιμονοποιείτε την θλίψη. Δεν μπορείτε να είστε ευτυχισμένοι όλη την ώρα. Η ευτυχία και η θλίψη είναι μια καταιγίδα που θα περάσει από τον ουρανό του Εαυτού. Ορισμένες καταιγίδες είναι αναζωογονητικές όπως η ευτυχία. Άλλες είναι επώδυνες και δύσκολες όπως η θλίψη. Και οι δύο μπορεί να είναι συντριπτικές. Και οι δύο είναι απλώς πληροφορίες. Απλώς τυχαίνει να είναι πληροφορίες που «αισθάνεστε».

Όσο αφορά τις πληροφορίες, ο πόνος και η θλίψη θα σας διδάξουν περισσότερα από την άνεση και την ευτυχία. Χρησιμοποιήστε αυτές τις πληροφορίες για να γίνετε πιο υγιείς και η ευτυχία θα γίνει ένα υποπροϊόν της αυτό-βελτίωσης σας. Το καλύτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να ελπίζετε για το καλύτερο και να είστε προετοιμασμένοι για το χειρότερο. Και τίποτα δεν σας προετοιμάζει για τα χειρότερα και τα καλύτερα από τις ζωτικές πληροφορίες που συλλέγετε από τον πόνο και την θλίψη.

Μεταμορφώστε τα «ερεθίσματα» σας σε περιέργεια:


Όταν ένας ειλικρινής άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι είναι λάθος, είτε θα σταματήσει να είναι λάθος, είτε θα σταματήσει να είναι ειλικρινής
Είστε μια μονάκριβη μικρή χιονονιφάδα που δέχεστε συνεχώς ερεθίσματα; (ίσως ακόμα και η λέξη «χιονονιφάδα» σας προκαλεί).

Μεταμορφώστε τα ερεθίσματα που δέχεστε σε περιέργεια. Αναρωτηθείτε: γιατί είμαι τόσο συναισθηματικός/ή για καθετί μικρό πράγμα; Είναι απλώς μια αντίδραση λόγω της πολιτισμικής μου κατάστασης, της πολιτικής μεροληψίας μου ή της θρησκευτικής πλύσης εγκεφάλου; Βιώνω γνωστική ασυμφωνία ή κάποιο άλλο ψυχολογικό φαινόμενο; Αντιδρώ λόγω φόβου, δειλίας ή άγνοιας; Έχω χάσει την αντίληψη μου ότι όλα είναι βλακείες; Μπορώ ακόμα να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου;

Σκάψτε βαθιά. Να έχετε την αίσθηση του χιούμορ. Το να είσαι περίεργος για κάτι αντί απλώς να σου δημιουργεί ένα ερέθισμα είναι πάντα πιο ικανοποιητικό. Θα κερδίζετε πάντα περισσότερα έτσι.

Είναι σαν ένα είδος συναισθηματικής αλχημείας. Νιώστε το ερέθισμα, τιμήστε το, αφήστε το να σας γεμίσει με θυμό και μετά αντιστρέψτε την κατάσταση και γίνετε περίεργοι. Για ποιο λόγο σας κάνει να αισθάνεστε έτσι; Δεχθείτε το ερέθισμα, αλλά ενεργήστε με περιέργεια. Μπορεί να ανακαλύψετε κάτι για τον εαυτό σας που μόνο απλώς από τα ερεθίσματα δεν θα είχε αποκαλυφθεί.

Μην το παίρνετε προσωπικά, κινητοποιηθείτε


«Ποτέ μην αφήνεις την ικανότητα σου να αμφισβητείς, να προβληματίζεσαι και να εξετάζεις άλλες επιλογές- η λογική σου ως άτομο είναι η μόνη σου προστασία από την τρέλα που μπορεί να κυριεύσει μια ομάδα» –Ρόμπερτ Γκριν
Τείνετε να παίρνετε τον εαυτό σας ή τις πεποιθήσεις σας πολύ στα σοβαρά; Προσκολλάστε στης πολύτιμες βλακείες των πιστεύω σας τόσο σφιχτά που τραυματίζεστε από τις παραμικρές ερωτήσεις ατόμων που σκέφτονται διαφορετικά;

Ξεπεράστε το. Τέλος! Βγείτε από αυτόν τον δικό σας τρόπο. Αφήστε την σύνδεση του εγωισμού σας με τις πεποιθήσεις σας. Το τωρινό σύστημα πεποιθήσεων σας είναι μια γελοία γέφυρα που χτίστηκε πάνω σε κάτι πολύ ασταθές στην καλύτερη περίπτωση. Είναι μια πρόχειρη λύση στην χειρότερη.

Αλλά δεν πειράζει. Είναι εντάξει να παραδεχτείτε ότι δεν το είχατε ανακαλύψει ούτε εσείς ούτε οι λάθος άνθρωποι που δημιούργησαν την ασταθή δομή των πεποιθήσεων σας.

Κανείς δεν το έχει ανακαλύψει. Όλοι ψάχνουμε, σκοντάφτουμε, κάνουμε λάθη. Δεν είμαστε τέλειοι. Απλώς έχουμε μεγάλους εγκεφάλους με τους οποίους προσπαθούμε να κατηγοριοποιήσουμε τις πεποιθήσεις μας σε κιβώτια με άγνωστους όρους όπως «ιερό», «σατανάς» και «ο θεός μου είναι ο μοναδικός αληθινός θεός».

Βλακείες!


Το κλειδί για να παραμείνετε μπροστά όταν πρόκειται για βλακείες (είτε δικές σας είτε κάποιου άλλου) είναι να συνειδητοποιήσετε πως κανείς δεν έχει ανακαλύψει τίποτα σταθερό για το σύμπαν και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί. Καμία θρησκεία, ιδεολογία, φιλοσοφία ή πολιτική δεν έχει την απάντηση. Είναι όλα αμφισβητήσιμα. Είναι όλα αβέβαια.

Να τα αμφισβητείτε όλα. Μην το παίρνετε προσωπικά. Αντίθετα επιτρέψτε του να σας κινητοποιήσει για να τολμήσετε να αμφισβητήσετε τα πράγματα. Μην παίρνετε τον εαυτό σας πολύ στα σοβαρά. Να του υπενθυμίζετε συνεχώς ότι κανείς (ανεξάρτητα από το πόσο «φωτισμένος» είναι) και καμία ιδεολογία (ανεξάρτητα από το πόσο «ιερή» είναι) δεν έχει τις απαντήσεις. Συνειδητοποιήστε ότι η μόνη «απάντηση» είναι να αμφισβητήσετε όλες τις απαντήσεις.

Η Χειρότερη Απόφαση είναι η Μη Απόφαση

Κάθε στιγμή, συνειδητά ή ασυνείδητα, για θέματα μικρά (τι θα βάλω σήμερα) ή θέματα μεγάλα (πώς θα ζήσω), καλούμαστε να πάρουμε αποφάσεις.

Καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα στη μία ή στην άλλη εναλλακτική, να ικανοποιήσουμε μία ανάγκη σε βάρος κάποιας άλλης ή να δώσουμε προτεραιότητα σε ένα συναίσθημά καταπνίγοντας ένα άλλο.

Η διαδικασία λήψης αποφάσεων για ορισμένους ανθρώπους αποδεικνύεται εξαιρετικά πολύπλοκη, χρονοβόρα και αναποτελεσματική. Αντί για το απλό «θέλω αυτό και άρα αποφασίζω αυτό», υιοθετούν μια πιο περίπλοκη λογική του τύπου «θέλω το ένα, θέλω και το άλλο, δυσκολεύομαι να διαλέξω, αδυνατώ να καταλήξω, δεν αποφασίζω».

Τι συμβαίνει με αυτούς τους ανθρώπους; Γιατί δυσκολεύονται να καταλήξουν σε αυτό που θέλουν; Για ποιο λόγο, ακόμα και όταν είναι σίγουροι γι’ αυτό που θέλουν, διστάζουν να υλοποιήσουν τις αποφάσεις τους;

Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί, αντί να ζουν στο εδώ και τώρα, ζουν απομονωμένοι σε ένα δικό τους άχρονο σύμπαν, αποκομμένοι από την ιστορία, την πραγματικότητα και την ίδια τη ζωή.

Και παρόλο που όλοι είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε ελεύθεροι (Σαρτρ) – να παίρνουμε αποφάσεις και να κάνουμε επιλογές δηλαδή – οι αναποφάσιστοι βιώνουν ως αβάσταχτο βάρος αυτή την ελευθερία ή, απλώς, δεν ξέρουν τι να την κάνουν.

ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ

Επειδή δεν ζούμε σε απόλυτα ελεγχόμενες εργαστηριακές συνθήκες, αλλά σε ένα ευμετάβλητο, ασταθές περιβάλλον, η διαδικασία λήψης των αποφάσεών μας είναι, εν πολλοίς, αυθαίρετη. Αναλύουμε τα δεδομένα, ζυγίζουμε τις ποικίλες (συχνά αντικρουόμενες) εναλλακτικές, υπολογίζουμε όσο μπορούμε τα υπέρ και τα κατά, αλλά στο τέλος αποφασίζουμε χωρίς καμία ή με ελάχιστη βεβαιότητα.

Ένας τρόπος να απαλλαγούμε από όλη αυτή την άβολη αβεβαιότητα είναι να αποφασίσουμε ότι δεν θα αποφασίσουμε και να ησυχάσουμε.

Δεν παίρνουμε λοιπόν αποφάσεις ή τις αναβάλλουμε επ’ άπειρον και στο ενδιάμεσο στάδιο αναλωνόμαστε σε ατελείωτες σκέψεις σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν. Κάνουμε ατέρμονες αναλύσεις επί αναλύσεων και στην κυριολεξία διακόπτουμε τη ροή της ζωής για να επιδοθούμε σε σκέψεις για τη ζωή. Σχεδιάζουμε το πώς θα ζήσουμε δηλαδή, αλλά ποτέ δεν αποφασίζουμε να ζήσουμε. Στην πορεία αυτής της διαδικασίας, ευκαιρίες θα χαθούν, άνθρωποι θα βαρεθούν, χρόνια θα περνούν, αλλά αυτό είναι ένα τίμημα που είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε….

Η αναβολή και η εκλογίκευση παίζουν τεράστιο ρόλο σε αυτό το παιχνίδι αποφυγής, είναι οι πολυτιμότεροι σύμμαχοι στις μανούβρες που κάνουμε: «θα το έκανα φυσικά αλλά υπάρχει αυτό και το άλλο κόλλημα και εξάλλου πρέπει να γίνει αυτό και αυτό πρώτα», «δεν είναι ότι δεν μπορώ να αποφασίσω, απλώς συμβαίνει αυτό και αυτό, χώρια που αν συμβεί αυτό μετά θα συμβεί το άλλο» και ούτω καθ’ εξής.

Κάνουμε και την άλλη πονηριά: μεταθέτουμε την ευθύνη της λήψης αποφάσεων για τον εαυτό μας σε κάποιον άλλον. Ας πούμε, όταν δεν είμαστε σίγουροι αν θέλουμε να χωρίσουμε ή όχι, αφήνουμε τον σύντροφό μας να αποφασίσει και για τους δύο. Εμείς απλώς συναινούμε σε ό,τι αποφασίσει εκείνος, νιώθοντας άνετοι και ανάλαφροι σαν πουλάκια καθώς δεν μας βαραίνει η ευθύνη καμίας επιλογής.

Το παράξενο είναι ότι, συχνά, ενώ ξέρουμε τι θέλουμε και το αποφασίζουμε μέσα μας, αντιμετωπίζουμε τεράστια δυσκολία να εξωτερικεύσουμε και να κάνουμε πράξη την απόφασή μας. Τη γυροφέρνουμε στο κεφάλι μας αδυνατώντας να την ολοκληρώσουμε επειδή το πέρασμα στη πράξη είναι αυτό που τρέμουμε περισσότερο. Επειδή η ανυπέρβλητη δυσκολία, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι το αποφασίζειν αλλά το πράττειν…

Πίσω από τη δυσκολία λήψης αποφάσεων, ενδεχομένως να κρύβεται μια τελειομανία, μία ανάγκη να παρθεί η «τέλεια απόφαση». Εκείνη που όλοι θα επιβραβεύσουν, που θα μας οδηγήσει σε σίγουρη επιτυχία, που θα επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα χωρίς αρνητικές επιπτώσεις, εκείνη που θα αποδείξει σε εμάς και σε όλους πόσο έξυπνοι και ικανοί είμαστε.

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι αρνούμαστε την έννοια της αλλαγής. Αφελώς πιστεύουμε ότι κάθε απόφασή μας θα διαρκέσει για πάντα, ότι θα χαραχτεί στην πέτρα αιωνίως και δεν θα υπάρχει γυρισμός. Από την άλλη αρνούμαστε να αναλάβουμε το αναπόφευκτο ρίσκο που ενέχει η λήψη αποφάσεων. Διστάζουμε να σηκώσουμε το βάρος της απόφασής μας ομολογώντας «ναι, καλό ή κακό, αυτό ακριβώς είναι που διάλεξα».

Χώρια που είμαστε και λίγο συμφεροντολόγοι. Από το να διακινδυνεύσουμε στο άγνωστο, επιλέγουμε να κάτσουμε στ’ αυγά μας. Είναι η γνωστή στάση του «κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρι» και του «που να τρέχω τώρα, ας μείνω σ’ αυτά που ξέρω». Ενεργώντας έτσι δεν κερδίζουμε τίποτα βεβαίως, αλλά τουλάχιστον δεν χάνουμε και αυτά που έχουμε.

Δεν θέλει πολύ μυαλό να καταλάβουμε τι κρύβεται πίσω από όλους αυτούς τους επιμέρους φόβους. Πολύ απλά και πολύ συγκεκριμένα ο φόβος για το θάνατο. Αντί να αποδεχτούμε το ανυπέρβλητο δεδομένο του θανάτου, υιοθετούμε την παράλογη, μεταφυσική λογική του «αν δεν επιλέξω τίποτα, αν δηλαδή αποφύγω να ζήσω, μάλλον δεν κινδυνεύω να πεθάνω, αφού εξ ορισμού ζω σημαίνει οπωσδήποτε θα πεθάνω». Εάν μείνουμε στην απέξω ακινητοποιημένοι στο χρόνο, ο θάνατος μπορεί να ξεγελαστεί και να μας ξεχάσει. Άχρονοι και μη πραγματικοί μεν, αθάνατοι δε.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΖΩΗ

Το δεδομένο είναι ένα: η αναποφασιστικότητα οδηγεί στην απραξία, στον εν ζωή θάνατο, αφού χωρίς πράξη και χωρίς ενέργεια στερώ από τον εαυτό μου τις εμπειρίες, τις πληροφορίες, τα δεδομένα που χρησιμεύουν ως πηγές εξέλιξης, σύνδεσης και ωρίμανσης.

Αντί να μηρυκάζουμε τα ίδια και τα ίδια όντας αναβλητικοί, ανίκανοι για πρωτοβουλίες και καθόλου αυθόρμητοι, ας αποδεχτούμε, επιτέλους, ότι δεν υπάρχει τρόπος να είμαστε 100% σίγουροι γι’ αυτό που θέλουμε, ούτε θα θέλουμε ποτέ μόνο ένα πράγμα, ούτε θα το θέλουμε για πάντα. Ας αποδεχτούμε ακόμα αυτό που ήδη ξέρουμε: ότι δεν υπάρχουν «σωστές» και «λάθος» αποφάσεις. Ότι, σε τελική ανάλυση, ακόμα και αν κάνουμε «λάθος» επιλογή, μπορούμε να την τροποποιήσουμε αργότερα βγαίνοντας επιπλέον ωριμότεροι και πλουσιότεροι από την εμπειρία.

Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι είμαστε (σχετικά…) ελεύθεροι και ότι πρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε χρήση αυτής της ελευθερίας. Άσχετα από τις αποφάσεις που θα πάρουμε και τις επιλογές που θα κάνουμε, έχει αξία η ίδια η χρήση της ελευθερίας μας. Έχει αξία, εμείς να διαλέξουμε και κανένας άλλος – να πούμε «ναι» σε κάτι, λέγοντας συγχρόνως και αναπόφευκτα «όχι» σε κάτι άλλο.

Εξάλλου πόσο έλεγχο νομίζουμε ότι έχουμε πάνω στα πράγματα; Γιατί πιστεύουμε, αφελώς, ότι η δική μας απόφαση θα κάνει τεράστια διαφορά; Αυτά που αποφασίζουμε είναι ένα μικρό μόνο τμήμα ενός πολυποίκιλου μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος που ασφαλώς επηρεάζεται από τις αποφάσεις μας, αλλά δεν καθορίζεται από αυτές.

Φυσικά απαιτείται κάποιου επιπέδου ωριμότητα. Η συνειδητοποίηση και αποδοχή ότι δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Η σοφία να καταλάβουμε ότι αν έχω να διαλέξω ανάμεσα στο πιάτο νούμερο 1 και στο πιάτο νούμερο 2, οποιαδήποτε επιλογή από τις δύο είναι προτιμότερη από το να πεθάνω της πείνας…

Μην ξεγελιόμαστε ότι όντας αναποφάσιστοι δεν παίρνουμε αποφάσεις. Η ίδια η αναποφασιστικότητά μας είναι μια απόφαση – η απόφαση να μην αποφασίσουμε. Και όπως για κάθε απόφαση, έτσι και γι’ αυτή, χρειάζεται να αναλάβουμε την ευθύνη της – δεν γλυτώνουμε ποτέ από αυτό. Επίσης, δεν πρέπει να βαυκαλιζόμαστε ότι αρκεί να αποφασίσουμε μία φορά και δεν θα χρειαστεί να αποφασίσουμε ποτέ ξανά. Δεν λειτουργούν έτσι τα πράγματα. Η κάθε απόφαση μεταβάλλει τις καταστάσεις, οι νέες καταστάσεις ζητούν νέες αποφάσεις και έτσι πάει η ιστορία.

Το κλισέ ότι «στο τέλος μετανιώνουμε κυρίως για όσα δεν κάναμε παρά για όσα κάναμε» είναι σωστό. Έτσι κι αλλιώς οι ενδεχόμενες συνέπειες που φαντασιωνόμαστε τις περισσότερες φορές δεν επαληθεύονται. Τα κακά που φοβόμαστε ότι θα επιφέρει μια κακή απόφαση συνήθως δεν αποδεικνύονται τόσο κακά και τα καλά που αναμένουμε λόγω μιας καλής απόφασης επίσης δεν αποδεικνύονται τόσο καλά. Για να ολοκληρώνουμε: αυτό που επιλέγουμε σήμερα δεν γνωρίζουμε τι συνέπειες θα έχει αύριο και, κυρίως, δεν έχουμε τρόπο να ξέρουμε αν θα ικανοποιεί τον μελλοντικό μας εαυτό.

ΤΕΛΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ

Αφού συμφωνήσαμε ότι δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από τις αποφάσεις και ότι το δυσκολότερο σημείο της διαδικασίας είναι το πέρασμα στην πράξη, τι απομένει;

Ένα μόνο: Να διακινδυνεύσουμε να πάρουμε τις αποφάσεις που χρειαζόμαστε και να αναλάβουμε με γενναιότητα την ευθύνη των συνεπειών τους. Με άλλα λόγια, να αποφασίσουμε να ζήσουμε και να αποδεχτούμε ότι κάποια στιγμή η ζωή θα τελειώσει.

Ας πάρουμε απόφαση κι αυτό: δεν υπάρχει τρόπος να κερδίσουμε πολλά στη ζωή ποντάροντας λίγα. Ή θα αρνηθούμε την ελευθερία μας μένοντας βολεμένοι και φυτοζωώντας ή θα ξεβολευτούμε, θα ρισκάρουμε και… θα δούμε τι θα γίνει…

Άρα λοιπόν: αναλαμβάνουμε δράση, αν το θεωρούμε απαραίτητο σκεφτόμαστε και αναλύουμε προηγουμένως, στρίβουμε κι ένα νόμισμα αν χρειαστεί, αλλά παίρνουμε, επιτέλους, μια απόφαση. Μια οποιαδήποτε απόφαση, αρκεί το πράγμα να αρχίσει να τσουλάει.

Η άλλη εναλλακτική είναι γνωστή:

«Αύριο, λες,
και μέσα σ’ αυτήν τη μικρή αναβολή
παραμονεύει ολόκληρο το πελώριο ποτέ»
[Τ. Λειβαδίτης]

Οι σοφοί μιλάνε γιατί έχουν κάτι να πουν.Οι ανόητοι επειδή έχουν ανάγκη να πουν κάτι

Στους καιρούς μας, είναι συνηθισμένο ν’ ακούμε να μιλάνε όλες τις ώρες. Πρόκειται για μια συνήθεια, για ένα σπορ, για μια παρόρμηση, ακόμα και για έναν τρόπο να κερδίζει κανείς τη ζωή του.
Οι πολιτικοί μιλάνε για να τους πιστέψουν, οι δικηγόροι το κάνουν για να πείσουν για την αλήθεια τους.
Ωστόσο, αν είναι σημαντικό το να ξέρουμε να μιλάμε σωστά, άλλο τόσο σημαντικό είναι το να ξέρουμε να σωπαίνουμε.
Για τον Πλάτωνα, το να ξέρει κανείς να σωπαίνει ήταν προτεραιότητα.
Πράγματι, στην Ακαδημία του αυτό ήταν βασικός όρος, όπου συνηθιζόταν όλοι να περνούν κάποιο διάστημα σιωπής, διαλογιζόμενοι.
Όσο περνάν τα χρόνια, γινόμαστε όλο και πιο γρήγοροι σε όλα.
Το στρες μάς κάνει να πηγαίνουμε από το ένα μέρος στο άλλο χωρίς να σταματάμε λεπτό. Αν έχουμε μόλις μερικά λεπτά για να φάμε από τη μια δουλειά ως την άλλη, πώς να καθίσουμε να διαλογιστούμε; Και με τον διαρκή βομβαρδισμό πληροφοριών, την ηχορύπανση γύρω μας και το πλήθος των ανθρώπων με τους οποίους πιάνουμε κουβέντα, είναι σχεδόν αδύνατον να μείνουμε σιωπηλοί και να κατανοήσουμε τη σημασία του αυτοστοχασμού.
Αλλά το να σωπαίνουμε πότε πότε είναι θεμελιώδες για τέσσερις λόγους ζωτικής σημασίας:

Επιτρέπει να ξαναβρίσκουμε τον εαυτό μας και ν’ ακούμε τις εσωτερικές του ανάγκες.
Επιτρέπει όχι απλώς ν’ ακούμε τους άλλους, αλλά να τους ακούμε ενεργητικά.
Μειώνει τον αριθμό διαφωνιών, παρεξηγήσεων και τύψεων.
Βοηθάει στο να καταλαβαίνουμε αυτό που λέει ο άλλος, αντί απλώς ν’ ακούμε εκείνο που νομίζουμε ότι σκέφτεται.

Πολυάριθμες μελέτες διαβεβαιώνουν ότι η ικανότητα προσοχής την ώρα που ακούμε διαρκεί μόνο κάτι δευτερόλεπτα, κι ότι είναι ακόμα μικρότερη αν το θέμα για το οποίο μας μιλάνε δεν μας ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και είναι πολύ βασικό να κατακτήσουμε την τέχνη του να σωπαίνουμε ώστε να ακούμε καλύτερα, είτε τη φωνή άλλων ανθρώπων είτε τις σκέψεις μας.
Αν το κάνουμε, θα εκπλαγούμε βλέποντας ως ποιο βαθμό έχουμε ενδιαφέροντα πράγματα να πούμε και μπορούμε να συσφίξουμε τη σχέση μας με τους άλλους.
Την επόμενη φορά που θα μιλήσεις με κάποιον, άκουσέ τον προσεκτικά.
Κι όταν θα έχεις μερικά λεπτά ανάπαυσης, άκου και τον εαυτό σου.

Η μεγαλύτερη έκρηξη που έγινε ποτέ στο σύμπαν - Με ενέργεια 100 δισεκατομμύρια φορές μεγαλύτερη από αυτή του φωτός

Μια σύντομη αλλά κατακλυσμική -άγνωστης προέλευσης- έκρηξη ακτίνων-γ σε ένα μακρινό γαλαξία, σε απόσταση 4,5 δισεκατομμυρίων ετών φωτός από τη Γη, είχε την πιο υψηλή ενέργεια που έχει ποτέ γίνει αντιληπτή από τους αστρονόμους, περίπου 100 δισεκατομμύρια φορές μεγαλύτερη από αυτή του ορατού φωτός. Η κοσμική αυτή έκρηξη έσπασε το ρεκόρ της πηγής φωτός με την υψηλότερη ενέργεια στο σύμπαν.

Οι περισσότεροι από 300 επιστήμονες από όλο τον κόσμο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», ανίχνευσαν την έκρηξη (GRB 190114C) αρχικά στις 14 Ιανουαρίου φέτος με τα διαστημικά τηλεσκόπια Neil Gehrels Swift Observatory και Fermi Gamma-ray Space Telescope, ενώ στη συνέχεια και πολλά άλλα επίγεια τηλεσκόπια στράφηκαν πάνω της.

Οι μυστηριώδεις εκρήξεις ακτίνων-γ (Gamma-ray Bursts ή GRBs) είναι οι πιο ισχυρές στο σύμπαν μετά την αρχική «Μεγάλη Έκρηξη» (Μπιγκ Μπανγκ). Πιθανώς παράγονται από τεράστια άστρα που εκρήγνυνται με τη μορφή σούπερ-νόβα αφήνοντας πίσω τους μια μαύρη τρύπα ή από τη συγχώνευση άστρων νετρονίων ή μαύρων οπών. Μια τέτοια έκρηξη απελευθερώνει σε λίγα δευτερόλεπτα τόση ενέργεια όση ο Ήλιος μας σε όλη τη διάρκειας δέκα δισεκατομμυρίων ετών ζωή του.

Ανιχνεύτηκαν για πρώτη φορά εξωγήινα σάκχαρα - Βασικά για την ζωή σε μετεωρίτη

Ιάπωνες και Αμερικανοί επιστήμονες ανακάλυψαν για πρώτη φορά σε μετεωρίτες σάκχαρα ουσιώδη για τη ζωή στη Γη.

Η συγκεκριμένη ανακάλυψη ενισχύει την άποψη ορισμένων επιστημόνων ότι ο βομβαρδισμός κάποτε του πλανήτη μας από αστεροειδείς -τα μητρικά σώματα των μετεωριτών- υπήρξε η πηγή των θεμελιωδών λίθων της ζωής.

Ερευνητές, με επικεφαλής τον Γιοσιχίρο Φουρουκάβα του Πανεπιστημίου Τοχόκου και τον Ντάνι Γλάβιν του Κέντρου Διαστημικών Πτήσεων Goddard της NASA, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, ανακάλυψαν τα σάκχαρα (ριβόζη, ξυλόζη, αραβινόζη) σε δύο μετεωρίτες πλούσιους σε άνθρακα που έχουν βρεθεί στη Γη.

Απίθανη η «μόλυνση» των δειγμάτων από γήινα σάκχαρα

Οι ποσότητες της ριβόζης και των άλλων σακχάρων που ανιχνεύθηκαν, ήταν από 2,3 έως 11 μέρη ανά δισεκατομμύριο(ppb) στον πρώτο μετεωρίτη και από 6,7 έως 180 ppb στον δεύτερο. Οι επιστήμονες θεωρούν απίθανη τη «μόλυνση» των δειγμάτων από γήινα σάκχαρα.

Ιδίως η ριβόζη είναι σημαντικό σάκχαρο, καθώς αποτελεί βάση για το μόριο του RNA. Ορισμένοι επιστήμονες θεωρούν πιθανότερο ότι το RNA εμφανίστηκε πρώτο στη Γη και στη συνέχεια εξελίχτηκε το DNA. Το RNA μπορεί να δράσει ως καταλύτης σε χημικές αντιδράσεις, καθώς επίσης να δημιουργήσει αντίγραφα του εαυτού του, κάτι που δεν μπορεί να κάνει το DNA, γι' αυτό το RNA ίσως προηγήθηκε, ανοίγοντας το δρόμο για τη ζωή που ακολούθησε. Σήμερα πια το RNA ενεργεί ως αγγελιαφόρος του DNA, αντιγράφοντας τις γενετικές οδηγίες που περιέχει το τελευταίο και μεταφέροντας τις μέσα στο κύτταρο.

Ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχαν βρεθεί σάκχαρα σε μετεωρίτες

Στο παρελθόν είχαν βρεθεί άλλα βιομόρια σε μετεωρίτες, όπως αμινοξέα, από όπου δημιουργούνται οι πρωτεΐνες. Ομως μέχρι σήμερα δεν είχαν ανακαλυφθεί σάκχαρα. Από την άλλη, οι ερευνητές δεν ανακάλυψαν στους μετεωρίτες το σάκχαρο του DNA (2-δεοξυ-D-ριβόζη).

«Η έρευνα μας παρέχει την πρώτη άμεση ένδειξη για την ύπαρξη ριβόζης στο διάστημα και την μεταφορά της στη Γη. Αυτό το εξωγήινο σάκχαρο μπορεί να συνέβαλε στο σχηματισμό του RNA στη Γη, οδηγώντας πιθανώς στην προέλευση της ζωής», ανέφερε ο Φουρουκάβα.

Οι Ιάπωνες και Αμερικανοί επιστήμονες περιμένουν με ενδιαφέρον να αναλύσουν τα δείγματα από αστεροειδείς, τα οποία θα φέρουν στη Γη η ιαπωνική αποστολή Hayabusa2 από τον αστεροειδή Ριούγκου (το 2020) και η αμερικανική Osiris-Rex από τον αστεροειδή Μπενού (το 2023).

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1165a-1165b)

[III] Ἔχει δ᾽ ἀπορίαν καὶ περὶ τοῦ διαλύεσθαι τὰς φιλίας

[1165b] ἢ μὴ πρὸς τοὺς μὴ διαμένοντας. ἢ πρὸς μὲν τοὺς διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ φίλους ὄντας, ὅταν μηκέτι ταῦτ᾽ ἔχωσιν, οὐδὲν ἄτοπον διαλύεσθαι; ἐκείνων γὰρ ἦσαν φίλοι· ὧν ἀπολιπόντων εὔλογον τὸ μὴ φιλεῖν. ἐγκαλέσειε δ᾽ ἄν τις, εἰ διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ ἀγαπῶν προσεποιεῖτο διὰ τὸ ἦθος. ὃ γὰρ ἐν ἀρχῇ εἴπομεν, πλεῖσται διαφοραὶ γίνονται τοῖς φίλοις, ὅταν μὴ ὁμοίως οἴωνται καὶ ὦσι φίλοι. ὅταν μὲν οὖν διαψευσθῇ τις καὶ ὑπολάβῃ φιλεῖσθαι διὰ τὸ ἦθος, μηδὲν τοιοῦτον ἐκείνου πράττοντος, ἑαυτὸν αἰτιῷτ᾽ ἄν· ὅταν δ᾽ ὑπὸ τῆς ἐκείνου προσποιήσεως ἀπατηθῇ, δίκαιον ἐγκαλεῖν τῷ ἀπατήσαντι, καὶ μᾶλλον ἢ τοῖς τὸ νόμισμα κιβδηλεύουσιν, ὅσῳ περὶ τιμιώτερον ἡ κακουργία. ἐὰν δ᾽ ἀποδέχηται ὡς ἀγαθόν, γένηται δὲ μοχθηρὸς καὶ δοκῇ, ἆρ᾽ ἔτι φιλητέον; ἢ οὐ δυνατόν, εἴπερ μὴ πᾶν φιλητὸν ἀλλὰ τἀγαθόν; οὔτε δὲ φιλητὸν ‹τὸ› πονηρὸν οὔτε δεῖ· φιλοπόνηρον γὰρ οὐ χρὴ εἶναι, οὐδ᾽ ὁμοιοῦσθαι φαύλῳ· εἴρηται δ᾽ ὅτι τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ φίλον. ἆρ᾽ οὖν εὐθὺς διαλυτέον; ἢ οὐ πᾶσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀνιάτοις κατὰ τὴν μοχθηρίαν; ἐπανόρθωσιν δ᾽ ἔχουσι μᾶλλον βοηθητέον εἰς τὸ ἦθος ἢ τὴν οὐσίαν, ὅσῳ βέλτιον καὶ τῆς φιλίας οἰκειότερον. δόξειε δ᾽ ἂν ὁ διαλυόμενος οὐδὲν ἄτοπον ποιεῖν· οὐ γὰρ τῷ τοιούτῳ φίλος ἦν· ἀλλοιωθέντα οὖν ἀδυνατῶν ἀνασῶσαι ἀφίσταται. εἰ δ᾽ ὃ μὲν διαμένοι ὃ δ᾽ ἐπιεικέστερος γίνοιτο καὶ πολὺ διαλλάττοι τῇ ἀρετῇ, ἆρα χρηστέον φίλῳ; ἢ οὐκ ἐνδέχεται; ἐν μεγάλῃ δὲ διαστάσει μάλιστα δῆλον γίνεται, οἷον ἐν ταῖς παιδικαῖς φιλίαις· εἰ γὰρ ὃ μὲν διαμένοι τὴν διάνοιαν παῖς ὃ δ᾽ ἀνὴρ εἴη οἷος κράτιστος, πῶς ἂν εἶεν φίλοι μήτ᾽ ἀρεσκόμενοι τοῖς αὐτοῖς μήτε χαίροντες καὶ λυπούμενοι; οὐδὲ γὰρ περὶ ἀλλήλους ταῦθ᾽ ὑπάρξει αὐτοῖς, ἄνευ δὲ τούτων οὐκ ἦν φίλους εἶναι· συμβιοῦν γὰρ οὐχ οἷόν τε. εἴρηται δὲ περὶ τούτων. ἆρ᾽ οὖν οὐθὲν ἀλλοιότερον πρὸς αὐτὸν ἑκτέον ἢ εἰ μὴ ἐγεγόνει φίλος μηδέποτε; ἢ δεῖ μνείαν ἔχειν τῆς γενομένης συνηθείας, καὶ καθάπερ φίλοις μᾶλλον ἢ ὀθνείοις οἰόμεθα δεῖν χαρίζεσθαι, οὕτω καὶ τοῖς γενομένοις ἀπονεμητέον τι διὰ τὴν προγενομένην φιλίαν, ὅταν μὴ δι᾽ ὑπερβολὴν μοχθηρίας διάλυσις γένηται.

***
[3] Ένα άλλο ερώτημα είναι αν οι φιλίες πρέπει

[1165b] ή δεν πρέπει να διαλύονται, όταν ο ένας από τους δύο φίλους δεν είναι πια αυτό που ήταν. Αλήθεια, δεν πρέπει να πούμε ότι, στην περίπτωση που δυο άνθρωποι έγιναν φίλοι για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, δεν είναι καθόλου περίεργο να διαλύεται η φιλία τους, όταν αυτοί δεν έχουν πια από αυτήν όφελος ή ευχαρίστηση; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν, στην πραγματικότητα, φίλοι αυτών των πραγμάτων· όταν λοιπόν αυτά έλειψαν, φυσικό είναι να μην αγαπάει ο ένας τον άλλον. Θα μπορούσε όμως κανείς να διατυπώσει την κατηγορία ότι τον καιρό που ο άλλος τον αγαπούσε για το όφελος ή για την ευχαρίστηση, προσποιούνταν ότι τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του. Γιατί, όπως το είπαμε και στην αρχή, πολλές διενέξεις δημιουργούνται μεταξύ των φίλων, όταν δεν είναι φίλοι για τον λόγο για τον οποίο πιστεύουν ότι είναι. Όταν λοιπόν κανείς ξεγελάσει τον εαυτό του και φτάσει να πιστεύει ότι ο φίλος του τον αγαπάει για τον χαρακτήρα του, ενώ εκείνος δεν έκανε τίποτε που να δείχνει κάτι τέτοιο, δεν θα έπρεπε να κατηγορεί παρά μόνο τον εαυτό του· όταν όμως εξαπατηθεί από την προσποίηση του άλλου, έχει όλο το δίκαιο με το μέρος του να κατηγορήσει αυτόν που τον εξαπάτησε, και μάλιστα περισσότερο από ό,τι αυτούς που νοθεύουν το νόμισμα, στον βαθμό που αυτή τη φορά η κακή πράξη έχει σχέση με ένα πολυτιμότερο πράγμα.

Αν όμως δεχτεί κανείς κάποιον ως φίλο του πιστεύοντας πως είναι καλός άνθρωπος και αυτός γίνει κακός —ή έστω έτσι του φαίνεται—, άραγε πρέπει να εξακολουθήσει να τον αγαπάει και να τον έχει φίλο του; Μήπως όμως αυτό δεν είναι καν δυνατό, δεδομένου ότι άξιο να αγαπηθεί δεν είναι το καθετί παρά μόνο το αγαθό; Το κακό ούτε άξιο να αγαπηθεί είναι ούτε και πρέπει. Φίλος του κακού κανείς δεν πρέπει να είναι, ούτε να μοιάζει με τον κακό· και εμείς έχουμε πει ότι το όμοιο αγαπάει το όμοιο. Πρέπει λοιπόν κανείς να διαλύει αμέσως τη φιλία; Ίσως όχι σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά μόνο στην περίπτωση που ο άλλος είναι αθεράπευτα κακός: σ᾽ αυτούς που έχουν δυνατότητα βελτίωσης πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια για τη βελτίωση του χαρακτήρα τους μεγαλύτερη από αυτήν που τους προσφέρουμε για τη σωτηρία της περιουσίας τους, και αυτό για τον λόγο ότι το πρώτο δείχνει μεγαλύτερη καλοσύνη και σχετίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την ουσία της φιλίας. Αυτός, πάντως, που διαλύει μια τέτοια φιλία δεν θεωρείται ότι κάνει κάτι το άτοπο· ο λόγος είναι ότι δεν ήταν φίλος ενός τέτοιου ανθρώπου· τώρα λοιπόν που ο άνθρωπος αυτός είναι πια ένας άλλος και ο ίδιος βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία να τον σώσει και να τον επαναφέρει στην προηγούμενη κατάστασή του, απομακρύνεται από αυτόν.

Αν όμως ο ένας φίλος μένει όπως ήταν, ενώ ο άλλος γίνεται καλύτερος και στο τέλος ξεπερνάει κατά πολύ τον πρώτο στην αρετή, τότε μπορεί άραγε ο δεύτερος να εξακολουθήσει να έχει φίλο του τον πρώτο; Σίγουρα αυτό δεν είναι δυνατό. Το πράγμα γίνεται ιδιαίτερα φανερό, αν η μεταξύ τους απόσταση γίνει πολύ μεγάλη, όπως συμβαίνει, επιπαραδείγματι, στις φιλίες μεταξύ παιδιών: αν ο ένας έχει παραμείνει στο μυαλό παιδί και ο άλλος έχει γίνει ένας τέλειος άντρας, πώς μπορούν πια να είναι φίλοι, αφού δεν τους ευχαριστούν πια τα ίδια πράγματα και ούτε αισθάνονται χαρά ή λύπη για τα ίδια πράγματα; Και ούτε υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν σ᾽ αυτούς ποτέ στο μέλλον αυτά τα πράγματα στις μεταξύ τους σχέσεις, και εμείς λέγαμε ότι χωρίς αυτά δεν είναι δυνατό να είναι φίλοι, αφού δεν μπορούν να ζουν μαζί — για όλα αυτά έχουμε ήδη κάνει λόγο.

Άραγε η συμπεριφορά του δεύτερου προς τον πρώην φίλο του πρέπει να μη διαφέρει καθόλου από τον τρόπο με τον οποίο θα του συμπεριφερόταν, αν δεν είχε ποτέ υπάρξει φίλος του; Σίγουρα, νομίζω, πρέπει να διατηρήσει ανάμνηση της παλαιότερης φιλίας τους, και όπως ακριβώς θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε χάρες μάλλον στους φίλους μας παρά στους ξένους, έτσι και σ᾽ αυτούς που υπήρξαν κάποτε φίλοι μας πρέπει να προσφέρουμε κάτι για χάρη της παλαιότερης φιλίας μας — φτάνει η διάλυση της φιλίας να μην έγινε λόγω υπερβολικής τους κακίας.