Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΕΝΑΣ ΒΡΩΜΟΣΤΟΜΟΣ ΑΝΘΕΛΛΗΝΑΣ, ηθικός αυτουργός της Ιεράς Εξέτασης, προστάτης της παιδείας των Ρωμιών

Ο ΓΕΝΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΩΝ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ!!!

«Ο μεν γαρ Ελληνισμός πανταχού της γης εκταθείς και τας απάντων ανθρώπων ψυχάς κατασχών ούτως ύστερον μετά την τοσαύτην ισχύν και την επίδοσιν υπό της του Χριστού κατελύθη δυνάμεως».
Ιωάννης Χρυσόστομος, (Λόγος εις τον μακάριον Βαβύλαν και κατά Ελλήνων, 15)

Είναι στιγμές, που όσο νηφάλιος κι αν θες να παραμείνεις, εν τούτοις δεν σ' αφήνουν ν' «αγιάσεις». Όταν το θράσος, τεντώνει στα άκρα την μέση ανθρώπινη ανοχή, δεν μπορείς να παραμένεις απαθής. Όταν αυτοί που πουλάνε «αγάπη» στο «ποίμνιο», όπως οι ''άγιοι' ψυχοσώστες, είναι ικανοί να εκμεταλλευτούν την τυχόν ανθρώπινη αδυναμία, προϊόν θρησκευτικού ψυχαναγκασμού, με σκοπό να τούς χειραγωγήσουν, δεν μπορείς να προσποιείσαι πως δεν είδες ή δεν άκουσες, ή δεν «κατάλαβες».

Εν ολίγοις, είναι στιγμές, που θέλεις να βουτήξεις μερικά ''άγια'' καθίκια και να τα κρεμάσεις ανάποδα απ' τ' ατροφικά αρχίδια τους στο πλησιέστερο καμπαναριό...

Το άθλιο αυτό υποκείμενο της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας και του φανατισμού, αυτόν τον δολοφόνο του Ελληνικού πνεύματος, καθιέρωσαν οι χριστιανοί ως προστάτη της παιδείας του γένους των Ελλήνων. Ένα αίσχος και μια ντροπή των Ιουδαιοχριστιανών, οι οποίοι τιμούν τον αρχηγέτη των καταστροφέων των Ελλήνων και του πολιτισμού τους.

Ο σχιζοφρενικής φύσεως τραγέλαφος του Ελληνοχριστιανισμού αποτυπωμένος και στους τόμους των έργων του Ιωάννη Χρυσόστομου των εκδ. «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ» 1980. Επάνω και ψηλά τα εξώφυλλα γράφουν: «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Ανοίγεις και διαβάζεις μέσα όλες τις λοιδορίες, κάθε είδους εμπαθείς συκοφαντίες και σωρεία  ψευδών κατά των Ελλήνων!

Κανείς περισσότερο απ’ αυτόν τον «ιεράρχη» δεν σήκωσε τον τόνο της μισαλλοδοξίας υψηλότερα κατά πάντων των μη χριστιανών, με ιδιαίτερη μάλιστα ακράτεια κατά των Ελλήνων και των Ιουδαίων, τους οποίους βεβαίως για άλλους λόγους μισεί ακατάσχετα. Όταν η μισαλλοδοξία ενδύεται το ράσο «αγάπη», όπως θα καταδείξουμε στη συνέχεια.

Άπαντες οι μεταφραστές – παραφραστές των εν λόγω εκδόσεων παραφράζουν την λέξη Έλλην σε «ειδωλολάτρης», η οποία λέξη αναφέρεται κατά κόρον στα έργα του «πατρός» Ιωάννη. Η μοναδική εξαίρεση αποτυπώνεται στα εξώφυλλα. Διότι εάν δεν υπήρχε ο προφανής λόγος της εξαίρεσης αυτής, τότε αντί του «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» θα έπρεπε να γράψουν «ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» οι αθεόφοβοι. Μη γένοιτο.

Δηλαδή όσοι πρώην Έλληνες αλλαξοπίστησαν παρέμειναν οι μοναδικοί Έλληνες, ενώ οι επιμένοντες στα πάτρια τώρα λέγονται ειδωλολάτρες! Μ’ άλλα λόγια οι βιασθέντες από τους Ρωμαίους Έλληνες, για να ασπαστούν δια πυρός και μαχαίρας το Ιουδαιοχριστιανικό δόγμα είναι οι γνήσιοι Έλληνες, ενώ οι ανυπότακτοι γουρούνια κατά τον Χρυσόστομο και για την ακρίβεια χειρότεροι απ’ αυτά (όπως σε λίγο θα τον ακούσουμε να τα ξεστομίζει μέσα από τα γραπτά του, ο Βρωμόστομος αυτός Ανθέλληνας).

Μέχρις εδώ έχουμε δύο εκκρεμότητες: η πρώτη λέγεται ειδωλολατρία και η δεύτερη βιασμός. Θα επιχειρήσουμε να ξεκαθαρίσουμε και τις δύο αποκλειστικά μέσα από κατ’ εξοχήν χριστιανικούς χώρους.

Και πρώτον για τα περί ειδωλολατρίας.

Νικόλαος Τωμαδάκης καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, 1956. «Εισαγωγή εις την Βυζαντινή Φιλολογία» τόμος Α΄, τεύχος Α΄, Β΄έκδοση.

«Ο χριστιανισμός υπήρξε πολέμιος κατά κύριον λόγον του Ελληνισμού, ως ζωής και ως σκέψεως… η μεγαλυτέρα διαβολή την οποίαν ενήργησε κατά του κλασσικού κόσμου είναι η εμφάνισις αυτού ως ειδωλολατρικού. Λατρείαν των ειδώλων, δι’ ην κατηγορούν τα συναξάρια τους μη χριστιανούς συχνότατα, δεν εγνώρισαν οι Έλληνες, εν τούτοις το όνομα Έλλην συνέπεσε ταχύτατα με την έννοια του ειδωλολάτρης».

Κατά δεύτερον περί του βιασμού.

Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, Πρύτανις στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, βιβλίο «Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ», έκδοση «Ψυχογιός» σελ. 17,

«Πράγματι κατά τη βασιλεία του Θεοδοσίου ο χριστιανισμός γίνεται η θρησκεία του κράτους. Εναντίων των ειδωλολατρών (διάβαζε Ελλήνων) εφαρμόσθηκαν μέτρα, που πήραν συχνά το χαρακτήρα πραγματικών διώξεων. Το μαντείο των Δελφών υποχρεώθηκε να σιγήσει, οι Ολυμπιακοί αγώνες και τα Ελευσίνια μυστήρια απαγορεύτηκαν, τα ιερά λεηλατήθηκαν από τους χριστιανούς, οι ιερείς, όπως γράφει ο Λιβάνιος υποχρεώθηκαν «να σιγήσουν ή να πεθάνουν». Και όλα αυτά βεβαίως στα πλαίσια της θρησκείας της αγάπης!

Και ρωτάμε τους κ.κ. θεολόγους: γιατί αποφεύγετε να σχολιάσετε τα προαναφερθέντα των συναδέλφων και ομοθρήσκων σας, παρ’ όλο που σας προκαλέσαμε τόσες και τόσες φορές;;; Μια που δεν μας το λέτε εσείς θα το φανερώσουμε εμείς: διότι στο διαμέτρημα του Τωμαδάκη και της Αλβελέρ χωρούν όλα μαζί τα δικά σας. Διότι δεν είστε επιστήμονες αλλά παπαδογλύφτες και κακόμοιροι καρεκλοθήρες.

Ο υβριστής των Ελλήνων

Αλλά είναι καιρός να δούμε πώς υβρίζει τους Έλληνες, ο Έλληνας κατά χριστιανούς πατέρας της εκκλησίας: «Μωρούς», τόμος 18 σελ. 17, εκφέροντες «λόγους μάταιους κι ακάθαρτους», 18. 113, «δεισιδαίμονες» 34. 429, αιμομίκτες μετά μητέρων και αδελφών, 34. 497, ασοφότερους από τα ζώα, 34. 497. Επί πλέον «στιγματισμένους, χειρότερους από τους χοίρους που πασαλείβονται με περιττώματα», «κυνικά καθάρματα», «πανάθλιους», «παμμίαρους, αδιάντροπους» και χίλιες δυο άλλες ανυπόστατες λοιδορίες.

Την στιγμή αυτή όμως είναι απαραίτητο κανείς να ξεφυσήσει την μύτη του για να αποβάλλει τα κατάλοιπα της δυσωδίας, τα εκ της κακοσμίας του στόματος του πατρός αυτού προερχόμενα. Εάν ο άνθρωπος αυτός δεν πρέπει να ονομαστεί Ιωάννης ο Βρομόστομος τότε ποιος άλλος δικαιούται περισσότερο αυτό το όνομα; Κι εσύ καλό χριστιανόπουλο θα αναρωτηθείς τώρα γιατί σου κρύβουν με τόση επιμέλεια τα άπλυτα αυτά του πατρός σου; Γιατί σου τον φόρεσαν προστάτη της παιδείας σου;

Και μια περί παιδείας ο λόγος: από την «Εις την Α΄ Κορινθίους» Δ΄ ομιλία του, τόμος 18 σελ. 99, όπου ειρωνεύεται τον Πλάτωνα και περιφρονεί τα μαθηματικά «Πόσον εκοπίασεν ο Πλάτων με τους μαθητές του με το να μας συζητεί περί γραμμής και γωνίες και σημείου και περί αριθμών αρτίων και περιττών και ίσων μεταξύ των και ανίσων και δια τέτοια θέματα λεπτεπίλεπτα ως ο ιστός της αράχνης – διότι αυτά είναι δια την ζωήν περισσότερον άχρηστα από εκείνα τα υφάσματα – και χωρίς να ωφελήση πολύ ή ολίγον με τας συζητήσεις αυτάς εγκατέλειψεν έτσι την ζωήν».

Κακόμοιρε ορθόδοξε χριστιανέ που βασανίζεις ακόμα άσκοπα εντελώς τα τέκνα σου με εκατοντάκις λεπτεπιλεπτέστερα ζητήματα, στην παιδεία του προστάτη της Χρυσόστομου!

Όμως όσο και να απεχθάνεται κανείς το φως του ήλιου, όσο και να προσπαθεί να το αποφύγει, κάποια στιγμή θα σηκώσει το βλέμμα του προς αυτό και προς στιγμή τουλάχιστον θα αντιληφθεί το μέγεθος της λαμπρότητάς του.

Ιδού τι μας ομολογεί ο πατήρ Χρυσόστομος:

«Δια να καταισχύνωμεν και του Έλληνας. Διότι τώρα, αν και θέλω να απευθύνομαι προς αυτούς, ενώ τους νικώμεν εις τους λόγους και εις την αλήθεια των δογμάτων, επισύρωμεν εις βάρος μας τον χλευασμόν από την σύγκρισιν του βίου, αφού εκείνοι μεν, αν και ευρίσκονται εις την πλάνην και δεν πιστεύουν εις τίποτε ισάξιον με την ιδικήν μας πίστιν, όμως ζουν βίον φιλοσοφίας, ενώ εμείς κάμνομεν το εντελώς αντίθετον».

Εις την Α΄ Κορινθίους» Ομιλία Ζ΄ τόμος 18 σελ. 197. Στον ίδιο δε τόμο σελ. 177 λέει:

«αλλ’ εγώ τώρα θρηνώ, όταν Έλληνες είναι φιλοσοφώτεροι από εμάς που έχομεν εντολή να μιμούμεθα αγγέλους». Στην δε σελ. 103 του ίδιου τόμου λέει «Ας μιμηθώμεν τουλάχιστον τους βαρβάρους εμείς οι πολίται των ουρανών».

Από τις ομολογίες αυτές μάλλον διαφαίνεται ότι ο συρφετός αυτός του χριστιανικού όχλου δεν είχε καμμιά πιθανότητα να καθιερώσει την θρησκεία αυτή, εάν δεν έπονταν η βία και το μακελειό των Ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά των Ελλήνων. Επρόκειτο βεβαίως περί μιάς ουσιαστικής γενοκτονίας. Αλλά δεν γίνεται να υπάρξει ένας Θεοδόσιος, ένας Αρκάδιος ή ένας Ιουστινιανός (άπαντες δολοφόνοι των Ελλήνων) εάν δεν προηγηθεί ένας Χρυσόστομος. Όπως ούτε Λένιν άνευ Μαρξ. Αλλά ούτε και Χρυσόστομος άνευ Χριστού.

Ο γενάρχης των γενοκτονιών

Και εξηγούμαστε: Κατά Λουκάν (19.27)  «πλήν τους εχθρούς μου εκείνους τους μη θελήσαντές με βασιλεύσαι επ’ αυτούς, αγάγετε ώδε και κατασφάξατε αυτούς έμπροσθέν μου». Τα λόγια αυτά βγαίνουν από το στόμα του θεού της αγάπης παρακαλώ, του Χριστούλη. Μωρέ αυτός δεν ήταν που έλεγε να αγαπάμε του εχθρούς μας! Έλεος κύριε θεολόγε… εξηγήστε μας πριν αποτρελαθούμε, δεν μπορεί κάπου θα σφάλουμε, κάτι παρεξηγούμε.

Έχετε δίκιο αγαπητοί μου αδελφοί, απαντά ο θεολόγος, δεν εννοεί εδώ αυτό που αντιληφθήκατε, και συνεχίζει, πρόκειται για το επιμύθιο της παραβολής των μνων. Είναι παραβολικό, δεν αντιλαμβάνεσθε διότι δεν έχετε καθαρή καρδιά. Δεν τυγχάνετε της χάριτος του θείου Πνεύματος.

Έτσι αποφαίνεται πάντοτε ο θεολόγος, ο κατ’ εξοχήν άνθρωπος του θεού, ο αρχιψευταράς της οικουμένης των ανθρώπων. Τους ερωτώ λοιπόν: καλά εσείς είστε ανώτεροι θεολόγοι από τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο; Αμέσως λαμβάνω απ’ όλους την ίδια απάντηση: μη γένοιτο, εμείς μπροστά στον μέγιστο των αγίων;; Θα παραδεχτείτε λοιπόν την άποψή του περί του προαναφερθέντος χωρίου; Μα φυσικά απαντούν άπαντες. Απαντούν δε με άνεση περί της παραδοχής τους διότι από τους αθεόφοβους αυτούς ουδείς έχει ανοίξει βιβλίο του Χρυσοστόμου.

Με την επαλήθευση δε αυτή αποδεικνύονται και ανήθικοι διότι όταν τους διαβάσεις τον Χρυσόστομο να διευκρινίζει ότι προσέξτε δεν είναι παραβολικό το λεχθέν του Χριστού, που λέει «κατασφάξατέ τους έμπροσθέν μου» όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια, τότε οι θεολόγοι αυτοί αντί να παραδεχτούν από την μια την άγνοιά τους για τα ζητήματα των ευαγγελίων, κι από την άλλη το ποιόν του θεού τους, επιδεικνύουν πάντοτε συμπεριφορά υβριστική και επιθετική (ομιλώ εκ πείρας).

Το μίσος του προς τους Ιουδαίους

Και για του λόγου το αληθές ιδού η άποψη του αγίου περί της επιθυμίας του Χριστού προς σφαγή των απειθούντων προς τις εντολές του: «Λόγος κατά Ιουδαίων» τόμος 34 σελ. 107,

«πράγμα που έπαθαν και οι Ιουδαίοι, οι οποίοι, αφού κατέστησαν τους εαυτούς τους άχρηστους για εργασία έγιναν κατάλληλοι για σφαγή» (οι Ιουδαίοι ουδέποτε δέχτηκαν τον Χριστό ως Μεσσία). Και συνεχίζει ο άγιος  «Γι’ αυτό και ο Χριστός έλεγε: τους εχθρούς μου που δεν θέλησαν να βασιλεύσω σ’ αυτούς οδηγήστε τους εδώ και κατασφάξετέ τους». (Λουκ. 19:27)

Ο άγιος λοιπόν πατέρας αυτός μας επιβεβαιώνει κατηγορηματικώς ότι ο Χριστούλης όλ’ αυτά τα έλεγε και τα εννοούσε τοις μετρητοίς. Για όσους δεν ευκολύνονται να διαβάσουν τον «Α΄ Λόγον κατά Ιουδαίων» του Χρυσοστόμου, θα σταχυολογήσουμε εδώ μερικούς από τους απάνθρωπους χαρακτηρισμούς του κατά των ανθρώπων αυτών, χάριν του εξανεμισμού κάθε αμφιβολίας για το άσβεστο μίσος του και την γενοκτονική διάθεσή του προς αυτούς. Τους χαρακτηρίζει λοιπόν:

«Άθλιους και ταλαίπωρους, παράνομους, ασεβείς, ευρισκομένους στο σκοτάδι, συγγενείς των σκύλων, ελεεινότερους πάντων, μέθυσους, πόρνους, χειρότερους των χοίρων και των τράγων, βέβηλους μιαρούς, δαιμονιζόμενους, απάνθρωπους, άρπαγες και ένα σωρό άλλους παρόμοιους χαρακτηρισμούς».

Για δε την συναγωγή τους, «Ή καλύτερα δεν είναι μόνον πορνείον και θέατρο, αλλά και σπήλαιο ληστών και καταφύγιο θηρίων», επίσης «δι’ αυτό λοιπόν προπάντων πρέπει να μισήτε και αυτούς και την συναγωγή τους».

«Αλλά τώρα έχουν αποστερηθεί κάθε συγγνώμης». Πώς στο όνομα του θεού της αγάπης, της συγχώρησης και της αποδοχής της μετάνοιας αφαιρεί κάποιος άγιος κάθε συγνώμη από κάποιους; Ο ίδιος ο Χριστός επάνω από τον σταυρό δεν παρακάλεσε τον πατέρα του τον Γιαχβέ να συγχωρήσει αυτούς που τον σταύρωναν; Αυτός που διακηρύττει τα αντίθετα δεν είναι αντίχριστος;
«Ώστε ως προς την ασέβεια καμμιά διαφορά δεν υπάρχει μεταξύ αυτών και των Ελλήνων».

Ο Νίτσε τίναξε στον αέρα την φλογερή φιλία του με τον Βάγκνερ λόγω του αντισημιτισμού που διέκρινε στον μεγάλο μουσικοσυνθέτη. Και μετά μας είπαν ότι το μίσος του Χίτλερ κατά των Εβραίων πήγασε από τις ιδέες του Νίτσε! Η επίδοση του χριστιανικού κόσμου στο αναποδογύρισμα της ιστορίας είναι πλέον δαιδαλώδης.

Και συνεχίζουμε με τα χείριστα του πατρός της μισαλλοδοξίας και της γενοκτονίας:

«Κι αν ακόμη φονεύσει κάποιος κατά το θέλημα του θεού, ο φόνος αυτός είναι από κάθε φιλανθρωπία καλύτερος, ενώ αν κάποιος από λύπη δείξη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία, παρά το θέλημα του θεού, θα μπορούσε η φειδώ αυτή να αποβή πιο μιαρή από οποιοδήποτε φόνο»!

Εάν κανείς διαβάσει αυτά απαίσια και σιχαμερά λόγια και εξακολουθεί να θεωρεί το κτήνος αυτό άγιο τότε θα πρέπει να γνωρίζει ότι χρειάζεται επειγόντως ψυχίατρο.

Ασφαλώς πρόκειται για την ιδρυτική διακήρυξη της γενοκτονίας. Για έναν ορισμό της από θετική αλλά και από αρνητική θέση. Όταν ο ταύρος πιάνεται για τα καλά κι από τα δύο κέρατα. Αρκεί ο άγιος να δηλώσει ότι η δολοφονία των ανθρώπων, τους οποίους αυτός μισεί, είναι θέλημα του θεού του. Πράγματι ο κακούργος αυτός Χρυσόστομος χρηματοδότησε ορδές χριστιανών για να δολοφονήσουν Έλληνες και να καταστρέψουν ιερά, ναούς και δημόσια κτίρια του Ελληνισμού.

Ο Ναός Αρτέμιδος στην Έφεσο ήταν ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Αποτελούνταν από διπλή ιωνική κιονοστοιχία από 117 κίονες εξωτερικά και τριπλή κιονοστοιχία στη δυτική πλευρά. Το 406 μ.Χ. ο Ιωάννης Χρυσόστομος διέταξε την εκθεμελίωση και πυρπόλησή του: «Μαθών δε την Φοινίκην έτι περί τας των δαιμόνων τελετάς (ο Ιωάννης Χρυσόστομος) μεμηνέναι, ασκητάς μεν ζήλω θείω πυρπολουμένους συνέλεξε, νόμοις δε αυτούς οπλίσας βασιλικοίς κατά των ειδωλικών εξέπεμψε τεμενών, τα δε τοις καταλύουσι τεχνίταις και τοις τούτων υπουργοίς χορηγούμενα χρήματα ουκ εκ ταμιείων βασιλικών λαμβάνων ανήλισκεν, αλλά τας πλούτω κομώσας και πίστει λαμπρυνομένας γυναίκας φιλοτίμως ταύτα παρέχειν ανέπειθε, την εκ της χορηγίας φυομένην ευλογίαν επιδεικνύς τους μεν ουν υπολειφθέντας των δαιμόνων σηκούς τούτον τον τρόπον εκ βάθρων ανέσπασεν» (Θεοδώρητος, Εκκλησιαστική Ιστορία, 329-330). Άλλα τεμάχια του ναού χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση χριστιανικών ναών στην περιοχή κι άλλα μεταφέρθηκαν αργότερα κατ΄ εντολή του Ιουστινιανού στην Κωνσταντινούπολη για την ανέγερση της Αγίας Σοφίας, στη βάση του τρούλλου της οποίας υπάρχουν τέσσερις γρανιτένιοι κίονες από την Έφεσο. Στην Έφεσο έχει απομείνει από τις καταστροφές των χριστιανών: Ένας πρόχειρα πρόσφατα αναστηλωμένος κίονας.

Η θεωρία όμως θέλει και το παράδειγμά της: «Λόγος κατά Ιουδαίων Δ΄» σελ. 199,

«Ο Φινεές λοιπόν, που διέπραξε σε μια στιγμή δύο φόνους, φονεύοντας έναν άνδρα και μια γυναίκα, τιμήθηκε με το αξίωμα της ιεροσύνης, ενώ αυτός όχι μόνον δεν μόλυνε με το αίμα τα χέρια του αλλά καθαρώτερα τα έκαμε». Αυτός είναι ο πατέρας και θεωρητικός των Ιεροεξεταστών του μεσαίωνα. Δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά αμφιβολία.

Η γενοκτονική διάθεση ποτίζεται και λιπαίνεται με το μίσος. «Αλλά γι’ αυτό κυρίως μισώ την συναγωγή», σελ. 323, «Γι’ αυτό και εγώ μισώ τους Ιουδαίους».

Μωρέ καλά χριστιανόπουλα τι γίνεται εδώ πέρα; Πολύ δούλεμα δεν πέφτει; Αυτός ο αθεόφοβος διατυμπανίζει το μίσος στο όνομα του «αγαπάτε του εχθρούς σας». Είναι καιρός τώρα να κατανοήσετε γιατί η ορθοδοξία έθεσε σε δεύτερη μοίρα τα ευαγγέλια, για να μη πω ότι υποβάθμισε κυριολεκτικά, υπέρ των λεγόμενων Πατέρων της εκκλησίας.

Η καραμέλα που πιπιλίζουν τους τελευταίους αιώνες οι ταγοί της ορθοδοξίας λέγεται πατερική παράδοση. Γιατί άραγε; Γιατί ανασυντάχθηκαν ένα σωρό χριστιανικά δόγματα (Ευαγγελιστές κ. ά.) αποκλειστικά στα ευαγγέλια, γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια Πατέρες και αγίους Αγίους; Αυτοί όλοι κάτι μυρίστηκαν. Κάτι τους βρόμισε ανυπόφορα. Η δική σας μύτη αποξεράθηκε τελείως;

Αλλά ας συνεχίσουμε με τον Ιωάννη, γιατί ο άνθρωπος είναι ατελείωτος στην κακία του. «Κατά Ιουδαίων Λόγος Η΄» σελ. 399, «Υπάρχουν επομένως αμαρτήματα που υπερβαίνουν κάθε συγγνώμη και δεν μπορεί να υπάρξει απολογία γι’ αυτά»!!! Πάει περίπατο η εξομολόγηση.

Στο σημείο αυτό όμως τίθεται ευλόγως το ερώτημα: σε τι είδους ανθρώπους απευθύνονταν αυτός ο ιεράρχης και πώς τους διαπαιδαγωγούσε για τον καθημερινό βίο; Ας τα ακούσουμε καλύτερα από το στόμα του ίδιου.

ΤΑ ΕΓΚΩΜΙΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ

«Όπως ακριβώς δεν ωφελεί καθόλου η περιτομή ούτε βλάπτει η έλλειψις περιτομής, έτσι ούτε βλάπτει η δουλεία ούτε ωφελεί η ελευθερία»!!! «Εις την Α΄ Κορινθίους Ομιλία» ΙΘ΄ σελ. 535.

Και συνεχίζει αμέσως αναφερόμενος στα λόγια του Παύλου:

«Και δια να καταδείξη τούτο με μεγαλυτέραν σαφήνειαν λέγει – αλλά και αν ημπορείς να γίνεις ελεύθερος, χρησιμοποίησε περισσότερον την δουλείαν – δηλαδή να είσαι περισσότερο δούλος. Και διατί τέλος πάντων αυτόν που δύναται να ελευθερωθεί τον συμβουλεύει να παραμείνη δούλος. Διότι θέλει να δείξη ότι καθόλου δεν βλάπτει η δουλεία, αλλ’ ωφελεί μάλιστα».

Και ενώ τα λέει τα πράγματα εντελώς ξεκάθαρα, για να μη ξεφύγει και κανείς απρόσεκτος, κερνάει ακόμη μια γύρα από το ναρκωτικό της δουλείας:

«Και γνωρίζω μεν ότι μερικοί ισχυρίζονται ότι το – χρησιμοποίησε περισσότερο – (εννοεί του Παύλου) το είπε περί ελευθερίας, υποστηρίζοντες ότι σημαίνει, εάν ημπορείς να ελευθερωθής, ελευθερώσου.. Δεν λέγει λοιπόν τούτο, αλλ’ εκείνο που είπα προηγουμένως, θέλων να δειξη ότι δεν κερδίζει τίποτε περισσότερον αυτός που γίνεται ελεύθερος και επομένως, λέγει, και αν ακόμη εξαρτάται από σένα να ελευθερωθής, μάλλον μένε ως δούλος».

Αυτό το κάθαρμα της κοινωνίας αποκαλεί τους Έλληνες μωρούς. Ξέρετε γιατί; Διότι οι Έλληνες προτιμούσαν τον θάνατο από την δουλεία.

Ο βρωμερός μισογυνισμός του

Γενικά όμως είναι ένα σκουλήκι (η γυναίκα) που σέρνεται, η κόρη του ψεύδους, ο εχθρός της ειρήνης.

Ο κατάλογος των αμαρτημάτων και των αδυναμιών της είναι ατελείωτος.

Είναι ελαφρόμυαλη, φλύαρη και ακόλαστη. Πάνω απ’ όλα είναι παθιασμένη με την πολυτέλεια και τις δαπάνες.

Φορτώνεται με κοσμήματα, πουδράρει το πρόσωπό της, βάφει τα μάγουλά της με κοκκινάδια, βάζει μυρωδικά στα ρούχα της, και έτσι γίνεται θανάσιμη παγίδα για τον εκμαυλισμό των νέων μέσω όλων των αισθήσεων.

Όσος και αν είναι ο πλούτος, δεν επαρκεί για να ικανοποιήσει την γυναικεία επιθυμία.

Μέρα και νύχτα η γυναίκα δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια, τα υφάσματα και τα κεντήματα, τις κρέμες και τα αρώματα. Αν δεν υπήρχε η σεξουαλική επιθυμία, κανένας άντρας με τα σωστά του δεν θα ήθελε να μοιράζεται το σπίτι του με μια γυναίκα και να υφίσταται τις επακόλουθες ζημιές, παρά τις οικιακές εργασίες που εκτελεί. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός, γνωρίζοντας την ελεεινή της φύση, την προίκισε με το όπλο της σεξουαλικότητα
ς…” “ΕΚΛΟΓΑΙ: ΛΟΓΟΣ Δ΄, ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ“, MIGNE 63.

ΕΠΑΙΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΧΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΔΙΔΕΙ ΣΤΗΝ «ΕΥΜΗΧΑΝΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΝ»

Είναι καταγεγραμμένο στην Βίβλο ότι ο Αβραάμ εξέδιδε την γυναίκα του στους βασιλιάδες της εποχής του, παρουσιάζοντάς την για αδελφή του. Ακούστε τώρα πώς ο ανήθικος αυτός άνθρωπος επαινεί και τον Αβραάμ και την Σάρρα, για τις πράξεις τους αυτές (αξίζει τον κόπο να διαβάσετε όλη αυτή την ιστορία, με κάθε λεπτομέρεια, Σάρρα, η νύφη της συμφοράς):

«Είδες την θαυμάσιαν τούτη γυναίκα που λάμπουσα από της ψυχής το κάλλος αλλά και της όψεως, στις (υποδείξεις) του δικαίου 
(Αβραάμ) πορευομένη;  Αυτήν να μιμείσθε γυναίκες… (!) αυτό είναι φιλίας και υπακοής γνώρισμα… υπέρ του δικαίου (Αβραάμ) και εις μοιχείαν εαυτήν (Σάρρα) εξέδωσεν και συνουσίας ανέχετο βαρβαρικής (!!!) …Είδες αγαπητέ μου την ευμήχανον του θεού σοφία;
» Ι. Χρυσοστόμου Παραινετικός… της αγίας Τεσσαρακοστης Ομιλία ΛΒ΄ ε΄25… ή (53.299.22.εως 53.300.48) ή ΤLG Joannes Chrysostomus Scr. Work #112 53.300.46

Η απέχθειά του προς τον χορό και το τραγούδι

Στο βιβλίο του Αλέξη Σολωμού με τον τίτλο «Ο Άγιος Βάκχος» διαβάζουμε, μεταξύ των άλλων σχετικών, για τον αρχιπατέρα της χριστιανικής εκκλησίας  Χρυσόστομο: «δεν τον ενοχλούσαν μονάχα οι παραστάσεις των χορευτών και των μίμων. Ζητούσε από τους χριστιανούς να ξεγράψουν οριστικά κάθε λαϊκό τους τραγούδι. Οι αγωγιάτες να μην τραγουδάνε πάνω στο κάρο τους ούτε οι κοπέλες στον αργαλειό τους ούτε οι μανάδες νανουρίζοντας τα μωρά τους. Τα λείψανα αυτά της αρχαίας Ελληνικής ζωής έπρεπε να τα αντικαταστήσουν με ψαλμούς του Δαβίδ».

Χίλια χρόνια αργότερα οι μαθητές του μισέλληνα και ανώμαλου αυτού ανθρώπου έψελναν τα εξής: «Σίγησον Ορφεύ, ρίψον Ερμή την λύραν, τρίπους ο Δελφοίς δύνον εις λήθην έτι. Δαβίδ γαρ ημίν πνεύματος κρούων λύραν…». Ας δούμε όμως τι έψελνε ο Δαβίδ με την λύρα του αλλά και οι συνάδελφοί του μεταξύ των άλλων: «και επεγερώ τα τέκνα σου, Σιών, επί τα τέκνα των Ελλήνων και ψηλαφήσω ρομφαίαν μαχητού. Και κύριος έσται επ’ αυτούς και εξελεύσεται ως αστραπή βολής» (Ζαχαρίας Θ, 13-15).

Στο «ΠΗΔΑΛΙΟ» (εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Καρόλου Ντηλ 4, Θεσς/νίκη) κατά τον χριστιανικό κόσμο «είναι η Διαθήκη μετά την καινή και την παλαιά, η μετά τας αγίας γραφάς αγία Γραφή») διαβάζουμε από την εν Λαοδικεία τοπική σύνοδο εν έτει 364, κανών 53ος:

«ότι ου δει χριστιανούς εις γάμους απερχομένους βαλλίζειν ή ορχήσθαι αλλά σεμνώς δειπνείν ή αιριστείν ως πρέπει Χριστιανοίς». Κατηγορηματική δηλαδή απαγόρευση του τραγουδιού και του χορού, των κατ’ εξοχήν Ελληνικών αυτών στοιχείων.

Η διαταγή του βυζαντινού αυτοκράτορα Αρκάδιου στα τέλη του 4ου αιώνα, το περίφημο «ες έδαφος φέρειν», το οποίο αφορούσε στην ισοπέδωση κάθε ελληνικού ναού και δημοσίου κτίσματος, δεν ίσχυσε καθόλου λιγότερο και για το ελληνικό τραγούδι, απ’ ότι διαπιστώνουμε.

Στον 55ο κανόνα διαβάζουμε: «ότι ου δει ιερατικούς ή κληρικούς, αλλ’ ουδέ λαϊκούς, εκ συμβολής συμπόσια επιτελείν». Απαγόρευση  των συμποσίων στους πάντες: κληρικούς και λαϊκούς. Μας είναι γνωστό όμως τι συνέβαινε στα συμπόσια: «μολπή τ’ ορχηστός τε, τα γαρ αναθήματα δαιτός», μας πληροφορεί ο Όμηρος. Ότι το τραγούδι κι ο χορός είναι τα στολίδια του συμποσίου.

Χαρείτε χριστιανοί τον προστάτη της παιδείας σας. Αυτό το μισαλλόδοξο τέρας. Τον υμνητή της γενοκτονίας. Τον λάτρη της δουλείας. Τον κατ’ εξοχήν ανθέλληνα. Τον θεωρητικό και πρακτικό Ελληνοκτόνο.

Μια λίστα από τον οχετό των ύβρεων που εξέμεσε ο ανθέλλην Ιωάννης ο Χρυσόστομος (βρομόστομος) σε βάρος των Ελλήνων:

• Πού είναι τώρα οι σοφοί των Ελλήνων με τα πυκνά τους γένια, με τους έξωμους χιτώνες τους και με τα παραφουσκωμένα λόγια; Όλη την βάρβαρη Ελλάδα ο σκηνοποιός (ο Παύλος) επέστρεψε (=εκχριστιάνισε). Ας είναι ανάμεσά τους κι αυτός ο περιβόητος Πλάτων, που τρεις φορές πήγε στη Σικελία, γεμάτος επίδειξη και κομπορρημοσύνη, μα κανείς δεν του έδωσε προσοχή. Όμως εκείνος ο σκηνοποιός όχι μόνο στη Σικελία, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και σ’ όλη την οικουμένη πέταξε και δεν σκανδάλισε, και είναι φυσικό, γιατί οι διδάσκαλοι δεν καταφρονούνται από την εργασία τους αλλά από τα ψέμματά τους.» Στο έργο του «Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους επιστολήν»:
• Αυτόθι: «Δεν βλέπετε στους Ολυμπιακούς αγώνες, όταν ο αγωνοθέτης βαδίζει διαμέσου της Αγοράς, πόση ευταξία και σιωπή υπάρχει στο λαό; Πώς λοιπόν εκεί που ο Διάβολος πομπεύει, υπάρχει τόση σιωπή και εδώ που είναι ο Χριστός έχει τόσο θόρυβο;»
• Στην ομιλία του «Εις Τεσσαρακοστήν»: Ας ντραπούν οι Έλληνες βλέποντας την αγάπη με την αποδεχόμαστε και ασπαζόμαστε τον ερχομό της Αγίας Τεσσαρακοστής, κι ας ονομάζουν εκείνοι γιορτές και πανηγύρια τη μέθη και όλες τις ακολασίες και ασχήμιες.»
• Στην «Εις την Α΄ Κορινθίους Δ΄ Ομιλία»: Πόσο κόπιασε ο Πλάτων με τους μαθητές του με το να μας συζητεί περί γραμμής και γωνίας και σημείου και περί αριθμών αρτίων και περιττών και ίσων μεταξύ τους και ανίσων και για τέτοια θέματα λεπτεπίλεπτα ως ο ιστός της αράχνης- δίιότι αυτά στη ζωή είναι περισσότερο άχρηστα από εκείνα τα υφάσματα- και χωρίς να ωφελήσει πολύ ή λίγο με τις συζητήσεις αυτές εγκατέλειψε έτσι τη ζωή;
• Στην «Εις την Α΄ Κορινθίους ομιλία Ζ΄»: …Για να καιταισχύνουμε και τους Έλληνες. Διότι τώρα αν και θέλω να απευθύνομαι σε αυτούς, διστάζω, μήπως ενώ τους νικούμε στους λόγους και στην αλήθεια των δογμάτων επισύρουμε εις βάρος μας τον χλευασμό από τη σύγκριση του βίου, αφού εκείνοι μεν, αν και βρίσκονται στην πλάνη και δεν πιστεύουν σε τίποτα ισάξιο με τη δικά μας πίστη, όμως ζουν βίο φιλοσοφίας ενώ εμείς κάνουμε το εντελώς αντίθετο. Όμως θα μιλήσω, γιατί προσπαθώντας να ανταγωνιζόμαστε αυτούς, ίσως επιδιώξουμε να γίνουμε καλύτεροι από αυτούς και στην ίδια τη ζωή.
• Στον «ΚΣΤ΄ λόγον εις την Α΄ Κορινθίους»: Αλλά εγώ τώρα θρηνώ, όταν οι Έλληνες είναι φιλοσοφώτεροι από εμάς, που έχουμε την εντολή να μιμούμαστε αγγέλους.
• Στην παρ. β της ομιλίας «Ότι ο Θεός είναι ο Χριστός»: (οι απόστολοι) τους βαρβάρους και Έλληνες και κάθε άλλο έθνος κατατρόπωσαν.
• Οι Έλληνες είναι βρομεροί και πανάθλιοι, μιαροί και παμμίαροι. («Εις τον Μακάριο Βαβύλα» λόγος Β΄ παρ. α)
• Ο Κύριος μας Ιησού Χριστός…είπε και τούτο: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, αυτός που πιστεύει σ’ εμένα, τα έργα τα οποία κάνω εγώ και εκείνος θα κάνει, και μεγαλύτερα απ’ αυτά θα κάνει.» Βέβαια πολλοί άλλοι και διδάσκαλοι ήταν και μαθητές είχαν και θαύματα φανέρωσαν, όπως καυχώνται οι παίδες των Ελλήνων, κι όμως ουδέποτε κανείς από αυτούς εσκέφθη τίποτα τέτοιο ούτε τόλμησε να πει Ούτε μπορούσε ποτέ κανένας Έλληνας κι ας ήταν τελείως αδιάντροποι να παρουσιάσει προφητεία ή τέτοιο λόγο δοσμένο σ’ αυτούς…, ενώ για όλα τα’ άλλα μιλούν αδιάντροπα και λένε ψέματα, όσα τους κατέβουν στο κεφάλι, τίποτα τέτοιο δεν τόλμησαν να πλάσουν ποτέ. Είδαν με πολλοί πονηριά οι συμφοριασμένοι εκείνοι ότι αυτός που θέλει να εξαπατήσει, πρέπει να κατασκευάσει μερικά πράγματα πιθανά και καλοστολισμένα και τόσο καλοπλεγμένα πουθενά να μην αποδειχθεί η ψευτιά τους. Έφτιαξαν και έπλασαν όσα μπορούσαν για να ξεγελάσουν τους πιο αφελείς.
• Πόση είναι η διαφορά ανάμεσα στην ανωτερότητα των χριστιανών και στη ντροπή των Ελλήνων (ενθ. Ανωτ. Παρ.α)
• «(Είναι δυνατόν οι Χριστιανοί) να είναι χειρότεροι από τους Έλληνες. Διότι αν εκείνοι για τη δόξα επέδειξαν τόσο κενή φιλοσοφία, πόσο περισσότερο για το Θεό πρέπει εμείς να είμαστε ενάρετοι;» («Εις Μακάριον Βαβύλαν» λόγος Β΄ και «κατά Ιουλιανού και προς Έλληνας» παρ. ζ)
• «Έτσι έκανε και ο Παύλος βρίσκοντας το επίγραμμα (ενν. το τω αγνώστω Θεώ) γραμμένο στο βωμό σαν σε παράταξη εχθρική… Γιατί ήταν εκείνο το επίγραμμα ξίφος των Αθηναίων, μαχαίρι των εχθρών, με το μαχαίρι αυτό απέκοψε το κεφάλι των εχθρών» («Ομιλία εις τας Πράξεις των Αποστόλων» Α΄)
• «Ταύτα ουν εννοήσαντες και την άνοιαν και παραπληξίαν των Ελλήνων…» («Εις τον πτωχόν Λάζαρον» λόγος Ε΄ παρ. β)
• «…εντρέπει Έλληνας…Ημείς γαρ εσμέν αίτιοι του μένειν αυτούς επί της πλάνης (Ομιλία ΟΒ΄, «Περί της αγάπης και βίου ορθού και ότι ταύτα μάλιστα τους Έλληνας εντρέπει»)
• «(Ο άγιος Βαβύλας) διήλεγξε (=φανέρωσε) την των Ελλήνων απάτην.» «Εις Μακάριον Βαβύλαν» β παρ. κγ)
• «Ο Απόστολος Παύλος σκόρπισε το χριστιανικό κήρυγμα και η ελληνική πλάνη διαλύθηκε» («Εις τον Απόστολον Παύλον» ομιλία Δ΄)
• «Καταγελώντες μεν της ελληνικής πλάνης» («Περί μοίρας και προνοίας» Β΄)
• «Φλυαρίες και γελοιότητες είναι όλα αυτά της ελληνικής ανοησίας» («Εις Μακάριον Βαβύλαν» λόγος Β΄ παρ. δ)
• «Αληθώς Έλληνες αεί παίδες, γέρων δε ουδείς. Δέον γάρ την οικείαν ανοίαν (βλακεία) θρηνείν (ενθ. αν. παρ. ιθ)
• «Και γάρ άπαντα ταύτα από της κατά την φιλοσοφίαν την έξωθεν ανοίας ετίκτετο και αύτη (=η ελληνική φιλοσοφία) ην των κακών η μήτηρ» (Ομιλία εις Α΄ προς Κορινθίους)
• «Αν ξεκινήσουμε να παραθέτουμε τα δόγματά τους, θα ακολουθήσει πολύ γέλιο.»
• «(Οι Έλληνες) ποτέ δεν έκαναν κάτι σωστό, αλλά ήταν δειλοί, φιλόδοξοι, αλαζόνες και είχαν ασυλλόγιστα πάθη» («Εις Μακάριον Βαβύλαν» λόγος Β΄ παρ.στ)
• «(Οι απόστολοι κατάφερναν) των φιλοσόφων την γλώσσα να δένουν, των ρητόρων τα στόματα να κλείνουν.» («Ότι ο Θεός είναι ο Χριστός» παρ. ε)
• «(Οι Έλληνες φιλόσοφοι και ρήτορες είναι) καταγέλαστοι και δεν διαφέρουν από τα παιδιά που λένε ανοησίες. Γιατί δεν μπόρεσαν να πάρουν με το μέρος τους ούτε έναν σοφό ή άσοφο, ούτε άνδρα ή γυναίκα, ούτε ένα μικρό παιδί από τόσα έθνη και τόσους λαούς, αλλά προκαλούσαν τόσα γέλια τα βιβλία που είχαν γράψει, ώστε, μόλις τα παρουσίαζαν, να εξαφανίζονται, γι’ συτό και χάθηκαν τα περισσότερα. Και αν διασώθηκε κανένα και βρίσκεται κάπου, θα το έχουν σώσει οι χριστιανοί(!). Τόσο δεν φοβόμαστε μην πάθουμε κανένα κακό από την έχθρα τους, τόσο περιφρονούμε την πολυμήχανη δραστηριότητά τους.» («Εις Μακάριον Βαβύλαν» λόγος Β΄ και «κατά Ιουλιανού και προς Έλληνας» παρ. β)
• «Κανένας βασιλιάς, που παραδέχεται την αλήθεια του Χριστού, δεν έβγαλε τέτοια προστάγματα εναντίον των Ελλήνων σαν αυτά που επινόησαν εναντίον μας όσοι λάτρεψαν τους δαίμονες (δηλ. τους ελληνικούς θεούς). Κι όμως παρόλο που η πλάνη της ελληνικής δεισιδαιμονίας δεν ενοχλήθηκε ποτέ από κανένα, έσβησε μόνη της…Δεν πάνε να κρεμασθούνε (οι Έλληνες σοφοί) πουθενά ή να γκρεμοτσακιστούνε, αφού δεν ξέρουν τι τους γίνεται;» (ενθ. ανωτ. παρ. γ)
• «Τίποτα δεν κατόρθωναν, διότι τέτοια είναι η πλάνη (των Ελλήνων φιλοσόφων) ώστε, κι αν ακόμη κανείς δεν την ενοχλεί διαλύεται» (Εις τον απόστολον Παύλο, ομιλία Δ΄)
• «Τα παιδιά να υπακούετε τους γονείς σας σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου… Όμως όταν ο γονέας είναι Έλλην ή αιρετικός, τότε το παιδί δεν πρέπει να υπακούει.» (Εις την επιστολή προς Εφεσσίους, ομιλία 20)
• «Γιατί ο Άγιος Βαβύλας παρακάλεσε το Θεό να ρίξει φωτιά στο ναό (ενν. του Απόλλωνος στη Δάφνη) και η φωτιά αυτή κατάκαψε όλη την οροφή, αφάνισε το είδωλο μέχρι το τελευταίο κομμάτι, έκανε τα πάντα στάχτη και σκόνη.» («Εις τον Μακάριο Βαβύλα», λόγος Β΄ παρ. ιζ)
• «Δεν επιτρέπεται κανείς να ζει ανεξέλεγκτα, όπως συνέβαινε με τους Έλληνες σε αισχρότητα και μέθη κι αδηφαγία κι απολαύσεις και πολυτέλεια.» («Περί της Αναστάσεως των νεκρών»)
• «Αν στα ενδότερα (των ελληνικών σκέψεων) κοιτάξεις, θα δεις, τέφρα και σκόνη και υγιές ουδέν, αλλά τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, (των Ελλήνων φιλοσόφων!) τα πάντα δε γεμάτα ακαθαρσίες και ιχώρ, (έμπυο!) και πάντα τα δόγματα τους βρίθουν σκωλήκων… Αυτά γέννησαν και αύξησαν οι Έλληνες, από των φιλοσόφων λαβόντες… Ημείς δε ου παραιτούμεθα της κατ’ αυτών μάχης» (ομιλία ξσ΄ 59.369.12 -370.11)
• «Οι γυναίκες όταν υποτάξουν κάποιον στην εξουσία τους, τον καθιστούν ευκολοκυρίευτο από τον Διάβολο, περισσότερο απρόσεκτο, ζωηρότερο, αδιάντροπο, ανόητο, οξύθυμο, θρασύ, ενοχλητικό, ταπεινό, απότομο, ανελεύθερο, δουλοπρεπή, αυθάδη, φλύαρο και με μία λέξη όλα τα γυναικεία ελαττώματα, τα οποία έχουν αυτές τα αποτυπώνουν στην ψυχή του. Είναι λοιπόν αδύνατον εκείνος ο οποίος διαρκώς βρίσκεται μαζί με γυναίκες και τόση συμπάθεια και μεγαλώνει με τη συναναστροφή τους, να μην γίνει αγύρτης και αργόσχολος και μηδαμινός Κι αν λέει κάτι, όλα θα είναι λόγια των αργαλειών και των μαλλιών, επειδή η γλώσσα του θα έχει μολυνθεί από το είδος των γυναικείων λόγων. Και αν κάνει κάτι, το κάνει με πολλή δουλοπρέπεια, επειδή βρίσκεται μακριά από την ελευθερία, η οποία αρμόζει στους Χριστιανούς και για κανένα σπουδαίο κατόρθωμα δεν είναι χρήσιμος». («Περί νηστείας και σωφροσύνης», Δ΄ λόγος).

Εορτάζεται: Από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις εξής ημέρες:

13 Νοεμβρίου: μνήμη Ιωάννη του Χρυσοστόμου (η 14η Σεπτεμβρίου είναι η εορτή Υψώσεως του Σταυρού και έτσι η εορτή μετατέθηκε).
30 Ιανουαρίου: των Τριών Ιεραρχών, μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο
15 Δεκεμβρίου: χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
27 Ιανουαρίου: ανακομιδή των λειψάνων του το 438 από τον Πατριάρχη Πρόκλο
26 Φεβρουαρίου: η χειροτονία του σε πρεσβύτερο.

Μια περίπτωση ξεκάθαρης διδασκαλίας υπέρ της δολοφονίας παντός μη χριστιανού ανθρώπου, από τον προστάτη της παιδείας των Ρωμιών. Απέναντί της κάθε χριστιανοθεολογική γλώσσα παραλύει αυτόματα και εξανεμίζεται κάθε απόπειρα απόδοσης μεταφορικής σημασίας.

ΤΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

«Κι αν ακόμη φονεύσει κάποιος κατά το θέλημα του θεού, ο φόνος αυτός είναι από κάθε φιλανθρωπία καλύτερος, ενώ αν κάποιος από λύπη δείξει ευσπλαχνία και φιλανθρωπία, παρά το θέλημα του θεού, θα μπορούσε η φειδώ αυτή να αποβή πιο μιαρή από οποιοδήποτε φόνο»

«Ο Φινεές λοιπόν, που διέπραξε σε μια στιγμή δύο φόνους, φονεύοντας έναν άνδρα και μια γυναίκα, τιμήθηκε με το αξίωμα της ιεροσύνης, ενώ αυτός όχι μόνον δεν μόλυνε με το αίμα τα χέρια του αλλά καθαρώτερα τα έκαμε».
«Λόγος κατά Ιουδαίων Δ΄». Ιωάννης Χρυσόστομος.

Αυτός είναι ο πατέρας και θεωρητικός των Ιεροεξεταστών του μεσαίωνα. Δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά αμφιβολία.

Κλείνοντας θα πρέπει να προτρέψουμε τους αναγνώστες μας να διαβάσουν την αλληλογραφία μεταξύ του Αγίου Βασιλείου και του Ιωάννη του βρομόστομου (Χρυσόστομου) τις ''ευσεβείς πατερικές ύβρεις'' τόσο για τις αλλαξοπατριαρχίες τους στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης, όσο και για τα οικονομικά που καταχράστηκαν! Για τον όποιο ενδιαφερόμενο, στοιχεία υπάρχουν στην «Ελληνική Πατρολογία».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α'

Θα κλείσουμε με μερικές ακόμα σκέψεις μας για το «πνεύμα και τη σοφία» του Ιωάννη του Χρυσόστομου, αλλά και για τα «ανδραγαθήματα» των ομοφρόνων του:

Αυτοί που σκόπιμα συκοφάντησαν τους Έλληνες ως «ειδωλολάτρες» και με φανατισμό επεδίωξαν την εξαφάνιση των τεκμηρίων της λαμπρότητας του αρχαίου Ελληνικού κόσμου και τον πατριωτικό και πνευματικό «αποχρωματισμό» των Ελλήνων στο όνομα του εβραιοχριστιανισμού (γιατί ο θάνατος της Ελληνικής παιδείας ήταν όρος επιβίωσης του χριστιανισμού) και τη μετάλλαξή τους σε ακίνδυνους για την εξουσία Ελληνο-Ρωμιούς Βυζαντινολάτρες, πιστούς υπηκόους της θεοκρατικής Ρωμανίας, αυτοί που «ζήλον ένθεον αναλαβόντες στερρώς ηνδραγάθησαν», πρέπει να είναι καταδικασμένοι στη σκέψη και στη συνείδηση κάθε γνήσιου Έλληνα, γιατί, όπως γράφει ο σύγχρονος στοχαστής, μελετητής της θρησκειολογίας και συγγραφέας Ιάσονας Ευαγγέλου, «ο Έλληνας που αγκαλιάζει με αγάπη την προγονική του κληρονομιά, δεν γυρίζει πίσω, αλλά θέλει να προχωρήσει μπροστά»!

Ο Γκαίτε έλεγε: «Ό,τι είναι ο νους και η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι η Ελλάδα για την ανθρωπότητα». Μα και ο μεγάλος εθνικός μας ποιητής Διον. Σολωμός αφυπνιστικά μας φωνάζει: «Κλείστε μέσα στην ψυχή σας την Ελλάδα και θα νοιώσετε κάθε είδους μεγαλείο»!

Τελικά οι εβραιόφρονες πατέρες της εκκλησίας, “επέδραμαν πάνω στο ευγενές οπωροφόρο δένδρο”, την Ελλάδα, την κοιτίδα του πολιτισμού και αφού κατάκλεψαν, διαστρέβλωσαν και αλλοίωσαν τις ιδέες των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, “τη μπόλιασαν με μοσχεύματα πολύ κατώτερης ποιότητας”, απαγορεύοντας ακόμα και τα ελληνικά ονόματα! Και επειδή το “αλλότριον” εάν δεν αποβληθεί αλλοτριώνει, φθάσαμε στο σημείο, αφού μας έδωσαν πίστη… εβραϊκή, απερίσκεπτα και αποχαυνωτικά, σαν μαθητούδια του κατηχητικού, να εκστασιαζόμαστε μπροστά στην αλλότρια μυθοπλασία και να βιώνουμε άκριτα μια μυθολατρεία παρωχημένης εποχής.

Γι’ αυτό ο χαρακτηρισμός «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός» είναι ύπουλος, υστερόβουλος, δηλ. ηθελημένα κακόβουλος, ψευδεπίγραφος, οξύμωρος και σχιζοφρενικός! Είναι η αποτυχημένη προσπάθεια για πνευματικό άλλοθι αυτών που κατέστρεψαν τον ελληνικό πολιτισμό! Όπως οξύμωρος είναι και ο όρος «θρησκευτική φιλοσοφία». Γιατί ο μεγάλος εκκλησιαστικός πατέρας Τερτυλλιανός είναι αυτός που ανήγαγε τις ασύδοτες δοξασίες και τον παραλογισμό σε θεμέλιο της πίστης, αφού έλεγε ότι: «Πιστεύω επειδή είναι άτοπο, άλογο, ανορθόλογο, παράλογο» (Credo quia absurdum). Προφανώς ο Τερτυλλιανός γνώριζε καλά ότι το ανορθολογικό υπέδαφος της ανθρωπότητας διαθέτει…ανεξάντλητα κοιτάσματα! Και οι εκμεταλλευτές του ανεξάντλητους τρόπους αξιοποίησης! Οι οποίοι μάλιστα συνεχώς ανανεώνονται (νέα «θαύματα» κλπ)! Κι αυτό γιατί η φάτνη των α-λόγων διαθέτει… άφθονο σανό!

Δεν μπορεί λοιπόν να ταυτίζεται ο θύτης με το θύμα! Ό,τι έκτισε το γονιμοποιό ελληνικό πνεύμα, κατέστρεψε ή προσπάθησε να καταστρέψει το στείρο και βαρβαρικό. Και οι δήμιοι του Ελληνισμού, οι παραχαράκτες και μεταλλάκτες του Ελληνικού Αρχέτυπου, οι «ιουδύλοι», οι απόγονοι του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, “των αγίων και δικαίων θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης…”, οι οπαδοί του θεοκρατικού Βυζαντίου, οι σπορείς της αγνωσίας και οι καλλιεργητές της αντιγνώσης, οι απατεώνες του λόγου και οι δημαγωγοί του παραμυθιού, αυτοί που πριόνισαν τις ρίζες των Ελλήνων, δεν έχουν το ηθικό ανάστημα να επικαλούνται τον ανεπανάληπτο προγονικό μας Ελληνικό πολιτισμό και τους «ένδοξους προγόνους» μας τους Έλληνες, όταν επί τόσα (πέτρινα) χρόνια εδίωκαν χωρίς οίκτο, δια πυρός και σιδήρου «την πλάνην του Ελληνίζειν»! Άλλωστε πρέπει να ξέρουν ότι… «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί!». Ακόμα πολύ καλά ξέρουν ότι «Ού δύνασθε δυσί Κυρίοις δουλεύειν»!... Και εκείνοι αφού είναι “υπηρέτες” «του Θεού των Εβραίων», «του Θεού του Ισραήλ» του Σαβαώθ ή Γιαχβέ ή Ιεχωβά, πως μπορούν να υπηρετούν και τον άλλο Κύριο που λέγεται Ελληνικός Πολιτισμός;

Ο καθένας λοιπόν ας αναστοχαστεί και ας κάνει την επιλογή του, αφού μόνοι τους οι εβραιόφρονες νεοφαρισαίοι πατέρες του χριστιανισμού έθεσαν τη μαύρη διαχωριστική γραμμή, απαρνούμενοι την (ενιαία) ελληνική καταγωγή τους με το να αυτοαποκαλούνται με υπερηφάνεια «ο καινός (=νέος) Ισραήλ» και λέγοντας (Τερτυλλιανός): «Ποία ομοιότης μεταξύ ενός φιλοσόφου και ενός χριστιανού, μεταξύ ενός μαθητού της Ελλάδος και ενός μαθητού του ουρανού; Τι κοινόν μεταξύ Αθηνών και Ιερουσαλήμ; Μεταξύ Ακαδημίας και εκκλησίας, μεταξύ Στοάς του Ζήνωνος και στοάς του Σολομώντος;», επιχαίροντας μάλιστα ότι «…νυν ηττώνται Αθηναίοι Γαλιλαίοις»!

Και αφού έτσι αποφάνθηκαν, ρωτάμε κι εμείς με τη σειρά μας: Τι εκφράζει περισσότερο τον πολιτισμό, τις ανθρωπιστικές αξίες, την πρόοδο και την πνευματική ανάταση του ανθρώπου, οι «Άγιοι Τόποι» της Ιερουσαλήμ και ο «Ναός του Σολομώντος» ή ο σεβαστός από όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα περικαλλής «Ιερός Βράχος» της Ακρόπολης και του Παρθενώνα και η νήσος Δήλος με το “καταρδεύον” όλη την οικουμένη «Απολλώνιον φως»;

Γιατί όταν οι νικητές γράφουν την ιστορία, το μακραίωνο και αιματοβαμμένο οδοιπορικό του διωγμού των Ελλήνων από το χριστιανικό Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος και παρακράτος (θεοκρατικό Βυζάντιο) «των απογόνων» του Αβραάμ θα μένει σκόπιμα συσκοτισμένο, το «αρχαίο πνεύμα το αθάνατο, του ωραίου, του μεγάλου και τ’ αληθινού» έντεχνα και βάναυσα κρυμμένο και συκοφαντημένο και αν δεν ψάξουμε σε βάθος, ποτέ δεν θα μάθουμε για τα πάθη των νικημένων!

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β'

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΕΙΧΕ… 4 ΚΕΦΑΛΙΑ;

Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για να βρω πληροφορίες για τον πολυθρύλητο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, εντύπωση μου έκανε ο μεγάλος αριθμός λειψάνων του… αγίου, που κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα στον χριστιανικό κόσμο.

Το κωμικοτραγικό αυτής της υπόθεσης: Άκουσον… άκουσον… είναι ότι μεταξύ των λειψάνων υπάρχουν και 4 κάρες (κεφάλια) του ανθέλληνα αγίου:


Η υποτιθέμενη κάρα του αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου στην Φλωρεντία.

1. Η κάρα του αγίου Ιωάννου Χρυσόστομου στην Φλωρεντία (στην Ιταλία), που βρίσκεται στον καθεδρικό ναό Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε, μία από τις μεγαλύτερες εκκλησίες του κόσμου, με χωρητικότητα 30.000 ατόμων. Την δώρισε κάποιος πάπας των Μεδίκων για ανταγωνισμό με την αντίπαλο πόλη της Πίζας, που είχε επίσης την υποτιθέμενη κάρα του ίδιου αγίου. Από την έχθρα μεταξύ των δύο πόλεων στις 26 Απριλίου 1478, κατά την διάρκεια του Πάσχα και μέσα στον κατάμεστο ναό Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε της Φλωρεντίας, έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον μελών του Οίκου των Μεδίκων, για την οποία συνελήφθη ο Αρχιεπίσκοπος Πίζας, θεωρούμενος ως ένας από τους κύριους οργανωτές της απόπειρας…

2. Η κάρα του αγίου Ιωάννου Χρυσόστομου στην Πίζα… Ευρίσκεται στο παρεκκλήσιο Kάμπο Σάντο της Πίζας (επίσης στην Ιταλία).


Λειψανοθήκη με μια… άλλη… κάρα του αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου στην ΙΜ Βατοπεδίου Αγίου Όρους.

3. Η κάρα του αγίου Ιωάννου Χρυσόστομου στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους. Η υποτιθέμενη κάρα του… αγίου Χρυσόστομου της Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους συχνά φιλοξενείται σε ναούς διαφόρων πόλεων, όπου γίνονται αγρυπνίες, θαύματα, και κερδοφόρες λιτανείες, δυστυχώς συχνά και με την συμμετοχή εκπροσώπων της πολιτείας.


Άλλη… κάρα… του αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου στην Μόσχα.

4. Η κάρα του αγίου Ιωάννου Χρυσόστομου στην Μόσχα (στην Ρωσία). Την μετέφερε το 1655 ο τσάρος Αλέξιος από το Άγιον Όρος στην Ρωσία, δίνοντας το μεγάλο ποσόν των 2.000 ρουβλιών. Με την Ρωσική Επανάσταση τοποθετήθηκε σε μουσείο. Το 1988 επεστράφη στην εκκλησία και τοποθετήθηκε στην εκκλησία του Σωτήρος Χριστού στην Μόσχα.

Four versions: Skulls of John Chrysostom

Claimed skulls of St. John Chrysostom is located in the Cathedral in Florence, in a Roman Catholic shrine in Pisa, in Moscow and on Mount Athos in Greece.

Τέσσερις εκδοχές κρανίων Ι.Χρυσόστομου

Τα κρανία που διεκδικύν το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου βρίσκονται στον Καθεδρικό Ναό της Φλωρεντίας, σε ένα ρωμαιοκαθολικό ιερό στην Πίζα, στη Μόσχα και στο Άγιο Όρος στην Ελλάδα.


The Russian version of the skull of the “saint” arrived in New York for veneration 6th of February 2010.

Η ρωσική εκδοχή του κρανίου του «αγίου» έφτασε στη Νέα Υόρκη για προσκύνηση στις 6 Φεβρουαρίου 2010.



The second Italian version of the skull, is located in a Roman Catholic shrine in Pisa.

Η δεύτερη ιταλική εκδοχή του κρανίου, βρίσκεται σε ένα ρωμαιοκαθολικό ιερό στην Πίζα

There you will worship man-made gods of wood and stone, which cannot see or hear or eat or smell.
Εκεί θα λατρεύσετε άλλους θεούς, έργα χειρών ανθρώπων, ξύλα και λίθους, θεούς, οι οποίοι δεν θα βλέπουν, δεν θα ακούουν, δεν θα τρώγουν, ούτε θα οσφραίνωνται, διότι θα είναι άψυχα είδωλα.
Deuteronomy 4:28



The box with the Russian skull has a top opening. It looks a little bit like the surface of the planet Mars.

Το κουτί με το ρωσικό κρανίο έχει άνοιγμα στην κορυφή. Μοιάζει λίγο με την επιφάνεια του πλανήτη Άρη.

Το κόστος για την ανθρωπότητα δεκαπέντε αιώνων χριστιανικής αγριότητας – εκατοντάδων εκατομμυρίων ζωών που κακοποιήθηκαν και περικόπηκαν, θυσιάστηκαν στον πόλεμο, τα βασανιστήρια, τα πογκρόμ, το κάψιμο και την πανούκλα – είναι ανυπολόγιστο.

Ο Χριστιανισμός είναι η χειρότερη καταστροφή στην ανθρώπινη ιστορία

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΕΜΦΥΛΙΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (1823 - 1825)

ΟΙ ΕΜΦΥΛΙΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (1823 - 1825)

1. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΜΦΥΛΙΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

Ο Ελληνικός εμφύλιος της περιόδου 1823 - 1825 έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ως ανταγωνισμός ισχύος για την ηγεσία της επανάστασης αλλά και του υπό διαμόρφωση νέου Ελληνικού κράτους. Ο Εμφύλιος χωρίζεται σε δύο φάσεις η Α’ φάση (Φθινόπωρο 1823 – Ιούλιος 1824) και η Β’ φάση (Ιούλιος 1824 – Ιανουάριος 1825) χαρακτηρίστηκε από έντονες πολιτικές διαμάχες μεταξύ Φιλικών και Κοτζαμπάσηδων ενώ η δεύτερη (Ιούλιος 1824 - Ιανουάριος 1825) από εμφύλιες συρράξεις μεταξύ κυβερνητικών, υποστηριζόμενων από την Αγγλία, και Πελοποννησίων...

Μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της Ελλάδας είναι αυτή του Εμφυλίου Πολέμου της περιόδου 1823 – 1825. Ο πόλεμος αυτός είχε βαρύτατο κόστος για τη χώρα και παραλίγο να πλήξει ανεπανόρθωτα την Ελληνική Επανάσταση που τότε βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη.

Όπως είναι γνωστό, ο επαναστατικός πόλεμος του 1821 συνοδεύθηκε σε πολλές φάσεις του από εκτεταμένους και συχνά αιματηρούς εμφυλίους πολέμους. Οι πόλεμοι αυτοί αντανακλούσαν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της ακόμη υπό διαμόρφωση νεοελληνικής κοινωνίας σε μια συγκεκριμένη της φάση αλλά και σε μια συγκεκριμένη της ιστορική στιγμή: Τη στιγμή της πορείας προς τη δημιουργία του εθνικού κράτους.

Οπωσδήποτε βέβαια, οι αιτίες αυτές δεν ανάγονται στην «κατάρα της φυλής», όπως ισχυρίζεται η αστική ιστοριογραφία. Εμφύλιοι πόλεμοι εξάλλου εμφανίζονται σε όλες τις επαναστάσεις, διασπώντας το μπλοκ των επαναστατικών δυνάμεων. Οι πόλεμοι αυτοί περιείχαν και ήταν φυσικό να περιέχουν τη σφραγίδα των γενικών συνθηκών της εποχής.


Οι συνθήκες αυτές συγκεκριμένα ήταν:

1. Η διάλυση του φεουδαρχικού κράτους και η γενική (όσο και ασυγκράτητη) τάση προς την επικράτηση της αστικής κοινωνίας. Βέβαια, εδώ απαιτείται και μια «διευκρίνιση μέσα στη διευκρίνιση»:

Στην ελληνική περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τη διάλυση του ανατολικού - με την έννοια του συγκεντρωτικού φεουδαρχικού - κράτους και η πορεία προς την επικράτηση της αστικής κοινωνίας γίνεται με ειδικό, τοπικό, «βαλκανικό» τρόπο. Ο τελευταίος έχει σαν πυρήνα του την προσπάθεια δημιουργίας χωριστού εθνικού κράτους σαν νέας μορφής αστικής κοινωνικής οργάνωσης της περιοχής.

2. Ύπαρξη ισχυρών αναχρονιστικών υπολειμμάτων «ανατολικού» τύπου, σε μια ανήσυχη και αντιφατική συνύπαρξη και σύμπλευση με στοιχεία υπερσύγχρονα για την εποχή και όχι πάντα λιγότερο ισχυρά. Ένα παράδειγμα που έχει περάσει μάλλον απαρατήρητο: Σε μια απομακρυσμένη και ακριανή περιοχή, ως πριν μερικούς μήνες απλή επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εμφανίζεται το πιο εμπεριστατωμένο πολιτικό καθεστώς της τότε Ευρώπης.

3. Απαρχές της υποδεέστερης, εξαρτημένης θέσης του ελληνικού καπιταλισμού στο σύστημα των σχέσεων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κρατών.

Οι Ιδιαίτερες Συνθήκες του Ελλαδικού Χώρου


Οι γενικές αυτές συνθήκες εμφανίζονταν συγκεκριμένα με όρους που βάρυναν πολύ στους εμφυλίους πολέμους. Τους όρους αυτούς μπορούμε να τους συνοψίσουμε (με μεγάλο, ασφαλώς, ποσοστό ανοχής) στα εξής σύνολα:

1. Χαμηλός βαθμός εθνικής ολοκλήρωσης. Το γεγονός ότι ο παράγων αυτός έπαιξε πολύ σοβαρό ρόλο στους εμφυλίους πολέμους φαίνεται πολύ καθαρά και μόνο από τις συγκρούσεις του τύπου «Ρουμελιώτες εναντίον Μοραϊτών». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για φυσιολογική κατάσταση, που δείχνει ότι η αστική κοινωνία βρίσκεται ακόμη στη φάση της πρώτης διαμόρφωσής της.

2. Αντιφατική κατάσταση και διάρθρωση των κυριάρχων δυνάμεων. Η Επανάσταση του '21 γίνεται σε γενικές ιστορικές συνθήκες όπου η μόνη βιώσιμη επαναστατική και προοδευτική δύναμη είναι η αστική τάξη. Σε αυτήν ανήκουν τόσο η ηγεσία της Επανάστασης όσο και ο χαρακτήρας της σφραγίδας που μπαίνει στα προβλήματά της. Ωστόσο, ο όρος «αστική τάξη» καλύπτει μια πραγματικότητα ιδιαίτερα πολύπλοκη και γεμάτη ασυνέχειες ή και αντιθέσεις.

Σε αυτήν ανήκουν οι πανίσχυροι και, για την εποχή και την περιοχή, γιγαντιαίοι εφοπλιστικοί όμιλοι, οι αστοί -γαιοκτήμονες, που βαθμιαία δημιουργούνται και, ταυτόχρονα, διαλύονται στις συνθήκες της αποσύνθεσης της αναχρονιστικής οθωμανικής γαιοκτησίας, τα στοιχεία της πολιτικής και διοικητικής αριστοκρατίας που έχουν κατακτήσει θέσεις σε αυτό που έχει ονομαστεί «δοσιματική διοίκησις», ένας ολόκληρος και ιδιαίτερα πολυάριθμος κόσμος από βιοτέχνες επιχειρηματίες και μικρούς και μεσαίους εμπορευομένους, ο οποίος, στις παραμονές της 25ης Μάρτη, «βαδίζει από καταστροφή σε καταστροφή», μέσα στην καταλυτική οικονομική κρίση που έχει δημιουργήσει η λήξη των Ναπολεόντειων Πολέμων.


Οι δυνάμεις αυτές κάθε άλλο παρά ταυτίζονται πλήρως μεταξύ τους. Δε βρίσκονται όλες στον ίδιο βαθμό αστικοποίησης. Από την άποψη αυτή, οι πιο προωθημένοι είναι οι πάσης φύσεως πλοιοκτήτες και οι πάσης φύσεως έμποροι, αν και αυτοί επίσης χωρίζονται μεταξύ τους από σοβαρές αντιθέσεις. Αντίθετα, στους αστούς - γαιοκτήμονες και, ακόμη περισσότερο, στο στοιχείο της διοικητικής αριστοκρατίας, το βάρος των αναχρονιστικών στοιχείων είναι πολύ ισχυρότερο.

Τα διάφορα αυτά τμήματα διαφέρουν από την άποψη της οικονομικής επιφάνειας (π.χ. οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου, ήδη από πρώτα ιδιαίτερα πλούσιοι, έχουν πλουτίσει παραπέρα από την οικειοποίηση των περιουσιών των τοπικών πασάδων, που επίσης ήταν ιδιαίτερα πλούσιοι, ενώ οι πρόκριτοι της Ρούμελης στηρίζονται ιδιαίτερα σε πολιτικές λειτουργίες). Διαφέρουν ακόμη και από την έλλειψη μιας πληρέστερα διαμορφωμένης εθνικής αγοράς, που δείχνει τις δυσκολίες επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων περιοχών.

Τα πιο προωθημένα στοιχεία έχουν δεσμούς πιο πολύ με το εξωτερικό παρά με την ίδια τη χώρα. Οι διαφορές αυτές δεν είναι ακαδημαϊκές αλλά έχουν σοβαρότατες συνέπειες και επιπτώσεις. Ανάμεσα στους εφοπλιστές, τους ιδιόμορφους γαιοκτήμονες και τους εκπροσώπους της διοικητικής αριστοκρατίας είναι φανερό ότι υπάρχει πολύ έντονη «ιστορική όσμωση»:


Όλοι τους έχουν από καιρό στραφεί προς την αστική εξέλιξη μέσω της εμπορικής δραστηριότητας. Αυτό εξηγεί και την έντονη τάση προσέγγισης και συμπαράταξης που τους διακρίνει και που θα φανεί καθαρά στην Επανάσταση. Μεταξύ τους, όμως, υπάρχουν και διαφορές.

Οι πλούσιοι εφοπλιστές βλέπουν τη γη σαν χώρο επένδυσης των κεφαλαίων τους και εξόδου από την οικονομική κρίση, αφού ο βιομηχανικός τομέας τους είναι κλειστός (ή, σωστότερα, κλεισμένος). Τα υπόλοιπα στοιχεία των κυριάρχων τάξεων, όμως, βλέπουν τη γη σαν δική τους και δεν έχουν διάθεση να την παραχωρήσουν σε άλλους. Αυτό κάνει το συνασπισμό των μεγαλοεφοπλιστών και των μεγαλοπροκρίτων ασταθή και γεμάτο αντιθέσεις, πράγμα που οδηγεί σε νέο κύκλο αντιπαραθέσεων.

Πέρα από αυτά τα προβλήματα, υπάρχουν και τα προβλήματα της γενικότερης ιστορικής διαμόρφωσης των κυριάρχων τάξεων: Μέσα στα πλαίσια μιας ακόμη χαμηλής εθνικής ολοκλήρωσης, της επίδρασης των παραδόσεων της οθωμανικής διοίκησης, κλπ. οι ενέργειες και οι βλέψεις μερικών τμημάτων των κυριάρχων τάξεων όχι μόνο στρέφονται ευθέως ενάντια στα συμφέροντα των υπολοίπων αλλά, καμιά φορά, θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την Επανάσταση.


Όλα αυτά δείχνουν συνολικά και τον αντιφατικό χαρακτήρα της κατάστασης των πραγμάτων. Η αστική τάξη της Ελλάδας (ή αυτού που θα γίνει σε συνέχεια Ελλάδα) είναι, αν συγκριθεί με άλλα ομόλογα παραδείγματα της εποχής, αναντίρρητα και πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας πανίσχυρη. Ωστόσο, αν συγκριθεί με τις αστικές τάξεις της Δυτικής Ευρώπης, δίνει την εντελώς αντίθετη εικόνα. Η οικονομική της δύναμη είναι,στη συγκριτική αυτή βάση, ασήμαντη.

Η οικονομική της βάση είναι ακόμη χειρότερη καθώς το βιομηχανικό ή «δυνάμει βιομηχανικό» της τμήμα έχει ήδη καταστραφεί πριν την Επανάσταση, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα όχι μόνο την παραμονή της χώρας εκτός της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης αλλά και την υποτακτική της εξάρτηση από τις διαδικασίες της.

Η ίδια η διαμόρφωση της αστικής τάξης είναι έντονα ανομοιογενής και, δίπλα σε στοιχεία πολύ προωθημένα για την εποχή, παρουσιάζονται και στοιχεία εντελώς ανολοκλήρωτα ή ακόμη και εμβρυώδη. Οι δυσμενείς αυτοί παράγοντες επιδεινώνονται από το συγκεκριμένο «βάρος της Ιστορίας». Σε διάκριση,π.χ., με την αστική τάξη της Αγγλίας ή της Γαλλίας, η αστική τάξη της Ελλάδας δε διαθέτει ένα έτοιμο κρατικό μηχανισμό από το παρελθόν και ούτε καν παράδοση συγκεντρωτικής διοίκησης.


Μερικές αναλύσεις διακρίνουν στις γραμμές της (ή,σωστότερα, στις γραμμές των εντελώς ανωτέρων στρωμάτων της) μια έντονη προεπανασταστική τάση αποδοχής μιας «πεφωτισμένης δεσποτείας», έστω και Οθωμανικής. Ωστόσο, η Ιστορία χάραξε άλλο δρόμο, δρόμο στον οποίο το Οθωμανικό κράτος αποδείχθηκε εντελώς ακατάλληλο για τις ανάγκες της και γι' αυτό καταστράφηκε τελείως. Άλλωστε και αυτό το κράτος μόνο κατά μια συνθήκην ήταν συγκεντρωτικό.

Η μεγάλη κρίση της Αυτοκρατορίας, που είχε ήδη αρχίσει και βαθύνει, έχει δυναμώσει τις τάσεις αλλά και τα συγκεκριμένα φαινόμενα φεουδαρχικού κατακερματισμού,εντείνοντας τις φιλοδοξίες αλλά και τις συγκεκριμένες ενέργειες των ισχυρών τοπαρχών.Η παράδοση αυτή, που συνδυάζεται και με ισχυρά συμφέροντα, αναταράσσει όχι μόνο τις γραμμές αλλά και τα ιδεολογικά ή ακόμη και τα ψυχολογικά στηρίγματα των καινούργιων δυνάμεων, εμποδίζοντας και, πάντως, δυσκολεύοντας την παραπέρα πορεία τους.

3. Ο ρόλος της «πολεμικής αριστοκρατίας». Ένα από τα χαρακτηριστικά της Επανάστασης ήταν η ύπαρξη σχετικά ισχυρών και ετοιμοπόλεμων παραδοσιακών ή ατάκτων (δε θεωρούμε ταυτόσημες τις δυο έννοιες) στρατιωτικών δυνάμεων που προέρχονταν από λειτουργίες του προηγουμένου καθεστώτος. Οι δυνάμεις αυτές προέρχονταν από τη σύγκλιση δυο παραγόντων: Ο ένας ήταν αυτό που σήμερα θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «σύστημα αυτοάμυνας», που δημιουργείται βαθμιαία στους κόλπους της αγροτιάς κυρίως και έμεινε στην Ιστορία με το όνομα «κλέφτες».


Ένας άλλος ήταν ο στρατιωτικός μηχανισμός που δημιούργησαν βαθμιαία στα χρόνια της Αυτοκρατορίας η Υψηλή Πύλη και οι τοπικοί πασάδες για τη διεκπεραίωση των διοικητικών καθηκόντων. Όσο δεν υπάρχουν ακόμη οι προϋποθέσεις για το επαναστατικό άλμα, οι δυο αυτοί μηχανισμοί αλληλοαντιπαρατίθενται αλλά, ταυτόχρονα, αλληλοταυτίζονται (ή, σωστότερα, αλληλοδιαπερνώνται), καθώς τμήματά τους μόνιμα περνούν εναλλακτικά από τη μια κατάσταση στην άλλη.

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης, η πολεμική αυτή μηχανή καλείται να διαδραματίσει σοβαρό ρόλο. Επί κεφαλής σημαντικών δυνάμεων, καλοί γνώστες του πεδίου των επιχειρήσεων, κάτοχοι αξιολόγων (και, καμιά φορά, μεγάλων) στρατιωτικών ταλάντων, τα μέλη της «πολεμικής αριστοκρατίας» αναλαμβάνουν τη διεκπεραίωση των στρατιωτικών καθηκόντων της Επανάστασης και, κυρίως, του πιο σημαντικού: Της νικηφόρας έκβασης του πολέμου.


Οι δυνάμεις που κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν (συντελούντων και των πολεμικών λαφύρων, στρατιωτικών αποθεμάτων και άλλων υλικών που περιήλθαν σε ελληνικά χέρια) δεν ήταν μικρές και, ως το 1825, η στρατιωτική κατάσταση φαίνεται ευνοϊκή.

Ωστόσο, όλα αυτά δε γίνονται χωρίς να μπαίνει επί τάπητος το θέμα της κοινωνικής θέσης αυτής της «πολεμικής αριστοκρατίας». Η σημερινή θέση της χαρακτηρίζεται από την απουσία οικονομικής βάσης και από την απώλεια όσων διοικητικών θέσεων κατείχε με την εξάλειψη της οθωμανικής διοίκησης. Η επαναστατική ανατροπή που προκαλεί η έκρηξη ήδη της Επανάστασης στη διάρθρωση και τη θέση της πολεμικής αυτής αριστοκρατίας δεν πρέπει να υποτιμάται.

Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο «κλέφτης»βγαίνει εκτός των θεσμικών ορίων της κατεστημένης κοινωνίας, γίνεται περιθωριακός.Στις συνθήκες της Επανάστασης, ο «κλέφτης» δεν είναι καθόλου περιθωριακός.


Γίνεται «στρατιωτικός», στοιχείο και αυτό της κοινωνίας που πρέπει (και που απαιτεί) να λαμβάνεται υπ' όψη όπως και όλα τα άλλα, ανατροπή καθόλου μικρή στα πλαίσια των σχέσεων της εποχής. Χωρίς να κινούνται, κατ' ανάγκην, από ένα ψυχρό και κυνικό υπολογισμό, δεν είναι παράξενο ότι οι εκπρόσωποι της πολεμικής αριστοκρατίας ζητούσαν να αμειφθούν και να αναδειχθούν για τους κάθε άλλο παρά μικρούς κινδύνους τους οποίους διέτρεχαν και για τις υπηρεσίες που προσέφεραν και που συχνά ήταν αναντικατάστατες.

Στις γενικές ιστορικές συνθήκες της εποχής που εξετάζουμε, μόνος ιστορικά ανοιχτός δρόμος για την ανάδειξή τους ήταν η αστικοποίηση, δηλαδή, η ένταξή τους, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στις γραμμές των ανερχομένων τμημάτων των κυριάρχων τάξεων. Και αυτή ακριβώς η τάση εμφανίζεται αλλά όχι χωρίς να προκαλέσει,όπως ήταν και αναπόφευκτο, οξύ ανταγωνισμό με τους ήδη κατεστημένους στις προνομιακές θέσεις, τροφοδοτώντας τις εμφύλιες συρράξεις. Έτσι  η αντίθεση«πολιτικών - στρατιωτικών» θα είναι μια από τις κύριες αιτίες (και, πάντως, κύριες μορφές) των εμφυλίων πολέμων.

Στους πολέμους αυτούς, η «πολεμική αριστοκρατία» παίρνει μέρος με το δικό της «πολεμικοαριστοκρατικό» τρόπο.


Ο τρόπος αυτός αποκαλύπτει και τη βαθύτερη ιστορική ταυτότητα του στρώματος αυτού. Συγκεκριμένα, αποκαλύπτει :

Την ανικανότητά του να διαχωριστεί από τους αντιπάλους του, παρά τη μόνιμη αντιπαράθεση με αυτούς. Εξ ου και το κύμα των συνοικεσίων ή των απόπειρών τους. Αυτό δε γίνεται χωρίς και πολιτικούς υπολογισμούς (ανάγκη διατήρησης του επαναστατικού μετώπου) αλλά η κύρια αιτία του βρίσκεται σε γενικούς ιστορικούς λόγους που είναι φυσικό οι πρωταγωνιστές της Παλιγγενεσίας να μην μπορούν να αντιληφθούν και να αναλύσουν.

Την ανικανότητά του να γίνει από μόνο του κυρίαρχη δύναμη και να διαχειριστεί τις υποθέσεις της νέας κοινωνίας που γεννιέται. Το στρώμα αυτό θα δείξει καθαρά την ανικανότητά του αυτή (που είναι επίσης παράγων υποδαύλισης των εμφυλίων πολέμων) σε κάθε ευκαιρία. «Πρώτη ύλη» των εκάστοτε κυβερνήσεων θα είναι πότε οι εμποροναυτικοί των νησιών πότε οι εκπρόσωποι της διοικητικής αριστοκρατίας, κυρίως της Πελοποννήσου, ποτέ οι στρατιωτικοί.

Το βάρος και η επιρροή του στρώματος αυτού συντελούν στη μη δημιουργία τακτικών δυνάμεων - ένα τέτοιο βήμα θα δημιουργούσε μια εντελώς νέα κατάσταση στρατιωτικού καταμερισμού και θα ανέτρεπε άρδην την ίδια την υπόστασή του. Φορείς έντονα μισομεσαιωνικών αντιλήψεων, βλέπουν, ιδιαίτερα στα ανώτερα στρώματά τους, ευνοϊκά τις απόψεις του κρατικού κατακερματισμού προς όφελός τους. Σε πολλές περιπτώσεις, δε φαίνεται να έχουν ακριβή επίγνωση της ουσίας της ιστορικής επιχείρησης στην οποία συμμετέχουν.

- Την πιο κοντινή του θέση στη μάζα των εργαζομένων, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στην αγροτιά. Τα μέλη του στρώματος αυτού προέρχονται, από άποψη καταγωγής, από τον αγροτικό πληθυσμό. Τραχείς και μισοάγριοι πολεμιστές, κατά κανόνα εντελώς αναλφάβητοι, δε διαφέρουν σε τίποτε από το μέσο τύπο του αγρότη της εποχής. Η ομοιότητα δεν περιορίζεται στα εξωτερικά χαρακτηριστικά. Πηγαίνει βαθύτερα, στην πολιτική και ιδεολογική διαμόρφωση.


Στο στρώμα αυτό, βρίσκουν, μεταξύ άλλων, έκφραση οι προλήψεις και οι ιστορικές ανεπάρκειες αλλά και το ριζοσπαστικό επαναστατικό πνεύμα της αγροτικής μάζας. Δεν προσφέρεται, βέβαια, σε αμφισβήτηση το ότι ένας Μαυροκορδάτος γνώριζε τα διαχειριστικά, πολιτικά, στρατηγικά και διπλωματικά προβλήματα της Επανάστασης πολύ νωρίτερα και πολύ καλύτερα από έναν Κολοκοτρώνη.

Δεν είναι, όμως, λιγότερο γεγονός ότι ο Κολοκοτρώνης κινητοποίησε τις μάζες για την απόκρουση του Δράμαλη και ότι αυτός εξέδωσε την περίφημη διακήρυξη του πολέμου με όλα τα μέσα για τη σωτηρία της Επανάστασης, πράγμα που ο Μαυροκορδάτος δε θα έκανε ποτέ. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι, στην πραγματικότητα, στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Για να παίξει το ρόλο της, η πολεμική αριστοκρατία έπρεπε ακριβώς να μπορεί να αντιπαρατεθεί στην ιστορικά στενή πλευρά της αστικής τάξης σαν επαναστατικής δύναμης χωρίς να μπορεί να αποχωριστεί από αυτή, να συνδέεται με την αγροτιά και να μην καταλαβαίνει σε βάθος τα προβλήματα της επανάστασης.

Στην πράξη, όλα δείχνουν ότι το στρώμα αυτό έπαιξε, με όλες του τις ιδιομορφίες, το ρόλο του «πληβειακού αστικού στοιχείου», του στοιχείου εκείνου που σπρώχνει την αστικοδημοκρατική επανάσταση ως την τελική της νίκη χωρίς να κατανοεί σε βάθος την ουσία της, χωρίς να μπορεί να διαχειριστεί μακροπρόθεσμα τα προβλήματά της και χωρίς να μπορεί να καρπωθεί άμεσα τους καρπούς της.


Όπως και αν έχει το πράγμα, η Επανάσταση, στην πορεία της, προκάλεσε σημαντικές ανακατατάξεις στις γραμμές του στρώματος αυτού. Εντείνεται ακόμη περισσότερο και, ως ένα βαθμό, εξ αρχής δημιουργείται η διαφοροποίηση σε ανώτερο και κατώτερο στρώμα, πράγμα που στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην εισροή μεγάλων χρηματικών μέσων (π.χ., δάνεια), αλλά και υποδαυλίζει παραπέρα εμφυλίους πολέμους, καθώς οι πολιτικές κορυφές χρησιμοποιούν το δεύτερο ενάντια στο πρώτο.

Επιφανής εκπρόσωπος της πολεμικής αριστοκρατίας και πρωταγωνιστική φυσιογνωμία της Επανάστασης ήταν ο Θ. Κολοκοτρώνης. Άνθρωπος μεγάλων ικανοτήτων και όχι μόνο στρατιωτικών, ο κατά καιρούς τρομερός Γέρος του Μοριά, φαίνεται να ήταν από τα πιο προωθημένα μυαλά αυτής της κατηγορίας.

Η εξέλιξη της Επανάστασης θα αναδείξει και άλλες ενδιαφέρουσες προσωπικότητες, όπως ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, στρατιωτικό μυαλό όχι κατώτερο, αλλά περιορισμένων πολιτικών οριζόντων, ο Μάρκος Μπότσαρης, που επιμένει ακλόνητα στην ανάγκη δημιουργίας τακτικού στρατού, και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, που γίνεται ο εκφραστής των ακραίων αντιλήψεων του μεσαιωνικού κρατικού κατακερματισμού.

Ο Ρόλος των Ξένων Δυνάμεων 

Η έκρηξη της Επανάστασης δημιουργεί σοβαρότατα διεθνή προβλήματα. Η ίδια η Επανάσταση θέτει επί τάπητος άνευ περιστροφών το θέμα της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ακρογωνιαίο λίθο της βρετανικής πολιτικής, ενώ, από την άλλη, προκαλεί το ενδιαφέρον της Ρωσίας, που έχει τον ακριβώς αντίθετο ακρογωνιαίο λίθο. Εκτός από αυτό, η Επανάσταση δημιουργεί και άλλου είδους προβλήματα. Η Επανάσταση ξεσπά στην πιο ακατάλληλη στιγμή: Ακριβώς όταν, στην Ευρώπη, φαίνεται να έχει στερεωθεί η ιδιόμορφη αντεπαναστατική στροφή που έχει φέρει το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων. Με άλλα λόγια, η Επανάσταση, εκτός από την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, απειλεί και το Ευρωπαϊκό STATUS QUO.

Είναι δυνατό να δεχτούμε ότι οι ξένες δυνάμεις έμειναν αδιάφορες; Αυτό, προφανώς, ήταν το μόνο που δεν ήταν δυνατόν να συμβεί. Αντίθετα, οι ξένες δυνάμεις αντέδρασαν αμέσως. Εκείνες με τις οποίες συνδέεται κυρίως το ελληνικό εμπορικό κεφάλαιο, η Αγγλία και η Γαλλία, πολύ εχθρικά. Η Ρωσία κρατά εφεκτική στάση αλλά με πολλούς κινδύνους.


Είναι, βέβαια, γεγονός ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι είχαν τις αιτίες τους σε παράγοντες που είχαν βαθιές ρίζες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Πέρα όμως από αυτό, οι ίδιες οι βλέψεις των μεγάλων δυνάμεων της εποχής απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την προοπτική συγκρότησης ελληνικού κράτους, έπαιξαν το ρόλο τους.

Για να καταλάβουμε τη βαθύτερη ουσία του πράγματος, πρέπει να δούμε ποια ήταν η πραγματική πολιτική των ξένων δυνάμεων απέναντι στην Επανάσταση.

Η Ρωσία τη βλέπει σαν ένα παράγοντα διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ευνοεί. Παράλληλα, είναι επιφυλακτική απέναντί της για δυο λόγους: Ο ένας είναι ότι δε θέλει να προκαλέσει τις άλλες δυνάμεις και, ιδιαίτερα, την Αγγλία. Ο άλλος είναι ότι, ακριβώς επειδή πρόκειται για επανάσταση, τη νιώθει σαν κίνδυνο για το καθεστώς του τσαρισμού που ωθείται όλο και περισσότερο να γίνει ο φύλακας της ευρωπαϊκής αντεπανάστασης.

Η Γαλλία αντιδρά εχθρικά αλλά η πολιτική της δείχνει έντονα στοιχεία ετεροκαθορισμού από την πολιτική των άλλων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Αγγλίας.

Η Αγγλία βλέπει την Επανάσταση αρχικά εχθρικά σαν υπονομευτή της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που, για την Αγγλία, αποτελεί προμαχώνα ενάντια στη Ρωσία. Ωστόσο, η εχθρότητα της Αγγλίας αποδεικνύεται πολύ σύντομα πολύ ασταθής και ασυνεπής και ήταν αναγκαστικά έτσι. Η Αγγλία, η οποία, ταυτόχρονα, παίζει ενεργό ρόλο στην ανεξαρτησία της Νότιας Αμερικής, αναγκαστικά κατανοεί τη σημασία της ελληνικής ανεξαρτησίας για τον ίδιο λόγο: Γιατί δημιουργεί νέες αγορές για τη βρετανική βιομηχανία. 

Από την άλλη, η βρετανική πολιτική ηγεσία γρήγορα καταλαβαίνει ότι η Ελληνική Ανεξαρτησία είναι, ούτως ή άλλως, αναπόφευκτη και θα γίνει οπωσδήποτε. Θα γίνει ακόμη και αν, με κάποιο τρόπο, νικήσει στρατιωτικά ο σουλτάνος - τι αξία έχει μια στρατιωτική νίκη σε μια χώρα έτσι και αλλιώς ακυβέρνητη; Έτσι, από το 1822 κιόλας, η στάση του Λονδίνου αρχίζει να αλλάζει και ιδιαίτερα όταν στην εξουσία έρχεται ο Κάνινγκ, γνωστός και από το ρόλο του στη Νότια Αμερική. Αλλάζει, όμως, με την εξής έννοια: 

Αφού η κατάληξη είναι αναπόφευκτη και μπορεί να είναι και ωφέλιμη, δεν υπάρχει λόγος η Αγγλία να αντιτίθεται. Πρέπει, όμως, να γίνει με τρόπο όσο το δυνατόν πιο επωφελή. Συγκεκριμένα, πρέπει να γίνει σαν ενέργεια παραχώρησης της Αγγλίας και όχι σαν κατάκτηση των Ελλήνων. Έτσι, το νέο κράτος θα είναι εξαρτημένο ακόμη περισσότερο από την ούτως ή άλλως κοσμοκράτειρα Αγγλία. Πράγμα που, πέραν των πολλών άλλων, θα σημαίνει και εξασφάλιση των Επτανήσων, που ανήκουν όχι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά στην Αγγλία και που η τελευταία δεν έχει καμία διάθεση να εγκαταλείψει.


Το Γενικότερο Κλίμα    

Από τους πρώτους κιόλας μήνες της επανάστασης έγινε φανερό το χάσμα μεταξύ Φιλικών, που αποτελούσαν την δημοκρατική πολιτική παράταξη της επαναστατημένης Ελλάδας, και Κοτζαμπάσηδων του Μοριά που με κύριο όργανο εξουσίας, την Πελοποννησιακή γερουσία αλλά και τις τοπικές δημογεροντίες, εκπροσωπούσαν την ολιγαρχική παράταξη.

Η άρνηση των τελευταίων να δεχτούν τις προτάσεις του Δημητρίου Υψηλάντη, πληρεξούσιου του Μοριά και γενικού επιτρόπου της Ανωτάτης αρχής, με τις οποίες απαιτούσε από τους κοτζαμπάσηδες τον πλήρη έλεγχο της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της επανάστασης πόλωσε το ήδη τεταμένο κλίμα. Ακολούθησε η εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου με την οποία επισφραγίστηκε η ήττα των Φιλικών αφού παραμερίστηκαν εντελώς από την πολιτική εξουσία. Καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα αποδείχτηκε η Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας.


Στην Εθνοσυνέλευση διαμορφώθηκαν τρεις πολιτικές παρατάξεις, αυτή των Φιλικών, που αποτελείτο από δημοκρατικούς με κυρίαρχες μορφές τον Κολοκοτρώνη και τον Δ. Υψηλάντη, αυτή των κοτζαμπάσηδων του Μοριά και τέλος αυτή των Υδραίων καραβοκύρηδων που συνεργάζονταν με τους Ρουμελιώτες. Οι δύο τελευταίοι είχαν την απόλυτη πλειοψηφία στην εθνοσυνέλευση έχοντας δύναμη 150 πληρεξουσίων.

Οι αποφάσεις της εθνοσυνέλευσης ήταν καταδικαστικές για το κόμμα των δημοκρατικών. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έχασε την αρχιστρατηγία ενώ οι περισσότερες και ουσιαστικότερες πολιτικές θέσεις καλύφθηκαν από μέλη του κόμματος των κοτζαμπάσηδων και των Υδραίων. Ο εμφύλιος πόλεμος πια ήταν προ των πυλών.

Σύντομη Παρουσίαση των Γεγονότων 

Οι εμφύλιοι πόλεμοι ξεσπούν με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της Επανάστασης, ένδειξη των αντιθέσεων που ξεσπούν με την εκπλήρωση των πρώτων επαναστατικών καθηκόντων. Ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος, όπως ονομάστηκε, σχετίζεται με την εμφάνιση σοβαρών αντιθέσεων ανάμεσα στους προκρίτους και τους στρατιωτικούς της Πελοποννήσου. Πρωταγωνιστές θα είναι οι Ζαΐμηδες, οι Λόντοι και οι Δεληγιανναίοι, από τη μια μεριά, και ο Κολοκοτρώνης, από την άλλη. Η βάση των αντιπαραθέσεων του πολέμου αυτού θα είναι η εξής : 

Οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου βλέπουν με πολύ άσχημο μάτι την ανάδειξη των στρατιωτικών στελεχών, που επέρχεται μέσω των πολεμικών επιχειρήσεων και των πρώτων στρατιωτικών επιτυχιών και θέλουν να αποκλείσουν τους στρατιωτικούς από κάθε λόγο στις εξελίξεις. 

Δεν πρόκειται, φυσικά, απλώς και μόνο για προσωπικές φιλοδοξίες, όσο ρόλο και αν αυτές μπορεί να έπαιξαν. Οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου βλέπουν ότι τα προνόμια, που από πολλές γενεές διαθέτουν και που θεωρούν δεδομένα και αιώνια, απειλούνται από ανερχόμενες δυνάμεις, των οποίων την ανάδειξη δεν είχαν υπολογίσει, αλλά και που, ακόμη και αν είχαν υπολογίσει, δεν μπορούν να ανεχθούν.


Οι προθέσεις των Πελοποννησίων προκρίτων έχουν φανεί πολύ καθαρά στη συνάντηση, που έγινε χωρίς καμία εξουσιοδότηση, 29 προκρίτων στο μοναστήρι των Καλτετζών στις 26 Μάη 1821, όπου διορίστηκε επιτροπή για να διοικήσει «καθ' όποιον τρόπον η θεία πρόνοια τους φωτίσει και γνωρίσωσιν ωφέλιμον, έχοντες κατά τούτο κάθε πληρεξουσιότητα, χωρίς να ημπορή τινάς να αντιτείνει ή να παρακούση εις τα νεύματα και διαταγάς των».

Ο διορισμός, ίσως για να προλάβει αντιδράσεις, θέτει όριο άσκησης της εξουσίας αυτής την κατάληψη της Τρίπολης, που ήδη πολιορκείται. Η προσπάθεια αυτή συναντά ευρείες αντιδράσεις. Το καλοκαίρι γίνονται γεγονότα, που δείχνουν ότι η πραγματική παρουσία της παραδοσιακής αριστοκρατίας είχε εκ των πραγμάτων περιοριστεί και ότι είχε δημιουργηθεί μια νέα κατάσταση.

Έρχεται στην Ελλάδα ο Δ. Υψηλάντης, που διεκδικεί την ανωτάτη εξουσία στη βάση της δράσης του αδελφού του Αλεξάνδρου. Γύρω του συσπειρώνεται μια σημαντική μερίδα Φιλικών. Φυσικά, οι πρόκριτοι αρνούνται, ο Μαυροκορδάτος αρνείται επίσης και τα πράγματα φθάνουν ως την απειλή σύγκρουσης στο στρατόπεδο των Βερβαίνων.

2. Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Στην πρώτη αυτή αντιπαράθεση, συγκλίνουν πολλά στοιχεία. Τα κυριότερα είναι:

1. Η αντίθεση των ανωτέρων στρωμάτων της «αριστοκρατίας»

(Με την έννοια του συνόλου των «ανωτέρων» τάξεων) με εκείνα τα κατώτερα στρώματά της που χάνουν έδαφος και που, πριν γίνει η Επανάσταση, πρωτοστατούν στην ίδρυση και τη δραστηριότητα της Φιλικής Εταιρίας.
Η ήττα των τελευταίων στην αντιπαράθεση αυτή δείχνει την όλο και μεγαλύτερη αποχώρησή τους από την ιστορική σκηνή.

2. Η αντίθεση προκρίτων - στρατιωτικών.

Οι πρόκριτοι θέλουν να κυριαρχούν και να διαχειρίζονται την κατάσταση όπως ως τώρα, στηριγμένοι στη λειτουργία των στρατιωτικών όπως ήταν ως τώρα. Δεν έχουν καταλάβει ότι η λειτουργία αυτή έχει αλλάξει και ότι οι στρατιωτικοί δεν είναι τόσο υπάκουοι όσο στο παρελθόν.

3. Η αντίθεση προκρίτων - αγροτιάς.

Οι προθέσεις των προκρίτων να μη θιγούν σε απολύτως τίποτε τα προνόμιά τους θα πρέπει να ήταν πολύ προκλητικές, με αποτέλεσμα την αντίδραση της αγροτικής μάζας. Η αντίθεση αυτή συνδέεται με την προηγουμένη,καθώς οι αγρότες έχουν, σε μεγάλο βαθμό, «στρατιωτικοποιηθεί» λόγω του πολέμου.


Η παρέμβαση του Κολοκοτρώνη σώζει τους προκρίτους από απρόβλεπτες συνέπειες. Ο Κολοκοτρώνης σχολιάστηκε πολύ για την παρέμβασή του αυτή, που είχε και το στοιχείο της αυτοκαταστροφής, αφού αντιστρατευόταν τη στρατιωτική πλευρά στην οποία ανήκε και ο ίδιος. Η παρέμβαση αυτή έδειξε ότι ο Κολοκοτρώνης έβλεπε το μέλλον του μέσα σε έναν κόσμο όπου υπάρχουν και οι πρόκριτοι.

Η ουσία της ενέργειας ήταν ότι έδειξε την ανικανότητα του στρώματος, στο οποίο ανήκε, να διαχωριστεί από τους προκρίτους και αυτό δεν περιορίζεται μόνο στον Κολοκοτρώνη. Ωστόσο, στις παραινέσεις του Κολοκοτρώνη βλέπουμε και ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο, που, ίσως, δεν έχει προσεχθεί όσο πρέπει: Το φόβο διεθνών περιπλοκών. 

Όπως και αν έχει το πράγμα, οι εξελίξεις τρέχουν. Η Επανάσταση σημειώνει σοβαρές στρατιωτικές επιτυχίες. Το Σεπτέμβρη του 1821, καταλαμβάνεται η Τρίπολη, ασφαλίζοντας την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Το Δεκέμβρη του 1821, καταλαμβάνεται το Ναύπλιο. Η Πάτρα πολιορκείται. Στα μέσα του Γενάρη του 1822, καταλαμβάνεται η Κόρινθος, πολύ μεγάλο οικονομικό κέντρο της εποχής. Η Επανάσταση εξαπλώνεται και, όπως δείχνουν τα επακόλουθα γεγονότα, εξασφαλίζεται και στη Στερεά.

Οι στρατιωτικές επιτυχίες οξύνουν τις αντιθέσεις μεταξύ στρατιωτικών και προκρίτων της Πελοποννήσου, αλλά, παράλληλα, κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη οργάνωσης της Επανάστασης σε ευρύτερη κλίμακα.

Η ανάγκη αυτή εξυπηρετήθηκε με τρόπο που έδειχνε την πολύπλοκη κατάσταση στη διάταξη των δυνάμεων και στις μεταξύ τους σχέσεις. Το Νοέμβρη του 1821, ο Δ. Υψηλάντης καλεί Εθνοσυνέλευση. Παρόλο που δεν είχε καμιά επίσημη αρμοδιότητα γι' αυτό, η ανάγκη της εθνικής οργάνωσης είναι τόση, ώστε κανείς δεν τολμά να φέρει αντιρρήσεις. Αντίθετα, οι πρόκριτοι θεωρούν την Εθνοσυνέλευση σαν κατάλληλη ευκαιρία για να εξασθενήσουν παραπέρα τον Υψηλάντη. Έτσι συγκαλείται η Α` Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, η οποία, την 1η Γενάρη του 1822, ανακηρύσσει την Ελλάδα ανεξάρτητη.


Ένα βήμα κατ' εξοχήν επαναστατικό, αλλά που δεν ήταν το μόνο. Στην πραγματικότητα, η Επίδαυρος προχωρά σε ένα βήμα, του οποίου σήμερα δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε την πραγματική σημασία, αλλά που, στην εποχή του, θα πρέπει να φαινόταν πραγματικά «κουφό». Ας σκεφθούμε λίγο: Σε μια μακρινή και κάθε άλλο παρά κεντρικού ρόλου γωνιά της Ευρώπης, μέχρι προ μηνών επαρχία του σουλτάνου και, επιπλέον, σε συνθήκες όπου, στην υπόλοιπη Ευρώπη, φαίνεται να κυριαρχεί η μοναρχοαπολυταρχική αντεπανάσταση, εγκαθιδρύεται η αστική δημοκρατία.

Από την άποψη των συγκεκριμένων πολιτικών παραμέτρων, η Α` Εθνοσυνέλευση δημιούργησε μια ακανθώδη - ίσως, μάλιστα, και εκρηκτική - πραγματικότητα:

1. Δημιουργεί για πρώτη φορά τη συμμαχία προκρίτων της Πελοποννήσου και προκρίτων των νησιών, δηλαδή μισογαιοκτημονικής - μισοδιοικητικής αριστοκρατίας και εφοπλιστικού κεφαλαίου. Στη συμμαχία αυτή εντάσσεται και μεγάλο μέρος των κατωτέρων οπλαρχηγών της Στερεάς, όπου η πολιτική αριστοκρατία είναι πολύ πιο αδύνατη και οι επιχειρήσεις, σε συνθήκες πολύ μεγαλύτερης στρατηγικής έκθεσης, έχουν ήδη αρχίσει να διαλύουν τα παλιά αρματολίκια.

2. Εξασθενεί τη θέση των στρατιωτικών, εκείνων, δηλαδή, που, με τις στρατιωτικές τους επιτυχίες, εξασφαλίζουν την επιβίωση της Επανάστασης.

Η αντιπαράθεση δε θα μπορεί να μένει σε εκκρεμότητα για πάντα. Το 1824, οι δυο παρατάξεις που έχουν διαμορφωθεί (έμποροι και πρόκριτοι, από τη μια μεριά, και μεγαλοκαπεταναίοι, ιδιαίτερα Πελοποννήσιοι, από την άλλη) θα προσπαθήσουν να λύσουν τις διαφορές τους με τα όπλα.

Ο πόλεμος αυτός θα χαρακτηριστεί από περιορισμένες συγκρούσεις και ατέρμονες διαπραγματεύσεις και συνομιλίες, που όλες καταλήγουν στην ήττα των στρατιωτικών, των οποίων ο αρχηγός Κολοκοτρώνης αναγκάζεται να παραδώσει στους αντιπάλους του το Ναύπλιο που διοικεί ο γιος του Πάνος. Στο Ναύπλιο εγκαθίσταται η κυβέρνηση και, έτσι, δημιουργείται και η πρώτη Ελληνική πρωτεύουσα.


Ο συνασπισμός ναυτικών - προκρίτων βγαίνει νικητής. Εκείνο που αξίζει να παρατηρηθεί εδώ και που απαιτεί, ασφαλώς, πολλή ανάλυση είναι η στάση του «συνασπισμού των Φιλικών των Βερβαίνων» ή, για την ακρίβεια, οι διαλυτικές τάσεις στις γραμμές του. Ο Δικαίος, από τα βασικά στηρίγματα του Υψηλάντη στα Βέρβαινα, τώρα βοηθά τους τέως αντιπάλους του, προσπαθώντας να οργανώσει ένοπλη αντίσταση ενάντια στον Κολοκοτρώνη.

Ο Αναγνωσταράς πάει με τους νησιώτες. Ένας παλαιός Φιλικός, ο Μποταΐτης, οργανώνει εξέγερση στην Τρίπολη ενάντια στον Κολοκοτρώνη. Εκείνο που φαίνεται ότι συμβαίνει είναι ότι η διάλυση της βασικής δύναμης των στοιχείων αυτών έχει ολοκληρωθεί. Οι οικονομικές τους λειτουργίες αποδείχθηκαν ανίσχυρες και σε υποχώρηση. Ο γενικά αστικός τους χαρακτήρας δεν τους επιτρέπει (συντελούντων και των ειδικών χαρακτηριστικών του αγροτικού προβλήματος) να αποκτήσουν δεσμούς με την αγροτιά και να δημιουργήσουν με τη βοήθειά της αυτό που φαίνεται να είναι το κίνητρο των ενεργειών τους - ένα συγκεντρωτικό κράτος.

Η αγροτιά μένει κυρίως συνδεδεμένη με τους καπεταναίους. Ίσως δεν είναι τυχαίο το ότι η εξέγερση του Μποταΐτη στην Τρίπολη είναι κυρίως εξέγερση χειροτεχνών που καταστέλλεται με τη μετάκληση αγροτών από τις γειτονικές περιοχές. Είτε από σκοπιμότητα είτε από πεποίθηση (είτε, το πιθανότερο, και από τα δυο), οι καπεταναίοι θα δείξουν αυτό το δεσμό, προειδοποιώντας τους αγρότες ότι οι γαίες της Πελοποννήσου κινδυνεύουν από τη νησιωτική επιβουλή, πράγμα που, άλλωστε, δεν ήταν παρά η αλήθεια.

Για το λόγο αυτό ακριβώς, «ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος έρριψεν επί της παύσεώς του τα σπέρματα του δευτέρου», όπως λέει ο Τρικούπης.

Α’ Φάση του Εμφυλίου (Φθινόπωρο 1823 – Ιούλιος 1824)     

Οι διαμάχες πολιτικών και στρατιωτικών, που υπέβοσκαν από το πρώτο έτος της Επανάστασης οξύνθηκαν κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση της Β’ Εθνοσυνέλευσης. Η Β’ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων έγινε στο Άστρος της Κυνουρίας την περίοδο Μαρτίου – Απριλίου 1823. Σε αυτή την Εθνοσυνέλευση επικράτησαν οι πρόκριτοι. Πρόεδρος του Εκτελεστικού εκλέχτηκε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.


Επιπλέον, η αντιπαράθεση μεταξύ πολιτικών – προκρίτων και στρατιωτικών – οπλαρχηγών οξύνθηκε καθώς η πολιτική ολιγαρχία παραμέρισε τον Δημήτριο Μαυροκορδάτο. Οι αντιθέσεις μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού οξύνθηκαν και ο Κολοκοτρώνης υπέβαλε την παραίτησή του από το Εκτελεστικό, αλλά η παραίτηση δεν έγινε δεκτή.

Αφορμή για την έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου στάθηκε η απόφαση του Βουλευτικού να καθαιρέσει τον Υπουργό Δημήτριο Περρούκα με την κατηγορία της υπέρβασης καθήκοντος. Οι στρατιωτικοί και οι οπλαρχηγοί, υπερασπιζόμενοι το Εκτελεστικό (κυβέρνηση), διαλύουν το Βουλευτικό, με την κατηγορία ότι δεν είχε ενεργήσει νόμιμα στην περίπτωση Περρούκα. Το 1823 ο Αγγλόφιλος πολιτικός Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος εκλέχτηκε Πρόεδρος του Βουλευτικού. Οι αντιθέσεις μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού οξύνθηκαν και ο Κολοκοτρώνης υπέβαλε την παραίτησή του από το Εκτελεστικό, αλλά η παραίτηση δεν έγινε δεκτή.


Το Φθινόπωρο του 1823 συγκεντρώθηκαν στη Σιλίμνα της Τρίπολης οι Θεόδωρος και Πάνος Κολοκοτρώνης, Θ. Νέγρης, Γεώργιος Σισίνης, Ασημάκης Φωτήλας, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Δημήτριος Πλαπούτας, Νικηταράς, Δημήτριος Υψηλάντης, Γ. Καραμάνος, Μούρτζινος κ.α. Εκεί αποφασίστηκε από κοινού η αντίσταση κατά του Μαυροκορδάτου και των πολιτικών και όλοι μαζί ορκίστηκαν «ενώπιον της εικόνας του Χριστού» ότι θα αγωνιστούν ενωμένοι.

Παρόλο που το μέλλον των πολιτικών – προκρίτων – κοτζαμπάσηδων προδιαγραφόταν δυσοίωνο λόγω της μεγάλης δημοτικότητας που είχαν οι αντίπαλοι τους στα λαϊκά στρώματα, ο Θ. Κολοκοτρώνης ξαφνικά προσχωρεί (για σύντομο χρονικό διάστημα) στην παράταξη των πολιτικών – προκρίτων – κοτζαμπάσηδων με αντάλλαγμα τον διορισμό του γιού του Πάνου ως φρουράρχου του Ναυπλίου. Επίσης στη συμφωνία αποφασίστηκε να αρραβωνιάσει τον γιό του, Κολίνο, με την κόρη του Κανέλλου Δεληγιάννη, προκρίτου της Γορτυνίας.

Η απόφαση αυτή του Θ. Κολοκοτρώνη εξόργισε διακιολογημένα τους συναγωνιστές του και ιδιαίτερα τον Δημήτριο Πλαπούτα. Ο Θ. Κολοκοτρώνης υπέβαλε τελικά την παραίτησή του από το Εκτελεστικό ενώ το Βουλευτικό καθαίρεσε πραξικοπηματικά το μέλος του Εκτελεστικού, Μεταξά, ο οποίος ήταν υποστηρικτής του Θ. Κολοκοτρώνη. Στις 28 Νοεμβρίου 1823, στρατιωτικό σώμα περίπου 200 ανδρών, με επικεφαλής τον Νικηταρά, τον Χατζηχρήστο και τον Πάνο Κολοκοτρώνη κατευθύνεται προς το Άργος.

Αν και στην θέση του αντιπροέδρου του εκτελεστικού, ο Κολοκοτρώνης παρέμενε πολιτικά ανίσχυρος. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ως πρόεδρος του βουλευτικού προωθούσε τα σχέδια του με αποτέλεσμα να έρθει σε σύγκρουση με τον Κολοκοτρώνη. Οι ενέργειες του πρώτου τον εξαγρίωσαν και τον απείλησε λέγοντας του «μην καθίσεις πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες». Ύστερα από αυτή την προειδοποίηση ο Μαυροκορδάτος αναχώρησε για την Ύδρα, όπου μπορούσε ελεύθερα να σχεδιάσει τις πολιτικές του κινήσεις.


Η αποχώρηση του Μαυροκορδάτου θεωρήθηκε επιτυχία του Κολοκοτρώνη που δεν μπορούσε τότε να συνειδητοποιήσει τα μελλούμενα. Ο Μαυροκορδάτος έχοντας στενές επαφές με την Αγγλική κυβέρνηση, είχε σχεδόν εξασφαλίσει την υπόσχεση τους για δάνειο, το οποίο σκοπό είχε να το χρησιμοποιήσει για πολιτικούς σκοπούς. Αλλά και η κίνηση του να καταφύγει στην Ύδρα φανέρωσε τις στενές του σχέσεις με την οικογένεια Κουντουριώτη, η οποία από αυτό το σημείο και μετά θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις εμφύλιες διαμάχες.

Η επανάσταση είχε φτάσει σε κρίσιμη καμπή. Ο Κολοκοτρώνης καταφέρνει να πείσει τα μέλη του Εκτελεστικού να εγκατασταθούν στο Ναύπλιο, το οποίο ήλεγχε ο γιος του ενώ τα μέλη του Βουλευτικού αρνούνται να τους ακολουθήσουν παραμένοντας στο Άργος. Ο Κολοκοτρώνης παραιτείται από το Εκτελεστικό ενώ το Βουλευτικό καθαιρεί πραξικοπηματικά το μέλος του Εκτελεστικού, Μεταξά, φιλικά προσκείμενο στην παράταξη Κολοκοτρώνη.

Αμέσως το Βουλευτικό αν και δεν είχε την απαραίτητη απαρτία καθαίρεσε τον πρόεδρο του Εκτελεστικού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη καθώς και τον Σωτήρη Χαραλάμπη, απλό μέλος, αντικαθιστώντας τους με τους Γεώργιο Κουντουριώτη, Μπότσαρη, Ανδρέα Λόντο,Ιωάννη Κωλέττη και Ανδρέα Ζαΐμη. Ο τελευταίος παραιτήθηκε και την θέση του πήρε ο Σπηλιωτάκης. Στη συνέχεια η κυβέρνηση του Κρανιδίου προκήρυξε εκλογές με σκοπό την αντικατάσταση των βουλευτών που αρνήθηκαν να προσέλθουν στο Κρανίδι. Παράλληλα όμως και η κυβέρνηση του Ναυπλίου προκήρυξε εκλογές για τον ίδιο ακριβώς λόγο.

Η κατάσταση ήταν δραματική αφού όχι μόνο υπήρχαν δύο πόλοι εξουσίας αλλά κυκλοφορούσαν και φήμες σχετικά με τουρκικά στρατεύματα που ετοιμάζονταν να προελάσουν στην Πελοπόννησο. Η κυβέρνηση του Ναυπλίου ήταν αδύναμη σε σχέση με αυτή του Κρανιδίου αφού είχε χάσει την υποστήριξη των λαϊκών μαζών εξαιτίας της δυσπιστίας τους προς το πρόσωπο του Κολοκοτρώνη. Επιπλέον είχε απέναντι της τους καπεταναίους της Ρούμελης, οι οποίοι είχαν συμμαχήσει με τους κοτζαμπάσηδες του Μοριά και τους καραβοκύρηδες της Ύδρας.


Στις 28 Νοεμβρίου στρατιωτικό σώμα, περίπου στα 200 άτομα, με επικεφαλής τον Νικηταρά, τον Χατζηχρήστο και τον Πάνο Κολοκοτρώνη κατευθύνεται προς το Άργος όπου αρχίζει τις διαπραγματεύσεις. Οι τελευταίοι αρπάζουν εκ μέρους του εκτελεστικού τις σφραγίδες και τα πρακτικά ενώ 23 από τους 40 βουλευτές κατέφυγαν στο Κρανίδι ζητώντας την προστασία των Υδραίων. Στα τέλη Νοεμβρίου 1823 το Βουλευτικό (του Μαυροκορδάτου) καταφεύγει στο Κρανίδι για να βρίσκεται πιο κοντά στα ναυτικά νησιά που το υποστήριζαν.

Από εκεί, αν και δεν διαθέτει την απαραίτητη απαρτία, κηρύσσει παράνομο το Εκτελεστικό (καθαιρώντας τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη από Πρόεδρο και τον Σωτήρη Χαραλάμπη από απλό μέλος) και δημιουργεί τον Ιανουάριο του 1824 νέο Εκτελεστικό, με Πρόεδρο τον Υδραίο καραβοκύρη Γεώργιο Κουντουριώτη και μέλη τους Παναγιώτη Μπόταση, Ιωάννη Κωλέττη, Νικόλαο Λόντο και Ανδρέα Ζαΐμη. Έτσι, δημιουργούνται δύο αντίπαλοι πόλοι εξουσίας :

Α) Τον ένα πόλο αποτελούν οι «Κυβερνητικοί» (Γ. Κουντουριώτης, Α. Μαυροκορδάτος, Ι. Κωλέττης, Λόντος, Ανδρέας Ζαϊμης, Ανδρέας Μιαούλης, Παπαφλέσσας, Αναγνωσταράς κ.α.) που έχουν την έδρα τους στο Κρανίδι.

Β) Οι «Αντικυβερνητικοί» κατηγορούσαν τους «Κυβερνητικούς» ότι θέλουν να παραδώσουν την Ελλάδα στους Άγγλους, ενώ οι «Κυβερνητικοί» εξέφραζαν τους φόβους τους για τις δικτατορικές τάσεις των στρατιωτικών – οπλαρχηγών, που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά των «Αντικυβερνητικών».

Η πλάστιγγα έγειρε εύκολα υπέρ των «Κυβερνητικών», που είχαν τη δύναμη και τον πλούτο στα χέρια τους.


Οι Κυβερνητικοί (Μαυροκορδάτος, Γ. Κουντουριώτης, Ι. Κωλέττης, Α. Ζαϊμης, Λόντος κ.α.) είχαν σημαντική υποστήριξη από τους νησιώτες εφοπλιστές και κεφαλαιούχους, τους περισσότερους ρουμελιώτες οπλαρχηγούς, το μεγαλύτερο μέρος των πελοποννησίων γαιοκτημόνων, τους Έλληνες του εξωτερικού και τους περισσότερους φιλέλληνες. Σε αυτή την πρώτη φάση του Εμφυλίου, ένας από τους υποστηρικτές των κυβερνητικών ήταν και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος αν και δεν συμμετείχε ενεργά στις μάχες.

Οι δυνάμεις της αντικυβερνητικής παράταξης του Θ. Κολοκοτρώνη ήταν αρκετά περιορισμένες. Οι «Αντικυβερνητικοί» κατηγορούσαν τους «Κυβερνητικούς» ότι θέλουν να παραδώσουν την Ελλάδα στους Άγγλους, ενώ οι «Κυβερνητικοί» εξέφραζαν τους φόβους τους για τις δικτατορικές τάσεις των στρατιωτικών – οπλαρχηγών, που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά των «Αντικυβερνητικών». Η πλάστιγγα έγειρε εύκολα υπέρ των «Κυβερνητικών», που είχαν τη δύναμη και τον πλούτο στα χέρια τους.

Ένα επιπλέον όπλο στα χέρια των Κυβερνητικών του Κρανιδίου ήταν και το δάνειο των 800.000 λιρών που πήραν για τις πολεμικές ανάγκες της χώρας, αλλά το κατασπατάλησαν στην εμφύλια διαμάχη. Μάταια η παράταξη Κολοκοτρώνη προσπάθησε να το μπλοκάρει, επειδή γνώριζε ποια θα ήταν η τύχη του. Οι Κυβερνητικοί χρησιμοποίησαν τα χρήματα του δανείου για να εξαγοράσουν συνειδήσεις και να αποκτήσουν την υποστήριξη όσο το δυνατόν περισσότερων υποστηρικτών ώστε να νικήσουν την Αντικυβερνητική παράταξη.


Στις 17 Ιανουαρίου 1824 η κυβέρνηση του Ναυπλίου εγκαθίσταται στην Τρίπολη. Στις 2 Μαρτίου του ίδιου χρόνου ο Ανδρέας Μιαούλης αρχίζει να πολιορκεί το Ναύπλιο εκ μέρους της κυβέρνησης του Κρανιδίου και στις 31 Μαρτίου οι Νοταράς, Λόντος και Ζαΐμης φτάνουν μπροστά από τα τείχη της Τρίπολης. Τελικά ύστερα από διαπραγματεύσεις ο Κολοκοτρώνης συμφωνεί να εγκαταλείψει την Τρίπολη και αυτή να ανακηρυχτεί ελεύθερη πόλη χωρίς να έχει κανείς το δικαίωμα να την καταλάβει.

Οι κοτζαμπάσηδες όμως καταπατούν την συμφωνία προκαλώντας την οργή του Κολοκοτρώνη, ο οποίος δίνει εντολή στον γιο του, Πάνο, να καταλάβει το Άργος και παράλληλα να λύσει την πολιορκία του Ναυπλίου. Με τη σειρά του ξεκίνησε να πολιορκεί την Τρίπολη.

Το δίμηνο Φεβρουαρίου – Μαρτίου 1824 δόθηκαν σκληρές μάχες μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων στις περιοχές της Αρκαδίας και της Αργολίδας, με εύκολη επικράτηση των Κυβερνητικών. Στις 2 Μαρτίου 1824 ο Ανδρέας Μιαούλης αρχίζει να πολιορκεί το Ναύπλιο εκ μέρους της κυβέρνησης του Κρανιδίου και στις 31 Μαρτίου οι Νοταράς, Λόντος και Ζαΐμης φτάνουν μπροστά από τα τείχη της Τρίπολης.


Τελικά ύστερα από διαπραγματεύσεις ο Θ. Κολοκοτρώνης συμφωνεί να εγκαταλείψει την Τρίπολη και αυτή να ανακηρυχτεί ελεύθερη πόλη χωρίς να έχει κανείς το δικαίωμα να την καταλάβει. Οι πολιτικοί και οι κοτζαμπάσηδες όμως καταπατούν την συμφωνία προκαλώντας την οργή του Κολοκοτρώνη, ο οποίος δίνει εντολή στον γιο του, Πάνο, να καταλάβει το Άργος και παράλληλα να λύσει την πολιορκία του Ναυπλίου. Με τη σειρά του ξεκίνησε να πολιορκεί την Τρίπολη.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι ο Παπαφλέσσας και ο Αναγνωσταράς είχαν προσχωρήσει στην κυβερνητική παράταξη δημιουργώντας τεράστιο πρόβλημα στον Κολοκοτρώνη και γενικότερα στους Φιλικούς. Με αυτά τα δεδομένα η αποτυχία της αντικυβερνητικής παράταξης του Κολοκοτρώνη ήταν κάτι περισσότερο από σίγουρη.

Έτσι στις 7 Ιουνίου και παρά τις αντιρρήσεις των Υδραίων, οι οποίοι ήθελαν ολοκληρωτική καταστροφή του Κολοκοτρώνη και των περί αυτόν, οι κοτζαμπάσηδες, συγκεκριμένα ο Λόντος και ο Ζαΐμης, έγιναν, ύστερα από διαπραγματεύσεις, κύριοι του Ναυπλίου

Οι ψύχραιμες φωνές για συμβιβασμό επικράτησαν και ο Κολοκοτρώνης, βλέποντας την αδυναμία του, αναγκάστηκε να συρθεί σε συνδιαλλαγή με τον Γ. Κουντουριώτη και μετά από κοπιαστικές συζητήσεις επιτεύχθηκε συμφωνία για τερματισμό των εχθροπραξιών στις 22 Μαΐου 1824. Στις 7 Ιουνίου 1824 και παρά τις αντιρρήσεις των Υδραίων, οι οποίοι ήθελαν ολοκληρωτική καταστροφή του Κολοκοτρώνη, οι κοτζαμπάσηδες, συγκεκριμένα ο Λόντος και ο Ζαΐμης, έγιναν, ύστερα από διαπραγματεύσεις, κύριοι του Ναυπλίου.

Ο Κολοκοτρώνης αναγνώρισε την κυβέρνηση Γ. Κουντουριώτη, η οποία στις αρχές Ιουλίου χορήγησε αμνηστία στους αντιπάλους της. Έτσι επήλθε μια προσωρινή ανακωχή. Με το τελευταίο αυτό γεγονός κλείνει η πρώτη φάση του ελληνικού εμφυλίου πολέμου της περιόδου 1823-1824.

3. Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Οι εφοπλιστές είχαν υποστηρίξει τους προκρίτους γιατί θεωρούσαν ότι η νίκη τους θα τους εξασφάλιζε μια σταθερή κυβέρνηση. Αυτή η κυβέρνηση, όπως το έβλεπαν αυτοί, θα τους εξασφάλιζε τις γαίες της Πελοποννήσου, δηλαδή δυνατότητες τοποθέτησης των κεφαλαίων τους στη γη, ή, ακόμη καλύτερα, τις προσόδους της Πελοποννήσου. Αυτά όλα, όμως, τα εποφθαλμιούσαν και οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου. Έτσι μετά την ήττα των στρατιωτικών, φάνηκαν αμέσως οι αντιθέσεις μεταξύ των ως τώρα συμμάχων.


Ο Κολοκοτρώνης λέει στον Λόντο και τον Ζαΐμη ότι τους παραδίδει το Ναύπλιο, εκείνοι, όμως, πρέπει να εξασφαλίσουν ότι δε θα επιτραπεί σε «ξένους» να «καβαλικέψουν το άτι του Μοριά, διότι το σακατεύουν». Λέει, δηλαδή, στους Πελοποννήσιους προκρίτους ότι η νησιωτική απειλή δεν αφορά μόνο τα συμφέροντα των καπεταναίων ή των αγροτών, αλλά και τα δικά τους. Από την άλλη, έχουμε τον Γ. Κουντουριώτη που γράφει στον αδελφό του:

«Οι Πελοποννήσιοι, αδελφέ, δεν επιθυμούσι να ενδυναμώσωσι την διοίκησιν διά να ημπορέσει να πωλήση τα εθνικά εισοδήματα, επειδή εσυνήθισαν να τα φάγωσιν οι ίδιοι και όχι να καταναλίσκωνται εις τας ανάγκας της πατρίδος».

Ενδιαφέρον είναι ότι και οι δυο πλευρές έχουν συναίσθηση του βάρους της ξένης ανάμειξης. Ο μεν Κολοκοτρώνης λέει στον Λόντο ότι πρέπει να προσέχει, διότι «το δάνειο έρχεται και, αν δεν έρχεται, θα έρθει», ενώ ο Κουντουριώτης συνιστά στην κυβέρνηση «να προφθάση κατά τάχος αυτό το δάνειον και δυνάμει τούτου ανατρέπει και ματαιοί όλα τα σχέδια και στοχασμούς των αντιπατριωτών και των κατά το σχήμα πατριωτών».

Οι πρώην αντίπαλοι - Πελοποννήσιοι πρόκριτοι και οπλαρχηγοί - γίνονται τώρα σύμμαχοι. Το έναυσμα για την τελική αναμέτρηση δίνεται τον Οκτώβρη του 1824 και καθόλου τυχαία αποτελεί άρνηση των κατοίκων της Αρκαδίας να πληρώσουν φόρους. Η κυβέρνηση στέλνει εκεί - επίσης καθόλου τυχαία - 500 Ρουμελιώτες, αλλά με επικεφαλής έναν χαρακτηριστικό Πελοποννήσιο, τον Δικαίο, που είχε γίνει, στο μεταξύ, υπουργός Εσωτερικών.


Γρήγορα, οι συγκρούσεις γενικεύονται και η κυβέρνηση, παρόλο που έδειξε να υπερτερεί από την αρχή, αποφάσισε να βάλει σε εφαρμογή τα μεγάλα μέσα: Δίνει εντολή στα στρατεύματα της Στερεάς να εισβάλουν στην Πελοπόννησο, πράγμα που γίνεται. Οι αντίπαλοι της κυβέρνησης χτυπιούνται αποφασιστικά, οι δυνάμεις τους γρήγορα διαλύονται και οι πιο πολλοί ηγετικοί τους παράγοντες αναγκάζονται να παραδοθούν. Μεταφέρονται στην Ύδρα όπου και φυλακίζονται στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία.

Β’ φάση του Εμφυλίου (Ιούλιος 1824 – Ιανουάριος 1825)    

Σχεδόν αμέσως μετά το τέλος της Α’ φάσης του Εμφυλίου, η νικήτρια φατρία του Γ. Κουντουριώτη και του Μαυροκορδάτου άρχισε να ταλανίζεται από εσωτερικές αντιθέσεις. Ο τρόπος διαχείρισης του δανείου αποτέλεσε μια ακόμα αιτία αντιπαράθεσης. Οι νησιώτες που είχαν ισχυροποιηθεί προσεταιρίστηκαν τους Στερεοελλαδίτες και παραμέρισαν τους Πελοποννήσιους πρόκριτους.

Πολλοί παλιοί σύμμαχοι έγιναν τώρα εχθροί και το αντίστροφο. Οι νησιώτες προσεταιρίστηκαν τους Ρουμελιώτες και παραμέρισαν τους Πελοποννήσιους προκρίτους. Οι Πελοποννήσιοι πρόκριτοι δυσαρεστήθηκαν και αποχώρησαν από την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 1824. Επίσης συμμάχησαν με τον Θ. Κολοκοτρώνη. Η Κυβέρνηση Γ. Κουντουριώτη προχώρησε σε μια ιδιαίτερα προκλητική ενέργεια. Αποφάσισε να στείλει στρατεύματα στην Πελοπόννησο και να τρέφονται σε βάρος των φτωχών κατοίκων της.

Στην δεύτερη φάση του ελληνικού εμφυλίου πολέμου πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει η Ύδρα και συγκεκριμένα η οικογένεια Κουντουριώτη, όργανο της αγγλικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία είχε επιλέξει τους Υδραίους καραβοκύρηδες ως τους καταλληλότερους για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Αυτή με συστηματικές κινήσεις είχε καταφέρει να συγκεντρώσει όλη την εξουσία με το μέρος της. Με την συνεργασία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ως εγγυητή του αγγλικού δανείου, και των Ρουμελιωτών, η υπεροχή έναντι των κοτζαμπάσηδων του Μοριά και του Κολοκοτρώνη ήταν αδιαμφισβήτητη.


Είναι χαρακτηριστικό ότι από αυτό το χρονικό σημείο και μετά πολιτικοί αντίπαλοι των Κουντουριωταίων χαρακτηρίζονται όλοι ανεξαιρέτως οι Μωραΐτες και δεν περιορίζονται πια στις παρατάξεις του Κολοκοτρώνη και των Φιλικών. Οι κοτζαμπάσηδες, ιδιαίτερα αυτοί των Πατρών, φοβούμενοι τυχόν εχθρική ενέργεια εναντίον τους αρχίζουν να οργανώνονται καλύτερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παράδοση του Ναυπλίου στον Λόντο και τον Ζαΐμη από τον Κολοκοτρώνη.

Ο συγκεκριμένος συμβιβασμός ήταν μια ξεκάθαρη παραβίαση της εντολής της κυβέρνησης Κουντουριώτη ενώ παράλληλα ήταν και μια κίνηση τακτικής. Σε αντίθεση πάντως με τους πατρινούς προύχοντες, η οικογένεια Δεληγιάννη αλλά και η παράταξη Κολοκοτρώνη φαίνεται να αγνοεί μέχρι και εκείνη τη στιγμή τις προθέσεις των Υδραίων.

Σε όλον αυτό τον καταιγισμό των εξελίξεων προστίθεται και ένα νέο πρόσωπο, του οποίου ο ρόλος θα είναι καθοριστικός για την πορεία του εμφυλίου πολέμου. Ο Ιωάννης Κωλέττης, γιατρός με καταγωγή από το Συράκο Ιωαννίνων, θα αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Υδραίων και Ρουμελιωτών. Μια από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να φέρει σε επαφή τον Γκούρα, μετέπειτα φρούραρχο των Αθηνών, και τον Καραϊσκάκη με τους Υδραίους καθιστώντας τους σημαντικούς συμμάχους του.

Το έναυσμα για τη Β’ φάση του Εμφυλίου έδωσε η άρνηση των κατοίκων της Τριφυλλίας να πληρώσουν φόρους στην κυβέρνηση Γ. Κουντουριώτη. Αυτός έστειλε στρατεύματα τον Οκτώβριο του 1824 στην Αρκαδία για να επιβάλουν με τη βία τη θέληση της κυβέρνησης. Οι 500 «κυβερνητικοί» στρατιώτες υπό την ηγεσία του Παπαφλέσσα που έφθασαν στην περιοχή ηττήθηκαν από τους αντικυβερνητικούς του Γενναίου Κολοκοτρώνη και του Κανέλλου Δεληγιάννη και εκδιώχθηκαν.


Οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν. Με τα χρήματα του δανείου ο Γ. Κουντουριώτης με τη συνεργασία του Κωλέττη έστρεψε τους Στερεοελλαδίτες εναντίον των Πελοποννησίων. Σε ενέδρα που είχαν στήσει οι κυβερνητικές δυνάμεις έξω από την Τρίπολη σκοτώνεται ο γιος του Θ. Κολοκοτρώνη, Πάνος, στις 13 Νοεμβρίου 1824. Ο Θ. Κολοκοτρώνης συντετριμμένος από τον θάνατο του γιου του αποσύρθηκε στη Βυτίνα, αδιαφορώντας για την έκβαση του Εμφυλίου Πολέμου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από αυτό το χρονικό σημείο και μετά πολιτικοί αντίπαλοι των Κουντουριωταίων χαρακτηρίζονται όλοι ανεξαιρέτως οι Μωραΐτες και δεν περιορίζονται πια στις παρατάξεις του Κολοκοτρώνη και των Φιλικών. Οι κοτζαμπάσηδες, ιδιαίτερα αυτοί των Πατρών, φοβούμενοι τυχόν εχθρική ενέργεια εναντίον τους αρχίζουν να οργανώνονται καλύτερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παράδοση του Ναυπλίου στον Λόντο και τον Ζαΐμη από τον Κολοκοτρώνη.

Ο συγκεκριμένος συμβιβασμός ήταν μια ξεκάθαρη παραβίαση της εντολής της κυβέρνησης Κουντουριώτη ενώ παράλληλα ήταν και μια κίνηση τακτικής. Σε αντίθεση πάντως με τους πατρινούς προύχοντες, η οικογένεια Δεληγιάννη αλλά και η παράταξη Κολοκοτρώνη φαίνεται να αγνοεί μέχρι και εκείνη τη στιγμή τις προθέσεις των Υδραίων. Στις 20 Ιουλίου 1824 έφτασαν και τα χρήματα του δανείου από την αγγλική κυβέρνηση. Έτσι η κυβέρνηση Κουντουριώτη ενισχύθηκε με ένα υπέρογκο χρηματικό ποσό, το οποίο χρησιμοποίησε για δικούς της συμφεροντολογικούς σκοπούς μοιράζοντας το επιλεκτικά, μόνο σε φίλα προσκείμενους σε αυτή.

Επόμενη κίνηση ήταν η διενέργεια βουλευτικών εκλογών και η σύγκληση του νέου βουλευτικού την 1η Οκτωβρίου. Κατά κύριο λόγο η βουλή απαρτιζόταν από νησιώτες, συμμάχους των Κουντουριωταίων και γενικώς των Υδραίων. Αυτή εξέλεξε πρόεδρο της κυβέρνησης τον Γεώργιο Κουντουριώτη και μέλη αυτής τους Π. Μπότσαρη, Αν. Σπηλιωτάκη, Ιωάννη Κωλέττη και Ασημάκη Φωτήλα, ο οποίος όμως παραιτήθηκε λίγο αργότερα.


Η απάντηση των Μωραϊτών είναι άμεση. Συνασπίζονται όλοι σε μια ενιαία παράταξη ξεχνώντας για την ώρα τα μίση που τους χώριζαν, αρνούνται να πληρώσουν φόρους και δίνουν εντολή στον Ασημάκη Φωτήλα να παραιτηθεί από μέλος της κυβέρνησης. Η σύγκρουση πια μεταξύ κυβέρνησης Κουντουριώτη και Μωραϊτών είναι γεγονός.

Τον Ιούλιο του 1824 ο Γ. Κουντουριώτης με τα χρήματα του δανείου είχε αποκτήσει σημαντική υπεροχή έναντι των αντιπάλων του και μπορούσε να εξαγοράζει μικροκαπεταναίους και να πληρώνει τους μισθούς των στρατιωτών τους. Έτσι, μέρα με τη μέρα αποδυνάμωνε την πλευρά των αντικυβερνητικών Πελοποννησίων. Η χαριστική βολή δόθηκε με την απόφαση των κυβερνητικών για εισβολή ρουμελιώτικων στρατευμάτων στην Πελοπόννησο.

Με αρχηγούς τους Γκούρα, Καραϊσκάκη κ.α. , τα κυβερνητικά στρατεύματα προκάλεσαν απερίγραπτες καταστροφές και λεηλασίες, ιδιαίτερα στην περιοχή της Αχαΐας και της Κορινθίας. Ο οπλαρχηγός Δημήτριος Πλαπούτας, ως ουδέτερος, προσφέρθηκε να μεσολαβήσει για τον τερματισμό της εμφύλιας αιματοχυσίας, σε μια περίοδο που η τύχη της ελληνικής επανάστασης κρεμόταν από μια κλωστή.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε από ποιους αποτελούνταν οι δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις.

Ορισμένοι επιφανείς άνδρες που ήταν ενταγμένοι στην Κυβερνητική παράταξη ήταν ο (αγγλόφιλος) Γ. Κουντουριώτης, ο (αγγλόφιλος πολιτικός) Α. Μαυροκορδάτος, ο Ι. Κωλέττης, ο Παπαφλέσσας, ο Ιωάννης Γκούρας, ο Καραϊσκάκης, ο Α. Ισκος, ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Μακρυγιάννης, ο Δράκος, ο Βαλτινός, ο Τσάμης Καρατάσος και διάφοροι άλλοι Ρουμελιώτες, Σουλιώτες και Υδραίοι.


Ορισμένα επιφανή πρόσωπα που συμμετείχαν στην Αντικυβερνητική παράταξη ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, οι Δεληγιανναίοι, ο Νικηταράς, ο Ανδρέας Ζαϊμης, ο Ανδρέας Λόντος, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο Θεόδωρος Γρίβας, ο Γεώργιος Σισίνης, ο Χρύσανθος Σισίνης, ο Σωτήρης Νοταράς, ο Ιωάννης Νοταράς, ο Βάσος Μαυροβουνιώτης κ.α.

Στις 23 Οκτωβρίου σώμα 500 στρατιωτών με επικεφαλής τον Παπαφλέσσα ξεκινάει για να επιβάλλει την τάξη στην Αρκαδία, η οποία είχε επαναστατήσει εναντίον της κυβέρνησης. Ο στρατός του Παπαφλέσσα εκδιώχθηκε κακήν κακώς από τον Γενναίο Κολοκοτρώνη. και τον Κανέλλο Δεληγιάννη. Στα τέλη του 1824 ο Κολοκοτρώνης αρχίζει να πολιορκεί την Τρίπολη, ο Νικηταράς το Ναύπλιο και ο Νοταράς & ο Λόντος την Ακροκόρινθο. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Λόντος και Ζαΐμης είχαν λύσει την πολιορκία της Πάτρας προκειμένου να συγκεντρώσουν τους στρατούς τους στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.

Ένα απρόσμενο γεγονός έδωσε σημαντικό πλεονέκτημα νίκης στους Υδραίους. Ο θάνατος του Πάνου Κολοκοτρώνη βύθισε στη λύπη τον Θεόδωρο προκαλώντας του παράλληλα αδιαφορία για τα πολιτικά τεκταινόμενα. Ο Ζαΐμης με χίλιους άνδρες έφτασε τον Νοέμβριο στην Τρίπολη όπου τον περίμεναν οι Δεληγιανναίοι κ.α.


Στις 25 Νοεμβρίου κατέφθασε στον Αχλαδόκαμπο ο στρατός των κυβερνητικών αλλά όταν άρχισε η μάχη με έκπληξη παρατήρησαν οι Μοραΐτες ότι οι περισσότεροι εκ των στρατιωτών τους, κυρίως Ρουμελιώτες και Σουλιώτες μισθοφόροι, δεν δέχονταν να πολεμήσουν. Αιτία ήταν τα μεγάλα ποσά που τους είχαν τάξει κατάσκοποι των κυβερνητικών αν παρέμεναν άπρακτοι. Έτσι οι κοτζαμπάσηδες αποχώρησαν και αποσύρθηκαν στις ιδιαίτερες πατρίδες του. Δύο μέρες πριν, στις 23 Νοεμβρίου, οι Ρουμελιώτες είχαν συγκρουστεί κοντά στην Κόρινθο με τα στρατεύματα του Λόντου και του Νοταρά. Αποτέλεσμα ήταν οι τελευταίοι, εξαιτίας λιποταξίας των μισθοφόρων τους, να ηττηθούν.

Οι λεηλασίες που πραγματοποιήθηκαν στην έδρα των Νοταράδων, στα Τρίκαλα Κορινθίας ήταν άνευ προηγουμένου. Επιπλέον ο Σωτηράκης Νοταράς αναγκάστηκε με την βία να καταστήσει γενικό κληρονόμο της περιουσίας του τον ιατρό Σοφιανόπουλο, συνεργάτη του Γκούρα. Ύστερα ακολούθησε η εκστρατεία στην Αιγιαλεία όπου συμμετείχαν οι Ίσκος, Καραϊσκάκης, Μπότσαρης, Τζαβέλας, Δράκος, Βαλτινός κ.α.

Οι Μελετόπουλοι, οι Κουμανιώτες, οι Πετμεζαίοι και ο Νικολόπουλος είχαν ταχθεί με το μέρος τους έτσι δεν δυσκολεύτηκαν να προελάσουν στην Αχαΐα. Το μοναδικό πια εμπόδιο ήταν η Κερπινή Αχαΐας, πατρίδα των Ζαΐμηδων. Εκεί είχαν οχυρωθεί ο Λόντος και οι Ζαΐμηδες, οι οποίοι όμως απέτυχαν να τους αποκρούσουν εξαιτίας της λιποταξίας των Σαρδελιάνων, συμμάχων των πρώτων. Ο Ζαΐμης και ο Λόντος αναχώρησαν για την Ηλεία ενώ οι Ρουμελιώτες εισέβαλαν στην Κερπινή. Οι σκηνές που ακολούθησαν ήταν φοβερές.

Φρικτά εγκλήματα όπως αυτά των βιασμών, των βασανισμών συνέβησαν ενώ όλα τα σπίτια λεηλατήθηκαν. Στην ιστορία έμεινε η φράση ενός στρατιώτη που φώναζε ότι «πωλήται το φουστάνι της Ζαΐμενας». Έπειτα στράφηκαν στην περιοχή των Δεληγιαννέων, την οποία οι είχαν εγκαταλείψει οι προύχοντες της.

Αφού λεηλατήθηκε και αυτή ο Γκούρας και τα παλληκάρια του έστρεψαν την προσοχή τους στην Ηλεία και συγκεκριμένα στη Γαστούνη, την επικράτεια των Σισίνιδων. Το πλιάτσικο που ακολούθησε ήταν τρομερό αφού ο κάμπος της Γαστούνης ήταν από τις πιο πλούσιες περιοχές. Από την τεράστια βιβλιοθήκη των Σισίνιδων, περίπου 10.000 τόμοι, δεν γλίτωσε τίποτα παρά μόνο μερικά σπάνια βιβλία που κατέληξαν στον Σοφιανόπουλο.


Οι τελευταίες συγκρούσεις κυβερνητικών και αντικυβερνητικών έγιναν το Δεκέμβριο του 1824. Στα τέλη του 1824 ο Κολοκοτρώνης αρχίζει να πολιορκεί την Τρίπολη, ο Νικηταράς το Ναύπλιο και ο Νοταράς & ο Λόντος την Ακροκόρινθο. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Λόντος και Ζαΐμης είχαν λύσει την πολιορκία της Πάτρας προκειμένου να συγκεντρώσουν τους στρατούς τους στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.

Στις 23 Ιανουαρίου του 1825 όλα έχουν τελειώσει. Ο Κολοκοτρώνης, Θεόδωρος Γρίβας, οι Γεώργιος και Χρύσανθος Σισίνης, οι Σωτήρης και Ιωάννης Νοταράς, οι Δεληγιανναίοι και μερικοί άλλοι φυλακίζονται στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Ο Ασημάκης Φωτήλας διέφυγε της συλλήψεως ενώ ο Παλαιών Πατρών Γερμανός συνελήφθη από τον Νικολέτο Σοφιανόπουλο και αφού οδηγήθηκε στη Γαστούνη, από εκεί και πέρα προχώρησε πεζός, γεγονός πρωτάκουστο για κληρικό τέτοιας κατηγορίας.


Την ίδια εποχή ο Οδυσσέας Ανδρούτσος νομίζοντας ότι θα του δοθεί αμνηστία παραδίνεται στις αρχές και φυλακίζεται στην Αθήνα. Εκεί αφού βασανίστηκε απάνθρωπα, ρίχτηκε από την Ακρόπολη στις 26 Ιουνίου 1825. Στον λαό διαδόθηκε ότι πήγε να δραπετεύσει και τσακίστηκε. Υπεύθυνος για τον θάνατο του ήταν το άλλοτε πρωτοπαλίκαρό του ο Γκούρας.

Από αυτή τη στιγμή και μετά γράφεται μια από τις πιο μελανές σελίδες της ελληνικής επαναστάσεως. Οι Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί που υποστήριζαν την κυβέρνηση Κουντουριώτη και συγκεκριμένα οι Μακρυγιάννης, Τζαβέλλας, Καραϊσκάκης, Γκούρας, Δράκος και Καρατάσος διατάζονται να εισβάλουν στην εξεγερμένη Πελοπόννησο και να χτυπήσουν τις αντικυβερνητικές δυνάμεις. Ο (αντικυβερνητικός) Ζαΐμης με χίλιους άνδρες έφτασε τον Νοέμβριο του 1824 στην Τρίπολη όπου τον περίμεναν οι Δεληγιανναίοι κ.α.

Στις 25 Νοεμβρίου κατέφθασε στον Αχλαδόκαμπο ο στρατός των κυβερνητικών αλλά όταν άρχισε η μάχη, οι Πελοποννήσιοι αντικυβερνητικοί παρατήρησαν με έκπληξη ότι οι περισσότεροι εκ των στρατιωτών τους, κυρίως Ρουμελιώτες και Σουλιώτες μισθοφόροι, δεν δέχονταν να πολεμήσουν εναντίον των κυβερνητικών.

Αιτία ήταν τα μεγάλα χρηματικά ποσά που τους είχαν τάξει κατάσκοποι των κυβερνητικών αν παρέμεναν άπρακτοι την ώρα της μάχης. Έτσι οι Πελοποννήσιοι απογοητευμένοι αποχώρησαν και αποσύρθηκαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Δύο μέρες πριν, στις 23 Νοεμβρίου 1824, οι Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί είχαν συγκρουστεί κοντά στην Κόρινθο με τα αντικυβερνητικά στρατεύματα του Λόντου και του Νοταρά. Αποτέλεσμα ήταν οι τελευταίοι, εξαιτίας λιποταξίας των μισθοφόρων τους, να ηττηθούν.

Οι λεηλασίες που πραγματοποιήθηκαν από τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς στην έδρα των Νοταράδων, στα Τρίκαλα Κορινθίας ήταν άνευ προηγουμένου. Επιπλέον ο Σωτηράκης Νοταράς αναγκάστηκε με την βία να καταστήσει γενικό κληρονόμο της περιουσίας του τον ιατρό Σοφιανόπουλο, συνεργάτη του (κυβερνητικού) Ιωάννη Γκούρα.


Ύστερα ακολούθησε η εκστρατεία των Ρουμελιωτών στην Αιγιαλεία όπου συμμετείχαν οι Ίσκος, Καραϊσκάκης, Μπότσαρης, Τζαβέλας, Δράκος, Βαλτινός κ.α. Οι Μελετόπουλοι, οι Κουμανιώτες, οι Πετμεζαίοι και ο Νικολόπουλος είχαν ταχθεί με το μέρος τους και έτσι δεν δυσκολεύτηκαν να προελάσουν στην Αχαΐα. Το μοναδικό πια εμπόδιο ήταν η Κερπινή Αχαΐας, πατρίδα των Ζαΐμηδων. Εκεί είχαν οχυρωθεί ο Λόντος και οι Ζαΐμηδες, οι οποίοι όμως απέτυχαν να τους αποκρούσουν εξαιτίας της λιποταξίας των Σαρδελιάνων, συμμάχων των πρώτων.

Ο Ζαΐμης και ο Λόντος κατέφυγαν στην Ηλεία ενώ οι Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί εισέβαλαν στην Κερπινή. Οι σκηνές που ακολούθησαν ήταν φοβερές. Φρικτά εγκλήματα συνέβησαν όπως αυτά των βιασμών, των βασανισμών, των δολοφονιών και των εμπρησμών, ενώ όλα τα σπίτια λεηλατήθηκαν. Έπειτα στράφηκαν στην περιοχή των Δεληγιαννέων, την οποία οι είχαν εγκαταλείψει οι προύχοντες της.

Αφού λεηλατήθηκε και αυτή, ο (αντικυβερνητικός) Γκούρας και τα παλληκάρια του αποφάσισαν να επιτεθούν στην Ηλεία και συγκεκριμένα στη Γαστούνη, την επικράτεια των Σισίνιδων. Το πλιάτσικο που ακολούθησε ήταν τρομερό αφού ο κάμπος της Γαστούνης ήταν από τις πιο πλούσιες περιοχές.


Τα ρουμελιώτικα στρατεύματα άρπαξαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους. Από την τεράστια βιβλιοθήκη των Σισίνιδων, περίπου 10.000 τόμοι, δεν γλίτωσε τίποτα παρά μόνο μερικά σπάνια βιβλία που κατέληξαν στα χέρια του Σοφιανόπουλου. Ο Φωτάκος έγραψε για τα αυτά τα θλιβερά γεγονότα ότι «ηρκεί μόνον ότι όλοι ήσαν Μοραΐται και όλους τους εγύμνωναν και τους εκαταφρόνουν» ενώ ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η εισβολή των πέραν του Ισθμού στρατευμάτων δοθέντων εις αρπαγήν ανακάλεσεν εις την μνήμην των παθόντων όσα κακά έπαθαν είι της εισβολής των Αλβανών οι πατέρες αυτών».

Στις 6 Φεβρουαρίου του 1825 όλα έχουν τελειώσει. Οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν επικρατήσει πλήρως. Ο Κολοκοτρώνης, Θεόδωρος Γρίβας, ο Γεώργιος Σισίνης, ο Χρύσανθος Σισίνης, ο Σωτήρης Νοταράς, ο Ιωάννης Νοταράς, οι Δεληγιανναίοι και μερικοί άλλοι αντικυβερνητικοί φυλακίζονται στην Ύδρα. Μόνο ο Ασημάκης Φωτήλας κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη. Η κυβέρνηση Κουντουριώτη επιδιώκει να εξοντώσει με οποιοδήποτε τρόπο τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.

Τον Απρίλιο του 1825 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος νομίζοντας ότι θα του δοθεί αμνηστία παραδίνεται στους κυβερνητικούς και φυλακίζεται στην Αθήνα. Εκεί αφού βασανίστηκε απάνθρωπα, βρήκε τραγικό θάνατο από το πρώην πρωτοπαλίκαρό του, τον Ιωάννη Γκούρα. Τον Ιούνιο του 1825 ο Γκούρας τον δολοφόνησε στην Ακρόπολη.


Έχοντας φυλακίσει όλους τους πολιτικούς αντιπάλους της η κυβέρνηση Κουντουριώτη ήταν ελεύθερη να προωθήσει τα συμφέροντά της καθώς και αυτά των Άγγλων, των οποίων ήταν όργανο. Όμως η κυβέρνηση αυτή δεν είχε την ικανότητα να σημειώσει επιτυχίες στο στρατιωτικό τομέα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι δεν μπόρεσε να σώσει από την καταστροφή την Κάσο και τα Ψαρά, ούτε να εμποδίσει την απόβαση των αιγυπτιακών στρατευμάτων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο (Φεβρουάριος 1825) ούτε να σώσει το πολιορκημένο Μεσολόγγι (Απρίλιος 1826).

Έτσι, μπροστά στον κίνδυνο της ολοκληρωτικής καταστροφής αναγκάστηκε να αποφυλακίσει τον (αντικυβερνητικό) Θ. Κολοκοτρώνη το Μάιο του 1825 για να πάρει εκείνος την ομάδα στις πλάτες του και να νικήσει τα τουρκοαιγυπτιακά στρατεύματα.

4. Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΜΦΥΛΙΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

Ο Τρικούπης κάνει μια ενδιαφέρουσα σύγκριση των δυο εμφυλίων πολέμων : «Μικρός ήτον ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος, μικρά και τα κινήσαντα αυτόν αίτια, μικρού λόγου και οι σκοποί του. Η Αρχή, το μήλον της έριδος, ήτον εφήμερος, διότι εφήμερα, ο εστί ενιαύσια, ήσαν και τα βουλευτικά και τα νομοτελεστικά. Το δε νομοτελεστικόν της περιόδου ταύτης, ως αναπληρωτικόν του άλλου, ουδέ τετράμηνον διάρκειαν είχεν.

Ουδενός δε των διαμαχομένων η φίλαρχος επιθυμία επέκεινα του τέρματος ή των όρων της καθεστώσης εξουσίας παρεξετείνετο. Διηρήτο δε η εξουσία και εις πολλούς και υπό τον χαλινόν και την αυστηράν επίβλεψιν της βουλής πάντοτε έκειτο. Πελοποννήσιοι προς Πελοποννησίους εμάχοντο επί του πρώτου εμφυλίου πολέμου. Σχέσιν έχοντες ούτοι προς αλλήλους επολιτεύοντο και εν πολέμω μετρίως.

Ολίγη, ως είδαμεν, η αιματοχυσία, ουδεμία διάθεσις καταστροφής ή διαρπαγής, ευκατεύναυστα τα πάθη, οι σήμερον πολέμιοι έγιναν της επαύριον φίλοι και η περί ης ο λόγος αλληλομαχία εφαίνετο μάλλον στάσις ή πόλεμος. Αλλά λίαν δεινός και λίαν φθοροποιός κατήντησεν ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος προκειμένης όχι εφημέρου εξουσίας, ως άλλοτε, αλλά καταστροφής και εξοντώσεως των ισχυρών της Πελοποννήσου.

Εξώκειλε δε ένεκα τούτου και εις τόσην κακοήθειαν ώστε η εις την Πελοπόννησον εισβολή και πέραν του ισθμού στρατευμάτων δοθέντων εις αρπαγήν και εις ακολασίαν ανεκάλεσεν εις την μνήμην των παθόντων όσα κακά έπαθον επί της εισβολής των Αλβανών οι πατέρες αυτών».


Ο Τρικούπης διαπιστώνει σοβαρές διαφορές ανάμεσα στους δυο εμφυλίους πολέμους. Κυρίως διαπιστώνει τη μεγάλη όξυνση των αντιθέσεων και την αύξηση του βάθους της σύγκρουσης, που εκφράζονται, μεταξύ άλλων, μέσω της κρίσης του τοπικισμού.

Η όξυνση της σύγκρουσης μαρτυρείται και από πολλά άλλα στοιχεία. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι αντικυβερνητικοί ηγέτες δεν πιάστηκαν καν αιχμάλωτοι, αλλά προτίμησαν να πάνε οι ίδιοι να παραδοθούν οικειοθελώς στην κυβέρνηση στο Ναύπλιο γιατί είχαν φόβους για την τύχη τους αν συλλαμβάνονταν στις επαρχίες τους. Η ξένη ανάμειξη ίσως ήταν πιο σοβαρή από ό,τι νομίζεται.

Ο δρόμος του ασύλου προς τα Επτάνησα ήταν κλειστός και ο Γεώργιος Σισίνης και ο γιος του Χρύσανθος, που είχαν καταφύγει εκεί, απελάθηκαν και αναγκάστηκαν και αυτοί να παραδοθούν στην Κυβέρνηση του Ναυπλίου. Αγγλική προσπάθεια ενίσχυσης της «αγγλικής» μερίδας για την εξάλειψη της «Ρωσικής»; Το βέβαιο είναι ότι η οξύτητα του δεύτερου εμφυλίου πολέμου δείχνει ότι τα προβλήματα της Επανάστασης βαθαίνουν, γίνονται πιο επείγοντα και πιεστικά, ζητούν πιο άμεση λύση.

Ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος αφήνει νικητή στο πεδίο της μάχης το συνασπισμό που στηρίζεται στο εφοπλιστικό και εμπορικό κεφάλαιο και τους συμμάχους του. Αυτός θα κληθεί να χειρισθεί τα μεγάλα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά του και που σύντομα θα γίνουν πολύ μεγαλύτερα, λυδία λίθος των ικανοτήτων των εκπροσώπων του και της ιστορικής στενότητας των καταβολών του.

5. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

 
(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)